Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιανουαρίου 19, 2013

«Παιδεύων ἐπαίδευσέ με ὁ Κύριος»


2528422408_b8ab92f1b5_b
Καὶ διὰ Δαβὶδ «κύριος παιδεύων ἐπαίδευσέ με
καὶ τῷ θανάτῳ οὐ παρέδωκέ με». Τὸ γὰρ ὑπὸ τοῦ
κυρίου παιδευθῆναι καὶ παιδαγωγηθῆναι θανάτου
ἐστὶν ἀπαλλαγή.
Κλήμης Αλεξανδρεύς, Παιδαγωγός 1.7.61
Σε καιρούς παρακμής, διαφθοράς, καταπτώσεως δεν είναι λίγοι εκείνοι που αναμιμνήσκονται της παιδείας, αποδίδοντας μεταξύ άλλων και σε έλλειμά της τα δεινά.
Αν και κατά τη Γραμματική η παιδεία ανήκει στα αφηρημένα ουσιαστικά, ως έννοια μη αντιληπτή με τις αισθήσεις αλλά με τον νου, όμως δεν παύει λογικά να έχει περιεχόμενο συγκεκριμένο.
Έχοντας προσπαθήσει εδώ και μια δεκαπενταετία να στήσω ένα μικρό μουσείο για την παιδεία[i], προβληματίζομαι στο πως μπορεί να παρουσιαστή εποπτικά μια έννοια «αφηρημένη» αλλά τόσο σημαντική[ii].
Γράφοντας σ᾽ έναν αφιερωματικό τόμο προς τιμήν αρχιερέως φιλολόγου θα αναφερθώ παραδειγματικά σε θέματα από τη θύραθεν και την καθ᾽ ημάςπαιδεία, χωρίς να θεωρώ τις δύο αυτές πλευρές αναγκαστικά ισότιμες και συγκρίσιμες. Βέβαια δεν αγνοώ τις φυγόκεντρες τάσεις, που δεν νοιάζονται καθόλου για τη συσχέτιση των δύο αυτών πλευρών. Όμως ποιες είναι σπουδαιότερες πηγές της παιδείας αυτού του λαού από τις αξίες του Χριστιανισμού και του Ελληνισμού; Ας επιτρέψουμε λοιπόν στον εαυτό μας να μην πάψει να ερευνά και να εντρυφά στα νάματα αυτά του πολιτισμού της ψυχής, αφού όσο είμαστε εν σαρκί θα βιώνουμε τη σχέση ανάμεσα στις δύο πηγές της παιδείας μας και της ταυτότητάς μας- την αλληλοδιείσδυση ή την αντιπαλότητά τους.
Αλλά επειδή «μεγέθους ἐστίν ὁ Χριστιανισμός»[iii], σπεύσε να ομολογήσεις την υπεροχή του, βλέποντας πως λειτουργούν τα πράγματα μέσα σου και στην ψυχή του λαού σου. Πράγματι «οὐκέτι Φοῖβος ἔχει καλύβην», και ας φαντασιοκοπούν κάποιοι ποιητές μας- μαζί και οι νεοπαγανιστές. «Ὁ κόσμος χτίζουν ἐκκλησιές» και η κυρά η Παναγιά προεξάρχουσα των αγγέλων και των αγίων σκέπει ακόμη με το μαφόρι της τη χώρας μας, αν και γίναμε θύματα του καταναλωτισμού, της φιληδονίας και της εγωπάθειας (όπως μπορεί κανείς να διαπιστώσει ακόμη και από τις στατιστικές).
Μερικές δεκαετίες πριν, η γιαγιά η Λωξάντρα (στο γνωστό αφήγημα της Μαρίας Ιορδανίδου) έλεγε στη ρύμη του λόγου χρυσοστομικά αποφθέγματα: «πλούσιος ἐστίν ὁ ὀλίγοις ἀρκούμενος». Θυμάμαι αναλογικά ρητά της γιαγιάς μας, όπως το «να τρως και να πεινάς και να πίνεις και να διψάς»… Ο κεραμίστας Πάνος Βαλσαμάκης διηγόταν για την πατρίδα του, το Αϊβαλί, ότι «όταν περνούσε γυναίκα έγκυος μπροστά από τα καφενεία, οι άντρες προσηκωνόμαστε»… Ποιος τούς τα᾽ μαθε αυτά;… Δεν χρειάζεται συλλογιστικά ή με εμπειρική έρευνα να αποδείξουμε ότι πολύ μεγάλο μέρος της λαϊκής παιδείας έχει εκκλησιαστικές καταβολές και επομένως η Εκκλησία αποτελεί έναν από τους μεγάλους ταμιευτήρες της.
Σημαντικό μέρος επηρεάζεται ασφαλώς από το σχολείο (που φαίνεται ότι επιδρά έμμεσα και στους αγραμμάτους), αν και, όπως παρατηρείται από πολλούς, τις τελευταίες δεκαετίες δίνεται έμφαση στις ταχύτατα αυξανόμενες γνώσεις εις βάρος της αγωγής και την πνευματικής καλλιέργειας.
Και άλλοι θεσμοί της πολιτείας παρέχουν παιδεία: ο στρατός, τα δικαστήρια, τα νοσοκομεία, το θέατρο… Κάποτε το έργο εκάστου «τὸ πῦρ δοκιμάσει»[iv].
Και η φύση που μας περιέχει είναι κι αυτή σχολείο για μας, όσο κι αν την κακομεταχειριζόμαστε συνεχώς. Ακόμη, η παιδεία του λαούς μας δέχεται επιρροές από άλλους λαούς και πολιτισμούς, γειτονικούς ή μακρινούς, όπως γινόταν ανέκαθεν- σε μεγαλύτερο βαθμό ίσως σήμερα «που ο κόσμος έγινε ένα απέραντο ξενοδοχείο», όπως λέει ο ποιητής.
Είναι σπουδαίο να αισθάνεσαι την παιδεία που σου παρέχει η Εκκλησία και σε καλεί να την υπομένεις, γιατί ο Θεός μας φέρεται σαν παιδιά του[v]. Αν δεν τα καταφέρεις- άνθρωπος είσαι αδύναμος- υπάρχει και άλλος δρόμος: «παιδεύσει σε ἡ ἀποστασία σου»[vi]. Κι αυτό καλό! Μέχρι να στραφούμε, να γίνουμε «ὡς τὰ παιδία»[vii].
Στο σημείο αυτό ανασυντάσσοντας τις σκέψεις μου, καθώς δεν είμαι θεολόγος, θυμήθηκα να ρίξω μια ματιά στον Παιδαγωγό του Κλήμεντος του Αλεξανδρέως που δεν τον είχα διαβάσει ποτέ. Ο τίτλος του μου έδινε μια αίσθηση τυπικής πραγματείας… και με έκπληξη έπεσα επάνω σ᾽ ένα κείμενο εμβριθέστατο, που από την ιδιαίτερη οπτική του έβλεπε όλη τη θεία οικονομία. Καθώς μάλιστα ο συγγραφέας του είχε στις αποσκευές του πλούσια κλασσική παιδεία, είναι για ένα φιλόλογο-παιδαγωγό, όπως η περίπτωσή μου, κάτι πολύ δυνατό και λαμπρό. Είπα να σταματήσω το γράψιμο… Αν το συνέχισα είναι γιατί από την αρχή ήθελα να μιλήσω από την πλευρά του παιδαγωγούμενου. Πρόκειται για κάτι ανεξάντλητο, αφού ο καθένας μας έχει τις προσωπικές του εμπειρίες και όλες μαζί αποτελούν τεράστιο πλούτο.
Όσοι ευτύχησαν μέσα στην Εκκλησία να γνωρίσουν καλούς παιδαγωγούς και έναν αληθινό πατέρα κατανοούν την υιϊκή τους θέση απέναντι στον Θεό και αισθάνονται βαθιά ευγνωμοσύνη.
Η παιδεία της Εκκλησίας είναι «ανθρωπαγωγική»[viii], για όλες τις ηλικίες και τα επίπεδα. Δεν έχει μόνο παιδεμό και υπομονή, αλλά και χαρά και ελπίδα παραδείσου. Πρώτο και έσχατο μεγάλο μάθημα η επίγνωση της αφροσύνης και της έκπτωσής μου. Πόσο υπεύθυνος και ευρύχωρος γίνομαι μαθαίνοντάς το. Ταπεινούμενος, οδυρόμενος, στερούμενος, επαίτης του ελέους του Κυρίου, διαφεύγοντας διά πυρός και ύδατος εξέρχομαι εις αναψυχήν[ix]. Η έρημος ανθίζει, τα όρη αντιλαλούν ευφροσύνη[x]…. Ευτυχώς αυτή η παιδεία παρακολουθεί όλες τις φάσεις του βίου μας. Είναι πράγματι και κατ᾽ εξοχήν «διά βίου παιδεία»[xi]. Και αν σαν τα μυρμήγκια μετά από καταστροφές ξαναρχίζουμε από την αρχή, δεν πειράζει. Κερδίζουμε σε μετάνοια, σε πείρα, σε ειλικρίνεια, σε σταθερότητα, σε ανθρωπογνωσία, σε ευγνωμοσύνη. Γιατί, έχοντας αισθανθή την παιδεία ως ευεργεσία, φαίνεται να αντιλαμβανόμαστε καλύτερα το νόημα της ζωής.
Έτσι και η σχέση μας με τον κόσμο παίρνει μία ιδιαίτερη μορφή, αν – χωρίς να αφινόμαστε στην έλξη του- τον αντιμετωπίζουμε με τη δύναμη της αγάπης και της ευχής. Γιατί τι νόημα έχει η αποδοχή του ιεροκήρυκος Αγίου Νεκταρίου να μιλήσει στον Γυμναστικό Σύλλογο Κύμης για την αξία της γυμναστικής ή η επίσκεψη πνευματικού πατέρα στο μουσείο, όπου παρατηρώντας το χάλκινο άγαλμα, που θεωρείται ότι εικονίζει τον Δία ή τον Ποσειδώνα, ρωτούσε με νόημα τα πνευματικά του παιδιά: αυτό το άγαλμα το έπλασε κάποιος με άσχημη ή με ωραία ψυχή;
Μέσα στην Εκκλησία μαθαίνουμε να περνάμε από την εντολή «μὴ ἀγαπάτε τὸν κόσμον», γιατί «ὲν τῷ πονηρῷ κεῖται»[xii], στη νίκη του κόσμου, την «πίστη ἡμῶν»[xiii], στην απόλαυση των αγαθών του- «πάντα ημών εστίν»[xiv]- και τελικά στη σωτηρία του κόσμου, μετέχοντας στην αγάπη του Κυρίου, ο οποίος τόσο τον αγάπησε «ὥστε τὸν υἱὸν αὐτοὺ τὸν μονογενῆ ἔδωκεν…»[xv]. Αλλά όλα αυτά κατορθώνονται, αν αξιωθούμε να γίνουμε «διδακτοὶ θεοῦ»[xvi]. Η άνεση, η ψυχική ευρυχωρία που δίνει η αγάπη είναι γεγονός, αλλά για να φθάσουμε ως εκεί απαιτούνται διάθεση, υπομονή κ.τ.τ.
Να τα γνωρίζεις αυτά, και μάλιστα εν νεότητός σου, είναι κάτι, αλλά όχι ακίνδυνο εάν δεν τα εφαρμόζεις παράλληλα («ὁ γνοὺς καὶ μὴ ποιήσας δαρήσεται πολλάς»[xvii]). Και έτσι όμως δεν κλείνει η θύρα. Η επιστροφή παραμένει πάντα δυνατή. Αυτήν προσμένει ο πατέρας μάλλον παρά την αναμαρτησία μας.

[i] Στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
[ii] Με τον όρο παιδεία εννοώ την πνευματική καλλιέργεια του ανθρώπου όπως ασκείται σε διάφορα περιβάλλοντα: εκπαιδευτικά ιδρύματα, στρατό κ.λπ. και με ιδιαίτερο τρόπο στη ζωή της εκκλησίας.
[iii] Ιγνάτιος ο ΘεοφόροςΡωμ. 3.
[iv] 1 Κορ. 3,13.
[v] Εβρ. 12, 7.
[vi] Ιερ. 2,19
[vii] Ματθ. 18,3.
[viii] Δανείζομαι τον όρο από τον δάσκαλό μου και συνάδελφο Ιω. Μαρκαντώνη.
[ix] Ψαλμ. 65, 12.
[x] Ησ. 49, 13.
[xi] Ο όρος δηλώνει μια διαχρονική ανάγκη του ανθρώπου.
[xii] 1 Ιω. 5, 19.
[xiii] 1 Ιω. 5, 4.
[xiv] 1 Κορ, 3, 22.
[xv] Ιω. 3, 16.
[xvi] Ιω. 6,45.
[xvii] Λουκ. 12, 47.
Πηγή: Θ. Παπακωνσταντίνου, «Παιδεύων ἐπαίδευσέ με ὁ Κύριος»,Κήρυγμα και Ευχαριστία, εκδ. Αρμός, Αθήνα 2009, σσ. 437-440.

Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΔΕΝ ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ ΤΟΝ ΟΡΚΟ Του Πρωτοπρεσβυτέρου Βασιλείου Βολουδάκη

1Το άρθρο που ακολουθεί εγράφη το  2009. Σήμερα είναι και πάλι επίκαιρο, μετά την πρόσφατη συνέντευξη Σεβ. Μητροπολίτου, ο οποίος υπεστήριξε την κατάργηση του ενώπιον των Κρατικών Αρχών όρκου. Οι δηλώσεις του Ιεράρχου έρχονται σε αντίθεση με την Πίστη της Εκκλησίας μας, η οποίαεκφράζεται και στο άρθρο μας με πολλά επιχειρήματα αλλά και με το στόμα του Αγίου Νεκταρίου. 
Η πρόσφατη ορκωμοσία της νέας Κυβερνήσεως έφερε πάλι στην επικαιρότητα το θέμα τού όρκου. Σε μια ενορχηστρωμένη από αντιχριστιανικούς κονδυλοφόρους προσπάθεια έγινε ευθεία επίθεση κατά τού ιερού έθους της ορκωμοσίας των μελών τού Ελληνικού Κοινοβουλίου και αναζωπυρώθηκε η συζήτηση ενός θέματος που η Ορθοδοξία έχει επιλύσει τελεσίδικα, με αποτέλεσμα ο πολύς κόσμος, που έχει χάσει την σχέση του με την Ορθόδοξη πνευματικότητα, να επηρεασθή, να συγκατανεύση και εν τέλει να επιζητήση την κατάργηση τού όρκου.
 
Είναι χαρακτηριστική η πρόσφατη περίπτωση μιάς μεγάλης εφημερίδος της Κυριακής 25 Οκτωβρίου, η οποία φιλοξένησε πολλά άρθρα κληρικών και λαικών με θέμα τον όρκο, στα οποία άρθρα όλοι, πιστεύοντες και μη πιστεύοντες, κατέληξαν στο ομόφωνο συμπέρασμα ότι πρέπει να καταργηθή ο όρκος!

Το παράδοξο είναι ότι στην λογικοφανή βαττολογία ενεπλάκησαν και εκκλησιαστικά πρόσωπα, τα οποία εν γνώσει τους ή εν αγνοία τους (ο Θεός οίδεν) έγιναν “νεροκουβαλητές” της αντιχριστιανικής κουστωδίας!


Οι συζητήσεις περί τού όρκου χρονολογούνται εδώ και πολλές δεκαετίες, πολλοί δε Πνευματικοί δεν δίστασαν κατά το παρελθόν να επιβάλλουν μεγάλα πνευματικά επιτίμια σε χριστιανούς για το λόγο και μόνο ότι παρεστάθησαν σε δικαστήρια, αδιακρίτως τού άν ορκίσθηκαν αληθώς, εκλαμβάνοντες και μόνη την παρουσία του χριστιανού στο δικαστήριο ως πνευματικά αξιόποινη πράξη, με αποτέλεσμα να συμβάλλουν και οι Πνευματικοί με την αδιακρισία τους αυτή στο να πληθυνθή η ανομία στην πατρίδα μας και να γίνουν περισσότερο αδίστακτοι οι παντός είδους πονηρευόμενοι, αφού πλέον είχαν  την βεβαιότητα ότι οι χριστιανοί, εμποδιζόμενοι από τον όρκο, δεν θα διεκδικούσαν το δίκαιό τους στα δικαστήρια.

Το εντυπωσιακό είναι ότι την αθεολόγητη νοοτροπία τους υπέρ της καταργήσεως τού όρκου στηρίζουν  –όπως ισχυρίζονται οι πολέμιοι τού όρκου–  στην Αγία Γραφή, ενώ κάθε άλλο παρά αυτό η Αγία Γραφή υποστηρίζει. 

Συγκεκριμένα, στηρίζονται αποκλειστικά στα λόγια του Χριστού, που παρατίθενται στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο στους στίχους 33 έως 37 του πέμπτου κεφαλαίου: «Πάλιν ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις, ουκ επιορκήσεις, αποδώσεις δε τω Κυρίω τους όρκους σου. Εγώ δε λέγω υμίν μη ομόσαι όλως· μήτε εν τω ουρανώ, ότι θρόνος εστί του Θεού· μήτε εν τη γη, ότι υποπόδιόν εστι των ποδών αυτού· μήτε εν τη κεφαλή σου ομόσης, ότι ου δύνασαι μίαν τρίχα λευκήν ή μέλαιναν ποιήσαι. Έστω δε ο λόγος υμών ναί ναί, ου ου· το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρούεστιν». 

Αυτό το απόσπασμα των λόγων του Χριστού οπωσδήποτε εκφράζει με έμφαση ότι πρέπει να προσέχη διαρκώς οάνθρωπος τα λόγια του στις καθημερινές του συναλλαγές με τους συνανθρώπους του και να μη λησμονή ότι έχει ελλιπή πνευματική όραση, πράγμα που τον εμποδίζει να διακρίνη με απόλυτο τρόπο την αλήθεια από το ψεύδος. Δεν εξαντλεί, όμως, ο λόγος αυτός του Χριστού ολόκληρη την Αγία Γραφή ως προς το θέμα τού όρκου, διότι, το απόσπασμα αυτό, δεν είναι η μοναδική αναφορά της Αγίας Γραφής στο θέμα τού όρκου, ούτε περιέχει το απόσπασμα αυτό καθ’ εαυτό την ερμηνεία και τις προεκτάσεις  που θέλει ο Θεός να δώσει στο μέγα αυτό θέμα. Η ερμηνεία κάθε φράσεως της Αγίας Γραφής δίδεται με ολόκληρη την Αγία Γραφή, Παλαιά και Καινή Διαθήκη και όχι αυτοτελώς από την ίδια τη φράση. Ιδιαιτέρως δε πιστοποιείται ο νούς της Αγίας Γραφής με τις Πράξεις, δηλαδή την πρακτική των Αγίων Αποστόλων και την ερμηνεία τού Αγίου Πνεύματος, όπως αυτή φθάνει σε μας μέσα από «τα πάγχρυσα στόματα του Λόγου».

Πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί στην εξαγωγή συμπερασμάτων, όταν διαβάζουμε την Αγία Γραφή, αλλιώς κινδυνεύουμε να απολυτοποιήσουμε μια φράση εις βάρος του νοήματος του Θείου Λόγου. Όπως, παραδείγματος χάριν, εάν απολυτοποιήσουμε την προτροπή του Χριστού «μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε» (Ματθ. 5,7) θα πρέπει να απενεργοποιήσουμε μέσα μας τη λειτουργία της «κρίσεως», η οποία, όμως είναι στοιχείο του«κατ’ εικόνα» που ελάβαμε από το Θεό. Άνθρωπος χωρίς «κρίση», είναι ένας άνθρωπος άνους που δεν μπορεί να ξεχωρίση τον λόγο του Θεού από τις συμβουλές του διαβόλου, που δεν μπορεί να διακρίνη το καλό από το κακό.

Το σωστό συμπέρασμα από την προτροπή αυτήν του Χριστού είναι ότι πρέπει να γνωρίζουμε πως είναι προτιμότερο να μη εκφέρουμε κρίση για τους ανθρώπους, τον χαρακτήρα και τις προθέσεις τους, γιατί η κρίση των περισσοτέρων ανθρώπων δεν έχει βάθος, δεν γίνεται με πνευματική όραση αλλά είναι επιφανειακή και εμπαθής. Αυτό το επιβεβαιώνει οίδιος ο Χριστός λέγοντας μέςω του Ευαγγελιστού Ιωάννου στο κεφάλαιο 7, στ.24 «μη κρίνετε κατ’ όψιν, αλλά την δικαίαν κρίσιν κρίνατε». Συγχρόνως, μας αποκαλύπτει ο Χριστός, με τον ίδιο Ευαγγελιστή, σε άλλο σημείο, και μια άλλη διάσταση του ρήματος «κρίνω», που σημαίνει «καταδικάζω»: «Εάν τις μου ακούση τωνρημάτων και μη πιστεύση, εγώ ου κρίνω αυτόν· ου γαρ ήλθον ίνα κρίνω τον κόσμον αλλ’ ίνα σώσω τον κόσμον» (12,47).Καί πάλι σε άλλο σημείο: «Υμείς κατά την σάρκα κρίνετε·εγώ ου κρίνω ουδένα. Καί εάν κρίνω δε εγώ, η κρίσις ηεμή αληθής εστιν». (8,15-16)

Αυτά τα ίδια κριτήρια πρέπει να ισχύσουν και στην έρευνά μας για το θέμα τούόρκου, εάν θέλουμε να αντλήσουμε το πνεύμα τούαγίου Ευαγγελίου. Γιατί σαφώς το πνεύμα του Ευαγγελίου δεν είναι η κατάργηση των επιταγών της Παλαιάς Διαθήκης αλλά η κατάργηση των αυθαιρέτων δοξασιών, με τις οποίες οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι είχαν επιφορτίσει και ουσιαστικά είχαν αλλοιώσει το Θέλημα και την Ποιμαντική του Θεού. Ο Χριστός δεν κατήργησε καμμιά, ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΚΑΜΜΙΑ  από τις προσταγές της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί ο Λόγος του Θεού δεν μετατρέπεται, ούτε τελειοποιείται και πολύ περισσότερο δεν καταργείται. Εξ άλλου αυτό το εδήλωσε απερίφραστα ο Χριστός για να μη έχουμε επ’ αυτού την παραμικρή αμφιβολία: «Μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον ή τούςΠροφήτας· ουκ ήλθον καταλύσαι αλλά πληρώσαι»! (Ματθ. 5,17).

Γι’ αυτό θα προσπαθήσουμε να συλλαβίσουμε την Αγία Γραφή με τη βοήθεια των Αγίων μας, γιατί μόνο συλλαβίζοντάς την μπορούμε να αποφύγουμε τα βιαστικά συμπεράσματα.

Κάνοντας έναρξη τού αγιοσυλλαβισμού μας, κρίνουμε απαραίτητο να επισημάνουμε τα κίνητρα όλων εκείνων  που συνδυασμένα πολεμούν για την κατάργηση τού όρκου από τη δημόσια ζωή του τόπου μας. Τα κίνητρα είναι προφανή: Ο αποχριστιανισμός της πατρίδος μας και όχι, βεβαίως, η περιφρούρηση του κύρους της Αγίας Γραφής, ούτε το όψιμο ενδιαφέρον αποχριστιανισμένων ανθρώπων για την περιφρούρηση της πνευματικής ακεραιότητος των χριστιανών! Είναι πασιφανές ότι ζητούν την κατάργηση τού όρκου για να εξαλειφθή κάθε αναφορά στον Θεό και για να εμποδισθή κάθε ανάμειξη του Θεού στη ζωή των ανθρώπων.

Ωστόσο, δημιουργεί πολλά ερωτηματικά και η μέθοδος που χρησιμοποιούν κάποιοι λόγιοι Κληρικοί –μεγαλόσχημοι και μικρόσχημοι– για να καταδικάσουν τον όρκο, χωρίς να τους απασχολή ότι, τελικά,συμπράττουν επί του πρακτέου με τους εχθρούς του Χριστού και της πνευματικής ζωής.

Δεν φαίνεται να τους απασχολούν τα αρνητικά Ποιμαντικά αποτελέσματα που θα προκύψουν από την τυχόν κατάργηση του Δημοσίου όρκου, γιατί έχουν στρέψει εξ ολοκλήρου την προσοχή τους στην αποστήθιση και κωδικοποίηση της Θεολογίας και όχι στην βιωματική εφαρμογή της, από την οποία αντλούμε την βεβαιότητα για την αλήθεια ή την πλάνη των πιστευμάτων μας. Αν κάναμε τον κόπο να εξετάσουμε τα πρακτικά αποτελέσματα των τάχα θεολογικών επιλογών μας, θα είχαμε διαπιστώσει ότι μεγάλο μέρος της διαφθοράς των σημερινών ανθρώπων  οφείλεται στις τάχα βαθυστόχαστες και τάχα Πατερικές θεολογικές μας θεωρίες και απόψεις!

Αν κάναμε τον κόπο να αξιολογήσουμε την αποτελεσματικότητα της Ποιμαντικής μας θα είχαμε διαπιστώσει ότι, με την τακτική που ακολουθούμε, όχι μόνο αδυνατούμε να διδάξουμε ως Ποιμένες τους πολιτικούς αλλά και αγόμεθα και φερόμεθα από αυτούς και, ουσιαστικά, οι πολιτικοί είναι αυτοί που μας καθορίζουν την Ποιμαντική μας και, κατά συνέπεια, και την Ποιμαντική του λαού μας. Αυτή είναι και ηεξήγηση του γιατί πολλοί Ποιμένες δεν αντιλαμβάνονται τι σημαίνει στην πράξη ηαντικατάσταση της εν Ονόματι του Θεού διαβεβαιώσεως των Δημοσίων Λειτουργών με την διαβεβαίωση του καθενός στη ... συνείδησή του(!), ενώόλοι γνωρίζουμε πως οι περισσότερες συνειδήσεις στις μέρες μας έχουν ταυτίσει απόλυτα το κακό με το καλό,αφούέχει γίνει πιά δημόσια αποδεκτό δόγμα ότι καλό είναι αυτό που εκφράζει και αρέσει στον καθένα!

Αυτή η υποτίμηση των ποιμαντικών αποτελεσμάτων λειτούργησε αρνητικά στους μέχρι σήμερα συνηγόρους της καταργήσεως τού όρκου και, παρ’ ότι είναι λόγιοι και συγγραφείς θεολογικών πραγματειών, αποφεύγουν συστηματικά, όταν διαπραγματεύονται το θέμα τούόρκου, να κάνουν διάκριση μεταξύ τού εφάμαρτου όρκου, που δίδεται σαν “ψωμοτύρι” στην καθημερινή συναλλαγή και συναναστροφή μεταξύ των ανθρώπων, και τού όρκου που δίδεται ενώπιον των Κρατικών Αρχών.

Έτσι, χρησιμοποιούν πληθύν Πατερικών εδαφίων, ιδίως τού Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που αναφέρονται αποκλειστικά στους εφάμαρτους όρκους, που ανταλλάσουν καθημερινά μεταξύ τους οι χριστιανοί, πράγμα το οποίο βεβαίως και πρέπει να καταδικάζουμε όλοι, διότι αποτελούσε και αποτελεί μάστιγα της πνευματικής ζωής και κατάρα για την ψυχή και τη συνείδηση τούανθρώπου. Τέτοιου είδους όρκοι δεν έχουν καμμιά θέση στη ζωή του χριστιανού, διότι δεν πρέπει να ενδιαφέρη τον αληθινό χριστιανό ποιός θα τον πιστέψη στις καθημερινές ανθρώπινες σχέσεις ή συναλλαγές του, αφού οιανθρώπινες σχέσεις δεν δημιουργούνται με ορκωμοσίες, αληθινές ή ψεύτικες, αλλά με απόλυτη εμπιστοσύνη τούενός στην πνευματική και ηθική ακεραιότητα τού άλλου. Εξ άλλου, δεν είμαστε υποχρεωμένοι να υπολογίζουμε το εάν και κατά πόσον οοποιοσδήποτε μας πιστεύει ή μας αμφισβητεί, γιατί ο χριστιανός πρέπει να υπολογίζη την επικοινωνία και τη σχέση μόνο με τους ανθρώπους εκείνους που αρκούνται στο «ναί ναί» και στο «ου ου».

Εάν, λοιπόν, εξακολουθήσουμε να συναγωνιζόμαστε στις παραθέσεις Πατερικών κειμένων, αντιπαραθέτοντες και κείμενα  που δεν απαγορεύουν τον όρκο αλλά τον ευνοούν, όπως λόγου χάριν διαβάζουμε στα Θεολογικά Έπη τού Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου ότι «όρκος πίστωσις εμμέσω (=με τη μεσολάβηση) Θεώ· τούτου δε τήρησίς τις η ευορκία (= ο αληθής όρκος)» και ότι ηΑγία Γραφή «ου τον όρκον καταλύει, ζητεί δε τ’αληθή», τότε θα κάνουμε παράλληλες συζητήσεις χωρίς να αγγίξουμε την ουσία του θέματος που δεν είναι γενικά ο όρκος αλλά ο όρκος ενώπιον των Κρατικών Αρχών.

Άρα, για να συνεννοηθούμε μέσα στο πνεύμα της Αγίας Γραφής πρέπει να περιορισθούμε αυστηρά στον όρκο ενώπιων των Δημοσίων Αρχών και να μη αναμειγνύουμε στη συζήτησή μας τους καθημερινούς όρκους μεταξύ των ανθρώπων, που δίδονται “στο πόδι” ή “στην καρέκλα”, στην προσπάθεια για την μεταξύ τους επιβεβαίωση της αξιοπιστίας τους.

Ο όρκος ενώπιον των Δημοσίων Αρχών επέχει θέση ομολογίας πίστεως. Διακηρύσσει ενώπιον ανθρώπων –που έχουν ή δεν έχουν δεσμούς με τη χριστιανική πίστη– ότι οορκιζόμενος αυτοδεσμεύεται με με μεγαλύτερους περιορισμούς από αυτούς που απαιτεί η κρατική νομοθεσία, δεδομένου ότι με την ορκωμοσία αυτή μαρτυρεί ότι δεσμεύει τον εαυτό του –πέραν των δεσμεύσεων των νόμων του Κράτους– και με την πνευματική δέσμευση του Νόμου του Θεού.

Η ομολογία πίστεως είναι και τεκμήριο αξιοπιστίας για εκείνους που δεν γνωρίζουν προσωπικά τον ομολογούντα αλλά είναι και μία πνευματική ευκαιρία τούομολογούντος να συνειδητοποιήση ότι, ορατά μεν ομολογεί ενώπιον ανθρώπων, κατ’ ουσίαν όμως ομολογεί ενώπιον του Θεού, πράγμα το οποίο τον βοηθεί να ανοίξη το στόμα του μετά συνέσεως και να περιορισθή εις «μόνην την αλήθειαν». Εάν ο επισήμως διδόμενος όρκος δεν ήταν μυσταγωγία και πράξη ποιμαντικής, που βοηθάει πνευματικά τον άνθρωπο, δεν θα μας έδιδε πρώτος το παράδειγμα της ορκωμοσίας ο Ίδιος ο Θεός με το να ορκισθή στον ίδιο τον Εαυτό Του, αφού δεν υπάρχει κάποιος ανώτερος για να ορκισθή: «Εκ γαστρός προ εωσφόρου εγέννησά σε, ώμοσε Κύριος και ου μεταμεληθήσεται. Συ ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ».(Ψαλμ. 109(110),3). Αυτός ο όρκος–διαβεβαίωση του Θεού επιβεβαιώνεται και με τον Ψαλμό 130(131): «Ώμοσε Κύριος τω Δαυίδ αλήθειαν και ου μη αθετήσει αυτήν» (στ.11).

Ο Απόστολος Παύλος μας αναλύει τα λόγια αυτά στην προς Εβραίους επιστολή του: «Τω γαρ Αβραάμ επαγγειλάμενος ο Θεός, επεί κατ’ ουδενός είχε μείζονος ομόσαι, ώμοσε καθ’ εαυτού ... άνθρωποι μεν γαρ κατά του μείζονος ομνύουσι, και πάσης αυτοίς αντιλογίας πέρας εις βεβαίωσιν οόρκος εν ω περισσότερον βουλόμενος ο Θεός επιδείξαι τοις κληρονόμοις της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού, εμεσίτευσεν όρκω, ίνα διά δύο πραγμάτων αμεταθέτων, εν οις αδύνατον ψεύσασθαι Θεόν, ισχυράν παράκλησιν έχωμεν οι καταφυγόντες κρατήσαι της προκειμένης ελπίδος». (6,13-18)

Ομοίως και ο Απόστολος Πέτρος, αναφερόμενος στην ομολογία του Δαυίδ για τη σάρκωση του Θεού λέγει ότι «Προφήτης ουν υπάρχων και ειδώς ότι όρκω ώμοσεν αυτώο Θεός εκ καρπού της οσφύος Αυτού το κατά σάρκα αναστήσειν τον Χριστόν καθίσαι επί του θρόνου Αυτού». (Πράξεις 2,30)

Ο Άγιος Απόστολος Παύλος δεν αρκείται μόνο στο να αναφέρεται στον όρκο του Θεού αλλά κάνει και οίδιος πολλές φορές χρήση τού όρκου-ομολογία, διαβεβαιώνοντας με αυτόν τον τρόπο τους πιστούς μέσω των Επιστολών του: «μάρτυρα τον Θεόν επικαλούμαι επί την εμήν ψυχήν» (2Κορ.1,23),«μάρτυς γαρ μου εστιν ο Θεός, ω λατρεύωεν τω πνεύματί μου» (Ρωμ.1,9),"μάρτυς γαρ μου ο Θεός ότι επιποθώ υμάς" (Φιλιπ.1,8),«ούτε γαρ ποτε εν λόγω κολακείας εγεννήθημεν, καθώς οίδατε, ούτε εν προφάσει πλεονεξίας, Θεός μάρτυς»(2Θεσ.2,5)

Την παράδοση της ορκωμοσίας ενώπιον Θεού και ανθρώπων ως ομολογίας Πίστεως και κατά συνέπειαν και ως βεβαίωση αξιοπιστίας παρέλαβε η Εκκλησία μας και καθώρισε το Τυπικό της ορκωμοσίας των Αυτοκρατόρων της Ρωμαιοσύνης, παράδοση η οποία διατηρείται μέχρι τις ημέρες μας για την ορκωμοσία των Πολιτικών Αρχών.

Σαν επιβεβαίωση τούότι τα όσα έγραψα δεν αποτελούν  αυθαίρετες δικές μου κατασκευές, επικαλούμαι ως μάρτυρα τον μεγάλον άγιόν μας, τον άγιον Νεκτάριον, ο οποίος έζησε στην εποχή μας, εποχή που ίσχυε ο όρκος ενώπιον των Δημοσίων Αρχών. Γράφει στο βιβλίο του «Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις»,ερμηνεύοντας την εντολή τού δωδεκαλόγου, «Ου λήψη το όνομα Κυρίου του Θεού σου επί ματαίω...»με το φως της Καινής Διαθήκης, με το Φως των λόγων του Χριστού:

«Τι απαγορεύει η εντολή αύτη;
-Απαγορεύει να αναφέρωμεν το όνομα του Θεού εν παντί λόγω προς πίστωσιν της αληθείας του λόγου ημών, ως ανάξιον προς το θείον μεγαλείον. Αλλ’ όταν η επίκλησις του θείου Ονόματος γένηται προς δόξαν Θεού, προς αίνον και ευχαριστίαν, ουδεμία υπάρχει απαγόρευσις· διότι σκοπός της απαγορεύσεως ήτο η ευλάβεια προς το θείον όνομα.

Τίνες παραβαίνουσι την εντολήν ταύτην;
- α) Οι βλάσφημοι, β) οι ψεύδορκοι και επίορκοι και γ) οι ψευδοπροφήται.

Κατά την εντολήν ταύτην επιτρέπεται ο όρκος;
-Μάλιστα·ο αληθής όρκος ο λαμβανόμενος επί βεβαιώσει ζητουμένης αληθείας ενώπιον της Προισταμένης αρχής επιτρέπεται· διότι εν τοιαύτη περιπτώσει ου μόνον ουδεμία ανευλάβεια επιδεικνύεται εκ της λήψεως του θείου Ονόματος προς βεβαίωσιν και πίστωσιν της της αληθείας, αλλά μάλιστα ευλάβεια μεγίστη επιδεικνύεται υπό πάντων κατά την προφοράν του θείου Ονόματος, εγειρομένων και μετά θρησκευτικής ευλαβείας ακροωμένων του θείου Ονόματος. Όθεν επειδή ο διδόμενος όρκος φέρει χαρακτήρα θρησκευτικόν και επιδεικνύει ευλάβειαν και τιμήν προς το θείον Όνομα επιτρέπεται· δέον όμως να γίνηται πάντοτε μετά θρησκευτικής ευλαβείας, μετά καθαράς συνειδήσεως, εν φόβω Θεού, και μετά πάσης ειλικρινείας, διότι ουαί τοις λαμβάνουσι το Όνομα του Θεούεπί ματαίω χάριν ωφελείας και ιδιοτελείας, και κλοπής και αρπαγής, και των λοιπών πονηρών σκοπών.»

Πιστεύω ότι ο άγιος Νεκτάριος τα είπε όλα...

       π. Βασίλειος Ε. Βολουδάκης
      «ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ»Νοέμβριος 2009
Αριθμ. Τεύχους 89

«ΔΩΣΕ ΜΟΥ ΕΝΑ ΦΩΣ ΓΙΑ ΝΑ ΒΛΕΠΩ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΜΟΥ»

15Δεν γνωρίζουμε τι μας επιφυλάσσει το μέλλον, όμως γνωρίζουμε ποιος κρατάει το μέλλον!
“Πλησίασα τον άνθρωπο στην πύλη του χρόνου και του είπα: “Δώσε μου ένα φως για να βλέπω στο δρόμο μου”.

Αυτός όμως μου είπε: “Βάλε το χέρι σου μέσ’ την παλάμη του Θεού, και Αυτός θα γίνει για σένα κάτι περισσότερο από φως και καλύτερος από ένα γνωστό μονοπάτι!”

Αυτά που πρέπει να γνωρίζουμε μας τα λέει, και μερικές φορές αυτά που θέλουμε να γνωρίσουμε μας τα λέει... όμως τον περισσότερο καιρό Αυτός ρίχνει ένα πέπλο πάνω στο μέλλον έτσι ώστε να είναι γνωστό μόνο σε Αυτόν.

-Και αυτό μας βοηθάει πράγματι να παραμείνουμε κοντά στον Κύριο!

Αυτός υποσχέθηκε να μη μας αφήσει ποτέ ούτε και να μας εγκαταλείψει ποτέ, επειδή, «Ιδού,» λέει, «Εγώ είμαι μεθ’ υμών, πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος!» (Ματθ. 28:20)

Και μας έδωσε τον πυρσό του Λόγου Του να μας δείχνει που πηγαίνει το μονοπάτι μας. Μπορούμε πάντα να ρίχνουμε το Φως του Λόγου του Θεού στο δρόμο μας μπροστά επειδή η Γραφή λέει, «Λύχνος εις τους πόδας μου είναι ο Λόγος Σου, και φως εις τας τρίβους μου.» (Ψαλ. 119:115)

“Πολλά πράγματα για το αύριο, δε νομίζω να τα καταλαβαίνω καλά, όμως ξέρω Ποιος βαστά το αύριο, Και ξέρω Ποιος το χέρι μου κρατά!

Έτσι αν με ήρεμη και απαλή φωνή, Αυτός μου πει για που να πάω, μεε το χέρι μου από Αυτόν θα κρατηθώ, και θα του πω, Θεέ μου μαζί Σου προχωράω!” 

Το μεγαλείο του ανθρώπου ως ναός του Θεού - π. Ζαχαρίας του Έσσεξ

ΣΩΤΗΡΕΣ-ΟΛΕΤΗΡΕΣ Του Σεβασιωτάτου Μητροπολίτου Σύρου, κ. Δωρόθεου Β΄

1

Γιατί, όπως χαρακτηριστικά τονίζει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος «Πρέπει να υπάρχουν οι άρχοντες, για να μην τρώμε ο ένας τον άλλο σαν τα ψάρια» (PG 54, 596), παρομοιάζοντας την τέχνη του πολιτικού άρχοντα με την τέχνη του ηνίοχου και του κυβερνήτη του πλοίου» (PG 55, 491).
Καθώς δεν μπορεί να νοηθεί κοινωνία χωρίς οργάνωση και ιεραρχία, καθίσταται πρόδηλη η σημασία και η αναγκαιότητα της πολιτικής της συγκρότησης, η οποία με μια λέξη ονομάζεται πολίτευμα, που περιλαμβάνει τον τρόπο και τους φορείς της διοίκησής της. Κοινωνία χωρίς αρχές και εξουσία, χωρίς δομή και κανόνες, δεν υπήρξε, ούτε θα υπάρξει ποτέ, και στη γη και στον ουρανό, αφού και στον Παράδεισο υπήρχε νόμος και “εξουσία”.
Όσοι, μάλιστα, οραματίζονται μια κοινωνία αναρχίας, με το πολιτικό περιεχόμενο του όρου, κινούνται στα όρια της ανεδαφικότητας και της ουτοπίας.
Το πολίτευμα, οι μορφές και οι διαφοροποιήσεις του και ο ρόλος των πολιτικών αρχόντων, απασχόλησαν έντονα την αρχαία ελληνική φιλοσοφική σκέψη, η οποία καθόρισε τις μορφές των πολιτευμάτων, που ακόμη και σήμερα ισχύουν.
Ο Αριστοτέλης, όμως, εισήγαγε και μια δική του διάκριση, χωρίζοντας τα πολιτεύματα όχι μόνο σε σχέση με το ποιοί και πόσοι ασκούν την εξουσία, αλλά και σε σχέση με τους σκοπούς που υπηρετούν.
Διέκρινε, λοιπόν, τα πολιτεύματα σε ορθά και σε παρεκκλίσεις τους, θεωρώντας ορθά εκείνα τα πολιτεύματα, στα οποία η εξουσία ασκείται από τους φορείς της με στόχο την εξυπηρέτηση του κοινού συμφέροντος.
Και είναι γεγονός ιστορικά διαπιστωμένο ότι δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις, κατά τις οποίες η εξουσία, ακόμα και στα θεωρούμενα  δημοκρατικά πολιτεύματα, ασκείται από ανθρώπους, εκλεγμένους μεν από το λαό, μη υπηρετούντας, όμως, το λαό, αλλά τα ίδια συμφέροντα.
Γι` αυτό και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος υποστηρίζει την τολμηρή άποψη, ότι «Είναι προτιμότερο νὰ μη διοικείται ένας λαός από κανένα, παρά νά διοικεἰται από έναν κακό ηγέτη» (PG 63, 231), διότι κατά μεν τον Δημοσθένη “τα των αρχόντων και πολιτευομένων αμαρτήματα εις άπαντας αφικνείται”, κατά δε τον Μέγα Βασίλειο: "τα των αρχόντων κακά, συμφορά τοις αρχομένοις γίνεται"».
Και η συμφορά γίνεται μεγαλύτερη και απεχθέστερη, όταν οι διαχειριζόμενοι τα κοινά παρουσιάζονται στα λόγια ως σωτήρες της πατρίδας, ενώ στις πράξεις αποδεικνύονται ολετήρες του Λαού.
Πώς διαφορετικά, άραγε, θα μπορούσαν να ονομασθούν εκείνοι οι πολιτικοί, που «σπαταλούν αμέτρητα χρήματα για να κατασκευάσουν πολυτελὴ έπιπλα, και άλλοι να βάζουν τα ακριβότερα αρώματα και να ευφραίνονται με τη μουσικὴ των οργάνων, αντὶ να συμπάσχουν και να υποφέρουν για τη συντριβὴ του λαού», όπως τόσο παραστατικά τους ζωγραφίζει ο άγιος  Γρηγόριος ο Θεολόγος: (PG 35, 961)
Και ο λαός μας ζει πλέον στη συντριβή! Σταυρώνεται καθημερινά και ματώνει, ανεβαίνει με υπομονή το Γολγοθά του, αναζητώντας ένα Κυρηναίο να άρει το Σταυρό του, πολιτικούς, οι οποίοι, όπως ο Περικλής, «χρημάτων διαφανώς αδωρότατοι γενόμενοι» (Θουκ. Βιβλ. Β, κεφ. 65, 8), θα τολμήσουν να του πουν την αλήθεια και να τον καλέσουν σε πανεθνική συσπείρωση και θα σημάνουν πανελλήνιο συναγερμό για την ανάσταση, δίνοντας οι ίδιοι το παράδειγμα, αντί να τον αποπροσανατολίζουν στρέφομενοι ενίοτε και με την παραμικρή ευκαιρία ενάντια στη μόνη, πλέον, ελπίδα του, την Εκκλησία!
Σε τούτους τους χαλεπούς καιρούς, που ο Λαός μας καλείται σε συνεχείς θυσίες, αξίζει όλοι να θυμούνται και να παραδειγματίζονται από τον Καποδίστρια, ο οποίος, αν και άρρωστος, διακήρυττε ότι «Oυδέποτε θα επιτρέψω στον εαυτόν μου βελτίωση της τροφής, παρά μόνον τὸτε, όταν θα είμαι βέβαιος ότι δεν υπάρχει ούτε ένα Eλληνόπουλο που να πεινάει...
”, και τόνιζε στη Δ` Εθνοσυνέλευση ότι “εις τας παρούσας περιπτώσεις, όσοι ευρίσκονται εις δημόσια υπουργήματα δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγους με τον βαθμόν του υψηλού υπουργήματός των και με τας εκδουλεύσεις των, αλλ’ οι μισθοί ούτοι πρέπει να αναλογούν ακριβώς με τα χρηματικά μέσα, τα οποία έχει η κυβέρνησις εις την εξουσίαν της» και τον Ν. Πλαστήρα που, ενώ ήταν πρωθυπουργός, κοιμόταν σε στρατιωτικό κρεβάτι εκστρατείας και όταν πέθανε βρήκαν στην τσέπη του μόνον ένα δολάριο...
Πάντοτε, αλλ` ιδιαίτερα σήμερα, ο λαός και η πατρίδα μας χρειάζονται πολιτικούς ηγέτες, που  «νὰ παραβλέπουν τὰ δικά τους συμφέροντα καὶ νὰ φροντίζουν γιὰ τὰ προβλήματα τοῦ λαοῦ τους» (Ιω. Χρυσόστομος, PG 55, 306).

† Ο ΣΥΡΟΥ ΔΩΡΟΘΕΟΣ Β'

(Περιοδικό “ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ”, τ. 51, 17 Ιαν 2013) 

Δύο μεγάλοι ἀσκητές + Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης Διονύσιος





Σήμερα ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει καὶ τιμᾶ τὴν ἱερὴ μνήμη δυὸ μεγάλων ὁσίων Ἀσκητῶν μὲ τὸ ἴδιο ὄνομα, τοῦ ἁγίου Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου καὶ τοῦ ἁγίου Μακαρίου τοῦ Ἀλεξανδρέα. Εἶναι κι οἱ δυὸ σχεδὸν σύγχρονοι καὶ μόνο λίγα χρόνια μεγαλύτερος εἶναι ὁ Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος ἀπὸ τὸ Μακάριο τὸν Ἀλεξανδρέα, γι’ αὐτὸ κι ὁ πρῶτος ὀνομάζεται Μακάριος ὁ πρεσβύτερος κι ὁ δεύτερος Μακάριος ὁ νέος. Κι οἱ δυό τους ἀσκήτεψαν στὰ ἴδια μέρη κι ἦσαν μεταξύ τους πολὺ γνωστοὶ καὶ πολὺ φίλοι. Κι οἱ δυὸ ἦσαν ἀπὸ φτωχοὺς ἀλλὰ εὐσεβεῖς γονεῖς κι ἔζησαν μέσα στὸν τέταρτο αἰώνα, ἀπὸ τὸ 306 ὥς τὸ 395. Εἶναι κι οἱ δυὸ θαυμαστὲς καὶ μιμητὲς τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου, ποὺ ἔζησε πενήντα χρόνια πρὶν ἀπ’ αὐτούς, ἀπὸ τὸ 251 ὡς τὸ 356 κι εἶναι ὁ ἱδρυτὴς τοῦ μοναχικοῦ βίου.

Δὲν εἰν’ εὔκολο νὰ ἀναφερθοῦμε σ’ ὅλο τὸ βίο καὶ τὴν πολιτεία τῶν δυὸ μεγάλων Ἀσκητῶν, ποὺ εἶναι μία συνεχὴς κακοπάθεια καὶ νηστεία, προσευχὴ καὶ ἐργασία, ἑκούσια φτώχεια καὶ ἀκτημοσύνη. Οὔτε καὶ τὰ καταλαβαίνομε ὅλ’ αὐτὰ οὔτε καὶ μποροῦμε νὰ τὰ ἐξηγήσουμε, γιατί τώρα, κι ὅταν πιστεύωμε κι ὅταν λέμε πὼς εἴμαστε χριστιανοί, ἄλλα εἶναι τὰ ἰδανικά μας κι οἱ ἐπιδιώξεις μας. Ὅμως κι ἂν δὲν μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμα τῶν ἁγίων Ἀσκητῶν, ἀρκετὸ εἶναι νὰ τὸ θαυμάζουμε· ἔτσι γινόμαστε κι ἐμεῖς ἀσκητὲς «τῇ προαιρέσει». Αὐτὸ τὸ λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος, ὅταν πρόκειται γιὰ τὴν τιμὴ πρὸς τοὺς ἁγίους Μάρτυρες, ἀλλὰ γιὰ τὴν Ἐκκλησία τὸ ἴδιο εἶναι καὶ οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ Ὅσιοι.

 


Μποροῦμε ὅμως νὰ διηγηθοῦμε ἀπὸ τὸ βίο καὶ τὴν πολιτεία τοῦ καθενὸς ἁγίου Ἀσκητῆ, ποὺ ἑορτάζομε σήμερα, κάποια μεμονωμένα χαρακτηριστικὰ γεγονότα, στὰ ὁποία φαίνεται ἡ ἁγιωσύνη τῶν ἀνθρώπων τοῦ Θεοῦ. Μία μέρα λοιπόν, ἐπιστρέφοντας στὴν καλύβα του, ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Αἰγύπτιος βρῆκ’ ἕναν κλέφτη νὰ φορτώνη στὴν καμήλα του τὰ φτωχοπράγματά του. Ὁ Ἅγιος δὲν εἶπε τίποτε καὶ περίμενε νὰ φύγη ὁ κλέφτης. Ἀλλὰ ἡ καμήλα δὲν ξεκινοῦσε. Τότε ὁ ἅγιος Μακάριος θυμήθηκε πὼς κάτι ἀκόμα δὲν εἶχε πάρει ὁ κλέφτης· ἦταν τὸ λυσγάρι του. Ὁ Ἅγιος του τὸ ἔδωκε μόνος του καὶ τοῦ εἶπε· «Πάρ’ το κι αὐτό». Καὶ τότε ἡ καμήλα ξεκίνησε. Μὰ ὁ κλέφτης κατάλαβε τὴν ἁμαρτία του, ξεφόρτωσε τὰ φτωχοπράγματά τοῦ ἀσκητῆ καὶ τοῦ ζήτησε νὰ τὸν συγχωρέση.

Γιὰ νὰ μὴ νομίσουμε ὅμως πὼς μόνο μία φορὰ γίνονταν αὐτά, ἂς ποῦμε γιὰ κάτι παρόμοιο, ποὺ τὸ εἴδαμε πρὶν λίγα χρόνια. Στὸ μοναστήρι τοῦ προφήτη Ἠλία στὴ Σαντορίνη ἦταν ὁ γέροντας Δανιήλ. Ὅταν ἔφευγε, ἄφηνε τὸ κελλὶ του ἀνοιχτό. «Δὲν τὸ κλείνεις, Γέροντα;», τοῦ λέγαμε, «θὰ σὲ κλέψουν». Κι ἐκεῖνος ἀπαντοῦσε· «Ἂν πάρουν κάτι, θὰ τοὺς χρειάζεται»!

Ἂς ξαναγυρίσουμε ὅμως στὸν ἅγιο Μακάριο τὸν Αἰγύπτιο. Ἕνας μαθητὴς του κάποτε τοῦ πῆγε δροσερὸ νερὸ· αὐτὸ εἶναι κάτι ἀπὸ τὰ πιὸ πολύτιμα στὴν ἔρημο. Ὁ ἅγιος Μακάριος τὸν εὐχαρίστησε, ἀλλὰ δὲ τὸ ἤπιε· «Παιδί μου, τοῦ εἶπε, τριάντα χρόνια οὔτε ἔφαγα οὔτε ἤπια οὔτε κοιμήθηκα ὅσο ἤθελα».

 


Ὁ ἅγιος Μακάριος ὁ Ἀλεξάνδρεας εἶναι προσωπικὰ γνωστός τοῦ ἁγίου Ἀντωνίου. Ἀκούοντας τὴ φήμη τοῦ μεγάλου Ἀσκητῆ, ὁ Μακάριος ἄφησε τὴν Ἀλεξάνδρεια κι ἔφυγε στὴν Ἄνω Αἴγυπτο καὶ συνάντησ’ ἐκεῖ τὸν ἅγιο Ἀντώνιο. Ὁ ἅγιος Ἀντώνιος εἶχε μαζέψει κάμποσα φοινικόφυλλα γιὰ νὰ πλέξη ψάθες· αὐτὸ ἦταν τὸ ἐργόχειρο τῶν ἁγίων Ἀσκητῶν τῆς Αἰγύπτου, μάζευαν φοινικόφυλλα κι ἔπλεκαν ψάθες. Λέγει λοιπὸν ὁ ἅγιος Μακάριος στὸν ἅγιο Ἀντώνιο· «Δός μου λίγα φύλλα, νὰ πλέξω κι ἐγὼ ψάθες». Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος τοῦ ἀπάντησε μὲ τὴν ἐντολὴ· «Οὐκ ἐπιθυμήσεις ὅσα τῷ πλησίον σου ἐστιν». Τὴν ἴδια ὅμως στιγμὴ τὰ φοινικόφυλλα, ποὺ εἶχε γιὰ νὰ πλέξη, ξεράθηκαν. Τότε ὁ ἅγιος Ἀντώνιος θαύμασε καὶ εἶπε στὸν ἅγιο Μακάριο· «Ἀναγνωρίζω πὼς ἀναπαύετ’ ἐπάνω σου τὸ Ἅγιο Πνεῦμα».

Μία μέρα οἱ δυὸ Μακάριοι ταξίδευαν, ἀνεβαίνοντας τὸ μεγάλο ποτάμι τοῦ Νείλου. Οἱ δύο σεβάσμιοι γέροντες συζητοῦσαν καὶ ἡ εἰκόνα τους στὰ μάτια κάποιων ἀξιωματικῶν, ποὺ ταξίδευαν μαζί, ἔκανε μεγάλη ἐντύπωση. «Πόσο μακάριοι θὰ εἶναι αὐτοὶ οἱ γέροντες!», ἔλεγαν μέσα τους οἱ ἀξιωματικοί. Κι ὁ Μακάριος ὁ Ἀλεξανδρέας τοὺς εἶπε· «Καλὰ τὸ λέτε πὼς εἴμαστε μακάριοι, ἀφοῦ αὐτὸ εἶναι καὶ τὸ ὄνομά μας». Ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀξιωματικοὺς τόσο συγκινήθηκε, ὥστε παράτησε καὶ τὸν κόσμο καὶ τὸ ἀξίωμά του κι ἔφυγε στὴν ἔρημο. Ἑορτάζοντας σήμερα τὴν ἱερὴ μνήμη τῶν δύο ἁγίων Μακαρίων, τοῦ Αἰγυπτίου καὶ τοῦ Ἀλεξανδρέα, θυμούμαστε τὸν ὕμνο τῆς Ἐκκλησίας. «Τοῖς ἐρημικοῖς ζωὴ μακαρία ἐστι, θεϊκῷ ἔρωτι πτερουμένοις». Ἀμήν.

ΑΡΧΙΕΠ. ΑΘΗΝΩΝ ΙΕΡΩΝΥΜΟΣ: «Η ΣΩΣΤΗ ΠΟΡΕΙΑ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ». (ΚΙ ΕΜΕΙΣ…)


Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Ἱερώνυμος: «Σωστὴ πορεία εἶναι αὐτὴ ποὺ μᾶς δείχνουν οἱ Ἅγιοι στὴν Ἐκκλησία, σωστὴ Ὀρθόδοξη Πίστη, σωστὴ λατρευτικὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν συνάνθρωπο».

 ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ: Οἱ Ἅγιοι δὲν κάνουν λειτουργικὲς συμ-παραστάσεις καὶ συμ-προσευχὲς μὲ ἀλλοδόξους καὶ ἀλλοπίστους. Οἱ Ἅγιοι δὲν κάνουν «μεταφράσεις» καὶ δὲν ἀλλοιώνουν τὰ θέσμια. Οἱ Ἅγιοι δὲν κάνουν κακόγουστες καὶ ἀθεολόγητες λειτουργικὲς καινοτομίες. Οἱ Ἅγιοι δὲν κάνουν πολυαρχιερατικὲς φιέστες καὶ δημόσιες σχέσεις, ἐπειδὴ οἱ Ἅγιοι ἀγαποῦν τὸν Χριστό, ἐπειδὴ ἀγαποῦν τὴν Πίστη, ἐπειδὴ ἀγαποῦν  τὴν Ἀλήθεια, ἐπειδὴ ἀγαποῦν τὴν Ἀγάπη, ἐπειδὴ ἀγαποῦν τὸν ἄνθρωπο, ἐπειδὴ ἀγαποῦν τὴν κτίση.

 Κατὰ συνέπειαν μᾶλλον εἴμαστε σὲ κάπως …λάθος πορεία!

ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ, ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΚΟΥ

15Γιορτάζουμε σήμερα 19 Ιανουαρίου, ημέρα μνήμης του Αγίου Μάρκου, του Ευγενικού.

Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός γεννήθηκε το 1392 μ.Χ. από ευσεβείς και πιστούς γονείς, τον αρχιδικαστή, σακελλίων και διάκονο της Μεγάλης Εκκλησίας Γεώργιο και τη Μαρία που ήταν κόρη του ευσεβούς ιατρού Λουκά. Είχε ακόμα έναν μικρότερο αδερφό που ονομαζόταν Ιωάννης. Λόγω των πολλών του πνευματικών χαρισμάτων έκανε περίλαμπρες θεολογικές και φιλοσοφικές σπουδές και μαθήτευσε στους πλέον φημισμένους διδασκάλους της εποχής του, τον Ιωάννη Χορτασμένο (κατόπιν Ιγνάτιο Μητροπολίτη Σηλυμβρίας) και τον μαθηματικό και φιλόσοφο Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα.Μεταξύ των συμμαθητών του ήταν και ο μετ' έπειτα άσπονδος εχθρός του Βησσαρίων ο καρδινάλιος που ήταν υπέρμαχος της ένωσης.

Δίδασκε στο φροντιστήριο του πατέρα του, και αργότερα, μετά τον θάνατο αυτού, τον διαδέχθηκε στο διδασκαλικό επάγγελμα. Διακρίθηκε σαν δάσκαλος της ρητορικής και μεταξύ των μαθητών του, που διέπρεψαν αργότερα, ήταν ο Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος (ο πρώτος μετά την πτώσιν της Πόλεως Πατριάρχης), ο Θεόδωρος Αγαλλιανός, ο Θεοφάνης Μητροπολίτης Μηδείας και ο αδελφός του Ιωάννης ο Ευγενικός.

Στο 25ο έτος της ηλικίας του αποφάσισε να γίνει μοναχός και γι' αυτό έφυγε σε μια Μονή στους Πριγκηπόνησους. Εκεί ετάχθη υπό την πνευματική επιστασία ενάρετου μοναχού, του Συμεών, ο όποιος τον έκειρε μοναχό και τον μετονόμασε από Εμμανουήλ, που ήταν το πρώτο του όνομα, σε Μάρκο. Κατόπιν από τα νησιά αυτά έφυγε και πήγε στη Μονή των Μαγκάνων, όπου χειροτονήθηκε Ιερέας. Αφού έγινε κληρικός, το 1436 μ.Χ. εκλέγεται Αρχιεπίσκοπος Εφέσου.

Ακολούθησε τον αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγο στη Φεράρα και τη Φλωρεντία, όπου πραγματοποιήθηκε Σύνοδος για την ένωση της Ανατολικής και της Δυτικής Εκκλησίας. Εκεί ο Μάρκος ανεδείχθη ο θερμότερος και στερεότερος υπέρμαχος της Ορθοδοξίας, αρνούμενος να υπογράψει τον όρο της ψευδοενώσεως, έτσι που όταν ο πάπας Ευγένιος Δ’ (1431 - 1447 μ.Χ.) πληροφορήθηκε την απόφασή του είπε: «Μάρκος ουχ υπέγραψε, λοιπόν εποιήσαμεν ουδέν».

Μετά την προδοτική ένωση της Φερράρας - Φλωρεντίας οι Βυζαντινοί εγκατέλειψαν την Ιταλία. Ο αυτοκράτορας παρέλαβε τον Άγιο Μάρκο στο αυτοκρατορικό πλοίο. Ύστερα από ταξίδι τρεισήμισι μηνών έφθασαν τελικά στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί οι κάτοικοι δέχθηκαν με αισθήματα εχθρικά και αποδοκίμασαν αυτούς που υπέγραψαν την ένωση, αλλά επιδοκίμασαν και τίμησαν τον Άγιο Μάρκο όπως αναφέρει ο υβριστής του γραικολατίνος επίσκοπος Μεθώνης Ιωσήφ: «ο Εφέσου είδε το πλήθος δοξάζων αυτόν ως μη υπογράψαντα και προσεκύνουν αυτώ οι όχλοι παθάπερ Μωϋσεί και Ααρών και ευφήμουν αυτόν και άγιον απεκάλουν» (PG 159, 992).

Στις 4 Μαΐου 1440 μ.Χ. ο Άγιος Μάρκος αναγκάστηκε να δραπετεύσει από την Βασιλεύουσα, διότι κινδύνευε η ζωή του, και να πάει στην Έφεσο που ήταν κάτω από τους Τούρκους. Εκεί αφού ποίμανε για λίγο το ποίμνιο του αναγκάσθηκε πάλι, τώρα από τους Τούρκους και τους ενωτικούς, να εγκαταλείψει την Έφεσο και μπήκε στο πλοίο που πήγαινε στο Άγιο Όρος, όπου είχε αποφασίσει να περάσει τον υπόλοιπο χρόνο της ζωής του. Όταν όμως το πλοίον έκαμε σταθμό στη Λήμνο ο Άγιος ανεγνωρίσθει και αμέσως συνελήφθη, κατόπιν αυτοκρατορικής εντολής και φυλακίσθηκε εκεί για δύο χρόνια. Κατά την διάρκεια της φυλακίσεώς του υπέφερε πολύ, αλλά όπως έγραψε στον ιερομόναχο Θεοφάνη τον εν Ευβοία «ο λόγος του Θεού και η της αληθείας δύναμης ου δέδεται, τρέχει δε μάλλον και ευοδούται, και οι πλείονες των αδελφών τη εμή εξορία θαρρούντες βάλλουσι τοις ελέγχοις τους αλιτηρίους και παραβάτας της ορθής πίστεως...».

Από την Λήμνο ο Άγιος εξαπέλυσε την περίφημο εγκύκλιο επιστολή του προς τους απανταχού της γης και των νήσων ευρισκομένους Ορθοδόξους Χριστιανούς. Με αυτήν ελέγχει αυστηρώς τους Ορθοδόξους εκείνους που αποδέχθηκαν την ένωση και με αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύει ότι οι λατίνοι είναι καινοτόμοι και γι' αυτό λέει: «ως αιρετικούς αυτούς απεστράφημεν, και δια τούτο αυτών εχωρίσθημεν». Καλεί δε ο άγιος τους πιστούς να αποφεύγουν τους ενωτικούς, διότι αυτοί είναι «ψευδαπόστολοι και εργάται δόλιοι».

Μετά την αποφυλάκιση του άγιος Μάρκος λόγω της ασθενείας του δεν μπόρεσε να αποσυρθεί στο Άγιο Όρος, αλλά επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτός μετά τιμών ως άγιος και ομολογητής. Από το μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου των Μαγγάνων ο νέος ομολογητής διηύθυνε τον αγώνα κατά των ενωτικών, γράφοντας επιστολές στους μοναχούς και κληρικούς ενθαρρύνοντας τους να κρατούν την ορθή πίστη και να μη συνεργάζονται με τους ενωτικούς.

Οι διωγμοί, οι εξουθενώσεις και οι πιέσεις επιδείνωσαν την κατάσταση της υγείας του Αγίου Μάρκου και στις 23 Ιουνίου του 1444 μ.Χ., αφού είχε καλέσει κοντά του τα πνευματικά του τέκνα και ανέθεσε στον Γεώργιο Σχολάριο την αρχηγία του ανθενωτικού αγώνος, απεδήμησεν εις Κύριον. Ήταν μόλις 52 ετών.

Στον επικήδειο λόγο που εξεφώνησε ο Γεώργιος Σχολάριος, ανέφερε μεταξύ άλλων ότι ο όσιος «εν ιερεύσει διέπρεψεν, εν αρχιερεύσιν διέλαμψεν, ήθλησεν υπέρ της Εκκλησίας πάνυ καλώς αδάμαντος στερεώτερος ώφθη προς την μετάθεσιν...νυν γυμνή τη ψυχή της μακαριότητος εμφορείται ήν επέγνω καλώς και λαβείν εντεύθεν εσπούδασε την εν Χριστώ κεκρυμμένην ζήσας ζωήν και σύνεστι τοις ιεροίς διδασκάλοις της πίστεως, πάντων είνεκα δίκαιος ών εκείνοις συντάττεσθαι».

Αμέσως μετά την κοίμηση του ο Μάρκος τιμήθηκε ως άγιος και ομολογητής. Αυτό μαρτυρεί με πόνο και ο σύγχρονος και άσπονδος εχθρός του Ιωσήφ, ουνίτης επίσκοπος Μεθώνης, λέγων, «ώσπερ πολλούς μεν και άλλους, και τον καλούμενον Παλαμάν, και τον Εφέσου Μάρκον, ανθρώπους ούτ' άλλως φρενήρεις, αλλά και δοξοσοφίας εμπεπλησμένους, μηδεμίαν αρετήν ή αγιωσύνην εν εαυτοίς έχοντας, μόνον δια το λέγειν και συγγράφειν κατά Λατίνων, δοξάζετε και υμνείτε, και εικόνας εγκοσμείτε αυτοίς και πανηγυρίζοντες, στέργετε αυτούς ως αγίους και προσκυνείτε» ( PG 159, 1357).

Την πρώτη ακολουθία προς τιμήν του Αγίου Μάρκου συνέθεσε ο αδελφός του, Ιωάννης ο φιλόσοφος. Κατ' αρχάς η μνήμη του εορταζόταν στις 23 Ιουνίου αλλά ο Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, το 1456 μ.Χ., όρισε διά συνοδικής πράξεως, να εορτάζεται η μνήμη του στις 19 Ιανουαρίου, ημέρα προφανώς της ανακομιδής του λειψάνου του αγίου και ταφής αυτού στην μονή του Λαζάρου στον Γαλατά.

Οι αγώνες του Μάρκου και του μαθητού του Γενναδίου αναγνωρίστηκαν από την μεγάλη σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως που τελείωσε το 1484 μ.Χ. και κατέγραψε τα ονόματα τους, ως πατέρων αγίων, στο Συνοδικό της Ορθοδοξίας.

Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!

Απολυτίκιο:
Ήχος γ'. Θείας πίστεως
Θείας πίστεως, ομολογία, μέγον εύρατο, η Εκκλησία, ζηλωτήν σε θειε Μάρκε πανεύφημε, υπερμαχούντα πατρώου φρονήματος, και καθαιρούντα του σκότους υψώματα. Όθεν άφεσιν, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν τοις σε γεραίρουσι.

Το Απολυτίκιο ψάλλει ο αρχ. π. Νικόδημος Καβαρνός

Με πληρ. από τον Ορθόδοξο Συναξαριστή 

ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΤΟΥ ΑΙΓΥΠΤΙΟΥ


Τῌ ΙΘ' ΤΟΥ ΑΥΤΟΥ ΜΗΝΟΣ
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ

Μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου.
Τῇ ΙΘ' τοῦ αὐτοῦ μηνός, 

Μνήμη τοῦ Ὅσίου Πατρὸς ἡμῶν Μακαρίου τοῦ Αἰγυπτίου καὶ ἀναχωρητοῦ,
 καὶ τοῦ Ὁσίου Μακαρίου τοῦ Ἀλεξανδρέως.


Θανοῦσα θείων ἡ δυὰς Μακαρίων,
Ζωῆς μετέσχε τῆς μακαριωτάτης.
Γῆν μακάρων λάχον ἐννεακαιδεκάτῃ Μακάριοι.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, Μνήμη τῆς ἁγίας Μάρτυρος Εὐφρασίας.


Ψεύδει σοφῷ φυγοῦσα σαρκὸς τὴν ὕβριν,
Ἀθλεῖς ἀληθῶς ἐκ ξίφους Εὐφρασία.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, ἡ εἰς τὸν Ναὸν τῶν ἁγίων Ἀποστόλων Ἀνακομιδὴ τοῦ 

Λειψάνου τοῦ ἐν ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Γρηγορίου τοῦ θεολόγου.

Ἔχει νεκρὸν σὸν ἡ καλὴ μετοικία,
Καλῶ γάρ, ὡς σύ, τοὺς Ἀποστόλους Πάτερ.

Τῇ αὐτῇ ἡμέρᾳ, τελεῖται ἡ ἀνάμνησις τοῦ ἐν Νικαίᾳ μεγίστου θαύματος,

 ὅτε ὁ Μέγας Βασίλειος διὰ προσευχῆς ἀνέῳξε τὰς πύλας τῆς Καθολικῆς
 Ἐκκλησίας καὶ παρέθετο αὐτὴν τοῖς Ὀρθοδόξοις.

Ταῖς τῶν Ἁγίων σου πρεσβείαις, Χριστὲ ὁ Θεός, ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...