Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Αυγούστου 14, 2011

π. Χερουβείμ Βελέτζας-ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Η κεκλεισμένη πύλη

Εορτάζει σήμερα και πανηγυρίζει η αγία μας Εκκλησία την Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου, της Μητέρας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του σαρκωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού. Στην Ακολουθία του Εσπερινού της εορτής ακούμε τον Προφήτη Ιεζεκιήλ να παρομοιάζει την Παναγία με κλειστή πύλη: «Ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς οὐ μὴ διέλθῃ δι' αὐτῆς, ὅτι Κύριος ὁ Θεός, Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι' αὐτῆς, καὶ ἔσται κεκλεισμένη». Όντως, η Παναγία είναι η πύλη, διά της οποίας ο Θεός “εσκήνωσεν εν ημίν” και ενήργησε το έργο της σωτηρίας. Είναι η πύλη διά της οποίας οι πιστοί γινόμαστε κοινωνοί του Θεού, είναι η διασώζουσα και μεσιτεύουσα για το ανθρώπινο γένος. Με την ζωή της αλλά και με την Κοίμησή της, η Υπεραγία Θεοτόκος έγινε η αιτία να ανοίξει για μας η πύλη του Παραδείσου.

Η Παναγία, όπως είπαμε, είναι η πύλη δια της οποίας εισήλθε ο Θεός στον κόσμο. Είναι αυτή που δανείζει στον Θεό ολόκληρη την ανθρώπινη φύση. Με την απάντησή της “ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου” προς τον αρχάγγελο Γαβριήλ, δέχεται να γίνει η Μητέρα του ίδιου του Θεού. Και τότε μέσα της συντελείται η πιο παράδοξη ένωση ανάμεσα στον Δημιουργό και στο πλάσμα Του, ανάμεσα στο άκτιστο και το κτιστό, η ένωση του απείρου με το πεπερασμένο, της Ζωής με το φθαρτό. Και προσλαμβάνει ο Θεός όχι απλά την ανθρώπινη σάρκα, αλλά ολόκληρη την ανθρώπινη φύση, όπως ο ίδιος την έπλασε, αποτελούμενη από σώμα και ψυχή, καθαρή από τον ρύπο της αμαρτίας, χάρη στην «εκ Πνεύματος Αγίου» σύλληψή Του στην μήτρα της Αειπαρθένου.
Με την σάρκωση του Θεού και την γέννηση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, η Παναγία μας γίνεται επίσης η πύλη διά της οποίας εισήλθε στον κόσμο η λύτρωση, η συγγνώμη και η ελπίδα. Ο αρχάγγελος Γαβριήλ στον Ευαγγελισμό λέει στην Παναγία ότι εξ αυτής θα γεννηθεί «ο μέλλων λυτρούσθαι τον Ισραήλ». Με την σάρκωση του Λόγου στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού ανατέλλει η ελπίδα, πραγματώνεται η σωτηρία, πλημμυρίζει τον κόσμο η συγγνώμη και απαστράπτει το φως της Αναστάσεως. Με την Κοίμηση της Θεοτόκου και την αγία της Μετάσταση προσφέρεται σ’ εμάς μια ακόμη απόδειξη τούτης της θείας δωρεάς. Η απόδειξη πως όταν κατορθώσουμε στα μέτρα της προσωπικής μας αδυναμίας να ενωθούμε με την όντως Ζωή, δηλαδή με τον ίδιο το Θεό, τότε όχι μόνο γινόμαστε μέτοχοι της Ζωής, όχι μόνο δεν πρόκειται να γευτούμε τον πνευματικό θάνατο, αλλά ακόμα και αυτή η σωματική νέκρωση αποτελεί σημείο θριάμβου και όχι λύπης.
Η Παναγία αποτελεί ακόμη εκείνη την πύλη διά της οποίας οι πιστοί εισερχόμαστε στην αιωνιότητα. « Αύτη η πύλη του Κυρίου, δίκαιοι εισελεύσονται εν αυτή». Με την ζωή της, με την Κοίμησή της, με την διαρκή πρεσβεία της υπέρ της του κόσμου σωτηρίας, γίνεται η μεσίτρια όλου του ανθρώπινου γένους προς τον Κύριο, γίνεται ο συνδετικός κρίκος που μας συνδέει με την Ζωή και μας εισάγει στην χαρά του Παραδείσου. Για τον λόγο αυτό οι συχνότερες και οι θερμότερες ικεσίες μας έχουν αποδέκτη το πρόσωπο της Θεοτόκου, για το λόγο αυτό καθημερινά, από την πρώτη Αυγούστου και μέχρι σήμερα, τελούμε την Ιερά Παράκληση προς την Παναγία μας, για να μεσιτεύει για μας στον Κύριο, για να Του μεταφέρει τις προσευχές μας, για να προστρέχει στις ανάγκες μας, ως η Μητέρα όλου του κόσμου.
Η Παναγία μας, σύμφωνα με τη Θεολογία των Πατέρων της Εκκλησίας, είναι η νέα Εύα. Η πρώτη έκλεισε την πύλη του Παραδείσου, και εισήγαγε την ανθρωπότητα στην θλίψη, στον πόνο, στην αμαρτία. Η Παναγία, ως δεύτερη Εύα μας ανοίγει την θύρα του Παραδείσου, γίνεται η ίδια η Πύλη που μας εισάγει στην όντως Ζωή, στην ειρήνη, στη λύτρωση, στην ίδια την Ανάσταση. Είναι αυτή που με θαυμαστό τρόπο και με το παράδειγμά της διέκοψε τον χειμαρρώδη ρου της ανθρωπότητας προς την φθορά του θανάτου, τον αντέστρεψε και δημιούργησε την προοπτική της πορείας μας από τον θάνατο προς την ζωή.
Καλούμαστε λοιπόν όλοι μας, ιδιαίτερα τούτες τις ημέρες, όχι μόνο να εντείνουμε τις προσευχές μας και τον πνευματικό μας αγώνα, αλλά πολύ περισσότερο να εισέλθουμε στη ζωή της ταπείνωσης, της αγάπης και της καρτερίας, σύμφωνα με το παράδειγμα της ίδιας της Παναγίας μας. Καλούμαστε τέλος όχι μόνο να ακολουθήσουμε τα δικά της βήματα, γιατί αυτή είναι η τελειότερη απ’ όλους τους ανθρώπους, αλλά και να εντείνουμε τις δεήσεις μας προς αυτήν, ψάλλοντας και ομολογώντας μαζί με τον υμνωδό:
«Εν τη Γεννήσει την Παρθενίαν εφύλαξας, εν τη Κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες, Θεοτόκε. Μετέστης προς την Ζωήν, Μήτηρ υπάρχουσα της Ζωής και ταις πρεσβείαις ταις σαις λυτρουμένη εκ θανάτου τας ψυχάς ημών».



Πρωτότυπο κείμενο από Απλά & Ορθόδοξα - π. Χερουβείμ Βελέτζας: http://xerouveim.blogspot.com/2010/08/blog-post_09.html#ixzz1UoN6U0A0

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Κήρυγμα Κοίμησεως της Θεοτόκου-Σεβ.ΜητροπολίτουΝαυπάκτου και Αγίου Βλασσίου Ιερόθεου

Εορτή Κοίμησεως της Θεοτόκου

Την σημερινή μεγάλη Θεομητορική εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, αγαπητοί Χριστιανοί, η Εκκλησία μας καθόρισε στην ακολουθία του Όρθρου να διαβάζεται η Ευαγγελική περικοπή που αναφέρεται στην επίσκεψη της Παναγίας στην Ελισάβετ, μετά τον Ευαγγελισμό της και την σύλληψη του Χριστού. Μόλις η Ελισάβετ την απεκάλεσε μητέρα του Χριστού και έδειξε βαθύτατο σεβασμό σε αυτήν, η Παναγία ξεχύθηκε σε ύμνο και δοξολοξία στον Θεό. Ο πρώτος στίχος αυτής της Δοξολογίας είναι:
«Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον» (Λουκ. α , 46). Δηλαδή: «η ψυχή μου δοξάζει τον Κύριο».
Ο άγιος Νικόδημος ο αγιορείτης που έτρεφε, όπως και όλοι οι άγιοι, μεγάλη αγάπη προς την Παναγία, αφού ήταν Θεοτοκόφιλοι, ερμηνεύει ότι η Παναγία με τρεις τρόπους μεγάλυνε, δηλαδή δόξασε τον Κύριο.
Πρώτον, με νοήματα που είναι μεγάλα, υψηλά και άξια της μεγαλειότητος του Θεού. Αυτό φαίνεται από το ότι η Παναγία σε όλη της την ζωή, αλλά ιδιαίτερα τότε που ήταν δώδεκα χρόνια μέσα στα άγια των αγίων, ζούσε συνεχώς μέσα στην θεωρία του Θεού, δηλαδή την θεοπτία, έβλεπε τον Θεό και ο νους της ήταν βυθισμένος σε Αυτόν. Η Παναγία βρισκόταν πάνω από κάθε μικροπρεπή θεωρία των γηΐνων πραγμάτων του κόσμου αυτού. Ο νους της ήταν ανίδεος και ασχημάτιστος και έτσι η Παναγία ζούσε ωσάν ασώματος άγγελος. Γι’ αυτό κανείς άλλος, ούτε άγγελος, ούτε άνθρωπος δεν κατενόησε περισσότερο τα μεγαλεία του Θεού όσο η Παναγία.
Δεύτερον, η Παναγία δόξασε τον Κύριο με λόγια μεγάλα και υψηλά και πρέποντα στην μεγαλειότητα του Θεού. Σε όλη την ζωή της με το στόμα της υμνούσε και δοξολογούσε τα μεγαλεία και την δόξα του Θεού. Μάλιστα σε αυτήν την ωδή που ψάλλουμε κάθε φορά στην ακολουθία του Όρθρου φαίνεται ότι υμνεί το δυνατό, παντοδύναμο, άγιο και πανάγιο Όνομα του Θεού και κηρύττει το έλεός Του.
Τρίτον, η Παναγία μεγάλυνε τον Θεό με έργα μεγάλα, υψηλά και άξια της θείας μεγαλειότητος. Η Παναγία που είχε καθαρή, εξαγιασμένη και ισάγγελη ζωή αξιώθηκε να γίνη Μητέρα του Χριστού και με αυτόν τον τρόπο ευεργέτησε όλη την οικουμένη. Όλοι οι άγγελοι που έχουν την επιστασία των Εθνών δεν υπέταξαν τόσους ανθρώπους στον Θεό ούτε μεγάλυναν τόσο την κυριότητα του Θεού όσον μόνη η Θεοτόκος. Αλλά και όλοι οι Απόστολοι, που εστάλησαν σε όλα τα μέρη της γης για να σώσουν τους ανθρώπους, δεν επλάτυναν τόσο πολύ την Βασιλεία του Κυρίου, όπως το έκανε μόνη η Θεοτόκος. Αυτή έκανε το μεγάλο έργο μέσα στην ιστορία, γιατί με την καθαρότητά της έκανε τον Θεό υιό ανθρώπου, τους ανθρώπους υιούς του Θεού και τους αγγέλους απέδειξε ατρέπτους στο κακό και τους αξίωσε μεγαλυτέρων χαρισμάτων. Έτσι, η Παναγία έκανε την μεγαλύτερη ιεραποστολή μέσα στον κόσμο, χωρίς να μεταβαίνη από τόπο σε τόπο, επειδή με την εξαγιασμένη ζωή και πολιτεία της έγινε Μητέρα του Χριστού.
Επομένως, η Παναγία εμεγάλυνε τον Κύριο με τα υψηλά νοήματα, λόγια και έργα της. Αυτό το έζησε σε όλη της την ζωή, αλλά το βλέπουμε και κατά την διάρκεια της ενδόξου Κοιμήσεώς της. Εμεγάλυνε τόσο πολύ τον Κύριο, ώστε Αυτός ο Ίδιος ο Χριστός κατέβηκε από τον Ουρανό για να παραλάβη την ψυχή της, την γέμισε με δόξα και τιμή, όλοι οι Απόστολοι, κατά θαυματουργικό τρόπο, ήλθαν από τα πέρατα της οικουμένης, με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, και έμειναν εκστατικοί από την θεία δόξα που περιέλαμπε το άγιον σώμα της.
Αυτό σημαίνει, κατά τον άγιο Νικόδημο τον αγιορείτη, ότι η Παναγία, επειδή μεγάλυνε στην ζωή της τον Κύριο, γι’ αυτό σμίκρυνε και εξολόθρευσε την βασιλεία του διαβόλου και εξαφάνισε την ειδωλολατρία. Και καθώς η προμήτωρ Εύα με την παρακοή της εσμίκρυνε τον Κύριο και την κυριότητά του και συγχρόνως εμεγάλυνε τον διάβολο και την βασιλεία του, έτσι έπρεπε, κατά αντίθετον τρόπο η Παναγία, η θυγατέρα της Εύας, να μεγαλύνη τον Κύριο και την εξουσία Του, δια της υπακοής, και να σμικρύνη την βασιλεία του διαβόλου, ώστε να ιατρεύση το παράπτωμα της προμήτορος.
Όλα αυτά δείχνουν ότι όπως η Παναγία είπε «μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον», έτσι πρέπει να κάνουμε και εμείς στην ζωή μας, και να μιμούμαστε την Παναγία στην δοξολογία του Θεού, με φρονήματα, λόγια και έργα. Να έχουμε μεγάλα φρονήματα, περί του Θεού, δηλαδή να σκεπτόμαστε τον Θεό και όχι τόσο τα σμικροπρεπή και γήϊνα πράγματα, να δοξολογούμε τον Θεό με θεολογικά λόγια, να φυλάττουμε το στόμα μας καθαρό από αισχρολογίες, ύβρεις και φλυαρίες, και να κάνουμε καλά έργα, με τα οποία να επιστρέφουμε ανθρώπους, δια της μετανοίας, στον Θεό.
Όταν μεγαλύνουμε το Όνομα του Θεού με φρονήματα, λόγια και έργα, τότε θα λάβουμε την Χάρη του Θεού και θα έχουμε την αγάπη και την προστασία της Παναγίας, ακόμη και όταν έλθη η ώρα που θα φύγουμε από τον κόσμο αυτόν.
Εύχομαι χρόνια πολλά και ευλογημένα. Η Παναγία να προστατεύη όλους μας με την Χάρη της και τις προσευχές της.

+ Ο ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ ΙΕΡΟΘΕΟΣ

Η Κοίμηση της Θεοτόκου- π.Χρήστος Πυτιρίνης

«Εν τη κοιμήσει τον κόσμον ου κατέλιπες Θεοτόκε» 
Μέσα στην σωματική και πνευματική νωχέλεια του καλοκαιριού η Εκκλησία μας προβάλει, ως μια δροσερή νοητή όαση και πνευματική ανάταση, τη μεγάλη εορτή της Παναγίας μας. Το δεκαπενταύγουστο, ή όπως το ονομάζουν πολλοί «το Πάσχα του καλοκαιριού», αποτελεί έναν σπουδαίο εορτολογικό σταθμό του εκκλησιαστικού ενιαυτού. Η κορυφαία αυτή εορτή είναι  για ολόκληρη την Ορθοδοξία και ιδιαίτερα για μας του Έλληνες, που ευλαβούμαστε τη Θεοτόκο κατά τρόπο ξεχωριστό, μια ευκαιρία να εκφράσουμε ολόθυμα την τιμή μας προς το ιερό Της πρόσωπο, κι αυτό διότι η προσωπική και εθνική μας ζωή είναι συνυφασμένη με την υψηλή σκέπη και προστασία της Μεγάλης Μάνας, του κόσμου.
Τα ιερά βιβλία της Καινής Διαθήκης δεν αναφέρουν δυστυχώς τίποτε για την ζωή της Παναγίας μας μετά την Ανάσταση του Κυρίου και την Πεντηκοστή. Όταν ήρθε η ώρα, λοιπόν, της εξόδου Της στάλθηκε και πάλι ο αρχάγγελος Γαβριήλ να της αναγγείλει την θέληση του Θεού και Υιού Της. Ενώ προσευχόταν στον οίκο Της στην Ιερουσαλήμ παρουσιάστηκε ο άγγελος και της προσέφερε ένα μικρό κλαδί φοίνικα και της είπε: «Χαίρε κεχαριτωμένη Μαρία. Σου φέρνω μήνυμα από τον Υιό Σου. Ήρθε η ευλογημένη ώρα να πας κοντά Του και να δοξαστείς όπως Σου ταιριάζει. Ετοιμάσου λοιπόν και σε τρεις ημέρες θα έρθει Εκείνος να πάρει την τίμια και αμόλυντη ψυχή Σου».
Μετά από αυτό και αφού συνήλθε από την οπτασία, χάρηκε πολύ και κίνησε βιαστικά να ανέβει στο αγαπημένο Της Όρος των Ελαιών για να προσευχηθεί, εκεί που προσευχήθηκε για τελευταία φορά ο Υιός Της πριν από το πάθος Του. Συνήθιζε να ανεβαίνει συχνά και να προσεύχεται εκεί. Ανηφορίζοντας το μονοπάτι συνέβη το απροσδόκητο: Τα δένδρα και οι θάμνοι του δρόμου έγερναν και την προσκυνούσαν! Η άψυχη και άλογη κτίση, όπως είχε εναντιωθεί την ώρα του σταυρικού πάθους του Κυρίου και Υιού Της, τώρα αποκτά ξανά κρίση και συναίσθημα και προσκυνά την Βασίλισσα του κόσμου! Κατευθύνθηκε στο σημείο εκείνο του κήπου που είχε προσευχηθεί και ο Κύριος.
Γονάτισε ταπεινά, ύψωσε τα σεπτά της χέρια και ατένισε τον ουρανό και αφού ευχαρίστησε το Θεό τον παρακάλεσε για την σωτηρία του κόσμου.  Καθ’ όλη τη διάρκεια της προσευχής Της ένα ουράνιο φως Την έλουζε. Το τίμιο και άγιο πρόσωπό Της έλαμπε από θεία ενέργεια. Μετά γοργά γύρισε στον οίκο Της και άρχισε να ετοιμάζει τα απαραίτητα της κηδείας Της. Μάζεψε επίσης τους συγγενείς και πιστούς φίλους και φίλες Της και τους ανακοίνωσε την θέληση του Κυρίου να την καλέσει κοντά Του. Εκείνοι όταν το άκουσαν ξαφνιάστηκαν και άρχισαν να θρηνούν το χωρισμό της Μητέρας του Κυρίου. Εκείνη τους παρηγόρησε λέγοντάς τους πως αυτή είναι η θέληση του Θεού και πως από την θέση Της στον ουρανό θα πρεσβεύει πάντοτε για ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
Για παρηγοριά τους δώρισε δύο από τα φορέματά Της, την σκέπη (το μαντίλι της κεφαλής) και την εσθήτα Της, τα οποία αποτέλεσαν κατόπιν από τους πολυτιμότερους θησαυρούς της Εκκλησίας μας!   Την Τρίτη ημέρα μετά την επίσκεψη του αρχαγγέλου, η Κυρία Θεοτόκος αφού ντύθηκε μόνη Της τα νεκρικά Της ενδύματα, κάλεσε και πάλι τους φίλους Της και ξάπλωσε ήρεμα στην κλίνη Της. Τότε συνέβη το εξής θαυμαστό γεγονός: Μια δυνατή βοή ακούστηκε στον σπίτι Της, μια φωτεινή νεφέλη το κάλυψε. Πάραυτα μεταφέρθηκαν σε νεφέλες από τα πέρατα της οικουμένης οι άγιοι Απόστολοι προκειμένου να παραβρεθούν στην έξοδό Της. Κατά τον ίδιο τρόπο μεταφέρθηκε επίσης ο απόστολος Παύλος, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και ο άγιος Ιερόθεος, πρώτος επίσκοπος των Αθηνών, ο άγιος Τιμόθεος και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα της Εκκλησίας.
Η Κυρία Θεοτόκος, αφού χαιρέτισε και ευλόγησε όλους, παρέδωσε την αγία ψυχή Της στα χέρια του Υιού Της ο Οποίος κατέβηκε από τον ουρανό για να την παραλάβει ο Ίδιος. Οι συγκεντρωμένοι απόστολοι, οι προεστοί της εκκλησίας των Ιεροσολύμων και ο πιστός λαός άρχισαν να ψάλλουν εξόδιους ύμνους στην Θεομήτορα. Ταυτόχρονα ακούστηκε να συμψάλλει στρατιά αγγέλων από τον ουρανό! Η ουράνια μελωδία ακούστηκε σε ολόκληρη την πόλη. Φόβος και έκσταση κατέλαβε τους κατοίκους της αγίας πόλεως. Μόνο οι σκληρόκαρδοι και φθονεροί Ιουδαίοι δεν συγκινήθηκαν από αυτό το θαυμαστό γεγονός. Μετά σχηματίσθηκε νεκρική πομπή η οποία κατευθυνόταν στο χωριό Γεθσημανή, όπου θα θάπτονταν το τίμιο σκήνωμά Της. Οι θρήνοι του πιστού λαού, που είχε χάσει την Μάνα του, έσμιγαν με τις ψαλμωδίες των αποστόλων. Στα ιλαρά πρόσωπά τους κυλούσαν δάκρυα λύπης και χαράς.
Πριν φτάσουν στον τόπο της ταφής έφτασαν φανατικοί Ιουδαίοι και θέλησαν να βεβηλώσουν την έξοδο της Μητέρας του Ιησού, τον Οποίο μισούσαν θανάσιμα. Με ύβρεις, απειλές και λοιδορίες προκαλούσαν την σεμνή ομήγυρη. Κάποιος από αυτούς είχε την αναίδεια να πλησιάσει το σεπτό φέρετρο της Θεοτόκου, με σκοπό να ρίξει στο έδαφος το άγιο σκήνωμα. Μόλις τόλμησε να αγγίξει το στολισμένο με μυρωδάτα άνθη νεκροκρέβατο, πάραυτα κόπηκαν και τα δυο του χέρια και έμειναν κολλημένα σε αυτό. Ταυτόχρονα έχασε και το φως του! Τότε κατάλαβε την ασεβέστατη και αισχρότατη πράξη του και με φωνές γοερές δήλωνε την μετάνοιά του και παρακαλούσε την Παναγία να τον λυπηθεί και να τον θεραπεύσει. Και ω του θαύματος, ο άνθρωπος εκείνος θεραπεύτηκε αμέσως!
Κατόπιν ομολόγησε την ανομία και την απιστία του και έγινε χριστιανός. Με δάκρυα στα μάτια ακολουθούσε και αυτός την ιερή πομπή. Αντίθετα οι άλλοι σύντροφοί του παρέμειναν ψυχροί και αμετανόητοι μπροστά στο μεγάλο θαύμα της Θεομήτορος! Εκεί στο ήσυχο χωρίο Γεθσημανή έγινε η κήδευση του άχραντου λειψάνου της Παναγίας μας. Το θεοδόχο σώμα Της, τέθηκε σε περιποιημένο μνημείο, που ετοίμασαν οι Χριστιανοί της αγίας πόλεως. Με λυγμούς και δάκρυα οι άγιοι απόστολοι και οι άλλοι Χριστιανοί σφράγισαν το μνημείο και αποχώρησαν.   Η ευσεβής παράδοση της Εκκλησίας μας αναφέρει πως μετά την ταφή και αφού πέρασαν τρεις ημέρες, έφτασε στην Γεθσημανή αργοπορημένος ο απόστολος Θωμάς από τις μακρινές Ινδίες, όπου έκανε ιεραποστολή. 
Ζήτησε επίμονα, με δάκρυα στα μάτια και λύπη πολύ, να του ανοίξουν τον τάφο για να δει και να προσκυνήσει για τελευταία φορά το τίμιο σκήνωμα της αγαπημένης Μητέρας του Δασκάλου του. Μπροστά στην επιμονή του οι άλλοι απόστολοι άνοιξαν τον τάφο και, ω του θαύματος, ο τάφος ήταν κενός, ο Κύριος μετέστησε το πάνσεπτο σώμα Της στον ουρανό, ώστε να μην γευτεί την φυσική φθορά. Η αργοπορία το Θωμά χαρακτηρίστηκε από την Εκκλησία ως οικονομία του Θεού, για να γίνει γνωστή η μετάσταση της Κυρίας Θεοτόκου! Ο κενός τάφος Της στην Γεθσημανή αποτελεί μέχρι σήμερα πηγή αγιασμού των μυριάδων πιστών που τον επισκέπτονται κάθε χρόνο και τεκμήριο της μετάστασής Της στον ουρανό.
Η ιερή μνήμη της Κοιμήσεώς της Παναγίας μας είναι, όπως είπαμε, μια καλή ευκαιρία να εκδηλώσει ο ευσεβής λαός των πιστών την αγάπη, τον σεβασμό, και την ευγνωμοσύνη του προς Αυτήν, η Οποία όντας άνθρωπος, αξιώθηκε να γίνει το τιμιότατο θείο δοχείο, το ιερότατο σκεύος, ώστε να δεχτεί τον άπειρο Θεό στο καθαρότατο σαρκίο Της, να κυοφορήσει τον άναρχο και αναλλοίωτο Θεό στην τίμια γαστέρα Της, να θρέψει τον απόλυτα αυτάρκη Θεό από τα παρθενικά Της αίματα, να κρατήσει στα σεπτά Της χέρια τον «αχώρητον παντί». Το ιερό πρόσωπο της Θεοτόκου αποτελεί, σύμφωνα με την ορθόδοξη θεολογία μας, μέρος του απερινοήτου μυστηρίου της Θείας Οικονομίας. Μετά τον Τριαδικό Θεό Αυτή κατέστη το κύριο πρόσωπο, το οποίο συνέβαλε ουσιαστικά στην υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους.
Εκλέχτηκε από το Θεό ανάμεσα σε εκατομμύρια άλλα κορίτσια, αμέτρητων γενεών, ως η καθαρότερη και αγιότερη ανθρώπινη ύπαρξη, προκειμένου να γίνει Θεοτόκος. Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως για την υλοποίηση του σχεδίου της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους, ο Θεός έδωσε τον Υιό του τον μονογενή και η ανθρωπότητα έδωσε την Παναγία. Στο ιερό πρόσωπο Εκείνης έγινε η μεγάλη συνάντηση Θεού και ανθρώπου. Μέσα στο πάναγνο σώμα Εκείνης έγινε η μεγάλη καταλλαγή (Εφεσ.2:16) και από αυτό  ξεκίνησε η σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, η αναδημιουργία και η θέωση του πεπτωκότος ανθρώπου. Ο μεγάλος Πατέρας της αρχαίας Εκκλησίας  Ειρηναίος (+199) παραλλήλισε και σύγκρινε  την Θεοτόκο με την προμήτορα του ανθρωπίνου γένους, την Εύα, ώστε να δείξει τη διαφορά μεταξύ τους.
Η παρθένος Εύα δεν έκαμε καλή χρήση των θείων δωρεών και δυνατοτήτων, που είχε λάβει από το Θεό, αλλά τα χρησιμοποίησε για το κακό και την καταστρατήγηση του θείου θελήματος. Η αιτία και η ρίζα της ανταρσίας αυτής υπήρξε ο εγωισμός και η έπαρση. Αν εκείνη υπήρξε φορέας της αλαζονείας, η Παναγία υπήρξε το πρότυπο της υπακοής και της ταπείνωσης.   Ο ιερός πατήρ τονίζει πως «... η Εύα (έπρεπε) να αποκατασταθή εν τη Μαρία, ίνα μια παρθένος να γίνη συνηγόρος άλλης παρθένου και να εξαλήψη την ανυπακοήν της πρώτης δια της παρθενικής υπακοής» (Ειρ. Επιδ. Αποστ. Κηρύγματος 32,33).
Επίσης ο άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων (+ 386) έγραψε πως «Δια παρθένου της Εύας ήλθεν ο θάνατος, έδει δια παρθένου, μάλλον δε εκ παρθένου φανήναι την ζωήν» (Κυρίλ. Ιερ. Κατηχ. 12,ιε΄ ). Η ευλογημένη ρήση Της προς τον άγγελο του ευαγγελισμού «ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» (Λουκ.1: 38) αποτελεί σαφώς την πεμπτουσία της συμβολής Της στο έργο της εν Χριστώ σωτηρίας του κόσμου. Το πρώτο ανθρώπινο πλάσμα, στο οποίο αποκαταστάθηκε η ανθρώπινη φύση στην αρχαία προπτωτική της μορφή και ωραιότητα, υπήρξε η Θεοτόκος. Με την επέλευση του Αγίου Πνεύματος κατά τον Ευαγγελισμό (Λουκ.1: 35) καθαρίστηκε  από τον ρύπο του προπατορικού αμαρτήματος, τον οποίο έφερε και Αυτή εκούσα, ως μέτοχος της ανθρώπινης φύσεως, καθιστώντας Την πλέον άμωμη κηλίδος ώστε, να δεχτεί στα αγνά σπλάχνα Της το «πυρ της θεότητος » και να μην καεί.
Από τότε έγινε η «Κεχαριτωμένη», η αγιοτέρα ύπαρξη μετά τον Τριαδικό Θεό. Στο πρόσωπό Της έγινε η απαρχή της λυτρώσεως του κόσμου και της θεώσεως του ανθρώπου. Η συμβολή της Παναγίας μας κατά τη διάρκεια του επί γης απολυτρωτικού έργου του Χριστού υπήρξε τεράστιο. Βρισκόταν συνεχώς πλάι στον Λυτρωτή μας, από τη Γέννηση ως το Πάθος, την Ανάσταση και την Ανάληψη. Δοκίμασε, ως μητέρα, τις πίκρες των παθημάτων του Θείου Γιου της, με αποκορύφωμα εκείνη του σταυρικού θανάτου Του. Ένοιωσε κοντά Του την αγωνία Εκείνου για την υλοποίηση του θείου σχεδίου της σωτηρίας του κόσμου . Σύμφωνα επίσης με την αρχέγονη παράδοση της Εκκλησία μας
Αυτή ήταν που εμψύχωνε τους διωκόμενους πρώτους χριστιανούς της νεαράς Εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Κοντολογίς η επί γης ζωή της Παναγίας μας υπήρξε ένας συνεχής αγώνας και προσφορά για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο πιστός λαός του Θεού, γι’ αυτό αποδίδει στη Θεοτόκο, από την αρχαιότητα ως σήμερα, ύψιστη τιμή, τη μεγαλύτερη, μετά τον Τριαδικό Θεό. Πρέπει να σημειωθεί εδώ, πως μόνο η Ορθοδοξία μας αποδίδει την δέουσα τιμή στην Μητέρα του Κυρίου μας. Το πρώτο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου είναι αφιερωμένο στην Παναγία μας. 
Οι Ορθόδοξοι πιστοί, συμμετέχουμε καθημερινά στις ακολουθίες των υπέροχων Παρακλητικών Κανόνων, νηστεύουμε, εξομολογούμαστε, κοινωνούμε. Τρέχουμε με δάκρυα στα μάτια να εναποθέσουμε σε Αυτή τις δυσκολίες και τα βάσανα της ζωής μας, Την παρακαλούμε με ζέση ψυχής να ελαφρώσει τον βαρύ ζυγό μας, διότι πιστεύουμε ακράδαντα πως η γλυκιά Θεομάνα και μετά την σεπτή Της Κοίμηση συνεχίζει να αγαπά και να νοιάζεται για μας τους ανθρώπους. Μέσα στη μεγάλη καρδιά Της υπάρχει χώρος για τον κάθε άνθρωπο, όχι μόνο για τους πιστούς, αλλά και για τους αμαρτωλούς και ασεβείς , ακόμα και για τους υβριστές Της!
Η μακάρια θέση Της κοντά στον Υιό Της και Θεό μας Ιησού Χριστό, της δίνει την ευχέρεια να προσεύχεται για τον καθένα μας, για κάθε μας πρόβλημα. Τα αποτελέσματα των βοηθειών Της είναι απτά. Γι’ αυτό ψάλλουμε στον περίφημο Μικρό Παρακλητικό Κανόνα προς Αυτήν: «Ουδείς προστρέχων επί σοι κατησχυμένος από σου εκπορεύεται, αγνή Παρθένε Θεοτόκε, αλλ’ αιτείται την χάριν και λαμβάνει το δώρημα, προς το συμφέρον της αιτήσεως»

Η Κοίμηση της Θεοτόκου του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου


Κατά την σημερινή μεγάλη Θεομητορική εορτή, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, διαβάζεται ως αποστολικό ανάγνωσμα ένα τμήμα της προς Φιλιππησίους επιστολής του Αποστόλου Παύλου, που αναφέρεται στην κένωση και ταπείνωση του Χριστού.
Και μπορεί να ερωτήση κανείς: Γιατί τέτοια ημέρα που τιμούμε και δοξάζουμε την Παναγία μας, διαβάζεται στην Εκκλησία ανάγνωσμα που αναφέρεται στον Χριστό;
Η απάντηση είναι ότι η δόξα και η τιμή της Παναγίας μας συνδέεται αναπόσπαστα με την δόξα του Χριστού. Η Παναγία δεν ήταν απλώς ένας καλός άνθρωπος, μια ενάρετη γυναίκα, όπως υπήρχαν πολλές ενάρετες γυναίκες στην Παλαιά Διαθήκη, αλλά η Μητέρα του Χριστού. Άλλωστε, αυτό ψάλλουμε στον θεομητορικό ύμνο: «Ευλογημένη συ εν γυναιξί και ευλογημένος ο καρπός της κοιλίας σου, ότι σωτήρα έτεκες των ψυχών ημών». Όλα μέσα στην Εκκλησία αναφέρονται στον Χριστό και η δόξα που απολαμβάνει η Παναγία οφείλεται στον «καρπό της κοιλίας» της, αφού αυτή εγέννησε τον Χριστό.
Έπειτα, το αποστολικό ανάγνωσμα αναφέρεται στο μυστήριο της κενώσεως του Χριστού. Ο Χριστός, χωρίς να αφήση την θεότητά Του, προσέλαβε την ανθρώπινη φύση από την Παναγία, έκανε υπακοή στον Πατέρα Του μέχρι σταυρικού θανάτου και έτσι το όνομα του Θεανθρώπου έχει μεγάλη δόξα. Η ταπείνωση είναι υψοποιός, η υπακοή στο θέλημα του Θεού είναι δόξα. Αυτό είναι το μυστήριο της θείας οικονομίας, το οποίο υπούργησε η Παναγία μας.
Αυτό το μυστήριο της κενώσεως-ταπεινώσεως του Χριστού, τηρουμένων των αναλογιών, βίωσε και η Παναγία μας. Υπάκουσε στον Θεό με όλη την καρδιά της, διεφύλαξε την καθαρότητά της, έζησε με μεγάλη ταπείνωση, γι’ αυτό και ο Θεός την εδόξασε και της έδωσε την Χάρη και την δυνατότητα να προσεύχεται για το ανθρώπινο γένος. Κύριος είναι ο Θεός, Κυρία και η Παναγία. Όπως η δόξα του Χριστού φάνηκε στον Σταυρό και την Ανάστασή Του, έτσι και η δόξα της Παναγίας φάνηκε έντονα κατά την Κοίμησή της, που λέγεται ένδοξη, αλλά και την ανάληψη-μετάσταση του σώματός της στους ουρανούς.
Ο Υιός και Λόγος του Θεού έγινε άνθρωπος για να θεώση τον άνθρωπο, και αυτό πρώτα πραγματοποιήθηκε στο πρόσωπο της Μητέρας Του, της Παναγίας, η οποία λέγεται Θεοτόκος, γιατί δεν γέννησε έναν απλόν άνθρωπο, αλλά τον Υιό και Λόγο του Θεού.
Όλα αυτά δείχνουν ότι η δόξα συνδέεται με την ταπείνωση και η τιμή προέρχεται από την υπακοή στο θέλημα του Θεού. Πολλοί άνθρωποι σήμερα ζητούν δόξα από τους ανθρώπους, επιδιώκουν να απολαύσουν τιμές με ανθρώπινα μέσα και από τους ανθρώπους, αλλά είναι ανικανοποίητοι. Γιατί η ανθρώπινη δόξα λέγεται κενοδοξία, δηλαδή κενή – κούφια δόξα, δεν μπορεί να αναπαύση την ψυχή του ανθρώπου που ζητά κάτι αυθεντικό, ολοκληρωμένο, αιώνιο.
Η Παναγία με την ταπείνωση και την απλότητα, με την υπακοή και την αγάπη, με την θυσία και την προσφορά, μετά τον Χριστό, είναι το πρότυπο για όλους μας. Όσες δόξες και τιμές μας προσφέρουν οι άνθρωποι, όσα αξιώματα και αν αποκτήσουμε, όσες ώρες κι αν διασκεδάζουμε, όλα έρχονται και παρέρχονται, εξανεμίζονται, αφανίζονται, όπως τα όνειρα της νύκτας και όπως ο καπνός που διαλύεται στην ατμόσφαιρα. Μάλιστα πολλές φορές αφήνουν πίκρα, θλίψη και πόνο. Αυτό που μένει είναι η υπακοή στο θέλημα του Θεού, η ταπείνωση και η αγάπη, η ήρεμη χριστιανική ζωή.
Εύχομαι χρόνια πολλά και ευλογημένα και η Παναγία να πρεσβεύη στον Θεό για την πνευματική προκοπή όλων μας.
Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

Η ΚΟΙΜΗΣΗ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ





 

Η Θεοτόκος, η μητέρα του Κυρίου μας, έζησε σύμφωνα με τους Πατέρες πενήντα πέντε χρόνια και πλέον. Το τέλος της επίγειας ζωής της, κατά την παράδοση τησ Εκκλησίας το πληροφορήθηκε τρεις ημέρες νωρίτερα απο τον γνωστό σ' εκείνην αρχάγγελο Γαβριήλ ο οποίος της είπε ότι είναι καιρός να πάει κοντά στον Υιό της. Ετσι με πόθο να συναντήσει τον Υιό και Θεό της, η Μαρία ανέβηκε στο όρος των Ελαίων για να προσυχηθεί. Αφού προσευχήθηκε γύρισε στο σπίτι της στα Ιεροσόλυμα, έστειλε μήνυμα στούς γνώστους και στους Αποστόλους. Οταν όλοι συγκεντρώθηκαν τους διαβεβαίωσε πως δεν θα τους αφήσει ορφανούς και πως θα εποπτεύει ολόκληρο τον κόσμο. Οταν όλα είχαν τελείωσει ένας βροντερός ήχος συγκλόνισε το σπίτι της Παναγίας.Επείτα υψώνοντας τα δύο της χέρια στον ουρανό, προσευχήθηκε για την ειρήνη όλου του κόσμου και ευλόγησε τους Απόστολους. Υστερα ξάπλωσε στο κρεβάτι και αφού τακτοποίησε το σώμα της παρέδωσε την Πανάγια ψυχή της στα χέρια του Υιού της. H θαυμαστή παράσταση των Αποστόλων στις τελευταίες στιγμές της Θεοτόκου υποδηλώνει το θέλημα του Θεού να μην παραμένει ο άνθρωπος μόνος του στο τέλος της ζωής του. Το τέλος ενός ανθρώπου είναι ενα εκκλησιαστικό γεγονός μέσα στο σώμα της εκκλησίας. Ο χριστιανός δεν είναι ποτέ μόνος. Τον χαιρετά η Στρατευόμενη και τον υποδέχεται η Θριαμβεύουσα. Αν λοιπόν η έξοδος ενός απλού μέλους είναι γεγονός εκκλησιαστικό, τότε η έξοδος της Πρώτης γυναίκας μέσα στην εκκλησία είναι το κατ' εξοχήν γεγονός. Απήχηση της αλήθειας αυτής είναι ο πάνδημος εορτασμός της Θεοτόκου. Η γιορτή αυτή στην Ορθοδοξία αποτελεί ενα δεύτερο Πάσχα. Με τον τρόπο αυτό η εκκλησια εκδηλώνει την πίστη και την ελπίδα οτι, όπως το πρώτο μέλος της η Παναγία πέρασε στην ζωή και την χαρά του ουρανού, έτσι και κάθε πιστό μέλος της θα περάσει στο φώς και στην χαρά του ουρανού ακολουθώντας το δρόμο του Αναστημένου Χριστού και της Παναγίας Μητέρας Του. <<Απόστολοι εκ περάτων, συναθροισθέντες ενθάδε, Γεσθήμανη τω χωρίω, κησεύσατε μου το σώμα>> και συ Υιέ και Θεέ μου παράλαβε και το πνεύμα μου>>.. Κατά την ιστορική και εικονογραφημένη παράδοση, η Θεοτοκός παρέδωσε το πνεύμα της στα χέρια του Υιού και Θεού. Ετσι βλέπουμε ότι στην κοίμηση της Θεοτοκού παρέστη ολόκληρο το σώμα της εκκλησίας , με επικεφαλής τον Κύριο Ιησού. Η εκκλησία κηδεύει το σώμα της Θεομήτορος και η Κεφαλή της, ο Ιησούς Χριστός παραλαμβάνει την παναγία ψυχή της στον ουρανό. Η Θεοτόκος είχε παραστεί στίς τελευταίες στιγμές του Εσταυρωμένου. Τώρα ο Κύριος συμπαρίσταται στις τελευταίες στιγμές της Μητέρας Του. Τότε ο Ιησούς παρέδωσε την Μητέρα του στην φροντίδα του απόστολου Ιωάννη - τώρα πια παραλαμβάνει μόνος του την πάναγνη την ψυχή της. Οταν η Θεοτόκος παρέδωσε το πνεύμα της οι απόστολοι κήσευσαν το θεοδόχο σώμα της με πολλή ευλάβεια, μεγάλη λαμπαδοφορία και επιτάφιους ύμνους στο χωρίο Γεσθημανή λίγο έξω απο τα Ιεροσολύμα. Μετα απο τρείς ημέρες ο τάφος βρέθηκε κενός. Σε ολόκληρη την γή υπάρχουν δύο μεγάλοι τάφοι: ο Τάφος του Χριστού και ο Τάφος της Παναγίας. Και οι δύο είναι κενοί. Ολοι οι άλλοι τάφοι είναι γεμάτοι με γυμνά οστά. Οι δύο πρώτοι κενοί-άδειοι τάφοι είναι η μεγαλύτερη μαρτυρία για την νίκη του θανάτου και την κοινή ανάσταση των ανθρώπων. Τό θάνατο της Θεοτόκου η εκκλησία τον ονόμασε κόιμηση. Είναι ο πρώτος θάνατος που ονομάστηκε έτσι. Διότι η εκκλησία στο πρόσωπο της Θεοτόκου είδε να εφαρμόζεται απόλυτα ο λόγος του Κυρίου για τον θάνατο σαν ύπνο. Το ότι ο θάνατος της Θεοτόκου ήταν κοίμηση και ύπνος το απέδειξε πρώτη η ίδια, με το χαρούμενο τρόπο που το υποδέχθηκε. Εκείνο όμως που κυρίως μαρτυρεί ότι ο θάνατος της Παναγίας ήταν απλή κοίμηση είναι η ένδοξη μετάσταση του σώματος της στον ουρανό τρεις ημέρες μετά τον θανατό της. Κατά την παράδοση και την διδασκαλία πολλών εκκλησιαστικών συγγραφέων δύο θαυμαστά και παράδοξα γεγονότα ακολούθησαν την κοίμηση της Θεοτόκου. Πρώτον οτι το σώμα της Παναγίας δεν γνώρισε την φθορά του τάφου και δεύτερον ότι την Τρίτη ημέρα μετά το χωρισμό του απο το Πνεύμα, το πανάγιο σώμα της μετέστη, μεταφέρθηκε δηλαδή στον ουρανό, αφου ενώθηκε με την ψυχή της Θεοτόκου. Η Ανάσταση του Χριστού νίκησε όχι μόνο τον θάνατο αλλά και την φθορά του ανθρωπίνου σώματος. Η αφθαρσία του θεομητορικού σώματος είναι καρπός της αναστάσεως του Χριστού και συνέπεια της παναγίας ζωής της Θεοτόκου. Το σώμα εκείνο που έγινε θρόνος της θεότητας και δοχείο των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Δεν ήταν δυνατό να νικηθεί απο την φθορά του τάφου. Το πρωτοφανές αυτό γεγονός που πραγματοποιήθηκε στο σώμα της Παναγίας, καθιερώθηκε έπειτα και για ορισμένους αγίους, τα σώματα των οποίων μένουν άφθορα και άθικτα στον χρόνο. Ο Χριστός όμως στην Μητέρα του θέλησε να προσφέρει κάτι περισσότερο από την αφθαρσία του σώματος, που όπως είπαμε, θα ήταν πια δώρο και για πολλούς άλλους αγίους. Στην Μητέρα του και ιδιαίτερα στο σώμα της που του δάνεισε την ανθρώπινη φύση Του, ο Κύριος επεφύλασσε μια μεγαλύτερη δωρεά : την μετάσταση!.. Η Ορθοδοξία χρησιμοποιεί τον όρο Ανάσταση για την περίπτωση του Χριστού και τον όρο Μετάσταση για την περίπτωση της Παναγίας, επομένως υπάρχει καποία διαφορά, πρόκειται περί της μετάστασης της Θεοτόκου απο τον κόσμο , στην αιωνιότητα, απο την εκκλησία στην Βασιλεία των Ουρανών. Η μετάσταση τοποθετεί την Παναγία στον καιρό της έσχατης κρίσεως κατα της δευτέρας παρουσίας. Δηλαδή είναι ο μοναδικός άνθρωπος που ζεί πρωτος την κοινή ανάσταση όλων των ανθρώπων μετά την κρίση. Η Παναγία έμμελε να είναι και πρώτη στην Ανάσταση. "Οι νεκροί αναστήσονται πρώτον". Η Μετάσταση της Θεοτόκου συνδέεται και με τον δοξασμό της στον ουρανό. Ο Δαυίδ θεωρώντας την ιεραρχική θέση του ανθρώπου μέσα στην δημιουργία έλεγε: Κύριε έπλασες τον άνθρωπο λίγο κατώτερο απο τους αγγέλους... Τώρα όμως με την μετάσταση της Παναγίας και την τιμητική ύψωση της πάνω απο τους αγγέλους η δημιουργική ιεραρχία αλλάζει. Ο Θεός δημιούργησε ένα καινούργιο δημιούργημα που είναι ανώτερο των αγγέλων. Είναι η τιμιωτέρα των Χερουβίμ και ενδοξότερα ασύγκριτως τωνΣεραφείμ. Της δόθηκε θρόνος Βασιλικός και εκπληρώθηκε κατα γράμμα η προφητική ρήση του Δαυίδ ''παρέστη η Βασίλλισα εκ δεξιών σου''. Την βασιλική θέση της Παναγίας στην ζώη της εκκλησίας την βλέπουμε παντού. Στην λατρεία, όπου δεν υπάρχει ακολουθία χωρίς αναφορά στο πρόσωπο της. Στην εικονογραφία όπου υπάρχει παντού στο ναό το πρόσωπο της σε κεντρική θέση. Ο δοξασμός της Παναγίας στην ορθόδοξη εκκλησία είναι ζωντανός και αδιάκοπος. Η προσευχή της εκκλησίας βασίζεται κύριως στις πρεσβείες της Παναγίας. Η Ωδή της Θεοτόκου δεσπόζει στην λατρεία της. Οι γιορτές της Παναγίας στολίζουν το ετήσιο στεφάνι του εκκλησιαστικού εορτολογίου. Η Θεοτόκος τιμάται και δοξάζεται σήμερα στον ουρανό και γη ως η Βασίλισσα του κόσμου. Σ' αυτήν την Μητέρα και Κυρία μας ας στείλουμε και εμείς τις προσευχές μας επαναλαμβάνοντας έναν ύμνο απο την σημερινή ημέρα της κοιμήσεως και μεταστάσεώς της : Χαίρε Παντάνασσα Πανύμνητε,Μήτερ Χριστού του Θεού,Χαίρε Βασίλισσα των αγγέλων,Δέσποινα του κόσμουΧαίρε των προφήτων το κήρυγμα,πατριαρχών η δόξαΧαίρε άσπιλε,αμόλυντε,άφθορε ΠαναγίαΧαίρε η των απηλπισμένων η ελπίς και των πολεμουμένων η βοήθειαΧαίρε Κεχαριτωμένη,μετά σου ο Κύριος και δια σου μεθ'ημώνΧαίρε Μαρία Κυρία παντών ημών,χαίρε μήτερ της ζωήςΧαίρε παράδεισε αγιότατε.Χαίρε νύμφη ανύμφευτεΧαίρε αγία αγίων μείζων ,χαίρε νύμφη ανύμγευτεΠαναγία,Παρθένε επάκουσον της φωνής του αχρείου ικετού σου,στεναγμούς της καρδίας πρόσφερε ιν σοι αεννάως ευόδωσον Δέσποινα.Παναγία Παρθένε Θεόνυμφε την οικτράν λειτουργίαν μου δέξαι και Θεώ ευσπλάγχνω προσάγαγε όπως χαίρων δοξάζω Πανάμωμε

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΟΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙΑΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

Η Κοίμηση της Θεοτόκου-Ιερά Μητρόπολις Κυδωνίας και Αποκορώνου







Ἀπό χθές τό ἀπόγευμα, πού ἐκτύπησαν οἱ καμπάνες, χιλιάδες πιστοί, ἄνδρες, γυναῖκες, νέοι καί παιδιά πῆραν τούς δρόμους πού ὁδηγοῦν στίς Ἐκκλησίες, οἱ ὁποῖες εἶναι ἀφιερωμένες στήν Παναγία μας καί τίς γέμισαν.
Ἄναψαν τό κερί τους καί τή λαμπάδα τους, μέ τρεμάμενα ἴσως χέρια καί μέ δακρυσμένα μάτια καί καθώς ἀκουμποῦσαν εὐλαβικά τά χείλη τους στήν ΄Ἅγια Εἰκόνα τῆς μία θερμή παράκληση βγῆκε μέσα ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς τους: «Παναγία μου βοήθησε μέ» ἤ «Παναγία μου βοήθησε τό παιδί μου».
Ἀναρίθμητες εἶναι ἀλήθεια οἱ παρακλήσεις μας πρός Ἐκείνη, τήν Μητέρα τοῦ Θεοῦ καί Βασίλισσα τῶν οὐρανῶν καί δέν ὑπάρχει πιστός πού νά μή εὔχεται νά φθάσει ἡ παράκληση τοῦ ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν Της.
Ὅλοι πιστεύουμε πώς ἔτσι γίνεται, γι’ αὐτό πλημμυρίζουμε τίς Ἐκκλησίες της καί γι’ αὐτό ἐμφανίζεται μέσα μας ἡ ἐλπίδα πού ζεσταίνει τήν ψυχή μας ὅτι Ἐκεῖνος θά μᾶς ἀκούσει. Καί αὐτή τή στιγμή χιλιάδες ψυχές τήν παρακαλοῦν νά τούς βοηθήσει καί βοηθεῖ, γιατί εἶναι μεγάλη ἡ Χάρη Της, γι’ αὐτό καί τήν ὀνομάζουμε Μεγαλόχαρη.
Κι ἐμεῖς, εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὄχι μόνο τώρα πού ἑορτάζει μά καί κάθε δύσκολη στιγμή τῆς ζωῆς μας τήν φωνάζουμε: «Παναγία μου βοήθησε μέ». Ἀλήθεια, πόσες φορές τά μάτια κάθε μάνας δέν ἔχουν γεμίσει ἀπό δάκρυα καθώς στάθηκε μπροστά στό Εἰκόνισμά της πού ἔχει στό σπίτι καί τήν παρακάλεσε γιά τό παιδί της;
Ἡ πόσες φορές νεανικά μάτια δέν ἔχουν γεμίσει ἀπό δάκρυα καθώς μέ σεβασμό ἀλλά καί μέ πίστη κοιτάζοντας τήν Εἰκόνα της, δέν τήν ἔχουν παρακαλέσει γιά τό ἀγαπημένο τούς πρόσωπο;
΄Ἡ πόσες φορές, ὅταν ἡ ἀρρώστια μας ἔχει ρίξει στό κρεβάτι δέν τήν ἔχουμε παρακαλέσει νά μᾶς ἀνακουφίσει ἀπό τούς πόνους καί νά μᾶς θεραπεύσει; Ἀλήθεια, εἶναι ἀναρίθμητες οἱ φορές πού ἔχομε φωνάξει: «Παναγία μου».
Ἕνας Ἀσκητής τήν ὥρα τῆς προσευχῆς του σέ ἁρπαγή τοῦ νοός ἐρώτησε Ἄγγελον:
- «Ποῦ εἶναι ἡ Παναγία» καί ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: «Εἶναι στή γῆ γιά νά βοηθήσει τούς ἀνθρώπους γιατί συνέχεια τήν φωνάζουν».
Αὐτό πιστεύουν καί στό Ἅγιον Ὅρος: «Ἡ Παναγία εἶναι ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους γιά νά τούς βοηθεῖ». Καί αὐτό πραγματικά ἀποτελεῖ μεγάλη ἀλήθεια.
Σέ ἕνα χωριό τῆς Κρήτης μας μία γυναίκα πού ἀντιμετώπιζε ἕνα ἀπό τά παιδιά τῆς σοβαρό πρόβλημα, μετά ἀπό ὑπόδειξη τοῦ Ἱερέα, κλείνεται μέσα στήν Ἐκκλησία καί γονατισμένη μπροστά στήν εἰκόνα τῆς τήν παρακαλεῖ ἐνῶ τά δάκρυα τρέχουν ἀπό τά μάτια της.
Καί τό θαῦμα γίνεται. Ἡ Παναγία ἐμφανίζεται μπροστά της καί τῆς λέει:
- «Πάντα σέ βοηθοῦσα. Θά σέ βοηθήσω καί τώρα». Ἔτσι καί ἔγινε. Κατά τήν μάνα αὐτή ὑπάρχουν ἑκατοντάδες ἄλλες μανάδες πού εἶδαν τό θαῦμα ἀπό τήν Παναγία καί αὐτό θά γίνεται μέχρι τήν Δευτέρα Παρουσία.
Ἀποδεικνύονται ἔτσι ἀληθινά τά λόγια του Κυρίου μας πού ἀκούσαμε σήμερα στό Ἱερόν Εὐαγγέλιο: «Μακαρία εἶναι ἡ μητέρα μου» καί πρόσθεσε κατόπιν «ἀλλά μακάριοι θά εἶσθε καί ὅσοι ἀπό σας ἀκοῦτε τόν λόγον μου καί τόν ἐφαρμόζετε στή ζωή σας».
Ἀδελφοί μου,
Ναί! Αὐτό ζητᾶ ὁ Κύριος ἀπό μας, αὐτό καί ἡ Παναγία μας. Νά ἀκοῦμε τήν διδασκαλία Του καί νά τήν ἐφαρμόζουμε ὅσο μποροῦμε περισσότερο στή ζωή μας καί τότε χαράς σέ μας.
Ἡ Παναγία θά παίρνει τήν προσευχή μας ἤ ὡς θυμίαμα ἤ ὡς ἕνα μπουκέτο ἀπό λουλούδια θά τήν φέρνει ἐνώπιον τοῦ Υἱοῦ της ἤ ἡ ἴδια θά μᾶς ἀξιώνει μέ τήν Χάρη της.
Μακάριοι λοιπόν ὅσοι ἐφαρμόζουν στήν ζωή τούς τόν λόγο τοῦ Κυρίου, γιατί ἡ Παναγία μας θά εἶναι πάντοτε ἕτοιμη νά τούς βοηθήσει.
Γι’ αὐτό σήμερα πού ἑορτάζουμε τήν ἄνοδό της στόν οὐρανό γιά νά εἶναι δίπλα στόν θρόνο τοῦ Υἱοῦ Τῆς ἅς ὑποσχεθεῖ ὁ καθένας μας ὅτι θά προσπαθήσομε νά τιμοῦμε καί νά δοξολογοῦμε τόν Υἱόν τῆς ἐφαρμόζοντας τό Ἅγιο θέλημά Του στή ζωή μας.
Ἰδιαίτερα μάλιστα σεῖς οἱ μανάδες δῶστε τήν ὑπόσχεση ὅτι θά καλλιεργεῖτε τίς ψυχές τῶν παιδιῶν Σας μέ ἱστορίες τοῦ Κυρίου μας καί τῆς Παναγίας μας καί τῶν Ἁγίων μας. Κάνετε τίς ψυχές τους τοπίο παρουσίας τοῦ Κυρίου μας. Θά ἔχετε βοηθό σας τήν Παναγία μας.
Χρόνια σας πολλά καί ἰδιαίτερα σέ ὅσους καί ὅσους ἑορτάζουν

Η Θεοτόκος

Ο μήνας που διανύουμε εκλήθη θεομητορικός, διότι σ’αυτόν κορυφώνεται η τιμή στην Αειπάρθενο Μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού με την εορτή της Κοιμήσεως της (15 Αυγ.).
Ηδη από τους χρόνους των Αποστολικών Πατέρων έχουμε μαρτυρίες πού δείχνουν την κεντρικωτάτην και εξέχουσαν θέσιν της Θεοτόκου είς την Εκκλησίαν. Μία αναδρομή ως τους χρόνους εκείνους μας βεβαιώνει για δύο πράγματα, το ένα είναι, ότι η Θεοτόκος ευρίσκεται και κατέχει όπως ελέχθει κεντρικήν θέσιν είς το μυστήριον της Εκκλησίας∙ και το άλλο είναι, η ποικιλία των τρόπων με τους οποίους εξέφραζε στις διάφορες εποχές τις απόψεις της για την συμασλια της Θεομήτορος πλέκοντας πλουσιώτερο κάθε φορά τον ύμνο της.
Πρώτος τέτοιος σταθμός στην διαμόρφωσι της θεομητορικής θεολογίας είναι ο Αγιος Ειρηναίος (202), ο οποίος και ανέπτυξε σε βάθος την αντίθεση ΕΥΑ-ΜΑΡΙΑ. Η διδασκαλία αυτή είναι πολύτιμη και διότι εκφράζει και απηχεί την προϋπάρχουσα παράδοσι της Ανατολικής περιόδου, αλλά και διότι διαπιστώνουμε ότι η Εκκλησία άρχισε να οριοθετή την διδασκαλία της για την Μητέρα του Κυρίου μας.Οί Πατέρες του Δ΄αιώνα έδωσαν στη διαμόρφωση της θεομητορικής θεολογίας για να φθάσουμε στον Ε΄αιώνα, όπου η Γ΄ Οικουμενική έθεσε το θεμέλιο της ονομάζοντας την Παρθένο Θεοτόκο.
Από τον Ε΄ έως το Θ΄αίωνα η θεολογία για την Θεοτόκο γωνωρίζει μια πλούσια αύξησι έκφρασι της οποίας είναι η έντονη θεομητορική ευλάβεια.Στην περίοδο αυτή καθιερώνονται οι θεομητορικές εορτές και οι Πατέρες μας προσφέρουν πλούτο ορθόδοξου θεολογίας για την Μητέρα του Θεού στις θεομητορικές τους ομιλίες.Μετά τον Ε΄αιώνα, ο οποίος χαρακτηρίζεται ως κατέξοχήν αιώνας της Θεοτόκου έρχεται ο ΙΔ΄ αιώνας με τους, Αγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, Οσιο Νικόλαο τον Καβάσιλα και τον Θεοφάνη τον Νικαέα.
Μπορούμε να συνοψίσουμε σε τρία τα βασικά που θεμελιώνουν την θεομητορική θεολογία, εκ της οποίας πηγάζει και επί της οποίας εδράζεται η τιμή στην Θεοτόκο.
Α) Η απόλυτη αγνότητα και αγιότητα της Θεοτόκου, που την τοποθετεί εσχατολογικά αμέσως μετά την Αγία Τριάδα.Ο Αγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μη μπορόντας να κατατάξη την Θεοτόκο είτε στην άκτιστη είτε στην κτιστή δημιουργία την αποκαλεί “σύνορο μεθόριον ακτίστου και κτιστού”. Και ο Αγιος ο Δαμασκηνός, από τους βασικούς Πτέρες της θεομητορικής θεολογίας την χαρακτηρίζει “ όντως αγνή μετά τον Θεό και πάνω από όλους”.Ο δε Αγιος Συμεών ο νέος θεολόγος την αποκαλεί “υπέραγνον και υπεράμωμον σε σχέσει με μας και τους τότε ανθρώπους∙ ως πός τον Νυμφίον της και τον Πατέρα Εκείνου” την λέγει “άνθρωπον”.
Β) Η θεμελιδης χριστολογική σημασία της. Η Παναγία Θεοτόκος κατά τους Ορθόδοξους Πατέρες μας κατέχει κεντρικωτάτη θέσιν είς το μυστήριον της σαρκώσεως του Θεού Λόγου και της δι’ Αυτού λυτρώσεως και αναγεννήσεως του ανθρωπίνου γένους. Υπάρχει μέσα στη θεία Βουλή γι’αυτό και δι’αυτής, δηλαδή “της γυναικός και του σπέρματος αυτής” ο Θεός απειλεί τον Διάβολον, ευθύς αμέσως μετά την προπατορικήν αμαρτίαν είς τον Παράδεισον.Ο Αγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός και πάλιν τονίζοντας αυτήν την διδασκαλίαν μας λέγει, ότιν εντός της, μέσα σ’αυτήν, με την σάρκωσι του Θεού Λόγου “γίνεται ο Θεός άνθρωπος και θεός ο άνθρωπος”.Αυτή είναι η μόνη εκλεκτή και “ευλογημένη” έν γυναιξί για να κυοφορήση είς τα πάναγνα της τον Ένα της Τριάδος.Αυτήν ανέμεναν οι αιώνες να έρθη για να κατέβη Αυτός διά του οποίου και οι αιώνες παρήχθησαν. Αυτήν προθεώνται οι Προφήτες, γι’Αυτήν οι προτυπώσεις της Παλαιάς Διαθήκης, γι’Αυτήν πού “υπερφυώς χορηγεί σάρκα στον Πλάστη και ανθρωπότητα στον Θεό και Δημιουργό του παντός για να θεώση το πρόσλημμα (τον άνθρωπον)”.
Γ) Ο ενεργητικός ρόλος της στο μυστήριο της σαρκώσεως. Η Παναγία να υπηρετήση το σχέδιο της Θείας οικονομίας για την σωτηρία του ανθρωπίνου γένους, και η θέλησι της αυτή εκφράσθηκε διά της υπακοής της είς τον λόγον του Αρχαγγέλλου, ο οποίος της απεκάλυπτε “βουλήν προαιώνιον”, συγκατανεύοντας με το “Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτο μοι κατά το ρήμα σου”. Αλλά και με την θέλησι της προετοιμάσθηκε από τον Θεό για να γίνη Μητέρα Του προσφέροντας την καθολική καθαρότητα της, την παρθενίαν της σαρκός και του πνεύματος της “λαθούσα τις αρχές και τις εξουσίες και τα πυρακτωμένα βέλη του πονηρού”.
Οσα κα όποια κι αν είναι τα οποία θα πή ή θα γράψη ένας άνθρωπος, λίγα θα είναι, ανίκανα να περιγράψουν ένα μεγαλείο που υπερβαίνει και αυτές τις Αγγελικές Δυνάμεις ή να φανερώσουν μια δόξα ασύγκριτη με ανθρώπινα δεδομένα ή να εκφράσουν τις ευχαριστίες μας και τις τιμές μας στην ΜΙΑ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΚΑΙ ΔΕΔΟΞΑΣΜΕΝΗ.
Το ύψος του έργου καλεί ίλιγγο και δειλία, ο πόθος όμως να μιλήσουμε για την Θεοτόκο στο τέλος νικά και αναφωνούμε:
“Πάντα υπέρ έννοιαν, πάντα υπερένδοξα τα σα Θεοτόκε μυστήρια”.
http://agiatriada.imkby.com/blog/archives/1506

Ἡ κοίμησις τῆς Θεοτόκου (Aγίου Μαξίμου του Ομολογητή)

 

Tώρα μὲ τὴν Χάριν της θὰ ὁμιλήσωμε περὶ τῆς ἐξόδου καὶ τῆς Μεταστάσεως αὐτῆς ἀπὸ τὸν παρόντα κόσμον εἰς τὴν αἰώνιον Βασιλείαν τοῦ Υἱοῦ της. Εἶναι ὄντως φαιδρὰ καὶ χαρμόσυνος γιὰ τὴν ἀκοὴν τῶν φιλοθέων ἡ τοιαύτη διήγησις.
Ὅταν, λοιπόν, ὁ Χριστός, ὁ Θεός μας, εὐδόκησε νὰ μεταθέση τὴν παναγίαν καὶ πανάμωμον μητέρα του ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτὸν εἰς τὴν Βασιλείαν του, προκειμένου νὰ λάβη τὸν ἄφθαρτον στέφανον τῶν ὑπερφυῶν ἀγώνων καὶ ἀρετῶν της, νὰ τὴν τοποθετήση θεομητροπρεπῶς «ἐκ δεξιῶν του, περιβεβλημένην μὲ πορφύραν καὶ πεποικιλμένην ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ» (Ψαλμ. μδ΄, 12) καὶ νὰ τὴν ἀνακηρύξη Βασίλισσαν πάντων τῶν κτισμάτων, ὁδηγῶν αὐτὴν εἰς τὸ ἐσώτερον τοῦ καταπετάσματος καὶ ἐγκαθιστῶν εἰς τὰ ἐπουράνια Ἅγια τῶν Ἁγίων, τῆς ἐγνωστοποίησε ἐκ τῶν προτέρων τὴν ἔνδοξον αὐτῆς μετάστασιν.

Ἀπέστειλε πάλιν εἰς αὐτὴν τὸν ἀρχάγγελον Γαβριὴλ γιὰ νὰ τῆς ἀναγγείλη τὴν ἔνδοξον ἐκδημίαν της, καθὼς ἄλλοτε τὴν θαυμαστὴν αὐτῆς σύλληψιν.
Τὴν ἐπεσκέφθη λοιπὸν ὁ ἀρχάγγελος καὶ τῆς ἐπέδωσε ἕνα κλάδον φοίνικος, σύμβολον τῆς νίκης, τὸ ὁποῖον εἶχε ἄλλοτε χρησιμοποιήσει ὁ λαὸς ὑποδεχόμενος εἰς τὴν Ἱερουσαλὴμ τὸν Υἱόν της, τὸν νικητὴν τοῦ θανάτου καὶ ἐξολοθρευτὴν τοῦ Ἅδου.
Ὁμοίως καὶ τώρα ὁ Γαβριὴλ δίδει αὐτὸν τὸν κλάδον εἰς τὴν Παρθένον, ὡς σύμβολον τῆς νίκης κατὰ πάντων τῶν δεινῶν καὶ τῆς καταλύσεως τοῦ θανάτου, λέγοντας· «Ὁ Κύριος καὶ Υἱός σου σὲ προσκαλεῖ: Ἔφθασε ἡ ὥρα νὰ ἔλθης πλησίον μου, ὦ καλὴ μῆτερ μου ( Ἆσμ. ἀσμ. β΄, 10 καὶ 13).
Γιὰ τοῦτο μὲ ἀπέστειλε πάλι νὰ σοῦ ἀνακοινώσω, ὦ «εὐλογημένη ἐν γυναιξί», ὅτι σήμερα θὰ εὐφράνης, ὦ Κεχαριτωμένη, τὶς οὐράνιες στρατιὲς μὲ τὴν ἄνοδόν σου καὶ θὰ λαμπρύνης περισσότερον τὶς ψυχὲς τῶν ἁγίων, καθὼς ἔπλησες εὐφροσύνης τοὺς εὑρισκομένους εἰς τὴν γῆν. Ἀγάλλου καὶ σὺ μαζί τους καθὼς ἄλλοτε τὸ εἶχες φανερώσει, διότι ἀπὸ τώρα θὰ σὲ μακαρίζουν εἰς τοὺς αἰῶνας ὅλα τὰ λογικὰ κτίσματα, «πᾶσαι αἱ γενεαί». «Χαῖρε, κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ».
Οἱ προσευχὲς καὶ οἱ ἱκεσίες σου ἀνέβησαν εἰς τὸν οὐρανόν, πρὸς τὸν Υἱόν σου, ὅθεν κατὰ τὸ αἴτημά σου σὲ προστάζει νὰ ἀφήσης τὸν κόσμον αὐτὸν καὶ νὰ ἀνέλθης εἰς τὰ οὐράνια σκηνώματα γιὰ νὰ εἶσαι αἰωνίως μαζί του, εἰς τὴν ἀληθινὴν καὶ αἰωνίαν ζωήν».
Καθὼς ἤκουσε ἡ ἁγία Θεοτόκος τοὺς λόγους τούτους ἐπλήσθη χαρᾶς καὶ ἔδωσε εἰς τὸν ἄγγελον τὴν ἰδίαν, ὅπως καὶ παλαιά, ἀπόκρισιν: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι —καὶ τώρα— κατὰ τὸ ρῆμα σου⋅ καὶ ἀπῆλθεν ἀπ’ αὐτῆς ὁ ἄγγελος» (Λουκ. α΄, 38).
Τότε ἡ ὑπερευλογημένη καὶ ἔνδοξος Θεοτόκος Μαρία ἠγέρθη καὶ ἀγαλλομένη ἐπορεύθη εἰς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν γιὰ νὰ ἀπευθύνη πρὸς τὸν Κύριον ἐν ἡσυχίᾳ τὶς εὐχαριστίες καὶ τὰ αἰτήματά της γι’ αὐτὴν τὴν ἰδίαν καὶ γιὰ τὸν κόσμον ὅλον.
Ὅταν ἀνέβη εἰς τὸ ὄρος, ὕψωσε τὰ χέρια καὶ προσέφερε τὴν λογικὴν λατρείαν εἰς τὸν Υἱόν της, τὶς δεήσεις καὶ τὶς εὐχαριστίες της. Συνέβη τότε ἕνα μέγα θαῦμα, τὸ ὁποῖον γνωρίζουν ἐκεῖνοι ποὺ ἠξιώθησαν τῆς τοιαύτης ἐμπειρίας καὶ δι’ αὐτῶν ἔφθασε ἕως ἐμᾶς.
Ἐνῷ, δηλαδή, προσηύχετο καὶ παρακαλοῦσε τὸν Κύριον μέσα εἰς μίαν πραγματικὴν μυσταγωγίαν, ὅλα τὰ ἐκεῖ εὑρισκόμενα δένδρα ἔκλιναν πρὸς τὴν γῆν καὶ τὴν προσεκύνησαν. Ὅταν ἐτελείωσε τὴν ἱκεσίαν καὶ τὴν εὐχαριστίαν της, πλημμυρισμένη ὅλη ἀπὸ Θεὸν ἐπέστρεψε εἰς τὴν Σιών.
Εὐθὺς ἀμέσως ὁ Κύριος ἀπέστειλε ἐπὶ νεφέλης τὸν εὐαγγελιστὴν καὶ Θεολόγον Ἰωάννην, καθ’ ὅτι ἡ ἁγία Παρθένος εἶχε μεγάλην ἐπιθυμίαν νὰ τὸν ἰδῆ, δεδομένου ὅτι ὁ Κύριος τοὺς εἶχε συνδέσει δι’ υἱοθεσίας. Ἡ ἐξ ὅλων τῶν γυναικῶν ὑπερευλογημένη καθὼς τὸν εἶδε ἐχάρη ἀκόμη περισσότερον καὶ ἐζήτησε νὰ προσευχηθοῦν.
Μετὰ τὴν εὐχὴν ἡ ἁγία καὶ ἀειπάρθενος Βασίλισσα ἀνεκοίνωσε εἰς τὸν Ἰωάννην καὶ εἰς τὶς ἐκεῖ παρευρισκόμενες παρθένους τὸ νέον μήνυμα τοῦ ἀρχαγγέλου ποὺ ἀφοροῦσε τὴν μετάθεσίν της καὶ τοὺς ἔδειξε τὸν κλάδον τοῦ φοίνικος τὸν ὁποῖον παρέλαβε ἀπὸ αὐτόν.
Παρήγγειλε νὰ ἑτοιμάσουν τὸν οἶκον της, νὰ ἀνάψουν λαμπάδες καὶ νὰ θυμιάσουν, διότι τὸν εἶχε ἤδη διακοσμήσει ὡς ἄλλον νυμφικὸν θάλαμον εἰς τὸν ὁποῖον θὰ ὑπεδέχετο τὸν ἀθάνατον Νυμφίον, τὸν παντευλόγητον Υἱόν της, τὸν ὁποῖον προσδοκοῦσε μὲ μίαν ἀκατάσχετον ἐλπίδα. Ὅταν ὅλα ἐτακτοποιήθησαν, ἐγνωστοποίησε εἰς τοὺς συνοδοὺς καὶ τοὺς γνωστούς της τὸ ἐπικείμενον μυστήριον τῆς Μεταστάσεώς της καὶ ἐκεῖνοι ἀμέσως τὴν περιεκύκλωσαν κλαίοντας καὶ θρηνώντας γιὰ τὸν ἀποχωρισμόν τους, καθ’ ὅτι μετὰ Θεὸν αὐτὴν εἶχαν ἐλπίδα καὶ βοήθειαν.
Ἡ ἀδελφή τους ὅμως, ἡ Θεομήτωρ καὶ Βασίλισσα, τοὺς παρηγοροῦσε ἕναν ἕναν χωριστὰ καὶ ὅλους μαζὶ καὶ τοὺς ἀπηύθηνε ἕνα συγκινητικὸν χαιρετισμὸν λέγουσα: «Χαίρετε, τέκνα μου εὐλογημένα καὶ μὴ κάμετε τὴν μετάστασίν μου ἀφορμὴν θρήνου, ἀλλὰ πλησθῆτε ἀγαλλιάσεως, διότι ἔρχεται ἡ αἰώνιος εὐφροσύνη, ὁ Κύριός μου καὶ Υἱός μου καὶ ἡ Χάρις καὶ τὸ ἔλεός του θὰ εἶναι πάντοτε μαζί σας».
Ἐκοίταξε ἔπειτα τὸν εὐαγγελιστὴν Ἰωάννην καὶ τοῦ εἶπε νὰ δώση τὴν ἐσθῆτα καὶ τὸ μαφόριόν της εἰς τὶς δύο χῆρες οἱ ὁποῖες τὴν ὑπηρετοῦσαν. Ἐν συνεχείᾳ τοὺς ἐφανέρωσε τὰ μυστήρια τῆς ἐκδημίας της καὶ τῆς ἐπ’ εὐκαιρίᾳ αὐτῆς θείας ἐπισκέψεως, καθὼς καὶ τὴν σημασίαν τοῦ κάθε γεγονότος. Ἔπειτα ἐκανόνισε τὰ τῆς κηδείας καὶ τοὺς παρήγγειλε πὼς νὰ τὴν μυρώσουν καθὼς καὶ ποῦ νὰ θάψουν τὸ πανάσπιλον σῶμα της.
Μετὰ ταῦτα ἡ ἔνδοξος Θεομήτωρ ἀνεκλίθη εἰς ἕνα κράββατον, τὴν κλίνην ἐκείνην τὴν ὁποίαν καθ’ ἑκάστην νύκτα ἔλουζε μὲ τὰ δάκρυα τῶν ὀφθαλμῶν της ἀπὸ ἀγάπην πρὸς τὸν Υἱόν της Ἰησοῦν Χριστὸν καὶ τὴν ἐλάμπρυνε μὲ τὶς προσευχὲς καὶ τὶς δεήσεις αὐτῆς. Κατόπιν ἐζήτησε καὶ πάλιν νὰ ἀνάψουν τὶς λαμπάδες. Οἱ δὲ ἐκεῖ συγκεντρωμένοι πιστοί, αἰσθανόμενοι ὅτι ἐγγίζει ἡ ὥρα τῆς ἐκδημίας τῆς μητρὸς αὐτῶν Παναγίας Παρθένου, ἐξέσπασαν εἰς λυγμούς.
Ἔπεσαν εἰς τὸ ἔδαφος καὶ τὴν ἱκέτευαν νὰ μὴ τοὺς ἀφήση ὀρφανούς. Ἐὰν ὅμως ἦταν ἀναπόφευκτος ἡ ἀναχώρησίς της ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν, νὰ τοὺς συνοδεύη εἰς τὸ ἑξῆς μὲ τὴν Χάριν καὶ τὶς πρεσβεῖες της. Ἡ ἁγία Θεοτόκος ἤνοιξε τότε τὸ ἀμόλυντον καὶ καθαρώτατον στόμα της καὶ τοὺς εἶπε: «Ἡ εὐδοκία τοῦ Υἱοῦ καὶ Θεοῦ μου ἐπ’ ἐμέ⋅ «οὗτός μου Θεὸς καὶ δοξάσω αὐτόν⋅ Θεὸς τοῦ Πατρός μου καὶ ὑψώσω αὐτόν» ( Ἐξοδ. ιε΄, 2). Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου, ὁ ὁποῖος κατὰ σάρκα ἐγεννήθη ἀπὸ ἐμέ, ὅμως πατὴρ αὐτοῦ εἶναι ὁ Θεός, ὁ καὶ τῆς μητρὸς αὐτοῦ δημιουργός. Γιὰ τοῦτο ποθῶ νὰ πορευθῶ πρὸς αὐτόν, ὁ ὁποῖος χορηγεῖ εἰς πάντας τὸ εἶναι καὶ τὴν ζωήν.
Παρ’ ὅλον δὲ ποὺ θὰ ὑπάγω ἐκεῖ πλησίον του, δὲν θὰ παύσω νὰ παρακαλῶ καὶ νὰ πρεσβεύω ὑπὲρ ὑμῶν καὶ ὑπὲρ πάντων τῶν χριστιανῶν καὶ τοῦ κόσμου παντός, οὕτως ὥστε ὁ φιλάνθρωπος Κτίστης, κατὰ τὸ μέγα ἔλεός του, νὰ εὐσπλαγχνίζεται ὅλους τοὺς πιστούς, νὰ τοὺς ἐνισχύη καὶ νὰ τοὺς καθοδηγῆ εἰς τὸν δρόμον τῆς ἀληθινῆς ζωῆς· νὰ μεταστρέφη τοὺς ἀπίστους καὶ νὰ τοὺς συμπεριλάβη ὅλους εἰς μίαν ποίμνην ( Ἰωάν., ι΄16), καθ’ ὅτι ὡς καλὸς Ποιμὴν ἔδωσε τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ὑπὲρ τῶν προβάτων του, γνωρίζει δὲ τὰ ἰδικά του καὶ ἀναγνωρίζεται ἀπὸ αὐτά».
Καὶ καθὼς ἡ ὑπερευλογημένη μήτηρ τοῦ Χριστοῦ τοιουτοτρόπως ὡμιλοῦσε καὶ συγχρόνως τοὺς εὐλογοῦσε, ἠκούσθη αἴφνης δυνατὴ βροντὴ καὶ ἐνεφανίσθη μία νεφέλη φερομένη ἀπὸ γαλήνιαν αὔρα. Ἀπὸ τὴν μεγαλειώδη αὐτὴν νεφέλην, ἤρχισαν νὰ πίπτουν εἰς τὴν γῆν ὡς σταγόνες μυριπνόου δρόσου οἱ ἅγιοι ἔνδοξοι μαθηταὶ καὶ Ἀπόστολοι τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, συνερχόμενοι «ἐπὶ τὸ αὐτό» ἀπὸ τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης εἰς τὴν αὐλὴν τῆς Παναγίας Παρθένου καὶ Θεοτόκου Μαρίας. Ἀμέσως ὁ εὐαγγελιστὴς καὶ Θεολόγος Ἰωάννης, ἀφοῦ τοὺς ὑπεδέχθη καὶ ἤρεμα τοὺς ἐχαιρέτισε, τοὺς ὡδήγησε ἐνώπιον τῆς ὑπεραγίας καὶ μακαρίας Παρθένου.
Δὲν ἦλθαν μόνον οἱ δώδεκα, ἀλλὰ καὶ ἀρκετοὶ ἀπὸ τοὺς πολυάριθμους μαθητάς των οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐπιλεγῆ καὶ ἀξιωθῆ τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς, ὅπως μᾶς τὸ δηλώνει ὁ μέγας Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης εἰς τὴν πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολήν του.
Λέγει, δηλαδή, ὅτι αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Διονύσιος μαζὶ μὲ τὸν Τιμόθεον, τὸν Ἱερόθεον καὶ ἄλλους ὁμοψύχους των ἔφθασαν ἐκεῖ μὲ τοὺς Ἀποστόλους γιὰ τὴν ἐκδημίαν τῆς Βασιλίσσης. Εἰσῆλθαν, λοιπόν, καὶ παρέστησαν ἐνώπιόν της καὶ τὴν προσεκύνησαν μετὰ δέους καὶ ἄκρας εὐλαβείας. Ἡ δὲ μακαρία καὶ Παναγία Παρθένος τοὺς εὐλόγησε καὶ τοὺς ἀνήγγειλε τὴν ἀναχώρησίν της ἀπὸ τὸν κόσμον αὐτόν.
Τοὺς διηγήθη ἐπίσης περὶ τοῦ εὐαγγελισμοῦ τῆς κοιμήσεώς της ἐκ μέρους τοῦ ἀρχαγγέλου, καὶ ἀφοῦ τοὺς ἔδειξε τὸ ἐπινίκιον σύμβολον τῆς Μεταστάσεώς της, τὸν κλάδον δηλαδὴ τοῦ φοίνικος τὸν ὁποῖον τῆς ἔδωσε ὁ ἀρχηγὸς τῶν ἀγγέλων, τοὺς ἐπαρηγόρησε καὶ πάλι τοὺς εὐλόγησε, ἐνισχύουσα καὶ στηρίζουσα αὐτοὺς εἰς τὴν ὁλοκλήρωσιν τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος.
Ἀπεχαιρέτισε τὸν Πέτρον καὶ τὸν Παῦλον καθὼς καὶ ὅλους τοὺς λοιπούς, λέγοντας πρὸς αὐτούς: «Χαίρετε τέκνα, φίλοι καὶ μαθηταὶ τοῦ υἱοῦ καὶ Θεοῦ μου. Εἶσθε μακάριοι, ποὺ ἔχετε κριθῆ ἄξιοι νὰ γίνετε μαθηταὶ τοῦ εὐλογητοῦ καὶ ἐνδόξου Κυρίου καὶ Δεσπότου, ὁ ὁποῖος σᾶς ἐνεπιστεύθη τὴν διακονίαν τοιούτων μεγίστων μυστηρίων καὶ σᾶς ἐξέλεξε συμμετόχους τῶν διωγμῶν καὶ τῶν Παθῶν αὐτοῦ, γιὰ νὰ σᾶς ἀξιώση νὰ γίνετε κοινωνοὶ καὶ τῆς δόξης καὶ Βασιλείας του ὅπως σᾶς τὸ ὑπεσχέθη καὶ τὸ οἰκονόμησε ὁ ἴδιος, ὁ Βασιλεὺς τῆς δόξης».
Τοὺς ἐξέθεσε δὲ μίαν τοιαύτην εὐλογημένην διδασκαλίαν ἀνάλογον τοῦ ὕψους τῆς δόξης της καὶ ἀφοῦ ὥρισε τὶς τελευταῖες λεπτομέρειες σχετικῶς μὲ τὴν κηδείαν καὶ τὴν ταφήν της, ὕψωσε τὰ χέρια εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἤρχισε νὰ εὐχαριστῆ τὸν Κύριον ὡς ἑξῆς:
»Εὐλογῶ σε, τὸν Βασιλέα τοῦ παντὸς καὶ μονογενῆ Υἱὸν τοῦ ἀνάρχου Πατρός, τὸν ἀληθινὸν Θεὸν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, διότι εὐδόκησες, εὐαρεστῶν τὸν Πατέρα δι’ ἄφατον φιλανθρωπίαν νὰ σαρκωθῆς ἀπὸ ἐμὲ τὴν δούλην σου μὲ τὴν συνδρομὴν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
»Εὐλογῶ σε, τὸν χορηγὸν κάθε εὐλογίας καὶ φωτοπάροχον, τὸν αἴτιον παντὸς ἀγαθοῦ καὶ εἰρηνάρχην, ποὺ μᾶς ἐχάρισες τὴν ἐπίγνωσίν σου καὶ τοῦ ἀνάρχου Πατρὸς καὶ τοῦ συναϊδίου καὶ ζωοποιοῦ Πνεύματος.»Εὐλογῶ σε, γιὰ τὸ ὅτι εὐηρεστήθης νὰ κατοικήσης εἰς τὴν κοιλίαν μου ἀνεκλαλήτως.»Εὐλογῶ σε, διότι ἠγάπησες τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν, μέχρι τοῦ σημείου νὰ ὑπομείνης πρὸς χάριν μας τὸν Σταυρὸν καὶ τὸν θάνατον, καὶ μὲ τὴν Ἀνάστασίν σου νὰ ἀναστήσης τὴν φύ- σιν μας ἀπὸ τὰ ἔγκατα τοῦ Ἅδου, νὰ τὴν ἀναβιβάσης εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ νὰ τὴν δοξάσης μὲ δόξαν ἀσύλληπτον.»Εὐλογῶ σε καὶ μεγαλύνω τοὺς λόγους σου, τοὺς ὁποίους μᾶς παρέδωσες ἐν πάσῃ ἀληθείᾳ καὶ πιστεύω εἰς τὴν ἐκπλήρωσιν ὅλων τῶν πρὸς ἐμὲ ἐπαγγελιῶν σου».
Ὅταν ἡ ἁγία καὶ ὑπερευλογημένη Θεοτόκος ἐτελείωσε τὸν αἶνον καὶ τὴν προσευχήν της, οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι, κινούμενοι ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἤρχισαν νὰ ὁμιλοῦν, νὰ ἀνυμνοῦν καὶ νὰ δοξολογοῦν, ὁ καθεὶς ἀναλόγως τῆς ἱκανότητός του καὶ τοῦ θείου φωτισμοῦ.
Ἐγκωμίασαν καὶ ἀνύμνησαν τὴν ἀπροσμέτρητον γενναιοδωρίαν τῆς θείας κυριαρχίας καὶ μὲ τὴν θαυμαστὴν θεολογίαν τους εὔφραναν τὴν καρδίαν τῆς ὑπερενδόξου Θεομήτορος, καθώς μᾶς παρέδωσε ὁ προαναφερθεὶς ἅγιος Διονύσιος εἰς τὸ κεφάλαιον ὅπου καταδεικνύει τὴν δύναμιν τῶν εὐχῶν καὶ τῆς θεολογίας ποὺ ἐξέφρασε πανευλαβῶς ὁ μακάριος Ἱερόθεος [Εἰς τὸ Περὶ θείων ὀνομάτων: «Τίς ἡ τῆς εὐχῆς δύναμις καὶ περὶ τοῦ μακαρίου Ἱεροθέου καὶ περὶ εὐλαβεί- ας καὶ συγγραφῆς θεολογικῆς», Ρ.G. 3, 681D].
Συγκεκριμένα, εἰς τὸ οἰκεῖον κεφάλαιον τοῦ λόγου του πρὸς τὸν Τιμόθεον, ἀναφέρει περὶ τῆς συναθροίσεως τῶν ἁγίων Ἀποστόλων κατὰ τὴν ἐκδημίαν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου, καθὼς καὶ περὶ τοῦ τρόπου μὲ τὸν ὁποῖον ὁ καθείς, ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, διετράνωσε διὰ λόγων αἰνέσεως τὴν δόξαν τῆς ἀπειροδυνάμου θείας ἐξουσίας καὶ τὴν φιλανθρωπίαν τοῦ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος εὐδόκησε νὰ κατέλθη εἰς τὴν γῆν χωρὶς νὰ χωρισθῆ ἀπὸ τοὺς πατρικοὺς κόλπους καὶ νὰ σαρκωθῆ ἀπὸ τὴν πανάμωμον Παρθένον.
Ἔκλινε τοὺς οὐρανοὺς καὶ κατέβη, ἐπειδὴ ηὗρε τὴν Παναγίαν καὶ ὑπερένδοξον Μαριὰμ ὑπήκοον καὶ ὑψηλοτέραν πάσης τῆς κτίσεως· εὐδόκησε νὰ κατοικήση ἐντός της, ἐνεδύθη ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν καὶ τοιουτοτρόπως ἠλέησε καὶ ἔσωσε τὸ ἀνθρώπινον γένος μὲ τὴν μεγαλειώδη καὶ ἀνέκφραστον Οἰκονομίαν του καὶ τὸ ἐδόξασε, πλουτίζων αὐτὸ μὲ τὴν Χάριν του ἕνεκα τῆς ἀνυπερβλήτου εὐσπλαγχνίας καὶ μακροθυμίας του.
Μετὰ ταῦτα ἡ ἁγία Παρθένος τοὺς εὐλόγησε γιὰ μίαν ἀκόμη φορὰν καὶ ἡ καρδία της ἐπλήσθη θείας παρηγορίας. Καὶ ἰδού, ἔλαβε χώραν ἡ μεγαλειώδης καὶ θαυμαστὴ ἄφιξις Χριστοῦ τοῦ υἱοῦ καὶ Θεοῦ αὐτῆς, συνοδευομένου ἀπὸ ἀναρίθμητες στρατιὲς ἀγγέλων καὶ ἀρχαγγέλων, καθὼς καὶ ἀπὸ ἄλλα τάγματα, Σεραφίμ, Χερουβὶμ καὶ Θρόνους⋅ ὅλοι οἱ ἄγγελοι παρίσταντο ἐνώπιον τοῦ Κυρίου μετὰ φόβου, καθ’ ὅσον «ὅπου βασιλέως παρουσία, καὶ ἡ τάξις παραγίγνεται».
Ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος ἐγνώριζε ὅλα αὐτὰ ἐκ τῶν προτέρων, τὰ προσδοκοῦσε μὲ ἀκράδαντον ἐλπίδα⋅ γιὰ τοῦτο ἔλεγε: «πιστεύω ὅτι ὅλες οἱ πρὸς ἐμὲ ὑποσχέσεις σου θὰ πραγματοποιηθοῦν».
Ἀκολούθως εἶδαν καὶ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἐμφανῶς, εἶδαν ἔκπληκτοι τὴν θεϊκήν του δόξαν, ὁ καθεὶς βέβαια ἀναλόγως τῆς δυνατότητος αὐτοῦ. Ἡ παροῦσα ἔλευσις τοῦ Κυρίου ἦταν μεγαλοπρεπεστέρα καὶ φοβερωτέρα τῆς πρώτης, καθ’ ὅτι τώρα ἐνεφανίσθη λαμπρότερος τῆς ἀστραπῆς, ἀλλὰ καὶ τῆς ἐπὶ τοῦ Θαβὼρ Μεταμορφώσεώς του, εἰς τὴν ὁποίαν δὲν ἔδειξε παρὰ τὴν φυσικήν του δόξαν, διότι μετὰ τὴν Ἀνάληψιν ὁ Χριστὸς εἶναι ἀπρόσιτος καὶ ἀόρατος.
Ἐνώπιον τοιούτου μυστηρίου «οἱ μαθηταὶ ἔπεσον ἐπὶ πρόσωπον αὐτῶν καὶ ἐφοβήθησαν σφόδρα, γενόμενοι ὡσεὶ νεκροί» (Ματθ. ιε΄, 6). Τότε ὁ Κύριος τοὺς εἶπε: «Εἰρήνη ὑμῖν», ὅπως παλαιά, ὅταν «εἰσῆλθε τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» ( Ἰωάν. κ΄, 21, 19) εἰς τὸν ἴδιον αὐτὸν οἶκον τοῦ Ἰωάννου.
Κάτι παρόμοιον συνέβη καὶ τώρα, εἰς τὴν Κοίμησιν τῆς μητρὸς τοῦ Ἀναστάντος. Ὅταν οἱ Ἀπόστολοι ἤκουσαν τὴν γλυκυτάτην καὶ παμπόθητον φωνὴν αὐτοῦ, ἀνεζωογονήθησαν καὶ ἐνισχύθησαν ψυχικῶς καὶ σωματικῶς καὶ ἔμειναν νὰ θεωροῦν μὲ δέος τὸ ὑπέρλαμπρον κάλλος καὶ τὴν Θείαν αἴγλην τοῦ Προσώπου του.
Ὡς ἐκ τούτου, ἡ παναγία καὶ ἄμωμος καὶ εὐλογημένη Θεοτόκος ἐπλήσθη χαρᾶς καὶ τὸ πρόσωπον αὐτῆς κατηυγάσθη μὲ θείαν φωτοφάνειαν. Ἀλλὰ καὶ ἐκείνη, βλέπουσα μετ’ εὐλάβειας καὶ φόβου τὴν δόξαν καὶ τὴν λαμπρότητα ποὺ ἀκτινοβολοῦσε ὁ υἱὸς καὶ Βασιλεύς της Ἰησοῦς Χριστός, ἐμεγάλυνε ἀκόμη περισσότερον τὴν θεότητά του καὶ προσηύχετο ὑπὲρ τῶν Ἀποστόλων καὶ πάντων τῶν παρόντων.
Τὶς ὕστατες αὐτὲς στιγμὲς ἐμεσίτευσε ὑπὲρ τῶν ἁπανταχοῦ εὑρισκομένων πιστῶν, παρεκάλεσε ὑπὲρ τοῦ κόσμου παντὸς καὶ ὑπὲρ πάσης ψυχῆς ἐπικαλουμένης τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ τῆς μητρὸς αὐτοῦ, ἐζήτησε δὲ ὅπου μνημονεύονται τὰ δύο αὐτὰ ὀνόματα νὰ ἐκχέεται πλούσια ἡ θεία εὐλογία.
Τότε ἡ ἁγία Παρθένος Μαρία κοιτάζοντας καὶ πάλιν πρὸς τὸν Υἱόν της τὸν ἀντίκρυσε μὲ δόξαν τοιαύτην ὥστε οὐδεμία γλώσσα ἀνθρωπίνη νὰ εἶναι εἰς θέσιν νὰ τὴν ἐκφράση. Καὶ εἶπεν: «Εὐλόγησόν με, Κύριε, μὲ τὴν δεξιάν σου καὶ εὐλόγησον ὅλους ὅσους σὲ δοξάζουν καὶ μνημονεύουν τὸ ὄνομά μου κάθε φορὰν ποὺ προσφέρουν εἰς σὲ τὴν προσευχὴν καὶ δέησίν των».
Ὁ Κύριος τότε ἐξέτεινε τὴν δεξιάν του, εὐλόγησε τὴν μητέρα του καὶ τῆς εἶπε: «Μακαρία σύ, ἀγαλλιάσθω ἡ καρδία σου Μαρία, εὐλογημένη ἐν γυναιξί, διότι τὸ πλήρωμα τῆς Χάριτος καὶ ὅλες οἱ δωρεὲς σοῦ ἐδόθησαν ἀπὸ τὸν Πατέρα μου τὸν οὐράνιον⋅ καὶ κάθε ψυχὴ ἡ ὁποία θὰ ἐπικαλεῖται τὸ ὄνομά μου μετ’ εὐλαβείας δὲν θὰ παραβλεφθῆ ἀλλὰ θὰ εὕρη ἔλεος καὶ παρηγορίαν εἰς τὴν παροῦσαν ζωὴν καὶ εἰς τὸν μέλλοντα αἰῶνα.
Σὺ δέ, πορεύου ἐν εἰρήνῃ καὶ χαρᾷ εἰς τὰ αἰώνια σκηνώματα, εἰς τοὺς ἀπέραντους θησαυροὺς τοῦ Πατρός μου, γιὰ νὰ θεωρῆς τὴν δόξαν μου καὶ νὰ εὐφραίνεσαι μὲ τὴν Χάριν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος».
Ἀμέσως δέ, δι’ ἐντολῆς τοῦ Κυρίου οἱ ἄγγελοι ἤρχισαν νὰ ψάλλουν ἕνα γλυκύτατον ὕμνον μὲ φωνὴν ζωηρὰν καὶ θελκτικωτάτην, ἐνῷ οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔκλιναν εὐλαβῶς τὶς κεφαλές των ἐνώπιον τῆς ἁγιοπνευματικῆς μυσταγωγίας καὶ ἀφιέρωσαν μὲ τὴν σειράν τους εἰς τὴν Παρθένον μίαν ὑμνωδίαν ἀγγελομίμητον.
Καὶ εἰς αὐτὸ τὸ κλίμα ἡ Παναγία μήτηρ τοῦ Κυρίου παρέδωσε τὴν μακαρίαν καὶ ἀμόλυντον ψυχὴν αὐτῆς εἰς τὸν Βασιλέα καὶ υἱόν της καὶ ἐκοιμήθη ὕπνον γλυκὺν καὶ ἐράσμιον. Ὅπως εἰς τὸν ἀπόρρητον τοκετόν της ἐγέννησε ἀνωδύνως τὸν Κύριον Ἰησοῦν, τοιουτοτρόπως ἔμεινε ἀνέπαφος ἀπὸ τοὺς ἐπιθανάτιους πόνους καὶ κατὰ τὴν κοίμησίν της, καθ’ ὅτι ὁ Βασιλεὺς καὶ Δημιουργὸς κάθε κτιστῆς φύσεως, αὐτὸς ὁ ἴδιος εἶναι ποὺ τότε καὶ τώρα μετέτρεψε τοὺς φυσικοὺς νόμους.
Οἱ στρατιὲς τῶν ἀγγέλων ὕψωσαν μὲ θαυμασμὸν τὰ ἀόρατα χέρια τους καθὼς διήρχετο ἡ παναγία αὐτῆς ψυχή. Ὁ οἶκος τῆς Σιών, καθὼς καὶ ὅλη ἡ περιοχή, ἐπλήσθη ἀπὸ μίαν ἄρρητον εὐωδίαν.
Ἐπάνω δὲ ἀπὸ τὸ πανάχραντον σῶμα της ἐπλανᾶτο μία φωτεινὴ ὕπαρξις ἀόρατος ἀπὸ τοὺς αἰσθητοὺς ὀφθαλμούς. Τοιουτοτρόπως ὁ Διδάσκαλος καὶ οἱ μαθηταί, τὰ οὐράνια καὶ τὰ ἐπίγεια, συνώδευσαν ἀπὸ κοινοῦ τὴν ἁγίαν Παρθένον.
Καὶ ὁ μὲν εὐλογητὸς Κύριος καὶ ἔνδοξος Δεσπότης τοῦ παντὸς εἰσήγαγε τὴν ἁγίαν ψυχὴν τῆς παναχράντου αὐτοῦ μητρὸς εἰς τοὺς οὐρανούς, οἱ δὲ μαθηταὶ ἀπέθεσαν τὸ πανάσπιλον σῶμα της εἰς τὴν γῆν, γιὰ νὰ τὸ ἀλείψουν μὲ ἀρώματα καὶ κατόπιν νὰ τὸ μεταφέρουν ὅπου θὰ ἐπιθυμοῦσε ἐκείνη· ἀπὸ ἐκεῖ ἔμελλε μετ’ ὀλίγον νὰ μεταστῆ εἰς τὸν Παράδεισον ἢ ὁπουδήποτε ἠθέλησε ὁ υἱὸς καὶ Θεός της.
——————————————–
ΠΗΓΕΣ.: Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού, Ο Βίος της υπερευλογημένης Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, Ιερόν Κελλίον Αγίου Νικολάου “Μπουραζέρη”, Άγιον Όρος, 2010.-ΟΜΟΛΟΓΙΑ ΠΙΣΤΕΩΣ

Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης: Εγκώμιον εις την κοίμησιν της αγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου

undefined
Φωνή κεράτινης σάλπιγγας, που να αντηχή δυνατώτερα από ανθρώπινη φωνή και να συγκλονίζη τα πέρατα, απαιτεί ένας λόγος προς τιμήν της ιεράς αυτής ημέρας, αγαπητοί μου. γι’ αυτό και κινδυνεύει ν’ αποτύχη τώρα, καθώς ακούγεται προερχόμενος από το ασθενές φωνητικό μου όργανο. Η Κυρία όμως και Βασίλισσα του παντός, έτσι καθώς είναι αφιλόδοξη, θα δεχτή νομίζω κι αυτόν εδώ τον σύντομο και πενιχρό λόγο που της προσφέρουμε οι δούλοι της, όμοια με εκείνους τους διεξοδικούς και αστραφτερούς των σπουδαίων ομιλητών, με το να παρακινείται σε συμπάθεια από τις προσευχές αυτού που με προστάζει να ομιλήσω. επειδή ακριβώς και ένα μόνο πράγμα προσέχει η φιλάγαθη: την πρόθεσι.
Εμπρός λοιπόν, συνάξου ολόκληρη η οικουμένη, ιεράρχες και ιερείς, μοναχοί και κοσμικοί, βασιλείς και άρχοντες, άνδρες και γυναίκες, αγόρια και κορίτσια, φυλές και γλώσσες, με όλο μαζί το έθνος και το πλήθος, και αφού αλλάξης τα φορέματα των αρετών σου, «ντυμένη» κι εσύ «στα κρόσσια τα χρυσά και στολισμένη»(Ψαλμ. μδ΄14), πρόβαλε με πρόσωπο φαιδρό και όλο χαρά γιόρτασε της Κυριοτόκου Μαρίας την εορτή, την επικήδεια συγχρόνως και διαβατήρια. διότι φεύγει από εδώ κάτω και πηγαίνει κοντά στα όρη τα αιώνια, το όρος όντως το Σιών, στο οποίο ευδόκησε ο Θεός να κατοική, όπως ψάλλει η λύρα του ψαλμωδού. Σήμερα λοιπόν ο επίγειος ουρανός περιβαλλόμενος την στολή της αφθαρσίας αποκτά νέα διαμονή, την καλύτερη και αιώνια. Σήμερα η νοητή και θεοφώτιστη σελήνη με το να συμβάλλη στον δίσκο του ηλίου της δικαιοσύνης εκλείπει μεν από την πρόσκαιρη τούτη ζωή, συγχρόνως όμως ανατέλλει και λάμπει με την τιμή της αθανασίας. Σήμερα η ολόχρυση και θεοκατασκεύαστη κιβωτός του αγιάσματος αναχωρεί από τα επίγεια σκηνώματα και μετακομίζεται στην άνω Ιερουσαλήμ, για να αναπαυθή αιώνια. Και ο θεοπάτωρ Δαυίδ μας τα τραγουδάει αυτά με την κιθάρα του και αναφωνεί: «Θα προσαχθούν, λέει, παρθένοι», δηλ. ψυχές, «στον βασιλέα, ακολουθώντας πίσω από αυτήν θα προσαχθούν σε Σένα»(Ψαλμ. μδ΄15).
Τώρα λοιπόν, ενώ έκλεισε τους αισθητούς οφθαλμούς η Θεοτόκος, υψώνει για χάρι μας τους νοητούς, σαν λαμπρούς και μεγάλους φωστήρες που ποτέ ως τώρα δεν βασίλεψαν, για να αγρυπνούν και να εξιλεώνουν τον Θεό υπέρ της σωτηρίας του κόσμου. Τώρα, ενώ στα θεοκίνητα χείλη της εσίγησε ο έναρθρος λόγος, αείλαλο ανοίγει το πρεσβευτικό της στόμα υπέρ όλου του γένους. Τώρα, ενώ συνέστειλε τις σωματικές και θεοφόρες της παλάμες, τις υψώνει άφθαρτες προς τον Δεσπότη υπέρ ολόκληρης της οικουμένης. Τώρα, ενώ μας απέκρυψε τα ηλιοειδή και φυσικά χαρακτηριστικά της, ακτινοβολεί δια μέσου της σκιαγραφίας της εικόνας της και την παρέχει στον λαό προς ασπασμό ευεργετικό και σχετική προσκύνησι, είτε το θέλουν οι αιρετικοί είτε όχι. Ενώ λοιπόν πέταξε επάνω η πάναγνος περιστερά, δεν παύει να φυλάττη τα κάτω. Ενώ εξήλθε του σώματος, με το πνεύμα της είναι μαζί μας. Ενώ οδηγήθηκε στους ουρανούς, εξοστρακίζει από ανάμεσά μας τους δαίμονες μεσιτεύοντας προς τον Κύριο.
Κάποτε, μέσω της προμήτορος Εύας ο θάνατος εισήλθε και κυρίευσε τον κόσμο. τώρα όμως συναντώντας την μακαρία θυγατέρα εκείνης αποκρούστηκε και κατανικήθηκε από το ίδιο εκείνο μέρος απ’ όπου του είχε δοθή η εξουσία. Ας χαρή λοιπόν το γυναικείο φύλο, που αντί ντροπής αποκομίζει δόξα. Ας χαρή και η Εύα, διότι δεν είναι πια κατηραμένη, αλλά έχει να επιδείξη απόγονό της ευλογημένο την Μαρία. Ας σκιρτήση η κτίσις ολόκληρη, καθώς αντλεί μυστικά τα νάματα της αφθαρσίας από την παρθενική πηγή και απαλλάσσεται έτσι από την θανατηφόρα δίψα.
Τέτοια είναι η εορτή που έχουμε σήμερα. Τόσο μεγάλα είναι τα γεγονότα που υμνολογούμε. Αυτά μας χαρίζει η χριστοανθής ρίζα του Ιεσσαί, η ιερόβλαστη ράβδος του Ααρών, ο νοητός παράδεισος του ξύλου της ζωής, ο έμψυχος λειμώνας των παρθενικών αρωμάτων, η ανθισμένη θεογεώργητη άμπελος του ωρίμου και ζωογόνου βότρυος, ο υψηλός και επηρμένος χερουβικός θρόνος του Παμβασιλέως, ο οίκος ο γεμάτος από την δόξα Κυρίου, το άγιο καταπέτασμα του Χριστού, ο φωτεινότατος τόπος της ανατολής, αυτά μας χαρίζει, καθώς κοιμήθηκε σήμερα εν ειρήνη και δικαιοσύνη. Λέω κοιμήθηκε, όχι όμως και πέθανε. Πέρασε από την γη στον ουρανό, όμως δεν εγκατέλειψε την υπεράσπισι του ανθρωπίνου γένους.
Με ποια λόγια λοιπόν να παραστήσουμε το μυστήριό σου; Αδυνατούμε να το σκεφθούμε. είμαστε ασθενείς για να το εκφράσουμε. ιλλιγγιούμε να το περιγράψουμε. Διότι είναι παράξενο και υψηλό και ανώτερο για κάθε διάνοια. Δεν σχετίζεται και δεν ταιριάζει με κάτι άλλο, όπως συμβαίνει με τα υπόλοιπα πράγματα, έτσι ώστε να είμαστε σε θέσι να δώσουμε πρόχειρα τις αποδείξεις από τα γύρω μας πράγματα. Αντίθετα, από τα υπερβατικά και ανώτερά μας κατανοούμε με ευλάβεια όσα αναφέρονται σε σένα, και σε σένα μόνη παραδίδουμε τα υπέρ άνθρωπον. Διότι άλλαξες την φύσι κατά την άρρητη γέννησι. Πού αλλού άκουσε κανείς παρθένο να συλλαμβάνη ασπόρως! Ω θαύμα! Την μητέρα και λεχώνα την βλέπουμε άφθορη παρθένο, επειδή Θεός ήταν αυτό που γέννησε. Το ίδιο λοιπόν και στη ζωηφόρο κοίμησί σου: με το να είσαι διαφορετική από τους υπολοίπους, μόνη εσύ κατέχεις δικαιολογημένα την αφθαρσία και των δύο (ψυχής δηλ. και σώματος).
Ας μας αφηγηθή όμως η Σιών τα παράδοξα εκείνης της ημέρας. Είχε λοιπόν συμπληρωθή το όριο της ζωής. Είχε φθάσει η ώρα του θανάτου. Προγνώρισε σαν μητέρα Θεού η Παναγία τον καιρό της μεταστάσεως. (Και πόσα περισσότερα από τον καθένα που σαν απλός δούλος προφητεύει δεν θα έδινε κανείς, αδελφοί μου φιλόχριστοι, προς την μητέρα του Θεού και ανώτερη από όλους τους προφήτες;). Όταν λοιπόν τα αισθάνθηκε αυτά και τα κατάλαβε, τί μας λέει η παράδοσις πως προσευχόταν και παρακαλούσε;
«Έφθασε η ημέρα της εξόδου μου. έφθασε ο χρόνος της ενδημίας μου προς εσένα. Ας παρευρεθούν εδώ αυτοί που θα υπηρετήσουν στον ενταφιασμό μου, Δέσποτα. είθε να σταθούν στο προσκέφαλό μου οι λειτουργοί που θα τελέσουν την κηδεία μου. Και στα μεν χέρια σου να αφήσω το πνεύμα μου, στα δε χέρια των μαθητών σου, για να το ενταφιάσουν, το άψαυστο και θεοδόχο σώμα μου, από όπου ανέτειλες εσύ η αθανασία. Ας παρασταθούν κοντά μου να μου δώσουν χαρά αυτοί που βρίσκονται διεσπαρμένοι στα πέρατα της γης, οι κήρυκες και υπηρέτες του ευαγγελίου σου. Κι αν εσύ ευδόκησες να μετατεθή ζωντανός ακόμη ο δίκαιος Ενώχ στον ουρανό, γιατί έτσι έπρεπε, και ο Θεσβίτης Ηλίας εκ του εμφανούς να ανυψωθή με πύρινο άρμα προς άγνωστες χώρες, για να αναμένουν και οι δύο τον χρόνο της φρικτής και παμφώτεινης δευτέρας παρουσίας σου, και αν πάλι για μια ανάγκη του Δανιήλ εθαυματούργησες, ώστε μέσα σε μια στιγμή ο προφήτης Αββακούμ να μεταφερθή από την Ιερουσαλήμ στην Βαβυλώνα και πάλι να επιστρέψη, τότε τί σου είναι αδύνατο και μόνο αν το θελήσης;»
Αυτά μόλις είπε η πανύμνητος, να που κατέφθασε και η δωδεκάδα των αποστόλων, από διαφορετική κατεύθυνσι ο καθένας, σαν σύννεφα σπρωγμένα από τις πτέρυγες του Πνεύματος, που ήρθαν και στάθηκαν κοντά στη νεφέλη του φωτός. Τί λέγει λοιπόν εκείνη που έχει τα θεϊκά, τα πολλά, τα μεγάλα ονόματα, φέρνοντας, καθώς ήταν ξαπλωμένη, ένα γύρο το βλέμμα της και αντικρύζοντας αυτούς που ζητούσε;
«Ας αγαλλιάση η ψυχή μου για τον Κύριο και αυτό θα γίνη για μένα ευφροσύνη και αίνεσις και μεγαλείο εκ μέρους όλων των εθνών της γης. Διότι μου συγκέντρωσε τα θεμέλια της Εκκλησίας, μου συνάθροισε τους άρχοντες της οικουμένης, τους θαυμαστούς υπηρέτες της κηδείας μου. (Ω μεγαλοφυές θαύμα! Ω έργο μητρικής αφοσιώσεως προς τον υιό! Ω δώρο υιικής σχέσεως προς την μητέρα!). Σαν άλλος ουρανός μου φάνηκε το δωμάτιο, με το να περικλείη μέσα του τους φωστήρες του κόσμου. Ναός Κυρίου φάνηκε η οροφή, που έφερε κοντά μου τους θείους μύστες και ιερουργούς. Δεν θα μελετήση πια η συμμορία των Ιουδαίων να πραγματοποιήση τον εναντίον μου παραλογισμό. Δεν θα οπλίση πια εναντίον μου το θρασύ του χέρι, για να με φονεύση, το συνέδριο των ιερέων. (Διότι κάποτε το είχαν σχεδιάσει και, μαζί με τον Υιό, θα φόνευαν οι αιμοχαρείς και την Μητέρα, αλλά απέτυχαν στον σκοπό τους, γιατί τους εμπόδισε άνωθεν η θεία πρόνοια). Μεταβιβάζομαι σε τόπους κατοικίας απαραβίαστους, όπου δεν μπορεί ο εχθρός να εισαγάγη τις παγίδες της κακίας. όπου θα μπορώ να αντικρύσω την τερπνότητα του Κυρίου και να επισκεφθώ τον Ναόν, εγώ ο παμφώτεινος ναός Του».
Και τί είπαν τότε προς αυτήν οι μακάριοι απόστολοι με λόγια είτε δικά τους είτε διαλεγμένα από τα στόματα των προφητών;
«Χαίρε κλίμαξ που στηρίζεσαι στη γη και φθάνεις στον ουρανό, μέσω της οποίας έγινε η κάθοδος προς ημάς και η άνοδος προς τους ουρανούς του Κυρίου, κατά τον μεγάλο πατριάρχη Ιακώβ(βλ. Γεν. κη΄).
Χαίρε βάτε με την τόσο παράδοξη μορφή, από την οποία εμφανίστηκε άγγελος Κυρίου σε μορφή πύρινης φλόγας και την οποία ενώ η φωτιά έκαιγε, δεν την κατέκαιε, κατά τον μεγάλο θεόπτη Μωυσή(βλ. Έξ. γ’ 2-3).
Χαίρε ο θεοδέγμων πόκος, από τον οποίο στράγγισε η ουράνια δρόσος, μία γεμάτη λεκάνη νερό, κατά τον θαυμασιώτατο Γεδεών(βλ. Κριταί ς’ 38).
Χαίρε πόλις του βασιλέως του μεγάλου(βλ. Ψαλμ. μζ’ 3), την οποία θαυμάζουν και μεγαλύνουν οι βασιλείς(βλ. Ψαλμ. μζ’ 5-6) μαζί με τον ασματογράφο Δαυίδ.
Χαίρε η νοητή Βηθλεέμ, ο οίκος του Εφραθά, απ’ όπου εξήλθε ο βασιλεύς της δόξης, για να καταστή άρχοντας στον λαό του Ισραήλ, του οποίου «αι έξοδοι απ’ αρχής εξ ημερών αιώνος»(Μιχ. ε’ 1), όπως λέγει ο Μιχαίας ο θειότατος.
Χαίρε το κατάσκιο παρθενικό όρος, από το οποίο εμφανίστηκε ο άγιος του Ισραήλ, κατά τον θεόφωνο Αββακούμ(βλ. Αββακ. γ’ 3).
Χαίρε λυχνία ολόχρυση και φωτοφόρε, από την οποία έλαμψε στους «εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένους»(Ψαλμ. ρς’ 10) το απρόσιτο φως της Θεότητος, κατά την ρήσι του θεσπέσιου Ζαχαρία(βλ. Ζαχ. δ’ 2).
Χαίρε το παγκόσμιο ιλαστήριο των ανθρώπων, διά του οποίου σε ανατολή και δύσι δοξάζεται στα έθνη το όνομα του Κυρίου και παντού προσφέρεται θυμίαμα στο όνομά Του, κατά τον αγιώτατο Μαλαχία(βλ. Μαλαχ. α’ 11).
Χαίρε νεφέλη ανάλαφρη, πάνω στην οποία κάθησε ο Κύριος, κατά τον ιεροφωνότατο Ησαΐα(βλ. Ησ. ιθ’ 1).
Χαίρε η ιερά βίβλος των προσταγμάτων του Κυρίου και ο νεοχάρακτος νόμος της Χάριτος, χάριν της οποίας μας έγιναν γνωστά όσα αρέσουν στον Θεό, κατά τον πολυθρήνητο Ιερεμία(πρβλ. Ιερ. κε’ 13).
Χαίρε η κλεισμένη πύλη, διά της οποίας ο Κύριος και Θεός του Ισραήλ εισήλθε και εξήλθε κατά τον μεγάλο θεόπτη Ιεζεκιήλ(βλ. Ιεζ. μδ’ 2 κ.εξ.).
Χαίρε το αλατόμητο από χέρι ανθρώπου και υψηλότατο όρος, από το οποίο απεκόπη ο ακρογωνιαίος λίθος, κατά τον θεολογικώτατο Δανιήλ(βλ. Δαν. β’ 34, 45)».
Και ποιος νους να χωρέση ή ποιος λόγος να αφηγηθή όσα εκεί έψαλλαν, όσα είπαν, όσα εμακάρισαν οι θεολόγοι; Όταν λοιπόν ιερούργησαν ιερώς όσα ταίριαζε και επετέλεσαν τα άγια αγίως, να που έφθασε και ο Κύριος με την δόξα της δυνάμεώς του και όλη την στρατιά του ουρανού. Και αοράτως μεν λειτουργούσαν οι ασώματοι, σωματικώς δε γίνονταν υμνωδοί της θείας μεγαλειότητος οι απόστολοι. Σύμμεικτη ήταν, αδελφοί μου, η πανήγυρις και ο χορός ουράνιος μαζί και επίγειος — κι ας μη ξενίση ο λόγος μου καθώς σκιαγραφεί τα θεοπρεπή γεγονότα — αποτελούμενος από Αγγέλους, Αρχαγγέλους, Κυριότητες, Θρόνους, Αρχές, Εξουσίες, Δυνάμεις, τις Χερουβικές και Σεραφικές, αποστόλους, μάρτυρες, δικαίους, άλλους να προτρέχουν, άλλους να προϋπαντούν, άλλους να ηγούνται, άλλους να προηγούνται, άλλους να ακολουθούν και άλλους να παρακολουθούν, και όλους να φωνάζουν χαρμόσυνα με ένα στόμα: «Άσατε τω Κυρίω»(Ιερ. κ’ 13). «αινέσατε τον Κύριον»(Ιερ. κ’ 13). «ευλογημένος Κύριος επί δίκαιον όρος το άγιον αυτού»(Ιερ. λη’ 23). και «ανυψωθήτω ο ουρανός εις το μετέωρον»(πρβλ. Ιερ. λη’ 35). Ποιος λοιπόν άκουσε ποτέ εις τον αιώνα τέτοιο εξόδιο, φιλόχριστοι αδελφοί; Ποιος γνώρισε την προπομπή μιας τέτοιας κηδείας; Ποιος κατάλαβε ποτέ μέχρι τώρα τέτοια μετάβασι, σαν κι αυτή που αξιώθηκε η Μητέρα του Κυρίου μου; Και δεν είναι παράξενο. Γιατί ακριβώς και κανένας δεν φάνηκε ποτέ υπέρτερος από αυτήν, που είναι μεγαλύτερη από όλους τους ανθρώπους.
Φρίττει το πνεύμα μου, ω Παρθένε, καθώς βάζω στο μυαλό μου το μεγαλείο της μεταστάσεώς σου. Μένει έκπληκτος ο νους μου, καθώς αναλογίζομαι το θαύμα της κοιμήσεώς σου. Δένεται η γλώσσα μου, καθώς πάει να διηγηθή το μυστήριο της παλινζωΐας σου. Διότι ποιος είναι εκείνος που θα μπορούσε επάξια «να κάνη γνωστούς όλους τους ύμνους σου»(Ψαλμ. ρε’ 2) ή «να εξιστορήση όλα τα θαυμάσιά σου(Ψαλμ. οδ’ 1)»; Ποιος νους υψηγόρος θα ρητορεύση, ποια γλώσσα μεγαλόστομη θα ομιλήση, θα εξαγγείλη και θα παραστήση τα κατά σε, θα αποδώση τα λόγια σου ή θα σταθή αντάξια των δικών σου θαυμασίων, τελετών, πανηγύρεων, εορτών, διηγήσεων, εγκωμίων; Γι’ αυτό και επί του παρόντος μυστηρίου η γλώσσα μας αποδεικνύεται αδύνατη, άτονη, αποτυχημένη, αποδοκιμασμένη. Διότι πράγματι υπερέχεις, υπερβάλλεις, υπερτερείς ασυγκρίτως, σε ύψος και μέγεθος από τον ανώτατο ουρανό. σε λαμπρότητα αγνείας, από το ηλιακό φως. σε απόκτησι παρρησίας, από το αγγελικό αξίωμα κάθε άυλης και λογικής υπάρξεως των νοητών και νοερών δυνάμεων.
Αλλά τί επίσημη και λαμπρή — με αγαλλίασι το λέω — η πανήγυρίς σου! Πόσο σημειοφόρος και θαυματουργική η μετάστασίς σου! Πόσο ζωοπάροχος και αφθαρτοδώρητος ο ενταφιασμός σου, μητέρα του φωτός! Τώρα όμως που πέρασες τα σύννεφα και ανέβηκες στον ουρανό και μπήκες στα άγια των αγίων «εν φωνή αγαλλιάσεως και εξομολογήσεως»(Ψαλμ. μα’ 5), αξίωσε, Θεοτόκε, να ευλογήσης πλούσια τα πέρατα της οικουμένης. Με τις πρεσβείες σου κάνε εύκρατους τους καιρούς. χάριζε την βροχή στην ώρα της. κατεύθυνε σωστά τους ανέμους. κάνε την γη να καρποφορή. δώρισε την ειρήνη στην Εκκλησία. κράτυνε την Ορθοδοξία. φύλαγε την βασιλεία. απόκρουε τις επιθέσεις των βαρβάρων. σκέπαζε ολόκληρο το γένος των Χριστιανών. τέλος δε συγχώρησε και την δική μου τόλμη. Διότι δικός σου είναι αυτός ο λόγος, Μητέρα του Θεού, και συ προφήτευσες μελωδικά εκείνο που θα γινόταν: «Διότι να που από τώρα, είπες, θα με μακαρίζουν όλες οι γενεές»(Λουκ. α’ 48). Επειδή λοιπόν δεν είναι δυνατόν να αποδειχθή ψευδής ο θείος σου λόγος, δέξου κι από μένα τον ανάξιο δούλο σου, αυτή την κατά δύναμιν προσφώνησι και «δος μου πάλι την αγαλλίασι που μου χαρίζει η σωστική σου βοήθεια»(Ψαλμ. ν’ 14). Με την δύναμι των πρεσβειών σου στήριξέ με μαζί με τον συγγενή μου και πνευματικό πατέρα μου και με το ποίμνιο που μου έχουν εμπιστευθή. εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, εις τον οποίον ανήκει η δόξα και η τιμή και το κράτος μαζί με τον παντοκράτορα Πατέρα και το ζωοποιό Πνεύμα, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
——————————————
ΠΗΓΗ:  “ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», 1989

Χαίρε λυχνία ολόχρυση και φωτοφόρε, από την οποία έλαμψε στους «εν σκότει και σκιά θανάτου καθημένους»(Ψαλμ. ρς’ 10) το απρόσιτο φως της Θεότητος, κατά την ρήσι του θεσπέσιου Ζαχαρία(βλ. Ζαχ. δ’ 2).
Χαίρε το παγκόσμιο ιλαστήριο των ανθρώπων, διά του οποίου σε ανατολή και δύσι δοξάζεται στα έθνη το όνομα του Κυρίου και παντού προσφέρεται θυμίαμα στο όνομά Του, κατά τον αγιώτατο Μαλαχία(βλ. Μαλαχ. α’ 11).
Χαίρε νεφέλη ανάλαφρη, πάνω στην οποία κάθησε ο Κύριος, κατά τον ιεροφωνότατο Ησαΐα(βλ. Ησ. ιθ’ 1).
Χαίρε η ιερά βίβλος των προσταγμάτων του Κυρίου και ο νεοχάρακτος νόμος της Χάριτος, χάριν της οποίας μας έγιναν γνωστά όσα αρέσουν στον Θεό, κατά τον πολυθρήνητο Ιερεμία(πρβλ. Ιερ. κε’ 13).
Χαίρε η κλεισμένη πύλη, διά της οποίας ο Κύριος και Θεός του Ισραήλ εισήλθε και εξήλθε κατά τον μεγάλο θεόπτη Ιεζεκιήλ(βλ. Ιεζ. μδ’ 2 κ.εξ.).
Χαίρε το αλατόμητο από χέρι ανθρώπου και υψηλότατο όρος, από το οποίο απεκόπη ο ακρογωνιαίος λίθος, κατά τον θεολογικώτατο Δανιήλ(βλ. Δαν. β’ 34, 45)».
Και ποιος νους να χωρέση ή ποιος λόγος να αφηγηθή όσα εκεί έψαλλαν, όσα είπαν, όσα εμακάρισαν οι θεολόγοι; Όταν λοιπόν ιερούργησαν ιερώς όσα ταίριαζε και επετέλεσαν τα άγια αγίως, να που έφθασε και ο Κύριος με την δόξα της δυνάμεώς του και όλη την στρατιά του ουρανού. Και αοράτως μεν λειτουργούσαν οι ασώματοι, σωματικώς δε γίνονταν υμνωδοί της θείας μεγαλειότητος οι απόστολοι. Σύμμεικτη ήταν, αδελφοί μου, η πανήγυρις και ο χορός ουράνιος μαζί και επίγειος — κι ας μη ξενίση ο λόγος μου καθώς σκιαγραφεί τα θεοπρεπή γεγονότα — αποτελούμενος από Αγγέλους, Αρχαγγέλους, Κυριότητες, Θρόνους, Αρχές, Εξουσίες, Δυνάμεις, τις Χερουβικές και Σεραφικές, αποστόλους, μάρτυρες, δικαίους, άλλους να προτρέχουν, άλλους να προϋπαντούν, άλλους να ηγούνται, άλλους να προηγούνται, άλλους να ακολουθούν και άλλους να παρακολουθούν, και όλους να φωνάζουν χαρμόσυνα με ένα στόμα: «Άσατε τω Κυρίω»(Ιερ. κ’ 13). «αινέσατε τον Κύριον»(Ιερ. κ’ 13). «ευλογημένος Κύριος επί δίκαιον όρος το άγιον αυτού»(Ιερ. λη’ 23). και «ανυψωθήτω ο ουρανός εις το μετέωρον»(πρβλ. Ιερ. λη’ 35). Ποιος λοιπόν άκουσε ποτέ εις τον αιώνα τέτοιο εξόδιο, φιλόχριστοι αδελφοί; Ποιος γνώρισε την προπομπή μιας τέτοιας κηδείας; Ποιος κατάλαβε ποτέ μέχρι τώρα τέτοια μετάβασι, σαν κι αυτή που αξιώθηκε η Μητέρα του Κυρίου μου; Και δεν είναι παράξενο. Γιατί ακριβώς και κανένας δεν φάνηκε ποτέ υπέρτερος από αυτήν, που είναι μεγαλύτερη από όλους τους ανθρώπους.
Φρίττει το πνεύμα μου, ω Παρθένε, καθώς βάζω στο μυαλό μου το μεγαλείο της μεταστάσεώς σου. Μένει έκπληκτος ο νους μου, καθώς αναλογίζομαι το θαύμα της κοιμήσεώς σου. Δένεται η γλώσσα μου, καθώς πάει να διηγηθή το μυστήριο της παλινζωΐας σου. Διότι ποιος είναι εκείνος που θα μπορούσε επάξια «να κάνη γνωστούς όλους τους ύμνους σου»(Ψαλμ. ρε’ 2) ή «να εξιστορήση όλα τα θαυμάσιά σου(Ψαλμ. οδ’ 1)»; Ποιος νους υψηγόρος θα ρητορεύση, ποια γλώσσα μεγαλόστομη θα ομιλήση, θα εξαγγείλη και θα παραστήση τα κατά σε, θα αποδώση τα λόγια σου ή θα σταθή αντάξια των δικών σου θαυμασίων, τελετών, πανηγύρεων, εορτών, διηγήσεων, εγκωμίων; Γι’ αυτό και επί του παρόντος μυστηρίου η γλώσσα μας αποδεικνύεται αδύνατη, άτονη, αποτυχημένη, αποδοκιμασμένη. Διότι πράγματι υπερέχεις, υπερβάλλεις, υπερτερείς ασυγκρίτως, σε ύψος και μέγεθος από τον ανώτατο ουρανό. σε λαμπρότητα αγνείας, από το ηλιακό φως. σε απόκτησι παρρησίας, από το αγγελικό αξίωμα κάθε άυλης και λογικής υπάρξεως των νοητών και νοερών δυνάμεων.
Αλλά τί επίσημη και λαμπρή — με αγαλλίασι το λέω — η πανήγυρίς σου! Πόσο σημειοφόρος και θαυματουργική η μετάστασίς σου! Πόσο ζωοπάροχος και αφθαρτοδώρητος ο ενταφιασμός σου, μητέρα του φωτός! Τώρα όμως που πέρασες τα σύννεφα και ανέβηκες στον ουρανό και μπήκες στα άγια των αγίων «εν φωνή αγαλλιάσεως και εξομολογήσεως»(Ψαλμ. μα’ 5), αξίωσε, Θεοτόκε, να ευλογήσης πλούσια τα πέρατα της οικουμένης. Με τις πρεσβείες σου κάνε εύκρατους τους καιρούς. χάριζε την βροχή στην ώρα της. κατεύθυνε σωστά τους ανέμους. κάνε την γη να καρποφορή. δώρισε την ειρήνη στην Εκκλησία. κράτυνε την Ορθοδοξία. φύλαγε την βασιλεία. απόκρουε τις επιθέσεις των βαρβάρων. σκέπαζε ολόκληρο το γένος των Χριστιανών. τέλος δε συγχώρησε και την δική μου τόλμη. Διότι δικός σου είναι αυτός ο λόγος, Μητέρα του Θεού, και συ προφήτευσες μελωδικά εκείνο που θα γινόταν: «Διότι να που από τώρα, είπες, θα με μακαρίζουν όλες οι γενεές»(Λουκ. α’ 48). Επειδή λοιπόν δεν είναι δυνατόν να αποδειχθή ψευδής ο θείος σου λόγος, δέξου κι από μένα τον ανάξιο δούλο σου, αυτή την κατά δύναμιν προσφώνησι και «δος μου πάλι την αγαλλίασι που μου χαρίζει η σωστική σου βοήθεια»(Ψαλμ. ν’ 14). Με την δύναμι των πρεσβειών σου στήριξέ με μαζί με τον συγγενή μου και πνευματικό πατέρα μου και με το ποίμνιο που μου έχουν εμπιστευθή. εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών, εις τον οποίον ανήκει η δόξα και η τιμή και το κράτος μαζί με τον παντοκράτορα Πατέρα και το ζωοποιό Πνεύμα, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
——————————————
ΠΗΓΗ:  “ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», 1989

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ-ΑΡΧΙΜ.ΙΩΗΛ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΟΥ

(Φιλιπ. Β’ 5-11)
ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ


Μέσα σε λίγες γραμμές, το Αποστολικό κείμενο της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, προβάλλει εμπρός μας όλο το εκπληκτικό μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως.
            Πρόκειται για ένα δογματικό και θεολογικό αριστούργημα, που η θεόπνευστη γραφίδα του Αποστόλου Παύλου, μέσω των Φιλιππησίων, μας έχει αποθησαυρίσει στο σώμα της Εκκλησίας μας.
            Ο Υιός του Θεού, ο Άπειρος Θεός του ουρανού και της γης, ο Δημιουργός «δι’ ου τα πάντα εγένετο», έκρυψε την Θεία Του μεγαλειότητα και έγινε άνθρωπος όμοιος με εμάς, χωρίς αμαρτία.
            Ασύλληπτη η συγκατάβασίς Του, για αυτό και άπειρη η ύψωσις και η δόξα Του.
            Όσο χαμηλά κατέβηκε, τόσο ψηλά ανήλθε!
            Ο Θεός Πατήρ υπερίψωσε τον Υιόν Του και ως άνθρωπο στην εξουσία και τιμή της Θεότητος. Του δίνει την πρώτη θέση στην ιεραρχία του ορατού και αοράτου κόσμου!
            Αλλά την πορεία της υψώσεως και τιμής του Κυρίου Ιησού, ακολούθησε και η Πανάχραντος Μητέρα Του, της οποίας την ένδοξη Κοίμηση εορτάζει ολόκληρη η στρατευομένη και θριαμβεύουσα Εκκλησία Του.
            Αν θελήσουμε να ρίξουμε μια σύντομη ματιά στην Ορθόδοξη Θεολογία και στην εκκλησιαστική μας ιστορία, σχετικά με την Κυρία Θεοτόκο, θα δούμε ότι ανέκαθεν η Παναγία μας κατείχε την ειδική θέση μεταξύ των αγίων. Είναι η θαυμαστή προσωπικότητα που λαμβάνει διαρκώς την πρώτη θέση μεταξύ των κτισμάτων του Θεού. Για αυτό είναι και η περισσότερο εξυμνημένη μέσα στον λειτουργικό μας πλούτο. Είναι η «Τιμιωτέρα των Χερουβείμ και ενδοξωτέρα ασυγκρίτως των Σεραφείμ». Και ακριβώς μέσα σε αυτήν την αγία και Ιερά παράδοση που κινούνται ακαταπαύστως οι Άγιοι Πατέρες μας, εδίδαξαν, από τα αποστολικά ακόμα έτη, ότι η Παρθένος γέννησε τον Θεάνθρωπο Κύριο και άρα είναι Θεοτόκος. Την ονόμασαν Θεοτόκον, όχι βέβαια ότι έδωσε αρχή και ύπαρξη στον προαιώνιο Θεό, αλλά διότι ο προαιώνιος Θεός – Λόγος, εχωρήθηκε «εν τη γαστρί αυτής και εξ αυτής αμεταβλήτως», έλαβε την ανθρωπίνη φύση και έγινε κάτι που δεν ήταν προηγουμένως, δηλ. Θεάνθρωπος.
            Οι δε Τρίτη, Πέμπτη και Έκτη Οικουμενικές Σύνοδοι, αναθεματίζουν εκείνους, που δεν ονομάζουν Θεοτόκον την Αγίαν Παρθένον.
            Αναθεματισμένος, τονίζουν, εκείνος ο οποίος «ουχ ομολογεί Θεόν είναι κατά αλήθειαν τον Εμμανουήλ και δια τούτο Θεοτόκον την Αγίαν Παρθένον».
            Όντως η Θεοτόκος είναι ο «κυματοθραύστης των αιρέσεων», και ως εκ τούτου επάνω της σπάζουν τα μανιασμένα κύματα των πλανών και των αιρέσεων και στο Πανάγιο πρόσωπό της, θρυμματίζεται ο ανήθικος τρόπος ζωής, τον οποίο μάλιστα ορισμένοι προσπαθούν να τον περάσουν ως δήθεν φυσιολογικό και ως κοινωνικώς αποδεκτόν...
            Αλλ’ αδελφοί μου, αυτοί που ξέπεσαν στο δόγμα, είναι δυνατόν να παραμείνουν στο ακέραιον ήθος, όπως αυτό μας το παρουσιάζει και το προβάλλει η Μητροπάρθενος Μητέρα του Λυτρωτού; Και είναι δυνατόν να έχουν την ευλογία του Υιού της, όσοι συμπροσεύχονται και συγχρωτίζονται με τους εχθρούς της Μητέρας Του; Δηλ. οι αναθεματισμένοι από τις Οικουμενικές Συνόδους, είναι δυνατόν να έχουν σχέση με την θεότητα και να είναι γνήσια μέλη της Εκκλησίας ώστε να δέχονται την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος;
            Πόσο, αλήθεια, θλίβουν την Κυρία των Αγγέλων, όσοι το «φρέαρ το συντετριμμένο» των κακοδόξων  αιρέσεων, το ονομάζουν «Εκκλησία», δίνοντας έτσι εντελώς παράλογα τον τίτλο που έχει το μοναδικό σώμα του Υιού της, σε ανθρώπους που είναι εχθροί του Θεανθρώπου και αυτής της Θεοτόκου...;  
            Αλλά η Μητέρα του Κυρίου μας και Μητέρα των πιστών Χριστιανών, βρίσκεται τώρα στον βασιλικό, απαστράπτοντα και υπερκόσμιο θρόνο της και αντικρίζει τον μοναδικό και ποθητό Υιό της. Στέκεται δίπλα Του με μητρική παρρησία και δέεται υπέρ όλου του κόσμου. Υπέρ του ταλαίπωρου Ελληνικού μας Έθνους που τόσο έχει προστατεύσει άχρι τούδε, και φυσικά προς πείσμα των δαιμόνων και των οργάνων τους, θα συνεχίσει να προστατεύει. Δέεται για την κάθε ψυχή, ώστε να οδεύει την οδόν της σωτηριώδους μετανοίας.  Δέεται και παρακαλεί κυρίως υπέρ των Ορθοδόξων ποιμένων, ώστε να παραμένουν στα χρυσά και αιώνια πλαίσια της Ορθοδόξου δογματικής και ηθικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας, και συνάμα οι Ορθόδοξοι αυτοί ταγοί, να βρίσκονται μακριά από την κατάρα του οικουμενισμού, ορθοτομώντας τον Λόγον της Αληθείας Του Υιού της και Θεού μας.
            Είθε, αυτές οι θερμές θεομητορικές της πρεσβείες, να σώσουν τον κόσμο ολόκληρο και να μας χαρίσουν το ακριβό χάρισμα της Ορθοδοξίας και ορθοπραξίας, μέσα στην ευλογημένη ατμόσφαιρα της Αγίας Ταπεινώσεως.
            Αμήν.

π.Ιωήλ
Κόνιτσα

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...