Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Οκτωβρίου 02, 2011

Ψυχή -Νούς -Νοερά προσευχή

Όρος

Ψυχή - Νους - Νοερά προσευχή



Πνευματικές ανταύγειες από το Άγιον Όρος
Επίσκεψις νοερά, μυστική και ειλικρινής
εις τα βάθη της ψυχής κατευθυνομένη
και ελεγχομένη υπό του φωτός του νοός.
Η ψυχή είναι ζώσα ύπαρξις, απλή και ασώματος, αόρατος με τους σωματικούς οφθαλμούς κατά την φύσιν της, αθάνατος, λογική και πνευματική, άμορφος, που κατοικεί εις οργανικόν σώμα και παρέχει εις αυτό την ζωήν και την αύξησιν και την αίσθησιν. Η ψυχή έχει τον νουν, ο οποίος δεν είναι κάτι διαφορετικόν από τον εαυτόν της, αλλά ωσάν το καθαρώτερον στοιχείον της1. Όπως είναι ο οφθαλμός εις το σώμα, έτσι είναι και ο νους εις την ψυχήν. Είναι η ψυχή ελευθέρα, έχει θέλησιν και ενέργειαν, είναι μεταβλητή, δηλαδή μεταβάλλεται κατά την θέλησίν της, διότι είναι κτιστή. Όλα αυτά τα έχει λάβει κατά φυσικήν τάξιν από την Χάριν του δημιουργού της, από την οποίαν έχει λάβη και την ύπαρξιν και την φυσικήν κατάστασιν2.

Ας κατέλθωμεν ψυχή μου εις τα βάθη σου, εις τον οίκον σου, δια να θεωρήσωμεν το κατάλυμά σου. να ίδωμεν πως έχει η κατάστασις αυτού. να επιβλέψωμεν εις την επιμέλειαν και την φροντίδα που επέδειξες δια να αρέσης εις τον Νυμφίον και Κύριόν σου.

Ας κατέλθωμεν και ας εισέλθωμεν δια του καθαρού νοός εις τα βάθη σου ψυχή μου, κατευθυνόμενοι και στηριζόμενοι δια της ευχής και ας γίνωμεν θεωροί των τραυμάτων και του σκότους που υπάρχει εκεί και ας θρηνήσωμεν δια την κατάστασίν σου.

Ο Νυμφίος Σου κρούει την θύραν και θέλει να εισέλθη εντός σου, δια να μείνη μόνος εκεί, δια να ανακλιθή εκεί. δια να δειπνήση μαζί σου. δια να ενωθή πλήρως μαζί σου και να σου χαρίση δια της ενώσεως αυτής την αιώνιαν μακαριότητα και αγάπην. «Ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω...» (Αποκ. γ' 20).

Αλλά πώς θέλει να εισέλθει; Θέλει να είναι εκεί αυτός μόνος. Να μη μολύνη άλλος τον τόπον σου. Εάν δεν εύρη έτσι την ψυχήν σου, ο Άγιος Κύριος ο δορυφορούμενος και ανυμνούμενος υπό των Χερουβείμ, δεν εισέρχεται.

Μπορείς να ειπής μαζί με τον προφήτην Δαβίδ: «Ευλόγει, η ψυχή μου, τον Κύριον και, πάντα τα εντός μου, το όνομα το άγιον αυτού» (Ψαλ. 102, 1). Ανταποκρίνεσαι εις την αγάπην του Κυρίου, όπως ο ίδιος παραγγέλει: «αγαπήσεις Κύριον τον Θεόν σου εν όλη τη καρδία σου και εν όλη τη ψυχή σου και εν όλη τη διανοία σου» (Ματθ. κβ' 37). Αγαπάς και αναζητείς τον Νυμφίον σου Χριστόν όπως η ασματίζουσα Νύμφη, η οποία διακαώς επιποθεί αυτόν και λέγει: «εύρον ον ηγάπησεν η ψυχή μου. εκράτησα αυτόν και ουκ αφήκα αυτόν, έως ου εισήγαγον αυτόν εις τον οίκον μητρός μου και εις ταμείον συλλαβούσης με» ('Ασμα γ' 4) 3.

Ψάλλε τον αναβαθμόν και σκίρτα από χαρά: «Η καρδία μου προς σε Λόγε υψωθήτω. και ουδέν θέλξει με των του κόσμου τερπνών, προς χαμαιζηλίαν» (αντίφωνον γ' του δ' ήχου). Ω ενυπόστατε Λόγε και Υιέ του Θεού, εις εσένα ας υψωθή η καρδία μου. Τούτο θα γίνη όταν μελετάς το άπειρον ύψος της μεγαλειότητος του Θεού, το ακατάληπτον της σοφίας του, το μέγεθος της δυνάμεώς του, το απεριόριστον της αγαθότητός του, την υπέρ νουν ωραιότητά του και το γλυκύτατον και υπερούσιον φως του. Εάν τούτο πράξης δεν θα γλυκαίνεται η επιθυμία σου εις τα τερπνά του κόσμου τούτου, ούτε θα αγαπάς την ματαιότητα, αλλά θα ανάψης από τον πόθον και την αγάπην του θεού. Ποίος το βεβαιοί αυτό; Ο Μέγας Βασίλειος. «Μακάριοι οι του αληθινού κάλλους φιλοθεάμονες» (Ερμηνεία εις τον μδ' Ψαλμόν).

Όσον περισσότερον αγαπάς τον Άγιον Θεόν, τόσον περισσότερον γνωρίζεις αυτόν, και τότε ψυχή μου, ελκομένη εκ της θεϊκής αυτής ηδονής, θα αποστρέφεσαι ευκόλως και θα καταφρονής κάθε ηδονήν του κόσμου τούτου. Δια τούτο και ο Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης είπε: «Ο γευσάμενος των άνω, ευχερώς των κάτω καταφρονεί, ο δε εκείνων άγευστος, επί προσκαίροις αγάλλεται» (Λόγος ιστ' 15). Δια τούτο φρόντιζε να εξαλείψης από την φαντασίαν σου τις εικόνες και τα είδωλα του κόσμου τούτου. να εκριζώσης από τα βάθη σου τις προλήψεις και τις αμαρτωλές επιθυμίες και δια της επιστροφής του νοός σου εις τον οίκον σου και της λειτουργίας της νοεράς και αδιαλείπτου προσευχής να αρχίζης να τρέφεσαι από τα κάλλη του ουρανού.

Καθώς τώρα παρατηρώ τα βάθη σου ψυχή μου, βλέπω ότι πολύ απέχεις από την πρώτη εικόνα σου που σου εδώρησε ο Τριαδικός Θεός και εμόλυνες την καλλονήν σου. Σπεύσον τώρα να ευπρεπίσης και να καλλωπίσης αυτήν. Ετοιμάσου λοιπόν και λέγε μαζί με την Νύμφην: «Έχω βγάλει τον χιτώνα της αμαρτίας, πώς να τον φορέσω πάλιν; Έπλυνα τους πόδας μου, πώς να τους λερώσω πάλιν;» (Άσμα ε' 3).

Γνωρίζεις, ψυχή μου, ποίος είναι ο καλύτερος στολισμός σου; Μη νομίσης πως είναι άλλος από την ελευθερία του νοός σου. Όταν αυτός είναι ελεύθερος, τότε αποφασίζει μόνος του και ελέγχει τον οίκον σου και δεν αφήνει να εισέλθη κανείς εις αυτόν.
Τί σημαίνει ελευθερία του νοός;
Σημαίνει την απομάκρυνσιν εξ αυτού παντός νοήματος. Τότε μόνον ο νούς είναι ελεύθερος, όταν δεν έχει κανένα λογισμό και κατευθύνεται ορμητικά προς τον θεό και προσκυνεί και δοξολογεί το Άγιον Όνομα Αυτού. Αποτέλεσμα της ελευθερίας του νοός είναι η κάλυψις της ψυχής υπό της χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Αυτός είναι ο πραγματικός στολισμός της ψυχής.
Όταν όμως υπάρχουν άλλοι ένοικοι μέσα σου ψυχή μου, τότε αυτοί αποκτούν δικαιώματα και σε αποσπούν από την ενότητά σου και σε κατευθύνουν όπου θέλουν. Αυτό ακριβώς επισημαίνει και ο Νικήτας ο Στηθάτος λέγων: «Έως ότου η ψυχή στασιάζει κατά του εαυτού της και κινούνται άτακτα οι δυνάμεις της και δεν έγινε ακόμη δεκτική των θεϊκών ακτίνων, ούτε αξιώθηκε να ελευθερωθή από την δουλεία του σαρκικού φρονήματος, ούτε απόλαυσε την ειρήνη» (Φιλ. Τόμος Γ', Β' εκατοντάδα των φυσικών κεφαλαίων, 65).
Τί πρέπει να επιδιώκουμε κατά την ώραν της προσευχής;
Τούτο άριστα μας το υποδεικνύει ο Άγιος Ιωάννης ο Καρπάθιος λέγων: «Αν θέλωμε πραγματικά να ευαρεστήσωμεν εις τον Θεόν και να συνάψωμεν μαζί του την τρισμακάριστη φιλία, ας παρουσιάσουμε τον νουν μας γυμνόν εις αυτόν, χωρίς να σέρνουμε μαζί μας κανένα πράγμα του αιώνος τούτου, ούτε τέχνη, ούτε νόημα, ούτε δικαιολογία, ακόμη και αν γνωρίζουμε όλην την σοφίαν του κόσμου» (Φιλοκ. Τόμ. Α', σελ. 286, μθ').

Κατά τον Άγιο Νείλο, είναι μακάριος ο νους ο οποίος κατά την ώραν της προσευχής έχει αποδιώξει τις μορφές και τα σχήματα. «Μακάριος είναι ο νους ο οποίος κατά την ώραν της προσευχής απέκτησε τελείαν αμορφίαν» (Φιλοκ. Τόμος Α', σελ. 187).

Αυτή η γυμνότης του νοός ή η αμορφία είναι η πραγματική ελευθερία του νοός και δια εσένα ψυχή μου είναι ο ωραιότερος στολισμός και αγιασμός. Όταν το επιτύχη αυτό ο νους τότε κατατρυφά απερισπάστως και ακορέστως το θείον κάλλος. «Μακάριος ο νους, ο πάντα τα όντα περάσας και της αιωνίου μακαριότητος κατατρυφών» (Φιλ. Τόμος Β', σελ. 5. Μαξίμου του Ομολογητού, περί αγάπης κεφάλαια, Εκατοντάς Πρώτη, ιθ').
Ποίον είναι το άριστον φάρμακον δια να επιτύχη
κανείς αυτήν την κατάστασιν;
Είναι ο εγκλεισμός του νοός εις το βάθος της ψυχής. Ποίοι μας το εδίδαξαν και το εφήρμοσαν αυτό;

Πρώτον μας το εδίδαξεν ο Κύριος: «συ δε όταν προσεύχη, είσελθε εις το ταμείον σου» (Ματθ. στ' 6). Ταμείον βέβαια εδώ εννοεί ο Κύριος το δωμάτιον, αλλά πολύ περισσότερον και το ενδότερον της καρδίας.

Την επιστροφήν αυτήν του νοός την διδάσκουν όλοι οι Νηπτικοί Πατέρες και λέγουν ότι πρέπει να γίνεται με την κλίσιν της κεφαλής και την κάμψιν του σώματος προς τα εμπρός. Ονομάζεται δε η επιστροφή αυτή υπό του Διονυσίου του Αεροπαγίτου κυκλική και απλανής κίνησις του νοός4.
Όπως η περιφέρεια του κύκλου έχει μια αρχή, αλλά επιστρέφει πάλι εις τον εαυτό της και ενώνεται, έτσι και ο νους, λέγοντας την ευχήν νοερώς, Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με, δια της κυκλικής αυτής κινήσεως ο νους επιστρέφει εις την καρδίαν και ενώνεται μετ' αυτής5. Δια τούτο και ο εξοχώτατος Διονύσιος είπε: «Ψυχής δε κίνησις εστι κυκλική, η εις εαυτήν είσοδος από των έξω και των νοερών αυτής δυνάμεων η ενοειδής συνέλιξις ώσπερ εν τινι κύκλω το απλανές αυτή δωρουμένη» (Κεφ. δ' περί θείων ονομάτων).

Και ο Μέγας Βασίλειος δια την επιστροφήν αυτήν του νοός και τον εγκλεισμόν εις τα βάθη της ψυχής λέγει τα εξής αξιοπρόσεκτα λόγια: «Νους ο οποίος δεν διασκορπίζεται προς τα έξω και δεν διαχέεται από τας αισθήσεις εις τον κόσμο, επιστρέφει προς τον εαυτόν του και δια του εαυτού του αναβαίνει εις την έννοιαν του Θεού. και με εκείνο το κάλλος περιλαμπόμενος και ελλαμπόμενος, λησμονεί ακόμη και την ίδια του την φύσι, δίχως να σύρεται η ψυχή του ούτε εις φροντίδα τροφής μήτε εις μέριμνα ενδυμάτων, αλλά, αφού παύση να ασχολήται με τις γήινες φροντίδες, όλην του την σπουδήν την μεταθέτει εις την απόκτησι των αιωνίων αγαθών» (Μ. Βασιλείου Έργα, ΕΠΕ, Τόμος 1, σελ. 67 - Επιστολή προς τον φίλον του Γρηγόριον).
Ο Αββάς Ισαάκ διδακτικώτατα προτρέπει: «Καταδίωξον τον εαυτόν σου και θέλει καταδιωχθή ο εχθρός σου από πλησίον σου. Ειρήνευσον μετά σου και έσεταί σοι ειρηνικός ο ουρανός και η γη. Σπούδασον να εισέλθης εντός του ταμείου της καρδίας σου και θέλεις ιδή το ταμείον το ουράνιον. διότι ένα είναι και τα δύο και δια μιας εισόδου συγχρόνως βλέπονται. επειδή η κλίμαξ εκείνης της Βασιλείας είναι εντός σου κεκρυμμένη» (Ασκητικοί Λόγοι, Αββά Ισαάκ, Λόγος Α', σελ. 110).

Εις αυτήν την επιστροφήν του νοός εις την καρδίαν χρειάζεται πολλή επιμονή και προσοχή, διότι ο νους καθώς είναι αγύμναστος, αποφεύγει αυτόν τον εγκλεισμόν και συνεχώς αποπηδά, επειδή είναι λεπτώτατος και ευκίνητος: «Ο νους εκείνων που μόλις πριν από λίγο μπήκαν εις αυτόν τον αγώνα και όταν συγκεντρώνεται, δραπετεύει συνεχώς και πρέπει αυτοί να προσπαθούν συνεχώς να τον επαναφέρουν. Τους διαφεύγει όμως καθώς είναι αγύμναστοι, διότι είναι πάρα πολύ δυσκολοπαρατήρητος και πιο ευκίνητος από οτιδήποτε άλλο» (Γρηγ. Παλαμά, Τόμος Δ', σελ. 127, Υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων). Και συνεχίζει ο Άγιος Γρηγόριος:

«Ο εσωτερικός άνθρωπος, μετά την παράβασι του Αδάμ, συνηθίζει να εξωμοιώνεται με τα εξωτερικά σχήματα, δια τούτο πως δεν θα βοηθήση πολύ εκείνον που καταγίνεται με προθυμία να στρέψη τον νουν του εις τον εαυτόν του, έτσι που να μην ακολουθή την «κατ' ευθείαν», αλλά την κυκλική κίνησι που είναι απλανής, το να μην περιφέρει τα μάτια του εδώ και εκεί, αλλά και να στηρίζει όπως σε κάποιο στήριγμα εις το στήθος του. Συστρέφοντας δηλαδή όσο μπορεί εξωτερικά τον εαυτόν του σαν κύκλο, παρόμοια με την κυκλική κίνησι του νοός του που επιδιώκει μέσα του, με το σχήμα αυτό του σώματος θα στείλη μέσα εις την καρδιά και την δύναμι του νου που διαχέεται έξω με την όρασι».

Η επιστροφή αυτή προς τον εαυτόν του είναι πάρα πολύ δύσκολο και κοπιαστικό έργο. Αν όμως υπομείνη με πολύ ταπείνωσι εις την επιστροφή αυτή του νοός του εις την καρδίαν και τον εγκλεισμόν επί πολύν χρόνον εντός της καρδίας και επιτύχει την ανύψωσίν του προς τον Θεόν, εμποδίζοντας με ισχυρή βία την τάσι της διανοίας να ασχολήται με πολλά θέματα, τότε πλησιάζει προς τον Άγιο Θεό νοερά και γεύεται από τώρα την αιώνιο ζωή και τα αγαθά που χαρίζει ο Κύριος, όπως λέγει ο ιερός ψαλμωδός «γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος» (Ψαλ. 33, 9).
Την δυσκολίαν του έργου αυτού, αλλά και τα αγαθά που αναμένουν όσους υπομείνουν αυτόν τον κόπον υπογραμμίζει σαφέστατα ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο καθηγητής της νοεράς προσευχής, λέγων: «Οποιοσδήποτε κόπος άλλης αρετής είναι μικρός και ευκολότατος, αν συγκριθή με αυτόν. Δια τούτο και πολλοί που αφήνουν την προσπάθεια εξ αιτίας της στενοχώριας της προσευχητικής αρετής, δεν αξιώνονται να φθάσουν τον πλούτο των θείων χαρισμάτων. Εκείνοι όμως που υπομένουν, τους περιμένουν μεγαλύτερες εκδηλώσεις της θείας βοηθείας, σύμφωνα με τον λόγο του προφήτου: «Όσοι υπομένουν, θα βγάλουν φτερά. θα ανανεωθή η ισχύς τους» (Ησαΐας 40, 31)» (Γρηγορίου Παλαμά, Τόμος Δ' Περί προσευχής και καθαρότητος καρδίας, σελ. 133).

Μεγαλύτερος εργάτης του εγκλεισμού του νοός εις την καρδίαν και εκφραστής όλων των καταστάσεων της νοεράς προσευχής κατά τους νεωτέρους χρόνους, νομίζω, πως δεν είναι άλλος, παρά ο παππούς Ιωσήφ. Περιγράφει πολύ παραστατικά τον κόπον, αλλά και τον πόλεμον που εδέχετο από τα φοβερά δαιμόνια, επειδή ασκούσε αυτό το ιερό έργον: «Έκτοτε λοιπόν ήρχισαν οι άγριοι πόλεμοι, όπου δεν με άφηναν ησυχίαν ημέραν και νύκτα. Άγριοι πόλεμοι! Μήτε ώρα να ησυχάσω. Επίσης και εγώ μανίαν εις αυτούς. Εξ ώρας καθήμενος εις προσευχήν τον νουν δεν εσυγχώρουν να βγη από την καρδίαν. Από το σώμα μου ο ιδρώτας έτρεχεν ωσάν βρύσι. Ξύλον αλύπητα. Πόνος και δάκρυα. Νηστεία και ολονύκτιος αργυπνία. Και επί τέλους κατέπεσα.

Όλα οκτώ έτη κάθε νύκτα μαρτύριον. Έφευγαν οι δαίμονες και εφώναξαν. Μας έκαψε! Μας έκαψε! Όπου έτυχε μίαν νύκτα και τους ήκουσε και ο πλησίον μου αδελφός ξενιζόμενος, ποίοι ήσαν αυτοί όπου εφώναζαν» (Γέροντος Ιωσήφ, Έκφρασις Μοναχικής εμπειρίας, έκδοσις Ι. Μονής Φιλοθέου, σελ. 210).

Δια να έχη καρπόν αυτή η κατάστασις της νοεράς προσευχής χρειάζεται πολύ προσοχή και νήψι, δια τούτο και επισημαίνει: «Θα κουρασθής πολύ, έως ότου καταλάβης ότι προσευχή χωρίς προσοχή και νήψι είναι απώλεια χρόνου. κόπος χωρίς πληρωμήν. Πρέπει εις όλας τας αισθήσεις μέσα και έξω να στήσης φύλακα την προσοχήν. Διότι χωρίς αυτής ο νους και αι δυνάμεις της ψυχής διαχέονται εις τα μάταια και συνήθη, ωσάν, το άχρηστο νερό που τρέχει στους δρόμους» (Ενθ' ανωτέρω, σελ. 42).

Και ο Γέροντας Εφραίμ μας συμβουλεύει: «Τον νουν μας να τον τοποθετήσωμεν ωσάν φρουρόν, ωσάν επιστάτην, να παρακολουθή τον ενδιάθετον λόγον που λέγει την ευχή. επίσης να προσέχη την φαντασία, να μη δεχθή καμμία εικόνα» (Γέροντος Εφραίμ: Πατρικαί Νουθεσίαι, έκδοσις Ι. Μονής Φιλοθέου, σελ. 115).

Ο Γέροντας Εφραίμ επεξέτεινε και ανέλυσε περισσότερον την περιεκτικήν διδασκαλίαν του Γέροντός του Ιωσήφ και θεωρείται και πράγματι είναι σήμερα ο κυριώτερος διδάσκαλος της νοεράς προσευχής. Κατόρθωσε να μεταφέρη το έργον της Νηπτικής παραδόσεως του Αγίου Όρους εις πολλά του πνευματικά παιδιά εις τον κόσμον και κυρίως εις τα νέα φυτώρια των μοναστηριών που εφύτευσε εις Καναδά και Αμερικήν. Η Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου εις την Αριζόνα, την οποίαν έχει καταστήση κέντρον του πνευματικού του έργου, μέλλει να αναδειχθή εις μια μεγάλη Λαύρα, της οποίας η προσφορά εις τον σύγχρονον κόσμον θα είναι ανυπολόγιστη.

Πατρικά, ο Γέροντας Εφραίμ μας νουθετεί: «Βιάζεσθε, παιδιά μου, εις την ευχήν του Ιησού μας. Αυτή θα γίνη τα πάντα. και τροφή και πόμα, και ένδυμα και φως και παρηγοριά και ζωή πνευματική. Τα πάντα γίνεται εις τον κατέχοντα ταύτην. Χωρίς αυτήν το κενόν της ψυχής δεν ικανοποιείται. Τον Χριστόν θέλετε να αγαπήσετε; Την ευχήν νοσταλγήσατε και την ταπείνωσιν εγκολπώσασθε και τότε θα γνωρίσητε ότι η Βασιλεία του Θεού εντός ημών εστίν» (Γέροντος Εφραίμ, Ενθ' ανωτέρω, σελ. 108).
Επίλογος
Ο νους εκ νεότητος είχε συνηθίσει να διασκορπίζεται εις τα πράγματα του κόσμου και οι φαντασίες και οι πονηροί λογισμοί ευρήκαν έτσι τη ευκαιρίαν να εισέλθουν εις την καρδίαν, με την αδράνειαν αυτήν του νοός. Δια τούτο ο άνθρωπος γίνεται όχι ναός της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, αλλά εργαστήριον της ανομίας και καταγώγιον των πονηρών πνευμάτων.

Ο νους τώρα δια της νοεράς προσευχής εισέρχεται εις την καρδίαν. Δια της επιστασίας του κλείεται η θύρα του ενδιαθέτου λόγου6 και δεν αφήνει τα πονηρά πνεύματα να λέγουν δι' αυτού τους πονηρούς λογισμούς τους οποίους θέλουν. Δια τούτο είπε ο Ιωάννης της Κλίμακος: «Να κλείνης την θύρα του κελλιού σου για να μην εξέρχεται το σώμα σου, την θύρα της γλώσσης σου για να μην εξέρχωνται λόγια, και την εσωτερική πύλη της ψυχής σου για να μην εισέρχωνται τα πονηρά πνεύματα» (Ιωάννου του Σιναΐτου: Κλίμαξ, Λόγος ΚΖ', Περί ησυχίας, 17).
Η επιστροφή αυτή του νοός εις την καρδίαν και η επιμονή εις αυτήν την εργασίαν και η φυλακή και η τήρησις της νοεράς προσευχής καθιστούν τον νουν ικανόν να βλέπη τας κακάς κλίσεις της καρδίας του, τας πονηράς κινήσεις των λογισμών του, τας επιβουλάς και τας κλοπάς των πονηρών πνευμάτων.

Βλέπει εκεί εις το βάθος της καρδίας, όλα τα σφάλματά του καθαρά και επικαλείται τον Ιησούν εις βοήθειαν και πενθεί και μετανοεί και λυπείται και αποκτά ταπείνωσιν αληθινήν. Δια τούτο πάλι ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος είπε: «Την πνευματικήν σου κατάστασι θα σου την φανερώση η προσευχή σου. Οι θεολόγοι άλλωστε εχαρακτήρισαν την προσευχή καθρέπτη του μοναχού» (Ιωάννου του Σιναΐτου, Κλίμαξ, Λόγος ΚΗ', 38).

Την σπουδαιότητα της νοεράς προσευχής τονίζει και ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης με τα εξής γλαφυρά λόγια: «Παρακαλώ λοιπόν θερμώς, να καταγίνησαι και εις την καρδιακήν ταύτην και νοεράν προσευχήν. Και ταύτην έχε έργον αδιάλειπτον και παντοτινόν, λαλών εν τη καρδία σου, δια του ενδιαθέτου λόγου το γλυκύ και κοσμοπόθητον και παντοπόθητον όνομα του Ιησού. τον Ιησούν νοών δια του νοός σου. τον Ιησούν ποθών και ακολουθών (κυνηγών) δια της θελήσεώς σου. προς τον Ιησούν επιστρέφων όλας τας δυνάμεις της ψυχής σου. και το παρά του Ιησού εκζητών έλεος μετά συντριβής και ταπεινώσεως» (Νικοδήμου του Αγιορείτου: Συμβουλευτικόν εγχειρίδιον, σελ. 121).

Ο διάλογος αυτός της μετανοίας, ο οποίος έχει Γραφικήν και Πατερικήν κατοχύρωσιν, εγράφη δια την αμαρτωλήν μου ψυχήν, όπως έλθη εις αίσθησιν και ίδη την ιδίαν αυτής γύμνωσιν και τα τραύματα αυτής και τακτοποιήση τα του οίκου αυτής, δια να μη αισχυνθή εν ώρα της εξόδου και της μελλούσης κρίσεως.
Η εμή αδυναμία ταύτα εσημείωσε μ.
21η Ιανουαρ. 2002 του Αγ. Μαξίμου του Ομολογητού.
Επίμετρον
Πώς θεραπεύεται ο μετεωρισμός;
Δια του εγκλεισμού του νοός εις τα βάθη της ψυχής. Όταν εισέλθη εκεί ο νους απεργάζεται το πνευματικό μέλι. Όπως η μέλισσα μέσα στην κυψέλη εγκλείεται και παρασκευάζει το μέλι, έτσι και ο νους.
Εγκλειόμενος εκεί ο νους, δίδει χαράν και δύναμιν εις την ψυχήν, διότι γίνεται μία σύναξις των δυνάμεων της ψυχής.
Ο νους πολλές φορές βλέπει εκεί το σκότος της ψυχής και την ασθένειαν αυτής. Η όρασις αυτή του νοός φέρει πένθος εις την ψυχήν εκ του οποίου προκαλούνται δάκρυα δια των οποίων καθαρίζεται η ψυχή. Έτσι ολίγον κατ' ολίγον αρχίζει να καθαρίζεται και να αποκτά αυτογνωσίαν και αληθινήν ταπείνωσιν.
Διατί αμαρτάνομεν;
Διότι αγνοούμεν την αξίαν και το κάλλος της ψυχής. Όταν η ψυχή διατηρή την τάξιν αυτής και δεν εκπίπτει εκ της αξίας όπου την έθεσε ο ποιητής, απολαμβάνει όλες τις δωρεές του Ουρανίου Πατρός και δεν έχει ουδεμίαν άλλην ανάγκην. Έχει εσωτερικήν παρηγορίαν και παράκλησιν.
Όταν όμως αποκόπτεται από την επικοινωνίαν μετά του Ουρανίου Πατρός, αρχίζει να στρέφεται προς τα κτίσματα και δια των αισθήσεων να απολαμβάνη αυτά. Η στροφή και η επιθυμία προς τα κτίσματα εμπεριέχει πολλάκις την αμαρτία και τον εξ αυτής θάνατον.
Η ψυχή ελησμόνησε το θείον κάλλος και την θείαν αυτής ευγένειαν και στρέφεται προς τα κτίσματα να παρηγορηθή. Από το σημείον αυτό αρχίζει η εκτροπή της ψυχής εκ της αληθείας και γίνεται η αρχή της αμαρτίας.
* * *
1. «Πρόσεχε, λοιπόν, σεαυτώ». Δηλαδή, ούτε τα δικά σου, ούτε τα γύρω από εσέ, αλλά πρόσεχε μόνον τον εαυτόν σου. Διότι άλλο πράγμα είμεθα ημείς οι ίδιοι και άλλο πράγμα τα δικά μας και άλλο τα γύρω από εμάς. Ημείς είμεθα η ψυχή και ο νους, διότι έχομεν πλασθή σύμφωνα με την εικόνα του κτίστου μας. Μ. Βασιλείου Έργα, Τόμος 6ος, σελ. 223. «Ο λύχνος του σώματος εστιν ο οφθαλμός. Εάν ουν ο οφθαλμός σου απλούς η, όλον το σώμα σου φωτεινόν έσται...» (Ματθ. στ' 22).
2. Ι. Δαμασκηνού έργα, Ε.Π.Ε. Τόμος 1, σελ. 213.
3. Οίκος και ταμείον είναι η καρδία του ανθρώπου. Μήτηρ και συλλαβούσα είναι η Σοφία του Θεού, η οποία τα πάντα εποίησε, καθώς και την καρδίαν.
4. Μόνον η κυκλική αυτή κίνησις του νοός είναι απλανής, επειδή εις αυτήν δεν μπορεί να εισέλθη η πλάνη του διαβόλου. Εις τας δύο άλλας κινήσεις του νοός, την ευθείαν και ελικοειδή προχωρεί η πλάνη και η απάτη του διαβόλου. Κατά τον Διονύσιον Αεροπαγίτην.
Ευθεία κίνησις του νοός είναι: όταν ο νους από τις εικόνες των αισθητών πραγμάτων αναβιβάζεται εις την νοητήν αυτών θεωρίαν.
Ελικοειδής δε κίνησις του νοός είναι: όταν ο νους φωτίζεται τας θείας γνώσεις όχι νοερώς, αλλά συλλογιστικώς και μεταβατικώς. Αποτελεί δηλ. μικτήν κίνησιν κυκλικής και ευθείας.
Δια τούτο ασφαλεστέρα είναι η κυκλική κίνησις του νοός, η οποία επιτυγχάνεται δια της επιστροφής του νοός εις την καρδίαν και της νοεράς προσευχής που λέγεται ταυτοχρόνως.
5. Δια της προσευχής αυτής το σώμα λαμβάνει τρόπον τινά σχήμα κυκλικόν. Και ο προφήτης Ηλίας, όταν έλυσε εκείνην την πολυχρόνιον ξηρασίαν (Βλέπε Γ' Βασιλειών, ιη', 42) ανέβη εις το Καρμήλιον όρος, έσκυψε επί την γην και έθεσε το πρόσωπον αυτού ανάμεσα εις τα γόνατα αυτού. Δια ποίον λόγον; Δια να συγκεντρώση δια του τρόπου αυτού περισσότερον τον νουν του και φιλοπονώτερον να προσευχηθή προς τον Θεόν. (Φιλοκαλία τόμος Δ' Γρηγορίου του Παλαμά, Λόγος υπέρ των ιερώς ησυχαζόντων σελ.127).
6. Ενδιάθετος λόγος είναι: Ο νους χρησιμοποιεί το λογιστικόν, δηλαδή τον ενδιάθετον λόγον της καρδίας, δια του οποίου σκεπτόμεθα, κρίνομεν και αποφασίζωμεν, χωρίς να λαλή το στόμα. Αυτόν τον ενδιάθετον λόγον χρησιμοποιεί τώρα ο νους και λέγει την ευχήν: Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με.
Περιοδικόν Ο Όσιος Φίλοθεος της Πάρου
Τεύχος 5 Μάιος - Αύγουστος 2002
Εκδόσεις "Ορθόδοξος Κυψέλη"

Ποιοί είναι οι καρποί της Ευχής του Ιησού;




Γέροντας Κλεόπας Ηλιέ
Ποιοι είναι οι καρποί της ευχής του Ιησού;
Ο πρώτος καρπός της ευχής του Ιησού είναι η αποβολή των νοερών παραστάσεων από τις ματαιότητες του κόσμου, κατά τον άγιο Διάδοχο, ο οποίος λέγει: «Αυτά που είχαν μπει παλαιότερα στην καρδιά του ανθρώπου εξαφανίζονται μαζί με όλες τις ωραιότητες της ζωής».
Ο δεύτερος καρπός της ευχής είναι η φοβερά θέα της ασω­τίας της ψυχής, η οποία εκδηλωνόταν με τις σωματικές αισθήσεις και τους κακούς λογισμούς. Απ' αυτή την θέα αποκτά ο άνθρωπος ταπείνωσι, πένθος, δάκρυα, όπως λέγη ο άγιος Γρηγόριος ο Παλα­μάς.
Ο τρίτος καρπός της καρδιακής προσευχής είναι ότι, με την επιστροφή του νου στην καρδιά, τόσο ο νους όσο και η καρδιά του ανθρώπου, γίνονται σαν ένας καθαρός καθρέπτης στον οποίον ο ίδιος ο αγωνιστής γνωρίζει τις πονηρές κινήσεις των σκέψεών του και καλεί τον Ιησού σε βοήθεια.
Ο τέταρτος καρπός είναι η αγνότης της φύσεως, καθότι το έργο της καθαρότητος της φύσεως είναι υπεράνω αυτής της φύσε­ως, ως δοσμένο από την Θεία Χάρι του Παναγίου Πνεύματος.
Ο πέμπτος καρπός της προσευχής είναι ότι, μπαίνοντας ο νους στην καρδιά για να μιλήση εκεί με τον ενδιάθετο λόγο, κατα­κλύζεται από μεγάλη χαρά και πνευματική ευφροσύνη, όπως δηλώνη γι' αυτά ο Ιωσήφ Βρυένιος.
Ο έκτος καρπός της ευχής είναι ότι με αυτή την προσευχή κατασκηνώνει η Χάρις του Θεού μυστικά μέσα στην καρδιά.
Ο έβδομος καρπός είναι ότι με την αδιάλειπτη μνήμη του Ονόματος του Ιησού, γεννάται στην ψυχή η αγάπη προς τον Χρι­στό. (Βλέπε «Φυλακή των πέντε αισθήσεων» του αγίου Νικόδημου του Αγιορείτου).
Άλλοι καρποί της προσευχής είναι: Η συμμάζωξις των λο­γισμών, η ευλάβεια, η προσοχή επί του εαυτού μας, η ταπείνωσις, ο φόβος του Θεού, η μνήμη του θανάτου, η ειρήνη της καρδιάς και των λογισμών, η συγκέντρωσις της προσοχής στην καρδιά και η πνευματική θερμότης.
Ιερομονάχου Κλεόπα Ηλιέ
«Πνευματικοί Λόγοι»
Εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη»
Θεσσαλονίκη 1992

Μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης, Ιερατική αυτογνωσία







Ιερατική αυτογνωσίαΓράφει ο μοναχός Μωυσής, ΑγιορείτηςΟ αγαπητός πρωτοσύγκελος της ακριτικής ιεράς μητροπόλεως Φλωρίνης αρχιμανδρίτης Ιουστίνος Μπαρδάκας από ετών εργάζεται αθόρυβα στο έργο της πνευματικής τροφοδοσίας. Μαθήτευσε στον μαχητικό μητροπολίτη Αυγουστίνο και στον ταπεινόφρονα σημερινό μητροπολίτη Θεόκλητο. Καρπός του έργου του και της εμπειρίας του είναι το πρόσφατο βιβλίο του “Θέματα ιερατικής αυτογνωσίας”.Είναι γεγονός πως πάντοτε αλλά ιδιαίτερα σήμερα στην ιερατική διακονία είναι απαραίτητη η αυτογνωσία. Η ευθύνη ενός ιερέως είναι μεγάλη, γι’ αυτό χρειάζεται μεγάλη προσοχή, μελέτη, συμβουλή και αυτογνωσία. Είναι επιτακτική η ανάγκη του αυτοέλεγχου, της αυτοπαρατήρησης, της ενδοσκαφής, του αυτοκαθαρμού, καθώς αναφέρει προλογικά ο πνευματικός πατέρας του συγγραφέα μητροπολίτης Θεόκλητος. Ο π. Ιουστίνος σεμνά και ταπεινά και με λίγα λόγια ευχαριστεί όσους τον βοήθησαν στη ζωή του, στην έκδοση και στην πραγματοποίηση των ενδιαφερουσών ομιλιών του.Οι ομιλίες είναι επαγωγικές, τεκμηριωμένες, σαφείς, εύληπτες και αξιόλογες. Τα θέματά τους αγγίζουν τις καρδιές των αναγνωστών. Μιλούν για το γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα, για εμπειρία και όχι στοχασμό, για ευσέβεια και ευλάβεια και όχι για ευσεβισμό και ηθικισμό. Δεν θέλει ο συγγραφέας επ’ ουδενί να σκανδαλίσει, αλλά να εντοπίσει τις αφορμές των πληγών, για να μην ασθενήσει όλο το σώμα. Η ιεροσύνη σκοπό έχει να ευλογήσει, αγιάσει, κατηχήσει, διδάξει και ποιμάνει τον λαό. Να τον διορθώσει, να τον παρηγορήσει, να τον ελεήσει και να τον φωτίσει. Η διακονία του κάθε ιερέως θα πρέπει να γίνεται με πιστότητα, αυταπάρνηση, αυτοθυσία, ανιδιοτέλεια, φιλανθρωπία, γνώση και διάκριση. Πρόκειται για έργο σημαντικό, σοβαρό, ιερό και θεάρεστο.Το έργο αυτό θα πρέπει οπωσδήποτε να έχει κάθε δυνατή επιμέλεια, συνέπεια, υπομονή, αγάπη, αφιλοχρηματία, ακεραιότητα και εγκυρότητα. Ο ίδιος ο Χριστός έδωσε υπόδειγμα τέλειο άριστου και καλού ποιμένος. Ο ιερεύς είναι πάντοτε απλός, λιτός και ταπεινός διάκονος των μυστηρίων του Θεού και του πιστού λαού. Το κύριο έργο του ιερέως είναι να οδηγήσει το ποίμνιό του στη σωτηρία. Για να δώσει όμως πρέπει να έχει. Αν δεν έχει τι να δώσει;Γι’ αυτό είναι απαραίτητη η γνώση και η διόρθωση του εαυτού, η αυτοκριτική και η αυτογνωσία. Η μεγάλη εξωστρέφεια και η συνεχής υπερδραστηριότητα μπορεί να είναι σε βάρος του όλου πνευματικού έργου, όπως και η επικίνδυνη αυτάρκεια. Ο φαρισαϊσμός είναι ύπουλος εχθρός που πάντοτε καιροφυλακτεί να κλέψει και κάθε καλό με το νοσηρό φρόνημά του. Η αγάπη της θείας λατρείας, της προσευχής, της μελέτης και της ασκήσεως θα συνδράμουν στην ενδυνάμωση του ιερέως. Τότε το κήρυγμά του θα είναι προσεγμένο, τα έργα του σεμνά και η ζωή του φωτεινή.Η θέση του επισκόπου στην Εκκλησία είναι ενοποιός και πηγή χαρίτων. Ο ιερεύς πρώτα από όλα θα πρέπει να είναι διακριτικός, ειλικρινής, με πολλή αγάπη και φόβο Θεού. Η αγάπη όμως να μη γίνεται συναισθηματικά και νοσηρή. Ο ιερεύς θα πρέπει όλους να τους πλησιάζει το ίδιο, παιδιά, νέους, γυναίκες, άνδρες, γέρους, ρασοφόρους και μη. Τέλος θίγει ένα θέμα που συχνά απασχολεί τους εκκλησιαστικούς κύκλους, τις σχέσεις μεταξύ μονής και ενορίας. Εύστοχα καταλήγει: “Είναι αναγκαίο και απαραίτητο όλοι μας, μοναχοί και ιερείς, εφημέριοι, μονές και ενορίες, να προχωρήσουμε πάνω στα ίχνη που βάδισαν οι άγιοι πατέρες μας, για να διασφαλιστούμε από τον φοβερό πειρασμό της εκκοσμίκευσης, που σαν σαράκι κατατρώγει το ορθόδοξο δόγμα και το ορθόδοξο ήθος μας…”.Το βιβλίο αυτό του αγαπητού π. Ιουστίνου είναι επιμελημένο εκδοτικά, έχει 200 σελίδες, είναι γραμμένο σε γλώσσα στρωτή και καταθέτει υψηλά νοήματα με απλό τρόπο. Απευθύνεται κυρίως στους ιερείς, αλλά όχι μόνο. Αν μελετηθεί προσεκτικά έχει αρκετά να ωφελήσει πολλούς. Τέτοια βιβλία είναι χρήσιμα. Δεν χάνεις τον καιρό σου με αερολογίες. Έχουν κάτι το βαρυσήμαντο να καταθέσουν και κάτι το ενδιαφέρον να πουν. Στην Ελλάδα έχουμε σήμερα περίπου 9.000 ιερείς και 6.000 μοναχούς και μοναχές. Ανάμεσά τους είναι όχι μόνο μορφωμένοι αλλά και πολλοί που λατρεύουν την Εκκλησία και πονούν τον τόπο τους. Ένας τέτοιος είναι ο π. Ιουστίνος και το αποδεικνύει με το παρόν πόνημά του.«Μακεδονία»2/10/2011/

Τα νεκρά κόκαλα δεν ήταν και τόσο νεκρά....


Α΄
Περιπέτεια στ' Αγιονόρος

πηγή φώτο-www.crestinortodox.ro
Κάποιος, κάπου, κάποτε πήγε για επίσκεψη στο Άγιο Όρος. Επίσκεψη και όχι προσκύνημα! Σχεδίαζε να παραμείνει στον Άθωνα έξι μέρες, μόλις όμως γνώρισε από κοντά τη μοναστική ζωή των αγιορειτών μοναχών άλλαξε γνώμη και δεν έβλεπε την ώρα να επιστρέψει στον πολιτισμό, όπως ο ίδιος το έθετε και το διαλαλούσε με μεγάλο θράσος. Έφτασε στην Ι. Μονή Σταυρονικήτα, η οποία θα ήταν και ο τελευταίος σταθμός της αρχικά εξαήμερης εν τέλει τριήμερης περιήγησής του. Μάλιστα, κορόιδευε την παρέα του, διότι, όπως έλεγε, έβλεπαν τα πράγματα διαφορετικά και όχι όπως εκείνος, που μέτραγε τις ώρες για να βγει στον έξω κόσμο και επιτέλους να ελευθερωθεί.
Στην είσοδο τις μονής τους υποδέχτηκε ο καλόγερος με λουκούμι και ρακί, έδειξε στους επισκέπτες-προσκυνητές τα δωμάτιά τους και τους ενημέρωσε για το πρόγραμμα των ακολουθιών. Η ώρα ήταν 12.00 το μεσημέρι και στις 16.00μ.μ. είχε εσπερινό.


Ο φίλος μας την προηγούμενη μέρα είχε παραστεί σε αγρυπνία που διήρκεσε 12 ώρες. Αμέσως λοιπόν έπεσε για ύπνο και το μόνο που άκουσε ήταν το σήμαντρο, το οποίο σήμανε στις 16,00 ακριβώς και καλούσε όλους τους παρευρισκόμενους για τον εσπερινό. Ξύπνησε και σκουντουφλώντας κυριολεκτικά, έφτασε στο Καθολικό της μονής, όπου θέλοντας και μη παραβρέθηκε σωματικά στον εσπερινό. Και λέω σωματικά, διότι πνευματικά το μόνο που σκεφτόταν ήταν πότε θα ξεμπέρδευε, για να συνεχίσει τη δουλειά από την οποία τον έκοψε το καταραμένο σήμαντρο, έτσι έλεγε συνέχεια μέσα του.
Επιτέλους, τελείωσε ο εσπερινός, ο κόσμος όμως δεν έφευγε, καθώς περίμεναν να θέσουν σε προσκύνημα τα ιερά λείψανα αγίων, που φυλάσσονται στη μονή. Μέσα στο τσούρμο πήγε και αυτός. Καθώς έλεγε είχε πάρει το κολάι, αφού και στις άλλες μονές που είχε πάει δεν έκανε άλλη δουλειά από το να ασπάζεται νεκρά κόκαλα, που ούτε παλμό είχαν ούτε θερμότητα ούτε ανάβλυζαν μύρο, παρά τα όσα έλεγαν οι αγιορείτες πατέρες. Προσκύνησε λοιπόν και ετοιμαζόταν να φύγει, παρόλο που ο υπόλοιπος κόσμος παρέμενε εντός του Καθολικού, όταν ο Παππούλης που βρισκόταν εκεί είπε με σπαστή φωνή, όσο μπορούσε δυνατή: «Παιδιά μου σας παρακαλώ, σας παρακαλώ στο όνομα του γλυκού μας Ιησού, πείτε μου ποιο από σας δε μύρισε από τα ιερά λείψανα τη θεία ευωδιά που βγάζουνε»;

Εκείνος σταματάει ξαφνιασμένος στην είσοδο, αυτό δεν το είχε ξανακούσει σε κανένα μοναστήρι. Αμέσως, πηγαίνει μπροστά στον παπά και με ύφος προκλητικό του λέει: «Εγώ». Τότε ξεπετάχτηκαν και καμιά δεκαριά ακόμη. Ο σεβάσμιος ιερέας πηγαίνει μπροστά στα ιερά λείψανα και με γλυκιά φωνή αρχίζει να ψέλνει το τροπάριο του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτη.
Το πρόσωπο του, κίτρινο από τις χημειοθεραπείες, άρχισε να λάμπει τόσο πολύ, που στο τέλος δεν μπορούσες να το κοιτάξεις. Ο γνωστός αυτός φοβήθηκε από αυτό που είδε και τότε συνειδητοποίησε ότι την ίδια στιγμή τα ιερά λείψανα άρχιζαν να ευωδιάζουν τόσο έντονα και γλυκά, που δε χόρταινες να εισπνέεις. Σε λίγο, το πρόσωπο του ιερέα σταμάτησε να φωτίζει, όμως η θεία ευωδιά από τα οστά ήταν τόσο έντονη, που ξεχύθηκε έξω από το Καθολικό, απλώθηκε σε όλη τη μονή και ακολουθούσε τους επισκέπτες ακόμη και στην Τράπεζα [=τραπεζαρία] και στα δωμάτια τους. Όσοι την είχαν αμφισβητήσει, έκλαιγαν σα μωρά παιδιά και έλεγαν ότι εξαιτίας των αμαρτημάτων τους δεν μπορούσαν να την μυρίσουν αρχικά. Τη νύχτα κανείς δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. Την άλλη μέρα ξεκίνησαν για την Ι. Μονή Ιβήρων. Η μυρωδιά τους ακολουθούσε ως τα μισά του δρόμου...

Β΄
«Χριστός ανέστη, κοκαλάκια μου», «Αληθώς ανέστη, αδελφέ!»




«Συνέβη το Πάσχα του 1935, στο αγιορείτικο μοναστήρι του Αγίου Παύλου. Μετά τον εσπερινό της Αγάπης συνηθίζεται να συνάζονται όλοι οι πατέρες στο αρχονταρίκι και να ανταλλάσσουν ευχές με τον ηγούμενο και μεταξύ τους. Ο νεόκουρος μοναχός π. Θωμάς [=καινούργιος μοναχός, νέος στην "κουρά" = την τελετή με την οποία κάποιος γίνεται μοναχός] μη γνωρίζοντας την τάξη, πήγε με τους γεροντότερους μοναχούς μπροστά μπροστά. Ο ηγούμενος τον είδε και τον παρατήρησε. Ο π.Θωμάς είπε το «ευλόγησον» [=δέχτηκε την παρατήρηση].


Τότε ο καθηγούμενος π. Σεραφείμ γύρισε και είπε στον π. Θωμά: «Πάτερ Θωμά, πήγαινε, σε παρακαλώ, κάτω στο οστεοφυλάκιο να πείς στα οστά των κεκοιμημένων πατέρων το «Xριστός Aνέστη» και έλα μετά πάλι εδώ».


<><><><> <><><><> <><><><> <><><><> <><><><>
Κρανία άγνωστων μοναχών, που ανάβλυσαν άρωμα (μύρο) ξαφνικά, μπερδεμένα μέσα σε δεκάδες άλλα, σε μοναστήρι της Άνδρου (δες εδώ - η φωτο από εδώ)



O π. Θωμάς, ο απλός, ο ταπεινός, ο πρόθυμος εργάτης της υπακοής, χωρίς να σκεφτεί καθόλου, έτρεξε στο οστεοφυλάκιο και είπε μεγαλόφωνα: «Πατέρες και αδελφοί, ο ηγούμενος με έστειλε να σας πω το "Xριστός Aνέστη"». Και τότε συνέβη το υπέρλογο γεγονός. Όλα τα οστά σκίρτησαν, έτριξαν, χόρεψαν, αναπήδησαν! Ένα κρανίο, μάλιστα, σηκώθηκε έως ένα μέτρο ψηλά και απάντησε στον χαιρετισμό του γέροντα: «Αληθώς Ανέστη ο Κύριος». Αμέσως έγινε και πάλι νεκρική σιγή. Ο π. Θωμάς επέστρεψε πίσω σε περίπου δέκα λεπτά,καθώς το κοιμητήριο και το οστεοφυλάκιο της Μονής βρίσκεται κοντά στο αρχονταρίκι.

είδε ο ηγούμενος τον ρώτησε αν είπε το «Χριστός Ανέστη» στους κεκοιμημένους. Εκείνος απ
Μόλις τον άντησε καταφατικά. Τότε ο ηγούμενος ξαναρώτησε «Και σου απάντησαν;».

Χαρούμενος ο απλούστατος π. Θωμάς είπε ότι του απάντησαν οι νεκροί το «Αληθώς Ανέστη», διηγήθηκε όλο το συμβάν στον ηγούμενο και εκείνος έκπληκτος τον ρώτησε ξανά και ξανά για να επιβεβαιώσει ότι δεν άκουσε λάθος.
Ο ευλογημένος π. Θωμάς νόμιζε πως αυτό ήταν το τυπικό που συμβαίνει κάθε χρόνο στο μοναστήρι και δε τού φάνηκε κάτι ιδιαίτερο!»

Το περιστατικό έχει καταγράψει ο παλιός και σεβαστός αγιορείτης, επίσκοπος Ροδοστόλου π.Χρυσόστομος, από παλαιούς αγιοπαυλίτες οι οποίοι ήσαν παρόντες στο συμβάν.

Κυριακή Β' Λουκά - Θελητής Ελέους


[passion.jpg]
«Αυτός χρηστός εστίν έπί τούς αχάριστους και πονηρούς».
Μια όψη της θείας αγάπης: Ό Κύριος στη σημερινή ευαγγελική περικοπή μας αποκαλύπτει ένα ιερό μυστήριο. Μας φανερώνει ένα υπέροχο ιδίωμα της θεότητος. Ό Θεός, με την άπειρη αγιότητα, μας λέει, δεν βιάζεται να πιάσει στο χέρι το ζυγό της δικαιοσύνης, να κρίνει, να δικάσει, να χτυπήσει. Φέρεται και σ’ αυτούς τους πονηρούς και αχάριστους με πατρική αγάπη και καλοσύνη. Ας εμβαθύνουμε στην αλήθεια αυτή με ιερό δέος.
Συμπεριφορά αγάπης.
Για τον Θεό και ό πιο αμαρτωλός άνθρωπος είναι ένα παιδί του. Και του φέρεται πάντα και του μιλάει με απέραντη στοργή και θεϊκή καλοσύνη.Αν θέλετε ένα παράδειγμα ζωντανό, χειροπιαστό, θα το βρείτε στο πρόσωπο του πιο πονηρού και του πιο αποκρουστικού άνθρω που, πού γνώρισαν οι αιώνες, του Ιούδα. Ό Διδάσκαλος γνώριζε με απόλυτη ακρίβεια το βάθος του και τις προθέσεις του και τις κινήσεις του. Και όμως δεν του απευθύνει τον παραμικρό λόγο, πού να φανερώνει αποστροφή. Εξακολουθεί να του φέρεται όπως φερόταν στους έντεκα, να του μιλάει όπως μιλούσε στους έντεκα, να τον άγαπάει όπως αγαπούσε τούς έντεκα.
Με τη χρηστότητά του αύτη ό Θεός φανερώνει πώς είναι γεμάτος στοργή. Πώς βλέπει όλους τούς ανθρώπους με τον ίδιο τρόπο της απέραντης αγάπης. Ακριβώς όπως ό ήλιος στέλνει με τον ίδιο τρόπο τις ακτίνες του και οπούς χώρους πού φυτρώνουν άνθη και στους βάλτους πού είναι μολυσμένοι από τις βρωμιές.
Ανάμεσα στο πλήθος των ανθρώπων δεν θα υπάρξει ούτε ένας πού με διάθεση μετανοίας θα αναζήτηση τον Κύριο και, απογοητευμένος, θα πει: «εγώ σήκωσα τα μάτια στον Θεό και είδα οργισμένο το βλέμμα του» ή «ένιωσα την καρ διά τον Θεού να είναι αδιάφορη και ασυγκίνητη απέναντι μου». Ένας θείος σπινθήρας αγάπης εκπέμπεται σε κάθε στιγμή από τη θεϊκή καρδιά προς τον άνθρωπο, τον οποιονδήποτε άνθρωπο, ακόμα και τον πιο σκληρό και αμαρτωλό και πωρωμένο. 'Άραγε γιατί;
Γιατί αγαπά το έλεος.
Είναι «θελητής ελέους» (Μιχ. ζ' 18). Επιδιώκει να δημιουργήσει τέτοιες συνθήκες συναισθήσεως και μετανοίας στον καθένα από τούς αμαρτωλούς ανθρώπους, ώστε να δοθεί ή ευκαιρία να τον ελεήσει και να τον σώσει. Ό προφήτης Ιε ζεκιήλ μας μεταφέρει τον φλογερό πόθο του Θεού: «μή θελήσει θελήσω τον θάνατον του ανόμου, ώς το άποστρέψαι αυτόν έκ της οδού της πονηράς και ζην αυτόν;» (ιη' 23).
Δεν θέλω με κανένα τρόπο και δεν καταδικάζω αμέσως τον αμαρτωλό σε θάνατο, γιατί περι μένω τη στιγμή πού θα επιστρέψει. Και ό θεόπνευστος απόστολος, ό Παύλος, μας μεταφέρει την ίδια αλήθεια. Ό Θεός, λέει, «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις έπίγνωαιν αληθείας έλθείν» (Α' Τιμόθ. β' 4).
Σκεφτείτε τον πατέρα, τον πονεμένο πατέρα, πού τον εγκαταλείπει το άσπλαχνο παιδί του. Αυτό γυρίζει έδώ κι εκεί, σκορπίζει τον πατρικό πλούτο, μολύνει το τιμημένο όνομα, δεν γυρίζει να πει ή να γράψει ούτε μια λέξη στον θλιμμένο πατέρα. Κι ό πατέρας, με την ευαίσθητη καρδιά, δέχεται την προσβολή, νιώθει να του σπαράζει τα σπλάχνα κοφτερός πόνος. Κι όμως δεν επιτρέπει να βγει από τα χείλη του ούτε μια πικρή φράση ούτε μια λέξη αποδοκιμασίας και καταδίκης. Με θλιμμένο και μαραμένο πρόσωπο, με κλαμένη καρδιά πιάνει και γράφει στον αποστάτη του γιο λόγια αγάπης και του στέλνει από τα πατρικά αγαθά, για να μπόρεσει να τον τραβήξει και πάλι στην πατρική στέγη και να τον σώσει.
Τέτοια είναι ή χρηστότητα του Θεού απέναντι στους αμαρτωλούς ανθρώπους. Μια πληγωμένη και πονεμένη πατρική αγάπη, πού, παρ' όλες τις προσβολές, εξακο λουθεί να αγαπά και να περιμένει. Να περιμένει την επιστροφή και την μετάνοια.
Προσοχή όμως. Μεγάλη προσοχή, Ή επιείκεια και ή χρηστότητα του Θεού δεν είναι άδεια και ελευθερία για αμαρτία, αλλά προσμονή, πονεμένη προσμονή για την επιστροφή μας. Αν αυτή την προσμονή την περιφρονήσουμε, τότε μπροστά μας θα συναντήσου με τη δικαιοσύνη. Την ακριβή και απόλυτη δικαιοσύνη.
Πρέπει ή επιείκεια και ή αγά πη του Θεού πραγματικά να μας συγκινεί. Να φέρνει μέσα μας ώριμες σκέψεις και να μας κάνη να πέφτουμε μετανιωμένοι μπροστά του, μπροστά στον άγιο Πατέρα, ό όποιος, αν και λυπημένος από τη συμπεριφορά μας, εξακολουθεί να μας άγαπάει και να λαχταράει τη σωτηρία μας.
«ΖΩΗ» 23/09/2010

Κυριακή Β΄Λουκά – Δικαιοσύνη των εθνών (Του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)



Δικαιοσύνη τῶν ἐθνῶν

(Ομιλία του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)

«Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31)

ΑΚΟΥΣΑΤΕ, ἀγαπητοί μου, τὸ ἱερὸ καὶ ἅγιο Εὐαγγέλιο. Θέλω νὰ πιστεύω, ὅτι ὅλοι ἐσεῖς ἀγαπᾶτε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ δὲν περιμένετε νὰ ᾿ρθῇ ἡ Κυριακὴ γιὰ νὰ τὸ ἀκούσετε στὸ ναό – μιὰ φορὰ τὴν ἑβδομάδα, ἀλλὰ τὸ διαβάζετε τακτικά, καθημερινῶς· καὶ ὄχι μόνο τὸ διαβάζετε, ἀλλὰ καὶ προσπαθεῖτε καὶ ὡς ἄτομα καὶ ὡς οἰκογένειες νὰ τὸ ἐφαρμόζετε. Ἔτσι θὰ εἶστε εὐτυχισμένοι, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο τοῦ Κυρίου «Μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν»( Λουκ. 11, 28).

Ὑπάρχουν ὅμως κάποιοι ἄλλοι πού, ἅμα τοὺς πῇς, Διάβαζε τὸ Εὐαγγέλιο, κάνουν ἕνα μορφασμὸ εἰρωνείας καὶ λένε· Οὔφ, καημένε τώρα! τὸ Εὐαγγέλιο ἦταν… «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ»·πά λιωσε πλέον, τώρα νέες ἰδέες ἐπικρατοῦν… Τί ἔχουμε ν᾽ ἀπαντήσουμε σ᾿ αὐτούς; Ταλαίπωροι ἄνθρωποι! Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν εἶνε ὅπως τ᾿ ἄλλα βιβλία ποὺ παλιώνουν. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε πάντοτε νέο· καὶ χθὲς καὶ σήμερα καὶ αὔριο καὶ εἰς αἰῶνας αἰώνων( πρβλ. Ἑβρ. 13, 8)·εἶνε αἰώνιο. Τὸ Εὐαγγέλιο δὲν παλιώνει, ὅπως δὲν παλιώνει ὁ ἥλιος, ποὺ χιλιάδες τώρα χρόνια ἐξαποστέλλει φῶς παντοῦ. Τὸ Εὐαγγέλιο εἶνε ἕνας ἥλιος πνευματικὸς ποὺ φωτίζει τὸν κόσμο. Τὸ διαβάζουν οἱ λευκοί, οἱ μαῦροι, οἱ ἐρυθρόδερμοι, οἱ κίτρινοι, λαοὶ φυλὲς καὶ γλῶσσες, ἄνθρωποι ὅλων τῶν τάξεων, καὶ ὁμολογοῦν, ὅτι βιβλίο ἀνώτερο, ὑψηλότερο, ἁγιώτερο, σοφώτερο ἀπὸ αὐτὸ δὲν ὑπάρχει.

Ἀπόδειξις εἶνε τὰ λόγια τοῦ σημερινοῦ εὐαγγελίου. Τί μᾶς λέει· «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως»( Λουκ. 6, 31). Δώδεκα λέξεις εἶνε, ἀλλὰ μέσα σ᾽ αὐτὲς περικλείονται τὰ πάντα.

Ἐδῶ, ἀγαπητοί μου, ὁ Κύριος μᾶς ὑποδεικνύει τὸν τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦμε νὰ ζήσουμε ἁρμονικὰ μέσα στὴν κοινωνία· μᾶς δίνει ἕνα χρυσὸ κανόνα ποὺ πρέπει νὰ τηρήσουμε. Ὅ,τι δυσκολίες καὶ κοινωνικὰ προβλήματα ὑπάρχουν στὴν συμβίωσί μας, ὅλα, καὶ τὰ δυσ - κολώτερα ἀκόμα, λύνονται μὲ τὸν κανόνα αὐ τόν. Καὶ γιὰ νὰ δοῦμε ὅτι ὁ κανόνας αὐτὸς δὲν ἦταν μόνο γιὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ Χριστοῦ ἀλλὰ ἔχει ἰσχὺ σὲ κάθε ἐποχὴ καὶ μέχρι σήμερα, ἀναφέρω μερικὰ συγκεκριμένα παραδείγματα.

Μᾶς λέει ἐδῶ ὁ Κύριος· Προτοῦ νὰ κάνῃς κάτι,νὰ ρωτᾷς τὸν ἑαυτό σου. Ποιόν ἑαυτό· ὄχι τὸν διεφθαρμένο ἀλλὰ τὸν ἀναγεννημένο. Διότι ὁ καθένας μας ἔχει ἀκόμα μέσα του καὶ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, τὸν πρῶ το Ἀδὰμ ποὺ δουλεύει στὰ πάθη, καὶ τὸ νέο ποὺ γεννήθηκε μὲ τὸ βάπτισμα· φέρει δηλαδὴ ἐντός του ἕνα θηρίο καὶ ἕναν ἄγγελο. Τὸν ἄγγελο λοιπὸν νὰ ρωτήσῃς, δηλαδὴ τὴ συνείδησί σου. Προτοῦ νὰ κά νῃς κάτι, νὰ λές· Αὐτὸ ποὺ σκέπτομαι νὰ κάνω στὸν ἄλλο, θέλω νὰ τὸ κάνῃ ἐ κεῖνος σ᾽ ἐμένα;

Πιὸ συγκεκριμένα. Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πάῃ στὸ χωράφι σου καὶ νὰ σοῦ κάνῃ ζημιὰ στὰ δέντρα; Σ᾿ ἕνα χωριὸ στὰ σύνορα, πῆγε κά- ποιος τὴ νύχτα κ᾽ ἔκοψε μὲ πριόνι ὅλες τὶς ἐλιὲς τοῦ ἄλλου· καὶ ὅταν τὸ πρωὶ ἐκεῖνος εἶδε τὸ χωράφι του χωρὶς ἐλιές, ἔκλαιγε ὁ δυστυχής. Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ μετακινήσῃ - ν᾿ ἀλλάξῃ τὰ ὅρια τοῦ χωραφιοῦ σου; Θέλεις ὁ ἄλλοςνὰ βάλῃ φωτιὰ στὸ σπίτι σου καὶ νὰ τὸ κάψῃ;

Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ ἐργάζεσαι ἐσὺ καὶ νὰ μὴ σοῦ δίνῃ τὸ μισθό σου; Θέλεις νὰ σὲ κλέ ψῃ, νὰ σὲ ἀδικήσῃ; Ὄχι ὄχι, θ᾽ ἀπαντήσῃς· δὲ θέλω νὰ μὲ ἐκμεταλλεύωνται, νὰ μὲ ἀπατοῦν, νὰ πειράζουν τὰ πράγματά μου. Ἔ λοιπόν· ὅπως ἐσὺ δὲν θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πειράξῃ τὴν περιουσία σου, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ πρέπει νὰ σεβαστῇς τὴ δική του περιουσία. «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».

Πέρα ὅμως ἀπὸ τὴν περιουσία ὑπάρχει κάτι ἄλλο ἀνώτερο, καὶ αὐτὸ εἶνε ἡζωή. Ὅλοι οἱ ἐπιστήμονες νὰ μαζευτοῦν, ἕνα μυρμηγκάκι δὲν φτιάχνουν. Καὶ ἂν κάθε ζωὴ εἶνε κάτι πολύ τιμο πόσῳ μᾶλλον ἡ ζωὴ ἑνὸς ἀνθρώπου! Λοιπὸν σὲ ρωτῶ· Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ πά ρῃ ἕνα μαχαίρι καὶ νὰ σοῦ κόψῃ τὴ μύτη ἢ τ᾿ αὐτιά; θέ λεις νὰ σοῦ ξερριζώσῃ τὰ δόντια, νὰ σοῦ κλαδέψῃ τὰ πόδια, νὰ σὲ ἀκρωτηριάσῃ, νὰ σ᾽ ἀφήσῃ ἀνάπηρο; Θέλεις νὰ πάρῃ πιστόλι νὰ σὲ σκοτώσῃ; Θέλεις νὰ ῥί ξῃ στὸ φαγητό σου φαρμάκι; νὰ νοθεύσῃ τὰ τρόφιμα ποὺ ἀγοράζεις; νὰ ἀλλοιώσῃ τὰ φάρμακα ποὺ παίρνεις; Ὄχι, δὲν τὰ θέλεις αὐτά. Ὅπως λοιπὸν ἐσὺ θέλεις ὁ ἄλλος νὰ σέβεται τὴ ζωή σου, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ νὰ σεβαστῇς τὴ δική του ζωή.«Κα θὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».

Ἀλλὰ οἱ Ἕλληνες παραπάνω κι ἀπ᾽ τὴ ζωὴ κι ἀπ᾽ τὴν περιουσία καὶ τὰ πλούτη ἔχουμετὴν τιμή. «Ἡ τιμὴ τιμὴ δὲν ἔχει». Θέλεις λοι πὸνὁ ἄλ λος νὰ σὲ διαβάλῃ, νὰ σὲ συκοφαντήσῃ, νὰ σὲ πάῃ στὸ δικαστήριο καὶ μὲ ψευδορκίες νὰ σὲ ῥίξῃ στὴ φυλακή; Θέλεις ὁ ἄλλος νὰ προσβάλῃ τὴν οἰκογένειά σου; Θέλεις, ὅταν ἐσὺ λείπῃς, αὐτὸς νὰ τρυπώσῃ νύχτα στὸ σπίτι σου σὰν φίδι καὶ ν᾽ ἀτιμάσῃ τὴ γυναῖκα ἢ τὸ κορίτσι σου;

Ὄχι ὄχι! ἀκούγεται ἀπὸ τὰ στόματα ὅλων. Ὅπως λοιπὸν ἐσὺ ἔχεις τὴν ἀξίωσι ὁ ἄλλος νὰ σέβεται τὴν οἰκογενειακή σου τιμή, ἔτσι κ᾽ ἐσὺ ἔχεις ὑποχρέωσι νὰ σέβεσαι τὴν τιμὴ τὴ δική του. «Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως». Ἡ θεία αὐτὴ ἐντολή, ὁ χρυσὸς κανόνας, ἔχει δύο ὄψεις. Ἡ μία εἶ νε αὐτὴ ποὺ εἴπαμε, ἡ ἀρ νητική. Ἡ ἄλλη ὄψις εἶνε ἡ θετική· θέλεις ὁ ἄλ λος, ὄχι μόνο νὰ μὴ σοῦ κάνῃ κακό, ἀλλὰ καὶ νὰ σοῦ κάνῃ καλό. Πεινᾷς; θέλεις νὰ σοῦ δώσῃ ψωμί. Διψᾷς; θέλεις νὰ σοῦ δώσῃ ἕνα ποτήρι νερό. Εἶσαι ἄρρωστος; θέλεις νὰ σὲ ἐπισκεφθῇ. Ἀδικεῖσαι; θέλεις νὰ σὲ ὑποστηρίξῃ. Εἶσαι ὀρφανὸς ἢ χήρα; θέλεις νὰ σὲ προστα τεύσῃ. Ἔχεις δικαστή ριο; θέλεις νὰ σὲ ὑπερασπίσῃ καὶ νὰ σὲ ἀθῳώσῃ. Πέθανε ὁ πατέρας ἢ ἡ μητέρα σου; θέλεις νὰ σὲ παρηγορήσῃ. Ἔ λοιπόν, αὐτὰ ποὺ θέλεις νὰ σοῦ κάνουν οἱ ἄλ λοι, νὰ τὰ κάνῃς κ᾽ ἐσὺ σ᾽ αὐτούς.«Καθὼς θέλε τε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποι εῖτε αὐτοῖς ὁμοίως».Αὐτὰ ἰσχύουν πάντοτε.

Γεννᾶται τώρα, ἀγαπητοί μου, τὸ ἐρώτημα· ἐφαρμόζει σήμερα ὁ κόσμος τὰ χρυσᾶ αὐτὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ;Ὄχι δυστυχῶς. Οἱ ἄνθρωποι ἔχουν γίνει φίλαυτοι, ἰδιοτελεῖς, συμφεροντολόγοι· κέντρο τῆς ζωῆς ἔχουν τὸν ἑαυτό τους, τὰ παιδιά τους, τὴν οἰκογένειά τους· τίποτα πιὸ πέρα δὲν τοὺς ἐνδιαφέρει. Κάθεστε καὶ τρῶτε τὸ μεσημέρι· ἐρωτῶ, πόσοι ἀπὸ σᾶς σκέπτεσθε ὅτι κάπου στὴ γειτονιὰ ὑπάρχει ἕνας πεινασμένος ποὺ κάτι περιμένει; Πέντε πιάτα φαγητὸ ἔχεις; κάν᾽τα ἕξι, νὰ σ᾽ εὐλογήσῃ ὁ Θεός. Ἀφήνεις τὰ ἀχάριστα παιδιά σου καὶ τρῶνε χωρὶς σταυρὸ καὶ προσευχή. Κ᾽ ἔρχεται ὁ χειμώνας μὲ τὰ κρύα, τὰ χιόνια, τοὺς πάγους, κ᾽ ἐσὺ ἔχεις στὸ σπίτι σου σεντού κια γεμᾶτα ροῦχα, διπλᾶ καὶ τριπλᾶ σκεπάσματα καὶ βελέντζες. Γιά σκέψου ὅτι κάπου ἀλλοῦ κάποιοι τουρτουρίζουν. Εἶσαι Χριστιανός, πιστεύεις στὸ Χριστό; ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό σου τὰ θέλεις; Ὁ Χριστὸς ἦρθε ν᾽ ἀνατρέψῃ αὐτὴ τὴν πυραμίδα τῆς ἁμαρτίας. Ὁ σατανᾶς λέει· Ὅ λα γιὰ τὸν ἑαυτό σου, τίποτα γιὰ τὸν ἄλλο. Ὁ Χριστὸς λέει· Ὅλα γιὰ τὸν ἄλλο, τίποτα γιὰ τὸν ἑαυτό σου. Κι ὄχι μόνο στὰ ἄτομα καὶ τὶς οἰκογένειες ἀλλὰ καὶ ἐπὶ τοῦ διεθνοῦς πεδίου ὁ λόγος αὐτὸς τοῦ Χριστοῦ δὲν ἐφαρμόζεται. Ἂν μποροῦσα, θὰ πήγαινα ἐκεῖ ποὺ συνεδριάζουν τὰ Ἡνωμένα Ἔθνη, νὰ γράψω μὲ φωτει νὰ γράμματα· Ὦ ἰ σχυροὶ τῆς ἡμέρας (Ἀμερική, ῾Ρωσία, Ἀγγλία, Γερμανία…), «κα θὼς θέλε τε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως»! Θέλετε νὰ κάνῃ ἄλλος εἰσβολὴ στὸ ἔδαφός σας καὶ νὰ φτά σῃ ὣς τὴν πρωτεύουσα; Ὄχι. Ἔ λοιπόν, ἔτσι νὰ σκέπτεσθε καὶ νὰ ἐνεργῆτε καὶ γιὰ τὰ μικρὰ ἔθνη. Δὲν τὸ ἐφαρμόζετε ὅμως. Κοιτάξτε τὸ χάρτη· στὴν ἀνατολικὴ γωνία τῆς Μεσογείου ἕνα μικρὸ κράτος, ἡ Κύπρος, δέχθηκε βάρβαρη ἐπίθεσι ἀπὸ τὸν «Ἀττίλα» ἀντίθετα πρὸς κά θε ἔννοια δικαίου. Τί ἔπρεπε νὰ κάνετε ἐσεῖς;Ἐὰν πιστεύατε στὰ ἰδεώδη τῆς ἐλευθερίας καὶτῆς εἰρήνης, ἦταν ἀρκετὸ ἕνα τελεσίγραφό σας στὸν βάρβαρο Ἀσιάτη γιὰ νὰ ἐκκενώσῃ μέσα σὲ 24 ὧρες τὰ κατεχόμενα. Δὲν τὸ κάνατε. Καὶ ὄχι μόνο δὲν ὑπερασπισθήκατε τὸ δίκαιο, ἀλλὰ κάνατε καὶ πλάτες στὸν βάρβαρο, ὅπως καὶ τὸ 1922 στὴ Μικρὰ Ἀσία. Δὲν ἐ φαρμόζεται ὁ νόμος τοῦ Εὐαγγελίου· βασιλεύει ὁ νόμος τῆς ζούγκλας ποὺ λέει ὅτι «τὸ μεγάλο ψάρι τρώει τὸ μικρό»· δὲν ἐπικρατεῖ τὸ δίκαιο καὶ ἡ ἠθική, ἀλλὰ ἡ βία, ἡ πυγμή, τὸ ξίφος.

Ἂς ἔχουμε ὅμως θάρρος. Παραπάνω ἀπὸ τὰ Ἡνωμένα Ἔθνη ὑπάρχει ὁ παντοδύναμος Κύριος, ὁ προστάτης καὶ τοῦ δικοῦ μας μικροῦ ἔθνους.Δὲν πιστεύουμε στοὺς μεγάλους· πιστεύουμε στὸν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν, στὴν ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἀργὰ ἢ γρήγορα θὰ ἐπικρατήσῃ τὸ δίκαιο. Ὁ κόσμος θὰ κυβερνηθῇ μὲ τὸ νόμο τοῦ Χριστοῦ μας. Αὐτὸ εἶνε τὸ χρυσὸ κλειδί, ποὺ λύνει ὅλα τὰ προβλήματα (ἀτομικά, οἰκογενειακά, κοινωνικά, διεθνῆ). Εἶπεν ὁ Κύριος·«Καθὼς θέλετε ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως»

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Τριάδος - Πτολεμαΐδος τὴν 29-9-1974.

ΦΟΒΕΡΟ....

ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ "ΕΝ ΤΗ ΚΟΙΛΑΔΙ ΤΩΝ ΑΔΕΙΝ"












Σάββατο, Οκτωβρίου 01, 2011

Ομοφυλοφιλία και ορθόδοξη πνευματική κληρονομιά


Ποια είναι η στάση της Εκκλησίας απέναντι στην ομοφυλοφιλία και τον ομοφυλόφιλο;

Κατ’ αρχάς, πρέπει να ξεκαθαρίσουμε κάτι:
Ο ομοφυλόφιλος άνθρωπος είναι απόλυτα αποδεκτός από την Ορθόδοξη Εκκλησία, όσο και κάθε άλλος άνθρωπος. Δεν υπάρχει άνθρωπος, που κάποια ιδιότητά του ή προτίμηση ή πράξη του να κάνει την Εκκλησία να τον απορρίψει· υπάρχουν μόνο άνθρωποι που οι ίδιοι έχουν απορρίψει την Εκκλησία και πορεύονται προς το Θεό απ’ το δρόμο που νομίζουν αυτοί, ο οποίος όμως συνήθως είναι λάθος δρόμος.
Αν ένας δολοφόνος είναι αποδεκτός από την Εκκλησία, γιατί δεν είναι ένας ομοφυλόφιλος; Αν εγώ, με τη χλιαρή και συχνά υποκριτική πίστη και αγάπη, είμαι αποδεκτός από την Εκκλησία, γιατί δεν είναι ένας ομοφυλόφιλος; Εκείνος μάλιστα μπορεί να έχει πολύ πιο θερμή πίστη και αγάπη από τη δική μου. Καμιά ρατσιστική διάθεση δεν υπάρχει στην Εκκλησία απέναντι σε κανένα άνθρωπο ή ομάδα ανθρώπων. Ρατσιστές γίνονται οι άνθρωποι που δεν έχουν καταλάβει καθόλου τι είναι ο ορθόδοξος χριστιανισμός ή που δε μπορούν να κάνουν έστω ένα βήμα για ν’ απομακρυνθούν από τις φοβίες και τα πάθη τους.
Κι αυτούς ακόμη τους ανθρώπους, η Εκκλησία τους αποδέχεται, γιατί η Εκκλησία υπάρχει για να θεραπεύει τον κόσμο από τα πάθη και τις φοβίες (με τη βοήθεια του Ιατρού Ιησού Χριστού φυσικά), όχι για να κρίνει τους ανθρώπους.
Από την άλλη, η ομοφυλοφιλία δε μπορεί να γίνει αποδεκτή από την Εκκλησία ως σωστός δρόμος που οδηγεί τον άνθρωπο στο Θεό. Ακριβώς από αγάπη προς τον ομοφυλόφιλο και ανησυχία για τη σωτηρία του στην αιωνιότητα, η Εκκλησία δε μπορεί να αποκρύψει ότι ο γάμος άντρα και γυναίκας είναι ένας δρόμος που οδηγεί στο Θεό, ενώ η ομοφυλοφιλία δεν είναι τέτοιος δρόμος. Στη ζωή μας τις πιο πολλές φορές διαπράττουμε αμαρτίες, υπακούοντας στα πάθη μας κι όχι στο Θεό – η Εκκλησία όμως, ακριβώς επειδή νοιάζεται για μας, δεν πρέπει να μας ξεγελάσει λέγοντάς μας ότι είναι εντάξει να κάνουμε ό,τι μας υπαγορεύουν τα πάθη μας (για τους μη ορθόδοξους χριστιανούς που ίσως διαβάσουν αυτό το κείμενο, εξηγούμε απλά ότι «πάθη» ονομάζονται οι σωματικές και ψυχικές εξαρτήσεις που παρεμποδίζουν τον άνθρωπο από την ενότητά του με το Θεό, στρέφοντάς τον προς άλλες κατευθύνσεις· ολόκληρη η ηθική και ασκητική προσπάθεια του χριστιανού αποσκοπεί στην κάθαρση της καρδιάς του από τα πάθη).
Έχουμε τη δυνατότητα να κάνουμε ό,τι θέλουμε. Απλά, δεν οδηγούν όλοι οι δρόμοι στο Θεό. Αυτό δεν είπε κι ο απόστολος Παύλος (Α΄ Κορινθ. 6, 12);
***
Αν μιλάμε με έναν άθεο, δεν έχει νόημα ν’ αναφερθούμε σε Θεό, αμαρτία και σωτηρία. Εκείνος τοποθετεί υποκειμενικά, όπου ο ίδιος θέλει, το όριο ανάμεσα στο «καλό» και το «κακό» και το κρίνει με τα δικά του κριτήρια. Αν όμως συζητάμε με χριστιανούς, και μάλιστα της αρχαίας παράδοσης, της Ορθοδοξίας, πρέπει με αγάπη να μοιραστούμε μαζί τους τα παρακάτω:
Ο Χριστός, στα καταγεγραμμένα λόγια Του, δεν καταδικάζει ρητά την ομοφυλοφιλία, όμως ούτε για την πολυγαμία ή την αιμομιξία κάνει κάτι τέτοιο. Κι όμως οι χριστιανοί, από την αρχή και μέχρι σήμερα, θεωρούμε αυτονόητο πως αυτές οι δύο πρακτικές δεν υπάρχουν στο χριστιανισμό (εκτός ίσως από ακραίες παρανοήσεις του, τέτοιες που έχουν ξεφυτρώσει σα μανιτάρια μετά την προτεσταντική Μεταρρύθμιση). Είναι σαφές στα λόγια του Χριστού ότι, όποτε μιλάει για γάμο, αναφέρεται σε ζεύγος άντρα και γυναίκας (π.χ. Ματθ. 19, 3-12). Πώς θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού ο Θεός δημιούργησε ως πρωταρχικό ζεύγος έναν άντρα και μια γυναίκα (Ματθ. 19, 4-5)· σ’ αυτούς έδωσε την ευλογία του γάμου και δεν υπάρχει άλλος γάμος.
Οι ορθόδοξοι χριστιανοί όμως βασιζόμαστε όχι μόνο σ’ αυτά που είπε ο Χριστός, αλλά και σ’ αυτά που είπε το Άγιο Πνεύμα μέσω των μαθητών του Χριστού και των αγίων Πατέρων και διδασκάλων του χριστιανικού αγώνα σε όλες τις εποχές.
Ο απόστολος Παύλος ήταν ένας απ’ αυτούς, τα λόγια του είναι για μας ιερές γραφές, και ο άγιος αυτός άνδρας γράφει πως η ομοφυλοφιλία είναι συνέπεια της διαστροφής που υπέστη το ανθρώπινο γένος με το προπατορικό αμάρτημα· προέρχεται από την απομάκρυνση της θείας χάρης απ’ την καρδιά του ανθρώπου, αφού οι άνθρωποι την έχει διώξει ξεμακραίνοντας από το Θεό (Ρωμ. 1, 27, και γενικώς 1, 18-32).
Βεβαίως, και για τους ανθρώπους που ακόμα ταλαντεύονται στην πίστη τους, το γεγονός ότι «είπε κάτι ο Θεός» ως προς το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας, ίσως θα μπορούσαν να το αναγνωρίζουν και μέσα από το έργο της φύσης. Συχνά μιλάμε για τη σοφία της φύσης. Το ακούμε ακόμη και από άθεους ή αγνωστικιστές αυτό. Στα πλαίσια μιας τέτοιας σκέψης θα μπορούσαμε να αναγνωρίσουμε την καταλυτική μαρτυρία της ανατομίας. Ως βιολογικά όντα οφείλουμε τίμια να αναγνωρίσουμε την μορφολογία των γεννητικών μας οργάνων. Η θέση και η μορφή των ανδρικών γεννητικών οργάνων, και η αντίστοιχη θέση και μορφή των γεννητικών οργάνων της γυναίκας, μπορούν να μας βεβαιώσουν ως προς την επιλογή της ετεροφυλοφιλίας. Οι εξαιρέσεις ομοφυλοφιλικών επαφών στη φύση που κάποιοι επικαλούνται, εκτός ότι είναι ελάχιστες και απλά επιβεβαιώνουν τον κανόνα, ταυτόχρονα δεν αλλάζουν τίποτα σχετικά με τη μαρτυρία της ανατομίας.
Και πάλι, ως βιολογικά όντα μπορούμε να διακρίνουμε έναν βασικό σκοπό στην ύπαρξη των γεννητικών οργάνων που είναι η δημιουργία νέων ανθρώπων. Ακόμα και αν λόγω ασθενείας η γέννηση δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, εντούτοις, αυτό δεν αλλάζει σε τίποτα τη βιολογική μαρτυρία.
Και εύκολα ίσως θα μπορούσαμε να αντιστρέψουμε τον ισχυρισμό ότι τα γεννητικά όργανα φτιάχτηκαν αποκλειστικά για την ηδονή, διακρίνοντας πως η φύση ως λειτουργικό σώμα έχει σκοπούς υπέρτερους του μεμονωμένου συμφέροντος του κάθε όντος. Κάθε τι που έχει σχέση με την ηδονή των γεννητικών οργάνων εξηγείται λογικά ως ένα μέσο με το οποίο θα επιθυμώ να συνευρεθώ με το άλλο φύλο ώστε να δημιουργήσω νέους ανθρώπους. Αν η συνεύρεση ήταν κάτι αποκρουστικό, φριχτό και επίπονο, οι άνθρωποι θα το απέφευγαν.
Η αναμενόμενη ερώτηση από εκεί και πέρα, θα αφορά το ζήτημα του «δικαιώματος» στην συνεύρεση με όποιον άνθρωπο επιθυμούμε. Ακόμα όμως και το ζήτημα του δικαιώματος, δεν αντιστρέφει την λογική που προαναφέραμε. Για παράδειγμα, αν κάποιος το θέλει και έτσι ευχαριστιέται, μπορεί να περπατά στον δρόμο με τα χέρια και όχι με τα πόδια. Τότε όμως, είμαστε υποχρεωμένοι να αναγνωρίσουμε ότι η ανατομική μαρτυρία υποδεικνύει ότι πρόκειται για παρέκκλιση, με την οποία δεν είμαστε αναγκασμένοι να συμφωνήσουμε. Η μαρτυρία της ζωής μας υποδεικνύει ότι περπατάμε με τα πόδια και όχι με τα χέρια. Αντίστοιχα ισχύουν και για την επιλογή της ομοφυλοφιλίας.
Αν πάλι τίθεται ζήτημα λειτουργικότητας, με την έννοια ότι ο ομοφυλόφιλος βλέπει ότι τα γεννητικά του όργανά του δεν είναι λειτουργικά με τον τρόπο που μαρτυρά ο κανόνας στη φύση, τότε θα μπορούσαμε με τιμιότητα να αποδεχτούμε ότι υπάρχει ζήτημα οργανικής διαταραχής όπου το σώμα ασθενεί σε κάτι. Ίσως να πρόκειται για εκ γενετής διαταραχή, όμως, όπως στην περίπτωση που κάποιος ζει χωρίς χέρια ή πόδια, οφείλουμε να αποδεχτούμε την καταλυτική μαρτυρία της ανατομίας γύρω μας.
Ασφαλώς, η εξέταση του έργου της φύσης, για τον πιστό άνθρωπο παραμένει πάντα ως επικουρικό για την πίστη του.
Μια ολόκληρη κοινωνία, όπου η πλειοψηφία των ανθρώπων δεν έχει μπει σε θεραπευτικό δρόμο προς το Θεό, μπορεί να καλλιεργήσει την ομοφυλοφιλία στα νέα μέλη της που δεν ευθύνονται, φυσικά, γι’ αυτό, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι είναι όλα εντάξει. Ιστορικά, έχουν υπάρξει και υπάρχουν ακόμη πάρα πολλές κοινωνίες που το θρησκευτικό και αξιακό τους σύστημα απομακρύνει τους ανθρώπους από το Θεό και τη σωτηρία, όπως τα δίδαξε ο Χριστός και τα γνώρισαν οι άγιοι όλων των εποχών στην ενότητά τους με το Θεό εν Χριστώ. Για την ακρίβεια, κάθε κοινωνία έχει ανάγκη να κεντριστεί στην ήμερη ελιά, τον Ιησού Χριστό, για να θεραπευτεί το θρησκευτικό και αξιακό της σύστημα από τα στοιχεία που της φόρτωσε η πτωτική κατάσταση του ανθρώπου. Το ίδιο και κάθε άνθρωπος, ακόμη και ο ορθόδοξος χριστιανός. Αλλιώς στην καρδιά των ανθρώπων κυριαρχούν τα πάθη και αποδιώχνεται η θεία χάρη. Σε σχέση με την ομοφυλοφιλία, ίσως είναι χρήσιμο να θυμηθούμε ότι αυτή ήταν η αμαρτία των Σοδόμων.
Επειδή η ομοφυλοφιλία, κατά την ορθόδοξη πνευματική κληρονομιά, όπως εκφράζεται στην Καινή Διαθήκη (Παύλος) και στη διδασκαλία των αγίων, συνιστά πάθος, ο άνθρωπος που άρχισε τη ζωή του ως ομοφυλόφιλος ή στράφηκε στην ομοφυλοφιλία κάποια στιγμή, όταν προοδεύει στην αγιότητα καθαρίζοντας την καρδιά του από τα πάθη, παύει να είναι ομοφυλόφιλος. Δεν έχουμε ομοφυλόφιλους αγίους. Αν υπήρχαν άγιοι ομοφυλόφιλοι που αγίασαν μέσω της ομοφυλοφιλίας (όπως οι έγγαμοι άγιοι αγιάζονται μέσω του γάμου), οι άγιοι Πατέρες δε θα το έκρυβαν, ούτε θα θεωρούσαν –μαζί με τον απόστολο Παύλο– την ομοφυλοφιλία πάθος που χωρίζει τον άνθρωπο από το Θεό, γιατί η Εκκλησία δεν ενδιαφέρεται να συντηρήσει τον κοινωνικό ηθικισμό, αλλά αντίθετα γκρεμίζει τα ηθικά στερεότυπα (ταμπού) για να θεραπεύσει τον άνθρωπο.
Ασφαλώς έχουμε αγίους που υπήρξαν κάποτε ομοφυλόφιλοι (όπως και αγίους που υπήρξαν πόρνοι, έκφυλοι ή δέσμιοι διαφόρων άλλων παθών, μη σαρκικών), αλλά ανέλαβαν τιτάνιο αγώνα ενάντια στα πάθη τους και με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος τα νίκησαν, γι’ αυτό και είναι άγιοι. Οι άγιοι Πρωτάς και Υάκινθος, ευνούχοι της αγίας Ευγενίας που την ακολούθησαν στο μοναχικό βίο και στο μαρτύριο, ο άγιος Αζάτ, ευνούχος του Πέρση βασιλιά Σαπώρ, που το μαρτύριό του προκάλεσε τόση θλίψη στο βασιλιά, ώστε σταμάτησε τους διωγμούς, ίσως είναι μερικά παραδείγματα. Από το Γεροντικό ξέρουμε την περίπτωση ενός ασκητή που εξομολογήθηκε τον έρωτά του στον όσιο Αχιλλά· στη συνέχεια όμως έφυγε αμέσως, προφασιζόμενος ότι ντράπηκε ένα γέρο ασκητή, τυφλό και παράλυτο, που ζούσε εκεί. Τότε ο άγιος, εγκρίνοντας τη φυγή του μακριά από το πάθος, τον επαίνεσε ως αγωνιστή, λέγοντας: «Αυτό δεν είναι πορνεία, αλλά πόλεμος με τους δαίμονες».
Από τη σύγχρονη εποχή, ξέρουμε την περίπτωση του αγίου Αμερικανού ιερομόναχου π. Σεραφείμ Ρόουζ, που πριν μεταστραφεί στην Ορθοδοξία ήταν ομοφυλόφιλος, έπαψε όμως να ασκεί την ομοφυλοφιλία και την απέρριψε ως πάθος όταν έγινε ορθόδοξος χριστιανός. Ξέρουμε επίσης την ανάλογη περίπτωση του μοναχού Κοσμά από το Ρέθυμνο της Κρήτης, που εγκατέλειψε την ομοφυλοφιλία και ασκήτεψε κοντά σ’ ένα εκκλησάκι νότια της πόλης, όπου και κοιμήθηκε γύρω στο 1990. Ασφαλώς υπάρχουν πολλές ακόμη παρόμοιες περιπτώσεις. Είναι άνθρωποι που «ευνούχισαν τον εαυτό τους για τη βασιλεία των ουρανών» (Ματθ. 19, 12).
***
Ένα αμαρτωλό πάθος δε συνδέεται οπωσδήποτε με την κακία ενάντια στο συνάνθρωπο. Η λαγνεία και η πορνεία, είναι οπωσδήποτε αμαρτωλά πάθη, χωρίς να έχει σημασία αν ο άνθρωπος, που είναι αιχμάλωτός τους, είναι καλός ή κακός. Η αυτοκτονία, συνέπεια του πάθους της απελπισίας, αποκόπτει τον άνθρωπο απ’ το Θεό, άσχετα αν ο αυτόχειρας είναι καλός ή κακός άνθρωπος. Συχνά, επηρεασμένοι από μια βιαστική ανθρωπιστική ηθική, θεωρούμε αμαρτία μόνο κάτι που στρέφεται ενάντια στους ανθρώπους· όμως οι άγιοι Πατέρες δε διδάσκουν αυτό· αμαρτία είναι κάτι που με δεσμεύει και εμποδίζει τη θεία χάρη να με μεταμορφώσει σε αυτό που θέλει ο Θεός για μένα (σε άγιο). Αμαρτωλός δεν είναι ο «κακός» άνθρωπος, αλλά ο παγιδευμένος και ανελεύθερος άνθρωπος.
Ο «κακός» ή ο άπληστος, ο εγωιστής κ.τ.λ. είναι απλά ένας τέτοιος παγιδευμένος και ανελεύθερος αδελφός μας. Έτσι ο χριστιανός είναι καλεσμένος να αναλάβει αγώνα ενάντια στα πάθη του και, όπως η λαγνεία, η σκληρότητα, η απληστία, ο εγωισμός κ.λ.π., αλλά και ο αλκοολισμός, ο τζόγος κ.π.ά. (και ο σαδισμός, ο μαζοχισμός, η κτηνοβασία, η νεκροφιλία κ.λ.π. – για ν’ αναφερθούμε σε πάθη σχετικά με το σεξ).
Αν η ομοφυλοφιλία προέρχεται από βιολογικές αιτίες και δε γεννιέται από την κοινωνία είναι συζητήσιμο. Ακόμη κι αν συμβαίνει αυτό όμως, δεν μετατρέπεται σε μια μη εμπαθή κατάσταση. Κάποιος μπορεί να είναι βίαιος από βιολογική αιτία (π.χ. επειδή το σώμα του παράγει περισσότερη αδρεναλίνη), αλλά αυτό δε σημαίνει πως γι’ αυτόν «είναι εντάξει» η επιθετικότητά του και πως δεν πρέπει ν’ αγωνιστεί για να θεραπευτεί από το πάθος του.
Φυσικά, δεν αγωνίζεται μόνος του. Έχει βοηθό στον ουρανό τις πρεσβείες των αγίων και στη γη τον πνευματικό του πατέρα και την εκκλησιαστική ζωή· μ’ αυτά θα προσελκύσει τη θεία χάρη και εκείνη είναι που θα τον θεραπεύσει (συγχωρέστε μου τη λέξη) από το πάθος του – αυτό ισχύει για όλα τα πάθη, για τον εγωισμό, την απληστία, τη λαγνεία, το θυμό, το μίσος κ.τ.λ. και για την ομοφυλοφιλία.
Ένας ομοφυλόφιλος μπορεί να σωθεί, παραμένοντας ομοφυλόφιλος; Δε μπορούμε, ούτε και είναι δουλειά μας, να κρίνουμε ποιος θα σωθεί και ποιος όχι, πράγμα που είναι δουλειά του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Επιθυμία κάθε χριστιανού είναι να σωθούν όλοι οι άνθρωποι και δεν κρίνει τους άλλους – απλώς επισημαίνει ότι μία επιλογή, ή μία άλλη, βλάπτει τη σωτηρία σύμφωνα με την Αγία Γραφή και τους αγίους Πατέρες, τους γνώστες όλων των δρόμων της σωτηρίας. Όλοι ελπίζουμε στη σωτηρία μας, αν και η συντριπτική πλειοψηφία των χριστιανών είμαστε ακόμη δέσμιοι σε κάποια πάθη, όπως αυτά που κατονομάσαμε πριν (την απληστία, το θυμό, τη λαγνεία κ.τ.λ.). Ελπίζουμε να σωθούμε όχι λόγω της «αρετής» μας, αλλά λόγω της αγάπης και του ελέους του Θεού, το οποίο αποζητάμε κάθε μέρα στις προσευχές μας, μετανοώντας και αγωνιζόμενοι με τη βοήθειά Του ενάντια στα πάθη μας.
Αν όμως, αντί γι’ αυτό, προσπαθούμε να πείσουμε τους άλλους (και τον εαυτό μας) ότι τα πάθη μας «είναι εντάξει» και δεν αποτελούν αμαρτωλά πάθη, τότε μάλλον είμαστε υποκριτές και η σωτηρία μας κινδυνεύει ακόμη περισσότερο.
Πώς μπορεί κάποιος να δώσει το δύσκολο αγώνα για την αποδέσμευσή του από τα πάθη του;
Αυτό δε μπορούμε να το διδάξουμε σε κανέναν εμείς. Γνώστες και αρμόδιοι για κάτι τέτοιο είναι οι άγιοι Πατέρες όλων των εποχών (που η ζωή και η διδασκαλία τους είναι καταγεγραμμένες σε βιβλία εξαιρετικής σπουδαιότητας) και οι θεοφόροι Γέροντες της εποχής μας, άντρες και γυναίκες. Σ’ αυτούς πρέπει να καταφύγει όποιος νοιάζεται ειλικρινά να βεβαιωθεί αν ο δρόμος που βαδίζει τον οδηγεί πράγματι στην πνευματική πρόοδο, δηλαδή στην ενότητα με τον Τριαδικό Θεό εν Χριστώ.
Πρέπει βέβαια να προσέξει, γιατί συχνά πέφτουμε στην παγίδα να απορρίψουμε τις συμβουλές ενός θεοφόρου ορθόδοξου πνευματικού διδασκάλου, επειδή τραυματίζει τον εγωισμό και την πνευματική μας οκνηρία και μας προκαλεί συνειδησιακούς κραδασμούς. Είναι εντελώς διαφορετικό να παραδεχτούμε ταπεινά πως είμαστε αδύναμοι ή απρόθυμοι να εφαρμόσουμε τις δύσκολες συμβουλές ενός Γέροντα από το να υψώσουμε εγωιστικά τον εαυτό μας πάνω από τη δική του πείρα, σοφία και αγιότητα και να ισχυριζόμαστε στη συνείδησή μας και στους άλλους πως εκείνος έχει άδικο ή βρίσκεται σε λάθος δρόμο, ή ακόμη πως οι άγιοι των αρχαίων χρόνων έχουν πια σκουριάσει και οι θεραπευτικές τους οδηγίες είναι «ξεπερασμένες» για την εποχή μας. Η παγίδα αυτή είναι καλοστημένη μπροστά στον καθένα, πολλοί έχουμε πέσει μέσα περισσότερες από μια φορές κι αυτό προκαλεί πρόσθετα εμπόδια στην ηθική και πνευματική μας καλλιέργεια.
Διευκρινίζουμε ότι όλοι έχουμε ανάγκη από μετάνοια, ο καθένας για διαφορετικούς λόγους· ο καθένας έχει να αντιμετωπίσει τα δικά του πάθη, όχι να τ’ αποδεχτεί, αλλά να τα πολεμήσει σκληρά. Ένας ετεροφυλόφιλος ενδεχομένως έχει να αντιμετωπίσει πολλά πάθη που σχετίζονται με το σεξ – και ο γάμος δε μπορεί πάντα να τον θεραπεύσει, γιατί μπορεί να αισθάνεται την ανάγκη της μοιχείας, ή ακόμη και συνεύρεσης με πολλούς ερωτικούς συντρόφους ή της παιδεραστίας, της αιμομιξίας, της κτηνοβασίας και άλλα πολλά, που «αισχρόν εστί και λέγειν» (Εφεσίους 5, 12). Όλα αυτά τα πάθη δεν είναι «εντάξει» και ο ετεροφυλόφιλος δεν είναι οπωσδήποτε πιο ενάρετος ή πιο κοντά στο Θεό από τον ομοφυλόφιλο. Και οι δύο μπορούν να σωθούν λόγω της αγάπης του Χριστού, με τον αγώνα που θα δώσουν με τη βοήθεια της θείας χάριτος.
Κλείνοντας με αγάπη αυτό το άρθρο θα θέλαμε να μεταφέρουμε το διάλογο του αγίου Γέροντα Παΐσιου (1924-1994) με ένα νεαρό ομοφυλόφιλο, που αγωνιζόταν ενάντια στην ομοφυλοφιλία αλλά ένιωθε αδύναμος γι’ αυτό τον αγώνα (φυσικά ένας άθεος θα θεωρήσει πως ένας τέτοιος αγώνας ισοδυναμεί με ακρωτηριασμό του εαυτού μας, αλλά τώρα δεν απευθυνόμαστε σε άθεους, αλλά σε ορθόδοξους χριστιανούς αδελφούς μας). Ο νέος είπε στο Γέροντα ότι δε μπορούσε να σταματήσει να ζει ως ομοφυλόφιλος. Και ο Γέροντας, αφού του είπε να εξομολογηθεί, τον ρώτησε:
«Μπορείς να διαβάζεις ένα κεφάλαιο από την Αγ. Γραφή;».
«Μπορώ».
«Μπορείς να πηγαίνεις κάθε Κυριακή στήν Εκκλησία;».
«Μπορώ».
«Μπορείς να νηστεύεις Τετάρτη και Παρασκευή;».
«Μπορώ».
«Μπορείς ένα μικρό ποσό να το δίνεις ελεημοσύνη;».
«Μπορώ».
«Μπορείς…».
«Μπορώ…» (πολλά ακόμα).
Στο τέλος του λέει: «Βλέπεις ότι μπορείς να κάνεις χίλια πράγματα και δε μπορείς ένα. Κάνε εσύ τα χίλια και άφησε στο Θεό το ένα!!!».
Με εκτίμηση και θερμές προσευχές για κάθε «συναθλητή» αγωνιζόμενο χριστιανό.

Ορθόδοξες Νύμφες του Χριστού (φωτο-αφιέρωμα από τις 4 γωνιές της Γης...)





Ελάχιστες φωτογραφίες (θα μπορούσε να 'ναι εκατοντάδες, από πολύ περισσότερες χώρες), αλιευμένες από το Διαδίκτυο, για ένα θέμα που αγαπώ πολύ. Ο Χριστός να ευλογεί κάθε σύγχρονη γυναίκα - και εκείνες που αγωνίζονται στο όνομά Του & προσεύχονται για μας.







Αμερικανίδες ορθόδοξες μοναχές, από τη Σκήτη της Αγίας Ξένιας (φωτο από εδώ)



Μονή αγ. Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ, Αριζόνα (αναλυτικά εδώ)





Μονή Αγ. Πάντων, Κάλβερτον, Λονγκ Άιλαντ Ν. Υόρκης (από εδώ)



Μονή Αγίας Τριάδας, Γουατεμάλα (από εδώ)







Μονή Γέννησης της Θεοτόκου, Asten, Ολλανδία (από εδώ)



Μονή Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ, Αγγλία (από εδώ)







Μολδαβία (από εδώ)





Ρουμάνες Ορθόδοξες μοναχές στα Ιεροσόλυμα το 2006 (από εδώ)



Ρωσία, μονή Ντιβέγεβο, λιτανεία για τη γιορτή της αγίας Μαρίας Μαγδαληνής (από εδώ)



Ουγκάντα, μονή αγίας Μαρίας Αιγυπτίας (εδώ)



Κογκό, μονή αγ. Νεκταρίου (από εδώ)



Νότια Κορέα (από εδώ)









Μονή Μάκρης, Παναγία του Έβρου (Αλεξανδρούπολη), με τον πνευματικό π. Πολύκαρπο Ματζάρογλου (από εδώ)



Παναγία Καλυβιανή, νομός Ηρακλείου Κρήτης: μοναχές με τον επιτάφιο της Παναγίας (15αύγουστος), από εδώ

ΑΝ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΧΤΥΠΗΣΕΙ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ ΣΑΣ



Αν ο Χριστός χτυπήσει την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;.



Θα έλθει ίσως σαν άλλοτε φτωχός

Κι αποδιωγμένος.

Σαν ένας εργάτης,

Σαν ένας άεργος

Η ένας απεργός που αγωνίζεται σε δίκαιη απεργία.

Μπορεί να είναι ασφαλιστής

Κι ακόμη πωλητής ανεμιστήρων…

Θ' ανεβαίνει, αδιάκοπα σκαλοπάτια,

Θα σταματά σε κεφαλόσκαλα

Μ΄ ένα χαμόγελο γλυκό

Στο θλιμμένο του πρόσωπο…

Μα το κατώφλι σας είναι τόσο σκοτεινό…

Άλλωστε, πως να δεις το χαμόγελο αυτών που διώχνεις!

«Δεν μ' ενδιαφέρει…», θα πείτε,

πριν ακόμη τον ακούσετε.

Κι αν βγει η μικρή σας υπηρέτρια, θα επαναλάβει το μάθημά της:

«Η κυρία έχει τους φτωχούς της»

και θα βροντήξει την πόρτα

καταπρόσωπο στον Φτωχό

που είναι ο ίδιος ο Σωτήρας.

Μπορεί ακόμη να είναι πρόσφυγας,

Ένας από τα δεκαπέντε εκατομμύρια προσφύγων,

Με κάποιο διαβατήριο του Ο.Η.Ε. στο χέρι,

Ένας από αυτούς που κανείς δεν τους θέλει

Και που περιπλανιούνται σ' αυτή την έρημο,

Τον Κόσμο,

Ένας από εκείνους που πρέπει να πεθάνουν,

«γιατί κανείς δεν ξέρει από που έρχονται

άνθρωποι σαν κι αυτούς…».

Μπορεί να είναι κάποιος μαύρος,

Στην Αμερική,

Ένας νέγρος, όπως τον λεν,

Που κατάκοπος ζητιανεύει άσυλο μες στα ξενοδοχεία της Νέας Υόρκη,

Σαν άλλοτε, στην Ναζαρέτ,

Η Παναγία.

Αν ο Χριστός χτυπήσει αύριο την πόρτα σας, θα τον αναγνωρίσετε;

Θα έχει όψη κουρασμένη,

Καθώς είναι εξαντλημένος,

Συντριμμένος,

Αφού πρέπει να βαστάζει

Όλα τα βάσανα της γης…

Πρόσεξε!…Κανείς δεν δίνει δουλειά

Σ' έναν τόσο κουρασμένο…

Καθώς μάλιστα αν Τον ρωτήσεις:

«Τι ξέρεις να κάνης;»

Δεν μπορεί ν' απαντήσει: όλα.

«Από που έρχεσαι;»

Δεν μπορεί να σου πει: από παντού.

«Τι θέλεις να κερδίσεις:»

Δεν μπορεί να πει: εσάς!

Έτσι, θα ξαναφύγει,

πιο κουρασμένος και συντριμμένος,

παίρνοντας μαζί Του, μες στα γυμνά Του χέρια,

την Ειρήνη.





Ραούλ Φολλερώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...