Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τρίτη, Ιουλίου 03, 2012

Αγάπη, πλούτος και καρδιά



Όπως είναι αδύνατο να συνδυάσει κανείς την υγεία και την αρρώστια, το ίδιο είναι αδύνατο να συμφιλιώσει κανείς την αγάπη με τον πλούτο, παρατηρεί ο Ισαάκ ο Σύρος, γιατί όποιος αγαπάει το συνάνθρωπό του, δίνει ό,τι έχει για τις ανάγκες του.
Αυτή είναι η φύση της αγάπης. Και χωρίς αγάπη είναι αδύνατο να μπει κανείς στη βασιλεία του Θεού.

Όσο λιγότερα έχεις τόσο πιο απλός γίνεται ο τρόπος της ζωής σου. Όταν πετάξεις από πάνω σου ό,τι περιττό έχεις, συγκεντρώνεται η καρδιά σου στον πυρήνα της.
Εκεί είναι και ο δρόμος που οδηγεί στην βασιλεία του Θεού.
 
Από το βιβλίο του Τίτο Κολλιάντερ "Ο δρόμος των ασκητών"

πηγή

Ο Παπάς μας


Αν είναι ενεργητικός, τον θεωρούν υπερβολικά κουρδισμένο.
Αν είναι ήρεμος, τον θεωρούν τεμπέλη.Αν έχει γκρίζα μαλλιά, θεωρείται γέρος.
Αν είναι νέος, λένε πως δεν έχει εμπειρία.
Αν θέλει να κάνει αλλαγές, τον θεωρούν επαναστάτη.
Αν δεν θέλει, λένε πώς δεν παίρνει πρωτοβουλίες.
Αν κηρύττει κατά της αμαρτίας, τον θεωρούν φανατικό.
Αν δεν το κάνει, λένε πώς είναι κοσμικός.
Av χρησιμοποιεί κινήσεις των χεριών όταν εκφράζεται, τον θεωρούν ηθοποιό.
Αν παραμένει ακίνητος, τον λένε ξύλινο.
Αν υψώνει τη φωνή του, λένε πώς φωνάζει.
Αν δεν υψώνει τη φωνή τον, τον θεωρούν μονότονο.
Αν είναι στο σπίτι του, λένε πώς θα έπρεπε να είναι έξω, επισκεπτόμενος ενορίτες.
Αν θεαθεί στο δρόμο, λένε πώς θα έπρεπε να είναι κλεισμένος μέσα, ετοιμάζοντας το κήρυγμά του.
Αν επισκέπτεται τους πτωχούς, τον θεωρούν σοσιαλιστή.
Αν επισκέπτεται πλουσίους, λένε πώς κάνει χατίρια.
Θεέ μου, δώσε στον παπά μας υπομονή!

Ὁμολογία Γέροντος Παϊσίου ἔναντι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ



Ἐνδιαφέρουσα ὁμολογιακή πατερική γραμμή τοῦ Γέροντος Παϊσίου ἔναντι τοῦΟἰκουμενισμοῦ, 
ΕΠΙ ΤΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΩΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΤΙΚΩΝ ΠΑΡΕΚΤΡΟΠΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝΟΔΙΚΩΝ ΣΙΩΠΩΝ!:
...Μετά λύπης μου, ἀπό ὅσους φιλενωτικούς ἔχω γνωρίσει, δέν εἶδα νά ἔχουν οὔτε ψίχα πνευματική οὔτε φλοιό. Ξέρουν, ὅμως, νά ὁμιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεόν, διότι δέν Τόν ἔχουν ἀγαπήσει...
Ἐν Ἁγίω Ὄρει τή 23η Ἰανουαρίου 1969 Σεβαστέ πάτερ Χαράλαμπε.
Ἐπειδή βλέπω τόν μεγάλον σάλον πού γίνεται εἰς τήν Ἐκκλησίαν μας, ἐξ αἰτίας τῶν διαφόρων φιλενωτικῶν κινήσεων καί τῶν ἐπαφῶν τοῦ Πατριάρχου μετά τοῦ Πάπα, ἐπόνεσα καί ἐγώ σάν τέκνον Της καί ἐθεώρησα καλόν, ἐκτός ἀπό τίς προσευχές μου, νά στείλω καί ἕνα μικρό κομματάκι κλωστή (πού ἔχω σάν φτωχός μοναχός), διά νά χρησιμοποιηθῆ καί αὐτό, ἔστω καί γιά μία βελονιά, διά τό πολυκομματιασμένο φόρεμα τῆς Μητέρας μας. Πιστεύω ὅτι θά κάμετε ἀγάπην καί θά τό χρησιμοποιήσετε διά μέσου του θρησκευτικοῦ σας φύλλου. Σᾶς εὐχαριστῶ.
Θά ἤθελα νά 
ζητήσω συγγνώμην ἐν πρώτοις ἀπ' ὅλους, πού τολμῶ νά γράψω κάτι, ἐνῶ δέν εἶμαι οὔτε ἅγιος, οὔτε θεολόγος. Φαντάζομαι ὅτι θά μέ καταλάβουν ὅλοι, ὅτι τά γραφόμενά μου δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά ἕνας βαθύς μου πόνος διά τήν...
γραμμήν καί κοσμικήν ἀγάπην, δυστυχῶς, τοῦ πατέρα μᾶς κ. Ἀθηναγόρα. Ὅπως φαίνεται, ἀγάπησε μίαν ἄλλην γυναίκα μοντέρνα, πού λέγεται Παπική Ἐκκλησία, διότι ἡ Ὀρθόδοξος Μητέρα μας δέν τοῦ κάμνει καμμίαν ἐντύπωσι, ἐπειδή εἶναι πολύ σεμνή. Αὐτή ἡ ἀγάπη, πού ἀκούσθηκε ἀπό τήν Πόλι, βρῆκε ἀπήχησι σέ πολλά παιδιά του, πού τήν ζοῦν εἰς τάς πόλεις. Ἄλλωστε αὐτό εἶναι καί τό πνεῦμα τῆς ἐποχῆς μας: ἡ οἰκογένεια νά χάση τό ἱερό νόημά της ἀπό τέτοιου εἴδους ἀγάπες, πού ὡς σκοπόν ἔχουν τήν διάλυσιν καί ὄχι τήν ἕνωσιν.
Μέ μία τέτοια περίπου κοσμική ἀγάπη καί ὁ Πατριάρχης μᾶς φθάνει στή Ρώμη. Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά δείξη ἀγάπη πρῶτα σέ μᾶς τά παιδιά του καί στή Μητέρα μᾶς Ἐκκλησία, αὐτός, δυστυχῶς, ἔστειλε τήν ἀγάπη τοῦ πολύ μακριά. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν νά ἀναπαύση μέν ὅλα τά κοσμικά παιδιά, πού ἀγαποῦν τόν κόσμον καί ἔχουν τήν κοσμικήν αὐτήν ἀγάπην, νά κατασκανδαλίση ὅμως ὅλους ἐμᾶς, τά τέκνα τῆς Ὀρθοδοξίας, μικρά καί μεγάλα, πού ἔχουν φόβο Θεοῦ.
Μετά λύπης μου, ἀπό ὅσους φιλενωτικούς ἔχω γνωρίσει, δέν εἶδα νά ἔχουν οὔτε ψίχα πνευματική οὔτε φλοιό. Ξέρουν, ὅμως, νά ὁμιλοῦν γιά ἀγάπη καί ἑνότητα, ἐνῶ οἱ ἴδιοι δέν εἶναι ἑνωμένοι μέ τόν Θεόν, διότι δέν Τόν ἔχουν ἀγαπήσει.

Θά ἤθελα νά παρακαλέσω θερμά ὅλους τους φιλενωτικούς ἀδελφούς μας: Ἐπειδή τό θέμα τῆς ἑνώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν εἶναι κάτι τό πνευματικόν καί ἀνάγκην ἔχουμε πνευματικῆς ἀγάπης, ἄς τό ἀφήσουμε σέ αὐτούς πού ἀγαπήσανε πολύ τόν Θεόν καί εἶναι θεολόγοι, σάν τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας, καί ὄχι νομολόγοι, πού προσφέρανε καί προσφέρουν ὁλόκληρο τόν ἑαυτόν τούς εἰς τήν διακονίαν τῆς Ἐκκλησίας (ἀντί μεγάλης λαμπάδας), τούς ὁποίους ἄναψε τό πῦρ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ὁ ἀναπτήρας τοῦ νεωκόρου. Ἄς γνωρίζωμεν ὅτι δέν ὑπάρχουν μόνον φυσικοί νόμοι, ἀλλά καί πνευματικοί. Ἑπομένως, ἡ μέλλουσα ὀργή τοῦ Θεοῦ δέν μπορεῖ νά ἀντιμετωπισθῆ μέ συνεταιρισμόν ἁμαρτωλῶν (διότι διπλήν ὀργήν θά λάβωμεν), ἀλλά μέ μετάνοιαν καί τήρησιν τῶν ἐντολῶν τοῦ Κυρίου.
Ἐπίσης, ἄς γνωρίσωμεν καλά ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας δέν ἔχει καμμίαν ἔλλειψιν. Η μόνη ἔλλειψις πού παρουσιάζεται, εἶναι ἡ ἔλλειψις σοβαρῶν Ἱεραρχῶν καί Ποιμένων μέ πατερικές ἀρχές. Εἶναι ὀλίγοι οἱ ἐκλεκτοί. Ὅμως, δέν εἶναι ἀνησυχητικόν. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Ἐκκλησία τοῦ Χρίστου καί Αὐτός τήν κυβερνάει. Δέν εἶναι Ναός, πού χτίζεται ἀπό πέτρες, ἄμμο καί ἀσβέστη ἀπό εὐσεβεῖς καί καταστρέφεται μέ φωτιά βαρβάρων, ἀλλά εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. «Καί ὁ πεσῶν ἐπί τόν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται, ἐφ' ὄν δ' ἄν πέση λικμήσει αὐτόν» (Μάτθ. καί 44-45). Ὁ Κύριος, ὅταν θά πρέπη, θά παρουσιάση τούς Μάρκους τούς Εὐγενικούς καί τούς Γρηγόριους Παλαμάδες, διά νά συγκεντρώσουν ὅλα τά κατασκανδαλισμένα ἀδέλφια μας, διά νά ὁμολογήσουν τήν Ὀρθόδοξον Πίστιν, νά στερεώσουν τήν Παράδοσιν καί νά δώσουν χαράν μεγάλην εἰς τήν Μητέρα μας.
Εἰς τούς καιρούς μᾶς βλέπομεν ὅτι πολλά πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας μας, μοναχοί καί λαϊκοί, ἔχουν, δυστυχῶς, ἀποσχισθῆ ἀπό αὐτήν, ἐξ αἰτίας τῶν φιλενωτικῶν. Ἔχω τήν γνώμην ὅτι δέν εἶναι καθόλου καλόν νά ἀποχωριζώμεθα ἀπό τήν Ἐκκλησίαν κάθε φορᾶ πού θά πταίη ὁ Πατριάρχης. Ἀλλά ἀπό μέσα, κοντά στήν Μητέρα Ἐκκλησία ἔχει καθῆκον καί ὑποχρέωσι ὁ καθένας ν' ἀγωνίζεται μέ τόν τρόπον του. Τό νά διακόψη τό μνημόσυνον τοῦ Πατριάρχου, νά ἀποσχισθῆ καί νά δημιουργήση ἰδικήν τοῦ Ἐκκλησίαν καί νά ἐξακολουθῆ νά ὁμιλῆ ὑβρίζοντας τόν Πατριάρχην, αὐτό, νομίζω, εἶναι παράλογον.
Ἐάν διά τήν ἅ ἤ τήν β λοξοδρόμησι τῶν κατά καιρούς Πατριαρχῶν χωριζώμεθα καί κάνωμε δικές μας Ἐκκλησίες - Θεός φυλάξει! - θά ξεπεράσωμε καί τούς Προτεστάντες ἀκόμη. Εὔκολα χωρίζει κανείς καί δύσκολα ἐπιστρέφει. Δυστυχῶς, ἔχουμε πολλές «ἐκκλησίες» στήν ἐποχή μας. Δημιουργήθηκαν εἴτε ἀπό μεγάλες ὁμάδες ἡ καί ἀπό ἕνα ἄτομο ἀκόμη. Ἐπειδή συνέβη στό καλύβι τῶν (ὁμιλῶ διά τά ἐν Ἁγίω Ὄρει συμβαίνοντα) νά ὑπάρχη καί ναός, ἐνόμισαν ὅτι μποροῦν νά κάνουν καί δική τους ἀνεξάρτητη Ἐκκλησία. Ἐάν οἱ φιλενωτικοί δίνουν τό πρῶτο πλῆγμα στήν Ἐκκλησία, αὐτοί, οἱ ἀνωτέρω, δίνουν τό δεύτερο. Ἄς εὐχηθοῦμε νά δώση ὁ Θεός τόν φωτισμόν Του σέ ὅλους μας καί εἰς τόν Πατριάρχην μᾶς κ. Ἀθηναγόραν, διά νά γίνη πρῶτον ἡ ἕνωσις αὐτῶν τῶν «ἐκκλησιῶν», νά πραγματοποιηθῆ ἡ γαλήνη ἀνάμεσα στό σκανδαλισμένο ὀρθόδοξο πλήρωμα, ἡ εἰρήνη καί ἡ ἀγάπη μεταξύ τῶν Ὀρθοδόξων Ἀνατολικῶν Ἐκκλησιῶν καί κατόπιν ἄς γίνη σκέψις διά τήν ἕνωσιν μετά τῶν ἄλλων «Ὁμολογιῶν», ἐάν καί ἐφ' ὅσον εἰλικρινῶς ἐπιθυμοῦν νά ἀσπασθοῦν τό Ὀρθόδοξον Δόγμα.
Θά ἤθελα ἀκόμη νά εἰπῶ ὅτι ὑπάρχει καί μία τρίτη μερίδα μέσα εἰς τήν Ἐκκλησίαν μας. Εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ἀδελφοί, πού παραμένουν μέν πιστά τέκνα Αὐτῆς, δέν ἔχουν ὅμως συμφωνίαν πνευματικήν ἀναμεταξύ τους. Ἀσχολοῦνται μέ τήν κριτικήν ὁ ἕνας του ἄλλου καί ὄχι διά τό γενικώτερον καλόν του ἀγῶνος. Παρακολουθεῖ δέ ὁ ἕνας τόν ἄλλον (περισσότερον ἀπό τόν ἕαυτόν του) εἰς τό τί θά εἰπῆ ἡ τί θά γράψη, διά νά τόν κτυπήση κατόπιν ἀλύπητα. Ἐνῶ ὁ ἴδιος ἄν ἔλεγε ἡ ἔγραφε τό ἴδιο πράγμα, θά τό ὑπεστήριζε καί μέ πολλές μάλιστα μαρτυρίες τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων. Τό κακό πού γίνεται εἶναι μεγάλο, διότι ἄφ' ἑνός μέν ἀδικεῖ τόν πλησίον του, ἀφ' ἑτέρου δέ καί τόν γκρεμίζει μπροστά στά μάτια τῶν ἄλλων πιστῶν. Πολλές φορές σπέρνει καί τήν ἀπιστία στίς ψυχές τῶν ἀδυνάτων, διότι τούς σκανδαλίζει. Δυστυχῶς, μερικοί ἀπό ἐμᾶς ἔχουμε παράλογες ἀπαιτήσεις ἀπό τούς ἄλλους. Θέλουμε οἱ ἄλλοι νά ἔχουν τόν ἴδιο μέ ἐμᾶς πνευματικόν χαρακτήρα. Ὅταν κάποιος ἄλλος δέν συμφωνῆ μέ τόν χαρακτήρα μας, δηλαδή ἡ εἶναι ὀλίγον ἐπιεικής ἡ ὀλίγον ὀξύς, ἀμέσως βγάζομε τό συμπέρασμα ὅτι δέν εἶναι πνευματικός ἄνθρωπος. Ὅλοι χρειάζονται εἰς τήν Ἐκκλησίαν. Ὅλοι οἱ Πατέρες προσέφεραν τάς ὑπηρεσίας τῶν εἰς Αὐτήν. Καί οἱ ἤπιοι χαρακτῆρες καί οἱ αὐστηροί. Ὅπως διά τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀπαραίτητα καί τά γλυκά καί τά ξινά καί τά πικρά ἀκόμη ραδίκια (τό καθένα ἔχει τίς δικές του οὐσίες καί βιταμίνες), ἔτσι καί διά τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι εἶναι ἀπαραίτητοι. Ὁ ἕνας συμπληρώνει τόν πνευματικόν χαρακτήρα τοῦ ἄλλου καί ὅλοι εἴμεθα ὑποχρεωμένοι νά ἀνεχώμεθα ὄχι μόνον τόν πνευματικόν του χαρακτήρα, ἀλλά ἀκόμη καί τίς ἀδυναμίες, πού ἔχει σάν ἄνθρωπος.
Καί πάλιν ἔρχομαι νά ζητήσω εἰλικρινῶς συγγνώμην ἀπό ὅλους, διότι ἐτόλμησα νά γράψω. Ἐγώ εἶμαι ἕνας ἁπλός μοναχός καί τό ἔργον μου εἶναι νά προσπαθῶ, ὅσο μπορῶ, νά ἀπεκδύωμαι τόν παλαιόν ἄνθρωπον καί νά βοηθῶ τούς ἄλλους καί τήν Ἐκκλησίαν, μέσω τοῦ Θεοῦ διά τῆς προσευχῆς. Ἀλλ' ἐπειδή ἔφθασαν μέχρι τό ἐρημητήριό μου θλιβερές εἰδήσεις διά τήν Ἁγίαν Ὀρθοδοξίαν μας, ἐπόνεσα πολύ καί ἐθεώρησα καλό νά γράψω αὐτά πού ἐνοίωθα.
Ἄς εὐχηθοῦμε ὅλοι νά δώση ὁ Θεός τήν χάριν Του καί ὁ καθένας μας ἄς βοηθήση μέ τόν τρόπον τοῦ διά τήν δόξαν τῆς Ἐκκλησίας μας.
Μέ πολύν σεβασμόν πρός ὅλους Παΐσιος μοναχός
Ἡ ἀνωτέρω σοφή καί διακριτική ἐπιστολή τοῦ Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου ἐστάλη στόν π. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο τό 1969.
 

Το κερί στη ζωή της Εκκλησίας μας


πηγή


Δεν υπάρχει ορθόδοξος Ναός που να μην έχει στην είσοδό του, στον πρόναο ή το πρόπυλο, μανουάλι με κεριά για τους πιστούς και τους προσκυνητές. Και δεν υπάρχει Ορθόδοξος πιστός, από τα νήπια έως τους υπερήλικες, ο οποίος να μην ανάβει το κερί του κάθε φορά που εισέρχεται στον ιερό χώρο του Ναού.
Πώς όμως και γιατί επικράτησε το άναμμα των κεριών στους Ναούς μας;
Η χρήση βεβαίως των κεριών όπως και άλλων φωτιστικών μέσων γινόταν τον πρώτο καιρό για λόγους καθαρά πρακτικούς. Υποκαθιστούσαν τα κεριά το φυσικό φως, για να μπορούν οι πιστοί να βλέπουν στις λατρευτικές τους συνάξεις. Η χρήση τους βέβαια έγινε ακόμη πιο αναγκαία την περίοδο των διωγμών· τότε που η Εκκλησία του Χριστού βρισκόταν στις ανήλιαγες κατακόμβες και χρειαζόταν φως.
Από τον 4ο αιώνα και μετά όμως, που η Εκκλησία εξήλθε διά διατάγματος του αγίου Κωνσταντίνου από τις κατακόμβες, η χρήση διάφορων φωτιστικών μέσων διατηρείται στην Εκκλησία μας με χαρακτήρα έντονα συμβολικό πέραν του καθαρώς πρακτικού.
Έτσι το κερί αποτελεί μια υπόμνηση εσωτερικής αλλοιώσεως, αλλαγής. Όπως αυτό αλλοιώνεται καθώς καίγεται, έτσι καλούμαστε να αλλοιωνόμαστε κι εμείς με το φως του Χριστού, το οποίο θα κατακαίει κάθε πάθος και κακία μας.
Το κερί αρχικά είναι σβησμένο και δεν έχει ούτε τη φωτιστική ιδιότητα ούτε τη θερμότητα. Αυτά τα αποκτά αφού ανάψει από τη φλόγα κάποιου άλλου. Με τον ίδιο τρόπο καλούμαστε κι εμείς να «ανάψουμε» από τη φλόγα του Παναγίου Πνεύματος, να αποκτήσουμε τη θερμότητα της πίστεως και να ακτινοβολήσουμε το φως των καλών έργων στη ζωή μας και στην κοινωνία μας.
Το κερί όταν καίγεται φωτίζει, και όταν φωτίζει καίγεται και εκδαπανάται. Έτσι και κάθε πιστός. Μόνο όταν εκδαπανάται και προσφέρεται και θυσιάζεται με έργα αγάπης και φιλανθρωπίας, φωτίζει το φως του Χριστού γύρω του. Γι’ αυτό κάθε φορά που ανάβουμε το κερί μας, καλούμαστε να υπενθυμίζουμε στον εαυτό μας, ότι πρέπει να συνεχίζουμε να ζούμε μέσα στο φως της χάρης του Θεού που πήραμε με τη Βάπτισή μας, τότε που πρωτοφωτιστήκαμε με το ανέσπερο φως του Θεού.
Πριν ο πολιτισμός με το ηλεκτρικό του ρεύμα μπει και στη λειτουργική ζωή της Εκκλησίας μας, ο φωτισμός των ιερών Ναών γινόταν με πολυελαίους που είχαν κεριά ή κανδήλια. Ο πολυέλαιος και τότε αλλά και σήμερα, συμβολίζει τη θριαμβεύουσα Εκκλησία του Χριστού. Τα κεριά ή σήμερα οι ηλεκτρικές λάμπες, συμβολίζουν τους αγίους ή το φως των εν ουρανοίς ευρισκομένων αγίων. Γι’ αυτό και σε ιερές πανηγύρεις και θείες Λειτουργίες, ιδιαίτερα στα μοναστήρια, σείουν τους πολυελαίους, για να φανερώσουν, ότι και οι άγιοι στα επουράνια συνεορτάζουν και συμμετέχουν και συγχορεύουν με την επίγεια Εκκλησία του Χριστού.
Όχι λοιπόν! Δεν είναι απλώς ένας τύπος το άναμμα του κεριού. Ούτε είναι κάτι που, όπως λέγεται από πολλούς συχνά τελευταία, επινόησε και διατηρεί η Εκκλησία μας για καθαρά εισπρακτικούς και κερδοσκοπικούς λόγους.
Είναι μια βαθιά υπόμνηση. Υπόμνηση για αγιασμό. Για θυσία. Για φωτισμό. Κρύβει έναν μυστικό συμβολισμό που βοηθά τους πιστούς.
Γι’ αυτό και αιώνες τώρα ο πιστός λαός μας διατηρεί αυτή την πρακτική. Και θα πρέπει και ο καθένας μας με τέτοια συναίσθηση και αγίους πόθους να την επιτελεί και να τη διδάσκει σε μικρούς και μεγάλους.

«Ο ΣΩΤΗΡ», 01/11/2011

Καισάριος Δαπόντες, ένας από τους σημαντικότερους λογίους συγγραφείς του 18ου αιώνα


του Φλορίν ΜαρινέσκουΚέντρο Νεοελληνικών Ερευνών
του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών
Από τους σημαντικούς λογίους του ΙΗ’ αιώνα, ο κατά κόσμον Κωνσταντίνος, γεννήθηκε στη Σκόπελο το 1713. Η οικογένειά του ήταν ιταλικής καταγωγής – Da Ρonte. Ήταν γιος του Στεφάνου και της Μαγδαληνής. Ο πατέρας του διετέλεσε πρόξενος της Αγγλίας, με νομικές αρμοδιότητες στη Σκόπελο, στη Σκιάθο και στην Κιλιοδρομία.
Οι Δαπόντε είχαν συνολικά 12 αγόρια και τρεις κόρες, στους οποίους εξασφάλισαν μία σοβαρή εκπαίδευση. Ο Κωνσταντίνος παρακολουθούσε τα μαθήματα του νεοϊδρυθέντος τοπικού σχολείου μέχρι την ηλικία των 17 χρονών. Στη συνέχεια, στις 30 Ιανουαρίου 1731, πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο δραγουμάνος του στόλου Κωνσταντίνος Βεντούρας τον βοήθησε ουσιαστικά. Τον Ιούνιο του ίδιου έτους έφτασε στο Βουκουρέστι, όπου γράφτηκε αμέσως στη γνωστή Ηγεμονική Ακαδημία. Τρεις μήνες αργότερα γνώρισε τον ηγεμόνα Κωνσταντίνο Μαυροκορδάτο, τον οποίο δεν άργησε να υπηρετεί-τόσο στη Βλαχία όσο και στην Μολδαβία όπου μεταπηδούσε διαδοχικά. Γενικά οι σχέσεις του με τον Φαναριώτη βοεβόδα υπήρξαν αρμονικές. Το 1743, ύστερα από την άρνηση του τελευταίου όμως να τον προβιβάσει, ο Σκοπελίτης λόγιος αποφάσισε να επιστρέψει στο νησί του. Πριν φύγει μετέβη στο Ιάσιο, όπου υπέβαλε τα σέβη του στον υποψήφιο ηγεμόνα Ιωάννη Μαυροκορδάτο, αδελφό του Κωνσταντίνου. Ο Ιωάννης ανέβηκε τελικά στο θρόνο της Μολδαβίας και πρότεινε αμέσως στον Δαπόντε το αξίωμα του γραμματέα, καθώς και εκείνο του καμινάρη, που ήταν επιφορτισμένος με την είσπραξη των φόρων επί των οινοπωλείων.
Όλο αυτό το διάστημα που υπηρέτησε τους ηγεμόνες Κωνσταντίνο και Ιωάννη Μαυροκορδάτο -ως το 1746- ο Δαπόντε χαρακτηρίστηκε από τη φιλαργυρία του, εξυπηρετώντας -με το αζημίωτο- διαφόρους τοπικούς παράγοντες. Ο ίδιος περιγράφει με πολλές λεπτομέρειες και με κάθε ειλικρίνεια τις δραστηριότητες του αυτές και, μερικές φορές και τα ποσά που εισέπραττε στο γνωστό του έργοΚήπος Χαρίτων.
ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ
Ύστερα από συνεχείς πολιτικές αντιπαραθέσεις με τον μεγάλο ποστέλνικο Αντωνάκη Ραμαδάνη και τη φυγή του στην Κριμαία, ο Κωνσταντίνος βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη συνοδεύοντας τον Χάνο Σελίμ Γκιράι. Οι πολιτικοί του αντίπαλοι αντέδρασαν με αποτέλεσμα να φυλακιστεί για 20 μήνες (27 Μαρτίου 1747-27Νοεμβρίου 1748) στην Πόλη, όπου υπέφερε φριχτά, σωματικά και κυρίως ψυχολογικά, μία που θεωρούσε τη φυλάκισή του φυσικό επακόλουθο των αμαρτιών του. Σ’ αυτό το διάστημα -τον Αύγουστο πέθανε η μητέρα του, η οποία είχε ξεκινήσει για τις φυλακές, αν και ο γιος της, γεμάτος τύψεις για την οδύνη που της προκάλεσε, απέφυγε να την δει.
Απελευθερώθηκε στα τέλη Νοεμβρίου 1748, αφού πλήρωσε 55 πουγκιά και αποσύρθηκε για ανάρρωση στη Μονή της Αγίας Τριάδος στη Χάλκη. Εκεί ήλθε σε επαφή με πολιτικές και πνευματικές προσωπικότητες της εποχής: Ιωάννικο Καρατζά, μέλλοντα Οικουμενικό Πατριάρχη, Παΐσιο πρώην Πατριάρχη, Σύλβεστρο Πατριάρχη Αντιοχείας. Ο τελευταίος του συνέστησε μία κοπέλα ονόματι Μαριόρα, κόρη του Κωνσταντινουπολίτη Ιωάννη και της Φεβρωνίας, την οποία παντρεύτηκε στις 21 Νοεμβρίου 1749.
ΜΟΝΑΧΟΣ
Στις 24 Αυγούστου 1751 γεννήθηκε η κόρη τους Μαγδαληνή η οποία πέθανε στις 14 Σεπτεμβρίου λίγο πριν από την μητέρα της. Ύστερα από αυτά τα πλήγματα ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να εγκαταλείψει τα εγκόσμια. Στις 10 Αυγούστου 1753 αποσύρθηκε στο Πιπέρι, όπου στις 26 Οκτωβρίου έγινε μοναχός, λαμβάνοντας το όνομα Καισάριος. Για τρία χρόνια ζει μια ήσυχη ζωή ως μοναχός, μέχρι το 1756, οπότε έπειτα από σύγκρουση με τον ηγούμενο της μονής, φτάνει στη Σκόπελο με άκρα μυστικότητα και αποσύρεται αμέσως στην οικογενειακή του μονή της Ευαγγελίστριας.
Την 1η Μαΐου 1757 φεύγει για προσκύνημα για πρώτη φορά στο Άγιον Όρος συγκεκριμένα στη μονή Ξηροπόταμου, όπου ο σκευοφύλαξ μοναχός Άνθιμος ήταν συντοπίτης του. Εκείνη την εποχή οι πατέρες της μονής αναζητούσαν ένα μοναχό λόγιο, με κύρος και διασυνδέσεις, ο οποίος θα αναλάμβανε μια αποστολή, με το Τίμιο Ξύλο -κυρίως στις ρουμανικές χώρες- απ’ όπου θα επιχειρούσε να εξασφαλίσει οικονομική ενίσχυση για την ευρισκόμενη σε παρακμή μονή, κυρίως για την ανοικοδόμηση του Καθολικού της.
ΑΠΟ ΤΟ ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ ΜΕ ΑΠΟΣΤΟΛΗ
Η αποστολή (τριμελής) ξεκίνησε στις 22 Μαΐου 1757 και επέστρεψε στη μονή στις 11 Σεπτεμβρίου 1765. Περιέλαβε εκτός από τις Ηγεμονίες και την Κωνσταντινούπολη (προκαθορισμένους στόχους της περιοδείας) καθώς και τη Χίο, τη Σάμο, τα Ψαρά, την Εύβοια, και τη Σκόπελο, στις τελευταίες περιοχές πήγε ύστερα από παράκληση των κατοίκων τους.
Συνολικά η θητεία αυτή θεωρείται πετυχημένη, αφού απέφερε στη μονή μετά οκτώ χρόνια, τρεις μήνες και είκοσι μέρες πολλά χρήματα, άμφια, ιερά υφάσματα, ιερά βιβλία, ιερά σκεύη, φορητές εικόνες και διάφορα υλικά για το ναό.
Μετά την άφιξή του στη μονή, την Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 1765, όπου έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές, ο Καισάριος άρχισε να ασχολείται με την επίβλεψη της επισκευής του Καθολικού. Το 1771, ύστερα από μία παρεξήγηση, προφανώς με τους ξηροποταμινούς πατέρες, πήγε στην μονή Κουτλουμουσίου. Το 1778 αναχώρησε για την μονή Ευαγγελιστρίας της Σκοπέλου, την οποία είχε κτίσει ο παππούς του Ιωάννης Γραμματικός, ενώ ο πατέρας του Στέφανος είχε οικοδομήσει το Καθολικό. Το 1784 ο Καισάριος αφιέρωσε τη μονή αυτή στην Ξηροποτάμου και, πριν λάβει την επικυρωτική απάντηση των αγιορειτών, επέστρεψε εκεί όπου και πέθανε στις 4 Δεκεμβρίου 1784.
Ο Δαπόντε υπήρξε ένας από τους γνωστότερους συγγραφείς του αιώνα του. Από τα 26 έργα του τα 18 έχουν τυπωθεί, ενώ τα’ άλλα διασώθηκαν σε χειρόγραφη μορφή στην Ξηροποτάμου, σε βιβλιοθήκες της Ελλάδας, της Αγγλίας, της Ρουμανίας, στην Κωνσταντινούπολη και αλλού.
Συνέταξε κυρίως θρησκευτικά έργα – αλφάβητα, ειρμούς, θεοτόκια, μακαρισμούς, μεγαλυνάρια, εκκλησιαστικούς κανόνες κ.λπ., αλλά και πονήματα ιστορικού περιεχομένου, που διατηρούν την αξία τους και σήμερα.
Στον Σκοπελίτη λόγιο ταιριάζουν απόλυτα, πιστεύουμε, δύο δικοί του στίχοι :
«Όσα δεν είδα κοσμικός, καλόγηρος τα είδα
κι εχάρηκα κι εχόρτασα πάσαν μου παρ’ ελπίδα».

Ένα ελέησον μπορεί να αλλάξει τον κόσμο


Μακάρι να μπορούσα να πάρω μαζί μου στις διακοπές τα μυστικά του Κόντογλου …να τις κάνω ευλογημένες και αξέχαστες …Το καταφύγιο της ψυχής αναζητά θύμισες και μυρωδιές ….
Από ένα ψαραδοχώρι με ξένοιαστους και αμέριμνους για πάσαν την βιωτικήν…ντόπιους ,με την ξυπολισιά τους να φανερώνει στα μάτια σου την αληθινή καλοκαιρινή ευτυχία…Το”έχει ο Θεός”, που συνεχώς ακούς να βγαίνει απ το στόμα τους σε κάνει να παίρνεις βαθιά ανακουφιστική ανάσα, μέσα στην οποία χωρά μόνο το σήμερα και ο επιούσιος ….
Από μια κελαρυστή πηγή σε μακρινό ξωκκλήσι που προσμένει καρτερικά τις μέρες τις ζεστές για να λειτουργηθεί …
Και εκεί που πιστεύεις πως κόπηκε η αναπνοή σου από τον λίβα μιας ακόμα δύσκολης μέρας που μοιάζει να σε κυβερνά ολότελα , αυτές οι ιερές “ζωγραφιές” έρχονται να σε δροσίσουν στο μέσα σου και να σε κάνουν να υγραίνεσαι μόνο στα μάτια …
Νοιώθω , για λίγο έστω , να μην αποζητώ τίποτα άλλο …μου αρκεί αυτή η θεόπνευστη σταλαγματιά μιας ξεχασμένης ωραιότητας και ένας εσπερινός ήχος καμπάνας να μου θυμίζει πως έφτασε το θέρος με τους πολλούς μεγάλους του Αγίους και πως πλησιάζει το… δικό του …ξεχωριστό Πάσχα ….
Ακούω φωνές αγιασμένες να μιλούν για τα μελλούμενα …για τον πόλεμο που έρχεται , την πείνα και την δυστυχία που παραμονεύουν και λέω πως ο Θεός θ αλλάξει τη βουλή του αν εμείς Του προσφέρουμε σαν σύγχρονοι Νινευίτες τις αμαρτίες μας και ένα διαμαντένιο δάκρυ ..μετανοίας …αν χαρούμε αυτήν την σπάνιας ομορφιάς Χριστιανική Καλοκαιρινή ζωή , νηστέψουμε στην Χάρη Της Μητέρας μας ,ικετεύσουμε όρθρου βαθέως ….μακριά απο το προβεβλημένο ξεγύμνωμα της αθωότητας και τα αφόρητα ντεσιμπέλ του μισόκαλου ….ψάλλοντας με πίστη που παρασύρει τους γύρω μας το πλούσιοι επτώχευσαν και επείνασαν , λίγο μετά το Θεοτόκε Παρθένε ….όσες φορές πανηγυρίσουμε φέτος το καλοκαίρι τους Αγίους που στη γη εθαυμάστωσε ο Κύριος …όσες φορές ένα ελέησον ανέβει παρακλητικά στον θρόνο Του….Ίσως και να ναι αυτό που θ αλλάξει τον κόσμο …

Η επιστροφή των Ουνιτών της Τρανσυλβανίας στην Ορθόδοξο Εκκλησία της Ρουμανίας


Επί της πατριαρχίας Ιουστινιανού συνέβη το μεγάλο γεγονός της επιστροφής στην Ορθόδοξο Εκκλησία της Ρουμανίας των 1.250.000 Ουνιτών της Τρανσυλβανίας.
Ως γνωστόν, η εμφάνιση της Ουνίας στην Τρανσυλβανία ανάγεται στο 1700. Υπήρξε αποτέλεσμα της πολιτικής των ρωμαιοκαθολικών Αψβούργων, της παπικής προπαγάνδας και των Ιησουϊτών «μισσιοναρίων» έναντι των ορθοδόξων Ρουμάνων.
Για την επίτευξη του στόχου εντάξεως των Ορθοδόξων Ρουμάνων στην Ουνία, πρωτεύοντα ρόλο έπαιξε ο αυτοκράτωρ της Αυστροουγγαρίας Λεοπόλδος ο Α’, που επηρεάστηκε σ’ αυτό από τα ρωμαιοκαθολικά τάγματα. Πίστευε ότι η κυριαρχία του επί της Τρανσυλβανίας θα είναι δυνατή μόνον εάν επιβληθεί σ’ αυτήν ο ρωμαιοκαθολικισμός.
Είναι ιστορικά βεβαιωμένο, ότι η προσχώρηση των Ρουμάνων στην Ουνία δεν ήταν προϊόν εσωτερικής πεποιθήσεως και πίστεως, αλλά αποτέλεσμα πιέσεων για την απόκτηση πολιτικών και άλλων δικαιωμάτων.
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, στην προσπάθειά της να πετύχει τους στόχους της, δεν δίστασε, πέραν των πάσης φύσεως καταπιέσεων, να φθάσει ακόμη και σε βασανιστήρια, όμοια με εκείνα της Ιεράς Εξετάσεως.
Το 1927 το Βατικανό, παρά τη μεγάλη αντίδραση της Ορθοδθξου Εκκλησίας, συνήψε Κονκορδάτο με τη ρουμανική κυβέρνηση. Χάρη σ’ αυτό εξασφάλισε το δικαίωμα πλήρους ελέγχου της εν Ρουμανία ρωμαιοκαθολικής και ουνιτικής Εκκλησίας. Παράλληλα, υπέγραψε το «Stafus Romanocatolicus Transsylvanus», με το οποίο αποδόθηκαν στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία οι μεγάλης εκτάσεως κτηματικές περιουσίες, τις οποίες είχε κατά την αυστροουγγρική κατοχή.
Ο Πατριάρχης Ιουστινιανός στους μεγαλεπήβολους στόχους της πατριαρχίας του έθεσε και την επανένταξη των Ουνιτών στην Ορθόδοξο Εκκλησία. Αν και έγιναν πολλές προσπάθειες, στο διάστημα των 250 ετών, δεν υπήρξε το αναμενόμενο αποτέλεσμα.
Κατά την ημέρα της ενθρονίσεώς του την 6η Ιουνίου 1948, έκανε επίσημα έκκληση στους Ουνίτες να επανενταχθούν στον κορμό της Ορθοδόξου ρουμανικής Εκκλησίας από την οποία είχαν αποσκιρτήσει. Την ίδια κίνηση έκανε και ο ορθόδοξος Μητροπολίτης Τρανσυλβανίας Νικόλαος Balan την 15η Μαΐου 1948 στην Campia Libertatii, με την ευκαιρία του εορτασμού ενός αιώνα από την Επανάσταση του 1848.
Χάρη στις ενέργειες του Πατριάρχου Ιουστινιανού την 17η Ιουλίου 1948, η τότε ρουμανική κυβέρνηση απεκήρυξε το Κονκορδάτο και διέκοψε τις σχέσεις της με την Αγία Έδρα. Έτσι καταργήθηκε η άμεση ανάμιξη του παπικού θρόνου στα εκκλησιαστικά ζητήματα της Ρουμανίας, αλλά και η σκανδαλώδης εύνοια για τους Ρωμαιοκαθολικούς, χρονολογούμενη από το 1927.
Στη μεγάλη συνέλευση των Ουνιτών, η οποία πραγματοποιήθηκε στη πόλη Κλούζ την 1η Οκτωβρίου 1948, έλαβαν μέρος αντιπρόσωποι 22 νομών και περισσότεροι από 430 Ουνίτες ιερείς. Κοινή διαπίστωση και επιθυμία όλων υπήρξε η επανένταξή τους στους κόλπους της Ορθοδοξίας. Στο εγκριθέν από τη συνέλευση ψήφισμα αναφέρεται ότι «η συνέλευση, αφού διαπίστωσε ότι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες οι Ορθόδοξοι Ρουμάνοι της Τρανσυλβανίας είχαν εξαναγκασθεί να δεχθούν το 1701 την ένωση με τη Ρώμη, έπαυσαν να υφίστανται και ότι ο κλήρος και ο λαός, που ανήκει στην Ουνία, δεν επιθυμούν να βρίσκονται κάτω από την κηδεμονία του Βατικανού, το οποίο σε συνεργασία με τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις απεργάζεται ένα νέο παγκόσμιο πόλεμο. Δηλώνουν ότι ελεύθερα και αβίαστα επιθυμούν να επανέλθουν στους κόλπους της μητρός Ορθοδόξου ρουμανικής Εκκλησίας…».
Μετά την ομόφωνη έγκριση του ψηφίσματος, αντιπροσωπεία άποτελούμενη από 36 Ουνίτες πρωθιερείς ανεχώρησε για το Βουκουρέστι την 2η Οκτωβρίου 1948. Στο σιδηροδρομικό σταθμό του Βουκουρεστίου την υποδέχθηκαν οι ορθόδοξοι ιερείς της ρουμανικής πρωτεύουσας. Στην προσφώνηση του κοσμήτορος της Θεολογικής Σχολής Βουκουρεστίου Petre Vintilescu, αντιφώνησε ο πρωθιερεύς Trajan Belescu, πρόεδρος της συνελεύσεως του Κλούζ, ο οποίος, μεταξύ των άλλων, είπε: «Υπάρχει μια ανέκφραστη συγκίνηση, όταν βλέπω το πλήθος των αδελφών, οι οποίοι ήρθαν να μας χαιρετίσουν στην άφιξή μας στην πρωτεύουσα. Εμάς, οι οποίοι με τη χθεσινή διακήρυξη από την πρωτεύουσα του Αρδεάλ, χωρίσαμε οριστικά από την ουνιτική Εκκλησία και επανήλθαμε στον κόλπο της Μητρός Ορθοδόξου Εκκλησίας.
Εμείς είμαστε εκπρόσωποι των ιερέων οι οποίοι συμφώνησαν με αυτή την πράξη και ερχόμαστε να μεταφέρουμε στο Μακαριότατο Πατριάρχη την ευγνωμοσύνη, αφοσίωση και όλη την υποταγή μας.
Σας βεβαιώνουμε, άγιοι πατέρες, ότι οι ιερείς, οι οποίοι έρχονται στον αγρό της Εκκλησίας των προγόνων τους, θα είναι γεμάτοι από αγάπη και πίστη.
Βεβαιώνουμε και την κυβέρνηση για όλη την αφοσίωση μας. Όπως εργαζόμαστε στον αγρό της Εκκλησίας, έτσι θα εργασθούμε για την ισχυροποίηση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ρουμανίας.
Να είναι ευλογημένη η χθεσινή ώρα στην πρωτεύουσα του Αρδεάλ, όταν οι ιερείς χωρισθήκαμε από την ουνιτική Εκκλησία για να επανέλθουμε στη ρουμανική Ορθόδοξη Εκκλησία…».
Την 3η Οκτωβρίου η αντιπροσωπεία έγινε δεκτή από την Ιερά Σύνοδο της Ορθοδόξου ρουμανικής Εκκλησίας, στην οποία γνωστοποίησαν την απόφαση της επανεντάξεώς τους στην Ορθόδοξο Εκκλησία. Ο πρωθιερεύς Aurel Brumboju διάβασε τη διακήρυξη της συνελεύσεως του Κλούζ για την επιστροφή των 430 πρωθιερέων και ιερέων στους κόλπους της ρουμανικής Εκκλησίας.
Ο Πατριάρχης Ιουστινιανός δέχθηκε συγκινημένος το ψήφισμα και δήλωσε ότι, ύστερα από τη σύμφωνη γνώμη της Ιεράς Συνόδου, με χαρά δέχεται τα πλανεμένα τέκνα στους κόλπους της Εκκλησίας. Στη συνέχεια με μεγάλη πομπή κλήρος και λαός μετέβησαν στον ιερό ναό του Αγίου Σπυρίδωνος, όπου τελέσθηκε πανηγυρική δοξολογία. Στο τέλος της δοξολογίας τέσσερις Ουνίτες πρωθιερείς ανέγνωσαν το ψήφισμα της συνελεύσεως του Κλούζ, ενώ τέσσερις Ορθόδοξοι ανέγνωσαν την πράξη, με την οποία η Ιερά Συνοδός απεδέχετο το αίτημα των Ουνιτών.
Την 21η Οκτωβρίου στην Alba – Iulia, παρουσία της Ιεράς Συνόδου της Ιεραρχίας της ρουμανικής Εκκλησίας, χιλιάδων εκπροσώπων του ουνιτικού και ορθοδόξου κλήρου και των πιστών, η μεγάλη κληρικολαϊκή συνέλευση διεκήρυξε την επανενοποίηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Τρανσυλβανίας με την επιστροφή των Ουνιτών. Οι αντιπρόσωποι των Ουνιτών δήλωσαν επίσημα ότι αποκηρύσσουν την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, η οποία το 1700 με τη βία τους ενέταξε στο σώμα της, και επιστρέφουν «στο ιερό βήμα της Ορθοδοξίας, έτσι ώστε εν ομονοία να ομολογήσουμε Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον και να διατηρήσουμε όλη την αγία διδασκαλία και τους κανόνες της Ορθοδόξου Εκκλησίας».
Συγκλονιστικός ήταν ο λόγος του μεγάλου Πατριάρχου Ιουστινιανού, ο οποίος μεταξύ άλλων τόνισε: «…Από του πατριαρχικού μου θρόνου ομολογώ και διακηρύττω ότι η ημετέρα Ορθόδοξος ρουμανική Εκκλησία ουδέν πάθος τρέφει κατά της Καθολικής Εκκλησίας και των τέκνων της, ουδέ εκηρύξαμεν ποτέ πόλεμον κατά του καθολικού κλήρου και λαού. Δεν μισούμεν την Καθολικήν Εκκλησίαν ουδέ διετέθημεν ποτέ εχθρικώς προς τας ιεροτελεστίας της και τας πομπώδεις τελετάς της.
Εχθρευόμεθα απλώς και πολεμούμεν το παπικόν κράτος, το πολιτικόν του Βατικανού κράτος, το οποίον αδηφάγως και διψαλέως καταβάλλει υπερανθρώπους προσπάθειας να υποτάξη ύφ’ εαυτό ολόκληρον τον χριστιανικόν κόσμον. Μισούμεν το Βατικανόν, το οποίον αντί να είπη εις τους Μισιοναρίους του: «Πορευθέντες, μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, τα μη εις Χριστόν πιστεύοντα, κηρύσσοντες αυτοίς το Ευαγγέλιον», εξαπολύει ολόκληρον στρατόν Ιησουϊτών εις τας ορθοδόξους μάνδρας, με την εντολήν να αφαρπάσωσι όσον το δυνατόν περισσότερα ορθόδοξα πρόβατα. Αυτό εχθρευόμεθα και αυτό πολεμούμεν, μέχρις ότου εννοήση τούτο, ότι ο Σωτήρ ημών εδίδαξε τοις ανθρώποις την οδόν, την αλήθειαν και την ζωήν και έπαθε επί του Σταυρού αναστάς εκ νεκρών, ουχί ίνα ιδρύση κράτος πολιτικόν με νέους θρησκευτικούς αυτοκράτορας, συνεχιστάς των Ρωμαίων, διϊσχυριζομένους ότι είναι οι διάδοχοι του Αποστόλου Πέτρου.
Ο ορθόδοξος ρουμανικός λαός επί αιώνας έχει υποφέρει πολλά από την παπικήν καθέδραν, άλλ’ ευτυχώς ότι επέστη ο καιρός ίνα απαλλαγή ταύτης…
Αποσιωπώντες θλιβερούς παλαιούς διωγμούς και ταπεινώσεις, περιοριζόμεθα να υπομνήσωμεν τα μαρτύρια ημών τα από της περιφήμου Ουνίας και εντεύθεν. Πόσαι ποιναί, πόσα βάσανα και πόσαι αρπαγαί και δημεύσεις ορθοδόξων εκκλησιαστικολαϊκών περιουσιών δεν έχουσι διαπραχθή! Πόσοι λαϊκοί Ορθόδοξοι δεν εμαρτύρησαν, χάρις εις την Ουνίαν, δι’ εν και μόνον αμάρτημά των, διότι εζήτουν το στοιχειώδες δικαίωμα να επιτραπή αυτοίς όπως ζήσωσιν εν ειρήνη, κατά συνείδησιν, και εν τη θρησκεία των πατέρων των! Επεβλήθη αυτοίς βιαίως ο αυτοκρατορικός νόμος, το Μανιφέστον της ψευδενώσεως του 1698 πλαστογραφηθέν και τούτο! Διαμαρτυρόμενοι οι δυστυχείς, πλην ανίσχυροι, Ορθόδοξοι της Τρανσυλβανίας και προσπαθούντες να διαφύγωσιν από τας γνωστάς Ιησουϊτικάς πλεκτάνας απελπιστικώς έλεγον: Υπογράφομεν το Μανιφέστον του 1698, και αναγνωρίζομεν ως ανωτάτην εκκλησιαστικήν μας αρχήν, άλλ’ υπό τον απαράβατον όρον: α) Όπως οι θρησκευτικοί μας νόμοι, τα ήθη και τα παλαιά μας έθιμα, αι ιεροτελεστίαι μας, αι νηστείαι και το ημερολόγιόν μας, παραμείνουν εν ισχύϊ, άθικτα και αμετάβλητα, β) Όπως ο Αρχιερεύς μας εξακολούθηση και εις το μέλλον κατέχων τον αρχιερατικόν του θρόνον και εν περιπτώσει θανάτου του, ο διάδοχός του να επικυρούται μόνον υπό του Πάπα, εκλεγόμενος όμως υπό της Συνόδου και χειροτονούμενος υπό του Ορθοδόξου Σέρβου Μητροπολίτου Καρλοβιτσίου, ως ευρισκομένου εις το έδαφος της Αψβουργικής Αυτοκρατορίας και γ) Όπως οι ιερείς μας και γενικώς οι κληρικοί μας έχωσι τα αυτά δικαιώματα και τα αυτά προνόμια, άτινα έχουσι οι ρωμαιοκαθολικοί ιερείς. Εν η περιπτώσει όμως τα ανωτέρω δεν γίνωσι δεκτά, τότε ούτε αι υπογραφαί μας, άλλ’ ούτε και αι σφραγίδες μας έχουσι κύρος και σημασίαν…».
Μετά το πέρας της εκδηλώσεως κλήρος και λαός κατέστρεψαν τις βουλές, με τις οποίες ο πάπας της Ρώμης είχε σφραγίσει, το 1701 το έγγραφο της δια της βίας ενώσεως των Ορθοδόξων της Τρανσυλβανίας με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία.
Οι Ορθόδοξοι της Ρουμανίας δέχθηκαν με αγάπη τους πρώην Ουνίτες. Οι ναοί και τα περιουσιακά τους στοιχεία επανήλθαν στην Ορθόδοξο Εκκλησία. Όλοι οι κληρικοί έγιναν δεκτοί με τους ιερατικούς τους βαθμούς. Μάλιστα ένας από αυτούς, ο Θεόφιλος Herineanu εξελέγη τον Ιούνιο του 1949 πίσκοπος Ρώμαν και Χουσίου.
Η απώλεια 1.250.000 Ουνιτών από την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία ήταν φυσικό να προκαλέσει την οργή της, η οποία εκδηλώθηκε με απειλές τόσο εναντίον της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρουμανίας, όσο και εναντίον της λαϊκής ρουμανικής Δημοκρατίας.
Ανεξάρτητα όμως από τις διαμαρτυρίες του Βατικανού, η επάνοδος των Ουνιτών της Τρανσυλβανίας στην Ορθόδοξο Εκκλησία ήταν μια πράξη δικαίου και μια απόλυτα φυσιολογική κατάσταση.


Πηγή: Μιχαήλ Τρίτου «Οι Πατριάρχες της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρουμανίας», Η θρησκευτική, εθνική και κοινωνική τους προσφορά, Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη α.ε.

Τυπικόν της 4ης Ἰουλίου 2012



Τετάρτη: Τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρός ἡμῶν Ἀνδρέου, 
Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης, τοῦ Ἱεροσολυμίτου.
 
Ἀπόστολος: 
Τῆς ἡμέρας· Τετάρτης ε΄ ἑβδομάδος Ἐπιστολῶν (Ῥωμ. ιε΄ 7-16).
Εὐαγγέλιον:
 Ὁμοίως· Τετάρτης ε΄ ἑβδομάδος Ματθαίου (Ματθ. ιβ΄ 38-45).
 

ΠΑΥΣΗ ΤΩΝ “ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΩΝ” ΣΤΗΝ ΠΡΕΒΕΖΑ ΚΑΙ ΟΞΥΝΟΥΣΤΑΤΟΙ “ΟΡΑΜΑΤΙΣΜΟΙ”



.          Ὡς συνήθως μετὰ τὴν ἐκδημία ἑνὸς ἱεράρχου λαμβάνουν χώρα μὲ πανομοιότυπα πληκτικὸ τρόπο οἱ ἴδιες «ἱστορίες»! Δημοσιεύματα φέρουν τὰ ἴδια νὰ συμβαίνουν ἐξ ἀφορμῆς τῆς ἐκδημίας τοῦ Νικοπόλεως κυροῦ Μελετίου.
.          Πρὸς τὸ παρὸν σημασία καὶ ἀξία ἔχει ὅτι συμφώνως πρὸς πληροφορίες -ποὺ δὲν ἔχουν διασταυρωθεῖ μὲν ἀλλὰ εἶναι ἀξιόπιστες- ὁ Τοποτηρητὴς τῆς Μητροπόλεως Νικοπόλεως καὶ Πρεβέζης Μητροπολίτης Ἄρτης Ἰγνάτιος φέρεται νὰ ἐξέδωκε Ἐγκύκλιο περὶ παύσεως τῆς ἀσχημίας τῶν «μεταφρασμένων Ἀκολουθιῶν», τὶς ὁποῖες ΑΝΤΙΣΥΝΟΔΙΚΩΣ καὶ στανικῶς εἶχε ἐπιβάλει στὴν ἐπαρχία του ὁ μακαριστὸς Μελέτιος, ὁ πεπαιδευμένος, πολύγλωσσος καὶ ἀσκητικοῦ ἤθους Ἱεράρχης μὲ τὶς ἐνίοτε ὅμως ἀντιφατικὲς καὶ αἰφνιδιαστικὲς θεολογικὲς καὶ πνευματικὲς «ἐκφράσεις».
.          Ἐνδεικτικὸ τὸ ἑξῆς ἀπολύτως ἐπιβεβαιωμένο γεγονὸς ὅτι –παρ᾽ ὅλο ποὺ ὁ ἴδιος, διάκονος ὢν στὴν Καλαμάτα, διεκδικοῦσε νὰ ἐξομολογεῖ! (πράγμα ἀντικανονικό, ποὺ αὐτονόητα τὸν ἀπομάκρυνε τῆς πνευματικῆς του ἀναφορᾶς)– κατ᾽ ἐπανάληψιν ὁ ἴδιος ὡς Μητροπολίτης δὲν καταδεχόταν νὰ συζητᾶ ἐπὶ θεολογικῶν θεμάτων μὲ «κατωτέρους» του, δηλ. ἀρχιμανδρίτες, ἡγουμένους ἢ ἁπλοὺς ἱερεῖς!, μὲ τὴν εὑρηματικῆς ἐμπνεύσεως θεολογικὴ αἰτιολογία πὼς «ὁ ἐπίσκοπος συζητᾶ μόνον μὲ ἐπισκόπους»!!!
.          Αὐτὴ ἡ ἀντίληψη, ΑΠΟΛΥΤΩΣ ἐπιβεβαιωμένη, φανερώνει μία μικρὴ ὄψη τοῦ …«ὁράματος» τοῦ μακαριστοῦ γιὰ «ἀποκατάσταση τοῦ πραγματικοῦ νοήματος τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ», καὶ τῆς «ὀξυνοίας του νὰ ἀντιληφθεῖ ὅτι τὸ βάρος μιᾶς δῆθεν “παράδοσης” συνθλίβει τὸ γνήσιο εὐαγγελικὸ μήνυμα».

Μαγεία: Μία σύγχρονη μάστιγα


ΠΗΓΗ

Συνέντευξη του Αρχιμανδρίτου π. Χρυσάνθου Στελλάτου


Απίστευτες διαστάσεις στην εποχή της προηγμένης τεχνολογίας έχει προσλάβει η εξάπλωση της μαγείας, καθώς τα πλοκάμια της έχουν εισχωρήσει ακόμα και στο χώρο της πολιτικής, παγιδεύοντας μυριάδες θύματα στην Ελλάδα, χώρα της Ορθοδοξίας και ανά την υφήλιο. Πάρα πολλοί αδελφοί μας εμπλέκονται στα πλοκάμια του διαβόλου ζητώντας λύσεις στα διάφορα προβλήματά τους. Ο π. Χρύσανθος έχει παραχωρήσει επί του θέματος αυτού πολλές συνεντεύξεις στον τοπικό τύπο καθώς και σε ποικίλα χριστιανικά blog.
  • Ερώτηση: Ποιούς κινδύνους ενδέχεται να αντιμετωπίσει ο άνθρωπος που καταφεύγει στους μάγους, τις μάγισσες, τις χαρτορίχτρες, τους αστρολόγους, κλπ. ;
 Απάντηση: Εκτός από τους απατεώνες που εξαπατούν και εκμεταλλεύονται τους αφελείς, υπάρχουν και οι δαιμονοκίνητοι μάγοι, οι οποίοι με την επίκληση των πονηρών και ακαθάρτων πνευμάτων προσπαθούν προσπαθούν να κάνουν το κακό στο συνάνθρωπο. Οι μάγοι είναι όργανα του πονηρού, έστω και αν παρουσιάζονται ως άνθρωποι ευσεβείς και ευλαβείς.
  • Ερωτ.: Υφίσταται διαχωρισμός ανάμεσα στη λευκή και τη μαύρη μαγεία;
 Απαντ.: Ουσιαστικός διαχωρισμός ανάμεσα στη λευκή και τη μαύρη μαγεία δεν υφίσταται. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις η αμαρτία είναι ίδια διότι οι μάγοι έρχονται σε άμεση επικοινωνία με τον διάβολο.
  • Ερωτ.: Ενδέχεται αυτοί που προσφεύγουν στους μάγους να βρούν λύση στα προβλήματά τους;
 Απαντ.: Σε καμία περίπτωση ο πατέρας του ψεύδους διάβολος δεν μπορεί να προσφέρει λύση στα προβλήματα των ανθρώπων. Η Αγία Γραφή μας διδάσκει ότι τις αυθεντικές λύσεις των ποικίλων προβλημάτων μας τις βρίσκουμε κοντά στο Σωτήρα Χριστό και στην Αγία μας Ορθόδοξο Εκκλησία. 
  • Ερωτ.: Για ποιό λόγο οι άνθρωποι καταφεύγουν στη μαγεία;
 
Απαντ.: Κατά την ταπεινή μου άποψη, η έλλειψη της εμπιστοσύνης στην αγάπη και την πρόνοια του Θεού οδηγεί τον άνθρωπο στα πλοκάμια του διαβόλου που είναι η μαγεία. Ο πιστός, το συνειδητό μέλος της Εκκλησίας, γνωρίζει ότι το καταφύγιο του είναι ο σαρκωμένος Θεός της Αγάπης ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός και η Αγίας μας Εκκλησία. Ο άνθρωπος που δεν ζει την πνευματική ζωή βιώνει το μηδενισμό του και το θάνατό του και ζει μέσα στην απελπισία. Προσπαθεί λοιπόν αυτή την απελπισία να την καλύψει μέσω της μαγείας, της αστρολογίας και των άλλων μεθόδων που υπαγορεύει ο άρχοντας του ψεύδους, ο διάβολος.
  • Ερωτ.: Με ποιούς τρόπους ο χριστιανός μπορεί να αντιμετωπίζει τους πειρασμούς της μαγείας;
 
Απαντ.: Η μαγεία αντιμετωπίζεται με τη συμμετοχή μας στα Ιερά Μυστήρια της Εκκλησίας μας, την Ιερά Εξομολόγηση και την Θεία Κοινωνία, την προσευχή και τη Νηστεία. Επειδή δυστυχώς οι χριστιανοί μας δεν εξομολογούνται, δεν κοινωνούν, δε νηστεύουν, δεν προσεύχονται, δεν διατηρούν καθαρό το κατοικητήριον της ψυχής που είναι το σώμα του κάθε ανθρώπου, βρίσκει ο πειρασμός τον άνθρωπο αθωράκιστον πνευματικά με αποτέλεσμα να ασκεί εξουσία επάνω του και να τον βασανίζει.
Κλείνοτας ο π. Χρύσανθος ανέφερε ως πρότυπο και παράδειγμα μετανοίας τον Άγιο Κυπριανό, ο οποίος ήταν μέγας μάγος της εποχής του, που βλέποντας τη δύναμη του εσταυρωμένου & αναστάντος Χριστού απαρνήθηκε τη μαγεία, αναδείχθηκε μάρτυρας της Εκκλησίας και δοχείον του Παναγίου Πνεύματος.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...