Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 01, 2012

Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού Ομιλία εις την παραβολήν του Αμπελώνος και εις την ξηρανθείσαν συκήν




Με παρακινεί προς λόγον ο ενυπόστατος Λόγος του Θεού και Πατρός, ο οποίος δεν απεχωρίσθη από τους κόλπους τού Πατρός και με τρόπον ανέκφραστον εκυοφορήθη στην μήτραν της Παρθένου΄ αυτός μολονότι έγινε προς χάριν μου ωσάν εμένα, είναι απαθής ως προς την Θεότητα, και περιεβλήθη σώμα ομοιοπαθές με το ιδικόν μου΄ αυτός που επιβαίνει σε άρματα Χερουβικά και ανέβη σε πώλον όνου, ο βασιλεύς της δόξης, αυτός που επευφημείται από τα Σεραφίμ ως άγιος μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα, αποδέχεται τα ψελλίσματα των παιδιών από την άκακο γλώσσα τους. Αυτός, ενώ είναι Θεός, έλαβε την μορφή του δούλου και διατηρεί αυτήν την μορφή του δούλου στο διηνεκές΄ ως Θεός είναι άϋλος και αόρατος, αλλά εδέχθη να λάβη σώμα ορατόν και ψηλαφητόν΄ ήλθεν εκουσίως προς το Πάθος, για να μας χαρίση την απάθειαν. Διότι επειδή είδε το πλάσμα των χειρών του, τον άνθρωπο, τον οποίον έπλασε κατ’ εικόνα και ομοίωσί του, να έχη δελεασθή από την απάτη του όφεως, να έχη παραβή την εντολήν του, να είναι υποδουλωμένος στην φθορά και υπεύθυνος για τον θάνατο, δεν άντεξε ο φύσει συμπαθής την στέρησι του ποθουμένου, αλλά με πολλούς τρόπους τον εκάλεσε προς επιστροφήν και μετάνοιαν. Τον επαίδευσε ως δούλον αχάριστον, ως νηπιόφρονα «πολυμερώς και πολυτρόπως» και εμηχανεύθη κάθε τρόπον, ώστε να αποτινάξη την δουλείαν τού τυράννου και να επανέλθη στον Πλαστουργόν του. Αλλ’ ήταν αδύνατον να επιστρέψη, αφού μια για πάντα είχεν υποδουλωθή πλήρως στην αμαρτία και την είχε συζευχθή με την προαίρεσί του. Γι’ αυτό ακριβώς ο υπεράγαθος Δεσπότης, αναλαμβάνει την φύσι μας, επειδή είδεν ότι είχεν εξασθενήσει.

Βλέποντας δηλαδή τον άνθρωπο να απειθή στις εντολές και τα σωτήρια προστάγματα, τί λέγει; Πρέπει να παιδαγωγήση με έργα αυτόν που ευρίσκεται σε άγνοια. Πρέπει να τον χειραγωγήση στις αρετές, ώστε να τις συνηθίση και να τις επιτελή μόνος του. Πρέπει να γίνω ορατός και έτσι να θεραπεύσω τον ασθενή. Πρέπει να επαναφέρω κοντά μου το πλανώμενον πρόβατον και να το οδηγήσω προς την αρχικήν του διαμονή στον Παράδεισο. Πώς όμως θα τον επιστρέψω αν δεν με ιδή; Πώς θα οδηγήσω αυτό που δεν παρακολουθεί τα βήματά μου;

Γι’ αυτό έγινεν άνθρωπος, για να διδάξη εμπράκτως με αυτά που έπραξε και έπαθε αυτόν που το αγνοούσε, με ποίον τρόπον να εργάζεται την αρετήν΄ ώστε βλέποντάς τον να κατεβαίνη κατ’ οικονομίαν προς χάριν μας από τις πατρικές αγκάλες στην γη, να έλθωμε και εμείς με την προαίρεσί μας από την μητέρα μας γη προς αυτόν΄ εφανέρωσε έτσι τον υπερβολικόν πλούτον της προς εμάς αγάπης του. Διότι κανείς δεν ημπορεί να δείξη μεγαλυτέραν αγάπην από αυτόν που θυσιάζει «την ψυχήν του υπέρ των φίλων αυτού». Πώς όμως θα δείξη την αγάπη του, αυτός που δεν έχει ψυχή; Γι’ αυτό αναλαμβάνει σάρκα, για να «οφθή επί γης και τοις ανθρώποις συναναστραφή». Γι’ αυτό αναλαμβάνει ψυχή, για να την θυσιάση υπέρ των φίλων του. Και φίλους εννοώ όχι αυτούς που τον αγαπούν, αλλά αυτούς που εκείνος ποθεί. Διότι εμείς τον εμισήσαμε, τον απαρνηθήκαμε και γίναμε δούλοι σε άλλον. Αυτός όμως έμεινε σταθερός, έχοντας αμετάβλητον την προς ημάς αγάπην του. Γι’ αυτό και έτρεξε κοντά μας. Ήλθε σ’ αυτούς που τον εμισούσαν. Κατεδίωξε αυτούς που απεμακρύνοντο, και όταν τους έφθασε δεν τους ήλεγξε με σκληρότητα, δεν τους επανέφερε κοντά του με μαστίγιον, αλλά έπραξε σαν ένας άριστος ιατρός που ενώ υβρίζεται, εμπτύεται και ραπίζεται από κάποιον μανιακόν, του προσφέρει τις θεραπευτικές του υπηρεσίες. Προσέφερε στην φύσι της ανθρωπότητος την πλέον αποτελεσματικήν θεραπεία, το δραστικώτερον και παντοδύναμον φάρμακο, την ιδία την θεότητά του. Αυτή ανέδειξε το ασθενικόν μας σαρκίον δυνατώτερον από τις αόρατες δυνάμεις. Όπως δηλαδή ο σίδηρος είναι απλησίαστος όταν ενωθή με την φωτιάν, έτσι και το χόρτο της ιδικής μας φύσεως επειδή ηνώθη με το πυρ της θεότητος έγινε απλησίαστον από τον διάβολο. Και επειδή «τα εναντία των εναντίων ιάματα», κάθε πάθος δηλαδή θεραπεύεται με το αντίθετό του, καθώς λέγουν οι μαθηταί των ιατρών, καταβάλλει και ο Θεός «τα ενάντια δια των εναντίων»: Την ηδονή με τις οδύνες, την υπερηφάνεια με την ταπείνωσι. Διότι όχι μόνον εταπείνωσε τον εαυτό του με το να γίνη άνθρωπος ενώ κατείχε τον πλούτον της Θεότητος, αλλά και ως άνθρωπος έζησε με ταπείνωσι.

Πράγματι: ποίος από τους ανθρώπους υπήρξε τόσον ταπεινός; Διότι «ούκ έχει πού τήν κεφαλήν κλίναι». Δεν είχεν υποζύγιον, ούτε δεύτερον υποκάμισον, ούτε άλλον χιτώνα. «Λοιδορούμενος ούκ αντελοιδόρει, πάσχων ούκ ηπείλει». «Ως αρνίον άκακον ήγετο (ωδηγείτο) του θύεσθαι, ούκ ερίζων, ουδέ κραυγάζων»΄ τον ερράπιζαν και έδιδε προθύμως την σιαγόνα σ’ αυτόν που τον εκτυπούσε΄ «ούκ απέστρεφε το πρόσωπόν του από αισχύνης εμπτυσμάτων». Ενώ τον αποκαλούσαν Σαμαρείτη και δαιμονισμένον και τον κατεδίωκαν, αυτός τα υπέμενε, ώστε να ακολουθήσωμε κι εμείς τα βήματά του. Όλα αυτά τα επιτελούσε με την ευδοκίαν τού Πατρός. Επειδή δηλαδή είναι Υιός ιδικός του μονογενής και ομοούσιος, μας εγνώρισε την αγάπην του Πατρός. Διότι τόσον πολύ μας ηγάπησεν ο Θεός και Πατήρ, ώστε έδωσε τον μονογενή Υιόν του ως λύτρον υπέρ ημών. Ω αγάπη ανυπέρβλητος! Τον Υιόν του τον μονογενή έδωσε, τον συμβασιλέα του, προς χάριν δούλων παρηκόων, προς χάριν των εχθρών που τον εβλασφημούσαν, ελάτρευαν τον νοητόν εχθρό και αυτόν ανεκήρυτταν Θεόν. Ω βάθος πλούτου της αγαθότητος του Θεού! Δεν προέβαλε αντίστασιν όμως ο μονογενής Υιός, δεν ηθέτησε την πατρικήν βουλή. Διότι αυτός ο ίδιος ήταν η βουλή και η θέλησις του Πατρός. Γι’ αυτό λοιπόν, επειδή ήταν κοινωνός και μέτοχος της φύσεως εκείνου (μία είναι η φύσις του Πατρός και του Υιού), υπηρετεί το θέλημα του Πατρός σαν ιδικό του και γίνεται άνθρωπος, και γίνεται υπήκοος στον Πατέρα μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού, θεραπεύοντας έτσι την ιδική μας παρακοήν. Επείγεται λοιπόν προς το Πάθος και βιάζεται να πιή το ποτήριον του θανάτου, το σωτήριον για όλον τον κόσμο. Έρχεται πεινασμένος για την σωτηρίαν της ανθρωπίνης φύσεως και δεν ευρίσκει σ’ αυτήν καρπόν΄ διότι αυτήν υποδηλώνει παραβολικώς το δένδρον της συκής… Σ’ αυτήν την συκήν, την φύσι της ανθρωπότητος, ήλθεν ο Σωτήρ οδηγούμενος από την πείνα του΄ και ζητούσε από αυτήν τον γλυκύτατον καρπόν, δηλαδή την γλυκυτάτη για τον Θεόν αρετήν, που είναι η προϋπόθεσις της σωτηρίας. Δεν ευρήκε όμως καρπόν, αλλά μόνον φύλλα, την τραχυτάτην και μοχθηροτάτην αμαρτίαν και τα κακά που φυτρώνουν από αυτήν. Γι’ αυτό την επιτιμά λέγοντας «ούκ έτι εκ σου καρπός ελεύσεται». Διότι η σωτηρία δεν θα προέλθη από άνθρωπον, ούτε η αρετή προέρχεται από ανθρωπίνην δύναμι. Εγώ θα πραγματοποιήσω την σωτηρίαν, χαρίζοντας δια του πάθους μου την ανάστασι΄ σας απαλλάσω δωρεάν από την τόσο σκληρά ζωήν. Πράγμα που βεβαίως έκαμε.

Έπειτα, ολοκληρώνοντας εμπράκτως την παραβολήν, εισέρχεται στον ναόν, επισκεπτόμενος τον πατρικόν οίκον, και ευρίσκει εκεί τους κακούς γεωργούς, τους αρχιερείς, οι οποίοι εκάθισαν μεν στον θρόνον του Μωϋσέως, απεδείχθησαν όμως λύκοι με ένδυμα προβάτου΄ αυτοί ομοιάζουν με την άκαρπον συκήν, επειδή δεν έχουν τον γλυκύτατον καρπόν, αλλά μόνο την τραχύτητα των φύλλων. Πρόσεχε λοιπόν την τραχύτητα της γλώσσης τους: «Εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς; Και τις σοι έδωκε την εξουσίαν ταύτην»; Βλέπεις ακαρπίαν ψυχής και απιστίας; Αντί να ειπούν «εύγε, διδάσκαλε αγαθέ, που ανέστησες τον Λάζαρο νεκρόν τετραήμερον, που εδίδαξες τους χωλούς να βαδίζουν σωστά, που εδώρησες στους τυφλούς την δύναμη της οράσεως, που εθεράπευσες τους παραλυτικούς και μας απήλλαξες από όλες τις ασθένειες, που εξεδίωξες τους δαίμονες, που διδάσκεις την οδό τής σωτηρίας, αυτοί λέγουν «εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς;» Ω αχάριστοι! Και αν σας ειπή θα πιστεύσετε; Αφού στον Ιωάννην, προς τον οποίον ετρέχατε σαν ρεύμα ποταμού και εξομολογούμενοι τις αμαρτίες σας εθεωρούσατε ότι ελαμβάνατε το βάπτισμα, δεν επιστεύσατε, θα πιστεύσετε τώρα αν σας ειπώ εγώ;

Ω γενεά πονηρά και άπιστος! Σεις είσθε οι πονηροί γεωργοί, οι οποίοι κατατρώγετε τον αμπελώνα του Κυρίου Σαβαώθ. Ποίον από τους Προφήτες δεν εφονεύσατε; Σας έστειλεν ο Πατήρ τους δούλους μου τους Προφήτες, για να σας ζητήσουν τον καρπόν του αμπελώνος. Εξερρίζωσα τον αμπελώνα μου από την Αίγυπτο, χρησιμοποιώντας τον Μωϋσή, και τον εφύτευσα σε γόνιμον γην, αφού εξέβαλα τα έθνη που την εκατοικούσαν και σας την εκληροδότησα, συμφώνως με τους κανόνες της κληροδοσίας. Εφύτευσα τις ρίζες του με τον νόμο και τον λόγο των Προφητών και γέμισε όλη την γη΄ τα κλήματά του έφθασαν έως την θάλασσαν και οι παραφυάδες του κατέλαβαν τους ποταμούς των εθνών. Εσείς όμως κατηδαφίσατε τον φράκτη του, την βοήθεια του νόμου, και τώρα τον τριγούν οι δαίμονες που βαδίζουν στην οδό της ζωής, αφού τον ευρίσκουν αφύλακτον΄ ο ληστής, ο αγροιόχοιρος του δάσους τον ελεηλάτησε και τον κατέφαγε το άγριο μοναχικό θηρίο.

Αυτού του καλού αμπελώνος που είχα φυτεύσει, του καρποφόρου και αληθινού, σας εζητήθη ο καρπός από τους δούλους μου, τους Προφήτες, και σεις άλλον τον ερραπίσατε, άλλον τον κατεδικάσατε σε λάκκο γεμάτο βούρκο, και άλλον τον ελιθοβολήσατε. Ιδού λοιπόν, ήλθα εγώ ο Ίδιος ο Υιός και κληρονόμος: σεβασθήτε την ιδιότητα του Υιού, εντραπήτε το αξίωμά μου, το ότι έχω μίαν και την αυτήν φύσι με τον Πατέρα. «Εγώ εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν εμοί» και όμως κατήλθα κοντά σας. Ευσπλαγχνίζομαι τον αμπελώνα μου. Αν και κατέβηκα στη γην, ωστόσο παραμένω στην αυλή του Πατρός μου. Αποδώσετέ μου τον καρπόν του αμπελώνος μου. Αλλά όντως, εσείς σαν κακοί γεωργοί θα ολοκληρώσετε το έργο των πατέρων σας. Εκείνοι έγιναν προφητοκτόνοι, σεις θα γίνετε θεοκτόνοι. Διότι στην κακίαν είσθε γενναιόδωροι. Εγώ είμαι ο κληρονόμος, ο λίθος ο ακρωγωνιαίος΄ αν και σεις θα με απορρίψετε, θα συντριβήτε, ενώ εγώ θα συνενώσω τους δύο λαούς, τα διεστώτα, τα επίγεια με τα επουράνια. Με εμένα οι άγγελοι και οι άνθρωποι θα γίνουν μία Εκκλησία, και ενώ είσθε εχθροί με τον Πατέρα μου, θα συμφιλιωθήτε μαζί του. Θα σας ειρηνεύσω και θα κάμω σπονδές ειρήνης το αίμα μου, που θα χυθή για την σωτηρίαν του κόσμου.

Ενώ υπαινίσσετο αυτά με παραβολές, δεν τους έπειθε. Διότι προετίμησαν να κλείσουν τους οφθαλμούς τους, ώστε να μη βλέπουν και τα ώτα τους, ώστε να μην ακούν. Γι’ αυτό δεν ανέτειλε γι’ αυτούς το φως του Ευαγγελίου. Ω παράλογος πώρωσις των ανιέρων ιερέων! Οι ίδιοι κατεδίκαζαν τους εαυτούς των, μη γνωρίζοντας τι λέγουν. Πράγματι οι ίδιοι υπέγραψαν την καταδίκη τους. Διότι όταν ηρωτήθησαν «τί ποιήσει τοις γεωργοίς εκείνοις», χωρίς να το θέλουν απεκρίθησαν αληθώς: «Κακούς, κακώς απολέσει αυτούς». Είναι όντως δίκαιον να πάσχη όποιος έγινε κακός με την ιδική του προαίρεσι. «Τον δε αμπελώνα εκδώσεται άλλοις γεωργοίς, οίτινες αποδώσουσι τον καρπόν εν καιρώ». Ως ιερείς που ήσαν και είχαν το αξίωμα της ιερωσύνης, προφητεύουν και χωρίς να γνωρίζουν τα αληθινά. Πράγματι ο αμπελώνας, ο λαός του Κυρίου, παρεχωρήθη στους γεωργούς εκείνους, οι οποίοι απέδωσαν στον Δεσπότην άφθονον και πλούσιον καρπόν. «Εις γαρ πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών, και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών». «Ως ωραίοι οι πόδες των ευαγγελιζομένων τα αγαθά». Αυτοί επήγαιναν ως πρόβατα μεταξύ των λύκων και μετέβαλαν τους λύκους σε πρόβατα΄ τους εθνικούς δηλαδή οι οποίοι στην αρχή τους κατεδίωκαν, τους μετέτρεψαν σε πρόβατα Χριστού και εδημιούργησαν «τω Κυρίω λαόν περιούσιον (εκλεκτόν), ζηλωτήν καλών έργων».

Ελάτε λοιπόν, αδελφοί, όσοι ελάβαμε το όνομα της πίστεως, όσοι έχουμε αξιωθή να ονομαζώμεθα λαός του Χριστού, ας μην αθετήσωμε την κλήσι μας, ας μη καταρυπώσωμε την πίστι με άτοπα έργα. Δεν αρκεί μόνο να ονομαζώμεθα πιστοί, αλλά ας δείξωμε την πίστι μας με έργα. Ένας πατέρας είχε, λέγει, δύο υιούς, και είπε στον ένα «πορεύου, εργάζου εις τον αμπελώνα» και εκείνος υπεσχέθη μεν, αλλά δεν εξεπλήρωσε την υπόσχεσι. Έπειτα λέγει και προς τον άλλον το ίδιο. Εκείνος ηρνήθη μεν με τα λόγια, εξετέλεσε όμως την προσταγή. Και έτσι ο μεν πρώτος κατηγορείτε, ενώ ο δεύτερος επαινείται. Και εμείς λοιπόν ας ενθυμηθούμε ποίον αποτασσόμεθα και με ποίον συντασσόμεθα στο βάπτισμα. Αποταχθήκαμε τον διάβολον και τους αγγέλους αυτού και κάθε τρόπον προσκυνήσεώς του΄ ας τηρήσωμε την αποταγήν αυτήν, ας μη επιστρέψωμεν όπως ο σκύλος στον εμετόν μας. Έργα του διαβόλου είναι: μοιχείες, πορνείες, ακαθαρσίες, φθόνοι, έριδες, φιλονεικίες, υποκρίσεις, υποκρισίες, καταλαλιές, ειρωνείες, θυμοί, μνησικακίες, κατακρίσεις, βλασφημίες, επωδές, επιλαλιές. Τα σημάδια της απιστίας είναι: ασπλαγχνίες, προσκολλήσεις στα κτίσματα, φιληδονίες, φιλαργυρίες, διασκεδάσεις και μέθες. Η πομπή του διαβόλου είναι: υπερηφάνειες, κενοδοξίες, η οίησις, έπαρσις, αλαζονεία, επίδειξις, ο καλλωπισμός του σώματος. Αφού αρνηθούμε κάθε σχέσι με όλα αυτά, σύμφώνα με την υπόσχεσι που εδώσαμε στον Χριστόν, ας ποθήσωμε τις αντίθετες προς αυτά αρετές΄ την αγνείαν, την σωφροσύνην, την πτωχείαν, την υπομονήν, την ειρήνην, την αγάπην, την συμπάθειαν, την ελεημοσύνην, την προσφορά σ’ αυτούς που έχουν ανάγκην, την σεμνήν εμφάνισι, την συστολή και το κόσμιον βάδισμα, τον αληθινόν λόγον, την ταπείνωσι και επάνω απ’ όλα τον ονειδισμόν του Χριστού, ώστε γινόμενοι κοινωνοί των παθημάτων του, να συμμετάσχωμε και στην δόξαν του, προσφερόμενοι στον Θεόν και Πατέρα θυσία ζωντανή και άμωμο, στην Εκκλησίαν των πρωτοτόκων, όπου είναι η κατοικία των ευφραινομένων.

Θα στρέψω τώρα προς εσένα τον λόγον μου, νύμφη του Χριστού ψυχή, που σε έχει από παλαιά ποθήσει ο Χριστός: πόθησε αξίως αυτόν που σε επόθησε΄ άνοιξε διάπλατα σ’ αυτόν τα βάθη της καρδίας σου για να κατοικήση μέσα σου ο Χριστός, μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα.Απομάκρυνε από αυτήν ο,τιδήποτε χοϊκόν και γήϊνο για να εύρη χώρον ο Θεός να έλθη μέσα της. Διότι ένας οίκος δεν ημπορεί να υποδεχθή συγχρώνως χώμα και πνοή του αέρος. Όσον χώμα βάζεις μέσα, τόσον αέρα απομακρύνεις΄ και όσον επιτρέπεις στα γήϊνα να κατοικήσουν στην καρδιά σου, τόσον εκδιώκεις το Πνεύμα το Αγιον. Από πού προέρχονται οι πορνείες; από πού οι μοιχείες; από πού οι έριδες, οι φιλονεικίες, οι φθόνοι, οι φόνοι και όλο το πλήθος των κακών; όχι από την επιθυμίαν των γηΐνων; Απομάκρυνε εντελώς την κενοδοξίαν, την μητέρα της απιστίας. Ο Χριστός λέγει «ου δύνασθε πιστεύειν εις εμέ, δόξαν παρά ανθρώπων λαμβάνοντες». Εξόρισε από την καρδιά σου κάθε οίησιν, υπερηφάνειαν, έπαρσιν. Διότι «ακάθαρτος παρά Κυρίω πας υψηλοκάρδιος». «Υπερηφάνοις αντιτάσσεται Κύριος, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».

Απαρνήσου κάθε αυθάδειαν και αυταρέσκειαν για να υποτάσσεσαι στον νόμον του Θεού, και αυτός θα σε οδηγήση στον λιμένα του θελήματός του. Μη βάλης άλλον νυμφίον στον νυμφικόν θάλαμον της καρδίας σου. Διότι ο νυμφίος σου Χριστός, αν εύρη μέσα κάποιον άλλον, τον ζηλεύει, ο γλυκύτατος, ο μόνος ποθητός, που είναι όλος γλυκασμός, όλος επιθυμία. Μόνον σ’ αυτόν άνοιξε την καρδία σου και βόησέ του: «τετρωμένης καρδίας ειμι εγώ», με εξέβαλε ο πόθος σου από τα λογικά μου, Δέσποτα. Είμαι αιχμάλωτος στον έρωτά σου. Είσελθε στον θάλαμόν σου΄ θα φιλήσω τα ίχνη των ποδών σου. Διότι δεν είμαι άξιος να ειπώ «φίλησόν με από φιλημάτων στόματός σου». Κατοίκησε και περιπάτησε μέσα μου, σύμφωνα με την αψευδή σου επαγγελίαν και κάνε με ναόν του Παναγίου Πνεύματος. Κατακυρίευσε την καρδία μου, Δέσποτα, γίνε συ ο μοναδικός κληρονόμος της και «μονήν παρ’ εμοί ποίησαι, άμα συν τω Πατρί και τω Πνεύματι». Πλάτυνε το μερίδιόν σου μέσα μου, τις ενέργειες του Παναγίου Πνεύματος. «Συ γαρ Θεός μου και δοξάζω σε, συν τω ανάρχω σου Πατρί, άμα τω αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν .

(8ος αιών- ΕΠΕ Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού, τομ. 9, σελ. 59. Από το βιβλίο «Πατερικόν Κυριακοδρόμιον». Σελ. 257 – 264. Επιμέλεια κειμένου: Σοφία Μερκούρη)







 





(Πηγή ηλ. κειμένου: orp.gr)

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ ΜΑΤΘΑΙΟΥ εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κωνσταντίας και Αμμοχώστου


Μαράναθά: Ο Κύριος ήρθε.
Ο κύριος λόγος που χάνουμε την πορεία μας είναι γιατί δεν ζούμε το «μαράναθά».
 Ο Κύριος έκανε τόσα βήματα- άλματα από τον ουρανό να έρθει στην γη. Βγήκε από την απεριόριστη Του δόξα για να γευτεί τη δική μας κακία και διαστροφή χωρίς γογγυσμό. Ο σκοπός του ήταν να μας δείξει το πώς νικούμε την αμαρτία και τον και τον αρχεκακο. Όταν το συνειδητοποιούμε μας δημιουργείτε η διάπυρη επιθυμία να ανέβουμε για να Τον συναντήσουμε και να λάβουμε από Αυτόν την δύναμη να αγαπούμε αληθινά και ανόθευτα. Όταν αποκτήσουμε αίσθηση της παρουσίας Του, δηλαδή επίγνωση της θείας χάρης και της θείας αντίληψης τότε θέλουμε και εμείς να κάνουμε ότι έκανε. Διψούμε να βγούμε από την θέση μας για να συναντήσουμε τον συνάνθρωπο μας. Τότε ο γονέας θα βγει από την θέση του για να συναντήσει το παιδί του. Θα κατέλθει το αφεντικό για να συναντήσει τους υπηκόους τους. Θα σηκώνεται και ο διευθυντής της επιχείρησης για να συναντήσει τους υπαλλήλους του με διάθεση να συνδιαλλαγή μαζί τους και όχι να τους εξουθενώσει. Ο κάθε ένας που «νομίζει» ότι έχει μια θέση θα αντιληφθεί το πως θα την κάνει τρόπο και δρόμο σωτηρίας .
 Αν καταλάβει  και αισθανθεί ο σύζυγος την έννοια του «ΜΑΡΑΝΑΘΑ» τότε θα σταματήσει να υπηρετεί το εγώ του ,θα βρει την σύζυγο του και θα γνωρίσει όντως τον βαθύτερο της εαυτό. Είναι σαν να μπαίνει στην καρδιά της, στη σκέψη της, στα θέλω της. Είναι έτοιμος να την κατανοήσει και να την αγαπήσει. Χωρίς να της ζητά τίποτα. Ο Χριστός διήλθε τη γη, θεραπεύοντας και ευεργετώντας τους ανθρώπους. Παρομοίως και ο χριστιανός άνδρας προς την γυναίκα του θα κάνει το ίδιο. Θα ενσκύψει στις ανάγκες της. Τότε αυτή συγκινείται και αρχίζει να ανταποδίδει την αγάπη αυτή. Βεβαιώνεται μέσα της ότι ο άνδρας της την αγαπά και γι’ αυτό φοβάται μην τον χάσει.
 Βλέπουμε λοιπόν ότι το «Μαράναθά», που είναι Εβραϊκή λέξη, είναι βασική και θεμελιώδης αξία στην ψυχοθεραπεία του ανθρώπου. Είναι η αίσθηση ότι ο «Κύριος ήρθε». Γρανιτώνεται μέσα του η θεια παρουσία. Δεν είναι πλέον μόνος. Ο Θεός πατέρας τον καλεί σε μια εφικτή σχέση. Είναι εδώ. Ενώνεται μαζί του και αποκτά το Σώμα και το Αίμα Του. Το κέντρο της ύπαρξης του είναι ο Κύριος. Γίνεται αδελφός του ο Χριστός, άρα και πατέρας του ο Θεός. Κληρονόμος ο Χριστός, ο κατά φύση Υιός και συγκληρονόμος άνθρωπος ο «υιοθετημένος».
 Ο υπέρ πλούσιος σε αγάπη Θεός μας αγάπησε τόσο πολύ, ώστε θυσίασε για εμάς τον Υιό Του. Όταν ο άνθρωπος αντιληφθεί την είσοδο του Θεού στην ζωή του, τότε η καρδία του σπάει, λυγίζει και ζητά να γνωρίσει την Παναγάπη του Θεού. Όσο ανοίγει τα σκοτισμένα του μάτια του τόσο σπάει η σκληροκαρδία του και αρχίζει να αγαπά, να συγχωρά χωρίς προϋποθέσεις. Τότε αρχίζει να σώζεται. «Μαράναθά».


«Δια τούτο λέγω υμίν ότι αρθήσεται αφ’ υμών η βασιλεία του Θεού και δοθήσεται έθνει ποιούντι τους καρπούς αυτής» (Ματθ. κα΄ 43). Κυριακή ΙΓ Ματθαίου εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Πάφου


.
Αδελφοί μου, ιδιαίτερα σημαντική, αλλά και προφητική η σημερινή παραβολή των κακών γεωργών. Γιατί, διατυπώνει καθαρά την διαχρονική, σταθερή και αμετάβλητη φροντίδα του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου και παράλληλα την αδιόρθωτη στάση των Ιουδαίων σε ότι αφορά αυτή τη σωτηρία.. Παρά το ότι η σωτηρία του ανθρώπου είναι έργο της πρόνοιας και της συγκαταβάσεως του Θεού, εντούτοις δεν επιβάλλεται αναγκαστικά εις τον άνθρωπο. Ο Θεός δημιουργεί τις προϋποθέσεις, προσφέρει όλα τα δυνατά μέσα και αφήνει στον άνθρωπο την δυνατότητα της αποδοχής. Όμως, ανεξάρτητα από την αποδοχή ή όχι της προσφερόμενης σωτηρίας από μέρους των ανθρώπων, το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων δεν ματαιώνεται.
Ο Θεός, λοιπόν, διαχρονικά επεξεργάζεται το έργο της σωτηρίας του ανθρώπου, κατ’ αρχάς μέσω του πρωτευαγγελίου και αργότερα με τη «φύτευση του αμπελώνα». Κατά τη σημερινή παραβολή, «αμπελώνας» είναι ο Ιουδαϊκός λαός τον οποίο εγκατέστησε ο Θεός στη γη της Επαγγελίας. Γι’ αυτό το λαό τοποθέτησε σαν «περίφραξη» το νόμο του, προκειμένου να τον προστατεύσει από τους γειτονικούς ειδωλολατρικούς λαούς. Ακόμα έφτιαξε ληνό-πατητήρι, δηλαδή θυσιαστήριο στο οποίο θα χυνόταν το αίμα των θυσιών και τέλος έχτισε πύργο, δηλαδή το ναό.
Αυτό το έργο το εμπιστεύθηκε στα χέρια των ιερέων. Δυστυχώς, όμως, οι ιερείς τους οποίους ο Ιησούς ονομάζει «γεωργούς», καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη του οικοδεσπότη και αντί να παρουσιάσουν ανάλογους καρπούς, αυτοί  οικειοποιήθηκαν  τον αμπελώνα, θανάτωσαν τους απεσταλμένους του Θεού, τους Προφήτες, και τέλος θανάτωσαν και τον ίδιο τον Υιό του Θεού.
Ο Ιησούς, λοιπόν, δεν αναφέρεται μόνο στην προαιώνια φροντίδα του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Δεν κακίζει μόνο τη συμπεριφορά  των Γραμματέων, των Φαρισαίων και των αρχιερέων, καθώς και του λαού, αλλά προαναγγέλλει και το δικό του θάνατο και την Ανάσταση Του. Παράλληλα προαναγγέλλει τόσο την τιμωρία, ηγεσίας και λαού, όσο και τη συνέχιση του έργου της σωτηρίας των ανθρώπων.
Εκφραστική της απογοήτευσης, αλλά και της αποκαρδιωτικής συμπεριφοράς, γενικά θρησκευτικής ηγεσίας και Ιουδαϊκού λαού, αποτελούν τα λόγια του Ιησού που επιβεβαιώνουν τη σημερινή παραβολή. «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ που σκοτώνεις τους Προφήτες και λιθοβολείς όσους, στέλνει ο Θεός σ’ εσένα, πόσες φορές θέλησα να συνάξω τα παιδιά σου, όπως η κλώσα συνάζει τα κλωσόπουλα κάτω από τις φτερούγες της, κι εσείς δεν το θελήσατε. Γι’ αυτό θα ερημωθεί ο τόπος σας. Σας βεβαιώνω, δε θα με δείτε πια, ως την ώρα που θα πείτε: «Ευλογημένος αυτός που έρχεται σταλμένος από τον Κύριο».
Ο Ιησούς θεωρεί ένοχο και συνένοχο το λαό για τα εγκλήματα που εγίνοντο από τους αντιπροσώπους του σε διάφορες εποχές. Γιατί, κάθε γενιά που καταδικάζει την κακία, τα λάθη των προηγούμενων γενιών, όμως, επαναλαμβάνει κι αυτή όσα κακά έκαμαν οι προηγούμενες γενιές, τότε είναι περισσότερο ένοχη και αναπολόγητη από κάθε προηγούμενη γενιά.
Όμως, παρά την αρνητική συμπεριφορά, τόσο των θρησκευτικών αρχόντων, όσο και του ίδιου του Ιουδαϊκού λαού, ο Θεός παρουσιάζεται ως πανάγαθος που θέλει να οδηγήσει λαό και ηγεσία στο δρόμο της σωτηρίας. Για τούτο, παρά την αποκαρδιωτική συμπεριφορά τους, ο Θεός κάνει μια τελευταία προσπάθεια με την αποστολή του Υιού του.
Δυστυχώς και πάλι θρησκευτική ηγεσία και λαός παραμένουν αδιόρθωτοι. Αντί να συνέλθουν και να μετανοήσουν, αντίθετα θανατώνουν και τον ίδιο τον Υιό του. Αντί να εργαστούν στον αμπελώνα και να γίνουν μέσα από τα έργα των αρετών τους μέτοχοι και κληρονόμοι του αμπελώνα, αντίθετα γίνονται σφετεριστές της κληρονομιάς. Η ανοχή όμως τερματίζεται. Ηγεσία και λαός τιμωρούνται, ιδιαίτερα με τη στέρηση της συμμετοχής στον αμπελώνα, δηλαδή τη βασιλεία του. Τότε ο αμπελώνας εκμισθώνεται σε άλλους γεωργούς, τους Χριστιανούς, από τους οποίους περιμένει να προσφέρουν τον καρπό της αρετής τους. Η βασιλεία  του Θεού δεν είναι δεδομένη για κανένα. Αυτή εξασφαλίζεται μέσα από το σεβασμό και την τήρηση των εντολών του Θεού καθώς και με την παρουσίαση των ανάλογων έργων της αρετής. Άρνηση συμμόρφωσης με τα πιο πάνω σημαίνει άμεσα και στέρηση της ίδιας της βασιλείας του Θεού.
Έτσι και έγινε. Ο Θεός κατάργησε  την άκαρπη Ιουδαϊκή συναγωγή, την δε Ιερουσαλήμ που λιθοβολούσε και σκότωνε τους προφήτες επέτρεψε να καταστραφεί από τα Ρωμαϊκά στρατεύματα. Στη θέση της Ιουδαϊκής Συναγωγής ίδρυσε τη Χριστιανική Εκκλησία. Έδωσε νέο νόμο μέσω του Ιησού και κατασκεύασε νέο θυσιαστήριο. Σ’ αυτό το θυσιαστήριο δεν προσφέρονται θυσίες ζωών αλλά προσφέρεται η αναίμακτη θυσία του σώματος και του αίματος του Χριστού. Με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η οικονομία του έργου της σωτηρίας των ανθρώπων. Μια σωτηρία, που αν και είναι δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο, εντούτοις αυτή δεν προσφέρεται αναγκαστικά. Ο Θεός θέλει τον άνθρωπο μέτοχο, κοινωνό και συνεργάτη στο έργο της σωτηρίας. Περιμένει από τον άνθρωπο να γίνει μέλος της Εκκλησίας και συνειδητά να προσφέρει τους καρπούς της αρετής. Αν σήμερα ή σε κάποια εποχή δεν υπάρχουν πολλά κλήματα να καρποφορήσουν και πολλοί Χριστιανοί δεν είναι άξιοι της δωρεάς που τους προσφέρεται, τότε θα έρθει η στιγμή που θα υπάρξουν  Χριστιανοί που να είναι αληθινοί και άξιοι του ονόματος, αλλά και του αίματος του Ιησού.
Αδελφοί μου, αυτή η αλήθεια είναι μια υπενθύμιση και την ίδια στιγμή και μια προειδοποίηση για όλους αλλά και για τον καθένα από μας ξεχωριστά. Ότι δηλαδή η προσφορά του Θεού υπάρχει. Αρκεί ο άνθρωπος να την αποδεχθεί και να την αξιοποιήσει. Εμείς την έχουμε αποδεχθεί; Αν ναι, τότε την έχουμε αξιοποιήσει στο βαθμό που πρέπει; Ας ελπίσουμε ότι η απάντηση που θα δώσει ο καθένας από μας είναι θετική. Διαφορετικά θα ισχύει για μας η σημερινή προειδοποίηση του Ιησού. «Γι’ αυτό σας βεβαιώνω πως ο Θεός θα σας αφαιρέσει το προνόμιο να είστε ο λαός της βασιλείας του, και θα το δώσει σε ένα λαό που θα παράγει τους καρπούς της βασιλείας». Ας προσφέρουμε, λοιπόν, τους ανάλογους καρπούς για να καταστούμε άξιοι της βασιλείας του Θεού. Αμήν
Θεόδωρος Αντωνιάδης

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ κήρυγμα εκ Ιεράς Μητροπόλεως Παροναξίας





Στη σημερινή Ευαγγελική περικοπή ο Κύριός μας παρομοιάζει τη Βασιλεία του Θεού με αμπελώνα, τον οποίο ο οικοδεσπότης εμπιστεύεται σε άξιους γεωργούς για να τον καλλιεργήσουν. Όταν όμως έφτασε ο καιρός της συγκομιδής οι γεωργοί εκείνοι όχι μόνο δεν απέδωσαν τους καρπούς, αλλά έδιωξαν κακήν κακώς τους δούλους που έστειλε ο κύριος του αμπελώνα για να συλλέξουν τη σοδειά. Και όταν τελικά έστειλε τον ίδιο του το γιο, οι γεωργοί εκείνοι τον σκότωσαν, θέλοντας να σφετεριστούν την περιουσία του κυρίου τους. Στη συνέχεια ο Χριστός ρωτάει τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους τί θα πρέπει να πράξει ο οικοδεσπότης της παραβολής, κι εκείνοι αποκρίνονται ότι θα πρέπει να τους τιμωρήσει με θάνατο και να δώσει τον αμπελώνα σε άλλους γεωργούς. Και ο Ιησούς, επισφραγίζοντας την κρίση τους, επιβεβαιώνει ότι ο Θεός θα εμπιστευτεί τη Βασιλεία Του σε εκείνο το έθνος που θα εργάζεται τις εντολές του Θεού και θα αποδίδει τους καρπούς των έργων του.
Με την παραβολή αυτή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός θέλει να τονίσει καταρχάς ότι το «έθνος άγιον» ή αλλιώς ο «λαός του Θεού» δεν είναι απλά εκείνοι οι άνθρωποι που διάλεξε ή διαλέγει ο Θεός, αλλά εκείνοι που εργάζονται τίμια τη διδασκαλία και τις εντολές που τους εμπιστεύεται. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός επέλεξε τον λαό του Ισραήλ να Τον υπηρετήσει, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι όμως καλλιέργησαν στο λαό την πεποίθηση ότι η Βασιλεία του Θεού τούς ανήκει δικαιωματικά, επειδή απλά ήταν απόγονοι των Πατριαρχών, του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Αυτή τους η αλαζονεία τούς οδήγησε διαχρονικά όχι μόνο να μην υπακούσουν στους απεσταλμένους του Θεού, τους Προφήτες, τους Κριτές και τους Δίκαιους της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και να τους εξορίσουν και θανατώσουν. Και βέβαια, όταν ο Θεός απέστειλε τον Υιό αυτού, του επεφύλαξαν το Πάθος και τον σταυρικό θάνατο.
Για το λόγο αυτό ο Χριστός τονίζει ότι για τον Θεό δεν μετρούν τα φυλετικά κριτήρια, δεν ανήκει δηλαδή κανείς στο «έθνος το άγιον» εξαιτίας της καταγωγής του. Θα μας πει μάλιστα ότι μητέρα Του και αδελφούς Του θεωρεί εκείνους που ακούν και εφαρμόζουν στη ζωή τους τον λόγο του Θεού. Και τούτο γιατί ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, δεν κάνει δηλαδή διακρίσεις αλλά αγαπά εξίσου όλους τους ανθρώπους και επιθυμεί όλοι να γνωρίσουν την αλήθεια και να σωθούν. Αν ο Θεός επέλεξε τον λαό του Ισραήλ ως «περιούσιο λαό» Του, στην πραγματικότητα τον προσκάλεσε να γίνει λαός του Θεού, να γίνει το παράδειγμα για τους άλλους λαούς και με τον τρόπο αυτό να ελκύσει ολόκληρη την ανθρωπότητα στην γνώση της αληθείας του Θεού. Οι Ισραηλίτες όμως θεώρησαν την πρόσκληση αυτή ως κεκτημένο τους δικαίωμα, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μη γίνουν πρότυπο πιστού έθνους, αλλά να ζηλέψουν και να υιοθετήσουν οι ίδιοι τις συνήθειες των άλλων εθνών, την σκληρότητά τους, τα έθιμά τους, ενίοτε και τους θεούς τους.
Ο Χριστός με το σωτήριο έργο Του και με τη διδασκαλία Του προσκαλεί κάθε άνθρωπο, ανεξαρτήτως καταγωγής, να γίνει μέλος του άγιου έθνους των χριστιανών. Στη βασιλεία Του δεν έχουν θέση εκείνοι που απλά έτυχε να έχουν βαπτιστεί χριστιανοί, αλλά εκείνοι που εργάζονται την μία και μοναδική εντολή της Αγάπης που ο ίδιος δίδαξε και εφάρμοσε με την σταυρική θυσία Του και την Ανάστασή Του. Η σημερινή παραβολή απευθύνεται επομένως και σε όλους εμάς που θέλουμε να είμαστε και να λεγόμαστε παιδιά Του και μέλη του ενός σώματος της Εκκλησίας. Το χρέος μας και το έργο μας είναι απλό και συνίσταται σε δύο άξονες. Ο πρώτος είναι να γνωρίζουμε την Αλήθεια, να μελετάμε δηλαδή το Ευαγγέλιο και να αναζητούμε στον λόγο του Θεού τις απαντήσεις για την ζωή μας, για την ύπαρξή μας, για το σκοπό που ζούμε και κινούμαστε επάνω στη γη, για τη σχέση μας τόσο με τους συνανθρώπους μας όσο και με τον ίδιο το Θεό. Και ο δεύτερος είναι να εργαζόμαστε τον πνευματικό αμπελώνα του Κυρίου και να αποδίδουμε τους καρπούς του, που σημαίνει να εφαρμόζουμε το Ευαγγέλιο στη ζωή μας με τέτοιο τρόπο που να μεταμορφώνει την προσωπικότητά μας και να αντανακλά στους ανθρώπους γύρω μας.
Συχνά ως άνθρωποι παρασυρόμαστε και τείνουμε να υιοθετούμε πρότυπα και συμπεριφορές άλλων ανθρώπων, που κινούνται έξω από την κατά Θεόν ζωή. Ο Χριστός σήμερα μάς προσκαλεί και μάς υπενθυμίζει ποιός είναι ο δικός μας ρόλος ως παιδιά Του και αδέλφια Του: να γίνουμε εμείς το πρότυπο και το φως του κόσμου, και να ζηλεύουμε όχι τα επίγεια, αλλά τα επουράνια, ως γνήσια τέκνα Του και συγκληρονόμοι της Βασιλείας Του.

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ Σταθερότητα στην πίστη και αγάπη


ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (2/9/2012)

Αναγνώσματα:
Απόστολος: Α΄ Κορ. ιστ΄, 13 – 24, Ευαγγέλιο: Ματθ. κα΄ 33 - 42
(Εωθινό 2ο
, Ήχος 4ος)

Σταθερότητα στην πίστη και αγάπη

Ο επίλογος της Α΄ προς Κορινθίους Επιστολής αποτελεί το
Αποστολικό ανάγνωσμα της σημερινής Κυριακής, αγαπητοί μου
αδελφοί. Ο Απόστολος Παύλος, αποχαιρετώντας τα μέλη της
Εκκλησίας της Κορίνθου, συνιστά, μεταξύ άλλων, να μείνουν
σταθεροί στην πίστη του Χριστού και να ενεργούν πάντοτε με
κριτήριο την αγάπη. Οι νουθεσίες αυτές είναι απόλυτα
δικαιολογημένες. Η νεότευκτη Εκκλησία των Κορινθίων απαρτιζόταν,
κατά βάσιν, από πρώην ειδωλολάτρες, οι οποίοι, επηρεασμένοι από την
πλάνη των ειδώλων που βίωναν στο παρελθόν, δεν απέφευγαν
συνήθειες που προσέκρουαν στο ήθος της Χριστιανικής πίστης, στην
οποία προσπαθούσαν, πλέον, να προσαρμοστούν. Γι’ αυτό ο Παύλος
αφιερώνει δύο κεφάλαια αυτής της επιστολής, στηλιτεύοντας
κρούσματα βαριάς ανηθικότητας, που ασφαλώς είχαν υπόβαθρο
ειδωλολατρικό  – σαρκολατρικό. Η σταθερότητα στην πίστη, λοιπόν
και η αγάπη, ως τρόπος ζωής για τον Χριστιανό, θα μας απασχολήσουν
στη συνέχεια.
Μπορεί να έχουν περάσει από τότε 2000 και πλέον χρόνια,
μπορεί να έχουμε γεννηθεί και γαλουχηθεί μέσα στο κλίμα της
Ορθόδοξης Χριστιανικής πίστης, εντούτοις και στις μέρες μας η πίστη
αυτή μοιάζει ασταθής και επιπόλαιη. Αυτό συμβαίνει π.χ. όταν εμείς
οι Χριστιανοί προσπαθούμε να συμβιβάσουμε την Χριστιανική μας
ιδιότητα και πίστη με το πνεύμα και τη νοοτροπία του κόσμου. Όταν
βάζουμε νερό στο κρασί μας σε θέματα όπως  οι διανθρώπινες και
οικογενειακές σχέσεις, που βάλλονται με σκληρότητα σήμερα από
αντιλήψεις άκρως αντίθετες με την Χριστιανική λογική' όταν
διαμορφώνουμε στη ζωή μας ένα πλαίσιο πίστης με αυστηρά
προσωπικά χαρακτηριστικά, αποκομμένο και απομονωμένο από την
ζωή και το γεγονός της Εκκλησίας' όταν αμνηστεύουμε μέσα μας
στάσεις ζωής και συμπεριφορές που γνωρίζουμε ότι αντιστρατεύονται
τον Ευαγγελικό τρόπο ζωής, αναζητώντας διαρκώς δικαιολογίες και
ελαφρυντικά' όταν επιτρέπουμε να δηλητηριαστεί η διάνοιά μας από
αιρετικές δοξασίες και παραθρησκευτικά κηρύγματα, που αποσκοπούν
στην αποκοπή μας από το Σώμα της Εκκλησίας' όταν υιοθετούμε
ακραία συνθήματα και μισαλλόδοξες συμπεριφορές, νομίζοντας ότι
εμείς είμαστε οι φύλακες της Ορθοδοξίας, ενώ βιώνουμε την

καταστροφική πλάνη του θρησκευτικού φανατισμού. Όλα τα
παραπάνω στοιχεία και πολλά άλλα, δεικνύουν ασταθή και
ελλειμματική πίστη, η οποία χρήζει βοήθειας και πνευματικής
καθοδήγησης για να επαναδρομολογηθεί στο ήθος της Εκκλησίας.
Ο Απόστολος Παύλος συνιστά, επίσης, την αγάπη ως το κριτήριο
των ενεργειών μας. Και αφού, ως γνωστόν, ο Θεός αγάπη εστίν
1
, δηλ. η
αγάπη είναι η ουσία του Θεού, μάς προτρέπει να ενεργούμε έχοντας
προ οφθαλμών τον τρόπο που ενεργεί ο Θεός. Άραγε, έχουμε σκεφθεί
ποτέ αν η στάση ζωής που έχουμε επιλέξει είναι ταυτισμένη με τη ζωή
του Χριστού; Αν ο τρόπος που στεκόμαστε απέναντι στον κάθε
άνθρωπο, που είναι εικόνα του Θεού, είναι Χριστοκεντρικός;
Αντιλαμβανόμαστε τα προβλήματα και τις ανάγκες των ανθρώπων με
τον τρόπο που ο Χριστός μάς υπέδειξε ή επιδεικνύουμε παγερή
αδιαφορία, την ίδια στιγμή που κομπορρημονούμε για την
υποδειγματική δήθεν θρησκευτικότητά μας; Η στάση μας μέσα στην
οικογένεια, στον εργασιακό μας χώρο, στις κοινωνικές μας
συναναστροφές, αποπνέει την αίσθηση της αγάπης, ως μίμησης Θεού ή
μήπως είναι ενδεικτική του άκρατου εγωισμού και του απάνθρωπου
ατομισμού, που κυριαρχεί στις μέρες μας ματώνοντας την κοινωνική
ζωή;
Είναι αλήθεια, αγαπητοί μου, πως αν επικεντρώσουμε την
προσοχή μας στον εαυτό μας, με διάθεση ειλικρινούς αυτοκριτικής και
αυτοεξέτασης, θα επισημάνουμε στοιχεία που απάδουν προς την
Χριστιανική μας ιδιότητα. Θα διακρίνουμε αστάθεια στην πίστη και
εύκολη προσαρμογή της στον κοσμικό τρόπο ζωής, αλλά και απουσία
αγάπης στον τρόπο που προσεγγίζουμε τον Θεό και τους ανθρώπους.
Ας μην ψάξουμε να βρούμε δικαιολογίες και ελαφρυντικά. Δεν
υπάρχουν. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να
επαναπροσδιορίσουμε μέσα μας την σχέση μας με τον Θεό και τους
ανθρώπους, αντιλαμβανόμενοι ότι δε μπορούμε να είμαστε αληθινά
τέκνα του Θεού και ζωντανά μέλη της Εκκλησίας Του, αν δεν
διαμορφώσουμε στη ζωή μας ακλόνητη και σταθερή πίστη,
εμπνεόμενη από την απόλυτη και θυσιαστική αγάπη του Ιησού
Χριστού. ΑΜΗΝ!
Αρχιμ. Ε.Ο.        
                                               
1
Α΄ Ιωάν. 4,8

Κυριακή ΙΓ΄Ματθαίου- « Ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα…καί ἐξέδοτο αὐτόν γεωργοῖς…» εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου Ψαρρών και Οινουσσών



Κυριακή ΙΓ΄Ματθαίου- « Ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα…καί ἐξέδοτο αὐτόν γεωργοῖς…»
Κυριακή 2ᾳ Σεπτεμβρίου 2012 – ΙΓ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. κα΄, 33 – 42)
« Ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα…καί ἐξέδοτο αὐτόν γεωργοῖς…»
Ὁ οἰκοδεσπότης τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἑτοιμάζει ὁλόκληρη περιουσία, τήν ἐπιμελεῖται ὁ ἴδιος, φροντίζει γιά ὅλα προσωπικά, σ’ ὅλες τίς λεπτομέρειες, καί κατόπιν ἕτοιμη, τήν παραδίδει στούς γεωργούς καί ἀναχωρεῖ. Ἀναχωρεῖ, γιά νά ἐπιστρέψῃ ὕστερα ἀπό καιρό καί νά ζητήσῃ λογαριασμό, ἀπό ἐκείνους πού ἔβαλε γιά νά διαχειριστοῦν καί νά φροντίσουν τήν περιουσία του. Οἱ γεωργοί, ἄνθρωποι πτωχοί, ἀλλά καί ἀνίκανοι, εὑρέθησαν ξαφνικά μέσα σέ μιά τεράστια περιουσία καί ἐκαλοῦντο ἀπό τό ἀφεντικό νά τήν παραλάβουν, νά τήν φροντίσουν καί νά ἀποδώσουν στόν κύριό τους τούς καρπούς.
Αὐτό τό γεγονός φανερώνει, ὅτι, πολλές φορές, ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται, ξαφνικά καί ἀνέλπιστα, σέ μιά μεγάλη εὐτυχία, πού δέν εἶναι πάντοτε ἔργο δικό του. Περιστάσεις ἀνεξάρτητες ἀπό τή θέλησή μας, συχνά – πυκνά, παρουσιάζονται στό δρόμο μας καί μᾶς χαρίζουν μιά εὐτυχία, μεγάλη ἤ μικρή, ἀνεπάντεχη καί ἀπροσδόκητη. Ἔτσι βρισκόμαστε σέ μιά κατάσταση, πού ὄχι μόνον δέν ἐδημιουργήσαμε ἐμεῖς, ἀλλά καί πού δέν ἦταν δυνατό οὔτε καί νά τήν φανταστοῦμε. Καί τότε γεννᾶται μέσα μας τό μεγάλο πρόβλημα: Πῶς θά ἀντιμετωπίσωμε ὅλα αὐτά τά ἀγαθά; Ποιά θά εἶναι ἡ στάση μας μπροστά σ’αὐτή τήν ἀπρόσμενη εὐτυχία; Ποιό τρόπο καί ποιά μέθοδο θά ἀκολουθήσωμε στή διαχείριση τῆς περιουσίας αὐτῆς, τῆς ὑλικῆς ἤ πνευματικῆς; Πελώρια τά ἐρωτηματικά αὐτά γιά τή ζωή τοῦ καθενός μας. Γι αὐτό καί κρίσιμη ἡ ἀπόφαση πού θά πάρωμε. Νά γιατί οἱ ἀρχαῖοι μας πρόγονοι, μέ ὅλη τή σοφία πού τούς διέκρινε, ἔλεγαν ἀποφθεγματικά: «Τό φυλάξαι τά ἀγαθά, τοῦ κτήσασθαι χαλεπώτερον εἶναι». Δυστυχῶς οἱ γεωργοί τῆς παραβολῆς, ἐπειδή ἔκαμαν κακή ἐκτίμηση τῆς πραγματικότητας, ἔπεσαν ἔξω στή διαχείριση τῆς περιουσίας, πού τούς ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος τοῦ ἀμπελῶνος.
Στήν ἴδια θέση ὅμως πού εὑρέθησαν τότε οἱ γεωργοί, εὑρισκόμεθα καί ἐμεῖς σήμερα. Ποιά ἆραγε θά πρέπει νά εἶναι ἡ συμπεριφορά μας ἀπέναντι στά ἀγαθά – ὑλικά καί πνευματικά – πού κατέχομε; Πρῶτα ἀπ’ ὅλα εἶναι ἀνάγκη νά ἐκτιμήσωμε σωστά τήν κατάσταση, γιά νά μή βρεθοῦμε ἐκτός πραγματικότητας καί τήν «πάθωμεν» σάν τούς κακούς γεωργούς. Νά ἀναγνωρίσωμε ἔπειτα, ὅτι δέν εἴμαστε ἰδιοκτῆτες, ἀφεντικά αὐτῆς τῆς περιουσίας πού ἔχομε στά χέρια μας, ἀλλ’ ἁπλῶς οἰκονόμοι καί διαχειριστές. Κι αὐτό ἀποδεικνύεται θαυμάσια, ἀπό τό γεγονός, ὅτι «γυμνοί ἐξήλθομεν ἐκ τῆς κοιλίας τῆς μητρός ἡμῶν, γυμνοί καί ἀπελευσόμεθα ἐκεῖ», γιά νά μιλήσωμε μέ τά λόγια τοῦ πολύπαθου Ἰώβ στήν Παλαιά Διαθήκη. Ὅ, τι νομίζομεν ὅτι ἀπεκτήσαμε στόν κόσμον, τό ἀποχωριζόμεθα, ἑκόντες ἄκοντες, ὅταν πρόκειται νά φύγωμεν ἀπ’ αὐτόν. Τό τονίζει χαρακτηριστικά καί ζωηρά ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «οὐδέν εἰσηνέγκαμεν εἰς τόν κόσμον, δῆλον ὅτι οὐδέ ἐξενεγκεῖν τι δυνάμεθα». Ἀφοῦ, λοιπόν, κατανοήσωμεν αὐτήν τήν ἀλήθεια, τότε θά πρέπει νά διαχειριστοῦμε τήν περιουσία πού μᾶς ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος, μέ φόβον Θεοῦ, «ὡς λόγον ἀποδώσοντες». Πάντοτε σέ κάθε μας ἐνέργεια πρέπει νά μᾶς συνέχῃ ἡ σκέψη, ὅτι κάποτε, ἀργά ἤ γρήγορα, πάντως σέ ὥρα καί στιγμή πού δέν περιμένομε, ὁ Κύριος τοῦ ἀμπελῶνος θά ζητήσῃ ἀπό ὅλους μας ἀπολογισμόν τῆς διαχειρίσεώς μας στήν περιουσία του. Ἀλλοίμονον ἄν δέν ἔχωμε νά προσφέρωμε καλούς καί πολλούς καρπούς, ἀνάλογα μέ τήν ἀξία τῆς ἐμπιστευθείσης περιουσίας.
Ἀδελφοί μου! Εἴπαμε καί στήν ἀρχή, πώς ἴσως δέν εἶναι δύσκολο νά ἀποκτήσῃ κανείς μιά περιουσία καί μιά εὐτυχία. Τό δύσκολο εἶναι νά τήν διατηρήσῃ. Εὐκαιρίες παρουσιάζονται πολλές. Μά ἡ μεγαλύτερη καί πολυτιμώτερη εἶναι ἐκείνη, πού μᾶς ἐχάρισεν ὁ Θεός στέλνοντας στή γῆ τόν Μονογενῆ Του Υἱόν, γιά νά μᾶς προσφέρη δωρεάν τήν σωτηρία τῆς ψυχῆς μας. Ἄς μήν τήν ἀφήσωμε νά φύγη ἀπό τά χέρια μας. Ἡ λυτρωμένη ψυχή μας εἶναι ὁ γλυκύτερος καί ὠφελιμώτερος καρπός τοῦ ἀμπελῶνος, πού ἔχομε νά προσφέρωμε, σάν ἀνταπόδομα, στόν Μεγάλον Οἰκοδεσπότη καί Πατέρα μας. Γένοιτο!
Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ π. ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΔΟΡΜΠΑΡΑΚΗΣ


 
"Πάντα υμών εν αγάπη γινέσθω"
      Ο απόστολος Παύλος απευθυνόμενος στους πιστούς της Κορίνθου στην πρώτη του προς αυτούς επιστολή δίνει τις τελευταίες του συμβουλές. Ήδη έχει δώσει απαντήσεις σε πολλά θέματα που τον είχαν ερωτήσει, ήδη έχει εξηγήσει διά μακρών την ενότητα που πρέπει να έχουν μεταξύ τους οι πιστοί ως μέλη Χριστού, και θέλει τελειώνοντας την επιστολή του να τους δώσει κάτι ως σύνθημα, ώστε εύκολα να το απομνημονεύσουν και να το έχουν προ οφθαλμών τους πάντοτε ως γραμμή πορείας τους που θα τους κρατάει πάνω στην πίστη του Χριστού και τη σχέση τους με Εκείνον και μεταξύ τους. "Γρηγορείτε, στήκετε εν τη πίστει, κραταιούσθε. Πάντα υμών εν αγάπη γινέσθω". Λέξεις δυνατές που η καθεμία ενεργοποιούμενη συναντά την άλλη και κάνει τον άνθρωπο να ζει τη ζωντανή παρουσία του Χριστού μέσα στο σώμα του Χριστού, την Εκκλησία. Κι ιδίως η τελευταία του προτροπή "Πάντα υμών εν αγάπη γινέσθω".

      1. Πρόκειται για το επιστέγασμα όλης της χριστιανικής πίστης και ζωής. Και η εγρήγορση και το στέκεσθαι εν τη πίστει και η κραταίωση είναι πολύ σπουδαίες αρετές, χωρίς τις οποίες πράγματι δεν μπορεί κανείς να είναι χριστιανός. Αλλά η αγάπη αποτελεί τον σκοπό και το κέντρο όλων: τι νόημα έχει η εγρήγορση, αν δεν συνιστά κινητοποίηση της ύπαρξης για να είναι κανείς εν αγάπη; Διότι στην αγάπη βρίσκει κανείς τον Θεό. "Ο Θεός αγάπη εστί και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ". Είμαι σε εγρήγορση σημαίνει έχω ξύπνιες όλες μου τις πνευματικές αισθήσεις, για να μη βρει έδαφος να αναπτυχθεί οτιδήποτε θα με στερήσει από την αγάπη ή θα μου μειώσει την αγάπη. Διότι έτσι θα χάσω τη σχέση μου με τον Θεό. Σαν αυτό που λέει ο Κύριος στην παραβολή των δέκα παρθένων: μην έλθει ξαφνικά ως νυμφίος χωρίς να έχω λάδι στη λαμπάδα μου. Θα μείνω εκτός νυμφώνος. Και το λάδι είναι βεβαίως η αγάπη προς Εκείνον και τον συνάνθρωπο.

Τι νόημα έχει η πίστη και η επιμονή σ' αυτήν, αν δεν είναι στάση πάνω στην αγάπη; Ο ίδιος απόστολος θα σημειώσει αλλού ότι η πίστη είναι ζωντανή μόνον εκεί που υπάρχει αγάπη. "Πίστις δι' αγάπης ενεργουμένη". Μία πίστη έτσι χωρίς αγάπη, χωρίς να θεωρείται δρόμος προς αυτήν, δεν έχει νόημα. Κι όχι μόνον δεν έχει νόημα, αλλά μπορεί να θεωρείται και ως κάτι δαιμονικό. Διότι και "τα δαιμόνια πιστεύουσι και φρίττουσι". Γι' αυτό και προβληματίζεται κανείς σοβαρά και θλίβεται όχι λίγο όταν βλέπει ανθρώπους να διακατέχονται από πίστη, και μεγάλη μάλιστα, που τους κάνει όμως να αγριεύουν και να είναι έτοιμοι να κατασπαράξουν τον συνάνθρωπό τους, ιδίως τον αντίθετο προς τις δικές τους απόψεις και πεποιθήσεις. Πρόκειται βεβαίως για τους ανθρώπους που η πίστη σε αυτούς λειτουργεί ως ιδεολογία και που οδηγεί δυστυχώς στους διαφόρους φονταμενταλισμούς. Και δεν εννοούμε μόνο τους πιστούς των διαφόρων θρησκειών, που εκείνοι έτσι κι αλλιώς έχουν κάποια δικαιολογία αφού δεν έχουν την πίστη του Χριστού, αλλά και τους πιστούς που θέλουν να πιστεύουν ότι ανήκουν στον Χριστό. Να πιστεύω όμως στον Χριστό και να μην έχω την αγάπη Του που αποτελεί την ενεργοποίηση της πίστης είναι όχι μόνο σόλοικο, αλλά όπως είπαμε και δαιμονικό.

Τι νόημα έχει επίσης μία κραταίωση, μία δύναμη του ανθρώπου χωρίς και πάλι την αγάπη; Θα είναι μία δύναμη καταστροφική για τους άλλους και για τον ίδιο μας τον εαυτό ως ενεργοποίηση των παθών μας και επιρροής δαιμονικής. Για την πίστη μας, όπως το εννοεί και απόστολος, δύναμη θετική και ευεργετική υπάρχει εκεί που υφίσταται αγάπη. Όταν αγαπάς, τότε είσαι δυνατός. Διότι το εξηγήσαμε: εκεί ενεργοποιείται η παρουσία του ίδιου του Θεού μέσα στην καρδιά του ανθρώπου και την όλη ύπαρξή του. Μιλάμε λοιπόν για μία δύναμη χαρισματική που κάνει τον άνθρωπο πρωτίστως να ελέγχει τους λογισμούς και τα πάθη του και να προσφέρεται θυσιαστικά προς όλους τους συνανθρώπους του. "Πάντα ισχύω εν τω ενδυναμούντι με Χριστώ", θα πει και πάλι ο απόστολος Παύλος. Γίνομαι πανίσχυρος με τον Χριστό που με δυναμώνει. Και φθάνει η δύναμη αυτή να φανερώνεται με τη μεγαλύτερη δυνατή έντασή της εκεί που υπάρχει ασθένεια και εξωτερική αδυναμία. Αυτή είναι η παραδοξότητα της αληθινής πίστης: να φαίνεσαι αδύναμος και να έχεις την παντοδυναμία του ίδιου του Χριστού. "Όταν ασθενώ, τότε δυνατός ειμί". Σαν τον Κύριο Ιησού Χριστό που η παντοδυναμία Του φανερώθηκε απόλυτα επάνω στον Σταυρό. Εκεί που εξωτερικά φαινόταν αδύναμος, εκεί στην πραγματικότητα λειτουργούσε η παντοκρατορική Του εξουσία που έλκυε προς Αυτόν τους ανθρώπους, εκεί φανερωνόταν η θεϊκή Του δόξα. "Όταν υψωθώ από της γης, πάντα ελκύσω προς εμαυτόν". Είμαι λοιπόν δυνατός ευεργετικά για εμένα και τους άλλους, μόνον όταν βρίσκομαι εν αγάπη.

      2. Η αγάπη λοιπόν είναι η συγκεφαλαίωση όλων των αρετών. Χωρίς αυτήν τα πάντα μένουν μετέωρα, έστω κι αν φαίνεται ότι επιτελούμε τις άλλες αρετές. Κι ο απόστολος είναι σαφής: "π ά ν τ α - δηλαδή ό,τι κάνετε και πάντοτε - υμών εν αγάπη γινέσθω". Δεν υπάρχουν διακοπές στη στάση πάνω στην αγάπη. Δεν μπορώ τώρα να αγαπώ και λίγο αργότερα με όποια δικαιολογία να διαγράφω την αγάπη. Είτε πρόκειται για τους λογισμούς μας είτε για τα λόγια μας είτε για την όλη συμπεριφορά μας η αγάπη πρέπει να βρίσκεται ως η κινητήρια δύναμή μας που θα διαπερνά την όλη ύπαρξή μας. Διότι όπως εξηγήσαμε μόνον όπου υφίσταται αγάπη υπάρχει και η παρουσία του Θεού. Το ζητούμενο δηλαδή στη ζωή μας είναι η αδιάκοπη σχέση μας με τον Θεό. Εκείνον θέλουμε να κρατήσουμε, για να μη χάσουμε την ολότητά μας ως μέλη Του. Το σκεπτικό με άλλα λόγια είναι απλό: ως βαπτισμένοι στο όνομά Του και μέλη του αγίου σώματός Του μένουμε ενωμένοι μαζί Του, μόνον όταν βρισκόμαστε στον τρόπο της δικής του ζωής, δηλαδή την αγάπη. Τότε διακρατείται ακέραιο το ένδυμά μας, ο Ίδιος δηλαδή, χωρίς να το σκίζουμε και να το καταστρέφουμε. "Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε". Η αδιάκοπη χωρίς παύσεις σχέση μας με τον Χριστό ως ζητούμενο της ζωής μας είναι κάτι άλλωστε που ο Κύριος το είχε τονίσει καθαρά: αν δεν είμαστε μαζί Του είμαστε εναντίον Του. "Ο μη ων μετ' εμού κατ' εμού εστί και ο μη συνάγων μετ' εμού σκορπίζει". Δεν μπορώ συνεπώς πότε να είμαι με τον Χριστό και πότε όχι. Καλούμαστε εμείς να κάνουμε υπακοή σ' Εκείνον και όχι Εκείνος σε εμάς.

      3. Είναι ευνόητο έτσι ότι πρώτον δεν υπάρχουν δικαιολογίες που απλώς ικανοποιούν τα πάθη και τον εγωισμό μας. Κι εχθρός να είναι ο άλλος απέναντί μας και μύρια προβλήματα αν θέτει στην πορεία μας κι αν αδικίες υφιστάμεθα καθημερινώς από αυτόν, δεν δικαιολογούμαστε για να άρουμε την αγάπη μας. Καλούμαστε να κρατάμε την αγάπη του Χριστού και των αγίων μας, που θα πει να κρατάμε την αγάπη και προς τον εχθρό μας. "Αγαπάτε τους εχθρούς υμών, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων και διωκόντων υμάς" (ο Κύριος). "Διατί ουχί μάλλον αδικείσθε; Τούτο γαρ χάρις, ει αδικούμενοι αγαθοποιείτε" (απ. Πέτρος). Και δεύτερον μπορούμε να κρατήσουμε τη χαρισματική αυτή αγάπη μόνον ως μέλη Χριστού, δηλαδή ενταγμένοι μέσα στην Εκκλησία και ενισχυόμενοι από τα μυστήρια και τις προσευχές αυτής. Κανείς με άλλα λόγια μόνος του, στηριγμένος στις δικές του δυνάμεις δεν έχει την ισχύ να ζήσει σωστά την αγάπη. Θα τον νικήσει ο εγωισμός του και η θεωρούμενη ανθρώπινη αίσθηση δικαιοσύνης. Μόνον με τον Χριστό και τη δύναμη που μας δίνει από τα μυστήριά Του της Εκκλησίας μπορούμε να ζήσουμε τη ζωή του Χριστού.

      Ο απόστολος Παύλος δεν απευθύνεται στους Κορινθίους και διαχρονικά σε όλους τους πιστούς για να εκπληρώσει ευγενικά ένα τυπικό καθήκον. Τα λόγια του είναι ο καρπός της αγωνιώσας από ποιμαντική ευθύνη και αγάπη καρδιά του: γράφει ό,τι τον φωτίζει ο Θεός, "κατ' ενώπιον Αυτού", ώστε να βοηθήσει τους πιστούς στην απόκτηση της αιώνιας σωτηρίας τους. Και λέει σε όλους μας: να είστε πάντοτε πνευματικά ξύπνιοι, όλο μάτια, να στέκεστε στην πίστη, να είστε δυνατοί. Δηλαδή πάντοτε και σε όλα να ζείτε με αγάπη. Μακάρι η πυρακτωμένη από την αγάπη του Χριστού και τους ανθρώπους καρδιά του αποστόλου να θερμάνει λίγο και εμάς. Που σημαίνει: μακάρι να κινητοποιηθούμε έστω και λίγο σε μετάνοια, αφού όπου υπάρχει η αμαρτία εκεί έχει σβήσει η φλόγα της αγάπης. "Δια το πληθυνθήναι την αμαρτίαν ψυγήσεται η αγάπη". Τουλάχιστον, αν δεν έχουμε μετάνοια, ας την ζητήσουμε ειλικρινά από τον Κύριο. Θα είναι το πρώτο σκαλοπάτι της ένθεης και σωτήριας αγάπης μας.

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΗΝ ΙΓ΄ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΑΤΘΑΙΟΥ - π. Νικόλαος Φαναριώτης






                                                                                   ΜΑΤΘ. ΚΑ. 33-42  2-9-12

                                                            Και εξέδετο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν.


 Μην ξεχνάμε ότι η κάθε παραβολή  είναι η γλώσσα με την οποία ο Θεός μιλάει σε μας τα παιδιά του και έχει την αξίωση να τον ακούσουμε προς το συμφέρον μας.  Ο Θεός Πατήρ εδώ εμφανίζεται  σαν οικοδεσπότης που έστησε ένα μεγάλο υποστατικό πλήρως εξοπλισμένο: δηλαδή φύτεψε ένα αμπέλι του έβαλε ολόγυρα ένα ισχυρό φράχτη, έσκαψε μέσα σ΄ αυτό σ΄ ένα βράχο ένα πατητήρι και οικοδόμησε έναν πύργο για το προσωπικό, και τον μίσθωσε σε γεωργούς ,και απεδήμησε.
 
Καθώς, και ο οικοδεσπότης και ο αμπελών και ο φραγμός και τα άλλα έχουν μεταφορικήν σημασία, ούτω και το απεδήμησεν είναι μεταφορικόν σημαίνει την σιωπή του Θεού μέσα στην Δημιουργία.

Πολλοί απορούν για την σιωπή αυτή του Θεού Ο Θεός σιωπά με κίνδυνο να νομίσουν ότι δεν υπάρχει. Ο Θεός υπάρχει αλλά  μακροθυμεί. Η Σιωπή του Θεού οφείλεται στην μακροθυμία Του και στην αγάπη Του :  (( Ακουσωμεν τι κράζει ο Παντοκράτωρ Ουαί οι εκζητουντες θεασασθαι την φοβεραν ημεραν Κυριου αυτή γαρ εστί σκότος πυρί γάρ δοκιμάσει τα σύμπαντα)). Από την εξόδιον ακολουθίαν.                       

Χάρις στη σιωπή αυτή του Θεού, παρ΄ όλα τα αποτρόπαια που  διαδραματίζονται στην οικουμένη, υπάρχει ακόμα το ανθρώπινο  γένος , και δεν έχει αποστειρωθεί ο πλανήτης.
 
Ο δυνατός άνθρωπος είναι ο άνθρωπος της σιωπής.  Άνθρωποι που λένε πολλά, συνεχώς αδειάζουν πνευματικά . Μοιάζουν με την μπαταρία του αυτοκινήτου. όταν πετάει σπίθες, κάνει θόρυβο, βραχυκυκλώνει, η γυρίζει τη μίζα, χάνει δύναμη. Όταν αντιθέτως φορτίζεται είναι σιωπηλή.

Το ίδιο και ο άνθρωπος που σιωπά, διαρκώς φορτίζει τις πνευματικές του μπαταρίες, αφήνοντας τους άλλους να μιλούν. Η τάσις προς ανακοίνωση δείχνει την ύπαρξη  ισχυρής δυνάμεως γνωρίζοντας αυτό ο  άνθρωπος της σιωπής, σπάνια μιλάει και ότι πει έχει αξία.

   Πού πηγαίνουν οι άνθρωποι για να πάρουν ευλογία και να  ξαναβρούν την ανθρωπιά τους;
Στους τόπους που δεν ευδοκιμεί η πολυλογία, αλλά ανθεί το λουλούδι της Σιωπής στα ησυχαστήρια, στα μοναστήρια, τα προσκυνήματα… δηλαδή στους τόπους της σιωπής . 

Πώς ο Χριστός χαρακτήρισε τους φωτοδότες ;


Όχι σαν ανθρώπους των λόγων, αλλά των έργων :

«ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων,  όπως ίδωσιν υμών ΤΑ ΚΑΛΑ ΕΡΓΑ,και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις  ουρανοίς»  ΜΤΘ.Ε.16

Ο ίδιος ο Χριστός έκαμε τον Πιλάτο να τον ευλαβηθεί  δια της σιωπής.  (Σιωπή Ιησού ενέτρεψε Πιλάτον). Ιω. Κλιμ. Λογ Ε16 περί πολυλογίας και σιωπής).

Η σιωπή δεν είναι αμηχανία αντιθέτως, όσο πιο λίγα έχει να πει κανείς, τόσο πιο πολύ πολυλογάει. Σιωπή είναι η σωστή απάντηση πολλές φορές .
Εκείνο το παιδικό (η σιωπή μου προς απάντησή σου) έχει πολύ βάθος.
Η σιωπή είναι ο λόγος που χρειάζεται, χρησιμοποιούμενος όπως πρέπει.    TURNBULL σελ.23
Αυτό το τελευταίο, είναι αφιερωμένο εξαιρετικά ,στους γονείς .

Σαν έφθασε στην σκήτη ο πατριάρχης Αλεξάνδρειας Θεόφιλος, βγήκαν οι Πατέρες να τον υποδεχθούν και ο καθένας βρήκε κάποιο καλό λόγο να του πει. Μόνο ο αββάς Παμβώ στεκόταν παράμερα αμίλητος.
Δεν θα πεις κι΄ εσύ τίποτε στον Πατριάρχη για να τον ωφελήσεις, τον ρώτησαν οι γέροντες . Αν δεν ωφεληθεί από την σιωπή μου, Αδελφοί ,ούτε ο λόγος μου πρόκειται να τον ωφελήσει, αποκρίθηκε ο Παμβώ.  ΓΕΡ.ΧΑΜΠΑΚΗ σ224.

Πολλά θα μπορούσα να πω για την Σιωπή . Δεν θέλω όμως να πέσω στην παγίδα :  

                                 Δια πολυλογίας διδάσκειν περί σιωπής ,  είναι σχήμα οξύμωρον.

                                                                           ΓΙ ΑΥΤΟ ΣΙΩΠΩ ΕΔΩ.

                                                                                     Ευχαριστώ


                             π. Νικόλαος   Φαναριώτης  -  Ιερός  Ναός  Οσίου  Λουκά  Πατρών

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ (Ματθ. κα΄ 33-42) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Σερβιών και Κοζάνης



 Τήν παραβολή τοῦ ἀμπελώνα ἤ τῶν κακῶν γεωργῶν, ἀγαπητοί ἀδελφοί, εἶπε ὁ θεῖος Διδάσκαλος, στά Ἱεροσόλυμα, λίγες μέρες πρίν ἀπό τό ἑκούσιο Πάθος του, πρός τούς πνευματικούς ἡγέτες τοῦ λαοῦ, πού ἀμφισβήτησαν τή θεία ἐξουσία Του. Ὅταν ἔδιωξε ἀπό τό ναό τούς ἐμπόρους καί τούς τραπεζίτες, τότε οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι πειραγμένοι τόν ρώτησαν: «μέ ποιά ἐξουσία τά κάνεις αὐτά;». Ἀπαντώντας ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶπε ἀνάμεσα σέ ἄλλες καί τήν παραβολή πού ἀκούσαμε σήμερα. Στή διήγηση αὐτή προβάλλεται μέ τόν πιό ἐντυπωσιακό τρόπο ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιά τόν κόσμο, πού παρ’ ὅλες τίς ἁμαρτωλές ἐκδηλώσεις του καί μάλιστα τίς ἐχθρικές πρός τό Θεό, εἶναι ἔργο δικό του.
Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκφράζεται μέ τό σχέδιο τῆς θείας Οἰκονομίας πού συνοπτικά καί μέ παραβολικό λόγο παρουσιάζεται στήν περικοπή μας. Οἱ ἄνθρωποι, ὅμως, ἀντιδροῦν βίαια στίς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καί ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται νά ἀποτυγχάνει τό σχέδιο αὐτό τῆς σωτηρίας.
 Ὁ οἰκοδεσπότης τῆς παραβολῆς, ἀφοῦ φύτεψε ἀμπελώνα, τόν περιέβαλε μέ φράχτη γιά νά τόν προστατέψει, ἔσκαψε πατητήρι γιά τήν κατεργασία τῶν σταφυλιῶν καί οἰκοδόμησε πύργο γιά τήν ἐποπτεία, ἰδίως τόν καιρό τοῦ τρύγου. Ὅλες αὐτές οἱ ἐργασίες δείχνουν τή φροντίδα τοῦ ἰδιοκτήτη γιά τόν ἀμπελώνα του καί τήν ἀπόλυτη κυριαρχία του σ’ αὐτόν. Ἔτσι περιποιημένο παραδίνει τόν ἀμπελώνα σέ γεωργούς καί ὁ ἴδιος ἀποδημεῖ.
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος στήν ἀποδημία  αὐτή διακρίνει τή μακροθυμία τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὁ ἰδιοκτήτης τοῦ ἀμπελώνα. Οἱ γεωργοί εἶναι οἱ ποιμένες τοῦ λαοῦ, οἱ θρησκευτικοί ἀλλά καί οἱ πολιτικοί ἡγέτες κάθε λαοῦ. Διότι, βέβαια, ἡ παραβολή δέν λέγεται μόνο γιά τούς Ἰσραηλίτες, ἀλλά ἔχει μία γενικότερη ἐφαρμογή.
 Κατά τόν καιρό τῆς καρποφορίας ἀπέστειλε ὁ ἰδιοκτήτης τούς δούλους του γιά νά παραλάβουν τούς καρπούς, ἀλλά οἱ γεωργοί ἄλλους ἔδειραν, ἄλλους σκότωσαν καί ἄλλους λιθοβόλησαν. Σαφῶς ὑπαινίσσεται ἐδῶ τήν τραγική τύχη τῶν προφητῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Ὁ κύριος του ἀμπελώνα ἐπιμένει σέ μία διαλλακτικότερη στάση τῶν γεωργῶν καί σέ μία συμφιλιωτική συμφωνία μαζί τους. Ἐπαναλαμβάνει λοιπόν τήν ἀποστολή μέ τούς μαθητές καί τούς ἀποστόλους τοῦ Κυρίου, τούς ἁγίους καί πατέρες τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ ἀντιμετώπιση εἶναι ἡ  ἴδια καί σκληρότερη: διωγμοί, λιθοβολισμοί καί μαρτυρικοί θάνατοι. Ὁ οἰκοδεσπότης, τότε, ἀποφασίζει νά στείλει καί τόν Υἱό του, τόν ἀγαπητό, μήπως οἱ ἀμπελουργοί «ἐντραπήσονται αὐτόν».Ἡ συμπεριφορά τῶν γεωργῶν εἶναι ἀκόμη σκληρότερη: ὄχι μόνο δέν ντράπηκαν τήν ἀξία του, ἀλλά καί τόν σταύρωσαν, ἀφοῦ τόν ὁδήγησαν ἔξω ἀπό τόν ἀμπελώνα, δηλαδή ἀπό τήν πόλη τῆς Ἱερουσαλήμ.
 Μέ τά κριτήρια τῆς ἀνθρώπινης λογικῆς ἄν ἐξεταστεῖ ἡ στάση τοῦ οἰκοδεσπότη τῆς παραβολῆς, ἀγαπητοί ἀδελφοί, εἶναι ἀκατανόητη. Ξεφεύγει ἀπό τά συνηθισμένα ὅρια τῆς φροντίδας. Ἀγγίζει τό παράλογο. Ἤ καλύτερα εἶναι πάνω ἀπό τόν ἀνθρώπινο λόγο, εἶναι ἀγάπη ὑπέρλογη. Ἕνας λογικά σκεπτόμενος ἄνθρωπος δέν θά ἔστελνε τόν «υἱόν τοῦ τόν  ἀγαπητόν» στούς κακούς γεωργούς πού σκότωσαν προηγουμένως τούς δούλους του. Μέ αὐτή ὅμως τήν ἐνέργεια, πού ὑπερβαίνει κάθε ἀνθρώπινη λογική, ἐξεικονίζεται καί διατρανώνεται στήν παραβολή μας ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.
 Αὐτή ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δέν  ἐμφανίζεται μόνο στό συνεχές ἐνδιαφέρον του γιά τό λαό του, ἀλλά ἐκδηλώνεται καί σάν τιμωρία γιά τήν κακή ἡγεσία του. Ὁ Θεός δείχνει τήν ἀγάπη του καί στέλνει τά ἀγαθά του, τιμωρεῖ, ὅμως, καί αὐτούς  πού μέ τή σκληρόκαρδη στάση τους ἐμποδίζουν τούς ἀνθρώπους νά καρπωθοῦν αὐτά τά ἀγαθά.
 Τελικά, ἡ παραβολή κλείνει μέ τόν ψαλμικό στίχο: «λίθον ὅν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλήν γωνίας», δηλαδή «πέτρα πού τήν περιφρόνησαν οἱ οἰκοδόμοι, αὐτή ἔγινε ἀγκωνάρι». Ὁ προφητικός λόγος βρίσκει τήν ἐκπλήρωσή του στό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τόν ὁποῖο ἀποδοκίμασαν οἱ ἡγέτες τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ, ἀλλά ἔγινε ὁ θεμέλιος λίθος τοῦ νέου οἰκοδομήματος, τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ δραματική ἱστορία τοῦ παλαιοῦ Ἰσραήλ, πού ἀπέκτεινε τούς ἀπεσταλμένους τοῦ Θεοῦ, ἐπαναλαμβάνεται ὡς γεγονός προτύπωσης γιά ὅλες τίς ἐποχές. Δυστυχῶς, ἡ ἱστορία πάντα ἔτσι κινεῖται.
 Ἔκτοτε ὁ Ἰησοῦς Χριστός «κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον». Ἡ ἐμπιστοσύνη στό πρόσωπό του καί στό ἔργο του, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, εἶναι ἀποτέλεσμα καθαροῦ μυαλοῦ, φωτισμένης συνείδησης καί δραστικῆς πνοῆς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Μέσα στόν κόσμο τοῦ ψεύδους, τῆς φθορᾶς καί τῆς διαφθορᾶς, ὁ Χριστός φανερώνεται ὡς Ἀγάπη. Ἀγάπη σημαίνει γέμισμα ἀπό τήν παρουσία καί τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἀνθρώπου. Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΓ ΜΑΤΘΑΙΟΥ H AΙΩΝΙΑ ΔΥΝΑΜΙΣ «Λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας» (Ματθ. 21,42) + Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος


H AΙΩΝΙΑ ΔΥΝΑΜΙΣ

«Λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας» (Ματθ. 21,42)

ΑΠΟ ὅλη τὴ σημερινὴ εὐ­αγγελικὴ περικοπή, ποὺ περιέχει τὴν παραβολὴ τῶν κα­κῶν γεωργῶν, πηγαίνω στὸν τελευταῖο στίχο· «Λίθον ὃν ἀπεδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦν­τες, οὗτος ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας»· λιθάρι, ποὺ τὸ παραπέταξαν οἱ χτίστες, αὐτὸ ἔγινε ὁ ἀκρογωνιαῖος λίθος τῆς οἰκοδομῆς (Ματθ. 21,42). Εἶνε μιὰ προφητεία τῶν Ψαλμῶν τῆς Πα­λαιᾶς Διαθήκης (Ψαλμ. 117,22), ποὺ ὁ Χριστὸς βεβαιώνει ἐδῶ ὅτι ἐκ­πλη­ρώ­θηκε στὸ πρόσωπό του.

* * *

Κανένα ἄλλο πρόσωπο, ἀγαπητοί μου, δὲν ἀπησχόλησε τόσο τὴν ἀνθρωπότητα καὶ δὲν ἀπέσπασε τόσο τὴν προσοχὴ ὅσο τὸ πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Κανείς ἄλλος δὲν ἔγινε ἀντικείμενο τόσης μελέτης καὶ συζητήσεως, κανείς δὲν ἀπέκτησε τόσους πιστοὺς φίλους καὶ ἀφωσιωμένους λατρευτὰς ἀλλὰ καὶ τόσους σφοδροὺς ἐχθροὺς καὶ ἐμ­παθεῖς πολεμίους ὅσους αὐτός.
Ἄλλοι τὸν λάτρευσαν ὡς Σωτῆρα καὶ τὸν ἔ­βαλαν βασιλέα τῶν καρδιῶν καὶ Θεό τους· γονάτισαν ἐμπρὸς στὸ μεγαλεῖο του καὶ ἔψαλαν τὸ αἰώνιο κάλλος καὶ τὴν ἀμέτρητη δύναμί του. Ἄλλοι ὅμως τὸν δέχθηκαν ὡς ἁ­πλὸ προφήτη ἢ φιλόσοφο ἢ κοινωνιολόγο καὶ ἀ­να­μορφωτή· δὲν ἄ­φη­σαν ὅμως οἱ δυσ­τυχεῖς νὰ διεισδύσουν στὶς σκληρὲς καρδιὲς καὶ στὶς περιωρισμένες διάνοιές τους οἱ ἀ­κτῖνες τῆς Θεότητός του, ποὺ θὰ τοὺς ἔδιναν τὴν πίστι καὶ τὴ χάρι. Ἄλλοι τέλος τὸν φθό­νη­σαν, τὸν μί­­σησαν καὶ ἐξετόξευσαν ἐναντίον τοῦ μεγαλείου καὶ τῆς Θεότητός του τὰ ἀνίσχυρα βέλη τῆς κακίας τους. Πράγματι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς διὰ μέσου τῶν αἰώνων στάθηκε «σημεῖ­ον ἀντιλεγόμενον» (Λουκ. 2,34) καὶ «πέτρα σκαν­δάλου» (῾Ρωμ. 9,33· Α΄ Πέτρ. 2,7). Τὸ «σχίσμα» ἐξ αἰ­τίας του, τὸ ὁ­ποῖον «ἐγένετο» στὴν ἐποχή του (Ἰωάν. 7,43), παρατηρεῖται καὶ θὰ παρατηρῆ­ται μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων.
Τὸ πέρασμα τοῦ Ἰησοῦ ἀπὸ τὴν σκηνὴ τοῦ κόσμου ἀποτελεῖ τὸ μεγαλύτερο κοσμοϊστορικὸ γεγονός· ὅμοιό του δὲν ἔχει νὰ παρουσι­­άσῃ ἡ παγκόσμιος ἱστορία, ποὺ ἀπ’ αὐ­τὸ χωρίστηκε σὲ πρὸ Χριστοῦ καὶ μετὰ Χριστόν. Ὁ Θεὸς τῆς εἰρήνης δίχασε(!) τὴν ἀνθρωπότητα σὲ δύο μεγάλα καὶ ἀντιμαχόμενα στρατόπεδα· στοὺς πιστοὺς καὶ στοὺς ἀπίστους· σ’ ἐ­κείνους ποὺ τὸν πίστεψαν, τὸν πιστεύουν καὶ θὰ τὸν πιστεύουν αἰωνίως ὡς τὸν μόνο ἀ­ληθινὸ Θεό, νικητὴ τοῦ θανάτου, ἀρχηγὸ τῆς ζωῆς, μοναδικὴ πηγὴ τῆς εὐτυχίας τοῦ ἀν­θρώπου, καὶ σ’ ἐκείνους ποὺ τὸν θεώρησαν ὁριστικὰ νεκρό, ὡς μεγάλη μὲν φυσιογνωμία πάντως ὅμως ἄνθρωπο, ἢ καὶ ὡς πλαστὸ καὶ ἀνύπαρκτο πρόσωπο.
Ἀπὸ τὴν δευτέρα αὐτὴ παράταξι προῆλθαν οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ, οἱ πολέμιοι τοῦ χριστιανισμοῦ. Πάντοτε τὸ σκοτάδι θὰ μισῇ τὸ φῶς, τὸ ψέμα τὴν ἀλήθεια, ἡ κακία τὴν ἀρετή, ἡ ἀπιστία τὴν πίστι. Ἀξίζει ν’ ἀφήσουμε νὰ παρελάσουν γιὰ λίγο μπροστά μας συντετα­γμένα τὰ παιδιὰ τῆς ἀπιστίας, οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ, καὶ νὰ διαβάσουμε στὰ πανὼ ποὺ ὑ­ψώνουν τὰ ψεύτικα καὶ ἀπατηλὰ συνθήματά τους· ὄχι ὅλα, ἀλλὰ τὰ πλέον διακεκριμένα.
⃝ Πρῶτα – πρῶτα ἐμφανίζονται οἱ ὑλισταί· ἰ­σχνοί, ῥακένδυτοι, σὰ νὰ βγῆκαν μέσα ἀπὸ τὸν τάφο. Ὕλη καὶ μόνο ὕλη! φωνάζουν· δὲν ὑπάρχει Θεός, ἀνύπαρκτος ὁ Χριστός, μῦθος ἡ ἠ­θική του διδασκαλία, κατασκεύασμα καὶ ἡ μέλ­λουσα κρίσις… Δόγμα τους τὸ «Ἅρπαξε νὰ φᾷς καὶ κλέψε νά ’χῃς». Εἶνε ἄνθρωποι ποὺ ἀρνήθηκαν κάθε πνευματικὴ ἀξία. Γι’ αὐ­τὸ ἀκριβῶς δὲν ἀξίζει ν’ ἀσχοληθῇ κανεὶς καὶ πολὺ μαζί τους. Μέσα σὲ λίγο καιρὸ ἡ ἰδεολογία τους ἔδειξε πόσο κενὴ εἶνε.
⃝ Πίσω ἀπὸ αὐτοὺς ἀκολουθοῦν τὰ παιδιά τους, οἱ μαρξισταί. Αὐτοὶ διακηρύττουν, ὅτι ἡ χριστιανικὴ θρησκεία εἶνε τὸ ὄπιο τοῦ λαοῦ· κάτω οἱ αἰώνιοι θεσμοί, κάτω τὸ Εὐαγγέλιο!… Γιὰ νὰ ἐκλείψῃ ἡ πίστις στὸ Χριστό, ποὺ ἦταν τὸ μέγα ἐμ­πόδιο στὰ σχέδιά τους, δὲν δίστασαν νὰ ἐξοντώσουν χιλιάδες Χριστιανούς.
⃝ Κατόπιν, πότε κρυφὰ καὶ πότε φανερά, ξεπροβάλλει ἀπὸ τὸ καταχθό­νιο κρησφύγετό του ὁ μασονισμός. Χωρὶς νὰ ἐκδηλώνεται φανερὰ ὡς ἐχθρὸς τοῦ χριστιανισμοῦ, ὑπονο­μεύει διαρκῶς τὸ ἔργο τῆς Ἐκκλησίας. Ἐ­πάνω στὰ ἐρείπια τοῦ χριστιανισμοῦ περιμένει νὰ οἰκοδομήσῃ τὴ νέα παγκόσμια θρησκεία, ποὺ θὰ συμ­περιλάβῃ ὅλες τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου γιὰ νὰ κυριαρχήσῃ στὴ γῆ.
Ὑλισμὸς – μαρξισμὸς – μασονισμὸς ἀποτελοῦν τὸ τρικέφαλο τέρας μὲ τὰ πολλὰ κέρατα καὶ τὰ ἀναρίθμητα πλοκάμια, τὸ ὁποῖο γέννησε ὁ καταχθόνιος σιωνισμὸς πρὸς πραγματοποίησιν τῶν σχεδίων του. Τὸ τέρας αὐτὸ εἶ­νε τὸ πιὸ ἐπικίνδυνο ἔκβρασμα τοῦ ᾅδου.
⃝ Ὑπερήφανα ἀκολουθοῦν ἔπειτα οἱ δῆθεν μορφωμένοι, αὐτοὶ ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι καλλιεργοῦν τὰ γράμματα καὶ τὶς τέχνες. Φοροῦν τὸν μανδύα τῆς ἐπιστήμης. Παρουσιάζονται ὡς σοφοί, ποὺ ἀπὸ τὴ μελέτη τους ἔβγαλαν τὸ συμπέρασμα· Καλὸς ὁ χριστιανισμός, ἀλ­λὰ δὲν ἀρκεῖ νὰ σώσῃ τὸν κόσμο· χρειάζεται καὶ συμπλήρωμα… Καὶ ἂν ρωτήσῃς, ποιό εἶνε τὸ συμπλήρωμα, οἱ ἀπαντήσεις τους δημιουρ­γοῦν πραγματικὴ σύγχυσι-βαβέλ. Ἡ «ἐπιστήμη», φωνάζουν, ἡ «τέχνη», ἡ «ποίησι», οἱ «μεγάλες ἀνακαλύψεις», ὁ «πνευματισμός». Καὶ οἱ ἴδιοι δὲν ξέρουν τί θέλουν. Ἡ ἀλαζονεία τῆς ἡμιμαθείας τοὺς κάνει νὰ ἀποφαίνωνται ἄναρθρα καὶ ἀνόητα, σὰν ἄλλη Πυθία.
⃝ Τέλος παρελαύνουν κ’ ἐκεῖνοι ποὺ λένε, ὅ­τι ὁ χριστιανισμὸς χρησίμευσε μὲν στὸ παρελθόν, ἀλλὰ τώρα πιὰ ξεθύμανε, δὲν ἀξίζει γιὰ τὴν ἐποχή μας, πρέπει πιὰ νὰ κηδευθῇ με­τὰ πάσης τιμῆς γιὰ τὶς ὑπηρεσίες ποὺ προσ­έ­­φερε, καὶ νὰ φροντίσουμε νὰ βροῦμε διάδο­χό του, ἄξιο καὶ κατάλληλο γιὰ τὴν ἐποχή μας, τὴν ἐποχὴ τοῦ μεγάλου πολιτισμοῦ καὶ τῶν καταπληκτικῶν ἀνακαλύψεων…

* * *

Αὐτοὶ περίπου εἶνε οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μὲ πάθος πολέμησαν καὶ πολεμοῦν τὴν Ἐκ­κλησία καὶ νόμισαν ὅτι θὰ τὴ διαλύσουν καὶ θὰ ἐπικρατήσουν. Πρὸς ὅλους αὐτοὺς ἀ­πευθυνόμεθα καὶ λέμε τὰ ἑξῆς.
Ἄπιστοι, μετανοῆστε! Ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ, σκεφθῆτε βαθύτερα καὶ μελετῆστε προσεκτι­κώτερα τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴ διδα­­σκαλία του. Εἶνε ἐπικίνδυνο καὶ φοβερὸ νὰ πολεμᾶτε ΕΝΑ ΘΕΟ. «Σκληρὸν πρὸς κέντρα λακτίζειν» (Πράξ. 26,14). Δὲν μπορεῖτε, χριστομάχοι, ν’ ἀντιληφθῆτε τὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ; παραδειγματισθῆτε τοὐλάχιστον ἀπὸ τοὺς προ­­κατόχους σας. Δὲν ἀκοῦτε τὸν Ἰουλιανὸ τὸν Παραβάτη νὰ λέῃ «Νενίκηκάς με, Ναζωραῖε»; Δὲν ἀκούσατε τοὺς γονεῖς σας νὰ λένε πεθαίνοντας· «Καὶ ὅμως ὑπάρχει Θεός. Τί μᾶς περιμένει;…». Δὲ βλέπετε τοὺς θλιβεροὺς τάφους, ὅπου θαύτηκαν ὅλοι οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ σκουλήκια ἔφαγαν τὶς σάρ­κες τους; ῾Ρῖξτε ἕνα βλέμμα καὶ στὸν τάφο ποὺ ἑτοίμαζαν αὐτοὶ γιὰ νὰ κηδεύσουν τὸν χριστιανισμό· παραμένει κενός, ὅπως τὸ κενὸ μνημεῖο ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀναστήθηκε ὁ Χριστός.
Ὁ χριστιανισμός, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε τυχαῖο πρᾶγμα, ὅπως νόμισαν οἱ ἐχθροί του. Ἀντλεῖ αἰωνία δύναμι ἀπὸ τὸν Θεῖο Ἱδρυτή του. Εἶνε ἡ μόνη πίστις ποὺ κηρύχθηκε μὲ λόγια, βεβαιώθηκε μὲ θαύματα, καὶ σφραγίσθηκε μὲ αἵματα. Φρουρεῖται ἀπὸ τάγματα καὶ στρατιὲς ἀγγέλων, καὶ κατευθύνεται ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ ἱστορία καὶ ἡ πραγματικότης δίνουν τὴν καλύτερη ἑρμηνεία τῶν ἀθανάτων λόγων· «ὁ πεσὼν ἐπὶ τὸν λίθον τοῦτον συνθλασθήσεται· ἐφ᾽ ὃν δ᾽ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν»· ὅποιος δηλαδὴ ἐναντιωθῇ στὸν Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν αἰώνιο βράχο, θὰ γίνῃ κομμάτια· καὶ σ’ ὅποιον αὐτὸς πέσῃ πάνω του, θὰ τὸν κάνῃ θρύψαλα (Ματθ. 21,44).

* * *

Αὐτά, ἀγαπητοί μου, ἔχουμε νὰ ποῦμε πρὸς ὅλους τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεώς μας. Εἰδι­κῶς δὲ πρὸς τοὺς τελευταίους, αὐτοὺς ποὺ ἔχουν τὴ γνώμη ὅτι «ὁ χριστιανισμὸς χρησίμευσε στὸ παρελθὸν καὶ τώρα ξεθύμανε», τοὺς παρακαλοῦμε νὰ κατεβοῦν ἀπὸ τὰ νεφε­λώματα τῶν σκέψεών τους, νὰ προσγειωθοῦν λίγο στὴν πραγματικότητα, καὶ τότε θ’ ἀντιληφθοῦν πόσο παραλογίζονται. Ἡ Ἐκκλησία κληρονόμησε αἰώνιο κῦρος. Εἶνε γιὰ τὴν ψυ­χὴ τοῦ ἀνθρώπου ὅ,τι εἶνε γιὰ τὸ σῶμα τὸ ψω­μί, τὸ νερό, ὁ ἀέρας. Ὅσοι αἰῶ­νες κι ἂν περά­σουν, δὲν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ πῇ στὸν ἀέρα ἢ στὸ νερὸ ἢ στὸ ψωμὶ «Ξεθύμανες πιά, δὲ σὲ χρειάζομαι». Ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶνε ἀπαραίτητη γιὰ τὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ κόσμου. Ἡ δύναμις καὶ ἡ ἀξία τῆς Ἐκκλησίας παραμένει ἀκατάλυτος καὶ αἰωνία. Αὐτὴ εἶνε τὸ φυτώριο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἀπαραιτήτου ἀκρογωνιαίου λίθου κάθε ὡραίου καὶ ὑψηλοῦ οἰκοδομήματος οἱουδήποτε αἰ­ῶνος· διότι «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς εἰς τοὺς αἰῶνας» (Ἑβρ. 13,8).
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἐκπομπὴ 367/3 Σεπ/βρίου 1955

Η παραβολή των κακών γεωργών (Κυριακή ΙΓ΄Ματθαίου) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Πάφου


Απόστολος: Α΄ Κορ. ιστ΄ 13 – 24

Ευαγγέλιο: Ματθ. κα΄ 33 – 42

«Ότε δε ήγγισεν ο καιρός των καρπών, απέστειλε τους δούλους αυτού προς τους γεωργούς λαβείν τους καρπούς αυτού» (Ματθ. κα΄ 34).

Ιδιαίτερα προφητική η σημερινή παραβολή των κακών γεωργών. Μια παραβολή μέσα από την οποία προαναγγέλλεται το σχέδιο του Θεού για τη σωτηρία του ανθρώπου. Παρά την αμαρτωλότητα του ανθρώπου, εντούτοις ο Θεός δεν τον εγκαταλείπει. Εξακολουθεί να φροντίζει γι’ αυτόν και μέσα από τη μακροθυμία του προσπαθεί να βοηθήσει τον άνθρωπο να συνεργασθεί για τη δική του σωτηρία. Παράλληλα, προαναγγέλλει τον ερχομό του Υιού του στον κόσμο, καθώς και τον τερματισμό της περιόδου της μακροθυμίας και ανοχής. Μέσα από τη διπλή αυτή εξαγγελία προσπαθεί να βοηθήσει τους γεωργούς να συνέλθουν και να οδηγηθούν σε μετάνοια και διόρθωση.

Δυστυχώς, όμως, οι άνθρωποι όχι μόνο παραμένουν αδιόρθωτοι, αλλά και προσπαθούν να παρεμποδίσουν όλες τις παρεμβάσεις του Θεού, που αποβλέπουν στη σωτηρία των ανθρώπων. Παρά την αρνητική αυτή συμπεριφορά των κακών γεωργών, δηλαδή των αρχιερέων, των γραμματέων και των πρεσβυτέρων του Ιουδαϊκού λαού, εν τούτοις, ο Θεός εκδηλώνει μακροθυμία. Παρά την αρνητική συμπεριφορά των κακών γεωργών, το έργο της σωτηρίας δε ματαιώνεται. Απλά ο Θεός θα αφαιρέσει το προνόμιο του Ιουδαϊκού λαού να είναι «λαός της βασιλείας του και θα το δώσει σ’ ένα λαό που θα παράγει καρπούς της βασιλείας».

Ιδιαίτερα σημαντική, λοιπόν, η σημερινή παραβολή γιατί το περιεχόμενό της είναι ιστορικά και προφητικά επιβεβαιωμένο. Αποκαλύπτει τη διαχρονική φροντίδα του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Φυτεύει αμπελώνα, με την εγκατάσταση του Ιουδαϊκού λαού στη γη της επαγγελίας. Αυτόν τον αμπελώνα τον περιφράσσει με το νόμο του για να προφυλαχθεί από την ειδωλολατρία. Του κατασκευάζει ληνό, το θυσιαστήριο, και κτίζει πύργο, δηλαδή το ναό. Όλα τα πιο πάνω τα «νοίκιασε» για να τα διαχειριστούν. Άρα ήταν περιουσία ξένη και όχι δική τους. Αυτοί που εκαλούντο να διαχειριστούν αυτήν την περιουσία ήταν οι θρησκευτικοί άρχοντες του Ιουδαϊκού λαού. Όμως, ποιο ήταν το αποτέλεσμα αυτής της διαχείρισης. Απάντηση στο ερώτημα αυτό δίνει ο ίδιος ο Κύριος μέσα από τη σημερινή παραβολή.

Το αποτέλεσμα αυτής της διαχείρισης ήταν τραγικό. Θεώρησαν δική τους περιουσία τον αμπελώνα και σφετερίστηκαν αυτό που τους εμπιστεύθηκε ο Θεός. Αρνήθηκαν να παράξουν καρπούς με την προφύλαξη και το σεβασμό του νόμου του Θεού. Δεν παρουσίασαν τα ανάλογα έργα αρετής μέσα από τα οποία θα επιβεβαιωνόταν ο σεβασμός, αλλά και η εφαρμογή του νόμου του Θεού.

Όμως η αμέλειά τους δεν περιορίστηκε μόνο στην ασέβεια και την ακαρπία. Τους οδήγησε συστηματικά και ενσυνείδητα σε εγκληματική συμπεριφορά. Αυτοί όχι μόνο αρνήθηκαν να προσφέρουν τα οφειλόμενα, αλλά προχώρησαν συστηματικά σε εγκληματικές ενέργειες.

Έτσι, όταν ο Θεός έστειλε τους δούλους του, τους Προφήτες, «οι γεωργοί έπιασαν τους δούλους του, κι άλλον τον έδειραν, άλλον τον σκότωσαν κι άλλον τον λιθοβόλησαν. Ξανάστειλε άλλους δούλους, περισσότερους από τους πρώτους και τους έκαναν τα ίδια. Τελευταίον τους έστειλε το γιο του λέγοντας «θα σεβαστούν το γιο μου». Οι γεωργοί, όμως, όταν είδαν το γιο, είπαν μεταξύ τους: «αυτός είναι ο κληρονόμος. Εμπρός ας τον σκοτώσουμε κι ας αρπάξουμε την κληρονομιά του. Τον έπιασαν, τον έβγαλαν έξω από τ’ αμπέλι και τον σκότωσαν».

Διαδοχικά οι Προφήτες οδηγούνται στο θάνατο από τους άρχοντες του λαού και από τον ίδιο τον «εκλεκτό λαό του Θεού». Ο Κύριος προφητικά προαναγγέλλει και το δικό του μαρτυρικό θάνατο. «Έξω του αμπελώνος», έξω από την Ιερουσαλήμ. Είναι για τούτο που μετά από λίγο διάστημα ο Ιησούς θα εκφράσει την πικρία και την απογοήτευσή του για τη συνολική αρνητική συμπεριφορά αρχόντων και ιουδαϊκού λαού. «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, που σκοτώνεις τους Προφήτες και λιθοβολείς όσους στέλνει ο Θεός σ’ εσένα, πόσες φορές θέλησα να συνάξω τα παιδιά σου, όπως η κλώσα συνάζει τα κλωσόπουλα κάτω απ’ τις φτερούγες της, κι εσείς δεν το θελήσατε. Γι’ αυτό θα ερημωθεί ο τόπος σας» (Ματθ. κγ΄ 37 – 38).

Εγκληματική συμπεριφορά και εγκληματική αμέλεια καταλογίζει ο Ιησούς στο σύνολο της ηγεσίας και λαού. Εγκληματική συμπεριφορά, αφού όχι μόνο δεν εφαρμόζουν οι ίδιοι το νόμο του Θεού, αλλά και θανατώνουν τους απεσταλμένους του. όμως, παρά την αρνητική αυτή συμπεριφορά του ο Θεός, μέσα στα πλαίσια της αγάπης και ευσπλαχνίας του, πάρα πολλές φορές προσπαθεί να τους επαναφέρει στο δρόμο της σωτηρίας.

Δυστυχώς οι προσπάθειες του Θεού παραμένουν άκαρπες. Και τούτο γιατί η σωτηρία αν και είναι δώρο του Θεού προς τον άνθρωπο, αυτή δεν επιβάλλεται αναγκαστικά. Ο Θεός σέβεται την ελευθερία του ανθρώπου, για τούτο και τον καλεί να την αποδεχθεί με τη θέλησή του.

Αυτή η αλήθεια είναι μια υπενθύμιση διαχρονική. Ο Θεός μας θέλει να γίνουμε συνεργάτες στο έργο της δικής μας σωτηρίας «όστις θέλει», μας επαναλαμβάνει συνεχώς. Για τούτο μας προτρέπει να ανταποκριθούμε προτού να είναι αργά. Μας υπενθυμίζει ο Απόστολος Παύλος: «Ιδού νυν καιρός ευπρόσδεκτος, ιδού νυν ημέρα σωτηρίας» (Β΄ Κορ. στ΄ 2). Να, τώρα είναι ο καιρός της χάρης, τώρα είναι η ημέρα της σωτηρίας. η κάθε στιγμή της ζωής μας θα πρέπει να θεωρείται μοναδική και ανεπανάληπτη σε ό,τι αφορά τη σωτηρία μας, γεγονός που δεν πρέπει να αγνοούμε, πολύ δε περισσότερο δεν πρέπει να αμελούμε και να αναβάλλουμε. Γιατί αναβολή σημαίνει ματαίωση και η ματαίωση φέρνει την καταστροφή.

Αδελφοί μου, τόσο ο Ιουδαϊκός λαός, όσο και οι θρησκευτικοί του άρχοντες, απεδείχθησαν διαχρονικά κατώτεροι της τιμής της οποίας έτυχαν από το Θεό ως «περιούσιος λαός του Θεού». Ο θάνατος των Προφητών και η Σταύρωση του Υιού του Θεού, τους στέρησε, δικαιολογημένα, από μια κληρονομιά την οποία προσπάθησαν να σφετεριστούν. Αυτή η «κληρονομιά» δόθηκε στη συνέχεια στα έθνη, τους ειδωλολάτρες. Έτσι δημιουργήθηκε ένας νέος «περιούσιος λαός του Θεού», που είναι ο Χριστιανικός λαός. Ένας λαός που έχει σαν χαρακτηριστικό γνώρισμα την κοινή πίστη και όχι την εθνική ή φυλετική καταγωγή. Όμως, και ο νέος λαός, ο Χριστιανικός, δε θα σωθεί λόγω της εκλογής του, αλλά μέσα από την πίστη και τα έργα του. Γιατί, ναι μεν η σωτηρία είναι δώρο του Θεού σε μας, αλλά η κατάκτησή της χρειάζεται και τη δική μας προσπάθεια. Ας κάνουμε ό,τι χρειάζεται από μας και ο Θεός θα μας δικαιώσει. Αμήν.

Μητρόπολη Πάφου- Θεόδωρος Αντωνιάδης

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...