Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 28, 2013

Μυστήριο Μυστηρίων



Μυστήριο μυστηρίων!
Πώς υπό τα είδη του άρτου και του οίνου είναι το σώμα και το αίμα του Χριστού;
Πώς γίνεται η υπερφυσική μεταβολή;
Πώς είναι παρών αοράτως ο Χριστός και αυτός προσφέρει τη θυσία της θείας Ευχαριστίας;
Όλα αυτά, παρά τις προσπάθειές μας να τα καταλάβουμε, παραμένουν απρόσιτα και ανεξήγητα. Μυστήρια!

Υπάρχουν όμως και άλλα αξιοπρόσεκτα στοιχεία της σχετικής διδασκαλίας της Εκκλησίας μας, που φανερώνουν ότι ενώπιόν μας έχουμε μυστήριο τρισμέγιστο και φοβερό. Προσερχόμαστε να κοινωνήσουνε τα άχραντα μυστήρια μυριάδες πιστοί διαμέσου των αιώνων, στα πολυπληθή θυσιαστήρια των ιερών ναών μας που βρίσκονταν επάνω σ’ όλο το πρόσωπο της γης. Και ο καθένας μας παίρνει με βαθιά ευλάβεια στο στόμα του ένα μόνο μαργαρίτη, όπως τον ονομάζουμε, ένα μικρό τεμάχιο του καθαγιασμένου άρτου, και μια μικρή ποσότητα, μια μόνο ίσως σταγόνα του καθαγιασμένου οίνου. Μεταλαμβάνουμε δηλαδή ένα ελάχιστο τμήμα των καθαγιασμένων ειδών. Και πιστεύουμε ότι, μεταλαμβάνοντας αυτό το ελάχιστο τμήμα, κοινωνούμε ολόκληρο τον Χριστό. Διότι τέμνεται και διαιρείται το σώμα και το αίμα του Κυρίου, αλλά η τομή και η διαίρεση γίνεται μόνο στα είδη του άρτου και του οίνου υπό τα οποία έχουμε το άχραντο σώμα και το τίμιο αίμα. Το σώμα όμως και το αίμα του Κυρίου «καθ’ ευατά» παραμένουν «άτμητα πάντη και αδιαίρετα», και ως εκ τούτου σε κάθε μέρος και τμήμα των καθαγιασμένων ειδών δεν είναι μέρος του σώματος και του αίματος του Κυρίου, αλλά όλος ο δεσπότης Χριστός.
Τι σημαίνουν αυτά; Ότι και εγώ και εσύ και ο άλλος και ο άλλος, και όλοι, όλοι οι χριστιανοί, από τα πρώτα χρόνια της ζωής της Εκκλησίας μας μέχρι σήμερα και μέχρι το τέλος των αιώνων, ολόκληρο τον Χριστό κοινωνούμε. Και αυτό γίνεται χωρίς ο Χριστός να χωρίζεται σε πολλούς, αλλά παραμένοντας πάντοτε ένας!Δεν είναι θαύμα αυτό; Δεν είναι μέγα μυστήριο; Πώς είναι δυνατόν, ρωτά ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, το ένα εκείνο σώμα, σ’ όλη την οικουμένη να χωρίζεται πάντοτε για τόσες μυριάδες των πιστών που το κοινωνούν, και το κάθε μικρό τεμάχιό του να ανήκει ολόκληρο στον καθένα και συγχρόνως να μένει το ίδιο ολόκληρο; «Όλον εν εκάστω δια του μέρους γενέσθαι και αυτό μένειν εφ’ εαυτού όλον»;
Κατατεμαχίζεται για τον καθένα, διδάσκει και ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, και αγιάζει την ψυχή και το σώμα καθενός ο Χριστός «δια της ιδίας σαρκός», με το άχραντο σώμα Του, και, χωρίς να χωρίζεται, υπάρχει ολόκληρος σ’ όλους, ενώ είναι ένας παντού, «ολοκλήρως και αμερίστως εν όλοις εστίν εις υπάρχων πανταχή»!
Γι’ αυτό και ο λειτουργός κατά την ώρα της θείας Λειτουργίας, κατά την οποία επάνω στο άγιο Δισκάριο τεμαχίζει τον «αμνό», το τμήμα δηλαδή του προσφόρου που έχει επάνω του τα γράμματα ΙΣ-ΧΣ ΝΙ-ΚΑ, και το οποίο έχει ήδη καθαγιασθεί και μεταβληθεί στο σώμα του Χριστού, λέξει τα εξής λόγια: «Μελίζεται καὶ διαμερίζεται ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ μελιζόμενος καὶ μὴ διαιρούμενος, ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος, ἀλλὰ τοὺς μετέχοντας ἁγιάζων».
Δηλαδή, τεμαχίζεται και διαχωρίζεται ο αμνός του Θεού, αυτός που, ενώ τεμαχίζεται, δεν διαιρείται, αυτός που πάντοτε τον τρώγουμε, όμως ποτέ δεν δαπανάται, δεν τελειώνει, αλλά αγιάζει αυτούς που τον μεταλαμβάνουν.
Έγιναν κάποιες προσπάθειες από μερικούς να εξηγήσουν με παραδείγματα την ταυτόχρονη παρουσία ολόκληρου του Χριστού σε κάθε τεμάχιο του θείου σώματος. Είπαν λοιπόν ότι, όταν ένας καθρέπτης σπάσει σε πολλά κομμάτια, στο κάθε κομμάτι του μπορεί να απεικονίζεται η μορφή ενός ανθρώπου, η ίδια που απεικονιζόταν στον καθρέπτη πριν αυτός σπάσει. Στα πολλά θραύσματα πολλαπλασιάζεται η ίδια μορφή, χωρίς να αλλοιώνεται. Μια σφραγίδα μπορεί να αφήνει τα ίδια αποτυπώματα σε διάφορα έγγραφα, χωρίς η ίδια να ελαττώνεται ή να υφίσταται κάποια αλλαγή, έστω και αν τα έγγραφα είναι πολλά. Τη φωνή κάποιου που μιλά μπορούν να την ακούν με τον ίδιο τρόπο πολλοί ακροατές, χωρίς η φωνή του να διαιρείται στον καθένα, αλλά παραμένοντας ολόκληρη, όσο και αν είναι το πλήθος αυτών που την ακούν.
Στα παραδείγματα όμως αυτά δεν γίνεται κάτι παρόμοιο μ’ αυτό που έχουμε στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Στα θραύσματα του καθρέπτη έχουμε πολλές φορές την εικόνα αυτού που καθρεπτίζεται, όχι όμως ουσιαστικά και πραγματικά το ίδιο το πρόσωπό του. Σε πολλά έγγραφα μπορούν να υπάρχουν τα αποτυπώματα μιας σφραγίδας, έχουμε δηλαδή αυτό που ενεργεί επάνω τους η σφραγίδα, αλλά όχι την ίδια τη σφραγίδα. Και όταν όλοι ακούμε την ίδια φωνή κάποιου που μας μιλά, τη φωνή του δεχόμαστε ο καθένας, την ενέργεια που εκπέμπει ο ομιλητής και όχι τον ίδιο τον ομιλητή. 
Στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, όμως, δεν έχουμε απλώς την ενέργεια και τη χάρη του Κυρίου, αλλά τον ίδιο τον Κύριο «πραγματικώς και ουσιωδώς παρόντα». Και όσοι συμμετέχουμε στο μυστήριο αυτό, όλοι τον ίδιο τον Χριστό κοινωνούμε, όλοι ολόκληρο τον Χριστό, χωρίς αυτός να διαιρείται και χωρίς να δαπανάται. Και αυτό είναι ένα μοναδικό θαύμα, είναι τρισμέγιστο μυστήριο, και τίποτε παρόμοιο ή ανάλογό του δεν μπορούμε ποτέ και πουθενά να συναντήσουμε.
Παρά τα παραδείγματα λοιπόν που κατά καιρούς προτείνονται, με τα οποία προσπαθεί ο άνθρωπος να προσεγγίσει σ’ ένα βαθμό το μυστήριο, το συμπέρασμα, όπως το διατυπώνει ο αείμνηστος καθηγητής Παναγιώτης Τρεμπέλας, είναι ότι «το μυστήριον παραμένει πάντοτε μυστήριον πιστευτέον μάλλον και μετ’ ευλαβείας προσκυνούμενον παρα ερευνώμενον και υπό της ευολίσθου και ασθενούς του ανθρώπου διανοίας πολυπραγμονούμενον».

Απόσπασμα από το βιβλίο “Το μυστήριο της κοινωνίας του Θεού”
του Αρχιμ. Αστέριου Σ. Χατζηνικολάου

Ανάπαυση μέσα στο μόχθο. . . !


Η βασική επιδίωξη των τεχνολογικών κατακτήσεων εντοπίζεται εύστοχα στην εξασφάλιση κάθε φορά και τελειότερων ανέσεων μέσα στην περιοχή του ανθρωπίνου βίου. Η τεχνολογική πρόοδος δηλαδή υπηρετεί δουλικά και ασταμάτητα μια βασική αδυναμία της ανθρωπίνης προσωπικότητος, την ακατάσχετη τάση για άνεση, για ανάπαυση!
Φαίνεται ότι η νοσταλγία του Παραδείσου, την οποία και ο Μπερδιάγιεφ υπογραμμίζει, συμπυκνώνεται σήμερα (στην κοσμική της διαστροφή) σε μια ψυχική ροπή προς την αμεριμνησία, τη νωχέλεια, την ανάπαυση του σώματος και του νου. Ο τεχνολογικός αιώνας μας, όπως διαμορφώνει τη ζωή μας, εντείνει συνεχώς την ψυχική δίψα για άνεση, για ανάπαυση. Ήδη ο αιώνας αυτός κατόρθωσε να περιορίσει πολλές αναγκαίες εργασίες του ανθρώπου στην απλή πίεση ενός διακόπτη ή ενός ηλεκτρικού πλήκτρου. Έτσι ο σύγχρονος τεχνολογικός άνθρωπος εμπιστεύεται τις προσδοκίες και τις κρυφές αγωνίες του, για ανάπαυση και άνεση, σε μερικά θαυματουργικά κουμπιά. Θέλει να κινεί μόνο το δακτυλάκι του σε κάθε βασικό ή δευτερεύον έργο της ζωής και … τίποτε περισσότερο!! Ο σωματικός κόπος και μόχθος του φαίνεται σαν μια αδικαιολόγητη αδικία της φύσεως, σαν μια προσβολή της «αριστοκρατικής» του υποστάσεως. Θέλει, όσο μπορεί, να … κάθεται! Να αναπαύεται και να τρυγά τις ευχάριστες μόνο εμπειρίες της ζωής! Η τεχνολογική πρόοδος τον έχει κακομάθει αθεράπευτα..!
Η αναζήτηση της ανέσεως και της αναπαύσεως από τον σύγχρονο άνθρωπο, με μια συνεχώς αυξανομένη μανία, είναι ένα σύμπτωμα αρκετά ανησυχητικό. Γιατί δείχνει πως ο άνθρωπος αυτός είναι κουρασμένος, πολύ βαθειά κουρασμένος!
repentance-monk
Η κόπωση του αυτή ίσως να προέρχεται βασικά από το γεγονός, ότι ψυχολογικά έχει παραιτηθεί ο άνθρωπος αυτός από τον αγώνα της ζωής. Ή τουλάχιστον από το γεγονός, ότι αγωνίζεται με αγχώδη τρόπο να παραιτηθεί από τον αγώνα της ζωής. Η δυνατότητα των θαυμαστών ανέσεων, που ο ίδιος θα μπορούσε να απολαύσει ή που οι άλλοι απολαμβάνουν, τον παροτρύνει ασυνείδητα σε μια ξέφρενη αναζήτηση της αναπαύσεως και μάλιστα της σωματικής. Αλήθεια, αγωνίζεται να … μην αγωνίζεται!
Αλλά βέβαια η ψυχολογική θέση που παίρνει ο σύγχρονος άνθρωπος μπροστά στο μόχθο της ζωής είναι θέση φυγής. Η τεχνολογία με τις «μαγικές» της υποσχέσεις για ανάπαυση και… ραθυμία δεν είναι το πρωταρχικό αίτιο αυτής της καταστάσεως, αλλά ένας παράγων που εντείνει μια πολύ βαθειά σύγκρουση μέσα στην ψυχή αυτού του ανθρώπου: τη σύγκρουσή του με τον ίδιο τον εαυτό του. Η δίψα για άνεση που εντείνει η τεχνολογική πρόοδος ευρίσκει κατάλληλο έδαφος στη βασική ψυχική σύγκρουση του ανθρώπου. Γιατί, αλήθεια, εκείνος που δεν αγωνίζεται συνειδητά να ολοκληρώσει την προσωπικότητά του με τη δύναμη ενός αυθεντικού ιδανικού της ζωής, διασπαθίζει τον εαυτό του στις απεγνωσμένες προσπάθειες για εσωτερική και εξωτερική ανάπαυση. Ξοδεύεται ψυχολογικά και πνευματικά σε μια αγχώδη προσπάθεια που επιδιώκει να κατακτήσει το τέλος, χωρίς να έχει βιώσει την αρχή. Φθείρεται σε μια επιδίωξη υπαρξιακής κερδοσκοπίας και φιλαργυρίας, χωρίς να έχει καταθέσει κανένα «κεφάλαιο» αυθεντικού μόχθου στο ταμείο της ζωής. Καταντά λοιπόν ένας αξιοθρήνητος Δον Κιχώτης που εμπαίζει τον ανόητο υπηρέτη του! Αγωνίζεται θεατρινίστικα κερδίζοντας τελικά την πικρή εμπειρία της ψευδαισθήσεως. Ο αγώνας του είναι πράγματι μια απεγνωσμένη προσπάθεια να παραιτηθεί από τη ζωή, γι’ αυτό διψά την ανάπαυση, κυνηγά την άνεση!
Η θέση του ασκητού της ερήμου είναι κι’ εδώ διαμετρικά αντίθετη. Θα έλεγε κανείς «παράλογη», αφού επιδιώκει τον ψυχικό και σωματικό μόχθο για να βιώσει την ανάπαυση.
Και πρώτα-πρώτα η ασκητική σκέψη θεωρεί την περιφρόνηση της αναπαύσεως σαν βασική αρετή. «Προ δε πασών των αρετών, η της αναπαύσεως καταφρόνησις». Η περιφρόνηση αυτή εξασφαλίζει στο ασκητικό πνεύμα την ελευθερία του βιώματος. Γιατί όποιος έχει πάρει μια αρνητική θέση έναντι της αναπαύσεως και της «τρυφής», μοιάζει μ’ ένα πανέτοιμο σε κάθε στιγμή πολεμιστή. Ο σωματικός αλλά και ψυχικός μόχθος είναι λοιπόν ένα αφυπνιστικό βιωματικό στοιχείο, όταν εντάσσεται μέσα στην προσπάθεια της πνευματικής ζωής του ανθρώπου. «Η γαρ ελπίς της ζωής ταύτης χαυνοί την διάνοιαν». Εκείνος που στηρίζει τις φιλοδοξίες του στις ανέσεις και τις αναπαύσεις αυτής της ζωής αποχαυνώνεται παραλυτικά. «Η ανάπαυσις και η αργία, απώλεια ψυχής εστί και πλείω των δαιμόνων δύνανται βλάψαι αύται». Μόνον δε «οι άφρονες προτιμώσι την μικράν ανάπαυσιν την εγγύς, υπέρ την απέχουσαν βασιλείαν, αγνοούντες, ότι κρείσσον υπομείναι κολάσεις εν τω αγώνι, υπέρ το αναπαυθήναι εν τη στρωμνή της επιγείου βασιλείας εν κατακρίσει ραθυμίας». Η ακατάσχετη τάση για ανάπαυση ψυχική και σωματική συσκοτίζει τον νου και διαταράσσει και εδώ την ικανότητα της αξιολογικής επιλογής. Ο άνθρωπος που αγωνίζεται να…αναπαύεται επιλέγει στόχους που είναι κατώτεροι των αυθεντικών πνευματικών επιδιώξεων. Και τούτο ασφαλώς ισοδυναμεί με αφροσύνη. Για τούτο· «όταν θέλησης προσεγγίσαι τω Θεώ τη καρδία σου, πρώτον εν τοις σωματικοίς κόποις δείξον αυτώ τον πόθον σου… Λόγισαι δε την αργίαν, αρχήν της σκοτώσεως της ψυχής» .
Από την άλλη μεριά δεν πρέπει να νομίσει κανείς, ότι οι σωματικοί κόποι ή γενικά ή οποιαδήποτε ταλαιπωρία της ψυχής, σαν ένα απλό βιωματικό γεγονός, είναι δυνατόν να ισοδυναμεί με πνευματική αφύπνιση και προκοπή. Οι ταλαιπωρίες αυτής της ζωής, για να είναι πνευματικά στοιχεία της ζωής της προσωπικότητας, πρέπει να εντάσσονται φυσιολογικά στην πνευματική προσπάθεια του ανθρωπου. «Οι σωματικοί κόποι άνευ της του νου καθαρότητος, ως άτεκνος μήτρα και μαστοί κατάξηροι . . . Και το μεν σώμα κατάκοπον ποιούσιν, εκριζούν δε τα πάθη εκ του νοός, ου φροντίζουσι. Διά τούτο θεριούσιν ουδέν . . ». Δεν φθάνει απλώς να βασανίζεσαι στη ζωή αυτή. Πρέπει ο μόχθος και το «μαρτύριο» αυτού του βασανισμού να αποτελεί φυσιολογική πορεία και εξέλιξη της πνευματικότητος της προσωπικότητος για να είναι ένα αυθεντικό μαρτύριο.
Εξάλλου ούτε μπορεί κανείς να συμβιβάσει τα ασυμβίβαστα. Δηλαδή να ζει ενάρετα αλλά χωρίς ταλαιπωρία. Κάτι τέτοιο θα ισοδυναμούσε με ακροβατισμό επάνω στο κενό, χωρίς το συρμάτινο σχοινί. «Ο θέλων εν τω κόσμω τούτω είναι αμέριμνος και τούτο επιθυμών, και τη αρετή διατρίβειν επιποθών, ούτος κενός έστιν εκ ταύτης της οδού». Ο πνευματικός άνθρωπος που θα υπέθαλπε μέσα του ασυνείδητα τη δίψα για ανάπαυση, θα φιλοξενούσε «στοργικά» μια διαταραχή των λογισμών που θα ενόθευε επικίνδυνα την πνευματικότητά του. Λοιπόν «Μίσησον τον πλατυσμόν, ίνα διαφυλάξης τους διαλογισμούς σου ατάραχους … φρόντισον μόνης της ψυχής σου, ίνα σώσης αυτήν εκ του διασκορ¬πισμού της ενδοτάτης γαλήνης».
Ο πνευματικός λοιπόν αγωνιστής και κατ’ εξοχήν ο ασκητής της ερήμου πρέπει να συντηρεί μέσα του την ετοιμότητα της αποδοχής του μόχθου τού σωματικού και ψυχικού και πρέπει να περιφρονεί «ανακλαστικά» κάθε σκέψη ή διάθεση αναπαύσεως. Γιατί το λάδι που συντηρεί την καντήλα του ασκητικού του βιώματος είναι ακριβώς ο σωματικός και ψυχικός μόχθος. Έτσι «όταν εύρης ειρήνην εν τη οδώ σου αναλλοίωτον, τότε φοβήθητι. Διότι μακράν απέχεις εκ της ευθείας τρίβου της πατουμένης υπό των μοχθηρών ποδών των αγίων. Όσον γαρ διαβαίνεις εν τη οδώ της πόλεως της βασιλείας και τη του Θεού πόλει πλησιάζεις, τούτο έστω σοι το σημείον· η ισχύς των πειρασμών απαντά σοι, και όσον πλησιάζεις και προκόπτεις, τοσούτον οι πειρασμοί πληθύνονται κατά σου». Το καθαρό από κάθε αρνητικό στοιχείο ασκητικό μάτι βλέπει τους μόχθους και τις ταλαιπωρίες της ζωής αυτής τελείως διαφορετικά από τον «εγκόσμιο» άνθρωπο. Κάθε άνεση, κάθε «σιωπή» των πειρασμών, την εκτιμά σαν παγίδα του πονηρού, επειδή «ο διάβολος εξ αρχής εν επαγγελία και φρονήματι της αναπαύσεως θηρεύει ημάς». Γι’ αυτό «εάν ίδης σαυτόν, ότι ανεπαύθης εκ της οχλήσεως των παθών, μη πιστεύσης σεαυτώ· ενέδραν γαρ τίνα ενεδρεύει σοι ο εχθρός».
Ο φόβος μπροστά στη σιωπή των πειρασμών, την απουσία του σωματικού και ψυχικού μόχθου, πρέπει να απορρέει από το γεγονός, ότι· «μετά την ανά¬παυσιν» από τους πειρασμούς, ακολουθεί, χάρις ακριβώς στις μεθοδείες του διαβόλου, «πολλή όχλησις και ταραχή». Ενώ αντίθετα· «πάση διά Θεόν ταλαιπωρία, άνεσις ακολουθεί». Μάλιστα, κι’ αυτό ακριβώς είναι η καρδιά του ασκητικού παραλόγου που καθορίζει το περιεχόμενο της αυθεντικής αναπαύσεως, μέσα στη «ψύχα» του σωματικού και ψυχικού μόχθου, μέσα στη βασανιστική αγκαλιά των πειρασμών, βιώνεται η αναπαύουσα…ανάπαυση. «Ένδοθεν αυτών απόκειται η θεία ανάπαυσις». Το γεγονός αυτό δείχνει ότι ο πνευματικός αγωνιστής, όταν βιώνει μια δοκιμασία ή μια ταλαιπωρία της ψυχής, ένα πειρασμό, βιώνει συγχρόνως δυό αντιφατικές καταστάσεις· τον ψυχικό μόχθο και την ανάπαυση. Αυτός που έχει μυηθεί στο μυστήριο της ασκήσεως αναπαύεται πράγματι επάνω στο οδυνηρό καμίνι της δοκιμασίας. Περίεργο, κι’ ίσως παράλογο, αλλά αληθινό. Η δοκιμασία χαλκεύει και οικοδομεί την εσωτερική ενότητα της προσωπικότητος, η οποία αναπαύει και αναγεννά.
Έτσι πράγματι, όταν η προσωπικότης προσανατολίζεται αποκλειστικά και ολόψυχα στη «τιμία» βίωση της δοκιμασίας, τότε η βαθμιαίως συγκροτούμενη εσωτερική ενότης μεταβάλλει τον πειρασμό σε μια ουράνια αναπαυστική στρωμνή.
Κάποτε ένας ασκητής είπε στον άγιο Ισαάκ την ιστορία αυτή.
Επειδή στα πρώτα βήματα της μοναχικής μου ζωής, «ήμην εν λύπη εκ των πειρασμών», επισκέφθηκα ένα τίμιο γέροντα για να εξομολογηθώ τη βαθειά μου θλίψη για την ψυχική μου ταλαιπωρία. Ο γέροντας ήταν άρρωστος στο κρεββάτι και αφού τον ασπάσθηκα εκάθισα πλησίον του και του είπα με πολλή πίκρα. Προσευχήσου, Πάτερ μου, για μένα. Οι πειρασμοί με ταλαιπωρούν αφάνταστα και με γεμίζουν με πολλή λύπη. Ο γέροντας, αφού άνοιξε τα μάτια του, μου είπε·«συ νεώτερος ει, και ουκ αφίησιν ο Θεός επί σε πειρασμούς». Αλλά εγώ του απήντησα· αν και είμαι πολύ νέος, δοκιμάζομαι με πειρασμούς, «ισχυρών ανδρών». Τότε λοιπόν, είπε ο γέροντας, ο Θεός θέλει να σε κάνει σοφό με τους μεγάλους πειρασμούς. Και πάλιν όμως απήντησα· πώς θα με κάνει σοφό ο Θεός αφού εγώ «καθ’ ημέραν γεύομαι του θανάτου;». Κι’ ο γέροντας προσέθεσε· «ο Θεός αγαπά σε, σιώπα. Μέλλει ο Θεός δούναι σοι την χάριν αυτού». Κι’ επειδή δεν είχα πια τι να απαντήσω στις πραγματικά αποστομωτικές απαντήσεις του σοφού αναχωρητού, ο γέροντας μου διηγήθηκε την πορεία των δικών του πειρασμών για να παρηγορηθώ και να ησυχάσω.
Πρέπει να γνωρίζεις, παιδί μου, είπε, ότι έμενα με επολέμησαν οι δαίμονες τριάντα ολόκληρα χρόνια. Τα είκοσι χρόνια από αυτά, και πιο πολλά ίσως, τα έζησα χωρίς καμμιά βοήθεια. Μόλις άρχισα να διανύω το εικοστό πέμπτο άρχισα να αισθάνομαι πως αναπαύομαι κάπως μέσα στους πειρασμούς μου. Όταν δε έφθανε στο τέλος του το τριακοστό έτος των πειρασμών μου, τόσο πολύ «εκραταιώθη η ανάπαυσις, ως μηδέ το μέτρον αυτής εις όσον προέβη γινώσκειν με». Και τώρα, προσέθεσε ο γέροντας, όταν σηκώνομαι να κάνω την προσευχή μου και τρεις ήμερες συνεχώς αν σταθώ όρθιος, «εις εκπληξιν μετά του Θεού γίνομαι και του κόπου ουδόλως αισθάνομαι». Και συνόψισε τη συγκλονιστική περιπέτεια των πειρασμών του μ’ αυτά τα λόγια. «Ιδού το έργον του πολλού καιρού ποίαν ανάπαυσιν απλήρωτον απεγέννησεν».
Ο σύγχρονος άνθρωπος θα έπρεπε να θεωρεί ευτυχισμένο τον εαυτό του, αν θα μπορούσε να βιώσει τη «δυστυχία» μιας δοκιμασίας εξαντλητικής, σαν μια ψυχαγωγία και ανάπαυση. Αλλά η τεχνολογική πρόοδος τον έχει κακομάθει, πολύ περισσότερο απ’ ό,τι ο ίδιος μπορεί να αντιληφθεί. Έτσι το ασκητικό μήνυμα για ένα στοργικό εναγκαλισμό του σωματικού και ψυχικού μόχθου φαίνεται σ’ αυτόν σαν ένας νοσηρός ψίθυρος. Σαν μια αφροσύνη χωρίς όρια.
Κι’ όμως, το ασκητικό πνεύμα μακαρίζει αυτούς που συμφιλιώνονται με την ταλαιπωρία της ψυχής και του σώματος χάριν της πνευματικής τους προκοπής. Γιατί αυτοί θα αναπαυθούν στα σκηνώματα της «αιωνίου ζωής». «Μακάριοι οι περιζωσάμενοι τας οσφύας αυτών προς την θλίψεων θάλασσαν εν απλότητι και ανεξετάστω τρόπω, χάριν της προς Θεόν αγάπης, και μη δόντες νώτα. Ούτοι ταχέως προς λιμένα της βασιλείας διασώζονται και αναπαύονται εν σκηνώμασι των καλώς κοπιασάντων και ψυχαγωγούνται εκ της ταλαιπωρίας αυτών, και αγάλλονται εν τη ευφροσύνη της ελπίδος αυτών».
(Ιωαν .Κορναράκη, «Ανταύγειες της Πατερικής ερήμου μέσα στο σύγχρονο κόσμο», εκδ. Π. Πουρναρά, Θεσ/νίκη, σ. 51-58)
πηγή

Ουδείς αναμάρτητος


Δεν υπάρχει άνθρωπος αναμάρτητος.
Κι αν μου πεις ότι ο τάδε είναι δίκαιος
είναι σπλαχνικός, είναι φλάνθρωπος
Θα συμφωνήσω.
Δεν μπορεί, όμως
Να μην έχει και κάποιο ελάττωμα.
Ή από την κενοδοξία θα νικιέται
Ή από την κακολογία ή από κάτι άλλο.
Ένας κάνει ελεημοσύνες, αλλά δεν είναι αγνός.
Άλλος είναι αγνός, αλλά δεν κάνει ελεημοσύνες.
Ο ένας έχει τη μία αρετή και ο άλλος την άλλη.
Ο Φαρισαίος νήστευε, προσευχόταν
Δεν αδικούσε κανέναν, τηρούσε το νόμο.
Είχε όμως αλαζονεία.
Έτσι καταδικάστηκε από τον Κύριο
Γιατί η αλαζονεία τον ζημίωσε περισσότερο απ`όσο θα τον ζημίωναν όλες οι αμαρτίες μαζί .
Δεν υπάρχει λοιπόν άνθρωπος απόλυτα δίκαιος
Απόλυτα ενάρετος
Απόλυτα καθαρός από αμαρτία.
Από την άλλη μεριά, δεν υπάρχει αμαρτωλός άνθρωπος που να μην κι ένα μικρό έστω καλό.
Κάποιος λ.χ., κάνει αρπαγές και καταστροφές.
Μερικές φορές, όμως, δείχνει καλοσύνη, βοηθάει έναν άνθρωπο, λυπάται για το κακό.
Ποιος ήταν σκληρότερος από τον άρπαγα βασιλιά Αχαάβ;
Και όμως, ακόμα κι αυτός ένιωσε κάποτε συντριβή και κατάνυξη.
Ποιος ήταν χειρότερος από τον φιλάργυρο και προδότη Ιούδα;
Και όμως, ακόμα κι αυτός μετά την προδοσία του, είπε:
''Αμάρτησα, γιατί έστειλα στο θάνατο έναν Αθώο'' ( Ματθ. 27: 4 ).


Στη ζωή αυτή εφαρμόζεται σ`όλους ο νόμος της ανταποδόσεως.
Γι`αυτό οι ενάρετοι δοκιμάζουν θλίψεις.
Γι`αυτό οι άδικοι απολαμβάνουν αγαθά.
Οι πρώτοι τιμωρούνται εδώ για τις λίγες αμαρτίες τους
Κι έτσι δεν θα στερηθούν τον παράδεισο.
Οι δεύτεροι αμείβονται εδώ για τις λίγες καλές τους πράξεις
Και θα τιμωρούνται αιώνια για την πολλή κακία τους.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Μόνο οἱ καλοί ὀρθόδοξοι χριστιανοί θά σωθοῦν; Οἱ καλές πράξεις δέν μᾶς σώζουν; Ἅγιος Ἰγνάτιος Brianchianinov



γιος γνάτιος Brianchianinov.


Εναι λυπηρό. μως σήμερα πάρχουν χριστιανοί, πού πλά δένγνωρίζουν τί σημαίνει νά πιστεύεις στό Χριστό, λλά καί χουν μίαντελς συγκεχυμένη ντίληψη γιά τήν πίστη στόν να καί μοναδικό Σωτήρα καί Θεό, τόν Χριστό.
Λένε:
- Γιατί σες οἱ ρθόδοξοι πιμένετε τι χετε τήν ποκλειστικότητατῆς ληθείας;
- Γιατί τάχα, μόνο οἱ ρθόδοξοι θά σωθοῦν;
νάμεσά μας πάρχουν τόσοι καλοί νθρωποιΚαί Μωαμεθανοί,καί Βουδδιστέςκαί χριστιανοί λλων μολογινκόμη καί θεοι.
- Στέκει νά θέλεις νά τούς στείλεις λους αὐτούς στήν κόλαση;

* * *

Μία τέτοια σκέψη, φαίνεται να εἶναι καί σωστή· καί τετραγωνικά λογική. Εἶναι μως;

ς τό ξηγήσωμε μέ λόγια πλ. Γιατί, πάνω σέ να τέτοιο σοβαρό θέμα δέν πρέπει νά χωμε συγκεχυμένες δέες. Λοιπόν. Σημασία δέν χειτίλέει  καθένας, λλά τί λέει  Χριστός καί  κκλησία.

Χριστιανοί! Προσέξτε! Κάνετε ραες σκέψεις καί συλλογισμούς!λλά χωρίς νά ξέρετε, τί εἶναι  σωτηρία· γιατί εἶναι παραίτητη σωτηρία· καί γιατί  μόνη δός πρός τόν Θεό καί τήν σωτηρία εἶναι Χριστός· μόνο  Χριστός!

Σωτηρία εἶναι  νωση τοῦ νθρώπου μέ τόν Θεό·  ποκατάστασηπικοινωνίας μαζί Του.  σωτηρία εἶναι κάτι πού μάς νδιαφέρει λους.λους τούς λαούς· λους τούς νθρώπους· νάρετους καί μαρτωλούςΠατριάρχης ακώβ μιλώντας γιά τόν αυτό του, λέγει: «θά κατεβῶ στόπαιδί μου στόν δη». Το λέγει γιατί τότε, πρίν λθει  Χριστός, λοι,μαρτωλοί καί δίκαιοι, μετά τό πίγειο ταξίδι τους, κατέληγαν στόν δη. Τόσο λίγη ξία εἶχαν τότε τά «καλά» τους ργα! Μόνα τους χωρίς τήνχάρη πού παίρνουμε, πό τό βάπτισμα καί πό τό αἷμα τοῦ Χριστοῦ.

Γι᾿ ατόταν κάποτε ο ουδαοι ρώτησαν τόν Χριστό: «τί πρέπει νάκάνουμεγιά νά κτελομε τά ργα το Θεο»; Καί  Χριστός τούςπάντησε: «Το μεγαλύτερο ργο το Θεο εναι νά πιστεύετε σέ κενον,πού  Θεός Πατέρας μς στειλε» (ω. 6, 28-29). Δηλαδή:

 μόνη γγύηση μοναδική δός γιά τήν σωτηρία εἶναι  σωστή πίστη σέ κενον, πού  Θεός στειλε στόν κόσμο δηλαδή, τόν Υἱόν – τόνΧριστό.

Δέν ρκε λοιπόν, νά εἴμαστε «καλοί» νθρωποιΚαί ν νθρωποιμεγάλοι καί φωτισμένοι, κατέβαιναν τότε στόν δηπῶς εἶναι δυνατό σύ,νά θέλεις νά σωθῆς χωρίς πίστη καί πικοινωνία μέ τόν Χριστό; Και πώςτολμᾶς καί ψάχνεις νά βρεῖςν καί οἱ μουσουλμάνοι θά σωθοῦνπειδήπλά σοῦ φαίνονται «καλοί»; Χωρίς ποτέ, νά χουν πιστεύσει στόν νακαί Μοναδικό Σωτήρα καί Λυτρωτή;

* * *

ς κάμουμε, λοιπόν, φροντίδα μας νά γαπήσουμε τόν Χριστό. Γιατί σωτηρία χωρίς Αὐτόν, μόνο χάρη σέ μερικές «καλές» πράξεις, Δεν γίνεται.

(πιστολή 238)

Εκοιμήθη εν Κυρίω ο Πάτερ Αθανάσιος Φακίνος, από την περιοχή της Άρτας στις 28.2.2013


Αναπαύθη εν Κυρίω σήμερα το πρωί 28.2.2013 και ώρα 8:10 ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Αθανάσιος Φακίνος, ο γνωστός και αγαπητός σε όλη την Αρτινή κοινωνία πατήρ Αθανάσιος. 
Ο π.Αθανάσιος, κατά κόσμον Μιχαήλ Φακίνος, γεννήθηκε στις 30 Ιουλίου το 1935 στο Μαρούσι Αττικής.
Πτυχιούχος της Μέσης Εμπορικής Σχολής Αθηνών και του Ανωτέρου Εκκλησιαστικού Φροντιστηρίου Πατρών, εχειροτονήθη Διάκονος την 26ην Οκτωβρίου 1965, Πρεσβύτερος δε την 5ην Δεκεμβρίου 1965 υπο του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Άρτης Ιγνατίου Γ΄, του οποίου υπήρξε άμεσος συνεργάτης επί σειρά ετών, διακονώντας την τοπική μας Εκκλησία τόσο στον πνευματικό τομέα, όσο και στο Διοικητικό μιας και διετέλεσε  Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Μητροπόλεως Άρτης.
Σπουδαία υπήρξε η προσφορά του και στο λειτουργικό τομέα. Ο ίδιος υπήρξε άριστος λειτουργός του Κυρίου με επίκεντρο τον  Άγιο Φίλιππο, το ωραίο
εκκλησάκι που ο ίδιος έκτισε και φρόντιζε στον ιδιόκτητο χώρο του στην Γραμμενίτσα Άρτας. Μάλιστα, πριν από μερικά χρόνια, έκτισε δίπλα, μικρό παρεκκλήσιο προς τιμή του Αγίου Λουκά του Ιατρού, Αρχιεπισκόπου Συμφερουπόλεως και Κριμαίας.
Σημαντική η διακονία του στον τομέα της φιλανθρωπίας, όντας διαχειριστής του Γενικού Φιλοπτώχου Ταμείου της Ιεράς Μητροπόλεως Άρτης, καθώς χιλιάδες άνθρωποι κατατρεγμένοι έφταναν στα γραφεία της Μητροπόλεως καθημερινά για να λάβουν την βοήθειά του, υλική και πνευματική. 
Ο ίδιος τους αντιμετώπιζε με ηρεμία, υπομονή και αγάπη και κανείς δεν έφευγε από τη Μητρόπολη χωρίς να λάβει κάτι από τα ευλογημένα χέρια του. Οι νουθεσίες του και οι συμβουλές του ήταν βάλσαμο στις καρδιές των  πνευματικών του τέκνων και όχι μόνο.
Τα τελευταία χρόνια ο π.Αθανάσιος υπέμενε με υπομονή την σωματική του ασθένεια στο ζεστό δωματιάκι του Γηροκομείου δίπλα στην Παναγία την Φανερωμένη που τόσο αγαπούσε και που για πολλά χρόνια διακόνησε το Άγιο θυσιαστήριό της, κοντά στον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Άρτης Ιγνάτιο Δ΄ του οποίου υπήρξε στενός συνεργάτης και συνοδοιπόρος από τα πρώτα χρόνια της Αρχιερατικής του πορείας.
Η εξόδιος ακολουθία θα ψαλλεί την Παρασκευή 1 Μαρτίου και ώρα 10 το πρωί στον Ιερά Μονή  Φανερωμένης στην Άρτα και στη συνέχεια η ταφή θα γίνει στην Ιερά Μονή Θεοτοκίου

ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΡΝΑΒΑΛΙ;



Ἡ λέξη «καρναβάλι» καί «καρνάβαλος», προέρχεται ἀπό τήν ἰταλική λέξη carne=κρέας + vale=ἔχε γειά. Τελευταία ἡμέρα κρεοφαγίας. Δηλαδή ἔχει ταυτόσημη ἔννοια μέ τήν ἑλληνική λέξη «ἀπόκρεω», πού σημαίνει ἀπομακρύνομαι ἀπό τό κρέας καί πού ἀφορᾶ στήν περίοδο πρίν τήν ἔναρξη τῆς νηστείας τῆς Μ. Σαρακοστῆς, τῆς προετοιμασίας δηλαδή γιά τό Πάσχα, πού εἶναι καθαρά χριστιανική παράδοση.  Σε αὐτή λοιπόν τήν πνευματική περίοδο πού καθορίστηκε ἀπό τήν Ἐκκλησία καί πού ὀνομάζεται «Τριώδιο», ἀναμίχθηκαν δυστυχῶς ἐκδηλώσεις, ἔθιμα, θρησκευτικές εἰδωλολατρικές τελετές καί δημιούργησαν ἕνα ἐνιαῖο σύνολο, γνωστό σήμερα σάν καρναβάλι.

Ἡ παράδοση τοῦ καρναβαλιοῦ εἶναι πολύ παλαιά. Συνδέεται μέ τίς εἰδωλολατρικές ἐκδηλώσεις τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων πρός τιμή τοῦ «θεοῦ» τοῦ κρασιοῦ, τοῦ Διονύσου, τοῦ λεγομένου καί Βάκχου. Αύτές οἱ τελετές πού εἶχαν ἔντονο εἰδωλολατρικό θρησκευτικό χαρακτῆρα, ἐπέδρασαν καί στή Δύση ἀλλά καί στήν Ἀνατολή, στούς Βυζαντινούς.

 Αὐτή καθ’ ἑαυτή ἡ διονυσιακή λατρεία, εἶχε βασικό χαρακτῆρα καί κύριο στοιχεῖο τά ἀκατανόμαστα ὄργια, τό χυδαῖο ἐρωτισμό, τίς πάσης φύσεως ἠθικές παρεκτροπές, τήν παθολογική ἔκσταση μέχρι τοῦ σημείου τῆς ὠμοφαγίας ζωντανῶν ζώων καί ἀνθρώπων! Σύμφωνα μέ τούς εἰδικούς, τό διονυσιακό πνεῦμα ἦρθε, ἐπιβλήθηκε καί ἐκτόπισε τό ἀπολλώνιο πνεῦμα, δηλαδή τό μέτρο καί τή νηφαλιότητα.
Δέν εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ διονυσιακή λατρεία ἐπιβλήθηκε ἀπό ἀπολυταρχικά καθεστῶτα, ὅπως ἐκεῖνο τῶν Πεισιστρατιδῶν τόν 6Ο π.Χ. αἰῶνα στήν Ἀθήνα, ὡς στροφή τῶν λαϊκῶν μαζῶν στόν ἠδονισμό, τίς ἠθικές ἐλευθεριότητες καί τή μέθη, προκειμένου νά μή διαμαρτύρονται γιά τήν πολιτική καταπίεση!

Γιά μᾶς τούς Χριστιανούς καί τήν Ἐκκληλία, οἱ καρναβαλιστικές ἐκδηλώσεις εἶναι ἔθιμο εἰδωλολατρικό, εἶναι συνέχεια τῶν ἀρχαίων εἰδωλολατρικῶν ἐκδηλώσεων. Εἶναι πομπές καί ἔργα σατανικά. Λατρεία τοῦ Σατανᾶ. Μάλιστα ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας, σέ παλαιότερη ἐγκύκλιό της, τό 1957, καλοῦσε ὅλους τούς πιστούς: «νά ἐγκαταλείψουν αὐτά τά σκοτεινά καί ὀργιώδη βακχικά σκιρτήματα»…Οἱ Χριστιανοί μάλιστα πού συμμετέχουν σ’ αὐτά ( εἴτε ντύνονται καρναβάλια, εἴτε ὄχι ), ἀφορίζονται, δηλαδή δέν μποροῦν νά συμμετάσχουν στή Θεία Κοινωνία.

Σχετικά μάλιστα μέ τίς μεταμφιέσεις, ὁ ΞΒ’ Κανών τῆς ΣΤ’ Οἰκουμ. Συνόδου, ἀναφέρει: «…μηδένα ἄνδρα γυναικείαν στολήν ἐνδιδύσκεσθαι, ἡ γυναῖκα τήν ἀνδράσιν ἀρμόδιον. Ἀλλά μήτε προσωπεῖα κωμικά ἤ σατυρικά, ἤ τραγικά ὑποδύσεσθαι…». Δυστυχῶς, σέ παρόμοιες εἰδωλολατρικές ἐκδηλώσεις, ἔλαβε μαρτυρικό θάναντο ὁ Ἀπόστολος Τιμόθεος, Ἐπίσκοπος Ἐφέσσου καί μαθητής τοῦ Ἀπ. Παύλου, ὅταν προσπάθησε νά διδάξει καί νά παρακινήσει στό σταμάτημα τῶν ἀταξιῶν καί ὀργίων.

Δέν μποροῦμε νά ἰσχυριζόμαστε ὅτι λατρεύουμε τόν Θεό καί ταυτόχρονα νά ἀποδίδουμε λατρεία στούς δαιμονικούς «θεούς». 

Ὀρθόδοξος Τύπος 12/02/2010

ΦΩΤΟΤΥΠΗΣΤΕ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΚΑΙ ΜΟΙΡΑΣΤΕ ΤΟ ΣΕ ΝΑΟΥΣ ΚΑΙ ΣΕ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΟΥΣ ΣΑΣ

Ιερομόναχος Εφραίμ Κατουνακιώτης.

Το ιστολόγιο μας, συνεχίζει το αφιέρωμα τιμής στους κληρικούς που ποτέ δεν εμφανίστηκαν με την αλαζονεία της αρετής αλλά απόμειναν μέσα στην ταπείνωση της αμαρτολότητας που όλοι μας σέρνουμε πίσω μας. Και στάθηκαν δίπλα στο Λαό του Θεού και σε κάθε πονεμένο άνθρωπο. Το αφιέρωμα μας σήμερα είναι στον Ιερομόναχο Εφραίμ Κατουνακιώτη.                  

15Ο παπα- Εφραιμ Κατουνακιώτης γεννήθηκε το 1912 στο Αμπελοχώρι Θηβών. Ο πατέρας του ονομάζονταν Ιωάννης Παπανικήτας και η μητέρα του Βικτορία. Ο Γέροντας είχε σαν κοσμικός το όνομα Ευάγγελος. Τελείωσε το Γυμνάσιο αλλά η Χάρις του Θεού έκλεινε στον Ευάγγελο τις κοσμικές θύρες της αποκατάστασης.

Στην Θήβα, όπου είχε μετακομίσει η οικογένεια του, ο Ευάγγελος γνώρισε τους γεροντάδες του τον Εφραίμ και τον Νικηφόρο.

Η ζωή του Ευάγγελου ήταν καλογερική.Αγωνίζονταν πνευματικά με την ευχή του Ιησού, τις μετάνοιες, την νηστεία και κυρίως με την υπακοή.

Η μητέρα του αξιώθηκε να λάβει πληροφορία από τον Όσιο Εφραίμ τον Σύρο ότι το θέλημα του υιού της να γίνει μοναχός ήταν και θέλημα Θεού και πώς ο Ευάγγελος θα τιμήσει την μοναχική ζωή.

Την 14η Σεπτεμβρίου 1933 ο Ευάγγελος άφησε τον κόσμο ήλθε στην έρημο του Αγίου Όρους στα Κατουνάκια, στο ησυχαστήριο του Οσίου Εφραίμ του Σύρου και έβαλε μετάνοια στην συνοδεία των Γεροντάδων Εφραίμ και Νικηφόρου. Μετά την δοκιμασία του εκάρη μικρόσχημος μοναχός με το όνομα Λογγίνος. Το 1935 έγινε μεγαλόσχημος μοναχός από τον Γέροντα του Νικηφόρο και έλαβε το όνομα Εφραίμ. Τον επόμενο χρόνο χειροτονήθηκε Ιερέας.

Ο παπα-Εφραίμ αξιώθηκε και γνώρισε τον πρύτανη της ησυχαστικής ζωής τον διορατικό, προορατικό και άγιο Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή alt(1898 -1959) και συνδέθηκε πνευματικά μαζί του με την ευλογία του Γέροντα του Νικηφόρου. Ο Γέροντας Ιωσήφ με την σειρά του είχε διδαχθεί την απλανή πνευματική ζωή από τους περίφημους ησυχαστές μοναχό Καλλίνικο και Ιερομόναχο Δανιήλ. Επομένως ο παπα-Εφραίμ μας διδάσκει την επίμονη αναζήτηση για την πνευματική ζωή και την ανεύρεση απλανούς πνευματικού οδηγού, πού θα είναι «Εκδόσεις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως». Ο απλανής πνευματικός βλέπει τις δαιμονικές πλάτες και με τα κατάλληλα πνευματικά φάρμακα οδηγεί τα πνευματικά παιδιά του στον Παράδεισο.

Ο μακαριστός παπα-Εφραίμ διαχώρισε την γνήσια υπακοή από την αρρωστημένη όταν συμβούλευσε κοινοβιάτη μοναχό να κάνει υπακοή στον Γέροντα του όχι σαν ζώο αλλά από αγάπη και ζήλο Θεού.

Ο άγιος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής έδωσε ένα πρόγραμμα ησυχαστικής ζωής στον παπα-Εφραίμ, για να καλλιεργεί την ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ, υιέ του Θεού, ελέησον με», να έχει φυλακή των αισθήσεων και τον οδήγησε στην κάθαρση της καρδίας και τον θείο φωτισμό.

Ο παπα-Εφραίμ με την ευλογία του Γέροντος Ιωσήφ εντρύφησε στην «Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών» και ελάμβανε τις συμβουλές των Νηπτικών Πατέρων για τον αγώνα του. Δεν διάβαζε ούτε βιβλία ψυχιατρικής, ούτε «κουλτουριάρικα» αναγνώσματα δια πνευματικές επιδείξεις στα σαλόνια, ούτε είχε τον φόβο μήπως τον αποκαλέσουν οι κοσμικοί κύκλοι «φονταμενταλιστή».

Το 1973 εκοιμήθη ο Ιερομόναχος Νικηφόρος ο Γέροντας του παπα-Εφραίμ.

Ο Γέροντας μετά το 1980 είχε συγκροτήσει συνοδεία και τήρησε την εντολή του Γέροντος Ιωσήφ να αποκτήσει συνοδεία μετά τον θάνατο του παπα-Νικηφόρου. Επομένως ο παπα-Εφραίμ πρώτα έφθασε στην κάθαρση και κατόπιν έγινε ο ίδιος Γέροντας. Ο παπα-Εφραίμ πολέμησε τον μεγάλο εχθρό της πνευματικής ζωής την κενοδοξία. Οι θυσίες του γίνονταν για τον Χριστό και όχι για προσδοκώμενο έπαινο από τους ανθρώπους.

Η θ. Λειτουργία για τον παπα-Εφραίμ ήταν συγκλονιστικό και βιωματικό γεγονός. Είχε εκμυστιρευθεί σε Ιερομόναχο πνευματικό φίλο του ότι από την πρώτη θεία Λειτουργία πού τέλεσε, έβλεπε αισθητά την Χάρη του Θεού να μεταβάλλει τα θεία δώρα. Μάλιστα, μετά τον καθαγιασμό των τιμίων δώρων, έβλεπε τον ίδιο τον Χριστό μέσα στο δισκάριο και ήταν αδύνατον να συγκρατήσει τα δάκρυα του, όταν έφθανε στο τεμαχισμό του Σώματος του Χριστού. Έβρεχε με τα δάκρυα του το αντιμήνσιο κατά την θεία Λειτουργία και έβλεπε δεξιά και αριστερά τους αγγέλους να συλλειτουργούν.

Όμως ο παπα-Εφραίμ δεν αναφέρθηκε ποτέ σε «λειτουργική αναγέννηση» και μάλιστα ζητούσε σε κοινοβιάτες, πού βρίσκονταν στα εξωτερικά διακονήματα να μη παραλείπουν το ψαλτήρι.

Ο παπα- Εφραίμ ήταν κοσμημένος με το διορατικό χάρισμα και έβλεπε την πνευματική κατάσταση κάθε κληρικού ή μοναχού και έδιδε τα κατάλληλα πνευματικά φάρμακα για την πρόοδο στην πνευματική ζωή.

altΗ Χάρις του Θεού είχε κοσμήσει τον παπα- Εφραίμ και με το προορατικό χάρισμα, γι 'αυτό και έβλεπε καταστάσεις πού έρχονταν (όπως ο σεισμός του 1977 στην Θεσσαλονίκη), αλλά και πολλές φορές είχε προσφωνήσει λαϊκούς ακόμα και μικρά παιδιά με τα ονόματα πού έλαβαν μετά από χρόνια στην μοναχική τους κούρα.Μάλιστα, κάποιος φοιτητής έστειλε μία περιληπτική και χωρίς λεπτομέρειες επιστολή στον μακαριστό Γέροντα και έλαβε απάντηση από τον παπα-Εφραίμ, πού του περιέγραφε με λεπτομέρειες την πνευματική του κατάσταση ακόμα και κατασταθείς στον χώρο πού διέμενε ο φοιτητής χωρίς αυτός να τις έχει προαναφέρει.

Κάποτε άγνωστοι μεταξύ τους κληρικοί συναντήθηκαν στον δρόμο για τα Κατουνάκια και όταν έφτασαν στον παπα-Εφραίμ, ο μακαριστός άγιος Γέροντας άρχισε να επιπλήττει έναν από τους κληρικούς, πώς δεν είναι παπάς αλλά μασόνος, πού έβαλε ράσο, για να κατασκοπεύει το Άγιον Όρος. Ο μασόνος παραδέχτηκε την ραδιουργία του.

Ο παπα-Εφραίμ έζησε εμπειρίες, πού μόνο οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί μπορούν να ζήσουν, μακριά από παπικές η προτεσταντικές πλάνες.

Κάποτε ένας ηγούμενος, δύο θεολόγοι και ένας φοιτητής ζήτησαν από τον παπα-Εφραίμ να τους εξηγήσει την ευωδιά των αγίων λειψάνων.

Ο Γέροντας έσκυψε το κεφάλι του στο μέρος της καρδιάς και προσεύχονταν. Ο τόπος γέμισε ευωδιά και ο παπα-Εφραίμ τους είπε πώς επειδή δεν μπορούσε ο ίδιος να το εξηγήσει παρακάλεσε τον Θεό να απαντήσει στους συνομιλητές.

Ο παπα-Εφραίμ αισθάνονταν τις αμαρτίες σαν δυσοσμία. Κάποιος επίσκοπος μέσω τρίτου ρώτησε τον μακαριστό άγιο Γέροντα για τον οικουμενισμό. Ο Γέροντας έκανε προσευχή, για να τον πληροφορήσει ο Θεός και τότε ξεχύθηκε μία δυσωδία με γεύση ξινή, αλμυρή και πικρή, πού τον γέμισε με αποτροπιασμό.

Η παρακαταθήκη του μακαριστού παπα-Εφραίμ για την ενότητα των Ορθοδόξων ήταν σαφής «Το σχίσμα εύκολα γίνεται, η ένωση είναι δύσκολος».

Άραγε, πόσο απήχηση έχουν σήμερα τα λόγια ενός θεοφόρου σύγχρονου Πατρός;

Ο παπα-Εφραίμ αναδείχθηκες με την Χάρη του Θεού και πρακτικός οδηγός στην ποιμαντική του γάμου και της οικογενείας, γιατί βοήθησε πολλούς νέους να καταλήξουν στον γάμο χωρίς να τους πιέσει γι' αυτό αλλά και οι επιστολές του, πού σώζονται, αποτελούν πνευματική παρακαταθήκη και «σχολή γονέων» χωρίς ψυχολογικές και φιλοσοφικές θεωρίες για τις αγωνιζόμενες πνευματικά οικογένειες.

Το 1996 ο παπα-Εφραίμ έπαθε εγκεφαλικό επεισόδιο και έπεσε σε ακινησία. Δεν γόγγυσεκαθόλου αλλά δοξολογούσε τον Θεό.

Μας αφήνει το άγιο παράδειγμα του για την αντιμετώπιση των ασθενειών.

Στις 14/27 Φεβρουαρίου 1998 ο παπα- Εφραίμ Κατουνακιώτης του Αγίου Όρους παρέδωσε την αγιασμένη ψυχή του στα χέρια του Δημιουργού του, πού υπηρέτησε από την νεότητα του.

Λέγουν πώς κάποτε ρωτήσανε έναν υπερήλικα, πού ζούσε τον 19ο αιώνα, να πει το συγκλονιστικότερο γεγονός στην ζωή του.

Ο υπερήλικας απάντησε ότι όταν ήταν μικρός είδε και άκουσε τον Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό.
alt
Και η δική μας γενιά αξιώθηκε να γνωρίσει τα εύοσμα άνθη του Αθωνικού Μοναχισμού, τον Γέροντα Παίσιο και τον παπα-Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, πού μας καλούν να ακολουθήσουμε την ζωή τους.

Τα τέλη του Γέροντα Εφραίμ Κατουνακιώτη
(14/27 Φεβρουαρίου 1998).
Το Νοέμβριο του ’96 ένα ισχυρό επεισόδιο τον έριξε μόνιμα στο κρεβάτι με σχεδόν τέλεια ακινησία, αφωνία, αδυναμία καταπόσεως. Φαινόταν να μην έχει καμιά επαφή με το περιβάλλον. Δεν προσπαθούσε να πει τίποτε, έστω και με χειρονομίες. Ούτε φαινόταν να ακούει ό,τι τον ρωτούσαν. Ήταν ένα μυστήριο. Μόνο όταν πονούσε πολύ, βογκούσε.

Οι αδελφοί που τον αγαπούσαν, του έγραφαν: «Και όταν η καθημερινότης με παρασύρει πολλές φορές, βλέπω νοερώς εντός μου το δικό σας βλέμμα και ιλιγγιώ ο άθλιος μπροστά στη δική σας υπομονή και στις δικές σας δοκιμασίες»…

Παρ’ όλες τις δοκιμασίες όμως έβλεπε, έστω λίγο, και άκουγε μια χαρά. Και η απόδειξη ήταν ότι ανταποκρινόταν με χαμόγελα ή και γέλια ακόμη, όταν του διηγούνταν τις αγαπημένες του χαριτωμένες ιστοριούλες που συνήθιζε και ο ίδιος να χρησιμοποιεί παλαιότερα. Ήταν ο μόνος τρόπος επικοινωνίας μαζί του στην κατάσταση τετραπληγίας που βρισκόταν. Πάντοτε ευχαριστιόταν να χαριτολογεί λέγοντας διδακτικές ιστορίες από την ελληνική μυθολογία ή την λαϊκή παράδοση, άλλοτε να αυτοσαρκάζεται ή να πειράζει τους άλλους με ευφυΐα και αγαθότητα.

Όταν κάποιος δεν έτρωγε το φαγητό του από θεληματάρικη άσκηση, διηγείτο για το γαϊδουράκι του Χότζα που δεν το τάισε μια, δεν το τάισε δύο, και χαιρόταν που δούλευε χωρίς έξοδα. Κάποια στιγμή όμως η πόρτα του στάβλου δεν άνοιγε, γιατί το γαϊδουράκι ψόφησε και έπεσε κάτω φαρδύ-πλατύ.

Άλλοτε σχηματίζοντας σαν παιδική τη φωνή του προσποιούταν τη συνομιλία δύο μικρών παιδιών:- Που είναι τα σταφύλια; -Τί τα θέλεις; – Να τα δω!» για να στηλιτεύσει την παιδική πονηριά κάποιου.

Για άλλον που δεν έλεγε να μάθει στοιχειώδη τυπικά, θυμόταν τη φλάσκα του παπά. Ήταν αγράμματος και μέτρησε κουκιά μέσα σε ένα σακούλι. Τρώγοντας ένα κάθε μέρα θα ήξερε πότε να κάνει Πάσχα. Η παπαδιά το αντιλήφθηκε και πρόσθετε κουκιά, για να τον ευχαριστήσει. Και ο παπάς απαντούσε στους παραπονούμενους χωρικούς: «Όπως πάνε τα κουκιά και όπως δείχνει η φλάσκα, ούτε φέτος έχει Λαμπρή ούτε του χρόνου Πάσχα».

Αν κάποιος έκανε υπακοή για τα μάτια, κουνούσε χαμογελώντας το κεφάλι, και με βαριά προσποιητή φωνή έλεγε: «Αντώνη, Αντώνη.,.», θυμίζοντας την αποδοκιμαστική φράση και έκφραση ενός άγιου γέροντος που ο υποτακτικός του έκανε υπακοή, μόνο όταν ήταν παρόντες άλλοι.

Αυτά και άλλα παρόμοια, μικρότερα ή εκτενέστερα, ήταν που του κρατούσαν εύθυμη συντροφιά τους δεκατρείς μήνες της συνεχούς κατακλίσεώς του στο κρεβάτι του πόνου. Όταν ο πυρετός και η ασθένεια δυνάμωναν, το χαμόγελο μαραινόταν στα γεροντικά χείλη του.

Δεν αναπαυόταν στην κατάκλιση. Προτιμούσε να κάθεται στο κρεβάτι με τα πόδια χαμηλά στο πάτωμα και την πλάτη στηριγμένη σε μαξιλάρια. Όπως πάντοτε πολύ σκυφτός. Η αγαπημένη του στάση προσευχής. Σ’ αυτήν τη στάση τον πήρε ήσυχα ο Θεός στις 14/27 Φεβρουαρίου 1998.

Επανειλημμένα είχε δώσει εντολές να γίνει η κηδεία του στον στενό κύκλο της γειτονιάς. Αλλά το μυστικό διέρρευσε και αρκετοί πατέρες πρόλαβαν τον τελευταίο ασπασμό του. Ένας απ’ αυτούς γράφει:

«Ο Γέροντας, άνθρωπος Όσιος, με αγία ζωή, έμπλεως της χάριτος του Θεού με πληροφορίας δι όσα ο ιδικός του κόσμος χωρούσε, και όμως ζούσε με την αίσθηση του αμαρτωλού και παρακαλούσε να ευχώμεθα δι΄ αυτόν.

“Παιδί μου, σε παρακαλώ, όταν φύγω, να μου κάνεις ένα σαρανταλείτουργο και πάντοτε να με μνημονεύεις”. Είχε δώσει εντολή στη θανή του να παρευρεθούν οι γείτονες, με τους οποίους πέρασε την παρούσα ζωή. Δι’ εμέ είχε δώσει ευλογία να με καλέσουν. Τον ευχαριστώ. Τη νύκτα της θανής του τον βλέπω στον ύπνο μου ντυμένο λευκή ιερατική στολή, αστράπτοντα, χαριέστατον και λέγοντα: “Παπαδάκο μου, υπάγω να λειτουργήσω”

Παρευρέθην εις την κηδεία του. Έβλεπα κοιμώμενον έναν όσιον ανήκοντα πλέον εις την χορείαν των Αγιορειτών Πατέρων και ηυχαρίστησα τον Θεόν και τον Γέροντα που με αγάπησε και χαρακτήρισε την ζωήν μου με την ιδικήν του. Τέλος, το σώμα του εδέχθη η μητέρα γη, αγιαζομένη υπ’ αυτού, την δε αγίαν του ψυχήν υπεδέχθη χαίρουσα η χορεία πάντων των Οσίων των εν ασκήσει διαλαμψάντων, των οποίων η μνήμη την ήμερα εκείνη ήρχιζε με τον Εσπερινό, δια να εορτά­σει ούτω ο Όσιος μετά των Οσίων.

»Εις ημάς άφησε μνήμην και υπόδειγμα ενάρετου ησυχαστικής ζωής, ζωής Αγιορείτου μονάχου και νοσταλγικήν ανάμνησιν του σεπτού του προσώπου.

»Εις τα τεσσαρακονθήμερα μνημόσυνα δεν ηδυνήθην να παρευρεθώ, διότι είχομεν εις το κελλίον μας κουράν, και εστενοχωρούμην που δεν ήμουν και εγώ εκεί. Εις την Λειτουργίαν μετά τον καθαγιασμόν, εις τήν μνημόνευσιν των κεκοιμημένων, λέγων “Μνήσθητι, Κύριε, του πατρός ημών Εφραίμ…” αισθάνομαι δύο χέρια να με αγκαλιάζουν στοργικά στους ώμους. Με έπιασε ρίγος. Σταμάτησα. Γύρισα πίσω. Δεν βλέπω τίποτε. Τον ηυχαρίστησα και συνέχισα την Λειτουργίαν. Η αγαπώσα καρδία του πιστεύω ότι μας παρακολουθεί. Εύχεται και το αισθανόμεθα».

(Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης, Έκδ. Ι. Ησυχαστηρίου «Άγιος Εφραίμ» Κατουνάκια Αγίου Όρους).
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...