Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαρτίου 01, 2014

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ (Ματθ. στ' 14-21) Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Τελίδης



           «Μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων»
                      αλλ’ εργάζου «εν τω κρυπτώ».
  Με το άνοιγμα του Τριωδίου, αλλά και λίγο πριν (Κυριακή της Χαναναίας και του Ζακχαίου) η Εκκλησία μας προετοιμάζει για την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, που είναι περίοδος νηστείας, περισυλλογής και εντονώτερου πνευματικού αγώνα.
 Με την Κυριακή της Τυρινής, βρισκόμαστε στο κατώφλι της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Ανοίγεται μπροστά μας «το στάδιο των αρετών», στο οποίο ο υμνωδός της Εκκλησίας μας, μας καλεί να εισέλθουμε, «αναζωσάμενοι τον καλόν της νηστείας αγώνα». Ταυτόχρονα, στο συναξάρι της ημέρας, γίνεται μνεία της εξορίας του Αδάμ από τον Παράδεισο. Στο Δοξαστικό του εσπερινού του Σαββάτου ο υμνωδός, μας παρουσιάζει τον Αδάμ να κάθεται απέναντι του Παραδείσου και να θρηνεί:
«Εκάθισεν Αδάμ απέναντι του Παραδείσου και την ιδίαν γύμνωσιν θρηνών ωδύρετο. Οίμοι, τον απάτη πονηρά πεισθέντα και κλαπέντα και δόξης μακρυθέντα! Οίμοι τον απλότητι γυμνόν, νυν δε ηπορημένον! Άλλ’ ω Παράδεισε, ουκέτι σου της τρυφής απολαύσω, ουκέτι όψομαι τον Κύριον και Θεόν μου και Πλάστην. Εις γην γαρ απελεύσομαι, εξ ης και προσελήφθην. Ελεήμον, οικτίρμον, βοώ σοι. Ελέησόν με τον παραπεσόντα» 
  Και λίγο παρακάτω στο Δοξαστικό των αποστίχων, ο ιερός υμνωδός παρατηρεί εξής:«Εξεβλήθη Αδάμ του Παραδείσου δια της βρώσεως· διο και καθεζόμενος απέναντι τούτου ωδύρετο ολολύζων, ελεεινή τη φωνή, και έλεγεν. Οίμοι, τι πέπονθα ο τάλας εγώ! μίαν εντολήν παρέβην την του Δεσπότου, και των αγαθών παντοίων εστέρημαι. Παράδεισε αγιώτατε, ο δι’ εμέ πεφυτευμένος, και δια την Εύα κεκλεισμένος, ικέτευε τω σε ποιήσαντι, καμέ πλάσαντι, όπως των σων ανθέων πλησθήσωμαι. Διο και προς αυτόν ο Σωτήρ· το εμόν πλάσμα ου θέλω απολέσθαι, αλλά βούλομαι τούτο σώζεσθαι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν· ότι τον ερχόμενον προς με ου μη εκβάλω έξω».
   Ο Αδάμ παραβαίνοντας την εντολή της νηστείας (του να μη φάγη από το δένδρον της γνώσεως του καλού και του κακού) εκπίπτει της χάριτος του Θεού και χάνει τον Παράδεισο, που είναι ουσιαστικά η μετά του Θεού αναστροφή και κοινωνία. Αυτή όμως η κοινωνία με τον Θεό, ήταν η ομπρέλα που τον θωράκιζε και τον προστάτευε από τις δαιμονικές δυνάμεις. Χάνοντας αυτήν την προστασία, ο Αδάμ και η ανθρωπότητα ολόκληρη, γίνεται έρμαιο των δαιμονικών δυνάμεων.
  Στο Ευαγγελικό ανάγνωσμα της Κυριακής της Τυρινής υπάρχουν τρεις δεσπόζουσες έννοιες ενός γνήσιου πνευματικού αγώνα: η συγχωρητικότητα προς τους άλλους ανθρώπους, η πραγματική νηστεία (σωματική, κυρίως δε πνευματική) και η αφιλαργυρία (δηλ. η μετάθεση του θησαυρισμού από τα υλικά στα πνευματικά αγαθά).
Νηστεία, 
το ισχυρό όπλο της πνευματικής ζωής του Χριστιανού.
   Για να ξεκινήσει κανείς ένα σπουδαίο και δύσκολο έργο, χρειάζεται μία σταθερή και γενναία απόφαση. Η νηστεία είναι ένα ισχυρό όπλο στα χέρια του αγωνιζομένου Χριστιανού. Είναι η"μάχαιρα, ήτις εκτέμνει από καρδίας πάσαν κακίαν". Με την νηστεία εξυγιαίνεται η ψυχή του ανθρώπου και αίρεται η πεπτωκυία της κατάσταση, δηλαδή ανατρέπεται το κατεστημένο της πτώσεως. Πριν την πτώση (δηλαδή πριν από το προπατορικό αμάρτημα) τροφή και απόλαυση της ψυχής ήταν η κοινωνία με τον Θεό. Το σώμα, λόγω του φυσικού συνδέσμου του με την ψυχή, απολάμβανε και αυτό τους καρπούς της κοινωνίας με το Άγιο Πνεύμα.
  Μετά την πτώση, επειδή η ψυχή έχασε την κοινωνία της με το Άγιο Πνεύμα στράφηκε προς το σώμα και προσπάθησε σ' αυτό να βρει εκείνο που έχασε. Έτσι, υποτάχθηκε στις σωματικές ηδονές, άρχισε να απομυζά και να ταλαιπωρεί το σώμα και να το οδηγεί, χωρίς να το θέλει, στην φθορά και στην εξαθλίωση.
  Είναι γεγονός ότι η πολυφαγία και η πολυποσία εξάπτουν τις σαρκικές επιθυμίες και τα σαρκικά πάθη. Αντίθετα, η νηστεία κατευνάζει τα πάθη. Ο άνθρωπος που νηστεύει, μπορεί ευκολώτερα να εγκρατεύεται και να αυτοκυριαρχείται. Με την νηστεία ο άνθρωπος κατευνάζει τις άτακτες κινήσεις του σώματος και μπορεί ευκολότερα η ψυχή να στραφεί, με την προσευχή, στον Θεό και έτσι απερίσπαστη να ακούσει τις εντολές Του. Η προσευχή και η πνευματική μελέτη δίνουν πνευματική αξία στο έργο της νηστείας.
   Η αληθινή νηστεία δεν περιορίζεται μόνον στη στέρηση κάποιων τροφών. Δεν είναι τόσον εξωτερική όσον κυρίως εσωτερική μορφή αγώνος. Η τροφική νηστεία πρέπει να συνοδεύεται με την νηστεία όλων των αισθήσεων, με την εσωτερική νηστεία της ψυχής, από φαντασίες, σαρκικές επιθυμίες και εμπαθείς λογισμούς. «Αληθής νηστεία, η των κακών αλλοτρίωσις(αποξένωση), εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, καταλαλιάς (κατακρίσεως), ψεύδους και επιορκίας. Η τούτων ένδεια (φτώχεια) νηστεία αληθής και ευάρεστος τω Θεώ εστί» ψάλλει την ημέρα αυτή η Εκκλησία. Επίσης στο ιδιόμελο των αποστίχων των αίνων, της Τετάρτης της Τυρινής, ο ιερός υμνογράφος μας συνιστά: «Βρωμάτων νηστεύουσα ψυχή μου και παθών μη καθαρεύουσα, μάτην επαγάλλει τη ατροφία· ει μη γαρ αφορμή σοι γένηται προς διόρθωσιν, ως ψευδής μισείται παρά Θεού και τοις κακίστοις δαίμοσιν ομοιούσαι τοις μηδέποτε σιτουμένοις· μη ουν αμαρτάνουσα την νηστείαν αχρειώσης, αλλ’ ακίνητος, προς ορμάς ατόπους μένε, δοκούσα παρεστάναι εσταυρωμένω τω Σωτήρι, μάλλον δε συσταυρούσθαι, τω δια σε σταυρωθέντι, εκβοώσα προς αυτόν· μνήσθητί μου Κύριε όταν έλθης εν τη Βασιλεία σου.»
   Για να είναι ολοκληρωμένη η νηστεία, πρέπει να συνοδεύεται από τις αρετές της προσευχής και της ελεημοσύνης. Διότι, ο άνθρωπος που νηστεύει, μπορεί ευκολώτερα να έχει ανάταση ψυχής και όσα, λόγω της νηστείας, εξοικονομεί, να τα δίνει ελεημοσύνη. Έτσι, η νηστεία ανεβάζει τον άνθρωπο, εύκολα στον Θεό και αποδεικνύεται γι’ αυτόν αρχή μετανοίας.
    Όμως αμέσως μετά την Κυριακή Προσευχή, που μας δίδαξε ο ίδιος ο Χριστός στην επί του όρους ομιλία  του, συνεχίζει και να μας νουθετεί λέγοντας μας και τα εξής:
«Συ δε νηστεύων, άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι, όπως μη φανής τοις ανθρώποις νηστεύων». Ο στίχος, εκτός από το προφανές νόημα που έχει το «άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι» που είναι η αποφυγή της επιδεικτικής εμφανίσεως του νηστεύοντος, έχει και κάποιο βαθύτερο νόημα. Το πρόσωπο που νίπτεται είναι "ο εσωτερικός άνθρωπος της καρδιάς", που νίπτεται με τα δάκρυα της μετανοίας, ενώ η κεφαλή που αλείφεται είναι ο νους, που με την προσευχή ελκύει την χάρη του Αγίου Πνεύματος και το έλεος του Θεού. Αυτά τα δύο εσωτερικά έργα (δηλ. η κρυφή εργασία για την κάθαρση της καρδιάς και η αναφορά της ψυχής, δια της προσευχής, προς τον Θεό) είναι εκείνα που κατακαίουν την υποκρισία στη ρίζα της, διότι γίνονται «εν τω κρυπτώ» και «ο Πατήρ ο ουράνιος» θα τα επιβραβεύσει «εν τω φανερώ».
Η συγχωρητικότητα, 
ως προϋπόθεση κάθε καλού έργου.
   Ο Χριστός, πριν μιλήσει για τον τρόπο της αληθινής νηστείας, έβαλε σαν θεμέλιο, πάνω στο οποίο μπορεί να οικοδομηθεί κάθε καλό έργο, την συγχωρητικότητα. Προϋπόθεση της συγχωρήσεως των αμαρτιών μας από τον Θεό, είναι να μπορούμε και εμείς να συγχωρούμε τα αμαρτήματα των άλλων. Έτσι, αρχίζουμε την περίοδο της νηστείας (στον πρώτο κατανυκτικό εσπερινό την παραμονή της Καθαράς Δευτέρας), με τον εσπερινό της συγγνώμης, ζητώντας και δίνοντας συγχώρεση στους συνανθρώπους μας. Με τον τρόπο αυτό μπορούμε να προχωρήσουμε ελεύθεροι από κάθε «σύνδεσμο αδικίας» στον καλό αγώνα της νηστείας.
  Αν δεν τρώμε κρέας η κάποιες άλλες τροφές, «αλλά αλλήλους δάκνομεν και κατεσθίομεν» με τα πάθη της ψυχής μας, το μίσος, την μνησικακία και την κατάκριση, τότε η "φαινομενική" νηστεία μας δεν έχει καμία αξία, ίσως και είναι επικίνδυνη. Διότι μπορεί να την χρησιμοποιήσει ο διάβολος, ως πρόφαση για να μας πείση, δηλ. ουσιαστικά να μας ρίξει "στάχτη στα μάτια", ότι κάτι κάνουμε και μείς, ώστε να έχουμε μισθόν ευσεβείας.
   Την πύλη του σταδίου των αρετών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής πρέπει να την περάσουμε με πνεύμα ταπεινώσεως και μετανοίας. Οι αρετές αυτές που αυξάνονται με την αληθινή νηστεία (σωματική και πνευματική) δεν μπορούν να συνυπάρχουν με λογισμούς ζηλείας, μίσους και μνησικακίας. Η αληθινή νηστεία συνδέεται με την επιείκεια και την συγχωρητικότητα. Είναι η εύφορη γη που θα δώσει την πλούσια καρποφορία της αγάπης.
   Ο αντίποδας της χριστιανικής αγάπης, η οποία «ου ζητεί τα εαυτής» είναι ο εγωϊσμός. Αυτός είναι η "διεστραμμένη αγάπη", που ζητεί τα εαυτής, διότι έχει ρίζα την φιλαυτία. Η νηστεία ταπεινώνει τον άνθρωπο και αν συνοδεύεται από εντονότερη προσευχή και ελεημοσύνη μπορεί να τον χαριτώσει, ώστε να ξεπεράσει  τον φανερό η κρυφό εγωϊσμό του και να φθάσει στην αγάπη.
    Ο Χριστός, στην προσπάθειά Του να σκιαγραφήσει έναν τέλειο τύπο ανθρώπου, κατέκρινε και στηλίτευσε περισσότερο από κάθε άλλο πάθος την υποκρισία. Έτσι, και τώρα μας υποδεικνύει να εργαζόμεθα τις αρετές (νηστεία, ελεημοσύνη, προσευχή) μακρυά από τα μάτια των ανθρώπων, «εν τω κρυπτώ», με την υπόσχεση ότι «ο Πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ» την εργασίαν των εντολών Του «αποδώσει σοι εν τω φανερώ». Διαφορετικά η άσκηση των αρετών που έχει κίνητρο την "ανθρωπαρέσκεια" δεν έχει μισθό, διότι τον μισθό τον παίρνει κανείς από τα "μπράβο" των ανθρώπων.
      Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε, ότι δεν πρέπει να τηρούμε τις εντολές του Χριστού για να εισπράξουμε τον έπαινο των ανθρώπων, αλλά από αγάπη στο πρόσωπο του Χριστού και διότι με την τήρησή τους κάνομε πνευματική πρόοδο και επιτελούμε το «καθ' ομοίωσιν» που είναι ο σκοπός της δημιουργίας μας.
                                      Αφιλαργυρία, 
ο τελικός καρπός της νηστείας
   Ο άνθρωπος, που αγαπά το σώμα του περισσότερο από την ψυχή του, φοβάται να του στερήσει, οτιδήποτε από τα πράγματα που εκείνο αγαπά. Έτσι, γίνεται δέσμιος των υλικών αγαθών και της φιληδονίας. Μετά όμως την φιληδονία, έπεται η φιλοκτημοσύνη και η φιλαργυρία.
   Επειδή όλα τα υλικά πράγματα φθείρονται, παλιώνουν και χάνουν τελικά την αξία τους η γίνονται βορά κλεπτών και διαρρηκτών, ο άνθρωπος που διακατέχεται από το πάθος της φιλοκτημοσύνης και της φιλαργυρίας, κατατρώγεται από το άγχος και την μέριμνα της διασφαλίσεως των αγαθών του από ενδεχόμενη απώλεια. Έτσι, "θησαυρίζοντας θησαυρούς επί της γης" χάνει κανείς τον πνευματικό του προσανατολισμό προς «το καθ’ομοίωσιν», προς τους ουράνιους και άφθαρτους θησαυρούς και αιχμαλωτίζεται στα υλικά αγαθά, στην ύλη.
   Αντίθετα, αυτός που ξεκινά τον αγώνα της νηστείας γίνεται ολιγαρκής. Μπορεί να μεταμορφώσει το πάθος της φιλαργυρίας, που τον καθιστά δέσμιο των υλικών πραγμάτων, σε αγάπη για τα ουράνια, για τους ουράνιους θησαυρούς. Διαφορετικά, η νηστεία του δεν θα έχει πνευματικό αποτέλεσμα. Θα καταστεί "δίαιτα", δηλ. μία επιπλέον εκδήλωση της φιλαυτίας του. Διότι, θα αποβλέπει μόνο στην εξωτερική αισθητική και υγιεινή του σώματος και δεν θα έχει "μισθό" για την ψυχή του.
   Σαν συμπέρασμα, μπορούμε να πούμε ότι νηστεύουμε, όχι γιατί δεν αγαπούμε το σώμα (η νηστεία πρέπει να είναι παθοκτόνος και όχι σωματοκτόνος) αλλά γιατί περισσότερο αγαπούμε και δίνουμε προτεραιότητα στην ψυχή, την οποία θέλουμε να γίνει "Ναός του εν ημίν Αγίου Πνεύματος". Περιφρονούμε τους«θησαυρούς επί της γης, όπου σης και βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται διορύσσουσιν και κλέπτουσιν», διότι προτιμούμε τους «θησαυρούς εν ουρανώ, όπου ούτε σης, ούτε βρώσις αφανίζει και όπου κλέπται ου διορύσσουσιν ουδέ κλέπτουσιν». Περιφρονούμε τα υλικά αγαθά που φθείρονται, για να αποκτήσουμε τα ουράνια αγαθά, που είναι άφθαρτα και αιώνια.
   Αδελφοί μου, την Κυριακή της Τυρινής, το βράδυ θα τελεστεί στους ναούς της οικουμένης, όπου "ανασαίνει' χριστιανός, ο Κατανυκτικός Εσπερινός, που όλοι τον γνωρίζουμε ως Εσπερινό της συγχωρήσεως, θα μαζευτούμε, θα δώσουμε και θα πάρουμε από τους συνανθρώπους μας την συγχώρεση που χρειαζόμαστε για να συνεχίσουμε την πορεία μας μέχρι το Θείο Πάθος και τελικά την Ανάσταση, για να ακολουθήσει αμέσως μετά η Καθαρά Δευτέρα, η πρώτη ημέρα της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής. 
      Τώρα, σχετικά με αυτήν την ημέρα, την πρώτη ημέρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ένα μεγάλο κακό γίνεται. Υπάρχουν χριστιανοί, που γνωρίζοντας την σπουδαιότητα της, είναι γιαυτούς ημέρα ξηροφαγίας και αποχής από μαγειρεμένο φαγητό, για την κάθαρση και τον αγιασμό τους. Υπάρχουν όμως και χριστιανοί που είτε από άγνοια, είτε από λάθος αντίληψη της παράδοσης μας, είτε από έλλειψη πίστης, αυτή την ημέρα την έχουν συνυφασμένη με εξοχικά κέντρα και ταβέρνες, με λουκούλλεια γεύματα όπου καταναλώνουν μεγάλες ποσότητες νηστίσιμων, κατά τα άλλα, εδεσμάτων και πίνουν και γλεντοκοπούν και ασωτεύουν. Η Καθαρά Δευτέρα δεν είναι ημέρα διασκεδάσεως, αλλά προσευχής και νηστείας. Μεγάλη παρεξήγηση. Μεγάλη εκτροπή. Μεγάλη πλάνη.
        Άς αρχίσουμε αδελφοί μου λοιπόν από το βράδυ της Κυριακής με μια βροντερή  συγνώμη και την Καθαρά Δευτέρα με ξηροφαγία, αλλά και μελέτη και προσευχή και περισυλλογή, παρακολουθώντας τις πολλές και όμορφες κατανυκτικές Ακολουθίες της Εκκλησίας μας. Την Καθαρά Δευτέρα να μην την κάνετε ακάθαρτη. Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η πιο ευλογημένη εκκλησιαστική περίοδος του χρόνου. Στάδιο προσευχής. Στάδιο μετανοίας. Στάδιο καθάρσεως. Η Θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, η Προηγιασμένη, οι Κατανυκτικοί Εσπερινοί, η Εξομολόγησις, τα Ευχέλαια στα σπίτια και στους ναούς μας, η Νηστεία, οι Χαιρετισμοί της Παναγίας μας, τα Μεγάλα Απόδειπνα και όλη η βυζαντινή υμνολογική ατμόσφαιρα της, δημιουργούν αυτό το υπέροχο και μοναδικό πνευματικό στάδιο της νέας αυτής καθημερινότητας μας. Μας ανοίγει τον δύσκολο δρόμο προς την Μεγάλη Εβδομάδα με τα Θεία Πάθη, μα και μας δείχνει πεντακάθαρα πως το τέλος έχει ανάσταση, την Ανάσταση του Χριστού μας, μαζί με την δική μας.
Καλή και ευλογημένη Σαρακοστή.


Το κήρυγμα της Κυριακής: Κυριακή της Τυρινής

Του Αρχιμανδρίτου Παϊσίου Λαρεντζάκη
Ιεροκήρυκος της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης
«Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς».
Ο πόθος της αποκτήσεως αγαθών είναι έμφυτος στους ανθρώπους κάθε εποχής. Καθένας επιθυμεί να αποκτήσει αγαθά, κάτι που έχει αξία, πάνω στο οποίο θέλει να στηρίξει την άνεση, την ειρήνη και την ευτυχία της ζωής του. Αλλά συνήθως οι άνθρωποι κάνουν λάθος στην επιλογή του θησαυρού. Εντυπωσιάζονται πολύ από την λάμψη του χρυσού και των άλλων υλικών αγαθών και ξεχνούν τον αληθινό θησαυρό. Βεβαίως τα υλικά αγαθά είναι απαραίτητα για τη ζωή μας, γι’ αυτό τα έχει δώσει ο Θεός. Όμως αυτά δεν πρέπει να αποτελούν την κύρια επιδίωξή μας, τον αποκλειστικό σκοπό της ζωής μας και πολύ περισσότερο οι θησαυροί. «Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς» λέει ο Κύριος, απευθυνόμενος στον καθένα μας.
Ο άνθρωπος έχει βεβαίως υποχρέωση να εργάζεται, να ασχολείται με τα βιοτικά για να αποκτά, με την ευλογία του Θεού, εκείνα που του χρειάζονται για την συντήρησή του. Δεν αποκλείεται με την έντιμη και την ευσυνείδητη εργασία του να αποκτήσει περισσότερα από όσα του χρειάζονται, να αποκτήσει με τρόπο δίκαιο και πλούτο. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να τον κατηγορήσει.
Ο Αβραάμ ήταν «πλούσιος σφόδρα κτήνεσι καί ἀργυρίῳ καί χρυσίῳ». Κανείς όμως δεν τον κατηγόρησε για τον πλούτο του. Γιατί; Διότι δεν είχε δοσμένη την καρδιά του στους επίγειους θησαυρούς ούτε και τους είχε θέσει ως τον απόλυτο σκοπό της ζωής του. Είχε την συνείδηση ότι είναι διαχειριστής και όχι κύριος των αγαθών αυτών. Η καρδιά και η διάνοιά του, η ψυχή του ολόκληρη ήταν δοσμένη στον Θεό και την αιωνιότητα. Γι’ αυτό η ζωή του ήταν απλή και απέριττη. Είχε μεγαλύτερη πίστη, εκτίμηση και φλογερό πόθο για τα ουράνια αγαθά και όχι για τους επίγειους θησαυρούς. Ο Απόστολος Παύλος εξαίροντας αυτή την θαυμαστή αρετή του Αβραάμ γράφει στην προς Εβραίους επιστολή του: «Πίστει παρῴκησεν Ἀβραάμ εἰς τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας…. Ἐξεδέχετο γάρ τήν τούς θεμελίους ἒχουσαν πόλιν, ἧς τεχνίτης καί δημιουργός ὁ Θεός» .
Ο άνθρωπος ο οποίος θησαυρίζει ή αγωνίζεται να αποκτήσει και να θησαυρίσει αφθονία υλικών αγαθών, αποκλειστικά και μόνο για τον εαυτό του είναι αξιοκατάκριτος. Αυτόν καταδικάζει ο Κύριος όταν λέει: «μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς». Έχει ιδιαίτερα σημασία αυτό το «ὑμῖν», που χρησιμοποιεί ο Κύριος. Με αυτό καταδικάζει την ιδιοτέλεια, την φιλαυτία, τον πόθο και την απόκτηση υλικών αγαθών για τον εαυτό μας μόνο. Μη θησαυρίζετε, λέει, για τον εαυτό σας θησαυρούς επιγείους. Γιατί ότι θεωρήσει κανείς θησαυρό, αυτό θα έχει στην καρδιά του. Σ’ αυτό θα αφιερώσει την ζωή του. Αυτό θα σκέπτεται συνεχώς, γι’ αυτό θα εργάζεται και θα μοχθεί. Αλλά σε ενός τέτοιου ανθρώπου την καρδιά δεν βρίσκει θέση ο Θεός, η αιωνιότητα, ο ουράνιος θησαυρός της βασιλείας του Θεού. Δεν βρίσκουν θέση ούτε και οι φτωχοί, διότι η καρδιά αυτού του ανθρώπου ευσυγκίνητη για κάθε τι, που αναφέρεται στους επίγειους θησαυρούς, μένει ασυγκίνητη και στην πιο μεγάλη δυστυχία και συμφορά των συνανθρώπων του.
Κι ακόμη τι τάχα έχει να κερδίσει από τους επίγειους θησαυρούς ο άνθρωπος, αν δεχθούμε ότι θα κατορθώσει να τους αποκτήσει; Στην πραγματικότητα δεν βρίσκει ικανοποίηση, άνεση και αληθινή χαρά. Ίσως κάποιοι άνθρωποι, χωρίς μεγάλη οικονομική δυνατότητα, τον θεωρούν ίσως ευτυχή. Αν όμως τον πλησιάσουν, αν τον γνωρίσουν κάπως καλύτερα, θα δουν ότι κάθε άλλο παρά ευτυχής είναι ο άνθρωπος αυτός. «Η μέριμνα και η απάτη του πλούτου», όπως είπε ο Κύριος είναι αγκάθια, τα οποία συνεχώς τον τρυπούν, τον κάνουν να πονάει και να υποφέρει ψυχικά και πολλές φορές σωματικά.
Ας σκεφθούμε όμως και το άλλο, που πολύ συχνά βλέπουμε να συμβαίνει, ότι δηλαδή οι επίγειοι θησαυροί δεν είναι ασφαλείς και μόνιμοι, δεν παραμένουν ισόβιο και αναφαίρετο κτήμα του ανθρώπου. Ο Κύριος λέει, ότι τα επίγεια συσσωρευμένα αγαθά και τους επίγειους θησαυρούς «σής καί βρῶσις ἀφανίζει καί κλέπται διαρύσσουσι καί κλέπτουσι». Ο σκόρος, η σαπίλα, η φθορά καταστρέφουν τα πολυτελή ενδύματα, αποσυνθέτουν τα τρόφιμα, φθείρουν τα υλικά αγαθά. Εξ’ άλλου επιτήδειοι κλέπτες τα αρπάζουν και τα κλέπτουν.
Αλλά κι αν ακόμη κατορθώσει ο φιλάργυρος να κρατήσει μέχρι τέλους ασφαλείς τους θησαυρούς του, τι σημαίνει τούτο; Ασφαλώς θα έρθει κάποια ώρα κατά την οποία θα τον επισκεφθεί ο θάνατος. Θα υποχρεωθεί τότε, θέλοντας και μη, να εγκαταλείψει οριστικά και αμετάκλητα την παρούσα ζωή. Και μαζί μ’ αυτήν θα εγκαταλείψει στα χέρια «τίς οἶδε» ποιων ασώτων κληρονόμων τους επίγειους θησαυρούς του. «Ἂφρων, θα του πει ο Κύριος, ἃ ἡτοίμασας τίνι ἒσται;». Αυτά που μάζεψες, που θησαύρισες και στα οποία έδωσες την ψυχή σου σε ποιον ανήκουν τώρα; Σε σένα βεβαίως όχι. Αλλά κι αν σου ανήκουν, μήπως μπορείς με αυτά ή και με όλους τους θησαυρούς του κόσμου να εξαγοράσεις την ψυχή σου; 
Λοιπόν, ας μη μας ελκύουν οι επίγειοι θησαυροί. Ποτέ να μη δώσουμε την καρδιά μας σ’ αυτούς. Η καρδιά μας και η ψυχή μας πρέπει να δοθούν στους θησαυρούς του ουρανού. Αυτοί πρέπει να είναι ο κύριος σκοπός της ζωής μας και για την απόκτηση αυτών πρέπει με τον φωτισμό και τη δύναμη του Κυρίου να αγωνιστούμε μέχρι τέλους σε όλη μας τη ζωή, ιδιαιτέρως όμως την περίοδο αυτή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής που ξεκινάει αύριο. Αμήν

ΕΣΧΑΤΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΑΙΣΙΟ!!!!Η ΜΕΓΑΛΗ ΣΤΙΓΜΗ ΤΟΥ ΠΟΘΟΥΜΕΝΟΥ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ!!! Βρισκόμαστε πια στο «παρά ένα» που θα σημάνει τα Μεσάνυχτα!!!


Δρ. Ησαΐας Κωνσταντινίδης



Πολύ κρίσιμες και εσχατολογικές είναι οι μέρες στις οποίες ζούμε! Αυτή η πραγματικότητα έχει γίνει πλέον αντιληπτή ακόμα και από πολλούς, που έως σχετικά πρόσφατα, 

θεωρούσαν «ακραίες» και «υπερβολικές» τις εκτιμήσεις ότι βρισκόμαστε ενώπιον κοσμοϊστορικών και συγκλονιστικών συμβάντων που θα αλλάξουν ριζικά τη μορφή του κόσμου μας!... Θυμόμαστε πολύ καλά πριν από μερικά μόλις έτη τους χαρακτηρισμούς και τις «συμβουλές» στον γράφοντα να μην... παρεκκλίνει από την «καθαρή» επιστήμη (ποια είναι άραγε αυτή;) και να μην χρησιμοποιεί στις δημοσιεύσεις του στοιχεία μεταφυσικής και «μαγείας» (ναι, έτσι χαρακτήρισαν οι βλάσφημοι τη θρησκευτική μας παράδοση!...), διότι αλλιώς θα κινδύνευε να θεωρηθεί «γραφικός»...
Εμείς όμως δεν τους ακούσαμε και συνεχίσαμε να ερευνούμε τα φαινόμενα της κοινωνίας μας και της εξωτερικής πολιτικής υπό το πρίσμα ΚΑΙ της πλούσιας προφητικής μας παράδοσης! Τι έχουν άραγε να μας πουν σήμερα, που οι εξελίξεις μας δικαίωσαν και που τα γεγονότα «τρέχουν» με τη μορφή χιονοστιβάδας, όλοι αυτοί οι «γνωστικοί»; Εκτός βέβαια αν ΕΠΙΤΗΔΕΣ κρατούσαν τόσα χρόνια αυτή τη στάση, όντας όργανα σκοτεινών δυνάμεων, ακριβώς για να μας έχουν όλους σε νάρκωση και να υλοποιούν τους άθλιους σχεδιασμούς τους...

Μελετώντας λοιπόν το μοναδικό πραγματικά φαινόμενο της ελληνορθόδοξης παράδοσης και της προορατικότητας που χαρακτηρίζει τον Λόγο πολλών Αγίων Πατέρων και Γερόντων της Πίστης μας, ανακαλύψαμε πολλές λιγότερο γνωστές μορφές του παρελθόντος, που είπαν και έκαναν πράγματα σημαντικά, στα οποία αξίζει ιδιαίτερη αναφορά. Τέτοιες μεγάλες προσωπικότητες παρέμειναν – κακώς – επί σειρά ετών άγνωστες και απρόσιτες στο ευρύ κοινό, στο οποίο οι επιτήδειοι των δήθεν «δημοκρατικών» Μ.Μ.Ε. (αυτών των καραγκιόζηδων και φασιστών, όπως είναι οι περισσότεροί τους!) «σέρβιραν» τον κάθε Τσοχατζόπουλο και τον κάθε Βουλγαράκη! Και έτσι οδηγήθηκε η ελληνική κοινωνία στην πλήρη διαφθορά και στη διάλυση... Αυτή η εποχή όμως της αθλιότητας παρήλθε πλέον οριστικά και ξεκίνησε ήδη για τον τόπο μας μια καινούρια, λαμπρή, περίοδος, έστω και αν στο αρχικό της στάδιο θα γνωρίσουμε όλοι φοβερές δυσκολίες, εξαιτίας του πλιάτσικου που έκαναν εις βάρος του έθνους οι αλήτες «πρασινοκοκκινομπλέ»!

Μία πολύ σεβάσμια μορφή της Ορθοδοξίας του πολύ πρόσφατου παρελθόντος είναι ο μακαριστός Πατέρας Ιωάννης Καλαΐδης (ο Παπα-Γιάννης ή σκέτος Παππούλης για όσους τον γνώρισαν από κοντά). Γεννημένος το 1925 στο Καμαρωτό Σερρών, κοιμήθηκε στο Νεοχώρι Σιντικής, της ίδιας περιοχής, το 2009. Επί πολλές δεκαετίες υπηρέτησε με θέρμη την Εκκλησία και βοήθησε με πολλή αγάπη χιλιάδες συνανθρώπους μας. Είχε πλήθος χαρισμάτων, ανάμεσα στα οποία και το προορατικό (να προβλέπει δηλ. κάποια από τα μέλλοντα), ενώ η φιλανθρωπία του άφησε πραγματικά εποχή στην περιοχή αυτή της Βόρειας Ελλάδας. Είχε και γνωριμία με τον Γέροντα Παΐσιο, ο οποίος ανέφερε στον ίδιο τον Παπα-Γιάννη μερικά άκρως σημαντικά πράγματα για τις μελλοντικές εξελίξεις και γεγονότα.

Κάποτε, εν έτει 1993, ο Πατήρ Ιωάννης Καλαΐδης επισκέφτηκε τον Γέροντα Παΐσιο στη θρυλική Σουρωτή (το ιερό ησυχαστήριο που είχε δημιουργήσει ο Παΐσιος στην περιοχή της Θεσσαλονίκης). Οι δυο τους συζήτησαν επί αρκετή ώρα για διάφορα θέματα, ώσπου σε κάποια στιγμή ξαφνικά ο Παΐσιος είπε στον Παππούλη: «Πάτερ Ιωάννη, ήρθε η ώρα που η Κωνσταντινούπολη θα γίνει ξανά ελληνική. Δεν θα την πάρουμε εμείς αλλά οι Ρώσοι θα μας την δώσουν»! Αργότερα ο Παπα-Γιάννης έλεγε σε επισκέπτες του, σύμφωνα με πάρα πολλές μαρτυρίες, ότι: «Έτσι θα γίνουν τα γεγονότα, όπως τα είπε ο Άγιος Παΐσιος»!!! Μάλιστα να σημειωθεί ότι ο Παπα-Γιάννης εκτιμούσε τόσο πολύ τον Γέροντα, ώστε πίστευε πως δεν θα αργήσει καθόλου η μέρα που η Εκκλησία μας θα τον ανακηρύξει και επίσημα σε Άγιο...

Υπενθυμίζουμε εδώ μερικά πολύ σημαντικά λόγια του Γέροντα Παϊσίου προς επισκέπτες του, πάντοτε βασιζόμενοι σε σοβαρές και αξιόπιστες μαρτυρίες (όπως κάνουμε και στο σύνολο της εργογραφίας μας). Κάποτε για παράδειγμα είχε πάει στον Γέροντα μια παρέα από την Αλεξανδρούπολη. Τότε ο Γέροντας στράφηκε ξαφνικά σε κάποιον νέο, που σπούδαζε τότε πολιτικός μηχανικός στο Πολυτεχνείο της Ξάνθης, λέγοντάς του: «Εσύ, σαν πολιτικός μηχανικός, θα συμβάλλεις τα μέγιστα στην ανοικοδόμηση της Πόλης»! Είναι πολύ χαρακτηριστικό ότι ο Παΐσιος δεν είχε ξαναδεί τον νέο αυτό, ο οποίος και πήγαινε τότε για πρώτη φορά στο Άγιο Όρος...

Άλλοτε πάλι ο Γέροντας Παΐσιος ανέφερε πως πριν από τον ερχομό του Αντίχριστου θα έχουν προηγηθεί τα γεγονότα που θα σχετίζονται με την Κωνσταντινούπολη, κατά τη διάρκεια των οποίων η Ελλάδα θα πονέσει πάρα πολύ! Θα υπάρξει δηλ. στη χώρα έλλειψη αγαθών, πείνα, μεγάλη θλίψη και αγωνία, φόβος και τρόμος για τις εξελίξεις... Αλλά, όπως προέβλεψε ο Παΐσιος, εξαιτίας ακριβώς αυτών των δυσάρεστων γεγονότων ο ελληνικός λαός θα πιστέψει πάρα πολύ και θα επανέλθει στην Εκκλησία και στον Χριστό!... Τότε ο Κύριος, βλέποντας την ειλικρινή μετάνοια των Ελλήνων και το πλήθος των προσευχών του λαού, θα λυπηθεί το ελληνικό έθνος και θα φέρει τα πράγματα έτσι που να μην πάρει η Ελλάδα μέρος στον γενικό πόλεμο που θα ξεσπάσει (που θα είναι ο χειρότερος όλων των εποχών...) και έτσι η πατρίδα μας θα περάσει ελάχιστα σε σχέση με αυτά που περιμένουν άλλες χώρες! Μάλιστα ο Παΐσιος έλεγε πολλές φορές σε επισκέπτες του: «Μακάρι να ζούσα μερικά χρόνια ακόμα για να έβλεπα την δόξα της Ορθοδοξίας»!... Κάτι που σημαίνει ότι η Μεγάλη Στιγμή του Ποθούμενου πλησιάζει! Βρισκόμαστε πια στο «παρά ένα» της πλανητικής ώρας που θα σημάνει τα Μεσάνυχτα...
* Ο γράφων το παραπάνω κείμενο θα ήθελε να ευχαριστήσει εκ βάθους καρδίας τον εκλεκτό κύριο Νικόλαο Χιτόγλου, του βιβλιοπωλείου «Το Περιβόλι της Παναγίας» στη Θεσσαλονίκη, για την ευγενικότατη προσφορά να μας αποστείλει ένα αντίτυπο της έκδοσης «Πατήρ Ιωάννης Καλαΐδης», που πραγματεύεται τον βίο και τη δράση του Παπα-Γιάννη. Τα στοιχεία που αναφέρονται στο ως άνω άρθρο μας σχετικά με τους Γέροντα Παΐσιο και Πατέρα Ιωάννη προέρχονται από το συγκεκριμένο έργο, του οποίου την κεντρική διάθεση έχει το βιβλιοπωλείο «Το Περιβόλι της Παναγίας».       

    πηγή

Περί νηστείας καὶ περί θησαυρισμοῦ. (Ματθ. 6,16-24)




«Ὅταν δέ νηστεύητε, μή γίνεσθε ὥσπερ οἱ ὑποκριταί σκυθρωποί˙ ἀφανίζουσι γάρ τά πρόσωπα αὐτῶν, ὅπως φανῶσι τοῖς ἀνθρώποις νηστεύοντες. Ἀμήν λέγω ὑμῖν, ὅτι ἀπέχουσι τόν μισθόν αὐτῶν. Σύ δέ νηστεύων ἄλειψαί σου τήν κεφαλήν καί τό πρόσωπον σου νίψαι, ὅπως μή φανῇς τοῖς ἀνθρώποις νηστεύων, ἀλλά τῷ πατρί σου τῷ ἐν τῷ κρυπτῷ καί ὁ πατήρ σου ὁ βλέπων ἐν τῷ κρυπτῷ, ἀποδώσει σοί ἐν τῷ φανερῷ». Ἡ νηστεία εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἄσκησις τῆς αὐτοκυριαρχίας μας. Οἱ Φαρισαῖοι ἔκαμον καί δί' αὐτῆς τήν ἐπίδειξιν. Ἄφινον οὗτοι ἄνιπτον τό πρόσωπον καί ἀπεριποίητον, ἐξήρχοντο μέ ἀναμαλλιάρικο κεφάλι καί γένειον ἀκτένιστον (αὐτό εἶναι ὁ ἀφανισμός), ἵνα φαίνωνται, ὅτι νηστεύουσι καί ἐλκύσωσι τήν συμπάθειαν, τόν σεβασμόν. Ὁ Κύριος συνιστᾷ νά νίπτωνται καί νά μυρώνονται οἱ μαθηταί του, ὅταν νηστεύωσι. Νίψιμον καί μύρωμα ἔκαμον οἱ σύγχρονοι τοῦ Ἰησοῦ, ὅταν ἐπρόκειτο νά ὑπάγωσιν εἰς γάμον. Τοῦτο θέλει νά δηλώσῃ τήν μεγάλην χαράν, μέ τήν ὁποίαν ἔπρεπε νά κρύπτωσι τήν ἄσκησιν τῶν οἱ μαθηταί τοῦ Κυρίου.


Θέμα: Περί νηστείας.

Τί εἶναι ἡ νηστεία; Ἐάν συγκεντρώσωμεν τάς περί αὐτῆς γνώμας τῶν πατέρων τῆς ἐκκλησίας, τῆς Ἁγίας Γραφῆς, σημερινῶν παιδαγωγῶν, ἠθικολόγων καί ἰατρῶν, θά ἴδωμεν ὅτι ἡ νηστεία εἶναι σπουδαῖος θεσμός ἔχων ὅλα τά προσόντα τοῦ ἀκμαιοτάτου ἀνθρωπίνου ὀργανισμοῦ ἤτοι σῶμα καί δόξαν. Ἄς ἴδωμεν καί ταῦτα εἰς τήν νηστείαν.

Α'.
Τό Σῶμα τῆς νηστείας. Εἰς κάθε σῶμα ἐξετάζονται κυρίως τρία πράγματα ὡρισμένη ἡλικία, ἠθική, καί ὑγεία. Ἡ ἡλικία τῆς νηστείας Ἐμφανίζεται πρῶτον εἰς τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔαν ὡς ἐντολή τοῦ Θεοῦ 5—6 χιλιάδες χρόνια πρό Χριστοῦ. Ἐμφανίζεται εἰς τόν Μωϋσῆν 1500 χρόνια πρό Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἐνήστευσε 40 ἡμέρας, πρίν λάβη τόν νόμον ἐπί τοῦ ὄρους Σινᾶ. Ὁ Δανιήλ διά τῆς νηστείας ἐστό-μωσε τούς ἐπί ἑπτά ἡμέρας νήστεις λέοντας, ὅταν ἐρρίφθη εἰς τόν λάκκον τῶν λεόντων καί δέν ἐθίγη ὑπ' αὐτῶν. Οἱ τρεῖς παῖδες ἐν καμίνῳ διά τῆς νηστείας ἐφάνησαν ὡραῖοι εἰς τά ὄμματα τοῦ Ναβουχοδονόσορος καί δέν ἐθίγησαν ὑπό τῆς πυρᾶς τῆς καμίνου.

Ὁ Πρόδρομος ἦτο ἀσκητής, ὁ Κύριος ἐνήστευσε 40 ἡμέρας καί ῥητῶς συνέστησε τήν νηστείαν λέγων˙ «τό γένος τοῦτο» τῶν δαιμόνων «οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ». Ἀλλά καί εἰς τήν περικοπήν ταύτην συνιστᾷ καί πάλιν τήν νηστείαν. Ὁ πρῶτος μετά τόν ἕνα, ὁ ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος ὁμολογεῖ, ὅτι ἦτο «ἐν νηστείαις πολλάκις». Ἔπειτα ἔρχεται ἡ σειρά τῶν ἀσκητῶν, ἐρημιτῶν, μοναχῶν, οἱ Βασίλειοι, οἱ Γρηγόριοι, οἱ Χρυσόστομοι, οἱ ὁποῖοι ἐτήρησαν τήν νηστείαν. Γενικῶς δέ μέχρι τῆς ἐκρήξεως τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολέμου 1914, ἡ νηστεία ἦτο παρ' ἡμῖν θεσμός ἀξιοσέβαστος. Μετά ταῦτα ἐχαλαρώθη ὁ θεσμός οὗτος λόγῳ ἴσως τῆς ἐπιμιξίας τῶν Ἐθνῶν. Ἑπομένως ἡ ἡλικία τῆς νηστείας ἀνέρχεται εἰς 5—6 χιλιάδας χρόνια π. Χ. καί 1900 περίπου μ. Χ. ἤτοι 7—8 χιλιάδες χρόνια ! Ἡ ἡλικία αὕτη εἶναι σοβαρά καί οὐχί εὐκαταφρόνητος προκειμένου νά ἐπιβληθῇ εἰς τάς συνειδήσεις μας.

Ἡ ἠθική βάσις τῆς νηστείας. Ἡ νηστεία εἶναι ἡ γυμναστική τῆς ψυχῆς, ὅπως λέγουσι σπουδαῖοι παιδαγωγοί καί ἠθικολόγοι ῥητῶς. Ἡ νηστεία ἀποτελεῖ τήν ἀδαμαντίνην βάσιν τῆς ἀσκήσεως τῆς βουλήσεως.(1) Καί πράγματι.Ἡ ἐντολή «μή φάγῃς» καί τό περιεχόμενον τῆς ἐντολῆς ταύτης «μή φάγῃς κρέας κλπ.», πράγματα τά ὁποῖα κολακεύουν τήν γεῦσιν καί τόν οὐρανίσκον, θίγουσι τόν ψυχικόν ἐγωϊσμόν, καί τόν σωματικόν ἡδονισμόν. Ἡ ἐκτέλεσις τῆς ἐντολῆς ταύτης ταπεινώνει τήν ψυχήν καί ἀσκεῖ τήν βούλησιν εἰς τήν κυριαρχίαν ἐπί τοῦ ἑαυτοῦ μας. Ὅτι ἡ διπλῆ αὕτη μορφή τῆς ἐντολῆς ταύτης εἶναι σπουδαία ἄσκησις τῆς βουλήσεώς μας, φαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι φαγητά πασχαλινά τρωγόμενα εἰς ἡμέρας νηστείας ὑπό ἀνθρώπων ἐχόντων ἀκόμη συνείδησιν τῆς ἀπαγορευτικῆς ἐντολῆς εἶναι νοστιμώτερα παρά ἐάν κατελύοντο ἄλλας ἡμέρας. Τοῦτο προέρχεται ἐκ τοῦ ὅτι ἡ κατάλυσις τῆς νηστείας εἶναι κατάλυσις ἀπηγορευμένου καρποῦ.

Ἡ ὑγεία. Ἡ νηστεία εἶναι ὑγεία. Πόσον ὑγιεινή εἶναι ἡ πραγματική νηστεία, φαίνεται καί ἐκ τῶν σημερινῶν ἀκόμη ἰατρῶν, οἱ ὁποῖοι ἄνευ θρησκευτικῶν προϋποθέσεων συνιστοῦν τήν νηστείαν εἰς διαφόρους παθήσεις σωματικᾶς, εἰς δέ τούς ὑγιεῖς τήν φρουτοφαγίαν, ἄλλοι δέ καί θεραπείας διαφόρων σωματικῶν νόσων ὑποδεικνύουν διά κερασοθεραπείας, σταφυλοθεραπείας, χυλοθεραπείας κλπ. Ἡ σύστασις τῶν βιταμινῶν διά τήν ἀποτοξίνωσιν τοῦ ὀργανισμοῦ καί ἡ παντελής ἀσιτία εἰς παχύσαρκους εἶναι σύστασις ὄχι θεολόγων, ἀλλ' ἰατρῶν.

Ἑπομένως ἡ νηστεία εἶναι ἡλικίας ἀξιοσεβάστου, ἠθικῆς βαρύτητος πρώτου μεγέθους καί αἴτιον ὑγείας διά τόν ὀργανισμόν τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ νηστεία εἶναι φάρμακον. Ὁ Χρυσόστομος ὅμως παρατηρεῖ, ὅτι ὁσονδήποτε σπουδαῖον φάρμακον καί ἄν εἶναι δέν εἶναι ἡ αὐτή δι' ὅλους, ἐξαρτᾶται ἐκ τῆς ὑγιεινῆς καταστάσεως τοῦ ἀνθρώπου. Διά τοῦτο πρέπει νά προσέχωμεν κατά τόν ἵδιον πατέρα, τόν χρόνον, τόν τρόπον, τό ποσόν. Ἰδού τό σῶμα τῆς νηστείας. Ἀλλά ἀνωτέρα τοῦ σώματος τῆς νηστείας εἶναι ἡ δόξα ταύτης.


Β'.

Ἡ δόξα τῆς νηστείας.

Αὕτη εἶναι οἱ πατέρες, οἱ ὁποῖοι τήν ἔζησαν, ἡ νηστεία τῶν παθῶν, ἡ ὁποία τήν στεφανώνει καί αἱ δύο πτέρυγες αὐτῆς προσευχή καί ἐλεημοσύνη. Καί ἡ νηστεία ἔχει μέλη ὡραιότατα ἔχει Μωϋσήν, τρεῖς παῖδας ἐν καμίνῳ, προφήτην Ἠλίαν, Πρόδρομον, Ἀποστ. Παῦλον, Χρυσόστομον, Βασίλειον, Γρηγόριον, ἀσκητάς, Μέγαν Ἀντώνιον, ἐρημίτας, ἀλλά καί πρό πάντων τιμιώτατον μέλος τόν Χριστόν ὡς κεφαλήν της. Ὑπάρχουν τιμιώτερα μέλη, ὡραιότερα, θειότερα, καί ἁγνότερα ἀπό τούς πατέρας τούτους καί ἰδίως τόν Χριστόν; Ἀσφαλῶς ὄχι.

Ἀλλά ἐάν τά μέλη τῆς νηστείας εἶναι τόσον ὡραῖα, ὁ στέφανός της εἶναι ἐξ ἴσου ὡραῖος. Καί ποῖος εἶναι οὗτος; Ὁ Χρυσόστομος λέγει: «Δέν πρέπει νά νηστεύῃ μόνον τό σῶμα μας, ἡ κοιλία μας, τό στόμα μας ἐκ τῶν ὑλικῶν φαγητῶν, ἀλλά καί αἱ ἄλλαι αἰσθήσεις μας ἐκ τῶν κακιῶν». Καί συγκεκριμένως ὁ αὐτός πατήρ συνεχίζει: «νηστεύεις οἶνον καί ὅμως θυμώνεις. Νηστεύεις κρέατα ἰχθύων καί ἄλλων χερσαίων ζώων καί ὅμως ἐμπηγνύεις τήν γλῶσσαν σου εἰς τήν ὑπόληψιν τοῦ ἀδελφοῦ σου. Νηστεύεις τό γάλα καί ὅμως τήν μητέρα σου, ἡ ὁποία σέ ἔθρεψε μέ τό γάλα της, ἐντρέπεσαι νά τήν εἴπῃς μητέρα, τήν ὑβρίζεις, τήν κακοποιεῖς. Νηστεύεις τό ἔλαιον καί ὅμως τόσον στενοχωρεῖς τούς ὑφισταμένους σου καί πιέζεις αὐτούς, ὥστε στραγγίζεις ἀπ' αὐτούς ὄχι μόνον τό ἔλαιον των, ἀλλά καί τό αἷμα των».

Νηστεύεις τό βούτυρον, τό ὁποῖον εἶναι ὁ ἀφρός τοῦ γάλακτος καί τό ὁποῖον γάλα εἶναι ἀφρός τῆς σαρκός τοῦ ζῴου, δέν νηστεύεις ὅμως τόν πονηρόν ὀφθαλμόν, ὁ ὁποῖος διά τῆς ὀφθαλμομοιχείας πίνει τόν ἀφρόν τοῦ γάλακτος τῆς σαρκικῆς ἁμαρτίας. Δέν θέλεις νά ἀκούσῃς περί καταλύσεως φαγητῶν, ὅταν νηστεύῃς, καί ὅμως ἡ ἀκοή σου εἶναι πρόθυμος νά ἀκούσῃ διαβολάς καί συκοφαντίας τοῦ ἀδελφοῦ σου. Πρέπει ἑπομένως νά νηστεύωσιν ὀφθαλμοί, ἀκοή, χεῖρες καί πόδες. Τά στολίσματα λοιπόν τοῦ στεφάνου τῆς νηστείας εἶναι ἡ καθαρότης τῶν ὀφθαλμῶν, ἡ ἁγνότης ἀκοῆς, ἡ ἀποχή ἀδικιῶν διά τῶν χειρῶν γενομένων, ἡ ἀπομάκρυνσις τῶν ποδῶν μας ἀπό οἴκους ἀνοχῆς, ἡ κατάπαυσις τῆς γλώσσης μας ἀπό κατάκρισιν καί διαβολήν. Ἰδού καί ὁ στέφανος τῆς νηστείας, αἱ ποικίλαι ἀρεταί. Αὗται εἶναι τόσον σπουδαῖαι, ὥστε εἶναι δυνατόν νά ὑπάρχωσιν, ὅταν διά λόγους ὑγείας δέν δύναται νά ἐφαρμοσθῇ ἡ τῶν ὑλικῶν φαγητῶν νηστεία.

Πλησίον ὅμως τῆς ὡραιότητος τῶν μελῶν τῆς νηστείας τῶν ὡραιοτάτων κοσμημάτων τοῦ στεφάνου της, τῶν διαφόρων ἀρετῶν, ὑπάρχουν πρός δόξαν τῆς νηστείας καί αἱ δύο πτέρυγες ταύτης, αἱ ὁποῖαι εἶναι ἡ προσευχή καί ἡ ἐλεημοσύνη. Καί πράγματι. Ἡ νηστεία χωρίς τήν προσευχήν, ὁμοιάζει πρός δένδρον χωρίς χυμόν, ἑπομένως εἶναι κούτσουρο! Ἡ νηστεία ἔχει τόν σκοπόν νά μᾶς ἀναβιβάσῃ διά τῆς προσευχῆς εἰς τόν Θεόν κάμνουσα τό σῶμα μᾶς ἐλαφρότερον, ἵνα πετάξῃ διά τῆς νηστείας πρός τόν Δημιουργόν μας. Ἑπομένως ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος νηστεύει, ἀλλά δέν προσεύχεται, οὐδόλως αἰσθάνεται τήν ὠφέ-λείαν ἐκ τῆς νηστείας!

Ἀλλ' ἐάν ἡ νηστεία εἶναι βοηθητικόν μέσον τῆς προσευχῆς, ἐξ ἴσου βοηθητικόν τῆς προσευχῆς καί σκόπιμον της νηστείας μέσον εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη. Ὁ ἄνθρωπος νηστεύει ὄχι μόνον διά νά πετάξη μέ τήν προσευχήν, ἀλλά καί νά εὕρῃ ἐκ τῆς νηστείας του περίσσευμά τι διά νά βοηθήσῃ τούς πτωχούς. Ἐκεῖνος λοιπόν ὁ ὁποῖος νηστεύει, ἀλλά δέν ἐλεεῖ, ἁμαρτάνει, διότι ἀποφεύγει ἕνα ἐκ τῶν κυρίων σκοπῶν τῆς νηστείας, τήν ἐλεημοσύνην. Ὁ Χρυσόστομος τονίζει ἐπ' αὐτοῦ ἐπιγραμματικῶς τά ἑξῆς. «Αἱ 5 μωραί παρθένοι ἄν καί παρθένοι ἐτιμωρήθησαν, διότι δέν εἶχον ἐλεημοσύνην. Πόσῳ μᾶλλον εἶναι ἔνοχοι τιμωρίας ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐφαρμόζουν μικροτέραν ἀρετήν τῆς παρθενίας τήν νηστείαν, ἀποφεύγουσιν ὅμως τήν ἐλεημοσύνην ;» Ἡ ἐλεημοσύνη καί ἡ προσευχή, κατά τόν Ἱερόν Χρυσόστομον, εἶναι αἱ δύο πτέρυγες, διά τῶν ὁποίων θά πετάξωμεν μέ τό ἐλαφρόν ἐκ τῆς νηστείας γενόμενον σῶμα μας ὡς πτηνά εἰς τόν οὐρανόν. Καί μέ ὀλίγα λόγια διά τῆς προσευχῆς ἀφιερώνομεν τήν ψυχήν μας εἰς τόν Θεόν, διά τῆς νηστείας τό σῶμα μας, διά τῆς ἐλεημοσύνης τά ὑλικά μας ἀγαθά. Ἰδού ἡ νηστεία κατά τό σῶμα καί τήν δόξαν.

Ὁ Ἱπποκράτης ὁ Πατήρ τῆς Ἰατρικῆς ἀπέθανεν εἰς ἡλικίαν 100 ἐτῶν. Ἐρωτηθείς δέ εἰς τί ὀφείλει τήν μακροζωΐαν του, ἀπήντησεν: Οὐδέποτε ἐσηκώθηκα ἀπό τό τραπέζι μου χορτάτος. Ἀλλά καί σήμερον ὑπάρχουσι Μοναστήρια εἰς ὅλον τόν κόσμον ὀνομαζόμενα Μοναστήρια τῶν Τραπιστῶν. Οἱ Μοναχοί τούτων ἔχουσιν ἀπόλυτον σιωπήν, τρέφονται διά τροφῶν φυτικῶν, ἀπέχουσι πασχαλινῶν φαγητῶν καί κοιμῶνται κατά γῆς ἀπό τάς 7 μέχρι τάς 2 τοῦ μεσονυκτίου. Οἱ μοναχοί οὗτοι φθάνουσιν εἰς μεγάλην ἡλικίαν, εἶναι ὑγιέστατοι καί πολλοί ἐξ αὐτῶν ἐθεραπεύθησαν ὅταν εἰσῆλθον εἰς τήν Μονήν ἐξ ἀσθενειῶν, τάς ὁποίας εἶχον πρίν εἰσέλθωσιν. Ἰδέ Spirago σελίδα 544.

Ἀς μάθωμεν λοιπόν νά νηστεύωμεν.



Περί θησαυρισμοῦ. (Ματθ. ΣΤ' 19-24)

«Μή θησαυρίζετε ὑμῖν θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς, ὅπου σής καί βρῶσις ἀφανίζει καί ὅπου κλέπται διορύσσουσι και κλέπτουσι. Θησαυρίζετε δέ ὑμῖν θησαυρούς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σής οὔτε βρῶσις ἀφανίζει καί ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν, οὐδέ κλέπτουσιν. Ὅπου γάρ ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν. Ὁ λύχνος τοῦ σώματος ὁ ὀφθαλμός ἐστίν˙ ἐάν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου φωτεινόν ἔσται˙ ἐάν δέ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου σκοτεινόν ἔσται. Εἰ οὖν τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστί, τό σκότος πόσον; Οὐδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν˙ ἤ γάρ τόν ἕνα μισήσει καί τόν ἕτερον ἀγαπήσει ἤ ἑνός ἀνθέξεται καί τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. Οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καί μαμωνᾷ».

Ὁ ἄνθρωπος προσκολλᾶται εἰς τά ὑλικά ἀγαθά, ἄν καί ταῦτα εἶναι πρόσκαιρα, διότι εἶναι παρόντα. Ἀδιαφορεῖ διά τά ἐπουράνια ἀγαθά, ἄν καί εἶναι αἰώνια, διότι εἶναι ἀπόντα. Ἐφαρμόζει δηλαδή ὁ ἄνθρωπος τό «κάλλιο ἕνα καί στό χέρι, παρά δέκα καί καρτέρει». Ὁ Κύριος διά νά μᾶς πείσῃ νά ἀδιαφορῶμεν εἰς τά ἐπίγεια καί νά προσκολλώμεθα εἰς τά οὐράνια ἀγαθά, ἀφιερώνει τήν περικοπήν ταύτην. Ἄς ἴδωμεν τάς κακίας καί ἀρετάς ἐπιγείων καί οὐρανίων θησαυρῶν.

Α.

Ἐπίγεια ἀγαθά. Ταῦτα φθείρονται καί φθείρουν. Φθείρονται τά ἴδια καί φθείρουν τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου. Πράγματι.

1ον.
Φθείρονται! Ὁ Κύριος λέγει˙ «μή θησαυρίζετε θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς, ὅπου σής καί βρῶσις ἀφανίζει καί ὅπου κλέπται διορύσσουσι καί κλέπτουσι». Σής εἶναι ὁ σκῶρος καί πᾶν ζωΰφιον ἐξωτερικόν, τό ὁποῖον κατατρώγει ἐνδύματα, ξύλα ἐπίπλων, καρπούς κλπ. Βρῶσις δέ εἶναι ἡ σκωρία ἡ σῆψις καί πᾶν εἶδος ἐσωτερικῆς φθορᾶς εἰς τά διάφορα ἀγαθά μας. Ἐπειδή ὅμως τά διάφορα χρυσᾶ νομίσματα δέν ὑπόκεινται εἰς σκῶρον ἤ σκώριαν, ὁ Κύριος θέτει ἄλλον ἐχθρόν τούτων, τούς κλέπτας, οἵτινες διορύσσουσι καί κλέπτουσιν ἤτοι κάμνουν διάρρηξιν καί ἀφαιροῦν τά τιμαλφῆ ἀντικείμενα. Ἀλλά κλέπται τῶν τιμαλφῶν δέν εἶναι μόνον οἱ κρυφοί διαρρῆκται, ἀλλά καί οἱ φανεροί ποικίλοι λῃσταί, οἱ ὁποῖοι διά διαφόρων τεχνικῶν ὑποτιμήσεων ἤ ἀνατιμήσεων τῆς λίρας κλέπτουν ἄλλοτε μέν τήν ἀξίαν τῆς λίρας ἄλλοτε δέ τήν ἀξίαν τῶν ἐμπορευμάτων.

Τελευταῖος ὅμως ἐχθρός τῶν χρυσαφικῶν εἶναι αὐτός ὁ ἴδιος ὁ κάτοχος, ὁ ὁποῖος διά τῆς πολυχρονίου χρήσεως τῶν τιμαλφῶν καί τῆς συνηθείας αὐτῶν ἐξαφρίζει ἀρκετόν μέρος ἐκ τῆς ἀξίας τῶν, διότι δέν ἐκτιμᾷ αὐτά τόσον μετά δεκαετίαν, ὅσον ἐλαχταροῦσεν αὐτά κατά τήν ἀρχήν τῆς ἀποκτήσεως τῶν. Ἑπομένως ἐχθροί τῶν ὑλικῶν μας ἀγαθῶν, τά ὁποῖα φθείρονται εἶναι ζωΰφια ἀόρατα, χρόνος πανδαμάτωρ, ἄνθρωποι κακοί καί ἡμεῖς!

2ον).
Ἡ πλεονεξία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν φ θ ε ί ρ ει τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου. Καί ἰδού. Ὁ Κύριος βεβαιοῖ ῥητῶς˙ «ὁ λύχνος τοῦ σώματος ἐστίν ὁ ὀφθαλμός». Ὁ ὀφθαλμός εἶναι διά τό σώμα, ὅ,τι ὁ λύχνος διά τόν ὅλον ἄνθρωπον. «Ἐάν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου φωτεινόν ἔσται. Ἐάν δέ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρός ᾖ, ὅλον τό σῶμα σου σκοτεινόν ἔσται». Ὅπως δηλαδή ὁ ὀφθαλμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι τό λυχνάρι, διά τοῦ ὁποίου βλέπει οὗτος τό σῶμα του καί τά πέριξ τοῦ σώματός του, τόν ὁρατόν κόσμον γενικῶς, κατά παρόμοιον τρόπον καί ὁ νοῦς εἶναι ὁ λύχνος τῆς ψυχῆς. Ὅταv εἶναι «ἁπλοῦς» ὑγιής ὁ ὀφθαλμός μας καί φωτίζεται ὑπό τοῦ ἡλίου, βλέπομεν ὅλον τό σῶμα μας, ἐνῷ ὅταν ὁ ὀφθαλμός μας εἶναι «πονηρός» ἤτοι βλαμμένος, γύρω μας ὑπάρχει σκότος. Κατά παρόμοιον τρόπον καί ὁ λύχνος τῆς ψυχῆς μας ὁ νοῦς, ὅταν μέν εἶναι ὑγιής φωτιζόμενος ὑπό τοῦ Οὐρανίου φωτός, μακράν τῆς προσκολλήσεως τῶν ἐπιγείων, φωτίζει τό ἐσωτερικόν τῆς ψυχῆς μας, ἐνῷ ὅταν δέν φωτίζεται ὑπό τοῦ οὐρανίου φωτός, ἔχει πάθη βλάβην, ἰδίως διά τοῦ πάθους τῆς φιλαργυρίας καί δέν βλέπει. Ἐν τοιαύτῃ περιπτώσει λέγει ὁ Κύριος˙ «εἰ τό φῶς τό ἐν σοί σκότος ἐστί» ἐάν ὁ φωτισμένος νοῦς σκοτισθῇ, «τό σκότος πόσον;» τά σκοτεινά πάθη, τά ὁποῖα ὑπάρχουν εἰς τήν ψυχήν μας ὑπό τῆς πλεονεξίας ὠθούμενα ἐπαναστατοῦν καί γίνονται σκοτεινότερα.

Ὅτι ἡ φιλαργυρία σκοτίζει τόν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου φαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι ὁ φιλάργυρος δέν βλέπει τί ἔχει, ἀλλά τί τοῦ λείπει. Καί ἐπειδή, ὅσα πολλά καί ἄν ἔχῃ, κάτι θά τοῦ λείπῃ, δέν αἰσθάνεται ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔχει, ἀλλά λαχταρᾷ τό ἐλάχιστον, τό ὁποῖον τοῦ λείπει. Διά τοῦτο βλέπετε ἀνθρώπους πλουσίους καί ἀδελφούς, οἱ ὁποῖοι φιλονικοῦν, ἔχουν θανάσιμον μῖσος δι’ ἕνα πῆχυν τόπον. Βλέπετε συνοίκους εὐπόρους, οἱ ὁποῖοι τρέχουν εἰς τά δικαστήρια διά τήν διαφοράν ἑνός νεροχύτου. Βλέπετε γείτονας εὐκαταστάτους, οἱ ὁποῖοι ἔχουσι χρόνια ὁλόκληρα νά ἀνταλλάξουν τήν «καλημέρα» τοῦ Θεοῦ διά οἰκονομικάς διαφοράς ἐλαχίστας. Ὀλίγον εἶναι αὐτό τό σκότος εἰς τόν νοῦν τοῦ φιλαργύρου; Πόσα πάθη δέν ἐπαναστατοῦν ἐντός των; Πόσαι ἐχθρότητες, μίση, ζηλοτυπίαι, χαιρεκακίαι, ἐγωϊσμοί ἐξ αἰτίας τῆς φιλαργυρίας των!

Ἡ πλεονεξία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν φθείρει τόν ἄνθρωπον, ἀφ' οὗ πρῶτον φθαρῶσιν αὐτά. Ἀλλά ἐχθρός τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν δέν εἶναι μόνον τά ζωΰφια, ὁ χρόνος, οἱ κακοί ἄνθρωποι, ὁ ἴδιος ὁ φιλάργυρος, ἀλλά καί ὁ μεγαλύτερος φιλάργυρος, ὁ Ἰούδας ἦτο ἐχθρός τῶν χρημάτων, διότι οὗτος ἐπέταξε τά ἀργύρια, διά τά ὁποῖα ἐπρόδωσε τόν Χριστόν.

Ὁ Χριστός ἐγεννήθη καί ἀπέθανε πάμπτωχος, ἵνα δείξῃ τήν περιφρόνησίν του εἰς τά ὑλικά ἀγαθά. Ἑπομένως ἐχθροί τῆς προσκαίρου ταύτης ὕλης εἶναι ζωΰφια, χρόνος, κακοί ἄνθρωποι, ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος, ὁ φιλάργυρος Ἰούδας, ὁ Χριστός, ἑπομένως ὁλόκληρος ὁ κόσμος. Ἰδού τά χαρακτηριστικά οἱ ἐχθροί τῶν ἐπιγείων θησαυρῶν!


Β.

Οὐράνια ἀγαθά. Ἐάν τά ἐπίγεια ἀγαθά φθείρουν καί φθείρωνται, τά οὐράνια ἀγαθά εἶναι ἄφθαρτα ἐκεῖ, εὐγενικά ἀπό ἐδῶ.

Μάλιστα! 1ον. Εἶναι ἄφθαρτα, ἄνευ σκωλήκων καί ζωϋφίων τῆς γῆς˙ ἐκεῖ ὑπάρχει δόξα ἄφθαστος καί ὅπως λέγει ὁ Κύριος ῥητῶς «οὔτε σής, οὔτε βρῶσις ἀφανίζει καί ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδέ κλέπτουσιν». Ἀντί τοῦ πανδαμάτορος χρόνου ἐδῶ, ἡ αἰωνιότης ἐκεῖ, ἡ ὁποία δέν γεννᾷ τήν μόνοτονίαν, διότι αἰώνιον ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ εἶναι τό πάντοτε καινούργιο. Ἀντί τῶν ἐδῶ πολλάκις ἀδίκων νόμων, ἐκεῖ ὑπάρχει «πόλις ἐν ᾗ δικαιοσύνη κατοικεῖ». Ἐδῶ ὁ πλοῦτος φορολογεῖται, ἐκεῖ ἀμείβεται, ὅπως λέγει ὁ Κύριος ῥητῶς «ἐπί ὀλίγα ᾖς πιστός, ἐπί πολλῶν σέ καταστήσω, εἴσελθε εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου». Ἐδῶ ὑπάρχουν ἄστεγοι ἤ ἐνοικιοστάσιον χάριν τῶν ἀστέγων, ἐκεῖ οὔτε ἐνοικιοστάσιον, οὔτε ἄστεγοι, διότι κατά τήν διαβεβαίωσιν τοῦ Κυρίου «ἐν τῇ οἰκίᾳ τοῦ Πατρός μου πολλαί μοναί εἰσίν». Ἀντί τῆς ἐδῶ μερικῆς καί σχετικῆς γνώσεως, ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ πλήρης γνῶσις, ἡ ὅρασις τοῦ Θεοῦ καθώς ἐστίν.

Τά ἐπουράνια ἀγαθά δέν εἶναι μόνον αἰώνια ἐκεῖ, ἀλλά καί 2) εὐγενικά ἀπό ἐδῶ. Πράγματι. Ὁ Κύριος μᾶς τό βεβαιοῖ λέγων «ὅπου γάρ ἐστίν ὁ θησαυρός ὑμῶν, ἐκεῖ ἔσται καί ἡ καρδία ὑμῶν». Ἐνταῦθα «καρδία» σημαίνει ὁλόκληρον τόν ἄνθρωπον, ἑπομένως τόν νοῦν του, τό συναίσθημα καί τήν θέλησίν του. Κατά συνέπειαν ὁ νοῦς, ἡ καρδία καί ἡ θέλησις τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἔχει θησαυρούς εἰς τόν οὐρανόν, εἶναι οὐράνιοι. Καί συγκεκριμένως : Ὁ νοῦς τοῦ πιστοῦ, ὁ ὁποῖος ἔχει θησαυρούς εἰς τόν οὐρανόν, εἶναι φωτεινός ὡς ἑξῆς. Ὁ φιλάργυρος συγκεντρώνει χρήματα καί ὁ πλεονέκτης κτήματα διά τόν ἑαυτόν τῶν καί ὅμως θά τά ἀφήσουν εἰς ἄλλους ἴσως καί εἰς τους ἐχθρούς τῶν. Ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ σκορπίζει εἰς τούς ἄλλους καί θά τά εὕρη πολλαπλάσια εἰς τόν οὐρανόν διά τόν ἑαυτόν του. Δέν εἶναι λοιπόν σοφός ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ, διότι τελικῶς τά σκορπιζόμενα θά ἔλθουν εἰς τήν ἐξουσίαν του, ἐν ᾧ ὁ θησαυρίζων ἐπί γῆς συγκεντρώνει διά τόν ἑαυτόν του καί ὅμως τά ἀφίνει χωρίς νά θέλῃ εἰς τούς ἄλλους;

Ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ δέν εἶναι μόνον σοφός διά τόν λόγον τοῦτον, ἀλλά καί διά τήν ἀσφάλειαν τῶν ὑλικῶν του ἀγαθῶν. Ὁ οὐρανός δηλαδή εἶναι ἡ καλυτέρα τράπεζα, ἡ ὁποία ἐν οὐδεμιᾷ περιπτώσει οὐδέποτε χρεωκοπεῖ, ἐν ἀντιθέσει πρός τάς ἐπιγείους τράπεζας, αἵτινες ὁσονδήποτε μεγάλαι καί ἄν ἦσαν, ἦλθεν ἐποχή, ὅτε ἐχρεωκόπησαν. Ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ δέν εἶναι μόνον σοφός, ἀλλ' ἀναπτύσσει καί τοσαῦτα εὐγενῆ αἰσθήματα, ὥστε εἶναι ἀγαπητός καί ἐδῶ ὄχι μόνον ὑπό φίλων, ἀλλά καί ὑπό ἐχθρῶν του, διότι γνωρίζει νά βοηθῇ ὄχι μόνον φίλους ἀλλά καί ἐχθρούς του. Ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ εἶναι ἀγαπητός εἰς αὐτήν τήν ζωήν ἀπό ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἐάν ἡ σοφία του εἶναι διά τόν ἑαυτόν του, ἡ εὐγένειά του εἶναι διά τούς ἄλλους. Ἀγαπᾶται διά ταύτην ὄχι μόνον ὑπό φίλων καί ἐχθρῶν ἀλλά καί ὑπό τῶν ἀγγέλων. Μεγάλη ἡ σοφία του, μεγάλη ἡ εὐγένειά του.

Ἡ ἐξύψωσις ὅμως τοῦ θησαυρίζοντος ἐν οὐρανῷ δέν εἶναι μόνον εἰς τόν νοῦν καί τήν καρδίαν του, ἀλλά καί εἰς τήν θέλησίν του, διότι εἶναι ὁ ἡρωϊκώτερος τῶν ἀνθρώπων. Πόσον ἡρωϊκός εἶναι οὗτος φαίνεται ἐκ τοῦ ὅτι δέν ἑλκύεται ἐκ τοῦ παρόντος καί τῶν θελγήτρων αὐτοῦ, εἰς τά ὁποῖα εὑρίσκονται τά ὑλικά ἀγαθά, οὔτε ἐμποδίζεται ἐκ τῆς ἀπουσίας τῆς μελλούσης ἀμοιβῆς. Ἔχει τήν δύναμιν ὁ θησαυρίζων ἐν οὐρανῷ νά διασκελίζῃ τό «ἕνα καί στό χέρι» καί νά φθάνῃ εἰς τά «δέκα καί καρτερεῖ» τῶν μελλόντων τοῦ οὐρανοῦ ἀγαθῶν. Ἡ διασκέλισις αὕτη ὁσονδήποτε καί ἄν ἑλκύεται ὑπό τῆς αἰωνιότητος τῶν μελλόντων ἀγαθῶν, ὁσονδήποτε καί ἄν ὠθῆται ὑπό τῆς προσκαιρότητος τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν, εἶναι ἡρωϊσμός, διότι ἀδιαφορεῖ διά τό «ἕνα καί στό χέρι» τό ὁποῖον εἶναι παρόν τῶν ἐπιγείων ἀγαθῶν καί βλέπει τά «δέκα καί καρτέρει» τῶν οὐρανίων θησαυρῶν, τά ὁποῖα εἶναι ἀπόντα.

Τέλος ὁ Κύριος θέτει τήν σφραγίδα λέγων˙ «οὐδείς δύναται δυσί κυρίοις δουλεύειν˙ ἤ γάρ τόν ἕνα μισήσει καί τόν ἕτερον ἀγαπήσει ἤ τοῦ ἑνός ἀνθέξεται καί τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. Οὔ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καί Μαμωνᾶ». «Ἀντέχομαι» σημαίνει προσκολλώμαι στερεῶς. Ἤ θά μισήσῃ λοιπόν τίς τόν πλοῦτον καί θά ἀγαπήσῃ τόν Θεόν ἤ θά κράτησῃ στερεῶς τόν πλοῦτον καί θά καταφρονήσῃ τόν Θεόν. «Μαμωνᾶς» εἶναι λέξις Συριακή καί σημαίνει τό μέρος, ὅπου κρύπτει τις τούς θησαυρούς του. Ἐδῶ δέ σημαίνεται ὁ θεός τοῦ πλούτου τῶν Σύρων. Μέ δύο λόγια ὁ χρυσός καί ὁ Χριστός εἶναι δύο κύριοι ζηλότυποι. Ἕκαστος ἐξ αὐτῶν θέλει ὁλόκληρον τόν ἑαυτόν μας. Ὁ Χριστός μᾶς δίδει περισσότερα ἀπό ὅ,τι μᾶς ὑπόσχεται. Ὁ χρυσός ἀφαιρεῖ καί ἐκεῖνα τά ὁποῖα ὑπόσχεται, διότι φθείρεται καί φθείρει. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος παρομοιάζει τόν χρυσολάτρην μέ σκύλον δεμένον διά χρυσῶν ἁλύσεων καί γαυγίζοντα. Ὅπως ὁ σκύλος δηλαδή εἶναι δεμένος μέ τήν ἁλυσίδα ἔτσι καί ὁ πλούσιος μέ τά χρήματά του. Ὅπως ὁ σκύλος γαυγίζει διά ξένους θησαυρούς, ἔτσι καί ὁ φιλάργυρος γαυγίζει διά ὑλικά ἀγαθά, τά ὁποῖα θά ἀφήσῃ εἰς ἄλλους. Τρομερώτατον κατάντημα φιλαργυρίας εἶναι τό ἑξῆς: Κατά τόν Νοέμβριον τοῦ 1848 ἀπέθανε πλησίον τῶν Παρισίων γέρων 75 ἐτῶν, ὀνομαζόμενος Πικάρδος. Οἱ γείτονες, ἐπειδή δέν τόν εἶδον ἐπί ἡμέρας νά ἐξέλθῃ τῆς οἰκίας του, εἰδοποίησαν τήν ἀστυνομίαν. Ἀστυφύλακες ἐλθόντες ἤνοιξαν βιαίως τήν θύραν καί εἰσῆλθον εἰς τό δωμάτιον τοῦ δυστυχοῦς γέροντος, ὁ ὁποῖος ἦτο νεκρός ἐπί στρώματος ἐξ ἀχύρου ἔχων ὡς προσκεφάλαιον μίαν πέτραν. Ὅλα τά ἔπιπλά του ἦσαν ἕν ξύλινον κιβώτιον, τό ὁποῖον ἦτο πλῆρες χρημάτων, τό ὁποῖον εἶχε πλησίον του. Κατόπιν νεκροψίας ἀπεδείχθη, ὅτι ἀπέθανεν ἐκ πείνης. Αἱ ἀρχαί εἰς μάτην ἐζήτησαν νά εὕρωσι κληρονόμους. Ἦτο ἄγνωστος, διότι μετῴκησεν ἐξ ἄλλης πόλεως!

Ἄς ἀγαπήσωμεν λοιπόν τούς οὐρανίους θησαυρούς καί οὐχί τούς προσκαίρους ὑλικούς.


(1) Ἠθική Ἀνδρούτσου 
Bookmark and Share

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...