Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 17, 2016

Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΙΝ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ. (Μάρκ. η' 34, θ' 1)"...ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τον σταυρόν αὐτοῦ, καὶ ἀκολουθείτω μοι."

"...ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν, ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν καί ἀράτω τον σταυρόν αὐτοῦ, 
καὶ ἀκολουθείτω μοι."
     Αυτήν την αναστάσιμη ημέρα, της Κυριακή της 18ης Σεπτεμβρίου 2016, αγαπητοί αναγνώστες και διαδικτυακοί φίλοι μας, μέσα από το Ευαγγέλιο της, της Κυριακής μετά την Ύψωση του Τιμίου Σταυρού, και αντίθετα με ὅσα κάνουν οἱ πολιτικοί ἄρχοντες τοῦ τόπου αὐτοῦ, οποιασδήποτε παρατάξεως, χρώματος και ιδεολογίας, που προκειμένου νὰ προσελκύσουν ὀπαδοὺς, ὑπόσχονται όχι χρήματα, τιμὲς καὶ ἀπολαύσεις, όπως έκαναν παλαιότερα, μα στις περίεργες και αποκαλυπτικές ημέρες που περνά η δύσμοιρη χώρα μας όπως την κατάντησαν, λιγότερους φόρους, μικρότερες μειώσεις μισθών και γρηγορότερη εξόφληση των χρεών μας,  ὁ Κύριος μας, μέσω των ιερέων του από το Άγιο Βήμα των εκκλησιών του όλης της Ορθοδοξίας, μᾶς παραδίδει τὶς τρεῖς ἀπαραίτητες πρϋποθέσεις ποὺ πρέπει νὰ ἔχει ἐκεῖνος ο χριστιανός που οικειοθελώς θα θελήσει νὰ τόν ἀκολουθήσει.
Αποτέλεσμα εικόνας για ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν
            Γιὰ νὰ εἶναι λοιπὸν κανεὶς σωστὸς χριστιανὸς καὶ μαθητής τοῦ Κυρίου θὰ πρέπει πρῶτα νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ὕστερα νὰ σηκώσει τὸν προσωπικὸ του σταυρὸ καὶ νὰ ὑπακούσει τὶς ἐντολές του. Ὁ Χριστὸς δὲν ἀναγκάζει καὶ δὲν ὑποχρεώνει κανέναν. Ζητάει ὅμως ἀπὸ τὸν καθένα μας, πού θέλει ὄχι να λέγεται, ἀλλὰ νὰ εἶναι πραγματικὸς χριστιανὸς, ἐλεύθερα νὰ τὸν ἀκολουθήσει, με συνέπεια, ἀποφασιστικότητα καὶ ἡρωϊσμό.
     Όμως ας αναλύσουμε βαθύτερα τα στοιχεία αυτά του χαρακτήρα που ζητά ο Χριστός από εμάς για να γίνουμε "αθάνατοι" μαζί Του όπως μας λέει, να γίνουμε δηλαδή "οἵτινες οὐ μὴ γεύσωνται θανάτου ἕως ἂν ἴδωσι τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ ἐληλυθυῖαν ἐν δυνάμει."
     Τὸ «ἀπαρνησάσθω ἐαυτόν» είναι το πρώτο και ἰσοδυναμεῖ μὲ νέκρωση πρὶν τὸ θάνατο. Ἀπαρνοῦμαι τὸν ἑαυτό μου σημαίνει ταπεινώνομαι γιὰ χάρη τῆς ἀγάπης τῶν ἄλλων. Χάνω γιὰ νὰ κερδίσει ὁ ἄλλος. Στεροῦμαι γιὰ νὰ πλουτίσει ὁ συνάνθρωπός μου. Ἀρνοῦμαι κάθετί πού μὲ χωρίζει ἀπὸ τὸ Θεό μου. Ἀγωνίζομαι κατὰ τῶν ἐπιθυμιῶν τῆς σαρκός. Γυρίζω τὴν πλάτη μου στὶς πονηρὲς πράξεις. Νεκρώνω ὅτι μὲ κρατάει δέσμιο μὲ τὴ γῆ, π.χ. τὸν ἐγωϊσμὸ, καὶ προσπαθῶ νὰ γίνω σωστὸ μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ αὐτὸ τὸ ὄχι στὸν ἑαυτό μου προϋποθέτει δύναμη καὶ ἀποφαστικότητα. Πάνω ὅμως ἀπὸ τὴ δική μας δύναμη ὑπάρχει ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς δυναμώνει γιὰ νὰ παλαίψουμε κατὰ τοῦ διαβόλου.
     Το δεύτερο και πολύ σημαντικό αλλά και δύσκολο συνάμα, είναι το «Ἀράτω τὸν Σταυρὸν αὐτοῦ». Εἶναι βαρὺς ὁ Σταυρὸς ποὺ ἐπωμίζεται κάθε πιστὸ παιδὶ τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σὰν τὸ Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ. Μετὰ ὅμως ἀπὸ τὸν πόνο τῆς Σταυρώσεως ὑπάρχει ἡ δόξα τῆς ἀναστάσεως. Ὅπως ὁ Χριστὸς ὑπέφερε ἐπάνω στὸν Σταυρό, ἔτσι ὑποφέρει κάθε πιστὸς καθὼς σταυρώνεται κάθε μέρα γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς του.
Αποτέλεσμα εικόνας για ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεῖν
     Τὶς λεπτομέρειες τῆς σταυρώσεώς μας θὰ τὶς δοῦμε στὴν καθημερινή μας ζωή. Ὅπως Ἐκεῖνος προδόθηκε ἀπὸ τὸ μαθητή του, ἔτσι κι ἐμεῖς προδινόμαστε ἀπὸ ἀγαπημένους καὶ ἔμπιστους ἀνθρώπους. Ὅπως ὁ Κύριος παράνομα δικάστηκε καὶ κατακρίθηκε, ἔτσι κι ἐμεῖς καταδικαζόμαστε ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. Ὅπως Ἐκεῖνος περιφρονήθηκε, ὑβρίσθηκε, χλευάσθηκε, ἔτσι κι ἐμεῖς γινόμαστε στόχος τῶν εἰρωνειῶν καὶ τῶν ὕβρεων τῶν ἀνθρώπων τῆς ἁμαρτίας. Κλῆρος τοῦ πιστοῦ εἶναι νὰ πάθει ὅ,τι ἔπαθε Ἐκεῖνος.
    Τώρα εκτὸς ἀπὸ τὰ πάθη πού μᾶς προκαλεῖ ὁ κόσμος, ἔχουμε καὶ τὰ πάθη πού μᾶς προκαλεῖ ὁ ἴδιος ὁ ἐαυτός μας. Εἶναι οἱ πονηροὶ λογισμοὶ καὶ οἱ ἄτακτες ἐπιθυμίες ποὺ σὰν ἀγκάθια καὶ καρφιὰ προκαλοῦν μεγάλη θλίψη στὸν ἀγωνιστὴ χριστιανό. Οἱ ἀσθένειες τοῦ σώματος δὲν σηκώνονται χωρὶς τὴ θεϊκὴ παρουσία.
Αποτέλεσμα εικόνας για αράτω τον σταυρόν αυτού
     Τελευταία εντολή του Κυρίου μας είναι το «Καὶ ἀκολουθείτω μοι». Ἡ ἀπάρνηση τοῦ ἐαυτοῦ μας καὶ ἡ καθημερινὴ σταύρωσή μας ἑνώνει μὲ τὸν Σωτήρα Χριστό. Ἐκεῖνος ποὺ κατόρθωσε νὰ νεκρώσει τὰ πάθη του καὶ νὰ σταυρώσει τὶς ἐπιθυμίες του χαριτώνεται ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὰ δῶρα τοῦ Παραδείσου. Ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη καὶ ὅλα τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γεμίζουν τὴν ψυχή του καὶ ἔτσι γίνεται δοχεῖο ἁγιασμένο τοῦ Θεοῦ. Τὸ «ἀκολουθείτω μοι» σημαίνει ὅτι πρέπει νὰ ὑποτάξεις τὴν ἐπιθυμία τῆς ὑπερβολῆς σ’ ἐκεῖνο πού μας ὑποδεικνύει ὁ Θεός.
     κακόβουλος "ἄρχοντας" τοῦ επίγειου και φθαρτού  αὐτοῦ κόσμου, ο πολυμήχανος και ανθρωποκτόνος διάβολος, μὲ ἀπατηλὲς ὑποσχέσεις ἔχει κερδίσει τὴν ἐμπιστοσύνη πολλῶν ἀνθρώπων ποὺ τυφλὰ παραδόθηκαν στὴν ἐξουσία του κι ἔγιναν χωρὶς νὰ τὸ καταλάβουν τραγικὰ θύματα μιᾶς ζωῆς χωρὶς ἐλπίδα καὶ χαρά, νούμερα μιᾶς μηχανῆς ποὺ κατεργάζεται τὴν μαζοποίηση τῶν προσώπων καί τὴν αἰώνια συμφορὰ τῶν ψυχῶν. Ακούμε τον Χριστό στο ευαγγέλιο της Κυριακής αυτής να λεέι: "Τί γὰρ ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ;..." και συνεχίζει ο Κύριος τον λόγο Του ζητώντας από το ακροατήριο Του να αναρωτηθεί: "...Ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;", πόσα ακόμα ανταλλάγματα είμαστε διατεθειμένοι να προσφέρουμε στον διάβολο για να έχουμε αυτά τα εφήμερα οφέλη που τελικά δεν οδηγούν πουθενά, αντιθέτως μας καταστρέφουν ολοκληρωτικά;  
     Σήμερα ὁ Χριστός μᾶς ὑποδεικνύει δρόμο σωτηρίας. Εἶναι ὁ δρόμος ποὺ ὁδηγεῖ στὸν προσωπικό μας Γολγοθᾶ, σκληρὸς καὶ ἀνηφορικὸς δρόμος, μὰ σωτήριος. Στὴν πορεία τοῦ δρόμου αὐτοῦ θὰ κουρασθοῦμε καὶ θὰ ὑποφέρουμε, θα πέσουμε και πρέπει να ξανασηκωθούμε, θα αμαρτήσουμε και θα συγχωρεθούμε, ὥσπου νὰ φθάσουμε στὸ τέρμα, ὅπου μας περιμένει ὁ ἀγωνοθέτης Χριστός με απλωμένα τα χέρια Του για να μας αγκαλιάσει και να μας καθίσει δίπλα Του, μαζί με τους μυριάδες των Αγίων Του και να μας κατατάξει μέλη της άπειρης ειρηνικής στρατιάς Του. Ὁ Σταυρὸς του εἶναι ζωὴ καὶ ἀνάσταση, ο πόνος του θα μας φέρει την χαρά. Ἡ "νέκρωση" είναι που θα φέρει την αἰώνια ζωή.
Ας τον ακολουθήσουμε!!!

το είδαμε εδώ

"Το γαρ πολύ της θλίψεως γεννά παραφροσύνην". Οι σιγονταρο-Οικουμενιστές θέλουν τους Αγίους σαν τα μούτρα τους!

   Ἡ ἐπιλογὴ κακόδοξων ἀντι-Εὐαγγελικῶν καὶ ἀντι-Πατερικῶν πρακτικῶν καὶ ἡ μετὰ μανίας ὑποστήριξή τους, παρὰ τὴν ὑπόδειξη τοῦ λάθους μὲ ἑκατοντάδες ἀναφορὲς στοὺς Ἁγίους Πατέρες, ὁδηγεῖ σὲ μιὰ πνευματικὴ παραφροσύνη. Ἴσως καὶ γιατὶ ἡ παραδοχὴ τοῦ λάθους θέλει ἡρωϊσμό.
   Σὲ νέα του ἀνάρτηση ὁ Τελεβάντος, ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἐπιμένει νὰ περιφρονεῖ καὶ νὰ καταργεῖ τὴν Οἰκουμενικῶν διδασκάλων καὶ Συνόδων ἐντολὴ «ὁ κοινωνῶν ἀκοινωνήτω, ἀκοινώνητος», ἀφ’ ἑτέρου φτάνει στὸ σημεῖο τῆς πνευματικῆς παραφροσύνης νὰ μᾶς λέει ὅτι ΟΛΟΙ οἱ Ἅγιοι ποὺ μᾶς δίδαξαν ἔργοις καὶ λόγοις νὰ διακόπτουμε τὴν κοινωνία μὲ τοὺς αἱρετικούς, δὲν ἔκαναν παρὰ ἕνα λάθος!
      Γράφει:
    «Το μόνο που χρειάζεται να διευκρινήσει (ὁ π. Σάββας) είναι το θέμα της διακοπής του μνημοσύνου του Οικουμενικού Πατριάρχη που θεωρούμε άστοχη ενέργειαεπειδή θα δώσει στους οικουμενιστές τη δυνατότητα ναεξουδετερώσουν κάθε φωνή που αντιστέκεται στα σχέδιά τους»!

     Βλέπετε οἱ Ἅγιοι δὲν εἶχαν τὸ «φωτισμὸ» τοῦ Τελεβάντου!


   Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς δὲν μπόρεσε ὁ καημένος νὰ καταλάβει ὅτι, διακόπτοντας τὸ μνημόσυνο τοῦ Καλέκα, θὰ ἐνεργοῦσε ἄστοχα, διότι θὰ τοῦ ἔδινε «τη δυνατότητα ναεξουδετερώσει τὴ φωνὴ» του, διώκοντάς τον καὶ ἐγκλείοντάς τον στὶς φυλακές καὶ ἔτσι, μὲ αὐτὴν τὴν κουτουράδα του ὁ Ἅγιος (κατὰ τὸν Τελεβάντο), στέρησε τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ μιὰ …χαρτοπολεμικὴ «ἀντίσταση»!
  Ὁ ἐπὶ Βέκου μαρτυρήσαντες Ἁγιορεῖτες,  δὲν εἶχαν τὸ «φωτισμὸ» τοῦ Τελεβάντου, δὲν μπόρεσαν οἱ καημένοι νὰ καταλάβουν ὅτι, διακόπτοντας τὸ μνημόσυνο τοῦ Βέκου, θὰ ἐνεργοῦσαν ἄστοχα, διότι θὰ τοῦ ἔδιδαν «τηδυνατότητα να εξουδετερώσει τὴ φωνὴ» τους διώκοντάς τους, πνίγοντάς τους καὶ καίγοντας τους, καὶ ἔτσι μὲ αὐτὴν τὴν κουτουράδα τους οἱ Ἅγιοι (κατὰ τὸν Τελεβάντο), στέρησαν τὴν Ἐκκλησία ἀπὸ τόσους ἀγωνιστές, ποὺ θὰ μποροῦσαν χαρτοπολεμικὰ νὰ «ἀγωνίζονται»!
  Κρίμα! Ὁ Τελεβάντος καὶ οἱ ὅμοιοί του χαρτοπολεμιστές, ἀμετανόητα διαβάλλουν καὶ λοιδοροῦν τὸν ἀγώνα τοῦ π. Σάββα, γιατὶ δὲν κατάλαβαν τίποτα ἀπὸ τὸ σταυρικὸ Εὐαγγέλιο τῆς Ἐκκλησίας καὶ θέλουν τοὺς Ἁγίους (κι ὅσους ἀγωνίζονται νὰ τοὺς μιμηθοῦν) σὰν τὰμούτρα τους! 


ΑΠΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΗΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΘΕΣΣΑΛΙΩΤΙΔΟΣ

Του Παναγιώτη Τελεβάντου
=====

Διαβάσαμε στη “Ρομφαία”:

“Η Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος και Φαναριοφερσάλων μετά λύπης πληροφορήθηκε ότι το Σάββατο 17 του μηνός Σεπτεμβρίου στο ξενοδοχείο ΚΙΕΡΙΟΝ της πόλεώς μας θα πραγματοποιηθεί ομιλία από κάποιον Μοναχό Σάββα «Λαυριώτη».

Η Ιερά Μητρόπολη ενημερώνει τους ευσεβείς χριστιανούς ότι:

α) Ουδεμία σχέση έχει η Τοπική Εκκλησία με τον εν λόγω Μοναχό.

β) Ουδεμία άδεια και ευλογία ζήτησε ο εν λόγω Μοναχός για την εκδήλωση αυτή.

γ) Ο εν λόγω Μοναχός ανήκε στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας Αγίου Όρους, η οποία πλέον τον έχει διαγράψει από την Αδελφότητα.

Παρακαλούμε τους ευσεβείς χριστιανούς μας όπως εκείνη την ώρα προσέλθουν στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης Καρδίτσης για την εορτή των 8 Τοπικών μας Αγίων και ΟΧΙ στις διάφορες εκδηλώσεις αμφιβόλου ποιότητος, οι οποίες παραπληροφορούν και παρασύρουν τον πιστό λαό.”

Οι πληροφορίες που υπέπεσαν στην αντίληψή μας -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- είναι ότι ο π. Σάββας Λαυρεώτης καθαιρέθηκε από τη Γεροντία της Μονής της Μεγίστης Λαύρας. Η Ανακοίνωση της Μητροπόλεως Θεσσαλιώτιδος, όμως, αναφέρει ότι ο π. Σάββας διεγράφη από το μοναχολόγιο της Μονής. Πότε συνέβηκε αυτό; Μήπως η Μητρόπολη Θεσσαλιώτιδος δεν έχει αρκετές πληροφορίες για το θέμα ή μήπως γνωρίζει κάτι που εμείς αγνοούμε; 

Οι ομιλίες για την Σύνοδο της Κρήτης είναι χρήσιμες για την κατήχηση του κόσμου. Δεν κάνει κάτι επιλήψιμο ο π. Σάββας αν κάνει ομιλίες για το θέμα. 

Το μόνο που χρειάζεται να διευκρινήσει είναι το θέμα της διακοπής του μνημοσύνου του Οικουμενικού Πατριάρχη που θεωρούμε άστοχη ενέργεια επειδή θα δώσει στους οικουμενιστές τη δυνατότητα να εξουδετερώσουν κάθε φωνή που αντιστέκεται στα σχέδιά τους. Αγνοούμε, επίσης, αν ο π. Σάββας Λαυρεώτης και άλλοι ιερομόναχοι και μοναχοί του Αγίου Όρους θα περιοριστούν στη διακοπή του μνημοσύνου του Παναγιότατου ή θα διακόψουν επίσης κάθε εκκλησιαστική κοινωνία με όσους έχουν εκκλησιαστική κοινωνία με τον Οικουμενικό Πατριάρχη οπότε κάνουν σχίσμα.
το είδαμε εδώ

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 16, 2016

Ολόκληρη η συζήτηση του Μητροπολίτη Νέας Ιωνίας με τον Αλέξανδρο Βέλιο, όπως ο ίδιος ο δημοσιογράφος επιμελήθηκε

Ο Αλέξανδρος σε όλη τη ζωή του διάβαζε και έγραφε. Επέλεξε όμως ο διάλογός του με τον Μητροπολίτη Γαβριήλ να είναι το τελευταίο κείμενο με το οποίο ασχολήθηκε. Το ολοκλήρωσε δέκα ώρες πριν από τον θάνατό του και μου το παρέδωσε...
λέγοντας: «Πάρε τον Γαβριήλ, όταν όλα θα έχουν τελειώσει, και πες του ότι ήταν επιθυμία μου να δημοσιοποιηθεί. Αλλά κάν’ το λίγες μέρες μετά την κηδεία. Να καταλαγιάσει ο θόρυβος», αναφέρει στην εφημερίδα «Ορθόδοξη Αλήθεια» ο δημοσιογράφος Δημήτρης Ριζούλης.

Ο διάλογος που είχαν ο Αλέξανδρος Βέλιος και ο Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας Γαβριήλ, όπως τον επιμελήθηκε ο ίδιος ο δημοσιογράφος και χωρίς καμία προσθήκη, έχει ως εξής:

4 Αυγούστου 2016 – Γραφεία Μητροπόλεως Νέας Ιωνίας

Αλέξανδρος Βέλιος: Είπα να μη χάσω το παράθυρο ευκαιρίας, τη συνάντηση αυτή, γιατί δεν ξέρω και πώς θα εξελιχθώ. Ξύπνησα σήμερα για πρώτη φορά με έναν σφάχτη.

Μητροπολίτης Γαβριήλ: Αντέχετε;

Α.Β.: Εχω πάρει ένα αυτοκόλλητο μορφίνης, έχω πάρει και ένα παυσίπονο…

Μ.Γ.: Ο καρκίνος πού είναι;

Α.Β.: Στο συκώτι.

Μ.Γ.: Η Εκκλησία σε προετοιμάζει για τον θάνατο και εκεί φαίνεται -όταν έρθει η ώρα του θανάτου- πόσο καλά ή κακά προετοιμασμένος είσαι…

Α.Β.: Το έχει πει αυτό κι εκείνος ο γλυκύτατος Ευγένιος Βούλγαρης.

Μ.Γ.: Βέβαια! Γι’ αυτό μέσα στην Εκκλησία προσευχόμαστε να μας λυτρώσει ο Θεός από αιφνίδιο θάνατο. Ερχεται ξαφνικά, οπότε θα σε πιάσει απροετοίμαστο. Αν όμως είσαι σε μια φάση που μπορείς να προετοιμαστείς και να ξέρεις ότι η ζωή σου τελειώνει, είναι λίγο πιο εύκολο να το διαχειριστείς.

Α.Β.: Υπάρχει η ευχή να είναι ο θάνατος γαλήνιος, ανεπαίσχυντος (τη βρίσκω υπέροχη λέξη) και ειρηνικός. Είναι πολύ ωραία ευχή.

Μ.Γ.: Ναι, και να παρακαλάμε τον Θεό να μας τον δώσει. Το πώς θα φύγουμε δεν το ξέρει κανένας.

Α.Β.: Πόσο ανοιχτή είναι η Εκκλησία απέναντι στο θέμα της ευθανασίας;

Μ.Γ.: Δεν είναι ανοιχτή και δεν μπορεί να είναι. Η Εκκλησία κηρύττει ότι η ζωή είναι δώρο του Θεού. Εκείνος μας φέρνει στη ζωή και Εκείνος αποφασίζει πότε θα μας καλέσει, όχι εμείς. Δεν έχουμε το δικαίωμα να λειτουργούμε εγωιστικά, ακόμα κι αν πρόκειται για τη ζωή μας. Ομως η Εκκλησία κάνει πολλά άλλα πράγματα. Για παράδειγμα, στο νοσοκομείο ο ιερέας μπορεί να βοηθήσει πολύ. Οχι για να θεραπεύσει τον ασθενή, αλλά για να είναι κοντά του. Θα του πει: «Ακουσε, αδελφέ μου, εδώ μαζί θα το πολεμήσουμε, θα κάνουμε την προσευχή μας, κάθε μέρα θα έρχομαι να σε βλέπω, οτιδήποτε θέλεις μπορείς να αισθανθείς ότι είμαι δίπλα σου». Αυτό που θα πω εγώ σε έναν άνθρωπο είναι: «Κοίταξε όσο μπορείς και συμφιλιώσου με τον θάνατο». Εφόσον έχεις μπει σε μια τέτοια φάση και ξέρεις ότι θα φύγεις αύριο από τη ζωή αυτή, να συμφιλιωθείς με τον θάνατο και να πιστέψεις σε κάτι που είναι το σημαντικότερο απ’ όλα. Στην Ανάσταση. Στο ότι ο άνθρωπος δεν σταματάει με το που κλείσει τα μάτια του, αλλά συνεχίζει πάντοτε. Αυτό όμως ή το πιστεύεις ή δεν το πιστεύεις.
Α.Β.: Εμένα η δική μου ψυχοθεραπεία ήταν αυτό το επίμαχο βιβλιαράκι «Εγώ κι ο θάνατός μου: Το δικαίωμα στην ευθανασία». Μόλις το τελείωσα, ήταν σαν να είχα απαλλαγεί από τον φόβο του θανάτου. Τώρα, βέβαια, παλεύω με την ασύλληπτη ιδέα της ανυπαρξίας. Δεν διαθέτω θρησκευτική πίστη, δυστυχώς. Νιώθω ότι όλα όσα είμαι προώρισται να χαθούν σε μια μαύρη τρύπα για πάντα. Αλλά και με αυτό συμφιλιώνομαι. Στο κάτω κάτω, όλοι οι άνθρωποι έρχονται, περνάνε, ξεθωριάζει η μνήμη τους σιγά σιγά.

Μ.Γ.: Η καλύτερη συμφιλίωση είναι να πιστέψεις ότι η ζωή δεν τελειώνει εδώ. Αλλά αυτό το θέμα είναι επιλογής, δεν μπορώ να το επιβάλω στον άλλον.

Α.Β.: Αυτό, ασφαλώς, είναι η ισχυρότερη ευλογία.

Μ.Γ.: Εγώ μπορώ να το πω, γιατί το πιστεύω. Το πιστεύω απόλυτα. Η ζωή μας αυτή είναι ένα πέρασμα προς την αιωνιότητα και αυτό με αναπαύει μέσα μου προσωπικά, αλλά, πάνω από όλα, το πιστεύω. Δεν είναι κάτι το οποίο θα το βγάλω μόνο από το Ευαγγέλιο και θα σας το προτείνω δογματικά. Ο λόγος για τον οποίο έγινα κληρικός είναι ακριβώς επειδή θεωρώ ότι η ζωή δεν τελειώνει, δεν σταματάει από τη στιγμή που θα κλείσω τα μάτια μου, έχει μια συνεχή πορεία, μια συνέχεια.

Α.Β.: Δηλαδή, χωρίς Θεό δεν θα είχε μέλλον η ζωή;

Μ.Γ.: Δεν θα είχε. Δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς την ύπαρξη του Θεού στη ζωή μου. Και να σου πω κάτι; Εάν μου πεις «ποια είναι η απόδειξή σου, τι είναι αυτό το οποίο σε κάνει να πιστεύεις στον Θεό», θα σου απαντήσω ότι τον Θεό, πάνω από όλα, τον αισθάνεσαι.

Α.Β.: Ναι, με τη λογική δεν μπορείς να τον προσεγγίσεις. Είχατε κλίση από παιδί, από νέος;

Μ.Γ.: Από μικρός.

Α.Β.: Και στην ιεροσύνη επίσης;

Μ.Γ.: Απλά θα σας πω ότι δεν χρειάστηκε ποτέ να προβληματιστώ αν υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός.

Α.Β.: Εγώ προβληματίστηκα στην εφηβεία. Μετά… προσηλυτίστηκα στον Διαφωτισμό. Θα μου πεις: «Είσαι τόσο απόλυτος; Δεν υπάρχει πιθανότητα να υπάρχει Θεός κι ας μην τον πιστεύεις;» Πράγματι, μπορεί ποτέ να αποκλείσει κανείς κάτι το οποίο είναι πέραν της λογικής; Μπορώ να πω χίλια τα εκατό ότι αύριο πεθαίνω και τέρμα; Τι να πω; Οπως έλεγε και ο Φρανσουά Μιτεράν, «είμαι περίεργος να μάθω» (γέλια). Είναι θεός, είναι μια μορφή ενέργειας; Δεν ξέρω.

Μ.Γ.: Εγώ, πάντως, θα σας πω το εξής. Οταν είσαι κοντά στον θάνατο, δεν περιμένεις τον θάνατο πλέον. Το θαύμα είναι να συμφιλιωθείς μαζί του. Να αισθανθείς ότι ο Θεός λειτουργεί σαν ένα χάδι στην αγωνία του θανάτου. Δεν έχεις ανάγκη πλέον να πεις: «Θα γίνω καλά». Λες: «Δεν θέλω να γίνω καλά». Θέλω απλά να φύγω έχοντας μέσα μου τη χαρά ότι ο Θεός με περιμένει. Μέσα σου πρέπει να βάλεις το εξής: «Θεέ μου, επειδή δεν ξέρω αν υπάρχεις ή δεν υπάρχεις, τουλάχιστον βοήθησέ με να συμφιλιωθώ με τον θάνατο και, αν θέλεις -εσύ θα το κρίνεις-, δέξου με κοντά σου». Αυτό πιστεύω ότι θα σε βοηθήσει πολύ περισσότερο από οτιδήποτε άλλο.

Α.Β.: Αυτό παραπέμπει στο υστερόβουλο στοίχημα του Πασκάλ. Ελεγε: «Εντάξει, μπορεί να μην υπάρχει Θεός. Αν όμως υπάρχει;» Από την άλλη, βέβαια, επειδή εγώ έχω δει ότι νόμος της κοινωνίας είναι η κυριαρχία του κακού, το άδικο, η καταπίεση, ότι αυτός που κερδίζει είναι ο πιο αρπακτικός και αδίστακτος, από την άποψη της ηθικής δεν μπορούσα να συμφιλιωθώ με αυτή τη νομοτέλεια. Ετεινα να σκέφτομαι ότι η μόνη δικαιολογία του Θεού είναι ότι δεν υπάρχει. Αλλιώς, γιατί αφήνει το άδικο να κυριαρχεί με άλλοθι την αυτεξουσιότητα των ανθρώπων; Από την άλλη, η Εκκλησία τού αφαιρεί το αυτεξούσιο στον θάνατο. Του επιτρέπει στη ζωή του να αδικεί και να κάνει λάθος επιλογές, να είναι αυτοκαταστροφικός, αλλά στον θάνατό του δεν είναι αυτεξούσιος. Ο θάνατος δεν του ανήκει.

Μ.Γ.: Αυτός που θέλει θα το κάνει. Αν θες αυτή τη στιγμή να αφαιρέσεις τη ζωή σου, θα την πάρεις. Να είμαστε απολύτως ειλικρινείς. Δεν περιμένεις από μένα να σου πω «κάν’ το» ή «μην το κάνεις». Γιατί το απαγορεύει η Εκκλησία; Γιατί, όπως ξέρετε, στην εκκλησιαστική ιστορία πάντοτε καταδίκασε τα άκρα. Ηταν ακραίο να πεις: «Θα πεθάνω νωρίτερα, για να πάω γρηγορότερα στον Θεό». Η Εκκλησία πάντοτε προσπαθούσε να βοηθήσει τους ανθρώπους να μην κάνουν τραγικά λάθη σε αυτά ακριβώς τα πράγματα. Για να μπορέσει όμως να λειτουργήσει το αυτεξούσιο, υπάρχει μια βασική προϋπόθεση. Η αγάπη. Εάν δεν βάλεις τη διάσταση της αγάπης μέσα στο αυτεξούσιο, δεν λειτουργεί. Γιατί, όντως, είναι άδικη η κοινωνία, το κακό αυτή τη στιγμή υπερισχύει, αλλά, από την άλλη, εκεί που βλέπεις ότι υπάρχει μια πολύ μεγάλη εστία κακού υπάρχει και μια πολύ μεγάλη εστία καλού. Και λες: «Πώς αυτό το πράγμα εξακολουθεί να υπάρχει;» Αυτή είναι η ομορφιά της ζωής. Καθημερινά βλέπεις πολλά άσχημα πράγματα, που σε οδηγούν στην απόγνωση, σε κάνουν να πεις: «Δεν βαριέσαι, δεν ασχολούμαι με τίποτα, εφόσον τα πράγματα είναι έτσι». Ομως στη ζωή δεν είναι όλα ρόδινα. Αυτός είναι ο αγώνας.
Ο Χριστός στην επί γης παρουσία του μας τα είπε όλα. Παίρνει έναν αιρετικό της εποχής, τον χειρότερο, και τον κάνει δικό του. Παίρνει τη γυναίκα η οποία έχει μοιχεύσει, τη μοιχαλίδα, και εκεί που είναι όλοι έτοιμοι να τη σκοτώσουν, τους λέει: «Ελάτε εδώ, όποιος είναι αναμάρτητος ας χτυπήσει πρώτος». Ε, δεν μπορεί αυτά τα πράγματα να μη σε συγκινούν.

Α.Β.: Ναι, πράγματι, το μήνυμα του Χριστού είναι σπαρακτικό και διαπεραστικό.

Μ.Γ.: Δεν παίρνει μαζί του τον δυνατό, τον ισχυρό, τον αποδεκτό της κοινωνίας…

Α.Β.: Παίρνει τον ταπεινό, τον αδύναμο, τον αμαρτωλό, τον εκπεσόντα. Είναι πάρα πολύ συγκινητικός ο Ιησούς.

Μ.Γ.: Αρα, λοιπόν, μέσα σας, όταν θα έρθει η ώρα που θα είναι κοντά ο θάνατος, αυτό να σκεφτείτε. Οτι ο Θεός μπορεί να αποδεχθεί και αυτόν που είναι ο τελευταίος και ο κοινωνικά αμαρτωλός. Τίποτα άλλο μη σκεφτείτε.

Α.Β.: Προφανώς είναι άλλη η ιεράρχηση εκείνη την ύστατη στιγμή. Μπορώ να σου πω ότι προσωπικά προστρέχω τακτικά στην Καινή Διαθήκη, διαβάζω τις ιστορίες του Ιησού με μεγάλη προσήλωση και πνευματικά με αγγίζουν. Είμαι φανατικός αναγνώστης και του «Εκκλησιαστή». Για μένα η καλύτερη προσέγγιση του Χριστού είναι από τον Οσκαρ Ουάιλντ, που έβλεπε στον Ιησού έναν άνθρωπο που του έδωσε παρηγοριά και τον συμφιλίωσε με την πτώση του. Δεν ξέρω αν θα γίνει ποτέ η Δευτέρα Παρουσία, αλλά εγώ θεωρώ τον εαυτό μου ως έναν θρησκευόμενο άθεο, πιο κοντά στον Ιησού από πολλούς δήθεν ένθερμους πιστούς.

Μ.Γ.: Ο Θεός μόνο γνωρίζει.

Α.Β.: Τελικά, το καλύτερο αντίδοτο στον θάνατο είναι να έχει κανείς την αίσθηση ότι ολοκληρώθηκε δημιουργικά στη ζωή στον βαθμό που μπορούσε και προσπάθησε…

Μ.Γ.: …και ότι αγάπησε, έδωσε. Αν δεν πήρε, δεν έχει σημασία.

Α.Β.: Σωστά.

Μ.Γ.: Στις ιστορίες των Αγίων και των ανθρώπων οι οποίοι είχαν μια οσιακή πορεία, ακόμα και όταν έφτανε η ώρα του θανάτου, έλεγαν: «Θεέ μου, ακόμα δεν έχω κάνει τίποτα, δεν έχω προσφέρει τίποτα, δώσε μου λίγο χρόνο ακόμα να μετανοήσω». Δηλαδή, αισθανόντουσαν ότι ακόμα και την τελευταία στιγμή μπροστά στον Θεό, ενώ είχαν δώσει τα πάντα, δεν είχαν δώσει τίποτα. Εφευγαν από τον κόσμο αυτό όμως με χαμόγελο.

Α.Β.: Πάντως, πολλοί κατ’ επίφαση χριστιανοί, όσο πλησιάζει ο θάνατος, δεν θέλουν να απαλλαγούν από τα πλούτη τους, από την εξουσία, δεν θέλουν να απαλλαγούν από τα υλικά αγαθά.

Μ.Γ.: Ναι, γιατί νομίζουν ότι θα ζήσουν αιώνια.

Α.Β.: Εχουμε μια κοινωνία όπου η μεγάλη μάζα δεν σκέφτεται, δεν μπορεί να κρίνει. Είναι παρατημένη και έχει ανάγκη από μια πνευματικότητα για να καρποφορήσει. Αυτή την πνευματικότητα δεν μπορεί να τη δώσει ο συνθλιμμένος ή ξεπουλημένος διανοούμενος.

Μ.Γ.: Μα γι’ αυτό και ο διανοούμενος δεν μιλάει, δεν έχει να πει κάτι.

Α.Β.: Την πνευματικότητα αυτή θα μπορούσε να τη δώσει η Εκκλησία ή, μάλλον, κάποιας στόφας άνθρωποι της Εκκλησίας.

Μ.Γ.: Πιστεύω ότι όχι μόνο η νέα γενιά, αλλά αρκετοί κληρικοί οι οποίοι έχουν πλέον επίγνωση του ρόλου τους ωφελούν πολύ το ποίμνιό τους. Αρκεί να ξέρεις τον ρόλο σου και να μη θέλεις να μπεις μέσα στο κουστούμι κάποιου άλλου. Δηλαδή, να θεωρούμε ότι είμαστε πολιτικοί, ψυχίατροι ή ψυχολόγοι.

Α.Β.: Σωστό είναι αυτό.

Μ.Γ.: Τώρα που τα λέμε και γνωριζόμαστε, θέλω να μου επιτρέψετε να σας πω το εξής: εγώ θέλω να προσεύχομαι για εσάς.

Α.Β.: Το δέχομαι με ευγνωμοσύνη.

Μ.Γ.: Και να προσεύχομαι προς αυτή την κατεύθυνση, να σας δώσει ο Θεός τη δύναμη, όταν έρθει εκείνη η στιγμή, να γίνει όπως πρέπει. Να φύγετε από τον κόσμο αυτόν συμφιλιωμένος όχι μόνο με τον εαυτό σας αλλά και με τον Θεό. Εγώ αυτό θέλω να μου επιτρέψετε να το κάνω.

Α.Β.: Να προσευχηθείτε να το πετύχω.

Μ.Γ.: Οποτε θέλετε, ειλικρινά σας το λέω, αυτό τον καιρό να έρθετε μια φορά και στην εκκλησία, να εξομολογηθείτε και να κοινωνήσετε, με πολλή χαρά.

Α.Β.: Στο νοσοκομείο θα ερχόσασταν;

Μ.Γ.: Εννοείται! Είναι πολύ καλό να κοινωνήσετε.

Α.Β.: Δεν ξέρω… Θα χαρώ, πάντως, να έχω μια τελευταία κουβέντα μαζί σας στο κρεβάτι του τέλους.

Μ.Γ.: Θα μου πείτε, όταν το πάρετε απόφαση, να έρθω. Θα σας βοηθήσει πάρα πολύ.

Α.Β.: Ασφαλώς, έχουμε ραντεβού.

Μ.Γ.: Εννοείται.

Το είδαμε εδώ

Από την άβυσσο των αμαρτημάτων η ταπεινοφροσύνη μπορεί να μας ανεβάσει ψηλά

«Γιατί δεν υπάρχει τίποτε, πραγματικά τίποτε, που να μπορεί να μας συγκρατεί και να μας διαφυλάσσει τόσο, όσο η ταπεινοφροσύνη και το να είμαστε μετριόφρονες και συνεσταλμένοι και να μη σχηματίζουμε ποτέ καμμιά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας. Αυτό το πράγμα γνωρίζοντας καλά και ο Χριστός και αρχίζοντας την πνευματική εκείνη διδασκαλία, άρχισε πρώτα την παραίνεση από την ταπεινοφροσύνη, και όταν άνοιξε το στόμα του, αυτόν τον νόμο παρουσίασε πρώτα, λέγοντας αυτό «μακάριοι οι φτωχοί τω πνεύματι» (Ματθ. ε 3).

Όπως λοιπόν όταν πρόκειται κάποιος να χτίσει ένα μεγάλο και επιβλητικό σπίτι, βάζει και ανάλογο θεμέλιο, ώστε να μπορέσει να βαστάξει το προστιθέμενο αργότερα βάρος, έτσι ακριβώς και ο Χριστός, σηκώνοντας στις ψυχές τους τη μεγάλη εκείνη οικοδομή της πίστης, βάζει πρώτα, σαν κάποιο θεμέλιο και αρχή σταθερή και βάση μόνιμη και ακίνητη, την παραίνεση της ταπεινοφροσύνης, επειδή γνώριζε πως όταν αυτή ριζώσει στις ψυχές των ακροατών, όλα τα άλλα μέρη της αρετής μπορούν να χτίζονται με ασφάλεια. Όπως λοιπόν όταν αυτή απουσιάζει και αν ακόμη κατορθώσει κάποιος όλη την υπόλοιπη αρετή, κοπίασε άσκοπα και μάταια και άχρηστα, σαν εκείνον που έχτισε το σπίτι του επάνω στη άμμο, ο οποίος βέβαια υπέμεινε τον κόπο, αλλά δε χάρηκε το κέρδος, γιατί δεν έβαλε σταθερό θεμέλιο, έτσι και αυτός που χωρίς ταπεινοφροσύνη επιδιώκει οποιοδήποτε αγαθό, τα έχασε και τα κατέστρεψε όλα.

Και λέγοντας ταπεινοφροσύνη δεν εννοώ την ταπεινοφροσύνη που βρίσκεται στα λόγια, ούτε εκείνη που βρίσκεται πάνω στη γλώσσα, αλλά την ταπεινοφροσύνη που βρίσκεται μέσα στο νου, που προέρχεται από την ψυχή, που βρίσκεται μέσα στη συνείδηση, που μόνο ο Θεός μπορεί να τη βλέπει. Φθάνει αυτή η αρετή, και όταν παρουσιάζεται μόνη της πολλές φορές, να εξιλεώσει το Θεό. Και αυτό το φανέρωσε ο τελώνης. Γιατί αυτόν παρ” όλο που δεν είχε κανένα αγαθό και δεν μπορούσε να παρουσιασθεί από τα κατορθώματά του, λέγοντας μόνο «ελέησόν με τον αμαρτωλό», κατέβηκε από το ναό δικαιωμένος, παρά ο φαρισαίος, μολονότι βέβαια τα λόγια εκείνα δεν ήταν απόδειξη ταπεινοφροσύνης αλλά μόνο ευγνωμοσύνης. Γιατί ταπεινοφροσύνη είναι όταν κάποιος, αν και αναγνωρίζει στον εαυτό του μεγάλη αξία, δε φαντάζεται για τον εαυτό του τίποτε μεγάλο, ενώ ευγνωμοσύνη είναι όταν κάποιος, ενώ είναι αμαρτωλός, το ομολογεί αυτό. Αν όμως εκείνος που δεν αναγνώριζε στον εαυτό του κανένα αγαθό απέσπασε τόση εύνοια από το Θεό επειδή ομολόγησε αυτό ακριβώς που ήταν, πόση παρρησία θ” απολαύσουν αυτοί που μπορούν να πουν τα πολλά τους κατορθώματα αλλά όλα τα ξεχνούν και συγκαταλέγουν τον εαυτό τους ανάμεσα στους τελευταίους; Έτσι ακριβώς έκαμε και ο Παύλος. Γιατί, αν και ήταν πρώτος απ” όλους τους δικαίους, έλεγε ότι αυτός ήταν πρώτος από τους αμαρτωλούς (Α Τιμ. α 15) και όχι μόνο το έλεγε αλλά το είχε πιστέψει. Επειδή από το δάσκαλό του διδάχθηκε πως όταν τα κάνουμε όλα, πρέπει να ονομάζουμε τους εαυτούς μας άχρηστους δούλους (Λουκ. ιζ 10).

… Γιατί αν συμπεριφερόμαστε έστι, μας αρκεί αυτό για προσφορά και θυσία, όπως και ο Δαυΐδ έλεγε «θυσία τω θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο θεός ουκ εξουδενώσει». Δεν είπε απλώς ταπεινωμένη, αλλά και συντριμμένη, γιατί το συντριμμένο είναι και θρυμματισμένο, ούτε βέβαια, αν θέλει, μπορεί να υπερηφανευθεί. Έτσι και εμείς ας μη ταπεινώνουμε μόνο την ψυχή μας, αλλά και ας τη συντρίψουμε και ας τη θρυμματίσουμε και συντρίβεται όταν θυμάται συνέχεια τα δικά της αμαρτήματα. Αν την ταπεινώσουμε έτσι, δεν θα μπορέσει, έστω και να το θέλει να υπερηφανευθεί, γιατί η συνείδηση σαν κάποιο χαλινάρι τη σταματάει όταν σηκώνεται και τη συγκρατεί και την πείθει να είναι μετρημένη σε όλα.

Έτσι θα μπορέσουμε να βρούμε και χάρη ενώπιον του Θεού. «όσω γαρ μέγας ει», λέγει η Γραφή, «τοσούτω ταπείνου σεαυτόν, και εναντίον Κυρίου ευρήσεις χάριν» (Σοφ. Σειρ. 3, 18). Εκείνος όμως που βρήκε χάρη ενώπιον του Θεού, δε θα αισθανθεί καμμιά δυσκολία, αλλά και εδώ θα μπορέσει με τη χάρη του Θεού να ξεπεράσει εύκολα όλα εκείνα τα δεινά και να ξεφύγει τις τιμωρίες που υπάρχουν στη ζωή για τους αμαρτωλούς, γιατί η χάρη πηγαίνει παντού πριν απ” αυτόν και του εξευμενίζει τα πάντα».

«Όλοι όμως ας ταπεινώσουμε τις ψυχές μας με την ελεημοσύνη, με το να συγχωρούμε τις αμαρτίες των συνανθρώπων μας, με το να μη μνησικακούμε και με το να μην εκδικούμαστε. Αν ενθυμούμαστε συνέχεια τα σφάλματά μας, δε θα μπορέσει κανένα από τα έξω πράγματα να μας οδηγήσει σε αλαζονεία, ούτε τα πλούτη, ούτε η δύναμη, ούτε η εξουσία, ούτε η τιμή, αλλά, και αν ακόμη καθίσουμε στο βασιλικό όχημα, θα στενάξουμε πικρά. Γιατί και ο μακάριος Δαβίδ ήταν βασιλιάς και έλεγε «θα λούζω κάθε νύχτα το κρεββάτι μου», και δε ζημιώθηκε καθόλου από τη βασιλική πορφύρα και το στέμμα και δεν αλαζονεύθηκε, και επειδή είχε συντετριμμένη την καρδιά του θρηνούσε».

«Τι λοιπόν είναι τα ανθρώπινα πράγματα; Στάχτη και σκόνη, και σαν χνούδι μπροστά στον άνεμο, καπνός και σκια, φύλλο περιφερόμενο εδώ και εκεί και άνθος, όνειρο και μύθος και παραμύθι, άνεμος και αέρας απλώς σιγανός που φεύγει και χάνεται, φτερό που δε στέκεται, φύσημα αέρα που τρέχει και οτιδήποτε άλλο υπάρχει πιο μηδαμινό από αυτά.»

«Και αν ακόμη ανεβούμε στην ίδια κορυφή της αρετής, ας θεωρούμε τους εαυτούς μας τελευταίους απ” όλους, αφού μάθαμε ότι και από τους ίδιους τους ουρανούς η αλαζονεία μπορεί να καταρρίψει εκείνον που δεν προσέχει, και ότι από την ίδια την άβυσσο των αμαρτημάτων η ταπεινοφροσύνη μπορεί να ανεβάσει υψηλά εκείνον που ξέρει νασυμπεριφέρεται με μετριοφροσύνη. Γιατί αυτή έστησε τον τελώνη μπροστά από το φαρισαίο, ενώ εκείνη, δηλαδή η αλαζονεία και η υπερηφάνεια, νίκησε και ασώματη δύναμη, το διάβολο, ενώ η ταπεινοφροσύνη και η επίγνωση των αμαρτημάτων του εισήγαγε τον ληστή στον παράδεισο πριν από τους αποστόλους. Αν όμως αυτοί που ομολογούν τα δικά τους αμαρτήματα χαρίζουν στον εαυτό τους τόση μεγάλη παρρησία, εκείνοι που αναγνωρίζουν στον εαυτό τους πολλά αγαθά και ταπεινώνουν την ψυχή τους, πόσα στεφάνια δε θα επιτύχουν; Γιατί όταν η αμαρρτία είναι ενωμένη με την ταπεινοφροσύνη, τρέχει με τόση ευκολία ώστε να ξεπερνάει και να προλαβαίνει τη δικαιοσύνη που συνυπάρχει με την αλαζονεία. Αν λοιπόν τη συνδέσεις με τη δικαιοσύνη που δε θα φθάσει; Πόσους ουρανούς δε θα περάσει; Οπωσδήποτε θα σταθεί κοντά στο θρόνο του Θεού ανάμεσα στους αγγέλους με πολλή παρρησία. Αν πάλι η αλαζονεία που συνδέθηκε με τη δικαιοσύνη μπόρεσε με την υπερβολή και τη βαρύτητα της δικής της κακίας να ταπεινώσει την παρρησία εκείνης, αν είναι ενωμένη με την αμαρτία, σε πόση γέεννα δε θα μπορέσει να γκρεμίσει αυτόν που την έχει;

Αυτά τα λέγω όχι για να αδιαφορούμε για τη δικαιοσύνη, αλλά για να αποφύγουμε την αλαζονεία, όχι για να αμαρτάνουμε, αλλά για να είμαστε μετριόφρονες. Γιατί η ταπεινοφροσύνη είναι θεμέλιο της δικής μας αρετής. Και αν ακόμη οικοδομήσεις επάνω άπειρα, είτε ελεημοσύνη είτε προσευχές, είτε νηστεία, είτε κάθε αρετή, αν δεν τεθεί αυτή πρώτα, όλα θα οικοδομηθούν άσκοπα και μάταια, και θα πέσουν εύκολα κάτω, όπως η οικοδομή εκείνη που κτίσθηκε πάνω στην αμμο. Γιατί δεν υπάρχει τίποτε που να μπορεί να σταθεί χωρίς αυτήν. Αλλά, είτε τη σωφροσύνη πεις, είτε την παρθενία, είτε την περιφρόνηση των χρημάτων, είτε οτιδήποτε άλλο, όλα είναι ακάθαρτα και μολυσμένα και βδελυρά όταν απουσιάζει η ταπεινοφροσύνη. Παντού λοιπόν ας την έχουμε μαζί μας, στα λόγια, στις πράξεις, στις σκέψεις, και μαζί της ας τα κτίζουμε αυτά.»

«Είσαι ταπεινός και μάλιστα ταπεινότερος από όλους τους ανθρώπους; Να μην υπερηφανεύεσαι γι” αυτό ούτε να κατηγορείς τους άλλους, για να μη χάσεις το καύχημά σου. Γι” αυτό δείχνεις ταπεινοφροσύνη, για να απαλλαγείς από την αλαζονεία. Αν λοιπόν μ” αυτήν πέσεις σε αλαζονεία, καλύτερα να μη δείχνεις ταπεινοφροσύνη, γιατί άκου τον Παύλο που λέγει «μέσω του καλού με οδηγεί στο θάνατο, για να γίνει η αμαρτία υπερβολικά αμαρτωλή χρησιμοποιώντας την εντολή». Όταν σου έρθει η σκέψη να θαυμάσεις τον εαυτό σου για την ταπεινοφροσύνη σου, σκέψου τον Κύριό σου που κατέβηκε, και δε θα θαυμάσεις πια τον εαυτό σου ούτε θα τον επαινέσεις, αλλά και θα το περιγελάσεις, γιατί δεν έκανε τίποτε. Οπωσδήποτε να θεωρείς τον εαυτό σου οφειλέτη. Ο,τι και αν κάνεις, θυμήσου εκείνη τη παραβολή «ποιός από σας», λέγει, «που έχει ένα δούλο, θα του πει, όταν επιστρέψει στο σπίτι, «κάθισε να φας»; Δε θα του πει αυτό, σας λέγω, αλλά «σήκω και υπηρέτησέ με»»

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος



  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...