Ο Όσιος Νείλος του Σόρκυ καταγόταν από την ευγενή οικογένεια των Μάικωφ και γεννήθηκε στη Μόσχα το 1433 μ.Χ. από ευσεβείς γονείς. Όταν ήταν νέος, εργάσθηκε ως ταχυγράφος στην υπηρεσία του μεγάλου ηγεμόνα της Μόσχας.
Η αγάπη του προς το μοναχικό βίο οδήγησε τα βήματά του στη Μονή της Λευκής Λίμνης, που είχε Ιδρύσει ο ασκητής Κύριλλος. Λίγο αργότερα μεταβαίνει στο Άγιον Όρος, με το συμμοναστή του μοναχό Ιννοκέντιο, και ασκητεύει στη «Σκήτη του Ξυλουργού». Υπάρχει βέβαια η πληροφορία ότι έμεινε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στη Μονή του Αγίου Διονυσίου του Αγίου Όρους, η οποία εκείνη την εποχή βρισκόταν σε μεγάλη ακμή.
Ο Όσιος Νείλος και ο μοναχός Ιννοκέντιος επιστρέφουν στη Ρωσία περί το 1480 μ.Χ. Η αναζήτηση της ησυχίας τον κάνει να αποσυρθεί σε ένα μικρό ερημικό μέρος, λίγο μακρύτερα από τη Μονή Λευκής Λίμνης, στον ποταμό Σόρα.
Η αγάπη του προς το μοναχικό βίο οδήγησε τα βήματά του στη Μονή της Λευκής Λίμνης, που είχε Ιδρύσει ο ασκητής Κύριλλος. Λίγο αργότερα μεταβαίνει στο Άγιον Όρος, με το συμμοναστή του μοναχό Ιννοκέντιο, και ασκητεύει στη «Σκήτη του Ξυλουργού». Υπάρχει βέβαια η πληροφορία ότι έμεινε για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στη Μονή του Αγίου Διονυσίου του Αγίου Όρους, η οποία εκείνη την εποχή βρισκόταν σε μεγάλη ακμή.
Ο Όσιος Νείλος και ο μοναχός Ιννοκέντιος επιστρέφουν στη Ρωσία περί το 1480 μ.Χ. Η αναζήτηση της ησυχίας τον κάνει να αποσυρθεί σε ένα μικρό ερημικό μέρος, λίγο μακρύτερα από τη Μονή Λευκής Λίμνης, στον ποταμό Σόρα.
Εκεί κτίζει, και ένα μικρό ναό προς τιμήν της Δεσποτικής εορτής της Υπαπαντής του Κυρίου και επιδίδεται στο θεωρητικό βίο και την αδιάλειπτη προσευχή. Αλλά και εδώ ο Όσιος Νείλος συνιστά προσοχή και διάκριση. Γνωρίζει καλά ότι υπάρχει καιρός αδιάλειπτης προσευχής και καιρός χαλαρώσεως και αναπαύσεως. Γνωρίζει ότι δεν πρέπει να μπει κάποιος πρόωρα σε ανώτερες πνευματικές περιοχές.
Το συγγραφικό έργο του Οσίου Νείλου είναι πολύ πλούσιο. Τα κυριότερα έργα του είναι ασκητικά και αφορούν τον ασκητικό βίο και την ερημική ζωή. Ο Όσιος Νείλος κοιμήθηκε με ειρήνη την Κυριακή των Μυροφόρων του 1508.
Μετά την κοίμηση του οσίου Νείλου του Θαυματουργού ήλθε στη Λευκή Λίμνη στη μονή του Κυρίλλου ο ευσεβής Τσάρος και Μέγας Ηγεμόνας Ιβάν Βασίλιεβιτς (δηλαδή ο Ιβάν Δ΄ ο τρομερός) και έκανε στο μοναστήρι Παράκληση. Και είδε τον ερημικό τόπο, ο οποίος προκαλεί σε όλους μελαγχολία και λύπη. Πήγε στη σκήτη του Νείλου του Θαυματουργού και έψαλε Παράκληση για ψυχική ωφέλεια, και δόξασε το Θεό και θαύμασε το βίο του Θαυματουργού. Διέταξε να κτιστεί πέτρινος ναός. Εκείνο τον καιρό φανερώθηκε σε αυτόν ο Νείλος ο Θαυματουργός και διέταξε να μην κτίσει πέτρινη εκκλησία, και να μην γίνει οποιαδήποτε διακόσμηση ούτε στις εκκλησίες, ούτε στα κελιά, εκτός από τα αναγκαία, επειδή προείδε ο Όσιος, ότι έμελλε να συμβεί αρπαγή από κλέφτες. Και έτσι έγινε. Μετά τη φανέρωση αυτή ο ευσεβής Τσάρος Ιβάν Βασίλιεβιτς έδωσε στη σκήτη ιδιόχειρο χαριστήριο έγγραφο, με το οποίο παραχωρούσε μία ρόγα σιταριού και μία δωρεά χρημάτων για τη διατροφή των αδελφών. Και το έγγραφο αυτό βρίσκεται μέχρι σήμερα στο σκευοφυλάκιο.
Θαύμα του οσίου Πατρός ημών Νείλου του Θαυματουργού για την εικόνα του, πώς άρχισε να ιστορείται μετά τη φανέρωσή του.
Κάποιος αιχμάλωτος από τη Μόσχα, ο οποίος πολλά χρόνια ήταν στην τουρκική γη, προσευχόταν πολύ στο Θεό και παρακαλούσε τους Θεράποντές του, για να τον ελευθερώσει ο Θεός από την αιχμαλωσία. Λυπόταν για το σπίτι του, τη γυναίκα και τα παιδιά του, επειδή ήταν πολύ πλούσιος, και στενοχωριόταν με μεγάλη θλίψη. Φανερώθηκε σ’ αυτόν τη νύκτα ο Νείλος ο Θαυματουργός και του ζήτησε να υποσχεθεί ότι θα φτιάξει την εικόνα του, και του είπε· «θα είσαι στο σπίτι σου απελευθερωμένος από την αιχμαλωσία». Αναπήδησε ο άνθρωπος εκείνος από ένα λεπτό ύπνο και θέλησε να τον προσκυνήσει και να τον ρωτήσει για το τί πρέπει να κάνει, αλλ’ ο Όσιος μεταβλήθηκε σε δυνατό φως. Ο άνθρωπος αυτός χάρηκε πολύ και σκεπτόταν: «Ποιός είναι ο όσιος Νείλος, δεν γνωρίζω, και δεν άκουσα πού βρίσκεται». Μετά τη σκέψη αυτή άρχισε να προσεύχεται και να επικαλείται τη βοήθεια του Νείλου του Θαυματουργού και υποσχέθηκε ότι θα εκτελέσει την εντολή του. «Δεν γνωρίζω ποιά εικόνα να φτιάξω και σε ποιά περιοχή να τη στείλω». Και έκλαψε πικρά από το βάθος της καρδιάς του, πως θα μπορούσε να ελευθερωθεί από τη αιχμαλωσία των ειδωλολατρών. Την άλλη νύκτα φάνηκε σ’ αυτόν πάλι ο Όσιος και είπε «Στη περιοχή της Λευκής Λίμνης. Είμαι ο Νείλος του Σόρα, από το μοναστήρι του Κυρίλλου 12 βέρστια». Αναπήδησε γρήγορα από το κρεβάτι και θέλησε να δει τον Όσιο με τα μάτια του, να τον προσκυνήσει και να τον ρωτήσει λεπτομερώς. Έγινε πάλι φως μεγάλο και πολλή ευωδιά , όπως και την πρώτη φορά. Άρχισε τότε ο άνθρωπος αυτός να φωνάζει με δυνατή φωνή και να λέει : «Κύριε ο Θεός μου, αληθώς μου έστειλες σε βοήθεια τον Όσιό Σου!». Έκλαψε και όλη τη νύκτα παρέμεινε άγρυπνος και εβόησε λέγοντας «Κατά ποιά ομοίωση να γράψω την εικόνα; Γιατί δεν είδα το πρόσωπό σου αισθητά». Έπειτα του φανερώθηκε για τρίτη φορά ο Όσιος και του πρόσφερε ένα σχέδιο της εικόνας σε φύλλο χαρτιού και το άφησε στο προσκέφαλό του και του είπε «Άνθρωπε του Θεού, λάβε τούτο το φύλλο και πήγαινε στη ρωσική γη!». Αυτός σηκώθηκε αμέσως και βρήκε στο προσκέφαλό του το φύλλο με το σχεδιάγραμμα και η καρδία του χάρηκε χαρά ανεκλάλητη και ευχαρίστησε , το Θεό για το μεγάλο θαύμα, πώς ο Θεός δοξάζει τον Θεράποντά Του. Και άρχισε να σκέφτεται πώς θα ήταν δυνατό να αναχωρήσει, ελπίζοντας στο Θεό και στον Θεράποντά του Νείλο τον Θαυματουργό. Όμως δεν γνώριζε πώς να διασχίσει τη στέπα. Άρχισε να προσεύχεται στο Θεό και στον Θεράποντά του με δάκρυα και στεναγμούς με όλη τη καρδιά του, πώς να γνωρίσει το δρόμο και να διαφυλαχθεί από την τιμωρία των απίστων. Εκείνη την ώρα άκουσε μία φωνή «Άνθρωπε, πήγαινε τη νύκτα στη στέπα και θα είναι μπροστά σου αστέρι φωτεινό· πορεύου οπίσω του και θα διαφυλαχθείς από τους άθεους Αγαρηνούς!». Άκουσε εκείνος ο φιλόθεος άνθρωπος τη φωνή αυτή, ενισχύθηκε και πείσθηκε. Έφυγε τη νύκτα στη στέπα και του φάνηκε ένα φωτεινό αστέρι, το οποίο πορευόταν μπροστά του. Αυτός ακολούθησε πίσω και αδιαλείπτως παρακαλούσε το Θεό και τον άγιό Του Νείλο τον Θαυματουργό. Με δύναμη και παρρησία πορευόταν διά μέσου της άγνωστης στέπας, έχοντας λίγη τροφή για την ανάγκη. Έγινε ημέρα και οι άθεοι Αγαρηνοί έφιπποι κατέφθασαν με τους σκύλους τους στη στέπα. Είδε εκείνος ο άνθρωπος την καταδίωξη των αθλίων βαρβάρων που με γυμνά ξίφη έτρεχαν πίσω του θέλοντας να τον κατακόψουν. Αυτός δε από το φόβο και τον τρόμο του έπεσε κάτω στη γη και έκλαψε πικρά και μετανόησε ενώπιον του Θεού για τις αμαρτίες του και συγχωρήθηκε με όλους τους ορθοδόξους Χριστιανούς, απελπισμένος για τη ζωή του. Είδε ο Κύριος τον μετανοήσαντα και τον σκέπασε με την αόρατη δύναμή Του, και υπερπήδησαν αυτόν οι ίπποι και οι σκύλοι τους και καθόλου δεν τον έβλαψαν. Φώναξαν εκείνοι οι άθλιοι μεταξύ τους λέγοντας· «Πώς τον είδαμε, δεν γνωρίζουμε. Πού κρύφτηκε από εμάς;». Τον αναζήτησαν και δεν τον βρήκαν και επέστρεψαν πίσω. Όταν δε ο άνδρας εκείνος είδε ότι επέστρεψαν, σηκώθηκε από τη γη, κοίταξε γύρω του και δεν είδε κανένα. Ευχαρίστησε το Θεό και τον άγιό Του Νείλο τον θαυματουργό, χάρηκε και λούσθηκε με πολλά δάκρια για τη λύτρωσή του από τον άδικο θάνατο. Ημέρα και νύχτα, περπατούσε και δεν έδωσε ανάπαυση στον εαυτό του περνώντας τη στέπα, και έφθασε σε κάποιο ποταμό. Ο δε ποταμός αυτός ήταν πολύ βαθύς και ορμητικός αλλ’ όχι παρά πολύ πλατύς. Πέρασμα δεν υπήρχε σε κανένα σημείο του μέχρι τη θάλασσα. Εκείνοι οι άθεοι βάρβαροι γνώριζαν εκείνον τον ποταμό και ότι κανείς δεν μπορούσε να ξεφύγει, και ακολούθησαν τα ίχνη του μέχρι το ποτάμι. Δεν υπήρχε τόπος εκεί να κρυφτεί, και εκείνοι όρμισαν γρήγορα και έβγαλαν τα ξίφη τους για να τον κατακόψουν. Αυτός είδε ότι ήδη έπεσε στα χέρια τους, αλλά δεν ήθελε να παραδοθεί για να τον βασανίσουν και να τον σκοτώσουν. Έκανε το σημείο του σταυρού και έπεσε στον ποταμό. Το νερό τον μετέφερε γρήγορα σαν πουλί. Αυτός δε πάνω στο νερό έπλεε με το ρεύμα του πόταμου σαν να βρίσκεται πάνω σε σανίδα. Εκείνοι οι κακοί άνθρωποι άρχισαν από τη όχθη να τοξεύουν επάνω του, αλλά με κανένα τρόπο και με κανένα μέσο δεν μπορούσαν να τον βλάψουν και έτσι σώθηκε με τη Χάρη του Θεού και τις πρεσβείες του Νείλου του Θαυματουργού. Οι άθεοι Αγαρηνοί τον αναζήτησαν μακρύτερα, κοντά στον ποταμό, και νόμισαν ότι πνίγηκε και γύρισαν στον τόπο τους. Εκείνον δε τον άνθρωπο έφερε το ρεύμα του ποταμού για πολλή ώρα, και τον μετέφερε στην άλλη όχθη. Βλέποντας δε ότι βρέθηκε κοντά στην όχθη κρατήθηκε και βγήκε στη ξηρά ευχαριστώντας το Θεό και τον άγιό Του Νείλο τον Θαυματουργό. Χωρίς φόβο ημέρα και νύκτα περπατούσε και τρεφόταν από βότανα της στέπας. Έφθασε μέχρι των πόλεων της Ρωσίας και διηγήθηκε σε όλους όσα του συνέβησαν. Ήλθε στη Μόσχα σώος και αβλαβής, αν και είχε υποφέρει πολλά παθήματα και θλίψεις και ανάγκες. Έφθασε στο σπίτι του, όμως δεν μπήκε μέσα. Πήγε γρήγορα στον αγιογράφο και του έδωσε το φύλλο με το σχέδιο του Νείλου του Θαυματουργού και παρήγγειλε την εικόνα του όπως ήταν σχεδιασμένη πάνω στο φύλλο και έπειτα μπήκε στο σπίτι του με ψυχική χαρά και αγαλλίαση. Κάλεσε ιερή σύναξη και έκανε Παρακλητικό Κανόνα και διέταξε να παρατεθεί μεγάλη τράπεζα· συγκέντρωσε πολλούς πτωχούς και όλους τους φιλοξένησε με φαγητό και ελεημοσύνη. Ήταν χαρά μεγάλη στο σπίτι του. Διηγήθηκε σε όλους όσα του συνέβησαν· πώς γλύτωσε από την αιχμαλωσία και όσοι άκουσαν αυτά έλεγαν το «Κύριε ελέησον» και πολύ θαύμασαν γι’ αυτό το θαύμα. Ο δε αγιογράφος έκανε την εικόνα του οσίου Νείλου του Θαυματουργού και τη έφερε σ’ αυτόν τον φιλόθεο. Αυτός δε με πολύ ζήλο και φόβο πήρε την εικόνα του αγίου Νείλου και τη περιέλουσε με δάκρυα χαράς επειδή ο Θεός τον αξίωσε να δει την εικόνα του αγίου του, Νείλου του Θαυματουργού. Ο άνθρωπος εκείνος χάρισε στον αγιογράφο πολλά δώρα. Μετά από αυτά τέλεσε μεγάλη πανήγυρη και εόρτασε τη εορτή του Νείλου του Θαυματουργού και έψαλε Παρακλητικό Κανόνα. Τη δε εικόνα συνόδευσε στη σκήτη του Νείλου και την έστειλε με τους δούλους, με πολλά αφιερώματα για τις ανάγκες της εκκλησίας. Τη μετέφερε και την κατέθεσε στον τάφο του οσίου Νείλου του Θαυματουργού, όπου μέχρι σήμερα βρίσκεται η εικόνα αυτή πάνω στη σωρό του και δίνει ίαση στους με πίστη προσερχόμενους. Από την αγία εικόνα αυτή γίνονται και μέχρι τώρα πολλά θαύματα. Και εμείς οι αμαρτωλοί μοναχοί του ερημητηρίου αυτού είδαμε πολλά θαύματα και δοξάζουμε την Αγία Τριάδα, Πατέρα και Υιό και Άγιο Πνεύμα, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
(Αρχιμ. Βασιλείου Grolimund, Ηγουμένου της Ι. Σκήτης Αγ. Σπυρίδωνος, Geilnau (Γερμανία). «Του εν Οσίοις Πατρός ημών Νείλου Σόρσκυ»- Άπαντα τα σωζόμενα Ασκητικά, εκδ, Ορθ. Κυψέλη.)
Το συγγραφικό έργο του Οσίου Νείλου είναι πολύ πλούσιο. Τα κυριότερα έργα του είναι ασκητικά και αφορούν τον ασκητικό βίο και την ερημική ζωή. Ο Όσιος Νείλος κοιμήθηκε με ειρήνη την Κυριακή των Μυροφόρων του 1508.
Μετά την κοίμηση του οσίου Νείλου του Θαυματουργού ήλθε στη Λευκή Λίμνη στη μονή του Κυρίλλου ο ευσεβής Τσάρος και Μέγας Ηγεμόνας Ιβάν Βασίλιεβιτς (δηλαδή ο Ιβάν Δ΄ ο τρομερός) και έκανε στο μοναστήρι Παράκληση. Και είδε τον ερημικό τόπο, ο οποίος προκαλεί σε όλους μελαγχολία και λύπη. Πήγε στη σκήτη του Νείλου του Θαυματουργού και έψαλε Παράκληση για ψυχική ωφέλεια, και δόξασε το Θεό και θαύμασε το βίο του Θαυματουργού. Διέταξε να κτιστεί πέτρινος ναός. Εκείνο τον καιρό φανερώθηκε σε αυτόν ο Νείλος ο Θαυματουργός και διέταξε να μην κτίσει πέτρινη εκκλησία, και να μην γίνει οποιαδήποτε διακόσμηση ούτε στις εκκλησίες, ούτε στα κελιά, εκτός από τα αναγκαία, επειδή προείδε ο Όσιος, ότι έμελλε να συμβεί αρπαγή από κλέφτες. Και έτσι έγινε. Μετά τη φανέρωση αυτή ο ευσεβής Τσάρος Ιβάν Βασίλιεβιτς έδωσε στη σκήτη ιδιόχειρο χαριστήριο έγγραφο, με το οποίο παραχωρούσε μία ρόγα σιταριού και μία δωρεά χρημάτων για τη διατροφή των αδελφών. Και το έγγραφο αυτό βρίσκεται μέχρι σήμερα στο σκευοφυλάκιο.
Θαύμα του οσίου Πατρός ημών Νείλου του Θαυματουργού για την εικόνα του, πώς άρχισε να ιστορείται μετά τη φανέρωσή του.
Κάποιος αιχμάλωτος από τη Μόσχα, ο οποίος πολλά χρόνια ήταν στην τουρκική γη, προσευχόταν πολύ στο Θεό και παρακαλούσε τους Θεράποντές του, για να τον ελευθερώσει ο Θεός από την αιχμαλωσία. Λυπόταν για το σπίτι του, τη γυναίκα και τα παιδιά του, επειδή ήταν πολύ πλούσιος, και στενοχωριόταν με μεγάλη θλίψη. Φανερώθηκε σ’ αυτόν τη νύκτα ο Νείλος ο Θαυματουργός και του ζήτησε να υποσχεθεί ότι θα φτιάξει την εικόνα του, και του είπε· «θα είσαι στο σπίτι σου απελευθερωμένος από την αιχμαλωσία». Αναπήδησε ο άνθρωπος εκείνος από ένα λεπτό ύπνο και θέλησε να τον προσκυνήσει και να τον ρωτήσει για το τί πρέπει να κάνει, αλλ’ ο Όσιος μεταβλήθηκε σε δυνατό φως. Ο άνθρωπος αυτός χάρηκε πολύ και σκεπτόταν: «Ποιός είναι ο όσιος Νείλος, δεν γνωρίζω, και δεν άκουσα πού βρίσκεται». Μετά τη σκέψη αυτή άρχισε να προσεύχεται και να επικαλείται τη βοήθεια του Νείλου του Θαυματουργού και υποσχέθηκε ότι θα εκτελέσει την εντολή του. «Δεν γνωρίζω ποιά εικόνα να φτιάξω και σε ποιά περιοχή να τη στείλω». Και έκλαψε πικρά από το βάθος της καρδιάς του, πως θα μπορούσε να ελευθερωθεί από τη αιχμαλωσία των ειδωλολατρών. Την άλλη νύκτα φάνηκε σ’ αυτόν πάλι ο Όσιος και είπε «Στη περιοχή της Λευκής Λίμνης. Είμαι ο Νείλος του Σόρα, από το μοναστήρι του Κυρίλλου 12 βέρστια». Αναπήδησε γρήγορα από το κρεβάτι και θέλησε να δει τον Όσιο με τα μάτια του, να τον προσκυνήσει και να τον ρωτήσει λεπτομερώς. Έγινε πάλι φως μεγάλο και πολλή ευωδιά , όπως και την πρώτη φορά. Άρχισε τότε ο άνθρωπος αυτός να φωνάζει με δυνατή φωνή και να λέει : «Κύριε ο Θεός μου, αληθώς μου έστειλες σε βοήθεια τον Όσιό Σου!». Έκλαψε και όλη τη νύκτα παρέμεινε άγρυπνος και εβόησε λέγοντας «Κατά ποιά ομοίωση να γράψω την εικόνα; Γιατί δεν είδα το πρόσωπό σου αισθητά». Έπειτα του φανερώθηκε για τρίτη φορά ο Όσιος και του πρόσφερε ένα σχέδιο της εικόνας σε φύλλο χαρτιού και το άφησε στο προσκέφαλό του και του είπε «Άνθρωπε του Θεού, λάβε τούτο το φύλλο και πήγαινε στη ρωσική γη!». Αυτός σηκώθηκε αμέσως και βρήκε στο προσκέφαλό του το φύλλο με το σχεδιάγραμμα και η καρδία του χάρηκε χαρά ανεκλάλητη και ευχαρίστησε , το Θεό για το μεγάλο θαύμα, πώς ο Θεός δοξάζει τον Θεράποντά Του. Και άρχισε να σκέφτεται πώς θα ήταν δυνατό να αναχωρήσει, ελπίζοντας στο Θεό και στον Θεράποντά του Νείλο τον Θαυματουργό. Όμως δεν γνώριζε πώς να διασχίσει τη στέπα. Άρχισε να προσεύχεται στο Θεό και στον Θεράποντά του με δάκρυα και στεναγμούς με όλη τη καρδιά του, πώς να γνωρίσει το δρόμο και να διαφυλαχθεί από την τιμωρία των απίστων. Εκείνη την ώρα άκουσε μία φωνή «Άνθρωπε, πήγαινε τη νύκτα στη στέπα και θα είναι μπροστά σου αστέρι φωτεινό· πορεύου οπίσω του και θα διαφυλαχθείς από τους άθεους Αγαρηνούς!». Άκουσε εκείνος ο φιλόθεος άνθρωπος τη φωνή αυτή, ενισχύθηκε και πείσθηκε. Έφυγε τη νύκτα στη στέπα και του φάνηκε ένα φωτεινό αστέρι, το οποίο πορευόταν μπροστά του. Αυτός ακολούθησε πίσω και αδιαλείπτως παρακαλούσε το Θεό και τον άγιό Του Νείλο τον Θαυματουργό. Με δύναμη και παρρησία πορευόταν διά μέσου της άγνωστης στέπας, έχοντας λίγη τροφή για την ανάγκη. Έγινε ημέρα και οι άθεοι Αγαρηνοί έφιπποι κατέφθασαν με τους σκύλους τους στη στέπα. Είδε εκείνος ο άνθρωπος την καταδίωξη των αθλίων βαρβάρων που με γυμνά ξίφη έτρεχαν πίσω του θέλοντας να τον κατακόψουν. Αυτός δε από το φόβο και τον τρόμο του έπεσε κάτω στη γη και έκλαψε πικρά και μετανόησε ενώπιον του Θεού για τις αμαρτίες του και συγχωρήθηκε με όλους τους ορθοδόξους Χριστιανούς, απελπισμένος για τη ζωή του. Είδε ο Κύριος τον μετανοήσαντα και τον σκέπασε με την αόρατη δύναμή Του, και υπερπήδησαν αυτόν οι ίπποι και οι σκύλοι τους και καθόλου δεν τον έβλαψαν. Φώναξαν εκείνοι οι άθλιοι μεταξύ τους λέγοντας· «Πώς τον είδαμε, δεν γνωρίζουμε. Πού κρύφτηκε από εμάς;». Τον αναζήτησαν και δεν τον βρήκαν και επέστρεψαν πίσω. Όταν δε ο άνδρας εκείνος είδε ότι επέστρεψαν, σηκώθηκε από τη γη, κοίταξε γύρω του και δεν είδε κανένα. Ευχαρίστησε το Θεό και τον άγιό Του Νείλο τον θαυματουργό, χάρηκε και λούσθηκε με πολλά δάκρια για τη λύτρωσή του από τον άδικο θάνατο. Ημέρα και νύχτα, περπατούσε και δεν έδωσε ανάπαυση στον εαυτό του περνώντας τη στέπα, και έφθασε σε κάποιο ποταμό. Ο δε ποταμός αυτός ήταν πολύ βαθύς και ορμητικός αλλ’ όχι παρά πολύ πλατύς. Πέρασμα δεν υπήρχε σε κανένα σημείο του μέχρι τη θάλασσα. Εκείνοι οι άθεοι βάρβαροι γνώριζαν εκείνον τον ποταμό και ότι κανείς δεν μπορούσε να ξεφύγει, και ακολούθησαν τα ίχνη του μέχρι το ποτάμι. Δεν υπήρχε τόπος εκεί να κρυφτεί, και εκείνοι όρμισαν γρήγορα και έβγαλαν τα ξίφη τους για να τον κατακόψουν. Αυτός είδε ότι ήδη έπεσε στα χέρια τους, αλλά δεν ήθελε να παραδοθεί για να τον βασανίσουν και να τον σκοτώσουν. Έκανε το σημείο του σταυρού και έπεσε στον ποταμό. Το νερό τον μετέφερε γρήγορα σαν πουλί. Αυτός δε πάνω στο νερό έπλεε με το ρεύμα του πόταμου σαν να βρίσκεται πάνω σε σανίδα. Εκείνοι οι κακοί άνθρωποι άρχισαν από τη όχθη να τοξεύουν επάνω του, αλλά με κανένα τρόπο και με κανένα μέσο δεν μπορούσαν να τον βλάψουν και έτσι σώθηκε με τη Χάρη του Θεού και τις πρεσβείες του Νείλου του Θαυματουργού. Οι άθεοι Αγαρηνοί τον αναζήτησαν μακρύτερα, κοντά στον ποταμό, και νόμισαν ότι πνίγηκε και γύρισαν στον τόπο τους. Εκείνον δε τον άνθρωπο έφερε το ρεύμα του ποταμού για πολλή ώρα, και τον μετέφερε στην άλλη όχθη. Βλέποντας δε ότι βρέθηκε κοντά στην όχθη κρατήθηκε και βγήκε στη ξηρά ευχαριστώντας το Θεό και τον άγιό Του Νείλο τον Θαυματουργό. Χωρίς φόβο ημέρα και νύκτα περπατούσε και τρεφόταν από βότανα της στέπας. Έφθασε μέχρι των πόλεων της Ρωσίας και διηγήθηκε σε όλους όσα του συνέβησαν. Ήλθε στη Μόσχα σώος και αβλαβής, αν και είχε υποφέρει πολλά παθήματα και θλίψεις και ανάγκες. Έφθασε στο σπίτι του, όμως δεν μπήκε μέσα. Πήγε γρήγορα στον αγιογράφο και του έδωσε το φύλλο με το σχέδιο του Νείλου του Θαυματουργού και παρήγγειλε την εικόνα του όπως ήταν σχεδιασμένη πάνω στο φύλλο και έπειτα μπήκε στο σπίτι του με ψυχική χαρά και αγαλλίαση. Κάλεσε ιερή σύναξη και έκανε Παρακλητικό Κανόνα και διέταξε να παρατεθεί μεγάλη τράπεζα· συγκέντρωσε πολλούς πτωχούς και όλους τους φιλοξένησε με φαγητό και ελεημοσύνη. Ήταν χαρά μεγάλη στο σπίτι του. Διηγήθηκε σε όλους όσα του συνέβησαν· πώς γλύτωσε από την αιχμαλωσία και όσοι άκουσαν αυτά έλεγαν το «Κύριε ελέησον» και πολύ θαύμασαν γι’ αυτό το θαύμα. Ο δε αγιογράφος έκανε την εικόνα του οσίου Νείλου του Θαυματουργού και τη έφερε σ’ αυτόν τον φιλόθεο. Αυτός δε με πολύ ζήλο και φόβο πήρε την εικόνα του αγίου Νείλου και τη περιέλουσε με δάκρυα χαράς επειδή ο Θεός τον αξίωσε να δει την εικόνα του αγίου του, Νείλου του Θαυματουργού. Ο άνθρωπος εκείνος χάρισε στον αγιογράφο πολλά δώρα. Μετά από αυτά τέλεσε μεγάλη πανήγυρη και εόρτασε τη εορτή του Νείλου του Θαυματουργού και έψαλε Παρακλητικό Κανόνα. Τη δε εικόνα συνόδευσε στη σκήτη του Νείλου και την έστειλε με τους δούλους, με πολλά αφιερώματα για τις ανάγκες της εκκλησίας. Τη μετέφερε και την κατέθεσε στον τάφο του οσίου Νείλου του Θαυματουργού, όπου μέχρι σήμερα βρίσκεται η εικόνα αυτή πάνω στη σωρό του και δίνει ίαση στους με πίστη προσερχόμενους. Από την αγία εικόνα αυτή γίνονται και μέχρι τώρα πολλά θαύματα. Και εμείς οι αμαρτωλοί μοναχοί του ερημητηρίου αυτού είδαμε πολλά θαύματα και δοξάζουμε την Αγία Τριάδα, Πατέρα και Υιό και Άγιο Πνεύμα, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
(Αρχιμ. Βασιλείου Grolimund, Ηγουμένου της Ι. Σκήτης Αγ. Σπυρίδωνος, Geilnau (Γερμανία). «Του εν Οσίοις Πατρός ημών Νείλου Σόρσκυ»- Άπαντα τα σωζόμενα Ασκητικά, εκδ, Ορθ. Κυψέλη.)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά