του Αρχιμ. Παντελεήμονος
Η «επί του όρους ομιλία» στα κεφάλαια 50 μέχρι 70 του κατά Ματθαίον ευαγγελίου, ή «επί τόπου πεδινού» στο 6ο κεφάλαιο του κατά Λουκάν, που ξεκινούν με τους γνωστούς «μακαρισμούς», και αποτελεί την προγραμματική διακήρυξη και εξαγγελία της φύσεως και του περιεχομένου της βασιλείας του Θεού. Η βασιλεία αυτή όπως περιγράφεται δεν έχει καμία σχέση με αυτό που ήθελαν οι Σαδδουκαίοι και οι Φαρισαίοι και παρουσιάζαν στους ανθρώπους της εποχής, αλλά όπως την αποκαλύπτει ο Υιός και Λόγος του Θεού, διότι ο μόνος που μπορεί να μιλήσει για τον Θεό είναι μόνον ο Θεός, (Εφεσ. 4, 8-14). Στην βασιλεία του Θεού οι όροι και τα μεγέθη ξεπερνούν τα όρια και την φαντασία του ανθρώπου· ο πτωχός κι ο πλούσιος, ο επιτυχημένος κι ο αποτυχημένος αντιμετωπίζονται με άλλα κριτήρια, όπως τα βλέπει ο Θεός.
Στο ξεκίνημα, λοιπόν, της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, η Εκκλησία χρησιμοποιεί το Ευαγγελικό ανάγνωσμα που ακούσαμε για να μας υπενθυμίσει ότι οι όροι της ευσεβείας και της εν γένει ζωής μας, χρειάζεται να αρμόζουν με το πνεύμα που μας δίδαξε ο Χριστός για να αναγνωρίζονται από τον Θεό. Όλες οι πράξεις του ανθρώπου, εμφανείς και αφανείς, αποτυπώνουν, εκφράζουν κι αποκαλύπτουν «τον κρυπτό της καρδίας άνθρωπο» (Α´ Πέτρ. 3,4)·έτσι, λοιπόν ο Χριστός ελέγχει τρείς από τις πιο βασικές δράσεις της ζωής μας για να υπογραμμίσει ότι εκείνο που τις καθιστά ευάρεστες και αποδεκτές από τον Θεό δεν είναι αυτό που εμείς σαν άνθρωποι τονίζουμε, αλλά το εσωτερικό στοιχείο, τα κίνητρα και οι προθέσεις. Το πρώτο έχει σχέση με την πίστη μας στον Θεό, η προσευχή· το δεύτερο με τον εαυτό μας, η νηστεία και το τρίτο με τους συνανθρώπους μας, η φιλαργυρία.
Το αίτημα για την συγχώρηση των παραπτωμάτων και των οφειλών μας από τον Θεό προϋποθέτει την δική μας συγχώρηση όλων αυτών των συνανθρώπων που μας έχουν κάνει κακό και πιστεύουμε ότι μας οφείλουν. Με μια άλλη αφορμή ο Χριστός μας έδωσε ένα παράδειγμα με την παραβολή «των μυρίων ταλάντων και των εκατό δηναρίων» (Ματθ. 18, 23-35) πως δεν μπορούμε να ζητούμε από τον Θεό να μας συγχωρήσει τις οφειλές μας που ανέρχονται στο αστρονομικό ποσό των «μυρίων ταλάντων», όταν εμείς δεν είμαστε διατεθειμένοι να χαρίσουμε το ευτελές ποσό των «εκατό δηναρίων» που μας χρωστούν οι άλλοι. Το ρήμα άλλωστε «συγχωρώ» σημαίνει ότι μπορώ να συμπορευθώ με κάποιον άλλο· πως όμως θα μπορέσει να συμβεί αυτό αν προηγουμένων δεν τον αποδεχθώ και του κάνω χώρο μέσα στην καρδία μου;
Η έκφραση της ευσεβείας και της λατρείας μας προς τον Θεό είναι μια προσωπική υπόθεση κι όχι αφορμή για την προβολή και αναγνώρισή μας από τους ανθρώπους, όπως έκαναν οι Φαρισαίοι και είδαμε την ομώνυμη Κυριακή (Λουκ. 18, 9-14). Τα όποια έργα πίστεως πράττει ο άνθρωπος έχουν σχέση με τις δικές του, εσώτερες πνευματικές ανάγκες και συνειδητοποιήσεις· αν τώρα χρησιμοποιούνται για να προκαλέσουν την προσοχή, τον θαυμασμό και την αναγνώριση από τους άλλους, τότε αποδεικνύουμε ότι όλα αυτά που κάναμε δεν ήταν για τον Θεό, αλλά για την δόξα των ανθρώπων· συνεπώς αυτό που επιζητούσαμε το εισπράξαμε, την δόξα των ανθρώπων. Με την παρατήρηση του Χριστού για την αληθή νηστεία, την ευάρεστη από τον Θεό, κατανοούμε πόσο σοβαρό πράγμα είναι η ειλικρίνεια των κινήτρων και των προθέσεων για την ζωή του Χριστιανού. Πολλές φορές στα μάτια των ανθρώπων φαίνονται αυτά που κάνουμε σαν μεγάλα κατορθώματα ασκήσεως, αγιότητος και αυτοθυσίας, αλλά στα μάτια του Θεού όλα αυτά δεν είναι παρά «πεπιεσμένα μηδενικά». Το κριτήριο είναι ένα και πολύ απλό, για ποίον τα κάνουμε, για τον Θεό ή για τους ανθρώπους; Για να είναι αποδεκτά από τον Θεό πρέπει να γίνονται με τον τρόπο του Θεού, διαφορετικά αναγνωρίζονται και επιβραβεύονται από τους ανθρώπους αφού γίνονται για τον έπαινο τους. Η νηστεία, η ελεημοσύνη και όλα τα συναφή είναι ευκαιρίες για να εκφράσουμε εμπράκτως την πίστη μας κι όχι την ματαιοδοξία μας.
Τέλος, ο Χριστός καταδικάζει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο την φιλαργυρία. Ήδη, στην παραβολή εκείνη (Λουκ. 12, 16-21) όπου ο πλούσιος έχασε τον ύπνο του επειδή δεν είχε που να συνάξει τα γεννήματα του και σκέφθηκε να κτίσει νέες, του απέδωσε ο Χριστός τον χαρακτηρισμό τους «άφρονος», δηλαδή τρελού. Η φιλαργυρία είναι μορφή ειδωλολατρίας, όπως διαπιστώνει ο απόστολος Παύλος (Κολ. 3,5) διότι κάνει τον άνθρωπο να εμπιστεύεται περισσότερο τα χρήματά του παρά τον Θεό. Από την άλλη, είναι κατεξοχήν αντικοινωνική και μισάνθρωπη η συμπεριφορά του φιλαργύρου με συνέπεια να αποξενώνεται από άλλους και να κλείνεται στον καταθλιπτικό εαυτό. Στην ανατολή υπάρχει μια παροιμία που λέει ότι, «ο απένταρος και ο φιλάργυρος το ίδιο δεν χαίρονται τα χρήματα· ο πρώτος επειδή δεν τα έχει, ο δεύτερος επειδή δεν τα χρησιμοποιεί». Και πολύ σοφά, λοιπόν, ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος συμβουλεύει, «καλύτερα να κάτσεις παρέα με γύπες, παρά με πλεονέκτη και άπληστο».
Συνεπώς, αν θέλουμε να είναι ευάρεστη η θυσία μας στον Θεό πρέπει να γίνεται με τον τρόπο του Θεού, δηλαδή τελωνικώς και όχι Φαρισαϊκώς. Αυτή την λογική λατρεία αναγνωρίζει ο Θεός κι όχι τις ανθρώπινες μεγαλαυχίες. Αυτή είναι η αληθής πνευματική ζωή· «αν θέλει κάποιος από σας να είναι πραγματικά άνθρωπος του Θεού και δεν χαλιναγωγεί την γλώσσα του, εξαπατά τον εαυτό του και είναι άχρηστα αυτά που κάνει διότι η καθαρή λατρεία, αυτή που είναι αποδεκτή από τον Θεό, είναι να επισκέπτεσθε ορφανά και χήρες στις στενοχώριές τους και να τηρείτε τον εαυτό σας άσπιλο από τα κριτήρια και τις ιδέες του κόσμου» (Ιακώβ. 1,26).
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά