Ὁ Ἅγιος Σαβίνος ὁ Αἰγύπτιος
Ἡ καταγωγή του ἦταν ἀπὸ τὴν Ἐρμούπολη τῆς Αἰγύπτου. Ὅταν ὁ αὐτοκράτωρ Διοκλητιανὸς (284-304) διέταξε ἄγριο διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ ἐκεῖ ἔπαρχος Ἀῤῥιανὸς ἀπὸ τοὺς πρώτους ζήτησε τὸ Σαβίνο, γνωστότατο γιὰ τὶς ἐνέργειές του ὑπὲρ τῆς πίστης. Οἱ ὑπόλοιποι, ὅμως, χριστιανοί, τῶν ὁποίων αὐτὸς ἦταν στήριγμα καὶ παρηγοριά, τὸν πίεσαν νὰ διαφυλάξει τὴν ζωή του, γιὰ τὸ καλό της Ἐκκλησίας.
Ὁ Σαβίνος πείστηκε καὶ φυλάχθηκε μὲ λίγους ἄλλους χριστιανοὺς σ᾿ ἕνα σπίτι ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη. Ἀλλὰ τὰ ὄργανα τῆς ἐξουσίας τὸν ἀνακάλυψαν καὶ τὸν ἔφεραν μπροστὰ στὸν ἔπαρχο. Αὐτὸς μεταχειρίσθηκε κάθε εἴδους κολακείας καὶ ὑποσχέσεως, γιὰ νὰ τὸν κάνει νὰ ἀρνηθεῖ τὴν χριστιανικὴ πίστη. Ἀλλὰ ἀπέτυχε. Ἐπίσης, ναυάγησαν καὶ οἱ ἀπειλές του.
Ὁ Σαβίνος σὲ κάθε ἐρώτηση ἀπαντοῦσε μὲ τὴν θαῤῥαλέα καὶ ἀποφασιστικὴ ἐκείνη ἀπάντηση τῶν μαρτύρων: «Χριστιανὸς εἰμί». Δηλαδή, «ΝΑΙ ΕΙΜΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ». Τὸ μαρτύριό του ὑπέμεινε μὲ μεγάλη γενναιότητα. Ἔσχισαν τὶς σάρκες του καὶ ἔκαψαν τὶς πληγές του μὲ ἀναμμένες λαμπάδες. Τελικὰ τὸν ἔριξαν στὰ νερὰ τοῦ Νείλου, ὅπου τὸ σῶμα του βρῆκε τὸ θάνατο, ἐνῷ ἡ ψυχή του πετοῦσε στὴν αἰώνια ζωή.
(Ἡ μνήμη του περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται - ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστές- τὴν 28η καὶ τὴν 31η Μαρτίου).
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Κηρύξας εὐσεβῶς, ἀσεβῶν ἐναντίων, τῶν πάντων Ποιητήν, σαρκωθέντα ἀτρέπτως, Σαβῖνε παμμακάριστε, ἱερῶς ἠνδραγάθησας· ὅθεν ἔφθασας, πρός ἀφθαρσίας χειμάῤῥουν, τέλος ἅγιον, ἐν ποταμῷ δεδεγμένος· διὸ εὐφημοῦμέν σε.
Κοντάκιον
Ἦχος β´. Τά ἄνω ζητῶν.
Πρός ὕδωρ ζωῆς, καὶ πέλαγος χρηστότητος, ἰθύνθης σαφῶς, ἱστίῳ τῷ τοῦ Πνεύματος, ποταμίοις ὕδασι, προσριφείς Σαβῖνε πανεύφημε· διὸ λύσιν ἁμαρτιῶν, ὀμβρίζεις ἀπαύστως, προσευχαῖς σου ἡμῖν.
Κάθισμα
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἀθλοφόρε μέγιστε, τῆς ἀληθείας ὁπλῖτα, Χριστομάρτυς ἔνδοξε, Κήρυξ τῆς θείας Τριάδος, αἴτησαι, τοῖς σὲ τιμῶσιν ἐξ ὕψους χάριν, δώρησαι, ταῖς σαῖς πρεσβείαις πᾶσιν εἰρήνην, τοῖς ἀπαύστως ἀνυμνοῦσι, τὴν θείαν μνήμην, τῆς σῆς ἀθλήσεως.
Μεγαλυνάριον.
Πίστιν τὴν ἀμώμητον ὡς πηγήν, Μάρτυς κεκτημένος, ἀπεξήρανας θολερά, ῥεύματα τῆς πλάνης, καὶ ἀπλανῶς ἰθύνθης, πρὸς πέλαγος Σαβῖνε, ἀϊδιότητος.
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ ἐν Ρουφιαναῖς
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ Ἅγιος Ῥωμανὸς ὁ ἐν τῷ Παρίῳ
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.
Ὁ Ἅγιος Πάπας
Δόξασε τὴν χώρα τῆς Λυκαονίας. Ἦταν θερμὸς κήρυκας τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο τῆς εἰδωλολατρίας καὶ καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Στὴν ἀρχὴ τὸν χτύπησαν μὲ λεπτὲς εὐλύγιστες βέργες. Κατόπιν ἔσχισαν τὰ πλευρά του μὲ σιδερένια νύχια. Στὴν κατάσταση ποὺ ἦταν τοῦ φόρεσαν σιδερένια παπούτσια καὶ τὸν βίαζαν νὰ βαδίζει. Τέλος, μισοπεθαμένο τὸν κρέμασαν σ᾿ ἕνα δένδρο, ὅπου παρέδωσε τὴν τελευταία του πνοὴ ψιθυρίζοντας μέχρι τέλους: «Χριστιανὸς εἰμί».
(Μᾶλλον εἶναι ὁ ἴδιος ἅγιος μ᾿ αὐτὸν τῆς 14ης Σεπτεμβρίου).
Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ἀπὸ τὴν Κιλικία
Βλέπε τὴν βιογραφία του 21 Ἰουνίου, ὅπου εἶναι καὶ ἡ κυρίως μνήμη του.
Οἱ Ἅγιοι δέκα Μάρτυρες οἱ ἐν Φοινίκῃ
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
Ὁ Ὅσιος Ἀνίνας ὁ Θαυματουργός
Ὀρφανὸς σὲ ἡλικία 15 χρονῶν, πῆγε κοντὰ στὸν διάσημο ἐρημίτη Μαϊουμᾶ. Ἐκεῖ ὁ Ἀνίνας, πέτυχε στὸν ἑαυτό του μεγάλη εὐσέβεια μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὶς συμβουλὲς τοῦ γέροντά του. Μετὰ ἀπὸ καιρὸ ὁ γέροντάς του ἀναχώρησε σ᾿ ἄλλο τόπο, ὁ δὲ Ἀνίνας ἔμεινε.
Τὸ δὲ κελλί του, ἦταν πέντε μίλια μακριὰ ἀπὸ τὸν ποταμὸ Εὐφράτη. Πολλοὶ διερχόμενοι ἀπὸ ἐκεῖ, γνώρισαν καὶ ἑλκύστηκαν ἀπὸ τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν προθυμία του, καὶ θαύμασαν τὴν ἀσκητικὴ ἀρετή του καὶ τὰ πνευματικά του χαρίσματα.
Ὁ Ὅσιος προικίστηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ μὲ θαυματουργικὴ δύναμη. Καὶ ἀποδείχτηκε σ᾿ ὅλα ἄξιος της μὲ τὴν μεγάλη του ταπεινοφροσύνη. Ἐπίσης, ἵδρυσε καὶ μία μικρὴ ἀδελφότητα, ποὺ τὴν κατάρτιζε μὲ τὰ διδάγματα τῆς ζωντανῆς εὐσέβειας.
Πέθανε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 110 χρονῶν.
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος πάπας Ῥώμης
Ἀπὸ τὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου καὶ τὰ Μηναῖα, καλεῖται Ἀλεξανδρίων. Ἀλλὰ μὲ τέτοιο ὄνομα πάπας Ῥώμης δὲν ὑπῆρξε ποτέ. Πρόκειται λοιπὸν γιὰ τὸν πάπα Ἀλέξανδρο τὸν Α´ (105-115).
Ὁ Ὅσιος Χριστόδουλος ὁ Θαυματουργός, ὁ ἐν Πάτμῳ
Αὐτὸς ἔκτισε τὴν Μονὴ στὴν Πάτμο τοῦ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη. Γεννήθηκε τὸ 1020 στὴ Νίκαια τῆς Βιθυνίας καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβέστατους, καὶ ὀρθοδόξους, τὸν Θεόδωρο καὶ τὴν Ἄννα. Τὸ βαπτιστικό του ὄνομα ἦταν Ἰωάννης.
Ἡ σχολική του ἐπίδοση ὑπῆρξε ἀξιοσημείωτη, καὶ ἀπὸ νεαρὸς ἀκόμα ἀνατράφηκε στὴ μοναχικὴ ζωή. Εἶχε πλοῦτο λαμπρῶν πλεονεκτημάτων καὶ ἀρετῶν. Διότι δὲν ἦταν μόνο εὐσεβὴς ψυχή, ἀγαθὴ καρδιά, χρηστὸς χαρακτῆρας, ἀλλὰ καὶ δυναμικός, εὐφυής, δραστήριος καὶ τολμηρός.
Ἀργότερα, μὲ συνδρομὴ τοῦ βασιλιᾶ Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ (1081-1118), ἔκτισε τὴν Μονὴ στὴν Πάτμο, ὅπου καὶ μόνασε. Ἀλλὰ οἱ ἐπιδρομὲς τῶν βαρβάρων καὶ συγκεκριμένα τῶν Ἀράβων, τὸν ἀνάγκασαν νὰ πάει στὴν Εὔβοια. Ἡ διαμονή του στὴν Εὔβοια διήρκεσε 7-8 χρόνια, ὅπου καὶ πέθανε τὸ 1101. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Χριστοδούλου, μετακομίστηκε ἀργότερα στὴ Μονὴ τῆς Πάτμου, ὅπου σῴζεται μέχρι σήμερα.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Tῆς Νικαίας τὸν γόνον καὶ τῆς Πάτμου τὸ καύχημα καὶ τῶν μοναζόντων τὸ κλέος θεοφόρον Χριστόδουλον τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις ἀδελφοί, τὸ σκῆνος προσπτυσσόμενοι αὐτοῦ, ἵνα λάβωμεν τὴν ἴασιν τῶν ψυχῶν καὶ τῶν σωμάτων κράζοντες. Δόξα τῷ δεδοκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος β’.
Τοῖς τῶν δακρύων σου ὄμβροις, πάτερ Χριστόδουλε, τῶν νοσημάτων ἐξαίρεις τὸν καύσωνα· διό σε πιστῶς ἱκετεύομεν, ἑπερχομένων παντοίων κακῶν ἡμᾶς λύτρωσαι, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’. Μέγαν εὔρατο ὲν τοῖς κινδύνοις.
Μέγα εὗρέ σε ἡ Πάτμος κλέος, παμμακάριστε ποιμὴν πατέρων· ὡς γὰρ διῆλθες ὁδὸν τῆς ἀσκὴσεως, τοῦ ἀκροτάτου τέλους ἐπέτυχες καὶ παρρησίας οὐδόλως διήμαρτες πάτερ, ὁσιε Χριστόδουλε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρὴσασθαι ἡμῖν τὸ μἐγα ἕλεος.
Κοντάκιον
Ἦχος πλ. δ’. Τῆ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ.
Τῷ ἐκ τοῦ κὀσμου τῆς δεινῆς ματαιὄτητος ταῖς διδαχαῖς σου ταῖς σεπταῖς ποίμνην ἐλάσαντι, ἀναγράφομεν οἱ παῖδἐς σου ὕμνον σοι, μάκαρ. Ἀλλ᾿ ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον, ὲκ παντοίων ἡμᾶς λύτρωσαι κολάσεων, ἵνα κράζωμεν· Χαίροις, πάτερ Χριστόδουλε.
Ἕτερον Κοντάκιον
Ἦχος δ’. Επεφάνης σήμερον.
Τὸ σεπτόν σου λείψανον τοῦς προσκυνοῦντας σχετικῶς ἐκ πίστεως φύλαττε, πάτερ, ἀσινεῖς, ταῖς πρὸς Θεὸν ἱκεσίαις σου, ὁσιε πάτερ θεόφρον Χριστόδουλε.
(Ποίημα του αββά Απολλώ)
Ὁ Οἶκος
Άγγελος ἀλλος ὤφθης ἐπὶ γῆς, θεοφόρε, βιώσας ἐγκρατῶς ὑπὲρ λόγον καὶ τοῖς ἐπουρανίοις χοροῖς συνηρίθμησαι τανῦν, τρισμακάριστε· διὸ ἀνυνοῦντες βοῷμέν σοι θερμῶς τοιαῦτα·
Χαίροις ἀστὴρ τῆς ἐῴας ἑκλάμψας.
Χαίροις φωστὴρ τους ὲν Πάτμῳ αὐγάσας.
Χαῖρε τῶν ἑν βάθει παθῶν ἡ ἀνάκλησις.
Χαῖρε τῶν ἐν ζόφῳ κακίας ἡ λύτρωσις
Χαῖρε ἐλκών πρὸς μετάνοιαν ταῖς τῶν λόγων διδαχαῖς.
Χαῖρε ἄγων πρὸς ἀπάθειαν ταῖς τοῦ βίου ἀγωγαῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις όδηγὸς μοναζόντων.
Χαῖρε, ὅτι τυγχάνεις ἰατρὸς ἀσθενούντων.
Χαῖρε σωτὴρ ἀνθρώπων θερμὸτατε.
Χαῖρε φωστὴρ σῶν, παίδων λαμπρότατε.
Χαῖρε, δι οῦ ό Θεὸς ὲδοξάσθη.
Χαῖρε, δι᾿ οὗ ό ἐχθρὸς κατησχύνθη.
Χαίροις, πάτερ Χριστόδὁυλε.
Οἱ Ἅγιοι Ἀντώνιος καὶ Ὅσιος Ποιμὴν ὁ διὰ Χριστὸν Σαλός ἐκ Γεωργίας
Οἱ Ἅγοι ἔζησαν κατὰ τὸν 13ο αἰώνα στὴ Γεωργία στὰ χρόνια τοῦ ἡγεμόνα Δημητρίου τοῦ Β’ (1271 – 1289).
Ἐργάστηκαν ἱεραποστολικὰ καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.
Ἐργάστηκαν ἱεραποστολικὰ καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά