Στο ζήτημα του έρωτα, έχουμε μία ακόμη διαστροφή της Χριστιανικής διδασκαλίας, η οποία δημιουργείται στο χώρο της Εκκλησίας και η οποία βασίζεται στην εντύπωση, πως οι αμαρτίες οι σχετικές με τον έρωτα και οι διάφορες ερωτικές παρεκτροπές απασχολούν κατά κύριο λόγο την γνήσια Χριστιανική παράδοση και πως αντιμετωπίζονται από το Χριστό με μία αυστηρότητα, με την οποία δεν αντιμετωπίζεται καμιά άλλη ανθρώπινη αμαρτία. Μάλιστα οι υποστηρικτές αυτής της άποψης παλιότεροι και νεότεροι, απομονώνουν φράσεις είτε των Πατέρων, είτε του Χριστού για να αποδείξουν το δίκαιο των λεγομένων τους και να συνεχίσουν την διαστροφή αυτή. Όμως, όπως είναι γνωστό, με την τακτική αυτή, μπορεί να κάνεις την Αγία Γραφή να σου πει, ότι θέλεις εσύ, διαστρεβλώνοντας παντελώς την αλήθεια και το νόημα του Χριστιανισμού.
Σ’ αυτή τη λογική πατώντας, αναπτύχτηκε το δουλεμπόριο των Αφρικανών σκλάβων προς τις φυτείες της Αμερικής τον 19ο αιώνα. Οι κατά τα άλλα «ευσεβείς Χριστιανοί» λευκοί μεγαλογαιοκτήμονες, που χρειάζονταν φθηνά και άφθονα εργατικά χέρια για τις φυτείες τους, δεν είχαν κανένα συνειδησιακό πρόβλημα για την σκληρή και απάνθρωπη συμπεριφορά τους απέναντι στους μαύρους σκλάβους, αφού όπως υποστήριζαν η στάση τους αυτή είναι σε αρμονία με την Αγία Γραφή. Παρέπεμπαν στην διήγηση της Γένεσης, στην οποία ο Νώε καταριέται τον υιό του Χαμ (πατέρα του Χαναάν), ο οποίος εκπροσωπεί την μαύρη φυλή, να είναι δούλος των αδελφών του Σημ και Ιάφεθ, οι οποίοι εκπροσωπούν αντίστοιχα την Σημιτική και την λευκή φυλή: «“Καταραμένος να είναι ο Χαναάν! Χειρότερος και από δούλος να γίνει για τ’ αδέλφια του”. Μετά είπε: “Ευλογημένος να είναι ο Κύριος, ο Θεός του Σημ! Ο Χαναάν να είναι δούλος του. Να αυξήσει ο Θεός το λαό του Ιάφεθ! Οι απόγονοί του να κατοικούν μαζί με το λαό του Σημ, και ο Χαναάν να είναι δούλος του Ιάφεθ”» Γένεση 9:25 – 27.
Ο Χριστός όπως μας παρουσιάζεται μέσα από τα Ευαγγέλια, ούτε συστηματικά ασχολήθηκε με τον έρωτα ούτε ανέπτυξε κάποια ολοκληρωμένη άποψη γι’ αυτόν. Μόνο μια επιδερμική αντιμετώπιση υπήρξε από μέρους του γι’ αυτόν, η οποία δεν ξεπερνά τις τέσσερις με πέντε περιπτώσεις. Παρόλα αυτά μπορούμε να οδηγηθούμε σε κάποια ίσως σημαντικά συμπεράσματα. Διαφαίνεται λοιπόν από τη στάση του, πως όταν κάνει λόγο για τον έρωτα και τις διάφορες ερωτικές παρεκτροπές, τις αντιμετωπίζει με ιδιαίτερη επιείκεια. Δεν τις ξεχωρίζει από τις άλλες ανθρώπινες αμαρτίες, ούτε τις δίνει κάποιο ιδιαίτερο βάρος, ούτε τις κατατάσσει στις «μεγάλες και ασυγχώρητες αμαρτίες», όπως τις αποκαλεί η μετέπειτα Χριστιανική υποκρισία. Άλλη «εφεύρεση» αυτής της Χριστιανικής υποκρισίας! Μεγάλη και ασυγχώρητη αμαρτία! Λες και η αμαρτία μπαίνει στο ζύγι!
Τι σημαίνει μικρή και μεγάλη αμαρτία; Ή κάνεις αμαρτία ή δεν κάνεις. Φυσικά υπάρχουν μικρότερα και μεγαλύτερα εγκλήματα, αλλά το κακό και η αμαρτία δεν αξιολογούνται με την ποσότητα. Όταν βλέπουμε μία γυναίκα έγκυο 3 μηνών και μία άλλη 8 μηνών, λέμε «αυτή είναι λίγο έγκυος και άλλη πολύ;». Όχι βέβαια! Και η μία και η άλλη είναι έγκυος. Γι’ αυτό ο Ιάκωβος ο αδελφόθεος γνωρίζοντας την πραγματική διάσταση της αμαρτίας γράφει: «Διότι όποιος τηρήσει ολόκληρο το νόμο, φταίξει όμως σε ένα σημείο, έχει γίνει ένοχος παραβάσεως όλου του νόμου. Διότι εκείνος που είπε, Να μη μοιχεύσεις είπε και να μη φονεύσεις. Εάν δε, δεν μοιχεύσεις, αλλά φονεύσεις έχεις γίνει παραβάτης του νόμου» Ιακώβου Καθολική Επιστολή 2:10 – 11.
Αντιμετωπίζοντας λοιπόν ο Χριστός τις διάφορες ερωτικές παρεκτροπές, όπως και για τις άλλες αμαρτίες, ενδιαφέρεται σχεδόν αποκλειστικά για την εσωτερική διάθεση και το κίνητρο, παρά για την εξωτερική συμπεριφορά. Έτσι δικαιολογείται και η «σκανδαλώδης» στάση του απέναντι στην μοιχαλίδα που έπρεπε να θανατωθεί. Μια στάση που αποτελεί κόλαφο για τους απανταχού «ευσεβείς» Χριστιανούς όλων των εποχών, γι’ αυτό και προσπάθησαν να την εξαφανίσουν. Γιατί όπως μας πληροφορούν οι νεότερες κριτικές εκδόσεις της Γραφής, σε πολλά αρχαία χειρόγραφα που περιέχουν τα Ευαγγέλια, η περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, κεφάλαιο 8, στίχοι 3 – 11, όπου περιγράφεται η σκηνή στην οποία οι Φαρισαίοι οδηγούν μπροστά στο Χριστό «γυναίκα που έχει συλληφθεί επ’ αυτοφόρω να μοιχεύει», έχει κατά καιρούς εξαλειφθεί. Αν ο Χριστός ήταν «σωστός» και «δίκαιος», έπρεπε να συναινέσει στο λιθοβολισμό της, γιατί η μοιχεία όχι μόνο της παντρεμένης αλλά και της αρραβωνιασμένης σύμφωνα με το Μωσαϊκό Νόμο (Λευιτικό 20:10 και Δευτερονόμιο 22:20 – 23) θεωρούνταν ένα από τα μεγαλύτερα αμαρτήματα της θρησκευτικής και κοινωνικής Ηθικής. Αντ’ αυτού, λέει την περίφημη φράση στους κατηγόρους της, πως «όποιος από εσάς είναι αναμάρτητος ας ρίξει πρώτος την πέτρα», θυμίζοντας έτσι τηνκαθολικότητα της ανθρώπινης αποτυχίας και αμαρτίας, η οποία όχι μόνο δεν προσμετράται με το ανθρώπινα υποκριτικά μέτρα, αλλά είναι και προσωπική αποτυχία του καθενός από εμάς να ζήσει την πραγματική φύση του, αγαπώντας τους άλλους και αγαπώμενος από τους άλλους. Γιατί μπορεί πιθανόν αυτοί που ήταν έτοιμοι να την λιθοβολήσουν να μην είχαν μοιχεύσει – αν και κάποιοι από αυτούς μπορεί να ήταν και μοιχοί – αλλά ήταν ψεύτες, κλέφτες, φονιάδες, φιλάργυροι και ούτω καθ’ εξής. Και το αποκορύφωμα της «σκανδαλώδους» στάσης του Χριστού για τους απανταχού «ευσεβείς» Χριστιανούς όλων των εποχών, ολοκληρώνεται με την βεβαίωση του (στίχος 11), πως δεν την κατακρίνει, παρόλο που σύμφωνα με την ευαγγελική διήγηση, δεν διακρίνει από την μοιχαλίδα καμιά εξωτερική εκδήλωση μετάνοιας!: «ούτε εγώ σε κατακρίνω, πήγαινε και από τώρα και στο εξής μην αμαρτάνεις πλέον».
Για την πόρνη που άλειψε με μύρο τα πόδια του είπε: «Συγχωρούνται οι πολλές αμαρτίες της γιατί αγάπησε πολύ» Λουκάς 7:47. Στην Σαμαρείτιδα που ζούσε στην αμαρτία φέρθηκε πολύ θερμά. Της ζήτησε αρχικά νερό, για να της δώσει προφανώς κάποιο αίσθημα αξίας, γιατί το να μιλάς στις γυναίκες τότε ήταν άπρεπο, αφού θεωρούνταν κατώτερες από τον άνδρα και στην συνέχεια της αποκάλυψε μερικές από τις πιο υψηλές διδασκαλίες του. Δεν αγνόησε, ούτε αποσιώπησε την προσωπική της κατάσταση, αλλά ούτε στάθηκε σ’ αυτήν ή εμποδίστηκε από την αμαρτωλή της αυτή κατάσταση για να την πλησιάσει.
Στους αρχιερείς και τους υπόλοιπους θρησκευτικούς ηγέτες της εποχής του, που υποτίθεται πως δεν ήταν ένοχοι κανενός ερωτικού αμαρτήματος, ο Χριστός επαναλάμβανε διαρκώς: «Αλήθεια σας λέγω, πως οι τελώνες και οι πόρνες πηγαίνουν πριν από εσάς στη βασιλεία του Θεού» Ματθαίος 21:31. Στην παραβολή του σπλαχνικού Πατέρα, την γνωστή ως Ασώτου, ο μεγαλύτερος γιος θυμίζοντας τους εκάστοτε Πουριτανούς που έχουν κηρύξει «ιερό πόλεμο» κατά του έρωτα, λέει με «ιερή» αγανάκτηση στον πατέρα του: «Ορίστε, τόσα χρόνια σου δουλεύω και ποτέ δεν παράκουσα εντολή σου, και ποτέ δεν μου έδωσες ένα κατσικάκι να το απολαύσω με τους φίλους μου. Όταν δε ο γιος σου αυτός που κατασπατάλησε την περιουσία σου με τις πόρνες, επέστρεψε, θυσίασες γι’ αυτόν το μοσχάρι το σιτευτό» Λουκάς 15:29 – 30.
Τι γίνεται όμως με την αναφορά του Χριστού για την μοιχεία στην επί του όρους ομιλία του; Δεν φαίνεται εκεί πως καταδικάζει την μοιχεία; Ας δούμε όμως πρώτα τι λέει ο Χριστός στο συγκεκριμένο σημείο και μετά το σχολιάζουμε: «Έχετε ακούσει ότι είπαν στους αρχαίους, μη μοιχεύσεις. Εγώ όμως σας λέγω, ότι κάθε άνθρωπος που βλέπει μια γυναίκα και την επιθυμεί, ήδη διέπραξε με αυτή μοιχεία μέσα στην καρδιά του». Ματθαίος 5:27 – 28. Εδώ ο Χριστός χρησιμοποιεί ένα παράδειγμα γιατί θέλει να δείξει, πως γι’ αυτόν, αυτό που έχει σημασία δεν είναι η εξωτερική συμπεριφορά του ανθρώπου – η οποία πολλές φορές οδηγεί σε εσφαλμένα συμπεράσματα – αλλά η εσωτερική του διάθεση. Αυτό φαίνεται και στα άλλα παραδείγματα που χρησιμοποιεί για τον ίδιο λόγο: «Έχετε ακούσει ότι είπαν στους αρχαίους, μη φονεύσεις, εκείνος που θα φονεύσει, θα πρέπει να δικαστεί. Εγώ όμως σας λέγω, ότι καθένας που οργίζεται εναντίον του αδελφού του χωρίς λόγο πρέπει να δικαστεί. Εκείνος που θα πει στον αδελφό του “ρακά” πρέπει να παραπεμφθεί στο Συνέδριο. Εκείνος πάλι που θα πει “μωρέ”, πρέπει να παραδοθεί στη πύρινη γέεννα». Ματθαίος 5:21 – 22. Ο ανθρώπινος νόμος κρίνει τον άνθρωπο με βάση τα εξωτερικά φαινόμενα και θεωρεί το φόνο την πράξη που σκοτώνει το σώμα, για τον Χριστό όμως φόνος είναι η εσωτερική διάθεση απορρίψεως του άλλου που μπορεί να σκοτώσει την ψυχή του. Αξίζει πάντως να σημειωθεί και να επισημανθεί πως στο παράδειγμα που ο Χριστός αναφέρεται στην ερωτική παρεκτροπή δεν αναφέρει κάποια τιμωρία για τον αμαρτωλό, ενώ αντίθετα λέει πως όποιος αποκαλέσει τον αδελφό του μωρό, είναι ένοχος και πρέπει να παραδοθεί στη πύρινη γέεννα.
Βλέπουμε δηλαδή από τις παραπάνω αναφορές του Χριστού στο έρωτα, πως όχι μόνο δεν διαφαίνεται κάποια εχθρική διάθεση προς αυτόν, αλλά μια φυσική αντιμετώπισή του και μια πολύ ήπια αντιμετώπιση των ερωτικών παρεκτροπών.
Και ενώ ο Χριστός αντιμετωπίζει ήπια τα ερωτικά αμαρτήματα, για άλλου είδους αμαρτήματα που δεν έχουν καμιά σχέση με τον έρωτα δείχνει μια αδυσώπητη αυστηρότητα. Όπως λόγου χάρη το αμάρτημα του πλουσίου, από την παραβολή του πτωχού Λαζάρου, για το οποίο ο πλούσιος είχε ευρεθεί σε μια κατάσταση αφόρητου βασάνου μετά θάνατον, ώστε να παρακαλέσει τον Αβραάμ, στον κόλπο του οποίου βρίσκονταν ο Λάζαρος: «Πάτερ Αβραάμ, ελέησέ με και στείλε τον Λάζαρο να βουτήξει την άκρη του δακτύλου του σε νερό και να δροσίσει την γλώσσα μου, διότι υποφέρω μέσα σ’ αυτή τη φλόγα» Λουκάς 16:24. Τι τρομερό είχε κάνει ο πλούσιος, ποιο εν τέλει ήταν το φοβερό αμάρτημά του ώστε να υποφέρει ένα τόσο φρικτό μαρτύριο; Γιατί διαβάζοντας την διήγηση του Ευαγγελίου, διαπιστώνουμε πως ο πλούσιος κάθε άλλο παρά αμαρτωλός ήταν. Ήταν ένας καθώς πρέπει άνθρωπος, ένας έντιμος επιχειρηματίας, δεν έκλεβε, δεν σκότωσε κάποιον άνθρωπο, ήταν ένας πιστός σύζυγος και ακόμα, όταν κάποιος του ζητούσε κάτι δεν του το αρνούνταν. Με λίγα λόγια δηλαδή, ένας ευσεβής σημερινός Χριστιανός που όλοι προφανώς θα θέλαμε να ήμασταν στη θέση του για να βρεθούμε στον Παράδεισο. Ο Λάζαρος ήθελε τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του και ο πλούσιος τον άφηνε να τα πάρει. Δεν έχουμε λόγο να πιστεύουμε – όπως σημειώνει και ο ιερός Χρυσόστομος – πως αν είχε ζητήσει κάτι περισσότερο ο Λάζαρος, δεν θα του το είχε δώσει. Τι έκανε λοιπόν που ήταν τόσο φοβερό ώστε να υφίσταται την πιο σκληρή τιμωρία που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο για οποιοδήποτε αμάρτημα;
Το αμάρτημά του ήταν πως ασχολούνταν αποκλειστικά με τον εαυτό του. Ούτε ενδιαφέρονταν για κανένα άλλο, ούτε παρατηρούσε κανέναν άλλον. Οι άλλοι δηλαδή γι’ αυτόν ήταν αόρατοι, μη όντες (ανύπαρκτοι). Αυτή φαίνεται να είναι για το Ευαγγέλιο η σπουδαιότερη αμαρτία, αφού γι’ αυτήν αναφέρεται η πιο βαριά τιμωρία. Αυτή όμως η αμαρτία – δυστυχώς για όλους μας– είναι μια αμαρτία που επαναλαμβάνουμε διαρκώς.
Βαριές τιμωρίες αναφέρονται στο Ευαγγέλιο στις διηγήσεις των παραβολών, όχι για όσους υπέπεσαν σε ερωτικές παρεκτροπές, αλλά για όσους ήταν εγωκεντρικοί. Στην παραβολή των ταλάντων ο Χριστός περιέγραψε μια εξίσου βαριά τιμωρία για τον άνθρωπο που δεν αξιοποίησε τις δυνατότητές του θέτοντάς τες στην υπηρεσία των άλλων: «Τον άθλιο δούλο ρίξτε έξω στο σκοτάδι, εκεί θα είναι το κλάμα και το τρίξιμο των δοντιών» Ματθαίος 25:30. Και τον άσπλαχνο δούλο, στην αντίστοιχη παραβολή, ο οποίος αρνήθηκε να χαρίσει τη μικρή οφειλή του συνδούλου του, ενώ εκείνος είχε απαλλαγεί από μια ασύγκριτη μεγάλη οφειλή, ο κύριός του τον παραδίδει στους βασανιστές Ματθαίος 18:34.
Τέλος στην παραβολή της τελικής κρίσης, που διαβάζεται στην Εκκλησία κάθε Κυριακή της Αποκριάς, ένας ύμνος στην φιλανθρωπία όπως έλεγε και ο μακαριστός καθηγητής Νικόλαος Ματσούκας, ο Χριστός περιγράφοντας την Δευτέρα Παρουσία του, λέει σ’ αυτούς που δεν έδειξαν αγάπη στο συνάνθρωπό τους: «Φύγετε από εμένα, καταραμένοι, στην αιώνια φωτιά, που έχει ετοιμαστεί για τον διάβολο και τους αγγέλους του, γιατί πείνασα και δεν μου δώσατε να φάω, δίψασα και δεν με ποτίσατε, ξένος ήμουν και δεν με πήρατε στο σπίτι, γυμνός ήμουν και δεν με ντύσατε, ασθενής ήμουνα και φυλακισμένος και δεν με επισκεφτήκατε» Ματθαίος 25:41 – 43.
Από την προχειρότερη ανάγνωση του ευαγγελίου γίνεται σαφές, πως ο Χριστός, ούτε πίστευε πως η μεγαλύτερη ανθρώπινη αμαρτία συνδέεται με τον έρωτα, ούτε θεωρούσε αμαρτωλό τον έρωτα, αλλά ότι γι’ αυτόν αμαρτία βασικά είναι, η έλλειψη αγάπης για τον Θεό και τον άνθρωπο που είναι εικόνα του Θεού, και ότι η οποιαδήποτε ανθρώπινη εκδήλωση, ή ενέργεια είναι αμαρτωλή, όταν δεν είναι έκφραση αγάπης.
Όλα τα παραπάνω τα εκφράζει ωραιότατα ο Ραούλ Φολλερώ, Γάλλος ανθρωπιστής και ιεραπόστολος του 20ου αιώνα, σε μια αποστροφή από το βιβλίο του «Αγάπη και Πράξη»:
«Είδα αυτό το όνειρο: Ένας άνθρωπος παρουσιαζόταν στο κριτήριο του Κυρίου: “Κοίταξε, Θεέ μου”, του έλεγε “τήρησα τον νόμο σου, δεν έκανα τίποτα αισχρό,κακό ή αντίθρησκο. Κύριε, τα χέρια μου είναι καθαρά”. –“Ασφαλώς, ασφαλώς”, του απαντούσε ο καλός Θεός … “αλλά είναι άδεια”!».
Φ. Φάρος: Έρωτος Φύσις
Φ. Φάρος: Η Εκκλησία ως σκάνδαλο και ως σωτηρία
Χρ. Γιανναράς: Η ελευθερία του ήθουςπηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά