Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 21, 2015

Ἡ ἐξορία τοῦ Ἀδὰμ καὶ ἡ δική μας (π. Δημητρίου Μπόκου)

 article_12878
Τὰ κά­τερ­γα τῆς Σι­βη­ρί­ας καὶ ὅ­που γῆς ἦ­ταν τὸ τε­λευ­ταῖ­ο μέ­ρος ποὺ θά ʾθε­λε νὰ βρε­θεῖ κα­νείς. Ὅ­ποι­ος κα­τα­δι­κα­ζό­ταν σ’ αὐ­τά, οὐ­σι­α­στι­κὰ ἀ­πο­χαι­ρε­τοῦ­σε τὴ ζω­ή. Ποι­ὸ αἴ­σθη­μα νὰ κυ­ρι­αρ­χοῦ­σε στὴν ψυ­χὴ τῶν κα­τα­δί­κων; Ἀ­σφα­λῶς ἀ­πο­τρο­πια­σμὸς γιὰ τὴ φρι­χτὴ ἐ­ξο­ρί­α τους καὶ βα­θὺς πό­θος γιὰ ἐ­πι­στρο­φὴ στὸν τό­πο τους.
Τί θὰ λέ­γα­με ὅ­μως, ἂν κά­ποι­ος αἰ­σθα­νό­ταν τὸ ἀν­τί­θε­το; Ἂν τοῦ ἄ­ρε­σε δη­λα­δὴ ὁ τό­πος τοῦ βα­σα­νι­σμοῦ καὶ τὸν ἀ­γα­ποῦ­σε σὰν πα­τρί­δα του; Καὶ ἀν­τὶ νὰ φύ­γει ἀ­πὸ ᾿κεῖ τὸ τα­χύ­τε­ρο, αὐ­τὸς ἐ­πε­δί­ω­κε νὰ πα­ρα­μεί­νει ὅ­σο τὸ δυ­να­τὸν πε­ρισ­σό­τε­ρο; Σί­γου­ρα θὰ λέ­γα­με, πὼς ὁ ἄν­θρω­πος αὐ­τὸς δὲν λει­τουρ­γεῖ κα­νο­νι­κά. Ὅ­τι κά­τι δὲν πά­ει κα­λὰ μ’ αὐ­τόν. Πὼς κά­τι ἀ­φύ­σι­κο, πα­ρά­λο­γο, πα­ρά­ξε­νο τοῦ συμ­βαί­νει. Καὶ δὲν θὰ εἴ­χα­με ἄ­δι­κο.
Ὅ­μως καὶ πά­λι τί θὰ λέ­γα­με, ἂν κά­ποι­ος μᾶς ἔ­λε­γε, ὅ­τι ἕ­νας τέ­τοι­ος ἄν­θρω­πος εἶ­ναι καὶ ὁ κα­θέ­νας ἀ­πό μᾶς; Μὰ εἶ­ναι δυ­να­τόν; Πῶς μπο­ρεῖ νὰ συμ­βαί­νει αὐ­τό;
Μὲ τὸ πταῖ­σμα τοῦ γε­νάρ­χη μας, τοῦ πρώ­του Ἀ­δάμ, ἔ­χου­με ἐ­ξο­ρι­σθεῖ ὅ­λοι μας στὴ γῆ. Καὶ  ὅ­μως δὲν ζοῦ­με πιὰ μὲ τὴ βα­θειὰ νο­σταλ­γί­α γιὰ ἐ­πι­στρο­φὴ στὴν ἀ­λη­θι­νή μας πα­τρί­δα, ποὺ εἶ­ναι ὁ Πα­ρά­δει­σος. Ἀ­γα­πή­σα­με τὸν τό­πο τῆς ἐ­ξο­ρί­ας μας, τὴ γῆ, σὰν νά ʾταν τὸ πα­τρι­κό μας σπί­τι. Πολ­λοὶ οὔ­τε πι­στεύ­ου­με κὰν πὼς ὑ­πάρ­χει αὐ­τὴ ἡ ἄλ­λη πα­τρί­δα μας.
Ὁ Ἀ­δάμ, ὅ­ταν βρέ­θη­κε δι­ωγ­μέ­νος ἀ­π’ τὸν Πα­ρά­δει­σο καὶ γυ­μνός, ἀ­φοῦ ἐκ­δύ­θη­κε «στο­λὴν θε­ο­ΰ­φαν­τον» καὶ στε­ρή­θη­κε «ἀ­γα­θῶν παν­τοί­ων», αἰ­σθα­νό­με­νος τὴν τρα­γι­κή του κα­τά­στα­ση, «ἐ­κά­θι­σεν ἀ­πέ­ναν­τι τοῦ Πα­ρα­δεί­σου καὶ θρη­νῶν ὠ­δύ­ρε­το», πο­θών­τας νὰ ἀ­πο­λαύ­σει ξα­νὰ τὴ μο­να­δι­κή του λαμ­πρό­τη­τα, τὸν πλοῦ­το καὶ τὴν ὀ­μορ­φιά του.
Ἐ­μεῖς ὅ­μως ἐ­νερ­γοῦ­με ἀν­τί­στρο­φα. Πο­θοῦ­με ὄ­χι νὰ ξα­να­γί­νου­με «Πα­ρα­δεί­σου οἰ­κή­το­ρες» (=κάτοικοι), ὄ­χι νὰ ἐ­πα­νέλ­θου­με στὸ «ἀρ­χαῖ­ον κάλ­λος», ἀλ­λὰ νὰ πα­ρα­τεί­νου­με, ὅ­σο γί­νε­ται πε­ρισ­σό­τε­ρο, τὴν πα­ρα­μο­νή μας στὴ γῆ τῶν ἀ­καν­θῶν, τῶν τρι­βό­λων καὶ τῶν βα­σά­νων.
Αὐ­τὸ συμ­βαί­νει για­τὶ στὴν ψυ­χή μας ση­μει­ώ­θη­κε μιὰ ἀλ­λοί­ω­ση. Μὲ τὴ δι­α­κο­πὴ τῆς κοι­νω­νί­ας μας μὲ τὸν Θε­ό, οἱ δυ­νά­μεις τοῦ κα­λοῦ ἀ­τό­νη­σαν μέ­σα μας. Ἀ­πέ­κτη­σαν ἀν­τί­θε­τη ρο­πή. Πρὸς τὸ κα­κό. Ἡ κα­θε­μιὰ ἔ­γι­νε τὸ ἀν­τί­θε­τό της. Δὲν ποθοῦμε πιὰ τὴ θέωση μέ­σω τῆς ἀ­γα­πη­τι­κῆς κοι­νω­νί­ας μὲ τὸν Θε­ὸ καὶ τὰ ὑ­πό­λοι­πα κτί­σμα­τα. Ὁραματιζόμαστε μιὰν αὐτοθέωση. Καὶ τὴν ἐπιδιώκουμε μ’ ἕναν δικό μας (ἐγωκεντρικὸ) τρόπο, ὄχι ὅπως μᾶς ὑπέδειξε ὁ Θεός. Νομίζουμε ὅτι, ἂν αὐτονομηθοῦμε ἀπ’ αὐτὸν καὶ κυριαρχήσουμε μὲ τὴ δύναμη πάνω στὸν κτιστὸ κόσμο, θὰ πραγματοποιήσουμε τὸ ὄνειρό μας. Θὰ γίνουμε θεοί. Ἡ ὕψιστη παντοδύναμη αὐθεντία.
Ὅ­μως πη­γὴ ζω­ῆς καὶ δύναμης εἶ­ναι μό­νο ὁ Θε­ός. Τὰ πάν­τα παίρ­νουν ζω­ὴ ἐκ τοῦ μη­δε­νὸς μό­νο ἀ­πὸ Αὐ­τόν. Ἡ σχέ­ση μὲ τὸν Θε­ὸ ση­μαί­νει με­το­χὴ στὴ ζω­ή. Ἡ ἀ­πο­κο­πὴ ἀ­πὸ αὐ­τὸν ση­μα­το­δο­τεῖ τὸν θά­να­το.
Ἔ­ξω δηλαδὴ ἀ­π’ τὸν Θε­ό, κα­νέ­νας ἄλ­λος δὲν ἔ­χει τί­πο­τε νὰ μᾶς δώ­σει. Μα­κριὰ ἀ­πὸ αὐ­τὸν ὁ ἄν­θρω­πος κα­ταν­τᾶ φτω­χός, γυ­μνός, ἀδύναμος καὶ ἐν τέ­λει νε­κρός. Καὶ εἶ­ναι τρα­γι­κό, ὁ ἄν­θρω­πος νὰ ἀ­γα­πᾶ τὴν πνευ­μα­τι­κὴ γυ­μνό­τη­τα καὶ φτώ­χεια, τὴ στιγ­μὴ ποὺ εἶ­ναι στὸ χέ­ρι του νὰ ἀ­γα­πᾶ Ἐ­κεῖ­νον, ποὺ καὶ ἔ­χει καὶ μπο­ρεῖ νὰ τοῦ με­τα­δώ­σει πλοῦ­το καὶ ζω­ὴ καὶ «πε­ρισ­σὸν» ζω­ῆς (Ἰ­ω. 10, 10).
Ἀ­να­φέ­ρε­ται στὸ Γε­ρον­τι­κό, πὼς ὁ ἀβ­βᾶς Μα­κά­ριος κά­πο­τε, περ­πα­τών­τας στοὺς δρό­μους τῆς Αἰ­γύ­πτου, ἄ­κου­σε ἕ­να παι­δὶ νὰ λέ­ει στὴ μά­να του: «Ἕ­νας πλού­σιος μὲ ἀ­γα­πά­ει, ἀλ­λὰ ἐ­γὼ τὸν μι­σῶ. Καὶ ἕ­νας φτω­χὸς μὲ μι­σεῖ, ἀλ­λὰ ἐ­γὼ τὸν ἀ­γα­πῶ». Ὁ ἀβ­βᾶς Μα­κά­ριος θαύ­μα­σε ἀ­κού­γον­τάς το. «Τί ση­μαί­νουν τὰ λό­για αὐ­τά, πά­τερ;» ρώ­τη­σαν οἱ συ­νο­δοί του ἀ­δελ­φοί. «Για­τί θαύ­μα­σες;»
Καὶ ἀ­παν­τᾶ ὁ γέ­ρον­τας: «Ἀ­λη­θι­νὰ ὁ Κύ­ριός μας καὶ πλού­σιος εἶ­ναι καὶ μᾶς ἀ­γα­πᾶ, ἀλ­λὰ ἐ­μεῖς δὲν θέ­λου­με νὰ τὸν ἀ­κο­λου­θή­σου­με. Ὁ δι­ά­βο­λος ὅ­μως, ὁ ἐ­χθρός μας, καὶ φτω­χὸς εἶ­ναι καὶ μᾶς μι­σεῖ. Ἀλ­λὰ ἐ­μεῖς ἀ­γα­ποῦ­με τὴν ἀ­κα­θαρ­σί­α του».
Και­ρός, μὲ τὴν ἀ­νά­μνη­ση τῆς ἐ­ξο­ρί­ας τοῦ Ἀ­δάμ, ποὺ προ­βάλ­λε­ται ἀ­π’ τὴν Ἐκ­κλη­σί­α μας στὰ θυ­ρα­νοί­ξια τῆς Μεγάλης Τεσ­σα­ρα­κο­στῆς, νὰ ξα­να­θυ­μη­θοῦ­με κι ἐ­μεῖς, ποῦ εἶ­ναι ὁ πλοῦ­τος καὶ ποῦ ἡ φτώ­χεια, ποι­ὰ εἶ­ναι ἡ πα­τρί­δα μας καὶ ποι­ὸς ὁ τό­πος τῆς ἐ­ξο­ρί­ας μας.
(ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, ἀρ. φ. 343, Φεβ. 2012)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Το «Ελληνικά και Ορθόδοξα» απεχθάνεται τις γκρίνιες τις ύβρεις και τα φραγγολεβέντικα (greeklish).
Παρακαλούμε, πριν δημοσιεύσετε το σχόλιό σας, έχετε υπόψη σας τα ακόλουθα:
1) Ο σχολιασμός και οι απόψεις είναι ελεύθερες πλην όμως να είναι κόσμιες .
2) Προτιμούμε τα ελληνικά αλλά μπορείτε να χρησιμοποιήσετε και ότι γλώσσα θέλετε αρκεί το γραπτό σας να είναι τεκμηριωμένο.
3) Ο κάθε σχολιαστής οφείλει να διατηρεί ένα μόνο όνομα ή ψευδώνυμο, το οποίο αποτελεί και την ταυτότητά του σε κάθε συζήτηση.
4) Κανένα σχόλιο δεν διαγράφεται εκτός από τα spam και τα υβριστικά

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...