Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Ιουνίου 24, 2015

ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΗ Ένας δραματικός διάλογος Αγίου Νικολάου Επίσκοπου Αχρίδος και Ζίτσης (1956) Διά τού Αρχιμανδρίτου Ιουστίνου Πόποβιτς (1979)

 Ο Χριστός με δάκρυα στα ματιά Του λέγει: Ιδού εγώ φεύγω, αλλά εσείς θα δείτε. Αφήσατε την οδό του Θεού και ακολουθήσατε την σατανική οδό. Ή ευλογία και ή ευτυχία αφαιρέθηκαν από σας. Στο χέρι μου βρίσκεται η ζωή σας, γιατί εγώ σταυρώθηκα για σας. Παρά ταύτα δεν θα σας τιμωρήσω εγώ, αλλά οι αμαρτίες σας και ή αποστασία σας από έμενα τον Σωτήρα σας.


ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΗ


    Ένας δραματικός διάλογος


    Αγίου Νικολάου Επίσκοπου Αχρίδος και Ζίτσης (1956)


Διά τού Αρχιμανδρίτου Ιουστίνου Πόποβιτς (1979)

                             
              O Aρχοντογιγαντας συγχρονος μας 
              
               Αγιωτατος Ιουστινος Ποποβιτς
 
Ο Χριστός ρωτά με λύπη:
 
Πώς μπορείτε εσείς οι άνθρωποι να ζείτε μόνο με τα ιμπεριαλιστικά, υλικά συμφέροντα, δηλαδή με την ζωώδη μονό επιθυμία για την σωματική τροφή; 
Εγώ ήθελα να σας κάμω Θεούς και υιούς Θεού και σεις φεύγετε και επιδιώκετε να εξισωθείτε με τα υποζύγια.


Σ' αυτό απαντά ή Ευρώπη:
 
Εσύ είσαι καθυστερημένος. 
Στην θέση του Ευαγγελίου σου βρήκαμε την βιολογία και την ζωολογία. 
Τώρα γνωρίζουμε ότι δεν είμαστε δικοί σου απόγονοι και του ουρανίου πατέρα σου, αλλά απόγονοι των ουραγκοτάγκων και των γοριλών, δηλαδή του πιθήκου. 
Εμείς τώρα τελειοποιούμαστε για να γίνουμε θεοί. 
Γιατί δεν παραδεχόμαστε άλλους θεούς εκτός από εμάς.

Σ' αυτό ο Χριστός λέγει:
 

Εσείς είσθε περισσότερο σκληροτράχηλοι από τους αρχαίους Εβραίους. 
Εγώ σας σήκωσα από το σκοτάδι της βαρβαρότητας στο ουράνιο φως και σεις πηγαίνετε πάλι πίσω στο σκοτάδι, όπως το βουβάλι στή λάσπη. 
Εγώ έχυσα το αίμα μου για χάρη σας. 
Εγώ σας έδειξα την αγάπη μου, όταν όλοι οι Άγγελοι μου απέστρεφαν τα πρόσωπα τους μη μπορώντας να υποφέρουν την δυσωδία σας, δυσωδία του Άδη. 
Όταν λοιπόν εσείς ήσασταν σκοτάδι και δυσωδία, ήμουν ό μόνος πού στάθηκα να σας καθαρίσω και να σας φωτίσω. 
Να μην είσθε λοιπόν τώρα άπιστοι, γιατί θα επιστρέψετε πάλι σ' εκείνον τον ανυπόφορο ζόφο και τη δυσωδία.
 


Σ' αυτό ή Ευρώπη φωνάζει περιπαικτικά:
 


Φύγε από μας. Δεν σε αναγνωρίζουμε. 
Εμείς ακολουθούμε την ελληνική φιλοσοφία και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και την κουλτούρα, θέλουμε ελευθερία. 
Εμείς έχουμε τα πανεπιστήμια. 
Ή επιστήμη είναι το οδηγητικό μας αστέρι. 
Το σύνθημα μας ειναι: ελευθερία, αδελφοσύνη, ισότητα. 
Ο νους μας είναι ό θεός των θεών.
Εσύ είσαι Ασιάτης. 
Εμείς σε αρνούμαστε. 
Εσύ είσαι μονό ένας παλαιός μύθος των γιαγιάδων και των παππούδων μας.
Τότε ο Χριστός με δάκρυα στα ματιά Του λέγει: Ιδού εγώ φεύγω, αλλά εσείς θα δείτε. 

Αφήσατε την οδό του Θεού και ακολουθήσατε την σατανική οδό. 
Ή ευλογία και ή ευτυχία αφαιρέθηκαν από σας. 
Στο χέρι μου βρίσκεται η ζωή σας, γιατί εγώ σταυρώθηκα για σας. 
Παρά ταύτα δεν θα σας τιμωρήσω εγώ, αλλά οι αμαρτίες σας και ή αποστασία σας από έμενα τον Σωτήρα σας. 
Εγώ φανέρωσα την αγάπη του Πατέρα μου προς όλους τους ανθρώπους και ήθελα με αγάπη να σας σώσω όλους.

(Από το βιβλίο του π. Ιουστίνου Πόποβιτς

«Η ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΙ Ο ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΣ», σελ. 250-252)
το είδαμε εδώ

Παρασκευή, Ιουνίου 12, 2015

Πότε αγαπάμε πραγματικά τον συνάνθρωπο μας; – Άγιος Ιουστίνος Ποποβιτς


prairie-679014_640Τὸ χειρότερο πρᾶγμα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ὁ θάνατος: τὸ νὰ γίνω λάσπη, νὰ μεταβληθῶ σὲ σκουλήκια, σὲ πηλό! Ἀξίζει τάχα νὰ εἶναι κανεὶς ἄνθρωπος; Γιατὶ νὰ σὲ ἀγαπήσω, Θεέ μου, ἀφοῦ αὔριο θὰ μεταβληθῶ σὲ σκουλήκια καὶ πηλό;

Νά, ὅμως, ποὺ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς σὲ σώζει ἀπὸ τὸν θάνατο διὰ τῆς Ἀναστάσεώς Του, ἐξασφαλίζει τὴν αἰώνιο ζωὴ γιὰ τὴν ψυχή σου καὶ τὸ σῶμα, ὅταν ἐκεῖνο θὰ ἀναστηθεῖ λαμπερό καὶ θά ἑνωθεῖ μὲ τὴν ψυχή.


Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος Ἰησους ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἀποκαλεῖται ὁ Μόνος Φιλάνθρωπος, ὁ μόνος ἀπὸ κατασκευῆς κόσμου μέχρι τῆς Φοβερᾶς Κρίσεως. . Μονάχα ἐκεῖνος ποὺ νίκησε τὸν θάνατο εἶναι ὁ Μόνος Φιλάνθρωπος καὶ ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι ἁπλὲς φλυαρίες.
Καὶ οἱ κουλτοῦρες, οἱ πολιτισμοί, οἱ ἐπιστῆμες καὶ οἱ τέχνες; – Τὶ ἀστεῖα πράγματα! Μὰ τὶ νὰ τὴν κάνω τὴν τεχνολογία καὶ τὴν ἐπιστήμη, ὅταν μὲ μεταβάλλουν σὲ σκουλήκια καὶ λάσπη;
Ἐκεῖνος εἶναι ὁ μόνος φιλάνθρωπος, αὐτὸς ποὺ μὲ ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὸν θάνατο καὶ τὸν διάβολο. Γιατὶ ὁ διάβολος εἶναι ὁ ἐφευρέτης τῆς ἁμαρτίας καὶ μαζὶ μ᾽ αὐτὴν καὶ τοῦ κακοῦ.
Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο: ἡ λύτρωση ἀπὸ τὸν θάνατο. Λέει ἡ δεύτερη μεγάλη ἐντολή: «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ματθ. κβ´ 39).
Πότε ἀγαποῦμε λοιπόν πραγματικὰ τὸν ἄνθρωπο; Ὅταν τὸν λυτρώνουμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία του, ἀπὸ τὴν κόλαση… αὐτὴ εἶναι ἡ γνήσια ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο.
Ἀπατᾶ ἑαυτόν ὅποιος νομίζει πὼς ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο, ἐνῶ ἐγκρίνει τὶς ἁμαρτίες του καὶ ἀναπαύει τὰ πάθη του. Τότε ἀγαπᾶ τὸν θάνατό του καὶ ὄχι τὸν ἴδιο.
Μονάχα ὅταν ἀγαπᾶ κανεὶς τὸν ἄνθρωπο διὰ τοῦ Χριστοῦ -μέ ὅλη τὴν ψυχή καὶ τὴν δύναμή του- τότε τὸν ἀγαπᾶ ἀληθινά.
Θὰ ρωτήσει κάποιος: καὶ ἡ ἀγάπη τῶν γονέων πρὸς τὰ τέκνα; Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ συζύγου πρὸς τὴν σύζυγο; Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν πατρίδα; Δὲν εἶναι καὶ αὐτά ἀγάπη; Τὰ ἀνομάζουμε βέβαια ὅλα αὐτά ἀγάπη ἀλλὰ εἶναι ἆραγε ἔτσι;
Ὅλα αὐτά δὲν ἔχουν ἴχνος ἀγάπης, ἐάν δὲν εἶναι ὁ Χριστὸς ἡ δύναμη ἐκείνη μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία ἀγαπᾶμε. Ἄν ὁ πατέρας δὲν ἀγαπᾶ τὰ τέκνα του μὲ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄν δὲν τὰ παιδαγωγεῖ στὸ ἀγαθό, ἂν δὲν τὰ ὁδηγεῖ στὸν ἴσιο δρόμο, ἂν δὲν τὰ διδάσκει νὰ σωθοῦν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, παρὰ μονάχα τὰ χαϊδεύει καὶ τὰ κολακεύει, τότε τὰ μισεῖ καὶ τὰ φονεύει.
Ἂν πάλι, ὁ σύζυγος ἀγαπᾶ τὴν σύζυγο μονάχα σαρκικά, γίνεται ὁ φονιάς της. Ἔτσι συμβαίνει μὲ κάθε γήινη, σαρκικὴ ἀγάπη.
πηγή
Το είδαμε εδώ

Δευτέρα, Ιουνίου 08, 2015

Ὀρθοδοξία καὶ Ἔθνος

Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς


(Κατὰ τὸ Μητροπολίτη Κιέβου Ἀντώνιο Χραποβίτσκυ)

Οἱ ἀληθινοὶ Ὀρθόδοξοι δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ εἶναι σωβινιστές. Θυμοῦμαι κάποτε τὸ 1926 σὲ μία συζήτηση ποὺ εἶχα μὲ τὸ Μητροπολίτη Ἀντώνιο ὅτι μοῦ διηγήθηκε τὸ ἑξῆς: «Στὸ Ἅγιον Ὅρος ὑπάρχει τὸ τυπικὸ ὅτι ἕνας μοναχὸς ποὺ δὲν συγχωρεῖ τὰ «ὀφειλήματα» κανονίζεται νὰ παραλείπει τὰ λόγια «καὶ ἄφες ἡμῖν τὰ ὀφειλήματα ἠμῶν ὡς καὶ ἡμεῖς ἀφίεμεν τοῖς ὀφειλέταις ἡμῶν» ἀπὸ τὴν ἀπαγγελία τῆς Κυριακῆς Προσευχῆς, μέχρι τὸν καιρὸ ποὺ θὰ ἔχει συγχωρέσει τὸ ἀδίκημα ποὺ τοῦ ἔγινε. Κι ἐγὼ ἔχω εἰσηγηθεῖ» πρόσθεσε ὁ ἅγιος ἐπίσκοπος «ὅτι οἱ σωβινιστὲς ἐθνικιστὲς δὲν πρέπει νὰ ἀπαγγέλλουν τὸ ἔννατο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως» (σημ. Μ.: δηλαδὴ τὸ ἄρθρο ποὺ ἀναφέρεται στὴν Ἐκκλησία).

Ὁ εὐαγγελικὸς πατριωτισμὸς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ πρέπει νὰ θεωρεῖται ἡ μεγαλύτερη ἀξία κάθε ἔθνους καὶ ἡ μοναδικὴ πραγματικὴ αἰτία τῆς ὕπαρξής του. Γιατί «τί μπορεῖ νὰ πάρει τὴ θέση τοῦ Χριστοῦ γιὰ ἕνα ἔθνος;» ρωτᾶ ὁ μακάριος Μητροπολίτης. Μπορεῖ ἡ ἀσήμαντη ὕπαρξη μιᾶς κυβέρνησης, ποὺ στερεῖται ὁποιουδήποτε λογικοῦ νοήματος ἂν βασίζεται μόνο στὴν ἐθνικὴ φιλαυτία καὶ ποὺ ἀποξενώνεται ἀπὸ τὴ θρησκευτικὴ ἰδέα, νὰ πάρει πραγματικὰ ἐκείνη τὴ θέση; Ἕνα τέτοιο ἔθνος δὲν εἶναι στὴν πραγματικότητα ἕνα ἔθνος ἀλλὰ ἕνα πτῶμα σὲ ἀποσύνθεση ποὺ θεωρεῖ τὴ φθορά του σὰν ζωή. Στὴν πραγματικότητα δὲν ἔχει καθόλου ζωὴ ἀλλὰ μέσα του καὶ πάνω του ζοῦν μόνο τυφλοπόντικες καὶ σκουλήκια καὶ ἀποκρουστικὰ ἔντομα καὶ ποὺ ἐπιχαίρουν γιατί τὸ σῶμα ἔχει πεθάνει καὶ ἀποσυντίθεται, μιὰ καὶ σ’ ἕνα ζωντανὸ σῶμα δὲν θάβρισκαν κάτι γιὰ νὰ ἐπιζήσουν καὶ δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ ἱκανοποιήσουν τὴ λαιμαργία τους.

Ἐκεῖνο ποὺ ἔχει σημασία γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωὴ κάθε προσώπου ξεχωριστά, τὸ ἴδιο εἶναι ἐπίσης σημαντικὸ γιὰ τὴ συλλογικὴ πνευματικὴ ζωὴ ἑνὸς λαοῦ. Οἱ ἐντολὲς τοῦ Εὐαγγελίου εἶναι οἱ ἴδιες καὶ στὶς δυὸ περιπτώσεις. Γι’ αὐτό, ὁ ἅγιος Μητροπολίτης συμβουλεύει καὶ κηρύσσει: «Μιὰ καὶ ἡ ἰδιαίτερη προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου πνίγεται στὴν ἀνάπτυξή της καὶ γίνεται ἄδεια καὶ ρηχὴ ὅταν ὁ ἄνθρωπος κάνει τὸν ἑαυτὸ του τὸ ἀντικείμενο τῆς ἐνέργειάς του ἔτσι ἐπίσης ἡ συλλογικὴ προσωπικότητα ἑνὸς ἔθνους ἐπιτυγχάνει τὴν πλήρη ἀνάπτυξη τῶν χαρισμάτων του μόνον ὅταν δὲν εἶναι ἕνας αὐτοσκοπὸς γιὰ τὸν ἑαυτὸ του ἀλλὰ μᾶλλον ἕνα μέσο γιὰ τὴν ἀνιδιοτελῆ ἐκπλήρωση τοῦ Θείου προορισμοῦ του».

Ἐὰν ἐπρόκειτο νὰ ἀποκρυσταλλώσομε αὐτὴ τὴν ἀρχὴ τοῦ Ἐπισκόπου Ἀντωνίου θὰ τὴ διαβάζαμε ὡς ἑξῆς: Τὸ Ρωσσικό, Σερβικὸ καὶ Βουλγαρικὸ ἔθνος δὲν μποροῦν νὰ εἶναι μεγάλα ἐκτὸς ἐὰν ὁ στόχος τῆς ὕπαρξής τους γίνει ἡ συλλογικὴ πραγμάτωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Εὐαγγελίου. Διαφορετικὰ ὁ «Σερβιανισμός», ὁ «Ρωσσισμὸς» καὶ ὁ «Βουλγαρισμὸς» ὑποβιβάζονται σὲ ἄσκοπο καὶ καταστρεπτικὸ σωβινισμό. Ἐὰν ὁ «Σερβιανισμὸς» ἀκμάζει ὄχι μὲ τὴ δύναμη τῶν εὐαγγελικῶν ἀγώνων κι ὄχι μὲ τὴν Ὀρθόδοξη καθολικότητα, τότε θὰ πνιγεῖ μέσα στὸν ἴδιο τὸ σωβινιστικὸ του ἐγωισμό. Αὐτὸ ποὺ εἶναι ὠφέλιμο γιὰ τοὺς Σέρβους εἶναι ὠφέλιμο ἐπίσης γιὰ ἄλλα Ὀρθόδοξα ἔθνη. Τὰ ἔθνη παρέρχονται, τὸ Εὐαγγέλιο εἶναι αἰώνιο. Μόνο ἐφ’ ὅσον ἕνα ἔθνος πληροῦται μὲ τὴν αἰώνια εὐαγγελικὴ ἀλήθεια καὶ δικαιοσύνη, ἀληθινὰ ὑπάρχει καὶ γίνεται τὸ ἴδιο καὶ παραμένει αἰώνιο. Μόνο ἕνας τέτοιος πατριωτισμὸς μπορεῖ νὰ βρεῖ δικαίωση ἀπὸ εὐαγγελικὴ σκοπιὰ

Αὐτὸς εἶναι ὁ πατριωτισμὸς τῶν ἁγίων Ἀποστόλων, τῶν ἁγίων μαρτύρων καὶ τῶν ἁγίων πατέρων. Ὅταν ὁ διώκτης τύραννος ἐρώτησε τοὺς ἁγίους μάρτυρες Ἀκίνδυνο, Πηγάσιο καὶ Ἀνεμπόδιστο ἀπὸ ποῦ κατάγονταν, αὐτοὶ ἀπάντησαν: «Μᾶς ρωτᾶς. Αὐτοκράτορα, γιὰ τὴν πατρίδα μας; Ἡ πατρίδα μας καὶ ἡ ζωὴ μας εἶναι ἡ Παναγία, ὁμοούσιος καὶ ἀδιαίρετη Τριάδα: Ὁ Πατήρ, ὁ Υἱὸς καὶ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ὁ ἕνας Θεός».

Ὁ μακάριος Μητροπολίτης Ἀντώνιος εἶναι ὁ πιὸ προικισμένος σύγχρονος ἐκπρόσωπος τοῦ Ρωσσικοῦ Ὀρθόδοξου ἐθνικισμοῦ, ἑνὸς ἐθνικισμοῦ ποὺ εἶναι καθαγιασμένος καὶ φωτισμένος ἀπὸ τὸ Χριστὸ• ἕνας ἐθνικισμὸς βάσει τοῦ ὁποίου ὁ ἰσχυρὸς πρέπει νὰ ὑπηρετεῖ τὸν ἀδύνατο, ὁ σοφὸς τὸν ἄσοφο, ὁ ταπεινὸς τὸν ὑπερήφανο, ὁ πρῶτος τὸν ἔσχατο. Θρεμμένος μὲ τὸν πατερικὸ Ὀρθόδοξο καθολικὸ πατριωτισμό, ὁ μακάριος ἐπίσκοπος μπορεῖ μόνο νὰ ἀξιολογηθεῖ ἀπὸ τὴν ἴδια ἀποστολικὴ πατερικὴ προοπτική. Μποροῦμε νὰ ἀναφέρουμε γι’ αὐτὸν αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης γιὰ τὸν ἀδελφό του, Ἅγιο Βασίλειο, μετὰ ποὺ πέθανε. «Ποῦ βρίσκεται ἡ εὐγενὴς καταγωγὴ τοῦ Βασιλείου; Ποῦ εἶναι ἡ πατρίδα του; Ἡ καταγωγὴ του εἶναι ἡ σχέση του μὲ τὴ Θεότητα καὶ ἡ πατρίδα του ἡ ἀρετή».

Ἐξαιτίας τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν του καὶ ἰδιαίτερα ἐξ αἰτίας τῆς Ὀρθόδοξης καθολικότητάς του, ὁ μεγάλος καὶ ἅγιος Ἐπίσκοπος, ὁ μακάριος Μητροπολίτης Ἀντώνιος, ἦταν ἀγαπητὸς καὶ κοντὰ σὲ μᾶς τοὺς Σέρβους ὅπως ἦταν καὶ στοὺς Ρώσσους. Ἦταν ὁ κοινός μας θησαυρός, ὁ κοινός μας ἅγιος καὶ φωτιστής, ὁ κοινός μας ὁδηγὸς καὶ ἡγέτης. 

Ἐπιτρέψτε μου νὰ σᾶς ἐξομολογηθῶ ὅτι ὁ μακάριος Μητροπολίτης Ἀντώνιος ἦταν ὁ πραγματικὸς κύριος της ψυχῆς μου, ὁ ἀληθινὸς ἐπίσκοπος καὶ ἐπιτηρητὴς τῆς καρδιᾶς μου. Στὸ πρόσωπό του εἶχα τὸν πιὸ ἀγαπητὸ πνευματικό μου πατέρα. Ἔχοντας πάντα τὸ νοῦ ἑνὸς παν-Ὀρθόδοξου πλαισίου μᾶς συγκέντρωνε ἐμᾶς τοὺς ξένους Ὀρθοδόξους κάτω ἀπὸ τὶς εὐρύχωρες φτεροῦγες τῆς μεγάλης Ρωσσικῆς ψυχῆς του «ὡς ἡ ὄρνις ἐπισυνάγει τὰ νοσσία ὑπὸ τὰς πτέρυγας αὐτῆς». Πολλὲς φορὲς ἔνοιωσα τὴ δύναμη τῆς παν-Ὀρθόδοξης ἀγάπης του• γι’ αὐτὸν ἐμεῖς οἱ Σέρβοι εἴμαστε τὸ ἴδιο ἀγαπητοὶ ὅπως οἱ Ρῶσσοι. Μιὰ συγκινητικὴ δύναμη ποὺ ἀγκαλίαζε τοὺς πάντες ἐκχεόταν ἀπὸ αὐτόν. Θὰ τὸ ὀνόμαζα Ὀρθόδοξη καθολικότητα. Ἂν θέλετε ἦταν ἕνας σύγχρονος παν-Ὀρθόδοξος πατριάρχης. Μὲ τὴν ἀσκητικὴ ζωὴ του ἔγινε κι ἔμεινε πάντοτε ἕνας κανόνας πίστεως καὶ μιὰ εἰκόνα πραότητος, ἕνας Θεὸ-πνευστος τροφοδότης ἱεραρχῶν κι ἕνας διαπρύσιος πρεσβευτὴς γιὰ τὶς ψυχές μας. Σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο ἔζησε πάντα σὲ μία προσευχόμενη κοινωνία «σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις». Χωρὶς ἀμφιβολία τώρα καὶ στὸν ἄλλο ἐκεῖνο κόσμο ζεῖ «σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις» «ἔνθα ὁ τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος καὶ ἡ ἀπέραντος ἡδονὴ τῶν καθορώντων τοῦ Χριστοῦ τὸ κάλλος τὸ ἄρρητον».

Μετάφραση: Κυπριανὸς
πηγή

Πέμπτη, Ιουνίου 04, 2015

Γιατί καί πῶς πρέπει νά διαβάζουμε τήν Ἁγ. Γραφή Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς


Η Αγία Γραφή είναι κατά κάποιο τρόπο η βιογραφία του Θεού στο κόσμο αυτό. Και μάλιστα από την Αγία Γραφή, η Καινή Διαθήκη είναι η βιογραφία του σαρκωθέντος Θεού σ’ αυτό το κόσμο. Μέσα σ’ αυτή περιγράφεται πώς ο Θεός, για να δείξει τον εαυτό Του στους ανθρώπους, έστειλε το Θεό Λόγο, ο οποίος σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος, και σαν άνθρωπος είπε στους ανθρώπους, όλα όσα ο Θεός έχει, όλα όσα ο Θεός επιθυμεί για τον κόσμο αυτό και για τους ανθρώπους που ζουν σ’ αυτόν. Αποκάλυψε ο Θεός Λόγος το σχέδιο του στο κόσμο. Ο Θεός Λόγος με τη βοήθεια του λόγου, έδειξε το Θεό στους ανθρώπους, όσο είναι δυνατό ο ανθρώπινος λόγος να περιλάβει τον απερίληπτο Θεό. Ό,τι είναι απαραίτητο στο κόσμο αυτό και στους ανθρώπους που ζουν σ’ αυτόν, ο Κύριος το έδωσε μέσα στην Αγία Γραφή. Μέσα σ’ αυτήν έσωσε τις απαντήσεις για όλα τα ερωτήματα. Δεν υπάρχουν ερωτήματα που να βασανίζουν την ανθρώπινη ψυχή και για τα οποία να μην έχει δοθεί μέσα στην Αγία Γραφή είτε άμεση είτε έμμεση απάντηση. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να επινοήσουν περισσότερα ερωτήματα απ’ όσες απαντήσεις υπάρχουν μέσα στην Αγία Γραφή. Το ότι δεν βρίσκεις στην Αγία Γραφή απάντηση σε κάποιο σου ερώτημα, σημαίνει ή ότι έθεσες ασήμαντο ερώτημα ή ότι δεν μπόρεσες να διαβάσεις την Αγία Γραφή και να πάρεις τη τελική απάντηση.

Στην Αγία Γραφή ο Θεός έδειξε:

1) Τί είναι ό κόσμος, από πού προέρχεται, για ποιό λόγο υπάρχει, προς τα πού πορεύεται, που θα καταλήξει.

2) Τί είναι ο άνθρωπος, από πού έρχεται, πού πηγαίνει, ποιά είναι η ουσία του, για ποιό λόγο υπάρχει, πώς θα τελειωθεί.

3) Τί είναι τα ζώα, τί είναι τα φυτά, για ποιό λόγο υπάρχουν; τί εξυπηρετεί η ύπαρξή τους; τί προσφέρουν;

4)Τί είναι το καλό, από πού προέρχεται, πού οδηγεί, για ποιό λόγο υπάρχει, πώς αποκτάται.

5)Τί είναι το κακό, από πού προέρχεται, πώς υπάρχει, για ποιό λόγο υπάρχει, πώς θα τελειώσει,

6)Τί είναι δίκαιοι και τί αμαρτωλοί, πώς από έναν αμαρτωλό βγαίνει δίκαιος και πώς ένας επηρμένος δίκαιος μπορεί να καταντήσει αμαρτωλός· πώς ο άνθρωπος υπηρετεί το Θεό και πώς το διάβολο· ολόκληρος ο δρόμος από το αγαθό ως το κακό, από το Θεό ως το διάβολο.

7)Όλα, από την αρχή ως το τέλος, ολόκληρος ο δρόμος του ανθρώπου από τη σάρκα ως το θεό, από τη σύλληψή του μέχρι την εκ νεκρών ανάστασή του.

8)Τί είναι η ιστορία του κόσμου, η ιστορία του ουρανού και της γης,τί είναι η ιστορία της ανθρωπότητας, ποιός ο δρόμος τους, ο σκοπός και η τελείωσή τους.

Γενικά, ο Θεός στην Αγία Γραφή είπε όλα όσα χρειαζόταν να πει στους ανθρώπους. Στην Αγία Γραφή βρίσκεται η βιογραφία του κάθε ανθρώπου, του καθενός μας ανεξαιρέτως. Σ’ αυτήν ο καθένας μας μπορεί να βρει ολόκληρο τον εαυτό του να παρουσιάζεται και να περιγράφεται λεπτομερώς: όλες οι αρετές σου και τα ελαττώματα που έχεις και δεν έχεις. Θα βρεις τους δρόμους μέσω των οποίων η ψυχή σου και η ψυχή κάθε άνθρωπου, βαδίζει από την αμαρτία στην τελειότητα και ολόκληρο το δρόμο από τον άνθρωπο ως το Θεό και από τον άνθρωπο ως το διάβολο. Στην Αγία Γραφή θα βρεις τρόπους ν’ απελευθερωθείς από την αμαρτία. Θα βρεις με μια λέξη, ό λ η την ιστορία της αμαρτίας και της αμαρτωλότητας, και όλη την ιστορία της αρετής και των δικαίων.

Είσαι θλιμμένος; στην Αγία Γραφή θα βρεις παρηγοριά. Είσαι λυπημένος; τη χαρά· είσαι θυμώδης; τη γαλήνη• είσαι εμπαθής; τη σωφροσύνη· είσαι άφρονας; τη σοφία· είσαι κακός; τη καλωσύνη· είσαι εγκληματίας; το έλεος και τη δικαιοσύνη· είσαι μισάνθρωπος; την αγάπη. Σ’ αυτήν θα βρεις φάρμακο για όλες σου τις ατέλειες και τα ελαττώματα, και τροφή για όλες σου τις αρετές και τις ασκήσεις. Είσαι αγαθός; η Αγία Γραφή θα σε μάθει να γίνεις αγαθότερος και αγαθότατος. Είσαι ευαίσθητος; αυτή θα σε μάθει την αγγελική τρυφερότητα· είσαι έξυπνος; αυτή θα σε μάθει τη σοφία· αγαπάς την ομορφιά και την ωραιότητα του τρόπου και του λόγου; Δεν υπάρχει ωραιότερος και συγκινητικότερος από το λόγο που υπάρχει στο βιβλίο του Ιώβ, και του Σολομώντος, και του Δαβίδ, και του Ιωάννου του Θεολόγου, και του Αποστόλου Παύλου… Εδώ η μουσική, η αγγελική μουσική της αιώνιας αλήθειας του Θεού, ντύθηκε με ανθρώπινες λέξεις.

Όσο περισσότερο ο άνθρωπος διαβάζει και μελετά την Αγία Γραφή, τόσο περισσότερο βρίσκει αιτίες όλο και πιό πολύ να την μελετά ασταμάτητα. Αυτή είναι, κατά τους λόγους του Αγίου Χρυσοστόμου, σαν την ευωδιαστή ρίζα, που όσο περισσότερο τρίβεται, τόσο περισσότερο ευωδιάζει. Όσο βασικό είναι το γιατί πρέπει να διαβάζει κανείς την Αγία Γραφή, το ίδιο επίσης βασικό είναι το πώς πρέπει να διαβάζει κανείς την Αγ. Γραφή.



Πώς πρέπει να διαβάζει κανείς την Αγ. Γραφή;

Οι άγιοι Πατέρες, με επικεφαλής τον Άγιο Χρυσόστομο, είναι οι καλύτεροι καθηγητές σ’ αυτό. Ο Άγιος Χρυσόστομος, μπορούμε να πούμε, έγραψε το πέμπτο Ευαγγέλιο. Οι άγιοι Πατέρες συνιστούν σοβαρή προετοιμασία για την ανάγνωση και τη μελέτη της Αγίας Γραφής. Και η προετοιμασία έγκειται σε τί; Καταρχήν στη προσευχή. Προσευχήσου στο Κύριο να φωτίσει το νου σου, ώστε να κατανοήσειτους λόγους της, και να χαριτώσει τη καρδιά σου να αισθανθείς την αλήθεια των λόγων αυτών και τη ζωή. Συνειδητοποίησε ότι αυτά είναι λόγια του Θεού, που αυτός ο ίδιος απευθύνει σε σένα. Η προσευχή, σε σχέση με τις άλλες ευαγγελικές αρετές, είναι η καταλληλότερη για να καταστήσει ικανό τον άνθρωπο να κατανοήσει την Αγία Γραφή.



Πώς πρέπει να διαβάζεται η Αγ. Γραφή;

Με προσευχή, φόβο και σεβασμό, γιατί σε κάθε λέξη υπάρχει και από μια σταγόνα αιώνιας αλήθειας, και όλες οι λέξεις αποτελούν απέραντο ωκεανό της αιώνιας αλήθειας. Η Αγία Γραφή δεν είναι βιβλίο, αλλά ζωή. Γιατί οι λέξεις της «πνεύμα και ζωή εστίν» (Ιωάν. 6,63), γι’ αυτό μπορούν να γίνουν καταληπτές εάν τις κάνουμε ψυχή της ψυχής μας και ζωή της ζωής μας. Αυτό είναι βιβλίο που διαβάζεται με ζωή, με έργο. Πρώτα αξίζει να ζήσει κανείς και μετά να καταλάβει. Εδώ ισχύει ο λόγος εκείνος του Σωτήρα: «εάν τις θέλη το θέλημα αυτού ποιείν, γνώσεται περί της διδαχής πότερον εκ του Θεού έστιν…» (Ιωάν, 7,17). Δούλεψε για να καταλάβεις. Αυτό είναι βασικός κανόνας της ορθόδοξης ερμηνευτικής. Συνήθως ο άνθρωπος στην αρχή διαβάζει γρήγορα την Αγία Γραφή, και μετά όλο και πιο αργά, μέχρις ότου στο τέλος αρχίζει να διαβάζει λέξη προς λέξη. Γιατί σε κάθε λέξη ανακαλύπτει ατέλειωτη αλήθεια και άφατο μυστήριο. Κάθε μέρα Διαθήκης, αλλά παράλληλα μ’ αυτό εξάσκησε και μια αρετή. Εξάσκησε την μέχρις ότου σου γίνει συνήθεια. Παραδείγματος χάρη εξάσκησε πρώτα τη συγχώρεση των προσβολών. Αυτό να σου γίνει καθημερινό καθήκον, και παράλληλα με αυτό εύχου προς τον Κύριο: «Κύριε αγαθέ, δώσε μου αγάπη γι’ αυτούς που με προσβάλλουν». Και όταν μετατρέψεις την αρετή αυτή σε συνήθεια, τότε θα σου είναι ευκολότερη κάθε άλλη μετά απ’ αυτήν, και έτσι θα εργαστείς με τ η σειρά μέχρι την τελευταία. Βασικό είναι να διαβάζεις την Αγία Γραφή όσο το δυνατόν περισσότερο, Ό,τι ο νους δεν αντιλαμβάνεται θα το αισθανθεί η καρδία. Κι αν ακόμα ο νους σου δεν αντιλαμβάνεται και η καρδιά σου δεν αισθάνεται, εσύ εν τούτοις διάβαζε. Γιατί με την ανάγνωση σπείρεις το λόγο του Θεού στη ψυχή σου· και ο σπόρος αυτός εκεί δεν θα καταστραφεί, αλλά βαθμιαία και απαρατήρητα θα περάσει στην φύση της ψυχής σου, και θα εκπληρωθεί σε σένα ο λόγος του Σωτήρα, για τον άνθρωπο εκείνο, ο οποίος: «βάλει τον σπόρον επί της γης, και καθεύδει και εγείρεται νύκτα και ημέραν, και ο σπόρος βλαστά και μηκύνεται ως ουκ οίδεν αυτός» (Μάρκ. 4,26 – 29). Βασικό είναι να σπείρεις και ο Θεός είναι εκείνος που κάνει ν’ αυξάνεται η σπορά. Μόνο μη βιάζεσαι για την επιτυχία, ώστε να μη μοιάσεις με τον άνθρωπο εκείνο που σήμερα σπέρνει και την επομένη θέλει να θερίσει. Διαβάζοντας την Αγία Γραφή μεταφέρεις το φύραμα στη ζύμη της ψυχής και του σώματος σου, το οποίο σταδιακά αυξάνεται, διαπερνά τη ψυχή μέχρις ότου διεισδύσει σ’ αυτή και ζυμωθεί με την Ευαγγελική αλήθεια και δικαιοσύνη. Τελικά η παραβολή για το σπορέα και το σπόρο μπορεί να εφαρμοσθεί στο καθένα μας. Σε μας δόθηκε μέσα στην Αγ. Γραφή ο σπόρος της θεϊκής αλήθειας. Διαβάζοντάς την, σπείρουμε το σπόρο αυτό στη ψυχή μας. Και αυτός πέφτει και σε πετρώδη και σε ακανθώδη μέρη της ψυχής αλλά κάτι πέφτει και στην καλή γη της καρδιάς μας και φέρει καρπό. Και όταν θα δεις το καρπό και τον δοκιμάσεις τότε από τη γλυκύτητα και τη χαρά θα βιαστείς να καθαρίσεις και τα πετρώδη και τα ακανθώδη μέρη της ψυχής σου, να οργώσεις και να σπείρεις το σπόρο του λόγου του Θεού. Ξέρετε πότε ο άνθρωπος είναι σοφός μπροστά στα μάτια του Κυρίου μας Ιησού Χριστού; Όταν ακούει τους λόγους και τους εκτελεί. Η αρχή της σοφίας είναι η υπακοή του λόγου του Θεού (Ματθ. 7, 24). Κάθε λόγος του Σωτήρα έχει την ισχύ και τη δύναμη να θεραπεύει και τις φυσικές και τις ψυχικές ασθένειες. «Ειπέ λόγω, και ιαθήσεται ο παίς μου» (Ματθ. 8, 8). Ο Σωτήρας «είπε λόγο» και θεραπεύθηκε ο δούλος του εκατόνταρχου. Όπως τότε, έτσι και τώρα, ο Κύριος αδιάκοπα επαναλαμβάνει τους λόγους του και σε σένα και σε μένα και σ’ όλους μας. Μόνο πρέπει να σταθούμε, να εμβαθύνουμε σε αυτούς και να τους δεχθούμε με την πίστη του εκατόνταρχου. Και το θαύμα θα γίνει και σε μας. Και θα θεραπευθεί η ψυχή μας όπως ακριβώς θεραπεύθηκε ο δούλος εκείνου. Γιατί στο Ευαγγέλιο είναι γραμμένο και το ακόλουθο: «προσήνεγκαν αυτώ δαιμονιζομένους πολλούς και εξέβαλε τα πνεύματα λό­γω και πάντας τους κακώς έχοντας εθεράπευσεν» (Ματθ. 8,16).

Αυτό κάνει και σήμερα, γιατί ο Κύριος «Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός, και εις τους αιώνας»(Έβρ. 13,8).



Στη μέλλουσα κρίση θα κριθούν εκείνοι που δεν υπάκουσαν στο λόγο του Θεού.

Και θα είναι ανεκτότερη η γη των Σοδόμων και της Γομμόρας απ’ ό,τι η ημέρα της κρίσεως γι’ αυτούς (Ματθ. 10, 14 – 15). Πρόσεξε! Στην τελική κρίση θα σου ζητηθεί λόγος, για το τί έκανες με τους λόγους του Θεού, για το αν τους υπάκουσες και υιοθέτησες, αν χαιρόσουν ή ντρεπόσουν γι’ αυτούς. Αν ντρεπόσουν γι’ αυτούς, και ο Θεός θα ντραπεί για σένα «όταν έλθη εν τη δόξη του Πατρός αυτού μετά των αγγέλων των αγίων» (Μάρκ. 8, 38). Λίγες είναι οι λέξεις των ανθρώπων που δεν είναι έρημες και κενές, γι’ αυτό και είναι λίγες εκείνες για τις οποίες δεν θα κριθούμε (Ματθ. 12, 36). Για ν’ αποφύγει αυτό ο άνθρωπος πρέπει να μελετήσει και να μάθει τα λόγια του Θεού από την Αγία Γραφή, να τα οικειοποιηθεί. Γιατί γι’ αυτό το λόγο ο Θεός τα ανακοίνωσε στους ανθρώπους, για να τα κάνουν κτήμα τους και μέσω αυτών να κάνουν δική τους και την ίδια την αλήθεια του Θεού. Σε κάθε λόγο του Σωτήρα υπάρχει περισσότερη αιωνιότητα και αφθαρσία, απ’ ό,τι σ’ ολόκληρο τον ουρανό και σ’ ολόκληρη τη γη με ολόκληρη την ιστορία τους. Γι’ αυτό ο Κύριος είπε: «ο ουρανός και η γη παρελεύσονται, οι δε λόγοι μου ου μη παρέλθωσιν» (Ματθ. 24,35). Αυτό σημαίνει ότι στους λόγους του Σωτήρα υπάρχει ο Θεός και κάθε τι θεϊκό, γι’ αυτό δεν θα παρέλ­θουν. Ο άνθρωπος που τους οικειοποιείται γίνεται πιο άφθαρτος από τον ουρανό και τη γη, γιατί μέσα σ’ αυτούς υπάρχει μία δύναμη που κάνει τον άνθρωπο αθάνατο και αιώνιο. Η εκμάθηση των λόγων του Θεού και η εκπλήρωσή τους κάνει τον άνθρωπο – συγγενή του Κυρίου. Αυτός ο ίδιος το δήλωσε όταν είπε «Μήτηρ μου και αδελφοί μου ού­τοι είσιν οι τον λόγον του Θεού ακούοντες και ποιούντες» (Λουκ. 8, 21). Τούτο σημαίνει: ακοής, διαβάζεις το λόγο του Θεού; είσαι κατά το ήμισυ αδελφός του Χριστού· τον εκτελείς; είσαι ολόκληρος αδελφός του Χριστού. Και αυτό είναι χαρά και προνόμιο μεγαλύτερο κι από τα αγγελικά προνόμια. Με την εκμάθηση της Αγίας Γραφής ξεχειλίζει μία μακαριότητα στη ψυχή που δεν μοιάζει με τίποτα το γήινο. Ο Σωτήρας αυτήν εννοούσε όταν είπε: «Μακάριοι οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και φυλάσσοντες αυτόν» (Λουκ. 11, 28).



Μεγάλο είναι το μυστήριο του Λόγου.

Τόσο μεγάλο ώστε αυτό το ίδιο το δεύτερο Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός, ονομάζεται στην Αγία Γραφή Λόγος. Ο Θεός είναι Λόγος (Ιωάν. 1,1). Όλοι οι λόγοι, που απορρέουν από τον αιώνιο και απόλυτο αυτό Λόγο, είναι γεμάτοι Θεό, θεϊκή αλήθεια, αιωνιότητα, δικαιοσύνη. Ακούς τους λόγους αυτούς; Ακούς το Θεό. Τούς διαβάζεις; Διαβάζεις απ” ευθείας τούς λόγους τού Θεού. Ο Θεός – Λόγος έγινε σαρξ, έγινε άνθρωπος (Ιωάν. 1, 14) και ό βουβός και βραδύγλωσσος άνθρωπος άρχισε να ορθώνει λέξεις αιώνιας αλήθειας και δικαιοσύνης του Θεού.

Στους λόγους του Θεού υπάρχει κάποιος χυμός αθανασίας ο οποίος με την ανάγνωση των λόγων Του πέφτει σταγόνα -σταγόνα στη ψυχή του ανθρώπου και την ζωογονεί από το θάνατο και τη φθορά. Αυτό αποκαλύπτει ο Σωτήρας όταν λέει: «Αμήν, αμήν λέγω υμίν, ότι ο τον λόγον μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί με έχει ζωήν αιώνιον… και μεταβέβηκεν εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιωάν. 5,24). Τούτο σημαίνει ότι με την ανάγνωση, και την εκμάθηση των λόγων του Θεού διδάσκεσαι την αθανασία και την αιωνιότητα διδάσκεσαι την αθάνατη και αιώνια ζωή. Αν πιστεύεις σ’ αυτούς τους λόγους μ’ όλη σου τη πίστη, έμαθες ήδη τί είναι αιώνια ζωή και πέρασες από το θάνατο στη ζωή. Γι’ αυτό ο Σωτήρας επιμένει αποφασιστικά: «Αμήν, αμήν λέγω υμίν, εάν τις τον εμόν λόγον τηρήση, θάνατον ου μη θεωρήση εις τον αιώνα» (Ιωάν. 8, 51).

Κάθε λόγος του Χριστού είναι γεμάτος Θεό, γι’ αυτό όταν εισέρχεται στη ψυχή τού ανθρώπου, την καθαρίζει από κάθε ρύπο. Από κάθε του λόγο βγαίνει δύναμη, η οποία καθαρίζει από την αμαρτία. Γι’ αυτό ο Σωτήρας στο Μυστικό Δείπνο είπε στους πάντα παρόντες ακροατές του, στους μαθητές του, τούς λόγους εκείνους: «ήδη υμείς καθαροί έστε διά τον λόγον, ον λελάληκα υμἰν» (Ιωάν.15,3). Ό,τι είναι γραμμένο μέσα στην Αγία Γραφή, ο Κύριος και οι Απόστολοι του ονόμασαν λόγο Θεού, λόγο Κυρίου (Ιωάν. 17, 13 – Πρ. Απ. 6, 2 -13, 46- 16,32-19, 20-Β ‘ Κορ. 2,17-Κολ. 1, 15 -Β’ Θεσ. 3, 1). Και αν δεν τον διαβάζεις και δεν τον δέχεσαι σαν τέτοιο, τότε θα μείνεις στο σκοτάδι των βουβών και βραδύγλωσσων ανθρώπινων λέξεων, των κενών και έρημων.

Κάθε λόγος του Σωτήρα είναι γεμάτος αλήθεια και όταν εισέλθει στη ψυχή την αγιάζει σ’ όλη την αιωνιότητα. Γι’ αυτό ο Σωτήρας απευθύνει τη προσευχή του, προς τον ουράνιο Πατέρα του: «Πάτερ! αγίασον αυτούς εν τη αληθεία· ο λόγος ο σος αλήθεια έστιν» (Ιωάν. 17,17). Δεν δέχεσαι το λόγο του Χριστού σαν λόγο του Θεού, σαν λόγο αληθείας; Αυτό είναι ψέμα και ο πατέρας του ψέματος που βρίσκεται μέσα σου, επαναστατεί κατ’ αυτής της αλήθειας. Σε κάθε λόγο του Σωτήρα υπάρχουν πολλές υπερφυσικές αλήθειες και ευλογίες. Και αυτό είναι που χαριτώνει τη ψυχή του ανθρώπου, όταν ο λόγος του Χριστού την επισκεφθεί. Γι’ αυτό ο Άγιος Απόστολος ολόκληρη την οικονομία της σωτηρίας ονομάζει: «λόγον της χάριτος του Θεού» (Πράξ. Απ. 20, 32), «λόγον Αληθείας» (Εφ. 1, 13), «λόγον ζωής» (Φιλιπ. 2, 16).

Σαν ζώσα χαροποιός δύναμη, ο λόγος του Θεού ενεργεί θαυματουργικά και ζωοδοτικά, όταν ο άνθρωπος τον ακούει και τον δέχεται με πίστη (Α’ Θεσ. 2, 13). Όλα έχουν σπιλωθεί από την αμαρτία, αλλά και όλα καθαρίζονται με το λόγο του Θεού και την προσευχή, τα πάντα, κάθε δημιούργημα του Θεού, από τον άνθρωπο ως το σκουλήκι (Α’ Τιμ. 4, 6). Με την αλήθεια που έχει μέσα του, με τη δύναμη που έχει, ο λόγος του Θεού είναι «τομώτερος υπέρ πάσαν μάχαιραν δίστομον και διικνούμενος άχρι μερισμού ψυχής τε και πνεύματος, αρ­μών τε και μυελών, και κριτικός ενθυμήσε­ων και εννοιών καρδίας» (Έβρ. 4,12). Δεν υπάρχει τίποτα το μυστικό μπροστά σ’ αυτόν και γι’ αυτόν. Γιατί κάθε θειος λόγος έχει μέσα του κάτι από τον αιώνιο Λόγο του Θεού, έχει τη δύναμη να γεννά και αναγεννά πνευματικά τους ανθρώπους. Και γεννώμενος απ’ αυτόν ο άνθρωπος, γεννιέται από την αλήθεια. Πάνω σ’ αυτό βασιζόμενος και ο Άγιος Απόστολος Ιάκωβος γράφει προς τους χριστιανούς, ότι ο Θεός τους «άπεκύησε λόγω αληθείας» (1,18) και ο άγιος Πέτρος τους λέει ότι είναι «άναγεγεννημένοι διά λόγου ζώντος Θεού και μέ­νοντος» στους αιώνες (Α’ Πέτρ. 1, 23). Όλοι οι λόγοι, που είπε ο Θεός στους ανθρώπους, προέρχονται από τον Αιώνιο Λόγο, που είναι λόγος ζωής και παρέχει αιώνια ζωή.

Ζώντας με το Λόγο αυτό ο άνθρωπος αναγεννιέται από το θάνατο στη ζωή. Γεμίζοντας τον εαυτό του με την αιώνια ζωή, ο άνθρωπος γίνεται νικητής του θανάτου και κοινωνός θείας φύσεως (Β’ Πέτρ. 1, 4) και η μακαριότητά του δεν θα έχει τέλος.

Σε όλα αυτά το βασικό, το βασικότερο, είναι η πίστη και το αίσθημα αγάπης προς τον Κύριο Ιησού Χριστό. Γιατί με τη θαλπωρή αυτού του αισθήματος ανοίγεται το μυστήριο κάθε λόγου του Θεού, όπως με τη θαλπωρή των ακτίνων του ήλιου ανοίγει ο κάλυκας του εύοσμου λουλουδιού. Αμήν.

(Ανέκδοτη ομιλία του Οσίου Σέρβου θεολόγου και ασκητού, Ιουστίνου Πόποβιτς, που εκφωνήθηκε στις 22-12-1929)

( Μετάφραση Σοφίας Ιωαννίδου)

πηγή

Κυριακή, Μαΐου 31, 2015

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ὡς διαρκής Πεντηκοστή Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς





Ποιὸς εἶναι ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός; Ποιὸς εἶναι σὲ Αὐτὸν ὁ Θεὸς καὶ ποιὸς ὁ ἄνθρωπος; Πῶς γνωρίζεται ὁ Θεὸς στὸν Θεάνθρωπο καὶ πῶς ὁ ἄνθρωπος; Τί ἐδώρησε σέ μᾶς τοὺς ἀνθρώπους ὁ Θεὸς ἐν τῷ Θεανθρώπῳ; Ὅλα αὐτὰ τὰ φανερώνει σέ μᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον, τὸ «Πνεῦμα τῆς ἀληθείας». Μᾶς ἀποκαλύπτει δηλαδὴ ὅλη τὴν ἀλήθεια γιὰ Αὐτόν, γιὰ τὸν Θεὸ ἐν Αὐτῷ καὶ γιὰ τὸν ἄνθρωπο καὶ γιὰ τὸ τί χάρισε σ’ ἐμᾶς μ’ ὅλα αὐτά. Αὐτὸ ἐπίσης ἀπείρως ξεπερνᾷ κάθε τί ποὺ οἱ ἀνθρώπινοι ὀφθαλμοὶ εἶδαν καὶ τοῖς ὠσίν αὐτῶν ἠκούσθη καὶ ἡ καρδία αὐτῶν κάποτε αἰσθάνθηκε.


 Μὲ τὴν ἔνσαρκη ζωή του στὴ γῆ ὁ Θεάνθρωπος ἐγκαθίδρυσε τὸ Θεανθρώπινό του Σῶμα, τὴν Ἐκκλησία, καὶ μὲ αὐτὴν προετοιμάζει τὸν γήινο κόσμο γιὰ τὴν ἔλευση καὶ τὴ ζωὴ καὶ τὴ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὡς ψυχῆς Αὐτοῦ τοῦ Σώματος.


 Τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατῆλθε ἐξ οὐρανοῦ στὸ Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καὶ γιὰ πάντα παρέμεινε σὲ Αὐτὸ σὰν Πᾶν-Ζωοποιὸς ψυχὴ Αὐτοῦ. Αὐτὸ τὸ ὁρατὸ θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας συγκροτοῦν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι μὲ τὴν πίστη των στὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστὸ ὡς Σωτῆρα τοῦ κόσμου καὶ ὡς τέλειου Θεοῦ καὶ ὡς τέλειου ἀνθρώπου. Καὶ ἡ κάθοδος καὶ ἡ σύνολη δρατηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στὸ Θεανθρώπινο σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἔρχεται ἀπὸ τὸν Θεάνθρωπο καὶ ἐξαιτίας τοῦ Θεανθρώπου.


 Κάθε τί στὴν Θεανθρώπινη Οἰκονομία τῆς σωτηρίας προῆλθε ἀπὸ τὸ Θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τέλος, ἀκόμη ὅλα συνοψίζονται καὶ ὑπάρχουν στὴν κατηγορία τῆς θεανθρωπότητας ἀκόμη καὶ ἡ δραστηριότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κάθε ἐνεργητικότητα Αὐτοῦ στὸν κόσμο εἶναι ἀχώριστη ἀπὸ τὸ θεανθρώπινο ἀνδραγάθημα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ κόσμου. Ἡ Πεντηκοστὴ μὲ ὅλες τὶς αἰώνιες δωρεὲς τῆς Τριαδικῆς Θεότητος καὶ Αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος προσδιόριζε τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων δηλαδὴ τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς πίστης, τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς παράδοσης, τῆς Ἁγίας Ἀποστολικῆς ἱεραρχίας, ἀκόμη καὶ κάθε τί Ἀποστολικοῦ ποὺ εἶναι θεανθρώπινο.


 Ἡ Ἁγία πνευματικὴ ἡμέρα ἡ ὁποία ἄρχισε μὲ τὴν Ἁγία Πεντηκοστὴ ἀδιάκοπα συνεχίζεται στὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μὲ ἀνείπωτη πληρότητα ὅλων τῶν θεϊκῶν δωρεῶν καὶ ζωοποιῶν δυνάμεων. Κάθε τί στὴν Ἐκκλησία ὑπάρχει ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ πολὺ μικρὸ καὶ ἀπὸ αὐτὸ τὸ ὑπερμέγεθες. Ὅταν ὁ ἱερεύς θυμιάζοντας στὴν Ἐκκλησία παρακαλεῖ τὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ νὰ καταπέμψει τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀλλὰ καὶ ὅταν τὸ ἀνέκφραστο θαῦμα τοῦ Θεοῦ ἡ Ἁγία Πεντηκοστὴ πρὶν ἀπὸ τὴν χειροτονία τοῦ ἐπισκόπου ἐπαναλαμβάνεται καὶ δίδει ὅλο τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος καὶ μὲ αὐτὸ πασιφανῶς μαρτυρεῖ ὅτι ὅλη ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας συγκροτεῖται ἐν τῷ Ἁγίῳ Πνεύματι.


 Δὲν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἶναι μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο στὴν Ἐκκλησία καὶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ Κύριος εἶναι ἡ κεφαλὴ καὶ τὸ σῶμα της καὶ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον εἶναι ἡ ψυχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ ἤδη τῆς θεανθρώπινης οἰκονομίας τῆς σωτηρίας τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο συνδέθηκε μὲ τὸ θεμέλιο τῆς Ἐκκλησίας δηλαδὴ μὲ τὸ θεμέλιο τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ « τοῦ Λόγου κτίσας τὴν σάρκωσιν».


 Στὴν πραγματικότητα κάθε ἅγιο μυστήριο καὶ ὅλες οἱ θεῖες ἀρετὲς εἶναι μία Ἁγιοπνευματικότης. Τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο διὰ μέσου αὐτῶν ἔρχεται σὲ ἐμᾶς καὶ ἐντὸς ἡμῶν. Αὐτὸ κατέρχεται οὐσιωδῶς ποὺ σημαίνει ἀληθινὰ καὶ οὐσιαστικὰ μὲ ὅλες τὶς θεϊκές του σημαντικὲς ἐνέργειες. Αὐτὸ – ὁ πλοῦτος τῆς θεότητος. Αὐτὸ – τὸ πλήρωμα τῆς χάριτος. Αὐτὸ – ἡ χάρις καὶ ἡ ζωὴ κάθε ὑπάρξεως. Εἶναι αἰώνιο καὶ Διαθηκικὸ Εὐαγγέλιο. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατοικεῖ σέ μᾶς καὶ ἐμεῖς σ’ Αὐτόν. Αὐτὸ καὶ μόνο μαρτυρεῖ τὴν παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος σέ μᾶς. Ἐμεῖς μὲ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο ζοῦμε ἐν Χριστῷ καὶ Αὐτὸς σέ μᾶς. Μάλιστα αὐτὸ τὸ γνωρίζουμε « ἐκ τοῦ Πνεύματος οὗ ἡμῖν ἔδωκεν»( Α΄ Ἰω.3,24).


 Μὲ μία λέξη ὅλη ἡ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας σὲ ὅλες τὶς δικὲς τις ἀναρίθμητες θεανθρώπινες πραγματικότητες ὁδηγεῖται καὶ χειραγωγεῖται ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιο τὸ ὁποῖο πάντοτε εἶναι τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ (Γαλ.4,6). Γι’ αὐτὸ ἔχει γραφτεῖ στὸ Ἅγιο Εὐαγγέλιο «εἰ δὲ τὶς Πνεῦμα Χριστοῦ οὐκ ἔχει, οὗτος οὐκ ἔστιν Αὐτοῦ» (Ρωμ. 8,9).


Ὁ χερουβικὰ μυηθείς στὸ θεανθρώπινο μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας σὰν τὸ πιὸ ἀγαπητὸ πᾶν-μυστήριο τοῦ Θεοῦ ὁ Μέγας Βασίλειος διακηρύσσει τὸ παναληθὲς καὶ χαρμόσυνο μήνυμα «Τὸ πνεῦμα τὸ Ἅγιο ἀρχιτεκτονεῖ Ἐκκλησία Θεοῦ».

Δευτέρα, Μαΐου 11, 2015

Χριστόφιλος ή Χριστομάχος;



«Ἐν τούτῳ γινώσκετε τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ· πᾶν πνεῦμα ὃ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι· καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι· καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τοῦ ἀντιχρίστου ὃ ἀκηκόατε ὅτι ἔρχεται καὶ νῦν ἐν τῷ κόσμῳ ἐστιν ἤδη». ( Ἰωάννου Α΄ 4:2)
         
 Στὴν πραγματικότητα ὅλα τὰ πνεύματα καταλήγουν σὲ δύο εἴδη: σ’ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ σ’ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι ἀπὸ τὸν διάβολο. Ἀπὸ τὸν Θεὸ εἶναι ἐκεῖνα ποὺ ἀναγνωρίζουν καὶ ὁμολογοῦν ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι ὁ ἐνσαρκωμένος Θεὸς Λόγος, Κύριος καὶ Σωτήρας· ἐνῷ ἀπὸ τὸν διάβολο εἶναι ἐκεῖνα ποὺ δὲν Τὸν ἀναγνωρίζουν. 
        
 Ἡ φιλοσοφία τοῦ διαβόλου συνοψίζεται σ’ αὐτό: δὲν ἀναγνωρίζει τὸν Θεὸ στὸν κόσμο, οὔτε τὴν παρουσία Του, οὔτε τὴν ἐνσάρκωσή Του. Ἰσχυρίζεται ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεὸς οὔτε στὸν κόσμο, οὔτε στὸν ἄνθρωπο, οὔτε στὸν Θεάνθρωπο. Κηρύττει ὅτι εἶναι ἀνοησία νὰ πιστεύεις ὅτι ὁ Θεὸς ἐνσαρκώθηκε σὲ ἄνθρωπο καὶ μπορεῖ νὰ ζήσει μέσα στὸν ἄνθρωπο· ὁ ἄνθρωπος ὅλος εἶναι δίχως Θεό, ὂν στὸ ὁποῖο δὲν ὑπάρχει Θεός, οὔτε ὁτιδήποτε τοῦ Θεοῦ, ὁτιδήποτε θεῖο, ἀθάνατο, αἰώνιο. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὅλος πρόσκαιρος, ὅλος θνητός. Ἀνήκει στὸ ζωικὸ κόσμο, καὶ σχεδὸν σὲ τίποτα δὲν διαφέρει ἀπ’ αὐτόν, γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι φυσικὸ νὰ ζεῖ σὰν τὰ ζῶα, ποὺ εἶναι πρόγονοί του καὶ οἱ φυσικοὶ συνάδελφοί του. 
         
 Τέτοια εἶναι στὴν πραγματικότητα ἡ φιλοσοφία τοῦ Ἀντίχριστου, ποὺ μὲ κάθε τρόπο θέλει νὰ ἀντικαταστήσει τὸ Χριστό, νὰ πάρει τὴν θέση Του στὸν κόσμο καὶ στὸν ἄνθρωπο. Ὁ ἅγιος Θεολόγος ξεκάθαρα λέει αὐτὴ τὴν ἀλήθεια: «ἐν τούτῳ γινώσκετε τὸ πνεῦμα τοῦ Θεοῦ· πᾶν πνεῦμα ὃ ὁμολογεῖ Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ ἐστι· καὶ πᾶν πνεῦμα ὃ μὴ ὁμολογεῖ τὸν Ἰησοῦν Χριστὸν ἐν σαρκὶ ἐληλυθότα, ἐκ τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔστι· καὶ τοῦτό ἐστι τὸ τοῦ ἀντιχρίστου ὃ ἀκηκόατε ὅτι ἔρχεται καὶ νῦν ἐν τῷ κόσμῳ ἐστιν ἤδη». Ὅταν γράφει «πᾶν πνεῦμα» μπορεῖ νὰ ἐννοεῖ ἕνα πρόσωπο, ἢ μία διδασκαλία, ἢ μία ἰδέα, ἢ μία σκέψη. Κάθε διδασκαλία, κάθε ἰδέα, κάθε σκέψη ποὺ δὲν ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ Ἰησοῦς εἶναι Θεός, Σωτήρας, καὶ ἐνσαρκωμένος Θεός, κατάγεται ἀπὸ τὸν ἀντίχριστο. Καὶ τέτοια πρόσωπα καὶ διδασκαλίες καὶ ἰδέες ὑπῆρχαν κιόλας ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στὸν κόσμο, γι’ αὐτὸ ὁ ἅγιος Μύστης λέει γιὰ τὸν Ἀντίχριστο: «καὶ νῦν ἐν τῷ κόσμῳ ἐστιν ἤδη». 
         
Κάθε ἄνθρωπος, κάθε ἰδέα στὸν κόσμο ποὺ ἀπαρνεῖται τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ εἶναι τοῦ ἀντιχρίστου. Δημιουργὸς τῆς κάθε ἀντιχριστιανικῆς ἰδεολογίας εἶναι, ἄμεσα ἢ ἔμμεσα, ὁ ἀντίχριστος. Στὴν πραγματικότητα, ὅλες οἱ ἰδεολογίες μποροῦν νὰ συνοψιστοῦν σὲ δύο εἴδη: ἐκεῖνες γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ ἐκεῖνες γιὰ τὸν ἀντίχριστο. Ὁ ἄνθρωπος βρίσκεται σ’ αὐτὸ τὸν κόσμο, γιὰ νὰ λύσει ἕνα πρόβλημα στὴν πραγματικότητα: ἐὰν εἶναι μὲ τὸν Χριστὸ ἢ κατὰ τοῦ Χριστοῦ. Καὶ κάθε ἄνθρωπος, θέλοντας ἢ μή, μόνο αὐτὸ τὸ πρόβλημα ὄντως λύνει. Εἶναι ἢ Χριστόφιλος ἢ Χριστομάχος, δὲν ὑπάρχει τρίτη ἐκδοχή.

Τοῦ Ὁσίου Ἰουστίνου Πόποβιτς 
Ἀπὸ τὸ βιβλίο:
«Ἑρμηνεία τῶν ἐπιστολῶν τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου», 




το είδαμε εδώ

Τρίτη, Απριλίου 14, 2015

Απολύτρωση και απελευθέρωση

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!


Όχι στον άνθρωπο αλλά, κατά τρόπο μοναδικό, στο Θεάνθρωπο «έχουμε την απολύτρωσιν» από την αμαρτία, το θάνατο και το διάβολο. Γιατί; Γιατί Αυτός ο «Μονογενής» έδειξε και φανέρωσε σε μας το σώμα του ανθρώπου χωρίς αμαρτία. Είναι γεγονός ότι ό διάβολος και ο θάνατος, με την αμαρτία, κρατούν, χωρίς εξαίρεση, στη δουλεία όλους τους ανθρώπους. Ενώ το σώμα του Θεανθρώπου είναι χωρίς αμαρτία και γι’ αυτό ο διάβολος και ο θάνατος δεν έχουν εξουσία εναντίον Του και το οποίο αφού αναστήθηκε και με την ανάστασή Του νίκησε τον θάνατο, άνοιξε και το δρόμο σε κάθε «σώμα» για την ανάσταση και την αιώνια ζωή. Παρών είναι ο Κύριος και στο «τεθνηκός» σώμα Του στο τάφο και στη ψυχή Του, με την οποία κατέβηκε στον άδη, ο Σωτήρας είναι σαν να λέει στο διάβολο: ιδού το «τεθνηκός» σώμα μου. Ο θάνατός του, δείχνει ότι Αυτό είναι πραγματικά ανθρώπινο. Ιδού η ψυχή μου, η οποία είναι μαζί μου στον άδη. Δείτε ότι στο σώμα μου και στη ψυχή μου, δεν υπάρχει ούτε η παραμικρή αμαρτία. Ολοκληρωτικά είναι αναμάρτητα και άγια και γι’ αυτό δεν μπορείτε να τα κρατήσετε ούτε στη «δουλεία» του θανάτου, ούτε στη «δουλεία» του άδη. Το σώμα μου το αναμάρτητο, με την «αναμαρτησία», τη θεϊκή καθαρότητα και την αγιότητά Του, απολυτρώνει την ανθρώπινη φύση από την αμαρτία, το θάνατο και το διάβολο, απελευθερώνει από τη δουλεία αυτών τους ανθρώπους και ανοίγει το δρόμο σε κάθε ανθρώπινο «ον» για την ανάσταση και την αιώνια ζωή.
«Έχομεν την απολύτρωσιν διά του αίματος αυτού». Γιατί «διά του αίματος αυτού»; Γιατί το αίμα του σώματός Του «κατέστη», έγινε θεϊκό και με την θεϊκή του «παναξία» απολύτρωσε την ανθρώπινη φύση από το θάνατο. Και γιατί ακόμη; Γιατί το αίμα του σώματός Του είναι θεϊκό και ζωοδοτικό και αιώνια έμεινε τέτοιο και στο σώμα Αυτού, την Εκκλησία. Και εμείς «έχομεν την απολύτρω¬σιν διά του αίματος αυτού» γιατί ζώντες στο σώμα Αυτού, την Εκκλησία, ζούμε με το Πανάγιο και ζωοδοτικό αίμα Αυτού. Γιατί ακόμη; Γιατί με Αυτό το Άγιο και ζωοδοτι¬κό αίμα κοινωνούμε στη θεία Ευχαριστία και Αυτό «καθίσταται», γίνεται η ζωή μας, η χωρίς λάθη ζωή μας, η αθανασία μας, η αγιότητά μας, η σωτηρία μας, η θέωσή μας. «Έχομε την άφεσιν των παραπτωμάτων, διά του αί¬ματος αυτού», γιατί το θεϊκό, το πανάχραντο και ατίμητο αίμα Του χύθηκε για τις αμαρτίες μας. Μετά από «την ροή» του αίματός του, καμιά ανθρώπινη αμαρτία δεν έμεινε χωρίς άφεση, ασυγχώρητη. Όσος είναι ο «πλούτος» της χάριτος του Χριστού, τόση είναι και η δύναμη του αίματός Του. Σε αυτό το πανάκριβο και παν-ζωοδοτικό αίμα μπορεί να βρει την «απολύτρωση» και την συγχώρηση των αμαρτιών του, καθένας που «συσσω¬ματώνεται» με τον Χριστό, καθένας που καθίσταται, που γίνεται «σύσσωμος» με το θεανθρώπινο σώμα Του, που είναι η Εκκλησία.
(Αγ. Ιουστἰνου Πόποβιτς, «Προς Εφεσίους επιστολή του Απ. Παύλου»)
ΠΗΓΗ

Κυριακή, Απριλίου 12, 2015

Ανάσταση: Η σύνοψη της ευαγγελικής αλήθειας

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ !!!

ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ !!


Εγώ είμαι η Ανάσταση και η Ζωή.
Εάν υπάρχει μια αλήθεια στην οποία θα μπορούσαν να συνοψισθούν όλες οι ευαγγελικές αλήθειες, η αλήθεια αυτή θα ήταν η ανάσταση του Χριστού. Και ακόμη, εάν υπάρχει μια πραγματικότητα στην οποία θα μπορούσαν να συνοψισθούν όλες οι καινοδιαθηκικές πραγματικότητες, η πραγματικότητα αυτή θα ήταν η ανάσταση του Χριστού. Μόνο στην ανάσταση του Χριστού εξηγούνται όλα τα θαύματά Του, όλες οι αλήθειες Του, όλα τα λόγια Του, όλα τα γεγονότα της Καινής Διαθήκης.
Μέχρι την ανάστασή Του ο Κύριος δίδασκε για την αιώνια ζωή, αλλά με την ανάστασή Του έδειξε ότι ο Ίδιος όντως είναι η αιώνια ζωή. Μέχρι την ανάστασή Του δίδασκε για την ανάσταση των νεκρών, αλλά με την ανάστασή Του έδειξε ότι ο Ίδιος είναι πράγματι η ανάσταση των νεκρών. Μέχρι την ανάστασή Του δίδασκε ότι η πίστη σ’ Αυτόν μεταφέρει εκ του θανάτου εις την ζωήν, αλλά με την ανάστασή Του έδειξε ότι ο Ίδιος νίκησε το θάνατο και έτσι εξασφάλισε στους θανατωμένους ανθρώπους τη μετάβαση εκ του θανάτου στην ανάσταση.
anastasinopsi2
Με την αμαρτία ο άνθρωπος έγινε θνητός και πεπερασμένος· με την ανάσταση του Θεανθρώπου γίνεται αθάνατος και αιώνιος. Σ’ αυτό δε ακριβώς έγκειται η δύναμη και το κράτος και η παντοδυναμία της του Χριστού αναστάσεως. Και για αυτό χωρίς την ανάσταση του Χριστού δεν θα υπήρχε καν ο Χριστιανισμός. Μεταξύ των θαυμάτων η ανάσταση του Κυρίου είναι το μεγαλύτερο θαύμα. Όλα τα άλλα θαύματα πηγάζουν από αυτό και συνοψίζονται σ’ αυτό. Απ’ αυτό πηγάζουν η πίστη και η αγάπη και η ελπίδα και η προσευχή και η θεοσέβεια. Αυτό είναι εκείνο το οποίο καμία άλλη θρησκεία δεν έχει· αυτό είναι εκείνο το οποίο ανυψώνει τον Κύριο υπεράνω όλων των ανθρώπων και των θεών. Αυτό είναι εκείνο το οποίο κατά τρόπο μοναδικό και αναμφισβήτητο δείχνει και αποδεικνύει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός και Κύριος σε όλους τους ορατούς και αόρατους κόσμους.
Το ότι ο άνθρωπος πιστεύει αληθινά στον Αναστάντα Κύριο το αποδεικνύει με το να αγωνίζεται κατά της αμαρτίας και των παθών και εάν μεν αγωνίζεται, πρέπει να γνωρίζει ότι αγωνίζεται για την αθανασία και την αιώνια ζωή. Εάν όμως δεν αγωνίζεται, τότε μάταιη η πίστη του! Διότι, εάν η πίστη του ανθρώπου δεν είναι αγώνας για την αθανασία και την αιωνιότητα, τότε τί είναι; Εάν με την πίστη στο Χριστό δεν φθάνει κανείς στην αθανασία και την επί του θανάτου νίκη, τότε προς τί η πίστη μας; Εάν ο Χριστός δεν αναστήθηκε, τούτο σημαίνει ότι η αμαρτία και ο θάνατος δεν έχουν νικηθεί. Εάν δε δεν έχουν αυτά τα δύο νικηθεί, τότε γιατί να πιστεύει κανείς στο Χριστό; Εκείνος όμως ο οποίος με την πίστη στον Αναστάντα Χριστό αγωνίζεται εναντίον κάθε αμαρτίας του, αυτός ενισχύει σιγά-σιγά μέσα του την αίσθηση ότι ο Κύριος πραγματικά αναστήθηκε, άμβλυνε το κέντρο του θανάτου, νίκησε το θάνατο σε όλα τα μέτωπα της μάχης.
Χωρίς την ανάσταση δεν υπάρχει ούτε στον ουρανό ούτε κάτω από τον ουρανό τίποτε πιο παράλογο από τον κόσμο αυτό ούτε μεγαλύτερη απελπισία από τη ζωή αυτή, δίχως αθανασία. Σ’ όλους τους κόσμους δεν υπάρχει περισσότερο δυστυχισμένη ύπαρξη από τον άνθρωπο, που δεν πιστεύει στην ανάσταση των νεκρών. Γι’ αυτό, για την ανθρώπινη ύπαρξη, ο Αναστημένος Κύριος είναι τα «πάντα έν πάσιν» σ’ όλους τους κόσμους: ό,τι το Ωραίο, το Καλό, το Αληθινό, το Προσφιλές, το Χαρμόσυνο, το Θείο, το Σοφό, το Αιώνιο. Αυτός είναι όλη η Αγάπη μας, όλη η Αλήθειά μας, όλη η Χαρά μας, όλο το Αγαθό μας, όλη η Ζωή μας, η Αιωνία Ζωή σε όλες τις αιωνιότητες και απεραντοσύνες.
Πηγή: «Αγία Ζώνη», Περιοδική Έκδοση Ιερού Ναού Αγίας Ζώνης Πατησίων, Τεύχος 23, Πάσχα 2011.

Σάββατο, Απριλίου 11, 2015

Καταδικασμένοι νά εἶναι ἀθάνατοι Ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς





Οἱ ἄνθρωποι κατεδίκασαν τόν Θεόν εἰς θάνατον. Ὁ Θεός ὅμως διά τῆς Ἀναστάσεώς Του ″καταδικάζει″ τούς ἀνθρώπους εἰς ἀθανασίαν. Διά τά κτυπήματα τούς ἀνταποδίδει τούς ἐναγκαλισμούς. Διά τάς ὕβρεις τάς εὐλογίας. Διά τόν θάνατον τήν ἀθανασίαν. Ποτέ δέν ἔδειξαν οἱ ἄνθρωποι τόσον μῖσος πρός τόν Θεόν, ὅσον ὅταν Τόν ἐσταύρωσαν. Καί ποτέ δέν ἔδειξεν ὁ Θεός τόσην ἀγάπην πρός τούς ἀνθρώπους, ὅσην ὅταν ἀνέστη. Οἱ ἄνθρωποι ἤθελαν νά καταστήσουν τόν Θεόν θνητόν, ἀλλ᾽ ὁ Θεός διά τῆς Ἀναστάσεώς Του κατέστησε τούς ἀνθρώπους ἀθανάτους. Ἀνέστη ὁ σταυρωθείς Θεός καί ἀπέκτεινε τόν θάνατον. Ὁ θάνατος οὐκ ἔστι πλέον. Ἡ ἀθανασία κατέκλυσε τόν ἄνθρωπον καί ὅλους τούς κόσμους του.

Διά τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου ἡ ἀνθρωπίνη φύσις ὡδηγήθη τελεσιδίκως εἰς τήν ὁδόν τῆς ἀθανασίας, καί ἔγινε φοβερά καί δι᾽ αὐτόν τόν θάνατον. Διότι πρό τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ὁ θάνατος ἦτο φοβερός διά τόν ἄνθρωπον, ἀπό δέ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου γίνεται ὁ ἄνθρωπος φοβερός διά τόν θάνατον. Ἐάν ζῇ διά τῆς πίστεως εἰς τόν Ἀναστάντα Θεάνθρωπον ὁ ἄνθρωπος, ζῇ ὑπεράνω τοῦ θανάτου. Καθίσταται ἀπρόσβλητος καί ἀπό τόν θάνατον. Ὁ θάνατος μετατρέπεται εἰς «ὑποπόδιον τῶν ποδῶν αὐτοῦ»: «Ποῦ σου, θάνατε, τό κέντρον; ποῦ σου, ἅδη, τό νῖκος;» (πρβλ. Α’ Κορ. 15, 55-56). Οὕτως, ὅταν ὁ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπος ἀποθνήσκῃ, ἀφήνει ἁπλῶς τό ἔνδυμα τοῦ σώματός του διά νά τό ἐνδυθῇ ἐκ νέου κατά τήν ἡμέραν τῆς Δευτέρας Παρουσίας.

Μέχρι τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ ὁ θάνατος ἦτο ἡ δευτέρα φύσις τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ πρώτη ἦτο ἡ ζωή, καί ὁ θάνατος ἡ δευτέρα. Ὁ ἄνθρωπος εἶχε συνηθίσει τόν θάνατον ὡς κάτι τό φυσικόν. Ἀλλά μέ τήν Ἀνάστασίν Του ὁ Κύριος ἤλλαξε τά πάντα: ἡ ἀθανασία ἔγινεν ἡ δευτέρα φύσις τοῦ ἀνθρώπου, ἔγινε κάτι τό φυσικόν εἰς τόν ἄνθρωπον, καί τό ἀφύσικον κατέστη ὁ θάνατος. Ὅπως μέχρι τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ἦτο φυσικόν εἰς τούς ἀνθρώπους τό νά εἶναι θνητοί, οὕτω μετά τήν ἀνάστασιν ἔγινε φυσική δι᾽ αὐτούς ἡ ἀθανασία.

Διά τῆς ἁμαρτίας ὁ ἄνθρωπος κατέστη θνητός καί πεπερασμένος. Διά τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου γίνεται ἀθάνατος καί αἰώνιος. Εἰς αὐτό δέ ἀκριβῶς ἔγκειται ἡ δύναμις καί τό κράτος καί ἡ παντοδυναμία τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως. Καί διά τοῦτο ἄνευ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ δέν θά ὑπῆρχε κἄν ὁ Χριστιανισμός. Μεταξύ τῶν θαυμάτων ἡ Ἀνάστασις τοῦ Κυρίου εἶναι τό μεγαλύτερον θαῦμα. Ὅλα τά ἄλλα θαύματα πηγάζουν ἀπό αὐτό καί συνοψίζονται εἰς αὐτό. Ἐξ αὐτοῦ ἐκπηγάζουν καί ἡ πίστις καί ἡ ἀγάπη καί ἡ ἐλπίς καί ἡ προσευχή καί ἡ θεοσέβεια. Οἱ δραπέται μαθηταί, αὐτοί οἱ ὁποῖοι ἔφυγαν μακράν ἀπό τόν Ἰησοῦν ὅταν ἀπέθνησκεν, ἐπιστρέφουν πρός Αὐτόν ὅταν ἀνέστη. Καί ὁ Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος ὅταν εἶδε τόν Χριστόν νά ἀνίσταται ἐκ τοῦ τάφου, τόν ὡμολόγησεν ὡς Υἱόν τοῦ Θεοῦ. Κατά τόν ἴδιον τρόπον καί ὅλοι οἱ πρῶτοι Χριστιανοί ἔγιναν Χριστιανοί, διότι ἀνέστη ὁ Χριστός, διότι ἐνίκησε τόν θάνατον. Αὐτό εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖον οὐδεμία ἄλλη θρησκεία ἔχει.αὐτό εἶναι ἐκεῖνο τό ὁποῖον κατά τρόπον μοναδικόν καί ἀναμφισβήτητον δεικνύει καί ἀποδεικνύει ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός καί Κύριος εἰς ὅλους τούς ὁρατούς καί ἀοράτους κόσμους.

Χάρις εἰς τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ, χάρις εἰς τήν νίκην ἐπί τοῦ θανάτου οἱ ἄνθρωποι ἐγίνοντο καί γίνονται καί θά γίνονται πάντοτε Χριστιανοί. Ὅλη ἡ ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ δέν εἶναι ἄλλο τι παρά ἱστορία ἑνός καί μοναδικοῦ θαύματος τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως, τό ὁποῖον συνεχίζεται διαρκῶς εἰς ὅλας τάς καρδίας τῶν Χριστιανῶν ἀπό ἡμέρας εἰς ἡμέραν, ἀπό ἔτους εἰς ἔτος, ἀπό αἰῶνος εἰς αἰῶνα μέχρι τῆς Δευτέρας Παρουσίας.

Ὁ ἄνθρωπος γεννᾶται ἀληθῶς ὄχι ὅταν τόν φέρῃ εἰς τόν κόσμον ἡ μητέρα του, ἀλλ᾽ ὅταν πιστεύσῃ εἰς τόν Ἀναστάντα Σωτῆρα Χριστόν, διότι τότε γεννᾶται εἰς τήν ἀθάνατον καί αἰωνίαν ζωήν, ἐνῷ ἡ μητέρα γεννᾶ τό παιδί της πρός θάνατον, διά τόν τάφον. Ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ μήτηρ πάντων ἡμῶν, πάντων τῶν Χριστιανῶν, ἡ μήτηρ τῶν ἀθανάτων. Διά τῆς πίστεως εἰς τήν Ἀνάστασιν τοῦ Κυρίου, γεννᾶται ἐκ νέου ὁ ἄνθρωπος, γεννᾶται διά τήν αἰωνιότητα.

- Τοῦτο εἶναι ἀδύνατον! Παρατηρεῖ ὁ σκεπτικιστής. Καί ὁ Ἀναστάς Θεάνθρωπος ἀπαντᾷ: «Πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι» (πρβλ. Μάρκ. 9, 23). Καί ὁ πιστεύων εἶναι ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος μέ ὅλην τήν καρδίαν, μέ ὅλην τήν ψυχήν, μέ ὅλον τό εἶναι του ζῇ κατά τό Εὐαγγέλιον τοῦ Ἀναστάντος Κυρίου Ἰησοῦ.

Ἡ πίστις μας εἶναι ἡ νίκη διά τῆς ὁποίας νικῶμεν τόν θάνατον, ἡ πίστις δηλαδή εἰς τόν Ἀναστάντα Κύριον. «Ποῦ σου, θάνατε, τό κέντρον;» «Τό δέ κέντρον τοῦ θανάτου ἡ ἁμαρτία» (Α’ Κορ. 15, 55-56). Διά τῆς ἀναστάσεώς Του ὁ Κύριος «ἤμβλυνε τοῦ θανάτου τό κέντρον». Ὁ θάνατος εἶναι ὁ ὄφις, ἡ δέ ἁμαρτία εἶναι τό κεντρί του. Διά τῆς ἁμαρτίας ὁ θάνατος ἐκχέει τό δηλητήριον εἰς τήν ψυχήν καί τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου. Ὅσον περισσοτέρας ἁμαρτίας ἔχει ὁ ἄνθρωπος, τόσον περισσότερα εἶναι τά κέντρα διά τῶν ὁποίων ἐκχέει ὁ θάνατος τό δηλητήριόν του εἰς αὐτόν.

Ὅταν ἡ σφήκα κεντρίσῃ τόν ἄνθρωπον, καταβάλλει οὗτος κάθε δυνατήν προσπάθειαν διά νά ἐκβάλῃ τό κεντρί ἀπό τό σῶμα του. Ὅταν δέ τόν κεντρίσῃ ἡ ἀμαρτία – τό κέντρον αὐτό τοῦ θανάτου – τί πρέπει νά κάμῃ; - Πρέπει μέ τήν πίστιν καί προσευχήν νά ἐπικαλεσθῇ τόν Ἀναστάντα Σωτῆρα Χριστόν, διά νά ἐκβάλῃ Αὐτός τό κεντρί τοῦ θανάτου ἀπό τήν ψυχήν του. Καί Αὐτός ὡς πολυεύσπλαγχνος θά τό κάμῃ, διότι εἶναι Θεός τοῦ Ἐλέους καί τῆς Ἀγάπης. Ὅταν πολλαί σφῆκαι πέσουν ἐπί τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου καί τόν τραυματίσουν πολύ μέ τά κέντρα τους, τότε ὁ ἄνθρωπος δηλητηριάζεται καί ἀποθνήσκει. Τό αὐτό γίνεται καί μέ τήν ψυχήν τοῦ ἀνθρώπου ὅταν τήν τραυματίσουν τά πολλά κέντρα τῶν πολλῶν ἁμαρτιῶν. Ἀποθνήσκει οὗτος θάνατον πού δέν ἔχει ἀνάστασιν.

Νικῶν διά τοῦ Χριστοῦ τήν ἁμαρτίαν μέσα του ὁ ἄνθρωπος νικᾷ τόν θάνατον. Ἐάν περάσῃ μία ἡμέρα καί σύ δέν ἔχῃς νικήσει οὔτε μίαν ἁμαρτίαν σου, γνώρισε ὅτι ἔγινες περισσότερον θνητός. Ἐάν ὅμως νικήσῃς μίαν ἤ δύο ἤ τρεῖς ἁμαρτίας σου, ἔγινες πιό νέος μέ τήν νεότητα ἡ ὁποία δέν γηράσκει, τήν ἀθάνατον καί αἰωνίαν! Ἄς μή τό λησμονῶμεν ποτέ: τό νά πιστεύῃ κανείς εἰς τόν Ἀναστάντα Χριστόν, τοῦτο σημαίνει νά ἀγωνίζεται διαρκῶς τόν ἀγῶνα ἐναντίον τῆς ἁμαρτίας, τοῦ κακοῦ καί τοῦ θανάτου.

Τό ὅτι ὁ ἄνθρωπος πιστεύει ἀληθῶς εἰς τόν Ἀναστάντα Κύριον τό ἀποδεικνύει μέ τό νά ἀγωνίζεται κατά τῆς ἁμαρτίας καί τῶν παθῶν.καί ἐάν μέν ἀγωνίζεται, πρέπει νά γνωρίζῃ ὅτι ἀγωνίζεται διά τήν ἀθανασίαν καί τήν αἰωνίαν ζωήν. Ἐάν ὅμως δέν ἀγωνίζεται, τότε εἶναι ματαία ἡ πίστις του! Διότι, ἐάν ἡ πίστις τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι ἀγών διά τήν ἀθανασίαν καί τήν αἰωνιότητα, τότε τί εἶναι; Ἐάν μέ τήν εἰς Χριστόν πίστιν δέν φθάνῃ κανείς εἰς τήν ἀθανασίαν καί τήν ἐπί τοῦ θανάτου νίκην, τότε πρός τί ἡ πίστις ἡμῶν; Ἐάν ὁ Χριστός δέν ἀνέστη, τοῦτο σημαίνει ὅτι ἡ ἁμαρτία καί ὁ θάνατος δέν ἔχουν νικηθῆ. Ἐάν δέ δέν ἔχουν αὐτά τά δύο νικηθῆ, τότε διά τί νά πιστεύῃ κανείς εἰς τόν Χριστόν; Ἐκεῖνος ὅμως ὁ ὁποῖος διά τῆς πίστεως εἰς τόν Ἀναστάντα Χριστόν ἀγωνίζεται ἐναντίον κάθε ἁμαρτίας του, αὐτός ἐνισχύει βαθμιαίως ἐν ἑαυτῷ τήν αἴσθησιν ὅτι ὁ Κύριος ὄντως ἀνέστη, ὄντως ἤμβλυνε τό κέντρον τοῦ θανάτου, ὄντως ἐνίκησε τόν θάνατον εἰς ὅλα τά μέτωπα μάχης.

Ἡ ἁμαρτία βαθμιαίως σμικρύνει τήν ψυχήν τοῦ ἀνθρώπου, τήν πλησιάζει πρός τόν θάνατον, τήν μεταβάλλει ἀπό ἀθανάτου εἰς θνητήν, ἀπό ἀφθάρτου καί ἀπεράντου εἰς φθαρτήν καί εἰς πεπερασμένην. Ὅσον περισσοτέρας ἁμαρτίας ἔχει ὁ ἄνθρωπος, τόσον περισσότερον εἶναι θνητός. Καί ἐάν ὁ ἄνθρωπος δέν αἰσθάνεται τόν ἑαυτόν του ἀθάνατον, εἶναι φανερόν ὅτι εὑρίσκεται ὅλος βυθισμένος εἰς τάς ἁμαρτίας, εἰς σκέψεις μυωπικάς, εἰς αἰσθήματα νεκρωμένα. Ὁ Χριστιανισμός εἶναι μία κλῆσις εἰς τόν μέχρις ἐσχάτης ἀναπνοῆς ἀγώνα ἐναντίον τοῦ θανάτου, μέχρι δηλαδή τῆς τελικῆς νίκης ἐπ᾽ αὐτοῦ. Κάθε ἁμαρτία ἀποτελεῖ μίαν ὑποχώρησιν, κάθε πάθος μίαν προδοσίαν, κάθε κακία μίαν ἧτταν.

Δέν πρέπει νά διερωτᾶται κανείς διατί καί οἱ Χριστιανοί ἀποθνήσκουν τόν σωματικόν θάνατον. Τοῦτο γίνεται, διότι ὁ θάνατος τοῦ σώματος εἶναι μία σπορά. Σπείρεται σῶμα θνητόν, λέγει ὀ Ἀπόστολος Παῦλος (πρβλ. Α’ Κορ. 15, 42 ἑξ.), καί βλαστάνει, αὐξάνει καί γίνεται ἀθάνατον. Ὅπως ὁ σπειρόμενος σπόρος, οὕτω καί τό σῶμα διαλύεται, διά νά τό ζωοποιήσῃ καί τελειοποιήσῃ τό Ἅγιον Πνεῦμα. Ἐάν ὁ Κύριος Ἰησοῦς δέν εἶχεν ἀναστήσει τό σῶμα, τί ὄφελος θά εἶχε τοῦτο ἀπό Αὐτόν; Οὗτος δέν θά εἶχε σώσει ὁλόκληρον τόν ἄνθρωπον. Ἐάν δέν ἀνέστησε τό σῶμα, τότε διά τί ἐσαρκώθη, διά τί ἀνέλαβε τό σῶμα, ἀφοῦ δέν τοῦ ἔδωσε τίποτε ἀπό τήν Θεότητά Του;1

Ἐάν ὁ Χριστός δέν ἀνέστη, διά τί τότε νά πιστεύῃ κανείς εἰς Αὐτόν; Ὁμολογῶ εἰλικρινῶς, ὅτι ἐγώ οὐδέποτε θά ἐπίστευον εἰς τόν Χριστόν, ἐάν δέν εἶχεν ἀναστῆ καί δέν εἶχε νικήσει τόν θάνατον, τόν μεγαλύτερον ἐχθρόν μας. Ἀλλ᾽ ὁ Χριστός ἀνέστη καί ἐδώρησεν εἰς ἡμᾶς τήν ἀθανασίαν. Ἄνευ αὐτῆς τῆς ἀληθείας, ὁ κόσμος μας εἶναι μόνον μία χαώδης ἔκθεσις ἀπεχθῶν ἀνοησιῶν. Μόνον μέ τήν ἔνδοξον Ἀνάστασίν Του ὁ θαυμαστός Κύριος καί Θεός μας, μᾶς ἠλευθέρωσεν ἀπό τό παράλογον καί τήν ἀπελπισίαν. Διότι χωρίς τήν Ἀνάστασιν δέν ὑπάρχει οὔτε εἰς τόν οὐρανόν οὔτε ὑπό τόν οὐρανόν τίποτε πιό παράλογον ἀπό τόν κόσμον αὐτόν.οὔτε μεγαλυτέρα ἀπελπισία ἀπό τήν ζωήν αὐτήν, δίχως ἀθανασίαν. Δι᾽ αὐτό εἰς ὅλους τούς κόσμους δέν ὑπάρχει περισσότερον δυστυχισμένη ὕπαρξις ἀπό τόν ἄνθρωπον, πού δέν πιστεύει εἰς τήν Ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἀνάστασιν τῶν νεκρῶν (πρβλ. Α’ Κορ. 15, 19). «Καλόν ἦν αὐτῷ εἰ οὐκ ἐγεννήθη ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος» (Ματθ. 26, 24).

Εἰς τόν ἀνθρώπινον κόσμον μας ὁ θάνατος εἶναι τό μεγαλύτερον βάσανον καί ἡ πιό φρικιαστική ἀπανθρωπία. Ἡ ἀπελευθέρωσις ἀπό αὐτό τό βάσανον καί ἀπό αὐτήν τήν ἀπανθρωπίαν εἶναι ἀκριβῶς ἡ σωτηρία. Τοιαύτην σωτηρίαν ἐδώρησεν εἰς τό ἀνθρώπινον γένος μόνον ὁ Νικητής τοῦ θανάτου - ὁ Ἀναστάς Θεάνθρωπος. Διά τῆς ἀναστάσεώς Του Αὐτός μᾶς ἀπεκάλυψεν ὅλον τό μυστήριον τῆς σωτηρίας μας. Σωτηρία σημαίνει τό νά ἐξασφαλισθῇ διά τό σῶμα καί τήν ψυχήν ἀθανασία καί αἰωνία ζωή. Πῶς δέ κατορθώνεται τοῦτο; Μόνον διά τῆς θεανθρωπίνης ζωῆς, τῆς νέας ζωῆς τῆς ἐν τῷ Ἀναστάντι καί διά τόν Ἀναστάντα Χριστόν!

Δι᾽ ἡμᾶς τούς Χριστιανούς ἡ ζωή αὐτή ἐπί τῆς γῆς εἶναι σχολεῖον, εἰς τό ὁποῖον μανθάνομεν πῶς νά ἐξασφαλίσωμεν τήν ἀθανασίαν καί τήν αἰωνίαν ζωήν. Διότι τί ὄφελος ἔχομεν ἀπό αὐτήν τήν ζωήν, ἐάν μέ αὐτήν δέν ἠμποροῦμεν νά ἀποκτήσωμεν τήν αἰωνίαν; Ἀλλά, διά νά ἀναστηθῇ μετά τοῦ Χριστοῦ ὁ ἄνθρωπος, πρέπει πρῶτον νά συναποθάνῃ μετ᾽ Αὐτοῦ καί νά ζήσῃ τήν ζωήν τοῦ Χριστοῦ ὡς ἰδικήν του. Ἐάν κάμῃ τοῦτο, τότε τήν ἡμέραν τῆς Ἀναστάσεως θά ἠμπορέσῃ μετά τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου νά εἰπῇ: «Χθές συνεσταυρούμην Χριστῷ, σήμερον συνδοξάζομαι.χθές συνενεκρούμην, ζωοποιοῦμαι σήμερον.χθές συνεθαπτόμην, σήμερον συνεγείρομαι»2.

Εἰς τέσσαρας μόνον λέξεις συγκεφαλαιοῦνται καί τά τέσσαρα Εὐαγγέλια τοῦ Χριστοῦ: Χριστός Ἀνέστη! - Ἀληθῶς Ἀνέστη!... Εἰς ἑκάστην ἐξ αὐτῶν εὑρίσκεται ἀπό ἕνα Εὐαγγέλιον, καί εἰς τά τέσσαρα Εὐαγγέλια εὑρίσκεται ὅλον τό νόημα ὅλων τῶν κόσμων τοῦ Θεοῦ, τῶν ὁρατῶν καί ἀοράτων. Καί ὅταν ὅλα τά αἰσθήματα τοῦ ἀνθρώπου καί ὅλαι αἱ σκέψεις του συγκεντρωθοῦν εἰς τήν βροντήν τοῦ πασχαλινοῦ αὐτοῦ χαιρετισμοῦ: «Χριστός Ἀνέστη!», τότε ἡ χαρά τῆς ἀθανασίας σείει ὅλα τά ὄντα, καί αὐτά ἐν ἀγαλλιάσει ἀπαντοῦν, ἐπιβεβαιοῦται τό πασχαλινόν θαῦμα: «Ἀληθῶς Ἀνέστη!»



Ναί, ἀληθῶς ἀνέστη ὁ Κύριος! καί μάρτυς τούτου εἶσαι ἐσύ, μάρτυς ἐγώ, μάρτυς κάθε Χριστιανός, ἀρχίζοντες ἀπό τούς ἁγίους Ἀποστόλους μέχρι καί τῆς Δευτέρας Παρουσίας. Διότι μόνον ἡ δύναμις τοῦ Ἀναστάντος Θεανθρώπου Χριστοῦ ἠδυνήθῃ νά δώσῃ, - καί συνεχῶς δίδει καί συνεχῶς θά δίδῃ - τήν δύναμιν εἰς κάθε Χριστιανόν - ἀπό τόν πρῶτον μέχρι τόν τελευταῖον – νά νικήσῃ πᾶν τό θνητόν καί αὐτόν τοῦτον τόν θάνατον. Πᾶν τό ἁμαρτωλόν καί αὐτήν ταύτην τήν ἁμαρτίαν. Πᾶν τό δαιμονικόν καί αὐτόν τοῦτον τόν διάβολον. Διότι μόνον μέ τήν Ἀνάστασίν Του ὁ Κύριος, κατά τόν πιό πειστικόν τρόπον, ἔδειξε καί ἀπέδειξεν ὅτι ἡ ζωή Του εἶναι Αἰωνία Ζωή, ἡ ἀλήθειά Του εἶναι Αἰωνία Ἀλήθεια, ἡ ἀγάπη Του Αἰωνία Ἀγάπη, ἡ ἀγαθότης Του Αἰωνία Ἀγαθότης, ἡ χαρά Του Αἰωνία Χαρά. Καί ἐπίσης ἔδειξε καί ἀπέδειξεν ὅτι ὅλα αὐτά τά δίδει Αὐτός, κατά τήν ἀπαράμιλλον φιλανθρωπίαν Του, εἰς κάθε Χριστιανόν εἰς ὅλας τάς ἐποχάς.

Πρός τούτοις, δέν ὑπάρχει ἕνα γεγονός ὄχι μόνον εἰς τό Εὐαγγέλιον, ἀλλά οὔτε εἰς ὁλόκληρον τήν ἱστορίαν τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, τό ὁποῖον νά εἶναι μεμαρτυρημένον κατά τρόπον τόσον δυνατόν, τόσον ἀπρόσβλητον, τόσον ἀναντίρρητον, ὅσον ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Ἀναμφιβόλως, ὁ Χριστιανισμός εἰς ὅλην του τήν ἱστορικήν πραγματικότητα, τήν ἱστορικήν του δύναμιν καί παντοδυναμίαν, θεμελιοῦται ἐπί τοῦ γεγονότος τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, δηλαδή ἐπί τῆς αἰωνίως ζώσης Ὑποστάσεως τοῦ Θεανθρώπου Χριστοῦ. Καί περί τούτου μαρτυρεῖ ὅλη ἡ μακραίων καί πάντοτε θαυματουργική ἱστορία τοῦ Χριστιανισμοῦ.

Διότι ἄν ὑπάρχῃ ἕνα γεγονός εἰς τό ὁποῖον θά ἠδύνατο νά συνοψισθοῦν ὅλα τά γεγονότα, ἀπό τήν ζωήν τοῦ Κυρίου καί τῶν Ἀποστόλων καί γενικῶς ὁλοκλήρου τοῦ Χριστιανισμοῦ, τό γεγονός τοῦτο θά ἦτο ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Ἐπίσης, ἄν ὑπάρχῃ μία ἀλήθεια εἰς τήν ὁποίαν θά ἠδύναντο νά συνοψισθοῦν ὅλαι αἱ Εὐαγγελικαί ἀλήθειαι, ἡ ἀλήθεια αὕτη θά ἦτο ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Καί ἀκόμη, ἐάν ὑπάρχῃ μία πραγματικότης εἰς τήν ὁποίαν θά ἠδύναντο νά συνοψισθοῦν ὅλαι αἱ Καινοδιαθηκικαί πραγματικότητες, ἡ πραγματικότης αὕτη θά ἦτο ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Καί τέλος, ἄν ὑπάρχῃ ἕνα Εὐαγγελικόν θαῦμα εἰς τό ὁποῖον θά ἠδύναντο νά συνοψισθοῦν ὅλα τά Καινοδιαθηκικά θαύματα, τότε τό θαῦμα τοῦτο θά ἦτο ἡ Ἀνάστασις τοῦ Χριστοῦ. Διότι μόνον ἐν τῷ φωτί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, ἀναδεικνύεται θαυμασίως σαφές καί τό πρόσωπον τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ καί τό ἔργον Του. Μόνον ἐν τῇ Ἀναστάσει τοῦ Χριστοῦ λαμβάνουν τήν πλήρη ἐξήγησίν των ὅλα τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ, ὅλαι αἱ ἀλήθειαί Του, ὅλα τά λόγιά Του, ὅλα τά γεγονότα τῆς Καινῆς Διαθήκης.

Μέχρι τῆς Ἀναστάσεώς Του ὁ Κύριος ἐδίδασκε περί τῆς αἰωνίου ζωῆς, ἀλλά μετά τήν Ἀνάστασίν Του ἔδειξεν ὅτι ὁ Ἴδιος ὄντως εἶναι ἡ αἰώνιος ζωή. Μέχρι τῆς Ἀναστάσεώς Του ἐδίδασκε περί τῆς ἀναστάσεως τῶν νεκρῶν, ἀλλά μέ τήν Ἀνάστασίν Του ἔδειξεν ὅτι ὁ Ἴδιος εἶναι πράγματι ἡ Ἀνάστασις τῶν νεκρῶν. Μέχρι τῆς Ἀναστάσεώς Του ἐδίδασκεν ὅτι ἡ πίστις εἰς Αὐτόν μεταφέρει ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν, ἀλλά μέ τήν Ἀνάστασίν Του ἔδειξεν ὅτι ὁ Ἴδιος ἐνίκησε τόν θάνατον καί ἐξησφάλισε τοιουτοτρόπως εἰς τούς τεθανατωμένους ἀνθρώπους τήν μετάβασιν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν Ἀνάστασιν. Ναί, ναί, ναί: ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός μέ τήν Ἀνάστασίν Του ἔδειξε καί ἀπέδειξεν ὅτι εἶναι ὁ μόνος ἀληθινός Θεός, ὁ μόνος ἀληθινός Θεάνθρωπος εἰς ὅλους τούς ἀνθρωπίνους κόσμους.

Καί κάτι ἀκόμη: ἄνευ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Θεανθρώπου δέν δύναται νά ἐξηγηθῇ οὔτε ἡ ἀποστολικότης τῶν Ἀποστόλων, οὔτε τό μαρτύριον τῶν Μαρτύρων οὔτε ἡ ὁμολογία τῶν Ὁμολογητῶν οὔτε ἡ ἁγιότης τῶν Ἁγίων οὔτε ἡ ἀσκητικότης τῶν Ἀσκητῶν οὔτε ἡ θαυματουργικότης τῶν Θαυματουργῶν οὔτε ἡ πίστις τῶν πιστευόντων οὔτε ἡ ἀγάπη τῶν ἀγαπώντων οὔτε ἡ ἐλπίς τῶν ἐλπιζόντων οὔτε ἡ νηστεία τῶν νηστευόντων οὔτε ἡ προσευχή τῶν προσευχομένων οὔτε ἡ πραότης τῶν πράων οὔτε ἡ μετάνοια τῶν μετανοούντων οὔτε ἡ εὐσπλαγχνία τῶν εὐσπλάγχνων οὔτε οἱαδήποτε χριστιανική ἀρετή ἤ ἄσκησις.

Ἐάν ὁ Κύριος δέν εἶχεν ἀναστῆ καί ὡς Ἀναστάς δέν εἶχε γεμίσει τούς μαθητάς Του μέ τήν ζωοποιόν δύναμιν καί τήν θαυματουργικήν σοφίαν, ποῖος θά ἠδύνατο αὐτούς τούς φοβισμένους καί δραπέτας νά τούς συγκεντρώσῃ καί νά τούς δώσῃ τό θάρρος καί τήν δύναμιν καί τήν σοφίαν διά νά ἠμπορέσουν τόσον ἄφοβα καί μέ τόσην δύναμιν καί σοφίαν νά κηρύττουν καί νά ὁμολογοῦν τόν Ἀναστάντα Κύριον καί νά πηγαίνουν μέ τόσην χαράν εἰς τόν θάνατον δι᾽ Αὐτόν; Καί ἄν ὁ Ἀναστάς Σωτήρ δέν τούς εἶχε γεμίσει μέ τήν θείαν δύναμίν Του καί σοφίαν, πῶς θά ἠμποροῦσαν νά ἀνάψουν μέσα εἰς τόν κόσμον τήν ἄσβεστον πυρκαϊάν τῆς Καινοδιαθηκικῆς πίστεως αὐτοί οἱ ἁπλοϊκοί ἀγράμματοι, ἀμαθεῖς καί πτωχοί ἄνθρωποι;

Ἐάν ἡ Χριστιανική πίστις δέν ἦτο ἡ πίστις τοῦ Ἀναστάντος καί κατά συνέπειαν τοῦ αἰωνίως ζῶντος καί ζωοποιοῦντος Κυρίου, ποῖος θά ἠδύνατο νά ἐμπνεύσῃ τούς Μάρτυρας εἰς τόν ἆθλον τοῦ μαρτυρίου, καί τούς Ὁμολογητάς εἰς τόν ἆθλον τῆς ὁμολογίας, καί τούς Ἀσκητάς εἰς τόν ἆθλον τῆς ἀσκήσεως, καί τούς Ἀναργύρους εις τόν ἆθλον τῆς ἀναργυρίας, καί τούς Νηστευτάς εἰς τόν ἆθλον τῆς νηστείας καί ἐγκρατείας, καί ὁποιονδήποτε Χριστιανόν εἰς ὁποιονδήποτε Εὐαγγελικόν ἆθλον;

Ὅλα αὐτά εἶναι λοιπόν ἀληθινά καί πραγματικά καί δι᾽ ἐμέ καί διά σέ καί διά κάθε ἀνθρωπίνην ὕπαρξιν. Διότι ὁ θαυμαστός καί γλυκύτατος Κύριος Ἰησοῦς, ὁ Ἀναστάς Θεάνθρωπος, εἶναι ἡ μόνη Ὕπαρξις ὑπό τόν οὐρανόν μέ τήν ὁποίαν δύναται ὁ ἄνθρωπος ἐδῶ εἰς τήν γῆν νά νικήσῃ καί τόν θάνατον καί τήν ἁμαρτίαν καί τόν διάβολον, καί νά καταστῇ μακάριος καί ἀθάνατος, συμμέτοχος εἰς τήν Αἰωνίαν Βασιλείαν τῆς Ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ... Διά τοῦτο, διά τήν ἀνθρωπίνην ὕπαρξιν ὁ Ἀναστάς Κύριος εἶναι τά πάντα ἐν πᾶσιν εἰς ὅλους τούς κόσμους: ὅ,τι τό Ὡραῖον, τό Καλόν, τό Ἀληθές, τό Προσφιλές, τό Χαρμόσυνον, τό Θεῖον, τό Σοφόν, τό Αἰώνιον. Αὐτός εἶναι ὅλη ἡ Ἀγάπη μας, ὅλη ἡ Ἀλήθειά μας ὅλη ἡ Χαρά μας, ὅλον τό Ἀγαθόν μας ὅλη ἡ Ζωή μας, ἡ Αἰωνία Ζωή εἰς ὅλας τάς θείας αἰωνιότητας καί ἀπεραντοσύνας.

- Διά τοῦτο καί πάλιν, καί πολλάκις, καί ἀναρίθμητες φορές: Χριστός Ἀνέστη!



Ὑποσημειώσεις: 
1. Πρβλ. Ἰ. Χρυσοστόμου, εἰς Α’ Κορ. ὁμ. 39, 2. PG 61, 334: «Εἰ δ᾽ οὐκ ἐγείρονται (τά σώματα), διά τί ἠγέρθη ὁ Χριστός; διά τί ἦλθε; διά τί σάρκα ἀνέλαβεν, εἰ μή ἔμελλεν ἀναστήσειν σάρκα; οὐ γάρ ἐδεῖτο αὐτός, ἀλλά δι᾽ ἡμᾶς».

2. Λόγος εἰς τό Πάσχα, PG 35, 397. Πρβλ. καί Κανών τοῦ Πάσχα, ὡδή γ’.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...