Ἐρώτηση:
«Πῶς δικαιολογοῦνται οἱ πέντε ἄνδρες τῆς Σαμαρείτιδας καί ὁ ἕκτος πού δέν ἦταν ἄνδρας της;» (Ἰω. δ’, 16-18)
Ἀπάντηση:
«Καί ἡ γυναίκα ἡ Σαμαρείτιδα καί ἐκείνη πού πῆρε τούς ἑφτά ἀδελφούς ὡς ἄνδρες της, σύμφωνα μέ τούς Σαδδουκαίους (Ματθ. κβ’, 25-28), καί ἡ αἱμορροούσα (Ματθ. θ’, 20), καί ἐκείνη πού ἔσκυβε στή γῆ, καί ἡ κόρη τοῦ Ἰαείρου (Μάρκ. ε’, 22), καί ἡ Συροφοινίκισσα (Μάρκ. ζ’, 25) δηλώνουν καί τήν ἀνθρώπινη φύση στό σύνολό της καί τήν ψυχή τοῦ κάθε ἐπί μέρους ἀνθρώπου καί κάθε μιά σημαίνει, σύμφωνα μέ τή διάθεση πού ὑπόκειται στό πάθος, τόσο τή φύση ὅσο καί τήν ψυχή.
Γιά παράδειγμα· ἡ γυναίκα τῶν Σαδδουκαίων εἶναι ἡ φύση ἤ ἡ ψυχή, πού συνοίκησε βέβαια ἄγονα μέ ὅλους τούς θείους νόμους πού δόθηκαν ἀπό τούς αἰῶνες, δέν ἀποδέχεται ὅμως τήν προσδοκία τῶν μελλοντικῶν.
Ἡ αἱμορροούσα ἐπίσης εἶναι ἡ φύση καί ἡ ψυχή, πού μέ τά πάθη ἀφήνει νά τῆς γλιστρήσει πρός τήν ὕλη ἡ δύναμη πού τῆς δόθηκε γιά τή δημιουργία ἔργων καί λόγων διακοσύνης.
Ἡ Συροφοινίκισσα εἶναι ἡ ἴδια φύση καί ψυχή τοῦ κάθε ἀνθρώπου, πού ἔχει κόρη της τή διάνοια πού ἀπό ἀδυναμία αἱμμοραγεῖ ἀσταμάτητα ἐξαιτίας τῆς ἀγάπης της πρός τήν ὕλη.
Ἡ κόρη τοῦ Ἰαείρου εἶναι ἐπίσης ἡ σύμφωνα μέ τό νόμο φύση καί ἡ ψυχή, πού ἔχει τέλεια νεκρωθεῖ ἀπό τό νά μήν πράττει τίς νομικές ἐντολές καί νά μήν ἐκτελεῖ τά θεῖα προστάγματα.
Ἡ συγκύπτουσα γυναίκα εἶναι ἡ φύση καί ἡ ψυχή πού μέ τήν ἀπάτη τοῦ διαβόλου ἔστρεψε πρός τήν ὕλη ὅλη τή σχετική μέ τήνπράξη νοερή δύναμη.
Ἡ Σαμαρείτιδα, ὅμοια μέ τίς προηγούμενες γυναῖκες, σημαίνει τή φύση ἤ τήν ψυχή τοῦ καθενός, πού χωρίς τό προφητικό χάρισμα συμβίωσε, σάν μέ ἄνδρες, μέ ὅλους τούς νόμους πού δόθηκαν στή φύση μας, ἀπό τούς ὁποίους οἱ πέντε εἶχαν προηγηθεῖ, ἐνῶ ὁ ἕκτος, ἄν καί ἦταν παρών, ἀλλ’ ὅμως αὐτός δέν ἦταν ἄνδρας τῆς φύσης ἤ τῆς ψυχῆς, μέ τό νά μή γεννᾶ ἀπό αὐτήν τή δικαιοσύνη πού σώζει στόν αἰώνα.
Ἔλαβε λοιπόν ἡ φύση ὡς ἄνδρα:
τόν πρῶτο νόμο, τό νόμο στόν παράδεισο·
δεύτερο νόμο τόν νόμο μετά τόν παράδεισο·
τρίτο νόμο κατά τόν κατακλυσμό τοῦ Νῶε·
τέταρτο τό νόμο τῆς περιτομῆς ἐπί τοῦ Ἀβραάμ·
πέμπτο τό νόμο τῆς προσφορᾶς τοῦ Ἰσαάκ.
Αὐτούς ὅλους τούς ἔλαβε ἡ φύση καί τούς ἀπέρριψε ἐξαιτίας τῆς ἀκαρπίας της στά ἔργα τῆς ἀρετῆς.
Ἕκτο εἶχε τό νόμο μέσῳ τοῦ Μωϋσῆ πού ἦταν σά νά μήν τόν εἶχε ἤ ἐπειδή δέν ἐκτελοῦσε τίς πράξεις διακαιοσύνης πού ἐκεῖνος ὅριζε ἤ ἐπειδή ἐπρόκειτο αὐτή νά μεταβεῖ σέ ἄλλο νόμο ὡς ἄνδρα, δηλαδή τό Εὐαγγέλιο, γιατί ὁ νόμος δέν εἶχε δοθεῖ στούς ἀνθρώπους αἰώνια, ἀλλά κατά οἰκονομία πού παιδαγωγοῦσε πρός τό μεγαλύτερο κάι μυστικότερο.
Μ’ αὐτή τήν ἔννοια νομίζω εἶπε ὁ Κύριος στή Σαμαρείτιδα «κι αὐτός πού τώρα ἔχεις δέν εἶναι δικός σου». Γιατί γνώριζε ὅτι ὁ ἄνθρωπος θά μεταφερόταν στό Εὐαγγέλιο. Γι’ αὐτό καί γύρω στήν ἕκτη ὥρα, ὅταν κατ’ ἐξοχή περιλάμπεται ἡ ψυχή ἀπό παντοῦ ἀπό τίς ἀκτίνες τῆς γνώσης ἐξαιτίας τῆς παρουσίας σ’ αὐτήν τοῦ Λόγου, κι ἐνῶ εἶχε φύγει ἡ σκιά τοῦ νόμου, συνομιλοῦσε τήν ὥρα αὐτή μαζί της, καί κοντά στό πηγάδι τοῦ Ἰακώβ, στέκοντας δηλαδή κοντά στήν πηγή μαζί μέ τό Λόγο τῶν θεωρημάτων τῆς Γραφῆς.
Αὐτά ἄς λεχθοῦν πρός τό παρόν καί γιά τό θέμα αὐτό.
ΣΧΟΛΙΟ
Τό πηγάδι τοῦ Ἰακώβ εἶναι ἡ Γραφή, τό νερό εἶναι ἡ γνώση πού περιέχει ἡ Γραφή, τό βάθος εἶναι ἡ δυσκολοπλησίαστη θέση τῶν γραφικῶν αἰνιγμάτων, τό ἄντλημα εἶναι ἡ μάθηση μέ τό γράμμα τοῦ θείου λόγου, πού δέν τήν εἶχε ὁ Κύριος, ἐπειδή ἦταν αὐτο-Λόγος καί δέν ἔδινε σ’ ὅσους πίστευαν τή γνώση ἀπό μάθηση καί μελέτη, ἀλλά δωρίζει στούς ἄξιους τήν ἐκ μέρους τῆς πνευματικῆς χάριτος ἀέναη σοφία πού ποτέ δέν τελειώνει. Γιατί τό ἄντλημα, δηλαδή ἡ μάθηση, παίρνοντας ἐλάχιστο ποσό γνώσης, ἀφήνει τό σύνολο, ἀφοῦ κανένας λόγος δέν μπορεῖ νά τό κρατήσει. Ἐνῶ ἡ κατά χάρη γνώση ἔχει χωρίς μελέτη ὅλη τήν ἐφικτή στούς ἀνθρώπους σοφία πού ἀναβλύζει ποικιλότροπα ἀνάλογα μέ τίς ἀνάγκες».
(Ἁγίου Μαξίμου Ὁμολογητοῦ
ΦΙΛΟΚΑΛΙΑ Τόμος 14β, σελ. 263)