Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Δεκεμβρίου 02, 2014

ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΤΟΥ ΕΥΓΕΝΙΚΟΥ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΕΔΙΟΥ

Γράφει ο αρχιμ. π. Κύριλλος Κεφαλόπουλος
            Ο Άγιος Μάρκος ο Ευγενικός διατηρούσε πνευματικές επαφές και επικοινωνία με το Άγιον Όρος, και ειδικώτερον με την Μονή Βατοπεδίου. Πληροφορίες σχετικές αντλούμε από την διασωθείσα επιστολή που έγραψε ο Άγιος Μάρκος ευρισκόμενος στην Κων/πόλη, μετά την επιστροφή του από την Σύνοδο της Φερράρας-Φλωρεντίας, και απευθύνεται στον Καθηγούμενον της Μονής Βατοπεδίου. Δεν γνωρίζουμε την ακριβή χρονολογία της επιστολής, αλλά προφανώς αυτή εγράφη προς τας δυσμάς του βίου του Αγίου Μάρκου, λίγο πριν την κοίμησή του το 1444.
            Η επιστολή αυτή έχει εκδοθεί στην σειρά Patrologia Orientalis, τόμ. 17, σσ. 339-341, αλλά επειδή παρουσιάζει ενδιαφέρον, κρίναμε σκόπιμον να την αναδημοσιεύσουμε ως μία συμβολή γνωριμίας με άγνωστα στοιχεία του βίου του Αγίου Μάρκου.
            Όπως φαίνεται από το κείμενο της επιστολής, ο Άγιος Μάρκος είχε αποφασίσει να μεταβεί στο Άγιον Όρος και να μονάσει στην Μονή Βατοπεδίου “την αγγελικήν εν σώματι διαγωγήν (=ενν. την μοναχικήν ζωήν) ζηλούσιν εντεύξεσθαι προσδοκών”, αλλά όπως γράφει, “ο πεσών εξ ουρανού Εωσφόρος και ημίν αεί φθονών της εκείσε πορείας ενέκοψεν ημάς” και τελικώς δεν μετέβη στο Βατοπέδι.
           Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο που προκύπτει από την επιστολή είναι ότι ο Άγιος Μάρκος είχε στενή επαφή και γνωριμία με τους Βατοπεδινούς μοναχούς, αφού στην κατακλείδα της επιστολής αναφέρεται ονομαστικώς στον άγιον Προηγούμενο της Μονής και πνευματικόν Γεννάδιο, του οποίου επικαλείται τις προσευχές, αλλά και από την αναφορά του Αγίου Μάρκου στο γεγονός ότι “πολλήν παράκλησιν εύρομεν παρά των ενταύθα ευρεθέντων αδελφών υμών, του τε τιμιωτάτου εκκλησιάρχου και του μεγάλου οικονόμου και των λοιπών, ους ως εμψύχους εικόνας είδομεν της υμετέρας αγάπης και ευλαβείας. Εξένισαν γαρ πολλάκις ημάς και ανέπαυσαν και παρεμυθήσαντο”. Διαφαίνεται ότι ο Αγιος Μάρκος είχε φιλοξενηθεί σε κάποιο μετόχιο της Μονής Βατοπεδίου στην Κων/πολη, όπου ηύρε ως γράφει ανάπαυση και παρηγορία στις δυσκολίες που αντιμετώπιζε.
            Αξίζει επίσης να σημειωθεί η παραίνεση του Αγίου Μάρκου προς τους Βατοπεδινούς πατέρες να φυλάττουν την πατροπαράδοτον πίστη ως καλήν παρακαταθήκην, διότι “τούτο έστι το καύχημα ημών, η πίστις ημών, η καλή κληρονομία των πατέρων ημών”.
            Μετά από αυτές τις εισαγωγικές και απαραίτητες επισημάνσεις, καταχωρούμε ακολουθώς το πλήρες κείμενο της επιστολής του Αγίου Μάρκου προς τον Καθηγούμενον της Μονής Βατοπεδίου. Το κείμενο έχει ως εξής:
            “Οσιώτατε εν ιερομονάχοις και καθηγούμενε της εν τω Αγίω Όρει σεβασμίας και ιεράς μονής του Βατοπεδίου, δέομαι του Θεού υγιαίνειν την μεγάλην αγιωσύνην σου και σωματικώς εις καταρτισμόν μεν και στήριγμα και ωφέλειαν των υπό σοι ποιμαινομένων ψυχών, ευφροσύνην δε και χαράν ημετέραν. Ζώμεν και ημείς άχρι του νυν ελέει Θεού διά των σων αγίων ευχών.
            Εγώ την προς υμάς οδόν ερχόμενος, ως εις αυτόν τον ουρανόν ανερχόμενος διεκείμην, ανθρώποις την αγγελικήν εν σώματι διαγωγήν ζηλούσα εντεύξεσθαι προσδοκών, ανθρώποις την υπερκόσμιον εν τω κόσμω φιλοσοφίαν επιδεικνυμένοις, ανθρώποις τας υψώσεις του Θεού σιηνεκώς εν τοις στόμασι φέρουσι και τας διστόμους ρομφαίας της θεωρίας και πράξεως εν ταις πρακτικαίς χερσί κατά των παθών επιφερομένοις. Αλλ’ ο πεσών εξ ουρανού Εωσφόρος και ημίν αεί φθονών της εκείσε πορείας ενέκοψεν ημάς. και θαυμαστόν ουδέν, ει ημάς ενέκοψε τους αχρείους και μηδέν αγαθόν έχοντας, όπου γε τον μακάριον Παύλον, τον της οικουμένης ήλιον, τούτο πεποίηκε. Πολλάκις γαρ φησί προεθέμην ελθείν προς υμάς και άπαξ και δις, και ενέκοψεν ημάς ο Σατανάς1. Ει ουν εκείνον ενεκοψε, στερκτέον αν είη και ημίν το τω Θεώ συγχωρούμενον, πλην αλλ’ έτι ταις ελπίσιν υμάς φανταζόμεθα, και θαρρούμεν ταις υμετέραις ευχαίς ίσως όψεσθαι τα ποθινά υμών και τίμια πρόσωπα, τάχα δε και μεθ’ υμών οικήσειν τον άπαντα χρόνον, αν η τω Θεώ τούτο δοκούν. Ει δ’ άλλο τι συμβαίη παρά την ημετέραν γνώμην, ευχαριστείν άξιον και υπέρ τούτου Θεώ. και γαρ ούπω μέχρις αίματος αντικατέστημεν προς την αμαρτίαν ανταγωνιζόμενοι. Πολλήν δε παράκλησιν εύρομεν παρά των ενταύθα ευρεθέντων αδελφών υμών, του τε τιμιωτάτου εκκλησιάρχου και του μεγάλου οικονόμου και των λοιπών, ους ως εμψύχους εικόνας είδομεν της ημετέρας αγάπης και ευλαβείας. εξένισαν γαρ πολλάκις ημάς και ανέπαυσαν και παρεμυθήσαντο. Δοίη αυτοίς ο Κύριος τους αξίους μισθούς του κόπου και της αγάπης αυτών.
            Παρακαλώ δε υμάς διά του ονόματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ίνα το αυτό λέγητε πάντοτε και μη η εν υμίν σχίσματα2, ίνα την αληθινήν και πατροπαράδοτον πίστιν ημών ως καλήν παρακαταθήκην ασφαλώς φυλάττητε, μηδέν προστιθέντες, μηδέν αφαιρούντες, ουδέ γαρ ελλιπή την πίστιν είχομεν άχρι του νυν, ουδέ συνόδου και όρου προς το μαθείν τι καινότερον εδεόμεθα οι των οικουμενικών συνόδων και εν ταύταις και μεταξύ τούτων διαλαμψάντων πατέρων υιοί τε και μαθηταί. Τούτό εστι το καύχημα ημών, η πίστις ημών, η καλή κληρονομία των πατέρων ημών. Μετά ταύτης Θεώ παραστήναι ελπίζομεν και των ημαρτημένων λαβείν την άφεσιν’ ταύτης δε άνευ ουκ οίδα ποία δικαιοσύνη της αιωνίου κολάσεως ημάς λυτρώσεται. Ταύτης ο πειρώμενος εκβαλλείν ημάς και καινοτέραν επεισάγειν ετέραν, καν άγγελος εξ ουρανού υπάρχη3, ανάθεμα έστω’ πάσης εκβαλλέσθω μνήμης και θείας και ανθρωπίνης. Ουδείς κυριεύει της ημών πίστεως, ου βασιλεύς, ουκ αρχιερεύς, ου ψευδής σύνοδος, ουκ άλλος ουδείς, ότι μη Θεός μόνον, ο ταύτην ημίν παραδούς δι’ εαυτού και των αυτού μαθητών. Παρακαλώ υμάς, φησίν ο θείος Απόστολος4, σκοπείν τους τας διχοστασίας και τα σκάνδαλα παρά την διδαχήν, ήν υμείς εμάθετε, ποιούντας, και εκκλίνατε απ’ αυτών’ οι γαρ τοιούτοι τω Κυρίω ημών Ιησού Χριστώ ου δουλεύουσιν, αλλά τη εαυτών κοιλία, και διά της χρηστολογίας και ευλογίας εξαπατώσι τας καρδίας των ακάκων. Ο μέντοι στερρός θεμέλιος της πίστεως έστηκεν έχων την κρηπίδα ταύτην.
            Φεύγετε ουν, αδελφοί, τους της λατινικής καινοτομίας εισηγητάς και βεβαιωτάς, και τη αγάπη προς αλλήλους συνδεδεμένοι έν σώμα και έν πνεύμα, σύμψυχοι, το έν φρονούντες5, συνάγεσθε προς την μίαν ημών κεφαλήν, τον Χριστόν’ ουδέ γαρ δίκαιον αύθις δι’ υπονοίας ψυχράς ερίζειν προς τους αδελφούς αμέτρως και ζήλον επιδείκνυσθαι τον μη κατ’ επίγνωσιν6, ίνα μη φανώμεν προφάσει της πίστεως το ταραχώδες ημών και μάχιμον εκπληρούντες’ ουδένα γαρ η ορθή πίστις ωφελήσει χωρίς της προς τους αδελφούς αγάπης. Αλλά και ταύτην κακείνην έχετε και διηνεκώς έξετε, πατέρες και αδελφοί σεβάσμιοι, καν εγώ διά το της αγάπης χρέος ολίγα υμάς υπέμνησα, και μετά τούτων παραστήσεσθε τω Δεσπότη, λάμποντες ως ο ήλιος εν τη βασιλεία του πατρός υμών. Εύχεσθε και υπέρ εμού κατά το θέλημα του Θεού το λοιπόν της ζωής μου διενεγκείν, ίνα δυνηθώ, την καλήν ομολογίαν φυλάξας ακίνητον μέχρι τέλους, εν τη των ευαρεστησάντων Θεώ μερίδι χώραν τινά την εσχάτην ευρείν.
            Τοις αγίοις μου πατράσι και αδελφοίς πάσι καθ’ ένα ποιώ μετάνοιαν’ πρό πάντων δε εξαιρέτως τω οσιωτάτω προηγουμένω και πνευματικώ πατρί κυρώ Γενναδίω, όν και ιδίως αξιώ της εμής ασθενείας εν ταις αγίαις αυτού προς Θεόν δεήσεσιν υπερεύχεσθαι. Αι άγιαι υμών ευχαί είησαν μετ’ εμού.
+ Ο Εφέσου Μάρκος.
  1. Α’ Θεσ/νικείς β’ 18.
  2. Α’ Κορ. α’ 10.
  3. Γαλ. α’ 8.
  4. Ρωμ. ιστ’ 17-18.
  5. Φιλιπ. β’ 2.
  6. Ρωμ. ι’ 2.
  7. ηγληπ

Πέμπτη, Ιουνίου 19, 2014

Ὑποθῆκες ὑπέρ διαφύλαξης τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως καί κατά τῶν Λατίνων καί λατινοφρόνων Ἅγιος Μάρκος Ἐφέσου ὁ Εὐγενικός α΄ μέρος


Ὑποθῆκες ὑπέρ διαφύλαξης τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως
καί κατά τῶν Λατίνων καί λατινοφρόνων 
Ἅγιος Μάρκος Ἐφέσου ὁ Εὐγενικός
α΄ μέρος

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEiM131PQp8LbmM95udNxwVmb5pemZBaOI4nmbM-F8ViaskRsfk7UIVgcoxjRafs2NFyVI98H1QR4kQNqIcViQRm8vcPgqe5neRqvh3ZqPti6vOi7hF1gorbQXK0PcIq3ceWR10uc5QkpoE/s640/markos_eygenikos-B.jpg

"Καλόν εἶναι τό νά εἰρηνεύουμε πρός ὅλους, ἀλλά νά ὁμονοοῦμε εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ τήν ὀρθή πίστι. Διότι ἡ εἰρήνη ἡ ὁποία γίνεται μέ τόν δίκαιον καί πρέποντα τρόπον, εἶναι κάλλιστον ἀπόκτημα, ὅταν ὅμως γίνεται μέ κακία καί δουλείαν (σάν αὐτήν τῶν οἰκουμενιστῶν καί τῶν Πατριαρχῶν πού ὑποδουλώνονται στόν πάπα) , εἶναι πρᾶγμα πολύ ἐπαίσχυντον καί βλαβερώτατον".

"Μεταξύ φωτός καί σκότους δύναταί τις νά εἴπῃ ὅτι ὑπάρχει μία μεσότης, τό καλούμενον λυκαυγές ἤ λυκόφως, ἀλλά μεσότητα μεταξύ ἀληθείας καί ψεύδους, δέν δύναται κανείς νάἐπινοήσῃ, ὅσον καί ἄν κοποιάσῃ".

Papas-Vartholomaios-570"Εἶμαι πεπεισμένος ὅτι ὅσον ἀπομακρύνομαι ἀπό τοῦτον (τόν λατινόφρονα Πατριάρχην) καί ἀπό τούς τοιούτους (τούς λατινόφρονας) τόσον προσεγγίζω πρός τόν Θεόν καί πρός ὅλους τούς ἁγίους, καί ὡσάν χωρίζομαι ἀπό αὐτούς, τόσον περισσότερον ἑνοῦμαι μέ τήν ἀλήθειαν καί τούς Ἁγίους Πατέρας".

"Σέ κανένα δέν ἐπιτρέπεται νά παρουσιάζει ἄλλη πίστη, ἀπό τήν πίστη πού ὅρισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι συνάχθηκαν στήν πόλη Νίκαια".

"Εἶναι ἀδύνατον νά ἀνακαλέσουμε τήν εἰρήνη, ἐάν δέν λυθῆ πρωτύτερα τό αἴτιο τοῦ σχίσματος, ἐρχομένου σέ ἐπίγνωση τοῦ ἑαυτοῦ του ὁ Πάπας πού ἀναγορεύθηκε ὡς ἰσόθεος".

"Ὄχι μόνον εἶναι οἱ Λατῖνοι σχισματικοί, ἀλλά καί αἱρετικοί...Ἐμεῖς δέ διά κανένα ἄλλο λόγο δέν ἀποσχισθήκαμε ἀπό αὐτούς, ἀλλά ἐπειδή εἶναι αἱρετικοί· δι' αὐτό οὔτε πρέπει ὄλως νά ἑνωθοῦμε μέ αὐτούς".

"Τίς φωνές τῶν Δυτικῶν διαδσκάλων οὔτε ἀναγνωρίζω, οὔτε παραδέχωμαι. Συμπεραίνοντας ὅτι εἶναι ἀναληθεῖς· δέν συγχωρεῖ συγκατάβασις εἰς τά τῆς πίστεως (ζητήματα)".

"Φεύγετε αὐτούς, ἀδελφοί, καί τήν πρός αὐτούς κοινωνίαν· διότι οἱ τέτοιοι εἶναι ψευδαπόστολοι, ἐργάται δόλιοι, μετασχημαιζόμενοι εἰς ἀποστόλους Χριστοῦ. Καί δέν εἶναι θαυμαστόν· διότι αὐτός ὁ σατανᾶς μετασχηματίζεται εἰς ἄγγελον φωτός. Δέν εἶναι λοιπόν θαυαμαστόν ἐάν καί διάκονοι αὐτοῦ μετασχηματίζονται ὡς διάκονοι δικαιοσύνης, τῶν ὁποίων τό τέλος θά εἶναι κατά τά ἔργα τους". 

"Ἅπαντες οἱ τῆς Ἐκκλησίας Διαδάσκαλοι, πᾶσαι αἱ Σύνοδοι, πᾶσαι αἱ θεῖαι Γραφαί φεύγειν τούς ἑτερόφονας παραινοῦσι καί τῆς αὐτῶν κοινωνίας διΐστασθαι".

http://www.newsbomb.gr/media/k2/items/cache/301f1d30bc70cec7dfbc74152fd9bc94_XL.jpg
"Αὐτό εἶναι τό καύχημά μας, ἡ Πίστις μας, ἡ καλή κληρονομία τῶν Πατέρων μας. Μαζί μέ αὐτήν ἐλπίζομε νά παραστοῦμε στόν Θεό καί νά λάβομε τήν ἄφεσι τῶν ἁμαρτιῶν μας".

"Αὐτός πού μνημονεύει τόν Πάπα σάν Ὀρθόδοξο ἀρχιερέα εἶναι ἔνοχος..., καί ὁ λατινόφρων θά κριθῆ μαζί μέ τούς Λατίνους καί θά ὑπολογισθῆ ὡς παραβάτης τῆς πίστεως".

ΓΝΩΡΙΣΕ ΤΟ ΜΕΓΑΛΕΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Ἁγιογραφικές καί Πατερικές μαρτυρίες
Έκδόσεις: "ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ" 

Τετάρτη, Ιουνίου 20, 2012

Περί των λόγων που περιέχει η θεία ευχή, δηλαδή το “Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με”(Aγ.Μάρκου του Ευγενικού)



18ΙΟΥΝ


Πόση δύναμη έχει η ευχή και ποιες είναι οι δωρεές της σε όσους τη χρησιμοποιούν και σε ποια πνευματική κατάσταση τους φέρνει, δεν είμαστε εμείς σε θέση να πούμε.
Τους λόγους όμως από τους οποίους αυτή αποτελείται, τους βρήκαν αρχικά οι άγιοι Πατέρες μας, που δεν τους επινόησαν οι ίδιοι, αλλά πήραν τις αφορμές από παλιά από την ίδια την αγία Γραφή και από τους κορυφαίους Μαθητές του Χριστού· ή, να πούμε καλύτερα, τους δέχθηκαν αυτοί σαν κάποια πατρική κληρονομιά και τους μεταβίβασαν σ’ εμάς. ‘Ώστε και από αυτό γίνεται φανερό, σε όσους δεν έμαθαν από την πείρα τους, ότι αυτή η ιερή ευχή είναι κάτι το ένθεο και ένας ιερός χρησμός.
Γιατί πιστεύομε ότι είναι θείοι χρησμοί και πνευματικές αποκαλύψεις και λόγοι Θεού όλα όσα έδωσε στους ιερούς Αποστόλους να πουν ή να συγγράψουν ο Χριστός, ο οποίος λάλησε μέσω αυτών. Έτσι, ο θειότατος Παύλος, φωνάζοντας σ’ εμάς σαν από το ύψος του τρίτου ουρανού, λέει: «Κανείς δεν μπορεί να πει Κύριε Ιησού, παρά μόνο με Πνεύμα Άγιο». Με την αρνητική λέξη «κανείς» φανερώνει πολύ θαυμάσια ότι η επίκληση του Κυρίου Ιησού είναι κάτι το πολύ υψηλό και ανώτερο όλων. Επίσης, ο μέγας Ιωάννης που διακήρυξε σαν βροντή τα πνευματικά, αρχίζει με τη λέξη που τελειώνει ο Παύλος και μας δίνει τη συνέχεια της ευχής ως εξής: «Κάθε πνεύμα που ομολογεί τον Ιησού Χριστό, ότι ήρθε ως αληθινός άνθρωπος, είναι από το Θεό». Αυτός χρησιμοποίησε βέβαια εδώ κατάφαση, αλλά απέδωσε, όπως και ο Παύλος, στη χάρη του Αγίου Πνεύματος την επίκληση και ομολογία του Ιησού Χριστού.
Ας έρθει τώρα τρίτος ο Πέτρος, η ακρότατη κορυφή των θεολόγων, για να μας δώσει το υπόλοιπο αυτής της ευχής. Όταν δηλαδή ο Κύριος ρώτησε τους Μαθητές: «Ποιος λέτε ότι είμαι;», προλαβαίνοντας ο φλογερός μαθητής τους άλλους, όπως το συνήθιζε, είπε: «Σύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού», έχοντας λάβει την αποκάλυψη αυτή, σύμφωνα με τη μαρτυρία του ιδίου του Σωτήρα, από τον ουράνιο Πατέρα, ή, πράγμα που είναι το ίδιο, από το Άγιο Πνεύμα.
Πρόσεξε λοιπόν αυτούς τους τρεις ιερούς Αποστόλους πως ακολουθούν ο ένας τον άλλο σαν σε κύκλο, παίρνοντας ο ένας από τον άλλο αυτά τα θεία λόγια έτσι που το τέλος του λόγου του προηγουμένου να γίνεται αρχή για τον επόμενο. Ο ένας δηλαδή λέει «Κύριον Ιησού», ο άλλος «Ιησού Χριστό», ο τρίτος «Χριστό, Υιό του Θεού», και το τέλος συνάπτεται στην αρχή σαν σε κύκλο, όπως είπαμε, επειδή δεν έχει καμία διαφορά να πει κανείς Κύριο και Υιό του Θεού —γιατί και τα δύο αυτά φανερώνουν τη θεότητα του μονογενούς Υιού και παριστούν ότι είναι ομοούσιος και ομότιμος με τον Πατέρα.
Έτσι αυτοί οι μακάριοι Απόστολοι μας παρέδωσαν να επικαλούμαστε και να ομολογούμε εν Πνεύματι τον Κύριο Ιησού Χριστό, Υιό του Θεού· αυτοί είναι και τρεις και πιο αξιόπιστοι απ’ όλους —εφόσον κάθε λόγος, σύμφωνα με τη θεία Γραφή, βεβαιώνεται με τρεις μάρτυρες. Αλλά και η σειρά των Αποστόλων που τα είπαν, δεν είναι χωρίς σημασία: από τον ΙΙαύλο δηλαδή, τον πιο τελευταίο χρονικά από τους Μαθητές, αρχίζει η μυστική παράδοση της ευχής και δια του μεσαίου, του Ιωάννη, προχωρεί στον πρώτο, τον Πέτρο, που με την αγάπη πλησίαζε τον Ιησού περισσότερο από τους άλλους. Τούτο συμβολίζει, νομίζω, την προκοπή μας με ορθή σειρά και την άνοδό μας και την ένωσή μας με το Θεό μέσα στην αγάπη, δια της πράξεως και της θεωρίας. Γιατί βέβαια ο Παύλος είναι εικόνα της πράξεως, καθώς είπε ο ίδιος: «Κοπίασα περισσότερο απ’ όλους», ο Ιωάννης της θεωρίας, και της αγάπης ο Πέτρος, για τον οποίο μαρτυρεί ο Κύριος πως αγαπούσε περισσότερο από τους άλλους.
Πέρα από αυτά, θα μπορούσε να δει κανείς πως τα θεία λόγια της ευχής υποδηλώνουν το ορθό δόγμα της πίστεώς μας και απορρίπτουν κάθε αίρεση των κακοδόξων. Με το «Κύριε», που φανερώνει τη θεία φύση, αποκηρύττονται εκείνοι που φρονούν πως ο Ιησούς είναι μόνο άνθρωπος· με το «Ιησού», που φανερώνει την ανθρώπινη φύση, αποδιώχνονται εκείνοι που Τον θεωρούν μόνο Θεό που υποδύθηκε κατά φαντασία τον άνθρωπο· το «Χριστέ», που περιέχει και τις δύο φύσεις, αναχαιτίζει εκείνους που Τον πιστεύουν Θεό και άνθρωπο, με χωρισμένες όμως τις υποστάσεις τη μία από την άλλη· τέλος, το «Υιέ του Θεού» αποστομώνει εκείνους που τολμούν να διδάσκουν τη σύγχυση των δύο φύσεων, επειδή φανερώνει πως η θεία φύση του Χριστού δεν συγχέεται με την ανθρώπινη φύση Του, ακόμη και μετά την ένωση τους. Έτσι οι τέσσερις αυτές λέξεις, ως λόγοι Θεού και μάχαιρες πνευματικές, αναιρούν δύο συζυγίες αιρέσεων, οι οποίες, ενώ είναι κακά εκ διαμέτρου αντίθετα, είναι ομότιμες στην ασέβεια.
Κύριε
ανατρέπει τους οπαδούς του Παύλου Σαμοσατέα
Ιησού
τους οπαδούς του Πέτρου Κναφέα
Χριστέ
τους νεστοριανούς
Υιέ του Θεού
τους μονοφυσίτες οπαδούς του Ευτυχή και του Διόσκορου
Έτσι λοιπόν μας παραδόθηκαν αυτά τα θεία λόγια, τα οποία δικαίως θα τα ονόμαζε κανείς μνημείο προσευχής και ορθοδοξίας. Αυτά και μόνα τους είναι αρκετά για όσους προχώρησαν στην κατά Χριστόν ηλικία και έφτασαν στην πνευματική τελείωση· αυτοί ενστερνίζονται και καθένα από τα θεία τούτα λόγια χωριστά, όπως δόθηκαν από τους ιερούς Αποστόλους, δηλαδή το «Κύριε Ιησού — Ιησού Χριστέ — Χριστέ, Υιέ του Θεού» (κάποτε μάλιστα και μόνο το γλυκύτατο όνομα «Ιησού»), και το ασπάζονται ως ολοκληρωμένη εργασία προσευχής. Και με αυτή γεμίζουν απερίγραπτη πνευματική χαρά, γίνονται ανώτεροι της σάρκας και του κόσμου και αξιώνονται να λάβουν θείες δωρεές. Αυτά τα γνωρίζουν, λένε, οι μυημένοι. Για τους νηπίους όμως εν Χριστώ και ατελείς στην αρετή, παραδόθηκε ως κατάλληλη προσθήκη το «ελέησόν με», η οποία τους δείχνει ότι έχουν επίγνωση των πνευματικών τους μέτρων και ότι χρειάζονται πολύ έλεος από το Θεό. Μιμούνται έτσι τον τυφλό εκείνο πού, ποθώντας να βρει το φως του, φώναζε στον Κύριο καθώς περνούσε: «Ιησού, ελέησόν με».
Μερικοί πάλι δείχνουν περισσότερη αγάπη και διατυπώνουν την ευχή στον πληθυντικό, προφέροντάς την ως εξής: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ο Θεός ημών, ελέησον ημάς»· κι αυτό, επειδή ξέρουν πώς ή αγάπη είναι το πλήρωμα του Νόμου και των Προφητών, καθώς περιέχει και ανακεφαλαιώνει μέσα της κάθε εντολή και κάθε πνευματική πράξη. Συνάμα παίρνουν μαζί τους από αγάπη και τους αδελφούς σε κοινωνία της προσευχής και παρακινούν περισσότερο το Θεό σε έλεος με το να Τον αναγνωρίζουν κοινό Θεό όλων και να Του ζητούν κοινό το έλεος για όλους. Και βέβαια, το έλεος του Θεού έρχεται σ’ εμάς με την ορθή πίστη στα δόγματα και με την εκπλήρωση των εντολών, πού, όπως δείξαμε, ο σύντομος αυτός στίχος της προσευχής περιέχει και τα δύο.
Τα θεία τώρα ονόματα (Κύριος, Ιησούς, Χριστός), με τα οποία μας δόθηκε η ακρίβεια των δογμάτων, θα μπορούσε να βρει κανείς ότι χρονικά αναφάνηκαν με αυτή τη σειρά και τάξη, και ότι κι εμείς τα λέμε όπως αυτά φανερώθηκαν από την αρχή. Γιατί παντού η Παλαιά Διαθήκη κηρύττει Κύριο το Θεό Λόγο, και πριν και μετά την παράδοση του Νόμου, όπως όταν λέει: «Ό Κύριος έβρεξε φωτιά από τον Κύριο», και: «Είπε ο Κύριος στον Κύριό μου». Και ή Καινή Διαθήκη, κατά τη σάρκωσή Του, παρουσιάζει τον Άγγελο να Του δίνει το όνομα λέγοντας στην Παρθένο: «Θα τον ονομάσεις Ιησού», όπως και έγινε, καθώς λέει ο ιερός Λουκάς. Γιατί όντας, ως Θεός, Κύριος των πάντων, θέλησε με την ενανθρώπησή Του να γίνει και σωτήρας μας —έτσι μεταφράζεται το όνομα «Ιησούς».
Το όνομα πάλι «Χριστός», το οποίο φανερώνει τη θέωση της ανθρώπινης φύσεως πού προσέλαβε, ο ίδιος εμπόδιζε τους Μαθητές πριν από το Πάθος να το λένε σε οποιονδήποτε, ύστερα όμως από το Πάθος και την Ανάσταση ο Πέτρος έλεγε με παρρησία: «Να το γνωρίζει όλος ο Ισραήλ, ότι ο Θεός Τον ανέδειξε και Κύριο και Χριστό». Και τούτο ήταν εύλογο· γιατί η ανθρώπινη φύση μας που προσέλαβε ο Θεός Λόγος, χρίσθηκε παρευθύς από τη θεότητά Του, έγινε όμως ό,τι και αυτό που την έχρισε, δηλαδή ομόθεος, αφού ο Ιησούς μου δοξάστηκε με το Πάθος και αναστήθηκε εκ νεκρών. Τότε λοιπόν ήταν καιρός να αναδειχθεί η ονομασία «Χριστός»· τότε δηλαδή που Αυτός, δεν μας ευεργέτησε απλώς, όπως όταν μας έπλασε στην αρχή ή όταν μετά τη συντριβή μας μας ανέπλασε και μας έσωσε, αλλά που ανέβασε και την ανθρώπινη φύση μας στους ουρανούς και τη συνδόξασε με τον εαυτό Του και την αξίωσε να καθίσει στα δεξιά του Πατέρα.
Τότε ακριβώς άρχισε να κηρύττεται Υιός του Θεού και Θεός από τους Αποστόλους, στους οποίους πρωτύτερα, στις αρχές του κηρύγματος, προκαλούσε δέος αυτή η ονομασία και σπάνια τη χρησιμοποιούσαν, έπειτα όμως την κήρυτταν φανερά πάνω από τους εξώστες, όπως τους προείπε ο ίδιος ο Σωτήρας. Επομένως τα θεια λόγια της ευχής τοποθετήθηκαν σε σειρά αντίστοιχη με τη χρονική ανάδειξη της πίστεως. Έτσι από παντού φανερώνεται σαφέστατα η θεία σοφία εκείνων που τα συνέταξαν και μας τα παρέδωσαν: κι από το ότι αυτά ακολουθούν επακριβώς τις αποστολικές ομολογίες και παραδόσεις, κι από το ότι αναδεικνύουν το ορθόδοξο δόγμα της πίστεώς μας, κι από το ότι μας υπενθυμίζουν τους χρόνους κατά τους οποίους εκδηλώθηκε με διάφορους τρόπους η Οικονομία του Θεού για μας, οδηγώντας μας στη θεοσέβεια με κατάλληλα κάθε φορά ονόματα.
Αυτά λοιπόν προσφέραμε εμείς, κατά τη δύναμή μας, σχετικά με τα λόγια της ευχής, σαν να κόψαμε άνθη από κάποιο δένδρο όμορφο και μεγάλο· τον καρπό όμως που αυτά περιέχουν, ας τον μαζέψουν άλλοι, όσοι δηλαδή με τη μακρά μελέτη και άσκηση το αξιώθηκαν αυτό με το να γίνουν δεκτικοί και να πλησιάσουν το Θεό.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...