Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Νεόφυτος Ο Έγκλειστος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Άγιος Νεόφυτος Ο Έγκλειστος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 04, 2014

Η κακή τιμή προς τους Αγίους


Ίσως απ’ αυτά να δίνεις λίγα χρήματα, στολίζεις μια εικόνα ή κτίζεις ναό στο όνομα κάποιου αγίου. Φαντάζεσαι έτσι ότι μεγάλα κατορθώματα έκανες. Όμως την εικόνα την στόλισες με τους καρπούς της πλεονεξίας. Γι’ αυτό και την άγια εικόνα την βρώμισες και δεν την στόλισες με τα προϊόντα της πλεονεξίας. Όμως ο άγιος, που δήθεν του στόλισες την εικόνα, σου λέει: «Νόμισες, με τρόπο ανόητο και άνομο, ότι θα είμαι όμοιός σου».
Πηγή:pmeletios.com
Πηγή:pmeletios.com
Προσφορές κλεπτών και πλεονεκτών «μπροστά στον Κύριο είναι αποκρουστικές. Με τρόπο παράνομο τις προσφέρουν». «Τίμα τον Κύριο προσφέροντάς Του απ’ τα αγαθά σου κι απ’ τους πρώτους καρπούς της σοδειάς σου». Εγώ κατοικώ στη βασιλεία των ουρανών. Δεν έχω ανάγκη των δικών σου αγαθών. Εκείνοι, που αδικήθηκαν από την πλεονεξία σου, πιέζονται από φτώχεια μεγάλη. Εκείνοι έχουν ανάγκη ειδών διαβίωσης, τροφών, ποτών, ενδυμάτων και σκεπασμάτων. Εκείνους να ευεργετήσεις, που αδικήθηκαν από σένα.
Άκουσες ότι αν η αρετή σας δεν ξεπεράσει την αρετή των γραμματέων και Φαρισαίων, δεν θα μπείτε στη βασιλεία των ουρανών; Αν και συ συμβαίνει ν’ ανήκεις στην τάξη των φτωχών, μη έχοντας τί να διαμοιράσεις, στάσου μακριά από τις κλοπές και τις πλεονεξίες. Κι αν είσαι φτωχότερος απ’ τους φτωχούς, και μεταδώσεις έστω κι ένα ποτήρι δροσερού νερού, δεν θα χάσεις τον μισθό σου, λέγει ο Κύριος. Και η χήρα του ευαγγελίου εξαγόρασε τη βασιλεία με τα δύο νομίσματα. «Καθένας που οργίζεται χωρίς λόγο εναντίον του αδελφού του, να παραπεμφθεί σαν ένοχος στην κρίση». Ο οργιζόμενος χωρίς λόγο, δηλαδή άδικα και με έπαρση, που δεν λογαριάζει ότι όλοι είμεθα αδελφοί κι έχουμε κοινό πατέρα, το Θεό, με τη χάρη του θείου βαπτίσματος και οργίζεται, χωρίς λόγο, γιατί θεωρεί τον αδελφό του φτωχό και χωρικό. Αυτός, λοιπόν, θα είναι ένοχος μπροστά στην κρίση.
«Αυτός που θα πει στον αδελφό του, «Ανόητε», να παραπεμφθεί σαν ένοχος στο συνέδριο» (στο μεγάλο δικαστήριο). Σαν υβριστής και αυθάδης παραπέμπεται στο μεγάλο δικαστήριο. Θέλοντας ο Κύριος να διακόψει την αμαρτία, σταμάτησε το περίεργο βλέμμα, λέγοντας, ότι «εκείνος, που βλέπει με πονηρή διάθεση μια γυναίκα, ήδη τη μοίχευσε στην καρδιά του». Έτσι κι εδώ. Θέλοντας να εμποδίσει, ή καλλίτερα να σταματήσει τους υβριστές, δίνει εντολή να παραπεμφθούν ως υπεύθυνοι στο μεγάλο δικαστήριο.
«Όποιος θα πει τον αδελφό του, «ανόητε», θα είναι ένοχος στη γέεννα του πυρός» (στην κόλαση).
Όπως ο άριστος γιατρός, μεθοδεύει το διαιτολόγιο των ασθενών και απαγορεύει κάθε είδους βλαβερή διατροφή, για να μη πεθάνουν (ξέρει ότι με την ακράτεια των τροφών παρατείνεται η ασθένεια και προκαλείται θάνατος), έτσι και ο Χριστός. Γνωρίζει ότι το κακό σταδιακά αυξάνεται κι απ’ την οργή προκαλείται ύβρη. Από την ύβρη προχωρεί στο κτύπημα. Κι απ’ το κτύπημα συμβαίνει και φόνος. Όπως το περίεργο βλέμμα προκαλεί επιθυμία κι η επιθυμία υποβάλλει τη συγκατάθεση, κι απ’ αυτή γίνεται η πραγματοποίηση του κακού. Γι’ αυτό, (ο Κύριος), στην αρχή ανακόπτει τη χωρίς λόγο οργή κατά του αδελφού. Ύστερα εμποδίζει την ύβρη δηλ. να μην λέει τον αδελφό του «ανόητο» και ορίζει μέτριες τιμωρίες.
Αυτές, νομίζω (τις εντολές) ονόμασε «ελάχιστες», λέγοντας ότι όποιος καταργήσει μια εντολή, από τις ελάχιστες, ελάχιστος θα είναι για τη βασιλεία των ουρανών (θ’ αποκλεισθεί απ’ αυτή). Και πριν απ’ αυτές απείλησε (ο Κύριος), για να μη τολμήσει οποιοσδήποτε να πει, τί σημαίνει το να οργιστώ ή το να πω «ανόητε»; Για το «μωρέ»-ανόητε, μεγάλη είναι η απειλή του Κυρίου και πραγματικά φρικτή. «Θα είναι», λέει, «ένοχος στη γέεννα του πυρός», στην αιώνια κόλαση, όποιος πει στον αδελφό του «μωρέ», ανόητε.
Αλλά τί είναι αυτό το «μωρέ», για να είναι αυτός που το ξεστόμισε τόσο υπεύθυνος, ώστε να καταδικάζεται στη «γέεννα του πυρός»; Μωρό αυτό είναι και λέγεται, το τελείως ανενέργητο, όπως όταν λέγει «αν το αλάτι χάσει, την αλμύρα του, με τί θα την αποκτήσει ξανά; Δεν είναι πια για τίποτε, παρά να πεταχτεί έξω και να καταπατηθεί από τους ανθρώπους». Όμως ο άνθρωπος, που δημιουργήθηκε να είναι εικόνα του Θεού και ομοίωση, δεν είναι μωρός, κι ούτε λέγεται μωρός. Γι’ αυτό κι όποιος τον λέγει μωρό, είναι ένοχος στην αιώνια κόλαση. Κι αν μόνο αυτό, καθιστά υπεύθυνους όσους το ξεστομίζουν, στην αιώνια κόλαση, τί συμβαίνει μ’ αυτούς, που ξεπερνούν αυτά τα όρια και με θηριωδία απάνθρωπα κτυπούν τους άλλους;
Μακάρι μ’ εμείς και αυτή την εντολή και όλες τις άλλες θείες εντολές να τηρούμε, ώστε να αποφύγουμε τις απειλούμενες τιμωρίες. Να αξιωθούμε τα μελλοντικά αιωνία αγαθά που μας υποσχέθηκε και να λάβουμε μέρος στις θείες δωρεές που απολαμβάνουν οι προαναφερθέντες άγιοι που φύλαξαν το κατ’ εικόνα, με τη χάρη και τη φιλανθρωπία του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού. Ας είναι δοξασμένος μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
(Λόγος Ε΄ στις Άγιες εντολές του Κυρίου και Θεού και Σωτήρα μας Ιησού Χριστού- απόσπασμα)

Δευτέρα, Ιουνίου 30, 2014

Ἁγίου Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου, Λόγος στούς Δώδεκα Ἀποστόλους


  Αδελφοί και πατέρες, ιδού τα εμφορώτατα κλήματα της αγίας και αθάνατης και αποτελούσης την αρχή της ζωής αμπέλου, που είναι ο ίδιος ο Χριστός) «Εγώ είμαι», λέγει, «η άμπε­λος, εσείς τα κλήματα». Ιδού (ποίοι, κατά τους λόγους του Κυρίου, μπορούν να γίνουν και να είναι) οι φίλοι του Θεού Λόγου και Σωτήρα μας . «Εσείς είστε φίλοι μου», λέγει, «εάν πράττετε όσα εγώ σας παραγγέλλω. Δεν σας λέγω πλέον δούλους, διότι ο δούλος δεν γνωρίζει τι πράττει ο Κύριός του».
Εγώ όμως «έχω ονομάσει εσάς φίλους, διότι εκείνα τα οποία άκουσα από τον Πατέρα μου, σας τα γνωστοποίησα». Ιδού (ποίοι, κατά τους λόγους του Κυρίου, μπορούν να γίνουν και να είναι) οι Απόστο­λοι και οι κήρυκες της αλήθειας. «Εγώ είμαι», λέγει, «η (απόλυτη) αλή­θεια» και καθώς «με έχει αποστείλει» ο Πατήρ «να κηρύξω την άφεση (συγχώρηση) σε εκείνους που είναι αιχμάλωτοι (της αμαρτίας) και (να χαρίσω) την ανάβλεψη (το φως) σε εκείνους που είναι τυφλοί (από το σκοτισμό των παθών και των αδυναμιών τους)», κατά τον ίδιο τρόπο και εγώ αποστέλλω εσάς με σκοπό να θερα­πεύετε «κάθε ασθένεια και κάθε αδιαθεσία», και (όλα) εκείνα τα οποία ακούσατε (κατ’ ιδίαν) στους ιδιαίτερους χώρους προσευχής από εμένα, «να τα κηρύξετε από τα δώματα (ώστε να τα ακούσουν και να τα μάθουν όλοι)».Ιδού (ποίοι, κατά τους λόγους του Κυρίου, μπορούν να γίνουν και να είναι) οι αλιείς των ανθρώπων».
«Ακολουθήστε με», λέγει, «και θα σας κάνω αλιείς ανθρώπων (δηλαδή ικανούς να ψαρεύετε με τα δίκτυα του ευαγγελικού λόγου ανθρώπους και να τους προσελκύετε στη Βασιλεία του Θεού)». Ιδού (ποίοι, κατά τους λόγους του Κυρίου, μπορούν να γίνουν και να είναι) οι σωτήρες του κόσμου και ξένοι (προς τον υλιστικό και αμαρτωλό τρόπο ζωής) του κόσμου (αυτού). Δεν είναι, λέγει, από τον κόσμο τούτον, όπως (και) εγώ δεν είμαι από τον κόσμο αυτόν, και «φύλαξε αυτούς, Πάτερ, (ώστε να παραμείνουν ενωμένοι με­ταξύ τους) στο όνομά μου».
Ιδού (ποίοι, κατά τους λόγους του Κυρίου, μπορούν να γίνουν και να είναι) τα ευπειθέστατα (πάρα πολύ υπάκουα) πρόβατα που φέρουν τη σφραγίδα του παναγίου ποιμένος (δηλαδή του Χριστού). «Ιδού», λέγει, «εγώ (ο Χριστός) σας αποστέλλω ως (ήμερα) πρόβατα μέσα σε (αιμοβόρους) λύκους».
Και για να αφήσω πίσω τα περισσότερα από αυτά τα εγκώμια (επαίνους), που δίδουν μαρτυρία του Θεού, ιδού, προς εμάς σήμερα επανήλθαν, οι κατά χάριν του Χριστού και Σωτήρα μας αδελφοί -αφού επιστρέφετε, λέγει (ο Χριστός, μετά την Ανάστασή Του, στις Μυροφόρες), πέστε «στους αδελφούς μου» (δη­λαδή στους Αποστόλους)- οι λιμένες της σωτηρίας, οι πύργοι της χάριτος, οι λογικοί ουρανοί, οι νεφέλες του γλυκασμού που φέρνουν βροχή, οι ευαγγελιστές της ειρήνης, οι γρήγοροι της (Θείας) χάριτος ίπ­ποι, οι στύλοι της Εκκλησίας, οι κήρυκες της (Αγίας) Τριάδος -και γι­ατί πρέπει να λέγω και να απαριθμώ πολλά; -τα μουσικά όργανα, λύρες του Πνεύματος και οι σάλπιγγες της σωτηρίας και (οι) κλειδούχοι της Βασιλείας (του Θεού), «διδάσκοντας και νουθετώντας» μας ομόφωνα ο καθένας τους, όπως από κάθε μεν κακία απέχουμε, κρατούμε όμως μπροστά μας (ως ασπίδα) κάθε αρετή.
Και προηγουμένως μεν κηρύττουν ομόφωνα το σωτηριώδες μυστήριο της κατ’ οικονομίαν ενσάρκωσης (του Χριστού) και το άκτιστο και όμοιο στη φύση του (μυστήριο) της (Αγίας) Τριάδος, έπειτα δε διδάσκουν αρμονικά και σε μάς όλα τα «συνδεόμενα με τη σωτηρία». Γι’ αυτό και εγώ έχω κρίνει ότι είναι δί­καιο (ορθό) να μην πω σήμερα κάτι από τον εαυτό μου προς την αγάπη σας, αλλά (κάτι) από εκείνα τα οποία εκείνοι θεοπνεύστως διδάσκουν, (δηλαδή) να εισάξω στο μέσο (σας) (να φέρω ενώπιον σας) προς υπενθύμισή σας λίγα από τα πολλά από εκείνα τα οποία προτρέπει (συμ­βουλεύει) πρώτος ο θείος και αδελφόθεος Ιάκωβος.
«Ποιό είναι το όφελος, αδελφοί μου», λέγει, «εάν κάποιος λέγει (ισχυρίζεται) ότι έχει πίστη, δεν έχει όμως (ενάρετα) έργα; Μήπως μπορεί η (χωρίς έργα θεω­ρητική) πίστη (του) να τον σώσει; Αλλά θα πει κάποιος: συ έχεις (θεω­ρητική) πίστη και εγώ έχω (ενάρετα) έργα (χωρίς όμως και να έχω πίστη). Απόδειξέ μου την πίστη σου από τα έργα σου και θα σου αποδείξω και εγώ την πίστη μου από τα έργα μου. Εσύ πιστεύεις ότι ο Θεός είναι ένας. Καλά κάνεις. (Όμως) και τα δαιμόνια πιστεύουν (στην ύπαρξη του Θεού) και ανατριχιάζουν (μπροστά στη δικαιοσύνη και στη δύναμή Του). Θέλεις να μάθεις, κενέ (ανόητε) άνθρωπε, ότι η (θεωρη­τική) πίστη χωρίς τα (ενάρετα) έργα είναι νεκρή (και δεν μπορεί να σε σώσει);» Μάθε (λοιπόν) ότι «ο Αβραάμ ο προπάτοράς μας δικαιώθηκε (έγινε δίκαιος) από τα (ενάρετα) έργα (του), αφού έφερε (ανέβασε) πάνω στο θυσιαστήριο τον Ισαάκ τον υιό του. Βλέπεις ότι η πίστη τελειοποι­ήθηκε από τα έργα;».
«Βλέπετε ότι ο άνθρωπος δικαιώνεται (γίνεται δίκαιος) από τα (ενάρετα) έργα, και όχι από τη (θεωρητική) πίστη» μόνη της;
«Γι’ αυτό, αφού περιμαζέψετε όλο σας το μυαλό» με σωφροσύνη, λέγει ο θείος Πέτρος, «στηρίξετε πλήρως τις ελπίδες σας στη θεία Χάρη, που προσφέρεται σε σας με την αποκάλυψη του Ιησού Χριστού, ως παιδιά της υπακοής, χωρίς να συσχηματίζεστε με τις πρότερον επιθυμίες σας, οι οποίες σας εξουσίαζαν, όταν βρισκόσασταν στην άγνοια, αλλά σύμφωνα με τον άγιο Θεό, που σας κάλεσε στο δρόμο του αγιασμού, να γίνεστε και σεις οι ίδιοι άγιοι σε κάθε συναναστροφή, διότι είναι γραμ­μένο: Να γίνεστε άγιοι, διότι εγώ (ο Πατέρας σας) είμαι άγιος. Και εάν ονομάζετε Πατέρα σας τον Θεό, ο Οποίος κρίνει αμερόληπτα όλους σύμφωνα με τις πράξεις του καθενός, με φόβο Θεού να συμπεριφερθείτε κατά το χρόνο της παροικίας σας στη γη, που δεν είναι η παντοτινή σας πατρίδα, γιατί γνωρίζετε ότι όχι με φθαρτά λύτρα, δηλαδή με αργυρά ή χρυσά νομίσματα, λυτρωθήκατε από τη μάταιη και αμαρτωλή  ζωή και συναναστροφή σας, αλλά με το τίμιο αί­μα του Χριστού, το οποίο προσφέρθηκε θυσία ως αίμα αμώμου και καθαρού από κάθε ηθική κηλίδα αμνού».
Για τούτο, «αφού αποθέσετε κάθε κακία και κάθε δόλο και υποκρισίες και φθόνους και όλες τις καταλαλιές , ως νεογέννητα βρέφη να επιθυμήσετε πολύ το θρεπτικό ανόθευτο γάλα της θείας Χάριτος, για να μεγαλώσετε με αυτό, εάν βεβαίως γευθήκατε (και από την πείρα σας μάθατε) ότι ο Κύριος είναι πάντοτε ευεργετικός και αγαθός». Και αυτός ο οποίος, αφού έπαθε σωματικά (συσταυρούμενος με τον Χριστό), έχει παύσει να αμαρτάνει, έτσι ώστε να μην επιθυμεί πλέον να ζήσει τον υπόλοιπο χρόνο των ανθρώπων μέσα στην αμαρτία, αλλά σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Διότι είναι αρκετός ο χρόνος της ζωής σας, που έχει περάσει μέσα στις ακολασίες».
«Διότι, εάν ο Θεός δε λογάριασε τους αγγέλους που αμάρτησαν, αλλά, αφού τους έριξε στα τάρταρα, τους παρέδωσε να είναι φυλαγμένοι σε σειρές από βαθύ σκότος μέχρι να δικαστούν κατά την ημέρα της Κρίσεως, και εάν δεν λυπήθηκε τον παλαιό κόσμο (προ του κατακλυσμού) και εάν, αφού μετέβαλε σε στάχτη τις πόλεις των Σοδόμων και των Γομόρρων, τις καταδίκασε σε καταστροφή, αφού τις είχε βάλει ως φοβερό παράδειγμα σε εκείνους που έμελλαν να ασεβούν», τότε να είστε βέ­βαιοι ότι, «θα έλθει η ημέρα του Κυρίου κατά την οποία θα κρί­νει τον κόσμο. Και θα έλθει ξαφνικά, όπως ο κλέφτης μέσα στη νύκτα, κατά την οποία οι ουρανοί με θορυβώδη ήχο θα παρέλθουν, τα δε  στοιχεία, αφού θα καούν, θα διαλυθούν και η γη και τα έργα που θα υπάρχουν σ’ αυτήν, θα κατακαούν.
Αφού λοι­πόν όλα αυτά με αυτόν τον τρόπο διαλύονται, σκεφθείτε πόσο ταπει­νοί πρέπει να είστε σεις οι Χριστιανοί κατά τις αγίες συναναστροφές και τις ευσέβειές σας, προσδοκώντας και επιταχύνοντας την παρουσία (τον ερχομό) της ημέρας του Θεού;».
«Παιδιά μου», λέγει ο Ιωάννης ο Θεολόγος, «τελευταία και κρίσιμη είναι η σημερινή εποχή, και καθώς ακούσατε από τη διδασκαλία των Αποστόλων ότι έρχεται ο αντίχριστος, και τώρα ακριβώς έχουν παρουσιαστεί πολλοί αντίχριστοι· Απ’ αυτό μαθαίνουμε ότι είναι κρίσιμη η εποχή μας», «και σας αναγγέλλουμε, ότι ο Θεός είναι το  φως, και ουδέν ίχνος σκό­τους υπάρχει εις Αυτόν. Εάν λοιπόν πούμε ότι έχουμε κοινωνία μαζί Του και ζούμε στο σκότος της αμαρτίας, ψευδόμαστε και δεν λέμε την αλήθεια. Εάν όμως περπατούμε μέσα στο φως. ζώντας σύμφωνα με τον ευαγγελικό λόγο, όπως ο ίδιος ο Θεός είναι στο φως, τότε έχουμε κοινωνία με­ταξύ μας, και το αίμα του Ιησού Χριστού του Υιού του μας καθαρίζει από κάθε αμαρτία». «Και τώρα, παιδάκια μου, μένετε σταθερά ενωμένοι με Αυτόν, ώστε, όταν φανερωθεί, να έχουμε παρρησία (θάρρος), και να μην αισθανθούμε ντροπή απ’ Αυτόν , όταν Τον δούμε κατά τη (Δευτέρα) Παρου­σία Του».
Και γι’ αυτό λέγει ο Ιούδας ο Ιακώβου: «Τους αγγέλους, οι οποίοι δεν φύλαξαν το (υψηλό) αξίωμά τους, αλλά εγκατέλειψαν την κατοικία τους (στους ουρανούς), τους έχει κρατήσει δεμένους  με αιώνια δεσμά κάτω από σκότος για να δικαστούν στην Κρίση της μεγάλης ημέρας (δηλαδή κατά τη Δευτέρα Παρουσία). Όπως τα Σόδομα και τα Γόμορρα, έτσι και οι πόλεις που βρίσκονταν γύρω απ’ αυτά, οι οποίες με τον ίδιο με τα Σόδομα και τα Γόμορρα τρόπο, αφού παραδόθηκαν στην πορνεία και αφού  παρασύρθηκαν σε παρά φύση ασέλγειες, βρίσκονται μπροστά μας ως παράδειγμα αμαρτωλών, που έχουν να δώσουν λόγο με την ποινή του αιωνίου πυρός».
«Ας μη βασιλεύει λοιπόν η αμαρτία», διδάσκει ο Παύλος, «στο θνητό σας σώμα, ώστε να υπακούετε σ’ αυτήν παρασυρόμενοι από τις επιθυμίες του, ούτε να προσφέρετε τα μέλη σας ως όργανα της αδικίας, με αποτέλεσμα να σας νικά και να σας εξουσιάζει με αυτά η αμαρτία, αλλά να προσφέρετε τους εαυτούς σας στο Θεό, ως άνθρωποι οι οποίοι, αφού αναστηθήκατε με το βάπτισμα από τους νεκρούς, είστε ζωντανοί έχοντας μία νέα και αγία ζωή», και «όπως ακριβώς προσφέρατε τα μέλη σας να εί­ναι δούλα στην αμαρτία, και με την παράβαση του νόμου (να είναι δού­λα) στην ανομία, έτσι και τώρα να προσφέρετε τα μέλη σας (να είναι) δούλα στη δικαιοσύνη προς αγιασμό (σας)».
Γνωρίζετε, αγαπητοί μου αδελφοί, λύρα με δώδεκα χορδές, η οποία να παίζει με θεία έμπνευση και να ομοφωνεί ως προς το πόσο κακό (πράγμα) είναι η αμαρτία; Ας προσέχουμε λοι­πόν, αδελφοί (μου), τους εαυτούς μας, για να σωθούμε. Ας προσέχου­με (σ’ αυτές) τις προτροπές της Αγίας Γραφής και σ’ αυτά εδώ τα σωτηριώδη διδάγματα των Αποστόλων, και ας μη δίδουμε δευτερεύουσα σημασία στους λόγους του Α­γίου Πνεύματος. Διότι, γι’ αυτόν τον λόγο δεν σας είπα και σήμερα (πράγματα) από τον εαυτό μου, αλλά όλα όσα σας είπα είναι αγιοπνευματικά και αποστολικά (λόγια), ώστε να είναι βέβαιη η πίστη (σας σ’ αυτά).
Και τώρα μνημονεύω τον θείο Πέτρο, για να μου επι­σφραγίσει (επιβεβαιώσει) το λόγο και να προσευχηθεί θεόπνευστα για όλους σας, λέγοντας τα εξής: «Ο Θεός, που είναι η πηγή και ο χορηγός κάθε δωρεάς, ο Οποίος σας κάλεσε διά του Ιησού Χριστού στην αιώνια δόξα Του, Αυτός είθε να σας καταρτίσει, να σας στηρίξει, να σας ενδυναμώσει, να σας θεμελιώσει. Εις Αυτόν ανήκει η δόξα και η δύναμη εις τους αιώνες των αιώνων. Αμήν».
(Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου, Κατήχησις ΙΖ΄, Εις τους Αγίους και Πανευφήμους Αποστόλους και περί της αγίας και θεοπνεύστου αυτών διδαχής και περί του μη παρέργως ακούειν των σωτηριωδών τούτων διδαγμάτων. Συγγράμματα τ. Β. Έκδ. Ιεράς Βασιλικής και Σταυροπηγιακής Μονής Αγ. Νεοφύτου, σ.278-282.)

Σάββατο, Δεκεμβρίου 07, 2013

Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου, Λόγος εις το Άχραντον και θείον Γενέθλιον του Μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού και εις το «ότι παιδίον εγεννήθη ημίν».

nativityΑΓΙΟΥ ΝΕΟΦΥΤΟΥ ΤΟΥ ΕΓΚΛΕΙΣΤΟΥ
Λόγος εις το Άχραντον και θείον Γενέθλιον του Μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού και εις το «ότι παιδίον εγεννήθη ημίν».
Γνωρίζουμε βεβαίως όλοι, γνωρίζουμε ότι αυτός ο αισθητός ήλιος φωτίζει όλη την υφήλιο, και «δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να κρυφτεί από τη θερμότητα» και την διαυγέστατη λαμπρότητά του. Αλλά πολλές φορές οι ολόλαμπρες ακτίνες του καλύπτονται από σύννεφα και ομίχλη ή από το φύλλωμα των δένδρων, αλλά και πάλι, η πνοή κάποιου ανέμου διαλύει εύκολα το κάλλυμα των συννέφων και την ομίχλη και επιτρέπει στις γεμάτες φως ακτίνες να ξαπλωθούν παντού. Τον νοητό δε «ήλιον της δικαιοσύνης», που προυπήρξε του φυσικού ήλιου, που γεννήθηκε σήμερα με παράδοξο τρόπο από την ανάλαφρη νεφέλη, από την φωτοφόρο και ηλιακή και πάναγνη κοιλιά, καλύπτει ως σύννεφο η «μορφή του δούλου»,… τα βρεφικά σπάργανα και το φτωχικό σπήλαιο, καί ωρισμένα άλλα σύμφωνα με το σχέδιο του Θεού, σύμβολα της φτώχειας και της ταπεινότητας.
Όπως είπαμε προηγουμένως, το φύσημα και η δύναμη του ανέμου διασκορπίζει το κάλλυμμα της ομίχλης και του σύννεφου και φανερώνει καθαρά τις ηλιακές ακτίνες· το ίδιο συμβαίνει και με τον «ήλιον της δικαιοσύνης», τον Θεό και Δεσπότη, που καλύπτεται με σπάργανα και κρύβεται σε σπήλαιο και φάτνη αλόγων ζώων για την πολλή συγκατάβαση και για την υπερβολική αγαθότητα του· το Πανάγιο Πνεύμα που συνεργάστηκε για την πραγματοποίση του μυστηρίου και η ευδοκία (αυτό που αρέσει) του Πατρός παρουσιάζει καθαρά, τον ήλιο και Θεό που κρύβεται στη φάτνη και σπρώχνει όλη την κτίση, ορατή και αόρατη, να τρέξει γρήγορα και να κηρύξει τον «βασιλέα της δόξης» και Δημιουργό των όλων, που κρύβεται σε σπήλαιο και φάτνη περιτυλιγμένος με τα σπάργανα.
Εκεί ήλθαν χωρίς δισταγμό και οι μάγοι από την ανατολή προσφέροντας πολυτελή δώρα προσκυνώντας τον με πίστη. Και όχι μόνον αυτοί, αλλά και άγγελοι κατέβηκαν από τον ουρανό και έψαλλαν μελωδικά πρός τον « εν υψίστοις Θεόν και επί γης ειρηνάρχην» για τη συμφιλίωση του Θεού με τους ανθρώπους, που πραγματοποίησε το θέλημα του Πατρός· του απένειμαν ως Βασιλέα τους την οφειλόμενη επευφημία και απεκάλυψαν πλήρως τον κρυπτόμενο ακόμη Βασιλέα και τον ανάγγειλαν ως «ποιμένα των προβάτων τον μέγαν» στους βοσκούς που ήταν εκεί κοντά. « Γιατί γεννήθηκε» λέει, « για χάρη σας σήμερα Σωτήρας, και αυτός είναι ο Χριστός, ο Κύριος στη πόλη του Δαβίδ. Και για να τον αναγνωρίσετε, τούτο είναι το σημάδι· θα βρείτε ένα βρέφος σπαργανωμένο και ξαπλωμένο μέσα σ’ ένα παχνί (φάτνη)». Όταν τα άκουσαν αυτά «οι βοσκοί είπαν μεταξύ τους: Ας πάμε λοιπόν ως τη Βηθλεέμ και ας δούμε αυτά που έγιναν και που μας έκανε γνωστά ο Κύριος. Τρέχοντας ήρθαν και βρήκαν τη Μαριάμ και τον Ιωσήφ και το βρέφος ξαπλωμένο στη φάτνη. Και όταν τους είδαν, διηγήθηκαν» στο λαό «και γύρισαν πίσω δοξάζοντας και υμνώντας το Θεό για όλα όσα άκουσαν και είδαν όπως τους είχαν ειπωθεί» ( Λουκ. 2, 15-17, 20).
Για ποιον λόγο διαφημίζεται και μεγαλύνεται από τον ουρανό και τη γη αυτός που κρύβεται ως νήπιο σε σπήλαιο και φάτνη; Είναι φανερό ότι αυτό γίνεται για να γίνει γνωστό «σ’ όλη τη κτίση» ότι το βρέφος αυτό εξουσιάζει όλα τα αόρατα και τα όρατα και ότι είναι ο βασιλιάς της δόξας…
«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», (γιατί γεννήθηκε για χάρη σας ένα παιδί) σήμερα και σπαργανώθηκε, αυτός που σπαργάνωσε παλιά με ομίχλη τη θάλασσα. «Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», του οποίου η αρχή είναι άναρχος και δεν έχει τέλος.
«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν» το οποίο συγκρατεί, σάν δούλους του τα σύμπαντα· γι’ αυτό και σάν δούλοι το υπηρετούν και το επευφημούν και του προσφέρουν δώρα οι μάγοι και το άστρο, οι άγγελοι και οι βοσκοί, το σπήλαιο και η φάτνη, η Παρθένος μητέρα υπερφυώς ( με τρόπο θαυμαστό) και ο μνήστορας Ιωσήφ ο τεχνίτης, που φαινόταν ως πατέρας του δημιουργού των πάντων. Λείπει όμως η παρουσία των μαιών από τον τίμιο εκείνο και παράδοξο και παρθενικό τόκο· γιατί εκεί που υπάρχει μητέρα Παρθένος με την Δύναμη του Υψίστου, δε χρειάζονται μαίες. Αυτά λοιπόν και τα ισότιμα με αυτά φανέρωναν με σαφήνεια την θεαρχία και παντοκρατορία του νεογέννητου παιδιού.
«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν» από την αγία Παρθένο χωρίς πατέρα, αυτό που γεννήθηκε «εκ γαστρός πρό εωσφόρου», προαιωνίως, από τον Πατέρα χωρίς μητέρα.
«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», κριτής ζώντων και νεκρών.
«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν» και φανέρωσε σήμερα το προαιώνιο μυστήριο, και έτσι ετελείωσε με τον καλλίτερο τρόπο εκείνο που «πολλές φορές και με ποικίλους τρόπους» (πολυμερώς και πολυτρόπως) διέδιδαν από παλιά οι Προφήτες· προέλεγαν δηλαδή ότι «εκ Σιών εξελεύσεται νόμος και λόγος Κυρίου εξ Ιερουσαλήμ» και ότι « ο Θεός από Θαιμάν ήξει» και ότι «εκ Σιών η ευπρέπεια της ωραιότητος αυτού (η ανθρώπινη φύση του)» και ότι «εξελεύσεται ράβδος εκ της ρίζης Ιεσσαί» και τα λοιπά.
«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», που μυήθηκαν οι μάγοι για τη γέννηση του, οι βασιλείς των Περσών και ήλθαν με δώρα να το προσκυνήσουν με οδηγό το άστρο, αυτούς τους οποίους η Γραφή ονόμασε παλιότερα Σαβαΐτες, λέγοντας· «ότι άνδρες υψηλοί Σαβαΐται διαβήσονται προς σε και προσκυνήσουσι λέγοντες ότι εν σοί ο Θεός εστι και ουκ έστι Θεός πλήν σου». Αυτοί λοιπόν οι άνδρες ήλθαν και τον προσκύνησαν και θεολογώντας του πρόσφεραν δώρα· χρυσάφι επειδή είναι Βασιλιάς, λιβάνι επειδή είναι Θεός και σμύρνα για το άχραντο Πάθος…
«Ότι παιδίον εγεννήθη ημίν» και είναι τώρα ξαπλωμένο στη φάτνη, αυτό που κρατεί στο χέρι του τη σφαίρα της γής και συγκρατεί θεοπρεπώς και με άνεση όλη τη κτίση.
Και για να πώ συγκεφαλαιώνοντας το σπουδαιότερο παραλείποντας τα περισσότερα, «ότι παιδίον εγεννήθη ημίν», που είναι η σωτηρία του κόσμου, η ίαση των νοσημάτων, η εξαφάνιση των δαιμόνων, το καταλυτήριο των ειδωλικών ξοάνων και βωμών, η εξάλειψη των διαβολικών θυσιών και των ακαθάρτων κνισσών, το αιώνιο αλυσοδετήριο της διαβολικής αποστασίας και η αρχή της καθολικής αναστάσεως των νεκρών.
Ποιός είδε ή άκουσε ποτέ παρόμοιο παιδί…
Πώς ο απερίγραπτος Λόγος και Υιός του Θεού Πατρός περιορίστηκε εκούσια μέσα στη μορφή του δούλου; Πώς ο κατά φύση ασώματος ντύθηκε σώμα; Πώς φανερώθηκε αυτός που είναι αθέατος και στούς αγγέλους; Πώς ο δημιουργός των αθανάτων δυνάμεων καταδέχτηκε να φορέσει σάρκα θνητή; Πώς αυτός που έχει τον ασύγκριτο πλούτο της θεότητας και χαρίζει τα πλούσια δώρα έφθασε στην έσχατη φτώχεια; Πράγματι, τι φτωχότερο μπορεί να υπάρξει από τον σταύλο των βοδιών και τη φάτνη και το σπήλαιο; Πώς με παράδοξο τρόπο είδαν τα μάτια μας τον αόρατο; Πώς κατέβηκε στη γή ο Ύψιστος; Πώς αυτός που βρίσκεται πάνω από τους ουρανούς θέλησε να ζήσει μαζί με εμας που βρισκόμαστε κάτω στη γή; Πώς αυτός που περικυκλώνεται από στρατιές λαμπρότατων αγγέλων ήλθε να συναναστραφεί με τους ανθρώπους; Πώς αυτός που φορά σαν ένδυμα το φώς σπαργανώνεται με κουρέλια; Πώς ο υπέρκαθαρος κατέβηκε σε μας που βρισκόμαστε στο λάκκο και τη βρωμιά των καταστροφικών παθών;
Για ποιό λόγο, γιατί έγινε αυτή η ασύλληπτη και μεγάλη συγκατάβαση; Είναι βέβαια φανερό σε όσους θέλουν να ερευνήσουν τη δύναμη του μυστηρίου αλλά και εγώ θα το κάνω σαφές χρησιμοποιώντας μία εικόνα. Όπως κάποιος που έχει πέσει σε πολύ βαθύ και γεμάτο βόρβορο λάκκο δεν μπορεί να βγεί μόνος του από εκεί, αλλά χρειάζεται κάποιο χέρι από πάνω να τόν τραβήξει, κάτι παρόμοιο έπαθε και η φύση μας. Έγινε μεγάλο πτώμα από την πτώση στο βόρβορο της παραβάσεως και της αμαρτίας. Πεσμένη στο λάκκο του Άδη είχε ανάγκη από κάποιο χέρι παντοδύναμο για να την ανασύρει. Και επειδή κανενός συνανθρώπου χέρι δεν μπορούσε να το κάνει αυτό, απλώνεται από πάνω, από τα θεία υψώματα η παντοδύναμη δεσποτική δεξιά πρός τα κάτω, και όχι μόνο τράβηξε από το λάκκο εκείνο αυτούς που είχαν πέσει, αλλά και με τη μεγάλη δόξα και τη δύναμη της συνέτριψε τους αντιπάλους, όπως έχει γραφτεί, και μετέχοντας στη πεσμένη φύση μας θαυματουργικά, την οδήγησε ψηλά στους ουρανούς· και αφού την εκάθισε στο θρόνο εκ δεξιών του Πατρός την αξίωσε να προσκυνείται από όλη την κτίση, και προσκαλώντας εμάς εκεί έλεγε « ει τις εμοί διακονεί, εμοί ακολουθείτω, ίνα όπου ειμί εγώ, εκεί και ο διάκονος ο εμός έσται» ( όποιος θέλει να με υπηρετεί ας ακολουθεί το δικό μου δρόμο, κι όπου είμαι εγώ, εκεί θα είναι κι ο δικός μου υπηρέτης). Το ίδιο συνιστά και ο μακάριος Παύλος: «τα άνω ζητείν, τα άνω φρονείν, ένθα κάθηται Χριστός εκ δεξιών του Θεού Πατρός»…
( Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου, ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ, τ. Γ΄, Εκδ. Ι.Β.Σ Μ. Αγίου Νεοφύτου, Πάφος 1999, σ. 499 αποσπάσματα).

Παρασκευή, Οκτωβρίου 25, 2013

Ἅγιος Νεόφυτος ὁ ἔγκλειστος, Ἐγκώμιον εἰς τὸν ἅγιον καὶ ἔνδοξον μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΝ

Ἅγιος Νεόφυτος ὁ ἔγκλειστος,
Ἐγκώμιον εἰς τὸν ἅγιον καὶ ἔνδοξον
μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, ΔΗΜΗΤΡΙΟΝ

Νεοφύτου πρεσβυτέρου μοναχοῦ καὶ ἐγκλείστου ἐγκωμιαστικὸς λόγος στὸν ἅγιο καὶ ἔνδοξο μεγαλομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ Δημήτριο καθὼς καὶ σχετικὰ μὲ τὸ μαρτύριο, τὰ θαύματα καὶ τὸ σεβάσμιο ναό του.
1. Ὁ ἔνδοξος Δημήτριος καὶ συμμέτοχος στὴν οὐράνια δόξα, μᾶς χάρισε σήμερα τὴν πανήγυρή του ὡς ὑπέρτατο δῶρο. Ἐμπρὸς λοιπὸν καὶ ἐμεῖς, ποὺ ἀποτελοῦμε τὸ θίασο ἐκείνων ποὺ ἀγαποῦν τὸ μάρτυρα, ἂς τὸν τιμήσουμε μὲ θεόπνευστους ὕμνους καὶ ἐγκώμια, γιὰ νὰ μᾶς ὠφελήσει ὁ φίλος καὶ μάρτυρας ὡς μεσολαβητὴς στὸ βασιλέα Χριστό. Ἂς τονίσουμε λοιπὸν καὶ τὸ θεϊκό του ζῆλο καὶ τὴν ἀγάπη του γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ τὰ ἐνάρετα προτερήματα τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἂς γεμίσουμε μὲ θεϊκὴ χαρὰ ὅπως ἔχει γραφεῖ, γιατὶ ἀναφέρεται ὅτι, ὅταν ἐγκωμιάζεται ὁ δίκαιος, γεμίζουν μὲ εὐφροσύνη οἱ λαοί. Μακάρι ὅμως νὰ μὴν γεμίσουμε μόνο μὲ ἀγαλλίαση, ἀλλὰ νὰ ὠφεληθοῦμε ἀπὸ τὶς ὁμιλίες καὶ τὶς τιμητικὲς ἐκδηλώσεις στὴ μνήμη τοῦ σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
2. Αὐτὸς λοιπὸν ὁ μακάριος Δημήτριος, ποὺ εἶναι πράγματι πολίτης στὴν οὐράνια πόλη καὶ βασιλεία τιμήθηκε καὶ ἀπὸ τὴν ἐπίγεια θνητὴ βασιλεία. Γιατὶ μιὰ καὶ εἶχε εὐγενικὴ καταγωγὴ καὶ μεγάλη φήμη καὶ φρόντιζε ἀπὸ μικρὴ ἡλικία γιὰ τὸν ἄψογο καὶ ἔντιμο βίο, τὸν ἀγάπησαν καὶ τὸν τίμησαν πολὺ συνάμα καὶ ὁ Θεὸς καὶ οἱ ἄνθρωποι. Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν ἀρχικὰ ἔλαβε τὸ ἀξίωμα τοῦ ἐκσκέπτορος καὶ ἦταν συνεργὸς καὶ συμμέτοχος στὴ σύγκλητο. Στὴ συνέχεια ἀναγορεύθηκε ἀνθύπατος τῆς Ἑλλάδας. Γιὰ τὸν ἴδιο ὅμως ὁ ἀληθινὸς πλοῦτος καὶ ἡ δόξα ἦταν αὐτή, νὰ εἶναι δηλαδὴ καὶ νὰ τὸν ἀποκαλοῦν χριστιανό, καὶ δὲν ὑπολόγιζε καθόλου τὶς τιμὲς τῶν βασιλιάδων. Γι᾿ αὐτὸ ἐπειδὴ ξεχείλιζε ἀπὸ διδασκαλία γεμάτη μὲ θεϊκὴ σοφία καὶ πνευματικὸ λόγο, ἄλλαζε τὴν πίστη πολλῶν καὶ ἀπὸ τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων τοὺς ὁδηγοῦσε στὴν ἀληθινὴ πίστη.
3. Ἐπειδὴ λοιπὸν ὁ ἅγιος τέτοια κήρυττε στὸ λαὸ στὴν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ἐξαπλωνόταν ἡ φήμη του σ᾿ ὁλόκληρη τὴν περιοχὴ γύρω ἀπὸ αὐτήν, τὸν συνέλαβαν οἱ διῶκτες τῆς ἀλήθειας καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν τύραννο Μαξιμιανό. Ὁ ἅγιος ὅμως εἶχε λαμπερὸ τὸ πρόσωπό του μὲ τὴν παρέμβαση τῆς θείας χάρης καὶ προκάλεσε ἔκπληξη στὸν τύραννο, ὁ ὁποῖος ἐπειδὴ ντράπηκε τελικὰ δὲν τὸν τιμώρησε, ἀλλὰ τὸν κατηγόρησε ὡς ἀχάριστο γιατὶ λησμόνησε βαθιὰ τὶς βασιλικὲς τιμὲς καὶ πίστεψε στὸ σταυρωμένο Χριστό. Ἐκφράζοντας λοιπὸν αὐτὰ τὰ λόγια καὶ κάποιες ἄλλες κολακευτικὲς μωρολογίες προσπαθοῦσε νὰ παρασύρει τὸν ἅγιο ἀπὸ τὴν πίστη του. Αὐτὸς ὅμως ἀντιστεκόταν σὰν ἀκλόνητος στύλος καὶ σὰν βράχος στὴν ἀκτὴ ἀπέναντι στὰ χτυπήματα τῶν κυμάτων. 'Ὅταν τὸν ρώτησε καὶ πάλι ὁ βασιλιὰς ἂν ἐπιμένει νὰ πιστεύει στὸ σταυρωμένο Χριστό, ὁ ἅγιος του ἀπάντησε: «Μακάρι νὰ μποροῦσα, βασιλιά, ὄχι μόνο τὸν ἑαυτό μου, ἀλλὰ καὶ ὅλο τὸν κόσμο νὰ τὸν πείσω νὰ πιστεύει στὸν Ἐσταυρωμένο καὶ νὰ τοὺς ἀπαλλάξω ἀπὸ αὐτὴ τὴ μεγαλομανία καὶ τὴν πλάνη τῶν εἰδώλων. Καὶ ἐγὼ βέβαια εἶμαι ἕτοιμος στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ μου νὰ ὑποστῶ ὄχι μόνον ἕναν θάνατο, ἀλλὰ πολλούς, ἂν βέβαια αὐτὸ τὸ ἐπιτρέπει ἡ φύση μου».
4. Ὁ βασιλιὰς λοιπόν, ὅταν εἶδε τὴ μεγάλη τόλμη τοῦ ἄνδρα καὶ κατάλαβε τὴν ἀκλόνητη ἀπόφασή του, ἔγινε θηρίο ἀπὸ θυμὸ γιὰ νὰ βασανίσει τὸν ἅγιο. Συγκράτησε ὡστόσο τὸ θυμό του γιὰ τὸ τέλος, γιατὶ ἤθελε νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ θέατρο καὶ τὸ στάδιο. Γι᾿ αὐτὸ λοιπὸν ἔφτασε σ᾿ αὐτὸ τὸ μέρος μὲ ἅμαξα. Διέταξε νὰ φρουρήσουν τὸ μάρτυρα σὲ μιὰ κάμαρα λουτροκαμίνου, ποὺ δὲν τὴν εἶχαν ἀκόμη ἀνάψει, ὥσπου νὰ βρεῖ εὐκαιρία ἀπὸ τὰ μάταια θεάματα καὶ στὴ συνέχεια νὰ ὁδηγήσει τὸν ἅγιο σὲ ἐξέταση.
5. Τὸ θέατρο τῆς πόλης, ποὺ τὸ ἔλεγαν καὶ στάδιο, ἦταν κλεισμένο γύρω - γύρω μὲ σανίδες καὶ ὁρισμένα μάγγανα, ὅπου ὅσοι ἔμπαιναν, παρακολουθοῦσαν σὰν σὲ θέατρο, καὶ σκότωναν σὲ μονομαχία γιὰ νὰ εὐχαριστήσουν τὸν αἱμοχαρῆ βασιλιὰ μὲ τὸ νὰ χύνουν συχνὰ ἀνθρώπινο αἷμα.
6. Ὁ βασιλιὰς εἶχε ἀποκτήσει κάποιον μονομάχο, ποὺ τὸν ἔλεγαν Λυαῖο, πολὺ δυνατὸ καὶ μεγαλόσωμο, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὸ ἔθνος τῶν Βανδάλων καὶ ὁ ὁποῖος στὴ Ρώμη, στὸ Σέρμιο καὶ στὴ Θεσσαλονίκη, ἀλλὰ καὶ σὲ πολλοὺς ἄλλους τόπους σκότωσε πολλοὺς ἀνθρώπους σὲ μονομαχία, καὶ ὁ βασιλιὰς θεωροῦσε θαυματουργὴ τὴν πολὺ μεγάλη του δύναμη καὶ τὴν ἱκανότητά του στὸ φόνο καὶ κόμπαζε.
7. Ὅταν αὐτὸς στάθηκε στὸ στάδιο, ποὺ ἀναφέραμε, καὶ ὁ βασιλιὰς καλοῦσε τὸν κόσμο μὲ τοὺς κήρυκες ὑποσχόμενος χρήματα σ᾿ ὅποιον ἐπιθυμοῦσε ἀπὸ τοὺς πολίτες νὰ μονομαχήσει μὲ τὸ Λυαῖο, κανεὶς δὲν εἶχε τὴν τόλμη νὰ μονομαχήσει μὲ αὐτόν, γιατὶ ὅλοι ἔτρεμαν ἀπὸ φόβο καὶ μόνο ἀπὸ τὴν ὄψη καὶ τὸ θράσος τοῦ Λυαίου.
8. Τότε λοιπὸν ἕνας νεαρὸς παρακινήθηκε ἀπὸ τὸ Θεὸ ἐναντίον αὐτοῦ του κακοποιοῦ, ποὺ τὸν ἔλεγαν Νέστορα, ποὺ ἦταν ὡραῖος στὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχή, καὶ γνωστὸς τοῦ ἁγίου Δημητρίου, τρέχει σ᾿ αὐτόν, στὸν τόπο ποὺ τὸν φρουροῦσαν, ἔπεσε στὰ πόδια του καὶ τὸν παρακαλοῦσε λέγοντας «Νὰ προσευχηθεῖς γιὰ μένα, δοῦλε τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ ἐπικαλεστεῖς τὸ Χριστό. Γιατὶ θέλω νὰ μονομαχήσω πρόθυμα μὲ αὐτόν». Τότε ὁ ἅγιος σταύρωσε τὸ μέτωπο καὶ τὴν καρδιὰ τοῦ Νέστορος καὶ λέγει στὸν ἴδιο. «Πήγαινε, παιδί μου, καὶ τὸ Λυαῖο θὰ νικήσεις καὶ θὰ μαρτυρήσεις γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ».
9. Καὶ αὐτὸς ἐξοπλίστηκε μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ ἁγίου Δημητρίου σὰν νὰ φόρεσε θεῖο θώρακα, ἔρχεται τρεχάτος στὸ στάδιο, ἔβγαλε καὶ πέταξε κάτω τὸ χιτώνα του καὶ πηδώντας ἀπὸ τὶς βαθμίδες στάθηκε μπροστὰ στὸ βασιλιά. Αὐτὸς ἔμεινε ἔκπληκτος ἀπὸ τὴν τόλμη τοῦ νεαροῦ καὶ τοῦ λέγει: «Νεαρέ μου, ἀπ᾿ ὅ,τι φαίνεται ἡ ἐπιθυμία τῶν χρημάτων σὲ ὁδήγησε σ᾿ αὐτὸ τὸ τόλμημα. Ἐγὼ βέβαια, ἐπειδὴ λυπᾶμαι καὶ τὴν ὀμορφιά σου καὶ τὸν ἀνθὸ τῆς νιότης σου, σοῦ δίνω τὰ χρήματα καὶ παραδέχομαι τὴ γενναιότητά σου καὶ φύγε κερδίζοντας καὶ τὴ ζωή σου καὶ τὰ χρήματα. Μὴν ἀντισταθεῖς ὅμως στὸ Λυαῖο, γιατὶ πολλοὺς ἔστειλε στὸ θάνατο, πιὸ δυνατοὺς ἀπὸ σένα».
10. Ὅταν λοιπὸν τὰ ἄκουσε αὐτὰ ὁ Νέστωρ, οὔτε τὸ Λυαῖο φοβήθηκε γιὰ τοὺς ἐπαίνους, οὔτε ὑποχώρησε στὴ γενναιοδωρία τοῦ βασιλιά, ἀλλὰ τοῦ εἶπε: «βασιλιά μου, δὲν ἔχω ἔρθει σ᾿ αὐτὴ τὴ μονομαχία γιατὶ ἐπιθυμῶ χρήματα, ἀλλὰ γιὰ ν᾿ ἀποδείξω σήμερα μπροστά σου πιὸ ἰσχυρὸ τὸν ἑαυτό μου ἀπὸ τὸ Λυαῖο». Τότε λοιπὸν ὁ βασιλιὰς καὶ οἱ σύνεδροί του γεμάτοι θυμὸ κατάλαβαν τὴν ἀλαζονεία τοῦ Νέστορος καὶ ἐνθάρρυναν ὑπερβολικὰ τὸ Λυαῖο γιὰ τὴν ἐξόντωσή του.
11. Καὶ ὁ νεανίας τοῦ Θεοῦ ἐνισχύθηκε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, πῆρε στὰ χέρια του τὸν ἀκινάκη, σήκωσε τὰ μάτια στὸν οὐρανό, προσευχήθηκε καὶ εἶπε «ὁ Θεὸς τοῦ δούλου σου Δημητρίου καὶ ὁ ἀγαπημένος γιὸς σου Ἰησοῦς Χριστός, ποὺ νίκησες τὸν ἐχθρὸ Γολιὰθ μὲ τὸν ἐκλεκτό σου Δαβίδ, ἐσὺ Κύριε νίκησε καὶ τούτη τὴ στιγμὴ τὴ δύναμη τοῦ Λυαίου». Ἔτσι λοιπὸν προσευχήθηκε καὶ πήδησε μέσα ἀπὸ τὰ μάγγανα καί, ὅταν ἔγινε ἡ συμπλοκή, ὁ Λυαῖος δέχτηκε καίριο χτύπημα στὴν καρδιὰ ἀπὸ τὸ Νέστορα καὶ πέθανε ἀμέσως καὶ ἔφερε τὴν πιὸ μεγάλη στενοχώρια στὰ βασιλιά. Καὶ ὁ Νέστωρ δόξαζε τὸ Θεό, γιατὶ ὁ βάρβαρος σκοτώθηκε μὲ τὶς προσευχὲς τοῦ ἁγίου Δημητρίου.
12. Ὁ Μαξιμιανὸς ὅμως τινάχτηκε μὲ θυμὸ ἀπὸ τὴν καθέδρα, καὶ συμπεριφερόταν στυγνὰ στοὺς αὐλικούς του λέγοντας «μὰ τοὺς θεούς, ἂν δὲν ἔγινε κάποια μαγεία, ἕνας μικρόσωμος νεαρὸς δὲν θὰ σκότωνε τὸ Λυαῖο, ποὺ ἔχει κάνει τόσα καὶ τέτοια κατορθώματα».
13. Τότε ὁ τύραννος κάλεσε τὸ Νέστορα καὶ τὸν ρώτησε λέγοντάς του «ἀπάντησέ μας, νεαρέ μου, μὲ ποιὰ μαγικὰ τεχνάσματα καὶ ποιοὺς συνεργάτες εἶχες καὶ σκότωσες τὸ Λυαῖο;». Ὁ Νέστωρ λοιπὸν πῆρε τὸ λόγο καὶ εἶπε «οὔτε μὲ μαγεία, οὔτε μὲ μαγγανεία, ὅπως εἶπες, βασιλιά, σκοτώθηκε ὁ Λυαῖος, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς τοῦ Δημητρίου, ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν, ἔστειλε τὸν ἄγγελό του καὶ σκότωσε τὸ Λυαῖο μὲ τὸ χέρι μου, γιατὶ ἦταν μιαρὸς καὶ ἐγωιστής». Τότε λοιπὸν ὁ θεομάχος γέμισε μὲ θυμὸ καὶ ὀργὴ καὶ διέταξε νὰ ὁδηγήσουν τὸ Νέστορα στὸ δυτικὸ μέρος τῆς Θεσσαλονίκης, στὴ λεγάμενη Χρυσὴ πύλη, καὶ νὰ τὸν σκοτώσουν, γιατὶ ἦταν χριστιανός, καὶ ἔτσι λοιπὸν ὁ ἅγιος αὐτὸς νεανίας στεφανώθηκε μὲ τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου, στὶς εἰκοσιπέντε τοῦ Ὀκτωβρίου.
14. Αὐτὸς ὁ ἱερὸς μεγαλομάρτυρας τοῦ Χριστοῦ Δημήτριος βλέπει στὴν καμάρα ποὺ τὸν φρουροῦσαν νὰ βγαίνει ἀπὸ τὴ γῆ ἕνας πελώριος σκορπιὸς ἕτοιμος νὰ τὸν πλήξει μὲ τὸ κεντρί του, μνημονεύει ἐκεῖνον ποὺ ἔδωσε ἐξουσία νὰ πατοῦμε πάνω σε φίδια καὶ σκορπιούς, ἔφτυσε τὸ σκορπιό, τὸν σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ τὸν ἐπέδειξε ἀμέσως νεκρό. Ἀμέσως τότε ἄγγελος Κυρίου πῆρε ἕνα θεϊκὸ στεφάνι καὶ στεφάνωσε τὴν κάρα τοῦ μάρτυρα, ἡ στέψη δὲν ἔγινε ἴσως γιὰ τὴ νέκρωση τοῦ σκορπιοῦ, ἀλλὰ γιὰ τὴ σφαγὴ τοῦ ἁγίου στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θὰ γινόταν μετὰ ἀπὸ λίγο. Γι' αὐτὸ καὶ τοῦ ἔλεγε ὁ ἄγγελος «Εἰρήνη σὲ σένα, ἀθλητὴ τοῦ Χριστοῦ, νὰ ἔχεις θάρρος καὶ νὰ φανεῖς γενναῖος ἄντρας».
15. Τότε λοιπὸν ὁρισμένοι ἄρχοντες συκοφάντες κατηγοροῦν τὸ Δημήτριο στὸ βασιλιὰ ὡς αἴτιο τῆς σφαγῆς τοῦ Λυαίου. Ὅταν τὸ ἄκουσε ὁ ἴδιος, ἔλεγε πὼς δὲν ἦταν καλὸς οἰωνὸς ἡ συνάντησή του μὲ τὸν ἅγιο στὰ στάδιο. Γι᾿ αὐτὸ βράζοντας ἀπὸ τὸ θυμό του ἐναντίον τοῦ μάρτυρα, διατάζει νὰ τὸν σκοτώσουν μὲ λόγχη, ἐκεῖ μέσα στὶς καμάρες, ὅπου τὸν φρουροῦσαν, πράγμα ποὺ ἔκαναν ἀμέσως μὲ πολλὴ γρηγοράδα οἱ δήμιοι χωρὶς λύπηση στὶς εἰκοσιέξι Ὀκτωβρίου.
16. Καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ ἀθλητῆ ἦταν σύντομο καὶ χαλαρό, ὁ ἴδιος ὅμως ἐπιθυμοῦσε νὰ ὑποστεῖ τὸ μαρτύριο ὄχι μόνο σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα, ἀλλὰ γιὰ πολλὲς ἡμέρες καὶ μὲ περίπλοκα βάσανα γιὰ τὴν ἀγάπη του στὸ Χριστό. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ καρδιογνώστης Θεός, ἐπειδὴ δέχτηκε τὴ στιγμιαία σφαγὴ ὡς πολύχρονο μαρτύριο καὶ τὴ συντομία της ὡς διαρκέστερο μαρτύριο, τὸν στεφάνωσε γιὰ τὴν πρόθεσή του καὶ τὸν ἐφοδίασε μὲ πολλὲς θαυματουργικὲς ἱκανότητες καὶ ἰαματικὰ χαρίσματα, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ἴδια ἡ κιβωτὸς τοῦ ἁγίου λειψάνου νὰ ἀναδίδει συνέχεια τὸ μύρο, σὰν πηγὴ τοῦ ζῶντος ὕδατος, ὥστε πιὸ εὔκολα νὰ λιγοστεύει τὸ νερὸ τῆς πηγῆς, παρὰ νὰ λιγοστέψει ποτὲ ἐκείνη ἡ πηγὴ τοῦ μύρου. Μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο λοιπὸν ὁ γενναιόδωρος Θεὸς γνωρίζει νὰ ἀνταποδίδει τὴ δόξα σ᾿ ὅσους τὸν δοξάζουν.
17. Καὶ ὁ Λοῦπος, ὁ ὑπηρέτης τοῦ μάρτυρα βλέποντας τὴ σφαγὴ τοῦ ἀφέντη του ἀποκομίζει σημαντικὸ κέρδος. Ἀφοῦ πῆρε λοιπὸν τὸ ὀράριο τοῦ ἁγίου καὶ τὸ βασιλικὸ δαχτυλίδι ἀπὸ τὸ χέρι του καὶ τὰ ἔβαψε μέσα στὸ αἷμα τοῦ ἁγίου, ἐπιτελοῦσε μὲ αὐτὰ θεραπεῖες κάθε νοσήματος καὶ ἀπομάκρυνε τὰ πονηρὰ πνεύματα. Ἐπειδὴ ἡ φήμη τῶν θαυμάτων ἐξαπλώθηκε σ᾿ ὁλόκληρη τὴν περιοχὴ γύρω ἀπὸ τὴ Θεσσαλονίκη, ἔφτασε μέχρι καὶ στὸ βασιλιά, ὁ ὁποῖος παθιασμένος ἀπὸ τὸ θυμὸ διέταξε νὰ σκοτώσουν καὶ τὸ Λοῦπο, τὸν ὁποῖο σκότωσαν στὸ λεγόμενο δημαρχεῖο τῆς πόλης τῆς Θεσσαλονίκης.
18. Τὸ καλλίνικο καὶ πανάγιο λείψανο τοῦ ἁγίου Δημητρίου βρισκόταν περιφρονημένο ἀπὸ φόβο στὸ βασιλιὰ καὶ τοὺς διῶχτες. Τὴ νύχτα ὅμως, τὸ ἔκλεψαν ὁρισμένοι πιστοὶ ἄνθρωποι καὶ τὸ ἔκρυψαν στὸ χῶμα, ὅσο μποροῦσαν. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν μπορεῖ νὰ κρυφτεῖ μιὰ πόλη, ποὺ βρίσκεται στὴν κορφὴ τοῦ βουνοῦ, οὔτε αὐτὸ τὸ ἄφησε νὰ κρυφτεῖ ἡ πηγὴ τῶν θαυμάτων, ἀλλὰ ἔγινε ξακουστὸς σ᾿ ὁλόκληρη τὴ Μακεδονία καὶ τὴ Θεσσαλία ὁ ἅγιος μὲ τὰ θαύματά του δηλαδή, μὲ τὰ ὁποῖα νικήθηκαν οἱ αὐθάδειες τῆς μανίας τῶν εἰδώλων καὶ λαμπρύνονταν τὰ δόγματα τῆς ἄμεμπτης πίστης τῶν χριστιανῶν.
19. Τότε λοιπὸν ἕνα εὐσεβὴς καὶ ἔνδοξος ἄντρας, ποὺ τὸν ἔλεγαν Λεόντιο, καὶ ἔγινε ὕπαρχος τοῦ Ἰλλυρικοῦ, πήγαινε στὴ χώρα τῶν Θρακῶν καὶ ἀρρώστησε ἀπὸ ἀνίατη ἀσθένεια· τὸν ὁδήγησαν οἱ δικοί του στὴν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης μ᾿ ἕνα φορεῖο καὶ τὸν ξάπλωσαν πάνω στὸ ἰαματικὸ μνῆμα τοῦ μάρτυρα καὶ ἀμέσως ἔγινε ἐντελῶς καλά, μὲ ἀποτέλεσμα καὶ ὁ ἴδιος ὁ ὕπαρχος καὶ ὅλοι οἱ γύρω του νὰ θαυμάζουν τὴν ταχύτατη βοήθεια τοῦ μάρτυρα, νὰ δοξάζουν τὸ Θεὸ καὶ νὰ ἐγκωμιάζουν τὸ μάρτυρά του Δημήτριο.
20. Αὐτὸς λοιπὸν κατέστρεψε τὶς καμάρες τῶν καμινιῶν καὶ τὰ κτίσματα τῶν θερμῶν λουτρῶν καὶ καθάρισε ἐντελῶς τὸν τόπο ἀπὸ ὅλα τα ξύλα καὶ τὰ σκουπίδια, ἀνήγειρε πανέμορφο καὶ πάνσεπτο ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ μάρτυρα ἀνάμεσα στὸ δημόσιο λουτρὸ καὶ στὸ στάδιο, ποὺ ἀναφέραμε προηγουμένως, τὸν ὁποῖο κόσμησε μὲ δαπάνη πολλῶν χρημάτων καὶ τὸν ἔκανε πολὺ λαμπρό. Αὐτὸς μέχρι καὶ σήμερα καμαρώνει σὰν ἐπίγειος οὐρανός, γιατὶ τὸν ἔχει κάνει ἔνδοξο ἡ πηγὴ τῶν θαυμάτων, αὐτὸς φέρει πάντα τὴ θεοβρυτη λάρνακα τοῦ μύρου ὡς ἀνεξάντλητη πηγή, αὐτὸς ὑπάρχει παυσίπονο φάρμακο, ποὺ θεραπεύει τὰ διάφορα νοσήματα, αὐτὸς ἔχοντας ὡς ἀσυναγώνιστο οἰκοδεσπότη τὸν ξακουστὸ Δημήτριο δὲν θὰ φοβηθεῖ τὶς ἐπιδρομὲς τῶν βαρβάρων ἐχθρῶν, αὐτὸς πολλὲς φορὲς εἶναι ἡ λύτρωση τῶν αἰχμαλώτων, μὲ ἀποτέλεσμα πολλὲς φορὲς νὰ βρίσκονται αἰχμάλωτοι σ᾿ ἐκεῖνον τὸν ἱερὸ ναὸ μαζὶ μὲ τὶς ἁλυσίδες τους καὶ ἀπὸ τὴ Συρία καὶ ἀπὸ ἄλλες βαρβαρικὲς χῶρες καὶ νὰ λένε ὅτι τοὺς ἁρπάζει ὁ ἅγιος Δημήτριος καὶ τοὺς διασώζει φέρνοντάς τους μετέωρους μέχρι τὸ ναό του.
21. Καὶ ὄχι μόνο αὐτῶν ἀλλὰ καὶ τῶν πιστῶν βασιλιάδων εἶναι σύμμαχος αὐτὸς ὁ ἱερὸς ὁπλίτης, στὸν ὁποῖο καὶ ἐγὼ γεμάτος χαρὰ θὰ ἀπευθύνω λίγους χαιρετισμοὺς καὶ θὰ τελειώσω τὸ λόγο μου.
22. Χαῖρε, ἀσυναγώνιστε στρατιώτη τοῦ Χριστοῦ τρισευτυχισμένε Δημήτριε, γιατὶ σύμφωνα μὲ τὸν Παῦλο, ἀγωνίστηκες τὸν ὡραῖο ἀγώνα, ἔχεις τρέξει τὸ δρόμο μέχρι τὸ τέρμα, ἔχεις διαφυλάξει τὴν πίστη καὶ στεφανώθηκες ἐπάξια ἀπὸ τὸ Θεὸ μὲ τὸ στέφανο τῆς δικαιοσύνης.
Χαῖρε μάρτυρα Δημήτριε, γιατὶ ἂν καὶ ἔχεις δεχτεῖ καὶ σὺ στὸ σῶμα σου τὶς πληγὲς ποὺ δέχτηκε ὁ Χριστός, ἀνέβηκες στὸν ἴδιον μὲ χαρὰ καὶ ἀγαλλίαση.
Χαῖρε, μάρτυρα Δημήτριε, γιατὶ ἔγινες πράγματι μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνος βέβαια γιὰ χάρη ὅλων μας δέχτηκε τὴ λόγχη ἀπὸ τὸν ἀσεβῆ στρατιώτη στὴν ἀμόλυντη πλευρά του καὶ σὺ ὡς εὐσεβὴς στρατιώτης του γιὰ χάρη τῆς ἀγάπης τοῦ δέχτηκες τὴ λόγχη στὴ φυλακὴ ἀπὸ ἀσεβεῖς στρατιῶτες.
Χαῖρε, μάρτυρα Δημήτριε, γιατὶ ἔχεις πλουτίσει μὲ τὴν ἀγγελικὴ χάρη καὶ ἀποδεικνύεσαι ἐπίγειος ἄγγελος καὶ οὐράνιος ἄνθρωπος γεμάτος δόξα.
Χαῖρε, μάρτυρα Δημήτριε, γιατὶ εἶσαι μυημένος στὴ χάρη καὶ ἐλευθερωτὴς τῶν αἰχμαλώτων καὶ πολὺ γρήγορος γιατρὸς τῶν διάφορων ἀσθενειῶν.
Χαῖρε, μάρτυρα Δημήτριε, μαζὶ μὲ τὸ Γεώργιο καὶ τὸ Θεόδωρο, τοὺς συναθλητὲς καὶ συμμέτοχούς σου, τὸ τρισευτυχισμένο ὅπλο τῶν εὐσεβῶν βασιλιάδων μας, τὸ ξίφος τους μὲ τὶς τρεῖς αἰχμὲς ἐναντίον τῶν ἄθεων βαρβάρων, τὸ τριπλὸ τεῖχος τῆς βασιλικῆς αὐλῆς, τὸ τρίσπαθο κάρφωμα στὴν καρδιὰ τῶν σκληρῶν ἐχθρῶν, τὸ τριστόλιστο στέμμα τῶν βασιλιάδων μας, τὸ τριπλὸ φῶς τῆς ὁδοιπορίας τοὺς μέρα καὶ νύχτα, τὸ τριπλὸ ὅπλο τοῦ ἐκφοβισμοῦ τους καὶ τὸ πολὺ ἀγαπητὸ καὶ ἰσάριθμό της Τριάδος.
Χαῖρε, γιατὶ ἔχεις ἀξιωθεῖ τὴν ἀκατάπαυτη χαρὰ καὶ εἶσαι συνοδὸς τῶν πιστῶν βασιλιάδων. Καὶ ἐγὼ τὸ γνωρίζω ὅτι νικιέται ἡ παράταξή μας σὲ περίοδο πολέμου. Ἀλλὰ δὲν ρίχνουμε τὴν εὐθύνη γιὰ τὴν ἥττα στὴν ἀδράνεια αὐτῶν τῶν στρατηγῶν, ἀλλὰ οἱ καρποὶ τῶν κακῶν πράξεων κάνουν πιὸ ἰσχυρούς τους ἐχθρούς μας ἐναντίον μας. Πῶς λοιπόν, ἀναφέρει ὁ προφήτης, ἕνας θὰ καταδιώξει χίλιους καὶ δύο θὰ μετακινήσουν μυριάδες καὶ τὰ ἀκόλουθα.
23. Καὶ ὁ ἅγιος ἐκεῖνος ἄνθρωπος, ὁ Λεόντιος, ὅταν ὁλοκλήρωσε τὸν πανσεβάσμιο ναὸ τοῦ μάρτυρα καὶ ἐπρόκειτο νὰ φύγει στὸ Ἰλλυρικό, σκεπτόταν νὰ πάρει μαζί του κάποιο λείψανο, γιὰ νὰ ἀνεγείρει καὶ ἐκεῖ ναὸ στὸ ὄνομα τοῦ ἁγίου. Ὁ ἅγιος ὅμως τὴ νύχτα παρουσιάστηκε σ᾿ αὐτὸν καὶ τοῦ ἔκοψε τὴν ὁρμή. Τότε λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος πῆρε τὴ χλαμύδα τοῦ ἁγίου καὶ ἕνα μέρος ἀπὸ τὸ ὀράριο, ποὺ ἦταν βαμμένα κατακόκκινα στὸ αἷμα τοῦ ἁγίου, κατασκεύασε ἀργυρὴ λειψανοθήκη, τὰ ἀπέθεσε μέσα σ᾿ αὐτὴν καὶ συνέχισε τὸ δρόμο του.
24. Ὅταν ἔφτασε σ᾿ ἕναν ποταμό, ποὺ τὸν λένε Δούναβι, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ περάσει ἀπὸ τὸ θυελλώδη καιρὸ καὶ τὸ φούσκωμα τοῦ ὁρμητικοῦ ρεύματος, καθόταν καὶ περίμενε νὰ λιγοστέψει ὁ ποταμός, αὐτὸς ὅμως πιὸ πολὺ φούσκωνε, ἀντὶ νὰ λιγοστεύει. Καὶ ὁ ἅγιος Δημήτριος παρουσιάστηκε νύχτα σ᾿ αὐτὸν καὶ τοῦ εἶπε: «Διῶξε ἀπὸ μέσα σου κάθε δειλία καὶ ἀπιστία, ἀνέβα πάνω στὸ πλοιάριό σου, πάρε στὰ χέρια σου τὴ σορὸ ποὺ φέρνεις μαζί σου καὶ πέρνα ἄφοβα τὸν ποταμὸ μαζὶ μὲ τὴ συνοδεία σου». Καὶ ὁ ἄνθρωπος ἔκανε αὐτὸ τὸ πράγμα, πέρασε ἀβλαβὴς τὸν ποταμὸ καὶ ἔτσι διασώθηκε καὶ ἀπέθεσε τὴν ἁγία λειψανοθήκη μὲ τὰ ἁγιάσματά της, ἐκεῖ ὅπου ἔχτισε καὶ ἄλλον ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ μάρτυρα ἁγίου Δημητρίου, δίπλα στὸ σεβάσμιο ναὸ τῆς καλλίνικου μάρτυρας Ἀναστασίας, ἀπ᾿ ὅπου ξεχύθηκαν πολλοὶ ποταμοὶ θαυμάτων. Ἀπὸ αὐτούς, Χριστὲ βασιλιά μου, ἀφοῦ μᾶς ποτίσεις, ὡς ποταμὸς τῆς εἰρήνης, γέμισέ μας, φώτισε, καθάρισε, θεράπευσε τὶς ψυχές μας μαζὶ καὶ τὰ σώματά μας μὲ τὶς προσευχὲς τοῦ ὑπηρέτη Σου καὶ μάρτυρα Δημητρίου καὶ τῆς ἄχραντης Θεοτόκου, γιὰ νὰ δοξαστεῖ καὶ ἀπὸ ἐδῶ τὸ πανάγιο ὄνομά Σου, γιατὶ Σοῦ πρέπει κάθε δόξα, τιμὴ καὶ προσκύνηση, μαζὶ μὲ τὸν Πατέρα Σου καὶ τὸ ἅγιό Σου πνεῦμα πάντοτε, καὶ τώρα καὶ γιὰ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες Ἀμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...