Η ΠΑΛΑΙΑ ΔΙΑΘΗΚΗ ΔΕΙΧΝΕΙ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΤΗΣ ΚΑΙΝΗΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ
Ἀναστάσιος
Μυρίλλας
Μία ἀπό τίς πρῶτες ἐπιθυμίες καί ἀνάγκες
πού πρέπει νά αἰσθάνεται ἐκ βάθους ψυχῆς καί καρδίας ὁ Χριστιανός εἶναι ἡ μελέτη
τῶν Θείων Γραφῶν. Δηλαδή τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Εἶναι τά μοναδικά
Βιβλία, τά ὁποῖα λύνουν κάθε ἀπορία σέ ὁποιοδήποτε ζήτημα.
Διαβάζοντας κανείς τήν Ἁγία Γραφή
καταλαβαίνει τόν πλοῦτο τῆς ἀλήθειας καί τήν μοναδικότητα τοῦ Ὀρθόδοξου
Χριστιανισμοῦ. Καταλαβαίνει ὅτι δέν εἶναι ἕνα συνοθύλευμα ἀπό φιλοσοφίες,
φυσιολατρικές παρατηρήσεις, θεοσοφικές ἐπιστῆμες ἤ ἀρχές κοινωνικῶν συστημάτων,
πού ὅλα μαζί συνθέτουν κάποιες θεωρίες, οἱ ὁποῖες θά μᾶς κάνουν πιό ἔξυπνους, ἤ
πιό εὐγενικούς, ἤ πιό καλούς. Εἶναι κάτι πολύ πιό οὐσιῶδες. Εἶναι ἡ ἀποκάλυψη
τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Εἶναι ὁ τρόπος τῆς ζωῆς πού μᾶς ἔδειξε καί μᾶς
δίδαξε ὁ ἴδιος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, γιά νά κατακτήσουμε τήν σωτηρία μας καί νά
γίνουμε συγκληρονόμοι Του στή Οὐράνια Βασιλεία!
Ὁ ἴδιος ὁ Χριστός μᾶς ὑποδεικνύει νά
μήν ἐρευνοῦμε τίς Ἅγιες Γραφές μέ προσκόλληση στό γράμμα τους ἀλλά νά ἐρευνοῦμε
τό πνεῦμα τό ὁποῖο περικλείεται στά γράμματα καί στίς διατυπώσεις. Μᾶς λέει, ἐπίσης,
ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή μαρτυρεῖ, δηλαδή ὁμιλεῖ γι’ Αὐτόν: «Ἐρευνᾶτε τάς Γραφάς, ὅτι ὑμεῖς
δοκεῖτε ἐν αὐταῖς ζωήν αἰώνιον ἔχειν· καί ἐκεῖναί εἰσίν αἱ μαρτυροῦσαι περί ἐμοῦ·
καί οὐ θέλετε ἐλθεῖν πρός με ἵνα ζωήν ἔχητε».
Καί,
βεβαίως, ἐδῶ δημιουργεῖται ἕνα ἐρώτημα: ποιές Γραφές ὁμιλοῦν γιά τόν Χριστό;
Τήν ἐποχή πού ὁ Χριστός εἶπε αὐτή τή φράση, ἡ Καινή Διαθήκη δέν ἔχει ἀκόμα
γραφεῖ, δέν ὑπῆρχε. Πολύ ἁπλᾶ, ὁ Κύριος μέ τά λόγια του αὐτά ἐννοεῖ τήν Παλαιά
Διαθήκη. Καί τό ἀποδεικνύει περίτρανα ὁ ἴδιος μέ τά ὅσα Ἐκεῖνος εἶπε καί ἔπραξε.
Τόν
ἀκοῦμε, μέσα στήν ἔρημο καί μετά ἀπό τή σαρανταήμερο νηστεία Του, νά ἀντικρούει
τούς πειρασμούς τοῦ διαβόλου μέ φράσεις καί ἐντολές τῆς Π.Δ.
Σέ
ἄλλο σημεῖο, τόν ἀκοῦμε νά λέει «μή νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλύσαι τόν
Νόμον, ἤ τούς Προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλύσαι ἀλλά πληρῶσαι». Ὁ Νόμος, οἱ Προφῆτες
καί οἱ Ψαλμοί εἶναι τά βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Δηλαδή εἶναι σά νά μᾶς λέει
πώς δέν ἦρθα νά καταλύσω, νά ἀπαξιώσω καί νά βάλω στήν ἄκρη τήν Π.Δ. Ἦλθα νά
τήν ἐπαληθεύσω καί νά συμπληρώσω ὅ,τι παρανόησε ἤ ἄλλαξε ἀπό τούς Θείους Νόμους
τό ἀνθρωποπαθές χέρι κάποιων νομοδιδασκάλων (Φαρισαίων).
Ἀλλοῦ
πάλι, Τόν ἀκοῦμε νά λέει ὅτι ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ μπορεῖ νά παρέλθουν, ἀπό τίς
Γραφές ὅμως οὔτε ἕνα γιώτα δέν θά ἀλλάξει. Διότι, πολύ ἁπλᾶ, οἱ Γραφές εἶναι ἡ Ἀλήθεια
καί ἡ Ἀλήθεια δέν μπορεῖ νά ἀλλάξει. Ἐάν ἀλλάξει σημαίνει ὅτι αὐτό πού
πιστεύαμε ὡς ἀλήθεια δέν ἦταν ἀλήθεια.
Ὅταν
αὐτό λοιπόν, τό λέει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, καταλαβαίνουμε ὅτι τό Ἱερό αὐτό Βιβλίο
μόνο παραμύθι ἤ μυθολογία τῶν Ἑβραίων (ὅπως διαδίδουν κάποιοι ἐπιτήδειοι) δέν εἶναι.
Καί πολύ περισσότερο δέ, ὅτι δέν εἶναι βλάσφημο καί αἰσχρό (ὅπως ἔλεγε μία
καθηγήτρια Πανεπιστημίου!!! σέ τηλεοπτικές ἐκπομπές) βιβλίο.
Ὅταν
ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, πού εἶπε «Ἐγώ εἰμί τό Φῶς καί ἡ Ἀλήθεια» προτρέπει στήν
μελέτη τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, εἶναι δυνατόν νά προτρέπει σέ ἕνα ψέμα ἤ σέ μία
μυθοπλασία; Εἶναι δυνατόν τό Φῶς νά σοῦ δείχνει τό σκότος τῆς αἰσχρότητας καί ἡ
Ἀλήθεια τήν δίνη τῆς πλάνης; Τί Θεός θά ἦταν τότε; Πῶς λοιπόν, μποροῦν νά λένε
οἱ νέοι διανοούμενοι τῆς φτωχῆς μας σύγχρονης Ἑλλάδας αὐτά τά πράγματα; Μᾶλλον ἔχει
σκοτιστεῖ τόσο τό μυαλό τους, πού βλέπουν τό Φῶς γιά σκότος καί τό σκότος γιά φῶς.
Καί τό μέγα δυστύχημα; Λόγῳ τοῦ ὅτι ὅλοι αὐτοί κατέχουν τό ἀξίωμα τοῦ γονέα, τοῦ
δασκάλου, καί τοῦ καθηγητῆ, ὁδηγοῦν στήν ἴδια πλάνη ὁλόκληρη τή νεολαία μας!
Ἀκοῦμε
συχνά τελευταῖα, ἀπό στόματα Χριστιανῶν νέων, τόν φοβερό λόγο «Τί δουλειά ἔχουμε
ἐμεῖς οἱ Ἕλληνες μέ τήν μυθολογία τῶν Ἑβραίων; Ἐμεῖς ἔχουμε δικιά μας καί
μάλιστα ἀνώτερη»!!! «Στήν Ἐκκλησία πηγαίνω καί πιστεύω στόν Χριστό, ὅμως τήν
Π.Δ. δέν τή δέχομαι»!!!
Ἀλήθεια,
πῶς μπορεῖς νά πιστεύεις τόν Χριστό καί ταυτόχρονα νά Τόν λές ψεύτη; Πῶς
γίνεται νά Κοινωνεῖς Αὐτόν πού θεωρεῖς ἀληθινό Θεό καί τήν ἴδια στιγμή νά
διαλαλεῖς καί νά προτρέπεις τούς ἄλλους νά μήν κάνουν αὐτά πού Ἐκεῖνος εἶπε γιά
νά σωθεῖ ὁ ἄνθρωπος;
Πόσο
ὑποκριτές καί βλάσφημοι ἔχουμε γίνει! Πόσο εὔπιστοι καί ἀπαίδευτοι, ὥστε εὔκολα
νά λέμε κουβέντες βαριές κι ἀνόητες, χωρίς νά καταλαβαίνουμε τό κακό πού
κάνουμε καί σέ ἐμᾶς ἀλλά καί στούς ἄλλους;
Ἀπό
διακεκριμένους ἐπιστήμονες θεολόγους (καθ. πρ. Γεώργιο Μεταλληνό, καθ. Νίκ.
Μπρατσιώτη, ἀείμνηστο καθ. πρ. Ἰ. Ρωμανίδη κ.ἄ.) ἀκοῦμε διαρκῶς νά λένε
πώς δέν ὑπάρχει μῦθος στήν Π.Δ. Μαθαίνουμε ὅτι Γερμανοί μελετητές (οἱ ὁποῖοι
θεωροῦνται ἐκ τῶν αὐστηρότερων μελετητῶν) τῶν Ἑβραϊκῶν κειμένων, γράφουν καί
διαβεβαιώνουν ὅτι στήν Π.Δ. δέν ὑπάρχει μυθοπλασία. Καί ἀκόμα ὅτι οἱ ἴδιοι οἱ Ἑβραῖοι
ἦταν κατά τῶν μύθων καί καταδίκαζαν τίς μυθοπλασίες, ἀφοῦ ὁ νόμος τους δέν τό ἐπέτρεπε.
Στό
Ἰω. κεφ. 5 στ. 39, ἀκοῦμε πάλι τόν ἴδιο τόν Κύριο νά λέει γιά τίς Γραφές: «…καί
ἐκεῖναι εἰσίν αἱ μαρτυροῦσαι περί ἐμοῦ». Δηλαδή, ὄχι μόνο μᾶς προτρέπει νά ἐρευνοῦμε
τήν Παλαιά Διαθήκη, ἀλλά μᾶς πληροφορεῖ καί γιά κάτι ἄλλο. Ὅτι ἡ Π.Δ. μαρτυρεῖ
καί μιλάει γιά Ἐκεῖνον. Ὅτι ἡ Παλαιά εἶναι ὁ Πρόδρομος τῆς Καινῆς! Καί ὅπως
λένε οἱ Πατέρες, χωρίς Παλαιά δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει Καινή.
Ἔτσι
λοιπόν, διερωτῶμαι πῶς γίνεται ἄραγε, ἕνας λαός νά … φτιάχνει τήν ἱστορία του (ἱστορία
τῶν Ἑβραίων, ὅπως λένε μερικοί τήν Π.Δ.) καί μέσα στά “μαγειρέματά” του νά
φορτώνει διαρκῶς στούς προγόνους του ἁμαρτίες, ἀνήθικες πράξεις καί βλασφημίες ἀπέναντι
στόν Δημιουργό του καί νά βάζει συνεχῶς νά ἔρχονται Προφῆτες καί Κριτές γιά νά
τούς βάλουν μυαλό; Πῶς δικαιολογεῖται ὁ Θεός πού…ἔπλασαν(!), νά τόν βάζουν
συχνά–πυκνά νά κατακεραυνώνει τούς προγόνους τους; Μᾶλλον θά πρέπει νά ἦταν ἀνόητοι!
Ἀκόμα
δέ, πῶς ἐξηγεῖται αὐτή ἡ τέλεια νοηματική καί πνευματική συνέχεια ὅλων αὐτῶν τῶν
πολλῶν βιβλίων τῆς Π.Δ., τή στιγμή πού γράφτηκαν μέ ἀπόσταση δεκάδων ἐτῶν
μεταξύ τους, ἀπό διάφορους καί «τυχαίους» συγγραφεῖς καί σέ διάφορα μέρη;
Πῶς
γίνεται ἄραγε νά φτιάχνει ἕνας λαός «ἱερά» βιβλία (μυθολογία τῶν Ἑβραίων ὅπως
λένε πάλι κάποιοι) καί ὅλη αὐτή ἡ φτιαχτή θεολογία μέ τίς πολλές δεκάδες
ψεύτικες μαντεύσεις καί διαδόσεις, νά ἔρχεται ἡ στιγμή πού ὅλες αὐτές νά ἐπαληθεύονται
ἕως κεραίας, τήν συγκεκριμένη στιγμή, στά συγκεκριμένα πρόσωπα καί στούς
συγκεκριμένους τόπους;
Καί,
τέλος, πῶς γίνεται ἄραγε ὅλη αὐτή ἡ “φτιαχτή” ἱστορία, ἡ ὁποία τρανῶς ἀπεδείχθη
ὡς ἡ ἀποκάλυψη τοῦ Ἀληθινοῦ Θεοῦ, νά φεύγει ἀπό τά χέρια τῶν δημιουργῶν της καί
νά περνάει στά χέρια ἄλλων λαῶν καί μάλιστα ἐχθρῶν τους, στιγματίζοντας αἰωνίως
πλέον τούς ἴδιους, ὡς λαό τῆς ἀνομίας;
Ἐάν
ὅλα αὐτά ἦταν ἀνθρώπινα “μαγειρέματα”, θά ἄφηνε ὁ ἱστορικός “μάγειρας” τόν λαό
του ἀπ’ ἔξω καί μάλιστα σφραγίζοντάς τον μέ ὀνειδισμούς καί ἁμαρτίες;
Καί
ἀναρωτιέμαι, ὅλα αὐτά δέν τά σκέφτονται αὐτοί πού λένε περί μυθολογίας τῶν Ἑβραίων
καί ἄλλες τέτοιες ἀνοησίες; Χλευάζουν τή λέξη «περιούσιος», (ἀφοῦ ἀποδίδεται
στόν Ἰσραήλ) καί δέν καταλαβαίνουν οἱ φτωχοί ὅτι μέσα στούς περιούσιους εἶναι
πλέον καί οἱ ἴδιοι. Δέν καταλαβαίνουν ὅτι ὁ Ἰσραήλ (δηλ. ἰσχυρός, δυνατός) δέν
εἶναι πλέον οἱ Ἰσραηλῖτες ἀλλά ὅλοι οἱ Χριστιανοί Ὀρθόδοξοι πού ἔχουν μέσα τους
τόν Ἀληθινό Θεό ὁ Ὁποῖος ἀπεκαλύφθη μέσῳ τῶν Γραφῶν πού αὐτοί κοροϊδεύουν!
Γιά
τό πόση ἀλήθεια μποροῦμε νά βροῦμε στήν Π.Δ., καί πῶς ἡ Παλαιά στηρίζει καί ἐπεξηγεῖ
τήν Καινή, θά ἀναφέρω ἐδῶ τό ἑξῆς παράξενο, ἀλλά συνάμα ἀσύλληπτο κι ὑπέροχο:
Κάποτε διερωτόμουν πῶς μπορεῖ ἡ Ταφή τοῦ Κυρίου νά εἶναι τριήμερος, ἀφοῦ ἡ
Σταύρωση καί ὁ Θάνατός Του ἔλαβαν χώρα τήν Μ.Παρασκευή καί ἡ Ἀνάστασή Του
ξημερώματα Κυριακῆς; Ἔστω ὅτι ὑπολογίζουμε τήν Μ. Παρασκευή γιά μία ἡμέρα, καί ἄλλη
μία τό Μ. Σάββατο. Τά ξημερώματα τῆς Κυριακῆς, ὅμως, ὁ Χριστός ἔχει ἤδη ἀναστηθεῖ.
Ὅπως καί νά τά μετροῦσα, τρεῖς ἡμέρες δέν ἔβγαιναν. Ἀκόμα καί τό ὅτι ἡ ἡμέρα, ἐκείνη
τήν ἐποχή ὑποτίθεται ὅτι ὑπολογίζονταν ἀπό τίς 18:00 τῆς προηγούμενης, καί πάλι
δέν μποροῦσε ἡ Μ. Παρασκευή νά νοηθεῖ σάν δύο ἡμέρες, ἀφοῦ ἡ ὥρα μετροῦσε ἀπό
τήν ἕκτη πρωϊνή της. Πῶς γίνεται λοιπόν νά εἶναι τρεῖς οἱ ἡμέρες;
Ἡ
ἀπάντηση βρίσκεται στό πρῶτο κεφάλαιο τῆς Γενέσεως στήν Παλαιά Διαθήκη, στήν ὁποία
μέ παρέπεμψε ὁ πνευματικός μου. Τί διαβάζουμε στήν ἀρχή τοῦ κεφαλαίου; Ὅτι
σκότος ὑπῆρχε παντοῦ καί τό πρῶτο πού δημιούργησε ὁ Θεός ἦταν τό φῶς, καί ὁ
στίχος 5 λέει τό ἑξῆς: «καί ἐκάλεσεν ὁ Θεός τό φῶς ἡμέρα καί τό σκότος ἐκάλεσε
νύκτα, καί ἐγένετο ἑσπέρα (νύχτα, σκότος) καί ἐγένετο πρωί (φῶς), ἡμέρα μία».
Δηλαδή ἡ ἐναλλαγή τοῦ σκότους μέ τό φῶς, θεωρεῖται ἡ πρώτη ἡμέρα. Καί εἶναι
λογικό ἀφοῦ δέν ὑπάρχει ἥλιος ἀκόμα.
Καί
ἐρχόμαστε στήν Καινή Διαθήκη. Τί μᾶς λένε τά Εὐαγγέλια; Ὅτι «Γενομένης δέ ὥρας ἕκτης
σκότος ἐγένετο ἐφ’ ὅλην τήν γῆν ἕως ὥρας ἐνάτης». Ὄχι ἔκλειψη ἡλίου πού λένε
κάποιοι, διότι ἐάν ἦταν ἔτσι κάπου ἀλλοῦ θά ἦταν μέρα. Ὄχι! Ὁ ἥλιος ἔσβησε καί σκοτάδι
ἁπλώθηκε σέ ὅλη τή γῆ. Καί αὐτό ἔρχεται νά μᾶς τό ἐπιβεβαιώσει ὁ λόγος τοῦ Ἁγίου
Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου, «σήμερον ἤ Θεός ἀποθνήσκει ἤ τό πᾶν ἀπώλεται» τόν ὁποῖο
λόγο εἶπε ὅταν εἶδε τό πυκνό καί ἀπόλυτο σκοτάδι πού ξαφνικά ἔπεσε στήν Ἀθήνα
τήν ὥρα ἐκείνη. Σκοτάδι λοιπόν ἔγινε σέ ὅλη τή γῆ καί τήν ἔνατη ὥρα τό φῶς ἐπανῆλθε.
Ἔχουμε λοιπόν, μία ἐναλλαγή σκοταδιοῦ καί φωτός, ὅπως ἀκριβῶς κατά τήν πρώτη ἡμέρα
τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου. Νά ἡ ἡμέρα πού ἔλειπε! Νά λοιπόν πῶς ἐξηγεῖται αὐτό
τό «τριήμερος». Ὅπως ἀκριβῶς ξεκινᾶ ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς δημιουργίας ἔτσι ἀκριβῶς
ξεκινᾶ καί ἡ πρώτη ἡμέρα τῆς Καινῆς δημιουργίας, μέ μία ἡμέρα ὑπερφυσική, πού
δέν μπορεῖ νά χωρέσει ὁ ἀνθρώπινος νοῦς. Ἀρχή τῆς κτίσης τότε, καινή ἀρχή τῆς
καινῆς κτίσης τώρα.
Ποῦ
εἶναι τό κέντρο σου Ἅδη; Ποῦ μποροῦν νά σταθοῦν τά ψέματά σου μισόκαλε; Ποιόν
μπορεῖς νά πείσεις πλέον παλαιέ κόσμε τοῦ διαβόλου; Δέν ἔχεις ἐπάνω μας κανένα
δικαίωμα ἐάν δέν στό δώσουμε ἐμεῖς. Δέν ἔχουμε τίποτε νά φοβηθοῦμε, ἐάν ἔχουμε
στίς καρδιές μας τίς Γραφές, τήν Ἀλήθεια, τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἄς
προσέξουμε λοιπόν καλά, πρῶτα οἱ γονεῖς καί μετά οἱ δάσκαλοι. Ἄς προσέξουμε
καλά τί κουβέντες ξεστομίζουμε, τί συμβουλές δίνουμε καί τί δρόμους προτρέπουμε
τά παιδιά μας νά πάρουν. Ἀκοῦμε κάτι πού μᾶς φαίνεται, τήν στιγμή ἐκείνη,
σωστό; Ἄς τό κουβεντιάσουμε πρῶτα μέ κάποιον γνώστη τοῦ θέματος. Ἄς ρωτήσουμε ἕναν
καλό Ἱερέα. Ἄς ἀνοίξουμε τά Ἱερά Βιβλία νά δοῦμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι πρῶτα, τί λένε,
πῶς τό λένε καί γιατί τό λένε. Ἄς διαμορφώσουμε πρῶτα ἐμεῖς δική μας ἄποψη
τεκμηριωμένη, χωρίς κενά καί προχειρότητες. Καί ὅταν καταλήξουμε πιά καί
διαμορφώσουμε ἄποψη καί δοῦμε ὅτι τό ζήτημα αὐτό εἶναι καίριο γιά τήν σωτηρία
τοῦ ἀνθρώπου, τότε τό λέμε καί στό παιδί μας ἤ στόν φίλο μας. Καί βέβαια πάντα
μέ φόβο Θεοῦ στήν ψυχή μας, διότι τά θεολογικά θέματα εἶναι λεπτά, μέ ἀποτέλεσμα
εὔκολα νά γκρεμίζεις ἀλλά μέ αἷμα νά χτίζεις!
«ΕΝΟΡΙΑΚΗ ΕΥΛΟΓΙΑ» Ἀρ. Τεύχους 129 Μάϊος 2013
το είδαμε εδώ