Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Συμεών Βενετσιάνος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Συμεών Βενετσιάνος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή, Ιανουαρίου 26, 2014

Η εορτή των Τριών Ιεραρχών. Υπάρχει λόγος;

Ομιλία του αρχιμανδρίτη π. Συμεών Βενετσιάνου προς εκπαιδευτικούς σε εκδήλωση του Δήμου Χολαργού την ημέρα των Τριών Ιεραρχών

Τιμούμε τον μήνα αυτό τη μνήμη των Τριών Οικουμενικών Διδασκάλων και Ιεραρχών, των προστατών και εφόρων της παιδείας τού γένους μας. Πανηγυρική Θεία Λειτουργία την ημέρα εκείνη με τη συμμετοχή(;) των μαθητών, εκδηλώσεις τιμής για τους εκπαιδευτικούς, για εκείνους που αγωνίζονται φιλότιμα στο σχολείο να διδάξουν στη νέα γενιά αρετή και μόρφωση, το κάλλος της ψυχής και την ομορφιά της γνώσης.
Τιμούμε τη μνήμη των Τριών Ιεραρχών, των προστατών της παιδείας του γένους μας. Όμως, έχει νόημα σήμερα αυτός ο εορτασμός, σε καιρούς που επικρατεί ένας τεράστιος προβληματισμός γύρω από τα θέματα της παιδείας μας; Έχει νόημα αυτός ο εορτασμός στη νεοελληνική κοινωνία μας, με νωπά στη μνήμη μας τα τελευταία δραματικά γεγονότα, που ζήσαμε έντονα, που είδαμε στις οθόνες των τηλεοράσεών μας, που μας απογοήτευσαν και μας προβλημάτισαν σε μέγιστο βαθμό; Ή μήπως στον γενικότερο αποπροσανατολισμό μας, φαντάζει η εορτή απλώς ως μία φολκλορική φιέστα, χωρίς νόημα και ουσιαστικό περιεχόμενο, που μας έρχεται μάλιστα από το πολύ μακρινό μακρινό παρελθόν, καθώς οι Τρεις μεγάλοι της Εκκλησίας μας Πατέρες έζησαν πριν από 17 αιώνες τουλάχιστον; Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης και της μετανεωτερικότητας, στην κοινωνία των νέων ταχυτήτων του Διαδικτύου και της σύγχρονης τεχνολογίας, σ’ έναν καινούριο κόσμο που ανατέλλει χάρις στα επιτεύγματα της βιοτεχνολογίας, μπορεί να έχει νόημα η εορτή των Τριών Ιεραρχών;
Η απάντηση για εκείνους που σπουδάζουν την κρισιμότητα των καιρών μας δεν μπορεί παρά να είναι: ναι! Έχει νόημα η εορτή των Τριών Ιεραρχών γιατί σιγά σιγά χάνουμε το νόημα της παιδείας, και εάν χάσουμε το νόημα της παιδείας τότε έχουμε χάσει και το νόημα της ζωής μας. Δεν αξίζει πια να υπάρχουμε! Χρειαζόμαστε τον Βασίλειο, τον Γρηγόριο και τον Χρυσόστομο Ιωάννη για να μας θυμίσουν και πάλι πως ο αληθινός προορισμός της παιδείας δεν μπορεί παρά να είναι αυτό που εκείνοι βίωσαν και μας παρέδωσαν: ο συνδυασμός της γνώσης με την αρετή, αποβλέποντας σε μία σύνολη ολοκλήρωση του ανθρώπου! Γιατί εκείνος που κατέχει μόνο τη γνώση αλλά όχι και την αρετή αποδεικνύεται εν τέλει επιζήμιος για την ανθρωπότητα. Γιατί η γνώση μόνης της χωρίς την αρετή κατασκευάζει τις «έξυπνες» βόμβες και με χειρουργική -τάχα- ακρίβεια καταστρέφει ζωές και πολιτισμούς –τα ζήσαμε και τα ζούμε με τον πλέον τραγικό τρόπο! Γιατί η γνώση χωρίς την αρετή δημιούργησε δύο παγκόσμιους πολέμους και ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα. Γιατί η γνώση χωρίς την αρετή αφαιρεί ζωτικής σημασίας όργανα από τα φτωχά παιδάκια της νότιας Αμερικής και της  Αφρικής και τα μεταμοσχεύει σε πλούσιους δυτικοευρωπαίους και αμερικανούς. Όλα τούτα τα διενήργησαν επιστήμονες, που είχαν γεμάτο το μυαλό αλλά άδεια την καρδιά. Γι’ αυτό και επιμένουμε: Γνώση, ναι, μεγάλο αγαθό, αλλά μαζί με την αρετή, γιατί χωρίς αυτήν η παιδεία από ευλογία γίνεται κατάρα για το ανθρώπινο γένος.
Οι Τρεις Ιεράρχες δεν ήταν τυχαίοι. Ήσαν πανεπιστήμονες. Δεν γνώριζαν μόνο θεολογία, αλλά κατέστησαν γνώστες πολλών επιστημών της εποχής τους, σπουδάζοντας στα πιο φημισμένα κέντρα. Ο Βασίλειος ήταν μεταξύ άλλων χειρουργός και αστρονόμος, ο Γρηγόριος έλαβε πανεπιστημιακή έδρα στην Αθήνα ενώ ήταν ακόμη φοιτητής, δίδαξε για δύο μόνο χρόνια και έφυγε για την πατρίδα του στον Πόντο, για να γνωρίσει την ασκητική ζωή, ο δε επιφανής ρήτορας Λιβάνιος -ο οποίος ήταν ειδωλολάτρης- όταν στα τέλη της ζωής του ρωτήθηκε για το πρόσωπο που θα μπορούσε να τον διαδεχθεί ως καθηγητής στη σχολή του απάντησε ότι θα όριζε ως διάδοχό του τον Χρυσόστομο, αν δεν τον είχαν κερδίσει οι χριστιανοί.
Τι συνδύασαν λοιπόν οι Τρεις; Τη γνώση με το ασκητικό ήθος. Έκαμαν την παιδεία ζήτημα ζωής και αυτό ακριβώς μας πρόσφεραν: μια παιδεία που σέβεται τον άνθρωπο, μια παιδεία για τον άνθρωπο, μια παιδεία που υπηρετεί τον άνθρωπο και δεν τον σκλαβώνει. Μια παιδεία που μεταμορφώνει και δεν παραμορφώνει τον άνθρωπο. Μια παιδεία όπου κυριαρχεί το χάρισμα, η αγάπη, η ανεκτικότητα, η ανακάλυψη της αληθινής κλίσης κάθε μαθητή, ας τολμήσουμε να το ονειρευτούμε: μια παιδεία που προκαλεί χαρά και ικανοποίηση, μια παιδεία που υπηρετείται από τον ιερό πόθο του δάσκαλου και τον συγκλονισμό του μαθητή.
Θα πει κανείς: όλα αυτά είναι πολύ ωραία, αλλά αποτελούν όνειρα θερινής -ή και χειμερινής- νυκτός. Κι όμως, η πρόταση των Τριών Ιεραρχών για την παιδεία είναι αφάνταστα πρωτοποριακή, ακόμη και για την εποχή μας. Λέγει ο Χρυσόστομος: «Τα παιδιά δεν πρέπει να διδάσκονται όσα θέλει ο δάσκαλος, αλλά όσα οι μαθητές είναι ικανοί να αφομοιώσουν». Γι’ αυτό και –κατά τον Γρηγόριο- ο δάσκαλος πρέπει εγκαίρως να διακρίνει τις κλίσεις των μαθητών του και να υποδεικνύει στους εφήβους ποιους κλάδους και ποια επαγγέλματα να ακολουθήσουν. Για να το πετύχει αυτό ο δάσκαλος, και γενικά για να πετύχει στο έργο του, πρέπει –κατά τον Βασίλειο- ο δάσκαλος να έχει γνώσεις της ψυχολογίας τού ανθρώπου, να μελετά τις θείες Γραφές, να είναι ακέραιος στο χαρακτήρα, και να έχει τελικά κάτι θεϊκό μέσα του: να έχει το χάρισμα της διδασκαλίας». Διότι «ου πάντες διδάσκαλοι».
Η παιδεία, για τούς Τρεις Οικουμενικούς Πατέρες, δεν είναι ένας τομέας της ζωής μας, αλλά ολόκληρη η ζωή μας. Γι' αυτό το λόγο δεν μπορούν να συλλάβουν αλλιώς το νόημα της παιδείας παρά μόνο μέσω του προσώπου του Χριστού, που είναι ολόκληρη η ζωή. Στην πράξη η παιδεία είναι δρόμος γιά τη ζωή, γιά τον Χριστό καί είναι κατάργηση του θανάτου.
Η δικαιοσύνη στη ζωή μας είναι εξισορρόπιση όλων των δυνάμεων μας και ευθυγράμμισή τους με την εικόνα του Θεού. Κι αυτό είναι ζωή. Δεν έχουμε δικαίωμα να βλέπουμε τους Τρεις Ιεράρχες μόνο σαν αρχιερείς, μόνο σαν ασκητές, μόνο σαν ανθρώπους, μόνο σαν επιστήμονες, μόνο σαν κοινωνικούς εργάτες, μόνο σαν δασκάλους, μόνο σαν τιμητές της ανθρώπινης αδικίας και αδυναμίας. Είναι όλα αυτά ταυτόχρονα. Είναι χριστοκήρυκες που, βιώνοντας τη ζωή της Εκκλησίας του Χριστού, συνέλαβαν μέσα στον προσωπικό τους αγώνα το δράμα του ανθρώπου και βοήθησαν να ξερριζωθεί η αιτία του κακού, ο θάνατος: "Ούτω προς ύψος την βροτών πάσαν φύσιν, εκ της χθονός φέρουσι τοις τούτων λόγοις " (Συναξάρι των αγίων).
Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος θεωρεί "την παίδευσιν των παρ' ημίν αγαθών είναι το πρώτον". "Αυτό τουλάχιστον θα δέχονταν όσοι, λέει, έχουν νού". "Και εννοώ" συμπληρώνει, "παίδευσιν", την σοφία όχι "τω λόγω λαμπρυνομένη" αλλά "των έργων ελεγχομένη".
Βασική επιδίωξη επομένως της παιδείας είναι η σωτηρία και το κάλλος των θείων πραγμάτων, που μόνο με το νου συλλαμβάνονται" καθώς ομολογεί πάλι ο Άγιος Γρηγόριος. Εδώ δεν πρόκειται για ιδεαλιστική θεμελίωση του νοήματος της παιδείας. Με τη φράση αυτή θεμελιώνει θεωρητικά κάτι που προσπαθεί να βιώσει εμπειρικά μέσα στη ζωή. Πώς δηλ., η ολοκλήρωση (σωτηρία) του ανθρώπου μέσα απ' την ομορφιά, τον έρωτα για τα θεία πράγματα που υπάρχουν στον κόσμο και που μόνο ο ανθρώπινος νους κατορθώνει, είναι ο στόχος της παιδείας.
Οι θέσεις τών τριών μεγάλων πνευματικών μορφών και διδασκάλων της ορθόδοξης θεολογίας ήταν προϊόν μιας βαθύτερης ειλικρινούς βιωματικής κατάφασης προς τον Θεό, πρώτα και πάνω απ' όλα, προς τον άνθρωπο, το τέλειο δημιούργημα του Θεού, προς το πνεύμα, που κατ' εξοχήν συνδέει τον άνθρωπο με τον Δημιουργό του, και προς την καλλιέργεια του πνεύματος μέσα από τα διδάγματα της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης, αλλά και με την κατάκτηση της γνώσης και την άσκηση της κρίσης καί της γλωσσικής έκφρασης ακόμη, η ὁποία - για τους τρεις μεγάλους διανοητές Χριστιανούς - περνάει μέσα από την ελληνική παιδεία και τα ελληνικά κείμενα. Έτσι, «στη διδασκαλία των Μεγάλων αυτών Πατέρων η ορθολογική σκέψη της Δύσης συνδυάσθηκε και συμφιλιώθηκε με την ορθοδοξία της Ανατολής και με την αποκάλυψη της χριστιανικής αλήθειας στον ανατολικό χώρο, ενώ ο οικουμενικός χαρακτήρας της χριστιανικής πίστης κάλυψε και καλύπτει Ανατολή και Δύση».
Εορτάζουμε λοιπόν περίλαμπρα την εορτή των Τριών μεγίστων φωστήρων της Τρισηλίου Θεότητος. Τιμούμε τα πάγχρυσα αυτά στόματα τού ελληνικού και χριστιανικού λόγου, που κατά τόν υμνογράφο τους, κατάρδευσαν όλη την οικουμένη με νάματα θεογνωσίας. Αρκεί μόνο να τους τιμούμε; Νομίζω ότι επιβάλλεται και να τους ακούμε! Σε καιρούς δύσκολους και οριακούς σαν τους τωρινούς, όπου οι αξίες και οι αρχές κλυδωνίζονται, καθένας μας έχει ανάγκη οδηγού και πυξίδας, για να μας φανερώνουν το δρόμο για να κρατήσουμε την ανθρωπιά μας και να προσεγγίσουμε την αρετή. Έχουμε ανάγκη αληθινών προτύπων σαν εκείνους τους Τρεις, που δεν ήταν μόνο «των λόγων εραστές», αλλά πρώτιστα ποιητές όσων πρέσβευαν και δίδασκαν. Η ημέρα της μνήμης τους ας αποτέλεσει την καλύτερη αφορμή για όλους μας για να γνωρίσουμε και να μελετήσουμε με προσοχή την προσωπικότητα και το έργο τους και στη συνέχεια να εφαρμόσουμε τα διδάγματά τους. Το απαιτούν οι καιροί μας. Το χρωστάμε στον εαυτό μας. Δεν πρέπει να το στερήσουμε από τα παιδιά μας.
Ένας από τους Τρεις, ο Χρυσόστομος Ιωάννης έγραφε «Όταν τα αρχέτυπα ηφάνισται, τότε ουδέ οι νέοι γἰνονται θαυμαστοί». Μπορούμε λοιπόν να σταματήσουμε να ρίχνουμε τον λίθο του αναθέματος στο αντίγραφο, αμνηστεύοντας το πρωτότυπο; Το πρόβλημα της σημερινής νεολαίας είναι να απεγκλωβιστεί από εμάς, από τις μηδενιστικές πρακτικές που εν πολλοίς διδάσκουμε. Κι εμείς να διδαχθούμε πολλά από την έννοια της μετάνοιας, πού σημαίνει αλλαγή τρόπου σκέψης και τρόπου ζωής, υιοθετώντας νέους δρόμους ανάταξης, έναν εκκλησιαστικότερο τρόπο ζωής που εγγυάται την αυθεντικότητα της έκφρασης και τη γνησιότητα της ποιότητας.
Και τέλος, όπου εμείς δεν μπορούμε πια να κάνουμε τίποτε άλλο, ας αφήσουμε επιτέλους να μιλήσει λίγο και ο Θεός. Για να καταλάβουμε, εμείς πρώτοι, πως όταν η ζωή των νέων μας γίνει περισσότερο εκκλησιαστική, τότε θα γίνει λιγὀτερο αγχωτική. Ο Θεός είναι το πρότυπο της αγάπης. Ο Θεός είναι αγάπη. Αυτό που έχουν ανάγκη τα παιδιά, αυτό πού έχουμε ανάγκη εμείς, είναι να αφήσουμε στον Θεό περισσότερο χώρο στην καρδιά μας και στη ζωή μας. Ας το τολμήσουμε. Για τον εαυτό μας και τα παιδιά. Για το σήμερα και το αύριο. Αλλά και γι’ αυτήν την αιωνιότητα.
Αρχιμανδρίτης Συμεών Βενετσιάνος

Πέμπτη, Αυγούστου 22, 2013

Απόδοση της Κοιμήσεως της Θεοτόκου

Παναγία η Εικοσιφοίνισσα
Αιτία και αφορμή πανηγύρεως ιεράς η σημερινή ημέρα, η αφιερωμένη στο πρόσωπο της Κυρίας Θεοτόκου, καθώς εορτάζουμε την απόδοση της εορτής της Κοιμήσεώς της, της Μητέρας του Κυρίου μας και Μητέρας όλων των ανθρώπων, της Παναγίας, με τα χίλια ονόματα και τις χιλιάδες αρετές. Θυμόμαστε ένα θάνατο, αλλά ταυτόχρονα είναι λαμπροφόρος η ημέρα και όχι πενθηφόρος. Στη μορφή της Θεοτόκου συναντούμε θαυμαστά και παράδοξα: «Νενίκηνται της φύσεως οι όροι εν σοι, Παρθένε άχραντε… Η μετά τόκον Παρθένος και μετά θάνατον ζώσα». Όπως ο ήλιος ο ολόλαμπρος και πάμφωτος δύει για λίγο για ν” ανατείλει και πάλι και να σκορπίσει το φως, έτσι και η Θεοτόκος, η πηγή του αληθινού φωτός, για μικρό χρονικό διάστημα καλύπτεται από τον θάνατο, για να ακτινοβολήσει και πάλι το φως της προστασίας και της διαρκούς μεσιτείας προς τον Υιό της και Θεό της. 
Οι εορτές της Εκκλησίας. αποτελούν αληθινό δώρημα. Αφορμή για να εκφράσουμε δοξολογία προς τον Άγιο Τριαδικό Θεό. Και οι θεομητορικές εορτές αποτελούν αφορμή για να φανερώσουμε την τιμή και την ευγνωμοσύνη μας προς το πρόσωπο της Υπεράγνου Θεοτόκου. Ενώνουμε τις προσευχές μας, τα προσωπικά μας αιτήματα με τη γλυκύτατη υμνολογία της λατρείας μας, μια θαυμαστή ενότητα που ως θυμίαμα εύοσμον ανεβαίνει προς τον ουρανό. Η Εκκλησία μας διδάσκει, μας παιδαγωγεί, μας χειραγωγεί εις Χριστόν. 
Μας καλεί να μιμηθούμε το τιμώμενο πρόσωπο. Μας καλεί σήμερα να καθρεφτίσουμε την ψυχή μας στη μορφή της Θεοτόκου, να συγκρίνουμε και να τολμήσουμε την αυτοκριτική μας, να αφήσουμε την αγιότητα της Παναγίας να μας συνεπάρει, να μας συνεγείρει σε αγώνες πνευματικούς. 
Καθώς όμως προσεγγίζουμε τη ζωή και την αρετή της Θεοτόκου Μαρίας, το πρόβλημα που προκύπτει φαίνεται αβίαστα. Πώς να χωρέσεις τον ωκεανό σε ένα κουτάλι;Πώς να μετρήσεις και να αναφέρεις όλα εκείνα τα συστατικά στοιχεία της προσωπικότητός της; Τι να πρωτοθυμηθείς; 
Να μιλήσεις για την καθαρότητα του βίου της, την αγνότητα και απλότητα του χαρακτήρα της; Στολισμένη μόνο με αρετές, η αγνή Κόρη της άσημης Ναζαρέτ προσέλκυσε σαν μαγνήτης τη χάρη του Θεού, που «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάρη». Αυτή η καθαρότητα της Κεχαριτωμένης Μαρίας την κάμει «ευλογημένη εν γυναιξί», καθώς είναι εκείνη που θα συλλάβει εκ Πνεύματος Αγίου και θα γεννήσει τον Σωτήρα του κόσμου, γενόμενη έτσι πολύτιμη βοηθός και συνεργάτης του Θεού στο προαιώνιο σχέδιο Του για τη σωτηρία των ανθρώπων, που -χάρις στην Θεοτόκο- φθάνει ο καιρός για να λάβει το σχέδιο αυτό ιστορικές συντεταγμένες. Αυτή την καθαρότητα μας προτείνει και σήμερα η Υπεραγία Θεοτόκος, στους σύγχρονους καιρούς μας, που φαίνεται να περισσεύει το σκοτάδι και η παγωνιά στον κόσμο μας. Εκείνη μας προτείνει τον παραλογισμό της τιμιότητος, την τρέλα της δικαιοσύνης και της αξιοκρατίας, την ασυμβίβαστη πορεία της χριστιανικής μας ταυτότητας σε μια εποχή που απαξιώνει την ανθρωπιά και τη σύνεση. 
Να μιλήσεις για την ταπείνωσή της, η οποία την συνοδεύει εφ’ όρου ζωής; Ο Κύριος επέβλεψεν επί την ταπείνωσιν της δούλης αυτού. Αυτή η ταπείνωση φανερώνεται μεταξύ των άλλων και στον απόλυτα διακριτικό τρόπο με τον οποίο αποσύρεται από το προσκήνιο και στέκεται μέσα στον ευρύτερο κύκλο των μαθητών του Κυρίου, παραγγέλλοντας όχι μόνο μία φορά αλλά διαρκώς προς τους άλλους: «ό,τι αν λέγη υμίν ποιήσατε». Πόσο πρέπει να καθίσουμε στα θρανία της Εκκλησίας, να διδαχθούμε το δύσκολο μάθημα της ταπεινοφροσύνης και όχι της ταπεινοσχημίας, ιδιαίτερα εμείς οι άνθρωποι της Εκκλησίας αλλά και όλοι μας, καθώς ζούμε σε μια εποχή που αποθεώνει τον άνθρωπο, τις διαθέσεις και τις επιθυμίες του, με ένα σύστημα που υπάρχει μόνο για να ικανοποιεί όλες τις επιθυμίες του ανθρώπου, οδηγώντας μας, από μικρά παιδιά, στην αναίρεση της κοινωνίας με τον αδελφό και τη θεοποίηση του «εγώ» μας! 
Να μιλήσεις για την αγάπη της στο λόγο του Θεού; Η ιερά παράδοσή μας μιλά για την αγάπη της Θεοτόκου προς τις Γραφές ως την ουράνια τροφή της ψυχή της, αποκτώντας ακόμη περισσότερη σοφία και σύνεση καθώς μελετούσε -στο ναό αλλά και στην οικία της- τα κατορθώματα των ανθρώπων της πίστεως, που αναφέρονται στις Γραφές. Όμως εμείς προσπαθούμε και βρίσκουμε χίλιες δυο δικαιολογίες ότι δεν προλαβαίνουμε να μελετήσουμε τον λόγο του Θεού, για να μπορέσουμε να διαγνώσουμε το θέλημα του Θεού στη ζωή μας, καθώς τόσες πολλές έγνοιες καλύπτουν την καθημερινότητά μας, σκοτούρες και υποχρεώσεις, ενώ τον ελεύθερο χρόνο μας κυριολεκτικά τον σκοτώνουμε αντί να τον αξιοποιούμε. 
Να μιλήσεις για την απόλυτη υπακοή της στο θέλημα του Θεού, όταν -τη στιγμή του Ευαγγελισμού- δέχεται να τεθεί στην υπηρεσία του θείου σχεδίου, αδιαφορώντας για το ρίσκο που η απόφασή της αυτή μπορεί να έχει, ομολογώντας απερίφραστα «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου»; Όμως πόσες φορές εμείς, στην προσωπική μας περιπέτεια, επαναλαμβάνουμε αυτά τα λόγια, πόσο συχνά λέμε στον Θεό «γένοιτό μοι κατά το ρήμα Σου», καθώς δεν επιθυμούμε να γίνει το θέλημα του Θεού αλλά μάλλον το θέλημα το δικό μας. Ο ίδιος ο Κύριος μας δίδαξε να ζητούμε στο Πάτερ ημών: «Γεννηθήτω το θέλημά Σου», όμως στην πραγματικότητα πόσες φορές δεν θα θέλαμε όλοι μας να αλλάξουμε την Κυριακή προσευχή και να πούμε «Γεννηθήτω το θέλημά μου», γιατί δεν έχουμε δυστυχώς εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού, τόση όση και η Υπεραγία Θεοτόκος. 
Να μιλήσεις για τη γενναιότητα και την καρτερία της, όταν κάτω από το Σταυρό στο Γολγοθά νιώθει την προφητεία του δικαίου Συμεών να εκπληρώνεται καθώς ρομφαία οδυνηρή διαπερνά την καρδιά της; Την ώρα αυτή, κάτω από τον Σταυρό του Υιού της και Θεού μας, αναδεικνύεται βασίλισσα του πόνου, καθώς συμμετέχει στο πάθος του Κυρίου Ιησού. Γι’ αυτό και είναι εκείνη που πρόθυμα πάντοτε τρέχει να σπογγίσει τον ιδρώτα και τα δάκρυα του πονεμένου, του θλιμένου, του δυστυχισμένου, του πενθούντος, ή εκείνου που νοιώθει τραγικά αποτυχημένος και μας διδάσκει τον τρόπο -την καρτερία, τη γενναιότητα και την προσευχή- όπου οφείλουμε και εμείς να αντιμετωπίζουμε τις θύελλες της ζωής, όσο δυνατές και αν είναι, κλυδωνίζοντας το σκάφος της ζωής μας και απειλώντας μας πολλές φορές να βυθιστούμε στα κύματα. 
Τι να πρωτοθυμηθείς; Πώς να ξεχωρίσεις εκείνο ή το άλλο από τη μορφή της Θεοτόκου και να παραλείψεις τα υπόλοιπα; Όλη η προσωπικότητα της θα είναι πάντοτε για τους χριστιανούς ο δρόμος προς την αγιότητα, ο πολικός αστέρας που θα μας κατευθύνει προς τον Ζωοδότη Χριστό, ο πλέον ολοκληρωμένος τρόπος ζωής που όλοι επιθυμούμε. 
Αρχιμ.Συμεών Βενετσιάνος

Δευτέρα, Μαρτίου 11, 2013

Η αγάπη: το αληθινό «σωματίδιο» του Θεού Αρχιμ. Συμεών Βενετσιάνος


Ο άνθρωπος πάντα αναζητά. Ποτέ δεν αρκέστηκε στην εφήμερη γνώση, αλλά διαρκώς άνοιγε πανιά για νέους κόσμους, μακρινούς, άγνωστους. Κατά τον Αριστοτέλη «Πάντες άνθρωποι φύσει ορέγονται του ειδέναι». Στην Εκκλησία λέμε ότι ο άνθρωπος είναι «εικόνα Θεού», και όπως ο Θεός είναι άπειρος και ατέλεστος έτσι απροσμέτρητη είναι η περιπέτεια του ανθρώπου να απαντήσει στα εναγώνια ερωτήματα για το «ποιος είμαι; από πού έρχομαι; πού πηγαίνω;». Γι΄ αυτό και η επιστήμη θεωρήθηκε ένα μεγάλο δώρο του Θεού στην ανθρωπότητα, καρπός των δυνατοτήτων που ο Δημιουργός έδωσε στον άνθρωπο για να αναπτύξει. Ο Θεός εμφύσησε στον άνθρωπο τη δημιουργική πνοή Του, τον προίκισε με σκέψη, με τη δίψα της δημιουργίας, με την ικανότητα των ανακαλύψεων και εφαρμογών. Το 1954 ιδρύθηκε  ο ευρωπαϊκός οργανισμός υπο-ατομικής έρευνας  CERN (Conseil Européen pour la Recherche Nucléaire). Το 1981, και μετά από μερικά χρόνια σχεδιασμού και κατασκευής, έγιναν οι πρώτες συγκρούσεις αδρονίων στον επιταχυντή SPS του CERN στα γαλλο-ελβετικά σύνορα, επιχειρώντας να δώσουν οι επιστήμονες ικανοποιητικές απαντήσεις γύρω από τη φύση του κόσμου και τις πρώτες στιγμές του σύμπαντος αμέσως μετά τη δημιουργία του.Στο εργαστήριο οι επιστήμονες χρησιμοποιούν μικρά κομμάτια ύλης (σωματίδια) τα οποία συγκρούονται μεταξύ τους σχεδόν με την ταχύτητα του φωτός. Ανάλογα με τον τύπο των σωματιδίων και την ταχύτητα τους, είναι δυνατό να δημιουργηθούν συνθήκες στο εργαστήριο παρόμοιες με εκείνες κατά τις πρώτες στιγμές του σύμπαντος. Κάπως έτσιδιερευνώνται οι συνθήκες του πρώιμου σύμπαντος, μελετώντας τα θραύσματα των συγκρούσεων ανάμεσα στα σωματίδια, για να επαληθεύσουν ή να διαψεύσουν κάποιες θεωρίες που ήδη υπάρχουν.Ακόμα, οι επιστήμονες δημιουργούν στο εργαστήριο τις συνθήκες υπό τις οποίες πολύ σπάνια σωματίδια μπορούν να υπάρξουν. Τέτοια σωματίδια πιθανώς υπήρχαν κατά τη διάρκεια της εξέλιξης του σύμπαντος και έπαιξαν το δικό τους ρόλο στη διαμόρφωση του σημερινού κόσμου. Για παράδειγμα το σωματίδιο του Higgs (που καλείται επίσης μποζόνιο του Higgs).Σύμφωνα με τη θεωρία του καθηγητή Peter Higgs (την πρωτοδημοσίευσε τον Οκτώβριο του 1964), τα σωματίδια αποκτούν μάζα εξ’ αιτίας της αλληλεπίδρασης τους με ένα ξεχωριστό σωματίδιο, που ονομάστηκε  «σωματίδιο του Ηiggs». Εάν τα σωματίδια έχουν μάζα, μπορούν να συνδυαστούν σε ομάδες και να σχηματίσουν ύλη έτσι όπως τη γνωρίζουμε σήμερα. Η ενδεχόμενη ανακάλυψη του «σωματιδίου του Ηiggs» θα σήμαινε ότι η θεωρία του καθηγητή  Higgs είναι σωστή. Και έτσι για πρώτη φορά θα μάθουμε πώς τα σωματίδια απέκτησαν τη μάζα τους και  συνδυάστηκαν (με πολύπλοκους τρόπους) στο σημερινό μας κόσμο.Οι επιστήμονες ονόμασαν το υπό αναζήτηση σωματίδιο του Ηiggs «καταραμένο σωματίδιο» (Goddamn particle), καθώς ήταν τόσο «καταραμένα δύσκολο να το ανακαλύψουν». Το 1993 ο νομπελίστας φυσικός  Leon Max Lederman, στο βιβλίο που έγραψε μαζί με τον καθηγητή Dick Teresi και με τον υπότιτλο  «Εάν το σύμπαν είναι η απάντηση, Ποιά είναι η ερώτηση;», έδωσε στο «σωματίδιο του Ηiggs» το παρατσούκλι «σωματίδιο του Θεού», καθώς οι εκδότες του βιβλίου αρνήθηκαν να το τυπώσουν με το όνομα  «καταραμένο σωματίδιο». Ο Lederman εξήγησε αργότερα πως αφ΄ ενός μεν η ονομασία «καταραμένο σωματίδιο» είναι ένας ακατάλληλος και μάλλον αισχρός όρος, που προσβάλλει και δυσαρεστεί, και αφ΄ ετέρου πως το σωματίδιο αυτό είναι  τόσο κεντρικό και κρίσιμο στο να κατανοήσουμε τελικώς τη δομή της ύλης, η οποία είναι άπιαστη μέχρι σήμερα, που θα μπορούσαμε να το αποκαλέσουμε «σωματίδιο του Θεού».Το πρωί της Τετάρτης 4 Ιουλίου 2012, το κέντρο ερευνών CERN ανακοίνωσε από τη Γενεύη ότι η προσπάθεια για τον εντοπισμό του «σωματιδίου Higgs» φτάνει προς το τέλος της, λέγοντας πως ανακάλυψαν ένα σωματίδιο συμβατό με το «σωματίδιο Higgs». Το σωματίδιο αυτό ζει μόνο για ένα χιλιοστό του δισεκατομμυριοστού του δισεκατομμυριοστού του δευτερολέπτου! Μένει πλέον να αποδειχθεί τελειωτικά αν το νέο σωματίδιο είναι όντως το πολυπόθητο «μποζόνιο Higgs», αλλά η ανακάλυψη θεωρείται δεδομένη από τους περισσότερους επιστήμονες. Λίγο αργότερα, ο ίδιος ο Peter Higgs, 83 χρονών σήμερα, από το μικρόφωνο του CERN και φανερά συγκινημένος δήλωνε ότι δεν πίστευε ποτέ πως η ανακάλυψη αυτή θα συνέβαινε στη διάρκεια της ζωής του, ενώ ζήτησε από την οικογένειά του να βάλει στο ψυγείο τη σαμπάνια, εννοώντας πως υπάρχουν ακόμα πολλά και σημαντικά βήματα που πρέπει να γίνουν. Άλλωστε αρκετοί επιστήμονες ισχυρίζονται ότι «το μποζόνιο του Higgs ανοίγει τον δρόμο για  να κατανοήσουμε περίπου το 4% του σύμπαντος».Πάντως, ο  όρος «σωματίδιο του Θεού» ή πολύ περισσότερο ο όρος «σωματίδιο θεός» είναι μάλλον ανεπιτυχής. Ο ίδιος ο καθηγητής Higgs έχει δημόσια αποκαλέσει τον όρο «ενοχλητικό», καθώς η κακή χρήση του δυσαρεστεί και πολύ περισσότερο μπερδεύει τους ανθρώπους. Είναι ένας όρος παραπλανητικός, λένε οι φυσικοί, οι οποίοι δεν τον επικροτούν, καθώς δημιουργεί σύγχυση γύρω από την πραγματική φύση των ερευνών τους.Πολλοί φυσικοί θεωρούν πως και το σωματίδιο αυτό ανήκει στη δημιουργία του Θεού, όπως κάθετι που υπάρχει τριγύρω μας. Ενώ όλοι οι φυσικοί –είτε πιστεύουν στον Θεό είτε όχι- ομολογούν ότι ένα σωματίδιο είναι μέρος της φύσης και όχι θεός, τουλάχιστον όχι περισσότερο από όσο θα μπορούσε να είναι «θεός» ο ήλιος ή μία πέτρα. Αλήθεια, πόσο αφελές είναι να πιστεύουμε ότι η Εκκλησία «φοβάται» την ανακάλυψη του «σωματιδίου Higgs»! Όσο αφελές είναι να φοβόμαστε τις «συγκρούσεις» μεταξύ επιστήμης και θεολογίας. Ο L. Pasteur συνήθιζε να λέει: «Η ολίγη επιστήμη μάς απομακρύνει από τον Θεό, η αληθινή επιστήμη μάς πλησιάζει κοντά Του». Η Εκκλησία ευλογεί την επιστήμη, όταν εκείνη σέβεται τον άνθρωπο και δεν τον συνθλίβει. Στις Γραφές διαβάζουμε ότι «Κύριος έκτισεν ιατρικήν και πάσαν επιστήμην». Οι μεγάλοι Πατέρες και Άγιοι της ορθόδοξης παράδοσής μας ήσαν πανεπιστήμονες. Το έργο του Μεγάλου Βασιλείου «εις την Εξαήμερον», ένας υπομνηματισμός στα πρώτα κεφάλαια της Γένεσης, αποτελεί σήμερα πολύτιμο εντρύφημα για αστρονόμους, γεωλόγους, ιατρούς και άλλους επιστήμονες. Η διδασκαλία του Αγίου Γρηγορίου Νύσσης περί δημιουργίας του κόσμου, τον 4ο αι. μ.Χ., θεωρείται ότι αποτελεί πρόγονο της θεωρίας της «μεγάλης έκρηξης» (Big-Bang), την οποία όμως ερμηνεύει μέσα από την ενέργεια του Θεού. Ο κατάλογος θα μπορούσε να είναι ατελείωτος. Η επιστήμη προσπαθεί να δώσει μία ερμηνεία για τη δημιουργία και τη σύσταση του κόσμου –αν και πολλοί εκπρόσωποί της το θεωρούν αυτό μία εξαιρετικά επικίνδυνη έκφραση! Η ορθόδοξη θεολογία –και αυτή ακριβώς είναι η δική της αποστολή- διακηρύσσει ότι εκείνο που έχει μεγάλη σημασία είναι ποιός δημιούργησε τον κόσμο και τον άνθρωπο. Όπως πολύ σωστά έχει επισημανθεί, η επιστήμη απαντά στο πώς, η θεολογία απαντά στο Ποιός!
Ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος σημειώνει πολύ χαρακτηριστικά: «Η επιστήμη προχωρεί σε διάφορες ανακαλύψεις οι οποίες πρέπει να ωφελούν και να μη βλάπτουν τους ανθρώπους, και η ορθόδοξη θεολογία δίνει απαντήσεις στις πνευματικές αναζητήσεις του ανθρώπου και στο πώς θα αποκτήσει ανιδιοτελή αγάπη προς τον Θεό και τους συνανθρώπους του, σε μια εποχή μάλιστα που όχι μόνον κηρύσσεται «ο θάνατος του Θεού», αλλά και «ο θάνατος του πλησίον». Τελικά, όσες ανακαλύψεις και αν κάνει η επιστήμη, ο άνθρωπος πεινά και διψά για τον προσωπικό Θεό, για ανιδιοτελή αγάπη, εσωτερική ειρήνη και ελευθερία, για πληρότητα πνευματική, θέλει να μάθει τί υπάρχει πέρα από την κτίση, τί γίνεται μετά το θάνατο, τί είναι η αιώνια ζωή κ.ά.»Η Εκκλησία μάς λέει πως ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο από αγάπη. Πως η θεϊκή αγάπη είναι εκστατική, δημιουργική.  Ο Θεός δεν είναι ιδέα ούτε ύλη, είναι Πρόσωπο, είναι αγάπη. Με το λόγο Του, που είναι η άκτιστη ενέργειά Του, δημιουργεί κτιστά όντα. «Τίποτε δεν ανάγκασε τον Θεό να δημιουργήσει. Κίνητρο του Θεού για δημιουργία είναι η αγάπη του. Αντί να πούμε ότι δημιούργησε το σύμπαν από το μηδέν, θα ‘πρεπε να πούμε ότι το δημιούργησε από τον ίδιο τον εαυτό Του, που είναι αγάπη. Η δημιουργία δεν είναι τόσο μια πράξη της ελεύθερης θέλησής Του, όσο της ελεύθερης αγάπης Του.» (Μητροπ. Κάλλιστος Ware, Ο ορθόδοξος δρόμος). Ο Θεός ευτυχώς δεν είναι μηχανικός ή τεχνίτης ή εργολάβος. Ο Θεός είναι πρωτίστως Πατέρας! Γι΄ αυτό και ο κόσμος είναι το ξεχείλισμα της αγάπης Του, για τον οποίο νοιάζεται. Και ο άνθρωπος είναι η κορωνίδα της δημιουργίας, που καλείται, σε μια διαρκή κίνηση χαράς και ευγνωμοσύνης προς τον Δημιουργό, να συμπαρασύρει την κτίση προς την ατέλεστη τελειότητα.Από όλα τα παραπάνω μπορούμε αβίαστα να συμπεράνουμε πως η αγάπη είναι το αληθινό «σωματίδιο» του Θεού. Κάθετι –και κυρίως η ζωή μας- αποκτά νόημα και βαθύτερο περιεχόμενο όταν έρχεται σε αλληλεπίδραση με το ξεχωριστό αυτό «σωματίδιο», τη μονάκριβη φανέρωση της θεϊκής «ουσίας», που δικαιώνει αλλά και που ξεπερνά κάθε ανθρώπινη γνώση. Καθώς, όπως πολύ απλά μάς βεβαιώνει ο ευαγγελιστής Ιωάννης: ο Θεός αγάπη εστί!

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...