Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Δανιήλ Κατουνακιώτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Δανιήλ Κατουνακιώτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 06, 2013

Ἀρχὴ σοφίας φόβος Κυρίου γέροντας Δανιήλ Κατουνακιώτης


Ὅστις τὸν φόβον τοῦ Θεοῦ, σαυτὸν θὰ ἀποκτήσῃ, 
οὗτος θὰ γίνῃ ἱκανός, τὸ πᾶν νὰ κατακτήσῃ.

Γιατὶ ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, χαρίζει σωφροσύνην· 
χαρίζ᾿ ἀνδρείαν, σύνεσιν καὶ μετριοφροσύνην.

Χαρίζει θάῤῥος καὶ πολλὴν τὴν γενναιοκαρδίαν, 
ἀπ᾿ ἐναντίου δ᾿ οὐδενός, αἰσθάνεται δειλίαν.

Διότι ἐλπίζ᾿ εἰς τὸν Θεόν, κι᾿ αὐτὸν ἐπικαλεῖται, 
κι᾿ ἀπὸ κινδύνου δὲ παντός, πάντοτε ἐκλυτροῦται.

Στὰς θλίψεις κ᾿ εἰς τοὺς πειρασμούς, χαίρει χαρὰν μεγάλην· 
ποτέ του δὲν ἀγανακτεῖ, καμμιὰ δὲν ἔχει ζάλην.

Γιατὶ γνωρίζ᾿ τ᾿ ἀγαθά, ὅπου θὰ προξενήσῃ, 
ἡ ῾πομονὴ στοὺς πειρασμούς, ὅπου θὰ καρτερήσῃ.

Εἶν᾿ ἀγαθὰ οὐράνια, ζωὴ δὲ μακαρία, 
καὶ πανευφρόσυνος χαρά, ἡ οὖσα αἰωνία.

Πάντα τὰ πρόσκαιρ᾿ ἀγαθά, οὐδόλως τὰ θαυμάζει, 
ὡς ὄναρ, τέφραν καὶ καπνόν, τὰ ἅπαντα λογιάζει.

Κάλλος καὶ ἡδονὰς σαρκός, ὡς τῆς ψυχῆς δημίους, 
τὰ ἀποστρέφετ᾿ ὡς ἐχθρούς, δεινοὺς ψυχολεθρίους.

Τοὺς λογισμοὺς δὲ τοὺς αἰσχρούς, οὕσπερ καθυποβάλλει, 
ὁ νοητὸς αἰσχρὸς ἐχθρός, εὐθὺς τοὺς ἀποβάλλει.

Διὰ νὰ μὴ χρονίσωσι, οὔτ᾿ ἐν τῇ διανοίᾳ, 
καὶ εἶτα κυριεύσωσι, καὶ νοῦν καὶ τὴν καρδίαν.

Τὴν δὲ διάνοιαν αὐτοῦ, τὴν ἔχει γρηγοροῦσαν, 
τὰς δ᾿ ἐναντίας προσβολάς, ἀεὶ ἀποσοβοῦσαν.

Ἔχει σκοπὸν ἀκοίμητον, αὐτὴν ἐπαγρυπνοῦσαν, 
καὶ τὸν ἀόρατον ἐχθρόν, ἀπαύστως πολεμοῦσαν.

Διότ᾿ ἄν τὴν διάνοιαν, ἐν πρώτοις ἐκνικήσῃ, 
εὐκόλως τότε καὶ τὸν νοῦν, θὰ τὸν αἰχμαλωτίσῃ.

Καρδίαν δὲ καὶ τὴν ψυχήν, θὰ κατακυριεύσῃ, 
τότες ὤ! τρισαλλοίμονον, θὰ θύσῃ θ᾿ ἀπολέσῃ…

Ὁ φόβος ὅμως τοῦ Θεοῦ, ὅστις ἀρχὴ σοφίας, 
ἀποσοβεῖ παντὸς ἐχθροῦ, δεινὰς μηχανουργίας…

Κ᾿ εἰς ὁρατοὺς καὶ ἀφανεῖς, ἐχθροὺς ὁρμᾶ γενναίως, 
οἵτινες ὡς ἀπὸ πυρός, διώκονται δρομαίως…

Λοιπὸν ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ, φύλαξ τῆς παρθενίας, 
αἴτιος βίου σώφρονος, πάροχος τῆς ἁγνείας.

Σπόγγος ἐστὶ καθαρτικός, ψυχῆς καὶ τῆς καρδίας, 
παραίτιος σεμνοπρεποῦς, καὶ θείας πολιτείας.

Ὡσαύτως ἁγιότητος, καὶ πάσης δικαιοσύνης, 
καὶ στηριγμὸς τῶν ἀρετῶν, καὶ πάσης ἀγαθωσύνης.

Ὁ ἔχων φόβον τοῦ Θεοῦ, εἶν᾿ ἐξησφαλισμένος, 
καὶ τὴν αἰώνιον ζωήν, νὰ λάβῃ ὡρισμένως…

Διότι χαλινὸς ἐστί, πάσης κακοπραγίας, 
διδάσκαλος δὲ ἀρετῆς, καὶ πάσης εὐπραγίας.

Φόβον Θεοῦ, ὦ ἀδελφοί, πάντες ἐγκολπωθῶμεν, 
ὅπως τέλους εἰρηνικοῦ, πάντες ἀξιωθῶμεν.

Πάντοτε εἶναι ἕτοιμος, ὅστις Θεὸν φοβῆται· 
κ᾿ ἐν ὥρᾳ τοῦ θανάτου του, οὐδόλως θὰ πτοῆται.

Μάλιστα ὡς πανήγυριν, αὐτὴν θὰ περιμένῃ, 
ὅτ᾿ εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἐντεῦθεν μεταβαίνει.

Ἐκεῖ ζωὴ ἀΐδιος, ἄῤῥητος εὐφρροσύνη, 
ἄφατος ἀγαλλίασις, ἔνθεος χαρμοσύνη.

Μακάριος τρισμάκαριος, ὅστις τὴν ἐπιτύχῃ, 
ἄθλιος καὶ τρισάθλιος, ὅστις τὴν ἀποτύχῃ…

Γιατὶ ὁ μὲν ἐκέρδισε, ζωὴν τὴν μακαρίαν· 
ὁ δέ, τὴν ἀτελεύτητον, βασάνων τιμωρίαν.

Ὁ μὲν θὰ εἶναι στοὺς χορούς, Ἀγγέλων καὶ Ἁγίων, 
ὁ δὲ μὲ τῶν συντρόφων του, δαιμόνων τῶν ἀγρίων…

Ταῦτα, ἂς τὰ σκεφθῇ καλῶς, ὅστις Χριστὸν πιστεύει, 
διότ᾿ ὅσα μᾶς ἐδίδαξεν, εἰς πάντα ἀληθεύει.

Δὲν εἶναι μῦθος τοῦ Χριστοῦ, ἡ θεία διδασκαλία, 
ἀλλ᾿ εἶναι ῥήματα ζωῆς, σάλπιγξ ἐπουρανία.

Μόνον ὁ ἄφρων καὶ τυφλός, κι᾿ ὅλως ἐσκοτισμένος, 
Θεοῦ ἀρνεῖται ὕπαρξιν, τῇ ὕλῃ προσηλωμένος.

Τοῖς κτήνεσι ὁμοιωθείς, ἐν τιμῇ ὤν, οὐ συνῆκε, 
κι᾿ ἀλόγοις παρασυμβληθείς, τὰ κρείττονα ἀφῆκε…

Ἀλλ᾿ ὦ Ἥλιε νοητέ, τὰ πάντα ὁ φωτίζων, 
μὴ παύσῃ εἰς τὸν φόβον σου, πάντας ἡμᾶς στηρίζων.
πηγή

Πέμπτη, Νοεμβρίου 15, 2012

Μεγάλη ἡ ὠφέλεια ἀπὸ τὰ Σαρανταλείτουργα Γέρων Δανιήλ Κατουνακιώτης




(Τὸ ἀξιοπρόσεκτο γεγονὸς ποὺ ἀκολουθεῖ σὲ ἐλαφρὰ διασκευὴ τῆς γλώσσης τὸ ἀναφέρει ὁ διακριτικότατος ἀσκητὴς Δανιὴλ Κατουνακιώτης σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Ἀλέξανδρον Μωραϊτίδην. Ἔχει δὲ ὡς ἑξῆς:)


Ἕνας γνωστός του καὶ ἐνάρετος οἰκογενιάρχης ἀπὸ τὴν Σμύρνη, ποὺ τὸν ἔλεγαν Δημήτριο, ἀφοῦ κατάλαβε τὸ τέλος του κάλεσε τὸν υἱόν του Γεώργιο, ὁ μόνος εὐσεβῆς, διότι τὰ ἄλλα τρία του παιδιὰ καὶ ἡ γυναίκα του ζοῦσαν μὲ κοσμικότητα, καὶ τοῦ ἀπεκάλυψε ὅσα ἀκολουθοῦν, καὶ τὰ ὁποῖα ὁ υἱός του ὁ πιστὸς φανέρωσε εἰς τὸν π. Δανιήλ.

Ἀφοῦ ὁ πατέρας μου ἔφθασε εἰς τὸ τέλος αὐτῆς τῆς ζωῆς καὶ ἐγνώρισε τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου του, ἐκείνην τὴν ἡμέρα ἐκάλεσε ἕνα σεβάσμιο ἱερέα, ποὺ τὸν ἔλεγαν Δημήτριον, ἄνθρωπον πολὺ ἁπλὸν καὶ ἐνάρετον, εἰς τὸν ὁποῖον μὲ πολλὴ εὐλάβεια εἶπε· «ἐγὼ πνευματικέ μου πάτερ, σήμερα πεθαίνω, καὶ παρακαλῶ ὁδήγησέ με σὲ αὐτὴν τὴν κρίσιμη στιγμὴ τί ὀφείλω νὰ πράξω;» ὁ δὲ ἱερεὺς γνωρίζοντας τὴν θεάρεστον ζωὴν τοῦ πατέρα μου καὶ ὅτι ἦταν σὲ ὅλα ἕτοιμος, διότι εἶχαν προηγηθῆ τὰ πραγματικὰ ἐφόδια, δηλαδὴ ἐξομολόγησις, εὐχέλαιο, συχνὲς ἱερὲς μεταλήψεις, ἐπειδὴ ἕνεκα ποὺ διετέλεσε πολλὲς ἡμέρες ἄρρωστος μεταλάμβανε συνεχῶς ἀπὸ τὰ ἄχραντα μυστήρια τοῦ Χριστοῦ, τὸν ὑπέδειξε ἕνα ἀκόμη νὰ κάμη· «ἐὰν ἦταν εὔκολο νὰ δώσης ἐντολὴ νὰ σοῦ κάμουν μετὰ τὸν Θάνατό σου ἕνα τακτικὸν 40λείτουργον στὸ ὄνομά σου, τὸ ὁποῖο νὰ ἐκτέλεση κάποιος ἱερεὺς μακρὰν τῆς πόλεως» ἐγὼ δὲ ἂν καὶ ἄπορος ἔδωσα ὕποσχεσι, ὅτι μὲ πολὺ προθυμία θὰ ἐκτελέσω αὐτό, ἀρκεῖ μόνον νὰ λάβω τὴν εὐχή του, τὴν ὁποία καὶ ἐπῆρα.

Αὐτὰ ἀφοῦ ἄκουσε καὶ εὐχαριστηθεὶς ὁ πατέρας μου μὲ προσκάλεσε μὲ πολλὴ συγκίνησι καὶ δάκρυα, καὶ μὲ παρεκάλεσε νὰ τὸν κάμω μετὰ τὸν θάνατό του ἕνα 40λείτουργον.

Μετὰ ἀπὸ διάστημα δυὸ ὡρῶν ἀπέθανε ὁ ἀείμνηστος πατέρας μου καὶ ἀμέσως προσκάλεσα τὸν ἱερέα Δημήτριον, χωρὶς νὰ γνωρίζω ὅτι ὁ ἴδιος εἶχε ὑποβάλλει τὸ ζήτημα τοῦ 40λείτουργου εἰς τὸν πατέρα μου, καὶ λέγω εἰς αὐτόν. Ἐπειδὴ ὁ πατέρας μου μοῦ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν κάμω ἕνα τακτικὸ 40λείτουργο ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἐπειδὴ ἡ αἰδεσιμότης σου ἡσυχάζεις εἰς τὸν ἔξω τῆς πόλεως ναΐσκο τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων, δι᾿ αὐτὸ σὲ παρακαλῶ νὰ λάβης τὸν κόπον καὶ νὰ φροντίσης τὴν ἐκτέλεσι αὐτοῦ καὶ ἐγὼ θὰ πληρώσω τὸν κόπον σου καὶ τὰ σχετικὰ μὲ τὰ ἔξοδα τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ. Ὁ ἱερεὺς ὅταν ἄκουσε αὐτὰ μοῦ ἀπάντησε μὲ δάκρυα στὰ μάτια. Ἐγώ, ἀγαπητέ μου Γεώργιε, ἔχω δώσει σήμερα στὸν πατέρα σου τὴν γνώμη αὐτή, καὶ ὀφείλω ὅσο ζῶ νὰ τὸν μνημονεύω πάντοτε.

Ἐγὼ δὲ γνωρίσας τὴν πολλὴ εὐλάβεια τοῦ ἱερέως καὶ τὴν ἐκτίμησι τὴν ὁποίαν εἶχε πρὸς τὸν πατέρα μου ἐπέμενα παρακαλώντας καὶ ἔτσι τὸν ἔπεισα νὰ δεχθῆ τὴν πρότασί μου, καὶ ἐπῆγε στὸ σπίτι του, πρὸς τὴν πρεσβυτέρα καὶ τὶς κόρες του καὶ λέγει πρὸς αὐτὲς «ἐγὼ ἐπειδὴ θὰ κάνω τακτικὸν 40λείτουργον στὸ ὄνομα τοῦ καλοῦ ἐκείνου εὐεργέτου μου Δημητρίου, δι᾿ αὐτὸ ἐπὶ 40 ἡμέρες νὰ μὴ μὲ περιμένετε ἐδῶ, διότι θὰ ἡσυχάζω συνέχεια εἰς τὸν ἱερὸν Ναὸν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, γιὰ νὰ ἐξακολουθῶ τακτικώτατα τὸ 40λείτουργο», καὶ ἔτσι ἐπῆγε καὶ ἄρχισε μὲ εὐλάβεια καὶ προθυμία τὸ 40λείτουργον. Ἔγιναν 39 Θεῖες Λειτουργίες καλῶς, τὴν παραμονὴ δὲ τῆς τελευταίας, Σάββατο βράδυ, ξαφνικὰ παρουσιάστηκε σφοδρὸς πονόδοντος στὸν ἱερέα καὶ ἀναγκάστηκε τὴν νύκτα νὰ ἔλθη μὲ πόνους στὸ σπίτι του, καὶ προσκάλεσε ἡ πρεσβυτέρα τὸν κουρέα καὶ τοῦ ἔβγαλε τὸ σάπιο δόντι καὶ ἔτσι ἔγλυτωσε ἀπὸ τοὺς πόνους. Λόγω ὅμως ποὺ ἔτρεχε αἷμα ἀπεφάσισε νὰ συμπλήρωση τὴν τελευταία Θεία Λειτουργία τὴν ἑπομένη.

Ὁ Γεώργιος ὅμως μὴ γνωρίζοντας τὴν πάθησι τοῦ ἱερέως τὴν παραμονὴν ἐκείνη ἑτοίμασε, μὲ δάνειο, τὸ ὀφειλόμενον ποσόν, γιὰ τὸν κόπον τοῦ ἱερέως μὲ σκοπὸ νὰ τὸ ἐπιδώση τὴν ἑπομένη. Κατὰ τὰ μεσάνυκτα ὅμως ἐκείνου τοῦ Σαββάτου, ἐσηκώθηκα νὰ προσευχηθῶ. Προσευχόμενος δὲ μὲ πολλὴ κατάνυξι καὶ ἀφοῦ κουράστηκα ἐκάθησα στὸ κρεββάτι καὶ ἄρχισα νὰ ἐνθυμοῦμαι τὶς ἀρετὲς τοῦ πατέρα μου καὶ τὶς παρεκτροπὲς καὶ παιδικές μου παρακοὲς ποὺ εἶχα κάνει κατὰ καιρούς, καὶ συνάμα ἔλεγα στὸν ἑαυτό μου, ἄραγε ὠφελεῖ τὸ 40λείτουργον τὴν ψυχὴν τοῦ κεκοιμημένου ἢ χάριν μικρῆς ἀνακουφίσεως ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ αὐτὸ ἔχει συστήσει; 

Αὐτὰ σκεπτόμενος μὲ πόνο ψυχῆς καὶ δάκρυα, καὶ ἐκζητώντας τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μοῦ φάνηκε ὅτι κοιμήθηκα λίγο, καὶ ἀμέσως βρέθηκα σὲ μιὰ πεδιάδα ὡραιότατη, τῆς ὁποίας ἡ ὀμορφιὰ ἦταν ἀπερίγραπτος, μὴ ἔχουσα σύγκρισι μὲ τὰ εὐχάριστα τοῦ κόσμου. Ἐνῶ εὑρισκόμουν ἐκεῖ μοῦ ἐπῆλθε φόβος πολύς, ποὺ ὑπαγορευόταν ἀπὸ τὴν συνείδησί μου, ἐπειδὴ ἐγνώρισα τὸν ἑαυτό μου ἀκατάλληλον διὰ τὴν ἐκεῖ ἀπόλαυσι. Καὶ ἐνῶ διατελοῦσα κάτω ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀμηχανία, μὲ ἦλθε θάρρος καὶ εἶπα εἰς τὸν ἑαυτόν μου, μιὰ καὶ ὁ Πανάγαθος Θεὸς ἠθέλησε νὰ μὲ φέρη ἐδῶ ἴσως ἡ ἀγαθότητά Του μὲ ἐλεήση καὶ στὴν συνέχεια μετανοήσω, διότι ὅπως βλέπω εὑρίσκομαι μαζὶ μὲ τὸ σῶμα μου.

Αὐτὰ συζητώντας μὲ τὸν ἑαυτό μου καὶ παρηγορηθείς, εἶδα μικρὸ φῶς διαυγέστατο, καὶ ἀφοῦ ἐπῆγα πρὸς τὸ μέρος ἐκεῖνο, εἶδα μὲ ἀνέκφραστη ἔκπληξι τὴν ἀπερίγραπτη ἐκείνη ὡραιότητα τοῦ ἀπέραντου δάσους, ποὺ ἀπόπνεε ἄρρητη εὐωδία. Ὢ ποία μακαριότης ἀναμένει ἐκείνους ποῦ ζοῦν ἐνάρετα εἰς τὸν κόσμον;

Ἀναθεωρώντας δὲ μὲ μεγάλη ἔκπληξι καὶ χαρὰ τὴν ὑπερκόσμια ἐκείνη ὡραιότητα εἶδα ἕνα ὡραιότατο παλάτι... ὅταν δὲ πλησίασα κοντὰ βλέπω μὲ πολλὴ ἀγαλλίαση τὸν πατέρα μου Δημήτριον, λαμπροφόρο καὶ γεμάτον ὅλο φῶς, ὁ ὁποῖος ἐστέκετο μπροστὰ σὲ ἐκείνη τὴν πόρτα τοῦ παλατιοῦ, καὶ ἀφοῦ μὲ ἀτένισε μὲ πατρικὴ στοργὴ καὶ τὴν γνωστή του ἐπιείκεια καὶ πραότητα, μοῦ εἶπε: «πῶς ἦλθες ἐδῶ παιδί μου;» ἐγὼ δὲ τὸν ἀπήντησα, «καὶ ἐγὼ, πατέρα μου, ἀπορῶ, διότι ὅπως βλέπω δὲν εἶμαι ἄξιος διὰ τὸν τόπο. Ἀλλὰ πές μου, πατέρα μου, πῶς εὑρίσκεσαι ἐδῶ καὶ σὲ ποιὸν ἀνήκει τὸ παλάτι αὐτό;». Ἐκεῖνος δὲ μὲ πολλὴ φαιδρότητα μοῦ εἶπε: «Ἡ ἄκρα τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν ἀγαθότης διὰ πρεσβειῶν τῆς Κυρίας ἡμῶν Θεοτόκου, εἰς τὴν ὁποίαν εἶχα, ὅπως εἶναι γνωστόν, μεγίστην εὐλάβειαν, μὲ ἠξίωσε νὰ καταταχθῶ εἰς τὸ μέρος αὐτό. Εἰς αὐτὸ δὲ τὸ παλάτι ἤθελον εἴσελθη σήμερον, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ὁ οἰκοδόμος αὐτοῦ ἔβγαλε σήμερον τὸ δόντι του καὶ δὲν ἐτελείωσαν αἱ 40ντα ἡμέραι τῆς οἰκοδομῆς αὐτοῦ, δι᾿ αὐτὸ αὔριο θὰ εἰσέλθω».

Ὅταν εἶδα καὶ ἄκουσα αὐτὰ ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος ἐξύπνησα μὲ ἔκπληξι καὶ γεμάτος δάκρυα ἐθαύμαζα δι᾿ ὅλα ὅσα εἶδα. Ὅλη ἐκείνη τὴν νύκτα ἔμεινα ἄυπνος εὐχαριστῶν καὶ δοξολογῶν τὸν Πανάγαθον Θεόν... Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα ἐπῆγα εἰς τὸν ἱερέα Δημήτριον καὶ τὸν εὑρῆκα νὰ κάθεται, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ μὲ ἐδέχθηκε μὲ χαρὰ μοῦ εἶπε· «νὰ καὶ ἐγὼ πρὸ ὀλίγου ἐβγῆκα ἀπὸ τὴν λειτουργία, τελειώσας εὐτυχῶς τὸ 40λείτουργον». Αὐτὸ δὲ εἶπε διὰ νὰ μὴ μὲ λυπήση, διότι ἐμποδίστηκε μία ἡμέρα ἡ λειτουργία, τὴν ὁποίαν βέβαια ἤθελε πρόσθεση τὴν ἑπομένη. Τότε ἐγὼ ἄρχισα νὰ διηγοῦμαι εἰς τὸν ἱερέα τὰ ὅσα εἶδα μὲ λεπτομέρεια καὶ πολλὴ συγκίνησι, καὶ ὅταν ἔφθασα εἰς τὴν ἐξαγωγὴ τοῦ δοντιοῦ καὶ ὅτι τὴν ἑπομένη θὰ τελειωθῆ ἡ οἰκοδομὴ καὶ θὰ εἰσέλθη ὁ πατέρας μου εἰς τὸ παλάτι, τότε ὁ ἱερεὺς κατεληφθεὶς ἀπὸ θαυμασμὸ ἐβόησε· «ἐγώ, ἀγαπητέ μου Γεώργιε, εἶμαι ὁ οἰκοδόμος ἐκεῖνος»...

Αὐτὰ ὁ πατὴρ Δανιὴλ τὰ ἐβεβαίωσε καὶ ἀπὸ τὸν πατέρα Δημήτριον τὸν ὁποῖον ἐπεσκέφθη, ὁ ὁποῖος π. Δημήτριος μὲ παρεκάλεσε ὅπως γράψω ἀκριβῶς τὴν ὠφελιμωτάτην αὐτὴν διήγησιν. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔλαβε χῶραν ἀρχὰς τοῦ 20ου αἰῶνος.
πηγή

Τρίτη, Ιανουαρίου 31, 2012

Ο Γέροντας Δανιήλ Κατουνακιώτης για το 666 και τον Αντίχριστο




ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΓΕΡΟΝΤΑ ΔΑΝΙΗΛ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗ (5/9/1925)

.........Ο μακαριστός Γέροντας Δανιήλ Κατουνακιώτης (1846-1929) στις 5 Σπτεμβρίου 1925 έστειλε μία επιστολή προς τον Σ. Βεργώνην, ο οποίος είχε ετοιμάσει μία πραγματεία στην οποία ασχολείτο με τον αριθμό 666 και τον Αντίχριστο. Μετά από 87 ολόκληρα χρόνια η επιστολή συνεχίζει να είναι επίκαιρη και εποικοδομιτική όπως μπορείτε να διαβάσετε στην συνέχεια.


.........Με πολλή χαρά πήρα μόλις αυτές τις μέρες από τον πατέρα Ιλαρίωνα, το πνευματικό τέκνο του αειμνήστου Σάββα ιερομόναχου, την επιστολή σας της 25ης Μαΐου.
.........Τη διάβασα με πολλή προσοχή και επαίνεσα, όπως και έπρεπε, τον ένθεο ζήλο σου και το ότι σαν καλός Χριστιανός ενδιαφέρθηκες να ερευνήσεις την Αγία Γραφή και να γράψεις μελέτη, όπου ασχολείσαι με τον αριθμό 666, πού υπονοεί τον Αντίχριστο.
.........Και όσον αφορά τους Χιλιαστές πού στηλιτεύεις, είσαι αξιέπαινος. Ο πανάγαθος Θεός, πού βλέπει την αγαθή σου πίστη και την καλή σου θέληση, δεν θα σε αφήσει να πέσεις σε πλάνες, όπως έπεσαν κάποιοι άλλοι, γιατί στηρίχθηκαν στο εγώ τους και θέλησαν να ερμηνεύσουν θέματα της Αποκαλύψεως του Ιωάννου του Θεολόγου.
.........Απόδειξη της ταπεινής ιδέας πού έχεις για τον εαυτό σου είναι ότι φοβήθηκες τις εκ δεξιών παγίδες του δολίου δράκοντος και δεν βασίστηκες στον εαυτό σου και στις απόψεις σου. Γι΄ αυτό και έκανες σαρανταλείτουργο και άλλες ιερές πράξεις και στη συνέχεια έγραψες και έστειλες αυτή τη μελέτη.
.........Σ΄ αυτό είσαι αξιέπαινος, διότι μιμήθηκες τον απόστολο Παύλο, πού αν και είχε βεβαιότητα για όσα δίδασκε, διότι τα διδάχθηκε κατευθείαν από τον ίδιο τον Σωτήρα μας Ιησού, όμως με τον φόβο μήπως τρέχει ή έτρεξε μάταια, πήγαινε κάθε χρόνο στα Ιεροσόλυμα για να καταθέσει στον Πέτρο και Ιάκωβο τις σκέψεις του. Έτσι καθοδηγούμενος έγινε πλέον αλάθητος φωστήρας της οικουμένης.
.........Επειδή λοιπόν μου εμπιστεύθηκες τα πάντα, αγαπητέ, και ζήτησες με ακράδαντη πίστη να σου πω αν η γνώμη πού εκθέτεις και το συμπέρασμα πού διατυπώνεις για τον αριθμό 666 έχει βάσεις ή όχι, σπεύδω να σου πω με κάθε ειλικρίνεια ό,τι οι άγιοι της Εκκλησίας Πατέρες αποφαίνονται περί αυτού.
.........Γενικώς μας συνιστούν προσοχή, να μην προχωρούμε σε ερμηνεία της Αποκαλύψεως του αγίου Ιωάννου σύμφωνα με τις δικές μας γνώμες, διότι όσοι μέχρι σήμερα από τους παλαιούς χρόνους αποπειράθηκαν να το κάνουν, απατήθηκαν οικτρά.
.........Επίσης όσοι καταφεύγουν σε αριθμούς και ισχυρίζονται ότι ο τάδε και τάδε αριθμός σημαίνουν τον ερχομό του Αντίχριστου ή και τον χρόνο, ματαιοπονούν χωρίς το παραμικρό όφελος. Όπως και να΄ ναι, αυτοί πού ασχολούνται με τέτοια θέματα είναι αδύνατο να μην πέσουν σε πολλές αλλόκοτες πλάνες.
.........Οι άγιοι Απόστολοι και όλοι οι μεγάλοι Πατέρες διαπιστώνουμε ότι άφησαν ανεξήγητη την ιερά Αποκάλυψη, διότι αυτή αναφέρει με ασαφή τρόπο τα μέλλοντα, τα οποία μόνο όταν πραγματοποιούνται αποκαλύπτονται.
.........Ο απόστολος Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή κατακρίνει αυτούς πού παρατηρούν τους χρόνους και τους καιρούς. Γράφει: «Ημέρας παρατηρείσθε και μήνας και καιρούς και ενιαυτούς! Φοβούμαι υμάς μήπως εική κεκοπίακα εις υμάς» (Γαλ. 4, 10-11).
.........Επίσης βλέπουμε καθαρά στο ιερό Ευαγγέλιο ότι ο Κύριος ημών Ιησούς, αν και εξηγούσε στους μαθητές όλα τα υπερφυή μυστήρια Του και το μέγα μυστήριο της Υπερουσίου Τριάδος και όσα ήταν ανάγκη να γνωρίζουν για τη σωτηρία τους, όλα τους τα αποκάλυψε, όμως τον χρόνο και τον καιρό της Δευτέρας Ελεύσεως Του τον απέκρυψε λέγοντας: «Περί δε της ημέρας εκείνης και ώρας ουδείς οίδεν, ουδέ οι άγγελοι των ουρανών, ει μη ο πατήρ μου μόνος» (Ματθ. 24, 36).
.........Τί λοιπόν; Δεν ήξερε τίποτε σχετικά με αυτό ο Θεάνθρωπος Ιησούς μας; Τούτο και να το συλλογιστεί κανείς είναι βλάσφημο. Το ήξερε πολύ καλά ως ομοούσιος με τον Πατέρα και συναΐδιος, αλλά δεν συνέφερε να διαδοθεί, κυρίως από τους Αποστόλους, η ημέρα εκείνη και να το μάθουμε όλοι. Δήλωσε μόνο τα σημεία και τις περιστάσεις πού θα προμήνυαν τον ερχομό του Αντίχριστου και, όπως βλέπουμε σήμερα, πλησιάζει ο χρόνος. Επίσης στις Πράξεις των Αποστόλων βλέπουμε ότι ο Κύριος μας αποτρέπει από την ανωφελή αυτή έρευνα. Γράφει ο Λουκάς: «Ουχ υμών έστι γνώναι χρόνους ή καιρούς ους ο πατήρ έθετο εν τη ιδία εξουσία» (Πράξεις 1, 7).
.........Και επειδή, όπως γράφεις, είσαι άνθρωπος αμαρτωλός, όπως και εγώ πού σου γράφω, και ελεήθηκες από τον Θεό με την εξομολόγηση και είσαι ήδη υπό κανόνα, αφού έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί, αγαπητέ μου, να εγκαταλείψουμε την ταπεινή αυτογνωσία και να ασχοληθούμε με πράγματα ανώτερα των δυνάμεων μας; Γιατί να καταγινόμαστε με αριθμούς και εικασίες υποκειμενικές για να μάθουμε τους χρόνους και τους καιρούς;
.........Αντί να ασχολείσαι με τέτοιες επικίνδυνες έρευνες, δεν είναι καλύτερα να φροντίζεις πώς θα αρέσεις στον Κύριο με ενάρετες πράξεις και με την αποφυγή της κρυφής υπερηφάνειας;
.........Όσο ευχαριστείται ο Πανάγαθος με την ταπεινή επίγνωση του εαυτού μας και με ένα δάκρυ πού χύνουμε για τις αμαρτίες μας, δεν ευχαριστείται με μύριες ανακαλύψεις της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης.
.........Απόδειξη ο ληστής, ο όποιος, αν και ήταν κακούργος και αμαρτωλός, επειδή ταπείνωσε τον εαυτό του και ζήτησε έλεος για τις αμαρτίες του, υψώθηκε τόσο πολύ, ώστε μπήκε πρώτος στον παράδεισο.
.........Όσον αφορά την έλευση του Αντιχρίστου, εμείς, αγαπητέ, έχουμε αλάνθαστο διδάσκαλο την Εκκλησία, πού έχει τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος. Αυτό δεν μπορεί να σφάλει. Να τί λέει η Εκκλησία: Πρώτα θα έλθουν στη γη οι προφήτες Ενώχ και Ηλίας. Ο Αντίχριστος θα γεννηθεί από Εβραία πόρνη κλπ. και θα κάνει τέρατα και σημεία κατά φαντασίαν και έτσι θα έλθει το τέλος (βλ. Τριώδιο, Κυριακή της Απόκρεω).
.........Αυτές είναι οι σωτήριες αλήθειες πού πρέπει να πιστεύουμε, και πιστεύοντας να γινόμαστε έτοιμοι να υποδεχθούμε τον Κύριο, σύμφωνα με το «αγρυπνείτε και προσεύχεσθε, διότι ουκ οίδατε την ώραν και την στιγμήν καθ΄ ην ο υιός του ανθρώπου έρχεται» (Ματθ. 25, 13).
.........Πραγματικά, τι θα μας ωφελήσει η εξήγηση του ονόματος του Αντιχρίστου ή η αναδίφηση των αριθμών, όταν πριν από τον ερχομό του Αντίχριστου μας προλάβει ο θάνατος;
.........Αυτά είναι αρκετά, και πιστεύω ότι ως φρόνιμος εργάτης του αμπελώνος του Χρίστου να μη με παρεξηγήσεις, αλλά να πειστείς ότι αυτή είναι η αλήθεια.
.........Να αφήσεις λοιπόν αυτές τις παρατηρήσεις και να στραφείς στα συγγράμματα των Πατέρων, τα οποία θα σε ωφελήσουν μύριες φορές περισσότερο. Και τότε να προσεύχεσαι και για μένα τον ελάχιστο, ο οποίος σου εύχομαι όσα συντελούν στη σωτηρία.
Κατουνάκια Αγίου Όρους
5 Σεπτεμβρίου 1925
Δανιήλ Μοναχός Κατουνακιώτη


πηγή

Δευτέρα, Νοεμβρίου 21, 2011

Γέροντας Δανιήλ Κατουνακιώτης, Η Είσοδος της Υπεραγίας Θεοτόκου στο Ναό


Η μεγάλη και παγκόσμια θεομητορική εορτή των Εισοδίων της Παναγίας μας στο Ναό του Σολομώντος εορτάζεται από την Εκκλησία μας στις 21 Νοεμβρίου. Καθιερώθηκε γύρω στον 6ο αιώνα στην Ιερουσαλήμ με βάση την αρχαία παράδοση της Εκκλησίας μας.
Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, οι γονείς της Θεοτόκου Ιωακείμ και Άννα ανήκαν στη μικρή εκείνη μερίδα των πιστών και ευσεβών Ιουδαίων (λείμμα), οι οποίοι περίμεναν εναγωνίως την έλευση του Μεσσία. Οι γονείς της Θεοτόκου ζούσαν με την προσδοκία της τεκνογονίας, όμως δυστυχώς, ήταν άτεκνοι. Είκοσι ολόκληρα χρόνια επιχειρούσαν να τεκνοποιήσουν χωρίς αποτέλεσμα. Η ζωή τους κυλούσε με προσευχή, νηστεία και έντονη προσδοκία, ότι ο Θεός θα άκουγε τις ικεσίες τους και θα τους ελεούσε εν τέλει.
Πράγματι, ο Θεός εισάκουσε τις προσευχές τους. Άγγελος Κυρίου παρουσιάστηκε στην Αγία Άννα και της ανήγγειλε το ευχάριστο γεγονός, ότι θα γίνει μητέρα. Η ευσεβής γηραιά Άννα γέννησε ένα χαριτωμένο κορίτσι, το οποίο ονόμασαν Μαρία (εβραϊκά Μαριάμ), που σημαίνει Κυρία.
Όταν η Μαρία έγινε τριών ετών, οι ευσεβείς γονείς της αποφάσισαν να πραγματοποιήσουν την υπόσχεσή τους προς το Θεό, να Του προσφέρουν ως δώρο την αγαπημένη τους θυγατέρα. Έτσι λοιπόν η Μαρία οδηγήθηκε από τους γονείς της στο Ναό, οι οποίοι την παρέδωσαν στους ιερείς. Σύμφωνα με το έθιμο, τη συνόδευσαν λαμπαδοφορούσες «παρθέναι των Εβραίων».

Εκεί συνάντησαν το συγγενή τους ιερέα Ζαχαρία, πατέρα του Ιωάννου του Προδρόμου, ο οποίος ήταν άτεκνος και αυτός ως τότε. Υπηρετούσε με φόβο Θεού το ιερό και προσευχόταν αδιάκοπα να τον ελεήσει ο Θεός και να αποκτήσει και αυτός παιδί με την αγαπημένη του σύζυγο Ελισάβετ.
Με έκπληξη και θαυμασμό παρατήρησαν πως η μικρή Μαρία όχι μόνο δεν έφερε κάποια αντίσταση, όπως ήταν φυσικό, να αποχωριστεί τους γονείς της, αλλά με χαρά ακολούθησε τον σεβάσμιο Ζαχαρία στο Ναό του Κυρίου. Η παμπάλαια χριστιανική παράδοση αναφέρει πως ο γέρων Ζαχαρίας, κατά θείαν έμπνευση, οδήγησε τη Μαρία στα Άγια των Αγίων. Εκεί, στο ιερότατο, θεοσκότεινο και απρόσιτο διαμέρισμα του Ναού εισήλθε για να περάσει τα παιδικά Της χρόνια αμόλυντη από την ανθρώπινη αμαρτία.
Αυτό κράτησε δώδεκα ολόκληρα χρόνια, μέχρι την ηλικία των δεκαπέντε χρόνων Της. Τότε ο Ζαχαρίας μαζί με άλλους σεβάσμιους και ευλαβείς ιερείς του Ναού αποφάσισαν να βγάλουν τη Μαρία από τα Άγια των Αγίων και να την οδηγήσουν στον κόσμο. Για προστασία την αρραβώνιασαν με τον τον ευσεβή και μεστό ηλικίας Ιωσήφ, ο οποίος, σύμφωνα με την παράδοση, διατελούσε σε χηρεία και είχε την προστασία παιδιών του από την πρώτη γυναίκα του. Εγκαταστάθηκαν στην όμορφη και ήσυχη κώμη Ναζαρέτ, όπου εκεί λίγο καιρό αργότερα έγινε ο άγιος Ευαγγελισμός Της.
Η είσοδος της Θεοτόκου στο Ναό της Ιερουσαλήμ θέλει να φανερώσει το ακατανόητο ύψος της αγνότητας και αγιότητάς Της. Μέσα στα απρόσιτα Άγια των Αγίων διαφυλάχτηκε η αγνότητά της και καλλιεργήθηκε η αγιότητά Της. Μόνο μέσα σε ένα τέτοιο ιερό χώρο μπορούσε να προφυλαχτεί η απαιτούμενη αγνότητά Της από την αφάνταστη αμαρτωλότητα του κόσμου.
Η ευλογημένη είσοδος της Παρθένου Μαρίας στο Ναό αποτελεί την απαρχή της πραγματοποιήσεως της προαιώνιας βουλής του Τριαδικού Θεού για τη σωτηρία του κόσμου. Στην υμνολογία της μεγάλης εορτής ψάλλουμε πως «Σήμερον της ευδοκίας Θεού το προοίμιον και της των ανθρώπων σωτηρίας η προκήρυξις». Ως συνειδητοί πιστοί του Χριστού, είμαστε θερμοί και αέναοι τιμητές του ιερού προσώπου της Θεομήτορος, διότι η συμβολή Της στο έργο της σωτηρίας μας υπήρξε καθοριστικός. Με άκρατο ενθουσιασμό υμνούμε τη μεγάλη εορτή ψάλλοντας «εν ενί στόματι» μαζί με τον ιερό υμνογράφο της ημέρας «Χαίρε, της οικονομίας του Κτίστου η εκπλήρωσις».
Απολυτίκιο
«Σήμερον τῆς εὐδοκίας Θεοῦ τὸ προοίμιον,
καὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας ἡ προκήρυξις,
Ἐν Ναῷ τοῦ Θεοῦ τρανῶς ἡ Παρθένος δείκνυται,
καὶ τὸν Χριστὸν τοὶς πᾶσι προκαταγγέλλεται,
Αὐτὴ καὶ ἡμεῖς μεγαλοφώνως βοήσωμεν,
Χαῖρε τῆς οἰκονομίας τοῦ Κτίστου ἡ ἐκπλήρωσις».

Oἶκος
«Τῶν ἀπορρήτων τοῦ Θεοῦ καὶ θείων μυστηρίων, ὁρῶν ἐν τῇ Παρθένω, τὴν χάριν δηλουμένην, καὶ πληρουμένην ἐμφανῶς, χαίρω, καὶ τὸν τρόπον ἐννοεῖν ἀμηχανῶ τόν ξένον καὶ ἀπόρρητον, πῶς ἐκλελεγμένη ἡ ἄχραντος, μόνη ἀνεδείχθη ὑπὲρ ἅπασαν τὴν κτίσιν, τὴν ὁρατὴν καὶ τὴν νοουμένην, Διό, ἄνεθφημείν βουλόμενος ταύτην, καταπλήττομαι σφοδρῶς νοῦν τε καὶ λόγον, ὅμως δὲ τολμῶν, κηρύττω καὶ μεγαλύνω, Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος».
Κοντάκιο
«Ὁ καθαρώτατος ναὸς τοῦ Σωτῆρος, ἡ πολυτίμητος παστὰς καὶ Παρθένος, τὸ Ἱερὸν θησαύρισμα τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, σήμερον εἰσάγεται, ἐν τῷ οἴκω Κυρίου, τὴν χάριν συνεισάγουσα, τὴν ἐν Πνευματι θείω, ἣν ἀνυμνοῦσιν Ἄγγελοι Θεοῦ, Αὕτη ὑπάρχει σκηνὴ ἐπουράνιος».
-Από το βιβλίο του Γέροντα Δανιήλ Κατουνακιώτη "Πατρικαί Διδαχαί
Πηγή ΑΚΤΙΝΕΣ

Τρίτη, Νοεμβρίου 15, 2011

Μεγάλη ἡ ὠφέλεια ἀπὸ τὰ Σαρανταλείτουργα

Δανιήλ Κατουνακιώτης (Ἱερομόναχος, (1846-1929))



(Τὸ ἀξιοπρόσεκτο γεγονὸς ποὺ ἀκολουθεῖ σὲ ἐλαφρὰ διασκευὴ τῆς γλώσσης τὸ ἀναφέρει ὁ διακριτικότατος ἀσκητὴς Δανιὴλ Κατουνακιώτης σὲ ἐπιστολή του πρὸς τὸν Ἀλέξανδρον Μωραϊτίδην. Ἔχει δὲ ὡς ἑξῆς:)


Ἕνας γνωστός του καὶ ἐνάρετος οἰκογενιάρχης ἀπὸ τὴν Σμύρνη, ποὺ τὸν ἔλεγαν Δημήτριο, ἀφοῦ κατάλαβε τὸ τέλος του κάλεσε τὸν υἱόν του Γεώργιο, ὁ μόνος εὐσεβῆς, διότι τὰ ἄλλα τρία του παιδιὰ καὶ ἡ γυναίκα του ζοῦσαν μὲ κοσμικότητα, καὶ τοῦ ἀπεκάλυψε ὅσα ἀκολουθοῦν, καὶ τὰ ὁποῖα ὁ υἱός του ὁ πιστὸς φανέρωσε εἰς τὸν π. Δανιήλ.

Ἀφοῦ ὁ πατέρας μου ἔφθασε εἰς τὸ τέλος αὐτῆς τῆς ζωῆς καὶ ἐγνώρισε τὴν ἡμέρα τοῦ θανάτου του, ἐκείνην τὴν ἡμέρα ἐκάλεσε ἕνα σεβάσμιο ἱερέα, ποὺ τὸν ἔλεγαν Δημήτριον, ἄνθρωπον πολὺ ἁπλὸν καὶ ἐνάρετον, εἰς τὸν ὁποῖον μὲ πολλὴ εὐλάβεια εἶπε· «ἐγὼ πνευματικέ μου πάτερ, σήμερα πεθαίνω, καὶ παρακαλῶ ὁδήγησέ με σὲ αὐτὴν τὴν κρίσιμη στιγμὴ τί ὀφείλω νὰ πράξω;» ὁ δὲ ἱερεὺς γνωρίζοντας τὴν θεάρεστον ζωὴν τοῦ πατέρα μου καὶ ὅτι ἦταν σὲ ὅλα ἕτοιμος, διότι εἶχαν προηγηθῆ τὰ πραγματικὰ ἐφόδια, δηλαδὴ ἐξομολόγησις, εὐχέλαιο, συχνὲς ἱερὲς μεταλήψεις, ἐπειδὴ ἕνεκα ποὺ διετέλεσε πολλὲς ἡμέρες ἄρρωστος μεταλάμβανε συνεχῶς ἀπὸ τὰ ἄχραντα μυστήρια τοῦ Χριστοῦ, τὸν ὑπέδειξε ἕνα ἀκόμη νὰ κάμη· «ἐὰν ἦταν εὔκολο νὰ δώσης ἐντολὴ νὰ σοῦ κάμουν μετὰ τὸν Θάνατό σου ἕνα τακτικὸν 40λείτουργον στὸ ὄνομά σου, τὸ ὁποῖο νὰ ἐκτέλεση κάποιος ἱερεὺς μακρὰν τῆς πόλεως» ἐγὼ δὲ ἂν καὶ ἄπορος ἔδωσα ὕποσχεσι, ὅτι μὲ πολὺ προθυμία θὰ ἐκτελέσω αὐτό, ἀρκεῖ μόνον νὰ λάβω τὴν εὐχή του, τὴν ὁποία καὶ ἐπῆρα.

Αὐτὰ ἀφοῦ ἄκουσε καὶ εὐχαριστηθεὶς ὁ πατέρας μου μὲ προσκάλεσε μὲ πολλὴ συγκίνησι καὶ δάκρυα, καὶ μὲ παρεκάλεσε νὰ τὸν κάμω μετὰ τὸν θάνατό του ἕνα 40λείτουργον.

Μετὰ ἀπὸ διάστημα δυὸ ὡρῶν ἀπέθανε ὁ ἀείμνηστος πατέρας μου καὶ ἀμέσως προσκάλεσα τὸν ἱερέα Δημήτριον, χωρὶς νὰ γνωρίζω ὅτι ὁ ἴδιος εἶχε ὑποβάλλει τὸ ζήτημα τοῦ 40λείτουργου εἰς τὸν πατέρα μου, καὶ λέγω εἰς αὐτόν. Ἐπειδὴ ὁ πατέρας μου μοῦ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν κάμω ἕνα τακτικὸ 40λείτουργο ἔξω τῆς πόλεως καὶ ἐπειδὴ ἡ αἰδεσιμότης σου ἡσυχάζεις εἰς τὸν ἔξω τῆς πόλεως ναΐσκο τῶν Ἅγιων Ἀποστόλων, δι᾿ αὐτὸ σὲ παρακαλῶ νὰ λάβης τὸν κόπον καὶ νὰ φροντίσης τὴν ἐκτέλεσι αὐτοῦ καὶ ἐγὼ θὰ πληρώσω τὸν κόπον σου καὶ τὰ σχετικὰ μὲ τὰ ἔξοδα τοῦ ἱεροῦ Ναοῦ. Ὁ ἱερεὺς ὅταν ἄκουσε αὐτὰ μοῦ ἀπάντησε μὲ δάκρυα στὰ μάτια. Ἐγώ, ἀγαπητέ μου Γεώργιε, ἔχω δώσει σήμερα στὸν πατέρα σου τὴν γνώμη αὐτή, καὶ ὀφείλω ὅσο ζῶ νὰ τὸν μνημονεύω πάντοτε.

Ἐγὼ δὲ γνωρίσας τὴν πολλὴ εὐλάβεια τοῦ ἱερέως καὶ τὴν ἐκτίμησι τὴν ὁποίαν εἶχε πρὸς τὸν πατέρα μου ἐπέμενα παρακαλώντας καὶ ἔτσι τὸν ἔπεισα νὰ δεχθῆ τὴν πρότασί μου, καὶ ἐπῆγε στὸ σπίτι του, πρὸς τὴν πρεσβυτέρα καὶ τὶς κόρες του καὶ λέγει πρὸς αὐτὲς «ἐγὼ ἐπειδὴ θὰ κάνω τακτικὸν 40λείτουργον στὸ ὄνομα τοῦ καλοῦ ἐκείνου εὐεργέτου μου Δημητρίου, δι᾿ αὐτὸ ἐπὶ 40 ἡμέρες νὰ μὴ μὲ περιμένετε ἐδῶ, διότι θὰ ἡσυχάζω συνέχεια εἰς τὸν ἱερὸν Ναὸν τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, γιὰ νὰ ἐξακολουθῶ τακτικώτατα τὸ 40λείτουργο», καὶ ἔτσι ἐπῆγε καὶ ἄρχισε μὲ εὐλάβεια καὶ προθυμία τὸ 40λείτουργον. Ἔγιναν 39 Θεῖες Λειτουργίες καλῶς, τὴν παραμονὴ δὲ τῆς τελευταίας, Σάββατο βράδυ, ξαφνικὰ παρουσιάστηκε σφοδρὸς πονόδοντος στὸν ἱερέα καὶ ἀναγκάστηκε τὴν νύκτα νὰ ἔλθη μὲ πόνους στὸ σπίτι του, καὶ προσκάλεσε ἡ πρεσβυτέρα τὸν κουρέα καὶ τοῦ ἔβγαλε τὸ σάπιο δόντι καὶ ἔτσι ἔγλυτωσε ἀπὸ τοὺς πόνους. Λόγω ὅμως ποὺ ἔτρεχε αἷμα ἀπεφάσισε νὰ συμπλήρωση τὴν τελευταία Θεία Λειτουργία τὴν ἑπομένη.

Ὁ Γεώργιος ὅμως μὴ γνωρίζοντας τὴν πάθησι τοῦ ἱερέως τὴν παραμονὴν ἐκείνη ἑτοίμασε, μὲ δάνειο, τὸ ὀφειλόμενον ποσόν, γιὰ τὸν κόπον τοῦ ἱερέως μὲ σκοπὸ νὰ τὸ ἐπιδώση τὴν ἑπομένη. Κατὰ τὰ μεσάνυκτα ὅμως ἐκείνου τοῦ Σαββάτου, ἐσηκώθηκα νὰ προσευχηθῶ. Προσευχόμενος δὲ μὲ πολλὴ κατάνυξι καὶ ἀφοῦ κουράστηκα ἐκάθησα στὸ κρεββάτι καὶ ἄρχισα νὰ ἐνθυμοῦμαι τὶς ἀρετὲς τοῦ πατέρα μου καὶ τὶς παρεκτροπὲς καὶ παιδικές μου παρακοὲς ποὺ εἶχα κάνει κατὰ καιρούς, καὶ συνάμα ἔλεγα στὸν ἑαυτό μου, ἄραγε ὠφελεῖ τὸ 40λείτουργον τὴν ψυχὴν τοῦ κεκοιμημένου ἢ χάριν μικρῆς ἀνακουφίσεως ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ αὐτὸ ἔχει συστήσει;

Αὐτὰ σκεπτόμενος μὲ πόνο ψυχῆς καὶ δάκρυα, καὶ ἐκζητώντας τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, μοῦ φάνηκε ὅτι κοιμήθηκα λίγο, καὶ ἀμέσως βρέθηκα σὲ μιὰ πεδιάδα ὡραιότατη, τῆς ὁποίας ἡ ὀμορφιὰ ἦταν ἀπερίγραπτος, μὴ ἔχουσα σύγκρισι μὲ τὰ εὐχάριστα τοῦ κόσμου. Ἐνῶ εὑρισκόμουν ἐκεῖ μοῦ ἐπῆλθε φόβος πολύς, ποὺ ὑπαγορευόταν ἀπὸ τὴν συνείδησί μου, ἐπειδὴ ἐγνώρισα τὸν ἑαυτό μου ἀκατάλληλον διὰ τὴν ἐκεῖ ἀπόλαυσι. Καὶ ἐνῶ διατελοῦσα κάτω ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἀμηχανία, μὲ ἦλθε θάρρος καὶ εἶπα εἰς τὸν ἑαυτόν μου, μιὰ καὶ ὁ Πανάγαθος Θεὸς ἠθέλησε νὰ μὲ φέρη ἐδῶ ἴσως ἡ ἀγαθότητά Του μὲ ἐλεήση καὶ στὴν συνέχεια μετανοήσω, διότι ὅπως βλέπω εὑρίσκομαι μαζὶ μὲ τὸ σῶμα μου.

Αὐτὰ συζητώντας μὲ τὸν ἑαυτό μου καὶ παρηγορηθείς, εἶδα μικρὸ φῶς διαυγέστατο, καὶ ἀφοῦ ἐπῆγα πρὸς τὸ μέρος ἐκεῖνο, εἶδα μὲ ἀνέκφραστη ἔκπληξι τὴν ἀπερίγραπτη ἐκείνη ὡραιότητα τοῦ ἀπέραντου δάσους, ποὺ ἀπόπνεε ἄρρητη εὐωδία. Ὢ ποία μακαριότης ἀναμένει ἐκείνους ποῦ ζοῦν ἐνάρετα εἰς τὸν κόσμον;

Ἀναθεωρώντας δὲ μὲ μεγάλη ἔκπληξι καὶ χαρὰ τὴν ὑπερκόσμια ἐκείνη ὡραιότητα εἶδα ἕνα ὡραιότατο παλάτι... ὅταν δὲ πλησίασα κοντὰ βλέπω μὲ πολλὴ ἀγαλλίαση τὸν πατέρα μου Δημήτριον, λαμπροφόρο καὶ γεμάτον ὅλο φῶς, ὁ ὁποῖος ἐστέκετο μπροστὰ σὲ ἐκείνη τὴν πόρτα τοῦ παλατιοῦ, καὶ ἀφοῦ μὲ ἀτένισε μὲ πατρικὴ στοργὴ καὶ τὴν γνωστή του ἐπιείκεια καὶ πραότητα, μοῦ εἶπε: «πῶς ἦλθες ἐδῶ παιδί μου;» ἐγὼ δὲ τὸν ἀπήντησα, «καὶ ἐγὼ, πατέρα μου, ἀπορῶ, διότι ὅπως βλέπω δὲν εἶμαι ἄξιος διὰ τὸν τόπο. Ἀλλὰ πές μου, πατέρα μου, πῶς εὑρίσκεσαι ἐδῶ καὶ σὲ ποιὸν ἀνήκει τὸ παλάτι αὐτό;». Ἐκεῖνος δὲ μὲ πολλὴ φαιδρότητα μοῦ εἶπε: «Ἡ ἄκρα τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν ἀγαθότης διὰ πρεσβειῶν τῆς Κυρίας ἡμῶν Θεοτόκου, εἰς τὴν ὁποίαν εἶχα, ὅπως εἶναι γνωστόν, μεγίστην εὐλάβειαν, μὲ ἠξίωσε νὰ καταταχθῶ εἰς τὸ μέρος αὐτό. Εἰς αὐτὸ δὲ τὸ παλάτι ἤθελον εἴσελθη σήμερον, ἀλλ᾿ ἐπειδὴ ὁ οἰκοδόμος αὐτοῦ ἔβγαλε σήμερον τὸ δόντι του καὶ δὲν ἐτελείωσαν αἱ 40ντα ἡμέραι τῆς οἰκοδομῆς αὐτοῦ, δι᾿ αὐτὸ αὔριο θὰ εἰσέλθω».

Ὅταν εἶδα καὶ ἄκουσα αὐτὰ ἐγὼ ὁ ἐλάχιστος ἐξύπνησα μὲ ἔκπληξι καὶ γεμάτος δάκρυα ἐθαύμαζα δι᾿ ὅλα ὅσα εἶδα. Ὅλη ἐκείνη τὴν νύκτα ἔμεινα ἄυπνος εὐχαριστῶν καὶ δοξολογῶν τὸν Πανάγαθον Θεόν... Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα ἐπῆγα εἰς τὸν ἱερέα Δημήτριον καὶ τὸν εὑρῆκα νὰ κάθεται, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ μὲ ἐδέχθηκε μὲ χαρὰ μοῦ εἶπε· «νὰ καὶ ἐγὼ πρὸ ὀλίγου ἐβγῆκα ἀπὸ τὴν λειτουργία, τελειώσας εὐτυχῶς τὸ 40λείτουργον». Αὐτὸ δὲ εἶπε διὰ νὰ μὴ μὲ λυπήση, διότι ἐμποδίστηκε μία ἡμέρα ἡ λειτουργία, τὴν ὁποίαν βέβαια ἤθελε πρόσθεση τὴν ἑπομένη. Τότε ἐγὼ ἄρχισα νὰ διηγοῦμαι εἰς τὸν ἱερέα τὰ ὅσα εἶδα μὲ λεπτομέρεια καὶ πολλὴ συγκίνησι, καὶ ὅταν ἔφθασα εἰς τὴν ἐξαγωγὴ τοῦ δοντιοῦ καὶ ὅτι τὴν ἑπομένη θὰ τελειωθῆ ἡ οἰκοδομὴ καὶ θὰ εἰσέλθη ὁ πατέρας μου εἰς τὸ παλάτι, τότε ὁ ἱερεὺς κατεληφθεὶς ἀπὸ θαυμασμὸ ἐβόησε· «ἐγώ, ἀγαπητέ μου Γεώργιε, εἶμαι ὁ οἰκοδόμος ἐκεῖνος»...

Αὐτὰ ὁ πατὴρ Δανιὴλ τὰ ἐβεβαίωσε καὶ ἀπὸ τὸν πατέρα Δημήτριον τὸν ὁποῖον ἐπεσκέφθη, ὁ ὁποῖος π. Δημήτριος μὲ παρεκάλεσε ὅπως γράψω ἀκριβῶς τὴν ὠφελιμωτάτην αὐτὴν διήγησιν. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἔλαβε χῶραν ἀρχὰς τοῦ 20ου αἰῶνος.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...