Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Εφραίμ Φιλοθείτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Εφραίμ Φιλοθείτης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη, Απριλίου 21, 2015

Ὁ πόνος καὶ oἱ θλίψεις στὴν ζωή μας

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!
           ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!
 



Τὸ μονοπάτι τῆς ζωῆς εἶναι ὅλο πόνος καὶ δάκρυ· ὅλο ἀγκάθια καὶ καρφιά· παντοῦ φυτρωμένοι σταυροί· παντοῦ ἀγωνία καὶ θλίψη. Κάθε βῆμα καὶ μία Γεθσημανή. Κάθε ἀνηφοριὰ καὶ ἕνας Γολγοθάς. Κάθε στιγμὴ καὶ μία λόγχη. «Ἂν μπορούσαμε νὰ στίψουμε τὴν γῆ σὰν τὸ σφουγγάρι θὰ ἔσταζε αἷμα καὶ δάκρυα».

«Ἄνθρωπος ὡσεὶ χόρτος αἱ ἡμέραι αὐτοῦ, ὡσεὶ ἄνθος τοῦ ἀγροῦ οὕτως ἐξανθήσει», λέγει ὁ ψαλμωδός.

Τὸ τριαντάφυλλο βγάζει ἀγκάθι καὶ τὸ ἀγκάθι τριαντάφυλλο. Τὰ ὡραῖα συνοδεύονται μὲ πόνο, ἀλλὰ κι ὁ πόνος βγάζει στὴ χαρά. Συνήθως τὸ οὐράνιο τόξο ὑψώνεται ὕστερα ἀπὸ τὴν μπόρα. Πρέπει νὰ προηγηθοῦν οἱ καταιγίδες γιὰ νὰ ξαστερώσει ὁ οὐρανός.

Ἡ διάκριση - φωτισμένη ἀπὸ τὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ φιλοσοφία - βλέπει. Ἔχει τὴν ἱκανότητα μὲ τὴν ἐνόραση νὰ βλέπει πολὺ βαθιὰ ἀπ' τὰ φαινόμενα. Μέσα ἀπὸ τὸν πόνο βλέπει τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἐλπίδα, ὅπως ὁ θρίαμβος τοῦ Χριστοῦ βγῆκε μέσα ἀπὸ τὸν πόνο τοῦ Πάθους καὶ τοῦ Σταυροῦ.

Τὰ πιὸ θαυμάσια ἀγάλματα ἔχουν τὰ περισσότερα κτυπήματα.. Οἱ μεγάλες ψυχὲς ὀφείλουν τὴν μεγαλοσύνη τους στὰ κτυπήματα τοῦ πόνου. Τὰ χρυσὰ καὶ βαρύτιμα κοσμήματα περνοῦν πρῶτα ἀπ' τὴν φωτιά.

Συγκλονίζει τὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη ὁ πόνος. Εἶναι φωτιὰ, καμίνι ποὺ καίει καὶ κατακαίει. Εἶναι καταιγίδα καὶ τρικυμία. «Τὰ σπλάχνα μου καὶ ἡ θάλασσα ποτὲ δὲν ἡσυχάζουν», λέει ὁ Σολωμός. Εἶναι στιγμὲς ποὺ οἱ δοκιμασίες ἔρχονται ἀπανωτές, ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλην ἢ καὶ ὅλες μαζί. Πολὺ βαρὺς τότε ὁ σταυρός. Ἡ ἀγωνία κορυφώνεται. Ἡ ψυχὴ φορτίζεται τόσο, ὥστε εἶναι ἕτοιμη νὰ λυγίσει. Ὅλα φαίνονται μαῦρα· παντοῦ σκοτεινά. Παντοῦ ἀδιέξοδα. Λέει ὁ ἅγ. Γρηγόριος ὁ Θεολόγος: «Τὰ καλὰ φύγανε, τὰ δεινὰ εἶναι γυμνὰ καὶ προκλητικά, τὸ ταξίδι γίνεται μέσα στὴ νύχτα, φάρος δὲν φαίνεται πουθενὰ καὶ ὁ Χριστὸς φαίνεται νὰ κοιμᾶται».

Καρφιὰ καὶ μαχαίρια εἶναι τῆς ζωῆς οἱ θλίψεις. Μαχαίρια καὶ καρφιὰ ποὺ σκίζουν ἀνελέητα καὶ τρυποῦν τὶς καρδιές. Τὶς πυρακτώνουν καὶ τὶς παραλύουν ἐξουθενωτικά.

Τὸ μόνο ποὺ ἀπομένει σὲ τοῦτες τὶς στιγμὲς εἶναι ἡ κραυγὴ ποὺ σὰν παράπονο ἱκεσίας ἀπευθύνεται στὸ Θεό. «Ἐλέησόν με Κύριε.... Ἡ ψυχή μου ἐταράχθη σφόδρα...ἐκοπίασα ἐν τῷ στεναγμῷ μου...ἐγενήθη ἡ καρδία μου ὡσεὶ κηρὸς τηκόμενος... Ἐλέησόν με Κύριε ὅτι θλίβομαι...ἐξέλιπεν ἐν ὀδύνῃ ἡ ζωή μου καὶ τὰ ἔτη μου ἐν στεναγμοῖς...ἐπελήσθην ὡσεὶ νεκρός...ἐγενήθην τὰ δάκρυά μου ἐμοὶ ἄρτος ἡμέρας καὶ νυκτός...ἵνα τί περίλυπος εἶ ἡ ψυχή μου, καὶ ἵνα τί συνταράσσεις με;»

Ὁ ἄνθρωπος εἶναι ὁ βασιλιὰς τῆς δημιουργίας, ἀλλὰ τὸ στεφάνι του εἶναι ἀπὸ ἀγκάθια. Ἡ πορεία του εἶναι ἄλλοτε τραγούδι καὶ συμφωνία χαρᾶς, τὶς περισσότερες ὅμως φορὲς εἶναι ἕνα θλιβερὸ καὶ ἀσταμάτητο πένθιμο ἐμβατήριο.

Μεγάλο καὶ αἰώνιο τὸ πρόβλημα τοῦ πόνου. Τὸ μελέτησαν φιλόσοφοι καὶ κοινωνιολόγοι καὶ ψυχολόγοι καὶ ἄλλοι πολλοί. Τὴν αὐθεντικότερη ὡστόσο ἀπάντηση τὴ δίνει ὁ χριστιανισμός, ἡ πίστη, ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ ἀπάντηση εἶναι διπλή. Θεολογικὰ εἶναι συνέπεια τῆς πτώσεως, ὅπως ὅλα τὰ κακά.. Εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς κακῆς χρήσεως τῆς ἐλευθερίας. Εἶναι καρπὸς τῆς παρακοῆς. Ἠθικὰ εἶναι εὐκαιρία καὶ μέσον ἀρετῆς καὶ τελειώσεως.

Θὰ σέβομαι πάντα τὸν Θεὸ- λέγει ὁ Θεολόγος Γρηγόριος - ὅσα ἐνάντια καὶ ἂν ἐπιτρέπη νὰ μὲ βροῦν. Ὁ πόνος γιὰ μένα εἶναι φάρμακο σωτηρίας. Ὁ δὲ μέγας Βασίλειος λέγει: «Ἐφ' ὅσον μᾶς ἑτοιμάζει ὁ Θεὸς τὸ στεφάνι τῆς βασιλείας Του, ἀφορμὴ γιὰ ἀρετὴ ἂς γίνει ἡ ἀσθένεια». Οἱ θλίψεις θὰ πεῖ καὶ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομός μᾶς φέρνουν πιὸ κοντὰ στὸ Θεό. Καὶ ὅταν σκεφτόμαστε τὸ αἰώνιο κέρδος τῶν θλίψεων δὲν θὰ στεναχωριόμαστε.

Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Παῦλος, ὁ τόσο διωγμένος καὶ πονεμένος καὶ κατάστικτος ἀπὸ τὰ «στίγματα τοῦ Κυρίου», διδάσκει ὅτι, ὁ Θεὸς ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο νὰ πονέσει μὲ τὶς θλίψεις, « ἐπὶ τὸ συμφέρον, εἰς τὸ μεταλαβεῖν τῆς ἁγιότητος αὐτοῦ».

Χιλιάδες τρόπους ἔχει ὁ Θεὸς γιὰ νὰ σὲ κάμει νὰ ἰδεῖς τὴν ἀγάπη Του. Ὁ Χριστὸς μπορεῖ νὰ μετατρέψει τὴν δυστυχία, σὲ μελωδικὸ δοξολογητικὸ τραγούδι. «Ἡ λύπη ὑμῶν εἰς χαρὰν γενήσεται» εἶπε ὁ Κύριος.

Τέτοια μάχη, τέτοια νίκη. «Στὴν ἀγορὰ τ' οὐρανοῦ δὲν ὑπάρχουν φτηνὰ πράγματα». Οἱ στιγμὲς τοῦ πόνου καὶ τῆς θυσίας εἶναι στιγμὲς εὐλογίας. Κοντὰ σὲ κάθε σταυρό, εἶναι καὶ μία ἀνάσταση. Τί κι' ἂν τώρα πονᾶμε καὶ κλαῖμε ἀσταμάτητα; «Τὸ γὰρ παραυτίκα ἐλαφρόν τῆς θλίψεως ἡμῶν καθ' ὑπερβολὴν εἰς ὑπερβολὴν αἰώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται ἡμῖν», λέει ὁ Παῦλος.

Ὁ ἄνθρωπος τοῦ πόνου εἶναι ὁ ἄριστος ἀθλητὴς τῆς ζωῆς μὲ τὶς ἔνδοξες νίκες. Θ' ἀκριβοπληρωθεῖ μὲ τὰ αἰώνια βραβεῖα, «ἃ ὀφθαλμὸς οὐκ οἶδε καὶ οὖς οὐκ ἤκουσε καὶ ἐπὶ καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἃ ἠτοίμασεν ὁ Θεὸς τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν», λέει πρὸς Κορινθίους ὁ Παῦλος.

Ὅποιος ἀτενίζει καὶ ἀντιμετωπίζει τὸν πόνο μὲ τὸ πρίσμα τῆς αἰωνιότητος, εἶναι ἤδη ἀπὸ τώρα νικητής. Εἶναι ὁ ἐκλεκτὸς ποὺ μὲ τὴν ἀκατάβλητη πίστη στὸ Θεὸ ἔφθασε στὴν χαρά. Γεύτηκε τὴν χρηστότητα τοῦ Κυρίου καὶ εἶναι ὑποψήφιος στεφανηφόρος. Μπορεῖ νὰ ἐπαναλάβει τοῦ Ἀπ., Παύλου τὴν νικηφόρα κραυγή: «τὸν ἀγώνα τὸν καλὸν ἠγώνισμαι, τὸν δρόμον τετέλεκα, τὴν πίστιν τετήρηκα, λοιπὸν ἀποκείταί μοι ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος, ὅν ἀποδώσει μοι ὁ Κύριος ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ».

Μὲ τέτοιες μεταφυσικὲς διαστάσεις ἡ ὑπέρβαση τοῦ πόνου καὶ ἡ μεταμόρφωσή του σὲ χαρὰ λυτρωτική, εἶναι πραγματικότητα, Εἶναι ἀλλοίωση ποὺ ὀφείλεται στὴ δύναμη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μετακαίνωση - παράλογο γιὰ τὸν ἄνθρωπο τοῦ ὀρθοῦ λόγου - φυσικὴ συνέπεια τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Εἶναι γιὰ τὸν ἄνθρωποι τῆς πίστεως, τὸ μέγα θαῦμα τῆς ἀλλοίωσης τοῦ Θεοῦ. Ἡ μεταφυσικὴ βίωση τοῦ πόνου ὁδηγεῖ στὴ λύση τοῦ μεγάλου προβλήματος. Ὁδηγεῖ ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ φῶς.

Ὀφείλουμε λοιπόν, ν' ἀποδεχόμαστε τὸν πόνο ποὺ μᾶς ἐπισκέπτεται, σὰν μιὰ εὐλογία τοῦ Θεοῦ. Τὸ σιτάρι συμπιέζεται καὶ λιώνει μέσα στὴ γῆ, ἀλλὰ τότε καρποφορεῖ τὴν ζωή. Πλούσια καὶ εὐλογημένη τοῦ πόνου ἡ συγκομιδή. Μεγάλη ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ στὸν ἀγρὸ τῶν δακρύων. Εὐλογία ποὺ τὴν βιώνουν ὅσοι μὲ τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως ἀληθινὰ πιστεύουν.

Εὐλογία Θεοῦ καὶ ἔλεος ὅσοι διῆλθαν τὸ καμίνι τοῦ ποικίλου πόνου μὲ θεϊκὴ δύναμη καὶ ἐπίγνωση. Τοὺς περιμένει ἡ αἰώνια, ἡ ἀθάνατη, ἡ πανευτυχὴς ἀνάπαυσις ἐν τῷ Θεῶ. Ἀμήν.

Ὁ φαρδύς δρόμος ὁδηγεῖ στήν κόλαση

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!!!

                ΑΛΗΘΩΣ Ο ΚΥΡΙΟΣ!!!

Οἱ ἐντολές τοῦ Θεοῦ δέν εἶναι βαριές, εἶναι πολύ ἐλαφριές, ἀνακουφίζουν, δροσίζουν καί δημιουργοῦν καί φτιάχνουν μακαριότητα στήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου. Γι’ αὐτό ὁ Χριστός μας δέν ζήτησε πολλά πράγματα. Καί στή Δευτέρα Παρουσία δέν θά πεῖ «γιατί δέν ἀσκητεύσατε…». Ὄχι. Θά πεῖ «γιατί δέν ἐλεήσατε, γιατί δέν θρέψατε, γιατί δέν ντύσατε, γιατί δέν ἀνακουφίσατε τό φυλακισμένο». Τί εἶναι αὐτά; Ἔργα ἀγάπης. Γι’ αὐτό εἶπε ὁ Χριστός «Ποιός εἶναι αὐτός ποὺ μέ ἀγαπάει; Αὐτός πού τηρεῖ τίς ἐντολές μου. Ἐκεῖνος πού δέ μέ ἀγαπάει δέν τηρεῖ τίς ἐντολές μου». Μέ τόν ἔλεγχο πού ἔκανε στούς ἐξ ἀριστερῶν, ἤθελε νά τούς πεῖ, ὅτι «ἐσεῖς δέν εἴχατε ἀγάπη καί ἐφόσον δέν εἴχατε ἀγάπη, δέν μπορεῖτε νά μπεῖτε στό νυμφώνα τῆς ἀγάπης». Ὁ νυμφώνας τῆς ἀγάπης κερδίζεται μόνο μέ τήν ἀγάπη καί τή θυσία. Γι’ αὐτό θά πρέπει, μέ τήν ἀγάπη καί τήν ταπείνωση, νά περάσουμε στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.

Στενή καί τεθλιμμένη ἡ ὁδός ἡ ἀπάγουσα εἰς τήν ζωήν. Ὁ φαρδύς δρόμος ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στήν κόλαση. Ποιός εἶναι ὁ φαρδύς δρόμος; Ἡ ξένοιαστη κοσμική ζωή, καί ὅταν περνοῦν οἱ μέρες μας ἄδειες…

Δέν πρέπει νά μᾶς πλανᾶ ὁ διάβολος• καί νά προσπαθήσουμε, κατά τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ μας, νά καθαρίσουμε τό ἔσωθεν τοῦ ποτηρίου πού εἶναι ἡ ψυχή μας, ἡ καρδιά μας, ὁ νοῦς μας. Ἄν τό μέσα τοῦ ποτηρίου, λέει, τό κάνεις, ἄνθρωπε, καθαρό καί τό ἔξωθεν θά εἶναι καθαρό. Ὑποκριτά, μήν κάνεις τό ἔξω, καί τό μέσα τό ἀφήνεις ἀκάθαρτο. Στά μάτια τοῦ Θεοῦ εἶναι ὅλα φανερά. Τούς ἀνθρώπους θά τούς ξεγελάσουμε, θά δείξουμε ἄλλο πρόσωπο, ἀλλά τά μέσα μας εἶναι γνωστά στό Θεό. Νά φροντίσουμε μέσα μας νά τακτοποιηθοῦμε, ν’ ἀλλάξουμε. Τό χρόνο πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός νά τόν γεμίσουμε μέ καλά ἔργα, μέ καλές σκέψεις, μέ ἁγνά αἰσθήματα.

Νά μήν καθόμαστε καί ἀσχολούμαστε μέ ἀργολογίες, νά μήν ἀσχολούμαστε μέ συζητήσεις ἄκαιρες καί βλαβερές. Ν’ ἀπαλλάξουμε τή γλώσσα μας ἀπό τό νά κρίνουμε τούς ἀνθρώπους, τόν ἀδελφό μας, τόν πλησίον μας. Ὄχι, ὄχι μήν τό κάνουμε αὐτό. Νά κρίνουμε τόν ἑαυτό μας, νά καταδικάσουμε τόν ἑαυτό μας. Ἄν τόν καταδικάσουμε, θά τόν ἀπαλλάξουμε τῆς καταδίκης του Θεοῦ. Ἄν καταδικάσουμε, θά καταδικαστοῦμε κι ἄν κρίνουμε, θά κριθοῦμε, καί μέ ὅποια μεζούρα μετρήσουμε θά μᾶς μετρήσει ὁ Θεός.

Ἡ κάθε στιγμή πού περνάει δέν ξαναγυρνάει. Ὁ διάβολος μᾶς κερδίζει χρόνο, μᾶς ἀπασχολεῖ μέ πράγματα γήινα καί πρόσκαιρα προκειμένου νά μᾶς κερδίσει τό χρόνο νά μήν τόν ἔχουμε, ὥστε νά μήν προσφέρουμε περισσότερα στό Θεό καί στήν ψυχή μας. Ἄς προσέξουμε ὅσο μποροῦμε νά εἴμαστε ἐν ἐγρηγόρσει, νά γρηγοροῦμε στό μυαλό, στήν καρδιά, νά μήν ἀφήνουμε σκέψεις, νά μήν ἀφήνουμε τήν καρδιά μας νά μολύνεται. [...] Πόσες φορές ἄν θά ἐλέγξουμε τή συνείδησή μας, θά δοῦμε ὅτι δέν προσέχουμε. Ἑπομένως δημιουργοῦμε σκάνδαλο. Αὐτές τίς ἁμαρτίες δέν τίς γνωρίζουμε. Νά τίς ἐξαγορευθοῦμε καί νά σβήσουν.

Γι’ αὐτό θά τά προσέχουμε ὅλα αὐτά τά πράγματα, γιά νά εἴμαστε ἕτοιμοι. Ὁ θάνατος εἶναι φοβερός, δέν εἶναι παιχνίδι. Ἐάν κανείς ἀπό μᾶς ἔχει γνωρίσει λίγο περί θανάτου, ἄν κινδύνεψε ἀπό ἀσθένεια, εἶδε πόσο φοβερό εἶναι. Βλέπετε πῶς δακρύζει ὁ ἄνθρωπος ἤ καί κλαίει καί τρέχουν τά μάτια του κατά τήν ὥρα τήν ἐπιθανάτια; Γιατί κλαίει; Γιατί βλέπει ὅτι ἔρχονται οἱ ἐνάντιες δυνάμεις, ἔρχονται τά δαιμόνια ν’ ἁρπάξουν τήν ψυχή. Κι ἡ ψυχή τρέμει σάν τό φθινοπωρινό φύλλο στόν ἐλάχιστο ἄνεμο.

Λέει τό τροπάριο τῆς νεκρώσιμης ἀκολουθίας: «οἷον ἀγῶνα ἔχει ἡ ψυχή χωριζομένη τοῦ σώματος, πόσα δάκρυα τότε; Πρός τούς ἀγγέλους τά ὄμματα τρέπουσα ἄπρακτα καθικετεύει, πρός τούς ἀνθρώπους τάς χεῖρας ἐκτείνουσα οὐκ ἔχει τόν βοηθοῦντα». Λέει, στρέφει τά μάτια στούς ἀγγέλους δέν παίρνει τίποτα. Γιατί οἱ ἄγγελοι λένε «κατά τά ἔργα σου ἀλληλούια». Θά σέ βοηθήσουμε, ἀλλά ἔπρεπε νά βοηθήσεις κι ἐσύ μέ τά ἔργα σου. Σηκώνει τά χέρια πρός τούς ἀνθρώπους, βοηθῆστε με. Κι ἐκεῖνοι λένε: τί νά σέ βοηθήσουμε, τόν ἑαυτό μας δέν μποροῦμε νά βοηθήσουμε, ἐσένα θά βοηθήσουμε; Καί τότε βάζει μυαλό ὁ κάθε ἄνθρωπος. Τί μπορεῖ ὅμως νά κάνει ἐκείνη τήν ὥρα, ἀφοῦ ξεψυχάει;

Αὐτή τή μελέτη, αὐτή τήν ἀλήθεια, αὐτή τήν πραγματικότητα τήν ὁποία βλέπουμε νά τήν ζεῖ κάθε δικός μας ἄνθρωπος ποὺ φεύγει ἀπό τή ζωή, γιατί δέ μᾶς γίνεται μάθημα νά τακτοποιήσουμε τόν ἑαυτό μας τώρα, ὥστε ὅταν ἔρθει αὐτή ἡ περίπτωση, ἡ ὥρα, νά εἴμαστε ἕτοιμοι; Ναί μέν θά πικραθοῦμε, ὁ θάνατος εἶναι ἀπό φύσεως σκληρός καί πικρός, ἀλλά ὅταν ἡ συνείδηση δέν μᾶς καταμαρτυρεῖ, βάλσαμο ἔρχεται στήν ψυχή. Ἡ ψυχή ἐλπίζει, τῆς γίνεται μία αἴσθηση ὅτι κάτι θά γίνει. Γι’ αὐτό λοιπόν, πρίν ἔρθει αὐτή ἡ φοβερή ὥρα, πρίν ἔρθει αὐτή ἡ πρώτη κρίση τῆς ψυχῆς ἀπό τή μεγάλη κρίση τῆς Δευτέρας Παρουσίας, ἄς ἑτοιμαστοῦμε, ἄς προσέξουμε, ἄς βιαστοῦμε τώρα, ὄχι αὔριο καί μεθαύριο. Ἀπό σήμερα, ἀπ’ αὐτή τή στιγμή, μέσα στήν ψυχή μας μετάνοια κι ἐπιστροφή στό Θεό. Κι ὅταν ὁ Θεός δεῖ αὐτή τήν καλή διάθεση ἀπό μέρους μας, θά μᾶς βοηθήσει. Καί αὐτή τή μικρή διάθεση θά τήν κάνει μεγάλη, ὥστε νά ἐπιτελεστεῖ αὐτή ἡ μεγάλη σωτηρία τῶν ψυχῶν μας.

Κυριακή, Απριλίου 05, 2015

«Τόν νυμφῶνά Σου βλέπω» (Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου)


«Τόν νυμφῶνά Σου βλέπω Σωτήρ μου, κεκοσμημένον καί ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ· λάμπρυνόν μου τήν στολήν τῆς ψυχῆς, Φωτοδότα καί σῶσόν με», ψάλλει ἡ Ἐκκλησία μας.
Ἡ ψυχή τοῦ χριστιανοῦ, ἡ μετανοημένη ψυχή, αὐτή πού ἔχει συναίσθησι τῆς ἁμαρτωλότητος καί τῆς εὐθύνης, στρέφει τά μάτια της πρός τόν Νυμφίον τῆς Ἐκκλησίας καί γοερῶς ἀναφωνεῖ: «Σωτήρα μου, Εὐεργέτα μου, Σύ πού σταυρώθηκες γιά μένα τήν ἁμαρτωλή ψυχή· δέν ἔχω χιτῶνα καθαρό, χιτῶνα λελαμπρυσμένο ἀπό τά δάκρυα καί τήν μετάνοια· ἔνδυμα δέν ἔχω ἁγνό. Πῶς θά παρουσιασθῶ ἐνώπιόν Σου, Οὐράνιε Νυμφίε κάθε μετανοημένης καί καθαρᾶς ψυχῆς! Ὁ νυμφώνας Σου εἶναι κεκοσμημένος, εἶναι θαυμάσια στολισμένος καί ὄμορφος. Ἐγώ ὅμως δέν ἔχω ἔνδυμα, ἵνα εἰσέλθω καί κατοικήσω αἰωνίως ἐν αὐτῷ. Σέ παρακαλῶ, Σέ ἱκετεύω, Οὐράνιε Νυμφίε τῆς ψυχῆς μου, λάμπρυνόν με· καθάρισε τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μου, δῶσε μου τά ἀπαιτούμενα μέσα καθάρσεως γιά νά λαμπρυνθῆ τό ἔνδυμα αὐτό καί νά ἀξιωθῶ νά γίνω μέτοχος, νά γίνω ἄξιος νά κατοικήσω μέσα σ᾿ αὐτόν τόν οὐράνιο καί αἰώνιο νυμφῶνά Σου».

Ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ἡ Ἄνω Ἱερουσαλήμ, ὁ οὐράνιος κόσμος, ὁ αἰώνιος καί ἀναλλοίωτος εἶναι ὁ νυμφώνας τοῦ Θεοῦ, ἐκεῖ πού κατοικεῖ ὁ Θεός ἐν φωτί, ἐκεῖ πού οἱ ἄγγελοι ψάλλουν ἀκαταπαύστως τό: «Ἅγιος, Ἅγιος, Ἅγιος εἶ ὁ Θεός ἡμῶν». Σ᾿ ἐκεῖνον τόν οὐράνιο κόσμο βρίσκεται ἡ μακαριότητα τοῦ Θεοῦ, ἡ εὐτυχία, τό κάλλος καί ἡ ὀμορφιά.
Ψυχές κεκαθαρμένες καί μέ τά δάκρυα ἁγνισμένες, αἰσθάνονται αὐτόν τόν οὐράνιο νυμφῶνα· ἀπό τώρα τόν γεύονται· τόν βλέπουν μέ τά μάτια τῆς ψυχῆς· τόν ὀρέγονται, τόν ποθοῦν καί νοσταλγοῦν τήν ἡμέρα καί τήν ὥρα πού θά ἀπέλθουν διά νά κατοικήσουν εἰς αὐτόν.
Ἡμεῖς ὅμως οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι δέν ἔχουμε τήν πληροφόρησι τῆς συνειδήσεως, γιατί ἡ ψυχή μας δέν εἶναι καθαρή, μήτε τό σῶμα μας. Γι᾿ αὐτό ἀκριβῶς καί δέν εἶναι ἀνοιγμένα τά μάτια τῆς ψυχῆς μας, νά δοῦμε τόν οὐράνιο αὐτό κόσμο, αὐτήν τήν ὀμορφιά, τήν ὁποία εἶδε γιά λίγο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί ἀνεφώνησε ἀπό ἔκπληξι καί θάμβος καί εἶπε: «Ὦ βάθος πλούτου καί σοφίας καί γνώσεως Θεοῦ! Ὡς ἀνεξερεύνητα τά κρίματα αὐτοῦ καί ἀνεξιχνίαστοι αἱ ὁδοί αὐτοῦ!… » (Ρωμ. 11: 33), καί ἀλλοῦ πάλιν· «Ἅι ὀφθαλμός οὐκ εἶδε καί οὖς οὐκ ἤκουσε καί ἐπί καρδίαν ἀνθρώπου οὐκ ἀνέβη, ἅ ἡτοίμασεν ὁ Θεός τοῖς ἀγαπῶσιν Αὐτόν» (Α΄ Κορ. β΄: 9).
Σ᾿ αὐτόν τόν νυμφῶνα τόν οὐράνιο καλούμεθα νά γίνουμε οἰκήτορες, νά κατοικήσουμε, νά συναυλιζώμεθα μετά τῶν Ἀγγέλων, μετά τῶν Ἁγίων, σέ οὐράνια παστάδα, στήν Ἄνω Ἱερουσαλήμ, στό κάλλος τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν, στό φῶς τό ἀπρόσιτον, στόν ὑπέρφωτον γνόφον τῆς ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ καθάρουμε τόν χιτῶνα τῆς ψυχῆς μας.

Σ᾿ αὐτήν τήν κάθαρσι τοῦ χιτῶνος, πού καλούμεθα νά ἐπιτύχουμε, μᾶς βοηθεῖ πάρα πολύ ἡ Ἐκκλησία μας. Γι᾿ αὐτό, τόν χρόνο αὐτό, πού ἀνοίχθηκε μπροστά μας καί φέτος, αὐτές τίς ἅγιες ἡμέρες –μέ τήν γενική ἄποψι τῆς νηστείας, ὄχι μόνον ἀπό τροφές, ἀλλά κυρίως ἀπό ἐγκράτεια κακῶν ἐπιθυμιῶν– πρέπει ὁ κάθε χριστιανός πού ποθεῖ νά σωθεῖ, νά ἀνασυγκροτήση τίς σκέψεις καί τίς ἀποφάσεις του καί νά ἀγωνισθῆ νά ζήση πιό σεμνά, πιό ἀπέριττα, πιό ἁπλᾶ, σταματῶντας τήν ἐξωτερική προσπάθεια τῆς καλλωπίσεως καί στρεφόμενος στόν ἐσωτερικό καλλωπισμό του. Τό ἐξωτερικό σκεῦος καταστρέφεται, διαλύεται, γίνεται βορά καί τροφή τῶν σκωλήκων καί τῆς φθορᾶς. Τήν ὀμορφιά ὅμως τῆς ψυχῆς, ὄχι μόνο κανένα πρᾶγμα δέν τή φθείρει, ἀλλά μᾶλλον τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ τήν ἐξωραΐζει πρός τό εὐγενέστερον.
Ὁ χρόνος ὁλοένα καί συντέμνεται, ὅλο καί λιγοστεύει. Κάθε ἡμέρα πού περνᾶ, εἶναι καί ἕνα βῆμα πρός τόν θάνατο. Νά ξέρετε, ὅτι καί ἕνα μόνο δάκρυ ἰσοδυναμεῖ μέ τό λουτρό. Ὅπως τό λουτρό ἀνακουφίζει τό σῶμα καί τό πλύσιμο καθαρίζει τό ἔνδυμα, οὕτω πως καί τά δάκρυα τῆς μετανοημένης ψυχῆς ἁγνίζουν τήν καρδιά, ἁγνίζουν τό νοῦ, ἁγνίζουν τό σῶμα, ἁγνίζουν τήν ζωή, ἁγνίζουν τόν λόγο, ἁγνίζουν ἀκόμα καί τήν κάθε ἔκφρασι τοῦ ἀνθρώπου.
Νά γονατίζουμε καί νά προσευχώμεθα μέ πολλή ταπείνωσι. Σέ κάθε μετανοημένη ψυχή δίδεται λόγος, τῆς δίδεται φωτισμένη προσευχή. Αὐτό τό βλέπουμε στήν πόρνη τοῦ Εὐαγγελίου κατά τήν Μεγάλη Τρίτη. Ποῦ ἤξερε αὐτή, μιά γυναίκα τοῦ δρόμου νά κάνη προσευχή; Ἀφ᾿ ἧς στιγμῆς ὅμως ἀπεφάσισε νά μετανοήση καί ἄρχισε νά κλίνη πρός τό φῶς καί πρός τήν ἀλήθεια, τῆς δόθηκε πνεῦμα προσευχῆς. Πόσο ὡραῖα εἶναι τά λόγια της μπροστά στόν Σωτῆρα! Γονάτισε μπροστά Του καί ἀσφαλῶς ἔκανε ἕναν ἐσωτερικό διάλογο μαζί Του! Ἐξέφρασε μέ ὅλη τήν καρδιά της τήν μετάνοιά της, διότι τῆς ἀπεκαλύφθη ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ μόνος Σωτήρας της καί ὅλοι οἱ ἄλλοι τήν ἐξηπάτησαν. Εἶδε ὅτι μόνον ὁ Ἰησοῦς, ὁ Χριστός, εἶναι Αὐτός πού θά τῆς δώση τό φῶς, τήν ἀνακούφισι, τήν χαρά καί τήν ἄφεσι τῶν πολλῶν της ἐγκλημάτων.
«Δέξαι με –εἶπε– τήν ἁμαρτωλή, δέξαι μου τό πέλαγος τῆς ἁμαρτίας!». Καί εἴδατε ὅτι τά δάκρυά της ἦταν τόσα πολλά, πού ἔβρεξαν τά ἄχραντα πόδια τοῦ Χριστοῦ καί ἀναγκάσθηκε νά τά σκουπίση μέ τήν πλούσια κόμη της. Δέν χρειαζόταν ἄλλο μύρο γιά τόν Χριστό μας. Τό πολυτιμότερο μύρο ἦταν τά δάκρυά της, πού ἄξιζαν μεγάλο πλοῦτο. Ἦταν σέ θέσι νά ἐξαλείψουν ὅλο τό χρέος πού εἶχε ἀπέναντι στόν Θεό. Καί ἐνῷ ἦταν καταβουρκωμένη, καταπνιγμένη στή βρωμιά καί στή δυσωδία, τά πολύτιμα ἐκεῖνα δάκρυα τήν βοήθησαν νά λαμπρύνη τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς της καί νά γίνη ἀποδεκτή ἀπό τόν Σωτῆρα μας. Ἐμεῖς, ἄραγε, πότε θά λαμπρύνουμε τό ἔνδυμα τῆς ψυχῆς μας;
Ἔτσι καί κάθε ἁμαρτωλή ψυχή πού κλαίει, πού βρέχει νοερῶς τά πόδια τοῦ Χριστοῦ μας, δέχεται τήν αὐτήν ἀνταπόκρισιν, τήν ὁποία δέχηκε καί ἡ πόρνη γυναίκα. Δέν εἶναι μόνον τό ὅτι σώθηκε, ἀλλά καί ἔγινε φωτεινό παράδειγμα γιά κάθε ψυχή παραστρατημένη, γιατί τῆς δείχνει τόν τρόπο, τόν δρόμο καί τό φῶς γιά ἐπιστροφή. Ἄν μποροῦσε κανείς νά ἐμβαθύνη στήν ψυχή αὐτῆς τῆς γυναίκας, καθ᾿ ἥν στιγμήν ὠλοφύρετο καί ἔκλαιγε καί ἔβρεχε τούς ἀχράντους πόδας τοῦ Ἰησοῦ, θά ἔβλεπε ὁποία ἡ ἀνακούφισις, ὁποῖον βάρος τῆς ἔφυγε καί ὁποίαν ἀνάπαυσιν ἔλαβε ἡ συνείδησίς της. Ὁ Χριστός γι᾿ αὐτά τά δάκρυά της τῆς ἔδωσε πλήρη τήν ἄφεσι ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν της.
Ἔτσι καί σέ κάθε ἄνθρωπο, πού ἐπιστρέφει κοντά Του, τοῦ δίνει πλούσια τήν συγγνώμη, ἀρκεῖ νά μετανοήση εἰλικρινά. Οὐδέν πρόβλημα μετά τήν μετάνοια. «Οὐ θελήσει θέλω τόν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ, ὡς τό ἐπιστρέψαι καί ζῆν αὐτόν», λέγει ὁ Κύριος. Ὁρκίζεται στόν ἑαυτόν Του ὁ Θεός καί λέγει: «Δέν θέλω κανένας ἄνθρωπος, καμμία ψυχή νά χαθῆ καί νά κολασθῆ, ἀλλά θά τήν περιμένω. Θά ἐξαντλήσω κάθε περιθώριο χρόνου καί κάθε προσμονή γιά τήν ἐπιστροφή της».
Ἄς ἀκολουθήσουμε τόν φωτεινό δρόμο τῆς μετανοίας· ἐάν μετανοήσουμε εἰλικρινά, τότε ὁ Θεός δέχεται τήν μετάνοιά μας καί δημιουργεῖ νέα σχέσι μαζί μας. Πολλές φορές ὁ ἄνθρωπος ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας, ἔρχεται στό σημεῖο νά λέγη: «Μά, δύναται ὁ Θεός νά μοῦ συγχωρέση αὐτά πού ἔκανα;». Ἀπό τή μιά πλευρά ἔχει δίκηο. Νοιώθει τό βάρος κι ἀναρωτιέται, ἄν τόσο βάρος μπορεῖ νά τό σηκώση ὁ Θεός! Γιά ὄνομα τοῦ Θεοῦ! Δέν μπορεῖ ὁ Θεός, ὁ Χριστός, τό πέλαγος τῆς εὐσπλαχνίας καί τῶν οἰκτιρμῶν, νά σηκώση τό βάρος μιᾶς ψυχῆς ἁμαρτωλῆς; Μιά χούφτα ἄμμος ὅταν ριφθῆ, μέσα στούς ὠκεανούς, ἔχει καμμία ὑόστασι; Καμμία ὑπόστασι, χάνεται. Φαίνεται τίποτε στήν ἐπιφάνεια; Μηδαμῶς. Ἀκριβῶς ἔτσι εἶναι καί ὅλα τά ἁμαρτήματα τῆς ἀνθρωπότητος. Εἶναι ἕνα μηδέν ἐμπρός στήν ἄβυσσο τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ. Πολλῷ μᾶλλον τά ἁμαρτήματα μιᾶς καί μόνον ψυχῆς!

Ἔρχεται ὅμως ἀπό τά δεξιά, ὁ ἀλλότριος τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου, ὁ δαίμων καί συμβουλεύει τήν ψυχή: «Δέν συγχωρεῖσαι μέ τίποτε!» τήν σπρώχνει, τήν πιέζει καί τήν «πρεσσάρει» γιά νά τήν ἐξωθήση στό ἔγκλημα τῆς αὐτοκτονίας. Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο, ἡμεῖς ποτέ νά μή πιστέψωμε κάτι τέτοιο, ἀκόμη καί ἄν κάθε μέρα ἐγκληματοῦμε. Ποτέ νά μή χάσουμε τήν ἐλπίδα, ὅσα κι ἄν πράττουμε, ὅσο κι ἄν πίπτουμε, ὅσο κι ἄν τραυματιζώμεθα καί χτυπᾶμε· μηδαμῶς ἀπελισία καί ἀπόγνωσις.
Μά, θά πῆ ὁ λογισμός: «Ἕως πότε θά μέ περιμένη ὁ Θεός;» Ἐφ᾿ ὅσον ὁ Θεός σοῦ χαρίζει ζωή, αὐτό εἶναι μία ἐγγύησις τοῦ Θεοῦ ὅτι σέ περιμένει. Δέν μπορεῖς ἐσύ νά ἀποκλείσης τό δικαίωμα τῆς προσμονῆς τοῦ Θεοῦ. Μ᾿ αὐτήν τήν ἐλπίδα, μ᾿ αὐτό τό θάρρος νά προσερχώμεθα στόν Θρόνο τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Ἔχουμε ἀναρίθμητα φωτεινά παραδείγματα μετανοίας ἀνθρώπων, μακράν τοῦ Θεοῦ εὑρισκομένων, οἱ ὁποίοι ἐπέστρεψαν καί ὄχι ἁπλῶς σώθηκαν, ἀλλά ἄγγιξαν μεγάλα μέτρα ἁγιότητος.
Ἡ Ὁσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία τί ἦτο; Πόσοι καί πόσες σάν τήν Ὁσία Μαρία, δέν ὑπῆρξαν ἁμαρτωλοί ἄνθρωποι, πού ἔγιναν ἅγιοι κατόπιν! Γι᾿ αὐτό κανείς νά μήν ἀπελπίζεται, ἀλλά νά προσέρχεται μέ μετάνοια στόν πνευματικό, πού δύναται μέ τόν λόγο του νά οἰκειώση τόν ἁμαρτωλό μετά τοῦ Θεοῦ, νά τόν δικαιώση αὐτοστιγμεί. «Ὅσα ἐάν λύσητε ἐπί τῆς γῆς, ἔσται λελυμένα καί ἐν τῷ οὐρανῷ. Ἡ Χάρις τοῦ Παναγίου Πνεύματος ἔχει σε συγκεχωρημένον καί λελυμένον καί ἐν τῷ νῦν αἰῶνι καί ἐν τῷ μέλλοντι». Αὐτομάτως τό «κομπιοῦτερ» τοῦ Θεοῦ χτυπάει μηδέν ἁμάρτημα καί συγχρόνως ἀνοίγεται ἡ πύλη τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Ὁ νυμφώνας τοῦ Χριστοῦ δέχεται τόν ἄνθρωπο, τόν προηγουμένως μή ἔχοντα «λελαμπρυσμένον» τόν χιτῶνα τῆς ψυχῆς.
Γι᾿ αὐτήν τήν μεγάλη εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ, ἄς Τόν εὐχαριστήσουμε, ἄς Τόν προσκυνήσουμε μέ ὅλη τήν εὐγνωμοσύνη τῆς ψυχῆς μας. Ἐάν ὁ Θεός δέν ἦτο τόσον ἀπείρως εὔσπλαχνος, οὐδείς ὁ σωζόμενος. Κανείς δέν θά ἐσώζετο, διότι οὐδείς εὑρίσκεται καί ὑπῆρξεν ἐπί τῆς γῆς ἄμεμπτος καί χωρίς σφάλμα καί κηλίδα. Οὐδείς ἠμπορεῖ νά καυχηθῆ ὅτι ἐτήρησε τήν καρδίαν του ἄμεμπτη καί καθαρή. Ἡ εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ ὅμως εἶναι τόσο δραστική, τό φάρμακο αὐτό εἶναι τόσο φοβερό καί τρομερό, πού ἐξαλείφει τά πάντα. Κάνει τρομερές ἐπεμβάσεις, ἀπίθανες ἐγχειρήσεις καί σώζει τόν ἄνθρωπο ἀπό βέβαιο ψυχικό θάνατο.
Ἐδῶ βλέπουμε ψυχές, πού ἔφυγαν ἀπό τήν ζωή ἀμετανόητες καί «θείᾳ ἐπεμβάσει καί θείᾳ προνοίᾳ» διά πρεσβειῶν ἁγίων ἀνθρώπων, ἐπεστράφησαν πίσω καί ἔλαβαν τήν συγγνώμη. «Μετά θάνατον οὐκ ἔστι μετάνοια» ἀπό τήν ἴδια τήν κολασμένη ψυχή. Γιά νά μετανοήση ἡ ἴδια, πρέπει νά ἐπιστρέψη στήν ζωή. Ἀκόμη καί τέτοια θαύματα ἔκανε ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, γιά νά σώση τόν ἄνθρωπο.
Ὁ νυμφώνας «ἠνέωκται», ὁ Χριστός μᾶς περιμένει· δέν πρέπει νά βραδύνουμε. Τό στάδιον τῆς νηστείας καί τῆς καθάρσεως τό βαδίζουμε τώρα, τό λουτρό τῆς μετανοίας μᾶς περιμένει. Ἄς ἀξιοποιήσουμε τόν χρόνο τώρα, πού ὅλα συμβάλλουν στήν μετάνοια. Τά λόγια τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὅλα κατανυκτικά, ἀρκεῖ νά προσέξουμε τήν ἔννοιά των. Ἄς γονατίζουμε κάθε μέρα, κάθε νύχτα καί ἄς ἐπικαλούμεθα πνεῦμα κατανύξεως καί δακρύων νά μᾶς χαρίζη ὁ Θεός.
Κι ὅταν ἀγγίξη ὁ Θεός τά μάτια μας, νά Τόν εὐχαριστήσουμε, νά ταπεινωθοῦμε καί νά Τοῦ ἐκφράσουμε τήν ἀδυναμία μας, κι ὅτι μέ τήν εὐσπλαχνία Του καί μόνον μετανοοῦμε καί ὄχι ὅτι εἴμεθα ἱκανοί καί ἄξιοι γιά μετάνοια. Καί τό ὅτι πιστεύουμε στόν Θεό καί τό ὅτι ἀναγνωρίζουμε τήν ἁμαρτωλότητά μας εἶναι Χάρις Θεοῦ, εἶναι εὐσπλαχνία. Ἐάν ἡ Χάρις δέν ἐπισκιάση, ὁ ἄνθρωπος δέν ἀλλάζει. Ἐάν σκεπτώμεθα ἐπιστροφή, ἐάν μετανοοῦμε, ἐάν ἀλλάζουμε, αὐτό εἶναι Χάρις Θεοῦ. Γιά νά ἔλθη ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, εἴμεθα δεκτοί ἀπό τήν Χάρι.
Ἄς μετανοήσουμε ὅσο εἶναι στήν διάθεσί μας ὁ χρόνος, ὅσο ἔχουμε τόν καιρό μπροστά μας. Ὁ Θεός εἶναι τόσο καλός, ὁ Οὐράνιος Πατέρας ἔχει τέτοια καρδιά πού ὅλοι χωρᾶμε μέσα Του, ἀρκεῖ νά προσέλθουμε ἐν μετανοίᾳ καί ἐξομολογήσει. Ἰδιαίτερα τώρα νά προσερχώμεθα στίς Προηγιασμένες Λειτουργίες, διότι εἶναι γεμᾶτες κατάνυξι καί χάρι. Τί ὡραῖο τό Χερουβικό τῆς Προηγιασμένης Λειτουργίας! Μά, κι ἐκεῖνο τό Χερουβικό τοῦ Μεγάλου Σαββάτου, τί δογματική καί θεολογία περιέχει!
Ἄς βιάσουμε τούς ἑαυτούς μας, γιά νά βρεθοῦμε γρηγοροῦντες καί νήφοντες καί νά καταπολεμήσουμε τήν ἀμέλεια καί τή ραθυμία, γιατί αὐτά ἐμποδίζουν τά ἀγαθά τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο. Ἔρχεται ὁ δαίμων καί μᾶς φέρνει κόπωσι, κομάρες καί μᾶς ψιθυρίζει: «Μή κάνης τίς μετάνοιες, μή σηκώνεσαι τώρα γιά προσευχή, εἶσαι κουρασμένος, κοιμήσου λίγο παραπάνω, θά πᾶς γιά δουλειά καί τόσα ἄλλα». Ἄς μή τόν ἀκούσουμε, ἄς βιασθοῦμε, διότι δέν ξέρουμε μετά ἀπό λίγες στιγμές τί μπορεῖ νά συμβῆ. «Ὅπου εὕρω σε, ἐκεῖ καί κρινῶ σε». Ἄν μᾶς βρῆ ἐπάνω στή βία, θά μᾶς κατατάξη μετά τῶν βιαστῶν. Ἄν μᾶς βρῆ στήν ἀμέλεια καί στή ραθυμία, θά μᾶς κατατάξη μετά τῶν ραθύμων καί τῶν ἀποτυχημένων.
Νά βοηθήσουμε καί τούς συνανθρώπους μας· νά τούς μιλήσουμε γιά τόν Θεό, γιά τήν ἀγάπη τοῦ Οὐρανίου Πατρός· νά τούς δώσουμε θάρρος κι ἐλπίδα. Μία ψυχή νά βοηθήσουμε, εἶναι ἡ μεγαλυτέρα ἐλεημοσύνη. Ὅπως κι ἐμᾶς μᾶς βοήθησαν ἄλλοι ἄνθρωποι, ὀφείλουμε κι ἐμεῖς νά κάνουμε τό ἴδιο.
Ἄς βιασθοῦμε λοιπόν σέ ὅλα, γιά νά εἰσέλθουμε στόν νυμφῶνα τοῦ Χριστοῦ· διότι «τῶν βιαστῶν εἶναι ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν». Ἀμήν.

Τέλος καί τῷ Θεῷ δόξα!

Ἀπό τό βιβλίο: “ Ἡ τέχνη τῆς σωτηρίας” Γέροντος Ἐφραίμ Φιλοθεΐτου

Πέμπτη, Μαρτίου 05, 2015

Γέρων Εφραίμ Φιλοθεΐτης: Φορέστε την πανοπλία του Χριστού

Το ακοίμητο μάτι του Θεού σαν καθρέπτης μας παρακολουθεί με φοβερή ακρίβεια σε κάθε στιγμή χρόνου και καταγράφει, στο δικό του κομπιούτερ το θεικό, όλες τις σκέψεις, τα νοήματα και τις κινήσεις της καρδιάς. Αυτήν την αίσθησι της παρουσίας του Θεού (κατά φύσι), πόσο θα μας ωφελούσε (χάριτι Θεού) αν την ζούσαμε! Αν την φιλοσοφούσαμε! Αν την νοιώθαμε μέσα στην ψυχή μας! Ο φόβος του Θεού, σαν φως νοητό, θα φώτιζε τα μονοπάτια της ζωής, να τα ξεπεράσουμε ακίνδυνα έως να φθάσουμε στη χρυσή πόλη της Άνω Ιερουσαλήμ... Λοιπόν, παιδιά μου, ενδυθείτε την πανοπλίαν του Ιησού μας και βγείτε στην μάχη με Αρχιστράτηγο τον Κύριον μας Ιησού και οι Αγγελικές δυνάμεις αοράτως θα μας ενισχύουν και θα μας γεμίζουν με θάρρος και ανδρεία...
Γέροντος Εφραίμ εν Αριζόνα - Νουθεσίες σε πνευματικά του τέκνα 
πηγή

Τρίτη, Δεκεμβρίου 16, 2014

«ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ- Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ»

«Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω»

[ Ευλογημένα μου παιδιά,
Κινούμενος από αγάπη και ενδιαφέρον θα προσπαθήσω με την ελάχιστη δύναμι, που υπάρχει, να σας πω δυο λόγια πατρικής στοργής και αγάπης…
…Εμείς οι ταλαίπωροι άνθρωποι- ων πρώτος ειμί εγώ- κρίνουμε εύκολα. Για έναν άνθρωπο, ή τον βλέπουμε αμαρτάνοντα ή ακούσαμε ότι αμάρτησε ή μας τον κατηγόρησαν άλλοι, αμέσως ασυζητητί , χωρίς έλεγχο, χωρίς βασανισμό, κατά πόσον είναι αυτό αλήθεια ή όχι, αμέσως καταφέρουμε τον λίθον του αναθέματος και τον χτυπάμε εφαρμόζοντας τον Μωσαϊκό νόμο.
Έχουμε τόσες αμαρτίες επάνω μας, είμεθα τόσο φορτωμένοι, έχουμε τόσα προσωπικά σφάλματα κι όμως έχουμε κάνει τόσα λάθη στις κρίσεις μας. Παρ’ ότι έχουμε συλλάβει τον εαυτό μας να κάνει κρίσεις λανθασμένες, επιμένουμε∙ και με την παραμικρή αιτία και αφορμή, αμέσως ξεκινούν οι γλώσσες, τα τηλέφωνα κι αρχίζουν τα «κατηγορώ» και το «κουτσομπολιό». Έτσι ο διάβολος ανοίγει τα βιβλιάρια όλων μας κι αρχίζει να καταγράφη μέσα στο ποινικό μας ευθύνες. Γιατί να γίνεται αυτό, εφ’ ‘όσον ο Χριστός μας μας διδάσκει πολύ καθαρά να μη κρίνουμε;
Ο Απόστολος Παύλος, το στόμα του Χριστού μας λέει: «Συ δε τί κρίνεις τον αδελφόν σου; ή και συ τί εξουθενείς τον αδελφόν σου; πάντες γαρ παραστησόμεθα τω βήματι του Χριστού… μηκέτι ουν αλλήλους κρίνωμεν» ( Ρωμ. 14, 10-13 ) . Και αν ακόμη βλέπουμε κάτι με τα μάτια μας, να αμφιβάλλουμε για την αλήθεια του πράγματος…
… Το Ευαγγέλιό μας, οι διδασκαλίες των Αποστόλων, όλων των Αγίων, των Επισκόπων, των ιερέων, των ιεροκηρύκων κραυγάζουν: «Μη κρίνετε». Η κατάκρισις είναι φοβερό αμάρτημα, μη νομίζετε ότι είναι μικρό. Ο Χριστός μας είπε : «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε… Εν ω μέτρω μετρείτε, μετρηθήσεται υμίν» ( Ματθ. 7, 2 ) .
Ο Θεός Πατέρας έδωσε την κρίσι στον Υιό, για να κρίνη τον κόσμο, κι έρχεται ο άνθρωπος από μόνος του και παίρνει την θέσι του Θεού για να κρίνη. Ο Υιός του Θεού, ο Χριστός δεν κατέκρινε την μοιχαλίδα, την πόρνη ,ενώ εμείς κατακρίνουμε. Εκείνος την σκέπασε, τη συγχώρησε, την ευλόγησε. Εμείς όμως; Πόσον εύκολα βγαίνει από το στόμα μας μία κρίσις, μόλις βλέπουμε κάτι, χωρίς να το εξετάσουμε καθόλου.
Ένας άγιος άνθρωπος, ο Γέροντάς μου, μου έλεγε: «Παιδί μου, αυτός που δεν κατακρίνει τον αδελφό του, είναι σημείον σωσμένου ανθρώπου». Δηλαδή, το ότι δεν κατακρίνει είναι απόδειξις και χαρακτηριστικό ότι είναι σωσμένος, καθαρός για την Βασιλεία του Θεού. Εφ’ όσον κυβερνά την γλώσσα του σωστά, ,αυτό σημαίνει ότι κυβερνά όλον τον εαυτόν του καλώς και κατά το θέλημα του Θεού.
Ποιά είναι όμως η ρίζα της κατακρίσεως κι από πού ξεκινάει; Ξεκινάει από την υπερηφάνεια και τον εγωισμό. Είναι η «ευπερίστατος αμαρτία» ( Εβρ. 12, 1 ) , κατά τον Απόστολο Παύλο. Σε κάθε περίστασι, σε κάθε στιγμή, σε κάθε υπόθεσι, όπου κι αν βρεθούμε το στόμα λέει, η σκέψι δουλεύει. Επομένως γινόμεθα πάρα πολύ ακάθαρτοι απ’ αυτό το πράγμα. Κρίνουμε από τον πολύ εγωισμό μας. Διότι εάν εγώ θεωρώ τον εαυτό μου άρρωστο , θα μπορώ να μιλήσω για άλλον άρρωστο και να τον κατακρίνω ως απρόσεκτο; Δέστε το παράδειγμα έμπρακτο στα νοσοκομεία. Όλοι έχουμε πάει εκεί σαν άρρωστοι ή σαν επισκέπται. Όσοι νοσηλευθήκατε, ακούσατε καμμιά φορά κανένα συνάρρωστό σας , να σας κατακρίνη, γιατί ήσασταν άρρωστος; Κανείς δεν μιλάει, γιατί σκέπτονται ότι ο ένας είναι στο μάτι, ο άλλος στο πλευρό άρρωστος κ.λ.π. ∙ κι επειδή όλοι πονούν, συμπονούν και τους άλλους. Ο ένας λυπάται τον άλλο και δεν ακούς κατάκρισι για την ασθένεια του ‘άλλου, Εκεί επικρατεί αναμαρτησία στην κατάκρισι.
Έξω όμως από το νοσοκομείο όλοι μιλούμε, κατηγορούμε τον αδελφό μας και θεωρούμε τον εαυτό μας ανώτερο κι ότι εμείς δεν σφάλλουμε. Καλά, εσύ βλέπεις την «αγκιδούλα» στο μάτι του αδελφού σου και το δοκάρι, που έχεις στο δικό σου μάτι δεν το βλέπεις;…
…Ενώ η σωτηρία μας είναι πάρα πολύ σοβαρό πράγμα, συγχρόνως είναι και κάτι πολύ απλό, γιατί με πολύ απλά πράγματα, μπορούμε να αγιάσουμε.
Λέγω σοβαρό, γιατί αν απροσεκτήσουμε και δεν επιμεληθούμε την ψυχή μας, θα κολασθούμε αιώνια. Δεν συλλαμβάνουμε με την σκέψι, με την λειτουργικότητα του νου μας την έννοια της αιωνιότητος.
Εδώ όταν είμεθα άρρωστοι και πονάμε, τρέχουμε σε γιατρούς, σε παυσίπονα κ.λ.π. και προσπαθούμε με κάθε τρόπο να απαλλαγούμε. Πολλές φορές σε ασθένειες μακροχρόνιες έρχεται και μας «τριβελίζει» το μυαλό η αυτοκτονία, παρ’ όλο που ξέρουμε ότι η ασθένεια αυτή, είναι κάτι που θα τελειώση κάποια μέρα. Σκεφθήκαμε ότι μπορεί να πάμε στην κόλασι με τα δαιμόνια αιώνια; Εάν δούμε ένα δαίμονα, να ξέρετε ότι δε θα μπορέσουμε να ζήσουμε. Γι’ αυτό και δεν επιτρέπει ποτέ ο Θεός να δη ο άνθρωπος δαιμόνιο με τα μάτια τα σωματικά, γιατί ακαριαίως θα σταματήση η καρδιά από τον φόβο. Πώς λοιπόν θα είμαστε στο σκοτάδι, στα βασανιστήρια μαζί με τα δαιμόνια; Είναι φοβερό! Κι όμως από ένα χειρισμό λανθασμένο, από μια απροσεξία, από μία αμέλεια, από μία λήθη μπορούμε να την πάθουμε την δουλειά. Γι’ αυτό έχει σοβαρότητα το θέμα. Πρέπει νύχτα-μέρα να προσευχώμεθα, να γονατίζουμε, να κλαίμε, να παρακαλούμε τον Θεό να στείλη φώτισι, να ξυπνήση τον νου και την ψυχή μας και να μας δώση συναίσθησι των κακών μας, για να πενθήσουμε εδώ και να κλαύσουμε τώρα τις αμαρτίες μας.
Ας ετοιμαζώμεθα να αντιμετωπίσουμε τον θάνατο χωρίς η συνείδησίς μας να μας κατηγορή δυνατά. Θα φύγουμε πάλι με πταίσματα- δεν θα είμεθα ως λευκή περιστερά- αλλά αυτά τα πταίσματα να μην είναι τέτοια που θα μας «βουλιάξουν» . Διότι θα έχουμε ως αντιστάθμισμα και καλά έργα, τα οποία θα είναι δυνατά, όταν τεθούν στο άλλο μέρος της πλάστιγγος, να υπερακοντίσουν τα απλά αμαρτήματα, διότι τα άλλα θα τα έχουμε ξεκαθαρίσει με το μυστήριον της Ιεράς Εξομολογήσεως και θα έχουν σβήσει. Θα έχουν μείνει αυτά τα οποία μπορεί να έχη κι ένας άγιος άνθρωπος∙ και μία σκέψι, κι ένας θυμός είναι αμάρτημα∙ αλλά το «εκ συναρπαγής ουκ αφαιρεί την αγιότητα του ανθρώπου». Δηλαδή υπάρχουν αμαρτήματα τόσον ελαφρά, που δεν προσβάλλουν την αγιότητα ενός αγίου ανθρώπου, αλλά απλώς επιτρέπονται από τον Θεό, για να τον κρατούν στην ταπείνωση . Διότι καμμία αρετή ποτέ δεν τελειώνεται μέχρι τέλους τελείως, η δε μετάνοια ποτέ. Ποτέ δεν τελειοποιείται. Πάντα είναι ατελής, είναι ανοιχτή, γιατί είμεθα άνθρωποι και κάθε στιγμή ενδέχεται να πέσουμε.
Έτσι, όπου βλέπετε, παιδιά, ότι κάπου κουτσαίνετε, ,κάπου δεν πάει κάτι καλά, μην το αφήνετε, βάλετε φάρμακο να θεραπευθή. Προσευχή με γόνατα και αίτημα μετά δακρύων: «Κύριε πρόφθασον …διόρθωσέ με σ’ αυτό… διόρθωσε με σ’ εκείνο…». Αυτό θα μας βοηθήση να μην έχουμε βασικά σφάλματα και θανάσιμα αμαρτήματα και να ασφαλίσουμε την ψυχή μας κρατώντας την υγιή, καθαρή και έτοιμη για την αιώνια ζωή. Αμήν. Γένοιτο!

ΟΜΙΛΙΑ ΚΖ΄
«Δόξα τη φιλανθρωπία Σου, Κύριε»



Ευλογημένα μου παιδιά,

Ο Θεός μας είναι αγάπη και «ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» ( Α΄ Ιωαν. 4,16 ) .
Όποιος Χριστιανός δεν έχει την αγάπη του Θεού μέσα στην καρδιά του, δεν έχει ζωή Χριστού στην ψυχή του. Αυτό το μεγάλο έργο της φιλανθρωπίας του Θεού, το να κατεβή ο Θεός, ο Λόγος του Θεού, να γίνη άνθρωπος , να λάβη σάρκα, να κατοικήση ανάμεσά μας, να ,μας πλησιάση, δεν ήταν τίποτε άλλο, παρά η απέραντη φιλανθρωπία της θείας αγάπης. Η αγάπη του Θεού είναι αυτή, που μας προστατεύει και μας φροντίζει για όλα.
Εμείς οι άνθρωποι αμαρτάνουμε και λυπούμε τον Θεόν. Ασεβούμε πολλάκις, αλλά η φιλανθρωπία Του είναι απέραντη και όλα τα συγχωρεί. Όλοι μας, και πρώτος εγώ, έχουμε λυπήσει αυτήν την μεγάλη καρδιά του Θεού που λέγεται αγάπη προς τον άνθρωπο. Γι’ αυτό θα πρέπει να προσέξουμε την ζωή μας στην συνέχεια , να μη Του δώσουμε ξανά την πίκρα της αμαρτίας.
Η παραβολή του ασώτου υιού στο Ιερόν Ευαγγέλιον , είναι μία, όσον γίνεται, ακριβής έκφρασις την αγάπης του Θεού Πατέρα προς τον αμαρτωλόν άνθρωπο. Εκεί βλέπουμε ότι ο άσωτος υιός , που απεικονίζει κάθε αμαρτωλό άνθρωπο επάνω στη γη, ζήτησε από τον πατέρα του να του δώση το μέρος που του ανήκε από την πατρική περιουσία. Βέβαια, πάρα πολύ άφρονα και άμυλα ζήτησε να πάρη το μερίδιό του και να αποσπασθή από την πατρική στέγη, από την πατρική αγάπη, από την πατρική φροντίδα. Και νομίζοντας ότι είναι ικανός μόνος του να φροντίση τα περί της ζωής του, έφυγε, αλλά η αμυαλοσύνη του πληρώθηκε πάρα πολύ ακριβά. Όπως διαλαμβάνει το Άγιον Ευαγγέλιόν μας, ο άσωτος αυτός υιός κατεσπατάλησε όλην αυτήν την περιουσία, ζώντας μια πολύ- πολύ αμαρτωλή ζωή.
Η αμαστία όμως γεννά θάνατο. «Τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος» ( Ρωμ. 6, 23 ) . Ο μισθός της αμαρτίας είναι ψυχικός θάνατος, αλλά πολλάκις γίνεται αιτία να πεθάνη κανείς και σωματικά.
Ο άσωτος υιός, αφού εσπατάλησε ό,τι είχε πάρει σαν περιουσία, κατήντησε να βόσκη χοίρους και να ζη με τα ξυλοκέρατα. Έτσι και ο άνθρωπος, ο Χριστιανός όταν πάρη την περιουσία της Χάριτος του Θεού δια του Αγίου Βαπτίσματος και μετά απομακρυνθή από αυτήν την Χάρι, διότι διέκοψε κάθε επαφή με τον Θεό Πατέρα, καταντά να γίνη σκεύος του διαβόλου, σκεύος της αμαρτίας, «ζων ασώτως» μακράν του Θεού και κυλιόμενος συνεχώς από αμαρτίας εις αμαρτίαν.
Βλέπουμε πάλι στην παραβολή ότι ο άσωτος κάποια στιγμή ήρθε στον εαυτόν του και κατάλαβε το λάθος του. Όταν έπραττε την αμαρτία, φαίνεται ότι ήταν εκτός εαυτού, εκτός λογικής , εκτός συνέσεως και σωφροσύνης. Ήρθε στον εαυτόν του , λέγει ο Χριστός μας και σκέφθηκε, συλλογίστηκε: «Πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων, εγώ δε λιμώ απόλυμμαι!» ( Λουκ. 15, 17 ) . «Εγώ εδώ στα ξένα χάνομαι. Καλύτερα να γυρίσω πίσω και δεν θα ζητήσω από τον πατέρα μου να με αποκαλή παιδί του, διότι δεν είμαι άξιος, αλλά θα του πω να με κάνη ως έναν από τους μισθίους του, απ τους υπηρέτες του. Αυτοί περνούν τόσο καλά εκεί∙ να γίνω κι εγώ ένας τέτοιος μου είναι αρκετό. Δεν έχω πρόσωπο να του ζητήσω υιοθεσία, διότι απώλεσα την αξιοπρέπεια της υιοθεσίας. Σπατάλησα ό,τι είχα σαν κληρονομία από τον πατέρα μου∙ τώρα μου αρκεί να επιστρέψω και να γίνω ένας υπηρέτης του»…
..Έρχεται ο άλλος, ο εχθρός του άνθρωπου, ο Διάβολος , με την ,μεγάλη του πονηρία , με την τέχνη του, με την μαστοριά του και σφυρίζει στο αυτί του αμαρτωλού και λέει: «Ο Θεός δεν σε συγχωρεί, είσαι πολύ αμαρτωλός. Έκανες εγκλήματα. Τώρα σε περιμένει μεγάλη τιμωρία και κόλασι. Μην πλησιάζης τον Θεό καθόλου. Δεν είσαι άξιος να σηκώσεις τα μάτια σου να προσευχηθής και να ζητήσης συγνώμη. Ο Θεός είναι ωργισμένος», και τόσα άλλα…
… Ο αμαρτωλός δεν πρέπει να πιστέψη σε όλα αυτά. Ένας πατέρας ή μία μητέρα, όταν επιστρέψη το παιδί τους από μία αμαρτωλή ,άσωτη ζωή, και αν ακόμη τους είχε προηγουμένως υβρίσει, τους είχε δείρει ,τους είχε σπρώξει, τους είχε «μουντζώσει», αφ’ ης στιγμής επιστρέψη, , αμέσως θα το αγκαλιάσουν, θα του δώσουν συγγνώμη και δεν θα λογισθούν τίποτε κακό∙ αρκεί που το παιδί τους γύρισε στο σπίτι μετανιωμένο.
Εάν μια μητέρα με την ανθρώπινη καρδιακή αγάπη , που δεν συγκρίνεται με την αγάπη του Θεού, δίνη τόση συγνώμη και τόσο έλεος στο παραστρατημένο και επιστρέφον παιδί της, πόσο μάλλον ο Θεός, ο Άπειρος στην αγάπη και στην ευσπλαχνία θα δώση συγγνώμη και έλεος και φιλανθρωπία! Δεν πρέπει να δώσουμε ακρόασι στους ψιθυρισμούς του αποστάτου διαβόλου. Αυτός δεν έμαθε την ταπείνωσι, γι’ αυτό και είναι μακράν του Θεού. Από την στιγμή που θα σκηνώση στον λογισμό του ανθρώπου η ταπείνωσις, αμέσως αρχίζει και η επιστροφή του. Άρα ο εγωισμός και η υπερηφάνεια είναι εκείνα τα κακά που μας κρατάνε μακρυά από τον Θεό.
Την εικόνα του ασώτου υιού, αν την ζήσουμε μέσα στην σκέψι και στην καρδιά μας, θα αντλούμε συνεχώς μετάνοια και επιστροφή και θα πλουτίζουμε την ψυχή μας με αγάπη Θεού. Θα νοιώθουμε τον Θεό Πατέρα μας στοργικό , με μία αγάπη που δεν έχει μέτρο. Μέσα σ’ αυτήν την αγάπη είναι αδύνατον να αστοχήσουμε. Όσο κι αν μας ψιθυρίζη ο εχθρός διότι εγκληματήσαμε στην ζωή, όταν δούμε στον καθρέπτη του ασώτου υιού το Πρόσωπον του Ουρανίου πατρός μας , αμέσως όλοι οι λογισμοί του διαβόλου θα διασκεδασθούν…


ΟΜΙΛΙΑ ΙΣΤ΄
Το μυστήριον της μετανοίας


Ευλογημένα μου παιδιά,

Όπως γνωρίζουμε ο καλός μας Θεός μας χάρισε το Μέγα Μυστήριον, της Ιεράς Εξομολογήσεως ,αυτό το Ιερόν Βαπτιστήριον, εις το οποίον πλένεται ο άνθρωπος ψυχικά και γίνεται ολόλευκος, καινούριος κατά Χριστόν άνθρωπος.
Πόση ευχαριστία πρέπει να προσφέρουμε στον Θεό συνεχώς γι’ αυτό το μεγάλο καλό, που μας άφησε ! Δηλαδή μας άφησε την καρδιά Του ανοιχτή, οσάκις θελήσουμε να καθαρισθούμε, να εισερχώμεθα άνετα. Όσο και να αμαρτήση ο άνθρωπος , όσο και να κυλισθή στην αμαρτία, όσο και να μαυρίση την ψυχή του , ημπορεί άνετα σε μία στιγμή, σε λίγη ώρα να γίνη κατάλευκος σαν το περιστέρι και σαν το χιόνι. Υπάρχει μεγαλύτερο εργαλείο από τούτο ή μεγαλύτερη ευτυχία για τον άνθρωπο;
Συγχρόνως όμως συμβαίνει και το άλλο. Γίνεται μεγάλη χαρά «εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι» (Λουκ. 15, 7). Δεν είναι μόνον ότι ο αμαρτωλός σώζεται και γίνεται ευτυχισμένος, αλλά προκαλεί και τους αγγέλους , προκαλεί τα αγγελικά τάγματα να πανηγυρίζουν, να έχουν μεγάλη χαρά, να δίνουν μεγάλη επινίκια συναυλία ενώπιον του Θεού, διότι πληροφορήθηκαν την μετάνοια του αμαρτωλού ανθρώπου.
Οι άγγελοι είναι οι μεγάλοι μας αδελφοί, οι οποίοι είναι στον ουρανό και προσεύχονται για όλους τους ανθρώπους. Όταν πληροφορηθούν ,λοιπόν, δια του Θεού, ότι οι προσευχές τους έφεραν έναν άνθρωπο στην Βασιλεία Του, η χαρά τους είναι απέραντη, απερίγραπτη. Η μετάνοια λοιπόν είναι η θύρα , από την οποία οσάκις ο άνθρωπος εισέλθη, θα εύρη την μεγάλη του σωτηρία…

… Το εμπόδιο για να φθάσουμε στο εξομολογητήρι είναι η υπερηφάνεια και ο εγωισμός. Πώς θα πω τα αμαρτήματά μου; Πιάνει τον άνθρωπο μια ντροπή∙ αλλά την ντροπή πρέπει να την έχουμε ,όταν πρόκειται να αμαρτήσουμε. Τότε θα μας φυλάξη, για να μη κάνουμε αμαρτίες. Όταν όμως πρόκειται να φθάσουμε στην μεγάλη αυτή σωτηρία, πρέπει να τρέξουμε αμέσως.
Όταν αντιληφθούμε ότι έχουμε την κακή αρρώστια του καρκίνου και μάθουμε ότι κάποιος γιατρός είναι στον Βόρειο Πόλο, αμέσως θα δώσουμε τα πάντα, θα εξοικονομήσουμε τα χρειώδη και θα σηκωθούμε να πάμε, να θεραπευθούμε από τη νόσο αυτή του σώματος. Δεν φειδόμεθα μήτε κόπους, μήτε μόχθους, μήτε οικονομικά, μήτε τίποτε. Τα αφήνουμε όλα και τρέχουμε. Ταπεινώνεται η ψυχή μας, προκειμένου να γίνουμε καλά.
Όταν όμως έχουμε τον καρκίνο της αμαρτίας και μας απειλεί με θάνατον ψυχής, πόσο πρέπει να εγκαταλείψουμε τα πάντα, και δουλειά και μεροκάματο και απόστασι, και να τρέξουμε! Να φθάσουμε εκεί, να γονατίσουμε, να εναποθέσουμε την πληγή μας εκεί κάτω, να πάρουμε το φάρμακο, να γίνουμε καλά, κι έτσι να γλυτώσουμε από τον φοβερό θάνατο της ψυχής!
Σαν άνθρωποι που είμεθα, δεν γνωρίζουμε την ώρα που θα έρθη ο Κύριος. Μας το είπε: «Γρηγορείτε, ότι ουκ οίδατε την ημέραν ουδέ την ώραν, εν η ο Υιός Του ανθρώπου έρχεται» ( Ματθ. 25,13 ) . Τρέξτε ,λέει, μην κάθεστε καθόλου∙ δεν γνωρίζετε την στιγμή, που θα αποφασίση ο Κύριος να πάρη την ζωή σας και να σας οδηγήση στο μεγάλο εκείνο φοβερό δικαστήριο, από το οποίον δεν εξαιρείται κανείς.
Δεν έχουμε καταλάβει την έννοια του πράγματος, τόσον της Ιεράς Εξομολογήσεως όσον και της ίδιας μας της ζωής. Πόσον είναι επισφαλής η ζωή μας! Από στιγμή σε στιγμή ενδέχεται να συναντήσουμε το δικαστήριο και τον δικαστή.
Τώρα, όσο είμεθα στην ζωή, μπορούμε να κάνουμε τον Χριστό μας ευσπλαχνικώτερο, και να Τον συναντήσουμε με καθαρό πρόσωπο με την μετάνοιά μας και την εξομολόγησι. Διαφορετικά, δια της αμετανοησίας, θα Τον συναντήσουμε χωρίς έλεος και συγγνώμη…

ΟΜΙΛΙΑ ΙΖ΄
Νήψις-Προσευχή – Εξομολόγησις


Αγαπητά μου παιδιά,
Σήμερα θα πούμε ολίγα πράγματα για την μεγάλη αρετή της νήψεως.
Όπως θα γνωρίζετε, η νήψις είναι πατερικέ διδασκαλία, είναι βίωμα των μεγάλων νηπτικών πατέρων της Εκκλησίας και δη της ερήμου. Η λέξις «νήψις» προέρχεται εκ του «νήφω» , που σημαίνει αγρυπνώ, φρουρώ, επισκοπώ, παρατηρώ, επιβλέπω, παρακολουθώ. Αυτά όλα οι πατέρες τα συνοψίζουν σε μια αδιάλειπτη προσοχή του νοός.
Η νήψις εικονίζεται με την αξίνα, η οποία καταρρίπτει τα μεγάλα δένδρα χτυπώντας την ρίζα τους. Κι όταν χτυπηθή η ρίζα, δεν ξαναφυτρώνουν. Έτσι και όταν ο νους του ανθρώπου, του χριστιανού, έχη την προσοχή αυτή της νήψεως, φρουρεί την καρδιά και τις πέντε αισθήσεις , τόσον τις πνευματικές, όσον και τις πνευματικές, της ψυχής. Όταν ο νους νήφη, όταν προσέχη, όταν φρουρή τα διανοήματα, τις σκέψεις, όταν ελέγχη την φαντασία ,τότε όλος ο άνθρωπος ψυχοσωματικά διατηρείται καθαρός. Και όταν ο άνθρωπος δια της νήψεως και της εργασίας της πνευματικής καθίσταται καθαρός, οι προσευχές του έχουν παρρησία προς τον Θεό, διασχίζουν τον αιθέρα, ξεπερνούν τους αστέρας, διέρχονται τους ουρανούς και πλησιάζουν στον Θείο Θρόνο της Χάριτος, όπου δέχονται τις ευλογίες του Θεού. Και ο άνθρωπος προσευχόμενος ούτως, πλουτίζει την κατά Θεόν χάριν.
Μας λέγουν οι νηπτικοί πατέρες ότι ένας λογισμός μας ανεβάζει εις τον ουρανόν και ένας μας κατεβάζει εις την κόλασιν. «Εν τοις λογισμοίς μας βελτιούμεθα ή αχρειούμεθα». Δηλαδή ένας λογισμός, ο οποίος απρόσεκτα θα μας προσβάλη, , θα μας δηλητηριάση, θα μας ηδονίση, μπορεί να μας καταστήση αξίους για την κόλασι. Ένας λογισμός θεϊκός, ένας λογισμός αυταπαρνήσεως, ένας λογισμός ανδρείας, ένας λογισμός προσευχής και θεωρίας, μας αξιώνει να πλησιάσουμε τον Θείο Θρόνο και να γευθούμε πράγματα ουράνια. Από τους λογισμούς ή θα γίνουμε ακάθαρτοι ή θα γίνουμε καλύτεροι. Η αρχή των αμαρτημάτων ξεκινά από τους λογισμούς.
Οι λογισμοί πηγάζουν από τις πέντε αισθήσεις, τόσον τις πνευματικές όσον και τις σωματικές. Όταν αφήσουμε την αίσθησι των οφθαλμών ανεξέλεγκτη και βλέπη ο,τιδήποτε απρόσεκτα, αυτή η απροσεξία θα γεννήση μια σωρεία από εικόνες βρώμικες και αμαρτωλές. Αυτές οι εικόνες αφού εισαχθούν στο φανταστικό, μετά στάζουν δηλητήριο αμαρτωλής ηδονής μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Αυτή η ηδονή είναι το δηλητήριο, με το οποίον δηλητηριάζεται η καρδιά και γίνεται τότε ακάθαρτη και ένοχη μπρος στον ακοίμητον οφθαλμόν του Θεού.
Όπως η αίσθησις των οφθαλμών, έτσι είναι και της αφής, έτσι είναι και της γεύσεως, και της ακοής και της οσφρήσεως. Κι έτσι οι πέντε αισθήσεις δημιουργούν ανάλογες αμαρτωλές εικόνες, οι οποίες καθιστούν τον άνθρωπο ακάθαρτο ενώπιον του Θεού. Εδώ έγκειται όλη η φιλοσοφία του πνεύματος.
Όλα τα κηρύγματα είναι ωφέλιμα∙ γιατί όπως ακριβώς, όταν κλαδεύεται ένα δένδρο που είναι αρρωστημένο, καθαρίζεται , έτσι και ο λόγος του Θεού βοηθεί στην μείωσι ενός πάθους. Η διδασκαλία όμως των Πατέρων περί της νήψεως ενεργεί ριζικά την κάθαρσι από το πάθος. Όταν η αξίνη, όταν ο πέλεκυς κτυπήση την ρίζα, όλο το δένδρο πίπτει κάτω, ξηραίνεται και απόλλυται. Έτσι και όταν η νήψις πάρη θέσι στην ζωή του χριστιανού, ένα-ένα δένδρο εμπαθείας πίπτει , ξηραίνεται και έτσι συν τω χρόνω ο παλαιός άνθρωπος , ο άνθρωπος της αμαρτίας και της εμπαθείας, ο χοϊκός Αδάμ ελευθερώνεται και γίνεται «καινός άνθρωπος». Γι’ αυτό η νηπτική εργασία μας ελευθερώνει ριζικά από το κακό. Εδώ λοιπόν πρέπει να δώσουμε προσοχή στην ζωή μας . Αν θέλουμε να καθαρίσουμε τους εαυτούς μας, να φροντίσουμε να πλουτίσουμε τον νουν μας με την επιμέλεια της νήψεως.
Ένα μέρος της νήψεως είναι κ αι η νοερά προσευχή. Η θεωρία του Θεού είναι ένα άλλο μέρος .΄Ολα αυτά τα μέρη , όταν ενωθούν σε μια προσπάθεια του ανθρώπου, συν τω χρόνω φέρνουν την αγιότητα…
…Ο Ιερός Χρυσόστομος πολλά κεφάλαια έγραψε περί προσευχής και περί νήψεως. Και μεταξύ άλλων λέγει κάτι πάρα πολύ όμορφο: «Η προσευχή , λέγει, είναι φωτισμός της ψυχής, αληθής επίγνωσις του Θεού, μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπων, ιατρός των παθών, αντίδοτον εναντίον των νόσων, φάρμακον εναντίον κάθε αρρώστειας, γαλήνη της ψυχής ,οδηγός που φέρει εις τον ουρανόν , που δεν περιστρέφεται γύρω από την γη, αλλά που πορεύεται προς αυτήν την αψίδα, τον ουρανό. Υπερπηδά τα κτίσματα, διασχίζει νοερώς τον αέρα, πορεύεται πάνω από τον αέρα, διασχίζει το σύνολο των αστέρων, ανοίγει τας πύλας των ουρανών, ξεπερνά τους αγγέλους, υπερβαίνει τους Θρόνους και τις Κυριότητες, διαβαίνει τα Χερουβείμ και αφού διέλθη υπεράνω όλης της κτιστής φύσεως, έρχεται πλησίον αυτής της απροσίτου Τριάδος. Εκεί προσκυνεί την Θεότητα. Εκεί αξιώνεται να γίνη συνομιλητής με τον Ουράνιο Βασιλέα. Δι’ αυτής (της προσευχής) , η ψυχή, η οποία υψώθη μετέωρος εις τους ουρανούς, εναγκαλίζεται τον Κύριον κατά τρόπον ανέκφραστον, όπως ακριβώς το νήπιον εναγκαλίζεται την μητέρα του, και με δάκρυα φωνάζει δυνατά , επιθυμώντας να απολαύση του θείου γάλακτος. Ζητεί δε αυτά που πρέπει, και λαμβάνει δωρεάς ανωτέρας από όλην την ορατήν φύσιν…»
… Αυτή η προσοχή η πνευματική μας γίνεται φως και σαν φως φωτίζει τον δρόμο. Κι ένας δρόμος φωτισμένος από την νήψι, είναι και ο δρόμος προς την ιερά εξομολόγησι. Τον φωτίζει η προσοχή, που προτρέπει τον άνθρωπο να τακτοποιήση τον λογαριασμό του με τον Θεό. Και οδηγείται με την φώτησι της νήψεως εις αυτό το μέγα μυστήριο κι εκεί εναποθέτει όλο το χρέος , όλη την ακαθαρσία των αμαρτημάτων. Μπαίνει μέσα σ’ αυτό το λουτρό και βγαίνει ολοκάθαρος. Και λέγω ότι πρέπει να έχουμε πολλή χαρά στην ψυχή μας, όταν αξιωνόμεθα να φθάσουμε σ’ αυτό το λουτρό. Πρέπει να πανηγυρίζουμε και να ευχαριστούμε τον Κύριο που άφησε αυτό το λουτρό ,που άφησε αυτήν την εξουσία του «δεσμείν και λύειν». Όσα λύση ο πνευματικός ,τα λύνει κι ο Θεός. Όσα συγχωρεί ο εκπρόσωπος του Θεού, τα συγχωρεί και ο Κύριος.
Κι όταν εδώ κάτω κριθή ο άνθρωπος, δεν κρίνεται επάνω στο μεγάλο και φοβερό δικαστήριο . Μεγάλη ευκαιρία, εάν φθάση ο άνθρωπος μέχρις εκεί. Γι’ αυτό όσοι έχετε αξιωθή αυτού του λουτρού και συνεχώς το λέρωμα της ψυχής το καθαρίζετε με το λουτρό αυτό το νπευματικό του θείου μυστηρίου, πρέπει να έχετε πάρα πολύ μεγάλη χαρά, διότι πάντοτε η θύρα του παραδείσου θα είναι ανοιχτή. Κι αν ο θάνατος ακολουθήση, ουδεμία ανησυχία. «Ητοιμάσθην και ουκ εταράχθην». Όταν είναι έτοιμος ο άνθρωπος, δεν ταράσσεται εις το πλησίασμα του θανάτου. Ηξεύρει ότι δεν μπορεί να είναι λάθος ο λόγος του Θεού, που έδωσε αυτήν την εξουσία. Το γνωρίζουμε σαν μυστήριο της Εκκλησίας και το βλέπουμε στην πράξι και στην εφαρμογή. Όταν ο άνθρωπος κάνη την ιεράν εξομολόγησιν με πόθο, με ταπείνωσι και με επίγνωσι, νοιώθει την ευτυχία μέσα στην ψυχή του, την ελάφρωσι και την αγαλλίαση. Απόδειξις εναργής ότι οι αμαρτίες του έχουν συγχωρηθή. Και όταν οι αμαρτίες συγχωρηθούν, τότε αίρεται κάθε φόβος ανησυχίας και αβεβαιότητος δια την άλλη ζωή…
… Γι’ αυτό με πολύ πόθο, με πολλή αγάπη, με πολλή συναίσθησι να τρέχουμε, να καθαριζώμεθα, να ετοιμαζώμεθα και όταν ακολουθήση ο θάνατος ,να φύγουμε ειρηνικά. Αμήν.


ΟΜΙΛΙΑ Ι΄
Ο πόλεμος κατά των παθών


Ευλογημένα μου παιδιά,

Λέγουν οι πατέρες ότι η καρδιά του ανθρώπου είναι μπλεγμένη με τις ρίζες των παθών, που είναι ακανθώδεις, και την έχουν «γαντζώσει» για τα καλά. Μόλις, λοιπόν, επιχειρήση ο άνθρωπος με την φώτιση του Θεού να ξερριζώση ένα πάθος (ουσιαστικά να μεταμορφώση ένα πάθος) , να αρχίση να βγάζη τα ριζίδια ,να τα πιάνη με την τσιμπίδα και να τα τραβάη, ξερριζώνοντας το πάθος σκίζει και την καρδιά! Σχιζομένη δε η καρδιά βγάζει αίμα και πονάει. Αν δεν κάνη ο άνθρωπος υπομονή στον πόνο, σταματάει εκεί και εγκαταλείπει τον αγώνα και μένει εμπαθής και αμαρτωλός. Αν όμως κάνη υπομονή στον πόνο, την βγάζει τη ρίζα του πάθους και απαλλάσσεται.
Γι’ αυτό και οι άγιοι πατέρες με την άσκησί τους, με την φώτιση του Θεού, με την προσευχή κ.λ.π. αγωνίστηκαν και πίεσαν τον εαυτό τους και ξερρίζωσαν σιγά-σιγά τις ριζίτσες των παθών∙ μία-μία τις έβγαλαν και έφθασαν στην απάθεια. Και μετά δεν επολεμούντο ούτε από υπερηφάνεια, ούτε από κενοδοξία, ούτε από φθόνο, ούτε από λογισμούς βρώμικους, ούτε από μίσος κ.α.
Βλέπουμε τους αγίους να κάνουνε θαύματα και να μην υπερηφανεύωνται καθόλου. Και λες: «Μα, πως δεν υπερηφανεύοντο αυτοί οι άνθρωποι∙ εμείς το παραμικρό κάνουμε και αμέσως φουντώνει το κερατάκι και μου λέγει: “ Ω, είσαι μεγάλος, είσαι τρανός, εσύ έκανες αυτό το έργο, που άλλος δεν το κάνει∙ εσύ είσαι πιο φωτισμένος, εσύ έχεις πιο πολλή αγωνιστικότητα” κ.λ.π.». Και σου φουσκώνει τώρα το «εγώ» και προσπαθεί ο διάβολος αυτός να σου κλέψη το κέρδος της προσπάθειας που έκανες. Όταν κενοδοξή ο άνθρωπος για το έργο που κάνει, χάνει το μισθό του. Μένει η εξωτερική πράξι. Αν μετανοιώση, ξαναπαίρνει το κέρδος . Αλλά πώς θα πάρη το κέρδος; Με την αυτομεμψία, με την αυτοκατηγορία.
Ένας Πατριάρχης Αλεξανδρείας, Θεόφιλος λεγόμενος, πήγε στο όρος της Νιτρίας στην Αίγυπτο, όπου ήταν οι πιο διάσημοι ασκητές. Ω φημισμένο όρος της Νιτρίας! Πήγε στον Πρώτο του όρους, στον πιο πνευματικό και προοδευμένο γέροντα και του λέει:
«Πάτερ, τι περισσότερο βρήκες εσύ γενόμενος μοναχός και κατοικώντας σ’ αυτό εδώ το όρος; Ποια είναι η μεγαλύτερη αρετή που βρήκες και ποια είναι αυτή που αξίζει πάνω απ’ όλες τις αρετές;».
Απάντησε εκείνος: «Βρήκα την αυτομεμψία, δηλαδή το να κατηγορώ τον εαυτό μου και να ρίχνω το βάρος επάνω μου ότι εγώ φταίω “ Το μέμφεσθαι εαυτόν”.
Ο Μέγας Αντώνιος λέγει: «Αν ο άνθρωπος ρίξη το βάρος επάνω του, βρίσκει ανάπαυσι. Την στιγμή που θα το ρίξη στον άλλον, θα βρη ταραχή μέσα του».
Δοκιμάστε το σε μία περίπτωσι, σ’ έναν πειρασμό. Πέστε ότι έφταιξε εκείνος, ο άλλος… Αισθάνεσθε ταραχή, ανακατωσούρα μέσα σας, στενοχώρια! Άπαξ και πης: «Δεν φταίει ο άλλος, εγώ φταίω∙ τι μιλάω τώρα γι’ άλλον, ξέχασα ποιος είμαι εγώ; Εγώ έκανα εκείνο, εκείνο, εκείνο… επομένως να μη μιλάω καθόλου». Ωπ! Σαν να προσγειώνεσαι σε στέρεο έδαφος και δεν φοβάσαι μην πέσης. Ενώ προηγουμένως ήσουν ψηλά και έλεγες: «Από δω θα πέσω, από κει θα πέσω» και είχες φόβο και ταραχή. Άπαξ και έπεσες χαμηλά και πάτησες σε στέρεο έδαφος, δεν φοβάσαι.
Όταν έρχωμαι σε μία διένεξι μ’ έναν άνθρωπο και ο εαυτός μου μου φέρνει αντίσταση, μου λέει ο λογισμός : «Αυτός έφταιξε, αυτός θύμωσε, αυτός μου μίλησε , αυτός πρέπει να ταπεινωθή. Αν μου μιλούσε τέλος πάντων πιο οικονομικά και πιο απαλά, εγώ θα έκανα υπομονή και δεν θα σκανδαλιζόμουν. Άρα φταίει αυτός». Να το πάθος του εγωισμού. Πρέπει να αντισταθούμε και να πούμε: «Όχι, όχι∙ αν εγώ δεν είχα εγωισμό ,δεν θα πειραζόμουν . Άρα εγώ φταίω, δεν φταίει ο αδελφός. Αν είχα ταπείνωσι, θα σκεπτόμουν ότι στεφάνι μου προξενείται κι ότι ο καυστήρας του Ιησού είναι αυτός ο άνθρωπος , γιατί καυτηριάζει το πάθος μου, για να γίνω υγιής! Άρα με ευεργετεί τώρα καυτηριάζοντας το πάθος μου. Είναι ευεργέτης μου! Πρέπει να τον αγκαλιάσω, πρέπει να τον αγαπώ, πρέπει να του κάνω και προσευχή που μου έκανε αυτό το καλό, που μου φανέρωσε τι έχω! Διότι αν δεν μου έλεγε αυτόν τον λόγο, κι αν δεν γινόταν ο πειρασμός, εγώ δεν θα ήξερα πόσο εγωισμό είχα μέσα μου και δεν θα έκανα και τον ανάλογο αγώνα να τον χτυπήσω. Επομένως με την νύξι του πειρασμού φανερώθηκε η ασθένειά μου και τώρα αφού την είδα, θα φροντίσω να βάλω φάρμακο και να γίνω καλά».
Πρέπει ,λοιπόν, ο άνθρωπος αφού πιάση το θέμα με την θεωρία, να αγωνισθή τώρα εσωτερικά. Πρέπει να κατέβη, να εντοπίση το κακό στην καρδιά, και να πολεμήση το πάθος, την πικρία, την δυσκολία, την πίεσι του δαίμονος, ο οποίος πιέζει την κατάστασι και λέει: «Μην υποχωρήσης! Μην το κάνης αυτό!»Και τότε πρέπει να δεηθή του Θεού ο άνθρωπος, να παρακαλέση τον Θεό, να πάρη δύναμι, να «στραμπουλήξη» το εγώ, να πη∙ «σώπα, κάτσε στην θέσι σου, κι εγώ πρέπει να κάνω το καθήκον μου τώρα». Να πάη στον άλλον, να βάλη μετάνοια. Εμείς οι μοναχοί, φερ’ ειπείν, βάζομε μετάνοια. Ο κατά κόσμον άνθρωπος φέρεται διαφορετικά∙ θα πη «καλημέρα, χρόνια πολλά, συγχώρεσέ με, θα κοινωνήσουμε, άγια μέρα ήρθε κ.λ.π.» κι έτσι γίνεται αγάπη.
Όταν το κάνη αυτό το πράγμα, αμέσως νοιώθει μια χαρά, μια ξεκούραση, μια ελάφρυνσι. Γιατί; Γιατί ήταν το βάρος το προηγούμενο, ήταν ο δαίμονας που πίεζε περισσότερο, γιατί ήθελε να γίνη το δικό του, το μίσος, η έχθρα, ο χωρισμός, η διάστασις. Ενώ ο Θεός είναι αγάπη και ταπείνωσι. Εμείς όμως όλοι οι άνθρωποι, και πρώτος εγώ, την «πατάμε» από τον εγωισμό μας, με το να θέλουμε να στήσουμε το δικό μας θέλημα, θεωρώντας ότι έχουμε δίκαιο, ότι είμαστε καλοί κι ότι ο άλλος φταίει. Το ότι κατακρίνουμε τι σημαίνει; Ότι θεωρούμε τον εαυτό μας μη σφάλλοντα σε οποιονδήποτε αμάρτημα. Γι’ αυτό λέγει ο Κύριος : «Μη κρίνετε, ίνα μη κριθήτε, και, εν ω κρίματι κρίνετε, κριθήσεσθε»( Ματθ. 7,1 ) . Είναι τόσο σοβαρή βέβαια η κατάκρισι, παρ’ ότι εμείς την έχουμε για «ψωμοτύρι» και σαν εμπερίστατη αμαρτία. Εμπερίστατος αμαρτία είναι αυτή , που γίνεται σε κάθε περίστασι και κάθε ώρα…

… Πόσοι και πόσοι άνθρωποι , που εμείς τους έχουμε για τιποτένιους και για αμαρτωλούς , μία μέρα μπορεί να βρεθούνε στην Βασιλεία του Θεού∙ κι εμείς που παίρνουμε την καθέδρα του δικαστού και κρίνουμε, να βρεθούμε κατακριτέοι και να περάσουμε στην κόλασι!
Γι’ αυτό , λοιπόν, χρειάζεται πάρα πολλή προσοχή στα έργα μας και να αγωνιζώμεθα να ξερριζώσουμε τον εγωισμό, αυτό το φοβερό θηρίο, που μας τρώγει τα σωθικά. Το «εγώ»! Αυτό φουντώνει μέσα μας και θυμώνουμε και οργιζόμεθα και κατακρίνουμε και απαιτούμε το ένα , απαιτούμε το άλλο και βρίζουμε και χλευάζουμε τον έναν και ταπεινώνουμε τον άλλον. Θηρίο! Αυτό βοηθάει στην κατάκρισι, αυτό φουσκώνει τον λογισμό ότι κάτι φτιάχνουμε, ότι είμαστε καλοί, ότι έχουμε αρετές, και χίλια δύο άλλα.
Η αφετηρία των καλών είναι η ταπεινοφροσύνη και η αφετηρία των κακών ο εγωισμός…
… Και σε μας τους πνευματικούς καμμιά φορά έρχονται να ζητήσουν συμβουλή σε κάτι δύσκολα θέματα! Πως το σκέπτεσαι να μετρήσης την κάθε λέξι! Λες μια λέξη παραπάνω και την παίρνουν στραβά. Και ύστερα «τρέχα γύρευε». Πάρα πολλή προσοχή χρειάζεται σε όλους μας.
Πρέπει ακόμα να προσέξουμε στην καλή εκμετάλλευσι του χρόνου, για να μας πλουτίζη κατά Χριστόν για την αιώνια ζωή. Όταν τον χρόνο τον σπαταλήσουμε έτσι άσκοπα και χωρίς κέρδος πνευματικό, θα φύγουμε από την ζωή χωρίς τίποτε. Και βλέπεις τον αδελφό σου να αγωνίζεται, να εκμεταλλεύεται τον χρόνο και να πλουτίζη , κι εσύ ο ταλαίπωρος να μην κινήσαι, ώστε να κάνης κάτι καλό. Κι έρχεται εις αμφοτέρους ο θάνατος∙ ο μεν ένας πάει φορτωμένος επάνω, γεμάτος οφέλη, ενώ ο άλλος, εσύ, πας με άδειο «ντουρβά», γεμάτος κακίες και αμαρτίες! Γι’ αυτό στον χρόνο που μας έδωσε ο Χριστός να προσπαθήσουμε κάθε μέρα να κάνουμε κάτι καλό. Φερ’ ειπείν, πόσο ευεργετικό είναι , όταν εφαρμόζουμε τις παραγγελίες του πνευματικού, που μας λέει: «Παιδί μου, κοίταξε να κάνης το πρωί την προσευχή σου, να κάνης τις μετάνοιες, να διαβάζης το Ευαγγελιάκι σου∙ το απόγευμα να κάνης την Παράκλησί σου, το βράδυ πάλι την προσευχή σου, τις μετάνοιές σου∙ να σκέπτεσαι τον Θεό, να κάνης εκείνο, το άλλο, να λες την ευχή και να διώχνης τους κακούς λογισμούς». Όταν κάνης υπακοή σ’ αυτά, την σελίδα τα κάθε ημέρας την γεμίζεις με οφέλη. Αν όμως δεν πας σε πνευματικό και δεν σε βάλη σε μία τάξι, μαζεύεται το «κουβάρι», φθάνει το τέλος και δεν έχεις πολλά πράγματα να παρουσιάσης. Γι’ αυτό η υπακοή στον πνευματικό γεμίζει του ανθρώπου την ζωή, την οποία θα παρουσιάση κατόπιν ενώπιον του Θεού κατάφορτη από αρετή, όπως ένα δένδρο που έχει λυγισμένα τα κλωνάρια του, γιατί είναι κατάφορτα από τον πολύ καρπό.
Κι εμείς ,βέβαια , οι πνευματικοί έχουμε ευθύνη μεγάλη γι’ αυτό το πνευματικό εμπόριο που εργαζόμεθα, για να βοηθήσουμε τους άλλους. Το θέμα είναι ότι το έργο μας είναι πάρα πολύ κοπιαστικό, πάρα πολύ επίμοχθο και γεμάτο θλίψεις και στενοχώριες, όπως λέει κι ο Ιερός Χρυσόστομος: «Το άρχειν ψυχών επιπονώτερον πάντων». Είμαστε σαν τους εμπόρους τους μεγάλους, που αλωνίζουν τις ηπείρους, για να μπορέσουν να βρούνε θησαυρούς και άλλοτε γυρίζουν με κατάφορτα τα πλοία. Καμμιά φορά όμως πέφτουν σε ληστές , τους τα κλέβουν όλα και τους σκοτώνουν κιόλας. Κι έτσι, ενώ πήγαν για τα πολλά, έχασαν και τα λίγα.
Πάμε κι εμείς να εμπορευθούμε ψυχές, προσπαθούμε να ωφελήσουμε, να πάρουμε κέρδη και οφέλη, αλλά καμμιά φορά ο διάβολος προκαλεί ναυάγιο, κι εκεί που θα ωφελούσαμε τους άλλους, τους σκανδαλίζουμε. Όπως λέει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος∙ «Είστε σαν τα ναυαγοσωστικά, που πάνε και σώζουν τους ναυαγούς∙ πηγαίνουν, έρχονται, αλλά καμμιά φορά βουλιάζουν».
Γι’ αυτό να εύχεσθε και για μας, να μας βοηθάη ο Θεός, να μας σκεπάζη, για να μπορέσουμε μέχρι τέλους της ζωής μας να βοηθούμε και να σώζουμε, για να μας ελεήση κι εμάς ο Θεός, να συγχωρέση τις αμαρτίες μας και να μας σώση.




Από το βιβλίο «ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ
Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΣΩΤΗΡΙΑΣ»
(ΟΜΙΛΙΑΙ)
ΤΟΜΟΣ Α΄
ΕΚΔΟΣΙΣ
ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΦΙΛΟΘΕΟΥ
ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ
2005

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 05, 2014

ΟΙ ΑΠΡΟΣΕΞΙΕΣ ΜΑΣ ΓΕΝΝΟΥΝ ΤΗΝ ΕΠΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΩΤΗΡΙΑ ΜΑΣ – ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ

Iερά Μονή Φιλοθέου.
Η παιδεία του Κυρίου μου δίνει οφέλη, η παιδεία Κυρίου με συνετίζει, η παιδεία Κυρίου με φέρνει στο λογαριασμό. Το θέλει και το επιτρέπει, γιατί λόγο της ασθενείας σου, της απροσεξίας σου, σου χρειάζεται αυτό το πράγμα.
- Άρα λοιπόν ό,τι κακό έρχεται, είναι από την αμαρτία μας.
- Ναι, οι απροσεξίες μας γεννούν την επέμβαση και η επέμβασις είναι σωτήριος. Σωτήριος η επέμβασις. Η αμαρτία δεν είναι αυτή που κίνησε τον Θεό να οδηγήσει την Οσία Μαρία ; Η επέμβαση του Θεού την εμπόδισε να μην μπορεί να μπει στον ναό του Θεού να προσκυνήσει το Τίμιο Ξύλο. Γι΄ αυτό η προσπάθεια να μπει και η αόρατος εκείνη δύναμις να μην την αφήνει να μπει στην εκκλησία, την ανάγκασε να δεηθεί του Θεού, να μετανιώσει και μετά να Τον ακολουθήσει. Αν δεν την εμπόδιζε, θα πήγαινε, θα χαιρετούσε και δεν θα ήταν κάτι, που ίσως την βοηθούσε να μετανιώσει. Με τον να την εμποδίζει την ήλεγχε ο Θεός, είσαι αμαρτωλή, πού πας ; Και καταλαβαίνοντας το θέλημα του Θεού, ότι την ελέγχει για την αμαρτωλότητα, τότε φοβήθηκε το Θεό, και ζήτησε τη βοήθεια του Θεού με μετάνοια, και της άνοιξε η αόρατος δύναμη την πόρτα και μπήκε και χαιρέτησε το Τίμιο Ξύλο.

Οι επεμβάσεις είναι ποικίλες………. Βλέπουμε καμιά φορά παιδάκι να πεθαίνει από καρδιά. Αυτό πού την βρήκε την αμαρτία ; Το παίρνει ο Θεός για να το καταστήσει άγγελο, το παίρνει γιατί προγνωρίζει, ότι αυτό θα καταλήξει ληστής, φονιάς και το παίρνει. Κλαίμε και λέμε ότι είναι άδικος ο Θεός που το πήρε. Άδικος είναι ο Θεός ; Αν ξέρεις γιατί το πήρε θα βάλεις χίλιες μετάνοιες στο Θεό. Τα κρίματα του Θεού είναι πάντα προς ωφέλεια της ψυχής του ανθρώπου.

Είναι προς το συμφέρον μας να δεχόμεθα ως από τον Πατέρα, ως από την αγάπη του Πατέρα και ας μην εξετάζουμε από πού ξεκινάει και γιατί το κάνει, αλλά να ξέρουμε ότι είναι από την αγάπη του Πατέρα του Ουράνιου.Ούτε φύλλο πέφτει, ούτε τρίχα πέφτει χωρίς το θέλημα του Θεού. Πολύ περισσότερο παθήματα, δυστυχίες, θάνατοι.

Πώς θα γίνει θάνατος ; Ποιός θά΄ρθει να τον πάρει ; Δέν θά΄ρθει ο άγγελος να τον πάρει ; Ο άγγελος νομίζετε ότι κάνει παρακοή στον Θεό κι έρχεται και παίρνει τον άνθρωπο ; Ο άγγελος θα πάρει διαταγή για να πάρει τον άνθρωπο. Επομένως τί έχουμε εδώ ; Θέλημα Θεού.

Και από πού τον παίρνει ; Τον παίρνει από την κοιλάδα του κλαυθμώνος και τον πάει στην άλλη ζωή, κι όποιος πεθαίνει εν Κυρίω δεν θέλει να γυρίσει πίσω. Εμείς τον κλαίμε εδώ και θέλουμε να γυρίσει πίσω. Ούτε στην φαντασία του κανείς να μην σκεφθεί ότι ο πεθαμένος θέλει να γυρίσει πίσω.Μηδαμώς δεν θέλει να γυρίσει. Σε καμία περίπτωση δεν θέλει να γυρίσει πίσω, είναι τόσο όμορφα εκεί ! Να γυρίσει πίσω στο βρώμικο το σώμα του να τυραννιέται ;

- Άπαξ και έφυγε, ξανά πάλι αντιμετώπιση θανάτου θα΄ χουμε ; Πάλι εγχείρηση ; Κι αφού είναι τώρα σε ωραίο τόπο, γιατί να γυρίσει πίσω ;

Ιδίως όταν είναι παιδάκια τα οποία υποφέρουν κλπ. εφ΄ όρου ζωής, αυτά είναι άγγελοι στην άλλη ζωή. Μεγάλη δόξα, μεγάλη αγάπη του Θεού, αλλά εμείς το βλέπουμε και λέμε : άχ τα κακόμοιρα, και δεν λέμε κακόμοιρο τον εαυτό μας που είμαστε υγιείς και κάνουμε χίλιες αμαρτίες και λέμε γι΄ αυτά που υποφέρουν, που είναι αγιασμένα. Αλλά επειδή δεν έχουμε θεογνωσία έχουμε μωρογνωσία και σαν μωροί λέμε πράγματα έξω της αλήθειας, και της πραγματικότητας.

Σε ασθένεια ήταν ένας άγιος, και θεράπευε άλλους, τους σταύρωνε, και γινόντουσαν καλά κι αυτός ήταν άρρωστος. Γιατί πάνω από όλα ο Θεός φρόντιζε για την ψυχή του. Όπως και ο Απ. Παύλος είπε : Μου εδόθη άγγελος σατάν να με κολαφίζει, να μην υπερηφανεύομαι. Μου δόθηκε κάποιος πειρασμός λέει από τον Θεό, να μην υπερηφανεύομαι για τις πολλές οπτασίες, για τις πολλές χάριτες που ένιωθα από το Θεό και για τις επιτυχίες του αποστολικού του έργου που είχε ο Απ. Παύλος………. Λέει ο Αββάς Ισαάκ ο Σύρος, ότι προτιμούσε ο Θεός την ψυχή του Παύλου να διασφαλίσει με τον πειρασμό της ασθένειας και να μειώσει το κήρυγμα λόγω της ασθένειας. Προτιμούσε την ελάττωση τοθ αποστολικού έργου, προκειμένου να διασφαλίσει με την ταπείνωση της ασθένειας την ψυχή του……………

ΠΗΓΗ : ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ, ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΠΑΤΡΙΚΕΣ, εκδ. «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ», ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ, σσ. 11 - 15.

Κυριακή, Σεπτεμβρίου 14, 2014

Η δύναμις της Πίστεως και της Προσευχής ( Γεροντας Εφραιμ Φιλοθεϊτης )


  Θα παρακαλούσα να μου δώσετε την ευχή σας, για να φωτίση ο Θεός το σκότος μου και να μπορέσω να σας μιλήσω δυο λόγια.

Θα σας διαβάσω μια μικρή περικοπή του Ευαγγελίου μας: «Καὶ ἐξελθὼν ἐκεῖθεν ὁ Ἰησοῦς ἀνεχώρησεν εἰς τὰ μέρη Τύρου καὶ Σιδῶνος. καὶ ἰδοὺ γυνὴ Χαναναία ἀπὸ τῶν ὁρίων ἐκείνων ἐξελθοῦσα ἐκραύγασεν αὐτῷ λέγουσα· ἐλέησόν με, Κύριε, υἱὲ Δαυΐδ· ἡ θυγάτηρ μου κακῶς δαιμονίζεται. ὁ δὲ οὐκ ἀπεκρίθη αὐτῇ


λόγον. καὶ προσελθόντες οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἠρώτων αὐτὸν λέγοντες· ἀπόλυσον αὐτήν, ὅτι κράζει ὄπισθεν ἡμῶν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἀπεστάλην εἰ μὴ εἰς τὰ πρόβατα τὰ ἀπολωλότα οἴκου Ἰσραήλ. ἡ δὲ ἐλθοῦσα προσεκύνησεν αὐτῷ λέγουσα· Κύριε, βοήθει μοι. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπεν· οὐκ ἔστι καλὸν λαβεῖν τὸν ἄρτον τῶν τέκνων καὶ βαλεῖν τοῖς κυναρίοις. ἡ δὲ εἶπε· ναί, Κύριε· καὶ γὰρ τὰ κυνάρια ἐσθίει ἀπὸ τῶν ψυχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τῶν κυρίων αὐτῶν. τότε ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῇ· ὦ γύναι, μεγάλη σου ἡ πίστις! γενηθήτω σοι ὡς θέλεις. καὶ ἰάθη ἡ θυγάτηρ αὐτῆς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης» (Ματθ. ιε’, 21-28).



Εδώ βλέπουμε μία γυναίκα Χαναναία, εννοείται ειδωλολάτρισσα, η οποία είχε μία κόρη, που ήταν δαιμονισμένη. και πάρα πολύ φυσικό ήταν να υποφέ­ρη αυτή η μητέρα μαζί με την κόρη. Εκείνη σαν δαιμονισμένη βέβαια δεν καταλάβαινε, όταν το δαιμόνιο την τυραννούσε και την έθλιβε. αλλά η μητέρα βλέπουσα το παιδί της σ’ αυτήν την κατάστασι -άρρωστη για πολλά χρόνια- είχε πληγή μέσα της πολύ μεγάλη και φλεγόταν. Οπωσδήποτε θα την πήγε σε γιατρούς, θα έτρεξε εδώ κι εκεί. θεραπεία μηδεμία. Άκουσε ότι στο Ισραήλ υπάρχει ένας άνθρωπος, ένας προφήτης, ο οποίος κάνει θαύματα. Δαιμόνια βγάζει, ασθένειες θεραπεύει, αμαρτωλούς συγχωρεί, τους πάντας δέχεται, κανένα δεν διώχνει. Έτσι πήρε το θάρρος. Σκέφθηκε: «Αυτός θα είναι ο Σωτήρας μου, σ’ Αυτόν θα τρέξω. το βλέπω στην πράξι, ότι κάνει τόσες θεραπείες και τόσα καλά στους ανθρώπους».



Και ήρθε. ήρθε με πολλή πίστι και Τον προσκύνησε τον Χριστό μας και του είπε: «Κύριε, η θυγάτηρ μου κακώς, δηλαδή πολύ άσχημα, δαιμονίζεται και υποφέρει τρομερά και θεραπεία από πουθενά. Παρακαλώ, Σε ικετεύω, Σε προσκυνώ, Σε λατρεύω, κάνε τη θεραπεία, κάνε το θαύμα Σου και στο δικό μου κορίτσι». Φαίνεται ότι Τον πίεζε τον Χριστό με τις κραυγές και τις παρακλήσεις της ακολουθώντας από πίσω Του, Τον έθλιβε, Τον κούραζε. Αλλά ο Κύριος δεν κουράζεται. Οι μαθηταί βλέποντας τη Χαναναία να ακολου­θή με τόση επιμονή και νομίζοντας ότι τον Κύριο τον στενοχωρεί, Τον παρεκάλεσαν να την απολύση, να τη διώξη, να τελείωση το θέμα της. Αυτή όμως ήρθε με περισσότερη επιμονή και Τον παρακαλούσε, κι έπεφτε στα πόδια Του λέγοντας: «Κύριε, κάνε έλεος». Τότε ο Κύριος στράφηκε στους αποστόλους Του και είπε: «Δεν ήρθα εγώ εδώ κάτω στη γη να θεραπεύσω αλλοτρίους, παρά μόνον τα χαμένα, τα απολωλότα πρόβατα του Ισραήλ».





Επειδή ο Ισραήλ ήταν ο εκλεκτός λαός του Θεού, οι Ισραηλίται πίστευαν ότι αυτοί ήταν αποκλειστικά τα παιδιά του Θεού κι όλους τους άλλους ανθρώπους τους θεωρούσαν για τίποτα. Βέβαια ο Κύριος είχε το σκοπό Του, που το είπε αυτό. Το έκανε για να προκαλέση τη γυναίκα να πέση με περισσότερη θερμότητα, να αναπτύξη περισσότερο τη μεγάλη της πίστι, ώστε να θεατρίση τους Γραμματείς και Φαρισαίους, τους νομοδιδασκάλους, που ενομίζοντο ότι ήταν σπουδαίοι, ότι ήταν τα κατ’ εξοχήν παιδιά του Θεού, οι ευπειθείς και υπάκουοι στο νόμο του Θεού. Και στη συνέχεια είπε ο Κύριος: «Ουκ έστι καλόν λαβείν τον άρτον των τέκνων και βαλείν τοις κυναρίοις», δηλαδή δεν είναι δυνατόν, δεν είναι καλό να στερήσω τη θεραπεία, την οποία έχω να δώσω στα παιδιά του Ισραήλ και να τη δώσω στα κυνάρια, στα σκυλάκια, όπως ελογίζοντο οι αλλότριοι, οι έξω από την πίστι στο Θεό, οι ειδωλολάτρες.



Όταν αυτή ήκουσε τον Κύριο να λέγη αυτό το πράγμα, φαίνεται ότι πόνεσε πολύ και με το φόβο μήπως αποτύχη αυτής της μεγάλης θεραπείας, αυτού του μεγάλου καλού, αυτής της λυτρώσεως, που προσδοκούσε από τον Κύριο, έπεσε κάτω στα πόδια Του και είπε: «Ναι, Κύριε, πράγματι εμείς είμαστε κυνάρια, ενώ τα παιδιά του Ισραήλ είναι τα παιδιά του Θεού. Αλλά και τα κυνάρια πολλές φορές τρώγουν τα ψιχία, τα ψίχουλα, αυτά που πέφτουν από το τραπέζι των παιδιών!» Σαν να έλεγε: «Ψίχουλα δώσε και σε μένα, μια και λογίζομαι κυνάριο και όχι ένα από τα παιδιά του Ισραήλ τα διαλεχτά». Κι όταν είδε ο Κύριος την τόσο μεγάλη της πίστι, αμέσως της είπε: «Γυναίκα μεγάλη είναι η πίστις σου! Να γίνη ό,τι επιθυμείς!» Κι από την στιγμή εκείνη το κορίτσι της έγινε καλά. Εθριάμβευσε η πίστις!



Έχουμε επίσης και την αιμορροούσα γυνή. Κι αυτή όπως βλέπουμε στο Ιερό Ευαγγέλιο έπασχε επί δώδεκα έτη από χρόνια αιμορραγία. δεν έβρισκε πουθενά θεραπεία. Ξόδεψε πάρα πολλά χρήματα σε γιατρούς και φάρμακα και θεραπεία μηδεμία. Με την πί­στι της στο Χριστό μας Τον πλησίασε. Πίστευε ακράδαντα ότι αν Τον ακουμπήση τον Ιησού, θα γίνη καλά. Και δεν απέτυχε του αιτήματος της καρδιάς της. Ο Χριστός για να δείξη τη μεγάλη της πίστι και τη θεραπεία συγχρόνως, είπε στους μαθητάς Του: «Κάποιος με ακούμπησε, ποιος είναι;» Απάντησαν οι απόστολοι: «Μα, Κύριε, τόσος κόσμος είναι εδώ και οι όχλοι Σε συνθλίβουν και λες τώρα, ποιος Σε ακούμπησε ιδιαίτερα;» «Ναι, κάποιος με ακούμπησε. Εγώ γνώρισα ότι από μένα βγήκε κάποια δύναμι. ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος;» Βλέποντας η γυναίκα ότι δεν λανθάνει του Χριστού αυτό που έκανε, Τον πλησίασε και τρέμοντας έπεσε στα πόδια Του κι ομολόγησε ενώπιον όλου του λαού το θαύμα, ότι δηλαδή από τη στιγμή εκείνη που Τον άγγιξε, σταμάτησε η αιμορραγία και εθεραπεύθη αμέσως. Τότε της είπε ο Ιησούς: «Έχε θάρρος, κόρη μου, η πίστις σου σε έσωσε.

Πορεύου εις ειρήνην» (Λουκ. η’, 43-48).



Και σε μία άλλη παραβολή του Ευαγγελίου βλέπουμε κάποια χήρα να ενοχλή φορτικά, να «υποπιάζη» έναν κριτή, ο οποίος δεν είχε φόβο Θεού και εντροπή ανθρώπων, να την «εκδικήση», δηλαδή να την προστατεύση και να την απαλλάξη από κάτι, που ηδικείτο από κάποιον αντίδικο. Και είδατε τί έκανε ο κριτής της αδικίας; Μετά από την πολλή πίεσι και ενόχλησι, που του δημιούργησε αυτή η γυναίκα, για να την ξεφορτωθή, της έκανε το αίτημα (Λουκ. ιη’, 1-8). Εάν αυτός ο κριτής ο αθεόφοβος κατέληξε να κά­νη το αίτημα της χήρας, γιατί τον ενοχλούσε και τον πίεζε, πολλώ μάλλον ο Ουράνιος Πατέρας θα κάνη τα αιτήματα των τέκνων του! Αυτό πρέπει να κάνουμε κι εμείς. Να αιτούμεθα, να παρακαλούμε, να κρούωμε την θύρα του ελέους του Κυρίου και θα τύχουμε απαντήσεως. Γι’ αυτό να πάρουμε το θάρρος, να εγκολπωθούμε την πίστι και να μη σταματήσουμε ποτέ να αιτούμεθα δια της προσευχής τα όσα μας απασχολούν, τόσο σαν αμαρτήματα, όσο και σαν πάθη ή και ακόμη σαν υποθέσεις ζωής. Έχουμε την προσευχή, η οποία τόσα πολλά καλά επιφέρει στον προσευχόμενο, όταν πιστεύη ακράδαντα ότι θα τύχη της απαντήσεως.





Όταν κατέβηκε ο Κύριος από το Όρος Θαβώρ μετά την Μεταμόρφωσι, ήρθε ένας πατέρας ο οποίος είχε κι αυτός παιδί σεληνιαζόμενο και προσέπεσε στα πόδια του Χριστού μας και του είπε: «Κύριε, δέομαί σου, Σε παρακαλώ, ελέησε το παιδί μου, γιατί σεληνιάζεται και κακώς πάσχει. Το ωδήγησα στους μαθητάς σου, αλλά δεν μπόρεσαν να το θεραπεύσουν. Λυπήσου μας και όσο δύνασαι βοήθησέ μας». Και ο Κύριος του είπε: «Εάν μπορής να πιστεύσης ότι δύναμαι να κάνω καλά το παιδί σου, τα πάντα είναι δυνατά σ’ αυτόν που πιστεύει». Φοβούμενος δε ο φτωχός μήπως τυχόν δεν πιστεύει, όπως χρειάζεται και όσο χρειάζεται, για να θεραπευθή το παιδί του, λέγει με δάκρυα στον Κύριο: «Πιστεύω, Κύριε, βοήθησέ μου την απιστία, ενίσχυσέ μου την απιστία, για να γίνη η πίστις μου δυνατή, ώστε το παιδί μου να γίνη καλά». Και τότε ο Κύριος επετίμησε το ακάθαρτο πνεύμα κι αφού εσπάραξε πολύ το παιδί βγήκε από μέσα του, αφήνοντάς το κάτω στη γη σαν νεκρό. Τότε ο Χριστός μας το έπιασε από το χέρι, το σήκωσε και το παρέδωσε στον πατέρα του θεραπευμένο (Ματθ. ιζ’, 14-20, Μάρκ. θ’, 17-27, και Λουκ. θ’, 37-43).



Κι εμείς όταν έχουμε τα αιτήματά μας, όταν έχουμε τις ανάγκες μας, όταν μας προσβάλλη η αμαρτία, μας προσβάλλουν, μας στριμώχνουν, μας πρεσσάρουν τα πάθη, να γονατίζουμε με όλη μας την καρδιά και να φωνάζουμε -ει δυνατόν οι προσευχές μας να συνοδεύωνται από δάκρυα- και τα αιτήματά μας θα γίνουν εισακουστά από τον Θεό. Βλέπουμε και τον Δαυίδ στον ρμ’ (140) Ψαλμό του, στον Εσπερινό να λέγη: «Κύριε, εκέκραξα προς Σε, εισάκουσόν μου, εισάκουσόν μου Κύριε». Κύριε κράζω προς Σε, φωνάζω σε Σένα με όλη την καρδιά μου, με όλη την ψυχή μου. ας εισακουσθούν τα λόγια της προσευχής μου, ας έρθουν στα αυτιά Σου και εκπλήρωσε τα αιτήματά μου. «Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν Σου». Πράγματι μια τέτοια προσευχή είναι αδύνατον να μην εισακουσθή. Αλλά οι προσευχές μας και ιδιαίτερα οι δικές μου, είναι αυτές που δεν παίρνουν απάντησι. Γιατί; Γιατί όταν προσευχόμαστε ο νους μας δεν είναι εκεί.

Κάποιος ειδωλολάτρης ιερεύς είπε σε κάποιους μοναχούς:

- Όταν εσείς προσεύχεσθε στο Θεό σας, σας απαντά ο Θεός σας;

- Όχι, είπαν οι μοναχοί.

- Εμένα μου απαντά ο θεός μου. Για να μη σας απαντά, λέει, ο Θεός σας, σημαίνει ότι έχετε κακούς λογισμούς. Και είπαν οι πατέρες:

- Όντως έτσι έχει η αλήθεια.



Βέβαια σ’ αυτόν απαντούσε ο διάβολος, αλλά οι πατέρες είδαν ότι είπε την αλήθεια. Όταν προσευχώμεθα, ο νους μας, η διάνοιά μας σκορπάει εδώ κι εκεί και δεν ξέρουμε τι λέμε. Κι αφού εμείς δεν καταλαβαίνουμε τι λέμε, πώς θα καταλάβη ο Θεός την προσευχή μας; Γι’ αυτό χρειάζεται, όταν προσευχώμεθα, προηγουμένως να συλλάβουμε την αμαρτωλότητά μας, να την κάνουμε αίσθησι και να τοποθετούμεθα με ταπείνωσι και με συντριβή καρδίας. Και όταν γίνη αίσθησις η αμαρτωλότητα μέσα στην καρδιά μας, τότε γίνεται καταστολή του μετεωρισμού. Η δε καταστολή του μετεωρισμού θα δημιουργήση τη διάθεσι και το αμετεώριστο της προσευχής. Τότε τα λόγια μας θα έχουν απήχησι.



Όπως βλέπουμε τον Τελώνη και τον Φαρισαίο. Ο Φαρισαίος έκανε προσευχή πολύ περισσότερη από τον τελώνη κι έλεγε: «Νηστεύω, αποδεκατώ… κ.λπ. και δεν είμαι σαν και τούτον εδώ τον τελώνη τον άδικο, ο οποίος κάνει καταχρήσεις και τόσα άλλα» (Λουκ. ιη’ 9-14). Ο μεν Φαρισαίος ήταν δίκαιος, διότι είχε τη δικαιοσύνη, έκανε πράξεις εξωτερικά βέβαια καλές, νήστευε, αγρυπνούσε, έκανε για το «θεαθήναι» ελεημοσύνη, έκανε προσευχές στα σταυροδρόμια όπου σήκωνε ψηλά τα χέρια του, ένιπτε τα χέρια του προτού να φάγη κι όλα τα άλλα τα τυπικά του Νόμου και ενόμιζε κατά τη συνείδησί του ότι ήταν πολύ εντάξει.

Ο τελώνης δεν έκανε πολλή προσευχή. Τί έλεγε; «Ιλάσθητί μοι, Κύριε, τω αμαρτωλώ». Δεν είπε πολλά πράγματα, αλλά τί είχε η προσευχή του; Είχε κάτι το ιδιαίτερο. Ποιο ήταν αυτό; Η αναγνώρισις ότι πράγματι ήταν τελώνης. και οι τελώνες τότε εθεωρούντο άδικοι, είχαν εις βάρος τους την κατηγορία του αμαρτωλού, του τελευταίου ανθρώπου, γιατί έκλεβαν. Κι επομένως ο καημένος ο τελώνης αισθανόταν τις αδικίες του. Πώς θα μπορούσε να σηκώση ο φτωχός κεφάλι και να πη: «Αποδεκατώ όσα κτώμαι και νηστεύω δις του Σαββάτου, ότι κάνω καλές πράξεις και τόσα άλλα;» Αυτός βλέποντας τη μαυρίλα της αδικίας και της αμαρτίας του, έπεσε χάμω και δεν σήκωνε τα μάτια του να κοιτάξη ψηλά, διότι θεωρούσε τον εαυτό του σαν τον πιο τελευταίο άνθρωπο, τον πιο υπεύθυνο αμαρτωλό. Κι όμως αυτό το σκύψιμο, αυτό το ότι δεν τολμούσε να κοιτάξη ψηλά, όλα αυτά ήταν προσευχή, όλα αυτά συγκλόνιζαν τον θρόνο του θείου ελέους. Και κατέβηκε, λέει, ο τελώνης δεδικαιωμένος, ο δε Φαρισαίος καταδικασμένος. Η ταπείνωσις αυτή, το σκύψιμο κάτω με τα μάτια χαμηλά, η εντροπή που ένοιωθε, ο έλεγχος της συνειδήσεως που τον συνείχε, όλα αυτά συνετέλεσαν και κατέβηκε δεδικαιωμένος, δηλαδή συγχωρημένος από τον Θεό.





Το παράδειγμα ιδιαίτερα αυτού του τελώνου μας δίνει το δίδαγμα, μας φωτίζει το δρόμο, μας δίνει την ευκαιρία να σκεφθούμε, να δούμε πως ακούγεται η προσευχή του προσευχομένου. Ας ελέγξουμε λίγο τον εαυτό μας κι ας κάνουμε μία παρατήρησι, μία αυτοεξέτασι. Όταν προσευχηθήκαμε και το μυαλό μας, ο νους μας γύρισε όλο τον κόσμο και δεν καταλάβαμε καν τι είπαμε, νοιώσαμε καμμία αλλοίωσι μέσα μας; Νοιώσαμε ξηρασία σαν να μη κάναμε προσευχή. Αυτή είναι η απάντησις που πήραμε. Το γνωρίσαμε κι αυτό από την πράξι. Όταν όμως σαν τον τελώνη έτσι κι εμείς προσευχώμεθα, γονατισμένοι, με δάκρυα, με ταπείνωσι, με αυτογνωσία, να πιστεύουμε ότι οι προσευχές μας θα τύχουν απαντήσεως.



Η Άννα η Προφήτις, η μητέρα του Σαμουήλ του Προφήτου, ήταν στείρα, όπως γνωρίζουμε από τη Γραφή και δεν είχε παιδιά καθόλου. Η άλλη γυναίκα του ανδρός της είχε πολλά παιδιά. Σαν στείρα πονούσε κι επιθυμούσε κι αυτή να αποκτήση ένα παιδάκι. Ο πόνος αυτός της ψυχής την ωδήγησε στο ναό του Θεού να προσευχηθή. Γονατισμένη μέσα στο ναό γοερώς έκλαιγε και παρακαλούσε το Θεό. Από την πολλή της προσευχή κι από το πολύ δόσιμο στο Θεό, δεν καταλάβαινε τίποτα, τι γινόταν γύρω της, γιατί ήταν εξ ολοκλήρου δοσμένη ψυχή τε και σώματι στο αίτημα. τα δάκρυα έτρεχαν ποτάμι, η καρδιά της φλεγόταν και η φωνή της ανέκραζε γοερώς. Ο Ηλί ο ιερεύς ήταν μέσα στο ιερό, στα Άγια των Αγίων, καθώς και ο υπηρέτης. Λέγει ο υπηρέτης στον ιερέα του Θεού:

- Τί γίνεται μ’ αυτή τη μεθυσμένη έξω; Να τη βγάλουμε απ’ το ναό.

- Όχι, δεν θα τη βγάλουμε, διότι η ψυχή της είναι κατώδυνος, πονάει πάρα πολύ. Άφησέ την εκεί να εκ­χύση τον πόνο της ενώπιον του Θεού. Και γνωρίζουμε ότι αυτή η προσευχή της έφερε τον καρπό τον άγιο μέσα στην κοιλία της και εγέννησε τον μεγάλο Προφήτη Σαμουήλ.



Βλέπετε, τί προσευχές χρειάζονται για να πάρουμε απάντησι στα αιτήματά μας από τον Θεό και ιδιαίτερα, όταν αυτά είναι σοβαρά και δυσεπίλυτα; Πόσα προβλήματα μας απασχολούν, οικογενειακά, οικονομικά, προβλήματα σχετικά με τα παιδιά, για τα οποία όλοι οι γονείς έχουν τρομερή αγωνία σήμερα, εντός του δικαίου βέβαια. Διότι έξω από το σπίτι καιροφυλακτούν λύκοι και λέοντες να τα καταβροχθίσουν. Επομένως η αγωνία αυτών των ανθρώπων είναι πολύ μεγάλη, γιατί βλέπουμε πως ακριβώς ο σατανάς περιπλέκει τα παιδιά με το δίχτυ του, τα αγκιστρώνει και τα τραβάει έξω από τη θάλασσα και έτσι δημιουργείται όλη αυτή η σήψις και ο ψυχικός θάνατος των παιδιών. Όλα αυτά τα παιδιά θέλουν πολλή προσευχή.



Έχουμε βέβαια πολλά παραδείγματα μητέρων, που η προσευχή τους έσωσε τα παιδιά τους, όπως την Αγία Μόνικα. Όπως γνωρίζετε η Αγία Μόνικα ήταν η μητέρα του Ιερού Αυγουστίνου. Ο Ιερός Αυγουστίνος πριν γίνη «Ιερός», ήταν ο άσωτος Αυγουστίνος, ένας από τους πολύ μεγάλους αμαρτωλούς. Αλλά η αγία αυτή μητέρα δεν γονάτισε προ του μεγίστου κινδύνου, προ της μεγάλης απώλειας του παιδιού της. Δεν δειλίασε, που το έβλεπε στην ασωτεία να καταρρέη συνέχεια, αλλά το θάρρος της ήταν μεγάλο και η πίστις της μεγάλη. Αγωνιζόταν στην προσευχή. ανάλογα και τα δάκρυά της. Και ο πόνος της τον έφερε εις μετάνοιαν. Μετανόησε ο Ιερός Αυγουστίνος. Αλλά και όταν αργότερα έπεσε σε αίρεσι, έκανε άλλον αγώνα μεγάλο η μητέρα, για να τον επαναφέρη στην Ορθόδοξη πίστι. Έφτασε στα Μεδιόλανα και συνάντησε τον Άγιο Αμβρόσιο και έκλαιγε και θρηνούσε μπροστά του εκθέτοντας τα όσα το παιδί της είχε κάνει στη ζωή του. Βλέποντας ο άγιος τα δάκρυα, βλέποντας τον πόνο και την πίστι της, της είπε:

- Γύναι, αυτά τα δάκρυα που χύνεις, δεν θα μείνουν έτσι, θα φέρουν καρπό. Πίστευε ότι το παιδί σου θα αλλάξη. Και άλλαξε και έγινε ο Ιερός Αυγουστίνος, που εορτάζεται μεταξύ των Αγίων από την Εκκλησία μας.





Βλέπετε των μεγάλων μητέρων τα κατορθώματα! Δεν εδειλίασαν, δεν απελπίστηκαν, όταν έβλεπαν τα παιδιά τους να καταστρέφωνται. Ποτέ απελπισία. Η απελπισία είναι πάρα πολύ μεγάλο κακό. Γι’ αυτό πρέπει να ενισχύουμε τα παιδιά, να τους σπέρνουμε τον σπόρο της ευσεβείας και να μη χάνουμε το θάρρος μας, διότι ό,τι σπέρνουμε, δεν χάνεται. Εισέρχεται ο σπόρος στην ψυχή τους κι ας φαίνεται ότι τώρα, που είναι στη νεανική τους ηλικία, δεν δέχονται τίποτα, αντιλογούν, βγαίνουν προς τα έξω, δεν έρχονται στην εκκλησία και κάνουν ωρισμένα λάθη. Στο βάθος έχουν πίστι, στο βάθος έχουν ένα πάρα πολύ όμορφο άνθρωπο. Να ξέρετε ότι ο σπόρος αυτός θα βλαστή­ση. Θα έρθη καιρός που ο Θεός θα δώση ούριο άνεμο, θα βρέξη, θα ανατείλη ο ήλιος της δικαιοσύνης και τα παιδιά αυτά θα καρποφορήσουν καρπόν εκατονταπλασίονα. Αν ο Θεός το καλέση, όπως περιμένουμε να γίνη, και αξιωθούν του μαρτυρίου, τότε θα δήτε ότι τίποτα δεν χάθηκε. Διότι ο Χριστός μας σταυρώθηκε για όλον τον κόσμο και ιδιαίτερα για τα παιδιά, τα οποία στη σημερινή εποχή κινδυνεύουν άμεσα.



Και οι γονείς και η εκκλησία ολόκληρη και ιδιαίτερα εμείς οι πνευματικοί που βλέπουμε τα βαθύτερα του κάθε παιδιού και γνωρίζουμε το τι συμβαίνει, πρέπει να προσευχώμεθα. Να παρακαλούμε νύχτα μέρα και ιδιαίτερα για εκείνα τα παιδιά, που είναι γεννημένα στις αιρέσεις και για εκείνα, που τα έχουν καταστρέψει τα ναρκωτικά και γυρίζουν έρημα μέσα στους δρόμους, χωρίς καμμία σχετική προστασία, χωρίς κανένας να λαβαίνη πρόνοια γι’ αυτά. Όλοι έχουν ανάγκη από μια ανακούφισι κι από τον πόνο κι από την ασθένεια κι από τα προβλήματα τα ψυχολογικά, τα οποία είναι μία μόνιμη κατάστασι πλέον στο νεανικό κόσμο.



Εμείς οι χριστιανοί οι οποίοι γνωρίζουμε την αγάπη του Θεού, θα πρέπη να προσευχώμεθα για κάθε πλάσμα επάνω στη γη, για κάθε χαμένο, για κάθε πονεμένο άνθρωπο, για κάθε πονεμένη ψυχή, διότι τότε θα εκπληρώσουμε το χρέος μας απέναντι στον Θεό και τότε θα είμεθα πραγματικά παιδιά του Θεού. Και ο Θεός έτσι κάνει. Είναι απλωμένος σε όλον τον κόσμο, άσχετα αν οι άνθρωποι Τον βλασφημούν, αν ασεβούν, αν Τον έχουν ξεχάσει ή κι αν δεν Τον γνωρίζουν καθόλου. Η αγάπη μας πρέπει να απλωθή, να μην περιορίζεται μόνο στη δική μας οικογένεια ή στη διπλανή μας, αλλά σε όλον τον κόσμο. Οι άγιοι Πατέρες και για τα κτήνη ακόμη είχαν ευσπλαχνία και οικτιρμούς. Τα ελυπούντο και τα αγαπούσαν από την αγιότητα της ψυχής των.



Τα δεινά χρόνια πλησιάζουν. Όταν δούμε πολέμους και σεισμούς και διάφορα γεγονότα, εγγύς το τέλος. Περιμένουμε πολλά να μας συμβούν σύμφωνα με τις προφητείες των αγίων, εις τους εσχάτους χρόνους θα συμβούν μεγάλα γεγονότα. Και ο λόγος του Θεού και των αγίων είναι αλήθεια. Το άθλημα, το οποίον περιμένουμε να δώσουμε είναι για την πίστι στην Θεανθρωπία του Ιησού, αφού βέβαια πιστεύουμε ότι ο Χριστός ήτο Θεός κι έγινε άνθρωπος κι ότι κατέβηκε στη γη, να δώση τη λύτρωσι και να διώξη το σκοτάδι της απιστίας και της αθεΐας. Κι εμείς σαν στρατιώτες του Χριστού μας, αφού αποτελούμε το στράτευμα του Χριστού, οφείλουμε να προετοιμαστούμε, να οπλισθούμε. Ένα κράτος, όταν αντιληφθή ότι κάποιο άλλο κράτος ετοιμάζει επίθεσι αρχίζει την προετοιμασία της άμυνας και της αντεπιθέσεως. Ούτω πως και εμείς. Και η προετοιμασία είναι γνωστή.



Να πιστεύουμε κατά πρώτον, ότι εάν έχουμε πίστι και ταπείνωσι θα ελκύσουμε την Χάρι κι αυτή τη μεγάλη δύναμι του Χριστού, για να μαρτυρήσουμε. Ποτέ να μη πιστέψουμε και να τολμήσουμε να σκεφθού­με, ότι εμείς μόνοι μας έχουμε αυτή τη δύναμι. Θα λέμε: «Εγώ είμαι αδύναμος, είμαι ανίκανος, είμαι αμαρτωλός, είμαι τίποτα, είμαι μηδέν, είμαι ο πιο άχρηστος άνθρωπος». Μόνον η ταπείνωσις θα ελκύση τη δύναμι του Χριστού και θα νικήση. Διότι όπου ο Χριστός επιφοιτά με την υπερφυσική Του δύναμι, υπέρ φύσιν ποιεί πράγματα. Μη νομίσετε ότι με τις προσωπικές και τις ανθρώπινες δυνάμεις θα αντιμετωπίσουμε οιανδήποτε ενέργεια και επέμβασι του διαβόλου και των συνεργατών του. Ποτέ. Ο άνθρωπος είναι ασθενικός, δεν έχει καμμία δύναμι να αντιμετωπίση ό­λα αυτά τα δεινά, παρά μόνο με τη δύναμι του Θεού. Να πιστέψουμε ότι, όταν ο Θεός μας καλέση σ’ αυτό το μαρτύριο, θα δώση «συν τω πειρασμώ και την έκβασιν» (Α’ Κορινθ. ι’ 13) κι ότι όταν εν ταπεινώσει δε­χθούμε να δώσουμε αυτή τη μαρτυρία, θα πάρουμε τη Χάρι του Θεού, για να νικήσουμε τον πονηρό και να στεφανωθούμε.



Εν συνεχεία πρέπει να διορθώσουμε τη ζωή μας, να την κάνουμε ορθόδοξη από απόψεως αρετών και αγωνισμάτων, για να αισθανθούμε, να γευθούμε και να πιστέψουμε πραγματικά στον Θεό. Όταν πιστέψουμε ότι ο Χριστός εις τον καιρό των μαρτυρίων έκανε θαύματα στους αγίους και τους ενίσχυε στον αγώνα, θα νοιώσουμε την ύπαρξί Του μέσα μας ζωντανή, όπως την ένοιωσαν οι Μάρτυρες. Βλέπουμε στα μαρτύρια των αγίων, ότι και οι Μάρτυρες και οι Ασκηταί εδέχοντο επίσκεψι θεϊκή, μαρτυρική, οράματα θεία και επεμβάσεις Χάριτος, χωρίς οι γύρω τους να το αντιλαμβάνωνται, κι έτσι έπαιρναν δύναμι. Κι όλα αυτά τους βοηθούσαν και ξεπερνούσαν τη μαρτυρική δυσκολία και έτσι ετελειώνοντο εν Κυρίω. Ο Απόστολος Παύλος σε μία από τις Επιστολές του λέγει: «Δια πίστεως οι άγιοι πάντες κατηγωνίσαντο βασιλείας, ….επέτυχον επαγγελιών, έφραξαν στόματα λεόντων, έσβεσαν δύναμιν πυρός, ενεδυναμώθησαν από ασθενείας, …» (Εβρ. ια’, 33-40) και τόσα άλλα έπαθον. Δια της πίστεως οι Μάρτυρες κατώρθωσαν όλα αυτά τα μεγάλα. αγωνίσθηκαν εναντίον βασιλέων, εναντίον τυράννων, εναντίον βασάνων, εναντίον του πυρός και τόσων άλλων δεινών και εθριάμβευσαν και εστεφανώθησαν και ηγίασαν.

Αλλά λέμε: Αφού τώρα δεν βλέπουμε αρετή, έχουμε βαθύ σκότος αμαρτίας και απιστίας και ιδιαίτερα στις χώρες αυτές, που μας κατακλύζουν όλες οι θρησκείες, όλες οι φυλές, όλα τα χρώματα, οι σατανιστές, που έχουν μεγάλη ισχύ, και τόσες άλλες δοξασίες και βλασφημίες και αιρέσεις, πώς θα αναδει­χθούν σήμερα οι Άγιοι; Αφού έχει εκλείψει κάθε αρετή, αφού ασκητάς δεν έχουμε τώρα, όπως τα παληά χρόνια, που ηγίαζαν στας ερήμους, αφού η πίστις θα κλονισθή μέχρι τα θεμέλια, ποιοι θα είναι οι Άγιοι των τελευταίων χρόνων;



Και όμως οι Άγιοι δεν θα εκλείψουν μέχρι της συντελείας των αιώνων. Μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία η Εκκλησία θα καρποφορή Αγίους. Και επειδή τα χρόνια αυτά θα είναι πολύ κοντινά και περιμένουμε να δώσουμε αυτή τη μεγάλη μαρτυρία, οφείλουμε όλοι να προετοιμαζώμεθα και να ενισχύουμε συνεχώς και τα παιδιά μας, έστω και με τα λίγα, που γνωρίζουμε, και να τα τονώνουμε την Ορθόδοξη πίστι και στο μαρτύριο. Όποιος θα αξιωθή να δώση αυτή τη μαρτυρία της πίστεως τα επόμενα χρόνια, τα οποία θα είναι τα τελευταία και τα ένδοξα, αυτός ο Μάρτυς θα είναι δέκα φορές λαμπρότερος εις την Βασιλείαν των Ουρανών από τους προηγουμένους Μάρτυρας, που εορτάζει η Εκκλησία μας. Ας ελπίσουμε κι εμείς, με τη Χάρι του Κυρίου, ότι θα αξιωθούμε αυτής της μεγάλης τιμής του μαρτυρίου στους εσχάτους χρόνους. Αμήν. Γένοιτο.

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΦΙΛΟΘΕΪΤΟΥ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ» 
πηγή το είδαμε εδώ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...