Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γέρων Ιάκωβος Τσαλίκης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Ιουνίου 26, 2014

«ΚΑΘΩΣ ΚΑΡΦΩΘΗΚΕ ΤΟ ΤΣΕΚΟΥΡΙ ΑΡΧΙΣΕ ΝΑ ΑΙΜΟΡΡΑΓΕΙ Η ΕΙΚΟΝΑ» - ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΣ ΓΕΡΩΝ π. ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ


Η Χάρις των Αγίων μας, ακόμη και πάνω στα ξύλα των αγίων εικόνων υπάρχει. Είχαμε, λέει, στην πατρίδα μας την Μικρά Ασία τούρκο κτηνοτρόφο που όταν άρμεγε τα πρόβατά του σκέπαζε το δοχείο με το γάλα, μ΄ ένα μεγάλο και βαρύ πελεκημένο ξύλο από κάποια εικόνα της Παναγίας μας. Τα χρώματα είχαν φύγει από τα χρόνια και την κακομεταχείριση και φαινόταν σαν απλό ξύλο. Συνέβαινε λοιπόν το εξής θαύμα. Όταν ο τούρκος πήγαινε το πρωί στο μαντρί τουέβρισκε το γάλα χυμένο και το σκεύος, το καρδάρι, ανάποδα και την εικόνα όρθια ακουμπισμένη σ΄ ένα δένδρο. Κατ΄ αρχάς δεν μπορούσε να ερμηνεύσει το γεγονός, επειδή όμως συνεχώς χυνόταν το γάλα είπε θυμωμένος :
- Μήπως αυτό το ξύλο μου το χύνει, γιατί ήξερε ότι ήταν παλιά εικόνα των χριστιανών.

Άρπαξε λοιπόν το τσεκούρι να σχίσει την εικόνα για να την κάψει. Με την πρώτη όμως τσεκουριά, καθώς καρφώθηκε το τσεκούρι άρχισε να αιμορραγεί η εικόνα. Το αίμα ανάβλυζε από την πληγή και έτρεχε. Ο τούρκος φοβήθηκε και τρέμοντας προσπάθησε να βγάλει το τσεκούρι αλλ΄ ήταν αδύνατον, γιατί είχε καρφωθεί βαθιά. Έτσι λοιπόν φορτώθηκε το τσεκούρι με την εικόνα στον ώμο του και τρέχοντας έφτασε στο χωριό, όπου οι χριστιανοί βλέποντας το θαύμα, που το διαλαλούσε ο τούρκος τρομαγμένος, πήραν την εικόνα και τίμησαν την Κυρία Θεοτόκο, όπως έπρεπε.

ΠΗΓΗ : ΔΙΗΓΗΣΕΙΣ, ΟΠΤΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΙΝΕΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ ΙΑΚΩΒΟΥ ΤΣΑΛΙΚΗ, «ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΜΑΡΤΥΡΙΑ», τευχ. 51-52, ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1993, σ. 101 κ.ε. 

Τρίτη, Ιουνίου 10, 2014

Συγκλονιστικό: «Εγώ είμαι Αυτός που θα πάρεις αύριο»


Συγκλονιστικό: «Εγώ είμαι Αυτός που θα πάρεις αύριο»
Διηγείται ο Πατήρ Ιάκωβος Τσαλίκης:
Κάποτε μια χριστιανή εξομολογήθηκε σε αυτόν στο παρεκκλησάκι του Αγίου Χαραλάμπους. Μετά την εξομολόγηση, ενώ παρέμειναν οι δικοί της, για να πάρουν σειρά, εκείνη κατέβηκε στον κεντρικό Ναό και μπήκε μέσα να προσκυνήσει. 
Ο Ναός ήταν άδειος. Άναψε ένα κεράκι και άρχισε να προσκυνάει τις εικόνες. Και τότε είδε,για μια στιγμή την Ωραία Πύλη ανοικτή και πάνω στην Αγία Τράπεζα να κάθεται ένας ωραίος ξανθός νέος.
Μόλις τον είδε, του έβαλε τις φωνές:
- Δεν ντρέπεσαι, του είπε, να κάθεσαι πάνω στην Αγία Τράπεζα; Κατέβα κάτω γρήγορα, βγες έξω... Αλλά τέτοιοι είστε εσείς οι νέοι, κακομαθημένοι, ασεβείς, χαραμοφάηδες, τεμπέληδες, μακρυμάλληδες, αναρχικοί ... Και ποιος ξέρει τι άλλα του είπε!
Αλλά ο νέος την διέκοψε και με πολύ γλυκιά και ουράνια φωνή τς είπε:
- κι εσύ, γιατί δεν εξομολογήθηκες λίγο πριν την τάδε αμαρτία, που έκανες; Και της είπε ακριβώς την αμαρτία.
Εκείνη τα έχασε, αποσβολώθηκε, έμεινε άφωνη από την αποκάλυψη αυτή του Νέου.
-Κι εσύ, ποιος είσαι; τον ρώτησε ψελλίζοντας και τρέμοντας.
-Εγώ είμαι Αυτός, που θα πάρεις αύριο, είπε και εξαφανίστηκε.
Μόλις συνήλθε, έτρεξε προς το πατέρα Ιάκωβο φωνάζοντας πανικόβλητη για το τι είδε και το τι της συνέβη.....
Αναδημοσίευση από Ωφελήματα από το βιβλίο: "Εμπειρίες κατά την Θ.Λειτουργία".

Τετάρτη, Μαΐου 28, 2014

Ο άγιος Ιωάννης ο Ρώσος και ο γέροντας Ιάκωβος : από τις συνομιλίες τους-ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΟΛΕΜΟΣ.

γεροντας τσαλικηςΤον Άγιο Ιωάννη τον Pώσσο, ο Γέροντας τακτικά τον επισκεπτόταν, κυρίως πηγαίνοντας για την Αθήνα για τους γιατρούς που τον παρακολουθούσαν.
 Κάποτε πήγα έλεγε ο γέροντας και βλέπω τον άγιο ζωντανό μέσα στη λάρνακά του.
Του λέω. 
– Άγιε μου πως περνούσες στη Μικρά Ασία, τι αρετές είχες και αγίασες;
Ο Άγιος μου απάντησε.
-Μέσα στη σπηλιά που ήταν στάβλος κοιμόμουνα και με τα άχυρα σκεπαζόμουνα τον χειμώνα για να μην κρυώνω.
Είχα και την ταπείνωση και την πίστη.

Σε λίγο μου λέει.
Περίμενε, πάτερ Ιάκωβε, γιατί ήρθαν τώρα δυο άνθρωποι και με παρακαλούν για ένα παιδί άρρωστο.
Περίμενε να πάω να βοηθήσω.
Ξαφνικά άδειασε η λάρνακα γιατι ο Άγιος έφυγε. Σε λίγη ώρα ξαναγύρισε, δεν τον είδα πως γύρισε,
αλλά τον είδα να τακτοποιείται μέσα στη λάρνακα του σαν ένας άνθρωπος.


  Στις 15 Ιουλίου 1990, ημέρα Κυριακή, το πρωί, μόλις ο π. Ιάκωβος κατέβηκε από το κελλάκι του στο Ναό για την Θεία Λειτουργία περιέγραφε μέσα στο ιερό με πρόσωπο εκστατικό σε Πατέρες της Μονής του όσα ο Θείος Ιωάννης ο Ρώσος «πνευματικό τω τρόπω» του είχε πει την νύχτα  που πέρασε – «ο Θεός οίδε» – εμπρός στην Ιερά Λάρνακα με το αδιαλώβητο σκήνος  Του στο Ναό Του στο Προκόπι.

-Νομίζουν πως κοιμάμαι, πεθαμένος, είμαι νεκρός και δεν υπολογίζουν οι Χριστιανοί. Εγώ όμως είμαι ζωντανός.Τους πάντες βλέπω. Το σώμα μου είναι μέσα, αλλά εγώ εξέρχομαι πολλές φορές από την λάρνακα μου.

.

Εγώ τους βλέπω και τους ακούω τι λένε.
Και πάλι μπαίνω στη λάρνακα μου. Αλλά άκουσε Πάτερ μου να σου πω. 
Πολλή η αμαρτία στο κόσμο, πολλή η ασέβεια και πολλή η απιστία.

-Γιατί τα λες αυτά Άγιε μου; Του απάντησα. Δε βλέπεις πόσος κόσμος έρχεται στη χάρη σου και σε προσκυνά;
-Πολλοί έρχονται, Πάτερ Ιάκωβε, αλλά λίγα είναι τα τέκνα μου, πρόσθεσε ο Όσιος και συνέχισε.
Για αυτό πρέπει να γίνει πόλεμος. Γιατί πολλή η αμαρτία στο κόσμο.
-Όχι, Άγιε μου του είπα ταραγμένος.
Από μικρό παιδί όλο σε πολέμους και ταλαιπωρίες βρέθηκα. Στην Μικρά Ασία που γεννήθηκα  αλλά και όταν ήλθαμε στην Ελλάδα. Ύστερα Άγιε μου αν γίνει έξαφνα ο πόλεμος θα χαθούν  και ψυχές πριν προφτάσουν να μετανοήσουν.
-Πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει να γίνει πόλεμος,
απάντησε λυπημένα με μια σταθερή φωνή ο Όσιος και συνέχισε ότι θα γίνουν ορισμένες πλημμύρες, πυρκαγιές και άλλες καταστροφές στην περιοχή της Εύβοιας κα κάπου άλλα δεινά.

Όλα όσα είπε ο Όσιος στον Γέροντα εκείνο το βράδυ πράγματι συνέβησαν και συμβαίνουν.
Την πρώτη Αυγούστου 1990 κηρύχτηκε πόλεμος στον περσικό κόλπο., ενώ λίγο αργότερα στην Εύβοια έγιναν πλημμύρες από καταρρακτώδης βροχές, χάθηκαν ανθρώπινες ζωές και προξενήθηκαν μεγάλες υλικές καταστροφές και φωτιές κατέκαψαν δάση και άλλες εκτάσεις.

από :Πηγή Ζωής, όπου περισσότεροι λόγου του Γέροντος Ιακώβου

Σάββατο, Ιανουαρίου 25, 2014

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: Ο ΠΟΛΛΑΠΛΑΣΙΑΣΜΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΜΑΝΕΣΤΡΑΣ

5Τον Αύγουστο του 1963 ήρθανε στη Μονή 75 λιβαναταίοι. Εργαστήκανε για τη στέρνα της Μονής, το Αγιονέρι, εθελοντικά. 

Το έχουν τάμα πολλοί από τις Λιβανάτες, την πατρίδα του Οσίου Δαβίδ, να προσφέρουν κάτι στη Μονή του συμπατριώτη τους, χρήματα ή εργασία. Έτσι φτάσανε τότε 75 άντρες για να κάνουν το έργο της στέρνας. Και στη Μονή βρισκόσανε άλλοι 15, για να βοηθήσουν. Ο π. Ιάκωβος συντόνιζε γενικές εργασίες, μα ήταν και ο μόνος που έπρεπε να φροντίσει για το φαγητό και τη διαμονή των καλών αυτών ανθρώπων.

Χρησιμοποίησε ότι υπήρχε και δεν υπήρχε στην αποθήκη. Μια μέρα τα τρόφιμα τελείωσαν. Χρήματα δεν είχε. Έψαξε όλα τα ράφια, όλες τις γωνίες. Κατόρθωσε να βρει δυόμισι οκάδες μανέστρα. Και από ψωμί μόνο μισό Πρόσφορο. Του έδωσε και ο γέρο-Ευθύμιος μισό καρβελάκι. Ποσότητες αστείες για σχεδόν εκατό πρόσωπα, που δουλεύανε όλη την ημέρα χειρονακτικά.

Στεναχωριόταν και δεν ήξερε τι να κάνει. Τον έπιασε απελπισία και σχεδόν έκλαιγε, που θ’ άφηνε τον κόσμο νηστικό. Ξαφνικά όμως του ήρθε μια ιδέα: κατεβάζει τη μεγάλη κατσαρόλα, ρίχνει μέσα τη μανέστρα, βάζει και το ψωμί και όπως ήτανε πήγε στο ναό. Στάθηκε μπροστά στην εικόνα του οσίου Δαβίδ και του είπε:

–Άγιε μου, οι άνθρωποι αυτοί δουλεύουν για το Μοναστήρι σου. Γυρνάνε κουρασμένοι και πεινασμένοι. Δεν έχω τίποτα άλλο να τους δώσω να φάνε, μόνο τις δυόμισι οκάδες μανέστρα με το λίγο λαδάκι, το μισό προσφοράκι και το μισό καρβελάκι (= και τα έδειχνε στον Άγιο). Σε παρακαλώ, εσύ να τα ευλογήσεις, να φάνε και να χορτάσουνε.

Μαγείρεψε στην κατσαρόλα τούτη, έβγαζε συνέχεια φαγητό και δεν τελείωνε. Χόρτασαν όλοι και περίσσεψε! Το είδαν πολλοί και ο νυν ηγούμενος π. Κύριλλος. Πολλά χρόνια μετά, τονίζοντας τα θαύματα του οσίου Δαβίδ, έλεγε ο π. Ιάκωβος:

–Αδελφέ μου, επανάληψη του θαύματος των πεντακισχιλίων! 

Τρίτη, Ιανουαρίου 21, 2014

Αν θες, όσιε Δαβίδ μου, να ξαναγυρίσω στο μοναστήρι σου, έλα να με κάνεις καλά…(Από τον βίο του γέροντος Ιακώβου)

Οι αρρώστιες τον σημάδεψαν από νωρίς. 
Η σκληρή εργασία, οι πολύωρες Ακολουθίες και η καθημερινή αγρυπνία στο κελί του φέρανε αποτέλεσμα. Είχε και την αυστηρή νηστεία, που έφτανε στην ασιτία. Έτσι η εξάντληση του οργανισμού προχώρησε πολύ. Κάτι που κανονικά θα έπρεπε να είχε γίνει ακόμη νωρίτερα. Και δεν εννοούσε να μειώσει την άσκηση με καμία δύναμη. Όσο οι πνευματικές του δυνάμεις ήτανε ακμαίες, τόσο επέμενε στην αυστηρή άσκηση. Άλλωστε, σκοπός της άσκησης ήτανε ακριβώς αυτό, να κρατάει τις πνευματικές του δυνάμεις ελεύθερες από την επήρεια των παθών, των πειρασμών και της ύλης, ώστε να κατευθύνονται ανεμπόδιστα προς το Θεό και να αγιάζονται από αυτόν. 

Όμως το σώμα υπέκυψε. Από το 1956 τον πονούσε αφόρητα η μέση του. Για τον πόνο στα πόδια δεν έλεγε τίποτα, γιατί τον υπέφερε. Με τη μέση του όμως ήτανε αδύνατο. Και πώς να μην πονούσε, αφού 22 ώρες το 24ωρο δεν την ανέπαυε; Είναι ζήτημα εάν ξάπλωνε δύο ώρες τη νύχτα. Δύο γινόσανε οι ώρες της ανάπαυσης, όταν πονούσε πολύ. Και όταν δε λειτουργούσε. Διότι αν είχε να λειτουργήσει και αν μάλιστα ξημέρωνε μεγάλη γιορτή, Χριστούγεννα, Θεοφάνεια και άλλες, τότε πια δεν κοιμότανε καθόλου. Ούτε και στα τελευταία του χρόνια, που είχε βηματοδότη στην καρδιά. Πήγαινε από δίπλα ο αδελφός μοναχός και του ’λεγε: 
–Κουράστηκες, γέροντα, έλα τώρα να ησυχάσεις λίγο… 
Εκείνος απαντούσε: 
–Πήγαινε, πάτερ μου, εγώ θα μείνω. Είναι μεγάλη νύχτα σήμερα, δεν είμαι κουρασμένος. 

Το πρωί, που σηκωνόσανε όλοι, τον βρίσκανε ακόμη γονατιστό, με το πετραχήλι του, να προσεύχεται. 
Τέτοιες ημέρες, μετά την ολονύκτια προσευχή, κατέβαινε στο ναό χωρίς να μιλάει σε κανένα. Ούτε και ήθελε να του μιλάνε, βρισκότανε αλλού και ζούσε σε άλλο κόσμο! 

Έτσι, χρειάστηκε για τη μέση του γιατρό. Του έκανε 80 ενέσεις, αλλά το κακό συνέχιζε, θεραπεία δεν έβλεπε. Κυριολεκτικά σερνότανε για τις δουλειές και τις Ακολουθίες. Το μεσημέρι δεν άντεξε κι έπεσε στο ξυλοκρέβατο, στα σανίδια. Εκεί του εμφανίστηκε ο όσιος Δαβίδ με το πρόσωπο του π. Σπυρίδωνα, φιλοξενούμενου αγιορείτη. Ο Σπυρίδων τον βοήθησε να σηκωθεί και του είπε: «Ακούμπα τη μέση σου στη δική μου γέρικη μέση». Τον βοήθησε και το ’κανε. Τότε ο Άγιος γύρισε πίσω τα χέρια του κι έπιασε από τη μέση τον π. Ιάκωβο, που άκουσε τρίξιμο μέσης. Αυτό ήτανε. Ο πόνος χάθηκε. Και ο άγιος τον ρώτησε: 
–Ποιος είμαι; 
Πήρε την απάντηση: «ο π. Σπυρίδων». Τότε ο άγιος είπε: 
–Όχι, με ξέρεις, δε θες να πεις τ’ όνομά μου, κάθεσαι σπίτι μου: Άνοιξε η πόρτα και είδε τον Άγιο να βγαίνει και να κατεβαίνει τις σκάλες. 


Το 1964, έπαθε από τις αμυγδαλές του. Πονούσε φοβερά κι έπεφτε στα νεφρά του πύο. Πολλές φορές τον πιάνανε ανυπόφοροι πόνοι στη Λειτουργία και μελάνιαζε ολόκληρος. Ποτέ όμως δεν έτυχε να διακόψει τη θεία Λειτουργία. Όσο και να υπέφερε, θα την τελείωνε. Το 1962 τον λυπήθηκε ο Θεός κι έστειλε στη Μονή έναν καλό μοναχό, τον Κύριλλο(τον μακαριστό ηγούμενο της μονής), παραστάθηκε και βοήθησε όσο μπορούσε τον άρρωστο ασκητή π. Ιάκωβο, του οποίου τα βάσανα τελειωμό δεν είχαν. 
Το 1967 τον βρήκανε άλλα. Έκανε πολύ δύσκολη εγχείρηση: βουβωνοκήλης και σκωληκοειδίτιδας με περιτοναϊκή αντίδραση και προβλήματα προστάτη. Υπέφερε πολύ, δεν ήξερε τι έχει. Σε νοσοκομείο δεν ήθελε να πάει. Μελάνιαζε, κουλουριαζόταν και σφάδαζε από τους πόνους. Ο Κύριλλος τον έβρισκε σε απελπιστική κατάσταση. Δεν μπορούσε να κινηθεί, σερνόταν. Για να πάει λίγο πιο πέρα, έπεφτε και σερνότανε με τα τέσσερα, μπρούμυτα. Έπαθε φοβερή κρίση και τον μεταφέρανε αναίσθητο στο νοσοκομείο της Χαλκίδας. Εκεί νομίσανε ότι πρόκειται για απλή σκωληκοειδίτιδα. Δέχτηκε με χίλια παρακάλια, γιατρών και κληρικών, να γίνει η εγχείρηση. Η δυσκολία του οφειλότανε στο ότι δεν ήθελε να βγάλει τα ρούχα και να δουν οι γιατροί το σώμα του. Το θεωρούσε άκρο εξευτελισμό: 
–Θα γίνω θέατρο, πατέρες. Ουδέποτε άνθρωπος με είδε. 
Και πράγματι, ήτανε τόσο καθαρός και πρόσεχε τόσο πολύ να μη βλέπει σώμα, ώστε ο ίδιος «ουδέποτε άπλωσε το χέρι του στο σώμα του», όπως έλεγε ο ηγούμενος και καλός γνώστης Νικόδημος. Ακόμη και τα νήπια που βάπτιζε, τόσα χρόνια, δεν τα κοίταζε ποτέ. Κρατούσε τα μάτια του ψηλά και ομολογούσε με ιερή αφέλεια και καύχηση: 
–Δεν είδα ποτέ μου πως είναι τα όργανα των παιδιών. 
Του είπανε λοιπόν, ψέματα, ότι δε θα του βγάλουνε τα ρούχα, θα’καναν τάχα μόνο μια τρύπα στο αντερί. Έτσι δέχτηκε να γίνει η εγχείρηση. Τέσσερες του Οκτώβρη περίμενε στο μικρό θάλαμο για το χειρουργείο. Παρόντες ήταν αρχιμανδρίτες κληρικοί Πολύκαρπος, Νικόδημος, Βασίλειος και κάποιος ακόμα.


Ο π. Ιάκωβος προσευχήθηκε πολύ και μεταξύ άλλων είπε, όπως τα διηγόταν: 
–Αν θες, όσιε Δαβίδ μου, να ξαναγυρίσω στο μοναστήρι σου, έλα να με κάνεις καλά… Σ’ ένα τέταρτο πρέπει να είσαι εδώ… Και αν έρθεις, πέρνα σε παρακαλώ να πάρεις και τον όσιο Ιωάννη… Είναι στο δρόμο σου, θα στρίψεις ένα στενό δεξιά και θα τον βρεις. 

Σε λίγα λεπτά, έλεγε με φωνή επίσημη, φτάσανε ο όσιος Δαβίδ (ιδρωμένος μάλιστα, γιατί του είχε ζητήσει να ’ρθει πολύ γρήγορα) και ο όσιος Ιωάννης. Στάθηκε στην πόρτα και χαιρετώντας του είπανε με λόγια και κινήσεις: 
–Εγώ είμαι ο Γέρων Δαβίδ και από εδώ (χειρονομία) ο όσιος Ιωάννης ο Ομολογητής (τονισμένο). Δε μας ζήτησες; ήρθαμε, μην ανησυχείς, θα γίνεις καλά! 
Αμέσως κατάλαβε ότι οι παριστάμενοι κληρικοί δεν χαιρέτισαν καν τους δύο Αγίους και διαμαρτυρήθηκε: 
–Πατέρες, Δε σηκώνεστε; Δε χαιρετάτε; 
Εκείνοι παραξενεύτηκαν και ο Νικόδημος έγινε πιο σαφής: 
–Πάει, τα ’χασε ο Ιάκωβος… 
Τον πήρανε στο χειρουργείο, τον νάρκωσαν κι έπειτα του βγάλανε ράσο, Αντερί κι εσώρουχα. Πριν τον πιάσει καλά η νάρκωση είδε ν’ανοίγει η πόρτα και να μπαίνουν οι δυο Άγιοι. Ο χειρούργος Σπ. Καλοχέρης τον άνοιξε κι έμεινε εμβρόντητος. Δεν ήτανε απλή σκωληκοειδίτιδα, μα πολύπλοκη κι επικίνδυνη κατάσταση. Ο ασθενής θα ’πρεπε να είχε πεθάνει. Εκλογή δεν είχε. Αποφάσισε να ξεκινήσει και ό,τι ήθελε προκύψει. Προέκυψε καλό. Πέτυχε η πολλαπλή εγχείρηση, επέστρεψε ο ασκητής στο κελί. Όποιος πήγαινε να τον ιδεί, του έλεγε «πόσο καλός χειρούργος είναι ο κύριος Καλοχέρης», για τον οποίο συγχρόνως προσευχότανε να έχει υγεία. Τότε, έχασε την υπομονή του ο Όσιος Ιωάννης και τη Νύχτα εμφανίστηκε θυμωμένος: 

–Ιάκωβε, τι επαινείς συνέχεια το γιατρό; Εγώ σ’ έκανα καλά, εγώ είχα την εντολή να σε χειρουργήσω. Μόνος του ο γιατρός τι μπορούσε να κάνει; 

Ο γιατρός Καλοχέρης, αφού περάσανε μερικές ημέρες, πήγε στο Μοναστήρι να ιδεί τον π. Ιάκωβο, στον οποίο και ομολόγησε ότι κατά την πολλαπλή εγχείρηση: 
–Ένιωθα ότι το χέρι μου κάποιος το κατευθύνει και τώρα έχω την αίσθηση ότι δεν έκανα εγώ την εγχείρηση…

Η νυχθήμερη εργασία, χειρωνακτική και πνευματική, του δημιούργησε επίσης άσχημη κατάσταση στα πόδια. Έκανε φλεβίτιδα εκτεταμένη. Πονούσε φρικτά και δεν μπορούσε πια να περπατήσει. Το 1974 τον πήγανε στο νοσοκομείο, το ΝΙΜΙΤΣ, για εγχείρηση. Δέχτηκε, γιατί ερμήνευσε τις δοκιμασίες των εγχειρήσεων ως ειδικό μέτρο του Θεού κι έλεγε: 
–Επέτρεψε ο Θεός να πάω στα νοσοκομεία τόσες φορές και να κάνω εγχειρήσεις, για να ταπεινωθώ.
Ετούτη τη φορά έμεινε στο χειρουργείο έξι ώρες και πλέον. Ο χειρούργος Γ. Κορδέλλης χρειάστηκε να κάνει πολύ μεγάλες τομές, διότι οι σάπιες φλέβες ήτανε πολλές.

Εκεί, στο θάλαμο του νοσοκομείου, κατά την ανάρρωση, του εμφανίστηκε η Θεοτόκος για να τον ενθαρρύνει, όπως διηγήθηκε στον επισκέπτη του και πνευματικό του τέκνο π. Παύλο Ιωάννου. 
–Χθες, παιδί μου, σε κάποια στιγμή μπήκε κάποια κυρία, ντυμένη σα νοσοκόμα. Κρατούσε κι ένα παιδάκι στην αγκαλιά της.
 «Τι κάνεις, πάτερ μου», με ρώτησε. 
«Τι να κάνω, κυρία μου, άρρωστος είμαι και στεναχωριέμαι που έχω φύγει από το μοναστήρι μου». Εν τω μεταξύ, παιδί μου, διερωτήθηκα: «εδώ οι νοσοκόμες έχουνε και τα παιδιά τους στο νοσοκομείο»;
 Τότε εκείνη μου χαμογέλασε και μου είπε: «μη φοβάσαι, θα γίνεις καλά» 
Τη ρώτησα «ποια είσθε σεις, κυρία μου»;
 Τότε πάλι μου χαμογέλασε χωρίς να μου ειπεί τίποτε άλλο. Εγώ στράφηκα στον διπλανό ασθενή, να τον ρωτήσω, μήπως ήξερε ποια ήτανε αυτή η κυρία. Κι αυτός, γεμάτος απορία: «για ποια κυρία μιλάτε»; Τότε γύρισα και δεν είδα κανέναν. Και κατάλαβα, παιδί μου, ότι ήταν η Παναγία μας. 

Επέστρεψε στο Μοναστήρι, αλλά πλέον χειρωνακτικά δεν μπορούσε να εργαστεί πολύ. Πολλές ώρες της ημέρας στεκότανε γονατιστός κι εξομολογούσε. Διότι τις περισσότερες εξομολογήσεις τις δεχότανε, μέχρι το τέλος της ζωής του, γονατιστός. 

Σ’ αυτά όλα να προσθέσει κανείς τους φοβερούς ιλίγγους από σύνδρομο αυχενικό. Για να μπορέσει να λειτουργήσει, ν’ αντέξει τους ιλίγγους και τον πόνο των ποδιών, προσευχόταν στην Παναγία πολύ και στον όσιο Δαβίδ. Έκαναν το θαύμα τους κι έτσι τελείωνε τη Λειτουργία. Κατόπιν άρχιζαν πάλι. Τα ίδια με το ουροποιητικό σύστημα και το πεπτικό. Σε κακό χάλι ήταν πάντα. 

Στυλ. Γ. Παπαδόπουλος Ομότ. Καθ. Παν. ΑθηνώνΟ Μακαριστός Ιάκωβος Τσαλίκης
Από το ομώνυμο βιβλίο, εκδόσεις «Τροχαλία»/ΠΗΓΗ/ΜΕΤΑΦΟΡΑ

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 16, 2013

«Όλοι οι άνθρωποι έχουν άγγελο...»

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης
...Την ώρα πού μπήκα στο δωμάτιο του, ήταν εκεί οι γιατροί, πού έκαναν την καθημερινή επίσκεψη τους στους θαλάμους των ασθενών. Κατά σύμπτωση οι γιατροί εκείνοι ήταν πρώην φοιτητές μου στο Πανεπιστήμιο. Έτσι, μόλις με είδαν, ήρθαν κοντά μου και με ενημέρωσαν για την κατάσταση της υγείας του Γέροντα. Όταν τελείωσαν κι έφυγαν οι γιατροί, πήγα και κάθισα δίπλα στο Γέροντα Ιάκωβο, ο οποίος, μόλις με είδε, μου είπε το εξής, το όποιο μ' έκανε πραγματικά ν' ανατριχιάσω,γιατί ήταν κάτι που δεν είχα σκεφτεί ποτέ.
- Δεν σε ξέρω. Πρώτη φορά σε βλέπω. Άλλα βλέπω ότι πίσω σου στέκεται ο άγγελος σου.
Με συγκλόνισε κυριολεκτικά αυτό πού μου είπε. Δεν το λέω για υπερηφάνεια, Και πρόσθεσε:
- Όλοι οι άνθρωποι έχουν άγγελο. Άλλα τον δικό σου τον είδα. Πρόσεξε να μη τον διώξεις από κοντά σου. Ανατριχιάζω ολόκληρος κάθε φορά, πού το σκέφτομαι, το ίδιο όπως την ώρα εκείνη. Κι ολοκλήρωσε ο Γέρων Ιάκωβος:
- Αυτός ο άγγελος έχει κατονομασθεί την ημέρα της βαπτίσεώς σου. Από την ημέρα της βαπτίσεώς σου σε συνοδεύει και δεν πρέπει να φεύγει από κοντά σου. Είναι αυτός, ο οποίος τελικά θα πάρει την ψυχή σου στα χέρια του και θα την οδηγήσει την ημέρα της Κρίσεως. Κι όταν θα έρχονται οι δαίμονες και θα λένε «αυτός έκανε εκείνο, έκανε το άλλο, διέπραξε αυτή την αμαρτία και την άλλη», τότε ο άγγελος σου θα λέει «ναι, τα έκανε αυτά, αλλά ταυτόχρονα έκανε κι αυτό το καλό, έκανε και το άλλο καλό». Αυτός είναι ο δικηγόρος, πού θα σε υποστηρίξει. Πρόσεξε, λοιπόν, να μην τον απομακρύνεις. Τον είδα να είναι κοντά σου. Από εκείνη την ώρα, ουδέποτε σταμάτησα να έχω την αίσθηση ότι δίπλα μου υπάρχει ένας άγγελος, ο δικός μου, προσωπικός άγγελος. Αυτό είναι ένα μέγα μήνυμα χαράς προς όλους όσους βαπτιστήκαμε Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
πηγή

Σάββατο, Δεκεμβρίου 14, 2013

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΑΚΩΒΟΣ – ΣΥΖΗΤΑΕΙ ΜΕ ΤΟΥΣ ΟΣΙΟΥΣ ΔΑΒΙΔ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΗ ΡΩΣΟ

1Το 1977 ο π. Ιωάννης Βερνέζος, στο Προκόπι Εύβοιας, του ζήτησε να προσευχηθεί, γιατί παρ’ όλες τις προσπάθειες δεν μπορούσε να βρεί νερό και όλα είχανε ξεραθεί.

Την εποχή μάλιστα της οργανωμένης
εξέγερσης για τα δάση του Μπέκερ, όταν πολλοί στραφήκανε και κατά του π. Ιωάννη.

Τότε ο π. Ιάκωβος υποσχέθηκε ως εξής: 
-Θα πάω αμέσως να κάνω την προσευχή μου στον άγιο Δαβίδ, να βρείς νερό. Θα πω στον Όσιο να έρθει εκεί, να πάρει και το θείο Ιωάννη (το Ρώσο) και όπως με το ραβδί του χτύπησε κι έβγαλε νερό στο μοναστήρι του, έτσι να χτυπήσει και να βγάλει νερό στον καλό μας ιερέα.

Βρέθηκε γρήγορα νερό και, όταν ο π. Ιωάννης πήρε τηλέφωνο να ευχαριστήσει, πριν ειπεί οτιδήποτε, ο γέροντας ενημέρωσε:
-Πάτερ μου, αφού παρακάλεσα θερμά, μου είπε ο όσιος Δαβίδ έσκυψε το κεφάλι του, χαμήλωσε το βλέμμα και μου έκανε νόημα ότι θα βρείς νερό, προχώρει!

Είναι περίεργο ότι ένιωθε αλλιώς για τους άλλους Αγίους και αλλιώς για τον όσιο Ιωάννη το Ρώσο, τον όποιο μάλιστα καλούσε για βοήθεια μαζί με τον όσιο Δαβίδ. Όταν καλούσε και τους δύο, έδινε την εντύπωση ότι ο όσιος Ιωάννης ήτανε αναγκαίος ως νεώτερος, να τρέξει γρηγορότερα, επειδή ο όσιος Δαβίδ ήτανε γηραιός. Με τον όσιο Ιωάννη όμως δεν γινόταν επιτακτικός, όπως με τον όσιο Δαβίδ.

Ντρεπόταν ακόμη και να λειτουργήσει στο Προσκύνημα του όσιου Ιωάννη, στο Προκόπι. Τού ζητούσαν:
-Ελάτε, π. Ιάκωβε, να λειτουργήσετε στον όσιο Ιωάννη.
Καί κείνος απαντούσε:
-Είμαι άξιος εγώ ο χοικός να βρεθώ μπροστά στο θείο Ιωάννη!
Καί πάντα, όταν πρόφερε το όνομα του όσιου Ιωάννη, τον οποίο συχνότερα έλεγε «θείο Ιωάννη» και «Ομολογητή», η φωνή του στις λέξεις «θείος» και «Ομολογητής» έπαιρνε μια μεγαλόπρεπη επισημότητα, λες κι έβλεπε τον άγιο μπροστά του και τον προσφωνούσε ως βασιλέα.

Τον όσιο Ιωάννη όχι μόνο τον παρακαλούσε να συντρέχει στις ανάγκες των πιστών, μα τον έβλεπε ζωντανό, έξω από τη λάρνακά του, να σπεύδει σε βοήθεια. Το 1986, ο π. Ιάκωβος διηγόταν πως ο άγιος Ιωάννης εργάζεται ζωντανός έξω από τη λάρνακα. Τον ρώτησα χαμηλόφωνα, καθώς καθόμουν δίπλα του:
-Τον είδατε σείς έξω;

Ο γέροντας συνέχισε, γιατί στη συζήτηση βρισκόσανε κι άλλοι. Το ίδιο ερώτημα, του το έκανα δυό φορές ακόμα, χαμηλόφωνα, να μην ακούσουνε οι άλλοι. Τότε αφοπλιστικά, χωρίς ν’ αλλάξει ρυθμό, απάντησε:
-Αφού τον βλέπεις το πρωί, που μαζεύεται ο Άγιος και μπαίνει στη λάρνακά του! Είναι ώρες που δε βρίσκεται στη λάρνακα!
Το θαύμα τούτο, ότι κάποτε ο Άγιος Ιωάννης δε βρίσκεται στη λάρνακά του, το έχουνε διαπιστώσει και άλλοι, όπως ο ιερέας-προιστάμενος του Προσκυνήματος. Ο όσιος Ιωάννης αξίωνε το μακαριστό γέροντα με διαλογική συζήτηση εναργή και αφοπλιστική. Ακόμα περισσότερο, ο γέροντας έβλεπε ολόσωμο και ζωντανό τον Όσιο, με τον όποιο συζητούσε. Επιστρέφοντας από ιατρικές εξετάσεις, πέρασε, όπως πάντα, να προσκυνήσει τον όσιο Ιωάννη. Γονάτισε στη λάρνακα του οσίου και σε λίγο είδε τον Όσιο να του λέει. καθώς τα διηγήθηκε ο ίδιος ο γέροντας:
-Έχω μια δουλειά τώρα και πρέπει να φύγω. Εσύ να μη δεχτείς να κάνεις Εσπερινό μέχρι να επιστρέψω.

Όταν γύρισε ο Άγιος, του είπε:
-Νομίζεις ότι ευλογώ όλους όσους έρχονται εδώ; Να, αυτή τη γυναίκα, που προσκύνησε τώρα με τα παιδιά της, δεν την ευλόγησα.
«Γιατί»; ρώτησε ο π. Ιάκωβος.
-Γιατί βλαστημάει τα παιδιά της!

*Από το βιβλίο «Ο Μακαριστός Ιάκωβος Τσαλίκης», Ηλιαχτίδα
πηγή

Δευτέρα, Ιουλίου 29, 2013

Ο Χριστός βρίσκεται μέσα μου πάντοτε(Γέροντας Ιάκωβος)

Όταν κοινωνώ τους ανθρώπους, διηγιόταν χαρακτηριστικά άλλοτε ο μακαριστός γέροντας Ιάκωβος, ποτέ δεν κοιτάζω τα πρόσωπά τους.
Μερικές φορές όμως μου λέει ο λογισμός να τα κοιτάξω.
Τότε βλέπω μερικά πρόσωπα να έχουν μορφή σκύλου, πιθήκου ή άλλων ζώων.
Είναι φοβερή η μορφή τους. Βλέπω όμως και μερικά ήρεμα και ιλαρά που μετά τη θεία μετάληψη λάμπουν σαν τον ήλιο.
Μία φορά του είπε κάποιος συλλειτουργός του: Μ’ έκαψε η θεία Κοινωνία!…
Εγώ, απάντησε ο γέροντας, δεν αισθάνθηκα να με καίει.
Αντίθετα, ζούσε τόσο έντονα τη μέθεξη του δεσποτικού Σώματος, ώστε ανακαινιζόταν ψυχικά και σωματικά.
Σήμερα που κοινώνησες, είπε σ’ ένα πνευματικό του παιδί, βλέπεις πώς αισθάνεσαι; Εγώ αισθάνομαι έτσι πάντοτε. Ο Χριστός βρίσκεται μέσα μου πάντα.

 Ένας άγιος Γέροντας, ο μακαριστός π. Ιάκωβος», εκδ. Ι.Μ.Οσίου Δαβίδ, Ευβοίας 
πηγή

Πέμπτη, Ιουλίου 25, 2013

Ιάκωβος Τσαλίκης: Το τέλος εγγύς, αλλά.. μη μου χαλάτε την άσκησή μου.

Ο χειμώνας του 1990/1991 πέρασε μαρτυρικά. Υπέφερε φοβερά εκεί στα βουνά, με κρύο και υγρασίες. Έβγαινε λιγότερο από το κελί. Σπάνια μπορούσε να κατέβει στην τράπεζα. Και όταν έβγαινε, έπρεπε να επιστρέφει γρήγορα, διότι ούτε τα πόδια τον κρατούσαν, ούτε η καρδιά του το επέτρεπε. 
Κάθε τόσο ένα σφίξιμο στο στήθος τον έπνιγε…
Τη νύχτα, μα και την ημέρα, πάθαινε κρίσεις. Περνούσανε με τη βοήθεια του Θεού… μα όλο και δυσκολότερα. Και κάθε τόσο έπρεπε να παίρνει τα φάρμακά του… Τα φάρμακα όμως, για να μη βλάπτουν το στομάχι, θέλουνε και φαγητό, καλό φαγητό.

 Σ’ αυτό αντιδρούσε ο γέροντας. Αντέδρασε όμως και το στομάχι, που εξασθένησε αφάνταστα και τον ταλαιπωρούσε πια με το παραμικρό.

Τα έβλεπαν οι πατέρες της Μονής, στενοχωριόσανε, δεν ξέρανε πώς να βοηθήσουν. Οι γιατροί επιμένανε να μην κουράζεται, να μην εξομολογεί, να μη λειτουργεί, και να τρώει καλά για τα φάρμακα. Όμως, ούτε τα ιερά του έργα μπορούσε ν’αφήσει, ούτε την άσκησή του να λιγοστέψει. 
Του ήταν αδιανόητο, Νήστεψε αυστηρά από το τέλος Φεβρουαρίου και όλο το Μάρτιο… Μεγάλη Σαρακοστή. Εξαντλήθηκε επικίνδυνα. Το στομάχι με τα φάρμακα πονούσε πολύ. Τη Μεγάλη Δευτέρα, 1η Απριλίου, οι πατέρες το διακινδύνεψαν. 
Δεν μπορούσε πια να βγει. Στο κελί του πήγανε λίγα φασόλια με δυο σταγόνες λάδι. Μόλις το κατάλαβε στεναχωρήθηκε αφάνταστα. Μελαγχόλησε. Δεν τα έφαγε και διαμαρτυρήθηκε:

–Μη μου χαλάτε την άσκησή μου!

Για τέσσερες ημέρες δεν έβαλε μπουκιά στο στόμα του, παρά την κατάστασή του. Τη Μεγάλη Πέμπτη μόνο, μετά τη Λειτουργία, έφαγε κάτι. Μα γιόρτασε την Ανάσταση του Κυρίου με απερίγραπτη εσωτερική λαμπρότητα. 
Του χαρίστηκαν ηδύτατες πνευματικές εμπειρίες, είδε κι έζησε θαυμαστά… το έβλεπε κανείς στο απαστράπτον ιλαρό του πρόσωπο… χαρά ουράνια, φως θριάμβου, ειρήνη ακατάλυτη… καθρέφτης παραδείσου το πρόσωπό του!

Όλους τους μήνες που ακολούθησαν, συμπορεύτηκαν στο γέροντα οι μακάριες θείες εμπειρίες και το σωματικό μαρτύριο. Και όχι μόνο. Αναπτύχθηκε μεταξύ τους πραγματική άμιλα, που την παρακολουθούσαν οι πατέρες.

Αυξάνονταν οι θείες εμπειρίες και τα χαρίσματα; μεγάλωσαν οι πόνοι, πύκνωναν τα μικροεμφράγματα. Πλήθαιναν οι θεραπευόμενοι με τις προσευχές του; δυνάμωναν οι ασθένειές του και οι πειρασμοί στη Μονή.

Τους μήνες αυτούς διέθετε περισσότερες ώρες για νοερά προσευχή. Έλεγε σιωπηλά μα συνεχώς το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με τον αμαρτωλό». 
Άλλοτε γονατιστός, ακουμπώντας το δεξί του αγκώνα στο ξύλινο ερμάρι, άλλοτε ξαπλωμένος –όταν ήτανε απόλυτη ανάγκη– και άλλοτε γονατιστός, ενώπιον του Εσταυρωμένου, με πετραχήλι. 
Δε φαίνεται να μίλησε κάποτε για τη νοερά του προσευχή. Δεν εξήγησε, δεν πληροφόρησε. Ίσως δεν τον πίεσε κανείς να μιλήσει σχετικά , για το πώς της προσευχής αυτής, για το τι συμβαίνει σ' αυτούς που την ασκούν και μάλιστα για όσα τυχόν οι προοδευμένοι απολαμβάνουν. Κι ενώ δεν ήθελε να μιλήσει με τα χείλη, μίλαγε με το πρόσωπό του ολόκληρο. Και ίσως πιο εύγλωττα. 
Στο πρόσωπό του έβλεπε ο μοναχός τα αποτελέσματα της νοερής προσευχής. Δάκρυα, φωτεινότητα παντού, στο πρόσωπο και στη γενειάδα. Ήταν η πανίερη στιγμή που η νοερά προσευχή είχε γίνει καρδιακή? ανάβλυζε μέσα του αλάλητη χαρά και τον έλουζε ιλαρό φως.

Γιατί, φυσικά, νοερά προσευχή λίγο-πολύ κάνουνε όλοι. Μα σε λίγους αυτή βαθαίνει και γίνεται καρδιακή. Λίγοι κοπιάζουν πέρα των κοινών μέτρων και λίγοι απολαμβάνουν τις θείες εμπειρίες, που γεννιούνται στην καρδιακή χώρα και πλημμυρίζουν το είναι ολόκληρο.



 αντιγραφή

Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης: ο κανόνας του πνευματικού δεν λύνεται από κανέναν!


Ο γέροντας ‘Ιάκωβος Τσαλίκης (1991) εξομολόγησε κάποτε μία γερόντισσα και της έβαλε κανόνα νά μην κοινωνήσει για τρία χρόνια.
Γιατί δεν κοινωνάς; τη ρώτησε μία μέρα ο ιερέας της ενορίας της. Μου έβαλε κανόνα ο π. ‘Ιάκωβος, απάντησε
Εκείνη, και του είπε την αιτία. Όχι γιαγιά, μη στενοχωριέσαι. Αυτός είναι αγράμματος καλόγερος.
Εγώ είμαι μορφωμένος και σόι λύνω τον κανόνα. Νά έρθεις την Κυριακή νά σε κοινωνήσω.
Καθώς όμως πλησίασε ή γιαγιά νά μεταλάβει, ένιωσε στο στόμα της την άγία λαβίδα άδεια και κρύα, δεν κατάλαβε τη γεύση της-θείας Κοινωνίας.
Το θαυμαστό γεγονός επαναλήφθηκε άλλες δύο Κυριακές, όπότε ή γυναίκα ανησύχησε και ξαναπήγε στο γέροντα ‘Ιάκωβο.

Παιδί μου, της είπε εκείνος, ο κανόνας δεν λύνεται. Πρέπει νά κάνεις τον κανόνα πού σου έβαλα.
Το 1987, ο π. Ιάκωβος εξομολόγησε μία κοπέλα, αλλά της απαγόρευσε νά κοινωνήσει.
Εκείνη τότε επισκέφθηκε κάποιον επίσκοπο, πού της επέτρεψε τη θεία μετάληψη.
Όταν όμως πλησίασε νά κοινωνήσει, ή άγία λαβίδα μπήκε άδεια στο στόμα της.
Αυτό ο παράδοξο και θαυμαστό επαναλήφθηκε κι άλλη φορά, όπότε ή κοπέλα τρόμαξε, μετανόησε και πήγαινα εξομολογηθεί πάλι στον π. ‘Ιάκωβο.
Όταν κοινωνώ τούς ανθρώπους, διηγιόταν χαρακτηριστικά άλλοτε ο μακαριστός γέροντας Ιάκωβος, ποτέ δεν κοιτάζω τα πρόσωπά τους.
Μερικές φορές όμως μου λέει ο λογισμός νά τα κοιτάξω.
Τότε βλέπω μερικά πρόσωπα νά έχουν μορφή σκύλου, πιθήκου ή άλλων ζώων.
Είναι φοβερή ή μορφή τους. Βλέπω όμως και μερικά ήρεμα και ιλαρά πού μετά τη θεία μετάληψη λάμπουν σαν τον ήλιο.
Μία φορά του είπε κάποιος συλλειτουργός του:Μ’ έκαψε ή θεία Κοινωνία!…
Εγώ, απάντησε ο γέροντας, δεν αισθάνθηκα νά με καίει.
Αντίθετα, ζούσε τόσο έντονα τη μέθεξη του δεσποτικού Σώματος, ώστε ανακαινιζόταν ψυχικά και σωματικά.
Σήμερα πού κοινώνησες, είπε σ’ ένα πνευματικό του παιδί, βλέπεις πώς αισθάνεσαι; Εγώ αισθάνομαι έτσι πάντοτε. Ό Χριστός βρίσκεται μέσα μου πάντα.

 ΘΑΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Έκδοση Ιεράς Μονής Παρακλήτου Αττικής

πηγή

Κυριακή, Ιουνίου 23, 2013

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΙΑΚΩΒΟΣ ΤΣΑΛΙΚΗΣ: «ΜΕ ΝΟΜΙΖΟΥΝΕ ΧΑΖΟ ΚΑΙ ΤΡΕΛΟ» (ΦΩΤΟ)

1
Όλο τον Οκτώβρη πονούσε και υπέφερε αφάνταστα. Γινότανε κάτωχρος, έχανε από το πρόσωπο κάθε ίχνος ζωής, τον ενόμιζε κανείς νεκρό. Του απαγόρευαν κάθε απασχόληση, να μην εξομολογεί, ούτε στην Ακολουθία να κατεβαίνει. Εκείνος, μόλις λίγο συνερχόταν, και εξομολογούσε και στην Ακολουθία κατέβαινε.

Προπαντός προσευχότανε για τα προβλήματα των ανθρώπων, που του το ζητούσαν. Οι θεραπείες πλήθαιναν, και ο κόσμος όλο και περισσότερο κατέφευγε στο Μοναστήρι. Αλλά δεν ήτανε μόνο οι φρόνιμοι και ευσεβείς. Κάποιοι σκέφτονταν και λέγανε δυσάρεστα για το γέροντα, που με το δικό του τρόπο τα επληροφορείτο. Στεναχωριότανε γι’αυτά και μια μέρα αφέθηκε: 

–Πάτερ μου, με νομίζουνε χαζό, τρελό… άμα πεθάνω θα δούνε ποιος είναι ο Ιάκωβος… Δεν τα λέω από εγωισμό και υπερηφάνεια, αλλά τα λέω προς δόξαν Θεού αυτά!
Και πράγματι, όσο πλησίαζε το τέλος του, ενώ ικέτευε για το έλεος του Θεού, ενώ έλεγε και ξανάλεγε ότι «δεν έχω κάνει τίποτα για το Χριστό», αφηνότανε καμιά φορά κι έλεγε για τα χαρίσματα, που του έδωσε ο Θεός:

–Έχω την υπακοή και την ταπεινοφροσύνη, γιατί να μην το πω… αφού ο Θεός μου τα έδωσε!

Άλλοτε πάλι, με λίγο πλάγιο τρόπο, θέλοντας να πείσει ότι λησμονεί όσα του εξομολογούνται, είπε:
–Θεέ μου, μου έχεις δώσει πολλά χαρίσματα. Σε παρακαλώ να μου δώσεις κι άλλο ένα? να ξεχνώ αυτά που μου λένε στην εξομολόγηση.

Και κάτι πολύ περισσότερο. Μεταξύ 15 και 20 Οκτωβρίου, τον άκουσε ο π. Κύριλλος να μονολογεί:
–Στην κηδεία μου θα μαζευτεί κόσμος, θά ’ρθουνε φύλλα και χορτάρια (= πολλοί άνθρωποι)… Θα ’ρθει πολύς κόσμος κι αν κάνω πως τους ευλογώ κιόλας…

Πράγματι, όταν έξω από το ναό σηκώσανε ψηλά το φέρετρο, να δουν το γέροντα οι χιλιάδες κόσμου, κάποιοι δήλωσαν ότι τον είδανε όρθιο να ευλογεί τους παρόντες.

Τον τελευταίο τούτο καιρό είχε την αγωνία του οικείου επισκόπου. Είχε καιρό να επικοινωνήσει με το Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Χαλκίδας Χρυσόστομο και αναζητούσε την ευκαιρία να το κάνει. Επικοινώνησε με τον επίσκοπό του, ζήτησε την ευχή του κι ένιωσε γι’ αυτό πολύ βαθιά χαρά. Ο μακαριστός γέροντας ζούσε γνήσια και παραδοσιακή εκκλησιαστικότητα. Είχε συνείδηση του λειτουργήματος του επισκόπου και σεβότανε όλους τους επισκόπους.

Τον στενοχωρούσαν και καταδίκαζε τις ασχήμιες εις βάρος επισκόπων, οποιοιδήποτε και αν ήσαν. «Είναι επίσκοπος», έλεγε, «δεν παύει να είναι αρχιερέας». Χρησιμοποιούσε πολύ τη λέξη αρχιερέας? και μόνο ο τρόπος που την πρόφερε έδειχνε ότι κατανοούσε το βάθος της. Γι’αυτό και όλες τις ενδοεκκλησιαστικές ταραχές των τελευταίων μηνών τις καταδίκαζε.


alt
alt
alt
alt
alt








  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...