Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η Φωνή των Πατέρων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η Φωνή των Πατέρων. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 21, 2016

ΠΕΡΙ ΣΥΜΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΚΑΙ ΜΕΤΑΔΟΣΕΩΣ ΑΝΤΙΔΩΡΟΥ ΣΤΟΥΣ ΕΤΕΡΟΔΟΞΟΥΣ, ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΌΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΝ ΓΕΝΝΑΔΙΟΝ ΣΧΟΛΑΡΙΟΝ

 Ἐπιστολήν τοῦ πρώτου μετά τήν Ἄλωσιν Πατριάρχου Γενναδίου Σχολαρίου, μαθητοῦ τοῦ Ἀγίου Μάρκου τοῦ Εὐγενικοῦ, πρός τόν Ἡγούμενον τῆς μονῆς Σινᾶ Μάξιμον Σοφιανόν, (τμήμα):

«Ἔτι ἠρώτησαν οἱ μοναχοί εἰ ἔνι συγκεχωρημένον, ἵνα διδῶτε τοῖς Ἀρμενίοις ἤ Λατίνοις τήν παναγίαν τοῖς προσκυνηταῖς. Ἡμεῖς δέ λέγομεν ἵνα διδῶτε αὐτοῖς καί τό ἀντίδωρον, χριστιανοί γάρ εἰσι καί διά τοῦτο ἔρχονται ἐκ τοσούτων διαστημάτων εἰς προσκύνησιν τοῦ δεσποτικοῦ τάφου
Εἰ γοῦν καί ἐσχισμένοι εἰσίν ἀφ’ ἡμῶν διά τινα ζητήματα τῆς πίστεως καί εἰσίν ἑτερόδοξοι, ἀλλά ὡς χριστιανοί μετά πίστεως καί εὐλαβείας ζητοῦσι τόν ἁγιασμόν ἠμῶν, καί ἡμεῖς ὀφείλομεν διδόναι [...] Τό μέγα μυστήριον τῆς κοινωνίας μόνον μή δίδοτε αὐτοῖς, οὐ μόνον διά τήν τοῦ μυστηρίου ὑπεροχήν, ἀλλά διά τό μυστήριον τοῦτο παριστᾶν μέν ὅλην τήν θείαν οἰκονομίαν, προηγουμένης δέ τῆς ὁμολογίας τοῦ συμβόλου τῆς ἀληθοῦς πίστεως τελειοῦσθαι, καί διά τοῦτο τοῖς εἰς τήν θείαν οἰκονομίαν ἤ εἰς τήν θεολογίαν ψευδοδοξοῦσι καί τῇ καθολικῇ ἀντιλέγουσιν ἐκκλησίᾳ οὐ δεῖ αὐτό δίδοσθαι. 
Εἰ δέ τις ἀπ’ αὐτῶν βουληθείς προσμεῖναι αὐτόθι ἤ νοσήσας ἀρνήσεται μέν τήν πάτριον δόξαν, ὁμολογήσει δέ τήν δόξαν τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας, ἀξιοῦτε αὐτόν καί τῆς τοιαύτης κοινωνίας. Τοῦτο ἐστιν ἡ συνήθεια τῆς καθολικῆς τῶν χριστιανῶν ἐκκλησίας. 
Διό καί oἱ ἁγιώτατοι πατριάρχαι, ὄτε ἐλειτούργουν ἑορτασίμως, ἐρχόμενους καί Ἀρμενίους καί Λατίνους καί ἱσταμένους μετά πάσης εὐλαβείας εἰς τήν λειτουργίαν, οὐκ ἐδίωκον, ἀλλά καί ἀπερχομένους μετά τῶν ὀρθοδόξων καί προσκυνοῦντας καί ἀσπαζομένους τήν πατριαρχικήν χεῖρα καί εὐλόγουν καί ἐδίδουν αὐτοῖς τό ἀντίδωρον, ὡς γάρ μαθηταῖς τοῦ Χριστοῦ οὐκ ἐξέβαλον ἔξω τούς εἰς αὐτούς ἐρχομένους. 
Ἀρκετόν οὖν ἐστιν ὅτι ὑμεῖς οὐ ζητεῖτε οὐδέ λαμβάνετε ἁγιασμόν παρ’ αὐτῶν, διότι εἰσίν ἑτερόδοξοι καί κεχωρισμένοι ἀλλά ἐάν ζητῶσιν αὐτοί τόν ἁγιασμόν ἀφ’ ὑμῶν, ὀφείλετε μή ἀποπέμπειν αὐτούς, ὡς προείπομεν» 
 L. Petit-X. Siderides-M. Jugie, Oeuvres completes de Georges-Gennade Scholarios, t. IV, Paris, 1935, σ. 201-202)
το είδαμε εδώ

Παρασκευή, Σεπτεμβρίου 16, 2016

Από την άβυσσο των αμαρτημάτων η ταπεινοφροσύνη μπορεί να μας ανεβάσει ψηλά

«Γιατί δεν υπάρχει τίποτε, πραγματικά τίποτε, που να μπορεί να μας συγκρατεί και να μας διαφυλάσσει τόσο, όσο η ταπεινοφροσύνη και το να είμαστε μετριόφρονες και συνεσταλμένοι και να μη σχηματίζουμε ποτέ καμμιά μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μας. Αυτό το πράγμα γνωρίζοντας καλά και ο Χριστός και αρχίζοντας την πνευματική εκείνη διδασκαλία, άρχισε πρώτα την παραίνεση από την ταπεινοφροσύνη, και όταν άνοιξε το στόμα του, αυτόν τον νόμο παρουσίασε πρώτα, λέγοντας αυτό «μακάριοι οι φτωχοί τω πνεύματι» (Ματθ. ε 3).

Όπως λοιπόν όταν πρόκειται κάποιος να χτίσει ένα μεγάλο και επιβλητικό σπίτι, βάζει και ανάλογο θεμέλιο, ώστε να μπορέσει να βαστάξει το προστιθέμενο αργότερα βάρος, έτσι ακριβώς και ο Χριστός, σηκώνοντας στις ψυχές τους τη μεγάλη εκείνη οικοδομή της πίστης, βάζει πρώτα, σαν κάποιο θεμέλιο και αρχή σταθερή και βάση μόνιμη και ακίνητη, την παραίνεση της ταπεινοφροσύνης, επειδή γνώριζε πως όταν αυτή ριζώσει στις ψυχές των ακροατών, όλα τα άλλα μέρη της αρετής μπορούν να χτίζονται με ασφάλεια. Όπως λοιπόν όταν αυτή απουσιάζει και αν ακόμη κατορθώσει κάποιος όλη την υπόλοιπη αρετή, κοπίασε άσκοπα και μάταια και άχρηστα, σαν εκείνον που έχτισε το σπίτι του επάνω στη άμμο, ο οποίος βέβαια υπέμεινε τον κόπο, αλλά δε χάρηκε το κέρδος, γιατί δεν έβαλε σταθερό θεμέλιο, έτσι και αυτός που χωρίς ταπεινοφροσύνη επιδιώκει οποιοδήποτε αγαθό, τα έχασε και τα κατέστρεψε όλα.

Και λέγοντας ταπεινοφροσύνη δεν εννοώ την ταπεινοφροσύνη που βρίσκεται στα λόγια, ούτε εκείνη που βρίσκεται πάνω στη γλώσσα, αλλά την ταπεινοφροσύνη που βρίσκεται μέσα στο νου, που προέρχεται από την ψυχή, που βρίσκεται μέσα στη συνείδηση, που μόνο ο Θεός μπορεί να τη βλέπει. Φθάνει αυτή η αρετή, και όταν παρουσιάζεται μόνη της πολλές φορές, να εξιλεώσει το Θεό. Και αυτό το φανέρωσε ο τελώνης. Γιατί αυτόν παρ” όλο που δεν είχε κανένα αγαθό και δεν μπορούσε να παρουσιασθεί από τα κατορθώματά του, λέγοντας μόνο «ελέησόν με τον αμαρτωλό», κατέβηκε από το ναό δικαιωμένος, παρά ο φαρισαίος, μολονότι βέβαια τα λόγια εκείνα δεν ήταν απόδειξη ταπεινοφροσύνης αλλά μόνο ευγνωμοσύνης. Γιατί ταπεινοφροσύνη είναι όταν κάποιος, αν και αναγνωρίζει στον εαυτό του μεγάλη αξία, δε φαντάζεται για τον εαυτό του τίποτε μεγάλο, ενώ ευγνωμοσύνη είναι όταν κάποιος, ενώ είναι αμαρτωλός, το ομολογεί αυτό. Αν όμως εκείνος που δεν αναγνώριζε στον εαυτό του κανένα αγαθό απέσπασε τόση εύνοια από το Θεό επειδή ομολόγησε αυτό ακριβώς που ήταν, πόση παρρησία θ” απολαύσουν αυτοί που μπορούν να πουν τα πολλά τους κατορθώματα αλλά όλα τα ξεχνούν και συγκαταλέγουν τον εαυτό τους ανάμεσα στους τελευταίους; Έτσι ακριβώς έκαμε και ο Παύλος. Γιατί, αν και ήταν πρώτος απ” όλους τους δικαίους, έλεγε ότι αυτός ήταν πρώτος από τους αμαρτωλούς (Α Τιμ. α 15) και όχι μόνο το έλεγε αλλά το είχε πιστέψει. Επειδή από το δάσκαλό του διδάχθηκε πως όταν τα κάνουμε όλα, πρέπει να ονομάζουμε τους εαυτούς μας άχρηστους δούλους (Λουκ. ιζ 10).

… Γιατί αν συμπεριφερόμαστε έστι, μας αρκεί αυτό για προσφορά και θυσία, όπως και ο Δαυΐδ έλεγε «θυσία τω θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο θεός ουκ εξουδενώσει». Δεν είπε απλώς ταπεινωμένη, αλλά και συντριμμένη, γιατί το συντριμμένο είναι και θρυμματισμένο, ούτε βέβαια, αν θέλει, μπορεί να υπερηφανευθεί. Έτσι και εμείς ας μη ταπεινώνουμε μόνο την ψυχή μας, αλλά και ας τη συντρίψουμε και ας τη θρυμματίσουμε και συντρίβεται όταν θυμάται συνέχεια τα δικά της αμαρτήματα. Αν την ταπεινώσουμε έτσι, δεν θα μπορέσει, έστω και να το θέλει να υπερηφανευθεί, γιατί η συνείδηση σαν κάποιο χαλινάρι τη σταματάει όταν σηκώνεται και τη συγκρατεί και την πείθει να είναι μετρημένη σε όλα.

Έτσι θα μπορέσουμε να βρούμε και χάρη ενώπιον του Θεού. «όσω γαρ μέγας ει», λέγει η Γραφή, «τοσούτω ταπείνου σεαυτόν, και εναντίον Κυρίου ευρήσεις χάριν» (Σοφ. Σειρ. 3, 18). Εκείνος όμως που βρήκε χάρη ενώπιον του Θεού, δε θα αισθανθεί καμμιά δυσκολία, αλλά και εδώ θα μπορέσει με τη χάρη του Θεού να ξεπεράσει εύκολα όλα εκείνα τα δεινά και να ξεφύγει τις τιμωρίες που υπάρχουν στη ζωή για τους αμαρτωλούς, γιατί η χάρη πηγαίνει παντού πριν απ” αυτόν και του εξευμενίζει τα πάντα».

«Όλοι όμως ας ταπεινώσουμε τις ψυχές μας με την ελεημοσύνη, με το να συγχωρούμε τις αμαρτίες των συνανθρώπων μας, με το να μη μνησικακούμε και με το να μην εκδικούμαστε. Αν ενθυμούμαστε συνέχεια τα σφάλματά μας, δε θα μπορέσει κανένα από τα έξω πράγματα να μας οδηγήσει σε αλαζονεία, ούτε τα πλούτη, ούτε η δύναμη, ούτε η εξουσία, ούτε η τιμή, αλλά, και αν ακόμη καθίσουμε στο βασιλικό όχημα, θα στενάξουμε πικρά. Γιατί και ο μακάριος Δαβίδ ήταν βασιλιάς και έλεγε «θα λούζω κάθε νύχτα το κρεββάτι μου», και δε ζημιώθηκε καθόλου από τη βασιλική πορφύρα και το στέμμα και δεν αλαζονεύθηκε, και επειδή είχε συντετριμμένη την καρδιά του θρηνούσε».

«Τι λοιπόν είναι τα ανθρώπινα πράγματα; Στάχτη και σκόνη, και σαν χνούδι μπροστά στον άνεμο, καπνός και σκια, φύλλο περιφερόμενο εδώ και εκεί και άνθος, όνειρο και μύθος και παραμύθι, άνεμος και αέρας απλώς σιγανός που φεύγει και χάνεται, φτερό που δε στέκεται, φύσημα αέρα που τρέχει και οτιδήποτε άλλο υπάρχει πιο μηδαμινό από αυτά.»

«Και αν ακόμη ανεβούμε στην ίδια κορυφή της αρετής, ας θεωρούμε τους εαυτούς μας τελευταίους απ” όλους, αφού μάθαμε ότι και από τους ίδιους τους ουρανούς η αλαζονεία μπορεί να καταρρίψει εκείνον που δεν προσέχει, και ότι από την ίδια την άβυσσο των αμαρτημάτων η ταπεινοφροσύνη μπορεί να ανεβάσει υψηλά εκείνον που ξέρει νασυμπεριφέρεται με μετριοφροσύνη. Γιατί αυτή έστησε τον τελώνη μπροστά από το φαρισαίο, ενώ εκείνη, δηλαδή η αλαζονεία και η υπερηφάνεια, νίκησε και ασώματη δύναμη, το διάβολο, ενώ η ταπεινοφροσύνη και η επίγνωση των αμαρτημάτων του εισήγαγε τον ληστή στον παράδεισο πριν από τους αποστόλους. Αν όμως αυτοί που ομολογούν τα δικά τους αμαρτήματα χαρίζουν στον εαυτό τους τόση μεγάλη παρρησία, εκείνοι που αναγνωρίζουν στον εαυτό τους πολλά αγαθά και ταπεινώνουν την ψυχή τους, πόσα στεφάνια δε θα επιτύχουν; Γιατί όταν η αμαρρτία είναι ενωμένη με την ταπεινοφροσύνη, τρέχει με τόση ευκολία ώστε να ξεπερνάει και να προλαβαίνει τη δικαιοσύνη που συνυπάρχει με την αλαζονεία. Αν λοιπόν τη συνδέσεις με τη δικαιοσύνη που δε θα φθάσει; Πόσους ουρανούς δε θα περάσει; Οπωσδήποτε θα σταθεί κοντά στο θρόνο του Θεού ανάμεσα στους αγγέλους με πολλή παρρησία. Αν πάλι η αλαζονεία που συνδέθηκε με τη δικαιοσύνη μπόρεσε με την υπερβολή και τη βαρύτητα της δικής της κακίας να ταπεινώσει την παρρησία εκείνης, αν είναι ενωμένη με την αμαρτία, σε πόση γέεννα δε θα μπορέσει να γκρεμίσει αυτόν που την έχει;

Αυτά τα λέγω όχι για να αδιαφορούμε για τη δικαιοσύνη, αλλά για να αποφύγουμε την αλαζονεία, όχι για να αμαρτάνουμε, αλλά για να είμαστε μετριόφρονες. Γιατί η ταπεινοφροσύνη είναι θεμέλιο της δικής μας αρετής. Και αν ακόμη οικοδομήσεις επάνω άπειρα, είτε ελεημοσύνη είτε προσευχές, είτε νηστεία, είτε κάθε αρετή, αν δεν τεθεί αυτή πρώτα, όλα θα οικοδομηθούν άσκοπα και μάταια, και θα πέσουν εύκολα κάτω, όπως η οικοδομή εκείνη που κτίσθηκε πάνω στην αμμο. Γιατί δεν υπάρχει τίποτε που να μπορεί να σταθεί χωρίς αυτήν. Αλλά, είτε τη σωφροσύνη πεις, είτε την παρθενία, είτε την περιφρόνηση των χρημάτων, είτε οτιδήποτε άλλο, όλα είναι ακάθαρτα και μολυσμένα και βδελυρά όταν απουσιάζει η ταπεινοφροσύνη. Παντού λοιπόν ας την έχουμε μαζί μας, στα λόγια, στις πράξεις, στις σκέψεις, και μαζί της ας τα κτίζουμε αυτά.»

«Είσαι ταπεινός και μάλιστα ταπεινότερος από όλους τους ανθρώπους; Να μην υπερηφανεύεσαι γι” αυτό ούτε να κατηγορείς τους άλλους, για να μη χάσεις το καύχημά σου. Γι” αυτό δείχνεις ταπεινοφροσύνη, για να απαλλαγείς από την αλαζονεία. Αν λοιπόν μ” αυτήν πέσεις σε αλαζονεία, καλύτερα να μη δείχνεις ταπεινοφροσύνη, γιατί άκου τον Παύλο που λέγει «μέσω του καλού με οδηγεί στο θάνατο, για να γίνει η αμαρτία υπερβολικά αμαρτωλή χρησιμοποιώντας την εντολή». Όταν σου έρθει η σκέψη να θαυμάσεις τον εαυτό σου για την ταπεινοφροσύνη σου, σκέψου τον Κύριό σου που κατέβηκε, και δε θα θαυμάσεις πια τον εαυτό σου ούτε θα τον επαινέσεις, αλλά και θα το περιγελάσεις, γιατί δεν έκανε τίποτε. Οπωσδήποτε να θεωρείς τον εαυτό σου οφειλέτη. Ο,τι και αν κάνεις, θυμήσου εκείνη τη παραβολή «ποιός από σας», λέγει, «που έχει ένα δούλο, θα του πει, όταν επιστρέψει στο σπίτι, «κάθισε να φας»; Δε θα του πει αυτό, σας λέγω, αλλά «σήκω και υπηρέτησέ με»»

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος



Σάββατο, Αυγούστου 27, 2016

Κυριακή Ι’ Ματθαίου: Λόγος εις το ότι το να σεληνιάζεται κανείς και να πάσχει από τον δαίμονα, σημαίνει την υποδούλωσι στα θελήματα της σαρκός, όπως η πορνεία και άλλα (Αγ. Μακάριος ο Πάτμιος)

Ομιλία του Αγίου Μακαρίου του Πατμίου, σχετικά με το ότι το να σεληνιάζεται κανείς και να πάσχει από τον δαίμονα, σημαίνει την υποδούλωση στα θελήματα της σαρκός, όπως κυρίως η πορνεία.
Αξιος αληθώς πολλών επαίνων είναι ο σημερινός πατέρας —αν και ολιγόπιστος κατά έναν τρόπον— διότι εσυμπόνεσε τη δυστυχία του υιού του, δεν υπέφερε άλλο τα βάσανα, τους κινδύνους και τους πειρασμούς τους οποίους καθημερινώς του προξενούσε ο κοινός και αδιάλλακτος εχθρός. Είναι και κατ’ άλλον τρόπον επαινετός, για το ότι δεν προσέτρεξε σε ανθρώπινα νοσοκομεία, αλλά σε Αυτόν τον άμισθον ιατρόν των ψυχών και των σωμάτων. Και για να ειπώ εν ολίγοις, όσον υπερβολικά αξιοκατάκριτος θα ήταν ο πατέρας αυτού του δαιμονισμένου υιού, αν, βλέποντάς τον να κρημνίζεται πότε στα ύδατα και πότε στη φωτιά από τον δαίμονα, σφάλιζε τους οφθαλμούς, και του στερούσε έτσι τη δυνατότητα της θεραπείας, τόσον αξιέπαινος είναι τώρα, διότι έδειξε στον υιό του ευσπλαχνία πατρική. Γι’ αυτό και ο μισθαποδότης των καλών Θεός, μολονότι στην αρχή τον πλήγωσε με τον πικρόν έλεγχον της απιστίας, λέγοντας: «ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη! ως πότε έσομαι μεθ’ υμών; Έως πότε ανέξομαι υμίν»; πλην όμως ταχέως ιάτρευσε και την απιστία του, μα και τη βαρύτατη ασθένεια του υιού του. Και εκτός αυτού του έδωσε χάρη να δει οφθαλμοφανώς εκείνα που επεθύμησαν Πατριάρχες και Προφήτες να ιδούν, έστω και αινιγματωδώς. Τοιαύτα είναι τα κέρδη, τόσον υψηλά και μεγάλα τα στεφάνια, τόσες πολλές οι αμοιβές του Θεού προς τους πατέρες οι οποίοι φροντίζουν τη σωτηρία και υγεία των παιδιών τους. Και επειδή αυτή η αλήθεια είναι αναμφίβολος, δεν ηξεύρω πώς να απαριθμήσω τις κολάσεις που επικρέμανται στις κεφαλές εκείνων, που σφαλίζουν τους οφθαλμούς και δεν βλέπουν τα πάθη και τις αδυναμίες που καταδυναστεύουν τις ψυχές των αθλίων τους τέκνων. Στις εξωτερικές ασθένειες είναι πολυόμματοι, ενώ σε εκείνες που ημπορούν να τους προξενήσουν και θάνατον αιώνιον και παντοτεινή κόλαση και ατιμία ασύγκριτη, αποκοιμώνται, δεν έχουν καμία συμπάθεια και πατρική ευσπλαχνία.
Ποίος πατέρας, ποία μητέρα είναι τόσον άσπλαχνος, τόσον ασυμπαθής, ώστε, βλέποντας τον υιόν ή τη θυγατέρα του να έχει ριφθεί από τον δαίμονα πότε στην φωτιά, πότε στα ύδατα, δεν πονά η ψυχή του, δεν σαλεύει η καρδία του, δεν ζητεί την ελευθερία του πάθους, δεν φροντίζει για ιατρό; Και όμως, ο πραγματικός δαιμονισμένος είναι αυτός που έχει την ψυχή του τόσο υποδουλωμένη στα θελήματα της σαρκός ώστε να κρημνίζεται πότε σε τούτο και πότε σε εκείνο το πάθος. Αυτό είναι ουσιαστικά το να καταληφθεί κανείς από δαιμόνιο, αυτός είναι ο βαρύτερος σεληνιασμός, αυτό είναι το βλαπτικότερο δαιμόνιο. Και όμως, ο πατέρας και η μητέρα δεν έχουν σπλάγχνα πατρικά σε τέτοια φοβερά και φριχτά πάθη των τέκνων τους, και αυτό οφείλεται ή στο ότι είναι εντελώς άπιστοι ή στο ότι δεν γνωρίζουν ότι περισσότερη ζημία προξενεί στον άνθρωπο ένα ψυχικό πάθος, παρά ο σεληνιασμός. Και για να γίνει αυτό φανερό, πρέπει να φέρωμε πάλι στο μέσον το πάθος της πορνείας. Και προσέχετε.
Κάποιος από τους παλαιούς χριστιανούς ηρώτησε τον αδελφό του Μεγάλου Βασιλείου, Γρηγόριον: αφού ο πανάγαθος Θεός με τόσην άκραν και ακατανόητον συγκατάβασιν ήλθε στη γη για να καταπαύσει τη δύναμη και την εξουσία του διαβόλου, πώς ευρίσκονται πάλι στον κόσμο φόνοι, πορνείες και μοιχείες; Έπρεπε να βγει εντελώς από τη μέση η ενέργεια του δαίμονος. Αποκρίνεται ο Άγιος με τη συνηθισμένη του ευγλωττία και λέγει: καθώς όταν χτυπήσει κάποιος έναν όφι στην κεφαλή, εκείνη συντρίβεται, αλλά το υπόλοιπο μέρος του παραμένει ζωντανό, έτσι και ο καθαιρέτης του δράκοντος, αφού κατέστρεψε την κεφαλή του, δηλαδή την καταστρεπτική των καλών δύναμη, δεν προχώρησε στον πλήρη αφανισμό του, για να γυμνάζονται οι μεταγενέστεροι. Συνέτριψε, λέγει, ο Πανάγαθος Θεός την κεφαλήν του δαίμονος, αλλά το υπόλοιπο μέρος το άφησε να σαλεύει, για να έχουν οι άνθρωποι άθλημα, ώστε αγωνιζόμενοι να διακριθούν οι δυνατοί, από τους αδυνάτους. Επαινώ την παρομοίωση του Αγίου, προσκυνώ τους λόγους του και τους τιμώ ως χρησμούς, πλην όμως, αναλογιζόμενος τις πολλές και αναρίθμητες συμφορές στις οποίες κρημνίζει καθημερινώς τους ανθρώπους ο νοητός εκείνος δράκοντας με τη συντριμμένη κεφαλή του δια μέσου μιας γυναικός πόρνης, θα έλεγα ότι αυτή αναπληρώνει την δύναμη της κεφαλής, και ακολούθως συμπεραίνω, ότι περισσότερη ζημία προξενεί στην ψυχή ο ακέφαλος εκείνος δράκοντας δια μέσου της γυναικός, παρά εάν είχε την κεφαλήν ζωντανή, όπως πριν την ένσαρκον οικονομίαν. Είναι λοιπόν ολιγότερος ο κίνδυνος σε εκείνον που θα κυριευθεί σωματικώς από τον νοητό δράκοντα, ή και από αυτόν τον ίδιο τον νοητό, παρά από γυναίκα.
Ευρίσκεται τάχα πατέρας τόσο πτωχός σε φρόνηση, τόσον αναίσθητος, ο οποίος βλέπει τον υιό του να ευρίσκεται σε κάποιο θανάσιμο πάθος, όπως είναι η κλοπή ή η ιεροσυλία, και δεν αγανακτεί, δεν τον επιπλήττει με αυστηρούς λόγους, δεν φροντίζει για την επιστροφή του από τόσο μεγάλο κακό, με όποιον τρόπον ημπορεί, και με γλυκείς και πικρούς λόγους;… Λοιπόν, πόσης κατηγορίας, πόσης κολάσεως είναι άξιοι οι γονείς εκείνοι που βλέπουν τα τέκνα τους κυλιόμενα μέσα στα σαρκικά πάθη, σε πορνείες και μοιχείες, τα οποία είναι αμαρτήματα βαρύτερα και από την κλοπή και την ιεροσυλία, και όμως αμελούν, παραβλέπουν, περιφρονούν τη διόρθωση των τέκνων, ενώ γνωρίζουν ότι, καθώς προείπα, αυτά τα αμαρτήματα είναι βαρύτερα και από την κλοπή, όπως ολοφάνερα το κηρύττει ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και Μάρτυς.
Και ο πατέρας δεν φωνάζει, πρὀσεχε υιέ μου, μην εισέλθεις σε αυτό το διαβολικό σπίτι, το πορνείο. Όποιος άνθρωπος εισέλθει εκεί μέσα, δεν εξέρχεται πλέον άνθρωπος αλλά ζώον άλογον… Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να πέσει κάποιος σε έρωτα γυναικός πόρνης. Και λοιπόν, αν εσύ έχεις σπλάχνα πατρικά, πώς δεν φωνάζεις όταν βλέπεις το παιδί σου σε τοιούτον κίνδυνον; Πώς δεν του λέγεις μαζί με τον Χρυσόστομον, φεύγε, υιέ μου, από γυναίκα πόρνη, διότι αυτή είναι βέλος που λαβώνει χωρίς σίδερο, αυτή είναι ο ιξός των νέων, το ακόνι της επιθυμίας, η καπηλεία του σώματος, η επιζήμιος πραγματεία, το δίκτυον της νεότητος, η ασκέπαστος παγίδα, η πολυκέφαλος λέαινα, η δυσωδία της πόλεως, η επιδημία που έρποντας μολύνει κάθε αίσθηση.
— Ναι, αποκρίνονται, του είπα πολλές φορές, αλλά δεν με άκουσε, επειδή το κάλλος του σώματος κυρίευσε τις αισθήσεις του υιού μου, και δεν έχει την δύναμη να υπακούσει.
Ίσως να λέγεις αλήθεια, πλην όμως συ είσαι η αιτία της παρακοής του υιού σου. Επειδή ποτέ δεν του φανέρωσες τι είναι κάλλος γυναικός, ποτέ δεν σε άκουσε να του λέγεις τι έχει μέσα του αυτό το δέρμα που λάμπει στο πρόσωπο της πόρνης. Δεν του είπες ποτέ ότι η υπόστασις του βλεπομένου κάλλους δεν είναι τίποτε άλλο, όπως το περιγράφει το πάνχρυσο στόμα της Εκκλησίας, παρά φλέγμα, ρεύμα, αίμα και χυλός από σαπισμένη τροφή… Αν είχες οφθαλμούς να δεις μέσα από αυτό το δέρμα, θα έλεγες ότι το σώμα το λαμπρόν της πόρνης δεν είναι παρά ένας τάφος ασβεστωμένος… Και από τοιαύτην ακαθαρσίαν είναι γεμάτα όλα τα μέλη της πόρνης. Είπες ποτέ λόγια σαν αυτά στον υιό σου;… Πότε του είπες, υιέ μου, μην πλανάσαι από αυτό το εξωτερικόν κάλλος που βλέπεις, διότι είναι πλαστόν, είναι νόθον, είναι κατασκευαστόν. Και αν θέλεις να γνωρίσεις τι είναι αυτό που επιθυμείς, βλέπε το στο γήρας, βλέπε το στον καιρό της ασθενείας, βλέπε το μέσα στους τάφους. Και αν, υποθετικώς, και σε αυτή την αλήθεια δεν πείθεται, αλλά όλως δι’ όλου κατά το προφητικόν «εταπεινώθη εις χουν η ψυχή, εκολλήθη εις γην η γαστήρ» του υιού σου και ηχμαλωτίσθη όλως δι’ όλου από τον πηλόν του φαινομένου κάλλους, υπεδουλώθη στη στάχτη και στη λάσπη, μεταχειρίσου άλλον τρόπον, απαρίθμησε του τις συμφορές, τις πτωχείες, την περιφρόνηση και πολλές φορές τους αιφνιδίους θανάτους που συνέβησαν σ’ εκείνους που κυριεύθησαν από τοιούτον πάθος.
Είπες ποτέ συ ο καλός πατέρας τέτοιους λόγους, για να διορθώσεις τον υιό σου;… Δεν ακούεις κάθε ημέρα τον θεόσοφον Λουκά, που φωνάζει στις Πράξεις «απέχεσθαι ειδωλοθύτων και πορνείας»; Δεν σου κηρύττει ο μακάριος Παύλος, ότι είναι φανερά τα έργα της σαρκός, τα οποία είναι η πορνεία, η μοιχεία, η ακολασία και η ασέλγεια; Δεν προστάζει ο ίδιος τους Εφεσίους ότι δεν πρέπει όχι μόνον να ευρίσκεται τοιούτον πάθος στις πολιτείες των Χριστιανών, αλλά ούτε καν το όνομά του να ακούεται; «Πορνεία δε και ακαθαρσία μηδέ ονομαζέσθω εν υμίν, καθώς πρέπει αγίοις». Δεν δίδει την απόφασιν ο ίδιος Απόστολος, ότι όσοι μολύνουν το βάπτισμα με τοιούτο πάθος, είναι απόκληροι της Βασιλείας των ουρανών; «μη πλανάσθε, ούτε πόρνοι, μαλακοί, και αρσενοκοίται, βασιλείαν Θεού ου κληρονομήσουσι». Δεν άκουσες από την Παλαιάν Γραφήν ότι το βδελυρό αυτό αμάρτημα εθανάτωσε σε μία ημέρα είκοσι τρεις χιλιάδες υιούς του Ισραήλ; Δεν παραγγέλλει ο μακάριος Πέτρος να απέχουν οι χριστιανοί από αυτές τις σαρκικές επιθυμίες, επειδή προξενούν θάνατο στην ψυχή; «Αγαπητοί, παρακαλώ ως παροίκους και παρεπιδήμους, απέχεσθαι των σαρκικών επιθυμιών, αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής». Αυτά ούτε οι πατέρες τα ακούουν ούτε οι υιοί, και αιτία είναι το διαβολικό πάθος της πορνείας, που τυφλώνει το νου, κλείνει τα ώτα και απονεκρώνει τις αισθήσεις υπερβολικά, περισσότερο από όσο κατορθώνει ένα δαιμόνιο που κατά παραχώρηση κυριεύει τον άνθρωπο.
Ας εξορίσουμε λοιπόν μέσα από την καρδία μας κάθε είδος πορνείας, ας αποστείλωμε πρέσβη στον ιατρό ψυχών και σωμάτων, στον γλυκύτατον Ιησούν, την αποχή των προτέρων κακών, τη μετάνοια συντροφιασμένη με το αληθινό βάλσαμο της ψυχής, που είναι τα θερμά δάκρυα. Ας ακολουθήσει και η συντριβή της καρδίας, που είναι το αψευδέστατο σημείον όσων μετανοούν αληθινά. Αυτά ας αποστείλωμε, σαν άλλον πατέρα και μεσίτη, προς τον Θεόν. Και εάν μεν ελέγξει την απιστία μας λέγοντας: «ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη, έως πότε έσομαι μεθ’ υμών, έως πότε ανέξομαι υμάς», έως πότε θα υποφέρω την αχαριστίαν που δεικνύετε στους νόμους μου, έως πότε θα βλέπω την εικόνα μου μολυσμένην από τις σαρκικές σας επιθυμίες, έως πότε θα βλέπω το Ευαγγέλιό μου περιφρονημένο, το αίμα μου ματαίως για σας χυμένο, το σώμα μου με τα ακάθαρτά σας χείλη μασημένο; Με αυτά και μύρια άλλα αν μας ελέγξει ο καρδιογνώστης Θεός, θα αποκριθεί η μετάνοιά μας λέγοντας: «πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τη απιστία». Δεν το αρνούμεθα, Κύριέ μου, ότι εμείς σε καταφρονήσαμε περισσότερο, παρά η σκληροκάρδιος γενεά των Ιουδαίων. Το ομολογούμε, ότι κλίνουμε περισσότερο στα θελήματα της σαρκός, παρά στην προσταγή των δικών σου αγίων νόμων. Πλην παρακαλούμε την αγαθότητά σου, λυπήσου το πλάσμα σου, σπλαγχνίσου τα έργα των χειρών σου, ελέησον τους βαπτισμένους στο όνομά σου, ενθυμήσου ότι ήλθες στη γη για τους αμαρτωλούς και όχι για τους δίκαιους. Μη δεις εκείνα που ζητεί η δικαιοσύνη σου, αλλά εκείνο που χρειάζεται η αδυναμία μας. Εξόρισε, λοιπόν, τα πονηρά πάθη που κατακυριεύουν την ψυχή μας, σπλαγχνίσου και εμάς όπως κάποτε τον δαιμονιζόμενο, για να δοξάζεται το πανάγιον όνομά Σου στους απεράντους αιώνας.
Αμήν.
(18ος αιών, Ευαγγελική Σάλπιγξ, σελ. 18 – Αποσπάσματα από το βιβλίο "Πατερικόν Κυριακοδρόμιον", σελίς 217 και εξής. Επιμέλεια κειμένου: Δημήτρης Δημουλάς)
(Πηγή ηλ. κειμένου: "Ορθόδοξη Πορεία")

Πρόσεχε, μην πάρουν τα μυαλά σου αέρα

Η ΑΡΕΤΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΣΥΓΚΡΑΤΗΣΗΣ
Άγιος Αντώνιος της Όπτινα

Άκουσα, ότι η οικογενειακή σας ζωή, το σπίτι σας, δεν είναι έξω από αρρώστιες και από άλλες λυπηρές καταστάσεις, και λυπήθηκα πολύ.
Καί παρακάλεσα τον Κύριο, να σας επισκεφθή με ευσπλαχνία και έλεος· και να θεραπεύσει τις ασθένειές σας.
Τι να κάμωμε;
Έτσι το θέλησε ο Κύριος: να μη περνάει η πρόσκαιρη αυτή ζωή χωρίς πίκρες και θλίψεις.
* * *
Η αγία Γραφή λέγει: «πάσα κεφαλή εις πόνον και πάσα καρδία εις λύπην» (Ησ. 1,5). Δηλαδή: Δεν θα βρείς στον κόσμο κεφάλι χωρίς σκοτούρες- καρδιά χωρίς πόνο και στενοχώριες.
Καί αυτό ισχύει όχι απλά για κάθε άνθρωπο· αλλά και για τους αγίους!
Δεν υπάρχει άγιος, που - όσο άγιος και τέλειος και αν ήταν - να πέρασε στη ζωή του χωρίς πόνο και θλίψη, χωρίς να υποφέρει.
Γιατί όμως; γιατί;

Απαντάει ο απόστολος Παύλος: «Ίνα μη υπεραίρομαι». Γιά να μη πάρουν τα μυαλά μου αέρα! Γιατί, ο άνθρωπος, όταν τα έχει όλα καλά, μεγαλοπιάνεται (Β' Κορ. 12,7).
Καί όποιος μεγαλοπιάνεται, σκέφτεται απάνθρωπα· και μιλάει και ενεργεί απάνθρωπα!
Αν λοιπόν άγιοι σαν τον απόστολο Παύλο υπόφεραν πολλά, για να μην πάρουν τα μυαλά τους αέρα, πόσο πιο πολύ είναι για μας ευεργεσία θεική, όταν υποφέρουμε!
Πότε είναι για μας ο πόνος ευεργεσία;
Όταν μας κάνει και ψάχνουμε να ιδούμε, πως περπατάμε».
Όταν αυτό δεν το κάνουμε, από μόνοι μας, μας χρειάζονται οι θλίψεις· γιατί είναι ο μόνος τρόπος που μπορεί να μας κάμει να ξυπνήσουμε.

Μετάφραση: +ο Ν. Μ.
Περιοδικο Λυχνία, Ι. Μ. Νικοπόλεως και Πρεβέζης, 2007

Κυριακή, Ιουλίου 31, 2016

Η ημέρα του Κυρίου (Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος)


Εἶναι δύσκολο νά μιλήσει κανείς γιά τή μέλλουσα κρίση. Ἐπειδή δέν θά πεῖ γιά τά παρόντα καί ὁρατά, ἀλλά γιά τά μέλλοντα καί ἀόρατα. Καί ἐγώ, πού θά μιλήσω, καί ἐσεῖς, πού θά μέ ἀκούσετε, χρειαζόμαστε πολλές προσευχές καί καθαρότητα τοῦ νοῦ καί φόβο Θεοῦ. Ἐγώ γιά νά μιλήσω σωστά, κι ἐσεῖς γιά ν᾿ ἀκούσετε προσεκτικά. Τό θέμα αὐτοῦ τοῦ λόγου εἶναι «ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου», τότε πού ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὁ Κύριός μας, θά ἔρθει πάλι, ὄχι ὅμως πιά σά λυτρωτής, μά σάν κριτής, «ὅς ἀποδώσει ἑκάστῳ κατά τά ἔργα αὐτοῦ». Τότε, ὅταν θ᾿ ἀστράψει ἡ ὑπερουράνια λάμψη τῆς Θεότητός Του, ὁ αἰσθητός ἥλιος θά σκεπαστεῖ ἀπό τή λαμπρότητα τοῦ Δεσπότου τῆς κτίσεως, τ᾿ ἀστέρια θά σβηστοῦν καί ὅλα θά δώσουν τόπο στόν Ποιητή τους. «Ὥσπερ γάρ ἡ ἀστραπή ἀστράπτουσα ἐκ τῆς ὑπ᾿ οὐρανόν εἰς τήν ὑπ᾿ οὐρανόν λάμπει, οὕτως ἔσται καί ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ ἡμέρᾳ αὐτοῦ». Τότε ὁ Θεός θά τά γεμίσει ὅλα μέ τό φῶς Του, καί θά ᾿ναι πιά, μόνος Αὐτός, Ἡμέρα μαζί καί Θεός...
Ἐνῶ ὅμως γιά τούς δίκαιους καί τούς μετανοημένους ὁ Κύριος θά εἶναι Ἡμέρα ἀνέσπερη, ἀτέλειωτη καί γεμάτη χαρά παντοτινή, στούς ἁμαρτωλούς καί ἀμετανόητους θά εἶναι ἀπρόσιτος καί ἀθέατος, ἐπειδή στήν παρούσα ζωή δέν φρόντισαν νά καθαριστοῦν, γιά νά δοῦν καί ν᾿ ἀπολαύσουν τό φῶς τῆς δόξας Του. Δίκαια, ἑπομένως, θά τό στερηθοῦν. Γιατί ὁ πανάγαθος Θεός χάρισε στούς προπάτορές μας – καί διαμέσου αὐτῶν καί σέ μᾶς – τό αὐτεξούσιο, ἔτσι πού νά κάνουμε τό καλό ὄχι μέ γογγυσμό ἤ μέ βία, ἀλλά μέ τήν ἐλεύθερη προαίρεσή μας. Θέλησε καί θέλει νά τηροῦμε τίς ἐντολές Του μέ χαρά καί προθυμία, ἀφοῦ, ἐκπληρώνοντας πάντα τό ἀγαθό, πραγματοποιοῦμε τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν», μοιάζουμε δηλαδή στό ἀπόλυτο Ἀγαθό, σ᾿ Ἐκεῖνον, τόν Θεό, γινόμαστε χαρισματικά Θεοί, κληρονομοῦμε τήν οὐράνια βασιλεία.
Πρῶτοι ὅμως οἱ πρωτόπλαστοι ὑπάκουσαν θεληματικά στό διάβολο, παραβαίνοντας τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, ἔχασαν τήν ἐλπίδα νά ἐκπληρώσουν τό «καθ᾿ ὁμοίωσιν» κι ἔγιναν δοῦλοι τοῦ πονηροῦ. Στή συνέχεια κι ἐμεῖς, οἱ ἀπόγονοι τῶν πρωτοπλάστων, ὑποδουλωθήκαμε σ᾿ αὐτό τόν τύραννο, ὄχι μέ καμμιά βία, ἀλλά μέ τή θέλησή μας. Κι αὐτό τό ἔδειξαν φανερά ὅσοι εὐαρέστησαν τό Θεό πρίν ἀπό τήν ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ, παραδίνοντας τό θέλημά τους στόν Κύριο καί ὄχι στό διάβολο.
Θέλοντας λοιπόν ὁ φιλάνθρωπος Θεός νά ἐλευθερώσει ἀπό τή σκλαβιά τοῦ διαβόλου ὅσους Τόν εὐαρέστησαν πρίν καί μετά τό Χριστό, καθώς κι ἐκείνους πού θά Τόν εὐαρεστοῦσαν στό μέλλον, μέχρι τή συντέλεια τῶν αἰώνων, καταδέχθηκε νά γίνει ὁ Ἴδιος ἄνθρωπος, τιμώντας καί δοξάζοντας ἔτσι τό ἀνθρώπινο γένος. Τόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀγαθότητα καί ἡ φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας, πού ὄχι μόνο δέν μᾶς τιμώρησε αἰώνια γιά τήν παράβαση τῶν ἀγίων ἐντολῶν Του, ἀλλά, ὄντας ἄφθαρτος καί αἰώνιος, ἔγινε ἄνθρωπος φθαρτός καί θνητός, σάν κι ἐμᾶς. Καί παρουσιάστηκε στή γῆ μέ σάρκα θεοφόρα, ὄχι μόνο μέ τή Θεότητά Του. Γιατί ἡ φανέρωση τῆς Θεότητός Του γίνεται κρίση σ᾿ αὐτούς πού θά φανερωθεῖ. Κι Ἐκεῖνος δέν ἦρθε νά κρίνει τόν κόσμο, ἀλλά νά τόν σώσει. Ἄν φανερωνόταν ἡ Θεότητα ὄχι ἑνωμένη μέ τήν ἀνθρώπινη φύση στό πρόσωπο τοῦ Θεανθρώπου, ἀλλά μόνη Της, θ᾿ ἀφανιζόταν ἡ κτίση ὁλάκερη, γιατί ὅλοι σχεδόν τότε ἦταν κυριευμένοι ἀπό τήν ἀπιστία καί τήν ἁμαρτία. Καί ἡ Θεότητα, δηλαδή ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, δέν φανερώνεται σέ κανένα ἄνθρωπο ἄπιστο καί ἐμπαθῆ, τότε δέν φωτίζει, ἀλλά κατακαίει· δέν ζωογονεῖ, ἀλλά τιμωρεῖ.
Ἡ χάρη λοιπόν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἀπρόσιτη καί ἀθεώρητη στούς ἄπιστους καί τούς ἐμπαθεῖς. Στούς ἀνθρώπους ὅμως πού ἐργάζονται τίς ἐντολές μέ πίστη, φόβο Θεοῦ καί ἀληθινή μετάνοια, ἡ χάρη ἀποκαλύπτεται καί συνάμα ἀποκαλύπτει τήν κρίση, πού μέλλει νά γίνει. Αὐτοί βλέπουν τότε κιόλας, νοερά, τήν ἡμέρα τῆς θείας κρίσεως. Καί φωτισμένοι ἀπό τή χάρη, ἀντικρύζουν καθαρά τόν ἑαυτό τους, ποιοί εἶναι καί σέ τί πνευματική κατάσταση βρίσκονται. Κι ἔπειτα βλέπουν ὅλα τους τά ἔργα, τίς σωματικές πράξεις καί τίς ψυχικές ἐνέργειες. Κι ἔτσι κρίνονται καί ἀνακρίνονται μόνοι τους ἀπό τώρα, πρίν κριθοῦν ἀπό τόν Κριτή. Συλλογίζονται ἕνα πρός ἕνα ὅλα τ᾿ ἁμαρτήματά τους. Σκέφτονται πώς ἐξαιτίας τους χωρίστηκαν ἀπό τόν Θεό. Μέμφονται καί καταδικάζουν τούς ἑαυτούς τους καί μετανοοῦν βαθιά καί κάνουν νηστεῖες, ἀγρυπνίες, γονυκλισίες καί ἄλλα ἔργα ἀποδεικτικά τῆς συντριβῆς τους. Καί τότε ἔρχονται σέ κατάνυξη, καί κλαῖνε καί ὀδύρονται καί βυθίζονται μέσα σέ ποταμούς δακρύων. Κι ἔτσι, λίγο-λίγο, ξεπλένονται καί καθαρίζονται, μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀπό τήν ἁμαρτία καί τά πάθη. Τοῦτο εἶναι τό δεύτερο βάπτισμα – τό βάπτισμα τῆς μετάνοιας στήν κολυμβήθρα τῶν δακρύων.
Μέ τό βάπτισμα αὐτό ὁ ἄνθρωπος γίνεται ὁλοκάθαρος, «υἱός φωτός καί ἡμέρας». Ἔτσιστή μέλλουσα κρίση δέν κρίνεται, γιατί αὐτοκατακρίθηκε πρωτήτερα· οὔτε ἐλέγχονται τά ἔργα του ἀπό τό φῶς τοῦ Κριτοῦ, γιατί φωτίστηκε ἐδῶ πρωτύτερα· οὔτε καίγεται ἀπό τή φωτιά τῆς κολάσεως, γιατί μπῆκε μόνος του σ᾿ αὐτήν πρωτύτερα· οὔτε θεωρεῖ πώς τότε μόνο θά ἔρθει «ἡ ἡμέρα τοῦ Κυρίου», ἐπειδή ἤδη ἔχει γίνει ὁλόκληρος ἡμέρα φωτεινή κι ὁλόλαμπρη, μέ τή μετάνοια, τήν κάθαρση καί τή μνήμη τοῦ Θεοῦ· οὔτε βρίσκεται πιά μέσα στόν κόσμο ἤ μαζί μέ τόν κόσμο, ἐπειδή νοερά ἔχει βγεῖ ἔξω ἀπό τόν κόσμο, ἐκπληρώνοντας τό λόγο τοῦ Κυρίου: «ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ ἐστέ, ἀλλ᾿ ἐγώ ἐξελεξάμην ὑμᾶς ἐκ τοῦ κόσμου». Νά γιατί ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «Εἰ ἑαυτούς ἐκρίνομεν, οὐκ ἄν ἐκρινόμεθα· κρίνομενοι δέ ὑπό τοῦ Κυρίου παιδευόμεθα, ἵνα μή σύν τῷ κόσμῳ κατακριθῶμεν».
Ὅσοι λοιπόν ἕγιναν ἤδη «τέκνα φωτός» καί «υἱοί τῆς μελλούσης ἡμέρας», «ὡς ἐν ἡμέρᾳ εὐσχημόνως περιπατοῦντες», δέν θά δοῦν καί δέν θά φοβηθοῦν τήν ἡμέρα τοῦ Κυρίου, γιατί τή ζοῦν παντοτινά, λουσμένοι στό θεῖο φῶς. Γιά ὅσους ὅμως ζοῦν μέσα στό σκοτάδι τῶν παθῶν, ἡ ἡμέρα ἐκείνη – πύρινη, φοβερή, ὀλέθρια – θά ἔρθει ξαφνικά κι ἀναπάντεχα. Πότε; Ἄγνωστο. «Περί τῆς ἡμέρας ἐκείνης καί ὥρας οὐδείς οἶδεν, οὐδέ οἱ ἄγγελοι τῶν οὐρανῶν», λέει ὁ Χριστός. «Ὡς παγίς γάρ ἐπελεύσεται ἐπί πάντας τούς καθημένους ἐπί πρόσωπον πάσης τῆς γῆς». Καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος συμπληρώνει καί μᾶς συμβουλεύει: «Περί τῶν χρόνων καί τῶν καιρῶν, ἀδελφοί, οὐ χρείαν ἔχετε ὑμῖν γράφεσθαι· αὐτοί γάρ ἀκριβῶς οἴδατε ὅτι ἡ ἡμέρα Κυρίου ὡς κλέπτης ἐν νυκτί οὕτως ἔρχεται. Ὅταν γάρ λέγωσιν “εἰρήνη καί ἀσφάλεια”, τότε αἰφνίδιος αὐτοῖς ἐφίσταται ὄλεθρος καί οὐ μή ἐκφύγωσιν. Ὑμεῖς δέ, ἀδελφοί, οὐκ ἐστέ ἐν σκότει, ἵνα ἡ ἡμέρα ὑμᾶς ὡς κλέπτης καταλάβῃ· πάντες ὑμεῖς υἱοί φωτός ἐστε καί υἱοί ἡμέρας. Οὐκ ἐσμέν νυκτός οὐδέ σκότους. Ἄρα οὖν μή καθεύδωμεν ὡς καί οἱ λοιποί, ἀλλά γρηγορῶμεν καί νήφωμεν… Ὅτι οὐκ ἔθετο ἡμᾶς ὁ Θεός εἰς ὀργήν, ἀλλ᾿ εἰς περιποίησιν σωτηρίας διά τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἀποθανόντος ὑπέρ ἡμῶν, ἵνα σύν αὐτῷ ζήσωμεν». Ἀμήν.
 
(“ΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ΠΑΤΕΡΙΚΗΣ ΣΟΦΙΑΣ”, Πνευματικά κεφάλαια βασισμένα σέ κείμενα τοῦ ὁσίου Συμεών τοῦ Νέου Θεολόγου, ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ)
 
Εὐχαριστοῦμε θερμά τόν Ἡγούμενο τῆς Ἱ.Μ. Παρακλήτου γιά τήν ἄδεια δημοσίευσης ἀποσπασμάτων ἀπό τά βιβλία πού ἐκδίδει ἡ Ἱερά Μονή. Ἱερομόναχος Σάββας Ἁγιορείτης http://HristosPanagia3.blogspot.com

Τρίτη, Ιουλίου 12, 2016

Η πιο γρήγορη λύση, η Mετάνοια


Η πιο γρήγορη λύση, η Mετάνοια 


«Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν
και ενώπιόν σου» (Λουκ. ιε', 18).

Άγιος Ιωάννης ΧρυσόστομοςΚλαύσον τους αμετανοήτους, κλαύσον τους μηδέποτε μετανοήσαντες.
Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, 347-407 μ.Χ.

Μετάνοια – Ποίημα του μακαριστού Μητροπολίτου Καστοριάς 
Γρηγορίου του Β', Μαΐστρου (1974 – 1985).

Μ ε τ ά ν ο ι α
«Πάτερ, ήμαρτον εις τον ουρανόν
και ενώπιόν σου» (Λουκ. ιε', 18).

Παράβλεψα τα λόγια Σου και νά’μαι λαβωμένος,
κοιτάζω την Εικόνα Σου και είσαι δακρυσμένος.
……………………………………………………
Γιατί, Χριστέ, τα μάτια Σου τα βλέπω δακρυσμένα;
Θά’πρεπε στην κατάντια μου να είναι οργισμένα.
………………………………………
Τόσο, Χριστέ, με αγαπάς και αντί για την οργή Σου
με δάκρυα να συμπονάς το άθλιο παιδί Σου!
………………………………………
Αν στην δική μου προσβολή κοιτάς συμπονεμένα
και αντί για δίκαια οργή με μάτια δακρυσμένα,
τότε αλλοίμονο μου πια αν δεν μετανοήσω,
τη δακρυσμένη αγάπη Σου πώς να την αντικρύσω;
…………………………………………
Ελέησέ με Κύριε, Συ σταυρωμένη αγάπη,
μετανοιωμένο δέξαι με, συγχώρα μου τα λάθη.

(Απ’ το βιβλίο του «Δέηση», Καστοριά 1980, σελ. 42-43).

«Εφ' όσον όλοι είμαστε αμαρτωλοί, και κανένας δεν μπορεί να ξεφύγει τους πειρασμούς, άρα καμία από τις αρετές δεν είναι σπουδαιότερη από τη μετάνοια. Γι' αυτό και ποτέ δεν τελειώνει το έργο της μετάνοιας. Αμαρτωλοί και δίκαιοι, όλοι όσοι ποθούν να πετύχουν τη σωτηρία, πάντοτε χρειάζονται τη μετάνοια, όλοι, και αυτοί που προχώρησαν σε τελειότητα. Γιατί δεν υπάρχει όριο τελειώσεως. Και των τελείων η τελειότης είναι ατελής. Γι' αυτό ακριβώς η μετάνοια δεν περιορίζεται σε καιρούς και σε έργα. Είναι ισόβια. Μέχρι το θάνατο...»

Ισαάκ ο Σύρος

Ο μεγάλος δογματικός πατήρ της Εκκλησίας μας άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός λέγει πως μετάνοια σημαίνει επάνοδο από το παρά φύση στο κατά φύση και όδευση προς το υπέρ φύση. Είναι πορεία από το κατ' εικόνα στο καθ' ομοίωση. «Η μετάνοια είναι η πορεία από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση» 

Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός

Άγιος Ιωάννης ΧρυσόστομοςΕν τω Άδη ουκ εστί μετάνοια.
Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, 347-407 μ.Χ.


Ο Πέτρος, ο κορυφαίος και ο αρχηγός των αποστόλων, φοβήθηκε μια παιδίσκη και αρνήθηκε τρεις φορές τον Χριστό. Μεταμελήθηκε όμως και έκλαψε πικρά. Το κλάμα φανέρωνε την ολόψυχη του μετάνοια. Γι΄ αυτό δεν έλαβε μόνο την συγχώρηση για την άρνηση, αλλά και την αποκατάσταση στο αποστολικό αξίωμα. Έχοντας λοιπόν, αδελφοί, τόσα παραδείγματα ανθρώπων που αμάρτησαν και μετανόησαν και σώθηκαν, πρόθυμα και σεις να μετανοείτε και να εξομολογείστε. Έτσι θα λάβετε την συγχώρηση των αμαρτιών σας και θ' αξιωθείτε να κληρονομήσετε την βασιλεία των ουρανών μαζί με όλους τους αγίους «εν Χριστώ Ιησού, ω εστίν ή δόξα εις τους αιώνας των αιώνων» Αμήν. 

Αγίου Κυρίλλου Ιεροσολύμων

Το ατέλειωτο εργόχειρο της μετάνοιας: Η μετάνοια για τον αγωνιζόμενο είναι ένα εργόχειρο που δεν τελειώνει ποτέ. Τους πεθαμένους τους κλαίνε, τους θάβουν, τους ξεχνούν. Τις αμαρτίες θα τις κλαίμε συνέχεια, μέχρι να πεθάνουμε.

Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης

Να έχουμε αγάπη, πραότητα, ειρήνη. Έτσι βοηθάμε τον συνάνθρωπο μας, όταν κυριεύεται από το κακό. Μυστικά ακτινοβολεί το παράδειγμα, όχι μόνον όταν ο άλλος είναι παρών αλλά κι όταν δεν είναι. Ν' αγωνιζόμαστε να στέλνομε την αγαθή μας διάθεση. Ακόμη και λόγια όταν λέμε για τη ζωή του άλλου που δεν την εγκρίνομε, αυτός το καταλαβαίνει και τον απωθούμε. Ενώ αν είμαστε ελεήμονες και τον συγχωρούμε, τον επηρεάζομε -όπως τον επηρεάζει και το κακό- κι ας μην μάς βλέπει.

Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης
Άγιος Ιωάννης ΧρυσόστομοςΤο πίπτειν ανθρώπινον, το εμμένειν εωσφορικόν, το μετανοείν θείον.
Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος, 347-407 μ.Χ.


Σοφία Ντρέκου/αέναη επΑνάσταση

Πέμπτη, Ιουλίου 07, 2016

«Όταν έλθει καύμα…»('Ιερεμ. ιζ' 8)


«Όταν έλθη καύμα…»('Ιερεμ. ιζ' 8)
   Ή θερμοκρασία ανεβαίνει. Ζέστη. Ζέστη πού ώρα με την ώρα γίνεται πιο αισθητή. Ό αέρας ακίνητος. Μια δυσφορία πιέζει το στήθος. Έρχεται ό καύσωνας, ανυπόφορος και απειλητικός.    Το «καύμα» φθάνει. Τα δένδρα τρέμουν. Σαν να αισθάνονται ότι ό καύσωνας θα τα συντρίψει, θα τα ξεράνει, θα τα κάψει μέσα στην πύρινη αγκάλη του.Φοβούνται τα δέντρα.
Όχι όμως όλα. ' Υπάρχουν κι εκείνα πού δεν φοβούνται:«ού φοβηθήσονται, όταν έλθη καύμα» ('Ιερεμ. ιζ' 8). Δεν θα τρομάξουν στην επίθεση του καύσωνα. Όσο κι αν είναι σφοδρός, όσο κι άν στο πέρασμά του ξεραίνει τα πάντα, ορισμένα δέντρα δεν τον υπολογίζουν. Μπορούν να διατηρούνται ολόδροσα. Μέσα στην αποπνικτική ζέστη απλώνουν το φρέσκο φύλλωμά τους και είναι φορτωμένα καρπό. Δεν φοβούνται το καύμα. Ή εξήγηση είναι απλή. Δίπλα τους περνάει το ποτάμι. Οι ρίζες τους βυθίζονται στα βάθη της γης τα πάντοτε υγρά. «Ξύλων εύθηνούν παρ ’ύδατα και επί ικμάδα βαλεί ρίζαν αυτού και ού φοβηθήσεται, όταν έλθη καύμα» (' Ιερεμ.ιζ' 8).

Ή ζωή μας δεν είναι μια συνεχής άνοιξη. Το ξέρεις πολύ καλά. Ή εποχή πού όλα είναι πράσινα και δροσερά και όλα ανθισμένα και γελαστά δεν κρατάει πολύ. Ό ευχάριστος καιρός με τον φρέσκο ευωδιαστό αέρα και το νοτισμένο χώμα περνάει γρήγορα. Έρχεται το καλοκαίρι. Και μαζί του έρχεται και ή ζέστη. Και πολύ συχνά ή ζέστη μεταβάλλεται σε καύσωνα. Γίνεται καύμα πού κατακαίει στη φλογισμένη επαφή του τα πάντα.
  Στη ζωή του κάθε ανθρώπου θα υπάρξει οπωσδήποτε αυτή ή επίσκεψη τού καύσωνα. Θα νιώσει μια καυτή ατμόσφαιρα να τυλίγει την ψυχή του, να της αφαιρεί κάθε δροσιά και δύναμη.
Θα έλθει το καύμα πού λέγεται θάνατος άγαπημένου προσώπου.Θα έλθει το καύμα πού λέγεται απώλεια μιας θέσης, ανέχεια και στέρηση.Θα φθάσει ό καύσωνας πού ονομάζεται άρρώ- στια. Αρρώστια μακρά, βαριά, δαπανηρή, ανίατη.Θα φυσήξει ίσως ό λίβας του κακού και της αμαρτίας μέσα στο σπίτι. Και τότε από το στήθος του πατέρα ή της μάνας θα βγει ό στεναγμός της οδύνης: Μπήκε φωτιά στην οικογένεια μας. Καιγόμαστε. Πάμε να σκάσουμε.
  Θα έλθει κάποτε το καύμα στη ζωή του κάθε ανθρώπου. Τότε ή αγωνία θα πλακώσει την ψυχή.
Ό φόβος θα θρονιαστεί στην καρδιά και μαζί του ό πόνος. Τα μάτια θα γεμίσουν σκιές και ή όψη θα μαραθεί. Ό άνθρωπος θα μοιάζει με δέντρο πού το χτύπησε και το ξέρανε ό καύσωνας. Θα τρέμει, θα πνίγεται, θα άναζητάει λίγη δροσιά, μια κάποια ανακούφιση. Θα ζητάει γαλήνη, ασφάλεια...
  Δεν θα είναι όμως μόνο έτσι. Θα υπάρξουν πολλοί πού θα αντιμετωπίσουν διαφορετικά τον ερχομό του καύματος. Θα τον αντιμετωπίσουν με ηρεμία και θάρρος. Χωρίς φόβο. Χωρίς τρομοκρατημένο βλέμμα. Θα ακούσουν το βήμα του θανάτου πού πλησιάζει, θα ακούσουν το χτύπημα της αρρώστιας στην πόρτα του σπιτιού τους, θα οσφρανθούν την οικονομική καταστροφή, πού έρχεται. Και όμως δεν θα φοβηθούν. Γιατί θα είναι οι ευλογημένοι άνθρωποι, όπως τούς ονομάζει ό προφήτης Ιερεμίας. «Ευλογημένος ό άνθρωπος, ός πέποιθεν έπί τώ Κυρίω και έσται Κύριος έλπίς αυτού και έσται ώς ξύλον εύθυνούν παρ ’ ύδατα και έπί ικμάδα βαλεί ρίζαν αύτού και ού φοβηθήσεται, όταν έλθει καύμα» (' Ιερεμ. ιζ' 7-8). Ευλογημένος είναι ό άνθρωπος πού έχει στηρίξει την πεποίθησή του στον Θεό και ό Κύριος είναι ή ελπίδα του. Θα είναι για πάντα πολύκαρπο και εύσκιόφυλλο δέντρο και ποτέ δεν θα φοβηθεί τον καύσωνα.
Είναι μεγάλη ευλογία να έχει ό άνθρωπος βαθιές ρίζες. Να είναι ριζωμένος στον Θεό. Να στηρίζεται γεμάτος εμπιστοσύνη σ ’ Αυτόν. Ή ύπαρξή του να φυτρώνει δίπλα στον μεγάλο ποταμό τού λόγου τού Θεού και να ζωογονείται από την πεποίθησή του στον Κύριο. Τότε δεν θα έχει να φοβηθεί τον καύσωνα. Σαν το δέντρο, πού οι ρίζες του βυθίζονται στα βάθη της Γής είναι πάντοτε υγρά, έτσι κι αυτός θα δέχεται ήρεμα και θαρραλέα τον απειλητικό καύσωνα. «Ού φοβηθήσεται, όταν έλθει καύμα». Από όπου κι άν έλθει, οσοδήποτε σφοδρό κι άν είναι, όσο κι άν διαρκεί.
  Μέσα στην ανυπόφορη ζέστη, πού θα βασανίζει την ψυχή του, ό πιστός στον Θεό άνθρωπος θα νιώθει τη δροσιά και την αναψυχή πού χαρίζει ό Κύριος. Θα τη νιώθει βαθιά και γεμάτος ευγνωμοσύνη θα προσεύχεται:
Κύριε, ας είσαι ευλογημένος, γιατί είσαι ό μεγάλος ποταμός πού με ζωογονεί μέσα στον καύσωνα της ζωής.
Κύριε, ας είσαι δοξασμένος, γιατί μάς κάνεις το ασύγκριτο δώρο να μάς αξιώνεις να ριζώσουμε σε Σένα. Όσο μεγάλη κι άν είναι ή ξηρασία, δεν φοβόμαστε. Ή δροσιά Σου δεν θα μάς λείψει ποτέ...
Κύριε, ας είσαι ευλογημένος!
Θερμά Σε ικετεύω, κάνε με σαν το δέντρο το φυτευμένο στα άφθονα τρεχούμενα νερά πού θα φερνή πλούσιους και ώριμους καρπούς στον κατάλληλο καιρό και τα καταπράσινα φύλλα του θα διατηρούνται για πάντα. (Ψαλμός α' 3).
 "ΖΩΗ" Ιούνιος 2012

Δευτέρα, Μαΐου 30, 2016

ΠΟΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. " Ότι στο μελλοντικό πόλεμο θα υποφέρουν πιο πολύ οι λαοί πού θα βρεθούν μέ μεγαλύτερη υπερηφάνεια έναντι του Θεού."ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ


Μέ ρωτάτε, στρατηγέ, ποιος λαός είναι τέτοιος στην Ευρώπη ή την Αμερική;
Ανάμεσα στούς μικρούς λαούς πριν τον Πόλεμο, ιδιαίτερα ανάμεσα στούς υπόδουλους και βασανισμένους αγροτικούς λαούς, θα μπορούσατε ακόμα να βρείτε τέτοιο λαό. Όμως δε βλέπετε πώς οι λαοί μετά τον Πόλεμο άρχισαν να συντάσσονται μέ το κακό; Ή απιστία και ή σύγχρονη ειδωλολατρία ξεκίνησε από τούς μεγάλους λαούς των λευκών κι απλώθηκε ως πύρινος ποταμός στις τέσσερις πλευρές του κόσμου, διεισδύοντας όχι μόνο στις πατριαρχικούς και μικρούς λαούς τών λευκών, αλλά και στην Ασία, την Αφρική και σ’ όλα τα γνωστά νησιά πού κατέλαβαν.
«Πολιτισμός τών πιθήκων και τών δύσοσμων αερίων» έτσι αποκαλέστηκε από τούς εκπροσώπους τών στοχαστών της Ασίας, πού μέχρι σήμερα ήταν τόσο μισητός και χλευάστηκε από τούς λαούς τών άλλων πολιτισμών, τώρα τον υιοθετούν. 
Γιατί όμως οι λαοί τών υπόλοιπων λιγότερο εγωιστικών και πιο φιλειρηνικών πολιτισμών υιοθετούν τον Εύρωαμερικανικό πολιτισμό, αφού τον μισούν και τον χλευάζουν; Για τον ίδιο λόγο, στρατηγέ, πού ό Δαυίδ μη έχοντας δικό του σπαθί, τράβηξε το σπαθί του Γολιάθ και τον έσφαξε. Οι λαοί τών μη ευρωπαϊκών πολιτισμών άρχισαν εσπευσμένα να εξοπλίζονται μέ τον ευρωπαϊκό πολιτισμό για να μπορέσουν να αμυνθούν από την Ευρώπη και ακόμα - πράγμα πού επιθυμούν ειλικρινώς - δοθείσης ευκαιρίας μέ τά ίδια του τά όπλα να τον αποκεφαλίσουν. Όσο όμως μέσω τών μεγάλων τους τέκνων αντιστέκονταν στην Ινδία, στην Ιαπωνία, στην Κίνα και στην Αίγυπτο τόσο αποφασιστικότερη ήταν ή καταδίκη τού ευρωπαϊκού πολιτισμού. Γιατί τότε αυτοί οι λαοί έσπευσαν να υιοθετήσουν τον πολεμοχαρή ευρωπαϊκό πολιτισμό αναρωτιόμαστε και πάλι; Για να πολεμήσουν ενάντια στην Ευρώπη, να εκδικηθούν την Ευρώπη. Αυτή είναι ή μοναδική απάντηση.

Βέβαια αυταπατώνται όταν νομίζουν ότι ό ευρωπαϊκός πολιτισμός αποτελεί καλύτερη εγγύηση για τη νίκη στον πόλεμο απ’ ότι ό δικός τους πολιτισμός. Αφού σκεπτόμενοι κατ’ αυτόν τον τρόπο ξεχνούν - αν ποτέ το γνώριζαν αυτό - ότι δε νικά ό πολιτισμός, ούτε αυτός ούτε ό άλλος, αλλά ή αλήθεια και το δίκαιο. Κι αυτοί δεν υπολογίζουν εκείνον τον Τρίτο, Αόρατο Αποφασιστικό Παράγοντα. Καλά, και τί θα συμβεί αν καθόλα εξευρωπαϊστούν και νικήσουν την Ευρώπη; Σ’ αυτήν την περίπτωση άραγε δε θα αφανιστεί από τον πλανήτη μία μικρή Ευρώπη και θα παραμείνει μία μεγαλύτερη; Τί θα κερδίσουν μ’ αυτό; Εγώ, νομίζω πώς θα χάσουν και δε θα κερδίσουν. Αλλά ποιος είναι σε θέση τώρα να σωφρονίσει τούς αδελφούς μας από την Ασία και να τούς πείσει ότι γι’ αυτούς είναι καλύτερα να υπομείνουν την τυραννία της Ευρώπης παρά να γίνουν οι ίδιοι τύραννοι; Πώς θα μπορέσουν ν’ ακούσουν το λόγο μας, όταν παραμελούν ν’ ακούν τον ταυτόσημο λόγο από τούς δικούς τους πνευματικούς και ηθικούς νομοθέτες, τον Κρίσνα, το Βούδα, τον Κομφούκιο και το Λάο Τσε;

Παίρνουμε έδώ υπόψη και την Ασία, επειδή ό Θεός μπορεί ενδεχομένως να λάβει αυτή υπόψη του κατά την ανάθεση της μελλοντικής νίκης. Ποιό ξεκάθαρα: αν ό Θεός δε βρει ούτε έναν λαό στην Ευρώπη και την Αμερική ό όποιος θα άξιζε τη νίκη (στον πόλεμο μεταξύ των λευκών φυλών) θα καλέσει έναν ή περισσότερους λαούς από την Ασία και θα τούς χαρίσει τη νίκη. Θυμηθείτε και πάλι τη Βίβλο. Όταν ό Ιούδας αμάρτανε, ό Ισραήλ τού επιτιθόταν και τον νικούσε. Όταν ό Ισραήλ αμάρτανε, ό Ιούδας τού επιτιθόταν και τον νικούσε. Όταν και τά δύο αυτά κρατίδια Απομακρύνθηκαν εξίσου από το Θεό, τον Έναν και Ζώντα ξεπέφτοντας στην ειδωλολατρία, τότε ό Θεός κάλεσε από μακριά τον Άσσύριο βασιλιά Σαλμανασάρ και τον βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ - τον δούλο του Ναβουχοδονόσορ - και παρέδωσε στα χέρια τους και τά δύο εβραϊκά βασίλεια.

Οι μέχρι σήμερα σχέσεις των ευρωπαϊκών λαών είναι σχεδόν παρόμοια μέ τη σχέση τού Ιούδα και τού Ισραήλ. Τη μία περίοδο έπαιρνε τη νίκη ό ένας πάνω στον άλλον, την άλλη ό δεύτερος πάνω στον πρώτο, μέχρι πού φθάσαμε στον τελευταίο Πόλεμο όπου κανείς δε γνωρίζει ποιος από τά μεγάλα κράτη είναι πραγματικά ό νικημένος και ποιος είναι πραγματικά ό νικητής. Περισσότερο μοιάζουν για νικητές οι πιο μικρές χώρες όπως ή Σερβία, ή Ρουμανία, ή Τσεχία και ή Πολωνία. Δηλαδή οι απελευθερωμένοι σκλάβοι μοιάζουν περισσότερο μέ νικητές. Αλλά επειδή και αυτοί οι πρώην σκλάβοι πού θα έπρεπε να είναι οι πλέον ευγνώμονες και οι πλέον αφοσιωμένοι στο Θεό, μέ κωμικοτραγική βιασύνη άρχισαν να ενσωματώνονται στον ευρωπαϊκό οργανισμό της απιστίας και της ειδωλολατρίας, πραγματικά θα είναι πολύ δύσκολο να βρεθούν στην Ευρώπη καθαρά χέρια, για να παραλάβουν από τά χέρια τού Θεού τη νίκη.
Γιατί θα είναι παράξενο τότε αν ό Θεός ενόψει της επερχόμενης σύγκρουσης των χριστιανικών λαών οδηγήσει, ας πούμε τούς δούλους Του Κινέζους, για να τιμωρήσει το χριστιανικό Ιούδα και Ισραήλ , δηλαδή την Ευρώπη και την Αμερική;


Όλα αυτά όμως δεν εξαρτώνται μόνον από τούς ανθρώπους, αλλά και από τον ίδιο το Θεό. Ή νίκη στο μελλοντικό πόλεμο εξαρτάται και από τη μετάνοια. Εκείνος ό λαός πού θα μετανοήσει νωρίτερα, θα διορθωθεί και θα επικαλεστεί το Θεό, αν καν μπει στον πόλεμο κατά την Πρόνοια του Θεού, θα νικήσει. Και αυτός δεν είναι απαραίτητο να είναι ένας από τούς μεγάλους λαούς. Αυτός μπορεί να είναι κι ένας μικρός λαός, πού για τη μικρότητα και το απολίτιστο (μέ την ευρωπαϊκή έννοια φυσικά) μπορεί να περιγελούν οι μεγάλοι και πολιτισμένοι. Και τί θα γίνει, μέ ρωτάτε, αν όλοι οι χριστιανικοί λαοί μετανοήσουν; Ποιος τότε θα είναι ό νικητής; Τότε, στρατηγέ, όλοι θα νικούσαν. Όλοι θα πετύχαιναν την πιο λαμπρή νίκη, αφού σε μία τέτοια περίπτωση δε θα έφταναν καν ως τον πόλεμο. Όπως ή ποιότητα τού πνεύματος και τού ανθρώπινου χαρακτήρα θεμελιώνει τη νίκη, κατά τον ίδιο τρόπο ή ποιότητα τού πνεύματος και ό χαρακτήρας τού ανθρώπου θεμελιώνει και τον ίδιο τον πόλεμο. Ώ, μακάρι για το ανθρώπινο γένος, να μετανοήσουν όλοι και να γίνουν όλοι νικητές! Αλλά όμως αν και τίποτα από αυτό δεν είναι ευκολότερο και σωτήριο, οι σημερινοί άνθρωποι σε κάθε περίπτωση θα επέλεγαν εκείνο πού είναι δυσκολότερο και πιο θανάσιμο.


Και θα έρθει, στρατηγέ μου, το πιο δύσκολο και πιο θανατηφόρο, κι εσείς έχετε αρκετούς λόγος να ανησυχείτε για την πατρίδα σας, αν και όχι λιγότερους απ’ ότι έχουμε οι υπόλοιποι για τις δικές μας. Αφού ό λαός στην Αμερική έχει μεγάλη έπαρση για τη νίκη στον Παγκόσμιο Πόλεμο και άρχισε να κοιτάζει την Ευρώπη όχι μέ συμπόνια, αλλά μέ περιφρόνηση. Και την Ευρώπη και ολόκληρο τον κόσμο. Και αυτοί πού είναι περιφρονημένοι συνήθως νικούν αυτούς πού τούς περιφρονούν.



Και ενώ στούς υπόλοιπους νικητές τού πολέμου ή έπαρση τού νικητή μαλάκωσε μέ τη φτώχια, στην Αμερική ή έπαρση για τη νίκη δυνάμωσε τον πλούτο. Αλλά όταν το μπουλντόκ δαγκώνει το βουβάλι, το βουβάλι θα πέσει έξαλλο από την πληγή. Ό πόλεμος δεν είναι αναγκαίο να ξεκινήσει από εκεί πού προς στιγμή πιστεύουν οι άνθρωποι ότι θα ξεκινήσει. Πολλά παλιά ηφαίστεια μόνο καπνίζουν, κάποια νέα απότομα εμφανίζονται. Πριν αρχίσει ή γενικευμένη πυρκαγιά τού πολέμου θα υπάρξουν μερικές φοβερές μονομαχίες ή και τριπλές μάχες ανάμεσα στούς λαούς. Αλλά πολλές από αυτές τις νίκες θα είναι πύρρειος νίκη, εντελώς όμοιες μέ τις ήττες, όταν υπολογιστούν όλες οι συνέπειες τους.
Απ’ όλα όσα εκθέσαμε είναι ξεκάθαρη ή διδασκαλία:

α. Ότι στο μελλοντικό πόλεμο θα υποφέρουν πιο πολύ οι λαοί πού θα βρεθούν μέ μεγαλύτερη υπερηφάνεια έναντι του Θεού.

β. Ότι ή νίκη στο μελλοντικό πόλεμο θα κατοχυρωθεί μέ τη μετάνοια και την επιστροφή στο Χριστό.

γ. Ότι αν ούτε ένας χριστιανικός λαός δε μετανοήσει και δεν επιστρέψει στο Χριστό ως κέντρο της ψυχής του και της ζωής του, ή νίκη θα δοθεί από το Θεό στους ασιατικούς και μη χριστιανικούς λαούς.




 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ.  ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΒΙΒΛΟΣ. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΡΡΗΣΙΑ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...