Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κήρυγμα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κήρυγμα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Νοεμβρίου 03, 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΛΟΥΚΑ (Λουκά ιστ' 19-31) του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως κ.κ. Άνθιμου

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε' ΛΟΥΚΑ
(Λουκά ιστ' 19-31)

Μερικές ευαγγελικές περικοπές παρουσιάζουν την εξής δυσκολία: Δεν είναι μόνο δύσκολο να τις αναλύσουμε, είναι αδύνατο ακόμα και να ερμηνεύσουμε το νόημα των λέξεών τους. Παράδειγμα, η σημερινή παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. Σε μια εποχή μάλιστα, κρίσεως οικονομικής, ποιός θα συμφωνούσε στην οριοθέτηση αυτών των δύο εννοιών; Ποιός θα παραδεχτεί ότι είναι πλούσιος και ποιός θα αποδεχτεί ότι δεν είναι φτωχός, σε σύγκριση με άλλους! Χρειάζεται, λοιπόν, να ξεκαθαρίσουμε ότι πλούσιος είναι όποιος αρκείται σε όσα έχει και φτωχός είναι αυτός που κατατρώγεται από τη μανία να αποκτήσει περισσότερα.  Εδώ είναι σαν να ακούω τις αντιρρήσεις σας, που φωνάζουν για τα διακαιώματα των εργαζομένων, για τις κοινωνικές ευθύνες, για τις συντεχνιακές αδικίες, για την άνιση μισθοδοσία, για τις αποκλίσεις του δημόσιου από τον ιδιωτικό τομέα και συμφωνώ μαζί σας. Όμως, η σημερινή παραβολή, δεν αδικεί κανέναν άνθρωπο, δεν ακοκλείει κανένα δικαίωμα, δεν απαγορεύει καμμιά επιδίωξη. Πε-ριγράφει μόνο την έκβαση του βίου στο άνοιγμα της ζωής. Εμφανίζει την προοπτική των πράξεών μας στον ορίζοντα της αιωνιότητος. Επειδή, αυτό είναι το μόνο βέβαιο∙ ότι ο βίος μας που αρχίζει με τη γέννησή μας, θα περάσει κάποτε το πλατύσκαλο του θανάτου και έπειτα θα ανοιχτεί  στην πραγματικότητα της υπάρξεώς της. Την ατέλειωτη αυτή πορεία και την ποιότητά της, καθορίζουν οι πράξεις μας και ιδιαίτερα όσες έχουν να κάνουν με τους συνανθρώπους μας. Επειδή ο άνθρωπος, απέκτησε την αυτοσυνειδησία της υπεροχής του από τα ζώα, μόνο όταν συγκρότησε κοινωνίες, επειδή ο Θεός δεν είναι αυθαίρετη μονάδα αλλά Τριάδα και επειδή η ζωή που ζούμε, μας χαρίστηκε σαν δώρο και την οφείλουμε στους πριν από μας και στους μετά.  
Τ
ο βέβαιο που παρουσιάζει το σημερινό ευαγγελικό κείμενο είναι η ύπαρξη της άλλης ζωής. Η άλλη ζωή, είναι ένας κοινός πνευματικός τόπος όλων σχεδόν των λαών του πλανήτη. Ο άνθρωπος δεν θέλησε να ξεχάσει ποτέ, έναν άλλο κόσμο, από τον οποίο κάποτε ναυάγησε σε αυτόν εδώ. Μιά άλλη ποιότητα ζωής από την οποία ξέπεσε σ’αυτήν που ζούμε τώρα. Εναν κόσμο παραδεισένιο, απ’ όπου μια ξαφνική ανταρσία, επέφερε κοσμοχαλασιά και ανέτρεψε την αρμονία της κτίσεως και την αγαθή επικοινωνία του ανθρώπου με το Θεό. Αυτής της ζωής η διάρκεια και η ποιότητα είναι μειωμένα, σε σχέση με την πρώτη, την μόνιμη και αληθινή. Παρά την σκληρότητα αυτού του κόσμου, ο άνθρωπος, διατήρησε και την ελπίδα της επανάκαμψης, της επιστροφής στην αρχέγονη εκείνη κατάσταση της ξεγνοιασιάς και της αμέριμνης ζωής του.
Στη χριστιανική διδασκαλία, στη Γένεση, περιγράφεται περισσότερο αποκαλυπτικά η Πτώση του ανθρώπου και η θεληματική του απομάκρυνση από τον Παράδεισο και το Θεό. Σύμφωνα με το Ευαγγέλιο, οι όροι της επιστροφής μας στον χαμένο Παράδεισο, δεν καθορίζονται από το Θεό αλλά επιτυγχάνονται από τον ίδιο τον άνθρωπο. Τα κριτήρια της μετοχής μας στην άλλη ζωή μέχρι τον Ιησού Χριστό ανήκαν στο Θεό Πατέρα. Κατά το χρονικό διάστημα της επιγείου δράσεως του Χριστού, η εξουσία της διαχειρίσεως του Παραδείσου, είχε παραδωθεί στον Θεάνθρωπο Ιησού. Λίγο πριν αναληφθεί ο Χριστός, έδειξε στους ανθρώπους τον τρόπο και τον δρόμο μέσῳ του οποίου θα επιστρέψουμε στη Βασιλεία των Ουρανών. Ο τρόπος και ο δρόμος αυτός έχει να κάνει με τους συνανθρώπους μας και περνάει άλλοτε αγαπητικά κι άλλοτε θεραπευτικά από τη ζωή τους, πριν συνταντήσει την πύλη του Παραδείσου.
Ο
 πλούσιος τον οποίο περιγράφει η σημερινή περικοπή του Ευαγγελίου, όσο ζούσε σ’ αυτή τη ζωή, δεν σκέφθηκε ποτέ την άλλη. Οι καθημερινές φροντίδες και οι έγνοιες του ήταν τόσο πολλές, που λησμόνησε να προβληματισθεί τί θα απογίνει μετά το θάνατό του. Ήταν τόσο απορροφημένος στη δίνη των δραστηριοτητων του και δεν σκέφθηκε οτι είναι θνητός άνθρωπος. Ίσως και να ήταν τόσο δειλός που δεν ήθελε καν να συλλογισθεί ή να ακούσει για θάνατο. Θα μπορούσε να πει κάποιος ότι ο πλούσιος της παραβολής ήταν εγωϊστής. Οτι νοιάζονταν μόνο για τον εαυτό του.
Μα, δεν ειναι έτσι. Αν νοιάζονταν για τον εαυτό του, θα σκέπτονταν το μέλλον του. Θα εξασφάλιζε τον εαυτό του και για μετά το θάνατο.  Τελικά, ο πλούσιος ήταν ένας αφελής, κοντόφθαλμος άνθρωπος που έτρεχε διαρκώς και φρόντιζε με πάθος για πράγματα που δεν τον συνόδευσαν στο αιώνιο ταξείδι του. Σε όλη του τη ζωή αγωνίστηκε για φθαρτά και εφήμερα πράγματα. Μετά το θάνατό του, τα χρήματά του τα μετρούσαν άλλοι. Τα κοσμήματά του τα φορούσαν άλλοι. Τα ρούχα του τα πέταξαν. Τα χωράφια του τα καλλιεργούσαν οι κληρονόμοι του και στα σπίτια του κατοίκησαν ξένοι. Και εκείνος, ο πρώην πλούσιος, βημάτιζε γυμνός στους δρόμους της άλλης ζωής, τελείως προδομένος απ’ όσα αγωνίστηκε, παντελώς έρημος από όσα έφτιαξε. Τα χέρια του άδεια, τσέπες δεν είχε, χωράφια δεν υπήρχαν, τροφές δεν χρειάζονταν πιά. Τί κι αν τον εξυπηρέτησαν τα πλούτη του σε αυτόν τόν κόσμο; Σαν μια ημέρα πέρασε, οσο κρατάει η κίνηση των βλεφάρων, σαν όνειρο έσβυσαν όλα πιά.
Όμως, έπαθε και χειρότερο κακό! Χειρότερο απ’αυτό; Ναί! Μέσα στην αλλοφροσύνη της δράσης του και του πλουτισμού του, δεν πρόσεξε ποτέ κάποιον καμόμοιρο Λάζαρο, που σέρνονταν πεινασμένος και άρρωστος έξω από το αρχοντικό του. Και αυτόν, που εδώ δεν έτυχε να προσέξει, τον είδε εκεί, στον Παράδεισο, να απολαμβάνει όσα του στέρησε σε αυτή τη ζωή ο κόσμος. Ο πρώην πλούσιος προσπάθησε να τον πλησιάσει. Δεν υπήρχαν γέφυρες. Τις είχε γκρεμίσει ο ίδιος. Προσπάθησε να επικοινωνήσει. Δεν υπήρχε κοινωνία. Την είχε ο ίδιος διακόψει γιά πάντα. Έτσι θα ζούσε, λοιπόν, στην αιωνιότητα της Βασιλείας του Θεού. Φτωχός και παντέρημος. Έτσι επέλεξε ο ίδιος να ζήσει. Με τέτοια οικοδομικά υλικά έκτισε την εκεί κατοικία του. Και να του έδινε ο Θεός κάτι άλλο, δεν μπορούσε να το διαχειρισθεί. Δεν είχε καλλιεργήσει το πνεύμα του, δεν είχε εξασκήσει την αγάπη του, δεν είχε συνάψει φιλίες, δεν του όφειλε κανείς, δεν τον γνώριζε κανείς, γι’αυτό ούτε και το όνομά του αναφέρεται στο Ευαγγέλιο.

Το ερώτημα που κάποτε ανεβαίνει στην καρδιά μας, λέει: «Ο Θεός δεν θα τον λυπηθεί ποτέ; θα αντέχει η αγάπη του να βλέπει αιώνια τον πρώην πλούσιο σε εκείνον τον τόπο της συνειδησιακής βασάνου;»
Χρειαζόμαστε πολύ πίστη για να αντέξουμε την απάντηση: υποφέρει ο Θεός με τη αμετανοησία των αδίκων και των αμαρτωλών, όπως οι γονείς υποφέρουν με τις λαθεμένες επιλογές των παιδιών τους. Όμως, συνεχίζει να σέβεται και να μην παραβιάζει την ελευθερία της βουλήσεως των ανθρώπων. Η καρδιά του πλουσίου σκλήρυνε, πάγωσε σε αυτόν τον κόσμο, για πάντα. Όταν η Εκκλησία λέει «μετά θάνατον ουκ έστι μετάνοια», δεν εννοεί ότι θα μετανοούν οι άνθρωποι αλλά δεν θα τους συγχωρεί ο Θεός! Εννοεί ότι δεν θα μετανοούν, επειδή θα έχει παγιωθεί μέσα τους η κακία και η σκληρότητα. Ο σημερινός πλούσιος, βλέπετε, δεν ζήτησε συγνώμη από το Θεό για τις πράξεις του. Και η παράκλησή του να έρθει ο Λάζαρος να του βρέξει τα χείλη, απέβλεπε στο να καεί και ο Λάζαρος, έστω και για λίγο, όπως καίγονταν ο ιδιος, σχολιάζει ο Ιωάννης Χρυσόστομος.
Μακάρι, αγαπητοί, να μας φυλάξει ο Θεός από μια τέτοια στάση της ζωής μας αυτής, που καθορίζει και την άλλη.
Ο Μητροπολίτης
✥ Ο Αλεξανδρουπόλεως Άνθιμος

Σάββατο, Οκτωβρίου 20, 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ΄ ΛΟΥΚΑ (Λκ. η΄ 26–39) εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Σερβιών κα Κοζάνης


ΚΥΡΙΑΚΗ  ΣΤ΄  ΛΟΥΚΑ
(Λκ. η΄ 26–39) 
Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί,
Η διήγηση τοῦ θαύματος, ποὺ ἀκούσαμε σήμερα στὸ ἅγιο καὶ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, ἔχει ἕνα παράδοξο τέλος. ᾿Εμεῖς γνωρίζουμε ὅτι κάθε φορὰ, ποὺ ὁ Χριστὸς ἐπιτελοῦσε ἕνα θαῦμα, οἱ ἄνθρωποι γύρω του, ἐκτὸς ἀπὸ ὡρισμένους κακόβουλους, ἔμεναν ἔκπληκτοι καὶ ἐκδήλωναν τὸν ἐνθουσιασμὸ τους γι᾿ αὐτόν. ῎Ετσι συνέβη ὅταν σταμάτησε τὴν τρικυμία στὴ θάλασσα τῆς Τιβεριάδος, ὅταν θεράπευσε τὸν παραλυτικὸ στὴν Καπερναοὺμ καὶ ὅταν μὲ τὰ πέντε ψωμιὰ καὶ τὰ δύο ψάρια χόρτασε τοὺς πέντε χιλιάδες ἀνθρώπους χωριστὰ ἀπὸ τὰ γυναικόπαιδα. Τότε μάλιστα θέλησαν νὰ τὸν ἀνακηρύξουν καὶ βασιλιά. Τώρα ὅμως ποὺ ἀπάλλαξε ἕνα συνάνθρωπό τους ἀπὸ τὴ βασανιστικὴ κατοχὴ τοῦ δαίμονα, ποὺ θεράπευσε τὸν δαιμονισμένο, ἀντὶ γιὰ ἄλλη ἐκδήλωση θαυμασμοῦ καὶ εὐγνωμοσύνης, ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς περιοχῆς τὸν παρεκάλεσαν νὰ φύγη μακρυὰ ἀπὸ τὸν τόπο τους.
Τὸ κρίσιμο ἐρώτημα εἶναι: Γιατὶ οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ δὲν θέλουν τὸ Χριστὸ στὸν τόπο τους; Καὶ ἡ ἀπάντηση συνάγεται εὔκολα ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν ἱστορία. Δὲν θέλουν κοντά τους τὸν Χριστό, διότι κατακαταστρέφοντας τὸ κοπάδι τῶν γουρουνιῶν ἔθιξε τὰ παράνομα ὑλικὰ τους συμφέροντα. Θεωρητικὰ ἀναγνωρίζουν καὶ οἱ ἴδιοι τὴ δύναμη καὶ τὴν ἐξουσία ποὺ ἔχει. ῞Ομως δεν ἐπιθυμοῦν ἡ παρουσία του νὰ ρυθμίζη τὸν βίο τους. Δὲν θέλουν νὰ ὑποταχθοῦν στὸ θέλημά του, διότι αὐτὸ εἶναι ἀντίθετο ἀπὸ τὰ δικά τους θελήματα. ῾Ο Χριστὸς δὲν ἔχει θέση στὶς καρδιὲς καὶ στὶς πόλεις τῶν ἀνθρώπων, ποὺ δὲν θέλουν νὰ γίνουν δοῦλοι καὶ ὑποτακτικοί του.
Διώχνοντας τὸ Χριστὸ ἀπὸ κοντά τους οἱ Γαδαρηνοὶ πίστευαν ὅτι ἔμειναν ἀνεξάρτητοι καὶ ἐλεύθεροι. Αὐτὴ ὅμως ἦταν ἡ μεγάλη τους πλάνη. ᾿Αγνοοῦσαν ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἀπὸ τὴ φύση του ὑποτακτικὸς, ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει ἀπὸ μόνος του, ἀλλὰ εἶναι κτιστός, δηλαδή δημιουργημένος ἀπὸ τὸν Θεό. ῾Ο καθένας μας εἶναι τόσο ἐλεύθερος ὥστε νὰ μπορῆ νὰ διαλέξη τίνος δοῦλος θέλει νὰ εἶναι, τοῦ Χριστοῦ ἤ τοῦ ᾿Αντιχρίστου. Οὐδέτεροι δὲν μποροῦμε νὰ μείνουμε. Γι αὐτὸ καλούμαστε νὰ διαλέξουμε τίνος ὑπήκοοι θὰ εἴμαστε. Κι αὐτὸ, ἀφοῦ ἀναλογισθοῦμε τὶ σημαίνει ὑποταγὴ στὸ Χριστὸ καὶ τὶ σημαίνει ὑποταγὴ στὸν ᾿Αντίχριστο. ῾Η σημερινὴ εὐαγγελικὴ διήγηση μᾶς δίνει ἀνάγλυφα καὶ τὶς δύο εἰκόνες.
῾Η κατάσταση στὸ προσωρινὸ κράτος τοῦ διαβόλου ἀποτυπώνεται στὴν περιγραφὴ τοῦ δαιμονισμένου τῶν Γαδαρηνῶν, ὅπως ἀρχικὰ τὸν συνάντησε ὁ Χριστός. ῞Οταν ἐξεγείρεται ἀπὸ τὸ πονηρὸ πνεῦμα σπάζει τὶς ἁλυσίδες, σχίζει τὰ ροῦχα καὶ τρέχει σὰν τρελλὸς ἐδῶ κι ἐκεῖ, γιὰ νὰ καταλήξη νὰ κοιμᾶται στὰ μνήματα. Αὐτὸς ὁ τρόπος ζωῆς εἶναι τρόπος ἐξευτελιστικῆς δουλείας. ῞Ενας σώφρων ἄνθρωπος ποτὲ δὲν θὰ ἤθελε νὰ ἰδῆ τὸν ἑαυτό του σ᾿ αὐτὴ τὴ θέση. Κι ὅμως αὐτὴ εἶναι ἡ εἰκόνα ποὺ δείχνει κάθε ἕνας ποὺ κυριαρχεῖται ἀπὸ τὰ δουλικὰ πάθη, ὅπως εἶναι ἡ μέθη, ἡ φιλαργυρία, ἡ γαστριμαργία, ἡ ἀκολασία, ἡ φιλοδοξία, ἡ χρήση τῶν ναρκωτικῶν καὶ ἄλλα. Εἶναι ὅλα αὐτὰ ποὺ ὑποδουλώνουν καὶ στραγγαλίζουν τὰ ἐλεύθερα ἀνθρώπινα πρόσωπα. ῾Ο ἅγιος Χρυσόστομος τονίζει μὲ νόημα ὅτι «οἱ ἄνθρωποι ποὺ δουλεύουν στὰ πάθη δὲν διαφέρουν καθόλου ἀπὸ τοὺς δαιμονισμένους». Καὶ τὸ τελικὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ καταστροφή. Ὅπως τὸ λέγει ὁ ψαλμωδὸς: «Ὅτι ἰδοὺ οἱ μακρύνοντες ἑαυτοὺς ἀπὸ σοῦ ἀπολοῦνται» (72,27). Ὁ δὲ σύγχρονος ἅγιος Νικόλαος Ἀχρίδος παρατηρεῖ ὅτι «ὁ Χριστὸς ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν Εὐρώπη, ὅπως κάποτε ἀπὸ τὴν χώρα τῶν Γαδαρηνῶν, ὅταν οἱ Γαδαρηνοὶ τὸ ἐζήτησαν. Μόλις ὅμως Αὐτὸς ἔφυγε (ἀπὸ τὴν Εὐρώπη), ἦλθε πόλεμος, ὀργή, τρόμος καὶ φρίκη, κατάρρευση καὶ καταστροφή».
᾿Απὸ τὸ ἄλλο μέρος ἡ κατάσταση τοῦ ὑπηκόου τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ προβάλλεται στὴν εἰκόνα τοῦ πρώην δαιμονισμένου, ὁ ὁποῖος μετὰ τὴν θεραπεία κάθεται ντυμένος καὶ φρόνιμος δίπλα στὰ πόδια τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι μία εἰκόνα ποὺ δείχνει τὴν ἀξιοπρέπεια τοῦ ἀνθρώπου, αὐτὴ ποὺ τὸν κάνει ἔντιμο καὶ σεβαστὸ, ἀληθινὸ ἄνθρωπο. Γίνεται ἔτσι φανερὸ πόση εἶναι καὶ ἡ σημασία τῆς σωστῆς ἐνδυμασίας γιὰ τὸν χριστιανὸ καὶ τὴν χριστιανή. Τὸ ἀξιοπρεπὲς καὶ σεμνὸ ντύσιμο τοῦ χριστιανοῦ ἔχει σχέση μὲ τὴν ὑποταγή του στὸ Χριστὸ. Ἔχει σχέση μὲ αὐτὴν τὴν ἴδια τὴν ᾿Ορθόδοξη Πίστη του, διότι ἀπὸ αὐτὴν ἐξαρτᾶται ἡ ᾿Ορθόδοξη ζωὴ καὶ συμπεριφορά. Πρόκειται οὐσιαστικὰ γιὰ τὰ δύο κύρια γνωρίσματα τοῦ ᾿Ορθοδόξου χριστιανοῦ. Τὸ ἕνα εἶναι τὸ ᾿Ορθόδοξο δόγμα, δηλαδὴ ἡ πίστη καὶ ἡ ὑποταγὴ στὸ θεανθρώπινο πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Τὸ ἄλλο εἶναι τὸ ᾿Ορθόδοξο ἦθος, δηλαδὴ ἡ συμμόρφωση τοῦ βίου του σύμφωνα μὲ τὸ ἅγιο θέλημα τοῦ Θεοῦ. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι ἡ ἐκπλήρωση τοῦ τελικοῦ προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου, νὰ ζῆ τὴν ἀληθινὴ μακαριότητα κοντὰ στὸν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό.
᾿Αγαπητοὶ ἀδελφοί, μπροστά μας προβάλλουν καθημερινὰ τὰ δύο καθεστῶτα, τὸ προσωρινὸ κράτος τοῦ διαβόλου καὶ ἡ αἰώνια Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Δοῦλοι καὶ ὑπήκοοι θὰ εἴμαστε ὁπωσδήποτε. ᾿Αλλὰ τίνος, τοῦ Χριστοῦ ἤ τοῦ ᾿Αντιχρίστου; ῾Ο καθένας μας εἶναι ἐλεύθερος νὰ ἐπιλέξη, ἀλλὰ καὶ ὑπεύθυνος γιὰ τὶς συνέπειες τῆς ἐπιλογῆς του. Εἴθε νὰ ἐπιλέξουμε νὰ ζοῦμε ἱματισμένοι καὶ σωφρονοῦντες παρὰ τοὺς πόδας Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ ὅλα τὰ χρόνια τοῦ βίου μας, ἀλλὰ καὶ στὴν μακαριότητα τῆς ἀτελεύτητης Βασιλείας του. Ἀμήν.
 Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Σάββατο, Οκτωβρίου 13, 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ΄ ΛΟΥΚΑ (Λκ. η΄ 4–15) «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τόν σπόρον αὐτοῦ» εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Σεβιών και Κοζάνης


ΚΥΡΙΑΚΗ  Δ΄  ΛΟΥΚΑ
(Λκ. η΄ 4–15)
 «Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τόν σπόρον αὐτοῦ» 
 Ἡ σημερινή παραβολή, ἀγαπητοί ἀδελφοί, εἶναι γλαφυρή, παραστατική, ζωηρή καί μεστή ὑψηλῶν διδαγμάτων.
Βγῆκε ὁ σπορέας νά σπείρει τόν σπόρο του στό χωράφι του. Καί ἕνα μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε στό δρόμο, καταπατήθηκε ἀπό τούς ἀνθρώπους καί τά ζῶα καί τόν ἔφαγαν τά πουλιά. Σ’ αὐτήν τήν κατηγορία ἀνήκουν ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀδιάφοροι, ἡ καρδιά τους εἶναι σκληρή καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δέν προφθαίνει νά πέσει στίς καρδιές καί ἔρχεται ὁ διάβολος καί τόν ἀφαιρεῖ μέ τίς πονηρές σκέψεις τῆς ἀπιστίας, γιά νά μήν πιστέψουν καί σωθοῦν.
Ἕνα ἄλλο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε σέ πετρῶδες ἔδαφος καί μόλις φύτρωσε, ἐξηράνθη, διότι δέν εἶχε ὑγρασία. Σ’ αὐτήν τήν δεύτερη περίπτωση εἶναι ἐκεῖνοι πού ἀκοῦν εὐχαρίστως τό λόγο τοῦ Θεοῦ, συγκινοῦνται προσωρινά ἀλλά ἡ πίστη τους εἶναι ἐπιφανειακή, χωρίς βάθος καί στούς πρώτους πειρασμούς, στίς πρῶτες δοκιμασίες, δέν διαθέτουν τήν δροσιά τοῦ Ἁγίου Πνεύματος γιά νά τούς στηρίξη. Ἔτσι ὁ βλαστός τῆς πίστεως ξηραίνεται καί δέν ἀποδίδει καρπό, τήν ἀρετή.
 Ἕνα τρίτο μέρος τοῦ σπόρου ἔπεσε μέσα στ’ ἀγκάθια καί μόλις βλάστησε, τό ἔπνιξαν τά ἀγκάθια. Διαφορετικοί εἶναι οἱ ἄνθρωποι οἱ ὁποῖοι ἀκοῦνε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, βλασταίνει στήν καρδιά τους, ἀλλά θέλουν νά συμβιβάσουν τό θέλημα τοῦ Θεοῦ μέ τό δικό τους θέλημα, πλέκονται στ’ ἀγκάθια τῶν φροντίδων τοῦ πλούτου, συμβαδίζουν μέ τίς ἡδονές καί τίς ἀπολαύσεις τῆς ζωῆς καί ἔτσι πνίγεται κάθε καλή καί εὐγενική διάθεση γιά πνευματική ζωή.
Καί τό τέταρτο μέρος ἔπεσε σέ γῆ ἀγαθή, σέ καλλιεργημένο καί εὔφορο ἔδαφος καί ἔφερε καρπό. Εὐτυχῶς, λοιπόν, πού ὑπάρχει καί ἡ γῆ ἡ ἀγαθή, οἱ ἄνθρωποι δηλαδή οἱ ὁποῖοι φρόντισαν νά καλλιεργήσουν τήν ψυχή τους νά δεχθεῖ τό λόγο τοῦ Θεοῦ καί νά καρποφορήσει. Αὐτοί γνωρίζουν τήν ἀξία τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καί τόν ἔχουν σφιχτά στήν καρδιά τους σάν ἕνα πολύτιμο θησαυρό καί μέ πολλή ὑπομονή ἐργάζονται τό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἀπολαμβάνουν τίς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ στή ζωή τους.
 «Ὁ σπόρος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ». Ὁ σπόρος σπείρεται στό χῶμα καί σκεπάζεται, γιά νά φυτρώσει καί νά ἀποδώσει καρπό. Ὁ μικρός σπόρος κρύβει μέσα του τεράστιες δυνάμεις, ἐν συγκρίσει μέ τό μέγεθός του, ἀφοῦ κατορθώνει ν’ ἀποτινάζει τό χῶρο πού τόν πιέζει καί νά βγαίνει στήν ἐπιφάνεια. Ἔτσι καί ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ πρέπει νά μπεῖ στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, νά μείνει ἐκεῖ καί μέ τή Χάρη καί δύναμη πού διαθέτει νά μεταβάλλει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ὁδηγήσει στό Θεό.
 Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι Σοφία, εἶναι Φῶς καί Ζωή. Εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ ὡς δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ἡ δύναμη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, κατ’ ἀρχήν, φαίνεται στή δημιουργία τοῦ κόσμου. Συχνά διαβαζουμε στήν Ἁγία Γραφή: «εἶπεν ὁ Θεός καί ἐγένετο». Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ γίνεται ἀμέσως ἔργο: «Τό λόγο τοῦ Κυρίου οἱ οὐρανοί ἐστερεώθησαν». Ἀπόδειξη ἀναμφισβήτητη περί τῆς δυνάμεως τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ ἡ ἐξάπλωση τοῦ Εὐαγγελίου. Οἱ Ἀπόστολοι, πρώην ἀγράμματοι ψαράδες, μετά τήν Πεντηκοστή γίνονται σοφοί κατά Θεόν. Δέν στηρίχθηκαν στίς δικές τους δυνάμεις οὔτε στήν ἀνθρώπινη σοφία. Ἡ μόνη δύναμη πού διέθεταν ἦταν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Αὐτόν κηρύττουν: «τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος καί τόν λόγον βεβαιοῦντος». Ὁ Κύριος, δηλαδή, συνεργοῦσε καί μέ θαύματα βεβαίωνε τήν ἀλήθεια τοῦ λόγου τῶν Ἀποστόλων καί ἐξαπλώθηκε ἔτσι ἡ Ἐκκλησία στά πέρατα τῆς οἰκουμένης.
 Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει: «ζῶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ καί ἐνεργῆς καί τομώτερος ὑπέρ πᾶσαν μάχαιραν δίστομον».  Δηλαδή εἶναι ζωντανός ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, γεμάτος δύναμη καί ἐνέργεια καί κόβει περισσότερο ἀπό κάθε δίκοπο μαχαίρι. Διαπερνᾶ ὡς τό μεδούλι τῶν ὀστῶν καί μᾶς συγκλονίζει ἐσωτερικά. Ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στήν πίστη καί τήν μετάνοια, στήν εὐσέβεια, τήν ἀγάπη καί τήν ἁγιότητα. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶχε προσωπική ἐμπειρία τῆς δυνάμεως τοῦ λόγου Θεοῦ. Εἶδε ἀνθρώπους μετά ἀπό τό κήρυγμά του νά μετανοοῦν, νά ταπεινώνονται, νά συντρίβονται καί νά σώζονται.
 Ἀλλά ἐνῶ αὐτή εἶναι ἡ θαυματουργική δύναμη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ,  ὑπάρχουν ἀκόμη σήμερα ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι εἶναι ἀδιάφοροι, ἀμφιβάλλουν, περιφρονοῦν τό εὐαγγέλιο ὡς ἀναχρονιστικό. Αὐτοί ἀναφέρθηκαν ἀπό τόν Κύριο στήν παραβολή τοῦ σπορέως. Δικαιολογημένα θά ρωτήσει κανείς: Τί θά γίνει μέ τό λόγο τοῦ Θεοῦ ποῦ δέν καρποφόρησε; Θά χαθεῖ ὅπως ὁ σπόρος πού πέφτει στό δρόμο; Τήν ἀπάντησή μᾶς τήν δίδει ἡ Ἁγία Γραφή: Ὁ λόγος τοῦ  Θεοῦ δέν θά ἐπιστρέψει κενός, ἄδειος, δέν πηγαίνει ποτέ χαμένος˙ «τό ρῆμα τοῦ Θεοῦ μένει εἰς τούς αἰώνας» .Ὁ λόγος  τόν ὁποῖο ἀπορρίπτει ὁ ἄνθρωπος, αὐτός ὁ λόγος θά κρίνει τόν ἄνθρωπο μπροστά στό Θεό, εἶπε ὁ Κύριος γι’ αὐτούς πού ἀπορρίπτουν τό κήρυγμα Του˙ «ἐάν δέν εἶχα ἔλθει καί δέν τούς εἶχα μιλήσει δέν θά εἶχαν ἁμαρτία». Τώρα, ὅμως, δέν ἔχουν καμμία δικαιολογία οἱ Φαρισαῖοι γιά τήν ἁμαρτία τῆς ἀπιστίας. Αὐτό ἰσχύει γιά κάθε ἐποχή καί καταδεικνύει τήν εὐθύνη πού ἔχουν οἱ ἄνθρωποι γιά τήν ἀδιαφορία τους ἀπέναντι στό Λόγο τοῦ Θεοῦ.
 Ἀγαπητοί ἀδελφοί, τό Εὐαγγέλιο, πού εἶναι μέρος τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως, ἑρμηνεύεται ἀπό τούς θεοφωτίστους Ἁγίους Πατέρες μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅπου ἱερουργεῖται ὅλο τό μυστήριο τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως. Στήν Ἐκκλησία προσφέρεται ὁ λόγος τοῦ Εὐαγγελίου μέσα στή Θεία Λειτουργία. Στήν Ἐκκλησία προσφέρεται θυσία καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ γιά νά τραφοῦν οἱ Χριστιανοί καί νά ἔχουν ζωή αἰώνια. Στήν Ἐκκλησία καταφεύγουμε μέ πνεῦμα ταπεινό, μέ πνεῦμα μαθητείας, νά ζητήσουμε τόν λόγο τοῦ Θεοῦ καί μέ ὑπομονή νά τόν καλλιεργοῦμε μέσα μας. Εἶναι ἐνδεχόμενο νά ὑπάρχουν περιοχές τῆς ψυχῆς μας πού εἶναι πετρώδεις ἤ μοιάζουν μέ τόν πατημένο δρόμο ἤ ἄλλοτε τά πάθη νά ξεσηκώνονται σάν τά φουντωμένα ἀγκάθια. Αὐτό νά μή μᾶς ἀπογοητεύει. Μέ προσπάθεια καί ὑπομονή καί προσευχή τά πάθη μπορεῖ νά ξεριζωθοῦν καί ἡ σκληρή γῆ νά καλλιεργηθεῖ καί ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος νά δώσει καρπό, καρπό μετανοίας, πίστεως ἀγάπης καί ἁγιότητας. Ἀμήν.
Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

Σάββατο, Οκτωβρίου 06, 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ` ΛΟΥΚΑ εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Παροναξίας


ΚΥΡΙΑΚΗ Γ` ΛΟΥΚΑ
Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2012

Τρίτη Κυριακή του Λουκά σήμερα, αγαπητοί. Ο Χριστός μας αφού εθεράπευσε τον δούλο του πιστού Εκατόνταρχου, έφυγε από την Καπερναούμ και τράβηξε για τη Ναϊν, κοντά στη Ναζαρέτ και στο Θαβώριον όρος. Και τον ακολούθησαν πολλοί, και μαθητές καιν λαός. Αυτός είναι ο Ιησούς. Εκείνος ο οποίος πάντοτε μας ελκύει, και κανένας δεν Τον προσπερνάει αδιάφορος. 
Και καθώς έμπαιναν στην πύλη της Ναΐν συναπαντήθηκαν με μια κηδεία. Είχε πεθάνει στην πόλη της ομορφιάς –Ναΐν σημαίνει ωραιότης- ένας νέος, που τον είχε μονάκριβο η χήρα μητέρα του. Και συνόδευε το ξόδι λαός πολύς, συμπαθώντας και συμπαριστάμενος στη δυο φορές ορφανεμένη και χήρα γυναίκα. Είναι καλό στον πόνο του άλλου να κλαίμε και εμείς. Είναι καλό στον πόνο του άλλου να είμαστε κοντά του.
Ο Χριστός μας βλέποντας αυτό το θλιβερό σύνολο και περισσότερο τη χαροκαμένη και καταπονημένη μάνα, την ευσπλαχνίστηκε. Τόσος λαός την ευσπλαχνίστηκε και η πηγή της ευσπλαχνίας να μην την ευσπλαχνιστεί; Πλησιάζει λοιπόν στο φέρετρο του νεκρού, και σταμάτησαν οι τέσσερις που τον μετέφεραν. ..
Και είχε πριν πει βέβαια, ο Ιησούς στην μητέρα να μην κλαίει. Μα μπορούσε να μην κλαίει αφού είχε πεθαμένο μονάκριβο παιδί; Δεν απαγορεύεται να κλαίμε τους κεκοιμημένους μας. Δεν είναι όμως καλό η απελπισία, που μας φέρνει στα άκρα, και μας παραλύει και μας φτάνει στην απιστία. Καλό είναι να εμπιστευόμαστε τον Θεό σε όλες τις ενέργειες Του, ακόμα και στο θάνατο. Εκείνος ξέρει, και να Τον παρακαλούμε.
Σταμάτησαν λοιπόν, οι μεταφέροντες τον νεκρόν, κι ο Ιησούς άγγιξε τον πεθαμένο και του φώναξε:   «Νεαρέ, σε σένα μιλάω, σήκω επάνω». Και ανεκάθησεν ο νεκρός. Ανασηκώθηκε και εκάθησε πάνω στο φέρετρο. Και ύστερα ο Χριστός τον παρέδωσε στη μητέρα του, ενώ μπορούσε να τον κρατήσει και να τον κάνει μαθητή, ή να τον επιδεικνύει ως τρόπαιον και ως λάφυρον. Τον έδωσε σε κείνη , γιατί τον είχε ανάγκη. Να παρηγορείται και να έχει την προστασία του, και τον ίσκιο του, να έχει και εκείνη κάποιον να αγαπάει , για να ζει και να υπάρχει. Αυτός είναι ο Ιησούς. Μας αγαπάει και μέχρι αναστάσεως. Και μας φροντίζει κατά την καρδίαν μας και κατά τις πραγματικές και ουσιαστικές μας ανάγκες.
Εδώ έχουμε ανάσταση! Ο Ιησούς ότι άγγιξε, το ανέστησε. Άγγιξε πεθαμένον, τον ανέστησε. Άγγιξε παράλυτο, τον εσήκωσε, τον ανόρθωσε. Άγγιξε άρρωστο, του πήρε την αρρώστια, αφού «Αυτός τας ασθενείας ημών έλαβε, και τας νόσους εβάστασε», κατά τον μεγάλο Ησαΐα.
Κι ο απλός κόσμος, οι μαθητές, το πλήθος αυτών των μαρτύρων της νεκραναστάσεως, την οποία έκαμε ο Χριστός, πως αισθάνθηκαν; Πως ένοιωσαν; Τους κατέλαβε φόβος και δέος από την παρουσία του Κυρίου και από το μέγα θαύμα. Και εδόξασαν τον Θεόν, και είπαν ότι : «μεγάλος Προφήτης εφάνη ανάμεσα μας». Είχε χρόνια να φανεί προφήτης, ο Ιωάννης ήταν, αλλά και εκείνος έφυγε μαρτυρικά. Και πως «επεσκέφθη ο Θεός τον λαόν του». Ήσαν οι Ιουδαίοι ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα. Και τώρα αισθάνθηκαν τον δικό και καταδικό τους άνθρωπο, τον παντοδύναμο και συνάμα φιλάνθρωπο και εύσπλαχνο Χριστό μας.  
Συμφέρει και εμάς αγαπητοί, να ακολουθούμε πάντοτε τον Κύριο, να υποτασσόμεθα στο θέλημά Του και στις βουλές Του, και να τον αγαπάμε ολόψυχα και να αφηνόμαστε σε Εκείνον, ο Οποίος είναι και η Οδός και η Αλήθεια και η Ανάσταση.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 01, 2012

Κυριακή ΙΓ' Ματθαίου (Ματθ. 21, 33-42) π. Χερουβείμ Βελέντζας



Στη σημερινή Ευαγγελική περικοπή ο Κύριός μας παρομοιάζει τη Βασιλεία του Θεού με αμπελώνα, τον οποίο ο οικοδεσπότης εμπιστεύεται σε άξιους γεωργούς για να τον καλλιεργήσουν. Όταν όμως έφτασε ο καιρός της συγκομιδής οι γεωργοί εκείνοι όχι μόνο δεν απέδωσαν τους καρπούς, αλλά έδιωξαν κακήν κακώς τους δούλους που έστειλε ο κύριος του αμπελώνα για να συλλέξουν τη σοδειά. Και όταν τελικά έστειλε τον ίδιο του το γιο, οι γεωργοί εκείνοι τον σκότωσαν, θέλοντας να σφετεριστούν την περιουσία του κυρίου τους. Στη συνέχεια ο Χριστός ρωτάει τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους τί θα πρέπει να πράξει ο οικοδεσπότης της παραβολής, κι εκείνοι αποκρίνονται ότι θα πρέπει να τους τιμωρήσει με θάνατο και να δώσει τον αμπελώνα σε άλλους γεωργούς. Και ο Ιησούς, επισφραγίζοντας την κρίση τους, επιβεβαιώνει ότι ο Θεός θα εμπιστευτεί τη Βασιλεία Του σε εκείνο το έθνος που θα εργάζεται τις εντολές του Θεού και θα αποδίδει τους καρπούς των έργων του.
Με την παραβολή αυτή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός θέλει να τονίσει καταρχάς ότι το «έθνος άγιον» ή αλλιώς ο «λαός του Θεού» δεν είναι απλά εκείνοι οι άνθρωποι που διάλεξε ή διαλέγει ο Θεός, αλλά εκείνοι που εργάζονται τίμια τη διδασκαλία και τις εντολές που τους εμπιστεύεται. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός επέλεξε τον λαό του Ισραήλ να Τον υπηρετήσει, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι όμως καλλιέργησαν στο λαό την πεποίθηση ότι η Βασιλεία του Θεού τούς ανήκει δικαιωματικά, επειδή απλά ήταν απόγονοι των Πατριαρχών, του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ. Αυτή τους η αλαζονεία τούς οδήγησε διαχρονικά όχι μόνο να μην υπακούσουν στους απεσταλμένους του Θεού, τους Προφήτες, τους Κριτές και τους Δίκαιους της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά και να τους εξορίσουν και θανατώσουν. Και βέβαια, όταν ο Θεός απέστειλε τον Υιό αυτού, του επεφύλαξαν το Πάθος και τον σταυρικό θάνατο.
Για το λόγο αυτό ο Χριστός τονίζει ότι για τον Θεό δεν μετρούν τα φυλετικά κριτήρια, δεν ανήκει δηλαδή κανείς στο «έθνος το άγιον» εξαιτίας της καταγωγής του. Θα μας πει μάλιστα ότι μητέρα Του και αδελφούς Του θεωρεί εκείνους που ακούν και εφαρμόζουν στη ζωή τους τον λόγο του Θεού[1]. Και τούτο γιατί ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, δεν κάνει δηλαδή διακρίσεις αλλά αγαπά εξίσου όλους τους ανθρώπους και επιθυμεί όλοι να γνωρίσουν την αλήθεια και να σωθούν[2]. Αν ο Θεός επέλεξε τον λαό του Ισραήλ ως «περιούσιο λαό» Του, στην πραγματικότητα τον προσκάλεσε να γίνει λαός του Θεού, να γίνει το παράδειγμα για τους άλλους λαούς και με τον τρόπο αυτό να ελκύσει ολόκληρη την ανθρωπότητα στην γνώση της αληθείας του Θεού. Οι Ισραηλίτες όμως θεώρησαν την πρόσκληση αυτή ως κεκτημένο τους δικαίωμα, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μη γίνουν πρότυπο πιστού έθνους, αλλά να ζηλέψουν και να υιοθετήσουν οι ίδιοι τις συνήθειες των άλλων εθνών, την σκληρότητά τους, τα έθιμά τους, ενίοτε και τους θεούς τους.
Ο Χριστός με το σωτήριο έργο Του και με τη διδασκαλία Του προσκαλεί κάθε άνθρωπο, ανεξαρτήτως καταγωγής, να γίνει μέλος του άγιου έθνους των χριστιανών. Στη βασιλεία Του δεν έχουν θέση εκείνοι που απλά έτυχε να έχουν βαπτιστεί χριστιανοί, αλλά εκείνοι που εργάζονται την μία και μοναδική εντολή της Αγάπης που ο ίδιος δίδαξε και εφάρμοσε με την σταυρική θυσία Του και την Ανάστασή Του. Η σημερινή παραβολή απευθύνεται επομένως και σε όλους εμάς που θέλουμε να είμαστε και να λεγόμαστε παιδιά Του και μέλη του ενός σώματος της Εκκλησίας. Το χρέος μας και το έργο μας είναι απλό και συνίσταται σε δύο άξονες. Ο πρώτος είναι να γνωρίζουμε την Αλήθεια, να μελετάμε δηλαδή το Ευαγγέλιο και να αναζητούμε στον λόγο του Θεού τις απαντήσεις για την ζωή μας, για την ύπαρξή μας, για το σκοπό που ζούμε και κινούμαστε επάνω στη γη, για τη σχέση μας τόσο με τους συνανθρώπους μας όσο και με τον ίδιο το Θεό. Και ο δεύτερος είναι να εργαζόμαστε τον πνευματικό αμπελώνα του Κυρίου και να αποδίδουμε τους καρπούς του, που σημαίνει να εφαρμόζουμε το Ευαγγέλιο στη ζωή μας με τέτοιο τρόπο που να μεταμορφώνει την προσωπικότητά μας και να αντανακλά στους ανθρώπους γύρω μας.
Συχνά ως άνθρωποι παρασυρόμαστε και τείνουμε να υιοθετούμε πρότυπα και συμπεριφορές άλλων ανθρώπων, που κινούνται έξω από την κατά Θεόν ζωή. Ο Χριστός σήμερα μάς προσκαλεί και μάς υπενθυμίζει ποιός είναι ο δικός μας ρόλος ως παιδιά Του και αδέλφια Του: να γίνουμε εμείς το πρότυπο και το φως του κόσμου, και να ζηλεύουμε όχι τα επίγεια, αλλά τα επουράνια, ως γνήσια τέκνα Του και συγκληρονόμοι της Βασιλείας Του.

Σάββατο, Αυγούστου 11, 2012

Κυριακή Ι' Ματθαίου , Ορθόδοξη ζωή η πίστη, η προσευχή και η νηστεία π. Χερουβείμ Βλέντζας



Ματθ. 17, 14-23

Ένα ακόμα θαύμα του Χριστού μας περιγράφει σήμερα ο Ευαγγελιστής Ματθαίος, το οποίο υπογραμμίζει, πέρα από τη σημασία της πίστεως, και την αξία της προσευχής και της ασκήσεως για την πνευματική μας ζωή. Πλησίασε, μας λέει η σημερινή περικοπή, ένας άνθρωπος τον Ιησού, και γονατιστός Τον παρακαλούσε να λυπηθεί και να σώσει το παιδί του, το οποίο σεληνιάζονταν και ταλαιπωρούνταν πολύ, γιατί συχνά φορές έριχνε τον εαυτό του στη φωτιά ή στο νερό. Απελπισμένος, απευθύνθηκε στους μαθητές του Χριστού, αλλά εκείνοι δεν μπόρεσαν να θεραπεύσουν το παιδί, οπότε κατέφυγε στον ίδιο τον Κύριο. Τότε ο Ιησούς είπε: “ Ω γενεά άπιστη και διεφθαρμένη, μέχρι πότε θα είμαι μαζί σας; έως πότε θα σας ανέχομαι; φέρτε μου το παιδί εδώ”. Και με ένα Του λόγο έδιωξε το δαιμόνιο και από εκείνη τη στιγμή το παιδί θεραπεύτηκε. Όταν οι μαθητές ιδιαιτέρως Τον ρώτησαν για ποιο λόγο δεν μπόρεσαν οι ίδιοι να διώξουν το δαιμόνιο, ο Χριστός τους απάντησε: “Εξαιτίας της απιστίας σας. Αλήθεια σας λέω, ότι εάν έχετε πίστη σαν το σπόρο του σιναπιού, θα πείτε σε αυτό το βουνό «μετατοπίσου από εκεί» και αυτό θα μετατοπιστεί, και τίποτα δεν θα σας είναι αδύνατο. Αυτό δε το γένος δεν βγαίνει παρά μόνο με προσευχή και νηστεία”.

Η περίπτωση του σεληνιαζόμενου παιδιού δεν ήταν μια απλή υπόθεση σωματικής ασθενείας, όπως πολλά από τα θαύματα που είδαμε όλες τις προηγούμενες Κυριακές. Δεν ασθενεί το σώμα του ανθρώπου, ούτε απλά η ψυχή του, αλλά έχει καταληφθεί από το πονηρό πνεύμα, το οποίο πλέον εξουσιάζει και το νου και το σώμα του. Η αδυναμία των μαθητών του Χριστού να θεραπεύσουν το παιδί δείχνει την ανάγκη για εντονότερη και ουσιαστικότερη πίστη. Για τον λόγο αυτό ο Κύριος τους αποκαλεί “γενεά άπιστη και διεφθαρμένη”, επειδή δεν έχουν ακόμα κατανοήσει ότι η πάλη και ο αγώνας τους δεν έχει να κάνει μόνο με τους ανθρώπους, αλλά με τα πνεύματα της πονηρίας, με τον “άρχοντα του αιώνος τούτου”, ο οποίος πάντα αντιστρατεύεται το έργο του Θεού.
Στον αγώνα μας, επομένως τον πνευματικό, που συχνά φαντάζει άνισος και ανυπέρβλητος, έχουμε ανάγκη από πίστη σταθερή. Η παρομοίωση που χρησιμοποιεί ο Χριστός αυτό θέλει να δηλώσει: ότι δεν έχει σημασία να νιώθουμε ότι πιστεύουμε πολύ, αλλά αρκεί το λίγο, σαν τον κόκκο του σιναπιού, αρκεί η πίστη μας αυτή να είναι σταθερή, δυνατή, ακράδαντη. Αν πιστέψουμε ότι ο Θεός βρίσκεται δίπλα μας και έχει τη δύναμη να μας βοηθήσει σε κάθε είδους πνευματικής δυσκολίας, τότε πράγματι στον αγώνα μας θα έχουμε τον ισχυρότερο σύμμαχο, τον νικητή του θανάτου, την πηγή της ζωής, τον Αναστημένο Κύριο.
Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει σήμερα ο ίδιος ο Χριστός, για να εξορίσουμε “τούτο το γένος” από τη ζωή μας, για να εκδιώξουμε τον πειρασμό που καθημερινά μας ταλανίζει, έχουμε ανάγκη από την προσευχή και τη νηστεία. Η πίστη μόνη στον Θεό δεν αρκεί, αλλά χρειάζεται αγώνας πνευματικός, χρειάζεται άσκηση στη ζωή μας, για να μπορέσουμε να αντισταθούμε στην κακία που μας περιβάλλει αλλά και για εκδιώξουμε κάθε κακία που εμφωλεύει μέσα μας. Η προσευχή αποτελεί φυσική συνέπεια της πίστεως. Ο άνθρωπος που πιστεύει στον Θεό, που αισθάνεται την άπειρη αγάπη και φιλανθρωπία Του, επιθυμεί συνεχώς, ει δυνατόν, να βρίσκεται σε κοινωνία μαζί Του. Και ο κατεξοχήν τρόπος της προσωπικής επικοινωνίας με τον Θεό δεν είναι άλλος από την προσευχή.
Η προσευχή και η νηστεία αποτελούν μίμηση του Χριστού, ο οποίος μετά την Βάπτισή Του επί σαράντα ημέρες αποσύρθηκε στην έρημο, νηστεύοντας και προσευχόμενος στον Θεό – Πατέρα. Αν ο ίδιος ο θεάνθρωπος Κύριος νήστεψε, κατανοούμε πόσο απαραίτητη είναι η νηστεία για εμάς. Η νηστεία δεν βοηθά μόνο τον άνθρωπο στον αγώνα του για την χαλιναγώγηση των παθών, αλλά κάνει την προσευχή του ακόμα πιο δυνατή και τον καθιστά έτοιμο στο να ελκύσει αφ' ενός μεν την χάρη του Θεού, και αφ' ετέρου στο να αποκρούσει επιτυχώς κάθε προσβολή του αντικειμένου. Η νηστεία δεν αποτελεί αποστροφή προς τις τροφές, ούτε διαδικασία “εξαγνισμού”, μιας που καμία τροφή δεν θεωρείται ακάθαρτη. Η νηστεία αποτελεί άσκηση, δηλαδή μέσα από την εκούσια αποχή από συγκεκριμένες τροφές εξασκούμε το νου και την ψυχή μας στο να αντιστέκεται στους διάφορους λογισμούς και στις επιθυμίες. Με τον τρόπο αυτό, σε συνδυασμό πάντα με την προσευχή, σταδιακά καθαρίζεται η ψυχή από τους πονηρούς λογισμούς και τελικά προσεγγίζει ακόμα πιο πολύ τον Θεό.
“Τούτο το γένος δεν βγαίνει, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία”. Δυστυχώς, η προσευχή και η νηστεία έχουν τεθεί στο περιθώριο της ζωής, ακόμα και αρκετών από εμάς, που θεωρούμε τον εαυτό μας γνήσια τέκνα της Βασιλείας του Θεού. Η προσευχή όμως και η νηστεία δεν αποτελούν ούτε έθιμο, ούτε υποχρέωση, αλλά οφείλουν να είναι εκούσιες κινήσεις της καρδιάς μας προς τον Θεό. Η ακράδαντη πίστη στον Θεό, η προσευχή και η άσκηση μέσα από τη νηστεία, αποτελούν και σήμερα, που όλα γύρω μας κλονίζονται και τείνουν να καταρρεύσουν, τα εχέγγυα της πνευματικής μας ανόρθωσης.


Πρωτότυπο κείμενο από Απλά & Ορθόδοξα - π. Χερουβείμ Βελέτζας: πηγή

Σάββατο, Ιουλίου 28, 2012

Κυριακή η΄ Ματθαίου εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Κυδωνίας και Αποκορώνου



Το να αφήσει κάποιος το σπίτι του και τις εργασίες του και να τρέξει να βρει τον Ιησού Χριστό είναι ενδεικτικό βαθύτατης πίστης. Και κάτι άλλο ακόμα. Το να κάθονται άνθρωποι, άνδρες και γυναίκες από το πρωί ως το βράδυ να ακούουν τη διδασκαλία του Ιησού είναι πράξη επίσης ενδεικτική πίστεως και αφοσίωσης μεγάλης. Ο ήλιος κοντεύει να βασιλέψει και οι μαθητές προειδοποιούν τον Κύριο να αφήσει τους ανθρώπους να φύγουν να αγοράσουν τροφές γιατί εδώ που βρίσκονται ο τόπος είναι έρημος.
Το να ξεχαστεί όμως κανείς ακούοντας μια διδαχή όλη την ημέρα σημαίνει ότι η διδαχή αυτή είναι πιο σημαντική και από το φαγητό και από τις άλλες οικογενειακές των υποχρεώσεις και φαίνεται ότι αυτό είναι αλήθεια. Γιατί η διδασκαλία του Ιησού έχει πληρότητα ζωής και σωτηρίας.
Ο τόπος είναι έρημος, αλλά «ο τρέφων την οικουμένην παρέστιν». Ο Χριστός που είναι εκείνος που τρέφει και συντηρεί τα σύμπαντα δεν μπορεί να χορτάσει τους ανθρώπους που κρέμονται όλη μέρα από τα χείλη του;
Για τούτο και προστάζει τους μαθητές του να προσφέρουν ότι έχουν να φάνε οι άνθρωποι. Οι μαθητές του έχουν 5 ψωμιά και δυο ψάρια. Ο Χριστός τα ευλογεί, οι μαθητές τα μοιράζουν στα πλήθη όλοι κάθονται καταγής και έφαγαν πάντες και εχορτάσθηκαν και περισσεύουν 12 κοφίνια πλήρης τεμάχια άρτων.
Να κάνουμε δυο τρεις παρατηρήσεις ή εκτιμήσεις:
1) Όποιος είναι χορτασμένος πνευματικά χορταίνει και σωματικά με οποιαδήποτε τροφή: κυρίαρχο είναι το πρώτο. Η πνευματική πληρότητα, ο πνευματικός χορτασμός, που είναι ταυτόχρονα και υγεία και χαρά και ευχαρίστηση.
2) Δεν περισσεύουν ολόκληροι άρτοι αλλά τεμάχια που έμειναν από τους άρτους που έφαγαν πεινασμένοι, γεγονός που επιβεβαιώνεται το θαύμα του χορτασμού των 5000 ανδρών.
3) Η περισυλλογή των τεμαχίων για μελλοντική χρήση που γίνεται με παραγγελία του Ιησού είναι πράξη κατά της σπατάλης.
4)Δώδεκα κοφίνια, ένα για κάθε μαθητή για να διακονήσουν εξίσου και όλοι το θαύμα με τη μεταφορά των τεμαχίων, κατάλοιπα του θαύματος. Και μια τελευταία παρατήρηση.
Χόρτασαν χιλιάδες ανδρών, γυναικών και παιδιών, που δείχνει το γενικό ενδιαφέρον όλων να δουν, να γνωρίσουν, να ακούσουν, να δεκτούν την θεραπευτική ευλογία του Ιησού Χριστού.
Ο άγιος ευαγγελικός λόγος είναι πάντοτε λόγος πνοής και ζωής, λόγος σοβαρός και πειστικός, ευλογημένος και θαυματουργός. Αυτό επιβεβαιώνεται ποικιλότροπα από το θαύμα του πολλαπλασιασμού των 5 άρτων και τον χορτασμό των χιλιάδων ακροατών του Ιησού καθώς και όλων των άλλων που είχαν προστρέξει κοντά του πάσχοντες από διάφορες ασθένειες οι οποίοι μόλις αντίκριζαν τον Ιησού εθεραπεύονταν.
Ο λόγος του Θεός, δυνατός, παντοδύναμος πληρώνει τις δικές, ανθρώπινες αδυναμίες και συμβάλλει στο ξεπέρασμα των δυσκολιών της καθημερινότητας στην οικογένεια και στον χώρο της εργασίας μας, στις διακοπές και στις όποιες άλλες ευκαιρίες επικοινωνίας έχουμε. Μπορεί να υπάρχουν τριβές στην καθημερινότητα μας με τη χάρη και την ευλογία του Θεού αποφεύγονται οι εντάσεις, το κλίμα γίνεται ηπιότερο, η ανεκτικότητα συλλειτουργεί, η αλληλοκατανόηση ανταποκρίνεται, η ειρήνη επικρατεί, τα πρόσωπα γαληνεύουν, τα μάτια γελούν, η ζωή είναι χαρά και ευχαρίστηση. «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένο από του νυν και έως του αιώνος».
Πρωτ. Στυλιανός Θεοδωρογλάκης

Σάββατο, Ιουνίου 16, 2012

Κυριακή Β' Ματθαίου - Το Κήρυγμα του Ευαγγελίου Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Κυριακή Β' Ματθαίου - Το Κήρυγμα του Ευαγγελίου

ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ
Ἀριθμός 38

Κυριακή 17 Ἰουνίου 2012 – Β΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
(Ματθ. δ΄ 18 – 23)

«Δεῦτε ὀπίσω μου καί ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων».

Εἶναι ἡ πρόσκληση μέ τήν ὁποία ὁ Μεγάλος Διδάσκαλος, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, καλεῖ τούς ψαράδες τῆς μαγευτικῆς Τιβεριάδος, μέ τίς ἁπλοίκές καρδιές, γιά νά γίνουν Ἀπόστολοι τῆς Ἰδέας καί τῆς θρησκείας τῆς μοναδικῆς, πού ἔρχεται νά διδάξῃ στόν κόσμο. Ἐλᾶτε κοντά μου, τούς λέγει: Ψαράδες θά εἴσαστε πάλι. Μά, ἀντί νά ρίχνετε αὐτά τά δίκτυα στή θάλασσα τῆς Γαλιλαίας, θά ρίχνετε τά δίκτυα τοῦ λόγου σας, πού θἆναι λόγος Θεοῦ, στή θάλασσα τῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων καί μέ τή δύναμη του θά ἀνασύρετε ἀπό τόν βυθό τῆς ἀπωλείας τίς κουρασμένες ψυχές καί θἀ τίς ἀναπαύετε στό ὑπήνεμο λιμάνι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

Αὐτοί εἶναι οἱ πρῶτοι ὑπέρθειοι μυσταγωγοί τῆς Καινῆς Διαθήκης. Αὐτοί ἔλαβαν πρῶτοι τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν μετέδωκαν στούς διαδόχους τους. Καί ἐξακολουθεῖ ἡ ἴδια Χάρη νά χειροτονῇ τούς λειτουργούς τῆς Ἐκκλησίας, μέχρι σήμερα, τούς Ἱερεῖς. Γνήσιοι αὐτοί ἀκόλουθοι τοῦ Διδασκάλου τῆς ἀγάπης καί διάδοχοι τῶν Ἀποστόλων, ἔζησαν σκορπίζοντας παντοῦ ἀγάπη καί γαλήνη. Ναί, ὁ παπᾶς! Ὅ,τι θέλουν ἄς ποῦν οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Ἱ. Κλήρου. Ὁ παπᾶς, αὐτός ὁ μαυροφορεμένος ἐργάτης τοῦ καλοῦ, πού ἔχει «πεθάνει» γιά τόν κόσμο, ἀλλά «ζῆ» γιά τόν Χριστόν, εἶναι πάντα τῆς Θείας Βουλῆς τό ὄργανο. Εἶναι, ὅπως λέγουν οἱ ναυτικοί μας, «στῖγμα» σωστοῦ προσανατολισμοῦ στόν χάρτη τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου, μέσα στό πέλαγος τῆς ζωῆς, στήν διάρκεια τῶν αἰώνων. Εἶναι ἡ μεγάλη δύναμη, πού μπορεῖ τό ἔθνος μας, ἄνευ ὅρων, νά ἐμπιστευθῇ τήν ὕπαρξη καί τήν πρόοδό του. Γι’ αὐτό καί τόν κυνηγοῦν, γι’ αὐτό καί τόν κτυποῦν, γι’ αὐτό καί δέχεται τίς πιό φοβερές ἐπιθέσεις τῶν δυνάμεων τοῦ σκότους. Ὅμως ἐκεῖνος δέν φοβᾶται ποτέ. Τό ἀπέδειξεν ἄλλωστε περίτρανα, σέ στιγμές δύσκολες γιά τό ἔθνος. Καί δέν φοβήθηκε οὔτε σκλαβιά, οὔτε μαχαίρι, οὔτε φωτιά. Ἔμεινε μόνος στή σκλαβωμένη Πατρίδα. Ἔγινε φῶς καί ἐφώτισε τήν ἑλληνική καρδιά. Ἐβασανίσθη, ἐσουβλίσθη, ἐκρεμάσθη, ἐσύρθη εἰς τούς δρόμους, ἐρρίφθη εἰς τήν θάλασσα, μά ὁ ἅγιος σκοπός του πραγματώθηκε. Καί εἶναι πάντα ὁ παρηγορητής τοῦ πόνου, μά καί ὁ ὁρμητικός ἀγωνιστής. Εἶναι ὁ βράχος, πού πάνω του σπάζει κάθε λύσσα καί κάθε ἐπιβουλή. Εἶναι τό στήριγμα, πάνω στό ὁποῖο στηρίζονται οἱ κουρασμένοι ὁδοιπόροι τῆς ζωῆς. Μόνον αὐτός εἶναι κοντά στόν ἄνθρωπο, σέ κάθε περίσταση. Στήν γέννησή του, κοντά. Συμμερίζεται τήν κάθε του χαρά. Μά καί μοιράζεται μαζί του τόν κάθε πόνο. Καί στήν τελευταία του ὥρα τόν προετοιμάζει μέ τά Μυστήρια καί τίς ἁγιαστικές ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας μας, γιά τήν αἰωνιότητα.

Αὐτός εἶναι ὁ παπᾶς, ἀδελφοί μου! Παντοτεινός καί μοναδικός κλειδοῦχος τῆς ἀνθρώπινης καρδιᾶς. Κι’ ἄν περιστάσεις διάφορες, λέγει κάποιος σύγχρονος συγγραφεύς, τοῦ κουρέλιασαν τά ράσα του, τήν καρδιά του κανείς δέν μπόρεσε νά τήν κουρελιάση. Ἄν τοῦ λύγισαν τό σῶμα, τό φρόνημα καί τήν ψυχή καμιά δύναμη δέν στάθηκε ἱκανή νά τήν γονατίση. Ἄς τόν περιφρονοῦν ὅσοι θέλουν ἄς μιλοῦν γι’αὐτόν μέ λόγια πικρά. Ἄς τόν κατατρέχουν ἄς τοῦ στεροῦν καμιά φορά καί τό ψωμί του στίς τρικυμίες τους θά τόν ἀποζητοῦν. Καί θἆναι πάντοτε ἐκεῖνος ὁ κυρίαρχος τῶν ψυχῶν. Γένοιτο!

Εκ της Ιεράς Μητροπόλεως Χίου

Εις τον Απόστολον της Β Κυριακής Ματθαίου π. Χερουβείμ Βελέντζας


Ερμηνευτική απόδοση

«Αδελφοί, αξίζει δόξα και τιμή και ειρήνη στον καθένα που εργάζεται το αγαθό, πρώτα στον Ιουδαίο και μετά στον Έλληνα*, καθότι ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Γι αυτό και όσοι αμάρτησαν μη έχοντας νόμο, θα χαθούν χωρίς να ληφθεί υπόψη ο νόμος, και όσοι αμάρτησαν έχοντας νόμο, θα κριθούν σύμφωνα με το νόμο. Διότι δεν είναι δίκαιοι για τον Θεό οι ακροατές του νόμου, αλλά εκείνοι που τον εφαρμόζουν. Επομένως, όταν οι εθνικοί, που δεν τους έχει δοθεί ο νόμος του Θεού, από τη φύση τους κάνουν όσα προβλέπει ο νόμος και αποτελούν οι ίδιοι για τον εαυτό τους νόμο, αποδεικνύοντας ότι έχουν γραμμένο το νόμο του Θεού στις καρδιές τους. Κι έτσι, όταν θα έρθει η ημέρα που ο Θεός θα κρίνει τις κρυφές σκέψεις και πράξεις των ανθρώπων, σύμφωνα με όσα σας ευαγγελίζομαι με τη χάρη του Ιησού Χριστού, γι αυτούς θα δώσει μαρτυρία η ίδια τους η συνείδηση και οι λογισμοί τους θα τους κατηγορήσουν ή θα απολογηθούν ενώπιον του Θεού.»

Σχόλια

Στην περικοπή αυτή από την προς Ρωμαίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου, θίγεται ένα ερώτημα που κάνουν πολλοί χριστιανοί: με ποιόν τρόπο θα κρίνει ο Θεός τους ανθρώπους που δεν έχουν γνωρίσει το Ευαγγέλιο; 
1. Από την αρχή μας τονίζει ότι ο Θεός δεν είναι «προσωπολήπτης», δηλαδή δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα στους ανθρώπους. Δεν βλέπει πιο ευνοϊκά τους «δικούς του» και λιγότερο τους «άλλους», αλλά αγαπά εξίσου όλους τους ανθρώπους, ακόμα και εκείνους που αγνοούν ή αρνούνται την ύπαρξή Του. Δεν είναι εκδικητής ούτε τιμωρός, αλλά άπειρη αγάπη, που σαρκώθηκε και έπαθε και αναστήθηκε για να προσφέρει σε κάθε άνθρωπο την προοπτική της Αναστάσεως.
2. Επειδή ακριβώς ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης, γι αυτό και το βραβείο της δόξας θα το προσφέρει σε όλους τους ανθρώπους που πράττουν το αγαθό, ακόμα και σε εκείνους που αγνοούν το Ευαγγέλιο. Γιατί δεν είναι δίκαιος εκείνος που ακούει τον λόγο του Θεού, αλλά εκείνος που τον κάνει πράξη, που τον εφαρμόζει με έργα στην ζωή του.
3. Κι εκείνοι που αμαρτάνουν, που αστοχούν δηλαδή (κατά την αρχαιοελληνική σημασία του όρου) στην πραγματοποίηση του νόμου του Θεού; Αυτοί που έχουν αμαρτήσει θα κριθούν από τον Θεό, όχι όμως όλοι με το ίδιο μέτρο, αλλά σύμφωνα με τον νόμο που διαθέτουν.
4. Και για μεν τους πιστούς, νόμος είναι οι εντολές του Χριστού, το Ευαγγέλιο, η διδασκαλία Του, το παράδειγμά Του. Για όσους πάλι αγνοούν το νόμο του Θεού, ισχύει αυτό που σήμερα ονομάζουμε «φυσικό νόμο» και οι Πατέρες της Εκκλησίας χαρακτήρισαν ως «σπερματικό λόγο», δηλαδή την ανθρώπινη συνείδηση, το πρωταρχικό περί δικαίου αίσθημα και η διάκριση του αγαθού από το κακό, τα οποία είναι κοινά σε όλους τους ανθρώπους, σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης.
5. Επομένως, κατά την ημέρα της Κρίσεως, εμείς μεν θα κριθούμε με βάση την αλήθεια της πίστεώς μας, όπως μας την αποκάλυψε και μας την δίδαξε ο Ιησούς Χριστός, ο σαρκωθείς Υιός και λόγος του Θεού. Για όσους πάλι δεν γνώρισαν τον νόμο του Θεού, κριτής και συνήγορος θα είναι η φωνή της συνειδήσεώς τους, δηλαδή ο πρωταρχικός φυσικός νόμος, τον οποίο ο ίδιος ο Θεός έχει εμφυτεύσει στην ανθρώπινη φύση.


________________
*Οι χαρακτηρισμοί Ιουδαίος και Έλληνας που συναντάμε στην Καινή Διαθήκη, δεν έχουν εθνικό – φυλετικό περιεχόμενο, αλλά θρησκευτικό, όπως άλλωστε φαίνεται και στη συνέχεια των λόγων του Απ. Παύλου: αντιδιαστέλλονται δηλαδή εκείνοι που έχουν δεχτεί το Νόμο του Θεού (Ιουδαίοι) με αυτούς που δεν τον γνωρίζουν (Έλληνες ή Εθνικοί).


Πρωτότυπο κείμενο από Απλά & Ορθόδοξα - π. Χερουβείμ Βελέτζας: http://xerouveim.blogspot.com/2011/06/26-6-2010.html#ixzz1xucqtMwq

Σάββατο, Ιουνίου 09, 2012

Κυριακή των Αγίων Πάντων -Ο δρόμος των αγίων



Ομολογία της θείας του φύσεως

Στο ιερό Ευαγγέλιο της εορτής των Αγίων Πάντων ο Κύριος μας παρουσιάζει δυο βασικές προϋποθέσεις για να ακολουθήσουμε όλοι μας τον δρόμο των Αγίων.
Η πρώτη προϋπόθεση η ομολογία της πίστεως. Μας διαβεβαιώνει ο Κύριος: Καθένα που θα με ομολογήσει μπροστά στους ανθρώπους που καταδιώκουν την πίστη μου, θα τον ομολογήσω κι εγώ ως πιστό ακόλουθό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς. Εκείνον όμως που θα με αρνηθεί μπροστά στους ανθρώπους, αυτόν θα τον αρνηθώ κι εγώ και δεν θα τον αναγνωρίσω ως δικό μου μπροστά στον Πατέρα μου που είναι στους ουρανούς.
Ο Κύριος λοιπόν θέτει ως βασική προϋπόθεση της σωτηρίας μας να ομολογούμε τον Χριστό μπροστά στους διώκτες και αρνητές του. Ποιο όμως ακριβώς είναι το νόημα των λόγων αυτών του Κυρίου;  Αν κανείς μελετήσει τις αναλύσεις των ιερών ερμηνευτών, θα δει ότι εδώ ο Κύριος δεν ζητεί μία γενική και αόριστη ομολογία. Αλλά ζητεί να Τ ον ομολογούμε με συγκεκριμένο και σαφή τρόπο, να Τ ον ομολογούμε ως Σωτήρα μας και Θεό μας.
Γιατί όμως ο Χριστός μας μας ζητά μία τέτοια ομολογία; Διότι μέσα στους αιώνες κανείς δεν αρνήθηκε ότι ο Κύριος είναι ένας μεγάλος διδάσκαλος, προφήτης, αναγεννητής, φιλόσοφος. Κανείς δεν αρνήθηκε το πνευματικό και κοινωνικό του έργο. Το σημείο που ενοχλεί τους διώκτες του Κυρίου είναι ένα και μοναδικό: η θεότητά του. Διότι αυτό καθορίζει τα πάντα στη ζωή μας.
Εάν δεχθούμε τον Κύριο Ιησού Χριστό απλώς και μόνον ως ένα ιστορικό πρόσωπο ξεχωριστό και τέλειο, τότε αυτό δεν έχει καμία επίδραση στη ζωή μας. Εάν όμως Τον αποδεχθούμε και Τον ομολογούμε ως Θεάνθρωπο Διδάσκαλο Σωτήρα μας, τότε αυτό έχει καθοριστική σημασία για τη ζωή μας. Διότι τότε θα πρέπει να αποδεχθούμε όλα όσα ζητάει από εμάς και να συμμορφώσουμε τη ζωή μας με το θέλημά του.
Ο δρόμος λοιπόν προς την αγιότητα προϋποθέτει όχι μία γενική και αόριστη ομολογία πίστεως, αλλά μία πίστη και ομολογία συγκεκριμένη. Να ομολογούμε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό ως «Θεόν αληθινόν, ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ γεννηθέντα». Και να ζούμε όπως Εκείνος θέλει. Μόνον έτσι θα μπορέσουμε να εισέλθουμε στο δρόμο των Αγίων, στο δρόμο του Χριστού.

Η πρώτη αγάπη μας

Στη συνέχεια ο Κύριος μας παρουσιάζει τη δεύτερη προϋπόθεση για τον δρόμο της αγιότητος. Ζητά απ’ όλους μας να Τον αγαπούμε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον στον κόσμο. Εκείνος, λέει, που αγαπά τον πατέρα του ή τη μητέρα του περισσότερο από έμενα και με αρνείται για να μη χωρισθεί από τους γονείς του, δεν αξίζει για μένα. Κι Εκείνος που αγαπά τον γυιό του ή την κόρη του περισσότερο από έμενα, δεν είναι άξιος να λέγεται μαθητής μου. Κι Εκείνος που δεν παίρνει την απόφαση να υποστεί σταυρικό θάνατο και δεν ακολουθεί πίσω μου με την απόφαση να ακολουθήσει το παράδειγμά μου, δεν αξίζει για μένα.
Τότε Του αποκρίθηκε ο Πέτρος: Κύριε, εμείς αφήσαμε τα πάντα και Σε ακολουθήσαμε. Τι άραγε θα γίνει μ’ εμάς; Και ο Κύριος απάντησε: Όταν θα καθίσω στον θεϊκό μου θρόνο, θα καθίσετε κι εσείς Σε δώδεκα θρόνους δικάζοντας τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ. Και καθένας που άφησε σπίτια ή αδελφούς ή αδελφές ή πατέρα ή μητέρα ή γυναίκα ή παιδιά ή χωράφια για να μη χωρισθεί από εμένα, θα λάβει πολλαπλάσια σ’ αυτή τη ζωή και θα κληρονομήσει την αιώνια ζωή. Και πολλοί που είναι εδώ πρώτοι, θα είναι στην αιώνια βασιλεία τελευταίοι, ενώ πολλοί τελευταίοι θα είναι εκεί πρώτοι.
Ο Κύριός μας εδώ θέτει ως βασική προϋπόθεση για να μας αποδεχθεί ως άξιους μαθητές του να Τον αγαπάμε περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο στον κόσμο, ακόμη και από τα πλέον αγαπημένα ιερά μας πρόσωπα, τον πατέρα μας και τη μητέρα μας. Και γιατί μας το ζητάει αυτό; Μας το ζητάει όχι γιατί έχει ανάγκη από την αγάπη μας, αλλά για το δικό μας συμφέρον. Πρωτίστως διότι όταν τα συγγενικά μας πρόσωπα βρίσκονται μακριά από το δρόμο του Θεού, υπάρχει ο κίνδυνος να επηρεάσουν κι εμάς. Έπειτα υπάρχουν πολλοί Χριστιανοί που έχουν αρρωστημένη προσκόλληση στο παιδιά τους, στους γονείς τους ή Σε άλλα συγγενικά πρόσωπα, σε βαθμό που να τα αγαπούν περισσότερο και από τον Θεό!
Ο Κύριος όμως μας ζητά να Τον αγαπούμε πάνω απ’ όλους και για έναν άλλο λόγο καθοριστικό για τη ζωή μας: Διότι θέλει να μας καταστήσει μετόχους της δικής του μακαριότητας, να μας προσφέρει ασύλληπτης αξίας δώρα, να μας προσφέρει τα πάντα. Διότι όταν αγαπάμε τον Χριστό μας περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο στον κόσμο, ζούμε από αυτή τη ζωή σ’ έναν άλλο κόσμο· στον κόσμο της Βασιλείας του Θεού. Όταν έχουμε στραμμένα τα μάτια μας σ’ Εκείνον, τότε μπορούμε να γευθούμε τα αόρατα μυστικά, τις πνευματικές ομορφιές, τα μυστήρια του Θεού. Μπορούμε να γευθούμε τη γλυκύτητα της παρουσίας του· ν’ απολαύσουμε τη μυστική κοινωνία μαζί του. Να ζούμε καθημερινά μια πνευματική ζωή αγιότητος, χάριτος. Να απολαμβάνουμε τη λατρεία και την προσευχή ως ύψιστες πνευματικές ηδονές. Έτσι θα έχουμε μέσα μας τόσο δυνατά βιώματα, που θα συνεπαίρνουν την ύπαρξή μας. Έτσι θα γίνουμε πολίτες της Βασιλείας του από αυτή τη ζωή. Ας Τον αγαπήσουμε λοιπόν πάνω απ’ όλους και απ’ όλα. Και ας εισέλθουμε στο μυστήριο της εν Χριστώ αγάπης και ζωής.

Σάββατο, Μαΐου 05, 2012

Κυριακή του Παραλύτου Ἦν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καί ὀκτώ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ » π. Χρίστος Πιτυρίνης



tou_paralytoyἮν δέ τις ἄνθρωπος ἐκεῖ τριάκοντα καί ὀκτώ ἔτη ἔχων ἐν τῇ ἀσθενείᾳ αὐτοῦ
»
Πρόσωπο θλίψεως κι αφόρητου πόνου αγαπητοί μου αδελφοί, μπορεί να χα­ρακτηρισθεί ο παράλυτος της Βηθεσδά. Τριάντα οχτώ ολόκληρα χρόνια έλιωνε πάνω στο κρεβάτι της εγκατά­λειψης. Εξουθενωμένος από το βάρος της δοκιμασίας, δεν είχε χάσει την ελπίδα του. Περίμενε την επέμβαση τού Θεού. Και να, ήλθε ό Ιησούς! Τον πλησίασε με αγάπη και με τον δεσποτικό Του λόγο νεύρωσε τα παράλυ­τα μέλη του. «Καί ευθέως εγένετο υγιής ό άνθρωπος». Με την εντολή τού Θεού ή πολυχρόνια νόσος υποχώρη­σε και τα νεκρά νευρικά κύτταρα πήραν ζωή. Ό πόνος με την επέμβαση τού Θεού έδωσε τη θέση του στην χαρά. Πολλοί άνθρωποι αγανακτισμένοι από το βάρος δοκι­μασιών και θλίψεων, διερωτώνται γιατί να υπάρχει στον κόσμο τόσος πόνος.
Διαφωτιστική άπάντηση δίνουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας, οι οποίοι δοκιμασμένοι στο κα­μίνι τού πόνου, συγχρόνως σκεπασμένοι από τη χάρη τού Θεού, μπορούνε να διακρίνουν αντικειμενικά την προέλευση και τη σημασία τού πόνου στη ζωή τού πι­στού. Λένε λοιπόν οι θεοφώτιστοι άγιοι της Εκκλησίας μας, ότι από τη στιγμή πού για πρώτη φορά ό άνθρω­πος γεύθηκε την αμαρτία και την ηδονή πού τη συνο­δεύει, γεύθηκε ταυτόχρονα την πίκρα τού πόνου και της οδύνης. Επέτρεψε ό Θεός τον πόνο για να θεραπευθεί με την οδύνη ή πληγή που άνοιξε στον άνθρωπο η αμαρτία. Δεν ήταν τιμωρία ό πόνος, αλλά φάρμακο θερα­πείας. Αυτό πού σε μας φαίνεται τιμωρία, στην πραγμα­τικότητα είναι θεραπεία, θεϊκή ευεργεσία.
Οι θλίψεις είναι φάρμακα πού γιατρεύουν την αρρώστια της αμαρτίας και ξαναδίνουν στον άνθρωπο την υγεία των αρετών. Οι άγιοι βλέπουν τις θλίψεις σαν «αίτιες αρετής» και τις θεωρούν πολύτιμα δώρα τού Θεού. Γράφει ό Αβάς Ίσα: «τίμιαι εναντίον Κυρίου αί θλί­ψεις... υπέρ πασαν ευχήν καί θυσίαν». Και ό άγιος Νείλος συμβουλεύει: «Υπόμενε τις θλίψεις γιατί μέσα σ' αυτές φυτρώνουν οι αρετές».Μέσα από τούς τριβόλους των δοκιμασιών φυτρώ­νουν τ' άνθη της μετανοίας. Πόσοι άνθρωποι δεν άλλα­ξαν πορεία υστέρα' από μία μεγάλη δοκιμασία; Ο Ιερός Χρυσόστομος, πού τόσο δοκιμάσθηκε στή ζωή του, λέει ότι με τις θλίψεις απαλλασσόμαστε από τις αμαρτίες και προχωρούμε πρός τή Βασιλεία τού Θεού έξαγνισμένοι.
Ή υγεία, ή δόξα, ή ευτυχία μας καθιστά αγέρωχους, σκληρούς, εγωιστές, αδιάφορους, άπονους. Η αρρώστια όμως, η συμφορά, ο πόνος, η θλίψη, η φτώχια, ο παραγ­κωνισμός και γενικά κάθε δοκιμασία ταπεινώνει την «ἐπηρμένη ὀφρύ», μας κάνει καταδεχτικούς, μαλακούς, ευλαβείς, πονόψυχους, ελεήμονες, μ’ ένα λόγο ανθρώ­πους. Τότε σκεφτόμαστε το Θεό. Σηκώνουμε τα μάτια μας σε εκείνον και με δάκρυα τον παρακαλούμε: «Κύριε μή ἀποστρέψῃς τό πρόσωπόν σου ἀπό τοῦ παιδός σου, ὅτι θλίβομαι∙ ταχύ ἐπάκουσόν μου∙ πρόσχες τ ψυχ μου καί λύτρωσε αὐτήν»(Ψαλμ. ρα'). Ποιος άλλαξε τη στάση μας; Ποιος μας μίλησε για τη λαθεμένη πορεία μας, ώστε να αλλάξουμε συμπεριφορά; Ποιος άλλος;
Ο μεγάλος παιδαγωγός, ο πόνος. Εκείνος μαλάκωσε την καρδιά μας. Εκείνος με τους όμβρους της μετάνοιας πότισε την ξερή και άγονη ψυχή μας. Είχε δί­κιο ο Άγιος Ιάκωβος να γράφει στους θλιμμένους: «Πᾶ­σαν χαράν ἡγήσασθε, ἀδελφοί μου, ὅταν πειρασμοῖς πε­ριπέσητε ποικίλοις...»(Ἰακ. α’ 2). Μερικοί θεωρούν τη θλίψη σαν έκφραση της οργής του Θεού. Ίσως να έχουν δίκιο. Ο πειρασμός άλλοτε είναιέκφραση ιδιαίτερης εύνοιας, και άλλοτε δίκαιης οργής τού Θεού. Αλλά τί είναι η οργή τού Θεού; Ο άγιος Μάξιμος λέει ότι η οργή τού Θεού εκδηλώνεται με δύο τρόπους. Πρώτον, με την εγκατάλειψη του υπερήφανου στα χέρια των εχθρών του, με σκοπό να συναισθανθεί την αδυναμία του και να αναγνωρίσει τη δύναμη της Θείας Χάριτος.
Δεύτερο, με τη διακοπή των θείων χαρισμάτων η οποία γίνεται σε κάθε άνθρωπο που καυχάται για τα κατορθώ­ματά του και για τις δωρεές που του δόθηκαν από το Θεό. Όταν έρχονται λοιπόν θλίψεις, ας αναρωτηθούμε: μήπως είναι παιδαγωγίες τού Θεού που σκοπό έχουν να μας οδηγήσουν σε συστολή και ταπείνωση; Στην αρχή κάθε θλίψη μας κάνει να υποφέρουμε και να βασανιζόμαστε. Όμως εάν δεχτούμε την αρρώστια με ταπείνωση και την υπομείνουμε με καρτερία, βλέπουμε στο τέλος, ότι έχει κατάληξη ειρηνική. Ό Απόστολος Παύλος επιβεβαιώνει την αλήθεια αυτή με τ' ακόλουθα λόγια: «Πᾶσα παι­δεία, πρός μέν τό παρόν οὐ δοκεῖ χαράς εἶναι, ἀλλά λύπης, ὕστερον δέ καρπόν εἰρηνικόν τοῖς δι’ αὐτῆς γεγυμνασμέ­νοις ἀποδίδωσι δικαιοσύνης» (Έβρ. ιβ' 11).
Οι θλίψεις λέει ο άγιος Μάρκος ό ασκητής, πού έρχονται στους ανθρώπους «τῶν ἰδίων κακῶν εἰσίν ἔγγονα». Εάν όμως με προσ­ευχή υπομείνουμε «εύρίσκομεν πάλιν άγαθών πραγμάτωνέπιφοράν». Ευλογημένοι χριστιανοί. 'Όσο κι' αν οι θλίψεις μάς μαλακώνουν την ψυχή για να δεχτεί της αρετής τη σφραγίδα, όσο κι αν προξενούν στε­φάνους, εντούτοις είναι πικρά φάρμακα τα οποία με πολ­λή δυσκολία δεχόμαστε. Επειδή μάλιστα υπάρχει κίνδυνος λόγω της αδυναμίας και της απιστίας μας να ζημιωθούμε από τον πειρασμό της θλίψεως, ας παρακαλούμε τον Κύ­ριο να μάς λυτρώνει και να μάς σκεπάζει από κάθε θλίψη, οργή, κίνδυνο και ανάγκη.«Πάτερ ἡμῶν... μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν, ἀλλά ρῦσαι ἡμᾶς ἀπό τοῦ πονηροῦ». ΑΜΗΝ.

Ὁμιλία εἰς τὴν Κυριακὴ τοῦ Παραλύτου Ἅγιος Ἰωάννης Χρυσόστομος



 
Στό χρυσωρυχεῖο οὔτε τήν πιό ἀσήμαντη φλέβα δέν θά δεχόταν νά περιφρονήση κανένας κι ἄς προξενῆ πολύν κόπο ἡ ἔρευνά της. Ἔτσι καί στίς θεῖες Γραφές δέν εἶναι χωρίς βλάβη νά προσπεράσης ἕνα γιῶτα ἤ μιά κεραία. Ὅλα πρέπει νά ἐξετάζωνται. Τό ἅγιο Πνεῦμα τά ἔχει πεῖ ὅλα καί τίποτα δέν εἶναι ἀνάξιο σ̉ αὐτές. Πρόσεξε λοιπόν τί λέει ὁ Εὐαγγελιστής κι ἐδῶ: Αὐτό πάλι ἦταν τό δεύτερο σημεῖο πού ἔκανε ὁ Ἰησοῦς, πηγαίνοντας ἀπό τήν Ἰουδαία στήν Γαλιλαία. Καί δέν πρόσθεσε βέβαια ἔτσι ἁπλᾶ τή λέξη «δεύτερο», ἀλλά τονίζει ἀκόμα περισσότερο τό θαῦμα τῶν Σαμαρειτῶν. Δείχνει ὅτι, μόλο πού ἔγινε καί δεύτερο σημεῖο, δέν εἶχαν φτάσει ἀκόμα στό ὕψος ἐκείνων πού τίποτα δέν εἶδαν (τῶν Σαμαρειτῶν) αὐτοί πού ἔχουν δεῖ πολλά καί θαυμάσει.
Ὕστερ̉ ἀπ̉ αὐτά ἦταν ἑορτή τῶν Ἰουδαίων. Ποιά ἑορτή; Ἡ ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς, νομίζω, καί ἀνέβηκε ὁ Ἰησοῦς στά Ἱεροσόλυμα. Συστηματικά τίς γιορτές βρίσκεται στήν πόλη. Ἀπ̉ τή μιά γιά νά φανῆ πώς ἑορτάζει μαζί τους, ἀπ̉ τήν ἄλλη γιά νά τραβήξη κοντά του τόν ἁπλό λαό. Γιατί αὐτές τίς μέρες γινόταν περισσότερη συρροή τῶν πιό ἁπλῶν. Ὑπάρχει στά Ἱεροσόλυμα ἡ προβατική κολυμβήθρα, Βηθεσδά μέ τό Ἑβραϊκό ὄνομά της, μέ πέντε στοές. Σ̉ αὐτές ἦσαν πεσμένοι ἄρρωστοι πλῆθος - κουτσοί, τυφλοί, ξηροί, πού περίμεναν τήν ταραχή τοῦ νεροῦ. Τί σημαίνει αὐτός ὁ τρόπος τῆς θεραπείας; Τίνος μυστηρίου κάνει ὑπαινιγμό; Αὐτά δέν ἔχουν γραφῆ ἁπλᾶ καί τυχαῖα ἀλλά εἰκονίζει καί ὑποτυπώνει ὅσα ἀνάγονται στό μέλλον. Μ̉ αὐτόν τόν τρόπο, τόν ὑπερβολικά παράξενο, ὅταν συνέβαινε ὁλότελα ἀπροσδόκητα, δέ θά κατάστρεφε μέσα στίς ψυχές τῶν πολλῶν τή δύναμη τῆς πίστης.
Ποιό εἶναι λοιπόν αὐτό πού εἰκονίζει; Σκόπευε νά δώση τό βάπτισμα πού ἔχει πολλή δύναμη καί μεγάλη χάρη.τό βάπτισμα πού ἀποπλύνει ὅλες τίς ἁμαρτίες καί ζωοποιεῖ τούς νεκρούς. Ὅπως λοιπόν σέ εἰκόνα, προδιαγράφονται αὐτά στήν κολυμβήθρα καί σέ πολλά ἄλλα. Καί πρῶτα ἔδωσε τό νερό πού βγάζει τά στίγματα τῶν σωμάτων καί πού δέν εἶναι μιάσματα ἀλλά φαίνονται, ὅπως τά μολύσματα ἀπό κηδεῖες, ἀπό λέπρα καί ἄλλα τέτοια. Καί πολλές ἄλλες θεραπεῖες στήν Παλαιά Διαθήκη θά μποροῦσε κανείς νά δῆ πού πραγματοποιήθησαν μέ νερό, γι̉ αὐτό τό λόγο. Ἀλλά ἄς μποῦμε στό θέμα μας. Πρῶτα λοιπόν ὅπως εἶπα πρωτύτερα, μολυσμούς σωματικούς κι ἔπειτα διάφορες ἄλλες ἀσθένειες κάνει νά θεραπεύωνται μέ νερό. Γιατί θέλοντας ὁ Θεός νά μᾶς ὁδηγήση κοντύτερα στή δωρεά τοῦ βαπτίσματος δέν θεραπεύει τούς μολυσμούς μονάχα ἀλλά καί ἀσθένειες. Γιατί οἱ πλησιέστερες πρός τήν ἀλήθεια εἰκόνες καί σχετικά μέ τό βάπτισμα καί τό πάθος καί τά ἄλλα ἦσαν καθαρώτερες ἀπό τίς παλαιότερες. Γιατί ὅπως οἱ κοντινοί τοῦ βασιλιᾶ δορυφόροι εἶναι λαμπρότεροι ἀπό τούς πιό μακρινούς, ἔτσι γίνεται καί σχετικά μέ τούς τύπους.
Κι ὁ ἄγγελος καταβαίνοντας ἀνατάραζε τό νερό καί τοῦ ἔδινε θεραπευτική δύναμη, γιά νά μάθουν οἱ Ἰουδαῖοι ὅτι πολύ περισσότερο ὁ Κύριος τῶν ἀγγέλων μπορεῖ νά θεραπεύση ὅλα τά νοσήματα τῆς ψυχῆς. Ἀλλά ὅπως ἐδῶ ἡ θεραπευτική δύναμη δέν ἦταν φυσική ἰδιότητα τοῦ νεροῦ, γιατί τότε θά ἐκδηλωνόταν ἀδιάλειπτα, ἀλλά παρουσιαζόταν μέ τήν ἐνέργεια τοῦ ἀγγέλου, ἔτσι καί πάνω σ̉ ἐμᾶς δέν ἐνεργεῖ ἁπλᾶ τό νερό ἀλλά ὅταν δεχτῆ τή χάρη τοῦ Πνεύματος τότε διαλύει ὅλες τίς ἁμαρτίες. Γύρω ἀπ̉ αὐτή τήν κολυμβήθρα κοίτονταν ἕνα μεγάλο πλῆθος ἄρρωστοι τυφλοί, κουτσοί, λεπροί πού περίμεναν τήν ταραχή τοῦ νεροῦ καί τότε ἡ ἀσθένεια γινόταν ἐμπόδιο σ̉ ἐκεῖνον πού ἤθελε νά θεραπευτῆ. Μά τώρα εἶναι κύριος ὁ καθένας νά προσέλθη. Γιατί δέν ἀναταράζει κάποιος ἄγγελος ἀλλά εἶναι τῶν πάντων ὁ Κύριος αὐτός πού τά ἐκτελεῖ ὅλα καί δέν εἶναι δυνατό νά πῆ ὁ ἀσθενής«μόλις πάω νά κατεβῶ, ἄλλος κατεβαίνει πρίν ἀπό μένα». Ἀλλά, κι ἄν ἔρθη ὅλη ἡ οἰκουμένη, ἡ χάρη δέν ξοδεύεται, οὔτε ἡ ἐνέργεια δαπανᾶται ἀλλά ἴδια καί ἀπαράλλακτη μένει ὅπως πρῶτα. Κι ὅπως οἱ ἡλιακές ἀκτῖνες καθημερινά δίνουν τό φῶς τους καί δέν δαπανῶνται οὔτε λιγοστεύει ἡ λάμψη τους ἀπό τήν ἄφθονη παροχή των, ἔτσι καί πολύ περισσότερο ἡ ἐνέργεια τοῦ Πνεύματος, δέν ἐλαττώνεται μ̉ ὅλο τό πλῆθος πού τήν ἀπολαμβάνει.
Αὐτό συνέβαινε, μέ τό σκοπό ἐκεῖνοι πού ἔμαθαν ὅτι εἶναι δυνατό μέ τό νερό νά θεραπευτοῦν πολλά σωματικά νοσήματα καί ἀσκήθηκαν στή γνώση αὐτή πολύν καιρό, νά πιστέψουν εὔκολα ὅτι μπορεῖ νά θεραπεύση καί νοσήματα τῆς ψυχῆς. Καί γιατί τέλος πάντων ὁ Ἰησοῦς ἄφησε ὅλους τούς ἄλλους καί ἦρθε σ̉ αὐτόν, πού εἶχε τριάντα ὀχτώ χρόνια καί γιατί τόν ρώτησε ἄν θέλη νά γίνη ὑγιής. Ὄχι γιά νά μάθη, αὐτό ἦταν περιττό, ἀλλά γιά νά δείξη τήν ὑπομονή τοῦ παραλυτικοῦ καί γιά να καταλάβωμε ὅτι γι̉ αὐτό ἄφησε τούς ἄλλους καί πῆγε σ̉ αὐτόν. Κι ὁ ἀσθενής τοῦ ἀποκρίθηκε καί τοῦ εἶπε:«Κύριε δέν ἔχω κάποιον νά μέ βάλη στήν κολυμβήθρα, ὅταν ταραχθῆ τό νερό. Κι ἐνῶ πηγαίνω ἐγώ, κατεβαίνει ἄλλος πρίν ἀπό μένα». Γι̉ αὐτό ρώτησε, ἄν θέλη νά γίνη γερός. Γιά νά πληροφορηθοῦμε αὐτά τά πράγματα. Δέν τοῦ εἶπε θέλεις νά σέ κάμω καλά; - Γιατί δέν φανταζόταν ἀκόμα τίποτα σπουδαῖο γι̉ αὐτόν - ἀλλά θέλεις νά γίνης καλά; Ξαφνιάζεται ὁ καρτερικός παράλυτος. Ἔχοντας τριάντα ὀχτώ ἔτη τήν ἀσθένεια καί κάθε χρόνο ἐλπίζοντας ὅτι θά γλύτωνε ἀπ̉ αὐτή, ἔμενε μόνιμα ἐκεῖ καί δέν ἀπομακρυνόταν. Χωρίς τήν καρτερία του ἄν ὄχι τά περασμένα, δέν θά ἦσαν ἱκανά τά μέλλοντα νά τόν ἀπομακρύνουν ἀπό κεῖ;
Σκέψου σέ παρακαλῶ πῶς ἦταν φυσικό καί οἱ ἄλλοι ἄρρωστοι νά εἶναι ἥσυχοι. Γιατί μήτε ἡ ὥρα δέν ἦταν φανερή πού ταραζόταν τό νερό. Καί στό κάτω-κάτω οἱ κουτσοί καί οἱ κουλλοί μποροῦσαν νά παρατηρήσουν. Οἱ τυφλοί ὅμως πού δέν ἔβλεπαν; Ἴσως τό καταλάβαιναν ἀπό τό θόρυβο. Ἄς νιώσωμε λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ντροπή καί ἄς στενάξωμε γιά τήν πολλή ἀδιαφορία μας. Τριάντα ὀχτώ χρόνια ἔμεινε στό ἴδιο μέρος ἐκεῖνος καί, μ̉ ὅλο πού δέν πετύχαινε ὅ,τι ἤθελε, δέν ἀπομακρυνόταν. Καί δέν πετύχαινε ὄχι ἀπό ἀδιαφορία δική του ἀλλά γιατί τόν ἐμπόδιζαν καί τόν παραμέριζαν οἱ ἄλλοι. Καί ὅμως δέν ἀπογοητευόταν. Ἐμεῖς ὅμως δέκα ἡμέρες, ἄν μείνωμε κάπου καί παρακαλέσωμε γιά κάτι χωρίς νά πετύχουμε στό τέλος βαρυόμαστε νά δείξωμε τόν ἴδιο ζῆλο. Καί στούς ἀνθρώπους κάποτε μένουμε κοντά τόσο διάστημα ὑποφέροντες τίς ταλαιπωρίες τῆς ἐκστρατείας καί ἐκτελώντας ἐργασίες δουλοπρεπεῖς, χωρίς νά ἐκπληρώνεται πολλές φορές ἡ ἐλπίδα μας. Στόν Κύριο ὅμως τό δικό μας, ὅπου θά πάρωμε ὁπωσδήποτε μεγαλύτερη ἀπό τούς κόπους μας ἀμοιβή - ἡ ἐλπίδα, γράφει, δέν ἀπογοητεύει - δέν θέλομε νά μείνωμε κοντά του μέ τό ζῆλο πού πρέπει.
Πόση τιμωρία ἁρμόζει σ̉ αὐτή τή στάση; Ἀκόμη κι ἄν δέν ἦταν δυνατό νά πάρουμε τίποτα, αὐτή τήν ἀδιάκοπη συνομιλία μαζί του δέν ἔπρεπε νά τήν θεωροῦμε ἄξια ἄπειρων ἀγαθῶν; Ἀλλά εἶναι κουραστική ἡ ἀδιάκοπη προσευχή; Ἀλλά καί ποιά ἀρετή δέν εἶναι κοπιαστική; Κι αὐτή εἶναι ἡ μεγάλη ἀπορία: ὅτι μαζί μέ τήν κακία κληρώθηκε ἡ εὐχαρίστηση, ἐνῶ μέ τήν ἀρετή ὁ πόνος. Πολλοί ἀναζητοῦν τήν αἰτία. Μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός ἀπ̉ τήν ἀρχή ζωή ἐλεύθερη ἀπό φροντίδες καί κόπους. Ἡ ἀργία ὡδήγησε στή διαστροφή καί χάσαμε τόν παράδεισο. Γι̉ αὐτό ἔκαμε ἐπίπονη τή ζωή μας, σάν νά δικαιολογοῦνταν στό γένος τῶν ἀνθρώπων λέγοντας.σᾶς ἔβαλα μέσα στήν τρυφή, ἀλλά ἡ ἀπιστία σᾶς ἔκαμε χειρότερους. Γι̉ αὐτό διέταξα νά δοκιμάζετε τόν πόνο καί τόν ἱδρῶτα. Ἐπειδή ὅμως οὔτε αὐτός ὁ πόνος δέν συγκράτησε τόν ἄνθρωπο, μᾶς ἔδωσε νόμο μέ πολλές ἐντολές βάζοντάς μας, ὅπως στό δύσκολο ἄλογο, δεσμά καί χαλινάρια. Τό ἴδιο κάνουν καί οἱ ἀλογοδαμαστές. Γι̉ αὐτό εἶναι ἐπίπονη ἡ ζωή μας. Ἡ ζωή ἡ χωρίς κόπο συνήθως διαφθείρει. Ἡ φύση μας δέν δέχεται τήν ἀργία, εὔκολα κλίνει στήν κακία. Ἄς ὑποθέσωμε ὅτι δέν ἔχει ἀνάγκη ἀπό κόπους ὁ φρόνιμος καί ἐνάρετος γενικά, ἀλλά ἐπιτυγχάνουν τό κάθε τι ἀκόμα καί κοιμισμένοι. Τήν ἄνεση πού θά προέκυπτε ποῦ θά τή χρησιμοποιούσαμε; Ὄχι στήν ἀνοησία καί τήν ὑπερηφάνεια;
Ἀλλά γιατί ἔχει συζευχθῆ μέ τήν κακία πολλή εὐχαρίστηση καί μέ τήν ἀρετή πολύς κόπος καί ἱδρῶτας; Καί τί χάρη θά εἶχε καί τί μισθό θά ἔπαιρνε, ἄν τό πρᾶγμα δέν ἦταν κοπιαστικό; Ἔχω νά σᾶς δείξω πολλούς πού ἀποστρέφονται ἐκ φύσεως τό γάμο καί τόν ἀποφεύγουν μέ σιχαμάρα. Αὐτούς θά τούς ποῦμε φρόνιμους καί θά τούς στεφανώσωμε καί θά τούς ἀνακηρύξωμε πανηγυρικά; καθόλου. Γιατί ἡ σωφροσύνη εἶναι ἐγκράτεια καί ὑπερίσχυση πάνω στίς ἡδονές ὕστερα ἀπό μάχη. Καί τά πολεμικά τρόπαια εἶναι λαμπρότερα, ὅταν οἱ ἀγῶνες εἶναι σκληροί, ὄχι ὅταν οἱ ἀντίπαλοι δέν ἀντιστέκονται. Εἶναι πολλοί νωθροί ἀπό τή φύση. Αὐτούς δέ θά τούς ποῦμε ἐνάρετους.
Γιαυτό ὁ Χριστός ἀναφέροντας τρεῖς τρόπους εὐνουχισμοῦ τούς δύο τούς ἀφήνει ἀβράβευτους καί τόν ἕναν μόνο βραβεύει μέ τή βασιλεία. Σᾶς λέω καί γιατί χρειάζεται ἡ κακία. Ποιός ἄλλος εἶναι ὁ δημιουργός τῆς κακίας ἀπό τή θεληματική ἀδιαφορία; Κι οἱ ἀγαθοί ἔπρεπε νά εἶναι μόνοι. Ποιό εἶναι τό γνώρισμα τοῦ ἀγαθοῦ, ἡ νηφαλιότητα καί ἡ ἀγρυπνία ἤ ὁ ὕπνος καί τό ροχαλητό; Καί γιατί φαινόταν γιά ἀγαθό τό νά ἐπιτυγχάνης χωρίς κόπο; Φέρνεις ἐνστάσεις πού θά ἔφεραν ζωντανά καί λαίμαργοι καί ἄνθρωποι πού νομίζουν Θεό τήν κοιλιά τους. Ἀποκρίσου μου ὅτι αὐτοί εἶναι λόγοι ἀδιαφορίας. Ἄν ὑπάρχη βασιλέας καί στρατηγός, κι ἐνῶ ὁ βασιλιάς κοιμᾶται καί μεθᾶ, ὁ στρατηγός μέ ταλαιπωρίες τήν ἕκτη ὥρα στήνει τά τρόπαια, σέ ποιόν θά ἀπέδιδες τήν νίκη; Καί ποιός χάρηκε τή χαρά τῆς νίκης;
Βλέπεις ὅτι ἡ ψυχή κλίνει σ̉ ἐκεῖνον μέ τόν ὁποῖον κοπίασε; Γι̉ αὐτό καί τήν ἀπόκτηση τῆς ἀρετῆς τή συνώδεψε μέ κόπους, ἐπειδή ἤθελε νά ἐξοικειώση τήν ψυχή μ̉ αὐτή. Γι̉ αὐτό τήν ἀρετή κι ἄν ἀκόμα δέν τήν πραγματοποιήσωμε τή θαυμάζομε, ἐνῶ τήν κακία μ̉ ὅλη τή γλυκύτητα τήν καταδικάζομε. Κι ἄν ἐρωτήσης, γιατί δέ θαυμάζομε πιό πολύ τούς ἐκ φύσεως ἀγαθούς ἀπό ἐκείνους πού εἶναι ἀγαθοί μέ τήν θέλησή τους; Ἐπειδή εἶναι δίκαιο νά προτιμᾶται αὐτός πού κοπιάζει. Καί γιά πιό λόγο τώρα κοπιάζομε; Ἐπειδή τήν ἔλλειψη τοῦ κόπου δέν τήν ἐκρατήσαμε ὅπως ἔπρεπε. Κι ἄν τό καλοεξετάση κανένας, ἡ ἀργία πάντα μᾶς ἔβλαψε καί δημιούγησε πολύν κόπον. Κι ἄν θέλης, ἄς κλείσουμε κάποιον σ̉ ἕνα σπίτι κι ἄς ἱκανοποιοῦμε μόνο τή λαιμαργία του, χωρίς νά τόν ἀφήνουμε οὔτε νά βαδίζη οὔτε στήν ἐργασία νά τόν βγάζουμε. Ἀλλά ἄς χαίρεται τό φαγητό καί τόν ὕπνον καί ἄς γλεντᾶ ἀδιάκοπα. Ὑπάρχει ἀθλιώτερη ζωή ἀπ̉ αὐτήν; Εἶναι ἄλλο ὅμως νά ἐργάζεσαι καί ἄλλο νά κοπιάζης. Ἦταν στό χέρι μας τότε νά ἐργαζώμαστε χωρίς κόπους. Μά εἶναι δυνατό; Βέβαια εἶναι, κι αὐτό θέλησε ὁ Θεός, ἀλλά δέν τό ἐβαστάξαμε ἐμεῖς. Γι̉ αὐτό μᾶς ἔβαλε νά καλλιεργοῦμε τόν Παράδεισο, ὁρίζοντάς μας τήν ἐργασία χωρίς νά ἀναμείξη τόν κόπο. Γιατί βέβαια ἄν ὁ ἄνθρωπος κοπίαζε ἀπό τήν ἀρχή δέν θά πρόσθετε ἔπειτα τόν κόπο σάν τιμωρία. Γιατί εἶναι δυνατόν νά ἐργάζεται κανείς καί νά μήν κοπιάζει, ὅπως οἱ ἄγγελοι.
Γιά νά πεισθῆτε ὅτι ἐργάζονται, ἀκοῦστε τί λέγει: Μποροῦν μέ τή δύναμή τους νά ἐκτελέσουν τό λόγο του. Τώρα ἡ ἔλλειψη τῆς δυνάμεως προξενεῖ πολλή κούραση.τότε ὅμως αὐτό δέ γινόταν. Αὐτός πού μπῆκε στήν περίοδο τῆς ἀναπαύσεώς του, ἀναπαύθηκε λέει, ἀπό τά ἔργα του, ὅπως ἀπό τά δικά του ὁ Θεός. Ἐδῶ δέν ἐννοεῖ ἀργία ἀλλά ἔλλειψη κόπου. Γιατί ὁ Θεός καί τώρα ἀκόμη ἐργάζεται καθώς λέγει ὁ Χριστός.Ὁ πατέρας μου ὡς τώρα ἐργάζεται κι ἐργάζομαι κι ἐγώ. Γι̉ αὐτό συμβουλεύω ἀφοῦ ἐγκαταλείψεται κάθε ἀδιαφορία νά ζηλέψετε τήν ἀρετή. Γιατί ἡ εὐχαρίστηση τῆς κακίας εἶναι σύντομη ἐνῶ ἡ λύπη παντοτινή.τῆς ἀρετῆς ἀντίθετα, ἀγέραστη εἶναι ἡ χαρά καί πρόσκαιρος ὁ κόπος. Ἡ ἀρετή ξεκουράζει τόν ἐργάτη της καί πρίν ἀπό τή βράβευσή του, συντηρῶντας τον μέ τίς ἐλπίδες, ἐνῶ ἡ κακία τιμωρεῖ τόν δικό της ἐργάτη, πιέζοντας τή συνείδηση καί τρομοκρατῶντας την καί προδιαθέτοντας σέ ὑποψία ἐναντίον ὅλων. Κι αὐτά βέβαια ἀπό πόσους κόπους καί ἱδρῶτες εἶναι χειρότερα.
Κι ἄν στή θέση τους ὑπῆρχε μόνο εὐχαρίστηση, τί χειρότερο ὑπάρχει ἀπό τήν εὐχαρίστηση αὐτή; Τήν ἴδια ὥρα φανερώνεται καί μαραμένη χάνεται καί φεύγει πρίν τήν πιάση κανένας, κι ἄν πῆς τήν ἀπόλαυση τῶν σωμάτων ἤ τοῦ γλεντιοῦ ἤ τῶν χρημάτων.δέν παύουν νά γερνοῦν καθημερινά. Κι ὅταν ἡ ἡδονή συνεπάγεται κόλαση καί τιμωρία, ποιός θά ἦταν πιό ἀξιολύπητος ἀπό αὐτούς πού τήνἐπιδιώκουν;
Ἄς τά ξέρωμε αὐτά κι ἄς ὑποφέρωμε τά πάντα γιά χάρη τῆς ἀρετῆς. Γιατί ἔτσι θά χαροῦμε καί τήν ἀληθινή ἀπόλαυση μέ τή χάρη καί τή φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μαζί μ̉ ἐκεῖνον καί στόν Πατέρα καί στό ἅγιο Πνεῦμα ἄς εἶναι ἡ δόξα στούς αἰῶνες. Ἀμήν.

Σάββατο, Απριλίου 28, 2012

Κυριακή των Μυροφόρων ( Μαρκ. ιε’, 43 – ιστ΄, 8 ) κήρυγμα επί του Ευαγγελίου του Ιωάννη Δήμου Θεολόγου - Φιλολόγου



από την ιστοσελίδα του:  www.sostikalogia.com
Με την ευκαιρία της Κυριακής των Μυροφόρων  που γιορτάζουμε σήμερα, ας αναφερθούμε με λίγα λόγια στο λίθο του μνήματος, και στην πέτρα της ζωής.
Ένα μέσο με το οποίο ολοκλήρωσαν την ανοησία τους οι Ιουδαίοι ήταν και η χρήση του λίθου τον οποίον τοποθέτησαν στη θύρα του μνήματος με σκοπό να αποκλεισθεί κάθε σκέψη διαφυγής και κλοπής του σώματος του Κυρίου.
Όπως όμως αποδείχθηκε, άλλα σκέπτονταν οι άνθρωποι εκείνοι   και άλλα προετοίμαζε ο Θεός.  Έτσι  ο λίθος του μνήματος στάθηκε αδύνατο να φυλάξει την πέτρα της ζωής.
Πέτρα της ζωής είναι ο Χριστός ο οποίος ως πηγή της ζωής όχι μόνο ποδοπάτησε τον ογκόλιθο αλλά και τη γη συγκλόνισε, και τον ήλιο σκότισε, και τα σιδερά δεσμά του Άδη συνέτριψε, και τους δέσμιους ελευθέρωσε.
Τα πρωτοφανή αυτά γεγονότα περιγράφει ο ποιητής στο γνωστό ύμνο «Του λίθου σφραγισθέντος υπό των Ιουδαίων και στρατιωτών φυλασσόντων το άχραντό σου σώμα· ανέστης τριήμερος Σωτήρ, δωρούμενος τω κόσμω την ζωήν. Δια τούτο αϊ Δυνάμεις των ουρανών  εβόων  σοι  Ζωοδότα. Δόξα  τη  αναστάσει  σου Χριστέ, δόξα τη βασιλεία σου· δόξα τη οικονομία σου μόνε  φιλάνθρωπε ». Με τη θριαμβευτική Ανάσταση του Κυρίου πραγματοποιήθηκε και το προφητικό εκείνο, « λίθον ον σπεδοκίμασαν οι οικοδομούντες ούτος εγενήθη εις κεφαλήν γωνίας». Δηλαδή πέτρα την οποία  θεώρησαν ακατάλληλη οι τεχνίτες, η πέτρα εκείνη αποδείχθηκε ότι ήταν κατάλληλη για ακρογωνιαίος λίθος. Η προφητεία αυτή αναφέρεται στο πρόσωπο του Κυρίου ο Οποίος συμβολίζεται ως πέτρα την οποία  οι πνευματικοί οικοδόμοι του Ισραήλ θεώρησαν ακατάλληλη, και    θανάτωσαν το Χριστό. Η πραγματικότητα όμως αντέστρεψε τους όρους και η πέτρα αυτή αποδείχθηκε κατάλληλη για θεμέλιο και αγκωνάρι του χριστιανικού οικοδομήματος, δηλαδή της Εκκλησίας του Χριστού.
Είναι δε γνωστό ότι στο χώρο όπου απέτυχαν αυτοί που δεν πίστεψαν, εκεί πέτυχαν αυτοί που πίστεψαν. Έτσι την πέτρα την οποία  απέρριψαν οι Εβραίοι, αυτή την πέτρα χρησιμοποίησαν χωρίς να τη μετακινήσουν από τον τόπο της, ως θεμέλιο του πνευματικού τους οικοδομήματος οι χριστιανοί. Ο τόπος του Γολγοθά, ο Κρανίου τόπος για τους Ισραηλίτες, έγινε ο ομφαλός της χριστιανοσύνης και το ιερό της Εκκλησίας του Χριστού  η οποία αποβλέπει να συμπεριλάβει όλους τους λαούς, γι' αυτός  στο Σύμβολο της Πίστεως ονομάζεται  και  Καθολική.
Και όσοι μεν πιστεύουν και θεμελιώνουν στην πέτρα του Χριστού θα σωθούν, όσοι όμως απιστήσουν και πολεμήσουν τη θεία διδασκαλία του θα συντριβούν και θα αποκλεισθούν. Επειδή όμως και η πίστη θεωρείται ως πέτρα και μάλιστα πέτρα ασφαλής, σε αντίθεση με την άμμο που είναι ακατάλληλη για οικοδομή, γι' αυτό όλοι εκείνοι που αγαπούν τη ζωή και επιθυμούν να ζήσουν, οφείλουν να εδραιωθούν στην ασάλευτη πέτρα της πίστεως. Οείλουν  να προσβλέπουν με εμπιστοσύνη προς την πέτρα της ζωής, δηλαδή προς τον Χριστό  ο οποίος με τον θάνατον του καταπάτησε το θάνατο, αφού  είναι ο εξουσιαστής  της ζωής και του θανάτου. Υπόσχεται  δε να αναστήσει τους πιστούς Του, να τους καταστήσει πολύτιμους και εκλεκτούς λίθους της  Εκκλησίας  Του,   και να τους χαρίσει αιώνια  χαρά και αφθαρσία, την οποία  είθε να κερδίσουμε όλοι μας. Αμήν.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...