Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ορθόδοξη Βιοηθική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ορθόδοξη Βιοηθική. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Ιουλίου 10, 2014

Παρεμβατική γονιμοποίηση: η ορθόδοξη ηθική αξιολόγηση


paremvatiki_UP_17
Άξιο προσοχής τυγχάνει το γεγονός ότι η ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει τοποθετηθεί έναντι των τεχνικών της παρεμβατικής γονιμοποίησης με την έκδοση πανορθόδοξου κειμένου[1], αν και αναγνωρίζει ότι αποτελούν ένα από τα πιο εντυπωσιακά επιστημονικά επιτεύγματα με ψυχολογική σπουδαιότητα, κοινωνική σημασία, πνευματική βαρύτητα κι επιδεικνύει ενδιαφέρον γι’ αυτές, αφού προσφέρουν λύσεις σε προσωρινές ή μόνιμες δυσκολίες στην αναπαραγωγή, δικαιώνουν την επιθυμία της γονεϊκότητας και τις προσδοκίες των υπογόνιμων ζευγαριών, ενισχύουν τη συνοχή της σχέσης και της ζωής των συζύγων, μεγαλώνουν το αίσθημα πληρότητας και ολοκλήρωσης της οικογένειας[2].
*Συνεχίζουμε την παρουσίαση σε σειρά άρθρων της μελέτης σχετικά με την Παρεμβατική Γονιμοποίηση της καθηγήτριας Μ.Ε. και θεολόγου, Χαρίκλειας Φωτοπούλου. Πρόκειται για αναθεωρημένη έκδοση του κειμένου το οποίο κατατέθηκε στο ΕΑΠ ως μεταπτυχιακή – διπλωματική εργασία με επιβλέποντες τους κ. Ν. Κόϊο και Ντ. Αθανασοπούλου
 Ωστόσο, τοπικές ορθόδοξες Εκκλησίες δείχνοντας έμπρακτο ενδιαφέρον και καταβάλλοντας προσπάθεια ν’ ανταποκριθούν στην ποιμαντική αποστολή τους και τα πιεστικά αιτήματα του ποιμνίου τους συγκρότησαν ειδικές επιτροπές, οι οποίες ασχολήθηκαν με τα ηθικά ζητήματα και ερωτήματα που προκύπτουν από την εφαρμογή και τις συνέπειες της παρεμβατικής γονιμοποίησης, συνεργάστηκαν με τους εμπλεκόμενους φορείς και εξέφρασαν επίσημες απόψεις. Μέχρι τώρα μόνο η Ελλαδική Εκκλησία έχει εκδόσει κείμενο περιέχον αποκλειστικά τις επίσημες θέσεις της επί της ηθικής της παρεμβατικής γονιμοποίησης. Η Ρωσική Εκκλησία έχει εκδόσει κείμενο με τον τίτλο «Οι αρχές της κοινωνικής διδασκαλίας της ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας», όπου εκθέτει μεταξύ άλλων τις επίσημες θέσεις της επί της ηθικής της παρεμβατικής γονιμοποίησης, ενώ η Ρουμανική Εκκλησία έχει εκδόσει κείμενο με τις απόψεις της επί της ηθικής των αμβλώσεων και της ευθανασίας από το οποίο προκύπτουν στοιχεία χρήσιμα για την αντιμετώπιση των ηθικών ζητημάτων και ερωτημάτων της παρεμβατικής γονιμοποίησης.
Παράλληλα, φορείς και θεολόγοι κληρικοί ή λαϊκοί μελετούν και αξιολογούν ηθικά και θεολογικά την αναπαραγωγική τεχνολογία και παρουσιάζουν θεολογικές απόψεις επί των ηθικών ζητημάτων και ερωτημάτων που προκύπτουν από την εφαρμογή και τις συνέπειες των παρεμβατικών αναπαραγωγικών τεχνικών σε συνέδρια, επιστημονικές μελέτες, άρθρα στον τύπο, ανακοινώσεις στο διαδίκτυο[3] με στόχο την ενεργοποίηση της ευαισθησίας και της προσοχής του ορθόδοξου πληρώματος και την αντιμετώπιση των σχετικών με τις τεχνικές αυτές ηθικών ζητημάτων μέσω του διαλόγου[4] και της αναφοράς αυτών και των προσώπων που αφορούν στο Θεό[5].
Στα εν λόγω κείμενα η παρεμβατική γονιμοποίηση αξιολογείται στο σύνολο της ως ηθικά προβληματική και μη αποδεκτή πρακτική χωρίς να παραθεωρούνται οι τεράστιες δυνατότητες, που προσφέρει σε υπογόνιμα ή στείρα ζευγάρια για την υπέρβαση των προβλημάτων   τους   και   χωρίς   να   εκφράζονται   διακρίσεις,   αποκλεισμοί   και δαιμονοποιήσεις σε βάρος του παιδιού, που γεννιέται με την εφαρμογή των μεθόδων της[6], αφού έρχεται στην ύπαρξη με την προνοητική ενέργεια του Θεού, ως εικόνα του Χριστού και καρπός χάριτος και ευδοκίας[7].
Το ηθικά προβληματικό και μη αποδεκτό της παρεμβατικής γονιμοποίησης αποδίδεται στο ότι αποτελεί μη φυσική, αδιάκριτη και μηχανιστική παρέμβαση στην αρχή της ανθρώπινης ζωής[8] με ενδεχόμενες επιπλοκές στην υγεία μητέρας και παιδιού[9], η οποία έρχεται σε αντίθεση με το θέλημα του Θεού, που έχει τον πρώτο λόγο στην τεκνοποιία, καταργεί και νοθεύει το γάμο κι αλλοιώνει την έννοια της πατρότητας και της μητρότητας με την παρέμβαση τρίτων προσώπων και τη γέννηση παιδιών άγνωστης καταγωγής και γενεαλογίας[10], υποβαθμίζει την αξία του εμβρύου και της ζωής του αλλά και τον ιερό χαρακτήρα της αναπαραγωγής, αφού εμπεριέχει τον κίνδυνο ο καθένας να επικαλείται την αγάπη, την αγνή επιθυμία της γονεϊκότητας, τη διάθεση της προσφοράς για εγωιστική ικανοποίηση επιθυμιών ή αναγκών, εξυπηρέτηση συμφερόντων και δημιουργία σχέσεων συναλλαγής[11].
Ηθικά αδικαιολόγητη τεχνολογική παρέμβαση στη διαδικασία δημιουργίας της ανθρώπινης ζωής διαφωνούσα με το σχέδιο του Θεού χαρακτηρίζεται στο σύνολό της η παρεμβατική γονιμοποίηση και στο κείμενο της Ρωσικής Εκκλησίας.
Σ’ αυτό εκφράζεται και η έντονη ανησυχία της Ρωσικής Εκκλησίας για τη συνεχή ανάπτυξη και διεύρυνση των αναπαραγωγικών τεχνικών, καθώς από τη μια απειλεί τη σωματική και πνευματική υγεία του προσώπου και τις θεμελιώδεις για την κοινωνία ανθρώπινες σχέσεις κι από την άλλη συνδέεται με την ιδεολογία των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων του ανθρώπου, η οποία προϋποθέτει την προτεραιότητα της σεξουαλικής και κοινωνικής πραγμάτωσης του προσώπου έναντι της φροντίδας για το μέλλον του παιδιού, την πνευματική και σωματική υγεία της κοινωνίας και την ηθική βάση αυτής[12].
Η συγκεκριμένη ανησυχία της Ρωσικής Εκκλησίας δικαιολογείται και επιτείνεται από το σύγχρονο όραμα περί απόλαυσης, σεβασμού και κατοχύρωσης των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων του ανθρώπου, ώστε να διασφαλιστεί η υγεία, η ευημερία και η ποιότητα της ζωής του ατόμου και της κοινωνίας[13] και την αντικατάσταση του γνήσιου χριστιανικού ήθους της αγάπης, της απλότητας, του προσώπου από ένα κοσμικό καταναλωτικό φρόνημα, με συνέπεια να δίνονται προτεραιότητες καταναλωτικού και ηδονιστικού χαρακτήρα (επαγγελματική και οικονομική κατάσταση, καριέρα, ατομική ζωή, σύνδεση οικονομικής άνεσης και παιδικής ευημερίας) καλυμμένες με τον μανδύα της αξιοπρέπειας και της ευημερίας, που οδηγούν σε αναβολή του γάμου και της τεκνοποίησης διευρυνόμενη συνεχώς και προσφυγή στην παρεμβατική γονιμοποίηση.
[συνεχίζεται]



[1] Γ. Μαντζαρίδης, Χριστιανική Ηθική ΙΙ2, (Θεσσαλονίκη 2010), σελ. 503.
[2] Ειδική επιτροπή βιοηθικής, βασικές θέσεις επί της ηθικής της Υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, διαδικτυακός τόπος: http://www.bioethics.org.gr/03_b.htm#5  (ανάκτηση 08-01-2013)
[3] Ν. Κόϊος, Βιοηθική Συνοδικά κείμενα ορθόδοξων Εκκλησιών, (Αθήνα 2007), σελ. 19-21.
[4]Γ. Μαντζαρίδης, Χριστιανική Ηθική ΙΙ2, (Θεσσαλονίκη 2010), σελ. 503, 585
[5] Ι. Μπρεκ, ό.π., σελ. 19, 20.
[6] Α. Νικολαϊδης, Θεολογικά και Ηθικά ζητήματα ως προς την Υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, διαδικτυακός τόπος: http://aktines.blogspot.gr/2012/04/blog-post_5461.html  (ανάκτηση 24-02-2013)
[7] Στ. Καρπαθίου, Η ιστορία του ζυγωτού και η εξωσωματική γονιμοποίηση: συμβολή στην ηθικήθεολογία, Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα 2006, σελ. 331, 332.
[8]  Γ. Μαντζαρίδης, Χριστιανική Ηθική ΙΙ2, (Θεσσαλονίκη 2010), σελ. 589.
[9] Α. Νικολαϊδης,  Θεολογικά και Ηθικά ζητήματα ως προς την Υποβοηθούμενη αναπαραγωγή, διαδικτυακός τόπος: : http://aktines.blogspot.gr/2012/04/blog-post_5461.html   (ανάκτηση 24-02-2013)
[10] Μητροπολίτης Κυθήρων Μελέτιος, Τεκνογονία, αντισυλληπτικά, άμβλωση, εγκυμοσύνης βίαιαδιακοπή, ευθανασία, (Αθήνα 1968), σελ. 94, 95.
[11] Ειδική επιτροπή βιοηθικής, Βασικές θέσεις επί της ηθικής της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής, διαδικτυακός τόπος:http:// www.bioethics.org.gr/03_b.htm#5  (ανάκτηση 08-01-2013)
[12] Οι αρχές του κοινωνικού δόγματος της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, διαδικτυακός τόπος: www.mospat.ru/gr/documentw/social-concepts/xii/…    (ανάκτηση 25-2013)
[13] Κυπριακός Σύνδεσμος οικογενειακού προγραμματισμού, διαδικτυακός τόπος: http://www.cymplan.org/famplan/page.php?page/D=1&langID=13   (ανάκτηση 25-01-2013)
πηγή

Πέμπτη, Ιουλίου 03, 2014

Παρεμβατική γονιμοποίηση: θεολογικά πνευματικά κριτήρια (Α’)

paremvatiki_15_UP
Η ορθόδοξη ηθική προσεγγίζει τον άνθρωπο με άπειρη φιλανθρωπία, ως δημιούργημα πλασμένο να μοιάσει στο Θεό, αλλά αλλοτριωμένο από την παρουσία και τη δύναμη της αμαρτίας στη ζωή του, προκειμένου να τον θεραπεύσει από τις συνέπειες της αμαρτίας. Στόχος της είναι η ένωση του ανθρώπου με τον Χριστό μέσω της χάριτος του Αγίου Πνεύματος στην ευχαριστιακή κοινωνία, η καλλιέργεια της εν Χριστώ ζωής στην καθημερινή ζωή μέσω της συμμόρφωσης της ανθρώπινης θέλησης στο θέλημα του Θεού και η μεταφορά του ανθρώπου από τον ιστορικό χωροχρόνο στην αιωνιότητα.*
*Συνεχίζουμε την παρουσίαση σε σειρά άρθρων της μελέτης σχετικά με την Παρεμβατική Γονιμοποίηση της καθηγήτριας Μ.Ε. και θεολόγου, Χαρίκλειας Φωτοπούλου. Πρόκειται για αναθεωρημένη έκδοση του κειμένου το οποίο κατατέθηκε στο ΕΑΠ ως μεταπτυχιακή – διπλωματική εργασία με επιβλέποντες τους κ. Ν. Κόϊο και Ντ. Αθανασοπούλου
Ο στόχος της ορθόδοξης ηθικής και ο φιλάνθρωπος χαρακτήρας της συντελούν στο να προσεγγίζει τα προβλήματα του ανθρώπου στις πραγματικές τους διαστάσεις και να τα αναγνωρίζει ως προβλήματα στη βάση τους ηθικά και πνευματικά, των οποίων η λύση πρέπει ν’ αναζητηθεί στο χώρο του προσώπου και της πνευματικής ζωής. Για το λόγο αυτό δεν προσδιορίζει και δεν επιβάλλει το εξουσιαστικό καλό, αλλά περιγράφει το ήθος της προσέγγισης των προβλημάτων και καλεί τον κάθε άνθρωπο να αξιολογεί υπεύθυνα τα παντοειδή προβλήματα, ν’ αποφασίζει για τον σωστό τρόπο δράσης και συμπεριφοράς κα να ενεργεί υπεύθυνα και με συνείδηση ελεύθερη για την επίλυσή τους στηριζόμενος σε αυθεντικά κριτήρια από την ορθόδοξη θεολογία και πνευματικότητα, που θεμελιώνουν το ορθόδοξο ήθος[1]. Έτσι, η ορθόδοξη ηθική περιγράφει το ήθος της προσέγγισης των αναπαραγωγικών τεχνικών και των ανακυπτόντων από την εφαρμογή τους προβλημάτων με κριτήρια που αντλεί από τη θεολογία του προσώπου, του γάμου και της τεκνογονίας.
Σύμφωνα με τη θεολογία του προσώπου ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από τη θεία αγάπη ως ενιαία ψυχοσωματική ενότητα και συνάφεια κατ’ εικόνα Θεού κι έλαβε το χάρισμα να είναι πρόσωπο. Προικίστηκε δηλαδή με το χάρισμα να είναι συγκεκριμένη, μοναδική και ανεπανάληπτη ύπαρξη συγκεφαλαιώνουσα τα κοινά γνωρίσματα της ανθρώπινης φύσης κι έχουσα τη δυνατότητα να υποστασιάζει ελεύθερα τη ζωή ως αγάπη χωρίς τους περιορισμούς της κτιστότητας και της κοσμικής αναγκαιότητας και να βιώνει αυθεντικά την αλήθεια. Το πρόσωπο πραγματώνεται στην Εκκλησία μέσα από την κατακόρυφη αγαπητική κοινωνία με το Θεό και την οριζόντια αγαπητική σχέση με το συνάνθρωπο, η οποία διατηρεί την ενότητα των μελών κι αναδεικνύει τα πρόσωπα με τις ιδιαιτερότητες και τα χαρίσματά τους[2]. Ανυψώνεται δε και τελειοποιείται με τη θέωση, μια χαρισματική κατάσταση αγιασμού και ανύψωσης των ψυχικών δυνάμεων και ανύψωσης, αγιασμού και αφθαρτοποίησης του σώματος[3].
Μετά την εκ Θεού δημιουργία του πρώτου ανθρώπου ο κάθε άνθρωπος έρχεται στην ύπαρξη ως ένα συγκεκριμένο, μοναδικό και ανεπανάληπτο ανθρώπινο ον από τη στιγμή που ολοκληρώνεται η γονιμοποίηση, καθώς κατά το στάδιο της γονιμοποίησης συγγενάται η ψυχή με το σώμα[4]. Το ανθρώπινο αυτό ον είναι δώρο της αγάπης και της εμπιστοσύνης του Θεού προς τους γονείς και καρπός της ταπεινής και ελεύθερης υποταγής του θελήματος των γονέων στο θεϊκό θέλημα[5]. Κι ακόμη, όπως αποκαλύπτει το σκίρτημα του βρέφους Προδρόμου μπροστά στο βρέφος Ιησού (Λκ 1, 39-46), είναι ένα μοναδικό, ανεπανάληπτο και έτερο των άλλων πρόσωπο που βρίσκεται σε κοινωνία με τα άλλα πρόσωπα, φέρει την εικόνα του Θεού κι έχει κληθεί μέσα από μια δια βίου πνευματική πορεία να γίνει κατά χάριν Θεός[6]. Δεν είναι εν δυνάμει άνθρωπος, αλλά άνθρωπος με δυναμική προσώπου, που έχει το κατ’ εικόνα για να ζήσει το καθ’ ομοίωσιν κι ανήκει στους γονείς μόνο ως προς την ευθύνη και την προστασία.
Η ιδιαίτερη ταυτότητα του εμβρύου ως κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού ψυχοσωματικής ύπαρξης από τη στιγμή της γονιμοποίησης αποδεικνύει ότι η γονιμοποίηση σηματοδοτεί την εκ θελήματος Θεού και ανθρώπου έναρξη της ανθρώπινης ζωής και της επενέργειας της χάρης και της πρόνοιας του Θεού προς τον άνθρωπο[7], ενώ τα επόμενα στάδια της κύησης αποτελούν στάδια μιας πολύμηνης διαδικασίας σωματικής ολοκλήρωσης και αύξησης του βαθμού φανέρωσης των λειτουργιών της ψυχής[8]. Επίσης, η ιδιαίτερη ταυτότητα του εμβρύου από τη στιγμή της γονιμοποίησης θεμελιώνει τα δικαιώματά του, τα οποία είναι:
  1. Το δικαίωμα της ταυτότητας: ν’ αποδείξει ότι είναι άνθρωπος αποκαλύπτοντας τα σωματικά και ψυχικά χαρακτηριστικά που το διακρίνουν από τους άλλους.
  2. Το δικαίωμα της ζωής: ν’ αναπτυχθεί και να φτάσει στην αυτόνομη ζωή.
  3. Το δικαίωμα της αιώνιας ζωής: να εκπληρώσει τον προορισμό του, την κατάκτηση της αιώνιας ζωής και να επιβάλλει την υπευθυνότητα, το σεβασμό, τη φροντίδα και την προστασία προς μια ανθρώπινη ύπαρξη, που αγωνίζεται να επιβιώσει και να ολοκληρώσει την ψυχοσωματική της ανάπτυξη[9].



[1] Γ. Μαντζαρίδης, Χριστιανική Ηθική Ι2 (Θεσσαλονίκη 2004), σελ. 57-59, 136–141.
[2] Α. Κεσελόπουλος, «Θεολογία του προσώπου και προσωποκεντρική ποιμαντική», Θεολογική Επετηρίδα Α.Π.Θ. 12, σελ. 174-180.
[3] Μ. Ορφανός, «Ο προορισμός του ανθρώπινου προσώπου», Κοινωνία 1, σελ. 10-12.
[4] «Ἀλλ ’ἑνός ὄντος τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ διά ψυχῆς τε καί σώματος συνεστηκότος, μίαν ἀυτοῦ καί κοινήν τῆς συστάσεως τήν ἀρχήν ὑποτίθεσθαι, ὡς ἂν μή αὐτός ἑαυτοῦ προγενέστερος τε καί νεώτερος γένοιτο, τοῦ μέν σωματικοῦ προτερεύοντος ἐν αὐτῶ, τοῦ δέ ἑτέρου ἐφυστερίζοντος…ν δέ τῆ καθ’ ἓκαστον δημιουργία μή προτιθέναι τοῦ  ἑτέρου τό ἓτερον, μήτε πρό τοῦ σώματος τήν ψυχήν, μήτε τό ἒμπαλιν…Μήτε ψυχήν πρό τοῦ σώματος, μήτε χωρίς χυψής τό σῶμα ἀληθές εἶναι λέγειν, ἀλλά μίαν ἀμφοτέρων ἀρχήν», Γρηγορίου Νύσσης, «Περί κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου», Ε.Π.Ε. 5, 206˙ και «νωθείς κατά την σύλληψιν (Λόγος) τῆ σαρκί διά μέσης ψυχῆς νοεράς, ἒδειξεν ὅτι ἂμα σῶμα καί ψυχή, ἐν τοῦ  ἑτέρου μή προτερεῦον,   ἀλλ’ ἂμα κατ’ ἀμφω κατά τήν σύλληψιν», Μαξίμου Ομολογητού «Προς θαλάσσιον» PG 91, 1324.
[5] Ν. Χατζηνικολάου, «Τὸ ἔμβρυον καὶ ἣ ἐξέλιξις αὐτού ὥς πρὸς τὴν διάπλασιν τοῡ πλήρους ἀνθρώπινου ὄντος», ομιλία στο Συνέδριο «Ẻκκλησία καί Βιοηθική Ὁ λόγος τῆς Ẻπιστήμης καί ὁ λόγος τῆς Θρησκείας», στο Chambèsy, 2002.
[6]  Ι. Μπρεκ, «Βιοηθικά διλλήματα και Ορθοδοξία», μτφ. Ι. Ζανής, Σύναξη 68, σελ. 9,10.
[7]  «Κύριος ἐκ κοιλίας μητρός μου ἐκάλεσεν τό ὄνομά μου… καί νῦν οὒτως λέγει Κύριος ὁ πλάσας με ἐκ κοιλίας δοῦλον ἑαυτῷ τοῦ συναγαγεῖν τόν Ἰακώβ καί Ἰσραήλ πρός Αὐτόν» (Ησ. μ.θ’, 1,5). «Πρό τοῦ μέ πλάσαι σέ ἐν κοιλία ἐπίσταμαι σέ καί πρό τοῦ σέ ἐξελθεῖν  ἐκ μητρός ἠγίακα σέ προφήτην εἰς ἒθνη τέθεικα» (Ιερ.α, 5). «ὅτε δέ εὐδόκησεν ὁ Θεός ὁ ἀφορίσας μέ ἐκ κοιλίας μητρός μου καί καλέσας διά τῆς χάριτος Αὐτοῦ» (Γαλ.α, 15).
[8] «…ἀναλόγως δέ τῆς τοῦ σώματος κατασκευῆς τε καί τελειώσεως καί τάς τῆς ψυχῆς ἐνεργείας τῷ ὑποκειμένω συναύξεσθαι», Γρηγορίου Νύσσης, «Περί κατασκευῆς τοῦ ἀνθρώπου», Ε.Π.Ε. 5, 208.
[9] Ν. Χατζηνικολάου, Ελεύθεροι από το Γονιδίωμα. Προσεγγίσεις Ορθόδοξης Βιοηθικής, (Αθήνα 2002), σελ. 179-193.
πηγή

Τρίτη, Ιανουαρίου 14, 2014

Βιοηθικὴ καὶ τὸ ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας




(1) Status Questionis.

Ἡ πρόοδος πού ἔχει σημειωθῆ στήν ἰατρική τά τελευταῖα χρόνια, τόσο στόν τομέα τῆς θεραπευτικῆς, ὅσο καί στόν τομέα τῆς γενετικῆς καί τῆς βιολογίας, πέρα τοῦ ὅτι εἶναι ἐντυπωσιακή καί συχνά ἔξω καί ἀπ᾿ αὐτά τά ὅρια τῶν προσδοκιῶν τοῦ ἀνθρώπου, προκαλεῖ τή θεολογία καί φαίνεται νά τήν ἐξωθῆ σέ ἐπανερμηνεία καί ἐπαναθεώρηση τῶν παραδοσιακῶν της ἀντιλήψεων. Ὡστόσο σέ κύκλους θεολόγων, ἀλλά καί μή θεολόγων πλανᾶται τό ἐρώτημα· ῎Εχει ἡ θεολογία τά ἀπαραίτητα ἐφόδια γιά νά δώση ἀπάντηση σέ ἐρωτήματα, τά ὁποῖα ἐπιτακτικά θέτει ἡ σύγχρονη ἐπιστημονική ἔρευνα; Μήπως ἡ ἠθική της εἶναι παρωχημένη καί ἀναποτελεσματική, ἀνίκανη νά ἀντιμετωπίση τά νέα δεδομένα καί τίς ἁλματώδεις ἐξελίξεις πού ἀναφέρονται στή βιολογική ὕπαρξη καί λειτουργία τοῦ ἀνθρώπου; Μήπως ὁ λόγος της ἀφορᾶ μόνο στήν πνευματική σφαῖρα τῆς ὑπάρξεως καί δέν μπορεῖ νά εἶναι συμβατός μέ τήν πραγματικότητα τῆς ἐξελίξεως, ἤ ἀκριβέστερα τῆς ἐπαναστάσεως, πού ἐπιτελεῖται στόν τομέα τῆς βιολογίας καί τῆς ἰατρικῆς; Μήπως τό δόγμα, ἡ πίστη τῆς ᾿Εκκλησίας, ἐπέβαλε ἕνα τυποποιημένο ἦθος, τό ὁποῖο χαρακτηρίζει ἡ ἀκαμψία, ἡ ἀνελαστικότητα καί ἡ ἀδυναμία προσαρμογῆς στά νέα ἐπιτεύγματα τῆς ἐπιστήμης;

Τά ἐρωτήματα αὐτά ἔχουν πολλές πλευρές καί μπορεῖ νά ἀναγνωρίση κανείς σ᾿ αὐτά ποικίλες ἀφορμές γιά συζήτηση. Εἶναι γνωστό ὅτι ἡ βιοηθική ἔκανε τήν ἐμφάνισή της τά τελευταῖα μόλις χρόνια, ἀρχικά στήν ᾿Αμερική καί στή συνέχεια στήν Εὐρώπη, προφανῶς δέ εἶναι προϊόν τῶν νέων δεδομένων πού ἔθεσε ἡ ἰατρική πρόοδος καί οἱ ἔρευνες στόν τομέα τῆς Βιολογίας. ῾Η Βιοηθική ἦλθε ὡς παρεπόμενο τῶν ἐπιστημονικῶν ἐξελίξεων καί ἀποβλέπει στήν κριτική ἀντιμετώπιση τῶν διλημμάτων καί στήν ἀξιολόγηση τῶν συνεπειῶν πού ἡ νέα γνώση ἔχει φέρει στήν ἐπιφάνεια τῆς κοινωνικῆς ζωῆς. ῾Η Βιοηθική, λοιπόν, ἐμφανίσθηκε σάν μιά ἀνάγκη νά ἀντιμετωπισθοῦν τά ἠθικά προβλήματα πού συνδέονται μέ τήν πρόοδο τῆς ᾿Ιατρικῆς ἐπιστήμης, ἀλλά καί ἐκεῖνα πού ἀπορρέουν ἀπό τά πειράματα πού σχετίζονται μέ τή βιολογική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου.



(2) Προσέγγιση τῶν ἐννοιῶν.

Εἶναι γνωστό ὅτι ὁ ὅρος «ἠθική», ὡς δηλωτικός κάποιου τρόπου καί κώδικα συμπεριφορᾶς, ἔχει γίνει ἀφορμή νά διατυπωθοῦν κατά καιρούς ποικίλες γνῶμες, τά τελευταῖα δέ χρόνια ἡ δυτική θεολογία τόν εἶχε γιά καιρό ἀφήσει στό περιθώριο, γιατί θεωροῦσε ὅτι ἐκφράζει μιά πεπαλαιωμένη ἀντίληψη γιά τόν ἄνθρωπο καί τή ζωή. ῾Ο ὅρος «ἠθική» ἔχει τήν ἀφετηρία του στήν ἀρχαία ἑλληνική σκέψη. ᾿Ετυμολογικά προέρχεται ἀπό τόν ὅρο «ἦθος» πού εἶναι ἄλλη γραφή καί ἑρμηνεία τοῦ ὅρου «ἔθος». ῾Ο ᾿Αριστοτέλης θεωρεῖ τήν ἠθική ὡς τό δεύτερο σκέλος τῆς ἀρετῆς, μετά τήν «διανοητική», πιστεύει δέ ὅτι «ἐξ ἔθους παραγίνεται, ὅθεν καί τοὔνομα ἔσχηκε μικρόν παρεκκλῖνον ἀπό τοῦ ἔθους». ῎Ετσι ἡ ἠθική, πού διαμορφώνεται μέ τή συνήθεια, σχετίζεται μέ τό χρόνο. ῾Η ἠθική δηλώνει τή συμπεριφορά τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ὁποία διαμορφώνεται ἀνάλογα μέσα στό χρόνο. ῎Αλλοι ἀρχαῖοι συγγραφεῖς βλέπουν στό ἦθος, πέρα ἀπό τή διαμόρφωση τρόπου συμπεριφορᾶς, ἡ ὁποία ἐπιτυγχάνεται μέ τή συνήθεια, κάτι τό θεῖο. «῏Ηθος ἀνθρώπῳ δαίμων» θά πῆ ὁ ῾Ηράκλειτος, ἐννοῶντας ὅτι ἦθος γιά τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ θεία δύναμη πού κατοικεῖ μέσα του. 'Εδῶ τό ἀνθρώπινο τό ἦθος εἶναι κάτι πέρα ἀπό ἕνα τρόπο πού διαμορφώνει ἡ συνήθεια, εἶναι τό ἀποτέλεσμα τῆς σχέσεως μέ τό θεῖο.

Στό Χριστιανικό κόσμο, καί εἰδικώτερα στή σκέψη τῶν ἑλλήνων Πατέρων, μέ τίς ἔννοιες ἦθος καί ἠθική προσδιορίζεται ὁ χριστιανικός τρόπος ζωῆς, ἡ καινή συμπεριφορά, τήν ὁποία προβάλλει καί ἐπαγγέλλεται ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Βέβαια εἶναι γνωστό, ὅτι οἱ ὅροι «ἦθος» καί «ἠθική» δέν εἶχαν ποτέ στούς ἕλληνες Πατέρες εὑρεῖα διάδοση. ῾Η χρησιμοποίησή τους ἦταν ὁπωσδήποτε περιστασιακή καί περιωρισμένη. ᾿Ακόμα καί ὁ Μ. Βασίλειος, ὁ ὁποῖος συνέταξε λόγους στούς ὁποίους δόθηκε ὁ γενικός τίτλος «᾿Ηθικά», χρησιμοποίησε μιά ἐκκλησιαστική καί θεολογική γλῶσσα, ἡ ὁποία σαφῶς διαφοροποιεῖται ἀπό τή νομική γλῶσσα τῆς ἠθικῆς, ὅπως αὐτή ἀναπτύχθηκε σέ μεταγενέστερες ἐποχές. Κατά τούς νεώτερους χρόνους ἡ λέξη «ἠθική» (Ethics, Ethic, Ethique) χρησιμοποιήθηκε γιά νά δηλωθῆ ἡ ἐπιστήμη πού ἀσχολεῖται μέ τίς ἠθικές γενικά ἀξίες. Στή δυτική ὁρολογία χρησιμοποιήθηκαν παράλληλα οἱ ὅροι Morality, Moral ἤ Morale (ἀπό τό λατινικό mos πού σημαίνει ἦθος) γιά νά προσδιορισθῆ τό ἀντικείμενο τῆς ἠθικῆς, δηλ. ἡ ἠθική συμπεριφορά.

῾Η Βιοηθική ἐμφανίζεται σήμερα ὡς νέος κλάδος τῆς ἠθικῆς ἐπιστήμης ἤ ἔστω ὡς μιά αὐτόνομη ἐπιστήμη, παράλληλη ὅμως πρός τήν ἠθική ἐπιστήμη. ῾Ο κλάδος τῆς Βιοηθικῆς ἀποσκοπεῖ στό νά προσεγγίση τά ἠθικά διλήμματα πού ἀπορρέουν ἀπό τήν πρόοδο στό χῶρο τῆς Βιολογίας καί τῆς ᾿Ιατρικῆς. Βιοηθική εἶναι ἠθική πού ἀφορᾶ στό βίο εἰδικώτερα τοῦ ἀνθρώπου. ῎Εχει ὀρθά ἐπισημανθῆ, ὅτι ἴσως εἶναι καλλίτερα νά μιλᾶμε γιά ἠθική τῆς Βιολογίας καί τῆς ᾿Ιατρικῆς. ῞Οπως καί νἄχη τό πράγμα ἡ Βιοηθική καλεῖται νά ἀντιμετωπίση τούς νέους ἠθικούς προβληματισμούς, τούς ὁποίους δημιούργησε καί συνεχῶς δημιουργεῖ ἡ ἔρευνα στό χῶρο τῆς Βιολογίας καί τῆς ᾿Ιατρικῆς. Τό ἀντικείμενό της εἶναι ἀπόλυτα καινούργιο καί ὡς ἐπί τό πλεῖστον ἀπροσδόκητο. Τά ἐπιτεύγματα πού ἀφοροῦν στή βιολογική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου εἶναι συχνά ἔξω ἀπό τόν κύκλο καί αὐτῆς τῆς πιό τολμηρῆς φαντασίας. Συνεπῶς ἡ Βιοηθική ἔχει τήν ἀποστολή νά ἀξιολογήση τήν τολμηρή πρόοδο καί νά δῆ ἄν καί σέ ποιό βαθμό συμβιβάζεται μέ τίς ἐν γένει παραδεκτές ἀξίες πού διέπουν τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Οἱ νέοι ὁρίζοντες πού ἀνοίγονται μέ τήν ἐπιστημονική ἔρευνα συνεπάγονται καί νέες προοπτικές στίς ἀξιολογήσεις καί στήν περί ζωῆς φιλοσοφία τοῦ ἀνθρώπου. ῾Υπάρχουν δηλ. ἠθικές συνέπειες πού συνοδεύουν τήν κατά ἕνα τρόπο εὐγενῆ προσπάθεια τοῦ ἀνθρώπου νά ἐπεκτείνη τή γνώση του, νά εὐκολύνη τή ζωή καί νά ἐρευνήση τό χῶρο τῆς βιολογικῆς διαδικασίας.



(3) ῾Η δημιουργικότητα καί ἡ ἔρευνα δῶρα τοῦ Θεοῦ.

Συχνά οἱ κοινωνίες, πού βρίσκονται μπροστά στά ἀπίστευτα ἐπιστημονικά ἐπιτεύγματα ἀντιδροῦν μέ ἀμηχανία ἤ μέ ἀλληλοαναιρούμενες προτάσεις. Πολλοί εἶναι αὐτοί πού ὑποστηρίζουν ὅτι ἡ ἔρευνα καί ἡ ἐπιστήμη δέν μποροῦν νά ἔχουν φραγμούς, ἄλλοι πάλι θεωροῦν ἐπιβεβλημένο τόν καθορισμό κάποιου νομικοῦ ἤ ἠθικοῦ πλαισίου, γιατί, ὅπως τονίζουν, ἄν δέν ἀναγνωρισθῆ ἡ ἀναγκαιότητα τοῦ ἐλέγχου στά βιολογικά πειράματα καί στην ἰατρική ἔρευνα ὁ ἄνθρωπος ὑποβιβάζεται σέ πειραματόζωο, σέ ἀντικείμενο τοῦ ἐργαστηρίου.

Εἶναι ἀναγκαῖο στό σημεῖο αὐτό νά διευκρινίσουμε ὅτι ἡ ἔρευνα γενικά καί εἰδικώτερα ἡ ἐπιστημονική ἀναζήτηση νέων μεθόδων καί νέων ἐφαρμογῶν πού ἀφοροῦν στή βελτίωση τῆς ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου ἐντάσσονται στή δυνατότητα πού ὁ ἴδιος ὁ Θεός ἔχει δώσει στόν ἄνθρωπο νά ἀναζητᾶ καί νά δημιουργῆ. ῾Η τεχνολογία καί κατ᾿ ἐπέκταση ἡ βιοτεχνολογία βρίσκουν τή θεολογική τους δικαίωση στή δυνατότητα πού αὐτός ὁ Θεός ἔδωσε στούς πρωτόπλαστους νά ἐργάζωνται καί νά φυλάσσουν τόν παράδεισο (Γεν. 2:15). ῾Η δημιουργικότητα εἶναι συνυφασμένη μέ τή φύση τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος, ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ (Γεν. 1:27) καί ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο ἔχει μιά μοναδικότητα στό στερέωμα τοῦ κτιστοῦ κόσμου. «Καί ἔπλασεν ὁ Θεός τόν ἄνθρωπον χοῦν ἀπό τῆς γῆς καί ἐνεφύσησεν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ πνοήν ζωῆς, καί ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχήν ζῶσαν» (Γεν. 2:7). ῾Ο ἄνθρωπος ὡς «ψυχή ζῶσα» εἶναι δημιουργικό πνεῦμα, ἔχει δήλ. στή φύση του κάτι ἀπό τή θεία δημιουργικότητα. Αὐτό εἶναι πράγματι εὐλογία, τή σημασία τῆς ὁποίας ἀναγνωρίζει καί ἐξαίρει ἡ θεολογία. ῾Ωστόσο ὁ ἄνθρωπος ὡς ἐλεύθερο πρόσωπο ὀφείλει νά λειτουργῆ κριτικά. ῎Αν ἡ δημιουργικότητα εἶναι ἀνεξέλεγκτη καί ἄκριτη, τότε παύει νά εἶναι ὁλοκληρωμένη καί αὐθεντική. ῾Η «διάκρισις τῶν πνευμάτων» (1 Κορ. 12:10) εἶναι ἀνάγκη νά συνοδεύη τή δημιουργικότητα. Στήν ᾿Ορθόδοξη παράδοση ἡ δημιουργικότητα βρίσκει τήν ὁλοκληρία της ὅταν διασώζη τή θεία προέλευσή της. ῾Ο ἄνθρωπος δέν εἶναι μιά αὐτόνομη καί αὐτοκίνητη μηχανή, ἀλλά μπορεῖ νά δημιουργῆ ἐπειδή ἀκριβῶς εἶναι ζῶσα εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Στήν οὐσία ἡ δυνατότητα πού ἔχει ὁ ἄνθρωπος νά ἐρευνᾶ καί νά ἀνακαλύπτη ἔχει θεία τήν προέλευσή της. Αὐτό σημαίνει, ὅτι ἡ φυσική κλίση τοῦ ἀνθρώπου νά δημιουργῆ, νά ἐρευνᾶ, νά ἀνακαλύπτη δέν χάνει, σέ καμμία περίπτωση, τή θεία καταβολή καί καταξίωσή της. Οἱ Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας χρησιμοποιοῦν τήν ἔννοια τῆς «συνεργίας» γιά νά καταδείξουν ὅτι, ὁ ἄνθρωπος ὡς δημιουργική ὀντότης μπορεῖ καί εἶναι συνεργός τοῦ Θεοῦ.

῾Η μετά τοῦ Θεοῦ συνεργία, ἰδιαίτερα στην ἰατρική λειτουργία, ἐξαίρεται στήν ῾Αγία Γραφή. Στή Σοφία Σιράχ καταγράφεται· «Τίμα ἰατρόν πρός τάς χρείας αὐτοῦ τιμαῖς αὐτοῦ, καί γάρ αὐτόν ἔκτισε Κύριος· παρά γάρ ὑψίστου ἐστίν ἴασις ... ἐπιστήμη ἰατροῦ ἀνυψώσει κεφαλήν αὐτοῦ, καί ἔναντι μεγιστάνων θαυμασθήσεται. Κύριος ἔκτισεν ἐκ γῆς φάρμακα, καί ἀνήρ φρόνιμος οὐ προσοχθιεῖ αὐτοῖς» (38:1-4). Στήν παράδοση ἐξ᾿ ἄλλου τῆς ᾿Ορθοδόξου ᾿Εκκλησίας ὑπάρχει μιά πλειάδα ἁγίων ἰατρῶν, τούς ὁποίους ἰδιαίτερα εὐλαβεῖται ἡ συνείδηση τῶν πιστῶν, ἐνῶ στό ἔργο τῆς ᾿Εκκλησίας συμπεριλαμβανόταν πάντοτε ἡ μέριμνα γιά τήν ἵδρυση νοσοκομείων καί θεραπευτηρίων. ῾Η ᾿Εκκλησία συνεπῶς καταφάσκει στό ἔργο τῆς ἰατρικῆς, τό ὁποῖο θεωρεῖ ἱερή ὑπόθεση, καί ἀκόμα γιατί ἀναγνωρίζει ὅτι τό ἀνθρώπινο σῶμα ἔχει καθ᾿ ἑαυτό μιάν ἱερότητα ὡς ἀναπόσπαστο μέρος τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας. Τό σῶμα εἶναι ὁ ναός τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου. Στήν ὅλη ἱστορία τοῦ κάθε ἀνθρώπινου προσώπου τό σῶμα ἔχει νά ἐπιτελέση ἕνα μοναδικό ἔργο, εἶναι ὁ χῶρος στόν ὁποῖο ἱερουργεῖται ἡ ζωή καί τό ἐπίπεδο στό ὁποῖο ἐτοιμάζεται ἡ μέλλουσα ἀθανασία τοῦ ἀνθρώπου. Χωρίς τό σῶμα δέν ὑπάρχει ἀνθρώπινο πρόσωπο. ῎Ετσι ἡ ᾿Ιατρική καί ἡ Βιολογία, ὡς ἐπιστῆμες πού ἔχουν ὡς ἀντικείμενό τους τόν ἀνθρώπινο βίο καί πιό συγκεκριμένα τίς σωματικές λειτουργίες, θεωροῦνται ὅτι ἐπιτελοῦν θεῖο ἔργο, στό μέτρο βέβαια πού μέ τίς ἐπιστημονικές παρεμβάσεις τους δέν παραβιάζεται ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου καί δέν ἀντιμετωπίζεται ὁ ἄνθρωπος ὡς μιά ἀποκλειστικά βιολογικά μηχανή. Τό θέμα εἶναι, ὅτι ἡ ἱερότητα τοῦ ἰατρικοῦ λειτουργήματος προϋποθέτει τήν ἀναγνώριση τῆς ἀνθρώπινης προσωπικότητας ὡς μοναδικῆς ψυχοσωματικῆς ὀντότητας.

Τό ζήτημα τοῦ ἰατρικοῦ ἔργου καί τῶν ἐρευνῶν πού ἀφοροῦν στίς βιολογικές λειτουργίες εἶναι λεπτό καί θά πρέπει πάντοτε νά ἐξετάζεται σέ σχέση μέ τήν πραγματικότητα τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου. ῾Η ᾿Ιατρική καί ἡ Βιολογία δέν ἀσχολοῦνται μέ ἄψυχα ἀντικείμενα, δέν εἶναι δηλ. κάτι ἀντίστοιχο μέ τή φυτολογία ἤ ἔστω μέ τή ζωολογία. ᾿Αντικείμενό τους εἶναι ἡ μοναδική πραγματικότητα τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ἡ ὁποία εἶναι ἀναπόσπαστα δεμένη μέ τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, τό ὁποῖο ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔχει τή μοναδική κλήση καί προοπτική τῆς ἀθανασίας. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ ᾿Ιατρική καί Βιολογία ὀφείλουν νά λειτουργοῦν ἐπικουρικά καί ὄχι ἐξουσιαστικά καί κυριαρχικά. ῾Ο ἀπόλυτος σεβασμός τοῦ ἀνθρώπινου προσώπου, ὄχι ὡς ἐφήμερης βιολογικῆς ὑπάρξεως, ἀλλά ὡς αἰώνιας καί ἀθάνατης ὀντότητας εἶναι προϋπόθεση γιά μιά ἰατρική ἡ ὁποία θά συναινῆ στή ζωή εὐεργετικά καί βοηθητικά. ῾Η ἰατρική παρέμβαση, παραδείγματος χάριν, γιά τή διακοπή τῆς κυήσεως ἀντιστρατεύεται τό δικαίωμα τῆς ζωῆς, τό ὁποῖο εἶναι ἐξ᾿ ἴσου ὑπαρκτό καί ἔγκυρο γιά τό ἔμβρυο, ὅσο καί γιά τόν ὁποιοδήποτε ὥριμο ἄνθρωπο. Πολύ περισσότερο μάλιστα τό ἔμβρυο ὡς ὕπαρξη, στό ὁποῖο ἔχουν ἤδη προσδιορισθῆ τά χαρακτηριστικά τῆς νέας ἀνθρώπινης ζωῆς, ἔχει μεγαλύτερη ἀνάγκη ἰατρικῆς προστασίας. Τό ἔμβρυο τῶν πρώτων ἡμερῶν, τό νεογέννητο βρέφος, ὁ νέος, ὁ ὥριμος ἤ ὁ ἡλικιωμένος ἄνθρωπος εἶναι σταθμοί τῆς ἴδιας ἀνθρώπινης ζωῆς. ῾Η εὐθύνη τῆς ᾿Ιατρικῆς καί τῆς Βιολογίας ἔγκειται στό νά προστατεύη μέ τίς ἀνακαλύψεις καί τίς νέες μεθόδους τό ἀνεκτίμητο δῶρο τῆς ζωῆς, σ᾿ ὅποια φάση κι᾿ ἄν αὐτό τό δῶρο ἐμφάνιζεται. ᾿Από πλευρᾶς Θεολογίας ἡ προστασία αὐτή δέν ἀφορᾶ σέ μιά βιολογική ὕπαρξη πού θά πεθάνη, ἀλλά σέ ἕνα ἀνθρώπινο πρόσωπο τό ὁποῖο ἔχει προορισμό νά μή πεθάνη καί τό ὁποῖο στή βιολογική του πορεία ἔχει τήν εὐκαιρία καί τήν ὕψιστη εὐθύνη νά δημιουργήση μιά μοναδική καί ἀνεπανάληπτη ἱστορία.



(4). Οἱ ἐξελίξεις στόν τομέα τῆς Βιοτεχνολογίας καί τά διλήμματα πού προκύπτουν.

῾Ωρισμένοι βιολόγοι, γιατροί, νομικοί, ἀκόμα καί θεολόγοι θεωροῦν, ὅτι ἡ Βιοηθική θά ἐπιλύση ὅλα τά προβλήματα πού δημιουργεῖ ἡ ἔρευνα καί οἱ ἀνακαλύψεις στόν τομέα τῆς Βιοτεχνολογίας. ᾿Αντιλαμβάνονται τή Βιοηθική ὡς τόν ἀπό μηχανῆς θεό τῆς ἀρχαίας τραγωδίας. Εἶναι γνωστό ὅτι στό ἀρχαῖο θέατρο, ὅταν ἡ τραγωδία ἔφθανε σέ ἀδιέξοδο, ξαφνικά ἐμφανιζόταν, μέ μιά μηχανική ὑποστήριξη, κάποιος «θεός», ὁ ὁποῖος ἔδινε τή λύση στό ἀδιέξοδο. ῾Ο θεός αὐτός πῆρε τό ὄνομα «ἀπό μηχανῆς θεός». Κάπως ἔτσι φαντάζονται ὡρισμένοι καί τό ρόλο τῆς Βιοηθικῆς. Αὐτό προφανῶς ἀποτελεῖ ἀνεδαφική ἐλπίδα, ἁπλούστατα γιατί οἱ ἐξελίξεις στή Βιοτεχνολογία εἶναι, ὡς ἐπί τό πλεῖστον, ἀνεξέλεγκτες καί δέν μποροῦν νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ ἠθικές ἐντολές ἤ παραινέσεις. Θά πρέπει νά δώσουμε ὡρισμένα παραδείγματα γιά νά γίνει σαφές ὅτι τά προβλήματα καί τά διλήμματα πού ἐμφανίζονται μέ τήν πρόοδο τῆς ἐπιστήμης εἶναι μεγάλα καί πολύπλοκα, ἡ δέ ἀντιμετώπισή τους ἀπαιτεῖ μιά ριζικά καινή νοοτροπία καί μιά περί ζωῆς φιλοσοφία ἡ ὁποία δέν ἐξαντλεῖται σέ ἐντολές καί στήν καταγραφή κανόνων.

῾Υπάρχουν προτάσεις τῆς Βιοτεχνολογίας γιά τίς ὁποῖες ἡ κοινή γνώμη ἐκφράζει ἀποτροπιασμό καί ἡ ἀνθρώπινη συνείδηση, ἀνεξάρτητα ἀπό τίς ἠθικές της καταβολές, ἀντιδρᾶ. ῾Η συζήτηση γιά τήν ἀνδρική ἐγκυμοσύνη εἶναι ἕνα θέμα πού προκαλεῖ τή φυσική ἀπέχθεια στόν ὁποιονδήποτε φυσιολογικό ἄνθρωπο. ῾Η ἀνακοίνωση ἐπίσης τοῦ Βρετανοῦ ἐμβρυολόγου Τζόναθαν Σλάκ, τοῦ Πανεπιστημίου τοῦ Μπάθ, ὅτι μέ τήν τροποποίηση ὡρισμένων γονιδίων κατώρθωσε νά δημιουργήση ἀκέφαλα ἔμβρυα βατράχου, καί ὅτι μέ τήν ἴδια μέθοδο θά μποροῦσε διά τοῦ κλωνισμοῦ νά δημιουργήση ἀνθρωποειδῆ γιά τήν παραγωγή ἀνθρωπίνων ὀργάνων γιά τίς μεταμοσχεύσεις, εἶναι θέμα γιά τό ὁποῖο ὁ κοινός ἄνθρωπος αἰσθάνεται ἀπέχθεια. ῾Η προοπτική δημιουργίας ἀκέφαλων ἀνθρώπων, γιά τήν κατά παραγγελία παραγωγή ἀνθρωπίνων ὀργάνων, ὑποκρύπτει μιά κυνικότητα καί ἕναν ὑποβιβασμό τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης καί τῆς βιολογικῆς λειτουργίας. ῾Η κατά παραγγελίαν δημιουργία ὄντων, ἤ ἀκριβέστερα τεράτων, πού θά ἔχουν μοναδικό προορισμό νά προσφέρουν τούς ἱστούς καί τά ὄργανά τους σέ κάποιον ἄνθρωπο ἀφέντη, ἔστω καί ἄν φαίνεται ὡς προοπτική πού θά λειτουργήση «ἐπ᾿ ἀγαθῷ» τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι προκλητική καί ὁπωσδήποτε ἐνοχλεῖ τόν καθημερινό ἄνθρωπο. ᾿Αντίδραση στόν κοινό νοῦ προκαλεῖ, σέ γενικές γραμμές, καί ἡ συζήτηση γιά τήν περιβόητη κλωνοποίηση. Μέ τόν κλωνισμό μπορεῖ νά ἐπιτευχθῆ ἡ παραγωγή ἀπεριορίστου ἀριθμοῦ πανομοιότυπων ὄντων, ἀνθρώπων κλώνων, ἐνῶ μέ τή γενετική παρέμβαση εἶναι δυνατό τά ἀντίγραφα αὐτά νά βελτιωθοῦν. Τό ἐρώτημα εἶναι γιατί ἀνθρώπινα ἀντίγραφα, καί ποιός θά κρίνη γιά τή γενετική τροποποίηση καί τίς σκοπιμότητές της; Πῶς, τέλος, κατανοεῖται ἡ περιβόητη βελτίωση τῶν κυττάρων;

῾Υπάρχουν ἄλλα ζητήματα ἀπό τή βιολογική ἐπανάσταση, γιά τά ὁποῖα οἱ καθημερινοί ἄνθρωποι ἐκφράζουν ποικίλες γνῶμες καί συχνά ἀλληλοσυγκρουόμενες ἀπόψεις. Γιά τήν τεχνητή γονιμοποίηση ἡ κοινή γνώμη ἔχει γενικά μεγαλύτερη συμπάθεια ἀπ᾿ ὅτι γιά ἄλλα ζητήματα τῆς Βιοτεχνολογίας. ῾Ο λόγος εἶναι προφανής. Μέ τήν τεχνητή γονιμοποίηση, λέγεται, ὅτι χρησιμοποιοῦνται τά μέσα τῆς ἐπιστήμης γιά νά ἔλθη στόν κόσμο μιά νέα ἀνθρώπινη ὕπαρξη. Πέρα ὅμως ἀπ᾿ αὐτή τήν ἁπλοποιημένη τοποθέτηση, τό θέμα ἔχει καί τίς ποικίλες προεκτάσεις του, καί τίς κοινωνικές παρενέργειές του. ῾Η διατήρηση τοῦ σπέρματος εἶναι ἕνα θέμα πού ἔχει πολλές πλευρές. Σέ μερικές περιπτώσεις αὐτό γίνεται ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἔχει προσβληθῆ ἀπό ἀσθένεια πού ἀπαιτεῖ θεραπευτική ἀγωγή ἡ ὁποία ἐνέχει τόν κίνδυνο τῆς στειρότητας. Στήν περίπτωση αὐτή ἡ διατήρηση τοῦ σπέρματος εἶναι ὁ μόνος τρόπος γιά νά γίνη τεχνητή γονιμοποίηση. Πιό ἀκραία καί βέβαια ἠθικά ἀπαράδεκτη εἶναι ἡ διατήρηση τοῦ σπέρματος γιά λόγους «συμφέροντος». ῎Εχει γραφῆ ὅτι «πολλοί νέοι ᾿Αμερικάνοι καταθέτουν τό σπέρμα τους στήν τράπεζα σπέρματος καί στήν συνέχεια ὑποβάλλονται σέ στείρωση. ῎Ετσι ἔχουν "ἄνετες" σεξουαλικές σχέσεις, καί ὅταν θελήσουν νά ἀποκτήσουν παιδί ἀπευθύνονται στήν «τράπεζά τους». ῾Υπῆρξαν καί περιπτώσεις πού τό σπέρμα παρέμεινε στήν τράπεζα γιά χρόνια μετά τό θάνατο τοῦ δότη συζύγου, καί ἡ χήρα του ζήτησε τή γονιμοποίησή του πολύ μετά τό θάνατο τοῦ συζύγου της. ῎Ετσι, τό παιδί πού γεννήθηκε ἦταν ἀναγκαστικά ὀρφανό, παιδί ἑνός «πατέρα» πού εἶχε πεθάνει χρόνια πρίν. ᾿Ακόμα πιό πολύπλοκα εἶναι τά ζητήματα ὅταν πρόκειται γιά τήν καταφυγή στό σπέρμα ἑνός δότη. ῾Ωρισμένοι γονεῖς στήν ἀπελπισία τους καί στήν φυσική ἀνάγκη τους νά ἀποκτήσουν παιδί καταφεύγουν σ᾿ αὐτή τήν ἠθικά ἐπιλήψιμη λύση. ῎Οχι σπάνια οἱ δότες καί αὐτοί πού ἀποθηκεύουν ἤ μεταβιβάζουν τό σπέρμα λειτουργοῦν στή βάση τῆς οἰκονομικῆς συναλλαγῆς. Οἱ παρεμβάσεις τῶν ῾Υπουργείων ῾Υγείας εἶναι κυρίως γιά νά ρυθμισθοῦν προβλήματα νομικά καί διαδικαστικά. Παραμένει ὡστόσο τό κρίσιμο ἐρώτημα, ἄν ἡ προσφυγή στο σπέρμα ἑνός δότη εἶναι ἡ ἐνδεδειγμένη καί ἠθικά ἀποδεκτή λύση. ῞Ενα ἄλλο ζήτημα παρεμφερές εἶναι, ὅτι συνήθως στήν περίπτωση τῆς τεχνητῆς γονιμοποίησης ἐπιδιώκεται νά διατηρηθῆ ἡ ἀνωνυμία τοῦ δότη, γιά νά διασφαλισθῆ ἔτσι ἡ αὐτοτέλεια καί ἡ συνοχή τῆς οἰκογένειας πού ἀναγκάστηκε νά καταφύγη σ᾿ αὐτή τή λύση. Μέ τόν τρόπο ὅμως αὐτό δημιουργοῦνται ἄλλα προβλήματα πού ἔχουν σχέση μέ τήν ὑγεία τοῦ παιδιοῦ πού πρόκειται νά ἔλθη στόν κόσμο. ῞Οταν δέν εἶναι γνωστή ἡ προέλευση τοῦ σπέρματος δέν εἶναι γνωστές καί οἱ κληρονομικές καταβολές, μέ συνέπεια ἡ ὑγιεινή προστασία τοῦ παιδιοῦ νά μήν εἶναι ἐξασφαλισμένη.

Τά παραδείγματα αὐτά δέν κάνουν ἄλλο παρά νά καταγράφουν τά κρίσιμα προβλήματα πού δημιουργεῖ ἡ ἐπιστημονική ἐξέλιξη, καί εἰδικώτερα οἱ ἀνακαλύψεις στόν τομέα τῆς τεχνητῆς γονιμοποιήσεως. ᾿Ανάλογα προβλήματα ὑπάρχουν καί σέ ἄλλα ζητήματα πού προκύπτουν ἀπό τήν πρόοδο στήν Βιολογία καί στήν ᾿Ιατρική, πρόοδο πού καλύπτει ὅλο τό φάσμα τῆς ζωῆς, ἀπό τή σύλληψη ἤ καί τήν πρό τῆς συλλήψεως διαδικασία, μέχρι τό θάνατο. Τό καίριο ὅμως ἐρώτημα εἶναι, μποροῦν τά προβλήματα αὐτά νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ ἁπλές νομικές ρυθμίσεις; Μποροῦν νά ἀντιμετωπισθοῦν μέ μιά «ἀνανεωμένη» καί προσαρμοσμένη στίς νέες ἀπαιτήσεις ἠθική διδασκαλία; Πολλοί κοινωνιολόγοι, ἰατροί, νομικοί ἤ καί θεολόγοι πιστεύουν πώς ναί. ῾Η ἄποψή τους εἶναι, ὅτι στά προβλήματα μπορεῖ νά δοθῆ ἀπάντηση ἄν ἀνανεώσουμε τήν ἠθική μας, ἄν προσαρμόσουμε στίς νέες ἀπαιτήσεις τῶν καιρῶν τίς ἠθικές μας ἀντιλήψεις. ᾿Αλλά καί πάλι προκύπτει ἕνα σοβαρό ἐρώτημα, εἶναι ἡ ἠθική ἕνα σύστημα ἀξιῶν πού διαμορφώνεται ἀπό τίς διάφορες περιστάσεις καί τίς «ἀνάγκες» πού ἐμφανίζονται κατά καιρούς ἤ μήπως ἔχει διαχρονική καί διαπροσωπική σημασία καί ἀξία;



(5). «Descriptive and prescriptive Bioethics».

῾Ο Δρ. Darryl Macer τοῦ ᾿Ινστιτούτου Βιολογικῶν ᾿Επιστημῶν τοῦ Πανεπιστημίου τῆς Tsukuba τῆς ᾿Ιαπωνίας θεωρεῖ, ὅτι ὑπάρχουν δύο τύποι Βιοηθικῆς. ῾Ο πρῶτος τύπος εἶναι ἡ «περιγραφική Βιοηθική» («descriptive bioethics»). ῾Ο τύπος αὐτός ἀφορᾶ στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο οἱ ἄνθρωποι βλέπουν τή ζωή καί τίς ἠθικές ἀλληλεπιδράσεις καί εὐθῦνες τους σέ σχέση μέ τούς ζωντανούς ὀργανισμούς τῆς ζωῆς. ῾Ο δεύτερος τύπος εἶναι ῾Η «συνταγογραφική βιοηθική» («prescriptive bioethics»). Μέ τόν τύπο αὐτό δηλώνεται στούς ἄλλους τί εἶναι καλό καί τί κακό, ποιές ἀρχές εἶναι μεγαλύτερης σημασίας, καί ὅτι ὡρισμένοι ἔχουν δικαίωματα καί γι' αὐτό ἄλλοι ἔχουν εὐθῦνες ἔναντί τους. Κατά τόν ἴδιο ἐπιστήμονα ἡ Βιοηθική ἀσχολεῖται μέ τή μελέτη ζητημάτων πού προκύπτουν ἀπό τή ζωή, εἶναι τό ἀποτέλεσμα αὐτοῦ πού ὀνομάζει «ἀγάπη τῆς ζωῆς». ῾Η ἀγάπη συνυπάρχει μέ τή διακινδύνευση, εἶναι μιά προσπάθεια ἰσορροπίας μεταξύ ρίσκου καί ὠφέλειας, μεταξύ ἐπιλογῶν καί ἀποφάσεων. ῾Η ἀγάπη στηρίζεται στή φιλαλληλία καί εἶναι ἀντίθετη πρός τήν ἐγωϊστική αὐτονομία. ῾Ο D. Macer πιστεύει, ὅτι στίς περισσότερες θρησκεῖες ἡ ἀγάπη θεωρεῖται ἀνώτερη ἀπό τή φιλαυτία, καί θεωρητικά οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι συμφωνοῦν σ᾿ αὐτό χωρίς ὅμως νά τό ἀποδεικνύουν στήν πράξη. Τό συμπέρασμα εἶναι ὅτι μιά ἀληθινή Βιοηθική δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη αὐτόνομα, ἔξω ἀπό τήν ἀγάπη.

Τό πρωτεῖο τῆς ἀγάπης ἀναμφίβολα προσδιορίζει ἕνα πλαίσιο Βιοηθικῆς, παρά ταῦτα εἶναι ἀπαραίτητο νά γίνουν μερικές ἐξηγήσεις, ἁπλούστατα γιατί μπορεῖ μέν ἡ ἀγάπη νά μή συμβιβάζεται μέ τή φιλαυτία καί τήν ἐγωϊστική αὐτάρκεια, ὡστόσο μπορεῖ νά ὑπηρετῆ μιά κοινωνία πού εἶναι ἐγωϊστικά καί ἀνθρωποκεντρικά δομημένη. Αὐτό πού θέλω νά πῶ εἶναι, ὅτι ἡ ἀγάπη γιά νά εἶναι αὐθεντική πρέπει νά βλέπη τό κάθε ἀνθρώπινο πρόσωπο ὄχι στά ὅρια μόνο τῆς βιολογικῆς του ζωῆς, ἀλλά στήν προοπτική τῆς αἰώνιας ὑπάρξεώς του.



(6) ῾Η ἐσχατολογική θεώρηση τῆς ζωῆς ἤ ἡ πρόταση τῆς ᾿Ορθόδοξης θεολογίας.

Στό σημεῖο αὐτό ἡ ᾿Ορθόδοξη θεολογία καί παράδοση ἔχει πολλά νά πῆ. ῾Η ᾿Ορθόδοξη ἀνθρωπολογία εἶναι ρεαλιστική, ἀλλά συγχρόνως καί ἔντονα ἀσκητική καί ἐσχατολογική. Αὐτό πού προσδιορίζει τόν ἀνθρώπινο βίο δέν εἶναι ἡ βιολογική συμπεριφορά καί ἡ βιολογική ἔκτασή του, ἀλλά αὐτό πού μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νά φθάση μέ τήν ἄσκησή του καί τήν ἀνάδειξή του στή χριστιανική κοινωνία. Στήν ᾿Ορθόδοξη παράδοση τό εἶναι τοῦ ἀνθρώπου φωτίζεται ἀπ᾿ αὐτό πού πρόκειται νά γίνη. ῎Ετσι, ἡ ἔσχατη ζωή βαρύνει περισσότερο ἀπό τήν παροῦσα. Στή συνείδηση τῆς ᾿Εκκλησίας ἀσφαλῶς μετράει αὐτό πού εἴμαστε, ὡστόσο ἔχει ἀνυπολόγιστη σημασία αὐτό γιά τό ὁποῖο ἔχουμε κληθῆ. «Οἴδαμεν γάρ ὅτι ἐάν ἡ ἐπίγειος ἡμῶν οἰκία τοῦ σκήνους καταλυθῇ, οἰκοδομήν ἐκ Θεοῦ ἔχομεν οἰκίαν ἀχειροποίητον αἰώνιον ἐν τοῖς οὐρανοῖς. Καί γάρ ἐν τούτῳ στενάζομεν, τό οἰκητήριον ἡμῶν τό ἐξ οὐρανοῦ ἐπενδύσασθαι ἐπιποθοῦντες» (2 Κορ. 5:1-2).

Μέσα ἀπ᾿ αὐτή τήν ἐσχατολογική θεώρηση τῆς ζωῆς τά βιοηθικά διλήμματα φωτίζονται διαφορετικά. Τό μεῖζον πρόβλημα τῆς Βιοηθικῆς σήμερα εἶναι, ὅτι προσπαθεῖ νά δώση ἀπαντήσεις σέ ἐρωτήματα τοῦ παρόντος, γιά ἕναν ἄνθρωπο πού θά πεθάνη, ἐγκλωβίζοντας ἔτσι τήν ἀνθρώπινη διάσταση στά ὅρια τῆς ἐγκόσμιας ὑλικῆς πραγματικότητας. ῾Η Βιοτεχνολογία καί κατ᾿ ἀκολουθία καί ἡ Βιοηθική, σ᾿ ἕνα μεγάλο βαθμό, ὑπηρετοῦν τίς ὑλικές, καί ἑπομένως τίς φθαρτές ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου. Φιλοδοξοῦν νά ὑπηρετήσουν τίς ἀνάγκες τῆς βιολογικῆς ὑπάρξεως, συχνά ἀγνοῶντας τήν πνευματική διάσταση τοῦ ἀνθρώπου. Φαίνεται νά ἀγνοῆ ἡ σύγχρονη Βιοηθική τήν αἰώνια, δηλ. τή θεία προοπτική τοῦ ἀνθρώπου. Μποροῦμε συνεπῶς νά μιλᾶμε γιά ἐκκοσμικευμένη Βιοηθική πού ὑπηρετεῖ τίς ἀνάγκες ἑνός ἐκκοσμικευμένου κόσμου.

῎Αν ἀξιολογήση κανείς τή βιολογική ζωή στή βάση τοῦ θανάτου, θά καταλήξη σέ συμπεράσματα τελείως διαφορετικά ἀπ᾿ αὐτά πού θά τοῦ ὑπαγορεύη μιά ἐκτίμηση, ἡ ὁποία θά στηρίζεται στήν πίστη ὅτι ὁ ἄνθρωπος ὑπάρχει γιά νά μή πεθάνη. Αὐτό σημαίνει ὅτι ἡ βιολογική ὕπαρξη τοῦ ἀνθρώπου ἔχει μοναδική καί ἀνεκτίμητη ἀξία ὄχι γιατί εἶναι σύντομη καί τελειώνει μέ τό θάνατο, ἀλλά γιατί εἶναι μοναδική εὐκαιρία ἀθανασίας. ῎Αν δῆ κανείς τή βιολογική ζωή ὡς ἀνυπολόγιστη δωρεά τοῦ Θεοῦ γιά τήν προετοιμασία τῆς πνευματικῆς ζωῆς, τότε οἱ ἐκτιμήσεις του γιά τά πράγματα τοῦ κόσμου θά ἀξιολογοῦνται διαφορετικά. «Καί γάρ οἱ ὄντες ἐν τῷ σκήνει στενάζομεν βαρούμενοι, ἐφ᾿ ᾧ οὐ θέλομεν ἐκδύσασθαι ἀλλ᾿ ἐπενδύσασθαι, ἵνα καταποθῇ τό θνητόν ὑπό τῆς ζωῆς. ῾Ο δέ κατεργασάμενος ἡμᾶς εἰς αὐτό τοῦτο Θεός, ὁ δούς ἡμῖν τόν ἀρραβῶνα τοῦ Πνεύματος. Θαρροῦντες οὖν πάντοτε καί εἰδότες ὅτι ἐνδημοῦντες ἐν τῷ σώματι ἐκδημοῦμεν ὑπό τοῦ Κυρίου, διά πίστεως γάρ περιπατοῦμεν οὐ διά εἴδους· θαρροῦμεν δέ καί εὐδοκοῦμεν μᾶλλον ἐκδημῆσαι ἐκ τοῦ σώματος καί ἐνδημῆσαι πρός τόν Κύριον. Διό καί φιλοτιμούμεθα, εἴτε ἐνδημοῦντες εἴτε ἐκδημοῦντες, εὐάρεστοι αὐτῷ εἶναι» (2 Κορ. 5:4-9).



(7) Τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα θεμέλιο γιά μιά αὐθεντική Βιοηθική.

῾Η Βιοηθική μπορεῖ νά λειτουργῆ λυτρωτικά πράγματι γιά τόν ἄνθρωπο, ὅταν θεμελιώνεται στό χριστιανικό φρόνημα καί δηλώνη τό ἦθος τῆς θεώσεως. Εἶναι λάθος νά πιστεύουμε ὅτι ἡ Βιοηθική, ὡς σύστημα κανόνων καί ἠθικῶν ἐπιταγῶν, θά μπορῆ νά ἐλευθερώση τόν ἄνθρωπο ἀπό τά διλήμματα, στά ὁποῖα τόν ὁδηγεῖ ἡ πρόοδος τῆς Βιοτεχνολογίας. ῾Ο κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἐλεύθερο καί ἀνεπανάληπτο πρόσωπο, τό ὁποῖο μέσα στή δική του ἱστορία ἔρχεται νά ἀντιμετωπίση καταστάσεις πού ἀφοροῦν ἀποκλειστικά αὐτόν τόν ἴδιο. Καμμιά κωδικοποίηση κανόνων καί ἠθικῶν ἐντολῶν μπορεῖ νά ἐπιλύση τά προβλήματα πού ἀντιμετωπίζει ὁ ὅποιος συγκεκριμένος ἄνθρωπος. Τό ζήτημα εἶναι, ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ζῆ στό φάσμα τῆς τεχνολογίας καί τῆς προόδου, νά ἔχη νοῦν Χριστοῦ, ὥστε νά διακρίνη τά πράγματα. ῎Αν συσχηματίζεται καί προσαρμόζεται ἄκριτα σέ ὅσα ὁ παρών αἰῶνας ἀναδεικνύει, τότε ὁ νοῦς του χάνει τή διαύγειά του. ῾Ο Παῦλος ἀναφέρεται στή μεταμόρφωση τοῦ νοῦ καί πιστεύουμε ὅτι ὁ λόγος του εἶναι ἰδιαίτερα ἐπίκαιρος σήμερα. «Καί μή συσχηματίζεσθε τῷ αἰῶνι τούτῳ, ἀλλά μεταμορφοῦσθαι τῇ ἀνακαινώσει τοῦ νοός ὑμῶν, εἰς τό δοκιμάζειν ὑμᾶς τί τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ἀγαθόν καί εὐάρεστον καί τέλειον» (Ρωμ. 12:2).

῾Η Βιοηθική, γιά νά εἶναι αὐθεντική ἀνθρώπινη ἐλπίδα καί γιά νά βοηθάη οὐσιαστικά στή λύση τῶν προβλημάτων καί στήν ὀρθή ἀντιμετώπιση τῶν διλημμάτων πού ἐγείρει ἡ πρόοδος τῆς ἐπιστήμης, θά πρέπει νά μή εἶναι ἁπλή θεραπενίδα τῆς εὐημερίας. Θά πρέπει νά δῆ τόν ἄνθρωπο στήν πραγματική του διάσταση καί ὄχι ἀποκλειστικά καί μονιστικά στή βιολογική του ὕπαρξη καί στήν ὑλική ἀνάπαυσή του. ῾Ο ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνο ὑλικοσωματική ὀντότης. Τό πολυτιμώτερο πού ἔχει δέν εἶναι τό σῶμα, ἀλλά ἡ ἀθάνατη ψυχή του πού τόν καθιστᾶ ἐλεύθερο πρόσωπο, εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία μπορεῖ νά ἀξιολογῆ ὅσα ἀνήκουν στόν ἄνθρωπο καί ὅσα τόν περιβάλλουν. Εἶναι ἀνάγκη νά ὑπάρχη διαβάθμιση τῶν ἀξιῶν καί ἐκκλησιαστική ἀξιολόγηση τῆς ζωῆς. ῾Ο ἄνθρωπος εἶναι πάνω ἀπ᾿ ὅλα ἀθάνατη ψυχή γιά τήν ὁποία ἐπιφυλάσσεται αἰώνια θεία κοινωνία. ῾Ο Μ. Βασίλειος ὡραιότατα διευκρινίζει τό ζήτημα. «Πρόσεχε οὖν σεαυτῷ· τουτέστι, μήτε τοῖς σοῖς μήτε τοῖς περί σε, ἀλλά σεαυτῷ μόνῳ πρόσεχε. ῎Αλλο γάρ ἐσμέν ἡμεῖς αὐτοί, καί ἄλλο τά ἡμέτερα, καί ἄλλο τά περί ἡμᾶς. ῾Ημεῖς μέν οὖν ἐσμεν ἡ ψυχή καί ὁ νοῦς, καθό κατ᾿ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος γεγενήμεθα· ἡμέτερον δέ τό σῶμα καί αἱ δι᾿ αὐτοῦ αἰσθήσεις· περί ἡμᾶς δέ χρήματα, τέχναι καί ἡ λοιπή τοῦ βίου κατασκευή. Τί οὖν φησιν ὁ λόγος; Μή τῇ σαρκί πρόσεχε, μηδέ τό ταύτης ἀγαθόν ἐκ παντώς τρόπου δίωκε· ὑγείαν καί κάλλος καί ἡδονῶν ἀπολαύσεις, καί μακροβίωσιν· μηδέ χρήματα καί δόξαν, καί δυναστείαν θαύμαζε· μηδέ ὅσα σοι τῆς προσκαίρου ζωῆς τῆς ὑπῆρεσίαν πληροῖ, ταῦτα μεγάλα νομίσας, τῇ περί ταῦτα σπουδῇ τῆς προηγουμένης σεαυτοῦ ζωῆς καταμέλει· ἀλλά πρόσεχε σεαυτῷ· τουτέστι, τῇ ψυχῇ σου. Ταύτην κατακόσμει, καί ταύτης ἐπιμελοῦ».

'Η ᾿Ορθοδοξία μέ τό ἀσκητικό της φρόνημα καί την ἡσυχαστική παράδοσή της βλέπει τόν ἄνθρωπο ὄχι στά στεγανά ὅρια τῆς ἐπίγειας ζωῆς του, ἀλλά στήν ἐσχατολογική του δόξα. ῞Οταν ὁ ἄνθρωπος ἀξιολογήση τή βιολογική μέ κριτήριο τήν ἐκκλησιολογική του ὕπαρξη, ἡ ὅλη συμπεριφορά του φωτίζεται καί ἀποκτᾶ νέο νόημα ἡ κάθε πράξη του. ῾Η ᾿Ορθόδοξη παράδοση σταθερά ἐπαγγέλλεται, ὅτι μεγαλύτερη ἀξία ἀπ᾿ ὅτι εἶναι, ἔχει γιά τόν ἄνθρωπο αὐτό πού μπορεῖ νά γίνη, θεός κατά χάρη. ῎Αν δοῦμε τή ζωή τοῦ ἀνθρώπου σ᾿ αὐτή της τή θεολογική καί ἐκκλησιοκεντρική ἔκταση, ἡ θεώρηση τῶν διλημμάτων πού δημιουργοῦν οἱ βιοϊατρικές μέθοδοι ἐκλαμβάνει ἄλλο χαρακτῆρα. Τότε μποροῦμε νά καταλάβουμε, ὅτι κάθε νέα μέθοδος τῆς ᾿Ιατρικῆς καί κάθε πρόοδος τῆς Βιολογίας εἶναι εὐλογημένη, ἄν ἀποβλέπη στόν ὅλο ἄνθρωπο, πού ζῆ μέν στόν παρόντα αἰῶνα πορεύεται ὅμως στόν αἰῶνα τόν μένοντα. ᾿Αντίθετα κάθε ἀνακάλυψη στόν τομέα τῆς Βιοτεχνολογίας πού ἐγκλωβίζει τόν ἄνθρωπο στά στεγανά ὅρια τῆς βιολογικῆς του ζωῆς, ὅσο καί ἄν διευκολύνει τή γήϊνη ζωή καί ἀναπαύει τό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, ὑποκρύπτει μιά τραγικότητα. Τό συμπέρασμα εἶναι, ὅτι τό ἐκκλησιαστικό φρόνημα εἶναι ἐκεῖνο πού μπορεῖ νά ξεπεράση τά ὅποια βιοηθικά διλήμματα. Δέν μπορῶ νά μή ἀναγνωρίσω τήν ἐπικαιρότητα τῶν λόγων τοῦ Παύλου. «Οἱ κατά σάρκα ὄντες τά τῆς σαρκός φρονοῦσιν, οἱ δέ κατά πνεῦμα τά τοῦ Πνεύματος. Τό γάρ φρόνημα τῆς σαρκός θάνατος, τό δέ φρόνημα τοῦ Πνεύματος ζωή καί εἰρήνη... ῾Υμεῖς δέ οὐκ ἐστέ ἐν σαρκί, ἀλλ᾿ ἐν Πνεύματι, εἴπερ Πνεῦμα Θεοῦ οἰκεῖ ἐν ὑμῖν» (Ρωμ. 8:5-9).




ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ (Κατ᾿ ἐπιλογήν)


Beauchamp, Tom. L. - Walter, LeRoy, Contemporary Issues in Bioethics (3rd ed.), Belmont, California 1989

J. Bernard, Bioethics (Greek translation Eleni Spanou), Athens 1996

Breck, John, "Bioethical dilemmas and Orthodoxy", Sourozh, No 71

British Medical Association, Our Genetic Future: The Science and the Ethics of Genetic Technology, Oxford 1992

Egelhardt, H. Tristam, The Foundations of Bioethics, New York - Oxford 1986

Grigger, Bette-Jane (Ed.), Cases in Bioethics. Selection from the Hastings Center Report (2nd ed.), New York

Harakas Stanley Samuel, "Eastern Orthodox Bioethics", Theological Developments in Bioethics, 1989-1990, pp. 85-101

Harakas Stanley Samuel, Health and Medicine in the Eastern Orthodox Tradition, New York 1990

Hare, R.M., Essays in Bioethics, Oxford 1993

Jonsen, Albert R., The Birth of Bioethics, New York - Oxford 1998

Μαντζαρίδη, Γ.Ἰ., Χριστιανική Ἠθική (4η ἔκδοση) Θεσσαλονίκη 1995

Rifkin, Jeremy, The Age of Biothechnology. The genetic marketplace and the dawn of the wonderful new world (Μετ. Ἀ. Αλιβιζάτου), Athens 1998

Robb, M. "Bioethics and the Ethos of Orthodoxy", Youth Centre, Parish of St. Athanasios Polydroso, Polydroso - Athens 1999, pp.55-59

Walters, Le Roy - Palmer, Julie Gage, The Ethics of Human Gene Therapy, New York - Oxford 1997

Wertz, C. Dorothy - Fletscher, J.C. (Eds), Ethics and Human Genetics. A Cross - Cultural Perspective, Berlin - Heidelberg 1989.




πηγή

Δευτέρα, Αυγούστου 19, 2013

Βιοηθικοί & ποιμαντικοί προβληματισμοί μέσα από ένα λάθος

Πριν από λίγο καιρό δημοσιεύθηκε στην «Πεμπτουσία» (http://www.pemptousia.gr/ ?p=53084) μία παρουσίαση του θεολόγου κ. Βασ. Φανάρα, σχετικά με ένα πολύ ενδιαφέρον πρόγραμμα βιοηθικού προβληματισμού στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Εκεί, ανάμεσα στα άλλα, είχαν τεθεί και κάποιες βιοηθικές «εικονικές» περιπτώσεις μελέτης στους μαθητές, ώστε να αποφασίσουν ποια απόφαση θα έπρεπε να ληφθεί, ως η πλέον κατάλληλη.
brighterivf_main
Μία από αυτές τις υποθέσεις αφορούσε ένα ζευγάρι, το οποίο είχε καταφύγει σε μεθόδους υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για να τεκνοποιήσει, αλλά από ένα λάθος της κλινικής τελικά τα έμβρυα που κυοφορούνταν είχαν άλλους βιολογικούς γονείς. Πολλοί αναγνώστες μας ενδεχομένως να ξενίστηκαν από το περιεχόμενο της περίπτωσης αυτής. «Μα, είναι δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο;», αναρωτήθηκαν. Και όμως, έχουν υπάρξει ορισμένες περιπτώσεις, όπου συνέβη ακριβώς το ίδιο!
Συνήθως, όποτε συνέβη αυτό, ακολούθησαν αντεγκλήσεις μεταξύ δικηγόρων, δικαστικές διαμάχες, ακόμη και αμβλώσεις. Στην πιο διάσημη παρόμοια περίπτωση των ΗΠΑ, όμως, τα πράγματα ευτυχώς εξελίχθηκαν διαφορετικά.
Η Carolyn Savage ύστερα από πολλές ανεπιτυχείς προσπάθειες κατάφερε να μείνει έγκυος, με τη βοήθεια ειδικής κλινικής υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Η χαρά της όμως δεν κράτησε πολύ, γιατί μετά από λίγο καιρό (Φεβρουάριος 2009) πληροφορήθηκε ότι είχε γίνει λάθος στην κλινική και οι πραγματικοί βιολογικοί γονείς του εμβρύου που κυοφορούσε ήταν οι Paul και Shannon Morell.
Αντίστοιχο, μολονότι μάλλον μικρότερης έντασης, ήταν το σοκ που υπέστη και το ζεύγος Morell. Ωστόσο, μετά τον αρχικό αιφνιδιασμό, επικράτησε ψυχραιμία, η Carolyn έφερε το μωρό στη ζωή το καλοκαίρι του 2009 και στη συνέχεια το παρέδωσε στους βιολογικούς του γονείς. Σύμφωνα με τον τοπικό Τύπο, τα δύο ζευγάρια έχουν κρατήσει έκτοτε πολύ καλές σχέσεις, αλληλογραφούν και ανταλλάσσουν επισκέψεις (κατοικούν σε απόσταση 240 χλμ. μεταξύ τους), με επίκεντρο φυσικά το μικρό Logan, όπως ονομάστηκε το αγοράκι που άθελά του ένωσε με αυτόν τον τρόπο τις ζωές τους.
Το ενδιαφέρον είναι ότι κάθε οικογένεια αποφάσισε να γράψει από ένα βιβλίο, για να περιγράψει τον τρόπο που έζησε αυτή την εμπειρία. Το βιβλίο των Morell έχει τίτλο «Misconception: One Couple’s Journey From Embryo Mix-Up to Miracle Baby» (Παρανόηση: Το ταξίδι ενός ζευγαριού από το μπέρδεμα ενός εμβρύου σε ένα μωρό-θαύμα) και κυκλοφόρησε την άνοιξη του 2010. Αντίστοιχα, ο τίτλος του βιβλίου των Savage είναι «Inconceivable: A Medical Mistake, the Baby We Couldn’t Keep, and Our Choice to Deliver the Ultimate Gift» (Αδιανόητο: Ένα ιατρικό λάθος, το μωρό που δεν μπορούσαμε να κρατήσουμε και η επιλογή μας να παραδώσουμε το απόλυτο δώρο) και η κυκλοφορία του έγινε λίγους μήνες μετά το πρώτο βιβλίο.
Ο προσεκτικός αναγνώστης θα διαπιστώσει ότι ήδη από τους τίτλους των βιβλίων διαφαίνεται μια συναισθηματική διαφοροποίηση ανάμεσα στον τρόπο που κάθε οικογένεια προσέλαβε το ίδιο γεγονός. Η δε ανάγνωση του περιεχομένου τους φανερώνει επίσης μία απόκλιση από την ειδυλλιακή εικόνα που είχε καλλιεργήσει αρχικά ο Τύπος.
Καταρχάς υπήρξε μια κεφαλαιώδης διαφορά σε κάθε ζευγάρι: οι Morell είχαν γεννήσει το 2006 δίδυμα κορίτσια με υποβοηθούμενη αναπαραγωγή και από τα «πλεονάζοντα έμβρυα» που είχαν προκύψει και καταψυχθεί τότε, προέκυψε ο μικρός Logan, που από λάθος μεταφέρθηκε στη μήτρα της Carolyn Savage. Για την Carolyn, πάλι, αυτή ήταν η τελευταία – μετά από πολλές – προσπάθεια να φέρει στον κόσμο ένα παιδί, σύμφωνα με τις συστάσεις των γιατρών (ήταν ήδη 40 ετών). Ωστόσο, είχε ήδη και αυτή φέρει στον κόσμο 3 παιδιά
Οι Morell περιγράφουν την εμπειρία τους ως ένα έντονο αρχικό σοκ, το οποίο διαδέχθηκε αργότερα η χαρά για την πρόσθεση ενός ακόμη μέλους στην οικογένειά τους. Εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους στους Savage και δηλώνουν ότι προχώρησαν στη συγγραφή του βιβλίου τους με σκοπό να ενημερώσουν το κοινό για όλες τις πτυχές της εξωσωματικής γονιμοποίησης (Ιn Vitro Fertilization, IVF). Ωστόσο, κάποια μικροπαράπονά τους για την Carolyn Savage και μια γεύση διδακτισμού στο λόγο τους μάλλον ενόχλησαν το αναγνωστικό κοινό.
Από την άλλη πλευρά, οι Sean και Carolyn Savage περιγράφουν πιο δραματικές καταστάσεις. Η αρχική χαρά για την (επιτέλους) επιτυχή κύηση, η μετέπειτα απόγνωση, οι σκέψεις που τους πέρασαν αργότερα: η διακοπή της κύησης, η υποβολή μηνύσεων, η δικαστική διεκδίκηση του παιδιού, μέχρι την απόφαση παράδοσής του μετά τον τοκετό σε κάποιους ανθρώπους άγνωστους, που όμως τους ανήκε και αυτοί θα έκαναν το ίδιο στην περίπτωσή τους. Ακόμη, μέσα από όλη αυτή τη δοκιμασία κατατίθεται η δοκιμασία της πίστης τους προς το Θεό και της σχέση τους με την εκκλησία τους, αλλά και μεταξύ τους.
Εδώ πρέπει να σημειωθεί ακόμη η εντύπωση που έκανε το γεγονός ότι οι Savage είναι πιστοί Ρωμαιοκαθολικοί, αλλά δεν έτυχαν καμίας υποστήριξης από την εκκλησία τους. Και αυτό, επειδή η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία αντιτίθεται σε κάθε μορφή υποβοηθούμενης αναπαραγωγής. Όπως γράφει η Carolyn,  «η Εκκλησία μας ήταν απούσα όταν βρεθήκαμε σε μεγάλη ανάγκη». Αναγκάστηκαν, συνεπώς, να καταφύγουν στο εσωτερικό τους σθένος και στη στήριξη που βρήκαν από συγγενείς και φίλους. Έτσι εξηγείται ίσως και ο γενικότερος τόνος απαισιοδοξίας που αναδύεται από το βιβλίο τους.
Πέραν του γενικότερου βιοηθικού προβληματισμού που προσφέρει αυτή η περιπέτεια, το τελευταίο σημείο αξίζει να προσεχθεί για ποιμαντικούς λόγους. Όπως φαίνεται από το βιβλίο της, μπορεί οι Savage να μην απέδωσαν στο Θεό την αιτία για αυτό που τους συνέβη, αλλά η έλλειψη ποιμαντικής προσέγγισης από την εκκλησία τους και η ανάγκη να στηριχτεί στον εαυτό τους για να αντιμετωπίσουν αυτό που τους συνέβη, τους σκλήρυναν αναπόφευκτα. Ταλαιπωρήθηκαν αρκετά με την ιδέα ότι η θεία πρόνοια δεν τους προστάτεψε από αυτή την εξέλιξη και δε φαίνεται να θέλησαν να αποδεχθούν την ιδέα ενός σχεδίου γι’ αυτούς. Σε κάποια στιγμή απελπισίας της, η Carolyn φέρεται να είπε προς το Θεό: «Τώρα πλέον δε σε χρειάζομαι. Είμαι εντάξει ό,τι κι αν γίνει».
Αναμφισβήτητα, οι Savage παρέβησαν τους κανόνες της εκκλησίας τους. Η αποφυγή παροχής ποιμαντικής στήριξης σ’ αυτούς ενδεχομένως να ήταν προϊόν άγνοιας, αδυναμίας, αμέλειας ή και να υπάκουε σε κάποια γενικότερη αυστηρή παιδαγωγική γραμμή που οφείλει να ακολουθείται σε παρόμοιες περιπτώσεις (λ.χ. προς παραδειγματισμό). Γεγονός είναι όμως ότι η στάση αυτή ισοδυναμεί με εγκατάλειψη του πιστού και με την αναπόφευκτη στροφή του στην απόγνωση. Ίσως, βέβαια, η επιμονή τους να μεγαλώσουν την υφιστάμενη οικογένειά τους παρά τις ιατρικές και θρησκευτικές δυσκολίες που αντιμετώπιζαν, να παραπέμπει σε άλλου είδους καταστάσεις που μας είναι άγνωστες. Σε κάθε περίπτωση, όμως, η αίσθηση της ελπίδας που προσφέρει η εκκλησιαστική αντιμετώπιση των δυσκολιών της ζωής, είναι σε θέση να φτάσει στη ρίζα των προβλημάτων και να δώσει διεξόδους εκεί που όλα μοιάζουν αδιέξοδα. Όπως, εξάλλου, έλεγε κι ο μακαριστός π. Αλέξανδρος Σμέμαν, «μέσα στην Εκκλησία δε λύνονται τα προβλήματά μας, αλλά προσφέρεται η προοπτική για να τα υπερβούμε».


Τετάρτη, Ιανουαρίου 16, 2013

Έρευνα και Χρήση Βλαστικών Κυττάρων Θεολογική και βιοηθική προσέγγιση Τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Μακαρίου Γρινιεζάκη


Τοῦ Ἀρχιμανδρίτου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου
Μακαρίου Γρινιεζάκη

Ἡ ἔρευνα τῶν βλαστικῶν κυττάρων ξεκίνησε μέ τά εὑρήματα τῶν Καναδῶν ἐρευνητῶν Ernest A. McCulloch and James E. Till στή δεκαετία τοῦ 60[1], ἐνῶ ἐπιβραβεύτηκε παγκοσμίως, ὅταν τό 2007 oἱ Mario Capecchi, Martin Evans καί Oliver Smithies κέρδισαν τό βραβεῖο Νόμπελ γιά τίς μελέτες τους ἐπί τῶν ἐμβρυϊκῶν βλαστικῶν κυττάρων[2]. Ἀπό τότε μέχρι καί σημέρα ὑπάρχει ἕνα διαρκῶς αὐξανόμενο ἐνδιαφέρον τῆς ἐρευνητικῆς κοινότητας γιά τή χρήση τους, ἀφοῦ ἡ πολλά ὑποσχόμενη ἔρευνα ἐγγυᾶται ἀντιμετώπιση ἀνίατων ἀσθενειῶν.
Τά βλαστικά κύτταρα εἶναι τά μή διαφοροποιημένα κύτταρα πού ὑπάρχουν σχεδόν σέ ὅλους τούς πολυκύτταρους ὀργανισμούς καί χαρακτηρίζονται ἀπό τήν ἱκανότητα νά αὐτοανανεώνονται καί νά αὐτοπολλαπλασιάζονται, καθώς ἐπίσης καί νά διαφοροποιοῦνται σέ διαφορετικούς τύπους κυττάρων ὀργάνων καί ἱστῶν[3]. Ὑπάρχουν τρεῖς κατηγορίες βλαστοκυττάρων: τά ὁλοδύναμα, τά πολυδύναμα καί τά μονοδύναμα.  
Ὁλοδύναμα  βλαστικά κύτταρα (totipotent stem cells) χαρακτηρίζονται αὐτά πού μποροῦν νά δώσουν ὅλους τούς τύπους κυττάρων καί ἱστῶν καί τά συναντοῦμε στόν ἄνθρωπο κατά τίς πρῶτες τρεῖς μέ τέσσερις ἡμέρες μετά τή γονιμοποίηση. Πολυδύναμα βλαστικά κύτταρα (pluripotent stem cells), χαρακτηρίζονται αὐτά πού μποροῦν νά ἐξελιχτοῦν σέ ὅλους τούς τύπους κυττάρων ἐκτός ἀπό τίς μεμβράνες καί τούς ἱστούς πού χρειάζονται γιά τήν ἐξέλιξη τοῦ ἐμβρύου καί τέλος, μονοδύναμα (unipotent stem cells) βλαστοκύτταρα εἶναι αὐτά πού δέν μποροῦν νά ἐξελιχτοῦν σέ κανένα τύπο κυττάρων παρά μόνο στόν τύπο στόν ὁποῖο ἔχουν προγραμματιστεῖ γιά ἀνάπτυξη καί πολλαπλασιασμό.
Στή βιβλιογραφία μποροῦμε νά βροῦμε ἀρκετές ἀναφορές θεραπευτικῶν ἀποτελεσμάτων μετά ἀπό τή χρήση βλαστοκυττάρων σέ ἀνθρώπους, ἐνῶ δέν πρέπει νά παραθεωροῦμε τό γεγονός ὅτι ἡ χρήση τους εἶναι ἀρκετά διαδεδομένη καί γιά θεραπεῖες ζώων[4]. Γιά τήν ἐφαρμογή τῶν βλαστοκυττάρων στόν ἄνθρωπο καί τό εὖρος τῶν ἐντυπωσιακῶν ἀποτελεσμάτων τους μποροῦν ἐνδεικτικά νά ἀναφερθοῦν δυό συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Στήν πρώτη περίπτωση μία ὁμάδα Κορεατῶν ἐρευνητῶν μεταμόσχευσε βλαστοκύτταρα στή σπονδυλική στήλη μιᾶς ἀσθενοῦς, ἡ ὁποία εἶχε ὑποστεῖ βλάβη, μέ ἀποτέλεσμα νά εἶναι ἀκίνητη στά κάτω ἄκρα γιά δεκαεννέα χρόνια. Ἡ ἀσθενής κατάφερε νά περπατήσει μετά ἀπό τή δεκαεννεάχρονη ἀναπηρία της καί αὐτό ὀφειλόταν σέ μεταμόσχευση πολυδύναμων βλαστικῶν κυττάρων πού ἀπομόνωσαν ἀπό ὀμφάλιο λῶρο καί κατόπιν τά τοποθέτησαν στό κατεστραμμένο τμῆμα τῆς σπονδυλικῆς στήλης τῆς ἀσθενοῦς μέ σκοπό τήν ἀναγέννησή του, σκοπός ὁ ὁποῖος τελικά ἐπετεύχθη[5].
Ἡ δεύτερη ἐνδιαφέρουσα θεραπευτική ἐφαρμογή ἀφορᾶ μεταμόσχευση βλαστικῶν κυττάρων ἀμφιβληστροειδοῦς σέ κατεστραμμένους ὀφθαλμούς μέ στόχο τήν ἐπαναφορά τῆς ὅρασης. Οἱ ἐπιστήμονες κατάφεραν νά μεγαλώσουν λεπτά φύλλα ὁλοδύναμων βλαστικῶν κυττάρων στό ἐργαστήριο καί στή συνέχεια τά ἐμφύτευσαν πάνω στούς κατεστραμμένους ἀμφιβληστροειδεῖς, μέ ἀποτέλεσμα τά βλαστοκύτταρα νά προκαλέσουν ἀνάπλαση καί τελική ἀποκατάσταση τῆς χαμένης ὄρασης[6]. Ἡ τεχνική αὐτή ἔχει ἐφαρμοστεῖ ἤδη σέ 40 ἀσθενείς στό νοσοκομεῖο Queen Victoria στό Σάσεξ τῆς Ἀγγλίας. Μάλιστα σέ αὐτή τήν περίπτωση τά βλαστικά κύτταρα πού χρησιμοποιήθηκαν προῆλθαν ἀπό βλαστοκύτταρα ἐνήλικων ἱστῶν τά ὁποῖα ἀποκτήθηκαν ἀπό συγγενές πρόσωπο ἤ ἀπό πτωματικό δότη[7].
Ἄλλες ἀσθένειες στίς ὁποῖες ἡ μεταμόσχευση βλαστοκυττάρων προβλέπεται ὅτι θά φέρει ἐπιθυμητά ἀποτελέσματα εἶναι ἡ νόσος τοῦ Πάρκινσον, ἡ νόσος Ἀλτσχάιμερ, οἱ τραυματισμοί τῆς σπονδυλικῆς στήλης, ὁ καρκίνος, ἡ σκλήρυνση κατά πλάκας, ἡ ἀπώλεια ὅρασης καί ἀκοῆς, τά ἐγκαύματα, ἡ ρευματοειδής ἀρθρίτιδα κ.ἄ.[8], ἐνῶ σήμερα ἤδη χρησιμοποιοῦνται βλαστοκύτταρα ἐνηλίκων ἱστῶν γιά κάποιες θεραπεῖες, ὅπως τή λευχαιμία[9] καί τά παλαιά καί νέα ἐμφράγματα τοῦ μυοκαρδίου[10].
Παρά ὅμως τίς τεράστιες ὑποσχέσεις τῶν ἐμβρυονικῶν βλαστικῶν κυττάρων στόν τομέα τῆς ἔρευνας καί τῆς θεραπείας θά διαπιστώσουμε, ὅτι ὁ ἐπιστημονικός κόσμος ἀλλά καί ἡ κοινή γνώμη προβάλλουν τεράστια ἠθικά διλήμματα πού σχετίζονται μέ τήν προέλευσή τους ἀπό ἔμβρυα στό ἀρχικό στάδιο τῆς ἐξελικτικῆς τους πορείας. Ὅπως μᾶς εἶναι γνωστό, βασικές πηγές βλαστοκυττάρων ἀποτελοῦν τά «περισσευούμενα» ἔμβρυα τῶν in vitro γονιμοποιήσεων[11], τά ἔμβρυα τῶν ἀμβλώσεων καί τά ἔμβρυα πού δημιουργοῦνται μέ τήν πυρηνική μεταφορά, δηλαδή μέ τή μέθοδο τῆς ἀναπαραγωγικῆς κλωνοποίησης γι’ αὐτό τό σκοπό. Καί στίς τρεῖς αὐτές περιπτώσεις τά βλαστικά κύτταρα λαμβάνονται ὅταν τό ἔμβρυο εἶναι στό στάδιο τῆς βλαστοκύστης, ἡλικίας πέντε ἕως ἑπτά ἡμερῶν, ἀλλά ἡ λήψη μιᾶς τέτοιας κυτταρικῆς σειρᾶς ὁδηγεῖ στήν καταστροφή τοῦ ἐμβρύου[12].
Ἑπομένως, τό βασικό ἠθικό ἐρώτημα πού τίθεται ἐπικεντρώνεται στή χρήση τῶν ἐμβρύων γιά ἐρευνητικούς ἤ ἀκόμη καί θεραπευτικούς σκοπούς.  Ἀπό τή μιά μεριά οἱ ὑποστηρικτές τῆς χρήσης τῶν βλαστοκυττάρων δίνουν ἔμφαση στά μεγάλα θεραπευτικά ὀφέλη καί στίς προοπτικές πού διανοίγονται γιά τήν ἀναγεννησιακή ἰατρική, παρουσιάζοντας ὡς βασικό ἐπιχείρημα ὅτι πηγή βλαστοκυττάρων γι’ αὐτούς εἶναι τά «περισσευούμενα» ἔμβρυα τῶν τεχνητῶν γονιμοποιήσεων, πού οὕτως ἤ ἄλλως εἶναι ἀζήτητα, ἀπό τήν ἄλλη πάλι κάποιοι ἐναντιώνονται στή χρήση ἐμβρυϊκῶν βλαστοκυττάρων ὑποστηρίζοντας ὅτι καί τά ἔμβρυα ἀποτελοῦν ἀνθρώπινες ὑπάρξεις καί ἔτσι δικαιοῦνται προστασίας.
Εἶναι σαφές ὅτι ἡ ἀπάντηση στήν «ἠθικότητα» τῆς ἔρευνας καί χρήσης τῶν βλαστοκυττάρων συνδέεται ἄμεσα μέ τήν ἀρχή τῆς ζωῆς. Πολύ ἁπλᾶ μποροῦμε νά ποῦμε ὅτι, ἄν ὑπάρχει ἄνθρωπος ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς συλλήψεως, ἄν ἔχουμε δηλαδή ἀπό τήν ἀρχή μία καθ’ ὁλοκληρίαν ψυχοσωματική ὀντότητα, τότε ἡ ἔρευνα καί ἡ χρήση ἐμβρυϊκῶν βλαστοκυττάρων παρουσιάζει ἔντονους ἠθικούς καί ἀνυπέρβλητους ἐνδοιασμούς. Ἄν ὅμως παρακάμψουμε τήν στιγμή τῆς συλλήψεως καί προσδιορίσουμε κάποια ἄλλη στιγμή ὡς ἀρχή τῆς ζωῆς, τότε τό ἔμβρυο μπορεῖ νά ἀποτελέσει πειραματικό ὑλικό καί βεβαίως χωρίς κανένα ἠθικό ἐνδοιασμό μπορεῖ νά χρησιμοποιηθεῖ γιά θεραπευτικούς ἤ ἀκόμη καί γιά ἐρευνητικούς σκοπούς.
Βέβαια ἐδῶ τίθεται ἕνα μεγάλο μεταφυσικό ἐρώτημα, στό ὁποῖο δέν ξέρουμε ἄν ἡ ἐπιστήμη μπορεῖ νά ἀπαντήσει. Εἶναι σάν νά προσπαθεῖ ἡ Θεολογία νά κάνει διάγνωση γιά τή νόσο τοῦ καρκίνου, μιά ἁρμοδιότητα πού ὁπωσδήποτε δέν τῆς ἀνήκει. Γι’ αὐτό καλό εἶναι οἱ θετικές κυρίως ἐπιστῆμες νά μήν ξεκινοῦν, νά μή συμπεριφέρονται καί νά μήν καταλήγουν ὡς μεταφυσικές, διότι ἄν κατανοήσουν τόν ἑαυτό τους ἔτσι, τότε ἁπλᾶ δέν μποροῦν νά ἀνήκουν στίς θετικές ἐπιστῆμες[13].
Αὐτό πού φαίνεται νά ἀποτελεῖ ὁρόσημο γιά τήν ἔναρξη τῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἔλευση τῆς ψυχῆς, θεωρία πού ἐπηρεάζει καθοριστικά τίς περισσότερες θρησκευτικές θέσεις καί ἀπόψεις, καθώς κατά τό μεγαλύτερο ποσοστό τους ταυτίζουν τήν ἔναρξη τῆς ζωῆς μέ τήν ἔλευση τῆς ψυχῆς, ὅπως θά δοῦμε ἐν συντομίᾳ ἀμέσως παρακάτω[14].
Ἔτσι, στή Ρωμαιοκαθολική Ἐκκλησία, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τήν κύρια αἰτία τῶν ἀπαγορεύσεων στήν Εὐρώπη σχετικά μέ τήν ἔρευνα καί χρήση βλαστοκυττάρων, τό ἔμβρυο θεωρεῖται πλῆρες πρόσωπο. Ἀπό τή στιγμή τῆς συλλήψεως, εἶναι ὑποκείμενο δικαίου καί φορέας ἰσοτίμων δικαιωμάτων. Κατά τή βιοηθική τοῦ ὀντολογικοῦ περσοναλισμού[15], «οἱ ἰδιότητες τοῦ ἀνθρώπου ἀρχίζουν ἀπό τή σύλληψη, δέν ἀποκτῶνται κατά τήν πορεία τῆς ἐξέλιξης τοῦ ἐμβρύου ἀλλά ἁπλῶς ἐκφράζονται. Τό ἔμβρυο δέν ἀναπτύσσεται «πρός» ἄνθρωπο ἀλλά «ὡς» ἄνθρωπος. Ὁποιοδήποτε καί ἄν εἶναι τό μέλλον τοῦ ἐμβρύου, ἔστω καί ἄν ὁδεύει στήν καταστροφή, δέν μπορεῖ νά σταθμίζεται ἡ ζωή του μέ τρίτα συμφέροντα καί σκοπούς, γιατί τότε ὑποβιβάζεται ὁ ἄνθρωπος σε «ὄργανο» σέ «ἀντικείμενο» σέ «μέσον», γεγονός πού ἐναντιώνεται στήν ἀνθρώπινη ἀξιοπρέπεια»[16].
Στούς Προτεστάντες ἡ ἔρευνα καί χρήση βλαστοκυττάρων θεωρεῖται περισσότερο ἀνεκτική, ὅταν αὐτή στοχεύει στήν ἴαση καί τή θεραπεία[17]. Μάλιστα κάποιες πιό φιλελεύθερες Εὐαγγελικές Ἐκκλησίες, ὅπως γιά παράδειγμα ἡ Εὐαγγελική Ἐκκλησία τῆς Αὐστρίας, ἐπιχείρησαν νά συμβιβάσουν τήν ἔρευνα καί τή χρήση βλαστοκυττάρων μέ τήν προστασία τοῦ ἐμβρύου, θέτοντας κάποιους ὅρους, ὅπως νά χρησιμοποιοῦνται τά πλεονάζοντα ἔμβρυα τῶν in vitro γονιμοποιήσεων, νά γίνεται ἔρευνα πού ἀποβλέπει ὁπωσδήποτε σέ θεραπευτικά ὀφέλη καί νά ὑπάρχει συναίνεση τῶν δοτῶν τῶν ἐμβρύων, καθώς καί πλήρη διαφάνεια τῶν διαδικασιῶν[18]
Στήν ἑβραϊκή θρησκεία καί στό μουσουλμανισμό θεωρεῖται ὅτι μετά τή 40η ἡμέρα τό ἔμβρυο κατέχει πλήρη ἀνθρώπινη ἰδιότητα, ἀφοῦ τότε ἀποκτᾶ τήν ψυχή. Ἔτσι ἡ ἔρευνα μέ ἐμβρυϊκά βλαστικά κύτταρα εἶναι ἠθικά ἀποδεκτή, ἐφόσον δέν πρόκειται νά καταστραφεῖ ἐμψυχωμένη ὀντότητα[19]. Στόν Ἰνδουισμό δέν θεωρεῖται ἠθική ἡ καταστροφή ἐμβρύων[20], ἐνῶ στό Βουδισμό εἶναι πολύ σημαντική ἡ πρόθεση γιά τήν ὁποία κάποιος κάνει ἔρευνα καί ἔτσι εἶναι γενικά ἀποδεκτή ἡ ἔρευνα πού ἀποβλέπει στή θεραπεία καί βελτίωση τῆς ζωῆς ἀσθενῶν, ἀλλά μή ἀποδεκτή ἐκείνη πού γίνεται γιά ἀπόκτηση χρήματος. Ἀπό τήν ἄλλη ὁ Βουδισμός εἶναι ἀντίθετος στήν πρόκληση πόνου σέ ὅλα τά ἔμβια ὄντα, γι’ αὐτό μιά ὁμάδα Βουδιστῶν ἀντιτίθεται στήν ἔρευνα βλαστικῶν κυττάρων. Παρόλα αὐτά πολλοί θεωροῦν ὅτι τό ἔμβρυο πρό τῶν 14 ἡμερῶν δέν αἰσθάνεται πόνο καί ἔτσι ἀποδέχονται τήν ἔρευνα μέ ἐμβρυϊκά βλαστοκύτταρα[21].
Γιά τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἡ ψυχή ὑπάρχει ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς ἑνώσεως τοῦ ὠαρίου μέ τό σπερματοζωάριο, «ἐξ ἄκρας συλλήψεως» ὅπως χαρακτηριστικά σημειώνει ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός[22]. Μάλιστα ἡ ἀνάπτυξη τῆς ψυχῆς εἶναι παράλληλη μέ ἐκείνη τοῦ σώματος καί ἡ ζωή πού ὑπάρχει στό ἔμβρυο εἶναι ἀπόδειξη τῆς ὕπαρξης τῆς ψυχῆς. Ἄν δέν ὑπάρχει ψυχή, δέν μπορεῖ νά ὑπάρχει καί ζωή. Γι’ αὐτό κατά τή βιβλική θεολογία ἡ ψυχή ὁρίζεται ὡς «πνοή ζωῆς». Ἑπομένως, βασικό ἀξίωμα τῆς Ὀρθόδοξης Θεολογίας εἶναι ὅτι ἡ ψυχή κινεῖ τό σῶμα καί δίδει τήν ὕπαρξη. Αὐτό σημαίνει ὅτι δέν ὑπάρχει στιγμή κατά τήν ὁποία τό ἔμβρυο εἶναι χωρίς ψυχή, δηλαδή χωρίς ζωή, χωρίς ὑπόσταση καί προσωπικότητα. Μάλιστα ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης, ὑποστηρίζοντας καί ἀποδεχόμενος αὐτή τήν μεγάλη πραγματικότητα, θά σημειώσει ὅτι, ἐφόσον τό ἔμβρυο ζεῖ, ἔχει ψυχή καί ἐπειδή ἔχει ψυχή «νεκρόν εἶναι οὐ δύναται», διότι «ἡ νεκρότης κατά ψυχῆς στέρησιν γίνεται»[23].
Μέ αὐτά τά δεδομένα ἀντιλαμβανόμαστε ὅτι εἶναι δύσκολο νά μελετήσουμε τό θέμα τῶν βλαστοκυττάρων μέ ὅλες τίς παραμέτρους πού αὐτό συνεπάγεται ὑπό τό πρῖσμα μιᾶς ὀρθόδοξης βιοηθικῆς προσέγγισης, διότι ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία δέν θά μᾶς δώσει μία ἠθική μέ δεσμεύσεις ἤ ἀπελευθερώσεις διανοητικῆς καί ἀντιληπτικῆς φύσεως, ἀλλά θά μᾶς προσανατολίσει στήν ἀναζήτηση τῆς ἀλήθειας. Ἐξάλλου, ἄν κάποιος δέν ζεῖ χριστιανικά, ἀγωνιστικά καί πνευματικά, δέν εἶναι εὔκολο νά κατανοήσει καί νά ἐφαρμόσει τίς θέσεις τῆς ὀρθόδοξης βιοηθικῆς, ἡ ὁποία ἔχει ὑπερβατικό καί ἐσχατολογικό προσανατολισμό.
Ἔτσι κάποιοι, ἐπειδή εἶναι σίγουροι ὅτι ἡ ἔρευνα καί ἡ χρήση τῶν ἐμβρυϊκῶν πολυδύναμων βλαστικῶν κυττάρων παρέχει μιά θεραπευτική δυναμική εἶναι ἀδύνατο νά κατανοήσουν κάθε ἐνδοιασμό, πολύ περισσότερο ἄν αὐτός προέρχεται ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τήν «παρωχημένη» θεολογία της. Τίθεται μάλιστα ἔντονα ὁ προβληματισμός: Ἐνώπιον μιᾶς πρακτικῆς πού ὑπόσχεται θεραπεία ἀπό ποικίλες νευρολογικές καί ὄχι μόνο ἀσθένειες πῶς μπορεῖ ἡ Ἐκκλησία νά ἐκφράζει ἐνστάσεις ἤ νά ἀρνεῖται ἀδιάλλακτα νά προτρέψει ἕναν πάσχοντα νά προχωρήσει σέ μιά τέτοιου εἴδους θεραπευτική ἐφαρμογή; 
Γιά νά δώσουμε μία ἀπάντηση στό ἐρώτημα αὐτό, θά πρέπει νά λάβουμε ὑπόψη τή μεγάλη πραγματικότητα ὅτι ἡ Ἐκκλησία ἀποφασίζει μέ βάση τήν ἠθική τοῦ Εὐαγγελίου καί ὄχι μέ βάση τήν κοσμική ἠθική πού συνεχῶς μεταβάλλεται καί προσαρμόζεται. Στήν ἠθική τῆς Ἐκκλησίας δέν ἐννοεῖται οὔτε κατά διάνοια ἡ ὕπαρξη τοῦ ὠφελιμισμοῦ καί τῆς ἰδιοτέλειας, ἐνῶ στήν ἠθική τοῦ κόσμου μιά πράξη μπορεῖ νά δικαιολογηθεῖ, ἄν τό ἀποτέλεσμα εἶναι τό ἀναμενόμενο. Γιά τήν Ἐκκλησία ὅμως τό ἐπιθυμητό ἀποτέλεσμα δέν μπορεῖ νά δικαιολογήσει μιά ἀνήθικη πράξη.
Παρά ταῦτα, ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας δέν εἶναι ἀπορριπτική γιά τήν προόδο καί τήν ἐπιστήμη. Μάλιστα διδάσκει ὅτι ὁ Θεός κατά τή Δημιουργία ἔδωσε στόν ἄνθρωπο ὅλα τά ἐφόδια, γιά νά ἀναπτύξει τίς δεξιότητές του καί νά ἐργάζεται γιά τό καλό[24]. Αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἀπέκτησε μία δυναμική, καί κατά συνέπεια, κάθε ἐπιστημονικό ἐπίτευγμα εἶναι ἀπόρροια αὐτῆς τῆς δυναμικῆς του[25]. Μέσα σέ αὐτό τό πλαίσιο ἡ Ἐκκλησία θά μποροῦσε νά δεχθεῖ καί μάλιστα νά ἐπευλογήσει τήν ἔρευνα καί χρήση βλαστοκυττάρων πού ἀποβλέπει στή δημιουργία μοσχευμάτων, στήν ἀναγέννηση κατεστραμένων ὀργάνων καί ἱστῶν ἤ ἀκόμη στή θεραπεία νευρολογικῶν καί ἄλλων ἀσθενειῶν, μέ τήν προϋπόθεση ὅμως ὅτι αὐτά τά βλαστικά κύτταρα δέν προέρχονται ἀπό ἔμβρυα τῶν ὁποίων ἀνακόπτεται ἡ πορεία πρός τή ζωή. Θά μποροῦσε νά ἀποδεχθεῖ ἄλλες ἐναλλακτικές λύσεις ἐξίσου ἔγκυρες ἐπιστημονικά οὕτως, ὥστε νά μή μεταποιηθεῖ ὁ ἄνθρωπος σέ καταναλωτικό ἀγαθό, τό ὁποῖο δημιουργοῦμε μέ σκοπό νά χρησιμοποιηθεῖ χρηστικά γιά τή θεραπεία ἤ τήν παράταση τῆς ζωῆς ἄλλου προσώπου.
Πιό συγκεκριμένα, θά μπορούσαμε νά ἀποδεχθοῦμε ὡς πηγή λήψεως βλαστοκυττάρων τό μορίδιο, τό ἀναπτυξιακό στάδιο τοῦ ἐμβρύου πρίν ἀπό τό στάδιο τῆς βλαστοκύστης, πού συνίσταται ἀπό μία συμπαγῆ σφαῖρα δεκαέξι ἕως τριάντα κυττάρων. Εἶναι ἀποδεδειγμένο πλέον ὅτι τό μορίδιο μπορεῖ νά ἀντέξει τήν ἀφαίρεση μερικῶν μόνο κυττάρων, δίχως ἡ πράξη αὐτή νά ἀνακόπτει τήν περαιτέρω ἀνάπτυξη καί γέννηση τοῦ ἐμβρύου. «Ἐρευνητές μάλιστα ἀπέδειξαν ὅτι τά κύτταρα πού ἀπομονώθηκαν ἀπό μορίδια ποντικοῦ, μποροῦν νά παράγουν ἐμβρυϊκά βλαστοκύτταρα, ἐνῶ τά ἐναπομείναντα κύτταρα τοῦ μοριδίου ἀναπτύσστοναι σέ ἕνα ὑγιῆ ποντικό»[26].
Μᾶς εἶναι ἐπίσης γνωστό ὅτι σήμερα γίνονται μεγάλες προσπάθειες νά καθοδηγηθοῦν τά ὥριμα κύτταρα, ὥστε νά δροῦν ὡς ἐμβρυϊκά βλαστοκύτταρα. Βέβαια, αὐτή ἡ ἔρευνα εἶναι ἀκόμη σέ ἀρχικά στάδια, ὡστόσο εἶναι πολύ πιθανό σέ πολύ σύντομο χρονικό διάστημα ἡ ἐπιστήμη νά καταφέρει τόν ἐπαναπρογραμματισμό τῶν ἐνήλικων κυττάρων σέ ἐβρυϊκά βλαστοκύτταρα, μιά διαδικασία πλήρως ἀποδεκτή, ἀφοῦ δέν καταστρέφει ζωή καί δέν δημιουργεῖ ἔμβρυα γιά συγκεκριμένο χρηστικό σκοπό, ἐνῶ πρακτικά θά ἔχει τεράστιες θεραπευτικές ἐφαρμογές.
Ἡ Ἐκκλησία πάντως δέν μπορεῖ νά υἱοθετήσει καμιά πρακτική πού καταστρέφει τό ἔμβρυο. Πολύ σωστά ἔχει ἐπισημανθεῖ ὅτι μέσα σ᾽ ἕνα προυραλιστικό περιβάλλον ὅλα ἐπιτρέπονται, ἰδιαιτέρως ἄν ἀξιοποιηθοῦν γιά χρηστικούς σκοπούς, ὅπως εἶναι ἡ βελτίωση τῆς ἀνθρώπινης ὑγείας καί ἡ ἐπιμήκυνση τῆς ζωῆς. Ἀπό τήν ἄλλη ἡ ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο ἐκφράστηκε μέ τήν ἐκούσια θυσία Του, μᾶς ὠθεῖ στό νά ἀπορρίψουμε τό καλό, ὅταν αὐτό ἐπιτυγχάνεται μέ τήν καταστροφή μιᾶς ἀνθρώπινης ζωῆς, τοῦ ἐμβρύου. Καί αὐτό, διότι σύμφωνα μέ τό Εὐαγγέλιο δέν ἔχουμε δικαίωμα νά σώσουμε ἤ νά βελτιώσουμε τίς συνθῆκες μιᾶς ζωῆς θυσιάζοντας μιά ἄλλη, παρά μόνο ἄν αὐτό γίνει μέ τήν προσωπική μας θυσία καί τή δωρεά τῆς δικῆς μας ζωῆς[27]. Αὐτό εξάλλου ἐπιτέλεσε ὁ Χριστός μέ τό σταυρικό Του θάνατο[28].
Ἡ Ἐκκλησία προσεύχεται καί ἐλπίζει ὅτι ἡ ἔρευνα μέ ἐπαναπρογραμματισμένα βλαστικά κύτταρα, τά ὁποῖα προέρχονται ἀπό ὤριμους ἱστούς, θά ξεπεράσει τά τεχνικά προβλήματα πού τώρα ἀντιμετωπίζει καί θά δώσει θεραπευτικές λύσεις πού δέν θά ἐγείρουν ἠθικά καί θεολογικά διλήμματα, ἀφοῦ θά ἐξασφαλίζουν σεβασμό στήν ἱερότητα τῆς ζωῆς πρίν ἀκόμη καί ἀπό αὐτή τή γέννηση τοῦ ἀνθρώπου, δηλαδή ἀπό τήν πρώτη στιγμή τῆς συλλήψεως.



[1] Becker AJ, McCulloch EA, Till JE., «Cytological demonstration of the clonal nature of spleen colonies derived from transplanted mouse marrow cells», Nature 1963, Vol. 197, pg. 452-454.
[2] nobelprize.org. http://nobelprize.org/nobel_prizes/medicine/laureates/2007/index.html. [Online] 2007
[3] Scholer H.R. «The potential of stem cells: an inventory». In the book: Schipanski D. Sorgner S.L. Knoepffler N., «Humanbiotechnology as social challenge», Ashgate Publishing Ltd, 2007, pg. 28.
[4] Wikipedia. Stem cell treatments. [Online] http://en.wikipedia.org/wiki/Stem_cell_treatments.
[5] Kang KS, Kim SW, Oh YH et al., «A 37-year-old spinal cord-injured female patient, transplanted of multipotent stem cells from human UC blood, with improved sensory perception and mobility, both functionally and morphologically: a case study», Cytotherapy, 2005, Vol. 7, 4, pg. 368-73.
[6] Medical news today. http://www.medicalnewstoday.com/medicalnews.php?newsid=15535. [Online] 2004.
[7] bbc news. http://news.bbc.co.uk/1/hi/england/southern_counties/4495419.stm. [Online] 2005.
[8] Lindval O, l., «Stem cells for cell therapy in Parkinson's disease», Pharmacology resources 2003, Vol. 47, 4, pg. 279-287. Βλέπε Ἐπίσης: α. Cell Basics: what are the potential uses of human stem cells and the obstacles that must be overcome before these potential uses will be realized. Stem cell information world wide web site. [Online] April 26, 2009, β. Goldman S, Windrem M., «Cell replacement therapy in neurological disease», Philos Trans R Soc Lond B Biol Sci. 2006, Vol. 361, 1473, pg. 1463-1475, γ. Tuch BE., «Stem cells, a clinical update», ibid. καί δ. Kochar PG. What are stem cells. [Online] www.csa.com/discoveryguides/stemcell/overview.php.
[9] Gahrton G, Bjorkstrand B., «Progress in haematopoietic stem cell transplantation for multiple myeloma», Journal of Internal Medicine 2000, Vol. 248, 3, pg. 185-201.
[10] Strauer BE, Schannwell CM, Brehm M., «Therapeutic potentials of stem cells in cardiac diseases», Minerva Cardioangiology 2009, Vol. 57, 2, pg. 249-67.
[11] Πρέπει νά σημειώσουμε ἐδῶ ὅτι προτιμοῦνται τά ἐμβυϊκά βλαστοκύτταρα ἔναντι τῶν ἐνηλίκων, διότι ἀφενός εἶναι πιό εὐέλικτα στό ἐργαστήριο καί διατηροῦν πολυδυναμία, μποροῦν δηλαδή νά ἐξελιχθοῦν σέ ὅλους τούς κυτταρικούς τύπους ὀργνάνων καί ἱστῶν, καί ἀφετέρου ἐκλείπει τό ἐνδεχόμενο πού ὑπάρχει στά βλαστικά κύτταρα τῶν ὥριμων ἱστῶν νά παρουσιάζουν ἀνωμαλίες στό DNA τους, γεγονός πού ἀναστέλει τή χρήση τους γιά θεραπευτικούς σκοπούς. Βλέπε: Arguments for stem cell research. [Online] 12 26, 2007. http://www.spinneypress.com.au/178_book_desc.html.
[12] Fishbach GD, Fischbach RL., «Stem cells: science, policy and ethics», Journal of Clinical Investigation, 2004, Vol. 114, pg. 1364-70. Βλέπε Ἐπίσης: Thomson Α, Itskovitz-Eldor J, Shapiro SS, Waknitz MA, Swiergiel JJ, Marshall VS, Jones JM., «Embryonic stem cell lines derived from human blastocysts», ibid.
[13] Νικολαΐδη Ἀποστόλου, «Θεσμικές προκλήσεις ἀπό τήν ἐφαρμογή τῆς κλωνοποίησης στόν ἄνρθωπο», Ε.Ε.Θ.Σ.Α., Τόμος 23, Ἀθήνα 2002, σελ. 500.
[14] Hug H., «Therapeutic perspectives of human embryonic stem cell research versus the moral status of a human embryo – does one have to be compromised for the other?», Medicina (Kaunas) 2006, Vol. 42, 2, pg. 107-114.
[15] Palazzani L., Sgreccia E., “Il dibattito sulla fondazione etica in bioetica” Medicina e Morale 1992, 5 pg. 847-870. Βλέπε ἐπίσης: Serra A., Colombo R., “Identita e statuo dell’ embrione umano: il contri-buto della biologia”, in Prontificia Academia pro vita, Identita e Statuo dell dell’ embrione umano, Libreria Editrice Vaticana, Citta del Vaticano 1998, pg.106-158.
[16] Βούλτου Πολυχρόνη καί Χατζητόλιου Ἀποστόλη, «Ἠθικὲς καί νομικές ἐπιφυλάξεις γιά τήν ἔρευνα μέ ἐμβρυϊκά βλαστοκύτταρα στήν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα σέ σχέση μέ τίς ἄλλες εὐρωπαϊκές χώρες», ὅπ. π., σελ. 32-39.
[17] Bruce D. Therapeutic uses of cloning and embryonic stem cells. Church and society commission of the conference of European churches. [Online] 2000. http://www.srtp.org.uk/clonin50.htm.
[18] Βούλτου Πολυχρόνη καί Χατζητόλιου Ἀποστόλη, «Ἠθικές καί νομικές ἐπιφυλάξεις γιά τήν ἔρευνα μέ ἐμβρυϊκά βλαστοκύτταρα στήν Ὀρθόδοξη Ἑλλάδα σέ σχέση μέ τίς ἄλλες εὐρωπαϊκές χώρες», ὅπ. π., σελ. 32-39.
[19] Sullivan B. Religions reveal little consensus on cloning. MSNBC News. [Online] 2004. http://msnbc.msn.com/id/3076930. Βλέπε ?πίσης: Beloucif S. The Muslim's perspective related to stem cell research. Ethical aspects of human stem cells research and uses. [Online] 2000. http://europa.eu.int/comm/european_group_ethics/docs/dp15rev.pdf.
[20] Sullivan B. Religions reveal little consensus on cloning. MSNBC News. [Online] 2004. http://msnbc.msn.com/id/3076930.
[21] Walters L., «Human embryonic stem cell research: an intercultural perspective», Kennedy institute ethics journal, 2004, Vol. 14, pg. 3-38.
[22] Ἰωάννου Δαμασκηνοῦ, «Ἔκδοσις Ἀκριβῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως», PG Migne 94, 1088.
[23] Γρηγορίου Νύσσης, «Περί Ψυχῆς καί Ἀναστάσεως», PG Migne 46, 125C.
[24] Γεν. 2, 15.
[25] Σκουτέρη Κωνσταντίνου, «Βιοηθική καί τό ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας», Ἐπίσκεψις, Ἔτος 30ο, Τεῦχος 575, Γενεύη 1999, σελ. 24.
[26] U.S. National Academy of Sciences, www.nationalacademies.org/stemcells.
[27] Ἰωάν. 15, 13.
[28] Μπρέκ π. Ιωάννου καί Μπρέκ Λύν, «Ἀπό τή γέννηση ὡς τό θάνατο, Ὀρθόδοξες προσεγγίσεις σέ Βιοηθικά διλήμματα», Ἐκδόσεις Ἐν Πλῷ, Ἀθήνα 2008, σελ. 94.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...