Ο µοναχός, όπως και κάθε πλάσµα, του Θεού γεννιέται και πεθαίνει.
Όµως η γέννηση του µοναχού δεν ταυτίζεται µε τη βιολογική γέννηση, αλλά µε µια νέα ταυτότητα που αποκτά κατόπιν µακροχρόνιας και έντονης µύησης και δοκιµασίας. Τα θέσµια του Ορθόδοξου µοναχισµού και κατεξοχήν του Αγίου Όρους, προϋποθέτουν µια τέτοια πορεία.
- Ο υποψήφιος αρχικά εντάσσεται δοκιµαστικά σε µια αδελφότητα. Εκεί, υπό την καθοδήγηση του Γέροντα - Ηγουµένου, ακολουθεί ένα πρόγραµµα προσευχής και διακονίας και συνυφασµένης κατήχησης, που τηρείται για ένα χρόνο ή και περισσότερο. Ως δόκιµος, συνήθως ο υποψήφιος δε φέρει παρά µόνο "σκουφάκι", κατόπιν ευχής που του διαβάζεται.
Ύστερα από απόφαση του ηγουµενοσυµβουλίου ορίζεται η στιγµή της κουράς του υποψήφιου µοναχού. Την ιεροτελεστία θα τελέσει κάποιος ιεροµόναχος, ενώ ο ηγούµενος θα παραστέκεται στον προσερχόµενο µοναχό ως ανάδοχός του. Ο υποψήφιος, φορώντας συνήθως λευκές κάλτσες και λευκή φανέλλα, µετά την είσοδο του ευαγγελίου στη Θεία Λειτουργία, οδηγούµενος υπό του ηγουµένου, φέρεται από τη θύρα του ναού κάτω από τον πολυέλαιο. Εκεί, αφού βάλει µετάνοια προς τα τέσσερα σηµεία του ορίζοντα, προχωρεί και βάζει τρεις µετάνοιες στις εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου και του αγίου που τιµάται το Καθολικό. Έπειτα βάζει µετάνοια, παίρνει την ευχή του Ηγουµένου και στέκεται στα αριστερά του µε σταυρωµένα τα χέρια.
Μετά την ψαλµωδία των διατεταγµένων απολυτικίων, ο ιερέας κατηχεί τον µέλλοντα µοναχό διαβάζοντας την ευχή "Άνοιξον τα της καρδίας σου ώτα, Αδελφέ,…". Ακολουθούν ερωταποκρίσεις ανάµεσα στον ιερέα και τον υποψήφιο που βεβαιώνουν την εκούσια προσέλευσή του στη µοναχική πολιτεία. Σ' όσες ερωτήσεις απαντά θετικά ακούµε την ευλογηµένη απόκριση "Ναι, του Θεού συνεργούντος µοι, τίµιε Πάτερ". Αµέσως µετά τις ερωταποκρίσεις συνεχίζεται η κατήχηση υπό του ιερέως. Νέα στιχοµυθία έπεται. Μετά και το πέρας αυτής της στιχοµυθίας, ο ιερέας απευθύνει ευχή ζητώντας τη βοήθεια του Θεού για τον κειρόµενο µοναχό. Ακολουθεί η εκφώνηση του ονόµατος του µοναχού. Ο ιερέας τότε τρεις φορές θα δώσει στον κειρόµενο µοναχό το ψαλίδι της κουράς του και ο µοναχός άλλες τρεις αντίστοιχα θα αντιδώσει το ψαλίδι διαµέσου του Ηγουµένου στον ιερέα. Ο ιερέας κείρει την κόµη του γονυκλινή υποψήφιου στο όνοµα της Αγίας Τριάδος, ενώ οι χοροί ψάλλουν τρεις φορές το "Κύριε Ελέησον". Ο τυπικάρης (µοναχός υπεύθυνος για την τήρηση του τυπικού) στη συνέχεια φέρνει τα µοναχικά ενδύµατα από το Ιερό Βήµα και τα επιδίδει στον ιερέα. Αυτός, αφού τα ευλογήσει τα παραδίδει στον Ηγούµενο, ο οποίος και ντύνει το νέο µοναχό. Έτσι µε τη σειρά του φορά το ζωστικό, το αγγελικό σχήµα, το πολυσταύρι, τη ζώνη, το ράσο, τα υποδήµατα, το καλυµµαύχι, το κουκούλι και τέλος τον µανδύα. Συνεχίζεται η Θεία Λειτουργία ψαλλοµένου του "Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε..". Θα ακολουθήσουν τα αναγνώσµατα και ο ιερέας θα δώσει στο νέο µοναχό σταυρό, κοµποσχοίνι και λαµπάδα αναµµένη. Ο νέος µοναχός θα µεταλάβει πρώτος χωρίς να βγάλει το κουκούλι του. Οι άλλοι µοναχοί µε τη σειρά πηγαίνουν στο νέο αδελφό που στέκεται σε στασίδι, ασπάζονται το σταυρό που κρατά και του εύχονται "καλό παράδεισο" ή άλλες αρµόζουσες ευχές. Ακολουθεί η τράπεζα, όπου ο νεοκαρείς µοναχός κάθεται πλησίον του ηγουµένου.
Τα µοναχικά ενδύµατα είναι µαύρα. Το µεγάλο σχήµα που µοιάζει µε πετραχήλι είναι µαύρο κεντηµένο µε κόκκινο ή άσπρες και χρωµατιστές κλωστές.
Πάνω του αναπαρασταίνονται ο σταυρός του Κυρίου µε τη λόγχη και τον σπόγγο εκατέρωθεν και από κάτω µια νεκροκεφαλή. Αριστερά και δεξιά έχει σε συντοµογραφίες τις επιγραφές:
Τούτο το Σχήµα δαίµονες φρίτουσσι
Χριστός Χριστιανοίς χαράν χαρίζει
Τόπος Κρανίου Παράδεισος γέγονε Αδάµ
Ο Λειτουργικός Κύκλος µιας Ηµέρας
Η νύχτα και ο έναστρος ουρανός κρατύνουν πάνω από τα κτίσµατα του µοναστηριού. Είναι ώρα προσευχής, εγρήγορσης και ανάτασης της ψυχής προς τις θείες διακοσµήσεις.
Στις 7:30΄ µε τη Βυζαντινή ώρα, ο εκκλησιαστικός θα σηµάνει το πρώτο τάλαντο, θα ανάψει τις κανδήλες, τις λουσέρνες, τα φανάρια και τους φανούς του Καθολικού. Στις 7:45΄ σηµαίνει το δεύτερο τάλαντο και στις 8:00΄ το τρίτο. Ο εφηµέριος βάζει το πετραχήλι και το Μεσονυκτικό αρχίζει. Τούτη η ακολουθία φέρνει εγρήγορση στην ανύστακτη ψυχή που προσµένει στο µεσονύκτιο το Νυµφίο Χριστό. Αποτελεί σηµείο διαχωριστικό του σκότους της πλάνης που ο χριστιανός και ειδικά ο µοναχός άφησε πίσω του και της ζωής του φωτός που αναµένεται να ανατείλει την επόµενη ηµέρα. Καθώς αρχίζει ο "Άµωµος" ο εκκλησιαστικός βάζει µετάνοια στον Ηγούµενο και χτυπά µε την σειρά τον κόπανο και το καθηµερινό σιδεράκι.
Μετά το τρίτο κατανυκτικό τροπάριο ο εκκλησιαστικός ανοίγει τη Βασιλική Πύλη. Ο ιερέας εισέρχεται στον κυρίως ναό και ποιεί "Ευλογητόν" ιστάµενος έµπροσθεν του τέµπλου. Κατά τη διάρκεια ανάγνωσης του "Επακούσαι σου.." θα θυµιατίσει το ναό. Ο "Εξάψαλµος" θα διαβαστεί από τον Ηγούµενο. Με το πέρας της έκτης Ωδής διαβάζεται το Συναξάρι της ηµέρας και ο εκκλησιαστικός και πάλι θα χτυπήσει το σιδεράκι. Στην εννάτη Ωδή, "Την Τιµιωτέραν", ο ιερέας θυµιάζει το ναό, ενώ οι µοναχοί αποκουκουλίζονται και κατεβαίνουν από τα στασίδια τους. Μια στάση που εύγλωττα φανερώνει την ξεχωριστή τιµή που οι µοναχοί αποτίουν στην Κυρία Θεοτόκο.
Προς το τέλος του Όρθρου σηµαίνει ένα τάλαντο σε τρεις στάσεις κύκλω του ναού. Γίνεται απόλυση και µεταβαίνουν στο παρεκκλήσι που θα τελεσθεί η Θεία Λειτουργία. Εκεί πρωτίστως αναγιγνώσκεται η τρίτη και έκτη Ώρα. Στο "∆όξα" της έκτης Ώρας ο εκκλησιαστικός σηµαίνει το σιδεράκι. Τότε περίπου θα σηµάνει και ο ιερέας τον κωδωνίσκο της προθέσεως και οι πατέρες αποκουκουλισµένοι και έχοντας κατεβεί από τα στασίδια τους µνηµονεύουν µυστικά τα ονόµατα που ο καθείς φέρει στη µνήµη του, ζώντων και κεκοιµηµένων. Σε λίγο ο εκκλησιαστικός ανάβει τα δρακόντια από το τέµπλο του παρεκκλησιού και ακολουθεί η Θεία Λειτουργία. Τα βηµόθυρα παραµένουν κλειστά, για να ανοίξουν µόνο στις δύο εισόδους και την ώρα της Θείας Μετάληψης.
Στο τρίτο αντίφωνο γίνεται η µικρή είσοδος υπό του ιερέως φέροντος το ευαγγέλιο, προηγουµένου του εκκλησιαστικού µε αναµµένο εισοδικό. Ακολουθούν τα αναγνώσµατα, ο Απόστολος και το Ευαγγέλιο. Λίγο µετά ψάλλεται ο χερουβικός ύµνος, γίνεται η µεγάλη είσοδος όπου τα Τίµια ∆ώρα διακοµίζονται από την Πρόθεση στην Αγία Τράπεζα. Τα Λειτουργικά και οι αιτήσεις του ιερέως δηµιουργούν θεία ένταση φτάνοντας ως την Κυριακή προσευχή. Προ της Μεταλήψεως οι µοναχοί χαιρετούν τις εικόνες. Ακολουθεί η κοινωνία του Σώµατος και Αίµατος του Χριστού, το κέντρο της ζωής του µοναχού και κάθε χριστιανού. Έπεται η απόλυση. ∆ιανέµεται το αντίδωρο και κατά την έξοδο λαµβάνεται και ο αγιασµός που φυλάγεται σε ειδικό σκεύος στη λιτή.
Στη συνέχεια, αν δεν είναι µέρα νηστείας κατά την οποία απουσιάζει το πρωινό γεύµα, εισέρχονται στην Τράπεζα. Αρχίζει προσευχή, και ενώ οι παρευρισκόµενοι τρώνε, ο αναγνώστης διαβάζει αποσπάσµατα από πατερικά κείµενα ή βίους αγίων. Ο εφηµέριος, αν απουσιάζει ο ηγούµενος, δια ξυλίνου σφυρίδος σηµαίνει το τέλος του φαγητού και ευλογεί τα περισεύµατα ευχαριστώντας τον Θεό. Στην έξοδο της τράπεζας ο ιερέας ευλογεί τους εξερχόµενους και οι διακονητές, κάµπτοντες την οσφύ, ζητούν συγχώρεση από τους αδελφούς για τυχόν λάθη και παραλλείψεις. ∆ίωρη ή τρίωρη ξεκούραση προηγείται της επιστροφής των µοναχών στο διατεταγµένο για τον καθένα διακόνηµα.
Όπως µια µικρή κοινότητα για να ζήσει χρειάζεται σωστή κατανοµή εργασιών, έτσι και ένα κοινόβιο µοναστήρι ή σκήτη ή κελλί επιβιώνει και προοδεύει και εκπληρώνει τη σωστική αποστολή του µε την ανάθεση των διαφόρων διακονηµάτων στους εκεί εγκαταβιούντας µοναχούς.
Ο αρχοντάρης περιµένει να προσφέρει ξεκούραση στους νεοφερµένους προσκυνητές, να τους σερβίρει τον κλασικό δίσκο µε το νερό, το ρακί και το λουκούµι και να τους τακτοποιήσει στα δωµάτιά τους. Άλλοι αδελφοί ασχολούνται µε τους λαικούς εργάτες που δουλεύουν εκεί, φροντίζουν τους γεροντότερους, επιµελούνται τα ζώα, φτιάχνουν ψωµί και ετοιµάζουν το φαγητό στο µαγειρείο. Ο εκκλησιάρχης ευπρεπίζει το ναό, ενώ άλλοι έχουν για εργόχειρο το πλέξιµο κοµποσχινιών, την αγιογραφία, την ξυλογλυπτική και την αργυροχοία, την παρασκευή θυµιάµατος και σπάνια την ιεροραπτική και τη βιβλιοδεσία.
Οι γεροντότεροι, που προσµένουν τη µετάβασή τους στην αγήρω µακαριότητα, σµίγουν σε κουβέντες πνευµατικές, στρέφονται σε µνήµες του παρελθόντος και του µέλλοντος, ενώ ο τριγύρω χώρος εµµένει να διαιωνίζει µια ειρήνη αταλάντευτη που περιαυγάζει τους τρούλλους, τους σταυρούς, τη φιάλη και την κρήνη που κοσµούν το φυσικό περίγυρο.
Στις 8:30΄ κατά τη Βυζαντινή Ώρα ο εκκλησιαστικός θα σηµάνει το πρώτο τάλαντο, στις 8:45΄ το δεύτερο και στις 9:00΄ το τρίτο. Τότε στο χώρο της λιτής αρχίζει η εννάτη Ώρα. Στο "∆όξα" της εννάτης ο εκκλησιαστικός θα βγει από το ναό για να κρούσει τον κόπανο και κατόπιν το σιδεράκι. Με το τέλος της εννάτης Ώρας ο ιερέας, ιστάµενος έµπροσθεν του Ιερού Βήµατος, αρχίζει τον Εσπερινό. Η ακολουθία αυτή κατά αρχαία χριστιανική συνήθεια, έχοντας ιουδαικές καταβολές, αποτελεί το προοίµιο της επόµενης ηµέρας. Τον "Προοιµιακό" θα διαβάσει ο πρώτος στην τάξη µοναχός. Στο "Κύριε εκέκραξα.." ο ιερέας θυµιάζει το ναό. Μετά το "Νυν απολύεις…" ο εκκλησιαστικός σβήνει τα λαδοκέρια και λίγο µετά ακολουθεί η απόλυση.
Οι µοναχοί εξέρχονται του ναού κατευθυνόµενοι προς την Τράπεζα. Και πάλι λόγοι προσευχητικοί και διδακτικοί ανακρώνται µε το φαγητό.
Στις 12:00΄ ο εκκλησιαστικός θα κρούσει το σιδεράκι για το Απόδειπνο που λαµβάνει χώρα στη λιτή. Είναι ώρα για προσευχή και δέηση προς το Θεό να τηρήσει όσους πάνε να κοιµηθούν ασφαλείς υπό τη σκέπη Του. Μετά το "Σύµβολο της Πίστεως" ανάβεται το λαδοκέρι της εικόνας της Θεοτόκου και ένας µοναχός ασκεπής απαγγέλει τους "Χαιρετισµούς". Στη διάρκεια του Αποδείπνου, ή αµέσως µετά, οι προσκηνυτές έχουν την ευλογία να χαιρετίσουν τα άγια λείψανα στον κυρίως ναό. Πρό του τέλους του αποδείπνου µοναχοί και προσκηνυτές ασπάζονται τις εικόνες και παίρνουν την ευχή του ηγουµένου ή του ιερέως και γίνεται απόλυση.
Ύστερα άλλοι θα προτιµήσουν µια διδακτική συζήτηση, άλλοι την ανάγνωση και άλλοι την ξεκούραση. Τέλος όλοι θα πάνε στα κελλιά τους. Οι µοναχοί από νωρίς, µετά τα µεσάνυχτα, πριν προσέλθουν στο ναό, θα ξυπνήσουν για την επιτέλεση του προσωπικού τους κανόνα, που περιλαµβάνει συνήθως µετάνοιες, προσευχή µε κοµποσχοίνι και ανάγνωση ψυχωφελών βιβλίων.
Κατ' αυτόν τον τρόπο αρχίζει και κλείνει µια ηµέρα, η καθηµερινότητα του µοναχικού βίου στον Άθω, εδώ και χίλια χρόνια. Και έχεις την έντονη εντύπωση πως η νύχτα που εξουσιάζει και στην έναρξη και στη λήξη, δεν είναι ο ζόφος που συρρικνώνει και συστέλλει τη ζωή, αλλά η φερέλπιδη ησυχία που βιώνει τη ζωηφόρο νέκρωση, η ταφή που κυοφορεί σαν το σπόρο τη ζωή και η νύχτα µε το σκοτάδι που θα δώσει τόπο στην πληρότητα του φωτός της Τρισηλίου Θεότητος.
Κηδεία Μοναχού
Όταν επισυµβεί να κοιµηθεί ένα γεροντάκι ή οποιοσδήποτε µοναχός (συνήθως φθάνουν σε µεγάλη ηλικία, γιατί δεν κάνουν καταχρήσεις και τρώνε υγιεινές τροφές), δεν του κάνουν λουτρό, αλλά τον σφουγγίζουν µε χλιαρό νερό σταυροειδώς στο µέτωπο, το στήθος, τα χέρια, τα γόνατα και τα πόδια. Χωρίς να τον δει γυµνό ο µοναχός που θα τον ντύσει, τον αλλάζει, του φοράει κάλτσες καθαρές, εσώβρακο µακρύ, φανέλλα, το σχήµα, το πολυσταύρι, του σταυρώνει τα χέρια και τα δένει µε επίδεσµο. Του περνάει µετά ένα κοµποσχοινάκι σ' αυτό, του βάζει σκούφο και του σκεπάζει µε το κουκούλι, που του βάζει, το πρόσωπο σχηµατίζοντας σταυρό. Τον τοποθετεί στο σάγισµα (τρίχινο ή ψαθί), αφού τον περιζώσει µε το λουρί και του φορέσει καινούργια υποδήµατα. Μετά ρίχνει πάνω του το ράσο µε σχιστά τα µανίκια, που τα τοποθετεί διαγωνίως και το ράβει όλο, ώστε να περιλάβει µέσα όλο το λείψανο, µε µαύρη κλωστή. Με άσπρη κάνει τρεις σταυρούς στο κεφάλι, το στήθος και τα πόδια. Αν έχει κοιµηθεί στο Νοσοκοµείο ή το Γηροκοµείο, έρχεται ένας ιερέας και κάνει τρισάγιο. Αν ο ίδιος ο νεκρός είναι ιεροµόναχος, του βάζουν από πάνω ένα πετραχήλι. Αν είναι ηγούµενος δεν του σκεπάζουν το κεφάλι. Με ξύλινο φορείο (νεκροκράβατο) µεταφέρεται στο νάρθηκα. Όσον καιρό µένει εκεί, καίει λαµπάδα και αδελφοί εναλλάξ διαβάζουν το ψαλτήρι. Η νεκρώσιµη (εξοδιαστική) ακολουθία ιεροµονάχου ψάλλεται στο µέσο του καθολικού, ενώ απλού µοναχού στο µέσο της λιτής.
Κατά τη διάρκεια της ακολουθίας όλοι οι αδελφοί κρατούν αναµµένα κεριά. Πάνω στο στήθος του νεκρού υπάρχει η τρίµορφη εικόνα. Η ακολουθία είναι πολύ µεγαλύτερη από τη συνήθη.
Αµέσως µετά, ενώ ψέλνεται το Τρισάγιο, το λείψανο µεταφέρεται στο κοιµητήρι. Μπρος πηγαίνουν οι εκκλησιαστικοί κρατώντας φανάρια, ακολουθούν οι χοροί των ψαλτών, των ιερέων και των άλλων αδελφών και καθ' οδόν γίνονται στάσεις, για ν'αναπεµφθούν αιτήσεις. Αφού τοποθετηθεί το λείψανο χωρίς το σάγισµα στο µνήµα, ο ιερέας ρίχνει σταυροειδώς χώµα και λάδι απ' το καντήλι του Χριστού (στο Κοιµητήρι)… Μετά οι αδελφοί κάνουν κοµποσχοίνι 100άρι υπέρ αναπαύσεως… Ύστερα γίνεται το Τρισάγιο…και ο Ηγούµενος εκφωνεί λόγο εξαίροντας την αρετή και τους πνευµατικούς αγώνες του µοναχού που κοιµήθηκε.
Επί 40 µέρες οι αδελφοί του µοναστηριού κάνουν στον κανόνα τους κοµποσχοίνι "υπέρ αναπαύσεως" του αδελφού που κοιµήθηκε. Ο νεκρός µνηµονεύεται επί 40 µέρες µετά την ταφή του κατά τη µεγάλη είσοδο. Αν είναι Ηγούµενος, πολύ περισσότερο χρόνο. Αναγράφεται στα δίπτυχα (ο κάθε µοναχός που απήλθε) και µνηµονεύεται καθηµερινά στην προσκοµιδή κατά τη Θεία Λειτουργία (καθολικό, παρεκκλήσια).
Ονομασίες διακονημάτων στο Άγιον Όρος
Έχει καλλιεργηθεί από ορισμένους η άποψη ότι οι Ορθόδοξοι μοναχοί, αντίθετα προς εκείνους της δυτικής Εκκλησίας που αναπτύσσουν κοινωνικό έργο, ακολουθώντας τον δρόμο του αναχωρητισμού δεν προσφέρουν τίποτε στο κοινωνικό σύνολο κλπ. Την ανυπόστατη αυτή άποψη διαψεύδει με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο η μακρόχρονη προσφορά του Αγίου Όρους στα Γράμματα, την Τέχνη, ακόμη και σε πλείστους άλλους τομείς. Ο επισκέπτης ενός αθωνικού μοναστηριού, αλλά και μιάς σκήτης, διαπιστώνει αμέσως ότι εκτός από τα λατρευτικά και άλλα πνευματικά τους καθήκοντα οι μοναχοί μέσα στο κοινόβιο έχουν συγκεκριμένο διακόνημα, με το οποίο συμβάλλουν στη λειτουργία του, και ως σκητιώτες ή κελλιώτες έχουν κάποιο εργόχειρο, από το οποίο αποζούν. Μεγάλο μέρος των λειτουργικών αναγκών μιάς μονής καλύπτεται από τα διακονήματα των μοναχών της. Ο χρόνος που αναπαύονται είναι συνήθως ελάχιστος κι όταν έχουν λίγη ελεύθερη ώρα κι αυτή την αξιοποιούν δημιουργικά με κάποια άλλη ενασχόληση. Λ.χ. κάποιος αγιογραφεί όχι για να διαθέσει τις εικόνες του, αλλά για προσωπική ευχαρίστης, άλλος συγγράφει κλπ.
Υπάρχουν μοναχοί που επιφορτίζονται με περισσότερα από ένα διακονήματα. Ορισμένες ασχολίες δεν είναι δυνατόν να γίνουν από ένα άτομο και σ’ αυτές συμμετέχουν οι περισσότεροι μοναχοί του κοινοβίου.
Πρόκειται για τη λεγόμενη «παγκοινιά» (την ακούμε κι ως «παγκενιά» κλπ). Π.χ. στον τρύγο, τις ελιές, τα φουντούκια κλπ.
Ακολουθεί η καταγραφή διακονημάτων, που αναλαμβάνουν στα κοινόβια οι διάφοροι μοναχοί.
Αγιογράφος: ο καταγινόμενος με την ιστόρηση ιερών εικόνων και γενικά την αγιογραφία.
Αμπελικός: ο επιμελούμενος τον αμπελώνα.
Αντιπρόσωπος: ο εκπρόσωπος της Μονής στην Ιερά Κοινότητα.
Αρσανάρης: ο υπεύθυνος για τον αρσανά, λιμενίσκο γενικά της Μονής.
Αρχειοφύλαξ: ο υπεύθυνος του αρχείου.
Αρχοντάρης: ο αρμόδιος για το αρχονταρίκι και τη φιλοξενία των επισκεπτών και προσκυνητών.
Βαγενάρης: ο υπεύθυνος του βαγεναριού (κρασαριού).
Βδομαδιάρης: ο ιερομόναχος που εφημερεύει τη βδομάδα.
Βηματάρης: ο επιμελούμενος το ιερό βήμα του καθολικού με τα ιερά λείψανα, σκεύη, άμφια κλπ.
Βιβλιοφύλαξ: ο βιβλιοθηκάριος.
Βορδονάρης: ο ημιονηγός, επιμελείται και τον σταύλο και τη χορταποθήκη.
Γηροκόμος: ο μοναχός που περιποιείται τους γέροντες μοναχούς στο γηροκομείο.
Γραμματικός: ο επιμελούμενος τη γραμματεία, αλληλογραφία κλπ της Μονής.
Δευτερεύων: ο αναπληρωτής του διαβαστή.
Διαβαστής: ο αναγνώστης στην τράπεζα.
Δοχειάρης: ο υπεύθυνος του δοχειού (αποθήκης τροφίμων).
Εκκλησιαστικός: ο αρμόδιος για το ναό.
Επιστάτης: ο μοναχός ή ιερομόναχος που στέλνεται από τα 15 μοναστήρια που δικαιούνται κάθε 5 χρόνια συμμετοχή στην Επιστασία.
Επιστημονάρχης: ο επόπτης των διαφόρων διακονημάτων.
Ηγούμενος: ο αρχιμανδρίτης, ο πνευματικός ηγέτης του μοναστηριού ιερομόναχος, ο πατέρας όλων των μοναχών.
Ηγουμενιάρης: ο εντεταλμένος με τη φροντίδα του ηγουμένου.
Ιεροψάλτης: καλλίφωνος μοναχός που ψέλνει στο δεξιό ή αριστερό αναλόγιο.
Κανονάρχης: ο μοναχός που κανοναρχεί τους ψάλτες.
Κηροπλάστης: ο μοναχός που κατασκευάζει τα κεριά.
Κοιμητηριάρης: ο υπεύθυνος για το κοιμητήριο και οστεοφυλάκιο της μονής.
Κολλυβάς: καλλιτέχνης μοναχός που φτιάχνει τα κόλλυβα των πανηγύρεων.
Κονακτζής: ο επιμελούμενος το Αντιπροσωπείο (κονάκι) της μονής στις Καρυές, όπου διαμένει ο αντιπρόσωπος της μονής στην Ιερά Κοινότητα.
Κουρτζής: ο υπεύθυνος για το δάσος της μονής.
Κωδωνοκρούστης: ο μοναχός που κρούει τις καμπάνες.
Μάγειρος: ο μοναχός που ετοιμάζει το φαγητό για την τράπεζα.
Μάγκιπος: ο φούρναρης.
Νοσοκόμος: ο μοναχός που φροντίζει τους ασθενείς στο νοσοκομείο της μονής.
Οικονόμος: ο υπεύθυνος για τους εργάτες και τις γενικές εργασίες της μονής, εκτελεί και χρέη δοχειάρη. Στη Μεγίστη Λαύρα ο οικονόμος λέγεται παρα-οικονόμος, γιατί Οικονόμισσα θεωρείται η Παναγία.
Περβολάρης: ο κηπουρός.
Πνευματικός: ο εξομολόγος.
Πορτάρης: ο φύλακας του πυλώνα της μονής.
Προσμονάριος: διακονητής σε θαυματουργή εικόνα.
Προσφοριάρης: ο μοναχός που παρασκευάζει τα πρόσφορα.
Πρώτος: ο μοναχός ή ιερομόναχος που στέλνει μια από τις 5 μονές που δικαιούνται για πρωτεπιστάτη, κάθε 5 χρόνια όταν έχει σειρά το μοναστήρι.
Ράφτης: ο μοναχός που ράβει τα ζωστικά, τα άμφια κλπ των αδελφών.
Σκευοφύλαξ: ο υπεύθυνος για το σκευοφυλάκιο (κειμηλαρχείο) της μονής.
Τραπεζάρης: ο διακονητής της τράπεζας.
Τυπικάρης: ο αρμόδιος για το τυπικό και επιμελούμενος το τυπικαριό.
Ωρειάριος: ο υπεύθυνος για το ωρειό (αποθήκη σιταριού).
Διατροφή
Οι αγιορείτες μοναχοί ακόμα και τις ημέρες του Πάσχα δεν τρώνε κρέας και προτιμούν το ψάρι. Καθόλου κρέας όλο τον χρόνο, πολλά χορταρικά και φρούτα.
Το διαιτολόγιο των μοναχών, εκτός από πιστό στους κανόνες της Εκκλησίας, αποδεικνύεται και… αντικαρκινικό, όπως διαπιστώνουν οι επιστήμονες. Οι αγιορείτες μοναχοί καταναλώνουν με μέτρο τις τροφές τους, ενώ χαρακτηριστικά της διατροφής τους είναι η εναλλαγή ημερών με κατανάλωση τροφών με και χωρίς λάδι, οι περίοδοι νηστείας.
Μοναχός Επιφάνιος
Ο μοναχός Επιφάνιος ζει στο Aγιο Όρος εδώ και 35 χρόνια και από την αρχή της μοναχικής ζωής του είναι μάγειρας. Στο Aγιο Όρος, αναφέρει, οι μοναχοί σπάνια τρώνε κρέας. Η διατροφή τους περιλαμβάνει κυρίως ψάρια, θαλασσινά, όσπρια και λαχανικά. Δεν λένε όχι στα τηγανιτά, ιδιαίτερα στα αυγά και τα ψάρια, πίνουν καφέ, τσάι, αλλά και κόκκινο κρασί που φτιάχνουν οι ίδιοι. Το ίδιο συμβαίνει και με το ψωμί. Το παρασκευάζουν οι ίδιοι και το ψήνουν, όπως όλα τα φαγητά, σε φούρνους με ξύλα, χωρίς να χρησιμοποιούν ρεύμα ή φυσικό αέριο. Αυτό που αποκλείεται από τη διατροφή τους είναι το βούτυρο, τα μαγειρικά λίπη και οι μαργαρίνες, η κρέμα γάλακτος, η μπεσαμέλ και παρόμοια προϊόντα. Για όλα σχεδόν τα φαγητά χρησιμοποιούν ελαιόλαδο.
ΑΓΝΑ ΥΛΙΚΑ
"Τα υλικά που χρησιμοποιούμε", τονίζει ο μοναχός Επιφάνιος, "είναι αγνά και η μαγειρική τους δεν είναι περίπλοκη, αλλά όσο απλούστερη γίνεται. Η ομορφιά στις γεύσεις, άλλωστε, δεν προκύπτει από την ποικιλία, τα πολλά καρυκεύματα και τους περίτεχνους τρόπους μαγειρέματος. Όταν τα υλικά είναι αγνά, δεν χρειάζεται ιδιαίτερη προσπάθεια, για να αναδειχτούν. Για να φτιάξουμε πατάτες γιαχνί, για παράδειγμα, αν οι πατάτες είναι νόστιμες, το φαγητό θα γίνει καλό. Χρειαζόμαστε ένα κρεμμύδι, λάδι και λίγη ντομάτα. Το πολύ πολύ να βάλει κανείς λίγο μαυροπίπερο ή λίγη ρίγανη. Δεν απαιτείται τίποτα ιδιαίτερο. Επιπλέον, παίζει ρόλο το ότι μαγειρεύουμε τα πάντα σε φούρνους με ξύλα".
Ταξιδεύοντας συχνά στην Κωνσταντινούπολη και στην Αίγυπτο, στην Αγία Αικατερίνη του Σινά, ο μοναχός Επιφάνιος έχει εξοικειωθεί πάντως με το κύμινο, ένα ιδιαίτερα δημοφιλές μπαχαρικό στην κουζίνα των λαών στους τόπους αυτούς. Πλέον το χρησιμοποιεί ακόμη και σε φαγητά που δεν συνηθίζεται. "Όπως μαθαίνω και από βιβλία μαγειρικής που κυκλοφορούν, το κύμινο βοηθά πολύ τη χώνεψη", αναφέρει.
Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
Συχνά το πρώτο γεύμα της ημέρας στα μοναστήρια σερβίρεται στις 8 το πρωί. Όσο περίεργο και αν φαίνεται στον κόσμο, αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι οι μοναχοί ξυπνούν στις 3 το πρωί και εκκλησιάζονται συνήθως για 3-4 ώρες. Συνεπώς, από το δείπνο που έχουν πάρει γύρω στις 6 το απόγευμα την προηγούμενη μέρα, έχουν περάσει αρκετές ώρες, ώστε να πεινούν.
Η διαδικασία του φαγητού στις μονές του Αγίου Όρους δεν είναι μονοδιάστατη. Σύμφωνα με τον μοναχό Επιφάνιο, σημαντικό ρόλο παίζει η ηρεμία, η καλή ψυχική κατάσταση και γενικότερα ο τρόπος ζωής. "Έχει σημασία η διάθεση που έχει κανείς όταν κάθεται στο τραπέζι. Το ίδιο ισχύει και για το χώρο όπου τρώμε. Στις μονές οι τραπεζαρίες είναι διακοσμημένες με αγιογραφίες, με μορφές αγίων τους οποίους οι μοναχοί προσπαθούν να μιμηθούν. Κατά τη διάρκεια των γευμάτων επικρατεί απόλυτη ησυχία και ακούγεται μόνο αυτός που διαβάζει εκκλησιαστικά κείμενα, ομιλίες, ή κείμενα σχετικά με την εκάστοτε επίκαιρη γιορτή. Όσο για τον μάγειρα μοναχό, μαγειρεύει για ανθρώπους που αγαπάει. Όχι για να τον συγχαρούν για το ωραίο φαγητό, ούτε για να πληρωθεί για αυτό. Αυτή ακριβώς είναι η ομορφιά της μαγειρικής του".
Εκατόν είκοσι έξι συνταγές μαγειρικής με τα μυστικά της υγιεινής διατροφής των Μοναχών του Αγίου Όρους, όπως πρώτη φορά τα αποκαλύπτει ο Μοναχός Επιφάνιος Μυλοποταμινός.