Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 24, 2020

Φανέρωση τῆς ἀπείρου ἀγάπης τοῦ Θεοῦ

 Γεώργιος Καψάνης (Καθηγούμενος Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγ. Ὄρους)

 



Τὰ Χριστούγεννα, ποὺ µὲ τὴν Χάρι τοῦ Θεοῦ ἑορτάζουµε καὶ φέτος, µᾶς δίνουν τὴν εὐκαιρία νὰ ἐµβαθύνουµε στὸ Μυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Πολλὰ καὶ ἀνεκτίµητα εἶναι τὰ δῶρα τοῦ Θεοῦ σέ µᾶς. Τὸ µεγαλύτερο ὅµως δῶρο Του εἶναι ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Μονογενοῦς Του Υἱοῦ, χωρὶς τὴν ὁποία θὰ εἴµεθα ἀκόµη ἀπελπισµένοι αἰχµάλωτοι τοῦ διαβόλου καὶ τοῦ θανάτου.

Λέγει ὁ ἁγίος Γρηγόριος ὁ Παλαµᾶς: «Τί βάθος πλούτου καὶ σοφίας καὶ θείας φιλανθρωπίας! Ἔτσι γνωρίζει ὁ Θεὸς µὲ τὴν σοφία, τὴ δύναµη καὶ τὴν φιλανθρωπία Του τὰ ὀλισθήµατα ἀπὸ τὴν ἑκούσια παρεκτροπή µας νὰ τὰ κατασκευάζει ἀσυγκρίτως πρὸς τὸ καλύτερο. Διότι ἂν ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ δὲν κατέβαινε ἀπὸ τοὺς οὐρανούς, ἐµεῖς δὲν θὰ εἴχαµε καµία ἐλπίδα νὰ ἀνέβουµε στὸν οὐρανό. Ἂν Αὐτὸς δὲν ἐσαρκώνετο, δὲν ἔπασχε κατὰ σάρκα, δὲν ἀνίστατο καὶ ἀνελαµβάνετο γιὰ χάρι µας, δὲν θὰ ἐγνωρίζαµε τὴν ὑπερβολικὴ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐµᾶς» ( Ὁµιλ. ιστ΄).
Τονίζει δὲ πάλιν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὅτι ὁ Χριστὸς ἐσαρκώθη «ἵνα δείξῃ τὴν τοῦ Θεοῦ πρὸς ἡµᾶς ἀγάπην».

Ἐµβαθύνοντας ὁ ἅγιος Νικόδηµος ὁ Ἁγιορείτης, ὁ σοφὸς καὶ ἀπλανὴς αὐτὸς διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας µας, στὶς εὐεργεσίες ποὺ προέκυψαν γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν Σάρκωση τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἀπολυτρωτικό Του ἔργο, τονίζει ὅτι µὲ αὐτὴν ὁ σακρωθεὶς Κύριος πρῶτον µᾶς ἀνεβάζει ἀπὸ τὸ βαθύτατο χάος, στὸ ὁποῖο εἴχαµε πέσει, καὶ δεύτερον µᾶς ἀνυψώνει σὲ θεϊκὴ δόξα. Μᾶς ἐλευθερώνει δηλαδὴ ἀπὸ µία ἀδυσώπητη φυλακὴ καὶ µᾶς χαρίζει τὴν θεώση..[…]

Πρέπει νὰ ὁµολογήσουµε ὅτι ἀκόµη καὶ αὐτὲς τὶς ἅγιες ἡµέρες δὲν ἐρχόµεθα σὲ συναίσθηση τῆς ἀπείρου πρὸς ἐµᾶς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Δὲν τὴν ζοῦµε σὰν τὸ πιὸ συγκλονιστικὸ γεγονὸς στὴ ζωὴ τοῦ κόσµου καὶ στὴν δική µας ζωή. Δὲν ἀνταποδίδουµε στὸν ἀγαπήσαντα ἡµᾶς Κύριο τὴν δική µας ἀγάπη.

Εἶναι ἴσως ἡ µεγαλύτερη ἀποτυχία τῆς ζωῆς µας ὅτι δὲν νοιώθουµε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ σέ µᾶς καὶ δὲν Τοῦ ἀνταποδίδουµε τὴν δική µας ἀγάπη. Ἔτσι καὶ ἡ χριστιανική µας ζωὴ φυτοζωεῖ, δὲν εἶναι µέθεξις Θεοῦ οὔτε ἀνάκραση τοῦ κτιστοῦ µας εἶναι µὲ τὸν ἄκτιστο Θεό. Ὅταν ζοῦµε τὸ µυστήριο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, µποροῦµε κατὰ βάθος νὰ χαιρώµεθα καὶ στὶς πιὸ ἀντίξοες περιστάσεις τῆς ζωῆς µας καὶ νὰ ἀντιµετωπίσουµε τὸν ἴδιο τὸν θάνατο µὲ ἐλπίδα.

Οἱ ἅγιοι ἄνθρωποι ὅλων τῶν αἰώνων ἔνοιωσαν στὸ βάθος τῆς ὑπάρξεώς τους πόσο τοὺς ἀγαπᾶ ὁ Θεὸς καὶ ἀγάπησαν τὸν Θεὸ ὁλοκληρωτικά. Γι’ αὐτὸ καὶ ὑπέµειναν καρτερικὰ κάθε εἴδους πόνο, στέρηση, βάσανο, ἄσκηση καὶ δοκιµασία γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ.

Ἡ προσευχὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου γιὰ τοὺς Ἐφεσίους εἶναι προσευχὴ ὅλων τῶν Ἁγίων, ὥστε ὅλοι οἱ Χριστιανοὶ νὰ γνωρίσουν ἐν Χάριτι τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ ποὺ ὑπερβάλλει κάθε ἀνθρώπινη γνώση: «Γι’ αὐτὸν τὸν λόγο γονατίζω προσευχόµενος πρὸς τὸν Πατέρα τοῦ Κυρίου µας Ἰησοῦ Χριστοῦ… νὰ σᾶς δώσει κατὰ τὸν πλοῦτο τῆς δόξης Του, νὰ ἐνισχυθεῖτε µὲ δύναµη διὰ τοῦ Πνεύµατός Του στὸν ἐσωτερικό σας ἄνθρωπο, νὰ κατοικήσει ὁ Χριστὸς διὰ τῆς πίστεως στὶς καρδιές σας, νὰ εἶσθε ριζωµένοι καὶ θεµελιωµένοι στὴν ἀγάπη, γιὰ νὰ µπορέσετε νὰ καταλάβετε µαζὶ µὲ ὅλους τοὺς Ἁγίους ποιὸ εἶναι τὸ πλάτος καὶ µῆκος καὶ βάθος καὶ ὕψος, καὶ νὰ γνωρίσετε τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία ξεπερνᾶ τὴν γνώση, γιὰ νὰ καταστεῖτε πλήρεις µὲ ὅλη τὴν πληρότητα τοῦ Θεοῦ» (βλ. Ἐφ. γ΄ 14-19).

Μακάρι νὰ ἀξιωθοῦµε καὶ ἐµεῖς µὲ τὴν Χάρι τοῦ Σαρκωθέντος Κυρίου µας καὶ µὲ τὴν εὐκαιρία τῶν ἁγίων ἑορτῶν τῆς ἐνανθρωπήσεώς Του νὰ γνωρίσουµε, νοιώσουµε καὶ βιώσουµε τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ὥστε ὅλος ὁ Θεὸς νὰ κατοικήσει µέσα µας.

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 25, 2017

Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΩΝ ΛΕΛΥΤΡΩΜΕΝΩΝ Εἰς τὴν Σύναξιν τῆς Κυρίας Θεοτόκου Ἀρχιμ. Γεώργιος [Καψάνης, † 2014]

Ες τν Σύναξιν τς Κυρίας Θεοτόκου

Ἀρχιμ. Γεώργιος [Καψάνης, † 2014],
Προηγούμενος Ἱ. Μ. Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγ. Ὄρους

synaxis.             Ὁ Κύριος τῶν ἁπάντων «ἔκλινεν οὐρανοὺς καὶ κατέβη» [Ψαλμ. ιζ´ 10] γενόμενος ἄνθρωπος «δι’ ἡμᾶς καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν». Καὶ ἡ Παναγία μας ταπεινὰ ὑπηρέτησε σ’ αὐτὸ τὸ μέγα μυστήριο. Γι’ αὐτὸ ἡ Ἐκκλησία σήμερα συνάγεται πρὸς τιμὴν τῆς Θεοτόκου.
.            Καὶ σκεπτόμεθα ὅλοι καὶ ἀναλογιζόμεθα, πόσα πολλὰ ὀφείλουμε στὴν Παναγία, διότι ἐὰν αὐτὴ δὲν εἶχε προσφέρει τὴν ἐλευθερία της στὸν Θεὸ ὁλοκληρωτικά, οὔτε ὁ Θεὸς θὰ εἶχε μπορέσει νὰ κατέβη καὶ νὰ γίνη ἄνθρωπος. Καὶ βλέπουμε εἰς ὅλο τὸ διάστημα τῆς ἐπιγείου ζωῆς της, ἀπὸ τότε ποὺ εἰσῆλθε εἰς τὰ Ἅγια τῶν Ἁγίων στὸν Ναὸ τοῦ Σολομῶντος, ἀπὸ τότε ποὺ τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἐπεφοίτησε καὶ συνέλαβε τὸν Θεάνθρωπο Χριστὸ εἰς τὴν ἁγία της κοιλία, ἀπὸ τότε ποὺ τὸν ἐγέννησε στὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ, καὶ μέχρι τῆς ἐνδόξου Μεταστάσεώς της, ὅτι ὅλη ἡ ζωή της ἦταν ζωὴ ἁγία, ἦταν ζωὴ τελείας ἀγάπης πρὸς τὸν Θεὸ καὶ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Ἴσως αὐτὸ τὸ «τελείας ἀγάπης» μόνο γιὰ τὴν Παναγία μποροῦμε νὰ τὸ ποῦμε. Καὶ γι’ αὐτὸ κατέστη ὄχι μόνο Μήτηρ τοῦ Λυτρωτοῦ ἀλλὰ καὶ , καὶ ἡ πρώτη τῶν λελυτρωμένων, καὶ ἡ προεξάρχουσα τῶν λελυτρωμένων. Γι’ αὐτὸ καὶ σὲ κάθε σύναξι τῆς Ἐκκλησίας ἡ Κυρία Θεοτόκος, ἡ Παναγία μας, προΐσταται τῶν λελυτρωμένων. Καὶ γι’ αὐτὸ ἐπαξίως σὲ κάθε Λειτουργία, μόλις κατέλθη τὸ Ἅγιο Πνεῦμα καὶ μεταβάλη τὸν ἄρτο καὶ τὸν οἶνο σὲ Σῶμα καὶ Αἷμα Χριστοῦ, ἐμεῖς ἐκφωνοῦμε· «ἐξαιρέτως τῆς Παναγίας ἀχράντου, ὑπερευλογημένης, ἐνδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας», καὶ οἱ ψάλται ψάλλουν τὸ «Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν σε τὴν Θεοτόκον».
.              Ἔτσι λοιπὸν καὶ σήμερα ἰδιαιτέρως τὴν εὐχαριστοῦμε, τὴν εὐγνωμονοῦμε καὶ τὴν παρακαλοῦμε νὰ γίνη ἵλεως καὶ εὐσπλαγχνικὴ σὲ ὅλους μας, νὰ παραβλέψη τὴν ἀτέλειά μας, τὴν στενοχώρια, τὴν ὁποία τῆς δίνουμε κάθε τόσο, ὅταν ἁμαρτάνουμε, καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήση ὅλους σὲ πραγματικὴ μετάνοια, σὲ πραγματικὴ καὶ εἰς βάθος ταπείνωσι, νὰ μᾶς σκεπάση μὲ τὴν Ἁγία της Σκέπη, μὲ τὴν Φωτεινή της Νεφέλη, μὲ τὸ Ἱερό της Μαφόριο. Νὰ μᾶς ἔχη πάντοτε ὑπὸ τὴν ἁγία της σκέπη καὶ μητρικὴ στοργὴ καὶ προστασία, καὶ τὴν ὥρα τοῦ θανάτου μας καὶ τὴν ὥρα τῆς κρίσεως, διότι ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅτι τὴν «πᾶσαν ἐλπίδα μου εἰς σὲ ἀνατίθημι Μῆτερ τοῦ Θεοῦ φύλαξον ἡμᾶς ὑπὸ τὴν Σκέπην σου».

Κυριακή, Μαΐου 01, 2016

Ο αναστάς Ιησούς η ελπίδα μας

Αρχιμανδρίτης Γεώργιος Καψάνης ()

Το φως αυτό φωτίζει και χαροποιεί τους Χριστιανούς και όλη την κτίσι, ορατή και αόρατο, «ουρανόν τε και γην και τα καταχθόνια».
Ο Αναστάς Κύριος έρχεται εν μέσω του λαού Του και εκπληρώνει την υπόσχεσί Του: «η λύπη ημών εις χαράν γενήσεται… και την χαράν υμών ουδείς αίρει αφ’ υμών» (Ιω. 16:20, 22).
Η χαρά της Αναστάσεως είναι αναφαίρετος. Είναι η μόνη αληθινή χαρά.
Ο μεγάλος θεολόγος της Εκκλησίας μας άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μας εξηγεί ότι ο Κύριος έγινε άνθρωπος «ίνα γένηται της αναστάσεως και της αιωνίου ζωής αρχηγός και πίστωσις, λύσας την απόγνωσιν· ίνα υιός ανθρώπου γενόμενος και της θνητότητος μεταλαβών υιούς Θεού τους ανθρώπους απεργάσηται, κοινωνούς ποιήσας της θείας αθανασίας».
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι λοιπόν ο αρχηγός και η βεβαίωσις της αναστάσεως και της αιωνιότητός μας. Έγινε άνθρωπος και συμμερίστηκε την θνητότητά μας, ώστε να μας κάνη υιούς Θεού κοινωνούς της θείας αθανασίας. Έτσι έλυσε την απόγνωσι.
Πράγματι, ό,τι και να κάνη ο αλύτρωτος από τον θάνατο άνθρωπος, στο τέλος τον περιμένει η απόγνωσις γιατί όλα «θάνατος διαδέχεται». Όλα εκμηδενίζονται και αφανίζονται.
Ο ενωμένος όμως με τον Αναστάντα Ιησού άνθρωπος όσα βάσανα, δοκιμασίες, αρρώστιες, κατατρεγμούς, θανάτους και εάν περάση, στο βάθος έχει χαρά, γιατί γνωρίζει ότι
συμμετέχων στον Σταυρό του Κυρίου του συμμετέχει στην Ανάστασι και την αιώνιο ζωή Του.
Τώρα εμείς οι χριστιανοί μπορούμε να αγωνιζόμαστε, να χαιρόμαστε, να εορτάζουμε, να ελπίζουμε. Ο Κύριος μας έλυσε την απόγνωσι.
Χωρίς τον Αναστάντα Ιησού, οι εορτές των ανθρώπων είναι πένθιμες και γι’ αυτό κατ’ ουσίαν δεν είναι εορτές. Είναι προσπάθειες φυγής από την μονοτονία, την πλήξι, την μοναξιά. Είναι θορυβώδεις εκδηλώσεις για να μη ακούεται ο τρομακτικός απόηχος του μηδενός.
Ο Ιησούς Χριστός, που λύει την απόγνωσι, είναι η Εορτή μας, γιατί είναι το Πάσχα μας, η διάβασις από το θάνατο στην ζωή.
Για τον πιστό χριστιανό όλη η ζωή είναι Πάσχα και Εορτή, γιατί όλη η ζωή του φωτίζεται, χαριτώνεται και αγιάζεται από την Χάρι του Αναστάντος. Οι εκκλησιαστικές Εορτές είναι αφετηρίες για να γίνεται όλη η ζωή εορτή.
Πολύ αδικούν τον λαό μας όσοι θέλουν να τον απομακρύνουν από τις Εορτές του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων με άθεες εορτές, αθλητικές, πολιτιστικές, ιστορικές, οικογενειακές. Τον ξαναφέρουν στην απελπισία και στην απόγνωσι.
Στα νέα αναγνωστικά του Δημοτικού Σχολείου πρέπει να επανέλθη ο Χριστός, η Αιωνιότης, οι Εορτές της Ορθοδοξίας και του λαού μας. Αλλοιώς ετοιμάζουμε τα παιδιά δίχως την ελπίδα της εκ νεκρών αναστάσεως.
Στην ελληνορθόδοξο παιδεία μας τα παιδιά μορφώνονται σε «υιούς της Αναστάσεως». Στην άθεο παιδεία σε «υιούς του θανάτου».
Ο ελληνορθόδοξος χριστιανικός λαός μας, παρά τις αδυναμίες του, έχει την ευλογία να είναι λαός της Αναστάσεως. Η κατ’ εξοχήν εορτή των Ελλήνων είναι το Πάσχα. Γι’ αυτό και ο λαός μας έχει πάντα ελπίδα. Συμμαρτυρεί προς τούτο το πλήθος των αγίων Νεομαρτύρων της Τουρκοκρατίας και ο πιστός μάρτυς της ελληνορθοδόξου Παραδόσεώς μας Μακρυγιάννης.
Όσοι μάχεσθε για τον αθεϊσμό, μη προσπαθήτε να τον επιβάλετε στον λαό μας. Σεβασθήτε την παράδοσι και την ελευθερία του. Πιστεύω ότι η αθεΐα δεν εκφράζει ούτε τον ιδικό σας βαθύτερο εαυτό, αφού και σεις είστε βαπτισμένοι και προέρχεσθε από τα σπλάχνα του ορθοδόξου λαού μας.
Αφήστε τον λαό μας να είναι αναστάσιμος, ορθόδοξος, να ελπίζη και η ζωή του να είναι Εορτή. Μη σκοτώνετε την ελπίδα από τους ανθρώπους.
Αδελφοί μου, «δεύτε λάβωμεν Φως εκ του Ανεσπέρου Φωτός και δοξάσωμεν Χριστόν τον Αναστάντα εκ νεκρών».
Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!

Άγιον Πάσχα 1984
το είδαμε εδώ

Πέμπτη, Απριλίου 28, 2016

Ο σταυρωθείς και Αναστάς Κύριος η μόνη αλήθεια – Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη.

Καθώς ο Κύριος πορεύε­ται στο εκούσιο Πάθος για μας και για την σωτηρία μας, οδηγείται και ενώπιον του Πιλάτου για ανάκρισι και τελική έγκρισι της θανατικής ποινής, που του επέβαλε το Συνέδριο των Ιουδαίων.
Ο Πιλάτος, άνθρωπος με φιλοσοφικές αναζητή­σεις, όταν άκουσε από τον Κύριο ότι η βασιλεία Του δεν είναι εκ του κόσμου τούτου και ότι ήλθε να μαρτυρήση «τη αληθεία», δη­λαδή να φανερώση την αλήθεια, ερώτησε: «Τι εστίν αλήθεια» (Ιωάν. ιη” 38). Δεν περίμενε την απάντησι, προφανώς, γιατί ήξερε ότι κανένας φιλόσο­φος δεν μπόρεσε να δώση ικανοποιητική απάντησι. Πολλώ μάλλον δεν περίμε­νε την απάντησι από ένα υπόδουλο στους Ρωμαίους Εβραίο, που οι συμπατριώται του τον έκριναν ένοχο θανάτου. Αλλά και ο Ιησούς παρότι πολλές φο­ρές ωμίλησε για την απο­στολή Του να φέρη στον κόσμο την Αλήθεια, δεν απήντησε στον Πιλάτο.
Ο Πιλάτος δεν έλαβε απά­ντησι, γιατί δεν ερώτησε σωστά. Εάν ερωτούσε όχι «τι εστίν αλήθεια» αλλά «τίς εστίν Αλήθεια», θα ελάμβανε την απάντησι: «Εγώ ειμί η Αλήθεια» (Ιω­άν. ιδ΄ 6).
Γράφει ο π. Σωφρόνιος του Έσσεξ: «Η επιστήμη και η φιλοσοφία θέτουν στον εαυτό τους το ερώτη­μα «τί εστίν αλήθεια», ενώ η γνήσια χριστιανική συνείδηση αποτείνεται προς την αλήθεια ρωτώντας «τίς». Οι εκπρόσωποι της επιστή­μης και της φιλοσοφίας συ­χνά θεωρούν τους χριστια­νούς ονειροπόλους χωρίς βάθος, ενώ για τον εαυτό τους έχουν τη γνώμη πως πατούν σε στέρεη βάση και γι’ αυτό αυτοαποκαλούνται «θετικιστές». Κατά παρά­δοξο τρόπο δεν αντιλαμ­βάνονται τον αφηρημένο χαρακτήρα που έχει το «τί» τους. Δεν καταλαβαί­νουν πως η Αλήθεια, η συ­γκεκριμένη, η απόλυτη, μπορεί να είναι μόνο «τίς» και σε καμμία περίπτωση «τί». Γιατί η Αλήθεια δεν είναι ένας θεωρητικός τύ­πος ή μία αφηρημένη ιδέα, αλλά η Αυτοζωή, το «Εγώ ειμι» (Ιωάν. η΄ 58), («Αγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης», σελ. 119).
Πράγματι, ο Κύριος δεν ενηνθρώπησε για να εισηγηθή μία νέα φιλοσοφική πρότασι για την αλήθεια ή έστω και μία νέα ηθική συ­μπεριφορά ή μία νέα μετα­ξύ άλλων θρησκεία, αλλά για να φέρη στον κόσμο σαρκωμένη την Αλήθεια, τον εαυτό Του. Εκτοτε για τους Χριστιανούς η Αλή­θεια είναι ο Χριστός. Κατά τον Αγιο Ιωάννη τον Θεο­λόγο και Ευαγγελιστή: «ο νόμος δια Μωϋσέως εδό­θη, η χάρις και η αλήθεια δια Ιησού Χριστού εγένετο» (Ιωάν. α΄ 17). Και επειδή ο Χριστός είναι η Αλήθεια, ελευθερώ­νει από την πλάνη και άγνοια και σώζει τον άνθρωπο: «γνώσεσθε την Αλήθειαν, και η Αλήθεια ελευθερώσει υμάς» (Ιωάν. η΄ 32). Υπάρχουν πολλές απόψεις για την αλήθεια, αλλά ένας μόνος είναι η Αλήθεια.
Αυτόν τον Χριστό – Αλή­θεια προεφήτευσαν οι Προφήται, εκήρυξαν οι Απόστολοι, ωμολόγησαν οι Μάρτυρες, εδογμάτισαν οι Πατέρες. Αυτός ο Χριστός είναι «φως εκ φωτός, Θεός αλη­θινός εκ Θεού αληθινού, ομοούσιος με τον Πατέ­ρα». Αυτός ο Χριστός ένωσε, τελικά και αδιάσπαστα, την θεία φύση με την ανθρώπι­νη φύσι στην υπόστασί Του, στο ένα πρόσωπό Του, στο πρόσωπο του Λό­γου.
Αυτός ο Χριστός είναι η Αλήθεια, γιατί με τον θάνα­τό Του νικά τον θάνατό μας και με την Ανάστασί Του μας χαρίζει την αιώνιο ζωή.
Αυτήν την Χριστοαλήθεια δεν μπορούμε να την συμβιβάσουμε με τις «αλήθειες» των άλλων θρη­σκειών και άλλων πίστεων. Ο Χριστός είναι όλη η Αλήθεια. Δεν είναι η μισή Αλήθεια, που πρέπει να συμπληρωθή από άλλες αλήθειες.
Έχοντας αυτήν την πίστι και ο μεγάλος Ντοστογιέφσκη έγραψε: «Πιστεύω ότι ο Χριστός είναι η Αλή­θεια, αλλά εάν με πείση κα­νείς ότι ο Χριστός δεν είναι αλήθεια, εγώ θα προ­τιμούσα να είμαι με τον Χριστό παρά με την αλή­θεια». Ο Ντοστογιέφσκη και όλοι οι άλλοι πιστοί Χρι­στιανοί πράγματι προτι­μούμε, πιστεύουμε στην προσωποποιημένη και σαρ­κωμένη Αλήθεια και όχι σε κάποιες απρόσωπες αλή­θειες, ιδέες. Στην Ρωσία, στα χρόνια του μαχητικού αθεϊσμού, κάποιος κομματικός παράγων προσπάθησε με μία «επιστημονική» ομιλία του να πείση το ακροατήριό του ότι η Ανάστασις του Χριστού είναι μύθος. Ενό­μισε ότι όλοι επείσθησαν. Όταν ερώτησε, εάν κάποι­ος έχη να ειπή κάτι, εζήτησε τον λόγο ένας ευσεβής Ρώσος, ο οποίος είπε δύο λέξεις μόνον: «Χριστός Ανέστη». Όλο το ακροα­τήριο εβροντοφώνησε: «Αληθώς Ανέστη». Η σαρ­κωμένη Αλήθεια, ο Χρι­στός, ενίκησε τις «αλήθει­ες» του κόσμου τούτου.
Οι σταυρωταί του Κυρίου προσπάθησαν να κρύψουν το γεγονός της Αναστάσε­ως και να συκοφαντήσουν τους μαθητάς ότι έκλεψαν τον Κύριο από τον Τάφο. Δεν μας είπαν όμως πώς αυτοί, οι κατ” αυτούς απα­τεώνες μαθηταί, εκήρυξαν τον Σταυρωθέντα και Αναστάντα Κύριο σε όλο τον κόσμο και πώς για την αγάπη Του υπέστησαν διωγμούς, βασανιστήρια και φρικτούς θανάτους.
Η ιστορία επαναλαμβά­νεται. Σύγχρονοι σταυρω­ταί του Κυρίου συκοφα­ντούν τον Αναστάντα Κύ­ριο. Προσπαθούν να τον γελοιοποιήσουν, χρησιμο­ποιώντας τον τύπο, τα ρα­διόφωνα, τις τηλεοράσεις, το διαδίκτυο. Κυκλοφο­ρούν Dvd-video με βλάσφη­μες, ψευδείς και αναπόδεικτες κατηγορίες κατά του Κυρίου, που δια μεγάλων καθημερινών εφημερίδων και περιοδικών μπαίνουν σε κάθε σπίτι, ώστε μικροί και μεγάλοι να κλονίζωνται στην πίστι τους, αφού δεν υπάρχει και η δυνατότης να ακούσουν και την άλλη άποψι. Αυτόν τον στόχο εξυπηρετεί και η νεοποχίτικη πανθρησκειακή κίνησι του συγκρητιστικού Οικου­μενισμού, που προσπαθεί να εξισώση τον Θεάνθρω­πο Κύριο και την Αγία μας Ορθόδοξο πίστι με τις άλλες θρησκείες και άλλες ομολογίες.
Φοβεροί εχθροί της Εκκλησίας υπήρξαν οι αιρέσεις. Φοβερώτερος όλων είναι ο Συγκρητισμός, δηλαδή η ανάμιξις και σχετικοποίησις κάθε πί­στεως. Υποβαθμίζει, μειώ­νει, υποσκάπτει όχι κάποιο από τα δόγματα αλλά όλα τα δόγματα, δηλαδή όλη την Αλήθεια, τον Θεάν­θρωπο Κύριο, για να ανοίξη τον δρόμο στην Πανθρησκεία της Νέας Εποχής, με την πίεση των ισχυρών της γης.
Η απάντησίς μας σ’ αυτόν τον γενικευμένο πό­λεμο κατά της Αληθείας -Χριστού θα πρέπη να είναι η με παρρησία ομολογία μας ότι μόνος ο Χριστός είναι η μόνη Αλήθεια και γι’ αυτό ο Σωτήρ του κόσμου, και μόνον η Αγία Ορθόδο­ξος Εκκλησία είναι η αληθι­νή, αποστολική, ακαινοτόμητη συνέχεια της Μιας, Αγίας, Καθολικής Εκκλη­σίας των Προφητών, των Αποστόλων και των Πατέ­ρων.
Ομολογούμε την πίστι μας, έστω και εάν γι’ αυτήν την ομολογία υφιστάμεθα ή θα υποστούμε στο μέλλον εντονώτερο κοινωνικό αποκλεισμό. Καιρός μαρτυρίας και μαρτυρίου για την ομολο­γία του Σταυρωθέντος και Αναστάντος Χριστού, της Αυτοαληθείας και σωτη­ρίας μας.
Χριστός Ανέστη!
Αληθώς Ανέστη!
(Πηγή: «ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ» 5/4/2007)

Δευτέρα, Ιουλίου 27, 2015

Εἰς τό Ἀπολυτικιο τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος τοῦ ὁποίου σήμερα ἐπιτελοῦμε τήν μνήμην, παρακαλοῦμε τόν Ἅγιον νά πρεσβεύῃ στόν Κύριο, διά τήν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν μας. Θά περίμενε κανείς ὅτι, ἀπό ἕνα τόσο μεγάλο ἰατρό, ὅπως εἶναι ὁ Ἅγιος Παντελεήμων, νά ζητούσαμε τήν ἰατρεία τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία ζητάει τήν ἴασι τῶν ψυχικῶν ἀσθενειῶν, τῶν παθῶν, οἱ ὁποῖες πολλές φορές εἶναι ἡ αἰτία τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν, ἀλλά καί οἱ ὁποῖες εἶναι καί οἱ χειρότερες, διότι οἱ μέν σωματικές ἀσθένειες μπορεῖ νά κάνουν καί καλό στόν ἄνθρωπο, ψυχικό καλό, νά τόν ὁδηγήσουν σέ μετάνοια, ἀλλά οἱ ἀσθένεις τῆς ψυχῆς τά πάθη δηλαδή, αὐτά ὁδηγοῦν στόν αἰώνιο θάνατο. Γι' αὐτό καί πρῶτο μέλημα τῶν χριστιανῶν, καί ἰδίως τῶν Μοναχῶν, πρέπει νά εἶναι ὁ συνεχής ἀγών διά τήν κάθαρσι ἀπό τά πάθη καί τήν ἴασι τῶν ψυχικῶν ἀρρωστημάτων. Ἄν ἐμφανισθῇ μία ἀρρώστια σοβαρή καί ἀνίατη πολύ ἀνησυχοῦμε καί ψάχνουμε νά βροῦμε τούς καταλλήλους ἰατρούς, τά κατάλληλα φάρμακα, τά κατάλληλα νοσοκομεῖα, ἀκόμη καί στό ἐξωτερικό νά πᾶμε γιά νά γίνωμε καλά. Ἀλλά γιά τίς ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς δέν ἀνησυχοῦμε ὅσο πρέπει νά ἀνησυχοῦμε. Καί ἀσφαλῶς ὅλοι μας, καί ἐμεῖς οἱ τοῦ τάγματος τῶν Μοναχῶν, δέν εἴμεθα ὑγιεῖς κατά πάντα. Ὑπάρχουν καί σέ μᾶς ἀρρωστήματα ψυχικά, τά ὁποῖα γνωρίζομε καί χρειάζεται νά τά ἐπισημάνωμε. Καλά εἶναι λοιπόν μέ πολύ πόνο νά, παρακαλέσωμε τόν Θεόν, πρίν φύγουμε ἀπό αὐτόν τόν κόσμο, διότι μετά θά εἶναι ἀργά, νά μᾶς θεραπεύσῃ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, τίς διάφορες ἀσθένειες τῆς ψυχῆς μας, πρεσβείαις τῶν Ἁγίων, τῆς Θεοτόκου καί κυρίως τοῦ σήμερον ἑορταζομένου μεγάλου ἰατροῦ τῆς ἀνθρωπότητος, τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος τοῦ ἀθλοφόρου καί ἰαματικοῦ. Ἀμήν. (Από ομιλία τοῦ ἀειμνήστου Ἁγιορείτου Ἡγουμένου π. Γεωργίου Καψάνη) alopsis.gr


Εἰς τό Ἀπολυτικιο τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Παντελεήμονος τοῦ ὁποίου σήμερα ἐπιτελοῦμε τήν μνήμην, παρακαλοῦμε τόν Ἅγιον νά πρεσβεύῃ στόν Κύριο, διά τήν ἄφεσιν τῶν ἁμαρτιῶν μας. Θά περίμενε κανείς ὅτι, ἀπό ἕνα τόσο μεγάλο ἰατρό, ὅπως εἶναι ὁ Ἅγιος Παντελεήμων, νά ζητούσαμε τήν ἰατρεία τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν, ἀλλά ἡ Ἐκκλησία ζητάει τήν ἴασι τῶν ψυχικῶν ἀσθενειῶν, τῶν παθῶν, οἱ ὁποῖες πολλές φορές εἶναι ἡ αἰτία τῶν σωματικῶν ἀσθενειῶν, ἀλλά καί οἱ ὁποῖες εἶναι καί οἱ χειρότερες, διότι οἱ μέν σωματικές ἀσθένειες μπορεῖ νά κάνουν καί καλό στόν ἄνθρωπο, ψυχικό καλό, νά τόν ὁδηγήσουν σέ μετάνοια, ἀλλά οἱ ἀσθένεις τῆς ψυχῆς τά πάθη δηλαδή, αὐτά ὁδηγοῦν στόν αἰώνιο θάνατο. Γι' αὐτό καί πρῶτο μέλημα τῶν χριστιανῶν, καί ἰδίως τῶν Μοναχῶν, πρέπει νά εἶναι ὁ συνεχής ἀγών διά τήν κάθαρσι ἀπό τά πάθη καί τήν ἴασι τῶν ψυχικῶν ἀρρωστημάτων. Ἄν ἐμφανισθῇ μία ἀρρώστια σοβαρή καί ἀνίατη πολύ ἀνησυχοῦμε καί ψάχνουμε νά βροῦμε τούς καταλλήλους ἰατρούς, τά κατάλληλα φάρμακα, τά κατάλληλα νοσοκομεῖα, ἀκόμη καί στό ἐξωτερικό νά πᾶμε γιά νά γίνωμε καλά. Ἀλλά γιά τίς ἀρρώστιες τῆς ψυχῆς δέν ἀνησυχοῦμε ὅσο πρέπει νά ἀνησυχοῦμε. Καί ἀσφαλῶς ὅλοι μας, καί ἐμεῖς οἱ τοῦ τάγματος τῶν Μοναχῶν, δέν εἴμεθα ὑγιεῖς κατά πάντα. Ὑπάρχουν καί σέ μᾶς ἀρρωστήματα ψυχικά, τά ὁποῖα γνωρίζομε καί χρειάζεται νά τά ἐπισημάνωμε. Καλά εἶναι λοιπόν μέ πολύ πόνο νά, παρακαλέσωμε τόν Θεόν, πρίν φύγουμε ἀπό αὐτόν τόν κόσμο, διότι μετά θά εἶναι ἀργά, νά μᾶς θεραπεύσῃ ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ, τίς διάφορες ἀσθένειες τῆς ψυχῆς μας, πρεσβείαις τῶν Ἁγίων, τῆς Θεοτόκου καί κυρίως τοῦ σήμερον ἑορταζομένου μεγάλου ἰατροῦ τῆς ἀνθρωπότητος, τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος τοῦ ἀθλοφόρου καί ἰαματικοῦ. Ἀμήν.



(Από ομιλία τοῦ ἀειμνήστου Ἁγιορείτου Ἡγουμένου π. Γεωργίου Καψάνη)

Δευτέρα, Μαΐου 11, 2015

Η ευχαριστιακή ζωή στον Παράδεισο

Η ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑΚΗ ΖΩΗ[*]
Η ευχαριστιακή ζωή στον Παράδεισο.
Ο Πανάγαθος Θεός έπλασε τον άνθρωπο από αγάπη, ελεύθερα, για να συμμετάσχη στην Ζωή Του. Τον επροίκισε με σπάνια χαρίσματα, το λογικό, το αυτεξούσιο, την αγαπητική δύναμι. Όλα αυτά αποτελούν το “κατ’ εικόνα”. Του έδωσε τα χαρίσματα αυτά για να μπορη να ζη σε κοινωνία με τον Θεό, να αγαπά τον Θεό, να συνομιλή με τον Θεό, να προσφέρεται στον Θεό. Σύμφωνα με το πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως ο άνθρωπος ζούσε στον Παράδεισο ευτυχισμένα, μέσα στην αγάπη του Ουράνιου Πατέρα. Κάθε μέρα δεχόταν την επίσκεψί Του. Συνομιλούσε μαζί Του και χαιρόταν κοντά Του. Μέσα στον Παράδεισο ο Πανάγαθος Θεός τοποθέτησε τον άνθρωπο ως βασιλέα, να χρησιμοποιή όλα τα αγαθά που του έδωσε και χρησιμοποιώντας και εξουσιάζοντας αυτά σωστά να τα προσφέρη με ευχαριστία στον Θεό. Προσφέροντας δε στον Θεό την ευχαριστία για όλα τα δώρα που του έδωσε, να είναι συγχρόνως και ιερεύς.
Way to heaven
Έτσι ο πρώτος άνθρωπος ήταν βασιλεύς και ιερεύς. Μπορούσε να δέχεται τα πρόσωπα, τους άλλους ανθρώπους, τα πράγματα, τον εαυτό του, ως δώρα του Θεού και ευχαριστώντας τον Θεό να τα επαναπροσφέρη πάλι στον Θεό και Πατέρα του ως θυσία· ζούσε θεοκεντρικά· είχε ως κέντρο της ζωής τον Θεό· όλα τα δεχόταν ως δώρα του Θεού και όλα τα επέστρεφε στον Θεό ως δώρα δικά Του. Γινόταν δηλαδή μέσα στον Παράδεισο μια ανταλλαγή δώρων. Αυτή ήταν η ζωή των πρώτων ανθρώπων, όσο εδέχοντο την αγάπη του Θεού. Όλη τους η ζωή ήταν μια ευχαριστία, μια εκδήλωσι ευγνωμοσύνης προς τον Ουράνιο Πατέρα. Ήταν μια ζωή αγαπητική. Ό,τι έκανε ο άνθρωπος ήταν μια έκφρασι αγάπης προς τον Θεό και προς τον συνάνθρωπό του. Επιτελούσε τρόπον τινά μια Θεία Λειτουργία, την Λειτουργία του Παραδείσου· και συλλειτουργούσε σ’ αυτήν την Λειτουργία μαζί με τους αγίους Αγγέλους, οι οποίοι προ του ανθρώπου ήδη είχαν δημιουργηθή ως λογικά κτίσματα του Θεού και είχαν ως αποστολή να λατρεύουν συνεχώς τον Θεό, να τον ευχαριστούν και να προσφέρωνται στον Δημιουργό τους.
Έκπτωσις του ανθρώπου από την ευχαριστιακή ζωή. Διατάραξις των σχέσεων του με τον Θεό, τον συνάνθρωπο, τον εαυτό του, την κτίσι.
Δυστυχώς όμως, όπως όλοι γνωρίζουμε, ο άνθρωπος παρασύρθηκε από τον διάβολο. Θέλησε να ανατρέψη το σχέδιο του Δημιουργού, να βάλη ως κέντρο του κόσμου τον εαυτό του αντί για τον Θεό, να ζή ανθρωποκεντρικά και όχι θεοκεντρικά. Όχι ευχαριστιακά, αλλά αυτόνομα και εγωιστικά. Να χρησιμοποιή τα δώρα του Θεού, τους άλλους ανθρώπους, τον εαυτό του, χωρίς να τα αναφέρη στον Θεό, χωρίς να ευχαριστή τον Θεό. Να τα χρησιμοποιή κατά ένα εγωιστικό τρόπο. Αυτή η τοποθέτησις του πρώτου ανθρώπου, που είναι και η αμαρτία του, συνετέλεσε ώστε ο άνθρωπος να παύση να ζή σε κοινωνία με τον Θεό. Τώρα πιά δεν έχει εκείνη την ευλογία που είχε, να δέχεται την επίσκεψι του Ουράνιου Πατέρα του και αυτός να τρέχη κοντά Του, να συνομιλή και να χαίρεται μαζί Του.
Μετά την αμαρτία πάλι ο Θεός Πατέρας έρχεται κοντά του, αλλ’ ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήση κοντά στον Θεό. Φοβάται, κρύβεται, γιατί ο εγωισμός δεν του επιτρέπει πιά να αισθάνεται τον Θεό Πατέρα του, όπως τον αισθανόταν μέχρι εκείνη την ώρα.
Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και σήμερα, όταν μερικές φορές τα παιδιά που παρασύρονται από τον εγωισμό και θέλουν να επαναστατήσουν κατά του καλού πατέρα τους, δεν μπορούν να τον πλησιάσουν όπως τον πλησίαζαν πριν επαναστατήσουν, κι ενώ αυτός τους αγαπά, πάει κοντά τους, αυτά φεύγουν, διότι δεν μπορούν να αισθανθούν και να δεχθούν την αγάπη του αντιπροσφέροντας την δική τους αγάπη ως αντίδωρο.
Όταν ο άνθρωπος παύει να αισθάνεται τον Θεό ως Πατέρα του, παύει να αισθάνεται και τους άλλους ανθρώπους ως αδελφούς του. Δεν βλέπει πιά τους αλλους ανθρώπους ως δώρα του Θεού. Ανάμεσα στον εαυτό του και στον άλλο άνθρωπο μπαίνει η καχυποψία, ο φόβος. Ο άλλος άνθρωπος γίνεται αντικείμενο εκμεταλλεύσεως, σκεύος ηδονής, εχθρός και αντίπαλος. Στην ζωή μας μπαίνουν τα πάθη και έτσι η ζωή μας χάνει την δυνατότητα να είναι κοινωνία αγάπης και γίνεται κόλασις.
Σας θυμίζω εδώ εναν σύγχρονο φιλόσοφο, τόν Σάρτρ, ο οποίος λέει ότι «ο άλλος άνθρωπος είναι η απειλή της ελευθερίας μας, είναι η κόλασίς μας». Εκεί οδηγεί ο εγωισμός. Όταν δεν μπορούμε να ζούμε τον άλλο άνθρωπο ως εικόνα του Θεού, ως αδελφό μας, τον βλέπουμε σαν απειλή της ελευθερίας μας, και τελικά η σχέσις με αυτόν γίνεται κόλασις.
Χάνει λοιπόν την δυνατότητα ο άνθρωπος να αισθάνεται τον Θεό Πατέρα του, τον άλλο άνθρωπο αδελφό του. Επίσης χάνει την δυνατότητα να αισθάνεται τα υλικά πράγματα ως δώρα του Θεού και να τα χρησιμοποιή σωστά. Έτσι αρχίζει η κατάχρησις της φύσεως απ’ τον άνθρωπο. Δεν κάνει πλέον χρήσι ευχαριστιακή όπως πρώτα, αλλά κατάχρησι. Η φύσις πάλι αρνείται να υπακούση στον άνθρωπο που έπαυσε να υπακούη στον Θεό και επαναστατεί εναντίον του. Τα στοιχεία της φύσεως εξεγείρονται, τα ζώα γίνονται άγρια, θέλουν να κατασπαράξουν τον άνθρωπο, χάνεται η ισορροπία και η αρμονία που υπήρχε μεταξύ ανθρώπου και φύσεως πριν να αμαρτήση ο άνθρωπος.
Αλλά χάνει και την εσωτερική του ειρήνη ο άνθρωπος. Δεν χωρίζεται μόνο από τον Θεό, τον συνάνθρωπό του και την φύσι. Διχάζεται και εσωτερικά. Πάσχει ένα είδος σχιζοφρενείας. Πράττει αυτό που δεν θέλει ή ακόμη αυτό που μισεί. Νοιώθει τους δύο νόμους, τον νόμο του Πνεύματος και τον νόμο της σαρκός. Και αυτοί οι δύο νόμοι συγκρούονται μέσα του. Αυτόν τον εσωτερικό διχασμό πάθαμε, όταν επαναστατήσαμε κατά του Θεού Πατρός μας.
Όταν ο άνθρωπος έπαυσε να ζή ευχαριστιακά, θεοκεντρικά, και άρχισε να ζη ανθρωποκεντρικά, έχασε τον άξονα, το κέντρο του κόσμου, τον Θεό. Όταν παύσης να ζής με τον Θεό και να τα συνδέης όλα με τον Θεό, είναι φυσικό ότι πλέον ο κόσμος δεν έχει για σένα κέντρο. Έτσι όλη η ζωή αποδιοργανώνεται. Ο άνθρωπος ενεργεί τις διάφορες πράξεις της ζωής του διεσπασμένα, χωρίς ενότητα. Ο κόσμος κομματιάζεται. Όλα είναι ασύνδετα μεταξύ τους. Μέσα στον κομματιασμένο κόσμο κομματιάζεται και αυτός και χάνει την εσωτερική του ενότητα και ειρήνη.
Το ίδιο συμβαίνει και με τις επί μέρους λειτουργίες της ζωής. Όλες oι λειτουργίες της ζωής που πρώτα ήταν συνδεδεμένες με τον Θεό, τώρα αποσυνδέονται και μεταξύ τους. Επειδή και αυτές δεν έχουν κέντρο και ενότητα, χάνουν την δυνατότητα να αποτελούν όλες μαζί μια Λειτουργία, δηλαδή μια προσφορά όλης της υπάρξεως του ανθρώπου στον Θεό.
[*] Απομαγνητοφωνημένη ομιλία που έγινε στην αίθουσα διαλέξεων της Ιεράς Μητροπόλεως Δράμας την 9η Μαΐου 1982 προσκλήσει και παρουσία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Δράμας κ.κ. Διονυσίου.

Δευτέρα, Μαρτίου 09, 2015

Ὁ Γάμος ὡς Μυστήριον


 
 
Εἶναι κοινὴ διαπίστωσις ὅτι σήμερον ὁ γάμος περνᾶ κρίσιν. Αὐτὸ μαρτυρεῖ τὸ πλῆθος τῶν διαζυγίων. Αὐτὸ μαρτυροῦν τὰ τόσα ζεύγη ποὺ χωρὶς νὰ φθάσουν εἰς τὸ διαζύγιον ζοῦν κατὰ συνθήκην καὶ κατ᾿ ἀνοχὴν συζυγικὴν ζωὴν καὶ δὲν εὑρίσκουν καμμίαν εὐτυχίαν καὶ καμμίαν χαρὰν εἰς τὸν δεσμόν των.
Ἓν σοβαρὸν αἴτιον τῆς κρίσεως αὐτῆς εἶναι ὅτι οἱ ἐρχόμενοι εἰς γάμου κοινωνίαν Χριστιανοὶ δὲν ζοῦν τὸν γάμον των, ὡς Μυστήριον.
Πολλοὶ Χριστιανοὶ ἐπηρεασμένοι ἀπὸ τὸ κοσμικὸν καὶ ἄθεον κλίμα τῆς ἐποχῆς μας, ποὺ εἶναι σήμερα διάχυτον (ἐφημερίδες, τραγούδια, περιοδικά, θεάματα, διαφημίσεις) ἀντιλαμβάνονται τὸν γάμον ὡς ἓν φυσικόν, βιολογικὸν ἢ κοινωνικοοικονομικὸν μόνον γεγονός. Ὁ πανσεξουαλισμὸς ἔχει ἐπηρεάσει βαθύτατα τὴν σκέψιν τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποθέτῃ τὴν εὐτυχίαν του ἀποκλειστικῶς καὶ μόνον εἰς τὸ σέξ. Ἔτσι ὁ γάμος θεωρεῖται ὡς ἐν νόμιμον καὶ ἐγκεκριμένον ἀπὸ τὴν κοινωνίαν ἐρωτικὸν παιχνίδι, χωρὶς καμμίαν συνείδησιν εὐθύνης καὶ ἀποστολῆς. Ὅταν παρέλθῃ ἡ ἐρωτικὴ εὐχαρίστησις τότε καὶ ὁ γάμος δὲν ἔχει νόημα. Οἱ σύζυγοι χωρίζουν διὰ νὰ εὕρουν νέον σύντροφον καὶ νέαν περιπέτειαν.
Ὅταν ὅμως ὁ γάμος μένει ἓν φυσικὸν καὶ κοινωνικὸν γεγονὸς χωρὶς νὰ γίνη «μυστήριον», χωρίς, δηλαδή, νὰ περάσῃ μέσα εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, τὴν Βασιλείαν αὐτὴν τοῦ Θεοῦ, καὶ νὰ μεταμορφωθῇ, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ σωθῇ καὶ νὰ σώσῃ.
Ὁ γάμος ὡς φυσικὸν καὶ κοινωνικὸν γεγονὸς ἀνήκει εἰς τὸν κόσμον ποὺ ὑπάρχει ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας. Δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦμε ὅτι ὁ ἔξω τῆς Ἐκκλησίας κόσμος, ζωή, ἄνθρωπος, φύσις, κοινωνία, εἶναι ἀλύτρωτα. Εἶναι ὄψεις τοῦ πεσόντος κόσμου, ποὺ λόγω τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος ἔχει δηλητηριασθῆ, ἔχει ἀρρωστήσει θανάσιμα. Ἔτσι καὶ ὁ γάμος ὡς γεγονὸς φυσικὸν ἢ κοινωνικὸν εἶναι ἄρρωστος καὶ ἀδύνατος ἀπὸ τὴν ἰδίαν του τὴν φύσιν νὰ λυτρώσῃ τὸν ἄνθρωπον καὶ νὰ τοῦ χαρίσῃ ἀκεραίαν καὶ ὠλοκληρωμένην ζωήν.
Ὅταν ὁ γάμος γίνῃ «Μυστήριον» μεταθέτει τοὺς συζύγους καὶ τὸν φυσικόν των γάμον ἀπὸ τὸν παλαιόν, ἀλύτρωτον καὶ χωρὶς Θεὸν κόσμον τοῦ ἐγωισμοῦ, τῆς φθορᾶς καὶ τοῦ θανάτου, εἰς τὸν καινόν, θεανθρώπινον κόσμον τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τῆς ἀγάπης, τῆς Ἐκκλησίας.
Κάθε Μυστήριον, ἄλλως τέ, εἶναι μία μετάβασις καὶ μία μεταμόρφωσις τοῦ παλαιοῦ κόσμου καὶ τῆς παλαιᾶς ζωῆς εἰς καινὸν κόσμον καὶ καινὴν ἐν Χριστῷ ζωήν, ποὺ προσφέρεται ὡς δῶρον τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἰδιαιτέρως μὲ τὸ Ἅγιον Βάπτισμα ὁ ἄνθρωπος ἀφήνει τὸν παλαιὸν κόσμον διὰ νὰ εἰσέλθῃ ὁριστικῶς εἰς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τὴν θείαν Εὐχαριστίαν ἑνοῦται διὰ τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν Ἁγίαν Τριάδα καὶ ὅλους τοὺς λελυτρωμένους πιστούς. Χωρὶς τὴν θείαν Εὐχαριστίαν δὲν θὰ ὑπῆρχεν ἡ Ἐκκλησία, διότι οἱ πιστοὶ δὲν θὰ ἠδύναντο νὰ ἑνωθοῦν μὲ τὸν Θεὸν καὶ νὰ γίνουν ἓν νέον θεανθρώπινον σῶμα.
Αὐτὸ ποὺ γίνεται εἰς τὴν θείαν Εὐχαριστίαν γίνεται καὶ εἰς τὸ Μυστήριον τοῦ Γάμου. Οἱ σύζυγοι ἑνοῦνται μὲ τὸν Χριστὸν καὶ διὰ τοῦ Χριστοῦ μεταξύ των εἰς μίαν αἰωνίαν καὶ θεανθρωπίνην ἕνωσιν. Ἀπὸ μίαν ἕνωσιν τοῦ παλαιοῦ, ἀρρωστημένου κόσμου μεταμορφοῦται εἰς μίαν ὑγιᾶ ἐν Χριστῷ ἕνωσιν μέσα εἰς τὴν καινὴν κτίσιν τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.
Ἁπλούστερον: Μὲ τὸ Μυστήριον τοῦ Γάμου δὲν ἐνοῦται μόνον ὁ γαμβρὸς καὶ ἡ νύμφη, ἀλλ᾿ ἐνοῦται μαζύ των καὶ ὁ Χριστὸς ἢ μᾶλλον ἀμφότεροι ἑνοῦνται ἐν τῷ Χριστῷ, ὁ ὁποῖος καθιστᾶ ἔτσι τὴν ἕνωσίν των ἁγίαν, τελείαν, ὑγιᾶ, θεανθρωπίνην. Ἐννοεῖται ὅτι διὰ νὰ εἶναι ὁ γάμος ἓν γεγονὸς μεταμορφώσεως εἰς τᾶς διαστάσεις τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ, δὲν ἀρκεῖ ἐκ μέρους τῶν μελλονύμφων τυπικὴ παρακολούθησις τῆς ἱερολογίας τοῦ Γάμου χωρὶς καμμίαν συνειδητὴν συμμετοχὴν εἰς τὸ τελούμενον Μυστήριον.
Μετὰ ἀπὸ μίαν συνειδητὴν μετοχὴν εἰς τὸ Μυστήριον ἱδρύεται ἓν νέον «σπίτι», μία μικρὰ Ἐκκλησία, ἓν μικρὸν Βασίλειον τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. Εἶναι χαρακτηριστικὸν ὅτι τὸ Μυστήριον ἀρχίζει, ὅπως καὶ τὰ ἄλλα Μυστήρια, μὲ τὴν εὐλογίαν τῆς Ἁγίας Τριάδος: «Εὐλογημένη ἡ Βασιλεία τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος...». Ὅ,τι ἑνώνει τοὺς συζύγους δὲν εἶναι μόνον ἡ φυσικὴ ἕλξις τῶν δυὸ φύλων, ἡ κοινωνικὴ σκοπιμότης κ.τ.λ. ἀλλὰ πρώτιστα ὅλων ὁ Χριστός. Εἰς τὸ νέον σπίτι δὲν βασιλεύει αὐταρχικῶς ὁ ἀνὴρ ἢ ἡ γυνή, ἀλλὰ ὁ Χριστός, διότι ἀμφότεροι θέλουν νὰ κάνουν τὸ θέλημα τοῦ Χριστοῦ καὶ ὄχι τὸ ἰδικόν των θέλημα. Μὲ τὴν ἵδρυσιν τῆς Χριστιανικῆς οἰκογενείας ἱδρύεται ἓν μικρὸν Βασίλειον τοῦ Θεοῦ. Οἱ σύζυγοι κατὰ τὴν ἱεροτελεστίαν στεφανοῦνται ὡς βασιλεῖς, ἐνῶ ψάλλεται τὸ «Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν δόξῃ καὶ τιμῇ στεφάνωσον αὐτούς».
Εἶναι τόσον ἁγία ἡ θεανθρωπίνη ἕνωσις τοῦ κατὰ Θεὸν Γάμου, ὥστε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, τὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ, παρομοιάζει τὴν σχέσιν τῶν συζύγων μὲ τὴν σχέσιν τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὴν Ἐκκλησίαν. «Τὸ μυστήριον τοῦτο μέγα ἐστὶν ἐγὼ δὲ λέγω εἰς Χριστὸν καὶ εἰς τὴν Ἐκκλησίαν» (Ἐφεσ. Ε´ 32).
Ἐννοεῖται ὅμως ὅτι διὰ νὰ εἶναι ὁ γάμος μία φανέρωσις καὶ μία ἀποκάλυψις τοῦ γάμου τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν Ἐκκλησίαν, πρέπει οἱ σύζυγοι συνεχῶς νὰ ξεπερνοῦν τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον ποὺ κρύβουν μέσα των, νὰ σταυρώνουν τὸν ἐγωϊσμὸν καὶ τὰ πάθη των καὶ νὰ ἀποκτοῦν εἰς βάθος τὴν ἁγίαν ἀρετὴν τῆς ταπεινοφροσύνης. Ἀπὸ τὴν ἄποψιν αὐτὴν ὁ Γάμος εἶναι μία συμμετοχὴ εἰς τὸν θάνατον καὶ τὴν ἀνάστασιν τοῦ Χριστοῦ.
Κανεὶς δὲν ἠμπορεῖ νὰ ζήσῃ τὴν καινὴν ἀναστημένην ζωὴν τοῦ Χριστοῦ, ἐὰν δὲν σταυρωθῇ πρῶτα μαζύ του καὶ δὲν θάψῃ τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον. Οἱ δυὸ σύζυγοι βοηθοῦνται ἀμοιβαίως νὰ σταυρώσουν τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον. Αὐτὸ εἶναι πολὺ δύσκολον. Εἶναι ἓν εἶδος μαρτυρίου. Δὲν εἶναι τυχαῖον ὅτι εἰς τὴν ἀκολουθίαν τοῦ Γάμου ψάλλεται τὸ «Ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ καλῶς ἀθλήσαντες καὶ στεφανωθέντες...», ἐνῶ γίνεται μία λιτανεία προηγουμένου τοῦ ἱερέως φέροντος τὸ ἱερὸν Εὐαγγέλιον. Ἡ λιτανεία αὐτὴ μᾶς ὑπενθυμίζει ὅτι ὁ Γάμος εἶναι μία συνεχὴς πορεία τῶν συζύγων πρὸς τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, εἰς συνεχὴς ἀγὼν διὰ τὴν κατάκτησιν τῆς ἁγιότητος. Ἡ πορεία αὐτὴ τῶν συζύγων θὰ γίνῃ προηγουμένου τοῦ Χριστοῦ καὶ τοῦ Εὐαγγελίου διὰ τῆς μαρτυρικῆς ὁδοῦ τοῦ καθημερινοῦ ἀγῶνος τῶν συζύγων νὰ ἀπαρνοῦνται τὸν κακὸν ἑαυτόν των καὶ νὰ κάνουν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, προσφερόμενοι εἰς τὸν σύντροφον τῆς ζωῆς των. Ἐὰν οἱ Χριστιανοὶ σύζυγοι δὲν ἀποδεχθοῦν τὸν Γάμον των ὡς ἀγώνα καὶ θυσίαν, πῶς θὰ ἐπιζήσῃ ἡ σχέσις των ὅταν ἐμφανισθοῦν αἱ πρῶται δυσκολίαι;
Τὰ ἀνωτέρω δὲν ἐξαντλοῦν τὴν Ὀρθόδοξον θεολογία τοῦ Γάμου. Ἀποτελοῦν ἁπλῶς ὡρισμένας εἰσαγωγικὰς σκέψεις.
Πρέπει πάντως νὰ κατανοηθῇ ὅτι ὁ Γάμος καὶ ἡ Οἰκογένεια δὲν ἠμποροῦν νὰ σωθοῦν, ἐὰν οἱ χριστιανοὶ σύζυγοι δὲν κατηχηθοῦν καὶ δὲν ἀποκτήσουν συνείδησιν τῆς οὐσίας τοῦ γάμου, ὡς Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας. Πολλὰ ἔχομεν νὰ πράξωμεν πρὸς τὴν κατεύθυνσιν αὐτὴν οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας μας. Τὸ ἔργον μας δὲν εἶναι ἔργον ληξιάρχου - εὐλογίας καὶ καταγραφῆς ἑνὸς κοινωνικοῦ γεγονότος - ἀλλὰ ἔργον ποιμένος καὶ χειραγωγοῦ ἐν Χριστῷ.
Οἱ μελλόνυμφοι, οἱ νεόνυμφοι καὶ οἱ ἔγγαμοι Χριστιανοὶ πρέπει νὰ διδαχθοῦν ἀπὸ τοὺς ποιμένας των ποίαν σημασίαν ἔχει ὁ γάμος των, διατί εἶναι «μυστήριον» καὶ πῶς δύνανται ἀξίως νὰ διάγουν τὸν ἔγγαμον βίον των. Εἰς τὸ δύσκολον αὐτὸ ἔργον μας -ἔργον πράγματι ποιμαντικόν- πρέπει νὰ βοηθηθῶμεν καὶ ἀπὸ τοὺς λαϊκοὺς ἀδελφούς, ποὺ εἶναι αἱ χεῖρες καὶ οἱ πόδες τῶν κληρικῶν.
Ὁ ἁγιασμὸς καὶ ἡ σωτηρία τοῦ Γάμου καὶ τῆς οἰκογενείας δὲν εἶναι ἔργον μόνον τοῦ Ἐπισκόπου καὶ τῶν Πρεσβυτέρων, ἀλλ᾿ ὁλοκλήρου της κοινότητος, τῆς ἐνορίας καὶ δι᾿ αὐτὸ ὅλοι καλοῦνται νὰ συμπαρασταθοῦν εἰς τοὺς ποιμένας ἕκαστος κατὰ τὴν κλῆσιν του καὶ τὸ δοθὲν εἰς αὐτὸν χάρισμα.
 
Περίληψις μαθήματος διδαχθέντος εἰς τὸ Κέντρον Συμπαραστάσεως Οἰκογενείας τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν.

Περιοδικὸ «Ἐφημέριος» Ἀπρίλιος 2003
 

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 09, 2014

ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ, Η ΕΛΠΙΔΑ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ Αρχιμ. ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΚΑΨΑΝΗ
(+) ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΟΣΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
α) Εἰσαγωγὴ
Η ῾Ενωμένη Εὐρώπη τοῦ 21ου αἰῶνος ἀναζητεῖ τὴν ταυτότητά της. ῾Η «εὐρωπαϊκὴ ταυτότης» δὲν ἀποτελοῦσε ἀντικείμενο σοβαροῦ προβληματισμοῦ, ἐφ᾿ ὅσον τὴν διεμόρφωναν μόνον οἰκονομικοὶ καὶ πολιτικοὶ παράγοντες. ᾿Αφ᾿ ὅτου ὅμως πολιτισμικοὶ καὶ ἰδίως θρησκευτικοὶ παράγοντες ἔπρεπε νὰ ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψιν κατὰ τὴν ἀναζήτησί της, ἀναπτύχθηκαν σοβαρὲς συζητήσεις, ἔντονες διαφωνίες καὶ ὀξεῖες διαμάχες γύρω ἀπὸ τὴν ἀναφορὰ ἢ μὴ τοῦ «Εὐρωπαϊκοῦ Συντάγματος» στὴν χριστιανικὴ ταυτότητα τῆς Εὐρώπης.

Τί σημαίνει ὅμως «χριστιανικὴ ταυτότης τῆς Εὐρώπης» γιὰ τοὺς ᾿Ορθοδόξους λαούς μας; Πόσο χριστιανικὴ εἶναι ἡ «χριστιανικὴ ταυτότης τῆς Εὐρώπης»;
῞Οσοι καλοπροαίρετα ἀγωνίζονται γιὰ τὴν ἐνίσχυσι τῆς χριστιανικῆς ταυτότητος τῆς Εὐρώπης, ὁμιλοῦν συνήθως  γι᾿ αὐτήν ὡσὰν νὰ πρόκειται γιὰ ἕνα ἱστορικὸ δεδομένο ἤ ἕναν κώδικα χριστιανικῶν ἀρχῶν καὶ ἀξιῶν, στὶς ὁποῖες ἠμποροῦν νὰ συγκλίνουν οἱ χριστιανικοὶ λαοὶ μὲ τὴν βοήθεια τῶν οἰκουμενικῶν ἐπαφῶν καὶ διαχριστιανικῶν διαλόγων. Οἱ Χριστιανοὶ τῆς Εὐρώπης ἐπιδιώκουν νὰ τὴν ἐξασφαλίσουν θεσμικά, ἐπειδὴ φοβοῦνται τὸ ἐνδεχόμενο τοῦ θρησκευτικοῦ ἀποχρωματισμοῦ τῆς ἠπείρου των, τὴν ἀλλοίωσι τῆς χριστιανικῆς της ἰδιοπροσωπίας λόγῳ τῶν πληθυσμιακῶν μεταβολῶν (μετανάστευσις κ.λπ.) ἤ τὸν ἀποκλεισμὸ τῶν χριστιανικῶν «διεκκλησιαστικῶν» ὀργανισμῶν ἀπὸ τὰ κέντρα λήψεως ἀποφάσεων στὴν Εὐρώπη. ᾿Ακολουθώντας τὴν ἴδια λογική, καὶ οἱ προτάσεις ἐπισήμων ᾿Ορθοδόξων ἐκπροσώπων ἐπικεντρώνονται στὴν ἐνίσχυση μιᾶς θεσμικῆς χριστιανικῆς παρουσίας στὴν Εὐρώπη.
Στὴν εἰσήγησι αὐτὴ ἐπισημαίνεται ὅτι ἡ ᾿Ορθόδοξος αὐτοσυνειδησία δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ παρακάμπτωμε τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ᾿Ορθοδοξία δὲν ἠμπορεῖ νὰ συναποτελῆ μαζὶ μὲ τὸν Δυτικὸ Χριστιανισμὸ μία ἑνιαία «χριστιανικὴ ταυτότητα», ἀλλὰ ἀντιθέτως μᾶς ὑποχρεώνει νὰ τονίσωμεν ὅτι ἡ ᾿Ορθοδοξία εἶναι ἡ λησμονημένη ἀπὸ τὴν Εὐρώπη πρωτογενής της Πίστις, ἡ ὁποία πρέπει κάποτε νὰ ἀποτελέση ἐκ νέου τὴν χριστιανική της ταυτότητα.
β) ᾿Ορθοδοξία: Δῶρο τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι ἐθνικιστικὴ δύναμι
ΖΩΝΤΕΣ στὸ περιβάλλον τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους καὶ στὴν πνευματικὴ ἀτμόσφαιρα ποὺ αὐτὸ δημιουργεῖ, ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι ᾿Ορθόδοξος κληρονομία μας δὲν πρέπει νὰ μετρῆται μὲ τὰ μέτρα τοῦ κόσμου τούτου. Τὰ τελευταῖα χρόνια γινόμεθα μάρτυρες τῆς εὐλαβείας καὶ τῆς βαθειᾶς πίστεως τῶν προσκυνητῶν τοῦ ῾Αγίου ῎Ορους, πολλοὶ ἐκ τῶν ὁποίων ἔρχονται μὲ πολὺ κόπο καὶ μὲ μεγάλα ἔξοδα ἀπὸ τὶς ὁμόδοξες χῶρες τῆς Βαλκανικῆς καὶ ἀπὸ τὴν Ρωσσία.
Στὴν συνείδησι ὅλων αὐτῶν τῶν εὐσεβῶν ᾿Ορθοδόξων Χριστιανῶν, ἀλλὰ καὶ ὅσων ἐκπροσωποῦν στὴν χώρα τους, ἡ ᾿Ορθοδοξία δὲν ἔχει συνήθως τὴν ἔννοια, ποὺ τῆς ἀποδίδουν ὅσοι τὴν βλέπουν ἤ τὴν ἀντιμετωπίζουν μὲ ἰδεολογικὰ ἤ κοινωνιολογικὰ κριτήρια, ὅσοι δηλαδὴ συνηθίζουν νὰ βλέπουν στὴν καθ᾿ ἡμᾶς ᾿Ανατολὴ ἀντιδυτικὰ «᾿Ορθόδοξα» τόξα παράλληλα πρὸς τὰ μουσουλμανικά, ἤ θεωροῦν τὴν ᾿Ορθοδοξία ὡς ἐθνικιστικὴ δύναμι τῶν λαῶν ποὺ τὴν ἀσπάζονται. ῞Οσο καὶ ἄν οἱ ᾿Ορθόδοξοι δημιουργοῦμε τέτοιες ἐντυπώσεις, λόγῳ τῶν προσωπικῶν μας ἀτελειῶν ἤ τῶν συλλογικῶν μας ἀστοχιῶν, ἔχουμε βαθειὰ ριζωμένη στὴν συνείδησί μας τὴν πεποίθησι ὅτι ἡ ᾿Ορθοδοξία εἶναι κάτι πολὺ πιὸ οὐσιαστικό, οὐράνιο, ἀκατάλυτο: εἶναι τὸ ἀνεκτίμητο δῶρο τοῦ ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ στὸν κόσμο, ἡ «ἅπαξ παραδοθεῖσα τοῖς ἁγίοις πίστις» (᾿Ιουδ. 3), τὴν ὁποία ἡ ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία μας διασώζει ἀκεραία, χωρὶς αἱρετικὲς παραχαράξεις, καὶ τὴν ὁποία μὲ πολλὲς θυσίες διαφυλάξαμε σὲ δύσκολους καιρούς, προκειμένου νὰ μὴ χάσουμε τὴν ἐλπίδα τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Οἱ ᾿Ορθόδοξοι λαοὶ εἴμεθα ἠλεημένοι ἀπὸ τὸν ἅγιο Θεὸ νὰ φέρωμε τὴν σφραγίδα τοῦ ᾿Ορθόδοξου ἁγίου Βαπτίσματος, νὰ κοινωνοῦμε τῆς ἁγίας ᾿Ορθοδόξου Εὐχαριστίας, νὰ ἀκολουθοῦμε μὲ ταπείνωσι τὴν δογματικ διδασκαλία τῶν ἁγίων ἑπτὰ Οἰκουμενικῶν Συνόδων ὡς μοναδικὴ ὁδὸ σωτηρίας, καὶ νὰ τηροῦμε «τὴν ἑνότητα τοῦ πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμῳ τῆς εἰρήνης» (᾿Εφεσ. δʹ 3). Φέρομε ὁμολογουμένως τὴν παρακαταθήκη τῆς ᾿Ορθόδοξου Πίστεως «ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσι» (Βʹ Κορ. δʹ 7), ἐν τούτοις ὅμως αὐτὴ συνιστᾶ Χάριτι Θεοῦ τὸν λόγο «τῆς ἐν ἡμῖν ἐλπίδος» (Αʹ Πετρ. γʹ 15).
Η ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία μας δὲν εἶναι ἁπλῶς κιβωτὸς τῆς ἐθνικῆς ἱστορικῆς μας κληρονομιᾶς. Πρωτίστως καὶ κυρίως εἶναι ἡ Μία ῾Αγία Καθολικὴ καὶ ᾿Αποστολικὴ ᾿Εκκλησία.
Γιὰ νὰ μὴ χάσουν τὴν ἐλπίδα τῆς ἐν Χριστῷ αἰωνίου σωτηρίας, σὲ ἐποχὲς δύσκολες οἱ ᾿Ορθόδοξοι λαοὶ τῶν Βαλκανίων διετήρησαν τὴν ᾿Ορθόδοξο Πίστι τους μὲ τὴν θυσία χιλιάδων νεομαρτύρων, ἀντιστεκόμενοι τόσο στὸν ἐξισλαμισμὸ ὅσο καὶ στὸν ἐξουνιτισμό1. Γι᾿ αὐτὸ ἡ πρόσφατος, μετὰ τὴν κατάρρευσι τῶν ἀθεϊστικῶν καθεστώτων, ἀναζωπύρωσις τῆς Οὐνίας καὶ ἡ δραστηριότης τῶν νεοπροτεσταντικῶν ῾Ομολογιῶν μεταξὺ ᾿Ορθοδόξων πληθυσμῶν, ἀποτελοῦν σοβαρότατες προκλήσεις γιὰ τοὺς ᾿Ορθοδόξους. Καὶ ὡς τέτοιες πρέπει νὰ ἀντιμετωπίζωνται, ἐπειδή γιὰ μία ἀκόμη φορὰ θέτουν ὑπὸ διακινδύνευσι τὴν σωτηρία ἀπλοϊκῶν ψυχῶν, «ὑπὲρ ὧν Χριστὸς ἀπέθανε» (πρβλ. Ρωμ. ιδʹ 15).
γ) ῾Ο συγκρητιστικὸς Οἰκουμενισμὸς
ΣΤΙΣ ΔΥΤΙΚΕΣ κοινωνίες ἐξάλλου, τὶς ἐκ παραδόσεως ρωμαιοκαθολικὲς καὶ προτεσταντικές, ὅπου ὑπάρχουν καὶ δραστηριοποιούνται ᾿Ορθόδοξες ἐνορίες, ἡ ᾿Ορθόδοξος παρουσία πρέπει νὰ εἶναι σεμνὴ μαρτυρία περὶ τοῦ αὐθεντικοῦ Χριστιανισμοῦ, τὸν ὁποῖον στερήθηκαν ἐπὶ αἰῶνες οἱ κοινωνίες αὐτές, λόγῳ τῶν παπικῶν καὶ προτεσταντικῶν παρεκκλίσεων ἀπὸ τὴν ἀποστολικὴ Πίστι. Κάθε φορὰ ποὺ ἡ νοσταλγικὴ ἀναζήτησις τῆς ἀνοθεύτου χριστιανικῆς Πίστεως κορυφώνεται στήν ἐπιστροφὴ ἑτεροδόξων Χριστιανῶν στήν ἀγκάλη τῆς Μιᾶς ῾Αγίας Καθολικῆς καὶ ᾿Αποστολικῆς ᾿Εκκλησίας, τῆς ᾿Ορθοδόξου, ἐκφράζεται ἡ ἱεραποστολικὴ φύσις τῆς ᾿Εκκλησίας. ᾿Επιστρέφοντες οἱ ἑτερόδοξοι στήν ᾿Ορθόδοξο ᾿Εκκλησία, δὲν ἐγκαταλείπουν μία ἐκκλησία γιὰ νὰ ἀσπασθοῦν μία ἄλλη, ὅπως λανθασμένα θεωρεῖται. Στήν πραγματικότητα ἀφήνουν ἕνα ἀνθρωποκεντρικὸ ἐκκλησιαστικὸ σχῆμα καὶ ἐπανευρίσκουν τὴν μία καὶ μοναδικὴ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ, γίνονται μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐπαναπροσανατολίζονται στήν πορεία τῆς θεώσεως.
Δυστυχῶς, ἀντίθετη κατεύθυνσι ἀκολουθεῖ ὁ συγκρητιστικὸς Οἰκουμενισμός, τὸν ὁποῖον ἐκφράζουν θεσμικὰ ὄργανα τῆς Οἰκουμενικῆς λεγομένης Κινήσεως καὶ φορεῖς τοῦ παποκεντρικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. ᾿Επειδή παραθεωροῦν τὴν ᾿Ορθόδοξο ᾿Εκκλησιολογία καὶ ἀκολουθοῦν τὴν προτεσταντικὴ «θεωρία τῶν κλάδων» ἢ τὴν νεωτέρα ρωμαιοκεντρικὴ θεωρία τῶν «ἀδελφῶν ἐκκλησιῶν», θεωροῦν ὅτι ἡ ᾿Αλήθεια τῆς ᾿Αποστολικῆς Πίστεως, ἢ μέρος αὐτῆς, διασώζεται σὲ ὅλες τὶς Χριστιανικὲς ἐκκλησίες καὶ ὁμολογίες. Γι᾿ αὐτὸ κατευθύνουν τὶς προσπάθειές τους στήν πραγματοποίησι μιᾶς ὁρατῆς ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν, ἀνεξαρτήτως βαθυτέρας ἑνότητος στήν Πίστι.
῾Υπὸ τὴν ἔννοια αὐτὴ ἡ οἰκουμενιστικὴ «θεολογία» ἐξισώνει τὸ ᾿Ορθόδοξο Βάπτισμα (τριπλῆ κατάδυσι) μὲ τὸ ρωμαιοκαθολικὸ ράντισμα, θεωρεῖ τὴν αἵρεσι τοῦ Filioque δογματικὰ ἰσοδύναμη μὲ τὴν ᾿Ορθόδοξο διδασκαλία περὶ τῆς ἐκπορεύσεως τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος ἐκ μόνου τοῦ Πατρός, μεθερμηνεύει τὸ πρωτεῖο ἐξουσίας τοῦ Πάπα τῆς Ρώμης ὡς πρωτεῖο διακονίας, ὀνομάζει θεολογούμενον τὴν ᾿Ορθόδοξο διδασκαλία περὶ διακρίσεως οὐσίας καὶ ἐνεργείας στὸν Θεὸ καὶ περὶ ἀκτίστου Θείας Χάριτος, κ.ἄ.
Πρόκειται γιὰ ἕναν ἐπιπόλαιο Οἰκουμενισμό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγραφε εὔστοχα ὁ ἀείμνηστος π. Δημήτριος Στανιλοάε :
«Δημιουργεῖται κάθε τόσο, ἀπὸ τὴν μεγάλη ἐπιθυμία γιὰ ἕνωση, ἕνας εὔκολος ἐνθουσιασμός, ποὺ πιστεύει πὼς μπορεῖ μὲ τὴν συναισθηματική του θερμότητα νὰ ρευστοποιήση τὴν πραγματικότητα καὶ νὰ τὴν ξαναπλάση χωρὶς δυσκολία. Δημιουργεῖται ἀκόμα καὶ μία διπλωματικὴ συμβιβαστικὴ νοοτροπία, ποὺ νομίζει πὼς μπορεῖ νὰ συμφιλίωση μὲ ἀμοιβαῖες ὑποχωρήσεις δογματικὲς θέσεις ἢ γενικώτερες καταστάσεις, ποὺ κρατοῦν τὶς ἐκκλησίες χωρισμένες. Οἱ δύο αὐτοὶ τρόποι, μὲ τοὺς ὁποίους ἀντιμετωπίζεται —ἢ παραθεωρεῖται— ἡ πραγματικότητα, φανερώνουν μία κάποια ἐλαστικότητα ἢ κάποια σχετικοποίηση τῆς ἀξίας ποὺ ἀποδίδεται σὲ ὡρισμένα ἄρθρα πίστεως τῶν ἐκκλησιῶν. ῾Η σχετικοποίηση αὐτὴ ἀντικαθρεφτίζει ἴσως τὴν πολὺ χαμηλὴ σημασία, ποὺ ὡρισμένες χριστιανικὲς ὁμάδες —στὸ σύνολό τους ἢ σ᾿ ὡρισμένους ἀπὸ τοὺς κύκλους τους— δίνουν σ᾿ αὐτὰ τὰ ἄρθρα τῆς πίστεως. Προτείνουν πάνω σ᾿ αὐτά, ἀπὸ ἐνθουσιασμὸ ἢ διπλωματικὴ νοοτροπία, συναλλαγὲς καὶ συμβιβασμούς, ἀκριβῶς γιατὶ δὲν ἔχουν τίποτα νὰ χάσουν μὲ αὐτὰ ποὺ προτείνουν. Οἱ συμβιβασμοὶ ὅμως αὐτοὶ παρουσιάζουν μεγάλο κίνδυνο γιὰ ᾿Εκκλησίες, ὅπου τὰ ἀντίστοιχα ἄρθρα ἔχουν σπουδαιότητα πρώτης γραμμῆς. Γιὰ τὶς ᾿Εκκλησίες αὐτὲς παρόμοιες προτάσεις συναλλαγῆς καὶ συμβιβασμοῦ ἰσοδυναμοῦν μὲ ἀπροκάλυπτες ἐπιθέσεις»2.
Παραλλήλως οἱ προτεσταντικὲς ῾Ομολογίες, οἱ ὁποῖες ἔχουν φθάσει μέχρις ἀρνήσεως θεμελιωδῶν δογμάτων Πίστεως (τῆς ἱστορικότητος τῆς ᾿Αναστάσεως, τῆς ἀειπαρθενίας τῆς Θεοτόκου κ.ἄ.) καὶ ἀποδοχῆς ἀντιευαγγελικῶν ἠθῶν (γάμος ὁμοφυλοφίλων κ.λπ.), ἐξισώνονται στὰ πάνελς τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου τῶν ᾿Εκκλησιῶν μὲ τὶς ἁγιώτατες Τοπικὲς ᾿Ορθόδοξες ᾿Εκκλησίες. ῾Η θεωρία τῆς «ἀπομυθεύσεως», ἡ «θεολογία» τοῦ «θανάτου τοῦ Θεοῦ», ἡ χειροτονία γυναικῶν σὲ ἱερατικοὺς βαθμούς, ἡ ἱερολογία γάμου ὁμοφυλοφίλων, ἀναμφίβολα δὲν ἀποτελοῦν στοιχεῖα τῆς χριστιανικῆς μας ταυτότητος.
῾Ο προτεσταντισμὸς περιῆλθε σὲ βαθυτάτη κρίσι πίστεως. ῾Ο Frank Schaeffer, ὁ ἐπώνυμος ἀμερικανὸς προτεστάντης ποὺ μετὰ ἀπὸ πολυετῆ καὶ σκληρὴ προσωπικὴ ἀναζήτησι ἔγινε ᾿Ορθόδοξος, στὸ βιβλίο του Dancing Alone, The Quest for Orthodox Faith in the Age of False Religion, Regina Orthodox Press, Salisburg, USA, (σὲ ἑλληνική μετάφρασι μὲ τίτλο: ᾿Αναζητώντας τὴν ᾿Ορθόδοξη Πίστη στὸν αἰῶνα τῶν ψεύτικων θρηοκειῶν, 2η ἔκδ. Μακρυγιάννη, Κοζάνη 2004), δίνει πολλὰ ἐνδιαφέροντα στοιχεῖα ποὺ ἀποκαλύπτουν τὴν ἔκπτωσι τοῦ προτεσταντισμοῦ ἀπὸ τὴν ᾿Αλήθεια τῆς Μιᾶς ῾Αγίας Καθολικῆς καὶ ᾿Αποστολικῆς ᾿Εκκλησίας.
δ) Συνέπεια τοῦ διαχριστιανικοῦ, ὁ διαθρησκειακὸς συγκρητισμὸς
ΠΡΟΕΚΤΑΣΙ καὶ ἀναπόφευκτη συνέπεια τοῦ διαχριστιανικοῢ συγκρητισμοῦ ἀποτελεῖ ὁ διαθρησκειακὸς συγκρητισμός, ὁ ὁποῖος ἀναγνωρίζει δυνατότητα σωτηρίας σὲ ὅσους ἀνήκουν σὲ μία ἀπὸ τὶς μονοθεϊστικὲς θρησκεῖες. ᾿Ορθόδοξος ἐπίσκοπος ἔγραψε ὅτι «κατὰ βάθος, μία ἐκκλησία καὶ ἕνα τέμενος (τζαμὶ)... ἀποβλέπουν στήν ἴδια πνευματικὴ καταξίωση τοῦ ἀνθρώπου»3. ῾Ο διαθρησκειακὸς συγκρητισμὸς δὲν διστάζει ἀκόμη νὰ ἀναγνωρίση σωτηριώδεις ὁδοὺς σὲ ὅλες τὶς θρησκεῖες τοῦ κόσμου4. Πρὸ ὀλίγων ἐτῶν καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου ᾿Αθηνῶν ἔγραψε, ὅτι ἠμπορεῖ νὰ ἀνάψη κερὶ μπροστὰ στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ὅπως καὶ μπροστὰ στὸ ἄγαλμα μιᾶς ἀπὸ τὶς θεὲς τοῦ ᾿Ινδουϊσμοῦ.
᾿Ορθόδοξοι ἐπίσκοποι, κληρικοὶ καὶ θεολόγοι ἔχουν δυστυχῶς ἐπηρεασθῆ ἀπὸ τὴν συγκρητιστική αὐτὴ νοοτροπία. Οἱ θεολογικές τους ἀπόψεις, τὶς ὁποῖες οἱ ἐκκοσμικευμένοι ἄρχοντες καὶ διανοούμενοι συνήθως ἀκούουν καὶ ἀναγνωρίζουν ὡς ᾿Ορθόδοξες, συντελοῦν ὥστε ἡ νοοτροπία αὐτὴ νὰ ὑπερβῆ τὰ στενὰ ὅρια τῶν προσωπικῶν τους ἀντιλήψεων καὶ νὰ ἀποτελέση «γραμμὴ» μὲ στόχους καὶ ἐπιδιώξεις. Σὲ αὐτὴ τὴν προοπτική ἡ ἀγάπη, χωρὶς ἀναφορὰ στήν δογματική ἀλήθεια, καθιερώνεται κριτήριο ἑνότητος τῶν Χριστιανῶν, ἐνῷ ἡ ἐμμονὴ στὶς παραδοσιακὲς ᾿Ορθόδοξες θεολογικὲς θέσεις ἀποδοκιμάζεται ὡς μισαλλοδοξία καὶ φονταμενταλισμός.
῞Οσον ἀφορᾶ τὸ πῶς ἡ οἰκουμενιστικὴ νοοτροπία οἰκοδομεῖ τὸν τύπο μιᾶς κατ᾿ ἐπίφασιν χριστιανικῆς ταυτότητος τῆς Εὐρώπης, εἶναι χαρακτηριστικὲς οἱ «δεσμεύσεις» τῶν ἐκπροσώπων τῶν χριστιανικῶν ἐκκλησιῶν ποὺ ὑπέγραψαν τὴν Οἰκουμενική Χάρτα στὶς 22 ᾿Απριλίου 20015.
῞Ομως ἡ «χριστιανική» αὐτὴ ταυτότητα τῆς Εὐρώπης πολὺ ἀπέχει ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ χριστιανικὴ ταυτότητα τῶν εὐρωπαϊκῶν λαῶν. Πρέπει νὰ τονισθῆ μὲ κάθε ἔμφασι ὅτι ἀδικεῖται ἡ Εὐρώπη, ὅταν τῆς προσάπτωμε μία ταυτότητα ποὺ δὲν εἶναι ἀληθινὰ χριστιανική, ἀλλὰ μόνον κατ᾿ ἐπίφασι. ῞Ενας νοσηρός, ἕνας νοθευμένος Χριστιανισμὸς δὲν εἶναι ὁ Χριστιανισμὸς τῶν κατακομβῶν τῆς Ρώμης, τοῦ ῾Αγίου Εἰρηναίου Λουγδούνου, τῶν ᾿Ορθοδόξων μοναχῶν τῆς Σκωτίας καὶ τῆς ᾿Ιρλανδίας, γενικῶς ὁ Χριστιανισμὸς τῆς πρώτης χιλιετίας. ῞Ενας νοθευμένος Χριστιανισμὸς δὲν ἠμπορεῖ νὰ προστατεύση τὴν Εὐρώπη ἀπὸ τὴν εἰσβολὴ μὴ χριστιανικῶν ἀντιλήψεων καὶ ἠθῶν στὶς κοινωνίες της.
Εἶναι ἤδη γνωστὸ ὅτι πολλοὶ Εὐρωπαῖοι κουράσθηκαν ἀπὸ τὸν ξηρὸ ὀρθολογισμό, νοσταλγοῦν τὸν χαμένο μυστικισμό, καὶ γι᾿ αὐτὸ ἀσπάζονται τὸν μουσουλμανισμό, τὸν βουδισμὸ ἢ τὸν ἰνδουϊσμό, παραδίδονται στὸν ἐσωτερισμὸ ἢ ἐπιδιώκουν μεταφυσικὲς ἐμπειρίες σὲ νεοεποχιτικὰ κινήματα. ᾿Αναφέρεται ὅτι μόνο στήν ᾿Ιταλία λειτουργοῦν περὶ τὰ 500 μουσουλμανικὰ τεμένη, ἐνῷ στήν Γαλλία τὸ 5% τοῦ πληθυσμοῦ εἶναι μουσουλμᾶνοι.
῾Η ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία κατέχει τὴν ᾿Αλήθεια. Στὸ κέντρο της ἔχει τὸν Χριστό. Σὲ αὐτήν ὅλα εἶναι θεανθρώπινα, γιατὶ ὅλα προσφερόμενα στὸν Θεάνθρωπο Κύριο γίνονται θεανθρώπινα, πλημμυρίζουν ἀπὸ τὴν ἄκτιστο Χάρι τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος. Γι᾿ αὐτὸ ἠμπορεῖ νὰ ἀναπαύση τὶς ψυχὲς ποὺ ἀναζητοῦν καλοπροαίρετα τὴν ἐλευθερία τους ἀπὸ τὸν ἀσφυκτικὸ κλοιὸ τοῦ ὀρθολογισμοῦ, τοῦ ἐπιστημονισμοῦ, τοῦ ὑλισμοῦ, τοῦ ἰδεαλισμοῦ, τῆς τεχνοκρατίας. Γι᾿ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ συρθῆ ἡ ᾿Ορθοδοξία μέσα στην συγκρητιστικὴ χοάνη, δὲν πρέπει νὰ χαθῆ ἡ ἐλπὶς τοῦ σύμπαντος κόσμου.
῾Ως ᾿Ορθόδοξοι ποιμένες καὶ ὡς ᾿Ορθόδοξοι πιστοὶ ἔχουμε χρέος νὰ διαφυλάξωμε τὴν ἱερὰ παρακαταθήκη τῆς ᾿Ορθοδόξου Πίστεώς μας. ῾Ο ᾿Απόστολος τῶν ᾿Εθνῶν παραγγέλλει στοὺς πρεσβυτέρους τῆς ᾿Εφέσου καὶ στοὺς ποιμένας τῆς ᾿Εκκλησίας μέχρι σήμερα: «Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ῞Αγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ᾿Εκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος» (Πράξ. κʹ 28). Καὶ ὁ ἴδιος λέγει στὸν πιστὸ λαὸ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ὅλης τῆς ᾿Εκκλησίας: «ἀδελφοί, στήκετε καὶ κρατεῖτε τὰς παραδόσεις, ἃς ἐδιδάχθητε» (Βʹ Θεσ. βʹ 15).
ε) ῾Η «νεκρὰ θάλασσα» τῆς «πολιτισμένης» εἰδωλολατρίας
Η ΓΗΡΑΙΑ ΗΠΕΙΡΟΣ στὸν τομέα τῆς Πίστεως ἔχει ἀστοχήσει. ῾Η Νέα ᾿Εποχή ἀπειλεῖ ἀνοικτὰ πλέον τὶς εὐρωπαϊκὲς κοινωνίες μὲ ἀποχριστιανισμό. Δὲν εἶναι παράδοξο. ῾Η Εὐρώπη ἔστρεψε τὰ νῶτα στὸν Χριστό, κάποτε τὸν ἔδιωξε, ὅπως εὔστοχα παρατηρεῖ ὁ Ντοστογιέφσκυ διὰ στόματος τοῦ Μεγάλου ῾Ιεροεξεταστοῦ6 καὶ ὁ ἅγιος Νικόλαος ἐπίσκοπος Ζίτσης7.
῾Η ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία ὀφείλει νὰ ἐκδηλώση τὸ χάρισμα καὶ τὴν ἀποστολή της, νὰ διακηρύξη στοὺς λαοὺς τῆς Εὐρώπης ὅτι, ἐὰν ὑπάρχη κάτι ποὺ μπορεῖ νὰ σώση τὴν Εὐρώπη σὲ αὐτὴ τὴν κρίσιμη φάσι τῆς ἱστορίας της, εἶναι ἡ ᾿Ορθοδοξία. ῎Ας μὴ στερήσουμε ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἀπὸ τὴν ᾿Ορθόδοξο ᾿Εκκλησία μας τὴν δυνατότητα νὰ δώση αὐτὸ τὸ σωτήριο μήνυμα στοὺς λαοὺς τῆς Εὐρώπης, ἐξισώνοντας τὴν ᾿Ορθόδοξο Πίστι μὲ τὴν αἵρεσι στήν συγκεχυμένη προοπτική καὶ τὸ ἀσαφὲς ὅραμα τοῦ συγκρητιστικοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Μποροῦμε νὰ συντελέσουμε σὲ ἕναν ὑγιῆ, ἀπολύτως ᾿Ορθόδοξο, Οἰκουμενισμό, ἀποκαλύπτοντας στοὺς ἑτεροδόξους Χριστιανοὺς τὸ Μυστήριο τοῦ Θεανθρώπου καὶ τῆς ᾿Εκκλησίας Του, καὶ διακηρύσσοντας μαζὶ μὲ τὸν μακαριστὸ καὶ ὁμολογητὴ Γέροντα ᾿Ιουστῖνο Πόποβιτς :
«῾Η ἔξοδος ἀπὸ ὅλα τὰ ἀδιέξοδα, ἀνθρωπιστικά, οἰκουμενιστικά, παπιστικά, εἶναι ὁ ἱστορικὸς Θεάνθρωπος Κύριος ᾿Ιησοῦς Χριστὸς καὶ τὸ ἱστορικὸν θεανθρώπινον οἰκοδόμημά Του, ἡ ᾿Εκκλησία, τῆς ὁποίας Αὐτὸς εἶναι ἡ αἰωνία Κεφαλὴ καὶ ἐκείνη τὸ αἰώνιον Αὐτοῦ Σῶμα. ῾Η ᾿Αποστολική, ῾Αγιοπατερική, ῾Αγιοπαραδοσιακή, ῾Αγιοσυνοδική, Καθολικὴ ᾿Ορθόδοξος Πίστις εἶναι τὸ φάρμακον τῆς ἀναστάσεως ἀπὸ ὅλας τὰς αἱρέσεις, ὅπως καὶ ἂν αὗται ὀνομάζωνται. Εἰς τελευταίαν ἀνάλυσιν, κάθε αἵρεσις εἶναι ἀπὸ τὸν ἄνθρωπον καὶ ῾῾κατ᾿ ἄνθρωπον᾿᾿· κάθε μία ἀπὸ αὐτὰς τοποθετεῖ τὸν ἄνθρωπον εἰς τὴν θέσιν τοῦ Θεανθρώπου, ἀντικαθιστᾶ τὸν Θεάνθρωπον διὰ τοῦ ἀνθρώπου. Μὲ τοῦτο ἀρνεῖται καὶ ἀπορρίπτει τὴν ᾿Εκκλησίαν... ῾Η μόνη σωτηρία ἀπὸ αὐτὸ εἶναι ἡ ἀποστολικὴ θεανθρωπίνη πίστις, δηλαδή ὁλικὴ ἐπιστροφὴ εἰς τὴν θεανθρωπίνην ὁδὸν τῶν ῾Αγίων ᾿Αποστόλων καὶ τῶν ῾Αγίων Πατέρων, τοῦτο δὲ σημαίνει ἐπιστροφὴν εἰς τὴν ἄμωμον ὀρθόδοξον πίστιν Αὐτῶν καὶ εἰς τὸν Θεάνθρωπον Χριστόν, εἰς τὴν κεχαριτωμένην θεανθρωπίνην ζωὴν Αὐτῶν ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ διὰ τοῦ ῾Αγίου Πνεύματος, εἰς τὴν ἐν Χριστῷ ἐλευθερίαν Των... ῎Αλλως, χωρὶς τὴν ἀποστολικὴν καὶ ἁγιοπατερικὴν ὁδόν, χωρὶς τὴν ἀποστολικὴν καὶ ἁγιοπατερικὴν ἀκολούθησιν ὄπισθεν τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ εἰς ὅλους τοὺς κόσμους, καὶ τὴν λατρείαν τοῦ μόνου ἀληθινοῦ καὶ ᾿Αειζώου Θεοῦ, τοῦ Θεανθρώπου καὶ Σωτῆρος Χριστοῦ, εἶναι βέβαιον ὅτι ὁ ἄνθρωπος θὰ καταποντισθῇ εἰς τὴν νεκρὰν θάλασσαν τῆς εὐρωπαϊκῆς πολιτισμένης εἰδωλολατρίας καὶ ἀντὶ τοῦ Ζῶντος καὶ ᾿Αληθινοῦ Θεοῦ, θὰ λατρεύσῃ τὰ ψευδοείδωλα τοῦ αἰῶνος τούτου, εἰς τὰ ὁποῖα δὲν ὑπάρχει σωτηρία, οὔτε ἀνάστασις, οὔτε θέωσις διὰ τὸ θλιμμένον ὅν, τὸ ὀνομαζόμενον ἄνθρωπος»8.
Αγιον ῎Ορος, 24 Μαρτίου 2006

ΠΗΓΗ : ᾿Εφημερ. «Χριστιανική», ἀριθ. 725 (1038)/6.4.2006, σελ. 6-7.
________________________
1. ᾿Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη, Καθηγουμένου ῾Ιερᾶς Μονῆς ῾Οσίου Γρηγορίου ῾Αγίου ῎Ορους, «῾Η ᾿Εκκλησιολογικὴ Αὐτοσυνειδησία τῶν ᾿Ορθοδόξων ἀπὸ τῆς ῾Αλώσεως μέχρι τῶν ἀρχῶν τοὺ 20οῦ αἰῶνος», στὸν συλλογικὸ τόμο Εἰκοσπενταετηρικὸν (ἀφιέρωμα στὸν Μητροπολίτη Νεαπόλεως καὶ Σταυρουπόλεως κ. Διονύσιο), Θεσσαλονίκη 1999, σ. 124. Βλ. ἐπίσης ᾿Αθανασίου Γέβτιτς, ἐπισκόπου Βανάτου (πρώην Ζαχουμίου καὶ ᾿Ερζεγοβίνης), «῾Η Οὐνία ἐναντίον τῆς Σερβικῆς ᾿Ορθοδοξίας», στὸν συλλογικὸ τόμο ῾Η Οὐνία χθὲς καὶ σήμερα, ἐκδ. «῾Αρμός», ᾿Αθῆναι 1992. Περὶ τῆς δραστηριότητος τῆς Οὐνίας στήν Τρανσυλβανία, βλ. 30 Βίοι Ρουμάνων ῾Αγίων, ἐκδ. «᾿Ορθόδοξου Κυψέλης», Θεσ/νίκη 1992, σ. 123.
2. Dimitru Staniloae, Γιὰ ἔνα ᾿Ορθόδοξο Οἰκουμενισμό, ἐκδ. «῎Αθως», Πειραιεὺς 1976, σ. 19-20.
3. ᾿Ορθοδοξία καὶ ᾿Ισλάμ, ἔκδ. ῾Ιερᾶς Μονῆς ῾Οσίου Γρηγορίου 1997, σ. 16.
4. ῎Ενθ᾿ ἀνωτ., σ. 9-11.
5. Βλ. περιοδ. «᾿Απόστολος Βαρνάβας», Λευκωσία Κύπρου, τ. 10/2001, σ. 411-423.
6. Φ. Ντοστογιέφσκη, ᾿Αδελφοὶ Καραμάζωφ, ἐκδ. «Γκοβόστη», ᾿Αθήνα, σ. 99-121.
7. ᾿Αρχιμ. ᾿Ιουστίνου Πόποβιτς, ᾿Ορθόδοξος ᾿Εκκλησία καὶ Οἰκουμενισμός, ἔκδ. «᾿Ορθόδοξος Κυψέλη», Θεσ/νίκη 1974, σ. 238 καὶ 251-252.
8. ῎Ενθ᾿ ἀνωτ., σ. 256-257.

Πέμπτη, Αυγούστου 14, 2014

Η Κοίμησις της Θεοτόκου



koimisi_theotokou_4Οἱ ἑορτές τῆς Παναγίας μας, οἱ Θεομητορικές Ἑορτές καί μέσα σ' αὐτές ἡ μεγαλύτερη εἶναι ἡ ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἕνα Πάσχα μικρό, ἕνα Πάσχα μές τό καλοκαίρι, μᾶς δίνει τήν εὐκαιρία νά ἐκφράσωμε τήν βαθειά μας εὐγνωμοσύνη πρός τήν Μητέρα τοῦ Λυτρωτοῦ μας καί δική μας Μητέρα γιά ὅτι ἔχει
κάνει γιά τό ἀνθρώπινο γένος καί γιά τόν κάθε ἕνα ἀπό μᾶς. Διότι, χωρίς τή δική της συνέργεια καί προσφορά εἰς τόν Ἅγιον Τριαδικόν Θεόν δέν θα ἐνσαρκοῦτο ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ. Περίμενε ὁ Θεός νά βρεθεῖ μία τέτοια ἁγία ψυχή, πανάσπιλη, πάναγνη, ἡ ὁποία θά προσέφερε ὅλη τήν ἐλευθερία της εἰς τόν Θεόν, ὥστε καί ὁ Θεός νά προσφερθῆ ὁλόκληρος σ' Αὐτήν.
Κι αὐτή ἦταν ἡ εὐλογημένη Μαρία, ἡ ταπεινή κόρη τῆς Ναζαρέτ. Τήν εὐγνωμονοῦμε. Μᾶς ἔδωσε ὅ,τι πολυτιμότερο ἔχουμε στή ζωή μας. Τόν Σωτῆρα μας. Τί θά εἴμαστε χωρίς τόν Σωτῆρα Χριστόν. Οἱ ἀπελπισμένοι κατάδικοι τοῦ θανάτου. Οἱ αἰώνιοι αἰχμάλωτοι τοῦ διαβόλου. Χωρίς ἐλπίδα. Ἐάν λοιπόν ἔχωμε Σωτῆρα καί Λυτρωτή καί Θεόν τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν Θεόν ἐνανθρωπήσαντα, αὐτό τό ὀφείλουμε εἰς τήν Κυρίαν Θεοτόκον.
Γι' αὐτό ὁ ἔπαινος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι παντοτινός. Οἱ ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι παντοτινοί κι ἀνεξάντλητοι πρός τό πρόσωπον τῆς Κυρίας Θεοτόκου. Κανένα πρόσωπο ἐπί τῆς γῆς δέν ἐτιμήθη μέ τόσους ὕμνους, μέ τόσες δοξολογίες, μέ τόσες διακοσμητικές ἐκφράσεις μέ ὅσες ἡ Παναγία μας...
Ἡ Ἐκκλησία ἤδη ἀπό τήν 3η Οἰκουμενική Σύνοδο τῆς ἔδωσε τόν τίτλο Θεοτόκος, ὁ ὁποῖος ὅρος «Θεοτόκος» κατά τούς ἁγίους Πατέρες, τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο περικλείει ὅλο τό μυστήριο τῆς σωτηρίας καί τῆς εὐσεβείας. Διότι ἠρνοῦντο οἱ αἱρετικοί ὅτι ἡ κυρία Θεοτόκος ἔτεκε Θεόν ἐνανθρωπήσαντα. Ὅμως ἡ Ἐκκλησία διετράνωσε τήν πίστι της ὅτι ἡ κυρία Θεοτόκος ἐγέννησε Θεόν ἐνανθρωπήσαντα, τόν Λόγον τοῦ Θεοῦ. Ὅτι ἔγινε τό ἐργαστήριον τῆς ἀπορρήτου ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων, τῆς θείας καί τῆς ἀνθρωπίνης. Διότι, μέσα εἰς τήν ἁγίαν κοιλίαν της ἀπό τήν ὥρα τῆς συλλήψεως τοῦ Μονογενοῦς της Υἱοῦ ἡνώθη ἡ ἀνθρωπίνη μέ τήν Θεία φύσι καί ἐκυοφορήθη ὁ Θεάνθρωπος Χριστός. Γι' αὐτό λοιπόν καί χαρακτηρίζεται ἐργαστήριον τῆς ἀπορρήτου ἑνώσεως τῶν δύο φύσεων. Καί αὐτά ὅλα δέν πρέπει νά τά ξεχνᾶμε, δέν τά ξεχνάει ποτέ ἡ Ἐκκλησία˙ γι' αὐτό καί ὁσάκις ἡ Ἐκκλησία δοξάζει τόν Μονογενῆ της Υἱόν, δοξάζει καί τό πρόσωπο τῆς Παναγίας.Δέν ὑπάρχει Ἀκολουθία τῆς Ἐκκλησίας, σύναξι τῆς Ἐκκλησίας, πού νά μήν καλεῖται καί ἡ Κυρία Θεοτόκος νά παρίσταται κι ἐκείνη καί μᾶλλον καί νά προΐσταται τῆς Συνάξεως τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ὅπως προΐστατο τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων κατά τόν Ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ. Διότι, ὅταν ἀνελήφθη ὁ Κύριος εἰς τούς οὐρανούς ἡ Κυρία Θεοτόκος  ἐνεψύχωνε, ἐνεθάρρυνε, ἐδίδασκε, καθοδηγοῦσε τούς ἁγίους Ἀποστόλους. Ἦταν τρόπον τινά ἡ Γερόντισσά τους καί ἐξακολουθεῖ νά εἶναι ἡ Γερόντισσα, ἡ πνευματική Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν, ὅσων ὀρθοδόξως πιστεύουν εἰς τόν Τριαδικόν Θεόν. Καί ἰδιαιτέρως νά εἶναι ἡ Γερόντισσα καί ἡ Μητέρα τῶν Μοναχῶν καί δή τῶν Ἁγιορειτῶν...
Ἐκεῖνο πού ἔκανε τήν Παναγία μας καί τήν ἀνέδειξε εἶναι ὄχι ἁπλῶς ὅτι ἐγέννησε παθητικά τόν Θεόν, τόν Θεάνθρωπον Χριστόν, ἀλλά συνήργησε εἰς τήν Γέννησιν τοῦ Χριστοῦ καί εἰς τήν κυοφορίαν τοῦ Χριστοῦ καί συνήργησε διότι, ὅπως λέγει τό σημερινόν Ἀποστολικόν Ἀνάγνωσμα, τῆς πρός Φιλιππησίους Ἐπιστολῆς συμμετεῖχε κι αὐτή εἰς τό φρόνημα τοῦ Χριστοῦ... Αὐτό εἶναι τό φρόνημα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἄκρα ταπείνωσις, ἡ κένωσις, ἡ θυσία, ἡ προσφορά στό ἀνθρώπινο γένος. Κι αὐτό ἦταν καί τό φρόνημα τῆς Παναγίας μας. Δέν μποροῦσε ἐκείνη ἡ ὁποία ἐβάσταξε εἰς τούς κόλπους της τόν Θεόν νά μήν εἶχε τό ἴδιο φρόνημα μέ Ἐκεῖνον, τόν ὁποῖον κυοφοροῦσε. Αὐτό τό φρόνημα πού εἶχε ὁ Σαρκωθείς Κύριος καί ἕνεκα τοῦ ὁποίου ἐνεσαρκώθη καί ἐταπεινώθη καί ἐκένωσεν ἑαυτόν, αὐτό τό φρόνημα εἶχε καί ἡ ταπεινή κόρη τῆς Ναζαρέτ. Κι αὐτή ἐκένωσε τόν ἑαυτό της, προσέφερε τόν ἑαυτό της, τελείαν προσφοράν, δέν κράτησε τίποτα γιά τόν ἑαυτό της. Καί αὐτό τό φρόνημα ζητάει καί ὁ Κύριος Ἰησοῦς καί ἡ Κυρία Θεοτόκος ἀπό μᾶς τούς χριστιανούς, τά παιδιά τῆς Παναγίας μας, τά τέκνα τῆς Παναγίας μας.
...Τό ἀκήρατον σκήνωμά της νοερῶς τό περιπτυσσόμεθα, τό ἀσπαζόμεθα καί τρόπον τινα καί μεῖς μετά τῶν ἁγίων Ἀποστόλων συμμετέχομεν εἰς τήν πάνσεπτον κηδείαν της, ἡ ὁποία ὅμως κηδεία δέν ἦταν παρά τό μεταίχμιο τῆς ἀναβάσεώς της εἰς τούς οὐρανούς. Διότι ἡ Κυρία Θεοτόκος, χάριτι καί φιλανθρωπίᾳ τοῦ Μονογενοῦς της Υἱοῦ, ἐξεδήμησε καί σωματικῶς πρός τόν οὐρανόν καί ἀνῆλθεν εἰς τόν οὐρανόν, διότι δέν μποροῦσε ἐκεῖνο τό Πανάγιο Σῶμα, τό ὁποῖον ἐκυοφόρησε τόν Θεόν νά τό φᾶνε τά σκουλήκια μέσα στή γῆ. Ἔπρεπε δεδοξασμένο νά ἀναστηθῆ καί νά καθήση στά δεξιά τοῦ Κυρίου καί νά πρεσβεύη γιά ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Καί ἄλλοτε τό ἔχουμε πεῖ, τό λέω καί γιά ὅσους δέν τό ἄκουσαν, τούς ἀδελφούς προσκυνητάς, ἡ Παναγία μας εἶναι τό πρῶτο πρόσωπο τῆς Καινῆς Διαθήκης, τό ὁποῖον ἀνέστη, ἐκρίθη, ἐδικαιώθη, ἐδοξάσθη καί κάθεται εἰς τά δεξιά τοῦ Χριστοῦ, πρεσβεύουσα ὑπέρ ὅλου τοῦ κόσμου.
Συνεπῶς τήν Δευτέρα Παρουσία, ὅταν ὅλοι θά ἀναστηθοῦμε καί θά βρεθοῦμε μπροστά στό Βῆμα τοῦ Κυρίου θά ἔχουμε τήν Παναγία μας μεσίτρια καί προστασία καί βοήθεια.
Γιά ὅλα αὐτά λοιπόν τήν εὐγνωμονοῦμε καί τήν παρακαλοῦμε νά μᾶς φωτίση νά μήν εἴμεθα ἀνάξια παιδιά της, ἀλλά νά κάνουμε τόν ἀγῶνα μας τόν καθημερινό καί νά ἔχουμε τό φρόνημά της, αὐτό τό φρόνημα πού εἶχε καί ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός, τό φρόνημα τό ταπεινό, τό θυσιαστικό, τό φρόνημα τῆς ἀγάπης καί τῆς θυσίας. Βοήθειά μας ἡ Παναγία καί καλή δύναμι στόν ἀγῶνα πού ἔχει ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

+Αρχιμ. Γεωργίου Καψάνη  

(Ὁμιλία τοῦ ἀειμνήστου Ἁγιορείτου Ἡγουμένου  π.Γεωργίου Καψάνη)

Δευτέρα, Αυγούστου 04, 2014

Η ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ (Ὁμιλία τοῦ ἀειμνήστου Ἁγιορείτου Ἡγουμένου π.Γεωργίου Καψάνη) Πηγή: http://kirigmata.blogspot.com/2014/08/blog-post_3.html#ixzz39MBy2wya

Ὅπως ὅλα τά γεγονότα πού μᾶς διηγοῦνται οἱ ἅγιοι Εὐαγγελισταί ἔγιναν διά τήν σωτηρίαν ἡμῶν, ἔτσι καί ἡ Θεία Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου ἔγινε δι' ἡμᾶς καί διά τήν σωτηρίαν ἡμῶν. Δέν ὑπάρχει κάτι στή ζωή τοῦ Κυρίου μας, πού νά μήν ἔχει σωτηριολογική σημασία, πού νά μήν ἀφορᾶ τήν σωτηρία μας. Γι' αὐτό ἄλλωστε ἐνηνθρώπισε ἔγινε ἄνθρωπος διά τήν σωτηρία μας.
Καί ἡ Μεταμόρφωση τοῦ Κυρίου μας μᾶς ὑποδεικνύει ὄχι μόνον τήν θεότητα τοῦ Κυρίου καί τήν δόξαν τήν ὁποίαν εἶχε πλησίον τοῦ Οὐρανίου Πατρός Του, πρό τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου, προαιωνίως -καί τήν ὁποίαν ἐπ' ὀλίγον ἐφανέρωσε εἰς τούς Μαθητάς του, δέν ἐφανέρωσε τήν πλήρη δόξα Του, ἀλλά κάτι ἀπ' τή δόξα Του, καθώς ἠδύναντο, ὅπως λέει ἡ ὑμνολογία τῆς Ἐκκλησίας-, ἀλλά κι ἔτσι μᾶς ὑπέδειξε ποιός εἶναι καί ὁ σκοπός τῆς δικῆς μας ζωῆς.

Εἶναι νά μετέχουμε τοῦ Θείου Φωτός, τῆς Δόξης τοῦ Θεοῦ, τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Διότι κατά τούς Ἁγίους Πατέρες ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ Δόξα Του, εἶναι τό Ἄκτιστο Φῶς. Εἶναι ἡ θέα τοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου. Ἀπ' τή μιά λοιπόν μεριά ὁ Κύριος μεταμορφώνεται γιά νά βεβαιωθοῦν καί οἱ Μαθηταί Του, πού θά ἐσκανδαλίζοντο μετά ἀπό λίγο μέ τόν Σταυρικό Του θάνατο, ὅτι ὄντως εἶναι Υἱός τοῦ Θεοῦ καί Θεός ἀληθινός. Ἀλλά καί μεταμορφώνεται γιά νά πεῖ καί σέ μᾶς πώς ὅ,τι συνέβη σέ μένα πρέπει νά γίνει καί σέ σᾶς. Εἴμεθα κεκλημένοι ὅλοι νά μεταμορφωθοῦμε. Βέβαια, ὁ Κύριος μετεμορφώθη δι' ἰδίας Αὐτοῦ δυνάμεως. Ἐμεῖς θά πρέπει νά μεταμορφωθοῦμε «ἀπό δόξης εἰς δόξαν», πού λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Ὄχι διά τῆς δικῆς μας δυνάμεως, ἀλλά διά τῆς Χάριτος καί τοῦ Φωτός τοῦ Μεταμορφωθέντος Κυρίου.
Γιά τό Φῶς αὐτό μιλοῦσε καί ἡ Παλαιά Διαθήκη καί κάποιοι ὅπως ὁ Μωϋσῆς, ὅπως ἀκούσαμε, ἔλαβαν δόξαν Θεοῦ. Ἀλλά κανείς δέν τόλμησε νά πεῖ στήν Παλαιά Διάθηκη, ὅσο κι ἄν ἔλαβε κάποια Χάριν καί Δόξαν ἀπό τόν Θεόν, ὅτι «ἐγώ εἰμι τό Φῶς τοῦ Κόσμου». Μόνο ὁ Κύριος Ἰησοῦς ἐτόλμησε νά τό πεῖ γιατί Αὐτός εἶναι καί ἡ ζωή, εἶναι τό πᾶν. Καί τώρα πῶς ἐμεῖς, οἱ ἐμπαθεῖς, οἱ ἁμαρτωλοί, θά μετάσχουμε τοῦ Θείου Φωτός; Πῶς θά γίνουμε κι ἐμεῖς φῶς; Πῶς θά ὑποχωρήσουν τά πάθη μας πού εἶναι σκότος; Καί οἱ ἁμαρτίες πού εἶναι σκότος; Καί πῶς σιγά - σιγά τό σκότος πού εἶναι ἐν ἡμῖν θά λιγοστεύει καί θά αὐξάνει τό φῶς τοῦ Χριστοῦ; Αὐτός εἶναι ὁ ἀγῶνας μας καί γι' αὐτό βλέπουμε τόν Κύριο Μεταμορφωθέντα καί βλέπουμε ποῦ πρέπει νά φθάσουμε κι ἐμεῖς. Διότι κάθε Χριστιανός πρέπει νά γίνει μιμητής τοῦ Χριστοῦ καί ὅ,τι συνέβη στόν Χριστό νά γίνει καί στήν δική μας ζωή, ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ὅτι πρέπει νά ὁδεύσωμεν διά τῶν βαθμίδων τῆς πνευματικῆς τελειώσεως, τῆς πνευματικῆς ἡλικίας τοῦ Χριστοῦ κι ὅ,τι συνέβη στόν Χριστό νά γίνη καί σέ μᾶς.
Ἄρα, λοιπόν, καί σέ μᾶς πρέπει νά γίνη Μεταμόρφωσις διά τοῦ φωτός τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Κυρίου μας. Κι ἐδῶ εἶναι ὁ ἀγῶνας μας. Πῶς μέ τήν μετάνοιά μας, μέ τήν προσευχή μας, μέ τήν ταπείνωσί μας, μέ τήν ὑπακοή μας, μέ τήν συμμετοχή στό φωτιστικό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Κυρίου -διότι καί ἡ Θεία Κοινωνία εἶναι Φῶς- ὡς μετέχοντες αὐτῶν ὅλων τῶν ἁγίων χαρισμάτων τοῦ Τριαδικοῦ μας Θεοῦ, θά μπορέσουμε κι ἐμεῖς λίγο - λίγο νά λιγοστεύουμε μέσα μας τό σκότος καί νά αὐξάνη τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ;
Μακάριοι εἶναι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι βλέποντας τόν Μεταμορφωθέντα Κύριον βλέπουν καί τόν ἑαυτόν τους. Διά μέν τόν ἑαυτόν μας λυπούμεθα, διότι δέν βλέπουμε τό Φῶς αὐτό νά λάμπη στήν ὕπαρξή μας. Διά δέ τόν Μεταμορφωθέντα Κύριον χαιρόμεθα καί τόν εὐχαριστοῦμε καί τόν δοξάζουμε. Τόν παρακαλοῦμε ὅμως σήμερα ταπεινά νά μᾶς βοηθήση νά ποθήσωμε τό ἄκτιστον Φῶς, τό Φῶς τοῦ Προσώπου Του. Νά ποθήσωμε νά ἀντικαταστήσωμε τόν ἔσω ἄνθρωπο, νά τόν κάνουμε φωτεινό, ὅπως φωτεινός εἶναι ὁ Χριστός, πού εἶναι ὅλος Φῶς καί ὅλος Ζωή καί ὅλος Ἀνάστασις καί ὅλος Ἀλήθεια.
Κι ἔτσι, ἀγωνιζόμενοι τόν καλόν ἀγῶνα, ἐφαρμόζουμε τό Ἅγιον Θέλημα τοῦ Κυρίου, γιατί τό Θέλημα τοῦ Κυρίου, ὅπως πολλές φορές τό ἔχουμε πεῖ, εἶναι  νά γίνουμε θεοί κατά Χάριν. Καί πῶς θά γίνει κανείς θεός κατά Χάριν ἄν εἶναι μέσα στό σκότος καί ἄν τό Φῶς τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει πλημμυρίσει τήν ὕπαρξί του;
Ψάλλουμε δέ καί στήν Δοξολογία «ἐν τῷ φωτί Σου ὀψόμεθα φῶς». Πράγματι μποροῦμε νά δοῦμε φῶς μόνο ἐν τῷ φωτί τοῦ Προσώπου τοῦ Χριστοῦ. Ἔχομεν Χριστόν λάμποντα. Ἔχομεν Θεοτόκον φωτεινοτάτην. Ἔχομεν Ἁγίους φωτεινούς καί ἐμεῖς καλούμεθα νά γίνουμε φῶς.
Ὁ Θεός νά μᾶς βοηθήση καί οἱ εὐχές ὅλων τῶν Ἁγίων, οἱ ὁποῖοι ἐπέτυχαν τόν φωτισμόν, τήν ἔλλαμψι, τήν θέωσι, εἶδαν τό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως καί ἐθεάθησαν πολλοί ἀπό αὐτούς μέσα στό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Διότι, οἱ Ἅγιοι ὄχι μόνο εἶδαν τό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως, ἀλλά καί τούς εἶδαν μέσα σ' αὐτό τό φῶς ὅσοι ἦσαν ἄξιοι νά τούς ἴδουν. Θυμᾶστε ἀπό τόν βίο τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, ὅτι ὅταν ἦταν ἡ ὥρα νά παραδώση τήν ἁγία του ψυχή, δύο ἱερεῖς πού ἦταν ἐκεῖ, ἕνας ἱερομόναχος καί ἕνας ἔγγαμος, ἄξιοι ἱερεῖς, εἶδαν τό πρόσωπό του νά λάμπη ὅλο μές στό φῶς τῆς Μεταμορφώσεως. Μποροῦσε ὁ Ἅγιος Παλαμᾶς, πού ἦρθε στό Ἅγιο Ὄρος εἴκοσι ἐτῶν καί λαχταροῦσε νά ἀπαλλαγῆ ἀπό τό σκότος φωνάζοντας συνεχῶς «φώτισόν μου τό σκότος», μποροῦσε νά μήν εἰσακουσθῆ ἡ προσευχή του καί νά μήν λάμψη μέσα του τό φῶς τοῦ Χριστοῦ; Αὐτό τό φῶς λοιπόν ἄς ζηλέψουμε κι ἐμεῖς κατά κάποιον τρόπο. Μέ ἕναν ἅγιον ζῆλον κι ἄς παρακαλέσουμε τόν Κύριον νά μᾶς ἀξιώση νά ἀγωνιστοῦμε γι' αὐτό τό φῶς, τό αἰώνιο φῶς, τό ἄκτιστο φῶς, τό φῶς πού εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ καί γιά τό ὁποῖο εἴμεθα κεκλημένοι. Καί ἐάν ἀπό αὐτή τή ζωή κάτι κι ἐμεῖς δοῦμε ἀπό αὐτό τό φῶς ἔχωμε ἐλπίδα ὅτι θά μᾶς ἀξιώση ὁ Κύριος νά ζήσωμε καί ἐν τῷ φωτί τῆς οὐρανίου Βασιλείας, τήν ὁποίαν εὔχομαι εἰς πάντας ὑμᾶς. Ἀμήν.-

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...