Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποιμαντική Ψυχολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποιμαντική Ψυχολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη, Αυγούστου 15, 2013

Ο Χριστιανισμός είναι θεραπευτική επιστήμη

Τι είναι ο Χριστιανισμός 

Πολλοί, ερμηνεύοντας τον χαρακτήρα του Χριστιανισμού, διατυπώνουν την άποψη ότι είναι φιλοσοφία ή θρησκεία μέσα στις τόσες γνωστές από την αρχαιότητα. Και βέβαια φιλοσοφία με την άποψη που επικρατεί να λέγεται σήμερα δεν είναι ο Χριστιανισμός. Η φιλοσοφία διαθέτει σύστημα εγκεφαλικό που τις περισσότερες φορές δεν έχει σχέση με την ζωή. Κυρίως η διαφορά του Χριστιανισμού από την φιλοσοφία φαίνεται στο σημείο ότι η δεύτερη είναι στοχασμός ανθρώπινος ενώ ο Χριστιανισμός είναι αποκάλυψη του Θεού. Δεν είναι ανακάλυψη του ανθρώπου, αλλά αποκάλυψη του Ίδιου του Θεού στον άνθρωπο. Τις αλήθειες του Χριστιανισμού ήταν αδύνατον να τις βρη η ανθρώπινη λογική. Εκεί που ήταν αδύνατος  ο ανθρώπινος λόγος ήλθε ο Θεάνθρωπος Λόγος ή μάλλον ο Θεάνθρωπος Χριστός, ο Λόγος του Θεού. Η αποκάλυψη αυτή του Θεού διατυπώθηκε με φιλοσοφικούς όρους της εποχής εκείνης, αλλά πάλι πρέπει να υπογραμμισθεί, δεν είναι φιλοσοφία. Το ένδυμα του Θεανθρώπινου Λόγου είναι παρμένο από την φιλοσοφία της εποχής εκείνης.
Ο ιερός Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας το του Ησαΐου: «Ιδού ο Δεσπότης Κύριος Σαβαώθ ωφελεί από της Ιουδαίας και από Ιερουσαλήμ, ισχύοντα και ισχύουσαν,... δικαστήν και προφήτην και στοχαστήν...» παρατηρεί: «στοχαστήν τον από συνέσεως πολλής των μελλόντων στοχάζεσθαι απ’ αυτής  των πραγμάτων πείρας. Έτερον μεν γαρ στοχασμός και προφητεία άλλο. Ο μεν γαρ Πνεύματι θείω φθέγγεται, ουδέν οίκοθεν εισφέρων, ο δε τας αφορμάς από των ήδη γεγενημένων λαμβάνων και την οικείαν σύνεσιν διεγείρων πολλά των μελλόντων προορά ως εικός άνθρωπον όντα συνετόν προϊδείν. Αλλά πολύ το μέσον τούτου κακείνου όσον συνέσεως ανθρωπίνης και θείας Χάριτος το διάφορον»[1].
Επομένως άλλο ο στοχασμός (η φιλοσοφία) και άλλο η προφητεία, δηλαδή ο λόγος του Προφήτη που θεολογεί. Η πρώτη είναι ανθρώπινη ενέργεια, ενώ η δεύτερη είναι αποκάλυψη του Παναγίου Πνεύματος.
Στα πατερικά έργα και κυρίως στην διδασκαλία του αγίου Μαξίμου γίνεται λόγος για την φιλοσοφία ως αρχή της πνευματικής ζωής. Αλλά πρέπει να παρατηρηθή πως με τον όρο πρακτική φιλοσοφία  ο άγιος εννοεί την κάθαρση της καρδιάς από τα πάθη, που πράγματι είναι το πρώτο στάδιο της πορείας της ψυχής προς τον Θεό.
Ακόμη ο Χριστιανισμός δεν μπορεί να θεωρηθεί θρησκεία, με την έννοια τουλάχιστον που παρουσιάζεται η θρησκεία σήμερα.Συνήθως, θεωρείται ότι ο Θεός κατοικεί στους ουρανούς και διακυβερνά από εκεί την ανθρώπινη ιστορία, είναι σφόδρα απαιτητικός, ζητά ικανοποίηση από τον άνθρωπο, που είναι πεσμένος στην γη μέσα στην ασθένειά του και την αδυναμία του. Μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου υπάρχει ένα διαχωριστικό τείχος. Αυτό πρέπει να υπερπηδηθή και σ’αυτό βοηθά πολύ αποτελεσματικά η θρησκεία. Προς τον σκοπό αυτόν χρησιμοποιούνται διάφορες λατρευτικές τελετές.
Κατά μια άλλη άποψη ο άνθρωπος αισθάνεται αδύνατος μέσα στο σύμπαν και έχει ανάγκη της δημιουργίας, της πλάσεως ενός δυνατού Θεού, ο Οποίος θα τον βοηθά στην αδυναμία του. Σύμφωνα με αυτήν την θεωρία δεν πλάθει ο Θεός τον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος πλάθει τον Θεό. Ακόμη  η θρησκεία νοείται ως σχέση του ανθρώπου προς τον Απόλυτο Θεό, δηλαδή «σχέσις του εγώ προς το Απόλυτον Συ». Επίσης θεωρούν πολλοί την θρησκεία σαν ένα μέσο για να πλανάται ο λαός με την μετάθεση των ελπίδων στην μέλλουσα ζωή. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, με μέσο την θρησκεία ισχυρές δυνάμεις πιέζουν τον λαό.
Αλλά ο Χριστιανισμός είναι κάτι παρά πάνω από αυτές τις ερμηνείες – θεωρίες, γι’ αυτό και δεν μπορεί να κλεισθή στην έννοια και τον ορισμό της θρησκείας, όπως συνήθως δίνεται στις «φυσικές» λεγόμενες θρησκείες. Ο Θεός δεν είναι το Απόλυτον Συ, αλλά ζων Πρόσωπο που έχει κοινωνία οργανική με τον άνθρωπο. Επίσης ο Χριστιανισμός δεν μεταθέτει απλώς το πρόβλημα στο μέλλον, ούτε περιμένει την απόλαυση της Βασιλείας των Ουρανών μετά την ιστορία και μετά το τέλος του χρόνου. Το μέλλον στον Χριστιανισμό βιώνεται στο παρόν και η Βασιλεία του Θεού αρχίζει από αυτήν την ζωή. Βασιλεία του Θεού, κατά την πατερική ερμηνεία, είναι η Χάρη  του Τριαδικού Θεού, η θεωρία του ακτίστου Φωτός.
Εμείς οι Ορθόδοξοι δεν περιμένουμε το τέλος της ιστορίας και του χρόνου, αλλά με την εν Χριστώ ζωή τρέχουμε προς το τέλος της ιστορίας και έτσι βιώνουμε αυτά που πρόκειται να συμβούν στην μετά την Δευτέρα Παρουσία ζωή από τώρα.
Ο άγιος Συμεών ο Νέος  Θεολόγος λέγει ότι αυτός που είδε το άκτιστο Φως και ενώθηκε με τον Θεό δεν περιμένει την Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, αλλά την ζει. Έτσι στην χριστιανική διδασκαλία δεν υπάρχει η γραμμική διατύπωση περί χρόνου, αλλά η κυκλική, σταυρική. Δηλαδή το αιώνιο μας καταλαμβάνει σε κάθε χρονική στιγμή. Γι’ αυτό ουσιαστικά το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον βιώνονται σε μια αρραγή ενότητα. Είναι ο λεγόμενος συμπεπυκνωμένος χρόνος.
Γι’ αυτό η Ορθοδοξία δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί σαν «το όπιο του λαού», ακριβώς γιατί δεν μεταθέτει το πρόβλημα. Προσφέρει ζωή, μεταμορφώνει την βιολογική ζωή, αγιάζει και μεταμορφώνει τις κοινωνίες. Η Ορθοδοξία, όπου βιώνεται σωστά και λειτουργεί αγιοπνευματικά, είναι μια κοινωνία Θεού και ανθρώπων, ουρανίων και επιγείων, ζώντων και κεκοιμημένων. Και μέσα σ’ αυτήν την κοινωνία λύνονται αληθινά όλα τα προβλήματα που εμφανίζονται στην ζωή μας.
Επειδή όμως μεταξύ των μελών της Εκκλησίας υπάρχουν άρρωστοι και αρχάριοι πνευματικά, γι’ αυτό είναι ενδεχόμενο μερικοί να νοιώθουν ως θρησκεία τον Χριστιανισμό με την έννοια που αναφέραμε πιο πάνω. Άλλωστε η πνευματική ζωή είναι μια δυναμική πορεία. Αρχίζει με το βάπτισμα, που είναι κάθαρση του κατ’ εικόνα, και συνεχίζεται με την ασκητική ζωή για να φθάσει ο άνθρωπος στο καθ’ ομοίωσιν, δηλαδή στην κοινωνία με τον Θεό. Πάντως πρέπει να διευκρινιστεί ότι, και όταν ακόμη μιλούμε για τον Χριστιανισμό ως θρησκεία, πρέπει απαραίτητα να το κάνουμε μέσα από μερικές αναγκαίες προϋποθέσεις.
Η πρώτη, ότι ο Χριστιανισμός είναι κυρίως Εκκλησία. Εκκλησία θα πει Σώμα Χριστού. Υπάρχουν πολλά χωρία στην Καινή Διαθήκη στα οποία γίνεται λόγος για το ότι ο Χριστιανισμός είναι Εκκλησία. Αρκούμαστε στον λόγο του Χριστού «συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν» (Ματθ. ιστ’, 18) και στους λόγους του Αποστόλου Παύλου, αφ’ ενός μεν προς τους Κολοσσαείς  «και αυτός εστιν η κεφαλή του σώματος, της εκκλησίας» (α’, 18) και αφ’ ετέρου προς τον μαθητή του Τιμόθεο, «... ίνα ειδής πως δει εν οίκω Θεού αναστρέφεσθαι, ήτις εστίν εκκλησία Θεού ζώντος, στύλος και εδραίωμα της αληθείας». (Α’ Τιμ. γ’, 15). Αυτό σημαίνει ότι ο Χριστός δεν κατοικεί απλώς στους Ουρανούς και από εκεί διευθύνει την ιστορία και την ζωή των ανθρώπων, αλλά είναι ενωμένος μαζί μας. Πήρε την ανθρώπινη φύση, την θέωσε και έτσι εν Χριστώ η ανθρώπινη τεθεωμένη φύση βρίσκεται εκ δεξιών του Πατρός. Έτσι ο Χριστός είναι η ζωή και εμείς είμαστε «μέλη Χριστού».
Η δεύτερη προϋπόθεση είναι ότι ο σκοπός του Χριστιανισμού είναι να επιτύχη την μακαρία κατάσταση της θεώσεως. Η θέωση και το καθ’ ομοίωσιν ταυτίζονται. Αλλά, για να φθάση στο καθ’ ομοίωσιν, να φθάση στην θέα του Θεού και αυτή η θέα να μη γίνη φωτιά για να τον κατακαύση, αλλά φως που θα τον ζωοποιήση, απαιτείται προηγουμένως κάθαρση. Αυτή η κάθαρση και η θεραπεία είναι έργο της Εκκλησίας. Όταν ο Χριστιανισμός συμμετέχη στην λατρεία χωρίς να υφίσταται την ζωοποιό κάθαρση (άλλωστε και αυτές οι λατρευτικές εκδηλώσεις αποβλέπουν στην κάθαρση του ανθρώπου), τότε δεν ζη πραγματικά μέσα στον χώρο της Εκκλησίας. Χριστιανισμός χωρίς κάθαρση είναι ουτοπία. Έτσι λοιπόν μέσα από την κάθαρση, και μάλιστα όταν επιμελούμαστε την θεραπεία μας, μπορούμε να κάνουμε λόγο για την θρησκεία, σύμφωνα άλλωστε και με τον λόγο του αδελφοθέου Ιακώβου: «Ει τις δοκεί θρήσκος είναι εν υμίν μη χαλιναγωγών γλώσσαν αυτού, αλλ’ απατών καρδίαν αυτού, τούτου μάταιος η θρησκεία. Θρησκεία καθαρά και αμίαντος παρά τω Θεώ και πατρί αύτη εστίν, επισκέπτεσθαι ορφανούς και χήρας εν τη θλίψει αυτών, άσπιλον εαυτόν από του κόσμου» (Ιακ. α’, 26-27). Φαίνεται καθαρά και από το χωρίο αυτό ότι θρήσκος είναι εκείνος που χαλιναγωγεί την γλώσσα του και δεν απατά την καρδία του, αλλά την καθαίρει από εκείνα που βρίσκονται μέσα σ’ αυτήν και ακόμη ότι θρησκεία είναι το να δείχνη κανείς ενδιαφέρον για τους πονούντας, αλλά κυρίως να διατηρή τον εαυτό του καθαρό από τα του κόσμου. Εκείνος που επιμελείται της καθάρσεώς του είναι θρήσκος και ανήκει στην θρησκεία.
Αυτή η αποχή μας δίδει το δικαίωμα να ισχυρισθούμε ότι ο Χριστιανισμός δεν είναι ούτε φιλοσοφία ούτε θρησκεία με την έννοια που χαρακτηρίζουν τις «φυσικές» θρησκείες, αλλά είναι κυρίως θεραπεία. Είναι θεραπεία του ανθρώπου από τα πάθη του για να φθάση στην συνέχεια σε κοινωνία και ενότητα με τον Θεό.
Ο Κύριος στην παραβολή του καλού Σαμαρείτου μας έδειξε μερικές αλήθειες. Ο καλός Σαμαρείτης μόλις είδε τον εμπεσόντα στους ληστές, οι οποίοι τον πλήγωσαν και τον άφησαν ημιθανή, «εσπλαγχνίσθη, και προσελθών κατέδησε τα τραύματα αυτού επιχέων έλαιον και οίνον, επιβιβάσας δε αυτόν επί το ίδιον κτήνος ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού. (Λουκ. ι’, 33-34). Ο Χριστός θεράπευσε τον πληγωμένο άνθρωπο και τον οδήγησε στο πανδοχείο, δηλαδή στο Νοσοκομείο που είναι η Εκκλησία. Εδώ παρουσιάζεται ο Χριστός ως ιατρός που θεραπεύει τις ασθένειες του ανθρώπου και η Εκκλησία ως Νοσοκομείο.
Είναι δε πολύ χαρακτηριστικό ότι ο ιερός Χρυσόστομος αναλύοντας την παραβολή αυτή παρουσιάζει τις αλήθειες που τονίσαμε προηγουμένως. Ο άνθρωπος «από του επουρανίου πολιτεύματος, επί το της απάτης του διαβόλου πολίτευμα» κατέβη. «Και εμπίπτει εις τους ληστάς, τουτέστιν εις τον διάβολον και τας αντικειμένας αυτώ δυνάμεις». Οι πληγές που υπέστη είναι οι διάφορες αμαρτίες, όπως λέγει ο Δαυίδ «προσώζεσαν και εσάπησαν οι μώλωπές μου από προσώπου της αφροσύνης μου». Γιατί «πάσα αμαρτία μώλωπα και τραύμα εργάζεται». Σαμαρείτης είναι ο Ίδιος ο Χριστός, ο Οποίος κατέβηκε από τον Ουρανό στην γη για να θεραπεύση τον πληγωμένο άνθρωπο. Χρησιμοποίησε οίνον και έλαιον για τις πληγές, δηλαδή «μίξας Πνεύμα άγιον των αίματι αυτού, εζωοποίησεν τον άνθρωπον». Και κατ’ άλλην ερμηνεία «έλαιον επάγει τον παρακλητικόν λόγον, οίνον δε τον στυπτικόν καταδευόμενος, την διδασκαλία την συνάγουσαν την διεσκορπισμένην διάνοιαν». Τον έβαλε στο δικό του κτήνος, δηλαδή «λαβών την σάρκα επί τους ιδίους ώμους της θεότητος, ανήνεγκε τω πατρί εις ουρανούς». Στην συνέχεια οδήγησε τον άνθρωπο ο καλός Σαμαρείτης, ο Χριστός, «εις το μέγα και θαυμαστόν και ευρύχωρον πανδοχείον, εις ταύτην την καθολικήν Εκκλησίαν». Τον έδωσε στον Πανδοχέα, που είναι ο Απόστολος Παύλος «δια δε του Παύλου τοις καθ’ εκάστην Εκκλησίαν αρχιερεύσι και διδασκάλοις και λειτουργοίς» λέγοντας «επιμελήσαι του λαού του εξ Εθνών, ον σοι παρέδωκα εν τη Εκκλησία. Επειδή ασθενούσιν οι άνθρωποι τετραυματισμένοι υπό των αμαρτιών, θεράπευσον αυτούς, επιθείς αυτοίς λίθον εμπλάστρου, τα προφητικά ρήματα και τα ευαγγελικά διδάγματα, υγιαίνων αυτούς δια των της Παλαιάς και Νέας Διαθήκης νουθεσιών και παρακλήσεων...» Έτσι, κατά τον ιερό Χρυσόστομο, ο Παύλος είναι εκείνος που στηρίζει τις Εκκλησίες του Θεού «και πάντας ανθρώπους θεραπεύων δια των πνευματικών νουθεσιών, εκάστω τα πρόσφορα νέμων...»[2].
Στην ερμηνεία της παραβολής αυτής από τον ιερό Χρυσόστομο φαίνεται καθαρά ότι η Εκκλησία είναι Νοσοκομείο που θεραπεύει  τους ασθενείς από την αμαρτία και οι επίσκοποι – ιερείς, όπως ο Απόστολος Παύλος, είναι οι θεραπευταί του λαού του Θεού.
Αυτές οι αλήθειες φαίνονται και σε πολλά άλλα σημεία της Καινής Διαθήκης. Ο Κύριος έλεγε ότι «ου χρείαν έχουσιν οι ισχύοντες ιατρού, αλλ’ οι κακώς έχοντες» (Ματθ. θ’, 12). Επίσης ο Χριστός ως ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, θεράπευε κάθε ασθένεια της ψυχής και του σώματος. «Θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ...» και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας ποικίλαις νόσοις και βασάνοις συνεχομένους, και διαμονιζομένους και σεληνιαζομένους και παραλυτικούς, και εθεράπευσεν αυτούς» (Ματθ. δ’, 23-24). Ο Απόστολος Παύλος γνωρίζει καλώς ότι αρρωσταίνει η συνείδηση των ανθρώπων και κυρίως των απλοϊκών (Α’ Κορ. η’, 12). Και στην Αποκάλυψη γράφεται ότι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης είδε ποταμόν ύδατος ζωής που εκπορευόταν από τον θρόνο του Θεού και του αρνίου «εν μέσω της πλατείας αυτής και του ποταμού εντεύθεν και εκείθεν ξύλον ζωής... και τα φύλλα του ξύλου εις θεραπείαν των εθνών» (Αποκ. κβ’, 1-2).
Έτσι το έργο της Εκκλησίας είναι θεραπευτικό. Επιδιώκει να θεραπεύση τις ασθένειες των ανθρώπων, κυρίως τις ψυχικές, που τους βασανίζουν. Αυτή είναι η βασική διδασκαλία της Καινής Διαθήκης και των Πατέρων της Εκκλησίας. Στην συνέχεια του κεφαλαίου αυτού καθώς επίσης και σε άλλα κεφάλαια θα παρατεθούν πολλά χωρία Πατέρων που φανερώνουν αυτήν την αλήθεια.
Πάντως επανερχόμενος τονίζω ότι στο σημείο αυτό πρέπει να δούμε την αναγκαιότητα της Εκκλησίας. Στον καθηγητή π. Ιωάννη Ρωμανίδη χρωστούμε πολλή ευγνωμοσύνη γιατί στα έργα του τονίζει αυτήν την πραγματικότητα. Παρουσιάζει στην εποχή μας την λησμονημένη αυτήν αλήθεια. Έχω την πεποίθηση ότι ο μνημονευθείς καθηγητής διάβασε πολύ καλά νηπτικούς Πατέρας και κυρίως τα έργα που περιλαμβάνονται στην Φιλοκαλία, γι’ αυτό συνέλαβε την πραγματική σημασία του Χριστιανισμού. Πιστεύω ότι στο σημείο αυτό βρίσκεται η μεγάλη συμβολή του π. Ιωάννου Ρωμανίδου. Γιατί στην εποχή αυτή που ο Χριστιανισμός παρουσιάζεται ως φιλοσοφία ή στείρα διανόηση (εγκεφαλική θεολογία) ή σαν μια κουλτούρα και μια παράδοση του λαού (λαϊκά ήθη και έθιμα, λαϊκή ευσέβεια), εκείνος παρουσιάζει αυτήν την διδασκαλία περί της θεραπευτικής επιστήμης και αγωγής.
Λέγει συγκεκριμένα: 
«Η πίστη στον Χριστό, χωρίς να υφίσταται κανείς ιατρεία εν Χριστώ, δεν είναι καθόλου πίστη. Πρόκειται ακριβώς για την ίδια αντίφαση, που θα παρουσίαζε κάποιος ασθενής, έχοντας πολλή εμπιστοσύνη στο γιατρό του και μη εφαρμόζοντας ποτέ την αγωγή, που εκείνος του συνιστά. Για μια σωστή θεώρηση αυτής της θεραπείας εν σχέσει με τον κόσμο γενικά, πρέπει να σημειωθή, ότι αν ο προφητικός Ιουδαϊσμός και ο διάδοχός του Χριστιανισμός είχαν εμφανισθή για πρώτη φορά στον εικοστό αιώνα θα είχαν πιθανώτατα χαρακτηρισθή, όχι θρησκείες, αλλ’ ιατρικές επιστήμες, συγγενείς της ψυχιατρικής, με ευρύτατες επιπτώσεις στην κοινωνία οφειλόμενες στην επιτυχία τους να ιατρεύουν σε ποικίλους βαθμούς την αρρώστεια της μερικώς λειτουργούσης προσωπικότητος. Με κανένα τρόπο δεν θα μπορούσαν να εκληφθούν σαν θρησκείες, που με διάφορες μαγικές μεθόδους και δοξασίες υπόσχονται φυγή από ένα δήθεν κόσμο της ύλης και  του κακού ή της υποκρισίας σ’ ένα δήθεν πνευματικό κόσμος ασφαλείας και επιτυχίας»[3].
Σε άλλο έργο ο ίδιος Καθηγητής επιμένει πάνω σ’ αυτήν την αλήθεια. «Εις την φύσιν της η Πατερική Παράδοσις δεν είναι ούτε κοινωνική φιλοσοφία ούτε ηθικόν σύστημα, ούτε θρησκευτικός δογματισμός αλλ’ είναι θεραπευτική αγωγή. Εις το σημείον αυτό ομοιάζει πολύ με την ιατρικήν, και κυρίως με την ψυχιατρικήν. Η νοερά ενέργεια της ψυχής, που προσεύχεται νοερώς και αδιαλείπτως εις την καρδίαν, είναι ένα φυσιολογικόν όργανον, που όλοι έχουν και το οποίον χρειάζεται θεραπεία. Ούτε η φιλοσοφία, ούτε καμμία των γνωστών θετικών ή κοινωνικών επιστημών δύναται να θεραπεύση το όργανον αυτό. Μόνον η νηπτική ή ασκητική αγωγή των Πατέρων οδηγεί εις την θεραπείαν αυτού του οργάνου... Δια τούτο ο αθεράπευτος συνήθως δεν γνωρίζει ούτε καν την ύπαρξιν αυτού του οργάνου»[4].
Έτσι μέσα στην Εκκλησία χωριζόμαστε σε αρρώστους, σε ανθρώπους που υφίστανται την θεραπευτική αγωγή, και σε ανθρώπους (αγίους) που ήδη έχουν θεραπευθή. «... δια τους Πατέρας δεν διαχωρίζονται οι άνθρωποι εις ηθικούς και ανηθίκους ή εις καλούς και κακούς βάσει ηθικών κανόνων. Ο διαχωρισμός αυτός είναι επιφανειακός. Εις το βάθος διακρίνεται η ανθρωπότης εις ψυχικά αρρώστους, εις θεραπευομένους και εις θεραπευμένους. Όλοι όσοι δεν είναι εις την κατάστασιν του φωτισμού είναι ψυχικά άρρωστοι... Δεν είναι μόνον η καλή θέλησις, η καλή απόφασις, η ηθική πράξις και η αφοσίωσις εις την Ορθόδοξον Παράδοσιν που κάμει τον Ορθόδοξον, αλλά η κάθαρσις, ο φωτισμός και η θέωσις. Τα στάδια αυτά θεραπείας είναι ο σκοπός της μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας, όπως μαρτυρούν τα λειτουργικά κείμενα»[5].

[1] Αρχιμ. Ιεροθέου Σ. Βλάχου: Η ποιμαντική καθοδήγηση των μετανοούντων κατά τον Μ. Βασίλειο, Έδεσσα 1981, σελ. 22
[2] P G  62, 755-757
[3] Ιω. Ρωμανίδου: Ιησούς Χριστός η ζωή του κόσμου, πολυγραφημένη ομιλία. Μετάφρ. Μοναχού Μαξίμου Λαυριώτου, σελ. 28-29
[4] Ιω. Ρωμανίδου: Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας, εκδ. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1984, τόμος Ι, σελ. 22-23
[5] ένθ. ανωτ. σελ. 27
Μεταγραφή: Θωμάς Δρίτσας

Τετάρτη, Ιουνίου 26, 2013

Η θεραπεία του θυμού

Μη δικαιολογείς τον θυμό σου 
1. Ποτέ να μη δικαιολογούμε τον θυμό μας, όσο δυσμενείς κι αν είναι οι περιστάσεις. Μη λέμε αβασάνιστα εκείνο το επιπόλαιο και ένοχο, που είναι ασυγχώρητη δικαιολογία: “Ο δικός μου θυμός περνά γρήγορα”. Περνά ίσως γρήγορα, αλλά τι αφήνει πίσω του; Είναι πολύ δύσκολο -και συχνά αδύνατο- να επανορθώσουμε ό,τι καταστρέψαμε με το θυμό μας. Μετά τη θύελλα και το χαλάζι ξαναβγαίνει ασφαλώς ο ήλιος, αλλ’ όμως πίσω ολόκληρες εκτάσεις παραμένουν καταστρεμμένες. Ο Μέγας Αλέξανδρος για λίγο θύμωσε, όμως πάνω σ’ αυτό τον θυμό του φόνευσε τον εκλεκτό φίλο του και στρατηγό του Κλείτο. Και πέρασαν τρεις μέρες που τον θρηνούσε, μάταια όμως διότι το κακό έμεινε ανεπανόρθωτο.
2. Ο θυμός μας, έστω κι αν είναι ολιγοχρόνιος, πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε, δεν είναι δείγμα παλληκαριάς και δυναμισμού, αλλά γνώρισμα αδυναμίας και απαιδευσίας και αναίδειας. Ανδρισμός και ηρωισμός και ευγένεια ψυχής και ήθος ψηλό είναι η πραότης, η γλυκύτης, και η ανεξικακία. “κρείσσων ἀνὴρ μακρόθυμος ἰσχυροῦ, ὁ δὲ κρατῶν ὀργῆς κρείσσων καταλαμβανομένου πόλιν” (Παροιμ. ιστ’ 32). Ο άνθρωπος που δε θυμώνει, είναι δυνατότερος από τον ισχυρό και χειροδύναμο, εκείνος δε, που συγκρατεί τον θυμό του και έχει αυτοκυριαρχία, είναι ανώτερος από τον πορθητή, που κυριεύει πόλεις και φρούρια οχυρωμένα.
3. Πρέπει να το εννοήσουμε και να το παραδεχθούμε, ότι ο θυμός δεν αποτελεί φυσιολογική αντίδραση της ψυχής στις δύσκολες περιστάσεις και στην ορθή αντιμετώπιση των ποικίλων προβλημάτων της ζωής. Με τον θυμό δεν κερδίζουμε, αλλά χάνουμε, δεν οικοδομούμε, αλλά κατεδαφίζουμε. Με το θυμό κάνουμε δυσκολότερη και προβληματική τη ζωή μας. Και στο κακό που τυχόν υπάρχει προσθέτουμε μεγαλύτερο κακό. Οι δυσκολίες της ζωής, που ποτέ δε θα λείψουν και από κανέναν, για να αντιμετωπιστούν σωστά και θεάρεστα, απαιτούν από όλους μας πολλή υπομονή και αξιοπρεπή και ειρηνική αντιμετώπιση. [...]
“Εταπεινώθην, καὶ ἔσωσέ με”
1. Η ολοσχερής θεραπεία του πάθους του θυμού μόνο τότε θα ευοδωθεί και η ψυχή θα ελευθερωθεί από τα βαριά δεσμά της, εάν το κακό χτυπηθεί στη ρίζα του, που είναι ο επάρατος εγωισμός μας. Η ρήσις του Ψαλμωδού “ἐταπεινώθην, καὶ ἔσωσέ με” (Ψ. 114, 6) έχει και εδώ απόλυτα την εφαρμογή της. Όπως το δέντρο, όταν κοπούν οι ρίζες του, αυτομάτως ξεραίνεται, έτσι και ο θυμός ξεραίνεται, όταν κοπεί η ρίζα του. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός και αποτελεί κανόνα, ότι οι ταπεινόφρονες ποτέ δε θυμώνουν. Και στη δική μας ψυχή, όταν νεκρωθεί ο πολυκέφαλος εγωισμός και αποκτήσουμε αληθινή ταπείνωση, ουδέποτε θα οργιζόμαστε και θα θυμώνουμε, αλλά παντού και πάντοτε θα διατηρούμαστε πράοι και ειρηνικοί, απαθείς και ατάραχοι. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να προσεγγίσουμε την προτροπή του Κυρίου: “Μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πραΰς εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ“.
2. Ας ακούσουμε και εις το σημείο αυτό την Πατερική σοφία και εμπειρία:
–Μακάριος είναι, αδελφοί μου, λέγει ο αββάς Δωρόθεος, εκείνος που έχει ταπείνωση. Γιατί η ταπείνωση είναι μεγάλη αρετή. Πετυχημένα δε ο άγιος εκείνος χαρακτήρισε αυτόν που έχει αληθινή ταπείνωση λέγοντας: “Η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο να μην οργίζεται, ούτε να εξοργίζει κανέναν”. Και αυτό μοιάζει σαν παράξενο πράγμα. Γιατί η ταπείνωση αντιτίθεται μόνο στην κενοδοξία και απ’ αυτή μόνο φαίνεται ότι προστατεύει τον άνθρωπο. Οργίζεται όμως κανείς και για χρήματα και για φαγητά. Πώς λοιπόν λέει ότι η ταπείνωση κάνει τον άνθρωπο να μην οργίζεται, ούτε να εξοργίζει κανέναν; Η ταπείνωση είναι μεγάλη αρετή, όπως είπαμε, και έχει τη δύναμη να ελκύει τη χάρη του Θεού στην ψυχή.. Λοιπόν, όταν έρθει η ίδια η χάρη του Θεού, σκεπάζει την ψυχή από τ’ άλλα δύο αυτά βαριά πάθη… Πραγματικά αν δεν σκεπαστεί αυτός γρήγορα με την ταπείνωση, σιγά σιγά καταντάει σε δαιμονική κατάσταση ταράζοντας τον εαυτό του και τους άλλους… Μόλις φανεί το φως, υποχωρεί το σκότος. Ομοίως μόλις “μυρίσει” η ταπείνωση, εξαφανίζεται κάθε πικρία και θυμός”.
3. Ο άγιος Γρηγόριος, με φιλοσοφικό τρόπο εκφράζει αυτή την αλήθεια:
Ο ταπεινός ανέχεται να νικάται” (ΕΠΕ, 9, 329). Δηλαδή, ανέχεται τους άλλους, δεν συγκρούεται μαζί τους, ξέρει να υποχωρεί. Αυτό όμως κατ’ ευφημισμόν λέγεται ήττα, ενώ αποτελεί μεγάλη και θεάρεστη νίκη.
Με τον ίδιο φιλοσοφημένο και επιγραμματικό τρόπο εκφράζονται και άλλοι Πατέρες:
–”Εν τοις λογισμοίς τοις ταπεινοίς κοιμίζομεν τον θυμόν” (Χρυσόστομος).
–”Την ταπεινοφροσύνην ακολουθεί η καλοσύνη… η ακινησία του θυμού… και η υπομονή των πειρασμών” (Ισαάκ ο Σύρος).
–Ο Μέγας Αντώνιος μιλάει γενικότερα για τους πειρασμούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνει το πάθος του θυμού: “Είδα όλες τις παγίδες του πονηρού απλωμένες πάνω στη γη και στενάζοντας είπα: Ποιος μπορεί τάχα να τις προσπεράσει; Και μια φωνή μου αποκρίθηκε: Η ταπεινοφροσύνη“.
4. Και επειδή αυτή είναι η πραγματικότητα, γι’ αυτό και συμβουλεύει ο Μ. Βασίλειος: “Προκοπή της ψυχής είναι προκοπή εις την ταπείνωση… Γνώση θεοσεβείας σημαίνει γνώση ταπεινώσεως και πραότητος. Η ταπείνωση είναι μίμηση του Χριστού, η έπαρση δε και η θρασύτητα και η αναίδεια (και ο θυμός) είναι μίμηση του διαβόλου. Γίνε μιμητής Χριστού, και μη του αντιχρίστου…“.
Η πραότητα (που αποτελεί τη σκιά της ταπεινώσεως) διαφυλάσσει το θυμό ατάραχο” λέγει ο άγιος Μάξιμος ο ομολογητής. Δηλαδή κρατεί τα ηνία του θυμού και τον διοχετεύει δημιουργικά.
5. Όμως το θέμα της ταπεινώσεως, που αναφέραμε ως αποτελεσματικό φάρμακο του θυμού, είναι άμεσα συνδεδεμένο με την κατάσταση της μετάνοιας. Δεν μπορεί ο αμαρτωλός άνθρωπος χωρίς μετάνοια να προσεγγίσει την ταπείνωση. Η μετάνοια και η ταπείνωση συμπορεύονται και σχεδόν συνταυτίζονται. Ας θυμηθούμε την κλασική φράση του Ψαλμού της μετανοίας: “πνεῦμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην καὶ τεταπεινωμένην ὁ Θεὸς οὐκ ἐξουδενώσει” (Ψ. ν’ 19).
Δηλαδή, όταν μετανοήσει κανείς όλες οι κακίες, τα πάθη και ο θυμός θεραπεύονται.
6. “Ποιος, λοιπόν που πενθεί καθημερινά θα συνεχίσει να ζει οργισμένος και δε θα γίνει πράος;” ρωτά ο άγιος Συμεών ο Νέος θεολόγος. Και δίνει την απάντηση. “Διότι όπως ακριβώς η φλόγα της φωτιάς σβήνει από το νερό, έτσι και ο θυμός της ψυχής σβήνει από το πένθος και τα δάκρυα της μετάνοιας και σε μεγάλο βαθμό, ώστε αν περάσει κανείς πολύ χρόνο σ’ αυτή την κατάσταση, να μετατεθεί το θυμικό της ψυχής και να περιέλθει σε ακινησία” (ΕΠΕ 19Δ, 443).
7. Επομένως, η συναίσθηση της αμαρτωλότητάς μας, δηλαδή η μετάνοια, αποτελεί ισχυρό χαλινάρι κατά του θυμού και της οργής. Όταν βαθειά συναισθάνομαι και αναγνωρίζω ότι είμαι αμαρτωλός και ένοχος και φταίχτης σε πολλά, όταν “τὴν ἀνομίαν μου ἐγὼ γινώσκω καὶ ἡ ἁμαρτία μου ἐνώπιόν μου ἐστὶ διὰ παντὸς” (Ψ. ν’ 5), ασφαλώς αυτή η συντριβή και η συναίσθηση, που είναι εκδήλωση ταπεινώσεως, θα με συγκρατεί από το θυμό και θα με βοηθήσει να είμαι συμπαθής και επιεικής στα λάθη και τα σφάλματα, στις παραλείψεις και τις αφορμές των άλλων και δε θα θυμώσω. “Εκείνος που μετανοεί, λέει ο ιερός Χρυσόστομος, δεν πρέπει να οργίζεται, ούτε να θυμώνει και να αγριεύει, αλλά να συντρίβεται εσωτερικά, εφ’ όσον είναι ένοχος, δεν έχει παρρησία, είναι καταδικασμένος, μπορεί να σωθεί μόνο κατά χάριν, φάνηκε αγνώμονας στον ευεργέτη του, και αχάριστος και ανάξιος και είναι άξιος για πολλές τιμωρίες. Αν σκέπτεται αυτά, δε θα αγανακτήσει, αλλά θα πενθήσει, θα κλάψει, θα στενάξει και οδύρεται νύχτα και μέρα. Εκείνος που μετανοεί δεν πρέπει ποτέ να λησμονήσει την αμαρτία του, αλλά να παρακαλεί τον Θεό να την ξεχάσει, ο ίδιος όμως δεν πρέπει ποτέ να τη λησμονεί” (ΕΠΕ 25, 316).
Και υπενθυμίζει ο ιερός Πατήρ το παράδειγμα του Τελώνου, που δεν οργίσθηκε για την απρεπή συμπεριφορά του Φαρισαίου, ακριβώς διότι βρισκόταν σε κατάσταση μετανοίας. Και της αμαρτωλής εκείνης γυναίκας, που δεν πειράχθηκε, ούτε θύμωσε για την περιφρόνηση του Σίμωνος του Φαρισαίου, διότι ακριβώς ωδύρετο για τις αμαρτίες της.
8. Όλα αυτά κάνουν τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος να αποφαίνεται: “Σε όσους μετανοούν τίποτα δεν είναι πιο αταίριαστο από την ταραχή του θυμού. Διότι η μετάνοια και η επιστροφή χρειάζονται πολλή ταπείνωση, ενώ ο θυμός δείχνει άνθρωπο γεμάτο από υπερηφάνεια“.
Διασκευασμένο απόσπασμα από το βιβλίο “Ο ΘΥΜΟΣ”, Αρχιμ. Γαβριήλ Γ. Αθανασιάδη

Δευτέρα, Μαΐου 20, 2013

Ὁ ψυχοπαθής κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας π. Ἰωάννης Ρωμανίδης





Ποιός εἶναι ὁ ψυχοπαθὴς κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας; Ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι ψυχοπαθὴς κατὰ τὴν Πατερικὴ ἔννοια. Δὲν εἶναι ἀνάγκη νὰ εἶναι κάποιος σχιζοφρενὴς γιὰ νὰ εἶναι ψυχοπαθής. Ὁ ὁρισμὸς τῆς ψυχοπάθειας ἀπὸ Πατερικῆς ἀπόψεως εἶναι ὅτι ψυχοπάθεια ὑπάρχει στὸν ἄνθρωπο ἐκεῖνον ποὺ δὲν λειτουργεῖ σωστὰ ἡ νοερὰ ἐνέργεια μέσα του. Ὅταν δηλαδὴ ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου εἶναι γεμᾶτος ἀπὸ λογισμούς, ὄχι μόνο κακοὺς λογισμούς, ἀλλὰ καὶ καλοὺς λογισμούς.
 
Ὅποιος ἔχει λογισμούς, καλοὺς ἤ κακοὺς μέσα στὴν καρδιά του, αὐτὸς ὁ ἄνθρωπος ἀπὸ Πατερικῆς ἀπόψεως εἶναι ψυχοπαθής. Ἂς εἶναι οἱ λογισμοὶ αὐτοὶ ἠθικοί, ἀκόμη καὶ ἠθικώτατοι, ἀνήθικοι ἤ ὁ,τιδήποτε ἄλλο. Δηλαδὴ κατὰ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὅποιος δὲν ἔχει περάσει ἀπὸ κάθαρσι τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει φθάσει σὲ κατάστασι φωτισμοῦ μὲ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ψυχοπαθής. Ὄχι ὅμως μὲ τὴν ἔννοια τῆς Ψυχιατρικῆς. Ὁ ψυχοπαθὴς γιὰ τὸν ψυχίατρο εἶναι κάτι ἄλλο. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ πάσχει ἀπὸ ψύχωσι, εἶναι ὁ σχιζοφρενής. Γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ὅμως ἕνας ποὺ δὲν ἔχει περάσει ἀπὸ κάθαρσι τῆς ψυχῆς ἀπὸ τὰ πάθη καὶ δὲν ἔχει φθάσει σὲ φωτισμό, εἶναι νορμὰλ ἤ δὲν εἶναι νορμάλ; Αὐτὸ εἶναι τὸ θέμα.
  
Ποιὸς εἶναι ὁ νορμὰλ Ὀρθόδοξος Χριστιανὸς στὴν Πατερικὴ παράδοσι; Ἂν θέλετε νὰ τὸ δῆτε αὐτὸ ξεκάθαρα, διαβάστε τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Βαπτίσματος, διαβάστε τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Μύρου, ἡ ὁποία τελεῖται στὸ Πατριαρχεῖο Κωνσταντινουπόλεως τὴν Μεγάλη Πέμπτη• διαβάστε τὴν ἀκολουθία τῶν Ἐγκαινίων τῶν ἱερῶν ναῶν. Ἐκεῖ θὰ δῆτε τί σημαίνει ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐκεῖ θὰ δῆτε ποιὸς εἶναι ὁ φωτισμένος. 
 
Ὅλες οἱ ἀκολουθίες καθὼς καὶ ἡ ἀσκητικὴ παράδοσις τῆς Ἐκκλησίας ἀναφέρονται κυρίως σὲ τρεῖς πνευματικὲς καταστάσεις: Στὴν κάθαρσι ἀπὸ τὰ πάθη τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, στὸν φωτισμὸ τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴν Χάρι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, καὶ στὴν θέωσι τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου. Κυρίως ὅμως μιλοῦν γιὰ τὴν κάθαρσι καὶ τὸν φωτισμό, ἐπειδὴ οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐκφράσεις τῆς λογικῆς λατρείας. Ὁπότε ὁ νορμὰλ Ὀρθόδοξος ποιὸς εἶναι; Ὁ βαπτισμένος, ἀλλὰ μὴ κεκαθαρμένος; Ὁ μὴ φωτισμένος; Ἤ ὁ κεκαθαρμένος καὶ φωτισμένος; Ὁ τελευταῖος φυσικά. Αὐτὸς εἶναι ὁ νορμὰλ Ὀρθόδοξος.
  
Ἄρα σὲ τί διαφέρουν οἱ νορμὰλ Ὀρθόδοξοι ἀπὸ τοὺς ἄλλους Ὀρθοδόξους; Στὸ δόγμα; Ὄχι, βέβαια. Πάρτε τοὺς Ὀρθοδόξους, γενικά. Μεταξὺ τους ὅλοι ἔχουν τὸ ἴδιο δόγμα, τὴν ἴδια παράδοσι καὶ τὴν ἴδια κοινὴ λατρεία. Μέσα σὲ ἕναν ἱερὸ ναὸ μπορεῖ νὰ ὑπάρχουν π.χ. τριακόσιοι Ὀρθόδοξοι. Ἀπὸ αὐτοὺς ὅμως μόνο οἱ πέντε νὰ εἶναι σὲ κατάστασι φωτισμοῦ, ἐνῶ οἱ ἄλλοι νὰ μὴν εἶναι. Καὶ μάλιστα οἱ ἄλλοι νὰ μὴν ἔχουν ἰδέα τοῦ τί εἶναι κάθαρσις. Ὁπότε τίθεται τὸ ἐρώτημα: Οἱ νορμὰλ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ μεταξὺ αὐτῶν πόσοι εἶναι; Δυστυχῶς μόνο οἱ πέντε.

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 04, 2013

Χάπια, ἠλεκτροσόκ καί ψυχιατρεῖο ἤ Ἐξομολόγηση;


Πνευματικός ὁδηγός καί ἐκκλησιαστική ζωή.

«Τί θά πεῖ ἄγχος, νεῦρα, ψυχασθένειες;» ἐρωτοῦσε ὁ π. Πορφύριος
.Καί ἀπαντοῦσε: «Ἐγώ πιστεύω ὅτι ὑπάρχει διάβολος σ’ ὅλα αὐτά. 
Δέν ὑποτασσόμεθα στό Χριστό μέ ἀγάπη. Μπαίνει ὁ διάβολος 
καί μᾶς ἀνακατεύει» [1].

Αὐτά βέβαια (τά πάθη καί οἱ δαίμονες) δέν ἀπομακρύνονται μέ χάπια
 οὔτε μέ ἠλεκτροσόκ, ἀλλά μέ τό μυστήριο τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης. 
Ὁ ἄνθρώπος θά πρέπει νά ἐξομολογηθεῖ μέ εἰλικρίνεια τά ἁμαρτήματα 
ὅλης του τῆς ζωῆς, τά κύρια γεγονότα πού τήν σημάδεψαν, καθώς καί
 τό πῶς ἐκεῖνος τά ἀντιμετώπισε ὅπως δίδασκε ὁ θεοφώτιστος Γέροντας
 Πορφύριος [2].

Ὁ Γέροντας Παΐσιος ἐπίσης «ἐνῶ συνιστοῦσε στοὺς ἀσθενεῖς νὰ συμ
βουλεύωνται χριστιανοὺς
 ἰατροὺς -«διότι τοὺς φωτίζει ὁ Θεὸς» κατὰ τὸ λόγιό του- εἶχε ἐκφράσει ἐπανειλημμένως τὴν
 ἀπαρέσκειά του πρὸς τὰ «ψυχολογικὰ» βιβλία, ἀλλὰ καὶ πρὸς αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν «ψυχολογία» 
καὶ τὴν «ψυχιατρικὴ», ἡ ὁποία ἀσκεῖται ἀπὸ ἐπιστήμονες καὶ ἰατρούς, οἱ ὁποῖοι δὲν πιστεύουν
 στὴν ὕπαρξη τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, ὅπως δέχεται αὐτὴν ἡ θεολογία τῆς Ὀρθόδοξης 
Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας.

Ὄντας ὁ ἴδιος βαθὺς γνώστης, Χάριτι Θεοῦ, τοῦ μυστηρίου τῆς ἐνοι
κούσης στὸν ἄνθρωπο 
λογικῆς καὶ νοερᾶς ψυχῆς, τῶν φυσιολογικῶν ἀλλὰ καὶ τῶν παθολογικῶν ἐκδηλώσεών της,
 στενοχωριόταν καὶ ὑπέφερε πολύ, ὅταν ἔβλεπε τὶς βαριὲς ἀστοχίες καὶ τὰ λάθη στὴν 
ἀντιμετώπιση τῶν ἀσθενῶν αὐτῶν, τὰ ὁποία εἶχαν σοβαρότατες συνέπειες γιὰ τὸν ἀσθενῆ 
καὶ τὸ περιβάλλον του.

Δεδομένου δὲ ὅτι οἱ πλεῖστοι ἀκαδημαϊκοὶ δάσκαλοι τῆς ψυχιατρικῆς 
θεωροῦν ὅτι τὰ 
«ψυχικὰ φαινόμενα» ἔχουν μόνον βιολογικὸ ὑπόβαθρο –θεώρηση, ἡ ὁποία συνιστᾶ ἄρνηση
 τῆς ὕπαρξης ἄυλης, νοερῆς καὶ λογικῆς ψυχῆς στὸν ἄνθρωπο- ἦταν πολὺ ἐπιφυλακτικὸς ἢ 
ἀρνητικὸς γιὰ πολλὲς «θεραπεῖες» ποὺ ἐφάρμοζαν οἱ προαναφερθέντες ψυχίατροι.

Ὁ Γέροντας Παΐσιος, συμφωνόντας μὲ τὸν Γέροντα Πορφύριο θεωροῦσε 
ὅτι τὰ αἴτια τῶν
 περισσοτέρων ψυχικῶν ἀσθενειῶν εἶναι πνευματικὰ καὶ ὅτι τὰ «ψυχοφάρμακα»
 δὲν θεραπεύουν, ἀλλὰ ἔχουν μόνον κατασταλτικὸ χαρακτήρα, καὶ ὅτι εἶναι δυνατὸν
 νὰ χρησιμοποιοῦνται μὲ φειδὼ σὲ περιπτώσεις πασχόντων «ψυχασθενῶν», ἕως ὅτου 
καταστῆ ἐφικτὴ ἡ ἐπικοινωνία μὲ αὐτοὺς» [3].

Κατόπιν ἡ συμβολή τοῦ μυστηρίου τῆς Γενικῆς Ἐξομολόγησης εἶναι κα
θοριστική 
γιά τήν ὁριστική καί ὁλοκληρωτική ψυχική-πνευματική θεραπεία μέ τήν Θεία Χάρη.

Εἴθε νά παύσει ὁ ἀποπροσανατολισμός τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, πού 
τείνει νά
 ὑποκαταστήσει τόν Πνευματικό μέ τόν ψυχολόγο ἤ τόν ψυχίατρο καί ὁ ὁποῖος 
μάταια ἀναζητεῖ τήν ψυχική του θεραπεία ἐκεῖ πού δέν ὑπάρχει. 
«Πᾶνε νά ἡρεμήσουν οἱ ἄνθρωποι» παρατηρεῖ ὁ Γέρων Παΐσιος «εἴτε μὲ ἡρεμιστικὰ
 εἴτε μὲ θεωρίες γιόγκα, καὶ τὴν πραγματικὴ ἡρεμία, ποὺ ἔρχεται, ὅταν ταπεινωθῆ ὁ
 ἄνθρωπος, δέν τὴν ἐπιδιώκουν, γιά νά ἔρθη ἡ θεία παρηγορία μέσα τους» [4].

Ἡ ἀληθινή ἡρεμία ἔρχεται μέ τήν Θεία Χάρη ἡ ὁποία προσλαμβάνεται 
ἀπό τούς 
ταπεινούς. «Ἡ ἐξωτερικὴ μόρφωση μὲ τὸ ἄγχος» ἐπίσημαίνει πάλι ὁ σοφός Γέροντας 
«ὁδηγεῖ καθημερινῶς ἑκατοντάδες ἀνθρώπων (ἀκόμη καὶ μικρὰ παιδιὰ μὲ ἄγχος) 
στίς ψυχαναλύσεις καὶ στούς ψυχιάτρους καὶ κτίζει συνεχῶς 
Ψυχιατρεῖα καὶ μετεκπαιδεύει ψυχιάτρους, ἐνῶ πολλοὶ ψυχίατροι οὔτε Θεὸ πιστεύουν
 οὔτε ψυχὴ παραδέχονται. Ἑπομένως, πῶς εἶναι δυνατὸν αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι νά βοηθήσουν
 ψυχές, ἀφοῦ καὶ οἱ ἴδιοι εἶναι γεμάτοι ἀπὸ ἄγχος; Πῶς εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νά 
παρηγορηθῆ ἀληθινά, ἂν δέν πιστέψη στόν Θεὸ καὶ στήν ἀληθινὴ ζωή, τὴν μετὰ θάνατον, 
τὴν αἰώνια; Ὅταν συλλάβῃ ὁ ἄνθρωπος τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς τῆς ἀληθινῆς, 
τότε φεύγει ὅλο τὸ ἄγχος του καὶ ἔρχεται ἡ θεία παρηγορία, καὶ θεραπεύεται.
 Ἂν πήγαινε κανεὶς στό Ψυχιατρεῖο καὶ διάβαζε στούς ἀσθενεῖς τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ,
 θὰ γίνονταν καλὰ ὅσοι πιστεύουν στόν Θεό, γιατὶ θὰ γνώριζαν τὸ βαθύτερο νόημα τῆς ζωῆς».

Ἡ θεραπεία ὑπάρχει μόνο στό ἀληθινό Ψυχιατρεῖο, τήν Ὀρθόδοξη Ἐκ
κλησία καί παρέχεται 
δωρεάν ἀπό τόν Ἰατρό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων μας τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό.

--------------------------------------------------------------------------------------

[1] Γέροντος Πορφυρίου Ἱερομονάχου, Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν, Ἔκδοσις
Ἡ Μεταμόρφωσις
 τοῦ Σωτῆρος, Μήλεσι, ἔκδ.7η, 2008.

[2] Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου, Βίος καί Λόγοι, Ἔκδοσις
Ζ΄, Ἱερά Μονή Χρυσοπηγῆς, Χανιά 2006, (Στό ἑξῆς: Βίος καί Λόγοι Ζ΄),
σελ. 370.

[3] Γέροντος Παϊσίου, Γ7. Προς Βασίλειον, Τίμιος Σταυρός 23/7/1977,
στό Ψυχολογία - Βιβλία ψυχολογίας καί «ψυχολογικά» προβλήματα (Γέροντας Παΐσιος), http://hristospanagia3.blogspot.com/2010/09/blog-post_1291. html (Από το βιβλίο:
 «ΚΕΙΜΕΝΑ-ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Γέροντος ΠΑΪΣΙΟΥ του ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ 1924-1994», ΕΚΔΟΣΕΙΣ: ΑΓΙΟΤΟΚΟΣ ΚΑΠΠΑΔΟΚΙΑ, Θεσ/νίκη 2009, ΝΙΚΟΛΑΟΣ Α. ΖΟΥΡΝΑΤΖΟΓΛΟΥ ΕΠΙΣΜΗΝΑΓΟΣ Ε.Α.)

[4] Γέροντος Παΐσιου του Αγιορείτου Λόγοι Α΄, ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
“ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ”, ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ 2001
– Δεύτερο Μέρος – Κεφάλαιο 3ον «Ἁπλοποιῆστε τήν ζωή σας, γιά νά φύγη τό ἄγχος»

Σάββατο, Νοεμβρίου 10, 2012

Το άγχος στη ζωή μας ή πως μπορεί ένας πνευματικός άνθρωπος να αντιμετώπισει και να αξιοποίηση το άγχος ως εργαλείο πνευματικής προκοπής;


Πῶς μπορεῖ νὰ ἀντιμετωπισθεῖ τὸ ἄγχος;

Στο ερώτημα «πως μπορεί ένας πνευματικός άνθρωπος να αντιμετώπισει και να αξιοποίηση το άγχος ως εργαλείο πνευματικής προκοπής;» μία επιγραμματική – συνοπτική απάντηση θα ήταν, στο ερώτημα αυτό η εξής·

- Να παραδώσει το άγχος και την ανασφάλεια που το συνοδεύει στο έλεος και την αγάπη του Θεού.


- Να προσπαθήσει να το ιδεί και να το κατανοήσει στην ψυχοδυναμική του ιδιαιτερότητα ως φοβίας η αόριστης αγωνίας η αναιτιολόγητης επιθετικής παρορμήσεως η τέλος ως ενοχικής φοβικής ευαισθησίας, ως παράγοντα της παιδείας του Κυρίου!

- Να εντοπίσει ενδεχομένως το ενοχικό υπόστρωμα του άγχους, που συνήθως αποτελεί την κυρία ψυχοδυναμική του αφετηρία. Απωθημένες αμαρτητικές εμπειρίες, δηλ. ανεξομολόγητες ενοχές, εκδικούνται με ασυνείδητη αγχώδη αντίδραση.

- Να συλλάβει την αφυπνιστική πνευματική σημασία του άγχους, ως ερεθίσματος μιας εργασίας αυτογνωσίας με κριτήρια αντικειμενικά και όχι αυτοδικαιωτικά.

- Να μεταποιήσει τη δυναμική της αγχωτικής αγωνίας σε νηπτικό τρόπο βιώσεως της πνευματικής ζωής, σύμφωνα με την μνημονευθείσα προτροπή του αγ. Μακαρίου του Αιγυπτίου· «Και ημείς τοίνυν βιασώμεθα και άγξωμεν εαυτούς εις την ταπεινοφροσύνην, την αγάπην και την πραότητα., ίνα αποστείλη το Πνεύμα αυτού εις τας καρδίας ημών ο Θεός»!

Όντως τα αντίρροπα του άγχους είναι η ταπεινοφροσύνη, η αγάπη και η πραότητα!

Κορναράκης 'Ιωάννης 
(Ὅμότιμος Καθηγητής Ποιμαντικῆς Ψυχολογίας 
καὶ Ἐξομολογητικῆς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν).

Τετάρτη, Οκτωβρίου 31, 2012

Η αγχωτική νεύρωση και η λυτρωτική θεραπεία του Αρχιμανδρίτου Κύριλλου Κωστόπουλου,


Η εποχή μας διακρίνεται κυρίως για την απουσία της πραγματικότητος και την επικράτηση του παράλογου. Στην θέση της αγαπητικής κοινωνίας υπάρχει το μίσος και η ακοινωνησία. Η ελπίδα αντικαταστάθηκε από την απελπισία και την απογοήτευση. Η δικαιοσύνη από την αδικία, η αλήθεια από το ψεύδος, η λογική από τον παραλογισμό. Θα έλεγε κανείς ότι στην εποχή μας λαμβάνει σάρκα και οστά η σκέψη του Γάλλου υπαρξιστή Camus –όπως αυτή περιγράφεται στο «Μύθο του Σίσυφου» – περί του παραλόγου ως απουσίας του νοήματος της πραγματικότητος.
Η όλη αυτή κατάσταση επιδρά στον σημερινό άνθρωπο κάθε ηλικίας και προκαλεί το νευρωτικό άγχος. Ο Erich Fromm σημειώνει σχετικά: «Κάθε νεύρωση επιβεβαιώνει πως η απόλαυση ημπορεί να ευρίσκεται σε αντίθεση με τα πραγματικά συμφέροντα του ανθρώπου».[1]
Αυτή η αντίθεση προκαλεί στον άνθρωπο το νευρωτικό άγχος για τον λόγο ότι συγκρούεται η αντίληψη, η οποία έχει διαμορφωθεί εντός του για την αντικειμενική πραγματικότητα με την διαφοροποίησή της σε όλα τα επίπεδα της ζωής. Έτσι συμβαίνει να υπάρχει σήμερα σε όλο τον πολιτισμένο κόσμο το πρόβλημα του άγχους ή, επί το επιστημονικότερο, η αγχωτική νεύρωση, η οποία κατατυραννεί τον σύγχρονο άνθρωπο.
Με τον όρο «αγχωτική νεύρωση» δηλώνεται η βίωση δυσάρεστων καταστάσεων και λειτουργικών διαταραχών, όπως το αίσθημα πνιγμού, το αίσθημα του φόβου, η ιδεοληψία, οι αμνησίες, η ψυχολογική καταπίεση, η αγωνία, η κατάθλιψη και γενικότερα το στρες.[2]
Ο δημιουργός της ψυχαναλυτικής σχολής S. Freud διακρίνει το άγχος σε φυσιολογικό και παθολογικό. Το πρώτο συνυφαίνεται με τις απλές καθημερινές δυσκολίες της ζωής και αποτελεί μέρος του γενικότερου ανθρωπίνου «μηχανισμού». Το δεύτερο γεννάται από την απώθηση του ανικανοποίητου.[3]
Στην εποχή μας που επικρατεί, όπως προαναφέραμε, η ακοινωνησία, η απελπισία και η απογοήτευση, η αίσθηση του ανικανοποίητου βαθαίνει και κατ’ αυτόν τον τρόπο αυξάνει και η αγχωτική νεύρωση. Έχει υποστηριχθεί «ότι τα άγχη στη μεταμοντέρνα σκηνή είναι τόσο έντονα ώστε ο δυτικός πολιτισμός να φαντάζει πλημμυρισμένος από πανικό, μία έκφραση του άγχους....»[4]
Η ψυχανάλυση, παρά τους κομπασμούς της, δεν πρόσφερε, δυστυχώς, ούτε προσφέρει μέχρι σήμερα ουσιαστική θεραπευτική λύση. Εγκλωβισμένη στα ψυχρά πλαίσια της επιστημονικής υποδείξεως, η οποία απλώς χρησιμοποιεί εξωτερικούς μηχανισμούς θεραπείας, δεν υποψιάζεται ότι ο άνθρωπος είναι ενιαίο ψυχοσωματικό ον. Ο ίδιος ο S. Freud αποδέχεται την αδυναμία του να προσφέρει πλήρη λύση και θεραπεία στον νευρωτικό αγχώδη άνθρωπο. Να τι γράφει: «Το άγχος είναι ένα αίνιγμα που η λύση του θα πρέπει να ρίξει άπλετο φως πάνω σε όλη την νοητική μας ζωή. Δεν λέω πως μπορώ να σας δώσω μια πλήρη λύση».[5]
Εμείς, όμως, ως ορθόδοξοι χριστιανοί, οι οποίοι κατέχουμε την αλήθεια, πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Σαρκωθείς Λόγος του Θεού Πατρός μας διαβεβαίωσε πως καμία εγκόσμια ειρήνη δεν είναι δυνατόν να ειρηνεύσει τον αγχωτικό νευρωτικό άνθρωπο παρά μόνον η ιδική Του: «Ειρήνην αφίημι υμίν, ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν· ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν».[6]
Ο Μ. Βασίλειος, ο οποίος είχε σπουδάσει και την ιατρική τέχνη, μάς λέγει ότι αυτός που επιζητεί την ειρήνη, στην πραγματικότητα επιζητεί την κοινωνία με Αυτόν τον Ιησού Χριστό. Και τούτο γιατί Αυτός ένωσε τα διεστώτα και δημιούργησε τον νέο άνθρωπο μέσω της Σταυρικής Του θυσίας. Λέγει χαρακτηριστικά ο Άγιος Πατήρ: «Ζήτησον την του Κυρίου ειρήνην, και δίωξον αυτήν... Άνω γαρ εστιν η ειρήνη η αληθής... Ο ζητών ειρήνην Χριστόν εκζητεί, ότι αυτός εστιν η ειρήνη, ος έκτισε τους δύο εις ένα καινόν άνθρωπον, ποιών ειρήνην και ειρηνοποιήσας δια του αίματος του σταυρού αυτού είτε τα εν τοις ουρανοίς είτε τα επί της γης».[7]
Η δυνατότητα βιώσεως αυτής της ειρήνης από τον αγχωτικό – νευρωτικό άνθρωπο πραγματώνεται μέσω του μυστηρίου της μετανοίας και εξομολογήσεως. Ο έμπειρος και φωτισμένος αφενός, αλλά και κατηρτισμένος με την θύραθεν και θεολογική παιδεία πνευματικός πατέρας, επικαλούμενος την χάρη του Παναγίου Πνεύματος, κατέρχεται στο εσώτερο «είναι» του νευρωτικού και αγχωτικού ανθρώπου και εκεί συναντά τις ενοχές ή τις καταθλιπτικές καταστάσεις που τον κατατυραννούν. Προσφέροντάς του τα κατάλληλα πνευματικά φάρμακα, του παρέχει την δυνατότητα να επανέλθει και να αποκτήσει και πάλι την ειρήνη του.
Ο μεγάλος ψυχαναλυτής Jung ομολόγησε ότι «οι άνθρωποι σήμερα καταφεύγουν εις τον ψυχίατρον αντί να επισκεφθούν τον ιερέα».[8]  Στο σημείο αυτό πρέπει να διευκρινισθεί ότι δεν απορρίπτουμε την ιατρική βοήθεια εκ μέρους του νευρολόγου – ψυχιάτρου, εάν υπάρχει νευρολογικό πρόβλημα στον ασθενή.
Είναι γεγονός ότι ο υποκριτικός πολιτισμός μας και η υποκουλτούρα δεν παρέχουν τις δυνατότητες, ώστε να βοηθηθεί ο σημερινός αγχωμένος άνθρωπος, ο οποίος έχει χάσει την κοινωνία του με τον Θεό και τον συνάνθρωπο και έχει μπει στον χώρο της αδιαφορίας, της αδράνειας και της πλήξης. Αυτή, όμως, η πορεία οδηγεί στο «κενό».
Οφείλουμε να αποδεχθούμε την οντολογική αλήθεια ότι η ψυχολογική και πνευματική ωριμότητα και η ειρήνη συμβαδίζουν και αποτελούν ένα και το αυτό γεγονός, την πρόοδο της προσωπικότητος από κάθε άποψη.
Είναι ανάγκη, λοιπόν, ο σύγχρονος αγχωμένος άνθρωπος να επανασυνδεθεί με τον Δημιουργό του Θεό, τον συνάνθρωπο και τον εαυτό του. Μόνον ο Θεός μπορεί να λογοποιήσει την όλη ζωή του, να τον απαλλάξει από τα καθημερινά άγχη και να του προσφέρει την πολυπόθητη εσωτερική ειρήνη
____________________________________
1. E. Fromm, Ο άνθρωπος για τον εαυτό του, έρευνα στην ψυχολογία της ηθικής, (μτφ. Δ. Θεοδωρακάτου), εκδ. Μπουκουμάνη, Αθήνα 1974, 233.
2. Βλ. Λεξικό της Φιλοσοφίας, τόμ. 3, εκδ. Πάπυρος, επιμ. εκδ. Ευτ. Π. Φικιώρης, Παρίσι 959, 1013-1014.
3. Βλ. Dr Axele, Φρόυντ, Άντλερ, Γιούγκ, Ατομική Ψυχολογία – Συμπλεγματική Ψυχολογία, (διασκ. Γ. Κουχτσόγλου), εκδ. Παγκ. Εγκυκλ. Μορφ.Βιβλιοθήκη, Αθήνα χ.χ., 98-100.
4. Θ. Καραβάτου, «Άγχος: το νόημα του όρου ως πρόβλημα ψυχοπαθολογίας», Σύναψις 1 (Καλοκαίρι 2005), 25.
5. S. Freud, Το άγχος, (μτφ. Δ.Π. Κωστελένου), εκδ. Δαμιανού, Αθήνα χ.χ., 9.
6. Ιωάν. 14, 27.
7. PG 29, 376.
8. C. G. Jung, Die Beziehungen der Psychotherapy zur Seelsorge, Rascher Verlag, Zurich 1933, 40.

(Δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό ΑΧΑΪΚΗ ΙΑΤΡΙΚΗ Τόμος 31ος, τεύχος 2, Οκτώβριος 2012).

Πέμπτη, Οκτωβρίου 25, 2012

Ποιμαντική και Ψυχοθεραπεία: Συνέντευξη με τον π. Βασίλειο Θερμό


Συζητάμε με τον π. Βασίλειο Θερμό, ψυχίατρο παιδιών και εφήβων και συγγραφέα πλήθους σημαντικών βιβλίων που σχετίζονται με την ψυχολογία των παιδιών και των εφήβων, την πνευματική ζωή των πιστών, αλλά και τη γενικότερη κατάσταση της σύγχρονης Εκκλησίας. Ο π. Βασίλειος πρόσφατα συμμετείχε στη διοργάνωση του 5ου Διεθνούς Συνεδρίου Ορθοδόξων Ψυχοθεραπευτών, που πραγματοποιήθηκε στο Βόλο, μεταξύ 27 και 30 Σεπτεμβρίου 2012.
 Πάτερ Βασίλειε, ποια είναι σήμερα η αποτίμησή σας για αυτό το ενδιαφέρον τετραήμερο του Βόλου;
 Νομίζω ότι το συνέδριο πήγε πιο καλά και από όσο φανταζόμαστε πριν, αν εξαιρέσουμε ότι το πρόγραμμα έπρεπε να είναι λιγότερο φορτωμένο. Είδαμε στα μάτια των ανθρώπων χαρά και ευγνωμοσύνη. Γνωρίστηκαν μεταξύ τους ψυχοθεραπευτές που τους ενώνει η πίστη, ή έστω το υπαρξιακό ενδιαφέρον. Κληρικοί που νοιάζονται για την ψυχολογική γνώση κατανόησαν καλύτερα τον τρόπο σκέψης των ψυχοθεραπευτών, και αντίστροφα. Μάλιστα, έλαβαν μέρος και άνθρωποι που δεν ανήκουν σε αυτούς τους δύο χώρους, αλλά τους συνέχει η έγνοια να γεφυρώσουν το πνευματικό με το ψυχολογικό στοιχείο στη ζωή τους. Θα πρέπει δε να τονίσουμε ότι δεν περιορίστηκε μόνο στο γνωστικό στοιχείο, όπως κατά κανόνα συμβαίνει με τα συνέδρια, αλλά υπήρχε έντονο το βιωματικό και το συναίσθημα. Εμάς τους παλαιότερους μας χαροποίησε και η ανάδειξη της επερχόμενης νέας γενιάς πιστών ψυχοθεραπευτών.
Είμαστε ευγνώμονες στον Θεό γι’ αυτή την ευκαιρία και πρέπει τώρα να εξετάσουμε ποιούς ορίζοντες ανοίγει για το μέλλον. Να τονίσουμε εδώ ότι δεν θα μπορούσε το συνέδριό μας να είναι αυτό που ήταν χωρίς την ουσιαστική συμπαράσταση του Μακ. Αρχιεπισκόπου κ. Ιερωνύμου και του Σεβ. Μητροπολίτου Δημητριάδος κ. Ιγνατίου. Αλλά και πλήθους εθελοντών, αφού η οργάνωσή του δεν ανατέθηκε σε επαγγελματικό γραφείο.
Πείτε μας, σας παρακαλούμε, δυο λόγια για τους Ορθόδοξους Ψυχοθεραπευτές διεθνώς. Υπάρχει κάποιο συντονιστικό όργανο ή έρχεστε σε επαφή μέσω προσωπικής  επικοινωνίας; 
Η υπόθεση ξεκίνησε το 2001 στην Αγγλία με ελάχιστους ανθρώπους από ΗΠΑ και Βρετανία. Οι Έλληνες μπήκαμε δυναμικά στο προσκήνιο οργανώνοντας το δεύτερο συνέδριο το 2003, ενώ ακολούθησαν δύο άλλα στις ΗΠΑ. Ουσιαστικά η αναγκαιότητα των συνεδρίων αυτών τέθηκε από τους ξένους συναδέλφους οι οποίοι ενδιαφέρονταν να γίνει σαφέστερη η ταυτότητα του ορθόδοξου ψυχοθεραπευτή στη Δύση. Ανταποκριθήκαμε όμως οι Έλληνες πρόθυμα, επειδή είχαμε και εμείς την ανάγκη να φέρουμε σε διάλογο τις ψυχολογικές επιστήμες με τη θεολογία και την ποιμαντική, κάτι που είχε αρχίσει από τη δεκαετία του ’80. Προς το παρόν δεν υπάρχει κάποιο επίσημο συντονιστικό όργανο αλλά μια άτυπη διεθνής ομάδα.
Στον ελλαδικό χώρο πώς είναι τα πράγματα; Το περιοδικό «Ψυχής Δρόμοι» που εκδίδετε, αποτελεί χώρο συνάντησης Ορθόδοξων Ψυχοθεραπευτών ή πρόκειται για κάτι ευρύτερο; 
Με τη Χάρη του Θεού το ενδιαφέρον γι’ αυτή τη συνάντηση Θεολογίας και ψυχολογικών επιστημών είναι έντονο στον τόπο μας. Βιβλία εκδίδονται, ομιλητές καλούνται σε διάφορες εκκλησιαστικές ευκαιρίες, εκπομπές γίνονται. Βλέπετε, ζούμε σε εποχή που η γλώσσα της είναι ψυχολογική και αυτό οφείλουμε να το σεβαστούμε αν θέλουμε το μήνυμα του Θεού να αγγίξει το σύγχρονο άνθρωπο.
Το περιοδικό «Ψυχής Δρόμοι» υπήρξε μια αναγκαιότητα, ένα αίτημα το οποίο είχε ωριμάσει. Φιλοδοξεί να αποτελέσει βήμα αμοιβαίου διαλόγου των κληρικών και θεολόγων με εκείνους που υπηρετούν την ψυχολογία και την ψυχιατρική. Απευθύνεται όμως και στο ευρύ κοινό που έχει ενδιαφέρον για τα ζητήματα αυτά. Εκτός από ελάχιστα άρθρα που είναι περισσότερο επιστημονικά, η πλειονότητα της ύλης του είναι προσιτή σε έναν μέσο προβληματιζόμενο άνθρωπο.
Θα ήθελα να μνημονεύσω και μια πρωτοτυπία του περιοδικού: σε κάθε τεύχος παρουσιάζονται ορισμένες πραγματικές περιπτώσεις (με ψευδώνυμο) οι οποίες σχολιάζονται από έναν ψυχοθεραπευτή και έναν πνευματικό, ώστε να φανούν οι ομοιότητες και οι διαφορές στην προσέγγιση. Νομίζω ότι αυτό έχει γίνει το πιο δημοφιλές τμήμα κάθε τεύχους.
Ποια βλέπετε να είναι η ατμόσφαιρα στους εκκλησιαστικούς κύκλους σήμερα σχετικά με την ψυχοθεραπεία;
Όχι ενιαία. Υπάρχουν αρκετοί κληρικοί και λαϊκοί οι οποίοι διάκεινται ευνοϊκά επειδή βλέπουν τη χρησιμότητά της. Υπάρχουν και κάποιοι οι οποίοι εμφανίζονται αμυντικοί και καχύποπτοι, νομίζοντας ότι έτσι προδίδει το νόημα της αληθινής ποιμαντικής. Αλλά ξεχνούν ότι στους Πατέρες μας, ιδιαίτερα στους νηπτικούς λεγομένους, βρίσκουμε πληθώρα ψυχολογικών αληθειών. Η ψυχολογική επιστήμη απλώς συστηματοποίησε τις αλήθειες που υπήρχαν πάντα, ανακάλυψε και πολλές άλλες, και επινόησε την ψυχοθεραπεία ως μέθοδο αλλαγών στην προσωπικότητα και ίασης ή έστω βελτίωσης των ψυχικών διαταραχών.
Επίσης υπάρχουν και εκείνοι που θεωρούν εσφαλμένα πως το πρόθεμα ‘ψυχο-’ αναφέρεται στην ψυχή με την θεολογική έννοια. Αναλυτικές απαντήσεις στα ζητήματα αυτά έχω δώσει στο βιβλίο μου ‘Ανθρωπος στον ορίζοντα’. Εν ολίγοις, η εντύπωσή μου είναι ότι κατά τα τελευταία δέκα χρόνια οι αντιρρήσεις βαίνουν συνεχώς μειούμενες. Επειδή η ψυχοθεραπεία αποτελεί προϊόν της νεωτερικότητας, γι’ αυτό και η επίμονα αρνητική στάση εναντίον της σηματοδοτεί την άρνηση να συναντηθεί η Εκκλησία και η Θεολογία μας με τη νεωτερικότητα, κάτι που δείχνει ότι ψυχολογικά έχουμε αγκυροβολήσει σε μια προνεωτερική εποχή. Αυτό αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Αλλά ο χριστιανός οφείλει να καταστήσει κάθε εποχή ‘σπίτι’ του, ασκώντας βέβαια κριτική όπου χρειάζεται.
Σε θεωρητικό επίπεδο τώρα, πού βλέπετε να συγκλίνουν περισσότερο η εκκλησιαστική ποιμαντική με την ψυχοθεραπεία και πού να αποκλίνουν;
Συγκλίνουν στην ανάγκη να είναι ο άνθρωπος αυθεντικός και ειλικρινής με τον εαυτό του, και όχι ψεύτικος. Ακόμη συγκλίνουν στη σημασία που δίνουν στα σαφή όρια του εαυτού σε σχέση με τους άλλους, καθώς και στην αναγκαιότητα να γίνει ο άνθρωπος ικανός να αγαπά και να δημιουργεί. Συμπορεύονται επίσης στην έμφαση που δίνουν στη χαρά και στην ελευθερία ως  λύση των εσωτερικών συγκρούσεων. Για όποιον μάλιστα ποθεί την εν Χριστώ ζωή, η ψυχοθεραπεία μπορεί να γίνει προπομπός της και διευκολυντής της.
Δεν θα έλεγα ότι αποκλίνουν κάπου, απλώς θα επισημάνω πως η ψυχοθεραπεία έχει συγκεκριμένους περιορισμούς που προέρχονται από την κτιστή της φύση. Δεν είναι σωστό και τίμιο να της ζητά κανείς πράγματα που δεν μπορεί να δώσει. Η εκκλησιαστική ποιμαντική, όμως, ανοίγει τον άνθρωπο (όταν ασκείται σωστά, βέβαια) σε ορίζοντες αγιότητας. Φυσικά αποκλίσεις έχουμε ενίοτε, όχι με την ουσία μιας σοβαρής ψυχοθεραπείας, αλλά με το πρόσωπο του θεραπευτή που ενδέχεται να είναι ακατάλληλος ή στρατευμένος.
Κατά πόσο εκτιμάτε ότι θα μπορούσαν να βοηθήσουν οι γνώσεις Ψυχολογίας κάποιον Πνευματικό; Θα μπορούσε να ανταποκριθεί στο έργο του και χωρίς αυτές;
Πιστεύω ακράδαντα πως είναι απαραίτητες. Βέβαια θα υπάρχουν πάντα λίγοι Πνευματικοί οι οποίοι κατέχουν αυτές τις ψυχολογικές γνώσεις εκ φύσεως, επειδή διαθέτουν σπάνια υπαρξιακή ευαισθησία. Υπάρχουν και κάποιοι που τις διαθέτουν από θείο φωτισμό. Η συντριπτική πλειονότητα, όμως, έχουν ανάγκη να τις πάρουν από μελέτη και επιμόρφωση. Για όσους ρωτούν τι γινόταν στο παρελθόν, απαντώ: πρώτον, τώρα έχουμε το δώρο αυτής της συστηματικής ψυχολογικής γνώσης και οφείλουμε να το αξιοποιήσουμε, και δεύτερον, ο σημερινός άνθρωπος είναι πιο πολύπλοκος και δύσκολος να κατανοηθεί. Εννοείται ότι παραμένει αναντικατάστατη η ανάγκη για πνευματική ζωή ποιότητας του κληρικού.
Ας δώσω ένα δείγμα των απαραίτητων για ένα πνευματικό ψυχολογικών γνώσεων: κατανόηση των ιδιαιτεροτήτων κάθε σταδίου ηλικίας, γνώση των δυναμικών του έρωτα και του γάμου, διάκριση ψυχολογικών από πνευματικά προβλήματα, στοιχειώδεις γνώσεις ψυχιατρικής και ψυχολογίας της προσωπικότητας, βασικές αρχές ψυχολογίας συστημάτων και ομάδας, κατανόηση μηχανισμών του ασυνειδήτου, ευαισθητοποίηση στην ψυχολογία του πολιτισμού και πολλά άλλα. Φοβάμαι πως η ανάγκη αυτή δεν έχει δυστυχώς γίνει αντιληπτή από τους επισκόπους μας. Κάποιοι αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες αλλά αυτές παραμένουν μεμονωμένες διαλέξεις. Δεν αντιλαμβάνονται ότι χρειάζεται συστηματική μακρόχρονη επιμόρφωση διαρκείας. Και την ίδια ώρα υπάρχουν ιερείς που διψούν γι’ αυτή!
Υπάρχουν τρόποι που θα μπορούσαν να βοηθήσουν έναν πιστό να βελτιώσει την αυτογνωσία του και, κατά συνέπεια, να προχωρήσει στην πνευματική ζωή;
Η προσευχή με αίτημα τη γνώση του εαυτού μας είναι απαραίτητη. Οπωσδήποτε βοηθά και η μελέτη σχετικών βιβλίων. Η αυτογνωσία μας επίσης μπορεί να προοδεύσει μέσα από τις διαπροσωπικές μας σχέσεις, επειδή οι άλλοι μπορούν να γίνουν πηγή πολύτιμων πληροφοριών για μάς. Όταν υπάρχουν ψυχολογικές εμπλοκές σοβαρές, έχουμε ανάγκη ψυχοθεραπείας, την οποία πρέπει να αναζητήσουμε σε σοβαρό ψυχοθεραπευτή. Όμως κανένας τρόπος δεν είναι σε θέση να βοηθήσει αν έχουμε ισχυρές άμυνες και αντιστάσεις στο να γνωρίσουμε τον εαυτό μας.
Σας ευχαριστούμε πολύ! 
Σας ευχαριστώ κι εγώ!

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 18, 2012

Εξομολόγηση και Ψυχοθεραπεία (Πρωτοπρ. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)



Απομαγνητοφωνημένη ομιλία του π. Κωνσταντίνου, στην Αγία Παρασκευή του ομωνύμου προαστίου Αθηνών, στις 18-3-2003.

Εισαγωγή
Τί είναι πρόσληψη;
Τί είναι ψυχιατρική;
Τί είναι ψυχολογία;
Τι είναι ψυχοθεραπευτική;
Υπάρχει ορισμός της ψυχής στην Ψυχοθεραπευτική;
Ορισμός της ψυχής, σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας.
Πρώτο θεολογικό σημείο.
Δεύτερο θεολογικό σημείο.
Τρίτο θεολογικό σημείο.
Τι είναι οι ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες;
Μπορούν οι ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες να γιατρέψουν την ψυχή;
Πώς θεραπεύεται το "εγώ" σύμφωνα με τον Άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή.
Ο μισών την ψυχήν αυτού ένεκα εμού και του Ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν.
Μπορεί το Μυστήριο να δεχτεί τεχνικές και μεθοδολογίες;


Έχουμε μπροστά μας ένα θέμα πάρα πολύ καίριο πραγματικά, πολύ λεπτεπίλεπτο, που πρέπει να το δούμε με πλεονάζουσα σοβαρότητα, γιατί ακριβώς αυτή η συγκριτική που θέτει το θέμα μπροστά μας, «Ψυχοθεραπεία και Εξομολόγηση», μπορεί να δημιουργήσει συγχύσεις ή ακόμη και περιττές αντιπαλότητες. Επειδή το θέμα είναι πάρα πολύ μεγάλο, στα λίγα λεπτά που διαθέτω μπροστά μου, θα προσπαθήσω να το σκιαγραφήσω πολύ απλά, πολύ αδρά, να πω πολύ μεγάλες έννοιες με απλά λόγια, να το ορίσω στην αγάπη σας και να ΄χετε  κάποιο στοιχείο, κάποιο επίπεδο, για να μπορείτε όταν γίνονται αυτές οι αναλύσεις να τις καταλαβαίνετε λίγο καλύτερα.
            Πρώτα-πρώτα, πού στοχεύει αυτή η συγκριτική; Τι στόχο έχει; «Εξομολόγηση ή ψυχοθεραπεία». Πρώτα-πρώτα για ένα ξεκαθάρισμα εννοιών, να ξέρουμε τι έχουμε μπροστά μας και ποιες είναι οι έννοιες, ποιες είναι οι ορολογίες. Τι εννοούμε «ψυχοθεραπεία». Και ένα δεύτερο, πάρα πολύ ουσιαστικό και πολύ καίριο για την Εκκλησία μας, είναι για να μη γίνει πρόσληψη λαθεμένων στοιχείων.  Τι είναι πρόσληψη : ξέρετε, η Εκκλησία μας όταν μπει σ’ ένα χώρο για να κάνει ποιμαντική, όταν κάνει ιεραποστολή, προσλαμβάνει τα στοιχεία του πολιτισμού που είναι εκεί -του τόπου- τη «σάρκα» του τόπου και μέσα σ’ αυτή τη «σάρκα» ορίζει την αγάπη του Θεού. Και ο Χριστός προσέλαβε την ανθρώπινη σάρκα, την ανθρώπινη φύση. Έτσι λοιπόν η πρόσληψη είναι ένα καίριο θέμα˙ τι προσλαμβάνουμε. Ό,τι είναι προς πρόσληψη, προς αγιασμό, το προσλαμβάνουμε. Βλέπετε, ο Χριστός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση. Δεν προσέλαβε την αμαρτία της ανθρώπινης φύσης. Έχουμε εμείς κάτι να προσλάβουμε από αυτούς τους χώρους που γίνονται αυτές οι διεργασίες, ή όχι; Έχουμε να πάρουμε κάτι από όλες αυτές τις μεθοδολογίες που αναπτύσσονται, εμείς, ως νέες τεχνικές προσεγγίσεως των ψυχικών δεδομένων; Πρέπει να τονίσω εκ προοιμίου, για τους χώρους που θα αναφερθώ, της ψυχοθεραπείας ειδικά, ότι όσοι ασχολήθηκαν έχουν ένα καλό κοίταγμα, μια καλή διάθεση, δεν υπάρχει δηλαδή κακότητα. Θέλουν να βοηθήσουν τον σήμερα κουρασμένο και τραυματισμένο άνθρωπο. Γι’ αυτό δεν διαθέτουμε καμία αμφιβολία. Είναι μια προσπάθεια να βοηθήσουν τον άνθρωπο. Αλλά το θέμα είναι το πώς θα βοηθήσουν τον άνθρωπο.
            Να αρχίσω πρώτα-πρώτα να ξεκαθαρίζω τους όρους. Οι πιο γνωστοί όροι που έχουμε μπροστά μας είναι οι όροι : ψυχιατρική, ψυχολογία και ψυχοθεραπευτική. Διαφέρουν αυτοί οι τρεις όροι. Να πω πού διαφέρουν και τι είναι. Για να ξέρουν και οι χριστιανοί να μη συγχύζονται και μπλέκουν τα πράγματα. Η ψυχιατρική ασχολείται -ως ιατρικός κλάδος- με τις διεργασίες του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος και των νευροδιαβιβαστών. Απλά τα λέω τώρα. Ό,τι αφορά δηλαδή τα σωματικά μεγέθη. Και όπως σεβόμαστε την ιατρική για όλα τα μέλη του σώματός μας, σεβόμαστε και εκείνους που προσεγγίζουν τα οργανικά μεγέθη του εγκεφάλου, του νευρικού συστήματος (ένα όργανο είναι) και των λεγομένων νευροδιαβιβαστών, που είναι μια προσπάθεια που κάνει σήμερα η επιστήμη να βρει βαθύτερες οργανικές διεργασίες, για θεραπεία του ανθρώπου. Είναι ένα οργανικό μέγεθος και, ομολογουμένως, σήμερα ο μεγαλύτερος χώρος της ψυχιατρικής ομολογεί πως ο όρος «ψυχιατρική» είναι ατυχής. Γιατί το περιεχόμενό του είναι σωματικό. Έχουν γραφτεί κείμενα, πάρα πολλά, και στην Ελλάδα μας και στο εξωτερικό για το ατυχές του όρου «ψυχιατρική». Βλέπετε και μόνο ο όρος συγχύζει τα πράγματα. Είναι μια προσέγγιση σωματική. Αυτό το ξεκαθαρίζουμε. Άρα, δεν έχουμε τίποτα με την ψυχιατρική υπ΄ αυτήν την έννοια. Εφόσον προσδιορίζει αρρωστημένο εγκεφαλικό μέγεθος, νευρικό σύστημα ή οτιδήποτε άλλο αφορά το σώμα. Μπορεί, φυσικά, το σώμα να αρρωσταίνει από τις διεργασίες της ψυχής. Μπορεί να το δούμε σε λίγο αυτό, αλλά πιστεύω να καταλάβατε πως η ψυχιατρική είναι ένας κλάδος επιστημονικός, θετικός, κοιτάζει το σώμα˙ απλώς έτυχε κάτω από μια λανθασμένη ορολογία να εκφράζει αυτό που εκφράζει. Εξάλλου σ’ άλλες χώρες δεν μιλάνε καν για ψυχιατρική, μιλάνε για διανοητικές νόσους (mental diseases). Έτσι λοιπόν, δε μας αφορά τώρα η ψυχιατρική, εφόσον η ίδια δεν προσπαθεί να μπει σ΄ άλλους χώρους που δεν τους κατέχει. Είναι σωματική διεργασία, πιστεύω να το καταλάβατε.
            Δεύτερον, η ψυχολογία. Και εδώ ο όρος είναι ατυχής. Γιατί η ψυχολογία τι κάνει. Διαπιστώνει πώς συμπεριφέρεται ο άνθρωπος κάτω από διάφορες συνθήκες. Δηλαδή, αν ένας εργάτης δουλεύει σ’ ένα εργοστάσιο που έχει θόρυβο, αυτός κουράζεται και αρρωσταίνει, επειδή είναι ο θόρυβος μεγάλος. Βλέπει η ψυχολογία και λέει «όταν υπάρχει θόρυβος, αυτός ο άνθρωπος είναι στενοχωρημένος». Είναι μια παρατήρηση μιας συμπεριφοράς. Τα λέω πολύ απλά. Παρατηρεί απλώς πώς κινείται η ψυχή που δεν την ξέρει. Απλώς παρατηρεί συμπεριφορά. Κοιμάται ένας σ’ ένα χώρο που είναι χωρίς ήλιο. Ε, αισθάνεται λίγο άσχημα. Αυτό το παρατηρεί η ψυχολογία. Είναι παρατήρηση συμπεριφοράς.
            Και υπάρχει και η ψυχοθεραπευτική. Είναι η προσπάθεια πια, κάποιων, για να θεραπεύσουν την ψυχή. Μπορεί κι ένας ψυχίατρος να ξεφύγει από τα όριά του και να κάνει ψυχοθεραπεία. Μπορεί κι ένας ψυχολόγος να ξεφύγει από τα όριά του (παρατήρηση απλώς: να πει για ένα παιδί το οποίο είναι σε μια οικογένεια η οποία φωνάζει, κάνει φασαρία, ότι είναι νευρικό στο σχολείο). Είναι μια ψυχολογική παρατήρηση. Αλλά παρατήρηση δεν είναι ο λόγος περί ψυχής. Είναι μια παρατήρηση πώς εκφέρεται η ψυχή. Η ψυχοθεραπεία, λοιπόν, είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Είναι η προσπάθεια να θεραπευτεί η ψυχή. Τονίζω πως δεν είναι ανάγκη να είσαι ψυχίατρος για να κάνεις ψυχοθεραπευτική, ούτε ψυχολόγος. Μπορεί να είσαι ένας ψυχοθεραπευτής, ο οποίος εκφράζει διάφορες φιλοσοφικές αντιλήψεις. Η ψυχοθεραπεία είναι μία έκφραση διαφόρωνφιλοσοφικών αντιλήψεων περί ψυχής. Και εδώ είναι το επικίνδυνο, γιατί η ψυχοθεραπευτική θέλει να θεραπεύσει την ψυχή και προτείνει μάλιστα και μεθοδολογίες θεραπείας της ψυχής. Γι’ αυτό εκείνο που μας αγγίζει εμάς κι εκεί που μπορεί να γίνει μίξη, όχι σωστή μίξη, με τα θέματα της εκκλησιαστικής ποιμαντικής θεραπευτικής και εξομολογήσεως, είναι η ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Τα άλλα -είπα- είναι συγκεκριμένα. Αρκεί κι αυτοί να μην εκτρέπονται (μπορεί ένας ψυχολόγος να κάνει ψυχοθεραπευτική˙ εξετράπη από την παρατήρηση, παρατήρηση συμπεριφοράς είναι).
            Έτσι λοιπόν αν καταλάβατε αυτή τη βασική αφετηριακή τοποθέτησή μου εξ απόψεως ορισμών, μπορώ να προχωρήσω. Άρα στέκομαι τι είναι αυτή η ψυχοθεραπεία. Τι τολμάνε να γιατρέψουν. Πώς γιατρεύουν. Το πρώτο ερώτημα: η ίδια η ψυχιατρική αρχίζει να αρνείται τον όρο ψυχή. Δεν τον ξέρει. Τι είναι αυτό που λένε αυτοί ψυχή. Τι ορίζεται ως ψυχή. Όσο μπόρεσα, έχω κοιτάξει και πολλά συγγράμματα και πολλά λεξικά που αναφέρονται σ΄ αυτόν τον χώρο των ψυχο-επιστημών. Ο ορισμός της ψυχής δε δίνεται πουθενά. Ασχολούμεθα δηλαδή με κάτι -αν είμαστε ψυχοθεραπευτές- και δεν ξέρουμε ούτε το περιεχόμενο της αναζητήσεώς μας. Όταν λέω «γεωλόγος» εννοώ αυτόν που ασχολείται με τη γη. Άρα το περιεχόμενο της ερεύνης του είναι η γη. Όταν λέω «βιολόγος» εννοώ αυτόν που ασχολείται με τα του οργανικού βίου του ανθρώπου. Όλες αυτές οι επιστήμες έχουν ένα κέντρο. Ο ψυχοθεραπευτής και φυσικά και ο ψυχολόγος -που απλώς βλέπει τις αντιδράσεις της ψυχής στις διάφορες καταστάσεις- δεν ξέρει το αντικείμενο με το οποίο ασχολείται. Δεν υπάρχει ορισμός της ψυχής στην ψυχοθεραπευτική. Δεν υπάρχει. Ουδείς. Άρα δεν ξέρουν με τι ασχολούνται. Γι’ αυτό ακριβώς να αρχίσω τώρα να κάνω μια θεολογική προσέγγιση, να σας δώσω τι λέει η Εκκλησία μας και μετά θα κάνω μια συγκριτική.
            Έχω βρει κάποιους ορισμούς της ψυχής σε κείμενα των πατέρων. Απλώς να παραθέσω δύο από τους πατέρες που προσεγγίζουν την έννοια της ψυχής και δίνουν ορισμό της ψυχής. Υπάρχει ένας απλός ορισμός, αλλά πολύ ουσιαστικός, που δίνεται πρώτα-πρώτα από τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο. Μάλιστα αυτός ο ορισμός είναι γραμμένος σ’ ένα από τα κείμενά του,  τα «Δογματικά Έπη» («Έπη», δηλαδή τραγούδια), που είναι γραμμένα στο πρωτότυπο σε αρχαία Ελληνική γλώσσα και μάλιστα σε ρυθμό αρχαίων και ιαμβικών στίχων, πάρα πολύ δύσκολα γραμμένα, αλλά εγώ θα διαβάσω μετάφραση. Είναι κορυφαία ποιήματα δογματικά. Λέει ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος στα «Δογματικά Έπη», περί ψυχής: «Η ψυχή είναι πνοή του Θεού και δέχθηκε σύντροφό της ό,τι έδωσε ο Θεός να τη συντροφεύει», το σώμα δηλαδή. Αυτή είναι η προσέγγιση του Γρηγορίου του Θεολόγου, απλή. «Πνοή έδωσε ο Θεός». Έναν πιο προχωρημένο ορισμό, πολύ προχωρημένο ορισμό, μετά από μερικούς αιώνες απ΄ το Γρηγόριο το Θεολόγο δίνει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, σε εκείνο το περίφημο βιβλίο του  -εύχομαι όλοι οι Χριστιανοί να το διαβάσουν- που λέγεται «Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως», όπου ο  Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός βάζει κάτω και αναλύει, απλά και γλαφυρά, τα δόγματα της πίστεώς μας. Γι΄ αυτό λέγεται «Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως». Να διαβάσω το κείμενο που γράφει εδώ ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός˙ ορισμός της ψυχής: «ψυχή, λοιπόν, είναι ουσία ζώσα, απλή, ασώματη, αόρατη κατά τη φύση της στα σωματικά μας  τα μάτια, λογική και νοερή, ασχημάτιστη. Ενώ χρησιμοποιεί ως όργανο το σώμα και παρέχει σ’ αυτό ζωή και αύξηση και αίσθηση και γέννηση, χωρίς να έχει αλλού νου στην περιοχή της, αλλά είναι η ίδια καθαρή, αυτεξούσια, θελητική, ενεργητική, τρεπτή, δηλαδή εθελότρεπτη˙ είναι και κτιστή, αφού όλα αυτά τα έχει πάρει κατά φύσιν από το Δημιουργό της, απ΄ όπου πήρε το είναι κατά φύσιν». Κι έτσι είναι. Πολύ βαθύς ορισμός, πραγματικά θα χρειαζόταν μια ώρα για ανάλυση του ορισμού. Προσέξτε τη λέξη «ουσία». Είναι καίρια για την ανάλυσή μας η λέξη «ουσία» που είναι «απλή». Να θυμηθούμε πάλι το Γρηγόριο το Θεολόγο που λέει πως ο Θεός είναι «απλός», δηλαδή δεν έχει διχασμούς μέσα Του. Και εφόσον η ψυχή είναι κτίσμα του,  αλλά είναι εικόνα του Θεού, είναι κι αυτή απλή. Δηλαδή δεν είναι φτιαγμένη να έχει διχασμούς. Και φυσικά είναι αόρατη, λογική και νοερή. Κρατήστε λοιπόν ότι είναι ουσία ζώσα, απλή κι όλα τα άλλα που είπα και φυσικά είναι κτιστή, έχει φτιαχτεί από κάποιον.
            Παρακαλώ τώρα την αγάπη σας όσο μπορείτε να με ακολουθήσετε σετρία κεφαλαιώδη σημεία, που αν γίνουν κατανοητά από το πλήρωμα της Εκκλησίας, τότε θα έχουμε στο χέρι μας τα όπλα για τη διαφοροποίηση και τη διάκρισή μας από όλες τις ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες. Δεν τις λέω ακόμη ποιες είναι. Να ξέρουμε τι έχουμε εμείς ως θησαυρό στα χέρια μας και μετά βλέποντας το άλλο που έχουν οι άλλοι, θα μπορούμε να κάνουμε τη συγκριτική μας χωρίς αντιπαλότητες. Είπα, σέβομαι τον κόπο και τον μόχθο αυτών των ανθρώπων˙ προσπαθούν κάπου να κρατήσουν κάποιους ανθρώπους. Πιθανώς κι απ΄ την αυτοκτονία. Το σέβομαι! Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δέχομαι τη μεθοδολογία ή τους ορισμούς τους. Άλλο που δε λέω ότι είναι βλάσφημοι -δεν ξέρουν, λέω- κι άλλο που εμείς έχουμε μια πλεονάζουσα θεολογία που έχει να δώσει κάλλος και σ΄ αυτό που κι εκείνοι κάνουν. Για να δούμε λοιπόν τρία καίρια σημεία της θεολογίας μας, τα οποία δίνουν πραγματικά απαντήσεις σ’ όλη μας την αναζήτηση. Αυτά που σας παρουσιάζω σήμερα έχω τη μεγάλη χαρά για πρώτη φορά να τα παρουσιάζω σε σας σαν ένα σχεδιάγραμμα ενός μεγάλου βιβλίου που ετοιμάζω γι΄ αυτά τα θέματα. Για πρώτη φορά καταθέτω το πρώτο μου σχέδιο εδώ στην αγάπη σας.
            Ποια είναι αυτά τα τρία σημεία, τα καίρια, τα θεολογικά. Μίλησαν πολλοί πατέρες της Εκκλησίας μας, επέλεξα ελάχιστα κομμάτια και περικοπές -να μην σας κουράζω- στις κορυφαίες εκφράσεις τους.  Πρώτο θεολογικό σημείο. Γράφει ο Γρηγόριος ο Παλαμάς κάτι καταπληκτικό, ότι η ψυχή του ανθρώπου έχει ουσία και ενέργεια. Μην μπλέκεστε με τις ορολογίες. Ενέργεια είναι ό,τι βλέπουμε να εκφράζεται: τα αισθήματα, τα συναισθήματα είναι ενεργήματα της ουσίας που δεν την προσεγγίζουμε, μια ουσία που δεν μπορούμε να την προσεγγίσουμε. Ενέργεια είναι όλα αυτά με τα οποία εκφέρεται η συμπεριφορά μας. Ουσία και ενέργεια. Λέει ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, η ψυχή των ζώων (προσέξτε, λέει ότι τα ζώα έχουν ψυχή, αλλά τι ψυχή) είναι η ζωή του σώματός τους. Δεν υπάρχει όμως ουσία της ψυχής, είναι μόνο ενέργεια. Πεινούν, πηδούν, χορεύουν, γιατί δεν έχουν τίποτα άλλο εκτός από τα ενεργούμενα μέσω του σώματος, γι΄ αυτό και όταν διαλύεται το σώμα, συνδιαλύεται και αυτή η ενέργεια μαζί. Είναι μια ενέργεια αυτό. Το λέει και η Αγία Γραφή. Λέει «το αίμα του ζώου ψυχή αυτού εστί». Δεν είναι αυτή η ψυχή που λέμε εμείς, η κατ΄ εικόνα, αλλά είναι μια ενέργεια.  Άρα βλέπετε, έχουμε ουσία και ενέργεια στην ψυχή μας. Μόνο ο άνθρωπος έχει την ουσία. Τα ενεργήματα είναι κάποιες κινήσεις ζωικές. Δεν είναι μόνο σάρκα το ζώο, έχει μία κίνηση, ο Δημιουργός την έδωσε, αλλά είναι μόνο ενέργειες, όχι ουσία. Λέει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής : «η ψυχή του ανθρώπου κινείται, είναι θρεπτική και αυξητική». (Αυξάνει, κινείται, θρέφεται, αυτό είναι η ενέργεια της ψυχής). Είναι λέει και «ορμητική». Βλέπετε τα ζώα είναι ορμητικά (έχουν και ορμές) και αυτό είναι ενέργεια, αλλά είναι λέει καιλογική, έλλογος˙ πάνω στην ψυχή έρχεται και εγκαθιδρύεται η Χάρις του Θεού. Αυτή είναι η ουσία του Θεού. Τα ζώα έχουν το αυξητικό, έχουν το ορμητικό, αλλά δεν έχουν το έλλογο, γι΄ αυτό λέει πάρα πολύ ωραία ο Βασίλειος Καισαρείας, ένας πατέρας της Εκκλησίας που έγραψε μία δική του «Εξαήμερο», ο γνωστός Βασίλειος Καισαρείας (λέω δική του «Εξαήμερο», γιατί άλλοι έγραψαν «Εξαήμερο»): «επειδή τα ζώα δεν έχουν αυτήν την ουσία της ψυχής, ο Θεός αναπλήρωσε την έλλειψη του λογικού με την υπεροχή των αισθητηρίων». Βλέπετε, τα ζώα πηδάνε πιο πολύ από εμάς, τρέχουν πιο γρήγορα από εμάς, κάνουν πράγματα που δεν τα κάνουμε εμείς, γιατί δεν έχουν αυτήν την ουσία της ψυχής, όπου εδράζεται το λογικό, και είναι μόνο το ορμητικό και το θρεπτικό. Αν αγνοήσω την ουσία της ψυχής, όλα τ΄ άλλα τι είναι; Ζωώδεις εκφράσεις: θυμός, νεύρα, ταχύτητα, αγωνία, πεινώ, δεν πεινώ, έχω ανάγκες. Αν βγάλω την ουσία που την ξέρει μόνο η Εκκλησία η οποία έδωσε ορισμό, για ποια ψυχή ομιλώ; Αν δεν ξέρω αυτό το σημείο διακρίσεως ουσίας και ενέργειας της ψυχής του Παλαμά, του Βασιλείου Καισαρείας, του Γρηγορίου Θεολόγου και του  Μαξίμου, τότε πώς προσεγγίζω την ψυχή; Θα δούμε  σε λίγο -μερικά παραδείγματα θα δώσω- ότι όλες οιψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες αγνοούν το λογικό μέρος της ψυχής και κινούνται στο πώς θα χαλιναγωγήσουν ή και θα ερεθίσουν τα ένστικτα σαν θεραπευτική μεθοδολογία. Αλλά τους λείπει η ουσία του πράγματος. Πώς μπορεί λοιπόν να γιατρέψουν την ψυχή όλη, αφού δεν ξέρουν ότι η ψυχή είναι ουσία και ενέργεια και λένε ότι είναι μόνο ενέργεια; Πιστεύω αυτό να το καταλάβατε.
             Δεύτερο θεολογικό σημείο. Δεύτερος ορισμός, και αυτός πολύ απαραίτητος. Έρχεται από το κάλλος της θεολογίας του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού. Θα σας το πω με ένα απλό σχήμα. Λέει, καθετί και φυσικά ο άνθρωπος που έλαβε την ύπαρξη -το είναι- ενώ δεν ήταν τίποτε -από το μη είναι- κινείται. Επειδή τον έφτιαξε μία αιτία και κινείται. Ο άνθρωπος έτσι φτιάχτηκε από το Θεό, κινείται γιατί φτιάχτηκε από το Θεό˙ κινείται, είναι σε μια συνεχή κίνηση. Αυτή  η κίνηση είναι φτιαγμένη από το Θεό για να πηγαίνει τον άνθρωπο στο Θεό. Γι΄ αυτό γίνεται η κίνηση.Είναι μια κίνηση πάντοτε αναγωγική, προς τα πάνω και συνέχεια κινείται ο άνθρωπος προς το Θεό, μέχρις ότου καταλήξει μέσα στο Θεό, όπου, λέει ο μεγάλος θεολόγος Μάξιμος ο Ομολογητής, εκεί  φτάνει σε μία κατάσταση όπου φαίνεται ότι παύει, αλλά δεν παύει. Ο Θεός είναι ατελείωτος, είναι αιώνιος. Δε λέει ο Απόστολος Παύλος «από δόξα εις δόξαν»; Αλλά κάπου αναπαύεται στο Θεό. Που τι σημαίνει; Έγινε άτρεπτος άνθρωπος πια.  Ενώ βλέπετε, κινούμεθα προς το Θεό, αλλά αμαρτάνουμε λίγο από δω, λίγο από κει, μας έρχονται λογισμοί, υποκύπτουμε στους λογισμούς, αλλά κινούμεθα προς το Θεό και η θεραπευτική της Εκκλησίας μας είναι να κινηθούμε προς το Θεό. Η Εκκλησία μας μας βάζει να κινηθούμε : προσευχήσου, κάνε μετάνοια, βάλε το είναι σου, η Λειτουργία, να κινηθείς σ΄ Αυτόν. Και εμείς πέφτουμε.Ανάπαυση στο Θεό σημαίνει πια μια ακινησία που δεν είναι ακινησία, γίνεται ο άνθρωπος άτρεπτος, η ψυχή του πια κινείται και πάλι κινείται. Πού να σταματήσει; Μέσα στο αιώνιο; Μέσα στο απέραντο; Μέσα στο ατέλειωτο; Να λοιπόν κάτι σπουδαίο. Η κίνηση της ψυχής προς το Δημιουργό της ως θεραπευτική τομή. Αγνοώντας την κίνηση αυτή, πώς μπορείς να προσεγγίσεις τη θεραπευτική; Ακούστε τι γίνεται στον κόσμο. Κινούνται οι άνθρωποι οριζόντια. Τρέχουνε. Άλλοι τρέχουν πολύ και κουράζονται και άλλοι επειδή κουράστηκαν πάνε να ξεκουραστούν. Άλλοι δεν κάνουνε τίποτα και μόνο αναπαύονται. Και αυτοί που τρέχουν αρρωσταίνουν και αυτοί που δεν τρέχουν αρρωσταίνουν. Τι λέει η Εκκλησία; Λάθος και τα δύο. Αν τρέχεις, χωρίς να τρέχεις προς το Δημιουργό σου, λάθος τρέχεις. Αν δεν κινείσαι, χωρίς να φτάσεις στην ατρεψία, που είπαμε είναι μια στάση, πάλι αρρώστια είναι. Πώς θα κινηθεί ο τεμπέλης, ο οκνηρός και πώς θα κινηθεί ο δυναμικός και ο δραστήριος; Και οι δυο θα κινηθούν προς το Θεό. Δεν είναι δηλαδή τον τεμπέλη να τον βάλω να δουλέψει, ή αυτόν που δουλεύει πολύ να τον βάλω να ξεκουραστεί λίγο. Και τα δύο είναι αρρώστιες. Αν δεν καταλάβουμε αυτήν την κίνηση του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητή προς το Θεό, που είναι η μόνη θεραπευτική κίνηση που έχει ο άνθρωπος, δεν κάναμε τίποτα. Ακόμη και στο χώρο της Εκκλησίας. Βλέπετε πώς συνδυάζεται η μετάνοια: εξομολόγηση. Σου λέει, κάνε μια κίνηση. Να κινηθεί το σώμα. Τι είναι η γονυκλισία; Τι είναι η νηστεία; Τι είναι η ενατένιση με το μάτι, της εικόνας; Τι είναι όλες αυτές οι σωματικές πράξεις που κάνουμε στην Ορθοδοξία μας και πολλοί άλλων ομολογιών δεν τις καταλαβαίνουν; Είναι η κίνηση του όλου ανθρώπου προς το Θεό. Τι είναι αυτός ο συνεχής κύκλος των ακολουθιών της Εκκλησίας μας; Η κίνηση πρωί, μεσημέρι, βράδυ: Μεσονυκτικό, Απόδειπνο, Όρθρος, Εσπερινός. Μια συνεχής  κίνηση: Ώρες˙ Πρώτη, Τρίτη, Έκτη, Ενάτη. Μια συνεχής ενεργοποίηση προς Αυτόν, προς το Θεό. Αυτό το σημείο λοιπόν της κινήσεως για μια στιγμή ο Μάξιμος ο Ομολογητής το λέει (είπα αναπαύεται), το λέει και λίγο αλλιώτικα ο Μάξιμος. Βλέπετε «στάση» δεν είναι καλή λέξη. Το λέει «έκσταση». Είναι μια άλλου είδους  στάση. Μες το Θεό. Και ενώ αναπαύεσαι είσαι εκεί μέσα. Και επειδή ο Θεός είναι απέραντος, συνέχεια κινείσαι «από δόξα εις δόξαν»Άρα, η θεραπευτική της Εκκλησίας μας, η μοναδική θεραπευτική, αυτό το μέγεθος το ορίζει ως θεραπεία. Βλέπετε, πρώτα ήταν η ουσία και η ενέργεια και μετά έρχεται αυτή η κίνηση, η συνεχής κίνηση προς το Θεό. Αν κάποιος δεν ορίσει τον υπό θεραπεία κάτω απ’ αυτήν την κίνηση, απλώς τον ταλαιπωρεί από δω κι από κει. Τον συγκρατεί, να μην αυτοκτονήσει, να μην απογοητευτεί, να μην καταστρέφει τον κόσμο. Καλά κάνει και τον συγκρατεί, αλλά δεν μπορεί πάντα να τον συγκρατεί, αν δεν τον βάλει σ’ αυτή την κίνηση. Να, βλέπετε μια άλλη ειδοποιός διαφορά. Καίρια, ανεπανάληπτη διαφορά της Εκκλησίας μας απ’ οποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική διαδικασία και ας έχει τις καλύτερες προθέσεις. Το ξαναλέω˙ δε θέλω να παρεξηγηθώ. Οι άνθρωποι έχουν καλές προθέσεις και κουράζονται και ιδρώνουν κοντά στους ανθρώπους, κουράζονται πραγματικά. Αλλά δεν είναι η έξοδος της τραγωδίας εκεί που ψάχνουν απλώς.
            Και ένα καίριο σημείο, το τρίτο σημείο το θεολογικό, μπορεί να δώσει αυτή τη διαφορά. Είναι κάτι πράγματι καταπληκτικό, που είναι γραμμένο από τους μεγάλους αυτούς πατέρες, το Μάξιμο και τον Παλαμά. Να διαβάσω το κείμενο του Μάξιμου. «Ο Θεός», λέει, «ο οποίος δημιούργησε την ανθρώπινη φύση, δεν έβαλε μέσα της ηδονή» -μην το παρεξηγήσετε, ακούστε πώς το ερμηνεύει- «αλλά κάποια νοερή δύναμη προς ηδονή». Θέλω να σταθώ ένα λεπτό, έχει καίρια σημασία. Είμαστε γεμάτοι από αισθήσεις. Βλέπουμε, ακούμε, αισθανόμαστε τα πάντα, όλα είναι αισθήσεις. Οι αισθήσεις είναι απ΄ το Θεό, αλλά ο Θεός, λέει, δεν έδωσε ηδονή στην κάθε αίσθηση. Προσέξτε, έδωσεκίνηση προς ηδονή προς το Θεό. Αν οι αισθήσεις στραφούν στο Θεό και κινηθούν προς το Θεό, όλες οι αισθήσεις -αυτό που κάνει η Ορθοδοξία μας. Ο άνθρωπος έχει μέσα του την κίνηση προς ηδονή, το΄χει μέσα του, αλλά τι ηδονή; Αυτή η ηδονή του «εράσθαι τον Θεόν», λέει ο Μάξιμος, να αγαπάς το Θεό. Αν έχουμε την κίνηση προς ηδονή, όλα τ΄ άλλα είναι αισθήσεις (η γεύση κτλ), αν η κίνηση για ηδονή δεν πάει στο Θεό, υπάρχει όμως μέσα, τότε στρέφεται και γίνεται ηδονή των αισθήσεων και εκεί αρχίζει η αμαρτία. Βλέπετε, καίριο σημείο αυτό σε μια ψυχοθεραπευτική διαδικασία και μάλιστα τονίζει ο Μάξιμος «και επειδή είδε ο Θεός πως ο άνθρωπος έτρεψε όλη την ηδονή, την κίνηση προς ηδονή που είχε προς το Θεό, την έτρεψε τώρα προς τις αισθήσεις του, ο Θεός έβαλε ένα φάρμακο και ένα θεραπευτήριο, σπουδαίο θεραπευτήριο, έβαλε την οδύνη, όπου μες την οδύνη και τον πόνο  η ηδονή που πάει να ξεσπάσει, να γίνει κάτι κυρίαρχο αρχίζει και υποτάσσεται. Έβαλε λοιπόν την οδύνη ως φάρμακο. Ήρθε η οδύνη και καλύπτει την ηδονή του ανθρώπου. Αυτά τα τρία καίρια σημεία τα θεολογικά -επιτρέψτε μου να τα επαναλάβω απλώς να τα θυμάστε για τη συνέχειά μας, γιατί εκεί θα στηριχθούμε- ορίζουν την ουσιαστική διαφορά του μυστηρίου της Εκκλησίας, της θεραπευτικής της, από οποιαδήποτε άλλη καλοπροαίρετη και έντιμη κατά τα κοσμικά προσπάθεια θεραπευτικής. Τονίζω πρώτα˙ η διαφορά ουσίας και ενέργειας στην ψυχή. Ενέργειες είναι οι εκφράσεις οι εξωτερικές, ουσία είναι το έλλογο. Ορίζω το δεύτερο˙ η κίνηση προς το Θεό και καμία άλλη κίνηση δεν θεραπεύει τον άνθρωπο παρά μόνο η κίνηση προς το Θεό, όπως τα όρισα από τον Μάξιμο τον Ομολογητή, η κίνηση που γίνεται παύση, έκσταση και ξανά κίνηση. Και τρίτον˙ η δομή της ηδονής, η τάση για την ηδονή, που επειδή δεν την έχουμε προς το Θεό, δεν έχουμε αυτήν την κίνηση να αγαπήσουμε το Θεό ως ηδονή, αυτό ξεσπάει στα οριζόντια μεγέθη. Και θαρρείς και κρατάς στα χέρια σου έναν πύραυλο που πρέπει να εκτοξευτεί προς τα πάνω, αν αποτύχει η διαδικασία της εκτοξεύσεως, σκάει κάτω οριζόντια και συντρίβει τα πάντα στο γύρω περιβάλλον. Αυτό γίνεται. Αυτή η δύναμη για ηδονή που έδωσε ο Θεός, αλλά ηδονή του «εράν Αυτόν», του αγαπάν Αυτόν και είναι η κίνηση προς ηδονή, βλέπετε λέει κίνηση. Κινείσαι στο Θεό και μετά έρχεται αυτή η ηδονή. Αν δεν εκφραστεί προς τα πάνω, επειδή έχει αυτό το δυναμικό, ξεσπάει προς τα κάτω και περνάει μέσα σ΄ όλες τις αισθήσεις του ανθρώπου και ο άνθρωπος γίνεται άνθρωπος της ηδονής. Όλα που λέμε, γαστριμαργία… Αυτή η έκρηξη είναι πια. Τρία λοιπόν καίρια θεολογικά σημεία.
            Τώρα να δούμε τι κάνει η οποιαδήποτε ψυχοθεραπευτική προσέγγιση. Ξεκαθάρισα την ψυχιατρική ως σωματικές διεργασίες, ξεκαθάρισα την ψυχολογία ως απλώς παρατήρηση πώς συμπεριφέρεσαι και μένει αυτό μόνο, η ψυχοθεραπεία της σύγχρονης κοινωνίας. Οι ψυχοθεραπευτές αυτά που σας είπα δεν τα ήξεραν. Κανονικά έπρεπε να τα ξέρουν, αφού μιλούν για ψυχή, εφόσον μελετούν την ψυχή- πράγμα που δεν το όρισαν, εμείς το ορίσαμε με την ορολογία του Αγίου Ιωάννη του Δαμασκηνού- θα΄ πρεπε τουλάχιστον να ψάξουν, τι έχουν πει οι προηγούμενοι αιώνες περί ψυχής. Ξεκίνησαν λοιπόν χωρίς να ξέρουν αυτήν την ιστορία. Και άρχισαν να κάνουν υποθέσεις. Γιατί ο άνθρωπος είναι έτσι; Έβαλαν ορολογίες, δύο βασικές ορολογίες είναι : «νευρώσεις», «ψυχώσεις». Δεν θα μπω στην ανάλυσή τους. Δε θέλω να σας κουράσω. Ποια είναι η αιτία της νευρώσεως; Η μεγάλη αγωνία των ψυχοθεραπευτών˙ πώς θα θεραπεύσουν τη νεύρωση. Βλέπουν τον άνθρωπο κουρασμένο, διαλυμένο. Προσέξτε τώρα το καίριο σημείο. Άρχισαν να κάνουν υποθέσεις. Η υπόθεση είναι πάντα υπόθεση. Η υπόθεση έχει μέσα της μια φιλοσοφική πρόταση, είναι υπόθεση. Και είπαν η αιτία είναι αυτή, αυτή κι αυτή. Και είπαν 200 και 300 αιτίες, γι’ αυτό σήμερα μπορεί να έχουμε 200 και 300 σχολές ψυχοθεραπευτικής. Ο καθένας πιάνει κάτι. Μπορεί κάπου να ΄χει ένα στοιχείο αλήθειας. Και ξεκινώντας η οποιαδήποτε σχολή να θεραπεύσει, ξέρει εκ προοιμίου τι είναι η αιτία. Απλώς προσπαθεί να τ΄ αποκαλύψει. Αν πει ένας ότι είναι εγωισμός, αυτό˙ αν πει ένας ότι είναι το σεξουαλικό, αυτό. Ξέρει από πριν τι είναι σαν υπόθεση φιλοσοφική και ψάχνει να βρει αυτό που όρισε. Και εδώ είναι το μπλέξιμο, ότι όλες οι ψυχοθεραπευτικές μεθοδολογίες είναι φιλοσοφικές μεθοδολογίες.Δεν είναι επιστημονικές προσεγγίσεις. Δεν έχουν καμιά σχέση με την ψυχιατρική (με τον εγκέφαλο, με το νευρικό σύστημα, με τους νευροδιαβιβαστές). Καμιά σχέση. Απλώς μένει η λανθασμένη ορολογία «ψυχιατρική». Άλλο αυτό και άλλο η φιλοσοφία περί της παθήσεως. Θα τονίσω κάτι πάλι πάρα πολύ καίριο. Λένε αυτοί «μα ας μην ξέρουμε τον ορισμό της ψυχής, κτιστή δε λέτε ότι είναι η ψυχή; Κτιστή δεν είναι; Ο Θεός μόνο είναι άκτιστος, κτιστή είναι. Ωραία. Το καθετί κτιστό είναι ερευνώμενο», λένε. Ξέρετε τι λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός; Ότι «παν κτιστόν μη ερευνώμενον». Μα, τι λες Ιωάννη; Αφού είναι κτιστό υπόκειται σε έρευνα, σε μικροσκόπιο, σε παρατήρηση. Ερώτηση: δε μου λέτε, οι ουράνιες δυνάμεις των Αρχαγγέλων είναι κτιστές ή όχι; Κτιστές είναι. Ερευνώνται; ΟΧΙ. Άρα παν κτιστόν μη ερευνώμενον. Και συνεχίζει ο ίδιος Άγιος: «Τι είναι το ομοειδές των ανθρώπων με τις ουράνιες δυνάμεις;» Αυτή η νοερή κίνηση στο Θεό, που δεν την έχουνε την ουσία της ψυχής τα ζώα είπαμε, μόνο ενέργειες έχουνε. Βλέπετε, το μη ερευνώμενο από τον άνθρωπο είναι η ουσία της ψυχής που είναι κτιστή μεν, αλλά μη ερευνώμενη. Κατά το ομοειδές με τις ουράνιες δυνάμειςΆρα η ψυχή δεν ερευνάται. Όποιος τολμήσει να πει ότι είναι υποκείμενο ερεύνης, κάνει λάθος. Κτιστό, αλλά μη ερευνώμενο. Εάν λοιπόν προσπαθούν να την βρουν την ψυχή, δεν μπορούν να την ερευνήσουν. Θα πούνε κάποιοι : μια μέρα θα έρθει μια επιστημονική μεθοδολογία που θα την ανακαλύψει. Όχι, ποτέ. Ενέργειες θα προσδιορίζει. Όχι ουσία ψυχής. Ενέργειες, αυτό που βλέπουμε. Να λοιπόν η κάθε σχολή έρχεται τώρα να κάνει προτάσεις, προτάσεις περί θεραπείας. Και αρχίζει ο μεγάλος κυκεώνας πια της ψυχοθεραπευτικής.
            Θα σας δώσω μερικά υποδείγματα, μερικές νύξεις απ΄ όλες αυτές τις σχολές, να πάρετε μια μικρή γεύση. Και τονίζω, παρόλες τις έντιμες προσπάθειες πολλών απ΄ αυτούς. Αλλά είναι αδύνατον και την ψυχή να ερευνήσουν και να δώσουν στην ψυχή αυτά που σας είπα: ουσία, το λογικό που είναι του Χριστού μας, την κίνηση προς το Θεό και την κάλυψη της ηδονής -προς τα πού; Όλες λοιπόν οι προτεινόμενες προτάσεις τους κινούνται στο επίπεδο το οριζόντιο. Βλέπουν τον άνθρωπο, τον έξω  από το Θεό, και πάνε να τον γιατρέψουν. Πώς; Η ουσία; Η κίνηση; Η ηδονή; Όλες οι θεωρίες αυτές -από όλες αυτές κάπου 25 κυριαρχούν στην Ελλάδα σήμερα- όλες, μα όλες, προσεγγίζουν τον άνθρωπο χωρίς το κάλλος αυτών των τριών μεγεθών που σας είπα. Άρα, αδύνατον να γιατρευτεί η ψυχή.
Να λοιπόν μερικά παραδείγματα. Το πρώτο γνωστό παράδειγμα, το πολύ γνωστό παράδειγμα, το Φροϋδικό, του πατέρα αυτών των ψυχοθεραπευτικών μεθοδολογιών. Προσέξτε, ψυχίατρος ήταν, αλλά εγκαινίασε το χώρο του συνδυασμού της ψυχοθεραπευτικής με την ιατρική. Άρα έγινε φιλόσοφος. Εκεί δεν είναι επιστήμων. Είναι φιλόσοφος. Προσέξτε.  Το τονίζω˙ η κάθε ψυχοθεραπεία είναι φιλοσοφική προσέγγιση, γι΄ αυτό σήμερα στην Ελλάδα πολλοί ψυχοθεραπευτές δεν είναι γιατροί. Μπορεί να περάσουν από  ένα σεμινάριο ενός χρόνου, ενάμισι χρόνου και να γίνουν ψυχοθεραπευτές. Μπορεί να πάτε σε μια σχολή κοινωνικών λειτουργών, να πάρετε ένα μάθημα ψυχοθεραπευτικής και να γίνετε ψυχοθεραπευτής, ως κοινωνικός λειτουργός. Είναι φιλοσοφική προσέγγιση, το τονίζω. Να λοιπόν ο Φρόυντ, μη γνωρίζοντας αυτό το ανοδικό, προσδιορίζει πολύ σωστά ότι η ρίζα του πράγματος είναι στα ένστικτα, λέει. Στην ηδονή, σωστά το προσδιορίζει. Στα ένστικτα. Και εκεί βάζει τον όρο «υποσυνείδητο». Είναι μέσα, είναι κρυμμένο μέσα. Και επειδή υπάρχουν κάποιοι ορισμοί απ΄ την κοινωνία, υπάρχουν νόμοι, υπάρχουν εντολές, ε, τις φοβάσαι λίγο και δεν εκδηλώνεις τα ένστικτά σου αυτά, τα φοβάσαι. Αυτές τις εντολές τις λέει «υπερεγώ», πάνω από μένα και με καταπιέζουν. Και λίγο η καταπίεση του νόμου, της ηθικής, λίγο οι ορμές μου, ε, αυτό που βγαίνει στη μέση είναι το «εγώ», τι εμφανίζομαι εγώ. Θέλω μερικά πράγματα να κάνω με τα ένστικτα, με εμποδίζει ο νόμος και η ηθική και είμαι αυτό το «εγώ», το καταπιεσμένο «εγώ». Κι αρχίζει να λέει ποια είναι τα πιο κυρίαρχα ένστικτα. Και βάζει το σεξουαλισμό. Βλέπετε, έτσι ξεκινάει. Κάνει σωστό προσδιορισμό, τα ένστικτα, αλλά ποια ένστικτα;   Πώς θα θεραπεύσει αυτά τα ένστικτα; Δεν έχει το ανοδικό, την κίνηση προς το Θεό, δεν έχει την ηδονή-οδύνη. Πώς θα γιατρέψει; Δεν μπορεί.
Και αρχίζει πια η πρόταση της κάθε σχολής να είναι ή παράλληλη με το Φρόυντ ή λίγο διαφορετική. Εδώ στο δικό του μέγεθος, το ξέρετε πολύ καλά, είναι να αρχίσεις να λες τη ζωή σου, να λες, να λες. Για πάρα πολύ καιρό. Η βασική, αρχαία, πρωτογενής μέθοδος του Φρόυντ ήταν μέχρι 5-6-7 χρόνια να κάνεις την κουβέντα αυτή και σιγά-σιγά να αναδυθεί από μέσα σου, να απελευθερωθείς απ΄ τα ταμπού, από όλο αυτό το «υπερεγώ» που σε καταπιέζει, νόμοι ηθικοί -μόνο στον ψυχοθεραπευτή τα λες-  βγαίνει, βγαίνει, βγαίνει και θα βγει από μέσα σου αυτό (το υποσυνείδητο). Και θεραπεία; Αν ο προσδιορισμός είναι το σεξουαλικό ένστικτο, πώς θα το θεραπεύσει; Τι θα γίνει μ΄ αυτή την ηδονή; Πού θα στραφεί αυτή η ανώμαλη ηδονή; Πού θα τη στρέψεις; Δεν υπάρχουν απαντήσεις. Υπάρχει μια φοβερή διαδικασία, η οποία μάλιστα περνάει και από μια άλλη φιλοσοφική μέθοδο, που λέγεται «μεταβίβαση», όπου ο άρρωστος έχει μια σχέση ιδιότυπη με τον θεραπευτή του. Μια σχέση όπου ο θεραπευτής παίρνει τη θέση του γονιού. Ή παίρνει ιδεατά και τη θέση του εραστή, όπου ο θεραπευόμενος -αυτό είναι βασική μεθοδολογία της κλασικής φροϋδικής προσέγγισης- εξιδανικεύει το γιατρό του, το θεραπευτή του. Και εξιδανικεύει και έχει ένα πρότυπο επιτέλους στη ζωή του. Γιατί δεν το ΄χε ποτέ. Γιατί έχει περάσει και από αυτά τα ένστικτα τα εσωτερικά που και λάθος εκφράστηκαν και βρίσκει ένα πρότυπο επιτέλους στη ζωή του. Γιατί δεν το ’χε ποτέ. Και αρχίζει αυτή η φοβερή ιστορία της «μεταβίβασης», όπου γίνεται μια δέσμευση του προσώπου του θεραπευόμενου με το πρόσωπο του θεραπευτή και αυτό θέλει χρόνια διαδικασία. Βλέπετε, ένας στοιχειώδης προσδιορισμός του σεξουαλικού ενστίκτου χωρίς θεραπευτική και με λάθος μεθοδολογία.
Να, αν τολμούσαμε, μερικές άλλες παρατηρήσεις. Η γνωστή ιστορία του Άντλερ. Λέει είναι το ένστικτο της ανωτερότητας. Δε λέει πώς γιατρεύεται. Λέει να βρω πού είναι αυτό και να δω πόσο σωστά θα εκφραστεί. Εδώ είναι η μεγάλη ιστορία. Εμείς το λέμε εγωισμό αυτό. Πώς θα γιατρευτεί αυτό; Πού θα πάει το «εγώ»; Λέει ο Μάξιμος ο Ομολογητής: το «εγώ» θα πάει στο Θεό και θα γίνει πραγματικό «εγώ». Χωρίς το Θεό είναι ένα ηδονικό «εγώ». Βλέπετε, το «εγώ» πάλι. Να βρεθεί μπρος το Θεό. «Εγώ ειμί ο Ων» και εσύ -που είσαι εσύ, το πλάσμα- βρίσκεις τον «εγώ ειμί ο Ων». Αλλά αυτό είναι ένα ταπεινό, ταπεινούμενο «εγώ» και βρίσκεις το πρόσωπό σου μπρος το Θεό. Τι θα γίνει πια αυτό το «εγώ»; Πού θα εκδηλωθεί; Τρόποι, μηχανισμοί, για να καθηλωθεί. Ρωτάει ο Φρόυντ: «Πώς έφτασε ο άνθρωπος σ΄ αυτή την κατάσταση; Πώς έφτασε; Φταίει το σεξ». Λέει ο Άντλερ : «Τι προσπαθεί να πετύχει ο άρρωστος μ΄ αυτό που κάνει; Ε, να γίνει ηγέτης». Κι έρχεται ένας τρίτος, ο Γιουνγκ που λέει τι συμβολίζει αυτό που κάνει ο άνθρωπος. Αρχίζουν οι συμβολισμοί. Μπαίνει σε μια χαώδη διαδικασία. Τι συμβολίζει αυτό που κάνεις; Μπορεί κάτι να συμβολίζει. Αλλά δεν είναι εκεί η θεραπεία. Και μετά από κει πια, αρχίζει μια ολόκληρη ιστορία, υπάρχουν αυτοί οι μαθητές του Φρόυντ που αρνούνται το Φρόυντ και κάνουν δικές τους σχολές. Λέω, παραδείγματος χάριν, ο Ότο Ρανκ λέει το τραύμα της γέννησης.  Ένα παιδί, την ώρα που γεννιέται, περνάει ένα σοκ κι αυτό του μένει για πάντα. Και οτιδήποτε παθαίνει, όποιο ψυχολογικό πρόβλημα, είναι αυτό το τραύμα της γέννησης, συνεχώς. Η γέννηση, λέει, είναι η αιτία του αρχέγονου άγχους. Βλέπετε, το ότι βγαίνεις από τη μήτρα της μητέρας σου και πας στον έξω κόσμο είναι ένα σοκ, λέει. Κι αυτό καθορίζει τη ζωή σου. Το λέει ο Ρανκ. Ο  Θεοντόρ Ράιχ λέει κάτι άλλο. Και μάλιστα έχει γράψει ένα βιβλίο που λέγεται «Ακούγοντας με το τρίτο μάτι». Η έλλειψη μητρικής φροντίδας στα πρώτα στάδια της ζωής μας. Μεταθέτει την προηγούμενη θεωρία, το τραύμα της γέννησης στα πρώτα χρόνια, τις πρώτες εβδομάδες της ζωής μας. Μια μητέρα που ήταν λίγο ανέμελη, δούλευε, δεν είχε το παιδί κοντά της κτλ, το ψάχνει, το ψάχνει ο ψυχοθεραπευτής… Αν πας δηλαδή σε μια σχολή των Ραϊχιστών, αυτοί εκ προοιμίου ξέρουν ότι είσαι νευρωτικός, γιατί αυτό οφείλεται στην έλλειψη της μητρικής φροντίδας στα πρώτα έτη της ζωής σου και ψάχνουν εκεί την ιστορία. Κι αν δεν είναι έτσι; Και μπορεί μια περίπτωση να είναι και έτσι. Αλλά εκεί είναι η θεραπεία; Και το βρήκε. Μία περίπτωση μπορεί να είναι κι έτσι. Μπορεί και κάτι να είναι έτσι. Αλλά δεν είναι όλα έτσι.
            Ή θα πάτε σε άλλες μεθοδολογίες, όπως ο Έριχ Φρομ, ο γνωστός Έριχ Φρομ που λέει «για να θεραπευτεί ένας άνθρωπος, δεν αρκεί να θεραπευτεί ένας άνθρωπος. Πρέπει να θεραπευτεί όλη η κοινωνία. Γιατί η κοινωνία είναι το παν που ορίζει τα μεγέθη». Ε, πώς θα θεραπευτεί η κοινωνία; «Πρέπει όλοι να περάσουν από ψυχανάλυση», λέει. Μα, μπορεί να γίνει αυτό το πράγμα; Αυτό έχει μια απολυτότητα. Δεν μπορεί να γίνει. Η Εκκλησία τι λέει; Κι εμείς θέλουμε την εν Χριστώ κοινωνία, όλον τον κόσμο να είναι εν Χριστώ κοινωνία. Θεραπεύουμε το πρόσωπο κι αυτό μεταμορφώνει την κοινωνία. Αλλά, το πρόσωπο πώς θεραπεύεται; Με την κίνηση, με την οδύνη, με την άσκηση και τον πόνο. Είναι μια κάθετη άποψη που δεν έχει τίποτε να πει. Ακούστε τι λέει ένας τρομερός ψυχοθεραπευτής, ο Βίλχελμ Ράιχ. Λέει ότι η αιτία της νευρώσεως είναι ότι δεν εκφραζόμαστε σωματικά, ότι δεν αφήνουμε το σώμα μας να εκφραστεί. Και η απόλυτη έκφραση είναι η απόλυτη σεξουαλικότητα. Η έκρηξη της σεξουαλικότητας, λέει ο Βίλχελμ Ράιχ. Η έκρηξη, μια έκρηξη και πρέπει όλο αυτό να εκφραστεί. Ακούστε τη θεραπευτική μέθοδο του Ράιχ: να ουρλιάζεις, να χτυπιέσαι -συγνώμη γι΄ αυτά που θα πω- να κάνεις καταναγκαστικό εμετό, να κάνεις αυνανισμό, να κάνεις αμοιβαίο αυνανισμό, αμοιβαίο σεξ και ομαδικό σεξ. Να ξεσπάσει το σώμα. Εδώ δε μιλάμε καν για την τάση προς ηδονή, εδώ είναι πια όλη η ηδονή βαλμένη σε μια έκφραση προς τα έξω. Τι θα γιατρέψει αυτό το πράγμα; Τι σχέση έχουν αυτά μ΄ όλο το κάλλος της Εκκλησίας μας; Δυστυχώς η ώρα πέρασε ήδη για να διαβάσω κείμενα των πατέρων. Όλα αυτά τα κείμενα των πατέρων για όλες αυτές τις θέσεις θα τα καταθέσω σ΄ αυτό το ταπεινό πόνημα που ετοιμάζω.
            Κι έρχονται πολλές άλλες θέσεις, η υπαρξιακή ανάλυση, το πρόβλημα γιατί ζούμε, γιατί υπάρχουμε, η αγωνία του ανθρώπου, του Ρόλλο Μέη. Έρχεται μια άλλη θεωρία, η οποία λέει ότι ο άνθρωπος  κατανοείται μόνο υπό τη βάσει της ολότητάς του, πρέπει να καταλάβεις πού ζει, πώς είναι, γιατί είναι έτσι, τι τρώει κτλ., μόνο έτσι θα θεραπεύσεις. Λέγεται μορφολογική θεραπεία αυτή. Πολλά ονόματα˙ ορθολογική ψυχοθεραπεία του Άλμπερτ Έλλις : αδυναμία να αποδείξουμε τίποτα στη ζωή μας, ανάλυση του Μάσλοου : αν αυτοπραγματωθούμε, τότε σώζουμε τη ζωή μας, η ανάλυση του Έρικσον. Απίθανες υποθέσεις. Τα ΄χω μπροστά μου και ζαλίζομαι που τα βλέπω. Και όλη αυτή η ιστορία καταλήγει μετά σε μια μετεξέλιξη, στην ομαδική ψυχοθεραπεία,            όπου είδαν ότι έλεγαν θεωρίες ο καθένας, θεωρίες, και ο κάθε ασθενής μπορεί να ήταν κάπου αλλού, σ΄ άλλο χώρο να ήταν, κάποια αιτία να είχε. Λέει να τους βάλω όλους μαζί και αν ακουστούν όλες οι περιπτώσεις, θα ΄χουμε το μαζικό. Κι ακούς 20 αιτίες αρρώστιας και λες όλες είναι δικές μας. Ο ένας φωνάζει «έχω αρρωστήσει απ΄ τη μητέρα μου», ο άλλος «έχω αρρωστήσει γιατί δεν εξέφρασα το σώμα μου», ο άλλος «γιατί είχα αυτό το στάδιο του σοκ της γεννήσεως», άλλος «γιατί είχα το σεξουαλικό». Τ΄ ακούς όλα αυτά σε μια ομάδα και σου λέει: «κάπου μέσα σ΄ όλα αυτά είσαι και συ». Και μπαίνεις με μία αρρώστια και βγαίνεις με είκοσι. Ένα απέραντο χάος, που δεν έχει να δώσει τίποτε σ΄ αυτήν μας την αναζήτηση.
            Ολοκληρώνοντας αυτή τη σύντομη ανάλυση, να πω δυο-τρία πράγματα καταληκτήρια. Μπορεί κάπου να σας βοηθήσουν. Θα καταλάβατε πρώτα-πρώτα πως σε αυτές τις θεραπείες (που σας λέω οι άνθρωποι είναι έντιμοι, ψάχνουν να βρουν κάτι να βοηθήσουν τους ανθρώπους - αλλά πώς;) δε γίνεται λόγος για θεραπεία των παθών, των ορμών, για την ψυχή, για την άσκηση, για το λόγο, για την ηδονή, για τίποτε απ΄ όλα αυτά. Κανένας λόγος δε γίνεται. Και τελικά θυμάμαι αυτό που είχε πει ο Χριστός σε εκείνον τον καταπληκτικό του λόγο και οι πατέρες τον ερμηνεύουν. Ερμηνεύσατε ποτέ το λόγο του Χριστού μας, όταν έλεγε «όποιος θέλει να σωθεί, να μισήσει την ψυχή αυτού»; «Ο μισών την ψυχήν αυτού ένεκα εμού και του Ευαγγελίου, ούτος σώσει αυτήν». Το σκεφτήκατε ποτέ; Τραγικό δεν είναι; Να το λέει ο Χριστός;   «Ο μισών την ψυχήν αυτού». Μα τι λες, Χριστέ μου; Την ψυχή μας έδωσες. Και λένε οι πατέρες με ένα φοβερό κάλλος, ερμηνευτικό: «μα την ψυχή που κινείται χωρίς ουσία και μόνο με τις ενέργειες, κατά τα ζωικά της μεγέθη». Γι΄ αυτό «ψυχή φάγε, πίε, ευφραίνου, έχεις πολλά αγαθά». Βλέπετε; Οι ενέργειες. Και η πλεονάζουσα ενασχόληση με την ψυχή, χωρίς την         κίνηση, χωρίς  την ουσία  και χωρίς τον πόνο  και την  οδύνη. «Ο μισών την ψυχήν  αυτού». Θα μισήσεις αυτήν την ψυχή, με την οποία ασχολείσαι γύρω, γύρω, γύρω, κατά τα ενεργήματα, θα αφήσεις αυτό που ξέρεις και θα πας στη λογοποίηση της ψυχής σου (ουσία), στην κίνηση προς το Θεό (το δεύτερο θεραπευτικό μέγεθος) και τρίτον σ΄ αυτή την έκφραση του ξεπεράσματος της ηδονής δια της στροφής στο Θεό και της οδύνης, τον πόνο τον ασκητικό. Κι έρχεται πια το μυστήριο της Εξομολογήσεως. Εκεί να ορίσετε τη θεραπευτική. Και να πάει σ΄ άλλο χώρο τον πιστό. Λένε, τι μου βάζει κανόνα; Αυτός είναι ο κανόνας: στροφή στο Θεό, του σώματος, των αισθήσεων, όλης της υπάρξεώς μου, η λογοποίηση της ψυχής, να βρεθεί μέσα ο Λόγος Χριστός και τότε πια δεν είναι η ψυχή που λέει «ψυχή μου έχεις πολλά αγαθά», είναι η ψυχή που λέει «ψυχή μου, ψυχή μου, ανάστα, τι καθεύδεις;» Βλέπετε τη διαφοροποίηση; Είναι Μεγάλη Σαρακοστή. Και πια το Μυστήριο δε δέχεται τεχνικές αυτών των μεθοδολογιών. Τι τεχνική; Ποια τεχνική; Οι τεχνικές είναι οι φιλοσοφικές εκφράσεις και προσπάθειες να συγκρατήσουμε τον άνθρωπο από το να μην ξεσπάσει από τα πάθη του πιο πολύ, οριζόντια. Καμιά τεχνική δεν μπορούμε να δανειστούμε. Κι έρχομαι σ΄ αυτό με το οποίο ξεκίνησα. Ναι, δεν μπορούμε να προσλάβουμε τίποτα απ΄ όλα αυτά, από μεθοδολογίες. Δεν είναι δυνατό. Δεν το δεχόμαστε. Άλλο ότι η Εκκλησία για να κάνει Λειτουργία μπορεί να πάρει το πρόσφορο κι απ΄ το φούρνο, μια πρόσληψη είναι. Το υποστήριξαν αυτό μερικοί. Όχι εδώ. Δεν έχουμε να προσλάβουμε μεθοδολογία. Να προσλάβουμε από την ψυχιατρική πώς λειτουργεί  ο εγκέφαλος, οι νευροδιαβιβαστές, να καταλάβουμε μερικά πράγματα παραπάνω, ακόμη κι απ΄ τον ψυχολόγο˙ «να, ένα παιδάκι το οποίο είναι σε μια οικογένεια όπου είναι καταπιεσμένο, στο σχολείο είναι στενοχωρημένο», να τ’ ακούσουμε σαν μια παρατήρηση. Να τ΄ ακούσουμε. Αλλά μεθοδολογία ψυχοθεραπευτική δεν μπορούμε να προσλάβουμεΕίναι άνομο για την Εκκλησία μας. Δεν μπορεί να μπει στο Μυστήριο μέσα καμιά τέτοια δομή κατά τα μέτρα πολύ απλά που σας τ΄ ανέλυσα.
            Ήταν πολύ μεγάλα θέματα, προσπάθησα να τα απλοποιήσω, να τα κάνω μικρά, μικρά, μικρά μηνύματα στην αγάπη σας, κάπου για να ξέρετε λίγο πού θα σταθείτε σ΄ αυτό το χάος που επικρατεί σήμερα. Κατά τ΄ άλλα όσοι δεν είναι κοντά στην Εκκλησία, έστω αν βοηθούν αυτούς τους ανθρώπους για να μην πηδούνε απ΄ τα παράθυρα -μέχρι να βρουν την Εκκλησία- ε, καλό κάνουν κι αυτοί.





Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε από βάθους καρδίας τον π. Κωνσταντίνο, για την ευλογία που έδωσε για την δημοσίευση του άρθρου του και από την ιστοσελίδα μας.
πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...