Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Θεόδωρος Ζήσης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Θεόδωρος Ζήσης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Ιουλίου 14, 2017

Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΖΗΣΗ Πρωτοπρεσβυτέρου Καθηγητού Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης




Α'. ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΔΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ
ΣΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ;
1. Έληξε για την έρευνα η παλαιά προβληματική
2.Οι νέες κατηγορίες του καθηγητού Χρ. ΓιανναράΗ συζήτηση για το αν υπάρχουν δυτικές, ρωμαιοκαθολικές κυρίως, επιδράσεις στα συγγράμματα και στη διδασκαλία του Αγίου Νικοδήμου απασχολεί τους ερευνητάς εδώ και ένα αιώνα περίπου. Στο κέντρο αυτής της προβληματικής βρίσκονται βασικά δύο συγγράμματα του Αγίου, τα «Πνευματικά Γυμνάσματα» και ο «Αόρατος Πόλεμος»1. 

  Όταν αποκαλύφθηκε ότι υπάρχουν στην Δύση όμοια έργα με τον ίδιο τίτλο και το ίδιο ακριβώς περιεχόμενο, από την σύγκριση δε που έγινε προέκυψε ότι τα έργα του Αγίου αποτελούν κατά μεγάλο μέρος επί λέξει μετάφραση των δυτικών, τότε θα λέγαμε ότι οι Νικοδημόφιλοι ερευνηταί βρέθηκαν στριμωγμένοι στη γωνιά, γιατί δεν μπορούσαν να παραβλέψουν όσα η σύγκριση οφθαλμοφανώς παρουσιάζει και να αρνηθούν το γεγονός. Πολύ περισσότερο μάλιστα καθ' όσον ήδη επί της εποχής του Αγίου είχε εκτοξευθή εναντίον του η ίδια κατηγορία, στα πλαίσια της αντιπαλότητος που είχε δημιουργήσει, η Κολλυβαδική έρις, από τον αντικολλυβά λόγιο Θεοδώρητο, ο οποίος είχε πικράνει πολύ τον Άγιο, ιδιαίτερα με την νόθευση των ερμηνευτικών σημειώσεων και σχολίων του «Πηδαλίου». Ο Θεοδώρητος λοιπόν είχε αποκαλύψει τότε ότι τα «Πνευματικά Γυμνάσματα» δεν είναι πρωτότυπο έργο του Νικοδήμου, αλλά απλή μετάφραση ξένου έργου, που κυκλοφορούσε τότε ανωνύμως: «Τούτο μετέφρασεν εις την ημετέραν διάλεκτον ανώνυμος, όπερ ευρών ο Νικόδημος, προσθέσας και αυτός όσα έδοξεν αυτώ περί ανατροφής του Κυρίου, εξέδωκεν εις τύπον»2.

Τί συνέβαινε λοιπόν; Βρισκόμαστε μπροστά σε μία κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας εκ μέρους του Ναξίου μοναχού; Διατυπώθηκε με πολύ σκληρό τρόπο αυτή η άποψη από τον L. Gillet, ο οποίος χαρακτήρισε το πράγμα ως «φιλολογική και πνευματική πειρατεία» έργων της Ρωμαιοκαθολικής γραμματείας3. Πώς θα μπορούσε λοιπόν να δικαιολογηθεί η εξάρτηση των δύο αυτών έργων από αντίστοιχα έργα δυτικών συγγραφέων των οποίων τώρα η έρευνα έχει υποδείξει και τους συγγραφείς; Θεωρείται πράγματι ως συγγραφεύς του «Αοράτου Πολέμου» ο μοναχός Lorenzo Scupoli, του τάγματος των Θηατίνων, γεννημένος το 1530 στο Οτράντο του Βασιλείου της Νεαπολέως με τίτλο στα ιταλικά «Combattimento Spirituale», ενώ τα «Πνευματικά Γυμνάσματα» είναι έργο του Ιταλού επίσης J. P. Pinamonti, με τίτλο «Exercizi Spirituali», και όχι του Ιγνατίου Loyola, όπως επίστευαν πολλοί4.

 Δεν έλειψαν βέβαια επιχειρήματα τα οποία δικαιολογούν επαρκώς αυτήν την εξάρτηση, τα σπουδαιότερα από τα οποία μνημονεύω. Ο Άγιος Νικόδημος δεν ενδιαφερόταν να προβληθεί ως συγγραφεύς και μάλιστα ξένων έργων, ως γνήσιος μοναχός, ταπεινός και αποκρυπτόμενος. Υπάρχουν ιδικά του έργα, στα οποία δεν έθεσε καθόλου το όνομά του, και άλλα τα οποία κυκλοφορούν υπό το όνομα άλλου συγγραφέως. Δεν διεκδικούσε λοιπόν συγγραφικές δάφνες. Για τα δύο επίμαχα βιβλία φαίνεται από τον τίτλο τους ότι δεν διεκδικεί εξ ολοκλήρου την πατρότητα τους. Ο τίτλος του ενός είναι: «Βιβλίον ψυχωφελέστατον, καλούμενον Αόρατος Πόλεμος, συντεθέν μεν πριν παρά τινος σοφού ανδρός, καλλωπισθέν δε και διορθωθέν μετά πολλής επιμελείας παρά του Οσιωτάτου εν Μοναχοίς Κυρίου Νικοδήμου». Παρόμοιος είναι ο τίτλος και του άλλου έργου: «Εις δόξαν Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος του Ενός Θεού, "Γυμνάσματα Πνευματικά", διαμοιρασμένα εις Μελέτας, Εξετάσεις και Αναγνώσεις. Άπερ προσθήκαις ότι πλείσταις και σημειώσεσι διαφόροις καταγλαϊσθέντα παρά του Οσιολογιωτάτου εν μοναχοίς Κυρίου Νικοδήμου του Αγιορείτου». Δεν σφετερίζεται, λοιπόν τίποτε ξένο προς άγραν κενής δόξης5.

Υπάρχει και στα δύο έργα σε μικρότερη ή μεγαλύτερη έκταση Νικοδημικό υλικό. Ήδη ο Κ. Παπουλίδης έχει κάμει ενδιαφέρουσα συγκριτική έρευνα για τον «Αόρατο Πόλεμο», όπου φαίνεται η συμβολή και η προσφορά του Νικοδήμου, σε υποσημειώσεις, σχόλια, παραπομπές κ.ά.6  Ως προς τα «Πνευματικά Γυμνάσματα» υπάρχει τόσο μεγάλη διαφορά μεταξύ του ενός και του άλλου, ώστε να μη γίνεται πλέον λόγος για εξάρτηση. Ένα μικρό τευχίδιο των 30 σελίδων μεταμορφώνεται από τον Άγιο Νικόδημο σε ογκώδες σύγγραμμα των 650 σελίδων. Αυτό σημαίνει το «προσθήκαις ότι πλείσταις» του τίτλου7.

Παρά ταύτα όμως και παρά την κατά μέγα μέρος Νικοδημική προέλευση του υλικού δικαιολογείται το να παίρνει κανείς έργα ξένης πνευματικότητος και να στηρίζει σ' αυτά την Ορθόδοξη πνευματική ζωή; Ο Θεοδώρητος παρατηρεί ότι «αδύνατον όμως είναι οπού να μη ευρίσκεται συμπεφυρμένος και ο ιός της εκείνων κακοδοξίας, διότι ου δύναται δένδρον άκαρπον ποιήσαι σύκα, ουδέ εκ βάτου τρυγώσι σταφυλήν κατά την φωνήν του Κυρίου»8.

Εις αυτά θα μπορούσε να παρατηρηθεί ότι ο ορθοδοξότατος Άγιος Νικόδημος μετέτρεψε με τις προσθαφαιρέσεις και βελτιώσεις τα έργα σε ορθόδοξα, ότι τα εμβολίασε στην Ορθοδοξία και κυκλοφορεί πλέον μέσα τους όχι ο ιός της κακοδοξίας, αλλά ο γλυκύς χυμός της ορθοδόξου πίστεως και ζωής. Στην συνείδηση άλλωστε του Αγίου Νικοδήμου η υιοθέτηση από τους Ορθοδόξους συγγραφείς ιδεών της δυτικής θεολογίας δεν συνιστά επιλήψιμη πράξη, αρκεί τα δάνεια να είναι απηλλαγμένα από αιρετικές κακοδοξίες. Αυτήν την άποψη εκφράζει στο «Εξομολογητάριο» λέγοντας: «Και το να διαλέγη τινάς τα καλά και ορθά από τους εναντίους, τούτο δεν κατηγορείται· αλλ' όχι και το να δανείζεται τα σαθρά και κακόδοξα». Στο «Εορτοδρόμιο» επίσης γράφει: «Τα κακόδοξα φρονήματα και τα παράνομα έθη των Λατίνων και των άλλων Αιρετικών πρέπει να μισώμεν και να αποστρεφώμεθα· ει τι δε ευρίσκεται εν αυτοίς ορθώς έχον και υπό των Κανόνων των Ιερών Συνόδων βεβαιούμενον, τούτο δεν πρέπει να μισώμεν και να αποστρεφώμεθα»9.
    
Πάντως όλη αυτή η προβληματολογία και η προσπάθεια να βρεθούν επιχειρήματα, ώστε να δικαιολογήσουν την εξάρτηση του Αγίου Νικόδημου από τα δύο αυτά ξένα βιβλία δεν έχουν πλέον νόημα μετά τα νέα στοιχεία που προσεκόμισε η έρευνα, βάσει των οποίων ο Άγιος Νικόδημος δικαιώνεται απολύτως. Τα νέα αυτά στοιχεία οφείλουμε στην μελέτη του Εμμ. Φραγκίσκου που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Ερανιστής» [19 (1993) 102-135] με τίτλο «"Αόρατος Πόλεμος" (1796) "Γυμνάσματα Πνευματικά" (1800). H πατρότητα των "μεταφράσεων" του Αγίου Νικοδήμου Αγιορείτη». Στη μελέτη αυτή αποδεικνύεται με πειστικότητα ότι δεν ισχύει πλέον ως αυτονόητο δεδομένο η άμεση εξάρτηση των εκδόσεων του Αγίου Νικοδήμου από τα ιταλικά πρωτότυπα. Ο Άγιος Νικόδημος δεν βρήκε τα έργα αυτά μόνος του. δεν προέκυψε η χρήση τους από γνωριμίες του δήθεν με το «καθολικό περιβάλλον» των νησιών, όπου γεννήθηκε και μεγάλωσε, και από προσωπικές του αναζητήσεις. Η σχέση του με τα έργα αυτά είναι έμμεση. Του τα προμήθευσε ο Άγιος Μακάριος Κορίνθου, ο οποίος δανείσθηκε τα σχετικά χειρόγραφα από την Βιβλιοθήκη της Ι. Μ. Πάτμου, όπου υπήρχαν καταχωρισμένα ανωνύμως. Έφθασαν στα χέρια του μεταφρασμένα στην κοινή γλώσσα, και αυτός έπαιξε απλώς τον ρόλο του αποδέκτη και του εκδοτικού διεκπεραιωτή, χωρίς να γνωρίζει την προέλευσή τους ούτε τους συγγραφείς τους10.


Ακούσαμε χθες στην αναγνωσθείσα εισήγηση του π. Θεοκλήτου ότι μετά από αυτές τις επιστημονικές εξελίξεις αναθεωρεί και αυτός όσα είχε γράψει για την άμεση σχέση του Αγίου Νικόδημου, με τα εν λόγω έργα. Ο Άγιος Νικόδημος δεν εγνώριζε την προέλευση των έργων. Έκανε υπακοή στον Άγιο Μακάριο, ο οποίος επίσης τα εβρήκε ανώνυμα στην Βιβλιοθήκη της Πάτμου.

2. Οι νέες κατηγορίες του καθηγητού Χρ. Γιανναρά

 Ας μου επιτραπεί τώρα να ανοίξω εδώ ένα άλλο μεγάλο κεφάλαιο. Θα έπρεπε κανονικά μετά από αυτές τις επιστημονικές εξελίξεις το θέμα των δυτικών επιρροών στα έργα του Αγίου Νικόδημου να θεωρείται λήξαν. Δυστυχώς όμως δεν έκλεισε. Ο γνωστός καθηγητής Χρ. Γιανναράς επαναλαμβάνει στις ημέρες μας την περίπτωση του Θεοδωρήτου, ο οποίος ως αντικολλυβάς θέλησε να πλήξει τον Άγιο Νικόδημο λέγοντας, όπως είδαμε, ότι δανείζεται ιδέες από ξένα έργα. Ο καθηγητής Γιανναράς επεκτείνει τώρα τις δυτικές επιρροές και σε άλλα έργα του Αγίου Νικοδήμου στο «Εξομολογητάριο» και στο «Πηδάλιο» αλλά και γενικώς στην διδασκαλία του11. Μέχρι τώρα δεν υπήρχε παρόμοιος προβληματισμός, ο οποίος περιορι­ζόταν στα δύο έργα με τα οποία ασχοληθήκαμε. Τώρα ευρύνεται και γενικεύεται ο προβληματισμός. Αυτό όμως είναι πολύ επικίνδυνο, διότι στηριζόμενοι στον Γιανναρά αναμασούν τα ίδια και νεώτεροι ερευνηταί και επιστήμονες. Οι θέσεις αυτές δεν είναι άσχετες προς όσα οι «Νεορθόδοξοι» ισχυρίζονται για τις προγαμιαίες σχέσεις και την ελευθερία στον έρωτα, τα οποία βρίσκουν θεόρατα εμπόδια εις όσα το «Πηδάλιο» και το «Εξομολογητάριο» προβλέπουν. Γι' αυτό και επιχειρούν να τα αποδυναμώσουν και να τα συκοφαντήσουν.
    
Έπραξε άριστα ο π. Θεόκλητος, ο οποίος με σειρά ακαταμαχήτων επιχειρημάτων σε πολλά δημοσιεύματα παρουσίασε την αγιοπατερική αλήθεια γύρω από τον έρωτα και τον γάμο, προσπαθώντας να ευαισθητοποιήσει τους πνευματικούς και τους θεολόγους, ώστε να παύσουν να επηρεάζονται από τέτοιου είδους επικίνδυνες θέσεις12. Λυπούμαι μερικές φορές, όταν διαπιστώνω ότι η διένεξη Θεοκλήτου - Γιανναρά, εκλαμβάνεται και ερμηνεύεται ως προσωπική διένεξη, και τίθενται έτσι στην ίδια μοίρα ο υποστηρικτής της αλήθειας της ορθοδόξου πίστεως, π. Θεόκλητος, με τον παραχαράσσοντα και κακοποιούντα την ορθόδοξη διδασκαλία καθηγητή Γιανναρά.

    
Συνέχεια των «νεονικολαϊτικών» λοιπόν θέσεων που αναπτύχθηκαν στους κύκλους των «Νεορθοδόξων» είναι και όσα έγραψε ο καθηγητής Γιανναράς για τις δυτικές επιρροές στα έργα και στη διδασκαλία του Αγίου Νικοδήμου. Και ό,τι έκανε ο π. Θεόκλητος για τα ερωτικά του Γιανναρά, έκανε και ο π. Βασίλειος Βολουδάκης για τα αντινικοδημικά13. Την συγκροτημένη μελέτη του π. Βασιλείου υιοθέτησε η Ιερά Κοινότης του Αγίου Όρους, η οποία εξέδωσε ένα αυστηρό, αλλά γεμάτο αγάπη, κείμενο, με το οποίο εκφράζει την λύπη της για την επίθεση εναντίον του Αγιορείτου Πατρός και την διαστρέβλωση της διδασκαλίας του. Το κείμενο της Ιεράς Κοινότητος αρχίζει ως εξής: «Η καθ' ημάς Ιερά Κοινότης μετ' αφάτου θλίψεως και συνοχής καρδίας έλαβε γνώσιν των κατά του Αγίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου γραφέντων υπό του καθηγητού κ. Χρήστου Γιανναρά εις το βιβλίον του "Ορθοδοξία και Δύση στην Νεώτερη Ελλάδα" διά του οποίου τον μέγαν τούτον και απλανή διδάσκαλον της Εκκλησίας παρουσιάζει ως πλανηθέντα, εμφορούμενον από το δυτικόν πνεύμα, υπεύθυνον της "ραγδαίας αλλοτρίωσης της εκκλησιαστικής ευσεβείας" και εκκοσμικεύσεως του λαού μας εξ αντιδράσεως προς την κατ' αυτόν δικανικήν νοοτροπίαν του Εξομολογηταρίου και του Πηδαλίου που "απλώθηκε ταχύτατα σα λοιμική νόσος στην ποιμαντική πρακτική της Ελλαδικής Εκκλησίας"»14.

    
Πιστεύει, δηλαδή, ο καθηγητής Γιανναράς ότι το «Εξομολογητάριο» και το «Πηδάλιο» με την νοοτροπία που επιβάλλουν είναι λοιμική νόσος, μεταδοτική ασθένεια, η οποία έχει εξαπλωθή ταχύτατα, ώστε τώρα η Ελλαδική Εκκλησία είναι άρρωστη εξ αιτίας του ιού, που της μετέδωσε ο Άγιος Νικόδημος. Γνωρίζουμε πάντως οι ασχολούμενοι με τον Άγιο Νικόδημο ότι ιδιαιτέρως τα δύο αυτά έργα υπέστησαν εξονυχιστικό έλεγχο από αγίους και δοκιμασμένους στα ορθόδοξα φρονήματα Γέροντες. ο ίδιος ο Άγιος Νικόδημος, με σύσταση του Πατριαρχείου, παρέδιδε τα κείμενά του και ηλέγχοντο από λογίους και ορθοδόξων φρονημάτων Γέροντες, μήπως και διαφύγει κάτι ατυχές και αντίθετο προς την Ορθόδοξη Παράδοση. Μακάρι να έπρατταν και σήμερα τα ίδια πολλοί θεολόγοι, υπερφίαλοι και μεγάλαυχοι για τα πρωτότυπα έργα τους, μακάρι να έκανε το ίδιο και ο καθηγητής Γιανναράς. Θα αποφεύγαμε αυτήν την πολυφωνία και την σύγχυση του διασπασμένου και κατασπαραγμένου από τις ιδιοτέλειες θεολογικού λόγου, ο οποίος θεωρείται νόμιμος και υγιής, ακόμη και όταν περνάει τα όρια και εισέρχεται στον χώρο της πλάνης και της αιρέσεως. Τώρα όχι μόνον δεν ζητούμε την γνώμη καταξιωμένων Γερόντων, αλλά και όταν αυτοί από αγάπη και ανησυχία την εκφράζουν, τους υβρίζουμε και τους κακολογούμε ως εμπαθείς. Σχεδόν όλα τα έργα του Αγίου Νικοδήμου, αλλά ιδιαιτέρως το «Πηδάλιο» και το «Εξομολογητάριο» διαθέτουν βεβαιωτικά έγγραφα περί του ότι δεν έχουν τίποτε που να αντίκειται στην ορθόδοξη διδασκαλία. Ποιος έχει επικυρώσει την «Ορθοδοξία» των έργων του Γιανναρά, αλλά και όλων των άλλων θεολόγων;

    
Πάντως επί τη βάσει αυτών των έργων, των «λοιμικών», κατά τον Γιανναρά, εξομολόγησαν τον κόσμο επί πολλούς αιώνες οι πνευματικοί, μεταξύ δε αυτών και πολλοί Άγιοι, όπως ο Άγιος Νεκτάριος. Ο π. Βασίλειος Βολουδάκης επισημαίνει εκφράσεις θεωρούμενες δικανικές και νομικές, πολύ πιο αυστηρές, στα έργα του Αγίου Νεκταρίου. Λέγει μάλιστα πως θα έπρεπε ο καθηγητής Γιανναράς να στραφεί και εναντίον του Αγίου Νεκταρίου. Δεν το αποτολμά όμως, γιατί γνωρίζει ότι ο Άγιος Νεκτάριος είναι πολύ γνωστός στο ορθόδοξο πλήρωμα, που τον τιμά και τον σέβεται ιδιαζόντως· γι' αυτό επιτίθεται εναντίον του αφανούς, ταπεινού και ολιγώτερον γνωστού Αγίου Νικοδήμου, νομίζοντας ότι εδώ θα περάσει η κριτική του15.

    
Υπάρχει πάντως σε όλους τους Πατέρες πλήθος χωρίων που ομιλούν για την δικαιοσύνη του Θεού, για την οργή του Θεού και τον φόβο του Θεού. δεν ομιλούν οι Πατέρες μόνον για την αγάπη, αλλά και για την δικαιοσύνη του Θεού. Ο π. Βολουδάκης έχει παρουσιάσει αρκετές παρόμοιες θέσεις των Πατέρων. Όσα σχετικά λέγουν δεν έχουν καμμία σχέση με την δικανική ορολογία και νοοτροπία των Δυτικών και ίσως πρέπει, όπως ελέχθη, να υπάρχει μία εισαγωγή στις εκδόσεις του «Πηδαλίου», η οποία θα αναφέρεται στα θέματα αυτά και θα τα ξεκαθαρίζει. Ο Θεός τιμωρών και η Εκκλησία, επιβάλλουσα διά των πνευματικών επιτίμια, δεν συμπεριφέρονται ως δικασταί, αλλά ως ιατροί. δεν δικάζουν, αλλά θεραπεύουν.

    
Υπάρχουν λοιπόν του κόσμου τα χωρία μέσα στην πατερική γραμματεία, στα οποία βρίσκει κανείς παρόμοια ορολογία και αντιμετώπιση. Ήταν ποτέ δυνατόν ο πατερικώτατος Άγιος Νικόδημος, ο οποίος παιδιόθεν είχε ανατραφή και είχε ζυμωθή με την πατερική παράδοση, την οποία εγνώριζε όσο κανείς άλλος στην εποχή του, απέξω και ανακατωτά, από μνήμης, είχε γίνει ο εαυτός του, η ταυτότητά του, ήταν λοιπόν ποτέ δυνατόν να υιοθετήσει γραμμή διαφορετική από την γραμμή των Πατέρων της Εκκλησίας, η οποία θα απέβαινε "λοιμική νόσος" για τους Ορθοδόξους πιστούς; Εχάρηκα, διότι και ο π. Θεό­κλητος στην αναγνωσθείσα εισήγησή του, και ο παριστάμενος Άγιος Καθηγούμενος, ο π. Γεώργιος Καψάνης, είπαν ότι το θέμα της παρεξηγήσεως της διδασκαλίας του Αγίου Νικόδημου είναι πολύ σοβαρό, και δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο στο συνέδριο αυτό που συνεκλήθη προς τιμήν του Αγίου Νικοδήμου, από την Ιερά Μονή που φέρει το όνομά του και τον τιμά ως απλανή Άγιο και Πατέρα της Εκκλησίας. Με την εισήγησή μου θέλησα να δείξω ότι ο Άγιος Νικόδημος δικαιώθηκε στην πρώτη φάση, όταν παρουσιαζόταν από τον Θεοδώρητο και άλλους ως αντιγραφεύς ξένων έργων. Δικαιώνεται και τώρα στην δεύτερη φάση, που κατηγορήθηκε άδικα από τον καθηγητή Γιανναρά. Αν ζούσε ο ίδιος θα έκανε αυτό που έκανε όταν τον κατηγόρησαν ότι υπερβάλλει στην απόδοση τιμών στο πρόσωπο της Παναγίας. παρέπεμψε στους προ αυτού Αγίους Πατέρες λέγοντας πως εκείνους πρέπει να κατηγορήσουν. Το ίδιο ισχύει και για όσα λέγονται περί δικανικού και νομικού πνεύματος· θα πρέπει να κατηγορήσουμε και τους προ αυτού Αγίους Πατέρες. Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης δεν έχει ανάγκη συνηγορίας· είναι στύλος ακλόνητος της ορθοδόξου πίστεως, και μόνον επαινετικά και υμνητικά πρέπει να αναφερόμαστε στο όνομά του.


Β'. Η ΥΠΕΡΑΓΙΑ ΘΕΟΤΟΚΟΣ
 ΣΤΗΝ ΖΩΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ

Ο Άγιος Νικόδημος θεωρείται και είναι όντως μεγάλος θεοτοκόφιλος συγγραφεύς. Στην Ορθόδοξη Εκκλησία, ως γνωστόν, υπάρχει έξοχη γραμματεία για την Υπεραγία Θεοτόκο, γραμμένη σε ποικίλα γραμματειακά είδη από μεγάλους συγγραφείς, σε πεζό και ποιητικό λόγο. Υπενθυμίζω το μεγάλο κοντάκιο, τον Ακάθιστο Ύμνο, τους δύο παρακλητικούς κανόνες, την Μεγάλη δηλαδή Παράκληση και την Μικρή, τα πάμπολλα τροπάρια που είναι κατεσπαρμένα στους κανόνες όλων των εορτών του έτους, τα γνωστά Θεοτοκία, τα έξοχα δοξαστικά θεοτοκία των εσπερινών των Σαββάτων, της Παρακλητικής, και την πλούσια υμνογραφία των πολλών θεομητορικών εορτών και των θαυματουργικών θεομητορικών εικόνων.
    
Υπάρχουν επίσης πάμπολλα πεζά εγκωμιαστικά κείμενα, ομιλίες και λόγοι σε θεομητορικές εορτές, γραμμένα από αγίους και φωτισμένους νόες. Θα χρειαζόταν πολύς χρόνος για να μνημονεύσει κανείς εδώ τους αγίους συγγραφείς που έχουν ασχοληθή με την Υπεραγία Θεοτόκο. Εν­δεικτικώς μόνον αναφέρω τον μεγάλο αγωνιστή και υπερασπιστή του ονόματος Θεοτόκος άγιο Κύριλλο Αλεξανδρείας, τον Άγιο Ανδρέα Κρήτης, τον Άγιο Ιωάννη Δαμασκηνό και τον θετό αδελφό του Άγιο Κοσμά τον Μαϊουμά, τον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, στον οποίο ιδιαιτέρως στηρίζεται ο Άγιος Νικόδημος, και τον Άγιο Νικόλαο Καβάσιλα.

    
Δεν θα μπορούσε λοιπόν ο Άγιος Νικόδημος, ζώντας μέσα στο Περιβόλι της Παναγίας, στον τόπο ο οποίος κατά την Αγιορειτική παράδοση έχει δοθή από τον Χριστό ως κλήρος, ως κληρονομία, στην Υπεραγία Θεοτόκο, τον κατάσπαρτο και διάσπαρτο από μνήμες τιμής προς το πανάγιο πρόσωπό της, από θαυματουργές εικόνες, και διηγήσεις, μεταξύ των οποίων πρυτανεύει αυτή περί του «Άξιον Εστί», δεν θα μπορούσε λοιπόν να υστερήσει ως συγγραφεύς και θεολόγος στην απόδοση τιμής και στην συγγραφή υμνητικών και εγκωμιαστικών κειμένων. Στην Καψάλα, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, πάνω από τριάντα χρόνια, είναι ο γνωστός Λάκκος, η τοποθεσία όπου έγινε το θαύμα του «Άξιον Εστί», το οποίο όλους μας συγκλονίζει. Δίπλα και πιο κάτω η Μονή Ιβήρων με την Παναγία την Πορταΐτισσα, όπου πολλές φορές ο Άγιος Νικόδημος προσηύχετο κλαίων ζητώντας προστασία και ενίσχυση. Στην Μονή της μετανοίας του, την Ι.Μ. Αγίου Διονυσίου υπάρχει πλήθος θαυματουργικών θεομητορικών εικόνων. Θα ημπορούσε λοιπόν να υστερήσει σε απόδοση τιμής προς το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου και σε παραγωγή σχετικών έργων;

    
Ο π. Θεόκλητος Διονυσιάτης διαπιστώνει πως το ένα τρίτο περίπου της συνολικής συγγραφικής του παραγωγής είναι αφιερωμένο στο πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Αν κάνουμε μία χονδρική εκτίμηση και υπολογίσουμε ότι όλα τα έργα του Αγίου Νικόδημου, τα οποία, όπως ακούσαμε από τον συνάδελφο κ. Κρικώνη, ανέρχονται σε 120 περίπου, συγκροτούν τριάντα μεγάλους τόμους, οι δέκα από αυτούς τους τόμους θα έχουν θεομητορικό περιεχόμενο.

    
Έχει συνθέσει εν πρώτοις δικά του υμνολογικά έργα, ασματικούς κανόνες στην Υπεραγία Θεοτόκο τους οποίους ο π. Θεόκλητος αναβιβάζει σε δεκατέσσερις16. Σύμφωνα με την νέα βιβλιογραφική καταγραφή του Π. Νικολόπουλου εις μεν τα εκδεδομένα έργα του Αγίου Νικοδήμου αναφέρονται στον αριθμό ΜΔ' Κανόνες τρεις εις την Παναγίαν την Πορταΐτισσαν εις δε τα ανέκδοτα τα εξής: θ'. Κανών παρακλητικός εις την εικόνα της Γοργοϋπηκόου. ι'. Κανόνες δύο εις την Γοργοϋπήκοον Δοχειαρίου. ια'. Ύμνος εις την Θεοτόκον. κθ'. Απολυτίκιον της Ζωοδόχου Πηγής. λα'. Κανόνες οκτώηχοι, εις τα Εισόδια της Θεοτόκου. λβ'. Λόγος πανηγυρικός και κανών εις την λιτανείαν της Θεοτόκου της εν τω Πρωτάτω. λγ'. Κανόνες ασματικοί δεκατέσσαρες. Για τους δεκατέσσαρες αυτούς ασματικούς κανόνες ο Π. Νικολόπουλος γράφει: «Ο Θεόκλητος συνοψίζων προφανώς τους προς τιμήν της Θεοτόκου συγγραφέντας κανόνας αναβιβάζει αυτούς εις δεκατέσσαρας»17.

    
Εκτός όμως από το δικό του υμνολογικό έργο προς την Παναγία, αυτό που κυρίως έκανε γνωστό τον Άγιο Νικόδημο ως θεοτοκόφιλο συγγραφέα είναι το γνωστό συλλεκτικό έργο «Θεοτοκάριο», το οποίο από την εποχή του Αγίου Νικοδήμου έχει εισαχθή προς χρήση στην λατρεία ιδιαίτερα στις μονές του Αγίου Όρους. Στο έργο αυτό ο Άγιος έχει συγκεντρώσει εξηνταδύο κανόνες (62) εικοσιδύο (22) μεγάλων υμνογράφων, στους οποίους μάλιστα, δίδει ωραίους χαρακτηρισμούς: «Λέγω δη Ανδρέας ο Κρήτης, ο αρχηγός των μελωδών και κύκνος της Εκκλησίας ο λιγυρόφωνος. Ιωάννης ο Δαμασκηνός, η μουσικωτάτη και γλυκύφωνος του Χριστού αηδών. Θεοφάνης Νικαίας ο Γραπτός, ο ηδύλαλος και ωδικώτατος κόττυφος. Ιωσήφ Υμνογράφος, η πολύφωνος, και τορόφωνος των πιστών χελιδών». Συνεχίζει για τους είκοσι δύο υμνογράφους να βρίσκει παρόμοιους χαρακτηρισμούς. Σχετικά με το «Θεοτοκάριο» υπάρχει μία συγκινητική σύσταση προς τον π. Θεόκλητο του γνωστού Γέροντος Αθανασίου του Ιβηρίτου, μεγάλου λάτρη και υμνητή της Παναγίας μας, ο οποίος επί πολλά έτη διετέλεσε βιβλιοθηκάριος της Ι. Μονής των Ιβήρων. Του γράφει τα εξής ο Γέροντας Αθανάσιος: «Να αφήσεις ένα Χαιρετισμόν από τους τρεις και να εισαγάγης το Θεοτοκάριον καθ' ημέραν. Θα ευαρεστήσης τη Δεσποίνη και τω συλλέκτη Αγίω Νικοδήμω. Πρόσεξε την σκέψιν ταύτην, που μου επήλθεν εν στιγμή αναγνώσεως του Θεοτοκαρίου. Οι Χαιρετισμοί και το Θεοτοκάριον, ο ουρανός και η γη να παρέλθουν, αυτά όμως να μη λείψουν καμμίαν ημέραν του έτους»18.

Μνημονεύω επίσης την ερμηνεία του Αγίου Νικοδήμου στην θεομητορική ενάτη ωδή. Ως γνωστόν στο βιβλίο του «Κήπος Χαρίτων», έχει ερμηνεύσει και σχολιάσει τις εννέα βιβλικές ωδές. Το τελευταίο μεγάλο τμήμα του βιβλίου είναι αφιερωμένο στην ερμηνεία της ενάτης θεομητορικής ωδής, όπως την διέσωσε ο ευαγγελιστής Λουκάς, και ψάλλεται σε όλους τους ναούς κατά την ακολουθία του όρθρου: «Μεγαλύνει η ψυχή μου τον Κύριον και ηγαλλίασε το πνεύμα μου επί τω Θεώ τω σωτήρι μου».
Μεγάλο επίτευγμα επίσης του Αγίου Νικοδήμου είναι η ερμηνεία των ασματικών κανόνων όλων των θεομητρικών εορτών. Με το τρίτομο ογκώδες έργο του «Εορτοδρόμιο», όπου ερμηνεύει τους κανόνες των δεσποτικών και θεομη­τορικών εορτών, διευκολύνει ο Άγιος τα μέγιστα την κατανόηση του περιεχομένου τους, γιατί η γλώσσα τους, ιδιαίτερα των ιαμβικών κανόνων, δεν είναι εύκολα κατανοητή. Θαυμάζει κανείς την αρχαιομάθεια του Αγίου Νικοδήμου, για την οποία θα ακούσουμε ειδική εισήγηση, αλλά και μαθαίνουμε συγχρόνως την διδασκαλία της Εκκλησίας για την Υπεραγία Θεοτόκο, θαυμάσια διατυπωμένη, από τον Θεοτοκόφιλο Άγιο. Ας μου επιτραπεί να μνημονεύσω πάλι σχετική με την αξία του «Εορτοδρομίου» σύσταση που έκανε ο Γέροντας Αθανάσιος Ιβηρίτης προς τον πατέρα Θεόκλητο Διονυσιάτη. Του συνιστά να εγκαταλείψει όλες τις άλλες θεολογικές ασχολίες του και να ασχοληθεί μόνο με τα θεομητορικά θέματα που θίγει ο Άγιος Νικόδημος στο «Εορτοδρόμιο». Ας τον ακούσουμε: "Θα ήθελα εξ όλης μου ψυχής και καρδίας όσα γράφεις να μη έχουν άλλον αντικειμενικόν σκοπόν ούτε τον Μοναχισμόν, που είναι ακατάληπτος εις αμύητους, ούτε την διόρθωσιν του τόπου, ούτε, ούτε ούτε παρά μόνον και μόνον την δόξαν της Παναγίας. 143 θέματα ευρίσκεις συνηθροισμένα υπό του Αγίου Νικοδήμου εις το «Εορτοδρόμιον» εις την λέξιν Θεοτόκος. Αυτά ζητεί από σε η Παναγία να τα αναδείξεις, προς ωφέλειαν των Χριστιανών και προς δόξαν της. Θες εις τον σκοπόν τούτον την πένναν σου εν εποχή θρησκευτικής καταπτώσεως και θα δης πόσος καρπός θα προκύψη εις θεοσέβειαν μεταξύ του ελληνικού λαού, όστις υπέρ πάντα άλλον Χριστιανικόν λαόν γοητεύεται με την Παναγίαν. Οσαδήποτε και αν λέγης περί Θεού και ηθικής εις τον Έλληνα, χωρίς την Παναγίαν ματαιοπονείς. Και ένα γραπτόν κήρυγμα διά την Παναγίαν από τον Άθω, την κληρουχίαν της, δι' όλον τον Ορθόδοξον μάλιστα κόσμον, ιδού μία σοβαρωτάτη έλλειψις μέχρι τούδε».

Πραγματικά αν ανοίξει κανείς το ευρετήριο του «Εορτοδρομίου», το οποίο στην νέα έκδοση της «Ορθοδόξου Κυψέλης» βρίσκεται στο τέλος του δευτέρου τόμου με τίτλο «Πίναξ τοπολογικός και πλατύτατος των περιεχομένων αξιομνημονεύτων του Εορτοδρομίου κατά αλφάβητον», θα παρατηρήσει στη λέξη "Θεοτόκος" ότι έχει αποθησαυρίσει ο Άγιος σε εκατόν σαράντα τρία (143) θέματα ολόκληρη "Θεοτοκολογία", ολόκληρη εγκυκλοπαιδεία περί της Υπεραγίας Θεοτόκου. Είναι βέβαια αδύνατο να αναγνώσω όλα αυτά τα θέματα. Ενδεικτικώς μόνον θα παρουσιάσω μερικά. Αρχίζει λοιπόν:

Θεοτόκος
Παράδεισος είναι.
Δι' αυτής εχαρίσθησαν εις ημάς όλα τα καλά.
Πώς μεγαλύνει τινας αυτήν.
Και πώς σμικρύνει.
Ου μόνον κατά το σώμα ήταν αγνή, αλλά και κατά τον λογισμόν.
Ποία ήτο ρομφαία η διελθούσα την καρδίαν της.
Τί θέλει να ειπή το «Χαίρε κεχαριτωμένη» όπου ήκουσε. Διατί δεν εκαταδικάσθη υπό του Αγγέλου, ως ο Ζαχαρίας.
Ποίας χάριτας έλαβεν εκ της επελεύσεως του Αγίου Πνεύματος.
Την θεομητορικήν αξίαν της Παρθένου ου δύναται ο Θεός δεύτερον ποιήσαι.
Ουδέποτε παρακούεται παρά τω Υιώ της.
Χάριν, και αρετάς της Θεοτόκου πώς εμπορούμεν να αποκτήσωμεν.
Τόσας πολλάς γονυκλισίας εποίει, ώστε εβαθούλωσαν αι πλάκες.
Πόσων χρόνων ήταν όταν εκοιμήθη.
Ου συνήφθη τω Ιωσήφ μετά τον άσπορον τόκον.

Στο θέμα που εμνημόνευσα «τόσας πολλάς γονυκλισίας εποίει η Παναγία» αναφέρεται ο Άγιος Νικόδημος στην Παναγία ως ησυχάστρια, στηριζόμενος στον Άγιο Γρηγόριο Παλαμά, σύμφωνα με τον οποίο όλα τα χρόνια που επέρασε η Παναγία μέσα στον ναό, από τα Εισόδια μέχρι τον Ευαγγελισμό, έζησε ησυχαστική και ασκητική ζωή, ως η πρώτη ησυχάστρια και ασκήτρια. Ήταν τόσο πολύ αφιερωμένη στο έργο της προσευχής, ώστε βαθούλωσαν τα μάρμαρα του ναού από τις πολλές γονυκλισίες που έκανε. Δεν παραλείπει ο Άγιος Νικόδημος να μας περιγράψει ακόμη και την εξωτερική ωραιότητα και σεμνότητα της Παναγίας.
    
Αναγκάσθηκε επίσης να γράψει και μία ειδική «Απολογία», διότι θεωρήθηκε από αντιπάλους θεολόγους ότι ήταν υπερβολικός στην απόδοση τιμής στο πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου. Όταν συγκεκριμένα εσχολίαζε και εβελτίωνε το έργο «Αόρατος Πόλεμος» παρέθεσε μία υποσημείωση η οποία εξένισε πολλούς. Ας σημειώσουμε εδώ ότι στο έργο αυτό αφιερώνει δύο κεφάλαια στην Παναγία· το ΜΘ' με τίτλο «Τρόπος να προσεύχεσαι, διά μέσου της Θεοτόκου Μαρίας» και το Ν' «Περί τινων σκέψεων διά να προστρέχωμεν εις την Θεοτόκον με πίστιν και θάρρος». Σε μία υποσημείωση λοιπόν του ΜΘ' κεφαλαίου λέγει τα εξής εντυπωσιακά, τα οποία χρησιμοποιούμε τώρα και πολλοί από εμάς και τα οποία, όπως έδειξε στην «Απολογία» του ο Άγιος, στηρίζονται στην προηγούμενη πατερική παράδοση. Λέγει λοιπόν: «Με κάθε δίκαιον έχαιρε και υπερέχαιρε προ του αιώνος η αγία Τριάς, προγινώσκουσα κατά την θεαρχικήν της ιδέαν την Αειπάρθενον Μαριάμ. Διατί είναι γνώμη τινών Θεολόγων, ότι, αν καθ' υπόθεσιν, όλα τα εννέα τάγματα των Αγγέλων ήθελαν κρημνισθούν από τους ουρανούς και να γένουν δαίμονες. αν όλοι οι από του αιώνος άνθρωποι ήθελαν γένουν κακοί και όλοι να υπάγουν εις την κόλασιν χωρίς να γλυτώση τινας· αν όλα τα κτίσματα, ουρανός, φωστήρες, άστρα, στοιχεία, φυτά, ζώα, ήθελαν αποστατήσουν κατά του Θεού, να εύγουν από την τάξιν των και να υπάγουν εις το μη ον. Μ' όλον τούτο, όλαις αυταίς οι κακίες των κτισμάτων, συγκρινόμεναι με το πλήρωμα της αγιότητος της Θεοτόκου, δεν ηδύνατο να λυπήσουν τον Θεόν. διατί μόνη η Κυρία Θεοτόκος ήτον ικανή να τον ευχαρίστηση κατά πάντα και διά πάντα και να μη τον αφήση τόσον να λυπηθή διά την απώλειαν και διά τον χαμόν των τόσων και τόσων κτισμάτων του, όσον ήθελε τον κάμει να χαίρη υπερβαλλόντως διά λόγου της μόνον».

    
Αυτά λοιπόν εξένισαν και εσκανδάλισαν μερικούς μοναχούς και γι' αυτό αναγκάσθηκε ο Άγιος Νικόδημος στο τέλος του βιβλίου του «Συμβουλευτικόν Εγχειρίδιον» να παραθέσει εκτενή "Απολογία" «υπέρ του εν τη βίβλω του Αοράτου Πολέμου σημειώματος περί της Κυρίας Θεοτόκου». Δικαιολογώντας την απόφασή του να απολογηθή, γράφει: Επειδή τίνες πεπαιδευμένοι, οι τη ιερά μάλιστα Θεολογία σχολάζοντες, αναγινώσκοντες το σημείωμα, το οποίο έχω περί της Κυρίας Θεοτόκου εν τω νεοτυπώτω βιβλίω του "Αοράτου Πολέμου" απορούσιν. α' πώς είπον, ότι, εάν καθ' υπόθεσιν όλοι οι άνθρωποι και τα λοιπά κτίσματα ήθελον γίνει κακά, μόνη η Κυρία Θεοτόκος ήτον ικανή να ευχαριστήση τον Θεόν και β' πώς είπον ότι όλος ο νοητός και αισθητός κόσμος έγινε διά το τέλος τούτο» κ.τ.λ. Παραθέτει γνώμες Αγίων Πατέρων, του Αγίου Μαξίμου, και του Αγίου Γρηγορίου Παλαμά, για να δείξει ότι ακολουθεί τους Αγίους και συμπεραίνει: «Ικανά νομίζω ότι είναι, τα ολίγα ταύτα εις απολογίαν παρά γε τοις ευγνώμοσι διατηταίς και αναγνώσταις του προρρηθέντος σημειώματός μου περί της Κυρίας Θεοτόκου, τους οποίους παρακαλώ να μη με διαβάλλωσι παρανόμως· ου γαρ από μόνης οικείας δόξης τούτο έγραψα, αλλά επόμενος τη δόξη των προρρηθέντων θεολόγων. Ει δε τινές ίσως εμπαθώς κινούμενοι κατηγορούσι με, κατηγορείτωσαν μάλλον τον θεοφόρον Μάξιμον, τον Θεσσαλονίκης Γρηγόριον, τον Μέγαν Ανδρέαν και τους λοιπούς».

    
Θα τελειώσω διαβάζοντας ως επίλογο όσα αυτολεξεί λέγει ο Άγιος Νικόδημος ερμηνεύοντας το τελευταίο τροπάριο της ενάτης ωδής του κανόνος του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού στην Κοίμηση της Θεοτόκου «Δέχου παρ' ημών ωδήν την εξόδιον, Μήτερ του ζώντος Θεού», σχετικά με τις γονυκλισίες της Θεοτόκου. «Ταύτα δε πάντα περί της Υπεραγίας Θεοτόκου βεβαιοί και ο Κρήτης Ανδρέας με εκείνο μόνον το διήγημα όπου αναφέρει περί της Θεοτόκου, το οποίον αληθώς είναι τόσον μέγα εις απόδειξιν της ασκήσεως της Παρθένου, ώστε να κάνει να εξίσταται κάθε νους και να μένει άφωνος κάθε γλώσσα· λέγει γαρ ότι τόσας πολλάς και συνεχείς γονυκλισίας εποίει η Θεοτόκος προσευχομένη εν τη αγία Σιών, ώστε από την συνέχειαν αυτών αι πλάκες του εδάφους εβαθούλωσαν και έως τον καιρόν του Αγίου και ακόμη μετά ταύτα εφαίνοντο τα βαθουλώματα των πλακών ούτω γαρ εκείνος λέγει αυτολεξεί. "Εν ταύτη τη Σιών τας κλίσεις των Ιερών γονάτων του πανάγνου σώματος αι προς τούδαφος κατεστρωμέναι πλάκες διωλύγιον ανακράζουσι"».

      
Θα εχρειάζοντο πολλές ώρες για να παρουσιάσει κανείς την αγάπη του Αγίου Νικοδήμου προς την Υπεραγία Θεοτόκο και όσα σχετικά έχει γράψει. Εμείς ας τον παρακαλέσουμε να πρεσβεύει προς τον Κύριο και την Υπεραγία Θεοτόκο ώστε να είναι πλουσία η καρποφορία του παρόντος συνεδρίου. Σ' αυτούς τους κρίσιμους καιρούς που διερχόμαστε, κατά τους οποίους τόσο εύκολα εκτοξεύονται οι κατηγορίες περί φονταμενταλισμού και φανατισμού εναντίον όσων αγωνίζονται για την Αγία Ορθοδοξία μας, ας μας τονώσει το παράδειγμα αυτών των αγίων πρωταγωνιστών, για να μείνουμε και εμείς στον θεοφιλή δρόμο τους.

1.    Βλ. σχετικώς Εμμ. Φραγκίσκου, «"Αόρατος Πόλεμος" (1796), "Γυμνάσματα Πνευματικά" (1800). Η πατρότητα των "μεταφράσεων" του Νικοδήμου Αγιορείτη», Ο Ερανιστής, έτος ΚΕ-ΛΑ, τόμος 19(1993)104.
2.    Βλ. Ευλογίου Κουρίλα, «Κατάλογος αγιορειτικών χειρογράφων», Θεολογία 16 (1938) 351. Κ. Παπουλίδη, «Η συγγένεια του βιβλίου "Γυμνάσματα Πνευματικά" του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου με το "Exercicios Spirituales" του Αγίου Ιγνατίου de Loyola», εν Κ. Παπουλίδη, Αγιορειτικά, έκδ. Πανσέληνος, Άγιον Όρος 1993, σελ. 125-127.
3.    Βλ. Sobornost 12 (1952) 586, όπου υπάρχει κριτική του L. Gillet, για την εισαγωγή του Η. Α. Hodges στην αγγλική μετάφραση του «Αοράτου Πολέμου». Εμμ. Φραγκίσκου, όπ.π., σελ. 127-128.
4.    Βλ. σχετικώς Κ. Παπουλίδη, «Η συγγένεια του βιβλίου Αόρατος Πόλεμος" του Νικοδήμου Αγιορείτου με το "Combattimento Spirituale" του Lorenzo Scupoli)), εν Κ. Παπουλίδη, Αγιορειτικά, σελ. 107ε. και 123.
5.    Βλ. Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Ο βίος και τα έργα του (1749-1809), εκδ. «Αστέρος», Αθήνα 1959, εκδ. ά.τ.χ., σελ. 191.
6.    Κ. Παπουλίδη, «Η συγγένεια του βιβλίου "Αόρατος Πόλεμος"... », όπ.π., σελ. 111ε.
7.    Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου, όπ.π., σελ. 198.
8.    Το κείμενο εις Κ. Παπουλίδη, όπ.π., σελ. 126.
9.    Εμμ. Φραγκίσκου, όπ.π., σελ. 128. Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου, όπ.π., σελ. 192.
10.  Εμμ. Φραγκίσκου, όπ.π., σελ. 127 και 131.
11.  Χρ. Γιανναρά, Ορθοδοξία και Δύση στη νεώτερη Ελλάδα, εκδ. Δόμος, Αθήνα 1993. Ο πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Καραϊσαρίδης στο έργο του Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης και το λειτουργικό του έργο, έκδ. "Ακρίτα", Αθήνα 1998, στο οποίο έχει ειδικό κεφάλαιο για τον «Ισχυρισμό ύπαρξης δυτικής επίδρασης στο έργο του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου», σελ. 235ε. συνοψίζει ως εξής τις κατηγορίες του Χρ. Γιανναρά, εναντίον του Αγίου Νι­κοδήμου: α) «αλλοτρίωση της εκκλησιαστικής ευσέβειας», β) «προβολή ενός Θεού σαδιστή και τρομοκράτη με ατέλειωτες απαιτήσεις από τον ανήμπορο να ανταποκριθεί άνθρωπο», γ) «εφιαλτικό νομικισμό στο βιβλίο του Εξομολογητάριο και Πηδάλιο», δ) «μανιχαϊστικές διακρίσεις καθαρών και ακαθάρτων ανθρώπων» κ.ά. (σελ. 251 -252).
12.  Τις θέσεις αυτές του π. Θεοκλήτου ευρίσκει κανείς τώρα συγ­κεντρωμένες στο νέο βιβλίο που εξέδωσε το Ιερό Κοινόβιο του Οσίου Νικοδήμου. Βλ. Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Ο Άγιος Νι­κόδημος ο Αγιορείτης και η Νεονικολαϊτική Σχολή, έκδ. Ι. Κοινοβίου Οσίου Νικοδήμου, Γουμένισσα 2002.
13.  Βασιλείου Βολουδάκη, Πρεσβυτέρου, Ορθοδοξία και Χρ. Γανναράς, έκδ. «Υπακοή», Αθήνα 1993.
14.  Το κείμενο της Ιεράς Κοινότητος φέρει τον τίτλο «Αναίρεσις των πεπλανημένων θέσεων του Χρ. Γιανναρά περί του εν Αγίοις Πατρός ημών Νικοδήμου του Αγιορείτου», με ημερομηνίαν 13/26 Μαρτίου 1993. Δημοσιεύεται περικεκομμένο στην μνημονευθείσα μελέτη του π. Βασιλείου Βολουδάκη (σελ. 264-269) και ολόκληρο στο μνημονευθέν βιβλίο του π. Θεοκλήτου που εξέδωσε το Ιερό Κοινόβιο του Οσίου Νικοδήμου (σελ. 198-214). Στο ίδιο βιβλίο ο π. Θεόκλητος μεταξύ των εξεγερθέντων και γραψάντων εναντίον των αιρετικών φρονημάτων του Χρ. Γιανναρά αναφέρει τον Κύπριο Θεολόγο Παναγιώτη Τελεβάντο, ο οποίος έγραψε σχεδόν ολόκληρη πραγματεία περί του θέματος εκ 50 σελίδων, και αλληλογράφησε επίσης με το περιοδικό «Σύναξη» που ανέλαβε την υπεράσπιση των θέσεων του Χρ. Γιανναρά (όπ.π., σελ. 216-233. Επίσης σελ. 58, 214).
15.  Βασιλείου Βολουδάκη, όπ.π., σελ. 63-65.
16.  Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης. Ο βίος και τα έργα του (1749-1809), έκδ. "Αστέρος", Αθήνα 1959, β' έκδ. ά.τ.χ., σελ. 246.
17.  Παναγιώτου Νικολοπούλου, «Βιβλιογραφική επιστασία των εκδόσεων Νικοδήμου του Αγιορείτου», εν Επετηρίς Εταιρείας Κυ­κλαδικών Μελετών, τόμος ιστ' 1996-2000, Πρακτικά Συμποσίου «Νικοδήμου Αγιορείτου του Ναξίου Πνευματική Μαρτυρία», Νάξος 8-11 Ιουλίου 1993, Αθήνα 2000, σελ. 578 και σελ. 603-614. Βλ. επίσης Παρασκευής Ροκά, «Η Υπεραγία Θεοτόκος κατά τον Άγιο Νικόδημο Αγιορείτη», Θεοδρομία, τεύχος 1, Ιαν. - Μάρτ. 1999, 20-25.
18.  Βλ. Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου, Μαρία η Μητέρα του Θεού. Μέσα από την θεολογία και την υμνολογία των Αγίων Πατέρων, Θεσσαλονίκη 1988,σελ. 30.


πηγή

Τρίτη, Φεβρουαρίου 14, 2017

Τὸ καρναβάλι καὶ ἡ Ὀρθοδοξία! (π. Θεόδωρος Ζήσης)

 


ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ λοιμικὴς νόσου προσλαμβάνει κάθε χρόνο τὸ καρναβάλι, ἀφοῦ πολλοὶ δήμαρχοι καὶ ἄλλοι φορεῖς ἐπιδεικνύουν ἀσυνήθιστο ζῆλο καὶ κοπιώδη δραστηριότητα γιὰ τὸ ποιὸς θὰ ὀργανώσει τὸ ἐντυπωσιακότερο καρναβάλι ξο­δεύοντας τεράστια ποσὰ καὶ ἀπασχολώντας ἑκατοντάδες ἢ χιλιάδες ἀνθρώπων. Καὶ δὲν εἶναι βέβαια μόνο ἡ σπατάλη τόσων χρημάτων, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ διατεθοῦν σὲ κά­λυψη ἄλλων σπουδαίων ἀναγκῶν, ὄχι μόνο στὴν ἀνακούφι­ση πτωχῶν καὶ ἐνδεῶν ἀνθρώπων, ἀλλὰ καὶ σὲ πολιτιστικοὺς καὶ πνευματικοὺς στόχους, στὴ βελτίωση π.χ. τῶν συνθηκῶν ὑγείας καὶ παιδείας. Τὸ σημαντικώτερο εἶναι ἡ ἠθικὴ ζημία καὶ βλάβη ἀπὸ τὴν ἀναισχυντία τῆς γύμνιας, τὴν ξετσιπωσιὰ τῆς αἰσχρότητας, τὶς βωμολοχίες καὶ τὰ πορνικὰ ἄσματα καὶ θεάματα, τὴν παρότρυνση σὲ σαρκικὰ ἁμαρτήματα κάτω μά­λιστα ἀπὸ τὴν ἐλευθερία κινήσεων ποὺ προσφέρει ἡ μάσκα, ἄσυλο ἀδιαντροπιᾶς καὶ ἀποπροσωποίησης. Κάτω ἀπὸ τὸ προσωπεῖο ὁ ἄνθρωπος παύει νὰ εἶναι πρόσωπο, ποὺ ἔχει ἀπέναντί του καὶ βλέπει τὸν Θεὸ καὶ τοὺς συνανθρώπους πρὸς + ὄψις ἢ ὢψ καὶ μεταβάλλεται σὲ ἀπρόσωπο ὄν, μέ­λος ἑνὸς ἀνωνύμου πλήθους, ποὺ κινεῖται μόνο ἀπὸ ἐμπα­θεῖς ὀρέξεις καὶ ἐπιθυμίες.

Παλαιότερα τὸ καρναβάλι εἶχε κάποια σεμνότητα στὴν ἐμφάνιση ὅσων ἔπαιρναν μέρος, καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸ ἀνε­χόταν, μολονότι κατ' ἀκρίβειαν καταδικάζεται ἀπὸ τοὺς κα­νόνες· πολὺ περισσότερο σήμερα, ποὺ ἔχει ὑποστὴ τελεία ἀλλαγὴ ἐπὶ τὰ χείρω μὲ εἰσαγόμενα πρότυπα καρναβαλιοῦ ἀπὸ μεγαλουπόλεις τοῦ ἐξωτερικοῦ, καὶ πολλὲς φορὲς μὲ περιφερόμενους καὶ ἁδρὰ ἀμειβόμενους ξένους καρναβα­λικοὺς θιάσους, ὅπου κυριαρχοῦν οἱ γυμνὲς γυναῖκες. Δὲν πρέπει νὰ παραβλέψουμε καὶ τὴν διαφαινόμενη σαφῆ τάση τῶν φορέων ποὺ....

 ὀργανώνουν τὸ καρναβάλι ἐπιστροφῆς στὸ παγανιστικὸ εἰδωλολατρικὸ παρελθόν, ἀπ' ὅπου κατάγεται τὸ καρναβάλι, μὲ σύγχρονη ἀδιαφορία καὶ περιφρόνηση τῶν ἀρχῶν τοῦ Χριστιανισμοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἔβαλε τέρ­μα στὰ παλιά, ξερίζωσε τὶς κακὲς συνήθειες καὶ εἰσήγαγε τὸ νέο ἄνθρωπο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητας. Ὅταν πρόκειται μερικοὶ νὰ ἀντισταθοῦν στὸ Χριστὸ καὶ στὸ Εὐαγγέλιο, ξεχνοῦν τὸν ἐκσυγχρονισμὸ καὶ τὴν πρόοδο καὶ ἐπιστρέφουν αἰῶνες πίσω, στὸ σκοτάδι τῆς πρὸ Χριστοῦ ἐποχῆς.
Ἡ πόλη τῆς Θεσσαλονίκης καὶ μαζὶ μ' αὐτὴν ὅσες ἄλλες πόλεις δὲν ὀργανώνουν καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις πρέπει νὰ καυχῶνται, γιατί δὲν μολύνουν τὴν ἀτμόσφαιρά τους μὲ τὶς αἰσχρότητες καὶ βωμολοχίες τοῦ καρναβαλιοῦ καὶ δὲν ἀποδιώχνουν ἔτσι τὴν χάρη καὶ προστασία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων πολιούχων τους. Οἱ δημοτικοὶ ἄρχοντες ἐπίσης πρέπει νὰ γνωρίζουν ὅτι οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ λαμβάνουν ὑπ' ὄψιν καὶ κρίνουν θετικὰ ἢ ἀρνητικὰ ὅλες τὶς ἐνέργειές τους, καταδικάζουν δὲ ἀπερίφραστα ὅσα καταδικάζουν οἱ κανόνες τῆς Ἐκκλησίας.
Καὶ γιὰ νὰ μὴν ὑπάρχει ἐπ' αὐτοῦ καμμία ἀμφιβολία καὶ ἀμφιταλάντευση, οὔτε ἐκ μέρους λαϊκῶν πιστῶν, οὔτε πολὺ περισσότερο ἐκ μέρους κληρικῶν, οἱ ὁποῖοι ἐπιδεικνύουν ἀδικαιολόγητη ἐλαστικότητα καὶ ἐπιείκεια, παραθέτουμε τὸν 62 κανόνα τῆς Πενθέκτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος καταδικάζει τὶς μεταμφιέσεις καὶ τὶς μάσκες, ὅπως καὶ τοὺς χοροὺς καὶ τοὺς ἀστεϊσμούς, ποὺ ἐλάμβαναν χώρα σὲ παρόμοιες καρναβαλικὲς ἑορτὲς τοῦ παρελθόντος, καὶ ἐπι­βάλλει στοὺς κληρικούς, ποὺ μετέχουν τὴν ποινὴ τῆς καθαιρέσεως, στοὺς δὲ λαϊκοὺς τὴν ποινὴ τοῦ ἀφορισμοῦ: «Τὰς οὔτωλεγομεναςΚαλανδας, καιταλεγόμεναΒοτα, καιτακαλούμεναΒουμαλια, καιτηνεντηπρώτητουΜαρτιουεπιτελουμενηνπανηγυριν, καθάπαξεκτηςτωνπιστωνπολιτειας περιαιρεθήναιβουλομεθα. Ἀλλάμηκαιταςτωνγυναικωνδημοσιαςορχησεις, καιπολλήνλυμηνκαιβλαβηνεμποιειν δυναμένας. Ἒτιμηνκαιταςονοματιτωνπαρ' Ἔλλησιψευδως ὀνομασθέντωνθεων, ἤεξανδρωνηγυναικωνγινομενας ὀρχήσειςκαιτελετας, κατάτιέθοςπαλαιόνκαιαλλότριοντουτωνΧριστιανώνβίου, ἀποπεμπόμεθα, ὁρίζοντεςμηδενα ἀνδραγυναικείανστοληνενδιδυσκεσθαιηγυναικατην ανδράσιναρμόδιοναλλάμήτεπροσωπείακωμικάήσατυρικά ἤτραγικαυποδυεσθαι·μήτετοτουβδελυκτουΔιονυσου όνοματηνσταφυλήνεκθλίβοντοςεντοιςληνοίςεπιβοάνμηδέτονοίνονεντοιςπίθοιςεπιχέοντας, γέλωταεπικινειν αγνοίαςτρόπωήματαιότητοςήτατηςδαιμονιώδουςπλά­νης, ἐνεργοῦντας. Τουςουναπότουνυντιτωνπροειρημένωνεπιτελείνεγχειρούντας, ἐνγνώσειτουτωνκαθισταμενους, τούτους, εἰ μὲν κληρικοὶ εἶεν, καθαιρεῖσθαι προστάσσομεν, εἰ δὲ λαϊκοί, ἀφορίζεσθαι».
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος ἀναφερόμενος στὸ ἐπι­χείρημα ὅτι μὲ τὶς καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις διασκεδάζουν καὶ εὐφραίνονται οἱ ἄνθρωποι, ξεφεύγουν ἀπὸ τὴν καθημερινότη­τα, ἀπαντᾶ ὅτι αὐτὸ εἶναι τελείως παράλογο, διότι ἡ χαρὰ καὶ εὐφροσύνη πρέπει νὰ συμβαδίζουν μὲ τὴν ἠθικὴ καὶ τὴν εὐπρέ­πεια. Ὅταν μεταβάλλεται ἕνα σπίτι σὲ πορνεῖο, εἶναι ἐντροπὴ νὰ ἰσχυρίζεται κανεὶς ὅτι πρόκειται γιὰ ἡδονὴ καὶ εὐχαρίστηση. Πολὺ περισσότερο, ὅταν ὁλόκληρες πόλεις μεταβάλλονται σὲ πορνεία κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ἀποκριᾶς. Σὲ λίγο ὅλη ἡ Ἑλλά­δα, ἡ χώρα τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων, θὰ μεταβληθεῖ σὲ ἀπέ­ραντο πορνεῖο. Στατιστικὲς στὴ πόλη τῶν Πατρὼν ἔχουν δείξει ὅτι μετὰ τὶς καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις ὁ ἀριθμὸς τῶν ἐκτρώ­σεων φθάνει σὲ ἀνησυχητικὸ σημεῖο: «Πορνεῖον γέγονέ σου ἡ οἰκία, μανία καὶ οἶστρος, καὶ οὐκ αἰσχύνη ταῦτα ἡδονὴν καλῶν;».
Οἱ τρεῖς πρῶτες ἑβδομάδες τοῦ Τριωδίου ὁρίσθηκαν ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία γιὰ τὴν σταδιακὴ προετοιμασία τῶν πιστῶν στοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ ὄχι γιὰ γλέντια καὶ ξεφαντώματα. Εἶναι περίοδος κατανύξεως, περισυλλογῆς καὶ μετανοίας (προσθήκη "Ἄλ. Ὄψ.": βλέπε καὶ τὸ βιβλίο «Ἡ Μεγάλη Τεσσαρακοστή» του Ἀλεξάνδρου Σμέμαν). Τὰ εὐαγγελικὰ ἀναγνώσματα τοῦ Τελώνου καὶ Φαρισαίου, τοῦ Ἀσώτου Υἱοῦ, τῆς Δευτέρας Παρουσίας καὶ Κρίσεως, μαζὺ μὲ τοὺς ἐμπνευσμένους ὕμνους, εἶναι ἰσχυρὴ προτροπὴ πρὸς μετάνοια καὶ ἐπιστροφή· ὅλο τὸ ἔτος γλεντοῦν καὶ διασκεδάζουν οἱ ἄνθρωποι. Πότε θὰ συμμαζευθοῦν στὸν ἑαυτό τους, γιὰ νὰ συνέλθουν πνευματικά, νὰ σκε­φθοῦν ὑψηλότερα θέματα, νὰ ὁδηγηθοῦν στὴν αὐτογνωσία καὶ στὴν θεογνωσία; Ό, τί πρόκειται νὰ κερδίσουν ἀπὸ τοὺς πνευμα­τικοὺς ἀγῶνες τῆς Ἁγίας Τεσσαρακοστῆς, προλαβαίνει ὁ Δια­βολος καὶ τοὺς τὸ ἀφαιρεῖ μὲ τὸ καρναβάλι, τὸ ὁποῖο οἱ Ἅγιοι ὀνομάζουν «σατανικὴ πομπή». Ὃ Ἅγιος Νικόδημος Ἁγιορείτης στὸ βιβλίο τοῦ «Χρηστοήθεια τῶν Χριστιανῶν», ἀναφερόμενος σὲ ὅσα γίνονται κατὰ τὶς Ἀπόκριες γράφει: «Κατ' ἀλήθειαν ἠμπο­ρεῖ νὰ εἰπῆ τινάς, ὅτι τότε οἱ Χριστιανοὶ δαιμονίζονται ὅλοι· διότι χορεύουν, παίζουν, τραγουδοῦν ἀσυνειδήτως, ἕως καὶ αὐτοὶ οἱ πλέον γέροντες... τότε δὲν ἔχει διαφορὰν ἡ ἡμέρα ἀπὸ τὴν νύκτα· διότι ἐπίσης μὲ τὴν ἡμέραν καὶ ὅλη ἡ νύκτα ἐξοδεύεται εἰς χοροὺς καὶ παίγνια καὶ ἀταξίας καὶ μασκαραλίκια· τότε διὰ νὰ εἰπῶ ἔτσι, πανηγυρίζει ἡ ἀσέλγεια· ἑορτάζει ἡ ἀκολασία· εὐφραί­νεται ἡ μέθη· ἀγάλλεται ἡ τρυφὴ καὶ ἀσωτεία· χορεύει ὁ διαβο­λος μὲ δέκα μανδήλια καὶ συγχορεύει μὲ αὐτὸν ὅλον τὸ πλῆθος τῶν δαιμόνων διότι ὅσον κέρδος κάμνουν εἰς μόνας τὰς ἀποκρέας, δὲν ἠμποροῦν νὰ τὸ κάμουν εἰς ὅλον τὸν χρόνον».
Ὅσα σχετικὰ λέγει ὁ Ἅγιος Νικόδημος γιὰ τὶς καρναβαλικὲς ἐκδηλώσεις καὶ τὴν ζημία ποὺ προκαλοῦν τὰ τελειώνει λέγον­τας πὼς εἶναι ἀφροσύνη νὰ καταστρέφουμε προκαταβολικὰ καὶ νὰ ἀχρηστεύουμε τὴν Ἁγία Τεσσαρακοστή· προτρέπει ἐπίσης τοὺς ἀρχιερεῖς, τοὺς πνευματικοὺς καὶ τοὺς διδασκάλους νὰ ἐμποδίσουν τὸ μεγάλο αὐτὸ κακό. Τώρα οἱ μὲν ἀρχιερεῖς καὶ οἱ πνευματικοὶ σιωποῦν, ἐνῶ ἔπρεπε νὰ μὴ ἡσυχάζουν μπροστὰ στὴν ἐπέκταση τοῦ κακοῦ, πολλοὶ δὲ ἀπὸ τοὺς δασκάλους καὶ τοὺς γονεῖς ὀργανώνουν οἱ ἴδιοι γιὰ τὰ παιδιὰ τοὺς καρναβα­λικὲς ἐκδηλώσεις: «Ἀσυγκρίτως γὰρ εἶναι μεγαλυτέρα ἡ βλάβη, ὅπου προσλαμβάνουν εἰς τὰς ἀποκρέας, πάρεξ ἡ ὠφέλεια ὅπου λαμβάνουν ἀπὸ τὴν ἐρχομένην Τεσσαρακοστὴν ἴλεως, ἴλεως, ἴλεως, νὰ γίνη ὁ Θεός! Καὶ αὐτὸς εἴθε νὰ φωτίση τοὺς ἁγίους Ἀρχιερεῖς καὶ πνευματικοὺς καὶ διδασκάλους νὰ ἐμποδίσουν τὰ τοιαῦτα κακά, μὲ ἀφορισμοὺς καὶ ἐπιτίμια, καθὼς προστάζει καὶ ὁ ξβ' κανὼν τῆς ἁγίας καὶ Oικουμενικής στ' Συνόδου».

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 30, 2016

Περιτομή του Χριστού και Μεγάλου Βασιλείου


Απομαγνητοφωνημένο Κήρυγμα του π. Θεοδώρου Ζήση 
ΠΕΡΙΤΟΜΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ - ΕΟΡΤΗ ΜΕΓΑΛΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Τριπλή εορτή σήμερα!  Οι δύο από τις εορτές έχουν εκκλησιαστικό χαρακτήρα: η εορτή της περιτομής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όπως και η εορτή και η μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου Αρχιεπισκόπου Καισαρείας, Ουρανοφάντορος.  Και κοντά σ’ αυτές τις δύο γιορτές υπάρχει θα λέγαμε και η πολιτική εορτή της ενάρξεως του νέου πολιτικού έτους, η πρωτοχρονιά και η πρωτομηνιά, η οποία όμως κι αυτή προσλαμβάνει, μέσα στην Εκκλησία για όλους μας, πνευματικό χαρακτήρα και δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται απλώς ως μία κοσμική εορτή και να κάνουμε κι εμείς τα του κόσμου.  Τα αγιογραφικά αναγνώσματα της σημερινής ημέρας, το μεν Ευαγγέλιο του Όρθρου, από το κατά Ιωάννην Άγιο Ευαγγέλιο, ορίστηκε εξ αιτίας της εορτής του Μεγάλου Βασιλείου·  και εκεί, όσοι ήσαν το πρωί στον Όρθρο, άκουσαν ότι ο Χριστός μάς ομίλησε για τον καλό ποιμένα, ποιος είναι ο καλός ποιμήν· κι ότι τα πρόβατα ακούν τη φωνή του καλού ποιμένος, ενώ του κακού ποιμένος την φωνήν ως ξένου, ως αλλοτρίου, δεν την ακούν.  Αλλοτρίω δε, ου μη ακολουθήσωσιν, αλλά φεύξονται απ’ αυτού, ότι ουκ οίδασι των αλλοτρίων την φωνήν . (Ιωάν., 10, 5).  Και ορίστηκε αυτή η περικοπή, διότι καλός ποιμήν, κατ’ εξοχήν, καθ’ υπερβολήν μέγας ποιμήν της Εκκλησίας είναι ο εορταζόμενος σήμερα άγιος, ο Μέγας Βασίλειος.
Τα αγιογραφικά αναγνώσματα της Κυριακής έχουν σχέση με την εορτή της Περιτομής του Κυρίου μας, η οποία βέβαια δεν αναπτύσσεται εκτενώς μέσα στο Ευαγγέλιο·  όπως ακούσαμε ο Ευαγγελιστής Λουκάς μας είπε ότι συμπληρώθηκαν οι οχτώ ημέρες του περιτεμείν το παιδίον (Λουκ., 2, 21) και ότι οδήγησαν στο ναό τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό μετά από οκτώ ημέρες και εκεί έγινε η περιτομή, όπως προέβλεπε ο Μωσαϊκός νόμος και συγχρόνως του έδωσαν και το όνομα Ιησούς, κατά την περιτομήν, το οποίο ήδη είχε αναγγείλει ο Άγγελος.
Η Αποστολική περικοπή, από την προς Κολασσαείς επιστολή, έχει κι αυτή σχέση με την περιτομή, κάνει λόγο για την περιτομή την χειροποίητο, αυτήν την οποίαν υπέστη και ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, την Ιουδαϊκή περιτομή, η οποία όμως εγκαταλείφθηκε από μας τους χριστιανούς.  Γνωρίζετε όλοι ότι κατά τους πρώτους χρόνους της ζωής της Εκκλησίας μας έγινε πολύ μεγάλο ζήτημα, ανάμεσα στους ιουδαΐζοντας χριστιανούς και στους μη ιουδαΐζοντας, αν θα έπρεπε και οι χριστιανοί, και εμείς, να περιτεμνόμαστε·  κάποιο διάστημα μάλιστα και ο Απόστολος Πέτρος παρασύρθηκε και υποστήριζε και αυτός ότι πρέπει όλοι μας να περιτεμνόμαστε, όπως οι Ιουδαίοι, και τον ήλεγξε αυστηρώς ο Απόστολος Παύλος και τελικώς η Α’ Αποστολική Σύνοδος, η οποία συνεκλήθη στα Ιεροσόλυμα το 49-50 μ.Χ., αποφάσισε ότι δεν πρέπει οι χριστιανοί να τηρούν τη διάταξη αυτή του Μωσαϊκού νόμου και να περιτεμνόμαστε.  Αυτά όμως είναι εισαγωγικά.
Αυτό το οποίο σήμερα εδώ επέλεξα να σας αναπτύξω εν ολίγοις, είναι κάτι που έχει σχέση με την αποστολική περικοπή, η οποία είναι από την προς Κολασσαείς επιστολή του Αποστόλου Παύλου, αλλά έχει σχέση επίσης και με μία νοοτροπία, η οποία έχει καλλιεργηθεί στις ημέρες μας, νοοτροπία και συνήθειες, οι οποίες μοιάζουν πολύ με αυτά που ζούσαν οι χριστιανοί στις Κολοσσές  και τις οποίες συνήθειες επικρίνει ο Απόστολος Παύλος.  Και οι συνήθειες αυτές τις οποίες επικρίνει ο Απόστολος Παύλος είναι ότι, ενώ είχαν γίνει πολλοί χριστιανοί, εξακολουθούσαν να τηρούν διατάξεις παλαιές, να παρασύρονται από την κοσμική νοοτροπία κι από τον κοσμικό τρόπο διαβιώσεως και ζωής, κι έτσι ουσιαστικώς να μην τηρούν όσα προβλέπει το Ευαγγέλιο, όσα προβλέπουν οι εντολές του Κυρίου.
Ακούσατε λοιπόν πριν από λίγο, ότι μας είπε ο Απόστολος Παύλος Βλέπετε μη τις υμάς έσται ο συλαγωγών δια της φιλοσοφίας και κενής απάτης, κατά την παράδοσιν των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ου κατά Χριστόν. (Προς Κολασ., 2, 8).   Να προσέχετε, λέγει, να μην υπάρξει κάποιος ο οποίος θα σας ξεγελάσει, θα σας παρασύρει  με την  φιλοσοφία αλλά και με την ψεύτικη απάτη, όπως επίσης και κατά τα στοιχεία του ανθρώπου, του κόσμου, κατά τις συνήθειες του κόσμου και ου κατά Χριστόν.  Διότι στον Χριστό κατοικεί όλο το πλήρωμα σωματικώς κι εμείς είμαστε γεμάτοι από το Χριστό, και εστέ εν αυτώ πεπληρωμένοι, κι όποιος είναι γεμάτος από το Χριστό δεν έχει ανάγκη να γεμίζει και από τις κοσμικές συνήθειες και από τις κοσμικές εορτές.  Και στη συνέχεια μας κάνει λόγο για την περιτομή την αχειροποίητο εν ω περιετμήθητε περιτομή αχειροποιήτω· έχουμε υποστεί κι εμείς οι χριστιανοί μία περιτομή, σε μας όμως δεν απέκοψαν τμήμα του δέρματός μας, όπως στη σωματική περιτομή τη χειροποίητο, αλλά  σε μας περιέκοψαν τα αμαρτήματα, το σώμα της αμαρτίας εν τη απεκδύσει του σώματος των αμαρτιών της σαρκός, εν τη περιτομή του Χριστού  αυτή είναι η δική μας αχειροποίητος περιτομή, ότι με το βάπτισμά μας απεκδυόμεθα τα αμαρτήματά μας, κόπτονται τα αμαρτήματά μας·  και περισσότερο ότι αυτή την περιτομή εμείς την κάνουμε πράξη στη ζωή μας, περικόπτοντας όχι σωματικό μέρος, αλλά περικόπτοντας τις αμαρτίες μας.  Αυτή λοιπόν εδώ η περικοπή του Αποστόλου Παύλου, συνειρμικά, μ’ έκανε να σκεφτώ ότι όντως έχει κυριαρχήσει μία νοοτροπία, η οποία εξακολουθεί και η οποία επιδεινώνεται τις ημέρες αυτές των εορτών και κατά την ημέρα της σημερινής εορτής.  Δεν ξέρω αν και σε άλλες χρονιές ήταν και σε μας το εκκλησίασμα τόσο αραιωμένο, πάντοτε ήταν αραιωμένο διότι οι περισσότεροι ξενυχτούν, πολλοί από το εκκλησίασμα το δικό μας έχουν φύγει και βρίσκονται αλλού, αλλά παρατηρώ κάθε χρόνο ερχόμενος το πρωί στην εκκλησία ότι η Πρωτοχρονιά είναι η μόνη μέρα που η Θεσσαλονίκη είναι γεμάτη αυτοκίνητα, σαν  να είναι καθημερινή.  Τις Κυριακές που έρχομαι υπάρχει ησυχία, ξεκουράζονται όλοι, κοιμούνται τις Κυριακές, δεν παν στην εκκλησία·  τώρα κυκλοφορούν, κυκλοφορούν, κυκλοφορούν και γιατί κυκλοφορούν;  Διότι τη νύχτα ξενυχτούν, διότι υπάρχει αυτή η εσφαλμένη αντίληψις ότι πρέπει να είμαστε χαρούμενοι αυτή την ημέρα· τα στοιχεία του κόσμου, κατά την παράδοση των ανθρώπων, κατά τα στοιχεία του κόσμου και ου κατά Θεόν·  κι ότι πρέπει να γλεντήσουμε τη βραδιά αυτή της Πρωτοχρονιάς, να ξεδώσουμε, να χαρούμε, εις τρόπον ώστε αν αυτή η μέρα μας πάει καλά, όλες οι άλλες ημέρες θα πάνε καλά.  Πολλές φορές αναφέρθηκα σ’ αυτή την κακή πρόληψη, την κακή δεισιδαιμονία και είπα ότι ο χρόνος μας και η ζωή μας αγιάζεται όχι παρατηρώντας μήνας και καιρούς και ενιαυτούς, όχι βλέποντας αν την 1η του μηνός θα πάμε καλά ή αν την 1η της χρονιάς, του έτους, θα πάμε καλά, αλλά αγιάζοντας τη ζωή μας με την αρετή.
Υπάρχει επίσης και μια άλλη συνήθεια και νοοτροπία κοσμική, η οποία και αυτή κυριαρχεί αυτές τις ημέρες, η ευχή –πολλές φορές το έχω πει κι αυτό, ας το επαναλάβω- η ευχή «Χρόνια πολλά».  Χρόνια πολλά, χρόνια πολλά, αφού και όλοι μας, κι εγώ από συνήθεια, όπου βρεθώ λέω «Χρόνια πολλά», τι να πω;  Και για να μειώσω λίγο αυτή την ευχή, που δεν είναι χριστιανική ευχή το «Χρόνια πολλά», προσθέτω «Χρόνια πολλά και ευλογημένα»·  τουλάχιστον να είναι ευλογημένα, να μην είναι απλώς «χρόνια πολλά», αλλά να είναι ευλογημένα, να είναι κατά Χριστόν τα «χρόνια πολλά».  Και η άλλη ευχή «πάνω απ’ όλα υγεία»·  όπου βρεθείς «πάνω απ’ όλα υγεία», υγεία, υγεία, υγεία, υγεία να έχετε, πάνω απ’  όλα υγεία.  Κι όλοι εύχονται για μακροημέρευση, εις έτη πολλά, για χρόνια πολλά, να είσαι γερός, να ζήσεις, να χαρείς, να είσαι υγιής…  Όλα αυτά, αγαπητοί μου, είναι στοιχεία του κόσμου, είναι παραδόσεις ανθρώπων, όπως λέει ο Απόστολος Παύλος, και δεν είναι χριστιανική νοοτροπία, δεν είναι χριστιανική διδαχή, δεν προκύπτουν όλα αυτά από το Ευαγγέλιο, δεν προκύπτουν από τη ζωή των Αγίων, δεν είναι παράδοση της Εκκλησίας μας, δεν είναι παράδοση των Αγίων Πατέρων.
Σχετικώς λοιπόν με αυτά σήμερα, ήθελα να σας παρουσιάσω μερικές σκέψεις, λέγοντας γενικώς τα εξής: κατά την Πίστη, της Εκκλησίας μας στο σχέδιο του Θεού ο άνθρωπος έπρεπε να είναι ένα ον, το οποίο θα ζούσε αιωνίως, όχι απλώς χρόνια πολλά, θα ζούσε αιωνίως ο άνθρωπος· δεν θα υπήρχε ούτε το γήρας, ούτε η φθορά, ούτε ο θάνατος, αλλά θα είχαμε μία αιώνια ζωή.  Και το Ευαγγέλιο μας λέει ότι αυτή την αιώνιο ζωή πρέπει πάντοτε να έχουμε στο νου μας, διότι αυτή η αιώνιος ζωή μπορεί ξανά να κερδηθεί.  Την χάσαμε αυτή τη ζωή στον Παράδεισο εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος, αλλά αυτή η αιώνιος ζωή είναι μπροστά μας·  γιατί λοιπόν να κοιτάζουμε και να ενδιαφερόμαστε εδώ για τα «χρόνια πολλά», πόσο θα ζήσουμε και να μην ενδιαφερόμαστε για την αιώνια ζωή, την ατελεύτητη ζωή και να ευχόμαστε, όπως πολλές φορές έχω πει, «Καλό Παράδεισο»!  Πού να ευχηθείς «Καλό Παράδεισο»;  Θα θεωρηθεί αυτό ότι αυτό είναι μία ευχή, που λες να πεθάνει:  «Καλό Παράδεισο», άντε να πεθάνεις τώρα.  Αλλά υπάρχει καλύτερη ευχή;  Σαν να του λες να κληρονομήσεις την αιώνια ζωή, να κληρονομήσεις τον Παράδεισο.  Δεν υπήρχε λοιπόν στο σχέδιο του Θεού η φθορά και ο θάνατος και το γήρας.  Ο Αδάμ και η Εύα δεν γεννήθηκαν βρέφη, για να μεγαλώσουν, να γεράσουν και να πεθάνουν·  πλάστηκαν και δημιουργήθηκαν από το Θεό στην κατάσταση της νεότητος, για να μείνουν αιώνια νέοι και αθάνατοι και να φτάσουν στην αγήρω μακαριότητα, στην αγήραστη ευφροσύνη της αιωνίου ζωής.  Η εμφάνιση όμως του κακού, της αμαρτίας, η ανυπακοή και ο εγωισμός του ανθρώπου απέναντι του Θεού ανέτρεψαν αυτόν τον αρχικό σχεδιασμό και οδήγησαν το Θεό σε προσαρμογή του σχεδίου, στις νέες πλέον συνθήκες της αμαρτίας, τις οποίες συνθήκες δημιούργησε ο άνθρωπος.  Αν ο άνθρωπος εξακολουθούσε να είναι αθάνατος, μετά από την αμαρτία, θα διαιώνιζε το κακό στην ύπαρξή του και θα έδινε στο κακό αιώνια υπόσταση.  Για να μη γίνει, λοιπόν, το κακό αθάνατο, ίνα μη το κακόν αθάνατον γένηται ,πολύ ωραία φράση από τους Πατέρες της Εκκλησίας, ο Θεός δρώντας ευεργετικά και θεραπευτικά, επιτρέπει την εκδήλωση της φθοράς, του γήρατος, και του θανάτου με τη διαδικασία αυτή της φθοράς των κυττάρων του οργανισμού, για να διακοπεί η συνέχιση του κακού της αμαρτίας.  Δεν υπάρχει ούτε μία ημέρα στη ζωή μας χωρίς αμαρτία.  Γιατί ουδείς καθαρός από ρύπου, κι αν μία ημέρα ο βίος αυτού επί της γης.  Γι’ αυτό η παράταση της ζωής, η μακροβιότητα, τα πολλά χρόνια, τα οποία ευχόμαστε όλοι μας και τα οποία οραματίζονται να επιτύχουν οι ιατροί με έρευνα κτλ, αν δεν συνοδεύονται όλα αυτά, η μακροβιότητα, τα χρόνια πολλά, αν δεν συνοδεύονται και από προσπάθεια τελειοποιήσεως στην αρετή και στην αγιότητα, αν είναι απλώς χρόνια πολλά κι όχι χρόνια άγια, χρόνια ενάρετα είναι επιζήμια, γιατί παρατείνουν τη διάπραξη της αμαρτίας και του κακού και οδηγούν σε συσσώρευση αμαρτιών.  Όσο πιο πολύ ζούμε, όσο πιο πολλά χρόνια ζούμε, τόσο πιο πολλές αμαρτίες συγκεντρώνουμε και συσσωρεύουμε.
Αυτή η νέα, λοιπόν, θεώρηση του χρόνου της ζωής, σε σχέση με την αρετή και με την αγιότητα, άλλαξε ριζικά την αξιολόγηση όλων αυτών, της μακροβιότητος, της ευχής «χρόνια πολλά» και στην Αγία Γραφή και στην εκκλησιαστική Παράδοση.  Από την Αγία Γραφή να σας σημειώσω εδώ, μόνον, αυτό που κι άλλη φορά και στο Αρχονταρίκι κάτω είπαμε, ότι εκεί ο Απόστολος Ιάκωβος στην επιστολή του, τι λέει για την ζωή μας;  Ελάτε, λέει, εσείς που προγραμματίζετε για αύριο και μεθάυριο, όπως προγραμματίζουμε όλοι μας: το χρόνο αυτό θα κάνουμε εκείνο, θα κάνουμε εκείνο, ας πάμε εδώ και ας πάμε εκεί, ας κάνουμε το χρόνο αυτό εκείνο και το άλλο.  Ποία γαρ η ζωή υμών;  Πώς σχεδιάζετε, λέει, εσείς για όλα αυτά, το χρόνο αυτό θα κάνουμε αυτό, το χρόνο αυτό θα κάνουμε εκείνο, να ζήσουμε χρόνια πολλά.Ποία γαρ η ζωή υμών;  ατμίς γαρ έσται η προς ολίγον φαινομένη, έπειτα δε και αφανιζομένη.  Τι είναι η ζωή μας;  Η ζωή μας είναι ένας ατμός, μία ατμίς, η οποία ξαφνικά εμφανίζεται όπως ο ατμός και σε λίγο εξαφανίζεται, αυτός ο ατμός.  Μας λέει λοιπόν, κι άλλη φορά το είπαμε, αντί να λέμε θα κάνουμε αυτό κι αυτό κι αυτό τα χρόνια που θα ζήσουμε, να λέμε εάν ο Κύριος θελήσει και ζήσομεν και ποιήσομεν και ζήσομεν ετούτο και εκείνο.
Και σε πολλά άλλα χωρία η Αγία Γραφή μας ομιλεί για το πόσο η ζωή μας είναι σύντομη, ο καιρός συνεσταλμένος εστί  (Α’ Κορινθ., 7, 29).  Πέρα όμως από αυτό, υπάρχει στην Πατερική Παράδοση κι επειδή σήμερα γιορτάζει ο Μέγας Βασίλειος, ιδιαίτερα από τη διδασκαλία του Μεγάλου Βασιλείου, θέλω να παρουσιάσω μερικές σκέψεις γύρω από το θέμα αυτό, σχετικά με το θέμα αυτό της μακροβιότητος και του γήρατος και του θανάτου.  Λέει ο Μέγας Βασίλειος ότι υπάρχουν γέροντες -όλοι ευχόμαστε να φθάσουμε στη γεροντική ηλικία και ν’ ασπρίσουν τα μαλλιά μας, φτάνει αυτό; - υπάρχουν γέροντες λέει, οι οποίοι με την αμαρτωλή ζωή τους καταισχύνουν, ντροπιάζουν το γήρας και αποδεικνύονται αφρονέστεροι και των νηπίων ακόμη·  ενώ αντιθέτως υπάρχουν νέοι, οι οποίοι χωρίς να έχουν λευκές τρίχες, άσπρα μαλλιά, συμπεριφέρονται σαν να ήσαν γέροντες και αξίζουν γι’ αυτό σεβασμού και τιμής αυτοί οι νέοι που συμπεριφέρονται ως γέροντες.  Ενθυμείστε ότι ο Άγιος Σάββας, τον οποίον εδώ ιδιαιτέρως τιμούμε και τον εικονογραφήσαμε στις αγιογραφίες μας, τόσο συνετός ήταν από νεαράς ηλικίας είκοσι ετών, ώστε ο Μεγάλος Ευθύμιος τον ονόμαζε παιδαριογέροντα·  παιδάκι, που είχε τη σύνεση γέροντος, παιδαριογέρων, παιδαριογέροντας.  Λέει ο Μέγας Βασίλειος: «Πλείον γαρ τω όντι εις πρεσβυτέρου σύστασιν της εν θριξίν λευκότητας το εν φρονήσει πρεσβυτικόν» (Εις τον προφήτην Ησαΐαν 2, 101, PG 30, 284.). Περισσότερο λέγει, για να θεωρηθεί κανένας πρεσβύτερος, δεν είναι οι λευκές τρίχες, η λευκότητα στις τρίχες, αλλά είναι το εν φρονήσει πρεσβυτικόν,  να είναι κανείς πρεσβύτης στη φρόνηση, στην αρετή και στην αγιότητα.
Και ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος με τον χειμαρρώδη λόγο του, λέγει σχετικά απευθυνόμενος σε γέροντες, που αξίωναν σεβασμό, απλώς λόγω μόνον του γήρατος: «Η πολιά τότε αιδέσιμος, όταν τα της πολιάς πράττη. όταν δε νεωτερίζη, των νέων καταγελαστότερος έσται…» (Εις την προς Εβραίους, Ομιλ. 7,3, PG 63, 64-65).  Οι γέροντες, λέει, τότε είναι σεβαστοί, όταν συμπεριφέρονται σαν γέροντες, όταν όμως νεωτερίζουν –και σκεφτείτε τώρα, που έχουν καταντήσει οι γέροντες της εποχής μας·  οι γέροντες της εποχής μας έχουν εκτραπεί οι περισσότεροι τελείως, μ’ αυτήν τη συνήθεια των Κ.ΑΠ.Η. και τους γάμους των γερόντων σε μεγάλη ηλικία-  τι να σεβαστούν σ’ αυτούς τους γέροντες;  Οι οποίοι φτάνουν σε ηλικία 65 κι 70 και 80 ετών και σκέφτονται γάμους, είτε όντες εν χηρεία, είτε ακόμη από διαζύγια·  αυτοί νεωτερίζουν, τι να σεβαστείς σ’ αυτούς τους γέροντες;  Και γαρ την πολιάν τιμώμεν, ουκ επειδή το λευκόν χρώμα του μέλανος προτιμώμεν,  τιμούμε, λέει, την πολιάν, τ’  άσπρα μαλλιά, όχι γιατί προτιμούμε το λευκό χρώμα από το μαύρο, αλλ’ ότι τεκμήριόν εστι της εναρέτου ζωής, το να είναι κανένας γέροντας σημαίνει πως είναι ενάρετος, και ορώντες από τούτου στοχαζόμεθα την έν­δον πολιάν, κι όπως βλέπουμε να είναι κανένας άσπρος απ’ έξω, τι ωραία εικόνα, σκεφτόμαστε και πως μέσα είναι κάτασπρος, είναι λευκός και στην ψυχή, και από τούτου στοχαζόμεθα την έν­δον πολιάν· τώρα πολλοί βάφουν τα μαλλιά τους, οι γέροντες, ακόμα και οι γυναίκες βάφουν τα μαλλιά τους, ενώ δέστε τι συμβολισμός είναι αυτός· τα άσπρα μαλλιά είναι σύμβολο της εσωτερικής καθαρότητος.   Και από τούτου ορώντες στοχαζόμεθα την έν­δον πολιάν, την εσωτερική λευκότητα.  Μη αξίου τοίνυν διά την πολιάν τιμάσθαι, όταν αυτήν αυτός αδικής (Εις την προς Εβραίους, Ομιλ. 7,3, PG 63, 64-65), μην αξιώνεις λοιπόν να τιμάσαι για τα λευκά μαλλιά, όταν εσύ τα αδικείς.  Αυτή, λοιπόν, η αντιμετώπιση αποσυνδέει τον άνθρωπο από τα σωματικά γνωρίσματα και τον αξιολογεί με βάση τα πνευματικά γνωρίσματα.  Κι έτσι η Αγία Γραφή μας λέει πως μπορεί κανένας να είναι διαρκώς νέος, να υπάρχει διαρκής νεότης·  μη σκέφτεστε τα χρόνια πολλά, τα χρονολογικά, τα αστρονομικά έτη, τα πολιτικά έτη, μη σας νοιάζει αυτό, μπορεί να υπάρξει διαρκής νεότης, λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.  Υπάρχει πολιά σφριγώσα και γήρας ακμάζον· κεχάλαστο ο τόνος της σαρκός, νενεύρωτο ο τόνος της πίστεως, ακόμη, λέει, κι αν γεράσει κανένας μπορεί να είναι νέος· κεχάλαστο ο τόνος της σαρκός;  Ατόνησε η σάρκα;  Μπορεί να νευρωθεί ο τόνος της Πίστεως.  Και επικαλείται γι’ αυτό, το παράδειγμα του πατριάρχου Αβραάμ, ο οποίος ενώ στη νεότητά του δεν είχε πνευματικές επιτυχίες - αυτό είναι για όλους μας που βρισκόμαστε σε μεγάλη ηλικία, μπορούμε και σε μεγάλη ηλικία να έχουμε πνευματικές επιτυχίες.  Ο πατριάρχης Αβραάμ ξέρετε σε τι ηλικία εκλήθη από τον Θεόν; Σε ηλικία 75 ετών.  Μεγαλύτερος από μένα--  από την ηλικία των 75 ετών ο πατριάρχης Αβραάμ έκανε αυτά που έκανε και διέπρεψε ως άγιος και ως πατριάρχης.  Και λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, αναφερόμενος στον Αβραάμ, ο οποίος σε τόσο μεγάλη ηλικία κατόρθωσε τόσο πολλά, τοιαύτα γαρ της Εκκλησίας τα κατορθώματα, ότι η ατονία του σώματος ουδέν λυμαίνεται την προθυμίαν της πίστεως·  το σώμα αν είναι άτονο, αυτό δε σημαίνει πως και η πίστις μπορεί να ατονήσει.  Κόσμος γαρ Εκκλη­σίας πολιά κατεσταλμένη, και πίστις επτερωμένη και εν τούτω χαίρει η Εκκλησία μάλλον, η Εκκλησία χαίρεται πιο πολύ αν κάποιος στην Πίστη, στην ψυχή του είναι επτερωμένος, όχι αν το σώμα του είναι υγιές και ζωντανό.  Επί μεν γαρ των έξω πραγμάτων ο γέρων άχρηστος, έξω στον κόσμο λέει ότι ο γέροντας είναι άχρηστος.  Αλλ’ ου τα της Εκκλησίας τοιαύτα, στην Εκκλησία δεν ισχύει αυτό, αλλ’ όταν γηράσωσιν οι εν αρετή διάγοντες, τότε μάλλον χρήσιμοι καθίστανται· ου γαρ σαρκών ευτονία, αλλά πίστεως επίτασις ζητείται  όταν λοιπόν γεράσουν οι άνθρωποι και διάγουν εν αρετή, τότε είναι περισσότερο χρήσιμοι.  (Λόγος εις τον μακάριον Αβραάμ 1, PG 50, 737-738).
Γι’ αυτό και η Αγία Γραφή άλλωστε, πολλές φορές το ακούμε στα αναγνώσματα, ιδιαίτερα στους εσπερινούς, μας λέγει γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον·  γιατί εύχεστε να ζήσετε πολλά χρόνια;  Γήρας γαρ τίμιον ου το πολυχρόνιον ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται·  ούτε τα γηρατειά μετρώνται με το πόσων ετών είναι κανένας,  καυχόμαστε μερικοί, εγώ είμαι 80, 85 ετών, ουδέ αριθμώ ετών μεμέτρηται. Πολιά δε εστί φρόνησις ανθρώποις, και ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος. (Σοφία Σολομώντος, 4, 8)  Από την Αγία Γραφή, από την Παλαιά Διαθήκη είναι αυτό, η πολιά λέει, το γήρας είναι η φρόνησις και ηλικία γήρως βίος ακηλίδωτος και τα γεράματα φαίνονται από τον ακηλίδωτο βίο.
Υπάρχουν νέοι, οι οποίοι κατορθώνουν σε λίγα χρόνια την αρετή και την τελειότητα κι είναι έτοιμοι γι’ αυτό να εισέλθουν στην αιωνιότητα.  Τελειωθείς εν ολίγω, επλήρωσε χρόνους μακρούς, (Σοφ. Σολ. 4, 13), υπάρχουν νέα παιδιά, τα οποία φεύγουν σε ηλικία 20-25 ετών κι ήταν ήδη άγια, τα παιδιά αυτά·  δεν ισχύει γι’ αυτούς το «χρόνια πολλά», πολύ καλύτερα όμως που έφυγαν σ’ αυτή τη νεαρή ηλικία·  οι άγιοι δεν επιθυμούν να έχουν πολυχρόνια ζωή στον παρόντα βίο, χρόνια πολλά και χρόνια πολλά, οι άγιοι βιάζονται να φύγουν, να παν στην αιώνια ζωή, εκεί είναι ο κλήρος μας·  και επείγονται και βιάζονται να αποθάνουν, για να είναι μαζί με τον Χριστό, αισθάνονται εδώ ως πάροικοι και ως παρεπίδημοι, ως μετανάστες και ζητούν να τελειώσει ο χρόνος αυτός της παροικίας, για να κατοικήσουν στον μόνιμο και κατάλληλο χώρο.
Ο Μέγας Βασίλειος έχει ένα δύο καταπληκτικά κείμενα γύρω από το θέμα, κι άλλη φορά σας έχω μνημονεύσει, ας τα υπενθυμίσω απλώς τώρα.  Απευθυνόμενος προς τους νέους ο Μέγας Βασίλειος τους λέγει τα εξής: ότι εμείς, λέγει, παιδιά μου –άντε να τα πεις τώρα αυτά στα νέα παιδιά· ελάχιστοι νέοι είναι που ακούν αυτόν τον λόγο, τα παιδιά μας απόψε βρισκόταν τα περισσότερα στις καφετέριες και στα μπαρ κι εδώ κι εκεί-   εμείς, λέει, παιδιά μου, τον ανθρώπινον τούτον βίον ουδέν είναι χρήμα παντάπασιν υπολαμβάνουμεν, θεωρούμε ότι αυτή η ζωή, την οποίαν εμείς ευχόμαστε να ζήσουμε, να ζήσουμε, να ζήσουμε πολλά, ν’ απολαύσουμε αυτή τη ζωή, ο Μέγας Βασίλειος λέει ότι εμείς αυτή τη ζωή δεν την εκτιμούμε καθόλου. Οὐδὲν εἶναι χρῆμα παντάπασι τὸν ἀνθρώπινον βίον τοῦτον ὑπολαμβάνομεν, οὔτ᾿ ἀγαθόν τι νομίζομεν ὅλως, οὔτ᾿ ὀνομάζομεν, ὃ τὴν συντέλειαν ἡμῖν ἄχρι τούτου παρέχεται. (Πρὸς τοὺς νέους 2, ΕΠΕ 7, 318).  Τίποτα από τα θεωρούμενα αγαθά αυτής της ζωής δεν έχει αξία, γιατί έχει χρονικό τέλος.  Κι ονομάζει μερικά: οὔκουν προγόνων περιφάνειαν,όχι η καταγωγή μας, δεν είναι μεγάλο πράγμα, οὐκ ἰσχὺν σώματος, όχι να έχουμε δυνατό σώμα, οὐ κάλλος, όχι ομορφιά,  οὐ μέγεθος, οὐ τὰς παρὰ πάντων ἀνθρώπων τιμάς, οὐ βασιλείαν αὐτήν, οὐχ ὅ,τι ἄν τις εἴποι τῶν ἀνθρωπίνων μέγα, ἀλλ᾿ οὐδὲ εὐχῆς ἄξιον κρίνομεν, όλα αυτά δεν τα κρίνουμε ούτε άξια ευχής.  Εμείς  όμως αντίθετα ευχόμαστε «Χρόνια πολλά», να καλοπεράσουμε, να ζήσουμε, να είμαστε υγιείς, τα σώματά μας να είναι ισχυρά, ουδέ ευχής άξιον κρίνομεν· ἢ τοὺς ἔχοντας ἀποβλέπομεν, ή βλέπουμε σ’ αυτούς οι οποίοι τα έχουν και τους ζηλεύουμε·  αλλά τι κάνουμε εμείς; Να τι κάνουμε, που έλεγα η αιώνιος ζωή· ἀλλ᾿ ἐπὶ μακρότερον πρόϊμεν ταῖς ἐλπίσι καὶ πρὸς ἑτέρου βίου παρασκευὴν ἅπαντα πράττομεν. Εμείς, η δική μας η προοπτική, των χριστιανών, δεν είναι μικρή και στενή, δεν περιορίζεται εδώ σ’ αυτή τη ζωή αλλ’ επί μακρότερον πρόιμεν ταις ελπίσι, πηγαίνουμε πολύ μακριά με τις ελπίδες μας και τα κάνουμε όλα για την αιώνια ζωή.  Αυτό από τον «Λόγο προς τους νέους».
Υπάρχει επίσης κι ένα άλλο κείμενο του Μεγάλου Βασιλείου, από ένα θαυμάσιο λόγο «Εις το πρόσεχε σεαυτώ», το οποίο επέλεξα ακριβώς γιατί κάνει λόγο γι’ αυτά που συζητούμε την ημέρα αυτή, για την μακροημέρευση, να ζήσουμε πολλά χρόνια, να μακροημερεύσουμε.  Λέει λοιπόν ο Μέγας Βασίλειος, εξηγώντας της Παλαιάς Διαθήκης το «Πρόσεχε σεαυτώ», να προσέχεις τον εαυτό σου.  Τι σημαίνει, λέει, αυτό το «πρόσεχε τον εαυτό σου»; Μή τη σαρκί πρόσεχε, μη νομίζεις όταν λέει η Αγία Γραφή πρόσεχε σεαυτώ, ότι λέει να προσέχουμε την υγεία μας, τη σάρκα μας.  Μή τη σαρκί πρόσεχε, μηδέ το ταύτης αγαθόν εκ παντός τρόπου δίωκε· και ποιο είναι το αγαθό της σαρκός; Εμείς πάνω απ’ όλα η υγεία· μην προσέχετε την υγεία, λέει ο Μέγας Βασίλειος. Υγείαν και κάλλος και ηδονών απολαύσεις, και μακροβίωσιν· μηδέ χρήματα και δόξαν, και δυναστείαν θαύμαζε, (Εἰς τὸ «Πρόσεχε σεαυτῷ», ΕΠΕ, 6) μη τα θαυμάζετε αυτά, ούτε την υγεία, ούτε την μακροημέρευση, ούτε τίποτα, μην τα θαυμάζετε όλα αυτά· τι να κάνομε όμως;   Υπερόρα σαρκός, παρέρχεται γαρ·επιμελού ψυχής, πράγματος αθανάτου.  Τα σαρκικά αφήστε τα, γιατί είναι προσωρινά, να φροντίζεται για την ψυχή σας που είναι αθάνατη.
 Και υπάρχει επίσης ένα πολύ ωραία χωρίο του Μεγάλου Βασιλείου, αφού σήμερα γιορτάζει, εδώ να το υπενθυμίσουμε.  Ο Μέγας Βασίλειος, στο «Λόγο προς τους νέους» λέγει γι’ αυτή τη μακροημέρευση και για το να φτάσουμε σε πολύ γεροντική ηλικία –χρόνια πολλά, χρόνια πολλά, χρόνια πολλά-  λέει:  Εγώ δε καν το Τιθωνού τις γήρας, καν το Αργανθωνίου λέγη, καν το του μακροβιωτάτου παρ’ ημίν Μαθουσάλα, εγώ λέει, ακόμα κι αν με παρουσιάσει κανένας τα γηρατειά του Τιθωνού, από την αρχαία ελληνική γραμματεία είναι αυτό, ή του Αργανθωνίου, κι αυτός σε πολύ μεγάλη ηλικία, αν μου φέρει κανείς σαν παράδειγμα ακόμη και τον Μαθουσάλα - μαθουσάλεια χρόνια - ος χίλια έτη, τριάκοντα δεόντων, βιώναι λέγεται, ο οποίος λέγεται ότι έζησε 970 χρόνια, χίλια χρόνια μείον τριάκοντα,  καν σύμπαντα τον αφ’ ου γεγόνασιν άνθρωποι χρόνον αναμετρή, κι αν μετρήσει όλο το χρόνο αφ’ ότου έγιναν οι άνθρωποι, ως επί παίδων διανοίας γελάσομαι, εγώ για όποιον σκέφτεται έτσι, να φτάσει να ζήσει, να ζήσει, να ζήσει χρόνια πολλά, εγώ θα τον περιπαίξω σαν να είναι παιδί, εις τον μακρόν αποσκοπών και αγήρω αιώνα, γιατί εγώ βλέπω στον μακρόν αιώνα, τον ατελεύτητο, ακόμα και χίλια χρόνια να ζήσει κανένας δεν είναι τίποτε μπροστά στον αιώνα τον αγήρω και αιώνιο, ου πέρας ουδέν έστι τη επινοία λαβείν, ου μάλλον γε η τελευτήν υποθέσθαι της αθανάτου ψυχής, ο οποίος δεν έχει τελειωμό. (Προς τους νέους 8, PG 31, 588.).
Σήμερα, λοιπόν, αγαπητοί μου, που γιορτάζουμε τον Μέγα Βασίλειο, ο οποίος κάνει αυτές τις θαυμάσιες σκέψεις και που όλοι μας παρασυρμένοι από τη νοοτροπία αυτή την κοσμική, ευχόμαστε «Χρόνια πολλά» και «πάνω απ’ όλα υγεία», ας ξανασκεφτούμε ότι όλα αυτά είναι κοσμική νοοτροπία, ανθρώπινες παραδόσεις, δεν είναι κατά Χριστόν.  Ο Θεός θέλει η ζωή μας να είναι γεμάτη αρετή και αγιότητα, είτε σύντομη, είτε μακρά·  η μακρινή ζωή δεν μας προσφέρει τίποτε περισσότερο, εκτός αν, η μακρινή ζωή από τον Θεόν δίδεται για να βοηθήσουμε τους άλλους ανθρώπους.  Και η μόνη μας επιδίωξη πρέπει να είναι, όχι εδώ τα χρόνια πολλά, αλλά η αιώνιος ζωή, την οποία μακάρι κι εμείς να κληρονομήσουμε μαζί με τους αγίους.  Αμήν.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 07, 2016

Τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο ζητᾶ τὴν καθαίρεση τοῦ πατρὸς Θεοδώρου Ζήση καὶ τῶν ὑπ΄ αὐτόν...


Ἀκοῦστε τὸν πατέρα Θεόδωρο Ζήση, σὲ ἀποκλειστικὴ συνέντευξη στὸ «Ρωμαίικο Ὁδοιπορικό», ἀποκαλύπτει τὰ ὅσα ἔζησε καὶ βίωσε κοντὰ στὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο, χωρὶς ὁ ἴδιος νὰ εἶναι ποτὲ οἰκουμενιστής. Ἀναφέρει ἐπίσης, ὅτι ὅταν συνειδητοποίησε τὴν σκληρὴ ἀντιπατερικὴ οἰκουμενιστικὴ πραγματικότητα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, διέκοψε ἀμέσως κάθε ἐπαφή, καὶ τὸ Φανάρι μονομιᾶς ξεκίνησε διωγμούς…
Σύμφωνα μὲ πληροφορίες τοῦ ἰστολογίου Κατάνυξις, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος ἐπανέρχεται καὶ ζητᾶ μὲ ἐπιστολή του ἀπὸ τὴν ΔΙΣ τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (7-9 Δεκεμβρίου 2016), τὴν καθαίρεση τοῦ πατρὸς Θεοδώρου Ζήση καὶ τῶν ὑπ΄ αὐτόν, τὴν ὁποία φέρεται νὰ ἀπαιτεῖ προσωπικὰ ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἱερώνυμο. Ἐπιθυμεῖ νὰ φιμώσει δηλαδή, ὅλους ὅσοι ἀντιστρατεύονται τὴν ψευδοσύνοδο τοῦ Κολυμπαρίου.
Νὰ γνωρίζει ὅμως ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος καὶ οἱ ὑπ΄ αὐτὸν, καθὼς καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ὅτι ὁ πατὴρ Θεόδωρος Ζήσης καὶ ὅλοι ἐμεῖς οἱ μαθητές του μὲ τὴν εὐρύτερη καὶ στενότερη ἔννοια τοῦ ὄρου, δὲν φοβόμαστε τὶς ποικίλες διώξεις ποὺ ἐκσφενδονίζουν, ἀλλὰ οὔτε θὰ μπορέσουν νὰ καταφέρουν τὸ παραμικρὸ, διότι ὅποιος κατέχει τὴν Ἀλήθεια δὲν ὑπολογίζει τὶς ἀπειλὲς τους. Πλησίον στὸν πατέρα Θεόδωρο αἰσθανόμαστε «ὡς ἡ ὄρνις τὰ νοσσία ἑαυτῆς»!
 Στῶμεν καλῶς Ἀρχιερεῖς!




Σάββατο, Σεπτεμβρίου 17, 2016

Τα όρια της Εκκλησίας και ο Οικουμενισμός


Τα όρια της Εκκλησίας και ο Οικουμενισμός

Η ΑΛΛΟΙΩΣΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΑΣ

Πρωτοπρεσβύτερος Θεόδωρος Ζήσης Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ

        Η βασική προβληματική η οποία πρόκειται να μας απασχολήσει είναι αν υπάρχουν σαφή διαχωριστικά όρια μεταξύ της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, η οποία συνεχίζει χωρίς διακοπή και με πληρότητα την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία του Συμβόλου της Πίστεως, και όλων των άλλων χριστιανικών ομολογιών της Ανατολής και της Δύσης.
       Περισσότερο μάλιστα μας ενδιαφέρει σ΄αυτήν την διερεύνηση να αναφερθούμε στις χριστιανικές κοινότητες της Δύσεως, τον Ρωμαιοκαθολοκισμό και τον Προτεσταντισμό υπό τις πάμπολλες διασπάσεις του, διότι για τις χριστιανικές ομολογίες της Ανατολής, την ολιγάνθρωπη του Νεστοριανισμού και την πολυάνθρωπη του Μονοφυσιτισμού ή των Αντιχαλκηδονίων, υπάρχουν αλάθητες αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων και καθολική συμφωνία των Αγίων Πατέρων και της εκκλησιαστικής εν γένει συνειδήσεως, ώστε να είναι αδύνατο και αδιανόητο για μία συνεπή και γνήσια Ορθόδοξη Εκκλησιολογία να θεωρήσει του Μονοφυσίτες ως Ορθοδόξους, γιατί έτσι εξισώνει και ταυτίζει Ορθοδοξία και αίρεση, αλήθεια και πλάνη. Και όμως αυτό το αδιανόητο και αδύνατο για την Εκκλησία των δεκαεννέα αιώνων έγινε δυνατό μετά το γκρέμισμα των ορίων που πέτυχε ο Οικουμενισμός αυτή η παναίρεση του 20ου αιώνα. Δεν υπάρχει πλέον σαφής οροθετική γραμμή που να χωρίζει και να διακρίνει μέχρι που φθάνει η Εκκλησία και που αρχίζει η αίρεση. Κατόρθωσε επί δεκαετίες  το κακώς ονομαζόμενο «Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών» να αλλοιώση τόσο πολύ την εκκλησιολογική αυτοσυνειδησία των Ορθοδόξων, ώστε να μας ταυτίσει και ισοπεδώσει όλους τους Ανατολικούς, εμάς και τους Μονοφυσίτες, να μας πείσει όχι μόνο να στεγαζόμαστε και να συσκεπτόμαστε σε επιτροπές κάτω από την κοινή ονομασία των Ορθοδόξων, αλλά και ουσιαστικώς να μας οδηγήσει με την υιοθέτηση της εκκλησιολογίας των Προτεσταντών σε εκκλησιαστική διακονία με την εκατέρωθεν αναγνώριση των μυστηρίων, όπως εδώ και πολλά χρόνια έχει κάνει το Πατριαρχείο Αντιοχείας, εσχάτως δε για το γάμο των Κοπτών και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.

ΤΟ ΓΚΡΕΜΙΣΜΑ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΟΥΣ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ
        Υπό το πρόσχημα του οράματος να επιτευχθεί η ενότητα του χριστιανικού κόσμου, αντί να επιτευχθεί η μόνη ασφαλής και σωτήριος μέθοδος του Χριστού, αποδεχόμενοι μια πίστη, μια σώζουσα αλήθεια, νομιμοποίησαν τις αιρέσεις και τα σχίσματα, ταύτισαν και εξίσωσαν την αλήθεια με την πλάνη, την αληθή διδασκαλία του Κυρίου και των Αποστόλων με τις ψευτοδιδασκαλίες των νέων ψευδοπροφητών και ψευδοδιδασκάλων. Οι Προτεστάντες δέχθηκαν και επρόβαλαν την γνωστή «θεωρία των κλάδων» (branch theory), σύμφωνα μετην οποία η αληθής Εκκλησία του Χριστού δεν υπάρχει σε καμμία από τις υπαρκτές ορατές Εκκλησίες. Κάθε μια από αυτές είναι ένα τμήμα, ένα κομμάτι, και όχι ολόκληρη η Εκκλησία. Όπως στον κορμό του δένδρου υπάρχουν κλάδοι πολλοί που αποτελούν ισότιμα μέρη του δένδρου, έτσι και οι επιμέρους εκκλησίες είναι ισότιμα μέρη του δένδρου της μιας Εκκλησίας. Καμμιά από τις εκκλησίες δεν μπορεί να διεκδικήσει αποκλειστικά για τον εαυτό της ότι είναι η αληθινή Εκκλησία, η οποία μάλιστα κατ΄αυτούς δεν είναι ορατή αλλά αόρατη και ιδανική. Είναι όντως εφυής η θεωρία των κλάδων. Αν όμως θέλει κανείς να την εφαρμόσει ιστορικά, πρέπει να καταλήξει στο συμπέρασμα, ότι από την στιγμή που μερικοί κλάδοι αποκόπτονται από τον κορμό της Εκκλησίας και δεν τρέφονται από τους χυμούς ξεραίνονται και καταστρέφονται, όπως ακριβώς διδάσκει ο Χριστός για την άμπελο και το κλήμα, την κληματαριά δηλαδή και την κληματόβεργα, την κληματίδα, "εάν μη τις μένει εν εμοί, εβλήθη έξω ως το κλήμα και εξηράνθη, και συνάγουσιν αυτά και εις το πυρ βάλλουσι και καίεται".
        Η θεωρία των Κλάδων επινοήθηκε από τον Προτεσταντισμό για να μην χάσουν την εκκλησιαστικότητα, τον δεσμό με την Εκκλησία όλες οι παραφυάδες οι προτεσταντικές που ξεφυτρώνουν συνεχώς. Και από την πλευρά αυτή, με προτεσταντική δηλαδή εκκλησιολογία, δικαιολογείται ο τίτλος «Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών», όπου στεγάζονται ισότιμα όλες οι προτεσταντικές ομάδες. Δεν δικαιολογείται η δική μας συμμετοχή, σαν να είμαστε κι εμείς μια τέτοια παραφυάδα, και συναποτελούμε με όλους αυτούς την Εκκλησία. Δεν δικαιολογείται για μας επίσης ούτε ο όρος «ένωση των εκκλησιών». Η ενότητα της Εκκλησίας είναι δεδομένη, έστω και αν υπάρχουν αιρέσεις και σχίσματα, που δεν έλειψαν στη ζωή της Εκκλησίας, με μεγάλο αριθμό οπαδών και σε μεγάλη γεωγραφική και εθνολογική έκταση. Η έκπτωση και η αποκοπή μιας χώρας ή ενός έθνους από την καθολική την οικουμενική Εκκλησία, δεν παραβλάπτει την ενότητα της Εκκλησίας. Το δένδρο παραμένει ενιαίο, όταν αποκοπεί ένα κλαδί του, όπως και το κλήμα όταν αποκοπεί η κληματόβεργα. Γι΄αυτό όπως ορθά παρατηρήθηκε «η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν μπορεί να θεωρί τις καθολικές και προτεσταντικές εκκλησίες των δυτικών χωρών, ως τις νόμιμες και αυθεντικές τοπικές εκκλησίες αυτών των χωρών. Χωρισμένες από τον κορμό της Ορθοδοξίας, οι εκκλησίες αυτές δεν είναι πια σε σχέση με την ορθόδοξη πίστη, η μία, αγία, καθολική και αποστολική Εκκλησία του Χριστού, παρούσα σ΄αυτές τις χώρες».
        Συναφής προς την ‘θεωρία των κλάδων' είναι η θεωρία της «Περιεκτικότητας» των Αγγκλικανών, η οποία επιτρέπει να περιέχονται, να συμπεριλαμβάνονται, μέσα στην εκκλησία, θεωρώντας νόμιμη αυτή την ευρύτητα και την πλατειά ανοχή, οι πιο αντίθετες διδασκαλίες και αποκλίσεις, ακόμη και σε ουσιώδη θέματα πίστεως, αρκεί μα μην διακοπή η κοινωνία και η ενότητα των διαφωνούντων. Γίνεται ανεκτή π.χ. η αμφισβήτηση της διδασκαλίας της Αγίας Γραφής περί αγγέλων και δαιμόνων ή η ερμηνεία της με συμβολική έννοια, τα θαύματα μπορεί να θεωρηθούν ως αφύσικα και μυθώδη συμβάντα, η υπερφυσική γέννηση του Χριστού εκ της Παρθένου ως μια φυσιολογική γέννηση κατά τους φυσικούς νόμους. Ακόμα και το θεμελιώδες δόγμα της Αναστάσεως του Χριστού, χωρίς την οποία δεν έχει νόημα η χριστιανική πίστη, «ει Χριστός ουκ εγήγερται, ματαία η πίστις ημών», ανήκει στη σφαίρα του συμβολισμού και δεν αποτελεί ιστορικό γεγονός. Αν προσθέσουμε και τα τολμηρά ανοίγματα των Αγγλικανών στις μέρες μας, την έγκριση της ιερωσύνης των γυναικών και την ιερολόγηση του γάμου των ομοφιλοφύλων, τα οποία βέβαια υιοθετήθηκαν μετά από φοβερές εσωτερικές διαιρέσεις και διαφωνίες, αντιλαμβανόμαστε ότι έχουν ξεπεραστεί όλα τα όρια, νομιμοποιούνται και δικαιολογούνται όλες οι διαφωνίες και όλες οι αμαρτίες, η Εκκλησία γίνεται ξέφραγο αμπέλι, συνονθύλευμα και συμπερίληψη όλων των πλανών και των καινοτομιών.
        Από την πλευρά του Ρωμαικαθολικισμού, από τον οποίο προήλθε ο Προτεσταντισμός, φαίνεται κατ΄αρχήν ότι υπάρχουν όρια, αφού ισχύει και εδώ, όπως και στην Ορθόδοξη Εκκλησία, το αρχαίο δόγμα extra Ecclesiam nulla salus, εκτός της Εκκλησίας δεν υπάρχει σωτηρία. Βρήκε η παπική εκκλησιολογία τρόπο να ευρύνει τα όρια της Εκκλησίας και ουσιαστικώς να δεχθεί την αόρατη εκκλησία των Προτεσταντών. Σύμφωνα με αυτήν την αντίληψη ακόμη και στις αιρετικές και σχισματικές ομάδες το βάπτισμα είναι έγκυρο, εφόσον τελείται ορθώς. Όλοι οι Χριστιανοί που έχουν βαπτισθεί ορθώς είναι μέλη της Εκκλησίας. Η εκκλησιαστικότητα όμως αυτή είναι ατελής- ολοκληρώνεται όταν τα μέλη αυτών των χωρισμένων από την Ρώμη αιρέσεων και σχισμάτων αναγνωρίσουν το παγκόσμιο πρωτείο δικαιοδοσίας του πάπα. Κάθε βαπτισμένος Χριστιανός οποιασδήποτε χριστιανικής ομολογίας υπάγεται στη δικαιοδοσία του πάπα, η εκκλησιαστικότητα των αιρέσεων και των σχισμάτων είναι υπαρκτή και πραγματική, απλώς είναι ατελής, ολοκληρούμενη με την αποδοχή του παπικού πρωτείου. Χωρίς την αναγνώριση του πρωτείου του πάπα δεν προσφέρουν οι εκκλησίες αυτές το θεμελιώδες μέσο σωτηρίας, γι΄αυτό είναι ελλιπείς. Αυτός είναι και ο λόγος που διατηρεί ο Παπισμός την Ουνία στις ορθόδοξες χώρες, αλλά και λατινική ιεραρχία εκεί όπυ δεν υπάρχουν Λατίνοι πιστοί.
        Όπως παρατηρεί ο Χρ. Ανδρούτσος η Δυτική Εκκλησία υπολαμβάνει τους ορθώς βαπτιζόμενους ως «de jure ανήκοντας ει αυτή και καθιστά επισκόπους δια τας παροικίας των αιρετικών και σχισματικών». Ο ίδιος εκτιμά ότι αυτό γίνεται για κυριαρχικούς και επεκτατικούς σκοπούς, διότι « η κατ΄αρχήν αποδοχή του εκτός της Εκκλησίας βαπτίσματος ευρύνει ομολογουμένως τα όρια της μιας ορατής Εκκλησίας, τιθέμενα μέλη της Εκκλησίας εκτός της αυλής διατελούντα, ως ενίστανται ορθώς Διαμαρτυρόμενοι κριτικοί».
        Από όσα εν συντομία αναπτύχθηκαν προκύπτει ότι η καταβαλλόμενη σήμερα προσπάθεια στα πλαίσια της οικουμενικής κίνησης για την προώθηση και επιβολή μιας νέας, χωρίς κανονικά όρια, εκκλησιολογίας, με αποδοχή της εκκλησιαστικότητας των ετεροδόξων, δεν αποτελεί για τον Ρωμαιοκαθολικισμό και Προτεσταντισμό κάτι νέο, την έναρξη μιας νέα, δήθεν, εποχής, όπως διατείνονται, μερικοί Ορθόδοξοι οικουμενίζοντες θεολόγοι, ούτε εκτροπή από την εκκλησιαστική τους αυτοσυνειδησία και παραχώρηση προς χάριν της ενότητας. Το νέο συνίσταται στο ότι ενέπλεξαν και εμάς τους Ορθόδοξους σε όλη αυτή την ξένη προβληματική καθόλη την διάρκεια του 20ου αιώνα, ώστε σιγά σιγά να αποδεχθούμε και εμείς αυτές τις εκκλησιολογικές θέσεις και να παυσουμε να αποτελούμε μέτρο σύγκρισης και γνώμονα που ελέγχει την εκκλησιαστικότητά τους και τους ωθεί έξω από τα όρια της Εκκλησίας, στην κατάσταση της αιρέσεως και του σχίσματος.
        Αυτά λέγονται για τους ενθουσιώδεις Ορθόδοξους οικουμενιστάς, οι οποίοι καυχώνται και αυτοθαυμάζονται για μια δήθεν νέα εποχή που άνοιξε το Οικουμενικό Πατριαρχείο με τις πατριαρχικές εγκυκλίους των ετών 1902, 1904 και 1920. Σ΄αυτήν,λοιπόν, την νέα εποχή αυτό που κατορθώθηκε είναι να νομιμοποιήσουμε τις αιρέσεις και τα σχίσματα του Παπισμού και του Προτεσταντισμού, να γκρεμίσουμε τα όρια «α έθεντο οι Πατέρες ημών», τα οποία μερικοί χαρακτήρισαν ως τείχη του Βερολίνου, άλλοι δε έφθασαν στο σημείο να χαρακτηρίσουν τους ιερούς κανόνες, που Θέτουν αυτά τα όρια, ως τείχη του αίσχους, τους δε Αγίους που αγωνίσθηκαν να τα περιφρουρήσουν ως έχοντας την ανάγκη των προσευχών μας και του ελέους του Θεού, γιατί διήρεσαν την Εκκλησία του Χριστού. Υπάρχει πράγματι ανάγκη του Θείου ελέους και των προσευχών των Αγίων Πατέρων για όσους ερωτοτροπούν και συμφύρονται με την πλάνη. Δεν αισθάνονται άραγε κάποιον έλεγχο, όταν η Εκκλησία μας αναθεματίζει τους αιρετικούς όλων των εποχών, όταν ψάλλει για τους Πατέρες που αγωνίσθηκαν εναντίον των αιρέσεων λέγουσα «λίαν ηύφρανας τους Ορθοδόξους και κατήσχυνας τους κακοδόξους», όταν τους χαρακτηρίζει ως «μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου και παγχρυσα στόματα του Λόγου»;
        Κατά την σταθερή αυτοσυνειδησία των Ορθοδόξων, όπως λέγει ο Μητροπολίτης Μόσχας Πλάτων, «η Ορθόδοξος Εκκλησία δεν είναι μόνον η αληθής Εκκλησία, αλλ΄η μόνη Εκκλησία». Και όπως προσθέτει ο επίσης Μόσχας Μακάριος «είναι η μόνη ήτις μένει πιστή εις τας αρχαίας Οικουμενικάς Συνόδους και κατ΄ακολουθίαν αυτή μόνη αντιπροσωπεύει την αληθή καθολικήν Εκκλησίαν του Χριστού, ήτις είναι αλάνθαστος». Αυτήν την πίστην προέβαλλαν και εδίδασκαν το Οικουμενικό πατριαρχείο και όλες οι τοπικές αυτοκέφαλες εκκλησίες μέχρι των αρχών του 20ου αιώνος του απατεώνος, ο οποίος αποτελεί περίοδο αυτοαιχμαλωσίας των Ορθοδόξων στα γοητευτικά κηρύγματα των σειρήνων του Οικουμενισμού και της εκκοσμίκευσης. Είναι πολύ ενδιαφέρον να παρακολουθήσει κανείς  το πως φθάσαμε σταδιακά σ΄αυτήν την νέα πνευματική αιχμαλωσία, εντοπίζοντας τους σταθμούς και τα πρόσωπα, όπως και τις ευθήνες όλων όσοι έβλεπαν και βλέπουν την νέα αποστασία και σιωπούν. Θα το επιχειρήσουμε κάποια άλλη φορά .

ΟΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΙ ΕΚΤΟΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ. 
ΤΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥΣ ΧΩΡΙΣ ΧΑΡΗ, ΟΙ ΙΕΡΕΙΣ ΤΟΥΣ ΧΩΡΙΣ ΙΕΡΩΣΥΝΗ.

        Η Εκκλησία ειναι ο νέος Παράδεισος, η νέα φυτεία, ο νέος αμπελών που φύτευσε ο Θεός στον κόσμο, για να αποτελέσει τον μοναδικό χώρο, το μοναδικό εργαστήριο της σωτηρίας και θεώσεως του ανθρώπου. Ο Θεάνθρωπος Χριστός ίδρυσε τον θεανθρώπινο αυτό θεσμό, ο οποίος κατά την γνωστή εικόνα του Αποστόλου Παύλου είναι σώμα Χριστού. Ο Χριστός είναι η κεφαλή της Εκκλησίας, και όλοι οι πιστοί, κλήρος και λαός, μέλη του σώματος του Χριστού. Υπάρχει ένα μοναδικό σώμα, μια Εκκλησία, δεν υπάρχουν πολλές εκκλησίες, πολλά σώματα με την ίδια κεφαλή. Γι΄αυτό και στο σύμβολο της Πίστεως ορίζεται ότι πιστεύουμε «εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
        Η ενσωμάτωση και συσσωμάτωση στην Εκκλησία προϋποθέτει απαραίτητα την ενότητα της πιστεως, την αποδοχή σύνολης της διδασκαλίας του Χριστού, των Αποστόλων και των Αγίων, χωρίς διάκριση ουσιωδών και επουσιωδών θεμάτων. «Ο το εν λυμαινόμενος», ακόμη κι αν είναι μικρό και επουσιώδες, « το παν λυμαίνεται». Το οικοδόμημα της Εκκλησίας είναι αρμονικά και άψογα κτισμένο τη επιστασία του Αγίου Πνεύματος επάνω στα θεμέλια των Αποστόλων με ακρογωνιαίο λίθο τον Χριστό. Δεν υπάρχουν άχρηστα υλικά για να τα αφαιρέσεις ούτε κακοτεχνίες και κενά για να προσθέσεις. Τεχνίτης και δημιουργός της Εκκλησίας είναι ο ίδιος ο Θεός. Άχρηστα υλικά και προσθαφαιρέσεις επιχείρησαν να θέσουν και να διαπράξουν οι αιρετικοί, εμποδίσθηκαν όμως από τους Αγίους Πατέρες.
        Όσοι δίδαξαν και παραδίδουν διαφορετικά από αυτά που εδίδαξε και παρέδωσε ο Χριστός στους Αποστόλους και δι΄αυτών στην Εκκλησία είναι ψευδοπροφήτες, ψευδοδιδάσκαλοι, και ψευδοποιμένες , οι οποίοι αναβαίνουν και εισέρχονται αλλαχόθεν εις την μάνδραν και κατασπαράσσουν τα πρόβατα. Αυτοί βρίσκονται εκτός της Εκκλησίας, δεν πρέπει να ακούμε την διδασκαλία τους και να τους ακολουθούμε. Είναι οι πάσης φύσεως και προελεύσεως αιρέσεις, οι οποίες εμφνίσθηκαν ακόμη και επί εποχής των Αποστόλων, ταλαιπώρησαν την Εκκλησία κατά την δισχιλιετή πορεία της και εξακολουθούν να την ταλαιπωρούν και σήμερα.
        Για να αποτραπεί η είσοδος των αιρετικών στην Εκκλησία ή η έξοδος των πιστών και η είσοδός τους σε αιρετικούς χώρους έξω από τον παράδεισο της Εκκλησίας, οι Απόστολοι και οι Πατέρες ύψωσαν όρια, έθεσαν φραγμούς. Δεν είναι ξέφραγο αμπέλι η Εκκλησία. Στην παραβολή του αμπελώνος με τους κακούς γεωργούς, λέγει ο Κύριος ότι «άνθρωπός τις ην οικοδεσπότης, όστις εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε». Φραγμός είναι η αποστολική πίστη και παράδοση, τα δόγματα της αληθείας, οι κανόνες και οι αποφάσεις των Οικουμενικών Συνόδων, όσα εν συμφωνία διδάσκουν οι Άγιοι Πατέρες. Μόνιμοι σύσταση και στάση των Αγίων Πατέρων στις συνόδους και τα συγγράμματά τους είναι «μη μετέρης όρια α έθεντο οι Πατέρες ημών» Και η προσευχομένη και λατρεύουσα Εκκλησία εκφράζει το ίδιο με το θαυμάσιο κοντάκιο της Κυριακής των Πατέρων. «Των Αποστόλων το κήρυγμα και των Πατέρων τα δόγματα τη Εκκλησία μίαν την πίστιν εκράτυνεν, ή και χιτώνα φορούσα της αληθείας, τον υφαντόν εκ της άνω θεολογίας, ορθοτομεί και δοξάζει της ευσεβείας το μέγα μυστήριον».
        Οι Απόστολοι συνιστούν να κρατούμε τα παραδοθέντα, να μη δεχόμαστε διαφορετικές διδασκαλίες από τις παραδοθείσες, ακόμη και αν κατέβει άγγελος από τον ουρανό και μας τις διδάξει, να μην συναναστρεφόμαστε με αιρετικούς ούτε καν να τους χαιρετούμε, «και χαίρειν αυτοίς μη λέγετε». Όσα περί αιρετικών διδάσκει το Ευαγγέλιο τα επανέλαβε και τα ετόνισε στους ιερούς κανόνες η Εκκλησία, οι οποίοι απαγορεύουν να συμπροσευχόμαστε με αιρετικούς ή να αναγνωρίζουμε και να δεχόμαστε τα μυστήρια των αιρετικών, τα οποία θεωρούν άκυρα και έρημα της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Οι παραβαίνοντες αυτούς τους κανόνες πιστοί, εάν είναι κληρικοί καθαιρούνται, εάν είναι λαϊκοί αφορίζονται.
        Η αυστηρότητα αυτή του Κυρίου, των Αποστόλων και των Αγίων δεν έχει δικανικό, τιμωρητικό χαρακτήρα, όπως ακριβώς και τα επιτίμια που επιβάλλουν οι πνευματικοί κατά την εξομολόγηση. Έχει παιδαγωγικό, φιλανθρωπικό χαρακτήρα. Αποβλέπει στο να εξασφαλίσει την σωτηρία στα μέλη της Εκκλησίας, να μην παρασυρθούν και προσχωρήσουν στις αιρέσεις και στα σχίσματα. Σε όσους βρίσκονται μέσα στις αιρέσεις, είτε εκ καταγωγής και γεννήσεως, είτε με εθελούσια προσχώρηση, μεταφέρει το μήνυμα να μην επαναπαυθούν πως μπορούν δήθεν και εκεί να σωθούν, όπως διακηρύσσουν πολλοί οικουμενιστές ορθόδοξοι θεολόγοι και κληρικοί, οι οποίοι φθάνουν στο σημείο να αποτρέπουν την προσέλευση ετεροδόξων στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Η αίρεση αποτελεί χωρισμό από τον Θεό και απώλεια της σωτηρίας. Υπάρχει ένα μόνο εργαστήριο της σωτηρίας, η Εκκλησία. Δεν υπάρχουν παράλληλα εργαστήρια, άλλοι χώροι όπου μπορεί κάποιος να σωθεί.
        Από το πλήθος των πατερικών επισημάνσεων περί του ότι η αίρεση οδηγεί στην απώλεια μνημονεύουμε εδώ ελάχιστες. Ο Μ.Βασίλειος στην πρώτη κανονική του επιστολή προς τον Αμφιλόχιο Ικονίου διδάσκει ότι οι κληρικοί που υπάρχουν στις αιρέσεις και στα σχίσματα δεν μεταδίδουν την Θεία Χάρη, την οποία οι ίδιοι έχουν χάσει, «Οι δε της Εκκλησίας αποστάντες ουκέτι έσχον την Χάριν του Αγίου Πνεύματος εφ΄εαυτοίς, επέλιπε γαρ η μετάδοσις τω διακοπήναι την ακολουθίαν... οι δε απορραγέντες, λαϊκοί γενόμενοι, ούτε του βαπτίζειν, ούτε του χειροτονείν είχον την εξουσίαν, ουκέτι δυνάμενοι Χάριν Πνεύματος Αγίου παρέχειν, οις αυτοί  εκπεπτώκασιν». Ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός επίσης στο κλασικό δογματικό του έργο «Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως» συνιστά: «Πάσει δυνάμει φυλαξώμεθα μη λαμβάνειν μετάληψιν αιρετικών μήτε διδόναι " μη γαρ δώτε τα άγια τοις κυσίν", φησίν ο Κύριος " μηδέ ρίπτετε τους μαργαρίτας υμών έμπροσθεν των χοίρων", ίνα μη μέτοχοι της κακοδοξίας και της αυτών γινόμεθα κατακρίσεως». Ας σκεφθούν τις ευθύνες τους όσοι υποδέχθηκαν και αγκάλιασαν τον πάπα στην Αθήνα ως επίσκοπο Ρώμης και συνετέλεσαν στο γκρέμισμα των ορίωνκαι στη φθορά και αλλοίωση, στην άμβληση της ορθοδόξου αυτοσυνειδησίας. Ιερεύς των Αθηνών, πνευματικός, μού είπε ότι απλοϊκοί άνθρωποι σχημάτισαν την εντύπωση με τις φιέστες και τις υποδοχές ότι δεν μας χωρίζει τίποτα με τους παπικούς, έλαβαν μέρος στην παπική λειτουργία του σταδίου και μαζί με τους παπικούς μετέλαβαν και αυτοί από την παπική Θεία Ευχαριστία, επήραν και έφαγαν την όστια. Να αποκαλύψω ακόμα ότι όχι μόνο απλοί πιστοί, αλλά και καθηγητές θεολογικών σχολών Ορθόδοξοι, στην Ελλάδα και το εξωτερικό, ματαλαμβάνουν την όστια σε παπικές λειτουργίες. Ήδη μάς έχει επίσης καταγγελθεί ότι στη Σύρο οι μαθητές των σχολείων εκκλησιάζονται εναλλάξ στις παπικές και ορθόδοξες εκκλησίες και ματαλαμβάνουν αδιακρίτως από την παπική και Ορθόδοξη Θεία Ευχαριστία. Πρέπει επίσης να αναλογισθεί τις ευθύνες του το Πατριαρχείο Αντιοχείας, της πόλεως όπου γεννήθηκε ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, το όνομα του οποίου έδωσαν στην Θεολογική Σχολή του Balamad  στο Λίβανο, το οποίο προσχώρησε σε μυστηριακή διακοινωνία με τους Μονοφυσίτες, ξεπερνώντας στο θράσος του Οικουμενισμού τα άλλα πατριαρχεία.
        Στη συνάφεια αυτή που γίνεται λόγος περί του ότι στην αίρεση χάνει κανείς την σωτηρία του, ταιριάζει να αναφέρουμε από το Γεροντικό την θαυμάσια σχετική διήγηση, σύμφωνα με την οποία θέλησαν μερικοί να δοκιμάσουν αν όντως ο αββάς Αγάθων έχει μεγάλη διάκρριση, όπως φημίζονταν. Τον επισκέφθηκαν λοιπόν και σε επανειλημμένα αμαρτήματα που τού απέδιδαν, λέγοντάς του ότι είναι πόρνος και υπερήφανος, φλύαρος και καταλάλος δεν οργίσθηκε, αλλά έλεγε ότι όντως είναι όπως τα λέτε. Όταν όμως τού είπαν ότι είναι αιρετικός, αντέδρασε και είπε ότι δεν είναι. Όταν τού εζήτησαν κατόπιν να εξηγήσει, για ποιό λόγο μόνο για το αιρετικός αντέδρασε, απάντησε ότι το να δέχεται κανείς ότι είναι αμαρτωλός είναι οφέλιμο, η αίρεση όμως είναι πράγμα πολύ επιζήμιο, γιατί χωρίζει από τον Θεό. «Τα πρώτα εμαυτώ επιγράφω, όφελος γαρ εστι τη ψυχή μου. Το δε αιρετικός χωρισμός εστιν από του θεού και ου θέλω χωρισθήναι από Θεού. Οι δε ακούσαντες εθαύμασαν την διάκρισιν αυτού, και απήλθον οικοδομηθέντες».

ΑΙΡΕΣΗ Ο ΠΑΠΙΣΜΟΣ. ΚΑΤΑΔΙΚΑΣΘΗΚΕ ΑΠΟ ΣΥΝΟΔΟΥΣ ΚΑΙ ΠΛΗΘΟΣ ΑΓΙΩΝ.
        Ίσως βέβαια  ισχυρισθούν κάποιοι ότι όσα λέγουν οι Απόστολοι και οι Πατέρες για τους αιρετικούς και τις αιρέσεις ισχύουν για τους αρχαίους αιρετικούς που καταδικάσθηκαν από Οικουμενικές Συνόδους και όχι για τον Παπισμό και τον Προτεσταντισμό, για τους οποίους δεν έχουμε καταδίκη Οικουμενικής ή άλλης συνόδου. Δυστυχώς ετόλμησαν να το πουν κι αυτό την περίοδο της εισβολής του πάπα μερικοί θεολόγοι και μάλιστα Αρχιερείς. Για να μην είναι ο δικός μου λόγος αυστηρός θα παραθέσω αυτό που λέγει μεταξύ άλλων ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος για την απαιδευσία και αμάθεια πολλών κληρικών, οι ποίοι δεν είναι και σ΄αυτό σοφοί, στο να αντιλαμβάνονται την απαιδευσία τους και να σιωπούν, «Ούτω ουδέ αυτό τούτο εισι σοφοί, την εαυτών γιγνώσκειν απαιδευσίαν». Και το χειρότερο μάλιστα είναι ότι τους έχει ανατεθεί να διδάσκουν άλλους, αυτοί που δεν καταλαβαίνουν την αμάθειά τους, «Και ό τούτου πονηρότερον, παιδεύειν άλλους πεπιστευμένον τον μηδέ της οικίας αμαθείας επαισθανόμενον».
        Υπάρχει, Άγιοι Αρχιερείς, οι τα του πάπα φρονούντες και υποστηρίζοντες, υπάρχει συνοδική καταδίκη του filioque. Τι εμάθατε κατά τις θεολογικές σας σπουδές; Η προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως που διέπραξαν οι Λατίνοι προσθέσαντες ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται «και εκ του Υιού», το γνωστό filioque, απαγορεύται ήδη προδρομικά από προηγούμενες οικουμενικές συνόδους, οι οποίες απαγορεύουν κάθε μεταβολή του Συμβόλου της Πίστεως. Μετά τις δύο π΄ρωτες οικουμενικές συνόδους, την εν Νικαία (325) και την εν Κωνσταντινουπόλει (381), οι επόμενες οικουμενικές σύνοδοι δεν ετόλμησαν να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν κάτι από το Σύμβολο, το θεώρησαν απαραχάρακτο και αμετάβλητο. Μολονότι π.χ. έγινε τόσος λόγος και διεξήχθησαν μεγάλοι αγώνες για το όνομα της Παναγίας «Θεοτόκος», το οποίο ηρνείτο ο Νεστόριος, εν τούτοις δεν το προσέθεσαν. Η ίδια μάλιστα σύνοδος που ασχολήθηκε με το θέμα αυτό, η Γ' εν Εφέσω Οικουμενική Σύνοδος(431), εις τον όρο αυτής γράφει ότι «ώρισεν η αγία Σύνοδος, ετέραν πίσιτν μηδενί εξείναι προφέρειν, ήγουν συγγράφειν ή συντιθέναι παρά την ορισθείσαν παρά των αγίων Πατέρων των εν την Νικαέων συνελθόντων συν Αγίω Πνεύματι». Ο μετασχών και πρωταγωνιστήσας σ΄αυτήν την σύνοδο Άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας, γράφοντας στον Ιωάννη Αντιοχείας, λέγει ότι «ουδενί επιτρέπεται λέξιν αμείψαι των εγκειμένων εκείσε, ή μίαν γουν παραβήναι συλλαβήν». Καμμία σύνοδος στην συνέχεια δεν ετόλμησε να προσθέσει κάτι στο Σύμβολο της Πίστεως. Αντίθετα επαναλαμβάνουν την απαγόρευση για προσθήκη ή αφαίρεση, όπως η Ζ' Οικουμενική Σύνοδος , η οποία διακήρυξε «Ουδέν αφαιρούμεν, ουδέν πριστίθεμεν, αλλά πάντα τα της Καθολικής Εκκλησίας αμείωτα διαφυλλάτωμεν». Στις συνοδικές αυτές απαγορεύσεις αναφερόμενος ο Άγιος Αθανάσιος Πάριος γράφει: « Μέσα εις τους όρους τούτους των Οικουμενικών Συνόδων περιέχονται τα φρικτά αναθέματα κατ' εκείνων, όπου τολμήσουν να βάλλουν το μιαρόν τους χέρι μέσα εις το Άγιον Σύμβολον της Πίστεως».
        Αν λοιπόν απαγορεύεται οποιαδήποτε προσθήκη, ακόμη και ορθή θεολογικά, όπως η λέξη «Θεοτόκος», πολύ περισσότερο απαγορεύεται η προσθήκη αιρετικής διδασκαλίας, όπως είναι το filioque. Η διδασκαλία αυτή αντιμετωπίσθηκε από την αρχή ως αίρεση και όχι ως θεολογούμενο, ως θέμα δηλαδή για το οποίο δικαιολογούνται διαφορετικές γνώμες, όπως νομίζουν μερικοί και μάλιστα επίσκοποι. Η θέση της Εκκλησίας είναι σαφέστατη, οριστική και αταλάντευτη, μετά μάλιστα τη σαφή και φωτισμένη ανάλυση του θέματος από το Μ. Φώτιο στο έργο του «Λόγος περί της του Αγίου Πνεύματος μυσταγωγίας». Η θεωρούμενη από τους Ορθοδόξους ως Η' Οικουμενική Σύνοδος του 879, που συγκάλεσε ο Μ. Φώτιος, στην οποία μάλιστα παρίσταντο εκπρόσωποι της ορθοδοξούσης ακόμη Εκκλησίας της Ρώμης, κατεδίκασε το filioque ως αθέμιτη προσθήκη, όπως έκαναν και οι προηγούμενες σύνοδοι. Στην εγκύκλιο επιστολή που στέλνει ο Μ. Φώτιος «Προς τους της Ανατολής αρχιερατικούς θρόνους» χαρακτηρίζει το filioque ως δυσσεβή και βλάσφημη διδασκαλία που στρέφεται εναντίον των Ευαγγελίων, των συνόδων και εναντίον όλων των Αγίων. Παραθέτουμε το κείμενο αυτό « Ο Κύριος και Θεός ημών φησίν " Το Πνευμα, ο παρά του Πατρός εκπορεύεται", οι δε της καινής ταύτης δυσσεβείας πατέρες, το Πνεύμα, φασίν, ό παρά του Υιού εκπορεύεται. Τις ου κλείσει τα ώτα προς την υπερβολήν της βλασφημίας ταύτης; Αύτη κατά των Ευαγγελίων ίσταται, προς τας Αγίας παρατάσσεται Συνόδους, τους μακαρίους και Αγίους παραγράφεται Πατέρας, τον Μέγαν Αθανάσιον, τον εν θεολογία περιβόητον Γρηγόριον, την βασίλειον της Εκκλησίας στολήν, τον Μέγαν Βασίλειον, το χρυσούν της οικουμένης στόμα, το της σοφίας πέλαγος, τον ως αληθώς Χρυσόστομον. Και τι λέγω τον δείνακαι τον δείνα; Κατά πάντων ομού των αγίων προφητών, αποστόλων, ιεραρχών, μρτύρων, και αυτών των δεσποτικών φωνών, η βλάσφημος αύτη και θεομάχος φωνή εξοπλίζεται».
        Υπάρχει λοιπόν προδρομική καταδίκη και αναθεματισμός από προηγούμενες συνόδους, αλλά και από την Η' επί Φωτίου Οικουμενική, όσων τολμούν να προσθέσουν ή να αφαιρέσουν από το Σύμβολο της Πίστεως έστω και μια συλλαβή, όπως έκαναν οι Φράγκοι και παρέσυραν την Ρώμη στην προσθήκη του filioque, της διδασκαλίας δηλαδή περί της εκπορεύσεως του Αγίου Πνεύματος «και εκ του Υιού», την οποίαν εξακολουθούν να δέχονται και διδάσκουν οι Παπικοί και οι εξ αυτών προελθόντες Προτεστάντες.
        Υπάρχουν οι ησυχαστικές σύνοδοι των μέσων του 14ου αιώνος, που καταδίκασαν στο πρόσωπο του Βαρλαάμ του Καλαβρού την δυτική διδασκαλία περί κτιστής Χάριτος , την άρνηση των ακτίστων θείων ενεργειών. Και υπάρχουν πολλές σύνοδοι κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας μέχρι και του τέλους του 19ουαιώνος, λίγα μόνο χρόνια πριν αρχίσει ο αιώνας του Οικουμενισμού, της ισοπεδώσεως και της συγχύσεως πάντων, που καταδικάζουν τις αιρέσεις του Πάπισμου και του Λουθηροκαλβινισμού, όπως επίσης και πάμπολλες ομολογίες πίστεως, συμβολικά κείμενα των Ορθοδόξων που πράττουν το ίδιο. Σε άλλη μας μελέτη θα παρουσιάσουμε σύντομα τις συνοδικές και αγιοπατερικές μαρτυρίες περί του ότι ο Παπισμός είναι αίρεση, ώστε να το μάθουν όσοι δεν το γνωρίζουν ή δεν κάνουν τον κόπο να μελετήσουν, να αφοπλισθούν Δε και όσοι διαστρέφουν τα πράγματα για να παραπλανούν και να παρασύρουν.
        Πάντως, ακόμη και αν δεν υπήρχαν συνοδικές αποφάσεις, ακόμη και αν για διαφόρους λόγους δεν ήταν δυνατό να συγκληθούν σύνοδοι, αυτό δεν απαλλάσσει τον Παπισμό και το γέννημά του τον Προτεσταντισμό από τον χαρακτήρα της αιρέσεως. Στην Ορθόδοξη εκκλησιολογία το αλάθητο απονέμεται μόνο στην Εκκλησία καθ' εαυτήν, όπως αυτή εκφράζεται από την διαχρονική συνείδηση του πληρώματος. Σύμφωνα με την εμπεδωμένη αυτή αυτοσυνειδησία ό,τι διδάσκεται πρέπει να είναι σύμφωνο προς ό,τι πάντοτε, πανταχού και υπό πάντων επιστεύθη, κατά τη γνωστή θέση του εκ Λειρίνης Αγίου Βικεντίου. Η συμφωνία αυτή δεν είναι συγχρονική, αλλά διαχρονική, δεν περιορίζεται μόνο στους ζώντας, επεκτείνεται και προς τους κεκοιμημένους, προς τα μέλη της θριαμβεύουσας Εκκλησίας, που αποτελούν και αυτοί ζώντα εν ουρανοίς μέλη του σώματος του Χριστού. Καμμία σύνοδος ζώντων δεν μπορεί να διδάξει και ν' αποφασίσει διαφορετικά από την πίστη των εν ουρανοίς Αγίων. Επομένως και οι αποφάσεις των οικουμενικών συνόδων τότε είναι αλάθητες και ισχυρές, όταν εκφράζουν την διαχρονική συνείδηση του πληρώματος της Εκκλησίας. Όταν είναι αντίθετες προς τα παραδεδομένα, αντιμετωπίζονται ως αποφάσεις ψευδοσυνόδων και απορρίπτονται. Υπήρξαν σύνοδοι που συγκλήθηκαν ως γενικές και οικουμενικές και κατέληξαν να χαρακτηρίζονται ληστρικές, ως συναγωγές πονηρευομένων, γιατί ακριβώς ήταν αντίθετες προς την πίστη της καθολικής Εκκλησίας, νοουμένης και τοπικώς και χρονικώς και από της πλευράς του συνόλου της αλήθειας. Ακόμη λοιπόν και αν κάποια οικουμενική σύνοδος στο μέλλον αποφασίσει πως ο Παπισμός και ο Προτεσταντισμός δεν είναι αιρέσεις, αυτό δεν πρόκειται να γίνει δεκτό, γιατί αντιστρατεύεται στην πίστη της Εκκλησίας, αντιστρατεύεται στην αλήθεια. Αλλοίμονον, αν ήταν τόσο ισχυρά τα συνέδρια και οι σύνοδοι των ανθρώπων να καταργήσουν τον Θεό, να σβήσουν την αλήθεια. Επεχείρησαν να το κάνουν και με το Χριστό, αλλά απέτυχαν, και θα αποτυγχάνουν όσοι προσπαθούν να πολεμήσουν την Εκκλησία, η οποία είναι ο ίδιος ο Χριστός ο εις τους αιώνας επεκτεινόμενος.
        Η πίστη και η συνείδηση της Εκκλησίας περί του ότι ο Παπισμός και κατόπιν ο Προτεσταντισμός είναι αιρέσεις είναι ολοφάνερη και αστασίαστη. Μπορεί κανείς να γεμίσει ολόκληρους τόμους, αν καταγράψει το σχετικό υλικό, μεγάλο μέρος του οποίου υπάρχει στη περισπούδαστη μελέτη του Αρχιμ. Σπυρίδωνος Μπιλάλη, «η αίρεσις του filioque». Που να μαζέψει κανείς και τα περί των άλλων αιρέσεων και πλανών του Παπισμού που πλησιάζουν τις είκοσι; Ενδεικτικώς εδώ θα παραθέσουμε μερικές γνώμες. Ο όσιος Μελέτιος ο Ομολογητής, ο Γαλησιώτης, σε ποίημά του με τίτλο «Ότι αιρετικοί εισιν οι Ιταλοί και οι συγκοινωνούντες αυτών απόλλυνται» γράφει ότι μερικοί αμαθείς ποιμένες ισχυρίζονται ότι δεν είναι αιρετικοί οι Ιταλοί. Ολόκληρος όμως ο χορός των Πατέρων τους καταδικάζει,όποιος Δε κοινωνεί με τους Λατίνους χωρίζεται από το Χριστό και τους Αγίους:
Μέγστα γαρ εσφάλησαν και πάμπολλα Λατίνοι
Πας των Πατέρων ο Χορός αυτούς καταδικάζει,
Αιρετικοίς συντάττεται και σύμπας ο Λατίνοις
Συγκοινωνών μεμέρισται Χριστού και των Αγίων.

Και αφού παραθέσει πολλές μαρτυρίες Αγίων συμπεραίνει:       
Έγνως εξ ων ειρήκαμεν ολίγων παρανόμων
Εν δόγμασι βλασφημιών, παρατροπών εν έθει
Τους Ιταλούς αιρετικούς; Πως γουν η κοινωνία
Ημίν τούτων αβλαβής τοις εκτελούσι ταύτην;
Ή πως ουκ αν αιρετικοί κληθείεν οι Λατίνοι
Τοσαύτα παραβαίνοντες, καινίζοντες τοσαύτα;
        Αφήνουμε όσα λέγουν πάμπολλοι Άγιοι Πατέρες, μεταξύ των οποίων και ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάςκαι ο Άγιος Μάρκου Εφέσου ο Ευγενικός, και θα παραθέσουμε όσα λέγουν οι Άγιοι Συμεών Θεσσαλονίκης και Αθανάσιος Πάριος. Ο Άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, γνωστός περισσότερο ως λειτουργιολόγος και μυσταγωγός, στα έργα του αναφέρεται συχνά στις καινοτομίες των Λατίνων. Κατά την διάρκεια της ποιμαντορίας του στη Θεσσαλονίκη, 1416/17-1429, οι Θεσσαλονικείς παρέδωσαν την πόλη στους Βενετούς (1423), για να την γλιτώσουν από τους Τούρκους, οι οπίοι τελικά την κατέλαβαν το 1430, λίγους μήνες μετά την κοίμηση του Αγίου Συμεών (1429). Οι Βενετοί προσπάθησαν να εκλατινίσουν τους κατοίκους εισάγοντες καινοτομίες των Λατίνων. Αντέδρασε όμως ποιμαντικά ο Άγιος Συμεών, γι' αυτό και πολλές φορές στα συγγράμματά του συναντούμε αναφορές στις καινοτομίες και τις πλάνες των Λατίνων. Συγκαταλέγει απερίφραστα τους Λατίνους μεταξύ των αιρετικών στο μεγάλο δογματολειτουργικό του έργο «Διάλογος εν Χριστώ κατά πασών των αιρέσεων και περί της μόνης πίστεως του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, των ιερών τελετών Τε και μυστηρίων πάντων της Εκκλησίας». Στο πρώτο μέρος του έργου, το δογματικό, αναπτύσσει εν πρώτοις τα περί των παλαιών αιρέσεων, όσες εμφανίσθηκαν μέχρι την Ζ' Οικουμενική Σύνοδο. Μεγάλο αριθμό κεφαλαίων αφιερώνει στους Λατίνους ως την τελευταία αίρεση που εμφανίσθηκε στην Εκκλησία μετά την Ζ' Οικουμενική Σύνοδο. Γράφει επί λέξει: «Εναπολέλειπται μαθείν και τις άρα των αιρέσεων μετά την οικουμενικήν σύνοδον την εβδόμην παρεισεφθάρη τη Εκκλησία, και τινα την λύμην ειργάσατο, και πως απολογητέον προς τους ταύτης εξεχομένους». Κατά τον Άγιο Συμεών ο Παπισμός προεκάλεσε στην Εκκλησία μεγαλύτερη ζημιά από όση προεκάλεσαν όλες μαζί οι αιρέσεις και τα σχίσματα. Οι Ορθόδοξοι έχουν κοινωνία με τους προ του σχίσματος ορθοδόξους πάπες και τους εορτάζουν ως αγίους. Οι μετά το σχίσμα πάπες είναι αιρετικοί. Έπαυσαν να είναι διάδοχοι στο θρόνο της Ρώμης, επειδή δεν έχουν την διαδοχή της αλήθειας. Για τον λόγο αυτό τον εκάστοτε πάπα «ου μόνον ου κοινωνικόν έχομεν, αλλά και αιρετικό αποκαλούμεν». Λόγω της βλασφημίας εναντίον του Αγίου Πνεύματος με την διδασκαλία του filioque έχασαν το Άγιο Πνεύμα, και όλα σ' αυτούς είναι αχαρίτωτα. Κωδικοποιεί ο Άγιος Συμεών λίγο προ της Τουρκοκρατίας την πίστη των Αγίων Πατέρων της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας: «Βλασφημούσιν άρα οι καινοτόμοι και πόρω του Πνεύματος εισι, βλασφημούντες κατά του Πνεύματος, και ουκ εν αυτοίς όλως το Πνεύμα το Άγιον, διο και τα αυτών αχαρίτωτα, ως την χάριν του Πνεύματος αθετούντων και υποβιβαζόντων αυτό... διο και το Πνεύμα ουκ εν αυτοίς το Άγιον, και ουδέν πνευματικόν εν αυτοίς και καινά πάντα και εξηλλαγμένα τα εν αυτοίς και παρά την θείαν παράδοσιν».
        Ο εσχάτως επίσης ενταχθείς μεταξύ των Αγίων μεγάλος διδάσκαλος της Τουρκοκρατίας και ένας εκ των τριών Κολλυβάδων Αγίων Αθανάσιος ο Πάριος έχει ενδιαφέρουσες αναφορές στην Δογματική του, στο γνωστό δηλαδή έργο του «Επιτομή των θείων της πίστεως δογμάτων». Στο κεφάλαιο «Περί Εκκλησίας» αναλύοντας τα τέσσερα γνωρίσματά της, όπως προκύπτουν από το ιερό Σύμβολο στη φράση «εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν» γράφει: «Μία η Εκκλησία, ότι και είς Κύριος, μία πίστις, έν βάπτισμα, είς Θεός και Πατήρ πάντων. Εκσυρρίτονται άρα τούδε της Εκκλησίας ενιαίου συστήματος τα πολυσχιδή των αιρετικών κόμματα, ά δη και εκκλησίαι πονηρευομένων ακούουσιν, ά κατά διαφόρους καιρούς ο της αληθείας εχθρός τω υγιεί σίτω των Ορθοδόξων ζιζανίων δίκην ενέσπειρε. Και γαρ ου μόνον τους περί τα πρώτα και καίρια των μυστηρίων κακοδοξούντας της εκκλησιαστικής κοινωνίας εκδιωκτέον, αλλά και τους περί τα δεύτερα, και οίον επ' εκείνοις βεβηκότα, ωσαύτως ως κακόφρονας αποβαλλόμεθα. Φασί γαρ και οι νόμοι των βασιλέων, ότι αιρετικός εστι, και ταις των αιρετικών υπόκειται ποιναίς ο και μικρόν τι της ορθής πίστεως παρεκκλίνων. Φησί Δε και η δεσποτική φωνή ότι εάν και της εκκλησίας παρακούση, έστω σοιώσπερ ο εθνικός και ο τελώνης». Παραθέτει μάλιστα σε υποσημείωση από έργο καλούμενο Δοκίμιο τα εξής ενδιαφέροντα: «Τι Δε; Ήττον άρα τις απορήσειεν, ει διανοηθείη, όπως εντός ολίγων ετών, ο εγγύς της ασεβείας Λουθηροκαλβινισμός, μικρού το ήμισυ κατέσχε της Ευρώπης; Τι Δε ο Παπισμός, ο πατήρ του Λουθηροκαλβινισμού; Μάλιστα Δε και καυχώνται ότι γένη πάμπολλα εισι, και βασίλεια μεγάλα και κραταιά. Και τούτο δη εστι το λυπηρόν, ότι γένη τοσαύτα και λαοί πολυπληθείς εκκλησίαι εισι πονηρευομένων και αλλότριοι της μιας, αγίας, της καθολικής και αποστολικής Εκκλησίας. Και μάλλον ή πρότερον. Πρότερον γαρ ήσαν αιρετικοί, καθά δη και νυν εισι, δια της εις το άγιον Σύμβολον προσθήκην. Νυν Δε και αβάπτιστοι όλως αποδείχθησαν όντες. Δι' ό και τους εξ αυτών προσερχομένους, ως εθνικούς δεχόμενοι, άτε αβαπτίστους βαπτίζομεν κατά τον Ζ' κανόναν της αγίας και Οικουμενικής Β' Συνόδου. Παραλείπω τα μύρια άλλα παρ' αυτών βδελύγματα. Αρμένιοι Δε και Κόπται, οι κατ' Αίγυπτον και Συρίαν,κόμματα μεν και ούτοι πονηρά, λυπούσι Δε ουδέν την Ορθόδοξον Εκκλησίαν, περιουσία της ιδίας αυτών απαιδευσίας».
        Αναφερόμενος στο θέμα του filioque και εξηγών γιατί είναι αίρεση γράφει στη συνέχεια: «Επειδή η κακίστη αυτή αίρεσις ( αίρεσις γαρ εστι, ως εις το Η' άρθρο της πίστεως πολυτρόπως βλασφημούσα δια της εκ του Υιού προσθήκης) ζώσα καθ' ημάς εστι, και ουδέ παύεται λυπούσα και ταράττουσα την καθ' ημάς αγίαν Εκκλησίαν, ει και νυν μετριώτερον ή εν τοις πρόσθεν χρόνοις, δια την νυν υπό των αθέων επεισκωμάσασαν αδιαφορίαν. Τούτου χάριν ο περί αυτής ή κατ' αυτής ενταύθα λόγος φαίνεται ών ακόλουθος και αναγκαίος, ουχ ίνα Λατίνους νυν μετά χιλιετίαν σχεδόν πείσωμεν μεταμαθείν την αλήθειαν, τούτο γαρ οίμαι αδύνατον, αλλά ίνα τους ημετέρους ασφαλίσωμεν, ώστε μη υπό των συνήθων αυτοίς σοφισμάτων και ψευδοεξηγήσεων παρασύρεσθαι εις την απώλειαν».
        Παραθέτουμε και την γνώμη του γνωστού Σέρβου οσίου γέροντος και μεγάλου θεολόγου π. Ιουστίνου Πόποβιτς, ο οποίος γράφει: «Ο Οικουμενισμός είναι κοινόν όνομα δια τους ψευδοχριστιανισμούς, δια τας ψευδοεκκλησίας της Δυτικής Ευρώπης. Μέσα του βρίσκεται η καρδιά όλων των ευρωπαϊκών ουμανισμών, με επικεφαλής τον Παπισμόν. Όλοι δε αυτοί οι ψευδοχριστιανισμοί, όλαι αι ψευδοεκκλησίαι , δεν είναι τίποτα άλλο παρά μία αίρεσις παραπλεύρως εις την άλλην αίρεσιν. Το κοινό ευαγγελικό όνομά των είναι παναίρεσις. Διατί; Διότι εις το διάστημα της ιστορίας αι διάφοροι αιρέσεις ηρνούντο ή παρεμόρφωνον ιδιώματά τινα του Θεανθρώπου και Κυρίου Ιησού, αι δε ευρωπαϊκαι αύται αιρέσεις απομακρύνουν ολόκληρον τον Θεάνθρωπον και εις την θέσιν του τοποθετούν τον Ευρωπαίον άνθρωπον. Εδώ δεν υπάρχει ουσιαστική διαφορά μεταξύ του Παπισμού, Προτεσταντισμού και άλλων αιρέσεων ων το όνομα λεγεών».
ΕΠΙΛΟΓΟΣ

        Απέναντι λοιπόν στις ευρείες εκκλησιολογίες του Παπισμού και του Προτεσταντισμού που γκρέμισαν όλα τα όρια και τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις χριστιανικές ομολογίες, τώρα μάλιστα επεκτείνουν το εγχείρημα και προς τις θρησκείες, η Ορθόδοξη Καθολική και Αποστολική Εκκλησία δεν διστάζει να προβάλλει την δική της αποκλειστική εκκλησιολογία, διδάσκουσα ότι αυτή είναι η μόνη αληθής και σώζουσα Εκκλησία, όπως αποκλειστική είναι και η Χριστολογία και η σωτηριολογία. Μόνον ο Χριστός είναι το φως και η αλήθεια και η ζωή, δεν υπάρχει άλλο όνομα «εν ώ δει σωθήναι ημάς». Γι' αυτό και δεν υπάρχει άλλη Εκκλησία, άλλο σώμα Χριστού με κεφαλή τον Χριστό, δεν υπάρχουν άλλα παράλληλα εργαστήρια σωτηρίας. 
        Η ενότητα των πιστών, το «ίνα πάντες έν ώσι», που έγινε το σύνθημα του Οικουμενισμού, δεν θα επιτευχθεί με την τεχνητή και εξωτερική συγκόλληση των χριστιανικών ομολογιών, παρά τις μεγάλες δογματικές και άλλες διαφορές τους, αλλά με την ενσωμάτωσή τους στο ένα σώμα του ζώντος Χριστού, με την επιστροφή τους στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Κατά την διάρκεια των προσευχών μας οι πιστοί δεν ευχόμαστε υπέρ της ενώσεως των εκκλησιών, δεν υπάρχουν πολλές εκκλησίες, διηρημένες και χωρισμένες. Υπάρχουν οι τοπικές ορθόδοξες εκκλησίες που αποτελούν μόνον αυτές την Unam Sanctam, την Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Όλες οι άλλες ομάδες είναι αιρέσεις και σχίσματα. Ευχόμαστε λοιπόν όχι υπέρ ενώσεως των εκκλησιών, αλλά «υπέρ ευσταθείας των αγίων του Θεού εκκλησιών», να διατηρεί ο Θεός σταθερές στην ομολογία της πίστεως τις ορθόδοξες εκκλησίες, ώστε να επιστρέψουν και να ενωθούν οι πάντες, όλοι οι εκτός της αληθούς και μόνης Εκκλησίας πιστοί. Αυτό είναι το νόημα της καθημερινής δεήσεως «υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου, ευσταθείας των αγίων του Θεού εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως». Ευχόμαστε της ενώσεως πάντων των ανθρώπων μέσα εις την μίαν Εκκλησίαν, που είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία. Το διευκρινίζει με απόλυτη σαφήνεια η ευχή της Αναφοράς στη Λειτουργία του Μ. Βασιλείου: «Τους πεπλανημένους επανάγαγε και σύναψον τη αγία σου καθολική και αποστολική Εκκλησία».

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...