Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Στέφανος Κ. Αναγνωστόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα π. Στέφανος Κ. Αναγνωστόπουλος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο, Μαΐου 16, 2015

ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ π.Στέφανος Αναγνωστόπουλος

Κυριακή του Τυφλού


Το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα χριστιανοί μου είναι αφιερωμένο στο θαύμα της θεραπείας του εκ γενετής τυφλού.
Γύρω μας αρκετές φορές συναντάμε στη ζωή μας τυφλούς σωματικά, είτε αυτοί εγεννήθηκαν τυφλοί, είτε τυφλώθηκαν από ατυχήματα ή από διάφορες αρρώστιες. Έτσι όλοι αυτοί στερούνται το πολυτιμότατο αγαθό της οράσεως και του φωτός. Γι’ αυτό γλυκύ το φως και «αγαθόν τοις οφθαλμοίς του βλέπειν, συν τον ήλιον» βεβαιώνει η σοφία της Αγίας Γραφής μέσα από τον Εκκλησιαστή, που σημαίνει ότι το πιο γλυκό πράγμα της ζωής μας, το πιο ωραίο πράγμα για τα μάτια μας, είναι να μπορούν να βλέπουν και να απολαμβάνουν το φως της ημέρας και το φως του ηλίου, να μπορούν να απολαμβάνουν όλα τα αγαθά του Θεού.
Μου έλεγε μια ψυχή προχτές εξομολογουμένη, ότι κάθε φορά που ανοίγει τα μάτια του και βλέπει το φως της ημέρας, απολαμβάνει σε κάθε δημιούργημα, σε κάθε δένδρο, σε κάθε πέτρα, σε κάθε λουλούδι, σε κάθε … οτιδήποτε και αν υπάρχει κτιστό γύρω του, την ανάσα του Θεού, το θαύμα του Θεού. Πολυτιμότατον λοιπόν αγαθόν η όρασις. Το Άγιον Πνεύμα μας πληροφορεί μέσα στην Αγία Γραφή ότι «γεννιέμαι», σημαίνει «βλέπω το φως της ημέρας, βλέπω τον ήλιο, βλέπω τα αγαθά του Θεού».
Πέρα όμως από τους σωματικά τυφλούς, έχουμε και αυτούς που είναι πνευματικά τυφλοί και αυτοί δυστυχώς είναι και οι περισσότεροι. Το πνευματικό σκοτάδι που προκαλεί η τύφλωση, η πνευματική τύφλωση της ψυχής μας, είναι ασυγκρίτως φοβερότερη και καταστρεπτικότερη διότι μας οδηγεί στον αιώνιο θάνατο της ψυχής. Πνευματική τύφλωση έχουμε όλοι εμείς που δεν θέλουμε να δούμε το φως του Θεού, τις ευεργεσίες του Θεού, το φως του Ευαγγελίου, το φως της διδασκαλίας του Χριστού, το φως της Αναστάσεως. Και αν παραμείνουμε σε αυτή μας την αρνητική στάση τότε μέσα μας έχουμε και ζούμε ένα κενό, μια πικρή γεύση του αιωνίου θανάτου που θα κληρονομήσει η ψυχή μας στους αιώνες των αιώνων. Αυτό σημαίνει ότι όσοι από μας αμαρτάνουμε θεληματικά, με τη θέλησή μας, ετύφλωσαν τους οφθαλμούς εαυτών, κατά την Αγία Γραφή, αυτοτυφλώνονται. Βγάζουν με τα ίδια τους τα χέρια τα μάτια τους. Βγάζουν τα μάτια της ψυχής των. Γιατί όπως τονίζει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, η «σκοτία», δηλαδή η αμαρτία, «ετύφλωσεν τους οφθαλμούς αυτών». Είναι δηλαδή όλοι εκείνοι οι Νεοέλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί που καλλιεργούν και τρέφουν συνεχώς τα πάθη τους χωρίς συναίσθηση και χωρίς μετάνοια. Και τα πάθη αποδυναμώνουν τις πνευματικές αισθήσεις, και εκουσίως τραυματίζουν και τυφλώνουν τον νουν, που είναι το μάτι της ψυχής. Και μια τυφλή ψυχή, τι μπορεί να δει; Τίποτα! Ακόμα και μέσα της, και ιδιαίτερα μέσα της δεν μπορεί να δει τίποτα. Και αυτό είναι και λέγεται σκοτισμός της ψυχής. Στο αρχαιοπρεπές είναι σκοτασμός της ψυχής. Είναι ο σκοτισμένος άνθρωπος, που έχει σκοτισμένο νου, που είναι τυφλωμένος από τα πάθη. Τα πάθη τυφλώνουν την ψυχή μας, τυφλώνουν τον νουν.
Από όσα είπαμε φαίνεται ότι πέρα από τις σωματικές αισθήσεις, υπάρχουν και κάποιες άλλες, πολύ πνευματικές, οι οποίες είναι οι αισθήσεις της ψυχής. Αν πάψουν να λειτουργούν οι πρώτες, δηλαδή οι σωματικές, ο τυφλός δε βλέπει. Ο κουφός δεν ακούει. Ο μουγκός δεν μιλάει. Ο ένας χάνει τελείως την όσφρησή του και κάποιος άλλος την αφή του. Όταν όμως με τις αμαρτίες μας καταστρέφομε τις πνευματικές μας αισθήσεις, τότε είμαστε κουφοί και στο λόγο του Θεού. Κουφοί. Δεν ακούμε. Μιλάει ο ιεροκήρυκας, μιλάει ο λόγος του Θεού, φωνάζει ο λόγος του Θεού, αλλά εμείς δεν ακούμε. Κάνουμε πως δεν ακούμε. Και δεν ακούμε διότι δεν το φτιάχνουμε πράξη. Είμεθα τυφλοί. Είμεθα τυφλοί πνευματικά και πρώτος εγώ. Διότι δεν βλέπουμε τα θαύματα μέσα στη ζωή ούτε και πιστεύουμε στο θαύμα. Δεν βλέπουμε ποτέ μπροστά μας τον Άγιο, τον ταπεινό, τον πράο. Είμεθα τυφλοί μπροστά στο φως της αλήθειας του Χριστού. Η Θεία Λειτουργία, η Θεία Λατρεία, πολλές φορές μας είναι κουραστική, με τα μάτια μου το έχω δει ότι πολλοί κοιτάζουν κάθε τόσο την ώρα τους. Η Αγία Γραφή, η Καινή Διαθήκη, το Ιερό Ευαγγέλιο, οι Συναξαριστές, τα γεροντικά, και τα τόσα άλλα όταν θα θελήσουμε να τα διαβάσουμε, είναι για μας κινέζικα. Ακαταλαβίστικα, και τότε τα λέμε οπισθοδρομικά, ή λέμε ότι είναι αυτά μιας άλλης εποχής, ή είναι μόνο για τις γιαγιούλες. Και κάτι άλλο που είναι φοβερότερο. Δεν βιώνουμε πνευματικά και ουράνια την Θεία Κοινωνία. Τη βηχάτε, θέλετε να το επαναλάβω; Δεν βιώνουμε πνευματικά και ουράνια τη Θεία Κοινωνία και τις πιο πολλές φορές όταν κάνουμε προσευχή είμαστε κουρασμένοι, για να μην πω και αδιάφοροι τελείως. Δεν νοιώθουμε την ανάγκη της Εξομολογήσεως ως λουτρόν της ψυχής, αυτό το παίρνω ως παράδειγμα όχι μόνο απ’ τον εαυτό μου που είμαι αμαρτωλός, αλλά και από όλους εκείνους που εξομολογούνται. Σπανιώτατα το αντιμετωπίζουν ως λουτρόν, ως λουτρό, σαν αναγέννηση, σαν ανάσταση, σαν σεισμό, που θανατώνει τον παλιόν άνθρωπο και αναγεννά τον νέο, που τον ξεπλένει απ’ την βρωμιά, γι’ αυτό και φεύγει ξαλαφρωμένος και πετά… - Πέταξα Θεέ μου, πέταξα πάτερ μου, πετούσα, πετούσα, πετούσα, σαν να μην είχα πόδια, σαν να μην είχα χέρια, έτσι τόσο ανάλαφρα αισθανόμουν μετά την Ιερά Εξομολόγηση.
Αν δεν τα αισθανόμαστε δεν έχουμε μετάνοια και μάλιστα αληθινή. Έτσι δεν ζούμε με αίσθηση ψυχής, ούτε την κατάνυξη, ούτε την συντετριμμένη καρδία, ούτε και τα δάκρυα της χαρμολύπης. Είμαστε χριστιανοί της δεκάρας. Με τις πνευματικές αισθήσεις νεκρές και ανενέργητες, παύει νάχει την ανυπέρβλητη αξία του ο γάμος ως μυστήριον, που μαζί με το Άγιον Βάπτισμα έχουν ξεπέσει σε κοινωνικές απλές εκδηλώσεις. Πάτε σε ένα γάμο, σε μια βάπτιση και τα βλέπετε, δυστυχώς. Με σκοτισμένο το νου αμφισβητούμε ακόμα και την ιερότητα των Αγίων Λειψάνων, τα θαύματα των ιερών εικόνων, και των σκηνωμάτων των οσίων, όπως και την δύναμιν του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού. Επιπλέον χάνουν την αξία τους στα μάτια μας τα τυφλά, το κερί και το λιβάνι, το κανδήλι το αναμμένο στο εικονοστάσι και το θυμιατό, ακόμα και οι καμπάνες μας ενοχλούν. Ναι χριστιανοί μου, πολλές φορές με κακία εθελοτυφλούμε για όλους και για όλα. Ό,τι έχει σχέση με τη σωτηρία της ψυχής, καμιά φορά το μισούμε, και το απεχθανόμαστε, γιατί; Γιατί μέσα μας βασιλεύει το σκοτάδι της κακίας, της πονηρίας, της αδικίας, της αρπαγής, της υπερηφάνειας, της σαρκολατρείας, και γενικά το σκοτάδι της αμαρτίας. Το βεβαιώνει και ο λόγος του Θεού. «Πάς ο τα φαύλα πράσσων μισεί το φως, το φως του Χριστού και το φως του Ευαγγελίου και ουκ έρχεται προς το φως». Και μισεί το φως γιατί το φοβάται. Φοβάται πως το θείον φως θα φανερώσει και θα αποκαλύψει τα έργα του, τα πονηρά του έργα και τις παράνομες επιθυμίες του. Το φως θα φέρει στο φως τις διεστραμμένες ορέξεις του, τις κρυφές του κακές σκέψεις και τόσα άλλα γι’ αυτό και «ουκ έρχεται προς το φως». Υπάρχουν όμως και άλλοι εθελοτυφλούντες, όπως είναι οι νεοπαγανιστές, οι διάφοροι αιρετικοί και άπιστοι και πολέμιοι και θεομάχοι της Εκκλησίας, για τους οποίους ο Απόστολος Παύλος είπε κατηγορηματικά όταν λέγει «Κύριος Παντοκράτωρ, ετύφλωσε τα νοήματα των απίστων». Για όλους αυτούς που εθελοτυφλούν και δεν θέλουν δια της μετανοίας και Ιεράς Εξομολογήσεως και της Θείας Κοινωνίας να θεραπευτούν, ο τόπος της ζωής των είναι από τώρα ο Άδης, είναι ο τρόπος του ψηλαφητού σκότους και της αιωνίου κολάσεως. Υπάρχει όμως και μια άλλη κατηγορία τυφλών πνευματικά, με καθολικό τον σκοτισμό του νου τους, εξαιτίας της υπερηφάνειας και της κενοδοξίας που όντως τυφλοί καθίστανται τυφλοί οδηγών. Και όταν ο τυφλός στην ψυχή γίνεται με διάφορους τρόπους οδηγός, στους πνευματικά τυφλούς, τότε όλοι μαζί εις βόθινον εμπεσούνται, όπως μας λέγει ο Κύριος. Οδηγοί τυφλών είναι όλοι οι αιρετικοί και ιδιαιτέρως οι χιλιαστές. Σκοτισμένοι και τυφλοί από το σκοτάδι της αγνωσίας και της διαστροφής των Αγίων Γραφών, καταστρέφουν κατά εκατομμύρια ψυχούλες που αγνοούν τη σωτήρια διδασκαλία του Χριστού και τα δόγματα της Ορθοδόξου πίστεως. Οι οδηγοί τυφλών είναι και το καινούργιο φρούτο, οι δωδεκαθεϊστές, στους οποίους ανήκουν μορφωμένοι και επιστήμονες και καθηγηταί που διαστρέφουν την Ελληνική Ιστορία, και στρέφονται προς τα είδωλα των παθών τους, - στα είδωλα στρέφονται, - αυτογκρεμίζοντας μέσα στο αιώνιο βόθρο της κολάσεως και τους εαυτούς των και τους άλλους που παρασύρουν μαζί τους. Οδηγοί τυφλών είναι όλοι οι αρχηγοί των παραθρησκευτικών οργανώσεων. Οδηγοί τυφλών είναι όλοι εκείνοι που είναι εγκλωβισμένοι στα πάθη τους και θέλουν να καθίστανται διδάσκαλοι της αρετής. Αν αρχίζουμε να λέμε πόσοι είναι οδηγοί τυφλών, μέχρι το βράδυ δεν θα τελειώσουμε. Πάντως πρέπει να προσέχουμε, και να προσέχουμε πολύ. Μερικούς από αυτούς ο Χριστός τους ονομάζει και τους καταδικάζει ως υποκριτάς, γι’ αυτό και τους αποκαλεί πολλές φορές μέσα στο Ευαγγέλιον «μωρούς και τυφλούς», και πιο κάτω «γεννήματα εχιδνών», παιδιά δηλαδή που τα γέννησαν τα φίδια, αυτοί είναι οι οδηγοί τυφλών. Είναι όλοι αυτοί που ενώ έχουν μάτια δεν βλέπουν, που ενώ έχουν αυτιά δεν ακούν, και ενώ έχουν μυαλά δεν καταλαβαίνουν.
Δυστυχώς είναι εκατομμύρια αυτοί οι εθελοτυφλούντες άνθρωποι, στους οποίους συγκαταλέγονται και πολλοί από τους Νεοέλληνες Ορθοδόξους Χριστιανούς. Προχθές ο γέροντάς μου, πούναι γεμάτος φως, και είναι οδηγός σε χιλιάδες χιλιάδων, ίσως και εκατομμύρια ψυχών ανά τον κόσμον, με διαβεβαίωνε τηλεφωνικά ότι «εγώ παπά μου είμαι για την κόλαση». Όντως άγιος και γεμάτος φως, ομολογούσε με ειλικρίνεια και το πίστευε, ότι είναι για την κόλαση. Τότε εγώ ο πνευματικός του γιός, και σεις τα πνευματικά εγγόνια του, για πού είμεθα; Πρώτος εγώ ασφαλώς για τα κατάβαθα της κολάσεως. Βέβαια αυτά ελέχθησαν για μετάνοια και για ταπείνωση. Η μετάνοια όμως όταν είναι αληθινή, γεννά τα δάκρυα της λύπης και της συντριβής, και αυτά με τη σειρά τους, φέρνουν και κατεβάζουν, το ουράνιο κολλύριο που θα γιατρέψει τα μάτια της ψυχής μας, που θα δουν το φως, το φως το αληθινόν, το φως του Θεού, το φως του Ευαγγελίου, το φως του Παραδείσου, το φως της Αναστάσεως. Γι’ αυτό το θεϊκό φως ζητωκραυγάζουμε σε κάθε Λειτουργία φωνάζοντας και λέγοντες «ίδωμεν το φως το αληθινόν, ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον».
Είθε αυτό το φως χριστιανοί να  ανοίξει και τα δικά μας σκοτισμένα μάτια και μυαλά.
Αμήν.

Σάββατο, Μαΐου 09, 2015

Κυριακή της Σαμαρείτιδος. Ανάλυσις καί αναφορά στό εγώ ειμί ο λαλών σοι. π.Στέφανος Αναγνωστόπουλος



Κηρύγματα του πατρός Στεφάνου Αναγνωστοπούλου.
Κυριακή της Σαμαρείτιδος. Ανάλυσις καί αναφορά στό εγώ ειμί ο λαλών σοι.

«Εγώ ειμί ο λαλών σοι.»
Πώς να μην δοξάσομε τον Θεό χριστιανοί μου, όταν η Εκκλησία μας αφιερώνει μια ολόκληρη ημέρα, από την Μεγάλη Εβδομάδα σε μια αμαρτωλή γυναίκα, σε μια πόρνη, και πώς να μη δοξολογήσομε το όνομα του Σωτήρος Χριστού, όταν δεν κατακρίνει και συγχρόνως συγχωρεί, την επ’ αυτοφόρω μοιχαλίδα γυναίκα με την παράκληση και σύσταση, «Μηκέτι αμάρτανε, μην ξαναμαρτήσεις».
Και πώς να μην δοξολογήσουμε το Πανάγιον όνομα του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, όταν ο ίδιος μας βεβαιώνει ότι αι πόρναι και τελώναι προάγουσιν ημάς, εις την βασιλείαν των ουρανών.
Μπαίνουν πιο μπροστά από σας δηλαδή, που νομίζετε τους εαυτούς σας ότι έχετε αρετή.
Και πώς να μην βροντοφωνήσουμε γεμάτοι από ευγνωμοσύνη «Δόξα τη μακροθυμία Σου Κύριε», όταν βλέπουμε να κάμει πρώτον πολίτην και κάτοικον του Παραδείσου, έναν ληστή, έναν κακούργο και φονιά;Μεγάλη η ελπίδα των αμαρτωλών στα σπλάχνα οικτιρμών, του Παντελεήμονος Αγίου Θεού.
Και ακόμα μεγαλύτερη γίνεται η ελπίδα μας όταν έλθουμε στη σημερινή ημέρα.
Γι’ αυτό και θα Τον δοξάσομε και σήμερα τον Θεόν, ακόμα περισσότερο, γιατί Τον βλέπομε να βεβαιώνει σε μια αμαρτωλή γυναίκα τη Σαμαρείτιδα, ότι Αυτός που στέκεται μπροστά της, είναι ο Μεσσίας, ο Χριστός, ο Σωτήρας του κόσμου.
«Εγώ ειμί ο λαλών σοι». Ότι είναι ο Χριστός και Σωτήρας του κόσμου, το διατράνωσαν όταν γνώρισαν ύστερα από λίγο, τον Κύριο και οι Σαμαρείτες.
Ναι χριστιανοί μου Αυτός είναι. Το φώς του κόσμου, το φως το αληθινόν, η οδός και η αλήθεια. Η ζωή και η Ανάστασις, Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού όπως ομολογούμε στο

Σύμβολο της Πίστεως.
Είναι Αυτός που διαβεβαίωσε στη Σαμαρείτιδα ότι είναι το ύδωρ το ζόν, το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον.
Είναι Αυτός ο ίδιος που διεκήρυξεν ότι «Εγώ είμαι ο Άρτος της Ζωής, ο εκ του ουρανού 

καταβάς».
Είναι αυτός που μας τρέφει και μας συντηρεί με το Τίμιον Σώμα Του και το Πανάγιόν Του Αίμα.
«Ο τρώγων μου την Σάρκαν και πίνων μου το Αίμα έχει ζωήν αιώνιον».
Γι’ κι ημείς οι ιερείς όταν κοινωνούμε εσάς τους πιστούς, πρέπει να λέμε μεταλαμβάνει ο δούλος του Θεού τάδε, Σώμα και Αίμα Χριστού εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον.
Πως λοιπόν να μην αναπέμψομε δοξολογίες και ευχαριστίες, για την λυτρωτική αυτή προσφορά του Παναγίου Σώματος του Σωτήρος Χριστού μέσα από τη Θεία Λειτουργία;
Και όταν εμείς από ραθυμία, για να μην πω και από τέλεια αδιαφορία, δεν αναπέμπομε τις οφειλόμενες ευχαριστίες στο Θεό, τότε ο ίδιος ο Κύριος αναλαμβάνει να μας τις υπενθυμίσει διά μέσω της Εκκλησίας Του.
Η Εκκλησία όμως ως συγκροτημένο Σώμα Χριστού έχει τους εκπροσώπους της, τους οικονόμους δηλαδή της Θείας Χάριτος, τους επισκόπους, τους πρεσβυτέρους και τους διακόνους.
Η Εκκλησία λοιπόν έχει τα Πανάγια σωστικά μυστήρια, Βάπτισμα, Χρίσμα, Θεία Ευχαριστία και Ιερά Εξομολόγηση.
Έχει επίσης το Θείον και Ιερόν Ευαγγέλιον, δηλαδή την Αγία Γραφή αλλά και την Ιερά Παράδοση.
Έχεις τους Αγίους, έχει τα θαύματα, έχει ιερούς ναούς, έχει το Άγιον Δισκοπότηρον και μια ιστορία μαρτυρική.
Αλλά το κατ’ εξοχήν γνώρισμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι η Θεία Λειτουργία, που μας χαρίζει το μέγιστον αγαθόν, το Θεία Κοινωνία, εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον.
Και να που στα μάτια όλων των χριστιανών, προβάλλεται η μορφή του ιερέως, του παπά, του ποιμένος των λογικών προβάτων.
Και τι είναι ο παπάς; Πολλοί λένε άνθρωπος.
Και τι είναι κάθε λειτουργός του Υψίστου;
Ναι είναι άνθρωπος. Αλλά περισσότερον όμως απ’ όλα, είναι προσφορά θυσίας, κόπου μόχθου και αγωνίας, όχι μόνον για τη δική του προσωπική σωτηρία, αλλά και για σας τους χριστιανούς που αποτελείτε το λογικό του ποίμνιο.
Γ’ αυτό όταν ιερουργεί οφείλει νάναι πάλευκος όπως πάλευκα είναι και λαμπερά και αστραφτερά τα άμφια που ενδύεται.
Αλλά και σεις με την παρουσία σας μέσα στους ιερούς ναούς, και ειδικά στην Θεία Λειτουργία, με όλο σας τον ψυχικό κόσμο, πρέπει να λαχταράτε τη λύτρωσή σας από τα δεσμά της αμαρτίας, από την τυραννία των παθών, από την μισανθρωπία των φθονερών πνευμάτων, των φθονερών δηλαδή δαιμόνων, και από την κακία του κόσμου που μας περιβάλλει.
Και ακόμα περισσότερο πρέπει να λαχταράμε, και σεις και μείς, ως λειτουργοί του Υψίστου, την Ένωσή μας με τον Θεόν, διά μέσου της Θείας Κοινωνίας.
Μας υποδέχονται οι κωδωνοκρουσίες των καμπαναριών των διαφόρων Εκκλησιών, στον Εξάψαλμο, στις καταβασίες ή στην ενάτη της Θεοτόκου, και στην θριαμβευτική Δοξολογία.
Μας υποδέχονται και μας φωνάζουν οι Άγιοι της θριαμβεύουσας Εκκλησίας, -γυρίστε και κοιτάξτε, λίγους έχουμε εδώ, άλλοι ναοί που είναι πολύ πιο μεγαλύτεροι, έχουν ασυγκρίτως πολύ περισσοτέρους αγιογραφημένους Αγίους-, και μας προσκαλούν ακόμα και από τις εικόνες των προσκυνηματηρίων, και του Ιερού Τέμπλου, όχι μόνον για ύμνους και ωδές πνευματικές, όχι μόνον για πνευματική προσευχή, αλλά και για αιματηρές θυσίες που δεν τις κάνομε.
Για να χτυπήσουμε το πολυκέφαλο φοβερό θηρίο του εγωισμού μας με τα άλλα κεφαλάκια της Λερναίας Ύδρας, της υπερηφάνειας και της κενοδοξίας, της φιληδονίας και φιλαργυρίας, της μνησικακίας και του φθόνου, του θυμού, της οργής και των νεύρων, των ύβρεων και των αναθεματισμών με τα διαβολοστέλματα, της κακίας και της πονηρίας, της κατακρίσεως και τους ψεύδους, και να μην πω άλλα, τα πάθη δεν τελειώνουν ποτέ, αυτά που κουβαλάμε πάνω μας, αυτά και άλλα πολλά μας φωνάζουν και μας βεβαιώνουν οι άγιοι της Εκκλησίας μας, με τις άλαλες αυτές φωνές τους, και τι μας λένε με τις φωνές τους τις άλαλες, ότι όλα αυτά είναι φωνή Θεού, είναι η φωνή του Χριστού προς την αμαρτωλή ψυχή μας, την ψυχή μου και την ψυχή σου,
τι φωνάζουν αυτές οι φωνές; «Εγώ ειμί ο λαλών σοι, Εγώ είμαι ο Χριστός, ο Σωτήρας του κόσμου».
Και τότε η καρδιά μας, τα αισθήματά μας, ακόμα και η αναπνοή μας βιώνει κατάπληκτη όσα βίωσε η σημερινή Σαμαρείτιδα από τις Θεϊκές αποκαλύψεις, που της έγιναν στο φρέαρ του Ιακώβ.
«Εγώ ειμί ο λαλών σοι, Πνεύμα ο Θεός, και τους προσκυνούντας Αυτόν εν Πνεύματι και Αληθεία δει προσκυνείν, και Γω είμαι το ύδωρ το ζον, το αλλόμενον εις ζωήν αιώνιον και άλλα πολλά».
Ζούμε όμως αυτά που έζησε η αμαρτωλή εκείνη γυναίκα, η Σαμαρείτιδα, η μετέπειτα Αγία Φωτεινή;
Το να ενθυμούμεθα συνεχώς το Σωτήρα μας Χριστό ως Πανταχού Παρόντα, και ως ένοικον της ψυχής μας, επικαλούμενοι αδιαλείπτως το Πανάγιον όνομά Του, είναι μια ουράνια ακατάληπτη αίσθησις, που δεν έχει κορεσμόν ποτέ. Δοκιμάστε το.
Δοκιμάστε το. Με το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», και θα το βεβαιωθείτε αυτό που σας λέγω στην πράξη του. Τι θα βεβαιωθείτε; Ότι μέσα στην καρδιά μας, θα ακούσουμε την φωνήν του Αγίου Πνεύματος, να μας βεβαιώνει ότι «Εγώ είμαι ο λαλών σοι».
Αλλά θα μας το βεβαιώσουν όμως και οι μάρτυρες, οι μεγαλομάρτυρες, οι παιδομάρτυρες, οι νεομάρτυρες και οι οσιομάρτυρες των είκοσι αιώνων. Από τότε, από τον Πρωτομάρτυρα και Αρχιδιάκονο Στέφανο, μέχρι και σήμερα.
Είναι όλοι αυτοί, που ακύρωσαν τα διατάγματα των αυτοκρατόρων, και των συγχρόνων στρατευμένων αθέων, υλιστών και θεομάχων μέχρι και των ημερών μας.
Γιατί έχουμε ιδιαιτέρως θεομάχους αυτή την εποχή.
Και όλοι αυτοί οι άγιοι βρίσκονται στην ίδια πορεία, της θριαμβευτικής ομολογίας ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο μόνος αληθινός Θεός, που απεκάλυψε όχι μόνον τον εαυτόν Του, ως Θεάνθρωπον Κύριον και Σωτήρα Χριστόν, αλλά και τις τρείς υποστάσεις του Ενός Θεού, του Πατρός, και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Και όλοι αυτοί παρελαύνουν από μπροστά μας, σε κάθε Θεία Λειτουργία. Το έκαναν και προηγουμένως, αμέσως μετά τον καθαγιασμόν των Τιμίων Δώρων, νέοι γέροι και παιδιά, άντρες και γυναίκες, άρχοντες και αρχόμενοι, δούλοι και ελεύθεροι, στρατηγοί, αξιωματούχοι και μεις, στρατιώτες δηλαδή.
Και όλοι αυτοί, τα εκατομμύρια δηλαδή των μαρτύρων, που ομολόγησαν με το αίμα τους Ιησούν Χριστόν, και τούτον Εσταυρωμένον, τον Αναστάντα εκ νεκρών, τον αληθινόν Θεόν ημών.
Όλοι αυτοί κατ’ αυτόν τον τρόπον ομολόγησαν. Εμείς πώς Τον ομολογούμε; Στην καθημερινή μας ζωή, στο σπίτι μας, στην εργασία μας, και ιδιαιτέρως όταν είμεθα μόνοι;
Εκείνοι γέμισαν τις φυλακές και τους τόπους εξορίας για να συρθούν στα αμφιθέατρα, για να αλεσθούν στα δόντια των θηρίων, για να βασανισθούν σκληρότατα από εκατοντάδες φρικτά μαρτύρια, για να πνιγούν στις παγωμένες λίμνες και στα ποτάμια, για να ριφθούν σε λάκκους από φίδια, και σε πηγάδια. Για να τους κάψουν ζωντανούς και να τους κρεμάσουν ή να τους θάψουν μέχρι το λαιμό αφήνοντας το κεφάλι απ’ έξω και πασαλείφοντάς το με μέλι. Σκεφτείτε τι φρικτό θανατο βρήκαν από τα διάφορα ζωύφια. Και τέλος να τους αποκεφαλίσουν.
Και όμως μέχρι το τέλος ομολογούσαν αγόγγυστα, όχι μόνο με τα χείλη τους, όχι μόνον με τα λόγια τους, όχι μόνον πιθανόν με ψαλμούς και ωδές, αλλά κυρίως με το αίμα τους, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο αληθινός Θεός.
Με αυτό το αίμα έπλυναν και ελεύκαναν τις στολές των ψυχών τους. Σ’ αυτό το αίμα των μαρτύρων στηρίζεται κάθε Αγία Τράπεζα, και εγκαινιάζεται κάθε ιερός ναός. Μάλιστα. Στο κέντρον της Αγίας Τραπέζης, σε κάθε Αγία Τράπεζα όλης της οικουμένης, ολοκλήρου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, βρίσκονται λείψανα Αγίων, μαρτύρων.
Αυτό το αίμα των μαρτύρων, ενωμένο με το αίμα του Χριστού, είναι αυτό που συντηρεί, και ποτίζει όλη την οικουμένη και ιδιαιτέρως εμάς τους σημερινούς νερόβραστους και χλιαρούς νεοέλληνες Ορθοδόξους Χριστιανούς.
Αφελφοί μου, τη φωνή του Χριστού την ακούσαμε και σήμερα. «Εγώ ειμί ο λαλών σοι, ο αληθινός Θεός, ο Σωτήσας ΣΟΥ, και σωτήρας μου, σωτήρας όλων».
Οι στρατιές των μαρτύρων πρόσφεραν το αίμα τους. Το νέφος των οσίων, των ασκητών και των Πατέρων της Εκκλησίας, πρόσφεραν το αναίμακτο μακροχρόνιο μαρτύριο της συνειδήσεώς των μαζί με την άσκηση.
Εμείς, εγώ; Εσύ και συ, και ο άλλος κι εκείνος και αυτός που είναι απέξω, τι μπορούμε να Του προσφέρομε; Τι Του προσφέραμε και τι μπορούμε να Του προσφέρομε;
Είδατε πως απάντησαν με τη ζωή τους και με το αίμα τους οι Άγιοι της Εκκλησίας μας και όσοι είναι καταξιωμένοι και εγγεγραμμένοι ως πολίτες του ουρανού. Εμείς τι θα Του προσφέρουμε;
Λέω και προτείνω να Του προσφέρομε λίγα δάκρυα αληθινής μετανοίας. Και λίγα δάκρυα υπομονής στους πειρασμούς της ζωής, πίστεως ζωντανής, ενεργουμένης αγάπης και αδιαλείπτου προσευχής.
Αυτά τα λίγα δάκρυα είναι αρκετά. Είναι αρκετά για να μας βάλουν μέσα στον Παράδεισο.
Το εύχομαι,
Αμήν. 

Τετάρτη, Απριλίου 08, 2015

Η Θεία Κοινωνία του Ιούδα και η δική μας σωστή προετοιμασία

Μεγάλη Τετάρτη βράδυ 2004


Αποτέλεσμα εικόνας για θεια κοινωνια ιουδα


Αδελφοί μου, «να με μιμείσθε λέγει ο Κύριος».
Ο πρώτος να είναι έσχατος και ο Δεσπότης να είναι ο διακονών. Δηλαδή να Τον μιμηθούμε όσο είναι δυνατόν περισσότερο στην ταπείνωση. Τα κηρύγματα νομίζω ότι δεν χρειάζονται, διότι όλη η Εκκλησιαστική υμνολογία είναι ένα κήρυγμα πολύ δυνατό, που αν κανένας το προσέχει λέξη προς λέξη και ειδικότερα αυτοί που έχουν και δίπλα λίγο τη μετάφραση, συγκλονίζονται από όλα όσα μας διδάσκει η Εκκλησιαστική μας υμνολογία, σήμερα βέβαια, για την προδοσία του Ιούδα.
Σε κάποιο σημείο ο κανόνας, αν δεν απατώμαι στον τελευταίο ειρμό, μας μιλάει για μια «ξενία δεσποτική και αθανάτου τραπέζης εν υπερώω τόπω». Αλήθεια αυτή η «δεσποτική ξενία» ποια μπορεί να είναι; 

Τέσσερα πράγματα μας τόνισε σήμερα η Εκκλησία μας ότι γιορτάζουμε σήμερα και μέχρι αύριο το μεσημέρι. 
- Τον ιερό νιπτήρα,
- Τον Μυστικό Δείπνο,
- Την υπερφυά προσευχή, την οποία θα ακούσουμε ως πρώτο Ευαγγέλιο αύριο βράδυ και 
- Την προδοσία.
Άρα λοιπόν «δεσποτική ξενία» είναι ο Μυστικός Δείπνος. Και όπως λέει το κοντάκιον, η «παράδοσις των καθ’ ημάς φρικτών μυστηρίων». 

Ο Μυστικός Δείπνος είναι η πιο μεγάλη φιλοξενία, για τον άνθρωπο πάνω στη γη. Φιλοξενία μεγάλης τιμής.
Ποιος μας καλεί να μας φιλοξενήσει και να μας παραθέσει δείπνον μέγα; Ποιος άλλος, ο Βασιλεύς των βασιλευόντων, ο Κύριος των κυριευόντων, ο Δεσπότης Χριστός, που με το στόμα των ιερέων, μας καλεί όλους, «λάβετε, φάγετε, πίετε εξ αυτού πάντες, μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε». Ποιους καλεί ο παμβασιλεύς Χριστός εις το δείπνον αυτό το μέγα; Καλεί εσένα, καλεί και σένα, καλεί και μένα, καλεί τον άλλον, αυτόν που είναι απέξω, μας καλεί όλους, όλους μας καλεί. Εμάς τους αμαρτωλούς και αχρείους δούλους. Διότι τέτοιοι είμεθα. Παρά ταύτα όμως εκείνος μας καλεί στο βασιλικό δείπνον.

Στην πραγματικότητα δεν είμαστε τίποτα, απλώς φανταζόμαστε ότι είμαστε κάτι, διότι βλέπομε τον εαυτόν μας στον καθρέφτη σαν φάντασμα. Ε, λοιπόν είμεθα αμαρτωλοί, βρώμικοι και τρισάθλιοι, παραταύτα όμως ο Κύριος όπως είπαμε και χτες, καταδέχεται να μας φυτέψει μέσα Του για να μπορέσουμε να αποδώσουμε καρπούς. Και βότρυν όπως λέγει, να φέρομε καρπόν δηλαδή, ποιόν καρπόν; Τον οίνον της αμπέλου, διότι Αυτός είναι η άμπελος και μείς είμεθα τα κλήματα. 
Όσοι από μας δεν έχουν ψευδαισθήσεις για τον εαυτόν τους, τρέμουν μπροστά σ’ αυτήν την τιμή την οποία μας κάνει ο Κύριος. Και σε ποιο τραπέζι μας καλεί; Στα τραπέζι της Θείας Λατρείας. Σ’ αυτό το μεγάλο και μυστικό βασιλικό δείπνο προσφέρει ο Κύριος το Πανάγιον Σώμα Του και το Τίμιον Αίμα Του. Μας το βεβαιώνει και ο ίδιος. «Η σάρξ μου αληθώς εστί βρώσις και το Αίμα μου εστί αληθώς πόσις. Ο τρώγων μου την Σάρκα και πίνων μου το Αίμα εν εμοί μένει καγώ εν αυτώ».
Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός, προσφέρεται εις βρώσιν και εις πόσιν τοις πιστοίς. Είναι ο προσφέρων και ο προσφερόμενος. Ο θυσιάζων και ο θυσιαζόμενος. Είναι ο «πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος», όπως λέγομε κατά την κλάσιν του Τιμίου Σώματός Του στο «Πρόσχωμεν. Τα άγια τοις αγίοις».
Στο Μυστικό εκείνο Δείπνο, το βράδυ της μεγάλης Πέμπτης, μας το τόνισε ιδιαίτερα η υμνολογία σήμερα, ήσαν καλεσμένοι αποκλειστικά και μόνον οι Δώδεκα Μαθηταί. Και κοινώνησαν όλοι από τα χέρια Του, εάν παρακολουθήσατε το ιερό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα και τους λόγους της υμνολογίας, θα το διαπιστώσατε. Κοινώνησαν όλοι απ’ τα χέρια Του. 

Ένας όμως δεν έπρεπε να κοινωνήσει, δεν ήταν καθαρός. Το έβλεπε και το είδε ο Κύριος ως καρδιογνώστης, γι’ αυτό και είπε «Υμείς καθαροί εστέ, αλλ’ ουχί πάντες». «Ήδη (ήξερε) γαρ τον παραδιδούντα αυτόν, δια τούτο είπεν ουχί πάντες». Ήξερε Αυτός ως καρδιογνώστης ότι εκτός ενός, οι υπόλοιποι ήσαν καθαροί. 
Ακάθαρτος λοιπόν ήταν ο Ιούδας ο Ισκαριώτης. Πολλές οι αμαρτίες του. Η φιλαργυρία του, η κλεψιά – «και κλέπτης ην», λέει – ο φθόνος, η κακία, η δολιότης, η σκληροκαρδία, η προδοσία και τόσα άλλα. 
Σ’ αυτές τις αμαρτίες προσετέθηκε ακόμα μία. Το ότι κοινώνησε αναξίως το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Αφού ήταν ανάξιος και ακάθαρτος, γιατί προσήλθε σ’ αυτό το δείπνο ο Ιούδας; Τι ήθελε να δείξει, ότι δήθεν ήτο καθαρός; Μα αυτό είναι υποκρισία! Θα μπορούσα να πω είναι ασυνειδησία, μέσα στα τόσα φοβερά που προσδίδει η Εκκλησία μας επίθετα στον Ιούδα, του προσέδωσε και αυτό. Σε ένα τροπάριο αν προσέξατε τον αποκαλεί ασυνείδητο. Να πως το λέγει ο υμνογράφος. «Εδέξαντο το λυτήριον της αμαρτίας Σώμα, ο ασυνείδητος, και το Αίμα το χεόμενον υπερ της του κόσμου το θείον», δηλαδή, «ο ασυνείδητος Ιούδας ελάμβανε στην δεξιά του χείρα το Σώμα του Κυρίου, δια του οποίου δίδεται, παρέχεται, η άφεσις των αμαρτιών, και το Θείον Αίμα που χύνεται για τη σωτηρία του κόσμου.»

Και τίθεται ένα ερώτημα. Είναι ασυνείδητος μόνον ο Ιούδας; Αλλά όχι. Αλλά και κάθε χριστιανός που είναι ανέτοιμος όταν προσέρχεται στη Θεία Κοινωνία. Τέτοιες μέρες σαν κι αυτές χαίρεται ο Θεός, χαίρεται ο Ουρανός, χαίρονται οι άγγελοι, χαίρονται οι άγιοι, χαίρεται η θριαμβεύουσα Εκκλησία, χαίρονται οι πάντες, διότι οι πιστοί αγωνιζόμενοι χριστιανοί προσέρχονται να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων, «ψυχαίς καθαραίς και αρίπωταις χείλεσι», όπως τονίζει. Τα χείλη μας είναι καθαρά, όπως δε και οι ψυχές μας, γι’ αυτό και τρέχομε να κοινωνήσομε του Σώματος και του Αίματος του Ιησού Χριστού. Αλλά δυστυχώς όμως δεν είμαστε όλοι έτοιμοι. 
Υπάρχει δε και ένα πολύ μεγάλο κακό το οποίον συνήθως το ακούμε, βιάζουν οι σύζυγοι τους άντρες των, ή και το αντίστροφο καμιά φορά, βιάζουν ακόμα δε και τα παιδιά μας τα μεγάλα, έτσι απροετοίμαστα όπως είναι, να πάνε να κοινωνήσουν «για το καλό του χρόνου». Και μάλιστα λέει και το βράδυ το Πάσχα, επειδή διαβάζεται ο Κατηχητικός Λόγος, λένε ότι αυτό είναι η συγχωρητική ευχή, δεν είναι, λόγος είναι, ένας λόγος του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, που μας δηλώνει για τον θρίαμβον της Αναστάσεως. Εκείνο που γίνεται μεγάλη παρεξήγησις γιατί δεν μπορούμε να τα πούμε τότε, στο «νηστεύσαντες και μη νηστεύσαντες», αφορά εκείνους που δεν μπορούν να νηστεύσουν για λόγους υγείας, όχι για κείνους οι οποίοι συνειδητά δεν νηστεύουν, αν και έχουν τις δυνάμεις τις σωματικές, δε μιλάει γι’ αυτούς ο Χρυσόστομος, μιλάει για κείνους που είναι άρρωστοι, που είναι ασθενείς, που είναι ανήμποροι, που είναι στο κρεβάτι, ή αν είναι όρθιοι, έχουν χίλια δυο βάσανα στο σώμα τους και οι καϋμένοι δεν μπορούν να νηστεύψουν, και όταν τρώνε, τους τρώει και μέσα τους τα σωθικά, κάθε φορά που κάνουν μια μικρή κατάλυση ή μεγάλη. Γι’ αυτούς μιλάει ο Χρυσόστομος… Λοιπόν αμαρτάνουν όλοι όσοι πιέζουν τους ανθρώπους, αυτούς τους οικείους δηλαδή, να νηστεύουν (κοινωνήσουν). 

Και βέβαια ήθελα, για να τελειώνουμε κιόλας, μη σας κουράζω, θέλω να κάνω μια ερώτηση. Τι ωφέλησε τον Ιούδα που κοινώνησε και από τα ίδια τα χέρια του Κυρίου. Εμείς κοινωνάμε μόνοι μας ως ιερείς. Εσείς κοινωνάτε απ’ τα χέρια των ιερέων. Ανάξιοι, άξιοι, άγιοι, μη άγιοι, αμαρτωλοί, ξαμαρτωλοί, κοινωνάτε. Αμ’ αυτός που κοινώνησε όμως απ’ τα χέρια του Κυρίου, τι τον ωφέλησε η Θεία Κοινωνία; Αφού μετά τη Θεία Κοινωνία πήγε και πρόδωσε !... Αμαρτωλός ήταν, αμαρτωλός παρέμεινε. Βρώμικος ήταν, βρώμικος παρέμεινε. Φιλάργυρος ήταν, φιλάργυρος παρέμεινε. Ελεεινός ήταν, ελεεινός παρέμεινε. Τι τον ωφέλησε; Ξέρετε και ποιο ήταν το αποτέλεσμα. Πήγε ύστερα και κρεμάστηκε. Αυτοκτόνησε. Και όχι μόνον αυτοκτόνησε αλλά ούτε το δένδρο τον δέχτηκε. Έσπασε το κλαδί, όπως διηγείται ο Αποστολος Πέτρος, έπεσε κάτω, σχίστηκε η κοιλιά του, άνοιξαν τα σπλάχνα του και βγήκαν προς τα έξω. Ούτε η γη δεν τον δέχτηκε. Τι τον ωφέλησε η Θεία Κοινωνία όταν αφού δεν ήταν έτοιμος, δεν είχε μετάνοια… Καταδέχτηκε μάλιστα να του πλένει και τα πόδια ο Κύριος, και δεν διαμαρτυρήθηκε.
Και όταν του έδωσε το τρυβλίον, του έδωσε τον άρτο βουτηγμένο μέσα στο κρασί και του είπε ότι αυτός που θα το φάγει αυτό, αυτός θα με προδώσει, ούτε εκείνη τη στιγμή δε συνήλθε, έτσι τις περισσότερες φορές δε συνερχόμεθα και μείς. 
Περνάνε τα δραματικά γεγονότα της Μεγάλης Εβδομάδος, έρχεται το Πάσχα, κροτούν τα βεγγαλικά, υπάρχουν και οι λάμψεις εις τον ουρανό με τις φωτοβολίδες, χαιρόμεθα, ψήνουμε το αρνί την άλλη μέρα, και ύστερα από λίγες μέρες τα ξεχνάμε όλα. Τα ξεχνάμε όλα.

Αν δεν είμαστε έτοιμοι, αν δεν είμαστε έτοιμοι, δεν το λέω για μας, το λέω για τους χιλιάδες των ανθρώπων και τα εκατομμύρια των Ελλήνων, που είναι σήμερα έξω από τις εκκλησίες, που θάπρεπε να ήταν όχι μόνο γεμάτες, να μη μας χωρούσαν ούτε οι πλατείες των εκκλησιών ούτε οι δρόμοι, ούτε και τα παραδρομάκια και τα σοκάκια. Γεμάτες οι εκκλησίες, μεγάφωνα παντού να υπήρχαν, για να συμμετείχαν ως χριστιανοί συνειδητά στο Θείο αυτό δράμα, μήπως μέσα από αυτό το δράμα, ζούσε ο καθένας μας το προσωπικό του δράμα, της αμαρτίας, των αδυναμιών του και των παθών του, και φώναζε, και αν δεν υπάρχει πνευματικός μπορεί να φωνάξει, «Θεέ μου ελέησέ με τον αμαρτωλόν, ήμαρτον εις τον ουρανόν και ενώπιόν Σου, και φωνάζω ως άλλος ο ληστής, Μνήσθητί μου Κύριε όταν έρθεις εν τη Βασιλεία Σου.» Και κακούργοι νάμαστε, αν έχομε μετάνοια θα σωθούμε. Και χωρίς πνευματικό. Θα σωθούμε. Αρκεί να το φωνάξουμε με όλη τη δύναμη της ψυχής μας, συνειδητά, ως αμαρτωλοί, ότι ζητούμε το έλεος του Αγίου Θεού, και ο Θεός θα μας δώσει την ευκαιρία, πέρα από τα δάκρυα που θα χύσουμε εκείνη τη στιγμή και τον στεναγμό που θα βγάλουμε απ’ τα στήθη μας, και τη γροθιά που θα τη χτυπήσουμε πάνω εδώ, θα μας δώσει την ευκαιρία, όπως την έδωσε σε χιλιάδες ανθρώπους, και ενθυμούμε έναν, πού όταν ήτανε βαριά πληγωμένος, φώναξε μια νοσοκόμα και της είπε «κάτσε εδώ δίπλα μου», «θέλω να εξομολογηθώ», «μα δεν είμαι ιερεύς», «θα τα μεταφέρεις στον πρώτο πνευματικό που θα βρείς αυτά που θα σου εξομολογηθώ» και εξομολογήθηκε στη νοσοκόμα, και πήγε στην Βασιλεία των Ουρανών, και κείνη τα είπε κατόπιν στον πνευματικό και επίσκοπο, και διάβασε συγχωρητική ευχή, και είδε την ψυχή ανάμεσα στους αγγέλους και στους Αγίους. 

Καμία δικαιολογία δεν υπάρχει για κανέναν από μας, όταν θέλει να μετανοήσει για να βρεθεί στην Βασιλεία των Ουρανών. 

Αδελφοί μου τέτοια μετάνοια ζητεί απ’ όλους μας ο Θεός, 
Αμήν.

Σάββατο, Απριλίου 04, 2015

Ο Κύριος ερχόμενος σέ τρείς περιόδους π. Στεφάνου Αναγνωστόπουλου

Ωσαννά! Ευλογημένος ο Ερχόμενος!
Χριστιανοί μου, ο Ιησούς Χριστός, είναι ο Ερχόμενος διότι έτσι Τον αποκαλούσαν οι προφήτες, έτσι Τον απεκάλεσε ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος, «ο οπίσω μου Ερχόμενος», έτσι Τον ζητωκραύγασαν οι όχλοι σήμερα με τα βαϊα των φοινίκων, λέγοντες και κράζοντες «Ευλογημένος ο Ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου».
Και τέταρτον και στο βιβλίον της Αποκαλύψεως, στο τέταρτο στίχο του πρώτου κεφαλαίου, μας βεβαιώνεται με το στόμα του Ευαγγελιστού Ιωάννου, ότι ο Ιησούς Χριστός είναι «ο Ην ο Ων και ο Ερχόμενος».
Ο Ιησούς όμως είναι ερχόμενος σε τρείς χρονικάς περιόδους.
Η πρώτη είναι όταν ήρθε στον κόσμο, γενόμενος εκ γυναικός, εκ της Παρθένου Μαριάμ, της Υπεραγίας Θεοτόκου, και έλαβε σάρκα και οστά, ψυχή και σώμα, την ανθρώπινη φύση, στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού, γενόμενος τέλειος άνθρωπος, χωρίς να πάψει να είναι και τέλειος Θεός διά την ημών σωτηρίαν.
Η Δευτέρα περίοδος είναι ο πάντοτε Ερχόμενος σε κάθε άνθρωπο που δεν είναι βαπτισμένος, δια μέσου του Ευαγγελίου και της όλης Καινής Διαθήκης, του κηρύγματος και της κατηχήσεως, στη μοναδική αλήθεια της Ορθοδόξου Πίστεως.
Άλλωστε «η πίστις εξ ακοής».
Αλλά και σε μας όμως, τους βαπτισμένους Ορθοδόξους Χριστιανούς, είναι ο Χριστός Ερχόμενος, με το όλο αγιαστικό και σωστικό έργο της Εκκλησίας Του, και μάλιστα δια μέσου της Θείας Λατρείας, και ειδικότερα της Θείας Κοινωνίας.
Για τη Θεία Λειτουργία, έχουμε μιλήσει εκατοντάδες φορές, και υπάρχει ολοκληρωμένη ανάλυση στο βιβλίο, «Εμπειρίες κατά τη Θεία Λειτουργία», όπου κανείς τα βρίσκει όλα.
Και η Τρίτη χρονική περίοδος, ως Ερχόμενος ο Κύριος, είναι όταν μελλοντικά θα έλθει με όλη Του τη Δόξα για να κρίνει ζώντας και νεκρούς, κατά την Δευτέραν αυτού φρικτή Παρουσία.
Το ομολογήσαμε και προηγουμένως, όταν απαγγείλαμε όλοι μαζί, το Σύμβολον της Πίστεως, και το πιστεύουμε αυτό που ομολογήσαμε, «και πάλιν Ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς».
Και τότε οι μεν δίκαιοι, εκείνοι δηλαδή που θα σωθούν από μας, θα φωνάξουν με αγαλλίαση και χαρά μεγάλη, «Ωσαννά Ευλογημένος ο Ερχόμενος ο Δίκαιος Κριτής».
Οι δε αμετανόητοι αμαρτωλοί, θα βουβαθούν, μη έχουν τι απολογηθήναι ενώ θα τους καταλαμβάνει μέγας και αιώνιος τρόμος.
Το μόνο που θα μας σώσει είναι η μετάνοια, και η επιστροφή μας στην Εκκλησία, στους κόλπους της Εκκλησίας, στους κόλπους της Ορθοδόξου Ελλαδικής Εκκλησίας.
Δεν είναι οι ναοί μας γεμάτοι, είναι άδειοι.
Διότι από τους εκατό έρχεται ο ένας, οι άλλοι ενενήντα εννιά που;
Ο Χριστός δεν είναι ένα ακίνητος Θεός, σαν τους ψεύτικους Θεούς του Ολύμπου, ακίνητος σαν κολώνα, σαν κι αυτούς τους θεούς τους πέτρινους, τους ξύλινους, τους κέρινους, τους αργυρένιους ή και τους χρυσούς, όπως τους περιγράφει ο προφήτης Δανιήλ.
Όλους αυτούς τους έπλασε κατά καιρούς η ανθρώπινη φαντασία, και θέλουν ξανά στις ημέρες μας να τους ξανασερβίρουν.
Αλλά είναι Θεός αληθινός, που σαρκώθηκε και έγινε άνθρωπος, χωρίς να πάψει να είναι Θεός.
Και που δεν εγκατέλειψε το πλάσμα Του, όταν αυτό έπεσε.
Είναι ο καλός ποιμένας που δεν αδιαφορεί για το απολωλός πρόβατο, το χαμένο το πρόβατο, που πλανήθηκε στα βουνά, στις ερημιές και στα λαγκάδια της αμαρτίας.
Αλλά έψαξε, το βρήκε, το φορτώθηκε στους ώμους Του, και τόφερε πίσω στην μάνδρα της σωτηρίας.
Και το ωμόφορο που φοράει ο επίσκοπος στη Θεία Λειτουργία, αυτό που διπλώνει στο λαιμό, αυτό φανερώνει, το χαμένο το πρόβατο, που το βάζει στον Ναόν του Θεού.
Δεν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο, τόσο αμαρτωλός και βυθισμένος, στο σκοτάδι της απωλείας, από τον οποίο ο Ιησούς Χριστός να μην είναι ο Ερχόμενος.
«Εγώ ήλθον ίνα σώσω τον κόσμον, και όχι να κρίνω τον κόσμο».
Για να μας φθάσει ως Ερχόμενος, ο Υιός και Λόγος του Θεού, διήνησε μία απόσταση.
Δεν μπορούμε εμείς να την υπολογίσομε αυτήν την απόσταση που είναι απ’ τον ουρανό στη γή, την απόσταση που χωρίζει τη Δόξα Του, από το δικό μας μηδενικό – μηδενικά είμαστε, τι νομίζετε ότι είμαστε, να αυτή τη στιγμή τώρα, μπορεί ένα εγκεφαλικό κύτταρο, να πειράξει τον εγκέφαλο, ή δεν ξέρω τι άλλο από τους πνεύμονας και την καρδιά, και να σωριαστώ μπροστά σας νεκρός, όπως το ίδιο ισχύει και για σας, τι είμαστε, μηδενικά τίποτε άλλο.
Χωρίς τον Θεόν ένα τίποτα είμαστε, τίποτα!
Ο Θεός μας κάνει και μας δίδει αξία, επειδή ακριβώς μας έπλασε κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση δική Του.
Και ως Ερχόμενος ήλθε για να βρει όλους εκείνους που ήσαν και που είναι, μακριά από την αλήθεια και μακριά από το φως.
Έψαξε να βρει τους καθημένους εν χώρα και σκιά θανάτου, γιατί Αυτός και μόνον ο Χριστός, είναι το φως και η αλήθεια και η ζωή.
Είναι Ερχόμενος για τον καθέναν από μας χωριστά, για να τον συναντήσει, να συναντήσει και σένα, και σένα και μένα, και να φωτίσει και να οδηγήσει. Που να τον οδηγήσει, στη μετάνοια να τον οδηγήσει.
Και αν τυχόν έχει πέσει κάτω να τον σηκώσει, και αν έχει ματωθεί να τον θεραπεύσει.
«Εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσιν και περισσόν έχωσιν».
Είναι ο Ερχόμενος για να αποκαταστήσει την ενότητά μας, με τον Θεό Πατέρα που διεσπάσθη με την παρακοή και την αμαρτία των Πρωτοπλάστων.
Αλλά και μείς το ίδιο κάνουμε.
Είναι Ερχόμενος ο Κύριος για να μας υπηρετήσει, και να δώσει την ψυχή Του λύτρον αντί πολλών, Θα τα δούμε όλα αυτά στις δραματικές ημέρες που θα ακολουθήσουν.
Και λυτρώνει ποιους; Τους εχθρούς Του.
Λυτρώνει αυτούς που Τον Σταύρωσαν, και Τον Σταυρώνουν κάθε μέρα.
Θα πείτε «Σταυρώνουμε τον Χριστό»; Βεβαίως!
Αν βρίζομε τα θεία τι κάνομε; Δεν Τον Σταυρώνουμε;
Αν κάνομε εκτρώσεις τι κάνομε; Δεν Τον Σταυρώνουμε;
Αλλά ζούμε τα φύλα για να επικρατήσει ομοφυλοφιλία! Δεν Τον Σταυρώνουμε;
Ο Θεός μας έπλασε σε δύο γένη, όχι σε τρία, ούτε σε τέσσερα.
Έτσι λοιπόν είναι ο Ερχόμενος, ο πάντοτε Ερχόμενος, δια να διακονήσει την σωτηρία μας, και όχι δια να διακονηθεί. «Ουκ ήλθον» λέει, «διακονηθείναι αλλά διακονήσαι».
Αλλά αν ο Ιησούς Χριστός σαν Θεός, Ερχόμενος, δεν είναι ακίνητος, άλλο τόσο είναι αλήθεια που δε σώζει και κείνους οι οποίοι είναι ακίνητοι. Δηλαδή δε σώζει τις ακίνητες ψυχές, τις αδιάφορες, τις τεμπέλικες, τις οκνηρές, τις ψυχές εκείνες που τους κρύβουν ακόμα και την πλάτη.
Σώζει ως Ερχόμενος και σώζονται όλοι εκείνοι εκ των ανθρώπων και εκ των χριστιανών, που μπορούν να χαρακτηριστούν ως ερχόμενοι.
Ο Κύριος δεν έκανε το μισό δρόμο για να κάνομε εμείς τον άλλο μισό, ούτε κάναμε εμείς πρώτα τον μισό για κάνει το επόμενο βήμα ο Θεός. Όχι.
Ο Θεός έφθασε μέχρι μπροστά στην καρδιά μας ως Ερχόμενος.
Και κτυπάει εκεί. Ιδού ίσταμαι λέει εκεί επί την θύρα και κρούω, την θύρα της καρδιάς σου κτυπώ.
Εάν μου ανοίξει αυτή η καρδιά, θα μπω μέσα και θα δειπνήσω. Θα δειπνήσω το δείπνον της σωτηρίας και το δείπνον της αιωνιότητος.
Αλλά άμα δεν μου ανοίξει, τότε δεν μπορώ μέσα, δεν εισέρχομαι μέσα!
Δεν μπορώ να μπω μέσα.
Ο Θεός είναι ευγενής.
Σέβεται τη ελευθερία του καθενός.
Σέβεται τις ελευθερίες των κυβερνητών, γι’ αυτό και υποφέρομε.
Και έχομε να τραβήξομε! Ήδη άρχισαν τα δεινά στην πατρίδα μας και σε όλο τον κόσμο και το τι θα ακολουθήσει σε είκοσι τριάντα χρόνια, και μόνον Αυτός ως Παντογνώστης Θεός γνωρίζει.
Και αλίμονόν μας αν δεν είμεθα έτοιμοι κάθε μέρα, να αντικρύσουμε τούτον τον λεγόμενον Κύριον που θα κρίνει ζώντας και νεκρούς.
Ας μην αναπαυόμαστε λοιπόν στο γεγονός ότι ο Χριστός είναι ο Ερχόμενος στον καθένα χωριστά, σαν Σωτήρα μας που έφθασε Αυτός για το χατίρι μας μέχρι θανάτου, θανάτου δε Σταυρού, αλλά πρέπει να μας διακρίνει και η δική μας ευθύνη, και η δική μας ανταπόκριση στο δικό Του το κάλεσμα.
Γι’ αυτό ας τρέξουμε λοιπόν και σήμερα και μείς, να Τον προϋπαντήσομε βαστάζοντες τα βαϊα των φοινίκων στα χέρια της καρδιάς μας, και αποβάλλοντες όπως έκαναν ακούσαμε στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, αποβάλλοντες τα ενδύματα της αμαρτίας του παλαιού ανθρώπου, το λέει και η Γραφή. «Απεκδυσάμενοι τον παλαιόν άνθρωπον».
Πρέπει λοιπόν να οδεύομε συνεχώς, για να συνατήσουμε Τον Ερχόμενον προς εμάς Χριστόν μέσα στην Εκκλησία.
Μέσα στη Θεία Λατρεία, με τη μετάνοια.
Εκείνος είναι ο Ερχόμενος και ο προσφερόμενος μέσα από το Ποτήριον της Ζωής, το είδατε σήμερα.
Έλαμπε ως ο ήλιος το Ποτήριο της Ζωής.
Ευτυχώς που ο Θεός δε μας τύφλωσε.
Και μεις πορευόμεθα προς τον Χριστόν δια της αληθινής μετανοίας για να μας φυτέψει στο Σώμα Του.
Το καταλαβαίνετε τι είπα τώρα;
Ο Χριστός μας φυτεύει στο Σώμα Του.
Δεν Τον παίρνομε εμείς μονάχα. Εκείνος παίρνει εμάς.
Πως φυτεύουμε ένα δεντράκι στη γη, έτσι λοιπόν μας φυτεύει κι αυτός στο δικό Του το Σώμα, και σκοτώνει την αμαρτία και εξουδετερώνει την εξουσία των δαιμόνων, και καταστρέφει και κατακαίει λογισμούς σαν άχυρα, και εξαφανίζει και απ’ τα πάθη, τα πάντα κάνει, αρκεί να το επιτρέψουμε, να Του το δώσουμε το δεντράκι της ψυχής μας στα χέρια Του και να πάρει εκείνος να το φυτέψει στο Σώμα Του.
Τον επίγειον αμαρτωλόν άνθρωπον που το φυτεύει στο Σώμα Του ο Χριστός, τον καθιστά έτσι, όπως λένε και οι Πατέρες, «επίγειον άγγελον και ουράνιον άνθρωπον» και γίνεται όλος φως και όλος Θεία ομορφιά και κάλλος.
Και αυτό είναι μία αλήθεια της πίστεως που δεν μπορούμε να την αμφισβητήσουμε.
Την αμφισβητούμε επειδή βολεύει πολύ το αμαρτωλό μυαλό μας προς το κακό.
Είπεν και εβεβαίωσαν τα Πανάγια χείλη του Κυρίου μας ότι τον ερχόμενον προς με, ου μη εκβάλλω έξω.
Εμείς απομακρύνουμε τους ανθρώπους από κοντά μας, είτε διότι δεν μας αρέσουν, είτε διότι μας ενοχλούν, είτε διότι δεν τους θέλουμε, είτε διότι μας δυσαρεστούν, είτε διότι μας κάνουν κακό και για πολλούς άλλους λόγους.
Εκείνος όμως όλους δέχεται να τους φυτέψει στο Σώμα Του, ακόμα κι εκείνους που Τον Σταυρώνουν κάθε μέρα.
Πορεύθηκε, να πάρομε δυο μόνο παραδείγματα, γιατί της Αγίας Γραφής είναι πολλά.
Πορεύθηκε στο Σπλαχνικό Πατέρα ποιος; Ο Άσωτος Υιός.
Και βρήκε μια ανοιχτή αγκαλιά, γεμάτη αγάπη, ευσπλαχνία, μακροθυμία, στοργή.
Πορεύθηκε και ο ληστής, από το σταυρό στον άλλο Σταυρό, δίπλα, στο Σταυρωμένο Χριστό.
Και ο Χριστός όταν είδε αυτήν τη μικρή πορεία, τον έκανε πρώτο κάτοικο του Παραδείσου, της Βασιλείας των Ουρανών. Ποιόν; Έναν κακούργο και ένα ληστή πούχε τη δύναμη να ομολογήσει Θεόν αληθινόν, να ελέγξει εκείνον που έβριζε και βλασφημούσε, και τέλος να ζητήσει το έλεός Του με μετάνοια.
Δεν μπορώ να θυμηθώ, ας αφήσουμε γιατί είναι πολλά τα γεγονότα αυτά της επιστροφής των αμαρτωλών.
Χριστιανοί μου, την Τρίτη και τελευταία φορά, θα είναι ο Ερχόμενος ο Χριστός, το είπαμε και προηγουμένως, ο Δίκαιος Κριτής, κατά την Δευτέραν Αυτού Παρουσία.
Μια γεύση αυτής της φοβεράς Παρουσίας, την έχουμε μπροστά στο θάνατο των προσφιλών μας προσώπων.
Και ιδίως όταν πεθαίνουν μπροστά μας, ή πεθαίνουν στην αγκαλιά μας.
Και παρακολουθούμε ακόμα και την τελευταία τους πνοή, πως φεύγει.
Αυτή η γεύσις είναι πικρή.
Και ασυγκρίτως περισσότερον πικρότερη, θα είναι η γεύσις όταν έρθει η στιγμή, η στιγμή του δικού μας προσωπικού θανάτου. Ποιος θα μας βοηθήσει τότε;
Μόνον ο Θεός μπορεί να μας βοηθήσει τότε. Άραγε ετοιμαζόμαστε γι αυτή τη στιγμή;
Κι αλίμονόν μας αν δεν στηριζόμαστε από σήμερα με ελπίδα, στην άπειρη μακροθυμία του Θεού και στο πανάγιον έλεός Του, το οποίον όμως καλλιεργείται με την μετάνοια.
Γι’ αυτό και πρέπει κάθε στιγμή της ζωής μας να κινούμεθα προς τον Χριστόν και την Εκκλησίαν Του, με πόθο και έργα μετανοίας και έργα ζωντανής πίστεως, και έργα ενεργουμένης αγάπης.
Ναι χριστιανοί μου.
Χωρίς μετάνοια και χωρίς ζωντανή πίστη, το μόνο πράγμα που θα προϋπαντήσομε ως ερχόμενον, θα είναι το αιώνιο ψηλαφητό σκοτάδι της κολάσεως.
Αλλά ζει Κύριος, ο φιλάνθρωπος Θεός, ζει.
Διότι εμείς όλοι, που σήμερα συγκεντρωθήκαμε όχι μόνο σ’ αυτόν τον μικρό ναό, αλλά σ’ όλους τους Ορθοδόξους ναούς της πατρίδος μας, οι οποίοι επαναλαμβάνω, δεν αντιπροσωπεύουν το περισσότερο από το ένα ή το δύο τοις εκατό, των κατοίκων, όλοι εμείς, προσπαθούμε να είμεθα σώφρονες.
Και στο κατά δύναμιν πιστοί Ορθόδοξοι χριστιανοί, κάνομε έναν μικρό αγώνα.
Γι’ αυτό, επειδή κάνομε αυτόν τον μικρόν αγώνα, έστω και με την πιο ελάχιστη προσπάθεια μετανοίας, και άλλων αγώνων ψυχικών, ηθικών και σωματικών, γι αυτό και θα προϋπαντήσουμε τον Κύριον, τον πορευόμενον προς το εκούσιον πάθος, ως Σωτήρα μας, ως Λυτρωτήν, ως Αγάπη, και ως Νικητήν του θανάτου.
Ναι χριστιανοί μου, θα τον προϋπαντήσουμε, ως Σωτήρα,
ως Σωτήρα δικό σου,
ως Σωτήρα δικό σου,
ως Σωτήρα δικό μου,
ως Σωτήρα όλων ημών,
Αμήν

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...