Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Απριλίου 03, 2011

Πιστεύω, Κύριε, βοήθα με στὴν ἀπιστία μου




Στὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ὅπως καὶ σὲ ἄλλα σημεῖα τῆς Καινῆς Διαθήκης, βλέπουμε νὰ ἔρχονται ἢ νὰ φέρνουν στὸν Κύριο ἄνδρες, γυναῖκες καὶ παιδιὰ μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἰάσης – τῆς ἴασης ἀπὸ σωματικὲς ἀσθένειες, ἀπὸ τὴν δυστυχία, ἀπὸ τὸν πόνο, τὴν ἀγωνία τῆς ζωῆς. Καὶ κάθε φορὰ ὁ Χριστὸς τοὺς λέει, «Πιστεύεις ὅτι μπορῶ νὰ τὸ κάνω αὐτό; » Καὶ σ’ αὐτὴν τὴν περίπτωση, ὁ ἄνδρας ποὺ ρωτήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο ἂν πιστεύει σὲ σχέση μὲ τὸν ἀσθενὴ υἱὸ του εἶπε, «Πιστεύω, Κύριε, βοήθει μοι τῇ ἀπιστίᾳ μου». Ἀλλὰ ἐὰν πιστεύουμε ὅτι ὁ Χριστὸς ὁ Κύριός μας ἔχει τὴ δύναμη νὰ σώσει, ὑπάρχει κάτι περισσότερο σὲ αὐτό. Ἐπειδὴ εἶναι ἀναμενόμενο νὰ πιστέψουμε ὄχι μόνο στὴν Θεϊκὴ δύναμη, ἀλλὰ στὴν Θεϊκὴ συμπόνια.

Τὸ κείμενο τοῦ σημερινοῦ Εὐαγγελίου μᾶς μιλάει γιὰ τὸ ἔλεος. Ἔλεος σημαίνει τρυφερότητα, φροντίδα, ἀλλὰ πέρα ἀπ’ αὐτό, ὑπάρχει αὐτὴ ἡ σπουδαία, καὶ κατὰ ἕναν τρόπο τρομακτικὴ λέξη, «συμπόνια», ποὺ σημαίνει ἑτοιμότητα, καὶ πράγματι ὄχι μόνο ἑτοιμότητα ἀλλὰ τὴν πραγματικότητα νὰ ὑποφέρει κανείς, ἀναλαμβάνοντας μαζὶ τὸν πόνο ἑνὸς ἄλλου προσώπου. Καὶ αὐτὸ εἶναι ποὺ στὴν πραγματικότητα ἔκανε ὁ Χριστὸς μὲ τὴν Ἐνσάρκωσή Του. Δὲν ἐνδύθηκε μόνο τὴν ἀνθρώπινη φύση σ’ ὅλη τὴν ἀδυναμία της, ἀλλὰ ὅλο τὸν πόνο, τὰ βάσανα, τὴν ἀγωνία τοῦ καθένα ἀπὸ ἐμᾶς. Καὶ ἐὰν στρεφόμαστε σ’ αὐτὸν ζητώντας Του νὰ μᾶς θεραπεύσει, νὰ μᾶς βοηθήσει, αὐτὸ ποὺ ἀληθινὰ θέλουμε νὰ ποῦμε εἶναι, «Πιστεύω, Κύριε, ὅτι ἡ ἀγάπη Σου εἶναι τέτοια ὥστε δὲν ὑπάρχει πόνος τοῦ νοῦ, καμιὰ ἀγωνία τοῦ νοῦ, κανένας σωματικὸς πόνος ποὺ νὰ μὴν συμμετέχεις. Ναί, Ἐσὺ σταυρώθηκες, δὲν μοιράστηκες μοναχὰ τὸν θάνατό μας, ἀλλὰ τὸν πόνο ποὺ καίει σὲ κάθε καρδιὰ καὶ ξεσχίζει κάθε μέλος τοῦ σώματος.» Μποροῦμε νὰ στραφοῦμε στὸν Θεὸ ὅταν βρισκόμαστε σὲ ἀνάγκη καὶ νὰ ποῦμε, «Κύριε, ἔχω ἐμπιστοσύνη στὴν συμπόνια Σου. Πιστεύω ὅτι ὅποτε ὑποφέρω, δίκαια ἢ ἄδικα, ἀπὸ δικό μου φταίξιμο ἢ ὄχι, Ἐσὺ ὑποφέρεις μαζί μου, μοιράζεσαι τὴν ἀγωνία μου· καὶ ἡ ἀγωνία Σου εἶναι μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν δική μου, ἐπειδὴ γνωρίζεις περισσότερο ἀπὸ ἐμένα, τί θὰ μποροῦσα νὰ εἶμαι στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα.»

Καὶ ἔτσι ὅταν ἔχουμε ἀνάγκη τὸ θεῖο ἔλεος ἢ τὴ θεία βοήθεια, ἂς μὴν στραφοῦμε ἁπλὰ σὲ Ἐκεῖνον γιὰ νὰ τοῦ ποῦμε, «Κύριε, βρίσκομαι σὲ ἀνάγκη καὶ ἔχεις Ἐσὺ τὴ δύναμη», ἂς στραφοῦμε καὶ ἂς ποῦμε, «Γνωρίζω, Κύριε, ὅτι δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα, πόνος, ἀγωνία ποὺ νὰ μὴν μοιράζεσαι μὲ μένα· λατρεύω τὴν ἀγάπη Σου, γονατίζω μπροστὰ στὸν σταυρό Σου, δέχομαι τὸν τρόμο νὰ μοιράζομαι μὲ Σένα τὸν πόνο μου, ἐπειδή, πιστεύω τόσο βαθιά, ἐξ ὁλοκλήρου στὴν συμπόνια Σου, δώρισέ μου νὰ μοιράζομαι τὴν ὁλότητά Σου». Ἀμὴν





Πρωτότυπο Κείμενο


"I believe, Lord, help my unbelief"
21 JULY 1996

In today's Gospel, as in other parts of the New Testament, we see men, women and children coming or being brought to Christ, in the hope that they will be healed — healed of their physical disease, healed of misery, of pain, of agony of life. And every time Christ says to them, "Dost thou believe that I can do this?” And on this occasion, the man who was asked about it concerning his ill son said, 'I believe, Lord, help my unbelief’. But if we believe that Christ our Lord has power to save, there is more to it, because what we are expected to believe is not in the divine power only, but in divine compassion.

The text of today's Gospel speaks of mercy. Mercy means tenderness, it means caring, but beyond this, there is this very great, and in a way frightening word, ‘compassion’, which means readiness, and indeed not only readiness but reality of suffering together, of carrying together the whole suffering of another person. And indeed this is what God has done in His incarnation. He has taken upon Himself not only the human nature with all its frailty, but all the pain, all the suffering, all the agony of each of us. And if we turn to Him, asking for healing, for help, what we really mean to say is, 'I believe, Lord, that Your love is such that there is no pain of mind, no agony of mind, no suffering of body which You do not participate in. Yes, You have been crucified, sharing not only our death, but the pain which sears at every heart and tears every limb.' Can we turn to God in our need and say, "Lord, I believe in Your compassion. I believe that whenever I suffer, justly or unjustly, for my own fault or not, You suffer with me, You share my agony; and beyond this, Your agony is greater than mine, because You know, more than I do, about what I could be, in body and soul.'

And so when we are in need of divine mercy or divine help, let us not simply turn to Him and say, "Lord, I am in need and You have the power”, let us turn and say, “I know, Lord, that there is no suffering, no pain, no agony which You do not share with me; I worship Your love, I bow down before Your crucifixion, I accept the horror of Your sharing all my suffering, and, because I believe in Your compassion so profoundly, so entirely, grant me to share in Your wholeness”. Amen.


Ιωάννης Κογκούλης, Η ωφέλιμος παιδεία και το ελληνικόν σχολείον (2)


Η ΩΦΕΛΙΜΟΣ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟΝ ΣΧΟΛΕΙΟΝ
Εἰσήγησις εἰς τὴν Διημερίδα τῆς ΠΕΘ. 12–13 Μαρτίου 2011
Τοῦ κ. Ἰωάννου Β. Κογκούλη, Καθηγητοῦ
(2ον.—Τελευταῖον)
Ὅσοι ζητοῦν τὴν μετάλλαξη τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν καὶ μάλιστα ὅσοι μιλοῦν γιὰ ἀνοιχτὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, δὲν διευκρινίζουν πρῶτον ἂν πιστεύουν πὼς ὑπάρχει ἢ ὄχι οὐδέτερη γνώση καὶ δεύτερον ἂν συμφωνοῦν πὼς ἡ ὀρθόδοξη πίστη ἢ εἰδικότερα ἡ δογματικὴ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ τὸ πλαίσιο ὁριοθέτησης τῆς φυσικῆς ἢ τῆς ὄντως ζωῆς τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπίσης δὲν τοποθετοῦνται, ἂν ἡ πληροφόρηση αὐτὴ εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τοὺς Ἕλληνες μαθητές, προκειμένου αὐτοὶ νὰ καταστοῦν ἱκανοὶ νὰ διακρίνουν μὲ βάση τὰ δικά μας δεδομένα τὶς φυσικὲς ἀπὸ τὶς ἀφύσικες ἐκεῖνες καταστάσεις, ποὺ ὁδηγοῦν τοὺς ἀνθρώπους στὴν κάθε εἴδους ἀνομία, εἴτε αὐτὴ ἀκούει στὸ ὄνομα γάμος ὁμοφυλοφίλων, συμμορία κλεφτῶν καὶ ἀπατεώνων, ποὺ λυμαίνονται τελευταῖα τὸν τόπο μας κ.λπ..
Ἐπίσης δὲ φαίνεται νὰ διευκρινίζουν ἂν συμφωνοῦν ὅτι ἡ ἄχρωμη ἠθικὴ ὁδηγεῖ τὸ νέο σὲ καταστάσεις ἀνασφάλειας, ἀπάθειας καὶ ἀπροσάρμοστης συμπεριφορᾶς ἢ ἂν ἐγκρίνουν νὰ καταρτίζονται οἱ νέες γενεὲς χωρὶς ἠθικὴ καὶ ἠθικό.
Νὰ συρρικνώνονται οἱ μεταρρυθμίσεις, θὰ τολμοῦσα νὰ πῶ, σὲ ἕνα ἐπίπεδο τεχνικίστικης λογικῆς καὶ ὄχι μὲ βάση τὴ θέση τοῦ Πλάτωνα: «πᾶσα… ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία καὶ οὐ σοφία φαίνεται».28
Οἱ ἴδιοι φαίνεται νὰ ἐθελοτυφλοῦν στὰ ὅσα συμβαίνουν στὸν Εὐρωπαϊκὸ χῶρο καὶ σχετίζονται μὲ τὸ Ἰσλάμ. Δὲ βλέπουν πὼς οἱ Εὐρωπαῖοι, ζώντας σὲ μιὰ κοινωνικὴ ἠθικὴ ἀλλοτρίωση καὶ ἀπεμπολώντας κυρίως τὴν πίστη στὸ Θεὸ προσφέρουν στὸ Ἰσλὰμ τὸ κατάλληλο ἔδαφος, ὥστε, τὸ Ἰσλάμ, πρὸς ἴδιον ὄφελος, νὰ ἀφυπνίσει ναρκωμένες θρησκευτικὲς συνειδήσεις, προσφέροντας σ᾽ αὐτὲς πίστη καὶ κοινοτικὴ ζωή.
Ἐπειδὴ ὡς πρὸς τὴν «ὠφέλιμη παιδεία» καὶ εἰδικότερα τὴν ἠθικὴ καλλιέργεια τῶν μαθητῶν, καὶ ὄχι μόνο, ὁ ἀποπροσανατολισμὸς ἦταν καὶ εἶναι ἐντονότατος, εἶναι ἀνάγκη νὰ τοποθετηθοῦν οἱ ἐπιθυμοῦντες τὴν μετάλλαξη τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στὰ ἀκόλουθα ἐρωτήματα:
— Πρέπει νὰ προσφέρει τὸ σχολεῖο στοὺς μαθητές, καὶ μάλιστα μέσω τοῦ καλούμενου μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν, τὴν ἀπαραίτητη βοήθεια προκειμένου αὐτοὶ νὰ εὐαισθητοποιηθοῦν ὡς πρὸς τὴν τιμιότητα, τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἐλπίδα, τὴ χαρά, τὴν ἀγάπη, τὴν ἀνάγκη ὑπεράσπισης τῆς ὄντως ἐλευθερίας τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου,τὴ διάκριση τοῦ οὐσιαστικοῦ καὶ ἀληθινοῦ καὶ παράλληλα νὰ μάθουν νὰ ἀντιστέκονται σ᾽ ὅ,τι χαρακτηρίζεται ὡς ἀνίερο, ἀναληθὲς καὶ ἄτιμο;
Καὶ τὸ βασικότερο ὅλων:
— Μήπως ἡ προσπάθεια μετάλλαξης ἢ κατάργησης τοῦ μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν στοχεύει στὴν ἀπόσπαση τῆς ἠθικῆς ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ στὴν ἀνάπτυξημιᾶς νομικῆς ἠθικῆς ἀνταποκρινόμενης στὶς ἀπαιτήσεις τῆς παγκοσμιοποίησης, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καρπὸ ἑνὸς νομικοῦ πειθαναγκασμοῦ καὶ ἑνὸς ἐξωτερικοῦ φρονηματισμοῦ, ὥστε νὰ διαχωρίζονται οἱ ἄνθρωποι σὲ καλοὶ καὶ κακοί;
Ὡς πρὸς τὸ τελευταῖο, μὲ βάση τὴν ὀρθόδοξη παράδοση καὶ ζωή, ἡ ἠθικὴ καλλιέργεια τῶν μαθητῶν καὶ μάλιστα στὸ πλαίσιο τῆς «ὠφέλιμης παιδείας», πηγάζει ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι «τὸ χριστιανικὸ ἦθος δὲν εἶναι ἀπόρροια νομικοῦ πειθαναγκασμοῦ ἢ ἐξωτερικοῦ φρονηματισμοῦ, ἀλλὰ φυσικὸς καρπὸς τοῦ ἐγκεντρισμοῦ στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία».29
Αὐτὸ σημαίνει πὼς ὁ Χριστιανισμὸς δὲν εἰσάγει μιὰ νέα ἠθικὴ γιὰ τὸν ἄνθρωπο, «ἀλλὰ νέο ἄνθρωπο, τὸν καινὸ ἐν Χριστῷ ἄνθρωπο, τὸν ἄνθρωπο ποὺ θεμελιώνει τὴ ζωή του στὴν ἀλήθεια ποὺ ἐλευθερώνει ἀπὸ τὸ θάνατο, στὴν ἀλήθεια ποὺ δὲν ταυτίζεται μὲ τὴ γνώση, ἀλλὰ μὲ τὴ ζωὴ ποὺ δὲν διαψεύδεται ἀπὸ τὸ θάνατο». 30
Μάλιστα σὲ σχέση τῆς ἠθικῆς μὲ τὸ δόγμα, τὸ ὁποῖο καὶ ὡς λέξη προκαλεῖ πολλούς, εἶναι ἀνάγκη νὰ τονιστεῖ πώς: «Δόγμα καὶ ἦθος, πίστη καὶ ζωὴ συνδέονται ὀργανικὰ καὶ ἀδιάσπαστα».31
Ἀλήθεια, θὰ διασπάσουμε τὴν ὀργανικὴ αὐτὴ σύνδεση στὸ μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν; Καὶ αὐτὸ γιὰ νὰ μὴ προκαλοῦμε τοὺς αὐτοαποκαλούμενους «ἐκσυγχρονιστές»;
Ὅμως στὴν Ὀρθόδοξη Καθολικὴ Ἐκκλησία τὸ δόγμα ὑπάρχει ὡς ὁδηγὸς τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι ἕνας δείκτης, ποὺ δείχνει στὸν ἄνθρωπο τὸ σημεῖο τοῦ προορισμοῦ του.32
Ἐπίσης, «στὴν Ὀρθόδοξη παράδοση ἡ ἀνθρωπότητα δὲν χωρίζεται σὲ καλοὺς ἢ κακοὺς ἀνθρώπους, σὲ ἠθικοὺς καὶ ἀνήθικους».33
Οὔτε μετατρέπεται σὲ ἠθικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἰδιαίτερα τοῦ μαθητῆ σὲ καθηκοντολογία. Ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι μιὰ ἠθικὴ θρησκεία. Στὸ χῶρο τῆς Ἐκκλησίας ἐπιδιώκεται ἡ ὑποβοήθηση τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὴν, μέσω τῆς ἄσκησης, καλὴ ἀλλοίωσή του, γιὰ τὴν ἀπαλλαγή του ἀπὸ τὰ προσωπεῖα, τὰ ὁποῖα προβάλλουν τὴ δική τους συμπεριφορά. Κατὰ συνέπεια, ἀπαιτεῖται νὰ μάθει τὸ παιδὶ καὶ ὁ ἔφηβος, ὅπως καὶ ὁ κάθε ἄνθρωπος, πῶς μέσα ἀπὸ τὴν ἄσκηση, ἐφόσον τὸ θελήσει καὶ μάλιστα μὲ βάση τό: «εἴ τις θέλει ὀπίσω μου ἐλθεῖν»34, θὰ μπορέσει νὰ θρυμματίζει τὰ κοινωνικὰ προσωπεῖα.
Ἔτσι στὸ πλαίσιο μιᾶς ὑποχρεωτικῆς ἐκπαίδευσης, ἡ ὁποία φαίνεται νὰ εἶναι ἀνάπηρη, καὶ σὲ σημαντικὸ βαθμὸ ἀφελληνισμένη καὶ ἀποχριστιανισμένη, τὸ πρόβλημα ἐπικεντρώνεται ἂν προσφέρει στοὺς μαθητὲς Παιδεία, ἡ ὁποία, θεανθρωποκεντρικὰ προσανατολισμένη καὶ ὄχι θεοκεντρικά, νὰ ἀπο- τελεῖ γι΄ αὐτοὺς τὸν ὁδοδείκτη πρὸς ὅ,τι εἶναι «σοφία, ζωή, ἁγιασμός, δύναμις, τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν».35
Ἡ «ὠφέλιμη παιδεία» δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐκφράζει ἕνα πολιτιστικὸ μόρφωμα, ποὺ θὰ τυποποιεῖ τὴ ζωὴ τῶν νέων ἀνθρώπων, τῶν μαθητῶν, ἱκανὸ νὰ καλύψει τὴν οἰκουμένη καὶ νὰ διευκολύνει τὴν παράδοση τῆς ἐξουσίας στὴν ὑπερδυναμικὴ ὀλιγαρχία καὶ νὰ συμβάλει στὴν ἀπρόσκοπτη διοχέτευση τοῦ πλούτου στὴ λέσχη τῶν Κροίσων. Ὅμως, ἂν μελετήσει κανεὶς τὰ Ἀναλυτικὰ Προγράμματα τῆς Ὑποχρεωτικῆς ἐκπαίδευσης καὶ εἰδικότερα τὰ διδακτικὰ βιβλία τῶν μαθητῶν, θὰ διαπιστώσει πὼς ἐπιδιώκεται μιὰ παγκοσμιοποιημένη πολιτιστικὴ μετάλλαξη. Αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος γιὰ τὴν ἀντίθεσή μας σ΄ ἕνα σχολεῖο μὲ τὴ μορφὴ Σύγχρονου Ψηφιακοῦ Φροντιστηρίου παροχῆς χρησιμοθηρικῶν γνώσεων, καὶ γιὰ τὴν ἀνάγκη ὕπαρξης τοῦ παιδαγωγοῦντος – προσωποκεντρικοῦ σχολείου, μὲ ἄριστα κείμενα καὶ καλοὺς δασκάλους ὑψηλοῦ ἐπιπέδου. Σ᾽ αὐτὸ τὰ παιδιά μας θὰ ἀναπτύξουν τὴν προσωπικότητά τους μὲ βάση τὴ δική μας ἰδιοσυστασία καὶ θὰ γίνουν ὄχι παγκοσμιοποιημένα – ὁμογενοποιημένα ἄτομα, ἀλλὰ –ὅπως ἀρχαία θεία Λειτουργία σημειώνει– «κοσμοπολίτες».36
Μὲ βάση τὰ παραπάνω εἶναι ἀναγκαία ἡ τοποθέτησή μας καὶ ὡς πρὸς τὴν ὀνομασία τοῦ πολύπαθου μαθήματος τῶν Θρησκευτικῶν. Ὡς γνωστό, στὴν ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση ἡ ὀνομασία του ἀκολούθησε αὐτὴ τοῦ ἀντίστοιχου βαυαρικοῦ μαθήματος. Ἔτσι καὶ σήμερα ἡ ὀνομασία τοῦ ἐν λόγῳ μαθήματος ἀποτελεῖ ἀντιγραφὴ τοῦ ἀντίστοιχου Γερμανικοῦ, ποὺ εἶναι τὸ Religionsunterricht. Ὅμως, παρότι στὴν προκειμένη περίπτωση τὸ πρόβλημα δὲν εἶναι τὸ πῶς θὰ ὀνομαστεῖ κάποιο μάθημα, ἀλλὰ ποιὸ περιεχόμενο θὰ τὸ συγκροτεῖ, ἐπειδὴ ἡ ὀνομασία ἀποτελεῖ αἰτία ἀποπροσανατολισμοῦ του ἀπὸ τοὺς πραγματικοὺς σκοπούς του, εἶναι δυνατὸν νὰ ἀναζητηθεῖ λύση.
Μεταξὺ τῶν ὀνομασιῶν, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ προταθοῦν γιὰ τὸ πολύπαθο μάθημα εἶναι: «Ἑλληνορθόδοξη Παιδεία», ἢ ἐὰν ἕνας τέτοιος τίτλος ἐνοχλεῖ, «Χριστιανικὴ Παιδεία». Ὅμως, ἐπειδὴ καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ἴσως κάποιοι ἀπόγονοι τῶν ραγιάδων, ποὺ δια- τήρησαν τὴν ἰδιοπροσωπία τους στὴν ἀγκαλιὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Του ἐντοπίσουν κάποιον ἰδεολογικὸ προσανατολισμό, ἕνας τίτλος, ποὺ πιστεύω, ἀνταποκρίνεται στὸ παιδαγωγοῦν– προσωποκεντρικὸ σχολεῖο, εἶναι νὰ ὀνομαστεῖ τὸ ἐν λόγῳ μάθημα: «Παι-δεία καὶ Ἑλληνορθόδοξη Κληρονομιά».
Καὶ ἐπειδὴ πολλὰ λέγονται γιὰ τὴν ἀνάπτυξη κριτικοῦ τρόπου σκέψης τῶν μαθητῶν, ἁπλὰ σημειώνουμε πὼς κριτικὸ τρόπο σκέψης ἀναπτύσσει καὶ ὁ βουτηγμένος στὴ διαφθορά, αὐτὸς ποὺ ἀτομοκρατικὰ κρίνοντας πατάει ἐπὶ πτωμάτων. Μέσα ἀπὸ τὸ μάθημα: «Παιδεία καὶ Ἑλληνορθόδοξη Κληρονομιά», ὅπως καὶ μέσα ἀπὸ τὸ καλούμενο μάθημα τῶν Θρησκευτικῶν, ἀναπτύσσεται ὁ κριτικὸς τρόπος σκέψης συνδυάζοντάς την μὲ τὸ φιλάνθρωπο, τὴν ἀγάπη, τὴν ὄντως ἐλευθερία, τὴν ἀδελφοσύνη, τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἀλληλεγγύη, τὴν εὐθύνη, τὸ νὰ βοηθηθεῖ αὐτός, ποὺ θὰ θελήσει νὰ γίνει ἀληθινὸς κύριος τοῦ ἑαυτοῦ του νὰ ἀντιμετωπίζει τὸ πρόβλημα τῆς ἀνασφάλειας καὶ τῆς ἀνεστιότητας. Τὸ παιδαγωγοῦν – προσωποκεντρικὸ σχολεῖο ἑδράζεται στὸ γνωστὸ στὴν ἑλληνορθόδοξη παράδοση κοινοτικὸ σύστημα. Αὐτὸ τὸ σύστημα προϋποθέτει ἀνὰ σχολεῖο μικρὸ ἀριθμὸ μαθητῶν καὶ ἐπαρκῆ ἐκπαιδευτικὸ προσωπικό.
Τὸ παιδαγωγοῦν – προσωποκεντρικὸ σχολεῖο, στηριζόμενο σὲ δυὸ πυλῶνες ἀποσκοπεῖ στὀ: α) Νὰ βοηθηθοῦν οἱ νέοι, οἱ μαθητὲς νὰ ἀναπτύξουν τὴν προσωπικότητά τους καὶ β) Νὰ καλλιεργεῖται ἡ γνώση γενικότερα καὶ ἡ ἐπιστήμη καὶ ἡ τεχνολογία εἰδικότερα. Ἕνα τέτοιο σχολεῖο ἐγγυᾶται τὴ σωστὴ διαπαιδαγώγηση τῶν μαθητῶν καὶ τὴν ποιοτική τους κατάρτιση. Καὶ ἀσφαλῶς ἡ κατὰ τὸν Ἅγιο Μέγα Βασίλειο «ὠφέλιμη παιδεία», ἡ ὁποία βρίσκεται στὸν ἀντίποδα «τῆς ἀνοήτου καὶ βλαβερᾶς», δὲν ὁριοθετεῖται χρονικὰ ὡς τὴν ἡλικία τῶν 18 ἐτῶν, κατὰ τὴν ὁποία ὁλοκληρώνεται συνήθως ἡ Δευτεροβάθμια ἐκπαίδευση. Μὲ τὴν ἀπόκτηση τοῦ δικαιώματος ψήφου δὲν τερματίζεται ἡ ἀνάγκη γιὰ Παιδεία καὶ συνεχίζει ἡ ἐκπαίδευση καὶ ἡ ἐξειδίκευση. Οὔτε εἶναι τὸ σύγχρονο Πανεπιστήμιο ἀποκλειστικὰ ἕνα ἐκτροφεῖο εἰδικῶν. Οἱ ἐξειδικευμένες γνώσεις δὲν ἀρκοῦν, γιὰ νὰ κάνουν τὸν σπουδαῖο ἀρχιτέκτονα. Ἀπαιτεῖται ἡ συνολικὴ προσωπικὴ καλλιέργεια καὶ κυρίως ἡ ἀνάπτυξη ὑψηλοῦ βαθμοῦ αἰσθητικῆς ἀντίληψης καὶ εὐαισθησίας. Ὡς πρὸς τὶς γνώσεις ποὺ ἀποκτῶνται στὸ Πανεπιστήμιο τὸ μεγάλο πρόβλημα εἶναι, ἂν αὐτὲς ἀποβλέπουν στὴν ἐξυπηρέτηση τῆς ἀνθρώπινης ὑγείας, τῆς εὐημερίας, καὶ τῆς προκοπῆς ἢ ἂν ἐξυπηρετοῦν σκοποὺς ἀπάνθρωπους, ἐκμεταλλευτικοὺς καὶ καταστροφικούς. Αὐτὸ ὑπῆρξε καὶ τὸ ἐπίκεντρο τοῦ προβληματισμοῦ καὶ τοῦ διλήμματος τῶν φυσικῶν ἐπιστημόνων, ποὺ συνέβαλαν ἀποφασιστικὰ στὴν κατασκευὴ τῆς πρώτης ἀτομικῆς βόμβας. Ὁ ἐπιστήμονας βρίσκεται μπροστά σε τέτοιου εἴδους ἢ ἀνάλογα ἠθικὰ διλήμματα. Κατὰ συνέπεια, ἐντείνεται ὁ προβληματισμὸς γιὰ τὴν ἀναγκαία ἠθικὴ διαπαιδαγώγηση καὶ προετοιμασία τῶν ὑπὸ ἐκκόλαψη νέων ἐπιστημόνων, ὥστε αὐτοὶ νὰ μποροῦν νὰ ὑποψιάζονται γιὰ τὴν ὕπαρξη καὶ τὴν ἀνάγκη ἐπίλυσης ἀνάλογων διλημμάτων μὲ τρόπο θετικὸ γιὰ τὴ ζωή, τὴν ὑγεία καὶ τὴν ἀνθρώπινη εὐημερία καὶ εὐτυχία. Ὁ νέος ὑπὸ ἐκκόλαψη ἐπιστήμονας θὰ πρέπει τουλάχιστον νὰ μάθει νὰ προβληματίζεται, νὰ εὐαισθητοποιεῖται καὶ νὰ νοιάζεται γιὰ τὴν ἐξυπηρέτηση τῶν παραπάνω σημαντικῶν ἀγαθῶν. Αὐτὴ ἡ εὐαισθητοποίηση τοῦ νέου ἐπιστήμονα στὰ παραπάνω θέματα μέσω τῆς παρεχόμενης ἐκπαίδευσης – διαπαιδαγώγησης, συνιστᾶ κρίσιμο ποιοτικὸ στοιχεῖο τοῦ πολιτισμοῦμας.
Ὁ σοφὸς διδάσκαλος καὶ Παιδαγωγὸς Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου ὁ ἐξ Οἰκονόμων (τὸν περασμένο χρόνο ἔκλεισαν 150 χρόνια ἀπὸ τὸ θάνατό του) ἔγραφε: «Μὴ φίλη πατρίς, μὴ εὑρεθῶσι ποτὲ εἰς τοὺς κόλπους σου γνήσιά σου τέκνα τρεφόμενα διὰ χολῆς πικρίας καὶ φαρμάκου κακοηθείας καὶ δυσσεβείας, ἅτινα μέλλουσι νὰ κατασπαράξωσι τὰ σπλάχνα σου φοβερώτερον παρὰ τοὺς βαρβαρώτατους τυράννους σου!...»37
Προσωπικὰ .πιστεύω πὼς στοὺς ὑπεύθυνους τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, Δία βίου μάθησης καὶ Θρησκευμάτων ὁ Κωνσταντῖνος Οἰκονόμου θὰ ἔλεγε: «Εἶναι προτιμότερον νὰ ζῆ τις ὀρθῶς, παρὰ νὰ ὁμιλῆ μόνον γλαφυρῶς»38 καί, θὰ προσέθετα, καὶ νὰ χορεύει ἀναλόγως…
Θὰ κλείσω τὴν Εἰσήγησή μου παραφράζοντας τὰ λόγια τοῦ γνωστοῦ σ᾽ ὅλους μας Παπουλάκου: Σχολεῖα προσανατολισμένα στὴν προσφορὰ στοὺς μαθητὲς μόνο ἐμπορεύσιμης γνώσης, κάτω ἀπὸ μιὰ χρησιμοθηρικὴ ἀντίληψη, ὑφαίνουν ἀργά, ἀλλὰ σταθερά, τὸ σάβανο τοῦ Γένους μας.
Ὑποσημειώσεις
28. Πλάτ. Μέν. 19 226Ε.
29. Β. Καλλιακμάνης, Ὁ ἐκκλησιολογικὸς χαρακτήρας τῆς Ποιμαντικῆς
—Λεντίω Ζωννύμενοι ΙΙ—, ἐκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2005, σελ.72.
30. Γ. Μαντζαρίδης, Χριστιανικὴ Ἠθική, ἐκδόσεις Πουρναρά, Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 174.
31. Γ. Μαντζαρίδης, ὄ.π., σελ
99,100.
32. Ἱερόθεος Βλάχος, Μητροπολίτης Ναυπάκτου, Ἐμπειρικὴ Δογματικὴ τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, ἔκδοση Ἱ. Μ. Γενεθλίου Θεοτόκου, 2010, τόμος Α´, σ. 102.
33. Ὅ.π. σελ. 153.
34. Ματθ. 16, 24.
35. Μεγάλου Βασιλείου, Θεία Λειτουργία.
36. Θεία Λειτουργία τῶν «Ἀποστολικῶν Διαταγῶν», στὸ: Ἰ. Φουντούλη, Κείμενα Λειτουργικῆς τεῦχ. Γ´, Θεῖαι Λειτουργίαι, Θεσσαλονίκη 2007, σ.337.
37. Κ. Οἰκονόμου, Τὰ σωζόμενα Φιλολογικὰ συγγράμματα, τ. Α΄ (1871), σελ. 43
38. Ὅ. παρ
«Ορθόδοξος Τύπος»1/04/2011

3 Απριλίου Συναξαριστής

Δ' Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν Ἰωάννου Κλίμακος, Νικήτα Ὁμολογητή, Ἰωσὴφ τοῦ Ὑμνογράφου, Ἐλπιδοφόρου Μάρτυρος, τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Βιθυνίου, Γαλύκου καὶ Δίου, Ἰλλυριοὺ Ὁσίου, Νεκταρίου Ὁσίου, Παύλου τοῦ Ἀπελευθερωτοῦ, Σύναξη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἀμαράντου Ρόδου.


Δ' Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν Ἰωάννου Κλίμακος

Ο άγιος Ιωάννης γεννήθηκε στην Παλαιστίνη γύρω στα 523. Μόνασε από νεαρή ηλικία (16 ετών). Παρακολούθησε ανώτερο κύκλο μορφώσεως. Στην ζωή της ερήμου Σινά αξιοποίησε την σοφία του και ανέβηκε σε υψηλές κορυφές αγιότητας. Είχε και το χάρισμα της θαυματουργίας. Σε μεγάλη ηλικία έγινε ηγούμενος της μονής του Σινά.
Συνέγραψε τριάντα λόγους περί αρετής, όπου ο καθένας λόγος περιλαμβάνει και μια αρετή, ξεκινώντας από τις πιο πρακτικές και ανεβαίνοντας σαν σκαλοπάτια κατέληξε στις θεωρητικά υψηλές. Στη πνευματική ζωή έχουμε βαθμίδες χαμηλές και υψηλές, καταστάσεις κατώτερες και ανώτερες. Γι' αυτό και το σύγγραμμα ονομάζεται Κλίμακα των αρετών.

Στο έργο του αυτό ο συγγραφέας παρουσιάζει συστηματικά τις ιδέες του για την κοινοβιακή κυρίως, αλλά και για την ερημιτική ζωή, ταξινομώντας αυτές κατά τρόπο που δείχνει πορεία προς την ηθική τελείωση. Είναι γραμμένο σε κομψή ελληνική γλώσσα, καλοδουλεμένη με χάρη και μελωδικότητα. Έχει διαύγεια, γλαφυρότητα, παραστατικότητα και παρουσιάζει πλούτο εκφράσεως, καλαισθησία και ευγένεια. Στη διακόσμηση του λόγου με εικόνες και παρομοιώσεις ο ιερός συγγραφέας είναι απαράμιλλος. Πάσης φύσεως σχήματα λόγου αναδύονται καθώς και ωραίες και επιτυχημένες προσωποποιήσεις.
Οι διδασκαλίες του είναι ολοκάθαρα νάματα που προέρχονται από αγιασμένη πηγή. Είναι ένα θεόπνευστο κείμενο. Οι σύγχρονοι ψυχολόγοι θαυμάζουν τον συγγραφέα της Κλίμακας για την βαθύτητα των ψυχολογικών του γνώσεων και παρατηρήσεων, και διαπιστώνουν ότι τα τελευταία αξιόλογα πορίσματα της ψυχολογίας του Βάθους ήταν γνωστά στους Πατέρες της ερήμου.
Ο Άγιος Ιωάννης κοιμήθηκε στις 30 Μαρτίου το 603, σε ηλικία ογδόντα ετών. Από την αρχή της Σαρακοστής το σύγγραμμά του διαβάζεται σε όλα τα ορθόδοξα μοναστήρια.
Επειδή είναι παγκόσμιο κειμήλιο αναλύσεως όλων των παθών και των αρετών, η Εκκλησία τιμά ιδιαίτερα σε αυτή τη πνευματική περίοδο τον συγγραφέα άγιο Ιωάννη της Κλίμακας και το προτείνει για ανάγνωσμα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν κλίμακα, ὑποστηρίξας, τὴν τῶν λόγων σου, μέθοδον Πάτερ, μοναστῶν ὑφηγητὴς ἀναδέδειξε, ἐκ πρακτικῆς Ἰωάννη καθάρσεως, πρὸς θεωρίας ἀνάγων τὴν ἔλλαμψιν. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Καρποὺς ἀειθαλεῖς, ἐκ τῆς βίβλου προσφέρων, διδάγματα σοφέ, καθηδύνεις καρδίας, τῶν τούτοις μετὰ νήψεως, προσεχόντων μακάριε· Κλῖμαξ γάρ ἐστι, ψυχὰς ἀνάγουσα γῆθεν, πρὸς οὐράνιον, καὶ διαμένουσαν δόξαν, τῶν πίστει τιμώντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Τὴν οὐρανοδρόμον ἣν Ἰακώβ, κλίμακα προεῖδεν, ἐτεχνήσω πνευματικῶς, Πάτερ Ἰωάννη, συνθήκῃ τῶν σῶν λόγων, δι’ ἧς πρὸς ἀφθαρσίας, βαίνομεν μέθεξιν.
  




  
Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Ὁμολογητὴς

Ὁ Ὅσιος Νικήτας καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Βιθυνίας καὶ ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα μ.Χ. Σὲ βρεφικὴ ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὸς ἀπὸ μητέρα καὶ τὴν ἀνατροφή του τὴν ἀνέλαβαν ἡ ἐνάρετη γιαγιά του καὶ ὁ εὐσεβὴς Φιλάρετος, ὁ πατέρας του, ὁ ὁποῖος ἀνέθεσε ἀπὸ πολὺ νωρὶς τὴν ἐκπαίδευσή του σὲ κάποιο κληρικὸ φημισμένο γιὰ τὶς παιδαγωγικὲς καὶ πνευματικές του ἀρετές. Ἔτσι ὁ νεαρὸς Νικήτας ἀπόκτησε ἀξιόλογη κοσμικὴ καὶ πνευματικὴ παιδεία.
Ἀφοῦ ἐγκατέλειψε πατέρα, μητέρα, ἀδελφούς, ἀδελφές, συγγενεῖς, σπίτι, πατρίδα πλούτη καὶ σήκωσε τὸν σταυρό του μὲ προθυμία, ἀκολούθησε τὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε ἄξιος μαθητὴς αὐτοῦ.
Σὲ νεαρὴ ἡλικία κατέφυγε στὴν περίφημη μονὴ τοῦ Μηδικίου τῆς Τριγλίας, ὅπου γρήγορα, γιὰ τὶς πολλές του ἀρετές, κατάκτησε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἐκτίμηση ὅλων τῶν ἀδελφῶν τῆς μονῆς, οἱ ὁποῖοι μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγουμένου Νικηφόρου, τὸν ἐξέλεξαν ἡγούμενο τῆς μονῆς, ἐπὶ Πατριάρχου Ταρασίου (784-806 μ.Χ.).
Λόγω τῆς σταθερῆς πίστεώς του στὴν διδασκαλία καὶ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας γιὰ τὶς ἱερὲς εἰκόνες ὁ Ὅσιος ἐξορίσθηκε, ἐπὶ αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Ε’ (813-820 μ.Χ.), στὴν κωμόπολη Μασαλεῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἀπὸ ἐκεῖ ἀνακλήθηκε γιὰ νὰ ἐξορισθεῖ ἐκ νέου, τὸ 815 μ.Χ., στὴ νῆσο τῆς Ἁγίας Γλυκερίας κοντὰ στὸν Ἀκρίτα.
Ἐπανέκαμψε στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ βασιλέως Μιχαὴλ τοῦ Τραυλοῦ (820-829 μ.Χ.) καὶ ἐγκαταστάθηκε σὲ κάποιο μετόχι στὸ βόρειο τμῆμα τῆς πόλεως, τὸ ὁποῖο πιθανῶς ἀνῆκε στὴ μονὴ Πελεκητῆς. Πρὸς τὸν Ὅσιο ἔγραφε συνεχῶς ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης. Ὁ Ὅσιος Νικήτας ὁ Ὁμολογητὴς κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὸν τόπο ποὺ εἶχε ἐγκατασταθεῖ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὀρθοδοξίας ὁδηγέ, εὐσεβείας διδάσκαλε καὶ σεμνότητος, τῆς οἰκουμένης ὁ φωστήρ, τῶν μοναζόντων θεόπνευστον ἐγκαλλώπισμα, Νικήτα σοφὲ ταὶς διδαχαίς σου πάντας ἐφώτισας, λύρα τοῦ Πνεύματος, Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθήναι τᾶς ψυχᾶς ἠμῶν.



Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ὁ Ὑμνογράφος

Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ γεννήθηκε στὴ Σικελία, τὸ ἔτος 816 μ.Χ., ἀπὸ ἐνάρετους καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Πλουτίνο καὶ τὴν Ἀγάθη. Τὰ περὶ τῆς ζωῆς καὶ τῆς δράσεώς του τὰ γνωρίζουμε ἀπὸ τὸν βίο ποὺ συνέταξε ὁ μαθητὴς καὶ διάδοχός του στὴ μονή του, Θεοφάνης, συμπληρωματικὰ δὲ ἀπὸ τὰ ἐγκώμια ποὺ τοῦ ἀφιέρωσαν ὁ Ἰωάννης Διάκονος καὶ ὁ Θεόδωρος Πεδιάσιμος.
Ὁ Ὅσιος ἀναγκάσθηκε νὰ φύγει ἀπὸ τὴν γενέτειρά του οἰκογενειακῶς, λόγω τῆς ἐντάσεως τῶν Ἀραβικῶν ἐπιδρομῶν ποὺ ἔπειτα ἀπὸ λίγο καιρὸ ἐπρόκειτο νὰ καταλήξουν στὴν κατάληψη τῆς νήσου καὶ νὰ μεταναστεύσει στὴν Πελοπόννησο. Σὲ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν ἀποχωρίσθηκε τοὺς γονεῖς του καὶ μετέβη στὴν Θεσσαλονίκη καὶ συγκεκριμένα στὴν περίφημη μονὴ Λατόμου, ὅπου ἐπιδόθηκε στὴ μοναχικὴ ἄσκηση ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου (τιμᾶται 20 Νοεμβρίου), ἀσκώντας τὸ ἔργο τοῦ ὀξυγράφου.
Μετὰ ἀπὸ ἐννέα χρόνια παραμονῆς στὴν Θεσσαλονίκη, τὸ ἔτος 840 μ.Χ., μετέβη στὴν Κωνσταντινούπολη μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρα Ἀντίπα. Δὲν παρέμεινε ὅμως γιὰ πολὺ ἐκεῖ ἀπερίσπαστος, διότι τὸ ἑπόμενο ἔτος ἀπεστάλη ἀπὸ τοὺς Ὀρθοδόξους τῆς Βασιλεύουσας στὴ Ρώμη γιὰ διαβουλεύσεις ἐπὶ τοῦ θέματος τοῦ διωγμοῦ ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους.
Δὲν κατόρθωσε νὰ φέρει εἰς πέρας τὴν ἀποστολή, διότι τὸ πλοῖο του ἔπεσε στὰ χέρια Ἀράβων πειρατῶν καὶ αὐτὸς ὁδηγήθηκε αἰχμάλωτος στὴν ἀραβοκρατούμενη τότε Κρήτη, ἀπὸ ὅπου ἐλευθερώθηκε μὲ τὶς φροντίδες  φιλάνθρωπων πιστῶν καὶ μὲ θαῦμα τοῦ Ἁγίου Νικολάου.
Κατὰ τὸ βραχὺ χρόνο αὐτῆς τῆς περιπέτειάς του συνέβησαν δυὸ σημαντικὰ γεγονότα. Τὸ ἕνα, ποὺ σχετιζόταν ἰδιαίτερα μὲ αὐτόν, ἦταν ὁ θάνατος τοῦ πνευματικοῦ του ὁδηγοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Δεκαπολίτου καὶ τὸ ἄλλο, ποὺ ἀφοροῦσε τὴν Ἐκκλησία ὁλόκληρη, ἦταν ἡ ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν εἰκόνων.
Ὅταν διὰ τῆς Θεσσαλονίκης ἐπανῆλθε πάλι στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 843 μ.Χ., ἔζησε ἐπὶ δυὸ χρόνια ὡς ἔγκλειστος  στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀντίπα. Ἔπειτα ἔζησε στὰ κτήρια τοῦ ναοῦ τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου ἐπὶ πενταετία, ἕως ὅτου ἵδρυσε δική του μονή, τὸ ἔτος 850 μ.Χ., ἀφιερωμένη στὸν Ἀπόστολο Βαρθολομαῖο. Ἐκεῖ ἀπέθεσε καὶ τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἀποστόλου ποὺ εἶχε φέρει ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, καθὼς ἐπίσης καὶ τὰ σκηνώματα τοῦ πνευματικοῦ του ὁδηγοῦ Ἁγίου Γρηγορίου καὶ τοῦ συνασκητοῦ του Ἰωάννου.
 Ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ παρακαλοῦσε μὲ δάκρυα καὶ στεναγμοὺς τὸν Ἀπόστολο Βαρθολομαῖο νὰ τὸν βοηθήσει στὴν σύνθεση ὕμνων. Καί, πράγματι, πέτυχε ἐκεῖνο ποὺ ποθοῦσε ἡ ψυχή του. Εἶδε σὲ ὀπτασία ἕναν ἄνδρα μὲ ἐμφάνιση Ἀποστόλου, ποὺ προκαλοῦσε τὸ δέος καὶ ὁ ὁποῖος πῆρε ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα τὸ ἱερὸ Εὐαγγέλιο, τοῦ τὸ ἔβαλε πάνω στὸ στῆθος καὶ τὸν εὐλόγησε. Τοῦτο ὑπῆρξε καὶ ἡ ἀπαρχὴ τοῦ θείου χαρίσματος ποὺ ὁ Ὅσιος ἐπιθυμοῦσε.
Μετὰ τὴν ἔκπτωση τοῦ Πατριάρχου Ἰγνατίου καὶ τὴν ἄνοδο τοῦ ἱεροῦ Φωτίου, τὸ ἔτος 858 μ.Χ., ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ἐξορίστηκε ἀπὸ τὸν Βάρδα στὴν Κριμαία, προφανῶς ὡς ὀπαδὸς τοῦ πρώτου καὶ ἴσως ὡς λατινόφιλος κατὰ κάποιο τρόπο, ἀφοῦ πρὸ ἐτῶν εἶχε σταλεῖ γιὰ νὰ ζητήσει τὴν βοήθεια τῆς Ρώμης. Δὲν ἔμεινε ὅμως στὴν ἐξορία γιὰ πολὺ καιρό, καθώς, ὅπως ἀποδείχθηκε καὶ ἀπὸ τὴν μετέπειτα στάση του, ὁ ἱερὸς Φώτιος τὸν ἐκτιμοῦσε ἰδιαίτερα.
Ὅταν τὸ ἔτος 867 μ.Χ. ὁ Πατριάρχης Ἰγνάτιος ἀνέβηκε γιὰ δεύτερη φορὰ στὸ θρόνο, ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ ἔγινε σκευοφύλαξ τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ διατήρησε αὐτὴν τὴν θέση κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Δευτέρας πατριαρχίας τοῦ Ἁγίου Φωτίου. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 886 μ.Χ.
Ὁ κύριος ὄγκος τοῦ ὑμνογραφικοῦ ἔργου τοῦ Ὁσίου συνίσταται σὲ Κανόνες, ποὺ ἀφθονοῦν στὰ ἔντυπα βιβλία καὶ τὰ χειρόγραφα. Ἡ συμβολὴ τοῦ Ὁσίου Ἰωσὴφ στὴν ὑμνογραφικὴ ὁλοκλήρωση τῆς Ὀκτωήχου εἶναι καθοριστική, δεδομένο ὅτι κάλυψε τὸ μεγαλύτερο μέρος τῆς ἑβδομάδας, πλὴν τῆς Κυριακῆς τῆς ὁποίας τοὺς Κανόνες εἶχαν συντάξει ὁ Κοσμᾶς ὁ Μελῳδὸς καὶ ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός.
Στὰ Μηναῖα ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ εἶναι ὁ πλουσιότερα ἐκπροσωπούμενος ὑμνογράφος, ἀφοῦ διατηροῦνται σὲ αὐτὰ 165 Κανόνες του μὲ ὁμοιόμορφη δομῆ, ποὺ ἐξυμνοῦν Ἁγίους δευτέρας συνήθως ἑορταστικῆς τάξεως, δεδομένου ὅτι οἱ ἐξέχουσες ἑορτὲς εἶχαν ἤδη καλυφθεῖ ὑμνογραφικά.
Ἰδιαίτερα βέβαια συγκινεῖ ὁ Κανὼν στὸν Ἀκάθιστο Ὕμνο, στὸν ὁποῖο ἀκολουθεῖ Εἱρμοὺς τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ καὶ ὑμνεῖ τὴν Θεοτόκο μὲ ἀτελείωτη σειρὰ ἐπιθέτων καὶ εἰκόνων, ὡς ἄφλεκτη βάτο, νεφέλη ὁλόφωτη, ρόδο ἀμάραντο, μῆλο εὔοσμο, περιστερὰ καὶ τὰ παρόμοια.




Ὁ Ἅγιος Ἐλπιδοφόρος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἐλπιδοφόρος τελειώθηκε διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν Βίο τοῦ Ἁγίου.



Οἱ Ἅγιοι Βιθύνιος, Γάλυκος καὶ Δίος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βιθύνιος ἢ Βυθόνιος, Γάλυκος καὶ Δίος, σύμφωνα μὲ τὸν Λαυρεωτικὸ Κώδικα, μὲ αὐτοπροαίρετη διάθεση, γνώμη καὶ ὁμοψυχία παρέστησαν στὸν ἄρχοντα τῆς πόλεώς τους, τὸν ἔλεγξαν γιὰ τὴν παράνομη ἀσέβεια καὶ τὶς εἰδωλολατρικὲς θυσίες καὶ ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό.
Ὁ ἄρχοντας τότε, ἐπειδὴ οἱ Ἐθνικοὶ προετοιμάζονταν ἐκείνη τὴν στιγμὴ νὰ προσφέρουν θυσία στὰ εἴδωλα, τοὺς εἶπε νὰ θυσιάσουν πρῶτα στοὺς θεοὺς καὶ ἔπειτα θὰ ἔκανε ὅτι τοῦ ἔλεγαν. Οἱ Ἅγιοι, προσποιούμενοι, ὅτι θὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, εἰσῆλθαν στὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ καὶ συνέτριψαν τὰ εἴδωλα.
Ὕστερα ἀπὸ αὐτό, οἱ φτωχοὶ τῆς πόλεως ἄρχισαν νὰ μαζεύουν τὰ συντρίμματα τῶν εἰδώλων, ὅσα ἦταν ἀργυρὰ καὶ χρυσά, διότι ὑπῆρχε τότε λιμὸς μεγάλος.
Μόλις ὁ ἄρχοντας τῆς χώρας καὶ οἱ εἰδωλολάτρες εἶδαν τὰ γενόμενα, θεώρησαν ὅτι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες καθύβρισαν τὴν πλάνη τους. Γι’ αὐτό, ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν, τοὺς ἔδεσαν μὲ σχοινιὰ καὶ τοὺς ἔσυραν στὴν ἀγορὰ χτυπώντας τους. Ἄλλοι τοὺς κατέκοβαν τὶς σάρκες μὲ τὰ δόντια τους καὶ ἄλλοι τοὺς κτυποῦσαν μὲ πέτρες καὶ ξύλα.
Τὸ μαρτύριό τους κράτησε τρεῖς ἡμέρες καὶ νύχτες.
Βλέποντας οἱ εἰδωλολάτρες τὴν σθεναρὴ στάση καὶ τὴν πίστη τῶν Ἁγίων τοὺς ἔριξαν στὴ θάλασσα, ἀφοῦ τοὺς κρέμασαν βαριὲς πέτρες. Ὅμως Ἄγγελος Κυρίου τοὺς διέσωσε καὶ τοὺς ὁδήγησε στὴν στεριά. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἐθνικοὺς ποὺ εἶδαν τὸ θαῦμα, προσῆλθαν στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκαν.
Στὴν συνέχεια, μὲ ἐντολὴ τοῦ ἄρχοντα, οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἀποκεφαλίσθηκαν καὶ ἔλαβαν τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου καὶ τῆς δόξας.



Ὁ Ὅσιος Ἰλλυριὸς

Ὁ Ὅσιος Ἰλλυριὸς ἀσκήτεψε στὸ ὄρος τοῦ Μυρσινῶνος καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.


Ὁ Ὅσιος Νεκτάριος τοῦ Μπεζετσκ

Ἐκεῖ συγκεντρώθηκε πλῆθος μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα ἔχτισαν μία Ἐκκλησία ἀφιερωμένη στὰ Εἰσόδια τῆς Θεοτόκου. Τὸ νέο μοναστῆρι ἦταν ἕνα ἀπὸ τὰ φτωχότερα καὶ σύμφωνα μὲ τὸ Χρονικὸ τῆς μονῆς κτίσθηκε μὲ δάκρυα, νηστεία καὶ ἀγρυπνία. Μὲ ὁμόφωνη ἀπόφαση ὅλων τῶν ἀδελφῶν τῆς μονῆς, ὁ Ὅσιος Νεκτάριος ἐπιλέχθηκε ὡς ἡγούμενος.
Ὁ Ὅσιος Νεκτάριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1492.




Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Ἀπελεύθερος ὁ Νεομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Παῦλος καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρωσία. Αἰχμαλωτίσθηκε σὲ παιδικὴ ἡλικία ἀπὸ τοὺς Τάταρους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους τὸν ἀγόρασε κάποιος Χριστιανὸς τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τὸν ἄφησε ἐλεύθερο. Στὴ Βασιλεύουσα ὁ Ἅγιος νυμφεύθηκε Ρωσίδα γυναῖκα, ποὺ ἦταν πρῶτα αἰχμάλωτη, μετὰ τῆς ὁποίας ζοῦσε βίο εὐσεβῆ καὶ φιλόθεο.
Ὅμως ὁ Ἅγιος, ποὺ ἔπασχε ἀπὸ τὴ νόσο τῆς ἐπιληψίας, κάποια στιγμὴ σὲ ὥρα κρίσεως, ἐνῷ οἱ γείτονές του τὸν ὁδηγοῦσαν στὸ ναὸ τῆς Θεομήτορος τῆς ἐπιλεγομένης τοῦ Μογλουνίου, ὅταν συνάντησε στὸν δρόμο κάποιους Τούρκους, ἄρχισε νὰ ζητᾷ βοήθεια ἀπὸ αὐτοὺς καὶ νὰ φωνάζει «Εἶμαι Ἀγαρηνός».
Οἱ Τοῦρκοι ἀνέφεραν τὰ συμβάντα στὸν βεζίρη, ὁ ὁποῖος διέταξε τὴν σύλληψη τοῦ Ἁγίου Παύλου καὶ τὸν ἱερέων τοῦ ναοῦ. Ὅταν ὁ Ἅγιος συνῆλθε ἀπὸ τὴν κρίση τῆς ἀσθένειάς του, ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος, ὁ ὁποῖος τοῦ ζήτησε νὰ ὁμολογήσει ἐπίσημα τὸ Μουσουλμανισμό, ὑποσχόμενος πλοῦτο καὶ τιμὲς καὶ ἀπειλώντας μὲ βασανιστήρια καὶ θάνατο. Ὁ Παῦλος, ἐνδυναμούμενος καὶ ἀπὸ τὴν σύζυγό του, ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ἔτσι τὸν ἔριξαν στὴ φυλακὴ καὶ τὸν βασάνισαν. Ἀφοῦ κήρυξε καὶ πάλι τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸ βεζίρη, τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ τοῦ ἔτους 1683, ὁδηγήθηκε δέσμιος στὸν ἱππόδρομο Ἀτμεϊντᾶν, ὅπου τοῦ ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλή του.



Σύναξη τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ἀμαράντου Ρόδου
Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Ἀμαράντου Ρόδου τιμᾶται στὴ Μόσχα, στὸ Βορονὲζ καὶ σὲ ἄλλες πόλεις τῆς Ρωσίας, ὅπου φυλάσσονται ἀντίγραφα αὐτῆς. Στὴν εἰκόνα ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος κρατᾷ τὸ Θεῖο Βρέφος στὸ δεξί της χέρι καὶ στὸ ἀριστερό της χέρι ὑπάρχει ἕνα μπουκέτο ἀπὸ κρίνους. Αὐτὸ τὸ μπουκέτο συμβολικὰ δηλώνει τὸ ἀμάραντο ἄνθος τῆς παρθενίας τῆς Ἀειπαρθένου.

Ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ (Μάρκ. θ, 17-31)

Ἰωὴλ Φραγκάκος (Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης και  Ἀλμωπίας)



‹‹Ἐπετίμησεν τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ››

Οἱ ἐπιβουλὲς τῶν δαιμόνων ἐναντίον τοῦ ἀνθρώπου εἶναι πολλές. Πολὺ περισσότερες ὅμως εἶναι οἱ εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Ἐὰν δὲν ἐρχόταν ὁ Θεὸς νὰ γίνει σύμμαχος τοῦ ἀνθρώπου, θὰ καταστρεφόταν τὸ γένος μας, ἐπειδὴ τὸ πολιορκεῖ ἀσταμάτητα ὁ πονηρός. Δὲν ὑπῆρχε καιρὸς καὶ χρόνος ποὺ νὰ μᾶς εἶχε ἀφήσει ἐλεύθερους καὶ ἀνεπηρέαστους ὁ διάβολος. Εἶναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν δημιουργὸς καὶ αἴτιος ὅλων τῶν συμφορῶν μας, γράφει ὁ Θεοφάνης ὁ Κεραμέας. Ὁ Κύριος σήμερα κατήργησε τὴ δύναμη τοῦ ἀντιδίκου τῆς σωτηρίας μας, θεραπεύοντας τὸ παιδὶ τοῦ ὀλιγόπιστου πατέρα.


Ἡ ὀλιγοπιστία εἶναι ἄρρωστη πνευματικὴ κατάσταση

Πράγματι ὁ πατέρας ἦταν ὀλιγόπιστος κι αὐτὸ ἦταν ἕνας λόγος ποὺ οἱ μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ δὲν μπόρεσαν νὰ θεραπεύσουν τὸ παιδί. Ναὶ μὲν πῆγε σ’ αὐτοὺς γιὰ νὰ τὸ θεραπεύσουν, ἀλλὰ μέσα του δὲν πίστευε ἀκράδαντα ὅτι μποροῦν. Φαίνεται αὐτὸ κι ἀπὸ τὰ λόγια του: ‹‹...εἶπον τοῖς μαθηταῖς σου ἵνα αὐτὸ ἐκβάλωσιν καὶ οὐκ ἴσχυσαν›› (Μάρκ. 9,18) δηλ. Ἁπλῶς τὸ ἔφερε στοὺς μαθητὲς καὶ τοὺς εἶπε ἁπλὰ καὶ ἄχρωμα νὰ τὸ θεραπεύσουν. Δὲν ἱκέτευσε, δὲν παρακάλεσε, δὲν ἔκλαυσε γιὰ τὸ παιδί του, ὅπως π.χ. ἡ Χαναναία γυναίκα γιὰ τὴν θυγατέρα της ποὺ ἦταν κι αὐτὴ δαιμονισμένη. Ὁ Χριστὸς μὲ τὴν ἔνσαρκη παρουσία Του, ἀναγκαζόταν νὰ συναναστρέφεται καὶ μὲ μὴ ἀγαθοὺς ἀνθρώπους, προκειμένου νὰ τοὺς διορθώσει. Γιὰ τὸν Χριστὸ δὲν ἦταν τόσο βαρὺ γεγονὸς ὁ Σταυρός Του, αὐτὸ μᾶλλον ἐπιθυμητὸ ἦταν, ὅσο τὸ νὰ εἶναι ἀνάμεσα σὲ ἁμαρτωλοὺς ‹‹τὸ εἶναι μετ’ αὐτῶν βαρύ››, τονίζει ὁ ἅγιος Κύριλλος. Ὁ πατέρας τοῦ νέου ἦταν καὶ ἄπιστος καὶ διεστραμμένος. Βέβαια δὲν πλασθήκαμε ἀπ’ τὸν Θεὸ κακοί, μᾶς ἔκανε ἔτσι ἡ ἁμαρτία. Λαθραία μπῆκε ἡ ἁμαρτία στὸν ἄνθρωπο καὶ τὸν ἀλλοίωσε.


Τὸ πρόσωπο τοῦ δαιμονισμένου παιδιοῦ

Τὸ πρόσωπο τοῦ δαιμονισμένου παιδιοῦ εἶναι τραγικό. Τὸ δαιμόνιο ποὺ κατέβαλε τὸν νέο, ἦταν φοβερό. Ἔμοιαζε σὰν ἕνα μεγάλο βουνὸ ποὺ χρειαζόταν πίστη γιὰ νὰ τὸ μετακινήσει κάποιος, ὅπως λέγει ὁ εὐαγγελιστὴς Ματθαῖος (κεφ. 17, 20). Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς τὸ ὀνομάζει ‹‹παγχάλεπον››. Ἐνεργοῦσε ἐπάνω του κατὰ τὴν περίοδο τῆς σελήνης καὶ τοῦ εἶχε ἀφαιρέσει τὴν ὁμιλία καὶ τὴν ἀκοή. Ἄλλο πράγμα ὁ ψυχοπαθὴς κι ἄλλο ὁ δαιμονισμένος. Ὁ ἕνας πάσχει ἀπὸ ἀρρώστια κι ὁ ἄλλος ἀπὸ δαιμονικὴ ἐπήρεια. Ὁ δαιμονισμένος ἔχει προβλήματα ποὺ δημιουργοῦνται ἀπὸ τὸ διάβολο, ἐνῶ ὁ ψυχοπαθὴς ἀπὸ τὴν ἀλλοίωση σωματικῶν του λειτουργιῶν.


Ἡ θεραπεία τοῦ νέου

Ὁ Χριστὸς γιὰ νὰ διαλύσει τὴν ψευδῆ ἐντύπωση τοῦ πλήθους πὼς καὶ ὁ ἴδιος εἶναι ἀνίκανος νὰ θεραπεύσει τὸ παιδί, ὅπως καὶ οἱ μαθητές του, ἀμέσως διέταξε τὸ δαιμόνιο νὰ βγεῖ καὶ νὰ ἀναχωρήσει ‹‹ἔξελθε ἐξ αὐτοῦ καὶ μηκέτι εἰσέλθεις εἰς αὐτόν›› (Μάρκ. 9,25). Ὁ Κύριος εἶχε ἐξουσία θεοπρεπῆ, ὄχι ὅπως οἱ Γραμματεῖς καὶ οἱ Φαρισαῖοι. Ὡς κυρίαρχος καὶ δεσπότης συμπεριφερόταν στοὺς δαίμονες γιατί ἤθελε νὰ μᾶς ἀπαλλάξει ἀπὸ τὴν ἐπήρειά τους. Μᾶς ἔδωσε καὶ τὰ ὅπλα νὰ τοὺς πολεμήσουμε, δηλ. τὴν προσευχὴ καὶ τὴ νηστεία (στίχ. 29).


Τὰ πάθη τοῦ ἀνθρώπου

Τὰ πάθη, οἱ ἁμαρτίες μας καὶ οἱ δαιμονικὲς ἐπήρειες μοιάζουν σὰν μεγάλα βουνά. Τέτοιες καταστάσεις εἶναι ὁ θυμός, οἱ σαρκικὲς ἐπιθυμίες, ἡ ἀρχομανία κ. ἄ. Ὅλα αὐτὰ ἔχουν φοβερὴ στερεότητα κι ἀντοχὴ μέσα μας. Ὁ διάβολος εἶναι τὸ ὄρος τῆς ὑπερηφάνειας. Μᾶς χρειάζεται πίστη, γιὰ νὰ ἔχουμε παρρησία στὸ Θεὸ καὶ γιὰ νὰ δώσουμε τὸ δικαίωμα στὸν Κύριο νὰ ἐνεργήσει εὐεργετικὰ ἐπάνω μας. Ἡ μικρὴ ζωντανὴ πίστη θὰ μετακινήσει ὅλα τὰ πονηρὰ ὑψώματα μέσα μας. Δὲν εἶναι σωστὸ νὰ τρέφουμε ὀλιγοπιστία ἀπέναντι στὸν Χριστὸ καὶ τὴ διδασκαλία του. Ὅσο πιὸ ταπεινοὶ εἴμαστε, τόσο πιὸ πολύ μᾶς τειχίζει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ μᾶς προστατεύει ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ διαβόλου.


Ἀδελφοί μου,
Ἂς ἱκετεύσουμε τὸν Θεὸ νὰ μᾶς καθαρίσει ἀπὸ τὰ πάθη, ὅπως καθάρισε τὸν νέο τοῦ Εὐαγγελίου.



Ἡ δύναμη τῆς προσευχῆς

Νικάνωρ Καραγιάννης (Ἀρχιμανδρίτης)



«Τοῦτο τὸ γένος ἐν οὐδενὶ δύναται ἐξελθεῖν εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ». Τὴ δύναμη καὶ τὴν ἀξία τῆς προσευχῆς ὑπαινίσσεται ἡ φράση αὐτὴ τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος μέσα ἀπὸ τὴ θαυματουργικὴ θεραπεία τοῦ δαιμονισμένου παιδιοῦ. Γιὰ τὴν προσευχὴ ὁ σημερινὸς ἑορταζόμενος ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος γράφει ὅτι εἶναι «Θεοῦ τυράννος εὐσεβής», δηλαδὴ ἕνας εὐσεβὴς τύρανvος τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν ἀφήνει τὸν ἄνθρωπο νὰ ἡσυχάσει.

Ὁ λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἡ διδασκαλία τῶν πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, θεωρεῖ τὴν προσευχὴ φυσικὴ ἐκδήλωση τῆς ψυχῆς, ζωτικὴ ἀνάγκη, ἀλλὰ καὶ ὕψιστο ὅσο καὶ μοναδικὸ προνόμιο τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ αὐτό, γιατί ἡ προσευχὴ ἔχει τὴ ρίζα της στὴν ἀρχὴ τῆς δημιουργίας τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ ἀκοῦμε τὸν Θεὸ νὰ λέει μετὰ τὴν πτώση τῶν πρωτοπλάστων «Ἀδὰμ ποῦ εἶ;», Ἀδὰμ ποῦ εἶσαι; Εἶναι ὁ διάλογος τῆς προσευχῆς ποὺ ἐγκαινιάσθηκε τότε καὶ συνεχίζεται μέχρι σήμερα καὶ ὅσο θὰ ὑπάρχει σήμερα στὴ ζωὴ τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου. Γιατί τί ἄραγε εἶναι ἡ προσευχή; Εἶναι ἡ συνομιλία καὶ ὁ διάλογος τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό. Ἡ περιπετειώδης πορεία τοῦ ἀνθρώπου, γιὰ νὰ συναντήσει τὸν Θεὸ ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἀποξενώθηκε. Ὁ λόγος καὶ ἡ ἐμπειρία τῆς προσευχῆς εἶναι θέμα βαθὺ καὶ ἀνεξερεύνητο. Εἶναι τόσο γνωστὸ ὅσο καὶ ἄγνωστο, γιατί συνδέεται μὲ αὐτὸ τὸ ἴδιο τὸ μυστήριο τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς.


Στοιχεῖα τῆς προσευχῆς

Σὲ πολλὲς περιπτώσεις τῆς Καινῆς Διαθήκης διαβάζουμε ὅτι ἀπαραίτητα στοιχεῖα τῆς προσευχῆς εἶναι ἡ πίστη, ἡ ἐλπίδα καὶ ἡ ἐπιμονή. Ἐμπιστοσύνη στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καὶ αὐτοπαράδοση στὴν ἀγάπη του. Σὲ πολλὰ περιστατικὰ τῶν εὐαγγελίων βλέπουμε τὸν Χριστὸ νὰ θέτει παιδαγωγικὰ ἐμπόδια στὴν ἱκανοποίηση τῶν αἰτημάτων τῶν ἀναξιοπαθούντων ἀνθρώπων. Ὅμως γνωρίζει ἡ πίστη νὰ μάχεται μὲ ὅλα καὶ νὰ νικᾶ. Ἡ ἄρνηση τοῦ Κυρίου νὰ θεραπεύσει τὴν ἀσθένεια συνήθως δοκιμάζει τὴν πίστη, θερμαίνει τὴν προσευχή, ἀποδεικνύει τὴν ταπείνωση καί, τελικά, ὁδηγεῖ στὸ θαῦμα καὶ τὴ σωτηρία. Μόνο οἱ δυνατὲς προσευχὲς μὲ θερμὴ πίστη καὶ ἀληθινὴ ἐπιμονὴ σπάζουν ὅλους τους φραγμοὺς καὶ τὰ ἐμπόδια καὶ ἀνοίγουν τὶς πύλες τοῦ οὐρανοῦ. «Αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμῖν· ζητεῖτε, καὶ εὑρήσετε- κρούετε, καὶ ἀνοιγήσεται ὑμῖν· πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται. ἤ τὶς ἐστὶν ἐξ ὑμῶν ἄνθρωπος, ὅν αἰτήσει ὁ υἱὸς αὐτοῦ ἄρτον, μὴ λίθον ἐπιδώσει αὐτῷ;» (Μτ. 7,7-9). Ὁ πιστὸς ἔχει τὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός, στὴν παγγνωσία Του, ξέρει καλὰ τὶς ἀνάγκες καὶ τὰ αἰτήματα τῶν ἀνθρώπων. Δὲν περιμένει ἀπὸ ἐμᾶς νὰ μάθει τί ζητᾶμε. Ὅμως ἐμεῖς οἱ πιστοὶ ἔχουμε τὴ συναίσθηση ὅτι εἴμαστε παιδιὰ τοῦ Θεοῦ καὶ Ἐκεῖνος εἶναι ὁ πατέρας μας. Αὐτὴ ἡ πνευματικὴ σχέση μᾶς δίνει τὸ δικαίωμα νὰ τὸν ἐμπιστευόμαστε.

Μέσα ἀπὸ τὴν προσευχὴ πέφτουμε στὴν ἀγκαλιά Του καὶ ζητᾶμε νὰ μὴ μᾶς ἐγκαταλείψει τὸ ἔλεος καὶ ἡ χάρη Του, γιατί ὑπάρχουμε καὶ ζοῦμε ἀπὸ Ἐκεῖνον. Γιατί χωρὶς Αὐτὸν τὰ πάντα σκοτεινιάζουν, καταρρέουν καὶ ἐκμηδενίζονται «χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Ὁμολογοῦμε μὲ ταπείνωση ὅτι «Σοὶ μόνῳ ἁμαρτάνομεν ἀλλὰ καὶ Σοὶ μόνῳ λατρεύομεν». Ἡ προσευχὴ μᾶς συνδέει καὶ μᾶς ἑνώνει μὲ τὸν Θεό. Γίνεται μητέρα κάθε ἀρετῆς ποὺ θωρακίζει τὸν ἑαυτό μας μὲ τὴν καλύτερη πανοπλία. Ὅποιος δὲν νιώθει τὴν ἀνάγκη ἀλλὰ καὶ τὴ δύναμη τῆς προσευχῆς ἐπιβεβαιώνει τὸν λόγο τῆς Ἀποκάλυψης «ὄνομα ἔχει ὅτι ζῇ» (Ἀπ. 3,1), ἀλλὰ ὅμως εἶναι νεκρός. Εἶναι καρδιὰ χωρὶς παλμούς, ψυχὴ χωρὶς πνοή.


Τὸ κενό της σιωπῆς τοῦ Θεοῦ

Καὶ ὅμως ὑπάρχουν στιγμὲς στὴ ζωή μας ποὺ ἀπογοητευόμαστε. Σὲ κάποιες δύσκολες ὧρες σκληρῆs δοκιμασίας ρωτᾶμε τὸν Θεὸ γιατί, καὶ Ἐκεῖνος δὲν μᾶς ἀπαντᾶ. Ἐμεῖς χτυπᾶμε τὴν πόρτα Του καὶ Ἐκεῖνος δὲν μᾶς ἀνοίγει. Τὸ κενό τῆς σιωπῆς τοῦ Θεοῦ μᾶς κλονίζει. Τότε ἂς ἀναρωτηθοῦμε μήπως «αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε» (Ἰακ. 4,9). Μήπως εἶναι ἐσφαλμένος ὁ χρόνος καὶ τὸ περιεχόμενο τῆς προσευχῆς μας; Ἄραγε αὐτὰ ποὺ ζητᾶμε μᾶς ὠφελοῦν ἤ μᾶς ζημιώνουν;

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, τὴν ἀπάντηση τὴ γνωρίζει μόνο ὁ Θεός. Κάποτε τὸ ὄχι τοῦ Θεοῦ μᾶς λέει «οὐκ εἰσὶν αἱ βουλαί μου ὥσπερ αἱ βουλαὶ ὑμῶν» (Ἠσ. 55,8). Τότε ὑπακοῦμε στὸ θέλημά Του καὶ ἀλλάζουμε τὸ δικό μας. Ἀνακατατάσσουμε τὶς προτεραιότητες καὶ τὰ σχέδια τῆς ζωῆς μας. Καὶ τότε ἡ προσευχὴ μᾶς ὡριμάζει καὶ μᾶς ὠφελεῖ περισσότερο. Γι' αὐτὸ ἂς μὴν τὴν ἐγκαταλείπουμε ποτέ. Ἀμὴν


Άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης, ο συγγραφέας της «Κλίμακος»

 


Η Δ΄ Κυριακή των Νηστειών, είναι αφιερωμένη στον Άγιο Ιωάννη τον Σιναΐτη, το συγγραφέα της «Κλίμακος», δηλαδή της σκάλας εκείνης, που ξεκινά από τα πρώτα στάδια της πνευματικής ζωής και φθάνει στα υψηλότερα και τελειότερα. Μέσα από τα κεφάλαια του βιβλίου αυτού, εκφράζεται η αγιοπατερική Παράδοση και διαφαίνεται το μέγεθος της προσωπικότητας του Αγίου. Αποτελείται από τριάντα λόγους, που ο καθένας τους περιγράφει μια αρετή. Οι τίτλοι κάποιων από αυτούς είναι: «Περί της του ματαίου βίου βιαίας αποταγής», «Περί ξενιτείας», «Περί αοργησίας και πραότητας», «Περί πολυλογίας και σιωπής», «Περί διακρίσεως λογισμών, παθών και αρετών», «Περί της ιεράς μητρός των αρετών προσευχής», κ.ά. Στην κορυφή της «Κλίμακος», ο Άγιος Ιωάννης τοποθέτησε την αγάπη, ως τη σημαντικοτέρα των αρετών, την οποία βιώνουν οι αγιαζόμενοι-θεούμενοι άνθρωποι. Η «Κλίμακα» του Αγίου Ιωάννη του Σιναΐτη αναγιγνώσκεται στα περισσότερα Ορθόδοξα Μοναστήρια, συνήθως από την αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής.
Ο Άγιος Ιωάννης, είναι από τις μεγαλύτερες ασκητικές φυσιογνωμίες της Εκκλησίας. Έζησε τον 6ο αιώνα μ.Χ. αιώνα. Γεννήθηκε, κατά πάσα πιθανότητα, στην Παλαιστίνη και από την ηλικία των δεκαέξι ετών ανέβηκε στο Όρος Σινά, όπου ο έμπειρος Γέροντας Μαρτύριος, με εντολή του Ηγουμένου της Μονής, ανέλαβε την πνευματική του καθοδήγηση. Μετά από πολυετή άσκηση, έφυγε από τη Μονή του Σινά και αφού πραγματοποίησε προσκυνηματική περιοδία σε διάφορα πνευματικά κέντρα της εποχής, κατέφυγε στην ερημική τοποθεσία «Θωλάς», για το στάδιο της «ησυχίας», όπου έμεινε για σαράντα χρόνια σε ένα σπήλαιο. Τότε, σε ηλικία περίπου 75 ετών, μετά από προτροπές, αναλαμβάνει Ηγούμενος της Μονής του Σινά, παρά το γεγονός ότι στην αρχή προέβαλλε αντιρρήσεις. Ο Άγιος Ιωάννης, είναι μεγάλη πνευματική προσωπικότητα. Αξιώθηκε μεγάλων εμπειριών και θαυματουργικών χαρισμάτων ενώ ακόμη ζούσε.
Οι λόγοι του Αγίου Ιωάννη του Σιναΐτη είναι επίκαιροι, γιατί και στη σημερινή εποχή, όπως τότε, ο άνθρωπος βυθίζεται μέσα στην τύρβη της καθημερινότητας και αδιαφορεί για τα πνευματικά αγαθά, επειδή αποκάμνει από το κυνηγητό των υλικών αγαθών, προκειμένου να αποκτήσει όσον το δυνατόν περισσότερα. Ο Άγιος Ιωάννης μάς περιγράφει πολύ παραστατικά αυτή την αρρωστημένη κατάσταση που υπήρχε και στη δική του εποχή. Λέγει, λοιπόν, ότι «o άνθρωπος διαβάζει για την κρίση και αρχίζει να χαμογελά. Για την κενοδοξία και κενοδοξεί την ώρα της αναγνώσεως. Αποστηθίζει λόγους περί αγρυπνίας και παρευθύς καταβυθίζεται στον ύπνο. Εγκωμιάζει την προσευχή, και την αποφεύγει σαν μαστίγιο. Μόλις χορτάσει φαγητό μετανοεί, και ύστερα από λίγο τρώγει και χορταίνει περισσότερο. Μακαρίζει τη σιωπή και την εγκωμιάζει με πολυλογία. Επαινεί και δοξάζει τους ελεήμονες, αλλά υβρίζει τους φτωχούς». (Λόγος 17).
Αγίου Ιωάννη του Σιναΐτη, ψήγματα χρυσού:
Εγκρατής, είναι αυτός που ζει μέσα στους πειρασμούς, στις παγίδες και στους θορύβους του κόσμου και αγωνίζεται με όλη του τη δύναμη να μιμηθεί τη ζωή εκείνων που είναι απαλλαγμένοι από αυτούς τους θορύβους. Στους αρχάριους, οι πτώσεις σε σαρκικά αμαρτήματα συμβαίνουν από την απόλαυση των φαγητών. Στους μεσαίους από την υπερηφάνεια. Σε εκείνους, δε, που πλησιάζουν προς την τελειότητα, αποκλειστικά εξαιτίας της κατακρίσεως. Μην παίρνεις θάρρος και νομίζεις ότι λόγω τής εγκρατείας σου θα σωθείς από την πτώση. Κάποιος, ο Σατανάς, χωρίς να τρώει τίποτα έπεσε από τον ουρανό!
Η υπερηφάνεια, για ξένα πράγματα, είναι ντροπή. Η χειρότερη ανοησία, είναι το να καυχώνται οι άνθρωποι για κάποια χαρίσματα που πήραν από τον Θεό. Όσα κατορθώματα έκαναν πριν από τη γέννησή τους, για αυτά μονάχα να υπερηφανεύονται. Γιατί, όσα συνέβησαν έπειτα από τη γέννησή τους, τους τα δώρισε ο Θεός. Τίποτε δεν μπορεί να ωφελήσει περισσότερο από το ταπεινό και ειλικρινές ήθος και τον καθαρό λόγο.
Η προσευχή, ως προς την ποιότητά της, είναι ένωση του ανθρώπου με τον Θεό, συμφιλίωση με Αυτόν, μητέρα και θυγατέρα των δακρύων, καθώς, επίσης, και συγχώρεση των αμαρτημάτων, γέφυρα που σώζει από τους πειρασμούς, τοίχος που προστατεύει από τις θλίψεις, έργο των Αγγέλων, τροφή όλων των ασωμάτων, εργασία που δεν τελειώνει, πηγή των αρετών, πρόξενος των χαρισμάτων, τροφή της ψυχής, φωτισμός νου, πέλεκυς που χτυπά την απόγνωση, απόδειξη της ελπίδας, διάλυση της λύπης, πλούτος των μοναχών, θησαυρός των ησυχαστών, μείωση του θυμού, καθρέπτης της πνευματικής προόδου, φανέρωση των μέτρων, δήλωση της πνευματικής κατάστασης, αποκάλυψη των μελλοντικών πραγμάτων. Η προσευχή είναι γέφυρα που ελευθερώνει τους ανθρώπους από πολλούς πειρασμούς και κινδύνους. Είναι έργο ουράνιο, τροφή των Αγγέλων και των Αγίων, αγαλλίαση και χαρά των δικαίων, πηγή κάθε καλού, προκοπή της καρδιάς, φωτισμός του νου, φλόγα ουράνια, απόδειξη της ελπίδας προς τον Θεό, θυρίδα από την οποία εισέρχεται ουράνιο φως και αποκαλύπτει τα απόκρυφα μυστήρια του Θεού.
Καταλαλιά, σημαίνει, γέννημα του μίσους, υπόκριση αγάπης, αιτία της ακαθαρσίας. Η κρίση είναι αναιδής αρπαγή του δικαιώματος του Θεού, ενώ η κατάκριση όλεθρος της ψυχής αυτού, ο οποίος κατακρίνει. Ο καλόγνωμος και συνετός άνθρωπος, όσες αρετές βλέπει στους άλλους, τις σημειώνει με επιμέλεια, ενώ ο ανόητος αναζητεί τα ελαττώματα και τις κατηγορίες.
Ακτημοσύνη, είναι η πίστη στις εντολές του Κυρίου. Ακτημοσύνη, η απαλλαγή από περιουσιακά στοιχεία, είναι το να αποθέσει ο άνθρωπος κάθε φροντίδα από πάνω του, να γίνει οδοιπόρος χωρίς εμπόδια.
Η πολυλογία, είναι η καθέδρα της κενοδοξίας, απόδειξη της άγνοιας, θύρα των κατακρίσεων.
Απολυτίκιο:
Ταῖς τῶν δακρύων σου ροαῖς, τῆς ἐρήμου τόν ἂγονον ἐγεώργησας, καί τοῖς ἐκ βάθους στεναγμοῖς, εἲς ἑκατόν τούς πόνους ἐκαρποφόρησας, καί γέγονας φωστήρ τήν Οἰκουμένην λάμπων τοῖς θαύμασι, Ίωάννη πατήρ ἡμῶν ὃσιε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τάς ψυχάς ἡμῶν.
Δρ Ελένη Ρωσσίδου-Κουτσού, Φιλόλογος-Βυζαντινολόγος – Εκκλησία Κύπρου

Κυριακή Δ΄ Νηστειών, «Ω γενεά άπιστος…»

undefined
Απόστολος: Εβρ. στ΄ 23 – 30
Ευαγγέλιο: Μάρκ. θ΄ 17 – 31
«Ω γενεά άπιστος, έως πότε προς υμάς έσομαι; Έως πότε ανέξομαι υμών; Φέρετε αυτόν προς με» (Μάρκ. θ΄ 19).
Τα γεγονότα του σημερινού Ευαγγελίου διαδραματίζονται λίγο πριν από το Πάθος και αμέσως μετά το γεγονός της Θείας Μεταμορφώσεως. Ενώ, εκεί στο Θαβώρ, αποκάλυπτε ο Κύριος τη δόξα του στους μαθητές Του, Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη, ούτως ώστε «όταν σε ίδωσι σταυρούμενον το Πάθος νοήσωσιν εκούσιον», αλλά και για να μην κλονισθεί η πίστη τους, στους πρόποδες του Θαβώρ συνέβαινε δραματική σκηνή πόνου και απιστίας. Έτσι, σε σύντομο χρονικό διάστημα οι μαθητές του έζησαν σε σμικρογραφία όλα όσα διαδραματίζονται στην καθημερινή ζωή, όπου εναλλάσσονται καταστάσεις χαράς και λύπης, πίστεως και απιστίας, δυνατοτήτων, αλλά και λόγους εκδήλωσης των αδυναμιών του ανθρώπου.
Οι ερωτήσεις, οι επικρίσεις, αλλά και οι απαντήσεις του Ιησού φανερώνουν ότι ο άνθρωπος φέρει ευθύνη όταν αδιαφορήσει για κάποια προβλήματα και αδυναμίες που στο τέλος θα καταστούν δυσκολότερα αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα. Για παράδειγμα, το ερώτημα του Κυρίου προς τον πατέρα «πόσος χρόνος εστίν, ως τούτο γέγονεν αυτώ;», καθώς και η απάντηση του πατέρα «παιδιόθεν», ήταν μια επισήμανση, τόσο για τον πατέρα εκείνον, όσο και για όλους τους γονείς διαχρονικά ότι, σε ό,τι αφορά τα παιδιά η υγιής ηθική και πνευματική διαπαιδαγώγηση θα πρέπει να αρχίζει από νωρίς, «παιδιόθεν». Αν αυτή η διαπαιδαγώγηση καθυστερήσει, τότε οι συνέπειες τόσο σε ατομικό, όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, θα είναι τεράστιες. Αυτό το διαπιστώνουμε καθημερινά με την επιθετικότητα και την αντικοινωνική συμπεριφορά των νέων μας, είτε στα σχολεία, είτε στους δρόμους, είτε στις εκδρομές και τελευταία πολύ έντονα στα γήπεδα. Τα παιδιά θέλουν σωστή καθοδήγηση και σωστά πρότυπα. Όμως, απ’ ότι φαίνεται, ούτε το ένα ούτε το άλλο τους προσφέρουμε!
Συνεπώς, ας μην στρουθοκαμηλίζουμε και προ παντός ας μην επιρρίπτουμε τις ευθύνες στους άλλους, όπως έκανε ο πατέρας του σημερινού Ευαγγελίου, ο οποίος αδιαφόρησε για χρόνια και όταν αποφάσισε να ενδιαφερθεί, μετακίνησε το βάρος της αρχικής αποτυχίας στους μαθητές του Ιησού στους οποίους απευθύνθηκε, αλλά «ουκ ίσχυσαν», αλλά δεν μπόρεσαν να τον βοηθήσουν. Ο πατέρας εκείνος είχε δίκιο ως ένα σημείο, γεγονός που το υπέδειξε ο Κύριος στο τέλος στους μαθητές του, ότι τούτο οφειλόταν στην ολιγοπιστία τους, αλλά και στο γεγονός ότι «τούτο το γένος εν ουδενί δύναται εξελθείν, ει μη εν προσευχή και νηστεία». Ολιγοπιστία δεν επέδειξε μόνον ο πατέρας αλλά και οι μαθητές του Ιησού. Όμως, πέρα από τη δική τους πίστη ή ολιγοπιστία, στην προκειμένη περίπτωση χρειαζόταν μέσα από την άσκηση της προσευχής και της νηστείας, η επίκληση και ενεργότερη παρέμβαση του Θεού. Γεγονότα που φαίνεται να αγνόησαν τόσο ο ίδιος όσο και οι μαθητές.
Παρά το ότι ο Ιησούς είναι επικριτικός τόσο προς τον πατέρα, όσο και τους μαθητές του, εν τούτοις, δεν αρνήθηκε να προσφέρει τη βοήθειά του. Αποκαλύπτει την αχίλλειο πτέρνα της αδυναμίας τους. Και αυτή η κοινή αδυναμία είναι η ολιγοπιστία, ή απιστία. Το ανέφερε ο Ιησούς στην αρχική του επίκριση, όταν τους χαρακτήρισε όλους, σαν «άπιστη γενιά». Για μεν τους μαθητές του, γιατί δεν αντιλαμβάνονται ακόμα την θεία του ιδιότητα, για δε τον πατέρα, γιατί, ενώ ζητά τη βοήθειά του, την ίδια στιγμή, διακατέχεται από αμφιβολία. «Αν μπορείς να κάνεις κάτι, σπλαχνίσου μας και βοήθησέ μας».
Στο ερώτημα του πατέρα ο Ιησούς απαντά με ερώτημα, προσπαθώντας να τον βοηθήσει στην ενδυνάμωση της πίστεώς του. «Αν μπορείς να πιστέψεις όλα είναι δυνατά γι’ αυτόν που πιστεύει». Ο Ιησούς επαναλαμβάνει τις λέξεις του πατέρα, για να επιστήσει την προσοχή σ’ αυτές, αλλά και την αμφιβολία που διατυπώνουν και που αποτελεί το κύριο εμπόδιο για την εκπλήρωση της παρακλήσεώς του. Δεν του είπε ο Ιησούς ότι εγώ όλα τα μπορώ, αλλά μεταθέτει τη δύναμη της θεραπείας, στη δύναμη της πίστης του ανθρώπου. Στην απιστία του πατέρα αντιπαρατάσσει την παντοδυναμία της πίστεως η οποία θέτει στη διάθεση του ανθρώπου τη δύναμη του Θεού. Με τον τρόπο αυτό τονίζει και σε μας ότι αν πιστεύουμε όσο πρέπει, μπορούμε μέσα από την πίστη μας, να κάνουμε και θαύματα. Όμως, εδώ χρειάζεται προσοχή, γιατί δεν μπορεί «επιδεικτική» πίστη να φέρει οποιαδήποτε θετικά αποτελέσματα, γιατί αυτή θα είναι βλασφημία και όχι πίστη. Η πίστη είναι πηγαία και αβίαστη εκδήλωση που καταλήγει στην παράκληση. «Γενηθήτω το θέλημά σου». Είναι για τούτο που και οι μαθητές παρεκάλεσαν τον Κύριο να τους αυξήσει την πίστη, «πρόσθες ημίν πίστιν» (Λουκ. ιζ΄ 5). Έτσι, η πίστη γίνεται ταυτόχρονα και δώρο του Θεού, αλλά και άσκηση πνευματική του ανθρώπου, για τούτο ο άνθρωπος πρέπει να στέκεται με δέος μπροστά στο φαινόμενο της πίστεως και να παρακαλεί το Θεό να τον βοηθήσει να ξεπεράσει το φαινόμενο της ολιγοπιστίας. Για τούτο σήμερα ο πατέρας του παιδιού, με δάκρυα στα μάτια, φώναξε δυνατά: «Πιστεύω Κύριε· βοήθει μου τη απιστία». Πιστεύω Κύριε. Βοήθησέ με, όμως, γιατί η πίστη μου δεν είναι δυνατή.
Ο Ιησούς άκουσε την παράκληση του πονεμένου πατέρα και αναγνώρισε μέσα από τα δάκρυα τόσο τη μετάνοια, όσο και τη δύναμη της πίστεώς του. Για τούτο, αμέσως, προχώρησε στο θαύμα. Πρόσταξε το δαιμονικό πνεύμα μ’ αυτά τα λόγια: «Άλαλο και κουφό πνεύμα, εγώ σε διατάζω: Βγες απ’ αυτόν και μην ξαναμπείς πια σ’ αυτόν». Τότε το πνεύμα, αφού έκραξε δυνατά και συντάραξε το παιδί, βγήκε. Το παιδί τότε έμεινε αναίσθητο, ώστε πολλοί να λένε ότι πέθανε. Ο Ιησούς όμως το έπιασε από το χέρι του, το σήκωσε, κι αυτό στάθηκε όρθιο. Όσο μακροχρόνια και αν υπήρξε η κατοχή του σατανά δεν μπορεί να σταθεί μπροστά στην προστακτική δύναμη του Ιησού. Εκείνο το κράτημα του χεριού του παιδιού ήταν το επιστέγασμα της δυνάμεως και η εγγύηση του Ιησού ότι το παιδί δεν πρέπει στο εξής να φοβάται από τίποτε.
Αδελφοί μου, στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου, αλλά και χαράς. Μετά φόβου, λόγω της ολιγοπιστίας και των αδυναμιών μας. Μετά χαράς, για τις δυνατότητες που έχουμε να γίνουμε μέτοχοι των δωρεών του Θεού, μέσα από τη δύναμη της πίστεως. Παράλληλα με την πίστη, όπλα ενισχυτικά κατά των δαιμονικών δυνάμεων, είναι η προσευχή και η νηστεία, όπως αποκάλυψε ο Κύριος στους μαθητές του. Ας αξιοποιήσουμε αυτά τα όπλα που μας προσφέρει η Χάρις του Θεού, για ν’ αποφύγουμε τα επικριτικά λόγια του Κυρίου για «άπιστο γενεά», αλλά και να προλάβουμε την εξάντληση της υπομονής και ανοχής του. Αμήν.
Μητρόπολη Πάφου - Θεόδωρος Αντωνιάδης

Μητροπολίτης Κυθήρων Σεραφείμ: Κυριακή Δ΄ Νηστειών,Η λύτρωσις από την δουλεία στα πονηρά πνεύματα

 

Η ΛΥΤΡΩΣΙΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΟΥΛΕΙΑ ΕΙΣ ΤΑ ΠΟΝΗΡΑ ΠΝΕΥΜΑΤΑ
«...τοῦτο τό γένος ἐν οὐδενί δύναται ἐξελθεῖν εἰ μή ἐν προσευχῇ καί νηστείᾳ»(Μαρκ. θ' 29)
Τό σημερινό Εὐαγγελικό Ἀνάγνωσμα, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, ἀναφέρεται στή συγκλονιστική σκηνή, μπροστά στήν ὁποία βρέθηκε ὁ Θεῖος Διδάσκαλος Ἰησοῦς Χριστός μόλις κατέβηκε ἀπό τό ὄρος Θαβώρ, ὅπου εἶχε μεταμορφωθῆ ἐνώπιον τῶν τριῶν μαθητῶν του.
Ἕνας δυστυχισμένος πατέρας ἔφερε τό δαιμονισμένο παιδί του γιά νά τό θεραπεύσῃ ὁ Χριστός. Ὥσπου νά ἐπιστρέψη ὁ Κύριος, ἀπευθύνθηκε στούς μαθητές του γιά νά βγάλουν τό δαιμόνιο ἀπό τόν γιό του, ὁ ὁποῖος, ὅταν καταλαμβάνονταν ἀπό τήν κυριαρχία τοῦ δαίμονος ἔπεφτε κατά γῆς βγάζοντας ἀφρούς, ἔτριζε τά δόντια του καί ἔμενε ξερός.
Μπροστά στό οἰκτρό αὐτό θέαμα καί μετά ἀπό τίς θερμές παρακλήσεις τοῦ πατέρα ὁ Θεάνθρωπος Κύριός μας, ἀφοῦ τοῦ εἶπε : «Ἄν μπορεῖς νά πιστεύσης, ὅλα εἶναι δυνατά γι' αὐτόν πού πιστεύει» καί ὁ πονεμένος πατέρας ἀπάντησε : «Πιστεύω Κύριε, ἀλλά βοήθησέ με γιατί ἡ πίστις μου εἶναι ἀδύναμη» ἐλευθέρωσε τό ταλαίπωρο αὐτό πλάσμα ἀπό τό δαιμονικό πνεῦμα. Καί στήν ἐρώτησι τῶν μαθητῶν του, γιατί ἐκεῖνοι δέν μπόρεσαν νά βγάλουν τό δαιμόνιο, τούς ἀπάντησε αὐτό τό δαιμονικό γένος δέν μπορεῖ κανείς νά τό βγάλει μέ τίποτε ἄλλο παρά μόνο μέ προσευχή καί νηστεία.
Εἶναι μιά μεγάλη ἀλήθεια αὐτή. Τά πονηρά πνεύματα, ἡ δαιμονική αἰχμαλωσία καί κατ' ἐπέκτασιν ἡ δουλεία στά πάθη καί τίς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες δέν ὑποχωροῦν καί δέν ἀποτινάσσονται παρά μόνο μέ τήν προσευχή, τήν ταπεινή καί θερμή προσευχή καί τήν νηστεία, τήν ὀρθόδοξη ἄσκησι, πού δέν ἀρκεῖται μόνο στήν σωματική νηστεία, ἀλλά ἐπεκτείνεται καί στήν πνευματική. Τήν καταπολέμησι τῶν παθῶν, τῶν ἐμπαθῶν λογισμῶν καί τῶν ἁμαρτωλῶν λόγων καί πράξεων.
Ὑπόδειγμα πνευματικοῦ ἀνθρώπου καί ἐμπνευστής μας στούς πνευματικούς ἀγῶνες εἶναι καί ὁ σήμερον τιμώμενος Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ὁ συγγραφεύς τοῦ ἀσκητικοῦ καί φιλοκαλικοῦ βιβλίου τῆς πνευματικῆς Κλίμακος.
Στούς 30 ἀσκητικούς λόγους του ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁμιλεῖ γιά τίς ἀρετές καί τίς πνευματικές ἀναβάσεις τοῦ Μοναχοῦ, ἀλλά καί τοῦ κάθε ἀγωνιζομένου χριστιανοῦ. Καί ἀκόμη γράφει καί περιγράφει κάθε ἁμαρτία καί κακία, στήν ὁποία ὑποδουλώνονται οἱ ἄνθρωποι. Καί δείχνει τόν δρόμο τῆς καταπολεμήσεως καί κατανικήσεως τῶν ἐφάμαρτων παθῶν καί ἀδυναμιῶν καί τῆς πνευματικῆς ἀπελευθερώσεως.
«Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους» συνιστᾶ. Μέ τήν ἐπίκλησι τοῦ Θείου Ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ νά μαστιγώνης τά πονηρά πνεύματα, τούς ὁρατούς καί ἀόρατους ἐχθρούς μας.
Εἴθε, ἀδελφοί μου, μέ τίς εὐχές καί πρεσβεῖες τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Σιναΐτου καί μέ τήν δύναμι τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας, τῆς σωματικῆς καί τῆς πνευματικῆς, νά ἀντιμετωπίζωμε καί νά ἀποκρούωμε τά δαιμονικά πνεύματα, τούς ἀόρατους αὐτούς ἐχθρούς μας, νά βδελυσσόμαστε τά ἔργα τοῦ σκότους καί νά ἐργαζόμαστε τά ἔργα τοῦ φωτός. Γένοιτο.
† Ὁ Κ.Σ.
Μητρόπολη Κυθήρων

Δ΄ Κυριακή Νηστειών - Ιωάννου της Κλίμακος - Η ιερή ανάβαση

alt


Η ιερή ανάβαση
“Διδάσκαλε, ήνεγκα τον υιόν μου προς σε έχοντα πνεύμα άλαλον...”
Η ευαγγελική περικοπή της Δ΄ Κυριακής των Νηστειών μας παραπέμπει στην περίπτωση ενός δυστυχισμένου πατέρα, ο οποίος γονυπετής μπροστά από τον Κύριό μας τον ικετεύει: "Διδάσκαλε, ήνεγκα τον υιόν μου προς σε, έχοντα πνεύμα άλαλον". Στο πρόσωπο του ασθενούντος υιού αποκαλύπτεται με τον πιο τραγικό τρόπο το έσχατο κατάντημα του ανθρώπου στο οποίο μπορεί να τον ρίξει η συνέπεια αμαρτία. Η ύπαρξη αυτή είναι ιδιαίτερα τραγική γιατί η παρουσία του σατανά δεν της επιτρέπει να ζει φυσιολογικά στην αγάπη του Κυρίου. Μέσα από το συγκεκριμένο περιστατικό φανερώνεται ότι η αμαρτωλή ζωή οδηγεί πάντοτε σε φοβερά αδιέξοδα. Ρίχνει τον άνθρωπο αιχμάλωτο στον άρχοντα του σκότους, ο οποίος εργάζεται για να τον σπρώξει στην καταστροφή.
Η αγάπη του Θεού
Έστω όμως και μέσα από αυτά τα τραγικά αδιέξοδα, η αγάπη του Θεού προβάλλει σωτήρια για τον άνθρωπο και τον προσκαλεί να την πλησιάσει και να γευθεί τη Χάρη Του. Ο Θεός "δέχεται τον έσχατον καθάπερ και τον πρώτον", αρκεί ο ίδιος ο άνθρωπος να αναζητήσει την αγάπη του. Στην προοπτική αυτή βλέπουμε τον Κύριό μας να επιτιμά "τω πνεύματι τω ακαθάρτω... και κρατήσας αυτόν της χειρός, ήγειρεν αυτόν". Και πραγματικά ο μόνος που μπορεί να σώσει τον άνθρωπο είναι ο Κύριός μας, αρκεί εμείς να προσφεύγουμε στην αγάπη του με πίστη και με ειλικρινή μετάνοια. Στο τέλος της Ευαγγελικής περικοπής μετά από την λύτρωση του νέου από την καταδυναστεία του διαβόλου, γίνεται υπενθύμιση στους πιστούς ότι θα πρέπει να εντείνουν τον πνευματικό τους αγώνα για να μπορέσουν να φθάσουν άξια στο Θείο Πάθος και την Λαμπρηφόρο Ανάσταση.
Ο Ιωάννης της Κλίμακας
Την Δ΄ Κυριακή των νηστειών η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του Ιωάννου του συγγραφέα της Κλίμακας. Δεν γνωρίζουμε πολλά πράγματα για τη ζωή του. Ήταν ένας ταπεινός ασκητής που ζούσε μέσα στο πέλαγος της αγάπης του Κυρίου μας. Η ψυχή του όμως έκρυβε το τάλαντο του δασκάλου, που ποτέ δεν θα φανερωνόταν αν άλλοι δεν τον πίεζαν να γράψει τις εμπειρίες του προς ψυχική ωφέλεια πολλών ανθρώπων που θα εντρυφούσαν σε αυτές. Μεταξύ άλλων, έγραψε την "Κλίμακα", από την οποία πήρε και το όνομά του, ο συγγραφέας της Κλίμακας. Μέσα από το πνευματικό αυτό σύγγραμμα ξεδιπλώνει μπροστά μας μια ατελείωτη σκάλα, η ανάβαση της οποίας αντικατοπτρίζει τον αγώνα των πιστών για την κατάκτηση των αρετών. Ο αγώνας αυτός παρουσιάζεται να μην έχει τέλος. Επικαλούμαστε εδώ και την μαρτυρία του Γρηγορίου του Νύσσης, ο οποίος τονίζει ότι η αρετή δεν έχει όρια. Για να συμπληρώσει ότι το μόνο όριο της αρετής είναι ότι δεν έχει όρια.
Αγαπητοί αδελφοί, η Ευαγγελική περικοπή που ακούσαμε σήμερα δεν αφήνει μπροστά μας άλλες επιλογές παρά να ακολουθήσουμε τον δρόμο που οδηγεί στην αγάπη του Κυρίου μας, ο οποίος είναι ο μόνος που μπορεί να μας ελευθερώσει από την αιχμαλωσία της αμαρτίας και τις φοβερές συνέπειές της. Επίσης, η μεγάλη μορφή του Αγίου Ιωάννου της Κλίμακας μας προσκαλεί σε μια ευγενή και ιερή ανάβαση που οδηγεί στην κατάκτηση των αρετών. Μόνο σ΄ αυτή την πορεία μπορεί ο άνθρωπος να γίνει μια χαριτωμένη ύπαρξη που να φανερώνει την εικόνα του Θεού.
Εκκλησία Κύπρου - Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος.

Δ΄ Κυριακή Νηστειών - Ιωάννου της Κλίμακος-«Ασφάλεια ζωής»




ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Έβρ. στ 13-20
«ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΖΩΗΣ»
"Ην ώς άγκυραν έχομεν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν».
Στην ταραγμένη εποχή μας οι άνθρωποι χάνουν, όλο και περισσότερο, το αίσθημα της ασφαλείας. Γι’ αυτό θέλουν κάπου να ακουμπήσουν, κάπου να στηρίξουν την ζωή τους, να ασφαλιστούν. Τα ανθρώπινα μέτρα ασφάλειας αποδεικνύονται συνήθως ανίσχυρα. Λοιπόν δεν υπάρχει κανένας τρόπος ασφαλίσεως της ζωής μας; Στο σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα ό απόστολος Παύλος υποδεικνύει δύο υπέροχους τρόπους εξασφαλίσεως της ζωής. Ποιοι είναι αυτοί;
ΤΟ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Στον Αβραάμ είχε δώσει ό Θεός μια μεγάλη υπόσχεση, πού ήταν και όρκος μαζί: «ή μην εύλογων ευλογήσω σε και πληθύνων πληθύνω σε». Θα σε γεμίσω με πλούσιες ευλογίες και θα σου χαρίσω αναρίθμητους απογόνους. Με τον τρόπο αυτό ό Κύριος του ουρανού και της γης υπέγραψε ένα συμβόλαιο, το όποιον έτήρησε κατά γράμμα. Γιατί πραγματικά οι απόγονοι τού Αβραάμ έπληθύνθηκαν και έγιναν έθνος μέγα. Έτσι έδειξε ό Θεός «το άμετάθετον της βουλής αυτού». Ότι δηλαδή, ή απόφαση του είναι αμετάκλητη και οριστική. Οι υποσχέσεις του δεν διαψεύδονται ποτέ. Πραγματοποιούνται πάντοτε.
Να, λοιπόν, ό πρώτος τρόπος πραγματικής και οριστικής εξασφαλίσεως της ζωής μας: Ή πιστότης του Θεού στην εκπλήρωση των υποσχέσεων του. «Το άμετάθετον της βουλής τού Θεού» είναι το σταθερό και αμετακίνητο έδαφος, επάνω στο όποιο μπορούμε με απόλυτη ασφάλεια να στηρίζουμε το οικοδόμημα της ζωής μας.
Έχουμε απόλυτη ανάγκη προστασίας. Σε ποιόν θα καταφύγουμε; Σε ποιόν άλλο παρά σ' Εκείνον, πού μας υπόσχεται: «ού μη σε άνω ούδ' ού μη σε έγκαταλίπω»;
Θα καταφύγουμε στον Θεό μας, τού όποιου ό λόγος είναι συμβόλαιο και τηρεί οπωσδή­ποτε την υπογραφή του. Μας πιέζουν οικονομικές δυσκολίες, μας απειλεί ή αδικία και το ψέμα των ανθρώπων; Μην αργούμε. Ας κτυπήσουμε την πόρτα τού ουράνιου Πατέρα πού μας υποσχέθηκε: «αιτείτε και δοθήσεται ύμίν, ζητείτε και εύρήσετε, κρούετε και άνοιγήσεται ύμίν» (Ματθ. ζ' 7). Δεν μπορεί να μη τηρήση την υπόσχεση του. «Αδύνατον ψεύσασθαι Θεόν», μας τονίζει σήμερα ό Απόστολος. Γύρω μας μπορεί τα πάντα να καταρρέουν, να έξαφανίζωνται, να γίνωνται καπνός και στάχτη. Ένα μόνο μένει σταθερό και αμετακίνητο. Ή υπόσχεση τού Θεού. Όλοι γύρω μας μπορεί να μας γεμίζουν με «υποσχέσεις» και στο τέλος να τούς βλέπουμε να χάνωνται, να λησμονούν, να αρνούνται ό,τι υποσχέθηκαν. Ένας μόνο δεν πρόκειται ποτέ να λησμονήση, να αρνηθή. Είναι ό Θεός μας. Αυτός ήταν, είναι και θα είναι πιστός στις υποσχέσεις του.
Η ΑΓΚΥΡΑ ΠΟΥ ΣΩΖΕΙ
Ό απόστολος Παύλος προ­χωρεί και σε ένα δεύτερο τρόπο ασφαλίσεως της ζωής. Και αυτόν τον βρίσκει σε μια λέξη, πού φανερώνει μια βασική χριστιανική αρετή, στην ελπίδα. Οι άνθρωποι, πού πιστεύουν στον Θεό έχουν την ελπίδα «ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν». Πώς ασφαλίζεται το πλοίο από τούς κλυδωνισμούς; Ρίχνει την άγκυρα του στον βυθό, πού είναι σταθερός και αμετακίνητος. Όσο και αν το κτυπούν οι άνεμοι δεν πρόκειται να το μετακινήσουν.
Το ίδιο συμβαίνει και με την χριστιανική ελπίδα. Ή ζωή τού Χριστιανού μπορεί να είναι τρικυμισμένη, να την κτυπούν οι άνεμοι των δοκιμασιών και τα κύματα των δυσκολιών. Στον ουρανό όμως, στην αιωνιότητα, εκεί πού βρίσκεται ό Σωτήρας και Λυτρωτής μας, ό Θεός μας, εκεί επικρατεί ή γαλήνη και ή ηρεμία και ή σταθερότητα. Και ή ελπίδα, ή άγκυρα αυτή της ψυχής, εισέρχεται στον ουράνιο κόσμο, «όπου πρόδρομος υπέρ ημών είσήλθεν Ιησούς» και εξασφαλίζει στον πιστό την γαλήνη.
Δεν έχουμε παρά να δοκιμάσουμε την μέθοδο αυτή. Τα μικρά κύματα, αλλά και οι μεγάλες τρικυμίες δεν λείπουν από το πέλαγος της ζωής. Μια απροσδόκητη οικονομική δυσκολία, μια ξαφνική αρρώστια, μια συκοφαντία, ένας θάνατος και τόσα άλλα μικρά ή μεγάλα κύματα κτυπούν συχνά το σκάφος της ζωής μας. Στις περιπτώσεις αυτές μην τα χάνουμε. Μην άπελπιζώμαστε. Ας μάθουμε να ρίχνουμε την άγκυρα της ελπίδος μας στον ουρανό. Είναι ό μόνος τρόπος να εξασφαλίσουμε την ειρήνη της ψυχής μας. «'Έλπισον επί τον Θεόν» παραγγέλλει ό λόγος τού Θεού. Γιατί αυτός είναι ή μόνη σωτηρία και ασφάλεια μας (Ψαλμ. μα 12)
«ΖΩΗ» 24/03/2011

Η Ευρώπη ακυρώνει τα Χριστούγεννα!

Tα Χριστούγεννα είναι μια γιορτή που γιορτάζουμε όχι ως άτομα ούτε ως έθνος, αλλά ως ανθρώπινη οικογένεια [Ronald Reagan] Ένα σχεδόν σπαρακτ...