Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Ιουνίου 02, 2011

Η Ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού

Η Ανάληψη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού

anali.jpg Ο Κύριος «ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού». Το γεγονός της Αναλήψεως του Κυρίου είναι το ορατό σημείο της συμφιλίωσης Θεού και ανθρώπου, αλλά και του δοξασμού της ανθρώπινης φύσης.
Η καταλλαγή αυτή και ο δοξασμός του ανθρώπου επιτεύχθηκε με την ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού -με την οποία ο Θεός ένωσε την ανθρώπινη φύση με τη θεία Του φύση  ασυγχύτως, ατρέπτως, αχωρίστως και αδιαιρέτως- το επι γης έργο Του, τα εκούσια Του Πάθη, την ένδοξη Ανάστασή Του.
Οι πολλαπλές εμφανίσεις του Θεανθρώπου,  μετά την Ανάστασή Του, σκοπό είχαν να πείσουν τους Μαθητές Του ότι, όντως, αναστήθηκε και να χαρίσει σε αυτούς την ειρήνη, τη χαρά και το φως της ανεσπέρου αυτής ημέρας. Στις Πράξεις των Αποστόλων (1:3), o αναστημένoς Ιησούς εμφανιζόταν στoυς Μαθητές Τoυ και τoυς «δίδασκε τα περί της Βασιλείας τoυ Θεoύ για σαράντα ημέρες».
Την Πέμπτη της έκτης εβδoμάδας από την Ανάστασή Τoυ, o Χριστός, αφoύ ευλόγησε τoυς μαθητές Τoυ, αναλήφθηκε στoυς Ουρανούς (Λoυκ. 24, 50-51), στην περιoχή της Βηθανίας, έτσι ώστε την ημέρα της Πεντηκοστής να επιστρέψει εν Αγίω Πνεύματι, για να συνεχίσει, ως Εκκλησία πλέον, το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων. Η εν Αγίω Πνεύματι σωματική παρουσία του Κυρίου υπάρχει και θα υπάρχει συνεχώς, μέχρι τη συντέλεια του κόσμου, στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, όπου οι πιστοί μπορούν να ενωθούν μαζί Του. Ο Απ. Παύλος μας υπενθυμίζει με το λόγο του, ότι «έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του Κυρίου εις αέρα, και ούτω πάντοτε συν Κυρίω εσόμεθα.» (Α΄ Θεσ. 4: 17).
Το γεγονός της Αναλήψεως αποτελεί ένα από τα βασικότερα δόγματα της Εκκλησίας μας και αναφέρεται στo Σύμβoλo της Πίστεως. Αμήν.
Δρ Ελένη Ρωσσίδου-Κουτσού, Φιλόλογος-Βυζαντινολόγος 
Ιωάννου του Χρυσοστόμου,
 Λόγος εις την Ανάληψη του Κυρίου Ημών Ιησού Χριστού
Κατά το γεγονός της Αναλήψεως, πραγματοποιήθηκε στην πράξη η συμφιλίωση του Θεού με το ανθρώπινο γένος. Διαλύθηκε η παλιά έχθρα, τελείωσε ο μακροχρόνιος πόλεμος. Κι αυτό συνέβαινε έως τώρα, όχι επειδή μισούσε ο Θεός τον άνθρωπο, αλλά επειδή ο άνθρωπος επιδείκνυε αδιαφορία και αχαριστία. Και τώρα, η αλλαγή δεν έγινε εξαιτίας των δικών μας κατορθωμάτων ή επειδή αλλάξαμε στάση και συμπεριφορά, αλλά λόγω της απροσμέτρητης αγάπης και του ενδιαφέροντος του Θεού…
Τώρα στην Ανάληψη, εμείς που δεν ήμασταν άξιοι να κατοικούμε στον παράδεισο, εμείς που στο τέλος καταντήσαμε να μην αξίζουμε να ζούμε εδώ στη γη, με αποτέλεσμα να γίνει ο κατακλυσμός και να χαθεί όλο το ανθρώπινο γένος εκτός της οικογένειας του Νώε, εμείς τώρα οι ανάξιοι ανεβαίνουμε στον ουρανό. Τα χερουβίμ, παλαιά, φυλάγανε τον παράδεισο για να μην μπούμε ξανά και τώρα εμείς τα υπερβαίνουμε. Η ανθρώπινη φύση, στο πρόσωπο του Χριστού, έτυχε τιμής που δεν έτυχε η φύση των αγγέλων. Ο Θεός έγινε άνθρωπος. Δεν έγινε άγγελος. Ενώθηκε μόνο με την ανθρώπινη φύση. Και οι άγγελοι δεν ζηλεύουν, αντίθετα χαίρονται, διότι χαρά των αγγέλων είναι η προκοπή μας και πόνος τους η εξαθλίωσή μας.
Για την αλλαγή αυτή οφείλουμε ευγνωμοσύνη στον Χριστό. Αυτός έγινε μεσίτης. Ούτε άγγελος, ούτε άνθρωπος, αλλά αυτός ο ίδιος. Ο Θεός ήταν οργισμένος με μας και εμείς τον μισούσαμε. Και μας συμφιλίωσε ο Υιός Του. Πώς μας συμφιλίωσε; Δεχόμενος την τιμωρία που έπρεπε να επιβάλει σε μας. «Εξηγόρασεν εκ της κατάρας του νόμου γενόμενος υπέρ ημών κατάρα» (Γαλ., 3: 13). Δέχτηκε την τιμωρία του ουρανού, δέχτηκε και τις προσβολές των ανθρώπων. «Οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ’ εμέ» (Ψαλμ. 68:10) … Πολλές φορές μιλούμε για τη μεσιτεία της Παναγίας και των αγίων και ξεχνούμε ότι μεσίτης πάνω απ’ όλους τους αγίους είναι ο ίδιος Χριστός. Αυτός ως άνθρωπος συνεχώς μεσιτεύει για μας τους ελεεινούς αδελφούς Του. Όπως ακριβώς παίρνουμε κάτι από τη σοδειά μας και το προσφέρουμε στο Θεό για να τον ευχαριστήσουμε και να ευλογήσει όλη τη σοδειά μας, έτσι ακριβώς και ο Χριστός την ανθρώπινη φύση, που προσέλαβε στη μήτρα της παρθένου Μαρίας την κάνει προσφορά στον Θεό, για να ευλογηθεί όλο το ανθρώπινο γένος…
Ενώ πλαστήκαμε από τον Θεό «κατ’ εικόνα και ομοίωσή Του», ο άνθρωπος δεν πρόσεξε και ωμοιώθη τοις κτήνεσι. Το να γίνει, δε, κάποιος σαν τα ζώα είναι σαν να έγινε χειρότερος από αυτά. Το να σέρνεται ένα φίδι είναι φυσικό, το να σέρνεται, όμως, ένας αετός είναι η εσχάτη κατάπτωση … Μερικές φορές, ο άνθρωπος γίνεται χειρότερος των ζώων. Έτσι ο Ησαΐας λέγει, «έγνω βους τον κτησάμενον, και όνος την φάτνη του κυρίου αυτού· Ισραήλ, δε, εμέ ουκ έγνω» (Ησαΐας 1: 3) … Για να μας συνετίσει ο Κύριός μας, βάζει διδασκάλους τα έντομα. «Πορεύθητι προς τον μύρμηγκα, και ζήλωσον τας οδούς αυτού» (Παροιμ. 6: 6) … Εμείς οι κατώτεροι των ζώων, τα παιδιά του διαβόλου, με την Ανάληψη του Χριστού γίναμε ανώτεροι και από τους αγγέλους.
Επιμέλεια: Δρ Ελένη Ρωσσίδου-Κουτσού,Φιλόλογος-Βυζαντινολόγος
Βλ.: Χρυσοστόμου, Ι., «Εις την Ανάληψιν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού»,  Ε.Π.Ε., 36
ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΥΠΡΟΥ

Στην Ανάληψη του Κυρίου

Μεταξύ ουρανού και γης

Η Ανάληψη του Κυρίου
Ι.Μ. Αγίου Διονυσίου, Άγιον Όρος
Έτσι ιστορεί ο βυζαντινός αγιογράφος τη Θεοτόκο στο γεγονός της Αναλήψεως, κι ας μην υπάρχει αγιογραφική μαρτυρία για την παρουσία της μεταξύ των μαθητών του Κυρίου.
Η συνείδηση της Εκκλησίας τη θέλει εκεί στο επισφράγισμα του λυτρωτικού έργου του Υιού της, στο πλήρωμα της θείας οικονομίας, στην ένωση γης και ουρανού, στην υπερύψωση της σαρκός που περιεβλήθη διά της Θεοτόκου ο Χριστός και στη συμφιλίωση του ανθρώπου με τον Πατέρα Του.
Άξονας στην όλη σύνθεση της Αναλήψεως η Παναγία τοποθετείται ακριβώς κάτω από τη «δόξα» του Υιού της δεόμενη ισχυρώς, αλλά ήρεμη και ατάραχη μεταξύ των Αποστόλων, εκφράζοντας το αμετακίνητο της Εκκλησίας, γιατί αυτή αποτελεί την προσωποποίηση της Εκκλησίας, μεσολαβεί και ικετεύει για τη σωτηρία του πληρώματός της. «Η εκκλησιαστική σημασία της υπογραμμίζεται από την λεπτή κατακόρυφη στάση της  προς τα επάνω και από τα χέρια της τοποθετημένα σαν προσφορά και ικεσία για τον κόσμο.» Γι’ αυτό, όταν η Ανάληψη μετατίθεται από τον κεντρικό τρούλο των Ι. Ναών, αντικαθίσταται από τον Παντοκράτορα και ιστορείται στην καμάρα προ του ιερού βήματος και παραλείπεται από έλλειψη χώρου η Θεοτόκος στη σύνθεση, έχει πάρει ήδη την θέση της στην κεντρική κόγχη του ιερού βήματος ως Πλατυτέρα, δορυφορούμενη από τους δύο «ἐν αἰσθήσεσι λευκαῖς» αγγέλους, που φανερώθηκαν κατά την Ανάληψη, επειδή αυτή είναι η «Πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν», αυτή ενώνει τα επί γης με τα επουράνια. Εκεί δε «ζωγραφουμένη μετά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ συμβολίζει τήν Ἐκκλησίαν μετά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐν τῷ μέσῳ αὐτῆς».
Στην Ανάληψη του Κυρίου, τη στιγμή που στα μάτια των μαθητών αποκαλύπτεται η θεία φύση του Διδασκάλου τους, η Θεοτόκος υπογραμμίζει την ανθρώπινη φύση Του, την επί γης παρουσία Του και την αιώνια μαρτυρία της αποκαλύψεως του λόγου Του διά της Εκκλησίας. Αφού η Θεοτόκος είναι η «ἀδιάψευστη μαρτυρία τῆς θείας ἐνσαρκώσεως καί τῆς αἰωνίου παρουσίας τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς γῆς».
Άλλη μια φορά η παράδοση στη λειτουργική τέχνη, όπως λένε, ενώνει δύο πραγματικότητες, το ιστορικό γεγονός και την «αποκάλυψη που ξεπερνά τα σύνορα του καιρού». Γιατί η Θεοτόκος γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα στην Ανάληψη και στην Δευτέρα παρουσία του Υιού της και βεβαιώνει για τη δική μας ανύψωση στη δόξα της κεφαλής της Εκκλησίας, στη δόξα του Χριστού. Γι’ αυτό ελκύει η Θεοτόκος τόσο τα μάτια και την καρδιά μας από τη Σάρκωση του Κυρίου έως την Ανάληψη και έως τη δική της Μετάσταση, αλλά και κάθε μέρα και ώρα συγκεντρώνει της παρακλήσεις και τις ελπίδες μας.
Μεταξύ ουρανού και γης η Θεοτόκος, η Μητέρα κάθε χαράς και ευλογίας όλης της κτίσεως, των ανθρώπων και των αγγέλων, η μόνη παρρησία και μεσίτρια ουρανού και γης του μόνου Μεσίτου Θεού και ανθρώπων, του Χριστού.

Ἀπὸ τὴν Ἀνάσταση στὴν Ἀνάληψη

Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh (1914- 2003))


 
undefined



Ἡ περίοδος τοῦ Πάσχα ἔφτασε στὸ τέλος της. Ἡ ἡμερα τῆς ἀπόδοσης τοῦ Πάσχα εἶναι ἡ μέρα ποὺ ἀκούσαμε  γιὰ τελευταία φορὰ τὶς πανηγυρικὲς Ἀναστάσιμες ψαλμωδίες. Τὸ Πάσχα ὅμως, τὸ θαῦμα τῆς Ἀνάστασης τοῦ Χριστοῦ θὰ παραμείνει μαζί μας. Ὅλα ἐκεῖνα ποὺ μᾶς χαροποίησαν τὴ βραδιά τοῦ Πάσχα, ἡ ἔκσταση γιὰ τὸ ἀδειανὸ μνημεῖο, γιὰ τὴ σωματικὴ ἔγερση τοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὴν ἐμφάνισή Του στοὺς μαθητὲς - καὶ σ' ἐμᾶς - μέσα στὴ δόξα, τὴ νίκη καὶ τὸ θρίαμβο παραμένουν μαζί μας παρὰ τὸ ὅτι τώρα ὁ Κύριος ἀνεβαίνει στοὺς οὐρανούς.

Ἡ Ἀνάληψη εἶναι μιὰ μυστηριώδης γιορτή: εἶναι μιὰ γιορτὴ στὴν ὁποία γιορτάζουμε ἕνα χωρισμό.

Τὸ βράδυ πρὶν ἀπὸ τὸ Σταυρικό Του θάνατο ὁ Χριστὸς εἶπε στοὺς μαθητές Του ὅτι θὰ τοὺς συνέφερε ἂν Ἐκεῖνος ἔφευγε, διότι τότε θὰ τοὺς ἔστελλε τὸν Παράκλητο, τὸ Πνεῦμα τὸ ὁποῖο θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε στὴν ἀλήθεια (Ἰω. 16.7-16). Ἡ χαρὰ τοῦ χωρισμοῦ: χαρὰ γιὰ τὸ ὅτι ὁ Χριστὸς ἀνεβαίνει τώρα στὸν Πατέρα γιὰ νὰ καθίσει στὰ δεξιὰ τῆς θεϊκῆς δόξας• χαρὰ καὶ γιὰ τοὺς ἑαυτούς μας διότι ἔχοντας ὁ Χριστὸς ἀναστηθεῖ σωματικά, σωματικὰ καὶ θὰ ἀναληφθεῖ καί, ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἂν θέλουμε νὰ γνωρίσουμε τὸ μεγαλεῖο τοῦ ἀνθρώπου καὶ τὴ δόξα ποὺ ἔχει σπαρεῖ μέσα του θὰ πρέπει νὰ κοιτάξουμε ψηλὰ στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ κι ἐκεῖ θὰ δοῦμε καθισμένο στὰ δεξιὰ τοῦ Θεοῦ Πατέρα τὸν Ἄνθρωπο Ἰησοῦ Χριστό, τὸν ἐνσαρκωμένο Γιὸ τοῦ Θεοῦ. Μὲ τὴν Ἀνάσταση καὶ τὴν Ἀνάληψη τοῦ Κυρίου τὸ ἀνθρώπινο γένος ἔχει εἰσέλθει στὸ ἴδιο τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδας. Ὁ ἄνθρωπος Ἰησοῦς εἶναι καὶ Θεός μας.

Νὰ ὅμως ποὺ ἐνῶ χαιρόμαστε γιὰ τὸ τρόπαιο τοῦ Κυρίου, γιὰ τὸ δοξασμὸ τοῦ ἀνθρώπου, παραμένουμε ταυτόχρονα σὰν ὀρφανοὶ πάνω στὴ γῆ ὅπως καὶ οἱ πρῶτοι μαθητές, ὅπως καὶ ὅλοι οἱ μαθητὲς κατὰ τὴ διάρκεια τῶν αἰώνων. Ὅσο καιρὸ εἴχαμε ἀνάμεσά μας τὸ Χριστό, ὅπως τὸ λέει καὶ τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο, ἦταν Ἐκεῖνος τὸ Φῶς μας. Τώρα βρίσκουμε τοὺς ἑαυτούς μας στὸ ἡμίφως ἤ τὸ σκοτάδι τῶν προσωπικῶν μας ζωῶν· στὸ ζόφο τοῦ ἐπίγειου ἀνθρώπινου πεπρωμένου.

Ὁ Χριστὸς ὅμως ὑποσχέθηκε ὅτι δὲ θὰ μᾶς ἄφηνε ὀρφανούς, ὅτι θὰ μᾶς ἔστελνε τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸν Παράκλητο, γιὰ νὰ μᾶς διδάξει τὴν πᾶσα ἀλήθεια παίρνοντάς την ἀπὸ τοῦ Χριστοῦ τὸ Λόγο καὶ τὴν Πράξη ( Ἰω. 16. 13, 15). Ὁ Παράκλητος εἶναι Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος ἔρχεται γιὰ νὰ μᾶς βεβαιώσει ἐμπειρικὰ ὅτι ὁ Ἀναστὰς καὶ Ἀναληφθεὶς Χριστὸς εἶναι πράγματι ὁ Κύριός μας καὶ ὁ Θεός μας ὅτι εἶναι πράγματι ἐνθρονισμένος στὰ δεξιὰ τοῦ Πατέρα, ταυτόχρονα ὅμως, σύμφωνα μὲ τὴ δική Του θαυμαστὴ ὑπόσχεση καὶ μαζί μας μέχρι τὰ τέλη τῶν αἰώνων. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα κατευθύνει τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου φέρνοντας τὴ σωτηρία, τὴ μεταμόρφωση, ὁδηγώντας μας στὸν τελικὸ θρίαμβο, μερικοὶ διαισθάνονται τὴν παρουσία Του καὶ ἄλλοι δὲν Τὸν βλέπουν καὶ δὲν Τὸν γνωρίζουν. Καὶ ἡ νίκη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ δική μας σωτηρία. Ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ἀνθρώπου μέσα σὲ ὅλη του τὴ δόξα.

Γιὰ νὰ ἔλθει ὅμως σ' ἐμᾶς τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ σὰν ὁ Παράκλητος, πρέπει ἐμεῖς νὰ νιώθουμε θλιμμένοι καὶ ὀρφανεμένοι μὲ τὴν ἀναχώρηση τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἐπειδὴ δὲ νιώθουμε μὲ ἀρκετὴ ἔνταση τὴ μοναξιά μας χωρὶς τὸ Χριστό, ποὺ ἡ ἀντίληψη τῆς θαυμαστῆς παρουσίας τοῦ Πνεύματος εἶναι τόσο σπάνια, τόσο ἀσθενική, τόσο ξέβαθη. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος λέει: «Ἐμοὶ τὸ ζῆν Χριστὸς καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος» (Φιλιπ. 1. 2.1). Ἔτσι θὰ 'πρεπε νὰ νιώθαμε καὶ ἐμεῖς, καὶ νὰ χαιρόμαστε ποὺ μιὰ μέρα θὰ φύγουμε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ καὶ θὰ εἰσέλθουμε στὴν αἰωνιότητα. Ἐκεῖ ποὺ βρίσκεται ὁ ἀγαπημένος μας Σωτήρας Χριστὸς μέσα στὴ δόξα Του. Τότε πραγματικὰ ἡ παρουσία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θὰ ἦταν γιὰ μᾶς Παράκληση, ἀγαλλίαση, ἐλπίδα, ἕνα τρόπαιο ἤδη ἀπὸ τώρα μέσα στὴν αἰωνιότητα ἡ ὁποία μᾶς ἔρχεται ἀήττητη καὶ θαυμαστή.

Δημήτριος Παναγόπουλος, Περί της Αναλήψεως

Περί της Αναλήψεως- Δημήτριος Παναγόπουλος

Τον κόσμο πού γέρασε...


undefined


Γηράσαντα Κύριε, κόσμον πολλοῖς ἁμαρτήμασι, καινίσας τῷ Πάθει σου, καὶ τῇ Ἐγέρσει σου, ἀνελήλυθας, ὀχούμενος νεφέλῃ, πρὸς τὰ ἐπουράνια, δόξα τῇ δόξῃ σου

Τον κόσμο πού γέρασε, Κύριε, απ'τα πολλά αμαρτήματα, αφού ανακαίνισες με το Πάθος Σου και την Έγερση , ανέβηκες, με όχημα την νεφέλη πάνω απ'τους ουρανούς. δόξα στην Δόξα Σου


 

Ο μοναχισμός και ο έγγαμος βίος

undefined
Ζούμε μέσα στον χώρο και τον χρόνο, όμως οι αλήθειες της πίστης μας υπερκαλύπτουν τον χρόνο και τον χώρο, γι’ αυτό είναι πάντα μοντέρνα η πίστη μας, έχει λύσεις για όλα τα θέματα που απασχολούσαν τον άνθρωπο του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος. Το σημερινό θέμα μας ξενίζει, γιατί στην εποχή που ζούμε νομίζουμε ότι μερικά πράγματα έχουν ξεπεραστεί, λέμε τι σχέση μπορεί να έχουν τα μεν με τα δε, είναι σαφώς και κάθετα διαχωρισμένα.


Τίθεται το ερώτημα: Οι άγιοι είναι μόνο αυτοί που έχουν αποχωρίσει από τον κόσμο, μόνο αυτοί έχουν την δυνατότητα; Δεν έχει κανείς την δυνατότητα ζώντας μέσα στον κόσμο να τελειοποιηθεί κατά το μέτρο της δωρεάς και της χάριτος; Η απάντηση είναι, ναι μπορούν από οποιαδήποτε θέση οι άνθρωποι να τελειοποιηθούν, να αγιοποιηθούν.
Η ορθόδοξη πνευματικότητα βιώνεται απ’ όλους τους ανθρώπους, επομένως δεν υπάρχουν ιδιαίτερες τάσεις, οι οποίες μπορούν ν’ ανταποκριθούν στο περιεχόμενό της.
Το κριτήριο είναι αν έχουν βαπτισθεί. Όσοι βαπτισθούν στο όνομα του Αγίου Τριαδικού Θεού, οφείλουν να εκτελούν τις εντολές του Ιησού Χριστού.
Δεν υπάρχουν εξαιρέσεις στην πορεία προς την θέωση, από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωσιν.
Ο απόστολος Παύλος λέει «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ενεδύσασθε». Οι πρώτοι Χριστιανοί ζούσαν έντονα την πνευματική ζωή, έφθαναν στον φωτισμό του νου και είχαν πάνω απ’ όλα αδιάλειπτο προσευχή. Ο απόστολος Παύλος κάνοντας λόγο για την παρθενία και τον γάμο λέει μεν ότι «ο άγαμος μεριμνά τα του Κυρίου, ο δε γαμήσας μεριμνά τα του κόσμου όσα αρέσει τη γυναικί» αλλά τονίζει συγχρόνως ότι ο χρόνος είναι συνεσταλμένος, ο περιορισμός του χρόνου είναι ένας οδηγός και αυτοί που έχουν γυναίκες να ζουν σαν να μην έχουν γυναίκες.
Έτσι και οι έγγαμοι ζούσαν ασκητικά και είχαν βιώματα της πνευματικής ζωής. Όλες τις επιστολές του στις οποίες κάνει λόγο για κάθαρση της καρδιάς, για φωτισμό της ψυχής, γι’ απόκτηση της νοεράς προσευχής, για αδιάλειπτη προσευχή, για κατά χάριν νουθεσία, για την εν πνεύματι ζωή, τις απέστειλε στις Εκκλησίες στις οποίες οι Χριστιανοί ήταν έγγαμοι και ζούσαν μέσα σε οικογένειες.
Αυτό δείχνει ότι οι πρώτες αποστολικές Εκκλησίες ζούσαν όπως ζουν σήμερα στις ιερές μονές οι μοναχοί.
Όταν όμως αργότερα μετά την κατάπαυση των διωγμών, ο Χριστιανισμός έγινε επίσημη πια θρησκεία του Κράτους, εισήλθε μέσα στην Εκκλησία η εκκοσμίκευση, χάθηκε αυτή η μοναχική ζωή.
Ακριβώς τότε αναδείχθηκε ο μοναχισμός σαν προσπάθεια βιώσεως της ουσίας της πνευματικής ζωής.
Γι’ αυτό οι πατέρες τονίζουν ότι ο μοναχισμός, είναι συνέχεια της αποστολικής εποχής και της ζωής της πρώτης Εκκλησίας και οι μοναχοί είναι οι «ευαγγελικώς ζώντες». Δηλαδή αυτοί που ζουν την μετάνοια στον έσχατο βαθμό και προσπαθούν να τηρήσουν επακριβώς τις εντολές του Χριστού.
Κάθε ορθόδοξος μοναχός που ζει σωστά, είναι απόστολος Χριστού, είναι μάρτυς, είναι προφήτης.
Η μοναχική ζωή είναι προφητική, αποστολική και μαρτυρική. Μία απάντηση σ’ αυτό που ρωτάνε πολλοί τι σημαίνει μοναχισμός και τι κάνουν οι μοναχοί.
Εάν θέλουμε να δούμε ποια είναι η ουσία της μοναχικής ζωής, μπορούμε να διαβάσουμε τους μακαρισμούς του Χριστού. Ο μοναχός αρχίζει με την βαθιά μετάνοια, το κλάμα που προσφέρει το έλεος του Θεού και την κάθαρση της καρδιάς. Δηλαδή δεν τα προσφέρουμε εμείς ο Θεός μας τα προσφέρει.
Μέσα στο Ευαγγέλιο και στις επιστολές του αποστόλου Παύλου υπάρχουν όλα τα στοιχεία που συγκροτούν τον γνήσιο και πατερικό μοναχισμό. Όλα αυτά τα στοιχεία μπορούμε να τα βρούμε στην ακολουθία της μοναχικής κουράς. Εκεί φαίνεται ότι κατά την διάρκεια της δοκιμασίας, ο υποψήφιος μοναχός βρίσκεται στην τάξη των κατηχουμένων, αφού κατά την διάρκειά της περνά μέσα από μεγάλη μετάνοια και από την κάθαρση της καρδιάς. Είναι η πρώτη αγάπη για την οποία κάνει λόγο ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη. Όταν ολοκληρώνεται η μετάνοια, γίνεται η μοναχική κουρά που λέγεται δεύτερο Βάπτιμα.
Η μοναχική κουρά λέγεται μυστήριο, διότι ο μοναχός βιώνει την φωτιστική ενέργεια του Θεού.
Άλλωστε το δεύτερο Βάπτισμα κατά τον Άγιο Συμεών τον νέο θεολόγο, είναι το Βάπτισμα του Πνεύματος, ο φωτισμός του νου, η απόκτηση της νοεράς προσευχής.
Το ότι κατά την μοναχική κουρά λέγεται «και των αμαρτιών σου καθαίρει και υιός φωτός γίνει» δείχνει ότι ο μοναχός προ της κουράς ζει την κάθαρση της καρδιάς. Και με την κουρά αποκτά τον φωτισμό του νου. Κάθαρση-φωτισμός-θέωση.
Εδώ φαίνεται η αποστολική ζωή και η πολιτεία των πρώτων Χριστιανών όπως περιγράφεται στις επιστολές και στις πράξεις των αποστόλων.
Η μοναχική ζωή είναι αποστολική και ευαγγελική πολιτεία, γιατί προηγείται η νέκρωση του παλαιού ανθρώπου και ο μοναχός γίνεται ναός του Αγίου Πνεύματος. Οι ευχές του ιερέως είναι πολύ χαρακτηριστικές πάνω στο θέμα αυτό: «Κατασκεύασον αυτόν όργανον εναρμόνιον, ψαλτήριον του Αγίου Πνεύματος, όπως εντεύθεν μετά προκοπής απεκδυσάμενος τον παλαιόν άνθρωπο τον φθειρόμενον κατά την φιλήδονον απάτην του πολυμόρφου όφεως, ενδύσηται τον νέον Αδάμ, τον κατά Θεόν κτισθέντα εν οσιότητι και δικαιοσύνη. Στερέωσον αυτόν πάντοτε τα στίγματα και τον Σταυρόν τον Ιησού βαστάζειν εν τω σώματι αυτού, δι’ ων αυτώ ο κόσμος εσταύρωται και αυτός τω κόσμω».
Και οι έγγαμοι Χριστιανοί καλούνται και αυτοί να ζήσουν στην προσωπική τους ζωή, το Ευαγγέλιο και τις εντολές του Ιησού Χριστού. Κανείς δεν εξαιρείται από αυτήν την υποχρέωση. Πάνω απ’ όλα η μετάνοια, η αποβολή της φιλαυτίας και η απόκτηση της φιλοθεϊας και της φιλανθρωπίας, πρέπει να βιώνονται απ΄ όλους.
Βέβαια, είναι κάπως διαφορετικές οι συνθήκες της ζωής, γι’ αυτό στον έγγαμο υπάρχει ανάλογη προσαρμογή. Πάντως ό,τι για τον μοναχό είναι το μοναστήρι, για τον έγγαμο είναι η οικογένεια. Εκεί καλείται να εφαρμόσει το θέλημα το Θεού, η οποία οικογένεια γνωρίζουμε ότι είναι ένας σταυρός. Δεν είναι βίος ανθόσπαρτος, αυτό είναι ι ευχή η οποία απέχει από την πραγματικότητα. Πολλές φορές σκεπτόμαστε τις ιεραποστολές στην Αφρική ή αλλού και λέμε ότι είναι κάτι το πολύ ωραίο και να μπορούσαμε να το κάνουμε και εμείς. Ας ξεκινήσουμε πρώτα από τα δικά μας, τα καθημερινά μας, και όταν κανείς τακτοποιήσει την καθημερινότητα τότε ας κοιτάξει και πιο μακριά.
Είναι μία θεωρητική και αφηρημένη σκέψη η οποία μπορεί να παρασύρει κάθε άνθρωπο, ενώ πραγματικά είναι πολύ συγκεκριμένος ο ρόλος του που πρέπει ν’ ασκηθεί ο έγγαμος μέσα στην οικογένεια.
Η Εκκλησία έβαλε όλη την διδασκαλία της στις ευχές του μυστηρίου του γάμου. Εκεί φαίνεται ότι οι σύζυγοι πρέπει να διάγουν εν σωφροσύνη και αγάπη και να πορεύονται κατά τις εντολές του Θεού.
Η ευχή του γάμου σε συνάρτηση με την ευχή της κουράς «Αυτός Δέσποτα Πανάγιε ευλόγησον τον γάμον τούτον και παράσχου τοις δούλοις σου τούτοις ζωήν ειρηνικήν, μακροημέρευσιν, τοις εις αλλήλους αγάπην εν τω συνδέσμω της ειρήνης, σπέρμα μακρόβιον, την επί τέκνοις χάριν, τον αμαράντινον της δόξης στέφανον. Αξίωσον αυτούς ιδείν τέκνα τέκνων, την κοίτην αυτών ανεπιβούλευτον διατήρησον και δος αυτοίς από της δρόσου του ουρανού άνωθεν και από της πιότητος της γης. Έμπλησον τους οίκους αυτών σίτου, ελαίου, οίνου και πάσης αγαθοσύνης ίνα μεταδιδώσι και τοις χρείαν έχουσι, δωρούμενος άμα και πάντα τα προς σωτηρίαν αιτήματα». Αυτή η ευχή δείχνει ότι και στην συζυγική ζωή πρέπει να εφαρμόζεται η σωφροσύνη, η αγάπη και η ελεημοσύνη. Άλλωστε ο απώτερος σκοπός και εδώ είναι η σωτηρία. Είναι χαρακτηριστικές οι ευχές στο τέλος του μυστηρίου, με τις οποίες εύχεται ο ιερέας να εργάζονται και οι δύο σύζυγοι τις εντολές του Θεού. «Μεγαλύνθητι νυμφίε ως ο Αβραάμ και ευλογήθητι ως ο Ισαάκ και πληθύνθητι ως ο Ιακώβ, πορευόμενος εν ειρήνη και εργαζόμενος εν δικαιοσύνη τας εντολάς του Θεού. Και συ νύμφη μεγαλύνθητι ως η Σάρα και εφράνθητι ως η Ρεβέκκα και πληθύνθητι ως η Ραχήλ, ευφρανομένη τω ιδίω ανδρί φυλάττουσα τους όρους του νόμου ότι ούτως ηυδόκησεν ο Θεός».
Η μνημόνευση ανδρών και γυναικών της Παλαιάς Διαθήκης που αξιώθηκαν θείες οπτασίες και η ευχή να διαφυλάξουν τις ευχές του Θεού, δείχνουν την ασκητική και σωτηριώδη σημασία του κατά Χριστόν γάμου.
Είναι σαφής διδασκαλία των αγίων πατέρων ότι ο τρόπος συλλήψεως, κυοφορίας και γεννήσεως του ανθρώπου, αποτελούν τους δερμάτινους χιτώνες που φόρεσε ο Αδάμ μετά την πτώση. Αλλά τελικά ευλογήθηκε αυτός ο τρόπος από τον Θεό.
Ο Άγιος Μάξιμος γράφει ότι ο γάμος όπως τον ορίζουμε εμείς σήμερα, είναι αποτέλεσμα της πτώσεως.
Ο Ιωάννης Χρυσόστομος διδάσκει ότι όλες οι ευαγγελικές εντολές, είναι κοινές για όλους τους ανθρώπους. «πάντα γαρ τα των γάμων κοινά εστί».
Ο Μέγας Βασίλειος παρατηρεί ότι όλοι οι άνθρωποι μοναχοί και έγγαμοι, καλούμεθα να τηρήσουμε τις εντολές του Χριστού. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς μιλώντας για την καρδιακή καθαρότητα, λέει ότι και οι έγγαμοι μπορούν να την επιμεληθούν, αλλά φυσικά με περισσότερη δυσκολία. Άλλωστε η ύπαρξη πολλών εγγάμων αγίων στην Παλαιά και Καινή Διαθήκη που είχαν νοερά προσευχή όπως η προφήτις Άννα, δείχνει πως είναι δυνατόν όλα τα στοιχεία που συγκροτούν την ορθόδοξη πνευματικότητα, να τα βιώσουν και οι έγγαμοι.
Η προφήτης ΄Αννα μητέρα του προφήτου Σαμουήλ, είχε νοερά προσευχή μέσα στην καρδιά της και προσευχόταν νοερά και κατά την διάρκεια του μεγάλου της πόνου.
Έτσι κατά την ορθόδοξη πνευματικότητα οι άνθρωποι δεν χωρίζονται σε άγαμους και έγγαμους, σε μοναχούς και κοσμικούς. Αλλά σε ανθρώπους που έχουν το Άγιο Πνεύμα και σε ανθρώπους που δεν το έχουν.
Όλοι οι άνθρωποι είναι δυνατόν να εφαρμόσουν, κατόπιν πάντα καθοδηγήσεως από πνευματικό πατέρα, τις εντολές του Θεού και να βιώσουν την ορθόδοξη πνευματικότητα. Δεν υπάρχουν αριστοκράτες και μη, προνομιούχοι και μη στην ορθόδοξη παράδοση.
Υπήρξαν πολλοί έγγαμοι άγιοι και όμως μπόρεσαν σηκώνοντας από την μια μεριά το σταυρό του γάμου, συγχρόνως να τελειοποιηθούν.
Ο απόστολος Παύλος που είχε «σκώλοπα σατάν» και ζήτησε τρεις φορές από τον Θεό να τον απαλλάξει, ίσως είναι μία απάντηση σε κάθε σταύρωμα.
Η απάντηση του Κυρίου, και ίσως απάντηση σε κάθε άνθρωπο, ήταν «αρκεί σοι η χάρις μου η γαρ δύναμίς μου εν ασθενίαις τελειούται». Είναι προτιμότερο να ζητάμε την χάρη του Κυρίου στις δυσκολίες, του έγγαμου ή του άγαμου, του μοναχού ή του κοσμικού, για βοήθεια και αντιμετώπιση γιατί αυτές οι δυσκολίες είναι αυτές που σπρώχνουν τον άνθρωπο γρηγορότερα στην σωτηρία, κάτι που το αγνοεί ο πονηρός και ο Πανάγαθος Θεός με την πανσοφία του βοηθά με κάθε τρόπο τον άνθρωπο για την σωτηρία.
Όλο το σύμπαν, αυτό το δημιούργημα του Θεού, κουβαλάει επάνω του κάτι το μοναδικό, είναι ο άνθρωπος. Δεν έχει τίποτε άλλο αξία σ’ αυτό το σύμπαν παρά μόνο ότι πάνω σ’ αυτόν τον πλανήτη υπάρχει ο άνθρωπος. Έτσι καταλήγουμε στην άποψη ότι το σύμπαν είναι ανθρωποκεντρικό.
Το σύμπαν έχει φτιαχτεί για να εξυπηρετήσει τον άνθρωπο.
Πνευματικός άνθρωπος είναι εκείνος που μετέχει των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος, εκείνος που είναι ναός του Αγίου Πνεύματος. Δεν πρόκειται για μία αφηρημένη συναισθηματική ή διανοητική πνευματικότητα.
Ο κατ’ εξοχήν φορέας της ορθοδόξου πνευματικότητος είναι ο άγιος, ο οποίος αποκαλύπτεται με την διδαχή, με τα έργα του και τα λείψανά του.
Ο μη πνευματικός, ο στερημένος των ενεργειών του Αγίου Πνεύματος, λέγεται ψυχικός ή σαρκικός άνθρωπος.
Οι πατέρες λένε ότι με την πάροδο του χρόνου ένα από τα δύο γίνεται στον άνθρωπο, ή σαρκοποιείται το πνεύμα ή πνευματικοποιείται η σάρκα.
Ουδέτερη κατάσταση δεν μπορεί να υπάρξει, αυτό είναι μία μεγάλη αλήθεια. Ο καλός γίνεται καλύτερος και ο κακός γίνεται χειρότερος, ο τσιγκούνης γίνεται χειρότερος, ο φιλεύσπλαχνος γίνεται πιο πολύ κ.ο.κ.
Αυτό ακριβώς δείχνει και την διαφορά μεταξύ της ορθοδόξου πνευματικότητος από άλλες πνευματικότητες.
Η ορθόδοξη πνευματικότητα διαφέρει σαφώς από πνευματικότητες δυτικού και ανατολικού τύπου.
Η διαφορά στο δόγμα, το οποίο δεν είναι κάτι το αφηρημένο και θεωρητικό, έχει πρακτικές συνέπειες και δείχνει την διαφορά στο ήθος. Η ουσία της ορθοδόξου πνευματικότητος βρίσκεται πάνω απ’ όλα στ’ ότι είναι θεραπευτική. Θεραπεύει την ασθένεια του ανθρώπου και από άτομο που γεννιέται ο καθένας, τον καθιστά πρόσωπο. Ο άνθρωπος από ανθρωποκεντρικός, γίνεται χριστοκεντρικός. Αυτό που θεραπεύεται πρωτίστως είναι η καρδιά, που είναι το κέντρο της υπάρξεως του ανθρώπου. Δεν πρόκειται για μία θεραπεία εξωτερική, αλλά εσωτερική.
Ο νους στην κατάσταση της ασθενείας, σκορπίζεται με την λογική και γι’ αυτό πρέπει πλέον να επιστρέψει στην καρδιά. Αυτή η ταύτιση του νου με την λογική, χαρακτηρίζει πάρα πολύ την δυτική σκέψη. Η επιστημονικοποίηση των πάντων είναι ένα χαρακτηριστικό. Γι΄ αυτό πρέπει να επιστρέψει ο νους στην καρδιά. Η ορθόδοξη Εκκλησία λέγεται νοσοκομείο, θεραπευτήριο, ιατρείο της ψυχής γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο.
Αυτή είναι η ρίζα του κακού. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του πόσο λάθος είναι η δυτική σκέψη από αυτήν την επιστημονικοποίηση των πάντων, είναι ότι ο Μέγας Αντώνιος ήταν αγράμματος και όμως θεωρείτο ο πρύτανης της ερήμου. Αυτοί οι άνθρωποι είπαν τέτοιες αλήθειες που δεν μπορούν να τις προσεγγίσουν οι απλώς μορφωμένοι κοσμικά. Στην ορθόδοξη Εκκλησία όμως δεν τονίζεται μόνο η αναγκαιότητα της θεραπείας, αλλά συγχρόνως διαγράφεται και ο τρόπος με τον οποίο επιτυγχάνεται. Επειδή ο άνθρωπος έχει ακάθαρτο νου και ακάθαρτη καρδιά, πρέπει να περάσει επιτυχώς από τα τρία στάδια της πνευματικής ζωής.
Δηλαδή την κάθαρση της καρδιάς, τον φωτισμό του νου και τελικά την θέωση.
Η ορθοδοξία δεν μοιάζει με την φιλοσοφία, αλλά με τις πρακτικές επιστήμες και κυρίως με την ιατρική. Διότι στην ορθόδοξη Εκκλησία υπάρχουν βεβαιώσεις θεραπείας, αφού έχει να δείξει θεραπευτικά αποτελέσματα. Τα τρία αυτά στάδια της πνευματικής ζωής είναι στην πραγματικότητα, μέθεξη της καθαρκτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, διότι επιτυγχάνεται με την θεία χάρη.
Αυτό το θεραπευτικό στοιχείο της Εκκλησίας μπορούμε να το δούμε πολύ καθαρά, στις περιπτώσεις των θαυμάτων. Άνθρωποι με ανίατες ασθένειες θεραπεύονται, όπως και από πνευματικές ασθένειες, εξορκισμοί κ.λπ. που γίνονται από ανθρώπους που έχουν την χάρη του Θεού η οποία ενεργεί για να γίνουν αυτές οι θεραπείες. Πραγματικά στην εποχή μας προσφέρουν μεγάλο έργο, διότι οι ασθένειες της εποχής μας είναι πνευματικής υφής, η κρίση για την οποία όλοι μιλάμε κυρίως εντοπίζεται στον πνευματικό τομέα, γι’ αυτό έχουμε τις εξάρσεις των αυτοκτονιών, της εγκληματικότητας, του σατανισμού.
Και εδώ έχει λόγο η Εκκλησία καθαρά θεραπευτικό. Η θεραπεία του ανθρώπου που είναι ο βασικός σκοπός της ορθοδόξου πνευματικότητος, γίνεται με τα μυστήρια της Εκκλησίας και την ασκητική ζωή. Σε όλη την εκκλησιαστική παράδοση φαίνεται ο συνδυασμός μεταξύ μυστηρίων και ασκήσεως.
Η άσκηση προηγείται των μυστηρίων και μετά από αυτά ακολουθεί και πάλι η ασκητική ζωή.
Η νηστεία είναι άσκηση, είναι μέσον δεν είναι σκοπός. Ο σκοπός είναι η συμμετοχή στα μυστήρια, εξομολόγηση, Θεία Κοινωνία κ.λπ. Η διάσπαση του συνδέσμου μυστηρίων και ασκήσεως οδηγεί ή σε μία επίπλαστη εξωτερική ηθικολογία ή στην πλήρη εκκοσμίκευση.
Απαιτείται συνδυασμός άσκησης και συμμετοχής στα μυστήρια. Μία άλλη αλήθεια είναι ότι στην ορθόδοξη πνευματικότητα δεν υπάρχει διάσταση και διάσπαση μεταξύ νηπτικής και κοινωνικής θεολογίας.
Οι άγιοι πατέρες δεν χωρίζονται στεγανά σε νηπτικούς και κοινωνικούς. Η σωστή κοινωνικότητα είναι συνέπεια της νηπτικότητας και η νήψη είναι η υπόσταση της κοινωνικής πραγματικότητας.
Η νήψη είναι η εγρήγορση η πνευματική.
Η κοινωνικότητα είναι στοιχείο της ορθοδόξου πνευματικότητος. Η νήψη ασκείται από το άτομο μεμονωμένα, ενώ οι κοινωνικότητα με άλλους ανθρώπους.
Υπήρξαν πολλοί άγιοι οι οποίοι εξελίχθηκαν πάρα πολύ, ήταν αρχικά νηπτικοί και τελικά κατέληξαν πάλι στην κοινωνία, βγήκαν πάλι στον κόσμο.
Παράδειγμα ο πατρο-Κοσμάς ο Αιτωλός, βγήκε πάλι στον κόσμο και προσέφερε και εθνικό έργο.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν έμειναν αδιάφοροι για ό,τι συνέβαινε στον κόσμο, κάθε άλλο μάλιστα.
Η θεραπεία της ψυχής από τους λογισμούς, τα πάθη, την τυραννία του θανάτου, κάνουν τον άνθρωπο κοινωνικά και ψυχολογικά ισορροπημένο.
Είναι αυτό που λένε οι ψυχολόγοι ότι όλες οι αγωνίες της ζωής, στο βάθος είναι αγωνία θανάτου.
Όταν ο άνθρωπος λύσει το υπαρξιακό του πρόβλημα, από κει και πέρα έχει λύσει σ’ ένα σημαντικό ποσοστό όλα τα επί μέρους προβλήματα και τις αγωνίες.
Με τον τρόπο αυτό λύονται και όλα τα κοινωνικά, πολιτικά, οικολογικά και οικογενειακά προβλήματα.
Στην ορθόδοξη παράδοση δεν υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ μοναχών και έγγαμων, ούτε η κάθε τάξη έχει διαφορετικές υποχρεώσεις.
Όλοι μπορούν και πρέπει να τηρούν τις εντολές του Χριστού στην ζωή τους. Απλώς, διαφέρει ο χώρος ασκήσεως και ο βαθμός, ενώ ο σκοπός είναι πάντα ίδιος, είναι η σωτηρία. Όλοι καλούμεθα να πορευθούμε από το κατ’ εικόνα στο καθ’ ομοίωση.
Η ορθόδοξη πνευματικότητα είναι χριστοκεντρική, διότι στον Χριστό έγινε η υποστατική ένωση της θείας και ανθρωπίνης φύσεως, ασυγχύτως, ατρέπτως, αχωρίστως και αδιαιρέτως. Ενώθηκαν δύο φύσεις και μάλιστα με αυτόν τον τρομερά συνεκτικό τρόπο.
Είναι κάτι το οποίο δεν έγινε και στους αγίους αγγέλους, με τις άγιες πνευματικές οντότητες.
Παραμένει πάντα διαφορετική η φύση των αγγέλων, από την θεία φύση. Στο πρόσωπο του Χριστού όμως έγινε αυτό το θαυμαστό, αυτή η ένωση η οποία παραμένει εις τον αιώνα, δεν είναι για κάποιο χρονικό διάστημα. Γι’ αυτό ο Χριστός είναι το μοναδικό φάρμακο για την θεραπεία και σωτηρία του ανθρώπου.
Επειδή όμως ο Χριστός δεν μπορεί να θεωρηθεί έξω από τα άλλα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος και έξω από την Εκκλησία, η οποία δεν είναι θείο καθίδρυμα, δεν είναι ένα νομικό πρόσωπο, αλλά είναι το σώμα του Χριστού, γι’ αυτό το λόγο η ορθόδοξη πνευματικότητα είναι Τριαδοκεντρική και Εκκλησιοκεντρική.
Αυτά τα στοιχεία φαίνονται πολύ καθαρά αν μελετήσει κανείς λίγο το θέμα των αιρέσεων.
Βλέπετε ότι δέχονται πολλά από την πίστη μας, όχι όμως το Εκκλησιαστικό στοιχείο, είναι κάτι πάρα πολύ χαρακτηριστικό. Αυτήν την υποστατική ένωση δεν την αντέχει ο πονηρός. Αντέχει όλα τ’ άλλα, νηστεία, ομιλίες, αναλύσεις κ.λπ. η αίρεση όμως δεν αντέχει από κει και πέρα αυτήν την υποστατική ένωση, το Χριστοκεντρικό στοιχείο της ορθόδοξης πνευματικότητος, την ύπαρξη του σώματος του Χριστού μέσα στην Εκκλησία.
Μέσα στην ορθόδοξη Εκκλησία που είναι το πνευματικό θεραπευτήριο, διασώζεται η μέθοδος θεραπείας του ανθρώπου. Ακόμη και σήμερα στην ορθόδοξη Εκκλησία υπάρχουν Χριστιανοί που ζουν την κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση. Εκεί βλέπουμε την προσφορά της ορθοδόξου Εκκλησίας και της ορθοδόξου πνευματικότητος.
Ο θεραπευμένος άνθρωπος λύνει ταυτόχρονα όλα τα υπαρξιακά και κοινωνικά του προβλήματα.

πηγή

Η «ΑΙΡΕΣΗ» ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ



Η «ΑΙΡΕΣΗ» ΚΑΙ
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Αρχιμ. Διονυσίου Χατζηαντωνίου
Ι. Ν. Αγίας Φιλοθέης, Ι. Αρχιεπισκοπής Αθηνών

Οι θεοκήρυκες και πνευματοφόροι Απόστολοι, όταν ξεχύθηκαν στα έθνη, επέλε­ξαν να μην διδάξουν κάτι δικό τους, αλλά την τήρηση όλων των εντολών τού Χριστού, όπως άλλωστε Εκείνος τους διέταξε λέγοντας, «πορευθέντες μαθητεύ­σατε πάντα τα έθνη, ...διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν» (Ματθ. 28, 19-20). Αντίθετα, κάποιοι άλλοι, αν και μαθητές τους και μέλη της Εκκλησίας, επέλεξαν ν' ακολουθήσουν, όχι την αληθινή πίστη, όπως την διδάχθηκαν από τους ομολογητές και κήρυκες της αληθούς Θεολογίας1, αλλά προσωπικές τους κακόδοξες γνώμες και επινοήσεις.
Ο ίδιος ο Κύριος είχε προειδοποιήσει για την εμφάνιση ψευδοπροφητών και ψευδοχρίστων, που θα έχουν ως σκοπό να παραπλανήσουν, «ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς» (Ματθ. 24,24). Ο απόστολος Παύλος ομιλώντας στους πρεσβυτέρους της Εφέσου προφήτευσε ότι μετά την αναχώρησή του θα εμφανιστούν πρόσωπα προερχόμενα από ανάμεσά τους, τα οποία θα κηρύσσουν «διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών» (Πράξ. 20,30). Ο απόστολος Πέτρος λέγει ότι αυτοί οι άνθρωποι, αν και Χριστιανοί, θα διασπείρουν στην Εκκλησία «αιρέσεις απωλείας» αρνούμενοι μέσω αυτών τον Κύριο, που τους ελευθέρωσε από την αμαρτία (Β' Πέτρ. 2,1). Κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη -ο οποίος συγγράφει, όταν οι προφητείες τού Χριστού, τού Παύλου και τού Πέτρου είχαν αρχίσει πλέον να επαληθεύονται- όλοι αυτοί προέρχονται από τα ίδια τα σπλάχνα της Εκκλησίας, όμως, ποτέ δεν ανήκαν πραγματικά σ' αυτήν «ει γαρ εξ ημών ήσαν, μεμενήκεισαν αν μέθ' ημών άλλ' ίνα φανερωθώσιν ότι ουκ εισίν πάντες εξ ημών» (Α' 'Ιω. 2,19).
Οι πρώτοι αιρετικοί, που κατονομάζονται στην Αγία Γραφή, ειναι ο Υμέναιος και ο Φιλητός, οι οποίοι απωθώντας την αγαθή συνείδηση, ναυάγησαν στην πίστη (Α' Τιμ. 1, 19-20) και απομακρύνθηκαν από την αλήθεια, όταν μη αποδεχόμενοι την περί της Δευτέρας Παρουσίας διδασκαλία τού Χριστού και των Αποστόλων, επέ­λεξαν, όχι μόνο να πιστεύσουν οι ίδιοι, αλλά και να διδάξουν ότι η ανάσταση των νεκρών έχει ήδη πραγματοποιηθεί κι έτσι, μ' αυτόν τον τρόπο ανέτρεψαν την πί­στη κάποιων πιστών (Β' Τιμ. 2,8).
Από τότε, έχουν εμφανισθεί πολλοί «ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται» (Ματθ. 24,24), «ψευδοδιδάσκαλοι» (Β' Πέτρ. 2,1) και «ψευδαπόστολοι», οι οποίοι «μετασχηματιζόμενοι εις αποστόλους Χριστού» (Β' Κορ. 11,13), «αιρούνται» (=επιλέγουν) ν' ακολουθήσουν και να διδάξουν προσωπικές αντιλήψεις, και όχι την Αλήθεια της Εκκλησίας. Σύγχρονοι θεολόγοι υποστηρίζουν ότι η «αίρεση» αρχίζει να προσλαμβάνει αρνητικό νόημα και να γίνεται τεχνικός όρος στην γλώσσα των αγίων Πατέρων, όταν αρχίζει να εκφράζει «γνώμη» ή θέση ενός ή περισσοτέρων ανθρώπων, η οποία έρχεται σε αντίθεση με τη γενικώτερη πίστη της Εκκλησίας. «Η "καθολική Εκκλησία" είναι, έτσι, το αντίθετο ακριβώς της αφέσεως»2.
Κατά συνέπειαν, αίρεση είναι η ατομική προσπάθεια προσδιορισμού και βίωσης της αλήθειας, δηλαδή η «εκλογή - επιλογή ενός τρόπου ερμηνείας και βιώσεως του γεγονότος της σωτηρίας άλλου από αυτόν που φανερώνει η αλήθεια της Εκκλη­σίας˙ ...είναι επιλογή και προτίμηση ενός μέρους της αλήθειας στο οποίο δίνεται απόλυτη προτεραιότητα σε βάρος της ολόκληρης αλήθειας: Μία απολυτοποίηση του σχετικού που αναπόφευκτα σχετικοποιεί το άπόλυτο»3. Έτσι, ο όρος «αίρεση» δηλώνει στην θεολογική γλώσσα την επιλογή, που κάνει ο «αιρετικός», τόσο στα κυριότερα δόγματα της πίστης, όσο και στα θέματα ηθικής, με το να επινοήσει και να εισάγει νέα.
Εξ αιτίας αυτής της απόλυτα εκούσιας επιλογής, οι ανά τους αιώνες αιρεσιάρχες επέλεξαν ταυτόχρονα να θέσουν οι ίδιοι τους εαυτούς τους εκτός της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας τού Χριστού, η οποία, όταν τους αφορίζει, δεν κάνει τίποτε άλλο, από το να επικυρώνει την προσωπική τους από­φαση να εξέλθουν από Εκείνη. Άλλωστε, όπως συμβουλεύει ο απόστολος των εθνών τον επίσκοπο Κρήτης Τίτο: «αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού˙ ειδώς ότι εξέστραπται ο τοιούτος και αμαρτάνει ων αυτοκατάκριτος» (Τίτ. 3,10-11).
Θα ήταν, όμως, σφάλμα να θεωρήσουμε ότι αυτοκατάκριτος «αιρετικός», που εξ αιτίας των απόψεών του εξέρχεται της Εκκλησίας, είναι μόνος εκείνος ο Χρι­στιανός, ο οποίος επιλέγει να πιστεύσει και να διδάξει ένα μέρος της αλήθειας, όσον αφορά τα δόγματα της πίστεως. Με την γενική σημασία τού όρου, αυτοκατά­κριτος «αιρετικός» είναι και αυτός ο Χριστιανός, που επιλέγει να τηρήσει ένα μέ­ρος των εντολών τού Χριστού, αλλά και αυτός, που επιλέγει να μετάσχει σε κάποια Μυστήρια της Εκκλησίας.
Ο αληθινός Χριστιανός, αυτός που επιθυμεί να προσκυνεί «εν πνεύματι και αληθεία» τον Θεό (Ιω. 4,24), οφείλει ν' αγωνισθεί, ούτως ώστε με την βοήθεια της θείας Χάρης να εφαρμόσει στην ζωή του το τρίπτυχο της σωτηρίας του: α) αληθινή και ειλικρινή πίστη στον Θεό, όπως την ομολογεί η Εκκλησία, β) πιστή τήρηση των θείων εντολών, και γ) μετοχή στα ζωοποιά Μυστήρια. Δεν έχει δικαίωμα επιλογής τήρησης μόνον ενός ή έστω δύο από αυτά, διότι, όπως ο ίδιος ο Κύριος λέγει, «εάν αγαπάτε με, τας εντολάς τας εμάς τηρήσετε» (Ιω. 14,15)» και εντολές τού Χριστού είναι και η ορθή πίστη (ορθοδοξία) και η ορθή πράξη μέσω της τήρησης των θείων εντολών και της μετοχής στα Μυστήρια (ορθοπραξία). Γι' αυτό, λοιπόν, στόχος τού κάθε Χριστιανού, κληρικού ή λαϊκού, είναι να κάνει την άριστη αίρεση - επιλογή, η οποία βρίσκεται μόνο στην Αλήθεια και στην αρχαία Εκκλησία4.


ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Πέμπτη ευχή Εσπερινού Πεντηκοστής (Γονυκλισίας).
2. Ιω. Ζηζιούλα, «Ελληνισμός και Χριστιανισμός, η συνάντηση των δύο κόσμων», εκδ. Αποστολική Διακονία, Αθήνα 2003, σ.σ. 146-147.
3. Χρήστου Γιανναρά, «Αλήθεια και ενότητα της Εκκλησίας», σ. 58, Εκδόσεις Γρηγόρη, Β' έκδοση, Αθήνα 1997.
4. Κλήμεντος Αλεξανδρέως, «Στρωματείς», Ζ', XV. ΒΕΠΕΣ 8, 290, 17-18,

ΣΚΟΤΕΙΝΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ



ΣΚΟΤΕΙΝΑ ΣΗΜΕΙΑ
ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ
 (Κείμενο από το έντυπο
«Ορθοδοξία και αίρεσις» της Ιεράς Μητροπόλεως Μαντινείας και Κυνουρίας, τεύχ. 73, Μαρτ. – Απρ. 2011).
π. Σωτήριος Αθανασούλιας


Εισαγωγικά: Μια πολύ διαφωτιστική εισήγηση
      Όπως είναι γνωστό, στη χώρα μας έχει εμφανισθεί τα τελευταία χρόνια το κίνημα της αρχαιολατρίας, που δραστηριοποιείται έντονα με διάφορες ομάδες και οργανώσεις, επιδιώκοντας την κατάργηση του Χριστιανισμού και την επαναφορά της αρχαίας (ειδωλολατρικής) ελληνικής θρησκείας. Στα πλαίσια της προπαγάνδας, που ασκείται από το κίνημα αυτό, αλλά και στο κλίμα της έντονης εχθρότητας και αντιπαράθεσης με τον Χριστιανισμό, εξιδανικεύεται ο αρχαίος ελληνισμός στο σύνολό του, συμπεριλαμβανομένης και της θρησκείας. Έτσι, ο μεν Χριστιανισμός παρουσιάζεται ως σκοταδισμός, φανατισμός, μισαλλοδοξία, κατάπτωση και οπισθοδρόμηση, αλλά και ως υπεύθυνος για ο,τιδήποτε κακό η αρνητικό έχει εμφανισθεί στον κόσμο, η δε αρχαία ειδωλολατρία εμφανίζεται ως η, δήθεν, τελειότερη θρησκεία, «η πιο εξευγενισμένη θρησκεία, που υπήρξε ποτέ στην ιστορία», «η γνησιότερη θρησκευτική έκφραση του ελληνισμού», η θρησκεία του φωτός, της αρμονίας και της τελειότητας και πολλά άλλα παρόμοια.
 Βέβαια, από την εποχή, που έσβησε η αρχαία ελληνική θρησκεία, πέρασαν πολλοί αιώνες. Αναμφίβολα, ο ειδωλολατρικός ελληνισμός είχε τα θετικά και τα αρνητικά του στοιχεία. Τα θετικά είναι η φιλοσοφία, η επιστήμη, οι τέχνες, τα γράμματα κ.α. Τα αρνητικά είναι κάποια όντως σκοτεινά στοιχεία, που θα δούμε στη συνέχεια. Στο πέρασμα των αιώνων, όπως είναι φυσικό, κρατήσαμε τα θετικά στοιχεία και απορρίψαμε η λησμονήσαμε τα αρνητικά. Αυτό είναι, οπωσδήποτε, ορθό και λογικό, όμως, η εξιδανικευμένη εικόνα, που έχουμε σχηματίσει για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότα.
 Προς αποκατάστασιν της ιστορικής αλήθειας, αλλά και ως απάντηση στους παραπάνω ισχυρισμούς των πολεμίων του Χριστιανισμού νεοειδωλολατρών και αρχαιολατρών, κρίναμε σκόπιμο να παρουσιάσουμε στο τεύχος αυτό το πρώτο μέρος μιας παλαιότερης εισήγησης του μακαριστού Αρχιμανδρίτου Δανιήλ Γούβαλη, που έγινε στην ΙΓ' Πανορθόδοξο Συνδιάσκεψη για θέματα Αιρέσεων και Παραθρησκείας στον Όσιο Ιωάννη τον Ρώσσο το 2001, με θέμα «Μελανά σημεία της αρχαιοελληνικής θρησκείας».
Αφιερώνουμε το τεύχος αυτό στη μνήμη του μακαριστού π. Δανιήλ, ο οποίος εκοιμήθη σχετικά πρόσφατα (Ιούλιος 2009) και υπήρξε ένας από τους πρωτεργάτες του αντιαιρετικού έργου της Εκκλησίας μας. Με επιστημονικό και μεθοδικό τρόπο ο π. Δανιήλ παραθέτει αδιάψευστες μαρτυρίες και παραδείγματα από αρχαίες πηγές, όχι για να υποτιμήσει τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό, τον οποίο, άλλωστε, όλοι σεβόμεθα και εκτιμούμε, αλλά για να καταδείξει την ανεπάρκεια της θρησκείας του και την αναμφισβήτητη υπεροχή του Χριστιανισμού.

Μια εύλογη απορία
 Ένα εύλογο ερώτημα, που γεννάται στους σύγχρονους μελετητές του αρχαίου ελληνισμού, είναι το «Πως ένας λαός, τόσο σπουδαίος και ευφυής, που ανέπτυξε πρωτοφανή πολιτισμό, είχε τόσο χαμηλή ιδέα περί του θείου»; Το ερώτημα δεν είναι σύγχρονο. Τα απαράδεκτα και σκοτεινά σημεία της θρησκείας των προγόνων μας είχαν ήδη επισημάνει οι μεγάλοι σοφοί της αρχαιότητας. Οι αντιλήψεις του Πλάτωνα π.χ. για το «όντως ον» η του Αριστοτέλη για το «πρώτον κινούν» είναι προφανώς εντελώς ασυμβίβαστες με την πολυθεία και την ειδωλολατρία των λαϊκών στρωμμάτων της εποχής τους. Ο Πλάτωνας μέμφεται σαφώς τον Όμηρο, ότι παρουσιάζει τους θεούς γεμάτους πάθη, παρέχοντας μια πολύ αρνητική αντίληψη του θείου. Ακόμη και οι Σκύθες, επισημαίνει ο π. Δανιήλ, λαός βάρβαρος και πολεμικός, όταν πληροφορήθηκαν όσα συνέβαιναν στη λατρεία του Διονύσου, απορούσαν για το πως οι Έλληνες δέχονται να λατρεύουν έναν θεό, που αφαιρεί τον νού τους. Κάποιους αιώνες αργότερα από τους Πατέρες της Χριστιανικής Εκκλησίας ο ιερός Χρυσόστομος (350-407 μ.Χ.) επισημαίνει ότι «οι Έλληνες δια τούτο εισί βδελυκτοί, ότι τα πάθη εθεοποίουν, την μεν επιθυμίαν Αφροδίτην, τον δε θυμόν Άρην, την δε μέθην Διόνυσον προσειπόντες» (7η ομ. στην προς Ρωμαίους).
 Κατά τον π. Δανιήλ, αυτό ήταν ένα είδος οικονομίας, για να επικρατήσει φυσικά και αβίαστα η πίστη στον Χριστό. Ίσως, ο Θεός επέτρεψε αυτή την κατάσταση, για να αναζητήσει ο ελληνισμός μια θρησκεία, αντάξια του μεγαλείου του. Την αναζήτηση μιας ανώτερης θρησκείας εκφράζει, άλλωστε, η λατρεία στον «άγνωστο θεό», που έδωσε την αφορμή στον απόστολο Παύλο να μιλήσει για τον Ιησού Χριστό στην Πνύκα των Αθηνών. Μάλιστα, κάποια φωτεινά πνεύματα της αρχαίας Ελλάδος, όπως ο Αισχύλος, ο Σωκράτης, ο Πλάτων, ανέμεναν έναν μεσσία η λυτρωτή και, κατά κάποιον τρόπο, «προφήτευσαν» την έλευση του Χριστού. Μη λησμονούμε δε ότι η αρχαία ειδωλολατρία έχει τις ρίζες της σε πρωτόγονες εποχές, που ο ελληνικός πολιτισμός ήταν ουσιαστικά ανύπαρκτος η βρισκόταν σε νηπιακή κατάσταση.

Η Μοίρα και οι μάντεις στην αρχαία Ελλάδα
 Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά της αρχαίας ελληνικής θρησκείας ήταν η πίστη στη μοίρα και στον ρόλο των μάντεων στην καθημερινή ζωή. Με την επίδραση του Χριστιανισμού έχουν λησμονηθεί οι πρακτικές συνέπειες τέτοιων αντιλήψεων. Όπως είναι γνωστό, στον χριστιανικό χώρο ο Θεός είναι πρόσωπο παντοδύναμο και ελεύθερο. Είναι πρόσωπο ελεύθερο σε απόλυτο βαθμό. Δεν δεσμεύεται από τίποτε. Ο άνθρωπος έχει δημιουργηθεί «κατ' εικόνα» του Θεού, που σημαίνει ότι διαθέτει κι αυτός ελευθερία βουλήσεως, το «αυτεξούσιον» κατά τη θεολογική γλώσσα.
Τέτοιες αντιλήψεις ήσαν εντελώς άγνωστες στη θρησκεία των αρχαίων Ελλήνων. Εκεί η ατμόσφαιρα δεν ήταν ωραία κι ανάλαφρη, αλλά πολύ βαρειά. Πάνω απ' όλα υπήρχε η ανάγκη, μια αναπόδραστη αναγκαιότητα, που ονομαζόταν και «Μοίρα». Ήταν ένα είδος τυφλής και ψυχρής δύναμης, στην οποία υποτάσσονταν όχι μόνο οι άνθρωποι, αλλά και οι θεοί. Πολύ διαφωτιστικά είναι εν προκειμένω κάποια γνωστά αρχαία ρητά: «Τη ανάγκη ουδ' Άρης ανθίσταται» (στη Μοίρα δεν αντιστέκεται ούτε ο Άρης, ο θεός του πολέμου), «Ανάγκα και θεοί πείθονται» (στη Μοίρα υπακούουν ακόμη και οι θεοί). Ο Όμηρος μαρτυρεί ότι και ο ίδιος ο Δίας υποτασσόταν στη Μοίρα. Κατά τις αντιλήψεις της εποχής, η Μοίρα έχει ορίσει τις λεπτομέρειες της ζωής του ανθρώπου, έχει προκαθορίσει το μέλλον του, ό,τι αναλογεί στον καθένα, ό,τι αποτελεί το «μεράδι» του. Όποιος προσπαθεί να ενεργήσει «υπέρ μόρον» (πάνω απ’ ό,τι όρισε η Μοίρα), το μετανοεί πικρά.
 Στην αγωνία του Έλληνα να γνωρίζει το μέλλον, το τι του επιφυλάσσει η Μοίρα η το πως έπρεπε να ενεργήσει σε μια δεδομένη στιγμή, εμφανίζονται οι μάντεις. Οι μάντεις έπαιζαν καταλυτικό ρόλο στη ζωή των αρχαίων Ελλήνων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το επόμενο περιστατικό.
Μια σκοτεινή σελίδα στη ζωή της αρχαίας Αθήνας ήταν η περίφημη επιχείρηση στην Σικελία (415-413 π.Χ.), όπου οι Αθηναίοι υπέστησαν πλήρη καταστροφή. Σ' αυτή την θλιβερή ιστορία καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι μάντεις. Σε κάποια φάση των επιχειρήσεων, οι Αθηναίοι νικήθηκαν στις Συρακούσες και κατόπιν στις Επιπολές. Το στρατόπεδό τους βρισκόταν σε τόπο ελώδη, με συνέπεια να ασθενούν οι στρατιώτες. Επιπλέον, ο χώρος ήταν στενός. Ήταν επιτακτική ανάγκη να φύγουν αμέσως από εκεί. Κι ενώ όλα ήσαν έτοιμα, ξαφνικά, συνέβη ένα αστρονομικό φαινόμενο: έκλειψη σελήνης, που βρισκόταν τότε στη φάση της Πανσελήνου. Επικεφαλής των Αθηναίων ήταν ο στρατηγός Νικίας, ο οποίος, πριν φύγει για την Σικελία, πήρε μαζί του μια ομάδα από μάντεις και οιωνοσκόπους. Αφού έγινε έκλειψη Πανσελήνου, έπρεπε να εξηγήσουν οι μάντεις τι ήθελε να πει η Μοίρα μ' αυτό το σημείο και τι έπρεπε να κάνουν. Οι μάντεις έκαναν έναν υπολογισμό: 3 Χ 9 = 27. Επί 27 ημέρες οι Αθηναίοι έπρεπε να μείνουν ακίνητοι. Και πράγματι: υπάκουσαν στους μάντεις και δεν μετακινήθηκαν! Η ενέργεια αυτή συντέλεσε στην πλήρη καταστροφή τους. Έτσι θέλησε η Μοίρα! Η Μοίρα όρισε την έκλειψη της σελήνης. Η Μοίρα όρισε την επέμβαση των μάντεων. Έτσι ήταν «γραμμένα» να γίνουν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι αντιλήψεις αυτές διατηρούνται ακέραιες και στις υψηλότερες εκφάνσεις του ελληνικού πολιτισμού. Στην αρχαία τραγωδία π.χ., η προσβολή στον μάντη, η περιφρόνηση των χρησμών του, θεωρείται ύβρις, που πληρώνεται ακριβά. Ο μάντης, τελικά, δικαιώνεται και συμβαίνει ό,τι ακριβώς έχει προδιαγράψει η Μοίρα.

Απαράδεκτες λατρευτικές συνήθειες
 Οι αρχαίοι Έλληνες, όταν ήθελαν να ευαρεστήσουν κάποιον θεό τους ή να λάβουν κάτι από την δύναμή του, προέβαιναν σε λατρευτικές πράξεις, που σήμερα στο φως του Χριστιανισμού θεωρούνται εντελώς απαράδεκτες. Πρόκειται για συνήθειες εντελώς ασυμβίβαστες με το πολιτιστικό τους επίπεδο, με την πρόοδο στα γράμματα, στις επιστήμες, στη φιλοσοφία, στις τέχνες. Ας δούμε κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα.
Στη Σπάρτη, κοντά στον Ευρώτα, υπήρχε το «Λιμναίον ιερόν» (ελύμναζαν εκεί τα νερά του ποταμού), όπου φυλάσσονταν ξόανο της «Ορθίας Αρτέμιδος». Στην εορτή της θεάς γινόταν μια τελετουργία, που ονομαζόταν «διαμαστίγωσις». Περιλάμβανε μαστίγωση εφήβων στον βωμό της θεάς. Αυτοί που κρατούσαν τα μαστίγια έπρεπε να χτυπούν τόσο δυνατά, ώστε να ρεύσει αίμα από το σώμα των νέων. Έπρεπε ο βωμός να ραντισθεί με το αίμα τους. Όσοι άντεχαν σ' αυτήν την βάρβαρη διαδικασία, χαρακτηρίζονταν «βωμονίκαι».
Στην Αλέα της Αρκαδίας εορτάζονταν τα «Σκιέρεια». Υπήρχε εκεί ναός και άγαλμα του Διονύσου και η εορτή γινόταν προς τιμήν του. Το τυπικό προέβλεπε επίσης τελετουργία μαστιγώσεως. Εδώ, όμως, τα πράγματα ήταν πιο ακραία, αφού μαστιγώνονταν γυναίκες: «εν Διονύσου τη εορτή κατά μάντευμα εκ Δελφών μαστιγούνται γυναίκες» (Παυσανίου, Αρκαδικά, 23,1). Η μαστίγωση γυναικών δεν ήταν επιθυμία των κατοίκων, αλλά εντολή - χρησμός του Μαντείου των Δελφών!
 Στην Αθήνα, στο κέντρο του ελληνισμού, ετελούντο τα «Θεσμοφόρια», μια τριήμερη εορτή προς τιμήν της θεάς Δήμητρας και της κόρης της Περσεφόνης. Το ιδιαίτερο στοιχείο της ήταν ότι συμμετείχαν μόνο έγγαμες γυναίκες, που έπρεπε να λένε αισχρά λόγια. Κάθε είδους άσεμνες φράσεις, βωμολοχίες και αισχρολογίες έβγαιναν από το στόμα τους, γιατί το τελετουργικό προέβλεπε «αισχρόν λόγον». Ο Διόδωρος Σικελιώτης (Ε, 4,7) αναφέρει ότι η εορτή γινόταν και στη Σικελία, όπου διαρκούσε δέκα μέρες. «Κατ' αυτήν οι κάτοικοι μιμούνται τον αρχαίο βίο και συνήθιζαν να αισχρολογούν, με την δικαιολογία ότι η Δήμητρα, λυπημένη  από την αρπαγή της κόρης, γέλασε από την αισχρολογία»!
 Στην Αθήνα γινόταν και μια άλλη τελετή, που ονομαζόταν «Αιώρα». Σ’ αυτήν νεαρές κοπέλες προσπαθούσαν να προστατευθούν από την κατάρα της Ηριγόνης, αιωρούμενες σε αιώρες με συνοδεία τραγουδιού και θυσιάζοντας έναν σκύλο για ευφορία της γης και πλούσια συγκομιδή!
Μια άλλη εικόνα προέρχεται από μια πένθιμη εορτή. Η Αφροδίτη είχε ένα σύντροφο, τον Άδωνι, που διέθετε υπερβολικό κάλλος. Αλλά τον διεκδικούσε και η Περσεφόνη, που ζούσε στον άδη. Με απόφαση του Δία ο Άδωνις για ένα διάστημα παρέμενε στον κάτω κόσμο και για ένα άλλο μεγαλύτερο στον πάνω κόσμο. Η κάθοδός του στον άδη εθεωρείτο θάνατος και η άνοδός του στον επάνω κόσμο ανάσταση. Στα «Αδώνια», που συνήθως διαρκούσαν δύο μέρες, πρώτα εόρταζαν τον θάνατο κι έπειτα την ανάσταση του Άδωνι. Την πρώτη μέρα όλα είχαν χαρακτήρα πένθιμο. Γινόταν πομπή γυναικών με λυπητερά τραγούδια. Το τελετουργικό όριζε οι γυναίκες, που ελάμβαναν μέρος στην πομπή, να κόψουν τα μαλλιά τους σε ένδειξη πένθους και να τα προσφέρουν θυσία στον Άδωνι. Αν κάποιες αρνούντο, προβλεπόταν ποινή. Και τι ποινή! Έπρεπε να στέκονται όλη τη μέρα στην αγορά και να εκδίδονται, δηλ. να διαθέτουν το σώμα τους στους ξένους, που έρχονταν στην εορτή. Έπαιρναν και χρήματα, που προορίζονταν για το ταμείο του ναού.
 Είναι γνωστό τι γινόταν στις εορτές της Αφροδίτης. Σε κάποιους ναούς της την ημέρα της εορτής συντελούντο πορνείες ευρέως φάσματος, θεωρούμενες ως ιερές πράξεις. Αυτό συνέβαινε στην Πάφο της Κύπρου, όπου η θεά ήταν πολιούχος, στην Έρυνα της Σικελίας, στην Κόρινθο κ.α. Σε χρόνους ακμής της Κορίνθου οι πόρνες, που υπηρετούσαν τη λατρεία της θεάς, έφθαναν τις χίλιες και αποκαλούντο «ιερόδουλες» (όρος, που επιβίωσε μέχρι σήμερα).
 Η λατρεία του Διονύσου περιελάμβανε διάφορες εορτές: τα Κατ' αγρούς Διονύσια, τα Μεγάλα Διονύσια, τα Λήναια, τα Ανθεστήρια. Ό,τι κακό συμβαίνει σήμερα στα καρναβάλια, συνέβαινε τότε στις εορτές του Διονύσου σε πολύ μεγαλύτερη έκταση. Μεταμφιέσεις, βαψίματα, βωμολοχίες, μέθες με όλα τα παρεπόμενα, χοροί με μανία και παραφορά, που οδηγούσαν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις, πομπές φαλλού συνοδευόμενες με φαλλικά άσματα. Στα Ανθεστήρια, την πιο επίσημη εορτή, εκτός από τους αγώνες οινοποσίας, τις μέθες κ.λπ, τελούνταν «ιεροί γάμοι» με τον εξής τρόπο: στους βωμούς του θεού υπήρχαν κρεββάτια, όπου ο ιερέας του Διονύσου τελούσε δημόσια σεξουαλική πράξη με τη σύζυγο του άρχοντα ή του βασιλιά η ενός επισήμου προσώπου του τόπου! Οι εορτές περιελάμβαναν, συνήθως, διονυσιακά όργια. Στους έξαλλους διονυσιακούς χορούς συμμετείχαν γυναίκες, που ονομάζονταν «Βάκχες». Όταν κάποιες αρνούντο τη συμμετοχή, ο Διόνυσος (η μάλλον το δαιμόνιο, που κρυβόταν πίσω απ’ αυτόν) ενεργούσε εκδικητικά. Για παράδειγμα, στον Ορχομενό της Βοιωτίας υπήρχε ένα προελληνικό φύλο, οι Μίνυες. Τρεις γυναίκες, κόρες του βασιλιά τους, αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στη διονυσιακή λατρεία. Έγιναν προσπάθειες να μεταπεισθούν, αλλ’ αυτές δεν υποχωρούσαν. Το αποτέλεσμα ήταν να χάσουν τον νού τους, να παραφρονήσουν. Οι θεοί των αρχαίων ήσαν ιδιαίτερα εκδικητικοί.
 Να και κάποια παραδείγματα εκδικητικότητας: Στο Λύκειο όρος της Πελοποννήσου, υπήρχε τέμενος του Δία με αρκετό χώρο γύρω του. Σ' αυτόν δεν επιτρεπόταν να μπει κανείς, εκτός από τους ιερείς. Εκεί συνέβαιναν περίεργα φαινόμενα. Αν κάποιος εισερχόταν στον χώρο, είχε κακό τέλος. Δεν θα ζούσε πάνω από ένα έτος! Τον εφόνευε ο Δίας (ή μάλλον το δαιμόνιο, που κρυβόταν πίσω απ’ αυτόν). Στην Τιθορέα υπήρχε ιερό της θεάς Ίσιδος. Στον υπόγειο χώρο του, που εθεωρείτο άδυτο και είχαν δικαίωμα να κατέβουν μόνο, όσοι προσκαλούσε η θεά με όνειρο, γίνονταν μυστηριώδη πράγματα: όποιος τα παρακολουθούσε χωρίς έγκριση της θεάς, είχε κακό τέλος. Ο Παυσανίας αναφέρει στα Φωκικά (32,17) ότι κάποιος που ενήργησε έτσι, μόλις επέστρεψε στην Τιθορέα και διηγήθηκε τι είδε, αμέσως ξεψύχησε: «διηγησάμενον α εθεάσατο αφείναι την ψυχήν». Τον εφόνευσε η θεά, που από την Αίγυπτο εισήχθη στην Ελλάδα, η Ίσιδα (η μάλλον το δαιμόνιο, που κρυβόταν πίσω απ’ αυτήν). Η Αγία Γραφή είναι κατηγορηματική: «Πάντες οι θεοί των εθνών δαιμόνια» (Ψαλμ. 95,5). Τα πονηρά πνεύματα χαίρονται στην εκδίκηση, στο μίσος και στην ανθρωποκτονία.

Το ηθικό παραδείγμα των θεών
 Ας δούμε, όμως, και το παράδειγμα των θεών, που λάτρευαν οι αρχαίοι. Στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, καθώς και στον ρωμαϊκό, όταν κάποιος κατηγορείτο για μια ανήθικη πράξη, μπορούσε να ισχυρισθεί: «Γιατί κατηγορείτε εμένα, έναν απλό άνθρωπο; Αυτό το έκανε και ο μεγάλος θεός, ο Δίας». Ποιος μπορεί να απαριθμήσει τις μοιχίες, που διέπραξε ο Δίας, με μεγάλες και μικρές θεές (Δήμητρα, Θέμιδα, Μνημοσύνη, Λητώ, Αίγινα, Καλλιστώ κ.α.), αλλά και με απλές θνητές (Νιόβη, Λύδα, Δανάη, Λάρισα, Νέμεση, Ευρώπη, Λαοδάμεια, Ιώ κ.α); Όταν συναντούσε εμπόδια, μεταμορφωνόταν σε κάτι και πετύχαινε τον σκοπό του. Για την Αίγινα μεταμορφώθηκε σε αετό, για την Ευρώπη σε ταύρο, για την Δανάη σε χρυσή βροχή, για την Λήδα σε κύκνο. Σε κάποια περίπτωση, για να παραπλανήσει την Ήρα, μεταμόρφωσε την ερωμένη του σε αρκούδα.
 Η παιδεραστία και η ομοφιλοφιλία στην αρχαία Ελλάδα έχουν θεολογικά ερείσματα. Οι πράξεις αυτές δδιδάσκονται από τους θεούς. «Η αναγνωρισμένη και ευρύτατα διαδεδομένη ανάμεσα στους Έλληνες παιδεραστία, της οποίας η άσκηση ρυθμιζόταν με νόμους, βρήκε και την αντίστοιχη ουράνια έκφραση με την προβολή της στο ολυμπιακό πάνθεο. Οπότε και με αυτόν τον τρόπο δικαιωνόταν θρησκευτικά η γήϊνη εξάσκησή της» (Α. Λεντάκη, Ο έρωτας στην αρχαία Ελλάδα, 1,116). Για παράδειγμα, ο Απόλλων επιθυμεί τον πανέμορφο Υάκινθο και κακοποιεί τον αντίζηλό του ποιητή Θάμυρι. Ο Δίας θέλγεται από τον ωραίο Γανυμήδη και τον απαγάγει με δόλο. Το ίδιο συμβαίνει και με την αιμομιξία: Ο Ποσειδώνας καταδιώκει ερωτικά την αδελφή του Δήμητρα, που μεταμορφώνεται σε φοράδα για να τον αποφύγει (σχετικό με αυτό το περιστατικό είναι το γεγονός ότι στη Φυγαλεία της αρχαίας Αρκαδίας παρίσταναν την Δήμητρα με κεφάλι αλόγου). Ο Δίας επίσης συνέρχεται με την αδελφή του και γενιέται η Περσεφόνη. Η Αφροδίτη, για να εκδικηθεί μια θνητή, τη Σμύρνα, εμπνέει σ’ αυτήν αιμομικτικό έρωτα προς τον πατέρα της! Όλες αυτές οι πράξεις ανακαλούν στη μνήμη μας τον στίχο του ποιητή, νοούμενον, βέβαια, αντίστροφα: «Όμορφος κόσμος, ηθικός, αγγελικά πλασμένος»!
 Τα στοιχεία που είδαμε, παρουσιάζοντας προσαρμοσμένο ένα μέρος της εισήγησης του π. Δανιήλ Γούβαλη, αρκούν για να καταρρίψουν την απολυτοποίηση του αρχαίου ελληνικού κόσμου και ιδιαίτερα της ειδωλολατρικής θρησκείας του, όπως προβάλλεται από διάφορους κύκλους αρχαιολατρών της εποχής μας. Δυστυχώς, υπάρχουν πολύ πιο συγκλονιστικά στοιχεία. Πρόκειται για όσα αφορούν στην υποτίμηση του ανθρώπινου προσώπου και, ιδιαίτερα, στην πρακτική των ανθρωποθυσιών στην αρχαία Ελλάδα, στα οποία θα αναφερθούμε στο επόμενο τεύχος του εντύπου μας.


ΑΝΤΙΑΙΡΕΤΙΚΟΝ ΕΓΚΟΛΠΙΟΝ   www.egolpion.com

Ξένος ήμην και συναγάγετέ με

Ξένος ήμην και συναγάγετέ με

Ξένος ήμην και συναγάγετέ με. Την εντολή της Αγίας Γραφής, διά στόματος Αποστόλου Παύλου, την ξέρουμε όλοι μας και μάλιστα την αναλύσαμε σε βραδινό μας κήρυγμα, με όλες τις δυσκολίες που υπάρχουν στις ημέρες μας για τη φιλοξενία. Αλλά η εντολή είναι εντολή. «Την φιλοξενία διώκοντες, φιλόξενοι εις αλλήλους και της φιλοξενίας μη επιλανθάνεσθε».
Μια μέρα, πέρασαν από την καλύβα του Οσίου και μεγάλου Παϊσίου τρείς άνδρες κουρελιάρηδες. Φαινόντουσαν αξιοθρήνητοι και καταφρονεμένοι.
- Περάστε, τους είπε. Μπείτε μέσα, και ελάτε να μοιρασθούμε ό,τι έχω. Κάτι λίγα παξιμάδια και βρεγμένα κουκιά. Ελάτε για να πλύνω τα πόδια σας με δροσερό νερό, για να ξεκουρασθούν και λίγο να ξεπρησθούν.
Ο όσιος και μεγάλος αυτός πατέρας της Εκκλησίας μας, έφερε αμέσως νερό και άρχισε να τους πλένει τα πόδια λέγοντας συγχρόνως λόγια πνευματικής οικοδομής προς αυτούς.
Ξαφνικά όμως τάχασε. Ο τρίτος άνθρωπος του οποίου εκείνη τη στιγμή έπλενε τα πόδια, έσκυψε, τον αγκάλιασε στοργικά και τον φίλησε.
Με φανερή την απορία σήκωσε τα μάτια του, σήκωσε το κεφάλι του, και είδε. Τι είδε; Είδε τον Σωτήρα, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν σε όλη Του την Δόξα, σ’ όλη Του τη θεϊκή μεγαλοπρέπεια. Τάχασε ο Άγιος. Παρέμεινε εκστατικός. Άφωνος.
Και ο Κύριος του είπε:
- Ειρήνη σοι, εκλεκτέ μου δούλε Παΐσιε.
Και έγινε άφαντος.
Τα πάντα πλημμύρισαν από φως, από ειρήνη και από θεία ευωδία.
Μόλις ο Άγιος κατάλαβε τι είχε γίνει, η καρδιά του άρπαξε φωτιά. Και ξέροντας τίνος πλέον είχε πλύνει τα πόδια, άρπαξε την πύλινη λεκάνη και ήπιε το νερό για να πάρει χάρη και αγιασμό. Και αυτό το νερό του αφαίρεσε τη δίψα μια για πάντα.
Χριστιανέ μου, αυτός ο ξένος που σου κτυπά την πόρτα της καρδιάς σου είναι ο Χριστός! Άνοιξε την καμαρούλα σου και βάλτον μέσα. Θα ζεσταθείς. Θα ειρηνεύσεις. Θα σωθείς χριστιανέ μου.
Γυμνός και περιεβάλλετέ με. Ήμουν γυμνός, λέγει ο Κύριος, αλλά εσείς με ντύσατε, ναι, με ντύσατε στο πρόσωπο του συνανθρώπου σας που είναι γυμνός στο σώμα από τη φτώχεια.
Βρισκόμαστε στα μαύρα χρόνια της Κατοχής, στη Δράμα και στο βαρύ χειμώνα 41 προς το 42. Κάποιος γείτονάς μου, τσαγκάρης ήταν, Θανάσης το όνομά του, ένα πρωινό που το κρύο ήταν πολύ δυνατό, η θερμοκρασία στο μηδέν, ξεκίνησε για το μαγαζάκι του, μετά τις οκτώμιση, διότι τότε επετρέπετο η κυκλοφορία.
Ήταν δε ντυμένος με μια παλιά προβιά από κατσίκι. Είχε όμως και μια καλή συνήθεια. Πριν πάει στη δουλειά του, περνούσε από την εκκλησία του Αγίου Νικολάου που είναι στην πλατεία, άναβε κεράκι, προσκυνούσε τις εικόνες και ύστερα πήγαινε στο μαγαζάκι του.
Φθάνοντας στην εκκλησία βλέπει έναν μισόγυμνο άνδρα στα σκαλοπάτια εκεί της εκκλησίας, να τρέμει ολόκληρος απ’ το κρύο και την παγωνιά.
- Βοήθησέ με, του λέγει. Πεθαίνω από το κρύο.
Και ο κυρ Θανάσης, χωρίς να διστάσει βγάζει την προβιά και τον τυλίγει.
- Σε ευχαριστώ, του λέγει. Η ευλογία του Θεού στ’ αμπάρι σου.
Μπαίνει στο ναό, ψάχνει για κερί αλλά δεν βρίσκει, που να υπήρξαν κεριά και τότε, ασπάζεται τις εικόνες και βγαίνει από την εκκλησία κάνοντας το Σταυρό του για να πάει στο μαγαζάκι του.
Αλλά, ψάχνει για τον δυστυχισμένο εκείνον άνθρωπο και δεν τον βλέπει. Δεν ήταν πουθενά. Και μάλιστα στα σκαλοπάτια ήταν αφημένη η προβιά-σακάκι.
Γεμάτος αμηχανία, κοίταξε από δω, κοίταξε από κει, και μη βλέποντάς τον κανένα, έσκυψε, πήρα την προβιά και την ξαναφόρεσε, γιατί και κείνος έτρεμε από το κρύο. Και ήταν τόσο ζεστή η προβιά, που έμοιαζε όπως έλεγε με θερμό λουτρό.
Στο μαγαζί δεν πάτησε κανένας, το κρύο ήταν φοβερό, μαύρα εκείνα τα χρόνια.
Ήρθε η ώρα τρείς, το έκλεισε και πήγε στο σπίτι του γεμάτος σκέψεις.
- Θεέ μου τι θα φάμε σήμερα; Υπάρχουν και τρία παιδιά, η γυναίκα μου, η άρρωστη γιαγιά, η πεθερά και τόσοι άλλοι. Αλλά πάλι αυτή η προβιά που με ζεσταίνει τόσο πολύ; Και τι έγινε αυτός ο ευλογημένος; Γιατί το πέταξε και έφυγε;
Μ’ αυτές τις απορίες πήγε σπίτι του. Έφτασε εκεί και βλέπει ζεστό το σπίτι, και τραπέζι έτοιμο με τηγανίτες. Ζυμάρι, τηγανισμένο στο λάδι.
- Που βρέθηκαν αυτά; ρώτησε ξαφνιασμένος.
- Για έλα να δεις, του λέει. Έλα να μπούμε εδώ στη μικρή την αποθήκη. Για κοίταξε. Το πρωί που μπήκα μέσα είδα αυτή την κατσαρόλα γεμάτη από αλεύρι καλαμποκίσιο. Και αυτό το μπουκάλι γεμάτο από λάδι. Αυτό το ξύλινο δοχείο γεμάτο αλάτι. Και δεν φτάνει μόνον αυτό, αλλά κάτω από τη σκάλα υπήρχαν δυο αγκαλιές ξύλα, τόσα όσα για να μας φτάσουν να περάσουμε σήμερα, τη βαριά αυτή ημέρα του χειμώνος.
- Πώς βρέθηκαν αυτά άνδρα; Ποιος τάφερε Θανάση μου εδώ;
Και η απάντησις του καλού εκείνου χριστιανού:
- Μόνον ο Θεός κάνει θαύματα γυναίκα. Αλλά μη βγάλεις τσιμουδιά, γιατί θα χαθεί η θεία ευλογία.
Έτσι λοιπόν αλεύρι, λάδι, αλάτι και ξύλα για θέρμανση δεν έλειψαν εκείνες τις φοβερές ημέρες της Κατοχής.
Ασθενής και επισκέψασθέ με.
Το ότι πρέπει να συντρέχουμε τους αρρώστους και υλικά, και ηθικά και πνευματικά, δεν χρειάζεται να το συζητάμε. Το ξέρετε. Υπάρχουν όμως και αδύνατοι στην πίστη που χρειάζονται πνευματική φροντίδα και στήριγμα για να αποκατασταθεί η υγεία της ψυχής από τα πάθη. Και αυτούς πρέπει να φροντίζουμε. Γιατί και αυτοί είναι άρρωστοι. Άρρωστοι από τα πάθη. Έτσι λοιπόν, οι επισκέψεις στα νοσοκομεία, γηροκομεία, άσυλα, ιδρύματα αναπήρων, φυλακές και άλλα είναι απαραίτητες, όταν το καλούν οι περιστάσεις, όταν οι ανάγκες το απαιτούν.
Χριστιανοί μου. Η σωστή πίστις, προς τον Θεάνθρωπον, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, το Ευαγγέλιο και την Εκκλησία Του, η σωστή πίστις στην Τριαδικότητα του Θεού, στα Άγια Μυστήρια, στα δόγματα και στην παράδοση, αυτή είναι η μια πλευρά,
και η άλλη, και τα καλά μας έργα που θα προέρχονται από την τήρηση των εντολών και την καλλιέργεια των αρετών.
Απ’ τη μια η πίστις, και από την άλλη τα έργα, αυτά είναι εκείνα, που θα μας δώσουν την καλήν απολογία μπροστά στο φοβερό βήμα του Χριστού.
Συνήθως λέμε πολλά στα κηρύγματα. Αν δεν μπορέσουν να μας διδάξουν τα λόγια, να μας διδάξει ο λόγος του Θεού, αυτός που σώζει, τουλάχιστον ας μας διδάξουν οι δυο αληθινές ιστορίες, του Οσίου πατρός ημών Παϊσίου του Μεγάλου, και του ταπεινού εκείνου χριστιανού και καλού γείτονά μου.
Η αγάπη του Θεού μαζί σας, να δώσει ο Θεός να κληρονομήσουμε όλοι μας τη Βασιλεία Του,
Αμήν.
κήρυγμα του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Στεφάνου Αναγνωστοπούλου

Περηφανεύτηκε η καρδιά σου και καταστράφηκε η γνώση σου

undefined
"Ο πύργος της Βαβέλ" - Έργο του Pieter Bruegel.
Εφευρέτης και υποκινητής της αμαρτίας και πατέρας των κακών είναι ο διάβολος. Αυτό το είπε ο Κύριος και όχι εγώ. Δηλαδή ο Κύριος είπε ότι ο διάβολος υποκίνει διαρκώς τον άνθρωπο προς την αμαρτία και αντιστρατεύεται προς το θέλημα του Θεού, από τότε που πρωτόπεσε στην ανταρσία κατά του Θεού.
Πριν απ’ αυτόν κανένας άλλος δεν είχε αντισταθεί στο θέλημα του Θεού. Και αμάρτησε, όχι γιατί είχε από φύση του τη ροπή προς την αμαρτία —γιατί έτσι φορτώνεται την ύπαρξη της αμαρτίας ο Θεός που τον δημιούργησε— αλλά ο διάβολος δημιουργήθηκε αγαθός και έγινε ό,τι έγινε εξαιτίας της δικής του προαιρέσεως. Και έτσι, ανάλογα με τα έργα του, πήρε και το όνομά του. Όντας Αρχάγγελος ονομάστηκε υστέρα διάβολος, γιατί πάντοτε διαβάλλει. Γιατί με τη λέξη σατανάς φανερώνεται αυτός που διαβολικά αντιστέκεται στις βουλές του Θεού και στη σωτηρία του ανθρώπου. Και αυτά δεν είναι δικές μου διδασκαλίες, αλλά είναι λόγια του πνευματοφόρου προφήτη Ιεζεκιήλ. Γιατί εκείνος αρχίζοντας το θρήνο λέει: «Εσύ είσαι σφραγίδα που αποτυπώνεις την ομοιότητα προς Εκείνον και στεφάνι απερίγραπτης ομορφιάς, γεννήθηκες στον παράδεισο του Θεού» (Ιεζ. 28, 12-13) και μετά από λίγο: «Στις μέρες της δόξας σου υπήρξες αψεγάδιαστος και τέλειος, από την ημέρα που γεννήθηκες μέχρι την εποχή που εσύ διέπραξες αδικήματα» (Ιεζ, 28,15). Πολύ καλά είπε ο προφήτης το «εσύ διέπραξες». Γιατί δεν είναι κάτι που προερχόταν από έξω και εισχώρησε στη φύση, αλλά εσύ ο ίδιος γέννησες το κακό. Και στη συνέχεια ανέφερε και την αιτία που το προκάλεσε: «Περηφανεύτηκε η καρδιά σου για την ομορφιά σου και καταστράφηκε η γνώση σου μαζί με την ομορφιά σου. Εξαιτίας των πολλών αμαρτιών σου και αφού έδωσαν αφορμή οι ίδιες οι αμαρτίες σου, τραυματίστηκες και ρίχτηκες κάτω στη γη».Ο Κύριος επίσης αναφέρει το ίδιο στο ιερό Ευαγγέλιο: «Έβλεπα το σατανά να πέφτει από τον ουρανό σαν αστραπή». Βλέπεις πόσο συμφωνεί η Παλαιά Διαθήκη με την Καινή; Αφού λοιπόν έπεσε ο διάβολος, παρέσυρε μαζί του και πολλούς άλλους. Αυτός σ’ εκείνους που πείθονται σ’ αυτόν, τους φυτεύει μέσα τους επιθυμίες. Από αυτόν προέρχεται η πορνεία, η μοιχεία και κάθε άλλο κακό. Εξαιτίας του ο προπάτοράς μας Αδάμ, κάνοντας την παρακοή που του υπέδειξε ο διάβολος, βγήκε έξω από τον Παράδεισο. Και αντάλλαξε έτσι τον Παράδεισο, ο οποίος έβγαζε από μόνος του θαυμάσιους καρπούς, με τη γη που είναι γεμάτη αγκάθια και τριβόλια.
Αλλά θα πει κανείς: Τώρα λοιπόν τί θα γίνει; Αφού εξαπατηθήκαμε από το διάβολο, είμαστε πια χαμένοι; Άραγε, δεν υπάρχει για μάς σωτηρία; Πέσαμε. Άραγε δεν μπορούμε να σηκωθούμε; (Πρβλ. Ιερ. 8, 4). Τυφλωθήκαμε. Άραγε δεν υπάρχει ελπίδα να βρούμε πάλι το φως μας; Κουτσαθήκαμε. Άραγε δεν θα μπορέσουμε να ξαναπερπατήσουμε ίσια; Και για να το πούμε με μια λέξη. Πεθάναμε. «Άραγε δεν θα μπορέσουμε να αναστηθούμε;» (Πρβλ. Ψαλμ. 40, 9). Άραγε, άνθρωπέ μου, εκείνος που ανάστησε το Λάζαρο, που είχε τέσσερις μέρες πεθαμένος και βρωμούσε (Πρβλ. Ιωάν. 11,39), εσένα που είσαι ζωντανός βιολογικά, δεν θα μπορέσει πολύ πιό εύκολα, να σε αναστήσει; Εκείνος που έχυσε για χάρη μας το Τίμιο Αίμα Του, αυτός και θα μας γλυτώσει από την αμαρτία. Ας μην απελπιστούμε, αδελφοί μου. Ας μην αφήσουμε τον εαυτό μας. Δεν είναι σωστό να βυθιστούμε στο τέλμα της απογνώσεως. Γιατί είναι φοβερά επικίνδυνο και εγκυμονεί πολλά κακά το να μην έχει κανείς βάσιμη ελπίδα για τη μετάνοιά του. Εκείνος που δεν περιμένει καμιά σωτηρία, αυτός είναι που πέφτει με τα μούτρα στο κακό. Όποιος όμως ελπίζει στη γιατρειά του, με όλες του τις δυνάμεις πονάει και φροντίζει τον εαυτό του. Και ο ληστής που δεν περιμένει καμιά χάρη φτάνει στη σκληρότητα και την αδιαφορία. Όταν όμως ελπίζει στη συγχώρεση, έρχεται πολλές φορές σε συναίσθηση και μετανοεί. Ακόμα και κάτι άλλο. Το φίδι ξεκολλάει από πάνω του το γερασμένο δέρμα του κι εμείς δεν θα πετάξουμε από πάνω μας την αμαρτία; Και αυτή ακόμα η γη, που είναι γεμάτη αγκάθια και τριβόλια, όταν οργωθεί καλά, γίνεται καρποφόρα κι εμείς δεν μπορούμε να διορθωθούμε για να σωθούμε; Η φύση μας είναι δεκτική της σωτηριώδους αλλαγής, επομένως εκείνο που επιπλέον απαιτείται είναι η δική μας ανάλογη προαίρεση.
Ο Θεός είναι φιλάνθρωπος και μάλιστα πολύ φιλάνθρωπος. Να μην πεις ότι εγώ έχω πορνεύσει, έχω μοιχεύσει, έχω κάνει χίλιες αμαρτίες -και όχι μονάχα μια φορά αλλά αμέτρητες- άραγε θα με συγχωρέσει ο Θεός; Άραγε θα λησμονήσει τις αμαρτίες μου; Άκουσε τί λέει ο Ψαλμωδός: «Πόσο απέραντη είναι η καλοσύνη Σου, Κύριε!» (Ψαλμ. 30,20). Άνθρωπέ μου, δεν ξεπερνάνε όλα μαζί τα αμαρτήματά σου το πλήθος της ευσπλαχνίας του Θεού. Τα τραύματά σου, όσο πολλά και μεγάλα κι αν πράγματι είναι, δεν καθιστούν ανίκανη και ατελέσφορη την εμπειρία του μόνου και μέγιστου ιατρού. Παράδωσέ Του μονάχα τον εαυτό σου με πίστη. Αποκάλυψε στο γιατρό την αρρώστια σου. Πες Του και συ όπως είπε ο Δαβίδ: «Είπα, θα αποκαλύψω στον Κύριο μου την αμαρτία που με βαραίνει» (Ψαλμ. 31,5). Και θα εφαρμοστεί τότε και σε σένα κάτι ανάλογο με αυτό που λέει ο Δαβίδ στη συνέχεια: «Και Συ συγχώρεσες την ασέβεια της καρδίας μου» (Πρβλ. Ψαλμ. 31, 5).
Θέλεις και συ, που τώρα άρχισες να παρακολουθείς τις Κατηχήσεις να δεις τη φιλανθρωπία του Θεού; Θέλεις να δεις την πολλή φιλανθρωπία και μακροθυμία Του; Άκουσε τί έγινε με τον Αδάμ. Παράκουσε την εντολή του Θεού ο πρωτόπλαστος. Άραγε, δεν θα μπορούσε ο Θεός να τον θανατώσει αμέσως; Δες όμως τί κάνει ο Κύριος, που είναι άπειρα φιλάνθρωπος. Τον βγάζει βέβαια, έξω από τον Παράδεισο —γιατί ήταν ανάξιος εξαιτίας της αμαρτίας του να ζει εκεί— αλλά τον στέλνει να κατοικήσει απέναντι του Παραδείσου (Πρβλ. Γεν. 3, 24). Ώστε βλέποντας τον τόπο από τον οποίο ξέπεσε και απ’ όπου διώχτηκε και σε ποιά κατάσταση βρίσκεται τώρα, να έρθει σε μετάνοια και να σωθεί. Ο Κάιν, ο πρώτος άνθρωπος που γεννήθηκε από τους πρωτοπλάστους, έγινε φονιάς του αδελφού του, εφευρέτης της κακίας, πρώτος αυτουργός και υποκινητής όλων των φονιάδων και πρώτος ζηλόφθονος. Αλλά, μετά από το φόνο του αδελφού του, πώς τιμωρείται; «Να ζεις τρέμοντας και με στεναγμούς πάνω στη γη» (Γεν. 4, 12). Μεγάλο το αμάρτημά του και μικρή η τιμωρία του.
Βέβαια αυτή η τόσο μικρή τιμωρία του Κάιν φανερώνει το μέγεθος της φιλανθρωπίας του Θεού, αλλά αυτά που θα πω στη συνέχεια τη φανερώνουν πολύ πιό έντονα. Θυμήσου τί έγινε με το Νώε. Αμάρτησαν οι γίγαντες και ξεχύθηκε πάνω σε ολόκληρη τη γη η παρανομία (Πρβλ. Ωσ. 4, 2) και εξαιτίας της θα γινόταν μεγάλος κατακλυσμός. Το έτος πεντακόσια τους απείλησε για πρώτη φορά ο Θεός (Πρβλ. Γεν. 6, 13), αλλά έκανε τον κατακλυσμό το εξακόσια (Πρβλ. Γεν. 7, 11). Βλέπεις πόσο ευρύστερνη και μακρόθυμη είναι η φιλανθρωπία του Θεού; Παρατάθηκε εκατό ολόκληρα χρόνια. Άραγε δεν θα μπορούσε ο Θεός, εκείνο που έκανε μετά από εκατό χρόνια, να το κάνει εκείνη την ίδια τη στιγμή που απείλησε; Επίτηδες ο Θεός τους έδωσε τόσο μεγάλη χρονική παράταση, για να την επενδύσουν με μετάνοια. Βλέπεις λοιπόν την αγαθότητα του Θεού; Και αν είχαν αυτοί τότε μετανοήσει, δεν θα τους στερούσε ο Θεός τη φιλανθρωπία Του.
Πηγή: Αγ. Κυρίλλου Ιεροσολύμων, «Κατηχήσεις» -Κατήχηση Β΄, έκδ. Ι.Μ.Τιμίου Προδρόμου, Καρέας 1991, σ. 56-60

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...