Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Ιουνίου 03, 2011

Ομιλία του Μίκη Θεοδωράκη στα Προπύλαια


Σήμερα βιώνουμε μια μεγάλη εθνική τραγωδία. Σύσσωμος ο ελληνικός λαός οδηγήθηκε στην άκρη του γκρεμού χωρίς να το ξέρει και δίχως να το θέλει. Ακόμα κι αυτοί που ψήφισαν τα δύο κόμματα Εξουσίας, τη Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ, είμαι βέβαιος ότι δεν γνώριζαν τις αντιλαϊκές και αντεθνικές δεσμεύσεις με τις οποίες φόρτωναν τη χώρα πίσω από την πλάτη μας οι δύο κυβερνήσεις της Δεξιάς και του Κέντρου για εξήντα ολόκληρα χρόνια, από το 1950, το τέλος του εμφυλίου πολέμου, έως σήμερα. Ποιοι είναι οι ένοχοι; Η ξένη εξάρτηση από τους Δυτικούς μας δήθεν συμμάχους, το «Ανήκομεν εις την Δύσιν», που είναι οι ΗΠΑ και η Ευρώπη των Τραπεζών, καθώς και οι ντόπιοι συνεργάτες τους και υπάκουοι εκτελεστές των εντολών τους, ο πολιτικός κόσμος με κύριους εκφραστές τα δύο κόμματα Εξουσίας, οι άλλοτε εθνικόφρονες, το Μεγάλο Κεφάλαιο και τα όργανά του, το Κράτος και τα ΜΜΕ, δηλαδή το Σύστημα Εξουσίας.
Η πρώτη λοιπόν απόφαση που θα πρέπει να πάρουν οι Ανεξάρτητοι Πολίτες αυτής της χώρας είναι να κόψουν με το μαχαίρι αυτή τη μονομερή εξάρτηση που τόσα δεινά μας έχει προκαλέσει, με την κατάκτηση της Εθνικής Ανεξαρτησίας και την αντικατάσταση του δόγματος «Ανήκομεν εις την Δύσιν» με την πατριωτική θέση «Ανήκουμε στον εαυτό μας», «Ανήκουμε στην Ελλάδα», εγκαινιάζοντας μια πολιτική ίσων αποστάσεων με γνώμονα το εθνικό μας συμφέρον, θέτοντας ως υψηλότερο στόχο την κατάκτηση της Ουδετερότητας.
Για το ιδεώδες αυτό θεωρούμε ότι η αρχαία μας κληρονομιά που πάντοτε ακτινοβολεί, δηλαδή η Δελφική Ιδέα και το Ολυμπιακό Πνεύμα μας προσφέρουν μεγάλες πιθανότητες για την ανακήρυξη της χώρας μας -με διεθνή συναίνεση- σε Κέντρο της Παγκόσμιας Ειρήνης και Πολιτισμού. Έχοντας μπροστά μας αυτά τα υψηλά ιδανικά που θα μας βγάλουν μια για πάντα από τη μέγγενη της εξάρτησης και θα μας οδηγήσουν για πρώτη φορά μετά το 1821 και το 1940 σε μια περίοδο πραγματικής Ελευθερίας και Ανεξαρτησίας, Λαϊκής Κυριαρχίας και Πατριωτικής Αναγέννησης, θα πρέπει σύσσωμος ο Ελληνικός Λαός, ενωμένος πίσω απ’ αυτό το Μεγάλο Όραμα να ξεκινήσει να παλεύει οργανωμένα με στόχο να συντρίψει το Απόστημα που μας δηλητηριάζει και μας απειλεί, να συντρίψει την ξένη εξάρτηση και το Σύστημα Εξουσίας.
Εξ άλλου το εξαρτημένο πολιτικό μας Σύστημα καταρρέει. Σε μια πρόσφατη δημοσκόπηση διαβάζω ότι ο ελληνικός λαός περιμένει τη σωτηρία του από τον άγνωστο Έλληνα δίνοντάς του το 70% των ψήφων, ενώ για τα δύο κόμματα εξουσίας η εμπιστοσύνη δεν ξεπερνά το 30%.
Η σημερινή Κυβέρνηση που έχει φτάσει στο 20%, στην ουσία κυβερνά παράνομα και όχι μόνο γιατί στηρίζεται στο ένα πέμπτο των ψηφοφόρων αλλά και γιατί η ηγεσία της μας οδήγησε με τη δική της βούληση στο χάος προκαλώντας την εκτίναξη των spreads στις 900 μονάδες και στη συνέχεια βάζοντάς μας εκβιαστικά κάτω από τον έλεγχο του ΔΝΤ, της Τρόικα και του Μνημονίου δηλώνοντας συνάμα προκλητικά πως παραδίδει αυτοβούλως στους ξένους ένα τμήμα της Εθνικής μας Ακεραιότητας!
Στη συνέχεια, χωρίς τη συναίνεση της Βουλής και την υπογραφή του Προέδρου της Δημοκρατίας, έκανε νόμο του κράτους την επαίσχυντη Δανειοληπτική Σύμβαση που μας δένει χειροπόδαρα χωρίς καμμιά διαπραγμάτευση, όπως έκαναν η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, με εντελώς αντισυνταγματικό και παράνομο τρόπο, με μία και μόνο υπογραφή, του κ. Παπακωνσταντίνου.
Το αποτέλεσμα ήταν να εκτιναχθεί το Χρέος από τα 132% του ΑΕΠ στα 142%, με προοπτική να φτάσει στα 2012 στο 150%. Δηλαδή 20 μονάδες σε δύο χρόνια, ενώ παράλληλα οδήγησαν την οικονομία και την κοινωνία σε βαθειά κρίση προξενώντας ανυπολόγιστα δεινά στις ασθενέστερες τάξεις.
Σήμερα και μπροστά στον κίνδυνο της κατάρρευσης της Κυβέρνησης, οι ξένοι επιδιώκουν να στρατεύσουν στο πλευρό τους και τη Ν.Δ. βαφτίζοντας το Μέτωπο των δύο κορυφαίων πολιτικών δυνάμεων ως δήθεν Εθνική Ενότητα. Όμως τι είδους εθνική ενότητα θα είναι αυτή, όταν μένει απ’ έξω το 70% του ελληνικού λαού;
Συναίνεση, φυσικά, με τυφλή υπακοή στις εντολές της Τρόικα. Που θα γίνεται ολοένα και πιο απαιτητική. Μια τέτοια δήθεν «εθνική συναίνεση» εμείς τη θεωρούμε επιζήμια για τη χώρα, γιατί θα εγκλωβίσει μεγαλύτερες λαϊκές δυνάμεις μέσα στην ίδια καταστροφική και αδιέξοδη πολιτική που ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση. Που θα γίνεται όλο και χειρότερη όσο οι ξένοι βλέπουν ότι ο ελληνικός λαός δεν αντιδρά. Και είναι ευτύχημα ότι οι αρχηγοί της Αντιπολίτευσης πλην του κ. Καρατζαφέρη κατάλαβαν αυτή τη νέα σκηνοθεσία του κ. Παπανδρέου που δεν δίστασε να εμπλέξει ακόμα και τον θεσμό του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Ήδη ο Γιούνγκερ μας προετοιμάζει για τα χειρότερα. Επειδή δεν έχουν εμπιστοσύνη ότι θα ξεπληρώσουμε τα χρέη μας, προτείνει να διοριστεί από την Ευρώπη (δηλαδή ουσιαστικά από τη Γερμανία) μια Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για την ολοκληρωτική εκποίηση του εθνικού μας πλούτου. Αυτή η Επιτροπή που θα είναι ανεξάρτητη και πάνω από κάθε δικό μας έλεγχο, θα εκτιμά την αξία του τάδε ή του δείνα περιουσιακού μας στοιχείου και θα εισπράττει το ποσόν για να το στείλει κατ’ ευθείαν σε κάποια Τράπεζα της Ευρώπης. Έτσι φτάνουμε στο απόλυτο ξεπούλημα της πατρίδας μας στους ξένους, στην απόλυτη ντροπή και στην έσχατη εθνική προδοσία.
Θα ΄θελα να ξέρω, όταν θα φτάσουμε σ’ αυτό το κατάντημα, σ’ αυτό το τελευταίο σκαλοπάτι του Κακού, θα μας φυτρώσουν άραγε «τα φτερά τα πρωτινά μας τα μεγάλα» που λέει ο Ποιητής ή μήπως θα πρέπει να το πάρουμε απόφαση ότι έχουμε οριστικά μεταβληθεί σε λαό ορνίθων;
Μπροστά σ’ αυτή την επικείμενη ατιμωτική εθνική καταστροφή που θα κάνει τους Έλληνες ξένους μέσα στην ίδια τη χώρα τους, πιστεύω ότι δεν έχουμε άλλο όπλο να την σταματήσουμε από το να διακηρύξουμε όσο γίνεται περισσότεροι πατριώτες ότι θεωρούμε αυτή την επαίσχυντη Πράξη, ΑΚΥΡΗ. Για να ξέρουν από τώρα όλοι οι υποψήφιοι αγοραστές ότι σε περίπτωση που ο Ελληνικός Λαός θα γίνει κυρίαρχος, θα επιδιώξει θα τους διώξει με όσα μέσα διαθέτει, για να καθαρίσει η χώρα μια για πάντα από την κόπρο του Αυγείου.
Και κάτι ακόμα: Πιστεύω ότι αν δεν ξεσηκωθούμε όλος ο λαός από τώρα έγκαιρα και περιμένουμε την ώρα του δήμιου για να το κάνουμε, φοβάμαι πως τότε θα είναι πολύ αργά. Γιατί ίσως τότε να βρίσκεται αλλού το σώμα μας κι άλλού η κεφαλή μας… Χαιρετίζουμε πάντως το πρώτο ελπιδοφόρο σκίρτημα της ανεξάρτητης ελληνικής νεολαίας χωρίς να ξεχνάμε το στίχο του Οδυσσέα Ελύτη «Ένα το χελιδόνι κι η Άνοιξη ακριβή, για να γυρίσει ο Ήλιος θέλει δουλειά πολλή».
Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε τη μεγάλη διαφορά που χωρίζει τους Ανεξάρτητους Έλληνες από τις πολιτικές δυνάμεις του Συστήματος.
Η διαφορά έγκειται στο γεγονός ότι για όσες δυνάμεις είναι εγκλωβισμένες στο Σύστημα δεν υπάρχει λύση. Με την παρουσία της Τρόικα και του ΔΝΤ, όποια κυβέρνηση είτε μονοκομματική είτε κυβερνητικής συνεργασίας, θα είναι υποχρεωμένη να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Δηλαδή αντιλαϊκά μέτρα που θα χειροτερεύουν συνεχώς και παράλληλα θα οδηγούν στη διαρκή αύξηση της οικονομικής μας εξάρτησης με την εκτίναξη του Χρέους.
Επομένως μονάχα μια ανεξάρτητη Κυβέρνηση που θα έχει τη δύναμη να αντικαταστήσει το σημερινό εξαρτημένο Σύστημα Εξουσίας (κι αυτό μπορεί να το κάνει μόνο αν έχει πίσω της την μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού) θα μπορέσει να χαρακτηρίσει τα των οικονομικών και άλλων δεσμεύσεών μας ως δεσμεύσεις απεχθείς, που έγιναν πίσω από την πλάτη του λαού και επομένως είναι εθνικά απαράδεκτες και άκυρες. Μια Κυβέρνηση που θα αναζητήσει δάνειο από άλλες δυνάμεις, όπως την Κίνα και τη Ρωσία, με λογικό επιτόκιο, καθώς και την επίτευξη συμφωνιών για τη δημιουργία κοινοπραξιών με στόχο την εκμετάλλευση του εθνικού μας πλούτου με γνώμονα το εθνικό μας συμφέρον, ώστε να μπορέσει έτσι να επιβάλει τη θέλησή της με την οριστική απαλλαγή μας από κάθε είδους δεσμεύσεις και στη συνέχεια να προχωρήσει στην εφαρμογή ενός προγράμματος οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, στηριγμένου στη θεσμοθετημένη λαϊκή κυριαρχία με στόχο την Άμεση Δημοκρατία και με αποκορύφωμα την πατριωτική Αναγέννηση.
Δεν υπάρχει άλλος δρόμος. Βέβαια ο δρόμος αυτός είναι δύσκολος και θα χρειαστούν σκληροί αγώνες και μεγάλες θυσίες. Γι’ αυτό χρειάζεται αγάπη για την Πατρίδα και απόλυτη αφοσίωση και πίστη στα ιδανικά της ελευθερίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ευτυχίας του Λαού. Και να μην ξεχνάμε πως η Λευτεριά δεν χαρίζεται αλλά κερδίζεται.
Γεια και χαρά.
ΠΡΟΠΥΛΑΙΑ, Τρίτη 31 Μαϊου 2011
Μίκης Θεοδωράκης

3 Ιουνίου Συναξαριστής

Λουκιλλιανού, Παύλης & των συν αυτώ νηπίων, Αθανασίου Θαυματουργού,  Ιερίας Οσίας, Πάππου Οσίου, Ιωσήφ Ιερομ., Δωροθέου Μητροπ., Γρηγορίου Επισκ., Kevin, Καικίλιος, Ἀχιλλᾶς,  Ἱλάριος, Γλοτίλδη ἐκ Γαλλίας, Λιφάρδος ὁ ἐν Ὀρλεάνῃ, Οὐρβίκιος,  Κρονανός,  Γενέσιος, Ἰσαὰκ ὁ Ὁσιομάρτυρας ἐξ Ἰσπανίας, Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Θαυματουργοῦ τοῦ πρίγκιπος, Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου «τῶν Ἀδελφῶν τοῦ Κιέβου»,Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γλυκοφιλούσης ἐν Γιαροσλάβλ

Ο Άγιος Λουκιλλιανός, Παύλη και τα νήπια Κλαύδιος, Υπάτιος, Παύλος και Διονύσιος

Ο Κύριος μας διαβεβαίωσε ότι "τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν". Δηλαδή, εκείνα που είναι αδύνατο να γίνουν με την ασθενική δύναμη και λογική του ανθρώπου, αυτά είναι κατορθωτά και δυνατά από το Θεό.
Πράγματι, ποιος θα περίμενε από έναν άνθρωπο που πέρασε σχεδόν όλη του τη ζωή μέσα στην ειδωλολατρία, της οποίας, μάλιστα, ήταν και Ιερέας, να γίνει χριστιανός;
Κι όμως. Αυτό συνέβη με το γέροντα ιερέα ειδωλολάτρη Λουκιλλιανό, που έζησε στα χρόνια του βασιλιά Αυρηλιανού το 270 μ.Χ.. Όταν άκουσε για πρώτη φορά χριστιανικό κήρυγμα στην πατρίδα του Νικομήδεια, η θεία χάρη δημιούργησε μέσα του πραγματικό σεισμό.
Γκρεμίστηκαν σαν χάρτινοι πύργοι οι ειδωλολατρικές του πεποιθήσεις, που τόσο βαθειά ήταν ριζωμένες στην ψυχή του. Τα γεροντικά του μάτια άνοιξαν και με νεανική ζωηρότητα διακήρυξε την πίστη του στο Χριστό.
Προσπάθησε, μάλιστα , να φέρει με το κήρυγμα του και άλλες ψυχές σ' Αυτόν. Το γεγονός αυτό καταγγέλθηκε στον κόμη Λιβάνια. Με θάρρος ο Λουκιλλιανός ομολόγησε μπροστά του το Χριστό. Τότε ο κόμης, πιεζόμενος και από τους ειδωλολάτρες ιερείς, που θεώρησαν το Λουκιλλιανό λιποτάκτη της θρησκείας τους, διέταξε και τον βασάνισαν.

Έπειτα τον έριξαν στη φωτιά για να καεί, αλλά δυνατή βροχή έσβησε τη φωτιά. Τότε τον έστειλαν στο Βυζάντιο, όπου ο Λουκιλλιανός αξιώθηκε να μαρτυρήσει με σταυρικό θάνατο. Στη φυλακή μέσα ο Άγιος Λουκιλλιανός βρήκε τέσσερα παιδιά, που για τον ίδιο λόγο ήταν φυλακισμένα και κατόπιν αποκεφαλίστηκαν.
Μετά τον θάνατο και του Αγίου, η παρθένος Παύλη, πήρε τα Ιερά του λείψανα και τα ενταφίασε. Τότε όμως, συνελήφθη και αυτή, βασανίζεται σκληρά και στο τέλος αποκεφαλίζεται. (Η μνήμη τους - σε ορισμένους Συναξαριστές - περιττώς επαναλαμβάνεται και την 19η Ιανουαρίου).


Απολυτίκιον. Ήχος α'. Χορός Αγγελικός.
Ως άστρον φαεινόν, εκ νυκτός της απάτης, ω Λουκιλλιανέ, ευσεβώς αναλάμψας, νομίμως ηγώνισαι, και τον δόλιον έκτεινας, όθεν πρέσβευε, συν τη Θεόφρονι Παύλη, και τοις τέσσαρσι, Παισί Χριστώ Αθλοφόρε, υπέρ των ψυχών ημών.



Ὁ Ἅγιος Καικίλιος διδάσκαλος τοῦ Ἁγίου Κυπριανοῦ

Ὁ Ἅγιος Καικίλιος ἔζησε κατὰ τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν πρεσβύτερος στὴν Καρθαγένη τῆς Ἀφρικῆς. Ὑπῆρξε χειραγωγὸς στὸ Χριστιανισμὸ τοῦ Ἁγίου Κυπριανοῦ, Ἐπισκόπου Καρχηδόνος († 2 Ὀκτωβρίου).
Ὁ Βαρώνιος καὶ ἄλλοι ἰστορικοὶ τὸν θεωροῦν φίλο τοῦ φιλοσόφου Ὀκταβίου καὶ τοῦ νομικοῦ Μάρκου Μινουτίου Φήλικος. Μεταστραφεὶς στὸ Χριστιανισμό, ὁ Ἅγιος Καικίλιος ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴν πατρώα εὐσέβεια καὶ τὴ διδασκαλία τῶν θείων Γραφῶν.



Ο Όσιος Αθανάσιος

Ο Όσιος Αθανάσιος από νεαρή ηλικία αφιερώθηκε ολόψυχα στην υπηρεσία της Εκκλησίας, κηρύττοντας και διαδίδοντας το λόγο του Θεού. Αργότερα ποθώντας την άσκηση, πήγε σε κάποιο μοναστήρι στον ποταμό Σάγορι, στο οποίο ηγούμενος ήταν κάποιος πρώην συγκλητικός. Αλλά δυστυχώς, οι μοναχοί εκεί ζούσαν σχεδόν κοσμική ζωή.
Για το λόγο αυτό ο ηγούμενος παρακάλεσε τον Αθανάσιο να εργασθεί για τη διόρθωση και επαναφορά στην κοινωνική μοναχική τάξη των ατίθασων μοναχών. Ο Αθανάσιος εργάσθηκε με ζήλο και αυταπάρνηση και γρήγορα η προσπάθειά του είχε θαυμαστά αποτελέσματα.
Ο γεμάτος θέρμη και «άλατι ηρτυμένος» λόγος του, το παράδειγμά του, το ήθος του, η αγία ζωή του και οι αδελφικές του παραινέσεις, αλλά και η ολονύκτια προσευχή και ικεσία στο Πανάγαθο και πανοικτήρμονα Θεό, έφεραν γρήγορα το ποθούμενο αποτέλεσμα.
Εν συνεχεία, ο Όσιος μετέβη στο μοναστήρι του Τραϊανού, όπου και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Εκεί συνέγραψε και διακοσμούσε διάφορα θρησκευτικά συγγράμματα, τα οποία πουλούσε και τα χρήματα πού κέρδιζε τα διέθετε στους πτωχούς και πάσχοντας. Εκοιμήθη ειρηνικά σε βαθύτατο γήρας.




Η Οσία Ιέρια (ή Ιερεία)

Απεβίωσε ειρηνικά.



Ο Όσιος Πάππος

Απεβίωσε ειρηνικά.




Ο Άγιος Ιωσήφ Ιερομάρτυς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης

Καταγόταν από την οικογένεια Αντωνοπούλου της Δημητσάνας και εκπαιδεύτηκε στη Σχολή Δημητσάνας. Το 1797 εξελέγη Μητροπολίτης Δράμας. Το 1810 εξελέγη Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης.
Συνεργάτης στενός του Γρηγορίου Ε' . Συνελήφθη το 1821 και την 3η Ιουνίου απηγχονίσθη. Οι Τούρκοι δήμευσαν την περιουσία του, που είχε κληροδοτήσει σαν οικονομική ενίσχυση στη Σχολή Δημητσάνας.


Ο Άγιος Δωρόθεος Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως, ο Πρώιος

Εθνομάρτυρας και από τους σπουδαιότερους λόγιους ιεράρχες του 19ου αιώνα. Μητροπολίτης Φιλαδέλφειας (1805-1813) και Αδριανουπολεως (1813-1821). Γεννήθηκε στη Χίο, όπου και έμαθε τα εγκύκλιο γράμματα. Κατόπιν φοίτησε στην Πατμιάδα Σχολή, όπου χρημάτισε μαθητής του Δανιήλ Κεραμέα.
Συνδέθηκε φιλικά με τον Βενιαμίν Λεσβίο, όπως δείχνει η αλληλογραφία τους. Η φιλία τους έμεινε αδιατάρακτη, γιατί είχαν κοινά ενδιαφέροντα, ως φίλοι της παιδείας και του γένους. Το 1786 χειροτονήθηκε διάκονος και αναχώρησε για ευρύτερες σπουδές στην Ιταλία και Γαλλία. Τον Σεπτέμβριο του 1793 διορίστηκε διδάσκαλος στη Σχολή της Χίου, όπου δίδαξε τη φιλοσοφία και τις επιστήμες, με διευθυντή τον Αθανάσιο Πάριο.
Το 1796 όμως εγκατέλειψε τη θέση αυτή, για να αναλάβει τη διδασκαλία των παιδιών του Κωνσταντίνου Χαντζερή, δραγομάνου του τουρκικού στόλου, και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη (1797).
Όταν ο Χαντζερής διορίστηκε ηγεμόνας στη Βλαχία, ο Δωρόθεος τον ακολούθησε, παίρνοντας για βοηθό του εκεί τον μαθητή του Νεόφυτο Βάμβα. Μετά τον αποκεφαλισμό του Χαντζερή από τους Τούρκους, ο Δωρόθεος αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη (1799).
Το πατριαρχείο τον ονόμασε ιεροκήρυκα της Μεγάλης Εκκλησίας, προχειρίζοντάς τον σε Αρχιμανδρίτη. Όταν ο Δημήτριος Μουρούζης ίδρυσε τη Σχολή του Γένους στο Κουρουτσεσμέ (Ξηροκρήνη), το 1804, η διεύθυνσή της ανατέθηκε στον Δωρόθεο.
Παρέμεινε στη διεύθυνση της σχολής μέχρι το 1807, ενώ στο μεταξύ είχε εκλεγεί μητροπολίτης Φιλαδέλφειας. Δίδαξε τη φυσική, τα μαθηματικά, τη γεωμετρία, τη φιλοσοφία και τη λογική. Από έγγραφα τους και τα χειρόγραφα βοηθήματα, με τα όποια εφοδίαζε τους μαθητές του, φαίνεται η άρτια συγκρότηση και η διοικητική ικανότητά του κατά τη σχολαρχία του.
Δεν περιοριζόταν μόνο στα διοικητικά και διδακτικά καθήκοντά του, αλλά επιδόθηκε και σε άλλα, ωφελιμότερα για το γένος έργα. Τέτοιο είναι η σύνταξη του μεγάλου λεξικού της ελληνικής γλώσσας, με τον τίτλο Κιβωτός, που το ενίσχυαν ηθικά και οικονομικά οι Ζωσιμάδες. Συνεργάτες του Δωροθέου στο έργο αυτό ήταν ο Ν. Βάμβας και ο Νικ. Λογάδης.
Ο πρώτος τόμος του λεξικού εκδόθηκε το 1819. Ως σχολάρχης ο Δωρόθεος αλληλογραφούσε με επιφανείς Έλληνες, ζητώντας τη συμπαράσταση τους στη λειτουργία της σχολής. Το 1807 άφησε ως διάδοχό του στη σχολή τον Πανταλέονα Φραγκιάδη (μετέπειτα Πλάτωνα, μητροπολίτη Χίου) και εγκαταστάθηκε στη Φιλαδέλφεια, την έδρα της μητρόπολης του.
Το 1813 μετατέθηκε στη μητρόπολη Αδριανουπόλεως. Προσπάθησε να ιδρύσει στην πόλη Ιερατική σχολή, χωρίς όμως επιτυχία. Οργάνωσε πάντως σχολείο και βιβλιοθήκη με τη συνεργασία του Αδριανουπολίτη Γ. Σακελλαρίου, ο όποιος ήταν από τους πλουσιότερους εμπόρους της Αυστρίας. Σχολάρχης, διορίστηκε ο Στέφανος Καραθεοδωρής, δίδασκε όμως και ο Δωρόθεος θεολογία, φιλοσοφία και επιστήμες.
Το 1820 κλήθηκε ως συνοδικός στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ένα έτος μετά (Απρίλιος 1821) συνελήφθη από τους Τούρκους, μαζί με τον οικουμενικό πατριάρχη Γρηγόριο Ε', και άλλους αρχιερείς και επιφανείς λαϊκούς και απαγχονίστηκε στο Μέγα Ρεύμα.
Ο Δωρόθεος ανήκει στους μεγάλους διδασκάλους του γένους κατά τη φθίνουσα τουρκοκρατία και συνέβαλε στον ελληνοκεντρικό διαφωτισμό του, στη μύηση δηλαδή στις επιστήμες, αλλά μέσα στα πλαίσια της παράδοσης του.
Σπουδαία βοήθεια προσέφερε με τα συγγράμματά του, παρόλο που δεν επιχείρησε δημοσίευση επιστημονικών μελετών, αλλά περιορίστηκε στη σύναξη βοηθημάτων για τους μαθητές του. Τα πολλά όμως αντίγραφά τους, που σώζονται σε διάφορες βιβλιοθήκες, βεβαιώνουν το γεγονός ότι αναγνωρίστηκε πολύ πλατιά η αξία του ως διδασκάλου.
Τα σωζόμενα χειρόγραφα περιλαμβάνουν αριθμητική, γεωμετρία, άλγεβρα και τη Λογική του Γενουηνσίου. Κατά πληροφορία του C. Iken (Leucothea, Ι. Λειψία 1825, σ. 240/241) ο Δωρόθεος συνέγραψε Εκκλησιαστική Ιστορία, που όμως δεν εκδόθηκε ποτέ. Επιμελήθηκε την α' έκδοση του πηδαλίου του Αγ. Νικόδημου του Αγιορείτου (1800).



Ο Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Δέρκων (+ 1821)

Γεννήθηκε στο χωριό Ζουμπάντα της Αχαΐας και σπούδασε στη Δημητσάνα, στο Ναύπλιο και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη. Η μόρφωση και το ήθος του Γρηγορίου είλκυσαν την εκτίμηση του Οικουμενικού πατριάρχη Σωφρονίου Β' (1774-1780), ο όποιος τον Φεβρουάριο του 1777 τον χειροτόνησε μητροπολίτη Λακεδαιμόνιας σε διαδοχή του άλλου εθνομάρτυρα μητροπολίτη Ανανία Λαμπάρδη (1750-1767).
Το 1790 κατόρθωσε να διαφύγει τη σύλληψη από τον πασά της Τριπόλεως και να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη. Μη δυνάμενος να επανέλθει στη Λακεδαίμονα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον μετέθεσε στη μητρόπολη Βιδύνης (1791-1801). Εκεί συνδέθηκε φιλικά με τον Πασβάνογλου, ο όποιος το 1797 αποστάτησε κατά του σουλτάνου.
Επί της πατριαρχίας Καλλινίκου Ε' (α' 1801-1806,6' 1808-1809) ο Γρηγόριος μετατέθηκε στη μητρόπολη Δέρκων. Υπήρξε από τους πρώτους Φιλικούς και προσέφερε πολλές και μεγάλες υπηρεσίες στην Εκκλησία και στο Έθνος. Μετά την εισβολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία (9 Μαρτίου 1821), ο Γρηγόριος φυλακίστηκε μαζί με τους μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Τιρνάβου Ιωαννίκιο και Αδριανουπόλεως Δωρόθεο.
Μετά την έκρηξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο (23-25 Μαρτίου 1821) και τα πολεμικά γεγονότα που ακολούθησαν, διατάχθηκε η θανάτωση των φυλακισμένων Ιεραρχών οι μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Τιρνάβου Ιωαννίκιος και Αδριανουπόλεως Δωρόθεος απαγχονίστηκαν στο Αρναούτκιο, ενώ για τον Γρηγόριο η αγχόνη είχε στηθεί στην αυλή του σπιτιού του στα Θεραπεία της Κωνσταντινούπολης.
Ο Γρηγόριος προσευχήθηκε, ευλόγησε τη θηλειά της αγχόνης του και την πέρασε στον τράχηλο του, έκαμε το σημείο του Σταυρού και έτσι τελείωσε την επίγεια ζωή του ο μάρτυρας αυτός του Χριστού και του Γένους, ο Μέγας Δέρκων Γρηγόριος, την 3η Ιουνίου 1821.



Ο Άγιος Kevin (Ιρλανδός)


Λεπτομέρειες για τη ζωή αυτού του αγίου της ορθοδοξίας, μπορεί να βρει ο αναγνώστης στο βιβλίο "Οι Άγιοι των Βρετανικών Νήσων", του Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, επισκόπου Τελμησσού, Αθήναι 1985.



Ὁ Ἅγιος Ἀχιλλᾶς

Ὁ Ἅγιος Ἀχιλλᾶς (311 – 312 μ.Χ.) ἦταν Ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.



Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος

Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ διετέλεσε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Καρκασσὸν τῆς Τουλούζης στὴ Γαλλία. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.



Ἡ Ἁγία Γλοτίλδη ἐκ Γαλλίας

Ἡ Ἁγία Γλοτίλδη ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Λυὼν τῆς Γαλλίας τὸ 474 μ.Χ. Ἐφρόντισε γιὰ τὴ βάπτιση τοῦ βασιλέως συζύγου της καὶ τῶν τέκνων της καὶ ἀγωνίσθηκε γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 545 μ.Χ.



Ὁ Ὅσιος Λιφάρδος ὁ ἐν Ὀρλεάνῃ

Ὁ Ὅσιος Λιφάρδος ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ὀρλεάνη. Ἐσπούδασε τὴ νομικὴ ἐπιστήμη καὶ ὁ ζῆλος του γιὰ τὰ πνευματικὰ τὸν ὁδήγησε στὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου καὶ τὴ συμμετοχή του στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας. Σὲ ἡλικία σαράντα ἐτῶν ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἐχειροτονήθηκε διάκονος.
Μαζὶ μὲ τὸν Ὄσιο Οὐρβίκιο ἔζησαν μιὰ ζωὴ ἀσκητικὴ πολὺ αὐστηρὴ καὶ σκληρή. Λόγῳ τῆς μεγάλης του ἀρετῆς ἐχειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Μένουνγκ ποὺ εἶχαν ἱδρύσει μαζὶ μὲ τὸ συμμοναστή του. Ὁ Ὅσιος Λιφάρδος, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 550 μ.Χ.



Ὁ Ὅσιος Οὐρβίκιος

Ὁ Ὅσιος Οὐρβίκιος ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε μαζὶ μὲ τὸν Ὅσιο Λιφάρδο, τὸν ὁποῖο διαδέχθηκε στὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς τοῦ Μένουνγκ. Ὁ Ὅσιος Οὐρβίκιος, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.



Ὁ Ὅσιος Κρονανός

Ὁ Ὅσιος Κρονανὸς ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἀνῆκε στὴ συνοδεία τοῦ Ἁγίου Κέβιν. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 617 μ.Χ.



Ὁ Ἅγιος Γενέσιος

Ὁ Ἅγιος Γενέσιος ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. καὶ διετέλεσε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Κλερμόντ. Διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρότητα τοῦ βίου του, τὴ φιλανθρωπία καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς πάσχοντες.
Ὁ Ὅσιος Γενέσιος, ἀφοῦ ἐποίμανε θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 662 μ.Χ.



Ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Ὁσιομάρτυρας ἐξ Ἰσπανίας

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Ἰσαὰκ ἔζησε τὸν 9ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Κόρδοβα τῆς Ἰσπανίας, τὸ 825 μ.Χ. Ἦταν συμβολαιογράφος καὶ ἀργότερα ἔγινε μοναχὸς σὲ μοναστήρι κοντὰ στὴ γενέτειρά του. Ἐμαρτύρησε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, τὸ 852 μ.Χ., ἀπὸ τοὺς Μωαμεθανούς.



Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Θαυματουργοῦ τοῦ πρίγκιπος 

Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Θαυματουργοῦ τοῦ πρίγκιπος Οὔγκλιχ καὶ Ρωσίας, τιμᾶ ἡ Ἐκκλησία στὶς 15 Μαΐου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.
Ἡ ἀνακομιδὴ καὶ μεταφορὰ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Δημητρίου ἀπὸ τὴν πόλη Οὔγκλιχ στὴ Μόσχα, ἐπραγματοποιήθηκε τὸ 1606.
Τὰ ἱερὰ λείψανα ἐτοποθετήθηκαν στὸ ναὸ τῶν Ἀρχαγγέλων τοῦ Κρεμλίνου. Μετὰ τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ ἔγιναν ἀπὸ τὰ ἅγια λείψανα, καθιερώθηκαν οἱ ἡμέρες μνήμης τοῦ πρίγκιπος Δημητρίου: τῆς γεννήσεως († 19 Ὀκτωβρίου), τοῦ βίαιου θανάτου († 15 Μαΐου) καὶ τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ στὴ Μόσχα († 3 Ἰουνίου).





Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου «τῶν Ἀδελφῶν τοῦ Κιέβου»

Ἡ εἰκόνα αὐτὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου βρίσκεται στὸ Κίεβο – Μπράτσκ τῆς Ρωσίας. Ἑορτάζεται κυρίως στὶς 10 Μαΐου, ἀλλὰ ἐπαναλαμβάνεται, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν σημερινὴ ἡμέρα, και τὴν Ε’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν.












Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Γλυκοφιλούσης ἐν Γιαροσλάβλ

Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Γιαροσλάβλ ὀφείλει τὸ ὄνομά της στὴν πόλη τοῦ Γιαροσλάβλ. Μεταφέρθηκε ἐκεῖ τὸν 13ο αἰώνα μ.Χ. ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Βασίλειο καὶ Κωνσταντίνο, πρίγκιπες τοῦ Γιαροσλάβλ († 3 Ἰουλίου).

Γιατί Σεβασμιώτατε;


 

Η θέση του Μητροπολίτη της Εκκλησίας μας είναι λεπτή και με βαριά ευθύνη στην "πλάτη" της.
Ο Μητροπολίτης ως πνευματικός πατέρας της Μητροπόλεως του οφείλει να στέκεται πάντα στο πλευρό του λαού που του εμπιστεύτηκε η Εκκλησία και να κατακεραυνώνει ενίοτε την πολιτική εξουσία όταν φέρεται ανθελληνικά και αντιλαϊκά....

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καλαβρύτων αποτελούσε μέσα από τα κείμενα του προσωπικού του ιστολογίου μια όαση στην ανυπαρξία των Ιεραρχών μας. Κατακεραύνωνε σε καθημερινή βάση τους προδότες και κατηγορούσε ονομαστικά κάθε πολιτικό που ήταν ανθέλληνας, ψεύτης ή κλέφτης.....

Μέσα από το ιστολόγιο του πολλές φορές στάθηκε επικριτικός για τον σημερινό πρωθυπουργό και τον καλούσε να αλλάξει την ανθελληνική πολιτική του.
Ολα αυτά ίσχυαν μέχρι προχθές.....

Ο πρωθυπουργός με την συνοδεία του Καναδού πρωθυπουργού επισκέφθηκε την Μητρόπολη και τα Καλάβρυτα, την Αγία Λαύρα κλπ.
Ο Μητροπολίτης ως όφειλε εκ της θέσης του έπρεπε να τους υποδεχθεί (όπως και το έκανε) με κάθε επισημότητα.
Μέχρι εδώ όμως...

Σεβασμιώτατε τις διακρίσεις, τα μετάλια και τα χειροκροτήματα τι τα θέλατε;
Ο λαός των Καλαβρύτων (το ποίμνιό σας) γιούχαρε σε κάθε ευκαιρία τον ανθέλληνα ΓΑΠ κι εσείς αντί να περιοριστείτε αυστηρά στο πρωτόκολλο και μάλιστα στην πρώτη ευκαιρία να επιπλήξετε με ευγένεια τον αντισυνταγματικό δικτάτορα ... παροτρύνατε και τους παρευρισκόμενους να τον χειροκροτούν;
Κι όλα αυτά ανήμερα της θλιβερής επετείου της Αλώσεως!!!
Κρίμα....
Ορισμένα πράγματα είναι πολύ ιερά για να τα παραβλέπετε στα πλαίσια μιας επίσημης εθιμοτυπικής επίσκεψης.....
Τώρα ότι και να λέτε στο ιστολόγιό σας... μοιάζεται πλέον ώς "κύμβαλο αλαλάζον"...

Για του λόγου το αληθές παραθέτω και το σχετικό βίντεο.... του MrGYLIPPOS



Πόσο πιθανό είναι ένα στρατιωτικό κίνημα στην Ελλάδα σήμερα;


Όταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός στην σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών μιλάει για «πραξικόπημα» και ότι «ο λαός αναζητεί σωτήρες», όταν ξένες μυστικές υπηρεσίες κάνουν αναφορά σε «κίνδυνο πραξικοπήματος στην Ελλάδα λόγω της οικονομικής κατάστασης και της απαξίωσης θεσμών», τότε πόσο κοντά βρίσκεται η χώρα σε ένα στρατιωτικό κίνημα;

Για όσους ξέρουν τα ενδότερα των Ενόπλων Δυνάμεων, οι πιθανότητες δείχνουν
μηδενικές τουλάχιστον στην παρούσα φάση.

Τουλάχιστον για ένα κίνημα, ανάλογο με τα δύο κινήματα του 1967, το επιτυχημένο του Απριλίου και το αποτυχημένο του Δεκεμβρίου. Αυτό δεν αποκλείει ότι μπορεί να υπάρξει κάποιας μορφής αντίδραση από αξιωματικούς ή αξιωματικό.

Σίγουρα χαμηλού ή μεσαίου βαθμού αφού οι ανώτεροι βαθμοί είναι περισσότερο «πολιτικοποιημένοι» και δεμένοι με την εκάστοτε πολιτική εξουσία λόγω ελέγχου της διαδικασίας των προαγωγών από αυτή μετά τον βαθμό του συνταγματάρχη. Από αξιωματικούς οι οποίοι εμφορούνται από καθαρά πατριωτικά και ιδεολογικά κίνητρα και θα κρίνουν ότι η διαμαρτυρία τους μπορεί να έχει αποτέλεσμα. Από στελέχη τα οποία είναι αγανακτιμένα με την απαξίωση και τις ύβρεις σε βάρος τους από δάφορα κυβερνητικά στελέχη, αλλά και από τις συνεχείς υποχωρήσεις στα εθνικά θέματα και την εκχώρηση εθνικής κυριαρχίας.

Το 1988 στο αποκορύφωμε του σκανδάλου Κοσκωτά και της μετωπικής σύγκρουσης των δύο κομμάτων, ο τότε αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, είχε πει σε συνέντευξή του σε ξένη εφημερίδα ότι «Δεν απoκλείω κίνηση κάποιου διοικητή στρατοπέδου, ο οποίος αγανακτισμένος από το λασπώδες πολιτικό περιβάλλον που έχει επιβάλει η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ θα επιχειρήσει ένοπλη κίνηση». Πόσο μάλλον σήμερα που μιλάμε για προϊούσα ολική αποδόμηση των πάντων.

Στην πρόσφατη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών, όπως αναφέρουν αξιόπιστες πηγές ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου αναφερόμενος στο κίνδυνο αυτό, είπε: «Είμαστε σε μια ευαίσθητη στιγμή όπου ακόμα και οι δημοκρατικοί θεσμοί αμφισβητούνται. Διάβασα σήμερα με έκπληξη κάποια έκθεση της CIA ότι συζητιέται ακόμη και για πραξικόπημα στην Ελλάδα. Αυτά είναι απαράδεκτα πράγματα. Σας δίνω το μέγεθος των διαφόρων απειλών. (...) Έχει χαθεί αυτή η εμπιστοσύνη στους θεσμούς και αυτό διαβρώνει τα πάντα. Πολλοί πολίτες λένε: «Δεν πιστεύω τίποτα και κανέναν». Ε, βεβαίως, άμα δεν πιστεύει τίποτα, καταλαβαίνετε ότι ψάχνει σωτήρες, πηγαίνει στη βία και σε οτιδήποτε άλλο»!

Ακόμα και αν περάσουμε τις παραπάνω φράσεις από το «φίλτρο της κινδυνολογίας» το πνεύμα της οποίας ήθελε να περάσει ο πρωθυποιυργός προκειμένου να ξυπνήσει να ανακλαστικά πολιτικής επιβίωσης και να αποσπάσει την συναίνεση του Α.Σαμαρά, εν τούτοις πρόκειται για εντυπωσιακή προσέγγιση.

Σημειώνουμε ότι πριν από 15 μήνες συνέβη κάτι, το οποίο όσο και αν «κουκουλώθηκε» και κανείς δεν μιλάει πλεόν γι’αυτό, συνέβη και είναι εντυπωσιακό, αφού δείχνει ότι οι ένστολοι μπορούν να οργανωθούν μυστικά σε ολόκληρη την Ελλάδα, χωρίς να αντιληφθούν το οτιδήποτε ούτε οι υπηρεσίες πληροφοριών των Ενόπλων Δυνάμεων (υπηρείες οι οποίες έτσι ή αλλιώς υπολειτουργούν) ούτε η ΕΥΠ, ούτε και να διαρρεύσει το οτιδήποτε στην στρατιτική και πολιτική ηγεσία.

Αναφερόμαστε την «λευκή απεργία» των πιλότων της Π.Α., οι οποίοι κατάφεραν από την Κρήτη μέχρι την Λήμνο, επί πολλές ημέρες να αποκρύψουν τον σχεδιασμό του εγχειρήματός τους και να προκαλέσουν «έμφραγμα σε στρατιωτκή και πολιτική ηγεσία, δείχνοντας ταυτοχρόνως ένα σπάνιο πνεύμα αλληλεγγύης και αλληλοϋποστήριξης.

Άρα μπορεί να υπάρξει «πανελλαδική» συννενόηση μεταξύ ομάδων αξιωματικών για μια πιο «δυναμική» έκφραση διαμαρτυρίας.

Φυσικά για ένα μείζονος έκτασης κίνημα αξιωματικών, απαιτείται πάνω απ’όλα ιδεολογική βάση, απαιτείται ηγέτης και ηγετική ομάδα, απαιτείται στόχος και μέσα για την επίτευξή του.

Το 2011 σε καμμία περίπτωση δεν είναι 1967 από πολλές απόψεις, ιδεολογικά και πρακτικά: Το 1967 αρκούσε η κατάληψη του ΟΤΕ, της ραδιοφωνίας, του προεδρικού μεγάρου και δύο τριών ακόμα κέντρων ελέγχου της κρατικής λειτουργίας. Σήμερα υπάρχει χάος: Οι στόχοι για τους επίδοξους κινηματίες είναι εκατοντάδες και η επικοινωνία μεταξύ των πολιτών είναι αδύνατον να ελεγχθεί, τουλάχιστον στο σύνολό τους. Τότε υπήρχε ο φόβος του κομμουνισμού που ένωνε. Τώρα, το ΚΚΕ έχει πιο ... πατριωτική ρητορική από την κυβέρνηση!

Και μπορεί το 1967 να υπήρξε μια, ας πούμε, λαϊκή συγκατάβαση (απόδειξη ότι σχεδόν κανένας δεν αντέδρασε τον πρώτο καιρό), αλλά σήμερα είναι πρακτικά αδύνατον να μην υπάρξουν αντιδράσεις που θα οδηγήσουν σε αιματοκύλισμα.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούσε υπό να υπάρξει θέμα σε μία χώρα που έχει αρχίσει να καταρρέει. Ο ηγέτης ή οι ηγέτες λείπουν ή τουλάχιστον κρύβονται καλά...


ΠΗΓΗ: http://www.pentapostagma.gr/2011/06/blog-post_4589.html#ixzz1OABle3iu

Παραχώρηση της Κρατικής Εξουσίας συνιστά Προδοσία

 

Η λέξη κράτος προέρχεται από το ρήμα “κρατώ” που σημαίνει εξουσιάζω. Σκοπός του κράτους είναι η διατήρηση της ευημερίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης και της ασφάλειας του έθνους. Από την αρχαιότητα, η υπόσταση και η δύναμις ενός κράτους εκφράζετο με την έκδοση δικού του νομίσματος που εξασφάλιζε την οικονομική του κυριαρχία στα όρια της επιρροής του, καθώς και την εθνική του ανεξαρτησία. Ιστορικά μόνο οι υποτελείς λαοί είχαν το νόμισμα των κυρίων τους. Η οικονομική πολιτική ενός κράτους στηρίζεται σε τρεις πυλώνες που είναι; η Δημοσιονομική, η Νομισματική και η Αναπτυξιακή του πολιτική. Τα τελευταία τριάντα χρόνια η Δημοσιονομική πολιτική της χώρας μας έχει μετατραπεί σε μέσον ανάδειξης των κυβερνήσεων στην εξουσία με εργαλεία το ρουσφέτι και τη διαφθορά.


Οι παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, που συντελούν στην ανάπτυξη, έγιναν βορά στον κομματικό συνδικαλισμό και η διατήρηση του βιοτικού επιπέδου στο σημερινό επίπεδο στηρίχθηκε σε δάνεια με όρους τοκογλυφίας.Το τελευταίο κτύπημα, που μάλιστα συνέβαλε ουσιαστικά και στην ταυτόχρονη υποδούλωση της χώρας, ήταν η παραχώρηση σε ξένους του κυριαρχικού δικαιώματος και της δυνατότητας του κράτους μας να εκδίδει δικό του νόμισμα, τη Δραχμή. Αρχικά εξαπάτησαν το λαό με την προβολή και αποδοχή του Ευρώ σαν το σκληρό νόμισμα που θα εξασφάλιζε τάχα την οικονομική μας σταθερότητα. Η αλήθεια που τελικά αποκαλύπτεται είναι ότι, το Ευρώ εκδίδεται από μία εξουσία στην οποία δεν ανήκουμε ουσιαστικά ως μέλη, συμμετέχουμε με κλείδα μόνο με 2,5% και υφιστάμεθα τις συνέπειες κατά 100%, διότι η Ευρώπη δεν αποτελεί πολιτική συνένωση των λαών αλλά μία αρένα οικονομικού ανταγωνισμού χωρίς κοινωνική συνοχή, χωρίς κοινή δημοσιονομική πολιτική και χωρίς αλληλεγγύη.Η έλλειψη εθνικής αναπτυξιακής πολιτικής και ο υπέρμετρος δανεισμός, έχουν οδηγήσει τη χώρα μας σε πτώχευση και υποτέλεια. Οι λιγοστοί πόροι μας διατίθενται για την αποπληρωμή του απεχθούς και επαχθούς χρέους*, εις βάρος των δημοσίων υπαλλήλων και των συνταξιούχων και μάλιστα απειλούν με ολοκληρωτική στάση πληρωμών εάν δεν αποδεχθούμε του όρους των δανειστών μας. Μία βασική αιτία του προβλήματος είναι η αδυναμία του κράτους να εκδώσει εθνικό νόμισμα για να διαχειριστεί τα προβλήματα της οικονομίας του. Η ειρωνεία είναι ότι οι υπηρέτες των ξένων συμφερόντων, διαστρέφοντας την αλήθεια, μας απειλούν επί πλέον ότι θα αναγκασθούμε να επιστρέψουμε στη δραχμή εάν δεν υποταχθούμε. Ας μάθουν όμως ότι αυτό θα το κάνουμε μόνοι μας έτσι και αλλιώς όταν θα τους διώξουμε και θα αναλάβουμε τη σωτηρία της πατρίδος μας .Σήμερα αντί να εκδώσουμε νέο χρήμα για να καλύψουμε τις βραχυπρόθεσμες ανάγκες μας είμαστε υποχρεωμένοι να το δανειστούμε με αντάλλαγμα την εθνική μας κυριαρχία. Μας απειλούν μάλιστα ότι θα κατεβάσουν τα ρολά εάν δεν συναινέσουμε στη προδοσία. Δεν καταλαβαίνουν φαίνεται ότι όταν κατέβουν τα ρολά αυτοί θα βρεθούν αυτομάτως έξω από το μαγαζί. Εφόσον η δική τους εμμονή συνιστά προσπάθεια υποδούλωσης της χώρας, τότε η δική μας συναίνεση στην παραχώρηση της εξουσίας του κράτους μας συνιστά προδοσία. Θα είμαστε επικατάρατοι εάν δεν αγωνιστούμε υπέρ του έθνους μας ενάντια στην εξελισσόμενη προδοσία.Με έναν μόνο όρο θα μπορούσαμε να μείνουμε στο Ευρώ. Να γίνουμε όλοι ισότιμοι πολίτες μίας Ευρωπαϊκής κοινωνίας με κοινή δημοσιονομική πολιτική και όχι ανάπηροι ουραγοί μιας ανταγωνιστικής αγοράς.
Μέχρι τότε:
Ναι στον Οβολό, Ναι στη Μνά, Ναι στο Τάλαντο, Ναι στη Δραχμή, Ναι στο Εθνικό Νόμισμα, Ναι στην Ανεξαρτησία μας.
* Σπύρος Λαβδιώτης “Χρειαζόμαστε ένα νέο Σόλωνα – Σεισάχθεια” εκδόσεις Κάκτος, Αθήναι 2011

Πώς έγινα χριστιανός (Μητροπολίτης Σουρόζ Αντώνιος)

 

Ο Τιμόθεος Ουίλσον είχε την παρακάτω συνέντευξη με τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη του Σουρόζ κ. Αντώνιο Μπλουμ.
Τ.Ο.:Πότε γίνατε Χριστιανός; Υπήρξε στη ζωή σας καμιά συγκεκριμένη στιγμή μεταστροφής;
Α.Μπλούμ: Αυτό έγινε σε διάφορα στάδια. Μέχρι τα μέσα της εφηβικής μου ηλικίας ήμουνα ένας άπιστος και επιθετικά αντιεκκλησιαστικός. Δεν γνώριζα το Θεό, δεν νοιαζόμουνα γι’ Αυτόν και μισούσα καθετί σχετικό με την ιδέα του Θεού.
undefined
Τ.Ο.: Και όλα αυτά, παρά τα «πιστεύω» του πατέρα σας;
Α.Μπλούμ: Ναι, γιατί μέχρι τα δεκαπέντε μου χρόνια η ζωή μας ήταν πολύ δύσκολη. Δεν ζούσαμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη. Εγώ ήμουνα εσωτερικός σε ένα σχολείο που ήταν πολύ αυστηρό, βίαιο θα έλεγα. Όλα τα μέλη της οικογένειας μου ζούσαν σε διαφορετικά σημεία του Παρισιού. Μόνο όταν έγινα περίπου δεκατεσσάρων χρόνων συγκεντρωθήκαμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη και αυτό ήταν μια πραγματική ευτυχία, μια ευλογία. Ήταν κάπως ασυνήθιστο να σκεφτεί κανείς ότι, σε κάποιο σπίτι μιας συνοικίας του Παρισιού, μπορούσε να βρει μια τέλεια ευτυχία, και όμως αυτό συνέβαινε. Τότε για πρώτη φορά, μετά την επανάσταση, αποκτούσαμε σπίτι.
Πρέπει όμως να πω πως, πριν από όλα αυτά, συνέβηκε κάτι που με είχε προβληματίσει πάρα πολύ. Ήμουνα περίπου έντεκα χρόνων, όταν με έστειλαν σε μια κατασκήνωση αγοριών. Εκεί συνάντησα έναν ιερέα που θα ήταν περίπου τριάντα χρόνων. Κάτι απ’ αυτόν τον άνθρωπο μου τράβηξε την προσοχή. Είχε αγάπη που την σκορπούσε στον καθένα από μας. Αυτή δε η αγάπη του δεν είχε σχέση με το αν είμαστε καλοί, και δεν άλλαζε όταν είμαστε κακοί. Μπορούσε να μάς αγαπάει χωρίς προϋποθέσεις. Ποτέ πριν στη ζωή μου δεν είχα συναντήσει κάτι τέτοιο. Είχα φίλους που μ’ αγαπούσαν στο σπίτι, αλλά αυτό το έβρισκα φυσικό. Τέτοιο είδος αγάπης δεν είχα συναντήσει ποτέ. Την εποχή εκείνη δεν προσπάθησα να δώσω καμιά εξήγηση σ’ αυτό. Απλά βρήκα σ’ αυτόν τον άνθρωπο κάτι που με προβλημάτιζε και ταυτόχρονα μου άρεσε πολύ. Μόνο μετά από χρόνια, όταν πια ήρθα σε επαφή με το Ευαγγέλιο, σκέφτηκα πως αυτός ο άνθρωπος, αγαπούσε με μια αγάπη που ήταν πέρα από τον ίδιο. Δηλαδή μοιραζόταν μαζί μας τη θεία αγάπη. Ή, αν προτιμάτε, η αγάπη ήταν τόσο βαθιά και πλατιά, με τέτοια ανοίγματα ώστε, μπορούσε να αγκαλιάσει όλους μας, είτε μέσα από τον πόνο είτε μέσα από τη χαρά, αλλά πάντα μέσα στην ίδια και μοναδική αγάπη. Αυτή η εμπειρία, νομίζω, ήταν η πρώτη βαθιά πνευματική εμπειρία που είχα.
Τ.Ο.: Τι έγινε μετά από αυτό;
Α.Μπλουμ: Τίποτε. Γύρισα στο σχολείο όπου ήμουνα εσωτερικός και όλα συνεχίστηκαν όπως πριν, μέχρι την στιγμή που βρεθήκαμε όλοι κάτω από την ίδια στέγη. Ζώντας με την οικογένειά μου, όπως είπα, γεύτηκα την πλήρη ευτυχία, αλλά τότε συνέβηκε κάτι το τελείως απροσδόκητο.Ξαφνικά ανακάλυψα ότι η ευτυχία, αν δεν έχει κάποιο σκοπό, γίνεται ανυπόφορη. Δεν μπορούσα, λοιπόν, να δεχτώ μια άσκοπη ευτυχία. Για να ξεπεράσεις τις δυσκολίες και να υποφέρεις τα βάσανα αποβλέπεις σε κάτι που είναι πέρα από αυτά. Εγώ όμως δεν έβρισκα κάποιο νόημα, ούτε πίστευα σε κάτι, γι’ αυτό η ευτυχία μου φαινόταν ανούσια. Έτσι αποφάσισα πως έπρεπε να δώσω στον εαυτό μου μια προθεσμία- ένα χρόνο τουλάχιστο -; να ανακαλύψει αν η ζωή είχε ή όχι κάποιο νόημα. Αν στο διάστημα αυτού του χρόνου δεν θα έβρισκα κανένα νόημα ζωής, είχα αποφασίσει να μη συνεχίσω να ζω, να αυτοκτονήσω.
Τ.Ο.: Και πώς βγήκατε από αυτήν την κατάσταση της άσκοπης ευτυχίας;
Α.Μπλουμ: Άρχισα να ψάχνω για κάποιο άλλο νόημα ζωής πέρα από κείνο που μπορούσα να βρω μέσα στις σκοπιμότητες. Το να σπουδάζει κανείς να γίνει χρήσιμος στη ζωή ήταν κάτι που δεν με συγκινούσε καθόλου. Όλη η ζωή μου μέχρι τώρα είχε συγκεντρωθεί σε άμεσους σκοπούς και ξαφνικά όλα αυτά βρέθηκαν άδεια, χωρίς κανένα νόημα.Ένιωσα μέσα μου κάτι το δραματικό και καθετί γύρω μου μού φαινόταν μικρό και ανόητο.
Πέρασαν μήνες και τίποτε στον ορίζοντα, νόημα δεν φάνηκε πουθενά! Μια μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής- ήμουνα τότε μέλος της Ρωσικής οργάνωσης νέων στο Παρίσι- ένας από τους υπεύθυνους οργάνωσης με πλησίασε και μου είπε: «Καλέσαμε κάποιον ιερέα να σάς μιλήσει. Έλα και συ στη συγκέντρωση». Εγώ απάντησα με έντονη αποδοκιμασία ότι δεν θα πήγαινα να τον ακούσω. Δεν είχα ανάγκη την Εκκλησία. Δεν πίστευα στο Θεό. Δεν ήθελα να χάσω τον καιρό μου με κάτι τέτοια. Ο υπεύθυνος χειρίστηκε αρκετά έξυπνα το θέμα. Μου εξήγησε ότι όλα τα μέλη της ομάδας μας είχαν αντιδράσει ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και θα ήταν πολύ άσχημο αν, ούτε ένας, δεν παρακολουθούσε την όμιλία του.
«Μην προσέχεις», είπε ο υπεύθυνος, «δεν με ενδιαφέρει αυτό, μόνο έλα, κάθισε εκεί, για μια τυπική παρουσία». Ε! μέχρι σ’ αυτό το σημείο, ήμουνα πρόθυμος να φανώ νομοταγής στη νεανική μας οργάνωση. Έτσι πήγα στην ομιλία και έμεινα μέχρι το τέλος. Δεν είχα σκοπό να προσέξω. Τα αυτιά μου όμως έπιαναν μερικές φράσεις που με αγανακτούσαν περισσότερο. Ο Χριστός και ο Χριστιανισμός παρουσιάστηκαν μπροστά μου τόσο διαφορετικά απ’ ότι εγώ πίστευα, που ήθελα βαθύτατα να τα αποκρούσω. Όταν τελείωσε η ομιλία έτρεξα στο σπίτι με έντονη την επιθυμία να ελέγξω αν ήταν αλήθεια όλα αυτά που είπε ο ομιλητής. Ρώτησα τη μητέρα μου αν είχε ένα Ευαγγέλιο να μου δώσει. Ήθελα πολύ να διαπιστώσω αν το Ευαγγέλιο θα συμφωνούσε με την τερατώδη εντύπωση που μου δημιούργησε η ομιλία. Δεν περίμενα τίποτα καλό από την ανάγνωση αυτή και έτσι μέτρησα τα κεφάλαια των τεσσάρων Ευαγγελίων, ώστε να είμαι σίγουρος ότι διαβάζω το συντομότερο. Δεν ήθελα να χάσω άδικα το χρόνο μου. Άρχισα, λοιπόν, να διαβάζω το Ευαγγέλιο του Μάρκου.
Ενώ διάβαζα τα πρώτα κεφάλαια του κατά Μάρκον Ευαγγελίου και πριν φτάσω στο τρίτο κεφάλαιο, ξαφνικά, συνειδητοποίησα ότι, στην άλλη άκρη του γραφείου μου, υπήρχε κάποιος. Η βεβαιότητα ότι αυτός ο «Κάποιος» ήταν ο Χριστός που στεκόταν εκεί παράμερα, ήταν τόσο έντονη ώστε ποτέ έως τώρα δεν με έχει εγκαταλείψει.
Το γεγονός αυτό υπήρξε πραγματικά η αποφασιστική μου καμπή. Αφού ο Χριστός ήταν ζωντανός και εγώ είχα ζήσει την Παρουσία του, μπορούσα να πω με βεβαιότητα ότι αυτό που το Ευαγγέλιο έλεγε για τη Σταύρωση του Προφήτη της Γαλιλαίας, ήταν αλήθεια και ότι ο εκατόνταρχος είχε δίκαιο όταν είπε: «Αληθώς Υιός Θεού εστί». Μέσα, λοιπόν, στο φως της Ανάστασης μπορούσα να διαβάσω με βεβαιότητα την ιστορία του Ευαγγελίου, ξέροντας πολύ καλά ότι καθετί έκρυβε μέσα του αλήθεια. Και αυτό, γιατί το απίστευτο γεγονός της Ανάστασης ήταν για μένα πιο βέβαιο από κάθε άλλο γεγονός της ιστορίας.Την ιστορία πρέπει να την πιστέψω, την Ανάσταση την έμαθα από προσωπικό γεγονός.
Καθώς βλέπετε, δεν ανακάλυψα το Ευαγγέλιο αρχίζοντας από την αρχή με το αρχικό μήνυμα του Ευαγγελισμού και δεν ξετυλίχθηκε μπροστά μου σαν μια ιστορία την οποία κανείς μπορεί να πιστέψει ή όχι. Η αλήθεια του Ευαγγελίου, για μένα, άρχισε με ένα γεγονός που παραμέρισε όλα τα προβλήματα απιστίας, ακριβώς γιατί ήταν μια άμεση και προσωπική εμπειρία.
Τ.Ο.: Αυτή η τόσο έντονη εμπειρία που είχατε, παρέμεινε σε όλη σας τη ζωή; Δεν υπήρξε κάποια εποχή που να αμφιβάλλετε για την πίστη σας;
Α.Μπλουμ: Βεβαιώθηκα απόλυτα ότι ο Χριστός είναι ζωντανός και ότι μερικά πράγματα υπάρχουν αναμφίβολα. Φυσικά δεν πήρα σε όλα απαντήσεις, αλλά έχοντας ζήσει αυτή τη μεγάλη εμπειρία, ήμουν πια βέβαιος ότι μπροστά μου υπήρχαν απαντήσεις, οραματισμοί, δυνατότητες. Αυτό ακριβώς σημαίνει για μένα πίστη. Από τη μια, δηλαδή, να μην αμφιβάλλει κανείς έτσι που να έχει μέσα του σύγχυση και περιπλοκές, από την άλλη όμως να διερωτάται με σκοπό να ανακαλύψει το πραγματικό νόημα της ζωής. Να έχεις, δηλαδή, αυτό το είδος της αμφιβολίας που σε κάνει να θέλεις να ρωτάς, να ανακαλύπτεις όλο και περισσότερο, να θέλεις διαρκώς να ερευνάς.

Αν δεν σου φτάνει μια σκληρή προσευχή; *

undefined
Γιώργος  Κουτσοδιάκος
   Οι μαθητές του Χριστού  αφού έχουν γίνει αυτόπτες μάρτυρες πολλών θαυμαστών ενεργειών, βρίσκονται λίγο μετά από την Μεταμόρφωσή. Δυο εξ αυτών του προτείνουν  σύμφωνα και με την εξουσία που τους έχει δοθεί, να προσευχηθούν  ώστε να πέσει φωτιά από τον ουρανό και να κάψει τους  «απειθείς» Σαμαρείτες. 2 Θέλανε να ευχαριστήσουν το Χριστό, να του κάνουν μια χάρη και να τον βγάλουν από μια δύσκολη θέση. Σαν καλοί μελετητές της Παλαιάς Διαθήκης και εφόσον δόθηκε και σε αυτούς η ίδια  εξουσία στην προσευχή σαν τους προφήτες του Ισραήλ, 3  θεωρούν ότι μπορούν να προσεύχονται και να  ζητάνε τα αυτονόητα  κάτι σαν πνευματικά  δικαιώματα επάνω στον Χριστό.
Το  Ευαγγέλιο του Λουκά όμως συνεχίζει με κάποιες  προϋποθέσεις μαθητείας που τους βάζει ο Χριστός και φτάνει μέχρι το σημείο εκείνο που τον ακούνε να προσεύχεται. Καθώς  ολοκληρώνει την προσευχή Του,  μαζεύονται ξανά γύρω του και του ζητάνε το εξής : «Κύριε, δίδαξέ μας πώς να προσευχόμαστε». 4  Οι μαθητές μετά από τις ένδοξες πνευματικές τους επιδόσεις,  επιθυμούν να μάθουν τελικά, τι είναι  η προσευχή. Αυτοί που νόμιζαν μέχρι εκείνη την στιγμή ότι κατείχαν την προσευχή ως εξουσία επάνω σε δαιμόνια, ανθρώπους, τροφές και ζώα.
Αυτή τη  δεύτερη  φορά, δεν του θέτουν το αρχικό ερώτημα για τον αν θέλει να του κάνουν μια ακόμα χάρη ή να θαυματουργήσουν  εκ μέρους Του ή στο όνομά Του, έτσι, για να τον ευχαριστήσουν που τους έδωσε την  εξουσία του «δεσμείν και λύειν». Και ζητούν ακριβώς το αντίθετο,  να τους λύσει από τις τραγικές βεβαιότητες των σχεδόν δαιμονικών προσευχών τους που  δεν ξέρουν ακόμα  ποιανού πνεύματος είναι.
Οι μαθητές δεν ζητάνε να μάθουν μόνο πως προσεύχεται ο Κύριος τους  ώστε να προσεύχονται και αυτοί ορθά  στο μέλλον, αλλά  ζητάνε να τον γνωρίσουν καλύτερα. Ο ενθουσιασμός από τα (ιερ)αποστολικά  τρεχάματα, τους οδήγησε στην    λησμονιά του  ποιος είναι τελικά ο Χριστός για τους ίδιους  μα και για τους άλλους.  Ουσιαστικά μέσα από το αίτημα  αυτό της ορθής προσευχής, οι μαθητές επιθυμούσαν βαθιά να γνωρίσουν (να γνωρίζουν αδιάκοπα) τον Κύριο τους` σε μια γνωριμία που  δεν θα  έχει τέλος. Και είναι εκεί, στα  έσχατα της, στο φτάσιμό της, όπου  η Εκκλησία θα γνωρίζει αιώνια τον Χριστό, εμπλουτίζοντας  κάθε φορά και με  νέα λόγια την δοξολογία της στην Βασιλεία Του, σε μια αιώνια γνωριμία  μαζί Του. Το πρόβλημα των μελλών του Σώματος παραμένει να είναι  το είδος της προσευχής. Ιδιαίτερα όταν στην  προσευχή   δεν γίνεται πάντα φανερό ποιανού πνεύματος είναι.
Δεν αποκαλύπτουμε συχνά  και με την ίδια ευκολία τις προθέσεις μας, τους λογισμούς μας, σχεδόν  εξομολογητικά όπως και  οι πρώτοι μαθητές στον Χριστό. Υπάρχουν στιγμές που αναπαυόμαστε στις πολύωρες προσευχές μας. Άλλες φορές έχουμε κατά νου, έναν  κατάλογο ονομάτων  που  καταφέρνουμε και μνημονεύουμε, ανατριχιάζοντας  από την χαρά μας μόλις ψυλλιαστούμε  ότι ακούστηκε μόνο η δική μας  προσευχή στο αίτημα του τάδε.   Μπορεί ακόμα να έχουμε και «πληροφορία» για το τι θα ήταν το καλύτερο για τον καθέναν.
Γνωρίζοντας και εμείς καλά  την Αγία Γραφή όπως οι αρχικοί  μαθητές Του, θεωρούμε ότι δεν πέφτουμε  πλέον σε λάθος ή σε σκληρές προσευχές όπως ο  λαός Ισραήλ και δεν  ζητάμε να ανοίξει η γη να καταπιεί κανέναν μα ούτε και να πέσει φωτιά από τον ουρανό.
Αν όμως κάποιος  προσεύχεται   για την μακροημέρευση του άλλου ή για να τον ευλογήσει με κάθε πνευματικό και υλικό αγαθό, είναι βέβαιο ότι εύχεται ορθά και όχι σκληρά; Ακόμα και όταν κάποιος νιώθει σαν βάρος επάνω του το χρέος να προσευχηθεί (επειδή είναι εντολή του Χριστού) για τον εχθρό του και  για αυτόν που του κάνει πραγματικά δύσκολη τη ζωή,  δεν ασφαλίζει καμιά σιγουριά αγάπης.
Μήπως μια ευχή ή ένα κλάμα μπορούν να ελκύσουν και να συγκινήσουν την χάρη του Θεού ώστε να κάνει μαγικά τους άλλους ή τον προσευχόμενο δοχείο της αγάπης; Γιατί, όταν ο  προσευχόμενος εύχεται να αγαπήσει  τους «εχθρούς»  του, είναι σαν  να εύχεται να  αποκτήσει νέους «εχθρούς» και αναπάντεχα, το πρόβλημα και ο «εχθρός»,  να  παρουσιάζονται  μπροστά  του μέσα σε έναν τέτοιο ασκητικό ρεαλισμό, ώστε να τον φέρνουν αντιμέτωπο με το πρόβλημα για να το λύσει όπως εκείνος νομίζει καλύτερα ή  εκπληρώνοντας  την Ευαγγελική εντολή με ό,τι κουράγιο θα του έχει απομείνει.
Οι  αγαθές  μας προθέσεις στην προσευχή δεν είναι  ούτε ορατές αλλά ούτε και πάντα αληθινές. Εξάλλου ο δρόμος για την κόλαση του αδελφού μας μπορεί να είναι στρωμένος με τις πιο αγαθές μας προθέσεις στην προσευχή. Το πλησίασμα των πρώτων μαθητών ήταν να γνωρίσουν πώς να προσεύχονται, κοντολογίς, να γνωρίσουν τον ίδιο τον Χριστό. Ο καημός της Εκκλησίας παραμένει ο ίδιος με αυτόν  της πρώτης μαθητικής κοινότητας και ίσως με μια ακόμα προσθήκη : Κύριε δεν ξέρουμε καθόλου να προσευχόμαστε!
Αν δεν είναι αυτός ο καημός κάθε μέλους του Σώματός Του τότε θα αρχίσουμε να μπερδεύουμε την θεολογία μας με  εκείνες τις θεολογίες των  σύγχρονων «χαρισματικών»  ομάδων που  ισχυρίζονται ότι όχι μόνο ανοίξανε στον Χριστό την πόρτα της καρδιάς  τους  όταν τους την  χτύπησε  και  μάλιστα με σχετική ευκολία, αλλά φαίνεται να τον κλειδαμπαρώσανε για τα καλά εκεί μέσα μετατρέποντας την σε δεσμωτήριο Του, έτσι  ώστε  να μην διανοηθεί  καν να περάσει έξω  τα σύνορα τους. Έτσι, αντί για ένα ζεστό και ολόφρεσκο δείπνο μαζί Του υπάρχει περίπτωση να οδηγηθούμε σε ένα κρύο και μπαγιάτικο φαγητό που θα σαπίζει και θα αφήνει πεινασμένους ένα πλήθος ανθρώπων.
Δεν μπορούμε να ισχυριστούμε τελικά ότι η προσευχή μας δεν θα είναι  κάτι σαν καταστροφική φωτιά για τον άλλον. Ούτε μπορούμε σαν άλλη σέκτα να βάζουμε αιτήματα-διλλήματα  στον Χριστό επιστροφής των «αποστατών» μας, με την τελεσίδικη όμως προϋπόθεση να τους επαναφέρει πίσω κοντά μας, ακόμα και ανάπηρους. Ακόμα και τα ευφρόσυνα ή ευλογημένα δάκρυα μπορούν να μετατραπούν  μοιραία σε κροκοδείλια  για τον αποδέκτη της προσευχής μας. Και εκεί που ευχόμαστε για την μακροημέρευση του, να θλιβόμαστε που σκάει από υγεία.
Το στοίχημα στην  προσευχή της Εκκλησίας είναι η άγνοια της στο τι είναι προσευχή. Πολλές σύγχρονες  χριστιανικές ομάδες αναρωτιούνται γιατί διαρκώς στην Λειτουργική προσευχή της η Εκκλησία  ζητάει  αδιάκοπα το έλεος Του και γιατί τα μέλη της κολλάνε  μόνο σε μια σύντομη μονολόγιστη ευχή στην καθημερινότητα τους. Ποιος ξέρει; Ίσως  γιατί δεν γνωρίζουν κάτι  άλλο να προσευχηθούν. Ίσως  μέσα σε αυτήν την ευλογημένη άγνοια να μπορεί ακόμα να συναντιέται η Εκκλησία με τον Χριστό και είναι τότε που μπορεί και  αφήνει ελεύθερο το Άγιο Πνεύμα να κινείται  στην λειτουργική προσευχή της και στην προσευχή κάθε μέλους της.
Κύριε, δεν γνωρίζουμε πώς να προσευχόμαστε και ίσως αυτό να είναι που μας σώζει από τις σκληρές προσευχές μας και γλυτώνει και Εσένα από τις τραγικές υποδείξεις μας. Αν δεν μπορούμε να  καταλάβουμε  τις σκληρές  προσευχές μας, τότε πως μπορούμε να δηλώνουμε  Σώμα Σου;
Στίχος από το τραγούδι «δεν χωράς πουθενά» του  συγκροτήματος  Τρύπες στον δίσκο τους «εννιά πληρωμένα τραγούδια».
1.  (Άρθουρ Ρεμπώ, «μια εποχή στην κόλαση», σελ. 103, εκδ. Γραβριηλίδης)
2.  (Λουκάς 9: 53-55)
3.  (Β ΄ Βασιλέων 1:10)
4.  (Λουκάς 11:1)

Η ηθική της γλώσσας

undefined
«Μη δη καταισχύνης την γλώτταν ποίησον αξίαν του παρακαλουμένου Θεού».
Λόγια του Ιωάννου του Χρυσοστόμου για τη γλώσσα. Δηλώνουν, από μία διαφορετική σκοπιά από εκείνη του γλωσσολόγου, τη διάσταση της γλώσσας ως αξίας. Μην ντροπιάζεις τη γλώσσα, λέει ο Χρυσόστομος. Κάνε την άξια του Θεού στον οποίον απευθύνεσαι με τη γλώσσα. Τίμησε δηλαδή με τη γλώσσα Αυτόν που σου έδωσε τη δυνατότητα να εκφράζεσαι γλωσσικά, τον Δημιουργό σου. Μία μορφή «ηθικής της γλώσσας». Η γλώσσα είναι μοναδικό χάρισμα του έμφρονος όντος, του ανθρώπου. Δεν μπορείς, λοιπόν, να την απαξιώνεις, να την μειώνεις, με οποιονδήποτε τρόπο και για οποιονδήποτε λόγο.
Τίμησε τη γλώσσα ως αξία: αξία ύπαρξης, αξία ταυτότητας, αξία καταγωγής, αξία εθνική, αξία προσωπική, ως βασικό χαρακτηριστικό της ιδιοπροσωπίας σου ως όντος, δηλαδή ως ανθρώπου, και ως συγκεκριμένου προσώπου. Γιατί υπάρχεις μέσα από τη γλωσσική σου επικοινωνία. Και η επικοινωνία σου πρέπει να έχει ένα ήθος, που να μη μειώνει εσένα ως πρόσωπο και τον Θεό τον ίδιο που σου χάρισε αυτή τη δυνατότητα, για να μπορείς σε συνδυασμό με τη διανοητική σου ικανότητα να τιμάς και τον εαυτό σου και Εκείνον πού σου την δώρισε.
Η γλώσσα στη χρήση της και ως μέσο επικοινωνίας με τον Θεό -μέσω κυρίως της προσευχής, αλλά και της λατρείας στην Εκκλησία- αξίζει μία ιδιαίτερη τιμή ως ελάχιστη ανταπόδοση και αναγνώριση στη μεγάλη δωρεά προς τον άνθρωπο, τη δωρεά της γλώσσας.
Υπάρχει όμως και μία άλλη πλευρά της ηθικής της γλώσσας: η εντιμότητα της επικοινωνίας. Η γλώσσα δηλαδή είναι εξ ορισμού «συνάντηση ανθρώπου με άνθρωπο». Για να επικοινωνήσεις, κοινωνείς μηνύματα, που πρόθεσή σου είναι να αποκαλύψουν κάποιες σκέψεις σου ή να κατανοήσεις τις σκέψεις (διαπιστώσεις, ερωτήματα, απαντήσεις, αιτήματα κ.λπ.) των άλλων. Αυτό γεννά και ορισμένες επικοινωνιακές υποχρεώσεις: ειλικρίνειας, σαφήνειας, ευπρέπειας, καλοπροαίρετης ερμηνείας. Αν, αντιθέτως, αντί να αποκαλύπτεις συγκαλύπτεις τις σκέψεις και τις προθέσεις σου, τότε παραβιάζεται η ηθική της επικοινωνίας και τραυματίζεται το ήθος της γλώσσας, αλλά και η αξιοπρέπεια και η αξιοπιστία του ομιλητή. Τότε η επικοινωνία είναι οριστικά ματαιωμένη και η συνάντηση αναπότρεπτα προδομένη.
πηγή: Γεωργίου Μπαμπινιώτη, Καθηγ. Παν/μίου Αθηνών, «Διαλογισμοί για τη γλώσσα και τη γλώσσα μας», σ. 82-84, εκδ. Καστανιώτη

Ό,τι ισχύει για τον πολιτικό, ισχύει και για τον πολίτη, τον κάθε άνθρωπο…!

Προσωπικό ήθος και πολιτική ευθύνη
Η πολιτική χαρακτηρίζεται γενικά ως τέχνη του δυνατού. Το δυνατό δεν είναι παντού και πάντοτε το ίδιο, αλλά βρίσκεται με προσπάθειες και συμβιβασμούς. Για να προχωρήσει ο πολιτικός στο έργο του και ν’ αποφύγει αντιδράσεις από διάφορες κατευθύνσεις, που θα μπορούσαν να το ματαιώσουν ή να δημιουργήσουν ευρύτερες κοινωνικές ζημίες ή αναταραχές, καταφεύγει σε συμβιβασμούς. Συμπεριφέρεται με τρόπους που δεν εκφράζουν ίσως το φρόνημά του, οδηγούν όμως σε λύσεις που δεν απομακρύνονται πολύ από αυτό. Έτσι η προβληματική της πολιτικής οδηγεί στη διαφοροποίηση της πολιτικής πράξεως και συμπεριφοράς από το προσωπικό φρόνημα.
Ό,τι ισχύει για τον πολιτικό, ισχύει ως ένα βαθμό και για τον πολίτη, τον κάθε άνθρωπο. Ο άνθρωπος ως «πολιτικόν ον» έχει κάποια πολιτική ευθύνη. Αυτή δημιουργεί αντίστοιχες υποχρεώσεις. Και η εκπλήρωση των υποχρεώσεων υπαγορεύει την εφαρμογή κάποιας τακτικής. Η εφαρμογή αυτής της τακτικής διαμορφώνει την προσωπική πολιτική του καθενός.
Κατά τη διαμόρφωση της προσωπικής του πολιτικής ο άνθρωπος βρίσκεται στην ανάγκη να συμπεριφερθεί και με τρόπους που δεν εκφράζουν απόλυτα το φρόνημά του. Όσο η διαφοροποίηση της συμπεριφοράς αυτής από το προσωπικό φρόνημα περιορίζεται στα όρια της τακτικής και δεν προδίδει το φρόνημα, η κατάσταση είναι κατανοητή. Ο συμβιβασμός προς τα πράγματα παρουσιάζεται ως λύση ανάγκης, για ν’ αποφευχθεί το χειρότερο. Όταν όμως η διαφοροποίηση προχωρεί περισσότερο, αλλοτριώνεται η συνείδηση του ανθρώπου και τον οδηγεί αντίστοιχα σε μια ηθικά απαράδεκτη συμπεριφορά.
Στην κοινωνιολογία γίνεται λόγος για ηθική του φρονήματος και ηθική της ευθύνης (Μ. Weber, Κ. Μannheim). Ένα ανεξάρτητο πρόσωπο μπορεί να εφαρμόζει την ηθική του φρονήματος. Ένας υπεύθυνος όμως φορέας, όπως είναι ο πολιτικός, είναι υποχρεωμένος ν’ ακολουθεί την ηθική της ευθύνης.
Η διάκριση αυτή σε φαινομενολογικό επίπεδο είναι απόλυτα κατανοητή. Μια ουσιαστική όμως διάκριση ανάμεσα στην ηθική του φρονήματος και την ηθική της ευθύνης δεν μπορεί να γίνει ηθικά αποδεκτή. Και πραγματικά μια τέτοια διάκριση θα σήμαινε ότι το ανεξάρτητο πρόσωπο είναι πολιτικά ανεύθυνο και το υπεύθυνο πολιτικό πρόσωπο δεν έχει προσωπικό φρόνημα. Καμιά όμως από τις δύο αυτές θέσεις δεν μπορεί να δικαιωθεί. Ούτε ένα πολιτικά ανεύθυνο πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει υγιές φρόνημα, ούτε ένα πολιτικά υπεύθυνο πρόσωπο μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν έχει υγιές φρόνημα. Και μόνο η συνείδηση της ευθύνης του πολιτικού προσώπου εκφράζει ηθικό φρόνημα. Αν είναι λοιπόν χρήσιμη ή και απαραίτητη η παρεμβολή νέων μεταβλητών στην πολιτική ζωή, οι μεταβλητές αυτές δεν πρέπει να διχάζουν το ανθρώπινο ήθος, αλλά να περιορίζονται στο επίπεδο της έκφρασής του. Δεν πρέπει να προσδιορίζουν την ηθική αλλά την τακτική.
Η ηθική της ευθύνης μπορεί να διακριθεί από την ηθική του φρονήματος με την τακτική που ακολουθεί. Όταν όμως αποξενωθεί εντελώς από το προσωπικό φρόνημα, παύει να είναι και ηθική. Όπως και από την άλλη πλευρά, η ηθική του φρονήματος μπορεί να διακριθεί από την ηθική της ευθύνης με τον αυθορμητισμό και την ειλικρίνεια. Όταν όμως αποξενωθεί εντελώς από την πολιτική ευθύνη, παύει και αυτή να είναι ηθική.
Αλλά εδώ υπάρχει κάποιο πρόβλημα. Η πολιτική δεν μπορεί να νοηματοδοτήσει την ανθρώπινη ζωή. Βασικές ανθρώπινες αναζητήσεις ξεπερνούν το χώρο της πολιτικής και επεκτείνονται στις περιοχές του μύθου, της ουτοπίας, της θρησκείας. Υποτάσσοντας τον άνθρωπο στην πολιτική καταλήγουμε είτε στην απολυτοποίηση της πολιτικής είτε στη μηχανοποίηση του ανθρώπου. Η πρώτη μορφή εκτροπής κυριάρχησε στον προχριστιανικό κόσμο, ενώ η δεύτερη παρουσιάζεται στην εποχή μας.
Η απολυτοποίηση της πολιτικής βρήκε την πληρέστερη έκφρασή της με τη θεοποίηση του αυτοκράτορα της Ρώμης και την ανύψωση της πολιτικής ιδεολογίας σε θρησκευτική ψευτοθεολογία. Εδώ ακριβώς δόθηκε και ο αποφασιστικός αγώνας του Χριστιανισμού κατά την πρώτη περίοδο της ιστορίας του. Ο Χριστιανισμός αντιτάχθηκε στη θεοποίηση του Καίσαρα και πολέμησε με τη διδασκαλία του την πολιτική ψευτοθεολογία. Υπογράμμισε τη σχετικότητα των πολιτικών θεσμών και πρόβαλε το πρωτείο του ανθρώπινου προσώπου. Τοποθέτησε την πολιτική εξουσία στις φυσικές της διαστάσεις και αρνήθηκε τον ψευτοθεολογικό χαρακτήρα της. Η περίφημη φράση του Χριστού, «απόδοτε ουν τα Καίσαρος Καίσαρι και τα του Θεού τω Θεώ», διαστέλλει καθαρά το Θεό από τον Καίσαρα. Αναιρεί τη θεοποίηση του πολιτικού ηγέτη και περιορίζει την εξουσία του στο επίπεδο της εγκοσμιότητας.
Το Ευαγγέλιο δεν είναι καμιά πολιτική ιδεολογία, αλλά ο λόγος του Θεού που νοηματοδοτεί τη ζωή του ανθρώπου. Γι’ αυτό δεν έρχεται σε αντίθεση με οποιαδήποτε πολιτική ιδεολογία. Όταν όμως η πολιτική ιδεολογία παίρνει και το ρόλο της θεολογίας, διεκδικώντας απόλυτη εξουσία στον άνθρωπο και θέλοντας να προσδιορίσει και το προσωπικό του πιστεύω, κρίνεται και επικρίνεται ασυμβίβαστα. Το Ευαγγέλιο δεν κάνει πολιτική. Τοποθετεί όμως την πολιτική στα όριά της και μπορεί να την εμπνέει. Η χριστιανική αγάπη έχει ως ύψιστη αξία το πρόσωπο και απευθύνεται σ’ αυτό. Η ηθική της αγάπης δεν μπορεί να μετατραπεί σε ηθική της δικαιοσύνης. Μια τέτοια μετατροπή θα σήμαινε παλινδρόμηση από την Καινή στην Παλαιά Διαθήκη, από τη Χάρη στο Νόμο. Γι’ αυτό στο θεσμικό επίπεδο, που διέπεται από την αρχή της δικαιοσύνης, προσφορότερη παρουσιάζεται η Παλαιά Δια¬θήκη, ενώ η Καινή Διαθήκη φαίνεται δυσλειτουργική. Πώς να μετατραπεί η αγάπη σε νόμο της πολιτικής ή και της κοινωνικής ακόμα ζωής;
Η βίωση όμως της αγάπης στο επίπεδο της προσωπικής ζωής και των διαπροσωπικών σχέσεων είναι φυσικό να εκφράζεται και δευτερογενώς στο επίπεδο των απρόσωπων θεσμών. Η επιείκεια, η ανοχή, η χάρη, η κοινωνική φιλανθρωπία και η κοινωνική πρόνοια αποτελούν φανερώσεις του πνεύματος της αγάπης, που συμπληρώνουν το πνεύμα της δικαιοσύνης. Είναι οι φανερώσεις της αλήθειας του προσώπου, που δηλώνουν το προβάδισμά του απέναντι στους θεσμούς. Γι’ αυτό πάντοτε μαζί και πάνω από τους θεσμούς της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής χρειάζεται το ανθρώπινο πρόσωπο και το προσωπικό ήθος.
Κατά τη χριστιανική διδασκαλία μέτρο της ζωής του ανθρώπου δεν είναι ο άνθρωπος, αλλά ο Θεός. Όταν δεν ισχύει αυτό, η καταπίεση του ανθρώπου από τον άνθρωπο δεν αποτελεί ηθική εκτροπή, αλλά ηθική συνέπεια. Το Ευαγγέλιο αρνείται την ειδωλοποίηση οποιασδήποτε αξίας και τοποθετεί τον καθένα προσωπικά υπεύθυνο μπροστά στο Θεό.
Ο άνθρωπος δεν αποτελεί μέσο για την εξυπηρέτηση οποιουδήποτε σκοπού. Αντίθετα όλα τα πράγματα πρέπει να εξυπηρετούν τον άνθρωπο: «Το σάββατον διά τον άνθρωπον εγένετο, ουχ ο άνθρωπος διά το σάββατον».
Ο άνθρωπος δεν είναι δούλος του κόσμου, ή των αρχόντων του κόσμου αλλά πρόσωπο με μοναδική και ανεπανάληπτη αξία. Η αναγνώριση κυριότητας ανθρώπου σε άνθρωπο είναι χριστιανικά απαράδεκτη. Ούτε ο Θεός επιβάλλει την κυριότητά του στον άνθρωπο. Δεν υπάρχει ο άνθρωπος για την εξουσία, αλλά η εξουσία για τον άνθρωπο. άνθρωπο. Δε δικαιούνται οι άρχοντες να ρυθμίζουν τη ζωή των πολιτών ως απόλυτοι κύριοι. Η εξουσία τους είναι συμβατική. Και η συμβατικότητα αυτή υπαγορεύεται από την απόλυτη αξία του ανθρώπινου προσώπου και από τη διαχρονική συλλογική συνείδηση του λαού στον οποίο αύτη ασκείται. Έτσι δεν έχουν το δικαίωμα οι πολιτικοί άρχοντες να επεμβαίνουν στην ιδιωτική ζωή των πολιτών. Η ιδιωτική ζωή ανήκει στη δικαιοδοσία του προσώπου. Αυτό Ισχύει, και όταν κάποιος βλάπτει τον εαυτό του. Αν όμως η βλάβη επεκτείνεται και σε άλλους, απαιτείται παρέμβαση της εξουσίας, γιατί πραγματοποιείται αδικία.
Εξάλλου οι πολιτικοί άρχοντες δεν έχουν το δικαίωμα να προσβάλουν τη διαχρονική συνείδηση του λαού που κυβερνούν. Η διαχρονική συνείδηση εκφράζεται με την παράδοσή του. Δεν μπορεί να υπαχθεί στην αυθαιρεσία της εξουσίας. Αντίθετα η ίδια η εξουσία οφείλει να καθοδηγείται από αυτήν, γιατί έτσι μόνο μπορεί να υπηρετεί το λαό και να εκπληρώνει την πραγματική αποστολή της. Αντίστοιχα και τα πρόσωπα που ασκούν την εξουσία στην ιστορία ενός λαού οφείλουν να σέβονται την παράδοσή του και να μη συντελούν στη διάβρωσή της. Ο σεβασμός προς την παράδοση ενός λαού είναι σεβασμός προς τον ίδιο το λαό. Και η προσπάθεια διαβρώσεως ή αλλοιώσεώς της, που γίνεται με πολιτικές μεθοδεύσεις ή και με το προσωπικό παράδειγμα αυτών που ασκούν την εξουσία, είναι προσπάθεια διαβρώσεως ή αλλοιώσεως του ίδιου του λαού. Οι εξελίξεις στην πορεία της παραδόσεως πραγματοποιούνται οργανικά. Και οι αποφασιστικές αλλαγές γίνονται με κοινωνικές επαναστάσεις, που είναι πνευματικά και όχι απλά πολιτικά γεγονότα.
Η διαχρονική συνείδηση του ελληνικού λαού καλλιεργήθηκε και διαμορφώθηκε μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Γι’ αυτό και η σπουδαιότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας για τη διατήρηση της ταυτότητάς του είναι πρωταρχική. Αλλά και η λέξη Εκκλησία προκαλεί σήμερα σε πολλούς έντονη αντίδραση ή ακόμα και αλλεργία. Και αυτό δεν είναι αδικαιολόγητο, αν ληφθεί υπόψη η εικόνα που παρουσιάζει συχνά η διοίκηση και η εκπροσώπησή της. Εκκλησία όμως δεν είναι το οποιοδήποτε εκκλησιαστικό κατεστημένο ή οι εκπρόσωποί του. Εκκλησία είναι ολόκληρος ο λαός του Θεού. Και αληθινοί εκπρόσωποί της είναι οι μάρτυρες και οι άγιοι. Αυτοί εκφράζουν το πνεύμα της, γιατί αυτοί ζουν την αλήθειά της. Γι’ αυτό και το ήθος της Εκκλησίας είναι το ήθος των μαρτύρων και των αγίων της. Είναι το ήθος της ελευθερίας και της ανιδιοτέλειας, που διέπει και σφραγίζει τη ζωή τους.
Τα δύο αυτά στοιχεία, η ελευθερία και η ανιδιοτέλεια, χαρακτηρίζουν το ορθόδοξο χριστιανικό ήθος. Αν εξετάσουμε την ιστορία του λαού μας, θα δούμε ότι οι αυθεντικότερες εκδηλώσεις του συνδέονται με τις δύο αυτές βασικές αρετές, όπως επίσης και οι αυθεντικότεροι εκπρόσωποί του διακρίνονται γι’ αυτές. Αλλά και από την άλλη πλευρά οι μεγάλες περιπέτειες και καταστροφές του συνδέονται με την εγκατάλειψη των αρετών αυτών και την επικράτηση του πνεύματος της υποτέλειας, της διχόνοιας και της ιδιοτέλειας.
Το ήθος της ελευθερίας και της ανιδιοτέλειας έχει κεφαλαιώδη σπουδαιότητα για την κοινωνική και την πολιτική ζωή. Ιδιαίτερα σήμερα που ο γιγαντισμός των κοινωνικών και των πολιτικών δομών απειλεί να συντρίψει την προσωπική και την κοινωνική μας ελευθερία, σήμερα που η κυριαρχία των απρόσωπων οργανισμών και συνασπισμών, που μεταμορφωμένοι σε ασύλληπτες δυνάμεις και υπερδυνάμεις θυσιάζουν στα στυγνά τους συμφέροντα τα δικαιώματα ή και την ίδια τη ζωή των ατόμων και των λαών, το ήθος της ελευθερίας και της ανιδιοτέλειας γίνεται ιδιαίτερα πολύτιμο. Κι επειδή η πολιτική δίνει πάντοτε τη σφραγίδα της στην κοινωνική ζωή, και οι πολιτικοί ηγέτες έχουν τις ουσιαστικότερες και αποφασιστικότερες δυνατότητες να καλλιεργήσουν ή και να διαστρέψουν το ήθος αυτό, η ηθική τους ταυτότητα έχει προσδιοριστικό χαρακτήρα.
Η Ορθοδοξία με το ήθος της ελευθερίας και της ανιδιοτέλειας αποτελεί το γνησιότερο εμπνευστή για την κοινωνική και την πολιτική μας ζωή. Η παρουσία της βοηθάει στη διατήρηση του κράτους στο επίπεδο και στα πλαίσια της αρμοδιότητάς του. Αυτό όμως προϋποθέτει τη ζωντάνια της Εκκλησίας και την ελευθερία της απέναντι στο κράτος. Όταν η Εκκλησία μεταβάλλεται σε όργανο του κράτους, δεν παραμορφώνει μόνο τον εαυτό της, αλλά και το ίδιο το κράτος. Για να βοηθήσει το κράτος, πρέπει να είναι ελεύθερη. Η ελεύθερη Εκκλησία βοηθάει το κράτος να παραμένει στα όριά του.
Το προσωπικό ήθος είναι απαραίτητο για την ανάληψη πολιτικής ευθύνης. Η πολιτική ευθύνη απαιτεί συμβιβασμούς, που προκαλούν το ήθος και δημιουργούν διλήμματα στην ηθική συνείδηση. Η συναίσθηση και η αντιμετώπιση των διλημμάτων αυτών βεβαιώνουν την ύπαρξη του προσωπικού ήθους. Αντίθετα η αδιαφορία και η συμβατική αντιμετώπισή τους φανερώνουν πολιτικό αμοραλισμό. Η πολιτική υπάρχει για τον άνθρωπο και όχι ο άνθρωπος για την πολιτική. Το αξίωμα αυτό δεν μπορεί να ισχύει μόνο στις σχέσεις των πολιτικών με τους πολίτες, αλλά και στις σχέσεις των πολιτικών με τον εαυτό τους. Πριν από τους οποιουσδήποτε συμβιβασμούς και τις οποιεσδήποτε μεθοδεύσεις πρέπει να υπάρχει το ήθος του προσώπου. Όπως και πέρα από τους οποιουσδήποτε απρόσωπους κοινωνικούς, οικονομικούς και πολιτικούς θεσμούς, που απασχολούν τους πολιτικούς, πρέπει να διακρίνεται το ανθρώπινο πρόσωπο, στο οποίο και τελικά αναφέρονται.
Πηγή: Γεωργίου Ι. Μαντζαρίδη, Ομοτ. Καθηγητού Παν/μίου, «Ορθόδοξη Θεολογία και κοινωνική ζωή», σ.89-96. Εκδ. Π. Πουρναρά – Θεσ/νίκη

Ο έρωτας των χρημάτων, ο έρωτας της δόξας, και ο έρωτας της σάρκας κυριαρχούν…


Ηθικά Κεφάλαια  (Η ανατροφή των παιδιών κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο)
(απόσπασμα)
Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση,
Ομοτίμου Καθηγητού Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ
Η ανατροφή των παιδιών τότε και τώρα
Οι τρεις έρωτες
Για να πεισθούμε όμως για την επικαιρότητα των παιδαγωγικών ιδεών του χρυσοστομικού αυτού έργου είναι ανάγκη να δούμε για λίγο την πνευματική ατμόσφαιρα της τότε εποχής, την πνευματική ατμόσφαιρα της Αντιοχείας την οποίαν έχει υπ’ όψει του ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος. Να δούμε δηλαδή με ποια μορφωτικά ιδανικά εφοδίαζε τότε τους νέους της η Αντιόχεια. Αν ο εφοδιασμός αυτός είναι παρόμοιος προς αυτόν που εμείς σήμερα δίνουμε στους νέους μας, τότε η κριτική που κάνει ο ιερός πατήρ είναι κριτική και για τη δική μας εποχή, και για το δικό μας παιδαγωγικό έργο και ως διδασκάλων και ως γονέων.
Η αδιαφορία για την πνευματική συγκρότηση των νέων, για την ηθική τους ολοκλήρωση, ήταν το πρώτο γνώρισμα της στάσεως των γονέων. Τα σχέδιά τους για το μέλλον των παιδιών αποκλειστικά και μόνον περιορίζονταν στο να επιτύχουν επαγγελματικά στη ζωή, στο να ευημερήσουν. Πρακτικοί, υλόφρονες και ατομικιστικοί είναι οι στόχοι. Στα πλαίσια αυτών των στόχων οι γονείς φρόντιζαν να εξασφαλίσουν όλες τις υλικές ανέσεις για τα παιδιά τους, δεν λογάριαζαν δε έξοδα και κόπους και θυσίες για να βρουν τα κατάλληλα σχολεία, τους καλυτέρους διδασκάλους, ώστε να αποκτήσουν τα παιδιά τα εφόδια εκείνα που θα τα βοηθούσαν στην κοσμική ζωή και καριέρα τους. Η μανία για την απόκτηση και απόλαυση υλικών αγαθών ήταν το ισχυρότερο κίνητρο της φροντίδος για τα παιδιά. Αντιμετωπίζονταν οι νέοι μονομερώς σαν να ήσαν σωματικά μόνον όντα, σαν να μην είχαν ψυχή που ήθελε και αυτή τη φροντίδα της. Μέσα σε αυτήν την ατμόσφαιρα λοιπόν της μανίας για πλούτη και για κοσμική δόξα ανέπνεαν και μεγάλωναν τα παιδιά.
Όταν, λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ακούσει κανείς τους γονείς να συμβουλεύουν τα παιδιά να μάθουν γράμματα, η επιχειρηματολογία τους είναι η εξής: Ο τάδε, ενώ καταγόταν από πτωχή και άσημη οικογένεια, με τα γράμματα που έμαθε κατάφερε να γίνει μέγας και τρανός, να πάρει σπουδαίες θέσεις, να γίνει πλούσιος, να νυμφευθεί με πλούσια γυναίκα, να κτίσει ωραίο σπίτι. Άλλος πάλι με τις γλώσσες που έμαθε πήρε σπουδαία θέση στα ανάκτορα και ρυθμίζει αυτός όλες τις υποθέσεις. Οι περισσότεροι προβάλλουν σαν παραδείγματα τους επιτυχημένους στη ζωή, «τους επί γης ευδοκίμους». Στις εύπλαστες έτσι και δεκτικές ψυχές των νέων οι ίδιοι οι γονείς εισάγουν δυο μεγάλα κακά, δυο τυραννικούς έρωτες, τον έρωτα των χρημάτων, του πλούτου, και τον έρωτα της κοσμικής δόξας, της κοινωνικής ανόδου, θα λέγαμε σήμερα. Διαστρέφονται έτσι οι νέοι και γίνονται υλόφρονες και ματαιόδοξοι. Η διαστροφή των νέων σε αυτά οφείλεται αποκλειστικά, παρατηρεί ο μέγας παιδαγωγός, στη μανία για τα βιωτικά αγαθά· «Ουδαμόθεν την διαστροφήν γίνεσθαι των παίδων, αλλά εκ της περί τα βιωτικά μανίας».
Όλοι οι γονείς φρόντιζαν, λέγει, να εξασφαλίσουν πλούτη, και ενδυμασία, και υπηρέτες, και οικόπεδα. Το μόνο για το οποίο δεν φρόντιζαν ήταν η ψυχική καλλιέργεια, το να γίνει ο νέος ενάρετος και ευσεβής. Αντιθέτως μάλιστα τις αρετές τις θεωρούσαν ελαττώματα και αδυναμίες. Επικρατούσε μία πλήρης αντιστροφή των αξιών. Οι κακίες πήραν τα ονόματα των αρετών και οι αρετές τα ονόματα των κακιών. Ο έρωτας της δόξης ονομαζόταν μεγαλοψυχία, του πλουτισμού ελευθερία, η αυθάδεια ονομαζόταν παρρησία, η αδικία ανδρεία. Αντίθετα η σωφροσύνη εθεωρείτο χωριατιά, η επιείκεια δειλία, η δικαιοσύνη ανανδρία, η ανεξικακία ασθένεια και η ταπείνωση δουλοπρέπεια.
Μέσα σε αυτήν την πνευματική σύγχυση τίποτε το σαφές και σταθερό δεν υπήρχε. Ούτε δικαστήρια, ούτε νόμοι, ούτε σχολεία μπορούσαν να βοηθήσουν. Τους δικαστές τους διέφθειραν οι πλούσιοι με τα χρήματα, οι δε διδάσκαλοι ενδιαφέρονταν μόνο για την αμοιβή τους· «Ουδέν όφελος δικαστηρίων, ουδέ νόμων, ουδέ παιδαγωγών, ου πατέρων, ουκ ακολούθων, ου διδασκάλων· τους μεν γαρ ίσχυσαν διαφθείραι χρήμασιν, οι δε όπως αυτοίς μισθός γένοιτο ορώσι». Όσοι ανησυχούσαν για αυτήν την κατάσταση ή παρεπλανώντο με καθησυχαστικά κηρύγματα ή δεν μιλούσαν, επειδή εφοβούντο την δύναμη των ακολάστων.
Η ηθική ασυδοσία και οι κοινωνικές αναταραχές οφείλονται κατά τον άγιο Χρυσόστομο στην εσφαλμένη φροντίδα για τα παιδιά, στην παραμέληση της ψυχικής τους καλλιέργειας· «Τούτό εστι, ο την οικουμένην ανατρέπει πάσαν, ότι των οικείων αμελούμεν παίδων, και των μεν κτημάτων αυτών επιμελούμεθα, της δε ψυχής αυτών καταφρονούμεν». Δεν διστάζει για αυτό να ονομάσει εγκληματική αυτή την αδιαφορία των γονέων για την καλλιέργεια της αρετής και της ψυχής των παιδιών· είναι παιδοκτόνοι, φονείς των παιδιών τους, όσοι τα εφοδιάζουν με τυραννικά πάθη, με κακίες που σκοτώνουν και τυραννούν καθημερινώς την ψυχή τους.
Η κοινωνία δεν πάσχει από έλλειψη επιτηδείων επιχειρηματιών, απέ έλλειψη εγγραμμάτων και σπουδασμένων, πάσχει από έλλειψη εναρέτων ανθρώπων. Πάσχει, γιατί έχει κατακλυσθή από τους επιτηδείους, οι οποίοι προκειμένου να αυξήσουν τα πλούτη και να σιγουρέψουν την καλοπέρασή τους, είναι αδίστακτοι. Πάσχει, γιατί οι αρχομανείς στην προσπάθειά τους να ανέλθουν αναστατώνουν το παν. Πάσχει, γιατί η απόκτηση πολυτελών οικιών και ανέσεων έχει γίνει ο μοναδικός στόχος. Εις αυτά οφείλεται η κοινωνική κακοδαιμονία, αυτοί καταστρέφουν την αρμονική κοινωνική συμβίωση και όχι όσοι ζουν με αρετή και αγιότητα· «Τούτο γάρ εστι, τούτο υπερ πάντα απολώλεκεν, ότι πράγμα ούτως αναγκαίον, και την ημετέραν συνέχον ζωήν,περιττόν είναι και πάρεργον δοκεί». Και το αναγκαίο και συνεκτικό αυτό της κοινωνίας πράγμα είναι η αρετή, η ψυχική καλλιέργεια.
Κοντά σε αυτά τα δυο πάθη και ένα άλλο εξ ίσου τυραννικό και επικίνδυνο, ή μάλλον περισσότερο επικίνδυνο για την ευφλεκτη νεότητα, κυριαρχούσε στο κλίμα της αγωγής των νέων. Ο πανσεξουαλισμός, όπως θα λέγαμε σήμερα, η διέγερση δηλαδή και η ικανοποίηση της σαρκικής επιθυμίας, ο έρωτας της σάρκας. Διστάζει ο ιερός πατήρ να αναφερθεί στο θέμα αυτό, σε αυτόν τον τόσο ιερό χώρο των ανθρωπίνων σχέσεων, που είχε καταντήσει ο πιο βρωμερός χώρος, τόσο βρωμερός, ώστε να είναι της μόδας και να μη προκαλούν αντίδραση ακόμη και οι σαρκικές σχέσεις μεταξύ προσώπων του ιδίου φύλου. Ξεπερνάει όμως τους δισταγμούς και την εντροπή του, για να ελέγξει και να καυτηριάσει την αδιαφορία όλων των υπευθύνων φορέων της αγωγής, μπροστά σε αυτή την ανατροπή όχι μόνον των ηθικών αλλά και των φυσικών νόμων. Απορεί δε και ο ίδιος, μαζί με την έκφραση της απορίας πολλών άλλων, πως ο Θεός μακροθυμεί τόσο πολύ και ανέχεται αυτήν την αποκτήνωση του ανθρώπου, και δεν στέλνει φωτιά για να κάψει την πόλη της Αντιοχείας, όπως άλλοτε τα Σόδομα και τα Γόμορα.
Μεγάλη ευθύνη για τον ηθικό εκτραχηλισμό αποδίδει στο θέατρο, το θεματολόγιο του οποίου κυρίως εκαλύπτετο από υποθέσεις πορνειών και μοιχειών, από υποθέσεις πορνό· «Και γαρ και μοιχείαι και γάμων εκεί κλοπαί και γυναίκες εκεί πορνευόμεναι, άνδρες ηταιρηκότες, νέοι μαλακιζόμενοι, πάντα παρανομίας μεστά, πάντα τερατωδίας, πάντα αισχύνης», παρατηρεί επί λέξει.
Οι τρεις λοιπόν έρωτες, των χρημάτων, της δόξας, και της σάρκας κυριαρχούσαν στον πνευματικό χώρο της εποχής του Χρυσοστόμου και καθόριζαν και τις αρχές προς τις οποίες ήταν προσανατολισμένη η αγωγή των νέων.
Πρωτοπρεσβυτέρου Θεοδώρου Ζήση,
Ομοτίμου Καθηγητού Θεολογικής Σχολής ΑΠΘ

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...