Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Ιουνίου 08, 2011

O γέρων Παΐσιος ο Αγιορείτης ψέλνει


O γέρων Παΐσιος ο Αγιορείτης ψέλνει‏
O γέρων Παΐσιος ο Αγιορείτης ψέλνει‏

Η μεταβλητότητα της εσωτερικής μας καταστάσεως

undefined
Η μεταβλητότητα. Έργο του Giotto di Bondone.
Παραπονιέστε για τη μεταβλητότητα της εσωτερικής σας καταστάσεως -άλλοτε είναι καλή και άλλοτε κακή. Δεν γίνεται αλλιώς.
«Έχω δοκιμάσει και δοκιμάζω δυσάρεστες ψυχικές καταστάσεις με διάφορες μορφές». Δεν έχουμε παρά να τις υπομένουμε με ταπείνωση και γενναιοψυχία, χωρίς να χαλαρώνουμε τον πνευματικό μας αγώνα, χωρίς να παραμελούμε την εκπλήρωση των θείων εντολών -αυτό ακριβώς που κάνετε.
Έρχεται μια καλή πνευματική κατάσταση. Φεύγει. Έρχεται μια κακή. Φεύγει κι αυτή. Η εναλλαγή τους είναι συνεχής και αναπότρεπτη. Το μόνο που μπορείτε και πρέπει να κάνετε, είναι να επιθυμείτε και να επιδιώκετε πάντα το καλό.
Αν δεν αντιμετωπίζαμε ποτέ καμιά δυσκολία, τότε θα είχαμε πέσει σε πνευματική νάρκη.
Ψυχικές μεταπτώσεις
Οι ψυχικές μεταπτώσεις συμβαίνουν σε όλους. Δεν έχετε, λοιπόν, παρά να τις υπομένετε ήρεμα, αφήνοντας τον εαυτό σας στα χέρια του Θεού. Μη νοιάζεστε για τίποτ’ άλλο, παρά μόνο για τούτο: Να είστε πάντα μαζί με τον Κύριο. Ό,τι κι αν σας συμβαίνει, σ’ Αυτόν να καταφεύγετε, σ’ Αυτόν ν’ αποκαλύπτετε την ψυχή σας, σ’ Αυτόν ν’ ακουμπάτε τα βάρη σας, σ’ Αυτόν να λέτε τον πόνο σας… Και να προσεύχεστε, παρακαλώντας Τον να σας απαλλάξει από πειρασμούς και θλίψεις, αν είναι θέλημα Του..
Η ψυχική ευφορία και ευδιαθεσία, η αναψυχή και η παρηγοριά δεν είναι πάντα γνωρίσματα καλής πνευματικής καταστάσεως, η οποία έχει τρία άλλα βασικά χαρακτηριστικά: α) ζήλο για την ευαρέστηση του Θεού, β) φρόνημα ταπεινό και καρδιά συντριμμένη, γ) παράδοση στο θείο θέλημα. Υπάρχουν αυτά μέσα σας; Αν ναι, είστε σε καλό δρόμο.
Οι πνευματικές παρηγοριές στην κατά Θεόν ζωή
Λυπηθήκατε, επειδή χάσατε πολύ γρήγορα τήν παρήγορη εκείνη εσωτερική κατάσταση, στην οποία βρισκόσασταν μετά τη θεία Μετάληψη. Αλλά πρέπει να ξέρετε, πως μια πνευματική παρηγοριά, μια «παράκληση», μ’ όποια μορφή κι αν μας επισκέπτεται -ως απέραντη ψυχική ειρήνη, ως απερίγραπτη χαρά, ως ιερός ενθουσιασμός, ως γλυκεία κατάνυξη ή ως οτιδήποτε άλλο-, δεν είναι το κύριο ζητούμενο στην κατά Θεόν ζωή. Η πρωταρχική επιδίωξη και το βασικό μέλημά μας είναι όχι οι παρηγοριές, αλλά η αποφασιστική και δυναμική διατήρηση του εαυτού μας, εσωτερικά και εξωτερικά, σε κατάσταση καλή, ευάρεστη στον Κύριο. Η όποια παρηγοριά δίνεται από το Θεό σαν «δόλωμα», πρόκληση και προτροπή.
«Να τί θ’ απολαύσεις! Αγωνίσου, λοιπόν!». Επομένως, όταν τη στερούμαστε, δεν πρέπει ν’ απελπιζόμαστε, αλλά με μεγαλύτερο ζήλο, με σταθερότητα και επιμονή ν’ αγωνιζόμαστε «τον καλόν αγώνα της πίστεως» (Α’ Τιμ. 6:12).
Οι πνευματικές ηδονές δεν είναι πάντα ωφέλιμες
Σας αρέσει να βυθίζεστε μέσα στις πνευματικές ηδονές, να νιώθετε πάντα ικανοποίηση και ευφροσύνη από την προσευχή και την κοινωνία σας με τον Κύριο. Αυτό, όμως, είναι και αδύνατο και ανώφελο. Αδύνατο, γιατί κάθε μορφή πνευματικής αναψυχής δεν είναι καρπός δίκης μας προσπάθειας, αλλά δώρο του ελέους του Θεού, δώρο που προσφέρεται σ’ οποίον, όποτε και για όσο Εκείνος θέλει. Αδύνατο είναι, επίσης, γιατί, όσο ζουν και ενεργούν μέσα μας τα πάθη, καμιά πνευματική ηδονή δεν μπορεί να παραμείνει σταθερή στην ψυχή.
Άλλωστε, η άκαιρη και άλογη επιδίωξη τέτοιων ηδονών είναι, όπως είπα, και ανώφελη, γιατί οδηγεί σε ψυχική παραλυσία και μαλθακότητα. Εμείς οφείλουμε μόνο ν’ αγωνιζόμαστε με τρόπο ευάρεστο στον Κύριο, με ζήλο και ανδρεία, με νήψη και αυτοέλεγχο, με ταπείνωση και συντριβή. Για το Θεό πρέπει να κυριαρχούν στη καρδιά μας δύο αισθήματα: αγάπη και φόβος… Οι άγγελοι στέκονται μπροστά Του με φόβο και τρόμο… Ζήστε, επαναλαμβάνω, με νήψη, με πνευματική επαγρύπνηση, με φρόνημα ταπεινό…
πηγή: Αγ. Θεοφάνους του Εγκλείστου, «Ο δρόμος της ζωής» -επιλογές-, Ι.Μ.Παρακλήτου

Όσιος Δανιήλ εν τη Σκήτη

undefined
Δύο όσιοι είναι γνωστοί με τό όνομα αυτό. Ο πρώτος ήταν μαθητής του αγίου Αρσενίου του Μεγάλου [8 Μαΐου] και έγινε ο ίδιος διδάσκαλος για πολλούς μοναχούς. Όταν οί Μαζικές επιτέθηκαν στην Σκήτη το 407, οί αδελφοί τον κάλεσαν να φύγει μαζί τους. Καί λέγει ο άββάς Δανιήλ: «Εάν δεν φροντίζει για μένα ο Θεός, γιατί να ζώ;» Καί πέρασε ανάμεσα στους βαρβάρους καί δεν τον είδαν. Λέγει τότε μέσα του: «Ιδού ο Θεός έφρόντισε για σένα καί δεν απέθανες. Κάνε λοιπόν καί συ τό ανθρώπινο καί φύγε όπως οι Πατέρες». Μεταξύ άλλων έλεγε: «Όσο ακμάζει τό σώμα τόσο αδυνατίζει ή ψυχή καί όσο αδυνατίζει τό σώμα τόσο ακμάζει ή ψυχή». Αφού έζησε σαράντα χρόνια στήν έρημο της Σκήτης, εκοιμήθη εν ειρήνη περί το 420.
Ό δεύτερος αββάς Δανιήλ έζησε τον 6° αιώνα. Έγινε μοναχός στήν Σκήτη από μικρό παιδί. Σε μία επιδρομή συνελήφθη από τους βαρβάρους καί παρέμεινε δύο χρόνια αιχμάλωτος. Εξαγοράστηκε από έναν ευσεβή χριστιανό, άλλα αιχμαλωτίσθηκε πάλι για έξι μήνες, τούτη την φορά όμως μπόρεσε να διαφύγει. Τον ξανάπιασαν γιά τρίτη φορά καί σε μιά στιγμή πού ο φύλακας του ήταν απασχολημένος με τήν φυσική του ανάγκη βρήκε τήν ευκαιρία να του πετάξει μία πέτρα, να τον σκοτώσει καί να διαφύγει. Όταν εξομολογήθηκε το συμβάν στον αρχιεπίσκοπο Αλεξανδρείας, Τιμόθεο, εκείνος του είπε ότι ο Θεός θά τον γλύτωνε όπως καί τίς προηγούμενες φορές, δεν τον έμεμψε όμως γιά τον φόνο. Επειδή ή συνείδηση του δεν έβρισκε ανάπαυση, ο Δανιήλ πήγε νά ζητήσει συμβουλή στον πάπα της Ρώμης, στους πατριάρχες Κωνσταντινουπόλεως καί Ιεροσολύμων, καθώς καί στον αρχιεπίσκοπο Εφέσου. Όλοι τους ήσαν της ίδιας γνώμης. Παρά ταύτα εκείνος συνέχισε νά κρίνει τον εαυτό του ένοχο καί τελικά παραδόθηκε στο δικαστήριο ζητώντας νά καταδικασθεί εις θάνατον γιά φόνο, προκειμένου νά αποφύγει τήν αιώνια τιμωρία. Μετά από τριάντα ήμερες φυλάκισης, ο διοικητής τής Αλεξάνδρειας τον κάλεσε να παρουσιασθεί και αφού τον άκουσε, τον άφησε ελεύθερο ζητώντας να προσεύχεται γι’ αυτόν. Ό αββάς Δανιήλ επέστρεψε στήν Σκήτη, αλλά έγινε υπηρέτης ενός λεπρού τον όποιο διακονούσε στο κελλί του κάθε ήμερα σε ολη τήν ζωή του, για να εξιλεωθεί για τό αμάρτημα του.
Έγινε τόσο ονομαστός γιά τις αρετές του, ώστε ονομάσθηκε Πατέρας τής Σκήτης και τον τιμούσαν σέ όλη τήν Αίγυπτο ως «νέο Αβραάμ και ξενιστή του Χριστού». Αυτός οδήγησε στήν οδό τής τελειώσεως τήν άγια Αναστασία τήν Πατρικία [10 Μάρτ.] πού ζούσε μεταμφιεσμένη σέ ευνούχο σέ κοντινή απόσταση από τήν Σκήτη, τον άγιο Εύλόγιο τόν Ξενοδόχο [27 Απρ.], όπως και τους άγιους Ανδρόνικο και Αθανασία [9 Όκτ.]. Διέ-πρεπε στήν ανακάλυψη κρυφών άγιων, όπως του Μάρκου του σαλού τής Αλεξανδρείας ή τής μοναχής τής Μονής Έρμουπόλεως, ή οποία υποκρινόταν τήν μέθυση γιά νά επισύρει επάνω της τήν περιφρόνηση, της άγιας Θωμαΐδος, τής μάρτυρος τής αγνείας [14 Απρ.], και του αββά Δουλά.
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας

π.Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος: Ο Οικουμενισμός και το Μνημόσυνο του Πατριάρχη


 
i

Ο Ιησούς Χριστός του Νεοπαγανισμού


undefined
 
Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ
ΤΟΥ ΝΕΟΠΑΓΑΝΙΣΜΟΥ
 
Πρωτοπρ. Κυριακού Τσουρού Γραμματέως της Σ. Ε. επί των αιρέσεων
Απόσπασμα από το βιβλίο: Ο Νεοπαγανισμός της Νέας Εποχής.

Στα ελληνικά νεοπαγανιστικά κινήματα συναντάμε τέσσερις διαφορετικές τοποθετήσεις έναντι του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού:
α) Σφοδρή πολεμική στάση με σκληρή και ενίοτε υβριστική (ακόμη και χυδαία) γλώσσα.
β) Ήταν Έλληνας και όχι Εβραίος.
γ) Ήταν ένας από τους θεούς του Ελληνικού Δωδεκαθέου.
δ) Μαζί Χριστός και Δωδεκάθεο και Νέα Εποχή
Δεν λείπουν και εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν μυθικό πρόσωπο. Βεβαίως, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο όλες αυτές οι τάσεις αρνούνται στην πραγματικότητα και πολεμούν το πρόσωπο του Ιησού Χριστού και καθίστανται πολέμιοι του Χριστιανισμού.

α) Οι φανεροί πολέμιοι του Ιησού Χριστού
Η τάση αυτή δεν αμφισβητεί την ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού Χριστού, τον θεωρεί όμως μόνον ως εθνικό μεσσία των Εβραίων. Το πολύ-πολύ τον αναγνωρίζει ως ένα κοινωνικό επαναστάτη, ο οποίος, ως ιδεολόγος, θυσιάστηκε για τον λαό του. Μερικοί κάνουν διάκριση μεταξύ του Ιησού της ιστορικής έρευνας και του Χριστού της Θεολογίας. Για πολλές ομάδες ο Ιησούς ήταν μια εξέχουσα προσωπικότητα των Εσσαίων. Άλλοι όμως ταλαντεύονται μπροστά σε ένα τέτοιο χαρακτηρισμό, καθόσον διαπιστώνουν μεν από την συμπεριφορά και τα κηρύγματα του Ιησού ότι δεν ήταν Εσσαίος, όμως υποπτεύονται πως οι αναχωρήσεις του στην έρημο δηλώνουν ότι κατά καιρούς εύρισκε καταφύγιο στην Αδελφότητα του Κουμράν.
Αυθαίρετα και βεβαίως χωρίς αποδεικτικά στοιχεία, αφ' ενός μεν, υποστηρίζουν είναι σίγουρο ότι ο Ιησούς είχε την υποστήριξη των Εσσαίων, αφ' έτερου, όμως ομολογούν ότι τίποτε δεν αναφέρεται γι' αυτόν στα Κουμρανικά Χειρόγραφα έστω και υποτυπώδες (περ. Δαυλός).
Για άλλους ο ιστορικός Ιησούς αποτελεί ένα αίνιγμα, του οποίου η λύση βρίσκεται στους Εσσαίους, δηλαδή στους Ζηλωτές, αντάρτες, αντιστασιακούς, των οποίων ήταν απεσταλμένος και διεκήρυσσε το πρόγραμμα τους. Στόχος του ήταν να εγκαθιδρύσει μια νέα τάξη πραγμάτων, με την κατάργηση της ιδιοκτησίας και την τιμωρία του αισχρού ιερατείου (περ. Δαυλός). Φαίνεται δηλαδή ότι ό Ιησούς ήταν μεν, άλλα. . . και δεν ήταν Εσσαίος, δεν προσχώρησε σε οργάνωση των Εσσαίων γιατί οι Εσσαίοι δεν ήσαν οργάνωση, άλλα άνηκε ατό γένος αυτό, διότι απλούστατα άνηκε εκεί γενεαλογικά ο πατέρας του, ο παππούς του, ο προπάππος του κλπ . . . ήταν δηλ. εκ σπέρματος Εσσαίος, δηλ. απόγονος του Λύκου, του Βούτη, του Πανδίονα, του Εριχθίονα, του Ηφαίστου και του Διός. Γι' αυτό έλεγε ότι ήταν υιός του θεού, δηλ. του Μα. . . Διογένης. . . Αυτά για να μην μπερδευόμαστε (περ. Απολλώνειο Φως)!
Για μερικούς, ο Ιησούς Χριστός τοποθετείται στον χώρο των σοφιστών και των λαϊκών διδασκάλων, των ραββί, εκείνων δηλαδή που διαφωτίζουν τον λαό, καταγγέλλοντας τις αυθαιρεσίες του ιερατείου, που μονοπωλεί την ιερή γνώση καταπιέζοντας τον λαό και κρατώντας τον στο σκότος και συνεργάζεται με την Ηρωδιανή δυναστεία και τους Ρωμαίους (αυτόθι). Γι' αυτό τον λόγο διώχθηκε και εκτελέστηκε: ως σοφιστής, που διαφώτιζε και διήγειρε τα πλήθη κατά της συμβιβασμένης άρχουσας εβραϊκής τάξης και των Ρωμαίων (αυτόθι). Πάντως για τους οπαδούς αυτής της θεωρίας, ο Ιησούς υπήρξε μια προσωπικότητα και οι ιστορικές έρευνες για την δράση του θα συνεχιστούν μέχρι την ημέρα, που η Ιστορία θα απαλλαγεί πλήρως από τον μύθο που περιβλήθηκε γύρω από το όνομά του και θα αποδώσει ορθολογικά και επιστημονικά το ιστορικό διάγραμμα του προσώπου του, όπως έχει κάνει και για τους άλλους μεγάλους της Παγκόσμιας Ιστορίας (περ. Δαυλός, υπογράμμιση δική μας).
Αυτή η αμφισβήτηση σε άλλους εκφραστές του χώρου αυτού μετατρέπεται σε σφοδρή πολεμική.
Ο Χριστός χαρακτηρίζεται ως ο περιτετμημένος ραβίνος Τζεσσυά, ο σημιτικής κατασκευής Δικτατορίσκος τα' Ουρανού, (περ. Διιπετές), ο κήρυκας μίσους, διχασμού και ανθελληνισμού και με σειρά άλλων παρόμοιων χαρακτηρισμών, που συνοδεύονται από ιδιαίτερα υβριστικούς τίτλους, όπως θα δούμε σε άλλο κεφάλαιο.
β) Ο Ιησούς Χριστός ήταν Έλληνας
Η τάση αυτή εγγίζει τα όρια του φαιδρού και του παραλόγου. Ιησούς Χριστός ο Έλλην, είναι ό τίτλος άρθρου σε περιοδικό του χώρου που επιδιώκει να ακροβατεί πάνω σε δύο βάρκες και του οποίου ο εκδότης ετέλεσε τον γάμο του σε Ορθόδοξο ναό της Β. Ελλάδος. Άλλωστε είναι γνωστό, λέει, και ιστορικώς επιβεβαιωμένο ότι οι Γαλιλαίοι δεν είχαν ουδεμία φυλετική σχέση με τους εβραίους οι δε μαθητές του (του Ιησού) εκτός από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, ήσαν κι αυτοί Ελληνικής καταγωγής, οι οποίοι άλλαξαν τα ονόματα τους από Ελληνικά σε εβραϊκά (περ. Ιερά Ελλάς).
Οι εκπρόσωποι της γραμμής αυτής προσπαθούν να στηρίξουν την θέση τους στο χωρίο του Ευαγγελίου του Ιωάννου ιβ' 2023, διαμαρτυρόμενοι μάλιστα ότι κάποιοι περιέκοψαν τους λόγους του Ιησού. Σε κείμενο, λένε, που ήταν κρυμμένο στη γνωστή Συναγωγή της Ζυρίχης, στην Βιβλιοθήκη υπ' αριθμ. 35 του Βατικανού και στο Άγιο Όρος το γνήσιο χωρίο έχει ως εξής: Ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο Υιός του άνθρωπου. Ελλάς γαρ μόνη ανθρωπογέννει (ή ανθρωπογονεί) φυτόν ουράνιον και βλάστημα θείον, ηκριβωμένον, λογισμόν αποτίκτουσα οικειούμενον επιστήμην. Νυν εδοξάσθη ο υιός του ανθρώπου (Ευαγγ. Τρίγκα, ο Χριστός ήταν Έλληνας, όπου γίνεται λόγος για αλλοίωση και άλλων εδαφίων της Αγ. Γραφής. Βλ. και Δ. Μ. Ηλιοπούλου, περ. Απολλώνειο Φως. Πρβλ. και Κ. Βελόπουλου, Ιησούς και Δίας).
Στο αποκαλυπτικό βιβλίο με τίτλο «Ο Χριστός ήταν Έλληνας», πληροφορούμαστε ότι το όνομα αυτού ήταν Ιάσων Πανδίρας, μιλούσε δε πάντα ελληνικά. Το βιβλίο περιέχει και το γενεαλογικό δένδρο του Χριστού ο οποίος καταγόταν από την Πανδιονίδα φυλή, και το ονοματεπώνυμο του πατέρα του, που ήταν Σαμαρείτης και Εσσαίος, σημειώνοντας μάλιστα ότι ο Ιησούς ήταν γαλανομάτης με ξανθά μαλλιά. Ο Ιησούς Χριστός, γράφει, άνηκε στο Αθηναϊκή γένος των Πανδιονίδων, με αρχηγό τον Λύκο (Ευαγγ. Τρίγκα, Ο Χριστός ήταν Έλληνας. Βλ. και άρθρο του με τον ίδιο τίτλο στο περ. Ελλάνιον Ήμαρ, και συνέντευξη του στο περ. Απολλώνειο Φως, Εφημ. Χρυσή Αυγή, 27. 3. 2003). Η καλπάζουσα και αυθαίρετη φαντασία του συγγραφέα κατασκευάζει μύθους που καταγράφονται ως ιστορία, χωρίς βέβαια κάποια σοβαρή πηγή προέλευσης. Ο συγγραφέας αποκαλύπτει ακόμη, όπως υποστηρίζει, και την μεγαλύτερη απάτη των αιώνων τη μεγαλύτερη πλαστογραφία των Εβραίων. . . ότι ο Χριστός ήταν τάχα Εβραίος (περ. Ελλάνιον Ήμαρ).
Σε άλλο σημείο ο φανατικός οπαδός του Ιησού γίνεται ακόμη πιο αποκαλυπτικός: Ο Χριστός για δικούς του λόγους (και δικούς μας!) που δεν είναι του παρόντος, κρυπτογράφησε την Ελληνική καταγωγή και την θρησκεία του Δία στην οποία και πίστευε (Βίο). . . Ο Χριστός, Έλληνας αυτός Εσσαίος της Γαλιλαίας, καταγόταν από αθηναϊκό αρχιερατικό γένος των Εσσαίων Εττεοβουταίων (Απολλόδωρος βιβλ. 3, 195, Λεξικό Ησυχίου) οι οποίοι ήσαν Έλληνες μεταναστεύσαντες στην Κρήτη (Ομήρ. Οδύσσ. Τ, 175), στη Μ. Ασία, στην Παλαιστίνη, όπου τους βρήκε ο Αβραάμ (Βασιλειών Β' 7) και αργότερα ο Μωυσής κατά την Έξοδο (Αριθμ. ΙΓ, ΚΣΤ, Α') και στην Αίγυπτο (Ευαγγ. Τρίγκα, Ο Χριστός ήταν Έλληνας).
Κατά τον εν λόγω συγγραφέα, ο Χριστός αναφέρει δεκάδες φορές στα κείμενα των Ευαγγελίων το όνομα του Θεού-Διός, στον οποίο και πίστευε, αλλά με κωδικοποιημένο τρόπο. Έτσι, λοιπόν, η λέξη Αμήν είναι το κωδικοποιημένο όνομα του Πατρός-Διός που δεν είναι άλλο από το όνομα του Άμμωνος Διός. Επειδή δε οι Έλληνες της Αιγύπτου, γράφει, με τους οποίους συναναστρεφόταν ο Χριστός, όταν ζούσε στην Αίγυπτο ονόμαζαν τον Δία Αμήν ή και Αμίν, προκύπτει μετά βεβαιότητος το τελικό συμπέρασμα ότι ο Αμήν των ευαγγελίων είναι το όνομα του Δία στην αιγυπτιακή του εκδοχή. (Ευαγγ. Τρίγκα, βιβλίο, ένθ. άνωτ. )
Μεγαλύτερη σύγχυση σκέψεων δεν θα μπορούσε να συναντήσει κανείς! Η θρησκεία, λοιπόν, του Ιησού Χριστού ήταν. . . το Δωδεκάθεο!!!
Ο έκδοτης του πιο πάνω βιβλίου, δικηγόρος εν ενεργεία, δεν παραλείπει να μας ενημερώσει ότι: Ο Χριστός, μιλώντας Ελληνικά, σύμφωνα με τα Ευαγγέλια (Βίο), έλεγε επανειλημμένως ότι είναι Υιός του Θεού. Η λέξη θεός, όμως, προέρχεται από τη λατινική λέξη Deus (σ.σ και όχι από το ελληνικό ρήμα θέω!!!) και αυτή από την Ελληνική Δεύς (γεν. Διός), ή ΖευςΆρα ο Χριστός, στην πραγματικότητα έλεγε ότι ήταν Υιός Διός!!! Εξ άλλου, κατά τον ελληνοχριστιανολάτρη συγγραφέα, πουθενά στά Ευαγγέλια δεν αποκαλεί κάποιος Ιησού (τον Χριστό) (Ο Χριστός ήταν Έλληνας, στο περ. Αβατον).
Ο εν λόγω ερευνητής δεν μπόρεσε φαίνεται να διαπιστώσει ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός, μόνον στα τέσσερα Ευαγγέλια, αναφέρεται με αυτό το όνομα περισσότερες από 175 φορές, συν τις αναρίθμητες αναφορές του ονόματος αυτού στις Πράξεις, στις Επιστολές και στην Αποκάλυψη. (Τις θέσεις αυτές διακωμωδούν εκπρόσωποι άλλων ρευμάτων. Βλ. αναίρεση του Δ. Τσινικόπουλου, Γιατί ο Χριστός δεν ήταν Έλληνας, περ. Άβατον, κ. α. ).
Ο κατά δήλωσή του πρώην Ορθόδοξος κληρικός, καθηγητής της θεολογίας του Πανεπιστημίου της Β. Καρολίνας Γεώργιος Ζερβός, αποδέχεται την γνώμη ότι ο Ιησούς ζούσε και εργαζόταν σε ένα περιβάλλον, που είχε υποστεί έντονη ελληνική επίδραση. Γι αυτό, λέει: Ένα μέρος των συγχρόνων ερευνητών υποστηρίζουν την θέση ότι ο ιστορικός Ιησούς ήταν περιπλανώμενος κυνικός φιλόσοφος, καθόσον ήταν επηρεασμένος από το έντονο ελληνιστικό ήθος της Γαλιλαίας (συνέντευξη στο περ. Δαυλός). Είχε, λοιπόν, ελληνική παιδεία ο Ιησούς και κατ' άλλους ήταν μύστης της Ελληνικής Θεοσοφίας, γι αυτό οι Έλληνες τον ακολούθησαν και τον εδόξασαν.
Άλλη εκπρόσωπος με ελληνικούς ακαδημαϊκούς τίτλους, η καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πρόεδρος της Αμφικτυονίας Οικουμενικού Ελληνισμού, γράφει: Ο Ιησούς είναι μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. . . Πρέπει οπωσδήποτε να ήλθε σε επικοινωνία με τον ελληνικό πολιτισμό. . . δεν έχω καμμία αντίρρηση να τον θεωρήσω ιερό και καθαγιασμένο και να τον εντάξω στο δικό μας σύστημα αξιών. Θα μπορούσε κάλλιστα να είναι παιδί του Δία. . . αποτέλεσε μια νέα εκδοχή ενός μέρους των άξιων που παρήγαγε ο Ελληνισμός (περ. Άβατον, υπογραμμίσεις δικές μας). Με αυτή τη θέση συμφωνεί και άλλος εκπρόσωπος του χώρου, όμως γι αυτόν ο Ιησούς Χριστός είναι και ημίθεος (περ. Απολλώνειο Φως).
Αφού όμως ο Ιησούς Χριστός ήταν Έλληνας, πρέπει, κατά την γνώμη μερικών ελληνόψυχων χριστιανών, το όνομά Του να έχει καθαρά ελληνική προέλευση. Γι αυτό είναι ανάγκη να δοθεί και ανάλογο περιεχόμενο τόσο στο όνομα Ιησούς όσο και στην λέξη Χριστός. Το όνομα Ιησούς, λοιπόν, έχει Ελληνική ρίζα: είναι η ίδια με τις λέξεις ίαση/Ιασώ (θεά της υγείας)/ιατρός, εφ' όσον το πρόσωπο αυτό παρουσιάζεται σαν θεραπευτής και σωτήρας. . . (Εφημ. Ελληνική Θρησκεία). Σ.σ: άσχετα αν τα Ευαγγέλια λένε ότι άλλο σημαίνει το όνομα αυτό: αυτός γαρ σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών (Ματθ. α' 21). Έτσι, λοιπόν, από τις δύο λέξεις Ιησούς και Χριστός η πρώτη δείχνει να είναι όχι το πραγματικό όνομα ενός μόνου άνθρωπου... αλλα μια προσωνυμία σχετική με την ιδιότητα ιατρού... Τελικά, αναπροσαρμοζόμενο στην νεοελληνική εκφορά του το όνομα Ιησούς Χριστός θα ήταν για την εποχή του κάτι σαν Ιατρός Παππάς (αυτόθι). Αντί άλλης κατακλείδος σ' αυτό το κεφάλαιο, στο οποίο αναγκαστήκαμε να αναφερθούμε σε μερικά κείμενα στερούμενα σοβαρότητος, λέμε: Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιε του Θεού, ελέησον ημάς. 

γ) Ο Ιησούς Χριστός ήταν "θεός" του Δωδεκάθεου

Η καλπάζουσα φαντασία μερικών Ελλήνων αρχαιοπλήκτων δεν σταματά. Ο Ιησούς Χριστός ήταν, όχι μόνον Έλληνας, άλλα και ένας από τους «θεούς» του Δωδεκαθέου. Βέβαια όχι από τον στενό κύκλο των πρωτοκλασάτων «δώδεκα, αφού τα ονόματα τους είναι γνωστά και καθιερωμένα. Κάπου όμως μπαίνει κι αυτός μαζί με ένα σωρό άλλες θεότητες ανατολικής προελεύσεως. Κατά την γνώμη μάλιστα εκπροσώπου της κινήσεως αυτής σ' Αυτόν ήταν αφιερωμένος ο βωμός «τω Αγνώστω Θεώ» που αναφέρει ο Απ. Παύλος (Πράξ. ιζ' 23). Γι' αυτό πολλοί Δωδεκαθεϊστές στην Ελλάδα τιμούν και τους αρχαίους «θεούς» και τον Χριστό. Έτσι, συναντάμε και τον εξωφρενικό χαρακτηρισμό «χριστιανοί δωδεκαθεϊστές», οι οποίοι «δοξάζουν τους θεούς και τον Χριστό όπως αυτοί αντιλαμβάνονται» (περ. Οικογενειακός Θησαυρός. Πρβλ. και περ. GO, 30. 9. 97). Υποστηρίζουν μάλιστα ότι ο Ιησούς Χριστός προερχόταν «από σπέρμα Ηφαίστου» και ότι υπάρχουν γι' αυτόν Ελληνικές προφητείες, που ξεκινούν ήδη από τον Ερμή, ο οποίος. . . . . έζησε το 50. 000 π. Χ. (Εύαγγ. Τρίγκα, Ο Χριστός ήταν Έλληνας).

Υπάρχουν και εκείνοι που θέλουν να βλέπουν στον Χριστιανισμό συγκρητιστική επίδραση του αρχαιοελληνικού πανθέου. Έτσι δεν διστάζουν να ταυτίζουν μυθολογικές διηγήσεις και «πιστεύματα» με ιστορικά γεγονότα και πρόσωπα. Ο μελετητής των «νεοπαγανιστικών» κειμένων διαπιστώνει την προσπάθεια μετατροπής της ιστορίας σε μύθο και τον παραλληλισμό συμβολικών διηγήσεων περί θανάτου και αναβιώσεως των ειδωλολατρικών θεοτήτων, ταυτισμένων με τους φυσικούς νόμους και τις εποχιακές εναλλαγές, με το ιστορικό γεγονός της Αναστάσεως του ιστορικού Ιησού Χριστού. Ή ακόμη την ταύτιση του Ιησού Χριστού με τον Διόνυσο. Είδαμε στο προηγούμενο άρθρο μας να χαρακτηρίζεται ο Ιησούς Χριστός ως «Υιός -Διός». Ή ταύτιση του όμως με τον Διόνυσο ή τον Ορφέα είναι πιο συχνή. Ακόμη και διηγήσεις του βιβλίου των Πράξεων, όπως η απελευθέρωση του Απ. Πέτρου από την φυλακή, ή η μεταστροφή του Απ. Παύλου στην Δαμασκό, προβάλλονται ως συμβολισμός κατ' αντιγραφή από τους Διονυσιακούς μύθους (βλ. Arthour Evans, The God of ecstasy... Διόνυσος και Χριστός, κατά παράθεση, στο περ. Διϊπετές).
Εκφραστής αυτής της «θεωρίας» διερωτάται «μήπως τελικά ο Χριστός είναι η ενσάρκωση του Δία-Διόνυσου Μειλίχιου, θεού του ελέους;» (Γ. Τσαγκρινού, Ποιος είναι ο πατέρας του Ιησού; περ. Άβατον). Ο ίδιος σε άρθρο του με τίτλο «Ο Ιησούς και οι Έλληνες», βλέπει στους λόγους του Κυρίου κατά την παράδοση της Θείας Ευχαριστίας, «Λάβετε φάγετε τούτο εστί το σώμα μου», «εμφανέστατη ορφικο-διονυσιακή καταγωγή». Η λέξη «κλώμενον» των Καινοδιαθηκικών κειμένων, λέει, προέρχεται από τον Διόνυσο, διότι το σώμα του Διονύσου «κομματιάστηκε από τους Τιτάνες» ενώ ο Χριστός σταυρώθηκε (αυτόθι). Τελικά, κατά την γνώμη του καθηγητού αυτού της Φυσικής, «Φαίνεται ότι όντως ο Χριστός ήταν ήδη γεννημένος πριν από τον Ορφέα, τον Μωϋσή, τον Αβραάμ, τον Πυθαγόρα, τον Σωκράτη, γιατί ήταν ο πρώτος θεός Δημιουργός, ο Θεός της Φιλότητας, ο Φάνης Έρωτας Δημιουργός, ο Ζεύς-Διόνυσος» (αυτόθι, υπογραμμίσεις δικές μας).

Ο ίδιος, σε τηλεοπτική εκπομπή, υπεστήριξε: «Αν λοιπόν ο Χριστός σαν ον (σαν ον πρέπει να τον δούμε) έχει κάτι να δώσει στην ανθρώπινη ψυχή, όχι τον Ιουδαιοχριστιανισμό, γιατί ο Χριστός να είναι ο Γιαχβέ και να μην είναι ο Διόνυσος;. . . αν κάνω λοιπόν μια προσπάθεια την κάνω για να αποδείξω ότι ο Διόνυσος είναι ο ενσαρκωμένος Χριστός στην περιοχή της Ελλάδος, αυτό δεν σημαίνει όμως επειδή υπάρχει ο Διόνυσος σαν σαρκωμένος Έλληνας Χριστός, ότι οι υπόλοιποι δεν υπάρχουν» (Περ. Διϊπετές, ένθετο Ωκύρροον).
Με «μαθηματική ακρίβεια», συνεχίζει ο φυσικομαθηματικός θεολογίζων, και με «τετραγωνική λογική» μπορούμε να πούμε ότι «ο Θεός, σαν μαθηματική ιδέα, είναι αθάνατος και, σαν υλική υπόσταση, είναι θνητός. Είναι Υλόπνευμα-Οινόπνευμα και είναι ο θεός Διόνυσος. Γι αυτό και ο Διόνυσος είτε σαν Διόνυσος Ζαγρέας ή σαν Διόνυσος-Όσιρις, είτε σαν Διόνυσος-Χριστός είναι ο Θεός που γεννιέται, ζει, πεθαίνει και αναγεννιέται» (Γ. Τσαγκρινού, Οι Ζωντανοί θεοί των Ελλήνων, στο συλλογικό έργο Η αναβίωση της Ελληνικής Θρησκείας).

Περίεργες στ' αλήθεια εκφράσεις που διατυπώνονται μέσα σε πλήρη σύγχυση του συγγραφέα τους, αποτελούν όμως χαρακτηριστικό παράδειγμα νεοεποχίτικης καθαρά απόψεως με έντονο συγκρητιστικό χαρακτήρα, που μας παραπέμπει στο «Εν το Παν», για το οποίο ήδη μιλήσαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο.
Είναι συνεπέστεροι τουλάχιστον οι αρχαιολάτρες εκείνοι που απορρίπτουν ολοτελώς τον Χριστιανισμό και τον Ιησού Χριστό, μια και ουδεμία σχέση μπορεί να υπάρξει μεταξύ «Αληθείας και πλάνης «φωτί προς σκότος. . . Χριστώ προς Βελίαλ» (Β' Κορ. στ' 1415).

δ) Δωδεκαθεϊστές και Χριστιανοί και νεοεποχίτες
    Όλες αυτές οι προσπάθειες να συμβιβαστούν τα ασυμβίβαστα, να συνυπάρξουν το φως με το σκότος, η Αλήθεια με την πλάνη, η ιστορία με τον μύθο, οδηγούν σε μια ανεξέλεγκτη σύγχυση. Τα διάφορα «νεοπαγανιστικά» κινήματα δεν μπορούν να συμφωνήσουν τελικά στο αντικείμενο της «λατρείας» τους. Ταλαντεύονται ανάμεσα στις πιο ακραίες τοποθετήσεις. Η αντιπαλότης μεταξύ τους ενίοτε είναι ιδιαίτερα σφοδρή (Βλ. δειγματοληπτικά: περ. Διϊπετές, τ. 4. Η αναβίωση της αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, συλλογικό έργο. Εφημ. Ελλην. Θρησκεία και ομώνυμη ιστοσελίδα: «Θάνατος στους συμμορίτες ναζωραίους. Θάνατος στους προδότες «Δωδεκαθεϊστές» Περ. Ελλην. Πάνθεον, κ. α.).

Η τοποθέτηση τους έναντι του προσώπου του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού κυμαίνεται, όπως είδαμε, από σκληρή εχθρική και απαράδεκτα υβριστική μέχρι και την «αναβάθμισή» Του σε «θεό του Ολύμπου». Ανάμεσα σ' αυτές τις τοποθετήσεις βρίσκεται και η νεοεποχίτικη εκδοχή του Ιησού Χριστού, ως του Μεσσία της «παλαιάς εποχής των Ιχθύων».
Σε άρθρο με τίτλο «Αρχαία Ελληνικά Μυστήρια», ο αρθρογράφος προβαίνει σε μια άνευ προηγουμένου συγκρητιστική προσπάθεια νεοεποχίτικου τύπου και διερωτώμενος αν τελικά θυσιάστηκαν άδικα «οι ιερουργοί της ανθρωπότητας, οι μεγάλοι ιεροφάντες των θρησκειών του ανθρώπου, όπως ο Ζαγρεύς Διόνυσος, ο Άριος-Ράμα, ο Ινδός Κρίσνα, ο Αιγύπτιος Όσιρις, ο Ιησούς. . .» (Αρχαία Ελληνικά Μυστήρια, εφημ. Ελληνική Αγωγή). Και σε άλλο κείμενο της ίδιας εφημερίδας ο συντάκτης του θεωρεί ότι: «Την διδασκαλία των (αρχαίων) μυστηρίων ακολούθησαν και ενίσχυσαν ή διέδωσαν ακόμη περισσότερο οι Πλατωνικοί, οι Νεοπλατωνικοί, οι Μαθητές, Απόστολοι και Ευαγγελιστές τον Ιησού Χριστού, όπως βεβαιώνουν ο Θεοδώρητος, ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Ωριγένης, ο Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ακόμη και ο Αυγουστίνος, που συγκρίνοντας τα δόγματα του Πλάτωνος με τα Χριστιανικά δεν βρήκε διαφορές» (!!) (αυτόθι, υπογραμμίσεις δικές μας).

Αναγνώστης περιοδικού υποστηρίζει σε επιστολή του ότι «Η γνώμη μου είναι ότι ο Δίας και ο Ιησούς είναι μορφές διαφορετικές αλλά όχι απαραίτητα αντίθετες θεολογικά. Σε κάθε τόπο και χρόνο στην πορεία της εξέλιξης του ανθρώπινου είδους έχουν παρουσιαστεί μορφές θεανθρώπων-θεών, προφητών και αγίων. . . Αν θέλει, λοιπόν, κανείς να πλησιάσει την αλήθεια δεν μπορεί παρά να συνταιριάξει Δωδεκάθεο, Χριστιανισμό, Βουδισμό, Ισλαμισμό και άλλες θεωρίες» (Χρ. Σπυρίδης, επιστολή στο περ. «Άβατον).
Μέσα σ' αυτή την αφασία, ορυμαγδός συνθημάτων διασταυρώνονται, χωρίς καμμιά λογική συνοχή, μέσα στο ίδιο πολλές φορές κείμενο. Ας δούμε ένα παράδειγμα: «Τα Ελευσίνια Μυστήρια αναβιώνουν! Η εκδίκηση του Ελληνισμού! Ο Ελληνιστικός Χριστιανισμός αρωγός στην προσπαθεί του Έθνους για μια Μεγάλη Ελλάδα. . . Ο Χριστιανισμός εισέβαλε. . . με βία, με εμπρησμούς. . . και δολοφονίες. Όχι ο Χριστιανισμός, κάποιοι εκφραστές του. . . Ο Χριστιανισμός δεν ήρθε ποτέ αντιμέτωπος με την Αρχαία Ελληνική Θρησκεία. Και καταλήγει θριαμβευτικά η «Ομάδα Ε»: «Με μια μαγική συνταγή, θεϊκή θα έλεγα, στους κόλπους του ΕΨΙΛΟΝ, συνεβρέθησαν και συναγωνίζονται Ελληνιστές Χριστιανοί, που έχουν ασπασθεί τα υψηλά ηθικά μηνύματα της διδασκαλίας του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και Ελληνιστές Δωδεκαθεϊστές, εκφραστές των υψηλών φιλοσοφικών νοημάτων, που γέννησαν οι πρόγονοί μας» (Ν. Ντανάκος, περ. GO). Συνέπεια αυτής της συγχύσεως είναι η δήλωση: «Δεν είμαι διατεθειμένος να λατρέψω τους αρχαίους θεούς. Παραμένω χριστιανός με έναν εντελώς δικό μου τρόπο, ξεριζώνοντας ό,τιδήποτε το εβραϊκό. Παρ' όλα αυτά, αν μπορούσα, και βέβαια θα παντρευόμουν με το ορφικό τελετουργικό, όπως έκανε εκείνος ο καθηγητής και κόντεψαν να τον φάνε» (Ι. Θεοδόσης, επιστολή στο περ. Διϊπετές).

Δεν λείπει, τέλος, και η αποκρυφιστική νεοεποχίτικη εκδοχή του Χριστού. Ο Χριστός δεν είναι πλέον πρόσωπο. Είναι μια εκδήλωση του Συμπαντικού απρόσωπου «θεού» ή μία κατάσταση μυήσεως: «Η παγκόσμιος παράδοση διδάσκει ότι ο Χριστός είναι μια υλική, ανθρώπινη προσωπική εκδήλωση της Θεότητας επί της Γης. Η εμφάνιση του Χριστού γίνεται κάθε δύο χιλιάδες χρόνια περίπου» (Εφημ. Χρυσή Αυγή). Και σε άλλη συλλογική εργασία διαβάζαμε: «Η λέξη «Χριστός» χρησιμοποιούνταν στά αρχαία ελληνικά μυστήρια για το Νεόφυτο που προετοιμαζόταν για την τελετή της μύησης «Όταν . . . έφθανε το επίπεδο του μυημένου ονομαζόταν Χριστός (ο έχων το χρίσμα). Ήταν ένας όρος που συμβόλιζε μια κατάσταση συνείδησης» (περ. Φαινόμενα).

Άλλος συγγραφέας, που δηλώνει Χριστιανός Ορθόδοξος και πικραμένος γιατί παρεξηγήθηκε για όσα γράφει περί του Ιησού, προσπαθεί να «γεφυρώσει» το χάσμα μεταξύ της αρχαίας Ελλάδας και της Ορθοδοξίας, επειδή, λέει, «παρατηρείται από την πλευρά των αρχαιολατρών-δωδεκαθεϊστών πραγματικό ΜΙΣΟΣ απέναντι στον Ιησού Χριστό. . .» (Κ. Βελόπουλου, ένθ. άνωτ. ). Η «πίστη» του όμως στον Χριστό είναι μια νεοεποχίτικη αντιχριστιανική κακοδοξία. Ο Χριστός και γι' αυτόν δεν είναι το μοναδικό ιστορικό πρόσωπο που εγεννήθη «εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως» (Ματθ. β' 1) και εσταυρώθη «επί Ποντίου Πιλάτου", αλλά είναι μια «χριστική εμπειρία», την οποία και ο Ιησούς απέκτησε μέσω μυήσεως όπως και άλλοι «μυστικιστές». Ο Ιησούς και για τον συγγραφέα του βιβλίου αυτού δεν είναι Θεός αλλά «κατέστη θείος» και ήταν «ένας θεός» (Θέση όμοια μ' εκείνη των «μαρτύρων του Ιεχωβά»). «Ο Ιησούς, λέει, είναι ένας μυημένος μέσω της εγκατοίκησης της Ύπαρξης του Χριστού μέσα του. . . Ο Χριστός αφυπνίζει το Συμπαντικό Πνεύμα για άλλη μια φορά, αλλά σε ανθρώπινη μορφή, σε παρούσα ύπαρξη» (αυτόθι. Βλ. και κεφάλαιο «Εν το Παν»).
Αυτά τα «αποκαλυπτικά» συναντάμε μέσα στα κείμενα των συγχρόνων ελληνικών «νεοπαγανιστικών» κινημάτων. Ο Κύριος μας έχει προειδοποιήσει: «Εάν τις υμίν είπη, ιδού ώδε ο Χριστός ή ώδε μη πιστεύσητε. . . ιδού προείρηκα υμίν» (Ματθ. κδ' 23).



ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΔΙΑΛΟΓΟΣ TEYXH 37-38 2004

Τρίτη, Ιουνίου 07, 2011

Η αγία Χίλντα, η πνευματική μητέρα της ορθόδοξης Αγγλίας


Η αγία Χίλντα, η πνευματική μητέρα της ορθόδοξης Αγγλίας
Η αγία Χίλντα ήταν στενή συγγενής του βασιλέα Έντουιν της Νορθουμβρίας, ενός από τα επτά βασίλεια στα οποία ήταν διαιρεμένη η Αγγλία τον 7° αιώνα, την εποχή που έβγαινε από την ειδωλολατρία. Είχε λάβει το άγιο Βάπτισμα χάρη στο κήρυγμα του αγίου Παυλίνου, ενός από τους ιεραποστόλους της Ρώμης, και για τριάντα χρόνια καλλιεργούσε τις ευαγγελικές αρετές στον κόσμο, μέχρι την ημέρα που ανταποκρινόμενη στην κλήση του Θεού έλαβε την απόφαση να εγκαταλείψει τα εγκόσμια, την οικογένειά της και την πατρίδα της. Μετέβη στο βασίλειο της ανατολικής Αγγλίας, ο βασιλιάς της οποίας είχε νυμφευθεί την αδελφή της, με την πρόθεση να περάσει στη Γαλλία για να γίνει μοναχή στην περίφημη Μονή της Σελ, κοντά στο Παρίσι, ένα από τα μοναστήρια που εξαρτιόταν από τη Μονή του Λουξέιγ [άγιος Κολομβανός, 23 Νοεμ.], όπου πήγαιναν τότε και άλλες παρθένες ευγενικής σαξωνικής καταγωγής. Ο άγιος Αιντάν [+651, 31 Αυγ.] όμως, επίσκοπος της μοναστικής νήσου Λίντσφαρνε, το κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής την εποχή εκείνη στα βρετανικά νησιά, την κάλεσε πίσω στη Νορθουμβρία και της παραχώρησε μια μικρή γαιοκτησία, όπου για ένα χρόνο άσκησε τον μοναχικό βίο επικεφαλής μιας μικρής ομάδας παρθένων. Αφού δοκιμάστηκαν έτσι γρήγορα τα τάλαντα της στην πνευματική καθοδήγηση, της ανατέθηκε η ηγουμενία μιας μεγάλης μοναχικής αδελφότητας στη Μονή του Χάρτλπουλ και εννέα χρόνια μετά, το 657, ίδρυσε τη Μονή του Χουίτμπυ.

Κατά τα τριάντα έτη της ηγουμενίας της στα δύο τούτα μοναστήρια, η αγία Χίλντα επέδειξε μια αξιοθαύμαστη ικανότητα, όχι μόνον στη διεύθυνση των γυναικείων αδελφοτήτων της – τις όποιες οδηγούσε προς τον Θεό εξασφαλίζοντας με σοφία την τάξη και την αγάπη σε τέτοιο σημείο που λεγόταν ότι η Μονή του Χουίτμπυ ήταν η τέλεια εικόνα της Εκκλησίας των αποστολικών χρόνων, όπου πλούσιοι και φτωχοί είχαν τα πάντα κοινά και τους ένωνε η ίδια αγάπη – αλλά και στη διοίκηση ενός ανδρικού μοναστηρίου που ήταν προσαρτημένο στο Χουίτμπυ, όπως συνέβαινε την εποχή εκείνη, και το οποίο χάρη σε αυτήν έγινε πραγματικό κέντρο εκπαιδεύσεως πολλών ιεραποστόλων και αγίων επισκόπων.

Βασιλείς, πρίγκιπες των γειτονικών περιοχών, ο επίσκοπος Αιντάν καί όλος ο λαός προσέφευγαν στην αγία Χίλντα για να λάβουν τις συμβουλές και τις πνευματικές οδηγίες της. Θεωρούνταν ως η αληθινή πνευματική μητέρα της χώρας. Αφού για πολλά χρόνια οδήγησε έτσι πολλές ψυχές προς τον Κύριο, δοκιμάστηκε εν συνεχεία για έξι χρόνια από μια σκληρή αρρώστια, η οποία δεν τήν εμπόδισε ωστόσο να συνεχίσει την πνευματική της καθοδήγηση. Το έβδομο έτος αυτού του μαρτυρίου της, στις 17 Νοεμβρίου του 680, σε ηλικία 66 χρόνων, συγκέντρωσε τις πνευματικές θυγατέρες της, μετέδωσε σε αυτές τις τελευταίες της οδηγίες για αγάπη και παρέδωσε με χαρά την ψυχή της στον Κύριο. Μία άλλη αγία της εποχής, η αγία Μπέγκου, είδε τότε την ψυχή της να υψώνεται προς τον ουρανό.

Η αγία Χίλντα υπήρξε, με την αγία Έμπα του Κόλντινγκχαμ [25 Αυγ.], μία από τις μεγάλες μορφές του νέου εκείνου αγγλοσαξωνικού χριστιανισμού και προσφέρει ένα σπάνιο παράδειγμα μιας πνευματικής μητέρας που έλαβε από τον Θεό το χάρισμα να οδηγεί όχι μόνον μοναχές, αλλά και μοναχούς, ακόμη δε και επισκόπους· γιατί ουκ ένι άρσεν και θήλυ·πάντες γαρ υμείς είς εστε εν Χριστώ Ιησού (Γαλ. 3, 28).

Πηγή: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος τρίτος – Νοέμβριος, σελ. 197-199)

Ο ΟΣΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ – ΠΑΝΑΓΗΣ ΜΠΑΣΙΑΣ

Ένα από τα ευωδέστατα άνθη του Κεφαλληνιακού λειμώνος είναι και ο νεοφανής, Όσιος Παίσιος Παναγής Μπασιάς.
Ο Όσιος Παίσιος Παναγής Μπασιάς εγεννήθη εις την πόλη του Ληξουρίου το έτος 1801 από τον Μιχαήλ Τυπάλδο - Μπασιά και την Ρεγγίνα το γένος Δελλαπόρτα, ευσεβείς και ευκατάστατους ανθρώπους.Έλαβε σοβαρή γραμμματική μόρφωση αφού γνώριζε την Ιταλική, Γαλλική και Λατινική γλώσσα.Στην αρχή της σταδιοδρομίας του διορίζεται γραμματοδιδάσκαλος και εξασκεί το λειτούργημα του διδασκάλου, αλλά εμπνεόμενος από τα ριζοσπαστικά κηρύγματα των Κοσμά Φλαμιάτου και Ευσεβίου Πανά, Εκκλησιαστικών αναστημάτων της εποχής, οι οποίοι υπεράσπιζον ότι οι Άγγλοι (κυρίαρχοι της Επτανήσου) προστάται, ουσιαστικά τύραννοι, επιβουλεύονται το ορθόδοξον φρόνημα των κατοίκων, αφήνει το δημόσιο σχολείο και παραδίδει μαθήματα κατ' οίκον συνεχίζων την αποστολήν του.Σε ηλικία 20 ετών, μετά τον θάνατο του πατέρα του, έχων έμφυτη κλίσην επηρεαζόμενος από την προσωπικότητα του Πολιούχου μεγάλου Ασκητού, Αγίου Γερασίμου και του γείτονός του, επίσης μεγάλου Ασκητού, Αγίου Ανθίμου, εγκαταλείπει τα πάντα και φθάνει εις το "ξηροσκόπελο" μικρό νησάκι εις την κάτω Λειβαθώ, Βλαχερνών και τόπος εξορίας Κληρικών από τους Άγγλους.
Εξόριστος τας ημέρας εκείνας ήτο και ο περίφημος Ζακύνθιος Κληρικός Νικόλαος Καντούνης.Δεν έμεινε όμως πολύ διάστημα καμφείς από τας ικεσίας της χήρας μητέρας του και της απροστάτευτης αδελφής του.
Επιστρέφει λοιπόν μοναχός εις τον κόσμον, αλλά ολόκληρη η ζωή του αποδεικνύεται συνεχής ασκητικός αγών και συνεπής επαγρύπνησις των μοναχικών ιδεών και αποφάσεών του.Το 1836 χειροτονείται διάκονος και Πρεσβύτερος υπό του Αρχιεπισκόπου Κεφαλληνίας Παρθενίου Μακρή.
"ΈΖΗ ΔΙΑ ΤΟΝ Χριστόν και την Εκκλησίαν Του. Ελειτούργει τακτικώς ή και καθ' εκάστην, κηρύσσων συγχρόνως. Το υπόλοιπον της ημέρας διήρχετο τας οικίας των πιστών, όπου υπήρχε χρεία, υλική και πνευματική, πόνος, θλίψις και συμπαρίστατο νουθετών και παρηγορών. Διεκτίθη ως εξομολόγος, φροντίζων ίνα εντυπωθή εις τας ψυχάς των χριστιανών η εικών του Χριστού.
Έλαβε παρά του Θεού το χάρισμα της προφητείας και "προΰλεγε τα μέλλοντα συμβαίνειν εις πρόσωπα, οικογενείας και γενικώτερον της κοινωνίας", όπως γράφεται εις την εισήγησην της αγιοποιήσεώς του.Πράγματι μέχρι των ημερών μας φθάνει ο απόηχος των πολλών θαυμάτων, των προφητειών και της εν γένει αγίας ζωής του.21 Μαϊου 1864 γεύεται της χαράς της Ενώσεως της Επτανήσου με την Μητέρα Ελλάδα δια την οποίαν ειργάσθη με τον ιδικόν του αντιστασιακόν τρόπον πλησίον των ηρώων ριζοσπαστών, διατηρών και καλλιεργών την Ορθόδοξον παράδοσιν, εις τόσον δυσκόλους πολιτικάς και κοινωνικάς περιόδους.
Το 1867 με τους φοβερούς σεισμούς της Παλλικής γκρεμίζεται η οικία του και έκτοτε φιλοξενείται "πένης, πολλούς δε πλουτίζων", "μηδέν έχων και τα πάντα κατέχων" εις την οικίαν του εξαδέλφου του Ιωάννου Γερουλάνου, πατρός του σπουδαίου χειρουργού Μαρίνου Γερουλάνου.
Λόγω της διαδοθείσης φήμης εκ των πολλών θαυμάτων (εμφανώς κεκοσμημένος προφητικώ του Πνεύματος χαρίσματι), αποφεύγων το φοβερό ύφαλο της πνευματικής ζωής, τον επάρατον εγωισμόν, καταφεύγει εις την γνωστήν μέθοδον μεγάλων ασκητών να προσποιείται τον τρελλόν και έτσι συγκαταριθμείται εις την χορείαν των δια Χριστόν σαλών αγίων.
Δια πέντε έτη ταλαιπωρείται κλινήρης ασθενής συνεχίζων να ευλογεί, να ειρηνεύει, να καθοδηγεί, να συμβουλεύει τους χριστιανούς οι οποίοι νυχθημερόν τον επισκέπτονται.
Εκεί δέχεται την επίσκεψιν του νέου Αρχιεπισκόπου Γερμανού Καλλιγά εις τον οποίον προλέγει την ανάρρησίν του εις τον Αρχιεπισκοπικόν Θρόνον των Αθηνών.
Εκοιμήθη 7 Ιουνίου 1888 και εις την πάνδημον μετά τριήμερον κηδεία του εξεφώνησε περίφημον επικήδειο ο Μητροπολίτης Κεφαλληνίας Γερμανός Καλλιγάς.Η παρουσία της Αγίας βιοτής του οι διηγήσεις των θαυμάτων του παρέμειναν ζωνταναί και ανεξίτηλαι εις την συνείδηση των χριστιανών και μετά από 88 χρόνια οδήγησαν τον τότε Μητροπολίτην Κεφαλληνίας Προκόπιον να πραγματοποιήσει ανακομιδήν των αγίων λειψάνων του.
Η διαδικασία αγιοποιήσεως του Αγίου από τον Οικουμενικόν θρόνον, λόγω των γνωστών θλιβερών Εκκλησιαστικών γεγονότων της Κεφαλληνίας, καθυστέρησε, και μετά την ενθρόνησιν, ο ειρηνοποιός και ειρηνοφόρος νέος Ποιμενάρχης κ.κ. Σπυρίδων ετέλεσε με Εκκλησιαστική λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια τας εορτάς ανακηρύξεως του Αγίου την 7ην Σεπτεμβρίου 1986 με εκπροσώπησιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της Ιεράς Συνόδου και πλειάδα Αρχιερέων, εκδοθείσης Θ Πατριαρχικής και Συνοδικής Αποφάσεως 4 Φεβρουαρίου 1986.
Τον Άγιον εγκωμίασαν ο Αρχιεπίσκοπος Γερμανός Καλλιγάς, ο Ιερεύς λόγιος Ζήσιμος Τυπάλδος, και έγραψεν ο Ακαδημαϊκός Αμίλκας Αλιβιζάτος, ο Αρχιμ. π. Ηλίας Μαστρογιαννόπουλος, ο Ληξουριώτης Αρχιερεύς Τρίκκης και Σταγών Χερουβείμ Άννινος και ο Αιδεσιμολ. π. Κωνσταντίνος Γκέλης.
Τόση είναι η ακτινοβολία της προσωπικότητός του ώστε ο σατυρικός ποιητής Ανδρέας Λασκαράτος, παρά το αντικληρικό, το αντιπαραδοσιακό του πνεύμα, εις την υποσημείωσιν 6 του έργου του "Μυστήρια της Κεφαλονιάς" σημειώνει: "Ετίμησα και αγάπησα μάλιστα την αρετήν κάθε που την εύρηκα και στα ράσα".

Ο σημερινός προσκυνητής εις τον Ιερόν Ναόν Αγίου Σπυρίδωνος Ληξουρίου έχει την δυνατότητα να προσκυνήσει τα Άγια λείψανα εντός αργυρής λάρνακος και τον τάφον του Αγίου.

Οι νέοι Ιερομάρτυρες Γαβριήλ (1886 – 11/09/1922) καί Αρκάδιος (1893 – 11/09/1922) οι Ιβηρίτες

undefined
Ο Γαβριήλ γεννήθηκε στη Μπέροβα Κιλκίς το 1886. Προσήλθε στην Ιερά Μονή Ιβήρων το 1904. Εκάρη μοναχός το 1907 και κατόπιν χειροτονήθηκε διάκονος και πρεσβύτερος. Κατά το μοναχολόγιο της μονής «εφονεύθη μαρτυρικώς εν Κυδωνίαις υπό των Τούρκων κατά την υποχώρησιν των Ελλήνων εκ Μικράς Ασίας το 1922». Την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού (11 Σεπτεμβρίου 1922).
Ο Αρκάδιος γεννήθηκε το 1893 στο Αϊβαλί της Μικράς Ασίας. Προσήλθε στη μονή Ιβήρων το 1912 κι εκάρη μοναχός σε αυτή το 1914. Το ίδιο έτος χειροτονήθηκε και διάκονος· 25 Αυγούστου 1914. Το 1916 μαθήτευσε στην Αθωνιάδα Σχολή. Είχε το ίδιο τέλος με τον παραδελφό του Γαβριήλ, την ίδια ημερομηνία.
Η μνήμη τους τιμάται μετά των άλλων Ιβηριτών αγίων στις 13 Μαΐου.
πηγή: Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Άγιοι Αγίου Όρους, Εκδόσεις Μυγδονία, Θεσσαλονίκη 2007

Ένα καταπληκτικό θαύμα του παπα-Παναγή Μπασιά,(7 Ιουνίου) που δείχνει το ανεξερεύνητο των βουλών του Υψίστου

Αφήγηση Γεράσιμος Δρακόπουλος
«…Ο αείμνηστος πατήρ μου,  τότε,  διηγήθη ένα καταπληκτικό θαύμα του Παπά- Μπασιά,  το οποίον έζησε επί των ημερών του Παπά-Μπασιά ο πατήρ του πατρός μου - παππούς μου -  Βασίλειος Δρακόπουλος,  πρωτοψάλτης και συνθέτης πολλών εκκλησιαστικών ασμάτων.
Το θαύμα έχει ως εξής:
Εις το Αργοστόλιον,  επί των ημερών του Παπά-Μπασιά,  ζούσε μία οικογένεια αρχοντική και πολύ πλούσια,  δεν ενθυμούμαι καλώς το όνομα της οικογενείας,  ήτις απετελείτο από τέσσερα άτομα, τον σύζυγο, την σύζυγο και δύο άρρενα τέκνα. Οικογένεια λίαν ευσεβής και ενάρετος,  ακόμη περισσότερον η κυρία,  της οποίας η ζωή ήτο πλήρης αγαθοεργών πράξεων.
Μετά πάροδον ετών απέθανεν ο σύζυγος και έμεινε η χήρα με τα δύο τέκνα της.
Αυτή επεδόθη εις το να διαπαιδαγωγή και νουθετή τα τέκνα της επί το χριστιανικώτερον, συνάμα επεξέτεινε την ανθρωπιστική δράσιν της, βοηθούσα κάθε πτωχόν, επισκεπτομένη ασθενείς κατ’  οίκον και βοηθούσα αυτούς,  ασθενείς εις νοσοκομείον και καταδίκους εν φυλακαίς, βοηθούσα και νουθετούσα αυτούς προς την χριστιανική πίστιν.
Όταν τα τέκνα της έφθασαν εις ηλικίαν το μεν πρώτον 21 ετών, ένα βράδυ καθήμενοι μετά το δείπνον εις την τραπεζαρία,  το πρώτο τέκνον ησθάνθη ένα ισχυρό πόνον εις την κεφαλήν. Αμέσως έπεσε κάτω αναίσθητο, το έβαλαν εις το κρεβάτι καλέσαντες πάραυτα τον ιατρό.
Ούτος διεπίστωσε σοβαρωτάτην κατάστασιν,  προετοιμάσας την κυρία δια το μοιραίον. Η κυρία ακούσασα αυτά που της είπεν ο ιατρός, κατέφυγε εις το εικονοστάσιο της οικίας της και γονυκλινής όλη την νύκτα εδέετο εις την Παναγίαν δια την σωτηρίαν του υιού της. Το πρωί δυστυχώς απεβίωσε το παιδί της.
Αυτή παρ’  όλο το πένθος και την μεγάλη λύπη της,  συνέχισε την χριστιανική και ανθρωπιστική δράσι της.  Μετά πάροδον όμως ενός έτους,  ένα βράδυ ευρισκομένη πάλι μετά του ετέρου υιού της εις την τραπεζαρία, βλέπει απροόπτως το παιδί της να βγάζη μία κραυγή πόνου και να πίπτη κάτω αναίσθητο, όπως και το πρώτο της παιδί. Αμέσως κάλεσε τον ιατρό, όστις διεπίστωσε την ιδία περίπτωσι με το πρώτο της παιδί, αποφανθείς ότι δεν υπάρχει ουδεμία ελπίς διασώσεως αυτού.  Αυτή κλαίουσα και εν απελπισία ευρισκομένη, κατέφυγε πάλι εις το εικονοστάσιο της οικίας της,  και γονυκλινής όλη την νύκτα μετά δακρύων παρεκάλει τον Θεό, την Παναγία, και τον Άγιο Γεράσιμο, όπως σώσουν το παιδί της,  και λόγω της χριστιανικής της δράσεως,  την λυπηθούν και αποδώσουν πλήρως την υγείαν του παιδιού της.  Δυστυχώς την επομένη,  που ήλθεν ο ιατρός,  διεπίστωσε τον θάνατο του υιού της.
Τότε η Κυρία εκμανείσα μετεβλήθη εις θηρίον ανήμερον,  παύσασα τελείως την προηγουμένη δράσιν της,  υβρίζουσα συνεχώς τον Θεό και τους αγίους,  μη δεχομένη κανένα εις την οικίαν της. Έδωσε δύο φωτογραφίας των παιδίων της εις καλόν ζωγράφον, να της φτιάξη τα δύο πορτραίτα εις φυσικόν μέγεθος,  τα όποια όταν ο ζωγράφος της παρέδωσεν,  αυτή τα επλαισίωσε με πολυτελή πλαίσια,  και εκκενώσασα των επίπλων το σαλόνι της, τα εκρέμασεν εις τους δύο τοίχους το εν απέναντι του άλλου, καλύψασα αυτά δι’ υφάσματος – τούλι – τοποθετήσασα κάτωθεν αυτών από ένα κηροπήγιον με μία λαμπάδα, τας οποίας κάθε τόσον ήναπτε και ατενίζουσα τα τέκνα της συζητούσε με αυτά.
Μία των ημερών, ο Παπα-Μπασιάς εμβάς εις πλοιάριον από εκείνα που την εποχήν εκείνη εκτελούσαν το πέρασμα Ληξουρίου – Αργοστολίου επήγε εις Αργοστόλιον. Εξελθών του πλοιαρίου με την ράβδο του, σιγά σιγά επήγαινε κατευθείαν εις την οικίαν της κυρίας αυτής. Φθάσας εκεί εκτύπησε την θύρα. Εβγήκε εις το παράθυρον η κυρία, και ιδούσα τον Παπά-Μπασιά τον οποίο δεν εγνώριζε,  εξεμάνη υβρίζουσα αυτόν με τας χυδαιοτέρας φράσεις.
Ο Παπά-Μπασιάς,  δίχως να ταραχθή,  ήρεμα -  ήρεμα την παρακάλεσε δια τρίτη φοράν να του ανοίξη, που ήθελε κάτι να της ειπή. Αυτή έτι περισσότερον συνέχισε να τον υβρίζη.  Τότε ο Παπά-Μπασιάς είπε: «Ή μου ανοίγεις,  ή ανοίγω»,  και με την ράβδο του έκανε το σημείο του Σταυρού εις την πόρταν,  ήτις αυτομάτως ήνοιξε,  και ήρχισεν ο Παπά-Μπασιάς να ανέρχεται την κλίμακα. Η κυρία ιδούσα αυτό που έγινε, έμεινεν άφωνος μη δυναμένη να εκστομίσει ούτε λέξιν.
Ο Παπά-Μπασιάς προχώρησε κατ’ ευθείαν εις το σαλόνι  (ασφαλώς Θεία βουλήσει) ειπών εις την κυρίαν να τον ακολουθήση. Ήνοιξε την θύρα του σαλονιού, και λέγει εις την κυρία: κάθισε εις την γωνίαν και θα ιδής κάτι που δεν το επερίμενες. Σταθείς επ’ ολίγον εις προσευχήν ο Παπά-Μπασιάς,  βλέπει η κυρία να σηκώνονται τα δύο σκεπάσματα των εικόνων των παιδιών της,  και να κατέρχωνται ζωντανά εις το μέσον του δωματίου, να εξάγουν ταυτοχρόνως δύο περίστροφα, ταυτοχρόνως να πυροβολή ο ένας τον άλλον,  και οι δύο ταυτοχρόνως να πίπτουν νεκροί επί του δαπέδου.
Κατόπιν του γεγονότος τούτου ευρέθησαν τα πορτραίτα ως πρότερον, σαν να μην είχε συμβή τίποτε.Η κυρία άφωνος και τρομαγμένη παρακολουθούσε τα διατρέξαντα, και τότε ο Παπά- Μπασιάς της λέγει: Κυρία μου ο Θεός δια να σε αγαπά σε εφύλαξε να μην ιδής αυτό
πού είδες τώρα, και επήρε μαζί Του τα δύο τέκνα σου δια φυσικού θανάτου, διότι τα δύο
σου τέκνα είχαν αγαπήσει μίαν και την αυτή γυναίκα, και επρόκειτο να σκοτωθούν δια του τρόπου που είδες δι’ αυτήν. Ως εκ τούτου να μεταμεληθής, καί να ευχαριστής τον Θεό, και να συνεχίσης την προτέρα σου χριστιανικήν δράσιν.
Πραγματικά αυτή μεταμεληθείσα,  επεδόθη ψυχή και σώματι εις την προτέραν της δράσιν και εις μεγαλυτέραν κλίμακα».

ΠΗΓΗ βιβλίο «Άγιος Παναγής Μπασιάς», πρωτοπρεσβ. Κων. Σ. Γκέλη.  Αθήναι, 1987.

Ο άγιος Παναγής Μπασιάς (1801-1888) – 7 Ιουνίου

undefined
Αγ. Παναγής Μπασιάς. Φωτογραφία εποχής (19ος αιώνας).
Ο άγιος Παναγής γεννήθηκε το 1801 στην Κεφαλληνία από ευγενή οικογένεια, ενώ από μικρό παιδί φανέρωσε ζωηρή ευφυΐα και μεγάλη αγάπη για την ανάγνωση των ιερών βιβλίων. Όταν πέθανε ο πατέρας του υποχρεώθηκε να αναλάβει την προστασία της μητέρας του και της αδελφής του και άρχισε να ασκεί το επάγγελμα του δασκάλου, παρά το νεαρόν της ηλικίας του. Σύντομα όμως παραιτήθηκε για να αποφύγει συμβιβασμούς υπό την πίεση των Αρχών της αγγλικής κατοχής <1>, ως προς την πίστη του και τα πατριωτικά του αισθήματα, και άσκησε το επάγγελμά του ιδιωτικά, μέχρι την ημέρα που αποφάσισε να κόψει κάθε δεσμό με τον κόσμο εγκαταλείποντας την οικογένειά του και την σταδιοδρομία του και γινόμενος μοναχός στην Μονή της Παναγίας των Βλαχερνών στην νήσο Δίο. Μετά από τις επίμονες παρακλήσεις της μητέρας του επέστρεψε στο Ληξούρι, χωρίς ωστόσο να απαρνηθεί την ασκητική βιοτή που διήγε σε όλη του την ζωή, κάτω από οποιεσδήποτε περιστάσεις. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος σε ηλικία τριάντα πέντε ετών και έκτοτε αφιερώθηκε ολόκληρος στην υπηρεσία της Εκκλησίας, με την καθημερινή σχεδόν τέλεση της θείας Λειτουργίας, με το κήρυγμα και κυρίως με το παράδειγμα των ευαγγελικών αρετών του. Στεκόταν στην εκκλησία ως στύλος προσευχής, και όταν έβγαινε το έκανε για να μοιράσει ελεημοσύνες, να επισκεφθεί δεινοπαθούντες ή να φέρει πίσω στο ποίμνιο παραστρατημένες ψυχές. Αρνήθηκε πάντα να διορισθεί σε κάποια ενορία, προκειμένου να αποφύγει τους βιοτικούς περισπασμούς και τις πιέσεις των κατακτητών, και εγκαταστάθηκε στο μονύδριο του Αγίου Σπυρίδωνος, απ’ όπου για πενήντα χρόνια μοίραζε σε όλο τον λαό της Κεφαλληνίας τους θησαυρούς που έκρυβε στην καρδιά του. Ακολουθώντας το παράδειγμα του αγίου Γερασίμου [20 Οκτ.] και του αγίου Άνθιμου του Τυφλού [4 Σεπτ.], ο παπα-Μπασιάς δίδασκε και διέδιδε την χάρη του Θεού στον λαό, δίχως ωστόσο να εγκαταλείπει το ερημητήριό του. Πήγαινε επίσης να λειτουργήσει σε όλα τα εξωκκλήσια που ήσαν διεσπαρμένα γύρω από το Ληξούρι, όπου μόλις γινόταν γνωστή η έλευσή του συναζόταν πλήθος πιστών.
Είχε πουλήσει τα υπάρχοντα της οικογένειάς του και μοίραζε όλους τους πόρους του στους πτωχούς που θεωρούσε παιδιά του. Όταν ερχόταν στην πόλη, τον ακολουθούσε πάντα ένα σμάρι φτωχών γυναικών στις όποιες έδινε ό,τι είχε και δεν είχε, σε σημείο που να στερείται ο ίδιος τροφής. Ως νέος άγιος Νικόλαος, γνώριζε ποιά οικογένεια είχε ιδιαίτερη ανάγκη και παρενέβαινε για να την στηρίξει ή να στερεώσει την πίστη της στον Θεό. Η αγάπη του για τον πλησίον ήταν ανάμεικτη μάλιστα με τόλμη και συχνά έμπαινε σε ένα μαγαζί, άνοιγε το ταμείο και έπαιρνε ό,τι έκρινε αναγκαίο για τις ελεημοσύνες του. Μία ήμερα, ένας φούρναρης αρνήθηκε να τού δώσει αυτό που ζητούσε και η ζύμη του έμενε λιπανάβατη.
Ο άγιος Παναγής είχε αποκτήσει το χάρισμα της προορατικότητος και της προφητείας, το οποίο χρησιμοποιούσε για να διορθώνει ψυχές. Σε εκείνους που επρόκειτο να πεθάνουν σύντομα με βίαιο τρόπο συνέστηνε να πάνε να εξομολογηθούν ή προειδοποιούσε με υπαινιγμούς όσους έμελλαν να διαπράξουν κάποιο σοβαρό αμάρτημα. Μία βροχερή νύχτα, συναντώντας στον δρόμο κάποιον που πήγαινε να αμαρτήσει, τού φώναξε: «Αμαρτία, αμαρτία, γύρισε σπίτι σου!» Μιαν άλλη φορά, μία μάνα που μόλις είχε χάσει τους δυο γιους της τον ένα πίσω άπό τον άλλο, έπεσε σε απόγνωση και εξεγέρθηκε κατά του Θεού. Ο άγιος ιερέας έτρεξε στο σπίτι της και καθώς εκείνη αρνιόταν να τού ανοίξει βρίζοντας τον, άνοιξε την πόρτα κάνοντας το σημείο του σταυρού. Όταν μπήκε στην σάλα, όπου βρίσκονταν τα πορτραίτα των δυο πεθαμένων, τα πρόσωπα ζωντάνεψαν και βγάζοντας πιστόλι αλληλοσκοτώθηκαν. Ο άγιος Παναγής αποκάλυψε τότε στην μητέρα τους ότι είχαν ερωτευθεί την ίδια γυναίκα και θα πέθαιναν με τον τρόπο αυτό αν δεν παρενέβαινε ο Θεός να αποτρέψει ένα μεγαλύτερο κακό. Μιαν άλλη φορά πάλι, μπήκε σε ένα σπίτι όπου έβραζε το τσουκάλι γιατί περίμεναν επισκέψεις και το αναποδογύρισε, επειδή είχε προηγουμένως προσέλθει ένας φτωχός και τον είχαν διώξει με άδεια χέρια.
Αυτά όμως τα άφθονα χαρίσματα του Θεού δεν δόθηκαν στον παπα-Μπασιά δίχως να τον ταλαιπωρεί «σκόλοψ τη σαρκί» (Β’ Κορ. 12, 7). Δέκα περίπου χρόνια μετά την χειροτονία του προσβλήθηκε από νευρασθένεια η οποία τον έκανε να χάνει τον έλεγχο του εαυτού του: έβγαζε κραυγές, ξύριζε τα γένια και τα μαλλιά του, πετούσε έξω ό,τι έβρισκε μπροστά του. Όταν συνήλθε μετά από έξι μήνες, απέδωσε την ασθένεια στην αμαρτωλότητά του. Εν συνεχεία παρόμοιες κρίσεις επαναλαμβάνονταν κάθε δύο ή τρία χρόνια και προς το τέλος της ζωής του κάθε χρόνο. Τελικά έμεινε καθηλωμένος στο κρεβάτι τα τελευταία πέντε χρόνια της ζωής του. Δεν στερήθηκε ωστόσο τα χαρίσματα της προορατικότητος και παραμυθίας των ψυχών, ενώ ο λαός δεν έχασε επ’ ουδενί την αγάπη και την αφοσίωση του σ’ αυτόν. Απεναντίας, όλοι όσοι υπέφεραν από τα βάσανα και τις θλίψεις της ζωής ή βρίσκονταν σε δυσκολίες γνώριζαν πως η πόρτα του δωματίου του ήταν πάντα ανοικτή και ο άγιος ιερέας δεν έπαυσε να είναι ο πόλος έλξης και το κέντρο του εκκλησιαστικού βίου της Κεφαλληνίας. Είχε αποκτήσει τόσο κύρος, ώστε συχνά παρενέβαινε δραστήρια για να διορθώσει τις αδικίες ή να επιτιμήσει τους υπεύθυνους για ανήθικες πράξεις και πάντα εισακουόταν ως η φωνή Θεού.
Αφού σήκωσε με υπομονή και ευχαριστίες στον Θεό τον σταυρό της μακράς και ταπεινωτικής του ασθένειας —την οποία ορισμένοι θεωρούσαν ένα είδος «δια Χριστόν σαλότητος»— ο άγιος Παναγής εκοιμήθη εν Κυρίω στις 7 Ιουνίου 1888. Για δύο ημέρες και δύο νύχτες οι πιστοί προσέρχονταν να προσκυνήσουν το σκήνωμα του και η τιμή του δεν έπαυσε να αυξάνει αυθόρμητα, όχι μόνο στην Κεφαλληνία, αλλά και σε όλη την Ελλάδα, κυρίως μετά την ανακομιδή των λειψάνων του το 1976 <2>.
Σημειώσεις
1 Τα Επτάνησα βρίσκονταν τότε υπό αγγλική προστασία (ενώθηκαν με την Ελλάδα το 1864). Ο Βρετανός διοικητής είχε όλες τις εξουσίες, τις όποιες ασκούσε συχνά εις βάρος του λαού και των Ορθόδοξων παραδόσεών του.
2 Η τιμή του αγίου Παναγή Μπασιά είναι ένα τρανό παράδειγμα του παραδοσιακού τρόπου «αναγνωρίσεως»των αγίων στην Ορθόδοξο Εκκλησία, της οποίας το μόνο αληθινό κριτήριο είναι η αυθόρμητη ευλάβεια του λαού του Θεού.
Κείμενο-Φωτογραφία: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος δέκατος – Ιούνιος, σ. 88-91)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...