Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Ιουνίου 11, 2011

Να μην ταπεινώνεις τον αδελφό σου…

undefined
Έχεις άφθονα κατορθώματα; Να μη χλευάζεις τον πλησίον σου και μειώνεις το εγκώμιό σου. Και να προσέχεις τα λόγιά σου, αγαπητέ μου. Περισσότερο οφείλει ο δίκαιος να φοβάται την υπερηφάνεια, παρά ο αμαρτωλός. Αυτό το είπα και χθες, το λέω και σήμερα, για εκείνους που έλειπαν χθες. Διότι ο αμαρτωλός αναγκαστικά έχει τη συνείδησή του ταπεινή, ενώ ο δίκαιος καυχιέται για τα κατορθώματά του. Όπως, ακριβώς, και στα πλοία. Εκείνοι που έχουν άδειο πλοίο, δεν φοβούνται την επίθεση των πειρατών, διότι εκείνοι δεν έρχονται να διαρρήξουν το πλοίο που δεν έχει τίποτα. Ενώ εκείνοι που έχουν πλοίο γεμάτο με φορτίο, φοβούνται τους πειρατές, διότι ο πειρατής πηγαίνει εκεί που υπάρχει χρυσάφι, που υπάρχει ασήμι, που υπάρχουν πολύτιμα πετράδια. Έτσι και ο διάβολος, δεν απειλεί εύκολα τον αμαρτωλό, αλλά τον δίκαιο, όπου υπάρχει πλούτος πολύς. Επειδή πολλές φορές η υπερηφάνεια προέρχεται από την εχθρότητα του διαβόλου, είναι απαραίτητο να είμαστε προσεκτικοί.
Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου

Αυτός είναι η αγάπη μας, Αυτός ο έρωτάς μας

Ο Χριστός είναι η χαρά, το φως το αληθινό, η ευτυχία. Ο Χριστός είναι η ελπίδα μας. Η σχέση με τον Χριστό είναι αγάπη, είναι έρωτας, είναι ενθουσιασμός, είναι λαχτάρα του θείου. Ο Χριστός είναι το παν. Αυτός είναι η αγάπη μας, Αυτός ο έρωτάς μας. Είναι έρωτας αναφαίρετος ο έρωτας του Χριστού. Από κει πηγάζει η χαρά.
undefined
Η χαρά είναι ο ίδιος ο Χριστός. Είναι μία χαρά, που σε κάνει άλλο άνθρωπο. Είναι μία πνευματική τρέλα, αλλά εν Χριστώ. Σε μεθάει σαν το κρασί το ανόθευτο, αυτό το κρασί το πνευματικό. Όπως λέγει ο Δαβίδ: «Ελίπανας εν ελαίω την κεφαλήν μου και το ποτήριόν σου μεθύσκον με ωσεί κράτιστον» (Ψαλ. 22, 5). Ο πνευματικός οίνος είναι άκρατος, ανόθευτος, πολύ δυνατός κι όταν τον πίνεις, σε μεθάει. Αυτή η θεία μέθη είναι δώρο του Θεού, που δίδεται στους «καθαρούς τη καρδία» (Πρβλ. Ματθ. 5, 8).
Όσο μπορείτε να νηστεύετε, όσες μετάνοιες μπορείτε να κάνετε, όσες αγρυπνίες θέλετε ν’ απολαμβάνετε, αλλά να είστε χαρούμενοι. Να έχετε τη χαρά του Χριστού. Είναι η χαρά που διαρκεί αιώνια, που έχει αιώνια ευφροσύνη. Είναι χαρά του Κυρίου μας, που δίνει την ασφαλή γαλήνη, τη γαλήνια τερπνότητα και την πάντερπνη ευδαιμονία. Η χαρά η πασίχαρη, που ξεπερνά κάθε χαρά. Ο Χριστός θέλει κι ευχαριστείται να σκορπάει τη χαρά, να πλουτίζει τους πιστούς Του με χαρά. Εύχομαι, «ίνα η χαρά υμών η πεπληρωμένη» (Α’ Ιω. 1,4).
Αυτή είναι η θρησκεία μας. Εκεί πρέπει να πάμε. Ο Χριστός είναι ο Παράδεισος, παιδιά μου. Τι είναι Παράδεισος; Ο Χριστός είναι. Από δω αρχίζει ο Παράδεισος. Είναι ακριβώς το ίδιο, όσοι εδώ στη γη ζουν τον Χριστό, ζουν τον Παράδεισο. Έτσι είναι, που σάς το λέγω. Είναι σωστό, αληθινό αυτό, πιστέψτε με! Έργο μας είναι να προσπαθούμε να βρούμε έναν τρόπο να μπούμε μέσα στο φως του Χριστού. Δεν είναι να κάνει κανείς τα τυπικά. Η ουσία είναι να είμαστε μαζί με τον Χριστό. Να ξυπνήσει η ψυχή και ν’ αγαπήσει τον Χριστό, να γίνει αγία. Να επιδοθεί στο θείο έρωτα. Έτσι θα μάς αγαπήσει κι Εκείνος. Θα είναι τότε η χαρά αναφαίρετη. Αυτό θέλει πιο πολύ ο Χριστός, να μάς γεμίζει από χαρά, διότι είναι η πηγή της χαράς. Αυτή η χαρά είναι δώρο του Χριστού. Μέσα σ’ αυτή τη χαρά θα γνωρίσομε τον Χριστό. Δεν μπορούμε να Τον γνωρίσουμε, αν Εκείνος δεν μας γνωρίσει. Πώς το λέγει ο Δαβίδ; «Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον, εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες, εάν μη Κύριος φυλάξη πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησεν ο φυλάσσων» (Ψαλμ. 126, 1).
Αυτά η ψυχή μας θέλει να αποκτήσει. Αν προετοιμασθούμε ανάλογα, η χάρις θα μάς τα δώσει. Δεν είναι δύσκολο. Αν αποσπάσουμε την χάρι, όλα είναι εύκολα, χαρούμενα κι ευλογία Θεού. Η θεία χάρις διαρκώς κρούει την πόρτα της ψυχής μας και περιμένει ν’ ανοίξουμε, για να έλθει στην διψώσαν καρδίαν μας και να την πληρώσει. Το πλήρωμα είναι ο Χριστός, η Παναγία μας, η Αγία Τριάς. Τι ωραία πράγματα!
Άμα αγαπάεις, ζεις στην Ομόνοια και δεν ξέρεις ότι βρίσκεσαι στην Ομόνοια. Ούτε αυτοκίνητα βλέπεις, ούτε κόσμο βλέπεις, ούτε τίποτα. Είσαι μέσα σου με το πρόσωπο που αγαπάς. Το ζεις, το ευχαριστιέσαι, σ’ εμπνέει. Δεν είναι αληθινά αυτά; Σκεφθείτε αυτό το πρόσωπο που αγαπάτε να είναι ο Χριστός. Ο Χριστός στο νου σου, ο Χριστός στην καρδιά σου, ο Χριστός σ’ όλο σου το είναι, ο Χριστός παντού.
Ο Χριστός είναι η ζωή, η πηγή της ζωής, η πηγή της χαράς, η πηγή του φωτός του αληθινού, το παν. Όποιος αγαπάει τον Χριστό και τους άλλους, αυτός ζει τη ζωή. Ζωή χωρίς Χριστό είναι θάνατος, είναι κόλαση, δεν είναι ζωή. Αυτή είναι η κόλαση, η μη αγάπη. Ζωή είναι ο Χριστός. Η αγάπη είναι η ζωή του Χριστού. Ή θα είσαι στη ζωή ή στο θάνατο. Από σένα εξαρτάται να διαλέξεις.
Ένας να είναι ο στόχος μας, η αγάπη στον Χριστό, στην Εκκλησία, στον πλησίον. Η αγάπη, η λατρεία προς τον Θεό, η λαχτάρα, η ένωση με τον Χριστό και με την Εκκλησία είναι ο επί γης Παράδεισος. Η αγάπη στον Χριστό είναι κι αγάπη στον πλησίον, σ’ όλους, και στους εχθρούς. Ο χριστιανός πονάει για όλους, θέλει όλοι να σωθούν, όλοι να γευθούν τη Βασιλεία του Θεού. Αυτός είναι ο χριστιανισμός. Μέσω της αγάπης προς τον αδελφό θα κατορθώσουμε ν’ αγαπήσουμε τον Θεό. Ενώ το επιθυμούμε, ενώ το θέλουμε, ενώ είμαστε άξιοι, η θεία χάρις έρχεται μέσω του αδελφού. Όταν αγαπάμε τον αδελφό, αγαπάμε την Εκκλησία, άρα τον Χριστό. Μέσα στην Εκκλησία είμαστε κι εμείς. Άρα όταν αγαπάμε την Εκκλησία, αγαπάμε και τον εαυτό μας.
Πηγή: “Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου Βίος και Λόγοι”, Ιερά Μονή Χρυσοπηγής, Χανιά 2003.

''Μονοδιάστατη κοινωνία''(Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου)

Ο σύγχρονος άνθρωπος ζή σέ μιά κοινωνία η οποία βλέπει όλα τά πράγματα μέσα από μιά διάσταση καί γι’ αυτό είναι επικίνδυνη. Ο άνθρωπος έχει διάφορα προβλήματα, οικονομικά, βιολογικά, ψυχολογικά, πολιτισμικά, υπαρξιακά, θρησκευτικά. Έτσι, όταν όλο τό ενδιαφέρον τής κοινωνίας εξαντλήται σέ μιά μόνον διάσταση (βιολογική, οικονομική) τότε χαρακτηρίζεται ως «μονοδιάστατη κοινωνία» καί ο άνθρωπος πού ζή μέσα σέ αυτήν χαρακτηρίζεται ως «μονοδιάστατος» καί κατ’ επέκταση είναι ψυχικά, ψυχολογικά, πολιτισμικά καί υπαρξιακά ανάπηρος.
Η οικονομική κρίση πού έπληξε τήν Πατρίδα μας είναι ένα γεγονός λυπηρό καί πρέπει νά αποδοθούν ευθύνες, γιατί προκαλεί κοινωνικές καί οικογενειακές αναστατώσεις, αλλά κυρίως γιατί δημιουργεί προβλήματα στούς νέους ανθρώπους, οι οποίοι υφίστανται τίς συνέπειες τής οικονομικής κρίσης, χωρίς νά ευθύνωνται οι ίδιοι καί έτσι βλέπουν μέ δυσοίωνες προοπτικές τό μέλλον τους. Όμως καί η απολυτοποίηση τής οικονομικής κρίσης, χωρίς νά βλέπουμε καί τά ποικίλα προβλήματα πού υπάρχουν στήν κοινωνία μας, αυξάνει τόν προβληματισμό, τόν σκεπτικισμό καί, τελικά, επιτείνει τήν αγωνία.
Ο άνθρωπος δέν είναι μιά «ζωντανή μηχανή», δέν είναι ένα «βιολογικό όν», δέν είναι ένα «έμψυχο εργαλείο» στά χέρια τών εργοδοτών καί τών μηχανισμών εξουσίας, αλλά είναι ένα «πνευματικό όν», ένα «θεολογικό όν» πού αναζητά νόημα καί πληρότητα ζωής.
Διακατεχόμενος τόν τελευταίο καιρό από τέτοιες σκέψεις, θυμήθηκα τό έργο του Χέρμερτ Μαρκούζε μέ τίτλο Ο μονοδιάστατος άνθρωπος καί τίς σημαντικότερες παρατηρήσεις του στό πρώτο κεφάλαιο τού βιβλίου μέ τίτλο «μονοδιάστατη κοινωνία». Μιά τέτοια κοινωνία στήν οποία ζούμε, καθημερινώς μάς καθιστά όλο καί περισσότερο υπαρξιακά καί πνευματικά ανάπηρους, αφού ατροφούν οι βασικές προδιαγραφές τής ύπαρξής μας, όταν βέβαια δέν έχουμε εσωτερικές αντιστάσεις.
Ο Χέρμερτ Μαρκούζε (1898-1979) ήταν ένας αμερικανός φιλόσοφος, γερμανικής καταγωγής, ο οποίος είχε σοσιαλιστικές αρχές στήν νεότητά του καί τελικά πέρασε τρείς φάσεις στήν ζωή του. Η πρώτη φάση ήταν η φαινομενολογική οντολογική φιλοσοφία του, αφού ήταν μαθητής τών γερμανών φιλοσόφων Χούσερ καί Χάϊντεγκερ, καί μέσα από τίς θεωρίες τους ερμήνευσε τόν Μάρξ. Η δεύτερη φάση τής ζωής του συνδέεται μέ τήν «κριτική θεωρία», κατά τήν οποία ανέλυε τήν κατάσταση τού ανθρώπου πού υποτάσσεται στήν μηχανή καί τίς σχέσεις παραγωγής, στήν «ύστερη καπιταλιστική κοινωνία». Καί η τρίτη φάση τής ζωής του χαρακτηρίζεται ως «φροϋδική», γιατί μέσα από τίς θεωρίες τού Φρόϋντ ερμήνευσε «τίς εξουσιαστικές δομές τού ύστερου καπιταλισμού», δηλαδή ερμήνευσε τόν Φρόϋντ μέσα από τήν φιλοσοφική οντολογία. Κατά δέ τήν δεκαετία τού ’60 ο Μαρκούζε, επειδή ήταν αντίθετος πρός τήν κατεστημένη τάξη, αναδείχθηκε σέ ηγέτη τών φοιτητικών κινημάτων τόσο στήν Αμερική όσο καί στήν δυτική Ευρώπη.
Στό πρώτο κεφάλαιο τού βιβλίου του Ο μονοδιάστατος άνθρωπος, τό οποίο, όπως προαναφέρθηκε, έχει τόν τίτλο «η μονοδιάστατη κοινωνία», εξετάζει κυρίως δύο θέματα, αφ’ ενός μέν τίς «πλαστές» ανάγκες πού προβάλλει η σύγχρονη κοινωνία στόν άνθρωπο καί τόν πιέζει νά τίς αποδεχθή, αφ’ ετέρου δέ στήν απόκτηση τής ελευθερίας. Μπορεί καί τά δύο αυτά νά συνοψισθούν σέ ένα πού είναι η απελευθέρωση από τήν δουλεία τών «ψευδών» αναγκών.
Μιλώντας γιά «ψευδείς» ανάγκες, εννοεί αυτές πού καθορίζονται «από δυνάμεις εξωτερικές» πού ο άνθρωπος δέν μπορεί νά ελέγξη, γιατί «έχουν ετερόνομη ανάπτυξη καί ικανοποίηση». Τέτοιες «ψευδείς» ανάγκες δημιουργούν μιά «ευφορία μέσα στήν δυστυχία». Γράφει ο Μαρκούζε: «Νά αναπαύεσαι, νά διασκεδάζεις, νά δράς καί νά καταναλώνεις όπως όλοι οι άλλοι, νά αγαπάς καί νά μισείς ό,τι αγαπούν καί μισούν οι άλλοι, αυτό στό μεγαλύτερό τους μέρος είναι ανάγκες πλαστές».
Σέ μιά τέτοια «μονοδιάστατη κοινωνία» πού ζή ο άνθρωπος, ο ίδιος πρέπει νά δώση λύσεις, νά καθορίση «κριτήρια προτεραιότητας» καί νά διακρίνη τήν «αλήθεια» από τήν «πλαστικότητα», τίς «αληθινές» από τίς «πλαστικές» ανάγκες. Ο άνθρωπος σήμερα δέν πρέπει νά είναι «ετερόφωτο κι ετεροκαθοριζόμενο» όν, γι’ αυτό «θά πρέπει νά αμφισβητήσει τίς ανάγκες καί τίς ικανοποιήσεις τού κατεστημένου, μέ τούς όρους τού αληθινού καί πλαστού». Αυτό θά πρέπει νά γίνεται μέ προσωπική ελευθερία καί όχι μέ τήν δυνατότητα επιλογής, η οποία μάς επιβάλλεται έξωθεν, γιατί «η δυνατότητα νά εκλέγεις ελεύθερα αφέντες δέν εξαλείφει ούτε τούς αφέντες ούτε τούς δούλους».
Μέσα από αυτήν τήν προοπτική οριοθετεί καί τήν ελευθερία. Τελικά, η ελευθερία δέν μπορεί νά τεθή στό πλαίσιο μιάς απλής επιλογής, τήν οποία μάς θέτει η κατεστημένη εξουσία στήν κοινωνία, γιατί αυτό είναι περιορισμός τής ελευθερίας. Γι’ αυτό «δέν μπορούμε νά ορίσουμε μιά αληθινά ελεύθερη κοινωνία χρησιμοποιώντας τούς παραδοσιακούς όρους τής οικονομικής, πολιτικής καί πνευματικής ελευθερίας».
Προσδιορίζοντας ο Μαρκούζε τό νόημα τής ελευθερίας, γράφει ότι η απόκτηση τής πραγματικής ελευθερίας πρέπει σήμερα νά εκφρασθή μέ «αρνητικούς όρους», ακριβώς επειδή ζούμε σέ μιά κοινωνία μονοδιάστατη, καταναγκαστική, πού περιορίζει τήν ελευθερία σέ μιά δυνατότητα επιλογής μεταξύ δύο πραγμάτων, τά οποία οι κοινωνικοί μηχανισμοί μάς έχουν προσδιορίσει. Είναι χαρακτηριστικές οι σκέψεις του πάνω στό θέμα αυτό. Γράφει:
«Οικονομική ελευθερία θά πρέπει νά σημαίνει απελευθέρωση από τήν οικονομία, απ’ τόν καταναγκασμό πού ασκείται μέ τίς οικονομικές σχέσεις καί δυνάμεις, απελευθέρωση απ’ τήν καθημερινή πάλη γιά τήν ύπαρξη, απαλλαγή απ’ τήν ανάγκη νά κερδίζουμε τή ζωή μας. Πολιτική ελευθερία θά πρέπει νά σημαίνει απελευθέρωση απ’ τήν πολιτική αυτή πού πάνω της τά άτομα δέν μπορούν νά ασκήσουν ουσιαστικό έλεγχο. Πνευματική ελευθερία θά πρέπει νά σημαίνει αποκατάσταση τής ατομικής σκέψης, πνιγμένης σήμερα από τά μέσα μαζικής επικοινωνίας καί θύμα τής διαπαιδαγώγησης, κι ακόμη θά πρέπει νά σημαίνει ότι θά πάψουν νά υπάρχουν κατασκευαστές τής “κοινής γνώμης” κι ακόμη καί κοινή γνώμη».
Όλα αυτά φαίνονται «επαναστατικά», αλλά είναι τό λιγότερο πού πρέπει καί μπορούμε νά κάνουμε γιά νά ξεφύγουμε από τήν δουλεία πού επιβάλλει σέ όλους μας «η μονοδιάστατη κοινωνία». Τά πάντα σήμερα, η πολιτική, τά μέσα μαζικής ενημέρωσης, οι δημόσιες καί προσωπικές συζητήσεις μάς ερμηνεύουν μέ οικονομικούς όρους, ωσάν νά είμαστε «οικονομικά όντα» καί όχι πολιτισμικές, πνευματικές, θρησκευτικές υπάρξεις. Ο περιορισμός καί ο εγκλωβισμός τού ανθρώπου σέ ένα κατώτερο επίπεδο ζωής, είναι βίωση τής ατμόσφαιρας καί τής εμπειρίας τής φυλακής. Γι’ αυτό απαιτούνται εσωτερικές αντιστάσεις υπαρξιακής επανάστασης γιά τήν απόκτηση πραγματικής ελευθερίας, πράγμα τό οποίο είναι υπόθεση μιάς ολοκληρωμένης παιδείας. Χρειαζόμαστε μιά παιδεία πού θά ανταποκρίνεται σέ όλες τίς προσδοκίες καί απαιτήσεις τού εσωτερικού ψυχικού μας κόσμου καί θά μάς ελευθερώνη από τίς έξωθεν επιβολές τών «ψευδών» αναγκών.
Επομένως, πρέπει νά παύσουμε νά είμαστε «μονοδιάστατοι άνθρωποι» καί θά πρέπει νά ικανοποιούμε τίς εσωτερικές, υπαρξιακές καί πνευματικές μας ανάγκες, οι οποίες, όταν δέν ικανοποιούνται, αφήνουν βαθύ πόνο. Καί αυτός ο πόνος δέν θεραπεύεται μέ τίποτε τό κτιστό, αισθητό, αισθησιακό καί εφήμερο.
(Δημοσιεύεται στό περιοδικό «Γράμματα Σπουδάματα» τού 1ου Λυκείου Ναυπάκτου, τεύχος 13 καί στό “Ενιαύσιον 2010″)
«Εκκλησιαστική Παρέμβαση»Μάιος 2011

Παρασκευή, Ιουνίου 10, 2011

Ο διαβόητος κακοποιός Πάσσαρης θα βάλει ράσα


Εβαψε τα χέρια του με αίμα αθώων πολιτών και αστυνομικών, κατάφερε να διασύρει και να «αποκεφαλίσει» την Ελληνική Αστυνομία διαφεύγοντας από συλλήψεις και διαπράττοντας σωρεία κακουργηματικών πράξεων και σήμερα δηλώνει έτοιμος να αφιερώσει τη ζωή του στον Θεό ελπίζοντας πως -όταν και αν αποφυλακιστεί- θα γίνει μοναχός στο Αγιο Ορος…

Ο διαβόητος κακοποιός Κώστας Πάσσαρης, ο άνθρωπος που χαρακτηρίστηκε ως «θεριό των Βαλκανίων» και που από το 2001 κρατείται στις φυλακές υψίστης ασφαλείας Γκέρλας στη Ρουμανία, εμφανίζεται να μετανιώνει για το αμαρτωλό παρελθόν του και ως άλλο «απολωλός πρόβατο» να προσεύχεται γονατιστός μέσα στο στενό κελί του ζητώντας άφεση αμαρτιών και προσδοκώντας πως κάποια μέρα θα καταφέρει να φορέσει ράσα και να αφιερωθεί ολοκληρωτικά στον Κύριο και δημιουργό του. Αυτό άλλωστε ισχυρίστηκε σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα «Jurnalul National» του Βουκουρεστίου ο ιερωμένος στον οποίο οφείλεται η θεαματική μεταστροφή του κακοποιού, ο «άγιος» των φυλακισμένων αρχιμανδρίτης Γερβάσιος Ιωάννης Ραπτόπουλος.
Ο 80χρονος αρχιμανδρίτης, ιδρυτής της αδελφότητας «Οσία Ξένη – Διακονία Αποφυλακίσεως Απόρων Κρατουμένων και Φυγόποινων», ήρθε σε επαφή με τον Πάσσαρη το περασμένο Πάσχα όταν, ενώ βρισκόταν στη Ρουμανία, έμαθε πως ο 34χρονος κακοποιός ζητούσε απεγνωσμένα να τον συναντήσει. Μετά την εξασφάλιση της απαραίτητης άδειας από το ρουμανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, ο πατέρας Γερβάσιος συνάντησε τον Πάσσαρη παρουσία του διευθυντή των φυλακών, αλλά και ακόμη τεσσάρων πάνοπλων φρουρών που παρακολουθούσαν τη συνάντηση με το δάχτυλο στη σκανδάλη.
Εκτοτε, η επικοινωνία τους έγινε συχνότερη, ο «πνευματικός πατέρας» του Πάσσαρη άρχισε να τον επισκέπτεται και να τον προμηθεύει εκκλησιαστικά βιβλία (κάποια από τα οποία -όπως «τα ασκητιικά» του Αββά Δωροθέου- θεωρούνται εξαιρετικά «δύσκολα» και διαβάζονται από μοναχούς στο Αγιο Ορος), ενώ από τη μεριά του, ο κακοποιός υιοθέτησε ένα μοναστηριακό και ιδιαίτερα σκληρό τρόπο ζωής και άρχισε να νηστεύει κάθε Τετάρτη και Παρασκευή, αδιαφορώντας μάλιστα για τους χλευασμούς από πολλούς συγκρατούμενούς του.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το καθημερινό «εκκλησιαστικό» πρόγραμμα του έγκλειστου κακοποιού ξεκινάει νωρίς το πρωί αφού μόλις ξυπνάει διαβάζει τον Ορθρο της ημέρας. Λίγες ώρες αργότερα τελεί Παράκληση, το απόγευμα τον Εσπερινό, ενώ το βράδυ κλείνει με το Μικρό Απόδειπνο. Μάλιστα, στις 3:00 τα ξημερώματα, ο Πάσσαρης ξυπνάει και τελεί Μεσονυκτική Ακολουθία, ενώ αμέσως μετά εκτελεί Μοναχικό Κανόνα (εκκλησιαστική προσευχή μοναχικού τύπου). Συγκεκριμένα, παίρνει στα χέρια του ένα κομποσκοίνι και αρχίζει να προσεύχεται, ενώ ταυτόχρονα κάνει μετάνοιες!
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του αρχιμανδρίτη στη ρουμανική εφημερίδα, η φυλακή άλλαξε ριζικά τον Πάσσαρη, ο οποίος πλέον επικοινωνεί καλύτερα και είναι πιο ανοιχτός, έχοντας στραφεί προς τον Θεό. Μάλιστα, σε παλαιότερη συνέντευξή του στην εκπομπή «Ηξεις αφήξεις» της τηλεόρασης Super ο αρχιμανδρίτης είχε εκμυστηρευτεί στον δημοσιογράφο Θοδωρή Δούκα: «Οταν τον είδα πρώτη φορά, το παιδί ήταν συντετριμμένο και εξομολογήθηκε για περίπου μιάμιση ώρα. Του έδωσα μια ωραία εικόνα της Παναγίας και του είπα: “Κώστα, αυτή είναι μια εικόνα που με συγκινεί βαθύτατα”. Αυτός μου απάντησε: “Γέροντα, δώστε μου να τη φιλήσω, αλλά με συγχωρείτε, δεν θα την κρατήσω για να μη μου θυμίζει τη μητέρα μου”. Αυτό το παιδί δεν γνώρισε ποτέ μητέρα. Για μένα βρίσκεται στο δρόμο της μετανοίας και αγαπάει πολύ τους αγιορείτες πατέρες. Ολα τα βιβλία που διαβάζει μιλούν για μετάνοια. Είναι το πνευματικό μου τέκνο».
Το… διαβατήριο για τον οίκο του Θεού
Η Ορθοδοξία δέχεται στην αγκαλιά της όλους τους ανθρώπους και δεν κάνει διακρίσεις ακόμη και όταν πρόκειται για τους πιο επικίνδυνους κακοποιούς.
Η ιδιάζουσα περίπτωση του Κώστα Πάσσαρη δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση καθώς, σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο ίδιος φέρεται να έχει μετανιώσει για τις πράξεις του και μέσω της εξομολόγησης στον πνευματικό του πατέρα να έχει ζητήσει άφεση αμαρτιών και να έχει εκφράσει την επιθυμία να μονάσει.
Ωστόσο, για να μπορέσει να ακολουθήσει το δρόμο του μοναχισμού θα πρέπει κατ’ αρχάς να αποφυλακιστεί καθώς εκτίει ποινή δις ισόβια. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο τότε θα μπορούσε να πάει σε κάποιο μοναστήρι, να καταθέσει το ποινικό του μητρώο και να περάσει με επιτυχία τη δοκιμαστική περίοδο των λίγων μηνών που ισχύει για όλους ανεξαιρέτως τους δόκιμους μοναχούς. Κατά τη διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου οι δόκιμοι κυκλοφορούν με πολιτικά ρούχα και όχι με ράσα. Το αν πληροί τις προϋποθέσεις και αν είναι ικανός να γίνει μοναχός είναι κάτι που θα το κρίνει ο πνευματικός του πατέρας, ο οποίος πιστοποιεί την πνευματική του μεταμέλεια Από εκεί και πέρα θα πρέπει να είναι αποφασισμένος και έτοιμος να εγκαταλείψει τα εγκόσμια και όπως όλοι οι μοναχοί να ακολουθήσει το δρόμο του Θεού.
oparadeisos.wordpress.com

Ρητά περί Ορθοδοξίας



H Ορθοδοξία στην πρόταση βάζει τελεία στο κόμμα και στο τέλος θαυμαστικό.


Ο Κύριος, σου μεταμορφώνει το τώρα και σου μετουσιώνει το άυριο που αρνήσε ότι υπάρχει .


Το αύριο θα υπάρχει και χωρίς εσένα και ας μην το δέχεσαι, τουλάχιστον προετοιμάσου να είσαι παρόν.


Η Ορθοδοξία σού μεταμορφώνει
την παρούσα ζωή και σε προετοιμάζει για την μέλλουσα.


Μόνος σου κόβεις μόνο τα σάπια κλαδιά του δέντρου των παθών της ψυχής σου , με την εξομολόγηση ξεριζώνεις τις ρίζες και αγιάζεις το χώμα.


Στο έρωτημα και την κάλυψη του θανάτου και της μελλούσης ζωής οι περισσότερες φιλοσοφίες και δημιουργικές ανθρωποκεντρικές θρησκείες καταλήγουν στον γκρεμό. Η Ορθοδοξία είναι ο δρόμος που σε περνάει στην απέναντι όχθη.


Για την Ορθοδοξία ο Θεός δεν είναι αοριστολογία, γενίκευση ή μια οντολογική μορφή εξανθρωπισμού αλλά είναι μια ομολογία που λέγεται Χριστός και που είναι κοινωνούμενος.


Στην Ορθοδοξία το θαύμα είναι μια φυσιολογική διαδικασία που λαμβάνει χώρα σε κτιστό επίπεδο με μη πτωτικούς νόμους. Κάτι που για τον άνθρωπο είναι αδύνατο για το Θεό είναι δυνατό και εκεί γεννιέται το Θαύμα.


Η Ορθοδοξία δεν είναι ανθρώπινο κατασκεύασμα αλλά Θεϊκος δρόμος. Το δρόμο τον δημιούργησε ο Κύριος την πίσσα την έφτιαξαν οι άνθρωποι. Την εκκλησία σαν ναό την δημιούργησαν οι άνθρωποι αλλά την εκκλησία την γέννησε ο Κύριος στην Πεντηκοστή. Το ράσο το ράβουν οι άνθρωποι την χάρη της ιεροσύνης την έδωσε ο Κύριος. Τα μυστήρια τα τελούν άνθρωποι την μεταμόρφωση τους την κάνει ο Κύριος. Ο ιερέας σαν άνθρωπος κόβει άρτο και κρασί στην θεία λειτουργία, ο Κύριος το μετουσιώνει σε σώμα και αίμα.



Η Ορθοδοξία δεν είναι λογική και φιλοσοφία αλλά βίωμα ελευθερία και σωτηρία.


Η Ορθοδοξία είναι βίωμα μέθεξη θείας χάριτος μεταμόρφωσης και σωτηρίας.


Η Ορθοδοξία απαντά : Στο πόνο και την σταύρωση με χαρά και Ανάσταση, Στο θάνατο με γέλιο και παράδεισο, στην παρούσα ζωή σαν σχολείο και προετοιμασία. Στα πάθη με εξομολόγηση , θεία κοινωνία και ελευθερία. Στο μίσος και στο κακό απαντά με υπέρβαση αγάπη και συγχώρεση. Στο σκοτάδι απαντά με φώς, και στο τέλος απαντά με καινούργια αρχή και αλλαγή. Στην απελπισία δίνει ελπίδα και στην ελπίδα δίνει νόημα και Χριστότητα.


Οι φιλόσοφοι προσπαθούν να εξηγήσουν τον κόσμο,
ο Κύριος ήρθε να τον σώσει.

Ο άγιος ιεράρχης Πατρίκιος, Ο Απόστολος της Ιρλανδίας (†493)

 

Ο άγιος ιεράρχης Πατρίκιος, Ο Απόστολος της Ιρλανδίας (†493)
Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ (λατινικά: Patricius, ιρλανδικά: Naomh Pádraig) ήταν ένας Κέλτης Βρετανός και χριστιανός ιεραπόστολος, ο οποίος είναι γενικώς αποδεκτός ως ο προστάτης άγιος της Ιρλανδίας (παρόλο που η Μπρίγκιτ του Κίλνταρε και ο Κολούμπα είναι επισήμως επίσης προστάτες άγιοι). Η καταγωγή του ήταν ρωμαιοβρετανική. Πιθανόν γεννήθηκε το 390 στη σημερινή βορειοδυτική ακτή της Βρετανίας, σε ένα σήμερα άγνωστο μέρος ονόματι Bannavem Taburniae. Ήταν γιος ενός δημοτικού συμβούλου και ο παππούς του ήταν ιερέας. Έχοντας το ρωμαϊκό όνομα Patricius, που σημαίνει ευγενής, μεγάλωσε μιλώντας λατινικά αλλά δεν έδινε καμία σημασία στις αρχές του Χριστιανισμού.
Όταν ήταν περίπου 15 χρονών απήχθη από Ιρλανδούς πειρατές. Όντας σκαβωμένος εργάστηκε ως βοσκός για έξι χρόνια. Σαν βοσκός προσευχόταν συχνά και έτσι γνώρισε το Θεό. Μετά απ' αυτά τα έξι χρόνια είδε ένα όνειρο που τον πληροφορούσε ότι θα γυρνούσε στην πατρίδα του. Είναι άγνωστο εάν δραπέτευσε ή τον ελευθέρωσαν, πάντως τελικά κατάφερε να επιστρέψει στην οικογένειά του. Εκεί εκπαιδεύτηκε για να γίνει ιερέας και ταξίδεψε σε μοναστήρια στη Γαλατία, όπου έμεινε για κάποιο καιρό. Ίσως σ' αυτά τα μοναστήρια συγκαταλέγεται και αυτό του Λερίν στα νότια της Γαλλίας, ένα φημισμένο μοναστήρι που ιδρύθηκε επηρεασμένο από τους μεγάλους Αιγύπτιους μοναχούς όπως ο άγιος Αντώνιος ο Μέγας.
Περίπου το 435 ο Πατρίκιος επέστρεψε στην Ιρλανδία από την Γαλατία σαν επίσκοπος. Το Άρμαγκ (Armagh) στα βόρεια της Ιρλανδίας έγινε έδρα της επισκοπής και ενθάρρυνε την μοναστική ζωή εκεί. Στο Άρμαγκ ίδρυσε και ένα σχολείο. Από εκεί έκανε πολλά ιεραποστολικά ταξίδια, κηρύγματα, διδασκαλίες, βαπτίσεις και ίδρυσε εκκλησίες και μοναστήρια.
Ο επίσκοπος Πατρίκιος μας άφησε γραπτά που σώζονται ως σήμερα. Σώζεται η Ομολογία του, η αυτοβιογραφία του, ένα γράμμα που καταδικάζει τη δουλεία και ο αξιοσημείωτος ύμνος του (breastplate), όπου ομολογεί την απόλυτη πίστη του στο Χριστό. Ήταν ένας εξαιρετικός ποιμένας ψυχών. Σύμφωνα με την παράδοση έδιωξε όλους τους δαίμονες και όλα τα φίδια από την Ιρλανδία. Μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί δηλητηριώδη φίδια στην Ιρλανδία.
Επίσης δίδαξε το μυστήριο της μίας και ομοουσίου Αγίας Τριάδος χρησιμοποιώντας ως παράδειγμα το τριφύλλι, ένα τοπικό φυτό του οποίου τα φύλλα αποτελούνται από τρία κομμάτια αλλά στην ουσία είναι ένα. Τιμώμενος πολύ, κοιμήθηκε εν Κυρίω περίπου το 461.
Σήμερα ο άγιος Πατρίκιος είναι ο προστάτης άγιος της Ιρλανδίας. Είναι ο πιο δημοφιλής από όλους τους Ιρλανδούς αγίους, καθώς θεωρείται ότι αυτός εισήγαγε με επιτυχία τον Χριστιανισμό στην Ιρλανδία. Διάφορα μέρη της χώρας είναι συνδεδεμένα μ' αυτόν, όπως το Άρμαγκ, Ντάουνπατρικ, Κρόαγκ Πάτρικ και Σάουλ, παρόλο που δεν είναι γνωστό πού βρίσκονται σήμερα τα λείψανά του. Τιμόταν ιδιαιτέρως ακόμη από τα ρωμαϊκά χρόνια και όχι μόνο στην Ιρλανδία αλλά και στις νοτιοδυτικές ακτές της Ουαλίας και τις βορειοδυτικές ακτές της Αγγλίας, για παράδειγμα στο Χεϊσάμ.
Η γιορτή του αγίου Πατρικίου τελείται στις 17 Μαρτίου.

Σαν κλέφτης εφοδιάζεται τρόφιμα ο έγκλειστος Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ειρηναίος - Ανώτατοι Ιεράρχες από την Ελλάδα αλλά και από τα άλλα Πατριαρχεία γνωρίζουν την κατάσταση που επικρατεί, αλλά...


της Μαρίας Γιαχνάκη - Μετά την αποκάλυψη της απάνθρωπης συμπεριφοράς απέναντι στον 75χρονο Πατριάρχη Ιεροσολύμων από τους πατέρες του Πατριαρχείου εξασφαλίσαμε άλλο ένα βίντεο με σκηνές που μόνο ντροπή μας κάνουν να νιώθουμε. Σχεδόν κάθε βράδυ ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Ειρηναίος περιμένει να πάει 10, ώσπου τα μαγαζιά που βρίσκονται στην παλιά πολή της Ιερουσαλήμ κάτω από τα κελιά του Πατριαρχείου να κλείσουν και να ερημώσουν οι πλακόστρωτοι δρόμοι. Λίγο μετά τις 10 παίρνει ένα σκοινί και το πετάει στο κενό για να φτάσει στο δρόμο που περιμένει κάθε φορά ένας άραβας από τις οικογένειες της παλιάς πόλης.

Όλον αυτόν τον καιρό τον βοηθάνε με τρόφιμα ή είδη πρώτης ανάγκης όσα μπορούν τουλάχιστον να χωρέσουν σε ένα καλάθι ή σε μια πλαστική σακούλα.

Ο έγκλειστος Πατριάρχης τραβάει το σκοινί και ανεβάζει τα τρόφιμα κοντά του. Αυτές οι εικόνες διαδραματίζονται κρυφά κάτω από τη μύτη της αγιοταφικής αδελφότητας που καταβάθος γνωρίζει ότι εκείνος φροντίζει να βρίσκει τρόπους να τρέφεται. Αυτές τις εικόνες όμως τις γνωρίζουν και όλοι οι Άραβες της περιοχής γεγονός που έχει μειώσει κατά πολύ το κύρος των Ελλήνων στο Πατριαρχείο. Γεγονός είναι πάντως ότι κάποιοι επιτήδιοι γνωρίζοντας το πρόβλημα που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή το Πατριαρχείο και η αδελφότητα προσπαθούν να εκμεταλευτούν και τον έγκλειστο Πατριάρχη που κρέμεται σε όποιον πάει να τον βοηθήσει αλλά και την κακή δημοσιότητα για να δημιουργήσουν και πάλι αστάθεια στο ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο.
Ερωτηματικά πάντως γεννά το γεγονός ότι ανώτατοι Ιεράρχες από την Ελλάδα αλλά και από τα άλλα Πατριαρχεία γνωρίζουν την κατάσταση που επικρατεί αυτή τη στιγμή στο Πατριαρχείο της Ιερουσαλήμ, γνωρίζουν δηλαδή ότι ένας συνάνθρωπός μας και μάλιστα Πατριάρχης ζει μόνος κλειδωμένος στο κελί του και αποσιωπούν την απανθρωπιά που όταν φτάσει στο αποκορύφωμά της τότε είναι σίγουρο ότι θα σκύψουν το κεφάλι και θα προσπαθούν να αποφύγουν τα αρνητικά σχόλια που θα γίνονται και πάλι από τα ξένα μέσα ενημέρωσης…

10 Ιουνίου Συναξαριστής

Άγιοι Αλέξανδρος και Αντωνίνα, Άγιος Τιμόθεος επίσκοπος Προύσας, Άγιος Νεανίσκος και σοφότατος Μάρτυρας, Όσιος Κανίδης, Όσιοι Θεοφάνης και Πανσέμνη, Άγιος Απόλλως, ΆγιοςΑλέξιος επίσκοπος Βιθυνίας, Όσιος Σιλουανός ο της Λαύρας Κιέβου, Άγιος Βασίλειος Επίσκοπος Ριαζάν και Μουρώμ, Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς Μητροπολίτης Τομπόλσκ της Σιβηρίας



Οἱ Ἅγιοι Ἀλέξανδρος καὶ Ἀντωνίνα οἱ Μάρτυρες


Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀλέξανδρος καὶ Ἀντωνίνα κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Κοδράμων ἢ Κροδάμων ἢ Καρδάμων καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησαν. Ἀπὸ αὐτοὺς ἡ Ἀντωνίνη, ἀφιερωθείσα στὸν Χριστό, διῆγε βίο σώφρονα, λατρεύουσα τὸν Θεὸ καὶ καταγινομένη σὲ ἀγαθοεργίες καὶ ἐλεημοσύνες, ἑλκύοντας διὰ τῶν ἔργων καὶ τῶν λόγων της εἰδωλολάτριδες γυναῖκες πρὸς τὸν Χριστιανισμό.
Γιὰ τὴ θεοφιλὴ αὐτὴ δράση της καταγγέλθηκε στὸν ἡγεμόνα Φῆστο καὶ ἐκλείσθηκε σὲ οἶκο ἀνοχῆς πρὸς διαφθορά, ἐπειδὴ ὁμολόγησε τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ἐκεῖ παρέμεινε ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες νηστικὴ καὶ στὴ συνέχεια ὁδηγήθηκε ἐκ νέου ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος.
Ἐμμένουσα ὅμως στὴν ὁμολογία της, ἀφοῦ ἐμαστιγώθηκε σκληρά, ἐκλείσθηκε καὶ πάλι στὸ διαφθορεῖο. Πληροφορηθεὶς τὸ γεγονὸς αὐτὸ ὁ νεαρὸς Χριστιανὸς Ἀλέξανδρος, ὁ ὁποῖος ἔτρεφε μεγάλη ἐκτίμηση πρὸς τὴν Ἀντωνίνη γιὰ τὸν ὅσιο βίο καὶ τὰ θεῖα χαρίσματά της, προσῆλθε στὸ διαφθορεῖο καὶ ὑπὸ τὸ πρόσχημα ἀκολάστου δῆθεν πράξεως, εὑρῆκε τὴν Ἀντωνίνη.
 Ἀμέσως τὴν ἔντυσε μὲ τὸ χιτῶνά του, ἐκάλυψε τὴν κεφαλή της καὶ τὴν ἐφυγάδευσε. Μετὰ ἀπὸ λίγο ὅμως προσῆλθαν μεθυσμένοι στρατιῶτες, ποὺ ἐστάλησαν ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα, γιὰ νὰ ἐπιτύχουν βίαια τὴν ἀτίμωση τῆς Ἀντωνίνης. Ἀντ’ αὐτῆς ὅμως εὑρῆκαν τὸν Ἀλέξανδρο.

Ἐξοργισθέντες οἱ στρατιῶτες, ἀφοῦ ἐκακοποίησαν τὸν Ἀλέξανδρο, τὸν ὁδήγησαν δεμένο ἐνώπιον τοῦ Φήστου, πρὸς τὸν ὁποῖο ὁ Μάρτυς ὁμολόγησε τὴ φυγάδευση τῆς Ἀντωνίνης ἀπὸ αὐτὸν καὶ τοῦ ἐξήγησε τοὺς λόγους οἱ ὁποῖοι τὸν ὁδήγησαν στὴν πράξη του.
Ἔξαλλος ἀπὸ θυμὸ ὁ ἡγεμόνας διέταξε τὴ σκληρὴ μαστίγωση τοῦ Ἀλεξάνδρου καὶ τὴν πάσῃ θυσίᾳ ἀνεύρεση τῆς Ἀντωνίνης, ἡ ὁποία συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ Φήστου. Ὁ ἄρχοντας διέταξε καὶ τοὺς ἀπέκοψαν τὰ ἄκρα τῶν χειρῶν καὶ τῶν ποδῶν. Στὴν συνέχεια ἄλειψαν τοὺς Μάρτυρες μὲ πίσσα καὶ ἔρριψαν αὐτοὺς μέσα σὲ λάκκο μὲ φωτιά, ὅπου καὶ εὑρῆκαν μαρτυρικὸ θάνατο.
Τὰ λείψανά τους μεταφέρθηκαν ἀργότερα στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ κατετέθησαν στὴ μονὴ Μαξιμίνου, ὅπου καὶ ἐτελεῖτο ἡ Σύναξις αὐτῶν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.Ξυνωρὶς ἡ ἁγία τῶν Μαρτύρων ὑμνείσθω μοι, σὺν τῷ εὐκλεεῖ Ἀλεξάνδρῳ, Ἀντωνίνα ἡ πάνσεμνος· ἀγάπη γὰρ καὶ πίστει εὐσεβεῖ, ἐκλάμψαντες ἐν ἄθλοις ἱεροῖς, ἰαμάτων ἐφαπλοῦσι μαρμαρυγάς, τοῖς πόθῳ ἀνακράζουσι· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι δι’ ὑμῶν, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχς β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.Τοὺς ἐν Χριστῷ, πνευματικοὺς ὁμαίμονας, καὶ ἐν ὁδοῖς, τῆς εὐσεβείας σύμφρονας, τὸν θεόφρονα Ἀλέξανδρον, σὺν Ἀντωνίνῃ μακαρίσωμεν· τοὺς ἄθλους γὰρ ἐκείνων καὶ τὰ στίγματα, ὡς μύρον εὐωδίας προσεδέξατο, ὁ τούτους δοξάσας ὡς ηὐδόκησε.

Μεγαλυνάριον.Χαίροις ὦ Ἀλέξανδρε Ἀθλητά· χαίροις Ἀντωνίνα, νύμφη ἄμωμε τοῦ Χριστοῦ· γνώμῃ γὰρ τελείᾳ, ἐχθροῦ τὰς μεθοδείας, ἀθλητικῇ δυνάμει, κατηδαφίσατε.



Ὁ Ἅγιος Νεανίσκος ὁ Μάρτυρας ὁ Σοφώτατος

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νεανίσκος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησε.
Νέος ὡραιότατος καὶ σοφώτατος, ἐμφορούμενος ἀπὸ γνήσια Χριστιανικὴ πίστη, συναναστρεφόταν τοὺς δούλους του ὡς ἴσος, συμπροσευχόταν μὲ αὐτοὺς καὶ τοὺς ἐδίδασκε τὸ θεῖο λόγο.
Μεταξὺ αὐτῶν ὑπῆρχε καὶ μία δούλη εἰδωλολάτρισσα, ὡραιότατη, ἡ ὁποία, μὴ δυναμένη νὰ ἑλκύσει πρὸς ἑαυτὴν τὸν Νεανίσκο, πρὸς ἱκανοποίηση τῶν ἀκολάστων πόθων της, τὸν κατήγγειλε στὸν ἡγεμόνα Μάξιμο ὡς Χριστιανό. Κατόπιν τούτου ὁ Νεανίσκος συνελήφθη καὶ ἀφοῦ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος ὁμολόγησε τὴν Χριστιανική του πίστη. Εὐθὺς ὁ Μάξιμος διέταξε τὸ σκληρὸ αὐτοῦ βασανισμό, ὁ ὁποῖος διήρκησε ἐπὶ ἑπτὰ συνεχεῖς ἡμέρες, καὶ τὴν δι’ ἀποκεφαλισμοῦ θανάτωσή του.
Ὁδηγούμενος στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου του, ὁ Νεανίσκος εἶδε μεταξὺ τοῦ πλήθους καὶ τὴ δούλη ἡ ὁποία τὸν ἐπρόδωσε. Τότε, ἀφοῦ ἐκάλεσε αὐτὴ κοντά του, ἔβγαλε ἀπὸ τὸ δάκτυλό του βαρύτιμο δακτυλίδι καὶ τὸ ἐπέδωσε σὲ αὐτὴ ὡς δεῖγμα τῆς εὐγνωμοσύνης του, διότι διὰ τῆς καταγγελίας της θὰ μετέβαινε πλησίον Ἐκείνου, τὸν Ὁποῖο τόσο ἐποθοῦσε. Ἤρεμος καὶ περιχαρὴς ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ προσευχήθηκε, ἔτεινε τὸν αὐχένα του πρὸς τὸν δήμιο καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.





Οἱ Ἅγιοι Κρίσπουλος καὶ Ρεστιτοῦτος οἱ Μάρτυρες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Κρίσπουλος καὶ Ρεστιτοῦτος, κατὰ τὴν παράδοση, ἐμαρτύρησαν πιθανῶς στὴ Ρώμη ἐπὶ αὐτοκράτορος Νέρωνος (54 – 68 μ.Χ.). Κατὰ τὸ Ρωμαϊκὸ Μαρτυρολόγιο αὐτοὶ ἐτελειώθηκαν μαρτυρικὰ στὴν Ἰσπανία.



Οἱ Ἅγιοι Γέτουλος καὶ Ἀμάνδιος οἱ Μάρτυρες οἱ αὐτάδελφοι καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Γέτουλος ἦταν σύζυγος τῆς Ἁγίας Συμφορόσης († 18 Ἰουλίου), ἐκ Τιβούρων τοῦ Λατίου. Συνελήφθη τὸ 120 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Ἀδριανοῦ (117 – 138 μ.Χ.), καὶ ἐπειδὴ ἀρνήθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ μετὰ τοῦ ἀδελφοῦ του Ἀμανδίου καὶ τῶν Ἁγίων Κερεάλου καὶ Πριμιτίβου. Τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν ἐνταφίασε ἡ Ἁγία Συμφορόσα.



 

Οἱ Ἅγιοι Βασιλείδης, Τρίπος καὶ Μάνδαλος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες

Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βασιλείδης, Τρίπος καὶ Μάνδαλος ἐμαρτύρησαν μαζὶ μὲ ἄλλους εἴκοσι Χριστιανοὺς στὴ Ρώμη, ἐπὶ αὐτοκράτορος Αὐρηλιανοῦ (270 – 275 μ.Χ.), τὸ 275 μ.Χ. Οἱ τρεῖς ὑπάρχουσες ἁγιολογικὲς πηγὲς περὶ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Βασιλείδου εἶναι μεταγενέστερες καὶ ἀναξιόπιστες. Ἐπὶ τοῦ τάφου του, ἐπὶ τῆς Αὐρηλίας ὁδοῦ, εἶχε ἱδρυθεῖ βασιλική, ποὺ δὲν διασώθηκε.


 

Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Προύσης
Εἶναι ἄγνωστο ἀπὸ ποῦ καταγόταν ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Τιμόθεος, Ἐπίσκοπος Προύσης. Ἄθλησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 362 μ.Χ.), τὸ 361 μ.Χ. Ὡς Ἐπίσκοπος Προύσης διακρινόταν γιὰ τὴν ζῶσα εὐσέβεια καὶ τὸν ἀκοίμητο ζῆλό του πρὸς στήριξη τοῦ ποιμνίου του καὶ τὴν περιφρούρηση αὐτοῦ ἀπὸ τὶς διάφορες αἱρέσεις.
Μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ ἡ φήμη του εἶχε διαδοθεῖ πολὺ πέραν τῶν ὁρίων τῆς Ἐπισκοπῆς του. Ὅταν ὁ Ἰουλιανὸς ἐξαπέλυσε τὸ διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὁ Τιμόθεος εὑρέθηκε μεταξὺ τῶν πρώτων ποιμένων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι ἀντέστησαν στὶς ἀποφάσεις τοῦ ἀσεβοῦς αὐτοκράτορος, καταπολεμώντας τὰ ἀνόσια αὐτοῦ διατάγματα μὲ παρρησία καὶ τόλμη.
Ἕνεκα τῆς σθεναρῆς αὐτῆς ἀντιστάσεώς του, ὁ Ἰουλιανὸς ἀπέστειλε ἐκπρόσωπό του, γιὰ νὰ πείσει τὸν Τιμόθεο νὰ ὑπακούσει στὶς αὐτοκρατορικὲς διαταγές καὶ νὰ συμμορφωθεῖ πρὸς αὐτές, ἀπαρνούμενος τὸν Χριστό. Ὁ Τιμόθεος ὅμως ἐδήλωσε πρὸς τὸν ἀπεσταλμένο τοῦ αὐτοκράτορος ὅτι δὲν δέχεται διαταγὲς ἀντιβαίνουσες πρὸς τὶς Χριστιανικὲς ἀρχές, ἔλεγξε δὲ τὸν Ἰουλιανὸ γιὰ τὴν ἀποστασία του. Γιὰ τὴ στάση του αὐτὴ καταδικάσθηκε σὲ θάνατο καὶ ἀποκεφαλίσθηκε.Ναὸς τοῦ Ἁγίου Τιμοθέου ὑπῆρχε ἐντὸς τοῦ νοσοκομείου τοῦ «ἐν τῷ Δευτέρῳ» τῆς Κωνσταντινουπόλεως.



Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας ὁ Μάρτυρας ὁ ἐν Νικομηδείᾳ
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ζαχαρίας ἐμαρτύρησε, ἄγνωστο πότε, στὴ Νικομήδεια.



 
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος Ἐπίσκοπος Βιθυνίας

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξιος, Ἐπίσκοπος Βιθυνίας, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.




Ὁ Ὅσιος Ἀπολλώ

 Ὁ Ὅσιος Ἀπολλὼ ἦταν Ἐπίσκοπος καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.


 
Οἱ Ὅσιοι Θεοφάνης καὶ Πανσέμνη

Οἱ Ὅσιοι Θεοφάνης καὶ Πανσέμνη κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια, ἀπὸ γονεῖς εἰδωλολάτρες, καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἔζησαν. Ὁ Θεοφάνης, ἀφοῦ ἐνυμφεύθηκε σὲ ἡλικία δέκα πέντε ἐτῶν, μετὰ τρία ἔτη ἐχήρευσε, συνάψας δὲ σχέσεις μὲ τοὺς Χριστιανούς, ἀσπάσθηκε τὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ ἐβαπτίσθηκε.
 Μετὰ τὴν βάπτισή του ἀποσύρθηκε σὲ μικρὸ κελί, τὸ ὁποῖο εὑρισκόταν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή. Πληροφορηθεὶς ὅτι μία πόρνη, ποὺ ὀνομαζόταν Πανσέμνη, παρέσυρε πολλοὺς στὴν  ἀκολασία καὶ τὴν ἀπώλεια, ἀπεφάσισε νὰ μεταστρέψει αὐτὴν ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς ἀπώλειας πρὸς τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας.
 Ἀφοῦ ἐπὶ πολὺ χρόνο ἐσκέφθηκε πῶς νὰ ἐνεργήσει, μία ἡμέρα ἔβγαλε τὰ πτωχικὰ ἐνδύματά του καὶ ἀφοῦ ἐφόρεσε λαμπρὰ φορεσιὰ μετέβη σὲ συνάντησή της.
Ἐλθὼν στὴν οἰκία της καὶ πληροφορηθεὶς παρ’ αὐτῆς, ὅτι ἐπὶ δώδεκα ὁλόκληρα ἔτη ἀξασκοῦσε τὸ αἰσχρὸ τοῦτο ἐπάγγελμα, ἀφοῦ τῆς ἐξέθεσε τὰ ἀγαθὰ τοῦ ἔντιμου καὶ ἐνάρετου βίου, τῆς ἐζήτησε νὰ γίνει σύζυγός του. Οἱ λόγοι καὶ ἡ πρόταση τοῦ Θεοφάνους ἄρχισαν νὰ δημιουργοῦν σοβαρὲς σκέψεις στὴν Πανσέμνη, μία δὲ ἀλλαγὴ διεφάνηκε στὴν στάση της.
 Τὸ γεγονὸς τοῦτο ἀντιληφθεὶς ὁ Θεοφάνης, ἐξέθεσε πρὸς αὐτὴν τὰ θεῖα διδάγματα τοῦ Χριστοῦ περὶ γάμου καὶ παρθενίας καὶ ἀπεχώρησε, γιὰ νὰ δώσει σὲ αὐτὴν καιρὸ νὰ σκεφθεῖ. Μετὰ τὶς τρεῖς ἡμέρες, ἀφοῦ ἐπανῆλθε καὶ εὑρῆκε αὐτὴν μεταμορφωμένη, τῆς ἐξέθεσε τὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ τῆς ἐζήτησε νὰ γίνει Χριστιανὴ καὶ νὰ βαπτισθεῖ. Τόση ἦταν ἡ θέρμη καὶ ἡ πειστικότητα τῶν λόγων του, ὥστε ἡ Πανσέμνη διεμοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της στοὺς πτωχοὺς καὶ ἀποσυρθεῖσα σὲ κελί, τὸ ὁποῖο τῆς εἶχε ἑτοιμάσει ὁ Θεοφάνης, ἐπιδόθηκε σὲ ἔργα θεοφιλὴ καὶ σκληρότατη ἄσκηση καὶ προσευχὴ πρὸς ἐξιλέωση τῶν ἁμαρτιῶν της.
Τόσο εἰλικρινὴς ἦταν ἡ μετάνοιά της καὶ τόσο προόδευσε σὲ ἀρετὴ καὶ ὁσιότητα, ὥστε ἀξιώθηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ διὰ τῆς θεραπευτικῆς χάριτος. Ἔτσι, θεοφιλῶς καὶ μὲ ὁσιότητα ἀφοῦ ἔζησε, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Μετὰ ἀπὸ λίγες ἑβδομάδες ἀκολούθησε αὐτὴν καὶ ὁ Θεοφάνης.



 
Ὁ Ὅσιος Κανίδης ὁ ἐκ Καππαδοκίας

Ὁ Ὅσιος Κανίδης καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία καὶ ἐγεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς, τὸν Θεόδοτο καὶ τὴ Θεοφανώ. Ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου Α’ τοῦ Μεγάλου (379 – 395 μ.Χ.) καὶ σὲ ἡλικία ἑπτὰ ἐτῶν ἐγκατέλειψε τὴν πατρικὴ οἰκία καὶ κατέφυγε σὲ σπήλαιο ἐπὶ τοῦ ἐκεῖ πλησίον ὄρους εὑρισκόμενο, ὅπου παρέμεινε καθ’ ὅλη τὴ διάρκεια τοῦ βίου του, νυστεύων, προσευχόμενος καὶ μελετῶν τὰ ἱερὰ γράμματα. Ἡ φήμη τῆς ὁσιότητος καὶ τῆς ἀρετῆς του προσείλκυε πολλοὺς θαυμαστὲς ἐξαιτούμενος τὴν εὐλογία καὶ τὶς σοφὲς συμβουλές του. Ἔζησε ἑβδομήντα τρία ἔτη μὲ αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ προσευχὴ καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.



Ὁ Ἅγιος Ἀστέριος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Πέτρας

Ὁ Ἅγιος Ἀστέριος, Ἐπίσκοπος Πέτρας τῆς Ἀραβίας, ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἐμαρτύρησε ἀπὸ τοὺς Ἀρειανούς, ὄχι ὡς ἀναφέρεται στὸ Ρωμαϊκὸ Μαρτυρολόγιο ἐπὶ αὐτοκράτορος Κωνσταντίου (337 – 361 μ.Χ.), ἀλλ’ ἐπὶ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.).
Ἔλαβε μέρος στὴ Σύνοδο τῆς Σαρδικῆς (347 μ.Χ.) καὶ συνέγραψε τὴν ἱστορία μὲ τὶς δολοπλοκίες τῶν αἱρετικῶν Ἀρειανῶν. Συμμετεῖχε στὴ Σύνοδο τῆς Ἀλεξανδρείας, τὸ 362 μ.Χ., καὶ ἐπελέγη γιὰ νὰ εἶναι ὁ κομιστὴς τῆς ἐπιστολῆς τῶν ἀποφάσεων τῆς Συνόδου πρὸς τὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀντιοχείας.



Ὁ Ἅγιος Βασσιανὸς Ἐπίσκοπος Λόντι Ἰταλίας

Ὁ Ἅγιος Βασσιανὸς ἦταν φίλος τοῦ Ἁγίου Ἀμβροσίου Ἐπισκόπου Μεδιολάνων († 7 Δεκεμβρίου) καὶ γενναῖος ἀγωνιστὴς κατὰ τοῦ Ἀρειανισμοῦ. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 409 μ.Χ., ἀφοῦ ἐποίμανε τὴν Ἐπισκοπή του ἀπὸ τὸ 374 μ.Χ.



Ὁ Ἅγιος Κενσούριος Ἐπίσκοπος Ὡξέρρης

Ὁ Ἅγιος Κενσούριος, μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ, Ἐπισκόπου Ὡξέρρης († 31 Ἰουλίου), ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως τῆς Ὡξέρρης κατὰ τὰ ἔτη 448 – 486 μ.Χ. καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Τὸ τίμιο λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γερμανοῦ.



Ὁ Ἅγιος Ἰλλαδανὸς Ἐπίσκοπος Ράθλιχεν Ἰρλανδίας
Ὁ Ἅγιος Ἰλλαδανὸς ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ράθλιχεν στὸ Ὄφφαλυ τῆς Ἰρλανδίας. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.



Ὁ Ἅγιος Ἰθαμέριος Ἐπίσκοπος Ρότζεστερ

Ὁ Ἅγιος Ἰθαμέριος ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Κέντ τῆς Ἀγγλίας. Ἦταν μοναχός, ἱστορικὸς καὶ ἀκόλουθος τοῦ Ἁγίου Βεδέα († 27 Μαΐου). Ἦταν ὁ πρῶτος Ἀγγλο - Σάξωνας Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ρότζεστερ καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 656 μ.Χ.



Ὁ Ὅσιος Ἐβρεμούνδιος
  Ὁ Ἅγιος Ἐβρεμούνδιος ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Μπαϋὼξ τῆς Γαλλίας καὶ ἦταν ἔγγαμος αὐλικὸς στὸ παλάτι. Ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸ μοναχικὸ βίο, μὲ τὴ συγκατάθεση τῆς συζύγου του, ποὺ ἀκολούθησε καὶ αὐτὴ τὴν ὁδὸ τοῦ μοναχισμοῦ, ἐγκατέλειψε τὰ ἐγκόσμια καὶ ἔγινε μοναχός. Ἵδρυσε διάφορα μοναστήρια στὴν περιοχὴ Φοντεναί – Λουβέ στὴν Ἐπισκοπὴ τοῦ Σαγίου καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 720 μ.Χ.


Ὁ Ὅσιος Βαρλαάμ

Ὁ Ὅσιος Βαρλαὰμ ἦταν ἡγούμενος τῆς μονῆς Χουτίνσκϊυ τῆς Ρωσίας.Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη του στὶς 6 Νοεμβρίου.


Ὁ Ἅγιος Φιλόθεος Μητροπολίτης Τομπόλσκ Ρωσίας

Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Φιλοθέου, Μητροπολίτου Τομπόλσκ τῆς Ρωσίας, τὴν 31η Μαΐου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.Σήμερα ἐπαναλαμβάνεται ἡ μνήμη του, λόγω τῆς ἑορτῆς τῆς Συνάξεως ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.



Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Βασιλείου Ἐπισκόπου Ριαζὰν καὶ Μούρωμ
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Βασιλείου, Ἐπισκόπου Ριαζὰν καὶ Μούρωμ, τὴν 12η Ἀπριλίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του.Ἐπίσης ἡ ἑορτὴ ἐπαναλαμβάνεται καὶ σήμερα, λόγω τῆς ἑορτῆς τῆς Συνάξεως ὅλων τῶν Ἁγίων τοῦ Ριαζὰν τῆς Ρωσίας.


Ὁ Ὅσιος Σιλουανὸς ὁ ἐν Κιέβῳ
Ὁ Ὅσιος Σιλουανὸς ἔζησε κατὰ τὸν 13ο καὶ 14ο αἰώνα μ.Χ., στὴν Οὐκρανία καὶ ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου. Μὲ τὴν προσευχή του ἀκινητοποίησε ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες κάποιους ληστές, οἱ ὁποῖοι εἶχαν μπεῖ στὴ Λαύρα ἀπὸ τοὺς κήπους αὐτῆς, γιὰ νὰ ληστέψουν τὴ μονὴ καὶ τοὺς Πατέρες. Ὅταν αὐτοὶ μετανόησαν, τοὺς ἀπελευθέρωσε.Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ, ἐπίσης, τὴ μνήμη του τὴ δεύτερη Κυριακὴ μετὰ τὴν Πεντηκοστή, ἑορτὴ τῶν Ἁγίων Πατέρων τῶν ἐγγὺς καὶ μακρὰν τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, καὶ στὶς 28 Αὐγούστου.



Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος Ἐπίσκοπος Τομπόλσκ

Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος (κατὰ κόσμον Νικόλαος Παύλοβιτς Τελιάσιν) ἐγεννήθηκε στὴν περιφέρεια τοῦ Ὀστάσκωβ, τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Τβέρ, ἀπὸ οἰκογένεια χωρικῶν. Τὸ 1599 κατέφυγε στὸ ἐρημητήριο τοῦ Ἁγίου Νείλου τοῦ Στυλίτου, ὅπου τὂ 1601 ἔγινε μοναχὸς καὶ τὸ 1613 ἐχειροτονήθηκε ἱερέας ἀποκτώντας σπουδαία παιδεία, μαθαίνοντας τὴν λατινικὴ καὶ τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα καὶ σπουδάζοντας ρητορικὴ καὶ φιλοσοφία.
Κατὰ τὰ ἔτη 1614 – 1636, διετέλεσε ἡγούμενος τοῦ ἐρημητηρίου καὶ τὸ ὀργάνωσε μὲ ὑποδειγματικὸ πνευματικὸ τρόπο, ὥστε νὰ γίνει γνωστὸ καὶ θαυμαστὸ πνευματικὸ καταφύγιο σὲ ὅλη τὴ Ρωσικὴ γῆ. Ὁ Ἅγιος διακρινόταν γιὰ τὴ βαθιὰ πνευματικότητά του καὶ τὴν ἀγάπη του πρὸς τὴ μελέτη. Ἔτσι ὀργάνωσε ὁ ἴδιος μὲ προσωπικὸ ἐνδιαφέρον καὶ ζῆλο τὴν πλούσια βιβλιοθήκη τῆς μονῆς. Ἀντέγραψε ἔτσι, μὲ προσωπική του χειρόγραφη ἐργασία, τὰ ἔργα τῶν Ὁσίων Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου καὶ Ἐφραὶμ τοῦ Σύρου.
Ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς συνδέθηκε μὲ τὴν αὐτοκρατορικὴ αὐλὴ τῶν Ρωμανὼφ καὶ μεταξὺ τῶν ὑποστηρικτῶν καὶ τῶν προστατῶν του ἦταν ὁ τσάρος Μιχαὴλ Φεντόροβιτς. Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ὑπῆρξε ἄλλωστε καὶ ὁ ἀνάδοχος τοῦ μελλοντικοῦ τσάρου Ἀλεξίου Μιχαήλοβιτς καὶ μετὰ ἀπὸ ἐπιθυμία τῶν ὑψηλῶν προστατῶν αὐτοῦ, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος ὑπὸ τὸν τίτλο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Τομπόλσκ τῆς Σιβηρίας. Ἡ χειροτονία του ἐτελέσθηκε τὸ 1636 ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰωάσαφ Α’, στὴ Μόσχα.
Τὸν ἴδιο χρόνο ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἐγκαθίσταται στὸ Τομπόλσκ καὶ ἐργάζεται σκληρὰ γιὰ τὴν πνευματικὴ καὶ οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη τῆς νεοσυσταθείσης Ἐπισκοπῆς του. Ὡς σκληρὸς ἀσκητής, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀφιερωμένος στὴν προσευχή, δυσανασχετοῦσε ἀπὸ τὶς συμπεριφορὲς τοῦ ποιμνίου του, λαϊκῶν καὶ κληρικῶν, ποὺ κάτω ἀπὸ τὸν πειρασμὸ τῆς ἐξουσίας, πολλὲς φορὲς ἠθέλησαν νὰ τὸν ἐμπλέξουν στὶς δολοπλοκίες τους. Κουρασμένος ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος καὶ τῶν εἰς βάρος του συμπεριφορῶν, τὸ 1637, ἐζήτησε ἀπὸ τὸν τσάρο νὰ τοῦ ἐπιτρέψει νὰ ἀποσυρθεῖ. Κατόπιν πολλῶν αἰτήσεῶν του κατάφερε τελικά, τὸ 1639, νὰ γίνει ἀποδεκτὴ ἡ παραίτητή σου.
Ἐλεύθερος, λοιπόν, ἀπὸ τὰ ποιμαντικά του καθήκοντα ἐπέστρεψε στὸ ἐρημητήριο τοῦ Ὁσίου Νείλου τοῦ Στυλίτου, ὅπου καὶ ἔζησε ὡς ἕνας ἁπλὸς μοναχός, χωρὶς νὰ ἀναλάβει ὀποιαδήποτε διοικητικὴ εὐθύνη, μέχρι τὸ 1647, ὁπότε καὶ ἀνέλαβε ἐκ νέου τὰ καθήκοντα τοῦ ἡγουμένου.
Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πατριάρχου, τὴ βοήθεια τοῦ τσάρου καὶ τῶν εὐγενῶν τῆς Μόσχας, ἐβοήθησε ὥστε νὰ διαδοθεῖ ἡ εὐλάβεια πρὸς τὸν Ἅγιο Νεῖλο τὸν Στυλίτη.
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, στὶς 15 Ἰανουαρίου 1667, καὶ ἡ ἐξόδιος Ἀκολουθία ἐτελέσθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἀντιοχείας καὶ ἄλλους Ἐπισκόπους. Ὁ ἴδιος ὁ τσάρος ἀκολούθησε τὴν ἐκφορὰ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου του στοὺς δρόμους τῆς Μόσχας.
 Ὁ Ἅγιος ἐνταφιάσθηκε στὸ ἐρημητήριο τοῦ Ἁγίου Νείλου τοῦ Στυλίτου.Τὸ 1984, κατὰ τὴν σύσταση τῆς ἑορτῆς πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας, μεταξὺ τῶν τιμωμένων Ἁγίων, συγκαταλέχθηκε καὶ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, τοῦ ὁποίου ἡ ἱερὴ μνήμη ἑορτάζεται καὶ σήμερα, ἡμέρα τῆς Συνάξεως ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.



Ὁ Ἅγιος Συμεὼν Μητροπολίτης Σμολένσκ καὶ Ντορογκομπούζ

Ὁ Ἅγιος Συμεὼν (Μολιούκωφ) καταγόταν ἀπὸ τὴν Σιβηρία καὶ ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Τομπόλ. Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἔγινε μοναχὸς στὴ  μονὴ τῶν Ἁγίων Βορίδος καὶ Γκλὲμπ τοῦ Ροστὼβ καὶ ἀργότερα ἐχειροτονήθηκε ἀρχιμανδρίτης καὶ τοποθετήθηκε στὴ μονὴ τοῦ Νίζνϊυ – Νόβγκοροντ. Ἐδῶ προέκοψε κατὰ Θεὸν στὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ἀρετή. Ἔτσι, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Κυρίου, στὶς 9 Ἀπριλίου 1676 ἐχειροτονήθηκε στὴ Μόσχα Ἐπίσκοπος Σμολένσκ.
Ἡ ἐπαρχία τοῦ Σμολένκς, ἤδη ἀπὸ τὸ 1612, ὑπέφερε πολὺ ἀπὸ τοὺς Οὐνίτες, ποὺ μὲ τὴ βοήθεια τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν ἐπίεζαν τὸ Ὀρθόδοξο ποίμνιο. Ἔτσι τὸ ἔργο τοῦ Ἁγίου Συμεὼν δὲν ἦταν εὔκολο. Ἀμέσως ὁ Ἅγιος ἐφρόντισε γιὰ τὴν ἀνέγερση νέου καθεδρικοῦ ναοῦ, ὀ ὁποῖος ἐτελείωσε τὸ ἑπόμενο ἔτος, τὸ 1677. Μὲ τὸν ἴδιο ἔνθεο ζῆλο ὁ Ἅγιος συνέχισε τὸ ἔργο τῆς ἀνεγέρσεως νέων ναῶν στὴν πολύπαθη ἐπαρχία του.
Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ τσάρου Ἀλεξίου Μιχαήλοβιτς, ὁ Ἅγιος Συμεὼν ἐξορίσθηκε στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὅταν ἀποφυλακίσθηκε, μετὰ δύο ἔτη περίπου, συνέχισε νὰ ἐργάζεται ἄοκνα ὑπὲρ τοῦ ποιμνίου του.Ὁ Ἅγιος Συμεὼν ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1699, καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Σμολένσκ.



Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ διὰ Χριστὸν Σαλός

Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Βερχοτοῦρε τῆς περιφέρειας τῆς Περμίας τῆς Ρωσίας. Ὁ πατέρας του ἦταν ἔμπορος καὶ ἡ μητέρα του κόρη ἱερέως. Ἐγεννήθηκε μὲ πρόβλημα στὰ πόδια καὶ περπατοῦσε μὲ πατερίτσες. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία προσπαθοῦσε νὰ βιώσει τὸ μυστήριο τῆς σαλότητος.
Τὶς νύχτες συνέχεια ἔφευγε ἀπὸ τὸ σπίτι, γιὰ νὰ προσεύχεται μόνος του, καὶ ὅπως συμβαίνει μὲ τοὺς σαλούς, τὸν ἐκυνηγοῦσαν οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως. Μιὰ φορὰ τὸν εἶδαν νὰ φεύγει ἀπὸ τὰ παιδιά, ποὺ τὸν κατεδίωκαν πετώντας πέτρες, ἀπὸ τὸ ποτάμι, ποὺ ἦταν στὸ δρόμο του, καὶ τὸ ἐπέρασε «σὰν νὰ περνοῦσε ἀπὸ στεριά».
Ἦταν πονόψυχο παιδὶ ἀπὸ μικρὴ ἡλικία καὶ δὲν ἔχανε ποτὲ τὴ Θεία Λειτουργία, ποὺ ἐτελεῖτο στὸ ναό.
Ὁ μακάριος Κοσμᾶς ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, στὶς 8 Δεκεμβρίου 1680, καὶ ἐνταφιάσθηκε δίπλα στὸν περίβολο τοῦ ναοῦ τῆς Ἁγίας Τριάδος τῆς πόλεως Βερχοτοῦρε, στὸ παρεκκλήσι τῶν Ἁγίων Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ. Τὸ παρεκκλήσιο ἐπάνω στὸν τάφο του ἔκτισε μία θεοσεβούμενη γυναίκα, ποὺ ἦταν χήρα.
Ὁ Ἅγιος ἐμφανίσθηκε στὸ ὄνειρό της ὡς νεαρὸς ἄνδρας 25 – 30 ἐτῶν, ξυπόλητος, μὲ ἕνα μακρὺ πουκάμισο. Τῆς εἶπε ὅτι τὸν λένε Κοσμᾶ καὶ τὴν παρακάλεσε νὰ σκεπάσει τὸν τάφο, γιὰ νὰ τὸν προστατέψει ἀπὸ τὰ ζῶα ποὺ ἔβοσκαν ἐκεῖ.
Γιὰ τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεως τοῦ μακαρίου Κοσμᾶ ὑπάρχουν καὶ ἄλλες πληροφορίες. Θεωρεῖται ὅτι ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς συμμετεῖχε στὴ μετακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Συμεὼν τῆς Βερχοτοῦρε ἀπὸ τὸ χωριὸ Μερκούσινσκιϊ στὸ ναὸ Νικολάγιεβσκι, στὶς 12 Σεπτεμβρίου 1704.
Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι στὶς παλαιὲς εἰκόνες, ποὺ ἀπεικονίζουν τὴ μεταφορὰ τῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Συμεών, ὑπάρχει ἕνας σαλὸς μὲ πατερίτσες.Ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, ἑορτὴ τῆς Συνάξεως ὅλων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.




Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Μητροπολίτης Τομπόλσκ καὶ πάσης Σιβηρίας

Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης (Μαξίμοβιτς) ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Νεζχίνο τῆς Ρωσίας, τὸ 1651, ἀπὸ τὸν Μάξιμο Βασίλεβιτς καὶ τὴν Εὐφροσύνη. Ἡ οίκογένειά του εἶχε ἑπτὰ υἱοὺς καὶ ὁ Ἰωάννης ἦταν ὁ μεγαλύτερος. Μετὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῶν ἐγκύκλιων σπουδῶν του ἐφοίτησε στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου, ἀπὸ τὴν ὁποία ἀποφοίτησε ὡς διδάσκαλος τῆς λατινικῆς γλώσσας. Τὸ 1680, ἐκάρη μοναχὸς στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καὶ ἀφοσιώθηκε στὴν ἄσκηση καὶ τὴν προσευχή.
Στὸ νέο μοναχὸ ἐδόθηκε, μὲ τὴ συγκατάθεση τῶν ἀδελφῶν τῆς μονῆς, ποὺ ἔβλεπαν τὸ πνευματικὸ πρόσωπο τοῦ Ἰωάννου, τὸ διακόνημα τοῦ κηρύγματος.
Ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ὁ Ἰωάννης ἐπροικίσθηκε μὲ τὸ χάρισμα τῆς εὐγλωττίας. Τὸ κύριο θέμα τῶν ὁμιλιῶν του ἦταν πῶς μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία νὰ ἐφαρμόσει τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ στὴ ζωή του, γιὰ νὰ κερδίσει τὴ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. Ἡ πνευματική του μελέτη, ὑπὸ τὸν τίτλο «Ἡλιοτρόπιον», ἀπαντᾶ σὲ σωτηριολογικὰ θέματα ποὺ ἀπασχολοῦν τὸν πιστό.
Τὸ 1658, ἀποστέλλεται γιὰ ἱεραποστολικὴ ἐργασία στὴ Μόσχα. Ἐκεῖ, διορίσθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰωακείμ (1674 – 1690) ὡς ἐφημέριος τῆς μονῆς Μπριάνσκ – Σβένσκ, ποὺ ἦταν κάτω ἀπὸ τὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου.
Τὸ 1695, ὁ Ἅγιος Θεοδόσιος († 5 Φεβρουαρίου), Ἀρχιεπίσκοπος Τσέρνιγκωφ, διόρισε τὸν ἱερομόναχο Ἰωάννη, ὡς ἀρχιμανδρίτη τῆς μονῆς Ἐλέτσκ.
Ἐδῶ, ὁ Ἰωάννης, ποὺ ἀγαποῦσε καὶ ἐσεβόταν πολὺ τὸν Ἅγιο Θεοδόσιο, ἐθεραπεύθηκε ἀπὸ σοβαρὴ ἀσθένεια διὰ τῆς προσευχῆς τοῦ Ἁγίου. Μόλις ἀσθένησε τὸ ἀνέφερε στὸν Ἅγιο Ἐπίσκοπο Θεοδόσιο, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε ἀμέσως ἐντολὴ νὰ συνεχίσει τὸ διακόνημά του καὶ να ἔχει πίστη στὸν Θεό. Ὁ Ἰωάννης ἀμέσως ὑπάκουσε στὴν ἐντολὴ τοῦ Ἁγίου Θεοδοσίου, διότι ἐμπιστευόταν τὴ δύναμη τῆς πίστεώς του πρὸς τὸν Θεό. Τὴν ἑπομένη, μετὰ τὸ πέρας τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ Ἰωάννης ἦταν τελείως καλά.
Στὶς 10 Ἰανουαρίου 1697, ὁ Πατριάρχης Μόσχας Ἀδριανὸς (1690 – 1700) ἐξέλεξε τὸν Ἰωάννη Ἐπίσκοπο Τσέρνιγκωφ καὶ ἡ χειροτονία ἔγινε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Κρεμλίνου. Ὁ Ἰωάννης ἀνέλαβε μὲ φόβο Θεοῦ τὰ καθήκοντά του καὶ ἔριξε ἰδιαίτερο βάρος στὴν πνευματικὴ ἀνύψωση καὶ καλὴ ὀργάνωση τῶν ἐκκλησιαστικῶν σχολείων. Θαυμαστὴ ἦταν ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Σχολὴ τοῦ Τσέρνιγκωφ καὶ ἡ δραστηριότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ τυπογραφείου ποὺ ὀργάνωσε.
Ὁ Ἰωάννης ἐπέδειξε ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον καὶ γιὰ τοὺς μοναχοὺς τῆς πολιτείας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, καὶ ἰδιαίτερα γιὰ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς μονῆς Παντελεήμονος, πρὸς τὴν ὁποία ἀπέστειλε σημαντικὴ βοήθεια.
Τὸ 1711, Μητροπολίτης πλέον Τομπόλσκ καὶ πάσης Σιβηρίας, ἐργαζόταν μὲ φόβο Θεοῦ γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀνύψωση τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ.
Ἀναδιοργάνωσε τὸ περίφημο ἱεραποστολικὸ σεμινάριο, ποὺ εἶχε ἱδρύσει τὸ 1727 ὁ μακαριστὸς προκάτοχός του Μητροπολίτης Φιλόθεος († 1727), καὶ συνέχισε τὴν ἀποστολικὴ διάδοση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ μεταξὺ τῶν εἰδωλολατρῶν τῆς Σιβηρίας.
Τὸ 1714, ἀνέθεσε στὸν ἀρχιμανδρίτη Ἱλαρίωνα (Λεζχάϊσκυ) ἱεραποστολικὴ ἐργασία στὸ μακρινὸ Πεκίνο, ἐνῶ στὴν πόλη τοῦ Τομπόλσκ ἀνέπτυξε τὴ συγγραφικὴ καὶ ἐκδοτικὴ δραστηριότητα.Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, ὡς ποιμένας, ἦταν ἤρεμος καὶ ἀτάραχος, εἰλικρινὴς καὶ διακριτικός, φιλάνθρωπος καὶ φιλεύσπαγχνος.
Ἐβοηθοῦσε πολὺ τοὺς πτωχοὺς μοιράζοντάς τους κρυφά, ἐνδεδυμένος ὡς ἁπλὸς μοναχός, γενναιόδωρες ἐλεημοσύνες μὲ τὴν παράκληση νὰ δεχθοῦν αὐτὸ ποὺ τοὺς ἔδινε στὸ Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τὸ ἐπισκοπικὸ οἴκημα ἦταν πάντοτε ἀνοικτὸ γι’ αὐτοὺς ποὺ τὸ ἐχρειάζονταν, ὅπως καὶ ἡ καρδιά του. Ἀκόμη καὶ τὴν ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του, τὸ 1715, μετὰ τὴ Θεία Λειτουργία, εἶχε παραθέσει τράπεζα πρὸς τιμὴν τῶν κληρικῶν του.
Ἀφοῦ τοὺς διακόνησε ταπεινὰ ὁ ἴδιος, ἐπῆραν τὴν εὐχή του καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἀποσύρθηκε στὸ κελί του. Ὅταν ἐχτύπησε ἡ καμπάνα γιὰ τὸν Ἑσπερινό, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης προσευχόταν γονατιστός. Ἔτσι παρέδωσε τὸ πνεῦμά του στὸν Θεὸ καὶ ἐνταφιάσθηκε μὲ κάθε εὐλάβεια καὶ τιμὴ στὸ παρεκκλήσι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρισοστόμου τοῦ Καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Τομπόλσκ.



Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος Ἐπίσκοπος Τομπόλσκ

Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἐγεννήθηκε, τὸ 1670, στὰ περίχωρα τοῦ Τσέρνιγκωφ, καὶ ἦταν γόνος ἱερατικῆς οἰκογένειας, ἡ ὁποία προερχόταν ἀπὸ παλαιὰ εὐγενικὴ ἐκκλησιαστικὴ καταγωγή. Ἐτελείωσε τὴ Θεολογικὴ Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου, ὅπου καὶ ἐδίδασκε ὁ Ἅγιος Ἰωάννης (Μαξίμοβιτς), ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἔγινε προστάτης του. Τὸ 1700, ἀνέλαβε διευθυντικὴ θέση στὴν ἐκκλησιαστικὴ σχολὴ τοῦ Τσέρνιγκωφ, ἔγινε ἀναπληρωτὴς τοῦ ἡγουμένου στὸ μοναστήρι τῶν Ἁγίων Βόριδος καὶ Γκλέπμ, ἱεροκήρυκας τοῦ Καθεδρικοῦ ναοῦ τῆς πόλεως, ἐνῷ τὴν ἐποχὴ ἐκείνη Ἀρχιεπίσκοπος τῆς περιοχῆς ἦταν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης (Μαξίμοβιτς).
Στὴν ἐκκλησιαστικὴ σχολὴ ἐδίδασκε ρητορικὴ καὶ διαλεκτική, καλύπτοντας κατὰ διαστήματα τὴ θέση τοῦ διευθυντοῦ, τοῦ οἰκονόμου καὶ τοῦ ἐπόπτου. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν του οἰκοδομήθηκαν καινούργια κτήρια καὶ ὁ ἴδιος ἐχάρισε στὴ βιβλιοθήκη τῆς σχολῆς πολλὰ βιβλία ἀπὸ τὴν προσωπική του συλλογή.
Τὸ 1705,  ἐξέδωσε τὴ συλλογή, ὑπὸ τὸν τίτλο «Καθρέφτης τῆς Θείας Γραφῆς», ποὺ περιεῖχε τὰ κηρύγματα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου (Μαξίμοβιτς), καθὼς καὶ ἕνα ἰδικό του ποιήμα ἀφιερωμένο στὸ Πάθος τοῦ Σωτῆρος.
Τὸ 1709, ἀφοῦ ἔλαβε τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου, ἀνέλαβε τὰ καθήκοντα τοῦ ἡγουμένου στὴ μονὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος, ποὺ ὑπαγόταν ἐκκλησιαστικὰ στὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς Ἐπισκοπῆς Τσέρνιγκωφ.
Τὸ 1713, μετὰ τὴ μετάθεση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου (Μαξίμοβιτς) στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἕδρα τοῦ Τομπόλσκ, ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἐκλέχθηκε Ἀρχιεπίσκοπος μὲ τὴ σύμφωνη γνώμη κλήρου καὶ λαοῦ. Ἡ χειροτονία του ἔγινε στὸν Καθεδρικὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στὴ Μόσχα.
Ὁ νεοχειροτονηθεὶς Ἐπίσκοπος δίδει δείγματα γραφῆς ἑνὸς ἀξιοζήλευτου ποιμένος, ὁ ὁποῖος κηρύσσει συνεχῶς τὸ θεῖο λόγο στοὺς ναοὺς τῆς ἐπαρχίας του. Μὲ τὴν εὐλογία του θὰ ἐκδοθεῖ ἡ Καινὴ Διαθήκη καὶ χάρη στὴ βοήθεια συνεργατῶν καὶ πνευματικῶν του τέκνων, ποὺ ἐργάζονταν στὴν ἐκκλησιαστικὴ σχολή, θὰ τελειώσει τὴ μετάφραση τῆς «Ἱστορίας τῆς Ρώμης», τοῦ Τίτου Λιβίου, ἡ ὁποία παρέμεινε δυστυχῶς μέχρι σήμερα ἀνέκδοτη.
Ἀπὸ τὸ 1720 μέχρι τὸ 1721 προκαλεῖ τὴν ὀργὴ τοῦ τσάρου. Τὴν πρώτη φορά, ἐπειδὴ ἀρνήθηκε νὰ συνυπογράψει μαζὶ μὲ ἄλλους Ρώσους Ἐπισκόπους τὸν Ἐκκλησιαστικὸ Κανονισμό. Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος τὸν ὑπέγραψε μόνο κατόπιν μακρῶν συζητήσεων καὶ κατόπιν ἀπειλῆς τοῦ Μεγάλου Πέτρου.
Τὸ 1721, ἐκλέγεται Μητροπολίτης Τομπόλσκ. Στὴ Σιβηρία, ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος θὰ ἀφιερωθεῖ μὲ ὅλες του τὶς δυνάμεις στὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο.
Παρὰ τὴν ἀδιαφορία τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας στὶς ἐπίμονες ἐκκλήσεις του γιὰ τὴν ἀποστολὴ νέων ἱεραποστόλων, προκειμένου νὰ ἐνισχυθεῖ τὸ ἔργο τοῦ εὐαγγελισμοῦ στὴ Σιβηρία, ὁ Ἅγιος θὰ καταφέρει, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, νὰ ἐνισχύσει τὴ δράση τῶν ἱεραποστολικῶν κλιμακίων στὴν εὐρύτερη περιοχὴ καὶ νὰ τελειώσει τὴν ἀνοικοδόμηση τῶν ἐκκλησιῶν, ποὺ θὰ ἐξυπηρετοῦσαν τὶς λειτουργικὲς ἀνάγκες τῶν νεοφώτιστων Χριστιανῶν. Μὲ πολλὲς δυσκολίες ἔστελνε ἱερεῖς στὶς πιο ἀπομακρυσμένες περιοχὲς τῆς Σιβηρίας.
Γιὰ τὴν ἀρτιότερη ἐκπαίδευση τῶν κληρικῶν ἱεραποστόλων, ἀναδιοργάνωσε τὰ προγράμματα σπουδῶν τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Τομπόλσκ. Ἐπίσης, ἐγκαινίασε στὸ Ἰρκούτσκ μία ρωσομογγολικὴ σχολή. Ἔφερε μαζί του ἱεροψάλτες ἀπὸ τὴν Οὐκρανία καὶ τακτικὰ ἔστελνε μορφωμένους μοναχοὺς στὴ Σιβηρία μὲ σκοπὸ τὸ κήρυγμα, τὴν ἐξάπλωση τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἑδραίωση τῶν πιστῶν στὴ ζωὴ τοῦ Εὐαγγελίου.
Συχνὰ ἡ ἱεραποστολικὴ δράση τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου συναντοῦσε διάφορα ἐμπόδια, ποὺ προκαλοῦσε τὶς περισσότερες μορφὲς ἡ σκληρότητα τῶν τοπικῶν ἀρχῶν, ἀλλὰ καὶ ἡ ἄγνοια τοῦ κόσμου.
Ὅταν, τὸ 1727, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἰρκοὺτσκ ὁ Ἅγιος Ἰννοκέντιος (Κουλτσίσκι), ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἐμοίρασε τὴ Σιβηρία σὲ δύο Ἐπισκοπές, κρατώντας γιὰ τὴν ἰδική του ἕδρα ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερα μοναστήρια.Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ἄφησε ὅλα του τὰ ὑπάρχοντα στὴν Ἐκκλησία καὶ τὸν κλῆρο τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Τσέρνιγκωφ καὶ τοῦ Τομπόλσκ. Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, στὶς 27 Μαρτίου 1740, καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸν Καθεδρικὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας τοῦ Τομπόλσκ.


Ὁ Ὅσιος Συνέσιος τῆς Σιβηρίας

Ὁ Ὅσιος Συνέσιος ἐγεννήθηκε, τὸ 1698, στὴν Πριλούκα τῆς Ρωσίας καὶ ἦταν συνασκητὴς τοῦ Ἐπισκόπου Ἰρκούτσκ Σωφρονίου. Τὸ 1746, ὁ ἱερομόναχος Συνέσιος ἐκλήθηκε ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Σωφρόνιο νὰ μεταβεῖ ἀπὸ τὴν Οὐκρανία στὴν Ἁγία Πετρούπολη καὶ νὰ ἀναλάβει τὴν πνευματικὴ εὐθύνη τοῦ ἐρημητηρίου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τὸ ὁποῖο ἦταν κάτω ἀπὸ τὴν διοίκηση τῆς Λαύρας τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊι.
Λίγο ἀργότερα ἀκολούθησε τὸν Ἐπίσκοπο Σωφρόνιο στὸ Ἰρκούτσκ, ὅπου, τὸ 1754, θὰ λάβει τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου καὶ θὰ γίνει ἡγούμενος τῆς μονῆς τῆς Ἀναλήψεως.
Ἦταν μέλος τοῦ ὑπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Σωφρόνιο ἐκκλησιαστικοῦ συμβουλίου καὶ τὸν ἐβοηθοῦσε πολὺ στὴ διοίκηση τῆς Ἐπισκοπῆς. Ἐπιμελήθηκε τὴν ἀνοικοδόμηση ναῶν στὸ μοναστήρι τῆς Ἀναλήψεως καὶ γιὰ τριάντα ὁλόκληρα χρόνια ἀποτέλεσε τὸ λαμπρότερο ὑπόδειγμα ἀσκητοῦ μοναχοῦ γιὰ τοὺς ὑπόλοιπους ἀδελφούς του.
Ὁ Ὅσιος Συνέσιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, στὶς 10 Μαΐου 1787, καὶ ἐνταφιάσθηκε παραπλεύρως τοῦ Ἁγίου Βήματος τοῦ Καθολικοῦ τῆς μονῆς. Ἡ φήμη του Ὁσίου ἐξαπλώθηκε σὲ ὅλη τὴν περιοχὴ λόγῳ τῶν πολλῶν θαυμάτων πού, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἔκανε.Τὸ 1984, ὅταν ἡ Ρωσικὴ Ἐκκλησία καθιέρωσε τὴν ἑορτὴ τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας, μεταξὺ αὐτῶν συμπεριέλαβε καὶ τὸ ὄνομα τοῦ Ὁσίου Συνεσίου.



Ὁ Ὅσιος Πέτρος τοῦ Τόμσκ

Ὁ Ὅσιος Πέτρος (Ἀλέξεβιτς Μικούριν) ἐγεννήθηκε στὴ Ρωσία, τὸ 1800, ἀπὸ οἰκογένεια εὐγενῶν. Σὲ νεαρὴ ἡλικία κατατάχθηκε στὸ στρατό, ἀλλὰ ἡ θητεία του δὲν ἐκράτησε πολύ, διότι ἀκολούθησε μία αὐστηρὴ ζωὴ ἀσκήσεως καὶ ἀδιάλειπτης  προσευχῆς ἐπικαλούμενος συνεχῶς τὸ Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ.
Ἐπιδόθηκε στὴ μελέτη τῆς Βίβλου καὶ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ σύντομα ἄρχισε νὰ τὸν ἀκολουθοῦν πολλοὶ ποὺ ἔψαχναν τὴν ὁδὸ τῆς χριστιανικῆς ζωῆς.
Τότε ἀπευθύνθηκε στὸν ἐρημίτη Βσιλίσκο καὶ μαζὶ μὲ τρεῖς ἄλλους ἀσκητὲς ἐπιδόθηκε στὸν ἡσυχαστικὸ βίο στὰ δάση τῆς περιοχῆς τοῦ Κούζνεκ.Ὁ Ὅσιος Πέτρος, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ 1820, σὲ νεαρὴ ἡλικία. Τὸ 1984 συγκαταριθμήθηκε μεταξὺ τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.


 
Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Σταγειρίτης

Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Σάββας ἐγεννήθηκε στὰ Στάγειρα περὶ τὰ τέλη τοῦ 18ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀπὸ ἀγάπη πρὸς τὸ μοναχικὸ βίο καταφεύγει στὴ μονὴ Κωνσταμονίτου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου ἀσκεῖται ὡς μοναχός. Ἡ μετάβασή του σὲ αὐτὴ τὴ μονὴ δικαιολογεῖται ἀπὸ τὴ σχέση ποὺ εἶχε μὲ τὰ Στάγειρα καὶ γενικὰ μὲ τὴ Χαλκιδική.
Στὴ μονὴ αὐτή, ποὺ τιμᾶται πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Πρωτομάρτυρος καὶ Ἀρχιδιακόνου Στεφάνου, ἀφιέρωσε τὸ βίο του ὁ Ἅγιος Σάββας καὶ προέκοπτε στὴν ἀρετὴ καὶ τὴν εὐσέβεια, προετοιμαζόμενος ἔτσι νὰ λάβει καὶ τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.
Ὁ Ἅγιος Σάββας ἐζοῦσε, κατὰ τὴν ἐπανάσταση τῆς Χαλκιδικῆς, τὸ 1821, ὅταν ἐκλήθηκε νὰ ἀκολουθήσει τὴν ὁδὸ τοῦ μαρτυρίου. Μοναδικὴ πηγὴ τοῦ μαρτυρίου εἶναι ὁ μοναχὸς Δοσίθεος, ὁ Λέσβιος Κωνσταμονίτης, ὁ ὁποῖος περιγράφει τὸ μαρτύριο πέντε Ὁσιομαρτύρων ἐκ τῆς Μονῆς Κωνσταμονίτου, ὑπὸ τὸν τίτλο «Νέον ὑπόμνημα τῶν νεοφανῶν Ἱερομαρτύρων καὶ Ὁσιομαρτύρων, τῶν ἐν λαμψάντων ἁγιορειτῶν ὁσίων Πατέρων, κατὰ τὴν ἐπανάστασιν τῆς Ἑλλάδος ὑπὸ τῶν Ὀθωμανῶν θανατωθέντων».
Ἂς δοῦμε πῶς περιγράφει ὁ Δοσίθεος τὸ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ Ἁγίου Σάββα: «Τώρα δὲ ἀδελφοί, ἂς ἔλθωμεν εἰς τὸν ἁπλοῦν Σάββαν τὸν Σταγειρίτην, ὅστις προεγνώρισε καὶ αὐτὸς μακάριος τοῦ θανάτου του τὸν τρόπον, διότι ἀναχωρώντας ἀπὸ τὸ Κοινόβιον, ὅταν ἐστάλθη ἔξω εἰς τὴν Ἱερισσὸν ἀπὸ τοὺς Πατέρας, εἶπεν εἰς ἕνα ἀδελφὸν τοῦ κοινοβίου φίλον του τὸ μέλλον γενέσθαι.
Εἶδε, λέγω ἐν ὁράματι τὴ νύκτα, ὅτι διώκοντές τον οἱ ἐχθροὶ τὸν ἐθανάτωσαν. Καὶ οὕτως ἐφάνη εἰς τὸν μακάριον, ὅτι ἡ ψυχή του ἐπέταξεν εἰς τοὺς οὐρανούς, τὸ δὲ σῶμά του εἰς τὴν γῆν. Καὶ ἀλήθευσεν ἡ πρόγνωσις καὶ ἡ πρόρρησις αὕτη μετὰ τοῦ ὁράματος. Διότι ἀπερνώντας ἐκεῖθεν ἀπὸ τὴν τοῦ Ζωγράφου σεβάσμιαν Μονήν, ἐθανατώθη ἀπὸ τοὺς ἀσεβεῖς ὁ μακάριος, ὁμοῦ μὲ ἄλλον ἕνα κοσμικόν, δοῦλον καὶ αὐτὸν τοῦ Μοναστηρίου, καὶ οἱ δύο ἦτον Σταγειρῖται. Καὶ οὕτως ἔγινεν ἡ μακαρία κοίμησις καὶ αὐτῶν».Ἔτσι ἐμαρτύρησε ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Σάββας καὶ ἔλαβε τὸν ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ.


 

Ἡ Ἁγία Δόμνα ἡ διὰ Χριστὸν Σαλή

Ἡ Ἁγία Δόμνα τοῦ Τόμσκ ἐγεννήθηκε στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰῶνος μ.Χ. ἀπὸ οἰκογένεια εὐγενῶν στὴ Ρωσία. Οἱ γονεῖς της ἀπέθαναν, ὅταν ἐκείνη ἦταν ἀκόμα μικρὸ παιδὶ καὶ ἔτσι ἔμεινε στὴ θεία της. Ἡ Δόμνα ἔλαβε ἄριστη μόρφωση καὶ ὁμιλοῦσε πολὺ καλὰ τὶς ξένες γλῶσσες. Ἦταν ὡραῖα κοπέλα καὶ εἶχε πολλοὺς θαυμαστὲς πρόθυμους νὰ τὴν νυμφευθοῦν. Ὅμως ἡ Δόμνα ἤθελε νὰ παραμείνει ἀφιερωμένη στὸ Θεὸ καὶ νὰ ἀκολουθήσει τὸν ἡσυχαστικὸ βίο. Γι’ αὐτό, ὅταν ἔμαθε ὅτι οἱ συγγενεῖς της θέλουν νὰ τὴν παντρέψουν διὰ τῆς βίας, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὸ σπίτι. Ἐφόρεσε ἁπλὰ ἐνδύματα καὶ ἐπῆγε ὡς προσκυνήτρια στοὺς Ἁγίους Τόπους. Χαρτιὰ ποὺ θὰ πιστοποιοῦσαν τὸ ποιὰ ἦταν δὲν εἶχε, γι’ αὐτὸ καὶ συνελήφθη ἀπὸ τὴν ἀστυνομία καὶ ἐκτοπίσθηκε στὴ Σιβηρία. Ἐκεῖ, στὴν πόλη Τόμσκ, ἐπῆρε τὴν ἀπόφαση νὰ βιώσει τὸ ἀσκητικὸ στάδιο τῆς σαλότητος.
Ἡ Ἁγία Δόμνα δὲν εἶχε μόνιμη κατοικία. Συχνὰ περνοῦσε τὶς ἡμέρες καὶ τὶς νύκτες ἔξω στὸ δρόμο. Τὸ φόρεμά της ἀποτελεῖτο ἀπὸ κόμβους διαφόρων μεγεθῶν, ποὺ ἔκρυβαν τὸ σχεδὸν γυμνὸ σῶμά της. Ἐχρησιμοποιοῦσε τοὺς κόμβους σὰν κομποσχοίνι, κρύβοντας μ’ αὐτὸν τὸν τρόπο τὶς συνεχεῖς προσευχές της. Ὄταν κάποιοι πονόψυχοι ἄνθρωποι τῆς ἐδώριζαν ζαστὰ ροῦχα κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ χειμῶνος, ἐκείνη τὰ ἔπαιρνε, εὐχαριστοῦσε τὸν δωρητὴ καὶ ἀμέσως τὰ ἐμοίραζε σὲ πτωχούς, ἐνῷ ἡ ἴδια συνέχιζε νὰ ὑποφέρει ἀπὸ τὸ κρύο. Μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο ἐκδήλωνε ἡ Δόμνα τὴν ἀγάπη της πρὸς τὸν κόσμο. Γνωρίζοντας τὶς ἄθλιες συνθῆκες ἐπιβιώσεως τῶν κρατουμένων στὶς φυλακὲς τοῦ Τόμσκ, ἡ Ἁγία Δόμνα περιπατοῦσε δίπλα στὶς ἐγκαταστάσεις τῆς φυλακῆς καὶ ἐτραγουδοῦσε ἄσματα πνευματικοῦ περιεχομένου χωρὶς νὰ σκέπτεται ὅτι σὲ λίγο θὰ τὴν συνελάμβαναν λόγῳ διαταράξεως τῆς κοινῆς ἡσυχίας. Ὅταν ἡ σύλληψη γινόταν γνωστή, ὁ κόσμος ἔφερνε στὴ φυλακὴ τρόφιμα γιὰ τὴν Ἁγία, τὴν ὁποία βαθιὰ ἐκτιμοῦσε. Ὅλα αὐτὰ ἐκείνη τὰ ἐμοίραζε σὲ κρατούμενους.
Θερμὰ καὶ ἀκούραστα προσευχόταν ἡ μακαρία στὸ ναὸ κρυφά, μακριὰ ἀπὸ τὰ βλέμματα τοῦ κόσμου. Ἐὰν ἔβλεπε ὅτι τὴν παρακολουθοῦν, ἀμέσως ἄλλαζε τὴν συμπεριφορά της καὶ παρίστανε τὴ σαλή: πηγαινοερχόταν μέσα στὴν ἐκκλησία, ὁμιλοῦσε μόνη της, ἔσβηνε τὰ κεριά...
Ἔτσι, μέσα ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῆς σαλότητος ἡ Ἁγία Δόμνα διατηροῦσε τὴν ἁγνότητά της, ἐσήκωσε τὸ βάρος τῆς ἑκουσίας πτωχείας της, ὑπέφερε τὴ ζέστη καὶ τὸ κρύο. Πρὸς τὸ τέλος τῆς ζωῆς της ὁ Θεὸς τῆς προσέφερε τὸ χάρισμα τῆς διορατικότητος, τὸ ὁποῖο ἐχρησιμοποιοῦσε γιὰ τὴν πνευματικὴ ὠφέλεια τῶν πιστῶν.
Ἡ Ἁγία Δόμνα ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, στὶς 16 Δεκεμβρίου 1872, καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ γυναικεῖο μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου τῆς πόλεως Τόμσκ. Δίπλα στὸν τάφο της, ὁ ὁποῖος καταστράφηκε στὴ μετεπαναστατικὴ περίοδο, στὶς ἡμέρες μας, ἐκτίσθηκε ἕνα μικρὸ παρεκκλήσι.Ἡ μνήμη της τιμᾶται σήμερα, ἑορτὴ τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.


 
Ὁ Ἅγιος Στέφανος τοῦ Ὄμσκ τῆς Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Στέφανος (Ἰακώβλεβιτς Ζναμένσκι) ἐγεννήθηκε ἀπὸ ἱερατικὴ οἰκογένεια στὴν περιοχὴ τοῦ Τὸμσκ τῆς Ρωσίας. Οἱ θεολογικές του σπουδὲς στὸ ἱερατικὸ σεμινάριο τοῦ Τομπόλσκ, κυρίως, ἀφοροῦσαν στὴν ἐκμάθηση τῆς ἀρχαίας ἑβραϊκῆς γλώσσας. Κατὰ συνέπεια μποροῦσε νὰ μελετᾶ μὲ εὐκολία τὴν Παλαιὰ Διαθήκη ἀπὸ τὸ πρωτότυπο, Ὅταν, τὸ 1824, ἐτελείωσε τὶς σπουδές του, ἐνυμφεύθηκε καὶ ἐχειροτονήθηκε ἱερέας στὴν πόλη τῆς Βαρναούλ, καὶ μετατέθηκε διαδοχικὰ στὶς πόλεις Κουργκάν, Τομπὸλσκ καὶ Ἰαλουτορόβσκ.
Τὸ 1854, τοποθετήθηκε ἐφημέριος στὸν Καθεδρικὸ ναὸ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Ὄμσκ. Γιὰ πολλὰ χρόνια ὑπῆρξε μέλος τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ συμβουλίου, ἔξαρχος, ἱεραπόστολος καὶ καθηγητὴς τῶν θρησκευτικῶν σὲ διάφορα γυμνάσια τῆς πόλεως. Στὸ Ἰαλουτορὸβσκ ἵδρυσε δύο σχολεῖα, στὰ ὁποία ἡ φοίτηση ἦταν δωρεάν. Γιὰ τὸν ἔνθεο ζῆλο ποὺ ὁ Ἅγιος Στέφανος ἐπέδειξε κατὰ τὴν ἱερατική του διακονία ἔλαβε διάφορες τιμητικὲς διακρίσεις ἀπὸ τὴν πολιτεία καί, τὸ 1839, ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὸ ὀφφίκιο τοῦ πρωτοπρεσβυτέρου.
Ὁ πρεσβύτερος Στέφανος ἦταν ὑποδειγματικὸς κληρικός, ἀγαθὸς λευΐτης, ἁπλοϊκός, ταπεινός, εἰλικρινὴς καὶ ἐζοῦσε βίο ἐγκρατὴ καὶ ἀσκητικό. Συνδύαζε πρακτικότητα καὶ εὐστροφία καὶ ἀπέφευγε συνειδητὰ κάθε εἶδος πλουτισμοῦ, τὸ ὁποῖο θὰ μποροῦσε νὰ σκανδαλίζει τοὺς πιστούς. Ὅταν ἐτελοῦσε τὴ Θεία Λειτουργία, ἡ καρδιά του ἦταν γεμάτη ἀπὸ θαυμασμὸ καὶ εὐλάβεια. Τὸ πρόσωπό του ἐφωτιζόταν καὶ ἀκτινοβολοῦσε, προκαλώντας ἔτσι αἰσθήματα μεγάλου σεβασμοῦ ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀδελφοὺς καὶ κληρικούς, καὶ ἦταν ἰδιαίτερα προσεκτικός, ἔτσι ὥστε κάθε λειτουργικὴ κίνησή του νὰ γίνεται κατανοητὴ ἀπὸ τοὺς ἐνορίτες του.
Ὄταν ἦταν νέος, ἐκήρυττε ἀδιάκοπα. Ὅταν ὅμως τὰ χρόνια ἐπέρασαν, ὁμιλοῦσε λιγότερο καὶ προτιμοῦσε τὶς διαλέξεις. Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ ἀπέκτησε τὴ φήμη τοῦ λαμπροῦ παιδαγωγοῦ. Οἱ ἐφημαριακές του ὑποχρεώσεις εἶχαν καταπονήσει τὸ σῶμά του, ἐνῷ πολὺ καιρὸ πρὶν τὴν κοίμησή του ἔτρωγε μόνο χόρτα. Ὁ νηστευτικός του ἀγώνας ἦταν μεγάλος. Δὲν ἔπινε ποτὲ κρασί, καφὲ καὶ τσάι. Ἦταν πάντοτε ἐνδεδυμένος μὲ ροῦχα ταπεινὰ καὶ φτωχικά. Τὸν ἐλεύθερο χρόνο του ἐντρυφοῦσε στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ τὰ ἔργα τῶν Πατέρων.
 Ἐνῷ εἶχε μία μεγάλη οἰκογένεια καὶ τακτικὰ ἀντιμετώπιζε μεγάλα οἰκονομικὰ προβλήματα, δὲν ἐδεχόταν τὶς εἰσφορὲς τῶν ἐνοριτῶν του, ὅταν ἔβλεπε ὅτι καὶ αὐτοὶ οἱ ἴδιοι εἶχαν ἀνάγκες. Τὸ 1877, κλῆρος καὶ λαὸς τοῦ Ὄμσκ ἑόρτασαν τὰ πενήντα χρόνια ἱερωσύνης τοῦ πνευματικοῦ τους πατέρα, ὁ ὁποῖος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, στὶς 12 Ἀπριλίου 1877.Τὸ 1984, ὁρίστικε ἀπὸ τὴ Ρωσικὴ Ἐκκλησία ὁ ἑορτασμὸς τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου Στεφάνου, κατὰ τὴ σημερινὴ ἡμέρα, ἑορτὴ τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.



Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος Ἐπίσκοπος Ἀστραχάν

Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος, κατὰ κόσμον Γεώργιος Ἰβάνοβιτς Νομπροσέρντωφ, ἐγεννήθηκε, στὶς 26 Ὀκτωβρίου 1809, στὸ χωριὸ Βελτσκόε στὴν Ἐπισκοπὴ τοῦ Ἰρκοὺτσκ ἀπὸ τὴν οἰκογένεια ἑνὸς ἀναγνώστου.
Λίγο πρὶν τὸ γάμο τῶν γονέων τοῦ Γεωργίου, ὁ παππούς του εἶδε ἕνα ὅραμα, τὸ ὁποῖο ἀπεκάλυπτε ὅτι τὸ παιδὶ ποὺ δὲν εἶχε ἀκόμη συλληφθεῖ, προοριζόταν ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα.
Ὁ Γεώργιος ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων ἐδιδάχθηκε τὴν εὐλάβεια ἀπὸ τὴν οἰκογένειά του, ἀγαποῦσε τὴν προσευχὴ καὶ ἰδιαίτερα τὴν Θεία Λειτουργία καὶ ἀπὸ ἡλικία ἕξι ἐτῶν ἐδιάβαζε τὰ ἀναγνώσματα στὴν ἐκκλησία. Τὸ 1818, ὁ Ἐπίσκοπος τοῦ Ἰρκούτσκ, ἀφοῦ ἐπληροφορήθηκε τὰ χαρίσματά του, τὸν ἐνέγραψε στὸ ἐκκλησιαστικὸ σχολεῖο, μετὰ τὸ πέρας τοῦ ὁποίου ὁ Γεώργιος συνέχισε τὶς σπουδές του στὸ ἱεροδιδασκαλεῖο τῆς πόλεως.
 Κατὰ τὴ διάρκεια τῶν σπουδῶν του ἔδειξε ἰδιαίτερη κλίση πρὸς τὴν ἐρημικὴ ζωὴ καὶ ἐδοκίμασε νὰ ἀκολουθήσει τὸ παράδειγμα τῶν διὰ Χριστὸν σαλῶν. Ἐξ αἰτίας αὐτῆς τῆς κλίσεώς του ἐθεωρήθηκε ἄρρωστος ψυχικὰ καὶ ἐνοσηλεύθηκε. Βγῆκε ἀπὸ τὸ νοσοκομεῖο μὲ τὴν παρέμβαση κάποιου κυβερνήτου τοῦ Ἰρκούτσκ. Μὲ τὴν πνευματικὴ βοήθεια ἑνὸς ἱερέως τῆς περιοχῆς ἐγκατέλειψε τὴν ἰδέα τῆς ἐρημικῆς ζωῆς καὶ συνέχισε τὶς σπουδὲς στὸ ἱεροδιδασκαλεῖο, ἀπὸ τὸ ὁποῖο ἀπεφοίτησε μὲ «ἄριστα», θεωρούμενος ὡς ἕνας ἀπὸ τοὺς καλύτερους σπουδαστές.
Ὁ Γεώργιος, ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ἐπισκόπου τοῦ Ἰρκούτσκ, διδάσκει στὴν ἐκκλησιαστικὴ σχολὴ καί, τὸ 1836, νυμφεύεται καὶ χειροτονεῖται ἱερεύς. Διακόνησε στὸ Ἰρκοὺτσκ καὶ ἦταν πολὺ ἀγαπητὸς στοὺς Χριστιανούς. Τὸ 1841, ἡ σύζυγός του ἀπεβίωσε καὶ ὁ Γεώργιος ἐγκατέλειψε τὸ Ἰρκοὺτσκ καὶ εἰσῆλθε στὴν Ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως.
Ἀποφοίτησε ἀπὸ αὐτήν, τὸ 1845, καὶ κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ τελευταίου ἀκαδημαϊκοῦ ἔτους ἔγινε μοναχός, λαβὼν τὸ ὄνομα Γεράσιμος. Ἀμέσως μετὰ τὴν ἀποφοίτησή του ἐδίδαξε στὸ ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τῆς πόλεως τοῦ Τβέρ, ἀπὸ τὸ 1846 στὸ ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τῆς Σταυρουπόλεως, στὸ ὁποῖο, τὸ 1849, ἔγινε καὶ διευθυντής. Τὸ ἴδιο ἔτος ἔλαβε καὶ τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου.
 Ἀπὸ τὸ 1850 μέχρι τὸ 1855 διετέλεσε διευθυντὴς τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σεμιναρίου τοῦ Σιμπίρσκ, ἀπὸ τὸ 1855 μέχρι καὶ τὸ 1860 τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σεμιναρίου τοῦ Χάρκωβ· ἀπὸ τὸ 1860 μέχρι τὸ 1863 τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σεμιναρίου τῆς Καλούγκα, καὶ ἀρχιμανδρίτης τῆς μονῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Ντομπρΐυ. Τὸ 1863, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Σταράϊα Ρούσα καὶ Ἔξαρχος τῆς Ἐπισκοπῆς τοῦ Νόβγκοροντ.
Τὸ 1864, μετετέθη στὴν Ἐπισκοπὴ Ρεβὲλ καὶ ἔγινε Ἔξαρχος τῆς Ἐπισκοπῆς τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Τὸ 1866, ἀνῆλθε στὸ αὐτόνομο θρόνο τῆς Σαμάρα. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος Γεράσιμος ἔκτισε μία ἐκκλησιαστικὴ σχολὴ γιὰ γυναῖκες καὶ ὀργάνωσε κατηχητικὰ καὶ συνάξεις στὶς ἐνορίες. Τὸ 1877, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἀστραχάν.
Χαρακτηριστικὰ τῆς ἐπισκοπικῆς διακονίας του τοῦ Ἁγίου Γερασίμου ἦταν ἡ ἀγάπη γιὰ τὴν ἀλήθεια, ἡ ἀφοσίωση στὴν ἀποστολή του καὶ ἡ ἁπλότητα. Παρ’ ὅτι ὑπῆρξε αὐστηρός, ἦταν πάντοτε προσηνὴς καὶ κατόρθωνε πάντοτε νὰ διατηρεῖ εἰρηνικὴ τὴν καρδιά του. Ἡ ζωή του ἐχαρακτηριζόταν ἀπὸ αὐστηρὴ ἄσκηση. Ἐξυπνοῦσε πολὺ ἐνωρὶς τὰ χαράματα καὶ ἀφιέρωνε τὶς πρῶτες ὧρες τῆς ἡμέρας στὴ μελέτη τοῦ θείου λόγου καὶ τὴ Θεία Λειτουργία, ἀφοῦ ἐλειτουργοῦσε καθημερινά. Ἔτσι ἔζησε ὅλο του τὸ βίο.
Συνέγραψε διάφορα βιβλία θεολογικοῦ, κανονικοῦ καὶ ἁγιογραφικοῦ χαρακτῆρος καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του ἐκδόθηκαν τὸ ἡμερολόγιό του καὶ ἀρκετὲς ἐπιστολὲς ποὺ εἶχε ἀποστείλει πρὸς διάφορες μοναχές. Ἐκληροδότησε τὴ λιγοστή του περιουσία στὴν Ἐκκλησιαστικὴ Ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως, ὅπου καὶ ἐδίδετο μία ὑποτροφία στὸ ὄνομά του.
Ὁ Ἅγιος Γεράσιμος, ἀφοῦ ἐποίμανε θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, στὶς 24 Ἰουνίου 1880, καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸν Καθεδρικὸ ναὸ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Ἀστραχάν.Ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, ἑορτὴ τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.


Ὁ Ὅσιος Μισαὴλ ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Μισαὴλ τοῦ Ἀμπαλάσκ, κατὰ κόσμον Παῦλος Ἰβάνοβιτς Φωκίν, ἐγεννήθηκε, στὶς 29 Ἰουνίου 1797, στὸ χωριὸ Λιπογιαρσκόε στὴν περιοχὴ τοῦ Ταμπώφ, ἀπὸ εὐσεβὴ ἱερατικὴ οἰκογένεια, ἀφοῦ ὁ πατέρας του ἦταν διάκονος.Ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, ἑορτὴ τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.



Ὁ Ὅσιος Ἀρέθας ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ὅσιος Ἀρέθας τῆς Βερχοτοῦρε (κατὰ κόσμον Ἀθανάσιος Τυχόνοβιτς Κατάργιν) ἐγεννήθηκε, τὸ 1856, σὲ μία πολυάριθμη οἰκογένεια ἑνὸς χωρικοῦ τοῦ Ὀρλώφ. Μετὰ τὸ δημοτικὸ σχολεῖο, σὲ νεανικὴ ἡλικία, εἰσῆλθε στὸ μοναστήρι τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Βαλαάμ, ὅπου τὸ 1893 ἔγινε μοναχός.
Τὸ ἴδιο ἔτος ὁ ἱερομόναχος τῆς μονῆς Ἰὼβ ἀνέλαβε καθήκοντα ἡγουμένου στὸ μοναστήρι τοῦ Ἁγίου Νικολάου στὴ Βερχοτοῦρε. Γνωρίζοντας τὸν Ὅσιο Ἀρέθα ὡς λαμπρὸ παράδειγμα ἀσκητικοῦ μοναχοῦ, ἀφιερωμένου στὴν προσευχή, τὸν καλεῖ στὸ μοναστήρι του. Τὸ 1893 χειροτονεῖται διάκονος καὶ τὸ 1895 πρεσβύτερος.
Στὸ μοναστήρι τὸ διακόνημά του ἦταν ἡ πώληση τῶν κεριῶν καὶ ἡ φύλαξη τῆς βιβλιοθήκης. Ὅταν τὸ 1900 ὁ ἀρχιμανδρίτης Ἰὼβ ἀποσύρθηκε στὴ μονὴ τοῦ Βαλαάμ, οἱ μοναχοὶ τῆς Βερχοτοῦρε, ποὺ γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία τῆς μονῆς ἐξέλεγαν ἀπὸ μόνοι τους τὸν ἡγούμενο, ἐξέλεξαν τὸν Ὅσιο Ἀρέθα, ὁ ὁποῖος δύο χρόνια ἀργότερα ἔλαβε τὸ ὀφφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου. Στὴ νέα του διακονία ὁ Ὅσιος ἡγήθηκε τῆς μονῆς μὲ ταπείνωση καὶ ἀποτελοῦσε πάντοτε γιὰ τοὺς μοναχοὺς τὸ ζωντανὸ παράδειγμα. Τὸ 1901, ὁ Ὅσιος ἀνέλαβε τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση δύο ἀκόμη μονῶν καὶ τριῶν μοναχικῶν ἀδελφοτήτων.
Μέσα σὲ λίγα χρόνια ὁ Ὅσιος Ἀρέθας ἔκτισε καινούργια κτήρια στὸ μοναστήρι τῆς Βερχοτοῦρε καὶ κυρίως ἐπιμελήθηκε τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐνοριακῆς σχολῆς καὶ τῆς σχολῆς κωφαλάλων. Ὑπὸ τὴν προσωπική του διεύθυνση τακτοποιήθηκε τὸ ἀρχεῖο τῆς μονῆς.
Ὁ Ὅσιος διῆλθε σκληρὸ ἀσκητικὸ βίο. Λόγῳ τῆς αὐστηρῆς ἀσκήσεως ἐκλονίσθηκε ἡ ὑγεία του καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 15 Μαΐου 1903. Ἐνταφιάσθηκε στὸ κοιμητήριο τοῦ μοναστηριοῦ, πίσω ἀπὸ τὸ Ἅγιο Βῆμα.Τὸ ὄνομα τοῦ Ὁσίου Ἀρέθα, συγκαταλέχθηκε μεταξὺ τῆς χορείας τῶν Ἁγίων, τὸ 1984, καὶ ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, ἑορτὴ τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.




Ἡ Ἁγία Ἀγάπη ἡ διὰ Χριστὸν Σαλή
Ἡ Ἁγία Ἀγάπη (Λιούμπωφ Σεμένοβνα Σουχάνοβα) ἐγεννήθηκε καὶ ἔζησε στὸ Ριαζὰν τὸ 19ο καὶ 20ο αἰώνα μ.Χ. Ἀπὸ τὴν παιδική της ἡλικία ἔπασχε ἀπὸ παράλυση τῶν κατω ἄκρων καὶ ὅταν ἔγινε δεκαπέντε ἐτῶν ἰάθηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Νικόλαο (Μαρλικίσκϊυ), ποὺ ἐμφανίσθηκε σὲ ὅραμα καὶ ἀφοῦ τὴν ἐθεράπευσε, τοῦ ἐζήτησε τὴν εὐλογία νὰ ζήσει ὡς διὰ Χριστὸν σαλή.
Ἔζησε μαζὶ μὲ τὴν μητέρα καὶ τὴν ἀδελφή της ἐγκλειστη ἐπὶ τρία ἔτη στὸ φτωχικό τους σπίτι. Ἐγκατέλειψε τὴν οἰκία της ζώντας στοὺς δρόμους τοῦ Ριαζὰν χωρὶς νὰ ἀποφεύγει τὸν κόσμο. Ἀντίθετα ὁμιλοῦσε πρὸς ὅλους μὲ πολλὴ πνευματικὴ χαρά. Ἐβοηθοῦσε ἰδιαίτερα τοὺς πτωχοὺς κατοίκους τῆς πόλεως καὶ γρήγορα ἡ φήμη της ἐξαπλώθηκε. Ὁ Θεὸς τὴν ἀξίωσε τοῦ προορατικοῦ χαρίσματος.
Ἡ Ἁγία Ἀγάπη ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, στὶς 21 Φεβρουαρίου 1921, καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ κοιμητήριο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου «τῆς Παρηγορίας τῶν Θλιβομένων». Συχνὰ ἐμφανιζόταν σὲ ὁράματα τῶν πιστῶν παρηγοροῦσα τοὺςδοκιμαζόμενους καὶ θεραπεύουσα τοὺς ἀσθενεῖς. Ὁ τάφος της ἦταν καὶ εἶναι τόπος προσκυνήματος.Τὸ 1987, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πατριάρχου Μόσχας Ποιμένος, καθιερώθηκε ἡ ἑορτὴ τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τοῦ Ριαζάν, στὸν κατάλογο τῶν ὁποίων κατετάγη καὶ ἡ Ἁγία Ἀγάπη.




Ὁ Ὅσιος Μακάριος ὁ Ἱεραπόστολος ἐκ Ρωσίας

Ἡ κυρίως μνήμη τοῦ Ὁσίου Μακαρίου τοῦ Ἱεραποστόλου ἐκ Ρωσίας, τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὴν 18η Μαΐου.Σήμερα ἐπαναλαμβάνεται ἡ μνήμη του, μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.


Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἀλταΐων Μητροπολίτης Μόσχας

Ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα, ἐορτὴ τῆς Συνάξεως Πάντων τῶν Ἁγίων τῆς Σιβηρίας.



Ὁ Ἅγιος Θεόγνωστος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ Ἐρημίτης ἐκ Ρωσίας

Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόγνωστος συγκαταλέγεται μεταξὺ τῶν Νέων Ἱερομαρτύρων καὶ ἐμόναζε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊυ. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ, τὸ 1940.



Οἱ Ἅγιοι Νικόλαος καὶ Βασίλειος οἱ Ἱερομάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Ἱερομάρτυρες Νικόλαος καὶ Βασίλειος ἦταν πρεσβύτεροι τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Παύλου ἐν Ρωσία, καὶ ἐτελειώθησαν μαρτυρικὰ τὸ 1918.



Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ Πρεσβύτερος

Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Ἱερομάρτυρος Τιμοθέου.



Σύναξις Πάντων τῶν Ἁγίων ἐν Ριαζάν

Ἡ ἑορτὴ καθιερώθηκε τὸ 1987, ἐπὶ Πατριάρχου Μόσχας Ποιμένος. Οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ πρίγκιπες Μπόρις καὶ Γκλέμπ, οἱ Ἐπίσκοποι Βασίλειος τοῦ Ριαζὰν καὶ Ἰωνᾶς τῆς Μόσχας, οἱ εὐσεβεῖς πρίγκιπες Κωνσταντίνος τοῦ Μούρωμ, Θεόδωρος τοῦ Μούρωμ, Μιχαὴλ τοῦ Μούρωμ, Πέτρος καὶ Φεβρωνία τοῦ Μούρωμ, ἡ δίκαιη Ἰουλιανὴ τοῦ Λαζάρεβο καὶ ἡ διὰ Χριστὸν σαλὴ Ἀγάπη τοῦ Ριαζάν.



Σύναξις Πάντων τῶν Ἁγίων ἐν Σιβηρία

Ἡ ἑορτὴ καθιερώθηκε τὸ 1984, ἐπὶ Πατριάρχου Μόσχας Ποιμένος. Οἱ Ἅγιοι εἶναι ὁ Μάρτυς Βασίλειος τῆς Μανγκαζίας, οἱ Ἐπίσκοποι Νεκτάριος τοῦ Τομπόλσκ, Δημήτριος τοῦ Ροστώβ, Φιλόθεος τοῦ Τομπόλσκ, Ἰωάννης τοῦ Τομπόλσκ, Ἀντώνιος τοῦ Τομπόλσκ, Ἰννοκέντιος τοῦ Ἰρκούτσκ, Παῦλος τοῦ Τομπόλσκ, Βαρλαάμιος τοῦ Τομπόλσκ, Φιλάρετος τοῦ Κιέβου, Ἰννοκέντιος τῆς Μόσχας, Συμεὼν τοῦ Σμολένσκ, Μελέτιος τοῦ Χάρκωβ, Γεράσιμος τοῦ Ἀστραχάν, Μελέτιος τοῦ Ριαζάν, οἱ Ὅσιοι Μοναχοὶ Συνέσιος τῆς Σιβηρίας, Ἀρέθας τῆς Ἀλταΐων, Μισαὴλ τοῦ Ἀμπαλάσκ, Δανιὴλ τοῦ Ἀσίνσκ, Βαρλαάμιος τοῦ Σικίζσκ, οἱ δίκαιοι καὶ οἱ διὰ Χριστὸν σαλοὶ Συμεὼν τῆς Βερχοτοῦρε, Ἰωάννης τῆς Βερχοτοῦρε, Δόμνα τοῦ Τόμσκ, Στέφανος τοῦ Ὄμσκ, Κοσμᾶς τῆς Βερχοτοῦρε.



 
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Σημείου ἐν Κούρσκ Ρωσίας

 Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Σημείου εὑρέθηκε μὲ θαυμαστὸ τρόπο, τὸ 1295, στὴ ρίζα ἑνὸς δένδρου στὴν ἀκτὴ τοῦ ποταμοῦ Τουσκάρ, στὴν περιοχὴ τοῦ Κούρσκ, ἀπὸ ἕνα κάτοικο τῆς πόλεως Ρίλσκ, ποὺ ἐκυνηγοῦσε στὸ δάσος.
 Ἡ εἰκόνα, ποὺ ὁμοίαζε μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Νόβγκοροντ, μεταφέρθηκε μὲ τιμὲς στὴν πόλη Ρίλσκ, ὅπου ὁ πρίγκιπας Σεμιάκα ἔκτισε ἕνα μεγαλοπρεπὴ ναὸ ἀφιερωμένο στὸ Γενέθλιο τῆς Θεοτόκου καὶ ἐναπέθεσε ἐκεῖ τὴν εἰκόνα. Ἀλλὰ ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ἐπέστρεψε θαυματουργικὰ στὴν προηγούμενη θέση της, ἐκεῖ ποὺ τὴν εἶχαν εὕρει: στὴ ρίζα τοῦ δένδρου.
Οἱ εὐλεβεῖς κάτοικοι τοῦ Ρὶλσκ ἔκτισαν ἐκεῖ ἕνα παρεκκλήσιο καὶ ἕνας ἱερέας ἐπιλέχθηκε, γιὰ νὰ τελεῖ τὶς Ἀκολουθίες καὶ τὴ Θεία Λειτουργία. Τὸ παρεκκλήσιο ἐκάηκε ἀπὸ τοὺς Τατάρους, τὸ 1358, ἀλλὰ ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔμεινε ἄθικτη. Τὸ 1597, ὁ τσάρος Θεόδωρος Ἰβάνοβιτς ἄκουσε γιὰ τὴ θαυματουργικὴ εἰκόνα καὶ τὴν ἔφερε στὴ Μόσχα, ὅπου τὴν ἐναπέθεσε στὸ αὐτοκρατορικὸ παλάτι.
 Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔμεινε στὴ Μόσχα μέχρι τὸ 1618 καὶ ἔπειτα, λόγῳ ἐπίμονων αἰτημάτων, μὲ ἔγκριση τοῦ τσάρου Μιχαὴλ Θεοδώροβιτς, ἐπεστράφη στὴν πόλη τοῦ Κούρσκ, καὶ ἐτοποθετήθηκε στὴ μονὴ Ζναμέννυ. Ἡ ἱερὴ εἰκόνα τιμᾶται, ἐπίσης, στὶς 8 Μαρτίου, 8 Σεπτεμβρίου καὶ 27 Νοεμβρίου.


 
Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ταμπὺνσκ ἐν Ρωσία
 Ἡ θαυματουργικὴ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ταμπύνσκ, εὑρέθηκε τὸ 1957, κοντὰ στὸ Ταμπύνσκ, σὲ ἀπόσταση δώδεκα χιλιομέτρων ὅπου εὑρίσκεται τὸ ἐρημητήριο Πρεσιστένκαγια. Τὴν εἰκόνα ηὗρε ὁ εὐλαβὴς ἱεροδιάκονος Ἀμβρόσιος, ὁ ὁποῖος περνώντας ἀπὸ μία πηγή, ἄκουσε καθαρὰ τὴ φωνὴ τῆς Παναγίας νὰ τοῦ λέγει: «Πάρε τὴν εἰκόνα μου».
Ὁ διάκονος ἐφοβήθηκε καὶ ἐθεώρησε μᾶλλον ὅτι ἡ φωνὴ ποὺ ἀκουσε δὲν ἦταν πραγματικότητα, ἀλλὰ αὐταπάτη. Τὸ ἴδιο συνέβη καὶ γιὰ τρίτη φορά. Τότε ὁ ἱεροδιάκονος Ἀμβρόσιος ἔτρεξε καὶ ἐνημέρωσε τοὺς ἀδελφοὺς τοῦ ἡσυχαστηρίου, οἱ ὁποῖοι λιτανεύοντας μετέφεραν τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου στὸ ἡσυχαστήριο.
Ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ἔγινε ξακουστὴ ἀπὸ τὰ πολλὰ θαύματα ποὺ ἐπιτελοῦσε μέχρι καὶ τὴν Κίνα. Σήμερα ἔχει χαθεῖ, ἀλλὰ καταβάλεται προσπάθεια, μέσα ἀπὸ τὴν ἰστορικὴ ἔρευνα καὶ τὶς μαρτυρίες τῶν πιστῶν, νὰ ξαναευρεθεῖ.

Τιμητική Εκδήλωση εις μνήμην Αρχιμ.Αυγουστίνου Ανδριτσοπούλου



Χαρτούμ Εμμανουήλ: «ΕΛΘΕ ΚΑΙ ΣΚΗΝΩΣΟΝ ΕΝ ΗΜΙΝ....»

«Πεντηκοστήν εορτάζομεν...» την και «τελευταίαν εορτήν...» «Ετι και έτι κλίναντες τα γόνατα...» η Εκκλησία θα παροτρύνη-προτρέψη τους πιστούς. Κι όλοι μαζί σαν ένα Σώμα –οι «ΟΣΟΙ πιστοί» θα γονατίσουν-θα κλίνουν το γόνυ της ψυχής και του σώματος και καρδιακά θα δεηθούν. Κι ο πρώτος τη τάξει εκ των Ιερέων θα απαγγείλη ευκρινώς τε και μεγαλοφώνως την πρώτη μεγάλη ευχή: «Άχραντε..... άναρχε, αόρατε...ανεξιχνίαστε.... ανεξίκακε Κύριε...»
Μέσα απ’ αυτή την υπἐροχη σε μηνύματα ευχή, μαζί και με τις άλλες ευχές, που θ’ ακουσθούν, θα επικαλεσθή η Εκκλησία, δια των Ιερέων Της, το Πνεύμα το Άγιο. Να έλθη. Να κατοικήση. Να φωλιάση μέσ’ στις ψυχές των πιστών. Και η όλη προσευχή της Εκκλησίας θα συνοψισθή σε μία λέξη, σ’ ένα ρήμα:
Ε Λ Θ Ε.
«Ε Λ Θ Ε και σκήνωσον εν ημίν...». Έλα να σκηνώσης μέσα στις καρδιές μας. Να τις κανεις ΟΛΟ ΦΩΣ. ΟΛΟ ΖΩΗ. ΟΛΟ ΕΛΠΙΔΑ ΟΛΟ ΠΙΣΤΗ. ΟΛΟ και μόνο ΑΓΑΠΗ.
Δεν θα υπεισέλθω στην Θεο-λογία και το τι διδάσκει για την ύπαρξη του Τρίτου Προσώπου της Αγίας Τριάδος. Το έργο αυτό είναι των πνευματοφόρων και πνευματοκινήτων Πατέρων των και χαρισματούχων. Λιγότερο Θεολογικά και περισσότερο θεωρητικά ή πρακτικά θα αναφερθούμε σ’ αυτό το σύντομο αρθρογράφημα μας τι το Πνεύμα του Θεού παραγγέλει. Ίσως κηρυγματικά και κάπως συναισθηματικά τολμώ και καταθέτω σκέψεις καρδιάς.
Το Πνεύμα το Άγιο «έθετο ημάς» εις τόπους διακονίας. Ο καθένας μέσα στην Εκκλησία διακονεί. Διακονεί προσφέροντάς Του «τα σά εκ των Σών...» Η διακονία μας εν τη Εκκλησία και διά της Εκκλησίας. Τίποτα δεν είναι δικό μας... Αναμένουμε υπομένοντας... Και υπομένουμε εν αναμονή «τι το Πνεύμα του Θεού λαλεί επ’ Εκκλησίαις...»
Ο εαυτός μας υπάρχει ως μέσον διακονίας. Όχι ως ΕΓΩ, αλλά ως ΕΜΕΙΣ... Ανάμεσα στο εγώ και στο εμείς υπάρχει μιά τόσο μικρή όσο και μεγάλη απόσταση. Συνήθως, δυστυχώς, πέφτουμε εύκολα θύματα στο βωμό της εγωπάθειάς μας. Εύκολα ξεχνάμε το εμείς... και περιπίπτουμε στο χώρο του εγώ, ξεχνώντας: «το εγώ ειμί Κύριος ο Θεός Σου...» και «ουκ έστι πάρεξ εμού ο Σώζων».
Δεν σώζουμε εμείς. Μόνο σωζόμεθα. Κι αυτό όταν το ποθεί αληθινά η ψυχή μας.  Γι’ αυτό κι εύκολα πέφτουμε στο αμάρτημα της εγωλατρείας και μετατρεπόμεθα τις περισσότερες φορές σε «ψευδαδέλφους», που δεν μπορούν να αισθάνονται, ότι και ο άλλος είναι αδελφός – υπάρχει. Μπορεί να υπάρχει μαζί με μας. Το εγώ εξουδετερώνει όλους τους άλλους!... Δεν βλέπει άλλωστε άλλους. Γι’ αυτό είναι ΕΓΩ, γιατί είναι και υπάρχει μόνον ως εγώ. Εγώ και ουδείς άλλος πλήν     εγώ!....
Αυτή την ασθένεια της εγωλατρείας, μέσα και έξω από την Εκκλησία, έρχεται αυτή η Μεγάλη Εορτή της Αγίας Πεντηκοστής να καταγγείλει. Ο εγωϊσμός με μπόλικο ατομισμό είναι η ασθένεια των δύσκολων καιρών και χρόνων, που διανύουμε.
Το Πνεύμα το Άγιον – το Πνεύμα του Θεού είναι αγαθόν, είναι νοερόν, είναι ευθές και καθαίρει τα πταίσματα. Μακάρι, τόσο σε μένα πρωτίστως, που τολμώ κηρυγματολογώντας να καταγγείλω πρώτος το δικό μου ασθενές εγώ. Κι όλοι μέσα στην Εκκλησία, ιδιαίτερα «μη γογγύζοντες εις αλλήλους», αλλά «τη τιμή αλλήλων προηγούμενοι...», να χαιρώμεθα στην προβολή του άλλου. Να αγγαλιάζουμε την επιστροφή και τη μεταστροφή του άλλου. «Να προνοούμε καλά ενώπιον πάντων».
Και τότε, ως γνήσια εκκλησιαστικά πρόσωπα, θα έχουμε περάσει το μήνυμα «στους δίκαια αγανακτισμένους πολίτες». Τότε θα έχουμε μιλήσει με τις καρδιές... Καρδιά με καρδιά, θα έχουμε μεταφέρει το μήνυμα, ότι υπάρχουμε ως εμείς και όχι ως εγώ. Τότε οι κοινωνίες των αγανακτισμένων συνανθρώπων μας θα μπορέσουν να ενωθούν κάτω από το Πνεύμα της Αγάπης του Θεού.
Δεν υπάρχουν συνταγές και συνταγολόγια. «Το Πνεύμα, όπου θέλει πνεί». Και θα πνεύσει μέσα απ’ αυτούς, που το αναζητούν συνεχώς, για να μεταβάλλη την ατομοκεντρική και εγωπαθή κοινότητα των ανθρώπων, σε κοινωνία αγαπημένων και εν αγάπη αναζητούντων το του Θεού Πνεύμα.
Ε Λ Θ Ε Πνεύμα Άγιον και σκήνωσε ανάμεσά μας...

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...