Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουνίου 12, 2011

Κυριακή της Πεντηκοστής – Τί διψάει ὁ ἄνθρωπος (Του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)


Τί διψάει ὁ ἄνθρωπος
«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω»(Ἰω. 7,37)

(Ομιλία του μακαριστού Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου)

ΣΗΜΕΡΑ,ἀγαπητοί μου, εἶνε μία ἀπὸ τὶς πιὸ μεγάλες ἑορτὲς τῆς Χριστιανοσύνης. Ἐπειδὴ ἡ ἀκολουθία εἶνε μεγάλη, θὰ πῶ λίγα μόνο λόγια ἐπάνω στὸν πρῶτο στίχο τοῦ εὐαγγελίου. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς βρέθηκε στὰ Ἰεροσόλυμα σὲ ἐπίσημη ἡμέρα, ὅταν οἱ Ἰουδαῖοι ἑώρταζαν τὴν σκηνοπηγία. Γιὰ νὰ θυμοῦνται δηλαδὴ τὴν ἱστορία τους, ἔβγαιναν ὅλοι ἀπὸ τὰ σπίτια καὶ μιὰ βδομάδα κατοικοῦσαν σὲ σκηνές, γιὰ νὰ μὴ ξεχνοῦν, ὅτι κάποτε οἱ πρόγονοί τους ἔζησαν στὴν ἔρημο κάτω ἀπὸ σκηνές.
Τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς ἑορτῆς ὁ Κύριος στάθηκε στὰ σκαλιὰ τοῦ ναοῦ τοῦ Σολομῶντος καί, ὅπως λέει τὸ εὐαγγέλιο,«ἔκραξε»,φώναξε δυνατά(Ἰω. 7,37). Ἂς τ᾿ἀκούσουν αὐτὸ ὅσοι δυσανασχετοῦν ὅταν κάποτε ὁ ἱεροκήρυκας ὑψώνῃ τὴ φωνή. Καὶ ὁ Χριστὸς«ἔκραξε».
Ὅπως φωνάζει ἡ μάνα ὅταν βλέπῃ τὸ παιδὶ νὰ κινδυνεύῃ, ὅπως κράζει ἡ ὄρνιθα ὅταν βλέπῃ τὸ γεράκι νὰ ὁρμᾷ στὰ πουλιά της, ἔτσι καὶ ὁ Χριστός. Φώναξε, γιὰ ν᾽ ἀκούσουν ὅλοι καὶ νὰ δώσουν μεγαλύτερη προσοχὴ στὰ λόγια του. Καὶ τί εἶπε; Ὁ Χριστὸς τὴν ἡμέρα αὐτὴ ἀπηύθυνε μία πρόσκλησι πρὸς ὅλους ἀνεξαιρέτως, πρόσκλησι ποὺ φτάνει καὶ σ᾽ ἐμᾶς·«Ἐάν τις διψᾷ, ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω»(ἔ.ἀ.).
Ὁμιλεῖ γιὰ δίψα. Ἀλλὰ δὲν ἐννοεῖ τὴ σωματικὴ δίψα. Αὐτὴ τὴν αἰσθάνονται ὅλοι, ἀκόμακαὶ τὰ ἄγρια θηρία. Ἐδῶ ὁμιλεῖ γιὰ κάποια ἄλλη δίψα, δίψα πνευματική, ποὺ μόνο ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ τὴν ἱκανοποιήσῃ.
Ὁ ἄνθρωπος, ἀγαπητοί μου, εἶνε διπλός, σῶμα καὶ ψυχή. Κι ὅπως διψάει τὸ σῶμα καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ζήσῃ χωρὶς νερό, ἔτσι διψάει καὶ ἡ ψυχή. Ποιά εἶνε ἡ δίψα της; Ὅταν λέει δίψα ἐδῶ ὁ Χριστός, ἐννοεῖ τοὺς εὐγενεῖς πόθους, ἐπιθυμίες καὶ ὄνειρα. Τὸ ζῷο τοῦ πετᾷς λίγο σανὸ καὶ μένει εὐχαριστημένο· ὁ ἄνθρωπος, κάθε ἄνθρωπος, μπορεῖ νὰ τὸν βάλῃς μέσα σὲ παλάτι, μπορεῖ νὰ τοῦ δώσῃς ὅλα τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, μπορεῖ νὰ τὸν ντύσῃς μὲ μετάξια, κι ὅμως δὲν ἱκανοποιεῖται· ζητάει κάτι ἀνώτερο,ὑψηλότερο. Τί διψάει ὁ ἄνθρωπος;
Διψάει πρῶτα - πρῶτα τὴν ἀλήθεια. Ἐπιθυμεῖ νὰ γνωρίσῃ, νὰ μάθῃ, κάθε τὶ γιὰ τὸν κόσμο ποὺ τὸν περιβάλλει, καὶ ἐπιστρατεύει τὴν ἐπιστήμη του, ἡ ὁποία προσπαθεῖ νὰ τοῦ δώσῃ ἀπαντήσεις στὰ ἀμέτρητα ἐρωτήματα ποὺ γεννῶνται.Ἀπ᾿ ὅλα ὅμως τὰ ἐρωτήματα τῆς φυσικῆς, τῆς χημείας, τῆς ἀστρονομίας, τῆς πυρηνικῆς ἐνεργείας κ.τ.λ., τὸ σπουδαιότερο εἶνε τὸ ἐρώτημα γιὰ τὸν ἑαυτό του·τί εἶνε ἄνθρωπος, αὐτὸς ποὺ μόνος ἀπ᾿ ὅλα τὰ ζῷα πλάστηκε νὰ βαδίζῃ ὄρθιος. Πῶς ἦρθε στὴν ὕπαρξι, πῶς βρέθηκε στὴ ζωή; Ἀπὸ ποῦ προέρχεται, ποιά ἡ καταγωγή του; Ποιός ὁ προορισμὸς καὶ ποιό τὸ νόημα τῆς ζωῆς του; Γιατί ὑπάρχει στὸν κόσμο αὐτόν; μήπως γιὰ νὰ πλουτίζῃ, ν᾿ ἀγοράζῃ, νὰ χτίζῃ μέγαρα, νὰ γλεντᾷ καὶ ν᾽ ἀπολαμβάνῃ ἡδονές; Ἐὰν εἶνε ἔτσι, τότε θά ᾽πρεπε νά ᾽νε ἱκανοποιημένος. Ἀλλ᾽ ἀκούω κάποιον ποὺ τὰ ἀπήλαυσε ὅλα αὐτά, νὰ λέῃ ὅταν ἔφτασε πλέον στὸ γῆρας· «Ματαιότης ματαιοτήτων, τὰ πάντα ματαιότης»(Ἐκκλ. 1,2). Τί εἶνε λοιπὸν ὁ ἄνθρωπος;
Οἱ ἀπαντήσεις τῶν φιλοσόφων εἶνε λαβύρινθος· χίλιοι φιλόσοφοι - χίλιες γνῶμες, δὲν ὑπάρχει ἀπάντησι ἱκανοποιητική.
Διψάει ὁ ἄνθρωπος τὴν ἀλήθεια, μὰ δὲν τὴ βρίσκει. Διψάει ἀκόμα τὴ δικαιοσύνη. Κάθε ἐποχὴ διψᾷ δικαιοσύνη, ἀλλὰ ἡ δίψα αὐτὴ ἔχει φουντώσει κατ᾿ ἐξοχὴν στὴ δική μας γενεά· οἱ μικροὶ ζητοῦν προστασία ἀπὸ τὶς ἐπιβουλὲς τῶν μεγάλων. Καὶ ὅμως ὁ ἄνθρωπος βλέπει οἱ ἀδύνατοι νὰ εἶνε τὰ θύματα μιᾶς ἀγρίας ἐκμεταλλεύσεως, βλέπει τὸ κακὸ καὶ τὴν ἀδικία νὰ κυριαρχοῦν. Πίσω ἀπὸ τὶς ἐπισημότητες τῶν δῆθεν πολιτισμένων διπλωματῶν, μὲ τὰ γάντια καὶ τοὺς χαρτοφύλακές τους, βλέπει νὰ ἰσχύῃ ἕνας νόμος· ὄχι ἡ ἀγάπη καὶ ἡ δικαιοσύ νη τοῦ Χριστοῦ μας, ἀλλὰ ὁ νόμος τῆς ζούγκλας «τὸ μεγάλο θηρίο καὶ τὸ μεγάλο ψάριτρώει τὸ μικρό». Βλέπει τὴν ἀδικία νὰ κορυφώνεται στὶς σχέσεις μεταξὺ τῶν ἐθνῶν. Καὶ τότε φωνάζει ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ προφήτης Ἠσαΐας καὶ τὸ ἀκοῦμε τὴ Μεγάλη Ἑβδομάδα· «Δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς» καὶ «Πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες κακὰ τοῖς ἐνδόξοις τῆς γῆς»(Ἠσ. 26,9,15).
Διψᾷ ὁ ἄνθρωπος ἀλήθεια κι ἀλήθεια δὲβρίσκει, διψᾷ δικαιοσύνη καὶ δικαιοσύνη δὲ βρίσκει. Διψᾷ ἐπίσης τὴ χαρά . Δὲν πλάστηκεγιὰ τὴ λύπη. Ἐὰν τὸ πουλὶ πλάστηκε γιὰ τὸν ἀέρα καὶ τὸ ψάρι γιὰ τὴ θάλασσα, κι ὁ ἄνθρωπος δὲν πλάστηκε γιὰ τὴν ὀδύνη, γιὰ νά ᾽νε μελαγχολικός· εἶνε πλασμένος γιὰ τὴ χαρὰ τοῦ οὐρανοῦ. Κι ὅμως τὴ χαρὰ δοκιμάζει μὲτὸ σταγονόμετρο σ᾽ αὐτὸ τὸν κόσμο. Πλεονάζει ἡ λύπη. Συχνὰ ὁ ἄνθρωπος ποτίζεται μὲ πικρία γιὰ ὅσα γίνονται. Οἱ μεγαλύτερες μάλιστα πικρίες στὴ ζωὴ —σημειῶστετο— δὲν προέρχονται ἀπὸ τοὺς ἔξω, τοὺς ξένους· προέρχονται ἀπὸ τοὺς οἰκείους, τοὺς δικούς μας ἀνθρώπους. Ἡ γυναίκα φαρμακώνεται ἀπὸ τὸν ἄντρα ποὺ ἀγάπησε καὶ πρὸς χάριν του ἐγκατέλειψε τὸν πατέρα καὶ τὴ μάνα της. Ὁ ἄντρας φαρμακώνεται ἀπὸ τὴ γυναῖκα ποὺ λάτρευσεσὰν ἄγγελο. Οἱ γονεῖς φαρμακώνονται ἀπὸ τὰ παιδιὰ ποὺ γέννησαν. Ἡ μεγαλύτερη πικρίαδὲν εἶνε ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς· εἶνε ἀπὸ ἀδελφούς, συγγενεῖς καὶ φίλους. Θὰ μείνῃ αἰώνιος ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «Ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ»(Ματθ. 10,36)· οἱ μεγαλύτεροι ἐχθροὶ εἶνε οἱ ἄνθρωποι τοῦ σπιτιοῦ του,ποὺ συχνὰ δὲν τὸν αἰσθάνονται, δὲν τὸν καταλαβαίνουν, δὲν τὸν πονοῦν· ἔχουν ἄλλο φρόνημα.
Παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα ὅμως τί διψάει ὁ ἄνθρωπος, ἀδελφοί μου; Ἔρχεστε στὴν ἐκκλησία; παρακολουθεῖτε τὸν ὄρθρο; ἀκοῦτε ἐκεῖνο τὸν πεντηκοστὸ ψαλμό; Ἐκεῖ ὁ Δαυΐδ, ὁ ἔνδοξος βασιλιᾶς, ζητάει ἀπὸ τὸ Θεὸ αὐτὸ ποὺ διψοῦμε καὶ ὅλοι ἐμεῖς· «Καρδίαν καθαρὰν κτίσον ἐν ἐμοί, ὁ Θεός»(Ψαλ. 50,12). Καθαρὴ καρδιά. Ὤ, δῶστε μου ἕναν ἄνθρωπο, ἄντρα ἢ γυναῖκα, ποὺ νά ᾽χῃ καρδιὰ καθαρὴ ἀπὸ κακοὺς λογισμοὺς καὶ ἐπιθυμίες, καθαρὴ ἀπὸ πάθη καὶ μίση καὶ ἔχθρες· δῶστε μου μιὰ τέτοια καρδιὰ καὶ σᾶς χαρίζω ὅλα τ᾿ ἀγαθὰ τοῦ κόσμου. Δὲν ἔχουμε καθαρὴ καρδιά. Ποιός εἶνε ἀναμάρτητος; Καὶμία μέρα, καὶ μία ὥρα, κ᾿ ἕνα λεπτὸ ἀκόμα νὰ ζήσῃς, δὲν μπορεῖς νὰ εἶσαι «καθαρὸς ἀπὸ ῥύπου»(Ἰὼβ 14,4). Τὸ συναισθάνεται αὐτὸ ὁ ἄνθρωπος καὶ ζητάει συγγνώμη ἀπὸ τὸ Θεὸ γιὰ τ᾿ ἁμαρτήματά του καὶ λέει· Δός μου, Κύριε, καθαρὴ καρδιά, σὰν τὴν καρδιὰ ποὺ εἶχαν οἱ ἅγιοι, οἱ μάρτυρες καὶ οἱ ἀσκηταί.
Διψᾶμε, ἀγαπητοί μου, γιὰ ἀλήθεια, γιὰ δικαιοσύνη, γιὰ χαρά, γιὰ καθαρὴ καρδιά. Ποῦ θὰ τὰ βροῦμε αὐτά; Ἀλλοῦ βρίσκονται κι ἀλλοῦ τὰ ψάχνουμε ἐμεῖς. Ξέρετε πῶς μοιά ζουμε;
Νά ᾿μουν ζωγράφος, θά ᾿παιρνα τὸ πινέλλο νὰ ζωγραφίσω ἕναν ἐξερευνητὴ ποὺ βαδίζει μέσα σὲ μιὰ ἔρημο, κ᾽ ἔχει πάρει μαζί του ὅλα τὰ ἐφόδια (ἐργαλεῖα, λεφτά, φαγητό, ροῦχα, παπούτσια, καπέλλο, ραδιόφωνο, μαγνητόφωνο, φωτογραφικὴ μηχανὴ κ.τ.λ.), ἀλλὰ ξέχασε τὸ πιὸ ἀπαραίτητο· ἕνα παγούρι μὲ νερό. Ξέχασε τὸ νεράκι! Ἀνοίγει τὸ ῥαδιόφωνο κι ἀκούει ἀπατηλὰ λόγια καὶ τραγούδια. Ὅταν ὅμως θὰ διψάῃ, τί νὰ τὰ κάνῃ ὅλ᾽ αὐτὰ ποὺ προσφέρει ὁ μηχανικὸς πολιτισμός; Μένει διψασμένος στὴν ἔρημο. Αὐτὴ τὴν εἰκόνα παρουσιάζει ὁ προφήτης Δαυῒδ λέγοντας· Δίψασε ἡ ψυχή μου, Κύριε, μέσα σὲ τούτη τὴν ἔρημο· «ἐδίψησέ σε ἡ ψυχή μου, ποσαπλῶς σοι ἡ σάρξ μου ἐν γῇ ἐρήμῳ καὶ ἀβάτῳ καὶ ἀνύδρῳ»(Ψαλ. 62,1).
Διψασμένοι τοῦ κόσμου, μικροὶ καὶ μεγάλοι, θέλετε ἀλήθεια νὰ ξεδιψάσετε; Μὰ δὲ βλέπετε; ποτάμι τρέχει δίπλα σας! Νὰ πεθάνετε ἀπὸ δίψα στὴ Σαχάρα δικαιολογεῖσθε, ἀλλὰ νὰ πεθάνετε διψασμένοι ἐνῷ δίπλα σας ὑπάρχει νερὸ εἶστε ἀδικαιολόγητοι. Δὲ χρειάζεται παρὰ νὰ σκύψετε καὶ νὰ πιῆτε. Δοκιμάστε. Δὲν εἶνε φαντασία ἡ πίστι μας· εἶνε ζωή, πραγματικότης.
Διαβάζετε, σᾶς παρακαλῶ, τὴν ἁγία Γραφή. Ἀνοῖξτε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη στὸν προφήτη Ἰεζεκιήλ. Στὴν ἀρχὴ τοῦ κεφαλαίου 47 (ΜΖ΄)θὰ δῆτε ἕνα ὅραμα. Βλέπει ὁ προφήτης νὰ βγαίνῃ νερὸ ἀπὸ τὸ ναὸ καὶ νὰ γίνεται ῥυάκι.Γιὰ χίλια μέτρα μῆκος τὸ νερὸ φτάνει μέχρι τὸν ἀστράγαλο. Στὰ ἑπόμενα χίλια μέτρα ἀνεβαίνει ὣς τὰ γόνατα, στὰ ἑπόμενα χίλια φτάνει μέχρι τὴ ζώνη, καὶ στὰ ἑπόμενα χίλια γίνεται πλέον ποταμὸς ἀδιαπέραστος. Στὶς ὄχθεςτου ἀναπτύσσεται πλουσία βλάστησι καὶ καρποφόρα δέντρα, ἐνῷ τὰ ζωογόνα νερά του ἀ ποδίδουν ἄφθονη ἁλιεία.
Τί εἰκονίζει ὁ ποταμὸς αὐτός; Τὴνπίστι μαςκαὶ τὴν αὔξησί της διὰ μέσου τῶν αἰώνων. Αὐ τὴ εἶνε τὸ ῥυάκι, ποὺ πήγασε ἀπὸ τὶς πληγὲς τοῦ Ἐσταυρωμένου. Σιγὰ - σιγὰ μεγαλώνει καὶ γίνεται ἀείρροος ποταμὸς ποὺ ἀρδεύει μὲ τὰ νάματά του τὸ πρόσωπο ὅλης τῆς γῆς. Αὐτὴ εἶνε ἡ Ἐκκλησία ποὺ ἵδρυσε ὁ Κύριος ἡμῶνἸησοῦς Χριστός· ὅν, παῖδες, ὑμνεῖτε καὶ εὐλογεῖτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία,ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ.Αἰκατερίνης-Πετραλώνων Ἀθῆναι τὴν 28-5-1961

Σάββατο, Ιουνίου 11, 2011

Πεντηκοστή τοῦ 379

Παπαδόπουλος Στυλιανός (Καθηγητὴς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν)



Σὰ νὰ μὴ φτάνανε οἱ σκληροὶ ἀρειανοὶ τὰ τελευταῖα χρόνια ἐμφανιστήκανε στὴν πρωτεύουσα καὶ οἱ πνευματομάχοι. Καταφέρανε γρήγορα ν' ἀποκτήσουνε ὀπαδοὺς πολλούς. Οἱ ἐπικεφαλῆς ἤτανε μοναχοί. Καὶ μοναχοὶ ἀπὸ τοὺς αὐστηρούς. Δηλαδὴ ἀσκητικοί, ἐγκρατεῖς καὶ ἀκτήμονες. Δὲν εἶχαν ἀκόμη ὀργανωμένα κοινοβιακὰ μοναστήρια. Ζούσανε ὅμως σὲ ὁμάδες καὶ ἤτανε ὑπόδειγμα στοὺς πολλοὺς χριστιανούς. Κι αὐτὸ φοβότανε περισσότερο ὁ Γρηγόριος. Ὁ κόσμος τοὺς πρόσεχε γιὰ τὴν ἀσκητικὴ ζωή τους καὶ συγχρόνως τοὺς ἐμπιστευότανε σὲ ὅ,τι δίδασκαν.

Ἀλλὰ δίδασκαν ὄχι ὀρθόδοξα. Ἡ θεολογία, βέβαια, τοῦ Ἀθανασίου καὶ τῶν Καππαδοκῶν τοὺς εἴχανε πείσει νὰ ὁμολογοῦν τὸν Υἱὸ (Χριστὸ) τέλειο Θεὸ καὶ ὁμοούσιο πρὸς τὸν πατέρα. Δὲν θέλανε ὅμως νὰ ὁμολογήσουν τὸ ἴδιο καὶ γιὰ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Κακόδοξοι, λοιπόν, καὶ τοῦτοι. Καὶ τοὺς ὀνομάσανε Πνευματομάχους. Ὄχι ὅμως τόσο κακόδοξοι, ὅσο οἱ ἀκραῖοι ἀρειανοί. Φέρονταν πιὸ ἤπια πρὸς τοὺς Ὀρθοδόξους. Πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς μάλιστα πηγαίνανε κι ἀκούγανε τὸ Γρηγόριο στὴν Ἀναστασία.

Δὲν ἤτανε λίγοι καὶ οἱ ὀρθόδοξοι ποὺ σκέφτονταν:

-Εἶναι δυνατό, τέτοιοι ἄνθρωποι, τόσο σεμνοὶ καὶ ἀσκητικοὶ νὰ τιμωρηθοῦνε ἀπὸ τὸ Θεό;

Ἡ δυσκολία τοῦ Γρηγορίου δὲν ἤτανε μικρή. Πῶς νὰ ἐξηγήσει πειστικά, ὅτι ἀληθινὴ εὐσέβεια καὶ ἄσκηση θέλει καὶ ὀρθὴ πίστη. Γνήσια καὶ ἀποτελεσματικὴ ἄσκηση γίνεται ἀπὸ τὸν χριστιανό, ποὺ ἔχει καὶ ὀρθὴ πίστη. Τὸ ἅγιο Πνεῦμα τότε μόνο χαριτώνει τὸν ἀσκητή, τότε μόνο δίνει τὸν στέφανο τῆς θείας δόξας.

Δὲν ἦταν ἀκόμη καιρὸς γιὰ τοὺς Κωνσταντινουπολίτες ν' ἀκούσουνε βαθιὰ θεολογία περὶ ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι τὴ στιγμὴ αὐτὴ νόμιζε ὁ Γρηγόριος. Ἤθελε πρῶτα νὰ καταλάβουνε καλύτερα τὴν ἑνότητα τῆς ἁγίας Τριάδας, νὰ συνηθίσουνε τὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ἔπειτα νὰ τοὺς μιλήσει μὲ ἀκρίβεια γιὰ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Κι ἐφάρμοσε τὸ πρόγραμμα αὐτό, ἀλλὰ μόνο μερικά.

Ἔφτασε ἡ Πεντηκοστή τοῦ 379. Ἔπεφτε στὶς 9 Ἰουνίου τὴ χρονιὰ ἐκείνη. Γέμισε ἀσφυκτικὰ ὁ ναὸς τῆς Ἀναστασίας. Λαμπρὴ γιορτή. Προχωροῦσε ἡ Θεία Λειτουργία καὶ ὁ Γρηγόριος ἔνιωθε ὅλο καὶ πιὸ ἀλλιώτικα. Εἶχε κατακλυστεῖ ἀπὸ τὴ χάρη τοῦ Πνεύματος καὶ ζοῦσε μὲ αὐτὴ καὶ γι’ αὐτό.

Ἦρθε ἡ ὥρα τοῦ κηρύγματος. Στάθηκε στὴν Ὡραία πύλη. Εἶχε σχεδιάσει νὰ τοὺς μιλήσει γιὰ τὴν σημασία τοῦ ἀριθμοῦ ἑπτά. Νὰ ἑρμηνεύσει τὰ σχετικὰ βιβλικὰ κείμενα καὶ τὰ ἱστορικά τῆς Πεντηκοστῆς. Καὶ τὸ 'κανε φυσικά. Μὰ χωρὶς νὰ τὸ καταλάβει, κύλησε ὁ λόγος του γρήγορα στὸ ἅγιο Πνεῦμα.

Ἤτανε καὶ ἡ ἐποχὴ ποὺ εἶχε κληθεῖ στὴν Ἀντιόχεια σύνοδος, κυρίως γιὰ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Κορυφαῖο πρόσωπό της ὁ Μελέτιος Ἀντιοχείας. Ὀρθόδοξος ἄνδρας, γενναῖος ὁμολογητής. Ἐκεῖ, λοιπόν, ὁμολογήθηκε ὀρθὰ ἡ πίστη στὴν θεότητα καὶ τὴν ὁμοουσιότητα τοῦ Πνεύματος καὶ καταδικάσθηκαν οἱ πνευματομάχοι. Ὁ Γρηγόριος παραταῦτα δὲν μπόρεσε νὰ εἶναι αὐστηρὸς καὶ σκληρὸς μὲ τοὺς πνευματομάχους. Ἔβλεπε μερικοὺς μπροστά του, ὅταν στάθηκε στὴν Ὡραία πύλη.

Γι’ αὐτό, ἀφήνοντας πολλὰ ἀπ' ὅσα εἶχε σχεδιάσει, μίλησε πατρικά, μὲ ἄπειρη ἀγάπη. Ἤλπιζε ὅτι θὰ μετανοήσουν. Μίλησε ἡ χάρη ποὺ εἶχε μέσα του ὡς θεοπτης. Δὲν μπόρεσε νὰ τὴν κρύψει. Μίλησε καὶ ποιητικά. Ὑπέκυψε στὸ ταλέντο του. Τόσο, ποὺ κομμάτια τοῦ λόγου τούτου, χρησιμοποιηθήκανε κατὰ λέξη ἀπὸ ὑμνογράφους τῆς Ἐκκλησίας μας.

- Ὅ,τι σᾶς λέω, ἀδελφοί μου, εἶναι ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα. Ἐκεῖνο μὲ ὁδηγεῖ αὐτὸ μ' ἐμπνέει νὰ μιλάω ἔτσι ὅπως μιλάω.

Ἂν δὲν τὸν ξέρανε οἱ ἐκκλησιαζόμενοι τὸ Γρηγόριο θὰ τὸν παρεξηγούσανε. Θὰ τὸν κατηγορούσανε ἀκόμη καὶ γιὰ βλασφημία. Βρεθήκανε ὅμως καὶ οἱ κακόβουλοι, ποὺ μέσα τους ἀνακατώθηκαν:

- Ἀκοῦς ἐκεῖ, ἔμπνευση ἀπὸ τὸ ἅγιο Πνεῦμα· ὅ,τι μᾶς λέει ἀποκάλυψη τοῦ Πνεύματος!

Ὅσο τὸν κοίταζαν ὅμως καταπρόσωπο, κάτι τοὺς ἠρεμοῦσε. Ἡσυχάσανε καὶ οἱ κακόβουλοι. Ἡ ὁμιλία συνεχίστηκε. Τοὺς εἶπε ὁ Γρηγόριος γιὰ τὴν πανίερη «ἐπιδημία», τὴν παρουσία δηλαδὴ τοῦ ἁγίου Πνεύματος στὴν Ἐκκλησία. Ἤτανε ἀνάγκη γιὰ τὸν ἄνθρωπο νὰ ἔρθει τὸ Πνεῦμα, ὅταν τελείωσε τὸ ἔργο του στὴ γῆ ὁ Χριστός. Ἀπὸ τότε πιά, θὰ ἐργάζεται στὴ γῆ, στὴν Ἐκκλησία δηλαδή, τὸ Πνεῦμα. Ὄχι πὼς πρὶν δὲν ἐνεργοῦσε, δὲν ἦταν παρὸν σὲ ὅ,τι ἔκανε ὁ Θεὸς Πατέρας καὶ ὁ Υἱός. Παντοῦ καὶ πάντα ἤτανε. Καὶ στοὺς προφῆτες καὶ στοὺς ἀποστόλους. Τὸ ἴδιο Πνεῦμα ἐνεργοῦσε. Μὰ τώρα τὸ ἔργο του ἔχει ἄλλη μορφὴ καὶ ἄλλη ἔκταση.

Στὸ σημεῖο αὐτὸ δυσκολεύτηκε ὁ Γρηγόριος. Δὲν μποροῦσε νὰ τοὺς ἐξηγήσει μὲ ἀκρίβεια τὴ διαφορὰ καὶ βρῆκε λέξεις πρόχειρες, ὄχι πολὺ πετυχημένες. Τοὺς εἶπε ὅτι μέχρι τὴν Πεντηκοστὴ τὸ Πνεῦμα δροῦσε καὶ ἦταν παρὸν «ἐνέργεια», μὲ τὴν ἐνέργειά του. Ἀπὸ τὴν Πεντηκοστὴ ὅμως καὶ μετὰ ἐνεργεῖ «τελεώτερον» καὶ «οὐσιωδῶς». Ἤθελε νὰ πεῖ ὅτι τώρα, στὴν Ἐκκλησία, τὸ θεῖο πρόσωπο ποὺ ἔχει τὴν κύρια δράση εἶναι τὸ Πνεῦμα. Αὐτὸ τώρα δρᾶ κυρίως, ὅπως στὰ χρόνια τῆς Καινῆς Διαθήκης δροῦσε κυρίως ὁ Υἱὸς καὶ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη δροῦσε κυρίως ὁ Πατέρας. Τότε, στὰ διαθηκικὰ χρόνια, ὁ Υἱὸς συναναστρεφότανε μὲ τοὺς ἀνθρώπους καὶ τοὺς δίδασκε. Τώρα, τὸ Πνεῦμα «συγγίνεται καὶ συμπολιτεύεται» μ' ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους. Μόνο ποὺ γιὰ νὰ γίνει αὐτὸ στὸν καθένα πραγματικότητα, πρέπει νὰ 'χει πραγματικὴ σχέση μὲ τὸ Πνεῦμα. Νὰ πιστεύει ὀρθὰ ὅτι τὸ Πνεῦμα ἔχει τὴν ἴδια φύση μὲ τὸν Πατέρα καὶ τὸν Υἱό.

Τὸ μάτι τοῦ Γρηγορίου ἔπεσε στοὺς πνευματομάχους καὶ πρόσθεσε:

- Ἂν μερικοὶ φοβοῦνται νὰ χρησιμοποιήσουνε τὴ λέξη φύση γιὰ τὸ Πνεῦμα, ἂς ὁμολογήσουνε γενικὰ ὅτι μία εἶναι ἡ θεότητα τοῦ πατέρα, τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Πνεύματος. Δὲν ἐπιμένουμε πολὺ στὶς λέξεις. Ἀρκεῖ, ἀδελφοί, νὰ ὁμολογεῖτε τὸ ἴδιο πράγμα, τὴν ἴδια δηλαδὴ ἀλήθεια, ὅτι τὸ Πνεῦμα εἶναι κυρίως καὶ πραγματικὰ Θεός. Κάμετε αὐτὸ καὶ τότε ἡ ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς θὰ γίνει μέσα σας πανηγύρι περίλαμπρο, θὰ νιώσετε ἄφατη χαρά!

Ἀκούγανε μὲ προσοχὴ οἱ παρόντες πνευματομάχοι. Ἄκουγε μὲ θαυμασμὸ καὶ ὁ παράξενος «φιλόσοφος», ὁ Μάξιμος. Ἀρκετοὶ ἀπὸ αὐτοὺς τώρα καὶ ἄλλοι τὸ ἑπόμενο ἔτος, τὸ 380, ἑνωθήκανε στὴν Ἐκκλησία, ὅταν ἀκούσανε καὶ τὸν πέμπτο θεολογικὸ Λόγο τοῦ Γρηγορίου Περὶ ἁγίου Πνεύματος

Κυριακή της Πεντηκοστής – «Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος ου έμελλον λαμβάνειν οι πιστεύοντες εις αυτόν» (Ιωάν. ζ΄ 39).


Απόστολος: Πράξ. β΄ 1 – 11
Ευαγγέλιο: Ιωάν. ζ΄ 37 – 52, η΄ 12
«Τούτο δε είπε περί του Πνεύματος ου έμελλον λαμβάνεινοι πιστεύοντες εις αυτόν» (Ιωάν. ζ΄ 39).
Προαιώνιες, αλλά και πρόσφατες υποσχέσεις του Θεού προς τους ανθρώπους εκπληρώνονται σήμερα με την άφιξη και την παραμονή του Αγίου Πνεύματος. Κατά τη σημερινή ημέρα της Πεντηκοστής εκπληρώνεται η υπόσχεση του θεού που δόθηκε μέσω του Προφήτη Ιωήλ ότι: «εκχεώ από του Πνεύματος επί πάσαν σάρκα» (Ιωήλ γ΄ 1). Το Πνεύμα μου πλουσιοπάροχα θα το χαρίσω σε κάθε άνθρωπο. Κατά τη σημερινή ημέρα εκπληρώνεται ακόμη η υπόσχεση του Ιησού προς τους μαθητές του ότι: «Λήψεσθε δύναμιν επελθόντος του Αγίου Πνεύματος».
Δικαιολογημένα, λοιπόν, κατά τον υμνωδό: «Πεντηκοστήν εορτάζομεν και Πνεύματος επιδημίαν και προθεσμίαν επαγγελίας και ελπίδος συμπλήρωσιν». Κατά τη σημερινή ημέρα της Πεντηκοστής γιορτάζουμε δυο σημαντικά γεγονότα. Πρώτον την εκπλήρωση των υποσχέσεων του Θεού προς τους ανθρώπους και δεύτερον την ολοκλήρωση των ελπιδοφόρων προσδοκιών του ανθρώπου.
Έτσι, το Άγιο Πνεύμα το οποίο, μετά την πτώση του ανθρώπου στην αμαρτία, «αποσύρεται» και δρα, κατά καιρούς, επιλεκτικά μέσω των Προφητών, σήμερα επανέρχεται «επί πάσαν σάρκα». Όπως ακούσαμε και στο σημερινό «Απόστολο», το Άγιο Πνεύμα με τη μορφή πυρίνων γλωσσών «εκάθισέ τε εφ’ ένα έκαστον αυτών». «Όλοι τότε πλημμύρισαν από Πνεύμα Άγιο και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες, ανάλογα με την ικανότητα που τους έδινε το Άγιο Πνεύμα». Η έλευση του Αγίου Πνεύματος ήταν ταυτόχρονα αισθητή, αφού ήρθε ξαφνικά από τον ουρανό «ήχος ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας», αλλά και ως πύρινες γλώσσες. Κατά το σημερινό «Απόστολο», «ώφθησαν αυτοίς διαμεριζόμεναι γλώσσαι ωσεί πυρός, εκάθισέ τε εφ’ ένα έκαστον αυτών και επλήσθησαν άπαντες Πνεύματος Αγίου».
Δυναμική, αλλά και καθοριστική η παρουσία του Αγίου Πνεύματος που αλλάζει ριζικά τη ζωή και τη συμπεριφορά των μαθητών από την πρώτη κι όλας στιγμή. Οι αγράμματοι ψαράδες τώρα γίνονται πάνσοφοι «και άρχισαν να μιλούν σε άλλες γλώσσες, ανάλογα με την ικανότητα που τους έδινε το Άγιο Πνεύμα». Ακόμα αυτοί που ως τώρα έμεναν «των θυρών κεκλεισμένων ... δια τον φόβον των Ιουδαίων», από σήμερα βγαίνουν στους εξώστες, στους δρόμους και τις πλατείες, και με περισσή δύναμη και τόλμη διηγούνται τα μεγαλεία του Θεού. Παράλληλα με την κριτική, καλούν τους ανθρώπους να μετανοήσουν.
Οι άνθρωποι τότε ένιωσαν βαθιά συντριβή και είπαν στον Πέτρο και τους άλλους Αποστόλους: «Τι να κάνουμε αδελφοί;» Κι ο Πέτρος τους απάντησε: «Να μετανοήσετε και να βαπτισθεί ο καθένας σας στο όνομα του Ιησού Χριστού για να συγχωρηθούν οι αμαρτίες σας, κι έτσι θα λάβετε τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος». Τότε, κατά τις Πράξεις των Αποστόλων: «όσοι δέχτηκαν με χαρά το λόγο του βαφτίστηκαν και προστέθηκαν στην εκκλησία την ημέρα εκείνη περίπου τρεις χιλιάδες άνθρωποι» (Πράξ. β΄ 38 – 41). Για τούτο και η Πεντηκοστή χαρακτηρίζεται και σαν η γενέθλια ημέρα της Εκκλησίας. Από τότε το Άγιο Πνεύμα «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας» ποιμένοντας, φωτίζοντας και αγιάζοντας.
Όπως αισθητή ήταν η παρουσία του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, έτσι αισθητά είναι και τα αποτελέσματα στη ζωή της Εκκλησίας και των πιστών. Αυτή τη μεγαλειώδη αλλαγή στη ζωή των χριστιανών περιγράφει ο Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων: «Όλοι όσοι πίστεψαν είχαν μία καρδιά και μία ψυχή. Κανείς δε θεωρούσε ότι κάτι από τα υπάρχοντά του ήταν δικό του, αλλά όλα τα είχαν κοινά ... Κι ο Θεός έδινε σε όλους πλούσια τη χάρη του. δεν υπήρχε κανείς ανάμεσά τους που να στερείται τα απαραίτητα» (Πράξ. δ΄ 32 – 34).
Πνεύμα σοφίας, πνεύμα δυνάμεως, πνεύμα αγιασμού, διέκρινε γενικά τη ζωή των πρώτων χριστιανών. Και τούτο γιατί μπόρεσαν ν’ ανιχνεύσουν το αιώνιο, ξεχωρίζοντάς το από το πρόσκαιρο, μέσα από την αληθινή σύνδεση με το αιώνιο. Έτσι, μπόρεσαν να εναρμονίσουν τη ζωή τους με το θέλημα του Θεού. Αυτή η αρμονία λόγων και έργων δεν εβελτίωσε μόνο τον εαυτό τους, αλλά ημέρεψε τις ψυχές, τις γλύκανε και έστησε μια νέα ηθική στο χώρο της κοινωνίας, η οποία άφησε βαθιά ίχνη, ιδιαίτερα στην κοινωνική συμπεριφορά των ανθρώπων. Ο πολιτισμός της ψυχής έγινε για κάποιο χρονικό διάστημα η ψυχή του πολιτισμού.
Όμως οι ωραίες αυτές στιγμές του Χριστιανισμού άρχισαν να χάνονται στην πορεία. Διάσπαση της ενότητας της Εκκλησίας, πόλεμοι μεταξύ χριστιανικών κρατών, εκμετάλλευση ανθρώπων και λαών από χριστιανικά κράτη, συνέτειναν στην αλλοίωση του Χριστιανικού ήθους και την μεταστροφή του περισσότερο σε ύφος υποκριτικό. Ένα ύφος το οποίο, δυστυχώς, εξακολουθεί να υπάρχει και στις μέρες μας. Αυτή η τρομερή αλλοίωση στον τρόπο της Χριστιανική ζωής οδηγεί σταδιακά στη χαλάρωση των ηθών, οδηγεί στον αυτοεξευτελισμό τους ίδιους τους Χριστιανούς, με αποτέλεσμα να μη γίνονται πιστευτοί ούτε από φίλους, πολύ δε περισσότερο από τους οπαδούς άλλων θρησκειών.
Ο Χριστιανισμός σιγά – σιγά μπαίνει στο περιθώριο, εξ αιτίας λαθών, παραλείψεων και αντιφάσεων μεταξύ λόγων και έργων των ίδιων των Χριστιανών. Με την όλη στάση και συμπεριφορά μας, ή όπως είναι πιο σωστό να πούμε, με την απραξία μας, μετατρέπουμε την αμφιβολία των ανθρώπων σε ολιγοπιστία και τελικά σε απιστία. Ο Χριστιανισμός που επιβίωσε την εποχή των διωγμών και των κατακομβών, δυστυχώς, σήμερα οδηγείται σε μαρασμό και σε τάσεις αυτοκαταστροφής, γιατί αποξενώθηκε από την πηγή των αληθειών, το Θεό, που σώζει και αναγεννά.
Αδελφοί μου, ο Θεός από άκρα συγκατάβαση μπήκε στην ιστορία και έγινε άνθρωπος για να μας οδηγήσει στη θέωση. Σήμερα, και πάλι από συγκατάβαση, το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, το Άγιο Πνεύμα, έρχεται και σκηνώνει ανάμεσά μας, προσμένοντας υπομονετικά για να έλθει και να σκηνώσει μέσα μας. περιμένει η παράκληση «ελθέ και σκήνωσον εν ημίν» να γίνει διακαής πόθος με την αντίστοιχη βελτίωση της όλης ζωής και συμπεριφοράς μας. αν δεν υπάρξει αυτή η βελτίωση στη ζωή και τη συμπεριφορά μας, τότε θα διώξουμε από κοντά μας το Άγιο Πνεύμα. Για τούτο μας προτρέπει ο Απόστολος Παύλος: «Μη λυπείτε με τη συμπεριφορά σας το Πνεύμα του Θεού το Άγιο, το οποίο αποτελεί τη σφραγίδα του Θεού πάνω σας, εγγύηση ότι θα έρθει η ημέρα της τελικής απολύτρωσης. Διώξτε μακριά σας κάθε δυσαρέσκεια, θυμό, οργή, κραυγή, κατηγορία, καθώς και άλλη κακότητα. Να φέρεστε μεταξύ σας με καλοσύνη κι ευσπλαχνία, και να συγχωρείτε ο ένας τον άλλον, όπως κι ο Θεός σας συγχώρησε δια του Χριστού» (Εφεσ. δ΄ 30 – 32). Λοιπόν, αφού είμαστε αγαπητά παιδιά του Θεού, ας τον μιμηθούμε το πρότυπο της αγάπης του Χριστού και σήμερα της αγάπης του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.
Θεόδωρος Αντωνιάδης –Μητρόπολη Πάφου

Στέργιος Ν. Σάκκος, Μύρο καί δροσιά ( Εορτή της Πεντηκοστής)


Στήν ὑλόφρονη καί κατά τεκμήριο ἀντιπνευματική ἐποχή μας τό γεγονός τῆς Πεντηκοστῆς ἀφήνει ἀδιάφορους τούς πολλούς, ἀνυποψίαστους γιά τήν ἀτίμητη προσφορά τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Κι ὅμως εἶναι αὐτό ἀκριβῶς πού χρειάζεται καί διακαῶς ἐπιθυμεῖ ἡ ψυχή μας. Στήν τόση κακοφωνία τῆς συγχύσεως, πού ξεχύνεται γύρω καί μέσα μας, στό θόρυβο τῶν ντεσιμπέλ, πού ἀμβλύνουν τήν ἀκοή καί ταλαιπωροῦν τό νευρικό μας σύστημα, στήν ἀνασφάλεια καί τήν ἀβεβαιότητα πού ταλανίζει τήν κοινωνία μας, λαχταρᾶ ἡ ψυχή μας νά ἀφουγκρασθεῖ τούς ψιθυρισμούς τοῦ Πνεύματος· νά αἰσθανθεῖ τή θωπεία του ὡς «αὔρας λεπτῆς»· νά ὀσφρανθεῖ τή θεία εὐωδία του, νά ζωογονηθεῖ ἀπό τό θεῖο «ρεῖθρον ζωῆς» πού αὐτό παρέχει.
Φῶς καί ζωή, Θεός ἀληθινός τό ἅγιο Πνεῦμα εἶναι αὐτό πού ἔφερε στή ζωή τόν κόσμο. Στούς πρό Χριστοῦ αἰῶνες ζωογονοῦσε τήν ἐλπίδα γιά τή γέννηση τοῦ Λυτρωτῆ καί τήν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου. Αὔγαζε τήν προφητική σκέψη. Τότε τό ἅγιο Πνεῦμα προανήγγειλε καί τή δική του «ἐπιδημία» στή γῆ: ὅτι «ὡς μύρον» καί «ὡς δρόσος Ἀερμών» θά χυθεῖ στόν κόσμο ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἀρχίζοντας ἀπό τή Σιών· «ὅτι ἐκεῖ ἐνετείλατο Κύριος τήν εὐλογίαν, ζωήν ἕως τοῦ αἰῶνος» (Ψα 132,3).
Τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τό τρίτο πρόσωπο τῆς ἁγίας Τριάδος ἔθεσε ἐπίσημα τήν πύρινη σφραγίδα του στό πρόσωπο τῆς ἱστορίας κι ἄλλαξε τό πρόσωπο τοῦ κόσμου, ἀναπλάθοντας τήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου. Ἡ δροσιά καί τό μύρο τῆς ἀρχαίας Σιών, πού ἀναγγέλθηκαν ὡς τύποι ἀπό τόν προφήτη, ἀποκαλύπτονται τώρα στήν πνευματική τους ὑπόσταση ὡς γνωρίσματα καί χαρίσματα τῆς ἀνασυστημένης οἰκογένειας τοῦ Θεοῦ, τῆς Ἐκκλησίας.
Μέ τήν ἔμπνευση τοῦ Παρακλήτου ἁπλώνεται ἡ δροσιά τῆς ἀγάπης στή φρυγμένη γῆ, ἑνώνονται τά «διεστῶτα», καί τό ἄρωμα τῆς ἁγνότητας ἐκτοπίζει τή δυσωδία τῆς ἀνηθικότητας καί τῆς διαφθορᾶς. Γίνεται «τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἡ καρδία καί ἡ ψυχή μία» (Πρξ 4,32). Στήν καινή κτίση τῆς Ἐκκλησίας, φωτισμένος ἀπό τό ἅγιο Πνεῦμα, ὁ ἄνθρωπος ἀνακαλύπτει στόν ἄλλο ὄχι τόν ἀντίπαλο ἤ τόν ἀνταγωνιστή οὔτε ἁπλά τόν συνάνθρωπο ἀλλά τόν ἀδελφό. Ἀδελφώνονται οἱ λαοί καί τά ἔθνη. Διευρύνονται οἱ ὁρίζοντες κι ἀνασαίνει ἡ ἀνθρωπότητα τήν ἁπλωσιά τῆς παγκοσμιότητας, χωρίς νά συνθλίβεται καί νά ἰσοπεδώνεται ἀπό τόν ὁδοστρωτήρα τῆς παγκοσμιοποίησης.
Ο Παράκλητος «ὅλον συγκροτεῖ τόν θεσμόν τῆς Ἐκκλησίας», ἀλλά καί συγκρατεῖ ὅλη τή δημιουργία στό ρυθμό τοῦ θείου θελήματος. Ἀποτρέπει τήν ἀποδιοργάνωση τῆς ἀσυνάρτητης καί ἄχαρης ζωῆς τοῦ ἐκτός τῆς Ἐκκλησίας κόσμου. Ἐμπνέει τούς πιστούς ὄχι μόνο νά ζοῦν στή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί νά διακονοῦν τόν κόσμο μέ ἔργα ἀγάπης καλώντας τον στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἡ δισχιλιόχρονη ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας ἐπιβεβαιώνει ὅτι τό ἅγιο Πνεῦμα εἶναι ἡ δροσιά καί τό ἄρωμα αὐτοῦ τοῦ κόσμου. Μαρτυρεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησία πλουτίζει τή φτωχή κοινωνία μας, συνδέοντάς την μέ τόν Παράκλητο, τόν «θησαυρό τῶν ἀγαθῶν» καί χορηγό τῆς ἀληθινῆς ζωῆς.
(Στέργιος Σάκκος, ομότιμος καθηγητής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης)

Κυριακή της Πεντηκοστής – Πνοή και Φωτιά


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Πράξ. β' 1-11
ΠΝΟΗ ΚΑΙ ΦΩΤΙΑ
«Έγένετο... ήχος ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας... και ώφθησαν αύτοΐς διαμεριζόμεναι γλώσσαι ώσεί πυρός».
Οι ουρανοί άνοιξαν οριστικά! Τους άνοιξε ό αναστημένος, ό θριαμβευτής, ό δοξασμένος Ιη­σούς Χριστός, ό όποιος με την Ανάληψη του «έκάθισεν έν δεξιά της μεγαλωσύνης έν ύψηλοίς» (Έβρ. α' 3). Και από τους ανοιγμέ­νους πια ουρανούς την ημέρα της Πεντηκοστής ξεχύθηκε ή δωρεά του άγιου Πνεύματος στις ψυχές των ανθρώπων. Στην περιγραφή τού μεγάλου αυτού γεγονότος, πού ακούσαμε στη σημερινή απο­στολική περικοπή, το Πανάγιο Πνεύμα εικονίζεται με δύο σύμ­βολα. Με την πνοή και τη φωτιά. Ποιο όμως είναι το νόημα των δύο αυτών συμβολισμών;
ΠΝΟΗ
Πνοή τού άνεμου είναι ή λεπτή αύρα, πού περνά απαλά ανάμε­σα στα φύλλα των δένδρων και δροσίζει το πρόσωπο. Πνοή όμως τού ανέμου είναι και το δυνατό φύσημα της καταιγίδας, πού ξερι­ζώνει αιωνόβια, δέντρα και βυθίζει πανίσχυρα πλοία. Έτσι και το Πνεύμα του Θεού. Είναι λεπτό, σαν την αύρα και δυνατό σαν τη θύελλα και την καταιγίδα.
Το άγιο Πνεύμα έρχεται ήρε­μα και απαλά στην ψυχή μας και την δροσίζει, την παρηγορεί, την ανακουφίζει. Στον θλιμμένο και απελπισμένο φέρνει την παρη­γοριά και την ελπίδα. Με τα ιερά μυστήρια καθαρίζει και αναγεννά τις ψυχές μας. Στις ώρες των μεγά­λων αποφάσεων της ζωής, έρχεται διακριτικά και δημιουργεί τις όμορφες σκέψεις, τούς ευγενείς οραματισμούς, τις βαθιές συγκι­νήσεις. Μιλάει «ώς φωνή αύρας λεπτής» (Γ. Βασιλ. ιθ' 12).
Υπάρχουν όμως και οι πε­ριπτώσεις, πού το άγιο Πνεύμα έρχεται ως «βιαία πνοή» και δημιουργεί τούς μεγάλους και σωστικούς συγκλονισμούς. H «βιαία» αυτή πνοή τού Πνεύματος τού Θεού με ένα δυνατό κτύπημα, με μια δοκιμασία, με ένα συγκλο­νιστικό γεγονός, συντρίβει τον εγωισμό ενός ώριμου και δυνατού ανθρώπου και τον οδηγεί στην με­τάνοια και την πίστη. Το Πνεύμα τού Θεού ζωοποιεί και ανασταίνει τις νεκρωμένες ψυχές των ανθρώ­πων. 'Αλλ' ακόμη το άγιο Πνεύμα συμβολίζεται στην περικοπή και με τη
ΦΩΤΙΑ
Ή φωτιά έχει τρεις ιδιότητες: Φωτίζει, θερμαίνει και καθαρί­ζει. Το άγιο Πνεύμα έρχεται στην ψυχή μας ως φώς. Έρχεται να μάς φωτίσει, να μάς αποκαλύψει το νόημα τού λόγου τού Θεού, να μάς διδάξει τί είναι ό Θεός, να μάς εξηγήσει τη σημασία της ζωής και τού θανάτου τού Ιησού Χριστού.
Το άγιο Πνεύμα έρχεται στην ψυχή μας ως θερμότης. Κάνει τις καρδιές μας να φλογίζωνται από αγάπη προς τον Χριστό. Το άγιο Πνεύμα πυρπολεί τις καρδιές ορι­σμένων ανθρώπων και τις οδηγεί στην ολοκληρωτική αφιέρωση και τη διακονία τού Κυρίου και της Εκκλησίας του.Αυτή την πυρ­καγιά τού Πνεύματος μέσα στις ανθρώπινες καρδιές τους είχαν νιώσει και οι δύο μαθηταί τού Χρι­στού, πού βάδιζαν προς Εμμαούς: «Ουχί ή καρδία ημών καιομένη ήν έν ήμίν;», έλεγαν μεταξύ τους.
Το άγιο Πνεύμα μπαίνει στην ψυχή μας ως φωτιά πού καθαρίζει. Μέσα στην ψυχή μας υπάρχουν ακάθαρτα και γήινα στοιχεία. Υπάρχουν μίση, φθόνοι, ιδιο­τέλειες, πάθη. Έρχεται όμως ή φωτιά τού Πνεύματος και τρώει τις σκουριές και καίει τα ακάθαρτα υλικά. Και ή φωτιά τού Πνεύμα­τος θα συνέχιση το καθαρτικό της έργο σ ολόκληρη τη ζωή μας. Γιατί θέλει να κάνη την αμυχή μας χρυσάφι καθαρό, τόσο καθαρό πού να μπορεί την «ήμερα εκείνη» να τοποθετηθεί στο στέμμα τού Βασιλέως Χριστού καινά ακτινοβολεί από ομορφιά και χάρη στην αιώνια δόξα της Βασιλείας του.
Καλούμεθα και μείς σήμερα να γίνουμε άνθρωποι πνοής και φωτιάς. Άνθρωποι τού άγιου Πνεύματος. Ζωντανοί, αναγεννη­μένοι, φωτεινοί. Το πέρασμα μας ανάμεσα από τούς αδελφούς μας να είναι μια πνοή αύρας λεπτής τού άγιου Πνεύματος, πού θα τούς δροσίζει και θα τούς ξεκουράζει. Ή ζωή μας, το παράδειγμα μας να είναι ένα φώς, πού θα φωτίζει τον δρόμο των συνανθρώπων μας. Σήμερα, τη μεγάλη αυτή ήμερα της Πεντηκοστής, ας ανοίξουμε διάπλατα τις ψυχές μας για να δεχθούν την πνοή και την φωτιά τού Παναγίου Πνεύματος.
«ΖΩΗ»2 Ιουνίου 2011

Κυριακή της Πεντηκοστής - Αποστολικό Ανάγνωσμα: Πράξεις 2,1-11


Η Πεντηκοστή
Ο Ιησούς Χριστός μετά την Ανάστασή του, για σαράντα μέρες εμφανιζόταν στους μαθητές του για να τους ενθαρρύνει και να πειστούν πέραν πάσης αμφιβολίας ότι είναι ο ίδιος ο Κύριος και Διδάσκαλός τους, ο οποίος έπαθε, τάθηκε και αναστήθηκε. Η προτροπή του αναστημένου Κυρίου προς τους μαθητές του ήταν: «από Ιεροσολύμων μη χωρίζεσθαι», να παραμείνουν δηλαδή στην Αγία Πόλη και εκεί να περιμένουν «την επαγγελία του Πατρός» (Πραξ. 1,4). Αυτή την υπόσχεση ο Ιησούς Χριστός την επανέλαβε και λίγο πριν την Ανάληψή του: «και ιδού εγώ αποστέλλω την επαγγελίαν του πατρός μου εφ΄ υμάς• υμείς δε καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ΄ ύψους» (Λουκ.24,49).
Η επαγγελία αυτή του Ιησού Χριστού πραγματοποιήθηκε πενήντα ημέρες μετά την Ανάσταση και δέκα ημέρες μετά από την Ανάληψή Του στους ουρανούς. Έτσι, την ημέρα αυτή εορτάζουμε την εορτή της Πεντηκοστής, κατά την οποία τιμούμε την Αγία Τριάδα, ενώ την επόμενη ημέρα τιμούμε ξεχωριστά το Άγιο Πνεύμα. Η εορτή, λοιπόν, της Πεντηκοστής, εορτή της Αγίας Τριάδος, είναι η τελευταία επι γης πράξη της θείας Οικονομίας και η τελευταία εορτή του κύκλου του Πεντηκοσταρίου. Σημειώνεται χαρακτηριστικά στην υμνογραφία της ημέρας: «Την μεθέορτον πιστοί και τελευταίαν εορτήν εορτάσωμεν φαιδρώς, αύτη εστί Πεντηκοστή, επαγγελίας συμπλήρωσις και προθεσμία...» (Κάθισμα όρθρου εορτής).
Οι Απόστολοι υπακούοντας στην προτροπή του Κυρίου, παρέμεναν στα Ιεροσόλυμα και περίμεναν την εκπλήρωση της υπόσχεσής Του, η οποία πραγματοποιείται κατά την ημέρα της ιουδαϊκής Πεντηκοστής. Η Πεντηκοστή μια από τις τρεις μεγαλύτερες εορτές των Ιουδαίων, ήταν η εορτή της ευχαριστίας και των απαρχών, δηλαδή της προσφοράς στο Θεό από τους νέους καρπούς. Εορταζόταν πενήντα μέρες από το ιουδαϊκό Πάσχα και αποτελούσε την ανάμνηση της σύναψης της διαθήκης ανάμεσα στο Θεό και τον Ισραήλ στο Σινά. Η παράδοση των Ιουδαίων αναφέρει ότι ο νόμος δόθηκε πενήντα μέρες μετά την αναχώρησή τους από την Αίγυπτο. Έτσι πενήντα μέρες μετά την έξοδο των Ισραηλιτών από τη δουλεία της Αιγύπτου δόθηκε ο νόμος και πενήντα μέρες μετά την Ανάσταση του Κυρίου πραγματοποιείται η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος.
Την ημέρα αυτή λοιπόν όλοι οι Απόστολοι βρίσκονταν συγκεντρωμένοι «ομοθυμαδόν επί το αυτό». Βρίσκονταν δηλαδή συγκεντρωμένοι με ενότητα και ομοψυχία για την κοινή προσευχή στο υπερώο, όπου άλλοτε πραγματοποιήθηκε και ο Μυστικός Δείπνος. Ξαφνικά και απροσδόκητα ακούστηκε από τον ουρανό μια φοβερή βοή, που έμοιαζε με δυνατό άνεμο και γέμισε όλο το σπίτι, στο οποίο διέμεναν οι μαθητές. Η αίσθηση αυτή καταδεικνύει τον υπερφυσικό χαρακτήρα του φαινομένου. Η παρομοίωση του ήχου με την πνοή δηλώνει την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, όπως και ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός το σημειώνει στο διάλογό του με το Νικόδημο: «το πνεύμα όπου θέλει πνεί, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ΄ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει...» (Ιωαν. 3,8). Η οικία γεμάτη από την πνοή του Αγίου Πνεύματος «καθάπερ κολυμβήθρα γέγονεν ύδατος», όπως λεει χαρακτηριστικά ο ιερός Χρυσόστομος. Γίνεται η κολυμβήθρα, ώστε να πραγματοποιηθεί η βάπτιση των μαθητών «εν Πνεύματι», όπως τους το υποσχέθηκε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός: «υμείς δε βαπτισθήσεσθε εν Πνεύματι Αγίω ου μετά πολλάς ταύτας ημέρας» (Πραξ.1,5).
Μετά τη βοή εμφανίζονται οι πύρινες γλώσσες, οι οποίες κάθονται σε κάθε Απόστολο χωριστά. Η φωτιά συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα, ενώ η διανομή των πυρίνων γλωσσών δηλώνει τη δωρεά, τον πλούτο και τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος. Η επιλογή του χαρακτηρισμού «πύρινες γλώσσες» λαμβάνει και μια άλλη διάσταση που αφορά στο κήρυγμα των Αποστόλων. Οι Απόστολοι δέχονται ο καθένας χωριστά τη δωρεά και τη χάρη του Αγίου Πνεύματος με τη μορφή των «πυρίνων γλωσσών», γιατί με τη σωματική τους γλώσσα επρόκειτο να κηρύξουν και να διαδώσουν σε όλο τον κόσμο το μήνυμα του ευαγγελίου. Εξάλλου η χρήση του όρου «πυρ» συναντάται πολύ συχνά στην Αγία Γραφή και δηλώνει την παρουσία και ενέργεια του Θεού. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της «φλεγομένης» και μη «καιομένης» βάτου, την οποία αντίκρισε ο Μωυσής, ανεβαίνοντας στο όρος Σινά.
Οι μαθητές του Ιησού Χριστού έλαβαν για πρώτη φορά το Άγιο Πνεύμα, όταν συνάντησαν τον αναστημένο Διδάσκαλο: «και τούτο ειπών ενεφύσησε και λέγει αυτοίς, λάβετε Πνεύμα Άγιον, αν τινών αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς, αν τινών κρατήτε κεκράτηνται» (Ιωαν.20,22-23). Ωστόσο η μετοχή αυτή αποτελούσε την πρόγευση της επιφοίτησης του Αγίου Πνεύματος, που επρόκειτο να γίνει κατά την ημέρα της Πεντηκοστής. Οι μαθητές λοιπόν κατά την Πεντηκοστή «επλήσθησαν Πνεύματος Αγίου», δέχτηκαν άφθονη την έκχυση του Αγίου Πνεύματος, το ίδιο το Άγιο Πνεύμα ενοικεί σ΄ αυτούς και λαμβάνουν όλο τον πλούτο των χαρισμάτων. Αυτή η πλημμύρα της χάρης του Αγίου Πνεύματος γίνεται αμέσως εμφανής αφού «ήρξαντο λαλείν ετέραις γλώσσαις», άρχισαν δηλαδή να μιλούν ξένες γλώσσες, τι οποίες μέχρι τότε δεν γνώριζαν. Έτσι εκπληρώνεται ακόμα μια υπόσχεση του Ιησού Χριστού προς αυτούς λίγο πριν την Ανάληψή Του «γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς» (Μαρκ. 16,17). Η γλωσσολαλιά ήταν ένα υπερφυσικό γεγονός και αποτελούσε χάρισμα του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο που δίνει στους Αποστόλους την ικανότητα να χρησιμοποιούν ξένες γλώσσες, που ποτέ δεν είχαν μάθει «καθώς το Πνεύμα εδίδου αυτοίς αποφθέγγεσθαι». Εξάλλου με το χάρισμα αυτό γίνεται μία αποκατάσταση της ενότητας του κόσμου, η οποία είχε διασπαστεί κατά την κατασκευή του πύργου της Βαβέλ με τη σύγχυση των γλωσσών (Γεν. 11,1-9). Τότε η ποικιλία των γλωσσών υπήρξε αιτία διαμάχης και χωρισμού, τώρα το χάρισμα της γλωσσολαλιάς γίνεται πηγή ενότητας, ενώ ταυτόχρονα δίδει την οικουμενική διάσταση του κηρύγματος των Αποστόλων και του έργου της Εκκλησίας γενικότερα. Άλλωστε αυτό ψάλλουμε και στο κοντάκιο της ημέρας: «ότε καταβάς τάς γλώσσας συνέχεε, διεμέριζεν έθνη ο Ύψιστος· ότε του πυρός τας γλώσσας διένειμεν, εις ενότητα πάντας εκάλεσε, και συμφώνως δοξάζομεν το πανάγιον Πνεύμα».
Η εορτή της ιουδαϊκής Πεντηκοστής προσείλκυε στα Ιεροσόλυμα πλήθη Ιουδαίων από όλα τα μέρη του κόσμου, που συγκεντρώνονταν στην Αγία Πόλη για να προσκυνήσουν. Κατά την ημέρα της επιφοίτησης, λοιπόν, του Αγίου Πνεύματος ο ήχος που προερχόταν από τον ουρανό, φαίνεται ότι δεν ακούστηκε μόνο εντός της οικίας, στην οποία βρίσκονταν οι μαθητές, αλλά και εκτός αυτής. Το γεγονός αυτό προξενεί απορία στα πλήθη και έτσι πολλοί άνθρωποι συγκεντρώνονται έξω από το υπερώο, όπου με έκπληξη ακούν τους Αποστόλους να μιλούν στη δική τους ο καθένας γλώσσα. Η έκπληξή τους μετατρέπεται σε θαυμασμό και απορία γιατί οι ασήμαντοι ψαράδες της Γαλιλαίας, χωρίς κάποια ιδιαίτερη παιδεία, μπορούν να μιλούν σε διάφορες γλώσσες. Το συγκεντρωμένο πλήθος ακούει τους Αποστόλους να διαλαλούν τα «μεγαλεία του Θεού», τα θαυμαστά δηλαδή γεγονότα της θείας Οικονομίας στη μητρική τους γλώσσα. Η ενανθρώπηση του Υιού του Θεού, το Πάθος, ο Σταυρός, η ένδοξη Ανάσταση, η Ανάληψη και η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, αποτελούσαν τα μεγάλα γεγονότα της θείας Οικονομίας, τα οποία οι Απόστολοι διακήρυτταν στους Ιουδαίους, φωτισμένοι και εμπνεόμενοι από το Άγιο Πνεύμα που προ ολίγου είχαν λάβει.
Βέβαια το Άγιο Πνεύμα ήταν πάντοτε παρόν, μαζί με τα άλλα δύο Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Το Άγιο Πνεύμα ήταν παρόν κατά τη δημιουργία του κόσμου και σε όλα τα μετέπειτα γεγονότα της θείας Οικονομίας. «Και πνεύμα Θεού επεφέρετο επάνω του ύδατος» (Γεν.2,1), το Άγιο Πνεύμα δηλαδή κατά τη δημιουργία επιφερόταν πάνω στα ασχημάτιστα νερά. Η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού έγινε με τη συνέργεια του Αγίου Πνεύματος: «Πνεύμα Άγιον επελεύσεται επί σε και δύναμις υψίστου επισκιάσει σοι» (Λουκ.1:35), είναι το μήνυμα του αρχαγγέλου Γαβριήλ προ την Θεοτόκο. «Το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ Πνεύματος εστίν Αγίου» (Ματθ.1,20) διαβεβαιώνει αργότερα ο άγγελος Κυρίου τον Ιωσήφ. Το Άγιο Πνεύμα, παρίσταται στη Βάπτιση του Κυρίου για να επιβεβαιώσει τη μεσσιανική Του ιδιότητα (Ματθ.3, 16-17) και κατόπιν θα γίνει ο συνεχιστής του έργου Του: «όταν έλθη εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, οδηγήσει υμάς εις πάσαν την αλήθειαν» (Ιωαν.16,13).
Από την ημέρα της Πεντηκοστής και εξής η παρουσία του Αγίου Πνεύματος μέσα στην Εκκλησία είναι διαρκής και ακατάλυτη. Η Εκκλησία είναι το Σώμα του Κυρίου και ο ίδιος η κεφαλή αυτού του Σώματος, ενώ το Άγιο Πνεύμα είναι εκείνο που εμψυχώνει, ενδυναμώνει και καθοδηγεί αυτό το Σώμα. Η παρουσία του Αγίου Πνεύματος εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους, με «διαιρέσεις χαρισμάτων», με «διαιρέσεις διακονιών», με «διαιρέσεις ενεργημάτων» (Α'Κορ.12,4-6). Οι καρποί του Αγίου Πνεύματος είναι η αγάπη, η χαρά, η ειρήνη, η μακροθυμία, η καλοσύνη, η αγαθότητα, η πίστη, η πραότητα, η εγκράτεια (Γαλ.5,22-23). Κάθε αγαθό και δωρεά που δίνεται στους ανθρώπους είναι καρπός του Αγίου Πνεύματος. Το Άγιο Πνεύμα μοιράζει χαρίσματα στους πιστούς και έτσι σε άλλον «δίδοται λόγος σοφίας, άλλω δε λόγος γνώσεως κατά το αυτό Πνεύμα, ετέρω δε πίστις εν τω αυτώ Πνεύματι, άλλω δε χαρίσματα ιαμάτων εν τω αυτώ Πνεύματι, άλλω δε ενεργήματα δυνάμεων, άλλω δε προφητεία, άλλω δε διακρίσεις πνευμάτων, ετέρω δε γένη γλωσσών, άλλω δε ερμηνεία γλωσσών. Πάντα δε ταύτα ενεργεί το εν και το αυτό Πνεύμα, διαιρούν ιδία εκάστω καθώς βούλεται» (Α'Κορ.12,8-11). Σε ότι αφορά την οργάνωση και διοίκηση της Εκκλησίας το «Πνεύμα το Άγιον έθετο επισκόπους ποιμαίνειν την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού, ην περιποιήσατο δια του ιδίου αίματος» (Πραξ.20:28). Επιπλέον «έδωκε τους μεν αποστόλους, τους δε προφήτας, τους δε ευαγγελιστάς, τους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς καταρτισμόν των αγίων εις έργον διακονίας, εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού» (Εφ. 4:11-12). Η κάθε διακονία μέσα στην Εκκλησία είναι έργο του Αγίου Πνεύματος.
Όπως ψάλλουμε και στη σχετική υμνογραφία της ημέρας, το Άγιο Πνεύμα «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας». Το Άγιο Πνεύμα φώτισε τους Αποστόλους στο έργο της διάδοσης του ευαγγελίου, ενδυνάμωσε τους μάρτυρες, καθοδήγησε τους επισκόπους στην ερμηνεία των Γραφών και στην ορθή διατύπωση των δογμάτων, φώτισε τους όσιους και ασκητές. Το Άγιο Πνεύμα ενεργεί τη χάρη των μυστηρίων της Εκκλησίας, αναδεικνύει τους ποιμένες της και χαρίζει τις άκτιστες ενέργειές του, ώστε όλοι οι άνθρωποι να γίνουν μέτοχοι της σωτηρίας. Το Άγιο Πνεύμα δεν ενοικεί μόνο στο σώμα της Εκκλησίας, αλλά και σε κάθε πιστό χωριστά. Όλοι κατά την ώρα του βαπτίσματος και της χρίσης με άγιο Μύρο, λαμβάνουμε τη σφραγίδα της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος. Όπως λέγει χαρακτηριστικά ο απόστολος Παύλος «ναός Θεού εστέ και το Πνεύμα του Θεού οικεί εν υμίν» (Α΄Κορ.3,16). Αν κάποιος δεν έχει μέσα του το Άγιο Πνεύμα, αυτός δεν ανήκει στο σώμα της Εκκλησίας (Ρωμ.8,9).
Το Άγιο Πνεύμα θα παραμένει μέσα στην Εκκλησία «εις τον αιώνα», όπως ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός το υποσχέθηκε στους μαθητές του: «και εγώ ερωτήσω τον πατέρα και άλλον παράκλητον δώσει υμίν, ίνα μείνη μεθ΄ υμών εις τον αιώνα» (Ιωαν.14,16). Το Άγιο Πνεύμα είναι κατά τα λόγια της θείας λειτουργίας «το της αληθείας Πνεύμα, το της υιοθεσίας χάρισμα, ο αραβών της μελλούσης κληρονομίας, η απαρχή των αιωνίων αγαθών, η ζωοποιός δύναμις, η πηγή του αγιασμού». Ό,τι γίνεται μέσα στην Εκκλησία, γίνεται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. «Το Άγιο Πνεύμα, που εκπορεύεται από τον Πατέρα και πέμπεται στον κόσμο από τον Υιό, σαν η ψυχή στον άνθρωπο, είναι η ψυχή και η ζωή της Εκκλησίας, η πηγή της αγιωσύνης, η παρουσία του Θεού μέσα στην Εκκλησία κι απάνω από τον κόσμο...» (Μητρ. Κοζάνης Διονυσίου Ψαριανού «Ο Λόγος του Θεού» Τομ. Β΄σελ.640). Ο ύμνος της Πεντηκοστής, που είναι η προσευχή προς το Άγιο Πνεύμα και με αυτόν αρχίζει κάθε ιερή ακολουθία περικλείει όλο το νόημα, τη σημασία και τη σωστική ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα στο σώμα της Εκκλησίας: «Βασιλεύ ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός• ελθέ και σκήνωσον εν ημίν και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος και σώσον αγαθέ τας ψυχάς ημών». Αμήν.
Ιεροδιακόνου Αυγουστίνου Κκαρά – Μητρόπολη Κωνσταντίας

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...