Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 01, 2012

Ἡ Ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου- π. Γεώργιος Ρ. Ζουμής



Ἀφοῦ μιλήσαμε τήν προηγούμενη φορά γιά τήν περιτομή τοῦ Κυρίου
 καί βγάλαμε τά ἀπαραίτητα διδάγματα, ἐρχόμαστε τώρα νά πᾶμε στό
 ἑπόμενο θέμα, σέ μιά ἄλλη Δεσποτική ἑορτή, τήν Ὑπαπαντή τοῦ 
Χριστοῦ. Ὑπαπαντή σημαίνει ὑποδοχή. Ὁ Συμεών ὑποδέχθηκε τόν
 Χριστό καί τόν πῆρε στήν ἀγκαλιά του, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια. 
Εἶναι μία σπουδαία ἑορτή μέ πλούσιο περιεχόμενο καί μεγάλη
 ἱστορία καί προϊστορία.
Ἡ βάση της  φτάνει στά χρόνια τοῦ Μωϋσῆ καί τῶν Φαραώ 
τῆς Αἰγύπτου. Οἱ Ἑβραῖοι κακοπερνοῦν, δουλεύουν σκληρά 
γιά τούς Αἰγυπτίους, ὑποφέρουν, ὑφίστανται τά πάνδεινα, γιά
 νά μή σηκώνουν κεφάλι. Ἀποδεκατίζονται, μειώνεται ὁ 
πληθυσμός τους, γιά νά μή κινδυνεύσουν ἀπό αὐτούς οἱ Αἰγύπτιοι.
Ὁ Θεός ἔβλεπε τά βάσανά τους, ἄκουε τούς στεναγμούς τους 
καί τούς λυπόταν. Ἔστειλε τόν Μωϋσῆ νά τούς ἐλευθερώσει, 
νά τούς βγάλει ἀπό τήν δουλεία τοῦ Φαραώ καί νά τούς 
ὁδηγήσει πίσω στήν πατρίδα τους, στή γῆ τῆς ἐπαγγελίας. 
Ἐκεῖνος σκληρός καί ὑπερήφανος δέν θέλησε νά ὑπακούσει. 
Ἔκανε τήν ζωή τους ἀκόμη πιό δύσκολη καί μαρτυρική.
 Ἀναγκάσθηκε ὅμως νά γονατίσει καί νά δεχτεῖ νά τούς 
ἀφήσει νά φύγουν μετά τίς δέκα πληγές, πού τοῦ 
ἔστειλε ὁ Θεός καί κυρίως μέ τήν τελευταία, κατά τήν
 ὁποία ἄγγελος Κυρίου ἐφόνευσε τά πρωτότοκα ἀγόρια
 τῶν Αἰγυπτίων, ὅπως καί τόν πρωτότοκο γυιό τοῦ Φαραώ.
Ἀπό τό θανατικό αὐτό γλύτωσαν τά πρωτότοκα τῶν Ἑβραίων. 
Ἔτσι, θά λέγαμε, ἦταν χρεωμένοι, τά χρωστοῦσαν στό Θεό. 
Κάθε ἕνας πού ἔφερνε τό πρῶτο παιδί στόν κόσμο, ἔπρεπε
 νά τό ἀφιερώσει στήν ὑπηρεσία τοῦ Θεοῦ.  Ἀργότερα, ὅταν
 ἔγιναν οἱ Λευΐτες καί ὑπηρετοῦσαν ἐκεῖνοι στό Ναό, ἔπαιρναν
 τά παιδιά τους πίσω, ἀφοῦ κατέβαλαν κάποιο ἀντίτιμο, πέντε
 σίκλους δηλαδή δέκα πέντε χρυσές δραχμές καί θυσίαζαν ἕνα 
χρονιάρικο ἀρνί. Ἄν ἦταν φτωχοί μποροῦσαν νά προσφέρουν ἕνα
 ζευγάρι περιστέρια ἤ δύο τρυγόνια, ἤ ἀκόμη νά μή δώσουν τίποτε,
 ἄν ἦταν πολύ φτωχοί.
Αὐτό τό προηγούμενο ἀναφερόταν ἀκόμη καί στά πρωτότοκα 
ἀρσενικά τῶν ζώων. Ἔπρεπε νά ξεχωρίζωνται καί νά προσφέρωνται
στό Θεό. Αὐτή ἡ ἀφιέρωση ἦταν σημεῖο ἀναγνωρίσεως τῆς 
εὐεργεσίας τοῦ Θεοῦ καί ἀπόδειξις, ὅτι ἀνήκουν σ᾿ Αὐτόν. Εἶπε
 ὁ Θεός στόν Μωϋσῆ: Ἐν γάρ χειρί κραταιᾷ ἐξήγαγέ 
σε Κύριος ὁ Θεός ἐξ Αἰγύπτου.
Ὅταν τό ἀγόρι γινόταν σαράντα ἡμερῶν καί τό κορίτσι 
ὀγδόντα ἡμερῶν τό πήγαιναν στό Ναό, γιά τόν καθαρισμό τοῦ
 παιδιοῦ καί τῆς μητέρας του. Ἔτσι λοιπόν, ὅταν ὁ Χριστός
 ἔγινε σαράντα ἡμερῶν, τόν πῆραν ἡ Παναγία καί ὁ Ἰωσήφ καί
 ἀπό τήν Βηθλεέμ, πού ἦταν ἀκόμη, πῆγαν στά Ἱεροσόλυμα,
 στό Ναό τοῦ Σολομῶντος, γιά νά κάνουν ὅ,τι ὅριζε ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ.
Ἀσφαλῶς μποροῦσαν νά μή πᾶνε, δέν ἦταν ὑποχρεωμένοι νά τό 
κάνουν, γιατί δέν ἦταν μία ἁπλῆ γέννησις ἑνός κοινοῦ 
ἀνθρώπου. Ἐδῶ ἔχουμε ὑπερφυσική γέννηση, τήν 
σάρκωση τοῦ Θεοῦ. Ὅμως ἐφαρμόζουν τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ,
 ὅλες τίς διατάξεις, γιά νά μή τούς κατηγορήσει κανείς σάν 
παραβάτες, ἀλλά καί νά δώσουν σέ μᾶς καλό παράδειγμα, ὅτι
 πρέπει νά σεβώμαστε τόν Νόμο τοῦ Θεοῦ καί νά 
ἐφαρμώζουμε στήν πληρότητά του τό θεῖο θέλημα. 
Ἐμεῖς πολλές φορές σκεφτόμαστε ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ, 
ὅτι θά μπορούσαμε νά μή κάνουμε τό ἕνα ἤ νά ἀποφύγουμε
 τό ἄλλο, κάτι πού εἶναι μεγάλο λάθος.
Ὁ Χριστός πού ἔδωσε τόν νόμο στόν Μωϋσῆ, ὅταν 
προσέλαβε τήν ἀνθρώπινη σάρκα, ἔπρεπε νά τόν ἐφαρμώσει.
 Λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς: Τό ἔκανε χάριν ὑπακοῆς 
στό νόμο, πού ὁ ἴδιος ἔδωσε. Ἡ ἀνυπακοή τοῦ πρώτου Ἀδάμ 
εἶχε συνέπεια τήν πτώση καί τήν φθορά. Ἡ ὑπακοή τοῦ 
νέου Ἀδάμ, τοῦ Χριστοῦ, ἐπανέφερε τήν ἀνθρώπινη φύση  
στόν Θεό καί θεράπευσε  τόν ἄνθρωπο ἀπό τήν εὐθύνη τῆς
 παρακοῆς.
Ἐκεῖ στό Ναό βρίσκεται ἕνας γέροντας, πολύ μεγάλος στήν
 ἡλικία, ὁ πρεσβύτης Συμεών. Πῆγε τήν ἴδια ὥρα μέ τήν 
Παναγία καί τόν Ἰωσήφ, ἐμπνεόμενος καί καθοδηγούμενος ἀπό
 τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ἀξίζει νά δοῦμε ποιός εἶναι αὐτός ὁ σεβάσμιος 
Γέροντας.
Ἡ ἱστορία αὐτοῦ ἀρχίζει γύρω στό 280 π.Χ. ὅταν στήν
 Αἴγυπτο ἐβασίλευε ὁ Πτολεμαῖος ὁ Β΄ ὁ Φιλάδελφος. 
Φιλάδελφος κατ᾿ ἐφημισμό. Ἀγαποῦσε τόσο πολύ τόν ἀδελφό 
του, ὥστε τόν σκότωσε, φοβούμενος μήπως τοῦ πάρει τόν θρόνο.
Τήν ἐποχή ἐκείνη ἡ ἑλληνική γλῶσσα ἦταν διαδεδομένη 
σέ ὅλον τόν τότε γνωστό κόσμο. Ἀκόμη καί τό σύνολο τῶν 
Ἑβραίων, πού εὑρίσκοντο σκορπισμένοι σέ ὅλο τόν κόσμο, 
μιλοῦσαν ἑλληνικά καί ὄχι ἑβραϊκά. Δέν μποροῦσαν νά
 διαβάσουν τήν Παλαιά Διαθήκη στή γλῶσσα τους. Γι᾿ αὐτό
 ἔβαλαν στόν Πτολεμαῖο τήν ἰδέα τῆς μεταφράσεως στά ἑλληνικά.
Αὐτό εἶναι καλό δίδαγμα γιά μᾶς. Ὅτι δηλαδή πρέπει νά
μελετοῦμε τήν Ἁγία Γραφή. Ἡ Καινή Διαθήκη γράφτηκε 
κατ᾿ εὐθείαν στήν ἐλληνική γλῶσσα καί ἡ πρώτη μετάφραση
 τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης πού ἔγινε ἀπό τά ἑβραϊκά ἦταν στά
 ἑλληνικά. Αὐτό εἶναι μεγάλη τιμή γιά μᾶς τούς Ἕλληνες, 
ἀλλά καί μεγάλη εὐθύνη.
 Ἔχουμε τήν ἐντολή ἀπό τόν Θεό νά μελετοῦμε τήν Ἁγία
 Γραφή ἡμέρας καί νυκτός. Νά μή τήν ἀφήνουμε ἀπό
 τά χέρια μας. Θά μάθουμε πολλά, θά λάβουμε ἀπαντήσεις
 σέ πολλά προβλήματα πού μᾶς ἀπασχολοῦν. Καί ὅμως 
στήν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀφιερώνουμε τόν λιγότερο
 χρόνο, ὅπως τό ἴδιο συμβαίνει καί μέ τήν προσευχή.  
Μέ τά μαλλιά μας καί τά νύχια μας ἀσχολούμεθα πολύ
 περισσότερο. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ δέν ἔχει ἀξία οὔτε σάν
 κι᾿ αὐτά.
Ἐπανερχόμαστε στόν Πτολεμαῖο. Ἐκεῖνος κάλεσε ἑβδομῆντα 
δύο μορφωμένους, πού ἤξεραν καλά τά ἑλληνικά καί τά 
ἑβραϊκά, γιά νά κάνουν τήν μετάφραση στόν φάρο τῆς
 Ἀλεξανδρείας, ὁποία χάριν συντομίας ὀνομάσθηκε μετάφρασις 
τῶν ἑβδομήκοντα. Ἕνας ἀπό αὐτούς ἦταν καί ὁ Συμεών. 
Ἔδωσαν σέ ὅλους νά μεταφράσουν ἀπό ἕνα βιβλίο τῆς Παλαιᾶς
 Διαθήκης. Ὁ Συμεών ἔτυχε νά πάρει τό βιβλίο τοῦ προφήτη 
Ἡσαΐα καί ἡ μετάφραση συνεχιζόταν...
Κάποια φορά ἔφτασε στό σημεῖο πού λέει ὁ προφήτης,
 ἰδού ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἔξει... Κάποια παρθένος 
θά γεννήσει. Δέν μποροῦσε νά τό πιστέψει, πῶς εἶναι δυνατόν 
νά εἶναι παρθένος καί νά γεννήσει. Δέν τό χωροῦσε ὁ νοῦς 
του. Ἔφτασε στό σημεῖο νά σκεφτεῖ, ὅτι ἔκανε λάθος ὁ προφήτης,
 μᾶλλον θά ἤθελε νά γράψει, ὅτι κάποια γυναίκα θά γεννοῦσε. 
Ἔκανε μάλιστα νά βγάλει ἕνα μικρό μαχαιράκι, γιά νά ξύσει, νά
 σβύσει τήν λέξη. Ἐκείνη τήν στιγμή ἄγγελος Κυρίου τοῦ 
ἔπιασε τό χέρι καί τόν σταμάτησε. Νά μεταφράσεις ὅ,τι βλέπεις,
 ὅ,τι εἶναι γραμμένο, τοῦ εἶπε, γιατί δέν εἶναι λάθος. Ὄντως ἡ 
Παρθένος θά γεννήσει υἱόν κι᾿ ἐσύ δέν θά πεθάνεις πρίν 
γίνουν αὐτά. Θά ἀξιωθεῖς νά τόν δεῖς καί νά τόν γνωρίσεις.
Τό θέμα αὐτό τόν ἀπασχολοῦσε σοβαρά καί συνέχεια.
 Δέν ἔφευγε ἀπό τό μυαλό του. Κάποια μέρα πού ἔκανε
 βαρκάδα στό Νεῖλο ποταμό ἤ κατ᾿ ἄλλους στή θάλασσα,
 πέταξε μέσα στό νερό τό δαχτυλίδι, πού φοροῦσε,  καί εἶπε,
 ὅσο ἐγώ θά μπορέσω νά βρῶ τό δαχτυλίδι αὐτό, ἄλλο τόσο 
καί ἡ παρθένος θά γεννήσει παιδί. Μετά ἀπό μέρες ἀγόρασε
 ψάρια καί τά ἔδωσε νά τά μαγειρέψουν. Στό πρῶτο ψάρι πού
 ἄνοιξε, γιά νά φάει, βρῆκε μέσα τό δαχτυλίδι!
 Τότε πείσθηκε ὅτι, ὅσο παράξενο καί ἄν εἶναι, μπορεῖ
 νά γίνει.
Τελείωσαν οἱ ἐργασίες τῆς μετάφρασης καί οἱ ἑρμηνευταί πῆγαν
 στά σπίτια τους. Ἔφυγε καί ὁ Συμεών γιά τήν πατρίδα του, τά
 Ἱεροσόλυμα. Τά χρόνια περνοῦσαν, ἕνας-ἕνας ὅλοι οἱ δικοί του
, οἱ συγγενεῖς, οἱ γνωστοί  του πέθαιναν, ἀλλά αὐτός ἐξακολουθοῦσε
 νά ζεῖ. Ἔφτασε καί ξεπέρασε τά 270 χρόνια.
Κάποια φορά, πού καθόταν στό σπίτι του, δέχθηκε μία ἐσωτερική 
παρόρμηση. Σάν νά κάποιος τόν ἔσπρωξε καί τοῦ εἶπε νά πάει στό 
ναό τοῦ Σολομῶντος. Σηκώθηκε μέ τρεμάμενα πόδια καί σιγά-σιγά
 πῆγε στό ναό. Ἐκείνη τήν ὥρα ἔφτασαν καί ἡ Παναγία μέ τόν 
Ἰωσήφ καί τόν Χριστό στήν ἀγκαλιά. Τό Ἅγιο Πνεῦμα τοῦ
 ἀπεκάλυψε, ὅτι αὐτή εἶναι ἡ Παρθένος, γιά τήν ὁποία ἔγραψε
 ὁ προφήτης Ἡσαΐας καί αὐτό εἶναι τό παιδί, πού γέννησε. 
Αὐτός εἶναι ὁ Μεσσίας, πού περίμενε τόσα χρόνια καί ὁ ἴδιος 
του, ἀλλά καί ὁ κόσμος ὅλος.
Εἶναι συγκινητική ἡ στιγμή πού ὁ Χριστός προσφέρεται
 ὡς νήπιο στό Ναό. Ὁ προαιώνιος Θεός, πού διακρατεῖ καί 
διευθύνει τόν κόσμον ὅλον, τά πάντα, παρουσιάζεται ὡς βρέφος 
στό Ναό, εὑρισκόμενος στήν ἀγκαλιά τῆς μητέρας του. 
Εἶναι νήπιο καί ταυτόχρονα προαιώνιος Θεός.
Μέ τήν νηπιότητα αὐτή ἐθεράπευσε τό νηπιῶδες φρόνημα
 τοῦ Ἀδάμ. Εἶχε βέβαια φωτισμό τοῦ μυαλοῦ του, ἀλλά
 ἔπρεπε  νά δοκιμασθεῖ καί νά φτάσει στή θέωση. 
Ἐπειδή ἦταν ἄπλαστος καί νήπιο πνευματικά, ἐπειδή
 εἶχε νηπιῶδες φρόνημα, γι᾿ αὐτό εὔκολα ἀπατήθηκε ἀπό
 τόν πονηρό διάβολο, πού γέρασε στήν ἁμαρτία καί στήν
 πονηρία. Ὁ Χριστός παίρνοντας τήν σωματική νηπιακή ἡλικία
 ἐθεράπευσε τό νηπιῶδες φρόνημα τοῦ Ἀδάμ, ἀλλά γενικά τήν
 ἀνθρώπινη φύση. Δέν μποροῦσε ὁ διάβολος νά πλανήσει τήν
 ἐν Χριστῷ ἀνθρώπινη φύση, ὅπως τό ἔκανε μέ εὐχέρεια στόν
 πρῶτο Ἀδάμ.
Ὁ ἅγιος Συμεών πῆρε τόν Χριστό στά τρεμάμενα χέρια του καί 
συγκινημένος εὐλόγησε τόν Θεό. Δέν ἦταν ἱερεύς, ὅπως λένε
 κάποιοι, ἀλλά ἀνώτερος τοῦ ἱερέως. Ἦταν πνευματοκίνητος. 
Τό Ἅγιο Πνεῦμα δέν ἀποκαλύπτει τά θεῖα μυστήρια σέ ἀνθρώπους, 
πού εἶναι ἀκάθαρτοι. Ἐκεῖνο τόν καθοδηγοῦσε καί τόν
 ἐνίσχυε. Λέει ὁ προφήτης Ἡσαΐας:Ἰσχύσατε χεῖρες
 ἀνειμέναι καί γόνατα παραλελυμένα... Ἰσχύσατε,
 μή φοβῆσθε. Τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνίσχυσε τά πόδια του , 
γιά νά πορευθοῦν στό Ἱερό, ἀλλά ἐνίσχυσε καί τά χέρια
 του, γιά νά κρατήσουν τόν Χριστό. Γι᾿ αὐτόν λέει καί 
ὁ Μέγας Ἀθανάσιος: Ὡς πρός τήν φύση ἄνθρωπος, 
ἀλλ᾿ ὡς πρός τήν ἀρετήν ἄγγελος.
Ἐκεῖ στό ναό βρισκόταν κάποια Ἄννα προφήτις, πού 
ἀναγνώρισε τόν Θεό καί διεκήρυξε, ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ
 λυτρωτής τοῦ κόσμου. Μέρα-νύχτα βρισκόταν
 μέσα στό ναό καί ποτέ δέν ἀπομακρυνόταν ἀπό αὐτόν.
 Λάτρευε τόν Θεό μέ ἀδιάλειπτη προσευχή καί συνεχῆ νηστεία.
Κάποιος ἑρμηνευτής τῶν θείων Γραφῶν νά πῶς ἑρμηνεύει τό 
χωρίο αὐτό τοῦ Εὐαγγελίου. Πήγαινε τό πρωΐ στό ναό γιά τήν
 πρωϊνή ἀκολουθία καί δέν ἔφευγε. Συμμετεῖχε στήν 
λατρεία τοῦ Θεοῦ καί στήν προσευχή, ἀλλά δέν ἔφευγε οὔτε
 κἄν ἀπομακρυνόταν ἀπό τόν ναό, παρά μόνο ἀφοῦ
 τελείωνε καί ἡ τελευταία βραδυνή ἀκολουθία. Καί αὐτό 
γινόταν κάθε μέρα. Εἶχε συνδέσει ὅλη της τήν ζωή μέ τόν
 ναό καί τήν λατρεία τοῦ Θεοῦ.
Πόσο πολύ πρέπει νά μᾶς διδάξει τό παράδειγμα αὐτό καί ἡ 
διαγωγή τῆς Ἁγίας Ἄννης τῆς προφήτιδος ὅλους μας καί πολύ
 περισσότερο ἐκείνους, πού ποτέ δέν πατοῦν στήν Ἐκκλησία 
ἤ πηγαίνουν στή θεία Λειτουργία κατά τά τελευταῖα λεπτά, σάν 
νά ἦταν κάποιο πάρεργο, κάτι χωρίς ἀξία. Καί ὅμως στό θέατρο
 ἤ στόν κινηματογράφο ἤ στό ποδόσφαιρο πηγαίνουν ἀπό 
πολύ ἐνωρίς πρίν ἀρχίσει ἡ παράσταση ἤ ὁ ἀγώνας. 
Ἡ θεία Λειτουργία, τό μυστήριο τῶν μυστηρίων οὔτε
 τόσο δέν ἀξίζει; 
καί μετά θέλουμε νά λεγώμαστε καλοί χριστιανοί...
Ὁ πρεσβύτης Συμεών ὁδηγήθηκε στό ναό ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. 
Ἡ Ἁγία  Ἄννα ἔμενε ἐκεῖ συνεχῶς. Ἔτσι καί οἱ δύο 
ἀξιώθηκαν νά δοῦν τόν Χριστό. Ἡ ἕνωση μέ τόν Χριστό 
προϋποθέτει καί ἀνάλογο βίο. Ὁ Συμεών ἦταν δίκαιος,
 δηλαδή ἐνάρετος. Ἡ Ἄννα ζοῦσε ἐν χηρείᾳ βίο 
καθαρό καί ἄμωμο.
Μετά ἀπό αὐτά λέει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, πόσο
 μεγάλο κακό κάνει ἡ πορνεία, ἡ ἀκάθαρτη ζωή. Ὁ ἄνθρωπος 
αὐτός δέν μπορεῖ νά ἔχει σχέση μέ τόν Χριστό. Κρατώντας τόν 
Χριστό στήν ἀγκαλιά του ἐδόξασε καί  εὐχαρίστησε τόν Θεό,
 πού τόν ἀξίωσε νά δεῖ τόν σωτήρα τοῦ κόσμου. Τώρα, Κύριε,
 ἀφοῦ τά εἶδα ὅλα, μπορεῖς νά μέ πάρεις ἀπό αὐτόν τόν 
μάταιο κόσμο. 
Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλόν σου, Δέσποτα...
 Εἶναι συγκλονιστική ἡ σκηνή αὐτή. Ἀσφαλῶς δέν θά
 μποροῦσε νά γίνει αὐτό, ἄν τά χέρια του δέν ἐνισχυόταν 
ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, ὅπως προείπαμε.
Ζητάει τήν λύση τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα. Λέει ὁ ἱερός
 Θεοφύλακτος, εἶναι δεσμός τό σῶμα γιά τήν ψυχή, εἶναι
 φυλακή, γι᾿ αὐτό οἱ ἅγιοι, οἱ ἐνάρετοι δέν φοβοῦνται τόν
 θάνατο. Ὁ θάνατος θά τούς φέρει κοντά στόν Θεό, πού 
ἀγαποῦν καί ποθοῦν. Αὐτή ἡ λύση εἶναι εἰρήνη, εἶναι εὐλογία. 
Ζητάει τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα καί τό θεωρεῖ
 ἀνάπαυση.  Ἐμεῖς γιατί τρέμουμε αὐτή τήν λύση; 
Μήπως φταίει ἡ ζωή μας καί ἡ κατάστασή μας; 
Δέν θέλουμε αὐτήν τήν λύση, γιατί ξέρουμε τήν μᾶς 
περιμένει μετά ταῦτα, ξέρουμε τί θά συναντήσουμε,
 τί κρύβεται πίσω ἀπό τόν θάνατό μας. 
Δέν μᾶς συμφέρει, μά καί δέν λέμε νά 
μετανοήσουμε, νά διορθωθοῦμε.

Ἤθελε λοιπόν νά πορευθεῖ στόν Ἄδη καί γιά ἕναν 
ἀκόμη λόγο, νά ἀναγγείλει τήν χαρμόσυνη εἴδηση, ὅτι
 ἦρθε ὁ Μεσσίας, ὁ λυτρωτής τοῦ κόσμου. Λέει ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος,
 βιαζόταν νά πάει στόν Ἄδη, γιά νά μή προλάβουν νά ἀναγγείλουν
 τό γεγονός τά νήπια, πού ἐπρόκειτο νά σφαγοῦν ἀπό τόν Ἡρώδη. 
Τά νήπια εἶνα γοργά καί εὐκίνητα, ἐνῷ αὐτός γέρων καί 
βραδυκίνητος.
 Ἑπομένως ὁ Συμεών εἶναι ὁ πρῶτος κῆρυξ τοῦ Ἄδη.
Ἀλλά δέν εἶπε μόνο αὐτά. Φωτισμένος ἀπό τό Ἅγιο
 Πνεῦμα εἶπε καί ἄλλα  προφητικά λόγια. 
Οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν 
ἐν τῷ Ἰσραήλ καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον. 
 Ἄλλοι θά τόν δεχτοῦν καί ἄλλοι θά τόν ἀπορρίψουν.
 Πολλές συζητήσεις θά γίνωνται γύρω ἀπό τό πρόσωπό του.
 Κάποιοι θά τόν πιστέψουν καί κάποιοι ἄλλοι θά τόν 
ἀρνηθοῦν. Αὐτό γινόταν καί τότε στήν ἐποχή του, 
γινόταν μέσα στό διάβα τῶν αἰώνων, γίνεται
 ἀκόμη καί σήμερα. 
Ὅσοι τόν πιστεύουν,
 σώζονται. 
Ὅσοι τόν πιστεύουν ζοῦν ζωή ἀναστημένη, ἁγία
 καί πνευματική ζωή. 
Ὅσοι τόν ἀρνοῦνται πέφτουν καί τσακίζονται. 
Τρῶνε τά μοῦτρα τους, χάνονται, καταστρέφονται.
 Ἡ ζωή τους εἶναι κόλαση καί ἐδῶ καί ἐκεῖ. 
Παράδειγμα ὁ Γολγοθᾶς. Ἕνας ληστής πιστεύει καί
 σώζεται, ἐνῷ ὁ ἄλλος ἀμφισβητεῖ, ἀπιστεῖ καί καταδικάζεται.
Ὁ Χριστός εἶναι σημεῖο ἀντιλεγόμενο. Ταλαντεύονται οἱ
 ἄνθρωποι γιά τό τί εἶναι ὁ Χριστός, Θεός ἤ ἄνθρωπος; 
Ἐμεῖς εἴμαστε βέβαιοι, ὅτι εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος
 ἄνθρωπος. Πεινᾶ, διψᾶ, δέχεται τό μαρτύριο, 
σταυρώνεται, πάσχει, κλαίει στόν τάφο τοῦ φίλου του
 Λαζάρου. Ἀλλά καί κάνει θαύματα, ἐκδιώκει δαιμόνια,
 ἀνασταίνει νεκρούς, ἀνοίγει μάτια τυφλῶν, θεραπεύει
 λεπρούς κ.ἄ.
 Αὐτό ἀναφέρεται καί στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας, πού 
εἶναι τό πραγματικό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλοι
 σώζονται, ἀφοῦ παραμείνουν στήν Ἐκκλησία καί ἄλλοι
 καταδικάζονται ἀρνούμενοι τό σωτηριῶδες ἔργο του. 
Θά εἶναι εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν καί στήν
 ἄλλη ζωή. Ὅλοι θά τόν δοῦν, ἀλλά γιά ἄλλους θά εἶναι
 κόλασις, γιά ἄλλους παράδεισος.
Λέει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὅτι ὁ Σταυρός καί τό Πάθος 
θά ἀποκαλύψει τίς ἐσωτερικές διαθέσεις τῶν ἀνθρώπων.
 Ὁ Πέτρος τόν ἀρνεῖται. 
Οἱ Μαθηταί τόν ἐγκαταλείπουν.
 Ὁ Ἰούδας τόν προδίδει καί πνίγεται. 
Ὁ Πιλᾶτος ἀποφεύγει (νομίζει) τίς εὐθύνες μέ 
τό πλύσιμο τῶν χεριῶν του. 
Ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος ἀποκαλύπτονται καί τόν κηδεύουν. 
Οἱ Ἰουδαῖοι θά δώσουν ἀργύρια στούς στρατιῶτες, γιά νά
 ἀποκρύψουν τήν Ἀνάσταση.
Ἡ δεύτερη προφητεία:
 Καί σοῦ δέ αὐτῆς τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία. 
Ἀλλά καί τήν δική σου καρδιά, Παναγία μου, θά τήν διαπεράσει
 δίκοπο μαχαίρι. Κι᾿ ἐσύ ἔχεις νά πιεῖς πικρό ποτήρι, θά πονέσεις 
καί θά πικραθεῖς. Αὐτό συνέβει πολλές φορές στήν Παναγία. 
Ὅταν ἔφυγαν μέ ἀγωνία στήν Αἴγυπτο, γιά νά ἀποφύγουν τά
 μαχαίρια τοῦ Ἡρώδη, ὅταν τόν κατηγοροῦσαν συνέχεια οἱ
 φαρισαῖοι. Ὅμως κυρίως καί πρό πάντων πόνεσε ἡ Παναγία, 
ὅταν εἶδε τόν Χριστό ἐπάνω στό σταυρό. Τότε ἦταν πού 
σχίσθηκε ἡ καρδιά της καί ἔγινε κομμάτια.
Ἡ Παναγία εἶναι ἡ πονεμένη μητέρα. Ὅταν ἐμεῖς συναντοῦμε 
 προβλήματα καί θλίψεις στή ζωή μας μή παραπονούμεθα,
 μή γογγύζουμε καί δυσανασχετοῦμε. Πιό πολύ καί ἐντελῶς 
ἄδικα πόνεσε καί πικράθηκε ἡ Παναγία. Ἐμεῖς, ἄν
 δυσκολευώμαστε, γίνεται ἐξ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας.
 Ἡ ἁμαρτία, πού διαπράττουμε, ἔχει μέσα της τό δηλητηριῶδες
 κεντρί τοῦ πόνου.
Τέλος ὁ σαραντισμός, πού γίνεται σήμερα, ἔχει ἀρχή καί βάση
 τήν ὑπαπαντή τοῦ Κυρίου. Εἶναι καθαρισμός τῆς γυναίκας καί 
εὐχαριστία πρός τόν Θεό. Σαράντα ἡμέρες μετά πού θά
 γεννήσει ἡ μητέρα καί ἀφοῦ καθαρίσει ἀπό τά κατάλοιπα
 τῆς γέννας, καθαρή καί λουσμένη παίρνει τό παιδί καί τό
 πηγαίνει στήν Ἐκκλησία, γιά νά τό προσφέρει στό Θεό. 
Ἐμεῖς τό προσφέρουμε στό Θεό, ἀλλά ὁ Ἱερεύς μᾶς 
τό δίνει πάλι πίσω, γιά νά τό μεγαλώσουμε ὅπως θέλει ὁ Θεός.
 Ὅποιος δέν τό κάνει, θά εἶναι ὑπεύθυνος καί ὑπόλογος στό θεό.
 Λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ὅτι αὐτούς τούς γονεῖς 
σαν ἐγκληματίες θά τούς καταδικάσει ὁ Θεός. Μή λησμονοῦμε,
 ὅτι εἴμαστε συνεργοί Θεοῦ, ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος. 
Συνεργοί καί στήν γέννηση νέων ἀνθρώπων, ἀλλά 
συνεργοί καί στήν καλή διαπαιδαγώγηση.
Ἀφοῦ ἐτέλεσαν ὅλα ὅσα προέβλεπε ὁ Νόμος, ἡ Παναγία
 μέ τόν Χριστό καί τόν Ἰωσήφ γύρισαν πίσω στήν πατρίδα 
τους. Ἐκεῖ μεγάλωνε καί προέκοπτε σέ ἡλικία καί σοφία 
καί σιγά-σιγά, ἀνάλογα μέ τήν ἡλικία, φαινόταν ἡ σοφία πού 
ὁ Χριστός εἶχε. 
Ἔτσι πρέπει κι᾿ ἐμεῖς νά ζοῦμε, πάντοτε σύμφωνα μέ τό θεῖο θέλημα.
 Νά προκόπτουμε πνευματικά, νά φτάσουμε στό μέτρο ἡλικίας 
τοῦ πληρώματος τοῦ Χριστοῦ. Μή συγκρίνουμε τούς ἑαυτούς μας
 μέ ἄλλους ἀνθρώπους. Δέν εἶναι τό μέτρο μας αὐτοί.
Ἔλεγε ὁ μακαριστός π. Παΐσιος, ἐάν συγκρίνω τόν 
ἑαυτό μου μέ τούς ἄλλους ἀνθρώπους, νομίζω πώς κάτι 
εἶμαι καί αὐτό μέ ἀναπαύει. Ἄν ὅμως συγκρίνω τόν ἑαυτό
 μου μέ τούς ἁγίους ἤ μέ τόν Χριστό, τότε διαπιστώνω, 
ὅτι εἶμαι τενεκές.
Νά κοιτάξουμε λοιπόν νά προοδεύσουμε κατά Θεόν, 
γιά νά ἐπιστρέψουμε στήν ἀληθινή πατρίδα μας, πού 
εἶναι ὁ οὐρανός.
 Ἀμήν.-

Η Υπαπαντή του Κυρίου -π. Χρήστος Πιτυρίνης


Η Υπαπαντή του Κυρίουήμερα η εκκλησία μας εορτάζει την Υπαπαντή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τότε που τον δέχθηκε στις αγκαλιά του ο δίκαιος Συμεών. Η εορτή της Υπαπαντής είναι δεσποτική εορτή, εορτή δηλαδή που είναι αφιερωμένη στο Δεσπότη Χριστό. Όταν πέρασαν σαράντα ημέρες από την γέννηση του Ιησού Χριστού, η Παναγία Μητέρα του και ο δίκαιος Ιωσήφ, σύμφωνα με την διάταξη του παλαιού νόμου, τον πρόσφεραν στο ναό.

Ο νόμος όριζε για τη μητέρα ότι σαράντα ημέρες
 μετά τη γέννηση έπρεπε να παρουσιαστεί στο ναό
 για να καθαριστεί, και για το πρωτότοκο αρσενικό
 παιδί ότι έπρεπε να αφιερωθεί στο Θεό. 
Το συναξάριο της σημερινής εορτής είναι ευαγγελικό,
 ότι δηλαδή ξέρουμε και μπορούμε να πούμε για την
 Υπαπαντή του Κυρίου μας το διηγείται το ιερό ευαγγέλιο.
 Στο δεύτερο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του, με πληροφορίες 
που θα πρέπει να είχε από την Υπεραγία Θεοτόκο, 
ο ευαγγελιστής Λουκάς μας διηγείται και μας περιγράφει
 ότι συνέβη στο ναό εκείνη την ημέρα.
Γι’ αυτό το καλύτερο που έχουμε τώρα είναι να επαναλάβουμε
 το ευαγγελικό κείμενο στη δική μας γλώσσα. Ο ευαγγελιστής
 Λουκάς που η παράδοση τον θέλει να ήταν ζωγράφος, είναι
 πραγματικά ζωγράφος στη διήγηση και περιγραφή των γεγονότων
 της ιερής ιστορίας. Όταν συμπληρώθηκαν  οι ημέρες του
 καθαρισμού, λέει το ευαγγέλιο, σύμφωνα με το νόμο του Μωϋσή, 
ο Ιωσήφ και η Μαρία έφεραν τον Ιησού στα Ιεροσόλυμα για να τον 
παρουσιάσουν στο Κύριο, καθώς είναι γραμμένο στο νόμο, ότι
κάθε αρσενικό που ανοίγει μήτρα θα αφιερωθεί στον Κύριο,
 για να προσφέρουν θυσία, σύμφωνα πάλι με το νόμο Κυρίου,
 ένα ζευγάρι τρυγόνια ή δυο μικρά περιστέρια.
Οι ημέρες του καθαρισμού, για τις οποίες λέει εδώ το ιερό 
κείμενο του ευαγγελίου, είναι σαράντα ημέρες μετά τη γέννηση 
του παιδιού. Ο σκοπός της παρουσίασης στο ναό ήταν διπλός, 
ο καθαρισμός της μητέρας και η αφιέρωση του παιδιού. Ήταν
 τότε στα Ιεροσόλυμα ένας άνθρωπος που λεγότανε Συμεών, 
και ο άνθρωπος αυτός ήταν δίκαιος και ευλαβής και 
περίμενε την εκπλήρωση των επαγγελιών του Θεού για τον
 Ισραήλ. Ήταν επάνω του το Άγιο Πνεύμα και του είχε προφητευθεί 
πως δεν θα πεθάνει αν δεν δει το Χριστό, και με φωτισμό του Αγίου 
Πνεύματος ήλθε στο ναό.
Όταν οι γονείς έφεραν το παιδί Ιησού για να εκτελέσουν γι’ αυτόν
 τα έθιμα του νόμου, τότε ο Συμεών τον πήρε στην αγκαλιά του, 
ευλόγησε το Θεό και είπε «Τώρα Δέσποτα, πάρε με ειρήνη τον
 δούλον σου, σύμφωνα με το λόγο σου, γιατί είδα με τα μάτια
 μου τη σωτηρία σου, που ετοίμασες για όλους τους λαούς
 το φώς που θα φωτίσει τα έθνη και δοξάση το λαό σου τον
 Ισραήλ». Κι ενώ ο Ιωσήφ και η Μαρία θαύμαζαν για όσα 
λέγονταν για τον Ιησού, ο Συμεών τους ευλόγησε και είπε 
στη Μαριάμ «Αυτός είναι προωρισμένος για να πέσουν και 
για να ανυψωθούν πολλοί ανάμεσα στον Ισραήλ, και
 αυτός θα είναι πρόσωπο αντιλογίας, για να φανερωθεί τι
  σκέφτονται πολλοί μέσα τους, αλλά και τη δική σου ψυχή 
θα περάσει μαχαίρι».
Ήταν εκεί και κάποια προφήτισσα Άννα, θυγατέρα του Φανουήλ
 από τη φυλή του Ασήρ. Αυτή ήταν σε πολύ προχωρημένη ηλικία. 
Είχε ζήση επτά χρόνια και ογδόντα τέσσερα χρόνια ύστερα, ως χήρα,
 δεν έφευγε από το ναό, αλλά σε προσευχές και νηστείες λάτρευε
 μέρα-νύχτα το Θεό. Παρουσιάστηκε λοιπόν εκείνη την ώρα,
 δοξολογούσε το Θεό και μιλούσε για το παιδί σ’ όλους
 που περίμεναν λύτρωση της Ιερουσαλήμ.
Δεν μπορούμε να προσθέσουμε τίποτα στη διήγηση του Ευαγγελιστή
 Λουκά και δεν θέλουμε να σχολιάσουμε ούτε την προσευχή ούτε 
τα προφητικά λόγια του πρεσβύτη Συμεών για τον Ιησού Χριστό.
 Ο Ιησούς Χριστός αγαπητοί μου αδελφοί συμμορφώθηκε προς
 το νόμο και υποβλήθηκε η Παναγία στις διατάξεις του καθαρισμού,
 για να φανεί πως όλοι χωρίς εξαίρεση οφείλουμε να εκτελούμε
 με ταπεινό φρόνημα ότι εντέλλεται ο Θεός και  ότι ορίζει η Εκκλησία
 μας. Αμήν    

Περί Ιερωσύνης και Θείας Λειτουργίας,π. Στέφανος Αναγνωστόπουλος








Για την Υπαπαντή του Κυρίου έχουμε μιλήσει πολλές φορές, και τονίσαμε ιδιαίτερα τον Άγιο Συμεών το Θεοδόχο, ο οποίος είχε την ειδική ευλογία και χάρη από τον Θεόν, να υποδεχτεί στην αγκαλιά του το Θείο Βρέφος, τότε, ως ιερεύς στο Ναό του Σολομώντος.
Εμάς, δεν μας ενδιαφέρει ο ιερεύς της Παλαιάς Διαθήκης, αλλά ο ιερεύς της Νέας. Ιερέας και η ιεροσύνη της Νέας Διαθήκης. Ο σημερινός κληρικός παντός βαθμού. Μας ενδιαφέρει ο ιερεύς, που φέρει την ιεροσύνη του Χριστού και είναι διάδοχος των Αποστόλων. Χωρίς την ιεροσύνη, χωρίς τον φτωχό παπά με τα άγια μυστήρια, δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε ένα βήμα στην πνευματική μας ζωή.
Η αγία πείρα και οι μυστικές εμπειρίες αν υπάρχουν από έναν πνευματικό ιερέα ή έναν καταξιωμένο λειτουργό του Υψίστου, είναι αυτές που θα μας οδηγήσουν με ασφάλεια στο δρόμο της σωτηρίας εφόσον βέβαια και μεις κάνουμε υπακοή και εις τον ιερέα, τον πνευματικό, και εις το Άγιον Ευαγγέλιο.
Η ιεροσύνη από μόνη της είναι ένα θαύμα, είναι θαύμα θαυμάτων, που κάνει τον ιερέα φλογερό προφήτη, λειτουργό θεϊκού πυρός, μέσα σ’ έναν κόσμο διεστραμμένο, κακόβουλο, μοχθηρό και άπιστο.
Η Θεία Λειτουργία μεταβάλει τον παππούλη σε άγγελο της Αναστάσεως και ζωής, σε ελπίδα και βεβαιότητα Αναστάσεως μέσα σε αυτήν την φρικτή κοιλάδα του Ιωσαφάτ, των δακρύων και του πόνου, της αμαρτίας και του θανάτου.
Και επειδή τόνισα την λέξη «Ανάσταση», θυμήθηκα τον πατέρα Ιάκωβο, που ευρίσκετο στον Όσιο Δαβίδ Ευβοίας, που είχα την τιμή να γνωρίσω προσωπικά, όπως και ο ίδιος μας διηγείτο, παρουσία της πρεσβυτέρας, του πατρός Λουκά του μοναχού του Φιλοθεΐτου και άλλων επισκεπτών, μας έλεγε λοιπόν για ένα Αναστάσιμο βράδυ που πήγε στη σπηλιά του Αγίου Δαβίδ, για να ψάλει το «Χριστός Ανέστη» με αναμένη την αναστάσιμη λαμπάδα του. Μπήκε μέσα και αμέσως μαζεύτηκαν χιλιάδες σκορπιοί. Πρώτα πρώτα μαύρισαν τη βραχώδη οροφή και στη συνέχεια κάτω στο δάπεδο. Από πάνω έπεφταν κατά εκατοντάδες προς τα κάτω. Μαζεύονταν γύρω του απειλητικοί και παρόλο που ήτο όπως μας είπε λίγο δειλός, πήρε θάρρος, έγινε γίγαντας και διέταξε τους σκορπιούς να παραμερίσουν, να παραμένουν στις θέσεις τους ακίνητοι πλέον, και να θαυμάσουν και αυτοί ως κτίσματα που ήσαν του Αγίου Θεού διά του Λόγου, να θαυμάσουν το «Χριστός Ανέστη». Στην τρίτη φορά που έψαλε το «Χριστός Ανέστη», ανοίχτηκε δρόμος και έφυγε δοξάζοντας τον Θεόν, ενώ από το βάθος της χαράδρας ακούγονταν να απομακρύνονται τα λυσασμένα ουρλιαχτά των δαιμόνων. Είναι αυτός που πολλές φορές είδε τις αμαρτίες των χριστιανών, να βγαίνουν από τα στόματά τους με μορφή φιδιών κατά την διάρκειαν της Ιεράς Εξομολογήσεως. Αυτό το απαίσιο θέαμα το έχουν δει και άλλοι ιερείς καταξιωμένοι εξομολόγοι. 

Στον ιερέα χριστιανοί μου ειπώθηκε από τον Απόστολο Παύλο, απευθυνόμενος στον Τιμόθεο «Κήρυξον τον λόγον, επίσθητι, κακοπάθησον, έργον ποίησον Ευαγγελιστού, την ιερατική σου διακονία πληροφόρησον», και άλλα. Σ' αυτόν είπε ο Θεός δια του προφήτου «υιέ ανθρώπου, ως σκοπόν και φύλακα σε κατάστησα επί τον οίκον μου.» Για να στέκεσαι άγρυπνος φύλακας και φρουρός στο λογικό μου ποίμνιο, όπως ο τσομπάνος στα πρόβατά του, και να μην επιτρέπεις ακόμα και με θυσία της ζωής σου, τους βαρείς λύκους να μπουν ανάμεσα στις λογικές ψυχές και καταξεσκίσουν την Ορθόδοξη Εκκλησία ή με αιρέσεις, ή με κρατικούς νόμους αντιθρησκευτικούς και αντιδογματικούς.

Να αναφερθώ όμως και σε κάποιον άλλον καταξιωμένο κληρικό, άγιο.
Κάποτε μια γυναίκα πήγε να εξομολογηθεί στον πατέρα Γεώργιο Καρσλίδη από τη Σίψα Δράμας, ένα νεοφανή άγιο όπως πιστεύω, τον οποίον είχα την τιμή να γνωρίσω, την ώρα που εξομολογείτο και έλεγε διάφορα, κρατούσε όμως όπως διαπίστωσε απ' τους δισταγμούς της, τα πιο σοβαρά θανάσιμα αμαρτήματα. Γιατί έβλεπε κάποια φιδάκια να βγαίνουν απ' το στόμα της και εν συνεχεία να αποσύρονται πάλι προς τα μέσα. Εκείνη την ώρα παρουσιάστηκε μέσα στο εξομολογητήριο μια ενοχλητική μυίγα. Της λέγει λοιπόν της κυρίας αυτής, η οποία ήτο μορφωμένη γυναίκα, και δασκάλα για κείνη την εποχή.
-«Σκότωσέ τη», είπε στη δασκάλα να σκοτώσει τη μυίγα.
Εκείνη πράγματι τη σκότωσε. Ύστερα της ξαναλέγει επιτακτικά.
-«Τώρα ξαναδώστης ζωή, και να την κάμεις να πετάξει».
-«Μα δε γίνεται αυτό παπά», απάντησε εκείνη, και έκπλήκτη μαζί, «αυτό είναι αδύνατο, τελείως αδύνατο, δε γίνεται πάτερ μου, τι μου λέτε τώρα».
Και ο πατήρ Γεώργιος απάντησε ως εξής.
-«Μα τότε δυστυχισμένη, πώς σκότωσες, πώς σκότωσες εσύ, με τα ίδια σου τα χέρια δια μέσου των εκτρώσεων, τα ίδια σου τα σπλάχνα, μια δυο τρείς, επτά φορές; Μπορείς αυτά να τα ξαναδώσεις ζωή; Με ποιό δικαίωμα τη στέρησες αυτή τη ζωή, και με ποιό δικαίωμα στέρησες αυτά απ' το άγιον Βάτισμα;»
-«Μα δεν μπορούσα να τα ζήσω πάτερ», απάντησε εκείνη, συντετριμμένη και κλαίουσα με το κεφάλι προς τα κάτω.
-«Ε, τότε καλύτερα να τα έπαιρνε ο Θεός με το δικό του τρόπο, παρά που τα σκότωσες εσύ», απάντησε ο πατήρ Γεώργιος, ο Όσιος Γεώργιος και έπεσε βαρύς, πολύ βαρύς ο κανόνας.
Να μείνει ακοινώνητη για είκοσι χρόνια. Δεύτερον, να ντυθεί με κουρέλια, και να ζητιανεύει κάθε καλοκαίρι για δυό μήνες σε επτά χωριά, χωρίς να αφήσει πόρτα ακτύπητη. Και τα λεφτά που θα μαζέψει να τα δώσει στο γηροκομείο της Δράμας, το οποίο για κείνη την εποχή ήτο σε αθλία κατάσταση. 

Δεν είναι εξωπραγματικά αυτά. Όποιος θέλει να δει την αγιότητα του αγίου αυτού ανδρός, αλλά και το πόσο αυστηρά εστέκετο, στη συγκεκριμμένη αμαρτία των εκτρώσεων, ή στην αμαρτία της μαγείας, δεν μπορείτε παρά να διαβάσετε το βιβλίο που αναφέρεται στο βίο του.

Σας αναφέρω επίσης άλλα δύο περιστατικά από την αγιότητά του, όπως μας τα περιγράφει η Ευθυμία Ανανιάδου. Και τα δυό αναφέρονται όταν τελούσε Θεία Λειτουργία στο εκκλησάκι του. Στο πρώτο, όταν λειτουργούσε κάποια στιγμή, βγαίνει από το ιερό, από το Άγιον Βήμα, ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, τον οποίον ο πατήρ Γεώργιος ευλαβείτο πολύ, και του οποίου το ιερό σκήνωμα όπως είναι γνωστόν, βρίσκεται στη Νέα Καρβάλη, έξω απ' την Καβάλα. Και άρχισε να θυμιατίζει το μικρό ναό, μέσα σε λάμψη πολλή, δορυφορούμενος από αγγέλους, οι οποίοι συνόδευαν και συνέψαλλαν, τις ψάλτριες, τις γυναικούλες εκείνες εκεί, την κυρία Ευγενία και κάποιες άλλες, τη μάνα Ευγενία όπως την έλεγε ο πατήρ Γεώργιος, που έψαλαν εκείνη τη στιγμή το «Άξιον Εστί», διότι το θυμιάτισμα του Γρηγορίου είχε αρχίσει μετά το «Εξαιρέτως της Παναγίας Αχράντου». Και έτσι συνόδευαν και συνέψαλλαν οι άγγελοι με τοις ουράνιες αγγελικές φωνούλες τους το «Άξιον Εστί». Τελειώνοντας ο ύμνος, τελείωσε και το θυμιάτισμα του Αγίου Γρηγορίου, έσβησε σιγά σιγά η ολόλαμπρη εκείνη φωτοχυσία, χάθηκαν οι άγγελοι, μπήκε μέσα στο Άγιον Βήμα ο Άγιος Γρηγόριος, και συνήλθε από την κατάπληξη, το θαυμασμό και το δέος, η κυρία Ευθυμία Ανανιάδου, από την φωνή του πατρός Γεωργίου που συνέχισε τις εκφωνήσεις.

Το δεύτερο γεγονός όπως μας το περιγράφει η ίδια, αναφέρεται στο πώς είδε κάποτε, και όχι μια φορά, λειτουργούντα τον πατέρα Γεώργιο λέγοντάς του.
Πάτερ μου ξέρεις τι λάμψη έχεις επάνω σου; Σαν τον ήλιο λάμπεις. Και έτσι φώτιζες και σ' ολόκληρη τη Θεία Λειτουργία.
Την φωτεινότητα και την λαμπρότητα του προσώπου του, την έβλεπαν όλοι οι εκκλησιαζόμενοι, έστω και αν ήσαν ελάχιστοι. Τότε αυτός απάντησε.
«Παιδί μου, εγώ δεν είμαι άξιος για τέτοια πράγματα. Απλώς στη Θεία Λειτουργία ευρίσκετο ο ίδιος ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Το Θείο Φώς του Κυρίου χτυπούσε πάνω μου, και αυτό στη συνέχεια ανταλακλούσε και σε σας».
Και πως μπορεί να μην ήταν παρών ο ίδιος ο Κύριος, αφού το ψωμί και το κρασί μεταβάλλεται σε Σώμα και Αίμα Του; Και προσφέρεται εις όλους μας, εις άφεσιν αμαρτιών, εις ζωήν αιώνιον; 


Πράγματι χριστιανοί μου, το Θείο Φώς δεν διέφερε απ' το άκτιστον Θαβώρειον φως της Θείας Μεταμορφώσεως. Έτσι είναι μερικοί από τους λειτουργούς του Υψίστου. Όλοι φως. Ολόκληροι λάμπουν από φως. Άλλωστε υπάρχει και μια μαρτυρία ας το πούμε τρόπον τινά του Κυρίου και παρότρυνσις ταυτόχρονα, η οποία μας λέγει τα εξής. «Υμείς εστέ το φως του κόσμου, ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων». Και ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ονομάζει τον κάθε ιερέα λύχνον της Εκκλησίας.

Αυτό το μεγαλείον του φωτεινού υπουργήματος της ιεροσύνης, και την ανυπέρβλητη αξία του ιερέως, μας την παρουσιάζει με κάποιες συγκρίσεις ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός λέγοντας. Αν συναντήσεις στο δρόμο σου έναν βασιλιά και έναν φτωχό παπά, που μπορεί και τα ράσα του να είναι μπαλωμένα, πρώτα θα τρέξεις και θα φιλήσεις το χέρι του παπά, κι ύστερα θα χαιρετήσεις τον βασιλιά. Κι αν συναντήσεις έναν ιερέα μαζί μ' έναν άγγελο, πρώτα θα φιλήσεις και θα ασπασθείς το χέρι του ιερέως, και ύστερα το του αγγέλου. Αυτό που κάνει ο ιερεύς, δεν το κάνουν όλοι οι άγγελοι μαζί. Εγώ αισθάνομαι την ανάγκη, συνεχίζει ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, μα και το χρέος, σα συναντήσω κάποιον ιερέα, χωρίς να εξετάσω ποιός είναι, να σκύψω, να του φιλήσω και τα δυό του τα χέρια, και να τον παρακαλέσω να ικετεύσει το Θεό για τις αμαρτίες μου. Να τον παρακαλέσω ακόμα να με μνημονεύει σε κάθε Θεία Λειτουργία, διότι όλος ο κόσμος να υψώσει τα χέρια και να παρακαλέσει τον Θεόν, δεν μπορούν όλοι αυτοί οι άνθρωποι, όσο άγιοι και αν είναι, να κάμουν μια Θεία Λειτουργία και να τελειώσουν τα Άχραντα Μυστήρια. Ενώ ένας ιερέας, ακόμα και ο πιό αμαρτωλός, μπορεί να τα τελειώσει πάντοτε, με τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, που πήρε στη χειροτονία.
Αυτά μας είπε ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, και νομίζω ότι τα τόνισα και γω, στην αρχή του πρώτου κηρύγματος.

Μπορεί ένας ιερεύς να είναι αμαρτωλός, αλλά αυτός συγχωρεί των ανθρώπων τις αμαρτίες, και «όσα ιερεύς κάποτε τελεί εκ των άνωθεν ο Θεός επικαιρεί», επισημαίνει ο Ιερός Χρυσόστομος. Έτσι αναβαπτίζει τους χριστιανούς στη μετάνοια, και τους εισάγει πάλι στον Παράδεισο. Είναι δούλος. Και δούλου μορφήν φέρει, αλλ’ ο Κύριος του ουρανούς και της γής, ο Κύριος ο Παντοκράτωρ, ο Θεός Λόγος, τον υπακούει στις αγιαστικές του πράξεις.
Το ακούσαμε καλά αυτό; Δηλαδή κάνει ο Θεός υπακοή στον ιερέα;
Ναι κάνει. Διότι όταν λέγει ο ιερεύς «Κύριε αγίασον το ύδωρ τούτο», Κύριος ο Θεός το αγιάζει. Και όταν του λέγει «κάμε αυτό το ψωμί Σώμα Σου, και αυτό τα κρασί Αίμα Σου», ο Κύριος το κάνει. Και όταν του λέγει «στεφάνωσον αυτόν τον άνδρα μ' αυτή τη γυναίκα», ο Κύριος κάνει υπακοή και τους στεφανώνει. Το ίδιο συμβαίνει και στα υπόλοιπα των αγίων μυστηρίων.

Χριστιανοί μου, ο ιερεύς, δεν είναι ο νεκροθάφτης, που κουβαλά τους νεκρούς ανθρώπους και τους θάβει στη μητέρα γή, αλλά ο καλός Σαμαρείτης, ο παιδαγωγός εις Χριστόν, ο αναμορφωτής των ψυχών, ο προφήτης, ο Απόστολος, ο Ευαγγελιστής, ο Μέγας θεόπτης. Είναι εκείνος που οδηγεί ως καλός ποιμένας τα λογικά του πρόβατα στην ουράνια ποίμνη, βάζοντας σε κίνδυνο και την ψυχή του ακόμη, υπέρ των προβάτων. Είναι εκείνος που παίρνει τις ψυχές και δια μέσου των αγίων μυστηρίων τις εισάγει στην Βασιλεία των Ουρανών. Είθε να δώσει ο Πανάγιος Θεός διά μέσου των ευσεβών ιερέων, των λειτουργών του, που δεν λείπουν ακόμα και στις ημέρες μας, να αξιώνει όλους εμάς να μπούμε στον Παράδεισο και με την προσωπική μας μετάνοια, με τα έργα της μετανοίας μας, με τη συντριβή μας, με την υπακοή μας στο άγιον θέλημά Του, με τη φλογερή μας πίστη, και με την ελπίδα στη Σταυρική Του Θυσία
Αμήν

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...