Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 04, 2012

Το μυστήριο της εξόδου της ψυχής από το σώμα



Ο θάνατος ονομάζεται στην παράδοση της Εκκλησίας μυστήριο. Και πραγματικά
 είναι μυστήριο όχι με την έννοια των μυστήριων, δια των οποίων μετέχουμε
 της  ακτίστου Χάριτος του Θεού, αλλά από την άποψη ότι κατά την ώρα του
 θανάτου και μετά από αυτόν γίνονται μυστήρια πράγματα, τα οποία δε
ν μπορεί να συλλάβη η λογική του ανθρώπου από τώρα.
Πέρα από αυτό, το μυστήριο του....
θανάτου έγκειται στο ότι διασπάται η ενότητα ψυχής και σώματος...


 Γνωρίζουμε καλά από την διδασκαλία της Εκκλησίας μας ότι υπάρχει στενή 
σχέση και μεγάλη ενότητα μεταξύ ψυχής και σώματος. Η ένωση αυτή έγινε 
με την δημιουργία του ανθρώπου, αμέσως με την σύλληψή του στην κοιλία 
της μητέρας του και συνεχίζεται μέχρι την ώρα του θανάτου. Ο άνθρωπος
 είναι ψυχοσωματικό ον, πού σημαίνει ότι η ψυχή δεν αποτελεί τον όλον
 άνθρωπο, αλλά ούτε και το σώμα συνιστά τον όλον άνθρωπο. Έτσι, λοιπόν,
 την στιγμή κατά την οποία, λόγω του θανάτου, χωρίζεται η ψυχή 
από το σώμα γίνονται μυστηριώδη πράγματα. Η ψυχή δεν ζούσε 
πριν την δημιουργία του σώματος, γι'; αυτό και δεν θέλει να ζήση
 χωρίς αυτό. Η έξοδος της ψυχής από το σώμα γίνεται βιαίως, και 
αυτό είναι το μυστήριο του θανάτου. Εμείς, βέβαια, θεωρούμε ότι το
 μυστήριο του θανάτου είναι φοβερό, γιατί διασπά την ενότητα μεταξύ
 των αγαπημένων, γιατί χάνουμε ένα αγαπητό μας πρόσωπο. 
Και αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια, πού την ζουν εκείνοι πού έχασαν 
τα αγαπητά τους πρόσωπα. Αλλά δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι το 
φοβερό του θανάτου είναι ότι επέρχεται αυτός ο χωρισμός της
 ψυχής από το σώμα.
Την αλήθεια αυτήν την βλέπουμε καθαρά σε ένα τροπάριο,
 πού ψάλλεται κατά την εξόδιο ακολουθία και είναι γραμμένο 
από τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Λέγεται:«Όντως φοβερώτατον
 το του θανάτου μυστήριον, πώς ψυχή εκ του σώματος βιαίως χωρίζεται
 εκ της αρμονίας, και της συμφυΐας ο φυσικότατος δεσμός, θείω
 βουλήματι αποτέμενεται».
Εδώ παρουσιάζονται μερικές μεγάλες αλήθειες.
Η μία, ότι υπάρχει στενός και φυσικότατος δεσμός μεταξύ ψυχής
 και σώματος και μεγάλη αρμονία. Η δεύτερη αλήθεια, ότι αυτή η 
σχέση διασπάται βιαίως. Και αυτό το βίαιο συνιστά το φοβερό μυστήριο
 του θανάτου. Γι'; αυτό, όπως θα δούμε πιο κάτω, η ψυχή τρέμει και δειλιά. 
Η τρίτη αλήθεια, ότι αυτή η διάσπαση γίνεται με την βούληση του Θεού. 
Βέβαια, δεν είναι ο Θεός αίτιος του θανάτου, αλλά ο Θεός επέτρεψε 
να έλθη στην ζωή του ανθρώπου, αφού τίποτε δεν γίνεται στον κόσμο 
χωρίς το θέλημά Του.



 Όπως και ο ίδιος ο Χριστός, έτσι και η Παναγία ΔΕΝ απέφυγε το θάνατο. 
Όμως γι' αυτούς, αλλά και για κάθε χριστιανό, ο θάνατος δεν 
έχει πια καμιά δύναμη. Αφηνόμαστε στα χέρια του Χριστού & 
ΔΕ ΦΟΒΟΜΑΣΤΕ. Ο φόβος οφείλεται στο ότι συνεχώς κάνουμε αμαρτίες.
 "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον 
ΑΜΑΡΤΩΛΟ" λοιπόν...                                                        
 Έτσι, λοιπόν, η ώρα του θανάτου είναι φοβερή για κάθε άνθρωπο. 
Το φοβερό του θανάτου δεν έγκειται ακόμη στο ότι εγκαταλείπουμε
 αυτόν τον κόσμο, με τον οποίο είχαμε δεθεί, αλλά στο ότι αρχίζουν
 να ενεργούν διάφορα μυστήρια, τα οποία προηγουμένως με την 
παχύτητα των αισθητηρίων οργάνων του σώματος δεν μπορούσαμε
 να αντιληφθούμε. Τον κρίσιμο εκείνο καιρό ο άνθρωπος, χωρίς 
να το έχει προγραμματίσει, καταλαβαίνει πολύ καλά τον εαυτό του.
 Παρουσιάζεται μπροστά του ολόκληρη η ζωή, πού έχει ζήσει, σαν
 κινηματογραφική ταινία. Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης θα πή ότι οι 
υπερήφανοι, πού νόμιζαν ότι ήταν απαθείς, «την οικείαν πενίαν εν
 εξόδω εωράκασιν». Δηλαδή, οι υπερήφανοι βλέπουν τότε την
 εσωτερική πνευματική τους πτώχεια. Πόσο μάλλον όσοι έχουν
 εμπλακή σε πολλές άλλες πράξεις, πού διαπράττονται με τις 
δυνάμεις της ψυχής και του σώματος. Ένας σύγχρονος Γέροντας 
λέγει ότι κατά την ώρα του θανάτου θα δη κανείς και την παραμικρή 
πράξη πού έκανε στην ζωή του, όπως βλέπει σε κλάσματα 
δευτερολέπτου κάποια μικρή ακαθαρσία μέσα σε ένα ποτήρι νερό.
Ο φόβος όμως προ του μυστηρίου του θανάτου έγκειται στο ότι αρχίζει
 μια καινούρια ζωή για τον άνθρωπο. Και, φυσικά, αυτό συνδέεται και
 με την αιώνια κατάσταση της ψυχής και του σώματος του. Κατά τον 
όσιο Θεόγνωστο η ώρα του θανάτου είναι μια νέα γέννηση, αφού, 
ο άνθρωπος, ιδίως ο δίκαιος, εξέρχεται, σαν από κάποια άλλη
 δεύτερη μήτρα σκοτεινή και πορεύεται προς τα άυλα και φωτεινά. 
Γι'; αυτό συνιστά ότι ο άνθρωπος πρέπει να χαίρεται, επειδή
 διαπορθμεύεται δια του θανάτου προς τα ελπιζόμενα αγαθά. 
Παράλληλα όμως συνιστά να είναι προσεκτικός «δια τους
 κύκλω περιπατούντας ασεβείς δαίμονας», οι οποίοι επιδιώκουν
 μέχρι την τελευταία στιγμή να τον βλάψουν. Έτσι,
 ο άνθρωπος πρέπει να χαίρεται, γιατί οδηγείται στην απόλαυση
 των αιωνίων αγαθών, αλλά και να νήφη, να είναι προσεκτικός
 για το άδηλο του μέλλοντος, λόγω της τρεπτότητός του.

Μυστηριώδεις εμπειρίες πριν το θάνατο

Είναι πολύ χαρακτηριστικό να λεχθεί ότι όχι μόνο μετά την έξοδο
 της ψυχής από το σώμα, αλλά και όταν πλησιάζει ο καιρός
 να εξέλθει η ψυχή, κατά την μαρτυρία αγίων ανθρώπων,
 ο άνθρωπος βιώνει διάφορες εμπειρίες. Επειδή ζει σε οριακό σημείο,
 γι'; αυτό δικαιολογούνται όλες αυτές οι καταστάσεις. Δηλαδή, 
μπορεί να δη οπτασίες αγίων ανθρώπων, φως θεϊκό κ.λ.π. αλλά και
 οπτασίες δαιμόνων, οι οποίοι προσπαθούν να τον φοβίσουν περισσότερο 
και να τον κατάσχουν. Μέσα στην φιλανθρωπία του Θεού εντάσσεται και
 το γεγονός ότι οι δίκαιοι βλέπουν οπτασίες αγίων ανθρώπων,
 ώστε, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Διάλογος, να μη δειλιάσουν
 με την έλευση του θανάτου βλέποντας με ποιους πρόκειται να είναι
 συμμέτοχοι, και έτσι «εκ του δεσμού της σαρκός άνευ πόνου και 
φόβου απολυθώσι». Και εδώ φαίνεται αυτό πού λέγαμε προηγουμένως,
 ότι δημιουργείται πόνος από τον χωρισμό και δι'; αυτού του τρόπου
 διασκεδάζονται και οι φόβοι και η δειλία.
Αναφέρεται από τον άγιο Γρηγόριο Διάλογο η περίπτωση μιας Ταρσίλας,
 η οποία, κατά τον καιρό της εξόδου της και ενώ βρίσκονταν πολλοί
 άνθρωποι πλησίον της, είδε τον Ιησού ερχόμενον. Τότε με μεγάλη προθυμία
 και κραυγή έλεγε σε όλους τους παρευρισκομένους: «απόστητε, απόστητε,
 ο Ιησούς έρχεται». Και βλέποντας αυτήν την θεωρία εξήλθε η ψυχή
 της από το σώμα. Αναφέρεται επίσης από τον ίδιο άγιο ότι κάποια γυναίκα, 
ονομαζόμενη Μούσα, πριν εξέλθη η ψυχή της, είδε την Θεοτόκο πού 
ερχόταν προς αυτήν. Τότε με βλέμμα κατακόκκινο από ντροπή και σεβασμό,
 και φωνή πραότατη αποκρίθηκε: «Ιδού Κυρία έρχομαι· ιδού Κυρία έρχομαι».
 Και με αυτόν τον τρόπο παρέδωκε το πνεύμα της.
Ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος θα πη: «Όταν εξέλθει εκ του σώματος ψυχή
 ανθρώπου μυστήριον τι μέγα επιτελείται». Αυτά τα μυστήρια αρχίζουν 
να ενεργούνται όταν η ψυχή ετοιμάζεται για την έξοδο.




Δεν συμβαίνουν μυστήρια πράγματα μόνον πριν την έξοδο, αλλά και 
κατά την διάρκεια πού η ψυχή εξέρχεται από το σώμα. Υπάρχουν
 κείμενα Πατέρων πού μας φανερώνουν ότι η ψυχή, όταν εξέρχεται 
από το σώμα μερικές φορές κάνει έκδηλη την αναχώρησή της, αλλά
 και την παρουσία της στον οίκο πού βρίσκεται ο κεκοιμημένος. Κυρίως
 αυτό γίνεται στους αγίους ανθρώπους. Ο άγιος Φιλόθεος ο Κόκκινος
, περιγράφοντας την μακαριά τελευτή του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά,
 λέγει ότι κατά την ώρα της εξόδου της ψυχής του από το σώμα. παράδοξο
 φως περιέλαμψε το δωμάτιο στο όποιο βρισκόταν το σώμα του αγίου Γρηγορίου,
 καθώς επίσης κατέλαμψε το πρόσωπο του. Μάλιστα λέγει ότι δύο λογάδες
 της Θεσσαλονίκης, εκ των οποίων ο ένας ήταν ιερωμένος και ο άλλος μοναχός
, με πολλές αρετές και οι δυο τους, είδαν την λαμπρότητα εκείνη
 «της ψυχής του σώματος απιούοης». Με άλλα λόγια, η ψυχή εξερχομένη
 του σώματος άφησε μια λαμπρότητα. Όλος όμως ο λαός ήταν μάρτυρας
 της υπερφυούς αίγλης του προσώπου του. Και ο άγιος Φιλόθεος,
 θεολογικότατα ερμηνεύοντας αυτό το γεγονός, λέγει ότι οφειλόταν
 στην Χάρη του Αγίου Πνεύματος πού βρισκόταν και στην ψυχή και
 στο σώμα. Φυσικά, η έλλαμψη του φωτός εκείνου ήταν συνέπεια του ότι
 ο άγιος Γρηγόριος ήταν μέτοχος, αλλά και κήρυξ του Φωτός σε όλη του
 την ζωή.

Επομένως, όσοι έχουν την σφραγίδα του Αγίου Πνεύματος και είναι 
πραγματικοί Χριστιανοί δεν δειλιούν, αλλά χαίρουν, γιατί έχουν τον 
οίκο τον αχειροποίητο, πού είναι η δύναμη του Πνεύματος πού κατοικεί
 μέσα τους. Η διδασκαλία αυτή, όμως δεν προέρχεται μόνον από
 τους Πατέρες, αλλά επιμαρτυρείτε από το αδιάψευστο στόμα του Χριστού.
 Στην παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου λέγεται ότι ο Λάζαρος 
οδηγήθηκε από τους αγγέλους στους κόλπους του Αβραάμ. 
«Εγένετο δε αποθανείν τον πτωχόν και απενεχθήναι αυτόν υπό των αγγέλων 
εις τον κόλπον του Αβραάμ»(Λουκ. ιστ';. 22). Στην παραβολή όμως
 του άφρονος Πλουσίου μας διδάσκει ο Χριστός ότι την ψυχή των 
αμετανόητων αμαρτωλών την παραλαμβάνουν οι δαίμονες. 
Αυτός είναι ο λόγος πού είπε στον άφρονα πλούσιο: 
«Αφρόν, ταύτη τη νυκτί την ψυχήν σου απαιτούσιν από σου»,
 δηλαδή οι δαίμονες (Λουκ. ιβ';. 20).

Διδασκαλίες από τα τροπάρια
της κηδείας (& όχι μόνο...)

Η παράδοση αυτή πέρασε και στην λατρεία της Εκκλησίας μας. 
Είναι χαρακτηριστικό ένα τροπάριο κατά την εξόδιο ακολουθία,
 στο οποίο φαίνεται ο αγώνας της ψυχής κατά την ώρα της εξόδου 
της από το σώμα. Η ψυχή του αμαρτωλού ανθρώπου στρέφεται και
 προς τους αγγέλους και προς τους ανθρώπους και κανείς δεν μπορεί
 να την βοηθήσει. Λέγεται στο τροπάριο αυτό: 
«Οίμοι, οίον αγώνα έχει η ψυχή, χωριζόμενη εκ του σώματος! Οίμοι,
 πόσα δακρύει τότε και ούχ υπάρχει ο ελεών αυτήν! Προς τους 
Αγγέλους τα όμματα ρέπουσα, άπρακτα καθικετεύει· προς 
τους ανθρώπους τάς χείρας έκτείνουσα ουκ έχει τον βοηθούντα».
Αυτήν την πραγματικότητα γνωρίζει ο Χριστιανός, γι'; 
αυτό κατά την ακολουθία του Αποδείπνου, πού διαβάζει κάθε
 βράδυ πριν κοιμηθή, παρακαλεί την Παναγία να τον βοηθήση κατά
 την ώρα του θανάτου, να αποφυγή τις πονηρές όψεις των 
δαιμόνων:Και κατά τον καιρόν της εξόδου μου την αθλίαν μου 
ψυχήν περιέπουσα και τάς σκοτεινός όψεις των πονηρών δαιμόνων
 πόρρω αυτής απελαύνουσα».
 Πραγματικά, μετά την έξοδο της ψυχής από το σώμα γίνονται
 μυστηριώδη πράγματα, τα οποία δεν μπορούμε τώρα να φαντασθούμε
 και τα οποία μας απεκάλυψαν οι άγιοι Πατέρες, όχι για να μας
 τρομάξουν, αλλά για να μας ενθαρρύνουν, ώστε να προετοιμασθούμε
 για την φρικτή αυτήν ώρα. Όλος ο χριστιανικός βίος είναι 
ετοιμασία για τον θάνατο. Φυσικά αυτή η ετοιμασία δεν γίνεται
 με άγχος, αλλά με χαρά και αισιοδοξία, αφού εμπνέεται από
 την Χάρη του Θεού και κάνει ανθρωπινότερη την ζωή. Γιατί,
 όποιος ετοιμάζεται για την έξοδο του, γνωρίζει να αντιμετωπίζει
 κατά τον καλύτερο τρόπο όλα όσα συμβαίνουν στην ζωή και είναι
 ο πλέον κοινωνικός άνθρωπος.


AΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ Η ΖΩΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ
ΤΟΥ π. ΙΕΡΟΘΕΟΥ ΒΛΑΧΟΥ, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗ ΝΑΥΠΑΚΤΟΥ 
& ΑΓΙΟΥ ΒΛΑΣΙΟΥ
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΓΕΝΕΘΛΙΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ


Τριώδιο. Δυνατή ικεσία




ΔΥΝΑΤΗ ΙΚΕΣΙΑ
Τριώδιο! Ή κατανυκτικότερη περίοδος του εκκλησιαστικού έτους. Περίοδος κατά την οποία ή αγία μας Εκκλησία μάς καλεί σε εντατικότερο πνευματικό αγώνα και εκτενέστερη προσευχή, προκειμένου να γίνουμε δεκτικοί του θείου ελέους και της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος στη ζωή μας.
   Πώς όμως θα μπορέσουμε να ελκύσουμε το έλεος του Θεού επάνω μας; Πώς θα επισύρουμε τούς οικτιρμούς του στο έκάστοτε ζήτημα πού έντονα μάς απασχολεί; Τί προσευχή πρέπει να κάνουμε, προκειμένου να είμαστε βέβαιοι ότι μάς άκουσε ό Κύριος; Με τί τρόπο μπορεί ό άνθρωπος να κινήσει τα θεϊκά σπλάχνα προς αντίληψη και βοήθειά του;

Κανόνες για την προσευχή δεν υπάρχουν. Προσευχή είναι ή ανάταση όλης της υπάρξεως μας, του είναι μας προς τον Θεό. 'Η αναφορά του εαυτού μας σ’ Εκείνον. 'Η προσκαρτέρηση, ή αναμονή μας δίπλα στο θρόνο του με το βλέμμα σταθερά και υπομονετικά προσηλωμένο στα χέρια του, έως ότου κινηθούν αυτά για να μάς ελεήσουν. «Ώς οφθαλμοί δούλων εις χείρας τών κυρίων αύτών... ούτως οι οφθαλμοί ήμών προς Κύριον τον Θεόν ήμών, έως ου οίκτειρήσαι ήμας» (Ψαλμ. ρκβ' [122] 2). Προσευχή μπορεί να είναι ή επίμονη κραυγή μας προς το θρόνο του Θεού, σαν εκείνη της Χαναναίας. Το ίδιο όμως προσευχή ολοκληρωμένη, ικεσία δυνατή προς τον Θεό μπορεί να είναι απλώς και ή σιωπή μας. Ό ικέτης συχνά σιωπά. Και μόνο το γεγονός ότι βρίσκεται στη θέση του ικέτου είναι ικανό να ελκύσει επάνω του συμπαθή τα βλέμματα των άλλων. Άλλοτε πάλι περιορίζεται να αναφέρει μόνο την κατάστασή του, χωρίς να καταφεύγει σε αιτήματα: «Πεινώ», «δεν έχω να ζήσω», «είμαι άστεγος»...
   Στους διαδρόμους των εξωτερικών ιατρείων μεγάλου Νοσοκομείου το σκηνικό: Ένας πατέρας και δίπλα το μικρό του παιδί. Το παιδί αμίλητο έχει ακουμπισμένο το κεφαλάκι του στον ώμο του πατέρα. Φαίνεται από το χρώμα τού προσώπου του και την υγρότητα των ματιών του πώς ψήνεται στον πυρετό. Δεν λέει τίποτε. Μόνο ακουμπά στον πατέρα. Εκείνος το οδηγεί από το ένα ιατρείο στο άλλο...
Αληθινά, τί κραυγαλέα ικεσία αυτό το ακούμπημα στον ώμο τού πατέρα!
   Πόσο δυνατή προσευχή, βοή ικεσίας προς τον Θεό ή εγκατάλειψη τού εαυτού μας στον βραχίονά του τον ισχυρό!...
Στην Αγία Γραφή έχουμε δύο περιπτώσεις κραυγαλέας ικεσίας προς τον Κύριο Ιησού Χριστό, πού εντούτοις προσεφέρθησαν με τη μεγαλύτερη λεπτότητα, ευγένεια ψυχής.
Ή πρώτη:
   Το αίτημα των δύο αδελφών, Μάρθας και Μαρίας, προς τον Χριστό να έλθει για να θεραπεύσει τον άρρωστο αδελφό τους Λάζαρο. Βρισκόταν μακριά ό Κύριος, και οι αδελφές στέλνουν και Του απευθύνουν έτούτα τα λόγια: «Κύριε, ϊδε όν φιλείς ασθενεί» (Ιω. ια’ 3). Τίποτε άλλο. Κανένα αίτημα στο Χριστό. Μόνο γνωστοποίηση της καταστάσεως. ’Ίδε, Κύριε, αυτός πού αγαπάς είναι άρρωστος.
’Ίδε, Κύριε, το παιδί μου είναι άρρωστο... Ίδε, Κύριε, τα οικονομικά μας βαίνουν απ’ το κακό στο χειρότερο... ’Ίδε, Κύριε, ή οίκογένειά μου πάει να διαλυθεί... Ίδε, Κύριε... Κι Αυτός πού βλέπει, γνωρίζει τί θα κάνει...
Ή δεύτερη:
   Στον γάμο της Κανά το κρασί τελείωσε. Ή Μητέρα τού Χριστού ζητεί από τον Υιό της θαύμα. Ποιά ικεσία άραγε μπορεί να έχει μεγαλύτερη ισχύ στο θρόνο του Θεού από την ικεσία της Ύπεραγίας Θεοτόκου; Ποιά πρεσβεία, μεσιτεία, προσευχή μπορεί να γίνει από τον Υιό περισσότερο δεκτή από τη δέηση «μητρός προς εύμένειαν Δεσπότου»; Ποιός άλλος έχει μεγαλύτερη παρρησία στον Κύριο Ιησού Χριστό από τη Μητέρα του;
   Και να ό τρόπος πού προσφέρεται αύτη ή δέηση, ή πρεσβεία, ή μεσιτεία: «Οίνον ούκ έχουσι» (Ιω. β' 3). Αυτό. Τίποτε άλλο. Ή Μητέρα δεν λέει στον Υιό τί θα κάνει• μόνο γνωστοποιεί. «Κρασί δεν έχουν». Τα υπόλοιπα είναι υπόθεση του Χριστού. Ή παράκληση της Παναγίας για τον κόσμο στο θρόνο του Υιού της τελειώνει έδώ. «Οίνον ούκ έχουσι». Ή ισχυρότερη παράκληση, πού κυριολεκτικά δονεί τα σπλάχνα του Υιού, δεν είναι καν παράκληση. Μόνο γνωστοποίηση!...
   Τί ευγένεια, λεπτότητα, βάθος προσευχητικής δεήσεως κρύβουν τα λόγια αυτά! Τί ταπείνωση φανερώνουν! Τί εμπιστοσύνη στην αγαθή Πρόνοια του Θεού για τη ζωή μας!
 «Προσευχόμενοι δέ μή βαττολογήσητε ώσπερ οι εθνικοί- δοκούσι γάρ ότι έν τη πολυλογία αύτών είσακουσθήσονται. μή ούν όμοιωθήτε αύτοίς- οίδε γάρ ό πατήρ ύμών ών χρείαν έχετε πρό του ύμάς αίτήσαι αύτόν» (Ματθ. ς' 7-8). Γνωρίζει ό Πατέρας σας τί ανάγκη έχετε, προτού εσείς Του απευθύνετε δέηση. Αυτό μάς είπε ό Χριστός, όταν μάς δίδαξε πώς να προσευχόμαστε.
   «Μή βαττολογήσητε». Η δύναμη της ικεσίας, ή αποτελεσματικότητα της προσευχής δεν εξαρτάται από τα πολλά λόγια και τα ευρηματικά λεκτικά σχήματα. Κάποια παιδικά ψελλίσματα, δύο λόγια σαν αυτά της Μάρθας και της Μαρίας μπορούν να κάμψουν τον Θεό.
   Ή ακόμα και καθόλου λόγια. Ή εναπόθεση μόνο της υπάρξεως μας στην άπειρη αγάπη του. Ή έμπονη σιωπή μας. Ή στροφή του βλέμματός μας σ’ Αυτόν. Ένας αναστεναγμός. Αρκούν.
«Ο ΣΩΤΗΡ»1-2-2012

Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, ο Γέρος του Μοριά 4 Φεβρουαρίου 1843- 4 Φεβρουαρίου 2012 Ένα μικρό αφιέρωμα για τα 169 Χρόνια απο τον Θάνατο ενός μεγάλου ΕΛΛΗΝΑ

Θ. Κολοκοτρώνης. Λάδι. K. Krazeisen 


Ο Θ. Κολοκοτρώνης είναι η σημαντικότερη στρατιωτική και πολιτική φυσιογνωμία της Επανάστασης του 1821. Για την ευφυΐα, την τόλμη, τη σύνεσή του, αλλά και για τη βαρύτητα του λόγου του, που από νέο τον χαρακτήριζαν,  επονομάσθηκε "Γέρος του Μοριά". Γεννήθηκε στο Ραμαβούνι της Μεσσηνίας στις 3 Απριλίου 1770, ενώ η καταγωγή του ήταν από το χωριό Λιμποβίσι της Αρκαδίας. Η οικογένειά του - με γενάρχη τον Τσεργίνη - ανέδειξε πολλούς γενναίους κλεφταρματολούς-αγωνιστές και κατέβαλε βαρύ τίμημα στον απελευθερωτικό αγώνα κατά των Τούρκων. Μέχρι την έκρηξη της Επανάστασης περίπου εβδομήντα Κολοκοτρωναίοι είχαν βρει το θάνατο στον αγώνα κατά των Τούρκων.
Ο πατέρας του Κωνσταντής ήταν μεγάλος κλεφταρματωλός της Μάνης και του Ταϋγέτου. Η μητέρα του καταγόταν από το σόι των Κοστακαίων της Αλωνίσταινας. Tο 1770 είχε συμμετάσχει στην εξέγερση του Μοριά κατά τα Ορλωφικά. Αμέσως μετά, το 1771, ο Κωσταντής ήλθε σε σφοδρή σύγκρουση με τους Τούρκους που είχαν στο μεταξύ εξαπολύσει ανηλεή διωγμό κατά των κλεφταρματολών. Το 1779, μαζί με τα αδέλφια του Αποστόλη, Γιώργο και Αναγνώστη,









 συμμετείχε στην εξόντωση των Αλβανών που μάστιζαν την Πελοπόννησο. Το 1780 όμως οι Τούρκοι ξεκίνησαν νέο διωγμό κατά των αρματολών. Ισχυρό στράτευμα υπό τον Καπουδάν πασά Χασάν Τζελαϊδή που ήταν Βεζύρης, Βαλεσής και Σερασκέρης της Ρούμελης, αποβιβάστηκε στο Γύθειο και κατευθύνθηκε κατά της Καστάνιτσας που ήταν ορμητήριο του Κωνσταντή.  Ο Κωνσταντής μαζί με τον κλεφταρματολό Παναγιώταρο Βενετσανάκη και τις οικογένειές τους είχαν στο μεταξύ ταμπουρωθεί με 150 παλικάρια στους δύο πύργους τους. Εκεί πρόβαλαν ηρωϊκή αντίσταση για 12 μέρες. Στο τέλος οι πολιορκούμενοι επεχείρησαν απεγνωσμένη έξοδο κατά την οποία σκοτώθηκε ο Κωνσταντής και δυο αδέλφια του.  Ο αδελφός του Αναγνώστης και η γυναίκα του μαζί με το μικρό Θεοδωράκη και μια αδελφή του κατάφεραν να διαφύγουν. Μετά το θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του πήρε τα παιδιά της και κατέφυγε στο πατρογονικό της στην Αλωνίσταινα. Την ένδοξη εκείνη μάχη θα διηγηθεί αργότερα ο Κολοκοτρώνης στα απομνημονεύματά του.
Σε ηλικία 15 χρονών ο Θοδωράκης μαζί με τη μητέρα του εγκαταστάθηκαν στο Άκοβο όπου ζούσε ο θείος του Αναγνώστης. Λίγο μετά και σε ηλικία 15 ετών διορίσθηκε, κάπος στην επαρχία Λεονταρίου. Το 1790 και σε ηλικία 20 χρονών παντρεύτηκε τη μικρότερη κόρη του προεστού του Ακόβου Καρούτσου και έζησε άλλα επτά χρόνια στον Άκοβο, όπου εγκατέστησε το σπιτικό του. Στο μεταξύ εντάχτηκε στα σώματα των κλεφτών της Πελοποννήσου και ειδικότερα στο σώμα του Ζαχαριά, όπου γρήγορα διακρίθηκε και έγινε πρωτοπαλίκαρο. Στη συνέχεια συγκρότησε δικό του σώμα και ανέπτυξε πλούσια δράση.
Μετά τους μεγάλους διωγμούς που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι κατά της κλεφτουριάς κατέφυγε το 1810 στη Ζάκυνθο, όπου έμεινε με την οικογένειά του 15 χρόνια και υπηρέτησε στον αγγλικό στρατό σαν ταγματάρχης σε Σύνταγμα Ελλήνων εθελοντών. Η θητεία του αυτή του δίδαξε πολλά για την στρατιωτική τέχνη, τα οποία και εφάρμοσε αργότερα στον πόλεμο της Ανεξαρτησίας. Μετά τη διάλυση του Συντάγματος ασχολήθηκε με το εμπόριο. Το 1818 μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από το φιλικό Πάγκαλο. Ως απεσταλμένος της στη Μάνη σήκωσε μαζί με τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στις 23 Μαρτίου 1821 τη σημαία της Επανάστασης στην Καλαμάτα και επικεφαλής πολλών άλλων αγωνιστών, την απελευθέρωσε.



Ο Θεόδ. Κολοκοτρώνης με στολή ταγματάρχη


Ο Θ. Κολοκοτρώνης πρωταγωνίστησε σε πολλές στρατιωτικές επιχειρήσεις του Αγώνα και σε πολλές κρίσιμες καμπές του αγώνα. Χαρακτηριστικά, η νίκη στο Βαλτέτσι το Μάιο 1821 ήταν η πρώτη μεγάλη νίκη και έσφιξε τον κλοιό της πολιορκίας της Τρίπολης. Η άλωση της Τριπολιτσάς (Σεπτέμβριος 1821), ήταν η πρώτη μεγάλη επιτυχία του απελευθερωτικού αγώνα και παγίωσε τη θέση των επαναστατών. Η καταστροφή της στρατιάς των 30.000 ανδρών του Δράμαλη πασά στα Δερβενάκια (Ιούλιος 1822), όπου ο Κολοκοτρώνης κινητοποίησε ακόμα και τους χωρικούς μετατρέποντάς τους σε τρομερούς αγωνιστές, εδραίωσε την επανάσταση στο Μοριά. Στις επιχειρήσεις αυτές πρυτάνευσαν η ευφυΐα, η διορατικότητα και η τόλμη του στρατηγικού του μυαλού. Οι επιτυχίες αυτές έμελλαν να τον αναδείξουν στη συνέχεια σε αρχιστράτηγο της Πελοποννήσου. Παράλληλα ο Κολοκοτρώνης άρχισε να συμμετέχει ενεργά και στην πολιτική, αφού εκλέχτηκε μέλος της Πελοποννησιακής Γερουσίας και έγινε αντιπρόεδρος του Εκτελεστικού, με πρόεδρο τον Μαυροκορδάτο.

Ο Κολοκοτρώνης έφιππος με συνοδεία στρατού (Ν. Βερβέρης)




Στη δύσκολη περίοδο του Εμφύλιου πολέμου ο Κολοκοτρώνης πολλές φορές προσπάθησε να αμβλύνει τις αντιθέσεις ανάμεσα στους αντιπάλους, μακριά από προσωπικές φιλοδοξίες και έχοντας πάντα σαν κεντρική του επιδίωξη την ομόνοια και ενότητα μεταξύ των Ελλήνων. Παρ' όλα αυτά όμως έγινε στόχος μεθοδεύσεων και ραδιουργιών από την πλευρά μερικών κοτζαμπάσηδων και πολιτικών και τελικά δεν απέφυγε τις διώξεις και τη φυλάκιση. ΄Έσι, κατά την Β΄ Εθνοσυνέλευση το Μάρτιο-Απρίλιο του 1823 στο Άστρος, όπου και εκδηλώθηκαν οι πρώτες αντιθέσεις ανάμεσα στους πολιτικούς και τους στρατιωτικούς, αποφασίστηκε μεταξύ άλλων η κατάργηση της Πελοποννησιακής Γερουσίας, ψυχή της οποίας ήταν ο Κολοκοτρώνης, αλλά και του βαθμού του αρχιστρατήγου τον οποίο έφερε ο ίδιος. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε μείωση του φυσικού αρχηγού των στρατιωτικών σωμάτων και σηματοδότησε τη ρήξη ανάμεσα στο Μαυροκορδάτο, πρόεδρο του Εκτελεστικού, και τον Κολοκοτρώνη, ο οποίος παραιτήθηκε από αντιπρόεδρος. Στις 16 Νοεμβρίου του 1823 οπαδοί του διέλυσαν το Βουλευτικό.


Το μπουντρούμι  όπου φυλακίστηκε ο  Θ. Κολοκοτρώνης στο Παλαμίδι


Στη συνέχεια πολλά μέλη του που ήταν αντίθετοι στον Κολοκοτρώνη κατέφυγαν στο Κρανίδι, όπου όρισαν νέα κυβέρνηση υπό τον Υδραίο Γεώργιο Κουντουριώτη. Έτσι, στις αρχές του 1824 υπήρχαν δύο κυβερνήσεις, μία στην Τριπολιτσά υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη και η άλλη υπό τον Γ. Κουντουριώτη στο Κρανίδι. Το Μάρτιο του 1824 οι κυβερνητικοί στράφηκαν εναντίον των στρατιωτικών, κατέλαβαν την Ακροκόρινθο και την Τριπολιτσά και άρχισαν να πολιορκούν το Ναύπλιο το οποίο υπεράσπιζε ο Πάνος, γιος του Κολοκοτρώνη. Ο Κολοκοτρώνης αντιλαμβανόμενος ότι οι εξελίξεις απέβαιναν σε βάρος του ήλθε σε συνδιαλλαγή με τον Κουντουριώτη και παρέδωσε το Ναύπλιο με αντάλλαγμα τη χορήγηση αμνηστίας. Έτσι τελείωσε η πρώτη φάση του εμφυλίου πολέμου.
Η εμφύλια διαμάχη έμελλε όμως να συνεχισθεί, καθώς και οι δύο παρατάξεις (υπό τον Κουντουριώτη, από το ένα μέρος, και τον Ανδρέα Λόντο και τον Ανδρέα Ζαΐμη από το άλλο) επεδίωκαν να εξασφαλίσουν ηγετικό ρόλο στις στρατιωτικές και πολιτικές εξελίξεις. Η μία πλευρά υπό τον Κολοκοτρώνη, τον Λόντο και το Ζαΐμη (που ήταν αρχικά αντίπαλοι του Γέρου) είχε την υποστήριξη πολλών Πελοποννήσιων στρατιωτικών και πολιτικών, ενώ με τον Κουντουριώτη συντάχθηκαν οι Ρουμελιώτες, Υδραίοι και Σπετσιώτες οπλαρχηγοί. Η άρνηση ορισμένων περιοχών της Πελοποννήσου να πληρώσουν στην κυβέρνηση φόρο αποτέλεσε την αφορμή για την έκρηξη της δεύτερης φάσης του εμφυλίου κατά την οποία σημειώθηκαν σφοδρές συγκρούσεις σε πολλές περιοχές της Πελοποννήσου. Η άνανδρη δολοφονία του γιου του Πάνου, κλόνισε σοβαρά τον Κολοκοτρώνη, που αποφάσισε να παραδοδεί στις αρχές του Δεκεμβρίου του1824. Στις 6 Φεβρουαρίου του 1825 φυλακίστηκε στο μοναστήρι του Προφήτη Ηλία της Ύδρας μαζί με τους Δεληγιανναίους και τον Νοταρά.
Με τη δολοφονία του Οδυσσέα Ανδρούτσου στην Ακρόπολη των Αθηνών από ανθρώπους του Γκούρα τερματίζεται η εμφύλια διαμάχη, αλλά η επανάσταση βρισκόταν σε μεγάλο κίνδυνο από την επέλαση του Ιμπραήμ πασά στην Πελοπόννησο. Μετά την ηρωική θυσία του Παπαφλέσσα στο Μανιάκι, και ενώ δρόμος για την Τριπολιτσά ήταν πλέον ανοιχτός για τους εισβολείς, ο Κολοκοτρώνης πήρε αμνηστία από την Κυβέρνηση. Όμως η πρωτεύουσα του Μοριά έπεσε στα χέρια του Ιμπραήμ στις 11 Ιουνίου του 1825, παρά τις προσπάθειες του Γέρου και των άλλων οπλαρχηγών να τον συγκρατήσουν. Στην κρίσιμη αυτή καμπή της επανάστασης ο Γέρος του Μοριά προσπάθησε να ανασυγκροτήσει τον αγώνα, παρενοχλώντας τον εχθρό, στρατολογώντας αγωνιστές και φροντίζοντας για την επιμελητεία.
Επιστρέφοντας στην Πελοπόννησο μετά την επιδρομή του στην Στερεά Ελλάδα, ο Ιμπραήμ προσπάθησε να εξαφανίσει τις επαναστατικές εστίες που απέμεναν στο Μοριά. Ο Κολοκοτρώνης τότε εφάρμοσε τακτική ανταρτοπόλεμου, προξένησε μεγάλες απώλειες στο στρατό Ιμπραήμ φέρνοντάς τον σε δύσκολη θέση. Την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1827, όταν ο Αιγύπτιος πασάς άρχισε να πυρπολεί τα χωριά και τους αγρούς αναγκάζοντας τους κατοίκους να δηλώσουν υποταγή μπροστά στον κίνδυνο του λιμού (να "προσκυνήσουν"), ο Γέρος του Μοριά εξαπέλυσε τα παλικάρια του στα χωριά που δήλωσαν υποταγή και πότε με το καλό πότε με τη βία κατάφερε να κρατήσει τη φλόγα της επανάστασης. Τα λόγια του ήχησαν τότε χαρακτηριστικά: “Φωτιά στα σπίτια και τσεκούρι στην περιουσία και το λαιμό εκείνων που κάνουν τα χατίρια των Τούρκων. Φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους !”. Και στα απομνημονεύματά του μάλιστα σημειώνει χαρακτηριστικά : "Μόνον εις τον καιρόν του προσκυνήματος εφοβήθηκα διά την πατρίδα μου".
Παρά τα ρωσόφιλά του αισθήματά  ο Κολοκοτρώνης πάντα πίστευε πως οι Έλληνες έχουν χρέος να πολεμήσουν μόνοι τους για την Ανεξαρτησία τους χωρίς τη βοήθεια των ξένων. Αντιμετώπιζε με δυσπιστία την ανάμειξή των ξένων στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδος, θεωρώντας πως γινόταν πρώτιστα για την εξυπηρέτηση τα ιδικών τους συμφερόντων. Από την άλλη πλευρά, εμφορούμενος από μεγάλη μεγαλοψυχία, συγχώρησε τους εχθρούς του, ακόμα και εκείνους που ευθύνονταν για το θάνατο συγγενών του και του γιου του.


Ο Κολοκορώνης παρακολουθεί γλέντι των παληκαριών του


Με την έλευση του Καποδίστρια ο Κολοκοτρώνης τάχθηκε ένθερμα υπέρ της πολιτικής του αν και διαφωνούσε με τον αυταρχικό τρόπο της εφαρμογής της. Επίσης πρωτοστάτησε στα γεγονότα για την εκλογή του Όθωνα. Με την έλευση όμως του τελευταίου (30-1-1832) έγινε στόχος συκοφαντιών και ραδιουργιών εκ μέρους των πολιτικών του αντιπάλων με προεξάρχοντα τον Ι. Κωλέττη και αντιμετωπίστηκε με ψυχρότητα από τους Βαυαρούς που δεν μπορούσαν να του συγχωρήσουν τη φιλοκαποδιστριακή του τοποθέτηση. Η σκευωρία που εξυφάνθη εναντίον του κατέληξε τελικά στο να κατηγορηθεί για εσχάτη προδοσία και να συλληφθεί στις 6 Σεπτεμβρίου 1833 μαζί με τον Πλαπούτα, το γιο του Γενναίο, τον Τζαβέλα, τον Νικηταρά και άλλους στρατιωτικούς με την κατηγορία ότι ετοίμαζαν συνομωσία εναντίον του ανήλικου βασιλιά Όθωνα και της κυβέρνησης. Παρά τη γενναία στάση των δύο δικαστών Α. Πολυζωϊδη και Γ. Τερτσέτη, καταδικάσθηκε μαζί με τον Πλαπούτα σε θάνατο και φυλακίσθηκε στο Παλαμήδι σε ηλικία 63 ετών. Λίγο αργότερα η ποινή του μετατράπηκε σε 20ετή κάθειρξη. Τον Μάιο του 1835 μετά την ενηλικίωση του Όθωνα έλαβε χάρη και αποφυλακίσθηκε, εξουθενωμένος από τις άθλιες συνθήκες της φυλακής και τις ταπεινώσεις και σχεδόν τυφλός.
Τα μετέπειτα χρόνια ο Γέρος του Μοριά έζησε στην Αθήνα, τη νέα πρωτεύουσα της Ελλάδας, όπου ευτύχησε να γνωρίσει τη γενική αναγνώριση για την προσφορά του στον αγώνα. Έλαβε το βαθμό του στρατηγού, διορίσθηκε σύμβουλος Επικρατείας, τιμήθηκε με τον Μεγαλόσταυρο του Σωτήρος,  ορίσθηκε μέλος της επιτροπής για την ανέγερση του Πανεπιστημίου Αθηνών και στάθηκε πιστός σύμβουλος του Όθωνα. Φύσει ανιδιοτελής όμως, ποτέ δεν επεδίωξε προσωπικά οφέλη και ανταλλάγματα.


Ο Θ. Κολοκοτρώνης νεκρός (πιν. του Bonitore, Αθήνα, Εθνικό Ιστορικό Μουσείο - Λεξικό της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, τομ. Β', σελ. 458)


Κατά την περίοδο αυτή γράφτηκαν τα απομνημονεύματά του από το Γεώργιο Τερτσέτη καθ' υπαγόρευση του ίδιου του Κολοκοτρώνη με τον τίτλο "Διήγησις συμβάντων της Ελληνικής φυλής από τα 1770 έως τα 1836". Τα απομνημονεύματα αυτά εκδόθηκαν το 1846 και αποτελούν πολύτιμη μαρτυρία και ιστορική πηγή για τον επαναστατικό αγώνα.
Πέθανε στις 4 Φεβρουαρίου 1843 από εγκεφαλική συμφόρηση, αμέσως μετά το γάμο του μικρότερου γιου του Κολίνου και ετάφη στο Α Νεκροταφείο Αθηνών. Φτωχός από υλικά αγαθά, αλλά πλούσιος από την αγάπη του απλού λαού και ευτυχής που πρόλαβε να δει  την αγαπημένη του πατρίδα ελεύθερη. Μιας πατρίδας για την οποία αγωνίσθηκε σκληρά. Με αυταπάρνηση, μεγαλοψυχία, ήθος, όραμα και πίστη.

Μετακομιδή  των οστών  του Θ. Κολοκοτρώνη στην Τρίπολη καυ επίσημη υποδοχή στο Σιδηροδρομικό σταθμό.
Στις 10 Οκτ. 1930 τα οστά του διακομίσθηκαν στο Μνημείο των Προκρίτων, δίπλα στην πλατεία Άρεως της Τρίπολης, για να τοποθετηθούν αργότερα, στις 25 Σεπτεμβρίου 1993, σε ειδική κρύπτη στη βάση του ανδριάντα του, που τον αναπαριστά πάνω στο άλογό του και που αναγέρθηκε στο κάτω μέρος της πλατείας.


Ο ανδριάντας του Θ. Κολοκοτρώνη στην πλατεία Άρεως στην Τρίπολη. Εκεί έχουν εναποτεθεί τα οστά του.



Σήμερα εκεί, στην πολυσύχναστη και ζωντανή αυτή πλατεία, οι διαβάτες και οι περιπατητές αμέριμνα προσπερνούν δίπλα από το μνημείο. Και γύρω του και κάτω του, μικρά παιδιά παίζουν ανέμελα τις Κυριακές. Αλλά υπάρχουν στιγμές, που από τα περήφανα βουνά του Μαινάλου που φαίνονται αντίκρυ, μια αύρα ανάλαφρη φυσσά. Μαζί μ' ένα τραγούδι:

Η Εκκλησία δεν με ξεχνά ποτέ...

  αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος Με παρρησία (Ιερά Μητρόπολη Βεροίας)  -  εικ . Μέσα στην ησυχία του Αγίου Βήματος  αρχίζει το αόρατο μυστήριο· ...