Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουνίου 03, 2012

Σ’ έναν τακτικό αναγνώστη της Αγίας Γραφής, που ρωτά γιατί το Αγιο Πνεύμα εμφανίσθηκε με τη μορφή πύρινης γλώσσας (Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς)


pentecost_2Όταν ο Κύριος βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη το Αγιο Πνεύμα εμφανίσθηκε εν είδει περιστεράς. Εμφανίσθηκε όχι για να προσθέσει κάτι στον Χριστό, αλλά συμβολικά, έτσι ώστε να δείξει αυτό που υπάρχει μέσα στον Χριστό: την ακακία, την καθαρότητα και την ταπεινότητα. Αυτό συμβολίζει το περιστέρι. Όταν οι απόστολοι συγκεντρώθηκαν την πεντηκοστή ημέρα από την ήμερα της Ανάστασης, το Αγιο Πνεύμα εμφανίσθηκε με τη μορφή πύρινων γλωσσών. Εμφανίσθηκε ως πύρινη γλώσσα για να τους αφαιρέσει κάτι και να τους προσθέσει κάτι. Δηλαδή, να αφαιρέσει από αυτούς κάθε αμαρτία, κάθε αδυναμία, φόβο και ακαθαρσία της ψυχής και να τους δωρίσει τη δύναμη, το φως και τη ζεστασιά. Οι πύρινες γλώσσες επισημαίνουν συμβολικά αυτά τα τρία: τη δύναμη, το φως και τη ζεστασιά.
Γνωρίζεις ότι το πυρ είναι δυνατό, γνωρίζεις πως φωτίζει και ζεσταίνει. Αλλά όταν μιλάς για το Αγιο Πνεύμα πρόσεξε να μην σκέπτεσαι υλικά αλλά πνευματικά. Γίνεται λόγος λοιπόν, για την πνευματική δύναμη, για το πνευματικό φώς και για την πνευματική ζεστασιά. Και αυτά είναι: η δυνατή θέληση, ο φωτισμένος νους και η ζέση της αγάπης. Μ΄αυτά τα τρία πνευματικά όπλα εξόπλισε το Αγιο Πνεύμα τους στρατιώτες του Χριστού για να αντιμετωπίσουν τον κόσμο. Ο Διδάσκαλος τους είχε απαγορεύσει ακόμα και ράβδο να φέρουν από τα επίγεια όπλα.
Γιατί το πυρ εμφανίζεται με τη μορφή γλωσσών πάνω άπό τα κεφάλια τους; Επειδή οι απόστολοι έπρεπε μέσω της γλώσσας να κηρύξουν στους λαούς το χαρμόσυνο νέο, την ευαγγελική αλήθεια και ζωή,την επιστήμη της μετάνοιας και της συγχώρεσης. Με τον λόγο έπρεπε να μάθουν με τον λόγο να θεραπεύουν, με τον λόγο να παρηγορούν, με τον λόγο να αγιάζουν και να καθοδηγούν, με τον λόγο να φροντίζουν την Εκκλησία. Επίσης, με τον λόγο να αμύνονται, αφού τους είπε ό Οδηγός να μην φοβούνται τους διώκτες και να μην υπερασπίζονται εαυτούς στα δικαστήρια κατά το δοκούν, επειδή είναι απλοί άνθρωποι, και τους βεβαίωσε: «Ου γαρ υμείς έστε οι λαλούντες αλλά το Πνεύμα του πατρός υμών το λαλούν εν υμίν» (Ματθ. 10,20). Θα μπορούσαν άραγε να μιλούν τη συνηθισμένη γλώσσα των ανθρώπων για το μέγιστο χαρμόσυνο νέο το όποιο έφθασε ποτέ στα αυτιά των ανθρώπων, ότι ο Θεός εμφανίσθηκε στη γη και άνοιξε στους ανθρώπους τις πύλες της αθάνατης ζωής; Θα μπορούσε άραγε ο άνθρωπος με τη θνητή ανθρώπινη φύση να διαδώσει αυτό το ζωοποιό βάλσαμο μέσα από τη δυσωδία της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και μάλιστα έως την άκρη του κόσμου; Με τίποτα και ποτέ. Μόνο το πύρινο Πνεύμα του Θεού μπορούσε να το κάνει, το οποίο διά στόματος αποστόλων σκόρπισε ουράνιες σπίθες στο επίγειο σκοτάδι.
Αλλά, άνθρωπε, δεν αισθάνθηκες ποτέ το Πνεύμα του Θεού μέσα σου; Δες, και εσύ είσαι βαπτισμένος με Πνεύμα· με νερό και Πνεύμα. Άραγε ποτέ δεν σε ξάφνιασε μέσα σου κάποια μεγάλη και φωτεινή σκέψη, σιωπηρός λόγος του Αγίου Πνεύματος; Ποτέ δεν σε ξάφνιασε σαν άνεμος και δεν φούντωσε μέσα στην καρδιά σου η αγάπη για τον Δημιουργό σου φέρνοντας σου δάκρυα στα μάτια;
Παραδώσου στην θέληση του Θεού και φύλαξε αυτό που δονεί την ψυχή· θα γνωρίσεις το θαύμα της Πεντηκοστής, που στάθηκε πάνω από τους αποστόλους.
Ειρήνη και χαρά από το Άγιο Πνεύμα.
( ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ, Δρόμος δίχως Θεό δεν αντέχεται, Εκδ. Εν πλω, σ. 104)

Πεντηκοστή του 379


Σα να μη φτάνανε οι σκληροί αρειανοί τα τελευταία χρόνια εμφανιστήκανε στην πρωτεύουσα και οι πνευματομάχοι. Καταφέρανε γρήγορα ν’ αποκτήσουνε οπαδούς πολλούς. Οι επικεφαλής ήτανε μοναχοί. Και μοναχοί από τους αυστηρούς. Δηλαδή ασκητικοί, εγκρατείς και ακτήμονες. Δεν είχαν ακόμη οργανωμένα κοινοβιακά μοναστήρια. Ζούσανε όμως σε ομάδες και ήτανε υπόδειγμα στους πολλούς χριστιανούς. Κι αυτό φοβότανε περισσότερο ο Γρηγόριος. Ο κόσμος τους πρόσεχε για την ασκητική ζωή τους και συγχρόνως τους εμπιστευότανε σε ο,τι δίδασκαν.
Αλλά δίδασκαν όχι ορθόδοξα. Η θεολογία, βέβαια, του Αθανασίου και των Καππαδοκών τους είχανε πείσει να ομολογούν τον Υιό (Χριστό) τέλειο Θεό και ομοούσιο προς τον πατέρα. Δεν θέλανε όμως να ομολογήσουν το ίδιο και για το άγιο Πνεύμα. Κακόδοξοι, λοιπόν, και τούτοι. Και τους ονομάσανε Πνευματομάχους. Όχι όμως τόσο κακόδοξοι, όσο οι ακραίοι αρειανοί. Φέρονταν πιο ήπια προς τους Ορθοδόξους. Πολλοί από αυτούς μάλιστα πηγαίνανε κι ακούγανε το Γρηγόριο στην Αναστασία.
Δεν ήτανε λίγοι και οι ορθόδοξοι που σκέφτονταν:
-Είναι δυνατό, τέτοιοι άνθρωποι, τόσο σεμνοί και ασκητικοί να τιμωρηθούνε από το Θεό;
Η δυσκολία του Γρηγορίου δεν ήτανε μικρή. Πως να εξηγήσει πειστικά, ότι αληθινή ευσέβεια και άσκηση θέλει και ορθή πίστη. Γνήσια και αποτελεσματική άσκηση γίνεται από τον χριστιανό, που έχει και ορθή πίστη. Το άγιο Πνεύμα τότε μόνο χαριτώνει τον ασκητή, τότε μόνο δίνει τον στέφανο της θείας δόξας.
Δεν ήταν ακόμη καιρός για τους Κωνσταντινουπολίτες ν’ ακούσουνε βαθιά θεολογία περί αγίου Πνεύματος. Έτσι τη στιγμή αυτή νόμιζε ο Γρηγόριος. Ήθελε πρώτα να καταλάβουνε καλύτερα την ενότητα της αγίας Τριάδας, να συνηθίσουνε την παράδοση της Εκκλησίας. Έπειτα να τους μιλήσει με ακρίβεια για το άγιο Πνεύμα. Κι εφάρμοσε το πρόγραμμα αυτό, αλλά μόνο μερικά.
Έφτασε η Πεντηκοστή του 379. Έπεφτε στις 9 Ιουνίου τη χρονιά εκείνη. Γέμισε ασφυκτικά ο ναός της Αναστασίας. Λαμπρή γιορτή. Προχωρούσε η Θεία Λειτουργία και ο Γρηγόριος ένιωθε όλο και πιο αλλιώτικα. Είχε κατακλυστεί από τη χάρη του Πνεύματος και ζούσε με αυτή και γι’ αυτό.
Ήρθε η ώρα του κηρύγματος. Στάθηκε στην Ωραία πύλη. Είχε σχεδιάσει να τους μιλήσει για την σημασία του αριθμού επτά. Να ερμηνεύσει τα σχετικά βιβλικά κείμενα και τα ιστορικά της Πεντηκοστής. Και το ‘κανε φυσικά. Μα χωρίς να το καταλάβει, κύλησε ο λόγος του γρήγορα στο άγιο Πνεύμα.
Ήτανε και η εποχή που είχε κληθεί στην Αντιόχεια σύνοδος, κυρίως για το άγιο Πνεύμα. Κορυφαίο πρόσωπό της ο Μελέτιος Αντιοχείας. Ορθόδοξος άνδρας, γενναίος ομολογητής. Εκεί, λοιπόν, ομολογήθηκε ορθά η πίστη στην θεότητα και την ομοουσιότητα του Πνεύματος και καταδικάσθηκαν οι πνευματομάχοι. Ο Γρηγόριος παραταύτα δεν μπόρεσε να είναι αυστηρός και σκληρός με τους πνευματομάχους. Έβλεπε μερικούς μπροστά του, όταν στάθηκε στην Ωραία πύλη.
Γι’ αυτό, αφήνοντας πολλά απ’ όσα είχε σχεδιάσει, μίλησε πατρικά, με άπειρη αγάπη. Ήλπιζε ότι θα μετανοήσουν. Μίλησε η χάρη που είχε μέσα του ως θεοπτης. Δεν μπόρεσε να την κρύψει. Μίλησε και ποιητικά. Υπέκυψε στο ταλέντο του. Τόσο, που κομμάτια του λόγου τούτου, χρησιμοποιηθήκανε κατά λέξη από υμνογράφους της Εκκλησίας μας.
- Ο,τι σας λέω, αδελφοί μου, είναι από το άγιο Πνεύμα. Εκείνο με οδηγεί αυτό μ’ εμπνέει να μιλάω έτσι όπως μιλάω.
Αν δεν τον ξέρανε οι εκκλησιαζόμενοι το Γρηγόριο θα τον παρεξηγούσανε. Θα τον κατηγορούσανε ακόμη και για βλασφημία. Βρεθήκανε όμως και οι κακόβουλοι, που μέσα τους ανακατώθηκαν:
- Ακούς εκεί, έμπνευση από το άγιο Πνεύμα• ο,τι μας λέει αποκάλυψη του Πνεύματος!
Όσο τον κοίταζαν όμως καταπρόσωπο, κάτι τους ηρεμούσε. Ησυχάσανε και οι κακόβουλοι. Η ομιλία συνεχίστηκε. Τους είπε ο Γρηγόριος για την πανίερη «επιδημία», την παρουσία δηλαδή του αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία. Ήτανε ανάγκη για τον άνθρωπο να έρθει το Πνεύμα, όταν τελείωσε το έργο του στη γη ο Χριστός. Από τότε πια, θα εργάζεται στη γη, στην Εκκλησία δηλαδή, το Πνεύμα. Όχι πως πριν δεν ενεργούσε, δεν ήταν παρόν σε ο,τι έκανε ο Θεός Πατέρας και ο Υιός. Παντού και πάντα ήτανε. Και στους προφήτες και στους αποστόλους. Το ίδιο Πνεύμα ενεργούσε. Μα τώρα το έργο του έχει άλλη μορφή και άλλη έκταση.
Στο σημείο αυτό δυσκολεύτηκε ο Γρηγόριος. Δεν μπορούσε να τους εξηγήσει με ακρίβεια τη διαφορά και βρήκε λέξεις πρόχειρες, όχι πολύ πετυχημένες. Τους είπε ότι μέχρι την Πεντηκοστή το Πνεύμα δρούσε και ήταν παρόν «ενέργεια», με την ενέργειά του. Από την Πεντηκοστή όμως και μετά ενεργεί «τελεώτερον» και «ουσιωδώς». Ήθελε να πει ότι τώρα, στην Εκκλησία, το θείο πρόσωπο που έχει την κύρια δράση είναι το Πνεύμα. Αυτό τώρα δρα κυρίως, όπως στα χρόνια της Καινής Διαθήκης δρούσε κυρίως ο Υιός και στην Παλαιά Διαθήκη δρούσε κυρίως ο Πατέρας. Τότε, στα διαθηκικά χρόνια, ο Υιός συναναστρεφότανε με τους ανθρώπους και τους δίδασκε. Τώρα, το Πνεύμα «συγγίνεται και συμπολιτεύεται» μ’ εμάς τους ανθρώπους. Μόνο που για να γίνει αυτό στον καθένα πραγματικότητα, πρέπει να ‘χει πραγματική σχέση με το Πνεύμα. Να πιστεύει ορθά ότι το Πνεύμα έχει την ίδια φύση με τον Πατέρα και τον Υιό.
Το μάτι του Γρηγορίου έπεσε στους πνευματομάχους και πρόσθεσε:
- Αν μερικοί φοβούνται να χρησιμοποιήσουνε τη λέξη φύση για το Πνεύμα, ας ομολογήσουνε γενικά ότι μία είναι η θεότητα του πατέρα, του Υιού και του Πνεύματος. Δεν επιμένουμε πολύ στις λέξεις. Αρκεί, αδελφοί, να ομολογείτε το ίδιο πράγμα, την ίδια δηλαδή αλήθεια, ότι το Πνεύμα είναι κυρίως και πραγματικά Θεός. Κάμετε αυτό και τότε η εορτή της Πεντηκοστής θα γίνει μέσα σας πανηγύρι περίλαμπρο, θα νιώσετε άφατη χαρά!
Ακούγανε με προσοχή οι παρόντες πνευματομάχοι. Άκουγε με θαυμασμό και ο παράξενος «φιλόσοφος», ο Μάξιμος. Αρκετοί από αυτούς τώρα και άλλοι το επόμενο έτος, το 380, ενωθήκανε στην Εκκλησία, όταν ακούσανε και τον πέμπτο θεολογικό Λόγο του Γρηγορίου Περί αγίου Πνεύματος.

Προθυμία γιά τήν μελέτη τοῦ θείου λόγου





Ὁ ἱερός Χρυσόστομος δέν ἑρμηνεύει μόνο τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, κρατώντας τό ἀκροατήριό του σέ μιά ἀπόστασι. Ἀγωνιᾶ γιά αὐτό, νοιάζεται γιά τήν πνευματική του προκοπή. Γι’ αὐτό καί μέ ἁπλότητα καί ἀμεσότητα ἀπευθύνεται στούς πιστούς, προσπαθώντας νά ἑλκύση τό ἐνδιαφέρον τους πρός τά πνευματικά.


* * *

Ἄν τηρήσετε αὐτά πού σᾶς λέγω, θά μέ κάνετε προθυμότερο καί γιά τά ἑπόμενα. Ἄν ὅμως αὐτά τά περιφρονήσετε καί τά ἀποβάλετε ἀπό τήν ψυχή σας, θά εἶμαι διστακτικότερος γιά τά ὑπόλοιπα. Ὅπως ὁ γεωργός δέν θά ἤθελε νά καλλιεργήση τήν γῆ πού τοῦ κατέστρεψε τόν πρῶτο σπόρο. 
Ἄν ὅμως τά τηροῦμε, ἔχουμε κέρδος μεγάλο καί σωτήριο. Δηλαδή καί στόν Θεό γινόμαστε ἀρεστοί, ἄν ἀσχολούμαστε μέ αὐτά, καί τά στόματά μας θά μείνουν καθαρά ἀπό ὕβρεις καί αἰσχρολογίες καί χλευασμούς, ἄν μελετοῦν λόγους πνευματικούς.
Ἀκόμη, ἐξοπλίζοντας τήν γλῶσσα μας μέ τέτοιους λόγους, θά γίνουμε φοβεροί καί στούς δαίμονες, θά ἐπισπάσουμε γιά τόν ἑαυτό μας περισσότερη τήν χάρι τοῦ Θεοῦ καί ὁ ὀφθαλμός τῆς ψυχῆς μας θά γίνη πιό ὀξυδερκής. 
Μέ τό βάρος τόσων παθῶν, δέν εἶναι δυνατόν νά ὑψωθοῦμε στόν οὐρανό. Πῶς θά μπορέσουμε νά πετάξουμε, ἐνῶ τόσο βάρος μᾶς σύρει πρός τά κάτω; Δυστυχῶς. Ἄν μετρήση κανείς τά λόγια μας, θά βρῆ ἐλάχιστα πνευματικά. 
Δέν εἶναι κοροϊδία τόν ὑπηρέτη μας νά τόν χρησιμοποιοῦμε γιά τίς ἀπαραίτητες ἐργασίες μας, ἐνῶ τό στόμα μας νά μήν τό χρησιμοποιοῦμε οὔτε σάν ὑπηρέτη, ἀλλά ἀντιθέτως νά τό ὠθοῦμε σέ πράγματα ἄχρηστα, ἀνωφελῆ καί μάλιστα βλαβερά;
Ποιός ἀπό σᾶς πού εἶστε ἐδῶ, ἄν τοῦ ζητήσουμε νά μᾶς ψάλη ἕναν ψαλμό καί νά μᾶς πῆ ἕνα ἀπόσπασμα ἀπό τίς θεῖες Γραφές, θά μπορέση; Δέν ὑπάρχει κανείς. Καί δέν εἶναι μόνο αὐτό τό κακό ἀλλά καί τοῦτο: Ἐνῶ εἶστε τόσο ἀδιάφοροι πρός τά πνευματικά, εἶστε πρός τά σατανικά ὁρμητικότεροι ἀπό τήν φωτιά. Ἄν σᾶς ἐξετάση κάποιος στά διαβολικά τραγούδια, στά πορνικά καί ἀνήθικα ἄσματα, θά βρῆ πολλούς νά τά γνωρίζουν μέ ἀκρίβεια καί νά τά τραγουδοῦν μέ πολλή εὐχαρίστησι.
Καί ἡ δικαιολογία γιά τίς παρεκτροπές; «Δέν εἶμαι μοναχός, ἀλλά καί γυναίκα ἔχω καί παιδιά καί τήν φροντίδα τοῦ σπιτιοῦ».
Αὐτό εἶναι πού κατέστρεψε τά πάντα. Νομίζετε ὅτι ἡ ἀνάγνωσις τῶν θείων Γραφῶν εἶναι μόνο γιά τούς μοναχούς. Ἐσεῖς ὅμως ἔχετε περισσότερο τήν ἀνάγκη της. Ὅποιοι ἀγωνίζονται στό κέντρο τοῦ σταδίου καί δέχονται τραύματα καθημερινῶς, αὐτοί ἔχουν μεγαλύτερη ἀνάγκη ἀπό φάρμακα. Καί πολύ χειρότερο ἀπό τό νά μήν διαβάζετε, εἶναι νά θεωρῆτε τήν ἀνάγνωσι περιττό πράγμα. Αὐτοί οἱ λόγοι προέρχονται ἀπό σατανική παρακίνησι.

Ἁγ. Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὑπόμνημα εἰς τόν ἅγιον Ματθαῖον τόν Εὐαγγελιστήν, ὁμιλία Β´, ΕΠΕ τ. 9.

Πηγή: Περιοδικό «ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ», τεῦχος 470, Ἀπρίλιος 2012.

ΔΥΟ OMIΛΙΕΣ ΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΦΛΩΡΙΝΗΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΚΑΝΤΙΩΤΟΥ ΣΤΟΝ ΑΠΟΣΤΟΛΟ & ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ


Κυριακὴ της Πεντηκοστής (Πράξ. 2,1-11)

OΙ ΕΝΕΡΓΕΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟΣ

«…Και διηπόρουν, άλλος προς άλλον λέγοντες· Τι αν θέλοι τούτο είναι;»
(Πράξ. 2,12)
ΤΙ ΕΙΝΕ, αγαπητοί μου Χριστιανοί, εκείνο που ελκύει σήμερα το ενδιαφέρον του κόσμου; Είνε η ύλη, το χρήμα· είναι τα τριάκοντα αργύρια του Ιούδα, ο μαμωνάς. Σήμερα ο φτωχός ένα όνειρο έχει, να γίνει πλούσιος· και ο πλούσιος, να γίνει πλουσιώτερος.
Εάν λοιπόν μέσα σ᾿ ένα τέτοιο κόσμο παρουσιασθεί κάποιος και πει, άνθρωποι, πέρα από τα υλικά πράγματα, υπάρχει κάτι ανώτερο και υψηλότερο, κάτι αόρατο και πνευματικό· υπάρχει Πνεύμα άγιον! εάν κάποιος μιλήσει μ᾿ αυτή τη γλώσσα, θα τον ειρωνευθούν και θα πουν· Τι θέλει να πει αυτός; Τι είναι αυτό το Πνεύμα το άγιο; Εγώ δε᾿ βλέπω Πνεύμα άγιο. Εγώ πιστεύω ό,τι βλέπω…
Αλλ᾿ αυτό δεν είναι ορθό. Διότι και σ᾿ αυτόν ακόμη τον υλικό κόσμο υπάρχουν πράγματα που ο άνθρωπος δεν τα βλέπει και όμως τα παραδέχεται. Παραδείγματος χάριν, ποιος βλέπει τον αέρα; Καταλαβαίνουμε ότι υπάρχει αέρας, γιατί βλέπουμε στα δέντρα τα φύλλα να σείωνται. Βλέπουμε ότι ο αέρας, όταν δυναμώσει, σπάει τα κλαδιά. Ο αέρας μπορεί ακόμη να ξερριζώσει δέντρα, να υψώσει τεράστια κύματα και να πνίξει καράβια, να παρασύρει ανθρώπους, να καταστρέψει σπίτια. Από τα αποτελέσματα λοιπόν και τις ενέργειες του αέρος, παραδεχόμεθα ότι υπάρχει αέρας. Ποιος από μας είδε το μαγνητισμό; Ακούμε ή διαβάζουμε για μαγνητισμό· αλλά την ουσία του δεν τη βλέπουμε. Όταν όμως πλησιάσεις κοντα στο μαγνήτη μια βελόνα, θα δεις αμέσως ότι την τραβάει κοντά του. Ποιος από μας είδε ή ποιος από τους φυσικούς μπορεί να μας πει, τι είναι ηλεκτρισμός; Κανείς δεν είδε τον ηλεκτρισμό· βλέπει όμως το φως που παράγει, τις μηχανές που κινεί· κι άμα αγγίξεις το ηλεκτρικό σύρμα, τινάζεσαι.
Δεν τα βλέπουμε αυτά, αλλά παραδεχόμεθα ότι υπάρχουν. Λοιπόν, άπιστοι, όπως εσείς πιστεύετε ότι υπάρχει αέρας, μαγνητισμός, ηλεκτρισμός, έτσι κ᾿ εμείς πιστεύουμε ότι υπάρχει Πνεύμα άγιο, ένα θείο πρόσωπο που δεν το βλέπουμε, αλλά του οποίου προσώπου βλέπουμε τις ενέργειες.
Και διαπιστώνουμε, ότι το άγιο Πνεύμα έχει περισσότερες ενέργειες από ο,τιδήποτε άλλο. Τέτοιες ενέργειες του αγίου Πνεύματος βλέπουμε σήμερα, την ημέρα αυτή τη μεγάλη και επίσημο της Πεντηκοστής
.

* * *

Ποιες είναι οι ενέργειες του αγίου Πνεύματος; Τις ακούσαμε, αγαπητοί μου.
• Πρώτη ενέργεια. Είνε γνωστο ότι, για να μάθει κανείς μια γλώσσα χρειάζονται πολλά. Όσοι είναι γονείς, γνωρίζουν τι έξοδα χρειάζονται και πόσο κοπιάζουν τα παιδιά τους σε φροντιστήρια και σχολές για να μάθουν μια γλώσσα. Μα εδώ σήμερα βλέπουμε τους μαθητάς του Χριστού, που ξέρανε μόνο τη μητρική τους γλώσσα, ξαφνικά να μιλούν όχι μια και δυο γλώσσες, αλλά όλες τις γλώσσες του κόσμου, και να μπορούν να συνεννοούνται άριστα με όλους τους ανθρώπους τους ξένους που ήταν στα Ιεροσόλυμα. Γι᾿ αυτό όλοι απορούσαν και λέγανε· «Τι αν θέλοι τούτο είναι;» (Πράξ. 2,12). Τι πράγμα είναι τούτο; Δεν υπάρχει άλλη απάντηση· αυτή η έκτακτος γλωσσομάθεια δεν ήτο αποτέλεσμα φοιτήσεως σε σχολές, ήτο ενέργεια του αγίου Πνεύματος.
• Εκτός από την έκτακτο γλωσσομάθεια, βλέπουμε και κάτι άλλο. Οι απόστολοι, οι αγράμματοι, διδάσκουν μεγάλα και υψηλά διδάγματα. Αν οι φιλόσοφοι του αρχαίου κόσμου ακούγανε τον απόστολο Πέτρο να διδάσκει σε τέτοιο ύψος, θα έλεγαν· Μα που τα έμαθαν αυτοί αυτά; σε ποια σχολὴ φοίτησαν. Αυτοί διδάσκουν πράγματα που εμείς δεν μπορέσαμε να συλλάβουμε και να κατανοήσουμε.
• Και μόνο γλωσσομάθεια και υψηλά νοήματα; Θυμηθείτε τη νύχτα της Μεγάλης Πέμπτης. Ο Χριστός έμεινε μόνος. Οι μαθηταί του διασκορπίσθηκαν. Κι αυτός ακόμη ο Πέτρος, που έλεγε Εγώ ουδέποτε θα σ᾿ εγκαταλείψω (πρβλ. Ματθ. 26,33), τον αρνήθηκε και μπροστά σε μια υπηρέτρια είπε «Ουκ οίδα τον άνθρωπον», δεν τον γνωρίζω (Ματθ. 26, 72,74). Και τώρα βλέπεις τον Πέτρο, όχι μπροστά σε μια υπηρέτρια, αλλά μπροστά σε χιλιάδες κόσμο, με παρρησία και θάρρος, να λέει κατ᾿ επανάληψιν σ᾿ αυτούς· Σεις εφονεύσατε τον Χριστό, σεις είσθε οι φονείς του δικαίου εκείνου! (πρβλ. Πράξ. 2,23· 3,15· 4,10· 5,30). Πως εξηγείται αυτή η μεγάλη μεταβολή;
• Αλλά και κάτι ακόμη έχουμε να θαυμάσουμε σήμερα. Ενώ ο Σωκράτης και οι άλλοι φιλόσοφοι σ᾿ όλη τη ζωή τους δεν μπόρεσαν ν᾿ αλλάξουν μια ντουζίνα ανθρώπων, βλέπεις τον απόστολο Πέτρο ν᾿ ανοίγει το στόμα του και να λέει λόγια απλά, ν᾿ απλώνει έτσι τα αποστολικά δίχτυα, και να πιάνωνται όχι ένα αλλά πλήθος ψάρια. Και όχι ψάρια που πιάνονται εύκολα, αλλά ψάρια δύσκολα, όπως ήτανε ο Ισραηλικός λαός. Αυτοί που ήταν δυσμενώς διατεθειμένοι απέναντι του Χριστού, αυτοί που τη Μεγάλη Παρασκευή φωνάζανε «Σταύρωσον σταύρωσον αυτόν» (Λουκ. 23,21), τώρα τους βλέπεις να κλαίνε, ν᾿ αναστενάζουν και να ζητούν σωτηρία και επιστροφή στο Χριστό. Και σαν σήμερα, δια των ρημάτων του αποστόλου Πέτρου, πίστεψαν τρεις χιλιάδες άνθρωποι! Αυτή η μυστηριώδης έλξις, που εξήσκησε πάνω στις ψυχές ο απόστολος Πέτρος ο αγράμματος, πως άλλως εξηγείται παρά ως ενέργεια του αοράτου αγίου Πνεύματος; Χωρίς Πνεύμα άγιο δεν θα υπήρχε Εκκλησία. Το Πνεύμα το άγιο γέννησε την Εκκλησία.
Το Πνεύμα το άγιο είναι το τρίτο πρόσωπο της αγίας Τριάδος. Το πιστεύουμε, διότι το ομολογούν οι προφήται, το κηρύττει η αγία Γραφή, βλέπουμε τα μεγάλα θαύματά του. Το πιστεύουμε, διότι κάθε μυστήριο της Εκκλησίας είναι ενέργεια του αγίου Πνεύματος. Δεν υπάρχει μυστήριο χωρίς άγιο Πνεύμα. Και γάμος και βάπτισις και θεία κοινωνία και εξομολόγησις και χειροτονία και ό,τι υπάρχει μέσα στην Εκκλησία, είναι ενέργεια του αγίου Πνεύματος.

* * *

Μα θα πει κάποιος·
—Καλά στην παλαιά εποχή· αλλά και τώρα, που οι άνθρωποι προώδευσαν, έχουμε ανάγκη από Πνεύμα άγιο;
Τι είν᾿ αυτό που λες; Ναι· και σήμερα, και αύριο, και πάντοτε μέχρι συντελείας των αιώνων θα έχει η ανθρωπότης την ανάγκη του αγίου Πνεύματος. Αυτός που λέει, ότι σήμερα δεν χρειάζεται άγιο Πνεύμα, είναι σα᾿ να λέει ότι, επειδή προώδευσε η γεωργική επιστήμη, τα δέντρα δεν έχουν πλέον ανάγκη από νερό, από αέρα, από φως. Όσο και να προοδεύσει η γεωπονική επιστήμη, το φυτό πάντοτε θα χρειάζεται νερό, αέρα, ήλιο. Έτσι και κάθε ψυχή, κάθε άνθρωπος. Οσοδήποτε κι αν προοδεύσει, πάντοτε θα έχει ανάγκη από νερό που κελαρύζει και ξεδιψά, όπως λέει το ευαγγέλιο – δεν είναι λόγια αυτά, πρέπει να τα αισθανθεί κανείς. Το Πνεύμα το άγιο είναι το νεράκι που δροσίζει (βλ. Ιωάν. 7,37-39).
Όλοι έχουν ανάγκη το πανάγιο Πνεύμα, και οι μικροί και οι μεγάλοι. Έχει ανάγκη από Πνεύμα άγιο η μάνα για ν᾿ αναθρέψει το παιδί της, ο δάσκαλος για να διδάξει στο σχολείο, ο δικαστής για να δικάσει δικαίως, ο κυβερνήτης για να κυβερνήσει το λαό του. Οι πάντες έχουν ανάγκη Πνεύματος αγίου. Τίποτε άλλο δεν χρειάζεται ο κόσμος σήμερα, αδελφοί· Πνεύμα άγιο χρειάζεται. Ας το παρακαλέσουμε την αγία αυτή ημέρα να έρθει και να σκηνώσει «εν ημίν».
Να συνεννοούμεθα όμως. Ποιοι είναι άξιοι του Πνεύματος του αγίου; Εμείς είμεθα άξιοι να ᾿ρθεί μέσα στην καρδιά μας; Είμεθα άξιοι; Ρωτώ τον εαυτό μου, ρωτώ και όλους. Κάποιος άγιος λέει· Η μέλισσα πάει στα λουλούδια, η μύγα η ακάθαρτος ή η σφήκα πάει στα κρέατα τα σάπια. Η μέλισσα, το ευγενές έντομο, πηγαίνει όπου υπάρχει ευώδης οσμή· σε ακαθαρσία δεν πλησιάζει. Και το Πνεύμα το άγιο είναι σαν τη μέλισσα. Όπου υπάρχει ακαθαρσία, σαπήλα και διαφθορά, εκεί το Πνεύμα το άγιο δεν πηγαίνει.
Ας έχουμε πόθο να ᾿ρθεί στην καρδιά μας το Πνεύμα το άγιο. Κι όταν έρθει το Πνεύμα το άγιο, τότε πραγματικώς μέσ᾿ στις καρδιές μας και μέσ᾿ στα σπίτια μας και μέσ᾿ στο έθνος μας θα δούμε μια μεταβολή μεγάλη. Και τότε κ᾿ εμείς θα θαυμάσουμε και θα πούμε· Δόξα τω Θεώ· δόξα τω Πατρί, δόξα τω Υιώ, δόξα τω αγίω Πνεύματι· δόξα τη αγία Τριάδι! Αμήν.
† επίσκοπος Αυγουστίνος
(Ομιλία μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου σε ιερο ναό των Αθηνών 2-6-1963)
Κυριακὴ Πεντηκοστῆς (Ἰωάν. 7,37-52· 8,12)

ΔΥΟ ΠΑΡΑΤΑΞΕΙΣ

«Σχίσμα οὖν ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι᾽ αὐτόν» (Ἰωάν. 7,43)

ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε μία ἀπὸ τὶς με­γαλύτερες ἑορτές. Ἑορτάζουμε, κατὰ τοὺς πατέρας, τὰ γενέθλια τῆς Ἐκκλησίας. Ὅπως ὁ καθένας μας ἔχει γενέθλια, ἔτσι καὶ ἡ Ἐκκλησία. Ἡμέρα γεννήσεώς της εἶνε ἡ σημερινή, κατὰ τὴν ὁποία τὸ Πνεῦμα τὸ ἅ­γιο ἐν εἴδει πυρίνων γλωσσῶν κατῆλθε στοὺς μα­θητάς, τοὺς ἀγραμμάτους ἁλιεῖς τῆς Γαλιλαίας, καὶ τοὺς ἀνέδειξε διαπρυσίους κήρυκας.
Σήμερα ὡς εὐαγγέλιο διαβάζεται μία σχετι­κὴ περικοπή. Τὴν προσέξατε; Ὅταν διαβάζωνται τὰ ἀναγνώσματα καὶ οἱ εὐχές, πρέπει νὰ προσέχουμε, ὥστε νὰ μὴ μᾶς διαφεύγῃ οὔ­τε λέξι ἀπὸ τὰ ἱερὰ κείμενα. Οἱ περισσότεροι δυσ­τυχῶς ἀκοῦνε ἀλλὰ δὲν καταλαβαίνουν.
Γι᾽ αὐτὸ ἐπιτρέψτε μου, τὴν ἅγια αὐτὴ μέρα, νὰ ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὸ εὐαγγέλιο. Τί λέει;
* * *
Οἱ Ἰουδαῖοι ἑώρταζαν καὶ ἑορτάζουν μέχρι σήμερα μία μεγάλη ἑορτή, τὴν σκηνοπηγία, εἰς ἀνάμνησιν ἑνὸς ἱστορικοῦ γεγονότος. Ὅ­ταν δηλαδὴ οἱ πρόγονοί τους, μετὰ ἀπὸ σκλα­βιὰ αἰώνων, βγῆκαν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἐπέστρεφαν στὴ γῆ τῆς ἐπαγγελίας, πέρασαν σα­ράντα χρόνια περιπλανώμενοι στὴν ἔρημο. Δὲν κατοικοῦσαν βέβαια σὲ σπίτια· ἔμεναν κάτω ἀπὸ σκηνές. Αὐτὸ λοιπὸν ἐνθυμοῦντο μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς σκηνοπηγίας, ποὺ διαρκοῦ­σε ὀκτὼ ἡ­μέρες. Τότε οἱ Ἑβραῖοι ἄφηναν τὰ σπίτια τους, ἔστηναν σκηνές, καὶ ἔμεναν ὅλοι κάτω ἀπὸ αὐτές, ἀκόμα καὶ οἱ πιὸ πλούσιοι.
Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο λέει, ὅτι τὴν τελευταία ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς σκηνοπη­γί­ας ὁ Χριστὸς πῆγε στὸ ναὸ τοῦ Σολομῶντος, στάθηκε στὸ προαύλιο ποὺ χωροῦσε χιλιάδες κόσμο, καὶ ἐκεῖ ἐδίδασκε. Προσέξατε μιὰ λέξι τοῦ εὐαγγελίου; Δὲν λέει ἁπλῶς ὅτι μίλησε, ἀλλὰ ὅτι «ἔκραξε» (Ἰωάν. 7,37). Τί θὰ πῇ «ἔκραξε»; Φώναξε μὲ ὅλη τὴ δύναμι τῶν πνευμόνων του. Ἂς τ᾽ ἀκούσουν αὐτὸ μερικοὶ ποὺ μᾶς σχολιάζουν. Φωνάζει, λένε, δὲ μποροῦμε νὰ τὸν ἀκοῦμε… Δὲν φωνάζουμε γιὰ τ᾽ ἀμπέ­λια καὶ τὰ χωράφια μας· ἂν δὲν πιστεύαμε, θὰ σιωπούσαμε. Φωνάζουμε ὅπως ἡ μάνα ὅταν δῇ τὸ παιδί της νὰ κατρακυλάῃ ἀπ᾽ τὸ βράχο ἢ νὰ πέφτῃ μπροστὰ στὶς ῥόδες τοῦ αὐτοκινήτου, ἢ ὅπως ὁ στρατιώτης ἐν ὥρᾳ μάχης, ἢ ὅ­πως ἡ ὄρνιθα ὅταν δῇ γεράκι ν᾽ ἀπειλῇ τὰ ὀρ­νίθια της. Ἔτσι κι ὁ Χριστὸς φώναξε,«ἔκραξε», διότι ἔλεγε κάτι μεγάλο καὶ ὑψηλό. Τί ἔλεγε;
«Ὅποιος διψᾷ, ἂς ἔρχεται κοντά μου καὶ ἂς πίνῃ» (ἔ.ἀ.). Μιλάει γιὰ δίψα. Ποιά δίψα ἐννοεῖ ἐδῶ ὁ Χριστός; Ὄχι τὴ δίψα τὴ φυσική, γιὰ τὴν ὁποία ὁ Θεὸς ἔδωσε τὸ δροσερὸ νερό, ποὺ τρέχει ἀπὸ πηγὲς καὶ πο­τάμια. Ἐννοεῖ κά­τι ἄλλο. Ὅπως τὸ σῶμα διψάει, ἔτσι καὶ ἡ ψυχή. Τί διψάει ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου; Διψάει τὴν ἀλήθεια, τὴν εἰρήνη, τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἀ­γάπη, τὴ συγχώρησι τῶν ἁμαρτημάτων, τὰ ὡραῖα καὶ ἀναγκαῖα αὐτὰ πράγματα.
Ποιός μπορεῖ νὰ τὰ δώσῃ αὐτά; Μήπως τὸ χρῆμα, ἡ ἐπιστήμη, ἡ τέχνη, ὁ κόσμος ὁλόκλη­ρος; Κανένα ἀπὸ αὐτά. Κι ὁ ἄνθρωπος μένει διψασμένος. Μοιάζει μὲ τὸν Τάνταλο, τὸν ἀρ­χαῖο ἐκεῖνο ἥρωα τῆς μυθολογίας ποὺ ἔβλε­πε μπροστά του νερό, μὰ μόλις ἅπλωνε τὸ χέ­ρι νὰ τὸ φτάσῃ, τὸ νερὸ ἔφευγε μακριὰ κι αὐτὸς ἔ­μενε πάντα διψασμένος. Διψασμένοι Τάνταλοι εἶνε κ᾽ οἱ ἄνθρωποι τοῦ αἰῶνος μας· διψοῦν, ἀλλὰ κανείς δὲν μπορεῖ νὰ τοὺς ξεδιψάσῃ.
Ὅποιος λοιπὸν διψάει δίψα πνευματική, λέει ὁ Χριστός, ἂς ἔρχεται κοντά μου νὰ πίνῃ. Ὁ Χριστὸς ἔχει τὸ ἀθάνατο νερό.
Αὐτοὶ ποὺ τὸν ἄκουγαν ἀπὸ κάτω τί ἔνιωθαν ἆραγε; Πολλοὶ ἔλεγαν «Αὐτὸς εἶνε πρά­γματι ὁ προφήτης», καὶ ἄλλοι «Αὐτὸς εἶ­νε ὁ Χριστός». Ἄλλοι ὅμως ἔλεγαν· «Μὰ μπορεῖ ὁ Χριστὸς νὰ ἔρχεται ἀπὸ τὴ Γαλιλαία; Δὲ λέει ἡ γραφή, ὅτι θά ᾽νε ἀπόγονος του Δαυῒδ καὶ θὰ προέρχεται ἀπὸ τὴ Βηθλεέμ;». Ἔτσι λοι­πὸν «σχίσμα ἐν τῷ ὄχλῳ ἐγένετο δι᾽ αὐ­τόν» (ἔ.ἀ. 7,43). Χωρίστηκαν σὲ δύο παρατάξεις· ἄλλοι τὸν παραδέχονταν, ἄλλοι τὸν ἀπέρριπταν· με­­ρικοὶ μάλιστα ἤθελαν καὶ νὰ τὸν συλλάβουν, μὰ κανείς δὲν ἅπλωσε χέρι πάνω του.
Ἐν τῷ μεταξὺ οἱ φαρισαῖοι καὶ ἀρχιερεῖς εἶ­χαν στείλει ὑπηρέτες τους νὰ τὸν πιάσουν (βλ. ἔ.ἀ. στ. 32). Καὶ πῆγαν οἱ ἀπεσταλμένοι, ἀλλὰ γύρισαν ἄπρακτοι· τοὺς κατέπληξε ἡ διδασκαλία του. «Γιατί δὲν τὸν φέρατε;» τοὺς ρωτοῦν τ᾽ ἀφεντικά. Κι αὐτοὶ ἀπαντοῦν· «Οὐ­δέποτε οὕ­τως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗ­τος ὁ ἄνθρωπος» (ἔ.ἀ. 7,46). Τέτοια λόγια δὲν ξανακούσαμε.
Ὁ Χριστὸς εἶχε τὸ Πνεῦμα ἅ­γιο. Ἡ διδασκα­λία του καὶ τὰ μυστήρια τῆς Ἐκ­κλησίας του μεταδίδουν τὸ Πνεῦμα ἅγιο ποὺ ἑ­ορτάζουμε σήμερα. Πνεῦμα ἅγιο! Πῶς νὰ ἐκφρασθοῦμε; Εἶνε μερικὰ πράγματα ποὺ ἡ γλῶσσα δὲ μπορεῖ νὰ τὰ πῇ. Γι᾽ αὐτὸ ἡ Γραφὴ καὶ οἱ πατέρες χρησιμοποιοῦν εἰκόνες καὶ παραδεί­γματα. Ἔ­τσι τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο παρουσιάζεται ἄλλοτε σὰν φωτιὰ ἐξ οὐρανοῦ ποὺ φωτίζει καὶ θερμαί­νει, ἄλλοτε σὰν νερὸ δροσερὸ ποὺ ἀρδεύει κάμ­πους, καὶ ἄλλοτε σὰν ἄνεμος σφοδρὸς καὶ θύελ­λα ποὺ ξερριζώνει δέντρα τῆς ἁμαρτίας. Ποικίλες εἶνε οἱ ἐνέργειες τοῦ ἁγίου Πνεύματος.

* * *

Ἀπὸ τότε ποὺ εἶπε ὁ Χριστὸς τὰ λόγια του πέρασαν αἰῶνες. Στὸ διάστημα αὐτὸ παρουσι­άστησαν πολλοὶ σοφοί, ποὺ εἶ­παν καὶ ἔγρα­ψαν πολλά. Τώρα, κατὰ τὸ πλεῖ­στον, αὐτοὶ ἔχουν λη­σμονηθῆ· κά­που – κάπου ψάχνει κανεὶς σὲ βιβλιοθῆ­κες νὰ βρῇ τί εἶπαν. Τὰ λόγια ὅμως τοῦ Χριστοῦ ἐξακο­λου­θοῦν ν᾽ ἀκούγωνται καὶ νὰ διαδίδωνται. Ὅ­που νὰ πᾶμε, σ᾽ ἀνατολὴ καὶ δύσι, βορρᾶ καὶ νότο, παντοῦ θὰ βροῦμε τὸ Εὐ­αγγέλιο διαδεδο­μένο· ὄχι ὅμως χωρὶς ἐμπόδια.
Πῶς διατίθενται σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἀπέναντι στὸ Εὐαγγέλιο; Ὅπως καὶ τότε, στὰ χρό­­νια τοῦ Χριστοῦ, χωρίζονται σὲ δύο παρατάξεις. Στὴ μία εἶνε ὅσοι τὸ δέχονται, τὸ ἀ­σπάζον­­ται, τὸ ζοῦν, πεθαίνουν γι᾽ αὐτό. Στὴν ἄλλη παράταξι εἶνε ὅσοι μένουν ξένοι πρὸς τὸ Εὐ­αγγέλιο. Ἐ­δῶ ἄλλοι μὲν ἀδιαφοροῦν. Μίλα τους γιὰ λεφτὰ γιὰ γυναῖκες καὶ ἔρωτες γιὰ πολιτικὴ γιὰ συμφέροντα ἐπίγεια, τεντώνουν τ᾽ αὐτὶ ν᾽ ἀ­κούσουν· ἂν τοὺς μιλή­σῃς γιὰ οὐράνια πρά­γμα­τα, γιὰ παράδεισο κόλασι αἰώνιο ζωή, δὲ δίνουν σημασία. Ἄλλοι πάλι ἀμφιβάλλουν γιὰ τὶς ἀ­λήθειες τοῦ Εὐαγγελίου, εἶνε πάντα σκεπτικοὶ κ᾽ ἐ­πιφυλακτικοί. Ἄλλοι ὅμως εἶνε τελείως ἀρ­­νητικοὶ ἢ καὶ ἐπιθετικοί, μάλιστα στὴν ἐποχή μας. Κάνουν σὰν τὰ λυσσασμένα σκυλιά. Ποτέ ἄλ­λοτε δὲν ἐκ­δηλώθηκε τέτοια μανία· εἰ δυνα­τὸν νὰ γκρεμίσουν τὴν Ἐκκλησία, νὰ τὴν ἐξαφανί­σουν. Ὅ­πως τότε οἱ φαρισαῖοι ἔστειλαν ὑπηρέτες νὰ φιμώσουν τὸ Χριστό, ἔτσι καὶ σήμερα νεώτεροι φαρισαῖοι τοῦ πνεύματος, ἄνθρωποι δῆθεν τῶν γραμμάτων, ἐπιτίθενται ἐναντίον του μὲ ὅ,τι διαθέτουν (ἔντυπα, ῥάδια, τηλεοράσεις, θεάματα κ.λπ.). Τοὺς ἐνοχλεῖ τὸ ὄνομά του, ἡ Ἐκκλησία του καὶ τὸ κήρυγμά της, τοὺς ἐνοχλεῖ ἡ παρουσία τοῦ ῥάσου, τοὺς ἐνοχλεῖ ἀ­κόμα κ᾽ ἡ καμπάνα καὶ θέλουν νὰ μὴ χτυπάῃ. Ἄλλοτε ἄκουγε τὴν καμ­πάνα κι ὁ βοσκὸς στὴν ὕπαιθρο κ᾽ ἔκανε τὸ σταυρό του· τώρα ὅ,τι θυμίζει τὸ Θεὸ ἔγινε ἀποκρουστικὸ καὶ μισητό. Στὸ σημεῖο ποὺ φτάσαμε, κάτι κακὸ θὰ μᾶς συμβῇ· ἢ κανένας σεισμὸς ἢ κανένας πόλεμος ἢ κάτι ἄλλο.
Τὰ λέω αὐτὰ γιὰ ὅλους, δὲν μέμφομαι κάποια συγκεκριμένη πολιτικὴ παράταξι. Δὲν πο­λιτικολογῶ, δὲν κομματίζομαι· εἶμαι ὑπερ­άνω κομμάτων, ὁμιλῶ ἐν ὀ­νόματι Κυρίου. Πρέπει ὁ λαός μας νὰ τὸ αἰ­σθανθῇ πλέον, ὅτι ζοῦμε σὲ ἐποχὲς κατατρεγμοῦ, συγκεκαλυμμένου διωγμοῦ, ὅ­πως αὐτὴ ποὺ περι­γράφει σήμερα τὸ Εὐαγγέλιο ὅταν λέῃ ὅτι ἔ­στειλαν ἀπόσπασμα νὰ συλλάβουν τὸ Χριστό. Ἂς ξυπνήσουμε. Δὲν πρόκειται περὶ πολιτικολογίας, περὶ μικροῦ καὶ ἀσημάντου πράγματος· πρόκειται περὶ μεγάλου καὶ ὑψηλοῦ ζητήματος. Τὸν ὑλισμὸ καὶ τὴν ἀθεΐα ἐλέγχουμε. Οἱ ὑλισταὶ καὶ ἄθεοι μισοῦν τὸ ἀληθινὸ φῶς, ποὺ εἶνε ὁ Χριστός. Μοιάζουν μὲ ἀσπάλακες, τυφλοπόντικες, ποὺ ἀνοίγουν λαγούμια καὶ κινοῦνται στὸ σκοτάδι· δὲν θέλουν νὰ δοῦν καὶ ν᾽ ἀκούσουν τὸ Θεό, καὶ κινοῦνται μέσα σὲ κρησφύγετα τῆς ἀμφιβολίας καὶ τῆς ἀπιστίας.

* * *

Ἀλλ᾽ «ὅσοι πιστοί»! Τὸ εἶπα καὶ ἄλλοτε· κι ἂν μείνῃς ἕνας μέσ᾽ στὸ σπίτι ἢ στὸ σχολεῖο ἢ στὴν κοινωνία, μὴ φοβᾶσαι. Ἐσὺ θὰ νική­σῃς, ὄχι οἱ πολλοί. Εἰς πεῖσμα τῶν δαιμόνων, ὁ Χριστὸς νικᾷ καὶ θριαμβεύει εἰς τοὺς αἰῶνας.
Πιστεύω ὅτι μιλῶ σὲ ἀνθρώπους μὲ χρῖσμα πίστεως, σὲ ἀνθρώπους ποὺ αἰσθάνονται τὸ μήνυμα τῆς ἁγίας αὐτῆς ἡμέρας. Κλεῖστε τ᾽ αὐτιά σας στοὺς ἀπίστους καὶ ἀθέους. Ἑ­νω­μέ­νος ὁ πιστὸς λαὸς θὰ δώσῃ τὴ μεγάλη μάχη γιὰ νὰ μείνῃ αὐτὸς ὁ τόπος στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ.
Θυσιάστηκαν χιλιάδες γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό. Καὶ πιστεύω ὅτι, χάρι στὴ θυσία ἐκείνων, ὁ τόπος μας δὲν θὰ ὑποκύψῃ στὴν ἀθεΐα, ἀλλὰ θὰ μείνῃ στὸ φῶς τοῦ ἐσταυρωμένου Λυτρω­τοῦ τοῦ κόσμου· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦ­τε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(Ομιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου στον ιερό ναό του Ἁγίου Γεωργίου Φλωρίνης 6-6-1982)

Άγιος Γρηγόριος Επίσκοπος Δέρκων


Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στο χωριό Ζουμπάντα της Αχαΐας και σπούδασε στη Δημητσάνα, στο Ναύπλιο και στη Μεγάλη του Γένους Σχολή στην Κωνσταντινούπολη. Η μόρφωση και το ήθος του Γρηγορίου είλκυσαν την εκτίμηση του Οικουμενικού πατριάρχη Σωφρονίου Β' (1774 - 1780 μ.Χ.), ο όποιος τον Φεβρουάριο του 1777 μ.Χ. τον χειροτόνησε μητροπολίτη Λακεδαιμόνιας σε διαδοχή του άλλου εθνομάρτυρα μητροπολίτη Ανανία Λαμπάρδη (1750 - 1767 μ.Χ.).

Το 1790 μ.Χ. κατόρθωσε να διαφύγει τη σύλληψη από τον πασά της Τριπόλεως και να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη. Μη δυνάμενος να επανέλθει στη Λακεδαίμονα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον μετέθεσε στη μητρόπολη Βιδύνης (1791 - 1801 μ.Χ.). Εκεί συνδέθηκε φιλικά με τον Πασβάνογλου, ο όποιος το 1797 μ.Χ. αποστάτησε κατά του σουλτάνου.

Επί της πατριαρχίας Καλλινίκου Ε' (α' 1801 - 1806 μ.Χ. ,β' 1808 - 1809 μ.Χ.) ο Γρηγόριος μετατέθηκε στη μητρόπολη Δέρκων.

Υπήρξε από τους πρώτους Φιλικούς και προσέφερε πολλές και μεγάλες υπηρεσίες στην Εκκλησία και στο Έθνος. Μετά την εισβολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη στη Μολδοβλαχία (9 Μαρτίου 1821 μ.Χ.), ο Γρηγόριος φυλακίστηκε μαζί με τους μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Τιρνάβου Ιωαννίκιο και Αδριανουπόλεως Δωρόθεο. Μετά την έκρηξη της Επανάστασης στην Πελοπόννησο (23-25 Μαρτίου 1821 μ.Χ.) και τα πολεμικά γεγονότα που ακολούθησαν, διατάχθηκε η θανάτωση των φυλακισμένων Ιεραρχών οι μητροπολίτες Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Τιρνάβου Ιωαννίκιος και Αδριανουπόλεως Δωρόθεος απαγχονίστηκαν στο Αρναούτκιο, ενώ για τον Γρηγόριο η αγχόνη είχε στηθεί στην αυλή του σπιτιού του στα Θεραπεία της Κωνσταντινούπολης. Ο Γρηγόριος προσευχήθηκε, ευλόγησε τη θηλειά της αγχόνης του και την πέρασε στον τράχηλο του, έκαμε το σημείο του Σταυρού και έτσι τελείωσε την επίγεια ζωή του ο μάρτυρας αυτός του Χριστού και του Γένους, ο Μέγας Δέρκων Γρηγόριος, την 3η Ιουνίου 1821 μ.Χ.

Κυριακή της Πεντηκοστής


«Τη αυτή ημέρα, Κυριακή ογδόη από του Πάσχα, την αγίαν Πεντηκοστήν εορτάζομεν. Πνοή βιαία γλωσσοπυρσεύτως νέμει, Χριστός το θείον Πνεύμα τοις Αποστόλοις. Εκκέχυται μεγάλω ενί ήματι Πνεύμ' αλιεύσι. Ταις των αγίων Αποστόλων πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον ημάς. Αμήν»

Μετά την Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς, οι Απόστολοι και οι υπόλοιποι μαθητές του, καθώς και οι γυναίκες που από την αρχή τον είχαν ακολουθήσει, η Παναγία Παρθένος Μαρία η Μητέρα του, περίπου 120 άτομα, γύρισαν στο όρος των Ελαιών στην Ιερουσαλήμ και, μπαίνοντας στο υπερώο, δηλαδή στον πάνω όροφο του σπιτιού εκεί, περίμεναν με προσευχή την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, σύμφωνα με την υπόσχεση του Σωτήρα Χριστού. Στο μεταξύ εκεί, εξέλεξαν και τον Ματθία και τον συναρίθμησαν με τους ένδεκα Αποστόλους.

Τότε αυτοί πληρωθέντες από το Πνεύμα το Άγιο, άρχισαν να κηρύττουν και να καλούν τους ανθρώπους να βαπτισθούν και να λάβουν κι αυτοί την χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ό,τι είχαν ακούσει και ζήσει κοντά στο Χριστό και δεν το είχαν τότε κατανοήσει, τώρα εν Αγίω Πνεύματι το γνώρισαν και το επαγγέλλονται στο λαό.

Τώρα γνωρίζουν ποια είναι η προοπτική της καινής ζωής και που πρέπει να οδηγήσουν το λαό, γι’ αυτό και τους πρώτους τρεις χιλιάδες που βαπτίστηκαν, τους οδηγούν στο Δείπνο της Ζωής, την Τράπεζα της Θείας Ευχαριστίας, όπου στο εξής θα βρίσκεται συναγμένη η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, θα τρέφεται με το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου και θα συμμετέχει έτσι στην αιώνια ζωή της Βασιλείας του Θεού.

Με την Πεντηκοστή δεν γεννήθηκε η Εκκλησία ως απλός θεσμός, αλλά ως συνεχής παρουσία της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, και γι’ αυτό η Πεντηκοστή δεν είναι ένα γεγονός που συνέβη μια φορά κάποτε, αλλά είναι η ζωή της Εκκλησίας, ως αδιάκοπη κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.

Η Πεντηκοστή, αποτελεί τη γενέθλια ημέρα της Εκκλησίας.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ήχος πλ. δ'.
Ευλογητός ει, Χριστέ ο Θεός ημών, ο πανσόφους τους αλιείς αναδείξας, καταπέμψας αυτοίς το Πνεύμα το άγιον, και δι' αυτών την οικουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι.




Οπτικοακουστικό Υλικό
media
Ακούστε το απολυτίκιο!




Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
Κυριακή της Πεντηκοστής
Κυριακή της Πεντηκοστής

Κυριακή της Πεντηκοστής
Κυριακή της Πεντηκοστής


Κυριακή της Πεντηκοστής


«Τη αυτή ημέρα, Κυριακή ογδόη από του Πάσχα, την αγίαν Πεντηκοστήν εορτάζομεν. Πνοή βιαία γλωσσοπυρσεύτως νέμει, Χριστός το θείον Πνεύμα τοις Αποστόλοις. Εκκέχυται μεγάλω ενί ήματι Πνεύμ' αλιεύσι. Ταις των αγίων Αποστόλων πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός ημών, ελέησον ημάς. Αμήν»

Μετά την Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς, οι Απόστολοι και οι υπόλοιποι μαθητές του, καθώς και οι γυναίκες που από την αρχή τον είχαν ακολουθήσει, η Παναγία Παρθένος Μαρία η Μητέρα του, περίπου 120 άτομα, γύρισαν στο όρος των Ελαιών στην Ιερουσαλήμ και, μπαίνοντας στο υπερώο, δηλαδή στον πάνω όροφο του σπιτιού εκεί, περίμεναν με προσευχή την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος, σύμφωνα με την υπόσχεση του Σωτήρα Χριστού. Στο μεταξύ εκεί, εξέλεξαν και τον Ματθία και τον συναρίθμησαν με τους ένδεκα Αποστόλους.

Τότε αυτοί πληρωθέντες από το Πνεύμα το Άγιο, άρχισαν να κηρύττουν και να καλούν τους ανθρώπους να βαπτισθούν και να λάβουν κι αυτοί την χάρη του Αγίου Πνεύματος. Ό,τι είχαν ακούσει και ζήσει κοντά στο Χριστό και δεν το είχαν τότε κατανοήσει, τώρα εν Αγίω Πνεύματι το γνώρισαν και το επαγγέλλονται στο λαό.

Τώρα γνωρίζουν ποια είναι η προοπτική της καινής ζωής και που πρέπει να οδηγήσουν το λαό, γι’ αυτό και τους πρώτους τρεις χιλιάδες που βαπτίστηκαν, τους οδηγούν στο Δείπνο της Ζωής, την Τράπεζα της Θείας Ευχαριστίας, όπου στο εξής θα βρίσκεται συναγμένη η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, θα τρέφεται με το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου και θα συμμετέχει έτσι στην αιώνια ζωή της Βασιλείας του Θεού.

Με την Πεντηκοστή δεν γεννήθηκε η Εκκλησία ως απλός θεσμός, αλλά ως συνεχής παρουσία της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, και γι’ αυτό η Πεντηκοστή δεν είναι ένα γεγονός που συνέβη μια φορά κάποτε, αλλά είναι η ζωή της Εκκλησίας, ως αδιάκοπη κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.

Η Πεντηκοστή, αποτελεί τη γενέθλια ημέρα της Εκκλησίας.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ήχος πλ. δ'.
Ευλογητός ει, Χριστέ ο Θεός ημών, ο πανσόφους τους αλιείς αναδείξας, καταπέμψας αυτοίς το Πνεύμα το άγιον, και δι' αυτών την οικουμένην σαγηνεύσας, φιλάνθρωπε, δόξα σοι.




Οπτικοακουστικό Υλικό
media
Ακούστε το απολυτίκιο!




Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
Κυριακή της Πεντηκοστής
Κυριακή της Πεντηκοστής

Κυριακή της Πεντηκοστής
Κυριακή της Πεντηκοστής


Άγιος Λουκιλλιανός, Παύλη και τα νήπια Κλαύδιος, Υπάτιος, Παύλος και Διονύσιος


Eις τον Λουκιλλιανόν.
Λουκιλλιανώ πήγνυται σταυρός κάτω,
Oυχ’ ως ο Xριστού και τίτλον φέρων άνω.

Eις τα παιδία.
Tους παιδαρίσκους ων αριθμός δις δύω,
Θεού Πατρός τίθησιν υιούς η σπάθη.

Eις την Παύλαν.
Oυκ άξια προς μέλλον, ως Παύλος, κλέος,
Tα νυν πάθη φάσκουσα, τέμνεται Παύλα.

Σταυρώ αμφί τρίτην Λουκιλλιανός τετάνυστο.



Λουκιλλιανὸς σύν τε Παῦλα νηπίοις,
Αἵματι ὠνήσαντο Μαρτύρων στέφη.
Σταυρῷ ἀμφὶ τρίτην Λουκιλλιανὸς τετάνυστο.
Βιογραφία
Ο Κύριος μας διαβεβαίωσε ότι «τα αδύνατα παρά ανθρώποις δυνατά παρά τω Θεώ εστίν». Δηλαδή, εκείνα που είναι αδύνατο να γίνουν με την ασθενική δύναμη και λογική του ανθρώπου, αυτά είναι κατορθωτά και δυνατά από το Θεό. Πράγματι, ποιος θα περίμενε από έναν άνθρωπο που πέρασε σχεδόν όλη του τη ζωή μέσα στην ειδωλολατρία, της οποίας, μάλιστα, ήταν και ιερέας, να γίνει χριστιανός; Κι όμως. Αυτό συνέβη με το γέροντα ιερέα ειδωλολάτρη Λουκιλλιανό, που έζησε στα χρόνια του βασιλιά Αυρηλιανού το 270 μ.Χ.

Όταν,λοιπόν ο Λουκιλλιανός, άκουσε για πρώτη φορά χριστιανικό κήρυγμα στην πατρίδα του Νικομήδεια, η θεία χάρη δημιούργησε μέσα του πραγματικό σεισμό. Γκρεμίστηκαν σαν χάρτινοι πύργοι οι ειδωλολατρικές του πεποιθήσεις, που τόσο βαθειά ήταν ριζωμένες στην ψυχή του. Τα γεροντικά του μάτια άνοιξαν και με νεανική ζωηρότητα διακήρυξε την πίστη του στο Χριστό. Προσπάθησε, μάλιστα, να φέρει με το κήρυγμα του και άλλες ψυχές σ' Αυτόν. Το γεγονός αυτό καταγγέλθηκε στον κόμη Λιβάνια. Με θάρρος ο Λουκιλλιανός ομολόγησε μπροστά του το Χριστό. Τότε ο κόμης, πιεζόμενος και από τους ειδωλολάτρες ιερείς, που θεώρησαν το Λουκιλλιανό λιποτάκτη της θρησκείας τους, διέταξε και τον βασάνισαν. Έπειτα τον έριξαν στη φωτιά για να καεί, αλλά δυνατή βροχή έσβησε τη φωτιά. Τότε τον έστειλαν στο Βυζάντιο, όπου ο Λουκιλλιανός αξιώθηκε να μαρτυρήσει με σταυρικό θάνατο.

Στη φυλακή μέσα ο Άγιος Λουκιλλιανός βρήκε τέσσερα παιδιά, τον Κλαύδιο, τον Υπάτιο, τον Παύλο και τον Διονύσιο, που για τον ίδιο λόγο ήταν φυλακισμένα και κατόπιν αποκεφαλίστηκαν. Μετά τον θάνατο και του Αγίου, η παρθένος Παύλη, πήρε τα Ιερά του λείψανα και τα ενταφίασε. Τότε όμως, συνελήφθη και αυτή, βασανίζεται σκληρά και στο τέλος αποκεφαλίζεται.

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Τοὺς μάρτυρας Χριστοῦ, ἱκετεύσωμεν πάντες, αὐτοὶ γὰρ τὴν ἡμῶν, σωτηρίαν αἰτοῦνται, καὶ πόθῳ προσέλθωμεν, πρὸς αὐτοὺς μετὰ πίστεως, οὖτοι βρύουσι τῶν ἰαμάτων τὴν χάριν, οὖτοι φάλαγγας, ἀποσοβοῦσι δαιμόνων, ὡς φύλακες τῆς πίστεως.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ἦχος α’. Χορός Ἀγγελικός.
Ὡς ἄστρον φαεινόν, ἐκ νυκτὸς τῆς ἀπάτης, ὦ Λουκιλλιανέ, εὐσεβῶς ἀναλάμψας νομίμως ἠγώνισαι καὶ τὸν δόλιον ἔκτεινας· ὅθεν πρέσβευε σὺν τῇ θεόφρονι Παύλῃ καὶ τοῖς τέσσαρσι παισὶ Χριστῷ, ἀθλοφόρε, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.




Οπτικοακουστικό Υλικό
media
Ακούστε το απολυτίκιο!




Αγιογραφίες / Φωτογραφίες
Άγιος Λουκιλλιανός
Άγιος Λουκιλλιανός

Αγία Παύλη
Αγία Παύλη

Αγία Παύλη
Αγία Παύλη

Άγιος Ιωσήφ Ιερομάρτυς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης


Ο Ιωσήφ, καταγόμενος από τη Δημητσάνα της Πελοποννήσου, διετέλεσε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κατά τη δύσκολη περίοδο της Τουρκοκρατίας και ιδιαίτερα κατά τους χρόνους πριν από την έκρηξη της Επαναστάσεως, κατά την έναρξη της οποίας συνελήφθη από τους Τούρκους και θανατώθηκε· γι' αυτό και θεωρείται ως εθνομάρτυς. Αν και δεν υπάρχει επίσημη πράξη ανακηρύξεως της αγιότητάς του από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επειδή, όπως είναι φυσικό, κάτι τέτοιο θα προκαλούσε έντονες αντιδράσεις από μέρους της Τουρκικής κυβερνήσεως, εν τούτοις κρίθηκε σκόπιμο να περιληφθεί και ο μητροπολίτης Ιωσήφ στο Αγιολόγιο της Θεσσαλονίκης, αφού έχει καθιερωθεί στη συνείδηση του χριστιανικού πληρώματος όχι μόνο ως εθνομάρτυς, αλλά και ως ιερομάρτυς.

Την προσωπικότητα του Ιωσήφ ανασυνθέτουμε από σποραδικές ειδήσεις που υπάρχουν περί του προσώπου του, εφ' όσον δεν διαθέτουμε κάποια πλήρη βιογραφία του. Κυρίως οι πληροφορίες που διαθέτουμε προέρχονται από τις δύο περιόδους κατά τις οποίες διετέλεσε συνοδικός αρχιερέας στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως. Κατ' αυτές τις περιόδους λοιπόν συναντούμε την υπογραφή του Ιωσήφ σε πολλά σπουδαία συνοδικά έγγραφα.

Ο Ιωσήφ καταγόταν από τη Δημητσάνα, η οποία ανέδειξε ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας αξιόλογους άνδρες, που εργάστηκαν τόσο στο χώρο της Εκκλησίας όσο και για την απελευθέρωση του Εθνους. Από τη Δημητσάνα άλλωστε καταγόταν και ο πατριάρχης Γρηγόριος ο Ε' (βλέπε 10 Απριλίου), με τον οποίο ο Ιωσήφ πρέπει να ήταν συνομήλικος ή ίσως και λίγο νεώτερός του. Ο Ιωσήφ προερχόταν από τη γνωστή οικογένεια των Αντωνόπουλων, η οποία προσέφερε πολλά στον αγώνα του 1821. Μέχρι πρόσφατα υπήρχε η άποψη ότι έφερε το επώνυμο Δαλιβήρης, ώσπου δημοσιεύτηκαν τα Απομνημονεύματα του Κανέλου Δεληγιάννη, όπου, αναφερόμενος ο Κανέλος στο γεγονός της ιδρύσεως πυριτιδόμυλων στη Δημητσάνα, λέγει ότι στην προσπάθεια αυτή των δύο αδελφών, του Νικολάου και του Σπυρίδωνα Σπηλιωτοπούλου συνέβαλε σημαντικά και ο προκριτώτερος της πόλεως «᾿Αθανάσιος ᾿Αντωνόπουλος, ἀδελφὸς τοῦ ᾿Ιωσὴφ μητροπολίτου Θεσσαλονίκης, ὅστις ἐφονεύθη ἀπὸ τὸν σουλτάνον εἰς Κωνσταντινούπολιν μετὰ τοῦ ἀοιδίμου πατριάρχου Γρηγορίου, τοῦ Δέρκων, ᾿Εφέσου καὶ ἄλλων ἀρχιερέων...».

Την πρώτη μόρφωσή του ο Ιωσήφ πιθανώτατα την έλαβε στη γενέτειρά του, όπου άλλωστε και πριν τη σύσταση της γνωστής Ελληνικῆς Σχολής λειτουργούσε ανεπίσημα σχολείο. Άγνωστος παραμένει ο τόπος όπου συνέχισε τις σπουδές του· πιθανότατα μετέβη στη Σμύρνη, όπου συνήθιζαν να καταφεύγουν πολλοί από την πατρίδα του, όπως π.χ. ο Γρηγόριος ο Ε', αλλά και οι ιδρυτές της Σχολής της Δημητσάνας. Ενας άλλος τόπος που προσέλκυε πολλούς νέους προερχόμενους από τη Δημητσάνα ήταν η Κωνσταντινούπολη, όπου διέμεναν πολλοί πλούσιοι έμποροι καταγόμενοι από αυτή. Αλλά και το Άγιο Όρος αποτελούσε έναν σημαντικό πόλο έλξης. Σε κάποιον λοιπόν από αυτούς τους χώρους ο Ιωσήφ συμπλήρωσε τη μόρφωσή του, για την οποία άλλωστε ο μοναχός Χριστόφορος ο Προδρομίτης σημειώνει: «ἱκανὴν παίδευσιν, τήν τε θύραθεν καὶ μάλιστα τῶν καθ᾿ ἡμᾆς παιδευμάτων“ικανήν παίδευσιν, την τε θύραθεν και μάλιστα των καθ ἡμᾆς παιδευμάτων».

Αργότερα, όταν ο Γρηγόριος ο Ε' ανέρχεται στον πατριαρχικό θρόνο, συναντούμε τον Ιωσήφ αρχιδιάκονο του μητροπολίτη Εφέσου. Στη συνέχεια γίνεται Μ. Πρωτοσύγκελλος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ενώ από τις 20 Αυγούστου του 1787 μ.Χ. εξελέγη μητροπολίτης Δράμας. Μεταξύ της γενέτειράς του και της εκκλησιαστικής του επαρχίας υπήρχε ένας μυστικός στενός σύνδεσμος, αφού πολλοί από τους συμπατριώτες του είχαν περάσει από τη Δράμα, όπως π.χ. ο Διονύσιος ο Α', ο οποίος θεωρείται δεύτερος κτίτωρ της μονής της Εικοσιφοινίσσης, ο Γρηγόριος ο Ε', ο οποίος κατέφυγε στην ίδια μονή, ο μητροπολίτης Δράμας Αθανάσιος (1593 - 1608 μ.Χ.), αλλά και πολλοί άλλοι.

Στο εξώφυλλο μιας χειρόγραφης λειτουργίας του 1736 μ.Χ. βρίσκουμε μία ιδιόγραφη σημείωση του Ιωσήφ, που φέρεται ότι είναι γραμμένη το Μάρτιο του έτους 1800 μ.Χ. Στη σημείωση αυτή αναφέρονται τα ονόματα όλων των προκατόχων του Ιωσήφ, ο οποίος φαίνεται ότι προβαίνει σ' αυτή την ενέργεια από σεβασμό στη μνήμη όλων όσων αρχιεράτευσαν νωρίτερα στην ίδια μητρόπολη και ιδιαίτερα των συμπατριωτών του.

Ο Ιωσήφ διακρινόταν ιδιαίτερα για την μόρφωσή του, την ευσέβεια και την εργατικότητά του. Συνέβαλε μάλιστα οικονομικά στην έκδοση διαφόρων έργων, όπως π.χ. της «Επιτομῆς χρονολογικῆς τῆς Γενικῆς ῾Ιστορίας, ἐκ τῆς Γαλλικῆς εἰς τὴν ἡμετέραν μετενεχθείσης διάλεκτον μετὰ πλείστων σημειώσεων ἐπαυξηθείσης ὑπὸ τοῦ φιλογενοῦς Λάμπρου ᾿Αντωνιάδου, τοῦ ἐκ Μοισίας» και της «Γεωγραφίας» του Διονυσίου Πύρρου του Θετταλού, η οποία εκδίδεται για πρώτη φορά το 1818 μ.Χ. Επίσης προέτρεψε τον όσιο Νικόδημο τον Αγιορείτη (βλέπε 14 Ιουλίου) στη σύνταξη του Συναξαριστού, ενός έργου την έκδοση του οποίου είχε υποσχεθεί να χρηματοδοτήσει. Πράγματι, μετά το θάνατο του Νικοδήμου, το 1819 μ.Χ., ο Ιωσήφ εκπλήρωσε την υπόσχεσή του, επιθυμώντας μόνο να παραμείνει μυστική η προσφορά του. Τέλος, ενίσχυσε οικονομικά και τη Σχολή της γενέτειράς του.

Από το φθινόπωρο πιθανότατα του 1808 - 1809 μ.Χ. ο Ιωσήφ μετείχε στην Πατριαρχική Σύνοδο ως μητροπολίτης Δράμας. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου συναντούμε την υπογραφή του σε διάφορα συνοδικά έγγραφα μεταξύ των οποίων και στο έντυπο σιγίλλιο του πατριάρχου Καλλινίκου Ε' το 1809 μ.Χ., που συνιστά υποταγή στην οθωμανική εξουσία τόσο στους μητροπολίτες όσο και στους χριστιανούς.

Κατά το Νοέμβριο του 1810 μ.Χ. ο Ιωσήφ μετατέθηκε στη Θεσσαλονίκη για να διαδεχθεί τον αποθανόντα Γεράσιμο. Η μητρόπολη της Δράμας ήταν μία πτωχή εκκλησιαστική περιφέρεια σε σχέση με τη Θεσσαλονίκη· έτσι η προαγωγή αυτή αποτελούσε μια πράξη αναγνωρίσεως της προσφοράς του Ιωσήφ.

Από την περίοδο της ποιμαντορίας του στη Θεσσαλονίκη διασώζεται μία ενθύμηση σ' ένα χειρόγραφο του ΙΕ' - ΙΣΤ' αι., που αναφέρεται σε κάποια επίσκεψή του στη μονή Βλατάδων. Σημειώνεται λοιπόν πως «αωιβ' (1812) Φεβρουαρίῳ β' ἦλθεν ὁ ἅγιος Θεσσαλονίκης κῦρ ᾿Ιωσήφ. ῾Ο γράψας σύγκελλος ῎Ανθιμος».

Αργότερα, το 1815 μ.Χ., σε κώδικα του 1789 μ.Χ. που ανήκε στον ιερό ναό της Παναγούδας, βρίσκουμε μία σημείωση που αναφέρει ότι εθεωρήθη ο λογαριασμός του επιτρόπου Γ. Πάϊκου κατά τον Ιούνιο του 1815 μ.Χ. ενώπιον του αρχιερέως· στο τέλος υπάρχει υπογραφή του μητροπολίτη «οὕτως † ὁ Θεσ­σαλονίκης ᾿Ιωσὴφ ὑποβεβαιοῖ».

Κατά τα έτη 1819 - 1821 μ.Χ., ο Ιωσήφ μετείχε και πάλι στην Πατριαρχική Σύνοδο, αυτή τη φορά βέβαια ως μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Ετσι συναντούμε την υπογραφή του σε αρκετά συνοδικά έγγραφα και γράμματα, όπως στην εγκύκλιο του 1820 μ.Χ., την οποία απευθύνει ο Γρηγόριος ο Ε' προς το μητροπολίτη, τους επισκόπους και το λαό της Θεσσαλονίκης, με σκοπό να μην παρασυρθούν από το κίνημα του Αλή, αλλά να παραμείνουν πιστοί στο Σουλτάνο. Επίσης, το 1821 μ.Χ. ο Ιωσήφ ως συνοδικός υπογράφει και την αφοριστική επιστολή των πρωταγωνιστών του απελευθερωτικού αγώνος. Αυτές οι ενέργειες του Ιωσήφ δεν πρέπει, όπως έχει αποδειχθεί από την ιστορική έρευνα, να εκληφθούν ως προδοτικές, αλλά να ερμηνευθούν σε συνδυασμό με το όλο κλίμα της περιόδου και κυρίως με το δύσκολο ρόλο που είχε αναλάβει το πατριαρχείο ως προστάτης του χριστιανικού πληθυσμού.

Μετά την έκρηξη της επανάστασης στις παραδουνάβιες περιοχές, ο πατριάρχης διατάχθηκε δια φιρμανίου στις 9 Μαρτίου να στείλει στην Πύλη κάποιους από τους προκρίτους αρχιερείς. Ισως όμως αυτό να συνέβη όταν γνωστοποιήθηκε στο Σουλτάνο η εξέγερση της Πελοποννήσου, οπότε και του ζητήθηκαν συγκεκριμένα πρόσωπα, διαφορετικά θα όφειλε να θέσει και τον εαυτό του στην ομάδα των αποσταλέντων αρχιερέων στην Πύλη.

Μάλιστα οι συλλήψεις των αρχιερέων πρέπει να έγιναν σταδιακά· πρώτος πρέπει να συνελήφθη και να φυλακίσθηκε ο Εφέσου Διονύσιος, αφού δεν συναντούμε την υπογραφή του σε κανένα από τα πατριαρχικά έγγραφα που αποκηρύσσουν το κίνημα. Μετά ακολούθησαν ο Νικομηδείας Αθανάσιος και ο Αγχιάλου Ευγένιος που θανατώθηκαν μαζί με τον πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε¢. Μετά την 10η Απριλίου ή κατ' αυτήν συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν στο Φούρνο του Μποσταντζήμπαση ο Δέρκων Γρηγόριος, ο Τυρνόβου Ιωαννίκιος, ο Αδριανουπόλεως Δωρόθεος και ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ. Η φυλάκιση των αρχιερέων διήρκεσε για αρκετό χρονικό διάστημα. Στις 27 Μαΐου, όταν ο Σουλτάνος πληροφορήθηκε την πυρπόληση του τουρκικού δικρότου στη Λέσβο διέταξε προς αντεκδίκηση τη θανάτωση των φυλακισμένων. Ετσι, στις 3 Ιουνίου τα θύματα μαζί με το δήμιό τους μεταφέρθηκαν στην ευρωπαϊκή παραλία του Βοσπόρου για να εκτελεσθούν. Πρώτος απαγχονίσθηκε ο Τυρνόβου Ιωαννίκιος στο Αρναούτκιοϊ, μετά ο Αδριανουπόλεως στο Μεγάλο Ρεύμα, τρίτος ο Ιωσήφ στο Νεοχώρι και τέλος ο Δέρκων στα Θεραπειά. Η παράδοση διατηρεί κάποιες λεπτομέρειες αναφερόμενες στο τέλος των μητροπολιτών, οι οποίες όμως πιθανότατα πηγάζουν από τη φαντασία και το θαυμασμό των απλών χριστιανών.

Μετά το θάνατο του Ιωσήφ η περιουσία του δημεύθηκε και έτσι στερήθηκε και η Σχολή της πατρίδας του την οικονομική ενίσχυση που δεχόταν από αυτόν. Τον Ιούλιο του ίδιου έτους στο μητροπολιτικό θρόνο της Θεσσαλονίκης μετατέθηκε ο Αίνου Ματθαίος, ο οποίος παρέμεινε μέχρι το 1824 μ.Χ.

Άγιος Δωρόθεος Μητροπολίτης Αδριανουπόλεως, ο Πρώιοςί


Ο Άγιος Δωρόθεος ήταν εθνομάρτυρας και από τους σπουδαιότερους λόγιους ιεράρχες του 19ου αιώνα μ.Χ. Μητροπολίτης Φιλαδέλφειας (1805 - 1813 μ.Χ.) και Αδριανουπολεως (1813 - 1821 μ.Χ.).

Γεννήθηκε στη Χίο, όπου και έμαθε τα εγκύκλιο γράμματα. Κατόπιν φοίτησε στην Πατμιάδα Σχολή, όπου χρημάτισε μαθητής του Δανιήλ Κεραμέα. Συνδέθηκε φιλικά με τον Βενιαμίν Λεσβίο, όπως δείχνει η αλληλογραφία τους. Η φιλία τους έμεινε αδιατάρακτη, γιατί είχαν κοινά ενδιαφέροντα, ως φίλοι της παιδείας και του γένους.

Το 1786 μ.Χ. χειροτονήθηκε διάκονος και αναχώρησε για ευρύτερες σπουδές στην Ιταλία και Γαλλία. Τον Σεπτέμβριο του 1793 μ.Χ. διορίστηκε διδάσκαλος στη Σχολή της Χίου, όπου δίδαξε τη φιλοσοφία και τις επιστήμες, με διευθυντή τον Αθανάσιο Πάριο. Το 1796 μ.Χ. όμως εγκατέλειψε τη θέση αυτή, για να αναλάβει τη διδασκαλία των παιδιών του Κωνσταντίνου Χαντζερή, δραγομάνου του τουρκικού στόλου, και εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη (1797 μ.Χ.). Όταν ο Χαντζερής διορίστηκε ηγεμόνας στη Βλαχία, ο Δωρόθεος τον ακολούθησε, παίρνοντας για βοηθό του εκεί τον μαθητή του Νεόφυτο Βάμβα.

Μετά τον αποκεφαλισμό του Χαντζερή από τους Τούρκους, ο Δωρόθεος αναγκάστηκε να επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη (1799 μ.Χ.). Το πατριαρχείο τον ονόμασε ιεροκήρυκα της Μεγάλης Εκκλησίας, προχειρίζοντάς τον σε Αρχιμανδρίτη.

Όταν ο Δημήτριος Μουρούζης ίδρυσε τη Σχολή του Γένους στο Κουρουτσεσμέ (Ξηροκρήνη), το 1804 μ.Χ., η διεύθυνσή της ανατέθηκε στον Δωρόθεο. Παρέμεινε στη διεύθυνση της σχολής μέχρι το 1807 μ.Χ., ενώ στο μεταξύ είχε εκλεγεί μητροπολίτης Φιλαδέλφειας.

Δίδαξε τη φυσική, τα μαθηματικά, τη γεωμετρία, τη φιλοσοφία και τη λογική. Από έγγραφα τους και τα χειρόγραφα βοηθήματα, με τα όποια εφοδίαζε τους μαθητές του, φαίνεται η άρτια συγκρότηση και η διοικητική ικανότητά του κατά τη σχολαρχία του. Δεν περιοριζόταν μόνο στα διοικητικά και διδακτικά καθήκοντά του, αλλά επιδόθηκε και σε άλλα, ωφελιμότερα για το γένος έργα. Τέτοιο είναι η σύνταξη του μεγάλου λεξικού της ελληνικής γλώσσας, με τον τίτλο «Κιβωτός», που το ενίσχυαν ηθικά και οικονομικά οι Ζωσιμάδες. Συνεργάτες του Δωροθέου στο έργο αυτό ήταν ο Ν. Βάμβας και ο Νικ. Λογάδης. Ο πρώτος τόμος του λεξικού εκδόθηκε το 1819 μ.Χ. Ως σχολάρχης ο Δωρόθεος αλληλογραφούσε με επιφανείς Έλληνες, ζητώντας τη συμπαράσταση τους στη λειτουργία της σχολής.

Το 1807 μ.Χ. άφησε ως διάδοχό του στη σχολή τον Πανταλέονα Φραγκιάδη (μετέπειτα Πλάτωνα, μητροπολίτη Χίου) και εγκαταστάθηκε στη Φιλαδέλφεια, την έδρα της μητρόπολης του.

Το 1813 μ.Χ. μετατέθηκε στη μητρόπολη Αδριανουπόλεως. Προσπάθησε να ιδρύσει στην πόλη Ιερατική σχολή, χωρίς όμως επιτυχία. Οργάνωσε πάντως σχολείο και βιβλιοθήκη με τη συνεργασία του Αδριανουπολίτη Γ. Σακελλαρίου, ο όποιος ήταν από τους πλουσιότερους εμπόρους της Αυστρίας. Σχολάρχης, διορίστηκε ο Στέφανος Καραθεοδωρής, δίδασκε όμως και ο Δωρόθεος θεολογία, φιλοσοφία και επιστήμες.

Το 1820 μ.Χ. κλήθηκε ως συνοδικός στην Κωνσταντινούπολη, αλλά ένα έτος μετά (Απρίλιος 1821 μ.Χ.) συνελήφθη από τους Τούρκους, μαζί με τον οικουμενικό πατριάρχη Γρηγόριο Ε', και άλλους αρχιερείς και επιφανείς λαϊκούς και απαγχονίστηκε στο Μέγα Ρεύμα.

Ο Δωρόθεος ανήκει στους μεγάλους διδασκάλους του γένους κατά τη φθίνουσα τουρκοκρατία και συνέβαλε στον ελληνοκεντρικό διαφωτισμό του, στη μύηση δηλαδή στις επιστήμες, αλλά μέσα στα πλαίσια της παράδοσης του. Σπουδαία βοήθεια προσέφερε με τα συγγράμματά του, παρόλο που δεν επιχείρησε δημοσίευση επιστημονικών μελετών, αλλά περιορίστηκε στη σύναξη βοηθημάτων για τους μαθητές του. Τα πολλά όμως αντίγραφά τους, που σώζονται σε διάφορες βιβλιοθήκες, βεβαιώνουν το γεγονός ότι αναγνωρίστηκε πολύ πλατιά η αξία του ως διδασκάλου. Τα σωζόμενα χειρόγραφα περιλαμβάνουν αριθμητική, γεωμετρία, άλγεβρα και τη Λογική του Γενουηνσίου. Κατά πληροφορία του C. Iken (Leucothea, Ι. Λειψία 1825, σ. 240/241) ο Δωρόθεος συνέγραψε Εκκλησιαστική Ιστορία, που όμως δεν εκδόθηκε ποτέ. Επιμελήθηκε την α' έκδοση του πηδαλίου του Αγ. Νικόδημου του Αγιορείτου (1800 μ.Χ.).

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...