Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 01, 2012

Μαρτύριον της Αγίας Παρθενομάρτυρος Ελένης της εκ Σινώπης του Ποντου, αθλησάσης τον ΙΗ αιώνα(1 Νοεμβρίου)




 Η ΠΑΡΘΕΝΟΜΑΡΤΥΣ του Χριστού  Αγία  Ελένη ήταν κόρη της ευσεβους οικογενείας Μπεκιάρη και έζησε τον ΙΗt αιώνα στην αρχαιότερη πόλι του Ποντου, την ωραία Σινώπη. Οι γονείς της ανέθρεψαν αυτήν εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου και  εφύτευσαν μέσα στην καθαρή καρδιά της την θερμή αγάπη προς τον  Ιησού Χριστό.
Στην ανατροφή της επέδρασε ιδιαίτερα ο θείος της, αδελφός του πατέρα της, ο οποίος εδίδασκε τότε σε  Ελληνικό κρυφό Σχολείο της Σινώπης.
Ηταν ωραιότατη στο σώμα, η δε αγνότητά της προσέδιδε ιδιαίτερη χάρη στο πρόσωπό της, το οποίο έλαμπε από την Χαρι του  Αγίου Πνεύματος.
Διακρινόταν για την υπακοή στους γονείς της και τον θερμό έρωτα της ψυχής της προς τον Νυμφίο Χριστό και Σωτήρα μας.
***
ΗΤΑΝ 15 ετών, όταν μία άμέρα α μητέρα της την έστειλε να αγοράση    νήματα για το κέντημα από το κατάστημα του Κρυωνά. Στον δρόμο υπήρχε το σπίτι του Ουκούζογλου Πασά, Διοικητού της
Σινώπης, ο οποίος  είδε την  Ελένη από το παράθυρο.  Η ωραιότητά της προσείλκυσε την ακόλαστη ψυχή του και σκέφθηκε να την μολύνη.
Ο Πασάς διέταξε και την έφεραν μπροστά του.  Αφού έμαθε ποια ήταν, προσεπάθησε δύο και τρεις φορές να την μιάνη, αλλά μία αόρατη δύναμι τον απεμάκρυνε!…
Ενα αόρατο τείχος προστάτευε την κόρη.  Ηταν το τείχος της προσευχής.  Η  Ελένη καθ  όλη την διάρκεια εκείνης της δοκιμασίας προσευχόταν νοερά, λέγοντας συνεχώς τον  Εξάψαλμο.
Ο  Αγαρηνός δεν απελπίστηκε… Διέταξε τους στρατιώτες να την κρατήσουν στο σπίτι του.  Ηλπιζε ότι αργότερα θα κατώρθωνε να πετύχη τον βδελυρό σκοπό του…
***
ΚΑΤΑ την διάρκεια της κρατήσεώς της α αγνή κόρη κατώρθωσε, με   την βοήθεια του Θεού, να διαφύγη την προσοχή των στρατιωτώνκαί να επιστρέψη στους ανήσυχους γονείς της, στους οποίους και διηγήθηκε όσα συνέβησαν.
Σε λίγο, ο Πασάς αντελήφθη την απόδρασί της, έγινε έξω φρενών και απειλούσε τους πάντας και τα πάντα!…
Εκάλεσε την Δημογεροντία της Σινώπης και ζήτησε να του φέρουν την  Ελένη. Σε διαφορετική περίπτωσι, θα επακολουθούσε γενική σφαγή των  Ελλήνων της πόλεως.
Η Δημογεροντία τότε συνήλθε σε σύσκεψι στο  Ελληνικό Σχολείο της Σινώπης.
Εκάλεσαν τον πατέρα της  Ελένης και του ζήτησαν να παραδώση στον Πασά την κόρη του  για το συμφέρον του συνόλου.
Ο πατέρας της ανελύθη σε λυγμούς, αλλά τελικά υποτάχθηκε, όπως ο Πατριάρχης  Αβραάμ, και εδέχθη να θυσιασθή η θυγατέρα του, προκειμένου να αποφευχθή η γενική σφαγή.
Μετέβη στο σπίτι του και αφού καταλλήλως ενίσχυσε την  Ελένη, παρέλαβε αυτήν και πνίγοντας τον πατρικό του πόνο, την παρέδωσε στον Πασά, για να προσφέρη τον εαυτό της όχι βεβαίως στις ασελγείς ορέξεις του αγαρηνού, αλλά ως θυμίαμα ευώδες στον Νυμφίο της Χριστό.
***
Ο ΒΔΕΛΥΡΟΣ Ουκούζογλου Πασάς εδέχθη με ανείπωτη χαρά την     ωραιότατη  Ελένη με την ελπίδα ότι θα κορέση πλέον τις ασελγεις ορέξεις του.  Ετσι, προσεπάθησε πάλι πολλές φορές να μιάνη αυτήν, αλλά πάλι η
ίδια έκπληξις: ένα αόρατο τείχος γύρω από την κόρη εμπόδιζε τον Πασά, ενώ μία αόρατη δύναμι απωθούσε αυτόν.
Η αγία κόρη προσευχόταν θερμά, έλεγε μυστικά τον  Εξάψαλμο, τον οποίο εγνώριζε από τον θείο της…
Την επομένη άμέρα επεχείρησε πάλι ο Πασάς να επιτύχη τον βδελυρό σκοπό του, αλλά και πάλι αντιμετώπισε το ίδιο παράδοξο εμπόδιο.  Εκνευρισμένος και ωργισμένος, διέταξε να την κλείσουν στις φοβερές υγρές φυλακές της Σινώπης.
Η καρδιά του κακοπροαίρετου Πασά σκλήραινε συνεχώς, τα μάτια του δεν έβλεπαν το ζωντανό θαύμα, η ακάθαρτη ψυχή του δεν συνερχόταν, αλλά αντιθέτως: κυριευμένος από την σατανική ενέργεια, ήθελε οπωσδήποτε να μολύνη την αγία παρθένο.
Ετσι, την άλλη άμέρα μετέβη στην φυλακή αποφασισμένος να επιτύχη επί τέλους την ικανοποίησι του πάθους του.
Αλλά και πάλι το αόρατο τείχος!… Και πάλι α Θεία Χαρις τον απωθούσε!…
***
ΥΠΕΡΒΟΛΙΚΑ ωργισμένος, ο Πασάς διατάσσει να βασανίσουν την    Ελένη και να την θανατώσουν, πράγμα το οποίο και έγινε. Το ιερό Λείψανό της ετέθη μέσα σε ένα σάκκο και ερρίφθη στην  θάλασσα.  Αντί όμως να βυθισθή, το μαρτυρικό σκήνος επέπλεε, ενώ ουράνιο φως κατέβαινε επ  αυτού.
Οι Τούρκοι ετρομοκρατήθησαν και εκραύγαζαν: « Η γκιαούρισσα καίγεται!..  Η γκιαούρισσα καίγεται!…».
Το σεπτό Λείψανο συνέχισε να επιπλέη, ώσπου έφθασε στην τοποθεσία Γαει, όπου λόγω του μεγάλου βάθους της θαλάσσης τα νερά είναι μαύρα.  Εκεί πλέον βυθίστηκε…
***
ΜΕΤΑ από μερικές ημέρες, ένα ελληνικό πλοίο αγκυροβόλησε στην  τοποθεσία Γαει. Το τρίτο βράδυ, ο φύλακας του πλοίου παρετή-
ρησε ότι από τον πυθμένα της θαλάσσης εξερχόταν φως και ενόμισε ότι εκεί υπήρχε μεγάλος θησαυρός από χρυσό.
Αμέσως, ειδοποίησε τον πλοίαρχο για να ανελκύσουν με δύτες τον θησαυρό, τελικά όμως αντί χρυσού ανείλκυσαν τον σάκκο με το τίμιο Λείψανο της  Αγίας Παρθενομάρτυρος  Ελένης.
Στον πολύτιμο σάκκο υπήρχε η σεπτή κεφαλή της  Αγίας, αποκομμένη από το υπόλοιπο σώμα… Στην κορυφή είχε ένα καρφί….  Επίσης, υπήρχε και μία άλλη τρύπα από καρφί.
Ηταν προφανές, ότι οι αγαρηνοί αφού βασάνισαν την  Αγία, έμπηξαν δύο καρφιά στο κεφάλι της και την αποκεφάλισαν.
Δυο από τους τούρκους δύτες εγνώριζαν για το μαρτύριο και ότι έρριψαν την  Αγία στην θάλασσα, αλλά εφοβούντο να ομιλήσουν προηγουμένως.
Ο πλοίαρχος τότε μετέφερε κρυφά την τιμία Καρα της  Αγίας  Ελένης στον  Ιερό Ναό της Παναγίας στην Σινώπη, το δε σεπτό Σκήνωμά της επεβίβασε σε άλλο πλοίο, το οποίο έφευγε με  Ελληνες για την Ρωσία.
Στο σημείο της θαλάσσης που βυθίστηκε το ιερό Λείψανο, εξήλθε ως πίδακας γλυκύ νερό και από τότε η περιοχή αυτή ωνομάσθηκε « Αγιάσματα».
ΔΙΑ της τιμίας Καρας της  Αγίας Παρθενομάρτυρος  Ελένης εγίνοντο πολλά θαύματα στην Σινώπη.
Ιδιαίτερα, όσοι υπέφεραν από πονοκεφάλους, εκαλούσαν τον  Ιερέα, ο οποίος έφερνε την αγία Καρα, έψαλλε την Παράκλησι, έκαμνε  Αγιασμό και εθεραπεύετο ο πόνος.
Ο πρόεδρος Καφαρόπουλος Χρήστος, κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών πριν από το 1924, έφερε την τιμία Καρα της  Αγίας  Ελένης και εναπέθεσε αυτήν στον  Ιερό Ναό της  Αγίας Μεγαλομάρτυρος Μαρίνης στην  Ανω Τούμπα Θεσσαλονίκης, όπου φυλάσσεται σήμερα ευωδιάζουσα και θαυματουργούσα, προς δόξαν του εν  Αγίοις δοξαζομένου Κυρίου και Θεού ημών.

Ταις της  Αγίας Παρθενομάρτυρος  Ελένης της εκ Σινώπης του Ποντου
αγίαις πρεσβείαις, Χριστέ ο Θεός,ελέησον και σώσον ημάς.  Αμήν! 

Προσκύνημα του Αγίου Νεκταρίου στο Άγιον Όρος



Τὸ καλοκαίρι τοῦ 1898 ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, μητροπολίτης Πενταπόλεως,
 διωγμένος ἀπὸ τὴ θέση του στὴν Αἴγυπτο καὶ ὄντας τότε ὕστερα ἀπὸ πολλὲς
 ταπεινώσεις καὶ ταλαιπωρίες, τὶς ὁποῖες ὅμως ὑπέμενε ἀγόγγυστα καὶ μὲ 
χριστιανικὴ καρτερία διευθυντὴς τῆς Ῥιζαρείου Σχολῆς, πραγματοποίησε
 προσκυνηματικὴ ἐπίσκεψη στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὸ ὁποῖο πάντοτε μὲ ἰδιαίτερο
 πόθο προσέβλεπε καὶ στὸ ὁποῖο, μετὰ τὴν ἐκδίωξή του ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο, 
σκόπευε νὰ μονάσει.
Στὸ ἱστορικὸ Πρωτᾶτο τῶν Καρυῶν προσκύνησε τὴν ἐφέστιο τοῦ Ὄρους 
θαυματουργὴ εἰκόνα «Ἄξιόν ἐστι», θαύμασε τὶς περίφημες τοιχογραφίες 
τοῦ Πανσέληνου καὶ χοροστάτησε σὲ κάποιες ἱερὲς Ἀκολουθίες,
 ὅπου ἔνιωσε βαθιὰ τὴν κατάνυξη, ποὺ μόνο ὅσοι ἔχουν βρεθεῖ ἐκεῖ κατὰ 
καιρούς, καὶ μάλιστα ὅταν εἶναι πρώτη φορά, ἔχουν αἰσθανθεῖ.
ς καλόγερος
Στὴ συνέχεια, φορώντας τὸν σκοῦφο καὶ τὸ ταπεινὸ ράσο τοῦ καλόγερου, 
μὲ χοντρὰ ἄρβυλα, καὶ εἴτε πεζοπορώντας γιὰ ὦρες, εἴτε μὲ ζῶα ποὺ μὲ
 προθυμία ἔθεταν στὴ διάθεσή του οἱ μοναχοί, εἴτε μὲ τὰ πλοιάρια,
 ἐπεσκέφθη πολλὰ μοναστήρια, καθίσματα, καλύβες, κελλιά, 
σκῆτες καὶ ἡσυχαστήρια. Θαυμαστῆς της φύσης καθὼς ἦταν, μέσα στὶς
 μακρὲς πορεῖες του στὸν παρθενικὸ αὐτὸ τόπο μὲ τὰ πυκνὰ δάση, 
τὶς ὑψίκορμες καστανιὲς καὶ τὶς ὀξιές, τὰ κυπαρίσσια καὶ τὰ ἔλατα, στὸν 
παραδεισένιο αὐτὸ χῶρο μὲ τὴν πλούσια βλάστηση, τὰ γάργαρα νερὰ
 καὶ τὰ κελαϊδίσματα τῶν πτηνῶν, μὲ τὴν ἀπέραντη βαθυκύανη θάλασσα 
νὰ ἁπλώνεται μπροστὰ στὰ μάτια του, ἔνιωσε πιὸ κοντὰ στὸν Δημιουργό.
Στὰ ἱερὰ καθιδρύματα προσκύνησε Τίμιο Ξύλο, ἅγια λείψανα μαρτύρων 
καὶ ὁσίων, καθὼς καὶ θαυματουργεῖ εἰκόνες, ἐνῶ στὰ εἰκονοστάσια 
καὶ στοὺς «ἱστορημένους» τοίχους τῶν ἐκκλησιῶν θαύμασε ταπεινῶν
 καὶ εὐλαβῶν ἁγιογράφων τὴν ἔνθεη τέχνη. Ἐκεῖ γνώρισε καὶ 
συναναστράφηκε μὲ ἁγίους μοναχούς, κοινοβιάτες καὶ ἀσκητὲς καὶ 
γεμάτος ταπείνωση, ἂς ἦταν ἀρχιερέας, μαθήτευσε κατὰ Χριστὸν κοντά τους.
Στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες, εἴτε χοροστατοῦσε ἀπὸ τὸν ἀρχιερατικὸ Θρόνο, 
εἴτε στεκόταν στὸ ταπεινὸ στασίδι ποὺ τὸ εἶχαν γυαλίσει μὲ τοὺς
 τριμμένους ἀγκῶνες τοὺς γενιὲς μοναχῶν, εἴτε γονυπετοῦσε στὰ 
πλακόστρωτα δάπεδα, ποὺ τὰ εἶχαν βρέξει μὲ τοὺς κρουνοὺς τῶν δακρύων
 τους καὶ τὰ εἶχαν σφουγγίσει μὲ τὶς πολυάριθμες στρωτές τους 
μετάνοιες μοναχοὶ αἰώνων, ἀκούγοντας νὰ ψάλλονται μὲ θεσπέσιο 
πραγματικὰ τρόπο τὰ διάφορα ἐκκλησιαστικὰ μέλη, βλέποντας τοὺς 
μοναχούς με τὰ κουκούλια ἀκίνητους σὰν σκιὲς μέσα στὸ 
μισοσκόταδο, μεταφερόταν σὲ οὐράνιους κόσμους.
Προσκυνήματα
Παράλληλα, ὡς ἄνθρωπος τῶν γραμμάτων, θαύμασε τὰ 
σκευοφυλάκια μὲ τοὺς ἀμύθητους θησαυροὺς καὶ ὅσο ὁ χρόνος 
τοῦ ἐπέτρεπε, μελέτησε καὶ κάποια χειρόγραφα, ποὺ τὸν ἐνδιέφεραν
 ἰδιαίτερα. Παραθέτουμε ἐλάχιστα στοιχεῖα γιὰ μερικὰ συγκεκριμένα 
προσκυνήματά του:
Στὶς 6 Αὐγούστου, γιορτὴ τῆς Μεταμόρφωσης τοῦ Σωτῆρος, βρισκόταν
 στὴ Μεγίστη Λαύρα, ἐνῶ στὶς 15 Αὐγούστου, γιορτὴ τῆς Κοίμησης, 
λειτούργησε στὸ μοναστήρι τῶν Ἰβήρων, ὅπου καὶ προσκύνησε τὴ 
δεύτερη ἐφέστιο εἰκόνα τοῦ Ἁγιωνύμου Ὄρους, τὴ φημισμένη
 θαυματουργὸ εἰκόνα τῆς «Πορταΐτισσας».
Ἐνδιάμεσα τῶν Καρυῶν, τῆς Λαύρας καὶ τῶν Ἰβήρων ἐπεσκέφθη
 τὸν Μυλοπόταμο, ὅπου ἀσκήτευε ὁ πρ. Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης 
Ἰωακεὶμ ὁ Γ´, μετὰ τὴν πρώτη του πατριαρχία. Αὐτὸ ἦταν φυσικό,
 δεδομένης τῆς φωτεινῆς προσωπικότητας τοῦ μεγάλου ἐκείνου Πατριάρχη.
Ὅπως ἔγραφε ὁ ἀείμνηστος π. Γαβριὴλ Διονυσιάτης, μοναχὸς στὸ
 Ὄρος ἀπὸ τὸ 1910, «Εὐλογία Θεοῦ διὰ τὸν ἁγιώνυμον τόπον. 
Ἡ ἔλευσις τοῦ Πατριάρχου ἠλέκτρισε τὰ πλήθη τῶν Ὀρθοδόξων 
καὶ παρετηρήθη ἐξαιρετικὴ συρροὴ εἰς ἀριθμὸν καὶ ποιότητα 
θεοφιλῶν ψυχῶν (...). Οὐδεὶς τουλάχιστον τῶν ἡμετέρων
 παρέλειψε νὰ διέλθη ἐκ Μυλοποτάμου, ἵνα λάβῃ ἐκεῖθεν σὺν τῇ εὐλογίᾳ
 καὶ τὰ ψυχικὰ ἐφόδια (...). Ὁσάκις δὲ ἐν Κωνσταντινουπόλει μετέπειτα
 ἐδέχετο ἁγιορείτας ἔπιπτε κυριολεκτικῶς ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτῶν καὶ 
κατεφίλει αὐτούς».
ποκάλυψη
Στὰ Κατουνάκια καὶ στὴν Ἀδελφότητα τῶν Δανιηλαίων δὲν ἀποκάλυψε
 τὴν ταυτότητά του, ἀλλὰ παρουσιάστηκε σὰν ἄγνωστος ἁπλὸς μοναχός.
 Κάποια ὥρα, σὲ ἕναν περίπατο στὰ γειτονικὰ κακοτράχαλα, ἀλλὰ ἁγιασμένα
 Καρούλια, ἔγινε ἡ ἀποκάλυψη. Πρόκειται γιὰ τὴ συγκινητικὴ συνάντησή του
 μὲ ἕναν διακριτικὸ ἐρημίτη, τοῦ ὁποίου, δυστυχῶς δὲν διασώθηκε τὸ ὄνομα
 καὶ ὁ ὁποῖος, χωρὶς νὰ τὸν ἔχει δεῖ, τὸν ἀναγνώρισε καὶ ἐπισήμανε
 τὴν ἁγιότητά του.
Ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Ἁγίου στὰ Κατουνάκια ἔγινε ἀπαρχὴ στενῶν πνευματικῶν
 δεσμῶν τοῦ Ἁγίου με τὸν Οἶκο τῶν Δανιηλαίων καὶ εἰδικότερα μὲ τὸν 
Γέροντα Δανιήλ, ὁ ὁποῖος σὲ ἐπιστολὲς του ζῶντα τὸν χαρακτήριζε
 «ἁγιώτατον, διάσημον, Ἀρχιερέα κοιμῶντα ταῖς ἀρεταῖς καὶ τοῖς 
παλαιοῖς Ἁγίοις Πατράσιν ἐφάμιλλον (...) Μέγαν της Ἐκκλησίας Πατέρα (...)
 διορατικώτατον Πατέρα».
Στὴν Ἁγία Ἄννα συναντήθηκε μὲ ἁγιασμένους ἀνθρώπους, 
ὅπως τὸν «ἁγιώτατον καὶ ἀσκητικώτατον» ἐπίσκοπο πρώην Μετρῶν
 Δοσίθεο, τὸν χαρισματικὸ παπα-Μηνᾶ τὸν Μαυροβούνιο καὶ τὸν ταπεινὸ
 καὶ διακριτικὸ μοναχὸ Ἰωάσαφ, μὲ τὸν ὁποῖο μάλιστα διατηροῦσε κατόπιν
 συχνὴ ἀλληλογραφία.
Σὲ ἕνα γράμμα τοῦ Ἁγίου ἀπὸ τὴν ἐπικοινωνία αὐτή, γίνεται μία 
«θαυμάσια ἀναλυτικὴ σύγκριση μεταξὺ τῆς ἀξίας ἑνὸς ἀρχιερέως ὡς 
ἀξιώματος καὶ ἑνὸς μοναχοῦ ἐναρέτου» (Θεόκλητος Διονυσιάτης).
Στ Σιμωνόπετρα
Στὴ Σιμωνόπετρα ἔμεινε ζωντανὴ ἡ ἀνάμνηση τῆς ἐπίσκεψής του
 στὸ γηροκομεῖο της, ἐνῶ ἰδιαίτερος παρέμεινε ὁ πνευματικὸς 
σύνδεσμος μὲ τὸν Ἅγιο τοῦ Ἱερωνύμου τοῦ Σιμωνοπετρίτη. 
Ὁ νεαρὸς τότε μοναχὸς ἐντυπωσιάστηκε πολὺ καὶ ὅταν κατὰ καιροὺς
 κατέβαινε στὴν Ἀθήνα καὶ στὸ Μετόχι τῆς Ἀνάληψης στὸν Βύρωνα, 
πήγαινε καὶ ὡς τὴν Αἴγινα γιὰ νὰ πάρει τὴν εὐλογία του καὶ ἀργότερα, 
τὸν Ὀκτώβριο τοῦ 1920, τοῦ συμπαραστάθηκε στὴ νοσηλεία του 
στὸ Ἀρεταίειο νοσοκομεῖο.
Τότε ὁ Ἅγιος τοῦ ἐξομολογήθηκε τὸν μύχιο πόθο του: 
«Ἂν ὁ Θεὸς μοῦ δώσει τὴν ὑγείαν μου, θὰ ξαναέλθω εἰς Ἅγιον Ὄρος».
Ἐγκαταλείποντας τὸ Ἅγιον Ὄρος ὁ Πενταπόλεως Νεκτάριος ἔφυγε 
εὐχαριστημένος, πνευματικὰ ὠφελημένος καί, ὁπωσδήποτε, ἡ βιωτὴ
 τῶν Ἁγιορειτῶν πατέρων τὸν βοήθησε στὴ διοργάνωση τοῦ μοναστηριοῦ 
του στὴν Αἴγινα. Εἶχε πάει μὲ καλὴ προαίρεση, γι᾿ αὐτὸ μπόρεσε 
καὶ εἶδε ὅσα θαυμάσια ἔπρεπε νὰ δεῖ. 

Σοφοκλῆς Δημητρακόπουλος

ΤΟ ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ. Η ΔΙΔΑΧΗ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ-ΠΕΡΙ ΔΕΥΤΕΡΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΓΟΡΤΥΝΟΣ ΚΑΙ ΜΕΓΑΛΟΠΟΛΕΩΣ ΙΕΡΕΜΙΑΣ

ΣΥΓΧΩΡΩ- ΞΕΧΝΩ


πηγή





 ΦΥΛΑΚΕΣ Βάρατεκ, 1971


ΣΤΗ ΝΗΣΤΕΙΑ του Δεκαπενταύγουστου εξομολογούμαι 
στον π. Καλλίνικο
Ανάμεσα στ' άλλα του λέω: ένας πρώην συγκροτούμενος 
μου στις φυλακές έρχεται συνεχώς και μου γυρεύει δανεικά 
(κι αγύριστα). Βρωμοκοπάει κρασί και  κάπου, κάπου μου 
πετάει χοντρά ψέματα: πώς πέθανε το παιδί του και  δεν 
έχει χρήματα για την κηδεία (ξεχνάει ότι εγώ ξέρω πώς 
δεν είχε ποτέ του παιδί) έδωσα ότι του έδωσα και μετά
 απομακρύνθηκα. Αισθάνομαι παρ' όλα αυτά ένταση 
μέσα μου. Πώς όμως να φερθεί κανείς με κάποιον μεθύστακα.
Καλά έκανες και του έδωσες με κόβει ό πνευματικός. 
Αν ξανάρθεις δώσεις πάλι, μην τον διώξεις.
 Κι εγώ, λέει ό π. Καλλίνικος, έχω έναν φίλο που
  μεθάει ό κακομοίρης κι όταν έρχεται από δω 
του δίνω ανθρωπιά
Πόσο χαίρομαι πού έγινα ορθόδοξος!


Συγχωρώ, ξεχνώ.

Στο κήρυγμα του πατρός Γκ. Τ.:

«Έρχονται οι κρατούμενοι και του λένε: "Εντάξει, πάτερ, τον 
συγχωρώ, άλλα  να τα ξεχάσω, όχι, δεν μπορώ". 
«Τους άπαντα: "Το να συγχωρέσεις κάποιον, χωρίς να ξεχάσεις
 αυτό πού σου έκανε  ,δεν σημαίνει τίποτα. Θα σου βάλει 
ό εξομολόγος το πετραχήλι στο κεφάλι θα σου πει:
 εγώ ό ανάξιος Ιερέας σε συγχωρώ. Πώς θα ένιωθες όμως 
αν 'άκουγες  να πεταγόταν ό Χριστός από τη γωνία λέγοντας: 
Μπορείς εσύ να τον συγχωρέσεις όσο θέλεις. Εγώ όμως δεν θα
 τον ξεχάσω, όπως κι αυτός δεν ξέχασε το κακό που του έκαναν"».

Σκέπτομαι την Ήμερα της Κρίσεως. Σαν κάτι πού έχουμε
 σημειώσει στην τοπική μας ατζέντα.

Τρομερή εικόνα: Να μην αξιωθώ ποτέ να δω τον Χριστό να
 γυρίζει άλλου το κεφάλι Του, να σκεπάζει το πρόσωπο Του 
με την παλάμη (κίνηση πού συνήθως συνοδεύεται με μικρό 
ανασήκωμα του ώμου), κίνηση πού θα ράγιζε και την πιο
 σκληρή καρδιά. Κίνηση τόσο φοβερή, όσο κι εκείνη πού 
καρφώνουμε τα καρφιά στο Σταυρό του Χριστού κάθε φορά 
πού διαπράττουμε μια αμαρτία.



ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΕΥΤΥΧΙΑΣ. 

ΝΙΚΟΛΑΕ ΣΤΑΙΝΧΑΡΤ.

 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΑΙΣΤΡΟΣ

O Οικουμενισμός και O Σιωνισμός. Τα τελευταία προδρομικά σχήματα της ελεύσεως του Αντιχρίστου -Γέροντας Αθανάσιος Μυτιληναίος


Απαιτείται να γνωρίσουμε την Αποκάλυψη για να μην πλανηθούμε από τον Αντίχριστο, που θα αναδυθεί από την άβυσσο των βεβυθισμένων στο σκοτάδι της αγνωσίας του Θεού ανθρώπων, που παραβαίνουν ασυστόλως τις Εντολές Του.
«Οικουμενισμός, ο δούρειος ίππος του Αντιχρίστου.
Τον Οικουμενισμό υπηρέτησαν και υπηρετούν ορθόδοξοι κληρικοί, ανωτάτων μάλιστα βαθμών».
Οικουμενισμός και Σιωνισμός
Τα τελευταία προδρομικά σχήματα της ελεύσεως του Αντιχρίστου
π. Αθανάσιου Μυτιληναίου Ομιλία 45 στην Αποκάλυψη, κεφ. ια΄.   Απόσπασμα(Η ομιλία έγινε το 1982)
Όταν η χάρις του Χριστού φύγει από το μέσον, τότε θα εμφανισθεί ο Άνομος (=ο Αντίχριστος). Ο Χριστὸς δεν αφήνει ακόμη τον Αντίχριστον να φανεί. Τον εμποδίζει. Θάρθει όμως κάποια στιγμή, ένεκα της αμετανοησίας των ανθρώπων, όταν θα έχει πληθυνθεί η αμαρτία εις υπερθετικόν βαθμόν, που πια θα είμεθα Σόδομα και Γόμορρα, τότε θα αρθεί η προστασία του Χριστού και τότε ευθύς θα εμφανισθεί ο Αντίχριστος.
Επάνω σ’ αυτό στηρίζεται φαίνεται και ο άγιος Ιερώνυμος ο οποίος λέγει τα εξής… «Όταν η ομοφυλοφιλία που υπήρχε στα Σόδομα πληθυνθεί καθ’ υπερβολήν και ξεχυθεί εις τους δρόμους, χωρίς ντροπή, όπως τότε εις τα Σόδομα…, τότε θα γίνει η Δευτέρα του Χριστού Παρουσία… Θα έρθει ο Αντίχριστός…, το «θηρίον»· …και λέγεται «θηρίον» για την αιμοβορίαν του. Αν ρωτήσετε, όμως, σε τί θα μας χρησίμευε αυτή η γνώση, η περιγραφή του Αντιχρίστου; Θα ήταν πάρα πολύ σπουδαίον. … Πρέπει να ξέρουμε μετ’ ακριβείας τα χαρακτηριστικά του Αντιχρίστου, ώστε –όταν θα εμφανισθεί– να μη μας πλανήσει… Ο Αντίχριστος θα εμφανισθεί άγιος, άκακος, φιλάνθρωπος· όταν αναλάβει την εξουσίαν θα πει: να δώσουμε ψωμί στους φτωχούς, να μην υπάρχει φτωχός στον κόσμο. Θα κάνει θαύματα, θα θεραπεύει τους αρρώστους.
Ε!!!, θάλεγε κανένας: τι άλλο υπολείπεται επιτέλους; αυτός είναι ο Μεσσίας. Και θα προσκυνήσουν το θηρίον, τον απατεώνα, τον ολετήρα των ψυχών (τον Αντίχριστον). Γι’ αυτό λοιπόν, η Αγία Γραφή, πρώτα, και οι Πατέρες εφρόντισαν να επισημάνουν και αναλύσουν τα χαρακτηριστικά του Αντιχρίστου για να μπορούμε να ξεχωρίσουμε. Είναι μεγάλο πράγμα. Θα μου επιτρέψετε να πω και θα ευχόμουν όσοι ακούτε τον λόγον του Θεού, να έχετε αυτήν την δυνατότητα, ότι μόνον των πιστών και αγίων προνόμιον είναι να ξεχωρίσουν εις το πρόσωπον του Αντιχρίστου το Θηρίον. Μόνον αυτών είναι προνόμιον, οι άλλοι θα πλανηθούν. Δεν θα θέλατε λοιπόν πραγματικά να μπορούμε να γνωρίζουμε; Είναι αναγκαιότατον.
Κι αν λάβετε μάλιστα υπ’ όψιν, ότι με τα ίδια χαρακτηριστικά έρχονται και οι πρόδρομοί του. Θα δούμε παρακάτω, ότι υπάρχει και ο ψευδοπροφήτης, ο οποίος δεν είναι παρά, σαν τρόπον τινα, ο πρόδρομος που κηρύσσει τον Μεσσίαν. Και μην ξεχνάτε, σας ξαναλέγω άλλη μία φορά, πρόσωπο κι αυτός θα είναι. Αλλά προ του ψευδοπροφήτου υπάρχουν ήδη καταστάσεις, όχι πρόσωπα, καταστάσεις που έρχονται με αυτά τα σχήματα της παγκοσμίου κοινωνικής δικαιοσύνης, φιλανθρωπίας, αγάπης, και όλα αυτά υπηρετούν τον Αντίχριστον. Δεν θάθελα παρά να μείνω μόνον στον χώρον τον εκκλησιαστικόν… Πάρτε την περίπτωσιν του Οικουμενισμού, αυτός που χαλκεύτηκε στο Π.Σ.Ε. (Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών). Τι νομίζετε ότι είναι αυτό αγαπητοί μου. Ένας δούρειος ίππος. Ο Οικουμενισμός είναι ένας δούρειος ίππος, ο οποίος κουβαλά τον Αντίχριστον. Και όμως, το σύνθημα του Οικουμενισμού είναι: Αγάπη, αγάπη! Και υπηρέτησαν αυτό το σχήμα του Οικουμενισμού –και το υπηρετούν αυτήν την στιγμήν- και ορθόδοξοι κληρικοί, ανωτάτων μάλιστα βαθμών. Δυστύχημα. Έλεγε ο π. Ιουστίνος Πόποβιτς ότι ο Οικουμενισμός δεν είναι μια αίρεσις, αλλά είναι παναίρεσις. Έχει μέσα όλες τις αιρέσεις και είναι μία κατάργησις του Χριστιανισμού στην πραγματικότητα. Και όμως, εν ονόματι της αγάπης εμφανίζεται ο Οικουμενισμός. Και όταν πει κανείς και στραφεί εναντίον του Οικουμενισμού του λέγουν: στρέφεσαι εναντίον της αγάπης, είσαι ο κήρυξ του μίσους. Ώστε κήρυξ του μίσους, έ!!!!;
Γι’ αυτό, λοιπόν, πρέπει να ξεχωρίζουμε κάτω από αυτούς τους δουρείους ίππους, να ξεχωρίζουμε, αγαπητοί μου, τον Αντίχριστο. Είναι ανάγκη, είναι ανάγκη. Προσέξατέ το. Διότι, μπορεί να μη ζήσουμε εμείς τις ημέρες του Αντιχρίστου… Μπορεί νάναι σε 100, 500 χρόνια, δεν ξέρουμε. Μπορεί να είναι όμως και μέσα στην προσεχή τριακονταετία. Κανείς δεν ξέρει τίποτα. Τα σημάδια μόνο άρχισαν να γίνονται πολλά. Δεν έχει σημασία αν αλωθούμε από τον Αντίχριστο ή τους προδρόμους του. Εάν σήμερα χαθούμε από τους προδρόμους του Αντιχρίστου, είναι ως εάν να χαθήκαμε από τον Αντίχριστο. Είναι το ίδιο. Δηλαδή, σωτηρία δεν έχουμε.
Το «Θηρίον (Αντίχριστος) ανήλθεν από της αβύσσου». Τι είναι η άβυσσος; Λέγει ο Αρέθας: άβυσσος είναι ο κόσμος που άγεται και φέρεται από τους δαίμονες. Μέσα από αυτή την άβυσσον του αστατούντος και εμπνεομένου από τον δαίμονες κόσμου, θα βγει ο Αντίχριστος. Ακόμα χαρακτηριστικότατα γράφει ο Άνθιμος Ιεροσολύμων: «άβυσσον νοητέον τον παρόντα κόσμον, εν σκότει όντα της αγνωσίας βεβυθισμένον (που είναι βυθισμένος μέσα στο σκοτάδι της αγνωσίας του Θεού), ρευστόν τε αλίπικρον (=αρμυρός και πικρός) και ολισθηρόν και καταρρώδεις ορέξεσιν υποβρύχιον (που είναι γεμάτος από επιθυμίες κατώτερες) και κύμασι μεριμνών υπεραντλούμενον τε και κλυδωνιζόμενον (που κατέχεται και κλυδωνίζεται από τα κύματα των μεριμνών)… Εκ ταύτης ουν της αβύσσου αναβήσεται ο αντίχριστος, …θηρίον δε ου τω είδει (όχι στην μορφή θηρίον), αλλά τω τρόπω και τη διαθέσει, αγριωπώς τε και θηριωδώς κινούμενον κατά των αγίων»…
Μήπως εμείς σαν σύνολο, που είμαστε μεσ’ στον κόσμο συνιστούμε την άβυσσον; Να αποτελέσουμε το υλικόν αυτού που λέγεται άβυσσος απ΄ όπου θα βγει ο Αντίχριστος. Μήπως;
Για τον Αντίχριστον μίλησε και ο Δανιήλ, κεφ. 7, 25, και προφητεύει για τον Αντίχριστον: «και λόγους προς τον Ύψιστον λαλήσει και τους αγίους Υψίστου παλαιώσει (=θα τους αχρηστεύσει) και υπονοήσει του αλλοιώσαι καιρούς και νόμον». Δεν λέγει αλλάξει, αλλά λέγει «αλλοιώσει»… Εδώ, λοιπόν, δεν πρόκειται περί αλλαγής άλλα περί αλλοιώσεως, αλλαγής βάθους... Θα έχει σκεφθεί δηλαδή να αλλοιώσει τί; «καιρούς και νόμον». Οι καιροί ξέρετε τί είναι; Εδώ είναι η φύσις. Να αλλοιώσει την φύσιν. Τώρα, τί είναι αυτή η αλλοίωσις της φύσεως; Πόσα θα είχαμε να πούμε!
Αλλά και η αλλοίωση του νόμου… Όταν το παρά φύσιν, διαποτισμένο πια μέσα στο κύτταρο των ανθρώπων, εμφανίζεται ως φύσις. Κι όταν ο νόμος του Θεού (διότι δια τον νόμον του Θεού ομιλεί εδώ), όταν αυτός ο νόμος θάχει διαστραφεί. Πάρτε παράδειγμα την αποποινικοποίηση της μοιχείας (γιατί νόμος είναι, νόμος του Θεού), που σημαίνει· όχι απλώς αλλάζουμε το θέμα να μη τιμωρείται η μοιχεία· αλλά να πούμε: το να μην αισθάνονται οι μοιχοί άσχημα, για μια ρετσινιά που θα μπορούσε να τους πουν οι άλλοι άνθρωποι απ’ έξω. Αυτό πια δεν είναι αλλαγή του νόμου, είναι αλλοίωσις, …χάνουμε το μέτρο, χάνουμε το κριτήριο· γιατί αν περάσουν μερικά χρόνια και πείτε σε αυτόν, ο οποίος απατά την γυναίκα του…, ότι αυτό που κάνει είναι αμαρτία, θα γελάσει και θα πει: τι αμαρτία; κουτός είσαι. Άμα περάσουνε λίγα χρόνια θα επέλθει η αλλοίωσις. Θα «υπονοήσει» λοιπόν ο Αντίχριστος να αλλοιώσει την «φύσιν και τον νόμον».
Και πώς θα τους νικήσει ο Αντίχριστος τους Χριστιανούς; «Δυνάμει κοσμική», κατά τον Άνθιμον Ιεροσολύμων· με δύναμη κοσμική... Αυτό σημαίνει ότι ο Αντίχριστος θα κρατάει στα χέρια του όλη την κοσμική δύναμη. Όλη την κοσμική δύναμη· αρχές και εξουσίες στα χέρια του θα είναι. Ο δικαστικός κόσμος, οι Τράπεζες, οι άρχοντες, οι στρατιωτικοί, οι πάντες στα χέρια του θα είναι…
Αλλά αυτό ήδη το βλέπουμε να γίνεται και να πραγματώνεται. Έχετε προσέξει ότι …στις ημέρες μας γίνεται μια προσπάθεια να περιέλθει στα χέρια ολίγων πάσα εξουσία; Οικονομική στην αρχή εξουσία, νάχουμε το χρήμα, και μετά θα αρχίσουμε να έχουμε και τις άλλες εξουσίες. Και δεν είναι κρυφό -και εις αυτόν τον Ο.Η.Ε. ακόμα διεκηρύχθη- ότι αυτά τα χέρια που μαζεύουν τις εξουσίες άπασες, όλων των λαών της γης είναι ο Σιωνισμός. Αυτοί μαζεύουν πάσαν εξουσίαν, σιγά-σιγά, με υπομονή, με μακροπρόθεσμα σχέδια. Δεν βιάζονται. Κινούνται κατά ένα καταπληκτικό τρόπο. Το θέμα είναι ότι ο Σιωνισμός είναι ο κατ’ εξοχήν πρόδρομος του Αντιχρίστου. Θα λέγαμε ότι, εν ευρεία εννοία, είναι ο ψευδοπροφήτης (της Αποκαλύψεως). Λέγω εν ευρεία εννοία, διότι ο ψευδοπροφήτης –όπως σας είπα προηγουμένως– είναι συγκεκριμένο πρόσωπο. Ο Σιωνισμός θα φέρει τον Αντίχριστον. Ναι, διότι Εβραίος θα είναι ο Αντίχριστος. 
Εδώ όμως προβάλλεται ένας πειρασμός. Ένας πειρασμός φοβερός, δια τους Χριστιανούς, είναι ο εξής: Γιατί, εμείς οι Χριστιανοί, να αφήνουμε στα χέρια των αντιθέων αυτήν την κοσμική εξουσία και να μην την αναλάβουμε εμείς; Αυτός είναι ο πειρασμός… Όταν δηλαδή επιστρατευθεί η Εκκλησία, οι δυνάμεις οι χριστιανικές, να αναλάβουν πάσαν κοσμικήν εξουσίαν.
…Ο χριστιανισμός δεν μπορεί να είναι μία κοσμική εξουσία. Αλλά ο χριστιανισμός έρχεται να αποσπάσει από τον διαβολοκρατούμενο κόσμο ανθρώπινες ψυχές, για να τους σώσει, να τους κάνει αγίους. Τίποτε άλλο. Το Ευαγγέλιο ήδη εχάραξε την πορεία της Εκκλησίας μέσα στην ιστορία: ότι η Εκκλησία θα είναι πάντοτε διωκομένη.
Σας είπα είναι πειρασμός να θέλουμε ως χριστιανοί να αναλάβουμε την παγκοσμίαν εξουσίαν, για να εξουδετερώσουμε τον Αντίχριστο. Είναι σα να θέλουμε να στραφούμε εναντίον …του πνεύματος του Ευαγγελίου –που είναι σταυρικό– και εναντίον των προφητειών, που δείχνουν ότι τελικά ο Αντίχριστος θα αναλάβει πάσαν την κοσμικήν εξουσία με την οποίαν θα πολεμήσει τους πιστούς. Τι πάμε λοιπόν να κάνουμε; Μια ματαιοπονία; Κι όχι μόνο μια ματαιοπονία, αλλά νομίζω ότι θα αμαρτάναμε κιόλας, εφόσον θα στρεφόμεθα εναντίον του πνεύματος του Ευαγγελίου, το οποίον είναι σταυρικόν: … «πάντες οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ διωχθήσονται».Θέλεις να ζήσεις ζωήν ευσεβείας; Πάρτο απόφαση: θα διωχθείς. Την στιγμή που αναλαμβάνω το μεγάλο έργο να γίνω Χριστιανός και να πολεμήσω εναντίον του διαβόλου, τότε τι μιλάω για κοσμική εξουσία; Για να καταργήσω την μωρίαν του Σταυρού; …Αν λοιπόν πούμε, ότι εμείς θα τα φτιάξουμε τόσο ωραία, δεν θα κάνουμε τίποτα αδελφοί μου…
Ο Κύριος ακόμη μας είπε: «Τότε παραδώσουσιν υμάς εις θλίψιν και αποκτενούσιν υμάς, και έσεσθε μισούμενοι υπό πάντων των εθνών διά το όνομά μου» (Ματθ. 24, 9). Σαν να λέμε τώρα εις τον Κύριον: Κύριε, θα σε διαψεύσουμε ή θα σε ξεπεράσουμε Θα πέσουμε χωρίς να το καταλάβουμε στα κοσμικά σχήματα. Κι αυτό είναι μία απάτη του διαβόλου.

Απαμαγνητοφώνηση: «Φιλορθόδοξη Ένωση “Κοσμάς Φλαμιάτος”»

Ο ευλαβλης ιερεύς, ο έμπορος και ο Μέγας Βασίλειος Περὶ τῆς μνημονεύσεως κατὰ τὴν ἱερὰ Προσκομιδὴ




Κάποιος εὐλαβὴς Ἱερεύς, σύγχρονος τοῦ Μ. Βασιλείου, λόγω κάποιων περιστάσεων μπῆκε σὲ χρέη καὶ τὰ χρέη αὐτὰ σὺν τῷ χρόνο αὐξήθηκαν καὶ οἱ πιστωτὲς τὸν ἐνοχλοῦν γιὰ τὸν χρέος του.

Αὐτὸ τὸν ἀνάγκασε νὰ στραφεῖ καὶ νὰ ζητήσει βοήθεια σὲ κάποιον κοντινὸ καὶ γνωστό του ἔμπορο, ὁ ὁποῖος, εἰσακούοντας τὸ αἴτημά του, τοῦ ἔδωσε 500 χρυσὰ νομίσματα μὲ τὰ ὁποία ὁ ἱερεὺς ξεπλήρωσε τὸ χρέος του. Πρὸς ἱκανοποίηση τοῦ ἐμπόρου ὁ ἱερεὺς τοῦ ὑποσχέθηκε νὰ μνημονεύει τὸ ὄνομά του καὶ τὸ ὄνομα τῶν συγγενῶν του ὑπὲρ ὑγείας καὶ ὑπὲρ ἀναπαύσεως στὴν Προσκομιδὴ γιὰ ὅλη του τὴ ζωή.

Ὁ ἒμπορος ὑπολόγιζε ὅτι ὁ ἱερεὺς θὰ ζοῦσε πολλὰ χρόνια καὶ θὰ προσευχόταν γι' αὐτὸν καὶ τοὺς συγγενεῖς του σὲ κάθε Λειτουργία καὶ μ' αὐτὸν θὰ τὸν ἱκανοποιοῦσε γιὰ τὰ χρήματα ποὺ τοῦ εἶχε δώσει.

Ὁ ἱερεὺς κατάφερε νὰ τελέσει μόνο μία Λειτουργία στὴν ὁποία μνημόνευσε τὸν εὐεργέτη του καὶ τοὺς συγγενεῖς του. Σύντομα μετὰ ἀπ' αὐτὸν ἀρρώστησε καὶ ὕστερα ἀπὸ μιὰ μακρὰ ἀσθένεια πέθανε. Ὁ ἔμπορος, μαθαίνοντας τὸ τέλος τοῦ Ἱερέως, παρὰ πολὺ λυπήθηκε καὶ θλιβόταν γιὰ τὴν ἀπώλεια τῶν χρημάτων του, ἀφοῦ μόνο μιὰ λειτουργία τελέσθηκε ἀπὸ τὸν ἱερέα, πράγμα ποὺ δὲν τὸν περίμενε. Ἐκεῖνος ὑπολόγιζε στὴν μακροχρόνια ζωὴ τοῦ ἱερέως καὶ γι αὐτὸ τοῦ ἔδωσε τὰ 500 νομίσματα. Ἄρχισε λοιπὸν νὰ ἐνοχλεῖ τὴν πρεσβυτέρα τοῦ κοιμηθέντος, γιὰ νὰ τοῦ ἐπιστρέψει τὰ χρήματα, κρατώντας τὰ χρήματα μόνο γιὰ μία Λειτουργία.

Ἡ πρεσβυτέρα τοῦ ἀπάντησε ὅτι χρήματα δὲν ἔχει, κι ἂν ὑπῆρχαν κάποια, τὰ ξόδεψε κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἀρρώστιας τοῦ ἱερέως καὶ τώρα τίποτε δὲν εἶχε ἀπομείνει. Ὁ ἔμπορος, χωρὶς νὰ δίνει προσοχὴ στὰ λόγια τῆς πρεσβυτέρας, ἀπαιτοῦσε ἐπίμονά τά χρήματά του, ἀπειλώντας μὲ δικαστήρια. Τότε ἐκείνη ἀπευθύνθηκε στὸν Μ. Βασίλειο καὶ τοῦ διηγήθηκε τί τῆς εἶχε συμβεῖ. Ἀφοῦ τὴν ἄκουσε ὁ ἅγιος, τῆς εἶπε: «Ἐγὼ αὔριο θὰ τελέσω τὴ Θ. Λειτουργία. Ἐλᾶτε σὲ μένα μαζὶ μὲ τὸν ἔμπορο καὶ μιὰ ζυγαριά. Θὰ ζυγίσουμε μία μερίδα ποὺ θὰ βγάλω ἀπὸ τὸν πρόσφορο ὑπὲρ ὑγείας καὶ σωτηρίας τῶν συγγενῶν του. Ὅσο θὰ ζυγίζεται ἡ μερίδα στὴν ζυγαριά, τόσο χρυσάφι θὰ προσθέτει ὁ ἔμπορος στὸν ἄλλο δίσκο τῆς ζυγαριᾶς καὶ μ' αὐτὸν τὸν χρυσάφι θὰ σὲ πληρώσει γιὰ τὴ μία Λειτουργία ποὺ τέλεσε ὁ κοιμηθεῖς Ἱερεύς».

Ἡ πρεσβυτέρα πῆγε στὸν ἔμπορο καὶ τοῦ μετέφερε τὰ λόγια τοῦ Ἁγίου Βασιλείου. Ὁ ἔμπορος χάρηκε καὶ τὸ πρωὶ πῆγε στὸν ναό, παίρνοντας μαζί του τὴ ζυγαριὰ καὶ κάμποσο χρυσάφι.

Ὁ Ἃγιος Βασίλειος, τελώντας τὴν προσκομιδή, ἔβγαλε μία μερίδα ὑπὲρ ὑγείας καὶ σωτηρίας τῶν δούλων τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόθεσε στὴν ζυγαριά. Καὶ πρόσταξε τὸν ἔμπορο νὰ βάλει χρυσάφι στὸν ἄλλο δίσκο της. Μὰ ὅσο χρυσάφι κι ἂν ἔβαζε ὁ ἔμπορος, ἡ μιὰ μικρὴ μερίδα ὅλο καὶ βάραινε καὶ ὅσο περισσότερο χρυσάφι ἔβαζε, τόσο χαμηλότερα καὶ χαμηλότερα ἔπεφτε ὁ δίσκος στὸν ὁποῖο εἶχε ἀποτεθεῖ ἡ μερίδα ποὺ εἶχε βγάλει ὁ Μέγας Βασίλειος ἀπό τὸ πρόσφορο κατὰ τὴν προσκομιδή.

Ὁ ἔμπορος βλέποντας τὸ μεγάλο θαῦμα τῆς Θείας Χάριτος ἔνιωσε φόβο καὶ κατάνυξη. Ἀμέσως ζήτησε συγγνώμη ἀπὸ τὸν ἅγιο Βασίλειο καὶ ἀπὸ τὴν πρεσβυτέρα τοῦ κοιμηθέντος ἱερέως καὶ δὲν ἀπαίτησε πλέον χρήματα.

ΠΗΓΗ: ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ.

Άγιοι Ακίνδυνος, Αφθόνιος, Πηγάσιος, Ελπιδηφόρος και Ανεμπόδιστος

Άγιοι Ακίνδυνος, Αφθόνιος, Πηγάσιος, Ελπιδηφόρος και Ανεμπόδιστος



Ακίνδυνον πυρ των δε λοιπών τεσσάρων,
Oυς μεν, το πυρ έκτεινεν, ους δε, το ξίφος.
Δευτέρη Aφθονίω και τέτρασι πυρ άορ άθλος.
Βιογραφία
Ήταν όλοι αξιωματούχοι του Πέρση βασιλιά Σαπώρ του Β'. Το 330 μ.Χ., επειδή, ομολόγησαν ότι, είναι χριστιανοί, συνελήφθησαν και μαστιγώθηκαν σκληρά. Έπειτα, τους έριξαν στις φλόγες μιας μεγάλης φωτιάς. Αλλά οι θερμές δεήσεις τους προς το Θεό προκάλεσαν φοβερή θύελλα με βροχή, που έσβησε τη φωτιά. Αυτό προκάλεσε φόβο στους Πέρσες , και τον ίδιο το Σαπώρ, με αποτέλεσμα να αναβάλει, το θάνατο των γενναίων χριστιανών. Αλλά μετά μερικές μέρες, τους έφερε και πάλι στο κριτήριο. Αφού είδε ότι δεν μπορούσε να αλλάξει το χριστιανικό τους φρόνημα, αποκεφάλισε πρώτο τον Αφθόνιο. Έπειτα, απευθυνόμενος στον Ελπιδηφόρο, του είπε να φανεί λογικός, σαν εγγράμματος που ήταν και μπορούσε να διακρίνει το ψέμα από την αλήθεια. Ο Ελπιδοφόρος του αποκρίθηκε ότι γι' αυτό ακριβώς πιστεύει στο Χριστό, διότι Αυτός είναι «η οδός και η αλήθεια και η ζωή» (Ευαγγέλιο Ιωάννου, ιδ' 6). Δηλαδή ο σωστός δρόμος, που οδηγεί στην απόλυτη αλήθεια και στην πραγματική και πηγαία ζωή, που αξίζει κανείς να πεθάνει γι' αυτή. Η απάντηση του Ελπιδοφόρου εξαγρίωσε τον Σαπώρ και αμέσως τον αποκεφάλισε. Οι θυσίες αυτές ενθάρρυναν ακόμα περισσότερο τους υπόλοιπους, και έμειναν ακλόνητοι στην πίστη τους. Τότε ο Σαπώρ διέταξε να τους ρίξουν μέσα σε αναμμένο καμίνι. Έτσι, μαρτυρικά και ένδοξα, παρέδωσαν όλοι τη μακάρια ψυχή τους στο ζωοδότη Χριστό.

Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ακίνδυνον μέλψωμεν, συν Αφθονίω ομού, κλεινόν Ανεμπόδιστον, Ελπιδοφόρον στερρόν, Πηγάσιον ένδοξον ούτοι γαρ ακινδύνως, εξαφθόνου κρατήρας, πηγάζουσι τοις ελπίδι, αρραγεί προσιούσι, χαρίτων ανεμποδίστων, κρήνην θεόβρυτον.

Κοντάκιον
Ήχος δ’. Ο υψωθείς.
Τη της Τριάδος καλλονή λαμπρυνθείσα, η πενταυγής των Αθλητών θεία φάλαγξ, τας των τυράννων ήμβλυνε δεινάς προσβολάς, άφθονον ακίνδυνον, ανεμπόδιστον χάριν, άπασι πηγάζουσα, τοις ελπίδι και πόθω, ενθέως προσιούσι δι' αυτών, τω πάντων Κτίστη, Χριστώ τω Θεώ ημών.

Άγιος Αντώνιος ο ομολογητής, επίσκοπος Θεσσαλονίκης


Ενα εκτενές απόσπασμα του Βίου της οσίας Θεοδώρας της εν Θεσσαλονίκη (βλέπε 5 Απριλίου) με αυτόνομο χαρακτήρα, αποτελεί τη σημαντικότερη πηγή που διαθέτουμε για το πρόσωπο του αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης Αντωνίου του ομολογητή. Ο συγγραφέας του Βίου Γρηγόριος, κληρικός της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, παρεκκλίνοντας σκόπιμα από τη ροή της διηγήσεώς του για το πρόσωπο της οσίας Θεοδώρας, παρέχει στις παραγράφους 10 - 18 πολύτιμες πληροφορίες για την περίοδο της δεύτερης Εικονομαχίας και για το λίγο γνωστό πρόσωπο ενός εικονόφιλου εκκλησιαστικού ηγέτη, του αρχιεπισκόπου Αντωνίου. Η αυτοτέλεια που παρατηρείται στη δομή αυτών των εννέα παραγράφων δίκαια επιτρέπει να χαρακτηρίσουμε αυτό το απόσπασμα ως το «Βίο ᾿Αντωνίου ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης τοῦ ὁμολογητοῦ», αφού ακολουθεί πιστά στην εσωτερική διάρθρωσή του όλους τους κανόνες που διέπουν τα αγιολογικά κείμενα.

Αφορμή γι' αυτή την εκτενή παρέκβαση του Γρηγορίου κληρικού υπήρξε η συγγένεια του Αντωνίου με την οσία Θεοδώρα, η οποία μαρτυρείται σε δύο σημεία του Βίου: αρχικά με έμμεσο τρόπο, κατά τη διήγηση της μοναστικής αφιερώσεως της κόρης της οσίας Θεοδώρας, της Θεοπίστης, στο μονύδριο του ευαγγελιστή Λουκά, όπου ηγουμένευε η αδελφή του Αντωνίου, Αικατερίνη («προσφέρουσιν Αἰκατερίνῃ τῇ ᾿Αντωνίου τοῦ ὁμολογητοῦ ἀδελφῇ, τοῦ καὶ προέδρου τῆς ἡμῶν χρηματίσαντος πόλεως, καὶ αὐτῆς συγγενοῦς καθεστηκυίας τῆς μακαρίας»), και με άμεσο τρόπο κατά την απαρχή της διηγήσεως του Γρηγορίου για τον αρχιεπίσκοπο Αντώνιο («ἐβουλόμην, ἐνταῦθα τοῦ λόγου γενόμενος, πολλῶν τῶν τῆς μακαρίας Θεοδώρας προσεχῶν καὶ γένους ἀνωτάτου τοὺς βίους διεξελθεῖν, ....ἵνα ἴδητε τοὺς αὐτῆς προσγενεῖς, οἷα κατὰ Θεὸν ζῶντες ἐτύγχανον. ...᾿Αντωνίου μόνου τοῦ ἡμῶν ἀρχιποίμενος ἐπιμνησθείς, αὖθις τὸν λόγον ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ δὴ τρέψομαι»).

Με δεδομένη αυτή τη συγγένεια είναι δυνατό να προσδιορισθεί επαγωγικά ως τόπος καταγωγής του Αντωνίου η Αίγινα, από την οποία καταγόταν η οσία Θεοδώρα. Είναι, ωστόσο, αδύνατος ο προσδιορισμός του χρόνου, κατά τον οποίο μετανάστευσαν στη Θεσσαλονίκη ο Αντώνιος και η αδελφή του Αικατερίνη, ενώ άγνωστοι παραμένουν και οι λόγοι που προκάλεσαν αυτή τη μετανάστευση.

Η παιδεία και η φιλομάθεια του Αντωνίου δεν περιορίζονταν μόνο σε κείμενα της χριστιανικής γραμματείας, αλλά κατέστη κάτοχος και εγκυκλίου μορφώσεως. Σε νεαρή ηλικία ασπάσθηκε το μοναχικό βίο, ενώ η ευρεία μόρφωση που απέκτησε, και η ζωηρή φιλομάθειά του τον εφοδίασαν με υψηλή δογματική πανοπλία. Αποτέλεσμα όλων αυτών υπήρξε, σύμφωνα με το βιογράφο του, η εκλογή του στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της μητροπόλεως Δυρραχίου.

Η μη ύπαρξη στοιχείων για τους προκατόχους του Αντωνίου περιορίζει τον προσδιορισμό του χρόνου εκλογής του στα δεδομένα που παρέχει ο Βίος της οσίας Θεοδώρας. Κατά συνέπεια terminus ante quem για την εκλογή του Αντωνίου στον αρχιερατικό θρόνο της μητροπόλεως Δυρραχίου αποτελεί η αναζωπύρωση της Εικονομαχίας από τον αυτοκράτορα Λέοντα Ε' τον Αρμένιο. Με δεδομένη την ομόφωνη μαρτυρία των πηγών, που τοποθετεί την έναρξη της δεύτερης Εικονομαχίας δύο χρόνια μετά την άνοδο του Λέοντος Ε' στον αυτοκρατορικό θρόνο, το χρονικό αυτό όριο πρέπει να προσδιορισθεί στο έτος 815 μ.Χ.

Αν και τα στοιχεία που αντλούμε από το Βίο της οσίας Θεοδώρας για την περίοδο της αρχιερατείας του Αντωνίου του ομολογητή στο μητροπολιτικό θρόνο της πόλεως του Δυρραχίου είναι λιγοστά, δεν είναι ωστόσο και τα μοναδικά. Η σημαντικότερη πηγή που διαθέτουμε γι' αυτήν την περίοδο είναι δύο επιστολές του οσίου Θεοδώρου του Στουδίτη, της ηγετικής μορφής των εικονοφίλων κατά τη δεύτερη Εικονομαχία, προς τον Αντώνιο· πρόκειται για τις επιστολές 462 (᾿Αντωνίῳ τοῦ Δυρραχίου) και 542 (᾿Αντωνίῳ ἐπισκόπῳ), σύμφωνα με την αρίθμηση που έλαβαν κατά την πρόσφατη κριτική τους έκδοση. Αν και η ταύτιση του παραλήπτη αυτών των επιστολών με τον αρχιεπίσκοπο του Δυρραχίου Αντώνιο, που καθίσταται γνωστός από το Βίο της οσίας Θεοδώρας της Θεσσαλονίκης, είχε παλαιότερα αμφισβητηθεί, σήμερα έχει γίνει καθολικά αποδεκτή· την ταύτιση αυτή, εξάλλου, επιρρωνύει η σύνδεση των πληροφοριών που παρέχει ο εν λόγω Βίος με μαρτυρίες που προέρχονται από τις δύο επιστολές.

Στην πρώτη επιστολή, για την οποία πρέπει να θεωρηθεί βέβαιο ότι είχε σταλεί στον Αντώνιο κατά τη διάρκεια της αρχιερατείας του στο Δυρράχιο, δηλ. προ του 815 μ.Χ., ο Θεόδωρος ο Στουδίτης (βλέπε 11 Νοεμβρίου) απαντά με απολογητικό ύφος σε προηγούμενη μακροσκελή επιστολή του Αντωνίου σχετικά με ένα περιστατικό κανονικής φύσεως. Το γενικότερο ύφος της επιστολής είναι ιδιαίτερα θερμό και διακρίνεται από μία τάση εγκωμιασμού του προσώπου του Αντωνίου, με χαρακτηρισμούς που φανερώνουν την ιδιαίτερη εκτίμηση και τον σεβασμό του οσίου Θεοδώρου προς αυτόν.

Το ίδιο πνεύμα διακρίνει και τη δεύτερη επιστολή, η χρονολόγηση της οποίας, με βάση εσωτερικές μαρτυρίες, προσδιορίζεται στην περίοδο της βασιλείας του Μιχαήλ Β', και ειδικότερα μεταξύ του Μαΐου του 826 μ.Χ. και του Νοεμβρίου του ίδιου έτους, που συνιστά την ημερομηνία θανάτου του οσίου Θεοδώρου του Στουδίτη. Η θερμότητα του ύφους των δύο επιστολών του Θεοδώρου Στουδίτη, επιτρέπει τη διατύπωση της υποθέσεως, ότι οι δύο άνδρες συνδέονταν με παλαιά προσωπική φιλία, που είχε ίσως αναπτυχθεί κατά τη διάρκεια της εξορίας του Θεοδώρου Στουδίτη στη Θεσσαλονίκη το έτος 797 μ.Χ., λόγω του σχίσματος της ζευξιμοιχείας του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Στ'. Ο ίδιος, άλλωστε, σε επιστολή του προς το θείο του Πλάτωνα, περιγράφει αρκετά αναλυτικά την άφιξή του στην πόλη και τη θερμή υποδοχή που του επιφύλαξαν τόσο ο ύπαρχος της Θεσσαλονίκης όσο και ο αρχιεπίσκοπός της.

Έμμεση αναφορά στον Αντώνιο, κατά τη διάρκεια της αρχιερατείας του στη Μητρόπολη Δυρραχίου, συναντούμε και στην επιστολή 543 του Θεοδώρου Στουδίτη προς το μοναχό Διονύσιο, ο οποίος είχε δεχθεί τις νουθεσίες του θεοφιλεστάτου ημών πατρός και αρχιεπισκόπου του Δυρραχίου κατά της εικονομαχικής αιρέσεως, αλλά, όπως φαίνεται από το περιεχόμενο της επιστολής, δίχως αποτέλεσμα.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει γι' αυτήν την περίοδο και η δημοσίευση μιας αρχιεπισκοπικής σφραγίδος του Δυρραχίου, το χασματώδες κείμενο της οποίας αποκαταστάθηκε ως εξής: «† Θεοτόκε βοήθει ..../ίῳ ἀρχιε/[π]ισκό(πῳ) Δυρ/ραχιω­(τῶν)»· η κατοχή της πρέπει να αποδοθεί κατά πάσα πιθανότητα στον Αντώνιο τον ομολογητή, κατά την περίοδο της αρχιερατείας του στο θρόνο του Δυρραχίου.

Τη διήγησή του για την αρχιερατεία του Αντωνίου στο μητροπολιτικό θρόνο του Δυρραχίου, διακόπτει αιφνιδίως ο Γρηγόριος κληρικός, για να αναφερθεί στην αναζωπύρωση της Εικονομαχίας κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Λέοντος Ε', δύο χρόνια μετά την άνοδό του στον αυτοκρατορικό θρόνο. Γίνεται εκτενής μνεία του διωγμού του Λέοντος Ε', που εξιστορείται με τα πιο μελανά χρώματα, ενώ στη συνέχεια η διήγηση επικεντρώνεται στον αντιρρητικό λόγο που εξεφώνησε ο Αντώνιος ενώπιον του αυτοκράτορος. Εχει ωστόσο επισημανθεί ένα σοβαρό πρόβλημα στην παράδοση του κειμένου αυτού του αντιρρητικού λόγου. Πρόκειται για την παράδοση δύο τελείως διαφορετικών κειμένων, εκ των οποίων το σωζόμενο στον αρχικό Βίο της οσίας Θεοδώρας εμφανίζει και μεγάλη εξάρτηση από την επιστολή του Μ. Φωτίου προς τον βασιλέα των Βουλγάρων, Μιχαήλ. Το περιεχόμενο εντούτοις και των δύο αντιρρητικών λόγων, που παραδίδονται ως εκφωνηθέντες από τον αρχιεπίσκοπο Αντώνιο, εμφανίζει εναργώς την ίδια χριστολογική βάση που χρησιμοποιείται και σε παρόμοιους αντιρρητικούς λόγους άλλων αγίων της εικονομαχικής περιόδου.

Η απάντηση του εικονομάχου αυτοκράτορος, μετά τη σθεναρή στάση του Αντωνίου, ήταν σκληρά βασανιστήρια, που του επέφεραν ανίατες πληγές και κλόνισαν την υγεία του, και τέλος η καταδίκη του σε εξορία.

Ωστόσο, μετά τη δολοφονία του Λέοντος Ε' από το Μιχαήλ Β' και την ανάρρηση του δευτέρου στον αυτοκρατορικό θρόνο, τα Χριστούγεννα του 820 μ.Χ., ο Αντώνιος ανακλήθηκε από την εξορία, ενώ δύο περίπου δεκαετίες αργότερα, μετά την παρέλευση ΅«τοῦ τῆς αἱρέσεως δεινοῦ χειμῶνος», ο Αντώνιος εξελέγη αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, πράξη που τον αποκαθιστούσε στο αρχιεπισκοπικό αξίωμα, το οποίο είχε στερηθεί βίαια κατά το διωγμό του Λέοντος Ε'.

Το όνομα του Αντωνίου ως αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης, αναγράφεται στη δέκατη θέση, στον κατάλογο του Συνοδικού της Θεσσαλονίκης, ενός πολύ σημαντικού υστεροβυζαντινού κειμένου (15ος αιώνας μ.Χ.) για την επισκοπική και την εν γένει εκκλησιαστική ιστορία της Θεσσαλονίκης. Σύμφωνα με αυτό, προκάτοχός του υπήρξε ο Λέων ο Φιλόσοφος η Μαθηματικός, που διετέλεσε αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης από την άνοιξη του 840 μ.Χ. ως το τέλος της Εικονομαχίας, την άνοιξη του 843· για τον διάδοχο όμως του Αντωνίου παρουσιάζεται αρκετή σύγχυση στους συγχρόνους καταλόγους, οι περισσότεροι από τους οποίους, αγνοώντας ίσως το κείμενο του Συνοδικού, αναγράφουν το όνομα του Βασιλείου του ομολογητή. Ωστόσο, θα πρέπει κατά τη γνώμη μας να θεωρηθεί ακριβής η σειρά που ακολουθεί το Συνοδικόν στο σημείο αυτό, σύμφωνα με το οποίο τον Αντώνιο διαδέχθηκε ο Σισίνιος και εν συνεχεία ο Στέφανος (αρ. 11 και 12 αντίστοιχα), τα ονόματα των οποίων απουσιάζουν από τους περισσοτέρους συγχρόνους καταλόγους των επισκόπων της Θεσσαλονίκης, και όχι ο Βασίλειος ο ομολογητής, ο οποίος πρέπει να αρχιεράτευσε αρκετά χρόνια αργότερα, μεταξύ των ετών 862 μ.Χ. και 866 μ.Χ.

Ωστόσο, η αρχιεπισκοπική θητεία του Αντωνίου, μετά την εκλογή του στο θρόνο της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, υπήρξε βραχύβια. Στο Βίο τονίζεται πως ο Αντώνιος ο ομολογητής δεν πρόλαβε να εκτελέσει ούτε καν τα λειτουργικά αρχιερατικά του καθήκοντα, παρά μόνο τη χειροτονία ενός κληρικού, τον οποίο «ἀσυγκρίτῳ πίστει πρὸς τὸν κεχειροτονηκότα κινούμενοι οἱ τῆς καθ᾿ ἡμᾆς ἐκκλησίας ἀκρότητος, τῷ ἐπωνύμῳ τοῦ κεχειροτονηκότος παρωνύμως ὠνόμασαν, εἰς μνήμην αἰωνίαν... ἔχειν τοῦτο γλιχόμενοι». Ο οσιακός θάνατος του Αντωνίου επήλθε λίγους μόλις μήνες μετά την αναστήλωση των εικόνων «τῇ δευτέρᾳ τοῦ Νοεμβρίου τῆς ἑβδόμης ἰνδικτιῶνος», δηλαδή στις 2 Νοεμβρίου του έτους 844 μ.Χ.

Η διήγηση του Γρηγορίου κληρικού συνεχίζεται με μία πολύ σημαντική πληροφορία για την ταφή του ιερού σκήνους του Αντωνίου. Το «“πανάγιον καὶ ἀθλητικώτατον αὐτοῦ σῶμα» ενταφιάσθηκε στην αριστερή πλευρά του ναού του αγίου Δημητρίου και, πιο συγκεκριμένα, στο ταφικό παρεκκλήσιο του αγίου Ιωάννου του Βαπτιστού. Η πληροφορία αυτή συνιστά τη μοναδική γραπτή πηγή που διαθέτουμε σχετικά με τη χρήση αυτού του παρεκκλησίου ως ταφικού προσκτίσματος. Επιπλέον, η μαρτυρία του βιογράφου Γρηγορίου, ότι 46 χρόνια μετά το θάνατο του Αντωνίου μεταφέρθηκε για να ενταφιασθεί στον ίδιο τάφο το σκήνωμα ενός ακόμη αρχιεπισκόπου της Θεσσαλονίκης, ο οποίος δεν κατονομάζεται -είναι ωστόσο βέβαιο πως πρόκειται για τον αρχιεπίσκοπο Μεθόδιο, που αναφέρεται και στο Βίο του οσίου Ευθυμίου του νέου-, αποκαλύπτει την καθιέρωση της χρήσεως του παρεκκλησίου του Βαπτιστού Ιωάννου για την ταφή αρχιεπισκόπων της Θεσσαλονίκης. Η χρησιμοποίηση αυτού του παρεκκλησίου που βρισκόταν «ἐν τοῖς λαιοῖς μέρεσι» ως ταφικού χώρου, έχει ασφαλώς άμεση σχέση με το κιβώριο του αγίου Δημητρίου, το οποίο, σύμφωνα με τη μαρτυρία των πηγών, βρισκόταν στην αριστερή πλευρά («πρὸς τοῖς λαιοῖς πλευροῖς») του ναού.

Η πληροφορία αυτή επαληθεύθηκε από την αρχαιολογική έρευνα. Οι Γ. και Μ. Σωτηρίου εντόπισαν στη βόρεια πλευρά της βασιλικής του αγίου Δημητρίου τρία παρεκκλήσια, εκ των οποίων το πρώτο, αρχαιότερο των δύο άλλων, είναι νεκρικό πρόσκτισμα και στο δάπεδό του βρέθηκαν δύο πλινθόκτιστοι τάφοι. Απὸ τους δύο ερευνητές είχε εκφρασθεί η άποψη ότι «εἰς ἓν ἐκ τῶν τριῶν παρεκκλησίων τούτων, τῶν εὑρισκομένων εἰς τὴν ἀριστερὰν (βορείαν) πλευ­ρὰν τῆς βασιλικῆς, πρέπει ν᾿ ἀναζητήσωμεν τὸ ναΰδριον τοῦ Βαπτιστοῦ ᾿Ιωάννου, εἰς τὸ ὁποῖον, συμφώνως πρὸς τὰ ἀνα­γραφόμενα εἰς τὸν Βίον τῆς ἁγίας Θεοδώρας, ἐτάφη ὁ ἐπί­σκοπος Θεσσαλονίκης ᾿Αντώνιος (843)». Ο Στ. Πελεκανίδης, σε μεταγενέστερη ανασκαφή, έφερε στο φως και άλλο νεκρικό πρόσκτισμα στη βόρεια πλευρά της βασιλικής του αγίου Δημητρίου, κάτω από το δάπεδο του οποίου «ἀνεσκάφησαν ὀκτὼ τάφοι κιβωτιόσχημοι ἀνὰ δύο». Με τις ανασκαφές αυτές επιβεβαιώθηκε ο ισχυρισμός για την εκτεταμένη χρησιμοποίηση των προσκτισμάτων της βόρειας πλευράς της βασιλικής του αγίου Δημητρίου, ως ταφικών παρεκκλησίων για τον ενταφιασμό αρχιεπισκόπων της Θεσσαλονίκης, αλλά κατά πάσα πιθανότητα και άλλων επισήμων προσώπων της πόλεως.

Η απόφαση να ενταφιασθεί το σκήνος του αρχιεπισκόπου Μεθοδίου στον ίδιο τάφο, όπου είχε κατατεθεί και το λείψανο του Αντωνίου του ομολογητή, είχε ως αποτέλεσμα να αποκαλυφθεί στους παρευρισκομένους, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Γρηγόριος, πιθανότατα με την ιδιότητα του διακόνου, ότι το λείψανο του αρχιεπισκόπου Αντωνίου είχε διαφυλαχθεί επί 46 χρόνια μετά τον ενταφιασμό του, άφθαρτο: «῞Οπερ ἅγιον λείψανον μέχρι τοῦ νῦν Χριστὸς εἰς δόξαν αὐτοῦ διαφυλάττει σῷον καὶ ἀδιάλυτον... εὕρομεν τὸ πανάγιον ᾿Αντωνίου σῶμα μεθ᾿ ὧν κεκόσμητο ἀρχιερατικῶν ἐπίπλων σχεδὸν ἅπαν ὁλόκληρον καὶ ἀμείωτον...».

Ως στοιχεία, με τα οποία πιστοποιείται η αγιότητα του αρχιεπισκόπου Αντωνίου, ο Γρηγόριος κληρικός χρησιμοποίησε την ομολογία της ορθόδοξης πίστεως και διδασκαλίας για την τιμή των ιερών εικόνων, την οποία τεκμηριώνει με την παράθεση του κειμένου του αντιρρητικού λόγου προς τον αυτοκράτορα Λέοντα Ε', και την αφθαρσία του λειψάνου του, όπως είχε αποκαλυφθεί περίτρανα και στον ίδιο. Πρόκειται για κριτήρια αγιότητος ευρύτατα διαδεδομένα κατά την εικονομαχική και μεταεικονομαχική περίοδο, όπως διαπιστώνεται από την έρευνα των αγιολογικών κειμένων που γράφτηκαν κατά την περίοδο της Εικονομαχίας και μετά από αυτήν.

Αν και το όνομα του αγίου Αντωνίου του ομολογητή δεν εγγράφηκε στο Συναξάριο της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως ούτε και στο Τυπικόν της Μεγάλης Εκκλησίας, ωστόσο έχει συμπεριληφθεί σε νεωτέρους καταλόγους των αγίων της Θεσσαλονίκης, καθώς επίσης και στη δεύτερη ακολουθία που συνέταξε ο μακαριστός υμνογράφος της Μεγάλης Εκκλησίας, μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης, προς τιμήν «πάντων τῶν ἐν Θεσσαλονίκῃ ἁγίων».

Η μοναδική γνωστή απεικόνιση του αγίου Αντωνίου του ομολογητή είναι η σύγχρονη τοιχογραφία του στην κάτω ζώνη του δευτέρου δεξιού πεσού στο μητροπολιτικό ναό του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, στη Θεσσαλονίκη.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...