Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Κυριακή, Ιουνίου 02, 2013

Η ΤΑΠΕΙΝΟΦΡΟΣΥΝΗ ΦΥΓΑΔΕΥΕΙ ΤΟΥΣ ΔΑΙΜΟΝΕΣ


15Ένας γέροντας είπε:
- Όποιος έχει ταπείνωση, ταπεινώνει τους δαίμονες, και όποιος δεν έχει ταπείνωση, χλευάζεται από τους δαίμονες.
Ρώτησαν ένα γέροντα:
- Γιατί χτυπιόμαστε τόσο πολύ από τους δαίμονες;
- Επειδή πετάμε τα όπλα μας, απάντησε εκείνος, εννοώ την ατιμία, την ταπείνωση, την ακτημοσύνη και την υπομονή.

Μια φορά ήρθαν κάποιοι στη Θηβαΐδα, σ΄ ένα γέροντα, και του έφεραν ένα δαιμονισμένο για να τον θεραπεύσει. Και ο γέροντας, (μολονότι αρχικά δεν δεχόταν, θεωρώντας τον εαυτό του ανάξιο, τελικά), επειδή πολύ τον παρακάλεσαν, λέει στο δαίμονα:
- Βγες από το πλάσμα του Θεού!
- Βγαίνω, αποκρίθηκε ο δαίμονας. Αλλά σε ρωτάω ένα πράγμα και απάντησέ μου: Ποιοι είναι τα «ερίφια» και ποιοι τα «πρόβατα» (Ματθ. 25:31-33);
- Τα «ερίφια» είμαι εγώ, απάντησε ο γέροντας. Όσο για τα «πρόβατα», ο Θεός τα γνωρίζει.
Μόλις άκουσε (αυτά τα λόγια) ο δαίμονας, κραύγασε:
- Να, για την ταπείνωσή σου βγαίνω!
Και βγήκε (από τον άνθρωπο) την ίδια ώρα.
πηγή

Παύλος, το χριστιανικό ανάλογο του Μωάμεθ


Θ. Ρηγινιώτης - ΟΟΔΕ

ΝΕΚΡΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Στην ιστορία των θρησκειών, ο Χριστός δεν είναι το χριστιανικό ισοδύναμο του Μωάμεθ, αλλά το χριστιανικό ισοδύναμο του Αλλάχ. Ο Αλλάχ, κατά το Ισλάμ, «στέλνει τον απόστολό του», το Μωάμεθ, στο λαό και ο Χριστός στέλνει τους δικούς Του αποστόλους στα έθνη. Ο Χριστός δίνει εντολές και διδάσκει τους ανθρώπους και είναι Θεός και σωτήρας τους.  

Εικ.: Η κάθοδος του Ιησού στον Άδη, που είναι και η ορθόδοξη εικόνα της ανάστασής Του (από το post Τα πνεύματα των νεκρών και εμείς)

Η διαφορά του Χριστού από το μουσουλμανικό Αλλάχ είναι ότι ο Χριστός είναι ο Μονογενής Υιός του Θεού και Θεόςεντός μιας Τριαδικής Θεότητας τηςαγάπης, πράγμα ακατανόητο και απαράδεκτο για τους μουσουλμάνους, και είναι επίσης Θεός που γίνεται αδύναμος άνθρωπος «κενώνοντας» τον εαυτό Του από τη θεία Του απεραντοσύνη και παντοδυναμία και σώζει τους ανθρώπους ενώνοντάς τους με τον εαυτό Του και δι’ αυτού με το Θεό Πατέρα και κάνοντάς τους «κοινωνούς θείας φύσεως» (απόστολος Πέτρος, Β΄ επιστολή, 1, 4), ενώ ο μουσουλμανικός Θεός δεν εξέρχεται ποτέ από τον ουρανό, δεν κενώνεται ούτε θυσιάζεται για τους ανθρώπους, δεν καταδέχεται ποτέ να ηττηθεί (πράγμα ασύλληπτο για το Ισλάμ, που είναι θρησκεία πολεμικής νοοτροπίας), ούτε ενώνεται με εμάς.
Γι’ αυτό και είναι αδόκιμο να συγκρίνουμε το Μωάμεθ με τον Ιησού. Ο ένας είναι ο «απόστολος και προφήτης του Θεού», ενώ ο άλλος είναι ο ίδιος ο Θεός, που απέστειλε στον κόσμο αποστόλους και προφήτες (το λέει άλλωστε ο Χριστός στο Ματθ. 23, 34: «ιδού εγώ αποστέλλω προς υμάς προφήτας και σοφούς και γραμματείς, και εξ αυτών αποκτενείτε και σταυρώσετε, και εξ αυτών μαστιγώσετε εν ταις συναγωγαίς υμών και διώξετε από πόλεως εις πόλιν»).[Σημ. τα βιβλία της Κ. Διαθήκης, όπου παραπέμπουμε, μπορείτε να τα διαβάσετεεδώ].
***
Ο Χριστός είχε πολλούς αποστόλους, που θα μπορούσαν να συγκριθούν με το Μωάμεθ. Και σε όλες τις γενιές έζησαν (και ζουν) άγιοι τέλεια ενωμένοι με τον Τριαδικό Θεό εν Χριστώ, που θα μπορούσαν επίσης να έχουν μια τέτοια σύγκριση. Όχι στα επιφανειακά γεγονότα της ζωής τους, αλλά στη σχέση τους με το Θεό, στην κλήση τους απ’ Αυτόν, στις αποκαλύψεις που έλαβαν, στο έργο τους για τη διάδοση του λόγου του Θεού στους ανθρώπους (όπου δεν έχυσαν αίμα άλλων, μόνο πρόσφεραν το δικό τους) και στα θαυματουργικά τους χαρίσματα.
Επιλέγω τον απόστολο Παύλο, ως την πιο χαρακτηριστική περίπτωση, κατά τη γνώμη μου, με τις πιο εμφανείς και συγκεντρωμένες αναλογίες προς το Μωάμεθ (όπως τον βλέπει το Ισλάμ).
Ο απόστολος Παύλος είναι για το χριστιανισμό ό,τι ισχυρίζεται το Ισλάμ ότι είναι ο Μωάμεθ: απόστολος του Θεού, ο μεγαλύτερος απ’ όλους, που προσκλήθηκε προσωπικά απ’ Αυτόν, είδε το Φως Του (που οι μουσουλμάνοι δε μπορούν να το δουν, γι’ αυτό και ισχυρίζονται ότι δεν είναι ορατό σ’ αυτή τη ζωή) και συνομίλησε μαζί Του (Πράξεις των αποστόλων, 9, 1-7). Η άμεση συνομιλία του με το Θεό – δηλ. το Χριστό – συνεχίστηκε σε όλη τη διάρκεια της ζωής του (Πράξ. 22, 17-21, Β΄ Κορινθ. 12, 8-9).
Ο Θεός τον απέστειλε να φέρει το λόγο Του στα έθνη («του βαστάσαι το όνομά μου ενώπιον εθνών και βασιλέων υιών τε Ισραήλ», μαρτυρία του Κυρίου για τον Παύλο στον άγιο Ανανία, Πράξ. 9, 15. βλ. και Πράξ. 13, 47. 22, 21), μίλησε γι’ αυτόν σε άλλους αγίους (Πράξ. 9, 10-16. 13, 2-4) και τον χαρακτήρισε «φως εθνών» και «σκεύος εκλογής» (Πράξ. 9, 15. 13, 47). Ανέβηκε μέχρι τρίτου ουρανού, άκουσε «άρρητα ρήματα», λόγια ανέκφραστα από ανθρώπινα χείλη, και έλαβε αποκαλύψεις ιλιγγιώδους μεγέθους (Β΄ Κορινθ. 12, 1-10). Προφήτεψε επίσης την τύχη της ανθρωπότητας (Β΄ Θεσσαλ. 2, 1-12), την ανάσταση των νεκρών και τη δευτέρα παρουσία του Χριστού (Α΄ Κορινθ. κεφ. 15, Α΄ Θεσσαλ. 4,13 – 5, 5), κατά το θέλημα του Θεού και τις αποκαλύψεις που έλαβε απ’ Αυτόν.
Έλαβε τεράστιο θαυματουργικό χάρισμα, ανάστησε νεκρό, έβγαλε δαιμόνια (Πράξ. 16, 16-18. 19, 11-12. 20, 9-12)… Μάγοι έκαψαν δημόσια τα βιβλία τους και πίστεψαν στο Θεό βλέποντας τα θαύματά του και ακούγοντας τις διδαχές του (Πράξ. 19, 19). Ταξίδεψε σε όλη την έκταση της Μεσογείου, διέδωσε το λόγο του Θεού σε πολλές χώρες, ανάμεσα σε επικίνδυνους ειδωλολάτρες, και έφερε στην αληθινή πίστη χιλιάδες ανθρώπους σε μια έκταση από την Κύπρο μέχρι την Ισπανία. Μαστιγώθηκε, λιθοβολήθηκε, φυλακίστηκε, μαχαιρώθηκε, ναυάγησε (Πράξ. 21, 14-44, Β΄ Κορινθ. 11, 24-32 – βλ. και παραπομπές παρακάτω) και τελικά αποκεφαλίστηκε από τους Ρωμαίους.
Πολλοί από τους μαθητές του είναι άγιοι και διδάσκαλοι του χριστιανισμού, όπως οι Τίτος, Τιμόθεος, Λουκάς, Ακύλας, Πρίσκιλα, Απολλώς, Ονήσιμος, Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Στάχυς, Απελής, Φλέγων, Φοίβη κ.π.ά. Αρκετοί από αυτούς έγιναν και μάρτυρες, προσφέροντας τη ζωή τους για την αγάπη τους στο Θεό εν Χριστώ. Για κανέναν από αυτούς δεν υπάρχει μαρτυρία ή ένδειξη ότι πολέμησε ή προέτρεψε τους ανθρώπους να πολεμήσουν ή αφαίρεσε ανθρώπινη ζωή, είτε εξ ονόματος του Θεού και του «θείου νόμου» είτε για άλλο λόγο.
Ίδρυσε δεκάδες χριστιανικές κοινότητες, ακόμη και στα πιο επικίνδυνα μέρη όπου υπέστη ξυλοδαρμούς, φυλακίσεις και πολλές φορές παρολίγον θάνατο (π.χ. Λύστρα: Πράξ. 14, 8-22, Φίλιπποι: Πράξ. 16, 19-34. Έφεσος: Πράξ. 19, 23-30), και τις καθοδήγησε με αγάπη και προσοχή, σαν πατέρας (Α΄ Κορινθ. 4, 14-15, Γαλ. 4, 19-20), για όλο το διάστημα της ζωής του (βλ. Φιλιππησίους, κεφ. 1), τόσο με τις προφορικές του διδασκαλίες όσο και με τις επιστολές του, που περιέχουν όλα όσα χρειάζεται ο άνθρωπος για τη σωτηρία του (γι’ αυτό και είναι ισοδύναμες του Κορανίου, όπως το βλέπουν βέβαια οι μουσουλμάνοι, άσχετα ότι δεν έχουν μορφή πολιτικού και κοινωνικού νόμου με ποινές και διατάξεις παλαιοδιαθηκικού τύπου, όπως το Κοράνιο). Το περιεχόμενο των επιστολών του προέρχεται από την άμεση αποκάλυψη του Θεού σ’ αυτόν (θεοπνευστία). Στα σημεία όπου γράφει την άποψή του και όχι αποκάλυψη του Θεού, ο Παύλος επισημαίνει το γεγονός (Α΄ Κορινθ. 7, 10-12: «παραγγέλλω, ουκ εγώ, αλλ’ ο Κύριος… τοις δε λοιποίς εγώ λέγω, ουχ ο Κύριος», 7, 25: «…επιταγήν [=εντολή] Κυρίου ουχ έχω, γνώμην δε δίδωμι ως ηλεημένος υπό Κυρίου πιστός είναι», 11, 23: «εγώ γαρ παρέλαβον από του Κυρίου ό και παρέδωκα υμίν…»).

Σε αντίθεση με το Μωάμεθ, γνώριζε πολύ καλά ότι ο διάβολος μπορεί να«μετασχηματιστεί και σε άγγελο φωτός» για να ξεγελάσει τους ανθρώπους (Β΄ Κορινθ. 11, 14. Γαλάτας, 1, 8), αλλά ο ίδιος δεν ξεγελάστηκε (Πράξ. 16, 16-18) και δίδαξε τους ανθρώπους να μην ξεγελιούνται.
Δεν πολέμησε, ούτε έλαβε εντολή από το Θεό να πολεμήσει τους εχθρούς Του, μόνο  να αγαπά. Δεν όπλισε κανένα, ούτε οδήγησε κανένα στρατό στη μάχη – δίδαξε μόνο αγάπη και μη-βία, συνεπής στη διδασκαλία του Ιησού Χριστού και όλων των αποστόλων. Και αυτό το δρόμο ακολούθησαν οι πιστοί του αληθινού Θεού. Μαρτύρησαν κατά χιλιάδες, προσφέροντας το δικό τους αίμα, χωρίς να σκοτώσουν.
Ο Μωάμεθ
Επίσης, δεν ίδρυσε κανένα επίγειο κράτος ή αυτοκρατορία, όπως αυτή που δημιούργησαν στο όνομα του Αλλάχ ο Μωάμεθ και οι διάδοχοί του, πράγμα που θα είχε ως αναπόφευκτη συνέπεια τους φόνους και που είναι εντελώς διαφορετικό (ή μάλλον αντίθετο) από τη βασιλεία των ουρανών, που εγκαθίδρυσε μεταξύ των ανθρώπων ο Χριστός και οι δικοί Του διάδοχοι-μαθητές (βλ. και την απάντηση του Χριστού στον Πιλάτο, Ιω. 18, 36 – αλλά και το λόγο, για τον οποίο ο χριστιανισμός δε θα μπορούσε να γίνει επίγειο βασίλειο, που αναφέρεται από τον ίδιο τον Παύλο στην προς Εβραίους 13, 14: «ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν επιζητούμεν»)*.
Παρόλα αυτά, νίκησε. Η χριστιανική πίστη εξαπλώθηκε σε ολόκληρη τη μεσογειακή λεκάνη, από την ευρωπαϊκή, την ασιατική και την αφρικανική πλευρά της. Και τρεις αιώνες μετά, ο αυτοκράτορας της Ρώμης έγινε χριστιανός**.
Η διδασκαλία του Παύλου, εννοείται, είναι συντριπτική για τη διδασκαλία του Κορανίου. Η τριαδικότητα του Θεού και η Θεότητα του Χριστού, η σταύρωση και η ανάστασή Του, καθώς και όλα τα στοιχεία της χριστιανικής πίστης, επιβεβαιώνονται από τον απόστολο του Θεού με τρόπο που δεν αφήνει περιθώρια αμφισβήτησης. Και είναι μια διδασκαλία που δεν επινοήθηκε από τον απόστολο Παύλο (όπως διατείνονται αβάσιμα κάποιοι), αλλά συμφωνεί κατά πάντα με τη διδασκαλία όλων των αποστόλων, όπως τη βλέπουμε σε όλους τους ιερούς συγγραφείς της Καινής Διαθήκης, που είναι οι απόστολοι Ματθαίος, Μάρκος, Λουκάς, Ιωάννης, Πέτρος, Ιάκωβος και Ιούδας ο Θαδδαίος. Αλλά και τη συμφωνία της διδασκαλίας των λοιπών αγίων αποστόλων τη διαπιστώνουμε από τη συμφωνία πίστης των χριστιανικών κοινοτήτων του 1ου και 2ου αι. μ.Χ. από την Ινδία μέχρι τη Βρετανία, ανεξάρτητα από το ποιοι απόστολοι τις είχαν ιδρύσει.
Γι’ αυτούς τους λόγους, ο απόστολος των εθνών Παύλος συκοφαντείται διαρκώς από τους εχθρούς του αληθινού Θεού, όπως οι μουσουλμάνοι νιώθουν ότι συκοφαντείται ο Μωάμεθ. Οι χριστιανοί πνευματικοί αγωνιστές, βέβαια, συνεπείς στη διδασκαλία του Χριστού, του Παύλου και όλων των αποστόλων του Χριστού και Θεού, δεν ξέσπασαν βίαια κατά των συκοφαντών του (ούτε όταν ζούσε, ούτε σε όλη τη διάρκεια της χριστιανικής ιστορίας), αλλά μόνο απάντησαν με λόγια και υπερασπίστηκαν την αλήθεια, με αποκλειστικό σκοπό τη σωτηρία των συκοφαντών, τους οποίους συνεχίζουν ν’ αγαπούν, όπως τους αγαπά κι ο Χριστός, ο Θεός.
***
Τολμώ να πω ότι τελευταία ελπίδα των μουσουλμάνων αδελφών μας να καταρρίψουν την εγκυρότητα της μαρτυρίας του αποστόλου Παύλου για την αλήθεια της χριστιανικής πίστης, είναι να γράφει ψέματα η Καινή Διαθήκη για τη συνομιλία του Παύλου με το Χριστό, για τα θαύματά του και τις αποκαλύψεις που είχε δεχτεί σε όλη τη διάρκεια του χριστιανικού αγώνα του. Ακριβώς δηλ. όπως συμβαίνει και με τη μαρτυρία του αποστόλου Πέτρου. Και δεν αμφιβάλλω πως θα επιχειρηθεί η σπίλωσή του, πράγμα εξάλλου που έχει ήδη συμβεί στο παρελθόν.
Όμως παραμένουν τα αναμφισβήτητα γεγονότα της ζωής του, που μπορεί να φανερώσουν σε κάποιον καλοπροαίρετο ερευνητή της αλήθειας και τα υπόλοιπα: ότι ο Παύλος, που ήταν στην αρχή διώκτης των χριστιανών, ξαφνικά μεταστράφηκε στο χριστιανισμό και δεν έπαψε να νιώθει τύψεις για τις πράξεις του σε όλη τη ζωή του (Α΄ Κορινθ. 15, 8-11), ότι εγκατέλειψε το σπίτι του και την τιμητική θέση του στην ηγεσία του εβραϊσμού (Γαλ. 1, 13-14) και αφιέρωσε τη ζωή του στη διάδοση του λόγου του Θεού σε όλη τη Μεσόγειο, ανέστιος και πάντα ξένος, κερδίζοντας κόπους, πληγές, προσβολές, συλλήψεις, πόνους και κινδύνους (από ειδωλολάτρες, εβραίους και φανατικούς ιουδαιοχριστιανούς), και τελικά θανατώθηκε για το Χριστό, χωρίς να κερδίσει κανένα επίγειο αγαθό, ούτε πλούτο, ούτε εξουσία, ούτε θρίαμβο σε πολεμικές νίκες, ούτε ανάπαυση, ούτε κάποιο «ιερό βιβλίο» που να επιβάλλει «πίστη στο Θεό και στον απόστολό του Παύλο», διατάζοντας μάλιστα πόλεμο διά ξίφους σε όποιον αθετεί την πίστη αυτή.
Και όταν ο Παύλος υπερασπίζεται την αποστολική του ιδιότητα και απαριθμεί τους κόπους του για χάρη του Χριστού (Β΄ Κορινθ., κεφ. 11-12), το κάνει απαντώντας στις τρομακτικές δολιότητες των ιουδαιοχριστιανών, που παρεμπόδιζαν την ίδια τη σωτηρία των πιστών, και – προσέξτε – δεν τραβάει μαχαίρι, ούτε προστάζει τους οπαδούς του αληθινού Θεού να σκοτώσουν τους συκοφάντες του (εξάλλου στους ίδιους παραλήπτες έχει ήδη τονίσει πως θεωρεί τον εαυτό του ασήμαντο, αρνούμενος να θεωρηθεί αρχηγός θρησκευτικής ομάδας: «Τις ουν εστί Παύλος, τις δε Απολλώς αλλ’ ή διάκονοι δι’ ων επιστεύσατε, και εκάστω ως ο Κύριος έδωκεν; εγώ εφύτευσα, Απολλώς επότισεν, αλλ’ ο Θεός ηύξανεν· ώστε ούτε ο φυτεύων εστί τι ούτε ο ποτίζων, αλλ’ ο αυξάνων Θεός», Α΄ Κορινθ. 3, 5-7). Το πρόβλημα των ιουδαιοχριστιανών λύνει με λόγια κι όχι με βία η αποστολική σύνοδος στα Ιεροσόλυμα, με τη συμμετοχή όλων των αποστόλων και των πρεσβυτέρων, όπου ο Παύλος ούτε καν ηγετική θέση δεν έχει, ενώ από τις εισηγήσεις των κορυφαίων αποστόλων Πέτρου και Ιακώβου φαίνεται και η συνέπεια της διδασκαλίας του Παύλου με την πνευματική κληρονομιά του Χριστού.
Ποιος είναι λοιπόν αληθινός απόστολος του Θεού, ο Παύλος ή ο Μωάμεθ, ας βγάλει τα συμπεράσματά του, ερευνώντας με ειλικρίνεια, ο ενδιαφερόμενος.
Παρακάτω παραπέμπουμε σε μερικά άρθρα που αφορούν στον απόστολο Παύλο, το χαρακτήρα και τη διδασκαλία του:
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

* Γι’ αυτό το λόγο, όποιες δικαιολογίες μπορεί να προβάλλουν οι σύγχρονοι μουσουλμάνοι ιεραπόστολοι της δύσης για τις πολεμικές επιχειρήσεις του Μωάμεθ και των διαδόχων του, το Ισλάμ από το χριστιανισμό θα απέχει πάντα όσο απέχει η βασιλεία των ουρανών από την επίγεια αραβική αυτοκρατορία, δηλ. όσο απέχει ο ουρανός από τη γη.
Για να είμαι δε δίκαιος, μου αρκεί να αντιπαραβάλω μόνο τους 4 πρώτους μουσουλμάνους χαλίφες Αμπού Μπακρ, Ουμάρ, Ουθμάν και Άλη [πριν το Ισλάμ αρχίσει να εκκοσμικεύεται, κατά τη μουσουλμανική παράδοση – στα χρόνια των οποίων όμως ήδη είχε κατακτηθεί ολόκληρη η περσική αυτοκρατορία και μεγάλες εκτάσεις χριστιανικών ρωμαϊκών εδαφών (κατάκτηση της Αλεξάνδρειας, επιδρομές κατά της Κύπρου, της Ρόδου και της Μ. Ασίας, με κίνδυνο και για την ΚΠολη, αν δεν είχε καταστραφεί ο αραβικός στόλος από τρικυμία στις ακτές της Χαλκηδόνας το 653), ενώ είχαν γίνει εισβολές στο Ιράν, το Αφγανιστάν και την Αρμενία], με τους τρεις πρώτους αιώνες του χριστιανισμού, αιώνες μαρτύρων, πριν τον πρώτο χριστιανό Ρωμαίο αυτοκράτορα, μετά τον οποίο μπορεί να προβληθεί από μουσουλμάνους ο ισχυρισμός ότι ο χριστιανισμός μετατράπηκε σε μια θεοκρατική αυτοκρατορία, που ενεργούσε στο όνομα του Θεού, όπως το ισλαμικό χαλιφάτο.
Κι αυτός ο ισχυρισμός δεν είναι αληθής, γιατί στο Βυζάντιο η αυτοκρατορική εξουσία ήταν πάντα διαφορετική από την ηγεσία της Εκκλησίας και πολλές φορές άδικοι ή αιρετικοί αυτοκράτορες εξόρισαν ή δολοφόνησαν τους εκκλησιαστικούς ηγέτες και πλήθος αγίων. Το Βυζάντιο δεν ήταν θεοκρατία, αλλά πολιτικό κράτος με πολιτικούς νόμους και όχι με την Αγία Γραφή να καθοδηγεί στρατιές πολεμιστών και να προτρέπει σε πόλεμο, όπως το Κοράνι. Αυτό έγινε αργότερα ο παπισμός, γι’ αυτό ακριβώς συνιστά μια ολέθρια αίρεση, που έβαψε τα χέρια των ανθρώπων και με μουσουλμανικό και με χριστιανικό αίμα.
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
Η αραβική αυτοκρατορία στο 1ο χαλιφάτο
Για τις πολεμικές επιχειρήσεις και τις κατακτήσεις των 4 πρώτων χαλιφών δες ισλαμικό άρθρο εδώ (στα αγγλικά). Στα ελληνικά, πολύ πρόχειρα δες εδώ. Και εδώ (στο όνομα του καθενός) ["Ν": συγκεντρωμένα εδώ]. Παρά την ειρηνική παράδοση μεγάλων πληθυσμών σε Αίγυπτο και Συρία, λόγω αντίθεσης με τη βυζαντινή διοίκηση, έχουμε μια ιστορία παράτολμων και συνεχών πολέμων στο όνομα του Αλλάχ και με σπουδαίες προτροπές του Κορανίου, που, με οποιαδήποτε πρόφαση κι αν έγιναν κάποιοι από αυτούς (π.χ. δόλος των αντιπάλων ή άμυνα – όπως προβάλλουν ως δικαιολογία οι μουσουλμάνοι), είναι κάτι εντελώς εγκόσμιο και απαράδεκτο για τον αληθινό Θεό και πολύ κατώτερο από τη διδασκαλία του Χριστού, ο οποίος καλεί τους χριστιανούς να συγχωρήσουν και να μαρτυρήσουν, όχι να πολεμήσουν και σαφώς όχι να ιδρύσουν και να επεκτείνουν ένα κράτος.
Ας σημειωθεί ότι το Βυζάντιο, παρά τους πολλούς εμφύλιους πολέμους (πράγμα φυσικά απαράδεκτο), δεν έκανε επεκτατικούς πολέμους, αλλά μόνον αμυντικούς, και δεν διέθετε κατακτημένους λαούς, αλλά είχε ίσους όρους για όλες τις εθνότητες που το κατοικούσαν. Και η περίφημη ανακατάληψη της δύσης από τον Ιουστινιανό ήταν αμυντικός πόλεμος: απελευθέρωση των δυτικών λαών από τους γερμανούς κατακτητές διαφόρων φυλών. Ακόμη κι αυτό όμως δεν είναι μέρος της χριστιανικής θρησκείας και δεν καθοδηγείται από τη Βίβλο, ούτε από τους αγίους Πατέρες και διδασκάλους του χριστιανισμού.
Μια μόνον αναφορά, σε σχέση με τις σταυροφορίες: «Σημειώνουμε τέλος ότι η «σωτηριολογική» πλευρά της σταυροφορίας, που βεβαίωνε την άφεση των αμαρτιών για εκείνους που συμμετείχαν σ’ αυτή, πρακτική που απέρριψε πάντα η ορθόδοξη Εκκλησία, παρά την επιμονή αυτοκρατόρων με ισχυρή θέληση όπως ο Νικηφόρος Φωκάς, εξέπληττε τους βυζαντινούς, οι οποίοι δεν συγκινήθηκαν καθόλου από το εσχατολογικό πνεύμα, που βασίλευε τότε στη Δύση…» (Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, Η Πολιτική Ιδεολογία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, Ψυχογιός, Αθήνα 1988, σελ. 92).
 
Μια συνοπτική εξέταση της αντιμετώπισης του πολέμου στην Ορθόδοξη Εκκλησία:

Μ. Βασίλειος, ο προστάτης των φτωχών
Ο Μ. Βασίλειος, ο πνευματικός ηγέτης της Ορθοδοξίας το β΄ μισό του 4ου αι. μ.Χ., λίγα μόλις χρόνια μετά τη συμφιλίωση της Ρώμης με το χριστιανισμό, συντάσσει τους περίφημους περί πολέμου κανόνες του. Οι κανόνες αυτοί επικυρώνονται και από την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο το 692 μ.Χ.
Ο κανόνας η΄ (8) του Μεγάλου Βασιλείου «Περί φόνου και φονέων» – που, όπως και οι παρακάτω κανόνες του 56 και 13, επικυρώθηκε από την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο ως κανόνας Οικουμενικής Συνόδου – συμπεριλαμβάνει στους «εκουσίως φονεύοντας» τους φονεύοντες κατά τις πολεμικές εφόδους:
«[…] Εκούσιον δε πάλιν παντελώς και ουδεμίαν αμφιβολίαν έχον, οίον εστί το των ληστών και το των πολεμικών εφόδων. Ούτοι μεν γαρ διά χρήματα αναιρούσι, τον έλεγχον αποφεύγοντες, οί τε εν τοις πολέμοις επί φόνους έρχονται, ούτε φοβήσαι, ούτε σωφρονίσαι, αλλ᾽ ανελείν τους εναντιουμένους εκ του φανερού προαιρούμενοι. […]».
Συνεπώς αυτοί εμπίπτουν στον κανόνα νς΄ (56), για τον εκουσίως φονεύσαντα, ήτοι τους επιβάλλεται ακοινωνησία (αφορισμός) είκοσι ετών, τα τέσσερα πρώτα να στέκεται έξω από την εκκλησία ομολογώντας το έγκλημά του και ζητώντας τις προσευχές των χριστιανών.
Ο κανόνας ιγ΄ (13), «Περί των εν πολέμοις φονευσάντων», αφορά σαφώς αμυντικούς πολέμους και ζητά τρία χρόνια αποχή από τη θεία κοινωνία του χριστιανού που έχει αφαιρέσει ζωή σε αμυντικό πόλεμο.
Εξάλλου, ο ξς΄ (66) Αποστολικός Κανόνας καθαιρεί τον κληρικό και αφορίζει (αποκόπτει από τη θεία Μετάληψη) το λαϊκό που σκοτώνει στον πόλεμο: «Ει τις κληρικός εν μάχη τινά κρούσας και από του ενός κρούσματος αποκτείνας, καθαιρείσθω δια την προπέτειαν αυτού. Εάν δε λαϊκός η, αφοριζέσθω».
Κατά τον ε΄ κανόνα του αγ. Γρηγορίου Νύσσης, ακόμη και ο ακουσίως φονεύσας αποκλείεται της ιεροσύνης: «καν ακουσίως τις γένηται εν τω του φόνου μιάσματι, ως ήδη βέβηλον αυτόν υπό του άγους γινόμενον, απόβλητον ο Κανών ιερατικής χάριτος απεφήνατο». «Ήτοι όποιος φονεύση, καν στανικώς και ακουσίως, λαϊκός μεν ων, ου γίνεται ιερεύς, Ιερεύς δε ων, καθαιρείται», σχολιάζει ο άγιος Νικόδημος στο Πηδάλιον, σελ. 657-658.
Είναι προφανές ότι καμιά τιμή δεν επιφυλάσσεται για το φόνο στον πόλεμο κατά των απίστων, ούτε υποσχέσεις αγιότητας για τον πολεμιστή που θα χάσει τη ζωή του εκεί. Ο τρόπος που εορτάζονται οι εθνικές εορτές στη χώρα μας είναι κοσμικός, ανθρώπινος μεν, αλλά όχι χριστιανικός. Χριστιανικά, ο αμυντικός ή απελευθερωτικός πόλεμος γίνεται ανεκτός μετά λύπης (απλώς και μόνο επειδή η Εκκλησία δε μπορεί να εξαναγκάσει κάποιον να γίνει μάρτυρας), όμως άγιοι και μάρτυρες δεν είναι οι πολεμιστές, αλλά οι αμνοί.
 
Η εφαρμογή στην πράξη της άποψης της Εκκλησίας εναντίον του πολέμου φαίνεται στο αγιολόγιο:

Α) Ως μάρτυρες και άγιοι δεν τιμώνται εκείνοι που σκοτώθηκαν στον πόλεμο κατά των απίστων (το ζήτησε ο Νικηφόρος Φωκάς, αλλά ο τότε πατριάρχης και η σύνοδος το απέρριψαν επικαλούμενοι τον κανόνα 13 του Μ. Βασιλείου), αλλά εκείνοι που θανατώθηκαν σε ποικίλους διωγμούς χωρίς να πολεμήσουν. Για τους φονευθέντες πολεμιστές, η Εκκλησία προσεύχεται υπέρ αναπαύσεως της ψυχής τους, γιατί δεν είναι σίγουρο ότι σώθηκαν.
Β) Οι στρατιωτικοί άγιοι κατά κανόνα είναι και μάρτυρες, έχουν δηλαδή ξεπλύνει το αίμα των εχθρών (κι ας το έχυσαν σε αμυντικούς πολέμους) με το δικό τους αίμα. Ακόμη και ο Νικηφόρος Φωκάς, που είναι άγιος, πέθανε από μαχαίρι – και δεν τιμάται γιατί απελευθέρωσε εδάφη από τη σκληρή αραβική κατοχή, αλλά για την ευσέβειά του, που εκφραζόταν με μια έντονη ασκητική ζωή και διαρκή προσευχή. Κι όμως κι αυτός πέθανε από μαχαίρι, στη συζυγική του κλίνη (όχι στο «ένδοξο» πεδίο της μάχης)! Τυχαίο;
Οι άγιοι μάρτυρες Μπόρις και Γκλεμπ
Γ) Εκτός των χιλιάδων μαρτύρων κατά τους διωγμούς, υπάρχουν κι άλλοι άγιοι που αρνήθηκαν να πολεμήσουν, κατανοώντας την περί πολέμου άποψη της πνευματικής τους κληρονομιάς. Ο άγιος Βονιφάτιος, φωτιστής των Γερμανών, το 754 μ.Χ., αρνήθηκε να αμυνθεί, όταν δέχτηκε επίθεση βαρβάρων στα δάση πέραν του Ρήνου, και σκέπασε απλά το κεφάλι του με το χειρόγραφο του ευαγγελίου. Θανατώθηκε και κέρδισε το στεφάνι του μαρτυρίου και της αγιότητας.
Οι Ρώσοι άγιοι πρίγκηπες Μπόρις και Γκλεμπ, το 1015, όταν ο μεγαλύτερος αδερφός τους Σβιατοπόλκος τους κάλεσε στο παλάτι του, κατάλαβαν ότι ήθελε να τους δολοφονήσει, αλλά πήγαν, και μάλιστα σε διάστημα ενός μήνα ο ένας από τον άλλο, θεωρώντας αντίθετο προς τη χριστιανική τους πίστη το να βάλουν τους στρατιώτες τους να πολεμήσουν για χάρη τους.
Το 452 μ.Χ., όταν η Ρώμη πολιορκήθηκε από τον Αττίλα, ο πάπας άγιος Λέων ο Μέγας απέτρεψε την κατάληψη της πόλης βγαίνοντας να τον συναντήσει άοπλος, εν στολή, μαζί με τους ιερείς της Ρώμης. Τον άθλο αυτό επανέλαβε ο πάπας άγιος Γρηγόριος Β΄ (717-731 μ.Χ.), αποτρέποντας την κατάληψη της Ρώμης από το βασιλιά των Λομβαρδών Λιουτπράνδο.
Ο άγιος Σιγιβέρτος, βασιλιάς της Ανατ. Αγγλίας, το 637 μ.Χ., μετά από πιέσεις, αναγκάστηκε να οδηγήσει το στρατό του στη μάχη, ενώ είχε παραιτηθεί από το θρόνο και ήταν μοναχός. Κατέβηκε λοιπόν άοπλος, μόνο με ένα ραβδί, και φυσικά σκοτώθηκε. Δεν ξέρουμε αν είχε προσευχηθεί για τους στρατιώτες του π.χ. (ώστε να συγχωρηθούν για τους εχθρούς που θα σκότωναν) ή ακόμη κι αν προσήλθε άοπλος κάνοντας τον εαυτό του θυσία υπέρ των στρατιωτών του. (Υπάρχουν κι άλλοι).
 

** Για την αγιότητα του Μεγάλου Κωνσταντίνου (που ιδιαίτερα συκοφαντείται από τους εχθρούς του Χριστού) δείτε αυτό το αφιέρωμα.

Το δίδαγμα της πεταλούδας




hope
“Μια ημέρα, ένα μικρό άνοιγμα εμφανίστηκε σε ένα κουκούλι, ένας άντρας κάθισε και παρακολουθούσε την πεταλούδα για ώρες καθώς πάλευε για να περάσει το σώμα της μέσα από την μικρή οπή.
Τότε, φάνηκε σαν να είχε σταματήσει κάθε προσπάθεια. Έμοιαζε σαν να είχε προχωρήσει όσο μπορούσε και να μην μπορούσε να πάει παραπέρα. Τότε ο άντρας αποφάσισε να βοηθήσει την πεταλούδα, πήρε ένα ψαλίδι και άνοιξε το κουκούλι. Η πεταλούδα τότε ξεπρόβαλε εύκολα. Αλλά είχε ένα μαραμένο σώμα και ζαρωμένα φτερά. Ο άντρας συνέχισε να παρακολουθεί γιατί περίμενε, από στιγμή σε στιγμή, ότι τα φτερά θα άνοιγαν, θα μεγάλωναν και θα επεκτείνονταν, ότι θα ήταν ικανά να στηρίξουν το σώμα της πεταλούδας και ότι θα γίνονταν γερά.
Η πεταλούδα πέρασε την υπόλοιπη ζωή της περιφερόμενη αργά και δύσκολα με το σώμα της μαραμένο και τα φτερά της ζαρωμένα. Ποτέ δεν μπόρεσε να πετάξει.

Αυτό που ο άντρας, με την ευγένεια και την καλή του θέληση δεν μπόρεσε να κατανοήσει ήταν ότι ο περιορισμός του κουκουλιού και ο αγώνας που απαιτήθηκε από την πεταλούδα ήταν ο μόνος τρόπος για να αναγκάσει τα υγρά να κινηθούν από το σώμα της πεταλούδας προς τα φτερά της, έτσι ώστε να είναι έτοιμη να πετάξει μόλις κατάφερνε να απελευθερωθεί από το κουκούλι.
Μερικές φορές ο αγώνας είναι ακριβώς αυτό που έχει ανάγκη η ζωή μας.
Αν η ζωή επιτρέψει να περάσουμε την ζωή μας χωρίς δυσκολίες, αυτό θα έχει παραλυτική επίδραση πάνω μας. Δεν θα γινόμασταν τόσο δυνατοί όσο θα μπορούσαμε να γίνουμε. Ποτέ δεν θα γινόμασταν ικανοί να “πετάξουμε”.
Ζήτησα δύναμη…
Και η ζωή μου έδωσε δυσκολίες για να με κάνει δυνατό.
Ζήτησα σοφία…
Και η ζωή μου έδωσε προβλήματα για να λύσω.
Ζήτησα ευημερία…
Και η ζωή μου έδωσε μυαλό και υγεία για να δουλέψω.
Ζήτησα κουράγιο…
Και η ζωή μου έδωσε εμπόδια για να τα ξεπεράσω.
Ζήτησα αγάπη…
Και η ζωή μου έδωσε πονεμένους ανθρώπους για να τους βοηθήσω.
Ζήτησα χάρες…
και η ζωή μου έδωσε ευκαιρίες.
Δεν έλαβα τίποτε από ότι ζήτησα…
Όμως έλαβα όλα όσα χρειαζόμουν.

Δημόσια εξομολόγηση ενός ταλαιπωρημένου Χριστιανού…



σταυρος4Κάτι δεν έμαθα καλά. Κάτι δε μου δίδαξαν σωστά. Ή κάτι δεν κατάλαβα;  Κάτι πήγε στραβά σε μένα ή κάτι είναι στραβό; Προσπάθησαν να με μυήσουν λόγω της αγάπης τους; Ή εξ’ αιτίας της αδυναμίας τους να συνειδητοποιήσουν τη δική τους αδυναμία, επέβαλλαν σε μένα την «τελειότητα» της χριστιανικής τους πίστης; Είμαι Χριστιανός ή έτυχε επειδή γεννήθηκα στην Ελλάδα; Είμαι Χριστιανός ή αυθυποβλήθηκα ώστε να νοιώθω κάτι ξεχωριστό; Είμαι Χριστιανός γιατί το επέλεξα ή γιατί μου το «επιβάλλανε»; Είμαι Χριστιανός γιατί το δέχθηκα και το πίστεψα ή επειδή ψυχαναγκάστηκα να στήνομαι και να φορώ το προσωπείο μιας ανύπαρκτης ευσέβειας και να τηρώ τις εντολές του Θεού χωρίς να χαίρομαι γι’ αυτό! Είμαι Χριστιανός ή είμαι ένα ευσεβιστικό υβρίδιο;
Τα ευσεβιστικά υβρίδια είναι χριστιανισμός ή ο χριστιανισμός είναι τελικά ένας άκρατος ευσεβισμός; Κι αν ο Χριστός που είναι ο Θεός του κόσμου είναι η αγάπη, γιατί ο κόσμος της Εκκλησίας Του ή που λέει ότι είναι η εκκλησία Του, δεν ξέρει να αγαπά; Κι αν οι άνθρωποι που τελικά αγαπούν είναι θεωρητικά εκτός Εκκλησίας, επειδή δεν τηρούν το savoir vivre (sic!) της ευσέβειας και του εκκλησιαστικού τύπου, μήπως εκείνοι είναι η Εκκλησία του Χριστού; Κι αν μου πεις ότι η εκκλησία είναι ένα νοσοκομείο με αρρώστους και ότι έτσι θα πρέπει να βλέπουμε και τον εαυτό μας και τους άλλους, εγώ λέω ότι οι άρρωστοι θα πρέπει να έχουν επίγνωση της αρρώστιας τους και να συμπεριφέρονται και στους άλλους αρρώστους με επίγνωση της δικής τους αρρώστιας! Γιατί αν δεν έχουν επίγνωση, τότε αυτό δεν είναι νοσοκομείο αλλά τρελάδικο! Μόνο οι ψυχασθενείς δεν κατανοούν την ασθένεια τους. Κι αν δεν αποτελεί ένα πολυτελές ψυχιατρείο, τότε είναι μια οργάνωση που κρύβει μεγαλειώδη ψυχασθένεια και υποκρισία. Ένας χώρος καθαρά κοσμικός που βρίθει «πνευματικής» κατάστασης, κρύβοντας εξουσιαστικές τάσεις, συμπλέγματα κατωτερότητας, ψυχολογικές ανάγκες προσώπων να ανήκουν κάπου, να αποκτήσουν μια προσωπικότητα ή μια ταμπέλα πνευματική που θα πρέπει να διατηρείται με κάθε κόστος, σαν τον «καθηγητή» που ποτέ δεν πρέπει να αμφισβητηθεί από τους μαθητές του. Δηλαδή γεμάτο ψεύτικες συμπεριφορές και συνεχόμενα ψέματα! Αυτό είναι η Εκκλησία;
Θα πει κάποιος, ποιος είσαι εσύ που θα κρίνεις τον Θεό και τους ανθρώπους Του; Ποιος είσαι εσύ που κρίνεις και κατακρίνεις τους άλλους; Έστω κι αν είναι υποκριτές, έστω και αν είναι ψεύτες, δικαιούσαι να τους κατακρίνεις; Όχι. Αλλά όλοι οι άνθρωποι διαμορφώνονται μέσα από τις εμπειρίες τους. Και οι δικές μου, μου δημιουργούν πλέον την ανάγκη να αποτινάξει οτιδήποτε έχει σχέση με αυτό τον ψεύτικο πνευματικό κόσμο, το κουτί με τις ευσεβιστικές ατάκες, το προσωπείο της πνευματικότητας, των συμπλεγμάτων και της υποκρισίας. Να λοιπόν, όπως όλοι οι υπόδουλοι λαοί, μετά από χρόνια δουλείας και κατοχής ξεσηκώνονται για την ελευθερία τους, επαναστατώ ενάντια στην «αγάπη» μιας κατοχικής δύναμης. Που μου «συμβουλεύει» να σηκώσω τα βάρη και τις δουλειές του, να εναρμονιστώ με τις νομοθετικές διαταγές και εντολές του «κατακτητή», για να μην κολασθώ! Να είμαι «καλό παιδί» για να έχω το σπαθί του τιμωρού μακριά από το κεφάλι μου. Έτσι μου παρουσιάστηκε ο Θεός ή έτσι μου τον παρουσιάσανε; Αυτό είναι ο χριστιανισμός;
Την αγάπη του άλλου, όταν υπάρχει, τη νοιώθεις και την ανταποδίδεις με το φιλότιμο σου! Με την ελευθερία σου!!! Όχι με ψυχαναγκασμό και απειλές. Αυτό είναι ο Χριστός; Έχω ελευθερία ή ουσιαστικά είμαι ελεύθερος μονάχα αν υποδουλωθώ εν ελευθερία; Και πια ελευθερία θα δεχόταν υποδούλωση; Και πώς να αγαπήσεις πραγματικά τον Θεό όταν σου προβάλλεται κυρίως η τιμωρία και η κόλαση Του;
Θέλω να βρω την ελευθερία μου και να βρω τον Θεό μου που είναι όλος αγάπη! Και μη μου πείτε ότι είναι και δικαιοσύνη. Ναι μου το είπαν. Εγώ την αγάπη Του θέλω. Το έλεος Του. Την πατρική Του φιγούρα. Και τους ανθρώπους Του, από τους καρπούς τους, τους αναγνωρίζεις! Όχι από τα σχήματα ευσεβείας τους, τα λόγια τους ή τα ράσα τους! Να αγαπηθεί έχει ανάγκη ο άνθρωπος, όχι να κριθεί! Να βοηθηθεί, όχι να καταδικαστεί.
Πέσανε τα κάστρα της παιδικής μου ηλικίας. Πέσανε.
Πολλοί παράγοντες με επηρέασαν να φλερτάρω με την αθεΐα, μα ούτε εκείνοι αλλά ούτε κι ο ορθολογισμός μου κατάφερε να με πείσει για την ανυπαρξία του Θεού. Επιμένω για κάποιο λόγο να πιστεύω στο Χριστό ως αληθινό Θεό του κόσμου, χωρίς ωστόσο να είμαι βέβαιος. Δεν είδα ούτε τον Χριστό, ούτε την Ανάσταση Του. Αλλά θέλω να το πιστεύω. Δεν ξέρω γιατί. Απλά θέλω. Κάτι μέσα μου…
Αλλά ενώ πιστεύω, κάτι μέσα μου, μου λέει ότι κάτι πάει στραβά με την πραγμάτωση της αλήθειας του Χριστού στην κατεξοχήν οριοθέτηση της δόκιμης και αποδεκτής πνευματικότητας των σύγχρονων και περισσοτέρων χριστιανών. Κάτι που βίωσα από μικρό παιδί και αξιολόγησα μεγαλώνοντας. Άρχισα να διαπιστώνω μια άρρωστη κατάσταση που φωτογραφίζονταν ως αρετή και μια υποκρισία που υποδυόταν την ευσέβεια.
Αυτοί και ο τρόπος που βίωναν τη ζωή και σχεδόν την επέβαλλαν και στα παιδιά τους, με ώθησαν να έχω λογισμούς αμφιβολίας και ερωτηματικά για τον ίδιο χώρο της Εκκλησίας. Και εννοώ την πλειοψηφία των ανθρώπων που με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, αυτοπροσδιορίζονται  ως χριστιανοί και προσδιορίζονται από την κοινωνία. Μιλώ για Επισκόπους, μοναχούς, ανθρώπους με χριστιανικές «περγαμηνές», λαϊκούς ή γέροντες κλπ.
Αν λοιπόν όπως είπε ο Θεός, τους ανθρώπους μου θα τους καταλάβετε από τα έργα τους, πείτε μου, τι δουλειά έχει ο Χριστός σε αυτή την οργάνωση που κατήντησε και που ονομάστηκε Εκκλησία και αποτελείται από μικρότερες χριστιανικές ομάδες, με προσωποληψίες και πνευματικούς «Σούπερμαν» λαϊκούς ή κληρικούς, που δραστηριοποιούνται πνευματικά στο χώρο της και αποτελούν κανονικές σέκτες, με αρχηγούς, βοηθούς, συμβούλους, στρατηγούς και στρατιώτες, με εμφανής την παντελή  έλλειψη αγάπης, που υπηρετούν μονάχα και αποκλειστικά τα συμφέροντα που θεωρούν ότι έχουν, κρύβοντας με πνευματικά προσωπεία, την σεκτοποίηση των ανθρώπων, και που κανένα αληθινό παράδειγμα δεν δίνουν για την αλήθεια του Χριστού;  Άνθρωποι τελικά, κοσμικής επιρροής, που με προσωποληψίες και χειραγώγηση των ανθρώπων, οδηγούν  σε τέτοιο βαθμό ανελευθερίας, που αγγίζουν τα όρια του αισχρού. Ψυχαναγκασμός και όχι ελεύθερη βούληση.
Όχι οι κοσμικοί! Οι πνευματικοί. Οι άνθρωποι της Εκκλησίας. Όχι οι αμαρτωλοί άνθρωποι του ονομαζόμενου «κόσμου», που στην τελική ψάχνουν να βρουν την ευτυχία και τη χαρά, τη γαλήνη και την ηρεμία σε λιμνάζοντα ίσως νερά, αλλά ο κόσμος τους δείχνει να είναι πιο αγνός και πιο ανεκτικός από την υποκρισία που υπάρχει στις ταμπέλες μας, των ανθρώπων της Εκκλησίας. Είναι τόση η απόγνωση και η απογοήτευση που νοιώθω, που δεν θέλω να ανήκω στους ανθρώπους που τους θεωρούν πνευματικούς, γιατί πραγματικά δεν είμαι. Προτιμώ να ανήκω στον «κόσμο».
Δεν μπορώ να μην κρίνω το εργοστάσιο των υποκριτών στο οποίο μεγάλωσα και στην κατασκευή θαυμάτων που αποσκοπούσε στην ενδυνάμωση μιας, ουσιαστικά, ανύπαρκτης πίστης. Στη βαριά βιομηχανία της «πνευματικής» κατάκρισης που βαπτίζονταν διάκριση και στη χρησιμοποίηση της Εκκλησίας από ανθρώπους για προσωπικούς σκοπούς!
Εύχομαι κάποια στιγμή να καταφέρω να συγχωρήσω την αδυναμία τους, να αντιληφθούν πόσο μικροί είναι πλέον στα μάτια μου, και πόσο κακό έκαναν και κάνουν. Μας μάθανε να κατακρίνουμε και όχι να αγαπούμε! Όχι να δικαιολογούμε ΤΟΥΣ ΠΑΝΤΕΣ μα να τους χαρακτηρίζουμε. Να κοιτάμε πλάγια τους άλλους. Να είμαστε καχύποπτοι και γεμάτοι κακούς λογισμούς. Μας έκαναν δάσκαλους και σημαιοφόρους της πίστης και της ορθοπραξίας. Αρχίσαμε να βάζουμε στο μικροσκόπιο τις ζωές των άλλων, συγκρίνοντας τις πράξεις τους με όλα αυτά που μας δόθηκαν ως γνώση, χάσαμε την απλότητα και την αλήθεια και υποκρινόμασταν τους αγίους ο ένας προς τον άλλον.
Θέλω να εμέσω όταν σκέφτομαι τα λόγια τους που ποτέ δεν πίστεψαν! Φοβάμαι μήπως μείνω στον ψυχαναγκασμό και τη φοβία που προσπαθώντας να με σώσουν, μου ενέσπειραν στην ψυχή, καταστρέφοντας την ανάγκη για ειλικρινή αναζήτηση της Θεότητας και την συνειδητοποίηση της αδιανόητης και ατελείωτης αγάπη Της για μένα! Μου μάθανε λάθος το Θεό που μου αποκαλύφθηκε μέσα στις πτώσεις μου, δείχνοντας το αληθινό Του πρόσωπο!
Πάμε λοιπόν πάλι απ’ την αρχή. Σαν να γεννήθηκα σήμερα. Το πρώτο κλάμα του μωρού ακούστηκε μες στο δωμάτιο ενός νοσοκομείου, χωρίς να υπάρχει καμιά μητέρα. Όπως και τότε… Μα και ο πατέρας έκανε λίγο στην άκρη να μη φαίνεται. Και ο μικρός άρχισε να ρωτά για τη ζωή και το θάνατο. Για την αρχή, για το σύμπαν για το Θεό. Πάμε λοιπόν από τη αρχή, με πραγματικό ενδιαφέρον και όχι επιβολή του Θεού στην ύπαρξη μου. Μια ειλικρινή και βαθειά αναζήτηση της αλήθειας. Όχι αναπαραγωγή των κασετών και των ομιλιών. Βίωμα! Αν έχεις βίωμα μίλα μου! Θα ακούσω! Θα αγαπώ! Θα καταλάβω! Θα σε νοιώσω! Μα αν άνοιξες το κουτάκι με τις ατάκες, το βιβλίο με τις λύσεις, αν αντιγράφεις από τους αριστούχους και μου το προσφέρεις για να πειστώ για την αγάπη σου, τίποτα δε θα με κάνει να σε πιστέψω. Τίποτα! Μονάχα βίωμα! Πτώσεις! Αμαρτία. Μετάνοια! Ζωή! Αγάπη! Βίωμα! Αν είσαι εκεί και μπορείς, αν μ’ ακούς μίλα μου! Θα σε «ακούσει» η ψυχή μου…
Που απευθύνεσαι; Ποιος νομίζεις ότι είσαι; Σε ενοχλεί αυτή η έκφραση; Κι όμως δε θα έπρεπε! Ποιος νομίζεις ότι είσαι; Έχεις την επιγραφή του πνευματικού ανθρώπου στο μέτωπο σου! Το έχεις  όπως ο Κάιν είχε το σημάδι του κακού, εσύ έχεις το σημάδι της αγάπης; Γιατί δεν αγαπάς λοιπόν; Με διώχνεις. Το κάνεις εσκεμμένα; Το καταλαβαίνεις ή με διώχνεις ακούσια; Σου το είπε κανείς ότι με διώχνεις; Ποιος είναι ο Πατέρας σου που σε δίδαξε;
Πώς να σου μιλήσω όταν συνεχώς δαιμονοποιείς τη ζωή μου! Δαιμονοποιείς τις ανάγκες μου! Πώς να σε εμπιστευτώ που με κάνεις να νοιώθω βρώμικος όταν την ερωτική έλξη και την ανθρώπινη ανάγκη την ονομάζεις πορνεία.
Αν ένοιωθες όπως ένοιωθα θα καταλάβαινες. Αλλά δεν ένοιωσες ποτέ! Αυτή είναι η αλήθεια. Και ποτέ δεν προσπάθησες να κατανοήσεις. Αλλά σε δικαιολογώ. Πως άλλωστε; Αφού για σένα είναι απαντημένα όλα τα ερωτήματα και η γνωμάτευση της πνευματικής ιατρικής αδιαμφισβήτητη. Δαίμονας! Παρασυρμός. Πειρασμός. Αμαρτία. Τώρα πρέπει να μετανοιώσεις. Να τιμωρηθείς και να απειληθείς με κόλαση ή ένδικη μισθαποδοσία ξεθαμένη από τον παλαιό νόμο, επικαλυμμένη  με την δικαιοσύνη του Θεού και την τιμωρία Του ή πιο «μαλακά» παιδαγωγία Του. Σύνελθε γιατί ο Θεός θα τιμωρήσει εσένα ή ό,τι αγαπάς πιο πολύ. Ακόμη και τα παιδιά σου! Ή τους γονείς σου ή τον άνδρα σου ή την γυναίκα σου! Τρέμε την οργή του για τις αμαρτίες σου. Φώλιασε το φόβο μέσα σου μήπως και «σωθείς». Κι εγώ ο εξουσιαστής σου, ο οδηγός σου, θα σου απαγορεύσω το δέντρο της ζωής. Μακριά από τη Θεία κοινωνία! Θα καείς ανάξιε δούλε που δε φόρεσες το ένδυμα του γάμου. Φύγε πριν σε βγάλει ο ίδιος ο Κύριος. Φύγε μακριά από αυτό που πραγματικά μπορεί να αλλάξει τον άνθρωπο, να τον αλλοιώσει και να τον φωτίσει!!! Σου απαγορεύεται η Ζωή και το Φως, ενώ εσύ, μπορείς να απολαμβάνεις το προνόμιο της αρετής σου.;;!!;;  Πως αγγίζουν τα χείλη τα δικά σου το φρικτό μυστήριο; Η αξιοσύνη σου σε οδηγεί άραγε ή η οικονομία του Θεού προς τον άνθρωπο; Κι αν ο Θεός οικονομεί για σένα, εσύ γιατί δεν οικονομείς για τους άλλους; Σε μοναχούς απευθύνεσαι; Ή προορίζεται μονάχα για τους Αγίους; Και ποιος είναι Άγιος; Ποιος είναι άξιος ενώπιον Του; Γιατί λοιπόν ενώ δε μ’αγαπάς υποκρίνεσαι ότι νοιάζεσαι για μένα;
Με έκανες να χάσω την απλότητα της σκέψης μου. Εγώ δεν είχα την εμπειρία να διαχειριστώ τόσες πνευματικές έννοιες και με άφησες στον κυκεώνα εκατομμυρίων λογισμών να βγάλω άκρη. Εσύ με μπέρδεψες! Και ο μίτος συνεχώς μπερδεύονταν γιατί κοιτούσα εσένα να σου μοιάσω. Έτσι όπως νόμιζα ότι σε έβλεπα. ΆΓΙΟ! Μα άλλη η ζωή του λιονταριού κι άλλη της κουκουβάγιας, Κι άλλο τα δάχτυλα του Κύκλωπα κι άλλα του Οδυσσέα. Γιατί δεν βλέπεις το προφανές και θέλεις να με κάνεις ένα ομοίωμα δικό σου; Να πιθηκίζει και να περιφέρεται σαν μούμια ή καλύτερα σαν μαριονέτα. Γιατί αυτό με έφτιαξες. Μου γέμισες με φόβο την ψυχή. Μου πήρες την απλότητα της σκέψης. Με έκανες να νοιώθω βρώμικός και ότι όλα είναι αμαρτία! Το φαγητό, η μουσική, ο έρωτας και τόσα άλλα ανθρώπινα που ο ίδιος ο Θεός έβαλε μέσα στις ανάγκες του ανθρώπου. Μου πήρες την ελευθερία και με πάτησες στον καλουπωτή σου, να γίνω το καλούπι του «αγίου», χωρίς να νοιώσω ότι θέλω ή ότι μπορώ! Δεν σεβάστηκες ούτε την «υπομονή» του χρόνου και απαίτησες άμεσα να αλλάξω ζωή και συνήθειες. Χωρίς να μου εξηγήσεις γιατί. Μονάχα με απειλές και ένα πηδάλιο που μου εμφάνιζες σαν επιχείρημα για να πειστώ και να δω πόσο «ελεήμων» και ανεκτικός είσαι ώστε να νοιώσω και ευγνωμοσύνη που μείωσες την ποινή μου και μετρίασες τον κανόνα μου.  Με γέμισες με «πρέπει». Με γέμισες με ενοχές και κόμπλεξ. Μου εξαφάνισες το δικαίωμα της επιλογής και με «ενεργοποίησες» με το «επιχείρημα» της επιβολής και της απειλής!  Με έκανες πονηρό ώστε να «αγοράζω» την αρετή και τη Βασιλεία του Θεού μέσα σε εξαναγκαστικές συμπεριφορές και τύπους και παραγωγή «καλών πράξεων και λογισμών»! Να ψάχνω να «αγοράσω» το εισιτήριο της σωτηρίας, χωρίς να μου μάθεις το πιο βασικό άνθρωπε μου. ΝΑ ΑΓΑΠΩ! Ούτε σε σένα βρήκα την αγάπη, πώς λοιπόν να τη διδαχθώ; Αυτό δεν έπρεπε πρώτα από όλα να μου διδάξεις;
Κι όταν κατάφερα να υποκριθώ στον εαυτό μου και σε σένα ότι μπήκα στο δρόμο του Θεού και τώρα προσπαθώ να γίνω άγιος, άρχισα να κάνω «ομολογία» πίστης παντού! Και κηρύγματα στους «χλιαρούς» και αδαείς. Και τελείωσα με αριστείο το πανεπιστήμιο του Ευσεβισμού. Και εντέλει, όλο και πιο πολύ βυθιζόμουνα στην πρακτική του, κρίνοντας τους άλλους οι οποίοι πλέον δεν ήταν αδέλφια μου αλλά κοσμικοί! Και εγώ τώρα διέφερα από τους ανθρώπους της απωλείας. Εγώ τώρα βάδιζα στην αρετή με τόσα που έμαθα και τόσες προσπάθειες που έκανα. Τώρα πρέπει να βοηθήσω να σωθούν και οι άλλοι! Νηστέψτε, μετανοείτε! Κάντε ότι κάνω εγώ για να σωθείτε! Ελάτε στον πνευματικό μου που είναι ο καλύτερος για να βοηθηθείτε! Κοίτα εμένα πως υποκρίνομαι τον Άγιο; Έτσι μπορείς και εσύ! Έλα όμως που δεν αγάπησα το πλάσμα σου Κύριε και πως θα μάθω τώρα να αγαπώ; Ευτυχώς που έφαγα τα μούτρα μου και κατάλαβα πόσο μακριά από την αλήθεια και την αρετή είμαι. Αλλά ελπίζω μονάχα το έλεος και δεν ψάχνω την αρετή που ποτέ δεν έρχεται σε μένα. Έστω κι έτσι, μου επιτρέπεις να ελπίζω;
Δεν νομίζω όμως να με νοιώσεις καλέ μου φίλε που μακάρι να ήσουνα. Θα με βαπτίσεις μπερδεμένο και πλανεμένο ή ακόμη και τρελό. Με δαιμονική επήρεια που επηρεάστηκε ίσως από τις παρέες του και τα αντίχριστα διαβάσματα του. Ίσως. Δεν νοιώθω όμως έτσι. Αλήθεια πονάω και προσπαθώ να απαλλαγώ από τις σκέψεις μου. Να βρω γαλήνη και ηρεμία. Να πάψει να με βασανίζει η σκέψη ότι… τελικά υπάρχει η πραγμάτωση ή είναι μόνο θεωρία;  Δεν το πιστεύω. Θέλω να πιστεύω και θα συνεχίσω με όλες μου τις δυνάμεις. Όχι για το φόβο μιας αιώνιας τιμωρίας. Αλλά με την ελπίδα μιας αναπάντεχης αιωνιότητας. Σε ευχαριστώ!
Αγιορείτης

Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΩΣ ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ


15Του Θεολόγου Παπαδόπουλου
Είναι γεγονός σήμερα πως η «κρίση» σε κάθε μορφή, έκταση κι έκφρασή της, αποτελεί τη μεγαλύτερη ασθένεια της κοινωνίας μας, έχοντας μετατρέψει καθετί σε νοσηρό κακέκτυπο του παρελθόντος που αναζητά ίαση και θεραπεία. Πολλοί πριν από μένα και με περισσότερα επιχειρήματα κατέδειξαν και απέδειξαν πως η κρίση είναι όχι μόνο οικονομική και πολιτική, αλλά κοινωνική, ηθική και βεβαίως πνευματική.
Τι αρμόζει στην Εκκλησία να προτάξει ως λύση στο πρόβλημα, φάρμακο και αντίδοτο στο φαρμάκι της νόσου; Πύρινο, κοινωνικό και καυστικό λόγο; Βεβαίως. Κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο συνεπικουρούμενο από τα εκατοντάδες συσσίτια (και τα λοιπά εκκλησιαστικά ιδρύματα, ΜΚΟ); Βεβαίως. Αν μείνει όμως σε αυτά φοβούμαι πως έχει χάσει την κύρια αποστολή της (όχι φυσικά αυτή καθαυτή η Εκκλησία, αλλά οι άνθρωποι εντός της). Βεβαίως δεν μπορεί να μένει κοινωνικά απαθής, αλίμονο. Το φιλανθρωπικό έργο είναι βασικό κι αναπόσπαστο στοιχείο της ύπαρξή της.


Όμως όπως είπε κι ο ίδιος ο Χριστός τους πτωχούς θα τους έχουμε πάντοτε ανάμεσά μας, θέλοντας να απαντήσει στους λογισμούς των μαθητών που σκέφτηκαν πως με τα χρήματα από την πώληση του μύρου με το οποίο έπλενε η γυναίκα εκείνη στο σπίτι του Σίμωνα του λεπρού τα πόδια του Ιησού, θα έτρωγαν πολλοί πτωχοί.

Παραθέτω το γραφικό χωρίο από το ευαγγέλιο του Ματθαίου: «Τού δέ Ιησού γενομένου εν Βηθανία εν οικία Σίμωνος τού λεπρού, προσήλθεν αυτώ γυνή αλάβαστρον μύρου έχουσα βαρυτίμου, καί κατέχεεν επί τήν κεφαλήν αυτού ανακειμένου.  ιδόντες δέ οι μαθηταί αυτού ηγανάκτησαν λέγοντες: 

Εις τί η απώλεια αύτη;  ηδύνατο γάρ τούτο τό μύρον πραθήναι πολλού καί δοθήναι τοίς πτωχοίς. γνούς δέ ο Ιησούς είπεν αυτοίς: Τί κόπους παρέχετε τή γυναικί; έργον γάρ καλόν ειργάσατο εις εμέ. τούς πτωχούς γάρ πάντοτε έχετε μεθ' εαυτών, εμέ δέ ου πάντοτε έχετε.» (Ματθ.26,6-11)

Ποιο είναι λοιπόν το αντίδοτο που προσφέρει η Εκκλησία; Ποια είναι η δικής της πρόταση; Η Ορθόδοξη Λατρεία, εκφρασμένη κυρίως μέσω της τέλεσης του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Μέσω αυτού δίνεται η ευκαιρία να κοινωνήσουμε Σώμα κι Αίμα Χριστού και στο πρόσωπό Του, να ενωθούμε, μυσταγωγούμενοι από το λειτουργικό  «Ο μελιζόμενος και μη διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος, αλλά τους μετέχοντας αγιάζων».

Εδώ οφείλω να παραθέσω το ευαγγελικό χωρίο που καταδεικνύει την αξία και την θεολογική ομορφιά της ενότητας, την πεμπτουσία της πίστης μας «ίνα πάντες έν ώσιν, καθώς σύ, πάτερ, εν εμοί καγώ εν σοί, ίνα καί αυτοί εν ημίν ώσιν, ίνα ο κόσμος πιστεύση ότι σύ με απέστειλας. καγώ τήν δόξαν ήν δέδωκάς μοι δέδωκα αυτοίς, ίνα ώσιν έν καθώς ημείς έν εσμέν, εγώ εν αυτοίς καί σύ εν εμοί, ίνα ώσιν τετελειωμένοι εις έν, καί ίνα γινώσκη ο κόσμος ότι σύ με απέστειλας καί ηγάπησας αυτούς καθώς εμέ ηγάπησας.

Πάτερ, ούς δέδωκάς μοι, θέλω ίνα όπου ειμί εγώ κακείνοι ώσι μετ' εμού, ίνα θεωρώσιν τήν δόξαν τήν εμήν ήν δέδωκάς μοι, ότι ηγάπησάς με πρό καταβολής κόσμου.  πάτερ δίκαιε, καί ο κόσμος σε ουκ έγνω, εγώ δέ σε έγνων, καί ούτοι έγνωσαν ότι σύ με απέστειλας, καί εγνώρισα αυτοίς τό όνομά σου καί γνωρίσω, ίνα η αγάπη ήν ηγάπησάς με εν αυτοίς ή καγώ εν αυτοίς.» (Ιω.17,21-26)

Πρακτικά λοιπόν τι μπορεί να γίνει; Κάθε Ι. Μητρόπολη να ορίσει έναν Ιερό Ναό (ή μπορεί να οριστεί ένας μικρός, συγκεκριμένος αριθμός) όπου θα τελείται καθημερινά το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Επιπλέον, μία φορά την εβδομάδα να τελείται σε όλους τους Ιερούς Ναούς της Εκκλησίας της Ελλάδας, την ίδια ημέρα, αγρυπνία (το ίδιο μπορεί να ορίσει και το Οικουμενικό Πατριαρχείο για τις Αρχιεπισκοπές και τις Ι. Μητροπόλεις ανά τον κόσμο). 

Κι αυτό διότι στους δύσκολους καιρούς όπου η πονηρία των ανθρώπων εναλλάσσεται από τη δυστυχία τους, οι πνευματικοί ταγοί οφείλουν να αντιπροτείνουν περισσότερη άσκηση και προσευχή. Η Λατρεία είναι αυτή που θα κάνει το λόγο τους περισσότερο πνευματικό και προσευχητικό, ευκρινή και καίριο, ενωτικό και ελπιδοφόρο.

Στους καιρούς και στις περιόδους των «κρίσεων», η Ιστορία μας έχει διδάξει ότι εκτός των άλλων, δύο λειτουργήματα πλήττονται και πολεμούνται λυσσαλέα, αυτά του δασκάλου και του ιερέα. Είναι όμως και τα μόνα που περιέχουν και προσδίδουν όλα εκείνα τα ενοποιητικά στοιχεία που χρειάζεται μια κοινωνία για να ελαχιστοποιήσει τους τριγμούς και να αποσοβήσει τους κραδασμούς στην προσπάθεια για επιβίωση. Τα σκάνδαλα, οι διωγμοί και οι συκοφαντίες ουδέποτε πρόκειται να εκλείψουν. Άλλωστε το μαρτύριο που έπεται αυτών, είναι που γεννά Αγίους.

Στήριγμα όμως της Εκκλησίας οφείλει να είναι η Λατρεία, το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας, εκεί όπου άγνωστοι πολλές φορές μεταξύ μας με τρόπο λειτουργικό και μυσταγωγικό γινόμαστε αδέλφια με Πατέρα, φίλο κι αδελφό τον ίδιο το Χριστό. Αυτόν που θα κηρύξουμε, με το παράδειγμά μας πρωτίστως, εντός της χρεοκοπημένης ηθικά και πνευματικά κοινωνίας μας: Ιησού Χριστό Σταυρωθέντα κι Αναστάντα, δηλαδή την Αγάπη, την Αλήθεια, τη Ζωή.

  πηγή 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...