Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Τετάρτη, Μαρτίου 19, 2014

Παρασκευή Γ΄ Χαιρετισμῶν « Διανάστησον δέ ἡμᾶς ἐν τῷ καιρῷ τῆς προσευχῆς».π. Γεώργιος Ρ. Ζουμῆς

Στην ωραιότατη ευχή του Μικρού Αποδείπνου «Και δός ημίν, Δέσποτα», περιέχεται  η φράσις και η δέησις προς τον Ιησού Χριστό « διανάστησον δε ημάς εν τω καιρώ της προσευχής». Μέχρι σήμερα πάρα πολλά  είπαμε περί προσευχής, πολλά διαβάσαμε.,  πολλά ακούσαμε και ασφαλώς προσευχόμαστε  άλλος λιγότερο  και άλλος περισσότερο. Το θέμα  όμως είναι , ξέρουμε να προσευχώμαστε ; Οι απόστολοι κάποτε ζήτησαν από τον Χριστό να τους  διδάξει,  να τους  μάθει πώς πρέπει να προσεύχωνται. Κι’ Εκείνος μας έδωσε τον τύπο, ένα υπόδειγμα της προσευχής, ώστε με τέτοιο πνεύμα να προσευχώμαστε, για να εισακούεται η δέησίς μας  και να ωφελούμεθα από την προσευχή μας. Είναι το « Πάτερ ημών», η λεγομένη Κυριακή προσευχή.
Για να μας ωφελήσει  η προσευχή που κάνουμε πρέπει να γίνεται θεάρεστα. Να συντρέχουν κάποιοι λόγοι, να γίνεται κάτω από  τις κατάλληλες  προϋποθέσεις.
Άς δούμε κατ’ αρχήν, ποιός είναι ο καιρός της προσευχής. Λέγει  ο Σοφός Σολομών , « καιρός παντί πράγματι». Για κάθε πράγμα υπάρχει  ο κατάλληλος καιρός, ο  κατάλληλος χρόνος. Αυτό μας θυμίζει τα λόγια του απ. Παύλου « αδιαλείπτως προσεύχεσθε». Δεύτερον ο στίχος με τον οποίο αρχίσαμε  λέγει «διανάστησον»., που σημαίνει ότι προσευχόμαστε όρθιοι. Στεκόμαστε με ευλάβεια , με προσοχή, με φόβο Θεού. Δεν κινούνται μηχανικά μόνο τα χείλη μας, αλλά συμμετέχει, προσεύχεται και η καρδιά μας. Αν βέβαια  υπάρχει λόγος, κάποια ανάγκη και δεν μπορούμε να σταθούμε όρθιοι, τότε μπορούμε να προσευχηθούμε καθιστοί ακόμη και ξαπλωμένοι, όπως μας συμβουλεύουν οι πνευματικοί μας και οι Άγιοι Πατέρες. Το σώμα σαν ασθενικό θα κάθεται, η ψυχή όμως το πνεύμα θα  παραμένει όρθιο και η καρδιά θα αγρυπνεί. Δεν είναι σωστό να αφήνουμε την προσευχή τελευταία, αφού κάνουμε όλες τις άλλες εργασίες μας ,σαν να ήταν κάτι παρακατιανό η προσευχή, ή αφού περάσει η  ώρα, ή αφού ξενυχτήσουμε στην τηλεόραση και τότε κουρασμένοι και νυσταγμένοι θα πάμε να προσευχηθούμε. Τότε ασφαλώς δεν θα είναι προσευχή, αλλά αγγαρεία, κοροϊδία και ασέβεια. Ασφαλώς δεν θα είναι προσευχή και ποτέ δεν θα εισακουσθεί από τον Θεό. Έλεγε ένας χαρισματούχος  αγιορείτης μοναχός, όταν η προσευχή δεν φτάνει από το στόμα στο δικό μας το αυτί, πως θέλετε να φτάσει στον ουρανό και να εισακουσθεί από τον Θεό; Στην προσευχή πρέπει να είμαστε ξύπνιοι, όρθιοι και εν εγρηγόρσει. Έτσι είπε ο Κύριος: « Γρηγορείτε και προσεύχεσθε».
Το τρίτο σημείο που πρέπει να προσέξουμε είναι το περιεχόμενο της προσευχής. Αυτά που λέμε να είναι αληθινά, να ανταποκρίνωνται στην πραγματικότητα, να τα πιστεύουμε. Τι θέλω να πώ: Η Κυριακή προσευχή περιέχει επτά αιτήματα. Από αυτά τα έξι αναφέρονται σε πνευματικά θέματα. Το ένα μόνο αναφέρεται σε θέμα υλικό, αν και σ’ αυτό οι Πατέρες βλέπουν πάλι  νόημα πνευματικό. Στην αρχή της προσευχής λέμε « Πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς». Δεν λέμε « Πάτερ μου», αλλά «Πάτερ ημών»,σε πληθυντικό αριθμό. Αυτό σημαίνει ότι  μεταξύ μας είμαστε αδέλφια. Το ερώτημα είναι, αυτό που λέμε το πιστεύουμε; Αφού είμαστε αδέλφια, έχουμε μεταξύ μας αδελφική αγάπη; Έχουμε τόσο ισχυρούς δεσμούς  αγάπης; Μήπως και την ώρα της προσευχής  λέμε ψέματα; Και δεν λέμε ψέματα σε άνθρωπο, αλλά στον Θεό, οπότε η αμαρτία μας είναι μεγαλύτερη. Αυτή η αγάπη τόσο πολύ μειώθηκε, τόσο ατόνησε, τόσο ξεθώριασε, ώστε δεν την συναντούμε ούτε και ανάμεσα στους συγγενείς, ούτε και σ’ αυτά τα αδέλφια, στα μέλη της οικογένειας. Υπάρχουν αδέλφια που έχουν διακόψει κάθε δεσμό και επικοινωνία μεταξύ τους, κάθε σχέση. Έχουν τέτοιο μίσος μέσα τους, που ούτε  στους ξένους, ούτε ανάμεσα στους εχθρούς δεν το συναντούμε. Γιατί είναι βαθιά βγαλμένο το μάτι σου; γιατί μου το έβγαλε ο αδελφός μου. Αν το έβγαζε ξένος, θα άφηνε λίγη ρίζα. Ο αδελφός έκανε μεγαλύτερη ζημία , το ξεπάτωσε εντελώς. Γιαυτό και όταν κάποιοι έχουν μεγάλο μίσος μέσα τους λέμε « μισούνται σαν αδέλφια».
Ανάμεσα στα ανδρόγυνα, στους συζύγους , υπάρχει πάντοτε η αναμενόμενη αγάπη; Με τι όνειρα ξεκινούν τον γάμο τους δύο νέοι και πού καταλήγουν λίγο αργότερα; Πού πήγε αυτή η αγάπη ,πώς χάθηκαν όλα αυτά τα ευγενή αισθήματα; Τι ύβρεις, τι κατηγορίες εκστομίζονται από τον ένα εναντίον του άλλου!
Παλαιότερα πρίν πάνε κάποιοι στα δικαστήρια, για να χωρίσουν, υπήρχε η λεγομένη απόπειρα συμβιβασμού. Προσπαθούσε δηλαδή ο Μητροπολίτης να τους συμβιβάσει και να τους συμφιλιώσει. Σε κάποια τέτοια περίπτωση είπε ένας Μητροπολίτης στην κοπέλα, μέχρι τώρα ήταν ο άγγελός σου, πώς τώρα έγινε ο διάβολός σου και δεν θέλεις ούτε να τον βλέπεις; Μέχρι τώρα ήσουν μελιστάλακτη, όλο γλυκόλογα, γιατί τώρα τόσο μίσος, τόση κακία μέσα σου, τόση περιφρόνηση και λές, αυτός, αυτός, ούτε το όνομά του θέλεις να αναφέρεις. Έτσι , αγαπητοί μου, όταν προσευχόμενοι  λέμε « Πάτερ ημών», ψευδόμεθα, δεν πιστεύουμε σ’ αυτά που λέμε,  δεν λέμε  αλήθεια.
Αλλά και στο τέλος της προσευχής, για να αφήσουμε όλα τα άλλα, λέμε, «άφες ημίν τα όφειλήματα  ημών, ως και ημείς  αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών». Συγχώρησέ μας, Κύριε και Θεέ μας, όπως κι’ εμείς συγχωρούμε όσους μας έβλαψαν , μας ελύπησαν και μας επίκραναν. Το κάνουμε όμως; Δυστυχώς ,τις περισσότερες φορές  όχι. Δεν τους συγχωρούμε , τους κατηγορούμε,  δεν θέλουμε ούτε να τους βλέπουμε, αισθανόμαστε μίσος και απέχθεια και αποστροφή. Όταν μάλιστα ο πνευματικός θέσει το δίλημμα, ή τους συγχωρείς και κοινωνείς , ή δεν τους συγχωρείς και συνεπώς δεν μπορείς να κοινωνήσεις πολλοί προτιμούν, ούτε να τους συγχωρήσουν, ούτε να κοινωνήσουν. Κατά τα άλλα είμαστε καλοί χριστιανοί.
Αγαπητοί μου, ας μάθουμε να προσευχώμαστε  όρθιοι και στην ψυχή και στο σώμα. Να προσευχώμαστε με ειλικρίνεια, με καθαρότητα, ει δυνατόν  μετά δακρύων, για να εισακούσει ο Θεός την προσευχή μας, να ικανοποιεί τα αιτήματα μας ,να μας αγιάζει και να μας οδηγεί στην σωτηρία. Αμήν

Η Θεοτόκος, το δόγμα και η στερέωσιη της πίστεως από τους υμνολογούντας Χριστιανούς Γ' Χαιρετισμοί

«Τους σούς υμνολόγους Θεοτόκε». 
Η πιο σημαντική και η πιο περιεκτική ονομασία της Παναγίας μας αδελφοί μου, είναι το της Θεοτόκου. Και με αυτήν την ονομασία απευθύνεται στην Παρθένο Μαρία, την πάναγνη κόρη της Ναζαρέτ, ο ιερός υμνογράφος του κανόνος που ακούσαμε προηγουμένως. 
Ολόκληρο το δόγμα της θείας οικονομίας για τη σωτηρία του ανθρώπου και γενικά του ανθρωπίνου γένους, στηρίζεται σ’ αυτή τη λέξη, τη λέξη «Θεοτόκος». 
Ναι αδελφοί μου, σ’ αυτή τη λέξη στηρίζεται η πίστη μας, η θρησκεία μας, η Ορθοδοξία μας. Διότι αν η Παναγία μας δεν είναι Θεοτόκος, τότε ούτε ο Χριστός είναι Θεός ούτε και Σωτήρας και Λυτρωτής του κόσμου. Αλλ’ αυτό είναι βλασφημία και το υποστηρίζουν μόνον οι αιρετικοί, όπως είναι οι Ιεχωβάδες, οι Πεντηκοστιανοί, οι Ευαγγελικοί, οι Αντβεντιστές, οι εχθροί της πίστεως όπως είναι οι Μασόνοι, οι Σιωνιστές, οι Σατανιστές, οι άθεοι και άπιστοι, οι υλιστές, οι νέοι ειδωλολάτρες που ξεφύτρωσαν τώρα τελευταία και πλήθος άλλων κακοδόξων που έχουν πλημμυρίσει δυστυχώς την πατρίδα μας. 
Ο Χριστός λοιπόν είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, ο Θεάνθρωπος Κύριος. Ο Ιησούς Χριστός ως τέλειος Θεός είναι το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος που ενηνθρώπισε εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, Θεός αληθινός εκ Θεού αληθινού, γεννηθέντος και ου ποιηθέντος. Και σαν αληθινός Θεός δεν είναι κτίσμα. Και επειδή δεν είναι κτίσμα γι’ αυτό και η Παναγία μας δεν είναι Χριστοτόκος, ούτε μία απλή γυναικούλα, αλλά η Θεοτόκος και Θεομήτωρ. 
Η Θεοτόκος σύμφωνα με τον ειρμό που ψάλαμε προηγουμένως, είναι η ζώσα και άφθονος πηγή θείων χαρισμάτων και απείρων ευλογιών για κάθε χριστιανό που την τιμά και την σέβεται με την προσευχή με τη λατρεία και προπαντός με την καθαρή ζωή του. Διότι όπως είπε ο Κύριος αν κάθε πιστός χριστιανός που λαμβάνει την χάριν του Αγίου Πνεύματος από το Άγιον Βάπτισμα και το Ιερόν Χρίσμα, από τη Θεία Κοινωνία και την αληθινή μετάνοια διά μέσου της Ιεράς Εξομολογήσεως, από το συντετριμμένο πνεύμα και ιδιαιτέρως από την εφαρμογή του θείου θελήματος, γίνεται μέσα στην καρδιά του αυτή η δωρεά του Αγίου Πνεύματος, αυτός ο καρπός του Πνεύματος, πηγή ύδατος αλωμένου εις ζωήν αιώνιον. 
Αν όλα αυτά γίνονται στην καρδιά που έχει την χάριν του Αγίου Πνεύματος, τότε αυτό το πράγμα ισχύει ασυγκρίτως πολύ περισσότερο για το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, η οποία κατέστη το κατ’ εξοχήν δοχείον του Αγίου Πνεύματος, αφού καταξιώθηκε να κυοφορήσει στα παρθενικά της σπλάχνα και να γεννήσει τον μονογενήν Υιόν του Θεού στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. 
Η Παναγία μας είναι όχι μόνον τιμιωτέρα των Χερουβείμ, όχι μόνον ενδοξοτέρα των Σεραφείμ, αλλά και υψηλοτέρα όλων των αγίων, και λαμπροτέρα όλων των ηλίων και Βασίλισσα της Βασιλείας των Ουρανών. Η Θεοτόκος είναι ο βράχος της αλήθειας, της αλήθειας της πίστεώς μας, που πάνω σ’ αυτόν τον βράχον σπάνε και θα σπάνε εις τους αιώνας πάντοτε τρία φοβερά κύματα.
Το πρώτο κύμα είναι το κύμα του χρόνου. Πέρασαν δυό χιλιάδες χρόνια, και τα ονόματά Της, Θεοτόκος και Θεομήτωρ, Αειπάρθενος και Παναγία δεν μπόρεσε να τα σβήσει και να τα εξαλείψει η χρόνος. Το όνομά Της εξακολουθεί να θριαμβεύει, να θαυματουργεί, να λατρεύεται.
Δεύτερον το κύμα της βλασφημίας. Αφρίζουν τα στόματα των αμαρτωλών και ασεβών που με λύσσα κάθε μέρα, δυστυχώς, πολύ δυστυχώς, βλαστημάνε το Πανάγιον όνομά Της. Άνδρες και γυναίκες, ακόμα και παιδιά, και μικρά παιδιά, νέοι και νέες, γέροι και γριές, μεγάλοι και μικροί, βλαστημάνε συνεχώς το Πανάγιον όνομά Της και γενικώς τα Θεία. Ιδίως οι μορφωμένοι, που παραμορφώνονται και διαβολοποιούνται όταν χυδαία βρίζεται το όνομά Της. Το ίδιο ισχύει όχι μόνον για κάθε αγράμματο και για κάθε απλό Ορθόδοξο χριστιανό, αλλά και για οποιονδήποτε από μας. Η Παναγία μας όμως λυπάται, και πονάει για όλους αυτούς που Την βρίζουν, και περιμένει με καλοσύνη και αγάπη τη μετάνοια και την διόρθωσή τους. 
Και τρίτον, το κύμα των αιρέσεων. Τους προαναφέραμε και πιο πάνω. Η λέξις Θεοτόκος για όλους τους αιρετικούς και θεομάχους, τους κακοδόξους, τους απίστους και υλιστάς, είναι ο κυματοθραύστης όπου όλοι τους έσπασαν και σπάνε και θα σπάνε τα μούτρα τους. Δεν είναι η «Μαρία», αλλά είναι η Παναγία. Και αλίμονον σ’ αυτούς που βρίζουν το όνομά Της. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη γρουσουζιά και κατάρα για ένα σπίτι, όταν μέσα σ’ αυτό βλαστημάνε το Πανάγιον και το Τιμιότατον όνομά Της. Δεν είναι η μητέρα – Χριστοτόκος, αλλά η Θεοτόκος και η Θεομήτωρ, η προστάτιδα όλων των χριστιανών. Δεν είναι η γυναίκα του Ιωσήφ αλλά η απλή μνηστή, της οποίας υπήρξε προστάτης και βοηθός, υπήρξε και γι’ αυτόν όπως και για όλους τους πιστούς χριστιανούς όλων των αιώνων, η Παρθένος και η Αειπάρθενος, η Θεοτόκος και Θεομήτωρ. 
Υπάρχει όμως και κάποιο αίτημα στον ειρμό που ακούσαμε. Το αίτημα λοιπόν που απευθύνει προς την Υπεραγία Θεοτόκο ο ιερός υμνογράφος, είναι να στεριώσει τους υμνολόγους της, δηλαδή αυτούς που την υμνολογούν, που την ψάλλουν, να τους στερεώσει στην αληθινή πίστη που δεν είναι άλλη από την εν Χριστώ ζωή, την κατά Χριστόν ζωή, την Ευαγγελική ζωή, την Ορθόδοξη ζωή. Αυτή στερεώνει πάνω στην πίστη του Χριστού και αυτή η στερέωσις είναι και ένα από τα πιο βασικά αιτήματα για τη σωτηρία μας. Ζητούμε πίστη για να στερεωθούμε στη ζωή μας. 
Και αν η πίστις μας είναι λίγη, χλιαρή, κούφια και άδεια, τότε πολύ γρήγορα κλονιζόμαστε. Τα χάνουμε. Γογγύζουμε κατά του Θεού στην πρώτη θλίψη και στεναχώρια, και βλαστημάμε ασύστολα και ξεδιάντροπα και ενώ φταίμε εμείς και η αμαρτία που διαπράττουμε καθημερινώς, και η χλιαρότητα και η αδιαφορία που έχουμε μέσα μας και που διακρίνει ολόκληρη τη ζωή μας, εν τούτοις κάθε βάσανο και θλίψη και στεναχώρια, και ατύχημα και αρρώστια τα αποδίδουμε στον Θεόν. 
Χωρίς πίστη δεν σωζόμαστε. Ο πιστεύσας και βαπτισθείς σωθήσεται. Χωρίς πίστη στην Θεανθρωπότητα του Ιησού Χριστού δεν υπάρχει σωτηρία, ότι ο Χριστός δηλαδή είναι τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος σε ένα πρόσωπο. Στο Χριστό. Χωρίς αναγνώριση της Παναγίας μας ως Θεοτόκου, δεν ανοίγει η πόρτα του Παραδείσου. Χωρίς μετάνοια και Θεία Κοινωνία δεν σώζεται κανένας. Άμα δεν εφαρμόζουμε τις εντολές του Ευαγγελίου, μην ελπίζουμε ότι θα σωθούμε. 
Η Εκκλησία, ο Χριστός, η Παναγία μας, οι άγιοί μας, και τα μυστήριά μας, είναι η κιβωτός της σωτηρίας μας. Γι’ αυτό και παρακαλούμε κάθε μέρα την Παναγία μας, τη μητέρα του Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, όλους εμάς που ψάλαμε σήμερα τον κανόνα και τους Χαιρετισμούς, και που Την τιμάμε με την ζωή μας, να μας στερεώνει στην πίστη σ’ Αυτήν και στον Υιόν της και Θεών ημών. 
Στις πρεσβείες της εμείς οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί στηρίζουμε την ελπίδα μας για την σωτηρία μας. «Την πάσαν ελπίδα μου εις Σε ανατίθημι Μήτερ του Θεού, φύλαξόν με υπό την σκέπην Σου», θα ικετεύσουμε σε λίγο. 
Στηρίζουμε λοιπόν τις ελπίδες μας στην Παναγία μας, αλλά με πίστη, και έργα πίστεως. Με πίστη αλλά και έργα μετανοίας. Με πίστιν. Που θα συνοδεύεται από νηστεία, πνεύματος και σώματος, αγρυπνία, εγκράτεια, προσευχή και Θεία Κοινωνία.
Είθε όλα αυτά διά πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου, να γίνουν κτήμα όλων μας,

Αμήν.

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΟΥΣ Γ΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ Του Πρωτ. Γεωργίου Σούλου «Χαίρε ότι εμωράνθησαν οι δεινοί συζητηταί, χαίρε ότι εμαράνθησαν οι των μύθων ποιηταί»

«Χαίρε ότι εμωράνθησαν οι δεινοί συζητηταί, χαίρε ότι εμαράνθησαν οι των μύθων ποιηταί».
 Η χριστιανική πίστη, ξεκινώντας από το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου, μώρανε και μάρανε, τόσο τους συζητητές του λόγου, όσο και τους ποιητές των μύθων, απέδειξε δηλαδή ότι όταν ο τρόπος της ζωής στηρίζεται μόνο στη δύναμη της λογικής ή στη δύναμη του ανθρώπινου ασυνείδητου, της εγκόσμιας θρησκευτικότητας και του μύθου, δεν μπορεί να δώσει στον άνθρωπο νόημα και περιεχόμενο ζωής. Η ζωή δεν βρίσκει νόημα, όταν στηρίζεται μόνο στη συζήτηση, δηλαδή στα λόγια. Ούτε όταν μένει προσκολλημένη στο λόγο, δηλαδή στον ορθολογισμό.
Η χριστιανική πίστη, δια του προσώπου της Υπεραγίας Θεοτόκου, μας δίνει μία άλλη διάσταση, η οποία αποκαλύπτει την ανεπάρκεια του λόγου και του μύθου, και νοηματοδοτεί την σωτηριολογική ζωή, τουλάχιστον εκείνων που πιστεύουν και αγωνίζονται, να ζουν τη ζωή της Εκκλησίας.
Το πρόσωπο της Υπεραγίας Θεοτόκου αποκαλύπτει τη δυναμική της ταπείνωσης, της απλότητας, της πραότητας και της υπακοής, σε παραγγέλματα, που δεν προέρχονται από τον ορθό λόγο, αλλά από την αδιάσειστη  σχέση ανθρώπου – Θεού και την ελεύθερη βούληση του συγκεκριμένου προσώπου, ήτοι της Παρθένου. Η αποδοχή του Ευαγγελισμού καθιστά την νεαρή κόρη, ως  μητέρα του Θεού, ως χώρα του αχωρήτου δια της αγνής συγκαταθέσεώς της, συντρίβεται κάθε έννοια ορθολογισμού και μύθου.
Η πρόσληψη της ανθρώπινης φύσης, από τον Θεό, δεν ήταν απλώς μια μεταμόρφωση του Θεού σε άνθρωπο. Ο Θεός κατήλθε εις τη γη προσλαμβάνοντας ολόκληρη την ανθρώπινη φύση και ενώθηκε με αυτήν  οντολογικά και «υποστατικά». Γι’ αυτό ο Θεός πεθαίνει πάνω στο Σταυρό, ο οποίος εξελήφθη από την ορθολογική σκέψη, ως «μωρία». Συνεπώς η Παναγία ανέτρεψε τη λογική του μύθου και τη μυθολογία, η οποία δεν μπορεί, να αντιληφθεί, ότι ένας Θεός πεθαίνει στο Σταυρό, από αγάπη για τον άνθρωπο. Διότι οι μύθοι απαιτούσαν μόνο την υποταγή και την υπακοή των ανθρώπων στις θεότητες, που δημιουργούσαν. Αιτία του Μυστηρίου της «μωρίας του Σταυρού» γίνεται Παναγία.
Μυστήριο είναι κάθε τι, που ξεπερνά το όριο της αντίληψης και της λογικής. Το μυστήριο της Σαρκώσεως του Θεού, φανερώνει το ασύλληπτο και αδιανόητο της κενώσεως της Θείας Αγάπης. Σ’ αυτό το Μυστήριο συνεργεί τόσο η αγάπη του Θεού, ως υπέρβαση του λόγου και του μύθου, όσο και η συγκατάθεση του ανθρώπου.
Εξ’ αιτίας του Μυστηρίου της Ενανθρωπίσεως, μωραίνονται οι δεινοί συζητητές, δηλαδή οι φιλόσοφοι και οι διανοούμενοι, διότι αδυνατούν, παρά τη σοφία τους, να ερμηνεύσουν το θαύμα του τόκου της Παναγίας. Μαραίνονται, επίσης και οι ποιητές των μύθων, γιατί δεν μπορούν να ερμηνεύσουν την αγάπη, η οποία υπερβαίνει κάθε έννοια λόγου και λογικής. Δηλαδή, ενώπιον του Θείου και απερίγραπτου Λόγου του Θεού, ουδείς άλλος λόγος ή λογική του κόσμου, μπορεί να συγκριθεί.
Παρά ταύτα η χριστιανική πίστη δεν κατάργησε ούτε τον λόγο, ούτε τη λογική,  αλλά, βέβαια, φανέρωσε την ανεπάρκεια τόσο του λόγου, όσο και του μύθου, που αδυνατούν, να δώσουν πληρότητα και νόημα ζωής στους ανθρώπους, τους οποίους μόνο ο Υιός και Λόγος του Θεού, ζωοποιεί, δια του δικού Του θανάτου, μετά των εκείνων θάνατο.
Η Θεοτόκος με την συνέργειά της, στο θέλημα του Θεού, λειτουργώντας σαν «γέφυρα μετάγουσα» δημιούργησε μία μόνιμη σχέση ανάμεσα  στον  Θεό και στον άνθρωπο. Βέβαια, η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, δεν είναι πλήρης, αλλά δύναται να γίνει πλήρης. Και θα γίνει πλήρης, όταν, η πίστη εγκαθίσταται, μέσα από την πνευματικότητα και την πνευματική ζωή του ανθρώπου. Θα γίνει πλήρης, όταν ο άνθρωπος απαρνηθεί το  «Εγώ» του, και κατορθώσει να βρει την, όχι μόνο την ύπαρξή του, αλλά και την αξία της. Με αυτόν τον τρόπο ενισχύεται η σχέση του με τον Θεό και αρχίζει ο άνθρωπος, να αισθάνεται την αυτοσυνειδησία του και την αμαρτωλότητά του. Η αυτοσυνειδησία στην οποία οδηγεί τον άνθρωπο η πίστη, είναι η προϋπόθεση της οντολογικής του απελευθέρωσης. Η πίστη είναι το όριο της επίγειας προσωρινής μας ύπαρξης. Η πίστη, όμως «ανοίγει την πόρτα» της αιωνιότητας. Η πίστη, βεβαίως δεν είναι θέωση, αλλά προσφέρει τη δυνατότητα να αποκτήσει, κανείς, τη «κατά χάρη» θέωση.
Η ολοκληρωμένη πίστη φθάνει στη λογική του υπέρλογου Θεού, και εκδηλώνεται, ως υπακοή. Δεν είναι ερευνητική, ούτε αμφιβάλλει, αλλά γίνεται  συναρπαγή.  Δεν είναι κατάληξη συλλογισμού, αλλά συνειδητή απόφαση ευθύνης.
Αυτήν την πίστη απόκτησε, η Παρθένος Μαρία, η οποία χωρίς να ερευνήσει, χωρίς να δυσανασχετήσει, χωρίς να αρνηθεί, αποδέχεται το Θείο Μήνυμα, που της παρέδωσε  ο Αρχάγγελος του Θεού και γίνεται αυτόχρημα συνεργός στο σχέδιο της Θειας Οικονομίας και  Ενανθρωπίσεως του Υιού και Λόγου του Θεού. Ένα σχέδιο, που έκανε να μωραθούν οι «δεινοί συζητηταί», δηλαδή οι λόγιοι και οι φιλόσοφοι και να μαραθούν κάθε μορφής μύθος ή φαντασία.
Εμείς θαυμάζοντας το Μυστήριο πιστώς βοώμεν.
Χαίρε Νύμφη ανύμφευτε!

Η τροπική αποξένωσις από τα πράγματα του κόσμου και της αμαρτίας και ο μύθος του Αισώπου Γ' Χαιρετισμοί

«Ξένον τόκον ειδόντες, ξενοθώμεν του κόσμου, τον νουν προς ουρανόν μεταθέντες».

Πέντε αισθήσεις έχει κάθε άνθρωπος, όλοι μας έχουμε πέντε αισθήσεις, και με τις πέντε αυτές αισθήσεις συμμετέχουμε συχνά στη Θεία Λατρεία. Έτσι με τα μάτια μας βλέπουμε τα τελούμενα, βλέπουμε τις ιερές εικόνες, τις παραστάσεις εδώ από την θεανθρώπινη ζωή του Κυρίου μας, και βλέπουμε επίσης και τα διαδραματιζόμενα μέσα στη Θεία Λατρεία.
Με την ακοή ακούμε τις ευχές και τους ύμνους, τα αναγνώσματα και το ιερό κήρυγμα. Με την όσφρηση απολαμβάνουμε το μοσχοθυμίαμα, πολλές φορές έχομε όσφρηση και της Θείας Κοινωνίας, όπως και τη Χάρη και την ευωδία του Παναγίου Πνεύματος. Με την αφή ασπαζόμαστε τις ιερές εικόνες και τον Τίμιο Σταυρό, και με τη γεύση μετέχουμε της μυστικής τραπέζης, και γευόμεθα της Θείας Κοινωνίας, του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. 

Αλλά έχουμε όμως και μια έκτη αίσθηση. Και αυτή η έκτη αίσθησις για μας τους χριστιανούς είναι η πίστις. Η πίστις λοιπόν κάνει τα μάτια μας ώστε να βλέπουν θαυμαστά και ουράνια πράγματα. Η πίστις κάνει τ’ αυτιά μας να ακούνε υπερφυσικά λόγια και ουράνιους ακόμα ύμνους, ακατάληπτα για τα σαρκικά αυτιά. Η πίστις δίνει συμβολική σημασία στο λιβάνι, όταν μ’ αυτό μας θυμιατίζουν, η πίστις πνευματοποιεί το άναμα του κανδηλιού και ενός κεριού όταν το ανάβουμε, για να έχει υγεία ένας άρρωστος συγγενής μας ή για τον φωτισμό ενός παιδιού μας, ή για την ανάπαυση ενός κεκοιμημένου φίλου και συγγενούς. Η πίστις δίνει δύναμη, όχι μόνον δύναμη αλλά παντοδυναμία, στο απλό σημείον του Σταυρού που θα κάνουμε. Η πίστις λοιπόν δίνει ακόμα και θεολογική διάσταση, στον ασπασμό της εικόνας, όπως θα κάνετε ύστερα από λίγο, στην Παναγία εδώ το Ρόδο το Αμάραντο, και ο ασπασμός αυτός δεν θα μένει πάνω στο ξύλο, στις μπογιές και στο χρώμα, αλλά θα μεταβεί στο πρωτότυπο, δηλαδή θ’ ανέβη ψηλά στον ουρανό. Η πίστις κάνει τον χριστιανό να αισθάνεται ότι αληθινά κοινωνεί Σώματος και Αίματος Ιησού Χριστού. Χωρίς την πίστη τα πάντα στην Εκκλησία είναι ξεροί τύποι. Και η τυπολατρεία είναι ο τάφος του Χριστιανισμού. 
Όταν έχουμε πίστη σαν «κόκκο σινάπεως» τότε μπορούμε δια της πίστεως αυτής να κάνουμε θαύμα αλλά και να παρακολουθήσουμε όμως το θαύμα που τελείται σε κάθε ιερή ακολουθία και ειδικότερα ό,τι γίνεται μέσα στο ναό, και μάλιστα κατά τη διάρκειαν της Θείας Λειτουργίας. 

Θαύμα είναι και ο Ακάθιστος αυτός Ύμνος με τους Χαιρετισμούς που παρακολουθούμε κάθε Παρασκευή την Μεγαλη Σαρακοστή, αλλά όταν και μείς από μόνοι μας τα βράδια με το Μικρό Απόδειπνο απαγγέλουμε τους Χαιρετισμούς. Θαύμα σαν άσμα, θαύμα σαν έκφρασις, θαύμα σαν σύνθεσις. Έχουν περάσει χίλια τόσα χρόνια από τότε που έχει γραφεί αυτός ο Ακάθιστος Ύμνος και οι Χαιρετισμοί, και όμως χιλιάδες και μυριάδες είναι εκείνες οι ψυχές οι οποίες εξακολουθούν να συγκινούνται απ’ τους Χαιρετισμούς και τον Ακάθιστο Ύμνο, και μάλιστα πολλές φορές να βλέπουν και θαυμαστά αποτελέσματα στην οικογένειά τους.
Ο Ακάθιστος Ύμνος κυρίως είναι θαύμα για το περιεχόμενό του. Τι μας περιγράφει; Μας περιγράφει εκείνο το οποίον αποτελεί την βάση του Χριστιανισμού. Και όποιος απορρίπτει αυτό που περιγράφει ο Ακάθιστος Ύμνος, που είναι ένα γεγονός, απορρίπτει την πίστη και το δόγμα μας, το δόγμα δηλαδή και την πίστη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Και το γεγονός αυτό είναι η ενανθρώπισις του Θεού Λόγου. Όποιος λοιπόν απορρίπτει την Θεαθρωπότητα του Ιησού Χριστού ότι δηλαδή ο Χριστός είναι τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός, απορρίπτει συγχρόνως και το δόγμα της Αγίας Τριάδος όπως και το δόγμα της Θεοτόκου, η οποία Παναγία είναι και Θεοτόκος είναι και Θεομήτωρ είναι και Αειπάρθενος, σύμφωνα με τους δογματικούς όρους και τις αποφάσεις της Τετάρτης Οικουμενικής Συνόδου. Αυτό το γεγονός λοιπόν εξυμνεί ο Ακάθιστος Ύμνος. Γέννησις από Παρθένον. Φοβερό και παράξενο και τρομακτικό, πολλές φορές γίνεται συζήτησις και περίγελος και ειρωνεία των ανθρώπων. 
«Ξένον τόκον ειδόντες ξενοθώμεν του κόσμου». Λογικά επιχειρήματα δεν χρειάζονται για να πιστέψει κανείς. Αν είμαστε ολιγόπιστοι, χλιαροί και δεν ξέρω τι άλλο, τότε οπωσδήποτε οι λογισμοί που θα έρχονται μέσα στην καρδιά μας, θα ταράζουν το νου μας, θα ταράζουν την ψυχή μας, αλλά και στο τέλος θα χάσομε και αυτήν. 

Για όσους λοιπόν είναι ολιγόπιστοι και χλιαροί και αμφιβάλλοντες να πούμε ένα δύο έτσι ας το πούμε λογικά επιχειρήματα, ας το πούμε έτσι. Τι είναι δυσκολότερο πράγμα, από την ανυπαρξία ο Θεός να φτιάξει ολόκληρο αυτό το αστρικόν Σύμπαν και να φτιάξει έναν άνθρωπον, ή από έναν άνθρωπον να κάνει άλλον άνθρωπο; Ποιο είναι πιο δυσκολότερο, το πρώτο ή το δεύτερο; Ασφαλώς το πρώτο. Διότι από την ανυπαρξία να φέρει ολόκληρο αυτό το Σύμπαν που βλέπουμε με τα δισεκατομμύρια των γαλαξιών, αλλά και να πλάσει άνθρωπον από το τίποτα; Από το μηδέν; Και όμως ο Θεός έκαμε το δύσκολο εύκολο. Από την ανυπαρξία δεν έφερε μόνον τον άνθρωπο και από τον άνθρωπο έπλασε άνθρωπο, δηλαδή από τον πρώτο Αδάμ τον παλαιό Αδάμ έκαμε την Εύα αλλά και από την Νέα Εύα όμως έκαμε τον Νέον Άνθρωπον, τον Νέον Αδάμ, τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό. Ο Θεός που έδωσε τον φυσικό τρόπο να γεννιώνται οι άνθρωποι επί της γης, δεν θα μπορούσε να δώσει, αφού είναι Θεός παντοδύναμος, και έναν υπερφυσικό τρόπο για να γεννηθεί το παιδί του ουρανού, δηλαδή ο Θεάνθρωπος Κύριος; Ασφαλώς και μπορούσε, διότι ήτο Θεός και είναι Θεός. Παράξενος τόκος και παράξενο θαύμα. Ο Θεός όμως απ’ τον ουρανό κατέβηκε στη γη για να ανεβή ο άνθρωπος από τη γη στον ουρανόν. 

«Ξένον τόκον ειδόντες ξενοθωμεν του κόσμου, τον νουν εις ουρανόν μεταθέντες». Μιλάει εδωπέρα ο υμνογράφος για μια μετάθεση και τη μετάθεση τη ζητούμε όλοι μας, απ’ το χειρότερο βέβαια στο καλύτερο. Απ’ το κατώτερο στο ανώτερο. Ο Χριστός λοιπόν ήλθε εδώ κάτω στη γη, για να πραγματοποιήσει και αυτός μια μετάθεση ασυγκρίτως από εκείνην την οποία επιδιώκουν οι άνθρωποι. Δηλαδή να πάρει τον άνθρωπο από τη γη και να τον μεταφέρει στον ουρανόν. Και κάτι καλύτερο. Να μεταθέσει το μυαλό μας, να μεταθέσει τη σκέψη μας, από τα γήινα στα ουράνια. Αλλά όπως βλέπομε είμαστε πολύ πεζοί. Κάθε άνθρωπος σχεδόν. Τα ενδιαφέροντά μας περιορίστηκαν μόνον στη γη και στα υλικά πράγματα και στη απόκτηση πολλών αγαθών. Τα όνειρά μας τα περισσότερα περπατούν μέσα στη λάσπη. Δεν έχουμε σκέψεις ουράνιες. Δεν έχουμε πνευματικές ανησυχίες. Δεν έχουμε εμπιστοσύνη και εξάρτηση από τον Άγιο Θεό. Η νοοτροπία μας είναι η βελτίωσις των οικονομικών πραγμάτων της ζωής μας. 
Για να καταλάβουμε καλύτερα να πούμε – ας μου επιτρέψετε με δυο λόγια έναν μύθο του Αισώπου για να καταλάβουμε την νοοτροπία των σημερινών ανθρώπων, έναν μύθο ο οποίος γράφτηκε πριν δύο χιλιάδες εξακόσια χρόνια - . Κάποτε λέει τα ζώα θέλησαν να εκλέξουν αρχηγό. Σκέφτηκαν λοιπόν να δώσουν την αρχηγία στον αετό, διότι αυτός πετούσε στα ουράνια ψηλά. Αλλά κατάλαβαν ότι δεν μπορούσε να ασχοληθεί με τα χαμηλά και με τα γήινα. Άλλωστε λοιπόν σε όλα τα ζώα υπήρχε και η άφθονη ζήλεια βλέποντάς τον πόσο άπιαστος ήταν όταν πετούσε στα ουράνια, διότι ο αετός όπως ξέρουμε πετάει περισσότερο ψηλά από όλα τα πουλιά. Κι έτσι λοιπόν μεταξύ των υποψηφιοτήτων αφού απέρριψαν τον αετό, έκαναν λοιπόν ψήφους σαν τους δικούς μας, και εξέλεξαν, τι εξέλεξαν για αρχηγό, ξέρετε ποιο ζώο εξέλεξαν, για αρχηγό τότε εκείνη την εποχή, λέει ο Αίσωπος; Το γουρούνι. Το γουρούνι λοιπόν πήρε αμέσως ύφος αρχηγού, έβαλε στέμμα στο κεφάλι, - σας το μεταφράζω από τα αρχαία όπως το έχει γραμμένο ο Αίσωπος – και κάλεσε συνεδρίαση το Διοικητικό Συμβούλιο των ζώων. Η συνεδρίασις έγινε που αλλού, μέσα στη λάσπη. Ήταν το βασίλειον του νέου αρχηγού. Ύστερα από θυελλώδη συνεδρίαση αποφάσισαν λοιπόν να βελτιώσουν την χαμώδη και λασπώδη ζωή τους. Δηλαδή αν θα έχουν λιγότερη ή περισσότερη λάσπη, αν θα είναι η λάσπη πιο σκληρή ή πιο υγρή, αν θα τρώνε λιγότερα ή περισσότερα βελανίδια και άλλα τέτοια. Και την ώρα εκείνη πέρασε ένας αετός από πάνω, και με μια στροφή του κεφαλιού του έδειξε τα ύψη του ουρανού. Τον καθαρόν αέρα και τις ψηλές κορφές. Αμέσως το Συμβούλιον των Ζώων με αρχηγό το γουρούνι, ξεσηκώθηκαν εναντίον του ανεδαφικού αετού. Και τελικά τον διέγραψαν από τα μητρώα τους, μια και δεν ήθελε να προσγειωθεί ο αετός στη λασπώδη και χοιρώδη ζωή τους. 
Τι δηλωνει ο μύθος αυτός; Δίνει εξήγηση ο ίδιος ο Αίσωπος αλλά και πολλοί από τους νεωτέρους συγγραφείς ασχολούμενοι, μας λένε ότι η χοιρώδης αυτή κατάστασις είναι κατάστασις του σημερινού κόσμου. Αν ήταν τέτοια η κατάστασις πριν δύο χιλιάδες εξακόσια χρόνια, εξακολουθεί να είναι και στις ημέρες μας. Και αν κάποιος χριστιανός από μας μέσα σε μια ομήγυρη, μέσα σε μια συντροφιά θελήσει να μιλήσει για τα ύψη του Ουρανού, να μιλήσει για τον Παράδεισο, να μιλήσει για την Κόλαση, να μιλήσει για την Δευτέρα Παρουσία και την Κρίση του Θεού, να μιλήσει για το άπλωμα του κακού, για μετάνοια και Εξομολόγηση και Θεία Λειτουργία. Αν θέλει να μιλήσει για το Ευαγγέλιο και για το κήρυγμα που άκουσε, για κάτι που διάβασε στους βίους των Αγίων και τα Γεροντικά, αν θέλει να μιλήσει για πνευματική ζωή, για πνευματικούς αγώνες, για προσευχή και εγκράτεια και νηστεία και άλλα, ε, τότε θα τον θεωρήσουν όχι μόνον αντικοινωνικό, και γω δεν ξέρω τι άλλη μομφή θα του δώσουν. 

Και όμως οι άνθρωποι είναι πλασμένοι για τον ουρανό, «ουκ επ’ άρτον μόνον ζήσεται άνθρωπος», λέγει η Αγία Γραφή, δεν ζει ο άνθρωπος μόνον με το ψωμί, χρειάζεται αλλά δε ζει μόνον με αυτό. Και κάπου αλλού μας τονίζει ιδιαιτέρως, -τι μας λέγει ιδιαιτέρως;- ότι ζητείτε πρώτα την Βασιλεία του Θεού και την δικαιοσύνην του και όλες οι υλικές ανάγκες σας θα τις καλύψω εγώ, ως Παντοδύναμος Θεός, αρκεί να μου έχετε εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνη ότι είμαι Πατέρας σας, εμπιστοσύνη ότι είμαι ο παντοδύναμος Τριαδικός Θεός, ότι είμαι ο Πλάστης σας και Δημιουργός. Τι φωνάζει ο Απόστολος Παύλος, «τα άνω ζητείτε, τα άνω φρονείτε μη τα επί της γης», εκεί από την Προς Καλασσαείς Επιστολή του. 

«Ξενοθώμεν του κόσμου λοιπόν, τον νουν εις ουρανόν μεταθέντες». Ακούγοντας όσα είπαμε μέχρι τώρα, μερικοί μπορεί να μας πουν ότι έχουν δίκιο που μας κατηγορούν εμάς τους χριστιανούς, ότι ενδιαφερόμαστε μόνο για τα ουράνια και για την άλλη ζωή, και αδιαφορούμε για τα γήινα προβλήματα. Περιμένουν μόνον την άλλη ζωή και αρνούνται λέει να συμμετάσχουν στην πρόοδο του πολιτισμού, και της επιστήμης και της τέχνης, και ότι η θρησκεία είναι το όπιον του λαού που κοιμίζει τους χριστιανούς, για να μην μπορούν να κάμουν κοινωνικές επαναστάσεις, έτσι μας κατηγορούν, και αφήνουμε λέει ανενόχλητους τους διεφθαρμένους να εκμεταλλεύονται το λαό. Υπάρχουν και άλλοι που λένε και άλλα πολλά διάφορα, με κοσμοθεωρίες τις οποίες δυστυχώς πολλές φορές αυτές τις υλιστικές θεωρίες τις ασπάζονται και τα διάφορα πολιτικά κόμματα. Σ’ αυτούς βέβαια οι οποίοι μας κατηγορούν κάτι τέτοια, έχουμε να απαντήσουμε ότι πρόκειται περί παρεξηγήσεως. Ο χριστιανός δεν αδιαφορεί για τη γη. Διότι ο Θεός έγινε άνθρωπος στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και ήλθε στη γη. Και έδειξε το ενδιαφέρον Του για τους ανθρώπους. «Διά τούτο γαρ ο υψηλός Θεός, επι γης εφάνη ταπεινός άνθρωπος». Ενδιαφέρεται για τη γη. Διότι αυτή η γη καλλιεργείται. Διότι αυτή η γη δίνει τους καρπούς της τους οποίους εμείς γευόμεθα όλοι μας. Ο χριστιανός ενδιαφέρεται και για τη γη, ενδιαφέρεται και για τον κόσμο, ενδιαφέρεται και για την κοινωνία. 
Όλες οι Μητροπόλεις στην Ελλάδα έχουν πολλαπλές φιλανθρωπικές δραστηριότητες, έχουν ένα πλήθος από γηροκομεία, από φιλόπτωχα ταμεία, από καθημερινά συσσίτια, αλλά βλέπετε τα μέσα μαζικής ενημερώσεως, οι τηλεοράσεις, δεν ασχολούνται με τις φιλανθρωπικές δραστηριότητες, μήπως ασχολήθηκαν ποτέ ότι υπάρχουν σε αρκετές μητροπόλεις και σε νησιά φιλανθρωπικοί σύλλογοι υπό την προστασία των μητροπολιτών, που προσφέρουν πλήρη προστασία στις άγαμες κοπέλες που είναι έγκυες, αρκεί να μην κάνουν έκτρωση; Και δω στας Αθήνας υπάρχει φιλανθρωπικός σύλλογος εκκλησιαστικός του αγεννήτου παιδιού, στις οποίες πρόεδρος είναι η σύζυγος του πατρός Γεωργίου Μεταλληνού η πρεσβυτέρα. Επίσης υπάρχει στη Θέρμη της Θεσσαλονίκης φιλανθρωπικός συλλογος πάλι για το αγέννητο παιδί που ονομάζεται «Ευγγελιστής Μάρκος», και της οποίας προϊσταται ο πατήρ Κωνσταντίνος Πλευράκης. 
Θα μπορούσαμε βέβαια να πούμε και άλλα φοβερά πράγματα και ενδιαφέροντα, είναι για τα κακά εκείνα τα οποία σήμερα θα κάμουν και θα μας φέρουν και θα πλημμυρίσουν και την πατρίδα μας αλλά και ολόκληρο τον κόσμο από δεινά. Ιδιαίτερα όμως μας δίδονται οι πληροφορίες από το Άγιον Όρος, και από Αγίους ερημιτάς και ασκητάς και άλλους αγίους ανθρώπους, ότι η Ελλάδα έχει να τραβήξει στο άμεσο μέλλον πολλά δεινά εξαιτίας των εκτρώσεων, διότι είναι από διακόσιες έως τετρακόσιες χιλιάδες το χρόνο εκτρώσεις. Για βάλτε τις αυτές σε μία εικοσαετία, θα βλέπατε λοιπόν ότι σήμερα θα είχαμε τρία εκατομμύρια νέους ανθρώπους, εκ των οποίων άλλοι θάταν στρατιώτες, άλλοι θάταν στα Λύκεια, άλλοι στα Γυμνάσια, άλλοι στα Δημοτικά, άλλοι στα Νηπιαγωγεία, και θα εζητούντο πλήθος δασκάλων και καθηγητών για να μπορέσουν να μορφώσουν τούτα τα παιδιά. Και όμως όλα αυτά εσφάχτηκαν από τους λεγομένους γονείς και μητέρες, αν λέγονται μητέρες αυτές. 
Ώσπου να οργανωθεί το κράτος μας σε μια ολοκληρωμένη κοινωνική και νοσοκομειακή πρόνοια, τα πάντα τα είχε η Εκκλησία. Όλα τα είχε η Εκκλησία τότε. Αυτό φαίνεται βέβαια και στα τετρακόσια χρόνια της σκλαβιάς. Αλλά τέτοια ιστορία όμως ούτε την διαβάζουμε, ούτε και διδάσκεται στα σχολεία μας. 

Τότε θα πείτε τι σημαίνει «ξενοθώμεν του κόσμου;». Δε σημαίνει να αποξενοθούμε από τον κόσμο τοπικά, αλλά τροπικά. Θα ζούμε στο κόσμο αλλά δεν θα γινόμεθα κόσμος. Και μάλιστα κόσμος μέσα στην αμαρτία. Μέσα στον κόσμον αλλά όχι κόσμος. Ο κόσμος της φθοράς και της αμαρτίας. Αυτό το στίχο, αυτό το στόχο μάλλον είχε και η αγωνιώδης εκείνη προσευχή που έκανε ο Κύριος το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης πριν αρχίσει το φοβερό του πάθος, όταν έκαμε προσευχή στον ουράνιο Πατέρα και είπε «Πάτερ ουκ ερωτώ ίνα άρεις αυτούς εκ του κόσμου, αλλ’ ίνα τηρήσεις αυτούς εκ του πονηρού». Δεν σου ζητώ να τους πάρεις μέσα απ’ τον κόσμο, τους δώσεκα αυτούς Αποστόλους, και τους διαδόχους αυτών και να τους πας στας ερήμους και στα βουνά, αλλά θέλω να τους διατηρείς σώους και αβλαβείς από τον πόλεμον του πονηρού, των παθών και της κακίας. Αυτή ήταν η προσευχή του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και αυτό θα πει «ξενοθώμεν του κόσμου». 
Ο χριστιανός ζει την αγωνίαν του κόσμου αλλά δεν παρασύρεται από το πνεύμα του κόσμου, από το κοσμικό φρόνημα, το φρόνημα της αμαρτίας. Ενδιαφέρον για τη γη, αγάπη για τον άνθρωπο, αγώνας για κοινωνική δικαιοσύνη, ή πάλι για μια καλύτερη κοινωνία, αυτά εξασφαλίζουν συγχρόνως, όταν γίνονται με αρετή, εξασφαλίζουν και το εισιτήριο για τον ουρανό. Ο χριστιανός αν είναι αληθινός χριστιανός δεν αδικεί τον πλησίον, δεν απατά, δεν κλέβει, δεν προδίδει, δεν εκμεταλλεύεται τις ανάγκες του πλησίον, δεν βλασφημά τα θεία, δεν σκοτώνει τα έμβρυα, δεν δημιουργεί κοινωνικές αναταραχές, δεν αδικεί, δεν κοροϊδεύει, δεν συκοφαντεί, σέβεται την ελευθερία του πλησίον, αυτός είναι ο χριστιανός. Φυλάγεται από την χαρτοπαιξία, φυλάγεται από τον αλκοολισμό, φυλάγεται από τον ιππόδρομο, τα ναρκωτικά και την αναρχία. Φροντίζει να μην φανατίζεται για τίποτα και δεν είναι θορυβοποιός. 

Θα μπορούσαμε να πούμε και άλλα πολλά για να καταδείξομε ότι ο χριστιανός ζώντας μέσα στην κοινωνία, είναι ο μόνος νομοταγής πολίτης, ο θεοσεβής πιστός χριστιανός. Με όλα αυτά απεδείχτηκε ότι ο αληθινός χριστιανός αγωνιζόμενος μέσα στην πληθωρική κακία και αδικία, σεβόμενος τον εαυτόν του και τον πλησίον, είναι ευεργέτης της κοινωνίας. Και όταν ο πιστός αυτός και σωστός χριστιανός, γίνει και άγιος, τότε καθίσταται ο κοινωνικότερος όλων των ανθρώπων. Όταν εσύ ο χριστιανός, και συ, και συ και γω, γίνομε άγιοι είμαστε οι κοινωνικότεροι όλων των ανθρώπων, όλων των ανθρώπων της γης. Γιατί; Γιατί αποκτούμε ως άγιοι αγιασμένη επικοινωνία με τον Θεόν, που σημαίνει ότι δια των προσευχών του ο Άγιος στηρίζει ολόκληρη την οικουμένη, όλους τους ανθρώπους. Αγαπώντας τον Θεόν, αγαπάς και τον πλησίον, και πρακτικά, και έμπρακτα. Είσαι ευεργέτης. Είσαι ο διακονών της κοινωνίας. 

Χριστιανοί μου, άνω σχώμεν τας καρδίας. Αυτό θα πει «ξενοθώμεν του κόσμου και τον νουν εις ουρανόν μεταθέντες». Άνω σχώμεν τας καρδίας, και το φωνάζομεν αυτό. Και τον παρακαλούμε σε κάθε μας λειτουργία. Φτάνει πια, αρκετά χρόνια ζήσαμε κολλημένοι μέσα στη λάσπη της αμαρτίας. Καιρός πλέον να ξεκολλήσουμε από τη λάσπη δια της μετανοίας και να πετάξομε ψηλά, ψηλά στον ουρανόν όπου ο θρόνος του Τριαδικού Θεού, δια πρεσβειών της Υπεραγίας Θεοτόκου Δεσποίνης ημών κα Αειπαρθένου Μαρίας,

Αμήν.

Η αξία καί η δύναμις τής ΕΥΧΗΣ Γ' Χαιρετισμοί

Χριστιανοί μου,
Και πάλιν ο λόγος μας για την ευχή, για το γλυκύτατον όνομα και πράγμα, το παντοδύναμον όνομα του Ιησού Χριστού, για το "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με".

Κάποιο πνευματικοπαίδι μου, μου ανέφερε αυτές τις ημέρες τα εξής. 
Πρίν από εικοσιπέντε περίπου χρόνια, είχα συμβουλέψει την μητέρα ενός φίλου μου, που έμενε στο παραπλεύρως διαμέρισμα απ’ το δικό μου, πώς να προσεύχεται με κομποσχοίνι, επαναλαμβάνοντας το όνομα του Ιησού Χριστού, "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με". 
Η γυναίκα ήτο θεοσεβής, πιστή, με εκκλησιασμό και συμμετοχή στα πανάγια μυστήρια. Έτσι το δέχτηκε ευχάριστα και το έθεσε σε εφαρμογή. 
Ύστερα από δυο μέρες έρχεται και μου λέγει. 
«Γιώργο, λέγω την ευχή καθισμένη, και αισθάνθηκα κάποιος να μου τραβάει το κομποσχοίνι. Φοβήθηκα πολύ και αμέσως σταμάτησα». 
«Μη σταματάτε», της απάντησα, «και μη φοβάστε, ο διάβολος το κάνει, γιατί ενοχλείται και καίγεται από την ευχή. Είναι ένα συνηθισμένο φαινόμενο αυτό, το έχω αντιμετωπίσει πολλές φορές, και έχω και προσωπική εμπειρία αλλά και από άλλους αγωνιζομένους εν τω κόσμω πιστούς χριστιανούς, που πρωτοέπιαναν το κομποσχοίνι στο χέρι». 
Μετά από δύο τρείς μέρες, συνεχίζει ο Γιώργος, η μητέρα του φίλου μου, με κτυπάει την πόρτα, βγαίνω έξω και μου λέει. 
«Γιώργο πρέπει να σου πω κάτι. Γιατί πριν από λίγο, στεκόσουν έξω απ’ την πόρτα του διαμερίσματος, και άρχισες να με βρίζεις με τόσο άσχημα λόγια, και μάλιστα τη στιγμή που έκανα προσευχή με το κομποσχοίνι»;
Ευτυχώς που ήρθε και μου το είπε, γιατί εγώ δεν έκανα ποτέ κάτι τέτοιο. Της εξήγησα λοιπόν, με τη φώτιση που μου έδωσε ο Θεός, ότι ο διάβολος χρησιμοποίησε την φωνή μου, ενοχλημένος ασφαλώς από την ευχή που τον ζεματούσε, και προσπάθησε όχι μόνον να την σταματήσει, αλλά και την γυναίκα να την κάνει να θυμώσει και να τα βάλει μαζί μου.

Αυτού του είδους τα παιχνίδια χριστιανοί μου και τα πειράγματα του διαβόλου, είναι πολύ γνωστά και συνηθισμένα στους αρχαρίους, δηλαδή όπως είπα πριν, εκείνους που πρωταρχίζουν την ευχή. 
Το πλέον συνηθισμένη ας το πούμε επίθεση των δαιμόνων, είναι η προσβολή με λογισμούς. Προσβάλλει δηλαδή το νου μας συνεχώς, με λογισμούς αισχρούς, πονηρούς, κακούς, βλασφήμους. Ή με λογισμούς υπερηφάνειας, κενοδοξίας, εγωισμού, αυτοθαυμασμού και πολλούς άλλους, ή και με σκέψεις και προσβολές απελπισίας, απογνώσεως, αμέλειας και τα λοιπά. 
Παραδείγματος χάρη, μπορεί να μας πει την ώρα που κάνομε προσευχή, ότι άδικα προσεύχεσαι, πως δεν ακούει την προσευχή, διότι δεν πρόκειται να σωθείς, είσαι μεγάλος αμαρτωλός, και ο Θεός δε σ’ ακούει. Δε λέει η Αγία Γραφή ότι «αμαρτωλόν ο Θεός ουκ ακούει»;
Βλέπεται είναι μοναδικός στο να επικαλείται ακόμα και αγιογραφικά χωρία, αφού το έκαμε στον ίδιο τον Κύριο στο Σαραντάρειον Όρος όταν πήγε να Τον πειράξει, με τον τριπλό πειρασμό, χρησιμοποίησε τις δυο φορές αγιογραφικά χωρία. Άρα λοιπόν μπορεί να τα χρησιμοποιεί για να μας πλανέψει και σε μας που είμαστε άνθρωποι άπειροι γύρω από τα πνευματικά αυτά θέματα, και την πάλη του αγώνος εναντίον των δαιμόνων.
Μοναδικός σκοπός λοιπόν είναι να παρατήσουμε την ευχή. Επίσης θα μας βάλει ο διάβολος πολύ συχνά λογισμούς εναντίον του πνευματικού, του πνευματικού μας, και άλλοτε πάλι θα μας ρίξει στην υπερηφάνεια, πώς; ότι δήθεν κάτι καταφέραμε, ότι πλέον διαφέρουμε από τους άλλους, ότι έχουμε προοδεύσει, ότι εμείς πλέον είμεθα οι καλοί και όλοι οι άλλοι είναι σκάρτοι. Ότι έχουμε τόσα χαρίσματα που όλοι πλέον αρχίζουν να μας προσέχουν, να μας προτιμούν, να μας επαινούν, να μας θαυμάζουν και τόσα άλλα. 

Μού έλεγε ένα κοριτσάκι δεκατεσσάρων ετών ότι πήγε να κάνει κομποσχοίνι στις δέκα η ώρα το βράδυ, και ο διάβολος της ψιθύρισε μέσα της «Μπράβο! Ποιο κορίτσι και παιδάκι στην ηλικία των δεκατεσσάρων ετών, και τέτοια ώρα κάνει προσευχή με κομποσχοίνι; Μπράβο και μπράβο και μπράβο …», και με το «μπράβο» θα χάσουμε τον μισθόν των κόπων μας. 

Όταν λοιπόν διαπιστώσει ο εχθρός ο αιώνιος της ψυχής μας, ότι εμείς αποδεχθήκαμε κάποιες από αυτές τις προσβολές, τότε κατά την διάρκειαν της προσευχής, - ειδικότερα όταν δεχθούμε την προσβολή των επαίνων – μπορεί να προκαλέσει κάποιο παράδοξο φως, που όμως είναι σκοτεινοχαρές και της πλάνης πρόξενος. Άλλοτε πάλι κάνει ο διάβολος πως υποχωρεί στο δικό μας πόλεμο και στη δική μας αντίσταση, που προβάλλουμε εμείς, και στη συνέχεια μας κολακεύει με λογισμούς επαινετικούς. «Μπράβο, καλά τα κατάφερες, νίκησες το διάβολο». Και άλλα βέβαια παρόμοια για να μας ρίξει και πάλι στην υπερηφάνεια για να μας ρίξει και πάλι στην υπερηφάνεια και χάσουμε τον κόπο της αγρυπνίας και της προσευχής. Μερικές φορές προκαλεί κάποιους θορύβους, - προσέξτε, πολύ, πολύ απαλούς – τους οποίους και παρουσιάζει μέσα στο λογισμό με ταχύτητα αστραπής, σαν αγγελικά φτερουγίσματα. Και εδώ μπορεί να ακολουθήσει μια παράξενη δροσιά στο πρόσωπο για να μας κάνει να πιστέψομε ότι αυτή η δροσιά προκαλείται από τα φτερουγίσματα των αγγέλων. Πολλοί την έχουν πατήσει.

Θα μπορούσαμε έτσι συνεχίζοντας να πούμε και άλλα παραδείγματα απάτης και πλάνης των δαιμόνων, αλλά ήδη τα έχουμε γράψει στο γνωστό βιβλίο «Η ευχή μέσα στον κόσμο». Φοβερά είναι τα τεχνάσματα του διαβόλου αδελφοί μου, με τα οποία θέλει να κερδίσει την ψυχή μας ο παμπόνηρος δαίμονας και να την ρίξει, αφού εμείς συγκατατεθούμε με τη θέλησή μας, στο αιώνιο πυρ της Κολάσεως. Για να μπορέσουμε όμως να διακρίνουμε τις σατανικές παγίδες, δια μέσου των λογισμών, πρέπει να ζητούμε αφενός μεν τις συμβουλές του πνευματικού, και αφετέρου να καλλιεργούμε την μετάνοια και το ταπεινό φρόνημα. 

Με πολλούς τρόπους χριστιανοί μου μας ομιλεί ο Θεός, για το πώς θα μπορέσουμε να αποφύγουμε αυτές τις παγίδες τις δαιμονικές. Μας ομιλεί και μας φωτίζει κατά πρώτον με τα λόγια της Αγίας Γραφής, Παλαιάς και Καινής Διαθήκης, δηλαδή δια μέσου των δικαίων, των προπατόρων, των προφητών, των Ευαγγελιστών, όπως και των λοιπών Αποστόλων. Επίσης μας ομιλεί και μας φωτίζει μέσα από την πληθώρα των συγγραμμάτων των πατέρων της Εκκλησίας, και ειδικά των Καππαδόκων, Μεγάλου Βασιλείου, Γρηγορίου του Θεολόγου, Ιωάννου του Χρυσοστόμου, όπως και των νηπτικών πατέρων με πρώτον τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Έτσι λοιπόν μας προσφέρεται από τους μεγάλους πατέρες της Εκκλησίας μας, κυρίως όμως μέσα από την Καινή Διαθήκη, μας προσφέρονται οι διάφοροι τρόποι, με τους οποίους νικάμε το κακόν, πρώτον που υπάρχει μέσα μας, στην ανθρώπινη φύση μας, «ό μισώ», φωνάζει ο Παύλος, «τούτο και πράσσω». Πρέπει να γλυτώσουμε και να λυτρωθούμε και να αποφύγουμε και τον κόσμον της κακίας που υπάρχει γύρω μας, και τις πανουργίες βέβαια των δαιμόνων και συγχρόνως να καλλιεργούμε τις αρετές, με την βασική προϋπόθεση της συμμετοχής μας στα σωστικά μυστήρια της Εκκλησίας, Βάπτισμα, Χρίσμα, Θεία Κοινωνία και Ιερά Εξομολόγηση. 

Εμάς όμως μας ενδιαφέρουν επαναλαμβάνω, οι δαιμονικές παγίδες. Για να τις διακρίνουμε στην καθημερινή μας ζωή, και στον μικρό πνευματικό μας αγώνα, για την πιστή και την απόλυτη υπακοή στο θέλημα του Αγίου Θεού, απαιτούνται δύο πράγματα: φως και προσευχή. Όχι το φως του ηλίου, ούτε το τεχνητό φως των λαμπτήρων, ούτε και το φως από φωτιά. Αλλά το φως του ταπεινού φρονήματος, το φως της ταπεινοφροσύνης, ή καλύτερα το φως της αληθινής ταπεινώσεως. Αυτό το φως είναι μια φωτιστική και θεϊκή δύναμις που φωτίζει το μυαλό μας, και του δίδει σοφίαν, πολλή σοφίαν και γνώσιν από Θεού ή όπως καλύτερα αποκαλείται θεογνωσία. Και όχι μόνον αυτό, αλλά το φως αυτό γεμίζει τον αγωνιζόμενο πιστό και ταπεινόφρονα χριστιανό από χάριτες και δωρεές του Θεού, δηλαδή από χαρίσματα. Και το δεύτερο που τονίσαμε είναι η προσευχή και μάλιστα η προσευχή με το κομποσχοίνι, προσευχή στο όνομα του Σωτήρος Χριστού, "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με". Και έτσι η ευχούλα με το κομποσχοίνι είναι και αυτό φως, φως Χριστού. «Φως Χριστού φαίνει πάσι», διακηρύσσουμε βεβαιωτικά σε κάθε προηγιασμένη Θεία Λειτουργία. 

Όμως ένα φως είναι η προσευχή και ταπείνωσις, φως Χριστού που φωτίζει κάθε χριστιανό που έχει ταπεινό φρόνημα και προσεύχεται αδιαλείπτως στο όνομα του Ιησού Χριστού. Ταπεινοφρονείς εσύ και ελεηνολογείς εσύ τον εαυτόν σου για το πλήθος των αδυναμιών σου; Αν ναι, τότε όταν θα προσεύχεσαι με το παντοδύναμο αυτό όνομα θα γεμίζεις από Χριστόν, θα χορταίνεις από Χριστόν, θα ενδύεσαι τον Χριστόν και θα είσαι όλο φως, φως Χριστού, και αυτό το φως θα σε ζαλίζει και θα σε μεθά. Θα είσαι μεθυσμένος, αλλά μεθυσμένος από ουράνια ευτυχία και χαρά. 
Πιθανόν να μην καταλαβαίνουμε αυτή τη στιγμή, τι μας λέγουν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, γιατί είμαστε άγευστοι το τι θα πεί να είναι κάποιος μεθυσμένος από την χάριν και το φως του Χριστού. Σας υπενθυμίζω όμως το πάθημα των Αποστόλων την ημέρα της Πεντηκοστής όταν μέθυσαν από το Άγιον Πνεύμα, και πλούτισαν τότε από σοφίαν Θεού, από χάριν Θεού, από γνώσιν Θεού, από φως Θεού. 

Να όμως που ο χλευασμός και η ειρωνία των εχθρών του Χριστού, είπεν τότε μίαν αλήθεια, ότι «γλεύκους μεμεστωμένοι εισί οι Απόστολοι». Αυτό αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων, στο δεύτερο κεφάλαιο, δηλαδή ήπιαν δυνατό κρασί και μέθυσαν και δεν ξέρουν τι λένε. Και όμως και Πάρθοι και Μήδοι και Πέρσες και από όλα τα μέρη όσα ήσαν συγκεντρωμένοι εκείνη την ημέρα στα Ιεροσόλυμα, ο καθένας άκουγε στη δική του διάλεκτο τον καυστικό εκείνον αλλά και φωτιστικό λόγο του Αποστόλου Πέτρου. 
Ιδού λοιπόν η Θεία Μέθη της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος και η μέθη αυτή έκαμε τους Αποστόλους όχι μόνον πανσόφους και ρήτορας ανά την οικουμένην, αλλά και φως αληθινόν εις ολόκληρον τον κόσμον. Και ύστερα από μια τέτοια μέθη ποιος μπορούσε να τους χωρίσει από την αγάπην του Χριστού; Μήπως οι θλίψεις ή οι στεναχώριες; Μήπως οι διωγμοί, ή οι αρρώστιες και η πείνα; Μήπως οι φυλακές και οι εξορίες; Μήπως τα βασανιστήρια ή μήπως και τα θηρία στο Κολοσσαίον της Ρώμης; Γι’ αυτό και ισχύει το «εν εκάστω θανατούμεθα όλην την ημέραν, ελογίσθημεν ως πρόβατα επί σφαγής», όπως το βεβαιώνει και ο Απόστολος Παύλος στο όγδοον κεφάλαιον της Προς Ρωμαίους Επιστολής του. 
Κανένας και τίποτα δεν μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπην του Χριστού, γι’ αυτό και μείς όλοι με ταπείνωση και συντριβή, με πίστη και μετάνοια, ας λέμε μέρα νύχτα την ευχούλα. "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με". Και αυτή η μονολόγιστος ευχή θα ανάψει μέσα στις καρδιές μας το φως το αληθινόν, το φως του Χριστού που θα μας οδηγήσει με ασφάλεια και σιγουριά στο λιμάνι του Παραδείσου, στην αγκαλιά του Θεού. Αυτό θα φωτίζει το δρόμο της ζωής μας ώστε με ασφάλεια να περάσουμε και μέσα από τις πολλαπλές παγίδες των δαιμόνων. 

Κάθε μέρα λοιπόν, κάθε ώρα, κάθε στιγμή, με ταπείνωση "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με". Και να είστε υπερβέβαιοι, αν επιμείνουμε με ταπείνωση και πίστη, θα γεμίσουμε από φως Χριστού. Θα χορτάσουμε από Χριστόν. Από έλεος και μακροθυμία θεία. Θα μεθύσουμε από τη χάρη Του. Θα μεταμορφωθούμε από το δόξα Του. 

Και θα σας φέρω ένα ωραίο παράδειγμα για να τελειώσουμε.
Όταν ο λειτουργός ιερεύς στη Θεία Λειτουργία βγαίνει εδώ στην Ωραία Πύλη και εκφωνεί «Άνω σχώμεν τας καρδίας», και σηκώνει τα χέρια του προς τον Παντοκράτορα, οι ιεροψάλτες μας που αντιπροσωπεύουν τον λαόν του Θεού, δηλαδή το εκκλησίασμα, όλους εσάς, απαντούν «Έχομεν προς τον Κύριον». Άραγε όμως, στρέφουμε όλοι τις καρδιές μας, τις έχουμε δηλαδή; λέει «έχομε προς τον Κύριον», έχουμε τις καρδιές μας στραμμένες όλοι. Τις έχουμε όμως ; Στραμμένες προς τον θρόνον του Παντοκράτορος Κυρίου; Πιστεύω πως όχι όλοι μας. Ελάχιστοι. Ένας, δύο, πέντε, δέκα; Δε γνωρίζω… Ο Θεός το γνωρίζει. Εκείνος είναι ο παντογνώστης. Εκείνος ετάζει καρδίας και νεφρούς. 
Αλλ’ όμως και ένας εκκλησιαζόμενος χριστιανός να έχει την καρδιά του καθαρή και στραμένη δια της ευχής προς τον Χριστόν, τότε το μέλος αυτό του εκκλησιάσματος και γενικά της Εκκλησίας, δοξάζεται! Αφού με τη δύναμη της ευχής ανεβάζει ψηλά στο θρόνο του Θεού, «έχομεν προς τον Κύριον». Και το αισθάνεται αυτό, λέγοντας «Χριστέ μου ελέησέ με»! Αισθάνεται την καρδιά του να ανεβαίνει στο θρόνο του Θεού, και τότε δοξάζεται. Προσέξτε τι θέλω να σας πω, αν θυμηθούμε τους μακαρισμούς. «Μακάριοι είναι όλοι εκείνοι που έχουν καθαρή καρδιά, διότι αυτοί και μόνον τον Θεόν όψονται». «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται». 
Και αφού λοιπόν αξιώνονται να δουν πνευματικά την δόξα του Θεού, δοξάζονται και αυτοί ολόκληροι ψυχοσωματικά. Και η Αγία Γραφή μας λέγει με το στόμα του Αποστόλου Παύλου τα εξής. Αναφερόμενος στο σώμα μας, μας λέγει, όταν ένα μέλος από το σώμα μας πάσχει, συμπάσχουν όλα τα μέλη. Όταν πονάει το κεφάλι μου, ολόκληρος ταλαιπωρούμαι. Όταν όμως έχω ψυχική ευφορία από μια χαρά, είμαι ολόκληρος χαρούμενος! Παίρνω ζωή επάνω μου. Όταν λέει το ένα μέλος δοξάζεται, συνδοξάζονται όλα τα μέλη. Αυτό μας λέει ο Απόστολος Παύλος. Άρα λοιπόν, σ’ αυτόν τον έναν, γυναίκα ή άνδρα, που σπρώχνει και στρέφει με την δύναμη του ονόματος του Ιησού Χριστού, - διότι είναι το υπέρ παν όνομα, στο οποίον πάν γόνυ κάμπτει. Παντοδύναμο είναι το όνομα. Στο όνομα του Ιησού Χριστού, έγειρε και περιπάτει. Στο όνομα του Ιησού Χριστού, σοι λέγω καθαρίσθητι. Και καθαρίζεσαι. Στο όνομα του Ιησού Χριστού σου λέγω «λελυμένος», και εν τω νυν αιώνι και εν τω μέλλοντι. Και αυτόματα πραγματοποιούνται τα πάντα. Και τα θαύματα γίνονται. - Έτσι λοιπόν, αυτός ο άνδρας ή η γυναίκα, που έχει καθαρή την καρδιά, και τη στρέφει με τη δύναμη του ονόματος του Ιησού Χριστού, στο θρόνο του Θεού, και δοξαζεται απ’ αυτή τη δόξα, συνδοξάζονται στο θρόνο του Θεού, και όλα τα μέλη του εκκλησιάσματος, ή καλύτερα όλης της εκκλησίες. Γι’ αυτό και χρεωστούμε ευγνωμοσύνη, σ’ αυτόν τον έναν, τον ανώνυμο, που πάντα τον έχει η Εκκλησία σε ένα κρυφό μέρος να προσεύχεται, που με την ιδιότητα της κοινής ανθρωπίνης φύσεως και επειδή το θέλει και ο ίδιος ο Θεός, μας συνδοξάζει και εμάς όλους. 
Τώρα πόσοι από μας αντιλαμβανόμεθα αυτή τη δόξα, αυτό το καταλαβαίνουμε, το πληροφορείται η καρδιά μας, όταν θα βγούμε έξω από την εκκλησία, και καθ’ όλην την διάρκειαν της ημέρας, αν η καρδιά μας πληρούται από χαρά, χαράν αναστάσιμη. 
Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι οδηγούμεθα και μεις, σιγά σιγά αλλά σταθερά, μαζί με τους ολίγους, μαζί με το μικρόν ποίμνιον, και με τον δικό μας προσωπικό αγώνα, στη σωτηρία δια του Ιησού Χριστού, 
στον οποίον ανήκει πάσα δόξα τιμή και προσκύνησις, 
τώρα και πάντοτε και εις τους απεράντους αιώνας των αιώνων,

Αμήν.

Γέρων Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός Ο ζωοποιός Σταυρός


Γιά μας τους μοναχούς το νόημα του Σταυρού είναι το κέντρο του σκοπού μας, είναι το καύχημα μας, είναι η ελπίδα μας και η προσδοκία μας. Όταν βλέπωμε την λύσσα του εχθρού, όταν βλέπωμε τις πολύμορφες αδυναμίες της δικής μας φύσεως, όταν βλέπωμε τα πάθη και τις επιθυμίες πού μας πολιορκούν και απειλούν να μας εκμηδενίσουν, τότε άτενίζομε τον Σταυρό και αντλούμεν όλο το θάρρος να αγωνιστούμε και στο τέλος γινόμεθα νικητές.

Το άξιωσημείωτο είναι πώς να τον άγκαλιάσωμε και πώς να τον σηκώσωμε απρόσκοπτα. Διότι μόνον έτσι, διά της αναβάσεως μας επί του Σταυρού, θα δούμε πίσω από αυτόν τα σύμβολα της αναστάσεως. Μόνον εκείνοι πού αποθνήσκουν, εκείνοι και θα ζήσουν. Όποιος θέλει να βρή την ζωήν του, θα την «όπωλέση»· κι όποιος «τήν απωλέση ένεκεν εμού και του Ευαγγελίου», δηλαδή όποιος σηκώσει τον Σταυρό, εκείνος βέβαια δικαιούται να την αναστήση. Γι’ αυτό απόψε με μεγαλύτερη ευλάβεια να άκούσωμε τα ωραία εκείνα ύμνολογικά ποιήματα των Πατέρων μας- να προσκυνήσωμε το σύμβολο εκείνο το όποιο ο διάβολος πρόβαλε σαν κατάρα και ο Κύριος μας το μετέβαλε σε ευλογία για νά καταστρέψη αυτόν καί, δεύτερον, για να δώση σε μας όπλο ακαταμάχητο. Ατενίζοντες τον Σταυρό του Κυρίου μας, αναζητούμε με δίψα συνεχώς να μην παύσωμε να «αίρωμεν» αυτόν, γιατί πίσω από αυτόν είναι το πάν της επιτυχίας μας.

Τιμώντες τον Σταυρό, κατ’ ουσία δίδομεν δόξα στον Εσταυρωμένο Κύριο μας, πού ποικιλοτρόπως Τον εύρίσκομε να αναμορφώνη την παραμορφωθείσα εικόνα της διαστροφής την οποία έπαθε η ανθρώπινη φύση με την πτώση. Καί, περιερχόμενος από τόπου είς τόπον, ευεργετών τους ανθρώπους, συνεχώς παρήγγελλε τον τρόπο της θεραπείας και επιστροφής. Το έσχατο της; προσφοράς Του ήταν, αφού θεράπευσε όλες τις μορφές της πανανθρώπινης αρρώστιας και άδυναμίας, να δώση σκληρή μάχη με τις δυνάμεις του σκότους και να καταστέψη αυτόν τούτον τον θάνατον και τήν πηγή πού οδηγεί προς τον θάνατο, τον διάβολο και έτσι να μας χαρίση την υιοθεσία. Και ακριβώς, το μέσο αυτό διά του οποίου κατηργάσθη το θαύμα της ανθρωπινής αναστάσεως και επαναφοράς στην ισορροπία της ύπο-ταγείσης στην φθορά φύσεως είναι ο Τίμιος Σταυρός, του οποίου την ύψωση σήμερα η Εκκλησία μας εορτάζει. Για μας ο Σταυρός δικαίως ονομάζεται από τους Πατέρες «η ζωή ημών». Μέσω του Σταυρού ανακτούμε ο καθένας από μας την προσωπικότητα του. Δεν έχει σημασία σε τί πάθη και αδυναμίες έχει ο κάθε ένας μας αιχμαλωτισθεί. Η επίκληση της δυνάμεως και της χάριτος του Σταυρού, τον ανασύρει ν’ ανεύρη την προσωπικότητα του, να δρασκελίση και να ύπερβή όλες εκείνες τις αδυναμίες. Θέλει να ανέβη ο άνθρωπος από το βάραθρο της παρά φύσιν ζωής στην κατά φύσιν, θα πατήση πάλι στη σκάλα αυτή πού λέγεται Σταυρός. Θέλει να ανέβη από εκεί ψηλότερα, στον ουρανό, όπου το πολίτευμα μας υπάρχει; Πάλι αυτή η σκάλα είναι ο Σταυρός.

Τί τώρα είναι ο Σταυρός; Φυσικά σαν πράγμα ο Σταυρός είναι το σύμβολο αυτό το όποιο κατέχομε. Δεν είναι δμως ένα σύμβολο το όποιο μπορεί κανείς να δημιουργήση. Σημασία έχει η δύναμη η οποία επικάθηται σ’ αυτό το σύμβολο. Αύτη η δύναμη είναι εκείνη μέσω της οποίας ο Θεός Λόγος «ήνωσε τα διεστώτα είς έν» και επανέφερεν, όπως είπα, σε ισορροπία την «στασιάσασαν φύσιν, την ύποταγείσαν είς την φθοράν». Κατήργησε τον θάνατο και αυτόν τούτον τον διάβολο και άνοιξε την είσοδο στους ανθρώπους να μπουν από εκεί ακριβώς πού βγήκαν, αλλά και να εισέλθουν «υπεράνω πάσης αρχής και εξουσίας και ονόματος ονομαζόμενου και κυριότητος έκ δεξιών του Θεού και Πατρός», πού είναι οι θείες επαγγελίες τις όποιες μας υπόσχεται. «Θέλω, Πάτερ Ίνα όπου ειμί εγώ, Ίνα ώσι και αυτοί». Αυτή την υπεραξία αποκτά ο άνθρωπος δι’ αύτού του μέσου, του Τιμίου Σταυρού. Όχι όμως αφηρημένα να επικαλούμεθα την επίδραση της χάριτος του Σταυρού, αλλά να προσπαθήσωμε να φορέσωμε τον Σταυρό και να τον πάρωμε επάνω μας. Κοιτάξετε τί είπε ο Κύριος μας- «όσα έχεις πώλησον και δός πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν έν ούρανώ και δεύρο ακολουθεί μοι, άρας τον Σταυρό σου».

Ιδού το νόημα του Σταυρού. Ο τρόπος της αποπλανήσεως και των δύο λογικών φύσεων, της αγγελικής και της ανθρωπινής, οι όποιες απεστάτησαν από τον Θεό και δημιούργησαν, τρόπον τινά, την πτώση και την καταστροφή τους, η πλάνη τους ήταν το ότι γύρισαν στην ιδιοτέλεια, η όποια ιδιοτέλεια ολοκληρώνεται διά της επαράτου φιλαυτίας. Η φιλαυτία είναι η αιτία της καταστροφής. Αυτή η αρρωστημένη κατάσταση, εξουδετερώνεται διά της φιλοπονίας με την οποία ερμηνεύεται και ο Σταυρός, τον όποιο προτίμησε ο Κύριος μας χωρίς να του χρειάζεται, αλλά για να δείξη σε μας πρακτικά τον τρόπο της θεραπείας μας. Ο Σταυρός λοιπόν ερμηνεύεται σε μας μόνο με την έννοια της φιλοπονίας. Η δε φιλοπονία ολοκληρώνεται στο να έγκαταλείψωμε κάθε τί δικό μας, να αφιερωθούμε δε και να αφοσιωθούμε στο θείο θέλημα. Και μόνον αυτός ο κόπος, αύτη η αγωνία λέγεται καί- είναι Σταυρός. Είδατε τί είπε ο Κύριος μας; Τον καλούσε ο Πιλάτος σε απολογία και δεν μιλούσε. Γιατί δεν αποκρινόταν ο Ιησούς μας; Εάν αποκρινόταν θα σήμαινε ότι ζητούσε δικαίωση και το μόνο πού δε ζητούσε ήταν η δικαίωση. Σε μια άλλη περίσταση, για να μας ανοίξη την διάνοια να μπούμε μέσα στο νόημα του μυστηρίου, λέει: «Πό:τερ, σώσον με έκ της ώρας ταύτης» και αμέσως προσθέτει· «άλλά διά τούτο ήλθον είς την ώραν ταύτην».

Ο κάθε ένας από μας πρέπει να έχη καταλάβη ότι στην ζωή μας αύτη δεν έχομε κανένα άλλο νόημα, απολύτως; κανένα. Μόνο στο πώς να είμαστε συνεχώς έτοιμοι να αίρωμε τον Σταυρό μας στην περιεκτική του μορφή. Καμμιά αφορμή, καμμιά πρόφαση η οποία περιέχει μέσα αποκάλυψη του θείου θελήματος να μην μας ξεφεύγη. Με όλες τις μορφές της αυτοθυσίας να είμαστε έτοιμοι να ανταποκριθούμε στο θείο θέλημα. Αυτό είναι το νόημα του προορισμού μας. Δεν ζούμε στον κόσμο αυτό για να μετακινούμε τα στοιχεία από το ένα μέρος στο άλλο, ούτε για να μεταβάλλωμε τις διάφορες ύλες. Με αυτό το νόημα διήνυσαν την ζωή τους οι προγενέστεροι Πατέρες. Εξέχουσα θέση έχει ο Δαβίδ, ο όποιος μέσω των ψαλμών του μας περιγράφει το όλο νόημα της ανθρωπολογίας και της χριστολογίας. Αναφέρει δε σε ένα στίχο του: «Διά τους λόγους των χειλέων Σου, Κύριε, ένώ έφύλαξα οδούς κληράς»· κι αυτά ένώ ήταν βασιλέας και μάλιστα ύπό την παλαιά έννοια, όταν οι βασιλείες ήταν αυταρχικές και παντεξούσιες. Αυτόν δεν τον ενδιέφερε τόσο η εξουσία πού είχε. Ομολογούσε ότι στην ζωή του είχε ως πρωταρχικό σκοπό να αίρη συνεχώς τον Σταυρό, το πώς να φυλάξη με λεπτομέρεια το θέλημα του Θεού. Μόνο για να προσεύχεται είχε ορίσει χρόνους απαράβατους για τους οποίους πάλι έκαυχάτο, «έπτάκις της ημέρας ήνεσά Σε» και ήταν βασιλεύς και στρατηγός και κυβερνήτης και δικαστής. Όμως, κανένα από τούτα, ούτε οι πολλές του γυναίκες, ούτε τα πολλά του παιδιά, ούτε τα πολλαπλά του καθήκοντα τον εμπόδιζαν από του να προσεύχεται «έπτάκις της ημέρας» και ο νους του ήταν πάντοτε στραμμένος στον Θεό.

Βλέπετε πώς αγωνίζεται ένας φιλόθεος άνθρωπος για να εκπλήρωση τον προορισμό του; Όποιος νομίζει ότι προσκυνεί και τιμά σωστά τον Σταυρό, αφαιρεί άλλους στόχους πού είναι ξένοι προς το θείο θέλημα. Μπορεί τα χέρια και τα πόδια του να κινούνται για να φέρη σε πέρας το διακόνημά του. Ο νους όμως άσχολήται με τον Θεό. Σαν άνθρωποι πού έχομε σώμα, θα ασχολούμαστε κατ’ ανάγκην με τα υλικά. Ο νους όμως να μην αιχμαλωτίζεται από αυτά, αλλά να είναι στραμμένος προς τον Θεό. Συνεχώς πρέπει να προσπα-θή να άγαπήση «Κύριον τον Θεόν αυτού έξ όλης ψυχής, έξ όλης καρδίας, έξ όλης ισχύος, έξ όλης διανοίας» καί, έν συνεχεία, «καί τον πλησίον ως εαυτόν». Εάν έτσι είναι σκιαγραφημένος εκείνος ο όποιος αίρει τον Σταυρό, οπωσδήποτε θα δικαιούται και της αναστάσεως καθώς ο Παύλος διηγείται· «Εί γάρ συ-ναποθάνομεν» κρατούντες το Σταυρό, «άρα και συζήσομεν … εί αρνούμεθα, κακείνος αρνήσεται ημάς». Το δίλημμα εδώ είναι τρομερό. Είτε ομολογία, είτε άρνηση- δεν υπάρχει ενδιάμεσο. Είτε θα κρατούμε τον Σταυρό συνεχώς, «συσταυρούμενοι» μετά του Κυρίου μας, ούτως ώστε και να συναναστηθούμε, αλλιώς είτε θέλομεν είτε όχι θα βρεθούμε στην μερίδα των άρνητών και Εκείνος κατ’ ανάγκην θα μας άρνηθή, όπερ μη γένοιτο!.

Έχοντες «τάς όσφύας περιεζωσμένας και τους λύχνους καιομένους» ένα έχομε φρόνημα και νόημα- την συνεχή άρση του Σταυρού, ούτως ώστε οποιαδήποτε ώρα ο Κύριος μας, ο όποιος μας κάλεσε στην επίγνωση Του, στρέψει το βλέμμα Του για να έξετάση πού βρισκόμαστε, να μας βρή οπίσω Του άκολουθούντας και κρατούντος σφικτά στον ώμο μας τον Σταυρό. Πάντοτε να έχομε σαν ένδυμα την φιλοπονία, για να μη μας ξεφύγη καμμιά αφορμή στην φυλακή και τήρηση της θείας εντολής. Τότε είμαστε αληθινά προσκυνητές του Τιμίου Σταύρου. Τέτοιους προσκυνητές ζητεί ο Θεός.

Στον κόσμο τούτο εμείς ιδιαίτερα, οι μοναχοί, είμαστε «ως πρόβατα έν μέσω λύκων». Έτσι δεν μας ξενίζουν οι πειρασμοί πού είναι οι διάφορες αντιθέσεις οι όποιες προέρχονται από την αμαρτία και την άμαρτωλότητα- μέσω δε των καταλλήλων της οργάνων προσπαθούν να μας εμποδίσουν να προσκυνήσωμε Κύριον τον Θεόν μας. Προσπαθεί η πολύμορφη αμαρτία, η νέα αυτή και παλαιά θεότης, να μας απόσπαση από την λατρεία προς τον Χριστό μας. Εμείς όμως, με αναπεπταμένο το φρόνημα, ανά πάσαν ώραν φωνάζομε, «ύπαγε οπίσω μου σατανά, Κύριον τον Θεό μου προσκυνήσω και Αύτώ μόνω λατρεύσω». Ένα είναι το νόημα της δικής μου ζωής, το να ανακαλύψω και να φυλάξω το θέλημα του Χριστού. Και αν ακόμα κινδυνεύσω προσωπικά, ουδέ αυτής της ζωής μου θα φεισθώ.

Αυτός είναι ο δρόμος των μαρτύρων, των όμολογητών, των οσίων και όλων των δικαίων, «τών απ’ αρχής μέχρι και των έσχατων». Αυτής της κληρονομιάς είμαστε συνεχιστές και έχομε για μας πρέσβεις όλα τα πνεύματα των δικαίων και Αγίων πού κοσμούν την θριαμβεύουσα Εκκλησία, τα όποια συνεχώς εύχονται για μας και μας αναμένουν. Κανείς να μην ύστερηθή, κανείς μην μείνη πίσω. Όλοι μπρος για να επιτύχωμε τον σκοπό μας, χάριτι του Σταυρού του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αμήν.

Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Αθωνικά μηνύματα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά,Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999.

Γ Στάσις Χαιρετισμών ΑΚΑΡΠΑ ΔΕΝΤΡΑ; «Χαίρε ,δένδρον αγλαόκαρπον, έξ ου τρέφονται πιστοί» +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος


ΑΠΟΨΕ, αγαπητοί μου, είναι ή τρίτη στάσης του Ακάθιστου. Ό Ακάθιστος ύμνος είναι ένα ποίημα, ένα τραγούδι. Τραγούδι όχι σαν αυτά πού υμνούν τον επίγειο σαρκικό έρωτα, αλλά τραγούδι πνευματικό, υπέροχο.
Είναι θαυμαστό για δύο λόγους. Πρώτον για την αντοχή του στο χρόνο. Τα τραγούδια του κόσμου αλλάζουν. Κάθε γενεά έχει τα δικά της. Αλλιώς τραγουδούσαν πριν 30-40 χρόνια, αλλιώς σήμερα. Άλλα το τραγούδι αυτό διαρκεί αιώνες. Ό Ακάθιστος ύμνος, λέει ή ιστορία, εψάλη για πρώτη φορά στο ναό των Βλαχερνών της Κωνσταντινουπόλεως το 626 μ.Χ.. Συγκεντρώθηκαν έκει όλοι οι Χριστιανοί, άντρες γυναίκες παιδιά, για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη και ευχαριστία προς την ύπερ-αγία Θεοτόκο, πού είχε σώσει την Πόλη από βαρβαρική επιδρομή Περσών και Αβαρών. Πέρασαν από τότε 14 αιώνες. Στο διάστημα αυτό πολλά άλλαξαν. Ό ύμνος όμως αυτός εξακολουθεί να ψάλετε απαράλλακτος. Στην Ελλάδα και σ' όλη την Ορθοδοξία, παντού ακούγεται• «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια...». Άλλ' ακόμη περισσότερο είναι θαυμαστός ό ύμνος για το περιεχόμενο του. Το θέμα του είναι το μέγα μυστήριο της θείας οικονομίας. είναι το γεγονός —όχι ψέμα— ότι ό Θεός, το δεύτερο πρόσωπο της άγιας Τριάδος, έγινε άνθρωπος και κατέβηκε στη γη. Στο μυστήριο αυτό υπηρέτησαν άγγελοι και αρχάγγελοι• προ παντός όμως υπηρέτησε ή υπεραγία Θεοτόκος, πού αξιώθηκε να γέννηση το Θεό' για αυτό ονομάζεται Θεομήτωρ, Θεοτόκος. Ό ύμνος αυτός είναι φτιαγμένος όχι με μία αλλά με πολλές λέξεις. Ό,τι αγαπάει κανείς, το χαρακτηρίζει με πολλά επίθετα. Είδατε ή μάνα πού αγαπάει το παιδάκι της με πόσες λέξεις και ονόματα το στολίζει; Χρυσό το λέει, αετό το λέει ότι φανταστής. Βλέπετε και τους ερωμένους; ξέρετε με πόσες λέξεις εκφράζονται. Έτσι λοιπόν κ' εδώ ό ποιητής, ό άγνωστος ποιητής, εκ μέρους των Χριστιανών πού αγαπούν την υπεραγία Θεοτόκο, την υμνεί με πλήθος εικόνες και παραδείγματα, παρμένα από την πλάση, το φυτικό βασίλειο, τη γη, τη θάλασσα, τον ουρανό, τ' αστέρια, τον ήλιο, τη σελήνη, άπ' όλη τη κτίση.

Ό Ακάθιστος ύμνος είναι επανάληψης του πρώτου εκείνου «χαίρε» (Λουκ. 1,28), πού ακούστηκε στη Ναζαρέτ όταν «άγγελος πρωτοστάτης ούρανόθεν επέμφθη». Εκείνο το «χαίρε», πού έφερε τον ουρανό στη γη, επαναλαμβάνει ό ποιητής-πόσες φορές; Μετρήστε• εκατόν σαραντατέσσερις (144) φορές! Και κάθε «χαίρε» είναι έμπνευσης, οίστρος ποιητικός, αριστούργημα.

Ένα από τα «χαίρε» αυτά πού ακούσαμε θα προσπαθήσω να ερμηνεύσω συντόμως• «Χαίρε, δένδρον αγλαόκαρπον, έξ' ου τρέφονται πιστοί» (Άκάθ. ύμν. Ν3α'). Τι σημαίνουν αυτά;

Ό ποιητής χρησιμοποιεί την εικόνα του δέντρου. Υπάρχουν δύο ειδών δέντρα. Το ένα είναι το φυσικό δέντρο, το ορατό, πού δημιούργησε ό Θεός. Θαυμαστά και ευεργετικά τα δέντρα. Πόσο πρέπει να είμεθα ευγνώμονες στο Θεό! Όπου υπάρχει δέντρο, ή ατμόσφαιρα είναι καθαρά' όπου λείπουν τα δέντρα, λείπει το οξυγόνο. Τα δέντρα είναι φίλτρα, ρουφούν το διοξείδιο του άνθρακος και δίνουν το οξυγόνο. Όπου δέντρο, εκεί υγεία. Για αυτό καλά κάνουν αυτοί πού φυτεύουν δέντρα. Δεν είναι ωραία ή φαλακρά γη.

Το δέντρο έχει κορμό, έχει κλαδιά, έχει άνθη, έχει καρπούς. Το σπουδαιότερο όμως μέρος του είναι ένα μυστήριο. Θέλετε να το δείτε; Επισκεφθείτε ένα κήπο, όπου υπάρχουν όλα τα δέντρα• λεμονιά, πορτοκαλιά, μηλιά, αχλαδιά, συκιά, αμπέλι, ελιά. 'Ρίζες έχουν όλα. Και τι ρουφούν; Όλες ρουφούν νερό. Άλλα το νερό στη λεμονιά γίνεται λεμόνι, στην πορτοκαλιά γίνεται πορτοκάλι, στη μηλιά γίνεται μήλο, στην αχλαδιά γίνεται αχλάδι, στη συκιά γίνεται σύκο, στο αμπέλι γίνεται κρασί, και στην ελιά γίνεται λάδι. Ας έρθει να το εξήγηση αυτό ή επιστήμη. είναι ανεξήγητο. Ρώτησα καθηγητή πανεπιστημίου πού ασχολείται μ' αυτά. Μου λέει• Δεν ξέρω. Φτιάστε λοιπόν, άπιστοι και άθεοι, μια ρίζα! Δέ' μπορείτε. Μια ρίζα φτάνει ν' απόδειξη ότι υπάρχει Θεός.

Άλλα πλην του φυσικού δέντρου, υπάρχει και ένα πνευματικό δέντρο• ό άνθρωπος. Έτσι λέει ό Πλάτων ονομάζει τον άνθρωπο δέντρο. Όπως το δέντρο έχει ρίζα, έτσι κι ό άνθρωπος. Ή ρίζα όμως του ανθρώπου δεν είναι κάτω, δεν είναι ή γη• είναι ό ουρανός! Ή αθάνατος και αιωνία ρίζα, πού δίνει χυμό στον άνθρωπο για να καρποφορεί έργα αγαθά, είναι ό Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Αυτός είναι το «άνθος εκ της ρίζης Ιεσσαί...» (κατεβασιά . Χριστουγέννων.). Όπου υπάρχει ή ρίζα αύτη, εκεί βλέπεις καρπό, έργα αρετής. Διαβάστε την προς Γαλατάς επιστολή• εκεί ό απόστολος Παύλος λέει, ότι ό άνθρωπος καρποφορεί. και ποιοι είναι οι καρποί του; Τους αναφέρει• οι καρποί του Πνεύματος είναι• πρώτος ή αγάπη, δεύτερος ή χαρά, τρίτος ή ειρήνη, τέταρτος ή μακροθυμία, πέμπτος ή χρηστότης, έκτος ή αγαθοσύνη, έβδομος ή πίστης, όγδοος ή πραότης, και τελευταίος ή εγκράτεια (βλ. Γαλ. 5,22).

Δέντρα καρποφόρα οι Χριστιανοί. Και ή Εκκλησία δάσος, μέσα στο οποίο δέντρα είναι οι πατριάρχαι και οι προφήται της παλαιάς διαθήκης, δέντρα οι απόστολοι και οι μάρτυρες της καινής διαθήκης, δέντρα οι διδάσκαλοι και πατέρες της Εκκλησίας, δέντρα οι όσιοι και ασκητές, δέντρα οι Χριστιανοί όλων των αιώνων. Προ παντός όμως μέσα στην Εκκλησία διακρίνεται ένα δέντρο• το μεγαλύτερο και ωραιότερο άπ' όλα είναι ή Παναγία. Δέντρο είσαι, Παναγία, λέει ό Ακάθιστος ύμνος, δέντρο φυτεμένο μέσα στον παράδεισο του Θεού. «Χαίρε, Παναγία, δέντρο πού τρέφεις πνευματικός όλους τους πιστούς, διότι έφερες τον πλουσιότερο και πολυτιμότερο καρπό, το Χριστό, «τον ούράνιον αρτον, την τροφήν του παντός κόσμου» (εύχ. προθέσ. προ της θ. Λειτ.).

και τώρα να ερωτήσουμε• τι είμεθα εμείς Είμεθα δέντρα καρποφόρα; Ας εξέταση ό καθένας τον εαυτό του. Πού είναι ή αγάπη μας; Αντί αγάπης υπάρχει μίσος• συγγενείς δέ' μιλιούνται, δέ' λένε «καλημέρα». Μίσος και μεταξύ συζύγων ακόμα, προοίμιο διαζυγίου. Που είναι ή ειρήνη; Φιλονικίες και έριδες, πόλεμοι και μάχες. Πού είναι ή χαρά; Λύπη, μελαγχολία, αγωνία και άγχος, πού οδηγεί σε αυτοκτονία δεν υπάρχει πλέον χαμόγελο. Πού είναι ή χρηστότης; Πού ή αγαθοσύνη; Πού ή μακροθυμία; Που ή εγκράτεια; Όλα αυτά απουσιάζουν. Είμεθα δέντρα άκαρπα.

Και όχι μόνο ως άτομα, αλλά και ως οικογένειες. Αποφεύγουν την τεκνογονία και κάνουν αμβλώσεις. Τα νοσοκομεία έγιναν σφαγεία. Δολοφόνοι! πού είναι ή αγάπη τους; Σκοτώνουν τα σπλάχνα τους. Διότι άπ' την ώρα πού θα συλληφθεί έμβρυο στην κοιλιά της μάνας, είναι άνθρωπος. Φονεύεις παιδί με την έκτρωση. Καταντήσαμε άκαρπα δέντρα.

Και ή πατρίδα μας; Ή Ελλάς, μέσα στα έθνη —δεν το λέμε εμείς, το λέει ή ιστορία— ήταν ευλογημένο δέντρο, πού άνθησε ιδίως άφ' ότου εμβολιάστηκε με το εμβόλιο της πίστεως του Χριστού. Τότε άνθησε ό Πόντος, ή Μικρά Ασία, ή Μακεδονία, τα νησιά μας, ή Κύπρος μας. Επιστήμες και γνώσεις. Τώρα όμως τι είναι; Δέντρο άκαρπο. Μόνο το κακό κάνουμε• το καλό δεν το κάνουμε. Τα δέντρα φέρνουν καρπό' εμείς τι καρπό έχουμε;
τι θα γίνη στο τέλος; Μη ρωτάτε εμένα. Ρωτήστε τον Ιωάννη τον Πρόδρομο. τι λέει; Στην κοινωνία, την εποχή του Ιωάννου, υπήρχαν γραμματείς, φαρισαίοι, σαδουκαίοι, διανοούμενοι, στρατηγοί, μικροί και μεγάλοι, φτωχοί και πλούσιοι. Όλοι είχαν φύγει μακριά από το Θεό. Και τι είπε ό Πρόδρομος• Σάς φύτεψε ό Θεός για να φέρετε καρπό, κ' εσείς γίνατε άκαρπα δέντρα. Λοιπόν «ή άξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται' παν ούν δένδρο μη ποιούν καρπόν καλόν έκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται» (Ματθ. 3,10). Το άκαρπο δέντρο κόβεται και ρίχνεται στη φωτιά. Έτσι κ' εμάς μας περιμένει τσεκούρι και φωτιά, τιμωρία μεγάλη. τι υπολείπεται; Να προσπέσουμε στην Παναγία μας σήμερα και να πούμε- Παναγία Δέσποινα, συ πού είσαι το καρποφόρο δέντρο, ή χαρά των αγγέλων και το εγκαλλώπισμα της ανθρωπότητας, βοήθησε κ' εμάς να γίνουμε πάλι καρποφόρα δέντρα και να ελκύσουμε το έλεος του Ιησού Χριστού. Ον, παίδες Ελλήνων, υμνείτε και υπερυψούτε εις πάντας τους αιώνας• αμήν.

ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΣ
ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΗ ΟΜΙΛΙΑ Η ΟΠΟΙΑ ΕΓΙΝΕ ΣΤΟΝ ΙΕΡΟ ΝΑΟ ΑΓΙΑΣ ΣΚΕΠΗΣ ΠΤΟΛΕΜΑΙΔΑ ΤΗΝ 31-03-1989 ΜΕ ΑΛΛΟ ΤΙΤΛΟ. ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΣΥΝΤΜΗΣΗΣ 01-04-2005

0

Παρασκευή Γ΄ Χαιρετισμῶν «Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἔξ᾿ οὗ τρόφονται πιστοί»

 Ὁ Ἀκάθιστός Ὕμνος, ἀγαπητοί μου, ἔχει 144  στίχους, 144 χαῖρε. Κάθε ἕνας στίχος εἶναι καί ἕνα μαργαριτάρι, ἕνα διαμάντι. Μέ κάθε ἕνα Χαῖρε προσφέρουμε καί ἕνα λουλούδι στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Ἕνα ἀπό αὐτά θά πάρουμε σήμερα νά ὀσφρανθοῦμε καί νά ἀπολαύσουμε τήν εὐωδία του. Ἕνα στίχο θά προσπαθήσουμε νά ἑρμηνεύσουμε σύντομα. Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ᾿ οὗ τρέφονται πιστοί.
  Ὁ ἱερός ὑμνογράφος τῆς Ἐκκλησίας, ἀπευθυνόμενος στήν Παναγία, τήν ἀποκαλεῖ δένδρον καί μάλιστα ἀγλαόκαρπον. Δέντρο πού ἔχει ὡραίους, γλυκεῖς καί χυμώδης καρπούς. Τρῶς καί εὐχαριστιέσαι, τούς ἀπολαμβάνεις.
Ὑπάρχουν ὅμως δύο εἰδῶν δέντρα. Τό ἕνα εἶναι τό φυσικό δέντρο καί τό ἄλλο τό πνευματικό. Τό φυσικό δέντρο εἶναι δῶρο καί εὐλογία τοῦ Θεοῦ στόν ἄνθρωπο. Εἶναι θαυμαστά καί εὐεργετικά τά δέντρα. Εὐεργετικά, γιατί μᾶς δίνουν τούς καρπούς τους, τά φύλλα καί τά ξύλα. Μᾶς τρέφουν, μᾶς θερμαίνουν, μᾶς ἀναπαύουν καί μᾶς δροσίζουν κάτω ἀπό τόν ἴσκιο τους. Πρέπει νά εἴμαστε πολύ εὐγνώμονες στό Θεό γιά τά  δέντρα. Ὅπου ὑπάρχει δέντρο, ἡ ἀτμόσφαιρα εἶναι καθαρή, ἔχουμε πλούσιο ὀξυγόνο. Ὅπου ἔχουμε δέντρα, ἐκεῖ ὑπάρχει ὑγεία καί ὀμορφιά. Δέν εἶναι ὡραία ἡ γυμνή, φαλακρή γῆ.  
Τό θαυμαστό εἶναι ὅτι ἔχουμε διάφορα εἴδη δέντρων: μηλιά, πορτοκαλιά, ἐλιά, ἀχλαδιά, ἀμπέλι καί ἄλλα πολλά. Τό κάθε δέντρο ἔχει κορμό, κλαδιά, φύλλα, ἄνθη καί καρπούς. Ὅλα ἔχουν ρίζες καί τρέφονται ἀπό τήν γῆ. Ἀπό αὐτήν παίρνουν τό ἴδιο νερό καί τά ἴδια συστατικά. Πῶς τώρα στό ἕνα φυτό τά συστατικά γίνονται μῆλα, στό ἄλλο πορτοκάλια, σταφύλια κ.ο.κ; Καί τό ἄλλο θαυμαστό, πῶς αὐτό πού ρουφᾶνε οἱ ρίζες στό ἴδιο δέντρο γίνεται ἄλλο κορμός, ἄλλο φύλα καί ἄλλο καρπός; Ἄς ἔρθει ἡ ἐπιστήμη νά μᾶς τό ἐξηγήσει. Δέν μπορεῖ, εἶναι ἀνεξήγητο. Ἐ, μία ρίζα, ἕνα δέντρο φωνάζει, μαρτυράει καί λέει, ὅτι ὑπάρχει Θεός. Ἄθεοι καί ἄπιστοι, ὅσοι δεν πιστεύετε στό Θεό, φτιᾶξτε ἕνα δέντρο, μία ρίζα, δέν μπορεῖτε!
  Εἶναι αὐτό πού λέει μέσα στό Εὐαγγέλιο, κἄν ἐγώ σιωπήσω, οἱ λίθοι κεκράξονται. Οἱ πέτρες καί τά ξύλα βροντοφωνάζουν, ὅτι ὑπάρχει Θεός.
Ἀλλά ἄς πᾶμε τώρα στό ἄλλο δέντρο, τό πνευματικό. Αὐτό εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ὅπως τό φυσικό δέντρο ἔχει ρίζα, ἔτσι καί ὁ ἄνθρωπος. Ἡ ρίζα ὅμως τοῦ ἀνθρώπου δέν εἶναι στή γῆ, ἀλλά στόν οὐρανό. Ἡ ρίζα πού δίνει χυμό στόν ἄνθρωπο, γιά νά καρποφορεῖ ἔργα ἀγαθά, εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτός εἶναι τό ἄνθος ἐκ τῆς ρίζης Ἰεσσαί, ὅπως ψάλλουμε στίς καταβασίες τῶν Χριστουγέννων. Ὅπου ὑπάρχει αὐτή ἡ ρίζα, ὁ Χριστός, ἐκεῖ βλέπουμε καρπούς, ἀρετές, τούς καρπούς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος εἶναι ἡ ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις , πραότης, ἐγκράτεια.
  Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία εἶναι ἕνα ἀπέραντο δάσος καί δέντρα καρποφόρα οἱ προφῆται, οἱ Ἀπόστολοι, οἱ Μάρτυρες, οἱ Ὅσιοι, ὅλοι οἱ Ἅγιοι, ὅλοι οἱ ἀπ᾿ αἰῶνος χριστιανοί. Τό μεγαλύτερο δέ, τό ὡραιότερο ἀπό ὅλα, τό ἀγλαόκαρπο δέντρο εἶναι ἡ Παναγία, διότι ἔφερε στόν κόσμο τόν πλουσιότερο καί πολυτιμότερο καρπό, τόν Χριστό, πού εἶναι ὁ οὐράνιος ἄρτος, ἡ τροφή τοῦ παντός κόσμου.
  Τώρα νά ρωτήσουμε, ἐμεῖς τί εἴμαστε; Εἴμαστε δέντρα καρποφόρα; Ἄς ἐξετάσουμε τούς ἑαυτούς μας. Ποῦ εἶναι οἱ καρποί μας; Ποῦ εἶναι ἡ πίστη μας; Τίφανερώνει ἡ ζωή μας; Ποῦ εἶναι ἡ ἀγάπη μας; Γιατί τόσο μίσος ἀκόμη καί μεταξύ τῶν συγγενῶν; Ποῦ εἶναι ἡ χαρά; Ὅλοι μελαγχολοῦν. Γεμᾶτες οἱ καρδιές μας μελαγχολία, ἆγχος καί ἀγωνία.
Καταντίσαμε δέντρα ἄκαρπα καί ὡς ἄτομα καί ὡς οἰκογένειες. Ποῦ εἶναι οἱ καρποί τοῦ γάμου, ἡ τεκνογονία; Ἁμαρτία, ναί, μεγάλη. Πολύ διαδεδομένα τά σαρκικά παραπτώματα, περιορισμένη ὅμως στό ἐλάχιστο ἡ γέννηση τῶν παιδιῶν. Τά νοσοκομεῖα καί οἱ κλινικές ἔγιναν σφαγεῖα. Οἱ γιατροί μετατράπηκαν σέ σφαγεῖς. Οἱ γονεῖς δολοφόνοι τῶν παιδιῶν τους, σκοτώνουν μέ ἐλαφρᾷ τῇ καρδίᾳ τά ἴδια τους τά παιδιά. Ἐγίναμε δέντρα ἄκαρπα. Μόνο τό κακό κάνουμε. Ἡ πατρίδα μας, παλαιότερα εὐλογημένο δέντρο, τώρα μαραζώνει. Κατάντησε ἕνα ἄκαρπο γερασμένο δέντρο.
  Τί θά γίνει, ἐδῶ πού φτάσαμε; Ἐμένα ρωτᾶτε; Νά ρωτήσουμε τόν Τίμιο Πρόδρομο, ὅπως τόν ρώτησαν τότε οἱ γραμματεῖς καί οἱ φαρισαῖοι. Οἱ σαδδουκαῖοι, οἱ διανοούμενοι, οἱ στρατιωτικοί καί οἱ ἁπλοῖ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Σᾶς φύτεψε ὁ Θεός, τούς εἶπε, γιά νά φέρετε καρπό, μά ἐσεῖς γίνατε ἄκαρπα δέντρα. Νά τώρα, τό τσεκούρι βρίσκεται στή ρίζα τῶν δέντρων. Κάθε δέντρο, πού δέν κάνει καλό καρπό, τό κόβουν καί τό ρίχνουν στή φωτιά. Ἔτσι κι᾿ ἐμᾶς μᾶς περιμένει τσεκούρι καί φωτιά. Δηλαδή μεγάλη τιμωρία καί φοβερή κόλασις.
  Ἕνα πρᾶγμα ὑπολείπεται νά κάνουμε. Νά πέσουμε στά γόνατα. Νά πέσουμε μπροστά στήν Παναγία καί νά τήν θερμοπαρακαλέσουμε, αὐτή πού εἶναι τό δένδρον τό ἀγλαόκαρπον, τό ἐγκαλλώπισμα ὅλης τῆς οἰκουμένης, νά βοηθήσει κι᾿ ἐμᾶς νά γίνουμε δέντρα καρποφόρα. Ἀπό ἄγρια ξύλα καί ἄκαρπα πού εἴμαστε, νά ἐμβολιαστοῦμε μέ τό ἐμβόλιο τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ. Νά ἑλκύσουμε πάνω μας τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ, γιά νά κάνουμε καρπούς σωτηρίας. Ἀμήν.-

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...