Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή, Μαρτίου 18, 2022

π. Αθανάσιος Μυτιληναίος, Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, η θεολογία του και η σημασία αυτής.

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Β΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ

Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μακαριστού γέροντος Αθανασίου Μυτιληναίου με θέμα:

«Ο ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ,

Η ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΑΥΤΗΣ»

                [εκφωνήθηκε στην Ιερά Μονή Κομνηνείου Λαρίσης στις 22-3-1981]

Β45                                        

     Σήμερα η Εκκλησία μας, αγαπητοί μου, δευτέρα Κυριακή των Νηστειών, εορτάζει τη μνήμη του μεγάλου πατρός και θεολόγου του 14ου αιώνος, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, αρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης.

    Εάν η Κυριακή της Ορθοδοξίας, που εορτάσαμε την περασμένην Κυριακήν, είναι η εορτή κατά την οποίαν οι Πατέρες της Εκκλησίας μας, στην 7η Οικουμενική Σύνοδο έδειξαν ότι ο Υιός του Θεού αληθινά έγινε άνθρωπος, για να θεωθεί ο άνθρωπος, αυτό με τη σημερινή Κυριακή και την προβολή του μεγάλου προσώπου και αγίου, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, που δεν είναι βεβαίως σήμερα η κανονική του μνήμη, αλλά η προβολή του, ως θεολόγου και μαχητού υπέρ της Ορθοδοξίας, με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά έγινε αυτό πολύ σαφές· διότι ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ηγωνίσθη ως μοναχός και ως επίσκοπος, ακριβώς να δείξει ότι είναι δυνατόν αυτό να γίνει.

    Ποιο; Αυτό που η 7η Οικουμενική Σύνοδος ήδη είχε θεμελιώσει: ότι ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο ἵνα ἡ σάρξ γένηται λόγος. Αυτό που όλοι οι Πατέρες της  Εκκλησίας μας, σε μια ολοσύμφωνη γραμμή ετήρησαν μέσα στη διαδρομή της Εκκλησίας: ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος, για να γίνει ο άνθρωπος ΘεόςΚαι δύο μεγάλες Οικουμενικές Σύνοδοι, που έγιναν στην Κωνσταντινούπολη το 1341 και το 1351, κατοχύρωσαν αυτήν την μεγάλη αλήθεια. Είναι οι τελευταίες μεγάλες Σύνοδοι που έγιναν στην Κωνσταντινούπολη, που έγιναν στην Ανατολή, 100 χρόνια πριν πέσει η Κωνσταντινούπολις και η Ανατολή πια βρίσκεται κάτω από την κυριαρχία αλλοθρήσκων. Αλλά όμως, θείω Πνεύματι, έγιναν αυτές οι δύο Σύνοδοι και ενεφανίσθη αυτός ο Άγιος μεγάλος πατήρ, ο οποίος και  προκάλεσε τας Συνόδους, σημειώσατέ το αυτό, εξ αφορμής της Δύσεως, η οποία υπεστήριζε τα εναντία, στο πρόσωπο του Βαρλαάμ, ότι δεν είναι δυνατόν ο άνθρωπος να φθάσει στη θέωση, και θα δούμε τι ακριβώς σημαίνει αυτό, ο άγιος αυτός πατήρ που τόσο ηγωνίσθη, με τας Συνόδους αυτάς έθεσαν το θεμέλιον της Ανατολής, της Ορθοδόξου Ανατολικής Θεολογίας,ώστε όταν θα ήρχοντο τα μεγάλα κύματα της Δύσεως να την καταποντίσουν, αυτή να είναι θεμελιωμένη.

    Το κύριο πρόβλημα που απησχόλησε τότε, κατά τον 14ον αιώνα, ήταν το εξής: Ποιος είναι ο βασικός χαρακτήρ της Χριστιανικής υπάρξεως. Ποιες είναι οι δυνατότητες του ανθρώπου να φθάσει πού; Αυτό ήταν το πρόβλημα. Βεβαίως δεν ήταν πρόβλημα. Το θέμα αυτό ήδη είχε τεθεί από την πρώτη στιγμή που ιδρύθηκε και φανερώθηκε και κηρύχθηκε η Εκκλησία εις τον κόσμον. Όλοι οι αρχαίοι Πατέρες ήδη είχαν δώσει τη γραμμή πλεύσεως. Ποιες ακριβώς είναι οι δυνατότητες του ανθρώπου ως Χριστιανού, να φθάσει πού; Αλλά επειδή όμως προεκλήθη θέμα κατά τον 14ο αιώνα, εξ αφορμής του εκ Καλαβρίας της Δύσεως Βαρλαάμ, ο οποίος Βαρλαάμ εξεπροσώπευε τη Δύση και η οποία Δύσις επίστευε ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να φθάσει σε μεγάλα μέτρα, προεβλήθη το θέμα ως πρόβλημα. Το υπεστήριξε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς και το επεκύρωσαν αυτές οι δύο τοπικές μεγάλες Σύνοδοι εις την Κωνσταντινούπολιν το 1341 και το 1351.

    Το θέμα λοιπόν ήταν οι δυνατότητες του ανθρώπου πού φθάνουν; Τι μπορεί να γίνει ο άνθρωπος; Και απάντησε ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Να θεωθεί!». Είναι η θέωσις. Τι σημαίνει θέωσις; Σημαίνει την κοινωνία, την προσωπική κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό. Αυτό βέβαια επήρε διαστάσεις προβλήματος για τον εξής λόγο. «Θεώνομαι» που είναι μία λέξις καθαρά Ελληνική, και που δεν μπόρεσε να μεταφραστεί σε καμία γλώσσα, ούτε σε αυτήν την Λατινικήν, και μένει μία λέξις μοναδική στη γλώσσα μας και σε όλες τις γλώσσες του κόσμου, αν έπρεπε να μιλήσει ο Λατίνος ή ο Γερμανός ή ο Κινέζος θα έλεγε τη λέξη Ελληνικά, «θέωσις», είναι η θεοποίησις του Μεγάλου Αθανασίου και του Μεγάλου Βασιλείου. Το να γίνει ο άνθρωπος ΘεόςΚαι να έχει ο άνθρωπος μια κοινωνία με τον Θεό κατά έναν μοναδικό τρόπο.

    Ετέθη όμως το εξής ερώτημα: Είναι δυνατόν αυτό; Εφόσον ο Θεός είναι ακατάληπτος και «φῶς οἰκῶν ἀπρόσιτον(:που κατοικεί σε φως απρόσιτο)»[Α’ Τιμ.στ΄16], πώς είναι δυνατόν ο άνθρωπος να φθάσει μέσα στην περιοχή του Θεού και να θεωθεί; Οι ίδιοι πάλι Πατέρες υπεστήριξαν ότι ο Θεός είναι ακατάληπτος και απρόσιτος. Όμως, εδώ ήταν τώρα η μεγάλη προσφορά του αγίου πατρός, η οποία, σημειώσατε, ότι δεν είναι πρωτοφανής. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς στηρίζεται σε δύο στερεά θεμέλια·και τα οποία τον καθιστούν ορθοδοξότατο. Και πάντα που θα ήθελε να θεολογήσει, εάν μείνει στα δύο αυτά θεμέλια, θα μείνει ορθόδοξος. Είναι η βιβλική Ιστορία και οι Πατέρες της Εκκλησίας ως ερμηνείς της βιβλικής Ιστορίας. Ο άγιος Γρηγόριος μένει στα γεγονότα της βιβλικής Ιστορίας. Μένει σ’ αυτήν την Ιστορία. Μένει σ’ αυτήν την Ενανθρώπηση. Μένει στην Σταύρωση του Χριστού, στην Ανάστασή Του, στην Ανάληψή Του, στη Μεταμόρφωσή Του. Παίρνει το γεγονός της Μεταμορφώσεως· υπογραμμίζω, παίρνει το γεγονός της Μεταμορφώσεως. Δεν αλληγορεί τίποτα. Παίρνει καθ’ αυτά τα γεγονότα. Και τα θεολογεί. Τα θεολογεί όμως με μια θεολογία πατερική. Όπως οι Πατέρες κατενόησαν και προσωπικά έζησαν τη βιβλική Ιστορία. Αυτά είναι τα δυο θεμέλια της Ορθοδοξίας. Και όποιος μιλάει επάνω σ’ αυτά τα δύο θεμέλια και στηρίζεται, ποτέ δεν πέφτει έξω. Είναι δε ο άγιος Γρηγόριος ορθοδοξότατος.

    Έρχεται λοιπόν τώρα να μας πει η Δύσις· η οποία εκπροσωπεί αν θέλετε, τη λογική κατανόηση, τη φιλοσοφική τοποθέτηση, την αριστοτελική ειδικότερα: Πώς μπορεί ο άνθρωπος να φθάσει μέσα στο μυστήριο του Θεού, του ακατάληπτου, ακατανοήτου και απροσίτου και να θεωθεί; Και λέγει ο άγιος ΓρηγόριοςΕάν υπάρξει μία διάκρισις της ουσίας του Θεού και των ενεργειών του Θεού· ο Θεός ως ουσία πράγματι είναι ακατανόητος, απερίγραπτος και απρόσιτοςΠοτέ η ουσία του Θεού δεν έρχεται σε επαφή  με τη Δημιουργία. Ο Θεός μόνον τον Υιό γεννά ως ουσίαΤον κόσμον τον δημιουργεί με τας ενεργείας Του. Αυτό ήτο η μεγάλη προσφορά του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά.

    Τώρα βέβαια σας φαίνονται δύσκολα αυτά, θα δείτε όμως τώρα τι θα βγει. Γι’ αυτό σας παρακαλώ μην κλείνετε τα μάτια σας, αλλά να ακούτε και να βλέπετε. Γιατί κάποτε πρέπει να μπαίνουμε στα βαθιά νερά και να μαθαίνουμε σε αυτά κολύμπι. Παρακαλώ, κοιτάξτε. Πώς ακριβώς γίνεται αυτή η διάκρισις; Γίνεται μια δίακρισις χωρίς μερισμόΔιακρίνουμε τις ενέργειες του Θεού από την ουσία του Θεού, χωρίς να χωρίσουμε όμως τις ενέργειες του Θεού από την ουσία του Θεού. Γιατί οι ενέργειες του Θεού είναι άκτιστες και συνεπώς είναι ο Θεός. Όπως ακριβώς είναι ο ήλιος με την ακτινοβολία του. Ο ήλιος, όπως τον βλέπουμε, είναι απρόσιτος. Ποιος μπόρεσε ποτέ να πάει στον ήλιο; Και να τον πιάσει; Είναι απρόσιτος. Είναι όμως προσιτός με την ακτινοβολία του, με την ενέργεια της ακτινοβολίας του. Ακούστε τι είπα: με την ενέργεια της ακτινοβολίας του. Τον ήλιο τον έχουμε εδώ, τον έχουμε στη γη. Μας φωτίζει, μας ζωογονεί, τον βλέπουμε, χωρίς όμως να μπορούμε να πάμε στον ήλιο. Κατά παρόμοιο τρόπο είναι η ουσία του Θεού με τις ενέργειές Του.

    Όταν λέμε λοιπόν ότι θα ζήσουμε ή θα δούμε τον Θεό από την παρούσα ζωή…ποιος μπορεί να δει τον Θεό; Λέγει η Γραφή: «Θεὸν οὐδεὶς ἑώρακε πώποτε». Όταν όμως λέμε ότι μπορούμε να δούμε τον Θεό από την παρούσα ζωή αυτό σημαίνει ότι ο Θεός γίνεται φανερός με τις ενέργειές Του. Αλλά πώς γίνεται με τις ενέργειές Του; Έτσι είναι ένα λεκτικό πράγμα; Απλώς σαν κουβέντα; «Όχι», απαντά ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, «είναι μια οντολογική παρουσία του Θεού, εις τας ενεργείας Του, όχι στην ουσία Του»·η οποία είναι πράγματι ακατάληπτος και απρόσιτος. Και συνεπώς μπορώ να δω τον Θεό. Τον Θεό να δεις; Μπορώ να δω τον Θεό πρόσωπον προς πρόσωπον. Και βλέποντας τον Θεό πρόσωπον προς πρόσωπον, από την παρούσα ζωή, θεώνομαι.

    Αυτό το «Μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται» είναι η βάσις η ευαγγελική. Λέγει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος- ακούστε επιχείρημα: «Ποιοι είναι οι καθαροί στην καρδιά; Εκείνοι που είναι, αυτοί θα δουν τον Θεό. Εσύ λες ότι θα δεις τον Θεό στην άλλη ζωή. Μα στην άλλη ζωή, δεν υπάρχει η δυνατότητα να καθαρίσεις την καρδιά σου, για να δεις τον Θεό». Είδατε επιχείρημα; Εδώ είναι η δυνατότητα να καθαρίσεις την καρδιά σου, για να δεις τον Θεό. Συνεπώς εδώ θα δεις τον Θεό· εδώ, στην παρούσα ζωή.

    Αλλά αυτό τι συνέπιες έχει; Έχει τις εξής συνέπειες αγαπητοί μου. Απλώς τον 14ο αιώνα αυτό διετυπώθη ως δόγμαΉταν πάντοτε γνωστό. Δεν ήταν κάτι καινούριο. Γιατί, σας είπα, ήταν η προσωπική εμπειρία των Πατέρων της Εκκλησίας και των αγίων της Εκκλησίας: ότι (εδώ προσέξτε) ότι η πνευματική ζωή δεν εξαντλείται στη μετάνοια, αλλά επεκτείνεται στην αναγέννηση. Πραγματικά πώς το λέμε αυτό; Να πώς το λέμε. Να δείτε πόσο σήμερα έχει βασική σημασία η προβολή του προσώπου του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και της Θεολογίας του. Σήμερα λέμε «να μετανοήσεις» και μόλις μετανοήσω και πάω και εξομολογηθώ, έχω την αίσθηση μιας αυτάρκειας, ότι τελείωσα. Αφού πήγα και εξομολογήθηκα, επισφραγίζω την εξομολόγησή μου και με τη Θεία Κοινωνία και τελείωσα. Τελείωσες; Εξαντλείται η πνευματική ζωή στο να μετανοήσεις μόνο; Η πνευματική ζωή πάει πέρα από τη μετάνοια. Είναι στην αναγέννηση. Γι’αυτό λέγει ο άγιος Νικόδημος πολύ σωστά..- ξέρετε ότι στην εμπειρία αυτή έχουμε πάντα τους αγίους, στον άγιο Νικόδημο, στον άγιο Νεκτάριο, που είναι της εποχής μας κι συγχρόνους αγίους, που ίσως ακόμη η Εκκλησία δεν τους ανεκήρυξε, ίσως ποτέ να μην τους ανακηρύξει, δεν έχει σημασία, άγνωστοι άνθρωποι, ζουν αυτήν την εμπειρία.

     Προσέξατε. Λέγει ο άγιος Νικόδημος: «Όταν κάποιος που πεθαίνει, μας φωνάξουν να τον εξομολογήσουμε και να τον κοινωνήσουμε, πηγαίνουμε εκ καθήκοντος, γιατί μας το ζήτησαν. Δεν ξέρουμε όμως αν αυτός ο άνθρωπος θα σωθεί. Απλούστατα γιατί αφήσαμε να περάσει η ζωή μας και νομίσαμε ότι προς το τέλος της ζωής μας… κι αυτό το λάθος κάνουμε, ότι θα αφήσουμε να μετανοήσουμε στο τέλος. Δεν είναι η μετάνοια που θα μας σώσει. Η αναγέννηση. Είναι η αναγέννηση. Άφησες τη μετάνοια αδελφέ μου να περάσει η ζωή σου και τότε να μετανοήσεις είπες. Είσαι σίγουρος ότι θα γεράσεις; Είσαι σίγουρος ότι δεν θα έχεις αιφνίδιο θάνατο; Έστω. Αλλά πότε θα προλάβεις να αναγεννηθείς; Πότε θα προλάβεις;».

   Γι’ αυτό τον λόγο πάμε και ερχόμαστε στην εξομολόγηση, πάμε και ερχόμαστε χρόνια ολόκληρα, νομίζοντες ότι δυνάμεθα να περιοριζόμεθα σε μια ανανέωση της μετάνοιας και όχι σε μία αναγέννηση. Αυτό για όλους μας είναι ένα δυστύχημα. Και πρέπει να σας πω ότι σήμερα ακριβώς αυτό κάνουμε. Γι’ αυτόν τον λόγο μας φαίνεται πολύ μακρινή η θεολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά σήμερα. Μέχρι σήμερα η Δύσις δεν τον έχει κατανοήσει τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά. Και επειδή σήμερα δυτικίζουμε και όλο δυτικίζουμε, όχι μόνο στον πολιτισμό αλλά και στο θρησκευτικόν αίσθημα και συνεχώς δυτικίζουμεολοένα απομακρυνόμαστε από την θεολογία του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, δηλαδή από τη θεολογία της αναγεννήσεως, από τη θεολογία της θεώσεως. Να μπορούμε πραγματικά να φθάσουμε σε εκείνα τα μέτρα.

    Και σήμερα, ξέρετε τι αίσθημα έχουμε; Έχουμε το εξής αίσθημα. Και εγώ που σας ομιλώ αγαπητοί μου. Όλοι μας είμεθα παιδιά της εποχής μας και όλοι βρισκόμαστε κάτω από την ίδια νοοτροπία. Έχουμε το εξής αίσθημα: ότι αυτοί οι άγιοι με τη θεολογία τους, που δεν είναι παρά η ευαγγελική θεολογία, όπως την ερμηνεύουν οι Πατέρες και την κατανοούν και τη ζουν, σας είπα, προϊόν και της προσωπικής τους εμπειρίας, το υπογραμμίζω αυτό, ως να είναι αυτά στην κορυφή του Ολύμπου και εμείς να είμαστε στην πεδιάδα και να βλέπουμε και να λέμε «και πώς ανεβαίνει κανείς τώρα εκεί πάνω; Απρόσιτες κορυφές». Αυτό όμως είναι ένα δυστύχημα. Είναι δυστύχημα γιατί αυτά τα πράγματα αφορούν σε αυτήν τη σωτηρία μας.

    Γι’ αυτό τον λόγο, μου φαίνεται, ένα πρώτο βήμα, ένα πρώτο στάδιο που πρέπει να κινήσουμε, είναι να προβάλλουμε τα πράγματα, να προβάλλουμε τους αγίουςπου τόσο πολύ αγωνίστηκαν, όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς· με τη θεολογία του-δεν είναι καινούρια θεολογία, το ξαναλέγω, είναι η βιβλική και η πατερική, αλλά απλώς την έκανε σαφή και την προέβαλε, επειδή υπήρξαν αφορμές. Πρέπει αυτά να προβάλλονται. Και η Εκκλησία μας προσπαθεί να το κάνει αυτό. Η Εκκλησία μας, βλέπετε, προβάλλει την Κυριακή την Α΄ των Νηστειών, την Ορθοδοξία. Και γιορτάζει τον εαυτόν της, την ορθοδοξότητά της. Προβάλλει την Β΄ Κυριακή τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, για να δείξει ότι εκείνο το οποίον τότε αγωνίστηκε, εκατόν-τόσα χρόνια εις την 7η Οικουμενικήν Σύνοδο να διασώσει και την ανθρώπινη φύση του Θεού Λόγου, έρχεται τώρα ο άγιος Γρηγόριος να μας πει ότι αυτό είναι δυνατό: το ότι μπορεί τώρα ο άνθρωπος, αφού ο Θεός έγινε άνθρωπος, ο άνθρωπος μπορεί να γίνει Θεός.

     Γι’ αυτό, αγαπητοί, κατακλείοντες, θα σας έλεγα, μη μένομε στα στενά όρια μιας ανεπαρκεστάτης και στοιχειωδεστάτης μετανοίας. Μια μετάνοια χωρίς δάκρυα πολλές φορές· χωρίς δάκρυα, χωρίς συναίσθηση, από μια συνήθεια πάμε να πούμε τις αμαρτίες μας και τίποτε άλλο. Να ήταν τουλάχιστον και της προκοπής η μετάνοιά μας! Να ήταν της προκοπής! Θα άξιζε ο κόπος. Ούτε αυτή δεν είναι της προκοπής. Γιατί; Γιατί απλούστατα δεν έχουμε μπροστά μας, στον οπτικό μας ορίζοντα, την αναγέννησηΑν  έχουμε στον οπτικό μας ορίζοντα την αναγέννηση, τότε θα δούμε ότι η μετάνοια είναι ένα μεταβατικό στάδιο. Βέβαια πρέπει να μετανοούμε σε όλη μας τη ζωή, γιατί είμαστε άνθρωποι και πέφτουμε. Αλλά αν το θέλετε, στη ζωή των μεγάλων αγίων, δεν έχουμε πια μετάνοια. Παρά το ότι αυτοί έλεγαν «άστε με να μετανοήσω ακόμη», όπως έλεγε ο άγιος Σισώης. «Άστε με να μετανοήσω.» Και είχε λάμψει ολόκληρος. Όμως, όπως λέγει και ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος «αυτός που μπήκε στην αναγέννηση και στη θέωση, δεν έχει ανάγκη πλέον ούτε της μετανοίας, ούτε καν των δακρύων. Δεν είναι πλέον η περιοχή της μετανοίας, αλλά της θεολογίας». Είναι μεγάλο πράγμα αυτό. Ε, αυτή λοιπόν η προοπτική, αυτός ο οπτικός ορίζων, έχει χαθεί από τα μάτια μας. Κι έχει μείνει μπροστά μας μόνον η μετάνοια. Γιατί νομίζουμε ότι το παν είναι η μετάνοια. Την αφήνουμε κι αυτή και ατονεί, γιατί είναι ίδιον του ανθρώπου να μη θέλει να φθάνει στο τέλος. Αλλά λέει: «Δέκα είναι;». Να σας το πω με ένα μικρό παράδειγμα. Όλοι το παθαίνουμε. «Τι ώρα τελειώνει η Εκκλησία; Εννιά; Ε, θα πάω 8.30. Δέκα; Θα πάω 9.30. Τελειώνει δώδεκα; Θα πάω 11.30». Αυτό παθαίνουμε. Λέμε «η μετάνοια, ε, ας είναι και λιγάκι πιο εδώ, δεν πειράζει». Ας προβάλλουμε, ξαναλέω άλλη μια φορά, στον οπτικό μας ορίζοντα όλο το μέγεθος του μυστηρίου της σωτηρίας μας·που είναι η αναγέννησις του ανθρώπου, που προεβλήθη τόσο δυνατά από τον άγιο πατέρα, τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και που η Εκκλησία μας προβάλλει κάθε δεύτερη Κυριακή των Νηστειών                   

                ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ

    και με απροσμέτρητη ευγνωμοσύνη στον πνευματικό μας καθοδηγητή

              μακαριστό γέροντα Αθανάσιο Μυτιληναίο,

μεταφορά της απομαγνητοφωνημένης ομιλίας σε ηλεκτρονικό κείμενο και επιμέλεια: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος

ΠΗΓΕΣ:ΕΔΩ

·       Απομαγνητοφώνηση ομιλίας δια χειρός του αξιοτίμου κ. Αθανασίου Κ.

·       http://www.arnion.gr/mp3/



Π

Σάββατο, Μαρτίου 12, 2022

ΚΥΡΙΑΚΗ Α΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ (ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ)

 

Τό Συνοδικό τῆς Ὀρθοδοξίας πού ἀκοῦμε τήν Α΄ Κυριακή τῶν Νηστειῶν ἐκφράζει τήν πεποίθηση τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας ὅτι ἡ ἴδια βρίσκεται στόν κόσμο ὄχι σάν ἕνας κλῶνος στό δένδρο τοῦ Χριστιανισμοῦ, ὅπως πιστεύουν διάφοροι αἱρετικοί, ἀλλά σάν τό ἴδιο τό δένδρο, ἡ προέκταση κατ’ ἀλήθειαν τοῦ Κυρίου, «ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰῶνας» (ἱερός Αὐγουστίνος).

 «Οἱ προφῆται ὡς εἶδον, οἱ Ἀπόστολοι ὡς ἐδίδαξαν, ἡ Ἐκκλησία ὡς παρέλαβεν, οἱ Διδάσκαλοι ὡς ἐδογμάτισαν, ἡ Οἰκουμένη ὡς συμπεφώνηκεν, ἡ χάρις ὡς ἔλαμψεν… ὁ Χριστός ὡς ἐβράβευσεν. Οὕτω φρονοῦμεν, οὕτω λαλοῦμεν, οὕτω κηρύσσομεν Χριστόν τόν ἀληθινόν Θεόν ἡμῶν…». «Αὕτη ἡ πίστις τῶν Ἀποστόλων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Πατέρων, αὕτη ἡ πίστις τῶν Ὀρθοδόξων, αὕτη ἡ πίστις τήν Οἰκουμένην ἐστήριξεν».

1. Ἡ πεποίθηση αὐτή σημαίνει πρῶτα ἀπό ὅλα ὅτι ἄν θέλει κανείς νά ἔχει ὀρθή σχέση μέ τόν Χριστό, ἄν θέλει νά Τόν δεῖ ἀνόθευτα καί γνήσια, πρέπει νά ἐνταχτεῖ στό σῶμα της, νά γίνει μέλος της, νά βαπτιστεῖ ὀρθόδοξος χριστιανός. Διότι  Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κρατάει στέρεημέ ἱστορικά στοιχεῖα καί ἀποδείξεις ἀλλά καί χαρισματικά μέ τό πλῆθος τῶν ἁγίων τηςτήν ἀληθινή εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ καί τήν φανερώνει στόν κόσμο μέ σύνολη τή ζωή τηςΚι αὐτό σημαίνει ὅτι ὁ χριστιανός δέν ἔχει δική του πίστη καί κοσμοθεωρία. Ἡ πίστη του εἶναι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας, τῆς ὁποίας ὁ ἴδιος (πρέπει νά) εἶναι συνειδητό μέλος. Ἄν ἐνδεχομένως διαφοροποιηθεῖ καί θελήσει νά ἔχει δική του πίστη, τότε παύει αὐτομάτως νά ἀνήκει καί στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, γιά τόν ἁπλούστατο λόγο ὅτι ἔθεσε τόν ἑαυτό του ὑπεράνω τοῦ ὅλου, τοῦ σώματος - στήν πραγματικότητα κινήθηκε στόν δρόμο τῆς «αὐτοθεοποίησης», ἐπιλέγοντας τό ἐγώ του ὡς κριτήριο πάντων.  

2. Ἔτσι τό βασικό γνώρισμα τοῦ ὀρθοδόξου πιστοῦ εἶναι ἡ ὑπακοή («ἐλάβομεν χάριν καί ἀποστολήν εἰς ὑπακοήν πίστεως» (Ρωμ.1,5) θά ἐπισημάνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος), ἄρα καί ἡ ταπείνωση – ταπείνωση καί ὑπακοή πάντοτε συνυπάρχουν. Γι’ αὐτό καί ἐπανειλημμένως τονίζεται ὅτι ὀρθόδοξος δέν εἶναι τόσο ὁ ἐνάρετος (κι ἴσως ὑπερήφανος), ὅσο ὁ ταπεινός. Κι ἡ ταπείνωση αὐτή κρίνει καί τή γνησιότητα τῆς ὅποιας νομιζομένης ἁγιότητας. Μέ ἄλλα λόγια ὁ θεωρούμενος ἅγιος εἶναι τόσο πιό πολύ ἅγιος, ὅσο εἶναι ἕτοιμος νά ὑπακούει στήν Ἐκκλησία, μέ τήν ὑπάρχουσα ἁγιοπνευματική συνοδική δομή της καί τούς κανονικούς ποιμένες της. Ποτέ κανείς πραγματικά ἅγιος ἄλλωστε δέν ἔθεσε τή δική του ἁγιότητα ὑπεράνω τῆς ἁγιότητας τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό καί δέν εἶναι καθόλου τυχαῖο ὅτι οἱ μεγάλοι σύγχρονοι ἅγιοι Γέροντες, σάν τούς ὁσίους Πορφύριο, Παΐσιο, Ἰάκωβο, Σωφρόνιο, εἶχαν ἔντονο ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί παρέπεμπαν πάντοτε τούς ἀνθρώπους νά ἐνταχτοῦν στήν κανονική ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, μέλη τίμια τῆς ὁποίας ἦσαν καί εἶναι καί οἱ ἴδιοι.

(Ἄς ἀκούσουμε γιά παράδειγμα τόν συγκλονιστικό λόγο τοῦ ὁσίου Πορφυρίου, ἐπαναλαμβάνοντας παρόμοιο λόγο τοῦ ἱεροῦ Χρυσοστόμου: «προτιμῶ νά πλανῶμαι ἐντός τῆς Ἐκκλησίας παρά νά εἶμαι ἅγιος ἐκτός αὐτῆς», ἤ αὐτά πού γράφει ἐκτεταμένα ἐπ’ αὐτοῦ σέ μιά ἐπιστολή του ὁ ὅσιος Σωφρόνιος τοῦ Ἔσσεξ: «Πιστεύω στόν Χριστό. Πιστεύω τόν Χριστό. Εἶμαι δεμένος μέ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἐμπιστεύομαι μόνον τόν Χριστό πού γνώρισα στήν Ἐκκλησία… Ὁ Χριστός, τόν Ὁποῖο μοῦ ἔδωσε ἡ Ἐκκλησία! Δέν καταφρονῶ κανένα μέσο πού συντελεῖ στήν ἕνωσή μου μέ τόν Χριστό. Ἀλλά εἶναι ἄραγε δυνατό νά βροῦμε κάπου ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία σέ μεγαλύτερη ἀφθονία αὐτά τά μέσα; Στήν Ἐκκλησία ἔχω τόν ἐνσαρκωθέντα Θεό μέ τρόπο, ὥστε νά τρῶμε καί νά πίνουμε τόν Θεό, νά ἀναπνέουμε τόν Λόγο Του. Μέ τό ὄνομά Του, τόν Λόγο Του, τή δύναμή Του τελοῦμε τά μυστήρια. Καί τά μυστήρια αὐτά δέν ἀποτελοῦν κάποια ἁπλά μόνο σύμβολα, ἀλλά ἀληθινή πραγματικότητα. Καί ὅλη ἡ πεῖρα αὐτό μαρτυρεῖ τόσο ὁλοφάνερα». Καί σέ ἄλλο σημεῖο τῆς ἐπιστολῆς σημειώνει τά ἑξῆς καταπληκτικά: «Ὁ χριστιανισμός δέν μπορεῖ νά μήν εἶναι ἐκκλησιαστικός, ἄν ἐξετάσουμε προσεκτικά τήν Ἐκκλησία ὡς σῶμα τοῦ Χριστοῦ ἤ ὡς ἱστορικό φαινόμενο, ὡς κοινότητα τῶν χριστιανῶν… Τί εἶναι λοιπόν αὐτό πού μοῦ δίνει ἡ Ἐκκλησία; Τό βάπτισμα, τή μετάνοια, τήν κοινωνία, τήν ἱερωσύνη κλπ. Μέσα ἀπό τήν Ἐκκλησία, σύμφωνα πάντα μέ τό μέτρο τῶν δυνατοτήτων μου, γίνομαι κληρονόμος τῆς πιό μεγαλειώδους παραδόσεως πού ὑπάρχει στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητας. Διά μέσου τῆς Ἐκκλησίας καί μέσα στήν Ἐκκλησία ζῶ συνεχῶς τήν πιό ζωντανή σχέση μέ τόν Ἰωάννη τόν Θεολόγο καί τόν Παῦλο καί τούς Ἀποστόλους, μέ τόν Ἀθανάσιο, τόν Βασίλειο καί τούς ἄλλους Πατέρες, μέ τόν Ἀντώνιο καί τον Σισώη, μέ τόν Μακάριο καί τόν Ἰσαάκ, μέ τόν Μάξιμο καί τόν Συμεών τόν Νέο Θεολόγο, μέ τόν Γρηγόριο Παλαμᾶ, τόν Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ. Αὐτοί εἶναι οἱ οἰκεῖοι μου, οἱ συγγενεῖς μου. Τούς παρέλαβα ὅμως στήν ἐκκλησιαστική τάξη. Ἔξω ἀπό τήν Ἐκκλησία ὁ σύνδεσμος μαζί τους ἐξασθενεῖ. Ἔστω καί σέ μικρότερο μέτρο, ζῶ ὅμως τήν ἴδια ζωή μέ αὐτούς. Διά μέσου τῆς Ἐκκλησίας διαμορφώνω στή συνείδησή μου τήν εἰκόνα τοῦ ἀπό ἄπειρη ἀγάπη Ἐσταυρωμένου γιά τίς ἁμαρτίες μας Χριστοῦ. Εἰκόνα πού πάντοτε μέ πρᾶο, ἀλλά ἔντονο τρόπο, ἑλκύει τήν ψυχή μου! Καί νά, ὅλα αὐτά μοῦ δίνουν τή δύναμη νά ὑπομένω πολλά ἀνόητα διεστραμμένα, πού συναντᾶμε στό ἐκκλησιαστικό περιβάλλον»).

3. Εἶναι αὐτονόητο βεβαίως ἔτσι ὅτι ὀρθόδοξος δέν εἶναι ὁ ἁπλῶς ὀρθοδοξολογῶν, ἀλλά ἐκεῖνος πού ζεῖ τήν ὀρθόδοξη πίστη, πού τηρεῖ τό θέλημα τοῦ Οὐράνιου Πατέρα, ἐκεῖνος δηλαδή πού  κ α ί  πιστεύει στόν Χριστό, ἀλλά  κ α ί  ἀγαπᾶ τόν συνάνθρωπό του κατά τήν ἐντολή τοῦ Ἴδιου. Μία ὀρθοδοξολογία χωρίς τήν ἐμψύχωσή της ἀπό τήν ἴδια τή ζωή συνιστᾶ τόν ὁρισμό τῆς ὑποκρισίας καί τῆς πνευματικῆς νέκρας! «Ἡ πίστις χωρίς τῶν ἔργων νεκρά ἐστιν» (Ἰακ. 2, 26). «Πίστις δι’ ἀγάπης ἐνεργουμένη» (Γαλ. 5, 6). Ἡ ἐνεργοποίηση αὐτή τῆς πίστεως διά τῆς ἐν Χριστῶ ἀγάπης καθιστᾶ βεβαίως τόν ἄνθρωπο προέκταση τοῦ Χριστοῦ - ἕνας ἄλλος Χριστός ἐπί τῆς γῆς! Ὄπως τό ἀπεκάλυψε καί τό ὑποσχέθηκε ὁ Ἴδιος: «ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα» (Ἰωάν. 15, 5). Κι ὅπως τό κήρυσσαν καί οἱ Ἀπόστολοι: «Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλ. 2, 20).

4. Κι ἔτσι οἱ ἅγιοί μας πού ἔζησαν καί ζοῦν τήν πίστη δείχνουν τό βάθος τῆς σημασίας καί τῆς ἀποκατάστασης τῶν εἰκόνων - ὅ,τι ἑορτάζουμε ἱστορικά τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας: ἀποκατέστησαν μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τή ζοφωμένη ἀπό τήν ἁμαρτία εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ μέσα τους, γι’ αὐτό καί τιμώντας αὐτούς τόν Χριστό στήν πραγματικότητα τιμοῦμε καί δοξάζουμε. «…Τόν μέν (Χριστόν) ὡς Θεόν καί Δεσπότην προσκυνοῦντες καί σέβοντες, τούς δέ (ἁγίους) διά τόν κοινόν Δεσπότην, ὡς αὐτοῦ γνησίους θεράποντας τιμῶντες, καί τήν κατά σχέσιν προσκύνησιν ἀπονέμοντες» κατά τή διατύπωση καί πάλι τοῦ Συνοδικοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας ἀποτελεῖ ἑορτή ὄχι γιά θριαμβολογίες ἀλλά γιά πρόκληση προβληματισμοῦ πάνω στήν ποιότητα καί τῆς δικῆς μας πίστεως: ἄν πορευόμαστε μέ γνώμονα τήν ἀληθινή πίστη τοῦ Χριστοῦ ἤ ἄν τήν ἀλλοιώνουμε μέ ξένα πρός αὐτήν στοιχεῖα. Κι ὁ Κύριος ὑπῆρξε ἀπόλυτος στό σημεῖο αὐτό: «ὁ μή ὤν μετ’ ἐμοῦ κατ’ ἐμοῦ ἐστι, καί ὁ μή συνάγων μετ’ ἐμοῦ σκορπίζει» (Ματθ. 12, 30). Ἤ μαζί Του ἤ δυστυχῶς ἐναντίον Του!

 

Παρασκευή, Μαρτίου 11, 2022

A΄ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ


 «Ἀνοίξω τό στόμα μου καί πληρωθήσεται Πνεύματος καί λόγον ἐρεύξομαι τῇ βασιλίδι Μητρί, καί ὀφθήσομαι φαιδρῶς πανηγυρίζων καί ἄσω γηθόμενος ταύτης τά θαύματα» (εἰρμός ὠδῆς α΄ κανόνος Ἀκαθίστου Ὕμνου).  

(Θά ἀνοίξω τό στόμα μου καί θά γεμίσει ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, καί θά πῶ λόγο γιά τή βασίλισσα Μητέρα, καί θά φανῶ φαιδρός πανηγυριστής καί θά τραγουδήσω μέ χαρά τά θαύματά της).

Ὁ ἅγιος ὑμνωδός, ὡς στόμα τῆς Ἐκκλησίας καί δικό μας, μᾶς λέει ὅτι θά μιλήσει, θά φωνάξει γιά τήν Παναγία, πού εἶναι ἡ βασίλισσα Μητέρα, πού σημαίνει καταρχάς ὅτι ὁ λόγος του δέν ἐκφράζει μόνο τά δικά του συναισθήματα καί τήν προσωπική του πίστη, ἀλλά τήν πίστη καί τά συναισθήματα ὅλων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας – στήν Ἐκκλησία δέν ὑπάρχει τίποτε ἄλλωστε ἀτομικό.

 Καί τί θά πεῖ γιά τήν Παναγία; Τί λόγο θά ἐκφράσει τό στόμα του πού ’ναι καί λόγος δικός μας; Ὄχι βέβαια κάποιον πρόχειρο λόγο - ὅ,τι συνήθως ταιριάζει στίς πονηρίες τοῦ κόσμου τούτου τοῦ ἀπατεώνα. Ἀλλ’ οὔτε καί κάποιον ἀνθρώπινο στοχασμό, ὅσο σοφός κι ἄν εἶναι αὐτός - ὅ,τι διατυπώνει μία φιλοσοφία ἤ μία ἰδεολογία, τίς ὁποῖες κατήργησε ὁ ἀποκαλυμμένος λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ λόγος του, σημειώνει, θά εἶναι λόγος τοῦ ἁγίου Πνεύματος. «᾽Ανοίξω τό στόμα μου καί πληρωθήσεται Πνεύματος». Αὐτό πού ἐν Πνεύματι λέει ὁ προφητάναξ Δαβίδ: «Κύριε τά χείλη μου ἀνοίξεις καί τό στόμα μου ἀναγγελεῖ τήν αἴνεσίν σου» (Κύριε θά ἀνοίξεις τά χείλη μου και τό στόμα μου θά Σέ δοξολογήσει), τό ἴδιο ἐν Πνεύματι ἐκφράζει καί ὁ ἅγιος ὑμνογράφος. Διότι κανένα πρόσωπο δέν εἶναι περισσότερο αἰνετό ἀπό τούς ἁγίους μας πέραν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Κι αὐτό θά πεῖ ὅτι μόνον ὁ ἐμφορούμενος ἀπό τό ἅγιον Πνεῦμα μπορεῖ νά δεῖ ὀρθά καί νά μιλήσει σωστά γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο. Θά ἔλεγε κανείς ὅτι μόνον ἕνας προφήτης ἤ ἕνας ἀπόστολος ἔχει τό δικαίωμα νά ἐκφέρει λόγο γιά τήν Παναγία.

Αἰτία γι’ αὐτό εἶναι τό γεγονός ὅτι  ἡ Παναγία, μόνη Αυτή ὡς τό ὡραιότερο ἄνθος ἀπό ὅλη τήν ἀνθρωπότητα, χαριτώθηκε ἀπό τόν Θεό νά γίνει ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου, ὁπότε ἡ θέα της ἀποκαλύπτει καί τήν πίστη γιά τόν Υἱό καί Θεό της – συνθεωρούνται πάντοτε ὁ Κύριος Ἰησοῦς καί ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, γι’ αὐτό καί μόνο τά μετασκευασμένα ἀπό τό Ἄγιον Πνεῦμα μάτια τήν βλέπουν σωστά, ὅπως παρομοίως συνέβη καί μέ τήν ἐξαδέλφη της Ἐλισάβετ, μητέρα τοῦ Προδρόμου, μετά τόν Εὐαγγελισμό Της. «Ἐπλήσθη Πνεύματος ἁγίου ἡ Ἐλισάβετ καί ἀνεφώνησε φωνῇ μεγάλῃ καί εἶπε: Εὐλογημένη σύ ἐν γυναιξί». Πρέπει νά εἶσαι πνευματοφόρος πιά γιά νά δεῖς τήν Παναγία ὡς Παναγία.

Ἀπό τήν ἄποψη αὐτή μπροστά στή Μοναδική κρίνεται ἡ ποιότητα τῆς χριστιανικῆς μας συνειδήσεως - ἀποκαλυπτόμαστε ὀρθόδοξοι ἤ αἱρετικοί. Η Παναγία συνιστᾶ κριτήριο ὀρθοδοξίας. Ὅσοι λοιπόν τήν παραθεωροῦν ἤ  πολύ περισσότερο τήν ὑβρίζουν(!), σάν τούς Γιεχωβάδες γιά παράδειγμα, δέν ἀπέχουν πολύ ἀπό τή θέση τῶν ᾽Ιουδαίων τῆς ἐποχῆς τοῦ Κυρίου: κι ἐκεῖνοι τήν ἔκριναν μέ τίς πιό ἀκατανόμαστες ὕβρεις. Ἀλλά κι αὐτοί πού ἰσχυρίζονται ὅτι εἶναι μιά ἁπλή γυναίκα, ὅπως ὅλες οἱ ἄλλες, φανερώνουν τήν αἵρεσή τους, σάν τούς αἱρετικούς Προτεστάντες. Αὐτοί πού ὑπερτιμοῦν ἀπό τήν ἄλλη τήν Παναγία ἀναβιβάζοντάς την στό ἐπίπεδο τῆς θεότητος, σάν τούς Ρωμαιοκαθολικούς, φανερώνουν τή δεξιά ἀπόκλιση τῆς πλάνης. Γιά τούς ᾽Ορθοδόξους ὅμως ἡ Παναγία εἶναι αὐτό πού δηλώνει τό ὄνομά της: Παν-αγία, δηλ. ὑπεράνω ὅλων τῶν ἁγίων, μά ἄνθρωπος. Γεμάτη ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, χωρίς ὅμως νά ξεφεύγει ἀπό τά ἀνθρώπινα ὅρια. Στό πρόσωπο τῆς Παναγίας βλέπουμε τήν ἀνθρώπινη προοπτική: νά θεωθοῦμε, ἐννοώντας ὡς θέωση τήν ἕνωσή μας μέ τόν Κύριο, παραμένοντας ὅμως πάντοτε ἄνθρωποι.

Κι ὁ ὑμνογράφος καταλήγει: σ᾽ αὐτήν τήν κατάσταση, πού τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μᾶς δίνει λόγο γιά νά μιλήσουμε γιά τήν Παναγία, χαιρόμαστε καί πανηγυρίζουμε. Δέν μποροῦμε νά θυμηθοῦμε τήν Παναγία καί νά μή φαιδρύνει ἡ ψυχή μας, νά μήν πλησθοῦμε εὐφροσύνης. Γιατί βλέπουμε σ᾽ Αὐτήν τήν περίσσεια τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ πού εἶναι περίσσεια Ἀγάπης δικῆς Του καί δικῆς της, μορφοποιούμενης στίς θαυμαστές ἀδιάκοπα πρός χάριν μας ἐπεμβάσεις της. Κι ἡ χάρη εἶναι πάντοτε χαρά. Μόνον ὁ διάβολος σκυθρωπάζει καί καίγεται ἀπό τήν ἀναφορά καί μόνο τοῦ ὀνόματός της.

Οἱ συνάξεις μας κάθε φορά ἐπί τῇ μνήμῃ τῆς Παναγίας ἀποδεικνύουν ὅτι κι ἐμεῖς ἐμφορούμαστε ἀπό Πνεῦμα Θεοῦ. Λίγο ἤ πολύ ἡ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος μᾶς ἱκανώνει ἐν Ἐκκλησίᾳ καί πνευματικά ἑνωμένοι νά ἀτενίζουμε τό πρόσωπο τῆς Θεοτόκου. Ἡ εὐθύνη μας εἶναι διπλή: νά κρατᾶμε τή χάρη αὐτή, δηλαδή νά βρισκόμαστε σέ ἑτοιμότητα πάντοτε τιμῆς της, καί νά ἀγωνιζόμαστε νά τήν αὐξάνουμε. Καί διακράτηση καί αὔξηση τῆς χάρης τοῦ Θεοῦ, πού πλούσια εἶχε καί ἔχει ἡ Παναγία, σημαίνει: νά ὑποτασσόμαστε κάθε φορά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τό «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα Σου» τῆς Παναγίας νά γίνεται καί ἡ δική μας ἀπάντηση στήν ὅποια πρόσκληση τοῦ Θεοῦ πού μᾶς ἀπευθύνει τήν κάθε στιγμή τῆς ζωῆς μας.

 πηγή

Πέμπτη, Μαρτίου 10, 2022

ΓΙΑ ΟΛΟ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΕΦΡΑΙΜ!


«Ἀσφαλῶς, χωρίς τόν Χριστό, χωρίς τό Πνεῦμα τό Ἄγιο, δέν μποροῦμε νά δοῦμε τήν ἁμαρτία μας. Στήν πραγματικότητα ὀφείλουμε νά διαβάζουμε κατά τή διάρκεια ὅλου τοῦ ἔτους τήν προσευχή τοῦ ὁσίου Ἐφραίμ τοῦ Σύρου: “Πνεῦμα δέ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καί ἀγάπης (μετανοίας, κατανύξεως, ὑπακοῆς) χάρισαί μοι... Δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τά ἐμά πταίσματα”» (Όσιος Σωφρόνιος Αθωνίτης (του Έσσεξ), Οἰκοδομώντας τόν Ναό τοῦ Θεοῦ, τόμ. Β΄, σελ. 68).

Στην αυτογνωσία που συνιστά το αδιάκοπα ζητούμενο από τον άνθρωπο επικεντρώνει την προσοχή μας ο μεγάλος Γέροντας όσιος Σωφρόνιος ο Αθωνίτης. Μ’ αυτήν δεν παλεύει σύμπασα η προβληματιζόμενη ανθρωπότητα σε όλους τους αιώνες; Τι είναι ο άνθρωπος! Για να δηλωθεί ότι δεν είμαστε όντα που απλώς βρεθήκαμε σε έναν κόσμο ακατανόητο και εν πολλοίς και αυτόν άγνωστο, αλλά όντα που διαρκώς ψάχνουμε την ταυτότητά μας, τις ρίζες μας, τον σκοπό μας, μ’ έναν λόγο το νόημα της υπάρξεώς μας. Και ποιο το αποτέλεσμα της αναζητήσεως αυτής; Χάος στην κυριολεξία. Ανάλογα με τις προϋποθέσεις της κάθε θρησκείας, της κάθε φιλοσοφίας, της κάθε ιδεολογίας έχουμε και τον αντίστοιχο «ορισμό» περί ανθρώπου. Και δικαιολογημένα: για τη χριστιανική πίστη μας η αμαρτία στην οποία περιέπεσε ο άνθρωπος μετά την εκ Θεού πλάση του σκοτείνιασε τον νου και τις δυνάμεις του, οπότε έκτοτε βρίσκεται στην αναζήτηση του φωτός μέσα στο σκοτάδι!

Μα η πίστη αυτή από την άλλη μάς ανοίγει το παράθυρο της θέας όχι μόνο της δικής μας, των ανθρώπων, πραγματικότητας αλλά και του ίδιου του Θεού μας. Τι είμαστε οι άνθρωποι; Πλάσματα του Θεού, δημιουργημένα «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Εκείνου»! «Ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν  και καθ’ ομοίωσιν». Και πιο συγκεκριμένα: «Έλαβε χώμα από τη γη ο Θεός και έπλασε τον Αδάμ και φύσηξε στο πρόσωπό του πνοή ζωής και έγινε ο άνθρωπος ζωντανή ύπαρξη». Υλικό και πνευματικό ον λοιπόν ο άνθρωπος, με σώμα και ψυχή που ζωοποιούνται από το Πνεύμα του Θεού. Γι’ αυτό και ενώ πατάει γη ο άνθρωπος διαρκώς στρέφεται νοσταλγικά προς τα Ουράνια. Χωρίς Θεό δεν μπορεί να ζήσει. Χωρίς Θεό το μόνο που «κερδίζει» είναι ο θάνατος. Κι αυτόν πράγματι κέρδισε μετά την ανυπακοή του προς τον Δημιουργό του. «Διά της αμαρτίας ο θάνατος».  

Μα ήλθε ο Δημιουργός του στη γη και έγινε άνθρωπος στο πρόσωπο του Χριστού. Και πήρε τον άνθρωπο και τον ενσωμάτωσε στον εαυτό Του, καθαρίζοντάς τον και ανοίγοντάς του και πάλι την κλεισμένη λόγω της αμαρτίας μεγαλειώδη προοπτική του: τη θέωσή του. Ο άνθρωπος μετά τον Χριστό μπορεί να δει και πάλι ποιος είναι, να έχει ταυτότητα, να έχει νόημα στη ζωή του! Και τι καταλαβαίνει λοιπόν ο εν Χριστώ αυτός άνθρωπος; Ότι αποτελεί «μίμημα Χριστού». Και χωρίς Αυτόν περιπίπτει και πάλι στο σκοτάδι και στη νέκρωση. Ό,τι μπορεί να κάνει, να πει και να σκεφτεί, για να είναι μέσα στη φυσιολογία του πια πρέπει να είναι εν Χριστώ, καρπός της ένωσής του με Εκείνον. Το απεκάλυψε ο Ίδιος ο ενσαρκωθείς Δημιουργός: «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε». Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε δηλαδή χωρίς Χριστό είναι οι αμαρτίες μας. Ακόμη και ό,τι θεωρείται σπουδαίο και σοφό και ρωμαλέο για τον κόσμο και τον άνθρωπο: κάθε κατάκτηση επιστημονική και τεχνολογική και κάθε φύσεως, χωρίς Εκείνον «όζει» αλαζονείας και υπερηφάνειας, που το επόμενο βήμα του είναι η με πάταγο πτώση. Τα όπλα και οι βόμβες και οι αστρονομικές κατακτήσεις δεν το επιβεβαιώνουν καθημερινά; «Κατορθώματα» του ανθρώπου που στοχεύουν στην κυριαρχία των ισχυρών και την ταλαιπωρία και την εξουδένωση των αδυνάμων. Ο σοφός λόγος της αρχαιότητας πράγματι επισημαίνει την αλήθεια αυτή: «Κάθε επιστήμη και γνώση χωρισμένη από την αρετή δεν είναι σοφία αλλά πονηρία και πανουργία».

Γιατί τα θυμόμαστε αυτά; Διότι δίνει την αφορμή ο άγιος Σωφρόνιος με τη σοφή εμπνευσμένη από τον Θεό παρατήρησή του: «χωρίς τον Χριστό και το άγιον Πνεύμα δεν μπορούμε να δούμε την αμαρτία μας». Όχι να δούμε κάτι πολύ βαθύ και μακρινό μας, αλλά τη «χειροπιαστή» αμαρτία μας. Γιατί όλοι μας, όποιοι κι αν είμαστε και όπου κι αν ζούμε, αμαρτάνουμε καθημερινώς και αδιαλείπτως. «Πολλά πταίομεν άπαντες». Κι «ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθον βαλέτω». Δεν σκεπτόμαστε πονηρά; Δεν λέμε πράγματα ανούσια και προσβλητικά; Δεν συμπεριφερόμαστε συχνά άδικα και προκλητικά χωρίς την πρέπουσα αγάπη; Κι όμως κι αυτά μας… διαφεύγουν! Και μας διαφεύγουν όχι γιατί πράγματι δεν τα καταλαβαίνουμε, αλλά γιατί δεν μπορούμε να τα εντάξουμε μέσα στο ορθό πλαίσιο: της σχέσεως με τον Θεό μας. Προκαλούμε και πληγώνουμε για παράδειγμα τον συνάνθρωπό μας, και δεν βλέπουμε ότι έτσι καθορίζουμε οι ίδιοι τη σχέση μας με τον Θεό μας. «Αμαρτάνοντες εις τον αδελφόν εις Χριστόν αμαρτάνετε». Λοιπόν και στο πιο εξώφθαλμο και προφανές αποδεικνυόμαστε ολότελα τυφλοί!

Ο Χριστός με το άγιον Πνεύμα Του φωτίζει τη συνείδησή μας για να δούμε σωστά τον εαυτό μας, να δούμε τα λάθη μας, να τα αξιολογήσουμε ως αμαρτίες, να μπορούμε να μετανοήσουμε, να πάρουμε τον δρόμο της επιστροφής προς τον Θεό και της αποκαταστάσεώς μας. Μπροστά στον Θεό με τη χάρη Του ανοίγουν τα μάτια μας. Σαν την ακτίνα του φωτός στο σκοτεινό δωμάτιο που αποκαλύπτει το τι υπάρχει σ’ αυτό με τις ακαθαρσίες του, που έλεγε και ο άγιος Πορφύριος. Ζούμε, μπορούμε να ζήσουμε σ’ έναν βαθμό ό,τι υπήρξε συγκλονιστική εμπειρία του προφήτη Ησαΐα, όταν εν χάριτι βρέθηκε ενώπιον της μεγαλειότητας του Θεού. Και τότε ένιωσε πόσο μικρός και αμαρτωλός ήταν! Κι αυτό υποδεικνύει και ο άγιος Σωφρόνιος, μνημονεύοντας και επιβεβαιώνοντας τον λόγο του με την αναφορά και στον άγιο της Σαρακοστής, Εφραίμ τον Σύρο: «Δώρησαί μοι του οράν τα εμά πταίσματα και μη κατακρίνειν τον αδελφόν μου», δώσε μου ως δωρεά, Κύριε, να βλέπω τα πταίσματά μου και να μη κατακρίνω για τον λόγο αυτόν τον αδελφό μου.

Για να γίνει όμως αυτό, να μπορούμε να βρισκόμαστε στο χαρισματικό αυτό επίπεδο ορθής οράσεως του εαυτού μας, απαιτείται να βρισκόμαστε πάντοτε στην ένταση του πνευματικού αγώνα, δηλαδή του αγώνα απομακρύνσεώς μας από κάθε τι κακό και πονηρό και στροφής και προσανατολισμού μας σε κάθε τι αγαθό και ενάρετο – ό,τι επίσης προβάλλει με την προσευχή ο άγιος Εφραίμ: «πνεύμα αργίας, περιεργείας, φιλαρχίας και αργολογίας μη μου δίνεις. Χάρισέ μου όμως πνεύμα σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, υπομονής και αγάπης». Έχουμε την εντύπωση ότι κάθε εχέφρων πιστός άνθρωπος θα προσυπέγραφε αμέσως την πρόταση του αγίου Σωφρονίου. Η προσευχή του αγίου Εφραίμ πρέπει να είναι ενταγμένη μέσα στις καθημερινές προσευχές μας, όλου του χρόνου και όχι μόνο στην ευλογημένη περίοδο της Σαρακοστής.




























Δευτέρα, Μαρτίου 07, 2022

Σκέψεις ἐπὶ τῇ εἰσόδῳ μας εἰς τὴν Ἁγίαν καὶ Μεγάλην Τεσσαρακοστήν

 




ΜΕ ΤΗ χάρη τοῦ φιλεύσπλαγχνου Θεοῦ μας εἰσερχόμαστε στὴν Ἁγία καὶ Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κατὰ τὶς τρεῖς προηγούμενες ἑβδομάδες ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μᾶς φανέρωσε τὴν ἁμαρτωλή μας κατάσταση, μᾶς διέγνωσε τὴν ἁμαρτία καὶ τὰ πάθη μας, ὡς σοβαρὴ ἀσθένεια τῆς ψυχῆς. Τώρα μᾶς εἰσάγει, γιὰ τὴν κατάλληλη θεραπεία, ἡ ὁποία θὰ διαρκέσει πενῆντα ἡμέρες. Μᾶς δίνει τὴν δέουσα θεραπευτικὴ ἀγωγὴ καὶ μᾶς χορηγεῖ τὰ δραστικὰ φάρμακα γιὰ τὴν θεραπεία μας. Νοσοκομεῖο εἶναι ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἀγωγὴ οἱ σωτήριες διδασκαλίες της. Φάρμακα τὰ Ἱερὰ Μυστήρια.

 Ὅμως, ὅπως γιὰ τὴν θεραπεία τοῦ σώματος, ἀπαιτεῖται ἑκούσια ἀποδοχὴ τῆς θεραπείας, πιστὴτήρηση τῆς θεραπευτικῆς ἀγωγῆς, λήψη τῶν φαρμάκων, ἔτσι καὶ γιὰ τὴν θεραπεία τῆς ψυχῆς ἀπαιτεῖται ἡ ἀποδοχὴ τοῦ ἁμαρτωλοῦ νὰ δεχθεῖ ὅλες τὶς προϋποθέσεις τῆς ἴασής του.

 Μᾶς καλεῖ λοιπὸν ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία νὰ δεχτοῦμε τὴν κάθαρση ἀπὸ τὶς ἰοβόλες ἁμαρτωλές μας ἕξεις, οἱ ὁποῖες ριζώνουν στὴν ψυχή μας καὶ γίνονται «δεύτερη φύση», αὐτὸ ποὺ ἀποκαλεῖται «κακὸς ἑαυτός» μας, ὁ ὁποῖος μᾶς ὁδηγεῖ στὴν καταστροφή. 

Μᾶς καλεῖ νὰ συναισθανθοῦμε τὴν ἁμαρτωλότητά μας, νὰ μετανοήσουμε καὶ νὰ ἀρχίσουμε νὰ ἀποκόβουμε τὰ πάθη μας. 

Μᾶς συστήνει, ὡς πνευματικὴ ἀγωγὴ τὴν νηστεία, τὴν προσευχή, τὸν ἐκκλησιασμό, τὴν ἀνάγνωση ψυχωφελῶν βιβλίων, τὴν κατάνυξη, τὴν ἀγαθοεργία. 

Μᾶς προτρέπει τὴν Ἱερὴ Ἐξομολόγηση γιὰ τὴν δικαίωσή μας καὶ μᾶς χορηγεῖ τὴν Θεία Κοινωνία, ὡς τὸ ἀντίδοτο τοῦ θανάτου. 

Ἂς κάμουμε λοιπὸν τὸν προσωπικό μας ἀγῶνα αὐτὴ τὴν ἱερὴ περίοδο, γιὰ τὴν πνευματική μας θεραπεία, γιὰ νὰ φτάσουμε στὸ Ἅγιο Πάσχα ὑγιεῖς πνευματικὰ καὶ εὔρωστοι, γιὰ νὰ ἑορτάσουμε θεοφιλῶς τὴν Θεία Ἔγερση! 

Καλὸ στάδιο!

πηγή:  orthodoxostypos.gr

πηγή

Κυριακή, Μαρτίου 06, 2022

Εἰκών εἰμι, τῆς ἀρρήτου δόξης σου, εἰ καὶ στίγματα φέρω πταισμάτων

 Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

«Κύριε καὶ Δέσποτα τῆς ζωῆς μου, πνεῦμα ἀργίας, περιεργείας, φιλαρχίας καὶ ἀργολογίας μή μοι δῶς. Πνεῦμα δὲ σωφροσύνης, ταπεινοφροσύνης, ὑπομονῆς καὶ ἀγάπης, χάρισαί μοι τῷ σῷ δούλῳ. Ναί, Κύριε Βασιλεῦ, δώρησαί μοι τοῦ ὁρᾶν τὰ ἐμὰ πταίσματα, καὶ μὴ κατακρίνειν τὸν ἀδελφόν μου, ὅτι εὐλογητὸς εἶ, εἰς τοὺς αἰώνας τῶν αἰώνων. Ἀμήν». 

 

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.

Καλό στάδιο αδέλφια!

πηγή

Κυριακή της Τυρινής στην λαϊκή και ορθόδοξη παράδοση -τι εορτάζουμε

 





Σήμερα 6 Μαρτίου είναι η Κυριακή της Τυρινής, η οποία εορτάζεται ακριβώς 49 ημέρες πριν το Άγιο Πάσχα.

Η τέταρτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην εκδίωξη των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο της τρυφής

Η τέταρτη Κυριακή του Τριωδίου, η Κυριακή της Τυρινής, είναι αφιερωμένη στην εκδίωξη των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο της τρυφής. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από το Θεό ως το τελειότερο και εκλεκτότερο δημιούργημα του Θεού, ως «εικόνα και καθ’ ομοίωσις» αυτού ( Γέν.1,26).

Πλάστηκε να ζει αιώνια μέσα στη χάρη και τις ευλογίες του Θεού, ατέρμονο βίο άπαυτης ευδαιμονίας. Αυτή τη σημασία έχει η βιβλική διήγηση περί του κήπου της Εδέμ (Γεν.2 ο κεφ.). Ο άνθρωπος έκαμε κακή χρήση της ελεύθερης βούλησής του και προτίμησε το κακό. Ο αρχέκακος διάβολος τον παρέσυρε στην πτώση και την καταστροφή. Αυτό του στέρησε τον παράδεισο, δηλαδή την αέναη και ζωοποιό παρουσία του Θεού και την κοινωνία των ακένωτων ευλογιών Του.

Μέγα χάσμα ανοίχτηκε ανάμεσά τους (Εφ.2,13). Η αγία Γραφή αναφέρει συμβολικά πως οι πρωτόπλαστοι διώχτηκαν από τον κήπο της Εδέμ και δύο αγγελικά όντα τάχθηκαν να φυλάγουν με πύρινες ρομφαίες την πύλη του, για να μην μπορούν να την παραβιάσουν αυτοί. Το ατέλειωτο δράμα του ανθρωπίνου γένους άρχισε!

Ο Αδάμ και η Εύα τότε κάθισαν απέναντι από τον κήπο της τρυφής και θρηνούσαν για το κακό που τους βρήκε.

Αναλογίζονταν την πρότερη ευδαιμονία τους, την σύγκριναν με την τωρινή δυστυχία τους, προέβλεπαν το μέλλον ζοφερό και γι’ αυτό έκλαιγαν γοερά. Τα καυτά τους δάκρυα πότιζαν την άνυδρη γη και οι σπαραχτικές κραυγές τους έσπαζαν την ηρεμία της έξω του παραδείσου ερήμου.

Όμως δυστυχώς ο θρήνος των πρωτοπλάστων δεν ήταν αποτέλεσμα μεταμέλειας για την ανυπακοή και την ανταρσία τους κατά του Θεού. Δεν ήταν πράξη μετάνοιας και αίτημα συγνώμης προς το Θεό, αλλά ωφελιμιστικός σπαραγμός. Δε θρηνούσαν για τη χαμένη αθωότητα και αγιότητα, αλλά για τη χαμένη υλική ευμάρεια του παραδείσου. Ούτε ένας λόγος μετάνοιας δεν ακούστηκε από τα χείλη τους! Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως αν εκείνη την τραγική στιγμή οι προπάτορές μας μετανοούσαν ειλικρινά και ζητούσαν ταπεινά συγνώμη από τον απόλυτα φιλάνθρωπο Θεό, θα είχαν αποκατασταθεί στην πρότερη της πτώσεως κατάστασή τους.

Στις εκκλησίες διαβάζεται, κατά την πρωινή Θεία Λειτουργία, η περικοπή του Ευαγγελίου του Ματθαίου (κεφ. στ’, 14-21) που αναφέρεται στην αξία της συγχώρεσης και της νηστείας.

Αργά το απόγευμα της ίδιας ημέρας ψάλλεται ο κατανυκτικός εσπερινός της συγγνώμης, κατά τον οποίον ιερείς και πιστοί αλληλοασπάζονται, ζητώντας συγχώρεση ο ένας από τον άλλον, ενόψει της επερχόμενης Μεγάλης Τεσσαρακοστής.

Η Εκκλησία επιτρέπει στους πιστούς την κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων, αυγών, ψαριών και ελαιολάδου, απαγορεύει όμως την κρεοφαγία.

Από τα κύρια παραδοσιακά φαγητά του τραπεζιού είναι τα μακαρόνια, που συσχετίζονται από τους λαογράφους με τη λατρεία των ψυχών κατά την περίοδο αυτήν.

Όπως παρατηρεί ο διακεκριμένος βυζαντινολόγος και ακαδημαϊκός Φαίδων Κουκουλές (1881-1956), αρχικά η λέξη «μακαρώνια» σήμαινε τροπάρια μακαριστικά, αναπαύσιμους μακαρισμούς στις κηδείες ή στα περίδειπνα, στα οποία προσφέρονταν κυρίως ζυμαρικά.

Το δείπνο της ημέρας λαμβάνει τη μορφή συνεστίασης μεταξύ συγγενών και φίλων.

Στην Κύπρο, οι οικογένειες κάθε χωριού συγκεντρώνονται σε ένα ή δύο σπίτια και δειπνούν όλοι μαζί και διασκεδάζουν, ενώ στην Κάρπαθο παλαιότερα όλες οι οικογένειες δειπνούσαν στο σπίτι του προεστού του χωριού τους.

Κοντάκιον

Ἦχος πλ. β’.
Τῆς σοφίας ὁδηγέ, φρονήσεως χορηγέ, τῶν ἀφρόνων παιδευτά, καὶ πτωχῶν ὑπερασπιστά, στήριξον, συνέτισον τὴν καρδίαν μου Δέσποτα. Σὺ δίδου μοι λόγον, ὁ τοῦ Πατρός Λόγος, ἰδοὺ γὰρ τὰ χείλη μου, οὐ μὴ κωλύσω ἐν τῷ κράζειν σοι· Ἐλεῆμον, ἐλέησόν με τὸν παραπεσόντα.



Σάββατο, Μαρτίου 05, 2022

Η ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΣΕΩΝ

 

“Όπως ακριβώς νηστεύουμε από τις τροφές, έτσι να νηστεύει και η γλώσσα μας και να είναι μακριά από την καταλαλιά, από το ψέμα, από την αργολογία, από την αποδοκιμασία του πλησίον, από την οργή. Παρόμοια να νηστεύουμε με τα μάτια μας, να μην κοιτάζουμε μάταια πράγματα, να μην κοιτάζουμε με αναίδεια και παρρησία. Παρόμοια με όλες τις αισθήσεις”  (Αββάς Δωρόθεος)


Η περίοδος της νηστείας χωρίζει τον χρόνο στο ένα δέκατό του. Η Εκκλησία σκόπιμα μας δίνει την δυνατότητα, μέσα από αυτή την ευλογημένη περίοδο, να ξαναδούμε τον χρόνο μας μέσα από έναν άλλο τρόπο: αυτόν της άσκησης και της αυτογνωσίας που μας κάνει να βλέπουμε τον εαυτό μας και τον πλησίον μας κάτω από ένα άλλο πρίσμα: αυτό της αγάπης που γίνεται υπέρβαση του “είμαι το κέντρο του κόσμου”.

Αυτός ο τρόπος διαφαίνεται μέσα από τον επανα-ορισμό τι είναι για τον άνθρωπο οι αισθήσεις: πηγή αγάπης, ζωής και φωτός ή δρόμος αυτοθέωσης και θέασης του συνανθρώπου ως αντικειμένου χρήσης προς όφελος; Η ασκητική παράδοση είναι ξεκάθαρη: η νηστεία από τις τροφές είναι η βάση για την νηστεία από τα πάθη: η γλώσσα να μην γίνεται αφορμή έκφρασης αποδοκιμασίας του πλησίον εξαιτίας της οργής ή της κατάκρισης ή της μάταιης φλυαρίας. Τα μάτια να μην εποφθαλμιούν την ακεραιότητα του άλλου, ούτε να περιεργάζονται την φιλήδονη χρήση του. Το ίδιο και οι άλλες αισθήσεις, να γίνονται αφορμές συμφιλίωσης και αγάπης ή, τουλάχιστον, αποφυγής της διάσπασης, του διχασμού, της οικειοποίησης του άλλου ως κτήματός μας. Τα πάντα να λειτουργούν στην προοπτική της συνάντησης και της επικοινωνίας που ανοίγει τις καρδιές, όπως επίσης και ο χρόνος της νηστείας να μας κάνει, με ηρεμία και προσευχή, να βλέπουμε “τι είναι αυτό που μας ενώνει, μας χωρίζει, μας πληγώνει”, όπως λέει ένα τραγούδι, με τον συνάνθρωπο, ώστε να υπερβούμε την, κατά βάθος, μοναξιά μας.

Η νηστεία σήμερα, για τους πολλούς, μεγαλύτερους και μικρότερους, θεωρείται αλλαγή διατροφής, με αφετηρία την εθιμική μας παράδοση. Συνδυάζεται με μια επιστροφή στην Εκκλησία για το καλό του χρόνου, με μια προετοιμασία για το Πάσχα, όχι όμως τόσο αυτό της πίστης στην εμπειρία της ανάστασης και στην προσδοκία της για μας, αλλά στην χαρά και την αλλαγή που μια γιορτή φέρνει, για να συνεχιστεί η ζωή στους ρυθμούς της. Η υπερπροσφορά νηστίσιμων τροφών κάνει την νηστεία πιο εύκολη ως προς τις επιλογές και την στέρηση, ωστόσο μας αποπροσανατολίζει από το περιεχόμενό της. Και επειδή η εκκοσμίκευση και ο θρησκευτικός αποχρωματισμός κυριαρχούν ως πλειοψηφικά ρεύματα, σε επίπεδο διαμόρφωσης της ζωής (ΜΜΕ, Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, διασκέδαση και εστίαση), δεν έχουμε ουσιαστική αλλαγή, αληθινό δεκατισμό του χρόνου.

Κλειδί και πάλι είναι η οικογένεια. Η νηστεία μπορεί να γίνει αφορμή και ευκαιρία τα μέλη της να μαζεύονται συχνότερα γύρω από το κοινό τραπέζι. Να νηστεύουν από τις ατομικές επιλογές τους. Να συναντιούνται στις εκκλησιαστικές ακολουθίες της Σαρακοστής, ιδίως σε απογευματινές προηγιασμένες, Χαιρετισμούς και τις Κυριακές. Να ξαναβλέπουν τα προγράμματα της ζωής και τους χαρακτήρες συζητώντας περισσότερο. Και να νηστεύουν από την θέαση του άλλου ως μέσου για τον εγωτικό μας θρίαμβο, δίδοντας χρόνο για σπουδή του στην προοπτική της αγάπης. Ο λόγος του Θεού, η προσευχή, η μελέτη, η εξομολόγηση, η ελεημοσύνη είναι τρόποι που συνδράμουν!

 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»

Στο φύλλο της Τετάρτης 2 Μαρτίου 2022

πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...