Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Παρασκευή, Μαΐου 23, 2014

Η ΣΥΝΕΤΗ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (Ιωάννου Θ' 1-38)

Η Ευαγγελική περικοπή της Κυριακής του τυφλού, πλην των άλλων μας βοηθά να
εμβαθύνουμε στο μεγάλο θέμα της αλήθειας και της στάσεως των ανθρώπων έναντι αυτής.
Ο πρώην τυφλός, θεραπευμένος από τον ίδιο τον Κύριο, βρίσκεται στο επίκεντρο των
κατηγοριών. Όσο περισσότερο οι Ιουδαίοι προσπαθούν να τον περιπλέξουν και να του αποσπάσουν
έστω και μία λέξη, για να κατηγορήσουν τον Ιησού, τόσο και περισσότερο αυτός διακηρύττει και
θαρραλέα ομολογεί την αλήθεια.
Δεν διστάζει μάλιστα να τους ελέγξει και να τους ειρωνευθεί ακόμα, με αποτέλεσμα να τον
κάνουν αποσυνάγωγο. Τότε όμως, όταν οι άνθρωποι τον απέπεμψαν, τον συνάντησε ο ίδιος ο
Θεάνθρωπος, δίνοντάς του όχι απλώς την ευλογία, αλλά και την μεγάλη ευκαιρία της συνειδητής
ομολογίας και διαπροσωπικής γνωριμίας, επικοινωνίας και φυσικά ισοβίου συνδέσμου.
«Ο δε έφη· πιστεύω Κύριε· και προσεκύνησεν αυτώ».
Ακούγοντας και μελετώντας κανείς την καταπληκτική αυτή Ευαγγελική περικοπή, εκτός του
θαυμασμού για την εξέλιξη των γεγονότων, και την θριαμβευτική κατάληξη, δεν μπορεί παρά να
διερωτηθεί γιατί ορισμένοι άνθρωποι στέκονται τόσο αντίθετοι μπροστά στην καθαρή αλήθεια. Τι
είναι αυτό το οποίο τους εμποδίζει να αποδεχθούν την αλήθεια και να την υποστηρίζουν; Οι λόγοι
είναι πολλοί, και αξίζει να εστιάσουμε την προσοχή μας τουλάχιστον σε ορισμένους εξ' αυτών.
Ως πρώτο λόγο, θα πρέπει να επισημάνουμε την εμπάθεια.
Την ψυχική αυτή διαστροφή, που όποιος την έχει και την καλλιεργεί, είναι εντελώς
αδύνατον να παραδεχθεί την πραγματικότητα. Αντιθέτως μάλιστα, αυτή την πραγματικότητα την
διαστρεβλώνει για να καταλήξουν και οι άλλοι στα δικά του συμπεράσματα. Χαρακτηριστική
περίπτωση είναι αυτή των Ιουδαίων που έλεγαν ότι αφού δεν τηρεί την αργία του Σαββάτου
ο Ιησούς, άρα δεν μπορεί να είναι άνθρωπος του Θεού, αλλά αμαρτωλός, έστω κι αν ενεργεί
πρωτοφανή θαύματα. (Ιωαν. Θ' 16). Και οπωσδήποτε, υπάρχουν πολλές τέτοιες περιπτώσεις
ανθρώπων, σε όλους δυστυχώς τους τομείς, ακόμα κι εκεί που θα έπρεπε εξ' αντικειμένου εκ των
πραγμάτων να διασαλπίζεται η αλήθεια και μόνο η αλήθεια.
Μια δεύτερη τώρα περίπτωση ανθρώπων που αρνούνται την αλήθεια, είναι αυτοί που βλέπουν
ότι με με την υποστήριξη του πραγματικού και αληθινού, διασαλεύεται και κινδυνεύει το υλικό
τους συμφέρον. Στον τρόμο που αναπτύσσει μέσα τους η ανατολή της αλήθειας, είναι έτοιμοι να
συμμαχήσουν ακόμα και με τον διάβολο, αρκεί να μην χάσουν τον μαμμωνά, την θέση τους, την
δόξα τους και όλα αυτά που ο μακράν του Θεού κόσμος θεωρεί ως επιτυχία και ως ευτυχία. Σε
αυτή δε την περίπτωση, υπάγονται πολλοί περισσότεροι των όσων μπορούμε να φαντασθούμε...
Άλλη αιτία πάλι, που ορισμένοι κάνουν, είτε πως δεν κατανοούν την πραγματικότητα, είτε
το ακόμα χειρότερο, έρχονται σε άμεση αντίθεση με την αλήθεια, είναι η έλλειψη θάρρους
και φυσικά ταπεινώσεως. Βλέπουν το λάθος τους, η φωνή της συνειδήσεως ξεσπά σε κύματα
διαμαρτυρίας στο κέντρο της καρδιάς, αλλά αδυνατούν να παραδεχθούν και να ομολογήσουν το
σφάλμα και την πλάνη τους.
Εδώ τις περισσότερες φορές ίσως να μη συνοδεύεται το υλικό συμφέρον, μάλλον η εμμονή
στην πλάνη συνεπάγεται και υλική ζημία, όμως ο κρυπτός εγωισμός, τα πλέγματα κατωτερότητος
που έχουν αναρριχηθεί και καλύψει το ελεύθερον και θαρραλέον της ψυχής, καταντούν τον
άνθρωπο έρμαιον στην πλάνη και ρυμουλκούμενο πίσω από την κακώς νοουμένη ντροπή της
κοινωνίας και του κόσμου. Εννοείται δε ότι εδώ, παρά τους εξωτερικούς σωστούς τρόπους, παρά
την ίσως χριστιανική κρούστα, τα ίδια τα πράγματα αποκαλύπτουν μια ρηχή πνευματικότητα
και έναν άνθρωπο που έχει οικοδομήσει επάνω σε «κινούμενη άμμο» και σε υπέδαφος ψυχικής
κατολισθήσεως. Αρκετές δε φορές οι περιπτώσεις αυτές του φόβου της ομολογίας και της
παραδοχής της αλήθειας συνεπάγονται αρρωστημένες υπερευαισθησίες και ακόμα προβληματική
κληρονομικότητα. Σε αυτήν την ομάδα υπάγονται πολλοί που αρνήθηκαν την Ορθόδοξη
Χριστιανική μας πίστη και εντάχθηκαν είτε σε ακραίες αιρετικές ομάδες, είτε σε χώρους στους
οποίους ασκείται η φιλανθρωπία και σηματοδοτείται με «γεωμετρικά σχήματα και όργανα»...

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ Ποῦ ἐστιν ᾽Εκεῖνος;᾽ (᾽Ιωάν. 9, 12)



῾Ποῦ ἐστιν ᾽Εκεῖνος;᾽ 
(᾽Ιωάν. 9, 12)

Μπροστά στό μεγάλο θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ ἐκ γενετῆς τυφλοῦ ἀπό τόν ᾽Ιησοῦ οἱ ᾽Ιουδαῖοι τά χάνουν καί ἀναζητοῦν τόν αἴτιο: ῾Ποῦ ἐστιν ᾽Εκεῖνος;᾽ Κι ὁ πρώην τυφλός πού δέχεται τήν ἐρώτηση, δέν μπορεῖ νά δώσει ἀπάντηση, πέρα ἀπό τό ὄνομα τοῦ ᾽Ιησοῦ καί τό γεγονός τῆς θεραπείας του. Διότι ὁ Κύριος, τόν ῾Οποῖο ὁ τυφλός ἀγνοεῖ, τόν ἔστειλε πρός νίψη στήν κολυμβήθρα τοῦ Σιλωάμ, ὁπότε ἐκεῖνος πιστεύοντας στόν λόγο καί ἀνταποκρινόμενος ὄντως θεραπεύεται. ᾽Αναζητοῦν λοιπόν οἱ ᾽Ιουδαῖοι τόν Χριστό.

᾽Αλλ᾽ ἡ ἀναζήτηση τοῦ ᾽Ιησοῦ εἶναι φαινόμενο πού ἐπισημαίνουμε σέ πολλά ἐπίπεδα μέσα στό Εὐαγγέλιο:
- ἀναζητεῖ τόν ᾽Ιησοῦ ὡς νήπιο ὁ ῾Ηρώδης, γιατί Τόν βλέπει ὡς ἀπειλή, ἀφοῦ εἶναι κατά τούς μάγους ῾ὁ τεχθείς βασιλεύς τῶν ᾽Ιουδαίων᾽,
 - ἀναζητοῦν τόν ᾽Ιησοῦ πολλές φορές οἱ Φαρισαῖοι καί οἱ θρησκευτικοί ἄρχοντες τοῦ ᾽Ισραήλ, γιατί εἶναι ῾ἐπικίνδυνος᾽, ἀφοῦ καταλύει τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου καί καταργεῖ τίς παραδόσεις τους,
- ἀναζητεῖ ὁ ἁπλός λαός τόν ᾽Ιησοῦ, γιατί τούς ἔδωσε νά φάει,
 - ἀναζητεῖ τόν ᾽Ιησοῦ ὁ ῾Ηρώδης ᾽Αντίπας, γιατί θέλει νά ῾διασκεδάσει᾽, ἀφοῦ ἔχει ἀκούσει γιά τήν ἱκανότητά Του νά κάνει θαύματα.
 ᾽Αλλά καί: - ἀναζητοῦν οἱ μαθητές τοῦ ᾽Ιωάννη Προδρόμου τόν ᾽Ιησοῦ, γιατί Αὐτόν ὑποδείκνυε ὡς Μεσσία ὁ δάσκαλός τους,
- ἔρχεται πρός ἀναζήτησή Του ὁ Ναθαναήλ πού ἄκουσε θαυμαστά γι᾽ Αὐτόν ἀπό τόν φίλο του Φίλιππο,
- ἔρχονται πρός ἀναζήτησή Του οἱ Σαμαρεῖτες, γιατί προκλήθηκαν ἀπό τή μαρτυρία τῆς συμπατριώτισσάς τους, πού εἶπε ὅτι ὁ ᾽Ιησοῦς τῆς ἀπεκάλυψε ὅλη της τή ζωή.
 Κι ὄχι μόνο τότε στά χρόνια τοῦ ᾽Ιησοῦ. Σέ κάθε ἐποχή, κι ὅσο θά ὑπάρχει κόσμος, θά ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἀναζητοῦν τόν ᾽Ιησοῦ. Δέν θά Τόν ἀναζητοῦν ὅμως ὅλοι γιά τούς ἴδιους λόγους καί γιά τόν ἴδιο σκοπό. ῞Οπως τότε, ἔτσι καί πάντα: ἄλλος ἀναζητεῖ τόν Χριστό κινούμενος ἀπό μίσος καί ἔχθρα πρός Αὐτόν, ἄλλος ἀπό περιέργεια, ἄλλος ἀπό γνήσια ἀναζήτηση τῆς καρδιᾶς του, ψάχνοντας ῾τό ὕδωρ τό ζῶν᾽ κι ἄλλος ἀπό ἀγάπη πρός Αὐτόν, βλέποντας ὅτι ἡ φλόγα πού ἔχει ἀναφθεῖ μέσα του γιά τόν Χριστό διαρκῶς καί φουντώνει.

 ῎Ετσι τό ῾ποῦ ἐστιν ᾽Εκεῖνος;᾽ ἀποτελεῖ αἴτημα καί τῶν ἐγγύς καί τῶν μακράν τοῦ Χριστοῦ, πού ἐπιβεβαιώνει τήν εὐαγγελική καί διαχρονική ἀλήθεια ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά σταθεῖ ἀδιάφορος μπροστά Του. Πάντοτε δηλαδή μπροστά στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ὑποχρεωμένος κάποιος νά πάρει μιά ἀπόφαση εἴτε θετική εἴτε ἀρνητική. ῞Οπως ὁ ῎Ιδιος ὁ Κύριος τό ἔχει ἀποκαλύψει: ῾ὁ μή ὤν μετ᾽ ἐμοῦ κατ᾽ ἐμοῦ ἐστι καί ὁ μή συνάγων μετ᾽ ἐμοῦ σκορπίζει᾽. Κι ἄν ἤθελε κανείς νά κρίνει τήν ποικιλία τῶν ἀρνητῶν τοῦ Χριστοῦ, εἴτε δηλαδή τῶν καθαρά ἐχθρῶν καί πολεμίων Του εἴτε τῶν ἀδιάφορων ἀπέναντί Του, θά ἔλεγε ὅτι οἱ ἀδιάφοροι εἶναι καί οἱ χειρότεροι ἐχθροί Του, γιατί σ᾽ αὐτούς πού φανερά Τόν ἐχθρεύονται καί Τόν πολεμοῦν ὑπάρχει ἐλπίδα ἀκόμη καί σύντομης μεταστροφῆς τους - ἀσχολοῦνται μέ ᾽Εκεῖνον ἔστω καί ἀρνητικά - ἐνῶ στούς ἀδιάφορους πού μπορεῖ νά μήν ἀρνοῦνται κἄν τόν Χριστό, δέν ὑπάρχει προβληματισμός καί ἐνδιαφέρον. ῾῎Οφειλες νά εἶσαι ἤ ψυχρός ἤ θερμός. ᾽Επειδή ὅμως εἶσαι χλιαρός (καί στούς χλιαρούς βεβαίως ἀνήκουν καί οἱ ἀδιάφοροι μέ τήν πίστη) θά σέ ἐμέσω ἀπό τό στόμα μου᾽ (᾽Αποκ. ᾽Ιωάννη).

 ῾Ποῦ ἐστιν ᾽Εκεῖνος;᾽ Στήν ἀναζήτηση τοῦ Χριστοῦ καί μάλιστα ὡς Σωτήρα τῆς ζωῆς μας δέν ὑπάρχει ἕνας δρόμος. Κι ἀπό τήν ἄλλη κανείς δέν μπορεῖ νά ἐξασφαλίσει τή συγκεκριμένη ἀπάντησή Του. ᾽Εμεῖς (πρέπει νά) Τόν ἀναζητοῦμε κι ᾽Εκεῖνος θά κρίνει τό ποῦ καί τό πῶς τῆς ἐμφάνισής Του. Αὐτό πού γνωρίζουμε εἶναι ὅτι ἡ ἐμφάνισή Του αὐτή ἔχει πάντα τό στοιχεῖο τῆς ἔκπληξης:
῎Ερχεται ἐκεῖ πού δέν τό περιμένεις καί πού ῾φαίνεται᾽ ὅτι δέν συντρέχουν οἱ συνθῆκες τῆς παρουσίας Του.
῎Ερχεται ῾κεκλεισμένων τῶν θυρῶν᾽ ἤ ἐκεῖ πού παλεύεις μέ τά κύματα τῆς ζωῆς, ἕτοιμος νά καταποντιστεῖς – κι ᾽Εκεῖνος εἶναι πάνω στά κύματα δίπλα σου.
Πλησιάζεις κάποιον πού πιστεύεις ὅτι μπορεῖ νά σέ βοηθήσει γιά νά Τόν βρεῖς καί ἀκοῦς ᾽Εκεῖνον νά σέ προσφωνεῖ μέ τ᾽ ὄνομά σου.
Συνοδοιπορεῖς μέ ἄγνωστο καί σοῦ ῾βγαίνει᾽ ὁ ῎Ιδιος ῾ἐν ἑτέρᾳ μορφῇ᾽.
῎Ερχεται κυρίως στήν ῾κλᾶσιν τοῦ ἄρτου᾽, στό μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, καί μόλις Τόν αἰσθανθεῖς καί πᾶς νά Τόν ῾πιάσεις᾽, ῾ἄφαντος γίνεται ἀπό Σοῦ᾽.
Μά ἐκεῖ πού μᾶς εἶπε ὅτι θά Τόν βρίσκουμε πάντα στήν ὅποια ἀναζήτησή μας εἶναι στό πρόσωπο τοῦ κάθε ἀδελφοῦ, καί μάλιστα τοῦ ἐλαχίστου. ῾᾽Εφ᾽ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε᾽!

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ (Μνήμη τῆς γ´ εὑρέσεως τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου) “῎Εχομεν δέ τόν θησαυρόν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν” (Β´Κορ. 4,7) π. Γεώργιος Δορμπαράκης



(Μνήμη τῆς γ´ εὑρέσεως τῆς τιμίας κεφαλῆς

τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου)

 “῎Εχομεν δέ τόν θησαυρόν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν
 (Β´Κορ. 4,7)

α. Τή διπλή αἴσθηση τῆς ζωῆς τοῦ ἀποστόλου τονίζει ὁ ἅγιος  Παῦλος στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, ἐξ ἀφορμῆς τῆς μνήμης τῆς τρίτης εὑρέσεως τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ ἁγίου ᾽Ιωάννου τοῦ Προδρόμου.  ᾽Από τή μία ὁ θησαυρός τόν ὁποῖο ζεῖ στήν ὕπαρξή του: τήν ἴδια τήν ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ μέσα στήν καρδιά του, ἀπό τήν ἄλλη ἡ ἐπίγνωση τῆς μικρότητος καί τῆς ἀδυναμίας του -  σάν τό πήλινο δοχεῖο πού εἶναι ἕτοιμο νά θρυμματιστεῖ.  ᾽Αλλά ἀκριβῶς αὐτό τοῦ συνειδητοποιεῖ ὅτι ἐκεῖνο πού τόν διακρατεῖ  εἶναι ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία τόν κάνει νά ὑπερβαίνει ὅλες τίς δυσχέρειες καί τίς παγίδες  τοῦ κόσμου τούτου, ὥστε στήν ὅποια πίεση πού δέχεται νά μήν καταβάλλεται, στό κάθε ἀδιέξοδο νά μήν ἀπελπίζεται, στήν πτώση νά μή χάνει τελικῶς τόν ἀγώνα. Νιώθει ἔτσι ὅτι μέ τίς δοκιμασίες μετέχει στόν Σταυρό τοῦ Κυρίου, ὁπότε καί ἡ προσμονή εἶναι γλυκειά: ἡ μετοχή στήν ᾽Ανάστασή Του. Μέ ἄλλα λόγια νιώθει ὅτι φανερώνεται ἡ ζωή τοῦ Χριστοῦ μέσα ἀπό τόν ἴδιο, ἐπιβεβαιώνοντας τόν ἄλλο λόγο του:  ῾ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός᾽. ῾Ο ἀπόστολος ῾φωτογραφίζει᾽ ἔτσι καί τή ζωή κάθε χριστιανοῦ. ῾Ο κάθε χριστιανός (πρέπει νά) ζεῖ μέ αὐτήν τή διπλή αἴσθηση: καί τοῦ μεγαλείου του καί τῆς μικρότητός του.

β. 1. Καί ἡ αἴσθηση μέν τῆς μικρότητος λόγω τοῦ ῾ὀστρακίνου σκεύους᾽ του εἶναι δεδομένη. Ποιός σώφρων ἄνθρωπος μέ ἐπίγνωση τῆς πραγματικότητος μπορεῖ νά καυχηθεῖ γιά τίς σωματικές ἤ καί τίς ψυχικές του δυνάμεις; ᾽Εκεῖ πού κάποιος χαίρεται γιά τή σωματική του ὑγεία καί ἀρτιότητα ἔρχεται ἕνας ἰός, ἕνα μικρόβιο, μία ἀσθένεια, ἕνα ἀτύχημα καί τά χάνει ὅλα. ᾽Εκεῖ πού κάποιος μπορεῖ νά καυχᾶται γιά τήν πνευματική του δύναμη, τήν εὐφυΐα καί τήν ὀξύνοιά του, ἔρχεται μία σταγόνα αἵματος, ἕνα ἐγκεφαλικό καί ὅλα καταρρίπτονται. Μόνον ἕνας ἄφρων καί ὑπερφίαλος ἀλαζών θά μποροῦσε νά καυχηθεῖ γιά τό πήλινο τῆς ὕπαρξής του, τῆς σωματικῆς καί τῆς ψυχικῆς, ἀναβιβάζοντας τόν ἑαυτό του στόν θρόνο τοῦ κενοῦ: τό ἴδιο τό ἐγώ του. Καί ἰδιαιτέρως στήν ἐποχή μας ἡ ἐπιστήμη μέ τίς συνεχεῖς προόδους της ἔχει γίνει ἀρκετά ταπεινή: συνεχῶς συνειδητοποιεῖ τά πεπερασμένα ὅρια τοῦ ἀνθρώπου, τό πόσο πράγματι μικρός καί ἀδύναμος στέκει αὐτός μέσα στόν κόσμο πού τόν περιβάλλει. ῎Αλλωστε ἡ φθορά καί ὁ θάνατος πού καραδοκεῖ πάντοτε στό τέλος, ἀποτελεῖ μία μόνιμη πρόκληση συναίσθησης τῆς μικρότητος καί τῆς ἀδυναμίας του.

2. Αὐτό ὅμως εἶναι ἡ μία ὄψη τῆς πραγματικότητος. Διότι ὁ πεπερασμένος καί μικρός ἄνθρωπος ταυτοχρόνως συνιστᾶ καί ἕνα μεγαλεῖο. ῎Οχι γιά ὅ,τι ὁ ἴδιος ἔχει ἀλλά γιά ὅ,τι ὁ Θεός ἐν Χριστῷ τοῦ χάρισε καί τοῦ χαρίζει. Κι ἐδῶ ἔρχεται ἡ μαρτυρία τοῦ ἀποστόλου: ὁ κάθε ἄνθρωπος δυνάμει ἀλλά ὁ χριστιανός ἐνεργείᾳ, λόγω τῆς κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσιν Θεοῦ πλάσεώς Του, μέσα στήν ταπεινότητά του καί τήν ἀδυναμία του ἔχει τόν μέγιστο θησαυρό: νά μπορεῖ νά φέρει τόν ἴδιο τόν Θεό, νά ζεῖ καλύτερα ὁ ἴδιος ὁ Θεός μέσα του. ῾῾Ο Θεός ὁ εἰπών ἐκ σκότους φῶς λάμψαι, ὅς ἔλαμψεν ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρός φωτισμόν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ ἐν προσώπῳ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽. ῾Ο Θεός, δηλαδή, πού εἶπε: ῾Μέσα ἀπό τό σκοτάδι νά λάμψει τό φῶς᾽, Αὐτός ἔλαμψε μέσα στίς καρδιές μας καί μᾶς φώτισε νά γνωρίσουμε τή δόξα Του στό πρόσωπο τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. ῎Ετσι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ ἀποτελεῖ ἀφενός ἀποκαλυπτική ἐνέργεια τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ - ᾽Εκεῖνος ἔχει πάντοτε τήν πρωτοβουλία – ἀφετέρου γεγονός ἐσωτερικό καί μυστικό: τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου, τό σημαντικότερο ὅμως σχετίζεται μέ τόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό. 

3. (α) Κι ὅταν λέει καρδιά βεβαίως ὁ ἀπόστολος, ὅπως καί ὅλη ἡ ἁγία Γραφή, δέν ἐννοεῖ τό σάρκινο ὄργανο ἁπλῶς τοῦ σώματός μας, ἀλλά αὐτό πού συνιστᾶ τό κέντρο καί τό βάθος τῆς ὕπαρξής μας, ῾τόν κρυπτόν τῆς καρδίας ἄνθρωπον᾽ κατά τόν ἀπόστολο, πού σημαίνει ὅτι ὁ Θεός δέν ἀποδεικνύεται κατά ἐξωτερικό καί μαθηματικό τρόπο σάν νά εἶναι ἕνα ἀντικείμενο τοῦ κόσμου τούτου - ὅποιοι ἐπεχείρησαν νά ῾ἀποδείξουν᾽ τόν Θεό ἔτσι ἐκτός ἀπό τήν ἀποτυχία τους ῾στέγνωσαν᾽ καί τήν ὅποια ζωντάνια τῆς πίστης τους - ἀλλά βιώνεται ἐμπειρικά ἐκεῖ πού λειτουργεῖ ὁ ἀληθινός ἑαυτός μας, δηλαδή μέσα μας. ῾Ο ἴδιος ὁ Κύριος ἄλλωστε τό εἶχε ἐπισημάνει: ῾῾Η βασιλεία τοῦ Θεοῦ οὐκ ἔρχεται μετά παρατηρήσεως. Οὐκ ἔστιν ὧδε ἤ ὧδε. ᾽Ιδού ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός ὑμῶν ἐστιν᾽. (Γι᾽ αὐτό καί παρενθετικά νά ποῦμε ὅτι ἀκριβῶς γι᾽ αὐτόν τόν λόγο ἡ ᾽Ορθοδοξία πού κράτησε πάντοτε τή μυστική αὐτή διάσταση τῆς βίωσης τῆς πίστης ἀποτελεῖ καί θά ἀποτελεῖ πάντοτε τήν ἐλπίδα γιά τήν ἀληθινή χριστιανική ζωή).
(β) ῾Ο παραπάνω λόγος ἐξηγεῖ καί τήν ἔννοια τῆς γνώσης τοῦ Θεοῦ πού λέει ὁ ἀπόστολος.  Δέν πρόκειται γιά μία γνώση ἐγκεφαλικοῦ τύπου, ἀλλά γιά τή γνώση ἐκείνη πού κηρύσσουν οἱ προφῆτες ἤδη ἀπό τήν Παλαιά Διαθήκη καί ἐννοεῖ καί ἡ Καινή. ῾Η γνώση δηλαδή πού ἔρχεται ὡς καρπός ἐμπειρίας τοῦ Θεοῦ, συνεπῶς ἡ γνώση πού προϋποθέτει τή μετοχή στή ζωή ᾽Εκείνου. Τότε μέ ἄλλα λόγια γνωρίζω τόν Θεό, κατά τή χριστιανική πίστη, ὅταν ζῶ μέσα στήν ἐνέργεια τῆς χάρης Του. ῾Γνῶσίς ἐστι μετουσία᾽ θά σημειώσει ὁ Πατήρ Πατέρων ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης. ῞Οπως γνωρίζω τόν ἥλιο γιατί βρίσκομαι μέσα στίς ἐνέργειες τῶν ἀκτίνων του, κατά τόν ἴδιο τρόπο γνωρίζω τόν Θεό γιατί βρίσκομαι μέσα στό φῶς Του. ᾽Από τήν ἄποψη αὐτή ὁ ἀπόστολος μαρτυρεῖ ὅτι ὁ Θεός μᾶς φώτισε ὥστε νά ἔχουμε ἐμπειρία τῆς δόξας Του, δηλαδή τῆς χάρης καί τῆς παρουσίας Του μέσα στήν καρδιά μας.
(γ) ῾Η ἐμπειρία αὐτή τοῦ Θεοῦ ὅμως σχετίζεται μέ τό πρόσωπο τοῦ Κυρίου ᾽Ιησοῦ. ῾Μᾶς φώτισε, λέει, νά γνωρίσουμε τή δόξα Του ἐν προσώπῳ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ᾽. Μέ ἄλλα λόγια γνωρίζει κανείς τόν Θεό, μετέχει σ᾽ Αὐτόν στόν βαθμό πού τοποθετεῖται ἔναντι τοῦ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ. Δέν ὑπάρχει ἔτσι γνώση Θεοῦ ἔξω ἀπό τόν Χριστό. ᾽Εκεῖνος πού θά μιλήσει γιά τόν Θεό παραθεωρώντας τόν Χριστό θά μιλήσει γιά κάτι ἄλλο πού δέν εἶναι Θεός. Σάν τούς εἰδωλολάτρες πού πίστευαν σέ θεούς, κατασκευάσματα ὅμως τοῦ μυαλοῦ τους, εἴδωλα. Στήν ἐρώτηση τοῦ ἀποστόλου Φιλίππου στόν Κύριο ᾽Εκεῖνος νά τούς δείξει τόν Θεό Πατέρα, ὁ Χριστός μας ἀπάντησε: ῾Τοσοῦτον χρόνον μεθ᾽ ὑμῶν εἰμι, Φίλιππε, καί οὐκ ἔγνωκάς με; Ὁ ἑωρακώς ἐμέ ἑώρακε τόν Πατέρα᾽. Γι᾽ αὐτό καί ὁ Χριστός παραμένει πάντοτε ῾ἡ θύρα᾽ διά τῆς ὁποίας ὁδηγεῖται ὁ ἄνθρωπος στόν Θεό καί βρίσκει τή σωτηρία του. ῾Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενί ἡ σωτηρία᾽.
Κι εἶναι εὐνόητο ὅτι αὐτός ὁ φωτισμός πού μᾶς γνωρίζει τόν Θεό στήν καρδιά μας ἐν προσώπῳ ᾽Ιησοῦ Χριστοῦ εἶναι φωτισμός τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Τό ῞Αγιον Πνεῦμα εἶναι τό πρόσωπο πού ἀποκαλύπτει μέσα μας τόν ᾽Ιησοῦ ὡς Κύριο καί Θεό. Χωρίς τόν φωτισμό αὐτό ὁ Χριστός θά γίνεται ἀποδεκτός ὡς ἄνθρωπος σπουδαῖος ἴσως, ὡς φιλόσοφος, ὡς θρησκευτικός ἀρχηγός, ὄχι ὅμως καί ὡς τέλειος Θεός. Τό εἶχε πεῖ ὁ ἴδιος ὁ Κύριος στόν ἀπόστολο Πέτρο ὅταν αὐτός εἶχε ὁμολογήσει τή θεότητα τοῦ Χριστοῦ - ῾σάρξ καί αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι᾽ - τό ἀποκαλύπτει καί ἀλλοῦ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅταν λέει ῾oὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον ᾽Ιησοῦν εἰ μή ἐν Πνεύματι ῾Αγίῳ᾽.
᾽Από τήν ἄποψη αὐτή ἔχουμε μία ἐνέργεια τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ γιά νά γνωρίζουμε τόν ἀληθινό Θεό: τό ῞Αγιον Πνεῦμα φωτίζει τίς καρδιές μας γιά νά γνωρίζουμε τόν Χριστό, ὁ ῾Οποῖος ὡς θύρα μᾶς ὁδηγεῖ στόν  Θεό Πατέρα. ῞Οτι ἐδῶ προϋποτίθεται ἡ ἔνταξη τοῦ ἀνθρώπου στήν ᾽Εκκλησία, ὅπου διά τοῦ ἁγίου βαπτίσματος καί τοῦ ἁγίου χρίσματος λαμβάνει τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά γίνει μέλος Χριστοῦ καί νά ἀρχίσει διά τῆς τηρήσεως τῶν ἐντολῶν ᾽Εκείνου νά ζεῖ τήν παρουσία τοῦ Θεοῦ εἶναι περιττό καί νά ποῦμε.

γ. ῾Ο λόγος τοῦ ἀποστόλου Παύλου ἔρχεται μέ δυνατό τρόπο νά ἀφυπνίσει τίς συνειδήσεις μας ὡς χριστιανῶν: καλούμαστε μέσα στή δεδομένη ἀδυναμία μας ὡς πλάσματα φθαρτά νά ἐπικεντρώνουμε ὄχι σ᾽ αὐτήν, ἀλλά στόν θησαυρό πού μᾶς ἔχει δοθεῖ. Συνιστᾶ τελικῶς ἀθεΐα τό γεγονός νά ἀποδεικνυόμαστε τυφλοί στήν ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν μας δωρεά – νά εἴμαστε μέλη Χριστοῦ - καί ὁλόφθαλμοι μόνο στίς ἀδυναμίες καί στά πράγματα τοῦ κόσμου τούτου. ῎Αν τόσα προβλήματα παρουσιάζει καί ἡ δική μας ζωή, ἄν τό ἄγχος καί ὁ πόνος μᾶς καταβάλλουν, ὥστε νά ὁδηγούμαστε συχνά στήν ἀπελπισία καί στήν ἀπόγνωση - ὁρισμένοι ἀδελφοί ὁδηγοῦνται καί στήν αὐτοκτονία – εἶναι μᾶλλον γιατί ὁ διάβολος, ῾ὁ θεός τοῦ αἰῶνος τούτου ἐτύφλωσε τά νοήματα᾽ ὄχι μόνο τῶν ἀπίστων ἀλλά καί ἡμῶν τῶν θεωρουμένων χριστιανῶν. Καί τά ἀποτελέσματα εἶναι πιά ὁρατά: εἴτε ῾χριστιανοί᾽ νά ὑβρίζουν τόν Χριστό καί νά Τόν διακωμωδοῦν, ἀγνοώντας ὅτι ἔτσι ἐμπαίζουν καί τόν ἴδιο τόν ἑαυτό τους, εἴτε οἱ περισσότεροί μας νά Τόν ὑβρίζουμε καί νά Τόν διακωμωδοῦμε ἔμπρακτα, γιατί καταργοῦμε αὐτό γιά τό ὁποῖο ἦλθε καί ἀποτελεῖ τήν προϋπόθεση νά εἴμαστε μαζί Του: τήν ἀγάπη.

Πέμπτη, Μαΐου 22, 2014

Φώτης Κόντογλου, Ανοικτή επιστολή προς Αθηναγόραν.



ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΑΘΗΝΑΓΟΡΑΝ*
ΦΩΤΙΟΥ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ
Ἡ ἐπιθυμία τῆς ὕμ. Παναγιότητος καὶ τῶν σὺν ὑμὶν νὰ ὑποταχθῆ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἰς τὸν Πάπαν καὶ ἡ ἐκ μέρους σᾶς ἀνεξήγητος σπουδή, ἐπλήρωσε τὴν καρδίαν μᾶς ἀφάτου θλίψεως καὶ ἀθυμίας. Τὰ ὦτα μας ἀκόμη συρίζουν ἀπὸ τὸ φρικτὸν τοῦτο ἄκουσμα.
Ἡ Ὀρθόδοξος ποίμνη ἐδιχάσθη. Οἱ μὲν σᾶς ἠκολούθησαν, εἰς τὸν ὀλισθηρὸν δρόμον τὸν ἀπάγοντα εἰς τὴν ἀπώλειαν, οἱ δὲ παρέμειναν ἑδραῖοι καὶ ἀσάλευτοι εἰς τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν τῶν πατέρων τῶν, ἀποτροπιαζόμενοι καὶ εἰς μόνην τὴν σκέψιν ὅτι ὁ Οἰκουμ. Πατριάρχης ἐνηγκαλίσθη τὸν Πάπαν καὶ ἐμολύνθη ἀπὸ τὸ βδέλυγμα τοῦτο τῆς ἀσεβείας.

Ἐκεῖνοι οἵτινες σᾶς ἠκολούθησαν ἤσαν ἐκ τῶν προτέρων προδικασμένοι νὰ σᾶςἀκολουθήσουν, ὄντες ὑλόφρονες, ματαιόδοξοι, ἄπιστοι, καὶ ξενόδουλοι κόλακες καὶ κολακευόμενοι. Ἔσπευσαν λοιπὸν νὰ συνταχθῶσι μὲ τὸν «κόσμον», μὲ τὸν ἁμαρτωλὸν κόσμον τῆς ἐπιγείου ἀνέσεως, τῆς ἄνευ ταλαιπωριῶν καὶ ἀγῶνος ζωῆς, «εἰς τὴν ὧδε μένουσαν πόλιν», μὴ ἐπιζητοῦντες «τὴν μέλλουσαν», ὡς ἀνύπαρκτον καὶ μὴ πιστευτὴν εἰς αὐτούς.
Οἱ ἄλλοι ὅμως, οἱ πιστοί, παρέμειναν ἀσάλευτοι εἰς τὴν Ὀρθόδοξον πίστιν, εἰς τὴνχώραν τῆς πενίας, τῶν στερήσεων, τῶν πειρασμῶν, τῶν διωγμῶν, βέβαιοι ὄντες ὅτι ἐν μέσω αὐτῶν παρίσταται ὁ Κύριος, ὁ εἰπῶν ὅτι ἡ Ἐκκλησία Αὐτοῦ θὰ εἶναι συνδεδεμένη μὲ τὸ μαρτύριον, τὴν περιφρόνησιν, τὴν πτωχείαν, τὸν ἐμπαιγμόν, τὰ ὁποία θὰ εἶναι ἡ ἀντιμισθία τῆς σθεναρᾶς ὁμολογίας τῶν εἰς τοῦτον τὸν κόσμον.
Εἰς τὰ ὦτα τῶν ἠχοῦν ἡμέρας καὶ νυκτὸς οἱ παρήγοροι λόγοι τοῦ Χριστοῦ.«Εἰ ἐμὲἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσιν». Ὁ διωγμός, ἡ κακοπάθησις καὶ ὁ θάνατος εἶναι ὁεὐλογημένος κλῆρος τῶν γνησίων μαθητῶν τοῦ Χριστοῦ. Τὸ πανάγιον στόμα τοῦ εἶπεν ἀκόμη: «Ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ βιάζεται καὶ οἱ βιασταὶ ἁρπάζουσιν αὐτήν». Πῶς εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχουν βιασταὶ εἰς τὴν παράταξιν τῶν ἀμάχων, οἱ ὁποῖοι ἔσπευσαν νὰ συνθηκολογήσουν μὲ τὸ ψεῦδος, διὰ νὰ ζήσουν ἐν ἡσυχία καὶ ἀπολαύσει τῶν ἐγκοσμίων ἀγαθῶν;
Καὶ σεῖς οἱ ποιμένες τοῦ λαοῦ τί εἴδους ποιμένες εἶσθε; Τὰ πρόβατα τὰ ὁποῖα σᾶςἐνεπιστεύθη ὁ Χριστὸς τὰ παραδίδετε εἰς τοὺς λύκους. Συναυλίζεσθε μὲ τοὺς ἄρχοντας τοῦ κόσμου τούτου τοῦ παρερχομένου, διότι ἐζηλώσατε τὴν δόξαν αὐτῶν καὶ οὐχὶ τὴν δόξαν τοῦ Θεοῦ.
 Ὑπετάξατε τὴν πίστιν εἰς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους τῶν κοσμικῶν ἐπιθυμιῶν, οἵτινες ὁδηγοῦνται ἀπὸ τὸν σατανᾶν.
Παρεδόθητε καὶ παρεδώσατε τὰ πρόβατα εἰς τὸν ἄρχοντα τοῦ κόσμου τούτου, εἰς τὸν κατέχοντα τὴν ὕλην, τὸν χρυσόν, τὰς ἐφευρέσεις καὶ τὰς μηχανᾶς, αἳ ὁποῖαι καταπλήττουν τὰ πλήθη, ὡς θαύματα τοῦ ἀντιχρίστου.
Παρεδόθητε καὶ παρεδώσατε τὰ πρόβατα εἰς τὴν ψευδώνυμον γνῶσιν, «τὴν κενὴν ἀπάτην», τὴν διδασκομένην εἰς τὰς χώρας τῆς ἀθεΐας καὶ τῆς ἀπογνώσεως, ὅπου οὐκ ἔστιν οὐδὲ ὀσμὴ τῆς αἰωνίου ζωῆς καὶ τῆς ἀληθοῦς γνώσεως, τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ.
Καὶ ταῦτα, διότι δὲν εἶσθε οἱ ποιμένες οἱ καλοί, οἱ θυσιάζοντες τὴν ζωὴν αὐτῶν ὑπὲρ τῶν προβάτων καὶ ὁδηγοῦντες αὐτὰ εἰς τοὺς εὐώδεις λειμώνας τῆς ἀθανάτου ζωῆς.
Σεῖς εἶσθε οἱ μισθωτοὶ ποιμένες, καὶ κατὰ τὸ πανάγιον στόμα τοῦ Κυρίου «ὁ μισθωτὸς ποιμὴν οὐκ ἔστι ποιμὴν» (Ἰω. ι’, 12). Εἶσθε μισθωτοὶ τῶν ἀρχόντων τοῦ κόσμου τούτου, διὰ τὴν δόξαν καὶ τὸν πλοῦτον τῶν ὁποίων ἐργάζεσθε.
Καὶ ἅπαξ εἶσθε οἱ δοῦλοι τοιούτων κυρίων, εἶσθε ὠπλισμένοι μὲ τὰ ὄπλα τῆς βίας, μὲ τὰ ὁποία ἀπειλεῖτε τὰ πιστὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, διὰ νὰ τὰ ἀναγκάσητε νὰ σᾶς ἀκολουθήσουν.
Ἀλλὰ αὐτὰ τὰ μακάρια πρόβατα ἀπεκδέχονται τὸ μαρτύριον ὡς λύτρωσιν καὶ ὡςἀψευδὲς σημεῖον ὅτι θὰ λάβουν τὸν ἀμάραντον στέφανον ἀπὸ τὸν ἀγωνοθέτηνΚύριον Ἰησοῦν Χριστόν.
Ναί! Εἴμεθα ἕτοιμοι νὰ μαρτυρήσωμεν μετὰ χαρᾶς καὶ ἀγαλλιάσεως ὑπὲρ τῆςὈρθοδόξου πίστεως, τὴν ὁποίαν κρατοῦμεν ὡς τὸν μέγιστον θησαυρόν. Μακαρίζομεν τοὺς ἑαυτούς μας, διότι θὰ διωχθῶμεν καὶ θὰ ἀποθάνωμεν ὑπὲρ πίστεως καὶ ἀληθείας.
Ἀκονίσατε τὴν μάχαιραν τῆς αἰσχύνης. Ἀποστείλατε τὰ ὄργανα τῆς βίας, τὰ ὁποία σᾶς δορυφοροῦν καὶ μὲ τὰ ὁποία εἶναι πάντοτε πάνοπλος ἡ ἀποστασία. Ἀποστείλατε τὰ ἐναντίον μας. Ἤδη εἰς τὸ Ἅγιον Ὅρος ἐνεφανίσθη τὸ αἱματωμένον καὶ ἀποτρόπαιον φάσγανον τῆς βίας, διὰ νὰ ἐνσπείρη τὸν τρόμον εἰς τὰς ἁγίας καρδί τῶν γερόντων, τῶν ἀσκητῶν καὶ τῶν ἐρημιτῶν, οἱ ὁποῖοι ἔζησαν ἐν δοκιμασίαις, ἐν στερήσει, ἐν τελεία ἀπαρνήσει τοῦ σαρκίου τῶν, διὰ νὰ εὐαρεστήσουν τὸν Κύριον.
Τὸ φρικτὸν πρόσωπον τῆς βίας ἐμφανίζεται ὡς τὸ τῆς μυθικῆς κεφαλῆς τῆς Μεδούσης εἰς τὸν ἁγιασμένον κῆπον τῆς Παναγίας. Καὶ ὄπισθεν αὐτοῦ του βδελύγματος τῆς βίας εὐρίσκεσθε σεῖς, οἱ «ποιμένες οἱ μισθωτοί», οἱ τρίδουλοι τῶν ἀρχόντων τοῦ σκοτεινοῦ κόσμου τοῦ χρήματος, τῆς ἀθεΐας, τοῦ ἐκφυλισμοῦ καὶ πάσης ἀκολασίας.
Σπαράξατε τοὺς ἀθώους, τοὺς ἁγίους ὁμολογητᾶς, ἀφοῦ ἐγίνατε λύκοι σεῖς οἱ ἴδιοι οἱ ποιμένες.
Σπαράξατε τὴν Ὀρθοδοξίαν μέσα εἰς τὸ Κολοσσαῖον εἰς τὸ ὁποῖον παρίστανται οἱΚαίσαρες, τῆς σημερινῆς κακούργου ἀθεΐας. Εἶναι καιρὸς ὅμως ν’ ἀποβάλετε τὴν δορὰν τοῦ προβάτου, καθ’ ὅσον αὔτη δὲν ἀπατᾶ πλέον κανένα.
«Ὁ ποιεῖτε, ποιήσατε τάχιον!».
* «Ο.Τ.», Ἀπρίλιος 1965.
ΙΩΒ
ΠΗΓΗ: «ΑΝΤΙΠΑΠΙΚΑ» ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ» ΑΘΗΝΑΙ 1993
πηγή  το είδαμε εδώ

Γεώργιος Ζερβός , Επιβάλλεται η έκτακτος σύγκλησις της Ιεραρχίας και της Διπλής Συνάξεως του Αγίου Όρους



Ἐν ὄψει τῆς συναντήσεως καὶ τῆς συμπροσευχῆς Πάπα Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα
ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ Η ΕΚΤΑΚΤΟΣ ΣΥΓΚΛΗΣΙΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΡΧΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΔΙΠΛΗΣ ΣΥΝΑΞΕΩΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ
Τόσον ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὅσον καὶ ἡ ἀντίστοιχος τῆς Κρήτης ὡς καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος ὀφείλουν νὰ προειδοποιήσουν τὸν Πατριάρχην ὅτι δὲν θὰ ἀποδεχθοῦν κοινὴν διακήρυξιν μὲ τὸν Πάπαν ὅτι ὁ Παπισμὸς καὶ αἱ ἄλλαι αἱρετικαὶ «ἐκκλησίαι» εἶναι κανονικαὶ καὶ σώζουσαι καὶ ὅτι ἔχουν ἀποστολικὴν διαδοχήν, ἔγκυρα μυστήρια καὶ ἱερωσύνην. Νὰ διακηρύξουν πρὸς τὸ Φανάριον ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία δὲν εἶναι ἕνας ἐκ τῶν πολλῶν κλάδων τῆς χριστιανοσύνης καὶ ὅτι δὲν ἀποδέχονται τὸ δόγμα τῶν οἰκουμενιστῶν διὰ τὴν ψευδοένωσιν: Ἕνας ὁ Χριστός, πολλαὶ αἱ χριστιανικαὶ πίστεις, πολλὰ τὰ χριστιανικὰ μυστήρια κ.λπ.

Ἤδη οἱ τοῦ Φαναρίου εἰς τοὺς θεολογικοὺς διαλόγους νοθεύουν τὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁμιλοῦν διὰ ἀποστολικὴν διαδοχὴν τῶν αἱρετικῶν ἐκκλησιῶν καὶ τὴν ἰδίαν στιγμὴν ἐπικαλοῦνται κατὰ τὰς θείας Λειτουργίας τὸν Κύριον, διὰ νὰ ἐπιβλέψη τὴν ἄμπελον (τὴν Ὀρθοδοξίαν), τὴν ὁποίαν ἐφύτευσεν ἡ δεξιά Του, περιθωριοποιοῦν τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας τοὺς ὁποίους τιμοῦν πανηγυρικῶς, ἀλλὰ δὲν ἐφαρμόζουν τὰς παρακαταθήκας των, ζητοῦν τὴν ἀναθεώρησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων ὡς ξεπερασμένων, ἀκυρώνουν τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, ἀφοῦ πλέον ἀναγνωρίζουν πολλὰς ἐκκλησίας καὶ ἀποδέχονται τὴν «θείαν εὐχαριστίαν» τῶν αἱρετικῶν ἐφ᾽ ὅσον αὐτὴ τελεῖται ἁπλῶς εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἡ συνάντησις Πάπα Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου γίνεται εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα, ἐνῶ ἡμεῖς θὰ ψηφίζωμεν διὰ τὴν ἐκλογὴν Εὐρωβουλευτῶν καὶ θὰ εἴμεθα ἀπησχολημένοι μὲ ἄλλα θέματα. 
Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος θὰ συναντηθῆ μετὰ τοῦ Πάπα εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα μεταξὺ 24ης καὶ 26ης Μαΐου, διὰ νὰ τιμήσουν τὴν ἄρσιν τῶν ἀναθεμάτων καὶ τὴν περιθωριοποίησιν τῶν δογμάτων τῆς Πίστεώς μας, πρὸ πεντήκοντα ἐτῶν, ὑπὸ τοῦ ἀειμνήστου Πατριάρχου Ἀθηναγόρου καὶ τοῦ τότε Πάπα. Πάντα ταῦτα συνετελέσθησαν, διὰ νὰ προχωρήση εἰς τὸ ὄνομα τῆς «διπλωματίας τῆς ἀγάπης», —τὴν ὁποίαν ἀνεκάλυψεν ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος καὶ ἐφαρμόζουν ἔκτοτε οἱ Οἰκουμενικοὶ Πατριάρχαι μας—ὁ θεολογικὸς διάλογος μὲ τελικὸν σκοπὸν τὴν ἕνωσιν Παπικῶν καὶ Ὀρθοδόξων. Ἔκτοτε τὸ Φανάριον αἱ «κεφαλαί του» καὶ οἱ καθοδηγούμενοι ἀπὸ αὐτὸ Ἀρχιερεῖς, δὲν δίνουν ἀξίαν εἰς τὰ Ὀρθόδοξα δόγματα καὶ ἀποκλίνουν ἐκ τῆς γραμμῆς τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, διακηρύσσοντες ἄλλοτε εὐθέως καὶ ἄλλοτε πλαγίως ὅτι οἱ κανόνες, ἀποφάσεις Οἰκουμενικῶν Συνόδων καὶ αἱ γραμμαὶ τῶν Ἁγίων καὶ θεοφόρων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι ἀνεπίκαιροι καὶ ξεπερασμένοι, διότι ἀφοροῦν ἄλλας ἐποχὰς ἄλλων αἰώνων. Τιμοῦν βεβαίως ὑποκριτικῶς τοὺς Ἁγίους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, οἱ ὁποῖοι διεφύλαξαν ἀνόθευτα τὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως, ὡς τὸν Ἅγιον Μᾶρκον τὸν Εὐγενικόν, τὸν Ἅγιον Γρηγόριον τὸν Παλαμᾶν, καθῶς καὶ ἄλλους ἀντιαιρετικοὺς ἀντιπαπικοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀλλὰ δὲν ἔμεινε τίποτε εἰς τοὺς συγχρόνους Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας μας, ἀπὸ τοὺς ἀγῶνας τῶν ἀντιπαπικῶν − ἀντιαιρετικῶν Ἁγίων. Ὁ Ἅγιος Μᾶρκος διὰ παράδειγμα διεκήρυξεν ὅτι οἱ Παπικοὶ δὲν εἶναι μόνον σχισματικοὶ ἀλλὰ καὶ αἱρετικοί. Ἐνῶ τοποθετῶν τὴν ἐλευθερίαν τῆς Ἐκκλησίας ὑπεράνω τῆς ἐλευθερίας τῆς Πατρίδος διεκήρυξε ὅτι: «Εἰς καμίαν περίπτωσιν δὲν πρέπει νὰ ἑνωθῶμεν μὲ τοὺς λατίνους, ἂν αὐτοὶ δὲν ἀποβάλουν ἀπὸ τὸ σύμβολον τῆς Πίστεως τὴν προσθήκην (Σ.Σ.: τῆς αἱρέσεως τοῦ Φιλιόκβε) καὶ δὲν ὁμολογήσουν τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως) ὅπως ἐμεῖς». Αὕτη ἡ διακήρυξις ἔγινεν εἰς μίαν χρονικὴν περίοδον κατὰ τὴν ὁποίαν τὸ Βυζάντιον ἦτο ἐξησθενημένον ἀπὸ τὰς ἐπιθέσεις καὶ τὰς λεηλασίας τῆς Φραγκοκρατίας καὶ ὅλοι ἐπεδίωκον τὴν βοήθειαν τῆς Δύσεως διὰ τοῦ Βατικανοῦ, διὰ νὰ ἀποκρούσουν τὴν ἐπίθεσιν τῆς Τουρκίας. Τότε ἔσπευδαν οἱ πάντες εἰς τὸν Πάπαν ὑποσχόμενοι ἀκόμη καὶ τὴν ψευδοένωσιν, ἡ ὁποία θὰ ἐγίνετο, ἂν δὲν τὴν ἐματαίωνεν ὁ Ἐπίσκοπος Ἐφέσου καὶ μετέπειτα Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Εὐγενικὸς μὲ τοὺς ἀγῶνας καὶ τὴν στάσιν του εἰς τὴν Φερράραν καὶ τὴν Φλωρεντίαν καὶ ἐν συνεχείᾳ ἡ συνείδησις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὁ πιστὸς Ὀρθόδοξος λαὸς καὶ ὁ ἔντιμος κλῆρος μὲ τὰς κινητοποιήσεις των ἐναντίον τῶν τότε προδοτῶν τῆς Πίστεως.
Ἀπὸ τὸ Βυζάντιον εἰς τὴν σημερινὴν Ἑλλάδα 
Ἐὰν ἀνατρέξωμεν εἰς τὴν ἱστορίαν καὶ εἰς τὴν πτῶσιν τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, θὰ διαπιστώσωμεν ὅτι ἡ σημερινὴ Ἑλλὰς παρουσιάζει ὅλα τὰ παραλυτικὰ καὶ παρακμιακὰ φαινόμενα εἰς ὅλους τοὺς τομεῖς τοῦ Κράτους, τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων καὶ τῶν Σωμάτων Ἀσφαλείας, εἰς τὴν πνευματικήν, ἐκκλησιαστικὴν καὶ κοινωνικὴν ζωήν. Τότε ἔτρεχον εἰς τὸν Πάπαν διὰ βοήθειαν. Σήμερον οἱ πολιτικοὶ προσκυνοῦν τὸν προωθημένον Προτεσταντισμὸν τῆς Δύσεως καὶ ἰδιαιτέρως τῆς Γερμανίας. Αὐτὰς τὰς δυσκόλους ὥρας ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος καὶ τὸ Φανάριον ἔπρεπε νὰ καλλιεργοῦν τὴν ἐνίσχυσιν τοῦ Ὀρθοδόξου φρονήματος, διότι ὡς παραδέχονται καὶ οἱ πλανεμένοι Χριστιανοί, ἡ Ὀρθοδοξία ἔσωσε τὸ γένος. Δὲν τὸ πράττει ὅμως οὔτε ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία οὔτε τὸ Φανάριον. Ἡ πρώτη ἔχει μεταβάλει τὴν Ἐκκλησίαν εἰς Ἐρυθρὸν Σταυρὸν μὲ τὰ χρήματα τῶν πτωχῶν συνανθρώπων μας, ὀλίγων ὑποδίκων ἐπιχειρηματιῶν, οἱ ὁποῖοι διὰ νὰ ἀποκτήσουν «καλὸν προσωπεῖον» ἐνισχύουν καὶ τὰ συσσίτια τῆς Ἐκκλησίας, τὰ χρήματα ἀπὸ ἐράνους τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀμερικῆς καὶ τὰ Εὐρωπαϊκὰ κονδύλια. Αἱ αἱρέσεις ἁλωνίζουν εἰς τὴν Ἑλλάδα, ἀλλὰ ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία ἀσχολεῖται μὸνον μὲ τοὺς Ἰεχωβίτας. Τὸ ὑπουργεῖον Παιδείας: 1ον) Ἱδρύει τμῆμα Ἰσλαμικῶν σπουδῶν εἰς τὴν Θεολογικὴν Σχολὴν τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. 2ον) Ἀπαγορεύει τὰς χειροτονίας κληρικῶν καὶ ἐξομοιώνει τὸν ἱερέα μὲ τὸν δημόσιον ὑπάλληλον, ὅταν οὗτος εἶναι πνευματικὸς ποιμὴν εἰς τὴν ἐνορίαν του. 3ον) Ἐνομιμοποίησεν ὅλας τὰς ἀνατολικὰς θρησκείας, τὰς παραθρησκείας καὶ τὰς αἱρέσεις μὲ νόμον, ὁ ὁποῖος ἐπιτρέπει μὲ τὴν συγκέντρωσιν τριακοσίων ὑπογραφῶν νὰ συγκροτοῦν «Ἐκκλησίαν», ἡ ὁποία ἐπιτρέπεται νὰ ἔχη κατασκηνώσεις, ραδιοφωνικὸν σταθμὸν διὰ προπαγάνδα προσηλυτισμὸν (ποὺ κατὰ τὰ ἄλλα ἀπαγορεύεται) κ.λπ. Ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος εἶναι ἄφωνος διὰ ὅλα αὐτά, διὰ νὰ μὴ δυσαρεστήση τοὺς πολιτικοὺς ἐξουσιαστάς, οἱ ὁποῖοι κατεδαφίζουν τὴν Ὀρθόδοξον ταυτότητα τῆς Ἑλλάδος καὶ παραδίδουν τὴν οἰκονομίαν τῆς Χώρας εἰς πλουσίους ἐκπροσώπους τοῦ Ἰσλάμ. Οὐσιαστικῶς ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία συμπλέει μὲ τοὺς πολιτικοὺς ἐξουσιαστὰς διὰ τῆς ἀφωνίας της καὶ τῆς μὴ ἀντιδράσεώς της εἰς τὴν δημιουργίαν τῆς πολυφυλετικῆς Ἑλλάδος, εἰς τὴν ὁποίαν θὰ ἔχουν θέσιν τὰ ἰσχυρὰ μεγάφωνα ἀπὸ τὰ τζαμιά, ἀλλὰ θὰ ἐνοχλῆ ἡ καμπάνα τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὸ μεγάφωνον, τὸ ὁποῖον θὰ μεταδίδη ἐκτὸς Ἐκκλησίας τὴν θείαν Λειτουργίαν κ.λπ. Παραλλήλως ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία δὲν τολμᾶ νὰ ἐλέγξη τὸ Φανάριον διὰ ὅσα κάμνει ἐναντίον τῆς Ἀληθείας τῆς Πίστεως, ἀλλὰ καὶ συμμετέχει εἰς τὰς πράξεις αὐτὰς διὰ ἐκείνων τῶν Ἀρχιερέων, οἱ ὁποῖοι ἀσπάζονται ὅλας τὰς θεωρίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, συμφώνως πρὸς τὰς ὁποίας: Δὲν ὑπάρχουν πλέον αἱρετικαὶ πλανεμέναι χριστιανικαὶ «Ἐκκλησίαι» ἀλλὰ κανονικαὶ καὶ σώζουσαι. 2ον) Ὁ Παπισμὸς δὲν εἶναι αἵρεσις. 3ον) Τὰ μυστήρια ὅλων τῶν πλανεμένων εἶναι κανονικὰ ἀκόμη καὶ τὸ μυστήριον τῆς θείας Εὐχαριστίας ἐφ ὅσον αὕτη τελεῖται εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ δὲν ἐνδιαφέρει, ἐὰν αὕτη ἔχει τὰ χαρακτηριστικὰ τῆς Ὀρθοδόξου θείας Εὐχαριστίας ἢ ὄχι κ.λπ. 4ον) Τὸ Βάπτισμα ὅλων τῶν κηρυχθέντων ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ὡς «κανονικῶν καὶ σωζουσῶν ἐκκλησιῶν» εἶναι ἔγκυρον, ἀνεξαρτήτως, ἐὰν αὐτὸ τελῆται μὲ τὸν Ὀρθόδοξον τρόπον ἢ ὄχι, καὶ ὡς ἐκ τούτου δὲν χρειάζεται βάπτισις διὰ τὴν προσχώρησιν κάποιου πλανεμένου χριστιανοῦ εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν. 5ον) Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης εἶναι ὑπὲρ τῆς ἀναθεωρήσεως τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων ἀπὸ τὴν ἐποχὴν κατὰ τὴν ὁποίαν ἦτο Ἀρχιμανδρίτης. Τὰς ἰδίας ἀπόψεις ἔχει, προφανῶς καὶ ὁ Σεβ. Δημητριάδος, ἀφοῦ ἡ ἐλεγχομένη ὑπὸ τῆς Ἱ. Μητροπόλεώς του Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου, ὠργάνωσε συνέδριον, εἰς τὸ ὁποῖον ἐρρίφθη τὸ δηλητήριον διὰ τὴν ἀναθεώρησίν των. Ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος δὲν ἐτόλμησε νὰ ἀποδοκιμάση τὸ Φανάριον ἀλλὰ καὶ τὸν Σεβ. Δημητριάδος, ὁ ὁποῖος ἄλλοτε ἀνακαλύπτει τὴν δημοτικὴν γλῶσσαν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, ἄλλοτε τὴν μεταπατερικὴν θεολογίαν, ἄλλοτε ὅτι ὁ Παπισμὸς δὲν εἶναι αἵρεσις ἀλλὰ κανονικὴ ἐκκλησία, ἄλλοτε τὴν θρησκειολογίαν κ.λπ. 6ον) Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης εἰς ἐπίσημον ἐπιστολήν του πρὸς τὸν Πάπαν ὁμιλεῖ διὰ διαίρεσιν Ὀρθοδόξων καὶ Παπικῶν καὶ ὄχι διὰ σχίσμα καὶ αἵρεσιν, ἐπιβάλλων τὴν γραμμὴν αὐτὴν καὶ εἰς τοὺς Ἀρχιερεῖς, οἱ ὁποῖοι συμμετέχουν εἰς τοὺς Θεολογικοὺς Διαλόγους προκαλῶν ἀντιδράσεις εἰς τὸν πιστὸν λαόν, τὸν ἔντιμον Κλῆρον, εἰς ἐπισκόπους, θεολόγους, ἱστορικούς, καθηγουμένους Ἱερῶν Μονῶν, Μοναχῶν καὶ Μοναζουσῶν. Δυστυχῶς ὁ εὐσεβὴς λαὸς καὶ ὁ ἔντιμος κλῆρος ἀνέμενον ἀπὸ τὴν Διοικοῦσαν Ἐκκλησίαν νὰ λάβη θέσιν διὰ αὐτὰ καὶ διὰ πολλὰ ἄλλα. Ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία ὅμως ἀσχολεῖται μὲ τὸ πῶς θὰ ἐπιτύχη ὡς «Ἐρυθρὸς Σταυρός», ἀλλὰ ἀδιαφορεῖ διὰ τὰ πνευματικά, τὴν τήρησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τὴν πιστὴν ἐφαρμογὴν τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, τῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων κ.λπ.
Δὲν ἐνοχλοῦνται
Διὰ παράδειγμα δὲν ἐνοχλοῦνται οἱ Ἀρχιερεῖς τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης ἀλλὰ καὶ οἱ καθηγούμενοι τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ τῶν Ἱερῶν Μονῶν, ὅταν βλέπουν εἰς τὰς φωτογραφίας Ὀρθοδόξους Ἀρχιερεῖς (εἴτε τῆς Ἑλλάδος εἴτε τῆς Ρουμανίας) νὰ συμπροσεύχωνται, φέροντες τὰ ἐγκόλπιά των καὶ τὰ ἐπανωκαλύμμαυχά των μὲ ἑτεροδόξους ἢ ἑτεροθρήσκους ἢ νὰ προσκυνοῦν τὴν χεῖραν τοῦ Πάπα καὶ νὰ τὸν δέχωνται ὡς κανονικὸν μέλος τῆς Ἐκκλησίας; Πῶς μὲ τόσην μεγάλην εὐκολίαν συμπροσεύχονται οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ἀληθείας καὶ τοῦ Φωτὸς (Ὀρθόδοξοι) μὲ τὸ σκότος καὶ τὴν πλάνην; «Πᾶνε νὰ ἀνακατέψουνε χρυσὸ καὶ μπακίρι;», ὅπως ἔλεγε ὁ μακαριστὸς γέρων π. Παΐσιος. Οἱ ἁπλοὶ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι ἔμαθαν ἀπὸ τοὺς γονεῖς καὶ τὴν κατήχησιν τῆς Ἐκκλησίας ὅτι οἱ Παπικοί, οἱ Προτεστάνται, οἱ Κόπται, οἱ Ἀγγλικανοὶ (μὲ τὰς παπαδίνας κ.λπ.) εἶναι πλανεμένοι Χριστιανοί, προβληματίζονται καὶ φουντώνουν ὅλα τὰ ἀναρχικὰ θρησκευτικὰ ἔνστικτά των, ὅταν βλέπουν τοιαύτας φωτογραφίας. Ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία δὲν ἐξοργίζεται ἢ ἀφήνει νὰ ἐξελιχθῆ ἡ ταύτισις αἱρέσεων καὶ Ὀρθοδοξίας, διὰ νὰ ὑπηρετήση μελλοντικῶς κι αὐτὴ τὴν «νέαν Ἐκκλησίαν» τὴν ὁποίαν προωθεῖ ἡ Νέα Ἐποχή; Αὕτη ἡ «νέα ἐκκλησία», θὰ ἔχη στοιχεῖα ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξίαν καὶ ὅλας τὰς πλανεμένας, δι᾽ ἡμᾶς Χριστιανικὰς «Ἐκκλησίας».
Τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία 
Πιστεύομεν, εἰλικρινῶς, ὅτι ἐν ὄψει τῆς συναντήσεως Πάπα Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα μεταξὺ 24ης καὶ 26ης Μαΐου, (καὶ ἐνῶ ἡ Ἑλλὰς θὰ εὑρίσκεται εἰς τὰς κάλπας διὰ τὴν ἀνάδειξιν Εὐρωβουλευτῶν καὶ ὡς λέγουν οἱ πολιτικοὶ ἐξουσιασταὶ θὰ κριθῆ τὸ μέλλον τῶν πολιτικῶν καὶ ἐθνικῶν ἐξελίξεων εἰς τὴν Χώραν) ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἡ Διπλῆ Σύναξις τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης ὀφείλουν νὰ συνέλθουν (κεχωρισμένως) καὶ νὰ προειδοποιήσουν τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην καὶ τοὺς περὶ αὐτὸν λαϊκοὺς καὶ ρασοφόρους συμβούλους ὅτι δὲν θὰ γίνη ἀποδεκτὴ οἱανδήποτε ἐπίσημος ἢ ἀνεπίσημος συμφωνία διὰ τὴν νόθευσιν τῶν δογμάτων τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Πρὸς μίαν τοιαύτην διακήρυξιν δὲν συνηγοροῦν μόνον οἱ λόγοι τοὺς ὁποίους προανεφέραμεν. Μὲ ἀφορμὴν αὐτὴν τὴν συνάντησιν ὀφείλουν Διοικοῦσα Ἐκκλησία, Ἅγιον Ὄρος καὶ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης νὰ ἐξετάσουν, ἐὰν ἀπὸ τὸ 1965, ὁπότε ἔγινε ἄρσις τῶν ἀναθεμάτων καὶ ἐτέθησαν τὰ δόγματα τῆς Ὀρθοδοξίας εἰς τὸ θησαυροφυλάκιον τῆς Ἐκκλησίας (δήλωσις τοῦ ἀειμνήστου Πατριάρχου Ἀθηναγόρου) ἐκέρδισεν ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἢ ἀπώλεσε κῦρος καὶ προδίδονται τὰ δόγματα.
Μᾶλλον συμβαίνει τὸ δεύτερον. Διότι ἀντὶ νὰ προσχωροῦν οἱ ἑτερόδοξοι εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν, προσχωροῦν αἱ κεφαλαὶ τοῦ Φαναρίου καὶ οἱ περὶ αὐτὸ οἰκουμενισταὶ Ἀρχιερεῖς εἰς τὰς θέσεις τῶν πλανεμένων Χριστιανῶν. Ὅταν τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ἀναγνωρίζει Ἀποστολικὸν χαρακτῆρα εἰς ὅλας τὰς πλανεμένας αἱρετικὰς χριστιανικὰς Ἐκκλησίας καὶ τὰς θεωρεῖ κανονικὰς καὶ σωζούσας «Ἐκκλησίας» δὲν ἀκυρώνει τὸ τελευταῖον ἄρθρον τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, τὸ ὁποῖον ὁμιλεῖ διὰ τὴν Μίαν, Ἁγίαν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν; (τὴν Ὀρθόδοξον). Αἴφνης ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μεταβάλλεται εἰς ἰσότιμον καὶ ἰσόκυρον μὲ τὰς «Ἐκκλησίας», τὰς ὁποίας ὁ πιστὸς λαὸς καὶ ὁ ἔντιμος κλῆρος θεωροῦν αἱρετικάς. Καὶ ὡς τοιαύτας ἀντιμετωπίζει (καὶ θὰ ἀντιμετωπίζη) τὸν Παπισμόν, τοὺς Κόπτας (τοὺς καταδικασθέντας ὑπὸ Οἰκουμενικῆς Συνόδου) τοὺς Προτεστάντας κ.λπ., ὅσα καλὰ στοιχεῖα καὶ ἐὰν ἔχουν διατηρήσει ἀπὸ τὴν ἀρχαίαν Ἐκκλησίαν. Ἀντὶ αἱ κεφαλαὶ τοῦ Φαναρίου νὰ ἀγωνίζωνται διὰ τὴν ἐπιστροφὴν τῶν πλανεμένων Χριστιανῶν εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν καὶ τὴν Ἀλήθειάν της, κάμνουν ὅ,τι ἠμποροῦν, διὰ νὰ ἱκανοποιήσουν αὐτοὺς τοὺς ὁποίους οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας κατεδίκασαν ὡς αἱρετικούς. Ἀλλὰ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας ὑπηρέτουν τὴν ἀγάπην ἐν τῇ ἀληθείᾳ τῆς Πίστεως, διότι ἀγάπη μακρὰν τῆς ἀληθείας τῆς Πίστεως δὲν ὑπάρχει. Οἱ σύγχρονοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲν ὑπηρετοῦν τὴν ἀγάπην ἐν τῇ ἀληθείᾳ τῆς Πίστεως, ἀλλὰ τὴν διπλωματίαν τῆς ἀγάπης, τὴν ὁποίαν διεκήρυξεν ἡ Β´ Βατικανὴ Σύνοδος. Ποτὲ εἰς τὴν Ἐκκλησιαστικὴν ἱστορίαν τῆς Ὀρθοδοξίας δὲν ἐχρησιμοποιήθησαν εἰς τὰς σχέσεις μὲ τοὺς αἱρετικοὺς αἱ ἀνταλλαγαὶ ἐπισκέψεων καὶ δώρων, αἱ ἑκατέρωθεν φιλοφρονήσεις, οἱ ἐναγκαλισμοί, οἱ ἀσπασμοὶ μὲ πλήρη ἢ μερικὴν παραθεώρησιν τῆς ἀληθείας. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες ἀντιθέτως διελέχθησαν μὲ τοὺς ἑτεροδόξους ἐν ἀνυποκρίτῳ ἀγάπῃ καὶ ἀληθείᾳ». «Οὐ γὰρ νικῆσαι ζητοῦμεν, ἀλλὰ προσλαβεῖν ἀδελφούς, ὧν τῷ χωρισμῷ σπαρασσόμεθα» ἐξομολογεῖται ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος. Ποτὲ ἡ ἀγάπη δὲν κατήργησεν οὔτε ὑπεβίβασε τὸ δόγμα, ὅπως συμβαίνει σήμερον. Ποτὲ δὲν παρεμερίσθη ἡ ἀλήθεια χάριν μιᾶς κατ᾽ ἐπίφασιν εἰρήνης. Αὐτὸ τὸ ὁποῖον ὅμως δὲν συνέβη ποτὲ συμβαίνει σήμερον ἀπὸ τοὺς Ἀρχιερεῖς τοῦ Φαναρίου καὶ τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὸ 1965 οἱ αἱρετικοὶ παπικοὶ καὶ ἄλλοι πλανεμένοι δὲν ἔχουν κάνει ἔστω καὶ μίαν ὑποχώρησιν ἀπὸ τὰς αἱρέσεις καὶ τὰς κακοδοξίας των. Οἱ σύγχρονοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας δὲν διακόπτουν τὸν διάλογον. Ἀντιθέτως οἱ Ἅγιοι καὶ θεοφόροι Πατέρες, ὅταν διεπίστωναν ὅτι οἱ αἱρετικοὶ ἐπέμεναν εἰς τὰς κακοδοξίας των ἔπαυον νὰ συζητοῦν μαζί των ἐφαρμόζοντες τὴν παραγγελίαν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, εἰδὼς ὅτι ἐξέστραται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος». Ὁ Ἅγιος Χυσόστομος θεωρεῖ αὐτονόητον ὅτι πρὸς τὸ συμφέρον τῆς εἰρήνης εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, πρέπει νὰ ἀποκόπτωνται ὅσοι δὲν συμφωνοῦν μὲ τὰς ἀρχάς της. Ὁ Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Α´ γράφει ὅτι «Πίστει κραταιούμενοι καὶ κατὰ τῶν αἱρετικῶν ἀγωνιζόμενοι τῶν διαιρούντων ἢ συγχεόντων ἢ οὐχ ὁμολογούντων τὴν ἀλήθειαν». Ἡ καταπάτησις τῆς ἀληθείας τῆς πίστεως (ὡς συμβαίνει σήμερον) δὲν συνάδει μὲ τὴν ἀγάπην. Εἶναι πρόσχημα, προσωπεῖον, μάσκα ἀγάπης ἡ ὁποία κατὰ τὸν Μέγαν Βασίλειον ἐπιφέρει μεγάλην ζημίαν.
Ἄλλοι λόγοι διὰ νὰ συνέλθουν Ἱεραρχία, Ἅγιον Ὄρος καὶ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης 
Ὑπάρχουν ὅμως καὶ ἄλλοι λόγοι, διὰ νὰ συνέλθουν ἡ Ἱεραρχία, τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης. Κατὰ τὴν συνάντησιν τοῦ Πάπα μὲ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην, ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀντικανονικὴν συμπροσευχήν, ἡ ὁποία ἐνοχλεῖ τὸν πιστὸν λαὸν καὶ τὸν ἔντιμον κλῆρον, θὰ ὑπογραφῆ μία διακήρυξις. Ἐὰν ἡ διακήρυξις περιγράφει τὸν τρόπον τῆς ψευδοενώσεως, συμφώνως πρὸς τὰ ὁριζόμενα ὑπὸ τῆς Νέας Ἐποχῆς, ἡ ὁποία προωθεῖ τὴν «νέαν Ἐκκλησίαν» ἤτοι: Ἕνωσις εἰς τὴν κορυφὴν ἀλλὰ ἑκάστη πλευρὰ θὰ διατηρήση τὰ ἰδιαίτερα χαρακτηριστικά της, ἕως ὅτου ὡριμάσουν αἱ συνθῆκαι διὰ τὴν πραγματικὴν ἕνωσιν, ἄνευ τῆς παραιτήσεως τῶν ἑτεροδόξων ἀπὸ τὰς αἱρέσεις καὶ τὰς κακοδοξίας των, θὰ τὸ ἀποδεχθοῦν; Τὸ δόγμα αὐτὸ ἔχει ἀναλυθῆ ἀπὸ δεκαπενταετίας ὑπὸ τῶν ἐπιστημόνων τῆς γεωπολιτικῆς τῶν θρησκειῶν καὶ προβλέπει: Ἕνας ὁ Χριστός, πολλαὶ αἱ Ἐκκλησίαι Του, διαφορετικὰ καὶ ἔγκυρα τὰ μυστήρια τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀποδοχὴ ὅλων τῶν Ἐκκλησιῶν εἴτε πιστεύουν εἰς τὴν αἵρεσιν τοῦ φιλιόκβε, εἴτε ἀρνοῦνται τὴν ἀνθρωπίνην τοῦ Χριστοῦ φύσιν, εἴτε δὲν πιστεύουν εἰς τὰς εἰκόνας καὶ τὴν Παναγίαν καὶ δὲν κάμνουν νηστείας, εἴτε κάμνουν τὴν θείαν Εὐχαριστίαν κατὰ τὸν Ὀρθόδοξον τρόπον τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας εἴτε ὄχι, εἴτε πιστεύουν εἴτε δὲν πιστεύουν εἰς τὴν Ἀνάστασιν.
Τὸ Ἅγιον Ὄρος ἔχει διακηρύξει ὅτι τὸ δόγμα αὐτὸ δὲν τὸ ἀποδέχεται καὶ ὅτι οἱ αἱρετικοὶ Χριστιανοὶ πρέπει νὰ μετανοήσουν, νὰ ἀποκηρύξουν τὰς αἱρέσεις των καὶ νὰ ἐπιστρέψουν εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν. Τὴν θέσιν αὐτὴν δύναται νὰ ἐπαναλάβη πρὸ τῆς συναντήσεως τοῦ Πάπα μὲ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην; Θέτομεν τὸ ἐρώτημα διότι: 1ον) Τὸν τελευταῖον καιρὸν ὁ ἔλεγχος τοῦ Ἁγίου Ὄρους ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου εἶναι ἀσφυκτικός. Οὐδέποτε ἄλλοτε κατὰ τὸ παρελθὸν ὑπῆρχε τοιοῦτος ἔλεγχος καὶ πατριαρχικὴ τρομοκρατία. 2ον) Οἱ πιστοί, οἱ ὁποῖοι ἀγαποῦν τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ τὸ θεωροῦν Ἀκρόπολιν τῆς Ὀρθοδοξίας διαπιστώνουν ὅτι δὲν ὁμιλεῖ πλέον διὰ καυτὰ ζητήματα, ὡς εἶναι ἡ Ἰσλαμοποίησις τῆς Ὀρθοδόξου (κατὰ τὰ ἄλλα) ταυτότητος τῆς Χώρας, ἡ διδασκαλία (πιλοτικῶς) ἐννέα θρησκειῶν εἰς τὰ δημοτικὰ καὶ τὰ γυμνάσια, ἡ μεταπατερικὴ θεολογία, τὰ σχέδια διὰ τὴν ἀναθεώρησιν τῶν Ἱερῶν Κανόνων (Ἀκαδημία Θεολογικῶν σπουδῶν Βόλου), ἡ διηρημένη ἐκκλησία, τὴν ὁποίαν ἐπικαλεῖται ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης διὰ τὰς σχέσεις μὲ τοὺς Παπικούς, ἡ μεθοδικὴ ἀλλὰ οὐσιαστικὴ κατάργησις τῆς Κυριακῆς ἀργίας, ἡ ἵδρυσις τμήματος Ἰσλαμικῶν Σπουδῶν εἰς τὴν Θεολογικὴν τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, αἱ προθέσεις δημάρχων καὶ κομμάτων διὰ τὴν δημιουργίαν ἀποτεφρωτηρίων καὶ Τζαμιῶν εἰς ὁλόκληρον τὴν Ἑλλάδα κ.λπ.
Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἡ ὁποία, ὅταν ἐκυκλοφόρησε πρὸ πέντε ἐτῶν περίπου ἡ Ὁμολογία Πίστεως καὶ ἐξ αἰτίας τῆς ταραχῆς τοῦ Φαναρίου ἀπὸ τὴν μεγάλην ἀπήχησιν, τὴν ὁποίαν εἶχε, ἐζήτησε διὰ ἀνακοινώσεώς της, νὰ ἔχη ἐμπιστοσύνην εἰς αὐτὴν ὁ πιστὸς λαός. Τότε συνήρχετο ἡ διάσκεψις Παπικῶν Ὀρθοδόξων εἰς τὴν Κύπρον καὶ ὑπῆρχεν ἡ τάσις, διὰ νὰ ἀναγνωρισθῆ ἐπισήμως τὸ πρωτεῖον τοῦ Πάπα καὶ νὰ διακηρυχθῆ ὅτι εἶναι μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Τότε εἶχεν ὑπάρξει καὶ μία δήλωσις τοῦ Μητροπολίτου Σύρου κ. Δωροθέου: «Ὅτι δὲν θὰ προδώσωμεν τὰ δόγματα». Ὅταν ὅμως ἔχωμεν συμπροσευχάς, ἀποστολικὴν διαδοχὴν εἰς ὅλας τὰς αἱρετικὰς «Ἐκκλησίας», ἀναγνώρισιν ὡρισμένων μυστηρίων τῶν αἱρετικῶν «Ἐκκλησιῶν», ὅταν ἀναγνωρίζωμεν τὸν Πάπαν ὡς κανονικὸν μέλος τῆς Ἐκκλησίας (ὑπὸ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου), ὅταν Ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διακηρύττουν ὅτι οἱ Παπικοὶ δὲν εἶναι αἱρετικοί, τότε δὲν παραβιάζονται οἱ Ἱεροὶ Κανόνες καὶ τὰ δόγματα τῆς Ἐκκλησίας; Ἕως σήμερον ἡ ἀντζέντα τῶν Θεολογικῶν διαλόγων, εἰς τοὺς ὁποίους συμμετέχουν καὶ Ἀρχιερεῖς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος δὲν γνωστοποιεῖται εἰς τὸν πιστὸν λαόν, ἀπὸ τὸν φόβον τῶν ἀντιδράσεων. Τοὐλάχιστον ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία ἠμπορεῖ νὰ τοποθετηθῆ ἔναντι ὅλων αὐτῶν, ποὺ συμβαίνουν εἰς βάρος τῆς Ἀληθείας τῆς πίστεώς μας, ὡς αὐτὴ ἐκφράζεται ἀπὸ τὰ δόγματα καὶ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας;
Τὸ αὐτὸ ἰσχύει καὶ διὰ τὴν Ἐκκλησίαν τῆς Κρήτης, ἡ ὁποία ὑπάγεται, ὡς Ἱερὰ Σύνοδος, εἰς τὸ Φανάριον, ἐπιτελεῖ ἕνα μεγάλο κοινωνικὸν καὶ πολιτιστικὸν ἔργον, συμμετέχει εἰς τοὺς ἀγῶνας τοῦ λαοῦ, καταφέρεται (ὡρισμένοι Μητροπολῖται) ἐναντίον τῶν πολιτικῶν ἐξουσιαστῶν, ἀλλὰ οὐδέποτε ἔχει τοποθετηθῆ διὰ ὅλα αὐτά, τὰ ὁποῖα ἀφοροῦν τὴν πορείαν πρὸς τὴν ψευδοένωσιν Ὀρθοδόξων Παπικῶν. Γνωρίζομεν διὰ τὰς διαφόρους ἐπισκέψεις καὶ διαλέξεις, αἱ ὁποῖαι γίνονται εἰς ἕν «διαθρησκειακὸν» κέντρον, τὸ ὁποῖον ἔχει καὶ ἀπὸ τὸ ὁποῖον παρελαύνουν Προτεστάνται, Παπικοί κ.λπ., ἀλλὰ διὰ τὰ ζητήματα τῶν συμπροσευχῶν, τὰς παραβιάσεις τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τὰς θέσεις διὰ τὸν Παπισμὸν (ἐὰν εἶναι αἵρεσις ἢ ὄχι) κ.λπ. δὲν γνωρίζομεν τίποτε. Ἔχει τὸ δικαίωμα ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία τῆς Κρήτης νὰ σιωπᾶ, ὅταν πρόκειται διὰ κρίσιμα ζητήματα, τὰ ὁποῖα ἀφοροῦν τὴν ἀλήθειαν τῆς Πίστεώς μας;
Παραμένει ἡ Ὀρθοδοξία ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή; 
Διὰ νὰ μὴ ὑπάρξουν παρεξηγήσεις ὑπὸ Σεβ. Μητροπολιτῶν τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ καὶ τῆς Διοικούσης Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, θέλομεν νὰ τοὺς θέσωμεν τὸ ἀκόλουθον ἐρώτημα. Ὁ Χριστὸς συμφώνως πρὸς τὸν Ἅγιον Εὐαγγελιστὴν Ἰωάννην εἶπε: «Ἐγὼ εἰμὶ ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή…» Προφανῶς μὲ τοὺς λόγους του αὐτοὺς ἤθελε νὰ μᾶς προφυλάξη ἀπὸ τὰς «ἀμπέλους» τοῦ Σατανᾶ, εἰς τὴν προκειμένην περίπτωσιν ἀπὸ τὰς «Ἐκκλησίας» τῶν αἱρετικῶν Χριστιανῶν. Ἡ ἄμπελος εἶναι Μία καὶ μόνη: Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐν προκειμένῳ καὶ ἐφυτεύθη ὑπὸ τῆς Δεξιᾶς τοῦ Κυρίου μας, τὴν ὁποίαν καὶ «ἐκτρέφει καὶ θάλπτει». Ὅταν οἱ Μητροπολῖται κατὰ τὴν θείαν Λειτουργίαν, βγαίνουν εἰς τὴν Ὡραίαν Πύλην καὶ ψάλλουν: «Κύριε, Κύριε, ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε καὶ ἐπίσκεψαι τὴν ἄμπελον ταύτην (ὄχι τὰς ἀμπέλους) καὶ κατάρτισαι αὐτὴν (ὄχι αὐτὰς) ἥν (ὄχι ἃς) ἐφύτευσεν ἡ δεξιά σου». Ἀντιλαμβάνονται τὶ συμβαίνει εἰς τὴν πραγματικότητα; Προσεύχονται διὰ τὴν Μίαν Ἁγίαν Καθολικὴν καὶ Ἀποστολικὴν Ἐκκλησίαν (τὴν Ὀρθοδοξίαν) καὶ τὴν ἰδίαν ὥραν ἀναγνωρίζουν εἰς αὐτοὺς τὰ μυστήριά των καὶ ἀναγνωρίζουν ἀποστολικὴν διαδοχὴν εἰς τὰς «Ἐκκλησίας» τῶν αἱρετικῶν Χριστιανῶν, συμπροσεύχονται μαζί των καὶ ἀναγνωρίζουν εἰς αὐτοὺς τὰ μυστήριά των καὶ Ἱερωσύνην. Δὲν ἀκυρώνουν μὲ τὴν μεγάλην αὐτὴν ἀντίφασιν καὶ τὴν προσχώρησιν οὐσιαστικῶς εἰς τὰ δόγματα καὶ τὰ μυστήρια τῶν αἱρετικῶν τὴν προσευχὴν των ὑπὲρ τῆς Μιᾶς, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας; Ἐκτὸς καὶ ἐὰν δὲν πιστεύουν αὐτὰ τὰ ὁποῖα λέγουν καὶ εἰς τὸ ὄνομα τῆς ψευδοενώσεως ἐπιχειροῦν νὰ περιθωριοποιήσουν καὶ τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου μας περὶ τῆς ἀληθινῆς ἀμπέλου.
Διά… ταῦτα 
Δι᾽ ὅλους αὐτοὺς τοὺς λόγους ἀλλὰ καὶ πολλοὺς ἄλλους ἡ Διοικοῦσα Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, ἡ ἀντίστοιχος τῆς Κρήτης καὶ ἡ Διπλῆ Σύναξις τοῦ Ἁγίου Ὄρους πρέπει νὰ συνέλθουν πρὸ τῆς συναντήσεως τοῦ Πάπα καὶ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καὶ νὰ καθορίσουν τὴν στάσιν των, ἡ ὁποία δὲν ἠμπορεῖ νὰ εἶναι ἄλλη παρὰ ἡ ὑπεράσπισις τῶν δογμάτων τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ ὅτι αἱ αἱρετικαὶ Χριστιανικαὶ «Ἐκκλησίαι» δὲν εἶναι κανονικαὶ καὶ σώζουσαι, δὲν ἔχουν μυστήρια καὶ Ἱερωσύνην. Διὰ νὰ σταματήση ἡ ὑποβίβασις τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπὸ τοῦ Φαναρίου καὶ τῶν Οἰκουμενιστῶν Ἀρχιερέων εἰς τὴν θέσιν ἑνὸς ἀπὸ τοὺς «πολλοὺς Κλάδους τοῦ χριστιανισμοῦ», διότι μὲ τὴν τακτικὴν αὐτὴν «τὰ ἰσοπεδώνουμε ὅλα» καὶ ἔτσι «σήμερα βλέπεις ἕνα νερόβραστο κόσμο», ὅπως ἔλεγεν ὁ μακαριστὸς Γέρων πατὴρ Παΐσιος (Γέροντος Παϊσίου, «Πνευματικὴ Ἀφύπνιση».
Γ. ΖΕΡΒΟΣ

Ορθόδοξος Τύπος, 16/05/2014

Εκλογές στην Ελλάδα - Συνάντηση Πάπα και Πατριάρχη στα Ιεροσόλυμα. Δυο "τελευταίες" παράλληλες προδοσίες;




 
Ζούμε κρίσιμες στιγμές, στιγμές ζωής η θανάτου του ελληνισμού, της ελληνικής κοινωνίας, της ίδιας μας της ύπαρξης σαν έθνος, σαν λαός, σαν πρόσωπα και κοινωνικές μονάδες. Ζούμε την αποκορύφωμα ενός μεγάλου δράματος, ενός αδυσώπητου πολέμου κατά της Ελλάδας κατά της Ορθοδοξίας, κατά των ίδιων των Ελλήνων, κατά της ίδιας της επιβίωσης μας, της ίδιας της ζωής μας. Η Ελλάδα μπορεί αύριο να μην υπάρχει, ο τόπος αυτός που έγραψε επί τόσες χιλιετίες αμέτρητες σελίδες ένδοξης ιστορίας, που έβγαλε αμέτρητους ήρωες και μάρτυρες, που  έδωσε το παράδειγμα του ηρωισμού στην παγκόσμια ιστορία, μπορεί αύριο να είναι μια θλιβερή ανάμνηση καθώς τίποτα πια δεν θα θυμίζει την ύπαρξη του.
Άνθρωποι ανίκανοι, προδότες, εφιάλτες, συνωμότησαν επί πολλές δεκαετίες για να φτάσουμε σήμερα στο χείλος της καταστροφής. Πολιτικοί απατεώνες, «επιχειρηματίες» μεγαλοεργολάβοι που το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να κατακλέψουν τον κρατικό κορβανά, λαοπλάνοι-προδότες ηγέτες, που ήξεραν να γοητεύουν τον ανίδεο λαό τάζοντας του ποταμούς από λεφτά για να τον οδηγήσουν στην καταστροφή, έθρεψαν ένα κατεστημένο που το στήριξαν και μεγάλες κοινωνικές ομάδες γιατί είχαν επιστέψει πως θα είναι συνεταίροι στην  απάτη και στην καταστροφή του τόπου μας.
Όλοι αυτοί μας έφεραν εδώ που είμαστε σήμερα. Έπαιξαν με τον πιο έντεχνο τρόπο το άτιμο παιχνίδι της δεξιάς και της αριστεράς εξαλείφοντας κάθε εθνική προοπτική για την σωτηρία της πατρίδας, μοίρασαν αμέτρητα ψέματα και συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να κοροϊδεύουν με τον πιο αισχρό τρόπο, τάζοντας εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας λες και απευθύνονται σε ανθρώπινα ζωοειδή που δεν έχουν καμία συνείδηση της ύπαρξης τους.
Παράτησαν όλα τα εθνικά θέματα και οδήγησαν την Ελλάδα στο σημείο να αποδέχεται τον καθημερινό βιασμό της εθνικής της ακεραιότητας, της εθνικής της αξιοπρέπειας. Να παρατηρεί τουρκικές φρεγάτες να κάνουν κρουαζιέρα έξω από το Σούνιο, να ακούει γειτονικούς λαούς που ευεργετηθήκαν από την χώρα μας να μας βρίζουν με τον πιο αισχρό τρόπο, να δέχεται χωρίς καμία αντίδραση να παρουσιάζουν οι τοκογλύφοι διεστραμμένοι ληστές της Ευρωπαϊκής Ένωσης τον ελληνικό λαό σαν τον πιο διεφθαρμένο λαό του κόσμου, γιατί οι ίδιοι οι ηγέτες του υιοθέτησαν όλους αυτούς τους εξευτελιστικούς χαρακτηρισμούς. Κανάλια, δημοσιογράφοι, εφημερίδες και ραδιοφωνικοί σταθμοί, συνεργάστηκαν με άριστο τρόπο με όλο αυτό το προδοτικό σύστημα για να πείσουν  αυτόν τον κόσμο ότι πρέπει να αυτοκαταστραφεί, ότι πρέπει να εξαφανιστεί, ότι δεν πρέπει να έχει νοσοκομεία γιατρούς και φάρμακα, ότι δεν πρέπει να διδάσκεται την γλώσσα του, ότι πρέπει να ξεχάσει την ιστορία του, ότι δεν πρέπει να έχει θρησκευτικά πιστεύω να έχει αγίους και να προσκυνά τον Χριστό και την Παναγία, ότι πρέπει να βάλει πάνω από το κεφάλια του τους εκατοντάδες χιλιάδες φανατικούς μουσουλμάνους που μας τους έφεραν με το έτσι θέλω και τους εγκατέστησαν μέσα στα σπίτια μας, ότι πρέπει να αυτοκτονεί για το «καλό» του και για την «ευημερία» του
Και όλοι εμείς τους πιστέψαμε, τους ακολουθήσαμε και το πιο τραγικό ακόμα τους πιστεύουμε ενώ περπατούμε πάνω από τα αποκαΐδια της ίδιας μας της καταστροφής, της λεηλασίας της χώρας μας.
Αύριο όλοι εμείς θα πάμε στις κάλπες να ψηφίσουμε ξανά αυτούς τους προδότες, αυτούς που κατέστρεψαν ότι ιερό και όσιο, την ίδια μας την ύπαρξη, την ίδια την ζωή μας για να τους ανταμείψουμε στο εγκληματικό τους έργο.
Είμαστε και εμείς συνένοχοι αυτής της καταστροφής. Είμαστε και εμείς συνένοχοι να παρατηρούμε άφωνοι την αυτοκαταστροφή αυτής της χώρας που κάποτε δίδαξε τον πολιτισμό, την δημοκρατία, την ελευθερία και την μόνη ορθή διδασκαλία του ευαγγελίου.

Μήπως  είμαστε οι τελευταίοι Έλληνες; Η απάντηση είναι μπροστά μας! Η 25η Μαΐου είναι μπροστά μας!

ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ
Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος

Η Εκκλησία δεν με ξεχνά ποτέ...

  αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος Με παρρησία (Ιερά Μητρόπολη Βεροίας)  -  εικ . Μέσα στην ησυχία του Αγίου Βήματος  αρχίζει το αόρατο μυστήριο· ...