Ἀπόστολος: Ἑβρ. δ´ 14 – ε΄ 6
Εὐαγγέλιον: Μᾶρκ. η´ 34 – θ’ 1
Ἦχος βαρύς – Ἑωθινόν: Ζ´
«Προσερχώμεθα μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος»
Ἂν καὶ οὐδέποτε ὁ ἄνθρωπος θὰ κατορθώσει νὰ κατανοήσει τὸ μέγεθος τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ, μπορεῖ ὅμως διά τῆς πίστεως στὸ ἄπειρον αὐτὸ ἔλεος καὶ μέσῳ τῆς Ἐκκλησίας νὰ προσεγγίσει τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ δεχθεῖ διά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ τὴν ἀπολύτρωση.
Αὐτὸ μεταξὺ τῶν ἄλλων μᾶς τονίζει καὶ τὸ Ἀποστολικὸ ἀνάγνωσμα τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Παρουσιάζει θεοπνεύστως τὸν Χριστὸ ὡς τὸν μέγα καὶ αἰώνιο ἀρχιερέα μας, ὁ ὁποῖος αἴρει τὶς ἁμαρτίες μας καὶ ταυτοχρόνως μεσιτεύει ὑπὲρ ἡμῶν πρὸς τὸν Θεὸ Πατέρα, γιὰ νὰ λάβουμε τὴν σωτηρία.
Τὰ λόγια καὶ τὰ νοήματα τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, συγκλονίζουν μὲ τὸν θεολογικό τους ρεαλισμὸ καὶ προσθέτουν θάρρος καὶ ἐλπίδα στὸ νὰ προσεγγίσει ὁ πιστὸς Χριστιανὸς τὸν “Μέγα Ἀρχιερέα”. “Ἀδελφοί, μᾶς τονίζει, ἔχοντες Ἀρχιερέα Μέγαν διεληλυθότα τοὺς οὐρανούς, Ἰησοῦν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ… (ἂς) προσερχώμεθα μετὰ παρρησίας τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος, ἵνα λάβωμεν ἔλεον καὶ χάριν εὕρωμεν εἰς εὔκαιρον βοήθειαν”.
Αὐτὰ χαράσσει ὁ Ἀπόστολος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, καὶ διά τῶν εὐχῶν τῶν Ἁγίων Πατέρων ἂς ἐμβαθύνουμε στὰ ὄντως ἀποκαλυπτικὰ αὐτὰ νοήματα.
Ἀποτελεῖ μεγάλη παρηγορία καὶ προσθέτει θάρρος πνευματικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι μεταξὺ ἡμῶν τῶν ἀδυνάμων ἀνθρώπων καὶ τοῦ Ἁγίου Θεοῦ ὑπάρχει μεσίτης. Μεσίτης καὶ φιλάνθρωπος πρεσβευτὴς αὐτὸς ὁ Ἰησοῦς Χριστός! Διά τῆς μεσι- τείας του συγχωρεῖται ἀπὸ τὸν Θεὸ ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ σῴζεται ἐκ τῆς καταδίκης τῆς ἁμαρτίας. Ὅταν ἐμεῖς ἁμαρτάνουμε συνειδητῶς καὶ προκαλοῦμε τὴν δικαία ὀργὴ τοῦ Θεοῦ ἐναντίον μας, Ἐκεῖνος παρεμβαίνει. Εἶναι συγκλονιστικὸ ὅτι στὶς περιστάσεις αὐτὲς ποὺ ἡ ἁμαρτία μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν ἀπόλυτη ἁγιότητα τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς ἐπιδεικνύει στὸν Θεὸ- Πατέρα τὶς πληγὲς τοῦ σταυροῦ Του ποὺ σήκωσε γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλούς. Παρακαλεῖ καὶ ἱκετεύει τὸν Θεὸ γιὰ ἐμᾶς. Ἕνεκα δὲ τῆς ἀγάπης τοῦ Πατρὸς καὶ τῆς ἀπολυτρωτικῆς καὶ ὀδυνηρᾶς του θυσίας, λαμβάνει τὴν δική μας ἄφεση καὶ σωτηρία!
Ἀλλὰ ὄχι μόνο αὐτό. Ὁ Κύριος, ποὺ εἶναι καὶ Θεὸς καὶ ἄνθρωπος, κατὰ πάντα ὅμοιος πρὸς ἐμᾶς δίχως ὅμως ἴχνος ἁμαρτίας, ἔχει καὶ δεικνύει ἄπειρη συμπάθεια πρὸς ἐμᾶς τοὺς ἀδελφούς του ὡς “πρωτότοκος ἐν πολλοῖς ἀδελφοῖς” (Ρωμ. η´ 29). Καὶ ὅτι ἔτσι ἔχει ἡ πραγματικότης, ὅτι δηλ. ὁ Χριστὸς ἐπιδεικνύει ἄπειρη συμπάθεια πρὸς ἐμᾶς, τοῦτο τονίζεται ρητῶς ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου: “Οὐκ ἔχομεν ἀρχιερέα μὴ δυνάμενον συμπαθῆσαι ταῖς ἀσθενείαις ἡμῶν”!
Ἐπειράσθη ὅπως δοκιμαζόμασθε ἐμεῖς. Πόνεσε καὶ ὑπέφερε. Γνωρίζει πόση δύναμη χρειάζεται νὰ διαθέτει ὁ πιστὸς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τὸ κακό, τὸν διάβολο καὶ ἰδίως τὸν ἀδύναμο ἑαυτόν του. Ἔρχεται λοιπὸν στὴν θέση μας, ὅταν ἐμεῖς δοκιμάζουμε τὸν πόλεμο ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Ὁ πόνος μας γίνεται πόνος Του καὶ μᾶς συμπαθεῖ. Τότε ὅλος στοργή, ἀγάπη καὶ εὐσπλαγχνία, ὡς “αἰώνιος ἀρχιερεύς” στρέφεται πρὸς τὸν πατέρα, παρακαλεῖ καὶ μεσολαβεῖ: “Πάτερ, Ἄφες αὐτοῖς”! Καὶ ὁπωσδήποτε ἀδελφοί μου ὁ Θεὸς- Πατέρας δέχεται τὴν μεσιτεία τοῦ φιλανθρώπου Υἱοῦ Του γιὰ τὴ συγχώρεση καὶ προσφέρει τὴν ἐνίσχυσιν διά τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Μᾶς ἐλεεῖ, μᾶς συγχωρεῖ, καὶ μᾶς ἐνδυ- ναμώνει στὸν μοναδικὸ καὶ ἡρωικὸ ἐν χάριτι ἀγῶνα τῆς πί- στεως καὶ τοῦ ἐξαγνισμοῦ ὑπὸ μίαν βεβαίως προϋπόθεση.
Ὥστε ὑφίσταται καὶ προϋπόθεση στὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου; Δὲν ἀρκεῖ ἡ ἀγάπη, τὸ σχέδιον τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἡ μεσιτεία τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως Ἰησοῦ Χριστοῦ;
Βεβαίως καὶ ὑφίσταται προϋπόθεσις, ποὺ ἄνευ αὐτῆς τὸ ὅλο σχέδιον τῆς σωτηρίας παραμένει ἐξ ὑποκειμένου ἀνενέργητο. Καὶ αὐτὴ ἡ προϋπόθεση δὲν εἶναι παρὰ ἡ δική μας θέληση.
Ναί, ὁ Θεὸς μᾶς ἐλεεῖ καὶ μᾶς συγχωρεῖ, ἀλλὰ καὶ μᾶς ἐξαγιάζει ἀκόμα, ἀρκεῖ ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἐλευθέρως καὶ συνειδητῶς νὰ ζητοῦμε τὸ μέγα του ἔλεος. Αὐτὸ ὄχι ἁπλῶς καὶ θεωρητικῶς ἢ συναισθηματικῶς ἀλλὰ καταφεύγοντες στὰ ἱερὰ μυστήρια. Στὰ μυστήρια ποὺ κατέχει καὶ ἐνεργεῖ ἡ Ἐκκλησία μας μόνο ἐντὸς τῶν συγκεκριμένων της ὁρίων. Καὶ πῶς μπορεῖ νὰ συμβαίνει διαφορετικά, ἀφοῦ ἔτσι λειτουργεῖ τὸ σχέ- διο τῆς σωτηρίας καὶ ἔτσι ἐφαρμόζονται οἱ πνευματικοὶ νόμοι τοῦ Θεοῦ;
Δὲν ἀρκεῖ λοιπὸν νὰ ὑπάρχει μόνο ὁ μεσίτης καὶ ἀρχιερεὺς γιὰ τὴ συγχώρεση. Χρειάζεται καὶ νὰ καταφεύγει σὲ Αὐτὸν ὁ ἁμαρτωλὸς (ὁ κάθε ἄνθρωπος) μὲ τὶς προϋποθέσεις ποὺ ἀναφέραμε καὶ ἐντός τοῦ λειτουργικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ δηλ. τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας, μακριὰ ἀπὸ αἱρέσεις, σχίσματα, καὶ παρασυναγωγὲς ποὺ σχίζουν τὸν ἄραφο τοῦ Χριστοῦ χιτῶνα.
Ὄχι ἁπλῶς νὰ ποθοῦμε τὴν σωτηρία, ἀλλὰ “προσερχώμεθα τῷ θρόνῳ τῆς χάριτος”. Μὲ θάρρος ἀλλὰ καὶ μὲ συντριβὴ ποὺ γεννᾶ ἡ μετάνοια. Διότι ἐπιτέλους “τὸ σφάλλειν ἀνθρώπινον, τὸ μὴ μετανοεῖν σατανικόν” καὶ ἐπιπλέον τὸ νὰ ἰσχυρίζονται κάποιοι ὅτι δύναται ὁ ἄνθρωπος νὰ σωθεῖ καὶ ἐκτός τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας, αὐτὸ πιὰ καταντᾶ ἑωσφορικόν.
Μακριὰ λοιπὸν ἀπὸ οἱαδήποτε μορφὴ ἀπογνώσεως καὶ ὡς ἀπὸ προσώπου πυρὸς μακριὰ ἀπὸ κάθε ἴχνος ἀπελπισίας, ἀφοῦ γιὰ ἐμᾶς τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἦλθε ὁ Χριστὸς καὶ λειτούργησε τὸ μυστήριο τῆς ἀναδημιουργίας γιὰ τὴν δική μας προσωπικὴ σωτηρία.
Καὶ ἂς μὴ λησμονοῦμε, ὅτι τὸ μόνο δικαίωμα ὥστε νὰ καταφεύγουμε στὸν θρόνο τῆς χάριτος, μᾶς τὸ δίδει ὄχι κάποια μορφὴ συναισθηματισμοῦ ποὺ μπορεῖ νὰ ὁδηγεῖ στὴ διαίρε- ση καὶ ἄρα στὸ χάος, ἀλλὰ τὸ πιστοποιητικό τῆς αὐθεντικῆς μετανοίας ποὺ ἐκδίδεται στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἀμήν
Αρχιμ. Ιωήλ Κωνστάνταρος