Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 24, 2015

Ἔχει ο Χριστός την πρώτη θέση στην καρδιά μας;

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΔΙΩΓΜΕΝΟΣ AΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΕΟΡΤΑΖΟΥΜΕ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!

 ΓΙ΄ ΑΥΤΟ ΠΡΟΚΟΠΗ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ.

ΝΑ ΑΠΕΛΠΙΣΤΟΥΜΕ;…

Ἡ Γέννησις τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ

 Του Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου 

O XΡΙΣΤΟΣ ΑΥΤΟΣ Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ

«Οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι» (Λουκ. 2,7)

a03 
ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, ἡ χριστιανοσύνη ἑ­ορτάζει τὴ Γέννησι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰ­ησοῦ Χριστοῦ, γεγονὸς μοναδικὸ στὴν ἱστορία.
      Ὑπάρχουν πράγματα ἀξιόλογα, ποὺ δὲν μπο­ρεῖ κανεὶς νὰ τὰ ἀγνοήσῃ, ὅπως λ.χ. ἡ εἴδησι ὅ­­τι στὸν 20ὸ αἰῶνα ὁ ἄνθρωπος πάτησε στὴ σε­λήνη. Ἀλλ᾽ ὅ­σο θαυμαστὸ καὶ ἂν φαντάζῃ αὐτό, εἶνε πολὺ μικρὸ ἀπέναντι στὸ γεγονὸς ὅ­τι ὄχι πλέον ἄνθρωπος ἀλλ᾽ αὐτὸς ὁ Θεός, ποὺ ἐ­ξουσιάζει τὰ ἄστρα καὶ τοὺς γαλαξίες, ἐ­πισκέ­φθηκε τὴ γῆ ἀπὸ τὰ ὕψη τῶν οὐρανῶν. Κατέβηκε ἐδῶ, φόρεσε ἀνθρώπινη σάρκα, περπάτησε ἀνάμεσά μας, δίδαξε, θαυματούργησε, σταυρώθηκε καὶ ἀνελήφθη πάλι στοὺς οὐρανούς. Γεγονὸς ἄνευ προηγουμένου, μοναδικό!
      Ὁ ἥλιος ἄγγιξε τὴ γῆ, λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, καὶ ἡ γῆ δὲν κάηκε! «Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα σου…» (ἁ­γιασμ. Θεοφαν.).
     Τὸ πιστεύ­­εις; ἔλα στὴν ἐκκλησία· δὲν τὸ πιστεύεις; κάνε τὸ ρεβεγιόν σου. Εἶνε ζήτημα πίστε­ως. Ἂν πιστεύῃς ὅτι πραγματικὰ ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μᾶς σώσῃ, τότε ὁ Χριστὸς θὰ γεννη­θῇ γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά, ὄχι πλέον στὴ φάτνη ἀλλὰ στὴν καρδιά σου, οἱ οὐρανοὶ θ᾿ ἀ­νοίξουν, ἡ φύσις θ᾽ ἀγάλλεται καὶ θὰ χαίρῃ, οἱ ἄγγελοι θὰ ψάλλουν τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ…» (Λουκ. 2,14).

       Στὴ δημιουργία μιᾶς τέτοιας ἱερᾶς ἀτμοσφαίρας συντελεῖ πολὺ ἡ ἀνυπέρβλητη ὑμνῳ­δία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Κανένα δόγμα, καμμία θρησκεία δὲν ἔχει ὕμνους σὰν αὐ­τούς. Ἕνας δὲ ἀπὸ αὐτοὺς μᾶς προτρέπει· «Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός» (κάθ. Χρι­στουγ.). Ἂς γυρίσουμε λοιπὸν πίσω, στὶς ἡμέρες τῆς Γεννήσεως· ἂς μεταφερθοῦμε ἐκεῖ.
       Νοερῶς, ἀγαπητοί μου, περνοῦμε στεριὲς καὶ θάλασσες καὶ φτάνουμε στὴ Βηθλεέμ. Τί εἶνε ἡ Βηλθεέμ; Μία μικρὴ πόλις τῆς Ἰουδαίας, ποὺ ἐκεῖνες τὶς μέρες παρουσίαζε ἔκ­τακτη κί­νησι. Ὁ Αὔγουστος Καῖ­σαρ εἶχε δι­α­τάξει ἀ­πογραφὴ σὲ ὅλη τὴ ῾Ρωμα­ϊκὴ αὐτοκρα­τορία. Ἔτσι καὶ οἱ Ἑβραῖοι στὴν Παλαιστίνη, ἀ­να­λόγως τῆς φυλῆς, πήγαι­ναν καθένας στὸν τό­­πο ὄχι τῆς γεννήσεως ἀλ­λὰ τῆς καταγωγῆς του, στὶς περιοχὲς τῶν δώ­δεκα φυλῶν. Καὶ ἡ Παρθένος Μαρία λοιπὸν μὲ τὸν Ἰωσὴφ ἀνεχώρησαν ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ ὅ­που ἔμεναν, βάδισαν χιλιόμετρα, μέρες καὶ νύχτες, μῆνα ὁλόκληρο, καὶ ἔφτασαν ἐπὶ τέλους στὸν τόπο τῆς καταγω­γῆς τῶν προγόνων τους, στὴ Βηθλεέμ. 
     Ἦταν χειμώνας, φυσοῦσε ἀέρας, ἔκανε κρύο. Ζήτησαν νὰ μείνουν κάπου. Χτύπησαν πόρτες, ἀλλὰ κανένα σπίτι δὲν ἄνοιξε. Ἔτσι ἀ­ναγκάστη­καν, ἡ ἔγκυος κόρη μὲ τὸν προστάτη της, νὰ πᾶνε ἔξω ἀπὸ τὸν κατοικημένο χῶρο, ὅ­που ὑ­πῆρχαν φυσικὲς σπηλιὲς ποὺ χρησίμευαν εἴ­τε ὡς στάβλοι καὶ μαντριὰ εἴτε ὡς πρόχειρα παν­δοχεῖα–χάνια. Ἐκεῖ λοιπὸν γέννησε ἡ ἐπίτοκος. Γέννησε, ἀλλὰ δὲν εἶχε κούνια· ἐνῷ σήμερα καὶ ὁ πιὸ φτωχός διαθέτει μιὰ κούνια, ὁ νεογέννητος Χριστὸς εἶνε ὁ μόνος ποὺ δὲν εἶχε. Κούνια του ἔγινε ἡ φάτνη τῶν ἀλόγων, τὸ παχνὶ ὅπου οἱ βοσκοὶ βάζουν τὰ ἄχυρα γιὰ τὰ ζῷα. Ἐκεῖ λοιπὸν γεννήθηκε ὁ Χριστός, στὴ φά­τνη, κάτω ἀπὸ τέτοιες ταπεινὲς συνθῆκες.

* * *

Πέρασαν ἀπὸ τότε δυὸ χιλιάδες χρό­­νια. Τί μεταβολή! θὰ πῆτε· ὄχι πλέον σὲ σπήλαιο, στάβλο καὶ φάτνη, ἀλλὰ σὲ ναοὺς μεγαλοπρεπεῖς, ποὺ ἔ­χτισαν διάσημοι ἀρχιτέκτονες, ἐκεῖ λατρεύεται τώρα ὁ Χριστός. Τὸ ἐ­ρώτημα ὅμως εἶνε· ἐ­κεῖνος μένει ἆραγε εὐ­­χαριστημένος ἀ­πὸ τοὺς ναούς, τὰ ἄμφια, τὰ κεριὰ καὶ τὰ λιβανίσματά μας;
      Ὁ Χριστὸς ζητεῖ κάτι παραπάνω ἀπ᾿ ὅ­­λη τὴ μεγαλοπρέπεια τῶν ἡμερῶν αὐ­τῶν, ἡ ὁποία ναὶ μὲν δὲν εἶ­νε τελείως ἀπόβλητη ―μέχρι ἑ­νὸς ὁρίου―, δὲν ἀρκεῖ ὅμως. Παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ ζητεῖ κάτι ἄλλο. Τί ζητεῖ; Τὶς καρδιές μας! Θέλει, νὰ ἔχῃ Αὐτὸς τὴν πρώτη θέσι στὴν καρδιά μας· θέλει, νὰ ῥυθμίζῃ ὁ νόμος Του τὴν ἀτομική, τὴν οἰκογενειακή, τὴν ἐθνικὴ καὶ τὴν πανανθρώπινη ζωή μας.
     Καὶ ἐρωτῶ· ἔχει ὁ Χριστὸς τὴν πρώτη θέσι; Νομίζω ὄχι. Διαπράττουμε καὶ ἐμεῖς δυστυχῶς τὸ ἁμάρτημα τῶν Βηθλεεμι­τῶν. Ὅπως ἐκεῖνοι δὲν ἄνοιξαν τὴν πόρτα τους στὴν Παναγία, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς, νέοι Βηθλε­εμῖτες στὸν αἰῶνα μας, δὲν θέλουμε ὁ Χριστὸς ν᾽ ἀποτελῇ τὸ κέντρο καὶ τὸν ἄξονα τῆς ζωῆς μας, νὰ κατέχῃ τὴν πρώτη θέσι. Ἀμφιβάλλετε; 
   Παρακολουθῆστε λοιπὸν γύρω σας τὰ πρόσωπα καὶ τὶς ἐκδηλώσεις τους σήμερα, τὴν ἁγία αὐτὴ ἡ­μέρα, καὶ θὰ βγάλετε συμπέρασμα ἀπὸ τὶς συ­ζητήσεις, τὶς διασκεδάσεις, τὰ τραγούδια κ.τ.λ.. Ὅ,τι ἀγαπᾷ ὁ ἄνθρωπος, γι᾽ αὐτὸ μιλάει. Ἐὰν λοιπὸν στήσετε αὐ­τί, θ᾽ ἀκούσετε νὰ συζη­τοῦν ἄλλοι γιὰ γάμους συ­νοικέσια καὶ διαζύγια, ἄλλοι γιὰ ἐμπόρια ἐπιχειρήσεις καὶ κέρδη, ἄλλοι γιὰ ἀθλητισμὸ ὁμάδες καὶ ἀγῶνες, ἄλλοι γιὰ διασκεδάσεις ταξίδια καὶ ἀγορές, ἄλλοι γιὰ πο­λιτικὴ καὶ κόμματα. Γιὰ ὅλα συζητοῦν, γιὰ ἕνα δὲ συζητοῦν· γιὰ τὸ Χριστό. Οὔτε λέξι. Σὰ νὰ μὴ γεννήθηκε, σὰ νὰ εἶνε ἄ­γνωστος, ὁ μέγας ἄγνωστος. Τὴ λέξι Χριστὸς προφέρουν ―ἀλλοίμονο― μόνο ὅταν τὸν βλασφημοῦν!
    Ὁ Χριστὸς μένει ἔξω καὶ ἀπὸ τὰ θεσμικὰ ὄρ­γανα καὶ τὰ ὁμαδικὰ ἐν­διαφέροντα. Ἔξω ἀ­πὸ τὰ σπί­τια, ὅπου οὔτε προσευχὴ γίνεται οὔ­τε λα­­τρεία προσφέρεται οὔτε Εὐαγγέλιο διαβάζεται οὔτε ἀγάπη καὶ ἑνότης τῆς οἰκογενεί­ας ὑ­πάρχει. Ἔξω ἀπὸ τὰ σχολεῖα, ὅπου τώρα τὰ παι­διὰ δὲ μα­θαίνουν ὅπως ἄλλοτε «γράμμα­τα σπουδά­γμα­τα, τοῦ Θεοῦ τὰ πράγματα», ἀλλὰ διδάσκον­ται θεωρίες ἐξελίξεως, ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀ­πὸ τὸ χιμπαντζῆ, ἀπὸ τὰ κτήνη. Ἔξω ἀπὸ τὰ δικαστήρια, ὅπου παρὰ τὴ δική του ἐν­τολὴ νὰ μὴν ὁρκιζώμαστε καθόλου («μὴ ὀμόσαι ὅ­λως» – Ματθ. 5,34), πλῆθος χέρια καθημερινῶς παλαμίζουν τὸ Εὐαγγέλιο. Ἔξω ἀκόμα ἀπὸ τὶς στρατιωτικὲς μονάδες, ὅπου ἀξιωματικοὶ καὶ ὁπλῖ­τες μέρα καὶ νύχτα βρίζουν τὰ θεῖα. Ἔξω τέλος ἀπὸ τὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, ὅπου ἡ πρό­τασι ν᾽ ἀναρτηθῇ στὴν αἴθουσά της ἡ εἰκόνα Του ἀπορρίφθηκε μὲ εἰρωνικὰ σχόλια καὶ ὅπου ψηφίζονται νόμοι φανερὰ ἀντιχριστιανικοί. Καὶ γενικὰ στὸν κόσμο ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ διω­γμέ­νος ἀπὸ τοὺς κρατοῦντας· δὲν εἶνε ἀρεστὸς στὰ διοικητήρια, τὶς κυβερνήσεις, τὰ κοινο­βού­λια, τοὺς διεθνεῖς ὀργανισμούς.
     Ἄλλοι ἐπικρατοῦν ἐκεῖ, ἄν­θρωποι ἀλαζόνες, κοῦφοι, ἢ καὶ ἐγκληματίες. Γιὰ τὸ Χριστό, ὅπως τότε στὴ Βηθλεέμ, δὲν ὑπάρχει θέσι! Μία τέως βασίλισσα τῆς Ὁλλανδίας, ἡ ὁ­ποία πρὶν τὸ τέλος τῆς ζω­ῆς της πίστεψε στὸ Χριστό, ἡ Βιλελ­μίνη, παραι­τήθηκε ἀπὸ τὸ θρόνο, ἀπομονώθηκε κάπου καὶ ἔγραψε ἕνα βιβλίο μὲ θέμα «Ὁ Χριστὸς ὁ με­γά­λος ἄγνωστος τῆς Εὐρώπης». Καὶ ἕνας Γάλ­λος ἀνθρωπιστὴς καὶ φίλος τῶν λεπρῶν, ὁ Ραοὺλ Φολλερώ, ἔγραψε ἄλλο βιβλίο μὲ θέμα «Ἂν αὔριο ὁ Χριστὸς χτυπήσῃ τὴν πόρ­τα σας, θὰ τοῦ ἀνοίξετε;». Καὶ ὅταν πρὸ ἐ­­τῶν κάποιος πρότεινε νὰ τεθῇ στὸν καταστατικὸ χάρτη τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν ἡ ῥήτρα ὅτι τὰ ἀν­θρώπινα δικαιώματα στηρίζονται στὴν θεμελι­ώδη ἀλήθεια ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε βελ­τιωμέ­νη ἔκδοσι τοῦ κτήνους ἀλλὰ εἶνε θεῖο δημιούρ­γημα πλασμένο «κατ᾽ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁ­­μοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1,26), ἡ πρότασις ἀπερρίφθη.
     Τί δείχνουν αὐτά; ὅτι γιὰ τὸ Χριστὸ ἰσχύει καὶ σήμερα τὸ «οὐκ ἦν τόπος ἐν τῷ καταλύματι», δὲν ἔχει θέσι ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο αὐτόν. Φαινομενικὰ ἑορτάζουμε μιὰ χριστιανικὴ ἑ­ορτή· στὴν πραγματικότητα ἑορτάζουμε σὰν εἰδωλολάτρες. Ὅσοι πίνουν καὶ παραδίδον­ται στὴ μέθη, λατρεύουν τὸ Βάκχο· ὅσοι βουλιάζουν στὰ σαρκικὰ πάθη καὶ τὸν πανσεξουαλισμό, λατρεύουν τὴν Ἀφροδίτη· ὅσοι ἀπορροφῶνται ἀπὸ τὸ ἐμπόριο καὶ τὰ λεφτά, λατρεύ­ουν τὸν κερδῷο Ἑρμῆ. Φτάσαμε στὸ σημεῖο, ἐνῷ ἄλλοτε ἡ Ἑλλὰς περίμενε τὴν ἁγία αὐτὴ νύκτα, νὰ χτυπήσουν οἱ καμπάνες καὶ νὰ τρέξουν ὅλοι στοὺς ναούς, τώρα οἱ ἄνθρωποι δὲν ἑορτάζουν τὴν ἑορτὴ αὐτὴ στοὺς ναούς· τρέχουν σὲ καφετέριες, σὲ λέσχες, σὲ νυκτερινὰ κέντρα γιὰ ρεβεγιόν (σατανικὸ ἔθιμο), κ᾽ ἐκεῖ ἑορτάζουν μὲ χοροὺς ἔξαλλους, μὲ μουσικὴ θορυβώδη. Καὶ ἔπειτα λεγόμαστε Χριστιανοί. Δὲν εἴμαστε Χριστιανοί, εἴμαστε εἰδωλολάτρες μετὰ Χριστόν καὶ χειρότερα.

* * *

Ν᾽ ἀπελπιστοῦμε λοιπόν; Ὄχι. Μολονότι γνωρίζουμε ὅτι θὰ ἔρθουν χρόνια χειρότερα, μολονότι ὡρισμένοι λένε ὅτι ἦρθε ὁ ἀντίχριστος ―κ᾽ ἐγὼ παραδέχομαι ὅτι ἀκούγονται τὰ βήματά του καὶ βρισκόμαστε στὴν τροχιὰ τοῦ ἀντιχρίστου―, μολονότι ἔρχεται ὁ Ἁρμαγεδὼν τῆς Ἀποκαλύψεως (16,16), ἕνα εἶνε βέβαιο· ὅτι παρ᾿ ὅλα αὐτὰ θὰ ἔρθῃ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁ­ποία θὰ λάμψῃ πάλι στὸν κόσμο τὸ ἄστρο τῆς Βηθλεὲμ μὲ μία λάμψι μοναδική· καὶ τότε λαοὶ καὶ ἔθνη, Ἀνατολὴ καὶ Δύσις, Βορρᾶς καὶ Νότος, θὰ βροῦν τὸ σωστὸ τὸ δρόμο, ποὺ χάρα­ξε ὁ Χριστός, καὶ σὰν τοὺς μάγους θὰ ἔρθουν ὅ­λοι στὴ φάτνη, νὰ προσκυνήσουν Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖο· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 25-12-1986.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 23, 2015

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η ΕΙΡΗΝΗ; +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος


Ἡ Γέννησις τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ
25 Δεκεμβρίου

«ΕΠΙ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ»

XRISTOYGENNAΤΗ ΝΥΧΤΑ, εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα, τὴ νύχτα  ἐκείνη, ὅταν οἱ βοσκοὶ φύλαγαν τὰ  πρόβατά τους σὲ κάποια πλαγιὰ τῆς  Βηθλεὲμ καὶ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ  ἔλαμπαν μὲ μιὰ ἐξαιρετικὴ ἀνταύγεια, τὴ  νύχτα ἐκείνη τὴν ἀλησμόνητη ἀκούστηκε  θεσπέσιο ἐμβατήριο. Ὄχι ἕνας ἢ δύο  ἄγγελοι, ἀλλὰ σμῆνος ἀγγέλων, στρατιὰ  ὁλόκληρη, ἀνέβαινε καὶ κατέβαινε στὸν  οὐράνιο θόλο καὶ ἔψαλλε τὸ γλυκύτατο  «Δόξᾳ ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς  εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14).
Δὲν ὑπάρχει στὴν παγκόσμιο φιλολογία  ἄλλος ὕμνος ποὺ μὲ τόσο λίγες λέξεις νὰ  ἐκφράζῃ τόσο ὑψηλὰ νοήματα. Εἶνε  ὕμνος θεσπέσιος, ἀριστούργημα θεϊκό.  Εἶνε ἐπίσημος δοξολογία. Εἶνε περίληψις  τοῦ ἔργου ποὺ ἦρθε νὰ ἐπιτελέσῃ στὸν  κόσμο ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.  Εἶνε ἀκόμη προφητεία, αἰσιόδοξος  προφητεία γιὰ τὸ μέλλον τῆς  ἀνθρωπότητος.
Ἂς ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὸ «καὶ ἐπὶ γῆς  εἰρήνη». Τί ἆραγε νὰ σημαίνῃ ὁ λόγος  αὐτός;

* * *

Ὅταν γεννήθηκε ὁ Χριστός, πολιτικῶς  ἡ ἀνθρωπότης ἦταν ἑνωμένη κάτω ἀπὸ τὸ  σκῆπτρο τοῦ καίσαρος Αὐγούστου. Πρώτη  φορὰ ἐπικρατοῦσε εἰρήνη σὲ ὅλο τὸν  κόσμο, εἰρήνη παγκόσμιος. Ἐὰν σὲ  ὁποιοδήποτε σημεῖο τοῦ κράτους, ἀπὸ τὸ  Δούναβι καὶ τὸ Ῥῆνο ποταμὸ ἕως κάτω,  κάποιος λαὸς ἀτίθασος τολμοῦσε νὰ  σηκώσῃ κεφάλι, τὸ κίνημα ἐντὸς ὀλίγου  ἐπνίγετο ἀπὸ τὶς σκληρὲς λεγεῶνες τῆς  Ῥώμης. Ἐπικρατοῦσε εἰρήνη, τὴν ὁποία  οἱ ἱστορικοὶ ὀνομάζουν μὲ τὸ λατινικὸ  ὄνομα «πὰξ Ρομάνα» = Ῥωμαϊκὴ  εἰρήνη).
Ὑπῆρχε λοιπὸν σ᾿ ἐκεῖνο τὸν κόσμο  εἰρήνη πολιτική. Οἱ λαοὶ ὅμως δὲν ἦταν  εὐτυχισμένοι. Ἡ οἰκουμένη ἀναστέναζε.  Καὶ μαντεῖα τῶν Δελφῶν καὶ Σίβυλλες τῆς  Ῥώμης καὶ προφητεῖες τοῦ Ἰσραὴλ  συνέπιπταν καὶ προφήτευαν, ὅτι θὰ ἔρθῃ  Κάποιος, «προσδοκία (τῶν) ἐθνῶν» (Γέν.  49,10), ποὺ θὰ συντρίψῃ μὲ δύναμι τὰ  καθεστῶτα τῆς βίας, καὶ πάνω στὰ  ἐρείπια τοῦ ἀρχαίου κόσμου θὰ ἱδρύσῃ  μιὰ νέα ἰδεώδη κοινωνία, τὴ «βασιλεία  τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3,2· 5,3 κ.ἀ.), τῆς  ὁποίας «οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. 1,33). Θὰ  ἔρθῃ Ἐκεῖνος. Τὸ θαυμαστὸ εἶνε, ὅτι καὶ  λαοὶ τῆς Ἀμερικῆς, ἀποκεκομμένοι καὶ  χωρὶς καμμία ἐπαφὴ μὲ τοὺς Εὐρωπαίους  καὶ τοὺς ἄλλους λαούς, ὅταν ὁ Κολόμβος  ἔφθασε στὴν Ἀμερικὴ ἡ πρώτη ἐρώτησις  ποὺ ἔκαναν οἱ ἰθαγενεῖς, οἱ βάρβαροι  ἐκεῖνοι, ποιά νομίζετε ἦταν· «Ἦρθε;»,  «ἦρθε;». Μέχρι ἐκεῖ, ἐκ παραδόσεως,  ὑπῆρχε ἡ προσδοκία αὐτὴ τῶν ἐθνῶν.
Καὶ πράγματι ἦρθε· δὲν εἶνε ψέμα. Εἶνε τὸ  μεγαλύτερο ἱστορικὸ γεγονὸς τοῦ  πλανήτου μας. Ἦρθε ἡ προσδοκία τῶν  ἐθνῶν. Εἶνε Ἐκεῖνος ποὺ περίμεναν οἱ  λαοὶ τῆς Ἀμερικῆς, Ἐκεῖνος ποὺ  περίμενε ἡ Ῥώμη, Ἐκεῖνος ποὺ περίμενε  ἡ Ἀνατολή, Ἐκεῖνος ποὺ περίμεναν οἱ  ἀστρονόμοι τῆς Περσίας καὶ οἱ  φιλόσοφοι τῆς Ἑλλάδος. Ἦρθε· εἶνε  πραγματικότης.
Πῶς ἦρθε; Ὄχι ὡς μονομάχος, ὄχι μὲ  δύναμι λεγεώνων. Ἦρθε ἄοπλος. Ἦρθε ὡς  Θεῖο βρέφος. Γεννήθηκε ὑπὸ ταπεινὰς  συνθήκας, στὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ.
Γιατί ἦρθε; Ἦρθε, γιὰ νὰ φέρῃ στὸν κόσμο  εἰρήνη. Ἀλλὰ ποιά ἆραγε νὰ εἶνε ἡ εἰρήνη  αὐτή, γιὰ τὴν ὁποία ψάλλει ἡ στρατιὰ  τῶν ἀγγέλων «…καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη…»; Ἡ  εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ μας διαφέρει ἀπὸ τὴν  «πὰξ Ρομάνα», τὴν εἰρήνη τοῦ κόσμου. Ἡ  εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ ἔχει βάθος καὶ  πλάτος. Εἶνε εἰρήνη τριπλῆ· εἰρήνη  πρῶτον μὲ τὸ Θεό, δεύτερον μὲ τὸν  πλησίον, καὶ τρίτον μὲ τὸν ἑαυτό μας.

* * *

Εἰρήνη μὲ τὸ Θεό. Πῶς νὰ τὸ ἐκφράσω; Μ᾿ ἕνα  παράδειγμα. Ὅταν ἤμεθα μικρὰ παιδιὰ  καὶ κάναμε κάποια ἀταξία, τὸ βράδυ  ἐκεῖνο δύσκολα πηγαίναμε στὸ σπίτι.  Ἐφοβούμεθα τὸν πατέρα. Καὶ μόνο ὅταν ὁ  πατέρας μας ἠρεμοῦσε καὶ μὲ ἕνα νεῦμα  του καταλαβαίναμε ὅτι μᾶς ἀγαπάει,  τρέχαμε κοντά, καὶ μᾶς ἀγκάλιαζε καὶ  μᾶς φιλοῦσε, καὶ ἔτσι οἱ σχέσεις πατρὸς  καὶ υἱοῦ ἀποκαθίσταντο. Κάτι παρόμοιο  συνέβη μὲ τὴν ἀνθρωπότητα. Ὁ ἄνθρωπος  ἁμάρτησε, παρέβη τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ,  ἐκροχιάσθηκε. Ἔκτοτε τὸν ἀκολουθεῖ  μιὰ σκιά, ἕνα α σθημα ἐνοχῆς. Εἶνε  πανθομολογούμενο ψυχολογικὸ  φαινόμενο, εἶνε ἕνα α σθημα ὅλων τῶν  ἀνθρώπων τῆς γῆς. Εἶνε τὸ αἴσθημα ποὺ  ἐξέφραζαν οἱ ἀρχαῖοι μὲ τὶς Ἐρινύες,  εἶνε αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα «ἄγχος». Οἱ  ψυχίατροι δὲν μποροῦν νὰ θεραπεύσουν  τὸ ἄγχος καὶ οἱ νευροψυχιατρικὲς  κλινικὲς ἔχουν πληθυνθῆ. Αὐτὸ τὸ ἄγχος  ἐν ἐσχάτῃ ἀναλύσει δὲν εἶνε τίποτε  ἄλλο παρὰ μία συνέπεια τῆς ἔχθρας  μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου.
Ἀλλ᾿ ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν  πρὸς Ῥωμαίους ἐπιστολή, «ἐχθροὶ ὄντες  κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ» (Ῥωμ. 5,10).  Ἐπῆλθε ἡ εἰρήνη, ἔγινε τὸ θαῦμα. Τὸ  σινικὸ τεῖχος, ποὺ χώριζε οὐρανὸ καὶ γῆ,  Θεὸ καὶ ἄνθρωπο, ἔπεσε. Τὸ γκρέμισε  ἕνας· ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.  Δὲν εἶνε ψέμα. Διὰ τοῦ Χριστοῦ ἡ ἁμαρτία  συγχωρεῖται, ἡ ἐνοχὴ ἀπαλείφεται, καὶ  στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς του ὁ ἄνθρωπος  ἀκούει τὴ γλυκειὰ φωνὴ τοῦ οὐρανίου  Πατρός.
Εἰρήνη μὲ τὸν πλησίον ἔπειτα. Ἡ ἁμαρτία  διετάραξε τὶς ἁρμονικὲς σχέσεις ὄχι  μόνο μὲ τὸ Θεὸ ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ συνάνθρωπο. Ἀφ ᾿ ὅτου ὁ Κάϊν ἐφόνευσε τὸν Ἄβελ καὶ τὸ  ἔδαφος τῆς γῆς ἐβάφη μὲ αἷμα, ἀπὸ τότε  μῖσος ἀβυσσαλέο ἐπικρατεῖ.  Ἀποτέλεσμα τοῦ μίσους εἶνε ἐμφύλιοι  σπαραγμοί, τοπικοὶ καὶ παγκόσμιοι  πόλεμοι. Τὸ μῖσος εἶνε σὰν τὴν ὁμίχλη,  μέσα στὴν ὁποία δὲν μπορεῖς νὰ  διακρίνῃς τὸν ἀπέναντί σου –  ὑπάρχουν περιπτώσεις ποὺ ἀδερφὸς  πυροβόλησε τὸν ἀδερφό του. Ἡ ἀπαίσια  ὁμίχλη τοῦ μίσους ἐκάλυπτε τὴ γῆ καὶ ἡ  ἀγάπη ἦτο ἀνύπαρκτος. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς  ἦρθε καὶ ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης  διέλυσε τὴν ὁμίχλη τοῦ μίσους. Ἔτσι  ἐπανέρχεται ἡ εἰρήνη.
Εἰρήνη μὲ τὸ Θεό, εἰρήνη μὲ τὸν πλησίον,  κι ἀκόμη περισσότερο εἰρήνη μὲ τὸν  ἑαυτό μας. Περίεργο, καὶ ὅμως ἀληθινό·  ἡ ἁμαρτία διέσπασε τὴν ἑνιαία  προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου, τὸν  ἐδίχασε. Δὲν ε μεθα ἕνας – ψέμα εἶν᾿  αὐτό. Εἴμεθα διπλοῖ, διχασμένοι. Ὅπως  παρατήρησε καὶ ὁ Πλάτων, στὰ βάθη τῆς  ἀνθρωπίνης καρδίας παλεύουν δύο  ὑπάρξεις· τὸ σκότος καὶ τὸ φῶς, ἡ  ἀλήθεια καὶ τὸ ψέμα, ὁ ἄγγελος καὶ ὁ  σατανᾶς. Ἀγρία πάλη. Ἡ μεγαλυτέρα μάχη  δὲν εἶνε κάποια ἀπ᾿ αὐτὲς ποὺ  περιγράφει ἡ ἱστορία· εἶνε αὐτὴ ποὺ  γίνεται μέσα στὸ στῆθος μας. Πεδίον  της εἶνε καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ  παλεύουν δύο δυνάμεις. Ἡ μία ὠθεῖ πρὸς  τὸν οὐρανό, σπρώχνει πρὸς τὰ ἐπάνω. Ἡ  ἄλλη θέλει νὰ μᾶς ῥίξῃ κάτω, μᾶς  βυθίζει σὰν τὸ μολύβι. Καὶ μοιάζει ὁ  ἄνθρωπος μὲ ἀετὸ ποὺ θέλει νὰ πετάξῃ  στὰ ὕψη, ἀλλὰ κάποιος τοῦ ἔκοψε τὰ  φτερά. Ἰδού τὸ δρᾶμα.
Πόλεμος λοιπὸν μέσα στὰ στήθη μας.  Πόλεμος ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ γεννιέται ὁ  ἄνθρωπος μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του. Καὶ  ἐὰν ὑποτάξῃ τὴ σάρκα στὸ πνεῦμα, τὸ  κατώτερο στὸ ἀνώτερο, τότε νίκη, νίκη  ὡραία! Ὅπως ἔλεγαν οἱ πρόγονοί μας,  ἀνωτέρα νίκη εἶνε «τὸ νικᾶν ἑαυτόν», τὸ  νὰ νικᾷς τὸν ἑαυτό σου. Διότι ὅσο  μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ βλάψῃ ὁ διος τὸν  ἑαυτό του, δὲν μπορεῖ κανείς ἄλλος νὰ  τὸν βλάψῃ· οὔτε ὁ δαίμονας.
Εἰρήνη λοιπὸν μὲ τὸ Θεό, εἰρήνη μὲ τὸν  πλησίον, εἰρήνη μὲ τὸν ἑαυτό μας διὰ τῆς  γαλήνης τῆς συνειδήσεως.

* * *

Ὦ εἰρήνη, γλυκὺ ὄνομα καὶ γλυκύτερο  πρᾶγμα, ποῦ κατοικεῖς, ποῦ βρίσκεσαι;  Στὰ ἀνάκτορα, στὶς ἀκαδημίες; Ὄχι. Στὸ  σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ. Τὸ περιστέρι  ἀναπαύεται στὶς καρδιὲς τῶν ταπεινῶν  ἀνθρώπων, τῶν βοσκῶν, ἐκείνων ποὺ  ἐκτελοῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. «Εἰρήνη  πολλὴ τοῖς ἀγαπῶσι τὸν νόμον» τοῦ Θεοῦ  (Ψαλμ. 118,165). «Καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη».
―Ἄ, θὰ μοῦ πῆτε, φαντασίες αὐτά.  Θεωρίες ὡραῖες. Ποιά εἶνε ὅμως ἡ  πραγματικότης;
Πράγματι τὴν ὥρα αὐτὴ στὸν πλανήτη μας  ὑπάρχουν πολλὲς ἑστίες πυρός, ἑστίες  πολέμου. Οἱ ὑπερδυνάμεις ἔχουν  ἀνοίξει τὰ βουνὰ καὶ σὲ τεχνητὰ σπήλαια  ἔχουν κρύψει πυρηνικὲς βόμβες. Λοιπὸν ν ᾿ ἀπελπισθοῦμε;
Ὄχι, ἀγαπητοί μου. Εἴμεθα αἰσιόδοξοι.  Ἀφ᾿ ὅτου ἀνέτειλε τὸ ἄστρο τῆς Βηθλεέμ,  δέσμες ἐλπίδων χύθηκαν στὸν κόσμο.  Πιστεύουμε, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ  παγκόσμιος ἄξων, τὸ κέντρο τῆς  ἀνθρωπότητος, τὸ ἄλφα (Α) καὶ τὸ ὠμέγα (Ω).  Πιστεύουμε, ὅτι μιὰ μέρα θ᾿ ἀνατείλῃ  παγκόσμιος εἰρήνη καὶ κατὰ τὴν  προφητεία τοῦ Ἠσαΐου «τὸ ἀρνὶ θὰ  βοσκήσῃ μαζὶ μὲ τὸ λύκο» (Ἠσ. 11,6), τὰ ἔθνη  δηλαδὴ τὰ πολεμοχαρῆ θὰ γίνουν  φιλειρηνικά. Μυστήριο μέγα θὰ  συντελεσθῇ. Καὶ τότε θὰ γίνῃ «μία  ποίμνη, εἷς ποιμήν» (Ἰω. 10,16), καὶ πάλι  στοὺς αἰθέρας θ᾿ ἀντηχῇ τὸ ἐμβατήριο  τῶν αἰώνων «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ  ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία».
 † ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία  ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος  Φλωρίνης τὴν 25-12-1973

Τρίτη, Δεκεμβρίου 22, 2015

Ας προετοιμαστούμε για τα Χριστούγεννα.


Γέννηση2

Αρχιμ. Ιωακείμ Βενιανάκης, Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας
Σε λίγες ημέρες η αγία μας Εκκλησία θα πανηγυρίσει για μία ακόμα φορά την μεγάλη δεσποτική εορτή των Χριστουγέννων και θα μας καλέσει να φιλοξενήσουμε στις καρδιές μας το νεογέννητο Χριστό και να μεταδώσουμε στους αδελφούς μας, όπως οι Άγγελοι στους Ποιμένες, ότι Χριστός ο Θεός ετέχθη σήμερον. Είναι Εκείνος που φέρνει φως, χαρά, ελπίδα, ειρήνη, και ηρεμία στις ταλαιπωρημένες από την κάθε είδους κρίση καρδιές μας.
Ό Άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος τον τέταρτο αιώνα μ.Χ. με νωπή και ζωντανή την παρουσία του Χριστού επί της γης, κηρύττει με ζέση πίστεως λέγοντας: «Σήμερα λύθηκαν τα μακροχρόνια δεσμά. Ό διάβολος καταντροπιάσθηκε. Οι δαίμονες δραπέτευσαν. Ό θάνατος (της ψυχής) καταργήθηκε. Ό Παράδεισος ανοίχθηκε. Ή κατάρα εξαφανίστηκε. Ή αμαρτία διώχθηκε. Ή πλάνη απομακρύνθηκε. Ή αλήθεια αποκαλύφθηκε. Το κήρυγμα της ευσέβειας ξεχύθηκε και διαδόθηκε παντού.
Ή Βασιλεία των Ουρανών μεταφυτεύθηκε στη γη. Οι Άγγελοι συνομιλούν με τους ανθρώπους. 'Όλα έγιναν ένα. Κατέβηκε ό Θεός στη γη κι ό άνθρωπος ανέβηκε στους ουρανούς. Κατέβηκε ό Θεός στη γη και πάλι βρίσκεται στον Ουρανό. 'Ολόκληρος είναι στον ουρανό κι ολόκληρος είναι στη γη. Έγινε άνθρωπος κι είναι Θεός. Είναι Θεός κι έλαβε σάρκα»[1].

Τριγυρνώντας όλοι μας στους δρόμους αυτές τις άγιες ημέρες, εντυπωσιαζόμαστε από τον  όντως εκθαμβωτικό στολισμό των βιτρινών των καταστημάτων αλλά και των σπιτιών, από τα πολύχρωμα λαμπιόνια που αναβοσβήνουν, από τις εορταστικές μουσικές και τα τραγούδια, που προσπαθούν να σπάσουν για λίγο τη βαρυθυμία και την μελαγχολία μας, εξαιτίας των ποικίλων προβλημάτων, που αντιμετωπίζουμε στην ρουτινιάρικη καθημερινότητά μας. Και αφού περάσουν οι γιορτές και κατέβουν τα στολίδια και σωπάσουν οι χαρούμενες μελωδίες, κατεβαίνει μαζί και η διάθεσή μας με αποτέλεσμα πάλι να βυθιζόμαστε στην ίδια κατάθλιψη, στα ίδια προβλήματα, να ζούμε την ίδια απελπισία.    Αναρωτηθήκαμε άραγε τί φταίει γι αυτό; Μήπως εορτάζουμε τα Χριστούγεννα επιφανειακά, υλιστικά, και όχι πνευματικά; Μήπως τελικά εορτάζουμε τα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό;

 Για να βιώσουμε το νόημα της Γεννήσεως του Χριστού, για να κατανοήσουμε  τί σημαίνει ότι ο Χριστός με την ενανθρώπησή του μας  δώρισε την ελευθερία από την αμαρτία και τον θάνατο και μας ανέβασε στο θρόνο του Θεού, οφείλουμε να προετοιμασθούμε εσωτερικά και να αγωνισθούμε με περισσότερη ένταση εναντίον των παθών μας, των λογισμών και των φαντασιώσεών μας, εναντίον των επιθυμιών και των προσδοκιών μας, δηλαδή να  πολεμήσουμε τον εγωισμό μας.

Οφείλουμε λοιπόν να προετοιμάσουμε την ψυχή μας. Να την προετοιμάσουμε ώστε να γεννηθεί μέσα μας ο Κύριος. Και για να γίνει αυτό πρέπει καταρχήν να καθαριστούμε  στο λουτρό της μετανοίας, στο ιερό μυστήριο της εξομολογήσεως. Η αμαρτία είναι αρρώστια της ψυχής που, αν μείνει αθεράπευτη, οδηγεί στον πνευματικό θάνατο, στον αιώνιο θάνατο, δηλαδή,  στον χωρισμό της ψυχής από το Θεό. Όπως, λοιπόν, όταν ασθενούμε σωματικά, πηγαίνουμε στον ιατρό και μας χορηγεί θεραπευτική αγωγή, έτσι και όταν ασθενούμε πνευματικά, προσερχόμαστε στην Εκκλησία, που είναι ένα πνευματικό θεραπευτήριο και πιο συγκεκριμένα, στο πετραχήλι του πνευματικού. Στον πνευματικό εξομολογούμαστε όλες τις αμαρτίες, που τραυμάτισαν την ψυχή μας, δίχως ντροπή και με απόλυτη ειλικρίνεια. Στη συνέχεια ο πνευματικός πατήρ θα μας διαβάσει τη συγχωρητική ευχή και θα μας απευθύνει συμβουλές για την ευόδωση της πνευματικής μας πορείας. Η άφεση των αμαρτιών μας από τον πνευματικό ιερέα γίνεται σύμφωνα με την εξουσιοδότηση που έδωσε ο Κύριός μας στους αγίους Μαθητές και Αποστόλους, ειπών: «Αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς…..». Ώστε, λοιπόν, ο ιερεύς δεν είναι τίποτα περισσότερο από υπηρέτης της Θείας Χάριτος. Έτσι, λοιπόν, είναι απαραίτητο σε όλους μας, πριν προσέλθουμε στα Άχραντα Μυστήρια, να εξομολογηθούμε και να είμεθα όσο το δυνατόν περισσότερο προετοιμασμένοι πνευματικά, ώστε να λάβουμε μέσα μας τον Χριστό. Όπως, λοιπόν, καθαρίζουμε και στολίζουμε το σπίτι μας ή φοράμε εμείς οι ίδιοι επίσημα ρούχα σ’ εκείνες τις γιορτινές ημέρες, έτσι και την ψυχή μας οφείλουμε να την καθαρίσουμε απ’ το ρύπο της αμαρτίας, ώστε να είναι έτοιμη να υποδεχθεί το Θείο Βρέφος.

Συγχρόνως η Αγία μας Εκκλησία, μάς προετοιμάζει για την εορτή των Χριστουγέννων με το σαραντάημερο της νηστείας. Η νηστεία μας βοηθά στο να καθαρισθούμε ψυχικά και σωματικά. Ενώ η πολυφαγία προκαλεί ποικίλα προβλήματα υγείας κι εξάπτει το σαρκικό φρόνημα, η νηστεία, αντίθετα, μαραίνει τις σαρκικές επιθυμίες και κοιμίζει τις επαναστάσεις του σώματος, όπως διδάσκει ο ιερός Γρηγόριος ο Παλαμάς. Η νηστεία ελευθερώνει τον άνθρωπο από τα πάθη, γι’ αυτό και οι πατέρες την ονομάζουν «παθοκτόνο» και «φάρμακο παθών καθαρτήριο». Η νηστεία είναι όπλο κατά του πονηρού, κατά το Μ. Βασίλειο, ενώ βοηθάει στην απόκτηση των αρετών. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης την ονομάζει «θεμέλιο αρετής», ενώ ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος την ονομάζει «μητέρα της σωφροσύνης». Ο Προφήτης Μωϋσής μετά από 40 μέρες νηστείας στο όρος Χωρήβ, αξιώθηκε να δει, όσο είναι δυνατό σε άνθρωπο, τον ίδιο τον Κύριο. Οπότε η νηστεία μας βοηθάει, ώστε να αποκτήσουμε  «κοινωνία» με το Θεό.

           Αξίζει να παραθέσουμε εδώ ορισμένες ρήσεις του Μ. Βασιλείου για τη νηστεία[2]: «Η νηστεία γεννάει προφήτες. Ενισχύει τους δυνατούς. Σοφίζει τους νομοθέτες. Εξοπλίζει τους ήρωες. Γυμνάζει τους αθλητές. Αποκρούει τους πειρασμούς. Συγκατοικεί με τη νηφαλιότητα και την αγνότητα. Στους πολέμους κάνει ανδραγαθήματα και στον καιρό της ειρήνης διδάσκει την ησυχία. Αγιάζει τους αφιερωμένους και τελειοποιεί τους ιερείς. Η νηστεία ενισχύει την προσευχή. Γίνεται φτερό στην πορεία της προς τον ουρανό. Είναι μητέρα της υγείας, παιδαγωγός της νιότης, στολίδι των γηρατειών. Είναι συνοδοιπόρος των ταξιδιωτών και ασφάλεια των συγκατοίκων».

Πρέπει να έχουμε πάντα υπόψιν μας ότι για την Εκκλησία μας η αληθινή νηστεία δεν είναι μόνο η αποχή από τροφές, αλλά η αποχή από πάθη και αμαρτίες. Λέγει χαρακτηριστικά ο Μέγας Φώτιος: «Νηστεία δεκτή από τον Θεό είναι αυτή που μαζί  με την αποχή των τροφών συνδυάζει και την αποστροφή προς τη φλυαρία, το φθόνο, το μίσος και τα άλλα αμαρτήματα. Αυτός που νηστεύει από τροφές, αλλά δεν εγκρατεύεται από τα πάθη, μοιάζει με εκείνον που έβαλε λαμπρά θεμέλια στο σπίτι, που έκτισε, αλλά αφήνει να συγκατοικούν μαζί του φίδια, σκορπιοί και κάθε φαρμακερό ερπετό».  Επιδίωξή μας λοιπόν είναι η πνευματική νηστεία, δηλ. η αποφυγή της αμαρτίας και η τήρηση του θελήματος του Θεού, η εφαρμογή της αγάπης, η συγχωρητικότητα, η ελεημοσύνη και η απόκτηση ακόμη μεγαλύτερης αρετής. Με τον τρόπο αυτό κατανοούμε καλύτερα και πραγματώνουμε το λόγο του Μεγάλου Βασιλείου «Αληθινή νηστεία είναι η αλλοτρίωση από κάθε κακό, από κάθε αμαρτία, από κάθε εμπαθή λογισμό, από κάθε βρώμικη επιθυμία».

Η νηστεία και η εξομολόγηση μάς προετοιμάζουν  να προσέλθουμε στο  Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας για να κοινωνήσουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, να γίνουμε «σύναιμοι και σύσσωμοι»  του Χριστού, να χριστοποιήσουμε τη ζωή μας, να γίνουμε όλοι ένα με Εκείνον και μεταξύ μας, αποτελούντες το Ένα σώμα του Κυρίου. Ενούμεθα με τον Χριστό  και γινόμεθα μαζί του ένα σώμα. «Ο Χριστός είναι αυτός ο οποίος ποτίζει την καρδιά μας την διψασμένη. Τα μέλη μας και οι σάρκες μας και τα οστά μας γίνονται μέλη και σάρκες και οστά του Χριστού.  Σε κάθε θεία Λειτουργία ζούμε την ζωή του Χριστού και ο Χριστός αναλαμβάνει την δική μας ζωή. Όπως ένας είναι ο άρτος που βάζουμε στο άγιο αρτοφόριο, όπως ένας είναι ο άρτος τον οποίον αποθέτουμε στην αγία Τράπεζα, δηλ. το Σώμα του Χριστού, έτσι και εμείς, όταν μεταλαμβάνουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, ενούμεθα με τον Χριστό και μεταξύ μας!  Κάθε φορά που συμμετέχουμε στη θεία λειτουργία, πηγαίνομε για να πάρουμε τον Χριστό μέσα μας.  Προηγουμένως όμως πρέπει να έχουμε καθαρίσει την ψυχή μας από κάθε αμαρτία και συγχρόνως έτοιμοι να ακολουθήσουμε τα προστάγματά του, το θέλημά Του. Εάν έχουμε κρατούμενα, δηλ. ενοχές, δεν μπορούμε να ενωθούμε με τον Χριστό. ………Η λειτουργία μας είναι ένας αρραβώνας με τον Χριστό, ένας γάμος. Μας βάζει στην Βασιλεία Του»[3]. Ύστερα θα βγούμε πάλι, θα πάμε στο σπίτι μας με τα πάθη μας, με τις αμαρτίες μας, με τις μιζέριες μας. Δεν έχει σημασία. Θα πάμε πάλι στην λειτουργία, θα ενωθούμε και πάλι με τον Χριστό, κι’ Εκείνος θα μας θεώσει ξανά! Και έτσι, με συνεχή αγώνα, με συνεχή πορεία, μπροστά ο ιερεύς, πίσω εμείς, θα φθάσουμε στη Βασιλεία των Ουρανών. Πηγαίνομε στη λειτουργία με τον πόθο αυτό; Τότε εξασφαλίσαμε την Βασιλεία των Ουρανών. Τούτο σημαίνει ότι μέσα μας φέρουμε τον Χριστό και μαζί όλα τα δώρα Του, τα οποία μας ελευθερώνουν  από την πνευματική μας   στειρότητα και μας χαρίζουν μια σταθερή ελπίδα, ειρήνη και χαρά στη ζωή μας , που κανένας και τίποτε δεν μπορούν να μας αφαιρέσουν.

Τούτα τα Χριστούγεννα, λοιπόν,  ας μην αφεθούμε, όπως τις προηγούμενες χρονιές, στα κοσμικά ρεβεγιόν της παραμονής της εορτής, αλλά, αφού προετοιμασθούμε, έστω τις λίγες ημέρες που μας έμειναν, με νηστεία, προσευχή και εξομολόγηση, και αφού συγχωρήσουμε τους άλλους, το πρωί των Χριστουγέννων ας σπεύσουμε να απολαύσουμε το πνευματικό και μοναδικό  «πανηγύρι της ψυχής » στην Ενορία μας, εκεί όπου μας περιμένει ο Χριστός, για να μας προσφέρει για άλλη μια φορά, αντί άλλων εδεσμάτων, τον εαυτόν Του, το Σώμα Του και το Αίμα Του. Έτσι θα γίνουμε Χριστοφόροι! Ουράνιοι άνθρωποι ή επίγειοι Άγγελοι.  Ας  τιμήσουμε λοιπόν την δική     Του συγκατάβαση με την δική μας συγκατάθεση στην πρόσκλησή Του.

Καλά και ευλογημένα Χριστούγεννα!

Χριστούγεννα σημαίνει: ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ.


Πολλοί άνθρωποι ομιλώντας για τα Χριστούγεννα λέγουν ότι είναι μία ευκαιρία να δούμε τις ανάγκες του συνανθρώπου μας, να σκύψουμε στις πληγές του διπλανού μας και να τον βοηθήσουμε, μιας και «οι ημέρες το απαιτούν».
Χριστούγεννα όμως δεν σημαίνει: άσκηση ελεημοσύνης. Χριστούγεννα δεν σημαίνει παρηγοριά στους πονεμένους και φτωχούς.

Χριστούγεννα σημαίνει: Γέννηση του Χριστού!
Άλλη μία φορά δυστυχώς ο σκοτισμένος λογισμός των ανθρώπων έχει μετατρέψει μία Σωτηριώδη Εορτή σε μία απλή ευκαιρία ελεημοσύνης.
Οι άνθρωποι λοιπόν, οι οποίοι τις πιο πολλές φορές έχουν ξεχάσει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους τους συνανθρώπους τους, σαν να ξυπνούν από τον λήθαργο της αναισθησίας τους και μέσα στον συναισθηματικό βερμπαλισμό των εορτών προσπαθούν να αναπληρώσουν το χαμένο έδαφος της αδιαφορίας τους.  Για να νιώσουν «το πνεύμα των Χριστουγέννων –όπως οι ίδιοι υποστηρίζουν- αρκούνται σε μία φιλανθρωπία, και έπειτα ξαναχώνονται μέσα στην ματαιόδοξη βιωτή τους.
Άνθρωποι της τηλεόρασης, τραγουδιστές, ποδοσφαιριστές, επιχειρηματίες και κάθε είδος διάττοντες αστέρες «συνωστίζονται» για να αποδείξουν ότι έχουν φιλάνθρωπα συναισθήματα, ότι ενδιαφέρονται για τους φτωχούς και τους αρρώστους, για τους ανθρώπους που κοιμούνται χωρίς θέρμανση, για τα παιδάκια που διαβάζουν δίπλα στην ξυλόσομπα κάτω από το φως ενός κεριού. Και δώσ’ του οι έπαινοι, και δώσ’ του η προβολή, οι φωτογραφίες, οι συνεντεύξεις…και όλα αυτά….από ενδιαφέρον για τους συνανθρώπους, διότι «οι ημέρες το απαιτούν…».
Βεβαίως κανείς δεν μπορεί να πει ότι αυτό που γίνεται είναι κάτι το κακό. Όμως τελικά μήπως είναι άλλη μια φιέστα που χρησιμοποιεί για λόγους προβολής και διαφήμισης τον πόνο και την δυστυχία κάποιων; Μήπως τελικά όλα αυτά που γίνονται αυτές τις όντως ιερές ημέρες είναι μία μεγάλη υποκρισία; Μήπως τελικά η ματαιοδοξία (αν και Χριστούγεννα) θα μασκαρευτεί  σε εκδηλώσεις φιλανθρωπίας;
Διότι ακόμα κι αν όλα αυτά γίνονται γνήσια και μακριά από  ψεύτικους συναισθηματισμούς, τελικά…δεν αρκούν.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία, δεν περιμένει αυτές τις ημέρες για να σκύψει πάνω στα προβλήματα του λαού. Η Εκκλησία δεν περιμένει τις εορτές των Χριστουγέννων για να δώσει ένα πιάτο φαΐ, για να πληρώσει το ρεύμα κάποιας οικογένειας, για να αγοράσει πετρέλαιο ή ξύλα για να ζεσταθεί κάποιος ανήμπορος, για να προμηθεύσει με φάρμακα κάποιους αρρώστους.
Η Εκκλησία δεν περιμένει τις εορτές για να επισκεφθεί κάποιους στο νοσοκομείο ή στην φυλακή. Η Εκκλησία δεν περιμένει όπως η ματαιοδοξία των ανθρώπων που περιμένουν τους φωτογράφους για να δώσουν ένα δέμα σε κάποιον άστεγο. Η Εκκλησία εργάζεται σιωπηλά και συνεχώς προσφέροντας ένα απίστευτο κοινωνικό έργο αν και είναι το πάρεργό της.
Η Εκκλησία δεν περιμένει επαίνους. Δεν περιμένει «ευχαριστώ». Γιατί; Διότι η Εκκλησία έχει Αγάπη. Και η αγάπη «ου ζητεί τα εαυτής».
Σε έναν κόσμο όπου ακόμα και η εορτή των Χριστουγέννων, η εορτή της Ταπείνωσης και της άκρας συγκατάβασης έχει εμπορευματοποιηθεί, έρχεται η Εκκλησία του Χριστού με το στόμα των Θεοφόρων Πατέρων της, με το στόμα των Μαρτύρων και των Οσίων της και μας τονίζει: Χριστούγεννα δεν σημαίνει, φωτάκια, στολισμένα δέντρα, αγορές και παιχνίδια, κάλαντα και χιόνια, γιορτινά τραπέζια ή επανασύνδεση της οικογένειας.
Χριστούγεννα δεν σημαίνει απλά οι μάγοι με τα δώρα ή το φωτεινό άστρο ή η κρύα φάτνη. Χριστούγεννα δεν σημαίνει ότι γεννήθηκε κάποιος σπουδαίος άνθρωπος. 
Έχουμε χάσει το νόημα των Χριστουγέννων, έχουμε χάσει εδώ και καιρό τον προσωπικό μας δρόμο προς της τελείωση. 
Όχι, δεν είναι τα Χριστούγεννα κάποιος χοντρός ασπρογέννης με μεγάλη κοιλιά!
Χριστούγεννα σημαίνει: ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ.
Γι’ αυτό χαιρόμαστε και εορτάζουμε…όχι μόνο αυτές τις ημέρες, αλλά συνεχώς… εδώ και 2000 και πλέον χρόνια.
Ο Χριστιανός ζει συνεχώς μία ζωή προσφοράς και θυσίας, ταπείνωσης και φιλανθρωπίας...δεν περιμένει το τέλος εκάστου έτους για να θυμηθεί ότι είναι άνθρωπος.
Ο Χριστιανός είναι ο όντως Άνθρωπος ο οποίος πλέον έχει την δυνατότητα να γίνει και κατά Χάριν θεάνθρωπος. Διότι ο Θεός μας είναι Θεάνθρωπος…άραγε το έχουμε καταλάβει;

 αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

Ποιος, Πότε και Γιατί...


Για μια ακόμη φορά  βλέπουμε το απέριττο σπήλαιο της Βηθλεέμ  να διακονεί με τον δικό του τρόπο το μυστήριο των Χριστουγέννων.  Για τον λόγο αυτό η πλοκή εγκωμίων χαράς είναι πράξη πηγαία  και καρδιακή. Αυτήν την Θεοφανέρωση  πανηγυρίζει και περιγράφει  η αυριανή γιορτή.  Δεν θα μας πει μάλιστα απλά το ποιος έρχεται, αλλά και το πώς και το γιατί.  Όλα όσα έχουν σχέση με τον Θεό είναι συγκεκριμένα και γίνονται γνωστά.
Έρχεται ο Ιησούς, και παραμένει μαζί μας, όχι ετσιθελικά και απαιτητικά, αλλά πάντοτε  και μόνο πατρικά και αγαπητικά.  Αλλιώς δεν θα ήταν ο ευεργέτης  που λυτρώνει, αλλά ο δυνάστης  που καταπιέζει.
Ο χρόνος και ο χώρος της Γέννησής  Του δεν διαφέρει και πολύ από τον δικό μας. Τα δύο χιλιάδες και πλέον χρόνια που μεσολάβησαν δεν μπόρεσαν να εκπληρώσουν το ποθούμενό Του. Ήθελε να μην υπάρχουν διακρίσεις ανάμεσα σε λαούς και ανθρώπους, ο παγκόσμιος κοινωνικός χάρτης Τον διαψεύδει. Η ανισότητα, ακόμα και στα απαραίτητα της επιβίωσης, είναι τεράστια. Το αρχαγγελικό περί ειρήνης τραγούδι καλύπτεται πολύ συχνά από τα τύμπανα του πολέμου, από την γενέτειρά Του πόλη, μέχρι τα πέρατα της οικουμένης.
Πήραμε τα δώρα των μάγων, το χρυσό, τα σμύρνα και το λιβάνι και τα μετατρέψαμε σε πείνα και δυστυχία, στην Ασία και στην  Αφρική μέχρι χτες, στα μέρη μας σήμερα. Το ζωικό  βασίλειο, που και εκείνο  Τον υποδέχτηκε, το βιομηχανοποιήσαμε, το κλωνοποιήσαμε και για χάρη του  συμφέροντος το τροφοδοτήσαμε  με κατασκευάσματα ύποπτα και ακατάλληλα για εκείνο  και τον ανθρώπινο οργανισμό.  Τέτοια  κοινωνία  υποδέχεται  Τον Κύριο, σ΄ αυτήν  αποκαλύπτεται για μια ακόμη φορά.
  Παρά ταύτα  εξακολουθεί να γεννιέται, όχι γιατί το θέλει το ημερολόγιο, ούτε γιατί το απαιτεί το εμπόριο. Ξαναζούμε την Γέννα Του και την προσκυνούμε σαν να είναι σήμερα, μήπως και κάποτε  αυτό δεν μοιάζει με το θλιμμένο χτες,  αλλά να εγγυάται το αισιόδοξο αύριο.
  Όσο και αν η επικαιρότητα θέλει να μας καθηλώσει στην δυστυχία και στην κατάθλιψη, το άγγελμα «Χριστός Γεννάται» πρέπει να είναι η αιτία της αναστροφής μας  από τον δρόμο  της αυτοκαταστροφής, από την απέλπιδα πορεία  προς την αισιοδοξία.  Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να είμαστε  αιθεροβάμονες  και εξωπραγματικοί.  Αντίθετα,  όσο προσγειωνόμαστε στην πραγματικότητα,  τόσο θα καταλαβαίνουμε ότι ο Κύριος ήρθε στην γη τότε στην κατάλληλη στιγμή της ανθρωπότητας για να την σώσει, τώρα έρχεται στον τόπο μας  για να μας αλλάξει.  Το παρελθόν μας δεν είναι και ο καλύτερος μάρτυράς μας ότι ζούσαμε σωστά.
  Δεν Τον είδαμε  ως πάροχο ευλογίας,  άλλο ως πάροικο του κόσμου μας,  εκεί που είχε γίνει άποικος και κατακτητής ο διάβολος. Θέλαμε να γνωρίσουμε τα δημιουργήματα - φτάνοντας ακόμα και στον Άρη, κομπάζουμε γι΄ αυτό  - χωρίς όμως να έχουμε σχέση ουσιαστική με τον Δημιουργό.  Τον αγνοήσαμε  και έκανε ο καθένας μας  το μικρο ή μεγάλο σκάνδαλο, ανάλογα την θέση και την δύναμη που κατείχε,  το τίμημα δεν άργησε  να έρθει.  Η  ευδαιμονία  του παρελθόντος έρχεται  ως βάσανο σ΄ όσους  βασίζονταν σ’ αυτή  και πότε  στην χάρη Του.  Ευτυχώς όμως μας έμεινε εκείνη,  ως η έσχατη  ελπίδα.
  Το συναξάρι της γιορτής καταγράφει όχι απλά την επέμβασή Του στην παγκόσμια  πορεία, αλλά  την παρέμβασή Του στην προσωπική μας ιστορία. Εκείνη  που μας καταλογίζει  αμαρτίες  και μας καταμαρτυρεί  αστοχίες.  Ήρθε και παραμένει μαζί μας. Είναι ο πραγματικός Θεός, όχι προϊόν  μυθοπλασίας και ούτε και εκπλήρωση της  ανάγκης του ανθρώπου να βρει άλλη μια θεότητα.
  Θέλαμε  το φως και κοιτάξαμε το αστέρι της Βηθλεέμ, ζητούσαμε  την Ζωή και βρήκαμε τον Χριστό. Την χαρά  της εύρεσης  αυτής ας κάνουμε γιορτή και η αντάμωση  των ευχών μας ας είναι το τραγούδι της.  Είναι καιρός  να το καταλάβουμε,  να το εφαρμόσουμε και να το απολαύσουμε.

 πηγή

Δευτέρα, Δεκεμβρίου 21, 2015

Ἀναζητώντας τόν Χριστό τῶν Χριστουγέννων.


26 proskinisi magon2
Τοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη

Χριστούγεννα καί πάλι ἐφέτος καί θά ἀναζητήσουμε, γιά μιά φορά ἀκόμα, ποῦ ὁ Χριστός γεννᾶται; Γεννᾶται ἐδῶ, γεννᾶται ἐκεῖ; Ποῦ στά ἀλήθεια γεννᾶται; Ἡ ἀπάντηση ἁπλή· 
Μέσα στίς καρδιές γεννᾶται. Παραδόξως ὅμως μπορεῖ νά γεννηθεῖ στήν καρδιά ἑνός ἀδελφοῦ καί ὄχι τοῦ διπλανοῦ, μπορεῖ στήν καρδιά τοῦ παιδιοῦ καί ὄχι τῆς ἴδιας του τῆς μάνας, στήν καρδιά ἑνός πάμπτωχου ἀνθρώπου καί ὄχι ἑνός πλουσίου. Ὅπου τοῦ δοθεῖ χῶρος γεννᾶται!
Ἐκεῖνος πού ἦταν τόσο ψηλά ἔρχεται σήμερα τόσο χαμηλά, κοντά μας, δίπλα μας, μέσα μας, γίνεται ἕνας ἀπό ἐμᾶς. Λαμβάνει σάρκα ἀπό τήν σάρκα  μας, κόκκαλα ἀπό τά κόκκαλά μας, αἷμα ἀπό τό αἷμα μας. Παντοῦ γεννᾶται χωρίς νά κοιτᾶ ἠπείρους ἤ φυλές. Γεννᾶται στή Μέση Ἀνατολή ἀλλά ἀπευθείας θανατώνεται, γεννᾶται καί στήν δύση καί ἐκεῖ ἔχει τήν ἴδια πορεία. Ἀφιλόξενος ὁ κόσμος γιά τόν Ἴδιο καί γιά αὐτούς πού τόν πιστεύουν.

Ὑπάρχει καί ἄλλη μία σκέψη. Ἄλλοι τόν θανατώνουν πρίν ἀκόμα γεννηθεῖ σέ κλινικές μέ ἰατρική παρέμβαση χωρίς ἴχνος συντριβῆς καί ὅμως Αὐτός συνεχῶς συνεχίζει νά  ἀγαπᾶ τόν ἄνθρωπο καί νά γεννᾶται. Τελικά γεννᾶται ὅπου ὑπάρχει ταπείνωση καί ἀπομακρύνεται πάντοτε ἀπό τόν ἐγωϊσμό. «Ὁ Θεός ὑπερηφάνοις ἀντιτάσσεται ταπεινοῖς δέ δίδωδι χάριν». Φέτος, ἄς ζήσουμε τά Χριστούγεννα κάπως διαφορετικά. Ἄς παραδώσουμε στό Χριστό τό ἐγώ μας πού σέ τόσες ταλαιπωρίες μᾶς ἔχει ὁδηγήσει.
Ἄς τοῦ δώσουμε τό ἐγώ ἀφοῦ ἄλλωστε ὅλοι κάτι προσέφεραν γιά τήν γέννησή Του. Οἱ μάγοι τά δῶρα, οἱ οὐρανοί τόν ἀστέρα, ἡ γῆ τό σπήλαιο, τό ἀνθρώπινο γένος τό ὡραιότερο λουλούδι τῆς οἰκουμένης, τήν Παναγία. Ἐμεῖς; Ἐμεῖς, ἄς τοῦ προσφέρουμε τήν διάθεσή μας, νά τόν ἀγαπήσουμε καρδιακά. Ἄς γίνουμε χῶρος γιά Αὐτόν καί τότε δέν θά ὑπάρχει χῶρος γιά τά πάθη ἀφοῦ ὅπου ὑπάρχει τό φῶς δέν ὑπάρχει τό σκοτάδι.

Ὅπου ὑπάρχει ὁ Χριστός δέν ὑπάρχει μιζέρια ἀλλά ἐλπίδα καί χαρά. Ἄν ἔτσι κάνουμε τά Χριστούγεννα θά τά γιορτάζουμε κάθε μέρα, κάθε στιγμή. Κάθε μέρα θά χαιρόμαστε παρά τά τόσα προβλήματά μας. Κάθε μέρα θά εἶναι νέα μέρα. Μακάρι νά ζήσουμε Χριστούγεννα μέ Χριστό καί ἄς πάρει τήν θέση τοῦ «Χρόνια Πολλά»- πού πόσα ἐπιτέλους νά εἶναι- τό Χριστός Ἐτέχθη, ἀληθῶς ἐτέχθη!

Ποιμένων ρόλος και λόγος

 
Οι ποιμένες της  υπαίθρου μας  φαίνονται  απλοί άνθρωποι, για κάποιους δευτέρας κατηγορίας,  έτσι είναι ;  δεν μπορεί !  η  συμμετοχή  τους και η  παρουσία  τους στο θαύμα  της Θείας ενανθρώπησης για  άλλα έρχεται να μας  πείσει  Πού όλα  αυτά ;  Στην Βηθλεέμ !
  Βηθλεέμ : μια άσημη πόλη που έμελλε  να κάνει σημαντική την ζωή  όχι την δική της απλά, αλλά και του κόσμου όλου.   Η Γέννηση  του Χριστού  δίνει πλέον ελπίδα  για το αύριο της ανθρωπότητας. Προφητεύτηκε1  και επαληθεύτηκε.
  Θα σταματήσουμε  την σκέψη μας  στους ποιμένες  που διαδραμάτισαν ρόλο και  είχαν τον λόγο στο Μυστήριο  της Γέννησης  του Θεανθρώπου. Είναι από  τους   πρώτους παγκόσμια   που προσκύνησαν  το νεογέννητο  βρέφος.  Τους  τοποθετεί  εκεί η  πρόνοια  του Θεού,  ως καθαρούς  στην καρδιά  και γι΄ αυτό  είναι αδιάψευστοι μάρτυρες του θαύματος.  Εκπροσωπούν - τότε και πάντοτε - όλους όσους  προστρέχουν  στο κάθε θαύμα  με καθαρή  καρδιά. Χωρίς όρους και όρια  υπάρχει η  αναμονή τους για την  εκπλήρωσή του,  γιατί έχουν και την ενδόμυχη  βεβαιότητα  ότι «Μεθ΄ ημών ο Θεός2».
  Πώς τοποθετήθηκαν λοιπόν οι Ποιμένες  απέναντι  στο  γεγονός της ενανθρωπήσεως  αυτού του ίδιου  του Θεού ;  Μας  το περιγράφει  ο Ευαγγελιστής  Λουκάς3 και ταυτόχρονα  μια διδαχή ξετυλίγεται  για ωφέλεια όλων μας.
  Οι ποιμένες   ήλθαν (στ. 16), είδαν (στ. 17), έφυγαν (στ. 20).Η επιστροφή  τους είχε δοξολογικό χαρακτήρα  για την Θεία Δωρεά,  αυτόπτες μάρτυρες  οι ίδιοι  και κήρυκες  του γεγονότος. Είχαν τις προϋποθέσεις,  αφού .  όχι μόνο  άκουσαν (στ. 10),αλλά και έτρεξαν (στ. 15),ταυτόχρονα  κήρυξαν (στ. 18)  και  κυρίως  δοξολόγησαν (στ. 20).
  Οι  ταπεινοί και ασήμαντοι ποιμένες  «που προσφέρουν  το θαύμα»4,  κατά τον ιερό υμνωδό,  ακολούθησαν  την παραπάνω πορεία και έμειναν  στην ιστορία,  εμείς  γιατί να μείνουμε  στο  περιθώριο και αυτή της ίδιας της προσωπικής μας ιστορίας και βιωτής; Το κάνουμε όταν την υποβαθμίζουμε και την ευτελίζουμε  μέρα με την ημέρα, με λόγια και έργα. Δεν ζούμε, απλά επιβιώνουμε και συμβιώνουμε.
  Γεννήθηκε ο μοναδικός Σωτήρας  της ανθρωπότητας. Μεριμνάμε  τούτες τις ημέρες για πολλά, όχι όμως  για να δοξάσουμε τον Θεό για την θέλησή Του να έρθει στον κόσμο όχι ως επίσκεψη ρουτίνας,  αλλά ως αρχή αγιασμού. Ας  αξιολογήσουμε  όπως πρέπει κάποτε την «ανεκδιήγητο  δωρεά Του5».  Πρέπει να φροντίσουμε  η πόλη  της Βηθλεέμ να  υπερβεί  τα γεωγραφικά  της όρια και να εισβάλλει  στα σπίτια μας, στην ζωή μας  και στην κοινωνία μας φέρνοντας βέβαια τον εκεί τεχθέντα.  Δωρεά μοναδική και ανεπανάληπτη, γι΄  αυτό  «ας χαρούν οι ουρανοί και ας νιώσει  αγαλλίαση η γη, για τον επουράνιο που έγινε επίγειος.  Έγινε άνθρωπος  ο Χριστός,  νιώστε αγαλλίαση, δέος και χαρά. Δέος  εξαιτίας  της αμαρτίας,  χαρά λόγω της  ελπίδας»,  μας  προτρέπει  Πατέρας  της  Εκκλησίας6.
  Η εμπιστοσύνη στην θεία πρόνοια  θα  είναι το κλειδί που θα ξεκλειδώσει  τις σφραγισμένες  από την προκατάληψη  και τον εγωϊσμό  καρδιές μας,  για να υποδεχθούν  στην συνέχεια χριστιανορθόδοξα  Εκείνον. Ταυτόχρονα  και εμείς ως άλλοι ποιμένες  να  βροντοφωνάξουμε  το θαύμα,  να προσκυνήσουμε  «το παιδίον μετά Μαρίας της  μητέρας αυτού7». 
  Ας ακούσουμε  και φέτος το μήνυμα  της Βηθλεέμ  με αναμεταδότες  τους ποιμένες.  Χριστούγεννα με Χριστό  και όχι γύρω  από τον Χριστό.  Χριστούγεννα  με καρδιά γεμάτη  αγάπη  και όχι απλά γεμάτο το τραπέζι μας.  Χριστούγεννα  με στολισμένη  την ψυχή μας με αρετή  και όχι απλά  και μόνο στολισμένα τα σπίτια μας.
Παραπομπές
1.Μιχ. 5, 1 – 3
2.Ματθ.  α, 23
3.Λουκ. β, 8 – 20
4.Στιχηρό (4ο) εσπερινού Χριστουγέννων
5.Β΄ Κορ. θ, 15
6.Γρηγόριος  ο Θεολόγος Migne 36, 312

7.Ματθ. β, 11
 πηγή

Κυριακή, Δεκεμβρίου 20, 2015

Πώς οι δαίμονες τρέμουν όταν οι Χριστιανοί μελετούν τα Πατερικά κείμενα...


Το όραμα του γέροντα Σωφρόνιου (μαθητοῦ τοῦ ὁσίου Παϊσίου Βελιτσκόφσκυ) Το μοναστήρι του Νιαμέτς ήταν για την Μολδαβία ότι και το μοναστήρι της Άγιας Τριάδος στην Ρωσία, ότι της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου για την Ουκρανία, ότι το Αγιον Όρος για την Ελλάδα. Για πέντε αιώνες ήταν το κέντρο της θρησκευτικής διαφώτισης στην Μολδαβία. Από εκεί βγήκε ο περίφημος μολδαβός γέροντας Παίσιος Βελιτσκόφσκυ, ιδρυτής και πατέρας του θεσμού των γερόντων στη Ρωσία στους έσχατους καιρούς. Έτσι ένας από τους πολλούς μαθητές του οσίου Παϊσίου, ο Σωφρόνιος, που εκείνη την εποχή ήταν ηγούμενος, ήταν πνευματικός άνθρωπος και αυστηρός ασκητής είδε ένα όραμα….. Μια νύχτα, νομίζοντας πως πλησίαζε να ξημερώσει, ο Σωφρόνιος βγήκε από την πύλη του μοναστηριού και κοίταξε προς την εξωτερική πύλη, εκεί που σήμερα βρίσκεται το αγίασμα. Εκεί είδε ένα άνθρωπο που ήταν μαύρος στην όψη και φοβερός στο θέαμα. Φορούσε στρατιωτικό μανδύα και φώναζε δυνατά, όπως κάνουν οι αξιωματικοί όταν δίνουν διαταγές στους στρατιώτες. Τα μάτια του ήταν κόκκινα και γυάλιζαν σαν φλόγες. Το στόμα του ήταν σαν των πιθήκων και τα δόντια του εξείχαν απ` αυτό. Στη μέση του ήταν περιτυλιγμένο ένα τεράστιο φίδι, του οποίου το κεφάλι κρεμόταν προς τα κάτω κι από το στόμα του έβγαινε η γλώσσα σαν ξίφος. Στους ώμους του είχε σιρίτια που είχαν το σχήμα κεφαλών φιδιών και στο κεφάλι του φορούσε ένα καπέλο απ` όπου ξεπρόβαλαν φαρμακερά φίδια και τυλίγονταν σαν μαλλιά γύρω απ` το λαιμό του. Μόλις ο γέροντας Σωφρόνιος αντίκρισε όλα αυτά πέτρωσε από τον φόβο. Μετά από λίγο συνήλθε κάπως και ρώτησε τον άρχοντα αυτό του σκότους τι γύρευε τέτοια ώρα στον περίβολο του μοναστηριού. Είναι δυνατό να μην ξέρεις ότι εγώ δίνω διαταγές εδώ στο μοναστήρι σου; Απάντησε ο μαύρος. Εμείς δεν έχουμε στρατό εδώ κι η πατρίδα μας διανύει περίοδο απόλυτης ειρήνης, είπε ο ηγούμενος. Τότε συνέχισε ο μαύρος δαίμονας, μάθε πως εμένα με έστειλαν οι αόρατοι άρχοντες του σκότους και βρισκόμαστε εδώ για να εγείρουμε πόλεμο εναντίον την μοναχικής τάξης. Όταν κατά την κουρά σου δίνεται τους μοναχικούς σας όρκους, δηλώνεται ότι θα μας πολεμάτε και μας προξενείτε πολλές πληγές με το πνευματικό σας οπλοστάσιο. Πολλές φορές αναγκαζόμαστε να υποχωρούμε με ντροπή, γιατί η φλόγα της προσευχής σας μας καίει. Τώρα όμως δε σας φοβόμαστε, ιδιαίτερα μετά το θάνατο του Παϊσίου, του ηγουμένου σας. Εκείνος μας τρόμαζε και υποφέραμε πολύ στα χέρια του. Από τότε ακόμα που ήρθε εδώ από το Άγιο Όρος μαζί με εξήντα άλλους μοναχούς, εμένα με έστειλαν εδώ με εξήντα χιλιάδες στρατιώτες μας για να τον σταματήσουμε. Όσο καιρό είχε αυτός είχε την ηγουμενία δεν μπορούμε να ησυχάσουμε. Παρ` όλους τους πειρασμούς, τα τεχνάσματα και τις μεθοδείες μας εναντίον εκείνων και των μοναχών του, δεν καταφέρναμε τίποτα. Και ταυτόχρονα δεν μπορεί να διηγηθεί ανθρώπινη γλώσσα τις φοβερές οδύνες, τις ταλαιπωρίες και τις δοκιμασίες που υποστήκαμε κατά την διάρκεια της διαμονής αυτού του ανθρώπου. Εδώ. Ήταν ένας έμπειρος στρατιώτης και η στρατηγική του μας εύρισκε πάντα εκτός θέσης. Μετά τον θάνατο του όμως να πράγματα άλλαξαν κάπως και μπορέσαμε να αποδεσμεύσουμε από αυτό το φρούριο δέκα χιλιάδες δικούς μας. Έτσι μείναμε εδώ πενήντα χιλιάδες. Όταν οι μοναχοί άρχισαν να αμελούν τον κανόνα τους και να ενδιαφέρονται περισσότερο για τους αγρούς, τα κτίρια και τα αμπέλια, απαλλάξαμε άλλους δέκα χιλιάδες από τα καθήκοντα τους εδώ και οι υπόλοιποι σαράντα χιλιάδες μείναμε για να συνεχίσουμε τις προσβολές μας. Λίγα χρόνια αργότερα, μερικοί από τους μονάχους αποφάσισαν να αλλάξουν το τυπικό του Παϊσίου, διαφώνησαν μεταξύ τους και μερικοί έφυγαν. Στο μεταξύ δόθηκε άδεια σε λαϊκούς να νοικιάζουν δωμάτια στο μοναστήρι, κι όταν μάλιστα έφεραν και τις γυναίκες τους μέσα, κάναμε γιορτή για την νίκη μας και μειώσαμε τον στρατό μας κατά δέκα χιλιάδες ακόμα. Αργότερα που άνοιξαν και τα σχολεία για νεαρά αγόρια ο πόλεμος πλησίασε μπρος στο τέλος του πια και μπορούσαμε να μειώσουμε τις δυνάμεις μας κατά δέκα χιλιάδες ακόμη, αφήνοντας εδώ μόνο είκοσι χιλιάδες δικούς μας για να επιβλέπουν τους μοναχούς. Μόλις ο γέροντας Σωφρόνιος άκουσε όλα αυτά αναστέναξε μέσα του και ρώτησε τον μαύρο δαίμονα. Τι ανάγκη έχετε να μένετε ακόμη στο μοναστήρι αφού βλέπετε, όπως και ο ίδιος ομολογείς πως οι μοναχοί έχουν παραιτηθεί από τον πόλεμο; Τι άλλη δουλεία έμεινε ακόμα εδώ για σας; Και εκείνος ο παγκάκιστος, εξαναγκασμένος από την δύναμη του Θεού, αποκάλυψε το μυστικό του. Είναι αλήθεια πως δεν υπάρχει κανένας πια να μας πολεμήσει όπως παλιά, αφού η αγάπη έχει ψυχραθεί και έχετε προσκολληθεί σε επίγειες και κοσμικές υποθέσεις. Υπάρχει όμως και κάτι ακόμα στο μοναστήρι που μας ενοχλεί και μας ανησυχεί. Είναι αυτά τα κουρελόχαρτα τα βιβλία στον όλεθρο να πάνε!! Αυτά που έχετε στην βιβλιοθήκη σας. Ζούμε με τον φόβο και τον τρόμο μήπως κάποιος από τους νεωτέρους μονάχους τα πιάσει στα χέρια κι αρχίζει να τα διαβάζει. Μόλις αρχίσουν να διαβάζουν τα καταραμένα αυτά κουρελόχαρτα, μαθαίνουν την αρχαία ευλάβεια κι εχθρότητα σας εναντίον μας κι οι νεαροί αρχάριοι ξεσηκώνονται. Μαθαίνουν από αυτά πως οι παλιοί χριστιανοί, μοναχοί και λαϊκοί, συνήθιζαν να προσεύχονται αδιάλειπτα, να νηστεύουν, να εξετάζουν και να ξαγορεύονται τους λογισμούς, να αγρυπνούν και να ζουν σαν ξένοι και παρεπίδημοι σ` αυτόν τον κόσμο. Μετά, απλοϊκοί όπως είναι, αρχίζουν να θέτουν τις ανοησίες αυτές σε εφαρμογή. Ακόμη παίρνουν σοβαρά όλη την Αγία Γραφή. Μας βρίζουν και ωρύονται εναντίον μας σαν άγρια θηρία. Αρκεί να σου πω ότι ένας από αυτούς τους ανόητους θερμοκέφαλους είναι αρκετός για να μας διώξει όλους από εδώ. Είναι τόσο ανηλεείς και ασυμβίβαστοι εναντίον μας, όσο και ο θανατωμένος αρχηγός σας (ο Σωτήρας). Επί τέλους, έχουμε τόση ειρήνη και ηρεμία μαζί σας. Αυτά τα αποκαλούμενα πνευματικά βιβλία σας όμως είναι μια διαρκεί πηγή εχθρότητα και ταραχής. Γιατί δεν μπορούμε να έχουμε ειρήνη; Γιατί εσείς δεν διαβάζεται τα βιβλία μου; Δεν είναι και αυτά πνευματικά; Κι εγώ πνεύμα δεν είμαι; Κι εγώ εμπνέω ανθρώπους να γράφουν βιβλία. Δε φτάνει παρά να πέσει ένα απ` αυτά τα παλιόχαρτα, που τα λέτε περγαμηνές, στα χέρια ενός απλού κι ανόητου κι αρχίζει εκ νέου καινούργιος πόλεμος κι αναγκαζόμαστε να φεύγουμε κι να αρπάζουμε πάλι τα όπλα εναντίον σας. Ανήμπορος πια να κρατήσει σιωπή, ο φτωχός ηγούμενος τον ρώτησε. Ποιο είναι το μεγαλύτερο όπλο σας εναντίον των μοναχών στους καιρούς μας; Κι εκείνος απάντησε. Όλο το ενδιαφέρον μας σήμερα στρέφεται στο να κρατήσουμε τους μονάχους και τις μοναχές μακριά από τις πνευματικές ενασχολήσεις, ιδιαίτερα δε από την προσευχή και την μελέτη αυτών των καπνισμένων βιβλίων. Γιατί δε δαπανάτε περισσότερο χρόνο στη φροντίδα των κήπων και των αμπελιών, στο ψάρεμα, στα σχολεία για τους νέους, στη φιλοξενία όλων αυτών των καλών ανθρώπων που έρχονται εδώ το καλοκαίρι για καθαρό αέρα και υγιεινό νερό; Οι μοναστές που ασχολούνται με τέτοια πράγματα πιάνονται στα δίχτυα μας όπως οι μύγες στον ιστό της αράχνης. Ως ότου όλα αυτά τα βιβλία καταστραφούν ή φθαρούν από το χρόνο, δε θα ειρηνέψουμε. Είναι σαν σαΐτες και βέλη για μας. Δεν είχε καλά καλά τελειώσει τα λόγια αυτά και σήμανε το σήμαντρο για την ακολουθία του όρθρου. Ο αρχηγός των δαιμόνων εξαφανίστηκε αμέσως σαν καπνός. Ο γέροντας ξεκίνησε για την εκκλησία με μεγάλο πόνο ψυχής, εξαιτίας των αποκαλύψεων αυτών και μπήκε στην εκκλησία. Όταν μαζεύτηκαν οι μοναχοί τους διηγήθηκε με δάκρυα στα μάτια όλα όσα είδε κι άκουσε κατά την διάρκεια της φοβερής Αυτής οπτασίας. Και μετά έδωσε εντολή να καταγραφούν όλα αυτά για να ωφεληθούν οι επιγενόμενοι. 2)Ἐπίσης καί ἀπό τό ἀκόλουθο περιστατικό ἀποδεικνύεται πῶς οἱ δαίμονες φρίττουν στήν παρουσία καί μελέτη ἀπό τούς χριστιανούς τῶν Πατερικῶν κειμένων: Ο ΣΤΑΡΕΤΣ Παίσιος Βελιτσκόφσκυ είχε ένα μολδαβό μαθητή, το Γεώργιο, που με την σειρά του είχε και αυτός ένα μαθητή, Γεώργιο και αυτόν, που ήταν τυπογράφος στο Νιαμέτς στη Ρουμανία. Στις αρχές του 19ου αιώνα ο Γεώργιος αυτός πήγε στο Άγιο Όρος και εγκαταστάθηκε σε ένα κελί στην περιοχή της Βίγλας, κοντά στη θέση που σήμερα βρίσκεται η ρουμανική σκήτη. Ήταν μορφωμένος άνθρωπος. Αφού αποτάχθηκε τον κόσμο , έζησε σαν ερημίτης και απόκτησε πολλά χαρίσματα από τον Θεό. Ο γέροντας Γεώργιος είχε ένα μαθητή τον Αθανάσιο. Έζησαν μαζί οκτώ χρόνια. Ο Αθανάσιος μιλούσε γι τον στάρετς Παίσιος Βελιτσκόφσκυ με δέος και σεβασμό και διηγιόνταν τα ακόλουθα για να δείξει το ύψος των πνευματικών του αναβάσεων. «Είχα την εξαιρετική ευλογία να γνωρίσω τον τελευταίο επιζόντα μαθητή του γέροντα Παίσιου. Από το ακόλουθο περιστατικό που συνέβη σε αυτόν, που ήταν άνθρωπος πνευματικά έμπειρος, μπορείτε να καταλάβετε πόσο μεγάλος άγιος ήταν ο Παίσιος. Κάποτε καθόταν στο καλύβι του και προσευχόταν. Ξαφνικά είδε (σαν σε έκσταση, όπως συνήθως αποκαλύπτεται σε τέτοιους ανθρώπους) πλήθος δαιμόνων να κυκλώνουν ένα είδος θυσιαστηρίου και σε λίγους άλλους δαίμονες να συνοδεύουν τον σατανά με δαιμονική επισημότητα. Ο σατανάς κάθισε πάνω στο θυσιαστήριο και δεχόταν τους δαίμονες ένας – ένας με τις αναφορές τους και απαντούσαν στις ερωτήσεις του. Εσύ που ήσουν; Ρώτησε ο σατανάς τον πρώτο δαίμονα. Ήμουν στο καλύβι ενός μοναχού, που ζει στην ησυχία έξω από το μοναστήρι, μα δεν μπορούσα να τον πλησιάσω, γιατί όσες φορές δοκίμασα εκείνος έπεφτε κατά γης φυσικά έκανε μετάνοιες και προσευχές και ήταν καλυμμένος ολόκληρος με μια φωτιά που με έκαιγε και για αυτό μου ήταν τελείως αδύνατο να φτάσω κοντά του. Ο σατανάς τότε διέταξε να τον δείρουν όπως και τους άλλους που δεν τα κατάφεραν στις δαιμονικές επιδιώξεις τους. Κι ήταν όλοι αυτοί 5-6 δαίμονες. Μετά ο σατανάς άρχισε να γρυλίζει και να λέει. Ω! πόσο με ενοχλούν αυτά τα παλιόχαρτα (εννοούσε τα πατερικά βιβλία μεταφράσεις του Παίσιου.) Θάρθει καιρός όμως που όλα θα υποταχθούν στην θέληση μου, και αυτά τα βιβλία θα εξαφανιστούν. Και η εποχή αυτή, πρόσθεσε ο γέρων Αθανάσιος ήρθε. Η περίφημη βιβλιοθήκη της μονής Νιαμέτς κατακάηκε και τα λίγα βιβλία για την νοερή προσευχή που γλίτωσαν από την καταστροφή έχουν μείνει στ` αζήτητα, κανείς πια δεν ενδιαφέρεται γι` αυτά. Ο γέροντας Αθανάσιος συνέχισε. Πρέπει να διαβάζουμε διαρκώς ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ. Όλοι οι άγιοι πατέρες διάβαζαν πολύ, διάβαζαν ως ότου να λάβουν το χάρισμα της προσευχής. Τον Οκτώβριο του 1873 ο Αθανάσιος αρρώστησε και στις 23 του μηνός πέθανε και κηδεύτηκε στο κοινό κοιμητήριο. 
πηγή

O XΡΙΣΤΟΣ ΑΥΤΟΣ Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ «Οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι» (Λουκ. 2,7) +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος

Ἡ Γέννησις τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ
Σάββατο 25 Δεκεμβρίου
Του Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

O XΡΙΣΤΟΣ ΑΥΤΟΣ Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ

«Οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι» (Λουκ. 2,7)

a03ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, ἡ χριστιανοσύνη ἑ­ορτάζει τὴ Γέννησι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰ­ησοῦ Χριστοῦ, γεγονὸς μοναδικὸ στὴν ἱστορία.
Ὑπάρχουν πράγματα ἀξιόλογα, ποὺ δὲν μπο­ρεῖ κανεὶς νὰ τὰ ἀγνοήσῃ, ὅπως λ.χ. ἡ εἴδησι ὅ­­τι στὸν 20ὸ αἰῶνα ὁ ἄνθρωπος πάτησε στὴ σε­λήνη. Ἀλλ᾽ ὅ­σο θαυμαστὸ καὶ ἂν φαντάζῃ αὐτό, εἶνε πολὺ μικρὸ ἀπέναντι στὸ γεγονὸς ὅ­τι ὄχι πλέον ἄνθρωπος ἀλλ᾽ αὐτὸς ὁ Θεός, ποὺ ἐ­ξουσιάζει τὰ ἄστρα καὶ τοὺς γαλαξίες, ἐ­πισκέ­φθηκε τὴ γῆ ἀπὸ τὰ ὕψη τῶν οὐρανῶν. Κατέβηκε ἐδῶ, φόρεσε ἀνθρώπινη σάρκα, περπάτησε ἀνάμεσά μας, δίδαξε, θαυματούργησε, σταυρώθηκε καὶ ἀνελήφθη πάλι στοὺς οὐρανούς. Γεγονὸς ἄνευ προηγουμένου, μοναδικό!
Ὁ ἥλιος ἄγγιξε τὴ γῆ, λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, καὶ ἡ γῆ δὲν κάηκε! «Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα σου…» (ἁ­γιασμ. Θεοφαν.). Τὸ πιστεύ­­εις; ἔλα στὴν ἐκκλησία· δὲν τὸ πιστεύεις; κάνε τὸ ρεβεγιόν σου. Εἶνε ζήτημα πίστε­ως. Ἂν πιστεύῃς ὅτι πραγματικὰ ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μᾶς σώσῃ, τότε ὁ Χριστὸς θὰ γεννη­θῇ γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά, ὄχι πλέον στὴ φάτνη ἀλλὰ στὴν καρδιά σου, οἱ οὐρανοὶ θ᾿ ἀ­νοίξουν, ἡ φύσις θ᾽ ἀγάλλεται καὶ θὰ χαίρῃ, οἱ ἄγγελοι θὰ ψάλλουν τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ…» (Λουκ. 2,14).
Στὴ δημιουργία μιᾶς τέτοιας ἱερᾶς ἀτμοσφαίρας συντελεῖ πολὺ ἡ ἀνυπέρβλητη ὑμνῳ­δία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Κανένα δόγμα, καμμία θρησκεία δὲν ἔχει ὕμνους σὰν αὐ­τούς. Ἕνας δὲ ἀπὸ αὐτοὺς μᾶς προτρέπει· «Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός» (κάθ. Χρι­στουγ.). Ἂς γυρίσουμε λοιπὸν πίσω, στὶς ἡμέρες τῆς Γεννήσεως· ἂς μεταφερθοῦμε ἐκεῖ.
Νοερῶς, ἀγαπητοί μου, περνοῦμε στεριὲς καὶ θάλασσες καὶ φτάνουμε στὴ Βηθλεέμ. Τί εἶνε ἡ Βηλθεέμ; Μία μικρὴ πόλις τῆς Ἰουδαίας, ποὺ ἐκεῖνες τὶς μέρες παρουσίαζε ἔκ­τακτη κί­νησι. Ὁ Αὔγουστος Καῖ­σαρ εἶχε δι­α­τάξει ἀ­πογραφὴ σὲ ὅλη τὴ ῾Ρωμα­ϊκὴ αὐτοκρα­τορία. Ἔτσι καὶ οἱ Ἑβραῖοι στὴν Παλαιστίνη, ἀ­να­λόγως τῆς φυλῆς, πήγαι­ναν καθένας στὸν τό­­πο ὄχι τῆς γεννήσεως ἀλ­λὰ τῆς καταγωγῆς του, στὶς περιοχὲς τῶν δώ­δεκα φυλῶν. Καὶ ἡ Παρθένος Μαρία λοιπὸν μὲ τὸν Ἰωσὴφ ἀνεχώρησαν ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ ὅ­που ἔμεναν, βάδισαν χιλιόμετρα, μέρες καὶ νύχτες, μῆνα ὁλόκληρο, καὶ ἔφτασαν ἐπὶ τέλους στὸν τόπο τῆς καταγω­γῆς τῶν προγόνων τους, στὴ Βηθλεέμ.
Ἦταν χειμώνας, φυσοῦσε ἀέρας, ἔκανε κρύο. Ζήτησαν νὰ μείνουν κάπου. Χτύπησαν πόρτες, ἀλλὰ κανένα σπίτι δὲν ἄνοιξε. Ἔτσι ἀ­ναγκάστη­καν, ἡ ἔγκυος κόρη μὲ τὸν προστάτη της, νὰ πᾶνε ἔξω ἀπὸ τὸν κατοικημένο χῶρο, ὅ­που ὑ­πῆρχαν φυσικὲς σπηλιὲς ποὺ χρησίμευαν εἴ­τε ὡς στάβλοι καὶ μαντριὰ εἴτε ὡς πρόχειρα παν­δοχεῖα – χάνια. Ἐκεῖ λοιπὸν γέννησε ἡ ἐπίτοκος. Γέννησε, ἀλλὰ δὲν εἶχε κούνια· ἐνῷ σήμερα καὶ ὁ πιὸ φτωχός διαθέτει μιὰ κούνια, ὁ νεογέννητος Χριστὸς εἶνε ὁ μόνος ποὺ δὲν εἶχε. Κούνια του ἔγινε ἡ φάτνη τῶν ἀλόγων, τὸ παχνὶ ὅπου οἱ βοσκοὶ βάζουν τὰ ἄχυρα γιὰ τὰ ζῷα. Ἐκεῖ λοιπὸν γεννήθηκε ὁ Χριστός, στὴ φά­τνη, κάτω ἀπὸ τέτοιες ταπεινὲς συνθῆκες.

* * *

Πέρασαν ἀπὸ τότε δυὸ χιλιάδες χρό­­νια. Τί μεταβολή! θὰ πῆτε· ὄχι πλέον σὲ σπήλαιο, στάβλο καὶ φάτνη, ἀλλὰ σὲ ναοὺς μεγαλοπρεπεῖς, ποὺ ἔ­χτισαν διάσημοι ἀρχιτέκτονες, ἐκεῖ λατρεύεται τώρα ὁ Χριστός. Τὸ ἐ­ρώτημα ὅμως εἶνε· ἐ­κεῖνος μένει ἆραγε εὐ­­χαριστημένος ἀ­πὸ τοὺς ναούς, τὰ ἄμφια, τὰ κεριὰ καὶ τὰ λιβανίσματά μας; Ὁ Χριστὸς ζητεῖ κάτι παραπάνω ἀπ᾿ ὅ­­λη τὴ μεγαλοπρέπεια τῶν ἡμερῶν αὐ­τῶν, ἡ ὁποία ναὶ μὲν δὲν εἶ­νε τελείως ἀπόβλητη ―μέχρι ἑ­νὸς ὁρίου―, δὲν ἀρκεῖ ὅμως. Παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ ζητεῖ κάτι ἄλλο.
Τί ζητεῖ; Τὶς καρδιές μας! Θέλει, νὰ ἔχῃ Αὐτὸς τὴν πρώτη θέσι στὴν καρδιά μας· θέλει, νὰ ῥυθμίζῃ ὁ νόμος Του τὴν ἀτομική, τὴν οἰκογενειακή, τὴν ἐθνικὴ καὶ τὴν πανανθρώπινη ζωή μας. Καὶ ἐρωτῶ· ἔχει ὁ Χριστὸς τὴν πρώτη θέσι; Νομίζω ὄχι. Διαπράττουμε καὶ ἐμεῖς δυστυχῶς τὸ ἁμάρτημα τῶν Βηθλεεμι­τῶν. Ὅπως ἐκεῖνοι δὲν ἄνοιξαν τὴν πόρτα τους στὴν Παναγία, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς, νέοι Βηθλε­εμῖτες στὸν αἰῶνα μας, δὲν θέλουμε ὁ Χριστὸς ν᾽ ἀποτελῇ τὸ κέντρο καὶ τὸν ἄξονα τῆς ζωῆς μας, νὰ κατέχῃ τὴν πρώτη θέσι. 
Ἀμφιβάλλετε; Παρακολουθῆστε λοιπὸν γύρω σας τὰ πρόσωπα καὶ τὶς ἐκδηλώσεις τους σήμερα, τὴν ἁγία αὐτὴ ἡ­μέρα, καὶ θὰ βγάλετε συμπέρασμα ἀπὸ τὶς συ­ζητήσεις, τὶς διασκεδάσεις, τὰ τραγούδια κ.τ.λ.. Ὅ,τι ἀγαπᾷ ὁ ἄνθρωπος, γι᾽ αὐτὸ μιλάει. Ἐὰν λοιπὸν στήσετε αὐ­τί, θ᾽ ἀκούσετε νὰ συζη­τοῦν ἄλλοι γιὰ γάμους συ­νοικέσια καὶ διαζύγια, ἄλλοι γιὰ ἐμπόρια ἐπιχειρήσεις καὶ κέρδη, ἄλλοι γιὰ ἀθλητισμὸ ὁμάδες καὶ ἀγῶνες, ἄλλοι γιὰ διασκεδάσεις ταξίδια καὶ ἀγορές, ἄλλοι γιὰ πο­λιτικὴ καὶ κόμματα. Γιὰ ὅλα συζητοῦν, γιὰ ἕνα δὲ συζητοῦν· γιὰ τὸ Χριστό. Οὔτε λέξι. Σὰ νὰ μὴ γεννήθηκε, σὰ νὰ εἶνε ἄ­γνωστος, ὁ μέγας ἄγνωστος. Τὴ λέξι Χριστὸς προφέρουν ―ἀλλοίμονο― μόνο ὅταν τὸν βλασφημοῦν!
Ὁ Χριστὸς μένει ἔξω καὶ ἀπὸ τὰ θεσμικὰ ὄρ­γανα καὶ τὰ ὁμαδικὰ ἐν­διαφέροντα. Ἔξω ἀ­πὸ τὰ σπί­τια, ὅπου οὔτε προσευχὴ γίνεται οὔ­τε λα­­τρεία προσφέρεται οὔτε Εὐαγγέλιο διαβάζεται οὔτε ἀγάπη καὶ ἑνότης τῆς οἰκογενεί­ας ὑ­πάρχει. Ἔξω ἀπὸ τὰ σχολεῖα, ὅπου τώρα τὰ παι­διὰ δὲ μα­θαίνουν ὅπως ἄλλοτε «γράμμα­τα σπουδά­γμα­τα, τοῦ Θεοῦ τὰ πράγματα», ἀλλὰ διδάσκον­ται θεωρίες ἐξελίξεως, ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀ­πὸ τὸ χιμπαντζῆ, ἀπὸ τὰ κτήνη. Ἔξω ἀπὸ τὰ δικαστήρια, ὅπου παρὰ τὴ δική του ἐν­τολὴ νὰ μὴν ὁρκιζώμαστε καθόλου («μὴ ὀμόσαι ὅ­λως» – Ματθ. 5,34), πλῆθος χέρια καθημερινῶς παλαμίζουν τὸ Εὐαγγέλιο. Ἔξω ἀκόμα ἀπὸ τὶς στρατιωτικὲς μονάδες, ὅπου ἀξιωματικοὶ καὶ ὁπλῖ­τες μέρα καὶ νύχτα βρίζουν τὰ θεῖα. Ἔξω τέλος ἀπὸ τὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, ὅπου ἡ πρό­τασι ν᾽ ἀναρτηθῇ στὴν αἴθουσά της ἡ εἰκόνα Του ἀπορρίφθηκε μὲ εἰρωνικὰ σχόλια καὶ ὅπου ψηφίζονται νόμοι φανερὰ ἀντιχριστιανικοί. 
Καὶ γενικὰ στὸν κόσμο ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ διω­γμέ­νος ἀπὸ τοὺς κρατοῦντας· δὲν εἶνε ἀρεστὸς στὰ διοικητήρια, τὶς κυβερνήσεις, τὰ κοινο­βού­λια, τοὺς διεθνεῖς ὀργανισμούς. Ἄλλοι ἐπικρατοῦν ἐκεῖ, ἄν­θρωποι ἀλαζόνες, κοῦφοι, ἢ καὶ ἐγκληματίες. Γιὰ τὸ Χριστό, ὅπως τότε στὴ Βηθλεέμ, δὲν ὑπάρχει θέσι! Μία τέως βασίλισσα τῆς Ὁλλανδίας, ἡ ὁ­ποία πρὶν τὸ τέλος τῆς ζω­ῆς της πίστεψε στὸ Χριστό, ἡ Βιλελ­μίνη, παραι­τήθηκε ἀπὸ τὸ θρόνο, ἀπομονώθηκε κάπου καὶ ἔγραψε ἕνα βιβλίο μὲ θέμα «Ὁ Χριστὸς ὁ με­γά­λος ἄγνωστος τῆς Εὐρώπης». Καὶ ἕνας Γάλ­λος ἀνθρωπιστὴς καὶ φίλος τῶν λεπρῶν, ὁ Ραοὺλ Φολλερώ, ἔγραψε ἄλλο βιβλίο μὲ θέμα «Ἂν αὔριο ὁ Χριστὸς χτυπήσῃ τὴν πόρ­τα σας, θὰ τοῦ ἀνοίξετε;». Καὶ ὅταν πρὸ ἐ­­τῶν κάποιος πρότεινε νὰ τεθῇ στὸν καταστατικὸ χάρτη τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν ἡ ῥήτρα ὅτι τὰ ἀν­θρώπινα δικαιώματα στηρίζονται στὴν θεμελι­ώδη ἀλήθεια ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε βελ­τιωμέ­νη ἔκδοσι τοῦ κτήνους ἀλλὰ εἶνε θεῖο δημιούρ­γημα πλασμένο «κατ᾽ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁ­­μοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1,26), ἡ πρότασις ἀπερρίφθη. Τί δείχνουν αὐτά; ὅτι γιὰ τὸ Χριστὸ ἰσχύει καὶ σήμερα τὸ «οὐκ ἦν τόπος ἐν τῷ καταλύματι», δὲν ἔχει θέσι ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο αὐτόν.
Φαινομενικὰ ἑορτάζουμε μιὰ χριστιανικὴ ἑ­ορτή· στὴν πραγματικότητα ἑορτάζουμε σὰν εἰδωλολάτρες. Ὅσοι πίνουν καὶ παραδίδον­ται στὴ μέθη, λατρεύουν τὸ Βάκχο· ὅσοι βουλιάζουν στὰ σαρκικὰ πάθη καὶ τὸν πανσεξουαλισμό, λατρεύουν τὴν Ἀφροδίτη· ὅσοι ἀπορροφῶνται ἀπὸ τὸ ἐμπόριο καὶ τὰ λεφτά, λατρεύ­ουν τὸν κερδῷο Ἑρμῆ. Φτάσαμε στὸ σημεῖο, ἐνῷ ἄλλοτε ἡ Ἑλλὰς περίμενε τὴν ἁγία αὐτὴ νύκτα, νὰ χτυπήσουν οἱ καμπάνες καὶ νὰ τρέξουν ὅλοι στοὺς ναούς, τώρα οἱ ἄνθρωποι δὲν ἑορτάζουν τὴν ἑορτὴ αὐτὴ στοὺς ναούς· τρέχουν σὲ καφετέριες, σὲ λέσχες, σὲ νυκτερινὰ κέντρα γιὰ ρεβεγιόν (σατανικὸ ἔθιμο), κ᾽ ἐκεῖ ἑορτάζουν μὲ χοροὺς ἔξαλλους, μὲ μουσικὴ θορυβώδη. Καὶ ἔπειτα λεγόμαστε Χριστιανοί. Δὲν εἴμαστε Χριστιανοί, εἴμαστε εἰδωλολάτρες μετὰ Χριστόν καὶ χειρότερα.

* * *

Ν᾽ ἀπελπιστοῦμε λοιπόν; Ὄχι. Μολονότι γνωρίζουμε ὅτι θὰ ἔρθουν χρόνια χειρότερα, μολονότι ὡρισμένοι λένε ὅτι ἦρθε ὁ ἀντίχριστος ―κ᾽ ἐγὼ παραδέχομαι ὅτι ἀκούγονται τὰ βήματά του καὶ βρισκόμαστε στὴν τροχιὰ τοῦ ἀντιχρίστου―, μολονότι ἔρχεται ὁ Ἁρμαγεδὼν τῆς Ἀποκαλύψεως (16,16), ἕνα εἶνε βέβαιο· ὅτι παρ᾿ ὅλα αὐτὰ θὰ ἔρθῃ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁ­ποία θὰ λάμψῃ πάλι στὸν κόσμο τὸ ἄστρο τῆς Βηθλεὲμ μὲ μία λάμψι μοναδική· καὶ τότε λαοὶ καὶ ἔθνη, Ἀνατολὴ καὶ Δύσις, Βορρᾶς καὶ Νότος, θὰ βροῦν τὸ σωστὸ τὸ δρόμο, ποὺ χάρα­ξε ὁ Χριστός, καὶ σὰν τοὺς μάγους θὰ ἔρθουν ὅ­λοι στὴ φάτνη, νὰ προσκυνήσουν Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖο· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.

(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 25-12-1986.

ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ Γεννήθηκε ο χειραγωγός μας



Το μυστήριο της Γέννας Χριστού είναι σίγουρα αιτία σοβαρή για να γεμίζει χαρά ολόκληρο το ανθρώπινο γένος. Ο ερχομός Του στην γη ένα και μοναδικό σκοπό είχε : να δώσει άλλο νόημα στην ζωή του νικημένου από την αμαρτία ανθρώπου.
Μέχρι την έλευση Του, ο πλασμένος για να ζήσει αιώνια άνθρωπος έβλεπε τα χρόνια να περνούν χωρίς να αλλάζει κάτι στην ζωή του, το χθες ήταν ίδιο με το σήμερα και με αβέβαιο το αύριο. Μετά το γεγονός στο σπήλαιο της Βηθλεέμ, αλλάζει νόημα η βιωτή του, έχει την ελπίδα της σωτηρίας, γιατί εκεί γεννήθηκε ο Χ ε ι ρ α γ ω γ ό ς , που θα μας οδηγήσει στον προ πολλού χαμένο Παράδεισο.

Οι χριστιανοί βλέπουμε την ροή του χρόνου όχι εθιμοτυπικά. Η Εκκλησία με το να προβάλλει τα γεγονότα, σαν εκείνα του Αγίου Δωδεκαημέρου, θέλει να φωτίσει τα βήματά μας. Η ορθή βίωση και συμμετοχή μας στις γιορτές αποτελεί πράξη προσέγγισης προς την αιωνιότητα, στην δικαίωση του πνευματικού αγώνα του καθενός μας. Προσπάθεια πλέον χρειάζεται να μην ηττηθούμε για μία ακόμη φορά και δούμε τις γιορτές ως ανταλλαγή στείρων ευχών, μόνο εμφανίσιμων δώρων και εφήμερων απολαύσεων. Μπορεί όλα να χρειάζονται, όλα όμως δεν ωφελούν.

. Μπροστά στην φάτνη του Χριστού τα πάντα αλλάζουν. Οι ισχυροί γίνονται αδύνατοι, οι πλούσιοι φτωχοί, οι σοφοί αμαθείς. Όλοι καταλαβαίνουν την μικρότητά τους, την ατέλειά τους και την εύθραυστη – στην ουσία – δύναμή τους. Αφού ο ίδιος ο Χριστός κατεβαίνει τόσο και γίνεται ένα μ’ όλους μας τότε κάθε τίτλος χάνει την αξία του. Αποδεικνύεται η ασημότητα και η ευτέλεια του καθενός μας.

Δεν πρέπει να κυριαρχήσει στις καρδιές μας για μία ακόμη χρονιά ο ανούσιος και επίπλαστος εορτασμός. Εκείνος που όταν σβήσουν τα φώτα και οι κάθε λογής βιτρίνες χάνεται και αυτός και γίνεται ανάμνηση, χωρίς συνέχεια, χωρίς συνέπεια, χωρίς προοπτική.

Η 25η Δεκεμβρίου εφέτος ας είναι η αρχή για μια πορεία προς τον Θεό, το χέρι μας το κρατά το νεογέννητο παιδί της Βηθλεέμ, εκεί ας είναι η σκέψη μας, για εκεί και οι αποφάσεις μας. Μην χαθεί η ευκαιρία λοιπόν. Η Εκκλησία προσφέρει τον τρόπο και προσφέρει τον λόγο, αν τον ακούσουμε και αν τον αξιοποιήσουμε τότε και θα σωθούμε για πάντα.
 

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...