Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Δεκεμβρίου 26, 2015

Ο ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ (σύγκρισις τοῦ ἁγίου μὲ τὸ Χριστό, καὶ μ᾽ ἐμας) +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνου

Τοῦ ἁγίου Στεφάνου
27 Δεκεμβρίου
Του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου

Ο ΠΡΩΤΟΜΑΡΤΥΣ ΣΤΕΦΑΝΟΣ

(σύγκρισις τοῦ ἁγίου μὲ τὸ Χριστό, καὶ  μ᾽ ἐμας)
πρωτομάρτυρας ΣτέφανοςΗ ΖΩΗ, ἀγαπητοί μου, ἡ χριστιανικὴ ζωή,  ὅπως τὴν δίδαξε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς  Χριστός, εἶνε δρόμος δύσκολος. Τὸ εἶπε ὁ  ἴδιος· «Στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ  ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν»· στενὴ ἡ  πύλη καὶ δύσβατο τὸ μονοπάτι ποὺ ὁδηγεῖ  στὴν αἰώνιο ζωή (Ματθ. 7,14). Αὐτὸ δείχνει  καὶ ἡ ζωὴ τοῦ ἁγίου Στεφάνου, ποὺ  ἑορτάζει σήμερα.

* * *

Ὁ ἅγιος Στέφανος ἦταν πιστὸς ἀκόλουθος  καὶ μιμητὴς τοῦ Χριστοῦ σὲ ὅλα.  Ἀποτύπωσε στὴν ψυχή του τὸ χαρακτῆρα  τοῦ Χριστοῦ. Ἀκολούθησε τὴν σκληρὰ ὁδὸ  τοῦ καθήκοντος.
Ἂν κάνουμε μερικὲς συγκρίσεις, θὰ  δοῦμε, ὅτι βάδισε πάνω στὰ χνη τοῦ  Χριστοῦ.
Τί εἶπε ὁ Χριστός; «Οὐκ ἦλθον  διακονηθῆναι, ἀλλὰ διακονῆσαι»· ἦρθα  στὸν κόσμο ὄχι γιὰ νὰ μὲ ὑπηρετήσουν,  ἀλλὰ γιὰ νὰ ὑπηρετήσω (Ματθ. 20,28). Καὶ  ὑπηρέτησε ὁ Χριστὸς τὸν κόσμο ὑλικῶς  καὶ πνευματικῶς. Ὑλικῶς, διότι  θεράπευσε τὰ ἄρρωστα κορμιὰ καὶ ἔθρεψε  τὰ πεινασμένα στόματα καὶ στομάχια. Πρὸ  παντὸς ὅμως τὸν ὑπηρέτησε πνευματικῶς  μὲ τὴν οὐράνια διδασκαλία του. Ἀλλ᾿ αὐτὸ  ἔκανε καὶ ὁ Στέφανος. Ἦταν ἕνας  ταπεινὸς ὑπηρέτης καὶ ὄχι  ἐκμεταλλευτὴς τῆς κοινωνίας. Πῶς  ὑπηρέτησε; Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἑπτὰ  διακόνους, ποὺ ἀπ᾿ τὸ πρωῒ μέχρι τὸ βράδυ  διακονοῦσαν στὰ συσσίτια τῆς  ἐκκλησίας τῶν Ἰεροσολύμων καὶ  φρόντιζαν κανείς φτωχὸς νὰ μὴν πεινᾷ.  Ὑπηρέτησε ὅμως καὶ πνευματικῶς. Διότι  δίδασκε, ὅπως ὁ Χριστός. Τί δίδασκε ὁ  Στέφανος; Δίδασκε τὸ θεμελιῶδες  δόγμα· ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν εἶνε  ἁπλῶς ἕνας ἄνθρωπος, ἀλλ᾿ εἶνε ὁ  Μεσσίας, ὁ Λυτρωτής, ὁ ἐνανθρωπήσας  Θεός. Αὐτό ἐκήρυττε. Καὶ τὸ ἀποδείκνυε μὲ  ἐπιχειρήματα ἰσχυρά, τὰ ὁποῖα  ἀκούσατε στὸν σημερινὸ ἀπόστολο. Αὐτή  ἦταν ἡ διδασκαλία του.
Καὶ ὅπως ὁ Χριστὸς δὲν ἦταν παραδεκτὸς ἀπὸ  ὅλους, ἀλλ᾿ ἐναντίον του ἦταν οἱ  γραμματεῖς καὶ οἱ φαρισαῖοι, ὁ Ἄννας  κι ὁ Καϊάφας, ἔτσι καὶ τὴ διδασκαλία τοῦ  Στεφάνου δὲν τὴν παραδέχθηκαν ὅλοι.  Ὑπῆρχαν ῥεύματα ἀντίθετα, εἶχε καὶ  ἐχθροὺς φανατικούς. Αὐτοί, ὅταν  ἄκουγαν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, σὰ᾿ σκυλιὰ  λυσσασμένα ἐπιτίθεντο ἐναντίον τοῦ  Στεφάνου.
Ὁ Χριστός, ὅπως βλέπουμε στὰ εὐαγγέλια,  ἀποστόμωνε τοὺς φαρισαίους, τοὺς  σαδδουκαίους καὶ τοὺς ἡρωδιανούς. ῎ Ετσι καὶ ὁ Στέφανος· μὲ τὴν πίστι  καθήλωνε τοὺς ἀντιπάλους, ἔφραζε τὰ  ἀπύλωτα στόματα, καὶ ἀπεδείκνυε μὲ  δύναμι ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε Θεός.
Ὁ Χριστὸς καταδικάστηκε μὲ βία καὶ  συκοφαντία. Ἔτσι καὶ ὁ Στέφανος. Δὲ᾿  μπόρεσαν νὰ τὸν καταβάλουν  διαλεκτικῶς, διότι ἡ χριστιανικὴ  πίστι εἶνε πάντοτε ἀήττητη. Γι᾿ αὐτὸ  νίκησε ὁ Στέφανος. Ἀλλὰ τότε κατέφυγαν  στὴ βία. Ὅπλο τῶν δειλῶν καὶ μοχθηρῶν  δὲν εἶνε ἡ ἀλήθεια, ἀλλὰ ἡ συκοφαντία  καὶ διαβολή. Κατηγόρησαν τὸ Στέφανο,  ὅτι εἶνε ἐναντίον τῶν νόμων, ἐναντίον  τῶν ἐθίμων, ἐναντίον τοῦ ναοῦ,  ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ὅτι βλασφημεῖ τὸν  Θεόν! Συκοφαντία φρικτή. Ἐν τούτοις ἡ  συκοφαντία ἔπιασε. Καὶ ὁ Στέφανος  ὡδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ δικαστηρίου.
Δείλιασε ἐκεῖ; Δὲν δείλιασε. Ὅπως ὁ  Χριστὸς στάθηκε ἀτάραχος ἐνώπιον τοῦ  Πιλάτου καὶ μαρτύρησε «τὴν καλὴν  ὁμολογίαν» (Α΄ Τιμ. 6,13), ἔτσι καὶ ὁ  Στέφανος· μὲ πρόσωπο λαμπρό, σὰν  ἄγγελος, ἀντιμετώπισε τοὺς δικαστάς.  Μίλησε μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ἀληθείας καὶ  ὡμολόγησε γιὰ μία ἀκόμη φορὰ τὸ Χριστό.  Ἀλλ᾿ ὅταν ἐκεῖνοι ἄκουσαν τὸ ὄνομα τοῦ  Χριστοῦ, τότε λύσσαξαν πραγματικά.  Τόση κακία εἶχαν ἐναντίον τοῦ Χριστοῦ,  ὥστε βούλωσαν τ᾿ αὐτιά τους νὰ μὴν  ἀκοῦνε τὸ ὄνομά του. Ὥρμησαν πάνω στὸ  Στέφανο, τὸν ἅρπαξαν βιαίως, καὶ χωρὶς  πολλὲς διαδικασίες ἔβγαλαν ἀπόφασι  θανάτου· ὅπως καὶ γιὰ τὸ Χριστό.
Κι ὅπως ὁ Χριστὸς θανατώθηκε ἔξω ἀπὸ τὴν  πόλι (διότι δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ  σταυρωθῇ ἄνθρωπος μέσα στὰ  Ἰερόσολυμα· ἐθεωρεῖτο αὐτὸ βεβήλωσι  τῆς ἱερᾶς πόλεως), ἔτσι καὶ ὁ μαθητής  του ὁ Στέφανος. Τὸν πήρανε καὶ τὸν  ὡδήγησαν ἔξω τῆς πόλεως. Ἐκεῖ ἦρθε ἡ  ὥρα νὰ ἐκτελεσθῇ ὁ μάρτυς ὁ πιστός.
Πῆραν καθένας στὸ χέρι λιθάρια καὶ μὲ  ὁρμὴ τὰ ἐκσφενδόνιζαν πάνω στὸ σῶμα  του. Γέμισε πληγὲς καὶ αἵματα. Καὶ καθὼς  τὸ αἷμα ἔτρεχε ἀπὸ τὴν κεφαλή του καὶ  πλησίαζε πλέον ἡ ὥρα νὰ παραδώσῃ τὴν  ἁγία του ψυχή, πάλι μιμήθηκε τὸ Χριστό.  Ὅπως ὁ Κύριος πάνω στὸ σταυρὸ δὲν εἶπε  λέξι ἐναντίον τῶν σταυρωτῶν του, ἀλλὰ  ἦτο ὅλος εὐλογία, ἔτσι καὶ αὐτός. Κι  ὅπως ὁ Χριστὸς εἶπε «Πάτερ, ἄφες  αὐτοῖς· οὐ γὰρ ο δασι τί ποιοῦσι» (Λουκ.  23, 34), ἔτσι καὶ ὁ Στέφανος εἶπε· «Κύριε,  μὴ στήσης αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην»·  Κύριε, μὴ τοὺς λογαριάσῃς τὴν ἁμαρτία  ποὺ διαπράττουν φονεύοντας ἕναν  ἀθῷο (Πράξ. 7,60).
Ἔτσι τελείωσε τὴ ζωή του ὁ  πρωτομάρτυς τοῦ Χριστοῦ· μιμητής Του  σὲ ὅλα.

* * *

Σήμερα ὁ ἅγιος Στέφανος  παρουσιάζεται ἐνώπιόν μας καὶ μᾶς  καλεῖ νὰ τὸν μιμηθοῦμε. Σὰν τὸν ἀπόστολο  Παῦλο μᾶς προτρέπει· «Μιμηταί μου  γίνεσθε, καθὼς κἀγὼ Χριστοῦ» (Α΄ Κορ. 11,1).  Μποροῦμε ἐμεῖς νὰ ποῦμε, ὅτι βαδίζουμε  στὰ χνη του; Ἂς δοῦμε.
Ὁ Στέφανος εἶχε ὡς δόγμα τῆς ζωῆς του·  «ὅλα γιὰ τὸν ἄλλο, τίποτα γιὰ τὸν ἑαυτό  μας». Ἐμεῖς συμφωνοῦμε; Ἂν σεῖς ἔχετε  τέτοια ἀπόφασι, πέφτω καὶ φιλῶ τὰ πόδια  σας. Δῶστε μου τέτοιους ἀνθρώπους!  Ἐκεῖνος, ὅλα γιὰ τὸν πλησίον· ἐμεῖς,  δυστυχῶς, ὅλα γιὰ τὸν ἑαυτό μας. Καμμιά  θυσία.
Ὁ Στέφανος ὡμολόγησε μέχρι μαρτυρίου  τὸ Χριστό. Ἐμεῖς; Δὲν διακινδυνεύουμε  γιὰ τὸ ὄνομά Του στὸ παραμικρό.  Ντρεπόμαστε καὶ τὸ σταυρό μας νὰ  κάνουμε, μήπως μᾶς εἰρωνευθοῦν. Εἴμαστε ἀνάξιοι Χριστιανοί.
Θέλετε σύγκρισι καὶ σ᾿ ἕνα ἄλλο σημεῖο;  Ἐκεῖ πλέον παίρνουμε μηδέν. Ὁ  Στέφανος, χτυπημένος καὶ αἱμόφυρτος,  βρῆκε τὴ δύναμι τῆς ἀγάπης νὰ πῇ·  «Χριστέ μου, συ᾿χώρεσέ τους». Σᾶς  ἐρωτῶ· ἔχουμε ἐμεῖς τέτοια καρδιά;  Συγχωροῦμε; Ἐμεῖς, ὄχι πέτρα στὸ  κεφάλι νὰ μᾶς ῥίξουν, ἀλλὰ τὸ ἐλάχιστο  νὰ μᾶς κάνουν, δὲν τὸ συγχωροῦμε. Εἴμαστε  μνησίκακοι κ᾿ ἐκδικητικοί, καὶ δὲ᾿  συγχωροῦμε. Νά μεταξὺ τῶν Χριστιανῶν  κάποια νύφη, ποὺ τὶς ἅγιες αὐτὲς ἡμέρες  δὲν φίλησε τὸ χέρι τῆς πεθερᾶς της, ἀλλὰ  τῆς κρατάει κακία. Νά καὶ κάποια  πεθερά, ποὺ δὲ  συγχώρησε τὴ νύφη της ποὺ  γονάτισε μπροστά της. Νά καὶ δυὸ  ἀδέρφια, ποὺ δὲν ἔδωσαν τὸν ἀσπασμὸ τῆς  ἀγάπης… Μέσα μας ὑπάρχουν μίση καὶ  πάθη ἀβυσσαλέα.
Λοιπόν, ποιά σχέσι ἔχουμε ἐμεῖς μὲ τὸν  ἅγιο Στέφανο, ποὺ ἦταν ἕτοιμος γιὰ  θυσία, γεμᾶτος ἀγάπη, δυνατὸς νὰ  συγχωρῇ; Ἐμεῖς γίνεται ἔρανος γιὰ τοὺς  φτωχοὺς καὶ τί δίνουμε παρακαλῶ; Οἱ  πλούσιοι δίνουν ψίχουλα. Εὐτυχῶς ποὺ ὁ  φτωχὸς λαός μας  κρύβει στὰ βάθη του  ὑπέροχα αἰσθήματα. Μπορεῖ ὁ πλούσιος  καταστηματάρχης νὰ δίνῃ πέντε  δραχμές, ἀλλὰ μιὰ καθαρίστρια τοῦ  δημοσίου λέει· Φτωχιὰ εἶμαι, μὰ  ὑπάρχουν καὶ φτωχότεροι ἀπὸ μένω· ἐγὼ  κάτι παίρνω. Κι ἀνοίγει τὸ μαντήλι της,  χήρα αὐτή, καὶ δίνει γενναῖα.
Ἂν ζοῦμε ἀκόμη καὶ ὑπάρχουμε,  ἀγαπητοί μου, ὑπάρχουμε ὄχι ἀπὸ τοὺς  πλουσίους μὲ τὶς σκληρὲς καρδιές·  ζοῦμε καὶ ὑπάρχουμε, διότι στὸ φτωχό  μας λαὸ ὑπάρχουν ἀκόμα διαμάντια,  χαρακτῆρες μὲ ὑπέροχες ἰδιότητες.

* * *

Ταῦτα ἀγαπητοί μου. Ὁ Στέφανος εἶνε ἡ  διδασκαλία μας, ὁ Στέφανος εἶνε ὁ  ἔλεγχός μας. Χρειάζεται θάρρος καὶ  ἀπόφασι γιὰ νὰ βαδίσουμε κ᾿ ἐμεῖς ἐμπρός.
Στὸ στρατό, σὲ δύσκολες μέρες, ὁ λοχαγὸς  λέει· Ἔχουμε νὰ ἐκτελέσουμε μιὰ  δύσκολη ἀποστολή, ποὺ ἀπαιτεῖ θυσία·  ὅποιος ἀγαπᾷ τὴν πατρίδα καὶ τὸ λέει ἡ  καρδιά του, ἂς κάνῃ τρία βήματα  μπροστά!… Κι ἀπὸ τοὺς ἑκατοντάδες,  βγαίνουν ἕνας ἢ δύο, ποὺ μὲ σθένος  νικοῦν καὶ κατατροπώνουν τὸν ἐχθρό.
Μπρός λοιπὸν κ᾿ ἐδῶ! Ἔχετε θάρρος,  βαδίστε πρὸς τὰ ἐμπρός. Κάντε τὰ τρία  βήματα! Μιμηθῆτε τὸν Στέφανο. Ὅπως  ἐκεῖνος τά ᾿δωσε ὅλα γιὰ τὸ Θεὸ καὶ τὸν  πλησίον, ἔτσι κ᾿ ἐμεῖς νὰ τὰ δώσουμε ὅλα.  Κι ἂν δὲν μποροῦμε ὅλα, ἔστω τὰ μισά· κι  ἂν δὲν μποροῦμε τὰ μισά, ἔστω λιγώτερα.  Ὅπως ἐκεῖνος ἦτο θαρραλέος, ἔτσι κ᾿  ἐμεῖς τολμηροὶ καὶ θαρραλέοι,  ὁμολογοῦντες τὴν ἀλήθεια ἐν μέσῳ  ἑνὸς κόσμου ἀπιστίας καὶ διαφθορᾶς. Κι  ὅπως ἐκεῖνος συγχωροῦσε, νὰ  συγχωροῦμε κ᾿ ἐμεῖς.
Βαδίζοντας ἔτσι πάνω στὰ χνη τῶν ἁγίων  καὶ μαρτύρων, θ᾿ ἀξιωθοῦμε κ᾿ ἐδῶ στὴ γῆ  νὰ ζήσουμε ὄντως χριστιανικὴ ζωή, καὶ  στὸν οὐρανὸ νὰ τύχουμε τῶν αἰωνίων  στεφάνων. Ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
(ἱ. ναὸς Ἁγίου Στεφάνου Πτολεμαΐδος  27-12-1968)

Παρασκευή, Δεκεμβρίου 25, 2015

«Οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό» (Αλεξάντερ Σολζενίτσιν)





Αποτέλεσμα εικόνας για «Οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό» (Αλεξάντερ Σολζενίτσιν)Πριν από μισό αιώνα περίπου, ενώ ήμουν ακόμα παιδί, θυμάμαι ότι άκουγα αρκετούς ηλικιωμένους να δίνουν την ακόλουθη εξήγησηγια τις μεγάλες καταστροφές που είχαν πλήξει τη Ρωσία: 
Οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό. Γι’ αυτό και συνέβη όλο αυτό.

Από τότε έχω περάσει σχεδόν πενήντα χρόνια που εργάζομαι για την ιστορία της Επανάστασής μας.
Όλα αυτά τα χρόνια έχω διαβάσει εκατοντάδες βιβλία, έχω συγκεντρώσει εκατοντάδες προσωπικές μαρτυρίες, και έχω ήδη συνεισφέρει οκτώ τόμους δικούς μου στην προσπάθεια της εκκαθάρισης από τα συντρίμμια που άφησε πίσω η αναταραχή. Αλλά αν μου ζητούσαν σήμερα να διατυπώσω όσο πιο συνοπτικά γίνεται την κύρια αιτία της καταστροφικής επανάστασης που κατάπιε περίπου εξήντα εκατομμύρια του λαού μας, δεν θα μπορούσα να το θέσω με μεγαλύτερη ακρίβεια από ό, τι να επαναλάβω: Οι άνθρωποι ξέχασαν τον Θεό. Γι’ αυτό και συνέβη όλο αυτό.

 

Οι αδυναμίες της ανθρώπινης συνείδησης, που έχει στερηθεί της θείας της διάστασης, ήταν ένας καθοριστικός παράγοντας σε όλα τα μεγάλα εγκλήματα αυτού του αιώνα. Το πρώτο από αυτά ήταν ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, και ένα μεγάλο μέρος των σημερινών δυσκολιών μας μπορούν να αναχθούν σε αυτό. Ήταν ένας πόλεμος (η μνήμη του οποίου φαίνεται να έχει ξεθωριάσει), όταν η Ευρώπη, γεμάτη με υγεία και αφθονία, έπεσε σε μια οργή αυτο-ακρωτηριασμού που δεν μπορούσε παρά να υποσκάψει την ισχύ της για έναν αιώνα ή περισσότερο, ίσως και για πάντα.
Η μόνη πιθανή εξήγηση για τον πόλεμο αυτό είναι μια ψυχική έκλειψη μεταξύ των ηγετών της Ευρώπης, λόγω της απώλειας της ευαισθητοποίησης τους σε μια υπέρτατη δύναμη πάνω τους. Μόνο μια άθεη δηλητηρίαση θα μπορούσε να ωθήσει φαινομενικά χριστιανικά κράτη να χρησιμοποιούν δηλητηριώδη αέρια, ένα όπλο τόσο τρομερά απάνθρωπο. 
Ήταν ο Ντοστογιέφσκι, και πάλι, ο οποίος άντλησε από τη Γαλλική Επανάσταση και το ολοφάνερο μίσος για την Εκκλησία το δίδαγμα ότι «η επανάσταση πρέπει κατ’ ανάγκην να αρχίσει με τον αθεϊσμό». Αυτό είναι απολύτως αληθινό. Αλλά ο κόσμος δεν είχε γνωρίσει ποτέ πριν, μια τόσο μεγάλη ασέβεια οργανωμένη, στρατιωτικοποιημένη και επίμονα κακόβουλη, όπως εκείνη που εφαρμόζεται από το μαρξισμό. Στο πλαίσιο του φιλοσοφικού συστήματος του Μαρξ και του Λένιν, και στο επίκεντρο της ψυχολογίας τους, το μίσος κατά του Θεού είναι η κύρια κινητήρια δύναμη, πιο θεμελιώδης από όλες τις πολιτικές και οικονομικές αξιώσεις τους.Ο μαχητικός αθεϊσμός δεν είναι απλώς τυχαίος ή οριακός στην κομμουνιστική πολιτική. Δεν είναι μια παρενέργεια, αλλά ο κεντρικός άξονας.
 
Αλλά υπάρχει κάτι που δεν περίμεναν: ότι σε μια χώρα όπου οι εκκλησίες έχουν ισοπεδωθεί, όπου ένας θριαμβευτικός αθεϊσμός τα έχει ρημάξει όλα για τα δύο τρίτα του αιώνα, όπου ο κλήρος είναι εντελώς ταπεινωμένος και στερημένος από κάθε ανεξαρτησία, όπου ό, τι απέμεινε από την Εκκλησία ως θεσμός είναι ανεκτό μόνο για λόγους προπαγάνδας κατά της Δύσης, όπου ακόμη και σήμερα άνθρωποι στέλνονται σε στρατόπεδα εργασίας εξ αιτίας της πίστης τους, και όπου, μέσα στους στρατόπεδα εκείνοι που συγκεντρώνονται για να προσευχηθούν το Πάσχα, οδηγούνται σε κελιά τιμωρίας - δεν θα μπορούσαν να υποθέσουν ότι κάτω από αυτό τον κομμουνιστικό οδοστρωτήρα η χριστιανική παράδοση θα επιβίωνε στη Ρωσία.
Είναι αλήθεια ότι εκατομμύρια συμπατριώτες μας έχουν διαφθαρεί και καταστραφεί πνευματικά από τον επίσημα επιβαλλόμενο αθεϊσμό, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν πολλά εκατομμύρια πιστοί. 
Και εδώ βλέπουμε την αυγή της ελπίδας: άσχετα με το πόσο φοβερά ορθώθηκε ο κομμουνισμός με άρματα μάχης και πυραύλους, δεν έχει σημασία πόσο κατάφερε να καταλάβει το πλανήτη, είναι καταδικασμένος να μην νικήσει τον Χριστιανισμό.
 
Αυτό το μίσος που σκόπιμα καλλιεργείται, εξαπλώνεται στη συνέχεια σε κάθε τι που έχει ζωή, την ίδια τη ζωή, στον κόσμο με τα χρώματά του, τους ήχους και τα σχήματα, στο ανθρώπινο σώμα. Η πικραμένη τέχνη του εικοστού αιώνα χάνεται ως αποτέλεσμα αυτού του άσχημου μίσους, γιατί η τέχνη είναι άκαρπη χωρίς αγάπη. Στην τέχνη η Ανατολή έχει καταρρεύσει γιατί έχει χτυπηθεί και καταπατηθε, αλλά στη Δύση, η πτώση ήταν οικειοθελής, σε μια σκηνοθετημένη και επιτηδευμένη αναζήτηση όπου ο καλλιτέχνης, αντί να προσπαθεί να αποκαλύψει το θεϊκό σχέδιο,προσπαθεί να βάλει τον εαυτό του στη θέση του Θεού.
 
Η ζωή μας δεν έγκειται στην επιδίωξη της υλικής επιτυχίας, αλλά στην προσπάθεια  για μια άξια πνευματική ανάπτυξη. Ολόκληρη η γήινη ύπαρξή μας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα μεταβατικό στάδιο στην κίνηση προς κάτι υψηλότερο, και εμείς δεν πρέπει να σκοντάψουμε και να πέσουμε, ούτε πρέπει να καθυστερούμε μάταια σε ένα σκαλί της σκάλας. Οι νόμοι της ύλης μόνοι τους δεν εξηγούν τη ζωή μας ούτε μας δίνουν την κατεύθυνση.
Οι νόμοι της φυσικής και της φυσιολογίας δεν θα αποκαλύψουν το αδιαμφισβήτητο τρόπο με τον οποίο ο Δημιουργός συνεχώς, μέρα με τη μέρα, συμμετέχει στη ζωή του καθενός μας, ανελλιπώς χορηγώντας μας την ενέργεια της ύπαρξης. Όταν η βοήθεια αυτή μας αφήσει, πεθαίνουμε. Και στη ζωή ολόκληρου του πλανήτη μας, το Θείο Πνεύμα σίγουρα κινείται όχι με λιγότερη δύναμη:αυτό θα πρέπει να κατανοήσουμε στους σκοτεινούς και τρομερούς καιρούς μας.
Στο παραπάτω έξοχο κείμενο, που χρονολογείται από το 1983, ο βραβευμένος με Νόμπελ λογοτεχνίας Ρώσος λογοτέχνης, ΑλεξάντερΣολζενίτσιν (1918 - 2008) εντοπίζει την αιτία για τη Ρωσική Επανάσταση. Σημειώνει ότι ο ίδιος λόγος είναι πίσω από την ερήμωση, τη σκληρότητα και τον εγωισμό σε ολόκληρο τον εικοστό αιώνα. 

Πηγή:   imverias.blogspot.gr

Πέμπτη, Δεκεμβρίου 24, 2015

Ἔχει ο Χριστός την πρώτη θέση στην καρδιά μας;

Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΔΙΩΓΜΕΝΟΣ AΠΟ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΖΩΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΕΟΡΤΑΖΟΥΜΕ ΕΙΔΩΛΟΛΑΤΡΙΚΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ!

 ΓΙ΄ ΑΥΤΟ ΠΡΟΚΟΠΗ ΔΕΝ ΕΧΟΥΜΕ.

ΝΑ ΑΠΕΛΠΙΣΤΟΥΜΕ;…

Ἡ Γέννησις τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ

 Του Μητροπολιτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου 

O XΡΙΣΤΟΣ ΑΥΤΟΣ Ο ΑΓΝΩΣΤΟΣ

«Οὐκ ἦν αὐτοῖς τόπος ἐν τῷ καταλύματι» (Λουκ. 2,7)

a03 
ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, ἡ χριστιανοσύνη ἑ­ορτάζει τὴ Γέννησι τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰ­ησοῦ Χριστοῦ, γεγονὸς μοναδικὸ στὴν ἱστορία.
      Ὑπάρχουν πράγματα ἀξιόλογα, ποὺ δὲν μπο­ρεῖ κανεὶς νὰ τὰ ἀγνοήσῃ, ὅπως λ.χ. ἡ εἴδησι ὅ­­τι στὸν 20ὸ αἰῶνα ὁ ἄνθρωπος πάτησε στὴ σε­λήνη. Ἀλλ᾽ ὅ­σο θαυμαστὸ καὶ ἂν φαντάζῃ αὐτό, εἶνε πολὺ μικρὸ ἀπέναντι στὸ γεγονὸς ὅ­τι ὄχι πλέον ἄνθρωπος ἀλλ᾽ αὐτὸς ὁ Θεός, ποὺ ἐ­ξουσιάζει τὰ ἄστρα καὶ τοὺς γαλαξίες, ἐ­πισκέ­φθηκε τὴ γῆ ἀπὸ τὰ ὕψη τῶν οὐρανῶν. Κατέβηκε ἐδῶ, φόρεσε ἀνθρώπινη σάρκα, περπάτησε ἀνάμεσά μας, δίδαξε, θαυματούργησε, σταυρώθηκε καὶ ἀνελήφθη πάλι στοὺς οὐρανούς. Γεγονὸς ἄνευ προηγουμένου, μοναδικό!
      Ὁ ἥλιος ἄγγιξε τὴ γῆ, λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, καὶ ἡ γῆ δὲν κάηκε! «Μέγας εἶ, Κύριε, καὶ θαυμαστὰ τὰ ἔργα σου…» (ἁ­γιασμ. Θεοφαν.).
     Τὸ πιστεύ­­εις; ἔλα στὴν ἐκκλησία· δὲν τὸ πιστεύεις; κάνε τὸ ρεβεγιόν σου. Εἶνε ζήτημα πίστε­ως. Ἂν πιστεύῃς ὅτι πραγματικὰ ὁ Θεὸς ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ νὰ μᾶς σώσῃ, τότε ὁ Χριστὸς θὰ γεννη­θῇ γιὰ μιὰ ἀκόμη φορά, ὄχι πλέον στὴ φάτνη ἀλλὰ στὴν καρδιά σου, οἱ οὐρανοὶ θ᾿ ἀ­νοίξουν, ἡ φύσις θ᾽ ἀγάλλεται καὶ θὰ χαίρῃ, οἱ ἄγγελοι θὰ ψάλλουν τὸ «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ…» (Λουκ. 2,14).

       Στὴ δημιουργία μιᾶς τέτοιας ἱερᾶς ἀτμοσφαίρας συντελεῖ πολὺ ἡ ἀνυπέρβλητη ὑμνῳ­δία τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας. Κανένα δόγμα, καμμία θρησκεία δὲν ἔχει ὕμνους σὰν αὐ­τούς. Ἕνας δὲ ἀπὸ αὐτοὺς μᾶς προτρέπει· «Δεῦτε ἴδωμεν, πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός» (κάθ. Χρι­στουγ.). Ἂς γυρίσουμε λοιπὸν πίσω, στὶς ἡμέρες τῆς Γεννήσεως· ἂς μεταφερθοῦμε ἐκεῖ.
       Νοερῶς, ἀγαπητοί μου, περνοῦμε στεριὲς καὶ θάλασσες καὶ φτάνουμε στὴ Βηθλεέμ. Τί εἶνε ἡ Βηλθεέμ; Μία μικρὴ πόλις τῆς Ἰουδαίας, ποὺ ἐκεῖνες τὶς μέρες παρουσίαζε ἔκ­τακτη κί­νησι. Ὁ Αὔγουστος Καῖ­σαρ εἶχε δι­α­τάξει ἀ­πογραφὴ σὲ ὅλη τὴ ῾Ρωμα­ϊκὴ αὐτοκρα­τορία. Ἔτσι καὶ οἱ Ἑβραῖοι στὴν Παλαιστίνη, ἀ­να­λόγως τῆς φυλῆς, πήγαι­ναν καθένας στὸν τό­­πο ὄχι τῆς γεννήσεως ἀλ­λὰ τῆς καταγωγῆς του, στὶς περιοχὲς τῶν δώ­δεκα φυλῶν. Καὶ ἡ Παρθένος Μαρία λοιπὸν μὲ τὸν Ἰωσὴφ ἀνεχώρησαν ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ ὅ­που ἔμεναν, βάδισαν χιλιόμετρα, μέρες καὶ νύχτες, μῆνα ὁλόκληρο, καὶ ἔφτασαν ἐπὶ τέλους στὸν τόπο τῆς καταγω­γῆς τῶν προγόνων τους, στὴ Βηθλεέμ. 
     Ἦταν χειμώνας, φυσοῦσε ἀέρας, ἔκανε κρύο. Ζήτησαν νὰ μείνουν κάπου. Χτύπησαν πόρτες, ἀλλὰ κανένα σπίτι δὲν ἄνοιξε. Ἔτσι ἀ­ναγκάστη­καν, ἡ ἔγκυος κόρη μὲ τὸν προστάτη της, νὰ πᾶνε ἔξω ἀπὸ τὸν κατοικημένο χῶρο, ὅ­που ὑ­πῆρχαν φυσικὲς σπηλιὲς ποὺ χρησίμευαν εἴ­τε ὡς στάβλοι καὶ μαντριὰ εἴτε ὡς πρόχειρα παν­δοχεῖα–χάνια. Ἐκεῖ λοιπὸν γέννησε ἡ ἐπίτοκος. Γέννησε, ἀλλὰ δὲν εἶχε κούνια· ἐνῷ σήμερα καὶ ὁ πιὸ φτωχός διαθέτει μιὰ κούνια, ὁ νεογέννητος Χριστὸς εἶνε ὁ μόνος ποὺ δὲν εἶχε. Κούνια του ἔγινε ἡ φάτνη τῶν ἀλόγων, τὸ παχνὶ ὅπου οἱ βοσκοὶ βάζουν τὰ ἄχυρα γιὰ τὰ ζῷα. Ἐκεῖ λοιπὸν γεννήθηκε ὁ Χριστός, στὴ φά­τνη, κάτω ἀπὸ τέτοιες ταπεινὲς συνθῆκες.

* * *

Πέρασαν ἀπὸ τότε δυὸ χιλιάδες χρό­­νια. Τί μεταβολή! θὰ πῆτε· ὄχι πλέον σὲ σπήλαιο, στάβλο καὶ φάτνη, ἀλλὰ σὲ ναοὺς μεγαλοπρεπεῖς, ποὺ ἔ­χτισαν διάσημοι ἀρχιτέκτονες, ἐκεῖ λατρεύεται τώρα ὁ Χριστός. Τὸ ἐ­ρώτημα ὅμως εἶνε· ἐ­κεῖνος μένει ἆραγε εὐ­­χαριστημένος ἀ­πὸ τοὺς ναούς, τὰ ἄμφια, τὰ κεριὰ καὶ τὰ λιβανίσματά μας;
      Ὁ Χριστὸς ζητεῖ κάτι παραπάνω ἀπ᾿ ὅ­­λη τὴ μεγαλοπρέπεια τῶν ἡμερῶν αὐ­τῶν, ἡ ὁποία ναὶ μὲν δὲν εἶ­νε τελείως ἀπόβλητη ―μέχρι ἑ­νὸς ὁρίου―, δὲν ἀρκεῖ ὅμως. Παραπάνω ἀπ᾽ ὅλα αὐτὰ ζητεῖ κάτι ἄλλο. Τί ζητεῖ; Τὶς καρδιές μας! Θέλει, νὰ ἔχῃ Αὐτὸς τὴν πρώτη θέσι στὴν καρδιά μας· θέλει, νὰ ῥυθμίζῃ ὁ νόμος Του τὴν ἀτομική, τὴν οἰκογενειακή, τὴν ἐθνικὴ καὶ τὴν πανανθρώπινη ζωή μας.
     Καὶ ἐρωτῶ· ἔχει ὁ Χριστὸς τὴν πρώτη θέσι; Νομίζω ὄχι. Διαπράττουμε καὶ ἐμεῖς δυστυχῶς τὸ ἁμάρτημα τῶν Βηθλεεμι­τῶν. Ὅπως ἐκεῖνοι δὲν ἄνοιξαν τὴν πόρτα τους στὴν Παναγία, ἔτσι κ᾽ ἐμεῖς, νέοι Βηθλε­εμῖτες στὸν αἰῶνα μας, δὲν θέλουμε ὁ Χριστὸς ν᾽ ἀποτελῇ τὸ κέντρο καὶ τὸν ἄξονα τῆς ζωῆς μας, νὰ κατέχῃ τὴν πρώτη θέσι. Ἀμφιβάλλετε; 
   Παρακολουθῆστε λοιπὸν γύρω σας τὰ πρόσωπα καὶ τὶς ἐκδηλώσεις τους σήμερα, τὴν ἁγία αὐτὴ ἡ­μέρα, καὶ θὰ βγάλετε συμπέρασμα ἀπὸ τὶς συ­ζητήσεις, τὶς διασκεδάσεις, τὰ τραγούδια κ.τ.λ.. Ὅ,τι ἀγαπᾷ ὁ ἄνθρωπος, γι᾽ αὐτὸ μιλάει. Ἐὰν λοιπὸν στήσετε αὐ­τί, θ᾽ ἀκούσετε νὰ συζη­τοῦν ἄλλοι γιὰ γάμους συ­νοικέσια καὶ διαζύγια, ἄλλοι γιὰ ἐμπόρια ἐπιχειρήσεις καὶ κέρδη, ἄλλοι γιὰ ἀθλητισμὸ ὁμάδες καὶ ἀγῶνες, ἄλλοι γιὰ διασκεδάσεις ταξίδια καὶ ἀγορές, ἄλλοι γιὰ πο­λιτικὴ καὶ κόμματα. Γιὰ ὅλα συζητοῦν, γιὰ ἕνα δὲ συζητοῦν· γιὰ τὸ Χριστό. Οὔτε λέξι. Σὰ νὰ μὴ γεννήθηκε, σὰ νὰ εἶνε ἄ­γνωστος, ὁ μέγας ἄγνωστος. Τὴ λέξι Χριστὸς προφέρουν ―ἀλλοίμονο― μόνο ὅταν τὸν βλασφημοῦν!
    Ὁ Χριστὸς μένει ἔξω καὶ ἀπὸ τὰ θεσμικὰ ὄρ­γανα καὶ τὰ ὁμαδικὰ ἐν­διαφέροντα. Ἔξω ἀ­πὸ τὰ σπί­τια, ὅπου οὔτε προσευχὴ γίνεται οὔ­τε λα­­τρεία προσφέρεται οὔτε Εὐαγγέλιο διαβάζεται οὔτε ἀγάπη καὶ ἑνότης τῆς οἰκογενεί­ας ὑ­πάρχει. Ἔξω ἀπὸ τὰ σχολεῖα, ὅπου τώρα τὰ παι­διὰ δὲ μα­θαίνουν ὅπως ἄλλοτε «γράμμα­τα σπουδά­γμα­τα, τοῦ Θεοῦ τὰ πράγματα», ἀλλὰ διδάσκον­ται θεωρίες ἐξελίξεως, ὅτι ὁ ἄνθρωπος κατάγεται ἀ­πὸ τὸ χιμπαντζῆ, ἀπὸ τὰ κτήνη. Ἔξω ἀπὸ τὰ δικαστήρια, ὅπου παρὰ τὴ δική του ἐν­τολὴ νὰ μὴν ὁρκιζώμαστε καθόλου («μὴ ὀμόσαι ὅ­λως» – Ματθ. 5,34), πλῆθος χέρια καθημερινῶς παλαμίζουν τὸ Εὐαγγέλιο. Ἔξω ἀκόμα ἀπὸ τὶς στρατιωτικὲς μονάδες, ὅπου ἀξιωματικοὶ καὶ ὁπλῖ­τες μέρα καὶ νύχτα βρίζουν τὰ θεῖα. Ἔξω τέλος ἀπὸ τὴ Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων, ὅπου ἡ πρό­τασι ν᾽ ἀναρτηθῇ στὴν αἴθουσά της ἡ εἰκόνα Του ἀπορρίφθηκε μὲ εἰρωνικὰ σχόλια καὶ ὅπου ψηφίζονται νόμοι φανερὰ ἀντιχριστιανικοί. Καὶ γενικὰ στὸν κόσμο ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ διω­γμέ­νος ἀπὸ τοὺς κρατοῦντας· δὲν εἶνε ἀρεστὸς στὰ διοικητήρια, τὶς κυβερνήσεις, τὰ κοινο­βού­λια, τοὺς διεθνεῖς ὀργανισμούς.
     Ἄλλοι ἐπικρατοῦν ἐκεῖ, ἄν­θρωποι ἀλαζόνες, κοῦφοι, ἢ καὶ ἐγκληματίες. Γιὰ τὸ Χριστό, ὅπως τότε στὴ Βηθλεέμ, δὲν ὑπάρχει θέσι! Μία τέως βασίλισσα τῆς Ὁλλανδίας, ἡ ὁ­ποία πρὶν τὸ τέλος τῆς ζω­ῆς της πίστεψε στὸ Χριστό, ἡ Βιλελ­μίνη, παραι­τήθηκε ἀπὸ τὸ θρόνο, ἀπομονώθηκε κάπου καὶ ἔγραψε ἕνα βιβλίο μὲ θέμα «Ὁ Χριστὸς ὁ με­γά­λος ἄγνωστος τῆς Εὐρώπης». Καὶ ἕνας Γάλ­λος ἀνθρωπιστὴς καὶ φίλος τῶν λεπρῶν, ὁ Ραοὺλ Φολλερώ, ἔγραψε ἄλλο βιβλίο μὲ θέμα «Ἂν αὔριο ὁ Χριστὸς χτυπήσῃ τὴν πόρ­τα σας, θὰ τοῦ ἀνοίξετε;». Καὶ ὅταν πρὸ ἐ­­τῶν κάποιος πρότεινε νὰ τεθῇ στὸν καταστατικὸ χάρτη τῶν Ἡνωμένων Ἐθνῶν ἡ ῥήτρα ὅτι τὰ ἀν­θρώπινα δικαιώματα στηρίζονται στὴν θεμελι­ώδη ἀλήθεια ὅτι ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶνε βελ­τιωμέ­νη ἔκδοσι τοῦ κτήνους ἀλλὰ εἶνε θεῖο δημιούρ­γημα πλασμένο «κατ᾽ εἰκόνα καὶ καθ᾽ ὁ­­μοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1,26), ἡ πρότασις ἀπερρίφθη.
     Τί δείχνουν αὐτά; ὅτι γιὰ τὸ Χριστὸ ἰσχύει καὶ σήμερα τὸ «οὐκ ἦν τόπος ἐν τῷ καταλύματι», δὲν ἔχει θέσι ὁ Χριστὸς στὸν κόσμο αὐτόν. Φαινομενικὰ ἑορτάζουμε μιὰ χριστιανικὴ ἑ­ορτή· στὴν πραγματικότητα ἑορτάζουμε σὰν εἰδωλολάτρες. Ὅσοι πίνουν καὶ παραδίδον­ται στὴ μέθη, λατρεύουν τὸ Βάκχο· ὅσοι βουλιάζουν στὰ σαρκικὰ πάθη καὶ τὸν πανσεξουαλισμό, λατρεύουν τὴν Ἀφροδίτη· ὅσοι ἀπορροφῶνται ἀπὸ τὸ ἐμπόριο καὶ τὰ λεφτά, λατρεύ­ουν τὸν κερδῷο Ἑρμῆ. Φτάσαμε στὸ σημεῖο, ἐνῷ ἄλλοτε ἡ Ἑλλὰς περίμενε τὴν ἁγία αὐτὴ νύκτα, νὰ χτυπήσουν οἱ καμπάνες καὶ νὰ τρέξουν ὅλοι στοὺς ναούς, τώρα οἱ ἄνθρωποι δὲν ἑορτάζουν τὴν ἑορτὴ αὐτὴ στοὺς ναούς· τρέχουν σὲ καφετέριες, σὲ λέσχες, σὲ νυκτερινὰ κέντρα γιὰ ρεβεγιόν (σατανικὸ ἔθιμο), κ᾽ ἐκεῖ ἑορτάζουν μὲ χοροὺς ἔξαλλους, μὲ μουσικὴ θορυβώδη. Καὶ ἔπειτα λεγόμαστε Χριστιανοί. Δὲν εἴμαστε Χριστιανοί, εἴμαστε εἰδωλολάτρες μετὰ Χριστόν καὶ χειρότερα.

* * *

Ν᾽ ἀπελπιστοῦμε λοιπόν; Ὄχι. Μολονότι γνωρίζουμε ὅτι θὰ ἔρθουν χρόνια χειρότερα, μολονότι ὡρισμένοι λένε ὅτι ἦρθε ὁ ἀντίχριστος ―κ᾽ ἐγὼ παραδέχομαι ὅτι ἀκούγονται τὰ βήματά του καὶ βρισκόμαστε στὴν τροχιὰ τοῦ ἀντιχρίστου―, μολονότι ἔρχεται ὁ Ἁρμαγεδὼν τῆς Ἀποκαλύψεως (16,16), ἕνα εἶνε βέβαιο· ὅτι παρ᾿ ὅλα αὐτὰ θὰ ἔρθῃ ἡμέρα κατὰ τὴν ὁ­ποία θὰ λάμψῃ πάλι στὸν κόσμο τὸ ἄστρο τῆς Βηθλεὲμ μὲ μία λάμψι μοναδική· καὶ τότε λαοὶ καὶ ἔθνη, Ἀνατολὴ καὶ Δύσις, Βορρᾶς καὶ Νότος, θὰ βροῦν τὸ σωστὸ τὸ δρόμο, ποὺ χάρα­ξε ὁ Χριστός, καὶ σὰν τοὺς μάγους θὰ ἔρθουν ὅ­λοι στὴ φάτνη, νὰ προσκυνήσουν Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖο· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑ­περυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 25-12-1986.

Τετάρτη, Δεκεμβρίου 23, 2015

ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ Η ΕΙΡΗΝΗ; +Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος


Ἡ Γέννησις τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ
25 Δεκεμβρίου

«ΕΠΙ ΓΗΣ ΕΙΡΗΝΗ»

XRISTOYGENNAΤΗ ΝΥΧΤΑ, εὐσεβὲς ἐκκλησίασμα, τὴ νύχτα  ἐκείνη, ὅταν οἱ βοσκοὶ φύλαγαν τὰ  πρόβατά τους σὲ κάποια πλαγιὰ τῆς  Βηθλεὲμ καὶ τὰ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ  ἔλαμπαν μὲ μιὰ ἐξαιρετικὴ ἀνταύγεια, τὴ  νύχτα ἐκείνη τὴν ἀλησμόνητη ἀκούστηκε  θεσπέσιο ἐμβατήριο. Ὄχι ἕνας ἢ δύο  ἄγγελοι, ἀλλὰ σμῆνος ἀγγέλων, στρατιὰ  ὁλόκληρη, ἀνέβαινε καὶ κατέβαινε στὸν  οὐράνιο θόλο καὶ ἔψαλλε τὸ γλυκύτατο  «Δόξᾳ ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς  εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14).
Δὲν ὑπάρχει στὴν παγκόσμιο φιλολογία  ἄλλος ὕμνος ποὺ μὲ τόσο λίγες λέξεις νὰ  ἐκφράζῃ τόσο ὑψηλὰ νοήματα. Εἶνε  ὕμνος θεσπέσιος, ἀριστούργημα θεϊκό.  Εἶνε ἐπίσημος δοξολογία. Εἶνε περίληψις  τοῦ ἔργου ποὺ ἦρθε νὰ ἐπιτελέσῃ στὸν  κόσμο ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.  Εἶνε ἀκόμη προφητεία, αἰσιόδοξος  προφητεία γιὰ τὸ μέλλον τῆς  ἀνθρωπότητος.
Ἂς ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὸ «καὶ ἐπὶ γῆς  εἰρήνη». Τί ἆραγε νὰ σημαίνῃ ὁ λόγος  αὐτός;

* * *

Ὅταν γεννήθηκε ὁ Χριστός, πολιτικῶς  ἡ ἀνθρωπότης ἦταν ἑνωμένη κάτω ἀπὸ τὸ  σκῆπτρο τοῦ καίσαρος Αὐγούστου. Πρώτη  φορὰ ἐπικρατοῦσε εἰρήνη σὲ ὅλο τὸν  κόσμο, εἰρήνη παγκόσμιος. Ἐὰν σὲ  ὁποιοδήποτε σημεῖο τοῦ κράτους, ἀπὸ τὸ  Δούναβι καὶ τὸ Ῥῆνο ποταμὸ ἕως κάτω,  κάποιος λαὸς ἀτίθασος τολμοῦσε νὰ  σηκώσῃ κεφάλι, τὸ κίνημα ἐντὸς ὀλίγου  ἐπνίγετο ἀπὸ τὶς σκληρὲς λεγεῶνες τῆς  Ῥώμης. Ἐπικρατοῦσε εἰρήνη, τὴν ὁποία  οἱ ἱστορικοὶ ὀνομάζουν μὲ τὸ λατινικὸ  ὄνομα «πὰξ Ρομάνα» = Ῥωμαϊκὴ  εἰρήνη).
Ὑπῆρχε λοιπὸν σ᾿ ἐκεῖνο τὸν κόσμο  εἰρήνη πολιτική. Οἱ λαοὶ ὅμως δὲν ἦταν  εὐτυχισμένοι. Ἡ οἰκουμένη ἀναστέναζε.  Καὶ μαντεῖα τῶν Δελφῶν καὶ Σίβυλλες τῆς  Ῥώμης καὶ προφητεῖες τοῦ Ἰσραὴλ  συνέπιπταν καὶ προφήτευαν, ὅτι θὰ ἔρθῃ  Κάποιος, «προσδοκία (τῶν) ἐθνῶν» (Γέν.  49,10), ποὺ θὰ συντρίψῃ μὲ δύναμι τὰ  καθεστῶτα τῆς βίας, καὶ πάνω στὰ  ἐρείπια τοῦ ἀρχαίου κόσμου θὰ ἱδρύσῃ  μιὰ νέα ἰδεώδη κοινωνία, τὴ «βασιλεία  τῶν οὐρανῶν» (Ματθ. 3,2· 5,3 κ.ἀ.), τῆς  ὁποίας «οὐκ ἔσται τέλος» (Λουκ. 1,33). Θὰ  ἔρθῃ Ἐκεῖνος. Τὸ θαυμαστὸ εἶνε, ὅτι καὶ  λαοὶ τῆς Ἀμερικῆς, ἀποκεκομμένοι καὶ  χωρὶς καμμία ἐπαφὴ μὲ τοὺς Εὐρωπαίους  καὶ τοὺς ἄλλους λαούς, ὅταν ὁ Κολόμβος  ἔφθασε στὴν Ἀμερικὴ ἡ πρώτη ἐρώτησις  ποὺ ἔκαναν οἱ ἰθαγενεῖς, οἱ βάρβαροι  ἐκεῖνοι, ποιά νομίζετε ἦταν· «Ἦρθε;»,  «ἦρθε;». Μέχρι ἐκεῖ, ἐκ παραδόσεως,  ὑπῆρχε ἡ προσδοκία αὐτὴ τῶν ἐθνῶν.
Καὶ πράγματι ἦρθε· δὲν εἶνε ψέμα. Εἶνε τὸ  μεγαλύτερο ἱστορικὸ γεγονὸς τοῦ  πλανήτου μας. Ἦρθε ἡ προσδοκία τῶν  ἐθνῶν. Εἶνε Ἐκεῖνος ποὺ περίμεναν οἱ  λαοὶ τῆς Ἀμερικῆς, Ἐκεῖνος ποὺ  περίμενε ἡ Ῥώμη, Ἐκεῖνος ποὺ περίμενε  ἡ Ἀνατολή, Ἐκεῖνος ποὺ περίμεναν οἱ  ἀστρονόμοι τῆς Περσίας καὶ οἱ  φιλόσοφοι τῆς Ἑλλάδος. Ἦρθε· εἶνε  πραγματικότης.
Πῶς ἦρθε; Ὄχι ὡς μονομάχος, ὄχι μὲ  δύναμι λεγεώνων. Ἦρθε ἄοπλος. Ἦρθε ὡς  Θεῖο βρέφος. Γεννήθηκε ὑπὸ ταπεινὰς  συνθήκας, στὸ σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ.
Γιατί ἦρθε; Ἦρθε, γιὰ νὰ φέρῃ στὸν κόσμο  εἰρήνη. Ἀλλὰ ποιά ἆραγε νὰ εἶνε ἡ εἰρήνη  αὐτή, γιὰ τὴν ὁποία ψάλλει ἡ στρατιὰ  τῶν ἀγγέλων «…καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη…»; Ἡ  εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ μας διαφέρει ἀπὸ τὴν  «πὰξ Ρομάνα», τὴν εἰρήνη τοῦ κόσμου. Ἡ  εἰρήνη τοῦ Χριστοῦ ἔχει βάθος καὶ  πλάτος. Εἶνε εἰρήνη τριπλῆ· εἰρήνη  πρῶτον μὲ τὸ Θεό, δεύτερον μὲ τὸν  πλησίον, καὶ τρίτον μὲ τὸν ἑαυτό μας.

* * *

Εἰρήνη μὲ τὸ Θεό. Πῶς νὰ τὸ ἐκφράσω; Μ᾿ ἕνα  παράδειγμα. Ὅταν ἤμεθα μικρὰ παιδιὰ  καὶ κάναμε κάποια ἀταξία, τὸ βράδυ  ἐκεῖνο δύσκολα πηγαίναμε στὸ σπίτι.  Ἐφοβούμεθα τὸν πατέρα. Καὶ μόνο ὅταν ὁ  πατέρας μας ἠρεμοῦσε καὶ μὲ ἕνα νεῦμα  του καταλαβαίναμε ὅτι μᾶς ἀγαπάει,  τρέχαμε κοντά, καὶ μᾶς ἀγκάλιαζε καὶ  μᾶς φιλοῦσε, καὶ ἔτσι οἱ σχέσεις πατρὸς  καὶ υἱοῦ ἀποκαθίσταντο. Κάτι παρόμοιο  συνέβη μὲ τὴν ἀνθρωπότητα. Ὁ ἄνθρωπος  ἁμάρτησε, παρέβη τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ,  ἐκροχιάσθηκε. Ἔκτοτε τὸν ἀκολουθεῖ  μιὰ σκιά, ἕνα α σθημα ἐνοχῆς. Εἶνε  πανθομολογούμενο ψυχολογικὸ  φαινόμενο, εἶνε ἕνα α σθημα ὅλων τῶν  ἀνθρώπων τῆς γῆς. Εἶνε τὸ αἴσθημα ποὺ  ἐξέφραζαν οἱ ἀρχαῖοι μὲ τὶς Ἐρινύες,  εἶνε αὐτὸ ποὺ λέμε σήμερα «ἄγχος». Οἱ  ψυχίατροι δὲν μποροῦν νὰ θεραπεύσουν  τὸ ἄγχος καὶ οἱ νευροψυχιατρικὲς  κλινικὲς ἔχουν πληθυνθῆ. Αὐτὸ τὸ ἄγχος  ἐν ἐσχάτῃ ἀναλύσει δὲν εἶνε τίποτε  ἄλλο παρὰ μία συνέπεια τῆς ἔχθρας  μεταξὺ Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου.
Ἀλλ᾿ ὅπως λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν  πρὸς Ῥωμαίους ἐπιστολή, «ἐχθροὶ ὄντες  κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ» (Ῥωμ. 5,10).  Ἐπῆλθε ἡ εἰρήνη, ἔγινε τὸ θαῦμα. Τὸ  σινικὸ τεῖχος, ποὺ χώριζε οὐρανὸ καὶ γῆ,  Θεὸ καὶ ἄνθρωπο, ἔπεσε. Τὸ γκρέμισε  ἕνας· ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.  Δὲν εἶνε ψέμα. Διὰ τοῦ Χριστοῦ ἡ ἁμαρτία  συγχωρεῖται, ἡ ἐνοχὴ ἀπαλείφεται, καὶ  στὰ βάθη τῆς ὑπάρξεώς του ὁ ἄνθρωπος  ἀκούει τὴ γλυκειὰ φωνὴ τοῦ οὐρανίου  Πατρός.
Εἰρήνη μὲ τὸν πλησίον ἔπειτα. Ἡ ἁμαρτία  διετάραξε τὶς ἁρμονικὲς σχέσεις ὄχι  μόνο μὲ τὸ Θεὸ ἀλλὰ καὶ μὲ τὸ συνάνθρωπο. Ἀφ ᾿ ὅτου ὁ Κάϊν ἐφόνευσε τὸν Ἄβελ καὶ τὸ  ἔδαφος τῆς γῆς ἐβάφη μὲ αἷμα, ἀπὸ τότε  μῖσος ἀβυσσαλέο ἐπικρατεῖ.  Ἀποτέλεσμα τοῦ μίσους εἶνε ἐμφύλιοι  σπαραγμοί, τοπικοὶ καὶ παγκόσμιοι  πόλεμοι. Τὸ μῖσος εἶνε σὰν τὴν ὁμίχλη,  μέσα στὴν ὁποία δὲν μπορεῖς νὰ  διακρίνῃς τὸν ἀπέναντί σου –  ὑπάρχουν περιπτώσεις ποὺ ἀδερφὸς  πυροβόλησε τὸν ἀδερφό του. Ἡ ἀπαίσια  ὁμίχλη τοῦ μίσους ἐκάλυπτε τὴ γῆ καὶ ἡ  ἀγάπη ἦτο ἀνύπαρκτος. Ἀλλὰ ὁ Χριστὸς  ἦρθε καὶ ὁ ἥλιος τῆς δικαιοσύνης  διέλυσε τὴν ὁμίχλη τοῦ μίσους. Ἔτσι  ἐπανέρχεται ἡ εἰρήνη.
Εἰρήνη μὲ τὸ Θεό, εἰρήνη μὲ τὸν πλησίον,  κι ἀκόμη περισσότερο εἰρήνη μὲ τὸν  ἑαυτό μας. Περίεργο, καὶ ὅμως ἀληθινό·  ἡ ἁμαρτία διέσπασε τὴν ἑνιαία  προσωπικότητα τοῦ ἀνθρώπου, τὸν  ἐδίχασε. Δὲν ε μεθα ἕνας – ψέμα εἶν᾿  αὐτό. Εἴμεθα διπλοῖ, διχασμένοι. Ὅπως  παρατήρησε καὶ ὁ Πλάτων, στὰ βάθη τῆς  ἀνθρωπίνης καρδίας παλεύουν δύο  ὑπάρξεις· τὸ σκότος καὶ τὸ φῶς, ἡ  ἀλήθεια καὶ τὸ ψέμα, ὁ ἄγγελος καὶ ὁ  σατανᾶς. Ἀγρία πάλη. Ἡ μεγαλυτέρα μάχη  δὲν εἶνε κάποια ἀπ᾿ αὐτὲς ποὺ  περιγράφει ἡ ἱστορία· εἶνε αὐτὴ ποὺ  γίνεται μέσα στὸ στῆθος μας. Πεδίον  της εἶνε καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκεῖ  παλεύουν δύο δυνάμεις. Ἡ μία ὠθεῖ πρὸς  τὸν οὐρανό, σπρώχνει πρὸς τὰ ἐπάνω. Ἡ  ἄλλη θέλει νὰ μᾶς ῥίξῃ κάτω, μᾶς  βυθίζει σὰν τὸ μολύβι. Καὶ μοιάζει ὁ  ἄνθρωπος μὲ ἀετὸ ποὺ θέλει νὰ πετάξῃ  στὰ ὕψη, ἀλλὰ κάποιος τοῦ ἔκοψε τὰ  φτερά. Ἰδού τὸ δρᾶμα.
Πόλεμος λοιπὸν μέσα στὰ στήθη μας.  Πόλεμος ἀπὸ τὴν ἡμέρα ποὺ γεννιέται ὁ  ἄνθρωπος μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του. Καὶ  ἐὰν ὑποτάξῃ τὴ σάρκα στὸ πνεῦμα, τὸ  κατώτερο στὸ ἀνώτερο, τότε νίκη, νίκη  ὡραία! Ὅπως ἔλεγαν οἱ πρόγονοί μας,  ἀνωτέρα νίκη εἶνε «τὸ νικᾶν ἑαυτόν», τὸ  νὰ νικᾷς τὸν ἑαυτό σου. Διότι ὅσο  μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος νὰ βλάψῃ ὁ διος τὸν  ἑαυτό του, δὲν μπορεῖ κανείς ἄλλος νὰ  τὸν βλάψῃ· οὔτε ὁ δαίμονας.
Εἰρήνη λοιπὸν μὲ τὸ Θεό, εἰρήνη μὲ τὸν  πλησίον, εἰρήνη μὲ τὸν ἑαυτό μας διὰ τῆς  γαλήνης τῆς συνειδήσεως.

* * *

Ὦ εἰρήνη, γλυκὺ ὄνομα καὶ γλυκύτερο  πρᾶγμα, ποῦ κατοικεῖς, ποῦ βρίσκεσαι;  Στὰ ἀνάκτορα, στὶς ἀκαδημίες; Ὄχι. Στὸ  σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ. Τὸ περιστέρι  ἀναπαύεται στὶς καρδιὲς τῶν ταπεινῶν  ἀνθρώπων, τῶν βοσκῶν, ἐκείνων ποὺ  ἐκτελοῦν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. «Εἰρήνη  πολλὴ τοῖς ἀγαπῶσι τὸν νόμον» τοῦ Θεοῦ  (Ψαλμ. 118,165). «Καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη».
―Ἄ, θὰ μοῦ πῆτε, φαντασίες αὐτά.  Θεωρίες ὡραῖες. Ποιά εἶνε ὅμως ἡ  πραγματικότης;
Πράγματι τὴν ὥρα αὐτὴ στὸν πλανήτη μας  ὑπάρχουν πολλὲς ἑστίες πυρός, ἑστίες  πολέμου. Οἱ ὑπερδυνάμεις ἔχουν  ἀνοίξει τὰ βουνὰ καὶ σὲ τεχνητὰ σπήλαια  ἔχουν κρύψει πυρηνικὲς βόμβες. Λοιπὸν ν ᾿ ἀπελπισθοῦμε;
Ὄχι, ἀγαπητοί μου. Εἴμεθα αἰσιόδοξοι.  Ἀφ᾿ ὅτου ἀνέτειλε τὸ ἄστρο τῆς Βηθλεέμ,  δέσμες ἐλπίδων χύθηκαν στὸν κόσμο.  Πιστεύουμε, ὅτι ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ  παγκόσμιος ἄξων, τὸ κέντρο τῆς  ἀνθρωπότητος, τὸ ἄλφα (Α) καὶ τὸ ὠμέγα (Ω).  Πιστεύουμε, ὅτι μιὰ μέρα θ᾿ ἀνατείλῃ  παγκόσμιος εἰρήνη καὶ κατὰ τὴν  προφητεία τοῦ Ἠσαΐου «τὸ ἀρνὶ θὰ  βοσκήσῃ μαζὶ μὲ τὸ λύκο» (Ἠσ. 11,6), τὰ ἔθνη  δηλαδὴ τὰ πολεμοχαρῆ θὰ γίνουν  φιλειρηνικά. Μυστήριο μέγα θὰ  συντελεσθῇ. Καὶ τότε θὰ γίνῃ «μία  ποίμνη, εἷς ποιμήν» (Ἰω. 10,16), καὶ πάλι  στοὺς αἰθέρας θ᾿ ἀντηχῇ τὸ ἐμβατήριο  τῶν αἰώνων «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ  ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία».
 † ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία  ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγίου Παντελεήμονος  Φλωρίνης τὴν 25-12-1973

Τρίτη, Δεκεμβρίου 22, 2015

Ας προετοιμαστούμε για τα Χριστούγεννα.


Γέννηση2

Αρχιμ. Ιωακείμ Βενιανάκης, Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Καλαβρύτων και Αιγιαλείας
Σε λίγες ημέρες η αγία μας Εκκλησία θα πανηγυρίσει για μία ακόμα φορά την μεγάλη δεσποτική εορτή των Χριστουγέννων και θα μας καλέσει να φιλοξενήσουμε στις καρδιές μας το νεογέννητο Χριστό και να μεταδώσουμε στους αδελφούς μας, όπως οι Άγγελοι στους Ποιμένες, ότι Χριστός ο Θεός ετέχθη σήμερον. Είναι Εκείνος που φέρνει φως, χαρά, ελπίδα, ειρήνη, και ηρεμία στις ταλαιπωρημένες από την κάθε είδους κρίση καρδιές μας.
Ό Άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος τον τέταρτο αιώνα μ.Χ. με νωπή και ζωντανή την παρουσία του Χριστού επί της γης, κηρύττει με ζέση πίστεως λέγοντας: «Σήμερα λύθηκαν τα μακροχρόνια δεσμά. Ό διάβολος καταντροπιάσθηκε. Οι δαίμονες δραπέτευσαν. Ό θάνατος (της ψυχής) καταργήθηκε. Ό Παράδεισος ανοίχθηκε. Ή κατάρα εξαφανίστηκε. Ή αμαρτία διώχθηκε. Ή πλάνη απομακρύνθηκε. Ή αλήθεια αποκαλύφθηκε. Το κήρυγμα της ευσέβειας ξεχύθηκε και διαδόθηκε παντού.
Ή Βασιλεία των Ουρανών μεταφυτεύθηκε στη γη. Οι Άγγελοι συνομιλούν με τους ανθρώπους. 'Όλα έγιναν ένα. Κατέβηκε ό Θεός στη γη κι ό άνθρωπος ανέβηκε στους ουρανούς. Κατέβηκε ό Θεός στη γη και πάλι βρίσκεται στον Ουρανό. 'Ολόκληρος είναι στον ουρανό κι ολόκληρος είναι στη γη. Έγινε άνθρωπος κι είναι Θεός. Είναι Θεός κι έλαβε σάρκα»[1].

Τριγυρνώντας όλοι μας στους δρόμους αυτές τις άγιες ημέρες, εντυπωσιαζόμαστε από τον  όντως εκθαμβωτικό στολισμό των βιτρινών των καταστημάτων αλλά και των σπιτιών, από τα πολύχρωμα λαμπιόνια που αναβοσβήνουν, από τις εορταστικές μουσικές και τα τραγούδια, που προσπαθούν να σπάσουν για λίγο τη βαρυθυμία και την μελαγχολία μας, εξαιτίας των ποικίλων προβλημάτων, που αντιμετωπίζουμε στην ρουτινιάρικη καθημερινότητά μας. Και αφού περάσουν οι γιορτές και κατέβουν τα στολίδια και σωπάσουν οι χαρούμενες μελωδίες, κατεβαίνει μαζί και η διάθεσή μας με αποτέλεσμα πάλι να βυθιζόμαστε στην ίδια κατάθλιψη, στα ίδια προβλήματα, να ζούμε την ίδια απελπισία.    Αναρωτηθήκαμε άραγε τί φταίει γι αυτό; Μήπως εορτάζουμε τα Χριστούγεννα επιφανειακά, υλιστικά, και όχι πνευματικά; Μήπως τελικά εορτάζουμε τα Χριστούγεννα χωρίς Χριστό;

 Για να βιώσουμε το νόημα της Γεννήσεως του Χριστού, για να κατανοήσουμε  τί σημαίνει ότι ο Χριστός με την ενανθρώπησή του μας  δώρισε την ελευθερία από την αμαρτία και τον θάνατο και μας ανέβασε στο θρόνο του Θεού, οφείλουμε να προετοιμασθούμε εσωτερικά και να αγωνισθούμε με περισσότερη ένταση εναντίον των παθών μας, των λογισμών και των φαντασιώσεών μας, εναντίον των επιθυμιών και των προσδοκιών μας, δηλαδή να  πολεμήσουμε τον εγωισμό μας.

Οφείλουμε λοιπόν να προετοιμάσουμε την ψυχή μας. Να την προετοιμάσουμε ώστε να γεννηθεί μέσα μας ο Κύριος. Και για να γίνει αυτό πρέπει καταρχήν να καθαριστούμε  στο λουτρό της μετανοίας, στο ιερό μυστήριο της εξομολογήσεως. Η αμαρτία είναι αρρώστια της ψυχής που, αν μείνει αθεράπευτη, οδηγεί στον πνευματικό θάνατο, στον αιώνιο θάνατο, δηλαδή,  στον χωρισμό της ψυχής από το Θεό. Όπως, λοιπόν, όταν ασθενούμε σωματικά, πηγαίνουμε στον ιατρό και μας χορηγεί θεραπευτική αγωγή, έτσι και όταν ασθενούμε πνευματικά, προσερχόμαστε στην Εκκλησία, που είναι ένα πνευματικό θεραπευτήριο και πιο συγκεκριμένα, στο πετραχήλι του πνευματικού. Στον πνευματικό εξομολογούμαστε όλες τις αμαρτίες, που τραυμάτισαν την ψυχή μας, δίχως ντροπή και με απόλυτη ειλικρίνεια. Στη συνέχεια ο πνευματικός πατήρ θα μας διαβάσει τη συγχωρητική ευχή και θα μας απευθύνει συμβουλές για την ευόδωση της πνευματικής μας πορείας. Η άφεση των αμαρτιών μας από τον πνευματικό ιερέα γίνεται σύμφωνα με την εξουσιοδότηση που έδωσε ο Κύριός μας στους αγίους Μαθητές και Αποστόλους, ειπών: «Αν τινων αφήτε τας αμαρτίας, αφίενται αυτοίς…..». Ώστε, λοιπόν, ο ιερεύς δεν είναι τίποτα περισσότερο από υπηρέτης της Θείας Χάριτος. Έτσι, λοιπόν, είναι απαραίτητο σε όλους μας, πριν προσέλθουμε στα Άχραντα Μυστήρια, να εξομολογηθούμε και να είμεθα όσο το δυνατόν περισσότερο προετοιμασμένοι πνευματικά, ώστε να λάβουμε μέσα μας τον Χριστό. Όπως, λοιπόν, καθαρίζουμε και στολίζουμε το σπίτι μας ή φοράμε εμείς οι ίδιοι επίσημα ρούχα σ’ εκείνες τις γιορτινές ημέρες, έτσι και την ψυχή μας οφείλουμε να την καθαρίσουμε απ’ το ρύπο της αμαρτίας, ώστε να είναι έτοιμη να υποδεχθεί το Θείο Βρέφος.

Συγχρόνως η Αγία μας Εκκλησία, μάς προετοιμάζει για την εορτή των Χριστουγέννων με το σαραντάημερο της νηστείας. Η νηστεία μας βοηθά στο να καθαρισθούμε ψυχικά και σωματικά. Ενώ η πολυφαγία προκαλεί ποικίλα προβλήματα υγείας κι εξάπτει το σαρκικό φρόνημα, η νηστεία, αντίθετα, μαραίνει τις σαρκικές επιθυμίες και κοιμίζει τις επαναστάσεις του σώματος, όπως διδάσκει ο ιερός Γρηγόριος ο Παλαμάς. Η νηστεία ελευθερώνει τον άνθρωπο από τα πάθη, γι’ αυτό και οι πατέρες την ονομάζουν «παθοκτόνο» και «φάρμακο παθών καθαρτήριο». Η νηστεία είναι όπλο κατά του πονηρού, κατά το Μ. Βασίλειο, ενώ βοηθάει στην απόκτηση των αρετών. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης την ονομάζει «θεμέλιο αρετής», ενώ ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος την ονομάζει «μητέρα της σωφροσύνης». Ο Προφήτης Μωϋσής μετά από 40 μέρες νηστείας στο όρος Χωρήβ, αξιώθηκε να δει, όσο είναι δυνατό σε άνθρωπο, τον ίδιο τον Κύριο. Οπότε η νηστεία μας βοηθάει, ώστε να αποκτήσουμε  «κοινωνία» με το Θεό.

           Αξίζει να παραθέσουμε εδώ ορισμένες ρήσεις του Μ. Βασιλείου για τη νηστεία[2]: «Η νηστεία γεννάει προφήτες. Ενισχύει τους δυνατούς. Σοφίζει τους νομοθέτες. Εξοπλίζει τους ήρωες. Γυμνάζει τους αθλητές. Αποκρούει τους πειρασμούς. Συγκατοικεί με τη νηφαλιότητα και την αγνότητα. Στους πολέμους κάνει ανδραγαθήματα και στον καιρό της ειρήνης διδάσκει την ησυχία. Αγιάζει τους αφιερωμένους και τελειοποιεί τους ιερείς. Η νηστεία ενισχύει την προσευχή. Γίνεται φτερό στην πορεία της προς τον ουρανό. Είναι μητέρα της υγείας, παιδαγωγός της νιότης, στολίδι των γηρατειών. Είναι συνοδοιπόρος των ταξιδιωτών και ασφάλεια των συγκατοίκων».

Πρέπει να έχουμε πάντα υπόψιν μας ότι για την Εκκλησία μας η αληθινή νηστεία δεν είναι μόνο η αποχή από τροφές, αλλά η αποχή από πάθη και αμαρτίες. Λέγει χαρακτηριστικά ο Μέγας Φώτιος: «Νηστεία δεκτή από τον Θεό είναι αυτή που μαζί  με την αποχή των τροφών συνδυάζει και την αποστροφή προς τη φλυαρία, το φθόνο, το μίσος και τα άλλα αμαρτήματα. Αυτός που νηστεύει από τροφές, αλλά δεν εγκρατεύεται από τα πάθη, μοιάζει με εκείνον που έβαλε λαμπρά θεμέλια στο σπίτι, που έκτισε, αλλά αφήνει να συγκατοικούν μαζί του φίδια, σκορπιοί και κάθε φαρμακερό ερπετό».  Επιδίωξή μας λοιπόν είναι η πνευματική νηστεία, δηλ. η αποφυγή της αμαρτίας και η τήρηση του θελήματος του Θεού, η εφαρμογή της αγάπης, η συγχωρητικότητα, η ελεημοσύνη και η απόκτηση ακόμη μεγαλύτερης αρετής. Με τον τρόπο αυτό κατανοούμε καλύτερα και πραγματώνουμε το λόγο του Μεγάλου Βασιλείου «Αληθινή νηστεία είναι η αλλοτρίωση από κάθε κακό, από κάθε αμαρτία, από κάθε εμπαθή λογισμό, από κάθε βρώμικη επιθυμία».

Η νηστεία και η εξομολόγηση μάς προετοιμάζουν  να προσέλθουμε στο  Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας για να κοινωνήσουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, να γίνουμε «σύναιμοι και σύσσωμοι»  του Χριστού, να χριστοποιήσουμε τη ζωή μας, να γίνουμε όλοι ένα με Εκείνον και μεταξύ μας, αποτελούντες το Ένα σώμα του Κυρίου. Ενούμεθα με τον Χριστό  και γινόμεθα μαζί του ένα σώμα. «Ο Χριστός είναι αυτός ο οποίος ποτίζει την καρδιά μας την διψασμένη. Τα μέλη μας και οι σάρκες μας και τα οστά μας γίνονται μέλη και σάρκες και οστά του Χριστού.  Σε κάθε θεία Λειτουργία ζούμε την ζωή του Χριστού και ο Χριστός αναλαμβάνει την δική μας ζωή. Όπως ένας είναι ο άρτος που βάζουμε στο άγιο αρτοφόριο, όπως ένας είναι ο άρτος τον οποίον αποθέτουμε στην αγία Τράπεζα, δηλ. το Σώμα του Χριστού, έτσι και εμείς, όταν μεταλαμβάνουμε το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, ενούμεθα με τον Χριστό και μεταξύ μας!  Κάθε φορά που συμμετέχουμε στη θεία λειτουργία, πηγαίνομε για να πάρουμε τον Χριστό μέσα μας.  Προηγουμένως όμως πρέπει να έχουμε καθαρίσει την ψυχή μας από κάθε αμαρτία και συγχρόνως έτοιμοι να ακολουθήσουμε τα προστάγματά του, το θέλημά Του. Εάν έχουμε κρατούμενα, δηλ. ενοχές, δεν μπορούμε να ενωθούμε με τον Χριστό. ………Η λειτουργία μας είναι ένας αρραβώνας με τον Χριστό, ένας γάμος. Μας βάζει στην Βασιλεία Του»[3]. Ύστερα θα βγούμε πάλι, θα πάμε στο σπίτι μας με τα πάθη μας, με τις αμαρτίες μας, με τις μιζέριες μας. Δεν έχει σημασία. Θα πάμε πάλι στην λειτουργία, θα ενωθούμε και πάλι με τον Χριστό, κι’ Εκείνος θα μας θεώσει ξανά! Και έτσι, με συνεχή αγώνα, με συνεχή πορεία, μπροστά ο ιερεύς, πίσω εμείς, θα φθάσουμε στη Βασιλεία των Ουρανών. Πηγαίνομε στη λειτουργία με τον πόθο αυτό; Τότε εξασφαλίσαμε την Βασιλεία των Ουρανών. Τούτο σημαίνει ότι μέσα μας φέρουμε τον Χριστό και μαζί όλα τα δώρα Του, τα οποία μας ελευθερώνουν  από την πνευματική μας   στειρότητα και μας χαρίζουν μια σταθερή ελπίδα, ειρήνη και χαρά στη ζωή μας , που κανένας και τίποτε δεν μπορούν να μας αφαιρέσουν.

Τούτα τα Χριστούγεννα, λοιπόν,  ας μην αφεθούμε, όπως τις προηγούμενες χρονιές, στα κοσμικά ρεβεγιόν της παραμονής της εορτής, αλλά, αφού προετοιμασθούμε, έστω τις λίγες ημέρες που μας έμειναν, με νηστεία, προσευχή και εξομολόγηση, και αφού συγχωρήσουμε τους άλλους, το πρωί των Χριστουγέννων ας σπεύσουμε να απολαύσουμε το πνευματικό και μοναδικό  «πανηγύρι της ψυχής » στην Ενορία μας, εκεί όπου μας περιμένει ο Χριστός, για να μας προσφέρει για άλλη μια φορά, αντί άλλων εδεσμάτων, τον εαυτόν Του, το Σώμα Του και το Αίμα Του. Έτσι θα γίνουμε Χριστοφόροι! Ουράνιοι άνθρωποι ή επίγειοι Άγγελοι.  Ας  τιμήσουμε λοιπόν την δική     Του συγκατάβαση με την δική μας συγκατάθεση στην πρόσκλησή Του.

Καλά και ευλογημένα Χριστούγεννα!

Χριστούγεννα σημαίνει: ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ.


Πολλοί άνθρωποι ομιλώντας για τα Χριστούγεννα λέγουν ότι είναι μία ευκαιρία να δούμε τις ανάγκες του συνανθρώπου μας, να σκύψουμε στις πληγές του διπλανού μας και να τον βοηθήσουμε, μιας και «οι ημέρες το απαιτούν».
Χριστούγεννα όμως δεν σημαίνει: άσκηση ελεημοσύνης. Χριστούγεννα δεν σημαίνει παρηγοριά στους πονεμένους και φτωχούς.

Χριστούγεννα σημαίνει: Γέννηση του Χριστού!
Άλλη μία φορά δυστυχώς ο σκοτισμένος λογισμός των ανθρώπων έχει μετατρέψει μία Σωτηριώδη Εορτή σε μία απλή ευκαιρία ελεημοσύνης.
Οι άνθρωποι λοιπόν, οι οποίοι τις πιο πολλές φορές έχουν ξεχάσει καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους τους συνανθρώπους τους, σαν να ξυπνούν από τον λήθαργο της αναισθησίας τους και μέσα στον συναισθηματικό βερμπαλισμό των εορτών προσπαθούν να αναπληρώσουν το χαμένο έδαφος της αδιαφορίας τους.  Για να νιώσουν «το πνεύμα των Χριστουγέννων –όπως οι ίδιοι υποστηρίζουν- αρκούνται σε μία φιλανθρωπία, και έπειτα ξαναχώνονται μέσα στην ματαιόδοξη βιωτή τους.
Άνθρωποι της τηλεόρασης, τραγουδιστές, ποδοσφαιριστές, επιχειρηματίες και κάθε είδος διάττοντες αστέρες «συνωστίζονται» για να αποδείξουν ότι έχουν φιλάνθρωπα συναισθήματα, ότι ενδιαφέρονται για τους φτωχούς και τους αρρώστους, για τους ανθρώπους που κοιμούνται χωρίς θέρμανση, για τα παιδάκια που διαβάζουν δίπλα στην ξυλόσομπα κάτω από το φως ενός κεριού. Και δώσ’ του οι έπαινοι, και δώσ’ του η προβολή, οι φωτογραφίες, οι συνεντεύξεις…και όλα αυτά….από ενδιαφέρον για τους συνανθρώπους, διότι «οι ημέρες το απαιτούν…».
Βεβαίως κανείς δεν μπορεί να πει ότι αυτό που γίνεται είναι κάτι το κακό. Όμως τελικά μήπως είναι άλλη μια φιέστα που χρησιμοποιεί για λόγους προβολής και διαφήμισης τον πόνο και την δυστυχία κάποιων; Μήπως τελικά όλα αυτά που γίνονται αυτές τις όντως ιερές ημέρες είναι μία μεγάλη υποκρισία; Μήπως τελικά η ματαιοδοξία (αν και Χριστούγεννα) θα μασκαρευτεί  σε εκδηλώσεις φιλανθρωπίας;
Διότι ακόμα κι αν όλα αυτά γίνονται γνήσια και μακριά από  ψεύτικους συναισθηματισμούς, τελικά…δεν αρκούν.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία, δεν περιμένει αυτές τις ημέρες για να σκύψει πάνω στα προβλήματα του λαού. Η Εκκλησία δεν περιμένει τις εορτές των Χριστουγέννων για να δώσει ένα πιάτο φαΐ, για να πληρώσει το ρεύμα κάποιας οικογένειας, για να αγοράσει πετρέλαιο ή ξύλα για να ζεσταθεί κάποιος ανήμπορος, για να προμηθεύσει με φάρμακα κάποιους αρρώστους.
Η Εκκλησία δεν περιμένει τις εορτές για να επισκεφθεί κάποιους στο νοσοκομείο ή στην φυλακή. Η Εκκλησία δεν περιμένει όπως η ματαιοδοξία των ανθρώπων που περιμένουν τους φωτογράφους για να δώσουν ένα δέμα σε κάποιον άστεγο. Η Εκκλησία εργάζεται σιωπηλά και συνεχώς προσφέροντας ένα απίστευτο κοινωνικό έργο αν και είναι το πάρεργό της.
Η Εκκλησία δεν περιμένει επαίνους. Δεν περιμένει «ευχαριστώ». Γιατί; Διότι η Εκκλησία έχει Αγάπη. Και η αγάπη «ου ζητεί τα εαυτής».
Σε έναν κόσμο όπου ακόμα και η εορτή των Χριστουγέννων, η εορτή της Ταπείνωσης και της άκρας συγκατάβασης έχει εμπορευματοποιηθεί, έρχεται η Εκκλησία του Χριστού με το στόμα των Θεοφόρων Πατέρων της, με το στόμα των Μαρτύρων και των Οσίων της και μας τονίζει: Χριστούγεννα δεν σημαίνει, φωτάκια, στολισμένα δέντρα, αγορές και παιχνίδια, κάλαντα και χιόνια, γιορτινά τραπέζια ή επανασύνδεση της οικογένειας.
Χριστούγεννα δεν σημαίνει απλά οι μάγοι με τα δώρα ή το φωτεινό άστρο ή η κρύα φάτνη. Χριστούγεννα δεν σημαίνει ότι γεννήθηκε κάποιος σπουδαίος άνθρωπος. 
Έχουμε χάσει το νόημα των Χριστουγέννων, έχουμε χάσει εδώ και καιρό τον προσωπικό μας δρόμο προς της τελείωση. 
Όχι, δεν είναι τα Χριστούγεννα κάποιος χοντρός ασπρογέννης με μεγάλη κοιλιά!
Χριστούγεννα σημαίνει: ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ.
Γι’ αυτό χαιρόμαστε και εορτάζουμε…όχι μόνο αυτές τις ημέρες, αλλά συνεχώς… εδώ και 2000 και πλέον χρόνια.
Ο Χριστιανός ζει συνεχώς μία ζωή προσφοράς και θυσίας, ταπείνωσης και φιλανθρωπίας...δεν περιμένει το τέλος εκάστου έτους για να θυμηθεί ότι είναι άνθρωπος.
Ο Χριστιανός είναι ο όντως Άνθρωπος ο οποίος πλέον έχει την δυνατότητα να γίνει και κατά Χάριν θεάνθρωπος. Διότι ο Θεός μας είναι Θεάνθρωπος…άραγε το έχουμε καταλάβει;

 αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...