Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Σάββατο, Μαρτίου 05, 2016

Χριστός και Ευρώπη. Ένας δραματικός διάλογος

ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΗ
Ένας δραματικός διάλογος
Αγίου Νικολάου Επίσκοπου Αχρίδος και Ζίτσης (†1956), διά τού Αρχιμανδρίτου Ιουστίνου Πόποβιτς (1979)

Ο Χριστός ρωτά με λύπη:
Πώς μπορείτε εσείς οι άνθρωποι να ζείτε μόνο με τα ιμπεριαλιστικά, υλικά συμφέροντα, δηλαδή με την ζωώδη μόνο επιθυμία για την σωματική τροφή; Εγώ ήθελα να σας κάμω Θεούς και υιούς Θεού και σεις φεύγετε και επιδιώκετε να εξισωθείτε με τα υποζύγια.
 .
Σ' αυτό απαντά η Ευρώπη:

Εσύ είσαι καθυστερημένος. Στην θέση του Ευαγγελίου σου βρήκαμε την βιολογία και την ζωολογία. Τώρα γνωρίζουμε ότι δεν είμαστε δικοί σου απόγονοι και του ουρανίου πατέρα σου, αλλά απόγονοι των ουραγκοτάγκων και των γοριλών, δηλαδή του πιθήκου. Εμείς τώρα τελειοποιούμαστε για να γίνουμε θεοί. Γιατί δεν παραδεχόμαστε άλλους θεούς εκτός από εμάς.
.
Σ' αυτό ο Χριστός λέγει:
Εσείς είσθε περισσότερο σκληροτράχηλοι από τους αρχαίους Εβραίους. Εγώ σας σήκωσα από το σκοτάδι της βαρβαρότητας στο ουράνιο φως, και σεις πηγαίνετε πάλι πίσω στο σκοτάδι, όπως το βουβάλι ατή λάσπη. Εγώ έχυσα το αίμα μου για χάρη σας. Εγώ σας έδειξα την αγάπη μου, όταν όλοι οι Άγγελοι μου απέστρεφαν τα πρόσωπα τους μη μπορώντας να υποφέρουν την δυσωδία σας, δυσωδία του Άδη. Όταν λοιπόν εσείς ήσασταν σκοτάδι και δυσωδία, ήμουν ό μόνος πού στάθηκα να σας καθαρίσω και να σας φωτίσω. Να μην είσθε λοιπόν τώρα άπιστοι, γιατί θα επιστρέψετε πάλι σ' εκείνον τον ανυπόφορο ζόφο και τη δυσωδία.
.
Σ' αυτό η Ευρώπη φωνάζει περιπαικτικά:
Φύγε από μας. Δεν σε αναγνωρίζουμε. Εμείς ακολουθούμε την ελληνική φιλοσοφία και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και την κουλτούρα, θέλουμε ελευθερία. Εμείς έχουμε τα πανεπιστήμια. Η επιστήμη είναι το οδηγητικό μας αστέρι. Το σύνθημα μας είναι: ελευθερία, αδελφοσύνη, ισότητα. Ο νους μας είναι ό θεός των θεών. Εσύ είσαι Ασιάτης. Εμείς σε αρνούμαστε. Εσύ είσαι μόνο ένας παλαιός μύθος των γιαγιάδων και των παππούδων μας.
.
Τότε ο Χριστός με δάκρυα στα ματιά Του λέγει:
Ιδού εγώ φεύγω, αλλά εσείς θα δείτε. Αφήσατε την οδό του Θεού και ακολουθήσατε την σατανική οδό. Η ευλογία και ή ευτυχία αφαιρέθηκαν από σας. Στο χέρι μου βρίσκεται η ζωή σας, γιατί εγώ σταυρώθηκα για σας. Παρά ταύτα δεν θα σας τιμωρήσω εγώ, αλλά οι αμαρτίες σας και η αποστασία σας από έμενα τον Σωτήρα σας. Εγώ φανέρωσα την αγάπη του Πατέρα μου προς όλους τους ανθρώπους και ήθελα με αγάπη να σας σώσω όλους.
πηγή  εδώ

Κυριακή της Απόκρεω: Δευτέρα Παρουσία κι οι ευθύνες μας για τους πρόσφυγες του Mητροπολίτη Ζιμπάμπουε Σεραφείμ

Κυριακή της Απόκρεω: Δευτέρα Παρουσία κι οι ευθύνες μας για τους πρόσφυγες



Η Κυριακή της Απόκρεω καθιερώθηκε από την Εκκλησία μας για να μας προετοιμάσει για την είσοδο μας στην Μεγάλη Τεσσαρακοστή.

  Με την αναφορά που κάνει η Εκκλησία μας σήμερα στην Δευτέρα Παρουσία του Χριστού και στην τελική μας κρίση, εκφράζει το ζωηρό ενδιαφέρον της για την σωτηρία μας Tο όνομά της, η Κυριακή της Απόκρεως, το πήρε από το γεγονός ότι από την επομένη ημέρα αρχίζει η αποχή μας από το κρέας (από – κρέας).

 Με αυτό τον τρόπο η Εκκλησία μας θέλει να μας βοηθήσει να έχουμε ισχυρή θέληση για να διακρίνουμε το καλό από το κακό.

 Για να κατανοήσουμε ποιο είναι το νόημα της ζωής μας, στην σημερινή Ευαγγελική Περικοπή γίνεται αναφορά στην ημέρα της Κρίσεως κατά τη Δευτέρα  Παρουσία του Ιησού Χριστού, όπου, σύμφωνα με την χριστιανική διδασκαλία, όλοι οι άνθρωποι θα κριθούν αν θα ζήσουν αιώνια στη θεία μακαριότητα του Παραδείσου ή στην οδύνη της κολάσεως.

 Στην πραγματικότητα η δικαιοσύνη του Θεού για την κρίση μας συνδέεται με το περιεχόμενο των επιλογών μας  στη ζωή μας. Επιλέγοντας την επιτέλεση του καλού επιλέγουμε τον Παράδεισον.

Επιλέγοντας την αδικία σε βάρος των συνανθρώπων μας και την ανοχή μας προς ό,τι είναι αμαρτωλό και κακό, επιλέγουμε την Κόλαση.

 Για να έχουμε την ελπίδα του Παραδείσου πρέπει οι σκέψεις μας κι οι πράξεις μας να αποβλέπουν στο κοινόν καλόν. Έτσι, αν στη ζωή μας επιλέξουμε την αγάπη, έχουμε την ελπίδα  του Παραδείσου, αν γίνουμε φορείς της αδιαφορίας και του μίσους γινόμαστε άξιοι της Κολάσεως.

  Η αγάπη είναι κατάσταση ελευθερίας, υπευθυνότητας και μαρτυρίας της αλήθειας. Αντίθετα η κάθε είδους αδιαφορία επιτελέσεως του καλού, αποτελεί μορφή συμμετοχής στην επιτέλεση του κακού και τελικά έκφραση μίσους. Το μίσος με την αύξησή του, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε φόνο.

 Εκεί που απουσιάζει η αδιάκριτη κι άδολη αγάπη προς όλους τους ανθρώπους και μάλιστα προς τους πρόσφυγες, αρχίζει να καλλιεργείται το μίσος. Το μίσος αποδιοργανώνει τη ζωή μας και διαστρέφει την προσωπικότητά μας. Το μίσος μας διαφθείρει, μας κάνει εγκληματίες. Τελικά το μίσος σκοτώνει μισούντα και μισούμενο, με το ξύπνημα της εκδίκησης και της αντεκδίκησης.. Η εκδίκηση δεν οδηγεί ποτέ σε θετικά αποτελέσματα. Πάντοτε οδηγεί σε καταστροφές και τραγωδίες. 
Με το μίσος δεν γαληνεύεις ποτέ σου. 
Είσαι πάντοτε ανήσυχος και δυστυχισμένος.
 Το μίσος εκφράζει διχασμένες αρρωστημένες και διχασμένες ανθρώπινες υπάρξεις. Η ζωή αυτών που μισούν συνδέεται με την καταστροφή και τη δυστυχία.
 Ενώ το μίσος σε ασχημίζει, η αγάπη, όχι μόνο σε σώζει, αλλά σου κάνει τη ζωή όμορφη, γιατί πηγή της αγάπης μας είναι η αγάπη του Θεού (από τα Σεμινάρια του Καθηγητού μας Μέγα Φαράντου στην Εταιρεία των Φίλων του Λαού).

Όπως μας λέει ο Απόστολος Παύλος «Ο Θεός αγάπη εστίν και ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ».

Έτσι, η σημερινή Ευαγγελική Περικοπή έχει ως κεντρικό θέμα τη Μέλλουσα Κρίση. Κατά τη βεβαίωση λοιπόν του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, κριτήριον της μεγάλης εκείνης στιγμής θα είναι η άσκηση της αγάπης, η αγάπη του ανθρώπου προς τους άλλους ανθρώπους.

  Βλέπουμε δηλαδή το κριτήριο του Θεού να εξαρτάται βασικά από εμάς, από τη στάση μας έναντι των άλλων ανθρώπων. Κατά πόσο δηλαδή, αν δώσαμε νερό στο διψασμένο, αν φιλοξενήσαμε τον ξένο και το πρόσφυγα, αν βοηθήσαμε τον φτωχό, αν συμπαρασταθήκαμε έμπρακτα στις ανάγκες του διπλανού μας, του κάθε ανθρώπου που συναντάμε μπροστά μας και μπορούμε να τον βοηθήσουμε.

Η Χριστιανική Ευρώπη έχει τόσους πολλούς Ναούς που και μια οικογένεια να φιλοξενούσε η κάθε ενορία το μεγάλο πρόβλημα των προσφύγων θα ήταν ανύπαρκτο κι αφορμή να μετρήσουμε την αξιοπρέπεια μας να προστατευθεί ο κάθε διωγμένος συνάνθρωπος μας και ιδιαίτερα αυτοί που είναι θύματα αυτών που χρησιμοποιούν την βία και τα όπλα, γυναίκες και παιδιά.

Η φιλεύσπλαχνη και φιλάνθρωπη στάση μας θα σταθεί, σύμφωνα με την μαρτυρία της σημερινής Ευαγγελικής Περικοπής, το μοναδικό μέτρο για την κρίση μας. 

Βέβαια τα προβλήματα των άλλων έχουν πολλές φορές τεράστιες διαστάσεις. Δεν μας ζητά όμως ο Θεός να λύσουμε αμέσως όλα τα προβλήματα του κόσμου.

Από μια βρύση δεν μπορεί να ξεδιψάσει ο κόσμος όλος. Μπορούν όμως να ωφεληθούν οι κοντινοί και οι περαστικοί.

Ο Θεός μας ζητά να κάνουμε ό,τι μπορούμε, μέσα στο μέτρο των δυνατοτήτων μας. Ζητά πάντοτε το κίνητρο των σκέψεων μας και των πράξεων μας να είναι η αγάπη μας για τους διπλανούς μας. Κι όταν υπάρχει το κίνητρο της αγάπης τότε βρίσκονται εύκολα και οι τρόποι δράσεως και ενεργείας.

Σήμερα που πολλοί άνθρωποι υποφέρουν λόγω της  οικονομικής  κρίσης και της παρουσίας χιλιάδων προσφύγων, ο Λαός μας χρειάζεται  να πρωτοστατήσει προς την κατεύθυνση της φιλανθρωπίας και της αλληλεγγύης για τους εμπερίστατους αδελφούς μας κι ιδιαίτερα για τους ηλικιωμένους, τους πολύτεκνους, τους συνταξιούχους, τους άεργους, τους πρόσφυγες και τα παιδιά.

Οι αρετές της Ορθοδοξίας και του Ελληνισμού είναι η άδολη αγάπη προς όλους τους ανθρώπους και μάλιστα προς τους φτωχούς, τους ασθενείς και τους πρόσφυγες,  η υπομονή και η πίστη στο Θεό, η ταπείνωση, η  εργατικότητα, η τιμιότητα, η φιλοτιμία,  η φιλοπατρία και η  φιλανθρωπία. Με την εκ μέρους μας άσκηση των παραπάνω αρετών μπορούμε με τη βοήθεια του Θεού  να ανεβάσουμε το Έθνος μας εκεί που του αξίζει.


ΚΥΡΙΑΚΗ 6 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 – ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ (Ματθ. κε΄ 31-46) (Α΄ Κορ. η΄ 8-θ΄ 2) Η ευλογημένη πρόκληση «Τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη»

ΚΥΡΙΑΚΗ 6 ΜΑΡΤΙΟΥ 2016 – ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ
(Ματθ. κε΄ 31-46) (Α΄ Κορ. η΄ 8-θ΄ 2)
Η ευλογημένη πρόκληση«Τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη»

Τρίτη Κυριακή του Τριωδίου, της Απόκρεω, όπως ονομάζεται και η Εκκλησία ξεδιπλώνει ενώπιον μας το γεγονός της μέλλουσας κρίσης. Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας προσφέρει τα απαραίτητα ερεθίσματα για να συνειδητοποιήσει ο άνθρωπος ότι κανένας εφησυχασμός δεν χωρεί στη ζωή του, αλλά αντίθετα επιβάλλεται εγρήγορση και αγώνας. Αποκαλύπτει, εξάλλου, ότι  στην προσφορά της αγάπης του Χριστού καθορίζεται η ποιότητα της ζωής και η κατάσταση που μπορεί να βιώνει ο άνθρωπος, είτε ως παράδεισο είτε ως κόλαση, ανάλογα με τη στάση που διαμορφώνει και ακολουθεί.
Με την αποφυγή από την κρεοφαγία, η Κυριακή της Απόκρεω μάς παρακινεί ταυτόχρονα να εγκαταλείψουμε τα ψυχοκτόνα πάθη που εμφωλεύουν μέσα μας για να εισέλθουμε στο χώρο της αγάπης του Χριστού, μέσα στο γόνιμο έδαφος του οποίου καρποφορεί η αληθινή ελευθερία που τόσο εναγωνίως ψάχνει στη ζωή του ο άνθρωπος.
Η αγάπη ως δικαιοσύνη
Στο Σύμβολο της Πίστεως εμφανίζεται ο Χριστός ως ο δίκαιος κριτής: «Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης κρίναι ζώντας και νεκρούς…». Θα πρέπει όμως να γνωρίζουμε ότι ο Κύριος δεν περιορίζεται στην απόδοση της γνωστής εκείνης δικαιοσύνης, όπως την εννοούν οι άνθρωποι και η οποία σε αρκετές περιπτώσει εμφανίζει συμπτώματα χρεοκοπίας και ελλειμμάτων. Η δικαιοσύνη του Χριστού, αντίθετα, θεμελιώνεται στην φανέρωση της αγάπης Του. Αυτή ενώνει τους ανθρώπους με τον Θεό και μεταξύ τους. Έτσι, η άρνηση του ανθρώπου να αποδεχθεί την προσφερόμενη σ’ αυτόν αγάπη του Θεού και κατ’ επέκταση να κινηθεί αγαπητικά και ο ίδιος προς τον συνάνθρωπό του, συνιστά την αυτοκατάκριση και την αυτοτιμωρία του. «Αύτη δε εστιν η κρίσις, ότι το φως ελήλυθεν και ηγάπησαν οι άνθρωποι μάλλον το σκότος ή το φως». Όταν λοιπόν ο άνθρωπος δεν πλησιάζει αυτό το φως ως το αγαθό που εκπέμπει η θεϊκή αγάπη, τότε βυθίζεται στα σκοτάδια της αμαρτίας, τα οποία στην καθημερινή ζωή ερμηνεύονται σε πάθη, εγωισμούς, αδικίες, κακίες κ.α. Επιλέγει ο ίδιος ουσιαστικά να εγκαταλείπει άσπλαχνα τον εαυτό του στο σκοτάδι της κόλασης.
Το κριτήριο της αγάπης
Η αγάπη του Χριστού που προσφέρεται απεριόριστα στον άνθρωπο, φανερώνει το μεγαλείο του και ειδικότερα το εστιάζει στην κατ’ εικόνα Θεού δημιουργία του. Αποκαλύπτει τη συγγένειά μας με το Πρόσωπό Του. Γι’ αυτό άλλωστε στην περικοπή της ημέρας ταυτίζει τον Εαυτό Του «ενί των αδελφών Του των ελαχίστων».
Όταν ο Χριστός λοιπόν επιβραβεύει αυτούς που του έδωσαν να φάει, να πιει, να ενδυθεί, δεν περιορίζεται σε κάποια απλά ανθρωπιστικά στοιχεία που ασφυκτιούν σε μια στείρα ηθικολογία και συναισθηματολογία, αλλά φανερώνει την υπέρτατη αλήθεια της σωτηρίας μας που είναι ο παράδεισος. Δίνει τη διάσταση του μεγαλείου μιας αλληλοπεριχώρησης και κοινωνίας προσώπων που σφυρηλατεί το μυστήριο της ζωής του Θεού στους ανθρώπους.
Η άλλη όψη αποκαλύπτεται στο πρόσωπο εκείνων που αρνούνται την αγάπη του Θεού. «Επείνασα γαρ, και ουκ εδώκατέ μοι φαγείν…». Κατ’ αναλογία, η άρνηση εδώ της αγάπης δεν συνιστά μια απλή απόρριψη, αλλά οντολογική απομάκρυνση από την ίδια τη ζωή που είναι ο Χριστός. Έτσι, η άρνηση της αγάπης του Θεού μεταβάλλει τη διακονία, την προσφορά και την θυσία σε φιλαυτία, εγωισμό, αυτάρκεια, ατομικισμό κ.α. Πρόκειται τελικά και στην μια και στην άλλη περίπτωση για επιλογή του ιδίου του ανθρώπου αν θα εισέλθει στην τροχιά της ζωής ή του θανάτου, του παραδείσου ή της κόλασης και όχι βέβαια καταδίκης του από τον Θεό.
Αγαπητοί αδελφοί,
 η σημερινή περικοπή δεν ενσπείρει φόβο και πανικό στον άνθρωπο, αλλά συνιστά την πιο ισχυρή πρόσκληση γι’ αυτόν ν’ αφήσει ανοικτή την καρδιά του για να εισέλθει η Χάρη του Θεού, ως καρπός της αυθεντικής αγάπης, για να πλημμυρίσει όλη την ύπαρξή του. Τότε θα είναι σε θέση να βλέπει στο πρόσωπο του κάθε συνανθρώπου του τον ίδιο τον Χριστό και να έχει «καλήν απολογίαν επί του φοβερού βήματός Του».
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: Α΄ Κορ. η΄ 8 - θ΄ 2
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ: Ματθ. κε΄ 31-46 
ΓΙΑ ΝΑ ΜΗ ΣΚΑΝΔΑΛΙΖΟΥΜΕ
1. Φρικτ γκλημα
    Μέγα ζήτημα εἶχε δημιουργηθεῖ στὴν Κόρινθο μὲ τὰ εἰδωλόθυτα. Στὴν ἐποχὴ ἐκείνη τοῦ ἀποστόλου Παύλου, συνήθιζαν οἱ εἰδωλολάτρες στὶς οἰκογενειακὲς ἢ κοινωνικὲς συναθροίσεις τους νὰ θυσιάζουν ζῶα, καίγοντας ἕνα μέρος τοῦ ζώου, ἐνῶ κρατοῦσαν τὰ ὑπόλοιπα κομμάτια εἴτε γιὰ νὰ τὰ φᾶνε εἴτε γιὰ νὰ τὰ πουλήσουν. 

    Ἔτσι οἱ Χριστιανοί, ποὺ ζοῦσαν στὴν ἴδια κοινωνία καὶ προμηθεύονταν τρόφιμα ἀπὸ τὴν ἴδια ἀγορά, ἀντιμετώπισαν τὸ δίλημμα ἂν ἐπιτρέπεται νὰ τρῶνε ἀπὸ αὐτὰ τὰ εἰδωλόθυτα ἢ ὄχι. Ἄλλοι ἔλεγαν ὅτι, ἐφόσον τὰ εἴδωλα εἶναι ψεύτικοι καὶ ἀνύπαρκτοι θεοί, δὲν μολυνόμαστε ἂν φᾶμε ἀπὸ αὐτά. Ἄλλοι ὅμως, πιὸ ἀδύνατοι ὡς πρὸς τὴν πίστη, σκανδαλίζονταν, διότι νόμιζαν ὅτι μολύνεται ὅποιος τρώει ἀπὸ τὰ εἰδωλόθυτα. 
    Στὸ θέμα αὐτὸ ἀναφέρεται ὁ ἅγιος Ἀπόστολος στὸ ση­μερινὸ Ἀνάγνωσμα σημειώνοντας μὲ ἔμφαση: «βρῶ­­μα ἡμᾶς οὐ παρίστησι τῷ Θεῷ»· δὲν εἶναι τὸ φαγητὸ ποὺ μᾶς παρουσιάζει εὐάρεστους στὸ Θεό. Διότι οὔτε ἐὰν φᾶμε προοδεύου­με στὴν ἀρετή, οὔτε ἐὰν δὲν φᾶμε ὑστεροῦμε. 
    Προσέχετε ὅμως, μήπως τὸ δικαίωμα αὐτὸ ποὺ ἔχετε νὰ τρῶτε ἀπ’ ὅλα, ἀκόμη καὶ τὰ εἰδωλόθυτα, γίνει «πρόσ­κομμα», δηλαδὴ ἀφορμὴ νὰ ἁμαρτήσουν οἱ ἀ­δελφοί σας ποὺ εἶναι ἀδύναμοι πνευματικά. Διότι, ἐὰν κάποιος ἀπ’ αὐτοὺς δεῖ ἐσένα ποὺ ἔ­χεις τὴν ὀρθὴ γνώση, νὰ κάθεσαι στὸ τραπέζι κάποιου να­­οῦ τῶν εἰδώλων, δὲν θὰ ἐνθαρρυνθεῖ ἡ συνείδησή του στὸ νὰ τρώει τὰ εἰδωλόθυτα ὡς κάτι ἱερὸ καὶ ἄξιο εὐλαβείας, ἀφοῦ αὐτὸς εἶναι ἀσθε­νής; 
    Κι ἔτσι ἐξαιτίας τῆς δικῆς σου γνώσεως θὰ χαθεῖ, παρασυρόμενος στὴν εἰδωλολα­τρία, ὁ ἀδελφός σου ποὺ εἶναι ἀδύναμος πνευματικά. Καὶ νὰ σκεφθεῖς μάλιστα ὅτι γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀδελ­φοῦ σου αὐτοῦ, ὁ Χριστὸς θυσίασε τὴ ζωή Του! 
    Ἔτσι λοιπόνκαθὼς ἁμαρτάνετε πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς πληγώνοντας τὴ συνείδησή τους ποὺ εἶναι ἀσθενικὴ καὶἀδύνατηστὴν πραγματικότητα ἁμαρτάνετε πρὸς τὸν ἴδιο τὸν Χριστό Ὁποῖος πέθανε γιὰ νὰ σώσει τοὺςἀδελφοὺς αὐτούς: «ἁμαρτάνοντες εἰς τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τύπτοντες αὐτῶν τὴν συνείδησιν ἀσθενοῦσαν εἰςΧριστὸν ἁμαρτάνετε».
    Ἐντυπωσιακὴ ἡ τοποθέτηση τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου. Αὐτὸ ποὺ πολλοὶ Χριστιανοὶ νόμιζαν ὅτι δὲν εἶναι κἂν ἁμαρτία, ὁ ἴδιος ἀποδεικνύει ὅτι εἶναι φρικτὸ ἔγκλημα! Διότι ἂν εἶναι ἁμαρτία τὸ νὰ κτυπᾶς τὸν ἄλλον, μάλιστα τὸν ἀδελφό σου, τότε πολὺ περισσότερο, τὸ νὰ κτυπᾶς ἕναν ἄρρωστο κι ἀδύναμο ἀδελφὸ εἶναι ἐντελῶς ἀπάνθρωπο! Αὐτὸ λέγει ὁ θεόπνευστος Ἀπόστολος ὅτι πράττουμε, ὅταν σκανδαλίζουμε τοὺς ἀδελφούς μας «τύπτοντες αὐτῶν τὴν συν­είδησιν ἀσθενοῦσαν». Ἂς μὴν εἴ­μαστε λοι­πὸν ἐπιπόλαιοι στὶς διάφορες ἐπιλογές μας. Ἂς προσέχουμε τὴ συμπεριφορά μας, γιατὶ δὲν ἀρκεῖ νὰ εἴμαστε «ἐντάξει» μὲ τὴ συνείδησή μας. Ὀφείλουμε νὰ ὑπολογίζουμε καὶ τὴ συνείδηση τῶν ἀδελ­φῶν μας, ποὺ ἴσως εἶναι ἀσθενέστερη καὶ σκανδαλίζεται. Καὶ γιὰ τὴν ἀγάπη τῶν ἀ­­δελφῶν ἂς εἴμαστε πρόθυμοι νὰ θυσιάζουμε κάποια δικαιώματά μας. Αὐτὴ τὴ θυσία τονίζει στὴ συνέχεια ὁ ἅγιος Ἀπόστολος, διακηρύττοντας τὴ γενναία ἀπόφασή του:
2. Θυσιαστικ γάπη
    Λοιπόν, ἐὰν αὐτὸ ποὺ τρώω γίνεται αἰτία σκαν­­­δάλου καὶ ἁμαρτίας στὸν ἀδελφό μου, «οὐ μὴ φάγω κρέα εἰς τὸν αἰῶνα, ἵνα μὴ τὸν ἀδελφόν μου σκανδαλίσω»· δὲν θὰ φά­­­­­­­­­ω ποτὲ κρέας, γιὰ νὰ μὴ σκαν­δα­­­­λίσω τὸν ἀδελφό μου.
    Δὲν εἶναι ὅμως ἡ μόνη θυσία στὴν ὁ­ποία ὑποβάλλεται ὁ ἀπόστολος Παῦλος γιὰ τὴν ἀγάπη τῶν ἀδελφῶν. Γι’ αὐτὸ καὶ συνεχίζει:
     Δὲν εἶμαι Ἀπόστολος μὲ ἴσα δικαιώματα μὲ τοὺς ἄλ­­λους Ἀποστόλους; Δὲν εἶμαι ἐλεύθερος, ὅπως ὅλοι οἱ Χριστιανοί; Δὲν εἶδα τὸν Ἰησοῦ Χριστό, τὸν Κύριό μας; Καὶ δὲν εἶστε ἐσεῖς τὸ ἔργο ποὺ μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Κυρίου ἐπιτέλεσα; 
    Ἐὰν γιὰ ἄλλους δὲν εἶμαι Ἀπόστολος, τουλάχιστον ὅμως γιὰ σᾶς ὁπωσδήποτε εἶμαι. Διότι ἡ σφραγίδα μὲ τὴν ὁποία πιστοποιεῖται ἐπίσημα τὸ ἀποστολικό μου ἀξί­ωμα, μὲ τὴ χάρη τοῦ Κυρίου, εἶστε ἐσεῖς, τοὺς ὁποί­ους ἐγὼ ὁδήγησα στὸ Χριστό. 
    Μὲ τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου τελειώνει ἡ σημερινὴ ἀποστολικὴ περικοπή. Ὡστόσο ὁ Ἀπόστολος συνεχίζει στὴν ἐπιστολή του νὰ ἀναφέρει συγκεκριμένα παραδείγματα ὅπου φαίνεται ὅτι δὲν ἔκανε χρήση τῶν δικαιωμάτων ποὺ εἶχε ὡς Ἀπόστολος, προκειμένου νὰ μὴ γίνει ἀφορμὴ σκανδάλου. Δὲν ἦταν λοιπὸν μόνο τὸ κρέας τῶν εἰδωλοθύτων. Ἦταν γενικότερο φρόνημα τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου ἡ διάθεσή του νὰ θυσιάζεται ὁ ἴδιος, προκειμένου νὰ μὴ δημιουργήσει πρόβλημα στὴ συνείδηση τῶν ἀδελφῶν του. 
    Αὐτὸ τὸ φρόνημα ἂς ἀποκτήσουμε κι ἐμεῖς. Νὰ σκεπτόμαστε καὶ τοὺς ἄλλους, ὄχι μόνο τὸν ἑαυτό μας. Γιὰ παράδειγμα, ἀκόμη κι ἂν ἔχουμε τὴ δυνατότητα νὰ ζοῦμε μὲ ἄνεση, ἂς προτιμοῦμε τὸ λιτὸ καὶ τὸ ἀπέριττο, γιὰ νὰ μὴν προκαλοῦμε. Ἂς θυσιάσουμε τὰ ἀκριβὰ δῶρα καὶ τὶς πολυτέλειες! Τί ἀξία ἔχουν ὅλα αὐτὰ μπροστὰ σὲ μιὰ ψυχὴ γιὰ τὴν ὁποία πέθανε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός;... Ἀφοῦ θυσιάζεται Ἐκεῖνος γιὰ τὸν κάθε ἄνθρωπο, ἀξίζει κι ἐμεῖς νὰ κάνουμε κάθε θυσία γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας!

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ (Ματθ 25, 31-46 «Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε»Μητροπολίτης Ἐδέσσης Ἰωὴλ



«Ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων ἐμοὶ ἐποιήσατε»

Στὶς παραβολὲς ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ Κύριος, ἔλεγε τὴ φράση ‹‹ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν›› (Ματθ. 22,2), δηλ. Παρομοιάζεται ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν μὲ δέκα παρθένες, μὲ πολύτιμο μαργαρίτη, μὲ ἀγρὸ ἢ μὲ χαμένη δραχμὴ κ. ἄ. Στὸ σημερινὸ ὅμως Εὐαγγέλιο δὲν ὁμιλεῖ παραβολικά, ἀλλὰ ἀποκαλύπτει μιὰ κατάσταση πραγματικὴ καὶ δείχνει ἀποκαλυμμένο τὸν ἑαυτό Του, γι’ αὐτὸ καὶ λέγει ‹‹ὅταν ἔλθη ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐν τῇ δόξῃ αὐτοῦ› (25,31), ποὺ σημαίνει πὼς ἡ περικοπὴ ἐκφράζει πλήρως τὴν ἀλήθεια γιὰ τὴν τελικὴ Κρίση τῶν ἀνθρώπων.


Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐλεημοσύνη τῶν ἀνθρώπων

Μία ἰδιότητα τοῦ Θεοῦ εἶναι τὸ ἔλεός Του. Μᾶς καταδιώκει συνεχῶς τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Ἐπίσης ὁ ἄνθρωπος, ὁ πλασμένος κατ’ εἰκόνα τοῦ Θεοῦ, ἔχει πολλὰ κοινὰ σημεῖα μὲ τὸ Δημιουργό του, ἀλλὰ κατ’ ἐξοχὴν ἡ ἰδιότητα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τῆς εὐεργεσίας τοῦ πλησίον εἶναι ἐκείνη ποὺ τὸν κάνει νὰ πλησιάζει τὸν Κύριο. Ὁ Χριστὸς διῆγε τὴ ζωὴ Του κάνοντας διαρκῶς εὐεργεσίες στοὺς ἄλλους καὶ ‹‹ἰᾶτο πάντας›› (Λουκ. 6,19). Ἀκόμη καὶ τὸν ἑαυτὸ Του ἔδωσε ‹‹λύτρον ἀντὶ πολλῶν›› (Μάρκ. 10,45), ὡς δεῖγμα καὶ καρπὸ τῆς μεγάλης Του ἀγάπης πρὸς τὸν ἄνθρωπο. Οἱ φτωχοὶ ἀδελφοί μας, εἴτε εἶναι πεινασμένοι εἴτε ἄρρωστοι καὶ ἐνδεεῖς, εἶναι ἀδέλφια τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ τὸν ἔχουν ‹‹ἐνδυθεῖ››, ‹‹κατὰ τὸν ἔσω ἀνθρωπον››, σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο. Ἔχουν τὸ ἴδιο βάπτισμα μέ μᾶς, μετέχουν στὴν ἴδια χάρη, ὑπακούουν στοὺς ἴδιους νόμους τοῦ Θεοῦ, μετέχουν στὴν ἴδια θεία Εὐχαριστία κι ἔχουν τὶς ἴδιες μὲ μᾶς ἐλπίδες. Πολὺ ὡραῖα τὸ τονίζει αὐτὸ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ‹‹ἀδελφὸν γὰρ τὸ βάπτισμα ἐργάζεται καὶ ἡ τῶν θείων μηστηρίων κοινωνία››. Ἡ ἐλεήμων καρδία κάνει τὸν ἄνθρωπο κληρονόμο τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ κι ὄχι τόσο τὰ μεγάλα χαρίσματα, ὅπως π.χ. τὰ θαύματα, τὸ προορατικὸ χάρισμα, ἡ μεγάλη σοφία τοῦ νοῦ κ.λ.π.

Ἕνας μεγάλος ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ὁ Ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, περιγράφει πῶς πρέπει νὰ εἶναι μία ἐλεήμων καρδιά, δηλ. πῶς γίνεται ὁ ἄνθρωπος φιλάνθρωπος. Ὀφείλει νὰ καίγεται ἡ καρδιά του ἀπὸ ἀγάπη γιὰ ὅλη τὴν κτίση. Νὰ ἀγωνιᾶ ὑπὲρ τῶν ἀνθρώπων, ὑπὲρ τῶν ὀρνέων, ὑπὲρ τῶν ζώων, ἀκόμη καὶ ὑπὲρ τῶν δαιμόνων, ἂν εἶναι δυνατόν. Στὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶχε τέτοια καρδιά, τὰ δάκρυα εἶναι ἀσταμάτητα. Δὲν μπορεῖ ν’ ἀκούσει δυστυχία ἢ νὰ δεῖ κάποια βλάβη καὶ νὰ μὴ συγκλονισθεῖ, νὰ μὴ δακρύσει. Προσεύχεται μὲ δάκρυα καὶ ὑπὲρ τῶν ἐχθρῶν του ἀκόμη καὶ ὑπὲρ τῆς φύσεως. Ὅλοι κι ὅλα νὰ ἐλεηθοῦν ἀπ’τὸ Θεό. Βλέπουμε, λοιπόν, πὼς ἕνα δάκρυ μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει τὴν εὐκαιρία νὰ κάνουμε δική μας τὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ.


Πῶς ἐκδηλώνεται ἡ ἀγάπη μας πρὸς τοὺς ἄλλους;

Ἕνας ἀοίδιμος Ἐπίσκοπος, ὁ Κοζάνης Διονύσιος, γράφει πὼς ἁπλὰ περιστατικὰ τῆς καθημερινῆς ζωῆς μας θὰ μᾶς κρίνουν. Ὄχι σοφία, ὄχι πολιτικὴ ἐξουσία καὶ δύναμη, ὄχι ὑλικὸς πλοῦτος καὶ χρήματα, ὄχι σωματικὴ ρώμη καὶ ὡραιότητα. Δὲν εἶναι αὐτὰ ποὺ ἔχουν ἀξία ἐκείνη τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως ἀλλὰ γεγονότα ἁπλά, ὅπως τὰ βλέπουμε στὴν καθημερινὴ ζωή. Ἕνα πιάτο φαγητοῦ, μιὰ οἰκονομικὴ ἐνίσχυση στὸν ἄλλο, μία συμπαράσταση σὲ κεῖνον ποὺ περνάει δύσκολες ὧρες, μία ἁπλὴ ἐπίσκεψη στὸν πονεμένο. Ὅλα αὐτὰ γίνονται μὲ ἀθόρυβο τρόπο, χωρὶς τυμπανοκρουσίες καὶ δημοσιεύσεις. Ὁ χριστιανὸς ποὺ πιστεύει καὶ ἐνεργεῖ τὴν πίστη του, ἀποφεύγει τὶς θεαματικὲς ἐκδηλώσεις κι ἐκείνους τοὺς πομπώδεις τρόπους μὲ τοὺς ὁποίους μᾶς ἔχει συνηθίσει ἡ ἐποχή μας. Τὸ μοναδικὸ πράγμα ποὺ θὰ πάρουμε στὴν ἄλλη ζωὴ εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη, ἡ ὁποία γίνεται συνήγορος γιὰ μᾶς στὸ Θεό.

Τὸ σημερινὸ Εὐαγγέλιο ἀπευθύνεται σ’ ὅλους ἐμᾶς ποὺ τιμᾶμε τὴν εἰκόνα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ λησμονοῦμε νὰ τιμήσουμε τὴν ἔμψυχη εἰκόνα Του ποὺ εἶναι ὁ ἄνθρωπος. Ἂς ἀκούσουμε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸ Θεολόγο ποὺ μᾶς προτρέπει: ‹‹Πλούτισον μὴ περιουσίαν μόνον, ἀλλὰ καὶ εὐσέβειαν...››, δηλ. ἄς πλουτίσουμε ὄχι μόνον σὲ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ καὶ σὲ εὐσέβεια. Ἄς γίνουμε ἐμεῖς στὸν κάθε πτωχὸ ποὺ θὰ συναντήσουμε ὅ,τι εἶναι ὁ Θεὸς γιὰ ὅλους μας, γιὰ νὰ βροῦμε κι ἐμεῖς ἔλεος.

Ἀγάπη: Τὸ κριτήριο τοῦ Θεοῦ (Ματθ. 25, 31- 46)




Ἕνα ἀναπόφευκτο γεγονός, ποὺ θὰ τερματίσει τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου καὶ θὰ σφραγίσει τὴν προσωπική μας ζωή, παρουσιάζει ἡ σημερινὴ εὐαγγελικὴ παραβολὴ τῆς μέλλουσας κρίσης, «ὅταν ἔλθῃ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου». Ὅσο τολμηρὸ καὶ παράδοξο κι ἂν ἀκούγεται, ὁ Χριστὸς δὲν θὰ ξαναέρθει, ἀφοῦ ἤδη εἶναι πανταχοῦ παρὼν στὴ συμπαντικὴ πραγματικότητα καὶ τὴν ἱστορία τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Χριστὸς δὲν ἔφυγε ποτὲ ἀπὸ τὴ ζωή μας, «ἰδοὺ ἐγὼ μεθ' ὑμῶν εἰμί πάσας τὰς ἡμέρας ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος» (Ματθ. 28,22). Κάποτε, στὸν ἐπίλογο τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου, ἁπλῶς θὰ φανερωθεῖ, καὶ θὰ λάμψει αὐτὸ ποὺ τώρα δὲν βλέπουμε, καὶ ὅμως ὑπάρχει, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ δόξα Του. Τότε τὰ σκηνικά του κόσμου καὶ τὰ παρασκήνια τῆς ἱστορίας θὰ πέσουν καὶ ἡ ζωὴ τοῦ κάθε ἄνθρωπου θὰ κριθεῖ.


Ἀγάπη στὸν ἄνθρωπο, τὴν εἰκόνα τοῦ Θεοῦ

Δυστυχῶς στὴ σκέψη πολλῶν ἀνθρώπων τὸ προφητικὸ βάθος τῆς παραβολῆς τῆς μέλλουσας κρίσης διαστρέφεται ἐπικίνδυνα, κάθε φορὰ ποὺ τὴν ἀντιλαμβάνονται μὲ ἕναν τρόπο ποὺ πανικοβάλλει καὶ τρομοκρατεῖ μὲ ἀπειλές, καταδίκες καὶ τιμωρίες. Ὅμως ὁ Θεὸς δὲν τιμωρεῖ, ἀλλὰ ὁ ἄνθρωπος αὐτοτιμωρεῖται μὲ τὶς ἐπιλογές του καὶ τὶς συμπεριφορές του, ὅπως ὑπαινίσσεται ὁ Χριστός, ὅταν λέει «καθὼς ἀκούω κρίνω, καὶ ἡ κρίσις ἡ ἐμὴ δικαία ἐστὶν» (Ἰω. 5,30). Ὁ Χριστὸς ἀκούει καὶ ἀποδέχεται τὴ δική μας ἀπόφαση. Ἀπὸ τὴ δική μας τοποθέτηση ἐξαρτᾶται ἡ κρίση Του. Κάθε φορὰ ποὺ ἀρνούμαστε τὴν ἀγάπη γιὰ τὸν ἐμπερίστατο ἄνθρωπο ἀρνούμαστε τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Γι' αὐτό, ἂν ἀδιαφορήσουμε καὶ δὲν ἀγαπήσουμε τὸν συνάνθρωπο, τότε θὰ κριθοῦμε ἀπὸ τὸν Υἱὸ τοῦ ἀνθρώπου.

Ἡ ἀγάπη, λοιπόν, γίνεται τὸ ἀπόλυτο καὶ διαχρονικὸ μέτρο τοῦ Θεοῦ, ποὺ μᾶς ζυγίζει. Ἀποτελεῖ τὸ ἀδιαμφισβήτητο κριτήριο τῆς κρίσεώς Του. Ὁ ἄνθρωπος δὲν ἔχει ἄλλον ἀσφαλῆ τρόπο καὶ δρόμο, γιὰ νὰ ἑνωθεῖ μὲ τὸν Θεὸ καὶ νὰ ζήσει τὴν ὑπαρξιακή του εὐτυχία (αὐτὸ ποὺ λέμε σωτηρία), παρὰ μόνο τὴν ἔμπρακτη ἀγάπη στὸν ἄλλον ἄνθρωπο. Ἐδῶ σημασία δὲν ἔχει τὸ ποιὸς εἶναι ὁ πλησίον, ἀλλὰ τὸ πῶς θὰ σταθοῦμε ἐμεῖς «πλησίον», δηλαδή, κοντὰ στὸν ἄλλο.

Ὁ ὅσιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος τονίζει ὅτι «ὅταν φθάνουμε στὴν ἀγάπη, φθάνουμε στὸν Θεὸ καὶ ὁ δρόμος τοῦ ἀγώνα μας τελειώνει». Ὁ Χριστὸς ταυτίζεται μὲ τοὺς ταλαιπωρημένους, τοὺς θλιμμένους, τοὺς καταφρονημένους. Μᾶς ζητᾶ νὰ τὸν ἀνακαλύψουμε καὶ νὰ τὸν συναντήσουμε μέσα ἀπὸ τὴν ἀγάπη μας γιὰ αὐτούς. Ὅταν πάσχει ὁ ἄνθρωπος, συμπάσχει μαζί του καὶ ὁ Θεός. Γι' αὐτὸ ἡ ἔμπρακτη ἀγάπη γιὰ τὸν πάσχοντα ἄνθρωπο ἀποδεικνύει μὲ τρόπο ἁπτὸ καὶ χειροπιαστὸ τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη μας γιὰ τὸν Θεό.



Ἡ ἀγάπη ὡς διακονία

«Καὶ οὐ διηκονήσαμέν σοι»; Ἂν ἡ ἀγάπη δὲν διακονεῖ, τότε δὲν εἶναι γνήσια καὶ ξεπέφτει. Ἡ διακονία εἶναι κορυφαῖος τρόπος χριστιανικῆς παρουσίας καὶ μαρτυρίας. Εἶναι θυσία χωρὶς ὑπολογισμό, ἡ ὁποία θεραπεύει ὅ,τι πονάει τὸν ὅλο ἄνθρωπο. Ὁ πεινασμένος, ὁ διψασμένος, ὁ γυμνός, ὁ ξένος, ὁ φυλακισμένος, ὁ ἄρρωστος εἶναι καταστάσεις ζωῆς ποὺ μαστίζουν τὸν ἄνθρωπο ὡς πρόσωπο καὶ ὡς κοινωνία. Ὁ διάβολος, ἡ ἁμαρτία καὶ ἡ φθορὰ δημιουργοῦν συνεχῶς ἀναρίθμητες ἑστίες καὶ πλέγματα ἀνάγκης ποὺ μᾶς κυκλώνουν. Ἀσθένειες, δυστυχία, θεομηνίες, πείνα, ἐγκληματικότητα, περιφρόνηση, μοναξιά, ἐγκατάλειψη, ἐκμετάλλευση, μετανάστευση, ἀδικία, ἀνεργία, εἶναι ὁ χῶρος τῆς ἀνάγκης καὶ τῆς ἀδυναμίας τοῦ ἀνθρώπου. Εἶναι καταστάσεις ὕπαρξης τῶν ἐλαχίστων ἀδελφῶν τοῦ Χριστοῦ.

Γεννιέται ὅμως ἕνα ἐρώτημα, Πῶς τοὺς ἀντιμετωπίζουμε; Οἱ πιὸ πολλοὶ ἀπὸ ἐμᾶς τοὺς προσπερνᾶμε ἀδιάφορα ἤ τοὺς «προσφέρουμε» ἁπλῶς τὸν οἶκτο μας. Περιορίζουμε καὶ ἐξαντλοῦμε τὸ νόημα τῆς παραβολῆς στὸ καθῆκον τῆς ἐλεημοσύνης. Δὲν μποροῦμε νὰ ὑπερνικήσουμε τὸ φόβο καὶ τὴν ἀνασφάλεια ποὺ γεννᾶ μέσα μας ἡ ἀνωνυμία τοῦ ἀγνώστου συνανθρώπου μας, τοῦ πρόσφυγα καὶ τοῦ λαθρομετανάστη, τοῦ ἀποξενωμένου καὶ ἐγκαταλελειμμένου. Εἴμαστε τραγικὰ ἀνίκανοι νὰ κατέβουμε στὸν «ἅδη τῆς ζωῆς του», ὥστε νὰ τὸν βοηθήσουμε καὶ νὰ τὸν ἀναστήσουμε στὴ ζωὴ τῆς ἀγάπης, κατὰ τὸ παράδειγμα τῆς καθόδου τοῦ Χριστοῦ στὸν ἅδη.

Ἀγαπητοὶ ἀδελφοί, ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἀναφέρει ὅτι «δὲν μπορῶ νὰ πιστέψω γιὰ ἕναν ἄνθρωπο ὅτι εἶναι δυνατὸν νὰ σωθεῖ, ἂν δὲν κοπιάσει γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ διπλανοῦ του». Ἂς μὴν ξεχνᾶμε ὅτι ὁ διπλανός, ὁ κάθε ἐλάχιστος ἀδελφός τοῦ Χριστοῦ, δὲν πεινάει καὶ διψάει μόνο γιὰ ψωμὶ καὶ νερό, ἀλλὰ γιὰ ἀλήθεια, ἀγάπη καὶ σωτηρία. Ἀμήν.



 

Τῆς Μελλούσης Κρίσεως (Ματθ. 25, 31-46) Anthony Bloom



Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Σήμερα, στὴν διαδικασία τῆς προετοιμασίας γιὰ τὴν Σαρακοστή, φθάσαμε στὸ τελευταῖο στάδιο: ἐρχόμαστε ἀντιμέτωποι μὲ τὴν κρίση. Ἂν δώσουμε προσοχὴ σ’ αὐτό, προετοιμαζόμαστε πνευματικὰ γιὰ τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα (ἡ πνευματική μας κατεύθυνση θάναι στὸ χέρι μας), γιατί τὴν ἑπόμενη ἑβδομάδα εἶναι ἡ ἡμέρα τῆς Συγχώρησης.

Ἡ σύνδεση μεταξὺ τῶν δύο ἡμερῶν εἶναι προφανής. Καὶ μόνο ἂν μποροῦμε νὰ ἔχουμε τὴν συναίσθηση ὅ,τι ὅλοι μας κι ὁ καθένας χωριστὰ θὰ βρεθοῦμε μπροστὰ στὴν κρίση τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κρίση τοῦ ἀνθρώπου, ἂν μποροῦμε νὰ θυμηθοῦμε καὶ νὰ συνειδητοποιήσουμε σ’ ὅλο του τὸ βάθος, μ’ ἀνοιχτὴ τὴν καρδιά, στὰ σοβαρά, πόσο εἴμαστε, ὅλοι μας, ὑπόχρεοι ὁ ἕνας στὸν ἄλλο, ἔχουμε ὅλοι εὐθύνη ἀπέναντι στὸν ἄλλο γιὰ κάποιο πόνο καὶ βάρος τῆς ζωῆς, τότε θὰ μᾶς φανεῖ εὔκολο, ὅταν μᾶς ζητιέται νὰ συγχωρήσουμε, ὄχι μόνο νὰ συγχωρήσουμε, ἀλλὰ σὰν ἀπάντηση σ’ αὐτὸ τὸ αἴτημα, νὰ ζητήσουμε νὰ συγχωρηθοῦμε.

Δὲν εἶναι μόνο γιὰ ὅ,τι ἔχουμε κάνει, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅσα δὲν κάναμε, ἀπ’ αὐτὴ τὴν ἔλλειψη εὐαισθησίας τῆς ὑπευθυνότητάς μας, ἀπ ὅλα ὅσα θὰ μπορούσαμε νὰ εἴμαστε γιὰ τοὺς ἄλλους, νὰ κάνουμε γιὰ τοὺς ἄλλους, γιατί δὲν ἐκπληρώνουμε τὴν ἀνθρώπινη κλίση μας. Μποροῦμε καὶ πρέπει σ’ ὅλα τὰ ἐπίπεδα καὶ γιὰ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους κι ἀκόμα παραπέρα γιὰ ὅλο τὸν κόσμο ποὺ εἶναι δικός μας, νὰ εἴμαστε μία εὐλογία καὶ μία ἀποκάλυψη γιὰ τὰ μεγάλα, γιὰ πράγματα τόσο μεγάλα καὶ τόσο βαθιά, ποὺ οἱ ἄνθρωποι, ἐμεῖς πρῶτ’ ἀπ ὅλα, νὰ μποροῦμε νὰ συνειδητοποιοῦμε ὅτι εἴμαστε στὴν κλίμακα τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὅτι ἡ κλίση μας εἶναι ὄχι μόνο ἠθική, ἀλλὰ τόσο μεγάλη ὅσο κι ὁ Θεός. Ἕνας μυστικιστὴς Γερμανὸς λέει σ’ ἕνα ἀπ’ τὰ ποήματά του «εἶμαι τόσο μεγάλος ὅπως ὁ Θεός, ὁ Θεὸς εἶναι τόσο μικρὸς ὅσο ἐγώ.»

Ἂν μποροῦμε νὰ θυμόμαστε μόνο αὐτὸ, κι αὐτὸ εἶναι ὅτι ἡ κρίση δὲν εἶναι μία στιγμὴ μόνο, τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ ἔρθουμε ἀπέναντι στὸν φόβο τῆς καταδίκης· αὐτὸ εἶναι κατὰ τὴν ἀπόλυτη ἔννοια τῆς κρίσης κάτι μεγάλο καὶ ἐμπνευσμένο. Δὲν θὰ κριθοῦμε μὲ βάση τὰ ἀνθρώπινα πρότυπα συμπεριφορᾶς καὶ κοσμιότητα. Θὰ κριθοῦμε σύμφωνα μὲ δεδομένα πέραν τῆς συνηθισμένης ἀνθρώπινης ζωῆς. Θὰ κριθοῦμε στὴν ζυγαριὰ τοῦ Θεοῦ, κι ἡ ζυγαριὰ τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἀγάπη, ὄχι ἡ ἀγάπη ποὺ νιώσαμε, ἡ συναισθηματική, ἀλλὰ ἡ ἀγάπη ποὺ ζήσαμε καὶ ἐκπληρώσαμε. Τὸ γεγονὸς ὅτι θὰ κριθοῦμε, ὅτι πράγματι κρινόμαστε συνέχεια, μ’ ὅλους τοὺς τρόπους, πέρα ἀπ’ τὰ μικρότερα πρέπει μας, θὰ μποροῦσε νὰ μᾶς ἀποκαλύψει τὸ ἐν δυνάμει μεγαλεῖο μας. Κι ἡ παραβολὴ ποὺ διαβάζουμε σήμερα, μπορεῖ νὰ εἰδωθεῖ ἀπὸ τόσες σκοπιές: οἱ ἄνθρωποι κρίνονται ἀπὸ τὸν Χριστό, στὴν παραβολή Του, μὲ βάση τὴν ἀνθρωπιά τους. Ὑπῆρξαν αὐτοὶ ἄνθρωποι ἢ ὄχι; Ἤξεραν πῶς ν’ ἀγαποῦν, πρῶτα μὲς τὴν καρδιά τους, ἀλλὰ καὶ μὲ πράξεις, στὸ βάθος τῶν πράξεων, γιατί ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τὸ θέτει, ὅποιος λέει, ὅτι ἀγαπᾶ τὸν Θεὸ καὶ δὲν ἀγαπᾶ τὸν διπλανό του ἐνεργά, δημιουργικά, εἶναι ἕνας ψεύτης. Καὶ δὲν εἶναι ἀγάπη Θεοῦ, ἂν δὲν ἐκφράζεται σὲ κάθε λεπτομέρεια τῆς σχέσης μὲ τοὺς ἀνθρώπους συνολικὰ, ἀλλὰ καὶ μὲ κάθε πρόσωπο ξεχωριστά. 

Κι ἐπίσης, ἂς προετοιμαστοῦμε αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα γιὰ τὸ τελευταῖο στάδιο τῆς πορείας ρωτώντας τοὺς ἑαυτούς μας ἐμπρὸς σ’ αὐτὴ τὴν θεία κρίση «εἶμαι ἄνθρωπος; Εἶμαι ἄνθρωπος μέσα μου, στὴν συμπεριφορά μου- ὄχι γενικὰ στὴν στάση μου, ἀλλὰ στοὺς τρόπους μου: εἶναι ἀνθρώπινοι οἱ τρόποι μου; Εἶναι ἡ ζωή μου μία ἔκφραση λεπτῆς, στοχαστικῆς, μὲ ὀξυδέρκεια καὶ δημιουργικότητα, καὶ κάποιες φορὲς γενναιόδωρης καὶ θυσιαστικῆς ἀγάπης; Σὰν ἀντικείμενο ἀγάπης στὸ τέστ αὐτῆς τῆς ἀγάπης, πρέπει νὰ ’ναι ὁ διπλανός μου· τὸ ν΄ ἀγαπᾶς τὸν Θεὸ ποὺ δὲν ζητᾶ τίποτα εἶναι τόσο εὔκολο.»

Κι ἂν στὴν διάρκεια αὐτῆς τῆς ἑβδομάδας βροῦμε ποῦ ἀνήκουμε, θὰ ἔχουμε βρεῖ καὶ τὶς ἀδυναμίες καὶ τὸ μεγαλεῖο τῆς κλίσης μας· ἀφοῦ εἰρηνεύσουμε μ’ ἐκείνους στοὺς ὁποίους ὀφείλουμε, ἔπειτα, ὅταν ἔρθει ἡ ὥρα τῆς συγχώρεσης, κι ὅταν κάποιος ἄλλος ἔχει ἀνακαλύψει τὸ δικό του χρέος πρὸς ἐμᾶς, θὰ μποροῦμε μὲ χαρὰ νὰ δώσουμε συγχώρεση κι εἰρήνη, μὲ αἴσθηση ὑπευθυνότητας καὶ μὲ μιὰ χαρὰ ποὺ χαρίζει ἡ μετάνοια.

Ἀμήν.

Παραβολή τῆς μελλούσης Κρίσεως (Ματθ. 25, 31-46)




 



«Ὃταν» κατά τήν μέλλουσαν Κρίσιν «ἔλθῃ ὁ υἱός τοῡ ἀνθρώπου» ὁ Χριστός «ἐν τῆ δόξῃ αὐτοῦ καί πάντες οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι μετ’αὐτοῦ, τότε θα καθίσει ἐπί θρόνου δόξης αὐτοῦ συναχθήσεται » θά συγκεντρωθοῦν «ἒμπροσθεν αὐτοῦ πάντα τά ἒθνη » ὃλοι οἱ ἄνθρωποι. Τότε «ἀφοριεῖ αὐτούς ἀπ’ ἀλλήλων » θά χωρίσῃ τούς καλούς ἀπό τούς κακούς «ὥσπερ ὁ ποιμήν ἀφορίζει τά πρόβατα ἀπό τῶν ἐριφίων» ὃπως ὁ τσοπάνης χωρίζει τά πρόβατα ἀπό τά κατσίκια «καί στήσει» θά τοποθετήσῃ τιμητικῶς «τά μέν ποόβατα ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ, τά δέ ἐρίφια» τά κατσίκια «ἐξ εὐωνύμων» εἰς τά ἀριστερά Του. «Τότε ἐρεῖ» θά εἲπῃ «ὁ βασιλεύς τοῖς ἐκ δεξιῶν αὐτοῦ» εἰς τά ἐκ δεξιῶν πρόβατα Του «δεῦτε» ἐμπρός «οἱ εὐλογημένοι τοῦ Πατρός μου, κληρονομήσατε τήν ἡτοιμασμενην ὑμῖν βασιλείαν ἀπό καταβολῆς κόσμου» τήν πρός χάριν σας ἑτοίμην βασιλικήν χαράν, ἀφ’ ὅτου ὑπάρχει ὁ κόσμος. Σᾶς περιμένει! « Ἐπείνασα γάρ» διότι ἐπείνασα «καί ἐδώκατέ μοι φαγεῖν» μοῦ ἐδώκατε καί ἔφαγα, «ἐδίψησα και ἐποτίσατέ με, ξένος ἢμην καί συνηγάγετέ με» μέ ἐφιλοξενήσατε, «γυμνός και περιεβάλετέ με» μέ ἐνεδύσατε, «ἠσθένησα καί ἐπεσκέψασθέ με, ἐν φυλακῇ ἤμην καί ἤλθετε πρός με. Τότε ἀποκριθήσονται αὐτῷ οἱ δίκαιοι» θά ἀποκριθοῦν εἰς Αὐτόν οἱ δίκαιοι «λέγοντες∙ Κύριε, πότε σέ εἲδομεν πεινῶντα καί ἐθρέψαμεν ἢ διψῶντα καί ἐποτίσαμεν; Πότε δέ σέ εἲδομεν ξένον καί συνηγάγομεν» σέ ἐφιλοξενήσαμεν «ἢ γυμνόν καί περιεβάλομεν» σέ ἐνεδύσαμεν; «Πότε δέ σέ εἲδομεν ἀσθενῆ και ἐν φυλακῇ καί ἢλθομεν πρός σέ; καί ἀποκριθείς ὁ βασιλεύς ἐρεῖ αὐτοῖς» θά εἴπῃ εἰς αὐτούς». «Ἀμήν, λέγω ὑμῖν» σᾶς δηλῶ κατηγορηματικῶς, ὃτι «ἐφ’ ὃσον ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων» ὃτι ἐκάματε εἰς τούς μικρούς αὐτούς ἀδελφούς «ἐμοί ἐποιήσατε» εἰς ἐμέ τό ἐκάματε.

«Τότε ἐρεῖ καί τοῖς ἐξ εὐωνύμων» τότε ὁ Κύριος θά εἲπῃ καί εἰς τούς ἐξ ἀριστερῶν «πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ καταραμένοι εἰς τό πῦρ τό αἰώνιον τό ἡτοιμασμένον τῶ διαβόλῳ καί τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ». Ὅπως ἡ χαρά τοῦ παραδείσου περιμένει τούς δικαίους κατά παρόμοιον τρόπον ἡ θλῖψις τῆς κολάσεως περιμένει τόν Διάβολον καί τούς ἀγγέλους του, ὃσοι τόν ὑπηρέτησαν. «Ἐπείνασα γάρ καί οὔχ ἔδωκατέ μοί φαγεῖν, ἐδίψησα και οὔκ ἐποτίσατέ με, ξένος ἢμην καί οὐ συνηγάγετέ με, γυμνός καί οὐ περιεβάλετέ με, ἀσθενής και ἐν φυλακῆ και οὐκ ἐπεσκέψασθέ με. Τότε ἀποκριθήσονται και αὐτοί λέγοντες∙ Κύριε, πότε σέ εἲδομεν πεινῶντα ἢ διψῶντα ἢ ξένον ἢ γυμνόν ἢ ἀσθενῆ ἢ ἐν φυλακῆ και οὐ διηκονήσαμέν σοι ;» δέν σέ ὑπηρετήσαμεν; «Τότε ἀποκριθήσεται αὐτοῖς λέγων∙ ἀμήν λέγων ὑμῖν» σᾶς δηλῶ κατηγορηματικῶς, ὃτι «ἔφ' ὃσον οὐκ ἐποιήσατε ἑνί τούτων τῶν ἐλαχίστων» ὃ,τι δέν ἐκάματε εἰς τούς μικρούς «οὐδέ ἐμοί ἐποιήσατε». Καί «ἀπελεύσονται» καί θά ἀπέλθωσιν «οὗτοι εἰς κόλασιν αἰώνιον, oἱ δέ δίκαιοι εἰς ζωήν αἰώνιον».

Ἀνάλυσις τῆς παραβολῆς. Ἐδῶ δεν ἒχομεν παραβολήν ὃπως προηγουμένως, ἀλλά εἰκόνα τῆς «μελλούσης Κρίσεως». Ὁ Χριστός ὀνομάζεται Υἱός τοῦ ἀνθρώπου, διότι, ὃ,τι εἶπε καί ἔπαθε, τό εἶπε καί τό ἒπαθε δι’ ὃλους τούς ἀνθρώπους καί ὃ,τι λέγομεν καί πράττομεν καί ἡμεῖς καλόν ἤ κακόν εἰς τούς ἄλλους ἀνθρώπους, τό λέγομεν καί πράττομεν διά τόν Χριστόν. Ὁ χωρισμός τῶν προβάτων ἀπό τῶν ἐριφίων ὑπό τοῦ Χριστοῦ σημαίνει τήν ἐκεῖ εὐκολίαν τοῦ χωρισμοῦ τῶν ἀχωρίστων ἐδῶ καλῶν καί κακῶν ἀνθρώπων.. Μεθ’ ὃσης δηλαδή εὐκολίας χωρίζει ὁ τσοπάνης τά πρόβατα ἀπό τά κατσίκια, μετά τῆς αὐτῆς εὐκολίας θά χωρίσῃ ὁ Θεός καλούς καί κακούς. Πρός ἐρίφια παρομοιάζονται οἱ κακοί ἄνθρωποι, διότι οὗτοι εἶναι ἄγονοι καί ἄγριοι ὃπως τά κατσίκια. Πρός πρόβατα παρομοιάζονται οἱ εὐσεβεῖς, διότι οὗτοι εἶναι ἀθῶοι, πρᾶοι καί γόνιμοι, ὃπως τά πρόβατα. Ἡ ἐκ δεξιῶν θέσις εἶναι τιμῆς ἕνεκεν. Ἡ ἐξ ἀριστερῶν θέσις ἀτιμίας δεῖγμα. Οἱ δίκαιοι ὀνομάζονται εὐλογημένοι τοῦ Πατρός, ἐνῶ οἱ ἄδικοι κατηραμένοι ἄνευ τῆς προσθήκης τοῡ Πατρός, διότι οἱ δίκαιοι σώζονται διά τῆς θείας χάριτος, δι’ἧς εἰργάσθησαν ἐδῶ τήν ἀρετήν καί ἀπολαμβάνουσιν ἐκεῖ τήν ἀμοιβήν, οἱ δέ ἄδικοι τιμωροῦνται ἐξ ἰδίων των ἔργων. Ἑπομένως αἰτία τῆς σωτηρίας μας ἡ θεία χάρις, τῆς δέ ἀπώλειάς μας τά κακά μας ἒργα.

Ἡ ὡς ἀμοιβή διδομένη «βασιλεία» ἤτοι ἡ βασιλική δόξα χαρακτηρίζεται ὃτι εἶναι ἡτοιμασμένη ἀπό καταβολῆς κόσμου, ἳνα τονισθῆ τό μέγα ἐνδιαφέρον τοῦ Θεοῦ ὑπέρ ἡμῶν. Ἔργα ἐλεημοσύνης φέρονται, ὃτι θά ἀμειφθῶσιν ἐκεῖ ὂχι διότι ἀποκλείει την ἀμοιβήν τῶν ἄλλων ἀρετῶν, ἀλλά διότι εἰς τά ἒργα τῆς ἐλεημοσύνης ἐκδηλοῦται περισσότερον ἡ ἀγάπη. Οἱ δίκαιοι ἐρωτοῦν πότε εἶδαν τόν Χριστόν πεινῶντα, διψῶντα καί ἒδωκαν εἰς Αὐτόν,τροφήν καί ὓδωρ ὂχι διότι ἀγνοοῦν τήν ἀμοιβήν, ἀλλά θαυμάζουν τήν γενναιοδωρίαν τοῦ Δεσπότου Θεοῦ καί ἀγνοοῦν ὃτι ἔκαμον καλόν, διότι κατά τόν λόγον τοῦ Κυρίου, δέν ἐγνώριζεν ἡ δεξιά των τί ἐποίει ἡ ἀριστερά των. Δέν γνωρίζουν καί οἱ κακοί τάς κακάς των πράξεις καί ποίας συνεπείας ἔχουσιν αὗται, διότι εἶναι τυφλωμένοι. Ἑπομένως οἱ μέν καλοί ἀγνοοῦν τάς καλάς πράξεις ἀπό ταπείνωσιν, οἱ δέ κακοί ἀγνοοῦν τάς κακάς πράξεις ἀπό τύφλωσιν. Ὁποία διαφορά !

Ἐνταῦθα δέν κατηγοροῦνται κακαί πράξεις, αἱ ὁποῖαι ἔγιναν, ἀλλά καλαί αἱ ὁποῖαι δέν ἔγιναν. Πόσον αὐστηρόν καί δίκαιον τό δικαστήριον ἐκεῖνο ! Δέν ἐζήτησεν ὁ Θεός ἐργασίαν μεγάλων ἐλεημοσύνων, ἀλλά τῶν ἀναγκαίων, τῶν δυνατῶν καί τῶν ἐλαχίστων. Ἀναγκαῖα εἶναι ἄρτος, φιλοξενία, ἔνδυσις τοῦ γυμνοῦ. Οὒτε πολυτέλειαν τραπεζῶν ἀπῃτησεν, ἳνα δώσωμεν ὡς ἐλεημοσύνην οὒτε πληθώραν ἐνδυμάτων. Δέν ἐζήτησε νά θεραπεύσωμεν τούς ἀσθενεῖς καί ἀποφυλακίσωμεν τούς φυλακισμένους, ἀλλά τό δυνατόν εἰς ἡμᾶς ἤτοι ἐπίσκεψιν αὐτῶν. Καί τό ἐλάχιστον ὕδωρ εἶναι ἀξιόμισθον ὑπό τοῦ Κυρίου. Ἡ σιωπή τῶν ἀδίκων ἔπειτα ἀπό τήν ἀπάντησιν τοῦ Κυρίου σημαίνει, ὃτι τότε πᾶν στόμα θά φραγῆ. Ὁ Χριστός θά ἀπευθυνθῆ καί θά ἐρωτήσῃ πρῶτον τούς δικαίους, ἳνα ἀκούσωσιν οἱ ἁμαρτωλοί τήν ἀρετήν αὐτῶν καί οὕτω ἐλεγχθῶσιν. Εἰς τήν τιμωρίαν ὃμως θά προηγηθοῦν οἱ κακοί πορευόμενοι εἰς κόλασιν αἰώνιον καί θά ἀκολουθήσουν οἱ ἀγαθοί πορευόμενοι εἰς ζωήν αἰώνιον, ἳνα μή ἲδωσιν oἱ ἄδικοι τήν δόξαν τῶν δικαίων ἐκ τοῡ πλησίον, ἀλλά μόνον ἐκ τοῦ μακράν ἐν Ἅδῃ, οἱ δέ δίκαιοι ἲδωσι τήν καταδίκην τῶν ἀδίκων ἀπερχομένων εἰς τήν τιμωρίαν.



Θέμα: Ὕπαρξις καί εἶδος Μελλούσης Κρίσεως.

Ἡ παροῦσα εὐαγγελική διήγησις μᾶς εἶπεν, ὃτι θά ἔλθῃ στιγμή κατά τήν ὁποίαν θά χαλάσῃ αὐτός ὁ κόσμος και ὃλα τοῦ κόσμου τά μεγαλεῖα καί αἱ συμφοραί. Ἕνα μεγαλεῖον καί μιά συμφορά θά μείνουν εἰς τήν θέσιν των μέ δικαιώματα αἰωνίου ὑπάρξεως. Ποῖα εἶναι αὐτά; Ἡ ἀρετή καί ἡ κακία. Πλοῦτος ὑλικός, ἐπιδόσεις ἐπιστημονικαί, φλέβαι καλλιτεχνικαί ὡς γνώσεις ἐπί μέρους, ὃπως λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, θά καταργηθοῦν, διότι θά ἒλθῃ τό τέλειον. Πόσοι ἀπὸ ἐμᾶς χωλαίνομεν τόσον στήν πίστιν τῆς ὑπάρξεως μελλούσης ζωῆς, ὃσον καί εἰς τήν ἐκτίμησιν τῆς πραγματικῆς ἀξίας μεταξύ τῶν πολλῶν ἀξιῶν ὑλικῶν καί πνευματικῶν! Ἄλλοι δηλαδή ἄνθρωποι ἀπιστοῦν, ὃτι ὑπάρχει μέλλουσα ζωή μέ διάφορες δικαιολογίες (ἤ ὃτι δέν εἶδον καί δέν πιστεύουν, ἤ ἀπό τάς ἀδικίας τοῦ κόσμου τούτου ἒρχονται, καί εἰς αὐτήν τήν ἀνυπαρξίαν τοῦ Θεοῦ, διότι ὁ βίος εἶναι τοιοῦτος, ὥστε ἀντίκειται πρός τάς τοιαύτας πεποιθήσεις κ.λ.π.) Ἄλλοι δέ πιστεύοντες εἰς τήν ὓπαρξιν τῆς ἄλλης ζωῆς σφάλλουσιν εἰς τήν ἐκτίμησιν τῆς πραγματικῆς ἀξίας, θαυμάζοντες τάς ἐπιστημονικάς κορυφάς, τίς καλλιτεχνικές φλέβες, τόν ὑλικόν πλοῦτον ἤτοι ἀποθεώνουν τήν ἀξίαν τῆς ἐπιστήμης, τῆς τέχνης καί τοῦ ἐπιγείου πλούτου, ἀδιαφοροῦσι δέ εἰς τήν ἀξίαν τοῦ ἀγαθοῦ ἀνθρώπου. Ἡ περικοπή αὐτή τοῦ εὐαγγελίου θέτει καί. τά δύο αὐτά πράγματα εἰς τήν θέσιν των. Ἄς τά μελετήσωμεν.

Α'. Ὓπαρξις μελλούσης Κρίσεως. «Φάγωμεν, πίωμεν, αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν». Ἰδού τό ἔμβλημα πολλῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσμου τούτου! Ἡ μέλλουσα ζωή εἶναι δι’ αὐτούς παραμύθι τῶν παπάδων καί ἀρχόντων πρός ἀργυρολογίαν αὐτῶν ἤ συγκράτησιν τοῦ λαοῦ ἀπό τό κακόν. Ἐδῶ εἶναι ἡ κόλασις καί ὁ παράδεισος, λέγουν ἄλλοι. Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μία ἀνωτέρα μορφή τοῦ ζώου, δευτέρα ἔκδοσις τοῦ πιθήκου ἐπηυξημένη καί βελτιωμένη, ἰσχυρίζονται οἱ ὑλισταί. Ὅπως τό ζῶον ἒτσι καί ὁ ἄνθρωπος μετά τόν θάνατον ἐπανέρχεται εἰς ἀνυπαρξίαν.

Ἄς μελετήσωμεν τόν ἄνθρωπον φιλοσοφικῶς, ἳνα ἲδωμεν, ἄν αὐτά εὐσταθοῦν. Κατά τήν μελέτην μας δέν θά πάρωμεν ὡς βάσιν συζητήσεως τί πιστεύουν 5 ἤ 10 ἄνθρωποι, θά λάβωμεν κάτι τό ὁποῖον παρατηρεῖται εἰς ὃλους τούς ἀνθρώπους ὃλων τῶν ἐποχῶν, ὃλων τῶν τόπων ἀνεξαρτήτως κοινωνικῆς προελεύσεως, φύλου, ἡλικίας κ.λ.π. κάτι δηλαδή τό πανανθρώπινον. Ποῖον εἶναι τοῦτο; Ἰδού. Οὐδείς ἄνθρωπος ὑπάρχει, ὁ ὁποῖος νά μην ἐδοκίμασεν ἒστω καί μίαν φοράν εἰς τήν ζωήν του τό φαινόμενον τῆς ἀγανακτήσεως διά κακήν διαγωγήν τοῦ ἄλλου. Εἰς ὃλους μας δηλαδή κάποτε θά ἐδόθη ἡ περίστασις ἤ ἀφορμή νά αἰσθανθῶμεν ἀγανάκτησιν διά κάποιαν, κατά τήν ἀντίληψιν μας ἀδικίαν. Τό φαινόμενον τοῦτο τῆς ἀγανακτήσεως ἀναλυόμενον τί σημαίνει; Σημαίνει, ὃτι μέσα σέ κάθε ἄνθρωπον ζοῦν δύο κόσμοι. Ὁ μέν εἷς λέγει. Ὁ δίκαιος πρέπει νά ἀμείβεται, ὁ κακός πρέπει νά τιμωρῆται. Παρ’ ὃλην ὅμως τήν ἐσωτερικήν αὐτήν φωνήν παρατηροῦμεν εἰς τήν ζωήν τό ἀντίθετον ἤτοι ὁ κακός νά περνᾶ πολλές φορές καλά, νά ἔχῃ δηλαδή ἐξωτερικάς τιμὰς καί ἀπολαύσεις, ὁ δέ δίκαιος νά ὑποφέρῃ σηκώνων τόν σταυρόν του μέχρι τοῦ Γολγοθᾶ, ὃπως καί ὁ Ἰησοῦς. Οἱ δύο κόσμοι ἐσωτερικός καί ἐξωτερικός ἔρχονται εἰς σύγκρουσιν. Ἐκ τῆς συγκρούσεως τῶν δύο αὐτῶν κόσμων, τοῦ ἐσωτερικοῦ καί τοῦ ἐξωτερικοῦ, γεννᾶται τό φαινόμενον τῆς ἀγανακτήσεως.

Διά νά ἠρεμήσῃ ὁ ἄνθρωπος ἐκ τῆς συγκρούσεως τῆς φωνῆς τῆς συνειδήσεως καί τῆς ἐξωτερικῆς ἀδικίας πρέπει ἕνα ἐκ τῶν τριῶν νά συμβῆ.

1)Ἢ νά μήν ὑπάρχῃ εἰς τον κόσμον ἡ ἀδικία ἤ

2) ἐάν ὑπάρχῃ, νά λείψῃ ἡ φωνή τῆς συνειδήσεως, νά πνιγῆ ὁ ἐσωτερικός μας ἀόρατος κόσμος τῆς δικαιοσύνης καί

3) ἐφ’ ὃσον ὑπάρχουν καί τά δύο αὐτά, πρός λύσιν τῆς τραγικῆς συγκρούσεως τούτων, πρέπει νά παραδεχθῶμεν την μέλλουσαν ζωήν, ὃπου τά πράγματα θά εὓρουν τήν θέσιν των.

Εἶναι ὃμως δυνατόν νά πνιγῆ ὁ ἐσωτερικός κόσμος τῆς δικαιοσύνης, νά μήν ὑπάρχη ἡ φωνή τῆς συνειδήσεως ; Ἀπαντῶ: Ὄχι καί ἰδού διατί. Τόσον βαθειά εἶναι ριζωμένος ὁ κόσμος αὐτός, ἡ φωνή αὐτή μέσα μας, ὥστε τόσαι ἀδικίαι τόσων αἰώνων, τόσων μεγάλων καί τρανῶν ἀνθρώπων δέν ἴσχυσαν νά πνίξουν τήν πανανθρωπίνην αὐτήν φωνήν τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου, τήν φωνήν τῆς συνειδήσεως, ἀλλά ἐξακολουθοῦμεν νά ἐπιμένωμεν, ὃτι ὁ δίκαιος πρέπει νά ἀμείβεται καί ὁ κακός πρέπει νά τιμωρῆται. Ἀλλά ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχῃ καί ἡ ἐξωτερική πραγματικότης τῆς ἀδικίας. Πόσοι δίκαιοι δέν ἐκρεμάσθησαν ὃπως ὁ Ἴησοῦς; Πόσοι κακοί δέν καλοπερνοῦν! Τί πρέπει νά γίνῃ διά νά εἴμεθα σύμφωνοι μέ τό βάθος μας, μέ τόν ἑαυτόν μας, μέ τήν λογικήν; Ἰδού! Εἶναι δίκαιον, λογικόν ὁ δίκαιος ὁ ὁποῖος ἠδικήθη ἐδῶ καί ὁ ἄδικος ὁ ὁποῖος δέν ἐτιμωρήθη ἐδῶ, ὃπως καί ὃσον ἔπρεπε, νά εὓρουν ὁ μέν δίκαιος τήν ἀμοιβήν, ὁ δέ ἄδικος τήν τιμωρίαν κάπου ἀλλοῦ ἤτοι εἰς τήν ἄλλην ζωήν. Εἶναι ἄδικον, ἐάν τά πράγματα δέν τεθοῦν εἰς τήν θέσιν των. Ὥστε ἡ μή ὓπαρξης τῆς μελλούσης ζωῆς, ἀμοιβῆς καί τιμωρίας ἤτοι Κολάσεως καί Παραδείσου ἀντίκειται εἰς τήν ἐσωτάτην φύσιν τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ἀδικία! Ἑπομένως ἐκεῖνο τό ὁποῖον λέγουσι μερικοί, ὃτι «ἐδῶ εἶναι ἡ κόλασις καί ὁ παράδεισος» διότι ἐδῶ καλοπερνοῦν καί κακοπερνοῦν οἱ ἄνθρωποι, εἶναι ψευδές. Ἐδῶ ἡ κόλασις καί ὁ παράδεισος εἶναι μπερδεμένα, διότι πολλοί οἱ ὁποῖοι πρέπει νά εἶναι εἰς τήν κόλασιν εἶναι εἰς τόν παράδεισον καί ἄλλοι οἱ ὁποῖοι πρέπει νά εἶναι εἰς τόν παράδεισον εἶναι εἰς τήν κόλασιν. Πρέπει νά ξεμπερδευτοῦν. Τοῦτο θά γίνη εἰς τήν ἄλλην ζωήν.

Πλήν τούτου. Σκεφθῆτε σοβαρά, ὃτι ὁ θάνατος εἶναι τό τελικόν τέρμα ὃλων, ὥστε ἄν λάβωμεν μιά ζυγαριά καί θέσωμεν εἰς τόν ἓνα δίσκον ὃλας τάς χαράς τοῦ κόσμου καί εἰς τόν ἄλλον δίσκον τόν θάνατον, ἀσφαλῶς βαρύτερος εἶναι ὁ θάνατος.

Ό Pascal ἔχει ἐπί τοῦ προκειμένου μίαν πολύ σοφήν σκέψιν, τήν ἑξῆς: «Ἄς ὑποθέσωμεν, λέγει, ὃτι ἒλυσα ὃλα τοῦ κόσμου τά προβλήματα, φιλοσοφικά, ἀστρονομικά, μαθηματικά, γεωλογικά, ἱστορικά κ.λ.π. δέν ἔλυσα ὃμως τό πρόβλημα τοῦ θανάτου και τώρα ἀποθνήσκω, θά δυνηθοῦν ἐκεῖνα τά λυθέντα προβλήματα νά θερμάνουν τήν παγωνιά τοῦ ἄλυτου προβλήματος τοῦ βασάνου, κατά τήν ὥραν τοῦ θανάτου μου; Ὄχι ἀσφαλῶς. Kαί ἀντιστρόφως. Οὐδέν ἔλυσα ἐκ τῶν κοσμικῶν καί ἐπιστημονικῶν προβλημάτων, ἔλυσα ὃμως τό τοῦ θανάτου πρόβλημα θετικῶς καί ἐπείσθην, ὃτι ὑπάρχει μέλλουσα μακαριότης καί ἀποθνήσκω, θά δυνηθῆ νά ψυχράνῃ ἡ ἂγνοια τῶν ἀλύτων ἐκείνων προβλημάτων τήν γνῶσιν τοῡ προβλήματος τοῦ θανάτου; Ὄχι. Ἂρα; Πρέπει νά λύσωμεν τό πρόβλημα τῆς πέραν τοῦ τάφου ζωῆς. Τοῦτο θά λυθῆ, ἂν πιστεύσωμεν εἰς τήν ὓπαρξιν τῆς ἄλλης ζωῆς. Ὅ,τι θεωρεῖ λοιπόν ἡ λογική ὡς ἀπαραίτητον, τό λέγει ὁ Κύριος ρητῶς, ὡς εἲδομεν εἰς τήν διήγησιν τῆς μελλούσης Κρίσεως. Πολλοί πιστεύουν ὃτι ὑπάρχει, άλλά ἀγνοοῦν εἰς τί θά ἀπολογηθοῦν. Ἲδωμεν.



Β) Ἡ μέλλουσα Κρίσις. Ὥστε ἀπό λογικῆς ἀπόψεως πρέπει νά ὑπάρχῃ μέλλουσα ἀποκατάστασις τῶν ἀδικιῶν τοῦ κόσμου, ἀπό χριστιανικῆς δέ ἀπόψεως ὑπάρχει. Πῶς θά κριθῶμεν τότε; Κρίσις ὑπάρχει καί ἐδῶ. Καί ἡμεῖς οἱ ἄνθρωποι κρίνομεν. Ἤτοι θέτομεν ἄλλους ἐκ δεξιῶν μας, ἄλλους ἐξ ἀριστερῶν μας. Ὡς βάσις τῆς κρίσεως λαμβάνονται διάφορα χαρίσματα τοῦ κόσμου, ὀμορφιά, φωνή, πλοῦτος, γνώσεις, καλλιτεχνία. Ἢτοι ἐκ δεξιῶν τίθεται ὑπό τήν εὒνοιάν μας ὁ ἐμφανίσιμος κατά τήν μορφήν ἤ τήν ἐνδυμασίαν, εἰς τά ἀριστερά μας ὑπό δυσμένειαν τίθεται ὁ ἐκ φύσεως μή ἐμφανίσιμος κατά τήν μορφήν καί ἐξ’ οἰκονομικῆς ἀνεχείας μή εὐπαρουσίαστος κατά τήν ἐνδυμασίαν, εἰς τά δεξιά μας τίθεται ὑπό τήν εὒνοιάν μας ὁ ἐμφανίσιμος κατά την μορφήν ἢ ἒχων ἐκ φύσεως μελῳδικήν ψαλμῳδίαν καί ἀπαγγελίαν, ἐξ εὐωνύμων ὁ ἠδικημενος εἰς τά τοιαῦτα. Ὑπό θαυμασμόν ἔχομεν τόν μεγάλον ἐπιστήμονα καί καλλιτέχνην, ὑπό περιφρόνησιν δέ τόν μή πεπροικισμένον ὑπό τοιούτων χαρισμάτων. Ὑπό ἐκτιμησίν μας εἰς τά δεξιά μας ὑπάρχουν οἱ θεραπεύοντες τόν ὑλικόν ἤ πνευματικόν ἐγωισμόν μας, εἰς τά ἀριστερά μας ὑπό τήν δυσμένειαν μας οἱ θίγοντες ἡμᾶς ὑλικῶς ἤ ἠθικῶς. Ἰδού πῶς κρίνομεν, πῶς χωρίζομεν ἡμεῖς τά πράγματα.

Δέν θέλω νά περιφρονήσω ὃλας τάς ἀξίας αὐτάς. Ἀρκεταί ἐξ αὐτῶν εἶναι χαρίσματα τοῦ θεοῦ καί εἶναι ἂξια πάσης προσοχῆς. Ἐν τούτοις ὡς βάσις κατά τήν μέλλουσαν Κρίσιν θά ληφθῆ κάτι, τό ὁποῑον δύναται νά ὑπάρχῃ εἰς ὃλους καί ὂχι εἰς ὀλίγους. Ἡ ὡραία μορφή καί φωνή, ἡ εὐφυΐα, ὁ πλοῦτος κ.λ.π. εἶναι εἰς μερικούς ἀνθρώπους καί πρόσκαιρα. Ποῖον εἶναι τό κοινόν ἀγαθόν, τό ὁποῖον θά μείνῃ αἰώνιον; Εἶναι ἡ πρός τόν ἄλλον βοήθεια. Αὐτή ἡ ἀξία δύναται νά ὑπάρχῃ εἰς ὃλους. Ὅλοι μποροῦμε νά γίνωμεν καλοί ἄνθρωποι. Ὅλοι δέν μποροῦμε νά γίνωμεν ἐπιστήμονες, ψάλται κ.τ.λ. . Ἑπομένως κατά τόν μεγάλον ἐκεῖνον χωρισμόν θά κριθῶμεν ἐπί τῆ βάσει ὂχι τῶν χαρισμάτων τοῦ Θεοῦ ἀλλά τῆς ἰδικῆς μας διαθέσεως καί ἐργασίας.Ὄχι δηλαδή ἄν, εἶχες σπίτια καί ἀνάκτορα θά τεθῆς εἰς τά δεξιά τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἄν ἐφιλοξένησες. Ὄχι ἄν εἶχες ρευστόν χρῆμα, ἄλλα ἄν μέ αὐτό ἐνέδυσες τό ὀρφανόν. Ὄχι ἄν ἦσο ἐλεύθερος, ἄλλα ἄν ἐπεσκέπτεσο τούς φυλακισμένους. Ὄχι ἄν ἦσο ὑγιής καί εὔρωστος, ἄλλα ἄν ἐπεσκέπτεσο τούς ἀσθενεῖς. Ὄχι ἄν ἐφοροῦσες πολυτελῆ ἐνδύματα, ἄλλα ἄν ἐνέδυες τόν γυμνόν. Ὄχι ἄν εἶχες φίλους καί φίλας, ἄλλα ἄν ἐφιλοξένεις τούς ξένους. Ὄχι ἄν κατήγεσο ἀπό οἰκογένειαν μεγάλην καί τρανήν καί ἐκαυχᾶσο δι’ αὐτήν, ἀλλά ἄν συνεπάθης τήν χήραν καί τό ὀρφανό, oἱ ὁποῖοι δέν ἔχουν ὂχι οἰκογένειαν, ἄλλα οὔτε σύζυγον καί πατέρα.

Γενικῶς δέ οἱ ἄνθρωποι θά χωρισθοῦν ἐκεῖ εἰς ἀνθρώπους καί παληανθρώπους. Πόσον σοφός, δίκαιος, συγκινητικός καί ὠφέλιμος εἶναι ὁ χωρισμός ἐκεῖνος! Ἄς φροντίσωμεν νά γίνωμεν καλοί ἄνθρωποι.

Κυριακὴ τῆς Τελικῆς Κρίσεως Anthony Bloom


Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ἡ σημερινὴ παραβολὴ εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικὴ στὶς μέρες μας, ὅπου ὁ πόνος, ἡ ἐξαθλίωση, ἡ πείνα, τὸ πρόβλημα στέγης, ἡ ἀρρώστεια, ὁ θάνατος αὐξάνονται ὥρα τὴν ὥρα. Λέγεται, ὅτι ὅταν ἔρθει ἡ Μέρα τῆς Κρίσεως, ἐκεῖνοι ποὺ θὰ σταθοῦν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ - καὶ εἴμαστε ὅλοι ἐμεῖς- δὲν θὰ ἐρωτηθοῦν γιὰ τὴν πίστη, γιὰ τὴν θεολογική τους γνώση, γιὰ τὶς πεποιθήσεις τους. Θὰ τοὺς τεθοῦν συγκεκριμένες καὶ ἄμεσες ἐρωτήσεις, ποὺ μποροῦμε νὰ τὶς συνοψίσουμε σὲ μία: ὑπῆρξες ἄνθρωπος στὴ ζωή σου, ἤ ὄχι; Εἶχες συμπόνοια γι’ αὐτοὺς ποὺ τὴν χρειάστηκαν; Συγχώρεσες ἐκείνους ποὺ εἶχαν ἀνάγκη τὴν συγχώρεση σου; 

Ὑπάρχει ἕνα ἄλλο ἀνάγνωσμα τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ μᾶς λέει ὅτι δὲν πρόκειται γιὰ ἐκείνους ποὺ ξόδεψαν τὸ χρόνο τους στὶς ἐκκλησίες λατρεύοντας καὶ προσευχόμενοι στὸν Θεό, ἀλλὰ γιὰ ἐκείνους ποὺ τήρησαν τὶς ἐντολὲς Του. Καὶ ὅλες οἱ ἐντολὲς συνοψίζονται σὲ μία, τὴν ἀγάπη· «Ἀγαπῆστε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, καθὼς ἐγὼ σᾶς ἀγάπησα», μὲ μιὰ ἀγάπη ποὺ εἶναι ὁλοκληρωτικὴ, μιὰ ἀγάπη ὄχι συναισθηματική, ἀλλὰ ποὺ εἶναι δῶρο, προσφορὰ τοῦ ἑαυτοῦ σας, μιὰ ἀγάπη θυσιαστική, ὅπου προσφέρουμε τὸν ἑαυτό μας στὸν πλησίον, ἀκόμα καὶ μὲ τίμημα τὴν ἴδια μας τὴ ζωή, γιὰ νὰ μὴν ἀναφέρουμε τὴν προσφορὰ ἀγαθῶν. Καὶ αὐτὸ εἶναι κάτι τόσο σημαντικό. 

Ἀλλὰ ἡ Κρίση εἶναι ἀπὸ τώρα παρούσα στὴ ζωή μας, καθὼς οἱ μέρες περνοῦν καὶ ἑτοιμάζεται νὰ λάμψει μέ μιὰ καθαρότητα τρομακτική, ἐπειδὴ κάθε μέρα ποὺ περνᾶ, μᾶς πληροφορεῖ ἄν εἴμασταν ἐντάξει ἤ ὄχι· ἄν φερθήκαμε κατά τρόπο ἀντάξιο τοῦ ὀνόματός μας ὡς Χριστιανοὶ, ἄξιοι μαθητές τοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἴδιου μας τοῦ ἑαυτοῦ. 

Μέρα μὲ τὴ μέρα, ὅ,τι καὶ νὰ λέμε μεταξύ μας, ὅ,τι κι ἄν κάνουμε, τούτο τὸ ἐρώτημα στέκει ἐνώπιον μας: «Ὅ,τι εἶπα, ὅ,τι ἔκανα ἄξιζε στὸν Θεό, ἄξιζε σὲ μένα; 

Καὶ θὰ ἔλθει ἡ μέρα ποὺ θὰ σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ, καὶ δὲν θὰ μᾶς ρωτήσει τίποτα. Θὰ μᾶς κοιτάξει μὲ ἀπέραντη συμπόνια καὶ πόνο, καὶ τότε θὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι βρισκόμαστε μέσα στὴν παρουσία Αὐτοῦ ποὺ ἦταν γιὰ μᾶς ἡ Ὁδὸς, ἡ Ἀλήθεια, ποὺ μποροῦσε νὰ εἶναι Ζωή· καὶ Τὸν ἀπορρίψαμε ὡς ἀλήθεια καὶ τρόπο ζωῆς· καὶ μποροῦμε νὰ ὑπολογίζουμε στὴν ζωή; Εἶναι τρομερὴ ἡ στιγμὴ ὅταν θὰ βρισκόμαστε ἐνώπιον Ἐκείνου ποὺ πληγώσαμε βαθιὰ καὶ ξαφνικὰ θὰ δοῦμε πόσο βαθιὰ ἦταν αὐτὴ ἡ πληγή. Καὶ ὅταν θὰ σταθοῦμε ἐνώπιον τοῦ Χριστοῦ θὰ δοῦμε Ἐκεῖνον γιὰ τὸν ὁποῖο κάθε μας πράξη δὲν ἦταν ἀντάξια τῆς ζωῆς μας, τῆς πίστης μας, τοῦ Χριστοῦ, ποὺ καλοῦμε Κύριο καὶ Θεό μας- κάθε πράξη καὶ λόγος μας εἶναι καρφὶ ποὺ μπήξαμε στὸν σταυρωμένο Χριστό.

Ἄς τὸ σκεφτοῦμε. Μιὰ μέρα θὰ σταθοῦμε ἐνώπιόν Του, θὰ μᾶς συναντήσει μὲ ἀπέραντη ἀγάπη, ἀλλὰ τότε θὰ δοῦμε ὅτι ἦταν γιὰ ἐμᾶς θύμα, ἐπειδὴ τὸ κάθε πρόσωπο ποὺ Ἐκεῖνος ἀγάπησε, ἐμεῖς τὸ ταπεινώσαμε, τὸ ἀπορρίψαμε, τὸ ἀμελήσαμε, τοῦ προκαλέσαμε πόνο. Καὶ πόσο τρομερὸ θα εἶναι τότε νὰ Τὸν κοιτάξουμε καὶ νὰ ξέρουμε ὅτι δὲν ὑπάρχει θυμὸς, μίσος σ’ Ἐκεῖνον, παρὰ ἕνας βαθὺς πόνος. Ἄς τὸ σκεφτοῦμε καὶ ἄς θυμηθοῦμε τὴν σημερινὴ ἐντολή: ἄν θέλεις νὰ μοιάσεις στὸν Θεό, γίνε πρῶτα ἀληθινὸς ἄνθρωπος. Ἀμήν.

Με ό,τι ο άνθρωπος φύγει από δω, μ'αυτό θα παρουσιαστεί μπροστά στο κριτήριο του Χριστού


Με ό,τι ο άνθρωπος φύγει από δω, μ'αυτό θα παρουσιαστεί μπροστά στο κριτήριο του Χριστού

Η σκέψη του θανάτου είναι ικανή να παρακινήσει τον αμαρτωλό σε μετάνοια.
 Μας είναι και γνωστός και άγνωστος ο θάνατος.
 Γνωστός, γιατί ξέρουμε ότι όλοι θα πεθάνουμε.
Άγνωστος, γιατί δεν ξέρουμε πότε, πού και πώς θα πεθάνουμε. 
Όσο περισσότερο ζούμε, τόσο περισσότερο μικραίνει η ζωή μας, τόσο λιγοστεύουν οι μέρες μας και πλησιάζουμε στο θάνατο.
Είμαστε πιο κοντά του σήμερα απ΄ό,τι χθές, αυτή την ώρα απ΄ό,τι την προηγούμενη.
 Ο θάνατος βαδίζει αόρατος πίσω απ΄τον καθένα και τον αρπάζει τότε που δεν το υποπτεύεται. Εντούτοις, σχεδόν όλοι οι άνθρωποι - και μάλιστα οι υγιείς και οι δυνατοί - κάνουν τις ακόλουθες σκέψεις για τον ευατό τους:

- Εγώ θα ζήσω ακόμη αρκετά. Είναι πολύ μακριά το τέλος μου. Θα μαζέψω πλούτη και θα ευφραίνομαι. Μα ορμάει ξαφνικά εναντίον τους ο θάνατος και σβήνουν τα όνειρα και οι επιθυμίες. Και πεθαίνει γρήγορα εκείνος που έταξε στον εαυτό του μακροζωία. Και αφήνει τ΄αγαθά του και το σώμα του στον κόσμο εκείνος που ήθελε να συγκεντρώνει πλούτη. Άγνωστο λοιπόν μας είναι το τέλος, χριστιανοί.

Ο φιλάνθρωπος Θεός, που φροντίζει για το καλό μας, τα καθόρισε έτσι, ώστε να είμαστε πάντα έτοιμοι και να καταφεύγουμε στην ειλικρινή μετάνοια. Με ό,τι θα φύγει ο άνθρωπος από δω, μ΄αυτό και θα παρουσιαστεί μπροστά στο κριτήριο του Χριστού.

Αδελφοί, ας συλλογιστούμε προσεκτικά αυτά τα λόγια κι ας μετανοήσουμε, για να μην ταξιδέψουμε προς την αιωνιότητα με τις αμαρτίες μας και εμφανιστούμε μ΄αυτές σ΄εκείνο το δικαστήριο. Ο φιλεύσπλαχνος Θεός μας υποσχέθηκε το έλεός Του, δεν μας υποσχέθηκε όμως ότι θα ζούμε το επόμενο πρωί. Και τούτο, για να είμαστε προσεκτικοί, και όταν ξυπνάμε, να θυμόμαστε το θάνατό μας, να διορθώνουμε τον εαυτό μας, να ετοιμαζόμαστε για την έξοδό μας, ώστε να έχουμε μακάριο τέλος. Είναι φοβερή η ώρα του θανάτου.

Όλοι οι άγιοι τη σκέφτονταν κι έκλαιγαν, ικετεύοντας τον φιλάνθρωπο Θεό να τους ελεήσει εκείνη την ώρα.Εκπληκτικό! Να κλαίνε οι άγιοι στη σκέψη του θανάτου, και οι αμαρτωλοί ωστόσο να μη συγκινούνται, αν και καθημερινά κάποιον βλέπουν να πεθαίνει. Φτωχοί αμαρτωλοί! Γιατί κοιμόμαστε, ενώ ο διάβολος σαν κλέφτης αρπάζει τη σωτηρία μας; Ας γράψουμε στη μνήμη μας την ώρα του θανάτου και ας είμαστε έτοιμοι. Απ΄αυτήν θα εξαρτηθεί, αν ο άνθρωπος θα είναι αιώνια ευτυχισμένος ή αιώνια δυστυχισμένος.

Από το θάνατο ανοίγουν για τον καθένα οι πύλες της αιωνιότητας, ο δρόμος για την αιώνια μακαριότητα ή την αιώνια δυστυχία. Απ΄αυτόν τον σταθμό αρχίζει ο άνθρωπος να ζει ή να πεθαίνει αιώνια. Πού βρίσκονται τώρα όσοι έζησαν πρίν από μας και πέρασαν τη ζωή τους αμετανόητα, με κραιπάλες και ηδονές; Έφυγαν απ΄αυτόν τον κόσμο, αφήνοντας εδώ όλες τους τις χαρές. Οδηγήθηκαν καθένας στον τόπο του, περιμένοντας την τελευταία Κρίση, οπότε θα λάβουν την αμοιβή των έργων τους.

Γι΄αυτό εφόσον δεν ήρθε ακόμα για μας εκείνη η ώρα, ας στραφούμε ολόψυχα προς το Θεό μας με την πίστη και τη μετάνοια, ώστε να κερδίσουμε την αιωνιότητα. Αγαπητέ χριστιανέ! Ο θάνατος μας ακολουθεί βήμα προς βήμα χωρίς να τον βλέπουμε, και το τέλος φτάνει τότε που δεν το περιμένουμε. Γι΄αυτό να βρίσκεσαι συνέχεια σε κατάσταση μετάνοιας, έτοιμος παντού και πάντοτε για την αναχώρησή σου. Ο συνετός δούλος είναι πάντα άγρυπνος και περιμένει πότε θα τον καλέσει ο Κύριός του.

Αγρύπνα κι εσύ και περίμενε πότε θα σε καλέσει ο Κύριός σου, ο Χριστός. Να ζεις όπως θα ήθελες να σε βρει ο θάνατος. Να ζεις με ευσέβεια και να εργάζεσαι με φόβο και τρόμο για τη σωτηρία σου. Έτσι δεν θα στερηθείς την αιώνια σωτηρία, που μας δώρισε ο Κύριός μας με το αίμα Του και το θάνατό Του. Έτσι θα τελειώσεις τη ζωή σου χριστιανικά. Και είναι πραγματικά μακάριοι οι νεκροί εκείνοι πού πεθαίνουν πιστοί στον Κύριο και ενωμένοι μαζί Του".

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ: Ο θάνατος (Αγ. Τύχων, αρχιεπ. Βορονέζ και Ζαντόνσκ)

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...