Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Δευτέρα, Απριλίου 04, 2016

π. Κωνσταντῖνος Στρατηγόπουλος: «Δὲν θέλω τὴν Ἑλλάδα πουλημένη σὲ ὁποιοδήποτε ῥαγιαδισμό. Δὲν θέλω νὰ παίξω τὸ παιχνίδι τῆς Εὐρώπης τῶν δαιμονιστῶν καὶ τοῦ ἀντιχρίστου»

Ἀπομαγνητοφωνημένη συνέντευξη τοῦ π. Κωνσταντίνου Στρατηγόπουλου, ἀπὸ τὸ «Ῥωμαίικο Ὁδοιπορικό», πού ἔγινε στὴνἐκπομπὴ «Λόγος Ῥωμαίικος» στὸν τηλεοπτικὸ σταθμὸ «ΑΧΕΛΩΟ», μὲ θέμα «Ἑλλάς, ὥρα μηδέν», στὶς 15/06/12.
Ἂν ὁ λόγος εἶναι γιὰ τὴν ἑνότητα φυσικὰ ἀκόμη καὶ ὁ χῶρος τῆς Ἐθνικῆς ἑνότητας δὲν καταξιώνεται ἂν αὐτὴ ἡ ἑνότητα δὲν καταξιώνεται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ ἑνότητα τῶν πάντων. Δὲν ὑπάρχει ἑνότητα ὁποιασδήποτε μορφῆς, γάμου, κοινωνίας, κράτους χωρὶς τὸ Χριστό. Γι΄ αὐτὸ βλέπετε ἡ Ἑλλάδα πάντοτε στεκόταν πάνω στὴν Ἐκκλησία πρωτογενῶς. Βάζω τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας ὡς πρωτογενὴς μέγεθος. Γιὰ νὰ μποροῦμε σήμερα σ΄ αὐτοὺς τοὺς πολὺ κρίσιμους καιροὺς νὰ μιλᾶμε γιὰ Ἐθνικὴ ἑνότητα, χωρὶς τὸ ἦθος, τὸ ἄρωμα, τὴν ἐωδία τῆς Ἐκκλησίας, δὲν ὑπάρχει λόγος ποὺ μπορεῖ νὰ μιλήσουμε. Θὰ εἶναι πάντοτε...

διχαστικά, κομματιασμένα, κομματικά. Ἄρα δὲν ἐλπίζω τίποτε γιὰ ἑνότητα, χωρὶς τὴν παρουσία τὴν ἔντονη, τὴν ζωντανή, τὴ βιωματική τῆς Ἐκκλησίας μας. Δὲν τὸ ξεχωρίζω, κάνω μία ὑπέρβαση.



Ναὶ στὴν ἑνότητα «ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ», κι ἐκεῖ ὅλα βρίσκουν τὸ ρόλο τους. Βλέπετε ἡ Ἐκκλησία κάνει Ἱεραποστολὴ καὶ ἑνώνει λαοὺς καὶ φυλὲς σὲ μία ἑνότητα, σὲ μία οἰκογένεια μέσα. Γιὰ ὅλα αὐτὰ τὰ κοινωνικὰ θέματα, ἐὰν δὲν ἔχουμε θεολογικὴ ματιά, δὲν κάναμε τίποτε. Δὲν ἀπαιτοῦμε νὰ γίνουμε θεολόγοι, ἀλλὰ καὶ μόνο ποὺ εἴμαστε στὴν Ἐκκλησία αὐτὸ εἶναι Θεολογία. Ἀκοῦμε τὰ πάντα, στὴν Πεντηκοστὴ «εἰς ἑνότητα πάντας ἐκάλεσεν». Αὐτὸ θὰ τὸ ξεχάσουμε; Σὲ αὐτὸν τὸν τόπο, σὲ αὐτὴν τὴν κρίσιμη ἐποχή, σ΄ αὐτὲς τὶς κρίσιμες μέρες ποὺ χτυπιόμαστε κάτω νὰ βροῦμε κάποια ἑνότητα μεταξὺ κομματικῶν παρεμβάσεων καὶ διχαστικῶν ἀντιλήψεων.



Γιὰ νὰ λέμε τὴν ἀλήθεια, γιὰ τὴ λεγομένη εἰκονικὴ μὴ ὑπαρκτὴ οἰκονομικὴ κρίση, ἔχω τὸ λόγο μου ποὺ τὸ λέω, τὸ φωνάζω ἐδῶ καὶ τρία χρόνια αὐτό. Πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ τονίσω κάτι, εἶναι δεδομένο Θεολογικά, κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο «νῦν κρίσις ἐστὶ τοῦ κόσμου τούτου», εἴμαστε σὲ μία κρίση συνέχεια, τὸ τονίζω μεταπτωτικὰ εἴμαστε σὲ κρίση. Αὐτὴ ἐδῶ ἡ κρίση ἡ συγκεκριμένη, πῶς ἔτσι ξεπετάχτηκε, ἐμφανίστικε. Νὰ δώσω ἕνα παράδειγμα, φαντατσεῖτε ποὺ εἶμαι χειρουργὸς καὶ πρέπει νὰ κάνω μία ἐπέμβαση καὶ πρέπει νὰ ἔχω ὡραία μηχανήματα, ὅσο καλὸς καὶ νὰ ΄μαι. Ἂν τὰ μηχανήματα ποὺ πρέπει νὰ εἶναι ἀπὸ πλατίνα εἶναι ἀπὸ τενεκέ, ὁ καλύτερος χειρουργὸς δὲν μπορεῖ νὰ κάνει τίποτε χωρὶς νὰ ἔχει ἕνα καλὸ ἐργαλείο στὰ χέρια του. Τί ἐπέμβαση θὰ κάνει μὲ ἕναν τενεκέ;



Θὰ τονίσω τὸ ἑξῆς, μπορεῖ μερικοὶ νὰ θυμώσουν νὰ νευριάσουν, ἀλλὰ δὲν γίνεται ἀλλιῶς πρέπει νὰ κάνω αὐτὴ τὴν κριτική. Σήμερα, ἡ βασικὴ ρίζα ὅλων τῶν προβλημάτων, εἶναι ποὺ ἡ οἰκονομικὴ ἐπιστήμη εἶναι ἄρρωστη, στὶς δομές της. Ἐξ ἀρχῆς ἔχω ἕνα ἐργαλεῖο «τενεκέ». Νὰ δώσω ἕνα ἁπλὸ παράδειγμα, πάρτε ἕνα πρωτοετή φοιτητὴ τῶν οἰκονομικῶν ἐπιστημῶν, τί μαθαίνει στὸ πρῶτο μάθημα; Ὁ πρῶτος νόμος τῆς οἰκονομίας εἶναι τὸ ἀτελεύτητο τῶν ἀνθρωπίνων ἀναγκῶν. Ἀλλὰ αὐτὸ εἶναι τὰ ζῶα ε; Τὸ ἀτελεύτητο! Κανεὶς δὲ λέει, τοῦ ἀνθρώπου ποὺ ἔχει ἀνάγκες μὲν ἀλλά…, εἶναι ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος δὲν ζεῖ μονάχα ἀπὸ τὸ ἕνα καὶ τ΄ ἄλλο καὶ τ΄ ἄλλο, ἢ τὸ ἐργαλεῖο εἶναι λάθος. Βλέπω μία οἰνομικὴ μονάδα ποὺ λέγεται ἄνθρωπος, ἀλλὰ στὴ βάση του τὸ ἐργαλεῖο ποὺ πάω νὰ τὸν δῶ, εἶναι ζῶο, τίποτε ἄλλο. Προσέξτε, ἐδῶ εἶναι τὸ λανθασμένο ἐργαλεῖο. Εἶναι λοιπὸν τὸ λανθασμένο ἐργαλεῖο, καὶ μετὰ ἔρχεται ἡ λανθασμένη χρήση τοῦ ἐργαλείου. Τὸ πρῶτο εἶναι σαφέστατο τὸ εἶπα, καὶ νὰ τονίσω κάτι σὰν παράδειγμα, ποὺ ἀφορᾶ καὶ τὴν προβληματικὴ καὶ τῶν ἰδεολογιῶν, τῶν δεξιῶν, τῶν ἀριστερῶν, ἔχει πολὺ μεγάλη σημασία ἡ ἰδεολογία.



Θυμηθεῖτε τί λέει τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, κάνει μία τρομερὴ πρόταση οἰκονομικοῦ ἤθους παγκοσμίου ἐμβελείας καὶ διαχρονικῆς. Λέει τὸ ἑξῆς, ἡ πρώτη Ἐκκλησία πῶς ζοῦσε; Ὅλα τὰ εἶχαν κοινά, ἀλλὰ ἀπ΄ αὐτὰ τὰ κοινά, πῶς γινόταν ἡ κατανομή; Ὁ καθένας ἔπαιρνε κατὰ τὸ μέτρο τῶν ἀναγκῶν του. Αὐτὸ τὸ ΄πιασε ὁ Μὰρξ καὶ τὸ πέρασε μέσα στὸ κεφάλαιο, προσέξτε, στὰ πρῶτα βήματα τοῦ ὑπαρκτοῦ κομμουνισμοῦ, πῆγαν νὰ τὸ ἐφαρμόσουν. Ἦταν ἀδύνατο γιὰ ἕνα λόγο, ποιὸς ρυθμίζεις τὶς ἀνάγκες; Ἀφοῦ κανεὶς δὲν τοὺς λέει, ποῦ εἶναι ἐγκράτεια, ποῦ εἶναι ἡ ἀγάπη, ποῦ εἶναι ἡ ταπείνωση, δὲν τὸ μιλοῦσαν αὐτό. Τὸ σχῆμα κατέπεσε, δὲ μποροῦσε νὰ εἶναι «κομμούνα» καὶ ὁ καθένας νὰ παίρνει ὅ,τι θέλει. Ποιὸς ρυθμίζει τὶς ἀνάγκες;… Καὶ τότε πήγανε σὲ ἄλλα μοντέλα. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως τὸ ΄χει, ἄρα ἡ Ἐκκλησία ἔχει αὐτὸ τὸ μέγεθος τῆς κοινωνίας, ποὺ ξέρουμε πόσο μποροῦμε νὰ πάρουμε. Ἄρα, ἀμέσως δηλαδὴ διαφοροποιούμαστε ἀπὸ δεξιούς, ἀπὸ ἀριστερούς, γιατί ἐμεῖς ἔχουμε τὴν ἀνάγκη ποὺ ἐμεῖς τὴν ρυθμίζουμε, τί εἶναι νηστεία, τί εἶναι ἐγκράτεια, τί εἶναι ἀγάπη, πῶς ζοῦνε οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Αὐτὸ εἶναι τὸ λάθος ἐργαλεῖο, καὶ μετὰ πῶς χρησιμοποιεῖται τὸ λάθος ἐργαλεῖο, ἐδῶ εἶναι ἡ μεγάλη ἱστορία πιά.



Ἡ Χριστιανικὴ κοινότητα, τὰ μοναστήρια καὶ ὅπου ὑπάρχουν ζωντανὲς Ὀρθόδοξες κοινότητες, μέσα σὲ μία ἐνορία νὰ τὸ ζήσουν, αὐτὸ εἶναι ἡ ἐνορία. Εἶναι αὐτὸ ποὺ δὲν χάσαμε ἀκόμη, οἱ κοινότητες, οἱ ἐνορίες, εἶναι ἡ πιὸ πετυχημένη ἱστορία γιὰ τὴν Ἐκκλησία μας εἶναι ἡ ἐνορία ποὺ διαρηρεῖται. Καὶ κοιτάξτε, δύο ἐγκλήματα ἔγιναν στὸν ἑλληνισμό, πρῶτο ὅταν σκότωσαν τὸν Καπποδίστρια καὶ δεύτερο ὅταν μὲ τοὺς τελευταίους νόμους κατήργησαν τὶς μικρὲς κοινότητες. Ἐμεῖς ὅμως τὸ διατηροῦμε αὐτὸ καὶ πρέπει ἐμεῖς τὴν ἐνορία νὰ τὴ σκεπτόμαστε ἔτσι, κοινότητα.



Τὸ ἐργαλεῖο τῆς οἰκονομικῆς ἐπιστήμης εἶναι λάθος καὶ δὲν μπορεῖ νὰ δώσει ποτὲ λύσεις, εἶναι ἀδιέξοδο γιατί ἤδη μιλάει γιὰ τὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶναι ζῶο, δὲν ὑπάρχει καμμία ἐγκράτεια, πόσο θὰ φάω περισσότερο. Ἀκούω δεκάδες οἰκονομολόγοι μιλοῦν μὲ τοὺς ὅρους αὐτῆς τῆς φθαρμένης οἰκονομικῆς ἐπιστήμης. Ὑπάρχει ὅμως τὸ ἑπόμενο ἐπίπεδο, εἶναι φθαρμένη ἡ ἐπιστήμη, καὶ τὸ ἐργαλεῖο εἶναι φθαρμένο, ἀλλὰ τὸ χρησιμοποιοῦμε καὶ λάθος.



Πρῶτα – πρῶτα, δὲ θέλω τὴν Πατρίδα μου πουλημένη σὲ ὁποιοδήποτε κατακτητή, ὅπως τὸ λένε μνημόνιο, δὲ θέλω τὴν Πατρίδα μου κατακτημένη! Ποτὲ δὲν κάνω παρεμβάσεις στὰ πολιτικά, τὴν ἡμέρα ποὺ ψηφίστηκε τὸ μνημόνιο, ἦταν Κυριακὴ βράδυ, Δευτέρα πρωὶ ἔξω ἀπ΄ τὸ ναὸ ἔβαλα μία ἀνακοίνωση καὶ λέω, θὰ πεῖτε «ΟΧΙ» στὶς ἑπόμενες ἐκλογὲς στοὺς προδότες τῆς Ἑλλάδος! Αὐτὰ τὰ κόμματα πρόδωσαν τὴν Ἑλλάδα, τέρμα! Καὶ ποτὲ μὴ τοὺς ψηφίσετε, γιὰ νὰ τοὺς κάνετε καλό, νὰ μείνουν στὴν ἀφάνεια, νὰ μετανιώσουν καὶ νὰ γίνουν ἅγιοι. Ἔχω καὶ μία θεολογικὴ προοπτική. Δὲν κάνω πολιτική, δὲν εἶμαι μὲ κανένα κόμμα, ἀλλὰ πούλησαν τὴν Ἑλλάδα, γι΄ αὐτὸ διαφωνῶ καὶ μὲ ὁποιαδήποτε πρόταση ποὺ λέει νὰ μείνουμε στὸ Εὐρώ, ἂν εἶναι αὐτὸ τὸ Εὐρὼ τῶν τραπεζῶν. Τί ρόλο παίζουν οἱ τράπεζες; Πολὺ μεγάλο ρόλο. Ἄρα, δὲν προτείνω τί νὰ ψηφίσουνε, ἀλλὰ διαφωνῶ μὲ τὸ μνημόνιο ποὺ βασανίζει τὸ λαό μας, δουλεία τοῦ λαοῦ μας. Ὁ Ἕλληνας πού εἶναι λεβέντης, πού ἔδωσε τὸ αἷμα του γιὰ τὴν Λευτεριά του, πουλιέται γιὰ ὁτιδήποτε;



Ὁ μοχλὸς γιὰ νὰ ἀποδείξω τί κρύβεται εἶναι οἱ τράπεζες. Μπορεῖ μερικοὶ νὰ μὲ ποῦν ἠλίθιο, νὰ μὲ ποῦν βλάκα, νὰ μὲ ποῦν ἀκραῖο, ἀλλὰ ἐγὼ θὰ τὸ πῶ, τί πειράζει; Τόσα χρόνια μιλῶ, παπὰς εἶμαι, δὲν θέλω νὰ κερδίσω τίποτε. Κοιτάξτε, στὴν Ἀποκάλυψη φαίνεται πεντακάθαρα ποιὸς θὰ εἶναι ὁ ρόλος τῶν τραπεζῶν στὸ χῶρο τῶν ἐσχάτων ἡμερῶν. Ὁ Μέγας Βασίλειος προσεύχεται καὶ εὔχεται, λέει, ἐγὼ δὲν θέλω νὰ τὰ ζήσω, καὶ δὲν τὸ θέλει γιατί εἶναι πολὺ δύσκολοι καιροί. Καὶ θέλω νὰ κάνω ὅ,τι μπορῶ, ἐγὼ κι ἐσεῖς καὶ ὅλοι, νὰ μὴ τὰ ζήσουμε. Αὐτὴ εἶναι ἡ εὐθύνη τῆς γενιᾶς μας τώρα. Τὰ ἔσχατα εἶναι τοῦ Χριστοῦ μας, ἐγὼ ἕνα πράγμα θέλω κατὰ τὸ Μ. Βασίλειο, νὰ κάνω ὅ,τι μπορῶ τώρα, γιὰ νὰ ἀποφύγω τὴν εὐθύνη ὅτι ἐγὼ σ΄ αὐτὴ τὴ γή ἐπέτρεψα νὰ ἔρθει αὐτὴ ἡ ἱστορία. Ὁ Μέγας Βασίλειος εἶναι αὐτός…



Δὲν θέλω ἐγὼ νὰ συντελέσω νὰ ἔρθει τὸ κράτος τῶν ἐσχάτων, θέλω νὰ τὰ πάω παρακάτω, αὐτὴ εἶναι ἡ ἱστορική μου εὐθύνη. Πῶς θὰ τὸ λειτουργήσω αὐτὸ τὸ μέγεθος; Ἕνα ἰσχυρὸ ὅπλο εἶναι οἱ τρέπεζες. Γιατί; Ξέρετε πολὺ καλὰ στὴν Ἀποκάλυψη ποὺ λέει ὅτι κάποια ἡμέρα δὲν θὰ ὑπάρχει χρῆμα, καὶ γιὰ νὰ μπορεῖς νὰ δουλέψεις μὲ συναλλαγὲς πρέπει νὰ χαράσσεσαι. Τὸ χάραγμα ε; Καταργῆται τελείως τὸ χρῆμα καὶ θὰ πηγαίνουμε στὰ μηχανήματα ἀναλήψεως, θὰ βάζουμε τὸ χέρι μας. Ἄρα, ὁ μοχλὸς εἶναι οἱ τράπεζες. Εἶναι ἡ δική μου ἑρμηνευτικὴ προσέγγιση. Ἐγὼ τώρα, ἂν ἀφήσω νὰ περάσουν αὐτὰ τὰ μηνύματα, ὅπου οἱ τράπεζες πρωτοστατοῦν, ἐδῶ ὁ λαὸς μας πεινάει καὶ λένε παίρνουν δάνεια οἱ τράπεζες. Γιατί; Ὅταν ἀκοῦτε ηὐξημένος ρόλος τῶν τραπεζῶν, ὑπάρχει μεγάλο παιχνίδι.



Πολλὲς φορὲς μᾶς ἀπειλοῦν ὅτι θὰ βγεῖτε ἀπ΄ τὸ Εὐρώ. Θέλουν τὴν Εὐρώπη ἑνωμένη, ἀπρόσωπη. Δὲν θέλουν νὰ μᾶς βγάλουν γιατί ἡ προοπτικὴ εἶναι μία, μία Εὐρώπη ἐννιαία, κάτω ἀπὸ ἕνα κράτος, βίαιο, δόλιο ποὺ θὰ κατευθύνει τὶς ψυχὲς τῶν λαῶν.

Δὲν εἶμαι κατὰ τῆς Εὐρώπης, ἀλλὰ ἐφόσον ἡ Εὐρώπη αὐτὴ εἶναι τῶν δαιμονιστῶν, κοιτάξτε ποιὰ εἶναι τὰ πρόσωπα, ὅλοι οἱ ἀρχηγοὶ - οἱ πρόεδροι εἶναι μασσῶνοι, ἄλλοι εἶναι στὸ χῶρο τῶν δαιμονιστῶν, δεῖτε τὶς προσωπικότητες δὲν τὸ κρύβουν, ὅλοι μέσα σὲ ἕνα χῶρο μπλεγμένοι σὲ σκοταδιστικὰ συστήματα!

Ἡ Εὐρώπη εἶναι Ἑλληνικὴ λέξη, ἐμεῖς τοὺς δώσαμε νόημα ζωῆς, χωρὶς ἐμᾶς δὲν κάνουν τίποτε.



Δὲν θέλω τὴν Ἑλλάδα τὴν πουλημένη σὲ ὁποιδήποτε μνημόνιο, σὲ ὁποιοδήποτε ῥαγιαδισμό, δὲ θέλω ὁποιαδήποτε Ἑλλάδα αὐτὴ τὴ στιγμὴ ποὺ πουλιέται γιὰ ἕνα εὐρώ, γιατί τοὺς λένε μὲ τὴ δραχμὴ θὰ χαθοῦμε, ψέμμα! Εἶναι τρομερὸ ψέμμα, θὰ ζήσουμε καὶ πολὺ ὄμορφα καὶ ταπεινὰ καὶ φτωχά. Καὶ δὲν θέλω νὰ παίξω τὸ παιχνίδι τῆς Εὐρώπης τῶν δαιμονιστῶν καὶ τοῦ ἀντιχρίστου. Ἔτσι, τὸ λέω πεντακάθαρα. Θέλουμε ἑνότητα, θέλουμε ἀγάπη, ἀλλὰ θέλουμε ὅπως τὸ κάνει ἡ Ἐκκλησία. Ὄχι ὁ ἕνας νὰ ἐκμεταλλεύεται τὸν ἄλλον, θέλουμε τὶς κοινότητες. Θέλουμε αὐτὸ ποὺ λειτουργεῖ ἡ Ἐκκλησία μας.



Χρειάζεται μία καθαρὴ σκέψη, καθαρὴ σκέψη δὲν εἶναι ἡ σκέψη ἡ καντιανὴ σκέψη, εἶναι ἡ θέση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ μπορεῖ νὰ καθαρίζει τὸ νοῦ του. Ἐδῶ εἶναι τὸ θεολογικὸ τὸ μέρος. Ὁ λαός μας ἂν δὲν ἔχει κάθαρση νοός, θὰ εἶναι πιόνι καὶ καραγκιόζης ὅλων αὐτῶν ποὺ τῶν κοροιδεύουν. Πρέπει νὰ ἔχει καθαρὸ μυαλό. Καὶ πῶς θὰ τὸ ΄χει; Μία πολλή βαθειὰ βίωση καὶ Ὀρθόδοξη Παιδεία. Ἐδῶ εἶναι πιὰ καὶ ἡ εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἐκκλησία πρέπει νὰ κάνει ἔστω θεολογικὲς παρεμβάσεις σ΄ αὐτὰ τὰ πράγματα. Ἡ Ἐκκλησία δὲ λέει εἶναι πολιτικὴ δὲν ἀσχολοῦμαι. Ναί, δὲ θὰ πῶ τί θὰ ψηφίσουνε, ἀλλὰ ἔχω εὐθύνη νὰ πῶ στὸ λαό μου αὐτά, γιατί ὁ λαὸς μπλέκεται καὶ ἐὰν δὲν ἔχει κάθαρση νοός, ἔχω ἐγὼ εὐθύνη μεγάλη. Κάθαρση νοός, μὲ πολὺ βαθιὰ μετάνοια. Καὶ μέσα ἐκεῖ θὰ μπεῖ τὸ παιχνίδι τοῦ εὐδαιμονισμοῦ ἢ ὄχι, καὶ θὰ μπεῖ τὸ παιχνίδι τῆς ἐγκράτειας, θὰ μπεῖ τὸ παιχνίδι τῆς ἀγάπης, τῆς κοινωνίας, τῆς ἐνορίας. Καὶ πιστέψτε με σὲ ἐποχὴ κρίσεως τώρα, τολμῶ νὰ πῶ, πὼς οἱ προσφορὲς γιὰ τοὺς φτωχοὺς αὐξήθηκαν 4 φορές. Καὶ λέω ποιὸς τὰ δίνει αὐτά; Ὁ Ῥωμηός! Καὶ τὰ δίνει γιὰ ὁποιοδήποτε.



Δίνω σημασία στὶς μικρὲς κοινότητες, τὶς ἐνορίες. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι καπιταλιστικὸς ὀργανισμός, ἀρνοῦμαι ἐγὼ νὰ ἔχω κάτι γιὰ νὰ μοιράζω, εἶμαι στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, δὲ θέλω νὰ μαζέψω νὰ κάνω κεφάλαιο γιὰ νὰ μοιράσω. Θὰ δώσω αὐτὰ ποὺ δὲν ἔχω, αὐτὴ εἶναι ἡ Ἐκκλησία. «Ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ τὰ πάντα κατέχοντες» λέει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, αὐτὸ εἶναι τὸ Εὐαγγέλιό μου!



Γιατί ὁ ξένος ὁ Νιγηριανὸς ἔρχεται στὴν Ὁμόνοια ἐδῶ καὶ πουλάει CD; Γιατί ὁ κάτοικος τῆς Μποτσουάνα, εἶναι κάτοικος στὴν πλατεία Βάθης καὶ κάνει ἐμπόριο πορνείας; Τί δουλειὰ ἔχει νὰ ἀφήσει τὴν πατρίδα του; Γιατί κάποιοι ἰμπεριαλιστὲς – καπιταλιστές, οἱ γνωστοὶ Εὐρωπαῖοι, πῆγαν πίσω, τοὺς πῆραν ὅλα τὰ προϊόντα τους τὰ ἔκαναν βιομηχανία τους καὶ εἶναι οἱ ἄνθρωποι πεινασμένοι.



Τί λέει ἡ Ἐκκλησία; Νῦν καὶ ἀεί. «Τὸν ἄρτον ἡμῶν τὸν ἐπιούσιον δὸς ἡμῖν σήμερον». Ἐγὼ στέκομαι στὸ σήμερα, τί κάνω ἐγὼ αὐτὴ τὴ στιγμὴ μπροστά σας. Ἔχουμε εὐθύνη γι΄ αὐτὸ τὸ λεπτό, νὰ σταθῶ λαμπάδα ἀναμένη αὐτὸ τὸ λεπτό, αὐτὴ εἶναι ἡ Ῥωμηοσύνη. Τὸ λεπτὸ ποὺ χρειαζότανε πάντοτε ὄρθια καὶ δὲν πουλήθηκε ποτέ. Αὐτὸ τὸ λεπτὸ ἂν πουληθῶ, σὲ ὁτιδήποτε, σὲ ὁποιαδῆτε ψεύτικη ἀνάγκη μοῦ προσφέρουνε. Σὲ ὁποιαδήποτε ψεύτικη εἴδηση μοῦ λένε. Ἡ ἐγρόγορση τοῦ τώρα «ἐν καθάρσῃ νοός», «ἐν καθάρσῃ παθῶν», εἶναι τὸ πρῶτο βασικὸ μέγεθος. Αὐτὴ ἡ κάθαρση τῶν παθῶν καὶ λαὸς πιὰ νὰ μπορεῖ νὰ μετέχει ζωντανὰ στὴν Ἐκκλησία ἀγαπητικά, ἐν κοινωνίᾳ. Νὰ ξεπεράσουμε τὶς μιζέριες μας, ὁ ῥόλος τῆς Ἐκκλησίας σήμερα εἶναι πολὺ δυνατός, μὴ τὸ ξεχνᾶμε. Σὰν κοινωνικὴ παρέμβαση στὸ σήμερα τοῦ τόπου. Μᾶς φοβοῦνται πάρα πολύ.

Ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἕναν ἄμβωνα, ὁ ἄμβωνας δὲν εἶναι πολιτικός, ἀλλὰ ἀκόμα καὶ τὸ κήρυγμα τὸ καθαρά, ξεσηκώνει λαό, τοῦ λέει γιὰ τὸ σήμερα τοῦ λέει γιὰ τὸ διπλανό, τοῦ λέει γιὰ τὴν ἀγάπη, εἶναι κάτι οὐσιαστικό. Πρέπει νὰ φλεγόμαστε.



Δὲν περιμένω κανένα μεσσία, ὁ Χριστὸς ἦρθε, δὲν περιμένω σωτήρα, ἀλλὰ ἐμεῖς στὸ σήμερα, τὸ τώρα, μὲ κάθαρση νοός, καὶ ἡ κάθαρση νοὸς θὰ εἶναι προσωπικὴ καὶ κοινωνικὰ ἀτομική.

Ὑπάρχει ἡ ἔννοια κάθαρση τῶν παθῶν μου. Ὀρθοδοξία καὶ ῥωμηός. Ἂν λείπουν αὐτὰ ἀπὸ τοὺς ἡγέτες, αὐτοὶ οἱ ἡγέτες δὲν εἶναι γιὰ τίποτε. Τότε θὰ πάω στὸν Παλαμὰ ποὺ λέει σ΄ ἕνα ποίημά του «ἂν δὲν ὑπάρχουν αὐτοὶ οἱ ἡγέτες, γιούχα καὶ γιούχα στὶς πατρίδες». Καὶ ἐμεῖς εἴμαστε ὑπεύθυνοι γι΄ αὐτό, γιατί ὁ λαὸς ἔχει εὐθύνη. Καὶ μποροῦμε νὰ γίνουμε κι ἐμεῖς ἡγέτες στὸ χῶρο ποὺ βρισκόμαστε, νὰ εἴμαστε αὐτοκράτορες. Τόσα μεγέθη, ξεχάσαμε τὴ Ῥωμηοσύνη μας, τὴν Ὀρθοδοξίας μας καὶ ψαχνόμαστε ἀλλοῦ, σὲ κομματικὰ ἰδεολογήματα. Δὲν ἀκούω κανένα κομματικὸ ἰδεολόγημα, εἶναι ψευτιὲς ὅλα αὐτά, γιὰ νὰ πείσουν τὸ λαὸ ἀπὸ ΄δῶ ἢ ἀπὸ ΄κεῖ. Καὶ εὐρωπαϊστὲς καὶ ἀντευρωπαϊστές. Ἂν εἶναι ἀντιευρωπαϊστὴς χωρὶς Χριστὸ δὲ μὲ νοιάζει, δὲ γίνεται. Τί νὰ κάνω νὰ βγῶ ἀπὸ τὴν Εὐρώπη χωρὶς Χριστό; Ἐγὼ ὅπου πάω εἶμαι μὲ τὸ Χριστό, τί νὰ κάνω νὰ πάω στὴ δραχμὴ καὶ νὰ μὴ ξέρω Χριστό, τί νὰ τὸ κάνω; Θὰ γίνω καπιταλιστὴς τῆς Ῥωμηοσύνης; Ὄχι! Θὰ κουβαλήσω μαζί μου καὶ τὸν Χριστό.



Γιατί ὑπάρχει κρίση; Γιατί ξεχάσαν τὸ Χριστό, Χωρὶς Χριστὸ ὅλα εἶναι κρίση, ὅλα εἶναι μία τραγωδία, ὅλα εἶναι μία ἀποτυχία. Καὶ θυμηθεῖτε τοὺς Πατέρες τί λένε γιὰ τὴν πρωτογενή ἁμαρτία «ἐν τῷ Παρεδείσῳ», τί πάθανε; Εἴχανε ἐσκοτισμένο νοῦ, ἡ ῥίζα τοῦ κάθε κακοῦ καὶ τῆς κάθε κρίσεως.



Ὅταν ἐμφανίστηκαν τὰ δείγματα τῆς κρίσεως φώναζα, καὶ μὲ θεωροῦσαν ἠλίθιο. Λέω, εἶναι ψεύτικη κρίση, εἶναι κρίση ποὺ δὲν ἔχει ῥίζες, μᾶς τὴ φτιάξανε γιὰ νὰ πονᾶμε καὶ νὰ μᾶς ἔχουν στὰ χέρια τους, νὰ μᾶς ἔχουν πιόνια. Ἀλλὰ ἂν εἴμαστε κοντὰ στὸ Χριστό, λέω τὴ φράση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου «Ὡς μηδὲν ἔχοντες καὶ τὰ πάντα κατέχοντες», εἶναι εὐαγγέλιό μου αὐτὴ ἡ φράση, αὐτὸ τὸ ζῶ καὶ τὸ ξέρω. Μπορεῖ νὰ τὸ κάνει ὁ ῥωμηός; Δὲν χρειάζεται οὔτε Μέρκελ, οὔτε Εὐρώπη, οὔτε τίποτε, χρειάζεται τὸ Χριστό του, μία ἀπόλυτη ἐλευθερία. Καὶ νὰ τοὺς δώσουμε ἕνα δεῖγμα ἐλευθερίας αὐτοῦ τοῦ λαοῦ ποὺ ἔτσι ἔζησε ἐλεύθερος! Ἡ Εὐρώπη χωρὶς τὴν Ἑλλάδα δὲν μπορεῖ, ἡ Ἑλλάδα νοηματοδότησε τὰ μεγάλα νοήματα. Καὶ φτύνουν τώρα τὴν Ἑλλάδα; Κι ἐμεῖς τὸ δεχόμαστε αὐτὸ τὸ πράγμα; Μᾶς χρειάζονται, εἶναι ὁ χῶρος ἐλευθερίας. Δὲν τὸ καταλάβαμε πού τοὺς δίνουμε τὴν ἔννοια τῆς ἐλευθερίας; Καὶ νὰ ποῦμε φεύγουμε γιατί εἴμαστε ἐλεύθεροι, νὰ φύγουν κι αὐτοὶ μαζί μας ἀπὸ ΄κεῖ, ἂν ἁρπάζουν τὴν Ἑλλάδα ἀφοῦ λέγονται Εὐρώπη.
το είδαμε εδώ

ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΕΝΑΣ ΤΟΣΟ ΠΙΣΤΟΣ ΙΕΡΑΡΧΗΣ;

ΥΠΑΡΧΕΙ ΣΗΜΕΡΑ 

ΕΝΑΣ ΤΟΣΟ ΠΙΣΤΟΣ ΙΕΡΑΡΧΗΣ;

"Κρατειστε την Πιστι σας και κρατηθειτε απο την Πιστι σας. Μην απομακρυνθουμε απο τον Σωτηρα Χριστον, τον εαυτον μας θα βλαψουμε".

Παρουσίαση βιβλίου: "π. Νικηφόρος Δεδούσης ο Ιεράρχης της θυσιαστικής ευθύνης"

 

Λόγοι αγίου Πορφυρίου για την έλξη μεταξύ των δύο φύλων και για την ευτυχία μέσα στο γάμο…

 Κάποτε τόν ρώτησα: «Γέροντα, αύτή η ψυχοσωματική έλξη, που αναπτύσσεται άνάμεσα στον άνδρα και στη γυναίκα, είναι δαιμονική;» 
Καί μού άπάντησε: «’Άλλοτε ναί, άλλοτε όχι. Έξαρτάται». 
  Σέ έπόμενη συνάντησή μας, επανήλθα στο θέμα καί μού άπάντησε πιο συγκεκριμένα:
 «Ξέρεις, αύτό πού ονομάζουν εύτυχία μέσα στο γάμο ύπάρχει, άλλά άπαιτεί μιά προϋπόθεση: νά έχουν αποκτήσει οι σύζυγοι πνευματική περιουσία, άγαπώντας τό Χριστό καί τη­ρώντας τις εντολές Του. Έτσι θά φθάσουν νά άγαπιούνται άληθινά μεταξύ τους καί νά είναι εύτυχισμένοι. Διαφορετικά, θά είναι ψυχικά πτωχοί, δέ θά μπο­ρούν νά δώσουν άγάπη καί θά έχουν δαιμονικά προβλή­ματα, πού θά τούς κάνουν δυστυχισμένους». 

 Μιά άλλη φορά ήταν παραστατικός. Τόν ρώτησα: 
«Γέροντα, έχω άκούσει, ότι τό πρόβλημα του άνικανοποιήτου της αισθησιακής και συναισθηματικής έπιθυμίας, άνάμεσα στα δύο φύλα, παραμένει άλυτο και τό λύνει μόνο ό τάφος». 
Ο Γέροντας άντέδρασε έντονα: «Όχι, μωρέ, μην το λες πρόβλημα. Νά, είναι έτσι». Και έκανε, μέ τήν παλάμη και τα δάκτυλά του, μιά χαρακτηριστική κίνηση πάνω στην κουβέρτα τού κρε­βατιού του, που έδειχνε κάτι, που κινείται προς τα εμπρός έρποντας, μετά ν’ άρχίζει λίγο λίγο νά απογειώ­νεται καί τελικά νά άνυψώνεται στόν ούρανό. Η εικόνα που έδωσε ήταν τελείως άντίθετη άπό εκείνη πού δί­νουν οι ρομαντικές περιγραφές έκστατικών ερώτων, που ξεκινούν άπό πολύ ψηλά, χάνουν ύψος σιγά σιγά καί προσγειώνονται ανώμαλα τελικά. Η εικόνα τού Γέ­ροντα, συνδεόταν άμεσα μέ τήν «πνευματική περιου­σία», τής όποιας η ύπαρξη ή η άπουσία, δημιουργεί ανάλογα τήν άνοδική ή καθοδική πορεία.


 Ανθολόγιο Συμβουλών γ. Πορφυρίου , εκδ. Ι. Η. Μεταμόρφωση Σωτήρος, Μήλεσι Αττικής 
το είδαμε εδώ

Γιατί δεν έχουμε γυναίκες κληρικούς;




 Η Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Παράδοση αποκλείει τη χειροτονία των γυναικών και ως εκ τούτου δεν έχουμε γυναίκες κληρικούς.
Καταρχάς, δεν έχουμε γυναίκες κληρικούς για ιστορικοθεολογικούς λόγους. Κυρίως γιατί ο Ιερέας είναι τύπος του θεανδρικού (Θεός+άνδρας) προσώπου του Ιησού. Ο Κληρικός κλήθηκε όχι να καταλάβει μια βιοποριστική εργασία, αλλά να είναι μέτοχος της Ιεροσύνης του Χριστού.
Ο δεύτερος λόγος που δεν έχουμε γυναίκες κληρικούς στην Ορθόδοξη Εκκλησιαστική Παράδοση είναι γιατί ο ίδιος ο Χριστός δεν επέλεξε καμία γυναίκα για απόστολο.
Επίσης, βασικός λόγος αυτής της… απουσίας είναι γιατί αν κάποια γυναίκα έπρεπε να κατείχε ιερατικό αξίωμα αυτή θα ήταν η ίδια η Θεοτόκος, αφού αξιώθηκε να γίνει μητέρα του σαρκωθέντος Υιού και λόγου του Θεού. Η Εκκλησίας, μάλιστα, θεωρεί και μόνο το παράδειγμα της Θεοτόκου ως επαρκή απάντηση αυτού του ερωτήματος.
Επιπροσθέτως, τη λύση αυτής της απορίας βρίσκουμε και στην ίδια την αποστολική παράδοση, σύμφωνα με την  οποία οι Απόστολοι συμβαδίζοντας και συνεχίζοντας το παράδειγμα του Κυρίου, ουδέποτε χειροτόνησαν γυναίκα.
Πως συμμετέχει, ωστόσο, η γυναίκα στην Ορθοδοξία;
Με πάμπολλους και ουσιαστικούς τρόπους
– Ως Πρεσβυτέρα, συν-διακονώντας με τον Ιερέα
– Τα περισσότερα φιλανθρωπικά έργα βασίζονται στις δραστηριότητες γυναικών κυρίως.
– Η παροχή βοήθειας σε ασθενείς, φτωχούς, και κυρίως ηθική ενίσχυση προβληματικών οικογενειών, παραστρατημένων γυναικών, εγκαταλελειμμένων παιδιών, είναι αρμοδιότητες εκκλησιαστικές, που επωμίζονται κυρίως οι Γυναίκες.
– Η Γυναίκα (όπως βέβαια και κάθε βαπτισμένος Ορθόδοξος) μπορεί να τελέσει και αυτή, το μυστήριο του «βαπτίσματος της ανάγκης» ή «αεροβάπτισμα».
ΠΗΓΗ:dogma.gr

Η οδύνη της κολάσεως. Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος


 

ΟI ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΗΔΟΝΕΣ δεν διαφέρουν κα­θόλου από τις σκιές και από τα όνειρα. Πριν καλά καλά τις γευθή ο αμαρτωλός, σβήνουν. Ενώ οι τιμωρίες που επισύρουν είναι χωρίς τέλος. Και το γλυκό που προσφέρουν στον άν­θρωπο είναι λίγο, ενώ το πικρό αιώνιο. Όποια σχέσι υπάρχει ανάμεσα σ' ένα όνειρο μιας ημέρας και ολοκλήρου τού χρόνου της ζωής μας, τέτοια υπάρχει ανάμεσα στις εδώ απο­λαύσεις και στις μελλοντικές τιμωρίες. Και ποιος, αλήθεια, θα προτιμούσε να ιδή ένα ευχάριστο όνειρο και εξ αιτίας του να τιμωρήται σ' όλη του την ζωή;
Ας αποφύγουμε, αγαπητοί, την πονηρία του διαβόλου (που μας ξεγελά με μικρά πράγματα και μας κάνει να χάνουμε τα μεγάλα). Ας αποφύγουμε να υποστούμε μαζί με αυτόν την καταδίκη. Για να μην ειπή και σ' εμάς ο Κριτής: Πορεύεσθε απ' εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβάλω και τοις αγγέλοις αυτού (Ματθ. κε', 41).
Αλλά, λέγουν μερικοί, ο Θεός είναι φιλάνθρωπος· δεν πρόκειται να συμβή αυτό. Τους ερωτούμε: Τότε λοιπόν αυτά γράφηκαν χωρίς λόγο; Όχι, αλλά για απειλή, για να είμαστε φρόνιμοι και καλοί. Αλλά, αν δεν είμαστε φρόνιμοι και παρα­μένουμε κακοί, δεν θα επιφέρη την κόλασι; Δεν θα αποδώση στους ενάρετους τις αμοιβές; Ναι. Θα τους αμείψη. Στον Θεόν ταιριάζει να κάνη ευεργεσία και περισσότερο από ό,τι αξίζουμε. Ώστε εκείνα είναι αληθινά, και οπωσδήποτε θα πραγμα­τοποιηθούν, ενώ τα σχετικά με την κόλασι δεν αληθεύουν;
Ω, πόση είναι η κακοτεχνία τού διαβόλου! Ω πόσο απάν­θρωπη είναι αυτή η φιλανθρωπία! Ιδική του είναι αυτή η σκέψις· σκέψις που χορηγεί ανωφελή χάρι και οδηγεί στην αμέλεια και στην ραθυμία. Επειδή γνωρίζει ο διάβολος ότι ο φόβος της κολάσεως ωσάν χαλινάρι σφίγγει και συμμαζεύει την ψυχή μας και την απομακρύνει από το κακό, προσπαθεί πάση θυσία να τον ξερριζώση, ώστε άφοβα να προχωρούμε προς τους γκρεμούς.
Ό,τι αναφέρουμε από την Γραφή για την κόλασι, λέγουν οι αντίθετοι πως γράφθηκε για απειλή. Καλά, ας πούμε ότι αυτό ισχύει για τα μελλοντικά, παρ' όλο που κάτι τέτοιο είναι πολύ ασεβές. Αλλά για όσα έγιναν, για όσα πραγματοποιήθηκαν, τι έχουν να ειπούν;
Τους ερωτούμε λοιπόν: Ακούσατε για τον κατακλυσμό, για την πανωλεθρία εκείνη; Μήπως και αυτό είχε ειπωθή για απειλή; Δεν έγινε, δεν πραγματοποιήθηκε; Δεν το μαρτυρούν και τα βουνά της Αρμενίας, όπου στάθηκε και παρέμεινε η κιβωτός; Και τα απομεινάρια της κιβωτού αυτής δεν σώζονται μέχρι και τώρα για να θυμίζουν το γεγονός; Έτσι έλεγαν και τότε μερικοί. Και ενώ επί εκατό έτη κατασκευαζόταν η κιβωτός, και ο δίκαιος Νώε εφώναζε, κανείς δεν επίστευε. Και επειδή δεν επίστευσαν στην απειλή των λόγων, υπέστησαν ξαφνικά την τιμω­ρία των πραγμάτων.

Εκείνος λοιπόν που επέφερε σ' αυτούς τόσο μεγάλη τι­μωρία, δεν θα μας τιμωρήση εμάς πολύ περισσότερο; Διότι βέβαια τα κακά που γίνονται τώρα δεν είναι μικρότερα από τα κακά που εγίνονταν τότε. Τώρα δεν υπάρχει είδος αμαρτίας που να μη διαπράττεται.
Πέστε μου εσείς που έτυχε να πάτε κάποτε στην Παλαι­στίνη. Πέστε να το ακούσουν και όσοι δεν επήγαν. Εκεί που καταλήγει ο ποταμός Ιορδάνης υπάρχει μία περιοχή πολύ εύ­φορη. Η καλύτερα υπήρχε. Τώρα δεν υπάρχει. Ήταν σωστός παράδεισος. Σύμφωνα με την Γραφή, είδε ο Λωτ όλη την περίχωρο του Ιορδανού που ποτιζόταν σαν τον παράδεισο τού Θεού (Γένεσ. ιγ',10). Αυτή λοιπόν η περιοχή η τόσο ευθαλής, που μπορούσε να αμιλλάται τις πιο εύφορες περιοχές, που έφθανε στην βλάστησι τον παράδεισο τού Θεού, σήμερα κατήντησε πιο άγονη από όλες τις έρημους.
Μπορεί να συνάντησης σ' αυτήν την περιοχή δένδρα και να δης επάνω τους καρπούς. Αλλά ο καρπός είναι για να θυμίζη την οργή τού Θεού. Συναντάς ροδιές. Τα κλωνάρια και ο καρπός φαίνονται ωραία εξωτερικά και σ' όποιον δεν ξέρει δίνουν πολ­λές ελπίδες. Μόλις όμως πιάσης στα χέρια σου τους καρπούς Και τους σπάσης, μόνο σκόνη και στάχτη θα ιδής να κρύβουν μέσα τους.
Συναντάς εκεί δένδρα και καρπούς, αλλά χωρίς να είναι στην πραγματικότητα δένδρα και καρποί. Συναντάς αέρα και νερό, αλλά δεν έχουν καμμία σχέσι με τον αέρα και το νερό. Όλα εκεί είναι άκαρπα, όλα είναι άγονα, όλα μιλούν για την οργή που ξέσπασε και προεικονίζουν την μελλοντική οργή.
Αυτό που σάς ανέφερα μήπως είναι λόγια απειλητικά; Μήπως λόγια που κάνουν κρότο; Όχι δεν πρόκειται για λόγια. Είναι πραγματικότητες.
Εάν λοιπόν κάποιος δεν πιστεύη στην κόλασι, ας συλ­λογίζεται τα Σόδομα, ας σκέπτεται τα Γόμορρα· την τιμωρία που υπέστησαν και που φαίνεται ακόμη. Αυτό είναι σημάδι και απόδειξις για την αιώνια κόλασι.
Μα, θα πήτε, αυτά τα λόγια για την καταστροφή των Σο­δόμων και Γομόρρων είναι κουραστικά. Αλλά εκείνα τα δικά σου λόγια ότι δεν υπάρχει κόλασις και ότι απλώς μας απειλεί ο Θεός, δεν είναι κουραστικά; Εάν εσύ επίστευες στα λόγια τού Χριστού, εγώ δεν θα αναγκαζόμουν να φέρω αποδείξεις για την κόλασι.
Τότε, στα Σόδομα, υπήρχε ένα φοβερό αμάρτημα. Μόνον ένα. Επιδίδονταν σε μια ασέλγεια και γι' αυτό τιμωρήθηκαν. Τώρα όμως γίνονται αναρίθμητα αμαρτήματα και σαν αυτό και ακόμη χειρότερα. Σε ερωτώ λοιπόν: Ο Θεός που τότε άφησε να ξεσπάση η οργή Του και δεν δυσωπήθηκε ούτε από την ικεσία τού Αβραάμ ούτε από τον Λωτ που κατοικούσε στην πόλι και που τις ίδιες τις θυγατέρες του εξέθεσε προκειμένου να διάσωση την τιμή των δύο απεσταλμένων Του, πως τώρα θα μας λυπηθή με τόσα αμαρτήματα; Τα λόγια αυτά, ότι δεν υπάρχει κόλασις, είναι αστεία, φλυαρίες, πλάνη και απάτη τού διαβόλου.
Θέλεις να σου φέρω και άλλο παράδειγμα; Θα σου φέρω τον γνωστό Φαραώ, τον βασιλέα της Αιγύπτου. Γνωρίζεις ασφα­λώς πως τιμωρήθηκε και πως καταποντίσθηκε και αυτός και τα άρματά του και το ιππικό του στην Ερυθρά θάλασσα.
Θέλεις και άλλα παραδείγματα, γιατί θα μου πης ότι εκεί­νος ήταν πολύ ασεβής. Και πράγματι ήταν ασεβής. Γι' αυτό θα σου δείξω πως τιμωρήθηκαν άλλοι που πίστευαν και ήταν κοντά στον Θεόν. Άκουσε τι λέγει ο Παύλος: Ας μη πορνεύουμε, όπως και μερικοί από αυτούς (τους Ισραηλίτες στην έρημο), και εξ αιτίας αυτού θανατώθηκαν σε μία ημέρα εικοσιτρείς χι­λιάδες. Και ας μη γογγύζουμε, όπως μερικοί απ' αυτούς, και απωλέσθησαν από τον εξολοθρευτή άγγελο. Και ας μη πειράζουμε τον Χριστόν, όπως μερικοί απ' αυτούς, και θανατώθηκαν από τα φίδια (Α' Κορ. ι', 810).
Αν λοιπόν είχε τέτοιο ολέθριο αποτέλεσμα η πορνεία και ο γογγυσμός, τι ολέθριες συνέπειες θα έχουν τα ιδικά μας αμαρτήματα;

2506_107847399912_106153794912_2371611_4293880_n.jpg
Εάν όμως ο Θεός τώρα δεν τιμωρή αμέσως, μη θαυμάσης. Εκείνοι δεν ήξεραν τίποτε για μελλοντική κόλασι, γι' αυτό και έτιμωρούντο την ίδια ώρα. Εσύ όμως όσες αμαρτίες διαπράττεις, και αν καθόλου δεν τιμωρηθής εδώ, θα τις πλήρωσης εκεί. Έπειτα σκέψου και τούτο: Εάν εκείνους, τους Ισραηλίτες, που ευρίσκονταν σε νηπιακή πνευματική κατάστασι και δεν διέπρα­ξαν τόσο μεγάλες αμαρτίες, τους τιμώρησε πολύ, πως λοιπόν εμάς θα μας λυπηθή; Κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο. Εμείς, έστω και αν διαπράττουμε τις ίδιες αμαρτίες, αξίζουμε μεγαλύ­τερη κόλασι. Γιατί; Διότι γευθήκαμε περισσότερη Χάρι. Όταν λοιπόν είμαστε ένοχοι για περισσότερα και μεγαλύτερα αμαρτή­ματα, πως δεν θα τιμωρηθούμε;
Θα πω και κάτι άλλο για τους Ισραηλίτες. Και ας μη νομίση κανείς ότι τους θαυμάζω ή ότι τους συγχωρώ. Μη γέ­νοιτο! Όταν ο Θεός τιμωρή, εκείνος που θα κρίνη διαφορετικά, το κάνει από σκέψι διαβολική. Όχι, δεν τους επαινώ, ούτε τους συγχωρώ, αλλά θέλω να δείξω την δική μας κακία. Εκείνοι λοι­πόν έπεφταν μεν στην πορνεία, αλλά μόλις είχαν βγή από το κακό περιβάλλον της Αιγύπτου, και καλά καλά δεν είχαν ακούσει τι κακό είναι η πορνεία. Ενώ εμείς έχουμε παραλάβει από τις προηγούμενες γενεές τις σωτήριες διδασκαλίες. Κατά συνέπεια αξίζουμε περισσότερη κόλασι.
Θέλεις να ακούσης και μερικά ακόμη, όσα έπαθαν δηλαδή οι Ισραηλίτες πείνες, λοιμώδεις αρρώστειες, πολέμους, αιχμαλωσίες στην εποχή των Βαβυλωνίων, των Ασσυρίων, των Μακεδόνων, του Αδριανού και τού Βεσπασιανού; Θέλω, αγαπητέ, να σου τα διηγηθώ, αλλά μη φύγης μακρυά.
Προηγουμένως θα σου διηγηθώ κάποιο άλλο: Είχε πέσει κάποτε πείνα, και ο βασιλεύς εβάδιζε στο τείχος της Σαμάρειας. Τον πλησιάζει μία γυναίκα και δείχνοντας του μίαν άλλη, του λέγει: Βασιλεύ,. αυτή η γυναίκα μου είπε: Να ψήσουμε σήμερα και να φάμε τον δικό σου γυιό, και αύριο τον δικό μου. Και ψή­σαμε και φάγαμε τον δικό μου, αλλά τον δικό της δεν τον δίνει (Δ' Βασιλ. στ',26 28). Ποια συμφορά χειρότερη από αυτή μπο­ρούσε να υπάρξη. Και άλλου σημειώνει ο Προφήτης: Χέρια ευσπλαγχνικών γυναικών έψησαν τα παιδιά τους (Θρήνοι, δ',10). Τέτοια τιμωρία υπέστησαν οι Ιουδαίοι. Εμείς λοιπόν δεν θα υποστούμε πολύ μεγαλύτερη;
Θέλεις να ακούσης και άλλες Ιουδαϊκές συμφορές; Διά­βασε τα βιβλία που έγραψε ο ιστορικός Ιώσηπος, και τότε θα μάθης όλη εκείνη την τραγωδία (της καταστροφής της Ιερουσαλήμ 70 μ. Χ.). Ανάμεσα στα άλλα δεινά έπεσαν σε τόση φοβερή πείνα, που αναγκάσθηκαν να φάγουν και τις ζώνες τους και τα υποδήματα τους και άλλα πιο βδελυκτά πράγματα. Όλα η ανάγκη τα ωδηγούσε στο στόμα, όπως ση­μείωσε κάπου ο συγγραφεύς αυτός. Και δεν σταμάτησαν σ' αυτά, αλλά έφθασαν στο σημείο να φάγουν τα ίδια τα παιδιά τους!
Ίσως έτσι σε πείσουμε ότι υπάρχει κόλασις. Σκέψου; Εάν εκείνοι κολάζονταν, εμείς γιατί να μη κολασθούμε; Και πως είναι λογικό να μη κολαζώμαστε, την στιγμή που δια­πράττουμε χειρότερα αμαρτήματα; Το πράγμα είναι απλούν: Δεν τιμωρούμεθα, διότι μας περιμένει η μελλοντική κόλασις. Υπάρχει άμεση σχέσις μεταξύ αμαρτίας και κολάσεως. Και πριν από την μελλοντική κόλασι, οι πονηροί και οι αμαρ­τωλοί κολάζονται εδώ.
Βλέπεις έναν άνθρωπο που απολαμβάνει πολυτελή φαγη­τά και φορεί μεταξωτά ρούχα και προχωρεί έφιππος και με συνοδεία και καμαρώνει στην αγορά. Μη σταματήσης στα εξω­τερικά, αλλά άνοιξε και παρατήρησε την συνείδησί του, και θα ίδής εκεί μέσα πολύ θόρυβο από αμαρτίες, συνεχή φόβο, ανατα­ραχή. Θα ιδής να κάθεται η συνείδησις σαν δικαστής σε βασι­λικό θρόνο και οι λογισμοί να παραστέκουν σαν δήμιοι και να κρέμα την διάνοια και να την τιμωρή και να την πληγώνη για τα αμαρτήματα και να φωνάζη δυνατά. Και όλα αυτά χωρίς κανείς να τα αντιλαμβάνεται, παρά μόνο ο Θεός.

Ο μοιχός επί παραδείγματι, όσο πλούσιος και αν είναι, όσο και αν δεν τον κατηγορή κανείς, δεν παύει μέσα του να κατηγορή ο ίδιος τον εαυτό του. Η ηδονή που απήλαυσε υπήρξε πρόσκαιρη, ενώ η οδύνη διαρκής. Από παντού τον περικυκλώ­νει φόβος και τρόμος, υποψία και αγωνία. Φοβάται τα στενά δρομάκια, τρέμει τις σκιές, τρέμει τους υπηρέτες του, αυτούς που γνωρίζουν την υπόθεσι, αυτούς που την αγνοούν, την αδικη­μένη γυναίκα, τον ατιμασμένο σύζυγο.
Όπου και να πάη, περιφέρει μαζί του σαν αμείλικτο κατήγορο, την συνείδησί. Μόνος του καταδικάζει τον εαυτό του, και δεν μπορεί καν να πάρη αναπνοή. Είτε ευρίσκεται στο κρεββάτι είτε στο τραπέζι είτε στην αγορά είτε στο σπίτι είτε ήμερα είτε νύχτα, ακόμη και στα όνειρα βλέπει την αμαρτία πού διέπραξε και ζει την ζωή τού Κάϊν, στενάζοντας και τρέμον­τας όπως εκείνος. Και ενώ κανείς δεν το γνωρίζει, αυτός κου­βαλάει μέσα του φωτιά.
Παρόμοια πάσχουν και οι άρπαγες και οι πλεονέκτες. Επίσης και οι μέθυσοι, και γενικώς καθένας που ζει μέσα στην αμαρτία. Διότι είναι αδύνατο να καταργηθή το δικαστήριο της συνειδήσεως.
Όταν λοιπόν δεν ζούμε μέσα στην αρετή, υποφέρουμε γι' αυτό. Όταν ζούμε μέσα στην κακία, μόλις σταματήση η ηδονή της αμαρτίας αρχίζει η οδύνη.
Και αν ακόμη δεν υπήρχε κόλασις, το να χάση κανείς τον παράδεισο, μικρή κόλασις είναι; Μικρή τιμωρία είναι το να μη καταταγή στην χορεία των εισερχομένων στον παράδεισο; Το να στερηθή από την ανέκφραστη εκείνη δόξα; Το να άποκλεισθή από εκείνη την πανηγύρι και τα ανεκλάλητα αγαθά και να πεταχθή έξω;
Γνωρίζω ότι πολλοί φρίττουν και τρέμουν μόλις σκεφθούν την κόλασι. Εγώ όμως την έκπτωσι από την δόξα τού παραδεί­σου την θεωρώ πολύ πικρότερη από την κόλασι. Εάν βέβαια δεν είναι δυνατόν να παρουσιασθή αυτό με λόγια, δεν έχει ση­μασία. Άλλωστε δεν γνωρίζουμε την μακαριότητα εκείνων των αγαθών, ώστε να κατανοήσουμε ακριβώς και την αθλιότητα που έχει η στέρησίς τους. Ο Παύλος όμως που τα εγνώριζε αυτά με ακρίβεια, μας βεβαιώνει πως η έκπτωσις από την δόξα τού Χρι­στού είναι το χειρότερο απ' όλα. Εμείς αυτό θα το αντιληφθούμε, όταν τύχη και το δοκιμάσουμε στην πράξι.
Αλλά ας μη πάθουμε ποτέ τέτοιο πράγμα, ω Μονογενή Υιέ τού Θεού, και ας μη γευθούμε ποτέ την ανυπόφορη κόλασι.
Πόσο κακό είναι να χάσουμε εκείνα τα αγαθά, δεν μπορεί κανείς εύκολα να το περιγράψη. Εγώ όμως όσο μου είναι δυνατό, θα προσπαθήσω και θα αγωνισθώ να σας το παρουσιάσω κάπως με ένα παράδειγμα.
Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένα αξιοθαύμαστο παιδί, που μαζί με την αρετή έχει και την βασιλεία όλης της οικουμένης. Και είναι τόσο πολύ ενάρετο προς όλους, ώστε να μπορή να τους κάνη όλους να το αγαπούν στοργικά, σα να ήταν πατέρες του· να το βλέπουν με πατρική φιλοστοργία να το νιώθουν σαν παιδί τους.
Φαντασθήτε τώρα τι δεν θα είναι έτοιμος να υποστή με ευχαρίστησι ο ιδικός του πατέρας, για να μη χάση την σχέσι του και την συντροφιά του! Τι μικρό ή μεγάλο κακό δεν θα είναι έτοιμος να δοκιμάση, προκειμένου να το βλέπη και να το απολαμβάνη;
Κάτι παρόμοιο ας σκεπτώμαστε και για εκείνη την δόξα. Δεν είναι τόσο ποθητό και αγαπητό στον πατέρα το παιδί, όσο ενάρετο και αν είναι, σαν την απόκτησι εκείνων των αγαθών, σαν το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι (Φιλιπ. α',23), να φύγη δηλαδή κανείς από αυτήν την ζωή και να πάη κοντά στον Χριστόν.

163641_1762746117341_1499731412_1882160_2196841_n.jpgΗ γέεννα και η κόλασις είναι ένα πράγμα αφόρητο. Πλην όμως, έστω και αν βάλη κανείς αναρίθμητες κολάσεις, τίποτε δεν ισοδυναμεί με το να χάσουμε την μακαρία εκείνη δόξα, το να μισηθούμε από τον Χριστόν, το να ακούσουμε δεν σάς γνω­ρίζω (Λουκ. ιγ',27), το να κατηγορηθούμε ότι Τον είδαμε πεινα­σμένο και δεν Τον εθρέψαμε. Θα ήταν προτιμότερο να υποστού­με αναρίθμητους κεραυνούς, παρά να ιδούμε το πρόσωπο εκείνο το ήμερο να μας αποστρέφεται και το γαλήνιο μάτι να μη ανέ­χεται να μας βλέπη.
Δεν βλέπεις ότι μερικοί έχουν περιπέσει σε συμφορές, είναι ανάπηροι στο σώμα και υποφέρουν τα πάνδεινα, ενώ άλλοι καλοπερνούν; Μερικοί που διέπραξαν φόνους τιμωρούνται, ενώ άλλοι ξεφεύγουν την τιμωρία. Μερικοί από τους μοιχούς τιμω­ρούνται, ενώ άλλοι πεθαίνουν ατιμώρητοι. Αλλά και πόσοι τυμβωρύχοι δεν διέφυγαν την τιμωρία; Πόσοι ληστές; Πόσοι πλεονέκτες; Πόσοι κλέπτες και άρπαγες;
Όταν λοιπόν ιδής ανθρώπους που διέπραξαν τα ίδια αμαρτήματα ή και περισσότερα, και μένουν ατιμώρητοι, θα πρέπη θέλοντας και μη να παραδεχθής ότι υπάρχει κόλασις, γιατί φυσικά ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης (Πράξ. ι',34).
Δεν θα ήταν δίκαιος ο Θεός, αν άφινε ατιμώρητους τόσο μεγάλους αμαρτωλούς και βασανισμένους τόσους ενάρετους, εάν δεν είχε ετοιμάσει και για τους μεν και για τους δε μια άλλη μελλοντική κατάστασι.
Ακόμη και οι ποιηταί, οι φιλόσοφοι, οι λογογράφοι και όλοι γενικώς οι άνθρωποι εφιλοσόφησαν για την μελλοντική ανταπόδοσι, και ωμίλησαν για τις τιμωρίες που υπάρχουν στον άδη. Αν και βεβαίως δεν μπόρεσαν αυτά να τα παρουσιάσουν επακριβώς, διότι εκινήθησαν από σκέψεις, ιδέες και παρακούσματα των αληθινών ιδικών μας δογμάτων, εν τούτοις πήραν μια κάποια εικόνα της κρίσεως.
Έτσι ομιλούν για Κωκυτούς και Πυριφλεγέθοντας ποτα­μούς και για το νερό της Στυγός και για τον Τάρταρο που απέχει τόσο από την γη, όσο η γη από τον ουρανό και για πολλά άλλα είδη κολάσεων.
Μερικοί λέγουν: Γιατί ο Θεός δεν τιμωρεί εδώ τους αμαρτωλούς; Τους απαντούμε: Για να δείξη την μακροθυμία Του. Για να χορήγηση σωτηρία δια της μετανοίας. Για να μη εξαφανισθή το ανθρώπινο γένος. Για να μη στερήση της σωτη­ρίας όσους μπορούν να δείξουν θαυμαστή μεταβολή. Διότι, εάν αμέσως μόλις διεπράττετο η αμαρτία τιμωρούσε και εθανάτωνε, πως θα σωζόταν ο Παύλος, πως ο Πέτρος, οι κορυφαίοι αυτοί διδάσκαλοι της οικουμένης; Πως θα κέρδιζε ο Δαβίδ την σωτη­ρία με την μετάνοια του; Πως οι Γαλάτες; Πως τόσοι άλλοι;
Για τον λόγο αυτό ούτε όλους τους τιμωρεί εδώ, αλλά μερικούς, ούτε όλους τους τιμωρεί εκεί. Τον ένα τον τιμωρεί εδώ, τον άλλον εκεί, ώστε με την τιμωρία να διεγείρη όσους ευρίσονται σε μεγάλη αναισθησία, και με την ατιμωρησία να μας κάνη να περιμένουμε τον μέλλοντα αιώνα.
Δεν βλέπεις ότι πολλοί τιμωρούνται σ' αυτήν την ζωή, όπως αυτοί που πλακώθηκαν από τον πύργο (Λουκ. ιγ', 4), όπως εκείνοι που το αίμα τους ο Πιλάτος το ανέμειξε με το αίμα των θυσιών που προσέφεραν στον Ναό (Λουκ. ιγ', 1), όπως εκείνοι οι Κορίνθιοι που εθανατώθηκαν πρόωρα, διότι επλησίασαν στην Θεία Κοινωνία αναξίως (Α' Κορ. ια', 30), όπως ο Φαραώ, όπως οι Ιουδαίοι που κατεσφάγησαν από τους βαρβάρους, όπως τόσοι άλλοι και τότε και τώρα και πάντοτε;
Ενώ άλλοι με πολλές αμαρτίες, έφυγαν από την ζωή αυτή, χωρίς να τιμωρηθούν, όπως ο πλούσιος της παραβολής, όπως άλλοι πολλοί.
Αυτά βεβαίως τα ενεργεί ο Θεός, για να ξυπνήση αφ' ενός όσους δυσπιστούν στα μέλλοντα και για να κάνη αφ' έτερου τους πιστούς, από αμελείς, πιο πρόθυμους. Διότι ο Θεός είναι κριτής δίκαιος και ισχυρός και μακρόθυμος, και δεν επιφέρει την τιμωρία καθημερινά (Ψαλμ. ζ',11). Εάν όμως περιφρονή­σουμε την μακροθυμία Του, θα έλθη καιρός που καθόλου δεν θα μακροθυμήση, αλλά αμέσως θα επιφέρη την καταδίκη.
Ας μη το ρίξουμε λοιπόν στα γλεντοκοπήματα και για μία στιγμή μία στιγμή είναι όλη η επίγεια ζωή μας κατα­λήξουμε στην ατέλειωτη και αιωνία κόλασι. Αλλά μία στιγμή ας κουρασθούμε, για να είμαστε συνεχώς στεφανωμένοι. Δεν βλέπετε και στα βιωτικά θέματα, οι περισσότεροι άνθρωποι έτσι σκέπτονται, και προτιμούν τον μικρό κόπο χάριν της μεγάλης αναπαύσεως, αν και μερικές φορές τα πράγματα έρχονται αντίθετα.
Τι λόγο λοιπόν θα δώσουμε, πες μου, όταν στα βιωτικά προτιμούμε τον κόπο για να επιτύχουμε μικρή ανάπαυσι ή και καμμία, διότι είναι αβέβαιο το μέλλον, ενώ στα πνευματικά κά­νουμε το αντίθετο, και έτσι με μία μικρή αμέλεια και ραθυμία μας καταλήγουμε σε απερίγραπτη κόλασι; Γι' αυτό σάς παρα­καλώ όλους, έστω και αργά να τινάξετε από πάνω σας αυτόν τον λήθαργο. Διότι τον καιρό εκείνο δεν θα μπόρεση κανείς να μας γλυτώση. Ούτε αδελφός ούτε πατέρας ούτε φίλος ούτε γεί­τονας ούτε κανείς άλλος· αλλά αν καταδικασθούμε από τα έργα μας, όλα θα χαθούν και οπωσδήποτε θα απολεσθούμε.




Πόσο εθρήνησε εκείνος ο πλούσιος και πόσο παρεκάλεσε τον Πατριάρχη Αβραάμ να τού στείλη τον Λάζαρο για να τού δροσίση την γλώσσα! Αλλά άκου τι έλεγε προς αυτόν ο Α­βραάμ: Ανάμεσα μας υπάρχει χάος, ώστε και αν ακόμη θέλουμε, να μη μπορούμε να έρθουμε εκεί (Λουκ. ιστ', 26). Πόσο παρεκάλεσαν εκείνες οι παρθένες τις συνομήλικες τους για λίγο λάδι! Αλλά άκου τι απάντησι πήραν: Δεν σας δίνουμε, μη τυχόν και δεν επαρκέση και για σας και για μας (Ματθ. κε',8). Και έτσι κανείς δεν μπόρεσε να τις εισαγάγη στον νυμφώνα.
Ας τα σκεπτώμαστε λοιπόν αυτά και ας επιμελούμεθα τη ζωή μας. Γιατί, όσους κόπους και να υποστής και όσες τιμωρίες, δεν έχουν καμμία σύγκρισι προς τα μελλοντικά αγαθά.
Και από την άλλη πλευρά, βάλε εμπρός σου φωτιά και σίδερο και θηρία και ό,τι φοβερώτερο· όλα αυτά ούτε σκιά είναι εν συγκρίσει προς τα μελλοντικά βασανιστήρια. Διότι αυτά όταν μας επιπέσουν με σφοδρότητα, γίνονται πιο ελαφρά, και φέρουν γρήγορα την απαλλαγή, γιατί το σώμα δεν βαστά την σφοδρή και παρατεταμένη τιμωρία. Εκεί όμως συνυπάρχουν και τα δύο και η παράτασις και η σφοδρότης, τόσο στην χαρά όσο και στην λύπη.
Όσο υπάρχει καιρός ας προφθάσουμε το πρόσωπο Του με εξομολόγησι (Ψαλμ. 94,2), ώστε να Τον ιδούμε τότε ήμερο και γαλήνιο απέναντι μας και να γλυτώσουμε από εκείνες τις δυνάμεις τις απειλητικές. Δεν βλέπεις εδώ τους δημίους που εκτε­λούν τις διαταγές των αρχόντων, πως σύρουν τους κατάδικους, πως τους μαστιγώνουν, πως σχίζουν τις πλευρές τους, πως πλη­σιάζουν τις λαμπάδες, πως αποκόπτουν και σφάζουν!
Όλα αυτά είναι παιγνίδια και αστεία σε σύγκρισι με τις μελλοντικές τιμωρίες. Διότι αυτές οι κολάσεις είναι προσωρινές, ενώ εκεί ούτε το σκουλήκι σταματά ούτε η φωτιά σβήνει.
Επειδή άκουσες φωτιά, μη νομίσης ότι πρόκειται για φωτιά όμοια με την υλική, γιατί η υλική φωτιά σ' όποιον πέση τον καίει και τον εξοντώνει και κατά συνέπεια παύει μετά να αισθάνεται κάψιμο. Ενώ εκείνη η φωτιά όποιους περιλάβη θα τους καίη συνεχώς και ποτέ δεν θα σταματά, γι' αυτό και ονομά­ζεται άσβεστη πυρ άσβεστον (Μαρκ. θ', 43).
Στην μελλοντική ζωή και οι αμαρτωλοί θα γίνουν άφθαρ­τοι, όχι για τιμή, αλλά για να τιμωρούνται συνεχώς. Αυτό το πράγμα πόσο είναι φοβερό, δεν μπορεί να το παρουσίαση ο λό­γος, αλλά από μερικά παραδείγματα είναι δυνατόν να πάρουμε κάποια μικρή ιδέα.
Εάν καμμία φορά μπήκες μέσα σε λουτρό που έτυχε να καίη περισσότερο από ό,τι έπρεπε, σκέψου τι θα είναι η φωτιά της κολάσεως. Και εάν κάποτε αρρώστησες και είχες πολύ υψηλό πυρετό, φαντάσου τι θα είναι η φλόγα εκείνη της κολάσεως. Εάν το καυτό λουτρό και ο υψηλός πυρετός μας ταλαίπωρη και μας αναστατώνη, πως θα αντιμετωπίσουμε τον ποταμό της φω­τιάς, όταν πέσουμε μέσα του; Τον ποταμό που κυλάει εμπρός στο φοβερό δικαστήριο.
Άκου πως ομιλούν οι προφήτες για την ημέρα εκείνη: Η ημέρα τού Κυρίου είναι αδυσώπητη, γεμάτη από θυμό και οργή (Ήσα. ιγ',9). Κανείς τότε δεν μπορεί να μας συμπαρασταθή, κανείς δεν μπορεί να μας γλυτώση. Πουθενά δεν θα βλέπης τότε το πρόσωπο τού Χριστού το ήμερο και γαλήνιο. Αλλά όπως αυτοί που τιμωρούνται να δουλεύουν στα μεταλλεία, παραδί­νονται σε σκληρούς ανθρώπους και κανέναν δεν βλέπουν από τους ιδικούς των, παρά μόνο τους αυστηρούς επιστάτες, έτσι θα συμβαίνη και τότε· η καλύτερα, θα συμβαίνη κάτι πολύ πιο άσχημο και πιο φοβερό. Διότι εδώ μπορείς να πας στον βασιλέα και να τον παρακάλεσης, και έτσι να απαλλάξης τον κατάδικο από την ποινή. Εκεί όμως όχι.
Εκεί δεν υπάρχει συγχώρησις, αλλά κάθε κατάδικος ψή­νεται και έχει τόσο πόνο που δεν είναι δυνατόν να τον έκφραση. Εάν εδώ δεν μπορή κανείς λόγος να παραστήση τους δριμείς πόνους, πολύ περισσότερο εκεί. Διότι εδώ σε λίγες στιγμές γί­νεται ό,τι έχει να γίνη, ενώ εκεί καίεται το σώμα, χωρίς να φθεί­ρεται και να λυώνη.
Τι θα κάνουμε λοιπόν εκεί; Το λέγω και για τον εαυτό μου. Θα ειπή κάποιος: Αν εσύ ο διδάσκαλος σκέπτεσαι πως θα πας στην κόλασι, εγώ δεν θα πρέπη να καταβάλω καμμία φροντίδα. Τι το αξιοθαύμαστο να κολασθώ και εγώ; Μη σκέπτεσθε, σας παρακαλώ, τέτοιες παρηγοριές. Αυτό δεν φέρει καμ­μία άνακούφισι.
Πέστε μου· ο διάβολος δεν ήταν άγγελος; Δεν ήταν ανώ­τερος από τους ανθρώπους; Υπέστη όμως πτώσι. Μπορεί λοι­πόν να παρηγορηθή κάποιος, επειδή θα κολάζεται μαζί με αυτόν; Ασφαλώς όχι.
Είναι πολύ απατηλός αυτός ο λόγος, το να νομίζη κανείς παρηγοριά την κόλασι μαζί με όλους τους άλλους, και να λέγη, όπως όλοι, έτσι και εγώ. Και γιατί να αναφέρω την μελλοντική κόλασι; Σκέψου αυτούς που έχουν δυνατούς πόνους στα πόδια ποδαλγίαν και δοκιμάζουν δριμεία οδύνη. Αν την ώρα της οδύνης τους δείξης άλλους που υποφέρουν χειρότερα, ούτε που σε προσέχουν. Ο υπερβολικός ιδικός τους πόνος δεν αφίνει την σκέψι τους να ασχοληθή με τους άλλους και να βρουν έτσι παρηγοριά.
Ας μη τρεφώμεθα λοιπόν με απατηλές ελπίδες. Μπορεί κανείς να παρηγορηθή από τα κακά του πλησίον, όταν το πάθη­μα είναι μέτριο. Όταν όμως η οδύνη είναι υπερβολική, και όλος ο ψυχικός κόσμος είναι γεμάτος ζάλη και ταραχή και η ψυχή δεν μπορεί ούτε τον εαυτό της να γνωρίση, τότε από που να άν­τληση παρηγοριά;
Είναι ελεεινή η κατάστασις στην κόλασι. Υπάρχουν εκεί σκοτάδι και βρυγμός των οδόντων και δεσμά άλυτα και σκουλήκι που δεν πεθαίνει και φωτιά που δεν σβήνει και θλίψις και στενοχώρια και γλώσσες που φλογίζονται και τηγανίζονται, όπως τού πλουσίου της παραβολής! Θα θρηνούμε και κανένας δεν θα μας ακούη, θα στενάζουμε και θα βογγούμε από τον πόνο, και κανένας δεν θα μας προσεχή. Θα κοιτάζουμε γύρω μας, και πουθενά παρηγοριά. Τότε πως να θεωρήσουμε όσους ευρίσκονται σ' αυτή την κατάστασι; Τι πιο άθλιο από αυτές τις ψυχές; Τι πιο ελεεινό;
Εάν κάποτε μπούμε σε δεσμωτήριο και άλλους τους ιδού­με αδύνατους και χλωμούς, άλλους δεμένους με σιδερένιες αλυ­σίδες, άλλους κλεισμένους σε όλο σκοτεινά κελλιά, κατασυγκινούμεθα, φρίττουμε, κάνουμε το παν για να μη δοκιμάσουμε κι' εμείς τέτοια ταλαιπωρία και θλίψι.
Αλλ' όταν θα οδηγηθούμε δεμένοι στα βασανιστήρια της κολάσεως, ποια θα είναι η θέσις μας; Τι θα κάνουμε τότε; Διότι τα δεσμά εκείνα δεν είναι φτιαγμένα από σίδερο, αλλά από φω­τιά. Από φωτιά άσβεστη. Κι' εκείνοι που θα μας επιτηρούν δεν θα είναι άνθρωποι όμοιοι μ' εμάς, που ίσως καμμιά φορά μαλα­κώνουν, αλλά σκληροί και φοβεροί άγγελοι, τους οποίους ούτε να κοιτάξη μπορεί κανείς. Άγγελοι γεμάτοι οργή για όσα εξυ­βρίσαμε τον Δεσπότη.
Δεν υπάρχει δυνατότης, όπως συμβαίνει εδώ, να έρθουν επισκέπτες και να φέρουν χρήματα ή τροφές ή να ειπούν λόγια παρηγοριάς. Όλα εκεί είναι χωρίς επιείκεια. Ακόμη και αν ο Νώε ή ο Ιώβ ή ο Δανιήλ έχουν ιδικούς τους κολασμένους, δεν τολμούν να τους συμπαρασταθούν και να τους δώσουν χέρι βοηθείας. Διότι τότε θα παύση να υπάρχη η συμπάθεια της φύ­σεως και της συγγενείας. 


Συμβαίνει, ενάρετοι πατέρες να έχουν αμαρτωλά παιδιά, και παιδιά καλά να έχουν γονείς κακούς το κακό δεν οφείλε­ται στην φύσι και στην συγγένεια, αλλά στην προαίρεσι και για να απολαμβάνουν στον παράδεισο ακεραία την ευφροσύνη, και να μη ταράζωνται από την συμπάθεια προς τους κολαζομένους, σβήνει από τους ενάρετους η συμπάθεια και αγανακτούν και αυτοί μαζί με τον Δεσπότη εναντίον των ιδικών τους σπλάγ­χνων. Και σ' αυτή τη ζωή, μερικοί γονείς σαν ιδούν τα παιδιά τους φαύλα και έξαχρειωμένα, τα αποκηρύττουν και τα αποκό­βουν από την συγγένεια. Πολύ περισσότερο θα συμβή κάτι τέτοιο στην Κρίσι.
Αν έχης φλόγα σαρκικής επιθυμίας, εννόησε την φλόγα εκείνη της κολάσεως, και θα σου σβήση αμέσως και θα εξαφα­νισθή εντελώς.
Αν θέλησης να ειπής κάτι άπρεπο, θυμήσου τον βρυγμό των οδόντων, και αυτό θα σου είναι χαλινός.
Αν θέλησης να αρπάξης κάτι, άκουσε τον δικαστή να λέγη: Δέσατε τα χέρια του και τα πόδια του και ρίξτε τον στο σκότος το εξώτερο (Ματθ. κβ', 13). Και έτσι θα αποβάλης αυτή την επιθυμία.
Αν είσαι σκληρός και άσπλαγχνος, θυμήσου εκείνες τις παρθένες, που έσβησαν οι λαμπάδες τους από έλλειψι ελαίου (το έλαιο συμβολίζει την ευσπλαχνία) και αποκλείσθηκαν από τον νυμφώνα. Και έτσι θα γίνης γρήγορα φιλάνθρωπος.
Αν επιθυμής να μεθάς και να διασκεδάζης, άκουσε τον πλούσιο να λέγη: Στείλε τον Λάζαρο, για να δροσίση με την άκρη τού δακτύλου του την φλογισμένη γλώσσα μου (Λουκ. ιστ', 24) και να μη γίνεται δεκτό το αίτημα του. Και έτσι γρήγορα θα απομακρυνθής από αυτό το πάθος.
Αν έτσι σκεπτώμαστε και απαντούμε στις πονηρές μας επιθυμίες, γρήγορα θα ξεφύγουμε από την κακία και θα κατορ­θώσουμε την αρετή. Θα σβήσουμε τον έρωτα για τα παρόντα και θα ανάψουμε τον έρωτα για τα μέλλοντα.
Όσα σάς είπα για την κόλασι, δεν σάς τα είπα για να σάς τρομάξω ούτε για να κουράσω τις ψυχές σας, αλλά για να τις ξεκουράσω και τις σωφρονίσω.
Και εγώ ήθελα να μην υπάρχη κόλασις. Προ πάντων εγώ. Γιατί; Διότι ενώ εσείς τρέμετε και φοβείσθε ο καθένας για την ιδική σας ψυχή, εγώ αγωνιώ για τόσες ψυχές, για τις οποίες είμαι υπεύθυνος. Και μου είναι πιο δύσκολο να γλυτώσω την κόλασι.
Ας μη δείχνουμε απιστία στο θέμα της κολάσεως, για να μη καταλήξουμε σ' αυτήν. Όποιος απιστεί, γίνεται πιο ράθυμος. Και όποιος γίνεται πιο ράθυμος, οπωσδήποτε θα κατα­λήξη σ' αυτήν.
Αν ενθυμήσθε ό,τι σάς είπα για την κόλασι, θα είναι σαν να χρησιμοποιήτε ένα πικρό φάρμακο, το οποίο μπορεί να σάς συμμαζεύση την ψυχή, να αποδιώξη την πολιορκία των πονηρών επιθυμιών και να σάς καθαρίση από κάθε κακία. Αρκεί να το έχετε συνεχώς στο μυαλό σας.
Ας το χρησιμοποιούμε λοιπόν αυτό το φάρμακο, για να μας καθαρίση την καρδιά μας, και έτσι καθαροί ν' αξιωθούμε να ιδούμε όσα οφθαλμός δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και μυαλό άνθρωπου δεν σκέφθηκε (Α' Κορ. β', 9). Είθε όλοι να αξιω­θούμε αυτών των αγαθών, χάριτι και φιλανθρωπία τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μεθ' ου τω Πατρί, άμα τω αγίω Πνεύματι, δόξα, κράτος, τιμή, νυν και άεί και εις τους αιώνας των αιώνων. 



Αμήν.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ : ΦΛΕΓΟΝΤΑ ΘΕΜΑΤΑ εκδ. ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

πηγή

Οι πρώτες δύο ημέρες της ψυχής μετά το θάνατο -Τα τελώνια, οι σαράντα μέρες, και η Τελική Κρίση

Οι πρώτες δύο ημέρες μετά το θάνατο.
Για διάστημα δύο ημερών η ψυχή απολαύει σχετικής ελευθερίας και έχει δυνατότητα να επισκεφθεί τόπους που της ήτα προσφιλείς στο παρελθόν, αλλά την Τρίτη ημέρα μετακινείται σε άλλες σφαίρες.


Εδώ ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης απλώς επαναλαμβάνει τη διδασκαλία που η Εκκλησία ήδη γνωρίζει από τον 4ο αιώνα, όταν ο άγγελος που συνόδευσε τον Αγ. Μακάριο Αλεξανδρείας στην έρημο...
του είπε, θέλοντας να ερμηνεύσει την επιμνημόσυνη δέηση της Εκκλησίας για τους νεκρούς την Τρίτη ημέρα μετά θάνατο: «Όταν γίνεται η προσφορά της αναίμακτης θυσίας (μνημόσυνο στη θεία λειτουργία) στην Εκκλησία την τρίτη ημέρα, η ψυχή του κεκοιμημένου δέχεται από τον φύλακα άγγελο της ανακούφιση για τη λύπη που αισθάνεται λόγω του χωρισμού της από το σώμα…

Στο διάστημα των δύο πρώτων ημερών επιτρέπεται στην ψυχή να περιπλανηθεί στον κόσμο, οπουδήποτε εκείνη επιθυμεί, με τη συντροφιά των αγγέλων που τη συνοδεύουν. Ως εκ τούτου η ψυχή, επειδή αγαπά το σώμα, μερικές φορές περιφέρεται στο οίκημα στο οποίο το σώμα της είχε σαβανωθεί, περνώντας έτσι δύο ημέρες όπως ένα πουλί που γυρεύει τη φωλιά του.

Αλλά η ενάρετη ψυχή πλανιέται σε εκείνα τα μέρη στα οποία συνήθιζε να πράττει αγαθά έργα. Την τρίτη ημέρα, Εκείνος ο Οποίος ανέστη ο Ίδιος την τρίτη ημέρα από τους νεκρούς καλεί την ψυχή του Χριστιανού να μιμηθείτη δική Του ανάσταση, να ανέλθει στους Ουρανούς όπου θα λατρεύει το Θεό όλων.»

Στην Ορθόδοξη νεκρώσιμη ακολουθία, ο Αγ. Ιωάννης ο Δαμασκηνός περιγράφει παραστατικά την κατάσταση της ψυχής η οποία, έχοντας μεν αφήσει το σώμα αλλά παραμένοντας στη γη, είναι ανίκανη να επικοινωνήσει με τους αγαπημένους της τους οποίους βλέπει: «Οίμοι, οίον αγώνα έχει η ψυχή χωριζόμενη εκ του σώματος! Οίμοι, πόσα δακρύει τότε, και ουχ υπάρχει ο ελεών αυτήν! Προς τους αγγέλους τα όμματα ρέπουσα, άπρακτα καθικετεύει προς τους ανθρώπους τας χείρας εκτείνουσα, ουκ έχει τον βοηθούντα. Διό, αγαπητοί μου αδελφοί, εννοήσαντες ημών το βραχύ της ζωής, τω μεταστάντι την ανάπαυσιν, παρά Χριστού αιτησώμεθα, και ταις ψυχαίς ημών το μέγα έλεος».

Σε γράμμα του προς τον αδελφό μιας αποθνήσκουσας γυναίκας, ο Όσιος Θεοφάνης ο Έγκλειστος γράφει: «Η αδελφή σου δεν θα πεθάνει. Το σώμα του ανθρώπου πεθαίνει, αλλά η προσωπικότητά του συνεχίζει να ζει. Απλώς μεταφέρεται σε μια άλλη τάξη ζωής… Δεν είναι εκείνη που θα βάλουν στον τάφο. Εκείνη βρίσκεται σε έναν άλλο τόπο όπου θα είναι θα είναι ακριβώς το ίδιο ζωντανή όσο και τώρα.

Τις πρώτες ώρες και ημέρες θα βρίσκεται γύρω σου. Μόνο που δεν θα λέει τίποτα και εσύ δεν θα μπορείς να την δεις. Θα είναι όμως ακριβώς εδώ. Να το έχεις αυτό στο νου σου. Εμείς που μένουμε πίσω θρηνούμε για τους κεκοιμημένους, όμως για εκείνους τα πράγματα είναι αμέσως πιο εύκολα. Είναι πιο ευτυχισμένοι στη νέα κατάσταση. Όσοι έχουν πεθάνει και κατόπιν επαναφέρθηκαν στο σώμα διαπίστωσαν ότι το σώμα ήταν μια πολύ στενάχωρη κατοικία. Και η αδελφή σου θα αισθάνεται έτσι. Είναι πολύ καλύτερα εκεί, και εμείς νοιώθουμε οδύνη σαν να της έχει συμβεί κάτι απίστευτα κακό! Θα μας κοιτάζει και σίγουρα θα μένει κατάπληκτη με την αντίδρασή μας».

Θα πρέπει να έχουμε υπόψη ότι η ανωτέρω περιγραφή των πρώτων δύο ημερών του θανάτου αποτελεί γενικό κανόνα, ο οποίος κατά κανένα τρόπο δεν ισχύει σε όλες τις περιπτώσεις. Πράγματι τα περισσότερα παραδείγματα από την Ορθόδοξη γραμματεία, δεν συνάδουν με αυτόν τον κανόνα, και ο λόγος είναι φανερός: οι άγιοι, μην έχοντας καμιά απολύτως προσκόλληση στα εγκόσμια και ζώντας σε διαρκή προσδοκία της αναχώρησής τους για την άλλη ζωή, δεν ελκύονται καν από τους τόπους όπου έπρατταν τα αγαθά τους έργα αλλά ξεκινούν αμέσως την άνοδο τους στους Ουρανούς.

Άλλοι, ξεκινούν την άνοδο τους πριν το τέλος των δύο ημερών για κάποιον ειδικό λόγο που μόνον η Θεία Πρόνοια γνωρίζει. Από την άλλη οι σύγχρονες «μεταθανάτιες» εμπειρίες, ατελείς καθώς είναι, ανήκουν όλες στον εξής κανόνα: η «εξωσωματική» κατάσταση αποτελεί μόνο το ξεκίνημα της αρχικής περιόδου ασώματης «περιπλάνησης» της ψυχής στους τόπους των επιγείων δεσμών της. Όμως κανείς από αυτούς τους ανθρώπους δεν έχει παραμείνει νεκρός για αρκετό χρονικό διάστημα, έστω μέχρι να συναντήσει τους αγγέλους που πρόκειται να τον συνοδεύσουν.

Μερικοί επικριτές της Ορθόδοξης διδασκαλίας για την μετά θάνατον ζωή, θεωρούν ότι τέτοιες αποκλίσεις από το γενικό κανόνα για την μεταθανάτια εμπειρία αποδεικνύουν την ύπαρξη «αντιφάσεων» στην Ορθόδοξη διδασκαλία. Αυτοί οι επικριτές όμως είναι απλώς και μόνο προσκολλημένοι στις «κατά γράμμα» ερμηνείες.

Η περιγραφή των πρώτων δύο ημερών, καθώς και των επομένων, σε καμιά περίπτωση δεν αποτελεί κάποια μορφή δόγματος. Είναι απλώς ένα «μοντέλο», το οποίο μάλιστα εκφράζει την πιο συνηθισμένη χρονική σειρά των εμπειριών της ψυχής μετά τον θάνατο.

Οι πολλές περιπτώσεις, τόσο στην Ορθόδοξη γραμματεία όσο και στις αναφορές σύγχρονων σχετικών εμπειριών, όπου οι νεκροί έχουν στιγμιαία εμφανιστεί στους ζωντανούς μέσα στην πρώτη ή τις δύο πρώτες ημέρες μετά το θάνατο, μερικές φορές σε όνειρα, είναι παραδείγματα που επαληθεύουν το ότι όντος η ψυχή συνήθως παραμένει κοντά στη γη για κάποια σύντομη χρονική περίοδο. Κατά την τρίτη ημέρα, και συχνά πιο πριν, η περίοδος αυτή φθάνει στο τέλος της.


Τα τελώνια

Την ώρα αυτή (την τρίτη ημέρα), η ψυχή διέρχεται από λεγεώνες πονηρών πνευμάτων που παρεμποδίζουν την πορεία της και την κατηγορούν για διάφορες αμαρτίες, στις οποίες αυτά τα ίδια την είχαν παρασύρει. Σύμφωνα με διάφορες θεϊκές αποκαλύψεις υπάρχουν είκοσι τέτοια εμπόδια, τα επονομαζόμενα «τελώνια», σε καθένα από τα οποία περνά από δοκιμασία κάθε μορφή αμαρτίας.

Η ψυχή αφού περάσει από ένα τελώνιο, συναντά το επόμενο, και μόνον αφού έχει διέλθει επιτυχώς από όλα τα τελώνια μπορεί αν συνεχίσει την πορεία της χωρίς να απορριφθεί βιαίως στη γέεννα. Το πόσο φοβεροί είναι αυτοί οι δαίμονες και τα τελώνια τους φένεται στο γεγονός ότι η ίδια η Παναγία, όταν πληροφορήθηκε από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ τον επικείμενο θάνατο Της, ικέτευσε τον Υιό Της να διασώσει την ψυχή Της από αυτούς τους δαίμονες και απαντώντας στην προσευχή Της, ο ίδιος ο Κύριος Ιησούς Χριστός εμφανίστηκε από τους Ουρανούς για να παραλάβει την ψυχή της Πάναγνου Μητρός Του και να την οδηγήσει στους Ουρανούς. Φοβερή είναι πράγματι, η τρίτη ημέρα για την ψυχή του απελθόντος, και για το λόγο αυτό η ψυχή έχει ιδιαίτερη ανάγκη τότε από προσευχές για την σωτηρία της.

Σύντομα, μετά τον θάνατο, η ψυχή πράγματι βιώνει μια κρίση, τη Μερική Κρίση, ως τελική συγκεφαλαίωση του «αοράτου πολέμου» που έχει διεξαγάγει ή που απέτυχε να διεξαγάγει, στην επίγεια ζωή κατά τω πεπτωκότων πνευμάτων. Συνεχίζοντας την επιστολή του προς τον αδελφό της αποθνήσκουσας γυναίκας, ο Όσιος Θεοφάνης ο έγκλειστος γράφει: «Λίγο μετά το θάνατο, η ψυχή αρχίζει έναν αγώνα για να καταφέρει να διέλθει από τα τελώνια.

Στον αγώνα της η αδελφή σου χρειάζεται βοήθεια! Θα πρέπει να στρέψεις όλη σου την προσοχή και όλη σου την αγάπη γι’ αυτήν στο πως θα την βοηθήσεις. Πιστεύω πως η μεγαλύτερη έμπρακτη απόδειξη της αγάπης σου θα είναι να αφήσεις την φροντίδα του νεκρού της σώματος στους άλλους, να αποχωρήσεις και, μένοντας μόνος σου οπουδήποτε μπορείς, να βυθιστείς σε προσευχή για την ψυχή της, για τη νέα κατάσταση στην οποία βρίσκεται και για τις καινούριες, απροσδόκητες ανάγκες της.

Συνέχισε την ακατάπαυστη ικεσία σου στον Θεό για έξι εβδομάδες και περισσότερο. Όταν πέθανε η Οσία Θεοδώρα, το σακούλι από το οποίο πήραν χρυσό οι άγγελοι για να τη γλιτώσουν από τα τελώνια ήταν οι προσευχές του πνευματικού της πατέρα. Έτσι θα γίνει και με τις δικές σου προσευχές. Μην παραλείψεις να κάνεις όσα σου είπα. Αυτό είναι η πραγματική αγάπη.»

Το «σακούλι» από το οποίο πήραν «χρυσό» οι άγγελοι και «εξόφλησαν τα χρέη» της Οσίας Θεοδώρας στα τελώνια έχει συχνά παρανοηθεί από κάποιους επικριτές της Ορθόδοξης διδασκαλίας. Μερικές φορές συγκρίνεται με τη λατινική έννοια του «πλεονάσματος χάριτος» των αγίων. Στην περίπτωση αυτή, τέτοιοι επικριτές ερμηνεύουν κατά γράμμα τα Ορθόδοξα κείμενα.

Σε τίποτε άλλο δεν αναφέρεται το παραπάνω απόσπασμα παρά στις προσευχές της Εκκλησίας για τους αναπαυθέντες και ειδικότερα στις προσευχές ενός αγίου ανθρώπου και πνευματικού πατέρα. Είναι σχεδόν περιττό να πούμε ότι όλες αυτές οι περιγραφές έχουν μεταφυσική έννοια.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία θεωρεί τη διδασκαλία περί τελωνίων τόσο σημαντική, ώστε έχει συμπεριλάβει σχετικές αναφορές σε πολλές από τις ακολουθίες της, μερικές εκ των οποίων αναφέρονται στο κεφάλαιο περί τελωνίων. Ειδικότερα, η Εκκλησία θεωρεί ιδιαιτέρως απαραίτητο να συνοδεύει με αυτήν τη διδασκαλία κάθε τέκνο της που αποθνήσκει. Στον «Κανόνα για την Αναχώρηση της Ψυχής», που διαβάζεται από τον ιερέα στο νεκρικό κρεβάτι κάθε πιστού, υπάρχουν τα παρακάτω τροπάρια:

«Καθώς φεύγω από τη γη, αξίωσέ με να διέλθω ανεμπόδιστα από τον άρχοντα του αέρα, το διώκτη και βασανιστή, εκείνον που ως άδικος ανακριτής στέκεται πάνω στους φοβερούς δρόμους». (4η Ωδή)

«Ω Πανένδοξε Θεοτόκε, οδήγησέ με εις τους Ουρανούς, στα ιερά και πολύτιμα χέρια των αγίων αγγέλων ώστε, προστατευμένος μέσα στα φτερά τους, να μην αντικρύσω τη ρυπαρή, αποκρουστική και σκοτεινή μορφή των δαιμόνων». (6η Ωδή)

«Ω Αγία Θεοτόκε, Εσύ η Οποία γέννησες τον Παντοδύναμο Κύριο, απομάκρυνε από εμένα τον άρχοντα των φοβερών τελωνίων, τον κυβερνήτη του κόσμου, όταν φθάσει η στιγμή του θανάτου μου, ώστε να Σε δοξολογώ αιωνίως». (8η Ωδή)

Κατ’ αυτόν τον τρόπο, τα λόγια της Εκκλησίας προετοιμάζουν τον αποθνήσκοντα Ορθόδοξο Χριστιανό για τις δοκιμασίες που θα συναντήσει μπροστά του.


Οι σαράντα ημέρες

Κατόπιν, έχοντας επιτυχώς διέλθει από τα τελώνια και υποκλιθεί βαθιά ενώπιον του Θεού, η ψυχή για διάστημα τριάντα επτά επιπλέον ημερών επισκέπτεται τις ουράνιες κατοικίες και τις αβύσσους της κολάσεως, μη γνωρίζοντας ακόμα που θα παραμείνει, και μόνον την τεσσαρακοστή ημέρα καθορίζεται η θέση στην οποία θα βρίσκεται μέχρι την ανάσταση των νεκρών.

Σίγουρα δεν είναι παράξενο ότι η ψυχή, έχοντας διέλθει από τα τελώνια και παύσει μια για πάντα κάθε σχέση με τα επίγεια, εισάγεται στον αληθινά άλλο κόσμο, σε ένα τμήμα του οποίου θα παραμείνει αιωνίως. Σύμφωνα με την αποκάλυψη του Αγγέλου στον Αγ. Μακάριο Αλεξανδρείας, η ειδική επιμνημόσυνη δέηση υπέρ των απελθόντων την ένατη ημέρα μετά τον θάνατο (πέραν του γενικού συμβολισμού των εννέα αγγελικών ταγμάτων) πραγματοποιείται επειδή μέχρι τότε παρουσιάζονται στην ψυχή τα θαυμάσια του Παραδείσου, και μόνον κατόπιν αυτού, για το υπόλοιπο των σαράντα ημερών, της παρουσιάζονται τα μαρτύρια και τα φρικτά της κολάσεως, πριν τοποθετηθεί την τεσσαρακοστή ημέρα στη θέση στην οποία θα αναμένει την ανάσταση των νεκρών και την Τελική Κρίση.

Θα πρέπει και πάλι να τονίσουμε ότι οι αναφερόμενοι αριθμοί αποτελούν γενικό κανόνα ή «μοντέλο» της μεταθανάτιας πραγματικότητας, και αναμφισβήτητα δεν ολοκληρώνουν όλες οι ψυχές των απελθόντων την πορεία τους ακριβώς σύμφωνα με τον «κανόνα». Γνωρίζουμε σαφώς ότι η Οσία Θεοδώρα, στην πραγματικότητα, ολοκλήρωσε το «γύρο της κολάσεως» ακριβώς την τεσσαρακοστή ημέρα, σύμφωνα με τη γήινη μέτρηση του χρόνου.

Η κατάσταση των ψυχών μέχρι την Τελική Κρίση

Μερικές ψυχές βρίσκονται (μετά τις σαράντα ημέρες) σε μια κατάσταση πρόγευσης της αιώνιας αγαλλίασης και μακαριότητας, ενώ άλλες σε μια κατάσταση τρόμου εξαιτίας των αιωνίων μαρτυρίων τα οποία θα υποστούν πλήρως μετά την Τελική Κρίση. Μέχρι τότε εξακολουθεί να υπάρχει δυνατότητα αλλαγής της κατάστασής τους, ιδιαιτέρως μέσω της υπέρ αυτών προσφοράς της Αναίμακτης Θυσίας (μνημόσυνο στη Θεία Λειτουργία), και παρομοίως μέσω άλλων προσευχών.

Τα οφέλη της προσευχής, τόσο της κοινής όσο και της ατομικής για τις ψυχές που βρίσκονται στην κόλαση, έχουν περιγραφεί σε πολλούς βίους Αγίων και ασκητών καθώς και σε Πατερικά κείμενα.

Στο βίο της μάρτυρος του 3ου αιώνα Περπετούας, για παράδειγμα, διαβάζουμε ότι η κατάσταση της ψυχής του αδελφού της Δημοκράτη της αποκαλύφθηκα με την εικόνα μιας στέρνας γεμάτης νερό, η οποία ήταν όμως τόσο ψηλά που δεν μπορούσε να τη φτάσει από τον ρυπαρό, καυτό τόπο όπου ήταν περιορισμένος. Χάρη στην ολόθερμη προσευχή της Περπετούας επί μία ολόκληρη ημέρα και νύχτα ο Δημοκράτης έφτασε τη στέρνα και τον είδε να βρίσκεται σε έναν φωτεινό τόπο. Από αυτό η Περπετούα κατάλαβε ότι ο αδελφός της είχε απελευθερωθεί από τα δεινά της κολάσεως.

Στο βίο μιας ασκήτριας που πέθανε μόλις τον 20ο αιώνα αναφέρεται μια παρόμοια περίπτωση. Πρόκειται για τη Οσία Αθανασία (Αναστασία Λογκάτσεβα), πνευματική θυγατέρα του Οσίου Σεραφείμ του Σάρωφ. Όπως διαβάζουμε στο βίο της: «Η Αναστασία είχε έναν αδελφό που τον έλεγαν Παύλο. Ο Παύλος κάποτε ήταν μεθυσμένος και κρεμάστηκε. Κι η Αναστασία αποφάσισε να προσευχηθεί πολύ για τον αδελφό της.

Μετά το θάνατο του, η Αναστασία πήγε στο μοναστήρι Ντιβέγιεβο, του Οσίου Σεραφείμ, για να μάθει τι ακριβώς έπρεπε να κάνει, ώστε να βελτιωθεί η κατάσταση του αδελφού της, ο οποίος έδωσε τέλος στη ζωή του με τρόπο δυσσεβή και ατιμωτικό… Ήθελε να συναντήσει την Πελαγία Ιβάνοβνα και να ζητήσει τη συμβουλή της…

Η Αναστασία επισκέφθηκε την Πελαγία. Εκείνη της είπε να κλειστεί στο κελί της σαράντα μέρες, να προσευχηθεί και να νηστέψει για τον αδελφό της και κάθε μέρα να λέει εκατόν πενήντα φορές: «Υπεραγία Θεοτόκε, ανάπαυσον τον δούλον σου.»

Όταν συμπληρώθηκαν οι σαράντα ημέρες, η Αναστασία είδε ένα όραμα. Βρέθηκε μπροστά σε μία άβυσσο. Στο βάθος της ήταν ένας βράχος από αίμα. Πάνω στο βράχο κείτονταν δύο άνδρες με σιδερένιες αλυσίδες στο λαιμό τους. Ο ένας ήταν ο αδελφός της.

Η Αναστασία διηγήθηκε το όραμα στην Πελαγία και κείνη της είπε να συνεχίσει την νηστεία και την προσευχή.

Τελείωσαν κι άλλες σαράντα ημέρες με νηστεία και προσευχή κι η Αναστασία είδε το ίδιο όραμα. Η ίδια άβυσσος κι ο βράχος πάνω στον οποίο βρίσκονταν οι δύο άνδρες με αλυσίδες στο λαιμό τους. Αυτή τη φορά όμως ο αδελφός της ήταν όρθιος. Περπατούσε πάνω στο βράχο, έπεφτε και ξανασηκωνόταν. Οι αλυσίδες ήταν ακόμα στο λαιμό του.

Η Πελαγία Ιβάνοβνα, στην οποία κατέφυγε και πάλι η Αναστασία, της είπε να επαναλάβει την ίδια άσκηση για Τρίτη φορά.

Όταν τελείωσε και το τρίτο σαρανταήμερο της νηστείας και της προσευχής, η Αναστασία ξαναείδε το ίδιο όραμα. Η ίδια άβυσσος, ο ίδιος βράχος. Τώρα όμως πάνω στο βράχο ήταν μόνο ένας άνδρας, αγνωστός της. Ο αδελφός της είχε απελευθερωθεί από τα δεσμά. Δε φαίνονταν πουθενά. Ο άγνωστος άνδρας ακούστηκε να λέει: «Είσαι τυχερός εσύ. Έχεις πολύ ισχυρούς μεσίτες στη γη.»

Η Αναστασία ανέφερε στην Πελαγία Ιβάνοβνα το τρίτο όραμά της και εκείνη της απάντησε:

«Ο αδελφός σου λυτρώθηκε από τα βάσανα. Δεν μπήκε όμως στη μακαριότητα του Παραδείσου.»

Πολλά παρόμοια περιστατικά αναφέρονται σε βίους Ορθοδόξων Αγίων και ασκητών. Σε περίπτωση που κάποιος έχει την τάση να ερμηνεύει κατά γράμμα τέτοια οράματα, ίσως θα πρέπει να παρατηρήσουμε ότι βεβαίως οι εικόνες με τις οποίες εμφανίζονται τέτοια οράματα, συνήθως σε όνειρα, δεν «φωτογραφίζουν» κατ’ ανάγκη τον τρόπο ύπαρξης της ψυχής μετά τον θάνατο.

Πρόκειται περισσότερο για εικόνες οι οποίες μεταβιβάζουν την πνευματική αλήθεια της βελτιώσεως της καταστάσεως της ψυχής στον άλλο κόσμο χάρη στις προσευχές εκείνων που παραμένουν στον κόσμο τούτο.

Από το βιβλίο του π. Σεραφείμ Ρόουζ.

πηγή

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...