Μὴ δῶτε τὸ ἅγιον τοῖς κυσίν· μηδὲ βάλητε τοὺς μαργαρίτας ὑμῶν ἔμπροσθεν τῶν χοίρων, μήποτε καταπατήσωσιν αὐτοὺς ἐν τοῖς ποσὶν αὐτῶν, καὶ στραφέντες ῥήξωσιν ὑμᾶς.

Πέμπτη, Φεβρουαρίου 23, 2017

Ανάβοντας ένα κερί για τον εχθρό...

Ιστορίες από το εξομολογητάρι(1)
π.Γεωργίου Δορμπαράκη


Όταν ξαναήλθε για την εξομολόγηση έλαμπε το πρόσωπό του.
«Πάτερ, αυτό που μου είπατε την τελευταία φορά το εφάρμοσα και είδα σχεδόν άμεσα το αποτέλεσμά του».
«Ποιο;», απόρησε ο ιερέας. «Δεν θυμάμαι για τι μου λέτε. Και ο καιρός που πέρασε, και οι διάφορες εξομολογήσεις πολλών ανθρώπων που περνούν από το εξομολογητάρι, με κάνουν να μη θυμάμαι τις συζητήσεις που γίνονται κάθε φορά με τον εξομολογούμενο, οπότε να με συμπαθάτε, μα δεν… θυμάμαι».

«Σας είχα εξομολογηθεί την προηγουμένη φορά», είπε ο μεσήλικας άνδρας, «ότι είχα κάποιο πρόβλημα μ’ έναν γείτονα που με ταλαιπωρούσε, και συνεχίζει βέβαια να με ταλαιπωρεί, με τα λόγια τα πειρακτικά που λέει συχνά, με ενέργειες προσβλητικές, και μάλιστα κάποιες που στρέφονται εναντίον και των ίδιων των παιδιών μου. Ήταν και είναι ακατανόητη για μένα η στάση του, γιατί κοιτάω την όλη βιωτή μου απέναντί του, πώς του συμπεριφέρομαι, κι εγώ και όλη η οικογένειά μου, και δεν βρίσκω κάτι που να του έχουμε φταίξει. Γι’ αυτό και μέσα μου υπάρχει κάτι σαν αγκάθι, που μερικές φορές με κάνει να δημιουργούνται λογισμοί εκδίκησης απέναντί του, να θέλω να του κάνω ίσως κάποιο κακό… Συγκρατούμαι βέβαια πάντοτε, γιατί γνωρίζω τον λόγο του Θεού που μας καλεί να αγαπούμε και τους ίδιους τους εχθρούς μας, μα δεν έχω φτάσει σε αυτό το σημείο…».

«Λοιπόν, σε τι έγκειτο η βοήθειά μου την προηγουμένη φορά;», είπε ο ιερέας, ο οποίος σιγά σιγά έφερνε στη μνήμη του τη συνάντησή τους και τι μάλλον του είχε προτείνει να κάνει.
 «Πάτερ, λειτούργησε σαν θεραπευτικό φάρμακο η πρότασή σας, τουλάχιστον σ’ εμένα, και θα σας την θυμίσω σύντομα. Πέρα από το ότι μου θυμίσατε την εντολή βεβαίως του Κυρίου περί αγάπης για όλους και μάλιστα τους ενάντιους σε μας – είναι η εντολή, μου είπατε, που κατεξοχήν αυτή εφαρμοζόμενη μας φέρνει άμεσα μπροστά στον Θεό και μας γεμίζει από τη χάρη Του -, μου επισημάνατε ότι μπορεί να μη βλέπω κάτι εχθρικό δικό μου απέναντι σ’ αυτόν τον συνάνθρωπό μου, μα ίσως ανεπίγνωστα κάτι που είπα ή κάτι που έκανα, κάποια ίσως γκριμάτσα του προσώπου μου, να εκλήφθηκε από αυτόν με αρνητικό τρόπο και να θεώρησε έτσι ότι τον περιφρονώ ή ότι τον εχθρεύομαι. 


Εκείνο όμως που έκανα και συνεχίζω να κάνω, και γι’ αυτό πράγματι σας ευγνωμονώ και ευχαριστώ τον Κύριο, είναι ότι πίεσα τον εαυτό μου, κατά τον λόγο σας, να βάζω τον γείτονά μου πρώτον στην προσευχή μου, και κάθε φορά που μπαίνω στην Εκκλησία να ανάψω ένα κεράκι, να το ανάβω κυρίως προς χάρη αυτού. Πάτερ, ιδίως αυτό το τελευταίο με έκανε να δω την παρουσία της χάρης του Θεού. Γιατί από την πρώτη φορά που το έκανα, ένιωσα μία τέτοια γλύκα στην ψυχή μου που δεν περιγράφεται».
Είπε και σταμάτησε ο αγωνιστής άνθρωπος, ενώ ένα δάκρυ κύλισε από τα κατανυγμένα μάτια του.

Ο ιερέας συγκινήθηκε κι αυτός. Έστρεψε το βλέμμα του στον Εσταυρωμένο που βρισκόταν στο μικρό εξομολογητάρι και ανέπεμψε νοερά ύμνο για την απειρία της αγάπης Του.
«Πράγματι, το ελάχιστο που κάνουμε», είπε στον χαριτωμένο άνθρωπο, «το παίρνει ο Κύριος και το πολλαπλασιάζει με τέτοιο τρόπο που το κάνει να μοιάζει ατίμητο. Ο όσιος Γέροντας Πορφύριος, η μεγάλη αυτή μορφή της εποχής μας, δεν έλεγε ότι στα μηδενικά της ζωής μας ο Κύριος, όταν δει το παραμικρό θετικό, βάζει μπροστά το «ένα» και τα κάνει τεράστια και αξιοτίμητα;»
«Πάτερ, δεν ήταν τίποτα αυτό που έκανα, και όμως μου έδωσε αντ’ αυτού ο Κύριος τόση χάρη…», μούσκεψε το μαντήλι του ο μεσήλικας κι έσκυψε το κεφάλι του.

«Να πω και κάτι ακόμη, κύριε Θόδωρε», συμπλήρωσε ο ιερέας, «που το διάβασα τώρα τελευταία και μου έκανε ξεχωριστή εντύπωση. Το ‘γραψε ένας νέος άνθρωπος που κατάλαβε κι εκείνος προφανώς την αξία και της ελάχιστης προσπάθειας που ευαρεστεί όμως πολύ τον Θεό μας».
«Τι είναι αυτό;», είπε ο Θόδωρος, κι ανασήκωσε το κεφάλι του με ενδιαφέρον.
«Εδώ το έχω», είπε ο πνευματικός. «Μου έκανε εντύπωση και το αντέγραψα. Να σας το διαβάσω. 
Επιγράφεται: «Μόνο ένα λεπτό!».
«Άλλη μια μέρα πέρασε… Το συμπέρασμα το ίδιο… Κενότητα κι απαισιοδοξία. Κάθε βράδυ απόφαση για αλλαγή, αλλά στο τέλος η ίδια διαπίστωση: «Πάλι δεν έκανα τίποτα»…
Δεν θα σου μιλήσω για τις γνωστές δικαιολογίες. Πλέον αυτές έχουν γίνει μια γραφική «πιπίλα» για τον κόσμο… Ναι ξέρω… «Τρέξιμο»… «Άγχος»… «Κρίση»… και πόσα ακόμα… μα η ουσία πού είναι;
Τελικά το ζητούμενό μου είναι ένα: «μόνο ένα λεπτό». Τόσο χρειάζομαι. Όχι παραπάνω. Λίγο χρόνο το πρωί και λίγο το βράδυ. Λίγα δευτερόλεπτα…
Μα τι λέω; Δευτερόλεπτα; ΝΑΙ… λίγα δευτερόλεπτα. Ο Θεός δεν θέλει ώρες. Μόνο ένα λεπτό να του χαρίσω. Αυτό θέλει. Κάποια δεύτερα δοξολογίας. Ένα «Δόξα τω Θεώ». Φτάνει να το πω. Φτάνει να το πιστέψω. Και πού ξέρεις; Αύριο μπορεί να γίνουν δύο τα λεπτά…».

«Έχετε δίκιο, πατέρα μου», κούνησε το κεφάλι του ο άνθρωπος. «Είναι μικρό αλλά δυνατό κείμενο. Και τόσο… αληθινό!»

«Λοιπόν, κ. Θόδωρε», είπε ο πνευματικός. «Ασφαλώς δεν ήλθατε σήμερα για να πείτε μόνον αυτό. Τι έχετε άλλο προς εξομολόγηση;»

το είδαμε εδώ

Στον εικοστό αιώνα Φαρισαίοι ήσαν οι φύλακες των αθέων ολοκληρωτικών καθεστώτων

Αποτέλεσμα εικόνας για gulags orthodox christians
Στον εικοστό αιώνα Φαρισαίοι ήσαν οι φύλακες των αθέων ολοκληρωτικών καθεστώτων, η νομενκλατούρα τους. Θέλησαν να εξοντώσουν τον Χριστό με τις μεθοδεύσεις τους. Ηττήθηκαν κατά κράτος. Καταποντίστηκαν. Οι σύγχρονοι φαρισαίοι επανέρχονται στις μεθόδους των προγόνων τους, της εποχής του Χριστού.
 Κατασκευάζουν ανύπαρκτες κατηγορίες, ότι ο χριστιανισμός οδηγεί στη θρησκευτική ανελευθερία και πρέπει να εξοβελιστεί από τη δημόσια σφαίρα, ως γνήσιοι υποκριτές διαστρέφουν την αλήθεια και την φύση των πραγμάτων και τη διαστροφή την ονοματίζουν «εκσυγχρονισμό», βρίσκουν προδότες εντός του Χριστιανισμού, δημιουργούν λόμπι πίεσης της πολιτικής εξουσίας για να περνούν την ιδεολογία τους και πιστεύουν ότι έτσι θανατώνουν τον Χριστό….
Όμως και αυτοί απατώνται. Θα ηττηθούν.-
Από το βιβλίο του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς «Άνθρωπος και Θεάνθρωπος»

«Εάν πεθάνεις, πριν πεθάνεις, δεν θα πεθάνεις, όταν πεθάνεις…!»

του π.Αντωνίου Χρήστου
Η ρύση αυτή του τίτλου του άρθρου μας, που είναι βγαλμένη από την αγιορείτικη σοφία και εμπειρία, υπήρχε σε κάδρο στην αίθουσα του Κατηχητικού Σχολείου της Ενορίας της ιδιαίτερης πατρίδας μας, που αν και ήμασταν παιδάκια, πάντα μας γέμιζε τη καρδιά και μας έδινε ελπίδα για τη ζωή.
Είμαστε σίγουροι ότι κάποιος που δεν θα έχει ξαναδιαβάσει αυτή την ρύση ίσως να απορήσει τι ακριβώς σημαίνει. Πολύ επιγραμματικά λοιπόν εξηγούμε : α) ότι αν πεθάνουμε (για τον κόσμο, το κοσμικό φρόνιμα και παλαιό άνθρωπο με το βάπτισμά μας και την υπόλοιπη ασκητική και μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας), β) πριν πεθάνουμε (βιολογικά σε αυτή την ζωή), γ) δεν θα πεθάνουμε (αλλά αυτό θα είναι κοίμηση, αφού πνευματικά θα είμαστε ζωντανοί στην αγκαλιά Του Θεού μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία του που θα ζήσουμε οριστικά αιώνια μαζί Του, εφόσον βέβαια είμαστε με τους δικαίους) και δ) όταν πεθάνεις (όταν έρθει οριστικά ο βιολογικός θάνατος του χωρισμού της ψυχής από το σώμα και τερματίσει ψυχοσωματικά η επίγεια παρουσία του ανθρώπου).
Με δεδομένα τα παραπάνω και με αφορμή την ξαφνική κοίμηση που συντάραξε πρόσφατα την τοπική κοινωνία της Γλυφάδας και όχι μόνο, μιας μαθήτριας 16 ετών, σήμερα θα ασχοληθούμε επιγραμματικά με το μυστήριο του θανάτου και ειδικότερα με το ερώτημα : Γιατί ο Θεός επιτρέπει να πεθαίνουν νέοι άνθρωποι ακόμη και βρέφη; Θα θέλαμε πριν απαντήσουμε, να ενημερώσουμε τους αναγνώστες που δεν μας γνωρίζουν προσωπικώς εκ των προτέρων, ότι δεν μιλούμε «εκ του ασφαλούς», γιατί στην ίδια σχεδόν τρυφερή ηλικία της εφηβείας (εμείς τότε 13,5 ετών και εκείνος 15,5), αποχωριστήκαμε σωματικά από τροχαίο δυστύχημα, τον αδελφό μας Κυριάκο, οπότε έχουμε βιώσει όλη αυτή την δύσκολή κατάσταση με όλον αυτόν τον ξαφνικό πόνο της απώλειας ενός δικού σου και μάλιστα νεαρού ανθρώπου.
Ο Θεός μας, είναι ο Κύριος της ζωής και του θανάτου και έπλασε τον άνθρωπο για να ζει σε κοινωνία μαζί Του αιώνια. Ο άνθρωπος όμως, δια της πλάνης του διαβόλου, κάνοντας κακή χρήση της ελευθερίας του, διέπραξε το προπατορικό αμάρτημα, αφού ουσιαστικά ζήτησε «να ζήσει» χωρίς Τον Θεό και αυτό τον οδήγησε στην αμαρτία και κατά συνέπεια στον θάνατο! Όμως ο Θεός δεν μας άφησε έτσι καταδικασμένους, αλλά έστειλε τον Υιό του Μονογενή, πέθανε για εμάς, καθαρίζοντάς μας με το αίμα Του πάνω στο Σταυρό, για να ζήσουμε εμείς! Νικώντας τον θάνατο με την ζωηφόρο Ανάστασή Του, μας απάλλαξε αντικειμενικά από αυτόν (αφού πλέον δεν είναι το τέρμα, αλλά το πέρασμα προς την όντως πραγματική ζωή) με την βασική προϋπόθεση ότι θα θέλουμε και εμείς υποκειμενικά, ο κάθε ένας άνθρωπος ξεχωριστά, να ακολουθήσουμε Τον Κύριο και την αρετή στη ζωή μας!
Ο θάνατος ως γεγονός υπάρχει ακόμη, αλλά είναι ουσιαστικά κατηργημένος με βάση την φράση του τίτλου μας και όσα αναφέραμε για το νόημά της. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η Αρχιερατική συγχωρητική ευχή της Εξόδιου ή Επιμνημόσυνου Ακολουθίας, ότι το μυστήριο του θανάτου μάλιστα είναι σωτήριος και υπάρχει «για να μη γίνει το κακό αθάνατο». Ο συμβολισμός του σιταριού που χρησιμοποιούμε στα κόλλυβα, είναι ακριβώς και η εποπτική θεολογία της, ότι όπως το σιτάρι μπαίνει στη γη σαπίζει αλλά βγαίνει νέο φυτό, έτσι και εμείς μπορεί μεν να πεθαίνουμε , αλλά στην ουσία «κοιμόμαστε» και προσδοκούμε την Ανάσταση, αφού θα ενωθεί πάλι η ψυχή με το σώμα λαμβάνοντας όλοι τον ανακαινισμένο σώμα που είχε και ο Κύριος μας, μετά την Ανάστασή Του.
Θα πει κάποιος ωραία τα παραπάνω, μπορεί να τα αποδεχόμαστε, αλλά δεν είναι αδικία βρέφη-μικρά παιδιά ή έφηβοι και νέοι να φεύγουν από αυτή τη ζωή πριν καλά-καλά την ζήσουν και την γνωρίσουν; Γιατί άλλοι να πηγαίνουν σε βαθειά γεράματα και άλλοι νεαροί να φεύγουν τόσο νωρίς, σκορπώντας θλίψη σε γονείς και συγγενείς; Κανείς δεν μπορεί να εξιχνιάσει τη δίκαιη και φιλάνθρωπη κρίση και πρόνοια Του Θεού. Το σίγουρο είναι αδελφοί μου ότι θα φύγουμε από αυτό τον κόσμο. Ως άνθρωποι, το σήμερα μας ανήκει και έχουμε ευθύνη να το αξιοποιούμε, το αύριο είναι αβέβαιο και κυρίως ανήκει στο Θεό και γι αυτό είναι μάταια πολλά σχέδια, αφού δεν ξέρουμε (εκτός από μερικούς πνευματικούς ανθρώπους, που έχουν χαριτωθεί με αυτή την πληροφορία από τον Θεό) αν θα ζούμε για να υλοποιήσουμε. Έχουμε προσδοκίες και όνειρα, αλλά αν είναι θέλημα Θεού θα πραγματοποιηθούν ή όχι. Υπάρχει πάντα το ενδεχόμενο του αιφνίδιου θανάτου, γι αυτό πάντα ο πιστός πρέπει να είναι πνευματικά έτοιμος και να έχει την αρετή «της μνήμης θανάτου», την αίσθηση της προσωρινότητας δηλαδή και όχι μονιμότητας αυτής της ζωής, που ο κοσμικός άνθρωπος και η διαφήμιση καλλιεργεί.
Θα κλείσουμε με την πολύ κατατοπιστική απάντηση στα ερωτήματα του Αγίου Παΐσιου του Αγιορείτου :«Εάν δει ότι κάποιος θα γίνει καλύτερος, τον αφήνει να ζήσει. Εάν δει όμως ότι θα γίνει χειρότερος, τον παίρνει για να τον σώσει. Μερικούς πάλι, που έχουν αμαρτωλή ζωή, αλλά έχουν τη διάθεση να κάνουν το καλό, τους παίρνει κοντά Του, πριν προλάβουν να το κάνουν, επειδή ξέρει ότι θα έκαναν το καλό μόλις τους δινόταν η ευκαιρία. Είναι δηλαδή σαν να τους λέει: “Μην κουράζεσθε, αρκεί η καλή διάθεση που έχετε”. Άλλον, επειδή είναι πολύ καλός, τον διαλέγει και τον παίρνει κοντά Του, γιατί ο παράδεισος χρειάζεται μπουμπούκια.
Φυσικά, οι γονείς και οι συγγενείς είναι λίγο δύσκολο να το καταλάβουν αυτό. Βλέπεις, πεθαίνει ένα παιδάκι, το παίρνει αγγελούδι ο Χριστός και κλαίνε και οδύρονται οι γονείς, ενώ έπρεπε να χαίρονται. Γιατί πού ξέρουν τι θα γινόταν, αν μεγάλωνε;» Πρέπει έτσι να χαίρονται οι γονείς. Άλλωστε «από εκείνη τη στιγμή έχουν έναν πρεσβευτή στον Παράδεισο. Όταν πεθάνουν, θα ’ρθουν τα παιδιά τους με τα εξαπτέρυγα στην πόρτα του Παραδείσου να υποδεχθούν την ψυχή τους. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό! «Στα παιδάκια πάλι που ταλαιπωρήθηκαν εδώ από αρρώστιες ή από κάποια αναπηρία ο Χριστός θα πει: “Ελάτε στον Παράδεισο και διαλέξτε το καλύτερο μέρος”. Και τότε εκείνα θα Του πουν: “Ωραία είναι εδώ, Χριστέ μας, αλλά θέλουμε και τη μανούλα μας κοντά μας”. Και ο Χριστός θα τα ακούσει και θα σώσει με κάποιον τρόπο και την μητέρα».

Άρθρο για λογαριασμό της Εφημερίδας

«ΚΙΒΩΤΟΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ»

Τυρινή: Ο τελετουργικός προθάλαμος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής



του Γεώργιου Ζαραβέλα – Θεολόγου

Η εβδομάδα της Τυροφάγου ή Τυρινής αποτελεί το πρόπυλο της Αγίας και ΜεγάληςΤεσσαρακοστής.

Από την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου έχει ξεκινήσει η σταδιακή εισαγωγή των πιστών στο κλίμα της τεσσαρακονθήμερης περιόδου με τη χρήση του λειτουργικού βιβλίου του Τριωδίου.

Την εβδομάδα της Τυρινής όμως, το Τριώδιο χρησιμοποιείται κατά κόρον όλες τις ημέρες και όχι μόνο την Κυριακή (Τελώνου και Φαρισαίου, Ασώτου, Απόκρεω) ή και το Σάββατο (προ της Απόκρεω – των Ψυχών), όπως συνέβαινε τις δυο προηγούμενες εβδομάδες.
Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας της παρούσας εβδομάδας, ως εισαγωγικής στο πνεύμα και την ουσία της Σαρακοστής, είναι εμφανής και στην τυπική διάταξη των ακολουθιών των καθημερινών. Από το εσπέρας της Κυριακής των Απόκρεω, έως και την Παρασκευή της Τυρινής παρατηρείται η χρήση του Τριωδίου σε όλες τις ακολουθίες, με αποκορύφωμα την Τετάρτη και την Παρασκευή, οπότε η αδυναμία τέλεσης Θείας Λειτουργίας μεταβάλλει την τυπική διάταξη σε σχεδόν όμοια με εκείνη των καθημερινών της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Εξετάζοντας το τυπικό των ημερών αυτών, προβαίνουμε στις ακόλουθες τελετουργικές επισημάνσεις: 1) Στην ακολουθία του Εσπερινού παρατηρούμε τις εξής μεταβολές: α) Στα Απόστιχα δεν ψάλλονται τα συνήθη τροπάρια από το βιβλίο της Παρακλητικής, αλλά τα ανάλογα από το Τριώδιο. Αυτά είναι ένα ιδιόμελο των αποστίχων, το οποίο ψάλλεται δύο φορές, την πρώτη χωρίς στίχο και τη δεύτερη με το στίχο «Προς σε ήρα τους οφθαλμούς μου», ενώ ακολουθεί μαρτυρικό με στίχο «Ελέησον ημάς, Κύριε, ελέησον ημάς» και στο «Δόξα. Καί νυν» Θεοτοκίο (η Σταυροθεοτοκίο, κατά το εσπέρας Τρίτης και Πέμπτης) η τυχόν δοξαστικό του Αγίου από το Μηναίο (εκτός Τρίτης και Πέμπτης). β) Το απόγευμα της Τρίτης και της Πέμπτης, αντί για το σύνηθες απολυτίκιο του αγίου της ημέρας, ψάλλεται το «Θεοτόκε Παρθένε» και τα λοιπά τροπάρια· ακολουθούν το «Κύριε Ελέησον» μ’ φορές, «Δόξα. Καί νυν», «Την Τιμιωτέραν», «Εν ονόματι Κυρίου», η εκφώνηση «Ο ων ευλογητός», η ευχή «Επουράνιε Βασιλεύ» και οι τρεις μεγάλες μετάνοιες με την ευχή του Αγίου Εφραίμ του Σύρου «Κύριε και Δέσποτα της ζωής μου». Η διάταξη αυτή ακολουθείται, διότι στον όρθρο της επομένης δεν θα ψαλλεί «Θεός Κύριος», αλλά «Αλληλούια», αφού δεν μπορεί να τελεσθεί κανενός είδους Θεία Λειτουργία αυτές τις δύο ημέρες (Τετάρτη και Παρασκευή).
2) Στην ακολουθία του Όρθρου απαντώνται οι ακόλουθες διατάξεις: Βασικότερη μεταβολή της τυπικής διάταξης της εβδομάδας της Τυρινής αποτελεί η μελώδηση τριωδίων κανόνων η και πλήρων κανόνων από το Τριώδιο, με περιεχόμενο μετανοίας, νήψεως και καλέσματος σε προσευχή και νηστεία. Οι τριώδιοι κανόνες είναι διπλοί και ψάλλονται καθημερινά, ενώ ο πλήρης κανόνας απαντάται μόνο στον όρθρο της Τετάρτης και της Παρασκευής. Αυτές τις δύο ημέρες υπάρχουν και μερικές επιπλέον μεταβολές στην ορθρινή ακολουθία: α) Αντί για το «Θεός Κύριος», ψάλλεται το τριπλό «Αλληλούια», με τη συνοδεία των τεσσάρων στίχων από το Ησ. κστ’, 9,11,15 («Εκ νυκτός ορθρίζει το πνεύμά μου» κ.λπ.) και οι τριαδικοί ύμνοι του ήχου της εβδομάδας. β) Πριν από τη μελώδηση των κανόνων προηγούνται οι εννέα βιβλικές ωδές (την Τετάρτη ολόκληρες οι γ’, η’ και θ’ ωδές και η αρχή και το τέλος των υπολοίπων, ενώ την Παρασκευή αντί της γ’ ψάλλεται ολόκληρη η ε’ ωδή). γ) Αντί για το σύνηθες κοντάκιο του αγίου της ημέρας λέγεται το μαρτυρικό του ήχου της εβδομάδας. δ) Δεν ψάλλεται εξαποστειλάριο, αλλά το φωταγωγικό του ήχου της εβδομάδας. ε) Στη θέση του απολυτίκιου λέγεται χύμα το «Εν τω ναώ εστώτες της δόξης σου» και η λοιπή ακολουθία όμοια με τον εσπερινό της παραμονής. στ) Συνημμένα με την ακολουθία του Όρθρου τελούνται και οι ακολουθίες των Ωρών Α’, Γ’ και ΣΤ’. Στην τελευταία λέγεται το τροπάριο της προφητείας και η προφητεία από το βιβλίο του Τριωδίου, ενώ μετά το πέρας της Στ’ Ώρας γίνεται η απόλυση και δεν ακολουθεί η τέλεση Θείας Λειτουργίας.
Η τέλεση της Θείας Λειτουργίας αποτελεί τη θεμελιώδη έκφραση της λατρευτικής σύναξης. Την εβδομάδα της Τυρινής όμως, και συγκεκριμένα την Τετάρτη και την Παρασκευή, δεν είναι δυνατή η τέλεση Θείας Λειτουργίας πλήρους μορφής ή έστω Προηγιασμένων Δώρων, σύμφωνα με παλαιό έθος της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων. Το τυπικό της μονής του Αγίου Σάββα χαρακτηρίζει τις ημέρες αυτές ως τελείως άπρακτες. Σε παλαιότερες εποχές, η τέλεση της Λειτουργίας των Προηγιασμένων Δώρων επιτρεπόταν αυτές τις δύο ημέρες. Στην περίπτωση αυτή, δεν αναγιγνώσκονταν δύο, αλλά ένα παλαιοδιαθηκικό ανάγνωσμα και αντί του «Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου» θα ψαλλόταν ο ψαλμικός στίχος «Ἐλπισάτω Ἰσραὴλ ἐπὶ τὸν Κύριον» (Ψαλμ. ργ’, 3) με εναλλαγή των στίχων του ρλ’ ψαλμού. Κατάλοιπο αυτής της παλαιάς συνήθειας αποτελεί η παράθεση παλαιοδιαθηκικού αναγνώσματος στο βιβλίο του Τριωδίου, κατά την ακολουθία του Εσπερινού των δύο ημερών της εβδομάδας της Τυρινής.
Εξαίρεση στην απαγόρευση τέλεσης Θείας Λειτουργίας μπορεί να λάβει χώρα, εάν κατά τις ημέρες αυτές συμπέσει η εορτή της Υπαπαντής του Κυρίου (περίπτωση δυνατή μόνο για τις κοινότητες που ακολουθούν το Παλαιό Ημερολόγιο) ή μνήμη εορτάσιμου Αγίου, όπως για παράδειγμα του Αγίου Χαραλάμπους, των Τεσσαράκοντα μαρτύρων κ.λπ. Στην περίπτωση αυτή ψάλλεται σε όλες τις ακολουθίες της ημέρας η ακολουθία του εορταζόμενου Αγίου, καταλυμπάνεται η διάταξη του Τριωδίου και τελείται η Θεία Λειτουργία του ιερού Χρυσοστόμου.
Η εβδομάδα της Τυρινής αποτελεί λοιπόν και τελετουργικό προάγγελο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, εισάγοντας σταδιακά τους πιστούς στο λειτουργικό πλούτο της περιόδου των Νηστειών. Κατά την περίοδο που ανοίγεται μπροστά μας, η ενοριακή λατρεία θα ομοιάσει με εκείνη που τηρείται στα καθολικά των μοναστηριών και θα αποτελέσει πρόκληση για μύηση στις αρετές της προσευχής, της νηστείας και της εγκράτειας, αλλά και στην ιδιόρρυθμη τελετουργική πάλη μεταξύ της μοναχικής ακρίβειας και της ενοριακής οικονομίας των ιερών ακολουθιών.

O Νικόλας και η Μαρία γίνονται φίλοι


O Νικόλας ένα «αλλιώτικο» αγόρι και η Μαρία γίνονται φίλοι
Μια βραβευμένη ταινία μικρού μήκους, μια αληθινή ιστορία που προβληματίζει. Τα παιδιά, αν και διαφορετικά βρήκαν τον τρόπο να συνυπάρξουν και να γίνουν φίλοι, δείχνοντας πως οι διαφορές λύνονται μέσα από την προσπάθεια, τη θέληση και τη βοήθεια προς τον συνάνθρωπό μας. 

Λύπη και αθυμία


Τη λύπη την έβαλε μέσα μας ο Θεός. Όχι, όμως, για να τη μεταχειριζόμαστε άσκοπα ή και βλαπτικά, σε ακατάλληλο χρόνο και σε αντίθετες συνθήκες στη φύση μας περιστάσεις, κλονίζοντας έτσι την υγεία της ψυχής και του σώματος, αλλά για ν’ αποκομίζουμε απ’ αυτήν όσο γίνεται μεγαλύτερο πνευματικό κέρδος.
Γι’ αυτό, δεν πρέπει να λυπόμαστε όταν παθαίνουμε κάτι κακό, μα όταν κάνουμε κάτι κακό. Εμείς, ωστόσο, έχουμε αντιστρέψει τα πράγματα. Έτσι, και αμέτρητα κακά να διαπράξουμε, ούτε λυπόμαστε ούτε ντρεπόμαστε. Αν, όμως, πάθουμε και το παραμικρό κακό από κάποιον, τότε τα χάνουμε, βαριοθυμούμε, γινόμαστε συντρίμμια και δεν συλλογιζόμαστε πως οι θλίψεις και οι πειρασμοί φανερώνουν τη φροντίδα του Θεού για μαςπερισσότερο από τα ευχάριστα περιστατικά.
Αλλά γιατί αναφέρω τις θλίψεις αυτής της ζωής; Μήπως και η απειλή του αιωνίου κολασμού δεν αποτελεί τη φιλανθρωπία του Θεού καλύτερα από την υπόσχεσή Του για την ουράνια βασιλεία; Γιατί ,αν δεν υπήρχε η απειλή του αιωνίου κολασμού, λίγοι θα ήταν εκείνοι που θα κέρδιζαν τη σωτηρία. Δεν είναι, βλέπεις, αρκετή για μας, τους ράθυμους, η υπόσχεση των ουράνιων αγαθών. Ο φόβος της κολάσεως πιο πολύ μας παρακινεί στην αρετή.
Γι’ αυτό, λοιπόν, υπάρχουν η λύπη και η αθυμία, όχι για να μας κυριεύουν όταν πεθαίνει ένα αγαπημένο μας πρόσωπο ή όταν χάνουμε χρήματα ή όταν δοκιμάζουμε κάποια αποτυχία, αλλά για να μας βοηθούν στον πνευματικό μας αγώνα. Ας λυπόμαστε όχι για τη θλίψη ή τη βλάβη που μας προξενεί κάποιος, αλλά για τις αμαρτίες μας, με τις οποίες λυπούμε το Θεό.
Γιατί οι αμαρτίες διώχνουν μακριά μας το Θεό, ενώ οι θλίψεις, που δοκιμάζουμε από άλλους ανθρώπους, Τον κάνουν να μένει κοντά μας ως προστάτης.
Αλλωστε, πρέπει να το πάρεις απόφαση, άνθρωπέ μου, ότι στη ζωή αυτή θα έχεις βάσανα, δοκιμασίες, προβλήματα, πειρασμούς. Πρέπει να τ’ αντιμετωπίζεις με γενναιότητα όλα αυτά, χρησιμοποιώντας ως όπλα την πίστη, την ελπίδα, την υπομονή. Ας εύχεσαι, βέβαια, να μην πέσεις ποτέ σε πειρασμό. Όταν, όμως, παραχωρεί κάποιον ο Θεός, μην ταράζεσαι.
Κάνε ό,τι μπορείς για να φανείς αληθινός στρατιώτης του Χριστού. Δεν βλέπεις που οι γενναίοι στρατιώτες, όταν η σάλπιγγα τους καλεί στην μάχη, αποβλέποντας στη νίκη, θυμούνται τους ένδοξους προγόνους τους, που έκαναν μεγάλα κατορθώματα, και ρίχνονται με θάρρος στον αγώνα; Όμοια κι εσύ, όταν έρχεται η ώρα της πνευματικής μάχης, να θυμάσαι τα κατορθώματα των αγίων μαρτύρων και ν’ αγωνίζεσαι με γενναιότητα, με πίστη, με χαρά.
Δεν μπορεί, λοιπόν, ποτέ να λυπάται ο χριστιανός; Μπορεί, αλλά για δύο μονάχα λόγους: Όταν είτε ο ίδιος είτε ο πλησίον του έρχεται σε αντίθεση με το Θεό και το άγιο θέλημά Του. Δεν πρέπει, επομένως, να στενοχωριούνται και να θλίβονται εκείνοι που κακολογούνται, μα εκείνοι που κακολογούν. Γιατί δε θ’ απολογηθούν οι πρώτοι, για όσα λέγονται σε βάρος άλλων. Αυτοί πρέπει να τρέμουν και ν’ ανησυχούν, γιατί αργά ή γρήγορα θα συρθούν στο φοβερό Δικαστήριο του Θεού, όπου θα λογοδοτήσουν για όσες κακολογίες ξεστόμισαν. Κι εκείνοι που κακολογούνται, πάντως, πρέπει ν’ ανησυχούν, αν όσα λένε γι’ αυτούς είναι αληθινά.
Αξιολύπητοι, βλέπεις, είναι οι αμαρτωλοί, έστω κι αν κανένας δεν τους κατηγορεί. Αξιοζήλευτοι, απεναντίας, είναι οι ενάρετοι, έστω κι αν ο κόσμος όλος τους κατατρέχει. Γιατί, όταν η συνείδηση ενός ανθρώπου είναι ήσυχη, όσες τρικυμίες κι αν ξεσηκώνονται εναντίον του, αυτός θα βρίσκεται πάντα σε λιμάνι γαλήνιο. Όταν, όμως, η συνείδησή του είναι ταραγμένη, ακόμη κι αν όλα του έρχονται ευνοϊκά, θα βασανίζεται, σαν τον ναυαγό στη φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Αλλά και με την πέψη των τροφών, τί συμβαίνει; Όταν το στομάχι μας είναι γερό, όσο δύσπεπτο φαγητό κι αν τρώμε, το χωνεύουμε ομαλά, δίχως να ταλαιπωρούμαστε από βαρυστομαχιά, ξυνίλες ή καούρες. Όταν, όμως, το στομάχι μας έχει κάποια βλάβη, και την πιο εύπεπτη τροφή αν του προσφέρουμε, τη δέχεται με δυσκολία, σαν να είναι η πιο βαρειά.
Τί εννοώ με όλα αυτά; Ότι η ψυχή που υποφέρει από λύπη και αθυμία, δεν μπορεί ούτε απ’ όσα της λες να ωφεληθεί ούτε κάτι ωφέλιμο να πει. Όπως ένα πυκνό σύννεφο, που σκεπάζει τον ήλιο, εμποδίζει τις ακτίνες του να φθάσουν στη γη, έτσι και η λύπη, που σαν άλλο σύννεφο σκεπάζει την ψυχή, δεν αφήνει τις ακτίνες της λογικής να την φωτίσουν.
Γι’ αυτό ο υπερβολικά λυπημένος άνθρωπος συνήθως είτε παραλογίζεται είτε βυθίζεται σε σιωπή. Μα και οι άλλοι, που τον βλέπουν, προτιμούν κι αυτοί να σωπάσουν. Θυμάστε τους τρεις φίλους του Ιώβ; Όταν τον αντίκρισαν γεμάτο πληγές και καθισμένο πάνω στην κοπριά, ξέσπασαν σε κλάματα και ξέσκισαν τα ρούχα τους. Έπειτα έμειναν μαζί του εφτά μερόνυχτα, αλλά, βλέποντας πόσο μεγάλος ήταν ο πόνος του, κανένας τους δεν άνοιξε το στόμα του για να μιλήσει. Γνώριζαν καλά, βλέπεις, ότι, γι’ αυτούς που υποφέρουν, τίποτα δεν υπάρχει καλύτερο από την ησυχία και την σιωπή (Ιώβ 2:11-13).
Ας μην αφήνουμε την λύπη, πάντως, να μας κυριεύει τόσο, ώστε να μας οδηγεί σε παράλογες ενέργειες είτε σε αδιάκριτη εσωστρέφεια. Μας βρήκε ένας πειρασμός, μια δοκιμασία, μια συμφορά; Ο Θεός, που παραχώρησε τον πειρασμό, γνωρίζει και πότε πρέπει να λήξει. Αυτός, ως παντοδύναμος, μπορεί να μας απαλλάξει από κάθε κακό, όταν έρθει η κατάλληλη ώρα, προπαντός όταν μετανοήσουμε για τις αμαρτίες μας και επιστρέψουμε κοντά Του.
Είναι, πραγματικά αξιοθαύμαστοι όσοι καίγονται μέσα στο καμίνι των θλίψεων και υπομένουν τη φωτιά με γενναιότητα. Μας θυμίζουν τους άγιους Τρεις Παίδες, τον Ανανία, τον Μισαήλ και τον Αζαρία, που δεν τους άγγιξαν οι φλόγες του καμινιού, όταν ρίχτηκαν εκεί από το βασιλιά της Βαβυλώνας Ναβουχοδονόσορ για την εμμονή τους στη λατρεία του αληθινού Θεού (Δαν. 3:1-33).
Ούτε ταράχθηκαν ούτε λιποψύχησαν τα τρία παλικάρια, όταν αποφασίστηκε η θανάτωσή τους με τόσο φρικτό τρόπο. Η πίστη, η αγάπη και η αφοσίωσή τους στον Κύριο ήταν τόσες, ώστε αντιμετώπιζαν με χαρά ακόμα και το μαρτύριο. Μέσα στο καμίνι δεν έκαναν τίποτ’ άλλο παρά να δοξολογούν το όνομα του Θεού. Κι Εκείνος δεν άφησε ούτε μια τρίχα τους να καεί. Έτσι, βγήκαν από τη φωτιά θριαμβευτές και θαυμάζονται μέχρι σήμερα από τους ανθρώπους.
Το ίδιο μπορούμε να πούμε για όλους τους αγίους. Τους θαυμάζουμε και τους τιμούμε, γιατί όχι μόνο δίχως λύπη, μα και με μεγάλη χαρά αντιμετώπισαν κινδύνους, διώξεις, συκοφαντίες, βασανιστήρια, ακόμα και θάνατο. Χίλιοι πειρασμοί του κύκλωναν, κι αυτοί ήταν ευδιάθετοι. Μύριοι κίνδυνοι τους απειλούσαν, κι αυτοί ήταν γαλήνιοι. Στη σφαγή οδηγούνταν, κι αυτοί ένιωθαν ευφροσύνη.
Ό,τι για τους κοινούς ανθρώπους είναι το μεγαλύτερο κακό, δηλαδή η απώλεια της ζωής, γι’ αυτούς ήταν η υπέρτατη ευλογία. Γιατί γνώριζαν πως ο θάνατος για τους πιστούς δούλους του Κυρίου δεν είναι παρά λύτρωση από τα βάσανα της πρόσκαιρης ζωής και μετάβαση στην αιωνιότητα της πάντερπνης ουράνιας βασιλείας. Γνώριζαν, όμως, επίσης πως ο φιλάνθρωπος Θεός, όταν πρέπει, σώζει θαυματουργικά και από τον σωματικό ακόμα θάνατο όσους σταθερά ελπίζουν σ’ Αυτόν και ακλόνητα πιστεύουν στην πρόνοιά Του.
Θυμηθείτε τι έγινε κατά τη μεταγωγή του αποστόλου Παύλου στη Ρώμη. Ενώ το πλοίο, με το οποίο ταξίδευαν αυτός και οι συνοδοί του στρατιώτες, έπλεε κοντά στις ακτές της Κρήτης, ξέσπασε σφοδρή θαλασσοταραχή. Η κακοκαιρία συνεχίστηκε για μέρες τόσο άγρια, που κάθε ελπίδα σωτηρίας των ταξιδιωτών χάθηκε. Και τότε ο Παύλος, αφού κάλεσε κοντά του το πλήρωμα και τους επιβάτες, τους είπε:
«… Σας συνιστώ να μη χάσετε το θάρρος σας, γιατί, εκτός από το πλοίο, που θα βουλιάξει, κανένας σας δε θα χάσει τη ζωή του. Την περασμένη νύχτα μου φανερώθηκε άγγελος του Θεού, στον οποίο ανήκω και τον οποίο λατρεύω και μου είπε:
“Μη φοβάσαι, Παύλε! Πρέπει, σύμφωνα με το σχέδιο της θείας πρόνοιας, να παρουσιαστείς στον αυτοκράτορα. Για χάρη σου, λοιπόν, ο Θεός θα σώσει όλους όσοι είναι μαζί σου στο πλοίο”» (Πραξ. 27: 22-24).
Τον Παύλο, τον εκλεκτό του Χριστού και διδάσκαλο της οικουμένης, που τόσο σκληρά ταλαιπωρήθηκε αλλά και τόσο θαυμαστά ευεργετήθηκε, ας έχουμε πάντα στο νου μας. Γιατί είναι πολύ ωφέλιμη η ενθύμηση των ευεργεσιών του Θεού στους ανθρώπους. Όπως, όταν θυμηθούμε τα καλά που μας έκανε κάποιος φίλος μας, η αγάπη μας σ’ αυτόν γίνεται θερμότερη, έτσι και όταν σκεφτούμε από πόσους κινδύνους μας γλύτωσε ο Θεός, η ευλάβειά μας στο πανάγιο Πρόσωπό Του γίνεται βαθύτερη, ο αγώνας μας για την ευαρέστησή Του εντονότερος, η προθυμία μας για την απόκτηση της αρετής μεγαλύτερη.
Πόσες και πόσες δοκιμασίες, λοιπόν, δεν πέρασε ο Παύλος! Τις αναφέρει ο ίδιος συνοπτικά, γράφοντας στους Κορίνθιους: «Φυλακίστηκα πολλές φορές, χτυπήθηκα με αφάνταστη αγριότητα, κινδύνεψα να θανατωθώ. Πέντε φορές μαστιγώθηκα από τους Ιουδαίους με τριάντα εννέα μαστιγώματα. Τρεις φορές ραβδίστηκα. Μια φορά πετροβολήθηκα. Τρεις φορές ναυάγησα κι ένα μερόνυχτο έμεινα ναυαγός στο πέλαγος. Έκανα πολλές κοπιαστικές οδοιπορίες. Διάβηκα επικίνδυνα ποτάμια. Κινδύνεψα από ληστές. Κινδύνεψα από τους ομογενείς μου Ιουδαίους.
Κινδύνεψα από τους ειδωλολάτρες. Κινδύνεψα από ανθρώπους που υποκρίνονταν τους αδελφούς. Κοπίασα και εμόχθησα πολύ. Πολλές φορές ξαγρύπνησα, πείνασα, δίψασα. Πολλές φορές μου έλειψε ολότελα το φαγητό. Ξεπάγιαζα και δεν είχα ρούχα να φορέσω. Εκτός από τα άλλα, είχα και την καθημερινή πίεση των εχθρών μου…» ( Β΄ Κορ. 11:23-28).
Ακούτε τι τράβηξε ο μακάριος απόστολος για το κήρυγμα του Ευαγγελίου; Έφτανε ένα μόνο κακό απ’ όλα αυτά, για να καταθλίψει, να συνταράξει, να συντρίψει την ψυχή του. Και όμως, κανένα δικό του ατύχημα, καμιά δική του περιπέτεια δεν τον στενοχώρησε, δεν τον αποκάρδιζε, δεν τον λυπούσε. Τί τον λυπούσε μόνο; Το γράφει ο ίδιος: «Ποιός από τους χριστιανούς είναι άρρωστος σωματικά ή ψυχικά, και δεν υποφέρω κι εγώ μαζί του; Ποιός πέφτει στην αμαρτία, και δεν καίγομαι κι εγώ στο καμίνι του πόνου;» (Β΄ Κορ. 11: 29).
Για τα δικά του παθήματα όχι μόνο δεν νοιαζόταν, αλλά και καυχιόταν – «αν πρέπει να καυχηθώ, θα καυχηθώ για τα παθήματά μου», έλεγε (Β΄Κορ. 11:30). Για τους αδελφούς του χριστιανούς, όμως, και νοιαζόταν και λυπόταν, όταν μάθαινε πως δεν ήταν καλά ή λύγιζαν σε πειρασμό. Τότε, όπως έλεγε, καιγόταν κι αυτός στο καμίνι του πόνου. Και επειδή ποτέ δεν έλειπαν από την Εκκλησία εκείνοι που είχαν το ένα ή το άλλο πρόβλημα, ποτέ δεν έσβηνε κι από την ψυχή του Παύλου η φλόγα της οδύνης, που τον έκαιγε.
Και ο πόνος του γινόταν ακόμα μεγαλύτερος, όταν έβλεπε τους Ιουδαίους να εμμένουν στην απιστία τους. Έφτανε στο σημείο να λέει: «Θα ευχόμουν να χωριστώ εγώ αιώνια από τον Χριστό, φτάνει να πήγαιναν κοντά Του οι ομοεθνείς αδελφοί μου, οι απόγονοι του Ισραήλ» (Ρωμ. 9:3-4). Θα προτιμούσε, μ’ άλλα λόγια, να πέσει στη φωτιά της κολάσεως, παρά να βλέπει τους Εβραίους να μένουν στην απιστία. Και αν ήταν πρόθυμος να κολαστεί για τη σωτηρία των αδελφών του, είναι φανερό πως, αφού δεν κατόρθωνε να τους οδηγήσει στο Χριστό, δοκίμαζε θλίψη μεγαλύτερη απ’ όση θα δοκιμάζουν οι κολασμένοι.
Ας θυμηθούμε, όμως, κι άλλο ένα περιστατικό από τη ζωή του αποστόλου Παύλου. Τον βασάνιζε μια χρόνια ασθένεια. Τρεις φορές παρακάλεσε τον Κύριο να τον θεραπεύσει. Μα η απάντησή Του ήταν: «Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα στην αδυναμία σου» (Β΄ Κορ. 12:9).
Γιατί, αλήθεια, η δύναμη του Θεού φανερώνεται μέσα στην ανθρώπινη αδυναμία; Επειδή, όταν ο άνθρωπος με τις δικές του δυνάμεις δεν μπορεί να κατορθώσει σπουδαία πράγματα, με την ενίσχυση του Θεού μπορεί να επιτελέσει έργα μεγάλα και θαυμαστά: Να αναστήσει νεκρούς, να θεραπεύσει τυφλούς, να καθαρίσει λεπρούς, να κάνει θαύματα πολλά και εξαίσια. Ας μη ζητάει, όμως, και την απαλλαγή από τους κινδύνους, από το φόβο, από τις ασθένειες. Όλα αυτά τα παραχωρεί ο Θεός, για να μην υπερηφανεύεται ο άνθρωπος.
Μήπως, πάλι, πονάει και υποφέρει ψυχικά, επειδή πολλοί είναι εκείνοι που τον επιβουλεύονται, τον καταδιώκουν, τον χτυπούν; Ας μη νομίσει πως τα παθήματά του οφείλονται σε αδυναμία του Θεού. Γιατί αυτά ακριβώς είναι που αποδεικνύουν τη δύναμή Του: Το να καταδιώκεται κανείς και να καταβάλλει τους διώκτες του∙ το να βασανίζεται και ν’ αποδεικνύεται πιο ισχυρός από τους βασανιστές του∙ το να φυλακίζεται και να μεταστρέφει τους δεσμοφύλακές του∙ το να χλευάζεται και να συγχωρεί, όπως ο Χριστός, τους χλευαστές του.
Γνωρίζω, βέβαια, πόσο φοβερή και δυσβάσταχτη είναι η χλεύη, η κοροϊδία, η συκοφαντία, η κάθε λογής κακολογία. Όταν, μάλιστα, μας κατηγορεί και μας βρίζει άνθρωπος που τον έχουμε ευεργετήσει, τότε η προσβολή γίνεται ανυπόφορη∙ τότε, αν μας λείπουν η ταπείνωση και η μακροθυμία, μπορεί να πνιγούμε από τη λύπη και την οδύνη.
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ας μη νοιαζόμαστε για το αν μας κατηγορούν κάποιοι, αλλά για το αν μας κατηγορούν δικαιολογημένα. Αν, λοιπόν, δικαιολογημένα μας κατηγορούν, πρέπει να κλαίμε και να μετανοούμε. Αν, πάλι, μας κατηγορούν άδικα, πρέπει εκείνους να κλαίμε και τους εαυτούς μας να μακαρίζουμε, φέροντας στο νου μας τα λόγια του Κυρίου: «Μακάριοι είστε όταν σας χλευάσουν και σας καταδιώξουν και σας κακολογήσουν με κάθε ψεύτικη κατηγορία» (Ματθ. 5:11). Όχι λύπη και αθυμία, αλλά χαρά και αγαλλίαση ας αισθανόμαστε τότε, γιατί η ανταμοιβή μας στους ουρανούς θα είναι μεγάλη.

(Απόσπασμα από το βιβλίο «Θέματα ζωής. Κείμενα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστομου», σελ. 85-93.

Η επεξεργασία και μετάφραση των κειμένων καθώς και η έκδοση των βιβλίων έχουν γίνει από τους πατέρες της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού) 

Οἱ πειρασμοὶ στὴν ἔρημο (Λουκ. 4, 1-13)



Στὴ διήγηση τοῦ γεγονότος τῆς βάπτισης ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος στέκεται μὲ δισταγμὸ καὶ δέος μπροστὰ στὸ ἐνδεχόμενο νὰ βαπτίσει τὸν Ἰησοῦ: «Ἐγὼ χρείαν ἔχω ὑπό σοῦ βαπτισθῆναι, καὶ σὺ ἔρχῃ πρὸς με;». Ὅμως ἐκεῖνος ἐπιμένει λέγοντας: «Ἄφες ἄρτι• οὕτω γὰρ πρέπον ἐστὶν ἡμῖν πληρῶσαι πᾶσαν δικαιοσύνην» (Ματθ. 3,14-16). Πρέπει νὰ πληρωθεῖ ὁ χρόνος, νὰ πληρωθεῖ τὸ παρελθόν, νὰ ὁλοκληρωθεῖ μία μεγάλη περίοδος προετοιμασίας προκειμένου νὰ φανεῖ ὁ δρόμος ἀπὸ τὴν βάπτιση διὰ τοῦ ὕδατος στὴν βάπτιση διὰ τοῦ πυρός. «Ἐγὼ μὲν βαπτίζω ὑμᾶς ἐν ὕδατι εἰς μετάνοιαν• ὁ δὲ ὀπίσω μου ἐρχόμενος ἰσχυρότερός μου ἐστίν…αὐτὸς ὑμᾶς βαπτίσει ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ καὶ πυρὶ» (Ματθ. 3, 11).

Ἡ βάπτιση διὰ τοῦ πυρὸς πιστεύω ἔγκειται στὴ συνάντηση μὲ τὶς ἀρχὲς τοῦ σκότους. Ἡ πάλη διεξάγεται ὄχι πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὶς ἀρχές, τὶς ἐξουσίες, τοὺς κοσμοκράτορες τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πονηρὰ πνεύματα στοὺς οὐρανοὺς (Ἐφεσ. 6, 12). Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὑποδηλώνει μὲ τοῦτα τὰ λόγια πὼς οἱ δυνάμεις αὐτὲς διεκδικοῦν ἕναν ὑπερβατικὸ χαρακτήρα, καὶ ὅτι παίζουν σημαντικὸ ρόλο στὴ ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Στὴν πάλη μὲ τὸ ἀρχαῖο κακό μᾶς εἰσάγει ἡ συνάντηση τοῦ Ἰησοῦ μὲ τὸν διάβολο.

Μετὰ τὴν βάπτισή του στὸν Ἰορδάνη ὁ Ἰησοῦς πορεύεται στὴν ἔρημο, στὸν τόπο ποὺ σὰν σὲ καθρέφτη μπροστὰ δὲν μπορεῖ κανεὶς τίποτα νὰ κρύψει. Ἐκεῖ ὑφίσταται ἐπὶ σαράντα μέρες τοὺς πειρασμούς, χωρὶς νὰ δοκιμάσει τροφή. Δὲν πηγαίνει στὴν ἔρημο ὑπακούοντας σὲ κάποια ἐντολή, οὔτε ἀκολουθεῖ τὴν «ἐλεύθερη θέλησή του». Τὸ πνεῦμα εἶναι ποὺ τὸν ὁδηγεῖ. Στοὺς τρεῖς πειρασμοὺς τοῦ Ἰησοῦ περικλείεται ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου, ἀλλὰ καὶ ἡ στάση ἐκείνου ποὺ μοναδική του ἐπιθυμία εἶναι νὰ πορευτεῖ στὰ βήματα τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἰησοῦς ὑπερισχύει τῶν ἴδιων πειρασμῶν στοὺς ὁποίους ὑπέκυψε ὁ Ἀδάμ, ἐξουδετερώνοντας τὴν ἐπιρροή τους. Ἀπορρίπτει τὶς προτροπὲς τοῦ διαβόλου, καὶ μὲ τὴν ἀπόρριψή τους ἀναλαμβάνει τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου.




Ποιὸς εἶναι ὁ διάβολος, ἡ μυστηριώδης αὐτὴ φυσιογνωμία ποὺ στὰ χρόνια μας θεωρεῖται ἐντελῶς μυθική; Ὅταν οἱ εὐαγγελιστὲς καὶ ὁ ἀπόστολος Παῦλος τὸν ἀποκαλοῦν ἄρχοντα τοῦ κόσμου καὶ θεὸ τοῦ αἰῶνος τούτου, γνωρίζουν γιὰ ποιὸ πράγμα μιλοῦν. Ὁ σατανᾶς πρωτίστως γυρεύει νὰ ἀποπλανήσει καὶ νὰ παραπλανήσει, νὰ ὑποδείξει ἕναν δρόμο πλάνης ὡς δρόμο ἀληθινὸ καὶ συνάμα ἀπελευθερωτικό. «Ἐν τῇ ἀληθείᾳ οὐχ ἔστηκεν, ὅτι οὐκ ἔστιν ἀλήθεια ἐν αὐτῷ» (Ἰω. 8, 44). Ὅταν δὲν μπορεῖ νὰ παραπλανήσει μεταμορφώνεται σὲ δημόσιο κατήγορο ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ Ἰώβ. Ὁ διάβολος δὲν προβάλλει μία θετικὴ στάση ἀπέναντι στὸν Ἰησοῦ. Ἁπλῶς προσβάλλει. Ὡστόσο εἶναι ὁ κύριος ὅλων τῶν βασιλείων τῆς γῆς, καὶ ὅλες οἱ ἐνέργειες τῶν ἀνθρώπων βασίζονται στὸν τρόπο του καὶ στοὺς μηχανισμούς του.

«Εἶπεν δὲ αὐτῷ ὁ διάβολος• εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, εἰπὲ τῷ λίθῳ τούτῳ ἵνα γένηται ἄρτος. Καὶ ἀπεκρίθη πρὸς αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς• γέγραπται ὅτι οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐπὶ παντὶ ρήματι ἐκπορευομένῳ διὰ στόματος Θεοῦ». Καὶ στοὺς τρεῖς πειρασμοὺς ὁ Ἰησοῦς ἀπαντᾶ μὲ χωρία ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Τὸ Δευτερονόμιο (8,3) ἀναφέρεται στὸ σημεῖο αὐτὸ στὸ ἀρχέγονο μάνα. Ἐδῶ φαίνεται καὶ ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στὸ μάνα τὸ πεσὸν ἀπὸ τὸν οὐρανὸ καὶ στὸν λόγο τῆς ἀληθείας. Ὁ διάβολος καλεῖ τὸν Ἰησοῦ νὰ ἐπανέλθει στὴν ἀρχαία ἐκείνη τάξη τῆς ἐξ ὕψους βίαιης ἐπιβολῆς, ποὺ ἡ καθολικότητά της ἀγκάλιαζε τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἂν ὁ Ἰησοῦς μετέτρεπε τὶς πέτρες σὲ ψωμιὰ θὰ ἦταν μία ἀδιαμφισβήτητη ἀπόδειξη τῆς θεότητάς του. Ἀλλὰ ὁ Ἰησοῦς γνωρίζει ὅτι ἡ θεότητα γιὰ τὴν ὁποία ὁμιλεῖ δὲν ἐπιβάλλεται ἄνωθεν μὲ τὴν ἐπίδειξη τῆς δυνάμεώς της, οὔτε ἐπιβάλλει διὰ τῆς βίας ἕνα τρόπο ζωῆς ἢ κάποιες ἀξίες. Εἶναι ἡ θεότητα ἡ ὁποία ἀποκαλύπτεται μὲ τὴν ἐλεύθερη ἀποδοχή. Ἀποκαλύπτεται, καὶ ἡ φανέρωσή της δὲν γεμίζει μὲ τρόμο καὶ δέος τὴν ψυχή, ἀλλὰ μὲ πλησμονή, συμπόνια καὶ ἔλεος. Ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται τὸν ἄρτο γιὰ νὰ τραφεῖ ἀλλὰ τοῦτο δὲν ἀρκεῖ γιὰ νὰ ζήσει. Ὁ Ἰησοῦς δὲν τρώει ἐπὶ σαράντα μέρες, ὅσο διαρκοῦν οἱ πειρασμοί. Δὲν νομίζω ὅτι μὲ τὴν ἀποχή του ἀπὸ τὴν τροφὴ ὑποδεικνύει κάποιο ἀσκητικὸ ἰδεῶδες. Δηλώνει τὴν πλήρωσή του ἀπὸ τὸ πνεῦμα, τὸ ὁποῖο καὶ τὸν ἐνδυναμώνει στὸν ἀγώνα του, ἂν καὶ τὸ λόγιο, «οὕτως οὖν πᾶς ἐξ ὑμῶν, ὃς οὐκ ἀποτάσσεται πᾶσι τοῖς ἑαυτοῦ ὑπάρχουσιν, οὐ δύναται εἶναι μου μαθητὴς» (Λουκ 14,33), ὑπαινίσσεται τὴν παραίτηση ἀπὸ ὅσα ὁρίζουν τὴν ἐπίγεια ὕπαρξη. Καὶ τούτη ἡ παραίτηση ἀσφαλῶς ἐνέχει μία στάση ἀσκητική.

Μόλις πέρασαν οἱ σαράντα μέρες καὶ οἱ πειρασμοὶ πείνασε. Μὲ τὴ λέξη «ἐπείνασεν» ὁ Χριστὸς δείχνει ἀκόμη μία φορὰ τὴν ἀνθρώπινη ὑπόστασή του. Ὁ Γερμανὸς μυστικιστὴς Ἔκχαρτ λέει ὅτι στὸν Χριστὸ ὑπῆρχε ἕνας ἐξωτερικὸς καὶ ἕνας ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος, καὶ πὼς ὅσα ἔπραττε σὲ σχέση μὲ τὰ ἐξωτερικὰ πράγματα τὰ ἔπραττε ἀπ’ τὴ μεριὰ τοῦ ἐξωτερικοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ ὁ ἐσωτερικὸς ἄνθρωπος παρακολουθοῦσε ἀκίνητος καὶ ἀποχωρισμένος. Ἂν συνέβαινε κάτι τέτοιο ὁ Ἰησοῦς θὰ κινοῦνταν ὑπὸ τὸ κράτος ἑνὸς διχασμοῦ. Ὅμως δὲν ὑπάρχει κανενὸς εἴδους διχασμὸς στὴν ἀντιμετώπιση τῶν πειρασμῶν τοῦ διαβόλου. Ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ συγκεραίνονται στὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ, δὲν εἶναι δύο ξεχωριστὰ ὄντα ποὺ τὸ ἕνα παραμένει σὲ ἀπόσταση ἢ ἀντιμάχεται τὸ ἄλλο. Τὴ στάση του ὑπαγορεύει ἡ ἑνιαία ὑπόστασή του.

«Καὶ ἀναγαγὼν αὐτὸν ἔδειξεν αὐτῷ πάσας τὰς βασιλείας τῆς οἰκουμένης ἐν στιγμῇ χρόνου καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ διάβολος• σοὶ δώσω τὴν ἐξουσίαν ταύτην ἅπασαν καὶ τὴν δόξαν αὐτῶν, ὅτι ἐμοὶ παραδέδοται καὶ ᾧ ἐὰν θέλω δίδωμι αὐτήν• σὺ οὖν ἐὰν προσκυνήσης ἐνώπιον ἐμοῦ, ἔσται σου πᾶσα. Καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ• γέγραπται γάρ, Κύριον τὸν Θεόν σου προσκυνήσεις καὶ αὐτῷ μόνῳ λατρεύσεις» (Δευτ. 6,13• 10,20).

Ὁ διάβολος κατόπιν ἀνεβάζει τὸν Ἰησοῦ σὲ ἕνα ψηλὸ βουνὸ καὶ ἐν ριπῇ χρόνου τοῦ δείχνει ὅλα τὰ βασίλεια τῆς οἰκουμένης. Μιλᾶ ὡς κυρίαρχος τῶν βασιλείων τῆς γῆς ποὺ μπορεῖ νὰ τὰ δώσει σὲ ὅποιον θέλει. Τὰ προσφέρει στὸν Ἰησοῦ, ἀρκεῖ ἐκεῖνος νὰ τὸν προσκυνήσει. Τί θὰ σήμαινε αὐτὴ ἡ προσκύνηση; Ὁ Χριστὸς δὲν θὰ ἀπεμπολοῦσε μόνο τὴν μεσσιανική του ἀποστολή, γιὰ τὴν ὁποία ἐξάλλου δὲν κάνει τὴν παραμικρὴ ἀναφορά, ἀλλὰ θὰ διαρρήγνυε τὴ σχέση του μὲ τὸν Πατέρα, σχέση στὴν ὁποία ὁ Ἰησοῦς μένει πιστὸς μέχρι τέλους. Τοῦτο φαίνεται καὶ στὴν ἀπάντησή του πρὸς τὸν Πέτρο (Ματθ. 16, 21-23): «Ἀπὸ τότε ἤρξατο ὁ Ἰησοῦς δεικνύειν τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ ὅτι δεῖ αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα ἀπελθεῖν καὶ πολλὰ παθεῖν ἀπὸ τῶν πρεσβυτέρων καὶ ἀρχιερέων καὶ ἀποκτανθῆναι καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθῆναι. Καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ λέγων• ἴλεως σοι, κύριε• οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο. Ὁ δὲ στραφεὶς εἶπεν τῷ Πέτρῳ• ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ• σκάνδαλόν μου εἶ. Ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων». Ἡ σχέση τοῦ Ἰησοῦ μὲ τὸν Πατέρα εἶναι σχέση ἑνότητας καὶ ἀγάπης, ἑνότητας διὰ τῆς ἀγάπης, καὶ ὄχι σχέση ἁπλῆς ὑποταγῆς. Τὴν ἴδια ἀπάντηση ποὺ δίνει στὸν διάβολο στὴ διήγηση τοῦ Ματθαίου (4,10), «ὕπαγε σατανᾶ», τὴ δίνει καὶ στὸν Πέτρο. Ὁ Χριστὸς ἀπορρίπτει τὴν ἐπίγεια κυριαρχία, τὴν ἐξουσία ἐπὶ τῶν ἀνθρώπων, τὴν δόξα καὶ τὸν πλοῦτο ἐν ὀνόματι τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ ποὺ ὑπέρκειται ὅλων τῶν βασιλείων καὶ τῶν ἐξουσιῶν τῆς γῆς. Τοῦτο δὲν ἀποτελεῖ ἁπλῶς μία ἠθικὴ νίκη ἐπὶ τοῦ διαβόλου, ἀλλὰ μία ἐξ ὁλοκλήρου διαφορετικὴ τοποθέτηση τῆς ὑπάρξεως τοῦ ἀνθρώπου μέσα στὸν κόσμο. Μπορεῖ τὸ σκηνικό τῆς συνάντησης τοῦ Ἰησοῦ μὲ τὸν διάβολο νὰ εἶναι ἀπόκοσμο ἢ ἀκόμη καὶ μυθικό, ἀλλὰ οἱ ἀπαντήσεις ποὺ δίνει κάθε ἄλλο παρὰ ἔχουν μυθικὸ ἢ ἀπόκρυφο χαρακτήρα. Ἀντιθέτως ἀχρηστεύουν ὅλα τὰ μυθολογήματα καὶ τὶς φαντασιώσεις γύρω ἀπ’ τὶς ὁποῖες οἰκοδομεῖται ἡ ἀνθρώπινη ζωή. Οἱ πειρασμοὶ τοῦ διαβόλου ἐμπεριέχουν σὲ ὅλο τὸ βάθος τους τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὶς φρεναπάτες τῶν ἀνθρώπων ἀνὰ τοὺς αἰῶνες, τὶς μάταιες πράξεις καὶ τὰ μάταια ἐχγειρήματά τους.

«Καὶ ἤγαγεν αὐτὸν εἰς Ἱερουσαλήμ, καὶ ἔστηκεν αὐτὸν ἐπὶ τὸ πτερύγιον τοῦ ἱεροῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ• εἰ υἱὸς εἶ τοῦ θεοῦ, βάλε σεαυτὸν ἐντεῦθεν κάτω• γέγραπται γὰρ ὅτι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ ἐντελεῖται περί σοῦ τοῦ διαφυλάξαι σε, καὶ ὅτι ἐπὶ χειρῶν ἀροῦσι σε, μήποτε προσκόψεις πρὸς λίθον τὸν πόδα σου. Καὶ ἀποκριθεὶς εἶπεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς ὅτι εἴρηται, οὐκ ἐκπειράσεις Κύριον τὸν Θεόν σου».

Ὁ διάβολος ἀνεβάζει τὸν Ἰησοῦ στὴν ἄκρη τῆς στέγης τοῦ ναοῦ, στὸν ἱερὸ τόπο ὅπου τελοῦνται τὰ μυστήρια, ὑποβάλλοντάς τον στὸν τρίτο πειρασμό: «Ἂν εἶσαι υἱὸς τοῦ Θεοῦ ρίξε τὸν ἑαυτό σου κάτω». Ὁ πειρασμὸς στοχεύει εὐθέως στὴν ἴδια τὴν θεϊκὴ προέλευση τοῦ Χριστοῦ. Τὸν καλεῖ νὰ δείξει ὅτι εἶναι υἱὸς τοῦ Θεοῦ μπροστὰ σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Πρὸς τοῦτο χρησιμοποιεῖ ἕνα χωρίο ἀπὸ τοὺς Ψαλμοὺς (90, 11-12): «Οἱ ἄγγελοι θὰ σὲ σηκώσουν στὰ χέρια καὶ δὲν θὰ σκοντάψει τὸ πόδι σου σὲ πέτρα». Ἡ ρήση αὐτὴ θυμίζει τὰ λόγια του Ἰησοῦ γιὰ τὸν λίθο ποὺ ἀποδοκίμασαν οἱ οἰκοδομοῦντες καὶ ἐγενήθη εἰς κεφαλὴν γωνίας. «πᾶς ὁ πεσὼν ἐπ᾿ ἐκεῖνον τὸν λίθον συνθλασθήσεται· ἐφ᾿ ὃν δ᾿ ἂν πέσῃ, λικμήσει αὐτόν.» (Λουκ. 20, 17-18). Λόγος ποὺ συμπληρώνει τὴ ρήση τοῦ Ἠσαΐα (18, 16): «Ἰδοὺ ἐγὼ ἐμβαλῶ εἰς τὰ θεμέλια Σιὼν λίθον πολυτελῆ ἐκλεκτὸν ἀκγογωνιαῖον ἔντιμον εἰς τὰ θεμέλια αὐτῆς, καὶ ὁ πιστεύων ἐπ’ αὐτῷ οὐ μὴ καταισχυνθῆ». Γιὰ ὅσους πιστεύουν ὁ λίθος θὰ γίνει ἀσάλευτο θεμέλιο. Ὅσοι δὲν πιστεύουν πέφτοντας πάνω του θὰ τσακιστοῦν.

Ὁ Ἰησοῦς ἀρνεῖται νὰ ἐπιδείξει τὴν θειότητά του στὸ θέατρο τοῦ κόσμου, ἀπαντώντας πάλι μὲ μία φράση τοῦ Δευτερονομίου (6, 16). Στὸ γεγονὸς στὸ ὁποῖο κάνει μνεία τὸ Δευτερονόμιο ἀναφέρεται ὁ Ψαλμὸς 94 (7-11), καὶ τὸν ἐπαναλαμβάνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολὴ (3,7-10). Εἶναι ἡ ἡμέρα τοῦ «παραπικρασμοῦ», τοῦ πειρασμοῦ στὴν ἔρημο. Στὴν ἔρημο ὅπου οἱ Ἰουδαῖοι ἀμφισβήτησαν τὸν Θεὸ καὶ τὰ ἔργα του, ὁ Ἰησοῦς ἀποκρούει τὸν πειρασμό. Τὰ λόγια τοῦ διαβόλου ἀποτελοῦν μία προσβολή, μία λεκτικὴ ἐπίθεση, προκειμένου νὰ βλαφτεῖ ἡ ἐνδιάθετη θεία πνοὴ ποὺ ἐνυπάρχει σὲ κάθε ἄνθρωπο. Προτείνει στὸν Ἰησοῦ τὴν πλατιὰ λεωφόρο ὅπου ὑποτίθεται πὼς κανένα ἐμπόδιο δὲν θὰ ὑπάρξει στὸ δρόμο του.

Ἡ στάση τοῦ Ἰησοῦ ἀποτελεῖ ὑπόδειγμα ταπεινοφροσύνης. Οἱ ἀπαντήσεις του προέρχονται ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, δὲν ξεκινοῦν ἀπὸ δικές του ἰδέες. Δὲν στέκει ἀπέναντι στὸν πειρασμὸ ὡς ἄτομο, ἔστω διακεκριμένο. Μπαίνει ἐξ ὁλοκλήρου στὴ θέση τοῦ ἀνθρώπου ποὺ συνδέεται μὲ τὸν Θεό, δείχνοντας ταυτόχρονα καὶ τὴ θεϊκή του προέλευση. Ἡ θειότητα τοῦ Ἰησοῦ ἐκφράζεται διὰ τῆς ταπεινοφροσύνης.

Νὰ ἀκούσει κανεὶς τὴ φωνὴ τοῦ Χριστοῦ σημαίνει νὰ ἀπεκδυθεῖ κάθε αἴτημα ἰσχύος, ὅπως καὶ κάθε ἰδεολογικὸ προσανατολισμό. Ὁ Χριστὸς δὲν ζητᾶ νὰ ἀκολουθήσουμε κάποιους κανόνες ἀλλὰ νὰ ἐνωτιστοῦμε τοὺς λόγους του. Ἀρνούμενος νὰ τὸν ἀκούσει ὁ κόσμος σφυρηλατεῖ ἕνα πεπρωμένο ἀδυσώπητο, καὶ κανένας θεὸς δὲν θὰ εἶναι ὑπεύθυνος γι’ αὐτό. «Ἐὰν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ, ἀληθῶς μαθηταί μου ἐστὲ καὶ γνώσεσθε τὴν ἀλήθειαν, καὶ ἡ ἀλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ἰωάν. 8, 31-32). Ἡ ἐλευθερία προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀλήθεια τῶν λόγων του καὶ δὲν ἀποτελεῖ μία ἀφηρημένη ἔννοια, στὴν ὁποία ὁ καθένας μπορεῖ νὰ δίνει ὅποιο περιεχόμενο θέλει. Ἡ ἀλήθειά τους μᾶς ἐλευθερώνει ἀπὸ τὰ δεσμὰ ποὺ σφυρηλατεῖ ἡ ἐκπληρωμένη ἢ ἀνεκπλήρωτη ἐπιθυμία, δοκιμάζοντάς μας σ’ αὐτὸ ποὺ εἴμαστε ἢ νομίζουμε πὼς εἴμαστε.

«Καὶ συντελέσας πάντα πειρασμὸν ὁ διάβολος ἀπέστη ἀπ’ αὐτοῦ ἄχρι καιροῦ».

Πάσχα 2017: Σαρακοστή και νηστεία





Πάσχα 2017

Από την Καθαρά Δευτέρα μέχρι το Άγιο Πάσχα η Ορθόδοξη Εκκλησία ζητά από το ποίμνιό της να τηρήσει τη θρησκευτική παράδοση και να νηστέψει. Γιατί είναι τόσο σημαντική η περίοδος αυτή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής;

Είμαστε στα πρόθυρα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, της Αγιότερης περιόδου της Εκκλησίας, η οποία μας προετοιμάζει για το Άγιο Πάσχα. Λέγεται Τεσσαρακοστή γιατί διακρίνεται από τη Μεγάλη Εβδομάδα. Με 40 μέρες, .Την Παρασκευή του Λαζάρου συμπληρώνεται η Τεσσαρακοστή, παρεμβάλλεται το διήμερο της Ανάστασης του Λαζάρου και της Κυριακής των Βαΐων και ύστερα ξεκινά η Μεγάλη Εβδομάδα.Είναι μια περίοδος εντατικής προσευχής,  και προσπάθεια κατάκτησης της αρετής, για να μπορέσουμε επάξια να προσκυνήσουμε το Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού.
Γιατί η «Σαρακοστή», όπως ονομάζεται, να έχει σαράντα ημέρες, δηλαδή αρχίζει από την Καθαρά Δευτέρα μέχρι και την Παρασκευή πριν από το Σάββατο του Λαζάρου;
Γιατί διαλέχτηκε να είναι 40 ημέρες η Τεσσαρακοστή, υπάρχουν δύο λόγοι. Ήταν, πρώτα, πρότυπα αγιογραφικά. Ο Μωυσής νήστεψε 40 μέρες για να παραλάβει τις Πλάκες του Νόμου, ο Ηλίας 40 ημέρες πάλι νήστεψε για να μπορέσει να αποκλείσει τον ουρανό από τη βροχή και μετά να φέρει βροχή στη γη, και έτσι οι 40 μέρες είναι αγιογραφικά.
Και ο Χριστός μετά τη βάφτισή του νήστεψε 40 μέρες. Έχει, όμως, και έναν άλλο λόγο. Οι Εβραίοι υποχρεώνονταν να δίνουν την δεκάτη, δηλαδή το 1/10 της περιουσίας, που αποκτούσαν όλη τη χρονιά, για τους φτωχούς, τις χήρες, τα ορφανά. Εμείς, που είμαστε ο νέος Ισραήλ της χάριτος, δίνουμε κάτι πολύ πιο σημαντικό, δίνουμε το 1/10 της ζωής μας. Από τις 365 μέρες του χρόνου, οι 40 ημέρες αυτής της περιόδου είναι μια αφιέρωση προς τον Θεό.
Τι είναι η νηστεία του Πάσχα για την Ορθόδοξη Εκκλησία;
Η νηστεία είναι ένα μέσο που μας βοηθά στο να κατακτήσουμε την αρετή. Είναι παρεξηγημένος θεσμός η νηστεία και από αυτούς που νηστεύουν και από αυτούς που δεν νηστεύουν. Αυτοί που δεν νηστεύουν δεν διαβλέπουν κανένα όφελος από την νηστεία, γι’ αυτό και την κατάργησαν. Το πόσο καταργήθηκε, μπορούμε να το δούμε την εβδομάδα της Τυρινής.Πόσοι αποφεύγουν το κρέας; Ή ακόμα τη Δευτέρα της Καθαράς, που για την Εκκλησία μας έχει το ίδιο βάρος με την Αγία Παρασκευή, γιατί είναι η πρώτη μέρα που ζει ο άνθρωπος μακριά από τον παράδεισο.
Επομένως, είναι μέρα πένθους. Την Καθαρά Δευτέρα, λοιπόν, οι άνθρωποι βγαίνουν στους αγρούς. Δεν τρώνε, όμως, όλοι ελιά. Πολλοί είναι αυτοί που ψήνουν και κρέας.Αυτό, μας δείχνει πόσο πολύ κατάργησαν οι άνθρωποι τη νηστεία. Αυτοί δεν διαβλέπουν κανένα νόημα στη . Και αν τους μιλήσεις για νηστεία, εισπράττεις ειρωνικά μειδιάματα.
Αλλά και αυτοί που νηστεύουν έχουν παρεξηγήσει τη νηστεία και νομίζουν ότι ο Θεός ευαρεστείται με το να απέχουμε, μικρό ή μεγάλο διάστημα, από κάποια είδη τροφίμων.
Μέσα τους υπάρχει μια αντίληψη λανθασμένη, εξωχριστιανική, ότι κάποια είδη τροφίμων δημιουργούν πνευματικό μολυσμό. Όταν προσπάθησε να εισέλθει και στον Χριστιανισμό αυτή η προσπάθεια, οι Απόστολοι αντιτάχθηκαν και την ονόμασαν διδασκαλία δαιμονίων, γιατί δεν υπάρχει κανένα δημιούργημα του Θεού που να προκαλεί μολυσμό.
Εκείνο το οποίο μολύνει τον άνθρωπο, το είπε ο Χριστός σε μιαν άλλη περίπτωση. Είπε ότι δεν είναι αυτά που τρώμε που μολύνουν τον άνθρωπο· εκείνα που μολύνουν τον άνθρωπο είναι τα λόγια μας, τα οποία προέρχονται από το μυαλό και την καρδιά μας. Επομένως, η νηστεία δεν έχει αυτό το νόημα.
Ποιο είναι το νόημα της νηστείας και πόσο ωφέλιμη είναι;
Η νηστεία έχει πολλούς λόγους για τους οποίους επιβλήθηκε στην Εκκλησία. Ο πρώτος λόγος είναι μια άσκηση. Είναι ένα γύμνασμα η νηστεία, δεν είναι αυτοσκοπός.Γίνεται για να ενδυναμώσει τον εαυτό μας. Η νηστεία είναι εξάσκηση, γιατί για 50 ημέρες τα γευστικά μας όργανα πιέζουν και ζητάνε διάφορες τροφές, εμείς όμως λέμε όχι.
Έτσι μαθαίνουμε να αντιτασσόμαστε στο πονηρό. Αν πετυχαίνουμε στη νηστεία και δεν πετυχαίνουμε στις πραγματικές μάχες με το πονηρό, τίποτε δεν κατορθώνουμε.Αυτοί που είναι έμπειροι στους πνευματικούς αγώνες, λένε ότι ωφελεί πάρα πολύ η νηστεία. Το ότι αυτός είναι ο σκοπός της νηστείας, δηλαδή μια άσκηση, φαίνεται και από πολλές διατάξεις που τη διέπουν.
Πρώτα απ’ όλα οι πραγματικά άρρωστοι δεν πρέπει να νηστεύουν γιατί καταστρέφουν το σώμα τους. Είναι παθοκτόνος η νηστεία και όχι σωματοκτόνος. Ένας που είναι άρρωστος, με τη νηστεία θα σκοτώσει τον ίδιο τον εαυτό του. Δεν μπορεί να χωρέσει σε πνευματικούς αγώνες ένας που θα σκοτώσει τον εαυτό του.
Υπάρχουν μερικά συγγενικά είδη τροφής που κάποια από αυτά επιτρέπονται και κάποια απαγορεύονται, όπως π.χ. η ελιά και το λάδι. Ποιο νόημα έχει αυτό, αφού το λάδι δεν προέρχεται από ζωικό λίπος;
Τρώμε ελιές, αλλά δεν τρώμε για μερικές ημέρες λάδι. Αυτό δεν είναι γιατί έχει κάτι το λάδι, αλλά γιατί με αυτό επιτρέπονται χίλιες-δυο τροφές. Μπορείς να κάνεις όλα τα όσπρια με το λάδι, τις πατάτες και χίλια-δυο άλλα φαγητά, ενώ οι ελιές μπορούν να καταναλωθούν μόνο ως ελιές.
Και όταν η Εκκλησία εντείνει την άσκηση, απαγορεύει το λάδι για να περιορίζει τα είδη τροφών.
Όπως, επίσης, κατά τη νηστεία τρώμε ταραμά, αλλά δεν τρώμε ψάρι. Είναι λόγω της έντασης της άσκησης που επιτρέπει η Εκκλησία. Επίσης, επειδή έχει αυτό το νόημα η νηστεία, είναι άσκηση, δεν επιτρέπεται στην περίοδο νηστείας να κάνουμε πολλά είδη από νηστίσιμα φαγητά για να μας ευχαριστούν ως γεύσεις. Ούτε πολλά ούτε γευστικά. Απλώς ένα φαγητό που να σε κρατά στη ζωή.
Αυτή είναι η έννοια της νηστείας. Δεύτερος λόγος είναι ότι η νηστεία εκφράζει πάντοτε τη συντριβή μας μπροστά στο Θεό και τη μετάνοιά μας. Αν κοιτάξουμε στην Παλαιά Διαθήκη, όταν κήρυσσαν οι Προφήτες μετάνοια, ο λαός το καταλάβαινε ως νηστεία.
Στη Νινευή εστάλη π.χ. ο Ιωνάς, κήρυξε μετάνοια και οι άνθρωποι κήρυξαν αμέσως νηστεία.
Και ο βασιλιάς έβγαλε, μάλιστα, διάγγελμα, όχι μόνο για τους ανθρώπους, αλλά και τα ζώα. Γιατί ήταν η νηστεία είδος μετάνοιας και συντριβής. Όταν είμαστε ελεύθεροι κάνουμε ό,τι θέλουμε.
Όταν έχουμε Κύριον, υπακούμε στις εντολές Του. Υπακούοντας, λοιπόν, στην Εκκλησία και αποφεύγοντας ορισμένα φαγητά, δείχνουμε ότι δεν είμαστε αυτεξούσιοι. Συντριβόμαστε και αναγνωρίζουμε έναν Κύριον.
Είναι, λοιπόν, και ένδειξη μετάνοιας. Γι’ αυτό και τοποθετούνται πάντοτε οι νηστείες πριν από μεγάλα γεγονότα της θρησκείας μας. Πριν από το Πάσχα, πριν από τα Χριστούγεννα, για να μπορέσουμε να προετοιμαστούμε, με τη συντριβή και τη μετάνοιά μας, για να γιορτάσουμε αυτό το γεγονός.
Ποιες άλλες αρετές πρέπει να συνοδεύουν τη νηστεία, για να φθάσει ο άνθρωπος στη μετάνοια, όπως προαναφέρατε;
Την ακολουθούν και άλλες αρετές. Λέει ο Μέγας Βασίλειος, «αληθής νηστεία η των παθών αλλοτρίωσις, εγκράτεια γλώσσης, θυμού αποχή, επιθυμιών χωρισμός, καταλαλιά ψεύδους επιορκίας».
Πρέπει, λοιπόν, η νηστεία να συνοδεύεται από άλλες αρετές για να είναι αληθινή. Αν νηστεύω το κρέας και κατακρίνω τον κόσμο και κάνω χίλιες παρεκτροπές, τότε τίποτα δεν κατορθώνω.Η νηστεία διαλαλεί την ενότητα όλων των Ορθοδόξων σε όλο τον κόσμο. Όλοι νηστεύουμε για τον ίδιο σκοπό. Και την εποχή που δεν ήξεραν οι άνθρωποι Θεολογία, έλεγαν: Αυτός δεν νηστεύει, είναι Τούρκος.
Δηλαδή, διέκριναν από τις ημέρες της νηστείας μας τους Ορθόδοξους από τους μη Ορθόδοξους. Δηλώνει, επομένως, η νηστεία την ενότητα των χριστιανών. Και πολλούς άλλους λόγους έχει, όπως π.χ. εξοικονομούμε χρήματα από τα απλούστερα φαγητά, για να δίνουμε σε ελεημοσύνες.
Ο Πάφου Γεώργιος.

  Ἕκαστον μέλος τῆς ἁγίας σου σαρκός ἀτιμίαν δι' ἡμᾶς ὑπέμεινε τὰς ἀκάνθας ἡ κεφαλή ἡ ὄψις τὰ ἐμπτύσματα αἱ σιαγόνες τὰ ῥαπίσματα τὸ στό...